Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ἠθικὰ Νικομάχεια (1152b-1153a)

[XII] Ὅτι δ᾽ οὐ συμβαίνει διὰ ταῦτα μὴ εἶναι ἀγαθὸν μηδὲ τὸ ἄριστον, ἐκ τῶνδε δῆλον. πρῶτον μέν, ἐπεὶ τὸ ἀγαθὸν διχῶς (τὸ μὲν γὰρ ἁπλῶς τὸ δὲ τινί), καὶ αἱ φύσεις καὶ αἱ ἕξεις ἀκολουθήσουσιν, ὥστε καὶ αἱ κινήσεις καὶ αἱ γενέσεις, καὶ αἱ φαῦλαι δοκοῦσαι εἶναι αἳ μὲν ἁπλῶς φαῦλαι τινὶ δ᾽ οὒ ἀλλ᾽ αἱρεταὶ τῷδε, ἔνιαι δ᾽ οὐδὲ τῷδε ἀλλὰ ποτὲ καὶ ὀλίγον χρόνον αἱρεταί, ‹ἁπλῶς› δ᾽ οὔ· αἳ δ᾽ οὐδ᾽ ἡδοναί, ἀλλὰ φαίνονται, ὅσαι μετὰ λύπης καὶ ἰατρείας ἕνεκεν, οἷον αἱ τῶν καμνόντων. ἔτι ἐπεὶ τοῦ ἀγαθοῦ τὸ μὲν ἐνέργεια τὸ δ᾽ ἕξις, κατὰ συμβεβηκὸς αἱ καθιστᾶσαι εἰς τὴν φυσικὴν ἕξιν ἡδεῖαί εἰσιν· ἔστι δ᾽ ἡ ἐνέργεια ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῆς ὑπολοίπου ἕξεως καὶ φύσεως, ἐπεὶ καὶ ἄνευ λύπης καὶ ἐπιθυμίας εἰσὶν

[1153a] ἡδοναί, οἷον αἱ τοῦ θεωρεῖν [ἐνέργειαι], τῆς φύσεως οὐκ ἐνδεοῦς οὔσης. σημεῖον δ᾽ ὅτι οὐ τῷ αὐτῷ ἡδεῖ χαίρουσιν ἀναπληρουμένης τε τῆς φύσεως καὶ καθεστηκυίας, ἀλλὰ καθεστηκυίας μὲν τοῖς ἁπλῶς ἡδέσιν, ἀναπληρουμένης δὲ καὶ τοῖς ἐναντίοις· καὶ γὰρ ὀξέσι καὶ πικροῖς χαίρουσιν, ὧν οὐδὲν οὔτε φύσει ἡδὺ οὔθ᾽ ἁπλῶς ἡδύ. ὥστ᾽ οὐδ᾽ ἡδοναί· ὡς γὰρ τὰ ἡδέα πρὸς ἄλληλα διέστηκεν, οὕτω καὶ αἱ ἡδοναὶ αἱ ἀπὸ τούτων. ἔτι οὐκ ἀνάγκη ἕτερόν τι εἶναι βέλτιον τῆς ἡδονῆς, ὥσπερ τινές φασι τὸ τέλος τῆς γενέσεως· οὐ γὰρ γενέσεις εἰσὶν οὐδὲ μετὰ γενέσεως πᾶσαι, ἀλλ᾽ ἐνέργειαι καὶ τέλος· οὐδὲ γινομένων συμβαίνουσιν ἀλλὰ χρωμένων· καὶ τέλος οὐ πασῶν ἕτερόν τι, ἀλλὰ τῶν εἰς τὴν τελέωσιν ἀγομένων τῆς φύσεως. διὸ καὶ οὐ καλῶς ἔχει τὸ αἰσθητὴν γένεσιν φάναι εἶναι τὴν ἡδονήν, ἀλλὰ μᾶλλον λεκτέον ἐνέργειαν τῆς κατὰ φύσιν ἕξεως, ἀντὶ δὲ τοῦ αἰσθητὴν ἀνεμπόδιστον. δοκεῖ δὲ γένεσίς τισιν εἶναι, ὅτι κυρίως ἀγαθόν· τὴν γὰρ ἐνέργειαν γένεσιν οἴονται εἶναι, ἔστι δ᾽ ἕτερον. τὸ δ᾽ εἶναι φαύλας ὅτι νοσώδη ἔνια ἡδέα, τὸ αὐτὸ καὶ ὅτι ὑγιεινὰ ἔνια φαῦλα πρὸς χρηματισμόν. ταύτῃ οὖν φαῦλα ἄμφω, ἀλλ᾽ οὐ φαῦλα κατά γε τοῦτο, ἐπεὶ καὶ τὸ θεωρεῖν ποτὲ βλάπτει πρὸς ὑγίειαν. ἐμποδίζει δὲ οὔτε φρονήσει οὔθ᾽ ἕξει οὐδεμιᾷ ἡ ἀφ᾽ ἑκάστης ἡδονή, ἀλλ᾽ λης ἐνεργείας οὐδεμιᾶς τέχνη ἐστίν, ἀλλὰ τῆς δυνάμεως· καίτοι καὶ ἡ μυρεψικὴ τέχνη καὶ ἡ ὀψοποιητικὴ δοκεῖ ἡδονῆς εἶναι. τὸ δὲ τὸν σώφρονα φεύγειν καὶ τὸν φρόνιμον διώκειν τὸν ἄλυπον βίον, καὶ τὸ τὰ παιδία καὶ τὰ θηρία διώκειν, τῷ αὐτῷ λύεται πάντα. ἐπεὶ γὰρ εἴρηται πῶς ἀγαθαὶ ἁπλῶς καὶ πῶς οὐκ ἀγαθαὶ πᾶσαι αἱ ἡδοναί, τὰς τοιαύτας καὶ τὰ θηρία καὶ τὰ παιδία διώκει, καὶ τὴν τούτων ἀλυπίαν ὁ φρόνιμος, τὰς μετ᾽ ἐπιθυμίας καὶ λύπης, καὶ τὰς σωματικάς (τοιαῦται γὰρ αὗται) καὶ τὰς τούτων ὑπερβολάς, καθ᾽ ἃς ὁ ἀκόλαστος ἀκόλαστος. διὸ ὁ σώφρων φεύγει ταύτας, ἐπεὶ εἰσὶν ἡδοναὶ καὶ σώφρονος.

***
[12] Όλα όμως αυτά δεν οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ηδονή δεν είναι κάτι καλό, ή και το ύψιστο αγαθό. Αυτό θα γίνει φανερό από τα ακόλουθα:

Πρώτα πρώτα: Επειδή για το αγαθό μιλούμε με διπλό νόημα (αγαθό γενικά και απόλυτα και αγαθό για ένα συγκεκριμένο πρόσωπο), αντίστοιχη διάκριση θα υπάρξει και στις φύσεις, δηλαδή στις έξεις των ανθρώπων, και κατ᾽ ακολουθίαν στις κινήσεις και στις γενέσεις. Από αυτές λοιπόν που θεωρούνται κακές, κάποιες θα είναι γενικά και απόλυτα κακές, για ένα συγκεκριμένο όμως πρόσωπο όχι (ίσα ίσα θα είναι άξιες της επιλογής και προτίμησής του), ενώ κάποιες άλλες δεν θα είναι άξιες επιλογής και προτίμησης ούτε για ένα συγκεκριμένο πρόσωπο παρά μόνο για κάποια χρονική στιγμή και για μικρή διάρκεια χρόνου, «γενικά όμως και απόλυτα» όχι. Και κάποιες από αυτές δεν είναι ούτε καν ηδονές, μολονότι φαίνονται πως είναι: στην πραγματικότητα, όλες αυτές που συνοδεύονται από λύπη και που έχουν για σκοπό τους τη γιατρειά, όπως είναι π.χ. οι θεραπείες στις οποίες υποβάλλονται οι άρρωστοι.

Επίσης: Επειδή το αγαθό μπορεί να είναι ή ενέργεια ή έξη, οι διαδικασίες που μας επαναφέρουν και μας αποκαθιστούν στη φυσική μας έξη είναι ευχάριστες μόνο κατά σύμπτωση, ενώ η ενέργεια στην περιοχή της επιθυμίας είναι η ενέργεια της φυσικής μας έξης που παραμένει ανέγγιχτη και αμείωτη· γιατί υπάρχουν και ηδονές που είναι τελείως ασυνόδευτες από λύπη και επιθυμία

[1153a] (παράδειγμα αυτές που σχετίζονται με τη φιλοσοφική θεώρηση των πραγμάτων), με τη φύση να μην είναι στην περίπτωση αυτή ελλιπής σε τίποτε. Απόδειξη του ότι οι διαδικασίες που μας αποκαθιστούν στη φυσική μας έξη είναι ευχάριστες μόνο κατά σύμπτωση αποτελεί το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν ευχαριστιούνται με τα ίδια πράγματα όσο η φυσική τους έξη αποκαθίσταται και όταν αυτή έχει πια αποκατασταθεί: όταν αυτή έχει πια αποκατασταθεί, ευχαριστιούνται με πράγματα που είναι ευχάριστα καθεαυτά, στον χρόνο όμως που αυτή αποκαθίσταται ευχαριστιούνται και με πράγματα που είναι αντίθετα με τα ευχάριστα· ευχαριστιούνται, πράγματι, και με ξινά και με πικρά πράγματα, με πράγματα δηλαδή που ούτε εκ φύσεως ούτε καθεαυτά είναι ευχάριστα· άρα ούτε και οι ηδονές που προέρχονται από τα πράγματα αυτά είναι ευχάριστες είτε εκ φύσεως είτε καθεαυτές· γιατί όποια διαφορά παρουσιάζουν μεταξύ τους τα ευχάριστα πράγματα, την ίδια διαφορά παρουσιάζουν μεταξύ τους και οι ηδονές που προέρχονται από αυτά.

Επίσης: Δεν είναι ανάγκη να υπάρχει κάτι άλλο καλύτερο από την ηδονή, όπως λένε μερικοί ότι το τέλος είναι καλύτερο από τη διαδικασία που οδηγεί σ᾽ αυτό· γιατί οι ηδονές δεν είναι γενέσεις, ούτε και συνοδεύονται όλες τους από γένεση, αλλά είναι ενέργειες και τέλος. Ούτε προκύπτουν όταν γινόμαστε κάτι, αλλά όταν κάνουμε χρήση αυτού του πράγματος. Ούτε και έχουν όλες τους κάποιο τέλος διαφορετικό από τις ίδιες, παρά μόνο όταν πρόκειται για ανθρώπους που προχωρούν προς την ολοκλήρωση της φύσης τους. Γι᾽ αυτό και δεν είναι σωστό να λέμε ότι η ηδονή είναι μια αντιληπτή με τις αισθήσεις γένεση, αλλά μάλλον μια ενέργεια της φυσικής μας έξης, και αντί να λέμε «αντιληπτή με τις αισθήσεις» καλύτερα να λέμε «ανεμπόδιστη». Κάποιοι θεωρούν ότι η ηδονή είναι γένεση, επειδή είναι κάτι το καλό στην πλήρη σημασία της λέξης· πιστεύουν, πράγματι, ότι η ενέργεια είναι γένεση, ενώ στην πραγματικότητα είναι κάτι διαφορετικό.

Να λέμε, επίσης, ότι η ηδονή είναι κάτι κακό για τον λόγο ότι κάποια ευχάριστα πράγματα βλάπτουν την υγεία, είναι το ίδιο σαν να λέμε ότι μερικά υγιεινά πράγματα (είναι κακά γιατί) είναι κακά για το πορτοφόλι μας· από την άποψη που είπαμε είναι, πράγματι, και τα δύο κάτι κακό, δεν είναι όμως καθεαυτά κάτι κακό γι᾽ αυτόν μόνο τον λόγο — μήπως και η (φιλοσοφική) σκέψη δεν βλάπτει μερικές φορές την υγεία; Ούτε η φρόνηση, άλλωστε ούτε καμιά άλλη έξη εμποδίζεται από την ηδονή που προέρχεται από την άσκησή της· εμπόδιο αποτελούν οι αλλότριες ηδονές· γιατί η ηδονή που προέρχεται από τη (φιλοσοφική) σκέψη και από τη μάθηση μας κάνουν, ίσα ίσα, να σκεφτόμαστε και να μαθαίνουμε πιο πολύ.

Όσο για το ότι δεν υπάρχει ηδονή που να είναι προϊόν κάποιας τέχνης, αυτό είναι απλώς εντελώς φυσικό και κανονικό: η τέχνη δεν έχει ποτέ ως αντικείμενό της μια οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, παρά μόνο την αντίστοιχη δύναμη· και όμως και η τέχνη των αρωμάτων και η μαγειρική τέχνη θεωρούνται ότι παράγουν ηδονή.

Το ότι ο σώφρων άνθρωπος αποφεύγει τις ηδονές, το ότι ο φρόνιμος άνθρωπος επιδιώκει τη δίχως λύπες ζωή, το ότι τα παιδιά και τα ζώα κυνηγούν τις ηδονές, όλα αυτά τα επιχειρήματα αντιμετωπίζονται με έναν και τον αυτό συλλογισμό: Αφού έχουμε πει πώς οι ηδονές είναι κάτι καλό με γενικό και απόλυτο νόημα και πώς δεν είναι όλες τους, με γενικό και απόλυτο νόημα, κάτι καλό, τα ζώα και τα παιδιά κυνηγούν τις ηδονές του τελευταίου αυτού είδους· επίσης ότι ο φρόνιμος άνθρωπος επιδιώκει την απουσία της λύπης από τη στέρηση αυτού του είδους των ηδονών, των ηδονών δηλαδή που συνοδεύονται από επιθυμία και λύπη, αυτό θα πει: των σωματικών ηδονών (γιατί αυτές είναι που έχουν αυτό το χαρακτηριστικό) και των υπερβολών τους, ενσχέσει προς τις οποίες ο ακόλαστος άνθρωπος είναι ακόλαστος. Αυτός είναι ο λόγος που ο σώφρων άνθρωπος αποφεύγει τις ηδονές· γιατί υπάρχουν, βέβαια, και ηδονές που προσιδιάζουν στον σώφρονα άνθρωπο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου