Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΕΛΛΗΝΑΣ

Το όνομα Έλληνας είναι το δηλωτικό των κα­τοίκων του ελλαδικού χώρου, σύμφωνα όμως με αυτά που γνωρίζουμε από τις αρχές του 7ου π.Χ, Ο χώρος αυτός δεν είναι και τόσο στα­θερός όπως νομιζουμε και ενδεχόμενα θέλει διασαφήνιση, καθότι πριν από τον 7ο π.Χ. αιώνα δεν φαίνεται να χρησιμοποιεί­ται ως γενικό προσδιοριστικό των κατοίκων αυτού του χώρου.

1. Κατά τον Όμηρο και Ησίοδο
Ο Όμηρος που κατά τον Ηρόδοτο έζησε τον 9ο π.Χ. αιώνα, ή κατά άλλους τον 8ο π.Χ. αιώνα), ύμνησε τον Τρωικό Πόλεμο, χρησιμοποιώντας τον όρο «Έλλην» και «Ελλάς» για τους κατοίκους ενός πολύ μικρού μέρους της Φθίας, που συμμετείχε στην εκστρατεία της Τροίας, ως τμήμα του εκστρατευτικού σώματος με αρχηγό τον Αχιλλέα. Το σύνολο εκείνων που εκστράτευσαν το αποκαλεί Αχαιούς και Δαναούς και Αργείους, εφόσον το Άργος είχε την γενι­κή αρχηγία υπό τον Αγαμέμνονα.
Νυν αν τους όσσοι το Πελασγικόν Αργός έναιον, οι τ” Αλον οι τ” Λλόπην οι τε Τρηχινα νέμοντο, οι τ” είχον Φθιην ήδ” Ελλάδα καλλιγνναικα, Μυρμιδόνες δε καλεύντο και Έλληνες και Αχαιοί, των αν πεντήκοντα νεών ήν άρχος Αχιλλεύς. άλλ” οί γ” ου παλέμοιο δυσηχέος εμνώοντο. (Κι από το Άργος το Πελασγικόν όσοι ήλθαν και από την “Αλον και απ” την Τρηχίνα πληθυσμός κι απ” την Αλόπιν όσοι, κι όσοι από την καλλιγύναικα Ελλάδα και τη Φθία και Μυρμιδόνες και Αχαιοί και Έλληνες λέγονταν, πενήντα πλοία κι αρχηγός εις όλους ο Πη­λείδης). Ιλιάδα Β” 681-685, σε μετάφραση Ιακ. Πολυλά.
Και όταν ο Αγαμέμνονας θα προσπαθήσει να καλμάρει τον Αχιλλέα για την προσβολή που εδέχθη όταν του πήρε τη Βρυσηίδα, προσφέροντας του δώρα και υποσχέ­σεις να τον κάνει γαμπρό του, ο Αχιλλέας θα απαντήσει οργι­σμένος:
ήν γαρ δη με σαώσι θεοί και οίκαδ” ίκωμαι Πηλεύς θήν μοι έπειτα γυναίκα γεμάσσεται αυτός, πολλαί Αχαιΐδες εισίν αν” Ελλάδα τε Φθίην τε, κούραι αριστήων, οι τε πτολίεθρα ρύονται, τάων ην κ” ε θέλω μι φίλην ποιήσω άκοιτιν. (Ότι αν με σώσουν οι θεοί και στην πατρίδα φθάσω κάπου θενά “βρει δι εμέ μιαν νύμφην ο πατέρας, Ότι Αχαιίδες πάμπολες η Ελλάς έχει κι η Φθία κόρες προκρίτων δυνατών όπου δεσπόζουν χώρες, κι οπόταν θελήσω συντροφον θα κάνω ποθητήν μου). Ιλιάδα Γ 393-397, σε μετάφραση Ιακ. Πολυλά.
Για την καλλιγύναικα Ελλάδα μιλάει και ο Φοίνικας που είχε ακολουθήσει τον Αχιλλέα και ήταν ο σύμβουλος του:
ώς αν έπειτ” από σείο, φίλον τέκος ουκ εθέλοιμλείπεσθ” ουδ” ει κεν μοι υποοταίη θεός αυτός γήρας αποξύσας θήσειν νέον ηβώοντα οίον ότε πρώτον λίπον Ελλάδα καλλιγύναικα (Ώστε από σε να χωρισθώ δεν ήθελα παιδί μου απ” εάν Θεός μου υπόσχονταν το γήρας ν” αποξύσει και να με κάνει ακρονέον, ως ήμουν ότε πρώτα την καλλιγύναικα άφησα Ελλάδα για να φύγω ). Ιλιάδα Β” Ιλιάδα Γ 444-447, σε μετάφραση Ιακ. Πολυλά.
 Σε μια άλλη περίπτωση αποκαλεί την Ελλάδα «Ευρυχόοιο» πλατεία, που όμως είναι μέσα στη Φθία και υπό τον Α­χιλλέα:
Φεύγον έπειτ” απάνευθε δι” Ελλάδος ευρνχόροιο, Φθίην δ” εξικόμην ερίβώλακα, μητέρα μήλων, ες Πηλήα άναχθ’- ο δε με πρόφρων υπέδεκτό, (Μακράν να φύγω εδιάβηκα από την πλατειάν Ελλάδα κι έφθασα στην καλοσβωλον και αρνοθρόφο Φθία· κι ο βασιλέας ο Πηλεύς μ” εδέχθει εγκαρδίως) Ιλιάδα Ιλιάδα Γ 479-481, σε μετάφραση Ιακ. Πολυλά
Σε άλλο σημείο αναφέρεται στο Βαθυκλή του Χάλκωνα λέει:
 Γλαύκος δε πρώτος, Ανκίων αγός ασπιστάων, ετράπετ’, έκτεινεν δε Βαθυκλήα μεγάθνμον, Χάλκωνος φίλον υιόν, ος Ελλάδι οικία ναίων όλβω τε πλούτω τε μετέπρεπε Μυρμιδόνεσση. (Και των Λυκίων ο αρχηγός πρώτος εστράφει ο Γλαύκος και τον γενναίον Βαθυκλή φονεύει Χαλκωνίδη, που στην Ελλάδα εγκάτοικος μέσα σε εξαίσιο σπίτι στους Μυρμιδόνες έλαμπε για πλούτη κι ευτυχίαν).Ιλιάδα II“ 593-595, σε μετάφραση Ιακ. Πολυλά.

Στην Οδύσσεια, που είναι νεότερη, η Ελ­λάδα παίρνει πιο ευρεία διάσταση. Ο Όμηρος χρησιμοποιεί τον ίδιο ακριβώς στίχο τρεις φορές
τοίην γάρ κεφαλήν ποθέω μεμνημένη αιείανδρός, τον κλέος ευρύ καθ” Ελλάδα και μέσον Αργός.» (Αυτήν την κεφαλήν επιθυμώ να μνημονεύω πάντα του ανδρός που η δόξα του είναι μεγάλη στην Ελλάδα που είναι μέ­σα στο Άργος) Οδύσσεια Α343-4, Δ” 726, 816, σε μετάφραση Ιακ. Πολυλά.
 Στην συνεχεια,,, που θα πει ότι η Ελλάδα είναι μέσα στη Φθία:
εσθλόν, του κλέος ευρύ καθ” Ελλάδα και μέσον Αργός. (στον άριστο και δόξα μεγάλη στην Ελλάδα και μέσα στο Άργος). Οδύσσεια Λ’ 496, σε μετάφραση Ιακ. Πολυλά.
Και ο Μενέλαος όταν φιλοξενεί τον Τηλέμαχο λέει:
ειδ” εθέλεις τραφθήναι αν Ελλάδα και μένον Αργός (Δηλαδή ενώ την Ελλάδα την έχει στο μέσον του “Αργούς). Οδύσσεια Δ” 726 και 816.
 Κοντολογίς, για τον Όμηρο, η Ελλάδα ήταν μια μικρή περιοχή μέσα στη Φθία, μια από τις πόλεις ή περιοχές που εξουσίαζε ο Αχιλλέας. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε κάτι που έχει πολύ ενδιαφέρον και απορρίπτει κάθε ισχυρισμό συνοχής Ελλήνων:  στην κατά της Τροίας εκστρατεία το Μαντείο των Δελφών δεν έλαβε μέρος, απεναντίας μάλιστα,  πολέμησε αυτή την εκστρατεία και θα καθοδηγήσει την ανατροπή εκείνων που έλαβαν μέρος στον Τρωικό Πόλεμο. Και το Έλληνας και η Ελλάδα έχουν σχέ­ση με το Μαντείο των Δελφών.
Ο Ησίοδος, ως σύγχρονος του Ομήρου, χρησιμοποιεί τον όρο με ευρύτερη έννοια. Στα «Έργα και Ημέραι» γράφει:
 Εύτ” αν ε π” ε μπορ ίη ν τρέψας αεσίφρονα θυμόν βούληαι [δε] χρέα τε προφυγείν και λιμόν ατερπέα, δείξω δη τοι μέτρα πολνφλοίσβοιο θαλάσσης, ούτε τι ναυτιλίης σεσοφισμένος ούτε τι νηών. ου γαρ πω ποτέ νηί [γ'] επέπλων ευρέα πόντον, ει μη ες Εύβοιαν εξ Αυλίδος, η ποτ” Αχαιοί μείναντες χειμώνα πολύν συν λαόν άγειραν Ελλάδος εξ ιερής Τροίήν ες καλλιγύναικα.
(Κι αν στο εμπόριο στρέψεις την τρελλή σου σκέψη κι επιθυμείς τα πλοία εξαιτίας των χρεών και της βαρειάς ανάγκης, θα σου δείξω τα μέτρα της πολυκύμαντης της θάλασσας, παρόλο που δεν ξέρω και πολλά για πλοία και ναυτικές επιχειρήσεις. Ποτέ μου δεν ταξίδεψα στον ανοιχτό τον Πόντο, παρά μονάχα ως την Εύβοια από την Αυλί­δα, μέρος όπου συγκεντρώθηκαν οι Αχαιοί και έμειναν εκεί το χει­μώνα μαζί με όλο το πλήθος που συγκέντρωσαν από την ιερή Ελλά­δα, προσμένοντας για να αποπλεύσουν για την καλλιγύναικο Τροία). Οδύσσεια Ο” 80.
 Ο Ησίοδος, σ” ένα απόσπασμα του που διασώθηκε από το Σχολιαστή του Απολλώνιου Ροδίου, υποστηρίζει ότι το όνομα Ελλάδα και Έλληνας προέρχεται από το γιο του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, τον Έλληνα. Δηλαδή δέχεται την διαδεδομένη μυθολογική παράδοση:
ότι Προμηθέως και Πανδώρας υιός Δευκαλίων, Ησίοδος εν πρώτωι Καταλόγων φησί, και ότι Προμηθέως (ή Δευκαλίωνος) και Πυρράς Έλλην, αφ” ου Έλληνες και Ελλάς.(ότι του Προμηθέα και της Πανδώρας γιος ήταν ο Δευκαλίωνας, ό­πως λέει ο Ησίοδος στον πρώτο τών Καταλόγων και ότι του Προμη­θέα (ή του Δευκαλίωνα) και της Πυρράς γιος ήταν ο Έλληνας, από όπου πήραν τό όνομα οι Έλληνες και η Ελλάδα) Ησίοδος «Έργα και ημέραι» 648-655.

2. Κατά τον Ηρόδοτο και τους άλλους
 Την εποχή του Ηρόδοτου που έζησε τον 5ο π.Χ. αιώνα, δηλα­δή σε μια περίοδο που είχε καθιερωθεί πια η γενικευμένη χρή­ση του ονόματος Έλληνας και Ελλάδα, αναφέρει τα εξής σε δυο σημεία της Ιστορίας του: Τη μια όταν αναφέρεται στο χρη­σμό του Μαντείου των Δελφών προς τον Κροίσο όπου λέει: Ο Κροίσος είχε ζητήσει χρησμό από του Δελφούς και το Αμφιαράειο για την τύχη που θα είχε μια εκστρατεία του κατά των Περσών. Ο χρησμός του μαντείου έλεγε:
«Ο Κροίσος, ο βασιλιάς των Λυδών κι άλλων λαών, πιστεύοντας ότι τα μαντεία σας είναι τα μόνα αληθινά στον κόσμο, σας έκαμε δώρα αντάξια της μαντικής σας δύναμης και τώρα σας ρωτάει αν πρέπει να εκστρατεύσει εναντίον των Περσών κι αν πρέπει να πάρη μαζί του και συμμαχικά στρατεύματα».
Αυτά ρώτησαν εκείνοι, κι οι γνώμες των δυο μαντείων ήταν σύμ­φωνες. Επρόλεγαν στον Κροίσο πως αν εκστρατεύση κατά των Περ­σών, θα καταστρέψει ένα μεγάλο κράτος. Και του “δωσαν τη συμ­βουλή να βρει τους δυνατώτερους από τους Έλληνες κι αυτούς να πάρη για συμμάχους.
54.Όταν του έφεραν τους χρησμούς και τους είδε ο Κροίσος, πολύ ευχαριστήθηκε απ” αυτά που του είπαν τα μαντεία. Και με την ελπίδα πως, οπωσδήποτε, θα καταστρέψει το βασίλειο του Κύρου, έστειλε πάλι στην Πυθία κι αφού έμαθε τον αριθμό των κατοίκων των Δελφών, έκανε δώρο στον καθένα τους δυό στατήρες χρυσάφι. Οι Δελφοί, γι” ανταμοιβή, έδωκαν στον Κροίσο και στους Λυδούς προτίμηση να ρωτούν πριν απ” τους άλλους την Πυθία, ατέλεια από εισφορές, πρώτη θέση στα θεάματα κι αιώνιο δικαίωμα, όποιος θέ­λει απ” αυτούς να γίνεται πολίτης των Δελφών.
55.Όταν έκαμε κι αυτά τα δώρα ο Κροίσος, για τρίτη φορά ζή­τησε χρησμό. Γιατί αφ” ότου πήρε από το μαντείο αληθινή απάντηση, ήθελε κάθε λίγο να το ρωτάη. Έστειλε λοιπόν να ζητήση χρησμό κι ερωτούσε, αν θα κρατήση πολύ καιρό η μοναρχία του. Η Πυθία του έδωσε αυτόν το χρησμό:
Οταν στους Μήδους βασιλιάς θα γίνη ένα μουλάρι, τότε αβρόποδε Λυδέ, ούτε στιγμή μη μένης και μη ντραπής καθόλου εσύ άναντρο και αν σε πούνε. Φύγε στον Έρμο ποταμό, πούχει πολλά χαλίκια.
56.   Όταν έφτασε αυτή η απάντηση, ο Κροίσος χάρηκε πιο πολύ από κάθε άλλη φορά, γιατί σκέφθηκε ότι ποτέ δε θα βασίλευε στους Μήδους αντί για άνθρωπος ένα μουλάρι, κι έτσι ούτε αυτός ούτε οι απόγονοι του θα έπαυαν ποτέ να βασιλεύουν.
Έπειτα προσπάθησε να μάθη, ποιοί ήταν οι δυνατώτεροι Έλληνες για να τους κάμη φίλους. Εξετάζοντας εύρισκε ότι την πρώτη θέση την είχαν οι Λακεδαιμόνιοι κι οι Αθηναίοι, οι πρώτοι από την δωρική φυ­λή κι οι άλλοι από την ιωνική. Πραγματικά αυτοί οι λαοί ήταν οι πιο ξακουσμένοι. Οι Αθηναίοι κατάγονται από τους Πελασγούς και οι Λακεδαιμόνιοι από τους Έλληνες. Οι πρώτοι ποτέ ως τώρα δεν μετα­κινήθηκαν από τον τόπο τους, ενώ οι δεύτεροι είχαν πολλές περιπλα­νήσεις. Στον καιρό της βασιλείας του Δευκαλίωνος, κατοικούσαν στην περιοχή της Φθιώτιδος, ενώ στον καιρό του Δώρου, γιου του Έλληνος, κατοικούσαν στην περιοχή γύρω στην Όσσα και στον Όλυμπο, που ονομάζεται Ιστιαιώτις. Κι όταν τους ξεσήκωσαν οι Καδμείοι από την Ιστιαιώτιδα, κατοίκησαν την Πίνδο, με το όνομα Μακεδνοί. Από εδώ πάλι μεταποπίστηκαν στη Δρυόπιδα, κι όταν από κει ήρθαν στην Πε­λοπόννησο, πήραν το όνομα Δωριείς.
57. Δεν μπορώ να πω θετικά ποια γλώσσα μιλούσαν οι Πελασγοί. Αλλά αν πρέπει να βγάλουμε συμπέρασμα από τους Πελασγούς που υπάρχουν ακόμα και κατοικούν την πόλη του Κρότωνα, απάνω από τους Τυρρηνούς, και κάποτε ήταν γείτονες μ” αυτούς που τώρα λέγο­νται Δωριείς (εκείνο τον καιρό κατοικούσαν την περιοχή που σήμερα ονομάζεται Θεσσαλιώτις) και από τους Πελασγούς που έχτισαν στον Ελλήσποντο την Πλακία και την Σκυλάκη, κι άλλοτε κατοικούσαν μαζί με τους Αθηναίους, καθώς και από άλλες πόλεις Πελασγικές που άλ­λαξαν όνομα, αν απ” αυτά, λοιπόν, πρέπει να βγάλουμε συμπεράσμα­τα, οι Πελασγοί θα μιλούσαν γλώσσα βαρβαρική. Αν λοιπόν αυτό ι­σχύει για όλους τους Πελασγούς, οι κάτοικοι της Αττικής, μ” όλο που ήταν Πελασγοί, όταν άλλαξαν κι έγιναν Έλληνες, έμαθαν και την Ελ­ληνική γλώσσα. Γι αυτό άλλωστε ούτε οι Κροτωνιάτες έχουν την ίδια γλώσσα με τους λαούς που κατοικούν τριγύρω τους, ούτε οι Πλακια- νοί, αυτοί οι δυο όμως είναι ομόγλωσσοι. Αυτό δείχνει ότι φυλάνε με προσοχή το γλωσσικό ιδίωμα που είχαν όταν εγκαταστάθηκαν εκεί.
58. Εγώ νομίζω ότι η Ελληνική φυλή, αφ” ότου παρουσιάσθηκε στον κόσμο, συνεχώς χρησιμοποιεί την ίδια γλώσσα. Όταν, αδύνατη ακόμη, απασχολήθηκε από την Πελασγική φυλή, από μικρή που ή­ταν στην αρχή, μεγάλωσε και σχημάτισε πολλούς λαούς, γιατί συγ­χωνεύθηκαν μ” αυτή πολλοί Πελασγοί και πολλοί άλλοι βάρβαροι λαοί. Σχετικά μ” αυτό μάλιστα, νομίζω, ότι κανένας από τους Πελα­σγικούς λαούς δεν μπόρεσε πολύ να μεγαλώση, γιατί ήταν βάρ­βαροι. (Σχόλια στο στίχο 1086 του Γ” βιβλίου «Αργοναυτικά» του Απολλώ­νιου του Ροδίου.)Μ ετάφραση του Ανδρέα Πουρνάρα στις εκδόσεις «Πάπυρος»
 Με βάση όσα γράψει ο Ηρόδοτος, στα χρόνια του Κροίσου από τους δυο ισχυρούς του ελλαδικού χώρου, οι Λακεδαιμόνιοι θεωρούνται Έλληνες και οι Αθηναίοι Πελασγοί. Κι αυτό παρό­λο που οι Αθηναίοι στο δεύτερο μισό του 8ου π.Χ. αιώνα είχαν εκδιώξει από την περιοχή του Υμηττού τους τελευταίους Πελα­σγούς και συνεχίζουν τον άγριο ανταγωνισμό μαζί τους (οι Πε­λασγοί απήγαγαν τις Αθηναίες παρθένες στις γιορτές της Άρ­τεμης στη Βαβρώνα). Πιο κάτω θα εξηγήσουμε γιατί δε θεωρεί τους Αθηναίους Έλληνες εκείνη τη συγκεκριμένη εποχή. Και σ” ένα άλλο σημείο της Ιστορίας του, ο Ηρόδοτος προσθέτει τού­τα τα διαφωτιστικά. (Βλεπε,Ηροδότου: «Ιστορία» βιβλίο Α”  53-58.)
 53. Αυτά λοιπόν λένε οι Λακεδαιμόνιοι, μόνοι απ” όλους τους Έλληνες, κι εγώ προσθέτω τα εξής, σύμφωνα μ” όσα λένε όλοι οι Έλληνες* αυτοί λοιπόν οι βασιλείς των Δωριέων μέχρι μεν τον Περ- σέα, το γιο της Δανάης, χωρίς να βάλουμε και το θεό, σωστά με­τριούνται απ” τους Έλληνες και αποδεικνύεται ότι είναι Έλληνες, γιατί από τότε ήδη αυτοί ανήκαν στους Έλληνες. Είπα δε μόνο τον Περσέα και δεν πήρα την καταγωγή τους απ” την αρχή, για τον εξής λόγο, γιατί ο Περσεύς δεν έχει καμμιά επωνυμία από κανένα θνητό, όπως ο Ηρακλής π.χ ονομαζόταν γιος του Αμφιτρύωνος· γι” αυτό το λόγο λοιπόν καλά έκαμα και είπα μέχρι τον Περσέα* μα από τη Δα­νάη, την κόρη του Ακρισίου κι επάνω, αν απαριθμήση κανείς τους εκάστοτε προγόνους αυτών των βασιλέων, θα παρουσιαστούν οι η­γεμόνες των Δωριέων πως ήταν ντόπιοι Αιγύπτιοι.
54.Αυτοί είναι η γενεαλογία τους σύμφωνα μ” όσα λένε οι Έλ­ληνες: καθώς όμως λένε οι Πέρσαι, ο Περσεύς αυτός, από Ασσύριος που ήταν έγινε Έλλην, όχι όμως και οι πρόγονοι του Περσέως. Οι δε προπάτορες του Ακρισίου, που δεν έχουν καμμιά συγγένεια με τον Περσέα, αυτοί ήταν, όπως λένε οι Έλληνες, Αιγύπτιοι.
55. Αρκετά όμως είπαμε γι” αυτούς· το πώς τώρα, ενώ ήταν Αιγύ­πτιοι, πήραν τη βασιλεία των Δωριέων και για ποιά έργα τους την πήραν, εμείς θα τ” αφήσουμε, γιατί άλλοι έχουν μιλήσει γι” αυτά* και μόνο όσα δεν αναφέρουν στις ιστορίες τους οι άλλοι, αυτά θ” ανα­φέρω.
(Μετάφραση Α. Πουρνάρα: Εκδόσεις «Πάπυρος»)
 
Οι Λακεδαιμόνιοι είναι οι μόνοι από τους Έλληνες. Και το ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι ότι οι βασιλιάδες των Δωριέων ως τον Περσέα και τη Δανάη είναι Έλληνες, έχουν γεννηθεί εδώ. Από τη Δανάη, την κόρη του Ακρισίου και πάνω είναι Αι­γύπτιοι. Είναι φανερό ότι με τον όρο Έλληνας δεν προσδιορί­ζεται κάτι γενοφυλετικό. Οι πρόγονοι των βασιλιάδων των Λα­κεδαιμονίων είναι οι Ηρακλείδες. Οι πολεμικές ομάδες που οδήγησαν στη Λακωνία ήταν σύνθετες από πολλές φυλές. Επί­σημα οι Σπαρτιάτες δέχονταν ότι οι πολεμικές ομάδες που α­παρτίζουν τους Σπαρτιάτες ήσαν Ηρακλείδες, που ήσαν οι στρατιωτικοί ηγέτες τους (Υλείς), οι Δωριείς (Δύμανες) και οι Πάμφυλοι, δηλαδή ένα σύνολο από διάφορες φυλές.
Ο Θουκιδίδης που φαίνεται να συστηματοποποιεί τις από­ψεις του καιρού του (έζησε στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. όταν το Έλληνας είχε πάρει το πλήρες του νόημα), υπο­στηρίζει ότι το όνομα Έλληνας προέρχεται από τον Έλληνα, το γιο του Δευκαλίωνα και της Πυρράς ( Ηροδότου: «Ιστορία» Στ” 53.)
3. Δηλοί δε μοι και τόδε των παλαιών ασθένειαν ουχ ήκιστα” προ γαρ των Τρωικών ουδέν φαίνεται πρότερον κοινή εργασαμένη η Ελ­λάς· δοκεί δε μοι, ουδέ τούνομα τούτο ξυμπασά πω είχεν, αλλά τα μεν προ Έλληνος του Δευκαλίωνος και πάνυ ουδέ είναι η επίκλησις αύτη, κατά έθνη δε άλλα τε και το Πελασγικόν επί πλείστον αφ” εαυτών την επωνυμίαν παρέχεσθαι, Έλληνος δε και των παίδων αυ­τού εν τη Φθιώτιδι ισχυσάντων, και επαγομένων αυτούς επ” ωφελία ες τας άλλας πόλεις, καθ” εκάστους μεν ήδη τη ομιλία μάλλον καλείσθαι Έλληνας, ου μέντοι πολλού γε χρόνου εδύνατο και άπασιν ε- κνικήσαι. Τεκμηριοί δε μάλιστα Όμηρος. Πολλώ γαρ ύστερον έτι και των Τρωικών γενόμενος ουδαμού (ούτω) τους ξύμπαντος ωνόμασεν ουδ” άλλους ή τους μετ” Αχιλλέως εκ της Φθιώτιδος, οίπερ και πρώτοι Έλληνες ήσαν, Δαναούς δε εν τοις έπε σι και Λργείους και Αχαιούς ανακαλεί :
 Ου μην ουδέ βαρβάρους είρηκε δια το μηδέ Έλ­ληνας πω, ως εμοί δοκεί, αντίπαλον ες εν όνομα αποκεκρίσθαι. Οι δ” ουν ως έκαστοι Έλληνες κατά πόλεις τε όσοι Ελλήνων ξυνήεσαν και ξύμπαντε ύστερον κληθέντες ουδέν προ των Τρωικών δι” ασθέ­νεια ν και αμειξίαν αλλήλων αθρόοι έπραξαν. Αλλά και ταύτην την στρατέ ία ν θαλασσή ήδη πλείω χρώμενοι ξυνήλθον.
Αλλά την ασημότητα των παλαιών γεγονότων αποδεικνύει προ πάντων κατά την γνώμην μου και το εξής: προ του Τρωικού πολέμου δηλαδή φαίνεται ότι οι Έλληνες δεν είχον κατορθώσει τίποτε εν συ­νεργασία νομίζω μάλιστα ότι ούτε το όνομα αυτό, Ελλάς, δεν το εί­χε έως τότε ολόκληρος η χώρα, αλλά προ του Έλληνος μεν του υιού του Δευκαλίωνος ούτε καν υπήρχε το όνομα τούτο, διάφοροι δε λαοί, όπως και ο Πελασγικός, έδιδαν το όνομά των εις μεγάλην έκτασιν της χώρας. Αφ” ότου όμως ο Έλλην και οι παίδες αυτού απέ­κτησαν μεγάλην ισχύν εις την Φθιώτιδα, και οι άνθρωποι τους προσεκάλουν εις άλλας πόλεις προς βοήθειαν, έκαστοι χωριστά μεν κατ” αρχάς, ένεκα της συναναστροφής των με τον Έλληνα και τους ιδι­κούς του, ωνομάζοντο Έλληνες, άλλ” όμως δεν ηδύνατο να επικρα τήση και δι” όλους το όνομα προ της παρελεύσεως πολλού χρόνου. Αυτό το βεβαιώνει και ο Όμηρος προ πάντων, δι” αποδείξεων* διότι ενώ έζησε πολύ αργότερον και από τον Τρωικόν ακόμη εις ουδέν μέρος των ποιημάτων του ωνόμασεν όλους με το όνομα Έλληνες, ούτε άλλους παρά μόνον τους συντρόφους του Αχιλλέως τους κατα- γομένους από την Φθιώτιδα, οι οποίοι κυρίως ήσαν και οι πρώτοι Έλληνες, συχνάκις δε τους ονομάζει εις τα ποιήματά του Δαναούς, Αργείους, Αχαιούς, Αλλ” όμως ούτε και βαρβάρους τους ωνόμασεν, επειδή και οι Έλληνες ακόμη, ως νομίζω, δεν είχαν ξεχωρίσει από εκείνους με εν κοινόν όνομα αντίθετον. Οι Έλληνες λοιπόν χωριστά έκαστος και όσοι από τους Έλληνες συνήρχοντο κατά πόλεις και ωνομάσθησαν ύστερον όλοι με το ίδιον όνομα, δεν έπραξαν τίποτε το αξιόλογον προ των Τρωϊκών από κοινού, ένεκα της αδυναμίας των και της έλλείψεως επικοινωνίας μεταξύ των. Αλλά και αυτήν την Τρωϊκήν εκστρατείαν, ηνώθησαν και την έκαμαν, διότι ησχολούντο περισσότερον με την θάλασσαν). (Η μεταφορά από τον Φιλ. Παπά των εκδόσεων «Πάπυρος»
Και ο Στράβωνας (64 π.Χ.-21 μ.Χ.) γράφει τα εξής για το όνομα Έλληνας:
Περί δε της Ελλάδος και Ελλήνων και Πανελλήνων αντιλέγεται. Θουκυδίδης μεν γαρ τον ποιητήν μηδαμού βαρβάρους ειπείν φησι δια το μηδέ Έληνάς πω το αντίπαλον εις εν όνομα αποκεκρίσθαι. Και Απολλόδωρος δε μόνους τους εν Θετταλία καλείσθαι φησιν Έλ­ληνας «Μυρμιδόνες δε καλεύντο και Έλληνες». Ησίοδον μέντοι και Αρχίλοχον ήδη ειδέναι και Έλληνας λεγομένους τους συμπαντας και Πανέλληνας, τον μεν περί Προιτίδων λέγοντα ως Πανέλληνες εμνή- οτευον αυτάς, τον δε «ως Πανελλήνων όιζύς ες Θάσον συνέδραμεν». Αλλοι δ” αντιτιθέασιν ότι και βαρβάρους είρηκεν, ειπών γ ε βαρβα- ροφώνους τους Κάρας, και Έλληνας τους πάντας «ανδρός, του κλέος ευρύ καθ” Ελλάδα και μέσον Αργός»” και πάλιν «ει δ” εθέλης (τρα- φθήναι) αν” Ελλάδα και μέσον Αργός».
Δεν υπάρχει ομοφωνία επί της σημασίας, την οποίαν πρέπει να δώσωμεν εις τα ονόματα της Ελλάδος, των Ελλήνων και Πανελλήνων (εις τον Όμηρον). Κατά τον Θουκυδίδην ο Όμηρος δεν κάμνει χρή σιν της γενικής ονομασίας των βαρβάρων, διότι δεν δύναται να φέρει εις αντίθεσιν προς αυτούς το όνομα των Ελλήνων, το οποίον εξετεί- νετο ακόμη επί των χρόνων του εις όλους τους λαούς της Ελλάδος. Ο Απολλόδωρος επίσης βεβαιώνει, ότι δια της λέξεως «Έλληνες» ο Όμηρος ωνόμαζε μόνον μίαν των φυλών της Θεσσαλίας και αναφέ­ρει τον στίχον της Ιλιάδος «εκαλούντο Μυρμιδόνες και Έλληνες», αλλά πιστεύει, ότι ο Ησίοδος και ο Αρχίλοχος έπρεπε να γνωρίζουν την γενικήν σημασίαν της λέξεως «Έλληνες» και «Πανέλλη­νες», αφού εξ αφορμής των θυγατέρων του Προίτου ο μεν πρώτος λέγει, ότι οι «Πανέλληνες εζήτουν την χείτρα των», ο δε δεύτερος α- νακράζει: «όλα τα κακά της Ελλάδος (κυρίως των Πανελλήνων) συ- νηντήθησαν, εις την Θάσον». Εξ άλλου μερικοί γραμματικοί υποστη­ρίζουν, ότι ευρίσκουν την ονομασίαν των βαρβάρων εν χρήσει ήδη εις τον Όμηρον, αφού εις ωρισμένον χωρίον ονομάζει τους Κάρας βαρβαροφώνους και ότι εδήλωσεν όλην την έκτασιν του ονόματος των Ελλήνων, λέγων παραδείγματος χάριν περί του Οδυσσέως «ο ή ρως ούτος του οποίου η δόξα διεδόθη εις όλην την Ελλάδα και μέχρις αυτού του Άργους», και αλλαχού «εάν θέλης να διατρέξης την Ελλά­δα και να φθάσης μέσα εις το “Αργός». (Η μετάφραση είναι του Κ.Θ. Αραπόπουλου στις εκδόσεις «Πά­πυρος»)
 
Σ” άλλο σημείο ο Στράβωνας  αντιπαραθέτει τους Έλληνες στους Πελασγούς, τους Κάρες και τους Λέλεγες και καταλήγει:
 «Πώς δε τρία γένη των Ελλήνων εστί τα των Χερροννήσου οικούνται ει γαρ ότι το παλαιόν οι αυτοί ήσαν Ίων ες και Αθηναίοι λεγέσθωσαν και οι Δωριείς και οι Αιολείς οι αυτοί, ώστε δυο γένη γένοιτ” αν. (Τρία είναι τα γένη των Ελλήνων που κατοικούν τη Χερσόνησο: οι Ιωνες που είναι οι ίδιοι με τους Αθηναίους, οι Δωριείς και οι Αιο­λείς). Στράβωνας: «Γεωγραφικά» βιβλίο Η κεφ. 6, § 6 ή C370.

Επίλογος
Οι αρχαίοι Έλληνες όλα τα είχαν ανάγει στη μυθολογία, ακόμα και το όνομα τους δεν θα έμενε απ έξω. Το όνομα Έλληνας το απέδωσαν στο γιο του Δευ­καλίωνα και της Πυρράς, που  ήταν αρχηγός ενός πολεμικής φύλου.
Τα παιδιά του Έλληνα και της νύμ­φης Ορσηίδας  ήταν ο Αίολος, ο Δώρος και ο Ξού­θος, γενάρχης των τριών μεγάλων φύλων των Ελλήνων: των Αιολέων, των Δωριέων και των Ιώνων. Ο Ξούθος είναι ο πατέρας του Ίωνα από τον οποίο πήραν τό όνομά τους οι Ίωνες. Γιοι του Ξούθου είναι ο Ίωνας και ο Αχαιός. Ο μύθος αυτός κάλυπτε αρ­χικά αυτούς που ειπωθηκαν Έλληνες . Με ολα όσα αναγράφονται στον Όμηρο και στους ιστορικούς της αρχαιότητας δίνεται μια κάποια εξήγηση για το Έλληνας, αλλά δεν ειναι ικανοποιητική.
Οι νεότεροι Έλληνες ιστορικοί προσπάθησαν να βρουν τη ρίζα του Έλληνα στους Σελλούς ή Ελλούς της αρχαίας Δωδώνης. Πρόκειται για ένα ιερατικό γένος του Μα­ντείου της Δωδώνης. Πέρα από τα προβαλλόμενα γλωσσικά προβλήματα της παραγωγής του «Έλλην» από το «Σελλός» ή «Ελλός». Αυτό δεν δειχνει να ευσταθεί, καθότι το Μαντείο της Δωδώνης δεν φαίνεται να  έπαιξε καποιο  ιδιαίτερο ιστορικό ρόλο στην μετάταξη των ελληνικών φύλων, ώστε να επιβάλει το όνομα του, σε καθολικό όνομα των όλων φύλων.
Μαζί με Μα­ντείο των Δελφών βέβαια, έπαιξαν σημαντικό ρόλο που με την δραστηριότητα τους, επηρεασαν ως πολιτικά κέντρα, τον αρχαίο ελληνικού κόσμου. Έτσι είναι βέβαιο ότι οι ρίζες του Έλληνα και γενικότε­ρα του ελληνισμού, βρίσκονται και σ” αυτά τα Ιε­ρά, κυρίως των Δελφών το οποίο είχε τους  ιεροδίκες που στα δωρικά λέγονταν ελλανοδίκες και στα Ιωνικά ελληνοδίκες. Είναι οι ελλανοδίκες των Ολυμπιακών αγώνων.
Έλληνες λέγονται όσοι μετέχουν στην αμφικτιονία, της ο­ποίας κέντρο θα γίνει το Μαντείο των Δελφών. Και με την ι­διότητα του μέλους της αμφικτιονίας μπορούν να παίρνουν μέ­ρος στους πανελλήνιους αθλητικούς αγώνες: των Ολυμπιακών και των Πυθίων, όπου κριτές είναι οι ελλανοδίκες ή ελληνοδί­κες. Το ερώτημα εδώ ομως είναι : κατά πόσο η ρίζα του ελλανοδίκη ή ελληνοδίκη μπορεί να έχει μα­κρινή σχέση με το Ελλός ή Σελλός ως προς την έννοια.

Πηγές: Αρχαίες πηγές και στοιχεία  από τον ιστορικό συγγραφέα Π. Ροδάκη, από το βιβλίο του «Η διαμόρφωση του Ελληνικού Έθνους»

Τελχίνες οι μυθικοί δαίμονες


Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία οι Τελχίνες άλλες φορές είναι θνητοί ενώ άλλες παρουσιάζονται ως μυθικοί δαίμονες. Είχαν κατασκευάσει το οδοντωτό δρεπάνι με το οποίο ο Κρόνος ευνούχισε τον πατέρα του Ουρανό και αργότερα την τρίαινα του Ποσειδώνα, του οποίου την ανατροφή η μητέρα του Ρέα τους είχε εμπιστευθεί.

Βοηθούσαν την Αρτέμιδα στο κυνήγι, ενώ με τις μαγικές ικανότητες που διέθεταν, παρενέβαιναν στον καιρό, προκαλώντας μαγικές ομίχλες και καταστρέφοντας τις γεωργικές καλλιέργειες με θειάφι και δηλητηριώδες νερό της Στυγός. Για τις παρεμβάσεις τους αυτές ο Ζευς αποφάσισε να τους εξολοθρεύσει κατακλύζοντας το νησί τους. Δεν τα κατάφερε όμως γιατί αυτοί, ειδοποιήθηκαν από την Αρτέμιδα, εγκατέλειψαν τη Ρόδο πριν από τον κατακλυσμό.
Κατ΄ άλλες ακόμη παραδόσεις οι Τελχίνες ήταν σπουδαίοι τεχνίτες και εφευρέτες που είχαν ανακαλύψει διάφορα μέταλλα όπως τον χαλκό και τον σίδηρο και είχαν επινοήσει πολλά εργαλεία για τη τέχνη τους, που φέροντάς τα έδιναν την εντύπωση πως τους έλλειπαν τα άκρα. Πιστεύονταν ακόμη πως αυτοί δίδαξαν στους ανθρώπους τη πρώιμη μεταλλουργία και την εξόρυξη των μετάλλων.
Προέρχονταν από τη Κρήτη και στη συνέχεια πήγαν στη Κύπρο και αργότερα στη Ρόδο οπού και κλήθηκε το νησί- Τελχινίς. Η Θεά Ρέα παράδωσε σ΄ αυτούς τον Ποσειδώνα τον οποίο και ανάθρεψαν με τη κόρη του Ωκεανού Καψείρα, και όταν εκείνος ανδρώθηκε έλαβε ως σύζυγο την αδελφή των Τελχίνων την Αλία από την οποία απέκτησε 6 γιους και μια κόρη την Ρόδην από την οποία και στη συνέχεια ονομάσθηκε έκτοτε η νήσος Ρόδος.
Εκεί ίδρυσαν πολλές πόλεις μεταξύ των οποίων ήταν η Κάμειρος, η Ιαλυσός και η Λίνδος.
Τι θα μπορούσαν να είναι αυτά τα τόσο μυστηριώδη όντα της μυθολογίας μας που θεωρούνταν παιδιά της θάλασσας με σκυλίσιο κεφάλι, της Γης ή του Πόντου και περιγράφονται ως χωρίς πόδια ή χέρια και έφεραν φτερά;
Ηφαιστειολογικές, γεωλογικές και αρχαιολογικές έρευνες έχουν δώσει στοιχεία που φαίνεται να βεβαιώνουν ότι με τον σχετικό μύθο, απηχείται η έκρηξη του θηραϊκού ηφαιστείου. Οι μεγάλες ποσότητες ηφαιστειακής τέφρας που εκτοξεύθηκαν στην ατμόσφαιρα μεταφέρθηκαν από τους ανέμους προς τα ανατολικά, καλύπτοντας μια τεράστια περιοχή εκτεινόμενη από την νοτιοανατολικό Αιγαίο μέχρι και τη Μαύρη Θάλασσα.
Σημαντικές είναι και οι ποσότητες τέφρας που έχουν εντοπιστεί στα ερείπια πόλεων, όπως στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης, στη Ρόδο και στην Κω. Συνεπώς, οι μαγικές ομίχλες και η βροχή ανάμεικτη με θειάφι, με την οποία οι Τελχίνες κατέστρεφαν τις καλλιέργειες δεν απέχουν από τα παρεπόμενα της ηφαιστειακής έκρηξης. Ο δε κατακλυσμός, με τον οποίο ο Δίας προσπάθησε να εξοντώσει τους Τελχίνες, φαίνεται να απηχεί τα μεγάλα παλιρροϊκά κύματα που δημιουργήθηκαν με τον σχηματισμό της θηραϊκής καλντέρας, οπότε είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία της έκρηξης.
Εδώ και χρόνια γνωρίζουμε ότι τα αρχαιολογικά ευρήματα αποτελούν καταγραφές συγκεκριμένων γεγονότων, και είναι πιθανό τα γεγονότα αυτά να απηχούνται στον μύθο με τη μορφή που είδαμε. Ωστόσο πέρα από την μυθική διάσταση των Τελχίνων, κλείνοντας θα ήθελα να κάνω μια μικρή παρέμβαση- δεν το συνηθίζω μέσα από αυτό τον χώρο-σχετικά με τις εκλογικό-πολιτικές διαδικασίες που είναι σε εξέλιξη στην χώρα μας και ιδιαίτερα στον μικρό τόπο μας.
Πιστεύω και σέβομαι τη γνώμη που έχει ο κάθε πολίτης χωριστά όμως είναι καθήκον μου να υπενθυμίσω , με αίσθημα ευθύνης ότι μάλλον οι Τελχίνες δεν εξαφανιστήκαν εντελώς από το αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Κάποιες σκοτεινές δυνάμεις εξακολουθούν να τους συντηρούν και να προσπαθούν να τους επιβάλλουν.
Οδοντωτά δρεπάνια έχουν πάρει θέση και θερίζουν όποια ελεύθερη σκέψη βρουν στο πέρασμα τους καταστρέφοντας κατακτήσεις αιώνων. Ας ελπίσουμε ότι για αυτές τις ετσιθελικές παρεμβάσεις για ακόμη μια φορά ο λαός και όχι ο Δίας θα αποφασίσει να τους εξολοθρεύσει μια για πάντα.

Η Σελήνη στην Ελληνική Μυθολογία


Το όνομά της ετυμολογείται από το σέλας (φως). Στην Ελληνική μυθολογία και Ελληνική Εθνική Θρησκεία η Σελήνη, ή Μήν (από τη σεληνιακή μηνολόγηση) ή Πασιφάη (στη Λακωνία), είναι τιτανική οντότητα, Κατά την Θεογονία του Ησιόδου η Σελήνη είναι κόρη του Υπερίωνα και της Θείας και αδελφή της Ηούς (Αυγής), και του Ηλίου, ο οποίος τη φωτίζει αιώνια λόγω της αδελφότητάς τους.
Απεικονίζεται συνήθως ως θηλυκή μορφή με μία ημισέληνο ως στέμμα και έφιππη ή οδηγώντας άρμα με φτερωτούς ίππους. Άλλοτε οι περιγραφές την θέλουν να οδηγεί μια αγέλη βοών και το ημισεληνιακό της στέμμα συσχετισμένο με τα κέρατα του ταύρου. Διασχίζει κυκλοτερώς τον ουρανό όμοια με τον αδελφό της, πάνω σε άρμα που σέρνουν δύο ημίονοι, ίπποι ή ταύροι, κατά το ένα μέρος τους λευκοί και κατά το άλλο μαύροι, αλληγορία του ότι μόνο η μία πλευρά της σεληνιακής επιφάνειας φωτίζεται από το ηλιακό φως.
Σύμφωνα με διάφορες τοπικές παραδόσεις, έσμιξε με τον Αέρα με τον οποίο και γέννησε μία μόνο θυγατέρα, τη Δρόσο, με τον Θεό Δία (σύμφωνα με την αττική παράδοση) από τον οποίο γέννησε την Πανδία (εκ του παν-δίος, δηλ. πανθειοτάτη), με τον Θεό Πάνα (σύμφωνα με την αρκαδική λατρεία της επί του Λυκαίου όρους), με τον θνητό Ενδυμίωνα με τον οποίο γέννησε 50 κόρες, όσοι και οι σεληνιακοί μήνες της κάθε Ολυμπιάδας και, τέλος, με τον αδελφό της Ήλιο (μια παράδοση της ύστερης αρχαιότητας που διασώζει ο Κόιντος ο Σμυρναίος).
Στο θεολογικό και συμβολικό επίπεδο, η Θεά Σελήνη αποτελεί τη θηλυκή αρχή της δημιουργίας του Κόσμου, καθώς και την πόρτα προς την απόκρυφη φύση της ανθρωπότητος και του Σύμπαντος, προς εκείνο δηλαδή που μένει άφατο στην συνηθισμένη θέαση της Φύσεως. Υπό αυτή την έννοια θεωρείται ότι στοιχειώνει άμεσα το φαντασιακό και το υποσυνείδητο.
Αποτελεί επίσης η Σελήνη τη σελασφόρο εικόνα του κυκλικού χρόνου, είναι δηλαδή μία μικρογραφία της ροής του παντός. Οι άπειρες νέες σελήνες συμβολίζουν τα άπειρα χρονικά σημεία του κάθε πέρατος που αυτομάτως σηματοδοτεί μία νέα αρχή. Η σκοτεινή σελήνη επιτρέπει σε όλες τις ενέργειες να κατακαθίσουν και να ηρεμήσουν. Το Σύμπαν απεκδύεται το πολλοστό νεκρό παλαιό και ξεκινάει ξανά, φορώντας επάνω του το επίσης πολλοστό επόμενο νέο. Ο ίδιος κύκλος με τα ανθρώπινα γυναικεία έμμηνα και ο ίδιος συμβολισμός.
Οι άπειρες πανσέληνοι από την άλλη, συμβολίζουν τα άπειρα χρονικά σημεία της κορύφωσης των ενεργειών στο συμπαντικό μάξιμουμ. Στην αθηναϊκή της λατρεία τής προσέφεραν σπονδές καθαρού ύδατος και μικρούς άρτους σε σχήμα ημισελήνου (σελήνιοι πλακούντες). Ιερό χρώμα της το ασημένιο και το λευκό, και ιερό της μέταλλο ο άργυρος.
Είναι η πρώτη και η μόνη σεληνιακή Θεά στην αρχαιότερη ποίηση. Τα επίθετα που της αποδίδονται είναι Αίγλη, Πασιφάη, Μήνη και Φοίβη. Με την εξέλιξη της μυθολογίας και άλλες Θεές συσχετίσθηκαν με τη Σελήνη, όπως η Εκάτη, η Άρτεμις, και η Ήρα.