Κυριακή 19 Ιουλίου 2020

Ιουστινιανός & Θεοδώρα: Η ιστορία τους, έξω από τον πολύπλευρο και πολύπλοκο περίγυρό της, έχει τη θέση της σε ένα ανθολόγιο ζευγαριών ερωτικών συμβόλων

H πρωτεύουσα της βυζαντινής αυτοκρατορίας τον έκτο αιώνα ήταν το εμπορικό και ναυτικό κέντρο του κόσμου. Οι καλοφτιαγμένοι ρωμαϊκοί δρόμοι και γέφυρες, τα καλοτάξιδα πλοία και τα φιλόξενα λιμάνια, οδηγούν δυνάμεις δημιουργικές, φιλόδοξους εμπόρους, δαμασμένους κερδοσκόπους, τυχοδιώκτες και κάθε λογής άτομα, που αναζητούν τύχη στην καλλιέργεια μιας μικρής ιδιοκτησίας ή στην προσφορά φτηνού λαϊκού θεάματος, στην Κωνσταντινούπολη.

Ο συνετός γηραιός αυτοκράτορας Αναστάσιος, πλούσιος στην ηλικία ο ίδιος, είχε φροντίσει να πλουτίσει και το δημόσιο θησαυροφυλάκιο και να οχυρώσει την Κωνσταντινούπολη κατά των εξωτερικών εχθρών. Ο εσωτερικός, όμως, εχθρός είναι μερικές φορές πιο ύπουλος και πιο επικίνδυνος. Η φυσική φθορά μιας μακράς βασιλείας, η σφιχτή οικονομία και κάποιες ριζωμένες θρησκευτικές διαμάχες, υποδαυλίστηκαν στο λαό, που ξεσηκώθηκε και ζήτησε την απομάκρυνσή του. Ο αυτοκράτορας με τη σωφροσύνη της μακρόχρονης διοικητικής εμπειρίας και την ώριμη αξιοπρέπεια των ογδόντα χρόνων του, δέχτηκε να αποσυρθεί και κάλεσε το λαό να συμφωνήσει στο πρόσωπο που θα τον διαδεχτεί. Η ειρηνική και σοφή του παρέμβαση διέσωσε τον ίδιο και άφησε τη μοίρα να οδηγήσει την τύχη της αυτοκρατορίας. Ο λαός παρακάλεσε να παραμείνει στο θρόνο, ο οποίος έμεινε κενός μόνο μετά το φυσικό αποχωρισμό του από αυτόν και τη ζωή.

Το πρόβλημα διαδοχής παρέμενε και το θρόνο σφετερίστηκε ένας πρεσβύτης στρατιωτικός και συγκλητικός, ο Ιουστίνος. Τίποτα αξιόλογο δεν χαρακτήριζε το νέο αυτοκράτορα. Αγράμματος και ταπεινής καταγωγής ο ίδιος, από οικογένεια χωρικών της Ιλλυρίας, που είχαν γίνει Ρωμαίοι πολίτες, υπηρέτησε και διακρίθηκε ως στρατιωτικός. Με την αρνητική αυτή εμπειρία του, είχε φροντίσει να συγκεντρώσει κοντά του και να εξασφαλίσει μόρφωση και επαγγελματική θέση στους ανιψιούς του, μεταξύ των οποίων διακρινόταν ο Ιουστινιανός.

Ο Πέτρος Σαβάτιος Ιουστινιανός διέθετε όλες τις πολιτικές ικανότητες, από τις μηχανορραφίες που βοήθησαν το θείο του στην αναρρίχηση στο θρόνο, μέχρι την οξυδέρκεια και την επιτηδειότητα να κατανοεί και να διεκπεραιώνει τις υποθέσεις του θρόνου αντί του περιορισμένης ικανότητας θείου του, αυτοκράτορα. Με το αξίωμα του υπάτου, καλλιέργησε την υποστήριξη στο πρόσωπό του πολλών αυτοκρατορικών αυλικών, αλλά κυρίως των οργανωμένων σωματείων και συντεχνιών στο χώρο του δημόσιου θεάματος. Στον Ιππόδρομο, που φρόντισε να χρηματοδοτήσει σπάταλα, οι λεγόμενοι «Δήμοι», δηλαδή σωματεία για την οργάνωση θεαμάτων και αγώνων, είχαν τεράστια δύναμη, η οποία εκδηλωνόταν από υποταγμένους οπαδούς κατά τη βούλησή τους. Τη δύναμη αυτή μπορούσαν να στρέψουν απέναντι στο αυτοκρατορικό «κάθισμα», δηλαδή το βασιλικό θεωρείο και να οδηγήσουν τον αυτοκράτορα με καθοδηγούμενη λαϊκή πίεση σε ικανοποίηση αιτημάτων τους. Τη μεγαλύτερη δύναμη εκπροσωπούσε ο «δήμος των Βένετων», στον οποίο αντιπαρατάσσονταν οι «Πράσινοι». Ο Ιουστινιανός εξασφάλισε με πλούσιες παροχές τον έλεγχο των πρώτων και έτσι συγκρότησε ένα σώμα αδίστακτων υποστηρικτών, το οποίο θα μπορούσε να κινήσει ως κατασταλτική δύναμη στρατού, αφού οργανωμένη αντίστοιχη στρατιωτική δύναμη δεν στρατοπέδευε στην Κωνσταντινούπολη.

Στο χώρο του δημόσιου θεάματος για την τέρψη των θεατών ανάμεσα σε αγώνες ιπποδρομιών προσφερόταν και η άγρια ικανοποίηση στη θέα αιματηρών συγκρούσεων ανθρώπων και ζώων (λιοντάρια, λεοπαρδάλεις, αρκούδες) και η ηδυπαθής γοητεία του προκλητικού γυναικείου χορού και της άσεμνης παντομίμας.

Μια οικογένεια ήταν συνολικά και ολοκληρωτικά δοσμένη στον επαγγελματικό αυτό χώρο. Ο πατέρας Ακάκιος, από την Κύπρο, είχε επάγγελμα την εκτροφή και εκγύμναση αρκούδων για τους Πράσινους, η μητέρα ήταν ηθοποιός, με την ελευθερία παροχής και άλλης δουλειάς πέραν του επαγγέλματος αυτού και οι τρεις κόρες τους προορίζονταν να συμπληρώνουν το ευάρεστο έργο τους με όποιο εισόδημα θα απέφερε το επάγγελμα της ηθοποιού ή της χορεύτριας και όποιο άλλο ταλέντο τους. Ο πατέρας πέθανε, όταν τα κορίτσια ήταν ακόμη μικρά. Η κενή θέση του αρκτοτρόφου των Πρασίνων και η άδεια αγκαλιά της μητέρας, έπρεπε να πληρωθούν αμέσως με διπλό κέρδος, τη διατήρηση του εισοδήματος και την ικανοποίηση επειγουσών φυσικών επιθυμιών. Όμως, οι Πράσινοι δεν τίμησαν το ηθικό χρέος τους και η νέα οικογένεια αυτομόλησε στον εχθρό και τέθηκε υπό την προστασία των Βένετων.

Το ταλέντο των κοριτσιών γρήγορα ξεδιπλώθηκε μπροστά στα αδηφάγα βλέμματα των θεατών και οι σαγηνευτικές χορευτικές κινήσεις του σώματός τους ξύπναγαν τις πιο οργιαστικές ορέξεις. Στο πρόσωπο της μιας κόρης, της Θεοδώρας, απάστραπτε η γυναικεία ωραιότητα και η θηλυκότητά της ζωγραφιζόταν στις παθιασμένες κινήσεις της, όταν χόρευε και ζωντάνευε στα χείλη και στις χειρονομίες της και όταν χωρίς καμιά συστολή και με απροκάλυπτη προκλητικότητα, εκτόξευε βωμολοχίες και παρίστανε άσεμνες στάσεις, την ώρα της παντομίμας της, που έκανε τους θεατές να παραληρούν με βακχική έκσταση. Η Αφροδίτη σίγουρα χαιρόταν με την ερεθιστική παρουσία της στο θέατρο της ανδρικής αδηφαγίας, πιθανό όμως όχι και η Τερψιχόρη και η Πολύμνια για το χορό και τη μιμική της.

Η Θεοδώρα δεν άργησε να γίνει περιζήτητη στα μάτια του κοινού και στόχος της εύνοιας μεταξύ των νέων ευγενών, που έδιναν τα πάντα για τη φυσική απόλαυση του κορμιού της ή πολλά για την απλή συντροφιά της στα συμπόσιά τους. Ο ιστορικός της εποχής δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τη γυναίκα Θεοδώρα νυμφομανή και κοινή πόρνη, όμως η αισθητική του κρίση, αυτή που εκστατική μπροστά στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας δεν χορταίνει να βλέπει και να εξυμνεί, εκφράζεται με ατέλειωτη γοητεία μπροστά σε ένα άγαλμα της Θεοδώρας:

«Ωραίο, αλλά δεν αποδίδει την ομορφιά της αυτοκράτειρας, διότι είναι ακατόρθωτον δια τον άνθρωπον να εκφράσει εις λέξεις ή να αποδώσει εις ένα άγαλμα την χάριν της».

Ο χαρακτηρισμός της πόρνης έχει απονεμηθεί στη Θεοδώρα και από χείλη ιερωμένων, αλλά και από άλλους ιστορικούς και θεολόγους. Μάλιστα οι προφυλάξεις κατά την άσκηση του επαγγέλματός της δεν είχαν αποτρέψει μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη και τη δυσάρεστη γι’ αυτήν παρουσία ενός παιδιού. Η μητέρα δεν ήταν όσο έπρεπε περιποιητική μαζί του και ο ανώνυμος πατέρας για το φόβο και της ζωής του παιδιού ακόμα, το πήρε μαζί του στην Αραβία και αφοσιώθηκε στην ανατροφή του Ιωάννη, όπως το βάπτισε.

Η όμορφη Θεοδώρα, λοιπόν, μόνο υπόδειγμα αρετής δεν ήταν…Ήταν, όμως πολύ έξυπνη γυναίκα. Η ανασφάλεια της δουλειάς της και τα σωματικά και πνευματικά της χαρίσματα, την ώθησαν να γίνει επίσημη ερωμένη ενός αξιωματούχου, του Εκηβολίου, (ή Εκήβολος ή Εκέβολος), τον οποίο συνόδευσε στη βόρεια Αφρική, όταν διορίστηκε διοικητής της Πενταπόλεως. Φαίνεται, ότι την έδιωξε ή αυτή τον εγκατέλειψε και διέμεινε για λίγο χρόνο στην Αλεξάνδρεια.

Εκεί, σ’ αυτή την Αλεξάνδρεια της Θαϊδας και της Χρύσιδας, η Θεοδώρα ακολούθησε τα φώτα της προκυμαίας και περπάτησε με τις ζωντανές κόρες ενός άλλου Κεραμεικού, εφάμιλλου εκείνου της Αθήνας, λούστηκε όμως και με ένα άλλο φως με τις γνωριμίες των πιο εκλεκτών εκπροσώπων του μονοφυσιτικού κλήρου.

Μετά την επιστροφή της στην Κωνσταντινούπολη δεν υπάρχει επικριτικό σχόλιο και φέρεται να κερδίζει την καθημερινή ζωή, εγκαταστημένη σε ένα μικρό σπίτι κοντά στο Παλάτιο, γνέθοντας ή με τις αποταμιεύσεις της ή με κάποια διατροφή που πλήρωνε ο Εκηβόλιος. Φυσικά, δεν θα έμενε κλεισμένη στο σπίτι της και οι δεσμοί της με τους Βένετους δεν είχαν διακοπεί, ενώ πρέπει διπλωματικά και καιροσκοπικά να είχε κάποια επαφή με τους Πράσινους.

Κάπου εδώ πρέπει να έγινε η γνωριμία με τον Ιουστινιανό. Αυτή ήταν είκοσι δυο ετών, σχεδόν στη μισή ηλικία του. Ένα κοινό στοιχείο τους ήταν, ότι και οι δύο είχαν σπαταλήσει πολύ χρόνο της νεανικής τους ζωής σε διασκεδάσεις.

Όταν συναντήθηκαν τα βήματα της γοητευτικής γυναίκας και του πολυτάλαντου ανιψιού του αυτοκράτορα, εκείνη φαινόταν να έχει επιλέξει την ήσυχη και νοικοκυρεμένη ζωή και αυτός την αφοσίωση στην πραγματοποίηση των πολιτικών του φιλοδοξιών και την ενασχόληση με τις προσωπικές τον επιλογές γύρω από τη θεολογία, τη φιλολογία, τη φιλοσοφία, τη νομική, την αρχιτεκτονική και τη μουσική. Τα μεγάλα φλογερά μάτια της, που εξέπεμπαν έντονα ζωηρά και σαγηνευτικά βλέμματα γυναίκας έξυπνης και έμπειρης, αιχμαλώτισαν τον Ιουστινιανό. Αυτός με το ωραίο του παράστημα, την ευχάριστη ομιλία και τους ευγενικούς τρόπους του πατρίκιου, που εξελισσόταν με σιγουριά σε αυτοκράτορα, ήταν η ελκυστική παρουσία του ικανού άντρα και η υπόσχεση πραγματοποίησης κάθε επιθυμίας και φιλοδοξίας της.

Βαθιά ερωτευμένοι και οι δύο ήθελαν να παντρευτούν αμέσως και να διαψεύσουν τους κύκλους των ευγενών, που στοιχημάτιζαν σε βραχύβια ερωτική τους σχέση.

Εμπόδιο που έπρεπε να ξεπεραστεί ήταν η νομική απαγόρευση γάμου υψηλού αυτοκρατορικού αξιωματούχου με θεατρίνα και η επίμονα αρνητική απέναντι τους στάση της αυτοκράτειρας Ευφημίας. Όταν η Ευφημία πέθανε, η Θεοδώρα μεταπήδησε από την ταπεινή καταγωγή της στη θέση πατρικίας και αμέσως μετά με νόμο του Ιουστίνου ορίστηκε ότι πρώην ηθοποιοί, που εγκατέλειψαν οριστικά την παλαιή τους ζωή και γυναίκες, που έχουν τιμηθεί με υψηλά αξιώματα μπορούν να παντρεύονται άντρες από την ανώτατη τάξη.

Η «φωτογράφηση» των νεονύμφων προηγήθηκε της τελετής και το νυφικό είχε κοπεί στα μέτρα της Θεοδώρας. Ο γάμος τους, αν και τελέστηκε τρεις ημέρες πριν από το Πάσχα, προκλητικά και αντίθετα σε θεϊκούς και ανθρώπινους κανόνες και παραδόσεις, είχε τις ευλογίες του ίδιου του Πατριάρχη στο Ναό της Αγίας του Θεού Σοφίας, που είχε κτιστεί από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο και από όσους συνωστίσθηκαν στην τελετή ούτε ένας πολιτικός ή κληρικός έδειξε να έχει προσβληθεί στο ήθος και την αρετή τον. Σίγουρα ανάμεσα στους ενθουσιώδεις εορταστές θα ήσαν και πολλοί από τους Θεατές της στο Θέατρο και κάποιοι από τους παροδικούς εραστές της.

Το έτος 527 στο Θρόνο της αυτοκρατορίας εγκαταστάθηκε ο Ιουστινιανός με την Αυγούστα Θεοδώρα στο πλευρό του, μετά από λαμπρή τελετή και μεγαλειώδη πορεία στον Ιππόδρομο ανάμεσα στα πλήθη.

Μπορεί η αρχική παρουσία της όμορφης νέας, τα πρώτα φλογερά της βλέμματα και τα παιχνιδίσματα της έμπειρης γυναίκας, να άναψαν τη σεξουαλική επιθυμία στο Ιουστινιανό. Η συνέχεια όμως ήταν μια γαληνεμένη αγάπη, που ωρίμαζε μέρα με τη μέρα και αποζητούσε την ολοκλήρωσή της με την απόκτηση ενός παιδιού. Σε αυτό δεν ευτύχησαν, αλλά η προσωπική τους ζωή γέμιζε ευχάριστα με τον ίδιο έρωτα, η οικογενειακή θαλπωρή εξασφαλιζόταν με την πίστη και την αφοσίωση του ενός στον άλλο και τη γαλήνη αυτή δεν διατάραξαν οι άνεμοι και οι θύελλες που χτυπούσαν την αυτοκρατορία. Τα κύματα που κλυδώνιζαν την κοινή πλεύση τους, μπορεί και να τους αφάνιζαν, αν δεν εναλλάσσονταν στο τιμόνι, αν δεν αναγνώριζε ο ένας στον άλλο την ιδιαίτερη ικανότητα, που εξασφάλιζε τη σταθερή πορεία ανάλογα με την περίσταση.

Εκείνος, χαρισματικός σε πνευματικά προσόντα και ακαταπόνητος σε φυσική αντοχή, αδιάκοπα δραστήριος και επινοητικός, έτοιμος όμως να εγκαταλείψει μπροστά στις μεγάλες δυσκολίες. Εκείνη, ευφυέστατη, αποφασιστική και δυναμική, έγινε το απαραίτητο συμπλήρωμα στην ολοκληρωμένη επιτυχία της συντροφικής πορείας τούς. Το πνευματικό υπόβαθρο του Ιουστινιανού και η διοικητική εμπειρία του, συνενώθηκαν στη σύλληψη μεγαλεπήβολων στόχων , χωρίς όμως την ανήσυχη παρατηρητικότητα και τη ρεαλιστική ευφυΐα της Θεοδώρας, ο προγραμματισμός δε θα κυοφορούσε πράξεις, οι οποίες κατέστησαν την αυτοκρατορία πανίσχυρη εσωτερικά και εξωτερικά και για μεγάλο διάστημα κέντρο της χριστιανικής οικουμένης.

Η επιλογή των αξιωματούχων ήταν ένας λογικός συγκερασμός προτιμήσεων. Στη χάραξη των πολιτικών στόχων ζύγιζαν με ακρίβεια πλεονεκτήματα και προτεραιότητες. Στη θρησκευτική πολιτική ένα μίγμα εκρηκτικό, με γόμωση αντίθετων προσωπικών πεποιθήσεων και συμπαθειών καθενός και πέραν αυτών των συμβούλων του αυτοκράτορα, του διαιρεμένου λαού και της χριστιανικής εκκλησίας, σε μια αυτοκρατορία που έσερνε από το παρελθόν πολλά προβλήματα, έδειχνε να αποδυναμώνεται με σύνεση και συνδιαλλαγή, παρέμενε όμως ένα γεμάτο όπλο, προσωρινά απασφαλισμένο.

Ο δεσμός δυο προσώπων, που έχουν ορκιστεί και τηρούν τον όρκο της αμοιβαίας αφοσίωσης και εμπιστοσύνης, που έχει θεμέλιο την ωριμότητα, η οποία πηγάζει από τη γνώση προηγούμενων αδυναμιών και την ανάγκη προσαρμογής σε υψηλά καθήκοντα και με όραμα την αποτελεσματικότητα και την επιτυχία στους στόχους, είναι δεσμός δυνατός και ανθεκτικός. Οι αδύνατοι κρίκοι του, οι οποίοι στο πρόσωπο του αυτοκράτορα εκφράζονταν στην παραχωρητικότητα έναντι φίλων και υπηκόων, την υποχώρηση στις μεγάλες δυσκολίες και την περισυλλογή στη μελέτη επιστημών και τεχνών, ενισχύθηκαν με το δυναμισμό, την αποφασιστικότητα και την αυταρχικότητα της αυτοκράτειρας.

Αυτή έπρεπε να είναι και ήταν η φανερή εξωτερική εικόνα του βασιλικού ζευγαριού κι έτσι την εμφανίζει η εξωτερική ανάγνωση της ιστορικής τούς διαδρομής. ‘Όμως μέσα του ο καθένας είχε πάντα σε ετοιμότητα όλα εκείνα τα στοιχεία, που χαρακτήρισαν την πορεία του. Εγωισμό, φιλοδοξία, δόλο, πανουργία, απληστία, ψέμα. Με τα στοιχεία αυτά κέρδισαν αξιώματα, χρήματα, εξουσία και δόξα, με τα στοιχεία αυτά επαυξημένα έπρεπε να διατηρήσουν, να διαχειριστούν και να προσθέσουν σε όσα κέρδισαν.

Ταπεινής καταγωγής και οι δύο, παραδόθηκαν στην πολυτέλεια και την επίδειξη πλούτου και μεγαλείου, στο βαθμό εκείνο που η προσωπική ικανοποίηση ζητάει όλο και πιο έντονη την υποταγή και τον σεβασμό τρίτων, αυλικών, λαού και ξένων ηγεμόνων. Με τις πομπώδεις εμφανίσεις τους και το εκθαμβωτικό τυπικό στις εξόδους τους, που απέπνεε την αντίληψη της θεϊκής προέλευσης της βασιλείας και την υποχρέωση πιστής υπακοής στους εκφραστές της αυτοκράτορες, απολάμβαναν την έκφραση των συναισθημάτων θαυμασμού στο μεγαλείο τους. Οι άλλοι με δέος δήλωση πίστης να σκύψουν αυθόρμητα να πιάσουν μια άκρη της λαμπρής αλουργίδας και να γονατίσουν να προσκυνήσουν τα υποδήματά τους. Από τη μια πλευρά ο πορφυρός χιτώνας χρυσοπλουμιστός, η χρυσοκέντητη ταινία που κατέβαινε από τους ώμους , χρυσοστόλιστη χλαμύδα που στερεωνόταν στους ωμούς με μια μαργαριταρένια πόρπη, το στέμμα με τα πολύτιμα πετράδια, το σκήπτρο από ελεφαντόδοντο και τα κόκκινα πέδιλα του αυτοκρατορα και από την άλλη πλευρά η πορφυρένια ενδυμασία που κατέληγε σε χρυσά κρόσια, στολισμένη με πολύτιμα πετράδια, το διαμαντένιο περιδέραιο, οι χρυσές πόρπες, η ζώνη με τα λαμπερά πετράδια, το μαργαριταρένιο διάδημα, από το οποίο δυο σειρές μαργαριτάρια κατέβαιναν στο στήθος, τα συμπαγή χρυσά βραχιόλια που κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος των χεριών και τα χρυσοκέντητα σανδάλια της αυτοκράτειρας, λάμπρυναν τις τελετές και γίνονταν προσκύνημα.

Στην απογείωση αυτή της ταπεινής καταγωγής στο ανώτερο ύψος του μεγαλείου κανόνας είναι η προσωπικότητα να μεταβάλλεται και η συναίσθηση της ισχύος σε συνδυασμό με τη διατήρησή της ακλόνητης, να οδηγεί και σε ακραίες εκδηλώσεις. Ο Ιουστινιανός, που γνώρισε τις μηχανορραφίες στις δύσκολες ανηφοριές προς την εξουσία και η Θεοδώρα, που ανέπτυξε σε μεγάλο βαθμό το ένστικτο της αυτοσυντήρησης για να επιβιώσει στην επικίνδυνη ζωή της πολιορκούμενης κάθε στιγμή γυναίκας από ποικίλα είδη ανδρών, συναισθάνονταν κάθε κίνδυνο και είχαν εικόνα του πριν αυτός εκδηλωθεί.

Εκείνη, μπροστά στους κινδύνους από την ίδια της τη γοητεία, είχε αντιπαρατάξει το δυναμισμό της. Αυτός διατηρούσε στοιχεία της έμφυτης προσήνειας και της συγγνώμης. Εκείνη, τώρα που γνώρισε τους κινδύνους της βασιλείας, μπόλιασε και τον αυτοκράτορα με την απαραίτητη σκληρότητα. Το ζευγάρι των βασιλέων εμφανίζεται ιστορικά να εξολοθρεύει αντιπάλους ή ύποπτα κινούμενους αντίζηλους και ανερχόμενους φιλόδοξα υφιστάμενους, με οργή και σκληρότητα.

Ο συνδυασμός της προσωπικής επιλογής από κοινού από τον Ιουστινιανό και τη Θεοδώρα των επιτελών τους και η αυστηρή πάταξη κάθε επαπειλούμενης ανυποταξίας, είναι από τα στοιχεία που επέτρψαν στον Ιουστινιανό να πραγματοποιήσει μεγαλεπίβολα σχέδια σε όλους τους τομείς. Επαληθεύτηκε με τις επιλογές τους η ιστορική διαπίστωση, ότι η επιτυχία εξασφαλίζεται με την ύπαρξη ικανών συνεργατών. Οι πιο πολλοί προέρχονταν από τις παραγωγικές δυναμικές τάξεις και όχι από την νωχελική αριστοκρατία των παλατιανών και των μεγαλογαιοκτημόνων και από άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας (ο Ανθέμιος ήρθε από τις Τράλλεις και ο Ισίδωρος από τη Μίλητο).

Στον στρατιωτικό τομέα ένα μεγάλο όνομα δοξάστηκε και πρόσφερε δόξα στον Ιουστινιανό. Ο Βελισάριος περιβλήθηκε με το λαμπρό φωτοστέφανο του γενναίου αρχιστράτηγου και υμνήθηκε για τα κατορθώματά του μέσα και έξω από την αυτοκρατορία σε Ανατολή και Δύση. Και αυτός απογειώθηκε από λιγότερο ταπεινή καταγωγή σε ηρωϊκό αρχιστράτηγο του βυζαντινού στρατού, που κατατρόπωσε Βανδάλους, Γότθους, Πέρσες, Ούνους και τους στασιαστές του «Νίκα». Στο προσωπικό επίπεδο, αν και νεότερος, ήταν έμπιστος φίλος του Ιουστινιανού, η δε γυναίκα του Αντωνίνα ήταν μεγάλη αρχόντισσα του οίκου της αυτοκράτειρας με τον τίτλο της «Πατρικίας ζωστής» και στενή φίλη της Θεοδώρας. Είχε και αυτή την ελευθεριότητα της Θεοδώρας, αλλά δεν την τιθάσευσε μετά το γάμο της, όπως εκείνη. Ο στρατιωτικός Βελισάριος ατύχησε στη στρατηγική υποταγής της είτε κατά την απουσία του στα πολεμικά μέτωπα είτε παίρνοντάς την μαζί του στις εκστρατείες.

Οικονομικός σύμβουλος του Ιουστινιανού ήταν ο «έπαρχος των Πραιτωρίων» Ιωάννης Καππαδόκης, ένας άτεγκτος φοροσυλλέκτης, άπληστος, χυδαίος και λάγνος, μισητός στο λαό, αλλά αγαπητός στον Ιουστινιανό.

Άλλος, ο νομοθέτης Τριβωνιανός, μπορεί να άφησε ένα συστηματικό τεράστιο νομοθετικό έργο, αλλά έδενε σε προσωπική φιλοδοξία, απληστία, ιδιοτέλεια και ραδιουργία με το αυτοκρατορικό ζευγάρι. Κολάκεψε την φιλοδοξία, την μεγαλομανία και την ματαιοδοξία τους και έκοβε και έγραφε νόμους στα μέτρα των επιθυμιών τους, με χρησιμότητα προσωπική για τους ίδιους και τους φίλους τους, ανάλογη εκείνης που τους είχε αναδείξει, πολιτική σύμφωνα με τις επιδιώξεις τους και θρησκευτική σύμφωνα με τις πνευματικές και ερευνητικές αναζητήσεις και υπερβάσεις του Ιουστινιανού σε δογματικά θέματα.

Οι θέσεις του αυτοκράτορα τον εμφάνιζαν θεοσεβή, αλλά τον έφεραν αντιμέτωπο με τον πάπα, πατριάρχες και επισκόπους. Η συμπεριφορά του αυτή απέναντι όλων αυτών δεν διακρίθηκε από σεβασμό και αβρούς τρόπους και είναι ένα μελανό σημείο της πορείας του.

Η Θεοδώρα στο μέσο βασιλικών ευθυνών και προσωπικών δεσμεύσεων και αναμνήσεων της παλαιότερης ζωής της, υπηρέτησε τις πρώτες, αλλά δεν ξέχασε τις δεύτερες. Ένας συγκερασμός των δύο είναι η νομοθέτηση από τον Τριβωνιανό αυστηρού νόμου «κατά των ληστών της τιμής των γυναικών και των διαφθορέων της αγνότητας αυτών. Η ζυγαριά γέρνει λίγο προς τις παλιές συνήθειες, όταν φρόντισε να πάρει κοντά της στο παλάτι φιλενάδες από το παρελθόν, όμορφες, έμπειρες και χρήσιμες στο ξελόγιασμα ανδρών, όπως οι «ποταγωγίδες» ή «προσαγωγίδες» στις τυραννίδες των αρχαίων.

Εκείνη με την οποία αποτέλεσαν ένα ιδανικό δίδυμο πανουργίας κ εκμετάλλευσης κάθε είδους αδυναμιών, ήταν η Αντωνίνα. Και αυτής ο πατέρας εργαζόταν στον Ιππόδρομο ως οδηγός αρμάτων και η μητέρα της ήταν χορεύτρια στο θέατρο. Η Αντωνίνα μέσα στις έντονες και φρενήρεις ελευθέριες επιδόσεις της, κατάφερε να αποκομίσει μερικά εξώγαμα παιδιά. Μία κόρη της, την Ιωαννίνα, είχε πάρει υπό την προστασία της η Θεοδώρα.

Μετά το γάμο της με τον Βελισσάριο, η Θεοδώρα επιτιμούσε τη φίλη της για τις απιστίες της, χωρίς όμως να είναι αυστηρή μαζί της.

Η Αντωνίνα, είχε επιδείξει τις καταχθόνιες ικανότητες της, όταν ο Βελισσάριος στην εκστρατεία της Ιταλίας είχε πολιορκήσει τη Ρώμη κατά των Γότθων. Η Αντωνίνα που ήταν μαζί του, χρησιμοποιήθηκε από τη Θεοδώρα στην προσωπική της εχθρότητα κατά του πάπα Σιλβέριου, τον οποίο εμεμηχανορραφίες κατάφερε να καθαιρέσει, για να χειροτονηθεί πάπας ο ευνοούμενός της διάκονος Βιγίλιος.

Η Θεοδώρα χρησιμοποίησε ακόμα τα ίδια γυναικεία όπλα, όταν αποφασισμένη να εκμηδενίσει την επιρροή του Ιωάννη Καππαδόκη στον Ιουστινιανό μηχανορραφούσε κατά του επάρχου των πραιτωρίων. Μαζί με την Αντωνίνα έστησαν σκευωρία και υποδαύλισαν τις τυχοδιωκτικές του φιλοδοξίες σε μια κρίσιμη περίοδο εισβολής των Βούλγαρων, που είχε αναστατώσει την Κωνσταντινούπολη. Η Αντωνίνα χρησιμοποίησε για το σκοπό τους την κόρη του Καππαδόκη Ευφημία, η οποία παράστησε στον πατέρα της την δήθεν εύνοια της αυλής για να θέσει εκτός θρόνου τον Ιουστινιανό και να αναλάβει αυτός την εξουσία. Η σκηνοθετημένη πραγμάτωση της φιλοδοξίας του αποκαλύφθηκε και ο Καππαδόκης εκτοπίστηκε στην Κύζικο και στη συνέχεια με άλλες κατηγορίες, που εξύφαινε με το μίσος της για αυτόν η Θεοδώρα, εξορίστηκε στην Αίγυπτο και δημεύθηκε η περιουσία του, αφού ο Ιουστινιανός δεν μπόρεσε να κάμψει την οργή της.

Εκτός από την πανουργία της η αδίστακτη Αντωνίνα δημιούργησε θύματα και με τον αχαλίνωτο ερωτισμό της. Πρώτο τραγικό θύμα ο άντρας της. Όταν ο Βελισσάριος είχε εκστρατεύσει κατά των Περσών στη Μεσοποταμία, αποκαλύφθηκε η σκανδαλώδης ερωτική της σχέση με το θετό γιο του, ένα όμορφο νεαρό Θρακιώτη, τον Θεοδόσιο. Το σκάνδαλο πληροφορήθηκε ο Βελισσάριος από ένα γιο της τον Φώτιο, τον οποίο διάταξε να συλλάβει και να φυλακίσει το Θεοδόσιο.

Ο στρατηγός επανέκαμψε στο οικογενειακό μέτωπο, εκεί όπου οι νίκες του στρατιωτικού μετώπου επισκιάστηκαν από τα στίγματα της συζυγικής απιστίας στο δικό του μέτωπο, αποφασισμένος να ασκήσει την εξουσία του συζύγου. Γρήγορα όμως παραδόθηκε στην τεχνητή αποκατάσταση της ευτυχίας μιας δήθεν αδικημένης συζύγου, που τον περίμενε με ανοιχτή αγκαλιά. Άβουλος και αδύναμος να αντιδράσει, πείστηκε ότι όλες οι πληροφορίες ήσαν συκοφαντικές και είδε με τα μάτια του την Αντωνίνα να κόβει τη γλώσσα της σκλάβας της «για τις ανόητες και ψεύτικες φλυαρίες της» και προσκολλήθηκε στη γυναίκα πιστός σκλάβος αυτός, υποταγμένος να κάνει ό,τι αυτή του ζητήσει.

Παράπλευρο θύμα της νικηφόρας στρατηγικής της συζύγου ήταν η τιμωρία του Φώτιου και η απομάκρυνσή του με τη βοήθεια της Θεοδώρας. Η βοήθειά της αυτή δεν ήταν ολοκληρωμένη. Έπρεπε να συμπληρωθεί με μια πιο ουσιαστική προσφορά στη φίλη. Η Θεοδώρα κάλεσε τη φίλη της στην κάμαρά της, την προετοίμασε για μια γενναιοδωρία της προς αυτήν και ανοίγοντας την πόρτα της ντουλάπας της της αποκάλυψε ένα χρυσό δώρο, έναν ολοζώντανο, ολόφρεσκο Θεοδόσιο, που ρίχτηκε στην αγκαλιά της Αντωνίνας. Η Θεοδώρα είχε πάρει υπό την προστασία της το Θεοδόσιο και τον φιλοξενούσε στο παλάτι. Τόσα κοινά στοιχεία είχαν οι δύο φίλες. Δεν θα ήταν αντίθετο στις εμπειρίες και το ταμπεραμέντο τους, ένα συμπέρασμα, ότι ο όμορφος νέος από τη Θράκη που συγκλόνισε ερωτικά την Αντωνίνα, ώστε να εκτεθεί δημόσια με την σκανδαλιστική συμπεριφορά της, συγκίνησε και αφύπνισε και την ερωτική επιθυμίας της Θεοδώρας, όσο καιρό διατρεφόταν μυστικά κοντά της στο παλάτι. Η «πρώτη αρχόντισσα του οίκου» και η «μεγάλη αρχόντισσα του οίκου» της, η «πατρικία ζωστή» της, που δεν συναντιόντουσαν μόνο στα ανοιχτά διαμερίσματα, αλλά συντονιζόντουσαν αποτελεσματικά σε υπόγειες διασυνδέσεις, θα είχαν και κάτι κοινόχρηστο.

Οι περιπέτειες για τους άρρενες πρωταγωνιστές της πολύπλευρης αυτής ιστορίας, επαναλαμβάνονταν μέχρις ότου ο Θεοδόσιος προσβλήθηκε από δυσεντερία και πέθανε. Στο μακρινό απόηχο της ιστορίας της Φαίδρας και τον κοντινότερο της Φαύστας, τραγικό και πάλι θύμα ο Βελισάριος. Μετά από μια άτυχη εκστρατεία του, τυχερός ήταν που αντικαταστάθηκε μόνο. Στο διάστημα όμως της αργίας του έγινε ένας μελαγχολικός άνθρωπος, φοβισμένος από ένα εχθρό που δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει κατά μέτωπο και κάποια στιγμή θα αποφάσιζε το θάνατό του.

Στα μελανά σημεία της πορείας της Θεοδώρας ως αυτοκράτειρας ανήκει και η τύχη του παιδιού της Ιωάννη. Ο πατέρας του πριν πεθάνει του αποκάλυψε, ότι μητέρα του ήταν η αυτοκράτειρα τον Βυζαντίου. Όταν ο Ιωάννης έμεινε μόνος, επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη και το Παλάτι και ζήτησε να δει την αυτοκράτειρα. Παραδόθηκε από την ίδια (ή τον Ιουστινιανό) σε ένα αξιωματούχο «ειδικών» αποστολών και από τότε ο νέος εξαφανίζεται και δεν τον είδε κανείς, όπως γράφει ο Προκόπιος.

Με κεντρικό πρωταγωνιστή το παλάτι και τους αυλικούς, η ηθική σήψη είχε εξαπλωθεί στη Βυζαντινή κοινωνία. Η μυρωδιά της επιχειρήθηκε να καλυφθεί με το ψέκασμα της θεοσέβειας. Η Θεοδώρα με τις τόσες ικανότητες ανέλαβε το ρόλο του αυστηρού Θεματοφύλακα για τη διαφύλαξη της δημόσιας ηθικής. Έκτισε μία «Μονή Μετανοίας» για τις γυναίκες εκείνες που θα επιθυμούσαν να εξαγνιστούν από τα κρίματα της πορνείας. Σύμφωνα με τον Προκόπιο η Μονή δεν πρέπει να πέτυχε απόλυτα στον σκοπό της, γιατί πολλές έγκλειστες μετανόησαν περισσότερο για τη μετάνοιά τους και πήδησαν από τα παράθυρα της Μονής εξαιτίας της μέχρι θανάτου πλήξης.

Αν η Θεοδώρα πρέπει να καταταγεί στις γυναικείες βασιλικές προσωπικότητες, θα αρκούσε και μόνο η στάση που πρόταξε στην περίφημη “Στάση το Νίκα»”. Το εσωτερικό αυτό γεγονός αναταραχής στην περίοδο της βασιλείας του Ιουστινιανού αποτέλεσε το σοβαρότερο κίνδυνο για την ίδια τη ζωή τους. Αυτή τη φορά οι φατρίες του Ιπποδρόμου, αρχικά οι Πράσινοι και στη συνέχεια από κοινού και οι Βένετοι, χρησιμοποιήθηκαν ως ο πυρήνας μιας οικονομικής διαμαρτυρίας κατά των πιεστικών οικονομικών μέτρων του Ιουστινιανού, που πήρε τη μορφή, μετά από αψυχολόγητα κατασταλτικά μέτρα, αληθινής επανάστασης με τη συμμετοχή όλου του λαού, που κραύγαζε «Νίκα», δηλαδή την ιαχή με την οποία απαιτούσαν οι θεατές να νικήσει η ομάδα τους στον Ιππόδρομο. Οι πυρπολισμοί και οι λεηλασίες γενικεύτηκαν και πολιορκήθηκε το Παλάτιο. Ο Ιουστινιανός επιχείρησε να κατευνάσει τα πλήθη με τα λόγια του, όπως άλλοτε ο Αναστάσιος. Απέτυχε και αποσύρθηκε κάτω από ύβρεις και αποδοκιμασίες. Είναι οι περιστάσεις εκείνες που ο αυτοκράτορας έχει το φόβο και της εσωτερικής αντίδρασης φιλόδοξων ανακτορικών. Η φρουρά δεν ήταν διατεθειμένη να στραφεί κατά του όχλου και προτάθηκε ως λύση να βγει κρυφά ο αυτοκράτορας και να επιστρέφει με το στρατό, που ήταν εκτός πόλης. ‘Ήταν φανερός ο φόβος του, ότι θα φονευόταν από τα πλήθη μέσα στο Παλάτιο.

Εδώ πραγματικά αναδείχθηκε το μεγαλείο μιας αλύγιστης αυτοκράτειρας. Η Θεοδώρα στο ύφος της στιγμής και με το ύφος της σθεναρής συνέπειας της βασιλικής εξουσίας, άρθρωσε λόγους ιστορικούς: «Κάθε άνθρωπος που έρχεται στο φως της ζωής δε θα αποφύγει το θάνατο και να τραπεί σε φυγή ένας βασιλιάς είναι απαράδεκτο».

Η ίδια δεν διανοείται να εκβάλει την «αλουργίδα» και δεν θέλει να ζήσει ούτε ώρα, αν δεν Θα την προσφωνούν Δέσποινα.

«Εάν εσύ θέλεις, εδώ είναι τα πλοία και μπορείς να σωθείς. Εμένα μου αρέσει η παλαιά ρήση «ως καλόν εντάφιον η βασιλεία εστί» («είναι καλό σάβανο η βασιλεία»).

Τέτοια εμπνευσμένα λόγια αλλάζουν την πορεία της ιστορίας. Όλοι συγκλονίστηκαν και το σχέδιο καταστολής, που εκπόνησαν, έφερε γρήγορα σε επιτυχημένο τέλος ο Βελισάριος.

Η Θεοδώρα, αφού συμπαραστάθηκε στις ασθένειες του συζύγου της, ιδιαίτερα κατά τον μεγάλο λοιμό του έτους 542, όταν και επέδειξε αποφασιστική δύναμη για να συγκρατήσει τις ισορροπίες στο στράτευμα, πέθανε το έτος 548.

Με την ίδια μεγαλοπρέπεια και την ίδια υποκρισία της άρχουσας τάξης και του πλήθους, όπως στο γάμο της, έγινε και η πένθιμή τελετή. Σύμφωνα με το τελετουργικό ο μεγάλος τελετάρχης αναφώνησε τρεις φορές: “Έξελθε Βασίλισσα! Ο Βασιλεύς των Βασιλέων, ο Κύριος των Κυρίων σε καλεί!”.

Ανάμεσα σε ψαλμούς, ύμνους και χιλιάδες αναμμένες λαμπάδες, κανείς δεν ξέρει αν ο ειλικρινής ήχος και το γνήσιο φως, ήσαν αυτά που υπερίσχυαν.

Ο Ιουστινιανός συνέχισε το μεγάλο έργο για το οποίο έμεινε στην ιστορία και πέθανε το έτος 565, αφού ήταν ουσιαστικός ηγεμόνας της αυτοκρατορίας για πενήντα περίπου χρόνια και αυτοκράτορας για τριάντα οκτώ χρόνια. Η τελευταία εκδήλωση της αγάπης του για τη Θεοδώρα αποκαλύφθηκε τα τελευταία χρόνια πάνω στα δοκάρια της στέγης της περίφημης Μονής της Αγίας Αικατερίνης, στη χερσόνησο του Σινά. Η Θεοδώρα ήταν οπαδός του Μονοφυσιτισμού και η Μονή, που ολοκλήρωσε ο Ιουστινιανός, ήταν η εστία του Χαλκηδονιακού Ορθόδοξου Μοναχισμού. Εκεί, στον Ένα Θεό, το Μονογενή Υιό Του και τους αγίους Του, στήριξε τη μνήμη και την ανάπαυση της αγαπημένης του συντρόφου με την εξής εγχάρακτη επιγραφή: «Υπέρ μνήμης και αναπαύσεως της γενομένης ημίν βασιλίδος Θεοδώρας».

Στο φωτεινό και μαζί σκοτεινό φόντο της βυζαντινής ιστορικής διαδρομής που φωτογραφήσαμε, η προσωπική επαφή των πρωταγωνιστών μένει αναλλοίωτη στο πραγματικό θεμέλιο μιάς έντονης και ώριμης αγάπης. Αν η δυναμική αυτοκράτειρα υποδύθηκε κάποια στιγμή στη βασιλική της ζωή ξανά την ηθοποιό Θεοδώρα σε ελευθέριο ρόλο και το παράδειγμα της φίλης της την μπόλιασε με τον πειρασμό της απιστίας, η συζυγική της αγάπη έχει καλύψει κάθε ατόπημα.

Η ιστορία προσώπων, που τρέφεται ακόμα και με ψίχουλα από ηδυπαθή γεύματα, δεν φαίνεται να τροφοδοτήθηκε στο σημείο αυτό και το αυτοκρατορικό ζευγάρι στο προσκήνιο της πολύπλευρης παρουσίας του δεν σκιάστηκε από συγκεκριμένη παρεκτροπή στην ερωτική του ζωή.

Δύο χαρακτήρες με κοινά στοιχεία τον εγωισμό και τη φιλοδοξία, με την εξουσία στα χέρια τους και τη ραδιουργία κρυφό τους όπλο, συμβίωσαν ως εραστές επί τρία χρόνια, ξεπέρασαν εμπόδια και ενώθηκαν ως σύζυγοι επί είκοσι τρία χρόνια. Συγκυβέρνησαν επί είκοσι ένα χρόνια σε δύσκολες περιστάσεις με κοινό συμφέρον την κυριαρχία της αυτοκρατορίας και τη δύναμη του θρόνου. Μία δύναμη, που μετά από αυτούς έγινε η Κίρκη, η οποία μεταμόρφωσε γυναίκες σε σκληρούς αυτοκράτορες, ώστε ο τίτλος στο πρόσωπό τους να παραμένει αρσενικός: «Βασιλεύς Αυτοκράτωρ». Όπως άλλες Θεοδώρες, η σύζυγος του αυτοκράτορα Θεόφιλου, η κόρη του Κωνσταντίνου Η’, συμβασίλισσα με την αδελφή της Ζωή και μετά μόνη «Βασιλεύς Αυτοκράτωρ» και η διαβόητη Ειρήνη η Αθηναία, σύζυγος του Λέοντα Δ’, που χωρίς μητρικό και ανθρώπινο συναίσθημα έγινε ο μοιραίος «Βασιλεύς» που τύφλωσε το γιο της.

Η Θεοδώρα και ο Ιουστινιανός διατήρησαν την προσωπική και συναισθηματική τους ζωή, βρίσκοντας χρόνο να αναζωογονούν την επιθυμία του ενός για τον άλλον, όμορφη πάντα και παιχνιδιάρα εκείνη μαζί του, γλυκός και σταθερά πιστός αυτός μέχρι το θάνατό της. Σίγουρα κάτι σταθερό και βαθύ τους ένωνε. Για αυτό η ιστορία τους, έξω από τον πολύπλευρο και πολύπλοκο περίγυρό της, έχει τη θέση της σε ένα ανθολόγιο ζευγαριών ερωτικών συμβόλων.

Ο Άγιος αυτοκράτορας Ιουστινιανός και η Αγία Θεοδώρα (εορτάζουν για την Εκκλησία στις 14 Νοεμβρίου).

“Με τη χάρη του αγίου, ξεπεράστηκε το τυπικό κώλυμα πως έσφαξε 35.000 πολίτες στον Ιππόδρομο, για να αντιμετωπίσει την «Στάση του Νίκα» καθ’ υπόδειξιν της αγίας Θεοδώρας, που την ώρα που ο άντρας της ετοιμαζόταν να το σκάσει δήλωσε πως θέλει να ταφεί φορώντας την πορφύρα, δηλαδή να πεθάνει ως βασίλισσα. Η Θεοδώρα ήταν μια πόρνη που έκανε στον Ιππόδρομο νούμερα με πάπιες που έτρωγαν καλαμπόκι από το αιδοίο της και εξελίχθηκε από ερωμένη του βασιλιά σε βασίλισσα, αφού προηγουμένως ως μαιτρέσα ενός διοικητή αφρικανικής επαρχίας, σχετίστηκε με τους πατριάρχες Τιμόθεο Γ΄ Αλεξανδρείας και Σεβήρο Αντιοχείας, οι οποίοι την επηρέασαν υπέρ του μονοφυσιτισμού. Ήταν μια αγράμματη γυναίκα με πολλά απωθημένα, που η εξουσία τη μέθυσε τόσο, που δεν δίστασε για να την κρατήσει να βουτήξει τα χέρια της στο αίμα".

Επί Ιουστινιανού ο Χριστιανισμός έγινε υποχρεωτικός και δια νόμου επιβλήθηκε το βάπτισμα σε όλους ακόμα και στα νήπια, έκλεισε την φιλοσοφική σχολή των Αθηνών, και έγιναν μεγάλοι διωγμοί εθνικών, εβραίων, σαμαρειτών και αιρετικών στα όρια της γενοκτονίας. Επίσης με διαβολή κατηγορούσε πλούσιους σαν συνωμότες για να υφαρπάζει την περιουσία τους. Ήταν άπληστος για χρήματα, κατάργησε την οικονομική αυτοτέλεια των πόλεων με αποτέλεσμα να μαραζώσουν και ήταν επίσης ιδιαίτερα σκληρός στους φόρους και για τον λόγο αυτό έγινε και η Στάση του Νίκα.

Για να κυνηγήσει τους ειδωλολάτρες ο Ιουστινιανός χρησιμοποίησε και τον γνωστό προσηλυτιστή Ιωάννη της Εφέσου τον καλούμενο και “Σφύρα των Εθνικών" που προσηλύτισε και βάπτισε 70 χιλιάδες εθνικούς (αυτό σήμαινε πολλά λεφτά, γιατί οι βαφτίσεις στην προσπάθεια προσηλυτισμού επιδοτούντο από τον Ιουστινιανό) το 532, που κατέστρεψε πολλά ιερά της αρχαίας θρησκείας, ενώ βασάνιζε τους Έλληνες για να απαρνηθούν την θρησκεία τους, όμως ο Ιωάννης δεν φαίνεται να έγινε άγιος της Εκκλησίας γιατί ήταν Μονοφυσίτης εκτός αν είναι αυτός που γιορτάζει στις 3 Αυγούστου, που σημαίνει ότι ακόμα και αιρετικούς κάνουν αγίους για την κατά των Ελλήνων δράση τους. Διαβάστε και εδώ για την δράση του από τα ίδια του τα χέρια.

ΔΕΣ:
 
Η πόρνη Θεοδώρα και η καπάτσα Αντωνίνα

Αυτοκράτειρα Θεοδώρα: Πώς βρέθηκε από την πορνεία στο Θρόνο του Βυζαντίου
 
Περί πορνείας στο Βυζάντιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου