Η βλακεία δεν είναι μια έννοια απόλυτη ή ένας χαρακτηρισμός γενικής εφαρμογής. Έχει τις διαβαθμίσεις της (σχετική, προχωρημένη, απόλυτη), οι οποίες καθρεφτίζονται στα αντίστοιχα πρόσωπα που τις κατέχουν.
Η πρώτη χρειάζεται κάποιο χρονικό διάστημα για να γίνει αντιληπτή, η δεύτερη διαπιστώνεται ταχύτερα και πιο ανάγλυφα, η τρίτη αναδεικνύεται αυθωρεί και παραχρήμα, μόλις ο φορέας ανοίξει το στόμα του, αν όχι και ακόμη νωρίτερα, απλώς από την έκφραση, τη στάση το βλέμμα…
Ας δούμε, λοιπόν, τις διαβαθμίσεις:
Α. Στη βάση της αξιολογικής κλίμακας της βλακείας θα συναντήσουμε τον απλό ανόητο, λέξη που ετυμολογικά δηλώνει πως ο άνθρωπος ζει και κινείται «άνευ νοός».
Ωστόσο, ο χαρακτηρισμός είναι μάλλον ακραίος, γιατί αν ο άνθρωπος είχε το κρανίο εντελώς άδειο από νου, δε θα ήταν απλώς ανόητος, όπως με κάποια συμπαθή συγκατάβαση τον εννοούμε, αλλά τέλειο πρωτόζωο, σαν την αμοιβάδα την κοινή. Πάντως, ο ανόητος είναι ο πιο ανώδυνος κρίκος στην αλυσίδα της βλακείας γιατί απλώς περιστρέφεται περί τον άξονα της ανοησίας του, χωρίς να τη συνδυάζει με κακία, μοχθηρία, αγριανθρωπισμό και άλλα αηδιαστικά παρόμοια…
Β. Δεύτερος εκ των κάτω προς τα άνω είναι ο χαζός, που ξεπερνάει βαθμολογικά την ανοησία του προηγούμενου ομολόγου του, ενισχύοντάς τη με μια δόση χαζομάρας, η οποία αποτελεί το προκαταρκτικό στάδιο για τη μεταπήδηση στον τέλειο βλάκα. Ex officio, όπως έλεγαν οι Λατίνοι κι επαναλαμβάνουν οι σύγχρονοι αντιγραφείς τους, ο χαζός ασκεί άνετα τη χαζομάρα του σε όλους τους τομείς και όλα τα επίπεδα.
Οι μη χαζοί τον αναγνωρίζουν εύκολα και οι πονηροί τον εκμεταλλεύονται ανάλογα. Κοντολογίς, ο χαζός είναι ένας χαζός –τίποτα παραπάνω, τίποτα παρακάτω. Κι επειδή ακριβώς είναι χαζός, συνήθως γίνεται το δεκανίκι του βλάκα, αυτού του κυρίαρχου ψυχών και σωμάτων.
Γ. Τρίτος άνθρωπος, ένα σκαλοπάτι πριν από την κορυφή της κλίμακας, είναι ο κοινός βλάκας. Αυτός αντιπροσωπεύει τη συντριπτική πλειονότητα των πληθυσμών του πλανήτη και μ’ αυτό το «ατού» κρατάει στα χέρια του τις τύχες, όχι μόνο της τάξης των βλακών, που θα ήταν κάτι φυσικό, αλλά και των μη βλακών.
Όπως ξαναείπαμε, και δεν είναι περιττό να ξαναπούμε για εμπέδωση, ο τύπος είναι πανταχού παρών σε όλους τους χώρους της ανθρώπινης δραστηριότητας, είτε αυτοί τιτλοφορούνται βασιλικά ανάκτορα, είτε επιγράφονται γραφεία εκκενώσεως βόθρων.
Ο βλάκας άνθρωπος έχει λόγο και άποψη για τα πάντα. Θα εκτοξεύσει τη βλακεία του σχετικά με την οικονομία, τη μουσική, την πολιτική, την ανατροφή των παιδιών, τις διεθνείς σχέσεις, την αρχιτεκτονική, το σέξ. Οι διαδοχικές βλακείες που βγαίνουν από το στόμα του σαν καταιωνισμός, αν όχι πολυβολισμός, ασκούν καταλυτική επίδραση στη διαμόρφωση του γενικού κλίματος της ανθρώπινης ζωής.
Γιατί; Διότι, απλούστατα, τις βλακείες αυτές υιοθετούν κι επαναλαμβάνουν τα δισεκατομμύρια των εν βλακεία συναδέλφων του, που σκέφτονται, ή δε σκέφτονται, με τον ίδιο τρόπο. Έτσι, ο βλάκας, ουσιαστικά έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο σε όλα τα ζητήματα, μικρά ή μεγάλα, που απασχολούν την ανθρωπότητα. «Οι βλάκες –έλεγε ο Γκαίτε- είναι οι χειρότεροι κλέφτες. Μας κλέβουν μαζί και το χρόνο και την καλή διάθεση».
Δ. Τέταρτος πόλος, στην κορυφή της κλίμακας, είναι ο ηλίθιος, που σε ορισμένες περιπτώσεις του αποδίδεται από τους άλλους και το υπερθετικό πανηλίθιος. Αυτός, πλέον, ενσαρκώνει τον ολοκληρωτικό θρίαμβο της βλακείας, όταν αυτή κατορθώνει να ξεπεράσει τον εαυτό της και να καταρρίψει όλα τα ρεκόρ…
Για τους ιατρικά βεβαιωμένους ηλίθιους υπάρχει ειδική πρόνοια στον αστικό κώδικα, που τους θέτει υπό απαγόρευση και τους αποκλείει από οποιαδήποτε δικαιοπραξία, προστατεύοντας έτσι τους άλλους από την ηλιθιότητά τους. Δυστυχώς όμως τα πιστοποιητικά ηλιθιότητας είναι λίγα, ενώ οι ηλίθιοι πολλοί. Και οι πραγματικά επικίνδυνοι για το κοινωνικό σύνολο, όπως είπαμε, είναι οι ασύλληπτοι από την επιστήμη, που κυκλοφορούν ραντίζοντας τα πέριξ με την ηλιθιότητά τους.
Μέχρι σήμερα, ένας και μόνος ηλίθιος κατάφερε να διαφοροποιηθεί από την ψυχοπνευματική του τάξη και θαύμα!- ν’ αποδειχτεί χρήσιμος στη διεθνή κοινότητα: Ο Ηλίθιος του Ντοστογιέφσκι….
Αντίθετα, ένας έξυπνος δικαιούται να κάνει τον κουτό, γιατί αυτό αποτελεί έκφραση της εξυπνάδας του.
Παριστάνοντας ότι δεν καταλαβαίνει, αυτός που καταλαβαίνει πάρα πολύ καλά εξασφαλίζει διάφορα ωφελήματα, όπως: βγάζει την ουρά του έξω από ανεπιθύμητες καταστάσεις, γλυτώνει ενοχλήσεις, δυσαρέσκειες ή μπελάδες, εξαπατά τους καταπιεστικούς μηχανισμούς των αδίσταχτων εξουσιών και, ίσως, προσεταιρίζεται και μερικούς βλάκες, που παίρνουν για πραγματικό πρόσωπο το προσωπείο του και τον θεωρούν «ημέτερο».
Ο Διονύσιος Κάτωνας, φιλόσοφος και ποιητής του 1ου αιώνα, εποχής της αγριότατης και ανάλγητης ρωμαϊκής εξουσίας, συνόψιζε σ’ ένα δίστιχο τη θεωρία των μεταμορφώσεων για λόγους ασφαλείας: «Εκείνος που το βλάκα παριστάνει στην υπέρτατη σοφία φτάνει»
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ευφυΐας που σκόπιμα περιβάλλεται το μανδύα της βλακείας είναι οι παλιοί γελωτοποιοί. Η φαινομενική βλακεία τους, σε συνδυασμό με την κωμική τους εμφάνιση, τους εξασφάλιζε την ασυλία, ώστε να εκτοξεύουν προς κάθε κατεύθυνση τις οδυνηρά έξυπνες ατάκες τους.
Ακόμη κι ένας «γελωτοποιός του βασιλέως» απολάμβανε αυτό το σπάνιο προνόμιο, αφού μπορούσε να λέει κατάμουτρα στον απόλυτο μονάρχη εκείνα που κανένας άλλος δεν θα τολμούσε να του πει, εφόσον επιθυμούσε να διατηρήσει το κεφάλι του στους ώμους του.
Ο μονάρχης, κατά τεκμήριο βλακίστερος του γελωτοποιού του, διασκέδαζε ακούγοντας για τον εαυτό του πράγματα που δεν είχε ξανακούσει, ήσυχος ότι ο αστείος, ο γελοίος, ο βλάκας, ο σωματικά μειονεκτικός δεν σε θέση να τον βλάψει.
Επειδή ο γελωτοποιός λεγόταν από τους Έλληνες και «τρελός», ίσως από κει να προέκυψε το αρκετά χυδαίο γνωμικό «ο τρελός με την τρελάρα του γεμίζει την κοιλάρα του» -με επίγνωση του γεγονότος ότι ο «τρελός» απλώς «πουλούσε τρέλα» για λόγους βιοποριστικούς, αξιοποιώντας την καμουφλαρισμένη ευφυΐα του προ όφελος του και σε βάρος των βλακών.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου