Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἑλένη (123-166)

ΕΛ. ἤδη δ᾽ ἐν οἴκοις σὺν δάμαρτι Μενέλεως;
ΤΕ. οὔκουν ἐν Ἄργει ‹γ᾽› οὐδ᾽ ἐπ᾽ Εὐρώτα ῥοαῖς.
125 ΕΛ. αἰαῖ· κακὸν τόδ᾽ εἶπας οἷς κακὸν λέγεις.
ΤΕ. ὡς κεῖνος ἀφανὴς σὺν δάμαρτι κλήιζεται.
ΕΛ. οὐ πᾶσι πορθμὸς αὑτὸς Ἀργείοισιν ἦν;
ΤΕ. ἦν, ἀλλὰ χειμὼν ἄλλοσ᾽ ἄλλον ὥρισεν.
ΕΛ. ποίοισιν ἐν νώτοισι ποντίας ἁλός;
130 ΤΕ. μέσον περῶσι πέλαγος Αἰγαίου πόρου.
ΕΛ. κἀκ τοῦδε Μενέλεων οὔτις οἶδ᾽ ἀφιγμένον;
ΤΕ. οὐδείς· θανὼν δὲ κλήιζεται καθ᾽ Ἑλλάδα.
ΕΛ. ἀπωλόμεσθα· Θεστιὰς δ᾽ ἔστιν κόρη;
ΤΕ. Λήδαν ἔλεξας; οἴχεται θανοῦσα δή.
135 ΕΛ. οὔ πού νιν Ἑλένης αἰσχρὸν ὤλεσεν κλέος;
ΤΕ. φασίν, βρόχωι γ᾽ ἅψασαν εὐγενῆ δέρην.
ΕΛ. οἱ Τυνδάρειοι δ᾽ εἰσὶν ἢ οὐκ εἰσὶν κόροι;
ΤΕ. τεθνᾶσι κοὐ τεθνᾶσι· δύο δ᾽ ἐστὸν λόγω.
ΕΛ. πότερος ὁ κρείσσων; ὦ τάλαιν᾽ ἐγὼ κακῶν.
140 ΤΕ. ἄστροις σφ᾽ ὁμοιωθέντε φάσ᾽ εἶναι θεώ.
ΕΛ. καλῶς ἔλεξας τοῦτο· θάτερον δὲ τί;
ΤΕ. σφαγαῖς ἀδελφῆς οὕνεκ᾽ ἐκπνεῦσαι βίον.
ἅλις δὲ μύθων· οὐ διπλᾶ χρήιζω στένειν.
ὧν δ᾽ οὕνεκ᾽ ἦλθον τούσδε βασιλείους δόμους,
145 τὴν θεσπιωιδὸν Θεονόην χρήιζων ἰδεῖν,
σὺ προξένησον, ὡς τύχω μαντευμάτων
ὅπηι νεὼς στείλαιμ᾽ ἂν οὔριον πτερὸν
ἐς γῆν ἐναλίαν Κύπρον, οὗ μ᾽ ἐθέσπισεν
οἰκεῖν Ἀπόλλων, ὄνομα νησιωτικὸν
150 Σαλαμῖνα θέμενον τῆς ἐκεῖ χάριν πάτρας.
ΕΛ. πλοῦς, ὦ ξέν᾽, αὐτὸς σημανεῖ· σὺ δ᾽ ἐκλιπὼν
γῆν τήνδε φεῦγε, πρίν σε παῖδα Πρωτέως
ἰδεῖν, ὃς ἄρχει τῆσδε γῆς· ἄπεστι δὲ
κυσὶν πεποιθὼς ἐν φοναῖς θηροκτόνοις·
155 κτείνει γὰρ Ἕλλην᾽ ὅντιν᾽ ἂν λάβηι ξένον.
ὅτου δ᾽ ἕκατι μήτε σὺ ζήτει μαθεῖν
ἐγώ τε σιγῶ· τί γὰρ ἂν ὠφελοῖμί σε;
ΤΕ. καλῶς ἔλεξας, ὦ γύναι· θεοὶ δέ σοι
ἐσθλῶν ἀμοιβὰς ἀντιδωρησαίατο.
160 Ἑλένηι δ᾽ ὅμοιον σῶμ᾽ ἔχουσ᾽ οὐ τὰς φρένας
ἔχεις ὁμοίας ἀλλὰ διαφόρους πολύ.
κακῶς ὄλοιτο μηδ᾽ ἐπ᾽ Εὐρώτα ῥοὰς
ἔλθοι· σὺ δ᾽ εἴης εὐτυχὴς ἀεί, γύναι.
ΕΛ. ὦ μεγάλων ἀχέων καταβαλλομένα μέγαν οἶκτον
165 ποῖον ἁμιλλαθῶ γόον ἢ τίνα μοῦσαν ἐπέλθω
δάκρυσιν ἢ θρήνοις ἢ πένθεσιν; αἰαῖ.

***
ΕΛΕ. Έφτασε με τον άντρα της στο σπίτι;
ΤΕΥ. Μήτε στο Άργος, μήτε στον Ευρώτα.
ΕΛΕ. Άαχ· συμφορά για κείνους που δεν στέργεις.
ΤΕΥ. Κι οι δυο χαθήκαν, όπως λέει ο κόσμος.
ΕΛΕ. Αντάμα δεν αρμένισαν οι Αργίτες;
ΤΕΥ. Ναι, μα τους χώρισε τρανή φουρτούνα.
ΕΛΕ. Σε ποιά μεριά του πέλαγου σκορπίσαν;
130 ΤΕΥ. Καταμεσίς στο Αιγαίο, όπως διαβαίναν.
ΕΛΕ. Δεν είδαν τον Μενέλαο από τότε;
ΤΕΥ. Κανείς· νεκρό τον έχουν στην Ελλάδα.
ΕΛΕ. Ώω δυστυχία· κι η μάνα της Ελένης;
ΤΕΥ. Τη Λήδα λες; Επήγε πια στον Άδη.
ΕΛΕ. Για τις ντροπές της κόρης της εχάθη;
ΤΕΥ. Ναι, μια θηλιά περνώντας στον λαιμό της.
ΕΛΕ. Ζουν του Τυνδάρεω οι δυο γιοι ή δεν ζούνε;
ΤΕΥ. Και ναι και όχι· υπάρχει διπλή φήμη.
ΕΛΕ. Ποιά γνώμη η πιο καλή; Αχ! συμφορές μου·
140 ΤΕΥ. Άστρα γινήκαν και θεούς τους λένε.
ΕΛΕ. Καλός αυτός ο λόγος· η άλλη φήμη;
ΤΕΥ. Πως σκοτωθήκαν για την αδερφή τους.
Όμως τα λόγια φτάνουνε· δεν θέλω
διπλά να κλαίω γι᾽ αυτά και να στενάζω.
Σκοπός μου που ήρθα στο παλάτι ετούτο
είναι να βρω τη μάντισσα Θεονόη·
βοήθησέ με εσύ μαντείες να πάρω
με πρίμο αγέρι πώς θα ταξιδέψω,
στη θαλλασσόζωστη να φτάσω Κύπρο,
που με χρησμό με πρόσταξεν ο Φοίβος
μια πόλη εκεί να ιδρύσω κατοικώντας
και να την ονομάσω Σαλαμίνα,
150 το πατρικό νησί μου έτσι τιμώντας.
ΕΛΕ. Θα σ᾽ οδηγήσει το ίδιο το ταξίδι·
μα φύγε, ξένε, γρήγορα απ᾽ τη χώρα,
ο γιος πριν σ᾽ αντικρίσει του Πρωτέα
που βασιλεύει εδώ· πήγε κυνήγι
με τα σκυλιά του· κι όποιον θα πετύχει
Έλληνα τον σκοτώνει. Την αιτία
μη θέλεις να τη μάθεις· δεν στη λέω·
έπειτα και σε τί θα σ᾽ ωφελούσα;
ΤΕΥ. Γυναίκα, μίλησες σωστά· μακάρι
τη χάρη σου οι θεοί να ξεπληρώσουν.
160 Είσαι όμοια στο κορμί με την Ελένη,
μα δεν της μοιάζεις στην ψυχή. Να πάει
κατά χαμού, ποτέ της στον Ευρώτα
μη φτάσει· εσύ καλό να βλέπεις πάντα.
(Φεύγει ο Τεύκρος.)
ΕΛΕ. Σε τί κλάμα βαθύ να ξεσπάσω, που θλίψη τρανή
την ψυχή μου πλακώνει με πόνο μεγάλο κι ασήκωτο;
Ποιό μοιρολόι να πιάσω
με θρήνους, με βόγκους, με δάκρυα;

Μακεδονία εν μύθοις φθεγγομένη: Μύθοι πανελλαδικοί - Ραδάμανθυς, Αιακός, Μίνωας

Στον τάφο της κρίσεως στη Μίεζα (τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ.), αριστερά και δεξιά της εισόδου του τάφου στέκονται τέσσερις μεμονωμένες μορφές, που όμως αποτελούν τμήματα ενιαίας σύνθεσης που διακόπτονται από την παρεμβολή των ημικιόνων και του ανοίγματος του τάφου. Το θέμα της απεικόνισης είναι η κάθοδος του νεκρού στον Άδη με τη συνοδεία του Ερμή. Οι κριτές Ραδάμανθυς και Αιακός θα αποφασίσουν για την τύχη του νεκρού, αν δηλαδή θα σταλεί στο νησί των Μακάρων ή στα Τάρταρα. Ο Αιακός, γιος του Δία και της νύμφης Αίγινας, κρίνει όσους προέρχονται από την Ευρώπη, ο Ραδάμανθυς, καρπός του Δία και της Ευρώπης, όσους έρχονται από την Ασία, ενώ στη διαιτησία του  Μίνωα καταλήγουν οι δύσκολες κρίσεις (Πλ., Γοργίας 523e-524a*). Εδώ κύριος κριτής του νεκρού είναι ο Αιακός.

Η επιλογή του θέματος σαφώς σχετίζεται με την προσδοκία για ζωή μετά θάνατο και βέβαια φανερώνει γνώση των μυθολογικών προϋποθέσεων. Όμως, η επιλογή ανακαλεί στη μνήμη και τη σύγκριση που επιχείρησε ο Αρριανός μιλώντας για τον Αλέξανδρο:
Καθόλου κατώτερος βασιλιάς από τον Μίνωα, τον Ραδάμανθυ, τον Αιακό η γέννηση των οποίων αποδόθηκε από τους παλιούς στον Δία, χωρίς να θεωρηθεί στάση αλαζονική. (Αρριανός, Z.29.3-4)
Η φράση αυτή μπορεί να αιτιολογεί και να στηρίζει την πολιτικού περιεχομένου μυθολογική παράδοση –καλλιεργήθηκε από την ίδια την Ολυμπιάδα– ότι ο Αλέξανδρος ήταν Διογενής. Αν η εικαστική επιλογή και η φιλολογική παράδοση σχετίζονται μεταξύ τους είναι θέμα ανοιχτό.

Όμως η επιλογή του θέματος μπορεί να αποτελεί και τον απόηχο μιας άλλης μυθολογικής / ιστορικής παράδοσης για πιθανή παρουσία Κρητών στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, που διασώζει μαρτυρία του Αριστοτέλη**, οι νέοι και οι νέες που έστελναν οι Αθηναίοι στην Κρήτη, υποχρεωτική θυσία στον μυθικό Μινώταυρο, δεν σκοτώνονταν αλλά ζούσαν στο βασίλειο του Μίνωα ως σκλάβοι. Κάποιοι από τους απογόνους τους στάλθηκαν από τους Κρήτες ως προσφορά στους Δελφούς μαζί με δικά τους παιδιά. Επειδή όμως δεν ήταν δυνατό να διατρέφονται συνέχεια στους Δελφούς, πέρασαν στην Ιταλία και εγκαταστάθηκαν «γύρω από τη χώρα που ονομαζόταν Ιαπυγία· από εκεί πάλι μετέβησαν στη Θράκη και ονομάσθηκαν Βοττιαίοι» (Πλούταρχος, Θησέας 16). Στην ίδια εύφορη περιοχή έφτασαν στις αρχές του 7ου αι. π.Χ. οι Αργεάδες Μακεδόνες, οπότε οι Βοττιαίοι κατέφυγαν στη Χαλκιδική.
-----------------------------
*Πλάτων, Γοργίας 523.e.7-524.a.7
ἐγὼ μὲν οὖν ταῦτα ἐγνωκὼς πρότερος ἢ ὑμεῖς ἐποιησάμην δικαστὰς ὑεῖς ἐμαυτοῦ͵ δύο μὲν ἐκ τῆς Ἀσίας͵ Μίνω τε καὶ Ραδάμανθυν͵ ἕνα δὲ ἐκ τῆς Εὐρώπης͵ Αἰακόν· οὗτοι οὖν ἐπειδὰν τελευτήσωσι͵ δικάσουσιν ἐν τῷ λειμῶνι͵ ἐν τῇ τριόδῳ ἐξ ἧς φέρετον τὼ ὁδώ͵ ἡ μὲν εἰς μακάρων νήσους͵ ἡ δ΄ εἰς Τάρταρον. καὶ τοὺς μὲν ἐκ τῆς Ἀσίας Ραδάμανθυς κρινεῖ͵ τοὺς δὲ ἐκ τῆς Εὐρώπης Αἰακός· Μίνῳ δὲ πρεσβεῖα δώσω ἐπιδιακρίνειν͵ ἐὰν ἀπορῆτόν τι τὼ ἑτέρω͵ ἵνα ὡς δικαιοτάτη ἡ κρίσις ᾖ περὶ τῆς πορείας τοῖς ἀνθρώποις.
[Μετάφραση]
Ἐγώ λοιπόν [ο Δίας] κατανοήσας πρωτύτερα ἀπό σᾶς τὰς γινομένας ἀδικίας, διώρισα δικαστὰς τοὺς υἱοὺς μου, δύο μὲν ἐκ τῆς Ἀσίας, τὸν Μίνωα καὶ τὸν Ραδάμανθυν, ἓνα δὲ ἐκ τῆς Εὐρώπης, τὸν Αἰακόν· οὗτοι λοιπόν, ὅταν ἀποθάνουν, θὰ δικάζουν εἰς τὸν λειμῶνα, εἰς τὴν τρίοδον, ἐκ τῆς ὁποίας φέρουν δύο δρόμοι, ὁ μὲν εἷς εἰς τὰς νήσους τῶν μακάρων, ὁ δὲ ἄλλος εἰς τὸν Τάρταρον. Καὶ τοὺς μὲν καταγομένους ἐκ τῆς Ἀσίας θὰ δικάζῃ ὁ Ραδάμανθυς, τοὺς δὲ ἐξ Εὐρώπης καταγομένους ὁ Αἰακός· Εἰς τὸν Μίνωα δὲ θα δώσω τὸ προνόμιον να ἐπιφέρῃ τὴν ὁριστικήν κρίσιν εἰς ἀπορίας τοῦ ἑνὸς ἤ τοῦ ἂλλου ἐκ τῶν κυρίως δικαστῶν, διὰ νὰ εἶναι δικαιοτάτη ἡ κρίσις εἰς ποῖον δρόμον πρέπει νὰ πορεύεται ἓκαστος ἂνθρωπος.
** Πηγή του Πλουτάρχου, όπως ο ίδιος αναφέρει, είναι το χαμένο σύγγραμμα του Αριστοτέλη Βοττιαίων πολιτεία. Η παρουσία των Κρητών επιβεβαιώνεται, σύμφωνα με τον Μ. Σακελλαρίου, από κρητικά τοπωνύμια στην περιοχή και «από την επιβίωση της παράστασης του διπλού πελέκεως σε ρόλο εμβλημάτων από ορείχαλκο, σε διάφορους τόπους της Μακεδονίας και γειτονικών χωρών, όπου θα διαδόθηκαν από τη Βοττία, με τη μετακίνηση ημινομάδων ποιμένων»

Τελικά μπορείς να ζεις μόνο για το παρόν;

«Θα ταξιδέψω περισσότερο το επόμενο έτος. Θα έχω κατακτήσει τους στόχους μου, σε μερικά χρόνια από σήμερα. Θα περιμένω το Σαββατοκύριακο, για να διασκεδάσω. Θα περάσει κι αυτό. Θα υπάρξουν καλύτερες μέρες. Θα πάνε όλα καλά.»

Θα, θα, θα…Υποσχέσεις, που χάρισες απλόχερα, στον εαυτό σου. Ίσως, για να τον παρηγορήσεις. Ίσως, για να το νανουρίσεις και να του ζητήσεις να αντέξει, να ησυχάσει και να σηκώσει στην πλάτη του, ένα ακόμα σήμερα.

Ξέρεις ποιο είναι το λάθος του ανθρώπου; Αναλώνεται στην οικοδόμηση του μέλλοντος, στερώντας του, την απόλαυση του παρόντος. Ή καλύτερα ζει για το μετά, γιατί έχει δεδομένο το τώρα. Αν όμως η ευτυχία αποτελεί μια συλλογή στιγμών, όπως λένε, και αν μέσα σε μια μέρα υπάρχουν εκατοντάδες τέτοιες ευκαιρίες να τη βιώσεις, τότε μάλλον την προσπερνάμε, πεπεισμένοι πως θα ξανασυναντηθούμε μαζί της σε άλλο χρόνο. Θα ξανασυναντηθούμε όμως; Αν αναλογιστείς ειδικά, πως ο χρόνος του ανθρώπου σε αυτόν τον πλανήτη είναι τρομακτικά περιορισμένος, τόσο που μπορεί να συγκριθεί με ένα φευγαλέο πέρασμα, τότε μάλλον το «τώρα», είναι το μόνο δεδομένο με το οποίο μπορούμε να πορευτούμε.

Αυτό λοιπόν, συνεπάγεται την αξιοποίηση κάθε δοθείσας ευκαιρίας. Την έκφραση οποιασδήποτε σκέψης και συναισθήματος ανεξαιρέτως. Την άρνηση σχεδιασμού και προγραμματισμού της ζωής μας, ως μάταια. Με άλλα λόγια σκοπός της ύπαρξής μας, γίνεται η ίδια η ύπαρξη.

Είναι εφικτή, η εφαρμογή της νοοτροπίας του «σήμερα είμαστε, αύριο ποιος ξέρει»; Και ακόμα και αν είναι εφικτή, αποτελεί μια θεμιτή προσέγγιση της ζωής; Οι ισορροπίες είναι λεπτές, μιας και η ελευθερία, παρέχει το δικαίωμα σε κάθε άνθρωπο να καθορίσει τον τρόπο, με τον οποίο θα επιτευχθεί η πνευματική και ψυχική του γαλήνη.

Παρ’ όλα αυτά φαντάζει αδύνατο να μην αφήσεις το νου σου, να τρέξει προς τα μπροστά και το βλέμμα σου, να αναρριχηθεί στη σκάλα της ανόδου. Ανήκει στις έμφυτες ορμές του ατόμου, η ενατένιση της εξέλιξης. Είναι συνώνυμο της ανάπτυξης και της προόδου, που έχει σημειωθεί και σημειώνεται συνεχώς στον πλανήτη. Είναι η αιτία δημιουργίας, κάθε παγκόσμιου πολιτισμού. Ο λόγος που ώθησε τον τότε άνθρωπο, στο χτίσιμο των πρώτων σπιτιών ή στη μετέπειτα ανακάλυψη των ιατρικών θεραπειών. Σκοπός του όντος εξ αρχαιοτάτων χρόνων ήταν η βελτίωση, όχι μόνο της προσωρινής του διαβίωσης, αλλά κυρίως της μελλοντικής του επιβίωσης. Άλλωστε, το ίδιο το παρόν δεν μπορεί να προσδιοριστεί καθαυτό. Μοιάζει συγκεχυμένο, μάταιο και δυσνόητο, χωρίς το παρελθόν και κυρίως το μέλλον να το πλαισιώνουν και να το κινητοποιούν.

Μέχρι και η ανθρώπινη ύπαρξη, φαίνεται λιγότερο ουσιώδης, δίχως επιδιώξεις. Χωρίς θέση στόχων και επιθυμιών, οι οποίες πολλές φορές αδυνατούν να καλυφθούν από ένα παρόν. Πάρε ως παράδειγμα, την απόκτηση ενός παιδιού. Μπορείς να αποφασίσεις στιγμιαία για κάτι τόσο μεγάλο και σημαντικό; Και αν ναι, θα είναι η επιλογή αυτή σωστή; Και αν πάλι ναι, γίνεται ως γονέας να διατηρήσεις την ίδια λογική; Ακατόρθωτο ως κι απερίσκεπτο, μιας και η συνεχής αναβίωση ενός απαλλαγμένου από τις έγνοιες του αύριο παρόντος, καθίσταται τοξική. Διότι, μέχρι και η ελευθερία στερείται του νοήματος, όταν αδυνατεί να διοχετευτεί κατάλληλα. Μην πέσεις στην παγίδα!

Γιατί τι θα συμβεί στην περίπτωση, που το σήμερα αποδειχθεί άσχημο ή ανεπαρκές των προσδοκιών της επιλογής σου; Υπάρχει και τούτη η πιθανότητα, έτσι δεν είναι; Και σίγουρα δεν μπορείς να θέσεις άπαντα υπό τον έλεγχό σου, ώστε να διαγράψεις μια βέβαιη πορεία. Τότε, θα ελπίζεις στην επόμενη μέρα. Στη δεύτερη (ή τρίτη ή τέταρτη) ευκαιρία. Τότε, θα περιμένεις με ανυπομονησία το νέο ξημέρωμα για να κάνεις επανεκκίνηση και να διορθώσεις προηγούμενα λάθη. Και τότε είναι, που θα εύχεσαι για αυτό το αύριο και ίσως (καθόλου απίθανο) για εκείνο το μακροπρόθεσμο.

Έτσι, καλύτερα να αφήσεις την επιλογή, μεταξύ παρόντος και μέλλοντος, κατά μέρος. Μην εγκλωβίζεις, ούτε να θυσιάζεις το ένα για το άλλο, αφού το καθετί έχει τη δική του χρησιμότητα. Και σίγουρα έχει δημιουργηθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε η συνύπαρξη όλων αυτών των παράταιρων στοιχείων, να επιφέρει στο τέλος την ισορροπία.

Η ευγένεια των εραστών

Στην θάλασσα του χρόνου,
το κουπί που μας τραβά μπροστά
είναι η ευγένεια…
 
Δεν είναι λίγες οι φορές που η ενδεικτική λυχνία της επιθυμίας του ανθρώπου για βαθύτερη σύνδεση αρχίζει να εκπέμπει. Κοινώς ονομαζόμενο, το φλερτ, είναι το προεόρτιο αυτής της σύνδεσης, το σήμα ότι κάποιος είναι συναισθηματικά διαθέσιμος τόσο συνειδητά όσο και ασυνείδητα.

Παρόλα αυτά, με το πέρασμα του χρόνου, το στοιχείο αυτό, μεταξύ δύο συντρόφων, μοιάζει να εξασθενεί και να δίνει τη θέση του στην σύγκρουση.

Όμως, είναι η ανάγκη των ανθρώπων να νιώσουν ξανά αρεστοί και ποθητοί αυτή που αναζητούν, και πάνω σε αυτή την απογοήτευση συγκρούονται, ή είναι κάτι άλλο;

Για να απαντηθεί αυτό ας δούμε την επίδραση που έχει ο έρωτας στον εαυτό καθώς και το ποια είναι η φύση της ερωτικής σχέσης…

Στην πορεία του, κάθε άνθρωπος, μαθαίνει να αποκολλάται από τον εαυτό του και να δίνεται σε κάποιον άλλο.

Είναι η ύπατη οδός για την κοινωνική του ολοκλήρωση αλλά και η ασυνείδητη ροπή του προς την αθανασία με απαραίτητο μέσο για να τη διανύσει, τον έρωτα.

Για τον άνθρωπο, ο έρωτας, είναι ανακλητικό στοιχείο. Ακυρώνει ολόκληρα κομμάτια του χαρακτήρα του και τον επιστρέφει σε μία προηγούμενη κατάσταση, όπου ο ίδιος ήταν περισσότερο εύπλαστος και δεκτικός στο κάθε τι νέο. Στο σημείο εκείνο, λοιπόν, στην επιτομή των συναισθημάτων του, τον καταλήγει μία υποδειγματική εκδοχή του εαυτού του για να καταφέρει να απευθυνθεί στο εξιδανικευμένο αντικείμενο του έρωτός του.

Θα έλεγε κανείς ότι ο έρωτας, σαν επιδέξιος σιδηρουργός σφυρηλατεί και λειαίνει όλες τις “αιχμηρές” πτυχές του χαρακτήρα του και τις καθιστά λιγότερο ακανθώδεις.

Ο χρόνος, όμως, ως αντίπαλη έννοια, έχει μία μοναδική ιδιότητα… Επιστρέφει κάθε τι ανήσυχο στην προηγούμενη κατάσταση ησυχίας του.

Έτσι, ο ερωτευμένος σιγά σιγά επανέρχεται σαν ελατήριο που έλκεται από τον ίδιο του τον εαυτό, στον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά που είχε πριν ερωτευτεί• και σε αυτό το σημείο γεννάται η σύγκρουση…

Τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους που σχετίζονται να συγκρούονται, όμως; Είναι η ασυμφωνία των χαρακτήρων;

Ομολογουμένως όχι, γιατί τότε θα αναφερόμασταν στη διαφωνία και όχι στη σύγκρουση. Τι κάνει, λοιπόν, κάποιον να επιτίθεται με σφοδρότητα απέναντι στον σύντροφό του; Η απάντηση είναι τόσο απλή όσο και πολύπλοκη… Η έλλειψη ευγένειας.

Εξηγώντας, η ευγένεια είναι αυτή που έρχεται όταν αναγνωρίσουμε τα όριά μας και μάς φερθούμε με σεβασμό. Τότε είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε την ικανή αντίληψη που θα σεβαστεί την μοναδικότητα της ύπαρξης του άλλου.

Με λίγα λόγια, η ευγένεια είναι η γνωριμία με τον εαυτό μας όπου μαθαίνουμε το μέχρι που είμαστε ικανοί να φτάσουμε, τι είμαστε ικανοί να προσφέρουμε αλλά και τι είμαστε ικανοί να λάβουμε.

Η ευγένεια είναι η τρίτη διάσταση στην ανθρώπινη υπόσταση η οποία σαν σκιά προσδίδει βάθος στις κινήσεις μας και τις ξεκολλά από το βασίλειο των δύο διαστάσεων.

Σε άλλη περίπτωση ο όποιος σεβασμός προς και από εμάς είναι καταδικασμένος να σπαταλιέται σαν τις αχτίδες του φωτός που δεν έπεσαν σωστά πάνω σε ένα έργο τέχνης, αποτυγχάνοντας να αναδείξουν κάθε του γωνία.

Γιατί, όμως, κάποιος, κατά την επαναφορά του από τον έρωτα στην πραγματικότητα, συγκρούεται με τον σύντροφό του και δεν τον αποδέχεται, πλέον;

Εδώ, απάντηση δίνει η φύση της ερωτικής σχέσης που υποσχεθήκαμε να θίξουμε στην αρχή. Η φύση της ερωτικής σχέσης είναι και εκείνη ανακλητική και όπως ο έρωτας μας τανύζει και μας υψώνει μακριά από τη βάση μας έτσι η σχέση μάς έλκει, πίσω, στις εμπειρίες επικοινωνίας που είχαμε κατά την παιδική ηλικία.

Με τον ίδιο τρόπο, λοιπόν, που κάποιος διδάχθηκε πώς να αγαπά, από τις πρωτόλειες φιγούρες του, έτσι έμαθε και να διαφωνεί• και όταν η διαφωνία του πνίγηκε από το συναίσθημα του θυμού, που κατακλύζει οποιονδήποτε προσφέρει και η προσφορά του απορρίπτεται, έτσι ο σύντροφος καταντά ο τελικός αποδέκτης ενός θυμού χρόνων.

Μέσα στην ερωτική σχέση, λοιπόν, αναβιώνει η σχέση του ανθρώπου με τη μητρική φιγούρα και όταν η φιγούρα αυτή προβληθεί στον σύντροφο πολύ σύντομα ακολουθεί και το συναίσθημα που τη συνοδεύει. Το μελανότερο σημείο, όμως, δεν είναι αυτό αλλά η ειλικρίνεια με την οποία επικοινωνούμε αυτό το συναίσθημα… Μία ειλικρίνεια που τοποθετεί τον άλλο στη θέση που τον βάλαμε οι ίδιοι και τον αναγκάζει να απαντήσει με τον ίδιο τρόπο που μία μητέρα θα απαντούσε σε έναν έφηβο που επαναστατεί μέσα από ανώριμα αιτήματα• αντιμεταβιβαστικά.

Αυτό που χρειάζεται είναι η δύναμη να αποδεχτούμε ότι αυτές οι “τέλειες” φιγούρες που μας γαλούχησαν, αυτά τα “ιδανικά” όντα που μας πρόσφεραν ασφάλεια και προστασία ήταν πλάσματα μεμπτά, με ελαττώματα, που στην πορεία τους αδυνάτησαν να ενστερνιστούν αυτό που προσπαθήσαμε να τους πούμε.

Αδυνάτησαν να υιοθετήσουν τη δική μας οπτική και δεν κατάφεραν να εγκολπώσουν το θέλω μας δίνοντάς μας χώρο να αναπτυχθούμε ως προσωπικότητες.

Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να χτυπάμε τις πόρτες που δεν προαλείφονται να ανοίξουν, τη στιγμή που το επιθυμούμε, μέχρι να ματώσουν τα χέρια μας…

Ο σπόρος, εξάλλου, προορίζεται, πάντα, να ξεπερνά τη γλάστρα στην οποία τοποθετήθηκε αρχικά, μα η μεταφύτευσή σου δεν σημαίνει την απαξίωση για το χώμα που τον φιλοξένησε αλλά την ευγνωμοσύνη που τον κατέστησε δυνατό να κατοικήσει αλλού.

Όταν συνειδητοποιήσουμε το παραπάνω, όταν αποδεχτούμε τα λάθη τους, θα έχουμε καταφέρει να ολοκληρώσουμε το εσωτερικό μας πάζλ και δεν θα χρειαζόμαστε να τους προβάλουμε σε κάθε μας συγκρουσιακή εμπειρία.

Στην ουσία, η σφοδρότητα με την οποία συγκρουόμαστε κρύβει το αίτημά μας για επικοινωνία με εκείνους. Την επιθυμία μας να παραδεχτούν ότι έχουμε δίκιο και την ανάγκη μας να αποδεχτούν τη διαφορετικότητά μας. Το μειονέκτημα, όμως, είναι ότι όσο παλεύουμε να τους αλλάξουμε τόσο παραμένουμε παιδιά και απαγορεύουμε στον εαυτό μας να μεγαλώσει.

Πώς τηρείται, όμως, η ευγένεια μεταξύ συντρόφων; Μα φυσικά όπως είπαμε… Με το να γίνουμε οι ίδιοι γονείς του εαυτού μας οι οποίοι αποδέχονται τη διαφορετικότητα του άλλου όσο κι εμείς θέλαμε να αποδεχτούν τη δική μας.

Μόνο όταν δούμε τον άνθρωπο απέναντί μας γυμνό από τις καταδικαστικές προβολές του παρελθόντος θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε το μέλλον μαζί του που μέχρι στιγμής ήταν μόνο φαντασιωσικό.

Ένα μέλλον που θα μας εμπνεύσει και θα μας ωθήσει προς την αυτοπραγμάτωση αφού ο άνθρωπος έχει ανάγκη τη δυάδα για να σταθεί στην κορυφή της προσωπικής του πυραμίδας. Ας αναλογιστούμε, εξάλλου, πως κάθε πυραμίδα χρειάζεται δύο “γωνίες” για να αποκτήσει μία στερεή βάση…

Κλείνοντας, ας κρατήσουμε στο νου το εξής…

Η ευγένεια είναι ίσως το αξιότερο από όλα τα μέτρα του εαυτού καθώς είναι αρκετά ισχυρή για να εμπνεύσει τη δύναμή του και αρκετά τρυφερή για να διαχειριστεί την αδυναμία του.

Σε κάθε περίπτωση είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να κάνει κάποιος στον σημαντικό του άλλο. Ας μην ξεχνάμε… Δύο κωπηλάτες τραβούνε πιο συγχρονισμένα το κουπί όταν η δυνατή εκπνοή του ενός αγκαλιάζει το αγκομαχητό του άλλου…

Τι συμβαίνει όταν δυο σύντροφοι δεν είναι πλέον εραστές

Δύο σύντροφοι σαν δύο αδέλφια; Τι σημαίνει αυτό; Προφανώς δεν χωράει άλλη εξήγηση από το ότι οι δυο σύντροφοι δεν είναι πλέον εραστές, δεν έχουν πλέον ερωτική ζωή μεταξύ τους.... Πώς γίνεται όμως να διατηρείται μια τέτοια σχέση; Είναι φυσιολογικό δυο νέοι ή και μεγαλύτεροι άνθρωποι να παραμένουν ζευγάρι χωρίς να έχουν πλέον ερωτική- σεξουαλική επιθυμία ο ένας για τον άλλον;
 
Μπορεί μια τέτοια κατά συνθήκη σχέση να συντηρηθεί μέσα στο χρόνο;

Προφανώς και όχι! Κακά τα ψέματα, η ειδοποιός διαφοροποίηση στις σχέσεις των ενηλίκων είναι η ερωτική επαφή. Αυτό τις κάνει ξεχωριστές, αυτό τις περιφρουρεί και η παύση της, τις καταστρέφει: το ιδιωτικό, η ''δυαδικότητα'' που όσο υπάρχει αναδεικνύει τη μοναδικότητα και όταν αίρεται ορίζει τον ουσιαστικό αφανισμό του ζευγαριού.

Είναι λοιπόν ''καμπανάκι'' η έλλειψη ερωτικής επιθυμίας για την δυσλειτουργία της σχέσης; Έστω κι αν αυτή προέρχεται μόνο από τον ένα σύντροφο; Ή μήπως δεν πειράζει;

Εσάς θα σας ενοχλούσε ή όχι αν συνέβαινε στη δική σας ζωή;

Επειδή μάλλον θα (σας) ενοχλούσε, ας δούμε τι μπορεί να κάνει ένα ζευγάρι που βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση:

Α. Να την αναγνωρίσει! Ξεκινώντας με αυτήν την ''απλή'' διαπίστωση κερδίζουμε χρόνο και εμπιστοσύνη... Διότι πολύ συχνά βλέπουμε τα γεγονότα να εξελίσσονται μπροστά μας αλλά εμείς σφυρίζουμε αδιάφοροι, όχι από αναισθησία αλλά μάλλον από φόβο!

Β. Να αρχίσουν οι δύο σύντροφοι να μιλάνε για αυτό που (τους) συμβαίνει. Τι νιώθουν, τι πιστεύουν, τι επιθυμούν, τι ανησυχίες έχουν. Το ζευγάρι πρέπει να συζητά όλα τα προβλήματά του, να θίγονται όλα τα κακώς κείμενα μιας σχέσης, αλλιώς μένουν απωθημένα, δημιουργούνται ''αποστήματα'', και το σύστημα αρχίζει να απορυθμίζεται...

Γ. Τέλος, όταν δύο σύντροφοι, παρά τις προσπάθειες τους, δεν μπορούν να βελτιώσουν το πρόβλημα που τους απασχολεί, καλό θα ήταν να απευθυνθούν σε κάποιον φίλο για να τους βοηθήσει. Θα πρέπει ωστόσο να σημειώσουμε ότι βασική προϋπόθεση για να λειτουργήσει με επιτυχία και αποτελεσματικότητα η ανάταξη του ζεύγους είναι, και τα δύο μέλη της σχέσης να επιθυμούν αβίαστα την, επενδύοντας τόσο το χρόνο, όσο και την εμπιστοσύνη τους σε αυτή τη διαδικασία!

Ας μην αφήνουμε τις σχέσεις μας να ''βαλτώνουν'' στην ρουτίνα, την συνήθεια, την αδιαφορία... Ας φροντίζουμε την σχέση μας με τον/την σύντροφο μας ως ένα πολύτιμο πετράδι, ως ένα παιδί που αναζητά διαρκώς φροντίδα και στοργή... Έτσι θα μπορέσουμε να χαρούμε το παρόν, την κάθε στιγμή, σαν ένα γέννημα της ένωσής μας, της επιθυμίας μας να είμαστε μαζί!

Όπως ήταν στην αρχή, αν θυμάστε...

Είναι καλύτερο να είσαι μόνος παρά να παλεύεις για μια λάθος σχέση

Είναι καλύτερο να είσαι μόνος παρά να παλεύεις για τη λάθος σχέση. Να παλεύεις για τον λάθος άνθρωπο, για τη λάθος «αγάπη».

Είναι καλύτερο να είσαι μόνος παρά να παραμένεις σε μια λάθος σχέση, επειδή μοιράζεστε απλώς μια ιστορία. Επειδή τον έχεις συνηθίσει. Επειδή δεν μπορείς να φανταστείς τη ζωή χωρίς αυτόν.

Είναι καλύτερο να μένεις μόνος παρά να διοχετεύεις όλες τις προσπάθειές σου σε μια σχέση που ξέρεις ότι δεν λειτουργεί. Σε μια σχέση που ξέρεις ότι σε κάνει δυστυχισμένη. Σε μια σχέση που μέσα σου βαθιά γνωρίζεις ότι θα έπρεπε να έχει μείνει στο παρελθόν.

Είναι καλύτερο να μένεις μόνος παρά να συνεχίζεις πεισματικά να είσαι με κάποιον που δεν σου δίνει όλα όσα χρειάζεσαι. Με κάποιον που δεν έχει παρόμοιους στόχους σχέσης μαζί σου. Με κάποιον που δεν θα σου συμπεριφερθεί ποτέ όπως το αξίζεις.

Είναι καλύτερο να μένεις μόνος παρά να αγνοείς τα προειδοποιητικά σημάδια. Να υποκρίνεσαι ότι όλα είναι υπέροχα. Να νομίζεις ότι είναι μόνο ένα μικρό εμπόδιο στο δρόμο σας, όταν στην πραγματικότητα, τα προβλήματα είναι μόνιμα από την αρχή.

Είναι καλύτερο να μένεις μόνη παρά να γραπώνεσαι από μια σχέση εξαιτίας του φόβου μη μείνεις μόνη. Από φόβο μήπως δεν βρεις κάποιον άλλο. Από φόβο μήπως τελικά σπατάλησες τόσα χρόνια με τον λάθος άνθρωπο. Από φόβο ότι θα πρέπει να ξεκινήσεις και πάλι από την αρχή ή να μείνεις και πάλι μόνη σου.

Είναι καλύτερο να μένεις μόνη παρά να συμπεριφέρεσαι σαν να είσαι ευτυχισμένη σε μια κατάσταση που σε τσακίζει ψυχικά. Να υποκρίνεσαι ότι δεν ενδιαφέρεσαι για καμία αλλαγή. Να δείχνεις ότι δεν σε πειράζει που κάνεις εσύ όλη την προσπάθεια, που κουβαλάς εσύ όλο το βάρος.

Είναι καλύτερο να είσαι μόνος παρά να αποδέχεσαι τη δυστυχία ως νόρμα. Να αποδέχεσαι ότι δεν θα βελτιωθεί ποτέ. Να αποδέχεσαι την άδικη συμπεριφορά, ακόμα κι αν εσύ προσφέρεις μόνο σεβασμό. Είναι καλύτερο να είσαι μόνος παρά να συμβιβαστείς με μια σχέση που δεν λειτουργεί. με έναν άνθρωπο που δεν σου ταιριάζει.

Είναι καλύτερο να μείνεις μόνη παρά να περνάς το χρόνο σου σε δάκρυα ξανά και ξανά. Σε επαναλαμβανόμενους καυγάδες χωρίς τέλος. Σε αμφιβολίες για το αν είσαι αρκετή και αν έχεις κάνει όσα πρέπει, όσα περιμένει.

Είναι καλύτερο να είσαι μόνος παρά να πιέζεις μια αδιέξοδη σχέση να λειτουργήσει. Να αναγκάσεις κάποιον να σου δώσει προσοχή. Να εξαναγκάσεις τον εαυτό σου να πιστέψει ότι όλα θα πάνε καλά.

Είναι καλύτερο να είσαι μόνη παρά να παλεύεις για τη λάθος σχέση, επειδή απλά αναβάλλεις το αναπόφευκτο. Βαθιά μέσα σου ξέρεις ότι δεν θα μεγαλώσετε και θα γεράσετε μαζί. Ξέρεις ότι ο έρωτας δεν είναι τόσο δύσκολος, ούτε η αγάπη.

Η αδυναμία να δημιουργήσεις αγάπη, είναι ανικανότητα

Τι σημαίνει όμως δόσιμο;

Όσο κι αν φαίνεται απλή η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, ωστόσο είναι γεμάτη από αμφισβητήσεις και περιπλοκές.

Η πιο διαδομένη παρεξήγηση είναι εκείνη σύμφωνα με την οποία υποτίθεται ότι δόσιμο σημαίνει χάσιμο, παραχώρηση, να στερείσαι κάτι, να θυσιάζεις κάτι.

Για το δημιουργικό χαρακτήρα, το δόσιμο έχει μια ολότελα διαφορετική σημασία.

Το να δίνεις είναι η πιο υψηλή έκφραση του δυναμισμού.

Στην ίδια την πράξη του δοσίματος νιώθω τη δύναμή μου, τον πλούτο, την ικανότητά μου.

Αυτό το αίσθημα της πλουτισμένης ζωτικότητας και του δυναμισμού με γεμίζει χαρά.

Νιώθω τον εαυτό μου να πλημμυρίζει, να χαρίζει, ολοζώντανος και γι’ αυτό χαρούμενος.

Το να δίνω μου φέρνει μεγαλύτερη χαρά από το να παίρνω, όχι γιατί είναι αποστέρησή μου αλλά γιατί στην πράξη της προσφοράς εκφράζεται η ζωντάνια μου, η ίδια μου η ύπαρξη.

Ωστόσο η πιο σημαντική περιοχή της προσφοράς δε βρίσκεται στα υλικά πράγματα αλλά στον ιδιαίτερο ανθρώπινο κόσμο.

Τι δίνει αλήθεια ένας άνθρωπος στον συνάνθρωπό του;

Δίνει από τον εαυτό του, από το πιο πολύτιμο που έχει, δίνει από τη ζωή του.

Αυτό δε σημαίνει αναγκαστικά ότι θυσιάζει τη ζωή του για τον άλλο, αλλά ότι του δίνει από κείνο που είναι ζωντανό μέσα του.

Του δίνει από τη χαρά του, από το ενδιαφέρον, την κατανόηση, τη γνώση, το χιούμορ, τη θλίψη του – απ’ όλες τις εκφράσεις και εκδηλώσεις της ζωής που κρύβει μέσα του.

Και καθώς δίνει μ’ αυτό τον τρόπο, εμπλουτίζει το συνάνθρωπο, δυναμώνει το αίσθημα της ζωντάνιας του με το να δυναμώνει τη δική του αίσθηση ύπαρξης.

Δε δίνει με το σκοπό να πάρει. Η προσφορά είναι από μόνη της μια εξαίσια χαρά.

Καθώς όμως δίνει δε μπορεί παρά να γεννήσει κάτι καινούργιο μέσα στον άλλο άνθρωπο και αυτό που γεννιέται αντανακλάται πάλι σ’ αυτόν.

Όταν αληθινά δίνεις, δε μπορεί παρά να λάβεις εκείνο που σου ξαναδίνεται.

Το να δίνεις, έχει σαν επακόλουθο να μεταβάλεις και τον άλλο άνθρωπο σε δότη, γι' αυτό κι οι δυο τους μετέχουν στη χαρά αυτού του καινούργιου που δημιούργησαν.

Στην πράξη της προσφοράς κάτι νέο γεννιέται και τα δύο πρόσωπα νιώθουν ευγνωμοσύνη για τη ζωή που γεννήθηκε και για τους δυο τους.

Ιδιαίτερα σε σχέση με την αγάπη, αυτό σημαίνει: η αγάπη είναι μία δύναμη που δημιουργεί αγάπη.

Η αδυναμία να δημιουργήσεις αγάπη, είναι ανικανότητα.

Στην αγάπη το να δίνεις σημαίνει και να παίρνεις.

Και ο δάσκαλος διδάσκεται από τους μαθητές του, ο ηθοποιός ενθαρρύνεται από το κοινό του, – με τον όρο ότι δε μεταχειρίζονται ο ένας τον άλλο σαν αντικείμενα, αλλά συνδέονται ανάμεσά τους πηγαία και δημιουργικά.

Οι κίνδυνοι της ενσυναίσθησης

Όταν σκέφτεστε έναν άνθρωπο με ενσυναίσθηση σας έρχεται στο μυαλό ένα ισχυρό άτομο που μπορεί να αισθανθεί τις σκέψεις και τα συναισθήματα των άλλων. Αυτά τα άτομα είναι εκ φύσεως θεραπευτές επειδή επηρεάζουν τόσο πολύ τα συναισθήματα των άλλων. Έχουν έμφυτη την ικανότητα να νιώθουν και να αντιλαμβάνονται τα συναισθήματα των άλλων ξέροντας έτσι πότε οι γύρω τους έχουν καλές ή κακές προθέσεις.

Στους περισσότερους ακούγεται καλό, αλλά δυστυχώς μπορεί να είναι και επιβλαβές.

Το να καταλαβαίνουν τόσο καλά την σκοτεινή πλευρά έρχεται με την μορφή δύο αντίθετων δυνάμεων που υπάρχουν βαθιά μέσα στην ψυχή τους. Αυτό τους κάνει ευάλωτους στην τοξικότητα του κόσμου.

Οι παρακάτω είναι τέσσερις κίνδυνοι της ενσυναίσθησης. Ελπίζουμε πως αφού τους διαβάσετε θα μάθετε να δείχνετε περισσότερη κατανόηση.

4 κίνδυνοι της ενσυναίσθησης

Κόπωση της ενσυναίσθησης

Το να έχεις ενσυναίσθηση απαιτεί σκληρή δουλειά! Αυτά τα άτομα συνεχώς αντιλαμβάνονται τα συναισθήματα των άλλων, κάτι που μπορεί να αποστραγγίσει την ενέργεια τους με αποτέλεσμα να νιώθουν πολύ άγχος. Φυσικά, δεν το δείχνουν ποτέ. Μετά από λίγο, αυτή η επώδυνη παραμέληση του σώματος, του μυαλού και της ψυχής που χειροτερεύει, με τα χρόνια μπορεί να χρειαστεί πάρα πολύ καιρό για να ανακάμψει και τελικά να θεραπευτεί.

Οι τοξικοί άνθρωποι αγαπούν τα άτομα με ενσυναίσθηση και αυτές οι σχέσεις έχουν ως αποτέλεσμα την αυτοκαταστροφή.

Οι ναρκισσιστές – τοξικοί άνθρωποι επιλέγουν ως θύματα τα άτομα με ενσυναίσθηση επειδή ξέρουν ότι σε αυτούς υπάρχει άφθονη ενέργεια από την οποία μπορούν να «τραφούν». Οι άνθρωποι με ενσυναίσθηση μπορούν να αυξήσουν την ενέργεια των ανθρώπων γύρω τους σε βάρος της δικής τους συναισθηματικής ενέργειας. Τα τοξικά άτομα χρησιμοποιούν αυτούς που έχουν ενσυναίσθηση για να φτάσουν στην επιτυχία χωρίς να χρειαστεί να κουραστούν οι ίδιοι.

Το εξαντλημένο και αποστραγγισμένο άτομο με ενσυναίσθηση συχνά παραμελεί τις ανάγκες του για να εξυπηρετήσει τους άλλους.

Εσωτερική σύγκρουση

Τα άτομα με ενσυναίσθηση ζουν διαρκώς μέσα σε μια σύγκρουση ανάμεσα στην θλίψη και το σκοτάδι με το καλό. Ωστόσο, η θλίψη πάντα τους κατακλύζει και συχνά μπορεί να οδηγήσει ένα ευαίσθητο τέτοιο άτομο στην αυτοκαταστροφή. Πολλοί αντιμετωπίζουν αυτά τα έντονα συναισθήματα με επικίνδυνες ουσίες.

Ο καλύτερος τρόπος για να ξεπεράσουν αυτή την εσωτερική μάχη είναι να κατανοήσουν πως πρέπει να ξεχωρίσουν τα συναισθήματα τους από τις ισχυρές ενέργειες που τους κατακλύζουν.

Τα άτομα με ενσυναίσθηση δεν νιώθουν απλώς τις ενέργειες των άλλων, τις θεωρούν δικές τους

Οι άνθρωποι με ενσυναίσθηση συνεχώς υπερφορτώνονται με συναισθήματα που δεν είναι δικά τους. Ωστόσο, αυτό που τους απασχολεί περισσότερο είναι ότι αυτά τα αρνητικά συναισθήματα υπάρχουν μόνο για να βλάψουν τους άλλους. Επειδή είναι εκ φύσεως θεραπευτές, προσπαθούν πάντα να πάρουν τον πόνο των άλλων και να τον κάνουν δικό τους.

Το υπαρξιακό μοντέλο του Ίρβιν Γιάλομ

Ο σύγχρονος ψυχολόγος Ίρβιν Γιάλομ το 1981 προσδιόρισε τέσσερεις απόλυτες υπαρξιακές ανησυχίες, που έχουν μεγάλη σημασία στην ψυχοθεραπεία: Το θάνατο, την ελευθερία, την απομόνωση και την έλλειψη νοήματος στη ζωή. Κάθε μία από αυτές τις ανησυχίες προκαλεί εσωτερικές συγκρούσεις στο υπαρξιακό πλαίσιο αναφοράς, όπως το αντιλαμβάνεται ο Γιάλομ.

Ο θάνατος: Είναι η πιο οφθαλμοφανής απόλυτη ανησυχία. Είναι προφανές σε όλους ότι ο θάνατος θα έρθει και ότι δεν υπάρχει διαφυγή. Είναι μια φοβερή αλήθεια στην οποία τα άτομα αποκρίνονται με τρόμο και συχνά αναπτύσσουν άμυνες, που επηρεάζουν σημαντικά το χαρακτήρα τους. Το παιδί από μικρή ηλικία είναι απασχολημένο με το θάνατο και η εξάλειψη του τρόμου του θανάτου είναι ένα σημαντικό αναπτυξιακό στάδιο στη ζωή του. Συχνά ψυχοπαθολογικά συμπτώματα οφείλονται σε αδυναμία υπέρβασης του φόβου του θανάτου.

Ελευθερία: Φυσιολογικά δεν θα θεωρούσαμε την ελευθερία ως πηγή ανησυχίας. Μάλλον το αντίθετο. Η ελευθερία θεωρείται γενικά μια θετική έννοια. Η ιστορία του δυτικού πολιτισμού σημαδεύτηκε από λαχτάρα και αγώνα για ελευθερία, ωστόσο στο υπαρξιακό πλαίσιο η έννοια της ελευθερίας τρομάζει. Η ελευθερία αναφέρεται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος και συγγραφέας του δικού του κόσμου, του δικού του σχεδιασμού ζωής, των δικών του επιλογών και δράσεων. Αν είναι αλήθεια ότι δημιουργούμε τον Εαυτό μας και το δικό μας κόσμο, αυτό σημαίνει ότι δεν πατάμε σε στέρεο έδαφος και κάτω μας υπάρχει μια άβυσσος, το τίποτα. Σε αντίθεση με την καθημερινή μας εμπειρία, είμαστε περαστικοί από τη ζωή, ερχόμαστε και φεύγουμε από ένα σύμπαν που δεν είναι συνεκτικό, ούτε δομημένο με ένα μεγάλο σχέδιο. Η άσκηση της ελευθερίας ανοίγει το δρόμο για την ανάδειξη της ευθύνης, που αποτελεί σημαντική πηγή άγχους για τους ανθρώπους. Τ’ άτομα διαφέρουν σημαντικά ως προς το βαθμό ευθύνης που μπορούν να αναλάβουν στη ζωή τους. Μερικοί ρίχνουν την ευθύνη για ότι τους συμβαίνει στους άλλους, στις συνθήκες της ζωής, στα αφεντικά και στις συζύγους τους. Άλλοι την αρνούνται τελείως θεωρώντας τους Εαυτούς τους «αθώα θύματα» που πάσχουν από εξωτερικά γεγονότα, αδιαφορώντας ενδεχομένως αν οι ίδιοι έχουν βάλει σε κίνηση τα γεγονότα αυτά.

Ορισμένοι δεν διστάζουν να αρνηθούν τελείως την ύπαρξη της ευθύνης τους, βγάζοντας την τελείως «απ’ το μυαλό τους», σα να μην είναι υπόλογοι της συμπεριφοράς τους. Μια άλλη πτυχή της ελευθερίας είναι η θέληση. Η θέληση περνά από την επιθυμία, στην απόφαση και τελικά στη δράση. Πολλά άτομα έχουν τεράστιες δυσκολίες να εκφράσουν επιθυμίες. Άλλα μπορεί να είναι εξαιρετικά σαφή για το τι θέλουν, αλλά δεν είναι σε θέση να αποφασίσουν ή να επιλέξουν και πολύ περισσότερο να δράσουν. Συχνά βιώνουν τη λήψη αποφάσεων ως πανικό. Μπορεί να επιχειρήσουν να μεταβιβάσουν το δικαίωμα της απόφασης σε κάποιον άλλον ή να ενεργήσουν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η απόφαση να παίρνεται γι' αυτούς από τις περιστάσεις. Το πέρασμα από την ελευθερία, στην επιθυμία, στην απόφαση, στη δράση, είναι για πολλούς ανθρώπους μια επώδυνη διαδικασία, που προτιμούν να αποφεύγουν.

Η απομόνωση: Μια Τρίτη απόλυτη ανησυχία είναι η απομόνωση. Είναι σημαντικό να γίνει διάκριση της υπαρξιακής από τους άλλους τύπους απομόνωσης. Η διαπροσωπική απομόνωση αναφέρεται στο χάσμα που υπάρχει μεταξύ του «Εαυτού» και των άλλων ανθρώπων, λόγω έλλειψης κοινωνικών δεξιοτήτων και ψυχοπαθολογίας στο θέμα της οικειότητας. Η υπαρξιακή απομόνωση είναι ένας όρος, που καθιερώθηκε για πρώτη φορά από τον Φρόιντ και αναφέρεται στο γεγονός ότι είμαστε απομονωμένοι από κομμάτια του Εαυτού μας. Θύλακες του Εαυτού μας, εμπειρίες, συναισθήματα και επιθυμίες, διασπώνται από τη συνείδηση και αγνοούμε ότι υπάρχουν. Ωστόσο λειτουργούν υπόγεια και ταράζουν τη ζωή μας χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε. Ο στόχος της ψυχοθεραπείας σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να βοηθήσει τα άτομα αυτά να ανακτήσουν και να επανενώσουν τα αποσχισμένα τμήματα του Εαυτού τους.

Πολλοί προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την απομόνωση μέσω της διάχυσης. Αποφεύγουν την προσωπική τους ανάπτυξη και την αίσθηση απομόνωσης που τη συνοδεύει, προτιμώντας να μαλακώσουν τα όρια του Εγώ τους, να ελαχιστοποιήσουν τις επιθυμίες τους και να ζήσουν μέσα από τη ζωή ενός άλλου ατόμου. Άλλοι μπορεί να διαχυθούν σε μια ομάδα, μια αιτία, μια χώρα, ένα έργο. Με το να είναι κανείς όπως οι άλλοι, να ταιριάζει στο ντύσιμο, στην ομιλία και στα έθιμα, να μην έχει δικές του σκέψεις, συναισθήματα, επιθυμίες, σώζεται από την απομόνωση του μοναχικού του Εαυτού. Μια άλλη συνηθισμένη απάντηση στην απομόνωση είναι η ψυχαναγκαστική σεξουαλικότητα. Τα σεξουαλικά καταναγκαστικά άτομα δεν σχετίζονται με όλη την Ύπαρξη των άλλων, αλλά μόνο με το τμήμα της που ικανοποιεί τις ατομικές τους ανάγκες. Ειδικότερα, ενδιαφέρονται μόνο για τα τμήματα εκείνα που διευκολύνουν την αποπλάνηση και τη σεξουαλική πράξη.

Η έλλειψη νοήματος: Η τέταρτη τελική ανησυχία είναι η έλλειψη νοήματος. Εάν κάθε άτομο είναι μόνο, ζει στον κόσμο του, μέσα σ’ ένα αδιάφορο σύμπαν και τελικά πεθαίνει μόνο του, τότε τι νόημα μπορεί να ‘χει η ζωή; Γιατί ζούμε; Αν δεν υπάρχει σχεδιασμένη προαποφασισμένη ζωή, τότε ο καθένας πρέπει να οικοδομήσει το δικό του νόημα στη ζωή. Το ερώτημα όμως είναι, «μπορεί ο καθένας να δημιουργήσει ένα αυτόνομο νόημα για να αντέξει τη ζωή του»;

Ο άνθρωπος φαίνεται να απαιτεί νόημα. Η νευροψυχολογική μας οργάνωση είναι τέτοια, που τυποποιεί τα τυχαία ερεθίσματα. Τα οργανώνει αυτόματα σε σχήμα και ουσία. Όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με έναν ελλιπή κύκλο, τον φανταζόμαστε αυτόματα πλήρη. Όταν μια οποιαδήποτε κατάσταση δεν σχηματοποιείται, βιώνουμε δυσφορία. Με τον ίδιο τρόπο που οργανώνουμε τυχαία ερεθίσματα, αντιμετωπίζουμε και τις υπαρξιακές καταστάσεις. Σε ένα άτακτο κόσμο νοιώθουμε ασταθείς και ψάχνουμε σχέδιο. Η τέταρτη εσωτερική σύγκρουση πηγάζει από αυτό το δίλημμα: Πως ένα Ον που απαιτεί νόημα, μπορεί να βρει νόημα σε ένα σύμπαν που δεν έχει κανένα νόημα;

Επιλέξτε τα θέματα που σας αφορούν

Οι λανθασμένες αποφάσεις που βασίζονται σε βιαστικές και κακοχωνεμένες γνώμες μπορεί να είναι καταστροφικές. Πρόσφατα ένας δημοσιογράφος με ρώτησε για τον πολιτικό προσανατολισμό μου. Προφανώς, οι συγγραφείς πληρούν τις προϋποθέσεις για να έχουν γνώμη για όλα τα παγκόσμια ζητήματα. Είμαι υπέρ περισσότερου ή λιγότερου κράτους; Θεωρώ τον φόρο κατανάλωσης πιο δίκαιο από τον φόρο εισοδήματος; Τον κοίταξα καλά καλά και του είπα:

«Δεν ξέρω».

Εκείνος άφησε το στιλό και χαμογέλασε βεβιασμένα, σαν να μην καταλάβαινε την έννοια του «δεν ξέρω».

«Τι εννοείτε δεν ξέρετε;»
«Δεν τα έχω σκεφτεί» είπα.
«Μα πρέπει να έχετε μια γνώμη!»
«Μα, τα θέματα αυτά βρίσκονται στο καλάθι με τα περίπλοκα!» Είναι απελευθερωτικό να μην έχουμε γνώμη για όλους και για όλα. Η έλλειψη γνώμης δεν είναι σημάδι διανοητικών περιορισμών˙ δεν πρέπει να ντρέπεστε για κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, είναι σημάδι νοημοσύνης.

Την εποχή μας χαρακτηρίζει περισσότερο η υπερφόρτωση γνωμών παρά η υπερφόρτωση πληροφοριών. Επιλέξτε τα θέματα που σας αφορούν. Γιατί πρέπει να αφήνετε δημοσιογράφους, bloggers και tweeters να σας υπαγορεύουν ποια Θέματα πρέπει να σας αφορούν; Δεν είστε υπάλληλοι αυτών των ανθρώπων! Να είστε λοιπόν εξαιρετικά επιλεκτικοί. Τοποθετήστε όσα νομίζετε στο καλάθι με τα υπερβολικά περίπλοκα. Όταν σας ρωτούν τη γνώμη σας για το ένα ή για το άλλο, αρνηθείτε να τη δώσετε – και θα ανακαλύψετε με έκπληξη: ο κόσμος συνεχίζει να γυρίζει ακόμη και χωρίς το δικό σας σχόλιο.

Έστω ότι θέλετε ωστόσο να διαμορφώσετε μια γνώμη. Πως μπορείτε να το επιτύχετε; Αφιερώστε χρόνο˙ γράψτε γύρω από το ζήτημα με ηρεμία. Το γράψιμο είναι η βασιλική οδός για να οργανώσετε τις σκέψεις σας. Μια συγκεχυμένη σκέψη γίνεται αυτομάτως σαφέστερη όταν τη βάζετε στο χαρτί ή στην οθόνη. Και τελικά, ακούστε απόψεις άλλων, κατά προτίμηση όσων σκέφτονται διαφορετικά από σας. Αν είστε βέβαιοι ότι η γνώμη σας είναι σωστή, αμφισβητήστε τη. Δοκιμάστε να διατρυπήσετε τα επιχειρήματά σας για να δείτε αν είναι εύθραυστα ή αν αντέχουν.

Συμπέρασμα: Όσο λιγότερες βιαστικές απόψεις έχετε, τόσο καλύτερη θα είναι η ζωή σας. Τολμώ να πω ότι το 99% των απόψεών σας είναι περιττές. Μόνο 1% είναι πραγματικά σημαντικό για σας – για την ιδιωτική ή επαγγελματική σας ζωή. Φανταστείτε ότι συμμετέχετε σε τηλεοπτική εκπομπή με άλλους πέντε επισκέπτες κι ότι όλοι τούς διαφωνούν μαζί σας. Μόνο αν μπορείτε να επεξεργαστείτε τις Θέσεις τους με την ευγλωττία με την οποία επεξεργάζεστε τις δικές σας έχετε πραγματικά κερδίσει το δικαίωμα στη γνώμη σας.

Η μυστηριώδης σχέση που υπάρχει μεταξύ της σκέψης ενός ανθρώπου και αυτού που του συμβαίνει

Η πραγματική ανισότητα μεταξύ των ανθρώπων, η ρίζα από την οποία παράγεται κάθε εμφανής διαφορά, είναι το ότι ανήκουν σε διαφορετικά επίπεδα εσωτερικής υπευθυνότητας. Η διαφορετική ποιότητα σκέψης τοποθετεί τους ανθρώπους κάθετα στα διαφορετικά επίπεδα της κλίμακας του Είναι.

Υπάρχει μια εσωτερική ιεραρχία που κανένας πόλεμος ή επανάσταση δεν θα μπορέσει ποτέ να τη σβήσει, γιατί η πραγματική ανομοιότητα μεταξύ των ανθρώπων δεν βρίσκεται ούτε στον πλούτο, ούτε στην πίστη ή στη φυλή. Η διαφορά εντοπίζεται στις καταστάσεις τού Είναι. Είναι μια διαφορά ψυχολογική, κάθετη, εξελικτική, βαθμίδας. Για το λόγο αυτό μπορεί να ξεπεραστεί μόνο μέσα από μια ριζική αλλαγή του τρόπου σκέψης κι αντίληψης.

Σου συμβαίνουν συνεχώς τα ίδια γεγονότα γιατί τίποτα δεν αλλάζει σε σένα! Το κομμάτι του παραδείσου πάει προς τον παράδεισο, τo κομμάτι της κόλασης πάει προς την κόλαση.

Οι καταστάσεις της υπόστασής μας προσελκύουν τα γεγονότα που τους αντιστοιχούν και τα γεγονότα, μας ρίχνουν ξανά στις ίδιες καταστάσεις. Μόνο η θέληση μπορεί να διακόψει αυτή την αιώνια καταδίωξη, αυτό το ατέλειωτο μηχανικό παιχνίδι, και να σπάσει τον υπνωτικό κρίκο που περιβάλλει την ανθρώπινη ύπαρξη. Thought is creative. Thought creates. Τα γεγονότα είναι οι υλοποιήσεις της σκέψης μας, των καταστάσεων του Είναι μας. Καταστάσεις και συμβάντα είναι επομένως το ίδιο πράγμα. Οι καταστάσεις παράγονται στο Είναι κάθε ανθρώπου, τα γεγονότα εκδηλώνονται στη ζωή του, στον χρόνο, και μοιάζουν να παράγονται ανεξάρτητα από τη θέλησή του. Στην πραγματικότητα εμείς οι ίδιοι τα επικαλεστήκαμε με σφοδρότητα και, ασυνείδητα, τα δημιουργήσαμε.

Η σκέψη του ανθρώπου, θετική ή αρνητική, είναι πάντα δημιουργική και βρίσκει δεόντως την ευκαιρία να υλοποιηθεί.

Οι σκέψεις μας, σαν χειρόγραφες προσκλήσεις, που έχουν αποσταλεί και μετά ξεχαστεί, προσελκύουν τα αντίστοιχα συμβάντα. Όταν έρθει ο καιρός που ούτε καν το σκεφτόμαστε πια, περιστάσεις, συναντήσεις, περιστατικά, προβλήματα και συμπτώσεις, καταπτώσεις και αποτυχίες, χτυπούν την πόρτα μας σαν ανεπιθύμητοι επισκέπτες που τους προσκαλούσαμε όμως από καιρό, υποχθόνια. Μόνο η αμέλεια των ψυχολογικών μας καταστάσεων, απ’ όπου πραγματικά πηγάζουν εκείνα τα γεγονότα, μας τα παρουσιάζει ως απροσδόκητα, απρόσμενα.

Το απρόσμενο έχει πάντα ανάγκη μακράς προετοιμασίας.

Κανένα γεγονός δεν μπορεί να συμβεί εξωτερικά σε έναν άνθρωπο χωρίς την, έστω και ασυνείδητη, συγκατάθεσή του. Τίποτα δεν μπορεί να του τύχει χωρίς να περάσει πρώτα μέσα από την ψυχολογία του.

Η σκέψη επομένως είναι ισχυρότατη.

Επίσης, εκείνα που αποκαλούμε γεγονότα, συμβάντα, εμπειρίες και όλα τα πιθανά περιστατικά της ζωής, είναι ψυχολογικές καταστάσεις της υπόστασης που ήδη πορεύονται για να συναντήσουν όποιον έχει εναρμονιστεί με αυτά. Οι καταστάσεις είναι γεγονότα που περιμένουν την κατάλληλη συγκυρία για να συμβούν.

Η ποιότητα των συναισθημάτων μας, η ευρύτητα των σκέψεών μας, οι ψυχικές διαθέσεις που βιώνουμε εκείνη τη στιγμή, αποφασίζουν τι θα εκδηλωθεί στο ορατό, τη φύση των γεγονότων που θα υλοποιηθούν στη ζωή μας.

Τροποποιώντας τις καταστάσεις τού Είναι, μπορείς να ανατρέψεις τα γεγονότα που, προορίζονται να τα βρεις μπροστά σου. Να πώς ο άνθρωπος, μέσα από μια μελέτη του εαυτού του, τροποποιώντας τον τρόπο που σκέφτεται και αισθάνεται, μπορεί να μετατρέψει την οριζόντια, εφήμερη, ύπαρξή του.

Πρέπει να μάθουμε να ανατρέπουμε την οπτική μας. Όλα αυτά που οι άνθρωποι συνήθως κατανοούν ως δυσκολίες και συμφορές, όλα αυτά που καταριούνται. όλα αυτά που προσπαθούν πάση θυσία να αποφύγουν, στην πραγματικότητα είναι το πιο πολύτιμο υλικό για να μετατρέψουν την ψυχολογία του θανάτου σε μια ψυχολογία ζωής.

To Είναι αποτελείται από καταστάσεις και η ζωή από γεγονότα. Η ύπαρξή μας, επομένως, τρέχει παράλληλα σε δύο γραμμές: εκείνη των γεγονότων, της διαδοχής των συμβάντων που, στη διάρκεια της ζωής μας, συναντάμε στο tapis roulant του χωροχρόνου, και εκείνη των καταστάσεων που είναι οι ψυχικές διαθέσεις, moods, οι καταστάσεις τού Είναι που διαδέχονται, μέσα μας, η μια τη άλλη, σχεδόν πάντα απαρατήρητα. Επομένως, η προσωπική ιστορία ενός ανθρώπου, στον οριζόντιο άξονα είναι φτιαγμένη από γεγονότα, ενώ στον κάθετο άξονα είναι φτιαγμένη από καταστάσεις. Ωστόσο, ο κόσμος συνήθως πιστεύει και αφηγείται τη ζωή του σαν να είναι φτιαγμένη μόνο από εξωτερικά γεγονότα. Στην πραγματικότητα, το είδος των γεγονότων που εκδηλώνονται, και επομένως η ποιότητα της εξωτερικής ζωής, εξαρτάται από την ποιότητα της σκέψης και από τις καταστάσεις τού Είναι. Η ζωή επομένως αποτελείται από γεγονότα αλλά και, ακόμη περισσότερο, από καταστάσεις. Ο καθένας μας, για παράδειγμα, πηγαίνοντας σε μια διάλεξη ή στο θέατρο, είναι σίγουρος ότι διάλεξε τη θέση που θα καθίσει. Ο καθένας μας είναι σίγουρος ότι σήμερα το πρωί διάλεξε τι ρούχα θα φορέσει. Στην πραγματικότητα δεν ήμασταν ‘εμείς’ που διαλέξαμε τη θέση στο θέατρο ή τα ρούχα αλλά οι καταστάσεις τού Είναι μας.

Είναι εύκολο να παρατηρήσουμε ότι όλοι έχουν στη γκαρνταρόμπα τους ένα φόρεμα, ένα πουκάμισο, ένα ρούχο που αντιπαθούν και για κάποιο λόγο δεν θα ήθελαν ποτέ να το φορέσουν. Δεν το πετάνε γιατί γνωρίζουν πως κάποια στιγμή θα βρεθούν σ’ αυτή την ψυχική διάθεση, σ’ αυτό το mood, στο ανάλογο επίπεδο του Είναι. Όταν ‘νιώθουμε’ έτσι, ‘επιλέγουμε’ εκείνο το ρούχο.

Η σχέση που συνδέει καταστάσεις και γεγονότα, εσωτερικά και εξωτερικά συμβάντα, η μυστηριώδης σχέση που υπάρχει μεταξύ της ψυχολογίας ενός ανθρώπου και αυτού που του συμβαίνει είναι ο πυρήνας του θέματος της ελεύθερης βούλησης και του αιώνιου αινίγματος, εάν το πεπρωμένο υπακούει στην τυχαιότητα ή την αναγκαιότητα.

ΞΕΝΟΦΩΝ: Ηγέτης γεννιέσαι ή γίνεσαι;

O Ξενοφών (Αθηναίος ιστορικός συγγραφέας και σωκρατικός φιλόσοφος, 354 π.Χ.) ήταν λοιπόν ο πρώτος που όρισε την Δεσποτική, την σημερινή δηλαδή, ηγεσία. Ο Ξενοφών προβάλλει ως ιδεατό ηγέτη αυτόν που εμφορείται από υψηλές αξίες , όπως είναι η ευγένεια, η επιείκεια, το πατρικό ενδιαφέρον και η φροντίδα για το στράτευμα του • οι αξίες αυτές σε συνδυασμό με τη δύναμη, την πειθαρχία, το σθένος του, τόσο σε ηθικό όσο και σε ψυχικό επίπεδο, τον καθιστούν πρότυπο ανθρώπινης αρετής και τελειότητας. Σύμφωνα με τον Ξενοφών, μία αυτοκρατορία μπορεί να οδηγηθεί στην ακμή με την καλοσύνη αλλά και το δεσποτισμό του ηγέτη της.

Τέλος, αναφερόμενος στις αρετές του Αγησιλάου ως ανθρώπου και αρχηγέτη, επαινεί τη σοφία, τη δικαιοσύνη, το θάρρος, την ανδρεία, τον αυτοέλεγχο, την ευσέβεια, την προνοητικότητα και την ευγένεια του. Επίσης, δίνει έμφαση σε δύο βασικές αρχές ,που πρέπει να διέπουν κάθε ηγέτη, το προνοείν και το φιλοπονείν. Για τον Αγησίλαο έγραψε επίσης ότι: “Στις καλές μέρες μπορούσε να κάνει κάτι με σύνεση, στις δύσκολες όμως καταστάσεις μπορούσε να είναι τολμηρός”. ενώ στην “Λακεδαιμονίων Πολιτεία” πιστεύει “ότι δεν προέκυψε κανένα πρόβλημα κατά την εφαρμογή, γιατί δεν υπήρχε τίποτε που να μην είχε προβλεφθεί”.

Ηγέτης γεννιέσαι ή γίνεσαι; Ας ανατρέξουμε για λίγο πίσω στον Πλάτωνα, ο οποίος αναγάγει την ηγεσία σε επιστήμη. Ο Πλάτωνας (427 – 347 π.Χ.) ακολουθεί μία εξελικτική πορεία για να μας απαντήσει στο ερώτημα αν ο ηγέτης γεννιέται ή γίνεται. Συγκεκριμένα, στο έργο του “Μένωνα” υποστηρίζει ότι οι αρετές φρόνηση, σωφροσύνη, δικαιοσύνη και ανδρεία αποτελούν ορθογνωμία της ηγεσίας και δεν διδάσκονται (έμφυτα). Θεωρία γνωρισμάτων (Traittheory) 1948 παραθέτει τα έμφυτα χαρακτηριστικά κατάλληλα για έναν ηγέτη – κοινωνικό υπόβαθρο, χαρακτηριστικά προσωπικότητας, χαρακτηριστικά ευφυΐας, χαρακτηριστικά που σχετίζονται με τα καθήκοντα, κοινωνικά χαρακτηριστικά. Τέλος, στο έργο του “Αλκιβιάδης” δηλώνει ότι όποιος κατέχει την επιστήμη της ηγεσίας μπορεί να την διδάξει και να την μεταδώσει και σε άλλους που πληρούν κάποιες έμφυτες προϋποθέσεις (επίκτητα).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ – Η ΗΓΕΣΙΑ ΠΡΟΎΠΟΘΕΤΕΙ ΚΑΠΟΙΑ ΕΜΦΥΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΛΛΑ ΕΠΙΔΕΧΕΤΑΙ ΚΑΙ ΕΠΙΚΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΗΓΕΤΗ.

Χαρακτηριστική υπήρξε η συμβολή των ερευνητών του Πανεπιστημίου της πολιτείας του Oχάιο (Ηοuse κ.ά., 2004) και του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν (Lussier R.N & Αchua C.F, 2010) όπου δόθηκε έμφαση στη συμπεριφορά του ηγέτη και όχι στα γνωρίσματά του (θεωρία ατομικών χαρακτηριστικών) καταλήγοντας στο ότι ο συνδυασμός και των δύο διαστάσεων μας οδηγεί σε ένα αποτελεσματικότερο μοντέλο ηγεσίας. Ηγέτες Κατά καιρούς αναδείχθηκαν πολλοί ηγέτες, οι οποίοι καθόρισαν την ιστορική εξέλιξη με την προσωπικότητα, τις αποφάσεις και τις ενέργειές τους.

Στοιχεία της προσωπικότητας του ηγέτη: Ο Raymond Cattell, ένας από τους πρωτοπόρους μελετητές της προσωπικότητας, ανέπτυξε μια θεωρία περί Ηγετικού Δυναμικού. Η θεωρία αυτή, η οποία βασίστηκε σε μία μελέτη για τη στρατιωτική ηγεσία, χρησιμοποιείται σήμερα για τον καθορισμό των γνωρισμάτων που διακρίνουν έναν ικανό ηγέτη.

Αυτά είναι :
  • Συναισθηματική σταθερότητα
  • Κυριαρχία
  • Ενθουσιασμός
  • Ευσυνειδησία
  • Κοινωνική τόλμη
  • Πειθαρχημένη σκέψη
  • Αυτοεπιβεβαίωση
  • Ορμητικότητα
Πέρα από αυτά τα βασικά χαρακτηριστικά, οι ηγέτες του σήμερα πρέπει να αναπτύξουν ιδιότητες οι οποίες θα τους βοηθήσουν να παροτρύνουν τους άλλους και να τους οδηγήσουν προς νέες κατευθύνσεις. Οι ηγέτες του μέλλοντος πρέπει να είναι ικανοί να οραματιστούν το μέλλον και να πείσουν και τους υπόλοιπους ότι το όραμά τους αξίζει να επιδιωχθεί.

Για να συμβεί αυτό, πρέπει να αναπτύξουν τα εξής γνωρίσματα:
  • Ενεργητικότητα
  • Διορατικότητα
  • Ωριμότητα
  • Ομαδικό πνεύμα
  • Ενσυναίσθηση
Λέγει ο Σωκράτης: «Για να αποκτήσει κάποιος το χάρισμα της ηγεσίας απαιτείται όχι μόνον εκπαίδευση και κατάλληλη προδιάθεση αλλά και να εμπνέεται αυτός από την φύση.»

Περί Νεωτερικότητας

Προς μια διαλεκτική της Νεωτερικότητας
§ 1

Πώς μπορεί να κατανοείται, υπό ένα γενικό πνεύμα, η Νεωτερικότητα; Πρόκειται για μια άκρως αντιθετική, όχι λιγότερο δε ασαφή, έννοια και πραγματικότητα. Από τη μια πλευρά παραπέμπει στην αντίληψη της παγκοσμιοποίησης, συνδέεται με τη λογική της πλανητικής εποχής και εκφράζει την προβληματική της· από την άλλη εκδηλώνεται ως πρόταγμα ή πρόγραμμα χειραφέτησης. Τούτο το πρόταγμα ανάγει την ιστορική του αφετηρία στην περίοδο του Διαφωτισμού (16ος αι.), αλλά στην ιστορική του συνέχεια έλαβε διάφορες τροπές, χωρίς να επιτύχει κάποια μορφή αυτοβεβαιότητας ως το σήμερα. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις μιλάμε για μια προσπάθεια ή τάση σε περιοχές της ανθρώπινης παρουσίας –όπως πολιτική, λογοτεχνία, επιστήμη, φιλοσοφία κ.α.– για ένα πρόγραμμα ή σχέδιο παγκόσμιας χειραφέτησης, το οποίο δεν ολοκληρώθηκε ή δεν βρήκε εφαρμογή ποτέ.

§ 2

Η ανάδυση της Νεωτερικότητας στηρίχτηκε στον Λόγο και την ιστορία, γι’ αυτό και επιχείρησε να διαλύσει κάθε είδους παραδοσιακή-μεταφυσική-θρησκευτική δοξασία της προνεωτερικής εποχής. Φαινομενικά τα θεμέλια του Λόγου και της ιστορίας θεωρούνταν σταθερά, στην πράξη όμως αποδείχτηκαν τα πιο ασταθή: ο Λόγος δεν οδηγεί πάντοτε στον διά-Λογο, στη διαλεκτική αποκρυπτογράφηση του Λογικού στοιχείου της πραγματικότητας αλλά συχνά εκφράζει το εξουσιαστικό πρόσωπο ενός ψυχρού υπολογισμού, ενός υπολογιστικού τρόπου σκέψης, ο οποίος εκριζώνει την ανθρώπινη ατομικότητα από τη ζωτική της εστία (=μοναδικότητα, ευαισθησία, εσωτερικότητα, ελευθερία, τοπικότητα κ.λπ.), για να την ρίξει ανέστια και ανασφαλή μέσα στην αγέλη που λέγεται μαζική κοινωνία. Κατά ένα παρόμοιο τρόπο, η ιστορία στην προχωρητική της πορεία επιφυλάσσει όχι σπάνια στον άνθρωπο απογοητεύσεις, ξεριζώματα, συντριβές, αφανισμούς. Ουδείς εγγυάται ότι το σήμερα και το αύριο θα είναι καλύτερο από το χθες· ουδείς εκτός από τους χθαμαλούς, εξ επαγγέλματος πολιτικούς που πάσχουν από άνοια.

§ 3

Όταν κανείς επιδιώκει μια διαλεκτική ερμηνεία και κατανόηση της νεωτερικότητας, άρα μια αυτοσυνείδητη αντιμετώπιση του αφηνιασμένου κόσμου της σύγχρονης εποχής, ξεκινά από τη βίωση του παρόντος και αναζητεί εκείνη την ευέλικτη σταθερότητα, η οποία μπορεί να αντισταθμίζει την ανελαστική σταθερότητα του εργαλειακού-εξουσιαστικού Λόγου. Η ευέλικτη σταθερότητα δεν εξασφαλίζεται με πολιτικά, επιστημονικά ή λογοκρατικά διατάγματα απόρριψης καθετί μη συμβατικού, κάθε αξιακού προτάγματος που προβλήθηκε στο παρελθόν και σήμερα αρνείται να μετατραπεί σε ένα απλό εργαλείο οποιουδήποτε ωφελιμιστικού μοντέλου, αλλά με το άνοιγμα στην κλήση του κοινωνικού Είναι του ανθρώπου. Η εν λόγω κλήση δεν ξεχωρίζει, για παράδειγμα, το παρόν από το παρελθόν ή το μέλλον, αλλά τα περιέχει και τα εκφράζει στην αλληλοσυνάφειά τους. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή την κλήση, η κατατρόπωση της πάσης φύσεως βαρβαρότητας –πολιτικής, πολιτισμικής, πνευματικής κ.λπ.– δεν επιτυγχάνεται με την κατάδειξη ή ανάδειξη απλώς του απάνθρωπου χαρακτήρα της, αλλά πρωτίστως μέσα από μια διαρκή ριζοσπαστικοποίηση του ίδιου του συμπαντικού Είναι των κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων που διανοίγονται στην πιο πάνω κλήση.

§ 4

Ριζοσπαστικοποίηση του συμπαντικού τους Είναι σημαίνει να κατανοούν το ίδιο τους το γίγνεσθαι ως υπέρβαση των εσωτερικών τους αντιφάσεων και να αίρουν διαλεκτικά ό,τι τις μεταποιεί σε αποξενωμένο από τον εαυτό τους και από την κοινωνία πολιτικό υποκείμενο· κατ’ επέκταση σημαίνει ότι δεν μάχονται να αντικαταστήσουν τις εξουσιαστικές δομές της αστικής υποκειμενικότητας με εξουσιαστικές δομές μιας άλλης, κατ’ ευφημισμό απελευθερωτικής υποκειμενικότητας, αλλά στην πράξη εξίσου εξουσιαστικής. Απεναντίας μάχονται για να καθιδρύουν την αυτό-οργάνωση της άμεσης ζωής με θεμέλια την αυτοδιευθυνόμενη σκέψη και πράξη. Προς μια τέτοια κατεύθυνση αποβλέπει, για παράδειγμα, η προσπάθεια του Χέγκελ να καταδείξει τη δυνατότητα αυτοθεμελίωσης της νεωτερικότητας με βάση τα αξιακά της προτάγματα και όχι μόνο τις χωροχρονικές της οριοθετήσεις.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ρητορική (1403b-1404a)

ΒΙΒΛΙΟ Γ'

Εισαγωγή: κεφ. 1

[1403b] [I] Ἐπειδὴ τρία ἐστὶν ἃ δεῖ πραγματευθῆναι περὶ τὸν λόγον, ἓν μὲν ἐκ τίνων αἱ πίστεις ἔσονται, δεύτερον δὲ περὶ τὴν λέξιν, τρίτον δὲ πῶς χρὴ τάξαι τὰ μέρη τοῦ λόγου, περὶ μὲν τῶν πίστεων εἴρηται, καὶ ἐκ πόσων, ὅτι ἐκ τριῶν εἰσί, καὶ ταῦτα ποῖα, καὶ διὰ τί τοσαῦτα μόνα (ἢ γὰρ τῷ αὐτοί τι πεπονθέναι οἱ κρίνοντες, ἢ τῷ ποιούς τινας ὑπολαμβάνειν τοὺς λέγοντας, ἢ τῷ ἀποδεδεῖχθαι, πείθονται πάντες), εἴρηται δὲ καὶ τὰ ἐνθυμήματα, πόθεν δεῖ πορίζεσθαι (ἔστι γὰρ τὰ μὲν εἴδη τῶν ἐνθυμημάτων, τὰ δὲ τόποι)· περὶ δὲ τῆς λέξεως ἐχόμενόν ἐστιν εἰπεῖν· οὐ γὰρ ἀπόχρη τὸ ἔχειν ἃ δεῖ λέγειν, ἀλλ᾽ ἀνάγκη καὶ ταῦτα ὡς δεῖ εἰπεῖν, καὶ συμβάλλεται πολλὰ πρὸς τὸ φανῆναι ποιόν τινα τὸν λόγον. τὸ μὲν οὖν πρῶτον ἐζητήθη κατὰ φύσιν ὅπερ πέφυκε πρῶτον, αὐτὰ τὰ πράγματα ἐκ τίνων ἔχει τὸ πιθανόν, δεύτερον δὲ τὸ ταῦτα τῇ λέξει διαθέσθαι, τρίτον δὲ τούτων ὃ δύναμιν μὲν ἔχει μεγίστην, οὔπω δ᾽ ἐπικεχείρηται, τὰ περὶ τὴν ὑπόκρισιν. καὶ γὰρ εἰς τὴν τραγικὴν καὶ ῥαψῳδίαν ὀψὲ παρῆλθεν· ὑπεκρίνοντο γὰρ αὐτοὶ τὰς τραγῳδίας οἱ ποιηταὶ τὸ πρῶτον. δῆλον οὖν ὅτι καὶ περὶ τὴν ῥητορικήν ἐστι τὸ τοιοῦτον ὥσπερ καὶ περὶ τὴν ποιητικήν, ὅπερ ἕτεροί ‹τέ› τινες ἐπραγματεύθησαν καὶ Γλαύκων ὁ Τήιος. ἔστιν δὲ αὕτη μὲν ἐν τῇ φωνῇ, πῶς αὐτῇ δεῖ χρῆσθαι πρὸς ἕκαστον πάθος, οἷον πότε μεγάλῃ καὶ πότε μικρᾷ καὶ μέσῃ, καὶ πῶς τοῖς τόνοις, οἷον ὀξείᾳ καὶ βαρείᾳ καὶ μέσῃ, καὶ ῥυθμοῖς τίσι πρὸς ἕκαστα. τρία γάρ ἐστιν περὶ ἃ σκοποῦσιν· ταῦτα δ᾽ ἐστὶ μέγεθος ἁρμονία ῥυθμός. τὰ μὲν οὖν ἆθλα σχεδὸν ἐκ τῶν ἀγώνων οὗτοι λαμβάνουσιν, καὶ καθάπερ ἐκεῖ μεῖζον δύνανται νῦν τῶν ποιητῶν οἱ ὑποκριταί, καὶ κατὰ τοὺς πολιτικοὺς ἀγῶνας, διὰ τὴν μοχθηρίαν τῶν πολιτῶν. οὔπω δὲ σύγκειται τέχνη περὶ αὐτῶν, ἐπεὶ καὶ τὸ περὶ τὴν λέξιν ὀψὲ προῆλθεν· καὶ δοκεῖ φορτικὸν εἶναι,

[1404a] καλῶς ὑπολαμβανόμενον. ἀλλ᾽ ὅλης οὔσης πρὸς δόξαν τῆς πραγματείας τῆς περὶ τὴν ῥητορικήν, οὐχ ὡς ὀρθῶς ἔχοντος ἀλλ᾽ ὡς ἀναγκαίου τὴν ἐπιμέλειαν ποιητέον, ἐπεὶ τό γε δίκαιον μηδὲν πλέον ζητεῖν περὶ τὸν λόγον ἢ ὥστε μήτε λυπεῖν μήτ᾽ εὐφραίνειν· δίκαιον γὰρ αὐτοῖς ἀγωνίζεσθαι τοῖς πράγμασιν, ὥστε τἆλλα ἔξω τοῦ ἀποδεῖξαι περίεργα ἐστίν· ἀλλ᾽ ὅμως μέγα δύναται, καθάπερ εἴρηται, διὰ τὴν τοῦ ἀκροατοῦ μοχθηρίαν. τὸ μὲν οὖν τῆς λέξεως ὅμως ἔχει τι μικρὸν ἀναγκαῖον ἐν πάσῃ διδασκαλίᾳ· διαφέρει γάρ τι πρὸς τὸ δηλῶσαι ὡδὶ ἢ ὡδὶ εἰπεῖν, οὐ μέντοι τοσοῦτον, ἀλλ᾽ ἅπαντα φαντασία ταῦτ᾽ ἐστί, καὶ πρὸς τὸν ἀκροατήν· διὸ οὐδεὶς οὕτω γεωμετρεῖν διδάσκει. ἐκείνη μὲν οὖν ὅταν ἔλθῃ ταὐτὸ ποιήσει τῇ ὑποκριτικῇ, ἐγκεχειρήκασιν δὲ ἐπ᾽ ὀλίγον περὶ αὐτῆς εἰπεῖν τινές, οἷον Θρασύμαχος ἐν τοῖς Ἐλέοις· καὶ ἔστιν φύσεως τὸ ὑποκριτικὸν εἶναι, καὶ ἀτεχνότερον, περὶ δὲ τὴν λέξιν ἔντεχνον. διὸ καὶ τοῖς τοῦτο δυναμένοις γίνεται πάλιν ἆθλα, καθάπερ καὶ τοῖς κατὰ τὴν ὑπόκρισιν ῥήτορσιν· οἱ γὰρ γραφόμενοι λόγοι μεῖζον ἰσχύουσι διὰ τὴν λέξιν ἢ διὰ τὴν διάνοιαν.

Ἤρξαντο μὲν οὖν κινῆσαι τὸ πρῶτον, ὥσπερ πέφυκεν, οἱ ποιηταί· τὰ γὰρ ὀνόματα μιμήματα ἐστίν, ὑπῆρξεν δὲ καὶ ἡ φωνὴ πάντων μιμητικώτατον τῶν μορίων ἡμῖν· διὸ καὶ αἱ τέχναι συνέστησαν ἥ τε ῥαψῳδία καὶ ἡ ὑποκριτικὴ καὶ ἄλλαι γε. ἐπεὶ δ᾽ οἱ ποιηταί, λέγοντες εὐήθη, διὰ τὴν λέξιν ἐδόκουν πορίσασθαι τὴν δόξαν, διὰ τοῦτο ποιητικὴ πρώτη ἐγένετο λέξις, οἷον ἡ Γοργίου, καὶ νῦν ἔτι οἱ πολλοὶ τῶν ἀπαιδεύτων τοὺς τοιούτους οἴονται διαλέγεσθαι κάλλιστα. τοῦτο δ᾽ οὐκ ἔστιν, ἀλλ᾽ ἑτέρα λόγου καὶ ποιήσεως λέξις ἐστίν. δηλοῖ δὲ τὸ συμβαῖνον· οὐδὲ γὰρ οἱ τὰς τραγῳδίας ποιοῦντες ἔτι χρῶνται τὸν αὐτὸν πρόπον, ἀλλ᾽ ὥσπερ καὶ ἐκ τῶν τετραμέτρων εἰς τὸ ἰαμβεῖον μετέβησαν διὰ τὸ τῷ λόγῳ τοῦτο τῶν μέτρων ὁμοιότατον εἶναι τῶν ἄλλων, οὕτω καὶ τῶν ὀνομάτων ἀφείκασιν ὅσα παρὰ τὴν διάλεκτόν ἐστιν, οἷς [δ᾽] οἱ πρῶτοι ἐκόσμουν, καὶ ἔτι νῦν οἱ τὰ ἑξάμετρα ποιοῦντες [ἀφείκασιν]. διὸ γελοῖον μιμεῖσθαι τούτους οἳ αὐτοὶ οὐκέτι χρῶνται ἐκείνῳ τῷ τρόπῳ, ὥστε φανερὸν ὅτι οὐχ ἅπαντα ὅσα περὶ λέξεως ἔστιν εἰπεῖν ἀκριβολογητέον ἡμῖν, ἀλλ᾽ ὅσα περὶ τοιαύτης οἵας λέγομεν. περὶ δ᾽ ἐκείνης εἴρηται ἐν τοῖς περὶ ποιητικῆς.

***
[1403b] [1] Τρία είναι τα θέματα που πρέπει να γίνουν αντικείμενο μελέτης σε μια πραγματεία για τον ρητορικό λόγο: πρώτον από πού πρέπει να αντλούνται τα αποδεικτικά στοιχεία, δεύτερον καθετί που σχετίζεται με τη γλωσσική διατύπωση, τρίτον ποιά πρέπει να είναι η διάταξη των μερών του λόγου. Εμείς μιλήσαμε ήδη για τις αποδείξεις και είπαμε από πόσες πηγές αντλούνται· διευκρινίσαμε ότι οι πηγές αυτές είναι τρεις· περιγράψαμε τη φύση τους και εξηγήσαμε γιατί είναι μόνο τρεις. Είπαμε δηλαδή ότι όλοι, γενικά, οι ακροατές/κριτές πείθονται είτε γιατί οι ίδιοι έχουν οδηγηθεί σε μιαν ορισμένη ψυχική κατάσταση, είτε γιατί πιστεύουν ότι οι ρήτορες έχουν κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες, είτε γιατί το πράγμα έχει αποδειχθεί. Μιλήσαμε επίσης για τα ενθυμήματα και είπαμε από πού πρέπει να αντλούνται· υπάρχουν, πράγματι, από τη μια διάφορα είδη ενθυμημάτων και από την άλλη διάφοροι τόποι.

Σειρά έχει τώρα να μιλήσουμε για τη γλωσσική διατύπωση· γιατί δεν είναι, βέβαια, αρκετό ο ρήτορας απλώς να κατέχει αυτά που πρέπει να πει· είναι ανάγκη και να τα πει με τον τρόπο που πρέπει — κάτι που, φυσικά, συμβάλλει πολύ στο να δημιουργηθεί στο ακροατήριο η εντύπωση ότι ο λόγος έχει μιαν ορισμένη ποιότητα. Διερευνήσαμε λοιπόν πρώτα πρώτα αυτό που και κατά τη φυσική σειρά είναι πρώτο: τί είναι αυτό που δίνει στα ίδια τα πράγματα αξιοπιστία· αμέσως μετά έρχεται το πώς θα τα παρουσιάσουμε με την κατάλληλη γλωσσική διατύπωση· τρίτο είναι αυτό που, ενώ έχει πολύ μεγάλη σημασία, δεν έγινε ως τώρα αντικείμενο μελέτης: η ηθοποιία — κάτι που άργησε να κάνει την εμφάνισή του στην τραγική και ραψωδική ποίηση, γιατί στην αρχή τις τραγωδίες τις έπαιζαν οι ίδιοι οι ποιητές τους. Είναι λοιπόν φανερό ότι υπάρχει και στη ρητορική κάτι σαν αυτό που υπάρχει στην ποίηση (ενσχέσει με την ποίηση, το θέμα το πραγματεύθηκαν διάφοροι συγγραφείς, ένας από αυτούς και ο Γλαύκωνας από την Τέω). Πρόκειται για το πώς πρέπει να χρησιμοποιείται η φωνή προκειμένου να εκφρασθεί το κάθε επιμέρους πάθος: πότε να είναι δυνατή, πότε χαμηλή και πότε μέτρια· επίσης πώς πρέπει να γίνεται η χρήση των τόνων: πότε ο τόνος να είναι οξύς, πότε βαρύς και πότε μέτριος· ακόμη, ποιοί ρυθμοί πρέπει να χρησιμοποιούνται στην κάθε επιμέρους περίπτωση. Τρία είναι, πράγματι, τα σημεία στα οποία στρέφουν την προσοχή τους όσοι ασχολούνται με το θέμα, και αυτά είναι η ένταση, η αρμονία και ο ρυθμός. Αυτοί λοιπόν που χρησιμοποιούν σωστά τα τρία αυτά στοιχεία, είναι που κερδίζουν, σχεδόν πάντοτε, τα βραβεία στους δραματικούς αγώνες· και, ακριβώς όπως οι ηθοποιοί θεωρούνται σήμερα εκεί σημαντικότερα πρόσωπα από τους ποιητές, συμβαίνει το ίδιο και στους πολιτικούς αγώνες λόγω της φθοράς των πολιτευμάτων. Ως σήμερα, πάντως, δεν υπάρχει καμιά ειδική πραγματεία για το θέμα αυτό, αφού και οι σχετικές με το ύφος έρευνες προχώρησαν με καθυστέρηση. Η εντύπωση, άλλωστε, που επικρατεί

[1404a] —και είναι σωστό που αντιμετωπίζεται έτσι— είναι ότι πρόκειται για κάτι το ταπεινό και ασήμαντο. Δεδομένου όμως ότι στο σύνολό της η απασχόληση με τη ρητορική τέχνη σημαίνει απασχόληση με το φαίνεσθαι, πρέπει να δείξουμε ενδιαφέρον και για το θέμα της ηθοποιίας, όχι γιατί αυτό είναι το ορθό, αλλά γιατί είναι απαραίτητο: το σωστό είναι τίποτε άλλο να μην απαιτούμε από έναν λόγο παρά μόνο τούτο: να μη δυσαρεστεί ούτε να ευφραίνει τον ακροατή· το σωστό είναι, ο αγώνας να βασίζεται μόνο στα ίδια τα πράγματα, οπότε όλα τα άλλα, τα πέρα από την απόδειξη, είναι παραπανίσια. Και όμως η ηθοποιία έχει, όπως το είπαμε, μεγάλη δύναμη, λόγω της φθοράς που έχει υποστεί το ακροατήριο. Ό,τι και να ᾽ναι, η γλωσσική έκφραση δεν μπορεί παρά να έχει μια, μικρή έστω, θέση σε κάθε διδασκαλία· γιατί, αν είναι να κάνουμε κατιτί σαφές, υπάρχει κάποια διαφορά αν ο λόγος μας γι᾽ αυτό γίνει με αυτόν ή μ᾽ εκείνον τον τρόπο· η διαφορά μπορεί να μην είναι και τόσο μεγάλη, όμως όλα αυτά τα πράγματα δεν είναι παρά ένας απλός εντυπωσιασμός και έχουν για στόχο τους τον ακροατή· γι᾽ αυτό και κανένας δεν διδάσκει με αυτόν τον τρόπο τη γεωμετρία. Όταν λοιπόν θα υπάρξει η τέχνη αυτή, θα λειτουργήσει όπως η τέχνη του ηθοποιού. Κάποιοι συγγραφείς προσπάθησαν να κάνουν, ώς κάποιο σημείο, λόγο για την τέχνη αυτή (παράδειγμα ο Θρασύμαχος στο έργο του Έλεοι). Έπειτα, η ηθοποιία είναι φυσικό χάρισμα και πολύ λίγο κυβερνιέται από τεχνικούς κανόνες, ενώ η σωστή χρήση του λόγου προϋποθέτει τέχνη. Γι᾽ αυτό και όσοι έχουν αυτή την ικανότητα κερδίζουν, κι αυτοί με τη σειρά τους, βραβεία, όπως και οι ρήτορες που διαθέτουν καλή ηθοποιία· απόδειξη ότι οι γραπτοί λόγοι επιδρούν πιο πολύ με τη γλωσσική τους μορφή παρά με το νοηματικό τους περιεχόμενο.

Την πρώτη κίνηση την έκαναν οι ποιητές· αυτό ήταν και το φυσικό, αφού οι λέξεις δεν είναι παρά μιμήσεις και αφού ο άνθρωπος είχε στη διάθεσή του τη φωνή, το πιο κατάλληλο για μίμηση όργανο του σώματος. Έτσι γεννήθηκαν και οι διάφορες τέχνες: του ραψωδού, του ηθοποιού και άλλες. Καθώς όμως οι ποιητές, παρόλο που έλεγαν ασήμαντα πράγματα, φαίνονταν πως αποκτούσαν την υπόληψη και αναγνώρισή τους χάρη στον τρόπο με τον οποίο τα έλεγαν, έκανε πρώτος την εμφάνισή του ο ποιητικός τρόπος του λέγειν· παράδειγμα ο λόγος του Γοργία — αλλά και σήμερα ακόμη οι περισσότεροι από τους αμόρφωτους και ακαλλιέργητους ανθρώπους θεωρούν ότι οι ρήτορες αυτού του είδους μιλούν εξαιρετικά όμορφα. Αυτό όμως δεν είναι αλήθεια: η αλήθεια είναι ότι τα εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιεί ο πεζός λόγος είναι διαφορετικά από αυτά που χρησιμοποιεί η ποίηση. Το δείχνει η πραγματικότητα: ούτε και οι ποιητές τραγωδιών δεν χρησιμοποιούν πια την ποιητική γλώσσα με τον ίδιο τρόπο, αλλά, όπως πέρασαν από τα τετράμετρα στον ιαμβικό στίχο επειδή αυτός περισσότερο από όλα τα άλλα μέτρα μοιάζει με τον πεζό λόγο, έτσι και από τις λέξεις εγκατέλειψαν εκείνες που βρίσκονται έξω από τον λόγο της καθημερινής κουβέντας, με τις οποίες οι παλαιότεροι ποιητές στόλιζαν τον λόγο τους, όπως κάνουν ακόμη και σήμερα οι επικοί ποιητές· είναι, γι᾽ αυτό, γελοίο να γίνονται αντικείμενο μίμησης αυτοί που δεν χρησιμοποιούν —και οι ίδιοι πλέον— εκείνο το είδος του λόγου· είναι, επομένως, φανερό ότι δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να μιλήσουμε εμείς τώρα με τρόπο εξαντλητικό για όλα όσα μπορεί κανείς να πει σχετικά με το θέμα της γλωσσικής διατύπωσης, αλλά μόνο για ό,τι σχετίζεται με την περιοχή για την οποία είναι ο λόγος μας. Για το άλλο εκείνο είδος κάναμε ήδη λόγο στην Ποιητική.