Η αλχημεία ήταν, ως προς τον τελικό στόχο της, μια αληθινά ευγενής υπόθεση. Το όνειρο κάθε αλχημιστή ήταν ν’ ανακαλύψει την φιλοσοφική λίθο, μια ιδανική ουσία που είχε την δύναμη να μεταστοιχειώνει αγενή, φτηνά μέταλλα, όπως ο υδράργυρος, σε χρυσάφι και να συντελεί στην παρασκευή του ελιξίριου της ζωής, του φαρμάκου εκείνου που θα μπορούσε να κρατήσει τους ανθρώπους για πάντα νέους. Εκπληρώνοντας τους δύο μεγάλους πόθους των ανθρώπων, που είναι η αιώνια νεότης και ο πλούτος, οι αλχημιστές, μέσα από την διαδικασία της μεταστοιχείωσης της ύλης, επεδίωκαν να εξασφαλίσουν στο ανθρώπινο γένος την ευτυχία όχι σε κάποιον άλλο, μυστηριώδη, κόσμο, αλλά πάνω στην γη.
Η μεταστοιχείωση, μέσω της οποίας οι αλχημιστές αναζητούσαν την φιλοσοφική λίθο, συνεπάγετε μια σύνθετη πειραματική διαδικασία, που απαιτούσε όχι μόνο μόχθο και υπομονή, αλλά και πολλά χρήματα. Το εργαστήριο του αλχημιστή χρειαζόταν ακριβό εξοπλισμό, ο οποίος δεν ήταν σπάνιες οι φορές που καταστρεφόταν εξαιτίας πυρκαγιάς, τούτο γιατί την εποχή εκείνη δεν είχε ανακαλυφθεί το θερμόμετρο. Η διαδικασία της μεταστοιχείωσης ενός αγενούς μετάλλου, όπως ο υδράργυρος, στην πολυπόθητη φιλοσοφική λίθο απαιτούσε την βαθμιαία αύξηση της θερμοκρασίας, η οποία, στο τελικό στάδιο της διαδικασίας, θα έπρεπε να φτάσει στην κορύφωσή της. Πώς, όμως, να ελεγχθούν οι διάφοροι αναβαθμοί της θερμοκρασίας χωρίς θερμόμετρο; Είναι εύκολο ν’ αντιληφθεί κανείς τούς κινδύνους που διέτρεχε η πειραματική έρευνα και το ίδιο το εργαστήριο των αλχημιστών από την έλλειψη οργάνων ακριβούς ελέγχου της θερμοκρασίας, που απαιτούνταν στα διάφορα στάδια της αλχημικής μεταστοιχείωσης.
Εξαιτίας του πέπλου μυστικότητας, που κάλυπτε την άσκηση της αλχημείας, ήταν δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να διακρίνει κανείς ποιοι από όσους εμφανίζονταν ως αλχημιστές ήταν αληθινοί ερευνητές και ποιοι ψεύτες. Ως εκ τούτου, οι ανυποψίαστοι άνθρωποι ήταν δυνατόν να παρασυρθούν από απατεώνες που προέβαλαν την φαινομενική πολυμάθειά τους, προκειμένου ν’ αποκομίσουν οφέλη από τους αφελείς. Παρουσίαζαν τους εαυτούς των ικανούς να μετατρέψουν τον απλό υδράργυρο σε χρυσάφι, το οποίο, όμως, στην πραγματικότητα, ήταν ψεύτικο – έμοιαζε μόνο ως προς το χρώμα του με χρυσάφι. Η απαγόρευση της άσκησης της αλχημείας, που κήρυξε τον δέκατο τέταρτο αιώνα ο πάπας Ιωάννης ΚΒ’, τόνιζε ακριβώς τις απάτες που, με την κυκλοφορία κίβδηλων νομισμάτων, διέπρατταν αλχημιστές εναντίον των άλλων πολιτών. Υπήρξαν, μάλιστα, περίοδοι στην Ευρώπη που κυκλοφορούσε τόσο κίβδηλο χρυσάφι, ώστε ορισμένες χώρες της κινδύνεψαν να καταστραφούν οικονομικά. Στις περιπτώσεις αυτές, ο καλύτερος, ίσως, τρόπος, για ν’ αντιμετωπιστεί η αλχημική απάτη ήταν η αλχημική πάλι απάτη. Λέγεται ότι η Γαλλία, όταν κάποτε κατακλύστηκε από ψεύτικο αγγλικό αλχημικό χρυσάφι, μπόρεσε ν’ αντιμετωπίσει την δυσκολία αυτή χάρη στον πονηρό αλχημιστή του Γάλλου βασιλιά, ο οποίος έστειλε πίσω στην Αγγλία το δικό του ψεύτικο αλχημικό χρυσάφι.
Αλλά η αίσθηση μυστικότητας που συνόδευε την δράση των αλχημιστών ήταν δυνατόν, επίσης, ν’ αποβεί μοιραία για την ζωή τους. Θέλοντας δηλαδή οι άνθρωποι γύρω τους ν’ αποκτήσουν και αυτοί το μυστικό που θα τους έκανε υγιείς και πλούσιους, δεν δίσταζαν ακόμη και να τους σκοτώσουν. Ιδού πώς περιγράφει ένας αλχημιστής την άθλια μοίρα του:
Οι άνθρωποι, που εποφθαλμιούν το χρυσό μυστικό μας, μας καταδιώκουν από τόπο σε τόπο… και, παρ’ όλη την καλοσύνη και την ευσπλαχνία μας, μας ανταμείβουν με μαύρη αχαριστία, που ζητάει από τους ουρανούς δικαίωση. Μόλις πριν από λίγο καιρό, επισκεπτόμενος τα μέρη μιας πολιτείας που είχαν χτυπηθεί από πανούκλα και φέρνοντας στους αρρώστους ξανά την ποθητή υγεία τους με το θαυμαστό γιατρικό μου, βρέθηκα τριγυρισμένος από ένα δαιμονισμένο πλήθος, που απαιτούσε να του δώσω το ελιξίριο των Σοφών. Κατόρθωσα να ξεφύγω από τα χέρια των μοχθηρών εκείνων ανθρώπων και να σώσω την ζωή μου μόνο αλλάζοντας τα ρούχα μου, ξυρίζοντας τα γένια μου και φορώντας περούκα… Ξέρω μερικούς αλχημιστές που βρέθηκαν στραγγαλισμένοι στο κρεβάτι τους, απλώς και μόνο επειδή είχαν κινήσει την υποψία ότι ήξεραν το μυστικό, αν και στην πραγματικότητα δεν ήξεραν γύρω από αυτό περισσότερα από όσα οι δολοφόνοι τους. Για τους μανιασμένους ληστές ήταν αρκετό το ότι είχε διαδοθεί ένας ψίθυρος υποψίας για τα θύματά τους.
Είναι γεγονός ότι, παρά τις διακηρύξεις των αλχημιστών για τις ικανότητές των, ποτέ κανείς δεν αξιώθηκε να μετατρέψει, πράγματι, ένα αγενές, φτηνό μέταλλο σε χρυσάφι ή να βρει το φάρμακο της αιώνιας νεότητας. Παρ’ όλα αυτά, υποστηρίχθηκε ότι, αν και οι ελπίδες των αλχημιστών για την μεταστοιχείωση διαψεύστηκαν από τα πειράματά τους, οι προσπάθειές τους να πραγματοποιήσουν το αλχημικό ,όνειρο της μεταστοιχείωσης δεν απέβησαν εντελώς άκαρπες.
Ο συνδυασμός χημικών ουσιών, τον οποίο αναζητούσαν οι αλχημιστές στα εργαστήριά τους, για να μεταστοιχειώσουν αγενή μέταλλα σε χρυσάφι και να φτιάξουν φάρμακα, υποστηρίχθηκε ότι αντανακλά, κατά κάποιο, στοιχειώδη βέβαια, τρόπο, τις χημικές αντιδράσεις στις οποίες προέβησαν αργότερα οι επιστήμονες. Η αλχημεία, που αναπτύχθηκε στην περίοδο της Αναγέννησης, θεωρήθηκε σαν το πρώτο στάδιο από το οποίο εξελίχθηκε η χημεία μαζί με άλλες συναφείς, όπως η ιατρική, επιστήμες στους αλχημιστές δε που απεκλήθησαν “πατέρες της εργαστηριακής έρευνας”, αποδόθηκε η ανακάλυψη ορισμένων χημικών σχέσεων. Συνηθιζόταν, μάλιστα, από τότε, από την εποχή της Αναγέννησης, οι αλχημιστές να ονομάζονται, επίσης, χημικοί φιλόσοφοι και η τέχνη τους χημεία.
Ωστόσο, παρά τους όποιους παραλληλισμούς και συσχετισμούς που θα μπορούσε να επισημάνει κανείς μεταξύ της αλχημείας και της επιστήμης, το αλχημικό όνειρο μαζί με τις προσπάθειες των ανθρώπων εκείνων που ανέλαβαν να το πραγματοποιήσουν ανήκουν στο βασίλειο της μαγείας, που την χωρίζει από το βασίλειο της επιστήμης αγεφύρωτο χάσμα.
Γενικώς, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ο μαγικός κόσμος της Αναγέννησης, μέσα στον οποίο έδρασαν οι αλχημιστές και ανέπτυξαν τις συναρπαστικές θεωρίες των, είναι μοναδικός: Δεν μοιάζει ούτε με τον κόσμο ύστερα από την Αναγέννηση, στο πλαίσιο του οποίου αναπτύχθηκε η νεότερη επιστήμη και φιλοσοφία, ούτε με τον κόσμο που προηγήθηκε της Αναγέννησης.
Η μεταστοιχείωση, μέσω της οποίας οι αλχημιστές αναζητούσαν την φιλοσοφική λίθο, συνεπάγετε μια σύνθετη πειραματική διαδικασία, που απαιτούσε όχι μόνο μόχθο και υπομονή, αλλά και πολλά χρήματα. Το εργαστήριο του αλχημιστή χρειαζόταν ακριβό εξοπλισμό, ο οποίος δεν ήταν σπάνιες οι φορές που καταστρεφόταν εξαιτίας πυρκαγιάς, τούτο γιατί την εποχή εκείνη δεν είχε ανακαλυφθεί το θερμόμετρο. Η διαδικασία της μεταστοιχείωσης ενός αγενούς μετάλλου, όπως ο υδράργυρος, στην πολυπόθητη φιλοσοφική λίθο απαιτούσε την βαθμιαία αύξηση της θερμοκρασίας, η οποία, στο τελικό στάδιο της διαδικασίας, θα έπρεπε να φτάσει στην κορύφωσή της. Πώς, όμως, να ελεγχθούν οι διάφοροι αναβαθμοί της θερμοκρασίας χωρίς θερμόμετρο; Είναι εύκολο ν’ αντιληφθεί κανείς τούς κινδύνους που διέτρεχε η πειραματική έρευνα και το ίδιο το εργαστήριο των αλχημιστών από την έλλειψη οργάνων ακριβούς ελέγχου της θερμοκρασίας, που απαιτούνταν στα διάφορα στάδια της αλχημικής μεταστοιχείωσης.
Εξαιτίας του πέπλου μυστικότητας, που κάλυπτε την άσκηση της αλχημείας, ήταν δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να διακρίνει κανείς ποιοι από όσους εμφανίζονταν ως αλχημιστές ήταν αληθινοί ερευνητές και ποιοι ψεύτες. Ως εκ τούτου, οι ανυποψίαστοι άνθρωποι ήταν δυνατόν να παρασυρθούν από απατεώνες που προέβαλαν την φαινομενική πολυμάθειά τους, προκειμένου ν’ αποκομίσουν οφέλη από τους αφελείς. Παρουσίαζαν τους εαυτούς των ικανούς να μετατρέψουν τον απλό υδράργυρο σε χρυσάφι, το οποίο, όμως, στην πραγματικότητα, ήταν ψεύτικο – έμοιαζε μόνο ως προς το χρώμα του με χρυσάφι. Η απαγόρευση της άσκησης της αλχημείας, που κήρυξε τον δέκατο τέταρτο αιώνα ο πάπας Ιωάννης ΚΒ’, τόνιζε ακριβώς τις απάτες που, με την κυκλοφορία κίβδηλων νομισμάτων, διέπρατταν αλχημιστές εναντίον των άλλων πολιτών. Υπήρξαν, μάλιστα, περίοδοι στην Ευρώπη που κυκλοφορούσε τόσο κίβδηλο χρυσάφι, ώστε ορισμένες χώρες της κινδύνεψαν να καταστραφούν οικονομικά. Στις περιπτώσεις αυτές, ο καλύτερος, ίσως, τρόπος, για ν’ αντιμετωπιστεί η αλχημική απάτη ήταν η αλχημική πάλι απάτη. Λέγεται ότι η Γαλλία, όταν κάποτε κατακλύστηκε από ψεύτικο αγγλικό αλχημικό χρυσάφι, μπόρεσε ν’ αντιμετωπίσει την δυσκολία αυτή χάρη στον πονηρό αλχημιστή του Γάλλου βασιλιά, ο οποίος έστειλε πίσω στην Αγγλία το δικό του ψεύτικο αλχημικό χρυσάφι.
Αλλά η αίσθηση μυστικότητας που συνόδευε την δράση των αλχημιστών ήταν δυνατόν, επίσης, ν’ αποβεί μοιραία για την ζωή τους. Θέλοντας δηλαδή οι άνθρωποι γύρω τους ν’ αποκτήσουν και αυτοί το μυστικό που θα τους έκανε υγιείς και πλούσιους, δεν δίσταζαν ακόμη και να τους σκοτώσουν. Ιδού πώς περιγράφει ένας αλχημιστής την άθλια μοίρα του:
Οι άνθρωποι, που εποφθαλμιούν το χρυσό μυστικό μας, μας καταδιώκουν από τόπο σε τόπο… και, παρ’ όλη την καλοσύνη και την ευσπλαχνία μας, μας ανταμείβουν με μαύρη αχαριστία, που ζητάει από τους ουρανούς δικαίωση. Μόλις πριν από λίγο καιρό, επισκεπτόμενος τα μέρη μιας πολιτείας που είχαν χτυπηθεί από πανούκλα και φέρνοντας στους αρρώστους ξανά την ποθητή υγεία τους με το θαυμαστό γιατρικό μου, βρέθηκα τριγυρισμένος από ένα δαιμονισμένο πλήθος, που απαιτούσε να του δώσω το ελιξίριο των Σοφών. Κατόρθωσα να ξεφύγω από τα χέρια των μοχθηρών εκείνων ανθρώπων και να σώσω την ζωή μου μόνο αλλάζοντας τα ρούχα μου, ξυρίζοντας τα γένια μου και φορώντας περούκα… Ξέρω μερικούς αλχημιστές που βρέθηκαν στραγγαλισμένοι στο κρεβάτι τους, απλώς και μόνο επειδή είχαν κινήσει την υποψία ότι ήξεραν το μυστικό, αν και στην πραγματικότητα δεν ήξεραν γύρω από αυτό περισσότερα από όσα οι δολοφόνοι τους. Για τους μανιασμένους ληστές ήταν αρκετό το ότι είχε διαδοθεί ένας ψίθυρος υποψίας για τα θύματά τους.
Είναι γεγονός ότι, παρά τις διακηρύξεις των αλχημιστών για τις ικανότητές των, ποτέ κανείς δεν αξιώθηκε να μετατρέψει, πράγματι, ένα αγενές, φτηνό μέταλλο σε χρυσάφι ή να βρει το φάρμακο της αιώνιας νεότητας. Παρ’ όλα αυτά, υποστηρίχθηκε ότι, αν και οι ελπίδες των αλχημιστών για την μεταστοιχείωση διαψεύστηκαν από τα πειράματά τους, οι προσπάθειές τους να πραγματοποιήσουν το αλχημικό ,όνειρο της μεταστοιχείωσης δεν απέβησαν εντελώς άκαρπες.
Ο συνδυασμός χημικών ουσιών, τον οποίο αναζητούσαν οι αλχημιστές στα εργαστήριά τους, για να μεταστοιχειώσουν αγενή μέταλλα σε χρυσάφι και να φτιάξουν φάρμακα, υποστηρίχθηκε ότι αντανακλά, κατά κάποιο, στοιχειώδη βέβαια, τρόπο, τις χημικές αντιδράσεις στις οποίες προέβησαν αργότερα οι επιστήμονες. Η αλχημεία, που αναπτύχθηκε στην περίοδο της Αναγέννησης, θεωρήθηκε σαν το πρώτο στάδιο από το οποίο εξελίχθηκε η χημεία μαζί με άλλες συναφείς, όπως η ιατρική, επιστήμες στους αλχημιστές δε που απεκλήθησαν “πατέρες της εργαστηριακής έρευνας”, αποδόθηκε η ανακάλυψη ορισμένων χημικών σχέσεων. Συνηθιζόταν, μάλιστα, από τότε, από την εποχή της Αναγέννησης, οι αλχημιστές να ονομάζονται, επίσης, χημικοί φιλόσοφοι και η τέχνη τους χημεία.
Ωστόσο, παρά τους όποιους παραλληλισμούς και συσχετισμούς που θα μπορούσε να επισημάνει κανείς μεταξύ της αλχημείας και της επιστήμης, το αλχημικό όνειρο μαζί με τις προσπάθειες των ανθρώπων εκείνων που ανέλαβαν να το πραγματοποιήσουν ανήκουν στο βασίλειο της μαγείας, που την χωρίζει από το βασίλειο της επιστήμης αγεφύρωτο χάσμα.
Γενικώς, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ο μαγικός κόσμος της Αναγέννησης, μέσα στον οποίο έδρασαν οι αλχημιστές και ανέπτυξαν τις συναρπαστικές θεωρίες των, είναι μοναδικός: Δεν μοιάζει ούτε με τον κόσμο ύστερα από την Αναγέννηση, στο πλαίσιο του οποίου αναπτύχθηκε η νεότερη επιστήμη και φιλοσοφία, ούτε με τον κόσμο που προηγήθηκε της Αναγέννησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου