Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

3.6.Γ. Επιστήμες


Την επιστήμη, δηλαδή τη γνώση,[1] αρχικά την κατείχαν και τη φανέρωναν οι ποιητές, όπως τους την υπαγόρευαν οι Μούσες· παράλληλα, την αποκτούσαν με εμπειρία και σκέψη και την εδίδασκαν οι φιλόσοφοι, που τη θεωρούσαν μία και ενιαία. Οι φυσικοί φιλόσοφοι, θυμίζουμε, δεν περιορίζονταν σε ένα μονάχα γνωστικό πεδίο: όλοι τους λίγο πολύ ασχολήθηκαν και με την κοσμολογία και με τα μαθηματικά και με τη φυσική και με τις επιστήμες του ανθρώπου, μερικοί και με την ιατρική.

Την Κλασική εποχή οι διάφορες επιστήμες, όπως τις γνωρίζουμε σήμερα, άρχισαν σιγά σιγά να ξεχωρίζουν, και οι εργάτες τους να ειδικεύονται. Οι σοφιστές και ο Σωκράτης ασχολήθηκαν εντατικά με τα καθαυτό φιλοσοφικά, ηθικά, κοινωνικά και άλλα ανθρώπινα προβλήματα, οι ιστορικοί υιοθέτησαν τα γεωγραφικά και εθνολογικά ενδιαφέροντα των λογογράφων, άλλοι συνέχισαν να καλλιεργούν τα μαθηματικά, τη φυσική, την αστρονομία κλπ. Τα συγγράμματά τους, αν εξαιρέσουμε τα ιατρικά, έχουν όλα χαθεί, και δε μένει παρά να συνθέσουμε έναν κατάλογο με τα ονόματα, την ειδικότητα και ορισμένες πληροφορίες για τους σπουδαιότερους ειδικούς ας τους πούμε επιστήμονες των κλασικών χρόνων:

Ο πυθαγορικός Μενέστορας από τη Σύβαρη ήταν ο πρώτος που ασχολήθηκε συστηματικά με τη βοτανική.

Ο Ιππόδαμος από τη Μίλητο ήταν αρχιτέκτονας και πολεοδόμος, με προτίμηση στα ορθογώνια οικοδομικά τετράγωνα και στους κάθετους μεταξύ τους δρόμους. Δικά του ήταν τα σχέδια του Πειραιά, της αποικίας των Θουρίων και της Ρόδου. Ο Αριστοτέλης σημειώνει ότι «θεωρούσε τον εαυτό του γνώστη ολόκληρης της φύσης», αλλά και ότι «από όσους δεν πολιτεύονται, πρώτος αυτός επιχείρησε να μιλήσει για το καλύτερο πολίτευμα» (Πολιτικά 1267b).

Ο πυθαγορικός Ίππασος από το Μεταπόντιο της Κάτω Ιταλίας ως φυσικός συμφώνησε με τον Ηράκλειτο ότι η φωτιά ήταν το πρωταρχικό στοιχείο του σύμπαντος, και ως μαθηματικός απόδειξε ότι η τετραγωνική ρίζα του 2 είναι αριθμός ασύμμετρος.

Ο πυθαγορικός Ικέτας, αστρονόμος από τις Συρακούσες, υποστήριξε ότι η γη γυρίζει γύρω από τον άξονά της, ενώ τα άλλα ουράνια σώματα μένουν ακίνητα.

Ο Φιλόλαος από τον Κρότωνα λέγαν πως πρώτος κατάγραψε τις θεωρίες των Πυθαγορικών σε ένα βιβλίο, που αργότερα ο Πλάτωνας το αγόρασε πανάκριβα από τους συγγενείς του. Ως γεωμέτρης και αστρονόμος ήταν ο πρώτος που υποστήριξε πως η γη δεν είναι το κέντρο του κόσμου, αλλά πως περιστρέφεται, μαζί με άλλα ουράνια σώματα, γύρω από μιαν εστία (φωτιά).

Ο πυθαγορικός Θεόδωρος από την Κυρήνη μαθήτεψε στον Πρωταγόρα, αφοσιώθηκε στα μαθηματικά, και συνέχισε τις έρευνες του Ιππάσου στους ασύμμετρους αριθμούς. Σε ένα του διάλογο ο Πλάτωνας τον παρουσιάζει ως δάσκαλο της γεωμετρίας, της αστρονομίας, της αριθμητικής και της αρμονίας[2] (Θεαίτητος 145c).

Ο Φιλέας από την Αθήνα ήταν γεωγράφος, συγγραφέας μιας παγκόσμιας γεωγραφίας με τίτλο Γῆς περίοδος.

Ο Ιπποκράτης από τη Χίο μελέτησε ως μαθηματικός και γεωμέτρης τους μηνίσκους· ως αστρονόμος υποστήριξε ότι οι κομήτες δεν έχουν ουρά και πως ό,τι βλέπουμε είναι η υγρασία που μαζεύουν καθώς περιφέρονται στο διάστημα. Ο Αριστοτέλης εκθέτει στα Μετεωρολογικά τη θεωρία του αλλά διαφωνεί (343a).

Ο Οινοπίδης, αστρονόμος, φυσικός και γεωμέτρης από τη Χίο, μελέτησε τον ζωδιακό, δηλαδή την τροχιά που διαγράφει σε ένα χρόνο ο ήλιος περνώντας ανάμεσα στα ζώδια, βελτίωσε το ημερολόγιο και πρότεινε τις γεωμετρικές κατασκευές με τον κανόνα και τον διαβήτη.

Ο Μέτων από την Αθήνα ήταν αστρονόμος και γεωμέτρης. Συσχετίζοντας τις ηλιακές περιόδους με τους σεληνιακούς μήνες πρότεινε ένα σημαντικά βελτιωμένο ημερολόγιο, που όμως δεν ξέρουμε αν ποτέ εφαρμόστηκε. Στην κωμωδία του Ὄρνιθες ο Αριστοφάνης τον παρουσίασε ως ξιπασμένο πολεοδόμο να δίνει «γεωμετρώντας τον αέρα» λύση στο πολυσυζητημένο πρόβλημα του τετραγωνισμού του κύκλου.

Ο Ευκτήμων από την Αθήνα (5ος/4ος π.Χ. αι.), συνεργάτης του Μέτωνα, αστρονόμος και μετεωρολόγος, μελέτησε τη σχέση ανάμεσα στις τροπές του ήλιου και τις καιρικές αλλαγές.

Μαθητής του πυθαγορικού Θεόδωρου και μέλος της πλατωνικής Ακαδημίας ήταν ο μαθηματικός Θεαίτητος (414-369 π.Χ.), που ειδικεύτηκε στη στερεομετρία και μελέτησε τα πέντε κανονικά σχήματα των πολυέδρων.

Ο πυθαγορικός Αρχύτας από τον Τάραντα (5ος/4ος π.Χ. αι.) ήταν επιτυχημένος πολιτικός, φυσικομαθηματικός, μηχανικός και φίλος του Πλάτωνα. Ως φυσικομαθηματικός μελέτησε τις τονικές κλίμακες και δημοσίευσε διατριβή με τον τίτλο Ἁρμονικός· ως μηχανικός παραδίδεται ότι ἐποίησε περιστερὰν ξυλίνην πετομένην!

Μαθητής του Αρχύτα ήταν ο Εύδοξος από την Κνίδο (390-340 π.Χ.), ιδιοφυής μαθηματικός, αστρονόμος και γεωγράφος. Μετά τις σπουδές του στη Μεγάλη Ελλάδα, στην Αθήνα και στην Αίγυπτο, ο Εύδοξος ίδρυσε πρώτα δική του σχολή στην Κύζικο, αλλά τελικά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου για ένα διάστημα ανάλαβε τη διδασκαλία των θετικών επιστημών στην πλατωνική Ακαδημία.

Στους γεωγράφους ανήκει ο Πυθέας από τη Μασσαλία, που περίπου στα χρόνια του Μεγαλέξανδρου ταξίδεψε έξω από τις στήλες του Ηρακλή, έφτασε ακτοπλοϊκά ως ψηλά στην Αγγλία και την «παγωμένη θάλασσα», και έγραψε Τὰ περὶ τοῦ Ὠκεανοῦ, απ᾽ όπου μας σώζονται μερικά αποσπάσματα.

Στα κλασικά χρόνια ανήκουν και μια σειρά από καλλιτέχνες που θέλησαν, πέρα από τη συγκεκριμένη παραγωγή τους, να καταγράψουν και θεωρητικά τους κανόνες και τα μυστικά της τέχνης τους. Έτσι, ο Σοφοκλής έγραψε τη διατριβή Περὶ Χοροῦ, ο γλύπτης Πολύκλειτος από το Άργος δημοσίευσε τον Κανόνα, ο αρχιτέκτονας Ικτίνος σχολίασε σε ένα έργο του τον Παρθενώνα, έργο δικό του και του Καλλικράτη, και ο σκηνογράφος Αγάθαρχος από τη Σάμο, που είχε διακοσμήσει το σπίτι του Αλκιβιάδη, έγραψε ένα υπόμνημα για τη ζωγραφική τέχνη της προοπτικής - όλα εξαιρετικά πολύτιμα αλλά χαμένα.

ΑΡΙΣΤΟΞΕΝΟΣ (περ. 370; π.Χ.)

Ο Αριστόξενος από τον Τάραντα προερχόταν από την πυθαγορική παράδοση, αλλά μαθήτεψε και στον Αριστοτέλη. Οι πολλές και σημαντικές μουσικολογικές πραγματείες του αποτελούν αφετηρία και βάση όσων γνωρίζουμε για την αρχαιοελληνική μουσική θεωρία.

Μας σώζονται τρία σχεδόν ολόκληρα βιβλία από τα Ἁρμονικά, που ίσως να αποτελούν νεότερη σύνθεση από δύο διαφορετικά του έργα, ένα μεγάλο τμήμα από τα Ρυθμικὰ στοιχεῖα και αρκετά μικρότερα αποσπάσματα από τα έργα του Περὶ μουσικῆς, Περὶ μελοποιίας, Περὶ ὀργάνων, Περὶ χορῶν, Περὶ τόνων κ.ά. Γενική του τάση, και συνηθισμένο φαινόμενο στην ιστορία της μουσικής, ήταν να εκθειάζει τις παλαιότερες πειθαρχημένες μουσικές μορφές και να κατηγορεί τους τολμηρούς νεωτερισμούς των συγχρόνων του.

Ο Αριστόξενος έγραψε πολλά: 453 βιβλία (!) καταμετρά η παράδοση, σχετικά με πᾶν εἶδος παιδείας, ανάμεσά τους μια σειρά από βιογραφίες, του Πυθαγόρα και των Πυθαγορικών, αλλά και του Σωκράτη, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη κ.ά.

Ξεχωριστή θέση στις επιστήμες κατείχε και κατέχει πάντα η ιατρική. Χαρακτηριστικό της η διπλή σύνδεση, από τη μια με τη θρησκεία, από την άλλη με την εμπειρική γνώση και πράξη. Κιόλας οι δύο πρώτοι επώνυμοι γιατροί του τρωικού μυθολογικού κύκλου ήταν παιδιά του Ασκληπιού ἰατῆρος, γιου του Απόλλωνα παιήωνος (γιατρευτή), αλλά και ειδικευμένοι: διαγνωστικός παθολόγος ο Ποδαλείριος, χειρούργος ο Μαχάων. Γιατρός με χειρουργικές ικανότητες ήταν στον μύθο και ο κένταυρος Χείρων. Μαθητές του ήταν ο Ασκληπιός, που ως θεός γρήγορα ξεπέρασε τον δάσκαλό του, και ο Αχιλλέας, που σε μια κύλικα εικονίζεται να γιατροπορεύει τον πληγωμένο Πάτροκλο.

Στα ιστορικά χρόνια οι πρώτοι που ξέρουμε να έχουν πραγματευτεί ιατρικά θέματα ανήκουν στους προσωκρατικούς φιλοσόφους. Παλαιότερος ο Αλκμαίων από τον Κρότωνα, που μελέτησε ανατομικά το νευρικό σύστημα των ζώων και διαπίστωσε τη σύνδεση των αισθήσεων με τον εγκέφαλο. Ως γιατρός παραδίδεται ότι τολμούσε επεμβάσεις στα μάτια. Επιδράσεις από τον Αλκμαίωνα δέχτηκαν ο Εμπεδοκλής, ἰατρῶν ἄριστος (Βίος), ο Διογένης από την Απολλωνία και οι Ιπποκρατικοί που ακολούθησαν.

Η χειρόγραφη παράδοση μας έχει διασώσει ένα σώμα από 58 ιατρικές πραγματείες (73 συνολικά βιβλία) που αποδίδονται στον Ιπποκράτη, αλλά βέβαια δεν είναι όλες δικές του. Χρονολογικά το ιπποκρατικό σώμα καλύπτει την περίοδο από το 450 ως το 300[3] π.Χ., και περιέχει έργα που προέρχονται τόσο από το διάσημο ιατρικό κέντρο (ή σχολή) της Κω, τους Ασκληπιάδες,[4] όσο και από το εξίσου σημαντικό ιατρικό κέντρο (ή σχολή) της Κνίδου, απέναντι από την Κω, στη Μικρασία - πραγματείες που αφορούν τη διαγνωστική, τη χειρουργική, τη διαιτητική, την υγιεινή, τη γυναικολογία, τη φαρμακολογία και άλλα γενικότερα ή ειδικότερα ιατρικά θέματα. Συνεχίζοντας την παράδοση των ιώνων φυσικών φιλοσόφων, που πρώτοι διαμόρφωσαν επιστημονικό λόγο, οι πραγματείες είναι γραμμένες όλες στην ιωνική διάλεκτο, χωρίς ρητορικές ή άλλες λογοτεχνικές επιδράσεις.

ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ (περ. 460-370 π.Χ.)

Ὠφελεῖν ἢ μὴ βλάπτειν.[5]

Ἐπιδημίαι 1.11

Γεννήθηκε στην Κω από ιατρική οικογένεια, εκπαιδεύτηκε ως Ασκληπιάδης, διακρίθηκε στην ιατρική θεωρία και πράξη, απόχτησε μεγάλη φήμη και ταξίδεψε πολύ. Ο θάνατος τον βρήκε σε μεγάλη ηλικία στη Λάρισα, όπου ο τάφος του σωζόταν ως και τον 2ο μ.Χ. αιώνα.

Η συζήτηση για το ποια από τα έργα που παραδίδονται με το όνομά του του ανήκουν πραγματικά ξεκίνησε ήδη στην αρχαιότητα και συνεχίζεται χωρίς να έχει καταλήξει σε αναντίρρητα αποτελέσματα. Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι τις τελευταίες δεκαετίες του 5ου π.Χ. αιώνα ο Ιπποκράτης έγραψε (α) Περὶ ἀέρων, ὑδάτων, τόπων:[6] πραγματεία για το πώς το φυσικό περιβάλλον επηρεάζει την υγεία των ανθρώπων, με αντιπαράθεση των σχετικών ευρωπαϊκών και ασιατικών δεδομένων, (β) Περὶ ἱερῆς νούσου: έργο σταθμό στην ιατρική σκέψη, καθώς ο Ιπποκράτης ερμηνεύει φυσιολογικά την επιληψία, αρρώστια που τη θεωρούσαν ιερή και διάφοροι τσαρλατάνοι (μάγοι τε καὶ καθαρταὶ καὶ ἀγύρται καὶ ἀλαζόνες) επιχειρούσαν να τη γιατρέψουν με καθαρμούς, με ξόρκια, με νηστείες κ.τ.ό., και (γ) ορισμένα βιβλία των Ἐπιδημιῶν:[7] κλινικές σημειώσεις για την πορεία μιας ασθένειας από τα πρώτα συμπτώματα ως την ανάρρωση, ή τον θάνατο, του συγκεκριμένου αρρώστου.

Αρκετές πιθανότητες να είναι γνήσια έργα του Ιπποκράτη έχουν ακόμα (δ) το Προγνωστικόν, στοιχεία που επιτρέπουν στον γιατρό να προβλέψει τα συμπτώματα και την πορεία της ασθένειας για να προγραμματίσει την κατάλληλη θεραπεία, (ε) το Περὶ διαίτης ὀξέων («Οδηγίες για βαριές αρρώστιες»), όπου ο συγγραφέας διαφωνεί με τις αντίστοιχες απόψεις των γιατρών της σχολής της Κνίδου, και δύο χειρουργικά έργα: (Ϛ) Περὶ ἀγμῶν («Για τα κατάγματα»), και (ζ) Περὶ ἄρθρων ἐμβολῆς («Για την αποκατάσταση των εξαρθρωμάτων»).

Τα παραπάνω συγγράμματα και ορισμένες μεταγενέστερες μαρτυρίες μάς οδηγούν να πιστέψουμε ότι ο Ιπποκράτης πέτυχε να συνδυάσει τη θεωρητική καθολική αντιμετώπιση των ανθρώπινων φαινομένων και την αναζήτηση των αιτίων με την πρακτική εμπειρική γνώση. Η διδασκαλία και η δράση του θεμελίωσαν την επιστήμη της ιατρικής, που πια για αιώνες ακολούθησε, ως ένα σημείο και ακολουθεί ακόμα, δικούς του δρόμους.

Στο ιπποκρατικό σώμα ξεχωρίζουν ορισμένα πρώιμα σημαντικά έργα που όμως δεν ανήκουν στον Ιπποκράτη: (α) το Περὶ ἀρχαίης ἰητρικῆς, όπου ο συγγραφέας απορρίπτει τις φιλοσοφικές θεωρίες που επιχειρούσαν να υποτάξουν την ιατρική σε γενικές αρχές και αξιώματα, και επαινεί την πατροπαράδοτη θεραπευτική μέθοδο με αφετηρία την παρατήρηση και τη συσσωρευμένη εμπειρία· (β) το Περὶ φύσιος ἀνθρώπου, έργο θεωρητικό, γραμμένο γύρω στα 400 π.Χ. από τον Πόλυβο, που είχε παντρευτεί την κόρη του Ιπποκράτη.

Γύρω στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα έζησε και έδρασε στην Αθήνα ο Διοκλής από την Κάρυστο, διάσημος γιατρός που συνδύασε την ιπποκρατική με τη σικελική ιατρική παράδοση του Εμπεδοκλή. Ο ίδιος έδωσε μεγάλη σημασία στην προσωπικότητα των αρρώστων, υποστηρίζοντας ότι η ίδια θεραπεία δεν έχει τα ίδια σε όλους αποτελέσματα. Τα έργα του (Ὑγιεινὰ πρὸς Πλείσταρχον· Πάθος, αἰτία, θεραπεία· Ἀνατομή), γραμμένα σε αττική διάλεκτο (!), έχουν για μας χαθεί· όμως η επίδρασή τους στους μεταγενέστερους ήταν μεγάλη.

Τον 4ο π.Χ. αιώνα χρονολογούνται πολλά ακόμα έργα από τη σχολή της Κω που απηχούν, όπως θα το περιμέναμε, και προεκτείνουν τις ιδέες και τη μέθοδο του Ιπποκράτη. Σημαντικότερα ανάμεσά τους: (α) οι Ἀφορισμοί, όπου κατά καιρούς συγκεντρώθηκαν επιγραμματικά διατυπωμένες ιατρικές επιταγές και γνώμες, όπως το γνωστό ὁ βίος βραχὺς ἡ δὲ τέχνη μακρά, (β) τα υπόλοιπα πέντε βιβλία των Ἐπιδημιῶν, και (γ) ο Ὅρκος.

Ο ιπποκρατικός όρκος διατυπώθηκε το δεύτερο μισό του 4ου π.Χ. αιώνα· το περιεχόμενό του όμως συμπυκνώνει ολόκληρη την πρώιμη ιατρική δεοντολογία, όπως θα ονομάζαμε σήμερα τους κανόνες της ορθής συμπεριφοράς των γιατρών: την εχεμύθεια, την υποχρέωση να ωφελούν όσο μπορούν περισσότερο τους ασθενείς όλους, τη δέσμευση να μη χορηγούν θανάσιμα φάρμακα κλπ. Τον ίδιο όρκο, με ορισμένες αναπροσαρμογές, δίνουν και σήμερα σε όλο τον κόσμο, πριν ασκήσουν το επάγγελμά τους, οι απόφοιτοι των ιατρικών σχολών.

Ο ιπποκρατικός όρκος όριζε μάρτυρες τους θεούς, και θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι η επιστήμη της ιατρικής, όπως αναπτύχτηκε στα κλασικά χρόνια, αποδεσμεύτηκε τελείως από τη θρησκεία. Είναι αλήθεια ότι ο Ιπποκράτης διάψευσε τον ιερό τάχα χαρακτήρα της επιληψίας και κατάγγειλε τις απόκρυφες παραϊατρικές πρακτικές· είναι αλήθεια ότι στα κλασικά χρόνια το ιατρικό επάγγελμα αποσυνδέθηκε από το ιερατικό λειτούργημα· ωστόσο, αν όχι και από την πλευρά των γιατρών, σίγουρα από την πλευρά των αρρώστων, η θρησκευτική πίστη ποτέ δεν έπαψε να αποτελεί σημαντικό θεραπευτικό παράγοντα. Το πιο σωστό θα ήταν να μιλήσουμε για ένα συμβιβασμό της ιατρικής με τη θρησκεία, καθώς από τη μια οι γιατροί καλλιεργούσαν τη σύνδεσή τους με τον Απόλλωνα, τον Ασκληπιό, την Υγεία κλπ., από την άλλη οι ιερείς στα Ασκληπιεία και στα άλλα θρησκευτικά-ιαματικά κέντρα ενημερώνονταν για τα πορίσματα της επιστημονικής θεραπευτικής και ακολουθούσαν τις επιταγές της.
--------------------------
1. Η λέξη προέρχεται από το ρήμα ἐπίσταμαι, που σημαίνει «γνωρίζω».

2. Η μελέτη της μουσικής αρμονίας σχετίζεται στενά με τα μαθηματικά.

3. Αυτό δεν αποκλείει το σώμα να περιλαμβάνει και έργα νεότερα, π.χ. το Παραγγελίαι, που είναι επηρεασμένο από την επικούρεια φιλοσοφία και πρέπει να γράφτηκε τον 2ο π.Χ. αιώνα, αν όχι αργότερα.

4. Ἀσκληπιάδαι αυτονομάζονταν τα μέλη της ιατρικής συντεχνίας στην Κω, γιατί ήταν, όπως ισχυρίζονταν, απόγονοι του Ποδαλείριου, γιου του Ασκληπιού. Εξαρχής όμως ο ίδιος όρος χρησιμοποιήθηκε και για τους γιατρούς γενικά.

5. Ο γιατρός πρέπει «να ωφελεί, ή (τουλάχιστο) να μη βλάφτει».

6. Το θέμα του έργου είναι και ενιαίο και συγκεκριμένο· όμως στα νεοελληνικά επικράτησε να χρησιμοποιούμε την έκφραση «περί ανέμων και υδάτων» όταν αναφερόμαστε σε μεγάλη και ακαθόριστη ποικιλία θεμάτων.

7. Ο όρος ἐπιδημίαι σημαίνει «επισκέψεις σε ξένους τόπους», όπου ο γιατρός παρακολούθησε τις περιπτώσεις που καταγράφει. Διαφορετικό είναι το νόημα της λέξης ἐπιδημία όταν δηλώνει, όπως και σήμερα, ότι μια αρρώστια «επισκέπτεται» ένα συγκεκριμένο τόπο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου