Μία θρησκεία διαφέρει από μία κοσμική φιλοσοφία, μεταξύ άλλων, γιατί δίνει εξηγήσεις για τον μετά τον θάνατο κόσμο, υπόσχεται μεταθανάτια ζωή και οι υποσχέσεις αυτές είναι πίστη για πολλούς ανθρώπους. Ο Χριστιανισμός πήρε από την Ελλάδα την πλατωνική αντίληψη περί ψυχής, αλλά την μετέτρεψε για να ταιριάζει στην ιουδαϊκή παράδοση. Η ψυχή, κατά τον Πλάτωνα, είναι αυθύπαρκτη και αιώνια και σ’ αυτή τη ζωή αναμιμνήσκεται μέρος της αλήθειας από τον προηγούμενο κόσμο των ιδεών, ενώ για τους χριστιανούς γεννιέται κατά την σύλληψη και δεν έχει καμμιά μνήμη από κανένα βασίλειο ιδεών. Η ψυχή του χριστιανού δεν μπορούσε ποτέ να φτάσει στο ύψος του Θεού και να γίνει θεός, αφού ήταν φτιαγμένοι από διαφορετικές ποιότητες, και ο άνθρωπος παρέμενε αιωνίως δούλος κάτω από το φοβερό σχέδιο τρόμου προς συνετισμό των πιστών.
Για τους Έλληνες, η ψυχή μπορούσε, διά ανθρωπίνων ηρωικών πράξεων, να θεοποιηθεί, ο άνθρωπος μπορούσε να γίνει ημίθεος και θεός, διότι, θεοί και άνθρωποι αποτελούντο εκ της ιδίας ουσίας. Πήραν επίσης την ορφική αντίληψη περί του Άδη, που τον θεωρούσε σαν έναν ενδιάμεσο σταθμό της ψυχής μέχρι να ξαναγεννηθεί, και έβαλαν εκεί τους κοιμούμενους νεκρούς, οι οποίοι βρίσκονται σ’ ένα μεταβατικό στάδιο αναμένοντες την νεκρανάσταση. Τέλος δε, τα Ηλύσια Πεδία των αρχαίων μετατράπηκαν σε Παράδεισο και ο Χάρος αντικαταστάθηκε με τον αρχάγγελο Μιχαήλ. Αφού λοιπόν σχημάτισαν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο περί ψυχής με ελληνικά στοιχεία, τα προσάρμοσαν στην ιουδαϊκή κοσμοαντίληψη με προσθήκη νέων χριστιανικών αντιλήψεων.
Ο χρόνος μεταξύ θανάτου και της παρά φύσιν χριστιανικής αναστάσεως, θεωρείται ότι είναι χρόνος αναμονής. Κατ’ αυτούς, η ψυχή, μετά τον χωρισμό της από το σώμα, μεταβαίνει «εις τίνα κατάστασιν αειδή και ασώματον στον Άδη», λέει ο Γρηγόριος Νύσσης. Μη νομίζετε τον Άδη του βασιλείου του Πλούτωνα· πρόκειται για χριστιανικό Άδη. Επειδή η ψυχή είναι ασώματη, ο Άδης δεν είναι τόπος, «διότι αυτή η ψυχή ουδεμίαν ανάγκη έχειν της φύσεως τόποις τισίν εγκατέχεσθαι». Εκεί στον Άδη, πλανώνται λοιπόν οι ψυχές των χριστιανών, αναμένουσες την κρίση, αφού θα έχουν περάσει μια προσωρινή κρίση και ταξινόμηση, ώστε οι άδικοι να τιμωρούνται σε μία προσωρινή Κόλαση και οι δίκαιοι να αμείβονται σ’ έναν προσωρινό Παράδεισο, δηλαδή θα βρίσκονται σε μια προσωρινή ευδαιμονία.
Αυτό βέβαια το ανήκουστο, έχει γίνει πίστη για το χριστεπώνυμο ποίμνιο. Όταν δε το άκουσαν οι Έλληνες από τον Παύλο κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, το θεώρησαν σκάνδαλο κατά της νοημοσύνης και προσβολή, και όταν αυτός άρχισε να τους μιλάει για την ανάσταση των νεκρών εισέπραξε τον γέλωτα. Γι’ αυτό, αναγκάστηκε να γράψει στους δικούς του και να τους βεβαιώσει ότι λέει την αλήθεια. «Ιδού, σας λέγω την αλήθεια που ήτο άγνωστος και με θείαν αποκάλυψιν μας εφανερώθη», λέει στην «Α’ προς Κορινθίους» επιστολή του. Συνέβαινε δε, όλοι οι περίφημοι Ιουδαίοι να έχουν «Αποκαλύψεις» για τους παραλογισμούς τους, αλλά αυτό καταλάβαιναν οι αδελφοί τους Εβραίοι. Και συνεχίζει: «Όταν θα ηχήσει η εσχάτη σάλπιγγα, τότε οι νεκροί θ’ αναστηθούν και ζώντες και αναστημένοι θ’ αποκτήσουν άφθαρτο σώμα, διότι πρέπει το φθαρτόν αυτό σώμα να ενδυθεί την αθανασία. Τότε θα πραγματοποιηθεί ο λόγος του Ησαΐα που λέει: “Εξηφανίσθη ολότελα ο θάνατος και κατενικήθη”.» («Α’ προς Κορινθίους», κεφ. 25: 50-58).
Οι πεθαμένοι, λοιπόν, δεν είναι νεκροί οριστικώς και αμετακλήτως, αλλά κοιμούμενοι, γι αυτό λέγεται το νεκροταφείο «κοιμητήριο». Μια ψυχή λοιπόν, η «προ τεσσάρων χιλιάδων ετών καταλιπούσα το σώμα θα επανέλθη ως εκ μακράς αποδημίας εις την ιδίαν οικίαν», λέει ο Γρηγόριος Νύσσης. (Προφανώς πίστευαν ότι οι πρώτες ψυχές άρχισαν το 4000 π.Χ., γιατί κατά την εβραϊκή γενεαλογία, τότε δημιουργήθηκε ο κόσμος από τον Κύριο, ενώ για τους σκεπτομένους Έλληνες, ήταν αιώνιος και άπειρος). Τα δισεκατομμύρια ψυχές, λοιπόν, θα επανέλθουν στα σώματά τους. Αλλά πού θα βρουν τα γήινα χημικά στοιχεία που είχαν πριν στην ζωή; «Μη στενοχωρήσθε», έλεγε η οσία Μακρίνα και ο Γρηγόριος Νύσσης. «Η αθάνατη ψυχή γνωρίζει και μετά την διάλυση τον σώματος τα στοιχεία που το απάρτιζαν και θα τα επανασυνδέσει όταν αναστηθεί».
Αν σκεφτούμε όμως λίγο λογικά και με τα δεδομένα της σύγχρονης επιστήμης, ορισμένα χημικά στοιχεία κάποιου πεθαμένου θα περάσουν στα φυτά, άλλα στο νερό, άλλα στον αέρα και ορισμένα θα περάσουν σ’ έναν άλλο άνθρωπο μέσω των τροφών. Το ίδιο θα συμβεί όταν εκείνος πεθάνει για τον επόμενο και ούτω καθ’ εξής. Πώς θα γίνει η φυσική ανασύσταση από τα ίδια χημικά στοιχεία που μοιράζονται τόσοι πολλοί, αν ακόμη υποθέσουμε πως μπορεί να συμβεί αυτό το σκάνδαλο; Σ’ αυτά απαντούν οι χριστιανοί με το γνωστό τους, «μυστήριο οι πράξεις του Κυρίου και ό,τι είναι αδύνατο για τους ανθρώπους είναι εύκολο για τον Θεό», κι εκεί τελειώνει ο λόγος και αρχίζει ο παραλόγος.
Η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, θέτει εκτός λειτουργίας τον κοσμικό και συμπαντικό νόμο, τον οποίο, υποτίθεται, ότι αυτός ή ο πατέρας του, δημιούργησε και τον αντικαθιστά με το παράλογο. Ο κοσμικός νόμος γίνεται τότε χριστιανική αυθαιρεσία και η διά του νόμου λειτουργία του σύμπαντος αντικαθίσταται με αυτή της διά προσώπου, του Χριστού και της αυθαιρεσίας του. Αν μεταφέρουμε αυτή την αντίληψη στην κοινωνία, ο δικτάτορας αντικαθιστά την διά νόμου λειτουργία και διακυβέρνηση της πολιτείας με την διά του προσώπου του αυθαιρεσία. Γι’ αυτό γεννάει η Ρωμανία δικτατορίες.
Ο Ωριγένης, αντιθέτως, ίσως περισσότερο λογικός από τους Ιουδαίους, ορμώμενος από την πλατωνική αντίληψη περί ψυχής, υποστήριζε ότι η ψυχή επανέρχεται στον αρχικό της κόσμο, αφού εδώ είχε εκπέσει. Η νεκρανάσταση λοιπόν δεν είναι γήινη ακριβώς. Το νεκραναστημένο σώμα θα είναι πνευματοποιημένο και η ανάσταση θα είναι πνευματική. Οι Ιουδαίοι όμως ήθελαν πιο συγκεκριμένα πράγματα και, αφού αφόρισαν τον Ωριγένη, έκαναν την ανάσταση φυσική με σωματικά στοιχεία. Εδώ έπεφταν όμως σε αντίφαση, γιατί το μεν νέο σώμα της αναστάσεως θα είναι άφθαρτο, αθάνατο, χωρίς γήινες ανάγκες, τα δε υλικά της συστάσεώς του γήινα. Μ’ άλλα λόγια, μόνο πρόβατα μπορούν να πιστέψουν τις ανοησίες του παραλογισμού, και πρόβατα έγιναν συν τω χρόνω τα ποίμνιά τους.
Γιατί όμως, οι κατά τα άλλα νοήμονες ποιμάντορες, έφτιαξαν την ανοησία και το σκάνδαλο της νεκραναστάσεως; Ασφαλώς, εξυπηρετούσε πολλές σκοπιμότητες. Ήταν η υπόσχεση του Παραδείσου και ο φόβος της Κολάσεως, αλλά επί πλέον και βασικότερο, η αιτιολόγηση της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου. Γιατί, τι θα έκανε ο Κύριος αν ξαναρχόταν, αν δεν εγκαθιστούσε το αιώνιο βασίλειό του και δεν αποκαθιστούσε τους πιστούς του; Κατ’ αυτόν τον έξυπνο αλλά πανουργικό τρόπο, έβαζαν τους πιστούς να φοβούνται και να ελπίζουν και ευκόλως να μαντρώνονται στο ιερό ποιμνιοστάσιο.
Εξέχουσα όμως σημασία έχει η έλευση της «Εσχάτης Ημέρας» και η προπαρασκευή προς αυτήν. Πριν από την τελική εμφάνιση του Κυρίου θα έλθει ο Αντίχριστος (άγνωστο βέβαια, γιατί και πώς, θα το επιτρέψει ο Θεός), ο οποίος θα κυριαρχήσει και βασιλέψει για μικρό σχετικά διάστημα. Στην αρχή θα είναι εξαίρετος κυβερνήτης, με σκοπό να ξεγελάσει το χριστεπώνυμο πλήθος, θα δείξει σημεία μεγάλα και τέρατα, «ώστε να πλανήσωσιν και τους εκλεκτούς» (Ματθαίος, 24: 25), αλλά κατόπιν θα δείξει το δεινό πρόσωπό του και θα εγκαταστήσει την αμαρτία επί της γης. Πολλοί δε, θα τον ακολουθήσουν για να καταδικαστούν τελικώς και αιωνίως στην ημέρα της Κρίσεως, ενώ οι χριστιανοί που δεν θα έχουν ακολουθήσει τον Σατανά και θα παραμείνουν πιστοί στον Χριστό, θα απολαύσουν την αιώνια βασιλεία. Αλίμονο όμως στους αλλαξοπιστήσαντες, θα καίγονται αιωνίως στα λεβέτια της Κολάσεως από τον ίδιο τον Σατανά. Γι’ αυτό πιστέ, πρόσεχε μην παρασυρθείς από τον Αντίχριστο, γιατί σε περιμένει η οργή του Κυρίου. Για να είσαι σίγουρος προς αυτό, πρέπει να ακολουθείς την ποιμαντορία, να δεθείς αιωνίως στο ποίμνιο, να αρμέγεσαι και μαντρώνεσαι κανονικά, γιατί έξω από το μαντρί παραμονεύει αιωνίως ο Αντίχριστος και όποιον πιάσει «τον παίρνει ο Διάβολος», που λέμε.
Από της εμφανίσεως του Αντίχριστου, έρχονται τα σημεία των καιρών, τα οποία σημεία είναι τόσο εύπλαστα και ακαθόριστα που κάθε στιγμή μπορεί η ποιμαντορία να λέγει: «Ιδού τα σημεία των καιρών δείχνουν ότι έφτασε η εσχάτη ημέρα». Αυτό χρησιμοποιείται συστηματικά από τον καιρό της εδραιώσεως της χριστιανικής Εκκλησίας. Κήρυτταν μάλιστα, ότι «δεν θέλει παρέλθει η γενεά αυτή, εωσού γείνωσι πάντα ταύτα. Ο ουρανός και η γη θέλουσι παρέλθει, οι δε λόγοι μου δεν θέλουσι παρέλθει» (Ματθαίος, 24: 34)· δηλαδή θα εμφανιστεί ο Αντίχριστος, θ’ ακολουθήσουν οι καταστροφές και τέλος θα εμφανιστεί θριαμβευτής ο Κύριος. Οι γενεές παρήρχοντο όμως και τίποτα δεν εμφανιζόταν, ενώ ουρανός και γη παραμένουν στη θέση τους επί δισεκατομμύρια χρόνια τώρα.
Γι’ αυτό, στην εποχή των πρώτων μεγάλων «πατέρων», όπως του Βασιλείου, του Γρηγορίου, του Χρυσοστόμου, υπήρχε το θέμα της ελεύσεως της Δευτέρας Παρουσίας, όπου ο Χριστός, ως νικητής και επί χρυσού θρόνου καθήμενος, θα εμφανιστεί για να κρίνει του ανθρώπους αφενός, και για να εδραιώσει την βασιλεία του οριστικώς επί της γης αφετέρου. Πώς όμως να εξηγήσουν ή να προβλέψουν το απρόβλεπτο, ή πώς να μαντέψουν τις βουλές του Θεού τους; Για τον σκοπό αυτό, ξεκίνησαν από την εβραϊκή «Γένεση» και εξήγησαν τις «έξη ημέρες της δημιουργίας» σαν έξι χιλιάδες χρόνια ζωής του κόσμου από την αρχή μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία, αφού μία ημέρα θεωρήθηκε να αντιστοιχεί σε χίλια χρόνια στα μάτια του Θεού. Η μία αυθαιρεσία, δηλαδή η αυθαιρεσία της δημιουργίας σε έξι μέρες, έφερε την άλλη αυθαιρεσία για την καταστροφή του κόσμου. Υπολογίζοντας μάλιστα την ακριβή ημερομηνία της αρχής κόσμου το 5.492 π.Χ., θα ερχόταν το τέλος το 508 μ.Χ., για να κλείσουν τα 6.000 χρόνια της ζωής του κόσμου.
Όταν πλησίαζε το 508, τότε, επιτήδειοι καπηλευτές της ανθρώπινης αδυναμίας έσπειραν την ιδέα του τέλους του κόσμου, ερμήνευσαν έναν λιμό, ως σημείο εμφανίσεως του Αντίχριστου, και περίμεναν μάλιστα ορισμένη ημέρα και ώρα την τρομερή ημέρα της Κρίσεως. Το ποίμνιο κατελήφθη από πανικό, θεώρησε ότι έρχεται η ώρα της αιώνιας τιμωρίας ή αμοιβής, και επειδή είχαν γαλουχηθεί να πιστεύουν ότι είναι αμαρτωλοί, έπρεπε γρήγορα να πράξουν κάτι για να συγχωρεθούν από τις αμαρτίες. Προς αυτό, και επειδή ήταν ανώφελο να έχει κανείς επίγεια περιουσία πλέον, έδωσαν ό,τι είχαν και δεν είχαν στην Εκκλησία των αντιπροσώπων του Κυρίου για να συγχωρεθούν, δωροδοκώντας τον Κύριο. Η ποιμνιακή τους κατάσταση, είχε αφαιρέσει την λογική, ώστε να μη μπορούν να σκεφτούν τι θα έκανε η Εκκλησία τα χωράφια μετά από την καταστροφή του κόσμου. Η καταστροφή δεν έγινε και η ποιμαντορία βρέθηκε με γαίες και πλούτη, που ήταν ο πρώτος μαζικός θησαυρός με την βοήθεια του οποίου συνέχισε τον κινδυνολογικό της αγώνα και την βαθύτερη πομνιοποίηση των πιστών. Για να δικαιολογηθεί μάλιστα, είπε ότι η καταστροφή του κόσμου αναβλήθηκε γι’ αργότερα.
Όταν στις αρχές του εβδόμου αιώνα εμφανίστηκε το Ισλάμ όμως, το θεώρησαν ως έλευση του Αντίχριστου και ξεκίνησε μια νέα εσχατολογία και κινδυνολογία, που θα κατέληγε στην έλευση του Κυρίου και την τελική κατατρόπωση του Αντίχριστου. Αλλά τα χρόνια, οι δεκαετίες και εκατονταετίες περνούσαν και το αντίχριστο Ισλάμ αυξανόταν, μέχρι που υποδούλωσε την χώρα των χριστιανών, το Βυζάντιο, ενώ ο Χριστός δεν εμφανιζόταν. Παρ’ όλες τις αναβολές και παρ’ όλα τα εκάστοτε σημεία του Αντίχριστου, η Δευτέρα Παρουσία συνεχώς μετατοπίζεται στο μέλλον, αλλά παραμένει ως μία τεράστια, αιωρούμενη δαμόκλεια σπάθη πάνω από τα κεφάλια των πιστών. «Θα εμφανιστεί δε ο Κύριος, σε ώρα που κανένας δε θα γνωρίζει ειμή ο Πατήρ μόνος». Εκεί που οι άνθρωποι θα ενασχολούνται με τα καθημερινά τους, θα τρώνε και θα πίνουν και θα γαμεύονται, έτσι ξαφνικά θα έλθει ο Κύριος. Γι’ αυτό πιστέ, μην επαναπαύεσαι και ξεχνάς τη συντέλεια του κόσμου, μη γλεντάς και μη χαίρεσαι, γιατί θα πιαστείς εξ απίνης. «Διά τούτο και εσείς γίνεσθε έτοιμοι, διότι καθ’ ην ώραν δεν στοχάζεσθε έρχεται ο Υιός τον ανθρώπου» (Ματθαίος, 25: 39-44). Φοβού συνεχώς την ώρα εκείνη και σκέψου συνεχώς τον τρόμο και τον φόβο. Το ποίμνιο διαρκώς εκφοβίζεται με τα σημεία του Αντίχριστου, τρομοκρατείται από την επικείμενη κυριαρχία του και πανικοβάλλεται από την πανουργία του. Μ’ αυτόν τον τρόμο και φόβο στην καρδιά, ελαχιστοποιείται ο φοβισμένος ανθρωπάκος του Χριστιανισμού και γιγαντώνεται η δύναμη της χρισμένης ποιμαντορίας, για να αναπαράγει ες αεί την ποιμνιοποίηση των ποιμνίων.
Με την κυριαρχία του Αντίχριστου επίκειται η μεγάλη μάχη, που τα Σαβαώθ θα πολεμήσουν το κακό, αφού πρώτα θα φανεί ο Αρμαγεδών και τα τέρατα της «Αποκαλύψεως», για να πλημμυρίσουν την ανθρωπότητα στο αίμα. Μεγάλο εύρημα, η «Αποκάλυψη του Ιωάννη» και τεράστιο όπλο στα χέρια της ποιμαντορίας. Εκεί συνθλίβεται ο πιστός από την οργή του Θεού, χάνει το λογικό του, χάνεται η ψυχή του μπροστά στο δέος και στην καταστροφή. Θα σωθούν δε οι λίγοι, οι ευυπόληπτοι χριστιανοί, οι απολύτως πιστοί ή αλλιώς ποιμνιωμένοι, οι οποίοι θα έχουν αποβάλλει τον εαυτό τους και θα έχουν ταυτιστεί με τον Χριστό, όπως ασφαλούς το καθορίζει η ποιμαντορία, γιατί ο Χριστός ιδέα δεν έχει από τα ευρήματα των ποιμεναρχούν που εξουσιάζουν τον κόσμο επικαλούμενοι το όνομά του. Γιατί, αν ήξερε τι γίνεται στον κόσμο που άφησε, θα καθαιρούσε την ποιμεναρχία.
Αφού λοιπόν γίνουν σημεία και τέρατα, αφού καταστραφεί ο κακός πληθυσμός της γης που δεν υπέκυπτε στο Ευαγγέλιο, δηλαδή οι άπιστοι και αμαρτωλοί οπαδοί του Σατανά, και μείνουν οι πιστοί, θα πέσει το στερέωμα του ουρανού επί της γης (τον ουρανό τον φαντάστηκαν σαν ένα τεράστιο ταψί να κρέμεται πάνω από τη γη), και θα εμφανιστεί ενθρονισμένος ο Κύριος, και θα πει το περίφημο «ειρήνη υμίν». Θα απορείτε, γιατί να μην εμφανιστεί νωρίτερα, πριν καταστραφεί ο κόσμος και με την θεϊκή παντοδυναμία του να επιβάλλει την αιώνια ειρήνη και το καλό επί της γης. Αν έκανε αυτό όμως, πώς θα υπήρχε ο αιώνιος φόβος του Αντίχριστου και της ένεκα αυτού καταστροφής; Πώς θα υπήρχε ο τρόμος της πτώσεως του στερεώματος και πώς θα υπήρχε η μεγάλη δίκη ζώντων και νεκρών; Πού θα υπήρχαν δηλαδή τα υπέροχα όπλα της ποιμαντορίας για να υποτάσσουν το ποίμνιο, για να εκμηδενίζουν την αξιοπρέπεια και τον λόγο του ανθρώπου;
Τότε, «την Εσχάτην Ημέραν εν βρονταίς και αστραπαίς θα φανεί αποστράπτων ο Κύριος», και θα αναστηθούν οι νεκροί με τα σώματά τους και θα γίνει η μεγάλη Δίκη και ο τελικός χωρισμός των ψυχών σε δίκαιες και αμαρτωλές. «Και θέλουσι ουναχθή έμπροσθεν αυτού άπαντα τα έθνη και θέλει χωρίσει τα πρόβατα από των εριφίων, και θέλει στήσει τα πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ αριστερών. Τότε ο βασιλεύς θέλει ειπεί προς τους εκ δεξιών αυτού: “Έλθετε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένη εις εσάς βασιλείαν”… Τότε θέλει είπει και προς τους εξ αριστερών: “Υπάγετε απ’ εμού, οι κατηραμένοι, εις το πυρ το αιώνιον, το ητοιμασμένον δια τον Διάβολον”.» (Ματθαίος, 25: 31-41).
Αφού γίνει ο καθαρισμός προβάτων και κατσικιών, οι μεν αμαρτωλοί θα φύγουν από το βασίλειο του Θεού και θα περάσουν στην απέναντι πύλη της Κολάσεως του φοβερού Σατανά και οι δε δίκαιοι θα παραμείνουν στην αιώνια βασιλεία του Κυρίου ως υπηρέτες αυτού. Τότε θα ιδρυθεί το χιλιετές βασίλειο που θα άρχουν, εκτός από τον Χριστό και τους αγίους ταξιάρχες, οι 144.000 επίλεκτοι. Για όσους όμως δεν είχαν προλάβει να ασπαστούν το ιερό Ευαγγέλιο, δίνεται μία προθεσμία διδασκαλίας για να μπορέσουν να επιλέξουν. Έτσι μεθοδικά τακτοποιούνται οι προχριστιανικοί πληθυσμοί, οι οποίοι, αν και είχε απλωθεί σ’ αυτούς ο «σπερματικός λόγος», δεν είχαν κατανοήσει, λόγω της «καθυστερήσεώς» τους, την μεγαλοπρέπεια του Γιαχβέ. Από τον προχριστιανικό κόσμο της Ελλάδας, λένε οι χριστοκάπηλοι, μερικοί εκλεκτοί του Κυρίου έχουν ήδη σωθεί, όπως ο Πλάτων, ο οποίος διδάχτηκε και απεδέχθη το «ιερό Ευαγγέλιο» κατά την τριήμερη παραμονή του Χριστού στον Άδη. Μέχρι εκεί φτάνει η χριστιανική ψευδολογία και κοροϊδία. Τελικώς, σ’ εκείνον το θεϊκό κόσμο, θα ρέει μέλι και γάλα, θα είναι ο αιώνιος Παράδεισος, η αιώνια βασιλεία των δικαίων, όπου δεν θα υπάρχει στεναγμός και βάσανα, αλλά ζωή ατελεύτητος. Τα βάσανα των δικαίων που πέρασαν μέχρι να φτάσουν εκεί θα αμειφθούν με ζωή αιώνια. Οι μουσουλμάνοι μάλιστα καθόρισαν τις αμοιβές και υπόσχονται παρθένες και πιλάφι, ειδικά στους μάρτυρες και μόνο οι άντρες φαίνεται πως αμείβονται, αλλά οι χριστιανοί, πιο έξυπνοι, άφησαν συγκεγχυμένη την αμοιβή για να την ονειρεύεται ο καθένας όπως θέλει. Μ’ αυτή την φοβερή αλλά αποτελεσματική υπόσχεση ζει ο πιστός χριστιανός, για να υπομείνει την ποιμνιοποίησή του. Μετά την οργή του Γιαχβέ, έρχεται το αιώνιο βασίλειο, όπως υπόσχεται ένας σαδιστής στο θύμα του. Τελικώς ωχριά η φαντασία και του πιο αρρωστημένου σαδιστή μπροστά στα τρομερά και δεινά και στις αμοιβές του μαζοχισμού των χριστιανών.
Ο πιστός πρέπει διαρκώς να σκέπτεται την φοβερή ημέρα της Κρίσεως, όπου θα εμφανιστεί ο τρομερός Θεός με οργή για να επιβάλλει την τελική καταδίκη των αμαρτωλών. Επειδή δε, όλοι οι άνθρωποι έχουν πρωτίστως κηρυχθεί αμαρτωλοί από την ποιμαντορία, απομένουν δύο πράγματα: Συνεχής μετάνοια και συνεχής υπαγωγή στα μυστήρια, εφ’ όσον βρίσκεται κανείς στην επίγεια ζωή. Όταν πεθάνει κάποιος, πρέπει οι επιζώντες να παρακαλούν τον Θεό για να συγχωρέσει την ψυχή του κεκοιμημένου δούλου του και να την κατατάξει στους δροσερούς κόλπους του Αβραάμ, σε τόπο χλοερό ένθα οι δίκαιοι αναπαύονται. Οι επιζώντες πρέπει να προσφεύγουν στον χρισμένο ποιμένα να μεσολαβήσει στον Κύριο, αφού ο ίδιος ο πιστός δεν έχει το νήμα επαφής, δηλαδή το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος. Για την εκδούλευση των τρισάγιων, ο ποιμένας αμείβεται αναλόγως προς την οικονομική ευρωστία του ζώντος. Διότι έχει περάσει η αντίληψη ότι οι άνθρωποι πρέπει να προσφέρουν στην Εκκλησία αναλόγως προς τα υπάρχοντά τους.
Μ’ αυτό το επιχειρησιακό σκεπτικό, οι νεκροί των πολυπληθών πόλεων έχουν σήμερα καταστεί μία από τις πολύ προσοδοφόρες επιχειρήσεις των ρασοφόρων, ώστε να αλληλοσκοτώνονται, πάντοτε στο όνομα του Χριστού βέβαια, για το ποιος θα είναι ιερέας «κοιμητηρίου» και το ποιος θα πάρει καλή περιοχή ή καλό μέρος του «κοιμητηρίου». Για να αποφεύγονται μάλιστα οι «ιεροί» καβγάδες, έχει καθιερωθεί να περνούν όλοι και με σειρά, για ένα διάστημα, να υπηρετούν το άγιο και προσοδοφόρο βασίλειο των κοιμουμένων. Επειδή δε, το ποίμνιο έχει πειστεί ότι ο πεθαμένος πάντοτε έχει την ανάγκη των τρισάγιων για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες του μέχρι την τελική κρίση, φροντίζει απερισκέπτως και αιωνίως να αναπαράγει την νεκροκαπηλεία των ποιμεναρχών. Ίσως, από τα πολλά τρισάγια να υποκύψει τελικώς ο Κύριος και θα συγχωρέσει την αμαρτωλή ψυχή του θανόντος συγγενούς, γιατί στο πολύ «Κύριε ελέησον», κουράζεται και ο Θεός των χριστιανών. Βλέπετε, πόσο καλοστημένος είναι αυτός ο εμπαιγμός των ανθρώπων; Όταν είναι στην επίγεια ζωή, ανακηρύσσονται εξ αρχής και καθ’ όλον τον βίο αμαρτωλοί, ώστε διαρκώς να βρίσκονται υπό μετάνοια, να εξομολογούνται, να κοινωνούν και να συγχωρούνται οι αμαρτίες μέσω του χρισμένου ποιμενάρχη. Όταν πεθαίνουν είναι και πάλι αμαρτωλοί, επειδή δεν πρόλαβαν φαίνεται να ζητήσουν άφεση όλων των αμαρτιών πριν από τον θάνατό τους και κληροδοτούν στους απογόνους την υποχρέωση να ζητούν την περίφημη άφεση μέσω των τρισάγιων, μνημόσυνων και όλων των νεκροτελετών, από κόλλυβα μέχρι ειδικές λειτουργίες. Έτσι, κάθε ζωντανός, είναι ποίμνιο προς ποιμνιακή εκμετάλλευση δύο φορές. Είναι ποίμνιο για τον εαυτό του και ποίμνιο για τους πεθαμένους συγγενείς του. Δεν γνωρίζουμε αν έχουν κατορθώσει να εισπράττουν, κατά κάποιο τρόπο, και από τις ψυχές των πεθαμένων αμαρτωλών, προκειμένου οι ίδιοι να εξαγοράζουν την ποινή τους. Όλα είναι πιθανά από την εφευρετικότατη ποιμαντορία.
Το εύρημα της Εσχάτης Κρίσεως και της Δευτέρας Παρουσίας έχει την ιστορική του διάσταση επίσης στην εβραϊκή δεοντολογία. Οι Εβραίοι περιμένουν επί χιλιάδες χρόνια τον Μεσσία που θα εμφανιστεί για να κάνει το πραγματικό Ισραήλ, δηλαδή την κυριαρχία τους με την παρουσία του Θεού. Αυτός ο Μεσσίας ήταν όντως ένα φανταστικό εύρημα, αφού διαρκώς δίνει ελπίδα και νόημα στον λαό των Εβραίων να περιμένουν τον Θεό, αλλά και την κυριαρχία τους επί όλων των λαών. Έτσι, ο Εβραίος βρίσκεται σε μια διαρκή αναμονή της ελεύσεως του Κυρίου. Οι χριστιανοί, αντιθέτως, έφεραν την Πρώτη Παρουσία του Μεσσία, πράγμα που τους αφόπλιζε από την μελλοντική προσδοκία και φόβο. Όταν κατάλαβαν την ανοησία στην οποία περιέπεσαν, έφτιαξαν την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Πιο νοήμονες και πανούργοι από τους αδελφούς τους Φαρισαίους, έκαναν την Δευτέρα Παρουσία να είναι δεινή και τρομερή, ώστε και φόβο να σπέρνει και ελπίδα αιώνιας κυριαρχίας του «ιερού Ευαγγελίου» να δίνει.
Έτσι, διόρθωσαν το αρχικό λάθος τους με ένα ισχυρότερο όπλο: Την τρομερή και φοβερή Δευτέρα Παρουσία. Εκεί ολοκληρώνεται ο κύκλος του χριστιανικού σαδισμού. Ξεκίνησε από την νευρωτική αγάπη προς τον Θεό και του Θεού προς το ποίμνιο, πέρασε στην ενοχοποίηση και αιώνια αμαρτία, κατόπιν στην οργή και στην τιμωρία, με αποκορύφωμα την τρομερή ημέρα της Κρίσεως, όπου θα κριθούν ζωντανοί και πεθαμένοι. Ποιό νομίζετε, είναι τώρα το είδος της χριστιανικής αγάπης; Είναι πράγματι αγάπη, ή είναι ένα σαδιστικό εργαλείο για την πλήρη ποιμνίωση των ανθρώπων;
------------------
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α'
Η Γέννηση του Παραδείσου
Πότε γεννήθηκε η έννοια του παραδείσου; Τι είναι ο παράδεισος; Που είναι ο παράδεισος; Αιώνιος ή άχρονος, γήινος ή επουράνιος, ανταμοιβή ή δικαίωμα; Που βρίσκονται λοιπόν σήμερα τα όρια του παραδείσου ή πως ορίζει η εποχή μας το ιδεώδες που αποκαλεί παράδεισο;
Η λέξη “παράδεισος” προέρχεται από την Μηδική λέξη paridaiza, (περίφραξη κι άρα με οριοθέτηση) με το pari να σημαίνει “περί” και το daiza “τείχος / τοίχος”. Όπως συχνά συνέβη, οι Έλληνες πήραν τα ιρανικά δάνειά τους από τους Μήδους παρά από τους Πέρσες: π.χ. η λέξη σατράπης είναι η μηδική μορφή αυτού του ιρανικού τίτλου (xšaθrapā(van) -περσική μορφή xšaçapāvan). Το αρχαίο Περσικό ισοδύναμο του Παραδείσου είναι paridaida. Η εμφάνιση ενός τέτοιου Μηδικού όρου ως δανείου στην Ελληνική γλώσσα, αλλά και στην Ακκαδική, την Εβραϊκή και την Αραμαϊκή, είναι μία ακόμη απόδειξη για την επίδραση των αινιγματικών Μηδών.
Η ίδια η φυλή έχει αφήσει πολύ λίγα ίχνη, η πρώιμη ιστορία της είναι δύσκολο να ανασυσταθεί, αλλά το γεγονός ότι οι Έλληνες ονόμαζαν τους ανατολίτες αντιπάλους τους πρώτα Μήδους και μόνο πολύ αργότερα Πέρσες, επιβεβαιώνει την προηγούμενη σημασία τους. Ομοίως οι Εβραίοι μιλούν για Μήδους στον Ησαΐα και στον Ιερεμία, αλλά για Μήδους και Πέρσες στα μεταιχμαλωσιακά βιβλία των Έσδρα, Νεεμία, Εσθήρ και Δανιήλ.
Σχεδόν αμέσως μετά την περσική κατάληψη της Βαβυλώνας το 539 π.κ.ε βρίσκουμε βαβυλώνια έγγραφα των τελευταίων δεκαετιών του έκτου αιώνα, στα οποία οι αρχές των ναών είναι υπεύθυνες για τη διατήρηση και την ίδρυση pardesu. Ένας από αυτούς είναι αμπελώνας, ένας άλλος σχετίζεται με τη φύτευση φοινικόδεντρων και την κατασκευή τούβλων. Περισσότερες πληροφορίες υπάρχουν στα μόνο λίγο μεταγενέστερα Ελαμιτικά κείμενα.
Μετά την πτώση της αυτοκρατορίας των Ελαμιτών τον έβδομο αιώνα, οι Πέρσες εγκαταστάθηκαν στο έδαφός της και κράτησαν τα Ελαμιτικά ως επίσημη γλώσσα της γραφειοκρατίας τους στην Περσίδα μέχρι γύρω στο 460π.κ.ε . Εδώ βρίσκουμε αναφορές στους partetas, λέξη που αντιστοιχεί στην αρχαία Περσική paridaida. Από τα κείμενα αναδύονται οι ακόλουθες σημασίες: partetas είναι αποθηκευτικοί χώροι για φυτικά προϊόντα, όπως σύκα, χουρμάδες, ροδάκινα, βερίκοκα, ρόδια και βασιλικά σιτηρά, ως επί το πλείστον αρκετά κοντά στην Περσέπολη.
Αν και το μέγεθος ενός partetas ήταν μάλλον μέτριο, ήταν αρκετά μεγάλος ώστε να περιέχει τα πρόβατα για τον εορτασμό μιας θρησκευτικής τελετής, μιας θυσίας στον Ahuramazda. Τέλος, υπάρχει μια σαφής σύνδεση με τα δέντρα. Η κυρίαρχη παρουσία των δέντρων οφείλεται στο ότι οι Πέρσες απέδιδαν ιδιαίτερη αξία στα δέντρα. Αυτό ήδη φαίνεται από επιστολή του Δαρείου Α’ σε κάποιον Gadatas, τον επιστάτη του τοπικού “Παραδείσου”, τον Παραδεισάριο, ένας όρος που επαναλαμβάνεται στη Συριακή ως pardayspana, στα παλαιότερα κείμενα των Αρμενίων ως partizpan και στο νεοπερσικό έπος ως palezban.
Στην επιστολή ο βασιλιάς επαινεί τον Gadatas για την καλλιέργεια των οπωροφόρων δένδρων της Συρίας στη Δυτική Μικρά Ασία και τον επιτιμά για τη φορολόγηση των ιερών κηπουρών του Απόλλωνα. Κάποιος Πύθιος, ίσως ο εγγονός του Κροίσου, έδωσε στο Δαρείο ένα χρυσό αμπέλι και πλατάνι, που παρέμειναν πολύ γνωστά έως ότου ο Αντίγονος τα έλιωσε το 316 π.κ.ε. Όταν βρήκε έναν πλάτανο ανατολικά των Σάρδεων, ο Ξέρξης τον διακόσμησε με χρυσό και όρισε έναν μόνιμο φύλακα γι’ αυτόν. Ο Κύρος ο νεότερος έδειξε στον Λύσανδρο τον παράδεισο στις Σάρδεις και ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος είχε φυτεύσει προσωπικά μερικά από τα δέντρα.
Συνεπώς, στις αρχές της Περσικής Αυτοκρατορίας δύο στενά συνδεδεμένες λέξεις ήταν σε τρέχουσα χρήση για τον παράδεισο: ο μηδικός όρος paridaiza και ο αρχαίος περσικός paridaida. Η τελευταία λέξη υιοθετήθηκε στην Ελαμιτική, η πρώτη υιοθετήθηκε από τους Βαβυλώνιους, τους Έλληνες και τους Εβραίους. Δεύτερον στην πρώιμη ιρανική ο παράδεισος δεν είχε σταθερή σημασία. Θα μπορούσε να είναι ένα μέρος για αποθήκευση, ένας αμπελώνας, οπωρώνας, ένας στάβλος, δάσος ή φυτώριο δέντρων. Προφανώς, το πιο σημαντικό και ενοποιητικό στοιχείο ήταν ο Οριοθετημένος Περίβολος. Τρίτον, καμία από αυτές τις περιγραφές δεν ταιριάζει ακόμα με τον βιβλικό Κήπο της Εδέμ.
Η σύνδεση ανάμεσα στα δέντρα και τον Παράδεισο εμφανίζεται στην Παλαιά Διαθήκη, όπου στον Νεεμία (2.8) ο ομώνυμος πρωταγωνιστής ζητά ξύλο από τον επιστάτη του pardes του βασιλιά για να κάνει δοκάρια για τις πύλες του παλατιού. Το χωρίο φαίνεται να προέρχεται από τα αρχικά απομνημονεύματα του Νεεμία, τα οποία χρονολογούνται από το δεύτερο μισό του πέμπτου αιώνα και ως εκ τούτου είναι μια πολύτιμη μαρτυρία για την ύπαρξη των περσικών παραδείσων, όχι μόνο στη Μικρά Ασία, αλλά και σε άλλα σημεία της περσικής αυτοκρατορίας. Ο Νεεμίας δεν αναφέρει τη θέση του παραδείσου του, αλλά μπορεί να βρισκόταν στον Λίβανο. Δέντρα αναφέρονται επίσης στο Άσμα Ασμάτων (4,13 – 14) που ίσως να γράφτηκε στην Ιερουσαλήμ γύρω στο 400 π.κ.ε. Εδώ θα βρούμε έναν pardes από ρόδια, με ευχάριστα φρούτα, νάρδο, κρόκο, κάλαμο και κανέλα, με όλα τα δέντρα του λιβανιού.
Υπάρχει η πιθανότητα ότι η λέξη “παράδεισος” εμφανίστηκε στην ελληνική λογοτεχνία τον πέμπτο αιώνα. Ο Κλέαρχος (απ. 43a) λέει ότι οι Λυδοί στην πολυτέλειά τους έφτιαξαν παραδείσους, διαμορφώνοντάς τους σαν πάρκα και έτσι ζούσαν στη σκιά. Καθώς ο Κλέαρχος αλλού χρησιμοποίησε τον ιστορικό Ξάνθο από τη Λυδία, έναν αρχαιότερο σύγχρονο του Ηρόδοτου, φαίνεται πιθανό ότι ο Ξάνθος ίσως ήταν ο πρώτος Έλληνας που χρησιμοποίησε γραπτώς τον όρο παράδεισος. Αυτό δεν είναι απίθανο, δεδομένου ότι καταγόταν από τη Λυδία και ο ίδιος μπορεί κάλλιστα να γνώριζε τους παραδείσους των Σάρδεων προσωπικά. Όπως ταίριαζε σε παράδεισους, αποτελούνταν από δέντρα, αλλά οι Σάρδιοι προφανώς τους είχαν μετατρέψει σε ένα πιο καλλιεργημένο περιβάλλον από τους τυπικούς περσικούς παραδείσους, ίσως με περίπτερα για τους επισκέπτες τους.
Σε κάθε περίπτωση, υπήρχε ένα σπίτι και ένα μέρος με κρεβάτι με ουρανό στον βαβυλώνιο παράδεισο, όπου πέθανε ο Αλέξανδρος. Εκ πρώτης όψεως μπορεί να είναι έκπληξη το γεγονός ότι ο Κλέαρχος μιλάει για παράδεισους στον πληθυντικό, αλλά τα κείμενα συχνά μιλούν μ’ αυτό τον τρόπο. Ορισμένα παραδείγματα είναι οι παράδεισοι στα Σούσα (Αιλιανός, Περί ζώων 7.1), τα άγρια πάρκα του Φαρνάβαζου (Ξεν., Ελλ. 4.1.15, 33) οι παράδεισοι κυνηγιού που δόθηκαν στον Δημήτριο Πολιορκητή στον τόπο της εξορίας του (Πλούταρχος, Δημήτριος 50) και οι συριακοί παράδεισοι με κυπαρίσσια που αναφέρονται από τον Θεόφραστο (Περί φυτών ιστ. 5.8.1).
Από τις μαρτυρίες του Ξενοφώντα (Οικονομικός, Ελληνικά, Κύρου ανάβασις, Κύρου παιδεία) και άλλων Ελλήνων συγγραφέων, αλλά και από τα βιβλικά χωρία, μπορούμε να βγάλουμε τα εξής συμπεράσματα για την έννοια των παραδείσων στην ύστερη αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών: πρώτον, τα χωρία του Νεεμία και το Άσμα Ασμάτων φαίνεται να δείχνουν ότι, εκτός από τους παράδεισους κυνηγιού που βεβαιώνονται από τον Ξενοφώντα, άλλες σημασίες του περσικού παραδείσου, όπως οπωρώνας και τόπος ανάπτυξης δέντρων, παρέμειναν ζωντανές.
Δεύτερον, οι πρώιμοι ελληνικοί παράδεισοι συνδέονται με τους ιρανικούς μόνο σε περιορισμένο βαθμό. Δεν είναι οπωρώνες, αμπελώνες ή θέσεις αποθήκευσης – έννοιες για τις οποίες οι Έλληνες βέβαια είχαν τις δικές τους λέξεις. Από την άλλη πλευρά, όπως αναφέρεται ρητά στα Ελλ. 4.1.15, ήταν περιφραγμένοι (δηλ. οριοθετημένοι) και από αυτή την άποψη αντικατοπτρίζουν την ιρανική προέλευσή τους.
Τρίτον, φαίνεται να είναι ένα σχετικά άγνωστο φαινόμενο για τους Έλληνες, αφού στον Οικονομικό του ο Ξενοφών καλύπτει αποτελεσματικά τον όρο λέγοντας ότι υπάρχουν πάρκα, οι λεγόμενοι παράδεισοι, όπου πηγαίνει ο βασιλιάς. Τέταρτον, αυτοί οι συγκεκριμένοι παράδεισοι χαρακτηρίζονταν από περιορισμένο μέγεθος, την γειτνίαση με άλλους παραδείσους, την παρουσία ζώων, ύδατος (είτε πρόκειται για ποτάμι ή μια λίμνη), τη σημασία των δέντρων και, σε γενικές γραμμές, από πλούσια βλάστηση. Οι εν λόγω παράδεισοι δεν απουσιάζουν από την περσική ενδοχώρα, αφού ο παράδεισος στα Σούσα αρδευόταν (Κτησίας FGrH 688 F 34) και ο τάφος του Κύρου στους Πασαργάδες βρισκόταν σε έναν παράδεισο με ένα άλσος από κάθε λογής δέντρα, αρδευόμενος και βαθύ χόρτο είχε αναπτυχθεί στο λιβάδι.
Πέμπτον, οι παράδεισοι ήταν στην κατοχή της υψηλότερης τάξης της Περσικής αριστοκρατίας. Ως εκ τούτου έγιναν το σύμβολο της περσικής αρχής, όπως φαίνεται να υποδεικνύει η επιλογή των Φοινίκων να θέσουν ως πρώτο στόχο τους στην εξέγερσή τους το 351 π.κ.ε. τον βασιλικό παράδεισο.
Έκτον και τελευταίο, σε αντίθεση με τον παράδεισο της Γένεσης, οι παράδεισοι κυνηγιού ήταν γεμάτοι με άγρια ζώα και μ’ αυτόν τον τρόπο επέτρεπαν στους Πέρσες να διατηρούν τον εαυτό τους γυμνασμένο και καλά προετοιμασμένο για πόλεμο.
Μετά την πτώση της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών οι παράδεισοι κυνηγιού γρήγορα εξαφανίστηκαν, αφού το κυνήγι δεν παίζει τον ίδιο ρόλο στη ζωή των διαδόχων του Αλέξανδρου, όπως μεταξύ των Περσών αρχόντων. Ωστόσο, άλλοι παράδεισοι συνέχισαν να υπάρχουν, αλλά χωρίς τα άγρια ζώα. Μπορούμε να σημειώσουμε αυτή την αλλαγή ήδη αρκετά νωρίς στο τρίτο αιώνα, αφού το 246 π.κ.ε. η μικρή κρητική πόλη της Ιτάνου αφιέρωσε ένα “ιερό τέμενος” κοντά στην πύλη, πιθανώς ένα είδος δημόσιου κήπου, ως έναν παράδεισο για τον Πτολεμαίο Γ’ (246-221).
Αυτό σίγουρα δεν ήταν ένα πάρκο κυνηγιού. Ούτε, προφανώς, ήταν οι παράδεισοι που συνδέονται με βασιλικές κατοικίες, οι οποίες αναφέρονται σε παπύρους στα τέλη του τρίτου αιώνα. Άλλοι συνδυασμοί ανακτόρων και πάρκων δείχνουν σαφώς ότι οι εν λόγω παράδεισοι ήταν πάρκα. Στο τρίτο και δεύτερο αιώνα, ο παράδεισος συνδέεται με νερό (Αριθμοί 24.6, Ησαΐας 1.30), δέντρα (Ιεζεκιήλ 31.8,9), έρχεται σε αντίθεση με την έρημο (Ησαΐας 51,3) και αποτελεί ένα σημάδι του μεγάλου πλούτου (Ιεζεκιήλ 28.13), αλλά πουθενά δεν ακούμε για ζώα. Στον Εκκλησιαστή, που φαίνεται να χρονολογείται στον τρίτο αιώνα π.κ.ε., ο Σολομών λέει: “έχω κάνει εγώ κήπους και pardesim και φύτεψα δέντρα σε αυτά με όλων των ειδών τα φρούτα” (2.5).
Όπως στην προαναφερθείσα περίπτωση στο Άσμα Ασμάτων, σύγχρονες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τον όρο “οπωρώνας” και μάλιστα, στα σύγχρονα εβραϊκά η λέξη “οπωρώνας” είναι pardes. Περισσότεροι οπωρώνες αναφέρονται σε μεταγενέστερους παπύρους από την Αίγυπτο, που περιέχουν πολλές αναφορές σε παραδείσους. Αυτοί οι παράδεισοι ήταν χρηστικοί κήποι, αφού το μέσο μέγεθος τους είναι εξαιρετικά μικρό, μικρότερο από ένα εκτάριο. Ως εκ τούτου, δεν είναι έκπληξη το γεγονός ότι ακούμε γι’ αυτούς να πωλούνται ή να αγοράζονται. Στα ρωμαϊκά χρόνια οι παράδεισοι έγιναν ακόμη πιο καλλιεργημένοι, όπως προκύπτει ευθέως από τους παράδεισους στα ελληνικά μυθιστορήματα του Λόγγου και του Αχιλλέα Τατίου. Εξακολουθούν να υπάρχουν πηγές και δέντρα, αλλά το τοπίο έχει γίνει πολύ πιο τεχνητό. Βλέπουμε τώρα την παρουσία λιβαδιών και λουλουδιών: τριαντάφυλλα, νάρκισσους και υάκινθους. Αντί για άγρια ζώα ο παράδεισος κατοικείται τώρα από κύκνους, παπαγάλους και παγώνια.
Πριν απαντηθεί το ερώτημα γιατί οι εβδομήκοντα δύο, τον τρίτο αιώνα π.κ.ε. επέλεξαν τον όρο “παράδεισος” για να μεταφράσουν την εβραϊκή έκφραση Gan Eden, έχουμε να λύσουμε ένα άλλο πρόβλημα. Γιατί οι μεταφραστές δεν προτιμούν τον εξίσου πιθανό ελληνικό όρο “κήπος”; Όπως ο παράδεισος, ο κήπος είναι συνδεδεμένος με το νερό (Ησαΐας 1.29) αλλά είναι σαφώς απλούστερος από το μαγευτικό παράδεισο (Δευτερονόμιο 11.10, 1 Βασιλέων 20.2). Αυτοί οι κήποι καλλιεργούνταν κατά κύριο λόγο για την παραγωγικότητα τους και ήταν στενά συνδεδεμένοι με τα συγκροτήματα κατοικιών. Ήταν μικροί, περιφραγμένοι, (οριοθετημένοι) καλλιεργούνταν εντατικά και φημίζονταν για τα λαχανικά και τα λουλούδια τους. Με άλλα λόγια, για τους Εβραίους μεταφραστές η λέξη “κήπος” δύσκολα έφερνε στο μυαλό την εικόνα ενός βασιλικού πάρκου αντάξιου του Γιαχβέ.
Αλλά αν οι μεταφραστές προτίμησαν τη λέξη “παράδεισος”, ποιον παράδεισο έχουν κατά νου; Μπορούμε να απορρίψουμε τις παλιές περσικές έννοιες “αποθήκη” ή “αμπελώνας” και τη χρήση για κυνήγι στον Ξενοφώντα, δεδομένου ότι ούτε ο θεός τους ούτε ο Αδάμ εμφανίζουν κανένα ενδιαφέρον για το κυνήγι, ούτε πίνουν αλκοόλ. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι μπορούμε να αγνοήσουμε επίσης τους παραδείσους της μεταγενέστερης ελληνιστικής και ρωμαϊκής Αιγύπτου, δεδομένου ότι ήταν πάρα πολύ μικροί, πάρα πολύ απλοί και πολύ χρηστικοί για να είναι αντάξιοι του Γιαχβέ. Αυτό μας αφήνει τους σύγχρονους βασιλικούς παραδείσους των ελληνιστικών χρόνων, όπως είναι ορατοί σε διάφορες περιγραφές: βασιλικά πάρκα με πολλά δέντρα, κατάλληλα για περπάτημα, λιγότερο άγριοι από τους περσικούς προδρόμους τους, αλλά πιο δασώδεις από τους ύστερους ρωμαϊκούς απογόνους τους.
Τέτοια πάρκα φυσικά ταιριάζουν με την εποχή των εβδομήκοντα δύο, δηλαδή την Αλεξάνδρεια κατά το δεύτερο τέταρτο του τρίτου αιώνα π.κ.ε. Οι γνώσεις μας της πρώιμης Αλεξάνδρειας είναι ατελείς, αλλά αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο ότι το βασιλικό παλάτι του Πτολεμαίου Β’ άντλησε έμπνευση από τα περσικά παλάτια με τους παραδείσους. Ο παράδεισός του φαίνεται πράγματι να αποτυπώνεται στην περιγραφή του παλατιού του βασιλιά Αιήτη στην Κολχίδα από τον Απολλώνιο τον Ρόδιο (Αργοναυτικά 3.219 – 29).
Υπάρχει επίσης μια σαφής ένδειξη για τη σύνδεση του παραδείσου του Γιαχβέ με τον κόσμο των Πτολεμαίων: η μετάφραση της έκφρασης Gan Eden στη Γένεση (3.23) ως “παράδεισος της τρυφής”. Η “τρυφή” ήταν ένας όρος που χρησιμοποιείται ευρέως στη μοναρχία των Πτολεμαίων για να χαρακτηρίσει την ήρεμη ζωή με την ευημερία και τη μεγαλοπρέπειά της. Τρεις βασιλείς επονομάστηκαν “Τρύφων” και διάφορες πριγκίπισσες “Τρύφαινα”. Στους ρωμαϊκούς χρόνους η τρυφή έγινε συνώνυμο με την “καλή ζωή”, εξ ου και “τρυφιλή ζωή”. Σαφώς η εποχή των Πτολεμαίων δεν ήταν πλέον η εποχή του Κύρου με τη σωματική ταλαιπωρία και τον ιδρώτα, αλλά ο κόσμος του πλούτου, της άνεσης και της πολυτέλειας. Πίσω από τον παράδεισο του ουράνιου βασιλιά στη μετάφραση των εβδομήκοντα δύο υποκρύπτονται οι καλλιεργημένοι παράδεισοι των επίγειων Ελλήνων αρχόντων της σύγχρονης Αιγύπτου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β'
Πώς είναι ο Παράδεισος και η Κόλαση στις μεγάλες θρησκείες
Μετά θάνατον ζωή την έχουν αποκαλέσει και είναι η βαθιά ριζωμένη πεποίθηση πως ένα ουσιαστικό κομμάτι της ταυτότητας ή της συνείδησής μας συνεχίζει να ζει ακόμα και μετά το τέλος του φθαρτού σώματος.
Οι θρησκείες επιμένουν εξάλλου πως η επίγεια ζωή δεν είναι παρά ένα προπαρασκευαστικό στάδιο για τον «άλλο» κόσμο, τον αιώνιο, τον αληθινό, τον παντοτινό. Και είναι οι πράξεις μας στο σύντομο αυτό πέρασμά μας από τη ζωή που θα καθορίσουν την τύχη μας όταν η ψυχή ή το πνεύμα περάσει στο επέκεινα.
Ο θάνατος δεν είναι λοιπόν το τέλος, παρά ένα πέρασμα σε μια άλλη σφαίρα, μια σφαίρα που έχουν βαλθεί να περιγράψουν οι πάντες, από τα θρησκευτικά δόγματα και τη μεταφυσική μέχρι και κάθε εσωτερική, ερμητική και μυστικιστική λατρεία.
Είναι ωστόσο οι μεγάλες αφηγήσεις για το υπέρτατο ον που μονοπωλούν όχι μόνο το ενδιαφέρον, αλλά και την ίδια την ουσία της μετά θάνατον κατάστασης. Ο Θεός, ή ένας θεός τέλος πάντων, που θα καθορίσει με την πάνσοφη κρίση του τα ανθρώπινα πεπραγμένα στη Γη απονέμοντας την αιώνια επιβράβευση ή τα παντοτινά μαρτύρια.
Τον Παράδεισο ή την Κόλαση, κοντολογίς, έννοιες που έχουν ριζώσει στο φαντασιακό μας για περισσότερο απ’ όσο μπορεί να θυμηθεί ο άνθρωπος. Έννοιες κοσμολογικές, εσχατολογικές, υπερβατικές και εξόχως θρησκευτικές που περιλαμβάνουν τα πάντα, από θεούς, δαίμονες, αγίους και προγόνους μέχρι φριχτά βασανιστήρια και εσαεί τιμωρίες.
Από τη μία έχουμε τον ιερό Παράδεισο, το ανώτατο μέρος όπου πηγαίνουν οι ενάρετοι και οι δίκαιοι, και από την άλλη την καταραμένη Κόλαση, αυτόν τον κάτω κόσμο που κανείς δεν θέλει να βρεθεί εντός του.
Πώς γεννήθηκαν όμως αυτές οι έννοιες; Τις έφερε πράγματι στις βαλίτσες του ο χριστιανισμός ή μήπως προϋπήρχαν ως δοξασίες σε ακόμα πιο αρχαίες θρησκευτικές πεποιθήσεις. Στη δική μας γλώσσα για Παράδεισο πρωτομίλησε ο Ξενοφώντας, τόσο στην «Κύρου Ανάβαση» και την «Κύρου Παιδεία» όσο και τα «Ελληνικά» του, αναφερόμενος στους περιφραγμένους λειμώνες (λιβάδια) του πέρση βασιλιά.
Ως «Παράδεισο» απέδωσαν αργότερα οι έλληνες λόγιοι στην κοινή ελληνιστική τον εβραϊκό Κήπο της Εδέμ, τον τόπο όπου τοποθέτησε ο Θεός τους Πρωτόπλαστους, στη σπουδαιότερη μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης («Εβδομήκοντα») στα ελληνικά.
Όσο για την Κόλαση, εκεί που τιμωρούνται οι αμαρτωλοί και οι φαύλοι, μαθαίνουμε γι’ αυτή από τον Ματθαίο (25:46): «ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον». Ο Μάρκος μάς λέει μάλιστα (9:47) πως πρέπει να κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να μη βρεθούμε εκεί, ακόμα και τα μάτια μας να βγάλουμε αν είναι αυτά που θα μας φέρνουν στην αμαρτία: «καὶ ἐὰν ὁ ὀφθαλμός σου σκανδαλίζῃ σε, ἔκβαλε αὐτόν· καλὸν σοί ἐστι μονόφθαλμον εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ἢ τοὺς δύο ὀφθαλμοὺς ἔχοντα ἀπελθεῖν εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός».
Αλλά και ο Ιωάννης δεν μασά καθόλου τα λόγια του στην «Αποκάλυψή» του (21:8) για το τι εστί Κόλαση: «Οι δειλοί όμως, οι άπιστοι, οι βδελυροί, οι φονιάδες, οι πόρνοι, οι μάγοι, οι ειδωλολάτρες κι όσοι αντιστρατεύονται την αλήθεια, θα ’χουν το μερίδιό τους στη λίμνη που καίγεται με φωτιά και θειάφι. Αυτός είναι ο δεύτερος θάνατος».
Ο πιστός χριστιανός ξέρει καλά τι είναι ο Παράδεισος και η Κόλαση, αν και οι έννοιες φαίνεται να προϋπάρχουν του χριστιανισμού. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν άλλωστε τον Άδη τους, τον κύριο του Κάτω Κόσμου που λειτούργησε ως βάση για πολλές θρησκευτικές κολάσεις. Αλλά και ο ζωροαστρισμός φαίνεται πως έχει επηρεάσει βαθύτατα τις αβρααμικές θρησκείες, ως παλαιότερος των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών παραδόσεων και κυρίαρχο ρεύμα στη Μεσοποταμία. Και ήταν αυτός πιθανότατα που μας κληροδότησε τη βάση για τον Παράδεισο και την Κόλαση, μπολιάζοντας τα μυαλά των πρώτων πιστών των άλλων θρησκειών με την αιώνια ανταμοιβή ή το μαρτύριο της ψυχής μετά το μοιραίο.
Να πώς κατάλαβαν και μεταμόρφωσαν τον Παράδεισο και την Κόλαση του Ζωροάστρη μια σειρά από μεγάλες και ιστορικές θρησκείες…
Θα περίμενε κανείς πως ο εβραϊσμός, ως μια από τις παλαιότερες και με μεγαλύτερη διάχυση στις άλλες μονοθεϊστικές θρησκείες παράδοση, θα είχε μια ξεκάθαρη άποψη για τον Παράδεισο. Στην πραγματικότητα όμως η Παλαιά Διαθήκη κάνει ελάχιστες και αποσπασματικές αναφορές για τα μετά της ζωής, καθώς αυτό που κυρίως την ενδιαφέρει είναι η επίγεια ζωή και η άμεση, φυσική και συγκεκριμένη επιβράβευση ή τιμωρία για τις πράξεις σου σε αυτόν τον κόσμο (όπως μας λέει, για παράδειγμα, στο Λευιτικόν 26:3-9 και το Δευτερονόμιο 11:13-15).
Κι έτσι ό,τι έχουμε από την ιουδαϊκή ιδέα περί Παραδείσου δεν είναι παρά ερμηνείες μεταγενέστερων. Αυτοί μας λένε, για παράδειγμα, πως οι εβραίοι έχουν Παράδεισο, μόνο που θα συμβεί μόνο μετά την έλευση του Μεσσία, όταν οι νεκροί σηκωθούν από τους τάφους τους. «Σαμάγιμ» (ουρανοί) είναι στα εβραϊκά ο τόπος όπου κατοικεί ο Θεός και οι άγγελοί του, αλλά και οι ενάρετοι νεκροί, μόνο που δεν μας λέει η Πεντάτευχος τίποτα περισσότερο.
Τα ιερά κείμενα των ιουδαίων δεν περιλαμβάνουν ενδείξεις για τη μετά θάνατον ζωή και όταν αυτή αναφέρεται, είναι σε ραβινικές ερμηνείες που ήρθαν αρκετές εκατοντάδες χρόνια αργότερα. Η Τορά αναφέρει ωστόσο πως ο Αβραάμ, ο Ισμαήλ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, ο Μωϋσής και ο Ααρών συνάντησαν τους ανθρώπους τους μετά θάνατον. Αυτή η κοινή συνάντηση ερμηνεύτηκε ως κάτι διαφορετικό από τον απλό θάνατό τους.
Αυτό δεν σημαίνει πως ο ιουδαϊσμός πιστεύει πως ο φυσικός θάνατος είναι το τέλος του ανθρώπου, δεν έχει απλώς συνεκτική εξήγηση για το τι ακριβώς συμβαίνει στην ψυχή. Κάποιας μορφής ανταμοιβή φαίνεται πάντως να υπάρχει και έχει να κάνει με τον Κήπο της Εδέμ, που δεν είναι ωστόσο ο ίδιος με τον Παράδεισο του Αδάμ και της Εύας.
Η εβραϊκή Κόλαση είναι ωστόσο πιο επαρκώς καθορισμένη από τον Παράδεισο, και πάλι όμως οι αναφορές της ενυπάρχουν κυρίως στον εβραϊκό μυστικισμό (Καμπαλά) και όχι στον κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης. Η Κόλαση των ιουδαίων φαίνεται να είναι κάτι σαν καθαρτήριο, μια μεταβατική κατάσταση δηλαδή που δεν έχει τον τελεσίδικο χαρακτήρα του χριστιανισμού. Και προσλαμβάνεται περισσότερο συμβολικά παρά κυριολεκτικά.
Η εβραϊκή Βίβλος αναφέρεται και πάλι ελάχιστα στην έννοια της Κόλασης, περιγράφοντάς τη απλώς ως το μέρος όπου κατοικούν οι ψυχές των νεκρών. Η Καμπαλά, που δεν περιλαμβάνεται στα επίσημα κείμενα της θρησκείας, εξηγεί πάντως πως Κόλαση υπάρχει και είναι μια κοιλάδα όπου θυσιάζονται παιδιά στον δαίμονα Μολώχ. Και πάλι έχει όμως μια μεταβατική φύση, καθώς κανείς δεν παραμένει εκεί εις το διηνεκές.
Στον «Εκκλησιαστή» και τον «Ιώβ» αναφέρεται μάλιστα πως όλοι οι νεκροί πάνε στο μέρος αυτό με τις φωτιές που καίνε, είτε ήταν καλοί είτε κακοί στη ζωή, είτε δούλοι είτε ελεύθεροι, είτε φτωχοί είτε πλούσιοι. Οι βιβλικοί μελετητές μάς λένε πως ο πρώιμος εβραϊσμός δεν είχε καν έννοιες για τη μετά θάνατον ζωή και τις απέκτησε κατά τα ελληνιστικά χρόνια, από την επαφή του με τα ελληνικά βασίλεια…
Ακόμα και οι πιστοί χριστιανοί πιστεύουν πως ξέρουν πώς είναι υποτίθεται ο Παράδεισος, μόνο που η πεποίθησή τους δεν είναι ακριβώς σωστή. Ο Παράδεισος των χριστιανών έλκει την καταγωγή του από την Ιερουσαλήμ με τις 12 πύλες, καθεμία εκ των οποίων έχει το όνομα μιας από τις φυλές του Ισραήλ, αλλά και έναν άγγελο για φύλακα.
Έχει ακόμα 12 πηγές, για καθέναν από τους αποστόλους, αλλά και ένα πελώριο τείχος φτιαγμένο από υλικά που δεν συναντάς στη Γη. Εκεί θα βρεις το ποτάμι με το «νερό της ζωής», που πηγάζει από τον Θρόνο του Θεού, και τα δέντρα που παράγουν κάθε μήνα τα «φρούτα της ζωής». Όποιος ζει στον Παράδεισο, έχει το όνομα του Θεού γραμμένο στο μέτωπό του και δεν νιώθει πόνο. Ούτε χύνει δάκρυα.
Ο Παράδεισος των χριστιανών είναι ένας τόπος γαλήνης. Αντανακλά μάλιστα τις ρίζες της θρησκείας στον ιουδαϊσμό, καθώς περιλαμβάνει μια πόλη που ονομάζεται Νέα Ιερουσαλήμ, την οποία περιγράφει διεξοδικά η Αποκάλυψη του Ιωάννη. Έχει υποστηριχθεί πάντως από σπουδαίους θεολόγους πως πολλά από αυτά λειτουργούν ως μεταφορές και ο Παράδεισος δεν πρέπει κατ’ ανάγκη να εκλαμβάνεται ως ένας πραγματικός τόπος «εκεί πάνω». Αλλά και πως δεν είναι η τελική κατοικία των ενάρετων, καθώς όλα θα κριθούν μετά τη Δευτέρα Παρουσία.
Η Κόλαση των χριστιανών μοιάζει αρκετά με τον Κάτω Κόσμο των αρχαίων Ελλήνων. Με φωτιές ολόγυρα, εκεί καίγονται και βασανίζονται αιωνίως οι ψυχές των αμαρτωλών. Ο Μάρκος την περιγράφει χαρακτηριστικά ως το μέρος που δεν σβήνει ποτέ η φλόγα. Στον καθολικισμό μάλιστα αρκετές ιδέες περί Κολάσεως έχουν προέλθει από την «Κόλαση» του Δάντη.
Η Καινή Διαθήκη την αφηγείται πάντως ως συνδυασμό της εβραϊκής ιδέας περί αιώνιας φωτιάς (Γέεννα) και της αρχαιοελληνικής ως αιώνιας τιμωρίας (Άδης). Για τον καθολικισμό είναι περισσότερο η τιμωρία της απομάκρυνσης της ψυχής από τον Θεό και το καλό, καθώς για να βρεθεί κάποιος στο εσωτερικό της πρέπει να πεθάνει ως αμαρτωλός και να μην έχει μετανοήσει για τα κρίματά του.
Μόνο που αυτή η Κόλαση έχει και μεταβατικό και τελεσίδικο χαρακτήρα, καθώς μετά τη Μέρα της Κρίσης και την ανάσταση των νεκρών εκεί θα καταλήξουν οι ψυχές όσων κριθούν ακατάλληλοι για τον Παράδεισο. Και θα ζήσουν εις το διηνεκές διαχωρισμένοι από τον Θεό, κάτι που δέχονται όλα τα δόγματα της χριστιανικής πίστης…
Αν ζήσεις τη ζωή σου ως ενάρετος μουσουλμάνος, τότε θα περάσεις την αιωνιότητα σε έναν κήπο όπου η θερμοκρασία είναι πάντοτε ιδανική. Εκεί, στους άνετους χρυσοποίκιλτους καναπέδες, θα σε περιμένουν καλοσχηματισμένες κοπέλες με μεγάλα, όμορφα μάτια και μεταξωτά φορέματα, θα γεύεσαι όλα τα καλά του κόσμου και θα περιβάλλεσαι από όλους σου τους αγαπημένους.
Η ισλαμική εκδοχή του Παραδείσου είναι ο τελικός τόπος προορισμού του ενάρετου και του ευσεβούς πιστού και έχει πολλά κοινά με τον εβραϊκό Κήπο των Πρωτόπλαστων. Οι μουσουλμάνοι χρησιμοποιούν αρκετές λέξεις για να περιγράψουν διάφορες βαθμίδες του Παραδείσου, οι οποίες έχουν αποκτήσει με τον χρόνο το ίδιο πάνω-κάτω νόημα. Ο δικός τους Παράδεισος είναι ένας τόπος που εκλαμβάνεται κυριολεκτικά, ένα μαγικό μέρος όπου πραγματοποιούνται όλες οι επιθυμίες σου. Εκεί θα ζήσεις αιώνια ευτυχισμένος, χωρίς να έχεις ποτέ αρνητικά συναισθήματα.
Η μουσουλμανική κοσμολογία αναγνωρίζει 7 στρώματα στον Παράδεισο και άλλα 7 στην Κόλαση. «Ουρανούς» τους αποκαλεί το Κοράνι και εκεί καταλήγουν οι ενάρετοι μετά τον θνητό θάνατό τους. Υπάρχουν ωστόσο αρκετές διαφοροποιήσεις εντός του ισλαμισμού. Οι σουφιστικές παραδόσεις, για παράδειγμα, τοποθετούν τον Παράδεισο μετά τον έβδομο ουρανό, μεταξύ ογδόου και ενάτου. Στο Κεφάλαιο (Σουράτ) 21:30, για παράδειγμα (αλλά και στο 67:5), μαθαίνουμε πως ο κατώτατος ουρανός είναι το Σύμπαν, το οποίο έχει πάνω του άλλους έξι ουρανούς.
Το Κοράνι βρίθει από αναφορές (13:15, 18:31, 38:49-54, 35:33-35, 52:17-27, 78:31-34) για τις ανταμοιβές της ισλαμικής Εδέμ. Ο κήπος περιλαμβάνει ποτάμια, φρούτα και παχυλές σκιές, αλλά και κοπέλες (ή παρθένες, σε κάποιες μεταφράσεις) που περιμένουν τον πιστό. Οι μουσουλμάνοι απορρίπτουν μάλιστα την έννοια του Προπατορικού Αμαρτήματος, πιστεύοντας πως κάθε άνθρωπος γεννιέται καθαρός. Τα παιδιά που πεθαίνουν πηγαίνουν αυτομάτως στον Παράδεισο, ανεξαρτήτως της θρησκείας των γονέων τους.
Για τους μωαμεθανούς το ισοζύγιο καλών και κακών πράξεων είναι μετρήσιμο και όσο πιο πολύ κλίνει ο ζυγός προς το καλό, σε τόσο ανώτερη παραδείσια βαθμίδα θα φτάσει η άφθαρτη ψυχή. Ακόμα και η κατώτερη βαθμίδα του Παραδείσου όμως λέγεται πως είναι τουλάχιστον εκατό φορές καλύτερη από την επίγεια ζωή. Στην έβδομη μάλιστα βαθμίδα, τα σπίτια των ανθρώπων χτίζονται από χέρια αγγέλων με αποκλειστικό δομικό υλικό τον χρυσό.
Από την άλλη, υπάρχει η Κόλαση. Παράδεισος και Κόλαση αναφέρονται συνήθως στα ίδια εδάφια του Κορανίου και σε χτυπητή αντίθεση μεταξύ τους. H Κόλαση του μωαμεθανού είναι ένας τόπος για τους κακούς με τις γνώριμες φωτιές που επικρατούν στις αβρααμικές θρησκείες. Από αυτή την Κόλαση δεν γλιτώνει ο καταδικασμένος, καθώς όποιος προσπαθήσει να αποδράσει θα υποστεί χειρότερα βασανιστήρια. Και τα βασανιστήρια είναι εδώ όσο πιο φριχτά παίρνει.
Η φωτιά δεν είναι άλλωστε παρά η αρχή των βασανιστηρίων, μιας και πρόκειται ουσιαστικά για ένα πύρινο τείχος που περιβάλλει τους φαύλους. Όποιος διαμαρτύρεται, λούζεται με καυτό νερό, «καυτό σαν λιωμένο ορείχαλκο», το οποίο καίει το πρόσωπό του. Αν και γίνεται χειρότερο, μιας και οι κολασμένοι φορούν πύρινα ρούχα και μαστιγώνονται με σιδερένιες ράβδους.
Το Κοράνι μάς λέει πως όλα αυτά θα συμβούν κατά τη Μέρα της Κρίσης, όταν ο κόσμος θα καταστραφεί και όλοι, ζωντανοί και νεκροί, θα κριθούν από τον Αλλάχ. Στην Κόλαση θα κατευθυνθούν όλοι οι άθεοι, όσοι έχουν παραβεί τους θείους νόμους ή έχουν απορρίψει τις Γραφές. Οι «εχθροί του Ισλάμ» στέλνονται κατευθείαν στην Κόλαση μετά τον θάνατό τους.
Ο βαθμός του βασανισμού έγκειται στην ποσότητα των αμαρτιών που θα έχει διαπράξει στον βίο του ο κολασμένος και τα δεινά που θα υποστεί δεν είναι μόνο σωματικά, αλλά και πνευματικά.
Και η Κόλαση έχει εφτά επίπεδα, αλλά και εφτά πύλες, τις οποίες διαβαίνουν διαφορετικές κατηγορίες αμαρτωλών, αν και εδώ υπάρχει μερίδα θεολόγων που αμφισβητούν τη μονιμότητα της Κόλασης για την καταδικασμένη ψυχή, πιστεύοντας πως είναι και στον μουσουλμανισμό μια μεταβατική κατάσταση κάθαρσης, ώστε να μετανοήσει ο άνθρωπος, να συγχωρεθεί και να μετακομίσει τελικά στον Παράδεισο…
Οι θρησκευτικές παραδόσεις της Ανατολής δεν έχουν συνήθως προσδιορισμένους Παραδείσους, καθώς εκλαμβάνονται συμβολικά ως αποδέσμευση από τα δεινά της ύπαρξης. Οι ινδουιστές πιστεύουν εξάλλου στη μετενσάρκωση και ο Παράδεισος αποκτά εδώ την έννοια της απελευθέρωσης από τον αέναο αυτό κύκλο της ζωής. Και ο μόνος τρόπος να ξεφύγεις από τις απανωτές ζωές είναι μέσω του διαφωτισμού.
Στον ινδουισμό (βραχμανισμό) υπάρχει μια απόλυτη πραγματικότητα που υπερβαίνει την αισθητηριακή εμπειρία. Όλα είναι ρευστά και εύπλαστα και εξελίσσονται μάλιστα στον ιστορικό χρόνο, καθώς η θρησκεία έχει μεταμορφωθεί εντυπωσιακά από την αρχαιότητα ως και τις μέρες μας, ανταποκρινόμενη στην εκάστοτε εποχή.
Ιερά κείμενα δεν υπάρχουν, με τον τρόπο τουλάχιστον των δυτικών μονοθεϊστικών θρησκειών, παρά «δρόμοι σωτηρίας» για το σώμα και το πνεύμα. Για τους ινδουιστές εξάλλου ο κόσμος φτάνει συνεχώς σε ένα τέλος και αρχίζει πάλι από την αρχή, με τον ρευστό αυτό χωροχρόνο να μην αφήνει περιθώρια για παγιωμένες και προϋπάρχουσες καταστάσεις.
Σύμφωνα πάντως με τα παλαιότερα κείμενα της θρησκείας, τις Βέδες, αυτό που θα θεωρούσαμε ως Παράδεισο εμείς οι Δυτικοί είναι ένα συμβολικό μέρος που σε απελευθερώνει από την πλάνη του επίγειου κόσμου. Οι πράξεις μας (κάρμα) είναι αυτές που μας συνδέουν με τον πλαστό αισθητό κόσμο -καθώς αγνοούμε τον άλλο, τον αληθινό- και μας αναγκάζουν στον ατέρμονο αυτό κύκλο ζωής και αναγέννησης, από τον οποίο δύσκολα γλιτώνεις.
Μόνο αν αποδεσμευτείς από την άγνοιά σου και συνειδητοποιήσεις την πραγματική, υπερβατική, ζωή θα απαλλαχθείς από το φορτίο της ύπαρξης. Σε κάποια ινδουιστικά δόγματα υπάρχουν ωστόσο περισσότερο ορισμένοι Παράδεισοι, μια σαφής ινδουιστική κοσμολογία δηλαδή, που αποτελείται από οχτώ επίπεδα. Μια σειρά από παραδεισένιους κόσμους κοντολογίς όπου περνούν λίγο καιρό οι δίκαιοι και οι ενάρετοι μέχρι την επόμενη μετενσάρκωσή τους.
Αυτοί που έχουν κάνει καλό δηλαδή στο συγκεκριμένο επίγειο πέρασμά τους, μόνο που δεν είναι έτοιμοι ακόμα για το μεγάλο βήμα της απελευθέρωσης. Κάποιες ινδουιστικές παραδόσεις μιλούν για τον Παράδεισο, την υψηλότερη βαθμίδα των ουράνιων κόσμων, και είναι το μέρος όπου θα κατοικήσει η απελευθερωμένη ψυχή μέσα στην αιώνια ομορφιά και το φως.
Για τον ινδουισμό δεν είναι τελικός σκοπός ο Παράδεισος, καθώς όπου υφίσταται δεν είναι παρά εφήμερος και συνδέεται με το σώμα. Ο Παράδεισος είναι κι αυτός ατελής λοιπόν, άλλο ένα όνομα για την εγκόσμια υλική ζωή. Πάνω από τον επίγειο κόσμο υπάρχουν εξάλλου κι άλλοι νοητοί κόσμοι και πολλά μπορούν να συμβούν από την αλληλεπίδρασή τους.
Στο ίδιο μοτίβο κινείται και η Κόλαση (Σαμσάρα). Καθώς όλα συνδέονται με την αέναη αυτή αλληλουχία γέννησης-θανάτου-μετενσάρκωσης, κάθε ένοικος Κόλασης ή Παραδείσου θα επιστρέψει αναγκαστικά σε κάποια σφαίρα και θα κατοικήσει σε μια νέα ύπαρξη, μέχρι να ολοκληρωθεί κι αυτός ο κύκλος.
Όπως είπαμε, ο ινδουισμός δεν διέπεται από σταθερές αρχές και παραδεδομένες δοξασίες, κι έτσι σε κάποια δόγματά του υφίσταται μιας μορφής Κόλαση (Ναράκα), ένας κυριολεκτικός Κάτω Κόσμος όπου οι ψυχές περνούν διάφορα βασανιστήρια σύμφωνα με τις αμαρτίες τους στον πλαστό επίγειο κόσμο προκειμένου να εξιλεωθούν. Όποιος έκλεψε τον πλούτο του άλλου, τη γυναίκα ή τα παιδιά του στην επίγεια ζωή, για παράδειγμα, θα δεθεί με σχοινιά και θα αφεθεί να λυσσάξει της πείνας και της δίψας και θα δαρθεί μετά μέχρι λιποθυμίας. Όσο γι’ αυτόν που έζησε σε βάρος των άλλων, θα τιμωρηθεί από ένα τρομακτικό πλάσμα που τρέφεται με τις σάρκες του.
Η παραμονή των κολασμένων όμως είναι κι εδώ προσωρινή και ανάλογα με την κάθαρση της ψυχής, ο καταδικασμένος θα επιστρέψει (γιατί θα επιστρέψει αναγκαστικά) στη ζωή σε ανώτερα ή κατώτερα επίπεδα. Κάποια κείμενα περιγράφουν αυτόν τον τόπο ως έναν απύθμενο σκοτεινό λάκκο και υφίστανται δεινά για τις αμαρτίες.
Παρά το γεγονός ότι ινδουισμός, βουδισμός και ταοϊσμός έχουν τελείως διαφορετικές προσλαμβάνουσες για τη μεταθανάτια ζωή, περισσότερο μεταφορικές Κολάσεις και Παραδείσους δηλαδή παρά υλιστικές, υπάρχουν ρεύματά τους που εκλαμβάνουν τις έννοιες με παραπλήσιο τρόπο με τον μονοθεϊστικό δυτικό…
Ο μόνος τρόπος να περάσει ο βουδιστής στον Παράδεισο, τη Νιρβάνα, είναι να μην το θέλει! Κι αυτό γιατί το κλειδί της φώτισης, ώστε να γίνει κάποιος πεφωτισμένος και να μπορεί να εισέλθει στην ανώτερη αυτή μορφή ζωής δηλαδή, είναι η απάρνηση της επιθυμίας, κάθε επιθυμίας.
Το εγώ θα πρέπει να καταστρατηγηθεί ολότελα για να αγγίξει ο πιστός τη Νιρβάνα, ώστε να ζήσει μετά χωρίς έννοιες και θέλω. Για τον βουδισμό εξάλλου όλα τα δεινά και τα βάσανα εκπορεύονται από την επιθυμία, μια παγίδα που μας κρατά εγκλωβισμένους στον ιστό της ψευδαίσθησης που αποκαλούμε «εαυτό». Ο Βούδας κήρυξε πως η επιθυμία είναι η φλόγα που μας καίει, προκαλεί όλα τα πάθη και μας κρατά δέσμιους σε αυτόν τον αιώνιο κύκλο ζωής και θανάτου, μιας και δεν σταματά με το επίγειο τέλος.
Η Νιρβάνα είναι ο νοητός τόπος όπου σβήνει αυτή η φωτιά, παίρνοντας μαζί της όλα όσα μας ταλαιπωρούν στη ζωή και ολοκληρώνοντας τον κύκλο της μετενσάρκωσης. Ο Βούδας άντλησε πολλά από τη βραχμανική παράδοση, όπως τις επίγειες πράξεις (κάρμα) αλλά και τις έννοιες του Παραδείσου και της Κόλασης, όπως αναδύονταν αυτές με τον γνώριμο ρευστό τρόπο στις ινδουιστικές λατρείες.
Ο Παράδεισος του βουδιστή χαρακτηρίζει μια υπερβατική κατάσταση που επιτυγχάνεται με την άσκηση και τον διαλογισμό. Στη Νιρβάνα εξαλείφεται ο πόνος που εκπορεύεται από τις διαδοχικές μετενσαρκώσεις και το εγώ χάνει τελικά τους λόγους και τα στοιχεία της ύπαρξής του, καθώς η φώτιση υποδεικνύει την αληθινή ζωή, μια ζωή που δεν έχει καμία σχέση με την ψευδαίσθηση του αισθητού κόσμου.
Κάποιες βουδιστικές παραδόσεις εκλαμβάνουν ωστόσο τη Νιρβάνα λιγότερο συμβολικά, μιλώντας μας για μια απόλυτη κατάσταση όπου το είναι και το μη είναι παύουν να διαπερνιούνται αντιφατικά, καθώς λούζονται από αυτό το αρχέγονο φως της συνείδησης. Επίσης αφηρημένος και συχνά αμφίσημος, ο βουδιστικός Παράδεισος ανοίγεται στον πιστό μόνο όταν εκείνος απωλέσει τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του και κυρίως τις θνητές επιθυμίες του. Όταν εκμηδενίσει ουσιαστικά την ύπαρξή του, ώστε να περάσει στην απολύτρωση της ψυχής από τα εγκόσμια δεινά. Και τον καταλαβαίνεις φυσικά μόνο όταν τον βιώσεις.
Άλλες πάλι παραδόσεις της θρησκείας δέχονται αρκετούς Παραδείσους, μόνο που είναι όλοι τους τμήμα της αισθητηριακής πλάνης. Όσοι συγκεντρώσουν αρκετό καλό κάρμα (προβούν σε επίγειες ηθικές πράξεις δηλαδή), μπορεί να αναγεννηθούν σε έναν από αυτούς, αν και θα παραμείνουν μόνο για λίγο, καθώς η ατελής ψυχή θα τραβήξει αναγκαστικά τον δρόμο της για τη μετενσάρκωση σε κάποιο ανθρώπινο ή μη ον. Ακόμα και γι’ αυτές όμως, ο πραγματικός, αιώνιος, Παράδεισος είναι μόνο η απόδραση από την απαράβατη αναγκαιότητα των διαδοχικών μετενσαρκώσεων και η αφύπνιση (φώτιση).
Στο ίδιο μήκος κύματος πάντα, η βουδιστική κοσμολογία αναγνωρίζει ένα παροδικό Σύμπαν στο οποίο τα όντα μετακινούνται μεταξύ διαφορετικών κόσμων. Ο κόσμος του ανθρώπου δεν είναι έτσι παρά ένας μόνο «τόπος» ή «μονοπάτι» σε αυτό το κατακόρυφο συνεχές με τους -προσωρινούς- Παραδείσους που υπάρχουν πάνω από την ανθρώπινη σφαίρα και τους αντίστοιχους κόσμους των ζώων, των πνευμάτων και των δαιμονικών υπάρξεων που υφίστανται στη βάση.
Η Κόλαση είναι και για τον βουδιστή η ατέρμονη αυτή αλληλουχία ζωής και θανάτου, αν και υπάρχουν ρεύματα που κάνουν λόγο για μια άλλης μορφής Κόλαση. Είναι εκεί που θα παραμείνει η ψυχή για 49 ημέρες μετά τον θάνατο του θνητού και είτε θα περάσει στη Νιρβάνα είτε θα αναγεννηθεί ξανά.
Η Κόλαση είναι αυτή η μεταβατική κατάσταση, ένα «μεταξύ», αν και στην ουσία υπάρχουν πολλά «μεταξύ». Η ινδουιστική Κόλαση (Ναράκα) ενυπάρχει σε κάποια δόγματα του βουδισμού -περισσότερο ως Καθαρτήριο-, αν και διαφέρει από τη χριστιανική Κόλαση σε δύο βασικά σημεία: πρώτον, όσοι καταλήγουν εδώ δεν είναι αποτέλεσμα θείας κρίσης ή τιμωρίας και δεύτερον, η παραμονή στη Ναράκα είναι προσωρινή, έστω κι αν η προσωρινότητα μετρά ακόμα και εκατοντάδες εκατομμύρια ή ακόμα και πεντάκις εκατομμύρια χρόνια.
Στην Κόλαση δεν πηγαίνει εξάλλου ο άνθρωπος, αλλά (ξανα-)γεννιέται εκεί ως αποτέλεσμα του κάρμα του, που μετρήθηκε και βρέθηκε λειψό. Ή σώθηκε στην πορεία των τόσων μετενσαρκώσεων. Υπάρχουν πάντως ιερά κείμενα του βουδισμού στα οποία ο Βούδας περιγράφει λεπτομερώς τις Κολάσεις ως μια σειρά από σπηλιές που εκτείνονται κάτω από τον κόσμο των ανθρώπων (τη Γη). Εκεί ενυπάρχουν οχτώ Καυτές Κολάσεις και οχτώ Ψυχρές Κολάσεις και τα κατώτερα επίπεδά τους περιέχουν, πλάι στην αγωνία και το μαρτύριο της ύπαρξης, ακόμα και βασανιστήρια, «ατέλειωτο πόνο», όπως λέει.
Όπως όμως και σε κάθε άλλη σφαίρα αναγέννησης, η μετενσάρκωση στην Κόλαση είναι προσωρινή, παρά το γεγονός ότι τα δεινά μπορεί να επιμείνουν για αιώνες ή και χιλιάδες χρόνια πριν ξαναγεννηθείς στον αισθητό κόσμο. Ο βουδισμός διδάσκει πως μόνο αν ξεφύγεις από τον ατέλειωτο κύκλο των μετενσαρκώσεων θα βρεις την αιώνια λύτρωση και όλα τα άλλα δεν είναι παρά εφήμερα πράγματα μιας ύπαρξης που ζει στην πλάνη…
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ'
Η Κόλαση είναι εξώθερμη ή εσώθερμη;
Η πιο εκπληκτική απάντηση που δόθηκε ποτέ σε τεστ χημείας
Το κείμενο που ακολουθεί, αποτελεί μια πραγματική απάντηση που δόθηκε σε ενδιάμεσες εξετάσεις/προόδου στη χημεία στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον.
Η απάντηση ήταν τόσο βαθιά σε νόημα που ο καθηγητής θέλησε να τη μοιραστεί με τους συναδέλφους του μέσω ιντερνετ και έτσι κάνει το γύρω του κόσμου.
Η ερώτηση είχε ως εξής και βαθμολογούταν με έξτρα βαθμούς:
Η Κόλαση είναι εξώθερμη ή εσώθερμη; (στη χημεία η εξώθερμη δίνει θερμότητα ενώ η άλλη απορροφά)
Οι περισσότεροι φοιτητές έδωσαν απαντήσεις παρέχοντας αποδείξεις βασισμένες στο Νόμο του Boyle (ένα αέριο ψύχεται όταν μεγαλώνει ο όγκος και θερμαίνεται όταν συμπιέζεται) ή κάτι παρόμοιο.
Ωστόσο, ένας έγραψε τα εξής:
Πρώτον πρέπει να γνωρίζουμε αν ο όγκος της κόλασης αυξάνεται προς το χρόνο.
Επομένως χρειάζεται να ξέρουμε το ρυθμό με τον οποίο οι ψυχές εισρέουν στην κόλαση και το ρυθμό με τον οποίο διαφεύγουν. Νομίζω ότι μπορούμε ασφαλώς να υποθέσουμε ότι όταν μια ψυχή πάει στην κόλαση, δεν πρόκειται να φύγει.
Επομένως, δεν διαφεύγουν ψυχές. Τώρα για το πόσες ψυχές μπαίνουν, ας δούμε πόσες διαφορετικές θρησκείες υπάρχουν σήμερα στον κόσμο. Οι περισσότερες από αυτές δηλώνουν ότι αν δεν είσαι οπαδός τους τότε θα πας στη κόλαση.
Εφόσον υπάρχουν περισσότερες από μία τέτοια θρησκεία και εφόσον οι άνθρωποι δεν ανήκουν σε περισσότερη από μία θρησκεία τότε μπορούμε να εξαγάγουμε ότι όλες οι ψυχές πάνε στην κόλαση. Και όπως έχουν οι ρυθμοί γεννήσεων και θανάτων, θα πρέπει να αναμένουμε ότι ο αριθμός των ψυχών στην κόλαση θα αυξηθεί εκθετικά.
Τώρα, ο λόγος για τον οποίο εξετάζουμε το ρυθμό αλλαγής του όγκου της κολάσεως είναι γιατί ο Νόμος του Μπόυλ δηλώνει ότι για να παραμείνει σταθερή η θερμοκρασία και η πίεση στην κόλαση, ο όγκος της πρέπει να αυξάνεται αναλόγως με τις ψυχές που προστίθενται.
Αυτό μας δίνει 2 περιπτώσεις:
1.Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με πιο αργό ρυθμό από αυτόν με το οποίο εισέρχονται ψυχές, τότε η θερμοκρασία και η πίεση θα αυξάνονται μέχρι να σκάσει η Κόλαση και να ξεχυθούν οι ψυχές.
2.Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με ρυθμό πιο γρήγορο από την αύξηση των ψυχών, τότε η θερμοκρασία και ή πίεση θα πέφτουν μέχρι να παγώσουν τα καζάνια της.
Ποια από τις 2 περιπτώσεις ισχύει;
Αν αποδεχθούμε το αξίωμα το οποίο μου είπε η Τερέζα όταν ήμουν πρωτοετής ότι «Θα πρέπει να παγώσει η Κόλαση πριν κοιμηθούμε μαζί» και συνθεωρήσουμε και το γεγονός ότι χθες το βράδυ κοιμήθηκα μαζί της, τότε ισχύει η δεύτερη υπόθεση και επομένως είμαι σίγουρος ότι η Κόλαση είναι εξώθερμη και ότι ήδη έχει παγώσει.
Απόρροια αυτής της θεωρίας είναι ότι η κόλαση αφού έχει παγώσει άρα δεν δέχεται άλλες ψυχές και επομένως έχει εκλείψει.... αφήνοντας μόνο τον Παράδεισο. Αυτό με τη σειρά του αποδεικνύει την ύπαρξη ενός Θεϊκού Οντος, το οποίο εξηγεί γιατί χθες το βράδυ η Τερέζα φώναζε συνεχώς: «Θεέ μου, Θεέ μου».
Αυτός ο μαθητής πήρε το μοναδικό "Α"
Για τους Έλληνες, η ψυχή μπορούσε, διά ανθρωπίνων ηρωικών πράξεων, να θεοποιηθεί, ο άνθρωπος μπορούσε να γίνει ημίθεος και θεός, διότι, θεοί και άνθρωποι αποτελούντο εκ της ιδίας ουσίας. Πήραν επίσης την ορφική αντίληψη περί του Άδη, που τον θεωρούσε σαν έναν ενδιάμεσο σταθμό της ψυχής μέχρι να ξαναγεννηθεί, και έβαλαν εκεί τους κοιμούμενους νεκρούς, οι οποίοι βρίσκονται σ’ ένα μεταβατικό στάδιο αναμένοντες την νεκρανάσταση. Τέλος δε, τα Ηλύσια Πεδία των αρχαίων μετατράπηκαν σε Παράδεισο και ο Χάρος αντικαταστάθηκε με τον αρχάγγελο Μιχαήλ. Αφού λοιπόν σχημάτισαν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο περί ψυχής με ελληνικά στοιχεία, τα προσάρμοσαν στην ιουδαϊκή κοσμοαντίληψη με προσθήκη νέων χριστιανικών αντιλήψεων.
Ο χρόνος μεταξύ θανάτου και της παρά φύσιν χριστιανικής αναστάσεως, θεωρείται ότι είναι χρόνος αναμονής. Κατ’ αυτούς, η ψυχή, μετά τον χωρισμό της από το σώμα, μεταβαίνει «εις τίνα κατάστασιν αειδή και ασώματον στον Άδη», λέει ο Γρηγόριος Νύσσης. Μη νομίζετε τον Άδη του βασιλείου του Πλούτωνα· πρόκειται για χριστιανικό Άδη. Επειδή η ψυχή είναι ασώματη, ο Άδης δεν είναι τόπος, «διότι αυτή η ψυχή ουδεμίαν ανάγκη έχειν της φύσεως τόποις τισίν εγκατέχεσθαι». Εκεί στον Άδη, πλανώνται λοιπόν οι ψυχές των χριστιανών, αναμένουσες την κρίση, αφού θα έχουν περάσει μια προσωρινή κρίση και ταξινόμηση, ώστε οι άδικοι να τιμωρούνται σε μία προσωρινή Κόλαση και οι δίκαιοι να αμείβονται σ’ έναν προσωρινό Παράδεισο, δηλαδή θα βρίσκονται σε μια προσωρινή ευδαιμονία.
Αυτό βέβαια το ανήκουστο, έχει γίνει πίστη για το χριστεπώνυμο ποίμνιο. Όταν δε το άκουσαν οι Έλληνες από τον Παύλο κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, το θεώρησαν σκάνδαλο κατά της νοημοσύνης και προσβολή, και όταν αυτός άρχισε να τους μιλάει για την ανάσταση των νεκρών εισέπραξε τον γέλωτα. Γι’ αυτό, αναγκάστηκε να γράψει στους δικούς του και να τους βεβαιώσει ότι λέει την αλήθεια. «Ιδού, σας λέγω την αλήθεια που ήτο άγνωστος και με θείαν αποκάλυψιν μας εφανερώθη», λέει στην «Α’ προς Κορινθίους» επιστολή του. Συνέβαινε δε, όλοι οι περίφημοι Ιουδαίοι να έχουν «Αποκαλύψεις» για τους παραλογισμούς τους, αλλά αυτό καταλάβαιναν οι αδελφοί τους Εβραίοι. Και συνεχίζει: «Όταν θα ηχήσει η εσχάτη σάλπιγγα, τότε οι νεκροί θ’ αναστηθούν και ζώντες και αναστημένοι θ’ αποκτήσουν άφθαρτο σώμα, διότι πρέπει το φθαρτόν αυτό σώμα να ενδυθεί την αθανασία. Τότε θα πραγματοποιηθεί ο λόγος του Ησαΐα που λέει: “Εξηφανίσθη ολότελα ο θάνατος και κατενικήθη”.» («Α’ προς Κορινθίους», κεφ. 25: 50-58).
Οι πεθαμένοι, λοιπόν, δεν είναι νεκροί οριστικώς και αμετακλήτως, αλλά κοιμούμενοι, γι αυτό λέγεται το νεκροταφείο «κοιμητήριο». Μια ψυχή λοιπόν, η «προ τεσσάρων χιλιάδων ετών καταλιπούσα το σώμα θα επανέλθη ως εκ μακράς αποδημίας εις την ιδίαν οικίαν», λέει ο Γρηγόριος Νύσσης. (Προφανώς πίστευαν ότι οι πρώτες ψυχές άρχισαν το 4000 π.Χ., γιατί κατά την εβραϊκή γενεαλογία, τότε δημιουργήθηκε ο κόσμος από τον Κύριο, ενώ για τους σκεπτομένους Έλληνες, ήταν αιώνιος και άπειρος). Τα δισεκατομμύρια ψυχές, λοιπόν, θα επανέλθουν στα σώματά τους. Αλλά πού θα βρουν τα γήινα χημικά στοιχεία που είχαν πριν στην ζωή; «Μη στενοχωρήσθε», έλεγε η οσία Μακρίνα και ο Γρηγόριος Νύσσης. «Η αθάνατη ψυχή γνωρίζει και μετά την διάλυση τον σώματος τα στοιχεία που το απάρτιζαν και θα τα επανασυνδέσει όταν αναστηθεί».
Αν σκεφτούμε όμως λίγο λογικά και με τα δεδομένα της σύγχρονης επιστήμης, ορισμένα χημικά στοιχεία κάποιου πεθαμένου θα περάσουν στα φυτά, άλλα στο νερό, άλλα στον αέρα και ορισμένα θα περάσουν σ’ έναν άλλο άνθρωπο μέσω των τροφών. Το ίδιο θα συμβεί όταν εκείνος πεθάνει για τον επόμενο και ούτω καθ’ εξής. Πώς θα γίνει η φυσική ανασύσταση από τα ίδια χημικά στοιχεία που μοιράζονται τόσοι πολλοί, αν ακόμη υποθέσουμε πως μπορεί να συμβεί αυτό το σκάνδαλο; Σ’ αυτά απαντούν οι χριστιανοί με το γνωστό τους, «μυστήριο οι πράξεις του Κυρίου και ό,τι είναι αδύνατο για τους ανθρώπους είναι εύκολο για τον Θεό», κι εκεί τελειώνει ο λόγος και αρχίζει ο παραλόγος.
Η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, θέτει εκτός λειτουργίας τον κοσμικό και συμπαντικό νόμο, τον οποίο, υποτίθεται, ότι αυτός ή ο πατέρας του, δημιούργησε και τον αντικαθιστά με το παράλογο. Ο κοσμικός νόμος γίνεται τότε χριστιανική αυθαιρεσία και η διά του νόμου λειτουργία του σύμπαντος αντικαθίσταται με αυτή της διά προσώπου, του Χριστού και της αυθαιρεσίας του. Αν μεταφέρουμε αυτή την αντίληψη στην κοινωνία, ο δικτάτορας αντικαθιστά την διά νόμου λειτουργία και διακυβέρνηση της πολιτείας με την διά του προσώπου του αυθαιρεσία. Γι’ αυτό γεννάει η Ρωμανία δικτατορίες.
Ο Ωριγένης, αντιθέτως, ίσως περισσότερο λογικός από τους Ιουδαίους, ορμώμενος από την πλατωνική αντίληψη περί ψυχής, υποστήριζε ότι η ψυχή επανέρχεται στον αρχικό της κόσμο, αφού εδώ είχε εκπέσει. Η νεκρανάσταση λοιπόν δεν είναι γήινη ακριβώς. Το νεκραναστημένο σώμα θα είναι πνευματοποιημένο και η ανάσταση θα είναι πνευματική. Οι Ιουδαίοι όμως ήθελαν πιο συγκεκριμένα πράγματα και, αφού αφόρισαν τον Ωριγένη, έκαναν την ανάσταση φυσική με σωματικά στοιχεία. Εδώ έπεφταν όμως σε αντίφαση, γιατί το μεν νέο σώμα της αναστάσεως θα είναι άφθαρτο, αθάνατο, χωρίς γήινες ανάγκες, τα δε υλικά της συστάσεώς του γήινα. Μ’ άλλα λόγια, μόνο πρόβατα μπορούν να πιστέψουν τις ανοησίες του παραλογισμού, και πρόβατα έγιναν συν τω χρόνω τα ποίμνιά τους.
Γιατί όμως, οι κατά τα άλλα νοήμονες ποιμάντορες, έφτιαξαν την ανοησία και το σκάνδαλο της νεκραναστάσεως; Ασφαλώς, εξυπηρετούσε πολλές σκοπιμότητες. Ήταν η υπόσχεση του Παραδείσου και ο φόβος της Κολάσεως, αλλά επί πλέον και βασικότερο, η αιτιολόγηση της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου. Γιατί, τι θα έκανε ο Κύριος αν ξαναρχόταν, αν δεν εγκαθιστούσε το αιώνιο βασίλειό του και δεν αποκαθιστούσε τους πιστούς του; Κατ’ αυτόν τον έξυπνο αλλά πανουργικό τρόπο, έβαζαν τους πιστούς να φοβούνται και να ελπίζουν και ευκόλως να μαντρώνονται στο ιερό ποιμνιοστάσιο.
Εξέχουσα όμως σημασία έχει η έλευση της «Εσχάτης Ημέρας» και η προπαρασκευή προς αυτήν. Πριν από την τελική εμφάνιση του Κυρίου θα έλθει ο Αντίχριστος (άγνωστο βέβαια, γιατί και πώς, θα το επιτρέψει ο Θεός), ο οποίος θα κυριαρχήσει και βασιλέψει για μικρό σχετικά διάστημα. Στην αρχή θα είναι εξαίρετος κυβερνήτης, με σκοπό να ξεγελάσει το χριστεπώνυμο πλήθος, θα δείξει σημεία μεγάλα και τέρατα, «ώστε να πλανήσωσιν και τους εκλεκτούς» (Ματθαίος, 24: 25), αλλά κατόπιν θα δείξει το δεινό πρόσωπό του και θα εγκαταστήσει την αμαρτία επί της γης. Πολλοί δε, θα τον ακολουθήσουν για να καταδικαστούν τελικώς και αιωνίως στην ημέρα της Κρίσεως, ενώ οι χριστιανοί που δεν θα έχουν ακολουθήσει τον Σατανά και θα παραμείνουν πιστοί στον Χριστό, θα απολαύσουν την αιώνια βασιλεία. Αλίμονο όμως στους αλλαξοπιστήσαντες, θα καίγονται αιωνίως στα λεβέτια της Κολάσεως από τον ίδιο τον Σατανά. Γι’ αυτό πιστέ, πρόσεχε μην παρασυρθείς από τον Αντίχριστο, γιατί σε περιμένει η οργή του Κυρίου. Για να είσαι σίγουρος προς αυτό, πρέπει να ακολουθείς την ποιμαντορία, να δεθείς αιωνίως στο ποίμνιο, να αρμέγεσαι και μαντρώνεσαι κανονικά, γιατί έξω από το μαντρί παραμονεύει αιωνίως ο Αντίχριστος και όποιον πιάσει «τον παίρνει ο Διάβολος», που λέμε.
Από της εμφανίσεως του Αντίχριστου, έρχονται τα σημεία των καιρών, τα οποία σημεία είναι τόσο εύπλαστα και ακαθόριστα που κάθε στιγμή μπορεί η ποιμαντορία να λέγει: «Ιδού τα σημεία των καιρών δείχνουν ότι έφτασε η εσχάτη ημέρα». Αυτό χρησιμοποιείται συστηματικά από τον καιρό της εδραιώσεως της χριστιανικής Εκκλησίας. Κήρυτταν μάλιστα, ότι «δεν θέλει παρέλθει η γενεά αυτή, εωσού γείνωσι πάντα ταύτα. Ο ουρανός και η γη θέλουσι παρέλθει, οι δε λόγοι μου δεν θέλουσι παρέλθει» (Ματθαίος, 24: 34)· δηλαδή θα εμφανιστεί ο Αντίχριστος, θ’ ακολουθήσουν οι καταστροφές και τέλος θα εμφανιστεί θριαμβευτής ο Κύριος. Οι γενεές παρήρχοντο όμως και τίποτα δεν εμφανιζόταν, ενώ ουρανός και γη παραμένουν στη θέση τους επί δισεκατομμύρια χρόνια τώρα.
Γι’ αυτό, στην εποχή των πρώτων μεγάλων «πατέρων», όπως του Βασιλείου, του Γρηγορίου, του Χρυσοστόμου, υπήρχε το θέμα της ελεύσεως της Δευτέρας Παρουσίας, όπου ο Χριστός, ως νικητής και επί χρυσού θρόνου καθήμενος, θα εμφανιστεί για να κρίνει του ανθρώπους αφενός, και για να εδραιώσει την βασιλεία του οριστικώς επί της γης αφετέρου. Πώς όμως να εξηγήσουν ή να προβλέψουν το απρόβλεπτο, ή πώς να μαντέψουν τις βουλές του Θεού τους; Για τον σκοπό αυτό, ξεκίνησαν από την εβραϊκή «Γένεση» και εξήγησαν τις «έξη ημέρες της δημιουργίας» σαν έξι χιλιάδες χρόνια ζωής του κόσμου από την αρχή μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία, αφού μία ημέρα θεωρήθηκε να αντιστοιχεί σε χίλια χρόνια στα μάτια του Θεού. Η μία αυθαιρεσία, δηλαδή η αυθαιρεσία της δημιουργίας σε έξι μέρες, έφερε την άλλη αυθαιρεσία για την καταστροφή του κόσμου. Υπολογίζοντας μάλιστα την ακριβή ημερομηνία της αρχής κόσμου το 5.492 π.Χ., θα ερχόταν το τέλος το 508 μ.Χ., για να κλείσουν τα 6.000 χρόνια της ζωής του κόσμου.
Όταν πλησίαζε το 508, τότε, επιτήδειοι καπηλευτές της ανθρώπινης αδυναμίας έσπειραν την ιδέα του τέλους του κόσμου, ερμήνευσαν έναν λιμό, ως σημείο εμφανίσεως του Αντίχριστου, και περίμεναν μάλιστα ορισμένη ημέρα και ώρα την τρομερή ημέρα της Κρίσεως. Το ποίμνιο κατελήφθη από πανικό, θεώρησε ότι έρχεται η ώρα της αιώνιας τιμωρίας ή αμοιβής, και επειδή είχαν γαλουχηθεί να πιστεύουν ότι είναι αμαρτωλοί, έπρεπε γρήγορα να πράξουν κάτι για να συγχωρεθούν από τις αμαρτίες. Προς αυτό, και επειδή ήταν ανώφελο να έχει κανείς επίγεια περιουσία πλέον, έδωσαν ό,τι είχαν και δεν είχαν στην Εκκλησία των αντιπροσώπων του Κυρίου για να συγχωρεθούν, δωροδοκώντας τον Κύριο. Η ποιμνιακή τους κατάσταση, είχε αφαιρέσει την λογική, ώστε να μη μπορούν να σκεφτούν τι θα έκανε η Εκκλησία τα χωράφια μετά από την καταστροφή του κόσμου. Η καταστροφή δεν έγινε και η ποιμαντορία βρέθηκε με γαίες και πλούτη, που ήταν ο πρώτος μαζικός θησαυρός με την βοήθεια του οποίου συνέχισε τον κινδυνολογικό της αγώνα και την βαθύτερη πομνιοποίηση των πιστών. Για να δικαιολογηθεί μάλιστα, είπε ότι η καταστροφή του κόσμου αναβλήθηκε γι’ αργότερα.
Όταν στις αρχές του εβδόμου αιώνα εμφανίστηκε το Ισλάμ όμως, το θεώρησαν ως έλευση του Αντίχριστου και ξεκίνησε μια νέα εσχατολογία και κινδυνολογία, που θα κατέληγε στην έλευση του Κυρίου και την τελική κατατρόπωση του Αντίχριστου. Αλλά τα χρόνια, οι δεκαετίες και εκατονταετίες περνούσαν και το αντίχριστο Ισλάμ αυξανόταν, μέχρι που υποδούλωσε την χώρα των χριστιανών, το Βυζάντιο, ενώ ο Χριστός δεν εμφανιζόταν. Παρ’ όλες τις αναβολές και παρ’ όλα τα εκάστοτε σημεία του Αντίχριστου, η Δευτέρα Παρουσία συνεχώς μετατοπίζεται στο μέλλον, αλλά παραμένει ως μία τεράστια, αιωρούμενη δαμόκλεια σπάθη πάνω από τα κεφάλια των πιστών. «Θα εμφανιστεί δε ο Κύριος, σε ώρα που κανένας δε θα γνωρίζει ειμή ο Πατήρ μόνος». Εκεί που οι άνθρωποι θα ενασχολούνται με τα καθημερινά τους, θα τρώνε και θα πίνουν και θα γαμεύονται, έτσι ξαφνικά θα έλθει ο Κύριος. Γι’ αυτό πιστέ, μην επαναπαύεσαι και ξεχνάς τη συντέλεια του κόσμου, μη γλεντάς και μη χαίρεσαι, γιατί θα πιαστείς εξ απίνης. «Διά τούτο και εσείς γίνεσθε έτοιμοι, διότι καθ’ ην ώραν δεν στοχάζεσθε έρχεται ο Υιός τον ανθρώπου» (Ματθαίος, 25: 39-44). Φοβού συνεχώς την ώρα εκείνη και σκέψου συνεχώς τον τρόμο και τον φόβο. Το ποίμνιο διαρκώς εκφοβίζεται με τα σημεία του Αντίχριστου, τρομοκρατείται από την επικείμενη κυριαρχία του και πανικοβάλλεται από την πανουργία του. Μ’ αυτόν τον τρόμο και φόβο στην καρδιά, ελαχιστοποιείται ο φοβισμένος ανθρωπάκος του Χριστιανισμού και γιγαντώνεται η δύναμη της χρισμένης ποιμαντορίας, για να αναπαράγει ες αεί την ποιμνιοποίηση των ποιμνίων.
Με την κυριαρχία του Αντίχριστου επίκειται η μεγάλη μάχη, που τα Σαβαώθ θα πολεμήσουν το κακό, αφού πρώτα θα φανεί ο Αρμαγεδών και τα τέρατα της «Αποκαλύψεως», για να πλημμυρίσουν την ανθρωπότητα στο αίμα. Μεγάλο εύρημα, η «Αποκάλυψη του Ιωάννη» και τεράστιο όπλο στα χέρια της ποιμαντορίας. Εκεί συνθλίβεται ο πιστός από την οργή του Θεού, χάνει το λογικό του, χάνεται η ψυχή του μπροστά στο δέος και στην καταστροφή. Θα σωθούν δε οι λίγοι, οι ευυπόληπτοι χριστιανοί, οι απολύτως πιστοί ή αλλιώς ποιμνιωμένοι, οι οποίοι θα έχουν αποβάλλει τον εαυτό τους και θα έχουν ταυτιστεί με τον Χριστό, όπως ασφαλούς το καθορίζει η ποιμαντορία, γιατί ο Χριστός ιδέα δεν έχει από τα ευρήματα των ποιμεναρχούν που εξουσιάζουν τον κόσμο επικαλούμενοι το όνομά του. Γιατί, αν ήξερε τι γίνεται στον κόσμο που άφησε, θα καθαιρούσε την ποιμεναρχία.
Αφού λοιπόν γίνουν σημεία και τέρατα, αφού καταστραφεί ο κακός πληθυσμός της γης που δεν υπέκυπτε στο Ευαγγέλιο, δηλαδή οι άπιστοι και αμαρτωλοί οπαδοί του Σατανά, και μείνουν οι πιστοί, θα πέσει το στερέωμα του ουρανού επί της γης (τον ουρανό τον φαντάστηκαν σαν ένα τεράστιο ταψί να κρέμεται πάνω από τη γη), και θα εμφανιστεί ενθρονισμένος ο Κύριος, και θα πει το περίφημο «ειρήνη υμίν». Θα απορείτε, γιατί να μην εμφανιστεί νωρίτερα, πριν καταστραφεί ο κόσμος και με την θεϊκή παντοδυναμία του να επιβάλλει την αιώνια ειρήνη και το καλό επί της γης. Αν έκανε αυτό όμως, πώς θα υπήρχε ο αιώνιος φόβος του Αντίχριστου και της ένεκα αυτού καταστροφής; Πώς θα υπήρχε ο τρόμος της πτώσεως του στερεώματος και πώς θα υπήρχε η μεγάλη δίκη ζώντων και νεκρών; Πού θα υπήρχαν δηλαδή τα υπέροχα όπλα της ποιμαντορίας για να υποτάσσουν το ποίμνιο, για να εκμηδενίζουν την αξιοπρέπεια και τον λόγο του ανθρώπου;
Τότε, «την Εσχάτην Ημέραν εν βρονταίς και αστραπαίς θα φανεί αποστράπτων ο Κύριος», και θα αναστηθούν οι νεκροί με τα σώματά τους και θα γίνει η μεγάλη Δίκη και ο τελικός χωρισμός των ψυχών σε δίκαιες και αμαρτωλές. «Και θέλουσι ουναχθή έμπροσθεν αυτού άπαντα τα έθνη και θέλει χωρίσει τα πρόβατα από των εριφίων, και θέλει στήσει τα πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ αριστερών. Τότε ο βασιλεύς θέλει ειπεί προς τους εκ δεξιών αυτού: “Έλθετε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένη εις εσάς βασιλείαν”… Τότε θέλει είπει και προς τους εξ αριστερών: “Υπάγετε απ’ εμού, οι κατηραμένοι, εις το πυρ το αιώνιον, το ητοιμασμένον δια τον Διάβολον”.» (Ματθαίος, 25: 31-41).
Αφού γίνει ο καθαρισμός προβάτων και κατσικιών, οι μεν αμαρτωλοί θα φύγουν από το βασίλειο του Θεού και θα περάσουν στην απέναντι πύλη της Κολάσεως του φοβερού Σατανά και οι δε δίκαιοι θα παραμείνουν στην αιώνια βασιλεία του Κυρίου ως υπηρέτες αυτού. Τότε θα ιδρυθεί το χιλιετές βασίλειο που θα άρχουν, εκτός από τον Χριστό και τους αγίους ταξιάρχες, οι 144.000 επίλεκτοι. Για όσους όμως δεν είχαν προλάβει να ασπαστούν το ιερό Ευαγγέλιο, δίνεται μία προθεσμία διδασκαλίας για να μπορέσουν να επιλέξουν. Έτσι μεθοδικά τακτοποιούνται οι προχριστιανικοί πληθυσμοί, οι οποίοι, αν και είχε απλωθεί σ’ αυτούς ο «σπερματικός λόγος», δεν είχαν κατανοήσει, λόγω της «καθυστερήσεώς» τους, την μεγαλοπρέπεια του Γιαχβέ. Από τον προχριστιανικό κόσμο της Ελλάδας, λένε οι χριστοκάπηλοι, μερικοί εκλεκτοί του Κυρίου έχουν ήδη σωθεί, όπως ο Πλάτων, ο οποίος διδάχτηκε και απεδέχθη το «ιερό Ευαγγέλιο» κατά την τριήμερη παραμονή του Χριστού στον Άδη. Μέχρι εκεί φτάνει η χριστιανική ψευδολογία και κοροϊδία. Τελικώς, σ’ εκείνον το θεϊκό κόσμο, θα ρέει μέλι και γάλα, θα είναι ο αιώνιος Παράδεισος, η αιώνια βασιλεία των δικαίων, όπου δεν θα υπάρχει στεναγμός και βάσανα, αλλά ζωή ατελεύτητος. Τα βάσανα των δικαίων που πέρασαν μέχρι να φτάσουν εκεί θα αμειφθούν με ζωή αιώνια. Οι μουσουλμάνοι μάλιστα καθόρισαν τις αμοιβές και υπόσχονται παρθένες και πιλάφι, ειδικά στους μάρτυρες και μόνο οι άντρες φαίνεται πως αμείβονται, αλλά οι χριστιανοί, πιο έξυπνοι, άφησαν συγκεγχυμένη την αμοιβή για να την ονειρεύεται ο καθένας όπως θέλει. Μ’ αυτή την φοβερή αλλά αποτελεσματική υπόσχεση ζει ο πιστός χριστιανός, για να υπομείνει την ποιμνιοποίησή του. Μετά την οργή του Γιαχβέ, έρχεται το αιώνιο βασίλειο, όπως υπόσχεται ένας σαδιστής στο θύμα του. Τελικώς ωχριά η φαντασία και του πιο αρρωστημένου σαδιστή μπροστά στα τρομερά και δεινά και στις αμοιβές του μαζοχισμού των χριστιανών.
Ο πιστός πρέπει διαρκώς να σκέπτεται την φοβερή ημέρα της Κρίσεως, όπου θα εμφανιστεί ο τρομερός Θεός με οργή για να επιβάλλει την τελική καταδίκη των αμαρτωλών. Επειδή δε, όλοι οι άνθρωποι έχουν πρωτίστως κηρυχθεί αμαρτωλοί από την ποιμαντορία, απομένουν δύο πράγματα: Συνεχής μετάνοια και συνεχής υπαγωγή στα μυστήρια, εφ’ όσον βρίσκεται κανείς στην επίγεια ζωή. Όταν πεθάνει κάποιος, πρέπει οι επιζώντες να παρακαλούν τον Θεό για να συγχωρέσει την ψυχή του κεκοιμημένου δούλου του και να την κατατάξει στους δροσερούς κόλπους του Αβραάμ, σε τόπο χλοερό ένθα οι δίκαιοι αναπαύονται. Οι επιζώντες πρέπει να προσφεύγουν στον χρισμένο ποιμένα να μεσολαβήσει στον Κύριο, αφού ο ίδιος ο πιστός δεν έχει το νήμα επαφής, δηλαδή το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος. Για την εκδούλευση των τρισάγιων, ο ποιμένας αμείβεται αναλόγως προς την οικονομική ευρωστία του ζώντος. Διότι έχει περάσει η αντίληψη ότι οι άνθρωποι πρέπει να προσφέρουν στην Εκκλησία αναλόγως προς τα υπάρχοντά τους.
Μ’ αυτό το επιχειρησιακό σκεπτικό, οι νεκροί των πολυπληθών πόλεων έχουν σήμερα καταστεί μία από τις πολύ προσοδοφόρες επιχειρήσεις των ρασοφόρων, ώστε να αλληλοσκοτώνονται, πάντοτε στο όνομα του Χριστού βέβαια, για το ποιος θα είναι ιερέας «κοιμητηρίου» και το ποιος θα πάρει καλή περιοχή ή καλό μέρος του «κοιμητηρίου». Για να αποφεύγονται μάλιστα οι «ιεροί» καβγάδες, έχει καθιερωθεί να περνούν όλοι και με σειρά, για ένα διάστημα, να υπηρετούν το άγιο και προσοδοφόρο βασίλειο των κοιμουμένων. Επειδή δε, το ποίμνιο έχει πειστεί ότι ο πεθαμένος πάντοτε έχει την ανάγκη των τρισάγιων για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες του μέχρι την τελική κρίση, φροντίζει απερισκέπτως και αιωνίως να αναπαράγει την νεκροκαπηλεία των ποιμεναρχών. Ίσως, από τα πολλά τρισάγια να υποκύψει τελικώς ο Κύριος και θα συγχωρέσει την αμαρτωλή ψυχή του θανόντος συγγενούς, γιατί στο πολύ «Κύριε ελέησον», κουράζεται και ο Θεός των χριστιανών. Βλέπετε, πόσο καλοστημένος είναι αυτός ο εμπαιγμός των ανθρώπων; Όταν είναι στην επίγεια ζωή, ανακηρύσσονται εξ αρχής και καθ’ όλον τον βίο αμαρτωλοί, ώστε διαρκώς να βρίσκονται υπό μετάνοια, να εξομολογούνται, να κοινωνούν και να συγχωρούνται οι αμαρτίες μέσω του χρισμένου ποιμενάρχη. Όταν πεθαίνουν είναι και πάλι αμαρτωλοί, επειδή δεν πρόλαβαν φαίνεται να ζητήσουν άφεση όλων των αμαρτιών πριν από τον θάνατό τους και κληροδοτούν στους απογόνους την υποχρέωση να ζητούν την περίφημη άφεση μέσω των τρισάγιων, μνημόσυνων και όλων των νεκροτελετών, από κόλλυβα μέχρι ειδικές λειτουργίες. Έτσι, κάθε ζωντανός, είναι ποίμνιο προς ποιμνιακή εκμετάλλευση δύο φορές. Είναι ποίμνιο για τον εαυτό του και ποίμνιο για τους πεθαμένους συγγενείς του. Δεν γνωρίζουμε αν έχουν κατορθώσει να εισπράττουν, κατά κάποιο τρόπο, και από τις ψυχές των πεθαμένων αμαρτωλών, προκειμένου οι ίδιοι να εξαγοράζουν την ποινή τους. Όλα είναι πιθανά από την εφευρετικότατη ποιμαντορία.
Το εύρημα της Εσχάτης Κρίσεως και της Δευτέρας Παρουσίας έχει την ιστορική του διάσταση επίσης στην εβραϊκή δεοντολογία. Οι Εβραίοι περιμένουν επί χιλιάδες χρόνια τον Μεσσία που θα εμφανιστεί για να κάνει το πραγματικό Ισραήλ, δηλαδή την κυριαρχία τους με την παρουσία του Θεού. Αυτός ο Μεσσίας ήταν όντως ένα φανταστικό εύρημα, αφού διαρκώς δίνει ελπίδα και νόημα στον λαό των Εβραίων να περιμένουν τον Θεό, αλλά και την κυριαρχία τους επί όλων των λαών. Έτσι, ο Εβραίος βρίσκεται σε μια διαρκή αναμονή της ελεύσεως του Κυρίου. Οι χριστιανοί, αντιθέτως, έφεραν την Πρώτη Παρουσία του Μεσσία, πράγμα που τους αφόπλιζε από την μελλοντική προσδοκία και φόβο. Όταν κατάλαβαν την ανοησία στην οποία περιέπεσαν, έφτιαξαν την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Πιο νοήμονες και πανούργοι από τους αδελφούς τους Φαρισαίους, έκαναν την Δευτέρα Παρουσία να είναι δεινή και τρομερή, ώστε και φόβο να σπέρνει και ελπίδα αιώνιας κυριαρχίας του «ιερού Ευαγγελίου» να δίνει.
Έτσι, διόρθωσαν το αρχικό λάθος τους με ένα ισχυρότερο όπλο: Την τρομερή και φοβερή Δευτέρα Παρουσία. Εκεί ολοκληρώνεται ο κύκλος του χριστιανικού σαδισμού. Ξεκίνησε από την νευρωτική αγάπη προς τον Θεό και του Θεού προς το ποίμνιο, πέρασε στην ενοχοποίηση και αιώνια αμαρτία, κατόπιν στην οργή και στην τιμωρία, με αποκορύφωμα την τρομερή ημέρα της Κρίσεως, όπου θα κριθούν ζωντανοί και πεθαμένοι. Ποιό νομίζετε, είναι τώρα το είδος της χριστιανικής αγάπης; Είναι πράγματι αγάπη, ή είναι ένα σαδιστικό εργαλείο για την πλήρη ποιμνίωση των ανθρώπων;
------------------
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α'
Η Γέννηση του Παραδείσου
Πότε γεννήθηκε η έννοια του παραδείσου; Τι είναι ο παράδεισος; Που είναι ο παράδεισος; Αιώνιος ή άχρονος, γήινος ή επουράνιος, ανταμοιβή ή δικαίωμα; Που βρίσκονται λοιπόν σήμερα τα όρια του παραδείσου ή πως ορίζει η εποχή μας το ιδεώδες που αποκαλεί παράδεισο;
Η λέξη “παράδεισος” προέρχεται από την Μηδική λέξη paridaiza, (περίφραξη κι άρα με οριοθέτηση) με το pari να σημαίνει “περί” και το daiza “τείχος / τοίχος”. Όπως συχνά συνέβη, οι Έλληνες πήραν τα ιρανικά δάνειά τους από τους Μήδους παρά από τους Πέρσες: π.χ. η λέξη σατράπης είναι η μηδική μορφή αυτού του ιρανικού τίτλου (xšaθrapā(van) -περσική μορφή xšaçapāvan). Το αρχαίο Περσικό ισοδύναμο του Παραδείσου είναι paridaida. Η εμφάνιση ενός τέτοιου Μηδικού όρου ως δανείου στην Ελληνική γλώσσα, αλλά και στην Ακκαδική, την Εβραϊκή και την Αραμαϊκή, είναι μία ακόμη απόδειξη για την επίδραση των αινιγματικών Μηδών.
Η ίδια η φυλή έχει αφήσει πολύ λίγα ίχνη, η πρώιμη ιστορία της είναι δύσκολο να ανασυσταθεί, αλλά το γεγονός ότι οι Έλληνες ονόμαζαν τους ανατολίτες αντιπάλους τους πρώτα Μήδους και μόνο πολύ αργότερα Πέρσες, επιβεβαιώνει την προηγούμενη σημασία τους. Ομοίως οι Εβραίοι μιλούν για Μήδους στον Ησαΐα και στον Ιερεμία, αλλά για Μήδους και Πέρσες στα μεταιχμαλωσιακά βιβλία των Έσδρα, Νεεμία, Εσθήρ και Δανιήλ.
Σχεδόν αμέσως μετά την περσική κατάληψη της Βαβυλώνας το 539 π.κ.ε βρίσκουμε βαβυλώνια έγγραφα των τελευταίων δεκαετιών του έκτου αιώνα, στα οποία οι αρχές των ναών είναι υπεύθυνες για τη διατήρηση και την ίδρυση pardesu. Ένας από αυτούς είναι αμπελώνας, ένας άλλος σχετίζεται με τη φύτευση φοινικόδεντρων και την κατασκευή τούβλων. Περισσότερες πληροφορίες υπάρχουν στα μόνο λίγο μεταγενέστερα Ελαμιτικά κείμενα.
Μετά την πτώση της αυτοκρατορίας των Ελαμιτών τον έβδομο αιώνα, οι Πέρσες εγκαταστάθηκαν στο έδαφός της και κράτησαν τα Ελαμιτικά ως επίσημη γλώσσα της γραφειοκρατίας τους στην Περσίδα μέχρι γύρω στο 460π.κ.ε . Εδώ βρίσκουμε αναφορές στους partetas, λέξη που αντιστοιχεί στην αρχαία Περσική paridaida. Από τα κείμενα αναδύονται οι ακόλουθες σημασίες: partetas είναι αποθηκευτικοί χώροι για φυτικά προϊόντα, όπως σύκα, χουρμάδες, ροδάκινα, βερίκοκα, ρόδια και βασιλικά σιτηρά, ως επί το πλείστον αρκετά κοντά στην Περσέπολη.
Αν και το μέγεθος ενός partetas ήταν μάλλον μέτριο, ήταν αρκετά μεγάλος ώστε να περιέχει τα πρόβατα για τον εορτασμό μιας θρησκευτικής τελετής, μιας θυσίας στον Ahuramazda. Τέλος, υπάρχει μια σαφής σύνδεση με τα δέντρα. Η κυρίαρχη παρουσία των δέντρων οφείλεται στο ότι οι Πέρσες απέδιδαν ιδιαίτερη αξία στα δέντρα. Αυτό ήδη φαίνεται από επιστολή του Δαρείου Α’ σε κάποιον Gadatas, τον επιστάτη του τοπικού “Παραδείσου”, τον Παραδεισάριο, ένας όρος που επαναλαμβάνεται στη Συριακή ως pardayspana, στα παλαιότερα κείμενα των Αρμενίων ως partizpan και στο νεοπερσικό έπος ως palezban.
Στην επιστολή ο βασιλιάς επαινεί τον Gadatas για την καλλιέργεια των οπωροφόρων δένδρων της Συρίας στη Δυτική Μικρά Ασία και τον επιτιμά για τη φορολόγηση των ιερών κηπουρών του Απόλλωνα. Κάποιος Πύθιος, ίσως ο εγγονός του Κροίσου, έδωσε στο Δαρείο ένα χρυσό αμπέλι και πλατάνι, που παρέμειναν πολύ γνωστά έως ότου ο Αντίγονος τα έλιωσε το 316 π.κ.ε. Όταν βρήκε έναν πλάτανο ανατολικά των Σάρδεων, ο Ξέρξης τον διακόσμησε με χρυσό και όρισε έναν μόνιμο φύλακα γι’ αυτόν. Ο Κύρος ο νεότερος έδειξε στον Λύσανδρο τον παράδεισο στις Σάρδεις και ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος είχε φυτεύσει προσωπικά μερικά από τα δέντρα.
Συνεπώς, στις αρχές της Περσικής Αυτοκρατορίας δύο στενά συνδεδεμένες λέξεις ήταν σε τρέχουσα χρήση για τον παράδεισο: ο μηδικός όρος paridaiza και ο αρχαίος περσικός paridaida. Η τελευταία λέξη υιοθετήθηκε στην Ελαμιτική, η πρώτη υιοθετήθηκε από τους Βαβυλώνιους, τους Έλληνες και τους Εβραίους. Δεύτερον στην πρώιμη ιρανική ο παράδεισος δεν είχε σταθερή σημασία. Θα μπορούσε να είναι ένα μέρος για αποθήκευση, ένας αμπελώνας, οπωρώνας, ένας στάβλος, δάσος ή φυτώριο δέντρων. Προφανώς, το πιο σημαντικό και ενοποιητικό στοιχείο ήταν ο Οριοθετημένος Περίβολος. Τρίτον, καμία από αυτές τις περιγραφές δεν ταιριάζει ακόμα με τον βιβλικό Κήπο της Εδέμ.
Η σύνδεση ανάμεσα στα δέντρα και τον Παράδεισο εμφανίζεται στην Παλαιά Διαθήκη, όπου στον Νεεμία (2.8) ο ομώνυμος πρωταγωνιστής ζητά ξύλο από τον επιστάτη του pardes του βασιλιά για να κάνει δοκάρια για τις πύλες του παλατιού. Το χωρίο φαίνεται να προέρχεται από τα αρχικά απομνημονεύματα του Νεεμία, τα οποία χρονολογούνται από το δεύτερο μισό του πέμπτου αιώνα και ως εκ τούτου είναι μια πολύτιμη μαρτυρία για την ύπαρξη των περσικών παραδείσων, όχι μόνο στη Μικρά Ασία, αλλά και σε άλλα σημεία της περσικής αυτοκρατορίας. Ο Νεεμίας δεν αναφέρει τη θέση του παραδείσου του, αλλά μπορεί να βρισκόταν στον Λίβανο. Δέντρα αναφέρονται επίσης στο Άσμα Ασμάτων (4,13 – 14) που ίσως να γράφτηκε στην Ιερουσαλήμ γύρω στο 400 π.κ.ε. Εδώ θα βρούμε έναν pardes από ρόδια, με ευχάριστα φρούτα, νάρδο, κρόκο, κάλαμο και κανέλα, με όλα τα δέντρα του λιβανιού.
Υπάρχει η πιθανότητα ότι η λέξη “παράδεισος” εμφανίστηκε στην ελληνική λογοτεχνία τον πέμπτο αιώνα. Ο Κλέαρχος (απ. 43a) λέει ότι οι Λυδοί στην πολυτέλειά τους έφτιαξαν παραδείσους, διαμορφώνοντάς τους σαν πάρκα και έτσι ζούσαν στη σκιά. Καθώς ο Κλέαρχος αλλού χρησιμοποίησε τον ιστορικό Ξάνθο από τη Λυδία, έναν αρχαιότερο σύγχρονο του Ηρόδοτου, φαίνεται πιθανό ότι ο Ξάνθος ίσως ήταν ο πρώτος Έλληνας που χρησιμοποίησε γραπτώς τον όρο παράδεισος. Αυτό δεν είναι απίθανο, δεδομένου ότι καταγόταν από τη Λυδία και ο ίδιος μπορεί κάλλιστα να γνώριζε τους παραδείσους των Σάρδεων προσωπικά. Όπως ταίριαζε σε παράδεισους, αποτελούνταν από δέντρα, αλλά οι Σάρδιοι προφανώς τους είχαν μετατρέψει σε ένα πιο καλλιεργημένο περιβάλλον από τους τυπικούς περσικούς παραδείσους, ίσως με περίπτερα για τους επισκέπτες τους.
Σε κάθε περίπτωση, υπήρχε ένα σπίτι και ένα μέρος με κρεβάτι με ουρανό στον βαβυλώνιο παράδεισο, όπου πέθανε ο Αλέξανδρος. Εκ πρώτης όψεως μπορεί να είναι έκπληξη το γεγονός ότι ο Κλέαρχος μιλάει για παράδεισους στον πληθυντικό, αλλά τα κείμενα συχνά μιλούν μ’ αυτό τον τρόπο. Ορισμένα παραδείγματα είναι οι παράδεισοι στα Σούσα (Αιλιανός, Περί ζώων 7.1), τα άγρια πάρκα του Φαρνάβαζου (Ξεν., Ελλ. 4.1.15, 33) οι παράδεισοι κυνηγιού που δόθηκαν στον Δημήτριο Πολιορκητή στον τόπο της εξορίας του (Πλούταρχος, Δημήτριος 50) και οι συριακοί παράδεισοι με κυπαρίσσια που αναφέρονται από τον Θεόφραστο (Περί φυτών ιστ. 5.8.1).
Από τις μαρτυρίες του Ξενοφώντα (Οικονομικός, Ελληνικά, Κύρου ανάβασις, Κύρου παιδεία) και άλλων Ελλήνων συγγραφέων, αλλά και από τα βιβλικά χωρία, μπορούμε να βγάλουμε τα εξής συμπεράσματα για την έννοια των παραδείσων στην ύστερη αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών: πρώτον, τα χωρία του Νεεμία και το Άσμα Ασμάτων φαίνεται να δείχνουν ότι, εκτός από τους παράδεισους κυνηγιού που βεβαιώνονται από τον Ξενοφώντα, άλλες σημασίες του περσικού παραδείσου, όπως οπωρώνας και τόπος ανάπτυξης δέντρων, παρέμειναν ζωντανές.
Δεύτερον, οι πρώιμοι ελληνικοί παράδεισοι συνδέονται με τους ιρανικούς μόνο σε περιορισμένο βαθμό. Δεν είναι οπωρώνες, αμπελώνες ή θέσεις αποθήκευσης – έννοιες για τις οποίες οι Έλληνες βέβαια είχαν τις δικές τους λέξεις. Από την άλλη πλευρά, όπως αναφέρεται ρητά στα Ελλ. 4.1.15, ήταν περιφραγμένοι (δηλ. οριοθετημένοι) και από αυτή την άποψη αντικατοπτρίζουν την ιρανική προέλευσή τους.
Τρίτον, φαίνεται να είναι ένα σχετικά άγνωστο φαινόμενο για τους Έλληνες, αφού στον Οικονομικό του ο Ξενοφών καλύπτει αποτελεσματικά τον όρο λέγοντας ότι υπάρχουν πάρκα, οι λεγόμενοι παράδεισοι, όπου πηγαίνει ο βασιλιάς. Τέταρτον, αυτοί οι συγκεκριμένοι παράδεισοι χαρακτηρίζονταν από περιορισμένο μέγεθος, την γειτνίαση με άλλους παραδείσους, την παρουσία ζώων, ύδατος (είτε πρόκειται για ποτάμι ή μια λίμνη), τη σημασία των δέντρων και, σε γενικές γραμμές, από πλούσια βλάστηση. Οι εν λόγω παράδεισοι δεν απουσιάζουν από την περσική ενδοχώρα, αφού ο παράδεισος στα Σούσα αρδευόταν (Κτησίας FGrH 688 F 34) και ο τάφος του Κύρου στους Πασαργάδες βρισκόταν σε έναν παράδεισο με ένα άλσος από κάθε λογής δέντρα, αρδευόμενος και βαθύ χόρτο είχε αναπτυχθεί στο λιβάδι.
Πέμπτον, οι παράδεισοι ήταν στην κατοχή της υψηλότερης τάξης της Περσικής αριστοκρατίας. Ως εκ τούτου έγιναν το σύμβολο της περσικής αρχής, όπως φαίνεται να υποδεικνύει η επιλογή των Φοινίκων να θέσουν ως πρώτο στόχο τους στην εξέγερσή τους το 351 π.κ.ε. τον βασιλικό παράδεισο.
Έκτον και τελευταίο, σε αντίθεση με τον παράδεισο της Γένεσης, οι παράδεισοι κυνηγιού ήταν γεμάτοι με άγρια ζώα και μ’ αυτόν τον τρόπο επέτρεπαν στους Πέρσες να διατηρούν τον εαυτό τους γυμνασμένο και καλά προετοιμασμένο για πόλεμο.
Μετά την πτώση της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών οι παράδεισοι κυνηγιού γρήγορα εξαφανίστηκαν, αφού το κυνήγι δεν παίζει τον ίδιο ρόλο στη ζωή των διαδόχων του Αλέξανδρου, όπως μεταξύ των Περσών αρχόντων. Ωστόσο, άλλοι παράδεισοι συνέχισαν να υπάρχουν, αλλά χωρίς τα άγρια ζώα. Μπορούμε να σημειώσουμε αυτή την αλλαγή ήδη αρκετά νωρίς στο τρίτο αιώνα, αφού το 246 π.κ.ε. η μικρή κρητική πόλη της Ιτάνου αφιέρωσε ένα “ιερό τέμενος” κοντά στην πύλη, πιθανώς ένα είδος δημόσιου κήπου, ως έναν παράδεισο για τον Πτολεμαίο Γ’ (246-221).
Αυτό σίγουρα δεν ήταν ένα πάρκο κυνηγιού. Ούτε, προφανώς, ήταν οι παράδεισοι που συνδέονται με βασιλικές κατοικίες, οι οποίες αναφέρονται σε παπύρους στα τέλη του τρίτου αιώνα. Άλλοι συνδυασμοί ανακτόρων και πάρκων δείχνουν σαφώς ότι οι εν λόγω παράδεισοι ήταν πάρκα. Στο τρίτο και δεύτερο αιώνα, ο παράδεισος συνδέεται με νερό (Αριθμοί 24.6, Ησαΐας 1.30), δέντρα (Ιεζεκιήλ 31.8,9), έρχεται σε αντίθεση με την έρημο (Ησαΐας 51,3) και αποτελεί ένα σημάδι του μεγάλου πλούτου (Ιεζεκιήλ 28.13), αλλά πουθενά δεν ακούμε για ζώα. Στον Εκκλησιαστή, που φαίνεται να χρονολογείται στον τρίτο αιώνα π.κ.ε., ο Σολομών λέει: “έχω κάνει εγώ κήπους και pardesim και φύτεψα δέντρα σε αυτά με όλων των ειδών τα φρούτα” (2.5).
Όπως στην προαναφερθείσα περίπτωση στο Άσμα Ασμάτων, σύγχρονες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τον όρο “οπωρώνας” και μάλιστα, στα σύγχρονα εβραϊκά η λέξη “οπωρώνας” είναι pardes. Περισσότεροι οπωρώνες αναφέρονται σε μεταγενέστερους παπύρους από την Αίγυπτο, που περιέχουν πολλές αναφορές σε παραδείσους. Αυτοί οι παράδεισοι ήταν χρηστικοί κήποι, αφού το μέσο μέγεθος τους είναι εξαιρετικά μικρό, μικρότερο από ένα εκτάριο. Ως εκ τούτου, δεν είναι έκπληξη το γεγονός ότι ακούμε γι’ αυτούς να πωλούνται ή να αγοράζονται. Στα ρωμαϊκά χρόνια οι παράδεισοι έγιναν ακόμη πιο καλλιεργημένοι, όπως προκύπτει ευθέως από τους παράδεισους στα ελληνικά μυθιστορήματα του Λόγγου και του Αχιλλέα Τατίου. Εξακολουθούν να υπάρχουν πηγές και δέντρα, αλλά το τοπίο έχει γίνει πολύ πιο τεχνητό. Βλέπουμε τώρα την παρουσία λιβαδιών και λουλουδιών: τριαντάφυλλα, νάρκισσους και υάκινθους. Αντί για άγρια ζώα ο παράδεισος κατοικείται τώρα από κύκνους, παπαγάλους και παγώνια.
Πριν απαντηθεί το ερώτημα γιατί οι εβδομήκοντα δύο, τον τρίτο αιώνα π.κ.ε. επέλεξαν τον όρο “παράδεισος” για να μεταφράσουν την εβραϊκή έκφραση Gan Eden, έχουμε να λύσουμε ένα άλλο πρόβλημα. Γιατί οι μεταφραστές δεν προτιμούν τον εξίσου πιθανό ελληνικό όρο “κήπος”; Όπως ο παράδεισος, ο κήπος είναι συνδεδεμένος με το νερό (Ησαΐας 1.29) αλλά είναι σαφώς απλούστερος από το μαγευτικό παράδεισο (Δευτερονόμιο 11.10, 1 Βασιλέων 20.2). Αυτοί οι κήποι καλλιεργούνταν κατά κύριο λόγο για την παραγωγικότητα τους και ήταν στενά συνδεδεμένοι με τα συγκροτήματα κατοικιών. Ήταν μικροί, περιφραγμένοι, (οριοθετημένοι) καλλιεργούνταν εντατικά και φημίζονταν για τα λαχανικά και τα λουλούδια τους. Με άλλα λόγια, για τους Εβραίους μεταφραστές η λέξη “κήπος” δύσκολα έφερνε στο μυαλό την εικόνα ενός βασιλικού πάρκου αντάξιου του Γιαχβέ.
Αλλά αν οι μεταφραστές προτίμησαν τη λέξη “παράδεισος”, ποιον παράδεισο έχουν κατά νου; Μπορούμε να απορρίψουμε τις παλιές περσικές έννοιες “αποθήκη” ή “αμπελώνας” και τη χρήση για κυνήγι στον Ξενοφώντα, δεδομένου ότι ούτε ο θεός τους ούτε ο Αδάμ εμφανίζουν κανένα ενδιαφέρον για το κυνήγι, ούτε πίνουν αλκοόλ. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι μπορούμε να αγνοήσουμε επίσης τους παραδείσους της μεταγενέστερης ελληνιστικής και ρωμαϊκής Αιγύπτου, δεδομένου ότι ήταν πάρα πολύ μικροί, πάρα πολύ απλοί και πολύ χρηστικοί για να είναι αντάξιοι του Γιαχβέ. Αυτό μας αφήνει τους σύγχρονους βασιλικούς παραδείσους των ελληνιστικών χρόνων, όπως είναι ορατοί σε διάφορες περιγραφές: βασιλικά πάρκα με πολλά δέντρα, κατάλληλα για περπάτημα, λιγότερο άγριοι από τους περσικούς προδρόμους τους, αλλά πιο δασώδεις από τους ύστερους ρωμαϊκούς απογόνους τους.
Τέτοια πάρκα φυσικά ταιριάζουν με την εποχή των εβδομήκοντα δύο, δηλαδή την Αλεξάνδρεια κατά το δεύτερο τέταρτο του τρίτου αιώνα π.κ.ε. Οι γνώσεις μας της πρώιμης Αλεξάνδρειας είναι ατελείς, αλλά αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο ότι το βασιλικό παλάτι του Πτολεμαίου Β’ άντλησε έμπνευση από τα περσικά παλάτια με τους παραδείσους. Ο παράδεισός του φαίνεται πράγματι να αποτυπώνεται στην περιγραφή του παλατιού του βασιλιά Αιήτη στην Κολχίδα από τον Απολλώνιο τον Ρόδιο (Αργοναυτικά 3.219 – 29).
Υπάρχει επίσης μια σαφής ένδειξη για τη σύνδεση του παραδείσου του Γιαχβέ με τον κόσμο των Πτολεμαίων: η μετάφραση της έκφρασης Gan Eden στη Γένεση (3.23) ως “παράδεισος της τρυφής”. Η “τρυφή” ήταν ένας όρος που χρησιμοποιείται ευρέως στη μοναρχία των Πτολεμαίων για να χαρακτηρίσει την ήρεμη ζωή με την ευημερία και τη μεγαλοπρέπειά της. Τρεις βασιλείς επονομάστηκαν “Τρύφων” και διάφορες πριγκίπισσες “Τρύφαινα”. Στους ρωμαϊκούς χρόνους η τρυφή έγινε συνώνυμο με την “καλή ζωή”, εξ ου και “τρυφιλή ζωή”. Σαφώς η εποχή των Πτολεμαίων δεν ήταν πλέον η εποχή του Κύρου με τη σωματική ταλαιπωρία και τον ιδρώτα, αλλά ο κόσμος του πλούτου, της άνεσης και της πολυτέλειας. Πίσω από τον παράδεισο του ουράνιου βασιλιά στη μετάφραση των εβδομήκοντα δύο υποκρύπτονται οι καλλιεργημένοι παράδεισοι των επίγειων Ελλήνων αρχόντων της σύγχρονης Αιγύπτου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β'
Πώς είναι ο Παράδεισος και η Κόλαση στις μεγάλες θρησκείες
Μετά θάνατον ζωή την έχουν αποκαλέσει και είναι η βαθιά ριζωμένη πεποίθηση πως ένα ουσιαστικό κομμάτι της ταυτότητας ή της συνείδησής μας συνεχίζει να ζει ακόμα και μετά το τέλος του φθαρτού σώματος.
Οι θρησκείες επιμένουν εξάλλου πως η επίγεια ζωή δεν είναι παρά ένα προπαρασκευαστικό στάδιο για τον «άλλο» κόσμο, τον αιώνιο, τον αληθινό, τον παντοτινό. Και είναι οι πράξεις μας στο σύντομο αυτό πέρασμά μας από τη ζωή που θα καθορίσουν την τύχη μας όταν η ψυχή ή το πνεύμα περάσει στο επέκεινα.
Ο θάνατος δεν είναι λοιπόν το τέλος, παρά ένα πέρασμα σε μια άλλη σφαίρα, μια σφαίρα που έχουν βαλθεί να περιγράψουν οι πάντες, από τα θρησκευτικά δόγματα και τη μεταφυσική μέχρι και κάθε εσωτερική, ερμητική και μυστικιστική λατρεία.
Είναι ωστόσο οι μεγάλες αφηγήσεις για το υπέρτατο ον που μονοπωλούν όχι μόνο το ενδιαφέρον, αλλά και την ίδια την ουσία της μετά θάνατον κατάστασης. Ο Θεός, ή ένας θεός τέλος πάντων, που θα καθορίσει με την πάνσοφη κρίση του τα ανθρώπινα πεπραγμένα στη Γη απονέμοντας την αιώνια επιβράβευση ή τα παντοτινά μαρτύρια.
Τον Παράδεισο ή την Κόλαση, κοντολογίς, έννοιες που έχουν ριζώσει στο φαντασιακό μας για περισσότερο απ’ όσο μπορεί να θυμηθεί ο άνθρωπος. Έννοιες κοσμολογικές, εσχατολογικές, υπερβατικές και εξόχως θρησκευτικές που περιλαμβάνουν τα πάντα, από θεούς, δαίμονες, αγίους και προγόνους μέχρι φριχτά βασανιστήρια και εσαεί τιμωρίες.
Από τη μία έχουμε τον ιερό Παράδεισο, το ανώτατο μέρος όπου πηγαίνουν οι ενάρετοι και οι δίκαιοι, και από την άλλη την καταραμένη Κόλαση, αυτόν τον κάτω κόσμο που κανείς δεν θέλει να βρεθεί εντός του.
Πώς γεννήθηκαν όμως αυτές οι έννοιες; Τις έφερε πράγματι στις βαλίτσες του ο χριστιανισμός ή μήπως προϋπήρχαν ως δοξασίες σε ακόμα πιο αρχαίες θρησκευτικές πεποιθήσεις. Στη δική μας γλώσσα για Παράδεισο πρωτομίλησε ο Ξενοφώντας, τόσο στην «Κύρου Ανάβαση» και την «Κύρου Παιδεία» όσο και τα «Ελληνικά» του, αναφερόμενος στους περιφραγμένους λειμώνες (λιβάδια) του πέρση βασιλιά.
Ως «Παράδεισο» απέδωσαν αργότερα οι έλληνες λόγιοι στην κοινή ελληνιστική τον εβραϊκό Κήπο της Εδέμ, τον τόπο όπου τοποθέτησε ο Θεός τους Πρωτόπλαστους, στη σπουδαιότερη μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης («Εβδομήκοντα») στα ελληνικά.
Όσο για την Κόλαση, εκεί που τιμωρούνται οι αμαρτωλοί και οι φαύλοι, μαθαίνουμε γι’ αυτή από τον Ματθαίο (25:46): «ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον». Ο Μάρκος μάς λέει μάλιστα (9:47) πως πρέπει να κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να μη βρεθούμε εκεί, ακόμα και τα μάτια μας να βγάλουμε αν είναι αυτά που θα μας φέρνουν στην αμαρτία: «καὶ ἐὰν ὁ ὀφθαλμός σου σκανδαλίζῃ σε, ἔκβαλε αὐτόν· καλὸν σοί ἐστι μονόφθαλμον εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ἢ τοὺς δύο ὀφθαλμοὺς ἔχοντα ἀπελθεῖν εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός».
Αλλά και ο Ιωάννης δεν μασά καθόλου τα λόγια του στην «Αποκάλυψή» του (21:8) για το τι εστί Κόλαση: «Οι δειλοί όμως, οι άπιστοι, οι βδελυροί, οι φονιάδες, οι πόρνοι, οι μάγοι, οι ειδωλολάτρες κι όσοι αντιστρατεύονται την αλήθεια, θα ’χουν το μερίδιό τους στη λίμνη που καίγεται με φωτιά και θειάφι. Αυτός είναι ο δεύτερος θάνατος».
Ο πιστός χριστιανός ξέρει καλά τι είναι ο Παράδεισος και η Κόλαση, αν και οι έννοιες φαίνεται να προϋπάρχουν του χριστιανισμού. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν άλλωστε τον Άδη τους, τον κύριο του Κάτω Κόσμου που λειτούργησε ως βάση για πολλές θρησκευτικές κολάσεις. Αλλά και ο ζωροαστρισμός φαίνεται πως έχει επηρεάσει βαθύτατα τις αβρααμικές θρησκείες, ως παλαιότερος των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών παραδόσεων και κυρίαρχο ρεύμα στη Μεσοποταμία. Και ήταν αυτός πιθανότατα που μας κληροδότησε τη βάση για τον Παράδεισο και την Κόλαση, μπολιάζοντας τα μυαλά των πρώτων πιστών των άλλων θρησκειών με την αιώνια ανταμοιβή ή το μαρτύριο της ψυχής μετά το μοιραίο.
Να πώς κατάλαβαν και μεταμόρφωσαν τον Παράδεισο και την Κόλαση του Ζωροάστρη μια σειρά από μεγάλες και ιστορικές θρησκείες…
Ιουδαϊσμός
Θα περίμενε κανείς πως ο εβραϊσμός, ως μια από τις παλαιότερες και με μεγαλύτερη διάχυση στις άλλες μονοθεϊστικές θρησκείες παράδοση, θα είχε μια ξεκάθαρη άποψη για τον Παράδεισο. Στην πραγματικότητα όμως η Παλαιά Διαθήκη κάνει ελάχιστες και αποσπασματικές αναφορές για τα μετά της ζωής, καθώς αυτό που κυρίως την ενδιαφέρει είναι η επίγεια ζωή και η άμεση, φυσική και συγκεκριμένη επιβράβευση ή τιμωρία για τις πράξεις σου σε αυτόν τον κόσμο (όπως μας λέει, για παράδειγμα, στο Λευιτικόν 26:3-9 και το Δευτερονόμιο 11:13-15).
Κι έτσι ό,τι έχουμε από την ιουδαϊκή ιδέα περί Παραδείσου δεν είναι παρά ερμηνείες μεταγενέστερων. Αυτοί μας λένε, για παράδειγμα, πως οι εβραίοι έχουν Παράδεισο, μόνο που θα συμβεί μόνο μετά την έλευση του Μεσσία, όταν οι νεκροί σηκωθούν από τους τάφους τους. «Σαμάγιμ» (ουρανοί) είναι στα εβραϊκά ο τόπος όπου κατοικεί ο Θεός και οι άγγελοί του, αλλά και οι ενάρετοι νεκροί, μόνο που δεν μας λέει η Πεντάτευχος τίποτα περισσότερο.
Τα ιερά κείμενα των ιουδαίων δεν περιλαμβάνουν ενδείξεις για τη μετά θάνατον ζωή και όταν αυτή αναφέρεται, είναι σε ραβινικές ερμηνείες που ήρθαν αρκετές εκατοντάδες χρόνια αργότερα. Η Τορά αναφέρει ωστόσο πως ο Αβραάμ, ο Ισμαήλ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, ο Μωϋσής και ο Ααρών συνάντησαν τους ανθρώπους τους μετά θάνατον. Αυτή η κοινή συνάντηση ερμηνεύτηκε ως κάτι διαφορετικό από τον απλό θάνατό τους.
Αυτό δεν σημαίνει πως ο ιουδαϊσμός πιστεύει πως ο φυσικός θάνατος είναι το τέλος του ανθρώπου, δεν έχει απλώς συνεκτική εξήγηση για το τι ακριβώς συμβαίνει στην ψυχή. Κάποιας μορφής ανταμοιβή φαίνεται πάντως να υπάρχει και έχει να κάνει με τον Κήπο της Εδέμ, που δεν είναι ωστόσο ο ίδιος με τον Παράδεισο του Αδάμ και της Εύας.
Η εβραϊκή Κόλαση είναι ωστόσο πιο επαρκώς καθορισμένη από τον Παράδεισο, και πάλι όμως οι αναφορές της ενυπάρχουν κυρίως στον εβραϊκό μυστικισμό (Καμπαλά) και όχι στον κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης. Η Κόλαση των ιουδαίων φαίνεται να είναι κάτι σαν καθαρτήριο, μια μεταβατική κατάσταση δηλαδή που δεν έχει τον τελεσίδικο χαρακτήρα του χριστιανισμού. Και προσλαμβάνεται περισσότερο συμβολικά παρά κυριολεκτικά.
Η εβραϊκή Βίβλος αναφέρεται και πάλι ελάχιστα στην έννοια της Κόλασης, περιγράφοντάς τη απλώς ως το μέρος όπου κατοικούν οι ψυχές των νεκρών. Η Καμπαλά, που δεν περιλαμβάνεται στα επίσημα κείμενα της θρησκείας, εξηγεί πάντως πως Κόλαση υπάρχει και είναι μια κοιλάδα όπου θυσιάζονται παιδιά στον δαίμονα Μολώχ. Και πάλι έχει όμως μια μεταβατική φύση, καθώς κανείς δεν παραμένει εκεί εις το διηνεκές.
Στον «Εκκλησιαστή» και τον «Ιώβ» αναφέρεται μάλιστα πως όλοι οι νεκροί πάνε στο μέρος αυτό με τις φωτιές που καίνε, είτε ήταν καλοί είτε κακοί στη ζωή, είτε δούλοι είτε ελεύθεροι, είτε φτωχοί είτε πλούσιοι. Οι βιβλικοί μελετητές μάς λένε πως ο πρώιμος εβραϊσμός δεν είχε καν έννοιες για τη μετά θάνατον ζωή και τις απέκτησε κατά τα ελληνιστικά χρόνια, από την επαφή του με τα ελληνικά βασίλεια…
Χριστιανισμός
Ακόμα και οι πιστοί χριστιανοί πιστεύουν πως ξέρουν πώς είναι υποτίθεται ο Παράδεισος, μόνο που η πεποίθησή τους δεν είναι ακριβώς σωστή. Ο Παράδεισος των χριστιανών έλκει την καταγωγή του από την Ιερουσαλήμ με τις 12 πύλες, καθεμία εκ των οποίων έχει το όνομα μιας από τις φυλές του Ισραήλ, αλλά και έναν άγγελο για φύλακα.
Έχει ακόμα 12 πηγές, για καθέναν από τους αποστόλους, αλλά και ένα πελώριο τείχος φτιαγμένο από υλικά που δεν συναντάς στη Γη. Εκεί θα βρεις το ποτάμι με το «νερό της ζωής», που πηγάζει από τον Θρόνο του Θεού, και τα δέντρα που παράγουν κάθε μήνα τα «φρούτα της ζωής». Όποιος ζει στον Παράδεισο, έχει το όνομα του Θεού γραμμένο στο μέτωπό του και δεν νιώθει πόνο. Ούτε χύνει δάκρυα.
Ο Παράδεισος των χριστιανών είναι ένας τόπος γαλήνης. Αντανακλά μάλιστα τις ρίζες της θρησκείας στον ιουδαϊσμό, καθώς περιλαμβάνει μια πόλη που ονομάζεται Νέα Ιερουσαλήμ, την οποία περιγράφει διεξοδικά η Αποκάλυψη του Ιωάννη. Έχει υποστηριχθεί πάντως από σπουδαίους θεολόγους πως πολλά από αυτά λειτουργούν ως μεταφορές και ο Παράδεισος δεν πρέπει κατ’ ανάγκη να εκλαμβάνεται ως ένας πραγματικός τόπος «εκεί πάνω». Αλλά και πως δεν είναι η τελική κατοικία των ενάρετων, καθώς όλα θα κριθούν μετά τη Δευτέρα Παρουσία.
Η Κόλαση των χριστιανών μοιάζει αρκετά με τον Κάτω Κόσμο των αρχαίων Ελλήνων. Με φωτιές ολόγυρα, εκεί καίγονται και βασανίζονται αιωνίως οι ψυχές των αμαρτωλών. Ο Μάρκος την περιγράφει χαρακτηριστικά ως το μέρος που δεν σβήνει ποτέ η φλόγα. Στον καθολικισμό μάλιστα αρκετές ιδέες περί Κολάσεως έχουν προέλθει από την «Κόλαση» του Δάντη.
Η Καινή Διαθήκη την αφηγείται πάντως ως συνδυασμό της εβραϊκής ιδέας περί αιώνιας φωτιάς (Γέεννα) και της αρχαιοελληνικής ως αιώνιας τιμωρίας (Άδης). Για τον καθολικισμό είναι περισσότερο η τιμωρία της απομάκρυνσης της ψυχής από τον Θεό και το καλό, καθώς για να βρεθεί κάποιος στο εσωτερικό της πρέπει να πεθάνει ως αμαρτωλός και να μην έχει μετανοήσει για τα κρίματά του.
Μόνο που αυτή η Κόλαση έχει και μεταβατικό και τελεσίδικο χαρακτήρα, καθώς μετά τη Μέρα της Κρίσης και την ανάσταση των νεκρών εκεί θα καταλήξουν οι ψυχές όσων κριθούν ακατάλληλοι για τον Παράδεισο. Και θα ζήσουν εις το διηνεκές διαχωρισμένοι από τον Θεό, κάτι που δέχονται όλα τα δόγματα της χριστιανικής πίστης…
Ισλαμισμός
Αν ζήσεις τη ζωή σου ως ενάρετος μουσουλμάνος, τότε θα περάσεις την αιωνιότητα σε έναν κήπο όπου η θερμοκρασία είναι πάντοτε ιδανική. Εκεί, στους άνετους χρυσοποίκιλτους καναπέδες, θα σε περιμένουν καλοσχηματισμένες κοπέλες με μεγάλα, όμορφα μάτια και μεταξωτά φορέματα, θα γεύεσαι όλα τα καλά του κόσμου και θα περιβάλλεσαι από όλους σου τους αγαπημένους.
Η ισλαμική εκδοχή του Παραδείσου είναι ο τελικός τόπος προορισμού του ενάρετου και του ευσεβούς πιστού και έχει πολλά κοινά με τον εβραϊκό Κήπο των Πρωτόπλαστων. Οι μουσουλμάνοι χρησιμοποιούν αρκετές λέξεις για να περιγράψουν διάφορες βαθμίδες του Παραδείσου, οι οποίες έχουν αποκτήσει με τον χρόνο το ίδιο πάνω-κάτω νόημα. Ο δικός τους Παράδεισος είναι ένας τόπος που εκλαμβάνεται κυριολεκτικά, ένα μαγικό μέρος όπου πραγματοποιούνται όλες οι επιθυμίες σου. Εκεί θα ζήσεις αιώνια ευτυχισμένος, χωρίς να έχεις ποτέ αρνητικά συναισθήματα.
Η μουσουλμανική κοσμολογία αναγνωρίζει 7 στρώματα στον Παράδεισο και άλλα 7 στην Κόλαση. «Ουρανούς» τους αποκαλεί το Κοράνι και εκεί καταλήγουν οι ενάρετοι μετά τον θνητό θάνατό τους. Υπάρχουν ωστόσο αρκετές διαφοροποιήσεις εντός του ισλαμισμού. Οι σουφιστικές παραδόσεις, για παράδειγμα, τοποθετούν τον Παράδεισο μετά τον έβδομο ουρανό, μεταξύ ογδόου και ενάτου. Στο Κεφάλαιο (Σουράτ) 21:30, για παράδειγμα (αλλά και στο 67:5), μαθαίνουμε πως ο κατώτατος ουρανός είναι το Σύμπαν, το οποίο έχει πάνω του άλλους έξι ουρανούς.
Το Κοράνι βρίθει από αναφορές (13:15, 18:31, 38:49-54, 35:33-35, 52:17-27, 78:31-34) για τις ανταμοιβές της ισλαμικής Εδέμ. Ο κήπος περιλαμβάνει ποτάμια, φρούτα και παχυλές σκιές, αλλά και κοπέλες (ή παρθένες, σε κάποιες μεταφράσεις) που περιμένουν τον πιστό. Οι μουσουλμάνοι απορρίπτουν μάλιστα την έννοια του Προπατορικού Αμαρτήματος, πιστεύοντας πως κάθε άνθρωπος γεννιέται καθαρός. Τα παιδιά που πεθαίνουν πηγαίνουν αυτομάτως στον Παράδεισο, ανεξαρτήτως της θρησκείας των γονέων τους.
Για τους μωαμεθανούς το ισοζύγιο καλών και κακών πράξεων είναι μετρήσιμο και όσο πιο πολύ κλίνει ο ζυγός προς το καλό, σε τόσο ανώτερη παραδείσια βαθμίδα θα φτάσει η άφθαρτη ψυχή. Ακόμα και η κατώτερη βαθμίδα του Παραδείσου όμως λέγεται πως είναι τουλάχιστον εκατό φορές καλύτερη από την επίγεια ζωή. Στην έβδομη μάλιστα βαθμίδα, τα σπίτια των ανθρώπων χτίζονται από χέρια αγγέλων με αποκλειστικό δομικό υλικό τον χρυσό.
Από την άλλη, υπάρχει η Κόλαση. Παράδεισος και Κόλαση αναφέρονται συνήθως στα ίδια εδάφια του Κορανίου και σε χτυπητή αντίθεση μεταξύ τους. H Κόλαση του μωαμεθανού είναι ένας τόπος για τους κακούς με τις γνώριμες φωτιές που επικρατούν στις αβρααμικές θρησκείες. Από αυτή την Κόλαση δεν γλιτώνει ο καταδικασμένος, καθώς όποιος προσπαθήσει να αποδράσει θα υποστεί χειρότερα βασανιστήρια. Και τα βασανιστήρια είναι εδώ όσο πιο φριχτά παίρνει.
Η φωτιά δεν είναι άλλωστε παρά η αρχή των βασανιστηρίων, μιας και πρόκειται ουσιαστικά για ένα πύρινο τείχος που περιβάλλει τους φαύλους. Όποιος διαμαρτύρεται, λούζεται με καυτό νερό, «καυτό σαν λιωμένο ορείχαλκο», το οποίο καίει το πρόσωπό του. Αν και γίνεται χειρότερο, μιας και οι κολασμένοι φορούν πύρινα ρούχα και μαστιγώνονται με σιδερένιες ράβδους.
Το Κοράνι μάς λέει πως όλα αυτά θα συμβούν κατά τη Μέρα της Κρίσης, όταν ο κόσμος θα καταστραφεί και όλοι, ζωντανοί και νεκροί, θα κριθούν από τον Αλλάχ. Στην Κόλαση θα κατευθυνθούν όλοι οι άθεοι, όσοι έχουν παραβεί τους θείους νόμους ή έχουν απορρίψει τις Γραφές. Οι «εχθροί του Ισλάμ» στέλνονται κατευθείαν στην Κόλαση μετά τον θάνατό τους.
Ο βαθμός του βασανισμού έγκειται στην ποσότητα των αμαρτιών που θα έχει διαπράξει στον βίο του ο κολασμένος και τα δεινά που θα υποστεί δεν είναι μόνο σωματικά, αλλά και πνευματικά.
Και η Κόλαση έχει εφτά επίπεδα, αλλά και εφτά πύλες, τις οποίες διαβαίνουν διαφορετικές κατηγορίες αμαρτωλών, αν και εδώ υπάρχει μερίδα θεολόγων που αμφισβητούν τη μονιμότητα της Κόλασης για την καταδικασμένη ψυχή, πιστεύοντας πως είναι και στον μουσουλμανισμό μια μεταβατική κατάσταση κάθαρσης, ώστε να μετανοήσει ο άνθρωπος, να συγχωρεθεί και να μετακομίσει τελικά στον Παράδεισο…
Ινδουισμός
Οι θρησκευτικές παραδόσεις της Ανατολής δεν έχουν συνήθως προσδιορισμένους Παραδείσους, καθώς εκλαμβάνονται συμβολικά ως αποδέσμευση από τα δεινά της ύπαρξης. Οι ινδουιστές πιστεύουν εξάλλου στη μετενσάρκωση και ο Παράδεισος αποκτά εδώ την έννοια της απελευθέρωσης από τον αέναο αυτό κύκλο της ζωής. Και ο μόνος τρόπος να ξεφύγεις από τις απανωτές ζωές είναι μέσω του διαφωτισμού.
Στον ινδουισμό (βραχμανισμό) υπάρχει μια απόλυτη πραγματικότητα που υπερβαίνει την αισθητηριακή εμπειρία. Όλα είναι ρευστά και εύπλαστα και εξελίσσονται μάλιστα στον ιστορικό χρόνο, καθώς η θρησκεία έχει μεταμορφωθεί εντυπωσιακά από την αρχαιότητα ως και τις μέρες μας, ανταποκρινόμενη στην εκάστοτε εποχή.
Ιερά κείμενα δεν υπάρχουν, με τον τρόπο τουλάχιστον των δυτικών μονοθεϊστικών θρησκειών, παρά «δρόμοι σωτηρίας» για το σώμα και το πνεύμα. Για τους ινδουιστές εξάλλου ο κόσμος φτάνει συνεχώς σε ένα τέλος και αρχίζει πάλι από την αρχή, με τον ρευστό αυτό χωροχρόνο να μην αφήνει περιθώρια για παγιωμένες και προϋπάρχουσες καταστάσεις.
Σύμφωνα πάντως με τα παλαιότερα κείμενα της θρησκείας, τις Βέδες, αυτό που θα θεωρούσαμε ως Παράδεισο εμείς οι Δυτικοί είναι ένα συμβολικό μέρος που σε απελευθερώνει από την πλάνη του επίγειου κόσμου. Οι πράξεις μας (κάρμα) είναι αυτές που μας συνδέουν με τον πλαστό αισθητό κόσμο -καθώς αγνοούμε τον άλλο, τον αληθινό- και μας αναγκάζουν στον ατέρμονο αυτό κύκλο ζωής και αναγέννησης, από τον οποίο δύσκολα γλιτώνεις.
Μόνο αν αποδεσμευτείς από την άγνοιά σου και συνειδητοποιήσεις την πραγματική, υπερβατική, ζωή θα απαλλαχθείς από το φορτίο της ύπαρξης. Σε κάποια ινδουιστικά δόγματα υπάρχουν ωστόσο περισσότερο ορισμένοι Παράδεισοι, μια σαφής ινδουιστική κοσμολογία δηλαδή, που αποτελείται από οχτώ επίπεδα. Μια σειρά από παραδεισένιους κόσμους κοντολογίς όπου περνούν λίγο καιρό οι δίκαιοι και οι ενάρετοι μέχρι την επόμενη μετενσάρκωσή τους.
Αυτοί που έχουν κάνει καλό δηλαδή στο συγκεκριμένο επίγειο πέρασμά τους, μόνο που δεν είναι έτοιμοι ακόμα για το μεγάλο βήμα της απελευθέρωσης. Κάποιες ινδουιστικές παραδόσεις μιλούν για τον Παράδεισο, την υψηλότερη βαθμίδα των ουράνιων κόσμων, και είναι το μέρος όπου θα κατοικήσει η απελευθερωμένη ψυχή μέσα στην αιώνια ομορφιά και το φως.
Για τον ινδουισμό δεν είναι τελικός σκοπός ο Παράδεισος, καθώς όπου υφίσταται δεν είναι παρά εφήμερος και συνδέεται με το σώμα. Ο Παράδεισος είναι κι αυτός ατελής λοιπόν, άλλο ένα όνομα για την εγκόσμια υλική ζωή. Πάνω από τον επίγειο κόσμο υπάρχουν εξάλλου κι άλλοι νοητοί κόσμοι και πολλά μπορούν να συμβούν από την αλληλεπίδρασή τους.
Στο ίδιο μοτίβο κινείται και η Κόλαση (Σαμσάρα). Καθώς όλα συνδέονται με την αέναη αυτή αλληλουχία γέννησης-θανάτου-μετενσάρκωσης, κάθε ένοικος Κόλασης ή Παραδείσου θα επιστρέψει αναγκαστικά σε κάποια σφαίρα και θα κατοικήσει σε μια νέα ύπαρξη, μέχρι να ολοκληρωθεί κι αυτός ο κύκλος.
Όπως είπαμε, ο ινδουισμός δεν διέπεται από σταθερές αρχές και παραδεδομένες δοξασίες, κι έτσι σε κάποια δόγματά του υφίσταται μιας μορφής Κόλαση (Ναράκα), ένας κυριολεκτικός Κάτω Κόσμος όπου οι ψυχές περνούν διάφορα βασανιστήρια σύμφωνα με τις αμαρτίες τους στον πλαστό επίγειο κόσμο προκειμένου να εξιλεωθούν. Όποιος έκλεψε τον πλούτο του άλλου, τη γυναίκα ή τα παιδιά του στην επίγεια ζωή, για παράδειγμα, θα δεθεί με σχοινιά και θα αφεθεί να λυσσάξει της πείνας και της δίψας και θα δαρθεί μετά μέχρι λιποθυμίας. Όσο γι’ αυτόν που έζησε σε βάρος των άλλων, θα τιμωρηθεί από ένα τρομακτικό πλάσμα που τρέφεται με τις σάρκες του.
Η παραμονή των κολασμένων όμως είναι κι εδώ προσωρινή και ανάλογα με την κάθαρση της ψυχής, ο καταδικασμένος θα επιστρέψει (γιατί θα επιστρέψει αναγκαστικά) στη ζωή σε ανώτερα ή κατώτερα επίπεδα. Κάποια κείμενα περιγράφουν αυτόν τον τόπο ως έναν απύθμενο σκοτεινό λάκκο και υφίστανται δεινά για τις αμαρτίες.
Παρά το γεγονός ότι ινδουισμός, βουδισμός και ταοϊσμός έχουν τελείως διαφορετικές προσλαμβάνουσες για τη μεταθανάτια ζωή, περισσότερο μεταφορικές Κολάσεις και Παραδείσους δηλαδή παρά υλιστικές, υπάρχουν ρεύματά τους που εκλαμβάνουν τις έννοιες με παραπλήσιο τρόπο με τον μονοθεϊστικό δυτικό…
Βουδισμός
Ο μόνος τρόπος να περάσει ο βουδιστής στον Παράδεισο, τη Νιρβάνα, είναι να μην το θέλει! Κι αυτό γιατί το κλειδί της φώτισης, ώστε να γίνει κάποιος πεφωτισμένος και να μπορεί να εισέλθει στην ανώτερη αυτή μορφή ζωής δηλαδή, είναι η απάρνηση της επιθυμίας, κάθε επιθυμίας.
Το εγώ θα πρέπει να καταστρατηγηθεί ολότελα για να αγγίξει ο πιστός τη Νιρβάνα, ώστε να ζήσει μετά χωρίς έννοιες και θέλω. Για τον βουδισμό εξάλλου όλα τα δεινά και τα βάσανα εκπορεύονται από την επιθυμία, μια παγίδα που μας κρατά εγκλωβισμένους στον ιστό της ψευδαίσθησης που αποκαλούμε «εαυτό». Ο Βούδας κήρυξε πως η επιθυμία είναι η φλόγα που μας καίει, προκαλεί όλα τα πάθη και μας κρατά δέσμιους σε αυτόν τον αιώνιο κύκλο ζωής και θανάτου, μιας και δεν σταματά με το επίγειο τέλος.
Η Νιρβάνα είναι ο νοητός τόπος όπου σβήνει αυτή η φωτιά, παίρνοντας μαζί της όλα όσα μας ταλαιπωρούν στη ζωή και ολοκληρώνοντας τον κύκλο της μετενσάρκωσης. Ο Βούδας άντλησε πολλά από τη βραχμανική παράδοση, όπως τις επίγειες πράξεις (κάρμα) αλλά και τις έννοιες του Παραδείσου και της Κόλασης, όπως αναδύονταν αυτές με τον γνώριμο ρευστό τρόπο στις ινδουιστικές λατρείες.
Ο Παράδεισος του βουδιστή χαρακτηρίζει μια υπερβατική κατάσταση που επιτυγχάνεται με την άσκηση και τον διαλογισμό. Στη Νιρβάνα εξαλείφεται ο πόνος που εκπορεύεται από τις διαδοχικές μετενσαρκώσεις και το εγώ χάνει τελικά τους λόγους και τα στοιχεία της ύπαρξής του, καθώς η φώτιση υποδεικνύει την αληθινή ζωή, μια ζωή που δεν έχει καμία σχέση με την ψευδαίσθηση του αισθητού κόσμου.
Κάποιες βουδιστικές παραδόσεις εκλαμβάνουν ωστόσο τη Νιρβάνα λιγότερο συμβολικά, μιλώντας μας για μια απόλυτη κατάσταση όπου το είναι και το μη είναι παύουν να διαπερνιούνται αντιφατικά, καθώς λούζονται από αυτό το αρχέγονο φως της συνείδησης. Επίσης αφηρημένος και συχνά αμφίσημος, ο βουδιστικός Παράδεισος ανοίγεται στον πιστό μόνο όταν εκείνος απωλέσει τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του και κυρίως τις θνητές επιθυμίες του. Όταν εκμηδενίσει ουσιαστικά την ύπαρξή του, ώστε να περάσει στην απολύτρωση της ψυχής από τα εγκόσμια δεινά. Και τον καταλαβαίνεις φυσικά μόνο όταν τον βιώσεις.
Άλλες πάλι παραδόσεις της θρησκείας δέχονται αρκετούς Παραδείσους, μόνο που είναι όλοι τους τμήμα της αισθητηριακής πλάνης. Όσοι συγκεντρώσουν αρκετό καλό κάρμα (προβούν σε επίγειες ηθικές πράξεις δηλαδή), μπορεί να αναγεννηθούν σε έναν από αυτούς, αν και θα παραμείνουν μόνο για λίγο, καθώς η ατελής ψυχή θα τραβήξει αναγκαστικά τον δρόμο της για τη μετενσάρκωση σε κάποιο ανθρώπινο ή μη ον. Ακόμα και γι’ αυτές όμως, ο πραγματικός, αιώνιος, Παράδεισος είναι μόνο η απόδραση από την απαράβατη αναγκαιότητα των διαδοχικών μετενσαρκώσεων και η αφύπνιση (φώτιση).
Στο ίδιο μήκος κύματος πάντα, η βουδιστική κοσμολογία αναγνωρίζει ένα παροδικό Σύμπαν στο οποίο τα όντα μετακινούνται μεταξύ διαφορετικών κόσμων. Ο κόσμος του ανθρώπου δεν είναι έτσι παρά ένας μόνο «τόπος» ή «μονοπάτι» σε αυτό το κατακόρυφο συνεχές με τους -προσωρινούς- Παραδείσους που υπάρχουν πάνω από την ανθρώπινη σφαίρα και τους αντίστοιχους κόσμους των ζώων, των πνευμάτων και των δαιμονικών υπάρξεων που υφίστανται στη βάση.
Η Κόλαση είναι και για τον βουδιστή η ατέρμονη αυτή αλληλουχία ζωής και θανάτου, αν και υπάρχουν ρεύματα που κάνουν λόγο για μια άλλης μορφής Κόλαση. Είναι εκεί που θα παραμείνει η ψυχή για 49 ημέρες μετά τον θάνατο του θνητού και είτε θα περάσει στη Νιρβάνα είτε θα αναγεννηθεί ξανά.
Η Κόλαση είναι αυτή η μεταβατική κατάσταση, ένα «μεταξύ», αν και στην ουσία υπάρχουν πολλά «μεταξύ». Η ινδουιστική Κόλαση (Ναράκα) ενυπάρχει σε κάποια δόγματα του βουδισμού -περισσότερο ως Καθαρτήριο-, αν και διαφέρει από τη χριστιανική Κόλαση σε δύο βασικά σημεία: πρώτον, όσοι καταλήγουν εδώ δεν είναι αποτέλεσμα θείας κρίσης ή τιμωρίας και δεύτερον, η παραμονή στη Ναράκα είναι προσωρινή, έστω κι αν η προσωρινότητα μετρά ακόμα και εκατοντάδες εκατομμύρια ή ακόμα και πεντάκις εκατομμύρια χρόνια.
Στην Κόλαση δεν πηγαίνει εξάλλου ο άνθρωπος, αλλά (ξανα-)γεννιέται εκεί ως αποτέλεσμα του κάρμα του, που μετρήθηκε και βρέθηκε λειψό. Ή σώθηκε στην πορεία των τόσων μετενσαρκώσεων. Υπάρχουν πάντως ιερά κείμενα του βουδισμού στα οποία ο Βούδας περιγράφει λεπτομερώς τις Κολάσεις ως μια σειρά από σπηλιές που εκτείνονται κάτω από τον κόσμο των ανθρώπων (τη Γη). Εκεί ενυπάρχουν οχτώ Καυτές Κολάσεις και οχτώ Ψυχρές Κολάσεις και τα κατώτερα επίπεδά τους περιέχουν, πλάι στην αγωνία και το μαρτύριο της ύπαρξης, ακόμα και βασανιστήρια, «ατέλειωτο πόνο», όπως λέει.
Όπως όμως και σε κάθε άλλη σφαίρα αναγέννησης, η μετενσάρκωση στην Κόλαση είναι προσωρινή, παρά το γεγονός ότι τα δεινά μπορεί να επιμείνουν για αιώνες ή και χιλιάδες χρόνια πριν ξαναγεννηθείς στον αισθητό κόσμο. Ο βουδισμός διδάσκει πως μόνο αν ξεφύγεις από τον ατέλειωτο κύκλο των μετενσαρκώσεων θα βρεις την αιώνια λύτρωση και όλα τα άλλα δεν είναι παρά εφήμερα πράγματα μιας ύπαρξης που ζει στην πλάνη…
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ'
Η Κόλαση είναι εξώθερμη ή εσώθερμη;
Η πιο εκπληκτική απάντηση που δόθηκε ποτέ σε τεστ χημείας
Το κείμενο που ακολουθεί, αποτελεί μια πραγματική απάντηση που δόθηκε σε ενδιάμεσες εξετάσεις/προόδου στη χημεία στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον.
Η απάντηση ήταν τόσο βαθιά σε νόημα που ο καθηγητής θέλησε να τη μοιραστεί με τους συναδέλφους του μέσω ιντερνετ και έτσι κάνει το γύρω του κόσμου.
Η ερώτηση είχε ως εξής και βαθμολογούταν με έξτρα βαθμούς:
Η Κόλαση είναι εξώθερμη ή εσώθερμη; (στη χημεία η εξώθερμη δίνει θερμότητα ενώ η άλλη απορροφά)
Οι περισσότεροι φοιτητές έδωσαν απαντήσεις παρέχοντας αποδείξεις βασισμένες στο Νόμο του Boyle (ένα αέριο ψύχεται όταν μεγαλώνει ο όγκος και θερμαίνεται όταν συμπιέζεται) ή κάτι παρόμοιο.
Ωστόσο, ένας έγραψε τα εξής:
Πρώτον πρέπει να γνωρίζουμε αν ο όγκος της κόλασης αυξάνεται προς το χρόνο.
Επομένως χρειάζεται να ξέρουμε το ρυθμό με τον οποίο οι ψυχές εισρέουν στην κόλαση και το ρυθμό με τον οποίο διαφεύγουν. Νομίζω ότι μπορούμε ασφαλώς να υποθέσουμε ότι όταν μια ψυχή πάει στην κόλαση, δεν πρόκειται να φύγει.
Επομένως, δεν διαφεύγουν ψυχές. Τώρα για το πόσες ψυχές μπαίνουν, ας δούμε πόσες διαφορετικές θρησκείες υπάρχουν σήμερα στον κόσμο. Οι περισσότερες από αυτές δηλώνουν ότι αν δεν είσαι οπαδός τους τότε θα πας στη κόλαση.
Εφόσον υπάρχουν περισσότερες από μία τέτοια θρησκεία και εφόσον οι άνθρωποι δεν ανήκουν σε περισσότερη από μία θρησκεία τότε μπορούμε να εξαγάγουμε ότι όλες οι ψυχές πάνε στην κόλαση. Και όπως έχουν οι ρυθμοί γεννήσεων και θανάτων, θα πρέπει να αναμένουμε ότι ο αριθμός των ψυχών στην κόλαση θα αυξηθεί εκθετικά.
Τώρα, ο λόγος για τον οποίο εξετάζουμε το ρυθμό αλλαγής του όγκου της κολάσεως είναι γιατί ο Νόμος του Μπόυλ δηλώνει ότι για να παραμείνει σταθερή η θερμοκρασία και η πίεση στην κόλαση, ο όγκος της πρέπει να αυξάνεται αναλόγως με τις ψυχές που προστίθενται.
Αυτό μας δίνει 2 περιπτώσεις:
1.Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με πιο αργό ρυθμό από αυτόν με το οποίο εισέρχονται ψυχές, τότε η θερμοκρασία και η πίεση θα αυξάνονται μέχρι να σκάσει η Κόλαση και να ξεχυθούν οι ψυχές.
2.Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με ρυθμό πιο γρήγορο από την αύξηση των ψυχών, τότε η θερμοκρασία και ή πίεση θα πέφτουν μέχρι να παγώσουν τα καζάνια της.
Ποια από τις 2 περιπτώσεις ισχύει;
Αν αποδεχθούμε το αξίωμα το οποίο μου είπε η Τερέζα όταν ήμουν πρωτοετής ότι «Θα πρέπει να παγώσει η Κόλαση πριν κοιμηθούμε μαζί» και συνθεωρήσουμε και το γεγονός ότι χθες το βράδυ κοιμήθηκα μαζί της, τότε ισχύει η δεύτερη υπόθεση και επομένως είμαι σίγουρος ότι η Κόλαση είναι εξώθερμη και ότι ήδη έχει παγώσει.
Απόρροια αυτής της θεωρίας είναι ότι η κόλαση αφού έχει παγώσει άρα δεν δέχεται άλλες ψυχές και επομένως έχει εκλείψει.... αφήνοντας μόνο τον Παράδεισο. Αυτό με τη σειρά του αποδεικνύει την ύπαρξη ενός Θεϊκού Οντος, το οποίο εξηγεί γιατί χθες το βράδυ η Τερέζα φώναζε συνεχώς: «Θεέ μου, Θεέ μου».
Αυτός ο μαθητής πήρε το μοναδικό "Α"
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου