Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2024

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΠΛΑΤΩΝ, ΠΟΛΙΤΕΙΑ

ΠΛ Πολ 616b–619a

(ΠΛ Πολ 613e–619a: Η μεταθανάτια ανταμοιβή των δικαίων και τιμωρία των αδίκων) Οι ψυχές οδηγούνται στο χώρο της μετενσάρκωσής τους και επιλέγουν την επόμενη ζωή τους – Με ποια κριτήρια πρέπει να γίνεται η επιλογή

[616b] ἐπειδὴ
δὲ τοῖς ἐν τῷ λειμῶνι ἑκάστοις ἑπτὰ ἡμέραι γένοιντο, ἀνα-
στάντας ἐντεῦθεν δεῖν τῇ ὀγδόῃ πορεύεσθαι, καὶ ἀφικνεῖσθαι
τεταρταίους ὅθεν καθορᾶν ἄνωθεν διὰ παντὸς τοῦ οὐρανοῦ
καὶ γῆς τεταμένον φῶς εὐθύ, οἷον κίονα, μάλιστα τῇ ἴριδι
προσφερῆ, λαμπρότερον δὲ καὶ καθαρώτερον· εἰς ὃ ἀφι-
κέσθαι προελθόντες ἡμερησίαν ὁδόν, καὶ ἰδεῖν αὐτόθι κατὰ
[616c] μέσον τὸ φῶς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ τὰ ἄκρα αὐτοῦ τῶν δεσμῶν
τεταμένα ―εἶναι γὰρ τοῦτο τὸ φῶς σύνδεσμον τοῦ οὐρανοῦ,
οἷον τὰ ὑποζώματα τῶν τριήρων, οὕτω πᾶσαν συνέχον τὴν
περιφοράν― ἐκ δὲ τῶν ἄκρων τεταμένον Ἀνάγκης ἄτρακτον,
δι’ οὗ πάσας ἐπιστρέφεσθαι τὰς περιφοράς· οὗ τὴν μὲν
ἠλακάτην τε καὶ τὸ ἄγκιστρον εἶναι ἐξ ἀδάμαντος, τὸν δὲ
σφόνδυλον μεικτὸν ἔκ τε τούτου καὶ ἄλλων γενῶν. τὴν δὲ
[616d] τοῦ σφονδύλου φύσιν εἶναι τοιάνδε· τὸ μὲν σχῆμα οἵαπερ ἡ
τοῦ ἐνθάδε, νοῆσαι δὲ δεῖ ἐξ ὧν ἔλεγεν τοιόνδε αὐτὸν εἶναι,
ὥσπερ ἂν εἰ ἐν ἑνὶ μεγάλῳ σφονδύλῳ κοίλῳ καὶ ἐξεγλυμ-
μένῳ διαμπερὲς ἄλλος τοιοῦτος ἐλάττων ἐγκέοιτο ἁρμόττων,
καθάπερ οἱ κάδοι οἱ εἰς ἀλλήλους ἁρμόττοντες, καὶ οὕτω δὴ
τρίτον ἄλλον καὶ τέταρτον καὶ ἄλλους τέτταρας. ὀκτὼ γὰρ
εἶναι τοὺς σύμπαντας σφονδύλους, ἐν ἀλλήλοις ἐγκειμένους,
[616e] κύκλους ἄνωθεν τὰ χείλη φαίνοντας, νῶτον συνεχὲς ἑνὸς
σφονδύλου ἀπεργαζομένους περὶ τὴν ἠλακάτην· ἐκείνην δὲ
διὰ μέσου τοῦ ὀγδόου διαμπερὲς ἐληλάσθαι. τὸν μὲν οὖν
πρῶτόν τε καὶ ἐξωτάτω σφόνδυλον πλατύτατον τὸν τοῦ
χείλους κύκλον ἔχειν, τὸν δὲ τοῦ ἕκτου δεύτερον, τρίτον δὲ
τὸν τοῦ τετάρτου, τέταρτον δὲ τὸν τοῦ ὀγδόου, πέμπτον δὲ
τὸν τοῦ ἑβδόμου, ἕκτον δὲ τὸν τοῦ πέμπτου, ἕβδομον δὲ τὸν
τοῦ τρίτου, ὄγδοον δὲ τὸν τοῦ δευτέρου. καὶ τὸν μὲν τοῦ
μεγίστου ποικίλον, τὸν δὲ τοῦ ἑβδόμου λαμπρότατον, τὸν δὲ
[617a] τοῦ ὀγδόου τὸ χρῶμα ἀπὸ τοῦ ἑβδόμου ἔχειν προσλάμποντος,
τὸν δὲ τοῦ δευτέρου καὶ πέμπτου παραπλήσια ἀλλήλοις,
ξανθότερα ἐκείνων, τρίτον δὲ λευκότατον χρῶμα ἔχειν, τέταρ-
τον δὲ ὑπέρυθρον, δεύτερον δὲ λευκότητι τὸν ἕκτον. κυκλεῖ-
σθαι δὲ δὴ στρεφόμενον τὸν ἄτρακτον ὅλον μὲν τὴν αὐτὴν
φοράν, ἐν δὲ τῷ ὅλῳ περιφερομένῳ τοὺς μὲν ἐντὸς ἑπτὰ
κύκλους τὴν ἐναντίαν τῷ ὅλῳ ἠρέμα περιφέρεσθαι, αὐτῶν δὲ
τούτων τάχιστα μὲν ἰέναι τὸν ὄγδοον, δευτέρους δὲ καὶ ἅμα
[617b] ἀλλήλοις τόν τε ἕβδομον καὶ ἕκτον καὶ πέμπτον· [τὸν] τρίτον
δὲ φορᾷ ἰέναι, ὡς σφίσι φαίνεσθαι, ἐπανακυκλούμενον τὸν
τέταρτον, τέταρτον δὲ τὸν τρίτον καὶ πέμπτον τὸν δεύτερον.
στρέφεσθαι δὲ αὐτὸν ἐν τοῖς τῆς Ἀνάγκης γόνασιν. ἐπὶ δὲ
τῶν κύκλων αὐτοῦ ἄνωθεν ἐφ’ ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα
συμπεριφερομένην, φωνὴν μίαν ἱεῖσαν, ἕνα τόνον· ἐκ πασῶν
δὲ ὀκτὼ οὐσῶν μίαν ἁρμονίαν συμφωνεῖν. ἄλλας δὲ καθη-
[617c] μένας πέριξ δι’ ἴσου τρεῖς, ἐν θρόνῳ ἑκάστην, θυγατέρας τῆς
Ἀνάγκης, Μοίρας, λευχειμονούσας, στέμματα ἐπὶ τῶν κεφα-
λῶν ἐχούσας, Λάχεσίν τε καὶ Κλωθὼ καὶ Ἄτροπον, ὑμνεῖν
πρὸς τὴν τῶν Σειρήνων ἁρμονίαν, Λάχεσιν μὲν τὰ γεγονότα,
Κλωθὼ δὲ τὰ ὄντα, Ἄτροπον δὲ τὰ μέλλοντα. καὶ τὴν μὲν
Κλωθὼ τῇ δεξιᾷ χειρὶ ἐφαπτομένην συνεπιστρέφειν τοῦ
ἀτράκτου τὴν ἔξω περιφοράν, διαλείπουσαν χρόνον, τὴν δὲ
Ἄτροπον τῇ ἀριστερᾷ τὰς ἐντὸς αὖ ὡσαύτως· τὴν δὲ Λάχεσιν
[617d] ἐν μέρει ἑκατέρας ἑκατέρᾳ τῇ χειρὶ ἐφάπτεσθαι. σφᾶς οὖν,
ἐπειδὴ ἀφικέσθαι, εὐθὺς δεῖν ἰέναι πρὸς τὴν Λάχεσιν.
προφήτην οὖν τινα σφᾶς πρῶτον μὲν ἐν τάξει διαστῆσαι, ἔπειτα
λαβόντα ἐκ τῶν τῆς Λαχέσεως γονάτων κλήρους τε καὶ βίων
παραδείγματα, ἀναβάντα ἐπί τι βῆμα ὑψηλὸν εἰπεῖν―

«Ἀνάγκης θυγατρὸς κόρης Λαχέσεως λόγος. Ψυχαὶ
ἐφήμεροι, ἀρχὴ ἄλλης περιόδου θνητοῦ γένους θανατηφόρου.
[617e] οὐχ ὑμᾶς δαίμων λήξεται, ἀλλ’ ὑμεῖς δαίμονα αἱρήσεσθε.
πρῶτος δ’ ὁ λαχὼν πρῶτος αἱρείσθω βίον ᾧ συνέσται ἐξ
ἀνάγκης. ἀρετὴ δὲ ἀδέσποτον, ἣν τιμῶν καὶ ἀτιμάζων
πλέον καὶ ἔλαττον αὐτῆς ἕκαστος ἕξει. αἰτία ἑλομένου·
θεὸς ἀναίτιος.»

Ταῦτα εἰπόντα ῥῖψαι ἐπὶ πάντας τοὺς κλήρους, τὸν
δὲ παρ’ αὑτὸν πεσόντα ἕκαστον ἀναιρεῖσθαι πλὴν οὗ, ἓ
δὲ οὐκ ἐᾶν· τῷ δὲ ἀνελομένῳ δῆλον εἶναι ὁπόστος εἰλή-
[618a] χει. μετὰ δὲ τοῦτο αὖθις τὰ τῶν βίων παραδείγματα εἰς
τὸ πρόσθεν σφῶν θεῖναι ἐπὶ τὴν γῆν, πολὺ πλείω τῶν
παρόντων. εἶναι δὲ παντοδαπά· ζῴων τε γὰρ πάντων βίους
καὶ δὴ καὶ τοὺς ἀνθρωπίνους ἅπαντας. τυραννίδας τε
γὰρ ἐν αὐτοῖς εἶναι, τὰς μὲν διατελεῖς, τὰς δὲ καὶ μεταξὺ
διαφθειρομένας καὶ εἰς πενίας τε καὶ φυγὰς καὶ εἰς πτω-
χείας τελευτώσας· εἶναι δὲ καὶ δοκίμων ἀνδρῶν βίους,
τοὺς μὲν ἐπὶ εἴδεσιν καὶ κατὰ κάλλη καὶ τὴν ἄλλην ἰσχύν
[618b] τε καὶ ἀγωνίαν, τοὺς δ’ ἐπὶ γένεσιν καὶ προγόνων ἀρεταῖς,
καὶ ἀδοκίμων κατὰ ταῦτα, ὡσαύτως δὲ καὶ γυναικῶν. ψυχῆς
δὲ τάξιν οὐκ ἐνεῖναι διὰ τὸ ἀναγκαίως ἔχειν ἄλλον ἑλομένην
βίον ἀλλοίαν γίγνεσθαι· τὰ δ’ ἄλλα ἀλλήλοις τε καὶ πλού-
τοις καὶ πενίαις, τὰ δὲ νόσοις, τὰ δ’ ὑγιείαις μεμεῖχθαι,
τὰ δὲ καὶ μεσοῦν τούτων. ἔνθα δή, ὡς ἔοικεν, ὦ φίλε
Γλαύκων, ὁ πᾶς κίνδυνος ἀνθρώπῳ, καὶ διὰ ταῦτα μάλιστα
[618c] ἐπιμελητέον ὅπως ἕκαστος ἡμῶν τῶν ἄλλων μαθημάτων
ἀμελήσας τούτου τοῦ μαθήματος καὶ ζητητὴς καὶ μαθητὴς
ἔσται, ἐάν ποθεν οἷός τ’ ᾖ μαθεῖν καὶ ἐξευρεῖν τίς αὐτὸν
ποιήσει δυνατὸν καὶ ἐπιστήμονα, βίον καὶ χρηστὸν καὶ πονη-
ρὸν διαγιγνώσκοντα, τὸν βελτίω ἐκ τῶν δυνατῶν ἀεὶ παν-
ταχοῦ αἱρεῖσθαι· ἀναλογιζόμενον πάντα τὰ νυνδὴ ῥηθέντα
καὶ συντιθέμενα ἀλλήλοις καὶ διαιρούμενα πρὸς ἀρετὴν βίου
πῶς ἔχει, εἰδέναι τί κάλλος πενίᾳ ἢ πλούτῳ κραθὲν καὶ
[618d] μετὰ ποίας τινὸς ψυχῆς ἕξεως κακὸν ἢ ἀγαθὸν ἐργάζεται,
καὶ τί εὐγένειαι καὶ δυσγένειαι καὶ ἰδιωτεῖαι καὶ ἀρχαὶ καὶ
ἰσχύες καὶ ἀσθένειαι καὶ εὐμαθίαι καὶ δυσμαθίαι καὶ πάντα
τὰ τοιαῦτα τῶν φύσει περὶ ψυχὴν ὄντων καὶ τῶν ἐπικτήτων
τί συγκεραννύμενα πρὸς ἄλληλα ἐργάζεται, ὥστε ἐξ ἁπάντων
αὐτῶν δυνατὸν εἶναι συλλογισάμενον αἱρεῖσθαι, πρὸς τὴν
τῆς ψυχῆς φύσιν ἀποβλέποντα, τόν τε χείρω καὶ τὸν ἀμείνω
[618e] βίον, χείρω μὲν καλοῦντα ὃς αὐτὴν ἐκεῖσε ἄξει, εἰς τὸ ἀδικω-
τέραν γίγνεσθαι, ἀμείνω δὲ ὅστις εἰς τὸ δικαιοτέραν. τὰ δὲ
ἄλλα πάντα χαίρειν ἐάσει· ἑωράκαμεν γὰρ ὅτι ζῶντί τε
καὶ τελευτήσαντι αὕτη κρατίστη αἵρεσις. ἀδαμαντίνως δὴ
[619a] δεῖ ταύτην τὴν δόξαν ἔχοντα εἰς Ἅιδου ἰέναι, ὅπως ἂν ᾖ καὶ
ἐκεῖ ἀνέκπληκτος ὑπὸ πλούτων τε καὶ τῶν τοιούτων κακῶν,
καὶ μὴ ἐμπεσὼν εἰς τυραννίδας καὶ ἄλλας τοιαύτας πράξεις
πολλὰ μὲν ἐργάσηται καὶ ἀνήκεστα κακά, ἔτι δὲ αὐτὸς μείζω
πάθῃ, ἀλλὰ γνῷ τὸν μέσον ἀεὶ τῶν τοιούτων βίον αἱρεῖσθαι
καὶ φεύγειν τὰ ὑπερβάλλοντα ἑκατέρωσε καὶ ἐν τῷδε τῷ
βίῳ κατὰ τὸ δυνατὸν καὶ ἐν παντὶ τῷ ἔπειτα· οὕτω γὰρ
[619b] εὐδαιμονέστερος γίγνεται ἄνθρωπος.

***
Αφού δε έμειναν σ' εκείνο το λιβάδι επτά ημέρες, έπρεπε την όγδοη να ξεκινήσουν κ' έπειτα από τέσσερων ημερών πορεία έφταναν σ' ένα τόπο, όθε έβλεπαν ψηλά ένα φως που απλωνόταν σ' ολόκληρο τον ουρανό και τη γη, ευθύ ως στήλη και όμοιο με την Ίριδα, αλλά λαμπρότερο και καθαρώτερο· στο φως τούτο έφτασαν ύστερ' από πορεία άλλης μιας ημέρας· εκεί είδαν, στη μέση του φωτός, να είναι από τον ουρανό τεντωμένες οι άκρες των δεσμών του ―το φως χρησίμευε ως σύνδεσμος του ουρανού και συγκρατούσε ολόκληρο τον περιστρεφόμενο ουρανό, απαράλλακτα όπως τα υποζώματα των πλοίων― και στις άκρες ήταν στερεωμένο της Ανάγκης το αδράχτι που έδινε την κίνηση σε όλες τις ουράνιες περιστροφές· το στέλεχος και τ' αγκίστρι του ήταν από χάλυβα, το σφοντύλι όμως από μίγμα χάλυβα και άλλων μετάλλων. Η φύση του σφοντυλιού ήταν η εξής: ως προς το σχήμα έμοιαζε με τα δικά μας εδώ· και για να έχης ακριβέστερην ιδέα πώς το παράσταινε, πρέπει να φαντασθής ένα μεγάλο σφοντύλι κοίλο και φαγωμένο από μέσα εντελώς· μέσα σ' αυτό προσαρμοζόταν ένα άλλο μικρότερο, όπως οι κάδοι που μπαίνουν ο ένας μέσα στον άλλο· μέσα στο δεύτερο άλλο τρίτο, και πάλι ένα τέταρτο, και ακόμη άλλα τέσσαρα· γιατί όλα ήσαν οκτώ, το ένα βαλμένο μέσα στο άλλο· από πάνω φαίνονταν του καθενός τα χείλη σαν κύκλοι και απ' έξω παρουσίαζαν επιφάνεια συνεχή, σα να ήταν ένα μόνο σφοντύλι γύρω από το στέλεχος· αυτό το στέλεχος πέρναγε καταμεσίς το κέντρο του όγδοου σφοντυλιού. Το πρώτο προς τα έξω σφοντύλι είχε τον κύκλο του χείλους πλατύτερον απ' όλους, δεύτερο στο πλάτος ερχόταν το χείλος του έκτου σφοντυλιού, τρίτο του τέταρτου, τέταρτο του όγδοου, πέμπτο του έβδομου, έκτο του πέμπτου, έβδομο του τρίτου και όγδοο του δεύτερου. Ο κύκλος που σχηματιζότανε από το χείλος του πιο μεγάλου σφοντυλιού είχε ποικίλα χρώματα, του έβδομου ήταν λαμπρότατος, ο όγδοος έπαιρνε από τον έβδομο το χρώμα και τη λάμψη του, ο δεύτερος και ο πέμπτος είχαν τα ίδια χρώματα, αλλά προς το ξανθότερο, του τρίτου το χρώμα ήταν το πιο άσπρο απ' όλα, του τέταρτου κοκκινωπό και του έκτου δεύτερο στην ασπράδα. Ολόκληρο το αδράχτι στρεφόταν γύρω στον άξονά του κατά την ίδια φορά, ενώ εσωτερικά οι επτά συγκεντρικοί κύκλοι περιστρέφονταν ήρεμα κατά την αντίθετη διεύθυνση· απ' αυτούς πάλι παραπολύ γρήγορα περιστρεφόταν ο όγδοος, κατά δεύτερο λόγο και ισόχρονα ο ένας με τον άλλο ο έβδομος, ο έκτος και ο πέμπτος· ο τέταρτος, όπως τους φαινότανε, ήταν τρίτος στην ταχύτητα, ο τρίτος τέταρτος και ο δεύτερος πέμπτος. Τούτο το αδράχτι στρεφότανε απάνω στα γόνατα της Ανάγκης. Απάνω σε καθέν' από τους κύκλους του στεκότανε από μια Σειρήνα που περιστρεφότανε κι' αυτή κ' έψαλλε με φωνή απάνω σ' ένα και τον ίδιο τόνο πάντοτε κανονισμένη, έτσι ώστε από τις οκτώ που ήσαν σχηματιζότανε μία και αρμονική συμφωνία. Γύρω από το αδράχτι και σε ίσες αποστάσεις κάθονταν απάνω σε θρόνο οι τρεις Μοίρες, θυγατέρες της Ανάγκης, η Λάχεση, η Κλωθώ και η Άτροπος, με άσπρα φορέματα και με στέμματα στο κεφάλι· συνόδευαν με το τραγούδι τους την αρμονία των Σειρηνών ψάλλοντας η Λάχεση τα περασμένα, η Κλωθώ τα τωρινά και η Άτροπος τα μέλλοντα. Η Κλωθώ αγγίζοντας κατά διαλείμματα με το δεξί της χέρι βοηθούσε στην εξωτερική περιστροφή του αδραχτιού, η Άτροπος πάλι με το αριστερό της χέρι βοηθούσε στις εσωτερικές περιστροφές· και η Λάχεση πιάνοντας πότε με το δεξί και πότε με το αριστερό της χέρι βοηθούσε και στα δύο είδη των περιστροφών. Μόλις έφτασαν εκεί, έπρεπε να παρουσιαστούν αμέσως μπροστά στη Λάχεση.

Τότε, πρώτα ένας προφήτης έδειξε στον καθένα τη θέση του και τη σειρά του, και αφού πήρε από τα γόνατα της Λάχεσης κλήρους και παραδείγματα ανθρώπινων βίων, ανέβηκε πάνω σ' ένα ψηλό βήμα και είπε:

«Αυτά εδώ τα λέγει η Λάχεση η παρθένος, της Ανάγκης η θυγατέρα. Τύχες εφήμερες, τώρ' αρχίζει άλλη περίοδος ζωής για το θνητό γένος με απόληξη πάλι το θάνατο. Δεν θα σας διαλέξη ο δαίμονας, αλλά σεις θα διαλέξετε το δαίμονά σας. Ο πρώτος που θα τον υποδείξη ο κλήρος, θα εκλέξη πρώτος το βίο του που θα τον ζήση κατ' ανάγκη. Η αρετή είναι κτήμα αδέσποτο, και καθένας θα πάρη απ' αυτή το μερδικό του ανάλογα με την τιμή ή την περιφρόνηση που θα της έχει. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για την εκλογή του· ο θεός ανεύθυνος».

Αφού είπε αυτά, έριξε απάνω σ' όλους τους κλήρους και καθένας έπαιρνε εκείνον που έπεσε μπροστά του, εκτός απ' αυτόν εδώ [τον Ήρα], γιατί εκείνον δεν τον άφησε· ήξερε λοιπόν καθένας απ' τον κλήρο του ποια ήταν η σειρά του να διαλέξη. Αμέσως έπειτα ο προφήτης έβαλε μπροστά τους καταγής τα παραδείγματα των βίων, πολύ περισσότερα από τον αριθμό των βρισκόμενων εκεί. Και ήσαν κάθε λογής· βίοι των ζώων όλων και όλων των ανθρώπων. Υπήρχαν λοιπόν μεταξύ τους τυραννίες, άλλες ισόβιες και άλλες που καταλύονταν στο μεταξύ και καταντούσαν σε πενία, εξορία και επαιτεία· υπήρχαν επίσης βίοι ανδρών επιφανών, άλλων για τις μορφές και τα κάλλη και για την άλλη δύναμη και την αγωνιστική τους ικανότητα, άλλων πάλι για την καταγωγή τους και για τις αρετές των προγόνων τους· υπήρχαν ακόμη βίοι ανδρών άσημων από τις απόψεις αυτές, και γυναικών ομοίως. Τάξη όμως ωρισμένη για τις επιδόσεις της κάθε ψυχής δεν υπήρχε καμιά, γιατί έπρεπε η καθεμιά κατ' ανάγκη να γίνη αλλιώτικη, ανάλογα με την εκλογή που θάκανε· τα άλλα παραδείγματα ήσαν ανακατωμένα μεταξύ τους και με πλούτη και φτώχειες, άλλα με αρρώστιες, άλλα με υγείες και άλλα με μέσες καταστάσεις. ― Εδώ λοιπόν, αγαπητέ μου Γλαύκων, φαίνεται πως βρίσκεται ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τον άνθρωπο· και γι' αυτό πρέπει ο καθένας μας, αφήνοντας κατά μέρος κάθε άλλο μάθημα, ν' αφοσιωθή ολοκληρωτικά σε κείνο μόνο που θα τον κάνη ικανό ν' αναζητήση και να βρη τον άνθρωπο που θα μπορέση να του μάθη νάναι σε θέση να διακρίνη με τέλεια γνώση το βίο το χρηστό και τον πονηρό και να προτιμά παντού και πάντοτε από τους δυνατούς τον καλύτερο, και ζυγίζοντας στο νου του όλα όσα είπαμε τώρα δα να κρίνη κατά πόσον αυτά, είτε συνδυαζόμενα το ένα με το άλλο είτε χωριστά θεωρούμενα, οδηγούν στην ορθή αντίληψη για την αρετή του βίου· έτσι, παραδείγματος χάρη, θα γνωρίζη πόση ομορφιά, άμα ανακατωθή με κάποιο βαθμό φτώχειας ή πλούτου και με ωρισμένη διάθεση της ψυχής, κάνει τον άνθρωπο καλό ή κακό· ποιο αποτέλεσμα μπορούν να έχουν η ευγενής και η ταπεινή καταγωγή και ο ιδιωτικός βίος και τα αξιώματα, οι σωματικές δυνάμεις και ασθένειες, η ευμάθεια και η δυσμάθεια και μ' ένα λόγο οι διαφορές της ψυχής φυσικές ή επίκτητες ιδιότητες, συναρμοζόμενες μεταξύ τους· ώστε, αφού τα λογαριάση όλ' αυτά, να είναι σε θέση, αποβλέποντας στη φύση της ψυχής, να κάνη την εκλογή του ανάμεσα στο χειρότερο και στον καλύτερο τρόπο ζωής, με τη βεβαιότητα ότι χειρότερος είναι εκείνος που πάει να κάνη την ψυχή αδικώτερη, και καλύτερος όποιος πάει να την κάνη δικαιότερη. Όλα τάλλα δεν θα τα λογαριάση για τίποτα, γιατί είδαμε ότι αυτή είναι η καλύτερη εκλογή που έχει να κάμη, είτε γι' αυτή τη ζωή είτε για την άλλη. Πρέπει ακόμη να κατεβή στον Άδη, κρατώντας αδιάσειστη αυτή την πεποίθηση, ώστε κ' εκεί να μη τον θαμπώσουν πλούτη και άλλα τέτοια κακά, κ' έτσι πέφτοντας σε τυραννίες και άλλες όμοιες πράξεις προξενήση πολλές κ' ανεπανόρθωτες συμφορές στους άλλους και στον εαυτό του ακόμη μεγαλύτερα παθήματα, αλλ' αντίθετα να μάθη πάντα να διαλέγη τρόπο ζωής που να στέκεται στο μέσον των όσων είπαμε και ν' αποφεύγη τα άκρα, από το ένα και από τ' άλλο μέρος, και σ' αυτή τη ζωή, όσο το δυνατόν, και σ' όλη την άλλη έπειτα· γιατί μόνο έτσι γίνεται ευτυχέστατος ο άνθρωπος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου