Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Σφῆκες (1174-1218)

ΒΔ. ἄγε νυν, ἐπιστήσει λόγους σεμνοὺς λέγειν
1175 ἀνδρῶν παρόντων πολυμαθῶν καὶ δεξιῶν;
ΦΙ. ἔγωγε. ΒΔ. τίνα δῆτ᾽ ἂν λέγοις; ΦΙ. πολλοὺς πάνυ.
πρῶτον μὲν ὡς ἡ Λάμι᾽ ἁλοῦσ᾽ ἐπέρδετο,
ἔπειτα δ᾽ ὡς ὁ Καρδοπίων τὴν μητέρα—
ΒΔ. μή μοί γε μύθους, ἀλλὰ τῶν ἀνθρωπικῶν,
1180 οἵους λέγομεν μάλιστα, τοὺς κατ᾽ οἰκίαν.
ΦΙ. ἐγᾦδα τοίνυν τῶν γε πάνυ κατ᾽ οἰκίαν
ἐκεῖνον ὡς «οὕτω ποτ᾽ ἦν μῦς καὶ γαλῆ.»
ΒΔ. ὦ σκαιὲ κἀπαίδευτε, Θεογένης ἔφη
τῷ κοπρολόγῳ καὶ ταῦτα λοιδορούμενος,
1185 μῦς καὶ γαλᾶς μέλλεις λέγειν ἐν ἀνδράσιν;
ΦΙ. ποίους τινὰς δὲ χρὴ λέγειν; ΒΔ. μεγαλοπρεπεῖς,
ὡς ξυνεθεώρεις Ἀνδροκλεῖ καὶ Κλεισθένει.
ΦΙ. ἐγὼ δὲ τεθεώρηκα πώποτ᾽; οὐδαμοῖ,
πλὴν εἰς Πάρον, καὶ ταῦτα δύ᾽ ὀβολὼ φέρων.
1190 ΒΔ. ἀλλ᾽ οὖν λέγειν χρή σ᾽ ὡς ἐμάχετό γ᾽ αὐτίκα
Ἐφουδίων παγκράτιον Ἀσκώνδᾳ καλῶς,
ἤδη γέρων ὢν καὶ πολιός, ἔχων δέ τοι
πλευρὰν βαθυτάτην καὶ χέρας καὶ λαγόνα καὶ
θώρακ᾽ ἄριστον. ΦΙ. παῦε παῦ᾽, οὐδὲν λέγεις.
1195 πῶς ἂν μαχέσαιτο παγκράτιον θώρακ᾽ ἔχων;
ΒΔ. οὕτως διηγεῖσθαι νομίζουσ᾽ οἱ σοφοί.
ἀλλ᾽ ἕτερον εἰπέ μοι· παρ᾽ ἀνδράσι ξένοις
πίνων σεαυτοῦ ποῖον ἂν λέξαι δοκεῖς
ἐπὶ νεότητος ἔργον ἀνδρικώτατον;
1200 ΦΙ. ἐκεῖν᾽ ἐκεῖν᾽ ἀνδρειότατόν γε τῶν ἐμῶν,
ὅτ᾽ Ἐργασίωνος τὰς χάρακας ὑφειλόμην.
ΒΔ. ἀπολεῖς με. ποίας χάρακας; ἀλλ᾽ ὡς ἢ κάπρον
ἐδιώκαθές ποτ᾽ ἢ λαγών, ἢ λαμπάδα
ἔδραμες, ἀνευρὼν ὅ τι νεανικώτατον.
1205 ΦΙ. ἐγᾦδα τοίνυν τό γε νεανικώτατον·
ὅτε τὸν δρομέα Φάυλλον ὢν βούπαις ἔτι
εἷλον διώκων λοιδορίας ψήφοιν δυοῖν.
ΒΔ. παῦ᾽· ἀλλὰ δευρὶ κατακλινεὶς προσμάνθανε
ξυμποτικὸς εἶναι καὶ ξυνουσιαστικός.
1210 ΦΙ. πῶς οὖν κατακλινῶ; φράζ᾽ ἁνύσας. ΒΔ. εὐσχημόνως.
ΦΙ. ὡδὶ κελεύεις κατακλινῆναι; ΒΔ. μηδαμῶς.
ΦΙ. πῶς δαί; ΒΔ. τὰ γόνατ᾽ ἔκτεινε καὶ γυμναστικῶς
ὑγρὸν χύτλασον σεαυτὸν ἐν τοῖς στρώμασιν.
ἔπειτ᾽ ἐπαίνεσόν τι τῶν χαλκωμάτων,
1215 ὀροφὴν θέασαι, κρεκάδι᾽ αὐλῆς θαύμασον.
ὕδωρ κατὰ χειρός· τὰς τραπέζας εἰσφέρειν·
δειπνοῦμεν· ἀπονενίμμεθ᾽· ἤδη σπένδομεν.
ΦΙ. πρὸς τῶν θεῶν, ἐνύπνιον ἑστιώμεθα;

***
ΒΔΕ. Ένα άλλο τώρα· σα βρεθείς σε κύκλο
ανθρώπων και ξυπνών και μορφωμένων,
θα ξέρεις να μιλήσεις όπως πρέπει;
ΦΙΛ. Και βέβαια. ΒΔΕ. Πώς; ΦΙΛ. Μπα! Πλήθος ιστορίες.
Πώς τις αμόλα η Λάμια σαν την πιάσαν,
ο Καρδοπίωνας πώς προς τη μαμά του…
ΒΔΕ. Καλέ όχι μύθους· πες μου αν ξέρεις λόγους
1180 κοινωνικούς, που ανιστορούν στα σπίτια.
ΦΙΛ. Και βέβαια· σπιτικότατους· ορίστε:
Ήταν ένα ποντίκι και μια γάτα.
ΒΔΕ. Βρε θα μιλάς για γάτες και ποντίκια
μπροστά σε τέτοιον κόσμο; Είσαι χωριάτης
κι αμόρφωτος, σαν που είπε κι ο Θεογένης
σε κάποιον σκουπιδιάρη, βρίζοντάς τον.
ΦΙΛ. Μα τότε τί; ΒΔΕ. Ιστορίες με μεγαλείο·
πώς με τον Αντροκλή και τον Κλεισθένη
σε τελετή είχες πάει, απεσταλμένος.
ΦΙΛ. Και πότε πήγα απεσταλμένος; Μόνο
στην Πάρο, για να πάρω δυο πεντάρες.
1190 ΒΔΕ. Τουλάχιστο να πεις πώς παραβγήκε
σε αγώνα ο Εφουδίωνας παγκρατίου
με τον Ασκώνδα· γέρος πια, ασπρομάλλης,
και πήγε ωραία· γερά είχε, βλέπεις, χέρια,
λαγγόνια και πλευρά· θώρακα πρώτης.
ΦΙΛ. Μη λες βλακείες· μπορείς ποτέ να κάνεις
παγκράτιο μες στο θώρακα στηριγμένος;
ΒΔΕ. Έτσι ιστορούνε πάντα οι μορφωμένοι.
Και τώρα έν᾽ άλλο· στο τραπέζι απάνω
ποιά θα ᾽χεις να τους πεις γενναία σου πράξη,
1200 σαν ήσουν νέος; ΦΙΛ. Η πιο γενναία μου τούτη:
απ᾽ του Εργασίωνα κάποτε τ᾽ αμπέλι
έκλεψα τ᾽ αντιστύλια των κλημάτων.
ΒΔΕ. Βρε τί αντιστύλια; θα με σκάσεις· πρέπει
για κάποιο σου κυνήγι να μιλήσεις,
για λαγό, γι᾽ αγριογούρουνο, ότι ακόμα
σε λαμπαδηδρομία έλαβες μέρος·
για κάτι τολμηρό. ΦΙΛ. Ω, αν πεις για τόλμη!
Εγώ, μικρός παλικαράκι ακόμα,
κυνήγησα το Φάυλλο, το δρομέα,
με… μήνυσή μου —με είχε, βλέπεις, βρίσει—
και κέρδισα τη δίκη με δυο ψήφους.
ΒΔΕ. Πάψε, να ζεις· ξαπλώσου τώρα χάμω,
να γυμναστείς πώς θα φερθείς, σα θα είσαι
με κόσμο καθώς πρέπει, σε συμπόσιο.
1210 ΦΙΛ. Πώς να ξαπλώσω; Πες λοιπόν. ΒΔΕ. Με ευπρέπεια.
ΦΙΛ. Έτσι; ΒΔΕ. Κάθε άλλο. ΦΙΛ. Πώς; εξήγησέ μου.
ΒΔΕ. Τα γόνατα απλωτά, σαν που διδάσκουν
στα γυμναστήρια, με άνεση και χάρη.
Αφού ο Φιλοκλέωνας πήρε καλή στάση, και σα να βρίσκονται κιόλας σε αρχοντόσπιτο.
Πες έναν καλό λόγο για τα βάζα,
για τις κουρτίνες, κοίτα το ταβάνι.
Νερό στα χέρια! Μέσα τα τραπέζια!
Δειπνούμε πια· πλυθήκαμε· και τώρα,
σπονδές! ΦΙΛ. Μα τί; Σα σε όνειρο θα τρώμε;

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΜΕΛΙΚΕΡΤΗΣ

ΜΕΛΙΚΕΡΤΗΣ
(Παλαίμονας)
 
Ο Μελικέρτης ήταν ο μικρότερος γιος της Ινώς και του Αθάμαντα. Πέθανε μαζί με τη μητέρα του, όταν εκείνη αυτοκτόνησε πέφτοντας στη θάλασσα, οπότε εκείνη έγινε Νηρηίδα και μετονομάστηκε σε Λευκοθέα και εκείνος σε θεό με το όνομα Παλαίμονας, προστάτης των ναυτικών και καθοδηγητής τους σε ώρα θύελλας.
 
Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για τον θάνατο και τη θεοποίησή του:
 
1. Τον έριξε ο πατέρας του σε λέβητα με καυτό νερό, απ' όπου τον τράβηξε η Ινώ. Μετά αυτοκτόνησε παρασέρνοντάς τον μαζί της.
2. Τον έριξε στον λέβητα με το ζεστό νερό η ίδια η Ινώ και ύστερα αυτοκτόνησε κρατώντας το πτώμα του παιδιού στην αγκαλιά της.
3. Έφυγαν ζωντανοί και οι δυο και πνίγηκαν μαζί.
 
Λεγόταν ότι η Ινώ έπεσε στη θάλασσα ανάμεσα στα Μέγαρα και την Κόρινθο και ότι ένα δελφίνι μετέφερε το σώμα του παιδιού και το κρέμασε σε πεύκο. Το βρήκε ο Σίσυφος, ο αδελφός του Αθάμαντα και βασιλιάς της Κορίνθου, και το έθαψε. Αυτός καθιέρωσε και αγώνες προς τιμή του Μελικέρτη Παλαίμονα· γιατί, όταν κάποτε έπεσε λοιμός στην πόλη, ο θεός ζήτησε να τιμηθεί το πνιγμένο παιδί με αγώνες, για να απαλλαχτούν οι Κορίνθιοι από τα δεινά. Έτσι καθιερώθηκαν οι αγώνες των Ισθμίων. Άλλη εκδοχή θέλει μια Νηρηίδα να ζητά την καθιέρωση λατρείας και ταφικών αγώνων προς τιμή του Μελικέρτη Παλαίμονα.
 
Βλ. και Ινώ

Ο Αριστοτέλης και η ανδρεία ως πολιτική πράξη

Διερευνώντας την έννοια της ανδρείας, ως διαχείρισης του φόβου απέναντι στις καταστάσεις που τον προκαλούν, ο Αριστοτέλης θεωρεί απαραίτητο να ξεκαθαρίσει επακριβώς ποιες είναι οι περιπτώσεις στις οποίες πράγματι καταδεικνύεται η ανδρεία και να τις διαχωρίσει από άλλες που από στρέβλωση (ή κεκτημένη ταχύτητα) ο περισσότερος κόσμος εκλαμβάνει (εσφαλμένα) ως ανδρεία: «Άραγε, αν κάποιος φοβάται μήπως χάσει την περιουσία του είναι δειλός, ενώ όποιος επ’ αυτού έχει θάρρος είναι ανδρείος; Μήπως δεν είναι έτσι τα πράγματα; Ομοίως, αν κάποιος φοβάται την αρρώστια ή κάποιος άλλος την αντιμετωπίζει με θάρρος, ούτε δειλό πρέπει να πούμε τον πρώτο ούτε ανδρείο το δεύτερο. Συμπέρασμα: δεν είναι αυτού του είδους οι περιπτώσεις φόβου και θάρρους που έχουν να κάνουν με την ανδρεία» (1190b 20.1).
 
Οι λόγοι που η καταπολέμηση του φόβου είτε για τη στέρηση της περιουσίας είτε για την αρρώστια δεν καταδεικνύουν τον αληθινά ανδρείο δεν ξεκαθαρίζονται από τον Αριστοτέλη. Αυτό που τονίζεται είναι ότι η αναζήτηση της ανδρείας πρέπει να οριοθετηθεί αυστηρά μέσα στα ανθρώπινα μέτρα κι ότι οι περιπτώσεις που τα ξεπερνούν δεν ενδείκνυνται για εξαγωγή συμπερασμάτων περί γενναίας ή δειλής πράξης: «Επίσης –και είναι βέβαιο αυτό– ούτε οι ακόλουθες περιπτώσεις έχουν να κάνουν με την ανδρεία: αν κάποιος δε φοβάται τις βροντές ή τις αστραπές ή οτιδήποτε τρομακτικό ξεπερνάει τον άνθρωπο, αυτός δεν είναι ανδρείος αλλά τρόπον τινά τρελός. Άρα, η ανδρεία έχει να κάνει με τις περιπτώσεις φόβου και θάρρους που ορίζονται στα ανθρώπινα μέτρα» (1190b 20.2).
 
Το ότι η ανδρεία τοποθετείται μέσα στα ανθρώπινα μέτρα δεν αφορά μόνο την πάγια ανθρωποκεντρική προσέγγιση του Αριστοτέλη σε όλα τα ζητήματα της ηθικής φιλοσοφίας (φιλοσοφία που δεν αφορά τους ανθρώπους δεν υπάρχει – κι αν υπάρχει κρίνεται αδιάφορη), αλλά και την κατάδειξη του φόβου, ως αισθήματος απολύτως φυσιολογικού, αλληλένδετου με την ανθρώπινη ύπαρξη. Ως ένα βαθμό ο φόβος είναι θεμιτός, αφού μπορεί να λειτουργήσει προστατευτικά διασφαλίζοντας τη ζωή (ή τη σωματική ακεραιότητα) από κινδύνους.
 
Ο φόβος είναι ταυτισμένος με την αυτοσυντήρηση ως αμυντικός μηχανισμός σε καταστάσεις απειλητικές. Από αυτή την άποψη, δεν υπάρχει άνθρωπος που δε νιώθει φόβο. Η έννοια του ατρόμητου αντίκειται στην ανθρώπινη φύση κι ένας τέτοιος άνθρωπος –κατά τον Αριστοτέλη– δεν είναι άνθρωπος.
 
Η ανδρεία, ως ανθρώπινη αρετή, δεν αφορά την εκμηδένιση του φόβου, αλλά την ψυχική δύναμη του μετριασμού του σε καταστάσεις που τον προκαλούν. Ο ανδρείος είναι ο εκφραστής του μέσου, καθώς μπορεί να ελέγχει το φόβο προβαίνοντας σε ενάρετες πράξεις, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι επιθυμεί ή –πολύ περισσότερο– προκαλεί επικίνδυνες καταστάσεις από αγάπη για τον κίνδυνο. Ανδρείος είναι αυτός που μπαίνει στη φωτιά για να σώσει έναν συνάνθρωπό του κι όχι αυτός που ορμάει στις φλόγες χωρίς να υπάρχει κανένας λόγος, μόνο και μόνο για τη χαρά του κινδύνου ή της επίδειξης προς τους άλλους.
 
Κι αυτός είναι ο λόγος που δεν αποτελεί δείγμα δειλίας ή θάρρους ο φόβος των ανθρώπων απέναντι στην αρρώστια ή τη στέρηση της περιουσίας. Είναι εύλογο να νιώσει κανείς φόβο σε αυτές τις περιστάσεις. Αυτός που θα ισχυριστεί ότι δεν τρομάζει, ουσιαστικά προτάσσει ως πρότυπο την αφοβία, δηλαδή την υπερβολή που ξεπερνά τα ανθρώπινα μέτρα.
 
Το ζήτημα είναι πώς θα ενεργήσει κανείς. Ο πραγματικά ανδρείος θα καταφέρει να επιβληθεί στο φόβο αντιμετωπίζοντας με αξιοπρέπεια όλες τις καταστάσεις, ενώ ο δειλός θα παρασυρθεί σε συμπεριφορές που θα τον καταστήσουν αξιολύπητο.
 
Κι αν πρόκειται για το ζήτημα της περιουσίας, ενδεχομένως ο δειλός να προχωρήσει ακόμη περισσότερο. Ίσως, αν του δοθεί η ευκαιρία, να ενδώσει ακόμη και σε πράξεις επαίσχυντες. Να γίνει συνεργός σε εγκλήματα ή να συνδράμει τυράννους. Να αγνοήσει όλες τις επιταγές της αρετής επικαλούμενος τις κοινωνικές συνθήκες ή το πνεύμα των καιρών. Να προβεί σε ενέργειες που θα βλάψουν την κοινωνία ή το πολίτευμα υποκύπτοντας στις επιθυμίες των ισχυρών μόνο και μόνο για να μη χάσει αυτά που έχει.
 
Η ανδρεία, ως στάση αξιοπρέπειας κι όχι ως αφοβία, παίρνει ξεκάθαρα πολιτικές διαστάσεις, αφού μόνο ο ανδρείος είναι σε θέση να σταθεί στο ύψος τέτοιων περιστάσεων για χάρη του συνόλου της πόλης. Η πόλη που αποτελείται από τέτοιους πολίτες δεν έχει να φοβηθεί και πολλά. Κι αυτό γιατί έχει πολίτες που δαμάζουν το φόβο, όποτε αυτό χρειαστεί.
 
Συνεχίζοντας τη διερεύνηση του ανδρείου ο Αριστοτέλης θα παραθέσει ότι είναι αδύνατο να θεωρηθεί ανδρείος εκείνος που βασίζει το θάρρος στην εμπειρία του: «Κατ’ αρχήν κάποιοι είναι ανδρείοι λόγω εμπειρίας, π.χ. οι στρατιώτες· διότι οι στρατιώτες γνωρίζουν εμπειρικά ότι σε συγκεκριμένο σημείο ή σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή ή σε συγκεκριμένες συνθήκες αποκλείεται να πάθουν οτιδήποτε. Ένας όμως που τα γνωρίζει αυτά και ως εκ τούτου περιμένει άφοβα τους εχθρούς, αυτός δε θεωρείται ανδρείος· διότι σε περίπτωση που δεν υφίστανται οι εγγυήσεις ασφαλείας, αυτός δε θα περιμένει άφοβα τον εχθρό. Με το σκεπτικό αυτό, δεν πρέπει να ονομάζονται ανδρείοι οι βασιζόμενοι στην εμπειρία τους» (1190b 20.3-20.4).
 
Με δεδομένο ότι η εμπειρία εξασφαλίζει την ασφάλεια, ο εξ εμπειρίας ανδρείος δεν είναι παρά ο εκ του ασφαλούς ανδρείος, δηλαδή ο ανδρείος που εν τέλει δε διακινδυνεύει τίποτε. Η ανδρεία αυτού του είδους, όμως, δεν αφορά τη γενναιότητα της ψυχής, αλλά τη βεβαιότητα της γνώσης, γεγονός που αναιρεί την ίδια την έννοιά της. Σε τελική ανάλυση, ανδρεία χωρίς κίνδυνο δεν υφίσταται.
 
Κατόπιν αυτών είναι σαφές ότι η αντίληψη του Σωκράτη για την ανδρεία είναι λανθασμένη: «Και βέβαια, ούτε ο Σωκράτης είχε δίκιο που έλεγε ότι η ανδρεία είναι επιστήμη. Διότι η επιστήμη γίνεται επιστήμη μέσω της εμπειρικής γνώσης επαναλαμβανόμενων περιπτώσεων· αλλά αυτούς που περιμένουν άφοβα τον εχθρό βασισμένοι στην εμπειρία τους δεν τους θεωρούμε ανδρείους ούτε και πρόκειται ποτέ να τους αποκαλέσει κανείς έτσι. Άρα η ανδρεία δεν μπορεί να είναι επιστήμη» (1190b 20.4).
 
Όσο για την περίπτωση του έμπειρου στα πολεμικά, ο οποίος εκ του ασφαλούς προκαλεί τους άλλους γνωρίζοντας εκ των προτέρων την υπεροχή του, όχι μόνο δεν είναι ανδρείος, αλλά εκπροσωπεί την απεχθή κατηγορία των ανθρώπων του θράσους, που παρασταίνουν τους ανδρείους μόνο εκεί που ξέρουν ότι μπορούν. Κατά κανόνα αυτού του είδους οι άνθρωποι, όταν αντιλαμβάνονται ότι μειονεκτούν, γίνονται ιδιαίτερα φιλικοί. Η θρασύτητα που επιδεικνύουν πηγάζει από τη δειλία που θέλουν να συγκαλύψουν. Ο όρος θρασύδειλος είναι εξόχως ενδεικτικός.
 
Ο θρασύδειλος κινείται ανάμεσα στη σκληρότητα και την υποτακτικότητα, ανάλογα με τον άνθρωπο που έχει απέναντί του. Οι ανθρώπινες σχέσεις υφίστανται γι’ αυτόν μόνο μέσα από το πλέγμα της λανθάνουσας εξουσίας. Με προθυμία μπορεί να υπηρετήσει ανθρώπους πιο ισχυρούς δυναστεύοντας αυτούς που θεωρεί αδύναμους.
 
Οι άνθρωποι αυτοί μπορούν εύκολα να γίνουν υποχείρια του τυράννου, όχι όμως τύραννοι οι ίδιοι. Δεν έχουν την αυτοπεποίθηση για κάτι τέτοιο. Χρειάζονται κάποιον που θεωρούν ανώτερο για να νιώθουν ασφάλεια. Η πόλη που εκτρέφει τέτοιους πολίτες βρίσκεται σε κίνδυνο. Οποιαδήποτε πολιτική αστάθεια μπορεί να τους δώσει ρόλο. Να τους ενεργοποιήσει. Τα πολιτεύματα που τους δίνουν πεδίο δράσης είναι από θέση αρχής στρεβλά. Σε περιόδους πολιτικής σταθερότητας, που είναι αχρείαστοι, αρκούνται στο ρόλο του νταή της γειτονιάς.
 
Όμως, αποδεχόμενοι ότι η ασφάλεια της εμπειρίας δεν αναδεικνύει τον ανδρείο, με τον ίδιο τρόπο γίνεται σαφές ότι ο ανδρείος δε σχετίζεται με την απειρία που σηματοδοτεί την άγνοια του κινδύνου: «Κάποιοι φαίνονται άντρες, και η αιτία τούτου είναι η αντίθετη από αυτήν εμπειρία· διότι όσοι δεν έχουν πείρα για το τι μπορεί να τους συμβεί, φαίνονται άφοβοι ακριβώς λόγω της απειρίας τους. Φυσικά, ούτε αυτούς πρέπει να τους λέμε ανδρείους» (1190b 20.5).
 
Η ανδρεία δεν μπορεί παρά να πηγάζει από τη συνείδηση. Η άγνοια δε γεννά την ανδρεία αλλά τη μωρία, αφού ένα μωρό επιδίδεται σε ριψοκίνδυνα πράγματα ακριβώς επειδή δεν το γνωρίζει. Η συνείδηση επισφραγίζει την επίγνωση και η επίγνωση θα καταδείξει τον ανδρείο, δηλαδή εκείνον που θα νιώσει το φόβο και θα καταφέρει να τον υποτάξει ακολουθώντας αυτά που ορίζει η αρετή.
 
Για τον Αριστοτέλη ανδρείοι δεν μπορούν να ονομαστούν ούτε οι ερωτευμένοι ούτε οι δέσμιοι κάποιου πάθους που τους οδηγεί δε γενναίες συμπεριφορές: «Θωρούνται, τώρα, κάποιοι άλλοι ανδρείοι λόγω των παθών· παράδειγμα, οι ερωτευμένοι ή οι θεόληπτοι. Και βέβαια, ούτε για τούτους πρέπει να λέμε ότι είναι ανδρείοι· ο λόγος: αν πάψει να υφίσταται το πάθος τους, παύουν να είναι ανδρείοι· αλλά ο ανδρείος οφείλει πάντοτε να είναι ανδρείος. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν μπορεί κανείς να πει και τα θηρία, π.χ. τα αγριογούρουνα, ανδρεία, όταν αυτά αμύνονται πληγωμένα και πονεμένα. Έτσι και όποιος λόγω του πάθους του φαίνεται άντρας, δεν είναι και ανδρείος» (1190b 20.6 και 1191a 20.6-7).
 
Με τον ίδιο τρόπο δεν είναι ανδρείος αυτός που επιδίδεται σε ανδρείες ενέργειες επιδιώκοντας την κοινωνική αποδοχή: «Άλλη περίπτωση: υπάρχει μια μορφή ανδρείας θεωρούμενη κοινωνική ανδρεία· παράδειγμα: αν κάποιος, από ντροπή για τους συμπολίτες του, υπομένει τους κινδύνους και φαίνεται πως είναι ανδρείος. Ιδού μια μαρτυρία: ο Όμηρος έβαλε τον Έκτορα να λέει: “πρώτος –το ξέρω– ο Πολυδάμαντας θα βγει να με ντροπιάσει” και γι’ αυτό νομίζει ότι πρέπει να πολεμήσει. Ούτε και σε τούτη την περίπτωση είναι σωστό να μιλήσουμε για ανδρεία. Και η εξήγηση που το αποκλείει θα είναι ακριβώς η ίδια που ήταν και στις προηγούμενες περιπτώσεις: αν κάτι υπήρχε σε έναν άνθρωπο, και με την απουσία του αναιρείται και η ανδρεία αυτού του ανθρώπου, τότε δεν μπορεί αυτός να θεωρηθεί ανδρείος. Έτσι και αφαιρέσω την ντροπή που τον έκανε ανδρείο, θα πάψει να είναι ανδρείος» (1191a 20.8).
 
Η ανδρεία είναι αδύνατο να υποκινείται από παράγοντες εξωτερικούς, αλλά υφίσταται μονάχα ως δύναμη που πηγάζει μέσα από την ψυχή και που ενεργοποιείται σε όλες τις περιπτώσεις με τρόπο σταθερό και αμετάβλητο. Οι εξωτερικοί παράγοντες επιφέρουν ανδρείες συμπεριφορές παροδικού (ίσως και στιγμιαίου) χαρακτήρα, που διαρκούν όσο και τα ερεθίσματα που τις εμπνέουν. Η ανδρεία, ως αρετή που επισφραγίζεται από τη μεσότητα απέναντι στους κινδύνους είναι αδύνατο να οριστεί ως κάτι παροδικό, κάτι που έρχεται και παρέρχεται. Η ανδρεία επέρχεται από τον εθισμό που ολοκληρώνεται μονάχα όταν συνδεθεί με τα συναισθήματα.
 
Με άλλα λόγια, ο ανδρείος συμπεριφέρεται ανδρεία όχι για να μην κατηγορηθεί από τους άλλους ούτε για να προστατεύσει το πρόσωπο που έχει ερωτευτεί, αλλά γιατί μόνο έτσι αντλεί χαρά ο ίδιος. Γι’ αυτό ο ανδρείος συμπεριφέρεται με γενναιότητα σε όλες τις περιπτώσεις. Γιατί αδυνατεί να πράξει διαφορετικά, καθώς η πράξη δειλίας θα αποτελεί ματαίωση του εαυτού του.
 
Ο Αριστοτέλης συνοψίζει: «πρέπει να ψάξουμε ποια είναι η ιδιότητα του ανδρείου, ποιος είναι πράγματι ο ανδρείος. Για να το πούμε με ένα λόγο: αυτός που αποδεικνύεται ανδρείος, όχι όμως επειδή ισχύει κάποιος από τους προαναφερθέντες λόγους, αλλά επειδή ο ίδιος πιστεύει ότι το να είναι ανδρείος συνιστά κάτι καλό, και αποδεικνύεται κάθε φορά ανδρείος, είτε υπάρχει κάποιος που τον βλέπει είτε όχι» (1191a 20.10).
 
Ασφαλώς, το ότι η ανδρεία δεν πρέπει να ταυτίζεται με το πάθος του έρωτα ή οποιουδήποτε άλλου εξωτερικού παράγοντα που εγείρει πάθη κινητοποιώντας την ψυχή δε σημαίνει ότι πρέπει να εκληφθεί ως αρετή αποκομμένη από το πάθος ή την ορμή της ψυχής η οποία ενεργεί. Ο Αριστοτέλης διευκρινίζει: «Οπωσδήποτε, δεν μπορεί κάποιος να αναπτύξει την αρετή της ανδρείας χωρίς ταυτόχρονα να βιώνει σε κάποιον τουλάχιστον βαθμό ένα πάθος ή μια ορμή. Αλλά η ορμή αυτή πρέπει να προκύπτει έλλογη αποβλέποντας στο καλό» (1191a 20.10).
 
Με άλλα λόγια, το πάθος που επιφέρει την ανδρεία οφείλει να εδράζεται στη λογική και τη γενικότερη επιθυμία της επίτευξης του καλού. Τα πάθη που οδηγούν σε παράτολμες πράξεις χωρίς τη συνδρομή της λογικής αποτελούν παρόρμηση κι όχι συνειδητή πράξη. Κι αυτός είναι ο λόγος που δεν μπορούν να εκληφθούν ως πραγμάτωση της ανδρείας: «… αυτός που έχει την έλλογη ορμή και με αυτήν, για χάρη του καλού ρίχνεται στον κίνδυνο χωρίς να φοβάται τίποτε, αυτός ακριβώς είναι ανδρείος, και η ανδρεία με τέτοιες περιπτώσεις έχει να κάνει» (1191a 20.10).
 
Κι αμέσως ο Αριστοτέλης αισθάνεται ότι η φράση «χωρίς να φοβάται τίποτε» πρέπει να διευκρινιστεί: «Κι όταν λέμε “άφοβος” δεν εννοούμε την περίπτωση που συμπέσει να είναι ο ανδρείος γενικώς και απολύτως άφοβος. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν είναι ανδρείος, ούτε και η ανδρεία σημαίνει “δε φοβάμαι τίποτα”· μ’ αυτή τη λογική, και η πέτρα και τα άλλα άψυχα θα ήταν όλα τους ανδρεία· ανδρείος δεν είναι αυτός που δεν έχει φόβο, αλλά αυτός που αντέχει το φόβο· γιατί το αντίθετο, να δέχεται δηλαδή τον κίνδυνο χωρίς να φοβάται, δεν είναι του ανδρείου» (1191a 20.11).
 
Αυτή ακριβώς είναι η πολιτική διάσταση της ανδρείας που τίθεται πάντα στην υπηρεσία του καλού με βάση τη μεσότητα που ορίζεται από τη λογική. Ο πολίτης που εκπληρώνει την αρετή της ανδρείας, όπως ο Αριστοτέλης την εννοεί, δεν μπορεί παρά να υπηρετεί το σύνολο της πόλης αγωνιζόμενος για την ευημερία της. Η πόλη που έχει στους κόλπους της τέτοιους πολίτες δεν έχει να φοβάται ούτε τυράννους ούτε εξωτερικούς εχθρούς. Η δυνατότητα του πολίτη να εντοπίζει επακριβώς το σημείο της ανδρείας διαχωρίζοντάς το από τη θρασύτητα δεν μπορεί παρά να υποδηλώνει τη φρόνηση. Ο άφρων δεν μπορεί να είναι ανδρείος.
 
Η φρόνηση που θα επιδείξει το σθένος της ψυχής απέναντι σε οτιδήποτε μπορεί να απειλήσει την πόλη είναι η πολιτική πράξη του ενάρετου ανθρώπου που αντιλαμβάνεται ότι η προσωπική του ευτυχία είναι συνυφασμένη με εκείνη των συμπολιτών του. Τελικά, η ανδρεία δεν μπορεί παρά να τεθεί στην υπηρεσία της συνύπαρξης. Η ανδρεία που υπονομεύει τη συνύπαρξη δεν είναι ανδρεία. Είναι θράσος. Η σύγχυση των εννοιών είναι το παιχνίδι του θρασύ που θέλει να παραστήσει το γενναίο. Κι όταν στην πόλη το πρότυπο του θράσους περνιέται για ανδρεία, τότε και οι σχέσεις των ανθρώπων γίνονται ανάλογες.
 
Αυτό που μένει είναι το τελικό συμπλήρωμα του Αριστοτέλη: «Και ακόμη, η ανδρεία έχει να κάνει με τη χρονική στιγμή: δε συνδέεται η οποιαδήποτε χρονική στιγμή με την ανδρεία, παρά μόνο οι φόβοι και οι κίνδυνοι οι χρονικά κοντινοί· διότι αν κάποιος φαίνεται άφοβος για έναν κίνδυνο που θα συστήσει απειλή ύστερα από δέκα χρόνια, δεν έχει ακόμα κερδίσει το χαρακτηρισμό του ανδρείου· με άλλα λόγια, πολλοί είναι αυτοί που δείχνουν θαρραλέοι απέναντι σε ένα κίνδυνο μακρινό, όμως όταν έρθουν κοντά σ’ αυτόν πεθαίνουν από φόβο» (1191a 20.12).
 
Αριστοτέλης, Ηθικά Μεγάλα

Πάντα υπάρχουν εξαιρέσεις στον κανόνα, φτάνει να θέλουμε να τις δούμε

Όσο δυνατοί και έξυπνοι και να θέλουμε να θεωρούμαστε, η ανθρώπινη φύση είναι γενικά αδύναμη όσον αφορά στις σκέψεις. Αυτές που τρυπώνουν στο μυαλό τις πιο ανήκουστες στιγμές και σαν τον συνήγορο του διαβόλου σε κάνουν να δεις τα πράγματα και τις καταστάσεις αλλιώς, μερικές φορές ακόμα και πέρα από τη λογική.

Γι’ αυτό, κατά μεγάλο μέρος ευθύνονται οι προκαταλήψεις που θρέφουμε ως κοινωνίες. Είναι εκείνες οι ακλόνητες πεποιθήσεις που δεν στηρίζονται σε καμία λογική επιχειρηματολογία. Παρόλα αυτά, επειδή τις πιστεύουν οι πολλοί, υπολαμβάνονται ως ολόκληρη θεωρία, μια που έχει σχηματιστεί με την πάροδο του χρόνου κατά έναν μη επιστημονικό τρόπο ο οποίος όμως είναι κοινώς αποδεκτός και βασίζεται σε πολλά αρνητικά συναισθήματα, όπως η περιφρόνηση και η απέχθεια. Με απλά λεγόμενα, είναι εκείνα τα στερεότυπα που επειδή έτσι πιστεύουν οι πολλοί, ξαφνικά γίνονται το «κανονικό», αυτό που απλά και ανεξήγητα «έτσι είναι».

Μεγαλώνουμε με τόσες προκαταλήψεις γύρω μας – τόσα λανθασμένα πιστεύω – που αν δεν τα ερευνήσουμε, κρίνουμε, αμφισβητήσουμε εμείς οι ίδιοι, απλά θα συνεχίσουν να διαιωνίζονται από γενιά σε γενιά. Και όση εκπαίδευση και να έχουμε, αυτές οι πεποιθήσεις είναι που θα μας κρατούν πάντα πίσω.

Βλέπουμε το κάθε τι με το φακό των στερεοτύπων που μας έχουν μάθει. Βάζουμε τους πάντες στο ίδιο καζάνι, χωρίς να κάνουμε καν τον κόπο να κρίνουμε από μόνοι μας τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά που έχουμε απέναντί μας. Σίγουρα, δεν υπάρχει πουθενά καπνός χωρίς φωτιά, και για να έχει δημιουργηθεί η πεποίθηση αυτή σημαίνει πως μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων μιας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας έχει αμαυρώσει το όνομά της.

Μα δεν είναι όλοι έτσι. Υπάρχουν και εξαιρέσεις στον κανόνα. Φτάνει να θέλουμε να τις δούμε. Ο εσωστρεφής και μοναχικός άνθρωπος μπορεί να είναι μόνος από επιλογή και όχι επειδή είναι στιγματισμένος με κάτι. Χρειάζεται περισσότερη δύναμη να μπορείς να επιβιώνεις μόνος σε αντίξοες συνθήκες που περιλαμβάνουν και το “τι θα πουν οι άλλοι”, από το να κομπάζεις πως έχεις ένα σωρό φίλους, οι οποίοι κιόλας στις δύσκολες στιγμές βολικά τυγχάνει να εξαφανίζονται.

Αυτοί που είναι γεμάτοι θυμό και οργή συνήθως είναι έτσι γιατί είναι οι ίδιοι απογοητευμένοι με τον εαυτό τους και με τον τρόπο που τους συμπεριφέρεται ο κόσμος. Είναι αυτοί που νιώθουν πως δεν αγαπιούνται ή εκτιμιούνται αρκετά, πως η ζωή δεν τους ανταποδίδει αυτό που αξίζουν. Και μερικές φορές νιώθουν πως ο μόνος τρόπος να εξουδετερώσουν τον πόνο είναι να τον επιστρέψουν. Ο άνθρωπος που νευριάζει εύκολα συχνά είναι εκείνος που παλεύει μόνος του και απλά έχει κουραστεί.

Ζούμε σε έναν κόσμο που γρήγορα σε κρίνει και βγάζει τα συμπεράσματά του χωρίς καν να σε γνωρίσει. Δυσκολευόμαστε να επικοινωνήσουμε γιατί μιλάμε για να ακουγόμαστε όχι για να ακούμε. Και έπειτα παραπονιόμαστε για παρεξηγήσεις. Όταν όμως το μήνυμα παρερμηνεύεται ή λαμβάνεται λάθος, δεν φταίει ο αποδέκτης αλλά ο αποστολέας του.

Κανένας άνθρωπος δεν είναι ίδιος με άλλον. Είμαστε διαφορετικοί και μοναδικοί κι αυτό είναι το ωραίο, αυτό κάνει τον κόσμο μας ενδιαφέρον. Φτάνει να προσπαθούμε να γίνουμε εμείς αυτοί οι άνθρωποι που θα θέλαμε να απαρτίζουν την κοινωνία μας – ειλικρινείς και ευγενικοί, ό,τι κι αν πιστεύουν οι άλλοι, όσες προκαταλήψεις κι αν έχουν. Η ομορφιά ξεκινά από μέσα μας, από την διαύγεια του μυαλού μας και τη καθαρότητα της σκέψης μας.

Η τέχνη των Στωικών

Μπορεί ο στωικισμός να εμπνεύσει ώστε να απολαμβάνουμε ουσιαστικά τη ζωή μας;
 
Ο Στωικισμός είναι μία από τις πιο σημαντικές φιλοσοφικές σχολές των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων (300 π.Χ. – 250 μ.Χ. περίπου) που ιδρύθηκε στην Αθήνα από τον Ζήνωνα τον Κιτιέα και είχε ως κέντρο την «Ποικίλη Στοά» από όπου η Σχολή, πήρε το όνομά της. Σημαντικά ονόματα Στωικών φιλοσόφων εκείνης της εποχής υπήρξαν ο Κλεάνθης, ο Χρύσιππος και ο Διογένης της Βαβυλώνας, από των οποίων όμως το έργο δεν διασώθηκε τίποτα, μετά την αρχαιότητα, και ό,τι γνωρίζουμε για τη σκέψη τους βασίζεται σε αναφορές μεταγενέστερων συγγραφέων.
 
Αντίθετα, αργότερα, κατά τον 1ο και 2ο αιώνα μ.Χ., τρεις μεγάλες φυσιογνωμίες της αρχαίας Ρώμης, ασπάστηκαν τον Στωικισμό, αναγνωρίζοντάς τον σαν οδηγό για να ζει κανείς μια καλύτερη ζωή. Ο λόγος, για τον Σενέκα, τον Επίκτητο και τον Μάρκο Αυρήλιο, από των οποίων τα έργα, έχουν διασωθεί σημαντικά κείμενα.
 
Ποια ήταν όμως εκείνη η φιλοσοφία που συνέδεσε τρεις τόσο διαφορετικές ζωές, του Σενέκα (δάσκαλος του αυτοκράτορα Νέρωνα), του Επίκτητου (ένας πρώην σκλάβος που κέρδισε την ελευθερία του και ίδρυσε τη δική του φιλοσοφική σχολή) και του Μάρκου Αυρήλιου (αυτοκράτορας της Ρώμης); Και τι ήταν αυτό που πρέσβευαν οι σπουδαίοι αυτοί Στωικοί φιλόσοφοι;
 
Οι σπουδαίοι στωικοί φιλόσοφοι μπορούν να μας εμπνεύσουν και να μας υποδείξουν πώς πρέπει να ζούμε για να κάνουμε τη ζωή μας πιο ουσιαστική αλλά και πιο όμορφη.
 
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι βασικές ιδέες τους που ενέπνεαν τους ανθρώπους της εποχής τους, εξακολουθούν να εμπνέουν και τους ανθρώπους της δικής μας, σύγχρονης εποχής.
 
  • Πώς πρέπει να ζούμε;
  • Πώς να κατανοήσουμε τη θέση μας στον κόσμο;
  • Πώς να συνεχίζουμε όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά;
  • Πώς να διαχειριζόμαστε τα συναισθήματά μας;
  • Πώς να φερόμαστε στους άλλους;
  • Πώς να ζούμε μια ζωή, αντάξια ενός λογικού ανθρώπου;
 
Είναι μερικά, από εκείνα που έχει να μας διδάξει αυτό το μικρό, πολύτιμο βιβλίο, αρχίζοντας από το τι μπορούμε να ελέγξουμε και τι όχι, μαθαίνοντας με ποιο τρόπο η σκέψη μας μπορεί να προκαλέσει βλαβερά συναισθήματα, ποια είναι η θέση μας στον κόσμο και ποια η σχέση μας με τους άλλους ανθρώπους, που συμβάλλει στην ευτυχία ή τη δυστυχία μας.
 
Σύμφωνα με τους Στωικούς, καθήκον του ανθρώπου είναι να βρίσκεται σε αρμονία με το Σύμπαν, το οποίο, ως λογικό και αγαθό, του μεταφέρει τις ιδιότητές του. Αν κάποιος βλάπτει τους άλλους για το δικό του όφελος, είναι σαν να υπονομεύει την ίδια του τη φύση. Οι Στωικοί δεν αρνούνταν τον υλικό κόσμο ούτε όμως εξαρτιόνταν από αυτόν.
 
Απλά, ζούσαν μέσα του ήρεμα ενώ παράλληλα, συμμετείχαν σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής. Πίστευαν πως η φιλοσοφία τους ήταν θεραπεία για το πνεύμα του ανθρώπου και έδιναν μεγάλη βαρύτητα στο να φροντίζει κανείς την ψυχή του και να μην προσκολλάται στα «αδιάφορα» όπως τα αποκαλούσαν, πράγματα όπως η επίγεια επιτυχία, το χρήμα ή η φήμη.
 
Στην εποχή μας, όπου έχουμε ανάγκη από διδασκαλίες και προσωπικότητες που να μας εμπνέουν, ο στωικισμός έχει να παίξει το δικό του ρόλο στην παγκόσμια εξέλιξη. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι τα τελευταία χρόνια, έχει επανέλθει στο προσκήνιο. Οι αρχές του, απλές, κατανοητές και εφαρμόσιμες, μπορεί να υιοθετηθούν από τους σύγχρονους ανθρώπους που θέλουν να δουν τη ζωή τους να αλλάζει προς το καλύτερο. Γι’ αυτούς τους λόγους, η τέχνη των Στωικών θα είναι ένας πολύτιμος σύμμαχος και δάσκαλος.

Πόση σημασία έχει να είσαι συνεπής στις πράξεις σου;

Πόση σημασία έχει να είσαι συνεπής στις πράξεις σου; Έχει πολύ μεγάλη σημασία, μπορεί να είναι η πρώτη απάντηση, αφού η συνέπεια είναι η ουσία της αυθεντικότητας. Οπότε, σκέψου και κοίταξε μέσα σου:

Όχι μόνο ο άνεμος των τυχαίων πραγμάτων με κινεί σύμφωνα με την τάση του, αλλά επίσης κινούμαι και ενοχλούμαι από την αστάθεια της στάσης μου: οποιοσδήποτε στρέφει τη βασική του προσοχή στον εαυτό του, δύσκολα θα βρει τον εαυτό του δύο φορές στην ίδια κατάσταση…

Μιλώ για τον εαυτό μου με διαφορετικούς τρόπους: κι αυτό επειδή κοιτάζω τον εαυτό μου με διαφορετικούς τρόπους. Κάθε είδους αντίφαση μπορεί να βρεθεί μέσα μου, ανάλογα με κάποια αλλαγή ή ιδιότητα: ντροπαλός, αυθάδης, αγνός, λάγνος, ομιλητικός, λιγομίλητος, σκληρός, ασθενικός, έξυπνος, ανόητος, σοβαρός, πρόσχαρος, ψεύτης, ειλικρινής, μορφωμένος, αδαής, γενναιόδωρος, τσιγκούνης και, πάλι, άσωτος.

Το μάθημα είναι να μην ανησυχούμε και τόσο πολύ γι’ αυτήν την «περιστροφή» και «αταξία». Είναι σοφία να την αναγνωρίζουμε και, απλώς, άγνοια να αρνούμαστε ότι αλλάζουμε στο όνομα της συνέπειας.

Οι Τριάκοντα Τύραννοι

Οι Τριάκοντα Τύραννοι συνιστούσαν μια ολιγαρχική κυβέρνηση τριάντα ατόμων, η οποία διαδέχτηκε την αθηναϊκή δημοκρατία μετά το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου. Διήρκεσε 8 μήνες, το 404 π.Χ. 

Τον τρόπο αυτό διακυβέρνησης επέβαλε στους Αθηναίους ο Σπαρτιάτης στρατηγός Λύσανδρος μετά την παράδοση της πόλης, την οποία διαπραγματεύτηκε ένας από τους μελλοντικούς τυράννους, ο Θηραμένης. Η Εκκλησία του Δήμου προέβαλε αντίσταση, ωστόσο με τη βοήθεια μιας σπαρτιατικής φρουράς που εγκαταστάθηκε στην πόλη οι Τριάκοντα, με τον Κριτία επικεφαλής, εγκαθίδρυσαν ένα καθεστώς τρόμου, το οποίο διατήρησε στο ακέραιο τα πολιτικά δικαιώματα μοναχά 3.000 ατόμων, μέλη της δικής τους παράταξης. Οι αντίπαλοί τους μπορούσαν να βρουν ξαφνικά τον θάνατο χωρίς να προηγηθεί δίκη. Εκείνοι που αντιστάθηκαν στην εξέλιξη αυτή των πραγμάτων εξοντώθηκαν χωρίς οίκτο, ανάμεσά τους κι ο ίδιος ο Θηραμένης που εξαναγκάστηκε να πιει κώνειο. Τον Ιανουάριο του 403 π.Χ., μετά από επτά ή οκτώ μήνες στην εξουσία, οι Τριάκοντα εκδιώχθηκαν από τον Θρασύβουλο προς μεγάλη ανακούφιση των κατοίκων. 

Προσωρινή κυβέρνηση 

Μετά την ταπεινωτική ήττα των Αθηνών στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, οι Σπαρτιάτες συναινούν στη σύναψη ειρήνης με τους Αθηναίους «υπό τον όρο να εφαρμόσουν το πολίτευμα των προγόνων τους». Η πόλη διαιρέθηκε στις εταιρίες των ολιγαρχικών και των δημοκρατικών. Ο Λύσανδρος, ο Λακεδαιμόνιος νικητής του πολέμου, υποστήριξε τη μερίδα των ολιγαρχικών, όπως διέπραξε σε όλες τις κατακτημένες περιοχές.  

Μετά από την πρόταση κάποιου ανθρώπου με το όνομα Δρακοντίδης, από τον δήμο των Αφιδνών, και υπό την πίεση του Λυσάνδρου, η Εκκλησία δημιουργεί ένα σώμα 30 ανθρώπων, με στόχο τη δημιουργία μιας νέας «πολιτείας», δηλαδή πολιτεύματος, όπως είχε συμβεί το 411 π.Χ. Απώτερος σκοπός ήταν η επιστροφή σε αυτό που αποκαλέστηκε «πάτριος πολιτεία», δηλαδή πολίτευμα των προγόνων, εκκαθαρίζοντας το εκλογικό σώμα και καταργώντας τους «μισθούς», δηλαδή τις καταβολές χρημάτων προς τους πτωχότερους πολίτες. Τα μέλη του σώματος επιλέχτηκαν από τους φίλους του Θηραμένη, ο οποίος διαπραγματεύτηκε την ειρήνη, και του Κριτία, ενός φιλολάκωνα αριστοκράτη.

Οι Τριάκοντα μείωσαν τον αριθμό των ατόμων που κατείχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα στους 3.000 και διόρισαν οι ίδιοι τα μέλη της Βουλής των 500, η οποία είχε νομοθετικές αρμοδιότητες. Κατήργησαν τους νόμους του Εφιάλτη και του Αρχίστρατου, ακόμη και ορισμένους από εκείνους του Σόλωνα. Επιπλέον, οργάνωσαν τη δίωξη δημαγωγών και συκοφαντών. Ο Αριστοτέλης ερμηνεύει την κίνηση αυτή ως προσπάθεια να γίνουν αρεστοί στους πολίτες, επειδή δήθεν αγωνίζονταν για το καλό της πόλης.  
 
Μόνιμη κυβέρνηση 

Ωστόσο, πολύ σύντομα, η διακυβέρνηση των Τριάκοντα εξελίχτηκε σε τυραννία. Δημιούργησαν μια σωματοφυλακή 300 ανθρώπων, οι οποίοι κουβαλούσαν μαστίγια (μαστιγοφόροι), και χειρίστηκαν τη φρουρά που άφησαν οι Σπαρτιάτες. Επίσης ίδρυσαν ένα νέο σώμα δέκα ατόμων (οἱ Δέκα) για να κυβερνήσουν τον Πειραιά, παραδοσιακό προπύργιο των δημοκρατικών. 

Παραμερίζοντας τους θεσμούς, προχώρησαν σε μια σειρά από εκτελέσεις μετοίκων (μεταξύ των οποίων ήταν ο Πολέμων (ή Πολεμίων), αδελφός του ρήτορα Λυσία, ο οποίος δεν κατόρθωσε να ξεφύγει) και πλουσίων πολιτών, ώστε να δημεύσουν την περιουσία τους. Οι εκτελέσεις αυτές τελικά έσπειραν διχόνοια ανάμεσα στους Τριάκοντα. Το ένα στρατόπεδο εκπροσωπούσε ο Κριτίας με τις εξτρεμιστικές του ιδέες, ενώ το άλλο ο Θηραμένης με τη μετριοπαθή του στάση: 

«Αλλά επειδή αυτός [ο Κριτίας] ήταν πρόθυμος να θανατώσει πολλούς, επειδή είχε εξοριστεί από το λαό, ο Θηραμένης του εναντιωνόταν, λέγοντας ότι δεν ήταν λογικό να θανατώνουν κάποιον, επειδή τον τιμούσε ο λαός, και δεν έκανε κακό στους καλούς και αγαθούς ανθρώπους». 

Πράγματι, ο Θηραμένης επιθυμούσε ένα πολίτευμα που θα στηριζόταν σε μια μεγάλη βάση εύπορων πολιτών, η οποία θα περιελάμβανε και πλούσιους μη πολίτες. Ο Κριτίας, αντίθετα, πρέσβευε την άσκηση εξουσίας βασισμένης στην δύναμη: 

«Αν πιστεύεις, προσέθεσε, πως επειδή είμαστε τριάντα κι όχι ένας, δεν πρέπει να βρισκόμαστε σε επαγρύπνηση για την εξουσία μας σαν να ήταν μια τυραννία, είσαι αφελής».  

Συνεπώς, ο Κριτίας ενορχήστρωσε την εξόντωση του Θηραμένη: σε πρώτο στάδιο, πέρασε ένα νόμο βάσει του οποίου οι Τριάκοντα είχαν την εξουσία να εκτελούν όσους δεν άνηκαν στους τρισχιλίους. Κατόπιν, πέρασε έναν άλλο νόμο που απέκλειε από το σώμα των πολιτών εκείνους που συμμετείχαν στην καταστροφή των τειχών της πύλης της Ηετιωνείας ή που, γενικότερα, έδρασαν ενάντια στην προγενέστερη τυραννίδα των Τετρακοσίων. Τελικά ο Θηραμένης, ο οποίος είχε διαπράξει και τα δύο, καταδικάστηκε να πιει κώνειο. 

Ο Αριστοτέλης, ο Ισοκράτης και ο Αισχίνης υπολογίζουν τον αριθμό των θυμάτων στα 1.500 άτομα (αν και δεν έγινε γνωστό αν ο αριθμός αντιπροσωπεύει το σύνολο των θυμάτων, πολιτών και μετοίκων), τεράστιος αριθμός για έναν πληθυσμό 40.000 ανδρών με πολιτικά δικαιώματα (και κάπου ισάριθμων μετοίκων). Σύμφωνα με τον Πλάτωνα και τον Ξενοφώντα, ο Σωκράτης, ο οποίος γνώριζε προσωπικά ορισμένους από τους Τριάκοντα (και μάλιστα τον ίδιο τον Κριτία) και που ίσως δεν ήταν κι εντελώς αντίθετος με την προοπτική μιας τέτοιας «ολιγαρχικής επανάστασης», αρνήθηκε πεισματικά να συμμετάσχει στις πράξεις τους. 
 
Πτώση 

Οι εξόριστοι δημοκρατικοί, καθοδηγούμενοι από τον Θρασύβουλο, εγκατέλειψαν τη Θήβα και κυρίευσαν το οχυρό της Φυλής, στα νότια της Πάρνηθας. Από εκεί, επιτέθηκαν και κατέλαβαν τα λιμάνια του Πειραιά και της Μουνιχίας (το δεύτερο φιλοξενούσε τα πολεμικά πλοία). Ο Κριτίας και ο Χαρμίδης, ένας από τους δέκα ηγεμόνες του Πειραιά, έχασαν τη ζωή τους στη μάχη αυτή. Οι 3.000 εξέλεξαν μια νέα δεκάδα αρχόντων, οι οποίοι ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις με τους δημοκρατικούς. 

Οι Τριάκοντα κατέφυγαν στην Ελευσίνα, σφαγιάζοντας τους κατοίκους της. Στην Αθήνα την εξουσία εξακολούθησαν να έχουν οι Τρισχίλιοι, ενώ παράλληλα συνεχίστηκε η μάχη ανάμεσα στους «ανθρώπους της πόλης» και τους «ανθρώπους του Πειραιά». 

Στο μεταξύ, ο Λύσανδρος είχε χάσει την εύνοια της Σπάρτης και έτσι η σπαρτιατική φρουρά εγκατέλειψε την πόλη. Ο Παυσανίας Α’, βασιλιάς της Σπάρτης, κατέφθασε με διπλωμάτες, για να πετύχει ειρήνη ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις. Η ειρήνη αυτή είχε το χρώμα του συμβιβασμού: επετράπη στους «ανθρώπους της πόλης» που το επιθυμούσαν να μεταβούν στην Ελευσίνα, όπου και θα παρέμεναν ανενόχλητοι. Επίσης σηματοδοτούσε την πολιτική μετριοπάθεια. 

Το διάταγμα του Θρασυβούλου, βάσει του οποίου οι μαχητές της Φυλής (ανάμεσά τους και ορισμένοι δούλοι) κέρδιζαν την ιδιότητα του Αθηναίου πολίτη ακυρώθηκε ως ελαττωματικό στη μορφή. Επίσης απορρίφθηκε η πρόταση του Φορμισίου, βάσει της οποίας έχαναν τα πολιτικά τους δικαιώματα εκείνοι που δεν είχαν γη. Οι οφειλές των Τριάκοντα απέναντι στη Σπάρτη τιμήθηκαν. 

Επίσης η συμφωνία περιελάμβανε γενική αμνηστία, ενώ απαγόρευσε στον οποιοδήποτε να μεμφθεί το παρελθόν με την ποινή του θανάτου. 

Ο Voyager 2 ρίχνει φως στο όριο της ηλιόσφαιρας του Ήλιου μας και του διαστρικού διαστήματος

Πριν από ένα χρόνο, 5 Νοεμβρίου 2018, η διαστημοσυσκευή Voyager 2 της NASA έγινε μόλις το δεύτερο κατασκεύασμα του ανθρώπου στην ιστορία που έφυγε από την ηλιόσφαιρα – ο προστατευτικός θόλος σωματιδίων και μαγνητικών πεδίων που δημιουργείται από τον Ήλιο μας. Σε μια απόσταση περίπου 18 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων από τη Γη – πολύ πέρα από την τροχιά του Πλούτωνα – ο Voyager 2 είχε εισέλθει στον διαστρικό χώρο, μια περιοχή ανάμεσα στα άστρα. Σήμερα, πέντε νέες ερευνητικές μελέτες στο περιοδικό Nature Astronomy περιγράφουν τι παρατήρησαν οι επιστήμονες κατά τη διάρκεια της ιστορικής διάβασης του Voyager 2 και μετά από αυτήν.

Κάθε μελέτη περιγράφει λεπτομερώς τα ευρήματα από ένα από τα πέντε λειτουργικά επιστημονικά όργανα του Voyager 2: έναν αισθητήρα μαγνητικού πεδίου, δυο όργανα για τη μέτρηση ενεργητικών σωματιδίων σε διάφορες ενεργειακές περιοχές και δυο όργανα για τη μελέτη του πλάσματος (αέριου που συντίθεται από φορτισμένα σωματίδια). Τοποθετώντας τα μαζί, τα ευρήματα βοηθούν στην κατασκευή μιας εικόνας αυτού του κοσμικού αιγιαλού, όπου το περιβάλλον που δημιουργείται από τον Ήλιο μας τελειώνει και ο τεράστιος ωκεανός του διαστρικού διαστήματος αρχίζει.

Η ηλιόσφαιρα του Ήλιου είναι κάτι σαν ένα πλοίο που πλέει μέσα στο διαστρικό διάστημα. Τόσο η ηλιόσφαιρα όσο και το διαστρικό διάστημα είναι γεμάτα με πλάσμα, αέριο που έχει κάποια από τα άτομά του γυμνά από τα ηλεκτρόνιά τους. Το πλάσμα μέσα στην ηλιόσφαιρα είναι θερμό και αραιό, ενώ το πλάσμα στο διαστρικό χώρο είναι ψυχρότερο και πυκνότερο. Ο χώρος μεταξύ των άστρων περιέχει επίσης κοσμική ακτινοβολία ή σωματίδια που επιταχύνονται από άστρα που εξερράγησαν.

Ο Voyager 1 ανακάλυψε ότι η ηλιόσφαιρα προστατεύει τη Γη και τους άλλους πλανήτες κατά περισσότερο από 70% της ακτινοβολίας αυτής.

Όταν ο Voyager 2 βγήκε από την ηλιόσφαιρα την προηγούμενη χρονιά, οι επιστήμονες ανακοίνωσαν ότι οι δυο του ανιχνευτές ενεργητικών σωματιδίων σημείωσαν δραματικές αλλαγές: Ο ρυθμός των σωματιδίων της ηλιόσφαιρας που ανιχνεύονταν από το όργανο πέφτει απότομα, ενώ ο ρυθμός της κοσμικής ακτινοβολίας (που τυπικά έχει υψηλότερες ενέργειες από ότι τα σωματίδια της ηλιόσφαιρας) αυξάνονταν δραματικά και παρέμενε υψηλός. Οι αλλαγές επιβεβαίωσαν ότι η διαστημοσυσκευή είχε εισέλθει σε μια νέα περιοχή του διαστήματος.

Αποτέλεσμα εικόνας για evidence-that-Voyager-2-has-left-the-heliosphere.gifΠριν ο Voyager 1 φθάσει στην άκρη της ηλιόσφαιρας το 2012, οι επιστήμονες δεν γνώριζαν ακριβώς πόσο μακριά από τον Ήλιο είναι αυτό το όριο. Οι δυο διαστημοσυσκευές εξήλθαν από την ηλιόσφαιρα από διαφορετικές τοποθεσίες και σε διαφορετικούς χρόνους στον σταθερά επαναλαμβανόμενο, κατά προσέγγιση 11-ετή ηλιακό κύκλο, κατά τη εξέλιξη του οποίου ο Ήλιος περνάει μέσα από περίοδο υψηλής και χαμηλής δραστηριότητας. Οι επιστήμονες ανέμεναν ότι η άκρη της ηλιόσφαιρας, που αποκαλείται ηλιόπαυση, μπορεί να μετακινείται καθώς η δραστηριότητα του Ήλιου αλλάζει, κατά κάποιο τρόπο όπως ένας πνεύμονας επεκτείνεται και συρρικνώνεται με την αναπνοή. Αυτό ήταν σε συμφωνία με το γεγονός ότι οι δυο διαστημοσυσκευές συνάντησαν την ηλιόπαυση σε διαφορετικές αποστάσεις από τον Ήλιο.

Οι νέες μελέτες τώρα επιβεβαιώνουν ότι ο Voyager 2 δεν είναι ακόμη στο αδιατάρακτο διαστρικό διάστημα: Όπως ο δίδυμός του, ο Voyager 1, ο Voyager 2 εμφανίζεται να είναι σε μια διαταραγμένη μεταβατική περιοχή μόλις πέρα από την ηλιόσφαιρα. «Οι διαστημοσυσκευές Voyager μας δείχνουν πώς ο Ήλιος μας αλληλεπιδρά με το υλικό που γεμίζει πολύ από το χώρο μεταξύ των άστρων στον Γαλαξία μας», ανέφερε ο Ed Stone, επιστήμονας του προγράμματος Voyager και καθηγητής φυσικής στο Caltech. «Χωρίς αυτά τα νέα δεδομένα από τον Voyager 2, δεν θα γνωρίζαμε αν αυτό που είδαμε με τον Voyager 1 ήταν χαρακτηριστικό ολόκληρης της ηλιόσφαιρας ή ιδιαίτερο μόνο για την τοποθεσία και το χρόνο του περάσματός του».

Ωθώντας μέσω του πλάσματος

Οι δυο διαστημοσυσκευές Voyager έχουν τώρα επιβεβαιώσει ότι το πλάσμα τοπικά στο διαστρικό χώρο είναι σημαντικά πυκνότερο από το πλάσμα μέσα στην ηλιόσφαιρα, όπως ανέμεναν οι επιστήμονες. Ο Voyager 2 τώρα μέτρησε επίσης τη θερμοκρασία του πλάσματος στο κοντινό διαστρικό διάστημα και επιβεβαίωσε ότι είναι χαμηλότερη από αυτή του πλάσματος μέσα στην ηλιόσφαιρα.

Το 2012, ο Voyager 1 παρατήρησε μια ελαφρώς υψηλότερη από ότι αναμένονταν πυκνότητα του πλάσματος μόλις έξω από την ηλιόσφαιρα, πράγμα που δείχνει ότι το πλάσμα είναι κάπως συμπιεσμένο. Ο Voyager 2 παρατήρησε ότι το πλάσμα έξω από την ηλιόσφαιρα είναι ελαφρώς θερμότερο από ότι αναμένονταν, που θα μπορούσε επίσης να δείχνει ότι είναι συμπιεσμένο. (Το πλάσμα έξω είναι ακόμη ψυχρότερο από ότι το πλάσμα μέσα). Ο Voyager 2 επίσης παρατήρησε μια μικρή αύξηση στην πυκνότητα του πλάσματος μόλις πριν βγει από την ηλιόσφαιρα, πράγμα που δείχνει ότι το πλάσμα είναι συμπιεσμένο γύρω από την εσωτερική πλευρά του θόλου. Όμως οι επιστήμονες δεν κατανοούν ακόμη πλήρως τι προκαλεί τη συμπίεση και εκατέρωθεν των δυο πλευρών.

Διαρροή σωματιδίων

Εάν η ηλιόσφαιρα θεωρηθεί ότι είναι σαν ένα πλοίο που πλέει μέσα στο διαστρικό διάστημα, εμφανίζει κάποια διαρροή στο κέλυφος. Ένα από τα όργανα σωματιδίων του Voyager έδειξε ότι ένα ρυάκι σωματιδίων από το εσωτερικό της ηλιόσφαιρας γλιστράει μέσω του ορίου και μέσα στο διαστρικό χώρο. Ο Voyager 1 εξήλθε κοντά στο πολύ «μπροστινό μέρος» της ηλιόσφαιρας, σχετικά με την κίνηση του θόλου μέσα στο χώρο. Ο Voyager 2, από την άλλη μεριά, τοποθετείται πιο κοντά στην πλευρά και αυτή η περιοχή εμφανίζεται να είναι περισσότερο πορώδης από την περιοχή όπου τοποθετείται ο Voyager 1.

Μαγνητικό πεδίο μυστήριο

Μια παρατήρηση από το όργανο του μαγνητικού πεδίου του Voyager 2 επιβεβαιώνει ένα απροσδόκητο αποτέλεσμα από τον Voyager 1: Το μαγνητικό πεδίο στην περιοχή μόλις πέρα από την ηλιόπαυση είναι παράλληλο με το μαγνητικό πεδίο μέσα στην ηλιόσφαιρα. Με τον Voyager 1, οι επιστήμονες είχαν μόνο ένα δείγμα αυτών των μαγνητικών πεδίων και δεν θα μπορούσαν να πουν με σιγουριά αν η εμφανιζόμενη ευθυγράμμιση ήταν χαρακτηριστικό ολόκληρης της εξωτερικής περιοχής ή μόνο μια σύμπτωση. Οι παρατηρήσεις του μαγνητόμετρου του Voyager 2 επιβεβαιώνουν το εύρημα του Voyager 1 και δείχνουν ότι τα δυο πεδία ευθυγραμμίζονται, σύμφωνα με τον Stone.

Οι διαστημοσυσκευές Voyager εκτοξεύτηκαν το 1977 και οι δυο πέρασαν από τον Δία και τον Κρόνο. Ο Voyager 2 άλλαξε διαδρομή στον Κρόνο για να περάσει από τον Ουρανό και τον Ποσειδώνα, εκτελώντας το μόνο κοντινό πέρασμα από αυτούς τους πλανήτες στην ιστορία. Οι διαστημοσυσκευές Voyager συμπλήρωσαν το Μεγάλο Γύρο τους στους πλανήτες και άρχισαν την Διαστρική Αποστολή τους για να φθάσουν την ηλιόπαυση το 1989. Ο Voyager 1, η ταχύτερη από τις δυο διαστημοσυσκευές, είναι επί του παρόντος πάνω 22 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα μακριά από τον Ήλιο, ενώ ο Voyager 2 είναι 18,2 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα από τον Ήλιο. Παίρνει το φως περίπου 16,5 ώρες να ταξιδέψει από τον Voyager 2 μέχρι τη Γη. Σε σύγκριση, το φως από τον Ήλιο για να φθάσει στη Γη παίρνει περίπου οκτώ λεπτά.

Δείτε το video:


ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ἠθικὰ Νικομάχεια (1156a-1156b)

[III] Διαφέρει δὲ ταῦτα ἀλλήλων εἴδει· καὶ αἱ φιλήσεις ἄρα καὶ αἱ φιλίαι. τρία δὴ τὰ τῆς φιλίας εἴδη, ἰσάριθμα τοῖς φιλητοῖς· καθ᾽ ἕκαστον γάρ ἐστιν ἀντιφίλησις οὐ λανθάνουσα, οἱ δὲ φιλοῦντες ἀλλήλους βούλονται τἀγαθὰ ἀλλήλοις ταύτῃ ᾗ φιλοῦσιν. οἱ μὲν οὖν διὰ τὸ χρήσιμον φιλοῦντες ἀλλήλους οὐ καθ᾽ αὑτοὺς φιλοῦσιν, ἀλλ᾽ ᾗ γίνεταί τι αὐτοῖς παρ᾽ ἀλλήλων ἀγαθόν. ὁμοίως δὲ καὶ οἱ δι᾽ ἡδονήν· οὐ γὰρ τῷ ποιούς τινας εἶναι ἀγαπῶσι τοὺς εὐτραπέλους, ἀλλ᾽ ὅτι ἡδεῖς αὑτοῖς. οἵ τε δὴ διὰ τὸ χρήσιμον φιλοῦντες διὰ τὸ αὑτοῖς ἀγαθὸν στέργουσι, καὶ οἱ δι᾽ ἡδονὴν διὰ τὸ αὑτοῖς ἡδύ, καὶ οὐχ ᾗ ὁ φιλούμενός ἐστιν, ἀλλ᾽ ᾗ χρήσιμος ἢ ἡδύς. κατὰ συμβεβηκός τε δὴ αἱ φιλίαι αὗταί εἰσιν· οὐ γὰρ ᾗ ἐστὶν ὅσπερ ἐστὶν ὁ φιλούμενος, ταύτῃ φιλεῖται, ἀλλ᾽ ᾗ πορίζουσιν οἳ μὲν ἀγαθόν τι οἳ δ᾽ ἡδονήν. εὐδιάλυτοι δὴ αἱ τοιαῦταί εἰσι, μὴ διαμενόντων αὐτῶν ὁμοίων· ἐὰν γὰρ μηκέτι ἡδεῖς ἢ χρήσιμοι ὦσι, παύονται φιλοῦντες. τὸ δὲ χρήσιμον οὐ διαμένει, ἀλλ᾽ ἄλλοτε ἄλλο γίνεται. ἀπολυθέντος οὖν δι᾽ ὃ φίλοι ἦσαν, διαλύεται καὶ ἡ φιλία, ὡς οὔσης τῆς φιλίας πρὸς ἐκεῖνα. μάλιστα δ᾽ ἐν τοῖς πρεσβύταις ἡ τοιαύτη δοκεῖ φιλία γίνεσθαι (οὐ γὰρ τὸ ἡδὺ οἱ τηλικοῦτοι διώκουσιν ἀλλὰ τὸ ὠφέλιμον), καὶ τῶν ἐν ἀκμῇ καὶ νέων ὅσοι τὸ συμφέρον διώκουσιν. οὐ πάνυ δ᾽ οἱ τοιοῦτοι οὐδὲ συζῶσι μετ᾽ ἀλλήλων· ἐνίοτε γὰρ οὐδ᾽ εἰσὶν ἡδεῖς· οὐδὲ δὴ προσδέονται τῆς τοιαύτης ὁμιλίας, ἐὰν μὴ ὠφέλιμοι ὦσιν· ἐπὶ τοσοῦτον γάρ εἰσιν ἡδεῖς ἐφ᾽ ὅσον ἐλπίδας ἔχουσιν ἀγαθοῦ. εἰς ταύτας δὲ καὶ τὴν ξενικὴν τιθέασιν. ἡ δὲ τῶν νέων φιλία δι᾽ ἡδονὴν εἶναι δοκεῖ· κατὰ πάθος γὰρ οὗτοι ζῶσι, καὶ μάλιστα διώκουσι τὸ ἡδὺ αὑτοῖς καὶ τὸ παρόν· τῆς ἡλικίας δὲ μεταπιπτούσης καὶ τὰ ἡδέα γίνεται ἕτερα. διὸ ταχέως γίνονται φίλοι καὶ παύονται· ἅμα γὰρ τῷ ἡδεῖ ἡ φιλία μεταπίπτει,

[1156b] τῆς δὲ τοιαύτης ἡδονῆς ταχεῖα ἡ μεταβολή. καὶ ἐρωτικοὶ δ᾽ οἱ νέοι· κατὰ πάθος γὰρ καὶ δι᾽ ἡδονὴν τὸ πολὺ τῆς ἐρωτικῆς· διόπερ φιλοῦσι καὶ ταχέως παύονται, πολλάκις τῆς αὐτῆς ἡμέρας μεταπίπτοντες. συνημερεύειν δὲ καὶ συζῆν οὗτοι βούλονται· γίνεται γὰρ αὐτοῖς τὸ κατὰ τὴν φιλίαν οὕτως.

Τελεία δ᾽ ἐστὶν ἡ τῶν ἀγαθῶν φιλία καὶ κατ᾽ ἀρετὴν ὁμοίων· οὗτοι γὰρ τἀγαθὰ ὁμοίως βούλονται ἀλλήλοις ᾗ ἀγαθοί, ἀγαθοὶ δ᾽ εἰσὶ καθ᾽ αὑτούς. οἱ δὲ βουλόμενοι τἀγαθὰ τοῖς φίλοις ἐκείνων ἕνεκα μάλιστα φίλοι· δι᾽ αὑτοὺς γὰρ οὕτως ἔχουσι, καὶ οὐ κατὰ συμβεβηκός· διαμένει οὖν ἡ τούτων φιλία ἕως ἂν ἀγαθοὶ ὦσιν, ἡ δ᾽ ἀρετὴ μόνιμον. καὶ ἔστιν ἑκάτερος ἁπλῶς ἀγαθὸς καὶ τῷ φίλῳ· οἱ γὰρ ἀγαθοὶ καὶ ἁπλῶς ἀγαθοὶ καὶ ἀλλήλοις ὠφέλιμοι. ὁμοίως δὲ καὶ ἡδεῖς· καὶ γὰρ ἁπλῶς οἱ ἀγαθοὶ ἡδεῖς καὶ ἀλλήλοις· ἑκάστῳ γὰρ καθ᾽ ἡδονήν εἰσιν αἱ οἰκεῖαι πράξεις καὶ αἱ τοιαῦται, τῶν ἀγαθῶν δὲ αἱ αὐταὶ ἢ ὅμοιαι. ἡ τοιαύτη δὲ φιλία μόνιμος εὐλόγως ἐστίν· συνάπτει γὰρ ἐν αὐτῇ πάνθ᾽ ὅσα τοῖς φίλοις δεῖ ὑπάρχειν. πᾶσα γὰρ φιλία δι᾽ ἀγαθόν ἐστιν ἢ δι᾽ ἡδονήν, ἢ ἁπλῶς ἢ τῷ φιλοῦντι, καὶ καθ᾽ ὁμοιότητά τινα· ταύτῃ δὲ πάνθ᾽ ὑπάρχει τὰ εἰρημένα καθ᾽ αὑτούς· †ταύτῃ γὰρ ὅμοια† καὶ τὰ λοιπά, τό τε ἁπλῶς ἀγαθὸν καὶ ἡδὺ ἁπλῶς ἐστίν, μάλιστα δὲ ταῦτα φιλητά· καὶ τὸ φιλεῖν δὴ καὶ ἡ φιλία ἐν τούτοις μάλιστα καὶ ἀρίστη. σπανίας δ᾽ εἰκὸς τὰς τοιαύτας εἶναι· ὀλίγοι γὰρ οἱ τοιοῦτοι. ἔτι δὲ προσδεῖται χρόνου καὶ συνηθείας· κατὰ τὴν παροιμίαν γὰρ οὐκ ἔστιν εἰδῆσαι ἀλλήλους πρὶν τοὺς λεγομένους ἅλας συναναλῶσαι· οὐδ᾽ ἀποδέξασθαι δὴ πρότερον οὐδ᾽ εἶναι φίλους, πρὶν ἂν ἑκάτερος ἑκατέρῳ φανῇ φιλητὸς καὶ πιστευθῇ. οἱ δὲ ταχέως τὰ φιλικὰ πρὸς ἀλλήλους ποιοῦντες βούλονται μὲν φίλοι εἶναι, οὐκ εἰσὶ δέ, εἰ μὴ καὶ φιλητοί, καὶ τοῦτ᾽ ἴσασιν· βούλησις μὲν γὰρ ταχεῖα φιλίας γίνεται, φιλία δ᾽ οὔ.

***
[3] Οι τρεις αυτοί λόγοι διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το είδος — άρα και οι μορφές της αγάπης και τη φιλίας. Τρία, επομένως, είδη φιλίας υπάρχουν, ακριβώς όσα είναι και τα πράγματα που είναι άξια να αγαπηθούν. Πραγματικά, στην καθεμιά από τις τρεις αυτές περιπτώσεις υπάρχει φανερή αμοιβαία αγάπη, και αυτοί που αγαπούν ο ένας τον άλλον θέλουν ο ένας το καλό του άλλου για τον λόγο ακριβώς που ο ένας αγαπάει τον άλλον. Αυτοί λοιπόν που αγαπούν ο ένας τον άλλον και γίνονται φίλοι για τη χρησιμότητα, δεν αγαπούν τον άλλον καθεαυτόν, αλλά για το αγαθό που μπορεί να πάρει από αυτόν. Το ίδιο και στην περίπτωση που οι άνθρωποι αγαπούν ο ένας τον άλλον και γίνονται φίλοι για χάρη της ευχαρίστησης· πραγματικά, οι άνθρωποι αγαπούν τους χαριτολόγους όχι για τον χαρακτήρα τους, αλλά γιατί τους είναι ευχάριστοι.

Και αυτοί λοιπόν που αγαπούν τους άλλους και τους κάνουν φίλους τους για τη χρησιμότητά τους τούς αγαπούν για χάρη αυτού που είναι αγαθό γι᾽ αυτούς τους ίδιους, και αυτοί που αγαπούν τους άλλους και τους κάνουν φίλους τους για χάρη της ευχαρίστησης τούς αγαπούν για χάρη αυτού που είναι ευχάριστο γι᾽ αυτούς τους ίδιους, και όχι γιατί το πρόσωπο που αγαπούν έχει αυτές κι αυτές τις ιδιότητες, αλλά γιατί είναι γι᾽ αυτούς ένα πρόσωπο χρήσιμο ή ευχάριστο. Αυτές λοιπόν οι φιλίες είναι φιλίες για έναν λόγο συμπτωματικό, αφού το πρόσωπο που αγαπιέται δεν αγαπιέται επειδή είναι αυτό που είναι, αλλά επειδή εξασφαλίζει σ᾽ αυτόν που το αγαπάει κάποιο αγαθό ή κάποια ευχαρίστηση. Ε, αυτού του είδους οι φιλίες διαλύονται εύκολα, αν τα δύο μέρη δεν παραμένουν αυτό που ήταν· πραγματικά, αν ο ένας δεν είναι πια ευχάριστος ή χρήσιμος στον άλλον, ο άλλος παύει να τον αγαπάει. Το χρήσιμο όμως δεν μένει σταθερά το ίδιο, αλλά συνεχώς αλλάζει. Αν λοιπόν λείψει ο λόγος για τον οποίο τα δύο αυτά άτομα ήταν φίλοι, διαλύεται και η φιλία, αφού η φιλία τους είχε δημιουργηθεί μόνο για τον συγκεκριμένο λόγο.

Αυτού του είδους η φιλία φαίνεται ότι γεννιέται κατά κύριο λόγο μεταξύ των μεγάλης ηλικίας ανθρώπων (γιατί οι άνθρωποι αυτής της ηλικίας δεν επιδιώκουν το ευχάριστο αλλά το ωφέλιμο), και από αυτούς που βρίσκονται στην ακμή της ηλικίας τους, αλλά και από τους νέους όσοι επιδιώκουν το συμφέρον τους. Ούτε και η συμβίωση αρέσει και τόσο στους ανθρώπους αυτούς· γιατί είναι φορές που δεν είναι ούτε και ευχάριστοι ο ένας στον άλλον· δεν τη χρειάζονται λοιπόν οι άνθρωποι αυτοί αυτού του είδους τη συντροφιά, εκτός κι αν είναι ωφέλιμοι ο ένας στον άλλον· γιατί ως εκεί είναι οι άνθρωποι αυτοί ευχάριστοι ο ένας στον άλλον, όσο έχουν ελπίδες για κάποιο όφελος ο ένας από τον άλλον. Σ᾽ αυτού του είδους τη φιλία εντάσσει ο κόσμος και τη φιλία από φιλοξενία ξένου ανθρώπου.
Αντίθετα, η φιλία των νέων ανθρώπων θεωρείται ότι έχει για στόχο της την ευχαρίστηση· γιατί αυτοί ζουν κάτω από την επήρεια και την καθοδήγηση του πάθους, και αυτό που κατά κύριο λόγο επιδιώκουν είναι η ευχαρίστηση και ό,τι είναι παρόν. Καθώς όμως προχωρεί η ηλικία, αλλάζουν και τα πράγματα που τους είναι ευχάριστα. Αυτός είναι ο λόγος που οι νέοι άνθρωποι γίνονται γρήγορα φίλοι και γρήγορα, πάλι, παύουν να είναι φίλοι: η φιλία τους αλλάζει καθώς αλλάζει αυτό που τους είναι ευχάριστο,

[1156b] και αυτού του είδους η ευχαρίστηση αλλάζει γρήγορα. Είναι και ερωτικοί οι νέοι· γιατί η ερωτική φιλία σχετίζεται κατά κύριο λόγο με το πάθος και την ευχαρίστηση· αυτός είναι και ο λόγος που οι νέοι ερωτεύονται και ο έρωτάς τους περνάει γρήγορα, — τα αισθήματά τους αλλάζουν πολλές φορές μέσα στην ίδια μέρα. Οι άνθρωποι, πάντως, αυτοί θέλουν να περνούν μαζί τις μέρες τους και να συμβιώνουν: έτσι την καταλαβαίνουν αυτοί τη φιλία.

Τέλεια είναι η φιλία αυτών που είναι αγαθοί και όμοιοι στην αρετή· γιατί οι άνθρωποι αυτοί θέλουν με τον ίδιο τρόπο ο ένας το καλό του άλλου, και μόνο για τον λόγο ότι είναι άνθρωποι αγαθοί, και αγαθοί καθεαυτούς. Οι άνθρωποι όμως που θέλουν το καλό των φίλων τους για χάρη των φίλων τους είναι οι γνησιότεροι φίλοι: ο λόγος είναι ότι αυτό το κάνουν επειδή αυτή είναι η φύση τους και όχι για έναν συμπτωματικό λόγο. Διαρκεί λοιπόν η φιλία αυτών των ανθρώπων για όσο διάστημα αυτοί είναι αγαθοί — και η αρετή είναι κάτι το μόνιμο. Ο καθένας από τους δύο είναι καθεαυτόν αγαθός και αγαθός για τον φίλο του· πραγματικά, οι αγαθοί άνθρωποι είναι και καθεαυτούς αγαθοί και ωφέλιμοι ο ένας στον άλλον. Με τον ίδιο τρόπο είναι και ευχάριστοι ο ένας στον άλλον· πραγματικά, οι αγαθοί άνθρωποι είναι και καθεαυτούς ευχάριστοι και ευχάριστοι ο ένας στον άλλον· γιατί στον κάθε άνθρωπο είναι πηγή ευχαρίστησης και οι δικές του πράξεις και όσες άλλες μοιάζουν με τις δικές του — και οι πράξεις των αγαθών ανθρώπων είναι ίδιες ή παρόμοιες.

Αυτού του είδους η φιλία είναι —όπως θα το έβρισκε κανείς εύλογο— μόνιμη, για τον λόγο ότι σ᾽ αυτήν συνυπάρχουν όλες οι ιδιότητες που πρέπει να έχουν οι φίλοι. Κάθε, πράγματι, φιλία αποβλέπει σε κάτι καλό ή σε κάτι ευχάριστο (και τα δυο τους ή καθεαυτά ή ενσχέσει με αυτόν που αγαπάει και έχει τα φιλικά αισθήματα), και βασίζεται σε κάποια ομοιότητα: στη φιλία των αγαθών ανθρώπων υπάρχουν, λόγω της ίδιας της φύσης των φίλων, όλες οι ιδιότητες που είπαμε· γιατί σ᾽ αυτό το είδος της φιλίας είναι και οι άλλες ιδιότητες ίδιες, και αυτό που είναι καθεαυτό αγαθό είναι και καθεαυτό ευχάριστο — αυτά είναι κατά κύριο λόγο άξια να αγαπηθούν· η αγάπη λοιπόν και η φιλία συναντώνται κατά κύριο λόγο και στην καλύτερή τους μορφή μεταξύ αυτών των ανθρώπων.

Αυτού του είδους οι φιλίες είναι φυσικά σπάνιες· ο λόγος είναι ότι αυτού του είδους άνθρωποι υπάρχουν μόνο λίγοι. Έπειτα αυτού του είδους η φιλία χρειάζεται χρόνο και κλίμα αμοιβαίας οικειότητας: όπως λέει και η παροιμία, οι άνθρωποι δεν είναι δυνατό να γνωρίσουν καλά ο ένας τον άλλον, αν δεν φάνε πρώτα μαζί «ψωμί και αλάτι»· ούτε είναι δυνατό να αποδεχθεί ο ένας τον άλλον και να γίνουν φίλοι, αν πρώτα δεν θεωρηθεί ο ένας από τον άλλον άξιος αγάπης και αν ο ένας δεν κερδίσει την εμπιστοσύνη του άλλου: αυτοί που δείχνουν γρήγορα ο ένας στον άλλον τα σημάδια της φιλίας θέλουν, βέβαια, να είναι φίλοι, δεν είναι όμως, αν δεν είναι άξιοι να αγαπηθούν και αν το πράγμα δεν τους είναι γνωστό· η θέληση για φιλία μπορεί να γεννηθεί γρήγορα, η φιλία όμως όχι.