Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἑκάβη (1187-1239)

Αποτέλεσμα εικόνας για ἙκάβηΕΚ. Ἀγάμεμνον, ἀνθρώποισιν οὐκ ἐχρῆν ποτε
τῶν πραγμάτων τὴν γλῶσσαν ἰσχύειν πλέον·
ἀλλ᾽, εἴτε χρήστ᾽ ἔδρασε, χρήστ᾽ ἔδει λέγειν,
1190 εἴτ᾽ αὖ πονηρά, τοὺς λόγους εἶναι σαθρούς,
καὶ μὴ δύνασθαι τἄδικ᾽ εὖ λέγειν ποτέ.
σοφοὶ μὲν οὖν εἰσ᾽ οἱ τάδ᾽ ἠκριβωκότες,
ἀλλ᾽ οὐ δύνανται διὰ τέλους εἶναι σοφοί,
κακῶς δ᾽ ἀπώλοντ᾽· οὔτις ἐξήλυξέ πω.
1195 καί μοι τὸ μὲν σὸν ὧδε φροιμίοις ἔχει·
πρὸς τόνδε δ᾽ εἶμι καὶ λόγοις ἀμείψομαι·
ὃς φῂς Ἀχαιῶν πόνον ἀπαλλάσσων διπλοῦν
Ἀγαμέμνονός θ᾽ ἕκατι παῖδ᾽ ἐμὸν κτανεῖν.
ἀλλ᾽, ὦ κάκιστε, πρῶτον οὔποτ᾽ ἂν φίλον
1200 τὸ βάρβαρον γένοιτ᾽ ἂν Ἕλλησιν γένος
οὐδ᾽ ἂν δύναιτο. τίνα δὲ καὶ σπεύδων χάριν
πρόθυμος ἦσθα; πότερα κηδεύσων τινὰ
ἢ συγγενὴς ὤν, ἢ τίν᾽ αἰτίαν ἔχων;
ἢ σῆς ἔμελλον γῆς τεμεῖν βλαστήματα
1205 πλεύσαντες αὖθις; τίνα δοκεῖς πείσειν τάδε;
ὁ χρυσός, εἰ βούλοιο τἀληθῆ λέγειν,
ἔκτεινε τὸν ἐμὸν παῖδα καὶ κέρδη τὰ σά.
ἐπεὶ δίδαξον τοῦτο· πῶς, ὅτ᾽ εὐτύχει
Τροία, πέριξ δὲ πύργος εἶχ᾽ ἔτι πτόλιν,
1210 ἔζη τε Πρίαμος Ἕκτορός τ᾽ ἤνθει δόρυ,
τί δ᾽ οὐ τότ᾽, εἴπερ τῷδ᾽ ἐβουλήθης χάριν
θέσθαι, τρέφων τὸν παῖδα κἀν δόμοις ἔχων
ἔκτεινας ἢ ζῶντ᾽ ἦλθες Ἀργείοις ἄγων;
ἀλλ᾽ ἡνίχ᾽ ἡμεῖς οὐκέτ᾽ ἐσμὲν ἐν φάει,
1215 καπνῷ δ᾽ ἐσήμην᾽ ἄστυ, πολεμίων ὕπο,
ξένον κατέκτας σὴν μολόντ᾽ ἐφ᾽ ἑστίαν.
πρὸς τοῖσδε νῦν ἄκουσον ὡς φανῇς κακός.
χρῆν σ᾽, εἴπερ ἦσθα τοῖς Ἀχαιοῖσιν φίλος,
τὸν χρυσόν, ὃν φῂς οὐ σὸν ἀλλὰ τοῦδ᾽ ἔχειν,
1220 δοῦναι φέροντα πενομένοις τε καὶ χρόνον
πολὺν πατρῴας γῆς ἀπεξενωμένοις·
σὺ δ᾽ οὐδὲ νῦν πω σῆς ἀπαλλάξαι χερὸς
τολμᾷς, ἔχων δὲ καρτερεῖς ἔτ᾽ ἐν δόμοις.
καὶ μὴν τρέφων μὲν ὥς σε παῖδ᾽ ἐχρῆν τρέφειν
1225 σώσας τε τὸν ἐμόν, εἶχες ἂν καλὸν κλέος·
ἐν τοῖς κακοῖς γὰρ ἁγαθοὶ σαφέστατοι
φίλοι· τὰ χρηστὰ δ᾽ αὔθ᾽ ἕκαστ᾽ ἔχει φίλους.
εἰ δ᾽ ἐσπάνιζες χρημάτων, ὁ δ᾽ εὐτύχει,
θησαυρὸς ἄν σοι παῖς ὑπῆρχ᾽ οὑμὸς μέγας·
1230 νῦν δ᾽ οὔτ᾽ ἐκεῖνον ἄνδρ᾽ ἔχεις σαυτῷ φίλον
χρυσοῦ τ᾽ ὄνησις οἴχεται παῖδές τε σοί,
αὐτός τε πράσσεις ὧδε. σοὶ δ᾽ ἐγὼ λέγω,
Ἀγάμεμνον, εἰ τῷδ᾽ ἀρκέσεις, κακὸς φανῇ·
οὔτ᾽ εὐσεβῆ γὰρ οὔτε πιστὸν οἷς ἐχρῆν,
1235 οὐχ ὅσιον, οὐ δίκαιον εὖ δράσεις ξένον·
αὐτὸν δὲ χαίρειν τοῖς κακοῖς σε φήσομεν
τοιοῦτον ὄντα· δεσπότας δ᾽ οὐ λοιδορῶ.
ΧΟ. φεῦ φεῦ· βροτοῖσιν ὡς τὰ χρηστὰ πράγματα
χρηστῶν ἀφορμὰς ἐνδίδωσ᾽ ἀεὶ λόγων.

***
ΕΚΑΒΗ
Ποτέ, Αγαμέμνονα, δεν θα ᾽πρεπε τα λόγια
να ᾽χουνε πέραση απ᾽ τα έργα πιο μεγάλη.
Αν έπραξε κανείς καλά, καλά να μας τα λέει,
1190 κι αν πονηρά, τα λόγια του να μην μπορούν
την αδικία να ομορφύνουν. Έξυπνοι
είναι όσοι βρήκαν τέτοιους τρόπους, όμως
η εξυπνάδα τους για πάντα δεν κρατάει
κι έχουν άσκημο τέλος· κανένας
δεν γλίτωσε ως τα σήμερα. Ό,τι θα ᾽θελα
να πω σε σένα πρώτα πρώτα, το είπα·
τώρα έρχομαι σ᾽ αυτόν και του αποκρίνομαι:
(Στον Πολυμήστορα.)
Είπες πως το παιδί μου σκότωσες για χάρη
του Αγαμέμνονα και για να γλιτώσεις
τους Αχαιούς από άλλες περιπέτειες.
Μα, κακούργε, των Ελλήνων το γένος
1200 με βαρβάρους ποτέ δεν φιλιώνει· δεν το ᾽ξερες
πως κάτι τέτοιο δεν γίνεται; Μήπως
έδειξες τόση προθυμιά για να πετύχεις
κάποιο καλό; συγγενής ήσουν,
παντρολογήματα ζητούσες, ποιά η αιτία;
Μήπως το άλλο;
Πως θα ρημάζαν τα σπαρτά σου οι Έλληνες
αν ξαναστέλνανε καράβια κατά δώθε;
Και θαρρείς
πως θα τα πιστέψει κανείς όλα τούτα;
Το χρυσάφι, αν θες να πεις την αλήθεια,
σκότωσε το παιδί μου, και το κέρδος
που καρτερούσες. Διαφορετικά,
εξήγησέ μου αυτό: πώς όταν
η Τροία καλοτυχούσε
και γύρω την προστάτευαν τα κάστρα
1210 και ζούσε ο Πρίαμος και του Έκτορα το δόρυ
χτυπούσε ακόμα, πώς δεν σκέφτηκες τότε,
για χάρη του Αγαμέμνονα,
το παιδί να σκοτώσεις, που κρατούσες
στο σπίτι σου κι έτρεφες,
ή ζωντανό να το φέρεις στους Έλληνες;
Μα όταν εμείς απ᾽ τους εχθρούς αφανιστήκαμε,
όπως σου το ᾽δειξε ο καπνός πάνω απ᾽ την πόλη,
τότε, τον ξένο σκότωσες που γύρεψε
στο σπιτικό σου μια γωνιά. Κι ακόμα κάτι
που δείχνει φανερά πόσο είσαι φαύλος.
Αν ένιωθες φιλία για τους Αχαιούς,
το χρήμα, που δεν ήτανε δικό σου,
μα του νεκρού, καθώς ο ίδιος παραδέχτηκες,
θα ᾽πρεπε να το φέρεις να το παραδώσεις
1220 σ᾽ αυτούς που το χρειαζόντανε,
που χρόνια παραδέρνανε σε ξένους τόπους.
Μα εσένα ουδέ και τώρα δεν το λέει η καρδιά σου
να το αποχωριστείς.
Κι ακόμα το κρατάς στο σπίτι σου κρυμμένο.
Κι όμως, αν εμεγάλωνες τον γιο μου,
όπως ήταν το χρέος σου, και τον νοιαζόσουν,
η φήμη σου θα ᾽ταν λαμπρή· γιατί στις συμφορές
φαίνονται οι φίλοι αν πράγματι είναι φίλοι.
Αν σου ᾽ρχονται όλα ευνοϊκά, φίλοι δεν λείπουν.
Κι αν από χρήματα είχες ανάγκη και καλοτυχούσε
ο γιος μου, θα ᾽τανε για σένα θησαυρός μεγάλος.
1230 Τώρα, ούτ᾽ εκείνον έχεις φίλο, και το κέρδος
απ᾽ το χρυσάφι χάθηκε, χαθήκαν
και τα παιδιά σου
κι ο ίδιος εσύ στη δυστυχία έχεις βουλιάξει.
Και σε σένα, Αγαμέμνονα, λέω τούτα:
αν βοηθήσεις αυτόν από δω, κακός
θα φανείς· γιατί θα ευεργετήσεις
άνθρωπον άσεβο, άπιστο, ανόσιο,
που το δίκιο δεν αγαπά·
και για σένα τον ίδιο θα πούμε
πως τους κακούς συμπαθάς. Μα τον αφέντη
δεν θέλω να κατηγορήσω.
ΧΟΡΟΣ
Έτσι είναι· τα καλά φερσίματα
δίνουνε πάντα στους ανθρώπους αφορμή
για καλά λόγια.

Μακεδονία εν μύθοις φθεγγομένη: Μύθοι πανελλαδικοί - Διόνυσος

Φιλολογικές πηγές

Ο χαρακτήρας της λατρείας στη Μακεδονία, όπως στη Θράκη, το ΒΑ Αιγαίο, τη Βοιωτία, είναι διονυσιακός και οργιαστικός. Αυτό μπορεί να συνδεθεί και με τη δράση του Διόνυσου στον χώρο.

i. Ο Ευριπίδης στην τραγωδία Βάκχες*, την οποία γράφει κατά τη δεκαοκτάμηνη παραμονή του στη Μακεδονία, δίνει μιαν άλλην εκδοχή του μύθου, που θέλει τον Διόνυσο να γεννιέται από τον μηρό του Δία, και τοποθετεί τη γέννησή του στον Όλυμπο (στ. 287-296):
Όταν ο Ζευς τον άρπαξε από το πυρ του κεραυνού
και ανέβασε το τρυφερό βρέφος στον Όλυμπο,
η Ήρα ήθελε να τον πετάξει από τον ουρανό.
Ο Ζευς, καθ’ ο θεός, ιδού τι μηχανεύτηκε:
Απέσπασε ένα κομμάτι από τον αιθέρα που ζώνει τη γη,
έπλασε ομοίωμα του θεού, έδωσε αυτό ως όμηρο
και προστάτευσε τον Διόνυσο από τον πόλεμο της Ήρας.
Με τον καιρό οι θνητοί παρήλλαξαν τη λέξη
και είπαν ότι ερράφη στου Διός τον μηρό·
επινόησαν την ιστορία, επειδή τον θεό η θεά τον κράτησε όμηρο
.
ii. Όταν ο Διόνυσος ενηλικιώνεται δίπλα στις Υάδες**, η Ήρα τον ανακαλύπτει ξανά. Τρελαμένος εκείνος, θα φύγει στην Αίγυπτο παίρνοντας και το μυστικό του κρασιού. Εκεί θα τον δεχτεί ο βασιλιάς Πρωτέας, θα πολεμήσει τους Τιτάνες με τη βοήθεια των Αμαζόνων, θα αποκαταστήσει στον θρόνο τον βασιλιά Άμμωνα και θα ιδρύσει μαντείο του. Μετά πηγαίνει στη Συρία, όπου εκτείνει γέφυρα πάνω από τον ποταμό Ευφράτη πλέκοντας κομμάτια κισσού και αμπελιού. Όταν φτάνει στην Ινδία, την καταλαμβάνει σχεδόν στο σύνολό της και ιδρύει σημαντικές πόλεις, διαδίδοντας στο πέρασμά του το μυστικό της παρασκευής του κρασιού. Κατά την επιστροφή του πολεμά μια αρκετά μεγάλη ομάδα Αμαζόνων, οι οποίες αναζητούν καταφύγιο στην Έφεσο και τη Σάμο. Φτάνοντας στη Φρυγία, δέχεται την κάθαρση από τη Ρέα και μυείται στα μυστήριά της. Τέλος, όταν αποβιβάζεται στη Θράκη, κοντά στις εκβολές του Στρυμόνα, αντιμετωπίζει την εχθρότητα του βασιλιά Λυκούργου που αιχμαλωτίζει όλο τον θίασο των Μαινάδων και των Σατύρων. Ο Διόνυσος αναζητά καταφύγιο στη θάλασσα, κοντά στη Νηρηίδα Θέτιδα. Λίγο αργότερα, οι Μαινάδες δραπετεύουν και τρελαίνουν τον Λυκούργο, ο οποίος σκοτώνει με ένα τσεκούρι τον γιο του Δρύαντα νομίζοντας ότι έκοβε παρακλάδι αμπελιού.

Έργα των τεχνών


Πολύ συχνή είναι η απεικόνιση του Διόνυσου, η οποία δικαιολογείται απόλυτα από τη δράση του θεού στην περιοχή και από τη λατρεία που είναι διονυσιακού περιεχομένου και χαρακτήρα. Οι παραστάσεις του αποκαλύπτουν  ότι οι κάτοικοι της Μακεδονίας, αριστοκράτες και λαϊκά στρώματα, γνώριζαν τη διονυσιακή μυθολογία, καθώς και την αντίληψη που είχαν για την ουσία του θεού και τον διττό του χαρακτήρα, τον χθόνιο και τον κοσμικό, αγροτικού χαρακτήρα, αλλά και τη σχέση του με το θέατρο, καθώς η μορφή του κοσμεί γραπτές παραστάσεις σε τάφους ή ταφικά αγγεία, σε οικίες, σε θέατρα, σε λατρευτικούς χώρους. Πιο συγκεκριμένα:

Γνωστά είναι η αρπαγή της Αριάδνης από τον Διόνυσο στη Νάξο και ο γάμος με αυτήν (επανέρχεται εδώ το θέμα της αρπαγής και του ιερού γάμου, οι μαιναδικές εξάρσεις, με τον χορό, την έκσταση, τον σπαραγμό, οι φόνοι, που κάποιες φορές συνοδεύουν τη λατρεία του Διόνυσου στους μύθους, το ιερό ζώο του θεού, ο πάνθηρας, όπως αυτό εμφανίζεται λ.χ. στον κρατήρα του Δερβενίου ή σε ψηφιδωτό δάπεδο ανδρώνα σε σπίτι στην Πέλλα. Γνωστοί είναι και οι μύθοι του Λυκούργου ή και του βασιλιά των Θηβών Πενθέα και ο συμποτικός χαρακτήρας του θεού με την έξαρση του γλεντιού, της χαράς, του έρωτα (σπίτι στην Πέλλα, έπαυλη του Διόνυσου στο Δίον), αλλά και ως εγγύηση για μια συνεύρεση του νεκρού με τον θεό σε ένα διαρκές συμπόσιο (δεύτερος τάφος του αγροκτήματος Μπέλλα, μακεδονικός τάφος Ποτίδαιας). Τη γνώση αυτή τεκμηριώνουν τα αρχαιολογικά ευρήματα, σε μερικά από τα οποία θα σταθούμε και θα περιγράψουμε, ώστε να αναδυθεί η ουσία του θεού, καταρχάς η χθόνια και μετά η κοσμική. 

 i. Ο κρατήρας του Δερβενίου (330 π.Χ.), οστεοφυλάκιο και τεφροδόχο σκεύος, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα εικαστικό μυθολογικό βιβλίο. Εδώ θα συνοψίσουμε την εικονογραφία και μέσα από αυτή τη διονυσιακή θεολογία και μυθολογία. Θυμίζουμε μόνο ότι ο μαιναδισμός περιλαμβάνει: ορειβασία, κράτημα φιδιών, αντοχή στο κρύο, στη φωτιά (φωτιά καίει τα μαλλιά των βακχευτών χωρίς οι ίδιοι να νιώθουν κάψιμο).

Η κεντρική σκηνή του κρατήρα καλύπτεται από το ζευγάρι Διόνυσος - Αριάδνη σε μια στιγμή χαλάρωσης του ζεύγους αλλά και σε μια χαρακτηριστική στάση που αποκαλύπτει την ερωτική στιγμή που είχε προηγηθεί. Ο αγένειος Διόνυσος ακουμπά το δεξί του πόδι πάνω στο αριστερό της Αριάδνης, τη στιγμή που η εγκαταλειμμένη από τον Θησέα βασιλικόρη της Κρήτης κάνει τη χαρακτηριστική κίνηση της αποκάλυψης του προσώπου της. Πάνω ακριβώς από το ανάγλυφο ζεύγος στέκονται δύο ολόγλυφες ένθετες φιγούρες, μία γυναικεία παραδομένη σε ύπνο και μία αγένεια ημίγυμνη ανδρική που στηρίζει το βάρος του στο αριστερό χέρι, ενώ τείνει το δεξί προς τη γυναίκα που κοιμάται. Οι δύο ένθετες μορφές στέκονται χιαστί με το θεϊκό ζευγάρι στο σώμα του κρατήρα. Ποιες είναι αυτές οι ένθετες φιγούρες; Αναρωτιέται κανείς αν πρόκειται για το ίδιο θεϊκό ζευγάρι σε μια προγενέστερη στιγμή. Όταν δηλαδή ο αθηναίος βασιλόπαις Θησέας εγκαταλείπει κοιμισμένη την Αριάδνη στην παραλία της Νάξου, ύστερα από εντολή των θεών, και φεύγει με το καράβι του, τη στιγμή που πλησιάζει ο θεός Διόνυσος για τον οποίο προορίζεται η Αριάδνη, πάνω σε άρμα ζεμένο με πάνθηρες –ένας στέκεται δίπλα στον θεό, άλλοι, ανάγλυφοι, τριγυρνούν κάτω από το χείλος του κρατήρα, υπόμνηση του τρόπου και του τόπου έλευσης του θεού. Βρισκόμαστε μπροστά σε παράσταση ενός ιερού γάμου, όπως προφανώς και στην περίπτωση της  αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα.

Αριστερά από την ανάγλυφη Αριάδνη δύο Μαινάδες βρίσκονται σε έκσταση όπως φανερώνουν τα κεφάλια τους που είναι ριγμένα προς τα πίσω. Οι δυο τους κρατούν από κοινού ένα ζώο, από τα μπροστινά του πόδια η μια, από τα πίσω η άλλη. Μοιάζουν έτοιμες να το διαμελίσουν, παραπέμποντας στους στ. 734-745*** από τις Βάκχες του Ευριπίδη.

Δίπλα τους ακριβώς στέκονται τρεις άλλες γυναικείες φιγούρες, τρεις μαινάδες, χαρακτηριστικοί τύποι των γυναικών που ακολουθούν τον Διόνυσο και καθαρά αναφέρονται στις Βάκχες ως νέαι παλαιαί παρθένοι τ’ έτι άζυγες**** (στ. 694). Η ακριανή που έχει καθίσει και συγκρατεί μιαν άλλη είναι προφανώς η «παλαιά», αυτή δηλαδή που είναι μυημένη και βοηθά μιαν άπειρη «άζυγον παρθένον» στον χορό της· το κορίτσι έχει πέσει σχεδόν ημιλιπόθυμο από την πρωτόγνωρη εμπειρία της έκστασης, ενώ το ρούχο της έχει πέσει αφήνοντας ημίγυμνο και το κορμί.  Αντίθετα, η τρίτη, που ακουμπά με τα ακροδάχτυλα του αριστερού χεριού τα δάχτυλα του δεξιού χεριού της νεαρής άπειρης, είναι προφανώς μια «νέα» που ήδη γνωρίζει τον εκστατικό χορό. Δίπλα της στέκεται ο Σιληνός που, σε ιθυφαλλική κατάσταση και όρθιος, με το αριστερό του χέρι συγκρατεί το κλαδί του αμπελιού που περιβάλλει τον κρατήρα πάνω ακριβώς από τα κεφάλια των μορφών. Πάνω ακριβώς κάθεται ένθετος Σάτυρος που κρατά ασκό στα χέρια του και κοιμάται, προφανώς μεθυσμένος.

Η τέταρτη ένθετη μορφή στον λαιμό του κρατήρα είναι μια μαινάδα που επίσης έχει αποκοιμηθεί, προφανώς ύστερα από το τέλος της εκστατικής μύησης, υποδεικνύοντας μια μεταγενέστερη στιγμή από αυτή που παρακολουθεί ο θεατής στο σώμα του κρατήρα. Οι δύο ένθετες φιγούρες στον λαιμό του κρατήρα, ο Σιληνός με τον ασκό και η αποκοιμισμένη Μαινάδα, στέκονται σε μια κατάσταση ησυχίας που αντιδιαστέλλεται με τη γεμάτη κίνηση σκηνή που συντελείται ακριβώς από κάτω τους (με τις τρεις Μαινάδες και τον Σιληνό) και στην οποία πιθανόν είχαν συμμετάσχει νωρίτερα και οι δυο.

Αντιστικτικά σε αυτόν και με τελείως διαφορετική κίνηση, βίαιη, στέκεται ένας άνδρας γενειοφόρος, μονοσάνδαλος, με τον χιτώνα του να ανεμίζει, υποδηλώνοντας τη βίαιη κίνηση του σπαθιού στο δεξί του χέρι. Ζευγάρι με αυτόν σχηματίζει μια γυναίκα, η οποία έχει ρίξει το κεφάλι προς τα πίσω και με το αριστερό της χέρι κρατά από το πόδι στον ώμο της ένα μωρό, ριγμένο προς τα πίσω. Αντιστικτικά επίσης σχηματίζει ζευγάρι με τον Διόνυσο. Αν δούμε αυτή τη γυναίκα ως μεμονωμένη φιγούρα, θα μπορούσαμε και πάλι να σκεφτούμε τους στ. από τις Βάκχες που αναφέρουν ότι οι Μαινάδες «άρπαζαν παιδιά από τα σπίτια. / Κι ό,τι έβαζαν στον ώμο τους έστεκε χωρίς να το δέσουν·» (στ. 754-755). Αν όμως δούμε τις δύο μορφές μαζί, τότε ίσως θα πρέπει να σκεφτούμε ένα άλλο επεισόδιο από τη διονυσιακή θεολογία. Όταν ο Διόνυσος αποβιβάστηκε στη Θράκη, κοντά στις εκβολές του Στρυμόνα, αντιμετώπισε την εχθρότητα του βασιλιά Λυκούργου που αιχμαλώτισε όλο τον θίασο των Μαινάδων και των Σατύρων. Ο Διόνυσος αναζήτησε καταφύγιο στη θάλασσα, κοντά στη Θέτιδα. Λίγο αργότερα, οι Μαινάδες δραπετεύουν και τρελαίνουν τον Λυκούργο, ο οποίος σκοτώνει με ένα τσεκούρι τον γιο του Δρύαντα νομίζοντας ότι έκοβε παρακλάδι αμπελιού. Τότε ο Διόνυσος εξέθεσε τον Λυκούργο στους πάνθηρες πάνω στη Ροδόπη, που πιθανόν τον κατασπάραξαν. Ένας τέτοιος πάνθηρας στέκεται δίπλα στη γυναίκα, με το πρόσωπο προς τον Διόνυσο, υπενθυμίζοντας όχι μόνο το τέλος του Λυκούργου αλλά και τη θριαμβική έλευση του Διόνυσου στη Νάξο πάνω σε άρμα που το έσερναν πάνθηρες. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή η ανδρική φιγούρα δεν είναι ο Λυκούργος αλλά ο Πενθέας. Ωστόσο, ο Πενθέας στην τραγωδία είναι νεότερος, μεταμφιέζεται σε Μαινάδα και πουθενά στο κείμενο δεν γίνεται υπαινιγμός για γενειάδα*****.
Ο λαιμός του κρατήρα χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο κάτω τον περιβάλλει κισσός, ενώ στο επάνω εμφανίζονται δώδεκα ένθετα ανάγλυφα ζώα που κυνηγούν, λιοντάρια που κυνηγούν ελάφια ή κουβαλούν επάνω τους νεκρά ζώα, γρύπες, πάνθηρες κτλ.

Οι λαβές του κοσμούνται από τέσσερα κεφαλάκια που περιβάλλονται από φίδια. Ποια είναι η σημασία των φιδιών στον μαιναδισμό το λέει ο Ευριπίδης και πάλι στις Βάκχες: «έσφιξαν [οι Μαινάδες] τα κατάστικτα δέρματα ελαφιών / […] / και τα έζωσαν με φίδια που τους έγλειφαν το μάγουλο» (στ. 696-698)· οι Μαινάδες «ξέπλυναν το αίμα·  / τις σταγόνες στα μάγουλά τους τις έγλειφαν με τη γλώσσα τους φίδια» (στ. 767-768).

Με ποιους όμως μπορούμε να ταυτίσουμε τα τέσσερα πρόσωπα στα λαβές του κρατήρα; Όποια απάντηση κι αν δώσουμε, αυτή δεν μπορεί να είναι άσχετη με τη διονυσιακή θεολογία. Ένα από τα πρόσωπα/προσωπεία που στολίζουν τον οφθαλμό της ελικωτής λαβής στην Α όψη με την κεντρική σκηνή του Διόνυσου και της Αριάδνης είναι του «ταυρόκερω θεού», πάνω από την ανάγλυφη Αριάδνη και την ένθετη ολόγλυφη ημίγυμνη ανδρική φιγούρα του λαιμού. Δύο μικρά κέρατα και δύο μεγάλα ζωόμορφα αυτιά το χαρακτηρίζουν, ενώ το πρόσωπο πλαισιώνεται από «κοντά φλογωτά βοστρυχίδια» για μαλλιά και από γένι με «κυματιστές φωτοσκιασμένες εγχαράξεις που δημιουργούν την εντύπωση της υγρότητας», σημειώνει η Ευγενία Γιούρη στη μελέτη της για τον κρατήρα. Ο γερμανός μελετητής H.P. Isler, στη μονογραφία του για τον Αχελώο και τους εικονογραφικούς τύπους του θεού-ποταμού ταύτισε το συγκεκριμένο προσωπείο με του Αχελώου και τον συσχέτισε με τον Ηρακλή, που αναγνωρίζεται στο προσωπείο με τη λεοντοκεφαλή, και τον μύθο της πάλης του ήρωα με τον ποταμό ( Ηρακλής - «ήρως θεός» του κάτω κόσμου******). Σε κάθε περίπτωση οι τέσσερις κεφαλές θα πρέπει να σχετίζονται με το ευρύτερο εικονογραφικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται και τη χρήση του κρατήρα.

Καταρχάς θυμίζουμε ότι ο κρατήρας βρέθηκε σε τάφο (τάφος Β’ Δερβενίου, 330-310 π.Χ.) και ότι χρησιμοποιήθηκε «ως οστεοφυλάκιο και τεφροδόχο σκεύος μετά την καύση του νεκρού σε κιβωτιόσχημο τάφο στο νεκροταφείο που αποδίδεται στην αρχαία Λητή» (Σουέρεφ, 2001, 64). Αλλά ποια είναι η ιδέα που λειτουργεί ενοποιητικά στις επιμέρους παραστάσεις; «Οι σκηνές από το ιερό μυθολόγιο του Διόνυσου κρυσταλλώνουν ολόκληρη θεολογική εσχατολογία. Ο Διόνυσος κομματιάστηκε αλλά επανήλθε στη μέθη της ζωής και της φύσης, αενάως ερωτεύεται και ζευγαρώνει διαιωνίζοντας τον σπόρο του. Ο θεός εκφράζει τη λυτρωτική ελπίδα του ανθρώπου και τη δυναμική της ζωής» (ό.π.). Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αναγνωρίσουμε τις τέσσερις μορφές. Δεχόμαστε καταρχάς ως σωστή την ταύτιση του Isler. Εις επίρρωσιν των ισχυρισμών του, θα αναφερθούμε σε έναν μύθο που συνδέει τον Αχελώο με τον Διόνυσο –η ταύτιση δεν είναι μόνο εικονογραφική. Λέγεται ότι ο Διόνυσος έκανε δώρο στον Οινέα την πρώτη ρίζα αμπέλου που φύτρωσε στην Ελλάδα και ότι ένας δούλος του βασιλιά πρόσεξε ότι ένας τράγος από το κοπάδι έτρωγε τους καρπούς του φυτού που ο ίδιος δεν γνώριζε. Ο βοσκός μάζεψε μερικούς από αυτούς του καρπούς, έστυψε τον χυμό τους που τον ανακάτεψε με το νερό του ποταμού Αχελώου. Αλλά και από άλλη άποψη δικαιολογείται η παρουσία του Αχελώου στον κρατήρα: ο Αχελώος με τα νερά του γονιμοποιεί τη γη, είναι όμως συνδεδεμένος και με τον κάτω κόσμο, όπως θα δούμε και παρακάτω. Ωστόσο, η Γιούρη, λαμβάνοντας υπόψη τους στ. 100-102 των Βακχών του Ευριπίδη – «ταυρόκερων θεόν / στεφάνωσέν τε δρακόντων / στεφάνος» –, θεωρεί ότι δεν είναι λιγότερο πιθανό να παριστάνεται ο ίδιος ο Διόνυσος. Όσο για τα άλλα τρία πορτραίτα η Γιούρη ταυτίζει το ένα με του Ηρακλή, λόγω της λεοντοκεφαλής. Από την άποψη της ουσίας, εμείς θα δικαιολογούσαμε την παρουσία του Ηρακλή στον κρατήρα, γιατί η λατρεία του συνδέθηκε με τη γονιμότητα, καθώς μετά τον θάνατό του λατρεύτηκε ως «ήρως θεός» του κάτω κόσμου (Πίνδ. Νέμεα 3,22). Στα άλλα δύο η ερευνήτρια αναγνωρίζει τη μορφή του Πλούτωνα, ενός θεού που παίρνει ζωή, είναι όμως και πλουτοδότης. Γιατί όμως να αποδώσουμε τα δύο σε μία μόνο μορφή; Πράγματι, από άποψη εικονογραφική μοιάζουν πολύ, το ίδιο όμως μοιάζουν και τα τέσσερα μεταξύ τους με ελάχιστες διαφορές. Θα λέγαμε, δηλαδή, ότι αποτελούν μια παραλλαγή του ίδιου, μιας και μόνο μορφής σε διάφορες εκφάνσεις. Θεωρούμε ότι το ζήτημα των ταυτίσεων παραμένει ανοιχτό και ότι θα πρέπει να διερευνηθούν, μέχρι να αποκλειστούν, διάφορες περιπτώσεις που συνδέονται με τον διονυσιακό κύκλο, όπως λ.χ. ο Ερμής, ή με τη μετά θάνατο ζωή, όπως είναι ο γίγαντας κυνηγός Ωρίωνας, γιος της παμμήτειρας Γης, σε σχέση, όπως φανερώνει το όνομά του, με τους καιρούς και τις εποχές. Όπως επίσης θα πρέπει να διερευνηθεί κατά πόσο οι κεφαλές στους λαβωτούς έλικες του κρατήρα θα πρέπει να ταυτιστούν με μεγάλους ή μικρότερους θεούς. Η κάθε πρόταση νομίζουμε ότι θα πρέπει να εντάσσεται στο πλαίσιο της «θεολογικής εσχατολογίας» που μαρτυρά ο κρατήρας.

ii. Σε ερυθρόμορφη αττική πελίκη του τρίτου τέταρτου του 4ου αι. π.Χ. από την Πέλλα, ανατολικό νεκροταφείο, στην κύρια όψη εικονίζονται ο Διόνυσος και η Αριάδνη, πλαισιωμένοι από τρεις Μαινάδες σε χορευτική κίνηση και δύο ερωτιδείς· στην άλλη όψη υπάρχει σκηνή γαμήλιας τελετής. Οι δύο σκηνές είναι στενά δεμένες. Τόσο η αρπαγή, όσο και ο γάμος, έργα της Αφροδίτης και του Έρωτα, που εικονίζονται στη σκηνή του γάμου, παραπέμπουν στον μυθικό γάμο της θεάς του κάτω κόσμου, που γίνεται δωρήτρια της ζωής, καθώς ενώνεται με τον άρχοντα του κάτω κόσμου. Οι σκηνές, καθώς απεικονίζονται σε αγγείο νεκροταφείου, απηχούν την αντίληψη για τον θρίαμβο της ζωής επί του θανάτου με την κυριαρχία του έρωτα. 

iii. Μια αττική υδρία του τέλους του 5ου αι. π.Χ. ήταν τοποθετημένη στον τάφο άγνωστου, επιφανούς ανδρός στην Πέλλα. Διόνυσος, Απόλλωνας, Νίκη, Ειρήνη, Αθηνά, Ποσειδώνας συνυπάρχουν σε μια παράσταση που αφηγείται τη νίκη της Αθηνάς επί του Ποσειδώνα αλλά και της δημοκρατίας. Ο Διόνυσος, κισσοστεφής όπως και ο Απόλλωνας που στέκεται δίπλα του, κρατά θύρσο και φορά δέρμα ζώου και ψηλά υποδήματα που θυμίζουν τη θρακική καταγωγή του. Η μικρή φτερωτή Νίκη ετοιμάζεται να στεφανώσει τον θεό, που ιππεύει μεγάλο λευκό γρύπα. Η θεά Ειρήνη, που ήλθε στην Αθήνα με απόφαση του Δία προς βοήθεια του Διόνυσου, φορά πάνω από τον χιτώνα δορά ζώου και κρατά δάδα θυμίζοντας Μαινάδα.

Η θεματική της υδρίας παραπέμπει στον τόπο προέλευσης του αγγείου, την Αθήνα, είναι όμως σχεδόν βέβαιο ότι ο αγοραστής επέλεξε το συγκεκριμένο αγγείο για την κυρίαρχη μορφή του Διόνυσου, πρωτεύοντα θεού του μακεδονικού χώρου και με την πολιτική του διάσταση, προφανώς όχι με το ίδιο περιεχόμενο, δηλαδή ως εγγυητής******* της δημοκρατίας, αλλά ως εγγυητής του πολιτικού συστήματος γενικά. 

iv. Στον δεύτερο τάφο του αγροκτήματος Μπέλλα ξεχωρίζουν μικρογραφικές παραστάσεις στο μέτωπο με διονυσιακά θέματα. Ο Διόνυσος απεικονίζεται ανακεκλιμένος, ενώ μια λεοπάρδαλη τον πλησιάζει μαλακά.

v. Σε μαρμάρινη κλίνη με ζωγραφιστή διακόσμηση από μακεδονικό τάφο της Ποτίδαιας, η άνω από τις τρεις ζωφόρους παριστάνει σκηνή από υπαίθριο ιερό με κεντρική μορφή αυτή του Διόνυσου.

vi. Ο τάφος του Αγίου Αθανασίου ελληνιστικών χρόνων, κοσμείται με εξαιρετικά σημαντική παράσταση συμποσίου.

vii. Ψηφιδωτό δάπεδο με τον θεό Διόνυσο πάνω σε πάνθηρα (325-300 π.Χ.) σε σπίτι στην Πέλλα διακοσμούσε δάπεδο ανδρώνα, ταιριαστό θέμα για τα συμπόσια που θα τελούνταν εκεί. Εξαίρετη είναι και η πήλινη προτομή του θεού ελληνιστικών χρόνων στο Μουσείο της Πέλλας.

viii. Έντονη είναι η παρουσία του Διόνυσου και στο Δίον με παραστάσεις περισσότερο συμποτικού-κοσμικού χαρακτήρα:

α) Στις Θέρμες του Δίου, στα χαλάσματα της αίθουσας για το κρύο νερό βρέθηκε άγαλμα του Διόνυσου του 2ου αι. μ.Χ.
β) Στον χώρο λατρείας του θεού, στην ομώνυμη έπαυλη, ο θεός παριστάνεται σε ψηφιδωτό στεφανωμένος πάνω σε άρμα με το κέρας για το κρασί στο δεξί και θύρσο με ταινίες στο αριστερό. Ηνίοχος και στήριγμά του είναι ο παπποσιληνός. Το άρμα βγαίνει από νερά, οι πάνθηρες που το σέρνουν έχουν ουρά θαλάσσιου κήτους, ενώ τους πάνθηρες οδηγούν από τα χαλινάρια θαλάσσιοι Κένταυροι. Ο γενειοφόρος έχει στον ώμο καλυκωτό κρατήρα για τη μίξη του κρασιού, ο άλλος κλειστό αγγείο με (μάλλον) τα μυστικά σύμβολα της λατρείας του θεού. Έξι θεατρικά προσωπεία πλαισιώνουν τη σκηνή (πάνω και κάτω). Εικάζεται ότι το κεντρικό στην ανατολική πλευρά παριστάνει τον Διόνυσο που πλαισιώνεται από σάτυρο και γενειοφόρο άνδρα με βαρβαρική όψη και διαπεραστικό βλέμμα –αυτός ο δεύτερος εικάζεται ότι είναι ο Λυκούργος της Θράκης. Στην άλλη πλευρά το προσωπείο μοιάζει γυναικείο, ίσως να είναι η Αριάδνη ανάμεσα σε Σάτυρο και Σιληνό (2ος αι. μ.Χ.). Αν οι εικασίες αυτές ευσταθούν, τότε η θεματολογία προσομοιάζει του κρατήρα του Δερβενίου, και το υδάτινο τοπίο παραπέμπει στην έλευση του Διόνυσου στο νησί, όπου εγκαταλείφθηκε η Αριάδνη από τον Θησέα.
γ) Από το μεγάλο αίθριο στα νότια της αίθουσας των συμποσίων στο Δίον περνάει ο επισκέπτης σε επιμήκη προθάλαμο που οδηγούσε σε δύο συνεχόμενα δωμάτια και σε αίθουσα με αψίδα στην ανατολική πλευρά. Η αίθουσα ήταν χώρος λατρείας όπως προκύπτει από το ψηφιδωτό με τον ένθρονο κισσοστεφανωμένο Διόνυσο – στο δεξί σκήπτρο σαν ηγεμόνας – και το άγαλμα του θεού στην κόγχη.
δ) Στο σπίτι της Λήδας βρέθηκε τραπεζοφόρος με Διόνυσο, κληματαριά και πάνθηρα  (2ος αι. μ.Χ.).

ix. Κοντά σε ταφικό κτίσμα 1,5 χλμ. Ν-ΝΑ από την Κύρρο βρέθηκε ασβεστολιθικό σύμπλεγμα με την παράδοση του Διόνυσου στον Παπποσειληνό, τον Πάνα και τις Νύμφες. Ο Παπποσειληνός στέκεται κατενώπιον, όρθιος στα αριστερά, με τον μικρό Διόνυσο ήδη στα χέρια του. Ψηλότερα κάθεται ο Πάνας με σταυρωμένα πόδια, ενώ όρθιος δεξιότερα στέκεται ο Ερμής κατενώπιον. Πώς μπορεί να ερμηνευθεί το συγκεκριμένο σύμπλεγμα μέσα στο πλαίσιο εύρεσής του, του ιερού δηλαδή της Κύρρου, των μέσων του 3ου αι. μ.Χ., όπου υπάρχουν και παιδικές ταφές; Αναπόφευκτα αναρωτιέται κανείς αν ο μύθος της ανατροφής του Διόνυσου σχετίζεται με την εισδοχή των παίδων στα διονυσιακά μυστήρια. Ή αν ο θάνατός τους εκλαμβάνεται ως μύηση στα μυστήρια ενός θεού που εγγυάται μια συμποτική μετά θάνατον ζωή.

x. Σε τμήματα κτιρίων από τους πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους μέχρι και τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους, βρέθηκε ψηφιδωτό από το οποίο σώζεται τμήμα του μεγάλου πίνακα που σχετίζεται με τη λατρεία του Διόνυσου. Σε χορευτική κίνηση, γυναικεία μορφή, προφανώς μαινάδα, κρατά με το αριστερό της χέρι τύμπανο, που το αγγίζουν ελαφρά τα δάχτυλα του δεξιού.

xi. Γνωστή στη Θεσσαλονίκη είναι η λεγόμενη Στοά των Ειδώλων ή των Μαγεμένων ή των Incantadas, στη σεφαραδίτικη γλώσσα, διάλεκτο των Ισπανοεβραίων, της ύστερης ελληνιστικής περιόδου.

Στους αμφίπλευρους ανάγλυφους πεσσούς  αναγνωρίζονται (σύμφωνα με την αναπαράσταση του αρχαιολόγου, αρχιτέκτονα, ζωγράφου Stuart, 1713-1788, και του αρχαιολόγου και αρχιτέκτονα Revett, 1720-1804) στη μια πλευρά οι μορφές μιας Νίκης, της Αύρας, ενός από τους Διοσκούρους, του Γανυμήδη με τον Αετό-Δία · στην άλλη πλευρά γοητεύουν οι παραστάσεις μιας Μαινάδας, του Διόνυσου, της Αριάδνης και της Λήδας με τον Κύκνο-Δία. Ποιον ακριβώς μύθο αφηγούνταν οι μορφές αυτές που κοσμούσαν, προφανώς, ένα από τα πιο σημαντικά δημόσια κτήρια της πόλης, παραμένει άγνωστο. Έπειτα, μήπως δεν πρόκειται για την αφήγηση ενός μόνο μύθου; Μήπως πρόκειται για υπαινικτική αναφορά σε περισσότερους; Ωστόσο, δεν μπορούμε να μην υποψιαστούμε, τουλάχιστον για τις φιγούρες της Αριάδνης, του Διόνυσου και της Μαινάδας, τον πολύ γνωστό στον μακεδονικό χώρο μύθο του ιερού γάμου του θεού με την κόρη του Μίνωα και τον οργιαστικό χαρακτήρα της λατρείας του. Εξάλλου, στα νομίσματα που έκοβε η πόλη κυριαρχούσαν οι απεικονίσεις του Διόνυσου, του Κάβειρου, της Νίκης. Επισημαίνουμε ακόμη τη διπλή παρουσία του Δία με τη μορφή του αετού και του κύκνου. Στην πρώτη περίπτωση, ανακαλούμε στη μνήμη μας τον γνωστό μύθο της αρπαγής του νεαρού βοσκού στην Τροία, του «ωραιότερου των θνητών», τον οποίο ο θεός μετέφερε στον Όλυμπο, όπου υπηρέτησε ως οινοχόος των θεών. Η ανάκληση σκηνής συμποσίου σ’ έναν άλλον κόσμο, όχι των θνητών, παραπέμπει στην υπόσχεση για διαρκή συμποτική ζωή μετά θάνατον μέσα στα πλαίσια της διονυσιακής μύησης. Όσο για την ένωση της Λήδας με τον Κύκνο-Δία, σε μία από τις εκδοχές του μύθου το ζεύγος Κλυταιμνήστρα - Πολυδεύκης (ένας από τους Διόσκουρους) είναι παιδιά της Λήδας και του Τυνδάρεου, ενώ το ζεύγος Ελένη - Κάστορας (ο άλλος Διόσκουρος) προήλθε από την ένωση της Λήδας με τον Δία. Ένας από τους Διόσκουρους κοσμεί τη στοά. Αν, μάλιστα, λάβουμε υπόψη μας ότι οι Διόσκουροι εμπλέκονται ως συνοδοί θεοί στη λατρεία των Μεγάλων Θεών της Σαμοθράκης, τότε θα μπορούσε κανείς να βρει τους λεπτούς δεσμούς στις έξι από τις οκτώ ανάγλυφες μορφές των πεσσών. Μένουν η Νίκη και η Αύρα. Όμως και αυτή η τελευταία συνδέεται με τον Διόνυσο. Και όχι μόνο αυτό, αλλά υπαινίσσεται και φρυγικές καταβολές στη μυθολογία της Μακεδονίας. Η Αύρα ήταν κόρη της Περίβοιας από τη Φρυγία και του Τιτάνα Λέλαντα. Ανήκε στον κύκλο της Άρτεμης και μοιραζόταν με τις συντρόφισσές της την εμπειρία του κυνηγιού. Την ερωτεύτηκε ο Διόνυσος, εκείνη όμως, πιο ανάλαφρη, είχε το πλεονέκτημα να τρέχει σαν τον άνεμο και να του ξεφεύγει, μέχρι που η Αφροδίτη την έκαμε, ύστερα από παράκληση του ίδιου του Διόνυσου, να χάσει τα λογικά της και να του παραδοθεί. Από την ένωσή τους προέκυψαν δίδυμα, τα οποία όμως η ίδια η μάνα τα κομμάτιασε μέσα στην τρέλα της. Ύστερα, έπεσε στον ποταμό Σαγγάριο. Ο Δίας –διπλή η παρουσία του στη στοά– τη μεταμόρφωσε σε πηγή (Νόνν., Διον. 48.242 κ.ε. Πρβ. Μέγα Ετυμ., λ. Δίνδυμον). Και πάντως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τη σχέση ανάμεσα στις τρεις ανδρικές φιγούρες: Δίας, Διόνυσος, Διόσκουρος. Ο Δίας πατέρας του Διόνυσου και του Διόσκουρου από διαφορετικές γυναίκες, ο Διόσκουρος, διαπλεκόμενος με τα μυστήρια της Σαμοθράκης διονυσιακού χαρακτήρα, γιος της Λήδας που παρίσταται στη στιγμή της ένωσής της με τον Δία σε άλλο πεσσό. Τρεις ακόμη γυναικείες φιγούρες, η Αύρα, η Αριάδνη, η Μαινάδα, αυτές με κάθε βεβαιότητα συμπλέκονται με τον Διόνυσο. Όσο για την παρουσία της Νίκης, μήπως θα πρέπει να την εκλάβουμε ως τον θρίαμβο του Διονύσου;

xii. Στα νομίσματα της Μένδης παριστάνεται ο Μενδαίος όνος, που κουβαλά κρασί, άλλα εμπορεύματα, πράγματα, ανθρώπους αλλά και τον Διόνυσο, εν είδει ανακλίνδρου. Ο γνωστός στις αρχαϊκές και κλασικές αγορές Μενδαίος οίνος συνέβαλε στη διάδοση του νομίσματος με την παράσταση του Μενδαίου όνου, και αυτός με τη σειρά του ονόμασε το γνωστό μας γαϊδουράκι της λαϊκής παράδοσης: Μενδαίος, Μένδιος, Μέντιος (Μακεδονία, 1994, 74· Σουέρεφ, 2001, 92).
Απ’ όλες αυτές τις παραστάσεις ανακύπτει η ιδιομορφία του Διόνυσου. Διαφέρει από τους αθάνατους θεούς, γιατί πεθαίνει, αλλά διαφέρει και από τους θνητούς, γιατί πεθαίνει πολλές φορές, όπως επίσης γεννιέται και πολλές φορές. Αυτή η ιδιότυπη σχέση του με την αθανασία καθορίζει και τη (μη) θέση του στον Όλυμπο. Είναι κύριος του υγρού στοιχείου, θεός ναυτικός και θεός συμποσιαστής. Αλλά οι οδοί του νερού και του κρασιού συνδέουν τους δύο κόσμους, τον πάνω και τον κάτω, και ο Διόνυσος εμφανίζεται ως ο κύριος αυτής επικοινωνίας. «Ο Διόνυσος και ο Άδης είναι ένας και ο αυτός θεός», έλεγε ο Ηράκλειτος (απ. 15). Το συμπόσιο των νεκρών συνιστά την ελπίδα της άλλης ζωής, όπου οι εκλεκτοί θα επαναλαμβάνουν την ιεροτελεστία της συνεύρεσης με τον Διόνυσο του Κάτω Κόσμου. Οι αντιλήψεις για μια συμποτική ζωή μετά θάνατο αναδεικνύονται και με την αρχιτεκτονική των τάφων********.
-------------------------------
*Βάκχες
Ο Ευριπίδης έγραψε την τραγωδία Βάκχες κατά την παραμονή του στη Μακεδονία. Η τραγωδία, βέβαια, απευθυνόταν σε αθηναϊκό κοινό (στ. 266-272), ωστόσο δεν αποκλείεται το γεγονός ο Ευριπίδης να είδε πράγματι Μαινάδες να επιδίδονται σε «όργια» στα βουνά της Μακεδονίας, ενώ σε τέτοιου είδους τελετουργίες στη νότια Ελλάδα είχαν περιοριστεί οι αγριότητες κάτω από την τέλεσή τους υπό την αιγίδα της πόλης.
1. Μέσα βακχείας. α) Ενδυμασία: στ. 23-26, 105-113, 136, 150, 180, 696, 821-836, 910-945 (τομάρια ελαφιού, θύρσος, στεφάνια κισσού, κλαδιά δρυός ή ελάτου, στο κεφάλι μαλλί λευκότριχων βοστρύχων –Βασσάραι)· β) μουσική: στ. 120-133 (τύμπανα, αυλοί). Η αλλαγή στην ενδυμασία δείχνει την απομάκρυνση από την καθημερινή ζωή. Γνωστή είναι και η σημασία της μουσικής και του χορού στη συντροφικότητα και την ομαδικότητα, αλά και σε μια υπέρβαση σωματικών και πνευματικών ορίων (στ. 183-189 –ως και οι γέροντες χοροπηδούν), που εκδηλώνεται με την ορειβασία (Μιμαλλόνες), την αψήφιση του κρύου, του φόβου (λ.χ. από το κράτημα των φιδιών, στ. 698, 768 –Μακέται) και του πόνου –φωτιά καίει στα μαλλιά των βακχευτών χωρίς να νιώθουν κάψιμο (στ. 757).
2. Ο μαιναδισμός είναι ερωτικός και γυναικείος (στ. 217-232).
3. Επιφέρει μιαν ειρηνική συνύπαρξη με τη φύση, ακόμη και με τις άγριες πλευρές της (στ. 72-86, 143-168, 676-714, 1051-1056 –ο Διόνυσος παρέχει αφθονία σε υγρές τροφές, γάλα, κρασί, μέλι, που είναι βέβαια και οι προσφορές στους νεκρούς).
4. Υπάρχει και η βίαιη, «πολεμική» πλευρά του μαιναδισμού ως τιμωρία του θεού προς τους αρνητές του (στ. 135-141, 729-769, 1125-1147, 1170-1191, 1202-1302). Όσο διαρκεί, οι βακχευτές δεν αντιλαμβάνονται πόνο, η δύναμή τους πολλαπλασιάζεται, διαμελίζουν με τα χέρια ζώα και επιδίδονται σε ωμοφαγία (λαφύστιες) και αιματοποσία.

**Υάδες
Υπάρχουν διάφορες παραδόσεις για τις Υάδες. Θεωρούνται αδελφές ή κόρες του Υάντα, που μετά το θάνατό του μεταμορφώθηκαν από τη λύπη τους σε αστέρια. Ή κόρες του Ήλιου, που πέθαναν από τον πόνο τους για το θάνατο του αδελφού τους Φαέθοντα. Ή νύμφες που ανέθρεψαν τον Διόνυσο και τις οποίες ο Δίας μεταμόρφωσε στον ομώνυμο αστερισμό, προφανώς για να τις προφυλάξει από την οργή της Ήρας. Το όνομά τους συνδέεται ετυμολογικά με το ρήμα ύω που σημαίνει βρέχω, και γι’ αυτό ως αστέρες θεωρούνταν προάγγελοι της βροχής.

***Ευρ., Βάκχες 734-745
Εκείνες, χωρίς σίδερο στο χέρι, όρμησαν στην αγέλη
που έβοσκε στη χλόη.
Να βλέπεις άλλη να κρατάει στα χέρια της
δάμαλη τρυφερή με ωραίες θηλές που μούγκριζε κομμένη στα δυό
και άλλες να κατακρεουργούν δαμάλες.
Να βλέπεις πλευρά και διπλές χηλές
να σφενδονίζονται στα ύψη και να πέφτουν,
να κρέμονται στα έλατα και να στάζουν
βουτηγμένα στο αίμα.
Ταύροι ως τότε αδάμαστοι με κέρατα οργισμένα
σωριάζονταν στο χώμα,
καθώς τους έσερναν μυριάδες χέρια κοριτσιών.
Τις σάρκες τους τις ξέσκιζαν,
προτού ανοιγοκλείσεις τα βλέφαρα στα βασιλικά σου μάτια.
****νέαι παλαιαί παρθένοι τ’ έτι άζυγες
Στις Βάκχες ο Ευριπίδης αναφέρει τρεις θιάσους γυναικείων χορών με κορυφαίες την Αυτονόη, την Αγαύη και την Ινώ (στ. 680-682). Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν οι χοροί αυτοί ήταν μικτοί ή αν στον καθένα υπήρχαν αποκλειστικά «παλαιαί», «νέαι», «παρθένοι άζυγοι». Στα ελληνιστικά χρόνια, είναι πιθανό ότι στην κατηγορία των «παλαιών» συμπεριλαμβάνονταν και χήρες ή διαζευγμένες γυναίκες, τα δικαιώματα των οποίων στην κλασική αρχαιότητα ήταν σχεδόν ανύπαρκτα. Η θέση τους βελτιώνεται αισθητά στα ελληνιστικά χρόνια και η συμμετοχή της σε ιερές αδελφότητες, θρησκευτικούς συλλόγους και μυστηριακές λατρείες της αποτελούσε διέξοδο. Για τις χήρες πολίτιδες του Δίου βλ. Παντερμαλής (2000, 381-82), όπου και σχετική βιβλιογραφία για το νομικό καθεστώς της χηρείας, για τις βασιλικές χήρες στη Μακεδονία και για τον ρόλο των γυναικών στις θρησκευτικές αδελφότητες.

*****Στη νότια στοά του θεάτρου των Φιλίππων (ρωμαϊκοί χρόνοι), θέατρο με ανοιχτή τη θέα του στο Παγγαίο, η ανάγλυφη διακόσμηση απεικονίζει τον μύθο της καταδίωξης και του θριάμβου της διονυσιακής λατρείας. Σώθηκαν τέσσερις μορφές μαινάδων σε εκστατική χορευτική κίνηση και μια ανδρική μορφή με κοντά χιτώνα και ανεμιζόμενο ιμάτιο να τρέχει προς τα δεξιά με υψωμένα τα δύο χέρια προς τα εμπρός, κατά πάσα πιθανότητα ο μυθικός βασιλιάς της Θήβας Πενθέας ή ο μυθικός βασιλιάς των Ηδωνών Λυκούργος, διώκτες και οι δυο της διονυσιακής λατρείας.

******Ηρακλής - «ήρως θεός» του κάτω κόσμου
Η λατρεία αυτή συνδέεται, νομίζουμε, με τη νίκη του Ηρακλή επί του Αχελώου και με τον γάμο του με τη Δηιάνειρα. Όταν ο Ηρακλής έσπασε το κέρατο του Αχελώου στη διαμάχη μεταξύ τους για τη Διηάνειρα, ο θεός-ποταμός θεώρησε ότι νικήθηκε και ζήτησε πίσω το κέρατο, δίνοντας ως αντάλλαγμα στον Ηρακλή το κέρας της Αμαλθείας [1], το οποίο είχε πάρει από την κόρη του Ωκεανού Αμάλθεια, και από το οποίο έβγαιναν ποτά και φαγητά. Ο Ηρακλής με τη σειρά του το έδωσε στους Καλυδωνίους και λατρεύτηκε στα βουνά ως θεός της γονιμότητας και της ευφορίας που μπορεί να επέλθει με την ορθολογική διευθέτηση και τον έλεγχο των υδάτων. Στην ουσία, ο Ηρακλής λατρεύτηκε ως θεός χθόνιος. Εξάλλου, ο Ηρακλής διεκδίκησε τη Διηάνειρα, επειδή του το ζήτησε η ψυχή του Μελέαγρου, την οποία συνάντησε, όταν κατέβηκε στον Άδη για τον Κέρβερο. Επιπλέον, το κέρας της Αμαλθείας το κρατά και ο Πλούτωνας στο χέρι του, καθώς ο Ηρακλής τον κουβαλά στην πλάτη του για να τον ανεβάσει στον επάνω κόσμο. Ο θεός του κάτω κόσμου είναι και θεός της ευφορίας, της βλάστησης και της γονιμότητας, τον οποίον επικαλούνται οι γεωργοί, για να φυτρώσει ο σπόρος της Δήμητρας. Ακόμη και η μεταμφίεση του Ηρακλή σε Ομφάλη, όπως παριστάνεται σε χάλκινο εξάρτημα κλίνης με διακοσμητικές μορφές, παρέα με νεαρό σάτυρο, στο δάπεδο της αίθουσας των συμποσίων στο Δίον (όψιμα ελληνιστικά χρόνια), αποκαλύπτουν τελετουργικά με γονιμικό χαρακτήρα. Ακόμη και το ηράκλειον άμμα, ο κόμπος που συχνά βρίσκουμε γραπτό σε επιτύμβιες στήλες ή ακόμη και ως κόσμημα δηλώνει προφανώς αυτό το δέσιμο της ζωής με τον θάνατο μέσα από τη σύνδεση που επιτυγχάνει ο ήρωας ανάμεσα στους δύο κόσμους και τον διττό του χαρακτήρα.
[1] Κέρας της Αμαλθείας παριστάνεται στην επωμίδα του δεξιού ώμου σε θώρακα αγάλματος αυτοκράτορα που βρέθηκε σε οικόπεδο στη συμβολή της οδού Καραολή-Δημητρίου, στην πλατεία Αντιγονιδών της Θεσσαλονίκης.
 
*******Διόνυσος, εγγυητής του πολιτικού συστήματος Στην Αθήνα, και σε άλλες πόλεις, όπως η Κόρινθος, ο Διόνυσος, θεός καταρχάς αγροτικός, όπως και άλλοι, εξελίχθηκε σε θεό εγγυητή του πολιτικού συστήματος της πόλεως, κάτι που οφείλεται στην αλλαγή της οικονομίας από αγροτική σε αστική,  οπότε μετασχηματίστηκε και η θρησκεία. Η αγροτικού χαρακτήρα λατρεία του Διόνυσου τον εξοβελίζει από τον Όλυμπο όχι όμως και από τη θρησκεία, μια και οι λατρείες αυτές ήταν πολύ βαθιά ριζωμένες στον λαό. Το μόνο που μπορούσε να κάνει η οργανωμένη πολιτεία ήταν να θέσει υπό την αιγίδα της αυτές τις γιορτές, ώστε να μπορέσει να τις ελέγξει. Η επίσημη αποδοχή της «εύθυμης» διονυσιακής ευλάβειας αγροτικού χαρακτήρα και η υπόταξή του σε αυστηρό τελετουργικό προφύλασσε το σύστημα της πόλεως από τις ακρότητες μιας λατρείας, την οποία οι πολίτες δεν μπορούσαν να αποποιηθούν.

******** Αρχιτεκτονική μακεδονικών τάφων
Στους μακεδονικούς τάφους της Μίεζας ο υπόγειος νεκρικός θάλαμος μιμείται σε γενικές γραμμές δωμάτιο συμποσίου με κλίνες. Οι νεκροί συμποσιάζονται με τους θεούς στην άλλη ζωή, γι’ αυτό  και σκεύη, αγγεία και έπιπλα που βρέθηκαν στους τάφους θυμίζουν ανάλογα αντικείμενα επίγειων συμποσίων.

Ξυπνώντας τη μνήμη του σώματος

Ανά τον κόσμο οι θρησκείες και οι κάθε λογής εξουσίες καλλιέργησαν επιμελώς στον άνθρωπο την ενοχή και τη ντροπή για το σώμα του… Κι αυτό γιατί ο άνθρωπος που δεν είναι σε επαφή με το σώμα του, δεν είναι σε επαφή με τη δύναμή του κι έτσι παραμένει ακίνδυνος και παθητικός. Το σώμα διαχωρίστηκε από τη ψυχή και το συναίσθημα, ενώ αποτελεί αδιαίρετη ενότητα. Είναι ο ναός της ψυχής και η Πύλη για το θεϊκό.

Kάθε σώμα έχει ένα μοναδικό κύτταρο. Η βιολογία του είναι μοναδική. Το σώμα έχει μεγάλες και πολλές αντοχές σε πολλές καταστάσεις. Έτσι συχνά κάνει υπομονή σε πολλούς τομείς. Όταν όμως παρατραβήξουμε το σκοινί έρχεται να μας ειδοποιήσει με ένα σύμπτωμα ή με έναν πόνο ή μια αρρώστια. Στην πραγματικότητα θέλει να μας προστατέψει από το να φτάσουμε στο τέλμα. Τα συμπτώματα συνήθως τα αγνοούμε ή τα καταπολεμούμε με παυσίπονα ή φάρμακα τα οποία ωστόσο πολεμούν το σύμπτωμα και όχι την αιτία του πόνου και κατ’ επέκταση απλώς “κουκουλώνουν” το πρόβλημα. Ωστόσο, το σύμπτωμα και ο σωματικός πόνος είναι βασικός αρωγός για να ακολουθήσουμε το δρόμο της αυτογνωσίας. Το να ψάξουμε να βρούμε την αιτία αυτού του πόνου – η οποία βρίσκεται σε βιώματα παρελθόντος χρόνου – όχι μόνο μας βοηθά να απαλλαγούμε από το σύμπτωμα και τον πόνο – αλλά και να έρθουμε σε επαφή με το εσωτερικό μας παιδί και να το θεραπεύσουμε κερδίζοντας σε υγεία, ζωτικότητα, επίγνωση και χαρά ζωής!

Το σώμα έχει Μνήμη! Τόσο γενετική όσο και επίκτητη. Φέρουμε στο DNA μας μνήμες βιωμάτων γενεών και γενεών πριν από εμάς αλλά και μνήμες από βιώματά μας μέσα στη μήτρα, μνήμες από τη διαδικασία της γέννας, μνήμες από ευχάριστα ή τραυματικά γεγονότα της βρεφικής και παιδικής μας ηλικίας. Στο σώμα βρίσκονται αποθηκευμένες συναισθηματικές αναμνήσεις που, αν και δεν είναι δυνατόν να ανακληθούν από τη μνήμη της επίκτητης προσωπικότητας – επειδή αυτή άρχισε να δομείται στα ύστερα χρόνια της παιδικής ηλικίας – συνεχίζουν ωστόσο να ζουν ενσωματωμένες και ατόφιες στην μνήμη του σώματος.

Όταν το σώμα πάρει το μήνυμα της αποδοχής, της αγάπης και της παρουσίας σταδιακά χαλαρώνει. Το νευρικό του σύστημα ηρεμεί και το σώμα παίρνει θάρρος και ανοίγεται. Αργά και σταθερά το σώμα ανασύρει στην επιφάνεια τραύματα από το υποσυνείδητο. Γνωρίζει καλύτερα από το μυαλό μας πόσο υποφέρει από το βάρος ενός τραύματος από ένα παλιό ατύχημα ή από μία οδυνηρή εμπειρία του παρελθόντος. Τις περισσότερες φορές δείχνει τον τρόπο που θέλει να απαλλαγεί από το τραύμα αυτό. Γνωρίζει πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να ανασυρθεί προς την επιφάνεια ένα τραύμα. Πότε ο Ταξιδιώτης έχει την εσωτερική δύναμη να το δει και να το ξαναβιώσει. Γι’ αυτό και οι σωματικές θεραπείες δεν είναι παρεμβατικές και προστατεύουν το θεραπευόμενο από ερμηνείες, προβολές ή εκτιμήσεις. Η σοφία του σώματος προστατεύει τον ταξιδιώτη και φέρνει στην επιφάνεια κάθε φορά μόνο όσα ο ίδιος έχει τη δύναμη να δει και να επεξεργαστεί η να αντέξει. Βιώνοντας για μια ακόμη φορά τον πόνο που έχει εγκλωβιστεί μέσα στο σώμα του, το άτομο έχει τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσει και να “δουλέψει” το “θέμα” που κρύβεται κάτω από τον πόνο, ώστε να απαλλαγεί μια για πάντα απ’ αυτό. Το σώμα και η ψυχή σταδιακά καθαρίζουν και γίνονται και τα δύο πιο ζωντανά και πιο ανάλαφρα.

Η επανασύνδεση λοιπόν με την σωματικότητα ανοίγει τον δρόμο για να γνωρίσουμε τον αληθινό μας εαυτό. Μας βοηθά να απελευθερωθούμε από σωματικά και συναισθηματικά μπλοκαρίσματα και να ζήσουμε πιο συνειδητά τα απωθημένα συναισθήματα που για χρόνια μας κρατούσαν φυλακισμένους, ερχόμενοι σε επαφή σταδιακά με την πηγή της φυσικής μας ζωτικότητας, αυθεντικότητας και χαράς.

Αυτό που θέλω & αυτό που αντέχω

Αυτό που θέλω, αυτό που επιθυμεί η ψυχή μου και με τόση λαχτάρα υπόσχομαι στον εαυτό μου, χρειάζεται ένα και μόνο πράγμα για να το κατακτήσω• να μπορώ να το αντέξω.

Στην παιδική μας ηλικία, εάν η αγάπη και η αποδοχή έφτανε σε εμάς με όρους, μεγαλώναμε μέσα σε μία συνθήκη. Να είμαστε καλοί για να την λαμβάνουμε και όποια στιγμή δεν το καταφέρουμε, θα βιώσουμε την απομάκρυνση εκείνων που έχουμε περισσότερο ανάγκη και την αποστέρηση όλων των προνομίων μας.

Το πρώτο μας συναίσθημα, λοιπόν, έπρεπε να θαφτεί για να συνηχήσουμε με αυτό που μας ζητούσαν, μα καθώς αυτό ήταν αδύνατο, έμελλε να επενδύεται σε κάτι άλλο. Επενδυόταν στην προσδοκία ότι θα ικανοποιηθεί κάθε μας ανάγκη, εάν είμαστε καλοί, και στο ότι ο θυμός, η απογοήτευση και η θλίψη δεν πρέπει να επικοινωνούνται γιατί θα μας οδηγήσουν στην περιθωριοποίηση.

Όσο, όμως, κι αν λαχταρούσαμε να απελευθερωθούμε από αυτή την συνθήκη, άλλο τόσο έπρεπε να παραμείνουμε στους κόλπους της για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε, και η λύση ήταν μία. Να την αγαπήσουμε. Να την ενστερνιστούμε και να την ασπαστούμε ώστε να μπορέσουμε να την αντέξουμε. Κι ως ενήλικες, που αδημονούσαμε να νιώσουμε ελεύθεροι από αυτή την οδηγία της παιδικής μας ηλικίας, μοιάζει την οδηγία να την κατάπιαμε.

Όταν έρθει η ώρα να σχετιστούμε, λοιπόν, η κασέτα μπαίνει μπρος κι ο σύντροφος που επιλέγουμε περνάει από μια ασυνείδητη και χειρουργικής ακριβείας εξέταση. Η εξέταση αυτή διαρκεί ελάχιστα, εκτελείται αυτόματα, και αποτελείται από μία και μόνο ερώτηση: “Σε αντέχω;”

Όσο κι αν επιθυμώ κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό από αυτό που έμαθα, το κορμί μου τεντώνεται στην αντίθετη κατεύθυνση. Κι ο λόγος για αυτό δεν είναι άλλος από το ότι το οικείο, ακόμα κι αν είναι ματαιωτικό, το αντέχω.

Για να επιβιώσουμε στη σχέση, λοιπόν, αναβιώνει η ίδια οδηγία με τότε. Να είσαι καλή... μη δίνεις σημασία... να είσαι υπομονετικός, μη φωνάζεις... μη χτυπιέσαι και στο τέλος θα ανταμειφτείς.

Και μέσα σε αυτή τη φράση, συμβαίνουν τα δύο πράγματα που συνέβαιναν και τότε. Η υπενθύμιση ότι καλός είναι εκείνος που δεν παραπονιέται, που δεν ζητάει, που δεν υπερασπίζεται αυτό που νιώθει, και το ότι χρειάζεται να καταπνίξουμε το συναίσθημά μας ώστε να είμαστε αρεστοί, ώστε να μας αγαπούν.

Αυτό που απομένει, όμως, είναι το ίδιο παιδί το οποίο δεν έπρεπε να νιώθει όπως νιώθει, και παρά το ότι το απαγορεύει στον εαυτό του, εξακολουθεί να μην εμπεριέχεται. Και αυτό το παιδί γίνεται ένας ενήλικας ο οποίος συνεχίζει να απορρίπτεται με την ίδια ακρίβεια. Συνεχίζει να είναι δοτικός και φροντιστικός με το συναίσθημα του άλλου, συνεχίζει να δίνει με την ελπίδα ότι θα πάρει, αλλά αυτό είναι ένα αξίωμα το οποίο δεν μέλλει να ικανοποιηθεί.

Μέσα σε έναν δεσμό με μία τέτοια συνθήκη, καιρό με τον καιρό, αναδύεται η ίδια συναισθηματική έλλειψη που υπήρχε και τότε. Και το γνώριμο της κατάστασης είναι που μας κρατά εκεί και δεν εγκαταλείπουμε βαφτίζοντας την ταλαιπωρία μας αφοσίωση, δέσμευση, ή όπως αλλιώς χρειάζεται να κάνουμε.

Οι σύντροφοί μας, ωστόσο, όσο κι αν μοιάζουν να μας ταλαιπωρούν, είναι συγχρόνως αυτό ακριβώς που μπορούμε να διαχειριστούμε. Κι, όμως. Μέσα στην ταλαιπωρία μας θυμώνουμε, οργιζόμαστε. Να αλλάξει ο άλλος, λέμε. Να καταλάβει... να γίνει πιο γλυκός... πιο τρυφερός... πιο εμπεριεκτικός...

Όμως, αν το έκανε, θα το αντέχαμε; Θα αντέχαμε να ζούμε με κάποιον τόσο δοτικό, όταν η αγάπη στην οποία μάθαμε ερχόταν με τόνους παραμέλησης;

Θα αντέχαμε όταν η αποδοχή που λαμβάναμε ερχόταν με όρους; Όταν αυτό που μάθαμε είναι ότι πρέπει να είμαστε ολοκληρωτικά και συνεχώς καλοί; Ότι το να στενοχωρείς, να θυμώνεις, να κλαις, δεν ανήκει σε μια σχέση και το ότι, αν συμβαίνει, σημαίνει ότι η σχέση είναι κακή;

Ότι οφείλουμε ακόμα και να προνοούμε. Να καταλαβαίνουμε τον άλλο πριν καν μας το ζητήσει και το ότι το ίδιο οφείλει να κάνει κι αυτός; Γιατί να του μιλήσουμε, λοιπόν, όταν κάτι μας πληγώνει; Λες και θα καταλάβει.

Φυσικά, και δεν θα καταλάβει. Το να καταλάβει σημαίνει να αλλάξει, να γίνει κάποιος άλλος, μα αυτό γίνεται να συμβεί; Γίνεται να αλλάξει; Πώς; Πώς θα αλλάξει κάποιος τον οποίο τον επιλέξαμε για αυτόν ακριβώς το λόγο; Για να μας δίνει αυτό που αντέχουμε• τη ματαίωση, όταν η φροντίδα και η δοτικότητα που ζητάμε είναι τρομερά πιο απειλητική.

Συγχρόνως, όμως, μάθαμε να εξαρτάμε το αν θα εκφραστούμε από το πώς θα το υποδεχτεί εκείνος. Εάν το ακούσει, να το κάνω. Εάν όχι, δεν έχει νόημα. Έτσι, από το φόβο μην ματαιωθούμε, ματαιώνουμε οι ίδιοι εμάς. Κι όμως. Το να εκφραστούμε έχει το μεγαλύτερο νόημα καθώς ή θα αγγίξει τον άλλο και θα πλησιαστούμε ή θα καταλάβω με ποιον σχετίζομαι.

Κι αυτός που χρειάζομαι το περισσότερο να σχετιστώ είμαι εγώ. Αυτός που χρειάζομαι το περισσότερο να ακούσω, να αγκαλιάσω και να καταλάβω είμαι πάλι εγώ. Κι αυτή η αγκαλιά δεν γίνεται με τα χέρια μου, αλλά με κάτι μεγαλύτερο. Με κάτι σπουδαιότερο. Με κάτι που ο χώρος που μπορεί να εσωκλείσει είναι απεριόριστος. Την αποδοχή μου.

Δίνοντας εμείς σε εμάς αυτό που δεν μας δόθηκε. Εμπεριέχοντας τον εαυτό μας χωρίς συνθήκες, χωρίς όρους, για αυτό που είναι. Με το να γίνουμε εμείς οι ιδανικοί γονείς του. Εκείνοι που είχαμε ανάγκη.

Επιτρέπεται να θυμώσω; Φυσικά, και επιτρέπεται. Επιτρέπεται να κλάψω, να ζητήσω, να παραπονεθώ; Φυσικά, και επιτρέπεται. Μπορώ να το κάνω χωρίς να φοβάμαι ότι θα απορριφθώ; Φυσικά, και μπορείς. Έχω δικαίωμα να αγαπηθώ βαθιά για αυτό που είμαι; Έχεις κάθε δικαίωμα. Και έτσι ακριβώς απαντούμε τα ερωτήματα που έπρεπε να είχαν απαντηθεί, και λαμβάνουμε τις απαντήσεις που χρειαζόμασταν να έχουμε εσωτερικεύει ώστε να ψηλώσει η ψυχή μας.

Ο πόνος του να επαναλαμβάνω αυτό που με πληγώνει, είναι ένας πόνος που τον διατηρεί η δυσκολία του να αλλάξω αυτό που είμαι.

Η δυσκολία του να αποχωριστώ την προσδοκία μου για τους άλλους και να την στρέψω στον εαυτό μου. Κι αν δεν υπάρχει και δευτερογενές όφελος, τότε ένα και μόνο ένα πράγμα συμβαίνει. Επαναλαμβάνω την ιστορία της παιδικής μου ηλικίας σε μία προσπάθεια να την αλλάξω.

Η αλλαγή δεν είναι εύκολη. Εξίσου δύσκολη είναι. Και ο πόνος, όμως, δύσκολος είναι. Και το ένα δύσκολο είναι, και το άλλο δύσκολο είναι. Και τα δύο δύσκολα είναι. Εσύ, όμως, διαλέγεις με πιο δύσκολο θέλεις να ζεις...

Τα θλιβερά πρέπει των άλλων

Γεννιόμαστε γυμνοί, αγνοί, αψεγάδιαστοι και απομακρυσμένοι απ' όλες τις ενήλικες εγκληματικές ανοησίες.

Και από παιδιά, με το που αρχίσουμε να μιλάμε και να περπατάμε, αρχίζουν να μας φορτώνουν με αυτές.

«Μη» και «Δεν». Οι σταθερές μονοσύλλαβες λέξεις που στοιχειώνουν τη ζωή μας ως τα βαθιά γεράματα.

Και η άλλη, η καλύτερη όλων, το «πρέπει».

Όλοι αυτοί που κουνάνε το δάχτυλο μπροστά στο προσωπάκι σου, είναι οι ίδιοι που καθρεφτίζουν σε εσένα τα δικά τους άλυτα θέματα.

Που υπάκουσαν και πνίγηκαν στα «θέλω» όλων των άλλων και όχι στα δικά τους.

Που η μόνη τους έγνοια ήταν πάντα το «τι θα πει ο κόσμος».

Οι ίδιοι που κοιτούν -αλλά δεν βλέπουν- τον κόσμο πίσω απ' τις βαριές κουρτίνες τους και κρίνουν οτιδήποτε δεν κατανοούν. Προσπαθούν να σου κολλήσουν την αρρώστια τους.

Και πολλές φορές, το πετυχαίνουν. Και κάπως έτσι καταλήγεις κι εσύ μαριονέτα. Ενοχές για τον χαρακτήρα σου, τα γούστα σου, τις επιλογές σου.

Για τα δύο παραπάνω κομμάτια πίτσα και το παγωτό στις τέσσερις τα ξημερώματα. Για τη μεθυσμένη ερωτική εξομολόγηση. Για τα πάθη που σου έκαψαν την καρδιά.

Για τα κρεβάτια χωρίς στάλα αισθήματος.

Για την πληθωρική σου εικόνα, τις φωναχτές σου σκέψεις και το τρανταχτό σου γέλιο.

Για την τεμπελιά και τη φιλοδοξία σου.

Για τις γνώσεις σου αλλά και για την άγνοιά σου.

Για τις χυλόπιτες που έριξες αλλά και γι' αυτές που έφαγες.

Για όλες εκείνες τις προσπάθειες που έπεσαν στο κενό.

Για τα «πεταμένα» λεφτά σε cd, βιβλία και ταξίδια.

Ενοχές για τις ήττες αλλά και τις νίκες σου.

Ενοχές που σου φυτρώνουν στο μυαλό και οι ρίζες τους φτάνουν μέχρι την καρδιά.

Ενοχές για αυτά που πραγματικά γουστάρεις να κάνεις και να ζεις..

Κόντρα στην ηλικία σου. Κόντρα στα θλιμμένα πρέπει τους. Κόντρα σε όλους και όλα.

Κάπως έτσι, εύκολα και απλά, καταλήγουμε δυστυχισμένα, κουμπωμένα, συμπλεγματικά και ενοχικά ανθρωπάκια.

Μην ψάχνεις γιατροσόφια με εξωτικά ματζούνια και ξεματιάσματα με σκόρδα και λάδια για να γλιτώσεις.

Αν δεν ανοίξεις κουβεντούλα με τον εαυτό σου, να τα βάλετε κάτω να τα ξεκαθαρίσετε, έρμαιο των ενοχών σου θα είσαι.

Έχε κατά νου πως ό,τι γίνεται καλόβουλα, με αλήθεια, καρδιά και καύλα, απαγορεύεται διά ροπάλου να γεννά ενοχές.

Και τώρα κοίτα να απολαύσεις αυτό που είχες ξεχάσει τόσα χρόνια. Τη ζωή σου.

Αν πάρεις στα σοβαρά τον κόσμο, οδηγείσαι με μαθηματική ακρίβεια στην κατάθλιψη

COOPH Laura Stevens 003Παρατηρώντας και ζώντας σ’ αυτό τον κόσμο, τα συμπεράσματα που βγάζεις παίρνοντας τον στα σοβαρά, σε οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη κατάθλιψη. Βιωματικά και πρακτικά και όχι θεωρητικά, κατανοεί ο καθένας μας πως το απόφθεγμα ¨Γνώρισα τους ανθρώπους και αγάπησα τα ζώα¨ είναι η κοντινότερη προσέγγιση της εποχής.

Την κατάντια του ανθρώπινου είδους τη βλέπεις σε πάρα πολλές πτυχές της κοινωνίας, από το ότι δεν υπάρχει κανένας δισταγμός στο να θανατώσει άνθρωπος άνθρωπο, μέχρι τις διαπροσωπικές σχέσεις στις οποίες δεν υπάρχει βάθος ούτε κατά διάνοια. Οι σχέσεις είτε στηρίζονται στη χρόνια εξάρτηση είτε στο συμφέρον. Η φιλία είναι ένα σπάνιο είδος, πόσο μάλλον η ερωτική σχέση που περιέχει μέσα και τεράστιες δόσεις εγωισμού.

Για την πρώτη πτυχή του ¨ανθρώπου¨ που αφορά δολοφονίες (είτε με τη πρόφαση του πολέμου, της ομάδας, της θρησκείας κλπ) είναι κάτι που όσο και να μεγαλώσω, όση περισσότερη σοφία και να αποκτήσω, ποτέ δεν θα πάψει να μου προκαλεί έκπληξη το γεγονός πως αντί ο κόσμος τα 60-70 χρόνια της ζωής του να τα περνάει όμορφα γαλήνια στον πιο γεμάτο πλανήτη (απ’ όλες τις απόψεις) προτιμά να σκορπά το θάνατο, να καταστρέφει τη φύση, να δολοφονεί ζώα. Για ποιο λόγο; Ποτέ δε θα μάθω πραγματικά τι ψυχικά τραύματα επουλώνει ο καθένας απ’ αυτούς, κάνοντας ανεπανόρθωτο κακό στο συνάνθρωπο. 

Η δεύτερη πτυχή που σίγουρα είναι πιο βαριάς μορφής γιατί τη βιώνουμε καθημερινά στον κύκλο μας και δεν τη βλέπουμε απλά στην τηλεόραση, είναι αυτή των διαπροσωπικών σχέσεων. Η αλήθεια είναι πως με το πέρας των χρόνων, μετά από συλλογή εμπειριών καταλήγεις στο συμπέρασμα πως ουσιαστικές και βαθιές ανθρώπινες σχέσεις δεν υπάρχουν. Σιγά σιγά βλέπεις γύρω σου την απαξίωση πολλών εννοιών, όπως της φιλίας, της συντροφικότητας ή της συνεργασίας. Ο άνθρωπος μεγαλώνει, αλλάζει και χάνεται. Πράγματα που ένωναν δύο ανθρώπους στο παρελθόν πλέον όχι απλά έχουν ξεθωριάσει, αλλά έχουν διαγραφεί εντελώς. Έτσι μένει μόνο η συνήθεια η οποία κάποια στιγμή θα ξεπεραστεί και αυτή.

Το πρόβλημα σ’ αυτή τη περίπτωση είναι πως μεγαλώνοντας δυσκολεύεσαι ολοένα και περισσότερο να βάλεις καινούρια άτομα στην καθημερινότητα σου. Μπορεί να διευρύνονται οι ορίζοντες σου και να γίνεσαι διαλλακτικότερος στα στραβά της εποχής και των γύρω σου, αλλά πολύ δύσκολα συνυπάρχεις μαζί τους.

Ευτυχώς που στα δικά μου μάτια υπάρχουν δύο πολύ σημαντικοί παράγοντες που μας δίνουν πνοή κι ενέργεια και μας γλυτώνουν από τη ματαιότητα. Το ένα είναι η τέχνη και το άλλο ο έρωτας. Βέβαια τώρα που το ξανασκέφτομαι ο έρωτας αφορά κυρίως τους νέους ανθρώπους. Όσο μεγαλώνεις συνειδητοποιείς πως κι αυτός είναι εγωιστικός και υπερτιμημένος. Οπότε μένει μόνο η τέχνη, η οποία έχει τόσες πολλές μορφές, που είναι αδύνατον να μη βρεις κάτι να σε εκφράζει και να σε γεμίζει ενέργεια και ζωή. Μουσική, θέατρο, κινηματογράφος, ποίηση, ζωγραφική, φωτογραφία και φύση (κι αυτή τέχνη είναι).

Όλα είναι πράγματα που καθαρίζουν τελείως τον εγκέφαλο και σε κάνουν να δεις τη ζωή όμορφη (κι ας μην είναι). Χωρίς την ανάγκη αναγκαστικής συντροφιάς από ανθρώπους που δεν εκτιμάς ή δεν σε συνδέει τίποτα πλέον. Δεν είναι άσχημο πράγμα η μοναχικότητα όταν έχεις για φίλο τη μαγεία της τέχνης, ανακαλύπτεις στον εαυτό σου κρυμμένες γωνίες που δεν γνώριζες καν την ύπαρξη τους.
Βέβαια αν υπάρξει η σπάνια περίπτωση του να βρεθεί ένας άνθρωπος που θα έχετε πνευματική και συναισθηματική ταύτιση τόσο δυνατή που να περάσετε όλα τα παραπάνω μαζί, νομίζω πως θα είστε πολύ κοντά στο να αγγίξετε το άπειρο.

Στενεύουν τα περάσματα
οι φίλοι μου φαντάσματα 
κι η πόλη μοιάζει γενικώς
τάφος οικογενειακός

THOMAS HOBBES: Δεν είναι τραγικό, τρεισήμισι αιώνες μετά, όποτε η απαισιοδοξία του Χομπς επαληθεύεται;

Ο Thomas Hobbes (1588-1679) πέρασε μέσα απ’ το καμίνι του εμφύλιου σπαραγμού στην Αγγλία και των θρησκευτικών πολέμων στη Γαλλία. Επιβεβαίωσε από πρώτο χέρι ότι homo homini lupus. Και οι απόψεις του διαπνέονται από βαθιά απαισιοδοξία για την ανθρώπινη φύση, που ωθεί τους ανθρώπους στην αλληλοεξόντωση. Αυτόπτης μάρτυρας μιας από τις πιο ταραχώδεις, και αιματηρές, περιόδους της ευρωπαϊκής ιστορίας, πιστεύει όπως και ο Θουκυδίδης (τον οποίο είχε μεταφράσει) ότι «είναι έτσι φτιαγμένος ο άνθρωπος, που τα ίδια λίγο πολύ θα γίνουν και στο μέλλον». Οι άνθρωποι διαφέρουν μόνο ως προς τα πάθη τους. Αλλά είναι όμοιοι ως προς τα ένστικτά τους: ωφελιμιστές, ευδαιμονιστές, ανταγωνίζονται για να αυτοσυντηρηθούν και να κυριαρχήσουν επί των άλλων. Αν αφήνονταν ανεξέλεγκτοι, θα ήσαν καταδικασμένοι σε αμοιβαίο μακελειό ες αεί. Από φιλοδοξία, από φόβο, από συμφέρον – κατά Θουκυδίδη. Από θέληση κυριαρχίας, αμοιβαία δυσπιστία κι επιδίωξη της δόξας – κατά Χομπς. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: μια ανθρωπότητα πεδίο άλληλοκαταστροφής.

Ο αιώνας των Φώτων έδωσε τις δικές του απαντήσεις για την έξοδο από αυτόν το φαύλο κύκλο – ορθός λόγος, επιστήμη, δημοκρατία σε συσκευασία έθνους. Η κεντρική πρόταση του Χομπς είναι ο Λεβιάθαν, ο «θνητός θεός» -ένα απολυταρχικό Κράτος, με τη μορφή είτε της απόλυτης μοναρχίας είτε της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, που θα έχει το μονοπώλιο της βίας και της εξουσίας, με αντάλλαγμα τη διαφύλαξη του δικαίου και της κοινωνικής ειρήνης. Ναι, ο Χομπς είναι απολυταρχικός. Γιατί δεν πιστεύει ότι ο άνθρωπος είναι φύσει αγαθός. Τουτέστιν:

– Η φυσική ελευθερία ισοδυναμεί με κατάσταση πολέμου.
– Καλό για κάθε άνθρωπο είναι αυτό που του αρέσει, κακό αυτό που τον δυσαρεστεί.
– Αν ο καθένας αφεθεί να ορίζει από μόνος του το δίκιο του, τότε καταργείται το δίκαιο.
– Η ασίγαστη επιθυμία για ισχύ επί των άλλων παύει μόνο με το θάνατο.

Αλλά οι άνθρωποι διακατέχονται και από πάθη που ενώνουν: ο φόβος του θανάτου, η επιθυμία των πραγμάτων που απαιτούνται για μιαν άνετη διαβίωση, η ελπίδα ότι αυτά μπορούν ν’ αποκτηθούν με τη φιλοπονία. Αυτά τα πάθη ωθούν τους ανθρώπους προς την επί γης ειρήνη. Κι εδώ επεμβαίνει η λογική. Η λογική υπαγορεύει την ειρήνη για το καλό του καθενός μας, και για το γενικό καλό. Ο ορθός λόγος δεν επιτρέπει πράξεις που θα είναι καταστροφικές για τη ζωή, και διαμορφώνει τους κατάλληλους όρους ώστε να μπορούν οι άνθρωποι να συμβιώνουν. Αυτοί οι όροι διαμορφώνουν το κατά Χομπς Φυσικό Δίκαιο. Και η επιστήμη των νόμων της φύσης είναι η μοναδική γνήσια ηθική φιλοσοφία. Το Κράτος είναι λοιπόν έκφραση του ορθού λόγου. Στο πλαίσιο αυτό αναλαμβάνει την προστασία των πολιτών από εξωτερικές και εσωτερικές απειλές. Οφείλει επίσης να τους προστατεύει και από τον ίδιο τον Λεβιάθαν – το Σύνταγμα αποτελεί αυτοπεριορισμό της εξουσίας του. Όταν όμως ο ίδιος ο Λεβιάθαν παύει να πληροί τους όρους του κοινωνικού συμβολαίου που του έχει ανατεθεί, τότε το Κράτος μπορεί να διαλυθεί και οι άνθρωποι ξαναγυρίζουν στη φυσική, αχαλίνωτη κατάστασή τους μέχρι να συνάψουν ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο.

Φυσικός νόμος, εξάλλου, είναι και η ισότητα. Ουδείς ανώτερος εξ αίματος από άλλους. Η φύση έχει κάνει τους ανθρώπους ίσους ως προς τις σωματικές και νοητικές ικανότητες – με την έννοια ότι και ο πιο αδύναμος έχει τη δύναμη να βλάψει τον πιο δυνατό, είτε με δόλο είτε συνασπιζόμενος με άλλους. Αυτή η ισότητα ικανοτήτων ισοδυναμεί με ισότητα ελπίδων, και συνιστά μια δίκοπη αρχή: απ’ τη στιγμή που δύο άνθρωποι επιθυμούν το ίδιο πράγμα και δεν μπορούν να το αποκτήσουν από κοινού, προσπαθούν να καταστρέψουν ή να υποτάξουν ο ένας τον άλλο. Εξ ου και η ανάγκη μιας ύπατης ρυθμιστικής αρχής. Αν η ισότητα είναι νόμος της φύσης, το ποιος είναι καλύτερος άνθρωπος μπορεί να προσδιοριστεί μόνο στο πλαίσιο του θεσμού της διακυβέρνησης και της πολιτικής – του Κράτους. Αντίστοιχα, το τι είναι δίκαιο και τι άδικο οριοθετείται από τις συμβάσεις στις οποίες βασίζεται η κοινωνική συνύπαρξη, και των οποίων την τήρηση μπορεί να εξασφαλίσει μόνο η εξαναγκαστική εξουσία του Λεβιάθαν.

Ο Χομπς αναζητεί μιαν ιδεατή ισορροπία ανάμεσα στον χρησιμοθηρικό εγωισμό των ανθρώπων και το καλώς εννοούμενο ένστικτο αυτοσυντήρησής τους, ανάμεσα στα πάθη και τη λογική, τον ωφελιμισμό και την αμοιβαιότητα, το ένστικτο της αλληλοκαταστροφής και την ανάγκη αλληλεγγύης, το άτομο και το σύνολο. Υπήρξε ο «προνεωτερικός» Θεμελιωτής της πολιτικής φιλοσοφίας στην προσπάθειά του αυτή να τετραγωνίσει τον κύκλο. Τρεισήμισι αιώνες μετά, η απαισιοδοξία του επαληθεύεται στη μετανεωτερική εποχή μας, που είδε τις μεγάλες ιδεολογίες να αυτοδιαψευδονται, την αντιπροσωπευτική δημοκρατία να εκφυλίζεται, την κρουστά του Διαφωτισμού να σπάζει από τους επαναφορτιζόμενους εθνοθρησκευτικούς φανατισμούς – και τους ανθρώπους να εξακολουθούν ν’ ανταγωνίζονται και ν’ αλληλοεξοντώνονται. Υπό αυτό το πρίσμα αξίζει να ξαναδιαβάσει κανείς τον Χομπς, κατά τον ίδιο τρόπο που επανερχόμαστε στον Θουκυδίδη. Και οι δυο προσπαθούν να μας πουν τι είναι ο άνθρωπος, ως μέτρο των πάντων. Και πώς μπορεί να φυλαχτεί από τον ίδιο τον εαυτό του.

THOMAS HOBBES, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Φυσικά, μπορούμε να πούμε ψέματα στον εαυτό μας

Λέμε ότι οι άνθρωποι έχουν ελεύθερη βούληση, αλλά αυτό δεν ισχύει. Η επιθυμία μας ελέγχεται από το όνειρο του πλανήτη – η προσοχή μας έχει αγκιστρωθεί από το εξωτερικό όνειρο κι εμείς ακολουθούμε τη θέληση του εξωτερικού κόσμου. Σαν προγραμματισμένα ρομπότ, πατάμε ένα κουμπί κι αρχίζουμε να περπατάμε, πατάμε ένα άλλο κουμπί και πηγαίνουμε προς τα δεξιά, πηγαίνουμε προς τ’ αριστερά ή σταματάμε. Με τη δράση-αντίδραση και μόνο, έχουμε αυτομάτως την απόκριση: σωματική, συναισθηματική, όλων των ειδών τις αντιδράσεις στις οποίες έχουμε ήδη προγραμματιστεί.

Αν είχαμε ελεύθερη βούληση, θα επιλέγαμε, άραγε, ποτέ, να είμαστε οργισμένοι, θλιμμένοι, γεμάτοι φθόνο; Προφανώς, τίποτε απ’ αυτά δεν είναι επιλογή μας. Φυσικά, μπορούμε να πούμε ψέματα στον εαυτό μας, «Έχω ελεύθερη βούληση και μπορώ να κάνω επιλογές». Όμως, κάθε φορά που υποφέρουμε, αποδεικνύεται ότι δεν διαθέτουμε τελικά τη δύναμη να επιλέξουμε. Αν είχαμε ελεύθερη βούληση, ποτέ δεν θα επιλέγαμε το ρόλο του θύματος, γιατί ο ρόλος αυτός μάς προκαλεί θυμό και φόβο. Αν είχαμε ελεύθερη βούληση, ποτέ δεν θα επιλέγαμε κάτι που θα μας έκανε κακό ή θα μας πλήγωνε. Και, σίγουρα, δεν θα επιλέγαμε ποτέ να πληγώσουμε τους ανθρώπους που αγαπάμε.

Η ευφυΐα φαίνεται όταν αντιμετωπίζεις το άγνωστο

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ επιλογεσΗ ευφυΐα φαίνεται μόνο όταν αντιμετωπίζεις το άγνωστο – αυτό για το οποίο δεν έχεις καμία πληροφορία, καμία γνώση, καμία μνήμη από πριν. ‘Όταν αντιμετωπίζεις το άγνωστο, εκεί είναι το αποφασιστικό σημείο. Πώς ανταποκρίνεσαι;

Ευφυΐα σημαίνει την ικανότητα να ανταποκρίνεσαι σε καινούριες περιστάσεις. Βγαίνει από το είναι σου. Ο νους είναι απλώς ένα όχημα. Ευφυΐα είναι η ποιότητα του παρατηρητή. Είναι το να έχεις επίγνωση του τι είναι ο νους, χωρίς να ανήκεις σ’ αυτόν. Είναι το να παρατηρείς το νου και να του δίνεις κατεύθυνση.

Μια ιστορία: Ένας μαθητής του Ζεν ήρθε στο δάσκαλο και τον ρώτησε: “Σε ποια κατάσταση νου πρέπει να αναζητήσω την αλήθεια;” Ο δάσκαλος αποκρίθηκε: “Δεν υπάρχει κανένας νους, οπότε δεν μπορείς να τον βάλεις σε καμία κατάσταση. Και δεν υπάρχει καμία αλήθεια, οπότε δεν μπορείς να την αναζητήσεις.” Ο μαθητής είπε λυπημένα: “Δεν σε καταλαβαίνω.” Ο δάσκαλος είπε: “Ούτε κι εγώ καταλαβαίνω.”

Η ζωή είναι τέτοιο μυστήριο, που κανένας δεν μπορεί να το καταλάβει. Και εκείνος που ισχυρίζεται ότι την καταλαβαίνει, είναι απλώς αδαής και δεν ξέρει τι λέει – δεν ξέρει τι ανοησίες λέει.

Αν είσαι σοφός, αυτή θα είναι η πρώτη κατανόηση: Η ζωή δεν μπορεί να γίνει κατανοητή. Η κατανόηση είναι ανέφικτη. Μόνο μέχρι εκεί μπορεί να γίνει κατανοητό – ότι η κατανόηση είναι ανέφικτη.

Αν πας να ρωτήσεις τους φωτισμένους, θα σου πουν πως ούτε κι εκείνοι δεν καταλαβαίνουν τη ζωή. Αν όμως πας και ρωτήσεις εκείνους που δεν είναι φωτισμένοι, θα σου δώσουν πολλές απαντήσεις, θα σου προτείνουν πολλά δόγματα, θα προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να λύσουν το μυστήριο. Το μυστήριο δεν μπορεί να λυθεί. Δεν είναι γρίφος. Ένας γρίφος μπορεί να λυθεί, το μυστήριο όμως είναι άλυτο από την ίδια του τη φύση. Ο Σωκράτης είπε: “Όταν ήμουν νέος, νόμιζα ότι γνώριζα πολλά. Όταν γέρασα και ωρίμασε η σοφία μέσα μου, έφτασα να κατανοήσω ότι δεν γνωρίζω τίποτα.”

Αναφέρεται ότι ένας σούφι δάσκαλος, ο Τζουνάιντ, εργαζόταν μαζί με ένα νεαρό. Ο νεαρός δεν είχε επίγνωση τής εσωτερικής σοφίας του Τζουνάιντ. Και ο Τζουνάιντ ζούσε μια τόσο συνηθισμένη ζωή, που χρειαζόταν πολύ διεισδυτικά μάτια για να αντιληφθείς ότι βρισκόσουν δίπλα σε ένα βούδα. Δούλευε σαν συνηθισμένος εργάτης και μόνο εκείνοι που είχαν μάτια μπορούσαν να τον αναγνωρίσουν. Το να αναγνωρίσεις το Βούδα ήταν πολύ εύκολο – καθόταν κάτω από το δέντρο μπόντι. Το να αναγνωρίσεις τον Τζουνάιντ ήταν πολύ δύσκολο – δούλευε σαν εργάτης, δεν καθόταν κάτω από ένα δέντρο μπόντι. Στο κάθε τι ήταν ένας απολύτως συνηθισμένος άνθρωπος.

Ο νεαρός που εργαζόταν μαζί του, έκανε συνέχεια επίδειξη της γνώσης του και έλεγε στον Τζουνάιντ τι να κάνει και πώς να το κάνει. ‘Ο,τι κι αν έκανε ο Τζουνάιντ, ο νεαρός του έλεγε: “Λάθος το κάνεις αυτό! Αν το κάνεις έτσι κι έτσι, θα είναι καλύτερα.” Εκείνος τα ήξερε όλα! Τελικά ο Τζουνάιντ γέλασε και είπε: “Νεαρέ, εγώ δεν είμαι τόσο νέος για να ξέρω τόσο πολλά.”

Ωραία κουβέντα αυτή: “Νεαρέ, εγώ δεν είμαι τόσο νέος για να ξέρω τόσο πολλά.” Μόνο ένας νέος μπορεί να είναι τόσο ανόητος, τόσο άπειρος. Ο Σωκράτης είχε δίκιο όταν είπε: “Όταν ήμουν νέος, νόμιζα ότι γνώριζα πολλά. Όταν γέρασα και ωρίμασε η σοφία μέσα μου, έφτασα να κατανοήσω ότι δεν γνωρίζω τίποτα.”

Η ζωή είναι μυστήριο. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να λυθεί. Κι όταν όλες οι προσπάθειες για να το λύσεις, αποδειχθούν μάταιες, τότε αρχίζει να φωτίζεται το μυστήριο.

Οι Ταφόπλακες Της Ανθρωπότητας

Οι «Κατευθυντήριοι Λίθοι της Γεωργίας» (στα Αγγλικά Georgia Guidestones) είναι ένα τεράστιο κατασκεύασμα από γρανίτη, το οποίο βρίσκεται στην κορυφή του λόφου Elbert County, στην Γεωργία των ΗΠΑ. Συχνά αναφέρεται ως το «Αμερικάνικο Στόουνχετζ» ένας τίτλος που έχει επίσης αποδοθεί κατά καιρούς σε μια σειρά από άλλες κατασκευές. Είναι ένα μήνυμα αποτελούμενο από δέκα οδηγίες, οι οποίες είναι χαραγμένες σε οκτώ σύγχρονες γλώσσες, ενώ ένα μικρότερο μήνυμα είναι επίσης χαραγμένο στην κορυφή της κατασκευής, σε τέσσερα αρχαία συστήματα γραφής: Βαβυλωνιακά, Αρχαία Ελληνικά, Σανσκριτικά και Αιγυπτιακά Ιερογλυφικά.
 
Το κατασκεύασμα έχει σχεδόν είκοσι μέτρα ύψος και είναι κατασκευασμένο από έξι πλάκες γρανίτη, που ζυγίζουν πάνω από 100 τόνους συνολικά. Μία πλάκα βρίσκεται στο κέντρο, με τις άλλες τέσσερις διατεταγμένες γύρω απ’ αυτήν. Στην κορυφή βρίσκεται η έκτη πλάκα, ως κορωνίδα του κατασκευάσματος. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι πλάκες είναι ευθυγραμμισμένες αστρονομικά. Μια πρόσθετη πέτρινη πλάκα, είναι τοποθετημένη στο έδαφος και σε μικρή απόσταση προς τα δυτικά της κατασκευή, η οποία παρέχει ορισμένες διευκρινίσεις σχετικά με την ιστορία και τον σκοπό των «Κατευθυντηρίων Λίθων». Το μήνυμα το οποία είναι χαραγμένο στους «Κατευθυντήριους Λίθους της Γεωργίας» σχετίζεται με τέσσερις σημαντικούς τομείς:
 
1. Τη διακυβέρνηση και την εγκαθίδρυση μιας παγκόσμιας κυβέρνησης.
2. Τον πληθυσμό και τον έλεγχο της αναπαραγωγής.
3. Το περιβάλλον και τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση.
4. Την πνευματικότητα.
 
Το μήνυμα αναφέρει:
 
* Διατηρήστε την ανθρωπότητα κάτω από 500.000.000, σε συνεχή ισορροπία με τη φύση.
* Κατευθύνετε σοφά την αναπαραγωγή, βελτιώνοντας την φυσική κατάσταση και την πολυμορφία.
* Ενώστε την ανθρωπότητα μέσω μιας ζωντανής νέας γλώσσας.
* Τιθασεύστε το πάθος, την πίστη, την παράδοση και όλα τα πράγματα με ψύχραιμη λογική.
* Προστατεύστε τους ανθρώπους και τα έθνη με δίκαιους νόμους και δίκαια δικαστήρια.
* Αφήστε όλα τα έθνη να κυβερνούν εσωτερικά, επιλύοντας τις εξωτερικές διαφορές σ’ ένα παγκόσμιο δικαστήριο.
* Αποφύγετε ασήμαντους νόμους και άχρηστους αξιωματούχους.
* Εξισορροπήστε τα προσωπικά δικαιώματα με τα κοινωνικά καθήκοντα.
* Να εκτιμάτε την αλήθεια, την ομορφιά, την αγάπη, αναζητώντας την αρμονία με το άπειρο.
* Να μην είστε καρκίνος για τον πλανήτη – Αφήστε χώρο για την φύση – Αφήστε χώρο για την φύση.
 
Επίσης αυτό το οποίο προκαλεί τρομερή εντύπωση, είναι η αναφορά στον έλεγχο του πληθυσμού και συγκεκριμένα στην μείωση του σε κάτω από 500.000.000, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι περίπου το 90% του πληθυσμού θα πρέπει να πεθάνει. Χαρακτηρίζοντας αυτούς τους ανθρώπους ως «άχρηστους καταναλωτές» (useless eaters) όπως αποκαλούν τις ευρύτερες λαϊκές μάζες, δηλαδή εμάς! Γι’ αυτό το λόγο πολλοί αποκαλούν το μνημείο «ταφόπλακα της ανθρωπότητας».
 
Ποιοι ενδιαφέρονται να κρατήσουν τον πληθυσμό στα 500.000.000;
 
Το Παραμύθι του Θερμοκηπίου και η ανοησία της κλιματικής αλλαγής. Όλοι θα έχετε ακούσει για το Νόμπελ του Αλ Γκόρ και τα πρωτόκολλα του Κιότο. Απίστευτο δούλεμα, όλοι το πιστεύουν, για αυτό μεταξύ τους οι Επικυρίαρχοι μας αποκαλούν μαϊμούδες (!!) και συμφωνώ απολύτως μαζί τους. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι το ηλιακό μας σύστημα δεν ανήκει στον «γαλαξία μας» άλλα σε έναν άλλο δακτυλιοειδή περίπου κάθετο σ’ αυτόν που αποκαλούμε γαλαξία μας. Μάλιστα υφίσταται απορρόφηση. Κάθε 26.000 χρόνια (Μετωνικός κύκλος) το ηλιακό μας σύστημα περνάει μέσα από τον Γαλαξία -άλλωστε ανακοινώθηκε κι επίσημα. Έτσι όσο πλησιάζουμε το επίπεδο του Γαλαξία και ευθυγραμμιζόμαστε με το γαλαξιακό κέντρο, δεχόμαστε τεράστια ποσά ενέργειας. Αυτό ήδη συμβαίνει από το 1900. Το μαγνητικό πεδίο του ήλιου έχει αυξηθεί 100 φορές και οι πλανήτες πλέον λάμπουν 400-800% περισσότερο. Αυτή η διαρκώς αυξανόμενη ενέργεια προκαλεί το λεγόμενο «φαινόμενο του θερμοκηπίου».
 
Εδώ μπαίνει το θέμα του μετά κέντρου μεταξύ του ηλιακού μας συστήματος και του Γαλαξιακού κέντρου. Όσο πλησιάζουμε, τόσο θα χορεύουμε από τους σεισμούς και θα πνιγόμαστε από τα τσουνάμια, από τα φυσικά και τα τεχνητά. Βλέπετε οι φυλές των Επικυρίαρχων τρώγονται αγρίως μεταξύ τους, χρησιμοποιώντας τα ανθρωπόζωα για τους πολέμους τους. Άλλωστε για αυτούς είναι ώρα συγκομιδής. Για να πάρεις μια εικόνα δες την ταινία «Το Πεπρωμένο της Τζούπιτερ».
 
Έτσι για να μην καταλάβεις τι σου γίνεται προκαλούν οικονομική κρίση, πανδημία, διπλασιάζουν τα διόδια, ακριβαίνουν ή ευτελίζουν το πετρέλαιο κι ότι γουστάρουν κάνουν, πάντα στο όνομα της παγκόσμιας μαλακίας (ελευθερίας, ειρήνης, αγάπης κλπ). Έτσι άρχισε ήδη η γκετοποίηση του ανθρωπόζωου. Μετά τον προσχεδιασμένο από το 1843 παρακαλώ, 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο, τις πανδημικές αρρώστιες και τις φυσικές και τεχνητές καταστροφές θα απομείνουν 500 ή πολύ λιγότερα εκατομμύρια άνθρωποι της γκρίζας φυλής, σε πρωτόγονη, βαρβαρική κατάσταση, με IQ γύρω στο 60. Η ανθρωπότητα επαναλαμβάνεται. Τότε θα βγουν ξανά από τις υπόγειες βάσεις στις οποίες κατεβαίνουν τώρα και θα παριστάνουν τους θεούς. Ξανά, θα σας διδάξουν την γεωργία, τις τέχνες, τα γράμματα κλπ. Σας θυμίζει τίποτα αυτό; Τίποτα διφυείς; Έχει γίνει τόσες φορές στο παρελθόν και τα σημάδια υπάρχουν, παρά την προσπάθεια του Smithsonian να τα εξαφανίζει συστηματικά!
 
Suncruiser η συγκομιδή, ο Albert Pike! και ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος.
 
Ο Albert Pike Ελευθεροτεκτων (sic), Ιλουμινατος (ακόμα πιο sic) και Σατανιστής (πολλά sic) έθεσε τις προδιαγραφές των ΤΡΙΩΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ τον 19ο αιώνα (το 1871). Οι δυο προηγούμενοι έγιναν όπως τα προδιέγραψε. Αναμένουμε τον τρίτο ! και ας δούμε τι λέει επ’ αυτού ο πολύς κ.κ. Pike. Αυτό είναι ένα μέρος της επιστολής που έχει σταλεί το 1871 από τον Albert Pike, έναν κυρίαρχο Grand Commander του σκωτικής Στοάς των Ελευθεροτεκτόνων στην Αμερική, προς τον Giuseppe Mazzini, τον «επαναστατικό» Illuminati στην Ιταλία. Ας διαβάσουμε ένα απόσπασμα της:
 
«Ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος, πρέπει να υποδαυλιστεί επωφελούμενος από τις διαφορές που προκαλούνται από την «Agentur» των «Illuminati» μεταξύ των σιωνιστών πολιτικών και των ηγετών του ισλαμικού κόσμου. Ο πόλεμος θα πρέπει να διεξαχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε το Ισλάμ (ο μουσουλμανικός Αραβικός Κόσμος) και ο πολιτικός Σιωνισμός (το κράτος του Ισραήλ) να αλληλοκαταστραφούν. Εν τω μεταξύ τα άλλα έθνη, που για άλλη μια φορά διίστανται σχετικά με το θέμα αυτό, θα περιορίζονται στην καταπολέμηση του, μέχρι το σημείο της πλήρους σωματικής, ηθικής, πνευματικής και οικονομικής εξάντλησης.
 
Εμείς θα απελευθερώσουμε τους Νιχιλιστές (μηδενιστές) και τους άθεους, και θα προκαλέσουμε ένα τεράστιο κοινωνικό κατακλυσμό, που θα δείξει στα έθνη ξεκάθαρα και σε όλη του τη φρίκη το αποτέλεσμα της απόλυτης Αθεΐας, που είναι η προέλευση όλων των αγριοτήτων και των πιο αιματηρών αναταραχών. Στην συνέχεια παντού, οι πολίτες υποχρεωμένοι να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους ενάντια στην παγκόσμια μειονότητα των επαναστατών, θα εξοντώσουν τους καταστροφείς του πολιτισμού και το πλήθος, απογοητευμένο με τον χριστιανισμό, (του οποίου τα θεϊκά αποστάγματα θα μείνουν από τη στιγμή εκείνη δίχως πυξίδα ή κατεύθυνση, με αγωνία για ένα ιδανικό, αλλά χωρίς να γνωρίζει ποιο σημείο να καταστήσει ως λατρεία) θα λάβει το αληθινό φως μέσω της καθολικής εκδήλωσης του καθαρού δόγματος του Εωσφόρου, που θα εμφανιστεί επιτέλους σε κοινή θέα. Αυτή η εκδήλωση θα είναι αποτέλεσμα της γενικής αντιδραστικής κίνησης που θα προκύψει από την καταστροφή του χριστιανισμού και του Αθεϊσμού, που θα εξοντωθούν ταυτόχρονα και τα δύο»
 
Εωσφόρο, δεν εννοούν τον γνωστό και διάσημο σατανά του χριστιανισμού αλλά τον Αχριμάν!!! Ο τυπάκος είναι ένας από την περίφημη «Κοσμική Τριάδα» δηλ. Εωσφόρος, Χριστός, Αχριμάν.
 
 
Ψάξε βρε άνθρωπε, ψάξε να μάθεις τι παίζεται όχι πίσω από την πλάτη σου, αλλά μπροστά στα μάτια σου. Suncruiser η “συγκομιδή” και τα “κουκούλια” με τις βλέννες (ψάξτε την Αρχαίο Ελληνική λέξη «στάσις*» (όχι δεν έχει γραμματικό λάθος) για 5 δις ανθρώπων, είναι κοντά με τον Γ΄ παγκόσμια πόλεμο επί των θυρών. ‎Το σώμα μας καταλαβαίνει τα πάντα, η ψυχή μας καταλαβαίνει τα πάντα, το μυαλό μας είναι παντελώς άχρηστο, βασίζεται μόνο στις απόλυτες ψευδαισθήσεις, καλή πορεία λοιπόν με την συντροφιά του μυαλού σας.

ΔΕΣ: Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΙ ΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ
 
Αποφασίστε ν’ ακούσετε το σώμα σας ΑΝ ΜΠΟΡΕΙΤΕ!
 
Αποφασίστε ν’ ακούσετε την ψυχή σας ΑΝ ΕΧΕΤΕ!
 
Διαφορετικά ΚΑΛΟΦΑΓΩΤΟΙ!!!
--------------------------
*στάσις: I. 1. αμτβ., εξεγείρομαι, επαναστατώ, ξεσηκώνομαι, αποστατώ, τινί, εναντίον κάποιου, σε Ηρόδ., Ξεν. κ.λπ.· πρός τινα, σε Ξεν. 2. στις ελληνικές πόλεις, σχηματίζω φατρία ή πολιτική παράταξη, εξεγείρω, απειθαρχώ, διίσταμαι, φιλονεικώ, σε Ηρόδ. κ.λπ. 3. λέγεται για τις ίδιες τις πόλεις, διχογνωμώ, σπαράζομαι από εσωτερικές, έριδες, σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ. II. μτβ., υποκινώ σε στάση, σπέρνω τη σύγχυση, κάνω άνω κάτω, τὴν πόλιν, σε Λυσ. κ.λπ.

Heidegger: πώς να σκεπτόμαστε το Πολιτικό;

Μάρτιν Χάιντεγκερ: 1889–1976

Ο Αρχέγονος αγώνας κατά της φαύλης μαζικής ολιγαρχίας

§1

Σκέπτεται ο Χάιντεγκερ πολιτικά; Όπως κάθε σοβαρή φιλοσοφική σκέψη, από τον Ηράκλειτο ήδη έως και σήμερα, είναι πρωτίστως στοχαστική αντιπαράθεση με το Πολιτικό, έτσι και η χαϊντεγκεριανή σκέψη διακρίνεται για τη μοναδική της δυναμική αντιπαράθεση με το Πολιτικό. Τούτο σημαίνει πως κατανοεί τον εαυτό της όχι ως μια απλή κατάφαση ή άρνηση μιας εν λειτουργία πολιτικής μηχανής: κομμάτων, μηχανισμών, κρατικών ή παρακρατικών σχημάτων κ.λπ., αλλά ως πολεμική, με το νόημα του Ηράκλειτου: αρχέγονος αγώνας (Kampf), σύγκρουση, αντιπαράθεση για την επικράτηση του κόσμου ως ευταξίας, ως αρμονίας των αντιθέτων. Με αυτόν τον πόλεμο και μόνο με αυτόν, τα πάντα εκ-τίθενται στο φως, εξ-έρχονται σε φανέρωση, εντάσσονται εκεί που ανήκουν: στο ξέφωτο της Πόλεως, δηλαδή της Πολιτείας. Εδώ τότε το παν είναι πολιτικό, όχι επειδή σχετίζεται με βάρβαρους πολιτικούς, «που βρίσκουν ευχαρίστηση στο βόρβορο» (Ηράκλειτος απ. 13), ή με οιονδήποτε ανισόρροπο, σε επίπεδο απλής λογικής, πολιτικό ακτιβισμό, αλλά επειδή ενδημεί στο πιο πάνω ξέφωτο και εξ-ίσταται στην επικινδυνότητα του Είναι του, προκειμένου να συμβεί ιστορία. Όταν συμβαίνει αυθεντική ιστορία, η πόλις δεν εκ-τοπίζεται από την τοπο-θεσία της, δηλαδή από τη θέση της ως τόπο της ιστορίας, ως εστία, ως πατρίδα, αλλά συνιστά αυτό τούτο το Είναι, που κρατάει γερά στα θεμέλιά του την ιστορία ενός λαού ως πρωταγωνιστή του παρόντος.

§2

Η πολιτική σκέψη, επομένως, για τον Χάιντεγκερ, δεν έχει καμιά σχέση με την καθημερινή πολιτική της αγελαίας αντιπαλότητας ανάμεσα σε διεφθαρμένες μειοψηφίες, που ερωτοτροπούν με ξένους επικυρίαρχους, εξανδραποδίζουν τους εγχώριους ανθρώπους της πολιτείας και ενδιαφέρονται μόνο για τον δικό τους πλουτισμό, σε συνδυασμό και με την ικανοποίηση των άγριων εξουσιαστικών ενστίκτων τους. Τέτοιες αισχρές, ανυπόληπτες και άκρως αμοραλιστικές μειοψηφίες αφθονούν στην ελληνική πολιτεία και καταστρέφουν συθέμελα τον τόπο του αρχέγονου ιστορικού συμβάντος με καταχθόνιους υπολογισμούς, με κενές περιεχομένου «πολιτικές αντιπαραθέσεις», με μια ασυνάρτητη οχλοβοή, που προβάλλεται ως ασυναγώνιστη σοφία, με ηχηρή και απύθμενη πολιτική βλακεία, που δεν έχει εμφανισθεί ποτέ ως τώρα στην ιστορία αυτού του τόπου. Το Πολιτικό, για τον Χάιντεγκερ, εντάσσεται στις πολύμορφες αναζητήσεις του γύρω από τη φιλοσοφική αλήθεια του Είναι. Η συγκεκριμένη φιλοσοφική αλήθεια δεν είναι πάνω από το χρόνο, δεν είναι κάποια μεταφυσική ιδεολογικοποίηση αυτού, που καθημερινά εκτυλίσσεται ως πολιτικό φαίνεσθαι, αλλά κινείται στη γραμμή του αστραπιαίου, κεραυνοβόλου πολέμου, που διαλύει τα σκότη της μαζικής φαυλοκρατίας των αισχρών μειοδοτών και γκρεμίζει τα τείχη του αρνητικού μηδενισμού. Κατ’ αυτό τον τρόπο, αναλαμβάνει ενεργό ρόλο η ολοκληρωτική αποδόμηση αυτής της φαυλοκρατίας και πάσας σαθρής υποκειμενικότητας, που αποστερεί το Da-sein του σύγχρονου ανθρώπου από τη φιλοσοφική του πατρίδα, αυτή της ιστορικότητας του Είναι του.   

§3

Η εν λόγω αποδόμηση «ανταλλάσσει τα πάντα με το πυρ και το πυρ με τα πάντα» (Ηράκλειτος), πράγμα που σημαίνει πως σπέρνει τον όλεθρο στον όλεθρο, με τον οποίο τρομοκρατεί την ανθρώπινη κοινότητα η αδίστακτη «οχλοδημοκρατία». Δυνάμει ενός τέτοιου αστραπιαίου, κεραυνοβόλου αγώνα, η πολιτική σκέψη του Είναι δεν μας επι-σκέπτεται ως θεσμική, ακαδημαϊκή ή αξιολογική πράξη του ενός ή του άλλου κοινωνικο-πολιτικού ωφελιμισμού, αλλά ως μια στοχαστική βούληση της ανθρώπινης ύπαρξης να λογοδοτεί [=να δίνει και να θέτει τον Λόγο] στον εαυτό της μόνο και σε κανέναν εξωτερικό νομοθέτη ή δικαστή. Το ζητούμενο, στη συνάφεια τούτη, είναι πώς ο ίδιος ο άνθρωπος στέκεται απέναντι στην ως άνω πολιτική σκέψη: στέκεται ως φενακισμένη συνείδηση, ως ανεστραμμένη λογική, όπως συμβαίνει με τις ορδές των τεκτόνων του πολιτικού ψεύδους, οπότε στερείται τη δυνατότητα, την ικανότητα να αντιλαμβάνεται την παρακμή, το ξερίζωμα που του επιφυλάσσουν οι εν λόγω ψευδομάρτυρες του Πολιτικού και συμβιβάζεται με τη μοίρα του μαζανθρώπου, ή ως σκεπτόμενο ον, που αναζητεί μέσα στην ιστορική αποστολή της φιλοσοφίας την αφύπνιση, το ξέσπασμα, την έκρηξη (Aufbruch); Ετούτη η έκρηξη –όχι τα σωτηριολογικά κηρύγματα των καθεστωτικών– προετοιμάζει τους ανθρώπους να εισέρχονται μέσα στην ιστορία και να αποφασίζουν για την πολιτική κατεύθυνση της πολιτείας. Το αποφασίζειν (entschließen), κατά τον Χάιντεγκερ, δεν είναι ένα απλό σχέδιο επί χάρτου, αλλά η πιο αποφασιστική έναρξη δράσης (Χάιντεγκερ: περί πολιτικής, περί αλήθειας … εκδ. Ηριδανός, σ. 140 κ.εξ.), που δεν θα υποτάσσει την Πόλη στο Πολιτικό, αλλά το Πολιτικό στην Πόλη. Τούτο σημαίνει ότι οι μετριότητες δεν θα υποτάσσουν τους άριστους, αλλά οι άριστοι θα μάχονται να ανυψώσουν τις μετριότητες πάνω από την ανικανότητά τους, προς τον ορίζοντα του άριστου.  

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ρητορική (1400b-1401b)

[XXIV] Ἐπεὶ δ᾽ ἐνδέχεται τὸν μὲν εἶναι συλλογισμόν, τὸν δὲ μὴ εἶναι μὲν φαίνεσθαι δέ, ἀνάγκη καὶ ἐνθύμημα τὸ μὲν εἶναι, τὸ δὲ μὴ εἶναι ἐνθύμημα φαίνεσθαι δέ, ἐπείπερ τὸ ἐνθύμημα συλλογισμός τις.

[1401a] τόποι δ᾽ εἰσὶ τῶν φαινομένων ἐνθυμημάτων εἷς μὲν ὁ παρὰ τὴν λέξιν, καὶ τούτου ἓν μὲν μέρος, ὥσπερ ἐν τοῖς διαλεκτικοῖς, τὸ μὴ συλλογισάμενον συμπερασματικῶς τὸ τελευταῖον εἰπεῖν, «οὐκ ἄρα τὸ καὶ τό, ἀνάγκη ἄρα τὸ καὶ τό», ἐν τοῖς ἐνθυμήμασι τὸ συνεστραμμένως καὶ ἀντικειμένως εἰπεῖν φαίνεται ἐνθύμημα (ἡ γὰρ τοιαύτη λέξις χώρα ἐστὶν ἐνθυμήματος)· καὶ ἔοικε τὸ τοιοῦτον εἶναι παρὰ τὸ σχῆμα τῆς λέξεως. ἔστι δὲ εἰς τὸ τῇ λέξει συλλογιστικῶς λέγειν χρήσιμον τὸ συλλογισμῶν πολλῶν κεφάλαια λέγειν, ὅτι τοὺς μὲν ἔσωσε, τοῖς δ᾽ ἑτέροις ἐτιμώρησε, τοὺς δ᾽ Ἕλληνας ἠλευθέρωσε· ἕκαστον μὲν γὰρ τούτων ἐξ ἄλλων ἀπεδείχθη, συντεθέντων δὲ φαίνεται καὶ ἐκ τούτων τι γίγνεσθαι.

Ἓν δὲ τὸ παρὰ τὴν ὁμωνυμίαν, τὸ φάναι σπουδαῖον εἶναι μῦν, ἀφ᾽ οὗ γ᾽ ἐστὶν ἡ τιμιωτάτη πασῶν τελετή· τὰ γὰρ μυστήρια πασῶν τιμιωτάτη τελετή. ἢ εἴ τις κύνα ἐγκωμιάζων τὸν ἐν τῷ οὐρανῷ συμπαραλαμβάνοι, ἢ τὸν Πᾶνα, ὅτι Πίνδαρος ἔφησεν

ὦ μάκαρ, ὅν τε μεγάλας θεοῦ κύνα παντοδαπὸν
καλέουσιν Ολύμπιοι,


ἢ ὅτι τὸ μηδένα εἶναι κύν᾽ ἀτιμότατόν ἐστιν, ὥστε τὸ κύνα δῆλον ὅτι τίμιον. καὶ τὸ κοινωνικὸν φάναι τὸν Ἑρμῆν εἶναι μάλιστα τῶν θεῶν· μόνος γὰρ καλεῖται κοινὸς Ἑρμῆς. καὶ τὸ τὸν λόγον εἶναι σπουδαιότατον, ὅτι οἱ ἀγαθοὶ ἄνδρες οὐ χρημάτων ἀλλὰ λόγου εἰσὶν ἄξιοι· τὸ γὰρ λόγου ἄξιον οὐχ ἁπλῶς λέγεται.

Ἄλλος τὸ ‹τὸ› διῃρημένον συντιθέντα λέγειν ἢ τὸ συγκείμενον διαιροῦντα· ἐπεὶ γὰρ ταὐτὸν δοκεῖ εἶναι οὐκ ὂν ταὐτὸ πολλάκις, ὁπότερον χρησιμώτερον, τοῦτο δεῖ ποιεῖν. ἔστι δὲ τοῦτο Εὐθυδήμου λόγος, οἷον τὸ εἰδέναι ὅτι τριήρης ἐμ Πειραεῖ ἐστίν· ἕκαστον γὰρ οἶδεν. καὶ τὸν τὰ στοιχεῖα ἐπιστάμενον ὅτι τὸ ἔπος οἶδεν· τὸ γὰρ ἔπος τὸ αὐτό ἐστιν. καὶ ἐπεὶ τὸ δὶς τοσοῦτον νοσῶδες, μηδὲ τὸ ἓν φάναι ὑγιεινὸν εἶναι· ἄτοπον γὰρ εἰ τὰ δύο ἀγαθὰ ἓν κακόν ἐστιν. οὕτω μὲν οὖν ἐλεγκτικόν, ὧδε δὲ δεικτικόν· οὐ γάρ ἐστιν ἓν ἀγαθὸν δύο κακά· ὅλος δὲ ὁ τόπος παραλογιστικός. πάλιν τὸ Πολυκράτους εἰς Θρασύβουλον, ὅτι τριάκοντα τυράννους κατέλυσε· συντίθησι γάρ. ἢ τὸ ἐν τῷ Ὀρέστῃ τῷ Θεοδέκτου· ἐκ διαιρέσεως γάρ ἐστιν·

δίκαιόν ἐστιν, ἥτις ἂν κτείνῃ πόσιν,

ἀποθνῄσκειν ταύτην, καὶ τῷ πατρί γε τιμωρεῖν τὸν υἱόν,

[1401b] οὐκοῦν καὶ ταῦτα ἃ πέπρακται· συντεθέντα γὰρ ἴσως οὐκέτι δίκαιον. εἴη δ᾽ ἂν καὶ παρὰ τὴν ἔλλειψιν· ἀφαιρεῖ γὰρ τὸ ὑπὸ τίνος.

Ἄλλος δὲ τόπος τὸ δεινώσει κατασκευάζειν ἢ ἀνασκευάζειν· τοῦτο δ᾽ ἐστὶν ὅταν, μὴ δείξας ὅτι ἐποίησεν, αὐξήσῃ τὸ πρᾶγμα· ποιεῖ γὰρ φαίνεσθαι ἢ ὡς οὐ πεποίηκεν, ὅταν ὁ τὴν αἰτίαν ἔχων αὔξῃ, ἢ ὡς πεποίηκεν, ὅταν ὁ κατηγορῶν αὐξῇ. οὔκουν ἐστὶν ἐνθύμημα· παραλογίζεται γὰρ ὁ ἀκροατὴς ὅτι ἐποίησεν ἢ οὐκ ἐποίησεν, οὐ δεδειγμένου.

Ἄλλος τὸ ἐκ σημείου· ἀσυλλόγιστον γὰρ καὶ τοῦτο· οἷον εἴ τις λέγοι «ταῖς πόλεσι συμφέρουσιν οἱ ἐρῶντες· ὁ γὰρ Ἁρμοδίου καὶ Ἀριστογείτονος ἔρως κατέλυσε τὸν τύραννον Ἵππαρχον», ἢ εἴ τις λέγοι ὅτι κλέπτης Διονύσιος· πονηρὸς γάρ· ἀσυλλόγιστον γὰρ δὴ τοῦτο· οὐ γὰρ πᾶς πονηρὸς κλέπτης, ἀλλὰ κλέπτης πᾶς πονηρός.

***
[24] Από τη στιγμή που μπορεί να υπάρχουν όχι μόνο πραγματικοί αλλά και φαινομενικοί συλλογισμοί, δεν μπορεί παρά να υπάρχουν και πραγματικά αλλά και φαινομενικά ενθυμήματα, μια και το ενθύμημα είναι, επίσης,

[1401a] ένα είδος συλλογισμού. Οι τόποι των φαινομενικών ενθυμημάτων είναι οι ακόλουθοι: Πρώτον από τη λανθασμένη χρήση των γλωσσικών εκφραστικών μέσων. Μία περίπτωση αυτού του τόπου θυμίζει τη διαλεκτική, όπου η τελευταία πρόταση μπορεί να παρουσιαστεί με τη μορφή συμπεράσματος, μολονότι δεν έχει τηρηθεί καμιά συλλογιστική διαδικασία («δεν συμβαίνει αυτό και αυτό· δεν μπορεί επομένως παρά να συμβαίνει αυτό και αυτό»)· έτσι και στα ενθυμήματα: η σύντομη και αντιθετική διατύπωση δίνει την εντύπωση ενθυμήματος (γιατί αυτού του είδους η διατύπωση είναι ο χώρος του ενθυμήματος). Αυτού του είδους το φαινομενικό ενθύμημα μοιάζει να έχει την αρχή του στη μορφή της γλωσσικής έκφρασης. Προκειμένου με την έκφραση να δώσουμε την εντύπωση ότι ακολουθούμε συλλογιστική διαδικασία είναι χρήσιμο να αναφέρουμε τα κύρια σημεία πολλών επιμέρους συλλογισμών· ότι, π.χ., άλλους τους έσωσε, για άλλους πήρε εκδίκηση, τους Έλληνες τους ελευθέρωσε: το περιεχόμενο καθεμιάς από τις προτάσεις αυτές αποδείχτηκε με άλλους, διαφορετικούς συλλογισμούς· τώρα όμως που έχουν συνενωθεί, φαίνεται ότι προκύπτει, και από τις τρεις τους μαζί, ένα καινούργιο συμπέρασμα.

Μια δεύτερη περίπτωση αυτού του τόπου έχει στη βάση της την ομωνυμία· να πει, επί παραδείγματι, κανείς ότι ο μυς είναι ένα εξαίρετο ζώο, αφού από αυτό προέρχεται η πιο αξιοσέβαστη από όλες τις θρησκευτικές τελετές· τα μυστήρια είναι, πράγματι, από όλες τις θρησκευτικές τελετές η πιο αξιοσέβαστη· επίσης, αν εγκωμιάζοντας τον κύνα, συμπεριλαμβάνει κανείς και τον κύνα του ουρανού, ή τον Πάνα, επειδή ο Πίνδαρος είπε γι᾽ αυτόν

Ευλογημένε, που οι Ολύμπιοι θεοί σε λένε
πολύμορφο κύνα της Μεγάλης Θεάς,

ή να λέει ότι το να είναι κανείς κύων είναι, προφανώς, τιμή, αφού το να μην είναι κύων είναι κάτι το εξαιρετικά επονείδιστο. Επίσης να λέει ότι ο Ερμής είναι ο πιο κοινωνικός από όλους τους θεούς, αφού μόνο γι᾽ αυτόν λέμε τη φράση «κοινός Ερμής». Ακόμη ότι ο λόγος είναι κάτι το εξαιρετικά σημαντικό, αφού οι καλοί άνθρωποι χαρακτηρίζονται όχι άξιοι χρημάτων, αλλά άξιοι λόγου· γιατί η έκφραση «άξιος λόγου» δεν λέγεται με ένα μόνο νόημα.

Ένας άλλος τόπος φαινομενικού ενθυμήματος είναι όταν κανείς συνενώνει στον λόγο του πράγματα που είναι χωρισμένα ή χωρίζει πράγματα που είναι ενωμένα: από τη στιγμή που φαίνεται πως είναι το ίδιο, πολλές όμως φορές δεν είναι το ίδιο, πρέπει κανείς να κάνει αυτό που ανταποκρίνεται περισσότερο στη δική του ανάγκη. Πρόκειται, βέβαια, για τον λόγο του Ευθύδημου, όπως, επί παραδείγματι, όταν λέει κανείς ότι ξέρει πως υπάρχει τριήρης στον Πειραιά, επειδή ξέρει τι είναι το καθένα από αυτά τα δύο. Ή επίσης όταν λέει ότι επειδή κάποιος ξέρει τα γράμματα της αλφαβήτου, ξέρει και τη λέξη, αφού η λέξη και τα γράμματα είναι το ίδιο πράγμα. Επίσης, επειδή η διπλή ποσότητα ενός πράγματος φέρνει αρρώστια, να πει κανείς ότι ούτε η μονή ωφελεί την υγεία· γιατί θα ήταν περίεργο δύο καλά πράγματα να κάνουν ένα κακό. Αυτή η διατύπωση είναι χρήσιμη σε μια διαδικασία ελέγχου, για αποδεικτικούς όμως σκοπούς είναι χρήσιμη η ακόλουθη διατύπωση: «...γιατί ένα καλό δεν μπορεί να κάνει δύο κακά». Στο σύνολό του, πάντως, ο τόπος αυτός βοηθάει στην καταστρατήγηση της σωστής συλλογιστικής διαδικασίας και στην εξαπάτηση. Επίσης όσα είπε ο Πολυκράτης για τον Θρασύβουλο, ότι κατέλυσε τριάντα τυράννους· τους παίρνει δηλαδή όλους μαζί αθροιστικά. Και αυτό, επίσης, που λέγεται στον Ορέστη του Θεοδέκτη (περίπτωση διαίρεσης):

 δίκαιο είναι, αν μια γυναίκα σκοτώσει τον άντρα της,

να πεθάνει κι αυτή, όπως είναι επίσης δίκαιο ο γιος να πάρει εκδίκηση για τον πατέρα του

[1401b] — αυτά πράγματι έγιναν· αν όμως συνενώσει κανείς τις δύο αυτές πράξεις, μπορεί και να μην είναι πια δίκαιο. Μπορεί όμως να ανήκει και στην κατηγορία των ενθυμημάτων που είναι απατηλά λόγω παράλειψης, αφού παραλείπει να πει το από ποιόν.

Ένας άλλος τόπος είναι να οικοδομεί κανείς ή να γκρεμίζει ένα επιχείρημα με την υπερβολή. Αυτό συμβαίνει, όταν ο ρήτορας, δίχως να αποδεικνύει ότι η πράξη έγινε, τη μεγαλοποιεί· η μεγαλοποίηση αυτή, αν την κάνει αυτός που κατηγορείται ότι έκανε την πράξη, συντελεί στο να δημιουργηθεί γι᾽ αυτόν η εντύπωση ότι δεν την έκανε την πράξη· αν όμως τη μεγαλοποίηση την κάνει ο κατήγορος, τότε αυτή δημιουργεί την εντύπωση ότι ο κατηγορούμενος την έκανε την πράξη. Δεν πρόκειται λοιπόν για ενθύμημα· ο λόγος είναι ότι ο ακροατής λανθασμένα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος έκανε ή δεν έκανε την πράξη, για την οποία δεν υπήρξε καμιά απόδειξη.

Ένας άλλος είναι ο τόπος που στηρίζεται στην ένδειξη: και σ᾽ αυτήν την περίπτωση παραβαίνονται οι κανόνες του σωστού συλλογισμού. Αν, π.χ., κανείς έλεγε: «οι ερωτευμένοι είναι ωφέλιμοι στις πατρίδες τους· απόδειξη ότι ο έρωτας Αρμόδιου-Αριστογείτονα ανέτρεψε τον τύραννο Ίππαρχο»· ή αν έλεγε ότι ο Διονύσιος είναι κλέφτης, επειδή είναι κακός άνθρωπος: εδώ υπάρχει παράβαση των κανόνων του σωστού συλλογισμού· γιατί δεν είναι ο κάθε κακός άνθρωπος κλέφτης, ο κάθε κλέφτης όμως είναι κακός άνθρωπος.