Σάββατο 1 Απριλίου 2023

Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας: 3. ΤΟ ΡΗΜΑ

ΟΙ ΔΙΑΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ


§3.1. Η διαθέση του ρήματος δηλώνει την ιδιαίτερη σχέση που υφίσταται ανάμεσα στο υποκείμενο και τη ρηματική σημασία. Συγκεκριμένα, η ρηματική σημασία μπορεί να δηλώνει ότι το υποκείμενο ενεργεί, υφίσταται την ενέργεια ενός άλλου υποκειμένου, ενεργεί με έναν ιδιαίτερο τρόπο ή βρίσκεται σε μια ουδέτερη κατάσταση. Οι διαθέσεις του ρήματος της αρχαίας ελληνικής διακρίνονται σε τέσσερις κατηγορίες: ενεργητική, μέση, παθητική, ουδέτερη.

Ι. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΑ ΡΗΜΑΤΑ

§3.2. Ενεργητικά είναι τα ρήματα που δηλώνουν ότι το υποκείμενο ενεργεί, είναι ο δημιουργός της ρηματικής σημασίας. Τα ενεργητικά ρήματα διακρίνονται σε αμετάβατα, των οποίων η ρηματική ενέργεια αφορά μόνο το υποκείμενο (τρέχω, ἔρχομαι, γελῶ κ.ά.), και σε μεταβατικά, τα οποία δηλώνουν ότι η ρηματική ενέργεια του υποκειμένου μεταβαίνει σε κάτι άλλο, στο αντικείμενο (δίδωμι, φιλῶ, διδάσκω κ.ά.). 

§3.3. Πολλά μεταβατικά ρήματα λειτουργούν και ως αμετάβατα, όταν δεν δέχονται αντικείμενο.

§3.4. Μερικά μεταβατικά ρήματα, όταν συντίθενται με πρόθεση, γίνονται αμετάβατα.

§3.5. Αντίστροφα, κάποια αμετάβατα ρήματα, κυρίως ρήματα που σημαίνουν κίνηση, όταν συντίθενται με πρόθεση, γίνονται μεταβατικά.

§3.6. Ο αόριστος β’ και ο παρακείμενος κάποιων ενεργητικών μεταβατικών ρημάτων έχουν μέση και αμετάβατη σημασία, π.χ.

ἵστημι = στήνω, αλλά ἔστην = στάθηκα και ἔστηκα = είμαι όρθιος
φύω = γεννώ, αλλά ἔφυν = γεννήθηκα και πέφυκα = είμαι από τη φύση μου
δύω βυθίζω, αλλά ἔδυν = βυθίστηκα και δέδυκα = είμαι βυθισμένος
ὄλλυμι = καταστρέφω, αλλά ὄλωλα = έχω καταστραφεί, έχω χαθεί
ἐγείρω = ξυπνώ κάποιον, αλλά ἐγρήγορα = είμαι ξύπνιος
πείθω = πείθω, αλλά πέποιθα = έχω εμπιστοσύνη
πράττω = πράττω, ενεργώ, αλλά πέπραγα = είμαι σε μια κατάσταση
φαίνω = δείχνω, φανερώνω, αλλά πέφηνα = είμαι φανερός.

§3.7. Αρκετά ενεργητικά ως προς την κατάληξη ρήματα έχουν παθητική σημασία, όπως πάσχω, πίπτω, φέυγω, εὖ ἀκούω, κακῶς ἀκούω, ἀποθνήσκω, τελευτῶ κ.ά.

§3.8. Σε κάποιες περιπτώσεις, ενεργητικά ρήματα μπορούν, λόγω των συμφραζομένων, να δηλώνουν ότι το υποκείμενο εκτελεί μια ενέργεια μέσω κάποιου άλλου· γίνονται, δηλαδή, μέσα διάμεσα ρήματα. Αποκτούν όμως αυτή τη σημασία μόνο λόγω των συμφραζομένων.

ΙΙ. ΜΕΣΑ ΡΗΜΑΤΑ

§3.9. Τα μέσα ρήματα δηλώνουν και αυτά ότι το υποκείμενο ενεργεί, αλλά επιπλέον στην περίπτωσή τους η ρηματική ενέργεια συνδέεται με το υποκείμενο με μια ιδιαίτερη σχέση. Η ιδιαιτερότητα αυτής της σχέσης υποδηλώνεται από τη σημασία του ίδιου του ρήματος ή από τα συμφραζόμενα και διακρίνει τα μέσα ρήματα σε τέσσερις κατηγορίες: μέσα αυτοπαθή ή ευθέα, μέσα πλάγια ή περιποιητικά, μέσα αλληλοπαθή και μέσα δυναμικά.

§3.10. Μέσα αυτοπαθή ή ευθέα είναι τα ρήματα που δηλώνουν ότι η ενέργεια του υποκειμένου επιστρέφει άμεσα σε αυτό, και γι’ αυτό μπορούν να αντικατασταθούν από τον αντίστοιχο ενεργητικό τύπο με αιτιατική της αυτοπαθούς αντωνυμίας ως αντικείμενο, π.χ. παρασκευάζομαι (= παρασκευάζω ἐμαυτόν), τύπτομαι (= τύπτω ἐμαυτόν), τρέπομαι (= τρέπω ἐμαυτόν), κλίνομαι, ἔχομαι, ἅπτομαι, λαμβάνομαι, ἵσταμαι, ὁρμίζομαι, ἀγείρομαι, συλλέγομαι κ.ά. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν και τα ρήματα που δηλώνουν περιποίηση του σώματος, όπως λούομαι, γυμνάζομαι, κείρομαι, ἀλείφομαι , ἀμφιέννυμαι, ἐνδύομαι, καλύπτομαι, κοσμοῦμαι, στεφανοῦμαι κ.ά.

§3.11. Μέσα πλάγια ή περιποιητικά (ή ωφελείας) είναι τα ρήματα που δηλώνουν ότι η ενέργεια του υποκειμένου γίνεται προς όφελός του ή για να αποκτήσει κάτι που θα το χρησιμοποιήσει, γι’ αυτό και μπορούν να συνοδεύονται από τη δοτική της αυτοπαθούς αντωνυμίας ως δοτική χαριστική. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν ρήματα και εκφράσεις που δηλώνουν συναλλαγή, αλλαγή ιδιοκτήτη ή απόκτηση κάποιου πράγματος: πορίζομαι, ὠνοῦμαι, δανείζομαι, μισθοῦμαι, χρηματίζομαι, γυναῖκα ἄγομαι, ποιοῦμαί τινα φίλον, υἱὸν τίθεμαι (=υιοθετώ), αἱροῦμαι κ.ά. Επίσης, ρήματα που δηλώνουν προσέγγιση ή απομάκρυνση σε σχέση με το υποκείμενο: ἐπάγομαί τινα, μεταπέμπομαί τινα, προσάγομαί τινα, τρέπομαί τινα, ἀπωθοῦμαί τινα, ἀμύνομαί τινα, ἀποδίδομαί τι, ἐφέλκομαί τι κ.ά. Επίσης εκφράσεις όπως νόμον / γραφὴν τίθεμαι, φόρον τάττομαι, πρεσβεύομαι, παρασκευάζομαί τι, συμφοράν τι ποιοῦμαι κ.ά.

Για τη διαφορά των μέσων πλαγίων ρημάτων από τα αντίστοιχα ενεργητικά ενδεικτικές είναι οι παρακάτω διακρίσεις:

νόμον τίθημι: χρησιμοποιείται για νομοθέτη ή για αυταρχικά καθεστώτα.
νόμον τίθεμαι: χρησιμοποιείται για τη δημοκρατική πολιτεία που θέτει νόμους προς όφελος των πολιτών.
πρεσβεύω = διαπραγματεύομαι ως πρεσβευτής.
πρεσβεύομαι = στέλνω πρεσβεία ως πόλη για να προασπίσω τα συμφέροντά μου.
τιμῶ τι = επιβάλλω ποινή ως δικαστής.
τιμῶμαί τι = προτείνω ως διάδικος μια ποινή που ανταποκρίνεται στις επιδιώξεις μου.
ποιῶ τινα δοῦλον = κάνω κάποιον δούλο.
ποιοῦμαί τινα δοῦλον = κάνω κάποιον δούλο μου.

Μια παραλλαγή αυτής της κατηγορίας μέσων ρημάτων είναι τα ρήματα που δηλώνουν ότι το υποκείμενο ενεργεί διαμέσου άλλου (μέσα διάμεσα).

§3.12. Μέσα αλληλοπαθή είναι τα ρήματα που δηλώνουν μια κοινή ενέργεια δύο ή περισσοτέρων υποκειμένων, η οποία περνάει αμοιβαία από το ένα στο άλλο. Τα ρήματα της κατηγορίας αυτής βρίσκονται σε πληθυντικό ή δυϊκό αριθμό και μπορούν να αναλυθούν στον ενεργητικό τύπο με αντικείμενο την αλληλοπαθή αντωνυμία. Τέτοια ρήματα είναι τα μάχεθαι, ἐρίζειν, ἀμιλλᾶσθαι, διαφέρεσθαι διαλλάττεσθαι, συντίθεσθαι κ.ά.

Συχνά, στη θέση των μέσων αλληλοπαθών ρημμάτων βρίσκονται τα αντίστοιχα ενεργητικά με αντικείμενο την αλληλοπαθή ή την αυτοπαθή αντωνυμία του γ΄ προσώπου.

§3.13. Μέσα δυναμικά είναι τα ρήματα που δηλώνουν τη συναισθηματική συμμετοχή του υποκειμένου στη ρηματική σημασία, ότι το υποκείμενο ενεργεί ενεργοποιώντας όλες του τις δυνάμεις, π.χ. πολιτεύμαι = συμμετέχω ενεργά στην πολιτική ζωή (ενώ πολιτεύω = είμαι πολίτης), πόλεμον ποιοῦμαι = διεξάγω πόλεμο (ενώ πόλεμον ποιῶ = είμαι ο αίτιος πολέμου), ἄρχομαι λόγου = αρχίζω τον λόγο μου (ενώ ἄρχω λόγου = παίρνω πρώτος τον λόγο). Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν ρήματα όπως στρατεύομαι, θηρεύομαι, βουλεύομαι, σκοποῦμαι, χαίρομαι, λυποῦμαι, φοβοῦμαι κ.ά.

§3.14. Στα μέσα δυναμικά ρήματα εντάσσονται και τα αποθετικά ρήματα: ἡγοῦμαι, οἴομαι, βούλομαι, ἥδομαι, κτῶμαι, χρῶμαι, μάχομαι, ἔρχομαι κ.ά.

§3.15. Κάποιοι μέσοι μέλλοντες έχουν και παθητική σημασία, όπως ἄρξομαι, στερήσομαι, φυλάξομαι, τραφήσομαι κ.ά.

§3.16. Η σημασία των μέσων ρημάτων δεν είναι πάντοτε εύκολο να διακριθεί, καθώς το ίδιο μέσα ρήμα μπορεί ανάλογα με τα συμφραζόμενα να έχει διαφορετική σημασία. Επιπλέον ιδιαίτερα δύσκολη είναι η διάκριση ανάμεσα στα μέσα πλάγια και τα μέσα δυναμικά ρήματα.

ΙΙΙ. ΠΑΘΗΤΙΚΑ ΡΗΜΑΤΑ

§3.17. Τα παθητικά ρήματα δηλώνουν ότι το υποκείμενο υφίσταται την ενέργεια ενός άλλου προσώπου ή πράγματος, παθαίνει κάτι. Επειδή η παθητική διάθεση είναι μεταγενέστερη εξέλιξη σε σχέση με την ενεργητική και μέση, δεν διαθέτει ξεχωριστούς τύπους για όλους τους χρόνους, παρά μόνο για τον μέλλοντα και τον άοριστο, ενώ στους υπόλοιπους χρόνους οι παθητικοί τύποι συμπίπτουν με τους μέσους.

§3.18. Το πρόσωπο ή το πράγμα που επενεργεί πάνω στο υποκείμενο δηλώνεται με το ποιητικό αίτιο το οποίο εκφέρεται (α) με το εμπρόθετο ὑπὸ + γενική (σπανιότερα με τις προθέσεις ἀπό, ἐκ, παρά, πρὸς + γενική) ή (β) με δοτική προσωπική του ποιητικού αιτίου, όταν υπάρχει συντελικός χρόνος ή ρηματικό επίθετο σε -τὸς και -τέος· για τη δοτική προσωπική του ποιητικού αιτίου.

§3.19. Παθητικά ρήματα σχηματίζονται από ενεργητικά μεταβατικά ρήματα. Κατά την τροπή της ενεργητικής σε παθητική σύνταξη το υποκείμενο της ενεργητικής σύνταξης τρέπεται σε ποιητικό αίτιο, ενώ το αντικείμενο του ενεργητικού ρήματος (ή το άμεσο αντικείμενο αν πρόκειται για δίπτωτο ρήμα) γίνεται το υποκείμενο του παθητικού ρήματος.

Κάποια ενεργητικά ρήματα δεν σχηματίζουν παθητικό τύπο, αλλά στην θέση του κάποιο άλλο ρήμα ενεργητικής ή μέσης φωνής ή κάποια περίφραση.

ἀποκτείνω τινά - ἀποθνήσκω ὑπό τινος
ἐκβάλλω τινά - ἐκπίπτω / φεύγω ὑπό τινος
εὗ λέγω τινά - εὖ ἀκούω ὑπό τινος
εὖ ποιῶ τινα - εὖ πάσχω ὑπό τινος
αἱρῶ - ἁλίσκομαι
δίκην λαμβάνω παρά τινος - δίκην δίδωμί τινι.
Το ίδιο ισχύει και για τα αποθετικά ρήματα
αἰδοῦμαί τινα - αἰδοῦς τυγχάνω ὑπό τινος
αἰτιῶμαί τινα - αἰτίαν ἔχω / λαμβάνω ὑπό τινος.

§3.20. Αρκετοί παθητικοί αόριστοι έχουν μέση σημασία, όπως ἐσώθην (=ἔσωσα ἐμαυτόν), ἐλυπήθην, ἐχάρην, ἐφοβήθην, ἐξεπλάγην, ἐπλάγθην, ᾐσχύνθην, ἐπορεύθην, ἀπηλλάγην, ἐκλίνθην, ἐτράπην, ἐστράφην, ἐσφάλην, ἐψεύσθην, ἠβουλήθην, ἐδυνήθην κ.ά.

ΙV. ΟΥΔΕΤΕΡΑ ΡΗΜΑΤΑ

§3.21. Τα ουδέτερα ρήματα δηλώνουν ότι το υποκείμενο βρίσκεται απλώς σε μια κατάσταση, χωρίς να ενεργεί ούτε να υφίσταται την ενέργεια κάποιου άλλου. Τα ουδέτερα ρήματα είναι κυρίως ενεργητικής φωνής: ζῶ, ἡσυχάζω, ὑγιαίνω, εὖ πράττω, σωφρωνῶ κ.ά.

Να ανοίγεις την πόρτα σε ό,τι καινούργιο έχει να σου φέρει η ζωή

Την τύχη μας τη φτιάχνουμε εμείς οι ίδιοι. Μπορεί για παράδειγμα να έχεις την αίσθηση ότι κάτι σε κρατά και δεν σε αφήνει να προχωρήσεις όπως θα ήθελες στη ζωή. Ίσως δυσκολεύεσαι να βρεις δουλειά, να ανακαλύψεις ποιο είναι εκείνο που σε παθιάζει να κάνεις, να μην μπορείς να βγάλεις χρήματα ή να τα κρατήσεις. Ή ενδεχομένως να έχεις ζητήματα με τις σχέσεις σου. Ή να περιμένεις ακόμα τον μεγάλο έρωτα που δεν εννοεί να εμφανιστεί.

Όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά, εύκολα ρίχνουμε το φταίξιμο στους άλλους. Ο υποψήφιος εργοδότης δεν σε προσέλαβε γιατί δεν κατάλαβε την αξία σου, κανένα από τα πρόσωπα που γνωρίζεις δεν ενδιαφέρεται για μια σοβαρή σχέση και, το κυριότερο, για κάποιο λόγο ο Θεός σε έχει βάλει στο μάτι και σε κατατρέχει η κακοτυχία.

Υπάρχει όμως τρόπος να αλλάξεις την τύχη σου. Οι άνθρωποι που φαίνονται να είναι καλότυχοι, που όλα τα πράγματα στη ζωή τους μοιάζουν να έρχονται στον τέλειο συγχρονισμό, που έχουν χρήμα, φήμη ή μια αξιοζήλευτη σχέση, στην πραγματικότητα δεν κρύβουν κανένα κοκαλάκι της νυχτερίδας.

Απλώς ξέρουν τα μυστικά της επιτυχίας, το πώς να αλλάξουν την ενέργεια μέσα τους και έξω τους ώστε ο Θεός ή το Σύμπαν ή η όποια Ανώτερη Δύναμη στην οποία πιστεύουν τους βοηθά στην πορεία τους και απομακρύνει όλα τα εμπόδια. Και όχι, δεν χρειάζεται να κάνεις… μάγια. Απλώς εφάρμοσε τα πέντε μυστικά που ακολουθούν.

Μετάτρεψε τις προκλήσεις σε ευκαιρίες

Για να απογειωθεί ένα αεροπλάνο, πρέπει να πάει κόντρα στον άνεμο, όχι προς την κατεύθυνσή του.

Αυτό να το θυμάσαι, όταν η ζωή σου τα φέρνει ανάποδα, σταμάτα να βλέπεις τις αντιξοότητες σαν εμπόδια και αναζήτησε τις ευκαιρίες που κρύβουν. Όποτε κάτι πάει στραβά ή διαφορετικά απ’ ό,τι περίμενες, βρες ένα τρόπο να αξιοποιήσεις την κατάσταση και να τη γυρίσεις προς όφελός σου.

Μπορεί για παράδειγμα, χάνοντας μια δουλειά που τη θεωρούσες καλή ή έστω απαραίτητη για σένα, να αξιοποιήσεις τον χρόνο της ανεργίας για να αποκτήσεις μια επιπλέον εκπαίδευση (όπως το να μάθεις κάποια προγράμματα στο κομπιούτερ) και μετά να βρεις μια καλύτερη εργασία. Και όχι μόνο αυτό, αλλά να μάθεις και μετά από μερικούς μήνες ότι ο πρώην εργοδότης σου το έκλεισε το μαγαζί, οπότε και να είχες μείνει, πάλι θα βρισκόσουν άνεργος…

Τίποτα δεν είναι μόνο καλό ή μόνο κακό. Οι Κινέζοι (ειδικοί σε κάτι τέτοιες σοφίες) δεν είναι τυχαίο ότι γράφουν τη λέξη «κρίση» με ένα ιδεόγραμμα που αποτελείται από τις έννοιες «κίνδυνος» και «ευκαιρία». Πράγμα που θέλει να πει ότι, σε μια κρίση, έχε επίγνωση του κινδύνου αλλά ταυτόχρονα να αναγνωρίζεις και τις δυνατότητες που σου δίνει.

Προπαντός λοιπόν, ξεκόλλα από τη στενοχώρια, τον θυμό ή το στρες και δες πώς θα αξιοποιήσεις τις παρούσες συνθήκες.

Αν το μυαλό σου μένει στραμμένο στο κακό που σε βρήκε, δεν μπορεί να σκεφτεί το καλό που μπορεί να σε βρει (ή να το βρεις).

Βλέπε τον εαυτό σου σαν ένα τυχερό άνθρωπο

Ένα κοινό σημείο που έχουν όλοι οι επιτυχημένοι, αυτοί που θεωρούμε ότι είχαν την τύχη με το μέρος τους, είναι ότι πρώτοι εκείνοι θεωρούν τον εαυτό τους τυχερό. Ποτέ δεν θα τους ακούσεις να γκρινιάζουν για την… γκαντεμιά τους, αντίθετα μιλούν πάντα με θετικό τρόπο για όσα τους συμβαίνουν. Και αντί να προοιωνίζουν την ατυχία, περιμένουν πάντα πως τα πράγματα θα έχουν την καλή έκβαση.

Αν μπορέσεις να υιοθετήσεις μια τέτοια στάση, θα δεις πώς τα πράγματα στη ζωή σου θα αρχίσουν να παίρνουν πιο ευνοϊκή τροπή. Με ένα θαυμαστό τρόπο, συνήθως μας έρχονται αυτά που περιμένουμε, καλά ή άσχημα. Φρόντισε λοιπόν εσύ να προσανατολίζεσαι προς τα πρώτα. Σημαντικό είναι επίσης σε οτιδήποτε σου συμβαίνει, ακόμα και στο πιο αντίξοο, να βρίσκεις την πλευρά εκείνη του γεγονότος όπου στάθηκες πραγματικά τυχερός. Πάντα υπάρχει, αρκεί να μάθεις να τη βλέπεις.

Ακόμα μην ξεχνάς ότι έχει σημασία και ο τρόπος που μιλάς για τα γεγονότα. Πάψε να περιφέρεις στους άλλους τις ατυχίες σου, επιδεικνύοντάς τις και συζητώντας διαρκώς για αυτές, γιατί έτσι είναι σαν να τους δίνεις διαρκώς ζωή και να τις γιγαντώνεις. Αλλά προπαντός, πάψε να τις αναμασάς μέσα στο μυαλό σου. Ξέχνα τις και θα σε ξεχάσουν κι εκείνες.

Δείχνε την ευγνωμοσύνη σου για ό,τι έρχεται στη ζωή σου

Αν ξεκινήσεις από τώρα να ευχαριστείς για κάθε καλό που υπάρχει ή έρχεται στη ζωή σου, θα δεις ότι σε δύο μήνες η κατάσταση των πραγμάτων που σε αφορούν, θα έχει αλλάξει. Κι αυτό, γιατί θα έχεις βάλει σε κίνηση τον πνευματικό νόμο που λέει ότι όσο περισσότερη ευγνωμοσύνη εκφράζεις, τόσο πιο πολλά πράγματα θα σου δίνονται.

Και μην το βάλεις έτσι απλά στο μυαλό σου και να το θυμάσαι… στη χάση και στη φέξη. Συστηματοποίησέ το. Στο τέλος κάθε μέρας παίρνε ένα χαρτί (ή ακόμα καλύτερα ένα σημειωματάριο) και γράφε όλους τους λόγους για τους οποίους μπορείς να λες ευχαριστώ στον Θεό, στην τύχη σου, στους ανθρώπους.

Ή γράψε ένα ευχαριστήριο γράμμα με αποδέκτη… το Σύμπαν. Μπορεί στην αρχή να είναι δυσκολεύεσαι, ιδίως σε κάποιες μέρες που όλα φαίνονται να πηγαίνουν στραβά, αλλά πάντα κάτι θα βρίσκεις. Και μετά θα γίνεται όλο και πιο εύκολο να σκέφτεσαι έτσι.

Υπάρχουν και πιο έμπρακτοι τρόποι να εκφράζεις την ευγνωμοσύνη σου. Για παράδειγμα, να δίνεις κάτι από τον χρόνο ή τα χρήματά σου κάνοντας μια δωρεά ή μια εθελοντική εργασία.

Να ευχαριστείς οποιονδήποτε κάνει κάτι για σένα, ακόμα και το πιο ασήμαντο ή αυτονόητο. Και τέλος, να τοποθετείς στον χώρο σου αντικείμενα, που σου θυμίζουν τους λόγους που νιώθεις ευγνωμοσύνη στη ζωή, όπως φωτογραφίες και αναμνηστικά. Αυτά θα σου θυμίζουν τις περιστάσεις που η ζωή έχει σταθεί καλή μαζί σου ως τώρα και έτσι θα συνεχίσει να είναι.

Ζήσε στο παρόν

Ένα ρητό που αποδίδεται στον Βούδα λέει: «Το μυστικό της υγείας και για τον νου και για το σώμα είναι να μη θρηνείς για το παρελθόν, να μην ανησυχείς για το μέλλον, να μην περιμένεις προβλήματα, αλλά να ζεις στην παρούσα στιγμή με σύνεση και τιμιότητα». Τι σχέση έχει αυτό με την καλή τύχη;

Ζώντας στο παρόν είσαι σε εγρήγορση για να εντοπίσεις τις ευκαιρίες που σου παρουσιάζονται. Δεν χάνεσαι σε ονειροπολήσεις και συγκρίσεις με προηγούμενες καταστάσεις που παρήλθαν ανεπιστρεπτί και δεν πνίγεσαι από ανησυχίες για το μέλλον, που τις μεγεθύνεις με τη φαντασία σου.

Αν δεν γίνουμε πρώτα εμείς δεκτικοί στην αφθονία, δεν θα έρθει. Και για να έρθει πρέπει να της κάνεις χώρο, μέσα σου προπαντός. Μείνε λοιπόν στο τώρα. Έτσι ανοίγεις την πόρτα σε ό,τι καινούργιο έχει να σου φέρει η ζωή.

Ακολουθήστε το μονοπάτι της επιτυχίας

Ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι ο κόσμος που επιλέγουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα. Αν επιλέξουμε την ευτυχία, αυτό εισπράττουμε. Αν επιλέξουμε τη δυστυχία, αυτό θα βιώσουμε.

Οι πεποιθήσεις μας είναι συγκεκριμένες και συστηματικά οργανωμένες προσεγγίσεις αντίληψης. Είναι οι θεμελιώδεις επιλογές που κάνουμε για το πώς αντιλαμβανόμαστε τη ζωή και, άρα, πώς τη ζούμε. Είναι ο διακόπτης που ανάβει και σβήνει τον εγκέφαλό μας. Έτσι, το πρώτο βήμα προς την επιτυχία είναι να βρούμε πεποιθήσεις που μας καθοδηγούν προς τις επιθυμητές μας εκβάσεις.

Για να ακολουθήσετε το μονοπάτι της επιτυχίας πρέπει να γνωρίζετε την επιθυμητή για εσάς έκβαση, να δράσετε, να γνωρίζετε τι είδους αποτελέσματα παράγετε και να έχετε την ευελιξία να αλλάζετε μέχρι να επιτύχετε. Το ίδιο ισχύει και για τις πεποιθήσεις. Πρέπει να βρείτε τις πεποιθήσεις που προάγουν το επιθυμητό σας αποτέλεσμα, τις πεποιθήσεις που θα σας οδηγήσουν στον στόχο σας.

Αν οι πεποιθήσεις σας δεν το πετυχαίνουν αυτό, πρέπει να απαλλαχθείτε από αυτές και να δοκιμάσετε κάτι καινούριο.

Σε πολλούς συχνά κακοφαίνεται όταν κάνω λόγο για τα «ψέματα» της επιτυχίας. Άλλωστε, ποιος θέλει να ζει πιστεύοντας ψέματα; Όμως, εγώ απλώς εννοώ ότι δεν ξέρουμε πώς ακριβώς είναι ο κόσμος. Δεν ξέρουμε αν η γραμμή είναι κοίλη ή κυρτή. Δεν γνωρίζουμε αν οι πεποιθήσεις μας είναι ορθές ή λανθασμένες. Αυτό που μπορούμε να γνωρίζουμε είναι αν φέρνουν αποτέλεσμα – αν μας ενισχύουν, αν εμπλουτίζουν τη ζωή μας, αν μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους, αν βοηθούν εμάς και τους άλλους.

Η λέξη «ψέματα» χρησιμοποιείται σε αυτό το κεφάλαιο ως μια υπενθύμιση ότι δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα. Αν, για παράδειγμα, γνωρίζαμε ότι η γραμμή είναι κοίλη, δεν θα είχαμε την ελευθερία να τη δούμε ως κυρτή.

Η λέξη «ψέμα» δεν σημαίνει «παραπλάνηση ή ανειλικρίνεια», αλλά, απεναντίας, αποτελεί μια καλή υπενθύμιση ότι όσο και αν πιστεύουμε σε μια ιδέα, πρέπει να είμαστε πάντα ανοιχτοί σε άλλα ενδεχόμενα και να συνεχίσουμε να μαθαίνουμε.

Έχω διαπιστώσει ότι αυτές οι επτά πεποιθήσεις έχουν ενδυναμώσει πολλούς ανθρώπους ώστε να αξιοποιήσουν περισσότερο τις δυνατότητές τους, να ενεργήσουν περισσότερο, να κάνουν σπουδαιότερες πράξεις και να επιτύχουν σπουδαιότερα αποτελέσματα. Δεν λέω ότι είναι οι μόνες χρήσιμες πεποιθήσεις επιτυχίας. Αλλά είναι μια αρχή. Έχουν αποδειχτεί αποτελεσματικές για πολλούς και θα ήθελα να διαπιστώσω αν θα αποδειχτούν αποτελεσματικές και για εσάς.

Οι 7 αυτοπεποιθήσεις

Πεποίθηση #1: Τα πάντα γίνονται για κάποιον λόγο, για έναν σκοπό που μας εξυπηρετεί.

Όλοι οι επιτυχημένοι άνθρωποι έχουν μια παράξενη ικανότητα να εστιάζουν στο θετικό μιας κατάστασης και στα θετικά αποτελέσματα που μπορεί να προέλθουν από αυτήν. Ανεξάρτητα από το πόσο αρνητικές είναι οι πληροφορίες που λαμβάνουν από το περιβάλλον τους, πάντα πιστεύουν ότι υπάρχουν δυνατότητες. Πιστεύουν ότι όλα συμβαίνουν για κάποιον λόγο που τους εξυπηρετεί, ότι κάθε δυσκολία περιέχει τον σπόρο ενός αντίστοιχου ή και μεγαλύτερου οφέλους.
Σας εγγυώμαι ότι όσοι πετυχαίνουν εξαιρετικά αποτελέσματα σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο!

Πεποίθηση #2: Δεν υπάρχει αποτυχία, παρά μόνο αποτελέσματα.

Αυτή η πεποίθηση αποτελεί λογικό επακόλουθο της πρώτης, αλλά είναι το ίδιο σημαντική και μόνη της. Οι περισσότεροι έχουμε προγραμματιστεί να φοβόμαστε αυτό που ονομάζουμε αποτυχία. Όμως, όλοι θυμόμαστε φορές που ενώ θέλαμε κάτι τελικά εισπράξαμε κάτι άλλο. Όλοι μας έχουμε αποτύχει σε κάποιο διαγώνισμα, υπομείναμε μια απογοητευτική σχέση που τελικά διαλύθηκε ή φτιάξαμε ένα επιχειρηματικό σχέδιο και έπειτα είδαμε τα πάντα να πηγαίνουν στραβά.

Πεποίθηση #3: Αναλάβετε την ευθύνη για οτιδήποτε συμβεί.

Ένα ακόμη κοινό χαρακτηριστικό των σπουδαίων ηγετών και όσων πετυχαίνουν είναι ότι λειτουργούν με βάση την πεποίθηση ότι αυτοί διαμορφώνουν τον κόσμο τους.

Η φράση που θα ακούσετε επανειλημμένα να χρησιμοποιούν είναι: «Εγώ είμαι υπεύθυνος και θα το τακτοποιήσω». Δεν είναι τυχαίο ότι έχουν όλοι την ίδια αντίληψη. Οι επιτυχημένοι άνθρωποι συνήθως πιστεύουν πως ό,τι και αν συμβεί, καλό ή άσχημο, το έχουν δημιουργήσει εκείνοι. Αν δεν το προκάλεσαν με τις φυσικές τους πράξεις, μπορεί να το έκαναν με την ένταση και τη φύση των σκέψεων τους.

Πεποίθηση #4: Δεν είναι ανάγκη να ξέρετε τα πάντα για κάτι, προκειμένου να το χρησιμοποιήσετε.

Πολλοί επιτυχημένοι άνθρωποι ζουν σύμφωνα με μία ακόμη ωφέλιμη πεποίθηση. Δεν θεωρούν ότι πρέπει να γνωρίζουν τα πάντα για κάτι, προκειμένου να το χρησιμοποιήσουν. Ξέρουν να εστιάζουν στην ουσία χωρίς να νιώθουν την ανάγκη να χαθούν μέσα στις λεπτομέρειες. Αν μελετήσετε άτομα που βρίσκονται στην εξουσία, θα διαπιστώσετε ότι γνωρίζουν τα βασικά για πολλά ζητήματα, αλλά σπάνια κατέχουν σε βάθος κάθε λεπτομέρειά τους.

Πεποίθηση #5: Οι άνθρωποι είναι ο σπουδαιότερος πόρος σας.

Τα σπουδαία άτομα –όσοι έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν εξαιρετικά αποτελέσματα– τρέφουν μια υπέρτατη αίσθηση σεβασμού και εκτίμησης για τους ανθρώπους.

Όλοι έχουμε δει ρεπορτάζ για τα ιαπωνικά εργοστάσια, όπου οι εργάτες και οι μάνατζερ τρώνε στην ίδια καφετέρια και προσφέρουν εξίσου στην αξιολόγηση της απόδοσης. Η επιτυχία τους αντανακλά τα θαύματα που μπορούν να επιτευχθούν όταν σεβόμαστε τους ανθρώπους αντί να προσπαθούμε να τους χειραγωγήσουμε.

Πεποίθηση #6: Η Δουλειά είναι Παιχνίδι.

Γνωρίζετε κάποιον που να έχει σημειώσει τεράστια επιτυχία κάνοντας κάτι που μισεί; Προσωπικά, όχι. Ένα από τα κλειδιά της επιτυχίας είναι να ταιριάξετε επιτυχημένα αυτό που κάνετε με αυτό που αγαπάτε. Ο Πάμπλο Πικάσο είπε κάποτε: «Όταν δουλεύω, χαλαρώνω, η απραξία και το να έχω καλεσμένους με κουράζουν».

Στις μέρες μας, ακούμε πολλά για τους εργασιομανείς. Και υπάρχουν πράγματι πολλοί οι οποίοι έχουν νοσηρή εμμονή με τη δουλειά τους. Δεν φαίνεται να αποκομίζουν καμία ευχαρίστηση από την εργασία τους, όμως φτάνουν σε σημείο που δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο.

Πεποίθηση #7: Η επιτυχία δεν διαρκεί χωρίς αφοσίωση.

Όσοι πετυχαίνουν, πιστεύουν στη δύναμη της αφοσίωσης. Αν υπάρχει μία μόνο πεποίθηση που μοιάζει σχεδόν αδιαχώριστη από την επιτυχία, είναι ότι δίχως σοβαρή αφοσίωση δεν υπάρχει σοβαρή επιτυχία. Αν παρατηρήσετε τους επιτυχημένους ανθρώπους οποιουδήποτε τομέα, θα διαπιστώσετε ότι δεν είναι απαραίτητα οι καλύτεροι ή οι ευφυέστεροι, οι ταχύτεροι ή οι δυνατότεροι. Είναι εκείνοι με τη μεγαλύτερη αφοσίωση.

Η σπουδαία Ρωσίδα μπαλαρίνα Άννα Πάβλοβα είπε κάποτε: «Το να επιδιώκεις ασταμάτητα έναν στόχο, αυτό είναι το μυστικό της επιτυχίας». Πρόκειται για μια διαφορετική διατύπωση της Συνταγής Απόλυτης Επιτυχίας – βρείτε την επιθυμητή έκβαση, μοντελοποιήστε ό,τι φέρνει αποτέλεσμα, ενεργήστε, αναπτύξτε την αισθητηριακή οξύτητα που χρειάζεται για να διακρίνετε τι αποτελέσματα λαμβάνετε και συνεχίστε να εκλεπτύνετε την προσπάθειά σας μέχρι να επιτύχετε αυτό που επιθυμείτε.

Υπάρχουν άλλες πεποιθήσεις που προάγουν την επιτυχία; Φυσικά. Αν σκεφτείτε κι άλλες, ακόμη καλύτερα. Όσο διαβάζετε το βιβλίο, πρέπει να σκέφτεστε επιπλέον διακρίσεις ή επιγνώσεις που μπορείτε να προσθέσετε.

Να θυμάστε ότι η επιτυχία αφήνει ίχνη.

Μελετήστε αυτούς που έχουν επιτύχει. Ανακαλύψτε τις βασικές πεποιθήσεις που διατηρούν και οι οποίες ενισχύουν την ικανότητά τους να ενεργούν συστηματικά και αποτελεσματικά ώστε να πετυχαίνουν εξαιρετικά αποτελέσματα.

Αυτές οι επτά πεποιθήσεις έχουν κάνει θαύματα για πολλούς ανθρώπους πριν από εσάς και πιστεύω ότι μπορούν να κάνουν θαύματα και για εσάς, αν αφοσιωθείτε σε αυτές συστηματικά.

Είμαι βέβαιος ότι πολλοί θα σκεφτείτε πως κάτι τέτοιο είναι δύσκολο. Αν, για παράδειγμα, έχετε πεποιθήσεις που δεν σας βοηθούν; Αν οι πεποιθήσεις σας είναι αρνητικές και όχι θετικές; Πώς μπορείτε να τις αλλάξετε;

Έχετε κάνει ήδη το πρώτο βήμα, συνειδητοποιώντας το. Ξέρετε τι θέλετε. Το δεύτερο βήμα είναι η δράση, να μάθετε να ελέγχετε τις εσωτερικές σας αναπαραστάσεις και πεποιθήσεις, να μάθετε πώς να διαχειρίζεστε τον εγκέφαλό σας.

Η μοίρα του αχάριστου, είναι η μοναξιά

Δεν κατάλαβα ποτέ γιατί η αχαριστία, δεν είναι ποινικό αδίκημα. Γιατί δεν τιμωρείται παραδειγματικά και οι αχάριστοι να ξεχωρίζουν ανάμεσα στους άλλους. Να μπορείς να τους βλέπεις και να λες «μακριά ρε». Ναι, μακριά.

Γιατί ο φονιάς, μπορεί να βρέθηκε εν βρασμώ ψυχής ή ακόμα και να μετανιώσει, να αλλάξει. Ο κλέφτης, μπορεί να έγινε κλέφτης από ανάγκη και να πάψει να είναι κλέφτης, να βρει το δρόμο του. Ο μοιχός, ο ψεύτης, ο απατεώνας, όλοι αυτοί, έχουν μια ελπίδα να αλλάξουν. Να κοιταχτούν στον καθρέφτη και να πουν «τι κάνεις ρε μαλάκα» και να αλλάξουν ρώτα.

Ο αχάριστος όμως, είναι εγκληματίας που δεν σωφρονίζεται, δεν αλλάζει, δεν μπορεί καν να καταλάβει πως είναι ένα κινούμενο έγκλημα. Ο αχάριστος νομίζει πως όλοι του χρωστάνε. Άνθρωποι, ζωή, μοίρα, τύχη, όλοι του έχουν στερήσει κάτι και του το χρωστάνε.

Κι επειδή εκείνος φαντασιώνεται πως του χρωστάνε, κοιτάει να τα πάρει από όποιον λάχει να περάσει από το μονοπάτι του. Κοιτάει να ξεσκίσει την ψυχή του άλλου. Κοιτάει να μπήξει το μαχαίρι τόσο βαθιά που να μην υπάρχει ελπίδα σωτηρίας.

Ο αχάριστος είναι ένα κινούμενο έγκλημα που μένει ατιμώρητο από το ποινικό δίκαιο αλλά όχι από την ζωή. Βλέπεις ο αχάριστος, είναι καταδικασμένος να ζήσει μόνος. Ο αχάριστος ξεχωρίζει γιατί κανείς δεν μένει δίπλα του. Στο τέλος, τον ξερνάνε όλοι.

Ο αχάριστος έμαθε να είναι θύμα, έμαθε να πιστεύει πως όλοι τον εκμεταλλεύονται, όλοι θέλουν κάτι από εκείνον κι εκείνος απλά και μόνο απαιτεί. Απαιτεί συναισθήματα αλλά είναι ένας ντενεκές άδειος και τα συναισθήματα χάνονται. Απαιτεί προσοχή, όμως όση και να του δώσεις, είναι τόσο ασήμαντος που δεν μπορεί να νιώσει σημαντικός. Απαιτεί συγχώρεση και κατανόηση μα δεν έμαθε να δίνει τίποτα από τα δυο!

Ο αχάριστος είναι ανίκανος να νιώσει. Να αγαπήσει, να ευτυχίσει, να συγχωρέσει. Και το χειρότερο; Τον αχάριστο, τον έχουν αγαπήσει, του έχουν προσφέρει ευτυχία και χαρά, τον έχουν συγχωρήσει, πριν τον αγνοήσουν.

Γιατί η μοίρα του αχάριστου, αυτή είναι. Να τον αγνοούν οι άνθρωποι και η ίδια η ζωή.

Όταν υπάρχει διαίρεση ανάμεσα στον παρατηρητή και στο παρατηρούμενο, θα υπάρχει αναπόφευκτα σύγκρουση

Μου λέτε κάτι που με πληγώνει και αυτός ο πόνος καταγράφεται. Η μνήμη αυτού του πράγματος παραμένει και όταν υπάρξει κι άλλος πόνος, καταγράφεται και πάλι. Έτσι, ο πόνος που ριζώνει στην παιδική ηλικία, συνεχίζεται. Ενώ αν παρατηρήσω ολοκληρωτικά κάτι οδυνηρό που μου λένε, τότε δεν καταγράφεται πια σαν πλήγωμα. Από τη στιγμή που το καταγράφεις σαν πληγή, η καταγραφή συνεχίζεται και για το υπόλοιπο της ζωής σου θα πληγώνεσαι, γιατί προσθέτεις κι άλλο σ’ αυτή την πληγή. Ενώ το να παρατηρείς τον πόνο ολοκληρωτικά χωρίς να τον καταγράφεις, σημαίνει ότι δίνεις όλη σου την προσοχή τη στιγμή του πόνου. Το κάνετε όλο αυτό;

Κοιτάξτε: Όταν βγαίνεις έξω, όταν περπατάς στους δρόμους, υπάρχει κάθε είδους θόρυβος, όλων των ειδών τα ουρλιαχτά. Υπάρχει χυδαιότητα, κτηνωδία κι αυτός ο θόρυβος κυλάει μέσα σου, πράγμα που είναι πολύ καταστρεπτικό. Όσο πιο ευαίσθητος είσαι, τόσο πιο καταστρεπτικό γίνεται αυτό, πληγώνει τον οργανισμό σου. Κι ύστερα αντιστέκεσαι σ’ αυτό το πλήγωμα κι έτσι χτίζεις έναν τοίχο. Και όταν χτίζεις τοίχο γύρω σου, απομονώνεσαι. Κι από κει και μετά μεγαλώνεις την απομόνωση, πράγμα που θα σε κάνει να πληγώνεσαι όλο και περισσότερο. Ενώ αν παρατηρείς το θόρυβο, αν δίνεις την προσοχή σου στο θόρυβο, τότε θα δεις ότι ο οργανισμός σου δεν πληγώνεται ποτέ.

Αν καταλάβετε αυτήν τη μοναδική βασική αρχή, θα έχετε καταλάβει κάτι που έχει τεράστια σημασία: ότι όπου υπάρχει παρατηρητής που διαχωρίζει τον εαυτό του από εκείνο που παρατηρεί, υπάρχει αναπόφευκτα και σύγκρουση. Ό,τι και να κάνετε, όσο υπάρχει διαίρεση ανάμεσα στον παρατηρητή και στο παρατηρούμενο, θα υπάρχει αναπόφευκτα σύγκρουση. Όπως όσο υπάρχει διαίρεση ανάμεσα σε μουσουλμάνους και ινδουιστές, ανάμεσα σε καθολικούς και προτεστάντες, ανάμεσα σε μαύρους και σε άσπρους, θα υπάρχει αναπόφευκτα σύγκρουση. Μπορεί να είσαστε διαλλακτικοί ο ένας απέναντι στον άλλον, αλλά αυτό είναι μία νοητική κάλυψη της αδιαλλαξίας σας.

Όσο υπάρχει διαίρεση ανάμεσα σ’ εσάς και στη γυναίκα σας, θα υπάρχει σύγκρουση. Στην ουσία αυτή η διαίρεση υπάρχει όσο ο παρατηρητής είναι κάτι χωριστό απ’ αυτό που παρατηρεί. Όσο, λέω, «ο θυμός είναι διαφορετικός από μένα, πρέπει να ελέγξω το θυμό, πρέπει ν’ αλλάξω, πρέπει να ελέγξω τις σκέψεις μου», υπάρχει διαίρεση, επομένως υπάρχει σύγκρουση. Η σύγκρουση προϋποθέτει καταπίεση, συμμόρφωση, μίμηση, τα περιέχει όλα αυτά. Αν δείτε πραγματικά την ομορφιά αυτού του πράγματος, ότι ο παρατηρητής είναι το παρατηρούμενο, ότι αυτά τα δύο δεν είναι χωριστά, τότε μπορείτε να παρατηρήσετε τη συνείδηση στο σύνολό της χωρίς ανάλυση. Τότε βλέπεις ολόκληρο το περιεχόμενο μέσα σε μια στιγμή.

Ο παρατηρητής είναι ο σκεπτόμενος. Κι έχουμε δώσει τεράστια σημασία στον σκεπτόμενο, έτσι δεν είναι; Ζούμε με τη σκέψη, κάνουμε πράγματα με τη σκέψη, σχεδιάζουμε τη ζωή μας με τη σκέψη, οι πράξεις μας παρακινούνται από σκέψεις. Και η σκέψη, που είναι μέρος της νοητικής λειτουργίας, λατρεύεται σε όλο τον κόσμο σαν κάτι εξαιρετικά σημαντικό. Αλλά η σκέψη έχει αποχωριστεί από τον εαυτό της σαν «ο σκεπτόμενος». Και «ο σκεπτόμενος» λέει: «Αυτές οι σκέψεις δεν είναι καλές», «εκείνες είναι καλύτερες». Ή λέει: «Αυτό το ιδανικό είναι καλύτερο από εκείνο το ιδανικό», «αυτή η πίστη είναι καλύτερη από εκείνη την πίστη». Όλη αυτή η ιστορία είναι προϊόν της σκέψης, της σκέψης που έκανε τον εαυτό της κάτι ξεχωριστό, που η ίδια διασπάστηκε σε σκέψη και σκεπτόμενο, σ’ εκείνον που έχει τις εμπειρίες. Η ίδια η σκέψη έχει χωρίσει τον εαυτό της σε ανώτερο εαυτό και σε κατώτερο εαυτό.

Αλλά πάντα είναι σκέψη σε δράση.
Είναι ξεκάθαρο, δεν είναι;

Η εξίσωση της μοναξιάς με τον πόνο

Όταν βιώνουμε απόρριψη, ενεργοποιείται η ίδια περιοχή του εγκεφάλου –η ραχιαία πρόσθια έλικα του προσαγωγίου– η οποία ενεργοποιείται και στον σωματικό πόνο. Επομένως, κοινωνικός πόνος είναι μια εμπειρία δυσφορίας που προκύπτει όταν αντιλαμβανόμαστε την ψυχική απόστασή μας από έναν άλλο άνθρωπο ή από μια ομάδα.

Σε πολλές γλώσσες του κόσμου η μοναξιά εξισώνεται με τον πόνο. «Πληγώθηκα», «μου ράγισες την καρδιά» είναι συνήθεις σχετικές εκφράσεις. Όρος των επιστημών της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής είναι το ψυχικό τραύμα, από το ρήμα τιτρώσκω, που σημαίνει ρήξη, λύση της συνέχειας, με άλλα λόγια τον χωρισμό, τον αποχωρισμό.

Η εξίσωση της μοναξιάς με τον πόνο δεν είναι απλά μια επιτυχημένη μεταφορά. Κοινωνικός και σωματικός πόνος έχουν την ίδια εστία στον εγκέφαλο των ανώτερων θηλαστικών και του ανθρώπου.

Κατά την εξέλιξη των ειδών αυτών και ενώπιον των κινδύνων επιβίωσης που αντιμετώπιζαν, ο σωματικός πόνος κατέληξε να συνδέεται με τον κοινωνικό αποχωρισμό, κυρίως τον αποχωρισμό από τη μητέρα, η οποία πρόσφερε προστασία στη διάρκεια της μακράς παιδικής ηλικίας των απογόνων της.

Μέσα σε έναν ιδανικό κόσμο

Εμείς οι άνθρωποι σίγουρα έχουμε αφήσει το στίγμα μας σε αυτόν τον πλανήτη. Παρ’ όλα αυτά, αν μας ρωτούσαν τι έχουμε να επιδείξουμε στα τόσα χρόνια εξέλιξης της ανθρωπότητας, τι θα λέγαμε;

Μήπως θα λέγαμε ότι απαλλαχτήκαμε από τις έγνοιες και τις διαμάχες; Μήπως θα λέγαμε ότι τελικά καταλαβαίνουμε πώς να είμαστε οι καλύτεροι άνθρωποι που μπορούμε να είμαστε; Θα ήταν υπέροχο να λέγαμε ότι οι πεποιθήσεις μας δεν μας ωθούν πλέον να κάνουμε φρικτά πράγματα. Θα ήταν σπουδαίο να λέγαμε ότι ο νους μας δεν διεξάγει πια τους εσωτερικούς του πολέμους. Θα ήταν ωραίο να λέγαμε ότι οι άνθρωποι έχουν γίνει τόσο σοφοί, ώστε να μην στρέφονται πλέον ο ένας εναντίον του άλλου. Θα ήταν ωραίο να λέγαμε κάτι τέτοιο για το είδος μας ωστόσο δεν μπορούμε τουλάχιστον όχι ακόμα.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, οι άνθρωποι τα πηγαίνουν καλά μεταξύ τους προς δικό τους όφελος και προς όφελος της ανθρωπότητας. Σε μια ιδανική κοινότητα, οι άνθρωποι συνεργάζονται για να ευημερήσουν και αισθάνονται ευγνωμοσύνη για την καλή τους τύχη. Εκτιμούν τη ζωή και νοιάζονται για τη γη που τους τρέφει.

Ιδανικά, σέβονται τον εαυτό τους και όλους τους άλλους, Σε μια ιδανική οικογένεια, τα παιδιά γεννιούνται για να νιώθουν ασφαλή και να τα εκτιμούν. Οι γονείς είναι ικανοί δάσκαλοι και άγρυπνοι προστάτες, Οι ηλικιωμένοι εξακολουθούν να είναι παραγωγικοί. Ομάδες ανθρώπων σχηματίζουν κοινωνίες, φυσικά, όμως καμία κοινωνία δεν προσπαθεί να υπονομεύσει οποιαδήποτε άλλη. Μαζί χτίζουν μεγαλύτερες κοινότητες και μαζί εξασφαλίζουν την ευημερία του κάθε πολίτη.

Σε αυτόν τον κόσμο της φαντασίας μας μπορεί να υπάρχουν ακόμα κυβερνήσεις. Μια ιδανική κυβέρνηση διοικεί μια χώρα με σεβασμό. Οι ηγέτες της είναι συνετοί και διορατικοί. Το καλύτερο δυνατό κογκρέσο είναι εκείνο που νομοθετεί ευσυνείδητα και με συμπόνια. Οι νόμοι του είναι ξεκάθαροι και δίκαιοι και οι κανόνες ισχύουν για όλους.

Σε αυτόν τον ιδανικό κόσμο, οι άνθρωποι είναι επίσης ικανοί να κυβερνούν τον εαυτό τους δίκαια. Τι σημαίνει να κυβερνούμε τον εαυτό μας; Σημαίνει ότι έχουμε τον έλεγχο των δικών μας σκέψεων και είμαστε υπεύθυνοι για τις δικές μας πράξεις Αρνούμαστε να διασχίζουμε τη ζωή στα τυφλά. Βλέπουμε κάτι ακριβώς όπως είναι και όχι μάλλον όπως προτιμούμε να το βλέπουμε. Δεν επιτρέπουμε στο παρελθόν να ελέγχει το παρόν μας Βλέπουμε την προσωπική μας πραγματικότητα με τον τρόπο που θα την έβλεπε ένας σπουδαίος καλλιτέχνης αποβλέποντας στην ομορφιά και την ισορροπία.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, δεν τιμωρούμε επανειλημμένως τον εαυτό μας για ένα λάθος. Δεν υποκύπτουμε στην αυτολύπηση. Δεν χειραγωγούμε συναισθήματα. Δεν κουτσομπολεύουμε, ούτε επιδιώκουμε το μελόδραμα.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, δεν έχουμε καμία επιθυμία να κρίνου με ή να κατηγορήσουμε. Δεν μας νικούν οι ενοχές και η ντροπή, ούτε ντροπιάζουμε οποιονδήποτε άλλον. Με άλλα λόγια, κυβερνούμε τον εαυτό μας με τον ίδιο τρόπο που θέλουμε να μας κυβερνούν: με σεβασμό.

Υπάρχουν πολλά ακόμα που θα μπορούσαμε να πούμε για εκείνον τον ιδανικό κόσμο, όμως είναι σημαντικό να αναλογιστούμε γιατί αυτός ο κόσμος δεν υπάρχει στην πραγματικότητα για τους περισσότερους από εμάς.

Schopenhauer: Η εσωτερική φτώχεια προκαλεί και την εξωτερική

Έτσι, προκύπτει πως είναι σοφότερο να φροντίζει κάνεις για τη διατήρηση της υγείας του και την ανάπτυξη των ικανοτήτων του παρά για την απόκτηση πλούτου, κάτι που πάντως δεν πρέπει να οδηγήσει στην παρερμηνεία ότι θα έπρεπε κανείς να παραμελήσει τα αναγκαία και προσήκοντα στη ζωή του. Αλλά αληθινά πλούτη, δηλαδή υπεραφθονία, ελάχιστα μπορούν να συμβάλουν στην ευτυχία μας. Γι’ αυτό πολλοί πλούσιοι νιώθουν δυστυχισμένοι, γιατί δεν έχουν πραγματική πνευματική μόρφωση, δεν έχουν γνώσεις, κι έτσι δεν έχουν ένα οποιοδήποτε αντικειμενικό ενδιαφέρον που θα τους καθιστούσε ικανούς ν’ ασχοληθούν με πνευματικά πράγματα. Γιατί ό,τι μπορούν να προσφέρουν τα πλούτη, πέρα από την ικανοποίηση των πραγματικών και φυσικών αναγκών, επηρεάζει ελάχιστα την ευχάριστη διάθεσή μας· πιο πολύ τη διαταράσσει μέσα από τις πολλές και αναπόφευκτες έγνοιες που δημιουργεί η διατήρηση μιας μεγάλης περιουσίας. 

Εν τούτοις οι άνθρωποι προσπαθούν χίλιες φορές πιο πολύ ν’ αποκτήσουν πλούτη παρά πνευματική μόρφωσή. Ενώ είναι βέβαιο πως το τι είναι κανείς συμβάλλει στην ευτυχία του πολύ περισσότερο από το τι έχει. Έτσι βλέπουμε κάποιον πολυάσχολο να μοχθεί από το πρωί ως το βράδυ, ακατάπαυστα σαν τις μέλισσες, για να μεγαλώσει τα ήδη υπάρχοντα πλούτη του. Πέρα από τον στενό ορίζοντα του χοίρου των μέσων που χρειάζονται για τον σκοπό αυτό, δεν ξέρει τίποτα· το πνεύμα του είναι κενό και επομένως δεν είναι επιδεκτικός για τίποτε άλλο. Οι υψηλότερες απολαύσεις, oι πνευματικές, του είναι απρόσιτες· με τις σύντομες αισθησιακές απολαύσεις, που κοστίζουν λίγο χρόνο αλλά πολλά χρήματα, και τις οποίες επιτρέπει στον εαυτό του από καιρό σε καιρό, προσπαθεί μάταια ν’ αντικαταστήσει εκείνες τις άλλες. Στο τέλος της ζωής του, σαν αποτέλεσμα της ζωής του, αν η τύχη του ήταν καλή, έχει πράγματι να παρουσιάσει ένα σωρό λεφτά, τα οποία αφήνει στους κληρονόμους του για να τ’ αυξήσουν κι άλλο ή να τα σπαταλήσουν. Μια τέτοια σταδιοδρομία, αν και πορευμένη με σοβαρούς και σπουδαιοφανείς τρόπους και ύφος, είναι επομένως το ίδιο ανόητη όπως και η σταδιοδρομία κάποιου που είχε σαν σύμβολο τον σκούφο του γελωτοποιού.

Αυτό λοιπόν που έχει κανένας στον ίδιο του τον εαυτό είναι το πιο σημαντικό για την ευτυχία του. Μόνο που επειδή κατά κανόνα είναι κάπως λίγο, οι περισσότεροι από εκείνους που έχουν ξεπεράσει τον αγώνα για τις βασικές βιοτικές ανάγκες νιώθουν στην ουσία το ίδιο δυστυχισμένοι όσο και αυτοί που ακόμα παιδεύονται. Το κενό μέσα τους, το άχρωμο, ανιαρό της συνείδησής τους, η φτώχεια του πνεύματός τους, τους οδηγεί σε συντροφιές που όμως αποτελούνται από όμοιους. Γιατί similis simili gaudet [το όμοιο συναναστρέφεται με το όμοιο- πρβλ. και Όμηρος, Οδύσσεια ρ 218]. Και από κοινού επιδίδονται στο κυνήγι της εφήμερης ψυχαγωγίας, που καταρχήν την αναζητούν σε αισθησιακές απολαύσεις, σε κάθε λογής διασκεδάσεις και τελικά σε παρεκτροπές. 

Η πηγή της φοβερής σπατάλης με την οποία κάποιος γόνος πλούσιας οικογένειας καταναλώνει τη μεγάλη κληρονομιά που του αναλογεί μέσα σε συχνά απίστευτα σύντομο χρονικό διάστημα, δεν είναι πράγματι καμία άλλη από την πλήξη η οποία απορρέει από την πνευματική φτώχεια και κενότητα για την οποία μιλήσαμε. Ένας τέτοιος νεαρός- μπαίνει στον κόσμο εξωτερικά μεν πλούσιος, εσωτερικά όμως φτωχός, και θέλοντας να τα παίρνει όλα απ’ έξω, προσπαθεί μάταια ν’ αντικαταστήσει με τα εξωτερικά πλούτη τα εσωτερικά — όπως οι γέροι που προσπαθούν να πάρουν δυνάμεις μέσα από το άχνισμα νεαρών κοριτσιών. Στο τέλος, η εσωτερική φτώχεια προκαλεί και την εξωτερική.

Arthur Schopenhauer, Το ασήμαντο αιώνια επαινούν

Τρία άλυτα μυστήρια των Μυκηνών

Έδωσαν το όνομά τους στον πρώτο μεγάλο Ελληνικό πολιτισμό που αναπτύχθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα κατά την ύστερη Εποχή του Χαλκού (1600-1100 π.Χ.).

Ο μυκηναϊκός πολιτισμός επινοήθηκε ως όρος από τους αρχαιολόγους, που τον εμπνεύστηκαν από το σημαντικότερο κέντρο της εποχής, τις πολύχρυσες Μυκήνες, όπως τις παραδίδει ο Όμηρος, μιλώντας για την ηγεμονική δύναμη ανάμεσα σε όλους τους Έλληνες.

Μόνο που, αν και εφόσον ο Τρωικός Πόλεμος έγινε όντως, και αν και εφόσον έγινε περί το 1150 π.Χ. όπως υπολογίζουν οι επιστήμονες, όχι μόνο οι Μυκήνες αλλά και όλα τα μυκηναϊκά βασίλεια είχαν ήδη παρακμάσει και καταστραφεί.

Δεν είναι το μόνο μυστήριο που καλείται να λύσει η αρχαιολογία με επιστημονικό τρόπο. Οι Μυκήνες αποτελούν από μόνες τους μυστήριο.

Κανείς δεν ξέρει από πού ήρθαν στην Αργολίδα οι πρώτοι κάτοικοι, οι οποίοι, πάντως, ανήκαν σε Ελληνικά φύλα.

Ξέρουμε όμως μέχρι πού έφτασαν: μέχρι την κεντρική και βόρεια Ευρώπη (παραδουνάβιες περιοχές, Βαλτική, Καρπάθια) και μέχρι τη Σαρδηνία και την Κάτω Ιταλία, αλλά και την Αίγυπτο, τη μικρασιατική ακτή, τη Μεσοποταμία σε αναζήτηση πρώτων υλών και αγορών.

Μάλιστα, αυτοί οι δεινοί έμποροι είχαν συναλλαγές μέχρι τη νότια Αγγλία, όπως διαπιστώνεται και πάλι από τα ευρήματα. Κάποιος υπήρξε ο μετακομιστής εμπορευμάτων τους.

Οι Μυκήνες πριν γίνουν πολύχρυσες ήταν ένας μικρός νεολιθικός οικισμός, (7η έως 4η χιλιετία) από τον οποίο βρέθηκαν λίγα κεραμικά. Πρώτα αρχιτεκτονικά ίχνη κατοίκησης έχουμε από το 2200 έως το 1900 π.Χ. Από το 1650 έως το 1600 δημιουργήθηκαν οι ταφικοί κύκλοι Β’ και Α’ (όπως ονομάστηκαν από τους πρώτους ανασκαφείς). Ο οικισμός, με στρατηγική θέση ώστε να ελέγχει τα περάσματα, τη γεωργία και την κτηνοτροφία στην Αργολίδα, αναπτύσσεται σιγά σιγά.

Το νεκροταφείο της μεσοελλαδικής περιόδου (1900 – 1600 π.Χ.) δείχνει βαθμιαία αύξηση πληθυσμού και δημιουργία ηγεμονικής δύναμης. Τέλη του 17ου αιώνα π.Χ., η δύναμη αυτή θα αναλάβει την εξουσία και τον έλεγχο όλης της περιοχής, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα το Ακεραμικά σημαντικότερο κέντρο της Αργολίδας κατά τη μεσοελλαδική εποχή. Οι Μυκήνες μετατρέπονται σιγά σιγά σε τεράστιο κέντρο στον Ελλαδικό χώρο.

«Ποιοι ήταν όμως αυτοί οι ρωμαλέοι ηγεμόνες;». «Και πώς απέκτησαν τον υπέρογκο πλούτο που τους επέτρεψε να αποσύρουν από την κυκλοφορία και να πάρουν μαζί τους στο ταξίδι για τον άλλο κόσμο, ανάμεσα σε άλλα τιμαλφή, πάνω από 14 κιλά χρυσού με τη μορφή εκπληκτικών έργων τέχνης, πολλά από τα οποία κατασκευάστηκαν πιθανώς από Μινωίτες τεχνίτες σύμφωνα με βασιλικές παραγγελίες, για να εκφράσουν την ιδεολογία της ανερχόμενης νέας τάξης;

Η φυσιογνωμία τους, που διαφαίνεται μέσα από τα αρχαιολογικά ευρήματα, έχει πολεμικά χαρακτηριστικά, όπως μαρτυρεί ο λαμπρός οπλισμός που βρέθηκε στους τάφους τους.

Γνωρίζουμε όμως πως ήταν ριψοκίνδυνοι ταξιδιώτες, που αναζήτησαν ευγενή και πολύτιμα μέταλλα στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη. Επίσης, για να προωθήσουν τα πλούσια αγαθά που προέρχονταν από τη γεωργία και την κτηνοτροφία, όπως το κρασί, το λάδι και ενδεχομένως τα υφαντά, συνδέθηκαν στενά με τους Μινωίτες.

Αυτοί πάλι γνώριζαν καλά τους θαλασσινούς δρόμους προς την Αίγυπτο και είναι πιθανό να τους οδήγησαν προς το ακμαίο Μέσο Βασίλειο. Ισως εκεί λοιπόν να πλούτισαν οι πρώιμοι Μυκηναίοι, θέτοντας τις πολεμικές τους αρετές στην υπηρεσία της ξενόφερτης στην Αίγυπτο δυναστείας των Υκσώς που κατέλαβε την εξουσία στα μέσα του 17ου αιώνα π.Χ. Και επειδή τίποτε στην ανθρώπινη Ιστορία δεν είναι τυχαίο ή ξαφνικό, θα πρέπει να δεχτούμε πως οι Μυκηναίοι απέκτησαν σιωπηλά αλλά συστηματικά στη διάρκεια των τριών αιώνων της Μέσης Χαλκοκρατίας τη δύναμη που αντανακλούν τα κτερίσματα των βασιλικών ταφικών περιβόλων. Εξασφάλισαν έτσι για τα γένη τους την πρωτεύουσα θέση, όχι μόνο στην Αργολίδα αλλά και σε ολόκληρη την Πελοπόννησο και έδωσαν το όνομά τους σε ολόκληρο τον σπουδαίο πολιτισμό της Υστερης Εποχής του Χαλκού».

Έχοντας εκτιμήσει τη σημασία της Κρήτης, με την ύφεση που παρουσιάζεται στο νησί, εγκαθιστούν μυκηναϊκή δυναστεία στην Κνωσό, ελέγχοντας στην ουσία ολόκληρη τη μεγαλόνησο, όπως και την ηπειρωτική χώρα. Στους Ανακτορικούς χρόνους (14ος – 13ος αι. π.Χ.) κατασκευάζονται στις Μυκήνες τα κυκλώπεια τείχη «με τη βοήθεια των γνώσεων των βασιλικών εταίρων από την αυτοκρατορία των Χετταίων» και ιδρύεται το μεγαλοπρεπές ανάκτορο με όλα του τα παραρτήματα.

Ο μύθος που παρουσιάζει ο Στράβων για τους προϊστορικούς Κύκλωπες τους θέλει να έρχονται από τη Λυκία, όπου και το βασίλειο των Χετταίων.

Μέσα στα τείχη ανεγείρεται ανάκτορο, με χώρους άσκησης εξουσίας, κατοίκησης, εργαστήρια, αποθήκες, και επίσης ένα θρησκευτικό κέντρο. Η άρχουσα τάξη, εξακολουθεί να ενταφιάζεται με πλούσια κτερίσματα σε θαλαμωτούς ή εντυπωσιακούς μνημειώδεις θολωτούς τάφους.

Οι Μυκηναίοι έμποροι «κατακλύζουν με τα προϊόντα τους τις αγορές της Μεσογείου, ενώ οι ηγεμόνες εξακολουθούν να επιδεικνύονται μέσω αντικειμένων, ακραιφνούς μυκηναϊκού ύφους πλέον, από πολύτιμα ή εξωτικά υλικά, τα οποία αναδεικνύουν οι εξειδικευμένοι τεχνίτες των ανακτορικών εργαστηρίων». Η πλούσια παραγωγή απαιτεί οργάνωση, γραφειοκρατία και διαχειριστικό έλεγχο. Λογιστικά στοιχεία καταγράφονται σε πήλινες πινακίδες της πρώιμης ελληνικής Γραμμικής Β΄ γραφής.

Η ακμή αυτών των δύο αιώνων, η εξέχουσα θέση που κατείχαν οι ηγεμόνες των Μυκηνών στο σύνολο του μυκηναϊκού κόσμου, «θα προσωποποιηθεί στην ιστορική μνήμη με τον αρχιστράτηγο των Ελλήνων στον Τρωικό πόλεμο, τον μυθικό βασιλιά Αγαμέμνονα» υπογραμμίζει η συγγραφέας. «Ο μύθος, που κρύβει πάντοτε μια ιστορική αλήθεια, θα επιλέξει αυτόν τον ατρόμητο άνακτα για αρχηγό».

Γύρω στα τέλη του 13ου αιώνα και στις αρχές του επόμενου ξέσπασαν μεμονωμένες και όχι κατ” ανάγκη ταυτόχρονες πυρκαγιές, που ακολουθήθηκαν από επισκευές του ανακτόρου και των κτιρίων διοίκησης. Kατά τη διάρκεια του 12ου αι. π.X. οι περισσότερες εγκαταστάσεις, ανακτορικές και μη, εξακολούθησαν να λειτουργούν.

Oι αναταραχές όμως του 1200 π.X. στη Mικρά Aσία και στην Aνατολική Mεσόγειο και η καταστροφή των εμπορίων τους από επιδρομείς απέκοψαν τις επαφές των Mυκηναίων ανάκτων με τα κυριότερα κέντρα συναλλαγών τους. O 12ος και ο 11ος αι. π.X. είναι για τις Mυκήνες περίοδος οικονομικής συρρίκνωσης και πολιτικής παρακμής, χωρίς όμως γενικές ή, έστω, εκτεταμένες καταστροφές. H ακρόπολη δεν είχε βίαιο τέλος.

Στους αιώνες που θα ακολουθήσουν, οι Μυκήνες έχουν φθίνουσα πορεία και θα καταλήξουν, τον 7ο αιώνα π.Χ., προσάρτημα του Αργους. Οι Αργείοι τις καταλαμβάνουν το 468 π.Χ., καταστρέφουν καίρια τμήματα της οχύρωσης και εξανδραποδίζουν τους κατοίκους. Μέχρι τον 2ο αιώνα μ.Χ., οπότε τις επισκέπτεται ο Παυσανίας, είναι ορατά μονάχα μέρη της οχύρωσης και η Πύλη των Λεόντων.

Αυτό το μεγαλειώδες έμβλημα βασιλικής δύναμης και επιβολής θα είναι το αδιαμφισβήτητο τοπόσημο της ένδοξης πόλης που δεν υπήρχε πια, μέχρι τον 19ο αιώνα, οπότε ο Ερρίκος Σλήμαν θα ξεκινήσει τις ανασκαφές. Ακέφαλοι οι λέοντες και η πόλη λεηλατημένη από χέρια ντόπιων, κατακτητών, αλλά και περιηγητών, θα επιβεβαιώνουν το λατινικό απόφθεγμα: sic transit gloria mundi. Ετσι παρέρχεται η δόξα του κόσμου.

Διόφαντος ο Αλεξανδρεύς: Ο Έλληνας μαθηματικός του τρίτου αιώνα

Ο Διόφαντος ο Αλεξανδρεύς ήταν Έλληνας μαθηματικός του τρίτου αιώνα (περίπου 210 – 290), ο οποίος έζησε στην Αλεξάνδρεια της ρωμαϊκής Αιγύπτου.

Έχει αποκληθεί από τους Έλληνες «πατέρας της άλγεβρας» εξαιτίας του εμβληματικού έργου του «Αριθμητικά», όπου περιέχονται προβλήματα αριθμητικής τα οποία λύνονται σήμερα με εξισώσεις και συστήματα πρώτου και δευτέρου βαθμού. Την τιμή αυτή την μοιράζεται με τον Πέρση μαθηματικό αλ-Χουαρίζμι, από τον οποίο προέρχεται και το όνομα «άλγεβρα».

Ο Διόφαντος συνεισέφερε πολύ στην ανάπτυξη της αριθμητικής, καθιέρωσε και τυποποίησε έναν τύπο σύντομου μαθηματικού συμβολισμού για τη γραφή προβλημάτων, για πρώτη φορά σε ευρεία κλίμακα άρχισε να χρησιμοποιεί τα κλάσματα ως πραγματικούς αριθμούς και ασχολήθηκε με την επίλυση εξισώσεων με πολλαπλούς αγνώστους όρους. Ωστόσο ακόμα και με τον Διόφαντο ο ελληνικός μαθηματικός συμβολισμός παρέμεινε βασισμένος στον καθημερινό λόγο και δύσχρηστος με τα σημερινά δεδομένα.

Από τα αρχικώς δεκατρία βιβλία των Αριθμητικών, μόνο έξι έχουν σωθεί έως σήμερα. Κατά τον Μεσαίωνα, η γνώση των ευρημάτων του Διόφαντου διατηρήθηκε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και στον αραβικό κόσμο, μέσω μεταφράσεων από τα Ελληνικά. Τελικά το 1570 ο Ιταλός μαθηματικός Ραφαήλ Μπομπέλι μετέφρασε στα λατινικά τα Αριθμητικά και χρησιμοποίησε τα προβλήματα που περιείχαν για τα δικά του συγγράμματα.

Τον επόμενο αιώνα τα γραπτά του Διόφαντου επηρέασαν τον εξέχοντα μαθηματικό Πιέρ ντε Φερμά. Σήμερα «διοφαντικές» καλούνται οι εξισώσεις ακέραιων συντελεστών των οποίων ζητούνται οι ακέραιες λύσεις.

Στον τάφο του, είχε γραφτεί μια επιγραφή-αλγεβρικό πρόβλημα. Η επιγραφή αυτή έλεγε:

«Διαβάτη, σε αυτόν τον τάφο αναπαύεται ο Διόφαντος. Σε εσένα που είσαι σοφός, η επιστήμη θα δώσει το μέτρο της ζωής του. Άκουσε. Οι θεοί του επέτρεψαν να είναι νέος για το ένα έκτο της ζωής του. Ακόμα ένα δωδέκατο και φύτρωσε το μαύρο γένι του. Μετά από ένα έβδομο ακόμα, ήρθε του γάμου του η μέρα. Τον πέμπτο χρόνο αυτού του γάμου, γεννήθηκε ένα παιδί. Τι κρίμα, για το νεαρό του γιο. Αφού έζησε μονάχα τα μισά χρόνια από τον πάτερα του, γνώρισε τη παγωνιά του θανάτου. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Διόφαντος βρήκε παρηγοριά στη θλίψη του, φτάνοντας στο τέλος ζωής του».

Starseeds: Οι «αστρικοί άνθρωποι»

Μέχρι τώρα ξέραμε για τους γήινους και τους εξωγήινους, πλέον, υπάρχει ένας νέος όρος πνευματικής και … γενεαλογικής αναζήτησης και αυτός είναι ο «αστρικός σπόρος» (Starseed) ή «αστρικός άνθρωπος.

Για την ακρίβεια οι Starseeds θα μπορούσαν να καταταχθούν στους εξωγήινους, αφού πιστεύουν ότι έχουν έρθει στη Γη από άλλες διαστάσεις, από άλλους πλανήτες, από το διάστημα γενικώς.

Κάποιοι μάλιστα, ισχυρίζονται ότι είναι αυτό που οι «αρχαίοι» αποκαλούσαν αγγέλους, μετενσάρκωση ενός υπεράνθρωπου όντως στην ανθρώπινη διάσταση, με σκοπό να σώσουν να «αφυπνίσουν» και να σώσουν την ανθρωπότητα.

Σκοπός μάλιστα της αποστολής τους στη Γη, σύμφωνα με το theconversation.com, είναι να οδηγήσουν τους γήινους στη «χρυσή εποχή» – μια περίοδο μεγάλης ευτυχίας, ευημερίας και επιτευγμάτων – με την γνώση που κατέχουν.

Οι «αστρικοί άνθρωποι» (καλύτερο από το «σπόροι») πιστεύουν ότι είναι «αγωγοί» μεταξύ των θεϊκών πεδίων και της Γης και ότι μπορούν να ταξιδέυουν στους γαλαξίες , μέσω του διαλογισμού.

Λέγεται επίσης ότι είναι συμπονετικοί, ευαίσθητοι και έχουν περισσότερα προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας, καθώς οι ψυχές τους δεν έχουν συνηθίσει να έχουν ανθρώπινο σώμα.

Επίσης ισχυρίζονται μπορούν να επικοινωνούν στη «γλώσσα του φωτός» – τη γλώσσα της ψυχής η οποία «παρακάμπτει τους ανθρώπινους περιορισμούς».

Παρόλα αυτά, ζουν και εργάζονται ανάμεσά μας, σαν κανονικοί, γήινοι άνθρωποι.

Από που… φύτρωσαν οι «αστρικοί σπόροι»

Η έννοια των starseeds είναι μια εξελιγμένη θεωρία της new age «θρησκείας», με εναλλακτικές πνευματικές πρακτικές που αναπτύχθηκαν κατά τη δεκαετία του 1970.

Η ιδέα ταποδίδεται ευρέως στον συγγραφέα Μπραντ Στάιγκερ, ο οποίος έγραφε πολύ για το άγνωστο και την εξωγήινη ζωή. Στο βιβλίο του «Gods of Aquarius» (Θεοί του Υδροχόου) του 1976, ο Στάιγκερ παρουσίασε την ιδέα του ότι κάποιοι άνθρωποι προέρχονται από άλλες διαστάσεις και οι σημερινοί starseeds ασπάζονται αυτή τη θεωρία.

Αν και έχουν περάσει μισός αιώνας, εν τουτοις οι σημερινοί «πιστοί» ακολουθούν το ίδιο πνευματικό μονοπάτι: βλέπουν την ύπαρξη με όρους σύμπαντος, επικεντρώνονται στην πνευματικότητα, χρησιμοποιούν ενεργειακούς κρυστάλλους για ψυχική ισορροπία, πιστεύουν στο «ταξίδι» του σώματος μέσω της μετενσάρκωσης, το κάρμα και τη δυνατότητα να φτάσει κάποιος στο υψηλότερο επίπεδο συνείδησης.

Πώς θα καταλάβετε αν είστε και εσείς «αστρόσπορος»

Οι πιστοί ισχυρίζονται ότι υπάρχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ενός starseed, που μπορεί αν υποδεικνύουν ότι προέρχεστε από εκεί έξω.

Για παράδειγμα, αν νιώθετε ότι σας λείπει το σπίτι σας – ακόμα και αν μένετε σε αυτό – αν δεν μπορείτε να προσαρμοστείτε στο περιβάλλον και στις παρέες σας και αν δεν μπορείτε να καταλάβετε πράγματα, που οι άλλοι θεωρούν φυσιολογικά, τότε ίσως θα πρέπει να «ψαχτείτε».

Επίσης, πολύ χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός «αστρικού ανθρώπου» είναι η ισχυρή διαίσθηση (μπορείτε να μαντέψετε πράγματα πριν συμβούν) και τα συχνά déjà vu (προμνησία στα ελληνικά, η αίσθηση που έχει κάποιος ότι μία κατάσταση που βιώνει στο παρόν έχει επαναληφθεί στο παρελθόν).

Φαίνεται αστείο αλλά δεν είναι

Μπορεί η ιστορία να ακούγεται… εξωγήινη, ωστόσο φαίνεται ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι δεν είναι από αυτόν τον πλανήτη.

Μία απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο για τον όρο φέρνει πάνω από 4 εκατομμύρια αποτελέσματα ενώ στο TikTok ο όρος #starseed έχει πάνω από 1 δισεκατομμύριο προβολές.

Σπήλαιο Θεόπετρας: Η παλιότερη γνωστή ανθρώπινη κατασκευή στην Ελλάδα

Το Σπήλαιο Θεόπετρας είναι ένας αρχαιολογικός χώρος που βρίσκεται στα Μετέωρα, στην κεντρική Ελληνική περιοχή της Θεσσαλίας. Ως αποτέλεσμα των αρχαιολογικών ανασκαφών που έχουν διεξαχθεί όλα αυτά τα χρόνια, αποκαλύφθηκε ότι το Σπήλαιο της Θεόπετρας είχε καταληφθεί από ανθρώπους ήδη πριν από 130.000 χρόνια.

Επιπλέον, στοιχεία για ανθρώπινη κατοίκηση στο Σπήλαιο της Θεόπετρας μπορούν να εντοπιστούν χωρίς διακοπή από τη Μέση Παλαιολιθική έως το τέλος της Νεολιθικής περιόδου. Αυτό είναι σημαντικό, καθώς επιτρέπει στους αρχαιολόγους να κατανοήσουν καλύτερα την προϊστορική περίοδο στην Ελλάδα.

Ένας πέτρινος τοίχος στην είσοδο του σπηλαίου της Θεόπετρας στα Μετέωρα θεωρείται από τους επιστήμονες ως η παλιότερη γνωστή ανθρώπινη κατασκευή στην Ελλάδα.

Η εποχή που υπολογίζεται ότι κατασκευάστηκε πριν από 23.000 χρόνια, συμπίπτει με την τελευταία εποχή των παγετώνων και δείχνει ότι η δομή πιθανότατα είχε χτιστεί από παλαιολιθικούς κατοίκους του σπηλαίου, οι οποίοι πάσχιζαν να προστατευθούν από το κρύο.

Το εσωτερικό του σπηλαίου αποτελείται από μια αίθουσα περίπου 500 τ.μ., ύψους 4 μέτρων και βρίσκεται στον ασβεστολιθικό βράχο ο οποίος σχηματίστηκε στην ανώτερη Κρητιδική περίοδο, δηλαδή 130 με 65 εκατομμύρια χρόνια πριν από τη σημερινή εποχή. Πολύ πριν να κατοικηθεί το σπήλαιο, φαίνεται ότι οι Νεάντερταλ γνώριζαν την ύπαρξή του.

Τον Μάρτιο του 2009 οι αρχαιολόγοι βρήκαν ανθρώπινα αποτυπώματα που χρονολογούνται πριν από 130.000 χρόνια και αποτελούν σπανιότατο εύρημα όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για τη γηραιά ήπειρο. Εκτιμάται ότι τα ίχνη ανήκουν σε τέσσερα παιδιά ηλικίας 2 έως 7 ετών.

Βρέθηκαν πέτρινα εργαλεία της παλαιολιθικής, μεσολιθικής και νεολιθικής περιόδου, καθώς και νεολιθικά κεραμικά, αντικείμενα οστών και κελύφους, σκελετοί από 15000, 9000 και 8000 π.Χ., καθώς και ίχνη φυτών και σπόρων που αποκαλύπτουν τις διατροφικές συνήθειες.

Το σπήλαιο της Θεόπετρας είναι αρκετά πιθανό να είναι μοναδικό που περιέχει, σε ενιαίο χώρο, τα αρχεία δύο πολύ σημαντικών μεταβάσεων: από τους Νεάντερταλ στους σύγχρονους ανθρώπους και από τον παλαιολιθικό τρόπο ζωής των κυνηγών, στον νεολιθικό των γεωργοκτηνοτρόφων.

Η ανασκαφή ξεκίνησε το 1987 από την αρχαιολόγο Αικατερίνη Κυπαρίσση-Αποστολίκα και συνεχίστηκε έως και το 2005, οπότε και άρχισαν τα έργα για την ανάπλαση και ανάδειξη του σπηλαίου. Είναι πολλές οι ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις που έφερε στο φως η αρχαιολογική μελέτη.

Μία από αυτές αφορά στο κλίμα που επικρατούσε στην περιοχή κατά τη διάρκεια της κατοίκησης του σπηλαίου. Οι ειδικοί πήραν δείγματα από στρώματα του εδάφους και οι αναλύσεις έδειξαν ότι υπήρξαν και ψυχρές και θερμές περίοδοι. Από τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν εξαρτιόταν και ο πληθυσμός που κατοικούσε στο σπήλαιο.

Ρενέ Ντεκάρτ: Ο άνθρωπος που άλλαξε τον τρόπο σκέψης

Ο Ρενέ Ντεκάρτ, πολύ γνωστός και με το εξελληνισμένο όνομα Καρτέσιος, ήταν Γάλλος φιλόσοφος, μαθηματικός και επιστήμονας φυσικών επιστημών.

Θεωρείται σταθμός στην ιστορία της φιλοσοφίας, καθώς φέρεται ως δάσκαλος και ταυτόχρονα θύμα του Διαφωτισμού. Αναφέρεται συχνά ως εκείνος που συνέλαβε την πιο ακραία μορφή σκεπτικισμού.

Προσπάθησε και κατόρθωσε να απεγκλωβίσει τη φιλοσοφία από τον σχολαστικισμό, να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στις νοητικές δυνάμεις του ανθρώπου και να απελευθερώσει το ανθρώπινο πνεύμα από την αυθεντία του παρελθόντος.

Υπήρξε μια από τις σημαντικότερες μορφές του ηπειρωτικού-ευρωπαϊκού ορθολογισμού. Οι ιδέες του, όμως, έγιναν στόχος του εμπειρισμού που επικράτησε μακροπρόθεσμα. Αλλά και οι βασικές ιδέες του λειτούργησαν σε πείσμα των προθέσεών του.

Θέτοντας τα όρια μεταξύ πνευματικού και υλικού κόσμου και αντιμετωπίζοντάς τον ως επαρκές και αυτόνομο αντικείμενο μελέτης, βοήθησε στην επικράτηση του υλισμού έναντι της πνευματοκρατίας.

Υλιστές του 18ου αιώνα όπως ο Ντήτριχ Χόλμπαχ (Dietriech von Holbach, 1723–89) και ο εγκυκλοπαιδιστής Ντενί Ντιντερό, χρησιμοποίησαν τη γεωμετρική αντίληψη του Θεού που αποσύρεται μετά τη δημιουργία. Συνδυάζοντας την άποψή του με τη μηχανιστική ερμηνεία του ζωικού βασιλείου, προώθησαν την υλιστική θεώρηση του κόσμου.

Ο Καρτέσιος υποστήριξε ότι η μέθοδος πρέπει να οδηγεί σε μία μοναδική αρχή (Prinzip), για την οποία είμαστε απόλυτα σίγουροι. Χρησιμοποιώντας αυτή τη θεμελιακή αρχή, θα μπορούσαμε σύμφωνα με τον φιλόσοφο να ερμηνεύσουμε τον κόσμο της εμπειρίας σε όλη του την έκταση. Σε τούτη την άποψη θεμελιώνεται πιθανώς η ανατροπή του μεσαιωνικού σχολαστικού πνεύματος που επεδίωξε και σε ένα βαθμό κατόρθωσε μαζί με τους άλλους διανοητές της εποχής του ο Καρτέσιος.

Πριν, λοιπόν, οποιαδήποτε καταγραφή των επί μέρους στοιχείων του καρτεσιανού δένδρου της γνώσης, χρειάζεται συζήτηση περί της μεθόδου του. 

Η μέθοδος ήταν το σημείο στο οποίο εστιάστηκαν τα πρώιμα κείμενά του οι Κανόνες για την Καθοδήγηση του Πνεύματος και εμφανίστηκαν κυρίως στο Λόγος περί της Μεθόδου. 

Στο δεύτερο μέρος του Λόγου, η μέθοδος παρουσιάζεται να έχει τέσσερις κανόνες: Καταρχήν, δε δεχόμαστε κάτι ως αληθινό, αν δεν υπάρχει εμφανής γνώση της αλήθειάς του, αποφεύγοντας βιασύνες και προκαταλήψεις. Κατόπιν διαιρούμε κάθε μια από τις δυσκολίες σε όσο το δυνατόν περισσότερα μέρη.

Τρίτον, κατευ­θύνουμε τις σκέψεις μας με τρόπο παρατακτικό, ξεκινώντας με τα απλούστερα και τα ευκολότερα γνωστά αντικείμενα, για να καταλήξουμε σταδιακά στη γνώση των συνθέτων και τέλος επανελέγχουμε τη συλλογιστική πορεία μας για να βεβαιωθούμε ότι δεν υπάρχουν παραλείψεις.

Οδηγίες για την ακριβή παρακολούθηση της μεθόδου του δίνει στον πέμπτο Κανόνα όπου λέγει: «Θα ακολουθούμε αυτή τη μέθοδο ακριβώς αν αρχικά ανάγουμε τις περίπλοκες και σκοτεινές προτάσεις βαθμιαία σε απλούστερες, και κατόπιν, αρχίζοντας από τη διαίσθηση της απλούστερης όλων, προσπαθήσουμε να φθάσουμε μέσω των ίδιων βημάτων στη γνώση όλων των υπολοίπων». Το παράδειγμα του συγκεκριμένου ιδεολογήματος φαίνεται στον όγδοο Κανόνα. Εκεί ο Καρτέσιος εξετάζει το πρόβλημα της ανάκλασης, το σχήμα ενός φακού που εστιάζει τις παράλληλες φωτεινές γραμμές σε ένα ενιαίο σημείο.

Το πρώτο βήμα στη λύση του προβλήματος, σύμφωνα με τον φιλόσοφο, είναι να δει ότι ο προσδιορισμός αυτής της γραμμής εξαρτάται από την αναλογία των γωνιών διάθλασης και των γωνιών πρόσπτωσης. Αυτό με τη σειρά του εξαρτάται από τις αλλαγές σε αυτές τις γωνίες που επέρχονται εξαιτίας διαφορών στα χρησιμο­ποιούμενα μέσα.

Όλες αυτές οι αλλαγές με τη σειρά τους εξαρτώνται τελικά από τον τρόπο με τον οποίο διαπερνά η ακτίνα το μέσο. Αυτού του είδους η γνώση προϋποθέτει γνώση της φύσης του φωτός, κ.ο.κ., για να καταλήξει ότι η έσχατη γνώση μας είναι η γνώση του τι είναι το φυσικό φαινόμενο.

Αυτή η τελευταία ερώτηση μπορεί, πιθανώς, να απαντηθεί από τη διαίσθηση (ενόραση) μόνο, δηλαδή μια καθαρά ορθολογιστική αντίληψη της αλήθειας μιας πρότασης για την οποία –όπως είπαμε- είμαστε απόλυτα βέβαιοι. Γνωρίζοντας τη φύση της φυσικής δύναμης, μπορούμε αναγωγικά να απαντήσουμε σε όλες τις πιθανές ερωτήσεις ή ζητήματα που μπορεί να προκύψουν. Οι διαδοχικές απαντήσεις συνδέονται αναγωγικά με την πρώτη διαίσθηση

Ο Αριστοτέλης και η ακράτεια σε σχέση με τα πάθη και την οργή

Ο Αριστοτέλης συνοψίζοντας τα ψυχικά φαινόμενα που οδηγούν τον άνθρωπο στην κακία καταλήγει σε τρία: «Τρία, λοιπόν, είναι τα ψυχικά φαινόμενα για τα οποία μας αποκαλούν κακούς: η κακία, η ακράτεια και η θηριωδία» (1200b 4.3).

Το δεδομένο ότι η κακία (σε όλες τις μορφές της) αποτελεί ψυχικό φαινόμενο καταδεικνύει ότι το ζήτημα της κατάκτησης της αρετής (και κατ’ επέκταση της ευτυχίας) έχει να κάνει με την ψυχική ισορροπία που θα επιφέρει το μέτρο σε όλες τις ανθρώπινες πράξεις. Οτιδήποτε διαταράσσει την ισορροπία αυτή έχει ως αποτέλεσμα τις στρεβλώσεις (που έχουν πάντα ψυχική αφετηρία), δηλαδή την ακύρωση της ευτυχίας ζημιώνοντας πρώτα το άτομο (που είναι αδύνατο να βιώσει την αληθινή χαρά της ουσιαστικής συναναστροφής) και στη συνέχει τον περίγυρο (που θα εισπράξει την αρνητικότητα της συμπεριφοράς του).

Η ύψιστη κακία δεν μπορεί παρά να ταυτίζεται με το ζωώδες: «Η θηριωδία είναι μια μορφή υπερβολικής κακίας. Όταν δηλαδή δούμε έναν άνθρωπο απόλυτα κακό, δε λέμε πια ότι είναι άνθρωπος αλλά άγριο θηρίο, με το σκεπτικό ότι υπάρχει μια μορφή κακίας ονόματι θηριωδία» (1200b 5.1).

Το θηριώδες, ως καταστάλαγμα του απόλυτου κακού, θα έλεγε κανείς ότι αφορά την κακία που ξεπερνά τα ανθρώπινα μέτρα. Αυτός είναι και ο λόγος που η αναζήτηση του αντίθετού του (δηλαδή το καταστάλαγμα του απόλυτου καλού) δεν μπορεί παρά να παραπέμπει σε κάτι θεϊκό, ως καλοσύνη που ξεπερνά (αντιστοίχως) τα ανθρώπινα μέτρα: «Για την αρετή που βρίσκεται στον αντίποδα της θηριωδίας δεν υπάρχει όνομα, αλλά μια ανάλογη αρετή θα ήταν πέρα από τα ανθρώπινα όρια, μια μορφή αρετής για ήρωες και θεούς» (1200b 5.2).

Μια τέτοια αρετή ενδεχομένως θα μπορούσαμε να την αποδώσουμε ως αγιοσύνη, λέξη που παραπέμπει επίσης στη σχέση με το θείο. Το σίγουρο είναι ότι ο Αριστοτέλης δε θα επιχειρήσει να την ονοματίσει: «Η αρετή τούτη παραμένει ανώνυμη, για το λόγο ότι επί του θεού δεν υφίσταται αρετή· ο θεός είναι ανώτερος από την αρετή, και δεν είναι σπουδαίος για το λόγο ότι έχει αρετή· αν ήταν έτσι, η αρετή θα ήταν ανώτερη από το θεό. Αυτός είναι ο λόγος που παραμένει ανώνυμη η αρετή που βρίσκεται στον αντίποδα της θηριωδίας» (1200b 5.2-3).

Σε σχέση με το ζήτημα της ακράτειας ο Αριστοτέλης πρώτα από όλα θα εκφράσει τη διαφωνία του με τον τρόπο που επιχείρησε να την ερμηνεύσει (ουσιαστικά εκμηδενίσει) ο Σωκράτης: «Ο Σωκράτης ο πρεσβύτερος, λοιπόν, απέρριπτε ολωσδιόλου την ακράτεια και έλεγε πως αυτή δεν υπάρχει· και τούτο, με το επιχείρημα ότι κανείς δε θα επέλεγε το κακό εν γνώσει του ότι είναι κακό· ενώ ο ακρατής φαίνεται πως γνωρίζει το κακό, πλην όμως το επιλέγει παρασυρμένος από το πάθος. Έτσι ο Σωκράτης θεωρούσε πως δεν υπάρχει ακράτεια· έσφαλε όμως. Διότι είναι άτοπο να πεισθούμε από αυτό το επιχείρημα και να απορρίψουμε κάτι που μας πείθει άμεσα: υπάρχουν όντως άνθρωποι ακρατείς, και αυτοί πράττουν το κακό μολονότι γνωρίζουν ότι είναι κακό» (1200b 6.2 και 6.3).

Το υπεραπλουστευτικό συμπέρασμα του Σωκράτη είναι αδύνατο να πείσει τον Αριστοτέλη, αφού η ίδια η ζωή το διαψεύδει. Η γνώση του κακού μπορεί να λειτουργεί ανασταλτικά για μια πράξη, αλλά δεν αποτελεί απαραβίαστη εγγύηση αποφυγής. Οι άνθρωποι που ενδίδουν σε απολαύσεις έχοντας πλήρη επίγνωση ότι δε θα έπρεπε αποτελούν πραγματικότητα που είναι αδύνατο να αρνηθεί κανείς.

Πολλοί από αυτούς ενδέχεται να νιώθουν τύψεις ακόμη και τη στιγμή που ενδίδουν, ακριβώς επειδή δεν έχουν την ψυχική δύναμη να αντισταθούν. Ο παχύσαρκος που κατανοεί ότι πρέπει να χάσει βάρος και για λόγους αισθητικής και για λόγους υγείας και παρόλα αυτά υποκύπτει σε βουλιμικά ξεσπάσματα δεν είναι περήφανος για τον εαυτό του. Έχοντας πλήρη γνώση ότι βλάπτει τον εαυτό του αναπαράγει την κακή πράξη διαψεύδοντας τα συμπεράσματα του Σωκράτη.

Αν κάποιος κάνει το κακό χωρίς να έχει επίγνωση αυτού, επειδή καθοδηγείται από κάποια υποκειμενική εσφαλμένη αντίληψη, τότε δεν είναι ακρατής αλλά παραπλανημένος. Ο Σωκράτης συγχέοντας τον άνθρωπο που βρίσκεται σε πλάνη με τον ακρατή ουσιαστικά ακύρωσε την ακράτεια ως έννοια κενή περιεχομένου.

Ο Αριστοτέλης είναι σαφής: «αν ο ακρατής έχει μια υποκειμενική αντίληψη των πραγμάτων, δεν μπορεί για τούτο να κατηγορηθεί. Διότι αν πράττει κάτι το κακό για το λόγο ότι δεν έχει μια ακριβή γνώση αλλά μια δικιά του αντίληψη, θα τον καταλάβαινε κανείς και θα τον συγχωρούσε που αποδέχτηκε την ηδονή και έπραξε το κακό χωρίς να γνωρίζει τα πράγματα με σιγουριά αλλά με μια υποκειμενική αντίληψη· και όσους τους καταλαβαίνουμε και τους συγχωρούμε, αυτούς δεν τους κατηγορούμε· ώστε και τον ακρατή, αν βασίζεται σε μια υποκειμενική αντίληψη των πραγμάτων, δε θα τον κατηγορήσει κανείς· πλην όμως τον κατηγορεί» (1201a 6.5).

Το μη αποδεκτό της συμπεριφοράς έχει να κάνει περισσότερο με τη συνείδηση μιας πράξης παρά με την πράξη καθεαυτή. Βεβαίως, υπάρχουν όρια. Μια εγκληματική πράξη δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την άγνοια. Η συμβίωση επιβάλλει κανόνες και οι πολίτες, ως φορείς της συμβίωσης, οφείλουν να τους ξέρουν.

Τα περιθώρια της συγχωρητέας πράξης αφορούν πρωτίστως τον τρόπο της συμπεριφοράς σε καθημερινό επίπεδο. Ένας γονιός που μπορεί να φέρεται σκληρά στο παιδί του τρέφοντας την αντίληψη ότι αυτού του είδους η ανατροφή θα το κάνει καλύτερο άνθρωπο αξίζει να συγχωρεθεί, ακόμη κι αν σφάλλει φτάνοντας σε σημεία υπερβολής. Ο γονιός όμως που φέρεται απάνθρωπα κακοποιώντας το παιδί του δεν είναι άξιος συγχώρεσης.

Με τον ίδιο τρόπο μπορεί κανείς να προσεγγίσει και το ζήτημα της ακράτειας. Εκείνος που παρουσιάζει ακρατή συμπεριφορά στο φαγητό, επειδή θεωρεί ότι η πολυφαγία θα τον ωφελήσει, είναι πλανημένος από τη δική του υποκειμενική άποψη και γι’ αυτό αξίζει να συγχωρεθεί. Αν καταλάβει την πλάνη του, θα αλλάξει και συμπεριφορά. Από αυτή την άποψη, ένας τέτοιος άνθρωπος μοιάζει περισσότερο με τον μη γνωρίζοντα, όπως τον περιέγραψε ο Σωκράτης.

Εκείνος, όμως, που, ενώ έχει πλήρη επίγνωση του λάθους, υποκύπτει διαρκώς σε αυτό αδυνατώντας να ελέγξει το πάθος που τον κατευθύνει είναι μια πολύ διαφορετική περίπτωση, αφού σηματοδοτεί τον κατεξοχήν ακρατή και επιφέρει κατηγορίες από τον περίγυρο. Μια τέτοια συμπεριφορά παραπέμπει σαφώς σε ανισορροπία της ψυχής. Κι όσο πιο υπερβολική είναι η ακράτεια που παρουσιάζεται, τόσο πιο μεγάλη και η ψυχική δυσαρμονία που την προξενεί. Μιλώντας με σύγχρονους όρους ένας τέτοιος άνθρωπος πρέπει να αποταθεί στη βοήθεια ειδικού.

Για τον Αριστοτέλη, ο ακρατής όχι μόνο μπορεί να κατέχει τη γνώση της σωστής συμπεριφοράς (και παρόλα αυτά να μην την εφαρμόζει), αλλά μπορεί να είναι κάτοχος της επιστήμης (με την έννοια της απόλυτης γνώσης) του καλού και να ενεργεί με αντίθετο τρόπο, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται: «Καταρχήν αυτό που λέχθηκε για την επιστήμη· θεωρείται αδύνατο να κατέχει κανείς την επιστήμη και μετά να τη χάσει και να πέσει στην αντίθετη κατάσταση. Το ίδιο συμβαίνει και με την υποκειμενική αντίληψη των πραγμάτων· γιατί στην περίπτωσή μας δεν έχει διαφορά αν πρόκειται περί επιστήμης ή υποκειμενικής αντίληψης» (1201b 6.11-12).

Και θα εξηγήσει αμέσως: «Δεν αποτελεί καθόλου παράδοξο να πράττει ένας άνθρωπος ακρατής κάτι το κακό, είτε αυτός κατέχει την επιστήμη είτε έχει μια ισχυρή υποκειμενική αντίληψη. Διότι το “είμαι επιστήμων” είναι δίσημο: πρώτη σημασία είναι “να κατέχει κανείς την επιστήμη” (διότι πράγματι λέμε “είναι επιστήμων” για όποιον τυχόν έχει την επιστήμη)· δεύτερη σημασία είναι “να λειτουργεί κανείς με βάση την επιστήμη”. Ακρατής, λοιπόν, είναι αυτός που κατέχει μεν την επιστημονική γνώση του καλού, πλην όμως δε λειτουργεί βάσει αυτής. Κατά προέκταση, όταν δε λειτουργεί βάσει αυτής, δεν είναι καθόλου παράδοξο να πράττει αυτός το κακό μολονότι κατέχει την επιστήμη» (1201b 6.13-14).

Με άλλα λόγια, στην ακράτεια του φαγητού είναι δυνατό να υποκύψει όχι μόνο αυτός που γνωρίζει από μια υποκειμενική άποψη ότι η πολυφαγία είναι κάτι αρνητικό, αλλά και ο ίδιος ο γιατρός (επιστήμων), που κατέχει την απόλυτη επιστημονική γνώση των βλαβερών συνεπειών της παχυσαρκίας. Η αναγνώριση ότι η ακράτεια αφορά ακόμη και τους ανθρώπους που κατέχουν την επιστημονική γνώση είναι η ολοκληρωτική απόρριψη της σωκρατικής ιδέας «ουδείς έκων κακός».

Ο Αριστοτέλης θα επιχειρήσει και την ερμηνεία αυτής της παραδοξότητας: «Είναι ακριβώς αυτό που συμβαίνει σε όσους κοιμούνται. Αυτοί, μολονότι κατέχουν την επιστήμη, κάνουν και παθαίνουν στον ύπνο τους πολλά φοβερά και τρομερά. Η αιτία είναι ότι στην περίπτωσή τους δε λειτουργεί η επιστήμη. Τούτο ακριβώς συμβαίνει και με τον ακρατή: αυτός είναι σαν να κοιμάται, και δε λειτουργεί βάσει της επιστήμης. Αυτός, λοιπόν, είναι ο τρόπος με τον οποίο λύνεται το πρόβλημα» (1201b 16.14).

Η ακράτεια παρουσιάζεται σαν μια κατάσταση ύπνωσης, σαν ανθρώπινη αδυναμία που εκμηδενίζοντας τη λογική αφήνει ελεύθερα τα άλογα πάθη της ψυχής να καθορίσουν τις πράξεις. Όπως ελευθερώνονται στον ύπνο επιφέροντας όνειρα «φοβερά και τρομερά», έτσι μπορούν να κυριαρχήσουν και στην πραγματική ζωή μετατρέποντας τον άνθρωπο σε έρμαιά τους.

Ένα δεύτερο παράδειγμα θα διαφωτίσει ακόμη περισσότερο τα πράγματα: «δεν αποτελεί καθόλου παράδοξο αυτό που συμβαίνει με τον ακρατή που, μολονότι έχει την επιστήμη, πράττει κάτι το κακό. Ισχύει αυτό που συμβαίνει και με τους μεθυσμένους. Οι μεθυσμένοι, δηλαδή, μόλις ξεμεθύσουν, είναι και πάλι οι ίδιοι ακριβώς άνθρωποι· δεν έχασαν ούτε το λογικό τους ούτε την επιστήμη τους, αλλά αυτή ανασχέθηκε από τη μέθη· μόλις η μέθη περάσει, πάλι οι ίδιοι άνθρωποι είναι. Το ίδιο και ο ακρατής. Το πάθος του, με την επικράτησή του, έκανε το λογικό του να αδρανοποιηθεί· μόλις όμως περάσει το πάθος του ακρατούς, όπως ακριβώς και η μέθη, πάλι ο ίδιος άνθρωπος είναι» (1202a 6.17).

Η ακράτεια έχει να κάνει πρωτίστως με τις σωματικές ηδονές: «Από τα αγαθά άλλα είναι εξωτερικά, για παράδειγμα ο πλούτος, η εξουσία, οι τιμές, οι φίλοι, η δόξα, άλλα είναι αναγκαία και έχουν να κάνουν με το σώμα, για παράδειγμα η αφή και η γεύση. Αυτός που είναι ακρατής ως προς αυτά, αυτός θεωρείται και εν γένει ακρατής. Υπάρχουν και ηδονές σωματικές· και η μορφή ακράτειας που αναζητούσαμε φαίνεται πως με αυτές έχει να κάνει» (1202a 6.21).

Γι’ αυτό κι όταν γίνεται λόγος για κάποιον ακρατή δε χρειάζονται διευκρινίσεις για να εξακριβωθεί επακριβώς το πεδίο της ακράτειάς του. Εννοείται από θέση αρχής ότι πρόκειται για το αχαλίνωτο των σωματικών ηδονών: «όταν μιλάμε για τον ακρατή στην καθαρή του μορφή δε χρειάζεται να διευκρινίσουμε ως προς τι είναι ακρατής, διότι αυτό, το ως προς τι δηλαδή είναι ακρατής ο ακρατής, είναι κάτι άμεσα συνδεδεμένο μαζί του και χωρίς διευκρινίσεις αυτονόητο· ο ακρατής, στην καθαρή του μορφή, είναι ακρατής ως προς τις ηδονές και λύπες τις σωματικές» (1202a 6.22).

Κατ’ επέκταση, η ακράτεια δεν πρέπει να συνδέεται τόσο με τα εξωτερικά αγαθά (πλούτος, τιμές) όσο με τα αναγκαία και κυρίως με αυτά που σχετίζονται με τις σωματικές απολαύσεις: «Αφού ο ακρατής είναι άξιος ψόγου, πρέπει να είναι άξια ψόγου και αυτά ως προς τα οποία είναι ακρατής· μα βέβαια οι τιμές και η δόξα και η εξουσία και τα χρήματα και όλα τα υπόλοιπα προς τα οποία λέγονται οι άνθρωποι ακρατείς, δεν είναι πράγματα άξια ψόγου, ενώ οι σωματικές ηδονές είναι· αυτή είναι και η αιτία που εύλογα αποκαλείται ακρατής, και μάλιστα στην καθαρή του μορφή, αυτός που υπερβάλλει στις σωματικές ηδονές και ξεπερνάει το πρέπον» (1202b 6.23).

Το ότι οι σωματικές ηδονές αποτελούν το κυρίαρχο πεδίο της ακράτειας δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως απαξίωσή τους ή (πολύ περισσότερο) ως προσπάθεια ενοχοποίησής τους. Το κακό δεν αφορά τις απολαύσεις του σώματος (ο υγιής άνθρωπος πρέπει να τις χαίρεται), αλλά τη διατάραξη του μέτρου που τις καθιστά αχαλίνωτες κι ως εκ τούτου επιβλαβείς. Η αναγνώριση ότι οι σωματικές ηδονές είναι άξιες ψόγου δεν αφορά την από θέση αρχής αναντίρρητη καταδίκη τους (ο Αριστοτέλης δεν αρνείται το σώμα), αλλά την υπερβολή που εκμηδενίζει όλες τις άλλες δραστηριότητες.

Από την άλλη, το ότι η ακράτεια δε σχετίζεται με τη δόξα, τις τιμές, το χρήμα και την εξουσία δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως δικαιολόγηση όλων των μέσων για την απόκτηση αυτών των αγαθών με την ισοπεδωτική σκέψη, ότι αφού αυτά είναι καλά, όπως και να τα επιδιώξει κανείς είναι σωστό. Ασφαλώς και ο Αριστοτέλης δε δικαιολογεί (πολύ περισσότερο επαινεί) ούτε τον άπληστο (ακρατή ως προς το χρήμα) ούτε το ματαιόδοξο (ακρατή ως προς τις τιμές) ούτε τον τύραννο (ακρατή ως προς την εξουσία).

Το ζήτημα τίθεται αυστηρά εννοιολογικά. Η αναζήτηση της τιμής με τον υγιή τρόπο της αξίας, που θα καθοδηγήσει κάποιον να γίνει ακόμη καλύτερος προκειμένου να κερδίσει την αναγνώριση είναι κάτι θετικό, όπως και η εξουσία ή το χρήμα. Ο επιστήμονας που επιδιώκοντας να ξεχωρίσει (είτε για να δοξαστεί είτε για να αποκτήσει χρήματα) εργάζεται σκληρά στην επιστήμη του ανακαλύπτοντας πράγματα και προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες στους συνανθρώπους του ασφαλώς και δεν είναι καταδικαστέος. Το ίδιο και ο πολιτικός που πολιτεύεται με σοβαρό και υπεύθυνο τρόπο.

Το πρόβλημα έγκειται όταν επιδιώκει κανείς όλα αυτά με ανέντιμους τρόπους, όταν δηλαδή δεν τα ταυτίζει με την αξία αλλά με την εξαπάτηση ή την κυνικότητα της ισχύος. Όμως, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ακρατής. Αυτός είναι ο άδικος και είναι ζήτημα της πολιτείας να ματαιωθούν οι επιδιώξεις του.

Από κει και πέρα, υπάρχουν περιπτώσεις ακρατούς συμπεριφοράς που ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζει νοσήματα: «Κάποιες μορφές ακράτειας αποτελούν νοσήματα. Νοσήματα αποτελούν, για παράδειγμα, περιπτώσεις σαν την ακόλουθη: υπάρχουν κάποιοι που μαδούνε τις τρίχες τους και τρώνε τα νύχια τους. Αν, λοιπόν, ένας από αυτούς καταφέρει να ελέγξει αυτή την ηδονή, δε σημαίνει ότι γίνεται άξιος επαίνου, ούτε βέβαια και άξιος ψόγου σε περίπτωση που δεν καταφέρει να την ελέγξει, είτε σε απόλυτο είτε σε σχετικό βαθμό» (1202a 16.20).

Για τον Αριστοτέλη η ακράτεια ως προς τις σωματικές ηδονές είναι περισσότερο επιτιμητέα από την ακράτεια σε σχέση με την οργή: «Η ακράτεια ως προς την οργή θυμίζει τους υπηρέτες που δείχνουν μεγάλη προθυμία να εξυπηρετήσουν κάποιον. Διότι αυτοί, μόλις τους πει ο αφέντης τους “δώσε μου”, πετάγονται με προθυμία και, πριν ακούσουν τι πρέπει να του δώσουν, του δίνουν κάτι αλλά όχι αυτό που έπρεπε· π.χ., πολλές φορές που έπρεπε να του δώσουν ένα βιβλίο, του έδωσαν ένα εργαλείο γραφής. Κάτι σαν κι αυτό έχει πάθει και ο ως προς την οργή ακρατής. Μόλις ακούσει την πρώτη κουβέντα, ότι ο χ διέπραξε κάποια αδικία, ορμά αμέσως ο θυμός του προς την εκδίκηση, χωρίς καθόλου να περιμένει να ακούσει μήπως έπρεπε να το κάνει αυτό ο χ ή δεν έπρεπε, ή μήπως δεν έπρεπε να το κάνει στον ακραίο βαθμό ακριβώς που το έκανε. Αυτού του είδους η ορμή προς την οργή, η οποία και μοιάζει με ακράτεια οργής, δεν είναι τόσο επιτιμητέα, ενώ η ορμή προς την ηδονή είναι οπωσδήποτε άξια ψόγου» (1202b 6.24-25-26).

Και θα το δικαιολογήσει: «η ακράτεια ως προς την οργή είναι μια μορφή λύπης (δεν υπάρχει οργιζόμενος που να μην λυπάται), ενώ η ακράτεια ως προς τις επιθυμίες συνοδεύεται πάντα από ηδονή. Γι’ αυτό και αξίζει ψόγο μεγαλύτερο· γιατί η ακράτεια ως προς την ηδονή θεωρείται πως εμπεριέχει ένα στοιχείο ύβρεως» (1202b 6.26).

Αριστοτέλης, Ηθικά Μεγάλα

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΞΕΝΟΦΩΝ, ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ

ΞΕΝ Αγ 1.6–1.22

(ΞΕΝ Αγ 1.6–1.38: Η εκστρατεία του Αγησίλαου στη Μ. Ασία) Η πρόταση για την εκστρατεία – Πρώτα δείγματα της ευσέβειας και της στρατηγικής δεινότητας του Αγησίλαου – Φιλάνθρωπη αντιμετώπιση των αντιπάλων και των αιχμαλώτων

Αφού διηγήθηκε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες κατέλαβε την εξουσία ο Αγησίλαος, ο Ξενοφώντας περνά στην αφήγηση της εκστρατείας του στη Μ. Ασία.


[1.6] Ὅσα γε μὴν ἐν τῇ βασιλείᾳ διεπράξατο νῦν ἤδη διηγή-
σομαι· ἀπὸ γὰρ τῶν ἔργων καὶ τοὺς τρόπους αὐτοῦ κάλ-
λιστα νομίζω καταδήλους ἔσεσθαι. Ἀγησίλαος τοίνυν ἔτι
μὲν νέος ὢν ἔτυχε τῆς βασιλείας· ἄρτι δὲ ὄντος αὐτοῦ ἐν
τῇ ἀρχῇ, ἐξηγγέλθη βασιλεὺς ὁ Περσῶν ἁθροίζων καὶ
ναυτικὸν καὶ πεζὸν πολὺ στράτευμα ὡς ἐπὶ τοὺς Ἕλληνας·
[1.7] βουλευομένων δὲ περὶ τούτων Λακεδαιμονίων καὶ τῶν συμ-
μάχων, Ἀγησίλαος ὑπέστη, ἐὰν δῶσιν αὐτῷ τριάκοντα μὲν
Σπαρτιατῶν, δισχιλίους δὲ νεοδαμώδεις, εἰς ἑξακισχιλίους
δὲ τὸ σύνταγμα τῶν συμμάχων, διαβήσεσθαι εἰς τὴν Ἀσίαν
καὶ πειράσεσθαι εἰρήνην ποιῆσαι, ἢ ἂν πολεμεῖν βούληται
ὁ βάρβαρος, ἀσχολίαν αὐτῷ παρέξειν στρατεύειν ἐπὶ τοὺς
Ἕλληνας. [1.8] εὐθὺς μὲν οὖν πολλοὶ πάνυ ἠγάσθησαν αὐτὸ
τοῦτο <τὸ> ἐπιθυμῆσαι, ἐπειδὴ ὁ Πέρσης πρόσθεν ἐπὶ τὴν
Ἑλλάδα διέβη, ἀντιδιαβῆναι ἐπ’ αὐτόν, τό τε αἱρεῖσθαι
ἐπιόντα μᾶλλον ἢ ὑπομένοντα μάχεσθαι αὐτῷ, καὶ τὸ
τἀκείνου δαπανῶντα βούλεσθαι μᾶλλον ἢ τὰ τῶν Ἑλλήνων
πολεμεῖν, κάλλιστον δὲ πάντων ἐκρίνετο <τὸ> μὴ περὶ τῆς
Ἑλλάδος ἀλλὰ περὶ τῆς Ἀσίας τὸν ἀγῶνα καθιστάναι.
[1.9] ἐπεί γε μὴν λαβὼν τὸ στράτευμα ἐξέπλευσε, πῶς ἄν τις
σαφέστερον ἐπιδείξειεν ὡς ἐστρατήγησεν ἢ εἰ αὐτὰ διηγή-
σαιτο ἃ ἔπραξεν; [1.10] ἐν τοίνυν τῇ Ἀσίᾳ ἥδε πρώτη πρᾶξις
ἐγένετο. Τισσαφέρνης μὲν ὤμοσεν Ἀγησιλάῳ, εἰ σπεί-
σαιτο ἕως ἔλθοιεν οὓς πέμψειε πρὸς βασιλέα ἀγγέλους,
διαπράξεσθαι αὐτῷ ἀφεθῆναι αὐτονόμους τὰς ἐν τῇ Ἀσίᾳ
πόλεις Ἑλληνίδας, Ἀγησίλαος δὲ ἀντώμοσε σπονδὰς ἄξειν
ἀδόλως, ὁρισάμενος τῆς πράξεως τρεῖς μῆνας. [1.11] ὁ μὲν δὴ
Τισσαφέρνης ἃ ὤμοσεν εὐθὺς ἐψεύσατο· ἀντὶ γὰρ τοῦ
εἰρήνην πράττειν στράτευμα πολὺ παρὰ βασιλέως πρὸς
ᾧ πρόσθεν εἶχε μετεπέμπετο. Ἀγησίλαος δὲ καίπερ αἰσθό-
μενος ταῦτα ὅμως ἐνέμεινε ταῖς σπονδαῖς. [1.12] ἐμοὶ οὖν τοῦτο
πρῶτον καλὸν δοκεῖ διαπράξασθαι, ὅτι Τισσαφέρνην μὲν
ἐμφανίσας ἐπίορκον ἄπιστον πᾶσιν ἐποίησεν, ἑαυτὸν δ’
ἀντεπιδείξας πρῶτον μὲν ὅρκους ἐμπεδοῦντα, ἔπειτα συν-
θήκας μὴ ψευδόμενον, πάντας ἐποίησε καὶ Ἕλληνας καὶ
βαρβάρους θαρροῦντας συντίθεσθαι ἑαυτῷ, εἴ τι βούλοιτο.
[1.13] ἐπεὶ δὲ μέγα φρονήσας ὁ Τισσαφέρνης ἐπὶ τῷ καταβάντι
στρατεύματι προεῖπεν Ἀγησιλάῳ πόλεμον, εἰ μὴ ἀπίοι ἐκ
τῆς Ἀσίας, οἱ μὲν ἄλλοι σύμμαχοι καὶ Λακεδαιμονίων οἱ
παρόντες μάλα ἀχθεσθέντες φανεροὶ ἐγένοντο, νομίζοντες
μείονα τὴν παροῦσαν δύναμιν Ἀγησιλάῳ τῆς βασιλέως
παρασκευῆς εἶναι· Ἀγησίλαος δὲ μάλα φαιδρῷ τῷ προσώπῳ
ἀπαγγεῖλαι τῷ Τισσαφέρνει τοὺς πρέσβεις ἐκέλευσεν ὡς
πολλὴν χάριν αὐτῷ ἔχοι ὅτι ἐπιορκήσας αὐτὸς μὲν πολε-
μίους τοὺς θεοὺς ἐκτήσατο, τοῖς δ’ Ἕλλησι συμμάχους
ἐποίησεν. [1.14] ἐκ δὲ τούτου εὐθὺς τοῖς μὲν στρατιώταις παρήγ-
γειλε συσκευάζεσθαι ὡς εἰς στρατείαν· ταῖς δὲ πόλεσιν εἰς
ἃς ἀνάγκη ἦν ἀφικνεῖσθαι στρατευομένῳ ἐπὶ Καρίαν προεῖπεν
ἀγορὰν παρασκευάζειν. ἐπέστειλε δὲ καὶ Ἴωσι καὶ Αἰολεῦσι
καὶ Ἑλλησποντίοις πέμπειν πρὸς αὑτὸν εἰς Ἔφεσον τοὺς
συστρατευσομένους. [1.15] ὁ μὲν οὖν Τισσαφέρνης, καὶ ὅτι
ἱππικὸν οὐκ εἶχεν ὁ Ἀγησίλαος, ἡ δὲ Καρία ἄφιππος ἦν,
καὶ ὅτι ἡγεῖτο αὐτὸν ὀργίζεσθαι αὐτῷ διὰ τὴν ἀπάτην, τῷ
ὄντι νομίσας ἐπὶ τὸν αὐτοῦ οἶκον εἰς Καρίαν ὁρμήσειν αὐτόν,
τὸ μὲν πεζὸν ἅπαν διεβίβασεν ἐκεῖσε, τὸ δὲ ἱππικὸν εἰς τὸ
Μαιάνδρου πεδίον περιήγαγε, νομίζων ἱκανὸς εἶναι κατα-
πατῆσαι τῇ ἵππῳ τοὺς Ἕλληνας πρὶν εἰς τὰ δύσιππα ἀφ-
ικέσθαι. [1.16] ὁ δὲ Ἀγησίλαος ἀντὶ τοῦ ἐπὶ Καρίαν ἰέναι εὐθὺς
ἀντιστρέψας ἐπὶ Φρυγίας ἐπορεύετο· καὶ τάς τε ἐν τῇ πορείᾳ
ἀπαντώσας δυνάμεις ἀναλαμβάνων ἦγε καὶ τὰς πόλεις κατε-
στρέφετο καὶ ἐμβαλὼν ἀπροσδοκήτως παμπληθῆ χρήματα
[1.17] ἔλαβε. στρατηγικὸν οὖν καὶ τοῦτο ἐδόκει διαπράξασθαι,
ὅτι ἐπεὶ πόλεμος προερρήθη καὶ τὸ ἐξαπατᾶν ὅσιόν τε καὶ
δίκαιον ἐξ ἐκείνου ἐγένετο, παῖδα ἀπέδειξε τὸν Τισσαφέρνην
τῇ ἀπάτῃ, φρονίμως δὲ καὶ τοὺς φίλους ἐνταῦθα ἔδοξε
[1.18] πλουτίσαι· ἐπεὶ γὰρ διὰ τὸ πολλὰ χρήματα εἰλῆφθαι ἀντί-
προικα τὰ πάντα ἐπωλεῖτο, τοῖς μὲν φίλοις προεῖπεν ὠνεῖ-
σθαι, εἰπὼν ὅτι καταβήσοιτο ἐπὶ θάλατταν ἐν τάχει τὸ
στράτευμα κατάγων· τοὺς δὲ λαφυροπώλας ἐκέλευσε γρα-
φομένους ὁπόσου τι πρίαιντο προΐεσθαι τὰ χρήματα. ὥστε
οὐδὲν προτελέσαντες οἱ φίλοι αὐτοῦ οὐδὲ τὸ δημόσιον βλά-
[1.19] ψαντες πάντες παμπληθῆ χρήματα ἔλαβον. ἔτι δὲ ὁπότε
αὐτόμολοι ὡς εἰκὸς πρὸς βασιλέα ἰόντα χρήματα ἐθέλοιεν
ὑφηγεῖσθαι, καὶ ταῦτα ἐπεμέλετο ὡς διὰ τῶν φίλων ἁλί-
σκοιτο, ὅπως ἅμα μὲν χρηματίζοιντο, ἅμα δὲ ἐνδοξότεροι
γίγνοιντο. διὰ μὲν δὴ ταῦτα εὐθὺς πολλοὺς ἐραστὰς τῆς
αὑτοῦ φιλίας ἐποιήσατο. [1.20] γιγνώσκων δ’ ὅτι ἡ μὲν πορθου-
μένη καὶ ἐρημουμένη χώρα οὐκ ἂν δύναιτο πολὺν χρόνον
στράτευμα φέρειν, ἡ δ’ οἰκουμένη μὲν σπειρομένη δὲ ἀέναον
ἂν τὴν τροφὴν παρέχοι, ἐπεμέλετο οὐ μόνον τοῦ βίᾳ χει-
ροῦσθαι τοὺς ἐναντίους, ἀλλὰ καὶ τοῦ πρᾳότητι προσάγεσθαι.
[1.21] καὶ πολλάκις μὲν προηγόρευε τοῖς στρατιώταις τοὺς ἁλι-
σκομένους μὴ ὡς ἀδίκους τιμωρεῖσθαι, ἀλλ’ ὡς ἀνθρώπους
ὄντας φυλάττειν, πολλάκις δὲ ὁπότε μεταστρατοπεδεύοιτο,
εἰ αἴσθοιτο καταλελειμμένα παιδάρια μικρὰ ἐμπόρων, ἃ
πολλοὶ ἐπώλουν διὰ τὸ νομίζειν μὴ δύνασθαι ἂν φέρειν
αὐτὰ καὶ τρέφειν, ἐπεμέλετο καὶ τούτων ὅπως συγκομίζοιντό
ποι. [1.22] τοῖς δ’ αὖ διὰ γῆρας καταλειπομένοις αἰχμαλώτοις προσ-
έταττεν ἐπιμελεῖσθαι αὐτῶν, ὡς μήτε ὑπὸ κυνῶν μήθ’ ὑπὸ
λύκων διαφθείροιντο. ὥστε οὐ μόνον οἱ πυνθανόμενοι ταῦτα,
ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ ἁλισκόμενοι εὐμενεῖς αὐτῷ ἐγίγνοντο.
ὁπόσας δὲ πόλεις προσαγάγοιτο, ἀφαιρῶν αὐτῶν ὅσα δοῦ-
λοι δεσπόταις ὑπηρετοῦσι προσέταττεν ὅσα ἐλεύθεροι ἄρ-
χουσι πείθονται· καὶ τῶν κατὰ κράτος ἀναλώτων τειχέων
τῇ φιλανθρωπίᾳ ὑπὸ χεῖρα ἐποιεῖτο.

***
΄Οσα λοιπόν έκαμε κατά το διάστημα της βασιλείας του θα διηγηθώ τώρα· διότι από τας πράξεις του νομίζω ότι θα γίνη φανερός και ο χαρακτήρ του.

Ο Αγησίλαος ανέλαβε την βασιλείαν νέος ακόμη· ολίγον δε μετά την ανάρρησιν του εις την αρχήν ανηγγέλθη ότι ο βασιλεύς των Περσών εμάζευε ναυτικόν και πεζικόν στράτευμα πολυάριθμον δια να εκστρατεύση κατά των Ελλήνων. Κατά την σχετικήν σύσκεψιν των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων των, ο Αγησίλαος ανέλαβε, εάν του δώσουν τριάκοντα Σπαρτιάτας, δύο χιλιάδας απελευθέρους και σώμα από εξ χιλιάδας περίπου συμμάχους, να περάση εις την Ασίαν και να προσπαθήση να κάμη ειρήνην, ή, αν ο βάρβαρος θέλει να πολεμήση, να τον απασχολήση, ώστε να τον εμποδίση να εκστρατεύση κατά των Ελλήνων.

Αμέσως λοιπόν πολλοί μετά μεγάλου ενθουσιασμού απεδέχθησαν την πρότασιν αυτήν, αφού ο Πέρσης είχε επιδράμει προηγουμένως κατά της Ελλάδος, να μεταβούν οι Έλληνες εναντίον του, να τον πολεμήσουν επιτιθέμενοι κατ' αυτού μάλλον παρά αναμένοντες αυτόν και να φθείρουν πολεμούντες μάλλον την χώραν του παρά την Ελλάδα, καλύτερον δε από όλα εκρίθη να γίνη ο αγών όχι εις την Ελλάδα αλλ' εις την Ασίαν.

Συγκεντρώσας όθεν το στράτευμά του ο Αγησίλαος απέπλευσε. Πώς να αποδείξω πόσην ικανότητα επέδειξε ως στρατηγός παρά αφηγούμενος όσα διέπραξε;

Ιδού ποία ήτο η πρώτη του πράξις εις την Ασίαν. Ο μεν Τισσαφέρνης δι' όρκου εδήλωσε εις τον Αγησίλαον ότι, εάν εδέχετο να γίνη ανακωχή μέχρις ότου επιστρέψουν οι απεσταλμένοι τους οποίους είχε στείλει προς τον βασιλέα (της Περσίας), θα του άφηνε ελευθέρας τας ελληνικάς πόλεις της Ασίας, ο δε Αγησίλαος ανθυπεσχέθη δι' όρκου ότι θα διατηρήση πιστώς την ανακωχήν, ορίσας προθεσμίαν τριών μηνών. Αλλ' ο Τισσαφέρνης αμέσως παρέβη τον όρκον του. Διότι, αντί να φροντίση δια την ειρήνην, εζήτησε από τον βασιλέα πολύν στρατόν πλην εκείνου τον οποίον προηγουμένως είχεν. Ο Αγησίλαος δε, μολονότι αντελήφθη ταύτα, εν τούτοις επέμεινεν εις την ανακωχήν. Εγώ λοιπόν νομίζω ότι ο Αγησίλαος έκαμε το πρώτον αυτό καλόν, ότι εμφανίσας τον Τισσαφέρνην ως επίορκον, τον κατέστησεν ύποπτον εις όλους και ότι, ανταποδείξας τον εαυτόν του ως τηρούντα τους όρκους και μη παρασπονδούντα, έκαμε όλους, Έλληνας και βαρβάρους, μετά θάρρους να συνάψουν μαζί τας συνθήκας, εάν ήθελε.

Επειδή δε ο Τισσαφέρνης, υπερηφανευόμενος δια τα αφιχθέντα νέα στρατεύματα, ηπείλει τον Αγησίλαον με πόλεμον εάν δεν έφευγε από την Ασίαν, οι μεν άλλοι σύμμαχοι και οι παρόντες από τους Λακεδαιμονίους εφαίνοντο λίαν στενοχωρημένοι, φοβούμενοι ότι η εκεί ευρισκομένη δύναμις του Αγησιλάου ήτο μικροτέρα από την πολεμικήν προετοιμασίαν του βασιλέως των Περσών. Ο Αγησίλαος όμως, με πρόσωπον γελαστόν, έδωσε εντολήν εις τους απεσταλμένους του Τισσαφέρνους να του ειπούν ότι πολύ τον ευχαριστεί διότι παρασπονδήσας έκαμε τους θεούς εχθρούς του και συμμάχους των Ελλήνων. Μετά ταύτα, αμέσως τους μεν στρατιώτας διέταξε να ετοιμασθούν δι' εκστρατείαν, εις δε τας πόλεις από τας οποίας έμελλε κατ' ανάγκην να περάση διά να μεταβή εναντίον της Καρίας επέβαλε να ετοιμάσουν ζωοτροφίας. Παρήγγειλε δε και εις τους Ίωνας και Αιολείς και Ελλησποντίους να του στείλουν εις την Έφεσον τους στρατιώτας των, οι οποίοι θα προσετίθεντο εις το στράτευμά του.

Ο Τισσαφέρνης, γνωρίζων ότι ο Αγησίλαος εστερείτο ιππικού, η δε Καρία ήτο ακατάλληλος προς ιππασίαν, και ότι αυτός ήτο ωργισμένος διά την απάτην , ων βέβαιος ότι θα επετίθετο κατά της χώρας του Καρίας, το μεν πεζικόν του έστειλεν όλον εκεί, το δε ιππικόν έβαλε γύρω εις το πεδίον του Μαιάνδρου, νομίζων ότι θα συνέτριβε κάτω από τους ίππους του τους Έλληνας προτού φθάσουν εις τα μέρη, όπου το ιππικόν δεν ήτο χρησιμοποιήσιμον.

Αλλ' ο Αγησίλαος αντί να κατευθυνθή εις την Καρίαν, αλλάξας δρόμον επορεύθη εναντίον της Φρυγίας και τα μεν στρατεύματα τα οποία συνήντα κατά την πορείαν του έπαιρνε μαζί του, τας δε πόλεις κατέστρεφε και απροόπτως εισβάλλων συνέλεγε άπειρα λάφυρα. Ήτο δε στρατηγικόν του εύρημα και το ότι, αφού ο πόλεμος εκηρύχθη και η απάτη ήτο πράγμα όσιον και δίκαιον, απέδειξε τον Τισσαφέρνην παιδί ως προς την απάτην. Φρονίμως δε απεφάσισε να πλουτίση τους φίλους του. Διότι, επειδή λόγω της αφθονίας των λαφύρων, όλα επωλούντο ευθηνότατα, τους μεν φίλους του προειδοποίησε να αγοράσουν, ειπών ότι θα καταβή προς την θάλασσαν γρήγορα με τον στρατόν του, τους δε πωλητάς των λαφύρων υπεχρέωσε να καταγράφουν πόσον ηγόρασαν τα λάφυρα· ώστε, χωρίς να προκαταβάλουν τίποτε οι φίλοι του και χωρίς να ζημιώσουν το δημόσιον, όλοι επήραν άπειρα λάφυρα. Προσέτι οσάκις επληροφορείτο ότι λιποτάκται από τον στρατόν του μετέβαινον εις τον βασιλέα (της Περσίας) δια να πάρουν τίποτε λάφυρα, εφρόντιζε να τα συλλάβη διά των φίλων του, ώστε αφ' ενός να κερδίζουν και αφ' ετέρου να γίνωνται ενδοξότεροι.

Δι' όλων αυτών κατώρθωσε ν' αποκτήση αμέσως πολλούς φίλους.

Γνωρίζων δε ότι η μεν καταστρεφομένη και ερημουμένη χώρα δεν δύναται να συντηρήση επί πολύ έν στράτευμα, η δε κατοικουμένη και σπειρομένη ημπορεί να παρέχη διαρκώς τροφήν, εφρόντιζε όχι μόνον να υποτάσση διά των όπλων τους εχθρούς, αλλά και να τους φέρη προς το μέρος του με πραότητα. Και πολλάκις μεν συνίστα εις τους στρατιώτας του να μη μεταχειρίζωνται τους αιχμαλώτους ως εγκληματίας, αλλά να τους φέρωνται ως προς ομοίους των, πολλάκις δε όταν μετέφερον το στρατόπεδον από έν μέρος εις άλλο, αν αντελαμβάνετο ότι έμποροι είχον αφήσει μικρά παιδία, πολλά των οποίων δεν επώλουν διότι ενόμιζον ότι δεν ημπορούσαν να τα φέρουν μαζί των και να τα θρέψουν, εφρόντιζε να τα μεταφέρουν εις κάποιον ασφαλές μέρος. Τους δε γέροντας αιχμαλώτους, οι οποίοι λόγω της ηλικίας των δεν ημπορούσαν να ακολουθήσουν, διέτασσε να τους προφυλάξουν, ώστε να μη τους κατασπαράξουν σκύλοι ή λύκοι. Ώστε όχι μόνον εκείνοι που εμάνθανον αυτήν την διαγωγήν του, αλλά και αυτοί οι αιχμάλωτοι αφωσιώνοντο εις αυτόν. Όσας δε πόλεις κατέκτα, απαλλάσσων αυτάς από τα καθήκοντα των δούλων προς τους κυριάρχους των, επέβαλλε όσα αρμόζουν να κάμουν οι ελεύθεροι προς τους άρχοντάς των. Κατ' αυτόν τον τρόπον και τα τείχη τα οποία ήτο τελείως αδύνατον να κυριευθούν τα υπέτασσε με την καλωσύνην.