Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2014

«Όσιος» Χριστόφορος Παπουλάκος (18 Ιανουαρίου)

Ο απατεώνας και σκοταδιστής καλόγερος που μετονόμασε την Λακωνία σε Ισραήλ(!) και παρακινούσε τον λαό σε εμφύλιο πόλεμο

Από τα πρώτα χρόνια του νεοελληνικού κράτους, το 1827, διάφοροι ορθόδοξοι χριστιανικοί κύκλοι, θα προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να αναβιώσουν μια βυζαντινοχριστιανική κατάσταση. Σύμμαχοι στα σχέδιά τους, για τους δικούς του λόγους ο καθένας, ήταν τόσο η Ρωσία, όσο και η Οθωμανική Αυτοκρατορία (το αφεντικό του Πατριαρχείου). Η επαναφορά της ελληνικότητας στους εξαθλιωμένους κι απαίδευτους Νεοέλληνες, συνάντησε εμπόδια κι επέφερε συγκρούσεις με ένα νέο μόρφωμα: Τον Ελληνοχριστιανισμό, που δεν αποτελεί τίποτε άλλο, παρά μια πονηρή παραλλαγή του Βυζαντινοχριστιανισμού…
Την ίδια εποχή, στο χωριό Άρμπουνα του Μοριά (στην περιοχή Κλειτορία των Καλαβρύτων) ζούσαν τέσσερα αγράμματα αδέλφια, οι Παναγιωτόπουλοι, που ήταν εκδοροσφαγείς γουρουνιών. Ο ένας εξ αυτών ονομαζόταν Χριστόφορος ή Χριστοπανάγος. Το 1842 προσβλήθηκε σοβαρά από τυφοειδή πυρετό και κατάφερε να επιζήσει, θεωρώντας το περιστατικό αυτό θεϊκό θαύμα. Ταυτόχρονα άκουγε τις αντικυβερνητικές κατηχήσεις των καλόγερων, που εκείνη την εποχή είχαν επαναστατήσει εναντίον του Όθωνα.
Τον καιρό που έδρασε ο Παπουλάκος, στα μέσα ακριβώς του 19ου αιώνα, οι πολιτικές και εκκλησιαστικές διαμάχες που ακολούθησαν την κήρυξη του «αυτοκέφαλου» της ελληνικής Εκκλησίας στα 1833 και τη ρήξη με το Πατριαρχείο βρίσκονταν στο αποκορύφωμά τους.
Την εποχή εκείνη, τη σύγκρουση «κορυφής» εξέφραζαν από τη μια ο «δυτικόφιλος» Θεόκλητος Φαρμακίδης, υποστηρικτής του «αυτοκέφαλου», και από την άλλη ο Κωνσταντίνος Οικονόμος, «ρωσόφιλος» και υποστηρικτής του Πατριαρχείου. Παράλληλα, όμως, αναπτυσσόταν μια «λαϊκή» εκδοχή της Ορθοδοξίας που, βασισμένη σε δεισιδαιμονίες και προλήψεις και αντλώντας την πειθώ της από προφητείες και θαύματα, κατήγγειλλε τους ετερόδοξους (επομένως και τον Όθωνα) ως υπονομευτές του γένους και βάσιζε τις ελπίδες της στην πολιτική της ομόδοξης Ρωσίας και τη συντριβή της «αλλόθρησκης» Αγγλίας. Μοναχοί από το μοναστήρι του Μεγάλου Σπηλαίου και η Φιλορθόδοξη Εταιρεία, μια μυστική ρωσόφιλη οργάνωση, υπήρξαν δύο από τους βασικούς πόλους αυτού του ρεύματος, το οποίο έμελλε να επηρεάσει βαθιά τον απλοϊκό και αγράμματο Παπουλάκο.

Τότε του μπήκε στο μυαλό η ιδέα να αποτρέψει τους Ρωμιούς απ’ τον εξελληνισμό τους. Άφησε την δουλειά του κι έγινε καλόγερος. Επειδή ήταν γέρος, κοντός και χοντρός, οι χωριάτες τον φώναζαν «παπουλάκο» κι έκτοτε του κόλλησε αυτό το όνομα. Τα πρώτα χρόνια της «αγιοσύνης» του έφτιαξε ένα μοναστήρι στα ορεινά της Ηλείας κι έμενε εκεί. Έμεινε στην απομόνωση για περίπου 20 χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων έμαθε γραφή και ανάγνωση. Τελικά στις αρχές του 1848 και σε ηλικία 80 περίπου ετών, άφησε το μοναστήρι και ξεκίνησε περιοδείες στον Μοριά, αποφασισμένος να «σώσει» τον κόσμο. Όμως το ξεκίνημά του αυτό συμπορεύτηκε με την γενική και καλά οργανωμένη καλογερική εξέγερση, που θ’ ανατάραζε ολόκληρη την χώρα.
Την πρώτη περίοδο της δράσης του, ο Παπουλάκος περιοριζόταν σε κηρύγματα που απέβλεπαν στην ηθική βελτίωση των ακροατών του, και κυρίως στην καταπολέμηση της ληστείας και της «ενδημικής» στα μέρη εκείνα ζωοκλοπής. Μόνο η ακραία αποστροφή του τα «άθεα», όπως έλεγε, γράμματα, προανήγγελλε τον καιρό εκείνο την εξέλιξη της σκέψης του και τις μελλοντικές του συμπράξεις.
Ύστερα από την αρχική της άρνηση (1848), η Ιερά Σύνοδος του παραχώρησε το 1851 την άδεια κήρυκα, την οποία απέσυρε ύστερα από λίγο. Στη δεύτερη αυτή φάση των περιοδειών του, ο Παπουλάκος εμφανίζεται περισσότερο «πολιτικοποιημένος», έρχεται σε επαφή με τα στελέχη της Φιλορθόδοξης Εταιρείας και τον Κοσμά Φλαμιάτο από το Μέγα Σπήλαιο.
Το κήρυγμά του αποκτά βαθμιαία αμιγώς πολιτικές συνδηλώσεις: Ο μοναχός καταφέρεται πλέον ανοιχτά κατά του Όθωνα, κατά των Άγγλων, κατά της Ιεράς Συνόδου, κατά των πανεπιστημίων και των δικαστηρίων. Τα διδάγματά του αυτά συσπειρώνουν γύρω του τα φτωχά αγροτικά στρώματα της Πελοποννήσου, δυσαρεστημένα από την κρατική εξουσία και πεισμένα για την αγιότητα του μοναχού.
Ο εμπρηστικός και αντικαθεστωτικός λόγος του δεν αργεί να ερεθίσει τις αρχές: Η Σύνοδος τον αποκηρύσσει και αποφασίζεται η σύλληψή του, η οποία και ανατίθεται σε στρατιωτική δύναμη με επικεφαλής τον Γενναίο Κολοκοτρώνη. Στο μεταξύ, ο Παπουλάκος συνεχίζει τις περιοδείες του (Σπέτσες, Ύδρα, Κρανίδι, Καλαμάτα, Μάνη), στις οποίες συμμετέχουν πολλοί πιστοί του, αρκετοί από τους οποίους οπλισμένοι.
Παπουλάκος Α’
Πριν από την εμφάνιση του γνωστού Παπουλάκου υπήρξε κι άλλος ένας καλόγερος με το όνομα αυτό. Ο Φωτιάδης στο ιστορικό του έργο «Όθωνας – Η Έξωση» (σελ. 167-168), αναφέρει για τον πρώτο αυτόν Παπουλάκο: «Πριν από μερικά χρόνια σ’ έναν άλλον αγύρτη, καλόγερο κι αυτόν, έδωσε ο κοσμάκης την ίδια υποκοριστική προσωνυμία, ονομάζοντάς τον Παπουλάκο… Αυτός άδραξε την ευκαιρία να πλουτίση ποντάροντας πάνω στην δυστυχία και την απελπισία του λαού. Ντύθηκε στα ράσα, έφτιαξε ένα μοναστήρι στα Τρισπόταμα της Ηλεία κι άρχισε να φανερώνη στον καθένα τι του μελλόταν και πως θα σωζόταν ο κοσμάκης απ’ τον Μπραΐμη. Για βοηθό του είχε μία αγιοπατέρισσα, όπως την λέγανε, διαβόλου κάλτσα… Για τον Μπραΐμη, έλεγε ο αγύρτης, πως δεν χρειάζεται να τον πολεμάνε, γιατί αυτός θα χαθή από θεϊκή θέληση… Τα’ μαθε αυτά ο Μπραΐμης και έδωσε εντολή να πάνε να τον βρουν. Κι όταν κάποτε φθάσανε οι αραπάδες στο μοναστήρι κι έσφαξαν τον Παπουλάκο -για να μάθη, πως με τις προσευχές δεν πολεμούνται οι καταχτητές– ψάξανε και βρήκανε στο ιερό έξι κάσσες παράδες, ασήμι βγαλμένο από άρματα, γυναικείες ζώνες, σκουλαρίκια, δακτυλίδια, γιορντάνια, χρυσοκέντητες φορεσιές, όλα παρμένα απ’ τον λαό… Αυτό στάθηκε το τέλος του πρώτου Παπουλάκου. Ο δεύτερος, που φάνηκε είκοσι χρόνια έπειτα, ακολούθησε στην αρχή τα ίδια χνάρια. Έφτιαξε κι αυτός ένα μοναστήρι, γρήγορα όμως το παράτησε κι άρχισε να γυρίζη τον Μοριά, για να κηρύξη τον αληθινό, όπως έλεγε, λόγο του Θεού. Με μιας τότε φάνηκε, πως τούτος στεκόταν πιο λαοπλάνος απ’ τον άλλον, όμως τούτον δεν ήτανε η δίψα του πλούτου που τον ωδήγαγε, παρά το σκοτάδι του μυαλού του…».
Παπουλάκος και «Φιλορθόδοξος Εταιρεία»
Η ιστορία του δεύτερου Παπουλάκου αποτελεί τον ενδεδειγμένο βίο αγίου της Ορθοδοξίας. Γράφει η εγκυκλοπαίδεια Ήλιος στο λήμμα «Παπουλάκος»: «Ο Παπουλάκος όχι μόνον εστερείτο θεολογικής μορφώσεως, αλλά και στοιχειωδών γραμματικών γνώσεων. Παρά ταύτα επέτυχε να εκμάθη ανάγνωσιν και ν’ αναγιγνώσκη την Καινήν Διαθήκην και τους Ψαλμούς του Δαυίδ».
Ο Φωτιάδης μας περιγράφει με γλαφυρότητα την περιοδεία Παπουλάκου στον Μοριά, αλλά και την έσχατη κατάντια που επικρατούσε στον λαό της εποχής εκείνης: «Ευλογούσε, λέει, τους βουβούς και βρίσκανε την μιλιά τους, άγγιζε με το χέρι του τα παιδιά και γιατρεύονταν, τα νερά που κυλούσαν στα αυλάκια στέρευαν καθώς πήγαινε να πιη, τα ευλογούσε και ξανάτρεχαν, κι όσοι δεν πίστευαν την αγιότητά του ή τον κακολογούσαν μεμιάς πάθαιναν νταμπλά και φεύγανε άναυλα για τον άλλο κόσμο… Κι όσο περνούσε ο καιρός, τόσο τα θαύματά του όλο και μεγάλωναν. Ψιλοκουβέντιαζε με την Παναγιά κι όποτε ήθελε γινόταν άφαντος. Τράνεψε τόσο, που τρέχανε τσούρμο από πίσω του οι γυναίκες να κόψουνε ένα κομμάτι απ’ το ράσο του είτε να το κάνουνε φυλαχτό, είτε να το βάλουν στο ψωμί αντί για προζύμι, είτε να το δέσουν στα δίχτυα τους οι θαλασσινοί, για να γεμίσουν ψάρια. Έκοβε, έκοβε ο κοσμάκης το ράσο του, κι όμως τόβλεπες, όταν απόμεναν μονάχα οι ωμοπλάτες, ξαφνικά τσούπ… να ξαναφυτρώνη ολόκληρο! Φόραγε δηλαδή καινούργιο ράσο ο Χριστοπανάγος, μα οι θρησκόληπτοι χωριάτες το λογάριαζαν κι αυτό για θαύμα, πως τάχατες από μόνο του ξαναϋφαινόταν. Θαυματουργά ήταν και τα γένια του, που προστάτευαν από αρρώστιες και δαιμόνια. Καί θαυματουργές κατάντησαν ακόμη και οι πέτρες που πάνω τους περπάτησε ο Παπουλάκος… Άλλοτες πάλι παρά τα γεράματά του σκαρφάλωνε στα δέντρα κι από ’κει πάνω έκανε το κήρυγμά του. Καί τα δέντρα άγιαζαν βέβαια, και γι’ αυτό οι χωριάτισσες φρόντιζαν μερονυχτίς να καίνε κρεμασμένα απ’ τα κλωνιά τους καντήλια» (σελ. 169).
Ο Μπάμπης Άννινος στο έργο του «Ιστορικά Σημειώματα» (σελ. 137), που γράφτηκε τριάντα χρόνια μετά τον θάνατο του Παπουλάκου, αναφέρει: «Αλλά η κύρια δύναμις του Παπουλάκου ενέκειτο εις το γυναικείον στοιχείον, αυτό απετέλει την αληθινήν ισχύν του, αυτό εξήπτε τον φλογερόν ενθουσιασμόν, αυτό διετήρει αμείωτον την μαγγανείαν, την οποίαν ο πονηρός καλόγηρος εξήσκει επί του πλήθους».
Ο Παπουλάκος σκαρφιζόταν αστείες απατεωνιές, για να ξεγελά έναν κόσμο τόσο αμόρφωτο και τόσο βαθιά δεισιδαίμονα όσο οι Ρωμιοί της εποχής του.
Ο Μπαστιάς στο έργο του «Ο Παπουλάκος» (Αθήνα 1963), λέει, ότι κατά την διάρκεια των κηρυγμάτων του χρησιμοποιούσε διάφορες μικροπονηριές, για να ξεγελά και να ξαφνιάζη τα πλήθη. Κατά την διάρκεια των κηρυγμάτων του φώναζε ξαφνικά: «Γιάννη, φέρε μου ένα ποτήρι νερό». Και βέβαια κάποιος που λεγόταν Γιάννης και βρισκόταν μέσα στο πλήθος έτρεχε να φέρει νερό απορώντας, που ήξερε τ’ όνομά του! Άλλοτε πάλι δείχνοντας ένα πλήθος από χωριάτες τους αποκαλούσε ζωοκλέφτες κι εκείνοι σάστιζαν, μην γνωρίζοντας που το ήξερε. Όμως οι περισσότεροι χωριάτες της εποχής εκείνης ήταν ζωοκλέφτες.
Γι’ αυτόν τα γράμματα ήταν ο μέγιστος εχθρός της κοινωνίας και τα χώριζε σε «άγια και άθεα». Τα πρώτα ήταν τα Ευαγγέλια, το Ψαλτήρι και η Οκτώηχος. Τα δεύτερα ήταν όλα τ’ άλλα βιβλία, τα δε ελληνικά ήταν του «Διαβόλου γράμματα». Διακήρυττε επίσης, ότι έπρεπε να κλείσουν όλα τα δημοτικά σχολεία της χώρας, για να μην μαθαίνουν τα παιδιά τα «άθεα γράμματα». Τους επισκόπους, που είχε ορίσει ο Φαρμακίδης και η Σύνοδος, τους αποκαλούσε «κατασκόπους», την πρωτεύουσα «πορνεύουσα», ενώ τον Όθωνα «νοητό Εωσφόρο». Τα πλοία με τον ατμό, που όλο και πλήθαιναν εκείνη την εποχή, τα έλεγε «καρότσες του διαβόλου», τα δικαστήρια «γυφτόσπιτα» και το πανεπιστήμιο «πορνείο». Οι συμβουλές του προς τις γυναίκες του ακροατηρίου του, για να σωθούν, ήταν να κάνουν αδιάκοπα προσευχές, νηστείες, μετάνοιες και ν’ απαρνηθούν τον έρωτα, ακόμη κι αν ήταν συζυγικός.
Ο Φωτιάδης διασώζει την επιστολή ενός δασκάλου της εποχής, του Παναγάκη Σεραφείμ, που έστειλε στον νομάρχη Αρκαδίας για ένα κήρυγμα του Παπουλάκου στα Λαγκάδια Γορτυνίας, που λέει (σελ. 170):
Κυρίως εξύβριζε το υπό της κυβερνήσεως καθιερωθέν πρόγραμμα εκπαιδεύσεως, που το αποκαλούσε άθεα γράμματα, ικανά να οδηγήσουν το γένος εις τον αφανισμόν, εις το αίμα και την εξουθένωσιν. Ο ρασοφόρος αυτός αγύρτης είναι ο πλέον επικίνδυνος οχλαγωγός εξ’ όσων ποτέ παρουσιάσθηκαν, εξάπτων εντέχνως τον πλέον επικίνδυνον και τυφλόν φανατισμόν και ενσπείρων τα εμφύλια πάθη. Εκμεταλλευόμενος ιάσεις εντελώς τυχαίας ή θανάτους, οι οποίοι θα εθεωρούντο άνευ αυτού ως φυσικά φαινόμενα, αφήνει να πιστεύεται, ότι τα συμβαίνοντα είναι θαύματα, τα οποία ο Θεός επιτελεί μέσω αυτού η χάριν αυτού. Η τοιαύτη δε φήμη, επικινδύνως λαβούσα τεραστίας διαστάσεις, έχει συνεγείρει τα πλήθη εις τοσούτον επικίνδυνον βαθμόν, ώστε να καθίσταται προβληματική η απρόσκοπτος άσκησις οιουδήποτε κυβερνητικού λειτουργήματος κι αυτή ακόμη η λειτουργία ενός δημοτικού σχολείου. Ήρχιζε δε τας ομιλίας του με απεραντολογίαν των πλέον βαναύσων και ανηκούστων αισχρολογιών, αναπτύξας ο θεομπαίχτης με σκάνδαλον τα διάφορα είδη των αισχρών ασελγειών.
Σύντομα μέλη της Φιλορθοδόξου Εταιρείας πλησίασαν τον Παπουλάκο, αφού είδαν σε αυτόν τις ίδιες τις δικές τους κατηχήσεις. Γράφει ο Άννινος (σελ. 415): «Οι Φιλορθόδοξοι, ιδόντες τον ζήλο του και εννοήσαντες πόσο επωφελής θα ήταν η συμμαχία του εις τα σχέδιά των, προσηταιρίσθησαν γρήγορα αυτόν και βαθμηδόν κατέστησαν κυριώτατον όργανόν των».
Η ιδέα των κηρυγμάτων του Παπουλάκου βασίσθηκε κυρίως στις δεισιδαιμονικές προφητείες του ιερομόναχου και συγγραφέως Αγαθάγγελου για το «ξανθό γένος», τους Ρώσους, και την σωτηρία της Ρωμιοσύνης απ’ τους «αθέους» Ευρωπαίους διαφωτιστές μέσα απ’ το βιβλίο του τελευταίου «Οπτασία του Ιερωνύμου Αγαθαγγέλου του εκ μοναδικής πολιτείας του Μεγάλου Βασιλείου».
Οι Φιλορθόδοξοι μιλούσαν «περί ψωριώντος εριφίου, το οποίον έπρεπε να αποδιωχθή εκ της ποίμνης, ίνα μην μεταδώση την νόσον της αθείας και εις τα λοιπά», και απευθύνονταν στον Όθωνα και στην σπουδαία μεταρρύθμιση της κυβερνήσεώς του. Διδάσκαλος του Παπουλάκου έγινε ο φλογερός ιεροκήρυκας, ιδρυτής και αρχηγός της Φιλορθοδόξου Εταιρείας, Κοσμάς Φλαμιάτος. Αξίζει λίγο να σταθούμε στο πρόσωπο αυτό, διότι ήταν ένας απ’ τους κύριους μοχλούς της καλογερικής συνωμοσίας, που συγκλόνισε τότε την νέα Ελλάδα. Γράφει ο Άννινος γι’ αυτόν: «Ανήρ ξεροκέφαλος μετριωτάτης παιδεύσεως, θρησκομανής, υποκείμενος εις ασκητικάς εξάψεις και εσκοτισμένον έχων τον νουν εκ της ενδελεχούς αναγνώσεως της δυσπέπτου των συναξαρίων ύλης και εκ της ασχολίας αυτού περί την εξήγησιν των χρησμών του Αγαθαγγέλλου» (σελ.401). Παρομοίως και ο Φωτιάδης: «Ο στενοκέφαλος και θρησκόληπτος αυτός άνθρωπος είχε τυπώσει και δύο βιβλιαράκια, την “Φωνή της Ορθοδοξίας” και την “Ερμηνεία των Χρησμών” του Αγαθαγγέλου. Με αυτόν ξυπνούσε και με αυτόν κοιμόταν, γυρεύοντας στις προφητικές ασυναρτησίες του να βρη λύσεις για όλα τα προβλήματα που βασάνιζαν όχι μονάχα τον τόπο μας παρά κι όλον τον κόσμο» (σελ. 172).
Κέντρο της μεσαιωνικής και ανθελληνικής αυτής συνωμοσίας της Φιλορθοδόξου Εταιρείας απετέλεσε η Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου. Πνευματικός της πατέρας υπήρξε ο κληρικός Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων, προσωπικός φίλος του τσάρου της Ρωσίας και του Πατριαρχείου, ενώ χρηματοδότες της υπήρξαν οι Ρώσοι και οι Τούρκοι. «Καί στείλαν τον άγιον Οικονόμον, παιδί της Ρουσσίας…και εργάζεται εις τα πολιτικά υπέρ της Ρουσσίας και έναν Ανατόλιον αρχιμανδρίτη εις τα στρατιωτικά. Κι όλοι αυτήνοι φτιάξαν την Φιλορθόδοξο Εταιρεία κι είχαν χρήματα κι εφόδιαζαν και κατηχούσαν» (Μακρυγιάννης, «Απομνημονεύματα»).
Η ανταρσία και η σύλληψη του Παπουλάκου στην Μάνη
Οι περιοδείες του Παπουλάκου συνεχίσθηκαν μέσα σε κλίμα γενικής ψυχώσεως και θρησκευτικού φανατισμού σε όλη την Πελοπόννησο, στις Σπέτσες, στην Ύδρα, στα Ψαρά και στο Κρανίδι. Όταν είδε, ότι το πλήθος παραληρούσε γι’ αυτόν, θεωρώντας τον προφήτη, και οι Φιλορθόδοξοι τον στήριζαν σε κάθε βήμα του, αποφάσισε να κάνει επανάσταση, την οποία διατυμπάνιζε σε κάθε μέρος της περιοδείας του. Το 1852 έφθασε στην Μάνη. «Η υποστήριξις την οποίαν παρέσχεν εις τον Χριστοπανάγον ο λαός της Λακωνίας, ένθερμος εξ αρχής ούσα, κατέστη βαθμηδόν μανιακή, φρενιτιώδης και έφθασεν εις τα ακρότατα της παραφοράς όρια» (Άννινος, σελ. 433). Γι’ αυτό και τον δήμο Κολοκυνθίου, όπου υπήρχαν και οι περισσότεροι οπαδοί του, ο Παπουλάκος τον αποκαλούσε «Νέα Ιερουσαλήμ», ενώ όλη την Λακωνία…«Ισραήλ»! «Οι παπάδες τον δέχονταν χτυπώντας γιορταστικά τις καμπάνες, κάνανε τιμητικές γι’ αυτόν ιεροτελεστίες, αφώριζαν τους εχθρούς του, συμπορεύονταν μαζί του κρατώντας σταυρούς κι εξαπτέρυγα και τον μνημόνευαν στις λειτουργίες τους… Συντρόφευαν τον Χριστοπανάγο στις περιπλανήσεις του στα γύρω χωριά 150 έως 300 αρματωμένοι και χιλιάδες λαός, άντρες, γυναίκες, γέροι, παιδιά, ονομάζοντάς τον προφήτη Ηλία. Είχε τόσο ξεθαρρέψει, που έστειλε αναφορά στον Όθωνα γυρεύοντάς του να κλείση τα σχολειά, ν’ αλλάξη τους δεσποτάδες, να διώξη απ’ το παλάτι τον καθολικό παπά, που είχε ο ίδιος, και τον προτεστάντη της Αμαλίας» (Φωτιάδης, σελ. 173–174).
Η κυβέρνηση του Όθωνα αντελήφθη, ότι βρισκόταν μπροστά σε μία καλά οργανωμένη εξέγερση. Γνωρίζοντας τους αρχηγούς της ανταρσίας, ο Όθων διέταξε να συλλάβουν τον Κοσμά Φλαμιάτο και πενήντα ακόμη συνωμότες καλογέρους από διάφορες μονές της επικράτειας και κυρίως Μεγαλοσπηλαιώτες. Για την σύλληψη του Παπουλάκου τα πράγματα δεν ήταν τόσο εύκολα, αφού είχε στο πλάι του ολόκληρη την Μάνη και χιλιάδες ακόμη φανατικούς υποστηρικτές. Η κυβέρνηση οργάνωσε τότε μία πραγματική πολεμική εκστρατεία, συντονισμένη από ξηρά και θάλασσα, με πεζικό, ιππικό και πλοία και αρχηγό τον Γενναίο Κολοκοτρώνη.
Ο Παπουλάκος, όταν πληροφορήθηκε τι του ετοίμαζαν, άρχισε να φανατίζει τα πλήθη για μία δυναμική αναμέτρηση με την κυβέρνηση. Ως επίδειξη δυνάμεως, στις 27 Μαΐου του 1852 στις 2:00 μ.μ., επιτέθηκε με 2000 ωρυόμενους ανθρώπους και 500 αρματωμένους Μανιάτες εναντίον της Καλαμάτας. Όμως ο ασύντακτος στρατός του διαλύθηκε ολοσχερώς από ένα ανάμικτο τάγμα ιππικού πεζικού, που υπήρχε στην πόλη. Ο Παπουλάκος ξαναγύρισε με τον στρατό του στην Μάνη ντροπιασμένος.
Η συνέχεια είναι πραγματικά διασκεδαστική: «Στις 30 του Μάη έφθασε στο λιμάνι του Άη Δημήτρη η κορβέτα “Αμαλία” με στρατό κάτω απ’ τις προσταγές τού συνταγματάρχη Πιερράκου. Όταν άρχισε να ξεμπαρκάρη ένα ασκέρι απ’ το λιμάνι, το πολεμικό έρριξε κάμποσες χαιρετιστήριες κανονιές. Τυχαία εκεί κοντά στο χωριό Λογνά του δήμου Λεύκτρου βρισκόταν ο Παπουλάκος με τους οπαδούς του. Τόση εντύπωση του κάνανε οι κανονιές, που πρώτος το ‘σκασε τρέχοντας. Καί στάθηκε τέτοιος ο φόβος κι ο πανικός του, που πέταξε το θαυματουργό του ράσο και φόρεσε φουστανέλλες και με λιγοστούς δικούς του κρύφτηκε στα φαράγγια του Ταϋγέτου» (Φωτιάδης, σελ. 175).
Ο στρατός και η χωροφυλακή επικήρυξαν τον Παπουλάκο και όργωσαν την περιοχή, για να τον βρούνε. Την 24η Ιουνίου ένας καλόγερος καλοθελητής, πρώην θαυμαστής του, ο Παπαβασίλαρος, λόγω της μεγάλης αμοιβής των 6.000 δραχμών, πρόδωσε τον φίλο του, που κρυβόταν στο ερημικό μοναστήρι του Τζέγκου. «“Η σύλληψις του λαοπλάνου έκαμε μεγάλην εντύπωσιν”, έλεγε στην αναφορά του ο νομάρχης Λακωνίας. Και οι πιο φανατικοί οπαδοί του με κανέναν τρόπο δεν θέλανε να το πιστέψουν, λέγοντας πως όλοι οι στρατοί του κόσμου δεν μπορούν να τον πιάσουν. Διαδόθηκε μάλιστα, πως το πολεμικό που τον πάγαινε στον Πειραιά βούλιαξε από θεϊκή οργή, και πως ο μοναδικός που σώθηκε ήταν ο Παπουλάκος» (Φωτιάδης, σελ. 176).
Ο Παπουλάκος κλείσθηκε για έναν χρόνο στις φυλακές του Ρίου. Τον Ιούνιο του 1853 τον μεταφέρανε στην Αθήνα, για να δικαστεί. Η δίκη δεν έγινε ποτέ, διότι την ίδια εποχή οι Φιλορθόδοξοι και οι λοιποί αντικυβερνητικοί κύκλοι απειλούσαν το κράτος για επικείμενη επίθεση της ορθοδόξου Ρωσίας. Η κυβέρνηση πιεσμένη εξέδωσε βασιλικό διάταγμα αμνηστίας για τον Παπουλάκο και μερικούς ακόμη οπαδούς του. Τον Αύγουστο του ιδίου έτους τον κλείσανε στο μοναστήρι της Παναχράντου στην Άνδρο. Εκεί εξακολούθησε να κάνει «θαύματα», ώσπου πέθανε σε βαθιά γεράματα τον Ιανουάριο του 1861. Λίγα έτη μετά τον θάνατό του και τον διωγμό του Όθωνα απ’ την χώρα, η Εκκλησία τον μετονόμασε σε όσιο.
Περί αγιοποίησης
Κι ενώ όλες οι ιστορικές αναφορές ομιλούν για έναν αγύρτη σκοταδιστή καλόγερο, τύπου Ταλιμπάν, η Εκκλησία είχε και έχει αντίθετη γνώμη. Η πρώτη εισήγηση για την αγιοποίηση Παπουλάκου έγινε το 1953 απ’ την εφημερίδα «Σπίθα» του φονταμενταλιστή ιερέα Αυγουστίνου Καντιώτη και πλήθος ακόμη ιερέων. Η εκστρατεία υπέρ της αγιοποιήσεώς του συνεχίστηκε και κατά την δεκαετία του ΄80 με αρχηγό τον γνωστό «παπαροκά» Νεκτάριο Μουλατσιώτη, που μάζευε υπογραφές από διάφορους ιεράρχες, για ν’ αποδείξη το «προφητικό και προορατικό χάρισμα του αγίου», καθώς και τον μεγάλο αριθμό των θαυμάτων του! Ο «παπαροκάς» δηλώνει σήμερα φανατικός θαυμαστής του Παπουλάκου, ακολουθώντας κι αυτός την πεπατημένη μέθοδο εναντίον των «αθέων γραμμάτων» και της προόδου. Επίσης εκκρεμεί από δεκαετίας η αίτηση του μητροπολίτη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβροσίου, καθώς και του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, για την αγιοποίηση του Παπουλάκου ως «άγιου του αντιευρωπαισμού».
Την ίδια απαξιωτική γραμμή της Φιλορθοδόξου Εταιρείας και του Παπουλάκου εναντίον της Ελληνικής Παιδείας και των «αθέων γραμμάτων» ακολούθησε όλα τα μετά Όθωνα χρόνια η Ορθόδοξος Εκκλησία. Ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος δήλωνε θαυμαστής του, αφού η άποψή του ταυτίζονταν απόλυτα με την γραμμή της Φιλορθοδόξου Εταιρείας και του Παπουλάκου. Στις 30 Ιανουαρίου του 2005, την ημέρα της εορτής των Τριών Ιεραρχών, απευθυνόμενος προς τους Έλληνες εκπαιδευτικούς ο Χριστόδουλος δήλωνε στον Τύπο: «Η άθρησκη και η αντιχριστιανική παιδεία, αυτή που ωρισμένοι θα ήθελαν να επιβάλουν σήμερα στο έθνος, έβρισκε τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό ανένδοτα αντίθετο. Είχεν άλλωστε διακηρύξει επιγραμματικά σε μια προφητεία του: “Το κακό θα σας βρη απ’ τους διαβασμένους”, υπονοώντας το νεωτεριστικό πνεύμα της Εσπερίας, που επρόκειτο μετά την απελευθέρωση να μεταφέρουν στον ελληνικό χώρο οι σπουδαγμένοι σ’ αυτήν, ένα πνεύμα αντιθρησκευτικό και αντιορθόδοξο, που ήθελε τάχα την απελευθέρωση του ανθρώπου απ’ τις προλήψεις και που μιλώντας στο όνομα της δημοκρατίας απαρνιόταν τα χριστιανικά δόγματα σαν δήθεν καταπιεστικά της ανθρώπινης ελευθερίας. Κατά σύμπτωση την ίδια σχεδόν αυτολεξεί φράση θα επαναλάμβανε κι ένας άλλος παρεξηγημένος κι αυτός διδάχος, ο Παπουλάκος, ζώντας στο ίδιο κλίμα του άθεου Διαφωτισμού, μέσα στην μόλις απελευθερωμένη Ελλαδίτσα. Κι αυτός διεκήρυττε τότε με έμφαση: “Τα άθεα γράμματα θα καταστρέψουν τον κόσμο”».
Εδώ βλέπουμε ένα μικρό δείγμα απ’ την διαχρονική σκοταδιστική άλυσσο: Οικονόμου – Φλαμιάτος – Παπουλάκος – Αιτωλός – Καντιώτης – Μουλατσιώτης – Χριστόδουλος.
Επίλογος
Το 1973, συγχωριανοί του Παπουλάκου ισχυρίστηκαν, ότι ανακάλυψαν τα λείψανά του στην Άνδρο και τα μετέφεραν στο χωριό Άρμπουνα, στον τόπο γεννήσεώς του. Σήμερα η κάρα «του» εκτίθεται ήδη ως «ιερό» προσκύνημα στην εκκλησία του χωριού του μαζί με τα «θαυματουργά» απομεινάρια του «ιερού του ράσου», όπου πλήθος πιστών προσκυνά καθημερινά τον αγύρτη και σκοταδιστή καλόγηρο ή όσιο-ήρωα -και επίδοξο άγιο για την Ορθοδοξία- Χριστοπανάγο Παπουλάκο.

Εικόνα από το Άγιον Όρος, που αναπαριστά το κωμικοτραγικόν του βίου του Παπουλάκου, που εικονίζεται επί εξέδρας, ενώ εκφωνεί τους πύρινους λόγους του στη Λακωνία, την οποία ο Παπουλάκος είχε μετoνομάσει σε «Ισραήλ»…

***************************************************

Ο χασάπης όσιος Παπουλάκος (μέντιουμ)

Φάρος της Ορθοδοξίας

papoulakos1ΟΠαπουλάκος, που ο (κάποτε σοσιαλιστής) συναξαριστής του Κωστής Μπαστιάς, σε αντίθεση με το βιογράφο του Μπάμπη Άννινο (1971-Εκδ. Γαλαξία), καταδέχτηκε να τον φτιασιδώσει, ήταν ο αγράμματος καλόγερος Χριστόφορος, πρώην χασάπης, γεννημένος στα 1790 στην επαρχία Καλαβρύτων, που δίδασκε πως “Τα άθεα γράμματα είναι η ρίζα κάθε συμφοράς”. Νομίζω πως το παραπάτημα του Μπαστιά εξηγείται εύκολα, αν σκεφθούμε πως δέχτηκε το διορισμό του από το δικτάτορα Μεταξά στη διεύθυνση Γραμμάτων και Καλών Τεχνών στο Υπουργείο Παιδείας, και σε γενικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.
—-Του καλόγερου δεν του αρκούσαν τα κομποσκοίνια, αλλά ζήλεψε και δόξα ιεροκήρυκα, πολιορκώντας τη Σύνοδο, που δίσταζε να ευλογήσει τέτοιο ρεζιλίκι.  Με τα πολλά του την έδωσε, ελπίζοντας πως θα αποβλακώσει και θα εξαχρειώσει ολότελα την πλέμπα, παραδίδοντάς τη δεμένη χειροπόδαρα στις μηχανουργίες της Συνόδου. O δύστυχος σαλτιμπάγκος όμως, μεθυσμένος από την λαϊκή απήχηση, αποθρασύνθηκε και στράφηκε κατά της ετερόδοξης μοναρχίας, των μητροπολιτών και των καινοτομιών της Εκκλησίας, προωθώντας τις απόψεις της θεοπάλαβης και ρωσόφιλης “Φιλορθόδοξης Εταιρείας”, (που σχεδίαζε την Πρωτοχρονιά του 1840 να απαγάγει τον Όθωνα και να τον υποχρεώσει να βαπτιστεί) και του κοσμοκαλόγερου ιεροκήρυκα Κοσμά Φλαμιάτου, ο οποίος απέδιδε στη “λουθηροκαλβινική” Αγγλία και στη Δύση, συνωμοσία κατά της Ορθοδοξίας, της Ρωσίας και της Ελλάδας. Στην συνωμοσία αυτή είχαν κατά τον Φλαμιάτο επιστρατευθεί ο Διαφωτισμός, η ιδέα της Ελευθερίας, η Μασονία, η Γαλλική Επανάσταση, ο Νεύτωνας, ο Βάκων, ο Ρουσσώ, ο Κοραής, ο Καϊρης, ο Φαρμακίδης, ο Τρικούπης, όλοι αυτοί “μίασμα ολέθριον και αποτρόπαιος δυσωδία….βδελύγματα της διαφθοράς και της πλάνης”. Ο πατριάρχης Γρηγόριος ο Στ και ο ρωσόφιλος πρωτοπρεσβύτερος Κων.Οικονόμος επικρότησαν τη δράση του “θεοφιλή και πολύαθλου” Φλαμιάτου (Α. Λιάκος, «Η διάθλαση των επαναστατικών ιδεών στον ελληνικό χώρο, 1830-1850), ο οποίος είχε καταδικάσει από τότε το νέο ημερολόγιο της Δύσης, που «Δι΄αυτής της καινοτομίας ελπίζει ίνα συγχύση και ανατρέψη τας εορτασίμους ημέρας…».
Η κατάληξη αυτού του φανατικού που έκανε το μοιραίο λάθος να καλεί σε εξέγερση, ήταν ο θάνατος στις φυλακές των Πατρών το 1850. Ο Παπουλάκος όμως δεν παραδόθηκε τόσο εύκολα, είχε αποκτήσει χιλιάδες οπαδούς έτοιμους να στασιάσουν σ’ένα του νεύμα. Παριστάνοντας με τα φτηνά κόλπα του  λαοπλάνου τον προφήτη έπεισε τον όχλο που συγκεντρωνόταν σε λεφούσια για να τον ακούσει, πως είναι θεόσταλτος. Φώναζε στο ακροατήριό του πως ανάμεσά τους υπήρχε κάποιος ζωοκλέφτης (η ζωοκλοπή ήταν εξαιρετικά διαδεδομένη) και πάντα υπήρχε κάποιος, κατήγγελλε την παρουσία γυναικών που κάνανε μάγια (ήταν πολλές), ζητούσε κάποιον Γιάννη από το ανώνυμο πλήθος να του φέρει νερό, έκανε φτηνά μαντέματα «Βλέπετε εκείνον τον γλιδοσκούφη; Σήμερα έχει φάει μισή οκά μυζήθρα”  κλπ.  Βεβαίως έκανε επίθεση και στους επισκόπους προς τους οποίους αισθανόταν σύμπλεγμα κατωτερότητας γιατί ήταν πιο αγράμματος και από μητροπολίτη: «Οι δεσποτάδες στην Αθήνα, με κατηγοράνε και με καταφρονάνε επειδή, λέει, είμαι αγράμματος. Αυτοί όμως που είναι σπουδαγμένοι στα θεολογικά και γραμματισμένοι ποιμενάρχες τι κάνουνε για να φυλάξουνε την Άμπελο του Κυρίου;». Πονηρός ηλίθιος ο ίδιος, απευθυνόταν σε ηλίθιους και μεθυσμένος από το σκυλολόι των οπαδών του, ξιπάστηκε πως μπορεί να καταδικάζει την επιστημονική πρόοδο, αποκαλώντας για παράδειγμα το νεότευκτο ατμόπλοιο, “καρότσα του διαβόλου”.
Ο Δ.Φωτιάδης που τα καταγράφει αυτά στο έργο του για τον  Όθωνα, δείχνει πως ο αγύρτης είχε καβαλήσει το καλάμι. «Οι παπάδες τον δέχονταν χτυπώντας γιορταστικά τις καμπάνες, κάνανε τιμητικές γι’ αυτόν ιεροτελεστίες, αφώριζαν τους εχθρούς του, συμπορεύονταν μαζί του κρατώντας σταυρούς κι εξαπτέρυγα και τον μνημόνευαν στις λειτουργίες τους… Συντρόφευαν τον Χριστοπανάγο στις περιπλανήσεις του στα γύρω χωριά 150 έως 300 αρματωμένοι και χιλιάδες λαός, άντρες, γυναίκες, γέροι, παιδιά, ονομάζοντάς τον προφήτη Ηλία. Είχε τόσο ξεθαρρέψει, που έστειλε αναφορά στον Όθωνα γυρεύοντάς του να κλείση τα σχολειά, ν’ αλλάξη τους δεσποτάδες, να διώξη απ’ το παλάτι τον καθολικό παπά, που είχε ο ίδιος, και τον προτεστάντη της Αμαλίας».

Γέρων Μουλατσιώτης, Iεροφάντης της Ορθοδοξίας, προωθεί την αγιοποίηση του οσίου Παπουλάκου και στο μεταξύ παρακολουθεί με πνευματικά του τέκνα τολμηρή θεατρική παράσταση. Το πανό όμως, πίσω του, προειδοποιεί: «Μπήκατε με δικό σας ρίσκο» (Φωτ. «Πρώτου Θέματος»).Γέρων Μουλατσιώτης, άσβεστος φάρος της Ορθοδοξίας, προωθεί αγιοποίηση οσίου Παπουλάκου, στο μεταξύ παρακολουθεί με πνευματικά του τέκνα τολμηρή θεατρική παράσταση. Το πανό όμως, πίσω του, προειδοποιεί: «Μπήκατε με δικό σας ρίσκο» (Φωτ. «Πρώτου Θέματος»).
—-Το 1852 συνελήφθη από τον στρατό, ύστερα από προδοσία του «παλίμπαιδος» μεγαλομανή Μακαρίου επισκόπου Ασίνης (της Μάνης, «του μέχρι τούδε Λαγίας», γιατί υπάρχει και η περίφημη αργολική), στον οποίο ο Παπουλάκης είχε τάξει πατριαρχικό αξίωμα σε ελλαδικό πατριαρχείο, που θα ίδρυε και  μετά από χρηματική εξαγορά του πρωτοπαλλήκαρού του αγράμματου παπα-Βασίλαρου, που στο τέλος δεν χάρηκε τα 6.000 αργύρια της προδοσίας του επειδή δολοφονήθηκε από κάποιο νέο που ο παπάς του είχε βιάσει την αδελφή«Στις 30 του Μάη έφθασε στο λιμάνι του Άη Δημήτρη η κορβέτα “Αμαλία” με στρατό κάτω απ’ τις προσταγές τού συνταγματάρχη Πιερράκου. Όταν άρχισε να ξεμπαρκάρη ένα ασκέρι απ’ το λιμάνι, το πολεμικό έρριξε κάμποσες χαιρετιστήριες κανονιές. Τυχαία εκεί κοντά στο χωριό Λογνά του δήμου Λεύκτρου βρισκόταν ο Παπουλάκος με τους οπαδούς του. Τόση εντύπωση του κάνανε οι κανονιές, που πρώτος το ‘σκασε τρέχοντας. Καί στάθηκε τέτοιος ο φόβος κι ο πανικός του, που πέταξε το θαυματουργό του ράσο και φόρεσε φουστανέλες και με λιγοστούς δικούς του κρύφτηκε στα φαράγγια του Ταϋγέτου» « ‘Η σύλληψις του λαοπλάνου έκαμε μεγάλην εντύπωσιν’, έλεγε στην αναφορά του ο νομάρχης Λακωνίας. Και οι πιο φανατικοί οπαδοί του με κανέναν τρόπο δεν θέλανε να το πιστέψουν, λέγοντας πως όλοι οι στρατοί του κόσμου δεν μπορούν να τον πιάσουν. Διαδόθηκε μάλιστα, πως το πολεμικό που τον πάγαινε στον Πειραιά βούλιαξε από θεϊκή οργή, και πως ο μοναδικός που σώθηκε ήταν ο Παπουλάκος». 
—-Ο  Παπουλάκης μπορεί να κολυμπούσε στη φαντασία των οπαδών του, χάριτι θεία, με κρόουλ στις θυμωμένες θάλασσες, αλλά δεν τη γλύτωσε, τον μπουζουριάσανε για έναν χρόνο στις φυλακές του Ρίου. Τον Ιούνιο του 1853 τον κουβάλησαν στην Αθήνα, για να δικαστεί. Η δίκη δεν έγινε ποτέ διότι οι ‘Φιλορθόδοξοι’ και διάφοροι αντιπολιτευόμενοι απειλούσαν το κράτος με ταραχές και με ρωσική εισβολή, όπως περίπου απειλεί σήμερα ο Άθως αν φορολογηθει ή αν δικαστεί ο όσιος Εφραίμ. Τον Αύγουστο οι δεσποτάδες τον κλειδαμπάρωσαν στο μοναστήρι της Παναχράντου στην Άνδρο. Εκεί εξακολούθησε να κάνει θαύματα. Το νησί έγινε τόπος πανελλαδικού προσκυνήματος, από ένα πρόστυχο πλήθος που πίστευε πως ακόμη και τα βότσαλα των Σπετσών πάνω στα οποία είχε πατήσει ο τσαρλατάνος ήταν θαυματουργά. Ο παλιός του γνώριμος, ο ασήμαντος και μαυρόψυχος δεσπότης Άνδρου Μητροφάνης, συγγραφέας της περισπούδαστης σαπουνόφoυσκας “Περί προσόντων των επισκόπων”, έδειξε τα δικά του προσόντα μόλις ο καλόγερος τον αποκάλεσε υποτιμητικά Μήτρο. Έβρισε το γέρο αιχμάλωτό του καπηλικότατα, όρμηξε πάνω του, τον χτύπησε με την πατερίτσα του και τον κλείδωσε σε κελί.
Ο Παπουλάκης πέθανε σε βαθιά γεράματα το 1861. Μετά το φευγιό του «αρχηγού της ορθόδοξης Εκκλησίας»(!) του οπερετικού βασιλείου,  του Καθολικού Όθωνα, η Εκκλησία τον ονόμασε όσιο, τίτλο που οι πράκτορες της αγιοσύνης του, το βρίσκουν σήμερα λίγο. Ήταν απατεώνας ή τρελός, νομίζω και τα δυο σε άγνωστη και δύσκολο να την προσδιορίσεις αναλογία, σίγουρα όμως για τα μέτρα της εποχής  δεν τον αδίκησαν πολύ, ήταν μια υπαρκτή απειλή κατά των τότε εγκόσμιων και υπερκόσμιων εξουσιών. Τον εχθρεύτηκαν όμως και τίμιοι λόγιοι άνθρωποι, ο Κοραής, ο Καϊρης, ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, τον αγκάλιασαν οι ανορθολογιστές, οι   ακροατές του Μακρυγιάννη, οι Κολλυβάδες, ο Κωνσταντίνος Οικονόμος, ο ζηλωτής καλόγερος Ιγνάτιος Λαμπρόπουλος από τη Βρωμοσέλα, που από 12χρονος (!) είχε στρατολογηθεί στο  Μέγα Σπήλαιο, ο επίσης Μεγαλοσπηλαιώτης Παρθένιος και όλοι όσοι ήθελαν και θέλουν την Ελλάδα στο άρμα της καθυστερημένης Ανατολής. Αν ο Παπουλάκος δεν ήταν καλόγερος θα τον είχαν τυλίξει σε μια κόλα χαρτί και εκτελέσει σαν αντάρτη. Η γκιλοτίνα δούλευε στην Ελλάδα μέχρι το 1906. H Σύνοδος το 1836 είχε εκδώσει πανταχούσα κατά των προτεσταντών ιεραποστόλων, που τόλμησαν να ιδρύσουν σχολεία για τα Ελληνόπουλα και κατάφερε να φυλακίσει τον ανθρωπιστή Αμερικανό παιδαγωγό Ιωνά Κίνγκ. Οι καλόγεροι στους οποίους παρέδωσαν τον Παπουλάκο ήταν πολύ σκληροί δεσμοφύλακες. Ο αντίπαλός του ο λογιότατος, δημοκρατικός και ενάρετος Καϊρης, που κι αυτός φυλακίστηκε σε μοναστήρια, δυο-τρία χρόνια πριν τον Παπουλάκο, έτυχε πολύ χειρότερης μεταχείρισης. Αυτόν η Εκκλησία δεν θέλει ούτε να τον ξέρει, της πέφτει πολύς, άλλωστε αυτόν δεν μπορεί να τον κουρδίσει να θαυματουργήσει.
—-Έναν αιώνα μετά, ο τσαρλατάνος βρυκολακιάζει. Προβάλλεται ως πρότυπο από τον Χουντόδουλο, που όμως χτυπημένος από το αστροπελέκι της Νέμεσης δεν πρόκανε να τον αγιοποιήσει, τσουβαλιάζεται με τον Καποδίστρια (!) από τον κονδυλοφόρο του κ.Γιώργου Μεταλληνού και κάνει εμφάνιση στα θεόσταλτα ενύπνια  Μουλατσιώτη. Ο αρχιεπίσκοπος μας άφησε χρόνους κάνοντας το μοιραίο λάθος να προστρέξει στη δυτική επιστήμη και όχι στην ιαματική νεκρεφαλή του Παπουλάκη. Ο πρωτοπρεσβύτερος θέλει με το στανιό να μας κάνει να συμπαθήσουμε τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη: «Τα άθεα γράμματα» ήταν και για τον Καποδίστρια, όπως και για τους λαϊκούς διδάχους του ΙΘ´ αιώνος, Φλαμιάτο καὶ Παπουλάκο, αναίρεση της ελληνορθόδοξου παραδόσεως και, συνεπώς, δεν είχαν θέση στην ζωὴ του ελληνικού έθνους (περ.ΕΚΚΛΗΣΙΑ, 8.2008). Ο πολυμήχανος αρχιμανδρίτης είναι πιο πρακτικός: «Όπως γράφει στο σχετικό βιβλίο του ο κ. Μουλατσιώτης, τον Παπουλάκο τον πρωτοέμαθε από τα παραμύθια της γιαγιάς του. Έπειτα, όπως συμβαίνει πάντοτε με τις πρωτοβουλίες του πατέρα Νεκτάριου, έγινε θαύμα. Λίγο μετά την πρώτη του επίσκεψη στο χωρίο Αρμπουνα, ο Παπουλάκος αποκαλύφθηκε στον ύπνο του κ. Μουλατσιώτη και τον καθοδήγησε να τυπώσει και να μοιράσει χιλιάδες εικονίσματα».
—-Ο κ.Μουλατσιώτης,  κινήθηκε δραστήρια με την βοήθεια μητροπολιτών και Καλαβρυτινών για την αγιοποίησή του, παίρνοντας την σκυτάλη από τον Αυγουστίνο Καντιώτη που πήγε να βρει τον Παπουλάκη στο Καθαρτήριο, αφού πρώτος το 1953 ξέθαψε στην «Σπίθα» του την αγιοσύνη του Παπουλάκου (φωτ.1). Η Αγορά των θαυμάτων απαιτεί σήμερα φρέσκα πρόσωπα στο εορτολόγιο με λαϊκό, προφητικό, αντιδυτικό προφίλ. Αρκεί νομίζω η εμφάνιση κάποιας τρελλόγριας οραματίστριας στο δελτίο των οκτώ και η ανακοίνωση της θαυματουργού ιάσεως των αιμορροϊδων κάποιου ηγούμενου, για να στηθεί το  σκηνικό της αγιοποίησης, που θα γεμίσει το παγκάρι. Ο Φωτιάδης όμως έχει ξεγυμνώσει τις καταπιεσμένες επιθυμίες του καλόγερου που τις ξεδίπλωνε μπροστά στους κουτούς χωριάτες: “δεν δίσταζε ο θεομπαίχτης να περιγράφει μπροστά σε γυναίκες, άντρες, παιδιά, με τον πιο ξεγυμνωμένο τρόπο, όλα τα ερωτικά βίτσια”. Αυτό προκύπτει από αναφορά του Νομάρχη Μεσσηνίας, που τον κατηγορεί για “απεραντολογία των πλέον βαναύσων και ανηκούστων αισχρολογιών, αναπτύξας…τα διάφορα είδη των αισχρών ασελγειών”. Η αλήθεια είναι πως διάνθιζε το κήρυγμά του και με κάποιο χριστιανικό χρώμα κοινωνικής αλληλεγγύης, πέρα από το φόβο και τις ενοχές που διέσπειρε, ξέροντας πως χωρίς αυτά δεν θα τον ακολουθούσαν οι μεγάλες μάζες των φτωχών και των κατατρεγμένων. Θέλω να ελπίζω πως η ‘Αυγή’ με την ιερή φόρα που έχει πάρει, δεν θα δει στο πρόσωπό του τον κοινωνικό Επαναστάτη και τον αντιβασιλικό λαϊκό δημεγέρτη, για να μας παρουσιάσει (με αφορμή π.χ. τον επικείμενο δημόσιο διάλογο των Γόρτυνος κ.Φούντα, Μακεδονομάχου Άνθιμου και των συν αυτοίς με τους ΣΥΡΙΖΑ-ΔΗΜΑΡ στη Θεσσαλονίκη) στο ένθετό της τις μαντείες του, σε συνέχεια των ομιλιών του Μεγάλου Βασιλείου, των συνεντεύξεων Διδυμοτείχου (τ.Διαυλείας) Δαμασκηνού, και των παρουσιάσεων των αντικομμουνιστικών συγγραμμάτων του ‘εξομολόγου’ του Πούτιν.
—-Αντίθετα η «Χρυσή Αυγή» και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες οφείλουν να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Ήδη υπάρχει ένας αναξιοποίητος διαθέσιμος σωρός θαυμάτων, προσαρμόσιμων προφητειών, λειψάνων κλπ για να αγιοποιηθεί επίσημα μαζί με τον Εφραίμ της Ν.Μάκρης ο Παπουλάκος, ως σύμβολο διαχρονικό της αγίας Αμάθειας, της ιερής κουταμάρας, της εθνικής απομόνωσης, της αντιπάθειας για τη Δύση και για την Επιστήμη, ως ένας μύστης του ανορθολογισμού, ένας συνδετικός κρίκος με τη Ρωσία του κατά Τσίπρα «κοινού μας ορθόδοξου πολιτισμού», ως μια εμβληματική απάντηση στα ύπουλα σχέδια της παγκοσμιοποίησης και της επιχειρούμενης από μυστηριώδεις σιωνιστικούς και μασονικούς κύκλους αποορθοδοξοποίησης της Ρωμιοσύνης, που οι παλιοί άγιοί της την πρόδωσαν και είναι τώρα να την κλαις.
—-Περαίνων, να υπενθυμίσω πως στον Παπουλάκο, όπως και σε πολλούς νηστευτές που διάγουν αδιατάρακτον πνευματικόν βίον, άρεσαν τα αγγούρια. Νομίζω πως αυτό πρέπει να το αποδώσουμε στο ότι είναι φτηνά. Όπως διηγείται η λαϊκή μούσα (Καντιώτη, Μουλατσιώτη και σία) στην Άνδρο: «Μια ζεστή μέρα ο Παπουλάκος πεθύμησε να φάει αγγούρι. Παρακάλεσε λοιπόν ένα νεαρό καλόγερο να πάει να του φέρει ένα. Ο καλόγερος τότε με αυθάδεια του απάντησε “Γέροντα, τα αγγούρια που μου ζητάς έχουν ξεραθεί”, προφανώς κινούμενος από φθόνο. Τότε με χαρακτηριστική απλότητα ο Οσιος του απάντησε “Δίκιο έχεις αδελφέ μου, τα αγγούρια είναι όλα ξεραμένα”. Και πράγματι όλα τα δροσερά αγγούρια εκείνη τη στιγμή ξεράθηκαν».
—-Ο Ιός (25/3/2001) που καταγράφει το παραπάνω θαυμαστό εξηγεί και τις θαυματουργίες του Παπουλάκη στις τσέπες Μουλατσιωτη: «Φυσικά και ο ίδιος ο κ. Μουλατσιώτης με κάποιο τρόπο συμμετέχει σε θαύματα αξιοποιώντας το βαμβάκι με το οποίο έπλυνε την κάρα του αγίου. Μ’ αυτό έπιαναν προζύμι χωρίς μαγιά διάφοροι πιστοί. Το ίδιο συμβαίνει και με κλωστές από το ράσο του Παπουλάκου, που όμως δεν ξέρουμε πού ακριβώς φυλάσσεται».
—-Το φόρτε όμως κάθε νεόκοπου αγίου είναι η ιδιότητα του Μέντιουμ. Ο Κοσμάς Αιτωλός, ο Παπουλάκος, ο Παϊσιος, ο Πορφύριος της Μαλακάσας, με τις προφητείες των δυο πρώτων να είναι ίδιες σε μεγάλο μέρος (γεγονός που δείχνει την έλλειψη φαντασίας των ατζέντηδων), ξεπερνούν ακόμη και τον Αστρολόγο-Ψυχολόγο (Doctora) Πητ Παπαδάκο: Η Αθηνά Γιαννούλα από το Φελλό Άνδρου μαρτυρεί μεταξύ άλλων: «Ὁ Παπουλᾶκος ἤ Παπουλάκης ἦταν ἅγιος καί προφήτης. Στό χέρι του κρατοῦσε ἕνα ξύλο, τό ὁποῖο τό ἔλεγε «Ἅγιο ξύλο». Πήγαινε στά σπίτια μέρα καί ἔλεγε στόν κόσμο τί θά γίνει στό μέλλον. ..».

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου