Όταν αποφασίζεις ότι πρέπει να μετακομίσεις ή ότι θέλεις να ανανεώσεις το σπίτι σου, τότε αρχίζεις να συνειδητοποιείς ότι έχεις μαζέψει πολλά άχρηστα ή αχρείαστα πράγματα. Αυτά που πραγματικά χρειάζεσαι είναι εκπληκτικά λίγα, πράγμα που κατανοείς μόνο όταν ασχοληθείς με όλα αυτά. Συνήθως το κάνεις μόνο όταν κάτι απροσδόκητο σε αναγκάζει να βγεις από την άνεση στην οποία έχεις χρόνια βολευτεί.
Το μυστικό είναι να σκέφτεσαι ότι σκέφτεσαι αυτή την εκκαθάριση προτού το αναπάντεχο σου χτυπήσει την πόρτα και σε αναγκάσει, εν ατμό ψυχής, να τη σκεφτείς. Τι αλήθεια θα έπαιρνες μαζί σου αν ήξερες ότι σήμερα ήταν η τελευταία σου μέρα εδώ και ότι από αύριο θα βρισκόσουν σε ένα εντελώς νέο χώρο και χρόνο, που τίποτα δεν θα θύμιζε την τωρινή πραγματικότητα σου;
Ο λογικός νους σε πείθει ότι αυτές είναι θεωρητικές, αόριστες σκέψεις, αντίθετες με το ρεαλισμό της ζωής και όλα αυτά που έχεις ορίσει ως σημαντικά. Θα το κάνεις αργότερα, όταν θα έχεις περισσότερο χρόνο, όταν θα έχεις φροντίσει τις υποχρεώσεις σου, όταν θα έχεις την «πολυτέλεια» να ξεκουραστείς. Θα διαβάσεις το άρθρο αργότερα (ποτέ δηλαδή), ή θα το διαβάσεις μηχανικά και θα το κλείσεις σε κάποιο ντουλάπι του νου σου, όπως τόσα άλλα που σε βγάζουν από τις καθημερινές συνήθειες.
Ο χρόνος όμως ποτέ δεν είναι αρκετός. Τέτοιες σκέψεις (ή άρθρα) σου προκαλούν «αχρείαστη» νοητική κούραση, πιστεύεις, έτσι απορρίπτεις κάθε τι που είναι ικανό να διαταράξει το πρόγραμμα, να αμφισβητήσει το μάτριξ που τόσο προσεκτικά έχεις χτίσει (ατομικά και συλλογικά), αιώνες τώρα.
Αλλά το απροσδόκητο είναι συνήθως αμείλικτο. Δεν το ορίζεις. Σε χτυπάει αδυσώπητα, ακριβώς τη στιγμή που δεν το περιμένεις. Σε πιάνει στον ύπνο και σου θυμίζει ότι δεν είχες την πολυτέλεια να αναβάλλεις. Ακόμα και τότε όμως, έχεις βρει τον τρόπο να συνεχίζεις να κοιμάσαι. Έχεις πολύ καλά εκπαιδεύσει το νου να παραμένει εστιασμένος στην πραγματικότητα που εσύ έχεις επιλέξει να βλέπεις, αποκλείοντας οτιδήποτε δεν ταιριάζει με αυτήν.
Αρχίζεις να δημιουργείς σενάρια για το τι θα έπρεπε να είχε συμβεί, να επιμένεις ότι δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί, να ψάχνεις το «δίκιο» σου σύμφωνα με την πραγματικότητα που έχεις φτιάξει στο νου σου. Καταναλώνεις τεράστιες ποσότητες ενέργειας επιμένοντας να κατοικείς στο παρελθόν, αρνούμενη πεισματικά να αποδεχτείς αυτό που είναι (είτε σου αρέσει είτε όχι).
Έτσι, ο νους, με τη δική σου εντολή, φιλτράρει τις πληροφορίες σύμφωνα με τη δική σου επιλογή εστίασης. Ζεις την ίδια ακριβώς ψευδαίσθηση που ζούσες πριν αλλά από τη μεριά της άρνησης. Δεν άλλαξες οπτική, άλλαξες απλά μαγνητικό πόλο, στην ίδια ενέργεια που δημιούργησε την πολικότητα αρχικά.
Στη συνέχεια, κατηγορείς την τύχη σου, τους άλλους, το Θεό, τον εαυτό σου, για αυτό που συνέβη και δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί γιατί εσύ «γνωρίζεις πιο είναι το δίκιο ή πώς θα έπρεπε να ήταν η πραγματικότητα» και δεν ταιριάζει αυτή σου η οπτική με το βίωμα που συμβαίνει. Θέλεις να επαναφέρεις «την τάξη» αγνοώντας πεισματικά ότι το σύμπαν στηρίζεται στο χάος: δεν προβλέπεται αλλά δημιουργείται, δεν είναι στάσιμο αλλά εξελίσσεται και αλλάζει, ανεξάρτητα μα και με τη συμβολή σου.
Είναι δική σου ευθύνη – της συνειδητότητας – να θυμίζεις στον εκπαιδευμένο νου να μη βολεύεται, να μη προσκολλάται. Γιατί να το κάνεις; Γιατί να διαλέξεις τον δύσκολο δρόμο αφού υπάρχει ο ευκολότερος; Γιατί να πονέσεις, γιατί να φοβάσαι αφού μπορείς να αποφύγεις τον πόνο και να κοιμίζεις το φόβο; Γιατί να αναλάβεις αυτή την ευθύνη όταν μπορούν να φταίνε άλλοι, όταν την έχεις αναθέσει στο Θεό («είναι θέλημα Θεού!»).
Τίποτα δεν θα σε αναγκάσει να επιλέξεις διαφορετικά ενόσω εξακολουθείς να ορίζεις την «παντοδυναμία» του νου και να τον έχεις αναγάγει σε αφέντη. Θα συνεχίσει να σου υπαγορεύει τα ψέματα που εσύ πρόθυμα θέλεις να πιστεύεις. Θα συνεχίσεις να ισχυρίζεσαι: «ότι καλό έχω καταφέρει το έχω κάνει εγώ, ότι κακό έχω κάνει το έχει κάνει ο Θεός». Το Εγώ είναι πολύ μικρό, αδαή και φοβισμένο για να σου πει την αλήθεια:
Ότι καλό έχεις καταφέρει, το έχει κάνει ο Θεός (μέσα σου), ότι κακό έχεις κάνει το έχεις κάνει μόνος σου (το Εγώ)!
Πώς θα το εμπιστευόσουνα (το Εγώ) αν σου έλεγε κάτι τέτοιο; Πώς θα συνέχιζες να βασίζεσαι επάνω του αν αντιλαμβανόσουν τη μικρότητα του; Πώς θα πίστευες την πλάνη που ονομάζει αλήθεια, αν γνώριζες ότι είναι ψέμα; Πού θα βασιζόσουν αν όλος ο κόσμος σου αποδεικνυόταν μια ψευδαίσθηση την οποία έπρεπε να γκρεμίσεις; Έτσι προτιμάς να συνεχίζεις το όνειρο, να αρνείσαι να ξυπνάς στην πραγματικότητα, ελπίζοντας να μη χρειαστεί να το κάνεις.
Κάποιες φορές, βαθιά μέσα σου, νοιώθεις ότι όλα είναι μάταια. Άλλες φορές (ότι και αν έχεις κατακτήσει), εξακολουθείς να ψάχνεις απεγνωσμένα την ευτυχία και την εσωτερική ηρεμία που μόνιμα σου διαφεύγουν. Όταν επιστρέφεις άθελα σου στο παρελθόν διερωτάσαι τι κατάφερες, γιατί κυνηγούσες, αν άξιζε. Δεν βρίσκεις κάποια απάντηση που θα γαληνέψει την ψυχή σου.
Όταν όλες οι κατακτήσεις θα μοιάζουν μικρές και ανούσιες, όταν νιώσεις ότι είσαι ξένος σε αυτόν τον απατηλό κόσμο, όταν διαισθανθείς ότι κάτι άλλο ήρθες να κάνεις αλλά δεν το έχεις ανακαλύψει ακόμα, τότε δεν θα μπορείς πια να κοιμίζεις την αλήθεια που προσπαθεί να εμφανιστεί και εσύ την εμποδίζεις.
Τότε θα κάνεις το φόβο σύμμαχο και θα προχωρήσεις σε άγνωστες περιοχές μαζί του. Αν περιμένεις να μη φοβάσαι για να ξεκινήσεις, τότε καλύτερα να μην το κάνεις ποτέ. Ο φόβος σου θυμίζει ότι βγαίνεις από τη ζώνη άνεσης που έχεις συνηθίσει να βολεύεσαι. Είναι η ένδειξη ότι αρχίζεις να αποκτάς τον έλεγχο του εαυτού σου, είσαι πρόθυμος να σπάσεις τις συνήθειες, να πράξεις διαφορετικά.
Τότε θα έχει σημάνει η ώρα για την εκκαθάριση. Θα ανοίξεις τα ντουλάπια, την αποθήκη, το πατάρι, τη σοφίτα και θα ασχοληθείς με κάθε ένα από τα άπειρα «αντικείμενα» που έχεις πετάξει εκεί, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της διαλογής. Είναι επίπονη διαδικασία μα και ευχάριστη μαζί. Υπάρχει η αίσθηση της απώλειας μα και της απελευθέρωσης. Συνειδητοποιείς σταδιακά ότι είσαι ταξιδιώτης, ότι η παραμονή σου εδώ είναι προσωρινή. Αρχίζεις να κατανοείς ότι δεν χρειάζεται να πορεύεσαι με τόσα βάρη, ότι υπάρχει και άλλος τρόπος, πιο ουσιαστικός, πιο απλός, πιο αληθινός.
Τώρα το σπίτι σου είναι άνετο, ανάλαφρο. Μπορείς να ανοίξεις τις πόρτες γιατί δεν φοβάσαι ότι υπάρχει κάτι που μπορούν να πάρουν, ν’ ανοίξεις τα παράθυρα γιατί δεν σε τυφλώνει το φως, ούτε σε ανεμίζει ο αέρας. Μπορείς να ακούς τα πουλιά, να μυρίζεσαι τα λουλούδια αφού δεν θα σε πνίγουν υποχρεώσεις συντήρησης παλιών ψευδαισθήσεων. Μπορείς να βλέπεις τους ανθρώπους στα μάτια, ν’ ακούς τη ψυχή τους χωρίς να κρύβεσαι, να επικοινωνείς με τη δική σου με ταπεινότητα… όπου να ‘ναι θα φύγεις πάλι. Θα συνεχίσεις το ταξίδι σου.
Το μυστικό είναι να σκέφτεσαι ότι σκέφτεσαι αυτή την εκκαθάριση προτού το αναπάντεχο σου χτυπήσει την πόρτα και σε αναγκάσει, εν ατμό ψυχής, να τη σκεφτείς. Τι αλήθεια θα έπαιρνες μαζί σου αν ήξερες ότι σήμερα ήταν η τελευταία σου μέρα εδώ και ότι από αύριο θα βρισκόσουν σε ένα εντελώς νέο χώρο και χρόνο, που τίποτα δεν θα θύμιζε την τωρινή πραγματικότητα σου;
Ο λογικός νους σε πείθει ότι αυτές είναι θεωρητικές, αόριστες σκέψεις, αντίθετες με το ρεαλισμό της ζωής και όλα αυτά που έχεις ορίσει ως σημαντικά. Θα το κάνεις αργότερα, όταν θα έχεις περισσότερο χρόνο, όταν θα έχεις φροντίσει τις υποχρεώσεις σου, όταν θα έχεις την «πολυτέλεια» να ξεκουραστείς. Θα διαβάσεις το άρθρο αργότερα (ποτέ δηλαδή), ή θα το διαβάσεις μηχανικά και θα το κλείσεις σε κάποιο ντουλάπι του νου σου, όπως τόσα άλλα που σε βγάζουν από τις καθημερινές συνήθειες.
Ο χρόνος όμως ποτέ δεν είναι αρκετός. Τέτοιες σκέψεις (ή άρθρα) σου προκαλούν «αχρείαστη» νοητική κούραση, πιστεύεις, έτσι απορρίπτεις κάθε τι που είναι ικανό να διαταράξει το πρόγραμμα, να αμφισβητήσει το μάτριξ που τόσο προσεκτικά έχεις χτίσει (ατομικά και συλλογικά), αιώνες τώρα.
Αλλά το απροσδόκητο είναι συνήθως αμείλικτο. Δεν το ορίζεις. Σε χτυπάει αδυσώπητα, ακριβώς τη στιγμή που δεν το περιμένεις. Σε πιάνει στον ύπνο και σου θυμίζει ότι δεν είχες την πολυτέλεια να αναβάλλεις. Ακόμα και τότε όμως, έχεις βρει τον τρόπο να συνεχίζεις να κοιμάσαι. Έχεις πολύ καλά εκπαιδεύσει το νου να παραμένει εστιασμένος στην πραγματικότητα που εσύ έχεις επιλέξει να βλέπεις, αποκλείοντας οτιδήποτε δεν ταιριάζει με αυτήν.
Αρχίζεις να δημιουργείς σενάρια για το τι θα έπρεπε να είχε συμβεί, να επιμένεις ότι δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί, να ψάχνεις το «δίκιο» σου σύμφωνα με την πραγματικότητα που έχεις φτιάξει στο νου σου. Καταναλώνεις τεράστιες ποσότητες ενέργειας επιμένοντας να κατοικείς στο παρελθόν, αρνούμενη πεισματικά να αποδεχτείς αυτό που είναι (είτε σου αρέσει είτε όχι).
Έτσι, ο νους, με τη δική σου εντολή, φιλτράρει τις πληροφορίες σύμφωνα με τη δική σου επιλογή εστίασης. Ζεις την ίδια ακριβώς ψευδαίσθηση που ζούσες πριν αλλά από τη μεριά της άρνησης. Δεν άλλαξες οπτική, άλλαξες απλά μαγνητικό πόλο, στην ίδια ενέργεια που δημιούργησε την πολικότητα αρχικά.
Στη συνέχεια, κατηγορείς την τύχη σου, τους άλλους, το Θεό, τον εαυτό σου, για αυτό που συνέβη και δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί γιατί εσύ «γνωρίζεις πιο είναι το δίκιο ή πώς θα έπρεπε να ήταν η πραγματικότητα» και δεν ταιριάζει αυτή σου η οπτική με το βίωμα που συμβαίνει. Θέλεις να επαναφέρεις «την τάξη» αγνοώντας πεισματικά ότι το σύμπαν στηρίζεται στο χάος: δεν προβλέπεται αλλά δημιουργείται, δεν είναι στάσιμο αλλά εξελίσσεται και αλλάζει, ανεξάρτητα μα και με τη συμβολή σου.
Είναι δική σου ευθύνη – της συνειδητότητας – να θυμίζεις στον εκπαιδευμένο νου να μη βολεύεται, να μη προσκολλάται. Γιατί να το κάνεις; Γιατί να διαλέξεις τον δύσκολο δρόμο αφού υπάρχει ο ευκολότερος; Γιατί να πονέσεις, γιατί να φοβάσαι αφού μπορείς να αποφύγεις τον πόνο και να κοιμίζεις το φόβο; Γιατί να αναλάβεις αυτή την ευθύνη όταν μπορούν να φταίνε άλλοι, όταν την έχεις αναθέσει στο Θεό («είναι θέλημα Θεού!»).
Τίποτα δεν θα σε αναγκάσει να επιλέξεις διαφορετικά ενόσω εξακολουθείς να ορίζεις την «παντοδυναμία» του νου και να τον έχεις αναγάγει σε αφέντη. Θα συνεχίσει να σου υπαγορεύει τα ψέματα που εσύ πρόθυμα θέλεις να πιστεύεις. Θα συνεχίσεις να ισχυρίζεσαι: «ότι καλό έχω καταφέρει το έχω κάνει εγώ, ότι κακό έχω κάνει το έχει κάνει ο Θεός». Το Εγώ είναι πολύ μικρό, αδαή και φοβισμένο για να σου πει την αλήθεια:
Ότι καλό έχεις καταφέρει, το έχει κάνει ο Θεός (μέσα σου), ότι κακό έχεις κάνει το έχεις κάνει μόνος σου (το Εγώ)!
Πώς θα το εμπιστευόσουνα (το Εγώ) αν σου έλεγε κάτι τέτοιο; Πώς θα συνέχιζες να βασίζεσαι επάνω του αν αντιλαμβανόσουν τη μικρότητα του; Πώς θα πίστευες την πλάνη που ονομάζει αλήθεια, αν γνώριζες ότι είναι ψέμα; Πού θα βασιζόσουν αν όλος ο κόσμος σου αποδεικνυόταν μια ψευδαίσθηση την οποία έπρεπε να γκρεμίσεις; Έτσι προτιμάς να συνεχίζεις το όνειρο, να αρνείσαι να ξυπνάς στην πραγματικότητα, ελπίζοντας να μη χρειαστεί να το κάνεις.
Κάποιες φορές, βαθιά μέσα σου, νοιώθεις ότι όλα είναι μάταια. Άλλες φορές (ότι και αν έχεις κατακτήσει), εξακολουθείς να ψάχνεις απεγνωσμένα την ευτυχία και την εσωτερική ηρεμία που μόνιμα σου διαφεύγουν. Όταν επιστρέφεις άθελα σου στο παρελθόν διερωτάσαι τι κατάφερες, γιατί κυνηγούσες, αν άξιζε. Δεν βρίσκεις κάποια απάντηση που θα γαληνέψει την ψυχή σου.
Όταν όλες οι κατακτήσεις θα μοιάζουν μικρές και ανούσιες, όταν νιώσεις ότι είσαι ξένος σε αυτόν τον απατηλό κόσμο, όταν διαισθανθείς ότι κάτι άλλο ήρθες να κάνεις αλλά δεν το έχεις ανακαλύψει ακόμα, τότε δεν θα μπορείς πια να κοιμίζεις την αλήθεια που προσπαθεί να εμφανιστεί και εσύ την εμποδίζεις.
Τότε θα κάνεις το φόβο σύμμαχο και θα προχωρήσεις σε άγνωστες περιοχές μαζί του. Αν περιμένεις να μη φοβάσαι για να ξεκινήσεις, τότε καλύτερα να μην το κάνεις ποτέ. Ο φόβος σου θυμίζει ότι βγαίνεις από τη ζώνη άνεσης που έχεις συνηθίσει να βολεύεσαι. Είναι η ένδειξη ότι αρχίζεις να αποκτάς τον έλεγχο του εαυτού σου, είσαι πρόθυμος να σπάσεις τις συνήθειες, να πράξεις διαφορετικά.
Τότε θα έχει σημάνει η ώρα για την εκκαθάριση. Θα ανοίξεις τα ντουλάπια, την αποθήκη, το πατάρι, τη σοφίτα και θα ασχοληθείς με κάθε ένα από τα άπειρα «αντικείμενα» που έχεις πετάξει εκεί, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της διαλογής. Είναι επίπονη διαδικασία μα και ευχάριστη μαζί. Υπάρχει η αίσθηση της απώλειας μα και της απελευθέρωσης. Συνειδητοποιείς σταδιακά ότι είσαι ταξιδιώτης, ότι η παραμονή σου εδώ είναι προσωρινή. Αρχίζεις να κατανοείς ότι δεν χρειάζεται να πορεύεσαι με τόσα βάρη, ότι υπάρχει και άλλος τρόπος, πιο ουσιαστικός, πιο απλός, πιο αληθινός.
Τώρα το σπίτι σου είναι άνετο, ανάλαφρο. Μπορείς να ανοίξεις τις πόρτες γιατί δεν φοβάσαι ότι υπάρχει κάτι που μπορούν να πάρουν, ν’ ανοίξεις τα παράθυρα γιατί δεν σε τυφλώνει το φως, ούτε σε ανεμίζει ο αέρας. Μπορείς να ακούς τα πουλιά, να μυρίζεσαι τα λουλούδια αφού δεν θα σε πνίγουν υποχρεώσεις συντήρησης παλιών ψευδαισθήσεων. Μπορείς να βλέπεις τους ανθρώπους στα μάτια, ν’ ακούς τη ψυχή τους χωρίς να κρύβεσαι, να επικοινωνείς με τη δική σου με ταπεινότητα… όπου να ‘ναι θα φύγεις πάλι. Θα συνεχίσεις το ταξίδι σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου