ΒΑΣΙΛΕΥΣ
ποδαπὸν ὅμιλον τόνδ᾽ ἀνελληνόστολον
235 πέπλοισι βαρβάροισι κἀμπυκώμασι
χλίοντα προσφωνοῦμεν; οὐ γὰρ Ἀργολὶς
ἐσθὴς γυναικῶν οὐδ᾽ ἀφ᾽ Ἑλλάδος τόπων.
ὅπως δὲ χώραν οὔτε κηρύκων ὕπο,
ἀπρόξενοί τε, νόσφιν ἡγητῶν, μολεῖν
240 ἔτλητ᾽ ἀτρέστως, τοῦτο θαυμαστὸν πέλει.
κλάδοι γε μὲν δὴ κατὰ νόμους ἀφικτόρων
κεῖνται παρ᾽ ὑμῶν πρὸς θεοῖς ἀγωνίοις·
μόνον τόδ᾽ Ἑλλὰς χθὼν συνοίσεται στόχῳ.
† καὶ τἄλλα πόλλ᾽ ἐπεικάσαι δίκαιον ἦν,
245 εἰ μὴ παρόντι φθόγγος ἦν ὁ σημανῶν.
ΧΟ. εἴρηκας ἀμφὶ κόσμον ἀψευδῆ λόγον.
ἐγὼ δὲ πρὸς σὲ πότερον ὡς ἔτην λέγω,
ἢ τηρὸν ἱεροῦ ῥάβδον, ἢ πόλεως ἀγόν;
ΒΑ. πρὸς ταῦτ᾽ ἀμείβου καὶ λέγ᾽ εὐθαρσὴς ἐμοί.
250 τοῦ γηγενοῦς γάρ εἰμ᾽ ἐγὼ Παλαίχθονος
ἶνις Πελασγός, τῆσδε γῆς ἀρχηγέτης.
ἐμοῦ δ᾽ ἄνακτος εὐλόγως ἐπώνυμον
γένος Πελασγῶν τήνδε καρποῦται χθόνα.
καὶ πᾶσαν αἶαν, ἧς δί᾽ ἁγνὸς ἔρχεται
255 Στρυμών, τὸ πρὸς δύνοντος ἡλίου, κρατῶ.
ὁρίζομαι δὲ τήν τε Περραιβῶν χθόνα,
Πίνδου τε τἀπέκεινα, Παιόνων πέλας,
ὄρη τε Δωδωναῖα· συντέμνει δ᾽ ὅρος
ὑγρᾶς θαλάσσης· τῶνδε τἀπὶ τάδε κρατῶ.
260 αὐτῆς δὲ χώρας Ἀπίας πέδον τόδε
πάλαι κέκληται φωτὸς ἰατροῦ χάριν.
Ἆπις γὰρ ἐλθὼν ἐκ πέρας Ναυπακτίας
ἰατρόμαντις παῖς Ἀπόλλωνος χθόνα
τήνδ᾽ ἐκκαθαίρει κνωδάλων βροτοφθόρων,
265 τὰ δὴ παλαιῶν αἱμάτων μιάσμασι
χρανθεῖσ᾽ ἀνῆκε γαῖα † μηνεῖται ἄκη
δρακονθόμιλον δυσμενῆ ξυνοικίαν.
τούτων ἄκη τομαῖα καὶ λυτήρια
πράξας ἀμέμπτως Ἆπις Ἀργείᾳ χθονὶ
270 μνήμην ποτ᾽ ἀντίμισθον ηὕρετ᾽ ἐν λιταῖς.
ἔχουσα δ᾽ ἤδη τἀπ᾽ ἐμοῦ τεκμήρια
γένος τ᾽ ἂν ἐξεύχοιο καὶ λέγοις πρόσω.
μακράν γε μὲν δὴ ῥῆσιν οὐ στέργει πόλις.
ΧΟ. βραχὺς τορός θ᾽ ὁ μῦθος· Ἀργεῖαι γένος
275 ἐξευχόμεσθα, σπέρματ᾽ εὐτέκνου βοός·
καὶ ταῦτ᾽ ἀληθῆ πάντα προσφύσω λόγῳ.
***
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Ποιό να ᾽ν᾽ αυτό το ανελληνόστολο το πλήθος
με ξενικιά εντυμή και πέπλα στολισμένο
που προσφωνούμε; βέβαια Αργολική δεν είναι
ουδ᾽ απ᾽ τα μέρη η φορεσιά σας της Ελλάδας.
Μα πώς στη χώρα εδώ τολμήσετε να ρθείτε
άφοβα χωρίς συνοδειά κηρύκων, δίχως
240 πρόξενο μ᾽ ούτε κι οδηγό, για με είναι θάμα.
Βέβαια κλαδιά από μέρος σας, κατά τους νόμους
των ικετών, βλέπω στημένα στους βωμούς μας·
μα μόνο απ᾽ το σημάδι αυτό θα ᾽χε η Ελλάδα
να συμπεράνει· όσο για τ᾽ άλλα, πολλ᾽ ακόμα
θα μπορούσε κανείς να στοχασθεί, αν δεν ήταν
εμπρός ο λόγος όλα να τα ξεδιαλύνει.
ΧΟΡΟΣ
Ψέμα δεν είν᾽ αυτά που λες για την στολή μας·
μα εγώ με ποιόν εσέ μιλώ; μ᾽ απλόν πολίτη;
με ραβδούχο του Ερμή; ή μ᾽ άρχοντα της χώρας;
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Μ᾽ όλο το θάρρος λεύτερα μπορείς σε μένα
να μιλάς κι αποκρίνεσαι· γιατί του ντόπιου
250 του Παλαίχθονα ο γιος, ο Πελασγός, εγώ είμαι,
αυτής της χώρας ο άρχοντας και που από μένα
το βασιλιά τους φυσικά ονοματισμένοι
οι Πελασγοί καρπίζονται τη χώρα τούτη·
κι όλα τα μέρη, που ο αγνός περνάει Στρυμόνας
κι αφήνει δυτικά, στην εξουσία μου έχω,
κι ακόμα ορίζω και των Περραιβών τη χώρα
και τα κείθ᾽ απ᾽ τον Πίνδο, προς την Παιονία,
και της Δωδώνης τα βουνά, ως εκεί που κόβει
της θάλασσας το σύνορο· αυτούς τους τόπους
ορίζω κάτω ίσαμ᾽ εδώ· μα η χώρα τούτη
260 που πατείς τώρα, απ᾽ τα παλιά τα χρόνια Απία
έχει απ᾽ τον Άπη ονομαστεί το γιατρομάντη
του Απόλλωνα το γιο, που από τη Ναυπακτίαν
αντίπερα ήρθε και καθάρισε τη χώρα
από τ᾽ ανθρωποφτόρα κνώδαλα, που η γη μας
μολυσμένη απ᾽ το μίασμα παλιών αιμάτων
ανάδινε, άστρεγη θεριών συντροφιά αγρίων·
μα τέτοια εκείνος μ᾽ άξιο ζήλο για τη χώρα
του Άργους αντίδοτα έφερε και γιατροσόφια
για να την σώσει, που ηύρε δίκια αντιμισθία,
270 πάντα να μνημονεύεται στις προσευχές μας.
Κι έτσι αφού τώρα σου ᾽δωκα να με γνωρίσεις,
εμπρός, πες μου λοιπόν και συ τη γενεά σου·
μα ξέρε εδώ δεν αγαπούν τα πολλά λόγια.
ΧΟΡΟΣ
Σύντομα θα ᾽ν᾽ τα λόγια μου κι απλά· η γενιά μας
καυχιόμαστε πως απ᾽ εδώ κρατάει απ᾽ τ᾽ Άργος
κι απ᾽ της καλλίτεκνης το σπέρμα βοϊδομάνας·
πως λέγω αλήθεια, κάθε απόδειξη θα δώσω.
ποδαπὸν ὅμιλον τόνδ᾽ ἀνελληνόστολον
235 πέπλοισι βαρβάροισι κἀμπυκώμασι
χλίοντα προσφωνοῦμεν; οὐ γὰρ Ἀργολὶς
ἐσθὴς γυναικῶν οὐδ᾽ ἀφ᾽ Ἑλλάδος τόπων.
ὅπως δὲ χώραν οὔτε κηρύκων ὕπο,
ἀπρόξενοί τε, νόσφιν ἡγητῶν, μολεῖν
240 ἔτλητ᾽ ἀτρέστως, τοῦτο θαυμαστὸν πέλει.
κλάδοι γε μὲν δὴ κατὰ νόμους ἀφικτόρων
κεῖνται παρ᾽ ὑμῶν πρὸς θεοῖς ἀγωνίοις·
μόνον τόδ᾽ Ἑλλὰς χθὼν συνοίσεται στόχῳ.
† καὶ τἄλλα πόλλ᾽ ἐπεικάσαι δίκαιον ἦν,
245 εἰ μὴ παρόντι φθόγγος ἦν ὁ σημανῶν.
ΧΟ. εἴρηκας ἀμφὶ κόσμον ἀψευδῆ λόγον.
ἐγὼ δὲ πρὸς σὲ πότερον ὡς ἔτην λέγω,
ἢ τηρὸν ἱεροῦ ῥάβδον, ἢ πόλεως ἀγόν;
ΒΑ. πρὸς ταῦτ᾽ ἀμείβου καὶ λέγ᾽ εὐθαρσὴς ἐμοί.
250 τοῦ γηγενοῦς γάρ εἰμ᾽ ἐγὼ Παλαίχθονος
ἶνις Πελασγός, τῆσδε γῆς ἀρχηγέτης.
ἐμοῦ δ᾽ ἄνακτος εὐλόγως ἐπώνυμον
γένος Πελασγῶν τήνδε καρποῦται χθόνα.
καὶ πᾶσαν αἶαν, ἧς δί᾽ ἁγνὸς ἔρχεται
255 Στρυμών, τὸ πρὸς δύνοντος ἡλίου, κρατῶ.
ὁρίζομαι δὲ τήν τε Περραιβῶν χθόνα,
Πίνδου τε τἀπέκεινα, Παιόνων πέλας,
ὄρη τε Δωδωναῖα· συντέμνει δ᾽ ὅρος
ὑγρᾶς θαλάσσης· τῶνδε τἀπὶ τάδε κρατῶ.
260 αὐτῆς δὲ χώρας Ἀπίας πέδον τόδε
πάλαι κέκληται φωτὸς ἰατροῦ χάριν.
Ἆπις γὰρ ἐλθὼν ἐκ πέρας Ναυπακτίας
ἰατρόμαντις παῖς Ἀπόλλωνος χθόνα
τήνδ᾽ ἐκκαθαίρει κνωδάλων βροτοφθόρων,
265 τὰ δὴ παλαιῶν αἱμάτων μιάσμασι
χρανθεῖσ᾽ ἀνῆκε γαῖα † μηνεῖται ἄκη
δρακονθόμιλον δυσμενῆ ξυνοικίαν.
τούτων ἄκη τομαῖα καὶ λυτήρια
πράξας ἀμέμπτως Ἆπις Ἀργείᾳ χθονὶ
270 μνήμην ποτ᾽ ἀντίμισθον ηὕρετ᾽ ἐν λιταῖς.
ἔχουσα δ᾽ ἤδη τἀπ᾽ ἐμοῦ τεκμήρια
γένος τ᾽ ἂν ἐξεύχοιο καὶ λέγοις πρόσω.
μακράν γε μὲν δὴ ῥῆσιν οὐ στέργει πόλις.
ΧΟ. βραχὺς τορός θ᾽ ὁ μῦθος· Ἀργεῖαι γένος
275 ἐξευχόμεσθα, σπέρματ᾽ εὐτέκνου βοός·
καὶ ταῦτ᾽ ἀληθῆ πάντα προσφύσω λόγῳ.
***
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Ποιό να ᾽ν᾽ αυτό το ανελληνόστολο το πλήθος
με ξενικιά εντυμή και πέπλα στολισμένο
που προσφωνούμε; βέβαια Αργολική δεν είναι
ουδ᾽ απ᾽ τα μέρη η φορεσιά σας της Ελλάδας.
Μα πώς στη χώρα εδώ τολμήσετε να ρθείτε
άφοβα χωρίς συνοδειά κηρύκων, δίχως
240 πρόξενο μ᾽ ούτε κι οδηγό, για με είναι θάμα.
Βέβαια κλαδιά από μέρος σας, κατά τους νόμους
των ικετών, βλέπω στημένα στους βωμούς μας·
μα μόνο απ᾽ το σημάδι αυτό θα ᾽χε η Ελλάδα
να συμπεράνει· όσο για τ᾽ άλλα, πολλ᾽ ακόμα
θα μπορούσε κανείς να στοχασθεί, αν δεν ήταν
εμπρός ο λόγος όλα να τα ξεδιαλύνει.
ΧΟΡΟΣ
Ψέμα δεν είν᾽ αυτά που λες για την στολή μας·
μα εγώ με ποιόν εσέ μιλώ; μ᾽ απλόν πολίτη;
με ραβδούχο του Ερμή; ή μ᾽ άρχοντα της χώρας;
ΒΑΣΙΛΕΑΣ
Μ᾽ όλο το θάρρος λεύτερα μπορείς σε μένα
να μιλάς κι αποκρίνεσαι· γιατί του ντόπιου
250 του Παλαίχθονα ο γιος, ο Πελασγός, εγώ είμαι,
αυτής της χώρας ο άρχοντας και που από μένα
το βασιλιά τους φυσικά ονοματισμένοι
οι Πελασγοί καρπίζονται τη χώρα τούτη·
κι όλα τα μέρη, που ο αγνός περνάει Στρυμόνας
κι αφήνει δυτικά, στην εξουσία μου έχω,
κι ακόμα ορίζω και των Περραιβών τη χώρα
και τα κείθ᾽ απ᾽ τον Πίνδο, προς την Παιονία,
και της Δωδώνης τα βουνά, ως εκεί που κόβει
της θάλασσας το σύνορο· αυτούς τους τόπους
ορίζω κάτω ίσαμ᾽ εδώ· μα η χώρα τούτη
260 που πατείς τώρα, απ᾽ τα παλιά τα χρόνια Απία
έχει απ᾽ τον Άπη ονομαστεί το γιατρομάντη
του Απόλλωνα το γιο, που από τη Ναυπακτίαν
αντίπερα ήρθε και καθάρισε τη χώρα
από τ᾽ ανθρωποφτόρα κνώδαλα, που η γη μας
μολυσμένη απ᾽ το μίασμα παλιών αιμάτων
ανάδινε, άστρεγη θεριών συντροφιά αγρίων·
μα τέτοια εκείνος μ᾽ άξιο ζήλο για τη χώρα
του Άργους αντίδοτα έφερε και γιατροσόφια
για να την σώσει, που ηύρε δίκια αντιμισθία,
270 πάντα να μνημονεύεται στις προσευχές μας.
Κι έτσι αφού τώρα σου ᾽δωκα να με γνωρίσεις,
εμπρός, πες μου λοιπόν και συ τη γενεά σου·
μα ξέρε εδώ δεν αγαπούν τα πολλά λόγια.
ΧΟΡΟΣ
Σύντομα θα ᾽ν᾽ τα λόγια μου κι απλά· η γενιά μας
καυχιόμαστε πως απ᾽ εδώ κρατάει απ᾽ τ᾽ Άργος
κι απ᾽ της καλλίτεκνης το σπέρμα βοϊδομάνας·
πως λέγω αλήθεια, κάθε απόδειξη θα δώσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου