Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2022

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια - 4. Μορφή και ρόλος του αοιδού

4.2. Φήμιος


Η πρώτη εμφάνιση του Φήμιου στο βασιλικό παλάτι της Ιθάκης είναι τυπική, σύντομη και διακριτική. Κορεσμένοι οι μνηστήρες από φαΐ και πιοτό, επιθυμούν τραγούδι, μουσική, χορό - συμπλήρωμα απαραίτητο, όπως λέγεται, σε κάθε καλό τραπέζι. Τότε ο κήρυκας φέρνει και δίνει την όμορφη κιθάρα στα χέρια του Φήμιου, κι εκείνος, κρούοντας τις χορδές της, ψάχνει να βρει σκοπό για ωραίο τραγούδι. Παρενθετικά προσθέτει ο ποιητής πως ο αοιδός τραγουδούσε στα συμπόσια των μνηστήρων από ανάγκη. Που πάει να πει: αυτοί τον εξεβίαζαν, κι εκείνος από αμηχανία υποχωρούσε στις ορέξεις τους (α 150-155). Καμιά άλλη σύσταση προς το παρόν, εκτός και αν συνυπολογίσουμε το όνομα του αοιδού: παράγωγο της λέξης φήμη, παραπέμπει στη φημισμένη τέχνη του. Κάτι ανάλογο υποδηλώνεται και με το όνομα του Δημοδόκου: αρεστός στον δήμο, στον λαό.

Στο μεταξύ, και όσο ο Φήμιος τέρπει με το τραγούδι και τη μουσική του τους μνηστήρες (προς το παρόν το θέμα της αοιδής δεν δηλώνεται), προχωρεί παράμερα ο διάλογος του Τηλεμάχου με τη μεταμορφωμένη σε Μέντη Αθηνά. Ώσπου απροσδόκητα κάνει την εμφάνισή της, κατεβαίνοντας από το υπερώο στην αίθουσα του παλατιού, η Πηνελόπη, ερεθισμένη από το τραγούδι του Φήμιου και δακρυσμένη. Διαμαρτύρεται η βασίλισσα, γιατί ο αοιδός επιμένει να τραγουδά, όχι ἔργα ἀνδρῶν τε θεῶν τε, καθώς συνηθίζεται, αλλά ένα τραγούδι λυπητερό, τον πικρό νόστο των Αχαιών, όπως τον όρισε πικρό η Αθηνά Παλλάδα (α 325-327). Τραγούδι που ξύνει τις πληγές της Πηνελόπης, τον πόθο για τον άντρα της· χρόνια τώρα λείπει, και εκείνη τον θυμάται αδιάκοπα, στον νου της φέρνοντας την πανελλήνια δόξα του (α 335-344). Παρεμβαίνει όμως απότομα ο Τηλέμαχος ελέγχοντας τη μάνα του. Δεν έχει λόγο, λέει, να τα βάζει με τον τιμημένο αοιδό· αυτός κάνει το κέφι του τραγουδώντας ό,τι τραβά η ψυχή του. Όσο για το θέμα της αοιδής, τον πικρό νόστο των Αχαιών, αυτός υπήρξε απόφαση του Δία, δεν τον φαντάστηκαν οι αοιδοί. Αυτοί, έτσι κι αλλιώς, υποχωρούν στα γούστα των ακροατών τους: ο κόσμος θέλει ν᾽ ακούει νέα τραγούδια, κι αυτό που τραγουδά τώρα ο Φήμιος είναι της τελευταίας μόδας.

Αυτή η εικόνα του Φήμιου θα μείνει σταθερή μέχρι την εικοστή δεύτερη ραψωδία, όταν έχει συντελεστεί πια η εκδικητική μνηστηροφονία και ο Οδυσσέας ψάχνει μήπως απόμεινε ακόμη κάποιος ζωντανός. Οπότε παίρνει το μάτι του τον αοιδό Φήμιο να στέκει ορθός στο μεσοπόρτι, με την κιθάρα του στο χέρι, αναποφάσιστος αν πρέπει να βγει έξω από το μέγαρο και να προσπέσει ικέτης στον βωμό του Δία, ή να πέσει στου Οδυσσέα τα γόνατα, να τον παρακαλέσει, για να τον εξαιρέσει από το άγριο φονικό. Κάνει το δεύτερο: ακουμπά την κιθάρα του στο δάπεδο, μετά προστρέχει, γονατιστός στα γόνατα του Οδυσσέα. Παρακαλώντας να του δείξει έλεος, να τον ντραπεί, για να μην ντρέπεται μετά ο ίδιος και το ᾽χει βάρος στην καρδιά του, που έσφαξε με το χέρι του έναν αοιδό. Κάποιον που υμνεί θεούς και θνητούς, που ένας θεός τού φύτεψε στον νου κάθε λογής τραγούδια και που, μαθαίνοντας στο μεταξύ την τέχνη, έγινε πια αυτοδίδακτος. Έτσι που θα μπορούσε, εδώ και τώρα, να συνθέσει ένα τραγούδι και για εκείνον, τον Οδυσσέα τον ίδιο, που τον βλέπει σαν θεό. Γι᾽ αυτό δεν πρέπει να του κόψει τον λαιμό. Κι αν τραγουδούσε στα γλέντια των μνηστήρων, το έκανε με το ζόρι· πολλοί αυτοί και δυνατοί, τον έσερναν με βία να τους τραγουδά. Μάρτυράς του ο Τηλέμαχος. Ευαίσθητος ο Τηλέμαχος, παίρνει το μέρος του, μεσολαβώντας στον πατέρα του να μην τον σφάξει. Έτσι ο Φήμιος γλιτώνει τη ζωή του και σώζει τη μουσική τιμή (χ 330-356).

Χαρακτηρίστηκε ο Φήμιος οικείος και νεωτερικός. Θα μπορούσαμε καταχρηστικά να τον πούμε και ρεαλιστή. Γιατί, σε σύγκριση προς τον τυφλό Δημόδοκο, που μοιάζει επίσημος και τελετουργικός, ο Φήμιος είναι κοντινός, ευέλικτος, καπάτσος. Όσο το πάνω χέρι στο παλάτι της Ιθάκης το έχουν οι μνηστήρες, ενδίδει στην όρεξή τους για τραγούδι, και τραγουδά για χάρη τους. Δίνει ωστόσο την αίσθηση στην Πηνελόπη και στον νεαρό Τηλέμαχο πως δεν εγκρίνει την καταχρηστική συμπεριφορά των μνηστήρων· αν το μπορούσε, δεν θα τους έκανε το χατίρι, να παίρνει μέρος στα συμπόσιά τους τραγουδώντας, με την κιθάρα του στο χέρι. Που πάει να πει: και η πίτα σωστή και ο σκύλος χορτάτος.

Κάτι ακόμη ανάλογο· αναγνωρίζει ο αοιδός την εξάρτησή του από τον μουσικό θεό, ενώ συνάμα αυτοχαρακτηρίζεται αυτοδίδακτος. Έτσι, αποφεύγει την πρόκληση και την παρεπόμενη τιμωρία του Θάμυρη, κρατώντας ωστόσο με διακριτικότητα ένα μερίδιο τιμής για την προσωπική του τέχνη. Τρίτο στοιχείο που τον συστήνει κοντινό και διπλωματικό: δεν τραγουδά παλιά ηρωικά τραγούδια του τρωικού πολέμου, όπως ο Δημόδοκος· αυτός είναι μέσα στην τελευταία μόδα, μελοποιώντας μελαγχολικά τον μετατρωικό νόστο των Αχαιών. Αν λογαριάσουμε ότι στο πλαίσιο αυτό ανήκει και ο νόστος του Οδυσσέα, που βρίσκεται ακόμη σε εκκρεμότητα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τη διπλή εξυπνάδα του Φήμιου: στον βαθμό που ο προκείμενος νόστος αποδείχτηκε πικρός, ανακουφίζει τους μνηστήρες, οι οποίοι θέλουν να πιστεύουν πως ο Οδυσσέας χάθηκε και πως δεν πρόκειται πια να γυρίσει πίσω· από την άλλη μεριά, με το θέμα αυτό δείχνει ο Φήμιος να μην ξεχνά ο ίδιος τον νόμιμο βασιλιά του παλατιού, κι ας λείπει είκοσι χρόνια τώρα από το νησί. Τέλος, ο τρόπος που εξασφαλίζει ο αοιδός τον γλιτωμό του στην έξοδο της «Μνηστηροφονίας» (η στάση του, τα επιχειρήματά του και η επίκληση της καλής μαρτυρίας του Τηλεμάχου) μαρτυρούν ευελιξία και καπατσοσύνη στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής του. Αδιαφορώντας αν θα θεωρηθεί δειλός και ιδιοτελής, εκμεταλλεύεται την τέχνη του, για να σώσει το κεφάλι του.

Η επιείκεια εξάλλου που δείχνει ο Οδυσσέας στον αοιδό της Ιθάκης, κι ας βρέθηκε να υπηρετεί με το τραγούδι του τα γούστα των μνηστήρων, αποδεικνύει δύο πράγματα: το ένα άμεσα· το άλλο έμμεσα. Άμεσα προκύπτει πως ο ίδιος ο Οδυσσέας, παρά τα σκληρά πάθη της εικοσάχρονης περιπλάνησής του, παρέμεινε φιλόμουσος, ιδιότητα που φαίνεται πιο καθαρά στη σχέση του με τον αοιδό της Σχερίας, τον Δημόδοκο. Έμμεσα, η εξαίρεση του Φήμιου από το σφαγείο της μνηστηροφονίας υπονοεί την κατοχύρωση της επικής ποίησης, τον σεβασμό όσων την ασκούν. Για να το πούμε απλούστερα: η ενδεχόμενη σφαγή του Φήμιου θα σήμαινε ακύρωση του έπους της Οδύσσειας. Γιατί χωρίς αοιδό ο ποιητής της θα έμενε ορφανός και το ποίημά του κολοβό.

Μια τελευταία παρατήρηση: ο πικρός νόστος των Αχαιών, που τραγουδά ο Φήμιος στην πρώτη ραψωδία και που χαρακτηρίζεται τραγούδι της μόδας, δείχνει ότι πριν από την Οδύσσεια κυκλοφορούσαν και άλλα ομόθεμα έπη, τα οποία δεν τα αγνοούσε ο δικός μας ποιητής. Συμπτωματικά μας σώζεται ο τίτλος Ατρειδών Κάθοδος, που παραπέμπει σε αρχαιότερο έπος με θέμα τον νόστο του Μενελάου και του Αγαμέμνονα. Κάποιοι μάλιστα ομηριστές πιστεύουν πως το χαμένο αυτό έπος υπήρξε πρότυπο της Οδύσσειας σε ό,τι αφορά την αντιθετική συγγένεια ανάμεσα στον νόστο του Οδυσσέα και στον νόστο του Αγαμέμνονα.

Υπεραναλυτική Σκέψη ή overthinking

Η Υπεραναλυτική Σκέψη περιγράφεται με τον αγγλικό όρο “overthinking”. Πρόκειται για μια κατάσταση στην οποία το άτομο δαπανά πάρα πολύ χρόνο για να σκέφτεται γύρω από ένα πρόβλημα που έχει προκύψει ή ακόμα και μια απλή συνθήκη της καθημερινότητας.

Οι σκέψεις του έχουν υπεραναλυτικό χαρακτήρα καθώς το άτομο διερευνεί και επεξεργάζεται διάφορα σενάρια – εκδοχές της πραγματικότητας προκειμένου, είτε να λάβει την βέλτιστη απόφαση για κάτι ή για να δώσει μια απάντηση στον εαυτό του, σε ένα ερώτημα που έχει προαποφασίσει πως είναι σημαντικό.

Η διαδικασία της υπερανάλυσης είναι συνήθως επενδυμένη με άγχος: γεννάται κάτω από συνθήκες άγχους αλλά παράγει και η ίδια άγχος, επαναλαμβάνοντας έναν αέναο φαύλο κύκλο.

Φανταστείτε το εξής σενάριο: έχετε μόλις επιστρέψει από ένα επαγγελματικό δείπνο. Τίποτα αξιοπερίεργο δεν συνέβη. Όλα κύλησαν αρκετά καλά. Αν έχετε την τάση να υπεραναλύετε τα πράγματα, με το που περάσετε το κατώφλι του σπιτιού σας, μέσα στο κεφάλι σας θα αρχίσουν να ξεπηδάνε οι εξής σκέψεις:

«Πως τα πήγα;»,
«Τι σκέφτηκε άραγε ο προϊστάμενος μου για μένα;»,
«Μήπως ήμουν υπερβολικά φιλικός;»,
«Μήπως τον έφερα σε δύσκολη θέση;»,
«Γιατί με κοίταξε περίεργα, όταν έκανα εκείνο το σχόλιο;»,
«Πώς να φερθώ αύριο που θα τον δω στο γραφείο;» κ.ο.κ.

Οι ερωτήσεις μέσα στο κεφάλι σας μπορεί να σας βομβαρδίζουν. Προτού δώσετε απάντηση στη μία, έρχεται η επόμενη. Όλες μαζί συσσωρεύονται και νιώθετε να σας πνίγουν. Σας κατακλύζει άγχος καθώς αδυνατείτε να τις βάλετε σε μια τάξη, να τις απαντήσετε, να αποφασίσετε αν κάποιες είναι σημαντικές και κάποιες όχι.

Γιατί κάποιοι άνθρωποι υπεραναλύουν τις καταστάσεις;

Η διαδικασία της υπερβολικής σκέψης πάνω στα πράγματα είναι για κάποιους ανθρώπους οικεία. Την κάνουν χωρίς να το επιλέγουν και πιστεύουν ότι δεν έχουν την δυνατότητα να ξεφύγουν από αυτήν. Αρκετά συχνά μάλιστα την θεωρούν ως αναπόσπαστο κομμάτι της διαδικασίας λήψης μια απόφασης.

Αισθάνονται υποχρεωμένοι να σκεφτούν την κάθε μικρή ή ασήμαντη λεπτομέρεια πριν πάρουν μια απόφαση. Η ακατανίκητη πεποίθηση ότι οφείλουν να λάβουν την καλύτερη δυνατή απόφαση, πυροδοτεί όλη αυτή τη διαδικασία της σκέψης.

Έχουν την απαίτηση από τον εαυτό τους να αποδειχθεί σωστή η απόφαση που θα λάβουν και είναι διατεθειμένοι να εξαντλήσουν κάθε ενδεχόμενο. Πιστεύουν συχνά ότι υπάρχει μία «σωστή απόφαση» και πρέπει να την βρουν.

Ταυτόχρονα αγωνιούν για να μην κάνουν κάποιο λάθος. Το να σκέφτονται πολύ και διαρκώς, ακόμα και τα ίδια πράγματα, τους παρέχει μια ψευδαίσθηση ελέγχου. Το να προβλέπουν διαφορετικές εκβάσεις της πραγματικότητας, τους κάνει να πιστεύουν ότι προετοιμάζονται για αυτές.

Ο έλεγχος αυτός δημιουργεί ένα είδος ασφάλειας: «το σκέφτηκα, προετοιμάστηκα, δεν θα ξαφνιαστώ αν συμβεί». Δυστυχώς όμως η ασφάλεια αυτή διαρκεί μέχρι την επόμενη σκέψη… Αν και η επιθυμία για έλεγχο, είναι φυσιολογική, στην υπεραναλυτική σκέψη γίνεται υπερβολική. Η υπερβολή αυτή έγκειται στο γεγονός ότι προσπαθούμε να ελέγξουμε και πράγματα έξω από τον έλεγχο μας.

Η υπερεαναλυτική σκέψη εξυπηρετεί όμως και μια τρίτη απαίτηση από τον εαυτό μας: την απαίτηση να μην απογοητεύσουμε/ στεναχωρήσουμε/πληγώσουμε τους άλλους.

Η προσπάθεια να σκεφτόμαστε το πώς θα νιώσουν οι άλλοι ή τι θα σκεφτούν για τις δικές μας ενέργειες γίνεται εξαιρετικά ψυχοφθόρα. Παλεύοντας να διατηρήσουμε την εικόνα του καλού παιδιού, χάνουμε την επαφή με τον εαυτό μας και συχνά παγιδευόμαστε σε έναν κυκεώνα σκέψεων, από τις οποίες δεν μπορούμε να ξεφύγουμε. Το άγχος και η αγωνία να διατηρήσουμε αυτήν την εικόνα μας κατακλύζει στο τέλος.

Το να λαμβάνουμε τις σωστές αποφάσεις, να έχουμε τη ζωή μας υπό έλεγχο και να μας συμπαθούν οι άλλοι είναι σε γενικές γραμμές λογικές προσδοκίες.

Στην περίπτωση αυτού που υπεραναλύει τα πράγματα όμως, όλο αυτό αποκτά μια τεράστια διάσταση καθώς χάνεται το μέτρο. Θέλει να ξέρει από πριν ότι η απόφαση του θα αποδειχθεί σωστή, θέλει να ελέγχει και πράγματα εκτός ελέγχου του και θέλει να τον συμπαθούν όλοι.

Το απρόβλεπτο, η λάθος απόφαση και ο μη έλεγχος συνεπάγεται αποτυχία. Η διαδικασία του να τα έχουν όλα υπό έλεγχο, τόσο στην πραγματικότητα όσο και στην σκέψη τους, πιστεύουν συχνά ότι διασφαλίζει την επιτυχία τους. Πιστεύουν ότι όσο περισσότερο ελέγχουν τόσο πιο ασφαλείς είναι. Το κόστος αυτής της «ασφάλειας» γίνεται όμως σε βάθος χρόνου πολύ βαρύ.

Αν όχι υπερανάλυση, τότε τι;

Αν προσπαθήσεις να πείσεις έναν άνθρωπο που σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο για την δυσλειτουργία του τρόπου σκέψης του, θα συναντήσεις σίγουρα μια αντίσταση. Θα την υπερασπιστεί μέχρι τέλους καθώς πιστεύει ότι αυτός ο τρόπος σκέψης τον έχει βοηθήσει να καταφέρει ό,τι σημαντικό κατάφερε μέχρι τώρα: επειδή σκέφτονταν, προέβλεπε, έλεγχε.

Επειδή όμως η υπερβολική σκέψη, όταν συνοδεύεται και από ελάχιστη δράση, συνεπάγεται τρομερή δυσφορία, ας δούμε κάποιους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να αποκαταστήσουμε αυτήν την ισορροπία.

Εστίαση στο εδώ και τώρα

Κάθε μορφής δυσλειτουργικός τρόπος σκέψης εμπεριέχει συνήθως σκέψεις για το παρελθόν και σκέψεις για το μέλλον. Σε τίποτα από αυτά τα δύο δεν έχουμε άμεσο έλεγχο. Το παρελθόν δεν αλλάζει και το μέλλον δεν το ξέρουμε. Έχουμε πάντα να διαχειριστούμε μόνο το παρόν, αυτό που συμβαίνει τώρα. Το παρόν δεν απαρτίζεται από τη συγκεκριμένη στιγμή αλλά αφορά την γενικότερη έννοια του τώρα.

Αν δεν ξέρουμε τις ανάγκες μας, τα θέλω και τις επιθυμίες μας στο τώρα, ενδεχομένως ανατρέχουμε με τη σκέψη μας μέσα στο χρόνο για να δώσουμε στον εαυτό μας απαντήσεις. Και εκεί κάπου χανόμαστε. Το «τώρα» μας σήμερα, διαφέρει από το «τώρα» μας πριν δέκα χρόνια και μάλλον θα διαφέρει από το «τώρα» μας μετά από δέκα χρόνια. Η αντίληψη του παρόντος αλλάζει και αυτή όσο μεγαλώνουμε.

Μια χρήσιμη ερώτηση απέναντι σε ένα υπεραναλυτικό μοτίβο σκέψεων που χάνεται στο χρόνο είναι: «Μπορώ να κάνω κάτι για όλο αυτό τώρα; Αν ναι, τι είναι αυτό; Πώς και πότε θα το κάνω; Αν όχι, πώς μπορώ να αποδεχθώ την πραγματικότητα;»

Η εστίαση το παρόν είναι μια δεξιότητα που μπορούμε να εξασκήσουμε και μέσα από ασκήσεις ενσυνειδητότητας (mindfulness). Η ικανότητα να είμαστε στο παρόν με όλες μας τις αισθήσεις και με τη σκέψη μας, αποδεικνύεται αρκετά δύσκολη. Είμαστε διαρκώς κάπου αλλού: στις δυσκολίες της αυριανής μέρας, στον καυγά με τον πατέρα μας πριν από ένα χρόνο, στο πώς θα πληρώσουμε στις σπουδές των παιδιών μας σε 10 χρόνια από τώρα, στο που θα πάμε διακοπές το καλοκαίρι κ.ο.κ.

Εστιάζοντας στο παρόν δεν σημαίνει πως δεν σχεδιάζουμε και δεν προνοούμε για το αύριο. Σημαίνει όμως πώς αποφασίζουμε να μην θρηνούμε από τώρα για μια καταστροφή που δεν έχει έρθει!

Δράσε σύντομα

Η υπερβολική σκέψη συνήθως συνοδεύεται και από ελάχιστη δράση. Αυτό συμβαίνει γιατί σε κάθε παρακλάδι σκέψης που ακολουθούμε, συναντάμε – υποθέτουμε και μια δυσκολία ικανή να δικαιολογήσει μέσα μας την μη δράση. Η υποτιθέμενη δυσκολία δικαιολογεί την αδράνεια.

Μοιάζει σαν ο μόνος σίγουρος τρόπος να μην πάει κάτι στραβά ή να μην κάνουμε λάθος, είναι να μην κάνουμε τίποτα και να συνεχίσουμε να αναζητούμε μέσα στο μυαλό μας την ιδανική λύση.

Συχνά αποδεικνύεται ωστόσο πιο αποτελεσματικό και σίγουρα λιγότερο ψυχοφθόρο το να δρομολογήσουμε ενέργειες σε εύλογο χρονικό διάστημα και να αφήνουμε την πραγματικότητα να εξελιχθεί. Πρέπει να κλείσετε ραντεβού σε γιατρό; Κάντε το σήμερα. Θέλετε να μιλήσετε σε ένα φίλο για κάτι που σας ενόχλησε; Πάρτε τον τηλ το απόγευμα. Πρέπει να βρείτε καινούρια δουλειά;
Ξεκινήστε από αύριο να ψάχνετε.

Η αναβλητικότητα στη δράση πάει χέρι χέρι με την υπερανάλυση στη σκέψη. Το να μην αφήνετε χρόνο και χώρο να αναπτυχθεί μια υπερβολική σκέψη πάνω στα πράγματα μπορεί να φανεί εξαιρετικά χρήσιμο και να σας γλυτώσει ψυχική ενέργεια.

Ασχολήσου με τα υπαρκτά προβλήματα

Αρκετά συχνά επίσης χανόμαστε σε έναν συνονθύλευμα σκέψεων γύρω από πράγματα που θα μπορούσαν να συμβούν στο μέλλον ή θα μπορούσαν να είχαν συμβεί στο παρελθόν και επιμελώς αγνοούμε αυτά που συμβαίνουν στο παρόν.

Για κάποιο λόγο τα υποτιθέμενα σενάρια της πραγματικότητας φαντάζουν πιο σημαντικά από τα προβλήματα που πραγματικά τρέχουν.

Να σημειωθεί εδώ πως με τον όρο προβλήματα του παρόντος, αναφέρομαι και σε απλές καθημερινές καταστάσεις και διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα στη ζωή μας.

Η υπερανάλυση των υποθετικών σεναρίων συνήθως συνοδεύεται και από αναβλητικότητα. Δεν δρούμε, δεν παίρνουμε αποφάσεις, δεν δρομολογούμε αλλαγές. Αφηνόμαστε στις σκέψεις μας και στα συναισθήματα που την συνοδεύουν: φόβο, άγχος, στεναχώρια.

Ενδεχομένως να διαπιστώσουμε πως το να ονοματίσουμε τα προβλήματα μας στο παρόν και να αναλάβουμε την ευθύνη της επίλυσης τους μας γεννά υπέρμετρο άγχος καθώς μας προσανατολίζει προς στη δράση. Ωστόσο το άγχος αυτό μπορεί να γίνει παραγωγικό και δημιουργικό.

Η εστίαση στην πραγματικότητα και η διαχείριση του άγχους που προκύπτει από αυτήν μετατρέπεται σε βάθος χρόνου μια πολύ χρήσιμη δεξιότητα: αυτή της επίλυσης προβλημάτων.

Το να εντοπίζεις το πραγματικό πρόβλημα σε μια κατάσταση, να διερευνάς τις ενδεχόμενες λύσεις, να εφαρμόζεις την βέλτιστη δυνατή και να αξιολογείς το τελικό αποτέλεσμα είναι μια δεξιότητα ζωής. Ανοίγει ένα μονοπάτι μάθησης και εμπειρίας αφήνοντας λίγο ή και καθόλου χώρο για φανταστικά σενάρια.

Σενέκας: Ο ανόητος υποφέρει από τον ίδιο του τον εαυτό

Παρατηρώντας γενικά, διαπιστώνουμε πως οι εχθροί της ανθρώπινης ευτυχίας είναι ο πόνος και η ανία. Μπορούμε να παρατηρήσουμε ακόμη πως στον βαθμό που έχουμε την τύχη να ξεφύγουμε – από τον έναν εχθρό, πλησιάζουμε τον άλλο. Στην πραγματικότητα η ζωή δεν είναι παρά μια βίαιη παλινδρόμηση ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους. Οι καταστάσεις ανάγκης και η φτώχεια δημιουργούν πόνο· ενώ όταν κάποιος είναι ευκατάστατος, βαριέται. Συνεπώς, όσο οι κατώτερες τάξεις επιδίδονται σε μια ατέρμονη μάχη με την ανέχεια, δηλαδή με τον πόνο, τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα αγωνίζονται συνεχώς -και συχνά απελπισμένα- να κατανικήσουν την ανία.

Ο εσωτερικός ή υποκειμενικός ανταγωνισμός πηγάζει από το γεγονός πως στον άνθρωπο η δεκτικότητα στον πόνο είναι αντιστρόφως ανάλογη προς τη δεκτικότητα στην ανία, διότι η δεκτικότητα αυτή είναι ανάλογη με τη διανοητική ικανότητα του καθενός. Για να γίνω πιο σαφής, ένα αμβλύ πνεύμα συνδέεται με μια αμβλεία ευαισθησία, με ένα νευρικό σύστημα που δεν μπορεί να πληγεί από ερεθίσματα, κοντολογίς με έναν χαρακτήρα που δεν μπορεί να νιώσει πολύ τον πόνο ή την αγωνία, όσο έντονα και ανυπόφορα και αν είναι αυτά. Η πνευματική αμβλύτητα πηγάζει από εκείνο το ψυχικό κενό που βλέπουμε χαραγμένο σε τόσα πρόσωπα, μια ψυχική κατάσταση που φανερώνεται από τη μόνιμη και ζωηρή στροφή της προσοχής σε όλες τις επουσιώδεις περιστάσεις του εξωτερικού κόσμου. Αυτή είναι η αληθινή πηγή της ανίας – ένα συνεχές κυνήγι των έντονων συγκινήσεων, προκειμένου να απασχολούμε τον νου και την ψυχή μας. Οι δραστηριότητες που επιλέγουν οι άνθρωποι για τον σκοπό αυτό φανερώνουν πως δεν έχουν κανένα κριτήριο, όπως αποδεικνύεται από τα άθλια μέσα στα οποία καταφεύγουν για να περάσουν την ώρα τους και από τον τρόπο που συναναστρέφονται και συζητούν- ή όπως μαρτυρά ο αριθμός των ατόμων που στέκονται στο κατώφλι και κουτσομπολεύουν ή που χαζεύουν από το παράθυρο. Αυτό το ψυχικό κενό είναι κυρίως εκείνο που ωθεί τους ανθρώπους στην αναζήτηση της κοινωνικότητας, της ψυχαγωγίας, της διασκέδασης, της κάθε είδους πολυτέλειας, που μπορεί να οδηγήσει σε καταχρήσεις και εξαθλίωση.

Από μια τέτοια δυστυχία μόνο ο εσωτερικός πλούτος μπορεί να μας προστατέψει αποτελεσματικά, διότι όσο πιο πλούσιοι γινόμαστε εσωτερικά, τόσο λιγότερο ευάλωτοι είμαστε στην ανία. Η σκέψη, που με την ανεξάντλητη δραστηριότητά της αντλεί διαρκώς νέο υλικό από τα πολυποίκιλα φαινόμενα του εσωτερικού κόσμου και του εξωτερικού περιβάλλοντος, για να τα επεξεργαστεί, και που είναι πάντα ικανή και έτοιμη να τα συνδυάσει διαφορετικά, η σκέψη είναι που ενισχύει το μυαλό και, πέρα από τις στιγμές χαλάρωσης, το προστατεύει από την ανία.

Από την άλλη όμως, η υψηλού βαθμού ευφυΐα πηγάζει από μια μεγαλύτερη ευαισθησία, από σθεναρότερη βούληση, από εντονότερο πάθος· ο συνδυασμός αυτών των ιδιοτήτων μάς κάνει να βιώνουμε πιο έντονα τα συναισθήματα, να είμαστε πιο ευάλωτοι σε κάθε σωματικό -ακόμα και ψυχικό- πόνο, να έχουμε μεγαλύτερη αγωνία για τυχόν αναποδιές και μεγαλύτερη δυσαρέσκεια αν μας ενοχλήσουν. Όλες οι παραπάνω τάσεις ενισχύονται από τη δύναμη της φαντασίας, από τη ζωντάνια των σκέψεών μας, ακόμα και των δυσάρεστων. Αυτό ισχύει, σε διαφορετικό βαθμό, σε κάθε επίπεδο πνευματικής ισχύος – από τον ανόητο έως τη μεγαλύτερη μεγαλοφυΐα του κόσμου. Συνεπώς, όσο πιο κοντά βρίσκεται κανείς, είτε από υποκειμενική είτε από αντικειμενική άποψη, σε μία από τις δύο πηγές της ανθρώπινης δυστυχίας, τόσο πιο μακριά βρίσκεται από την άλλη. Και κάπως έτσι η φυσική κλίση του καθενός θα τον οδηγήσει να προσαρμόσει όσο το δυνατόν περισσότερο τον αντικειμενικό του κόσμο στον υποκειμενικό του, θα τον θωρακίσει δηλαδή όσο πιο καλά μπορεί ενάντια στην πηγή δυστυχίας στην οποία είναι πιο ευάλωτος. Ο πνευματικά ανώτερος άνθρωπος θα αγωνιστεί πάνω απ’ όλα για να αποφύγει τον πόνο και τις έξωθεν οχλήσεις, θα επιδιώξει την ησυχία και την άνεση του ελεύθερου χρόνου, δηλαδή μια ήρεμη και λιτή ζωή, με όσο το δυνατόν λιγότερες συναναστροφές- και αργότερα, ύστερα από κάποια σχετική τριβή με τους λεγόμενους συνανθρώπους του, θα επιλέξει να αποτραβηχτεί από τα εγκόσμια, ή ακόμα και να αποσυρθεί στη μοναξιά του, εάν πρόκειται για κάποιο σπουδαίο πνεύμα. Διότι όσο περισσότερα διαθέτει κάποιος μέσα του, τόσο λιγότερα ζητά από τους άλλους – και τόσο πιο ασήμαντοι είναι για εκείνον οι άλλοι. Γι’ αυτό και ένα πολύ αναπτυγμένο πνεύμα τείνει να κάνει τον άνθρωπο αντικοινωνικό. Είναι αλήθεια πως αν μπορούσε η ποιότητα του πνεύματος να αντικατασταθεί από την ποσότητα, θα άξιζε κανείς να συγχρωτίζεται με το ευρύ κοινό- δυστυχώς, όμως, εκατό ανόητοι δεν μπορούν να αναπληρώσουν έναν γνωστικό.

Αντίθετα, κάποιος που ανήκει στο άλλο άκρο, πριν καλά καλά ξελαφρώσει από τις υποχρεώσεις του, προσπαθεί πάση θυσία να εξασφαλίσει την ψυχαγωγία του και τη συναναστροφή του με κόσμο, κάνοντας παρέα με τον πρώτο τυχόντα και αποφεύγοντας όσο μπορεί τον εαυτό του. Διότι στη μοναξιά, εκεί που ο καθένας επιβιώνει με ό,τι διαθέτει μέσα του, είναι που φανερώνεται ο εσωτερικός κόσμος ο ανόητος με την ακριβή περιβολή αγκομαχά υπό το βάρος της άθλιας προσωπικότητάς του, ένα βάρος από το οποίο δεν θα απαλλαγεί ποτέ, τη στιγμή που ο προικισμένος με χαρίσματα άνθρωπος θα δώσει ζωή στον έρημο τόπο με τις σκέψεις του. Ο Σενέκας λέει “Ο ανόητος υποφέρει από τον ίδιο του τον εαυτό”, ένα πράγματι πολύ σωστό γνωμικό. Και, κατά κανόνα, μπορεί να διαπιστώσει κανείς πως ένας άνθρωπος είναι πολύ κοινωνικός μόνο όταν είναι πνευματικά φτωχός και γενικά άξεστος. Διότι η επιλογή που έχει κάποιος στον κόσμο περιορίζεται ανάμεσα στη μοναξιά και τη χυδαία κοινωνικότητα.

Είναι πραγματικά ανησυχητικό και παράλογο πόσο μας χαροποιεί η προσοχή των άλλων και πόσο μας θίγει η αδιαφορία τους

Πώς μας επηρεάζει η έλλειψη αγάπης; Γιατί η ακραία παραμέληση θα μας ωθούσε σε τέτοια «οργή και ανείπωτη απελπισία», ώστε ακόμη και τα βασανιστήρια να τα θεωρούμε ανακούφιση μπροστά της;

Η προσοχή των άλλων έχει πρωταρχική σημασία, μάλλον, επειδή υποφέρουμε εκ γενετής από αβεβαιότητα ως προς την αξία μας· πράγμα που σημαίνει ότι η γνώμη των άλλων για το άτομό μας καταλήγει να επιδρά καθοριστικά στην εικόνα που είμαστε σε θέση να διαμορφώνουμε εμείς για τον εαυτό μας. Η αυτοθεώρησή μας είναι δέσμια της γνώμης εκείνων που μας περιβάλλουν. Αν διασκεδάζουν με τα ανέκδοτά μας, αποκτούμε σιγουριά ως προς την ικανότητά μας να είμαστε διασκεδαστικοί. Αν μας επαινούν, σχηματίζουμε την εντύπωση ότι είμαστε σπουδαίοι. Αν όμως κάποιος αποφύγει τη ματιά μας την ώρα που μπαίνουμε σε κάποιο χώρο ή το βάλει στα πόδια μόλις αναφέρουμε τι δουλειά κάνουμε, είναι πιθανόν να νιώσουμε ανάξιοι και να μας καταλάβει διάθεση αυτοαμφισβήτησης.

Σε έναν ιδεώδη κόσμο δε θα ήμαστε τόσο ευάλωτοι. Θα παραμέναμε ατάραχοι, ασχέτως αν θα μας πρόσεχαν ή θα μας αγνοούσαν, αν θα μας εγκωμίαζαν ή θα μας χλεύαζαν. Δε θα μας ξελόγιαζε όποιος μας απευθύνει μια απατηλή φιλοφρόνηση. Και αφού θα αποτιμούσαμε σωστά τον εαυτό μας για να συμπεράνουμε την αξία μας, δε θα μας πλήγωναν τα υποτιμητικά σχόλια των άλλων. Θα ξέραμε τι αξίζουμε. Εμείς όμως, αντίθετα, φαίνεται ότι διαθέτουμε ολόκληρο φάσμα από αποκλίνουσες απόψεις ως προς το χαρακτήρα μας. Έχουμε ενδείξεις ότι είμαστε έξυπνοι και βλάκες, ευχάριστοι και πληκτικοί, πολύτιμοι και περιττοί. Καθώς όμως οι περιστάσεις είναι τόσο ευμετάβλητες, το ζήτημα της σημαντικότητάς μας επαφίεται κατά κανόνα στη στάση των γύρω μας. Η αδιαφορία των άλλων φέρνει στο προσκήνιο τις αρνητικές πλευρές της αυτοαποτίμησης, ενώ μ’ ένα χαμόγελο η με μια φιλοφρόνηση ευδοκιμούν ακαριαία οι θετικές. Φαίνεται πως το χρωστάμε στη στοργή των άλλων ότι αντέχουμε τον εαυτό μας.

Το «εγώ» μας, λοιπόν, η νοερή εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας, μοιάζει μ’ ένα μπαλόνι που από κάπου χάνει, και γι’ αυτό απαιτεί διαρκώς ήλιον –την αγάπη των άλλων- για να κρατηθεί φουσκωμένο, ενώ παραμένει ανά πάσα στιγμή τρωτό ακόμη και στο πιο μικρό αγκαθάκι παραμέλησης. Είναι πραγματικά ανησυχητικό και παράλογο πόσο μας χαροποιεί η προσοχή των άλλων και πόσο μας θίγει η αδιαφορία τους. Μπορεί να μας μαυρίσει η ψυχή επειδή κάποιος στη δουλειά μας χαιρέτησε αφηρημένα ή δεν απάντησε όταν τον ζητήσαμε. Και κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να βρούμε νόημα στη ζωή απλώς και μόνο επειδή θυμήθηκαν τη γιορτή μας και μας έφεραν λουλούδια.

Η σιωπή ωφελεί σημαντικά την ψυχοσωματική υγεία

Η σιωπή στον σύγχρονο κόσμο, είναι αρκετά δύσκολο να επιτευχθεί, είναι όμως αναγκαία, καθώς, ωφελεί την ψυχική και σωματική μας υγεία.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υποστηρίζει ότι ο τόσο θορυβώδης κόσμος βλάπτει σημαντικά την υγεία των ανθρώπων. Παράλληλα, ειδικοί και ερευνητικές μελέτες επιβεβαιώνουν ότι στον κόσμο που ζούμε, ο χρόνος που περνάμε στη σιωπή μπορεί να αποφέρει πολλά οφέλη για την υγεία.

Η σιωπή αποτελεί το «φάρμακο» της ψυχής

Η ησυχία και η ξεκούραση είναι δύο πολύτιμοι πόροι που απειλούνται με εξαφάνιση. Οι περισσότεροι από μας, ζουν σε περιβάλλοντα με συνεχή θόρυβο. Κυκλοφοριακή κίνηση, συνομιλίες, κορναρίσματα και θόρυβος από οχήματα, τρένα, αεροπλάνα, τηλεοράσεις, ακόμα και το συνεχές βουητό του φορητού σας υπολογιστή. Αυτός ο συνεχής θόρυβος, σας βάζει σε μία κατάσταση υπερδραστηριότητας, ικανή να αλλάξει τη διάθεσή σας. Μπορεί να σας κάνει να είστε ευερέθιστοι, κουρασμένοι και μη επικεντρωμένοι.

Το κυκλοφοριακό κομφούζιο δημιουργεί έντονο θόρυβο και στρες.

Η σιωπή είναι ο πιο απλός και φυσικός τρόπος για να ηρεμήσετε το μυαλό. Είναι καταπληκτικό τι μπορείτε να επιτύχετε αν μάθετε να μένετε ήσυχοι και ακίνητοι, όχι σαν μία πράξη περιορισμού του εαυτού σας ή καταπίεσης των συναισθημάτων σας, αλλά ως ένας τρόπος για να αντιμετωπίσετε έξυπνα τις καταστάσεις της ζωής.

Η σιωπή μπορεί να σας αλλάξει τη ζωή

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως εδώ και αιώνες, πολλές θρησκείες προωθούν την σιωπή ως μια ζωτική θεραπευτική διαδικασία.

Η σιωπή μπορεί να βοηθήσει την υγεία με διάφορους τρόπους, όπως:

Βελτίωση της αϋπνίας

Οι περισσότεροι άνθρωποι αναζητούν ένα ήσυχο περιβάλλον για να απολαύσουν τον ύπνο τους.

Ο θόρυβος που προέρχεται είτε από το περιβάλλον είτε από τις δυσάρεστες σκέψεις του μυαλού μπορεί να διαταράξει τη νυχτερινή ανάπαυση, προκαλώντας διαταραχές ύπνου.

Η ησυχία μερικές φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας μπορεί να σας προετοιμάσει για καλύτερη ξεκούραση τη νύχτα. Η σιωπή και οι περίοδοι ηρεμίας διεγείρουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου και ανακουφίζουν από την ένταση, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερη αίσθηση ευεξίας, καθώς οι άνθρωποι μπορούν στη συνέχεια να αισθάνονται πιο χαλαροί γενικά. Όταν συμβαίνει αυτό, η ποιότητα του ύπνου βελτιώνεται.

Μείωση της αρτηριακής πίεσης

Η υπέρταση, αποκαλείται συχνά ο «σιωπηλός» δολοφόνος. Ίσως σε αυτή την έκφραση να υπάρχει κάτι ειρωνικό στο γεγονός ότι η σιωπή θα μπορούσε πραγματικά να βοηθήσει στη μείωση της αρτηριακής πίεσης.

Σε μια μελέτη του 2021, διαπιστώθηκε ότι δύο λεπτά στην απόλυτη σιωπή μειώνουν σημαντικά τον καρδιακό ρυθμό και την αρτηριακή πίεση. Ακόμη και σε σύγκριση με την αργή, χαλαρωτική μουσική, η σιωπή είχε ως αποτέλεσμα μεγαλύτερες μειώσεις σε αυτά τα σημαντικά μέτρα για την υγεία της καρδιάς. Απαιτείται περισσότερη έρευνα για τον προσδιορισμό των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της σιωπής στην καρδιαγγειακή υγεία, αλλά αυτά τα αποτελέσματα είναι πολλά υποσχόμενα.

Τόνωση του δημιουργικού πνεύματος

Η σιωπή μπορεί να καθαρίσει το κεφάλι από τις διασκορπισμένες σκέψεις, αυξάνοντας τη δημιουργικότητα.

Αν και η κλινική έρευνα σχετικά με την ακριβή σχέση μεταξύ σιωπής και δημιουργικότητας είναι ελάχιστη, πολλοί ειδικοί έχουν διαφημίσει τα οφέλη του ψυχικού χρόνου διακοπής για καλύτερη δημιουργική απόδοση.

Τα άτομα με δημιουργική προσωπικότητα βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά.

Αναγέννηση των κυττάρων

Η ηρεμία του μυαλού μπορεί να οδηγήσει σε έναν πιο υγιή εγκέφαλο. Μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε ζώα, διαπίστωσε ότι αρκούν 2 ώρες σιωπής για την ανάπτυξη νέων κυττάρων στην περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με τη μνήμη και το συναίσθημα.

Η σιωπή είναι το καλύτερο τονωτικό για την καλή εγκεφαλική λειτουργία, αλλά και κυρίως για την ανάπτυξη νέων εγκεφαλικών κυττάρων.

Βελτίωση της συγκέντρωσης και της εστίασης

Ο εγκέφαλος όντας απαλλαγμένος από τα εξωτερικά ερεθίσματα μπορεί να συγκεντρωθεί καλύτερα σε οποιαδήποτε εργασία. Αυτό είναι πολύ σημαντικό καθώς μπορεί να έχει οφέλη για την εργασία, την εκπαίδευση, τη σχέση και για πολλά άλλα.

Η εστίαση σε ένα πράγμα τη φορά με την πλήρη προσοχή σε αυτό, μπορεί να συμβάλει στην προώθηση της αποτελεσματικότητας και της ηρεμίας εν μέσω δραστηριότητας.

H γυμναστική ενδυναμώνει την ένωση σώματος, νου και πνεύματος.

Η εξάντληση και ένα αγχωτικό, υπερδιεγερτικό περιβάλλον απομακρύνουν σιγά-σιγά την υγεία και την ποιότητα ζωής σας. Έτσι η απόλυτη ησυχία συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση του εαυτού μας, καθώς το συνειδητό μέρος του εγκεφάλου μπορεί ευκολότερα να επεξεργαστεί την εσωτερική και εξωτερική πληροφορία. Έτσι, μας δίνει τη δυνατότητα να ερμηνεύσουμε πιο σωστά τον εαυτό μας και τη θέση μας στον κόσμο.

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ: Αλέξανδρος (ή «Ψευδομάντης») και Κοκκωνάς. Οι δύο φαυλότατοι και θρασύτατοι , προς πάσαν κακουργίαν προθυμότατο

Ο κεντρικός πρωταγωνιστής στο έργο του Λουκιανού, είναι ο Αλέξανδρος ο Αβωνοτειχίτης, ένας απατεώνας που έζησε τον 2ο αιώνα μ.Χ. Ο Αλέξανδρος, ξεκίνησε την «σταδιοδρομία» του, εκπορνεύομενος σε πλούσιους εραστές, όντας νέος κι ευπαρουσίαστος. Με τα χρόνια όμως, καθώς δεν μπορούσε να βγάζει τα προς το ζην μ’ αυτόν τον τρόπο, άλλαξε επαγγελματικό πεδίο και στράφηκε σ’ ένα επάγγελμα αρκετά προσοδοφόρο, έχοντας μάλιστα και άφθονο γόνιμο έδαφος:
Αυτό του μάντη -δηλαδή του προφήτη.

Έτσι, ο Αλέξανδρος αφού έστησε τη δική του «επιχείρηση» (μαντείο), άρχισε να
εδραιώνει τη φήμη και να δημιουργεί τον μύθο του, αρχικά στην Παφλαγονία,
εξαπατώντας φυσικά τους αφελείς που έτρεχαν κοντά του για να μάθουν τα
μελλούμενα. Η «χάρη» του Αλέξανδρου έφτασε μάλιστα μέχρι τη Ρώμη.

Εμπόδιο στις απάτες του, θεωρούσε τους οπαδούς του Επίκουρου και τους
χριστιανούς -οι οποίοι φυσικά, εχθρεύονταν τον ψευδομάντη, για διαφορετικό
λόγο ο καθένας. Τα έργα του Επίκουρου, ο Αλέξανδρος τα έκαιγε δημοσίως, ενώ
για τους οπαδούς του προέβλεπε άλλη λύση, προκειμένου να μην του «μπαίνουν
στο μάτι» και του χαλάνε τις δουλειές: Τον λιθοβολισμό, στον οποίον προέτρεπε
τους φανατικούς πιστούς του, όταν κάποιος επικούρειος έκανε το «λάθος» να
ξεσκεπάζει δημοσίως τις απάτες του.

Όπως όμως συμβαίνει με τέτοιου είδους απατεώνες, ο Αλέξανδρος που
«προφήτευε» τα μελλούμενα των κάθε λογής εύπιστων, ο ίδιος απέτυχε οικτρά να
επαληθεύσει την προφητεία που αφορούσε τον εαυτό του και έλεγε ότι θα πεθάνει
σε ηλικία…150 ετών, χτυπημένος από κεραυνό. Ο Αλέξανδρος πέθανε σε ηλικία 70
περίπου ετών, από…γάγγραινα στο πόδι.

Ο Λουκιανός, επικούρειος και ο ίδιος, ξεδιπλώνει με γλαφυρότητα τον βίο και την
πολιτεία του απατεώνα Αλέξανδρου, μέσα σ’ αυτό του το έργο, στο οποίο
ενδεχομένως αρκετοί θ’ αναγνωρίσουν τον εαυτό τους -ως θύματα φυσικά …

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΛΟΥΚΙΑΝΟΥ “Αλέξανδρος (ή «Ψευδομάντης»)”

Εν πρώτοις θα προσπαθήσω να σου τον περιγράψω διά του λόγου, ώστε να τον
παραστήσω όσον το δυνατόν ομοιότερον, καίτοι δεν είμαι πολύ δυνατός εις την
περιγραφήν. Κατά το σώμα, διά να σου παραστήσω και τούτο, ήτο υψηλός, ωραίος
και αληθώς θεοπρεπής, λευκός το χρώμα και με γένεια όχι πολύ πυκνά. Κόμη
πρόσθετος ήτο τόσον καλώς προσηρμοσμένη εις την ιδικήν του ώστε δεν
διεκρίνετο ότι ήτο ξένη. Οι οφθαλμοί του είχον πολλήν ζωηρότητα και λάμψιν
γοητευτικήν, η δε φωνή του ήτο μελωδική και λίαν ευάρεστος· εν γένει δε κατά το
εξωτερικόν ήτο τέλειος.

Τοιούτος ήτο κατά την μορφήν· όσον διά την ψυχήν και τον χαρακτήρα του,
αλεξίκακε Ηρακλή και Ζευ αποτρόπαι και Διόσκουροι σωτήρες, μη δώσετε εις
φίλους ή εχθρούς να συναντήσουν τοιούτον άνθρωπον και να εμπέσουν εις τα
δίκτυά του. Κατά την πανουργίαν και την νοημοσύνην υπερείχε κατά πολύ των
άλλων ανθρώπων, επί πλέον δε ήτο υπερβολικά περίεργος και ευκόλως εμάνθανε
και είχε ισχυρόν τον μνημονικόν και ζωηράν την αντίληψιν· αλλά τα προτερήματα
ταύτα μετεχειρίζετο προς το κακόν.

Έχων δε τοιαύτην δύναμιν και ικανότητα, εντός ολίγου υπερέβη τους
περιφημότερους διά την κακίαν των, τους Κέρκωπας, τον Ευρύβατον, τον
Φρυνώνδαν, τον Αριστόδημον και τον Σώστρατον. Γράφων ποτέ προς τον γαμβρόν
του Ρουτιλλιανόν και ομιλών περί του εαυτού του με την μεγαλειτέραν του
μετριοφροσύνην, διετείνετο ότι είνε όμοιος προς τον Πυθαγόραν.

Πρέπει να φαντασθής μίαν ψυχήν χωρίς ηθικήν συνείδησιν, θρασείαν και μη
γνωρίζουσαν εμπόδιο, ακούραστον εις την εκτέλεσιν των αποφασισθέντων,
πειστικών και προσελκύουσαν την εμπιστοσύνην, δεξιώς υποκρινομένην την
αγαθότητα και κρύπτουσαν τους αληθείς της σκοπούς υπό εκδηλώσεις
αντιθέτους. Πας όστις τον έβλεπε διά πρώτην φοράν απήρχετο με την εντύπωσιν
ότι ήτο ο εντιμότατος των ανθρώπων, ο πραότατος και συγχρόνως ο
μετριοφρονέστατος και αφελέστατος. Εκτός τούτου έτεινε πάντοτε προς τα
μεγάλα και ουδέν μικρόν επεχείρει, αλλά μόνον περί μεγάλων εσκέπτετο.

Όταν ήτο έφηβος, και ήτο πολύ ευειδής νέος, ως ηδύνατο τις να συμπεράνη εκ
των λειψάνων του κάλλους του, επορνεύετο αναιδώς και αντί χρημάτων
προσεφέρετο εις τους βουλομένους. Μεταξύ δε των άλλων εραστών του, κάποιος
μάγος εξ εκείνων οίτινες διατείνονται ότι γνωρίζουν θαυματουργούς μαγείας και
εξορκισμούς και υπόσχονται να διευκολύνουν έρωτας, εκδικήσεις κατά των
εχθρών και ευρέσεις θησαυρών και κληρονομιών επιτυχίας —ούτος ιδών ότι ο
νέος ήτον ευφυής και καταλληλότατος προς εξυπηρέτησιν των σκοπών του και ότι
δεν ερωτεύετο ολιγώτερον την κακίαν του παρ’ όσον αυτός το κάλλος του, τον
εσπούδασε και τον μετεχειρίζετο ως βοηθόν και συνεργάτην.

Ο Τυανεύς εκείνος απέθανε, ο δε Αλέξανδρος, ο οποίος είχε γεμίσει γένεια, το δε
κάλλος, εκ του οποίου ηδύνατο να ζήση, είχε χάσει την ανθηρότητά του,
περιέπεσεν εις πενίαν· και δεν περιωρίσθη εις μικράς επιχειρήσεις, αλλά
συνεταιρίσθη με κάποιον χρονογράφον εκ Βυζαντίου, από τους λαμβάνοντας
μέρος εις τους δημοσίους αγώνας, πολύ φαυλότερον τον χαρακτήρα —ωνομάζετο
δε, νομίζω, Κοκκωνάς. Οι δύο συνέταιροι περιεφέροντο κάμνοντες μαγείας και
αγυρτείας και εκμεταλλευόμενοι την ευπιστίαν των παχέων ανθρώπων, όπως
απεκάλουν, κατά το ιδιαίτερον ιδίωμα των μάγων, τους απλοϊκούς.

Εν τω μεταξύ δε, τούτω ανεκάλυψαν και μίαν γυναίκα πλουσίαν, Μακέτιν
ονομαζομένην, η οποία ήτο μεν περασμένη την ηλικίαν, αλλ’ ήτο ακόμη
φιλάρεσκος· και επί τίνα καιρόν ετρέφοντο παρ’ αυτής και την ηκολούθησαν εκ
της Βιθυνίας εις την Μακεδονίαν. Ήτο δε η γυνή εκείνη εκ της Πέλλης, η οποία
άλλοτε επί των Μακεδόνων βασιλέων ήτο πόλις ακμάζουσα και ευτυχής, τώρα δε
είχεν ολίγους και απόρους κατοίκους.

Και εντεύθεν, κατά τον Θουκυδίδην, ήρχισεν ο πόλεμος.

Οι δύο εκείνοι φαυλότατοι και θρασύτατοι και προς πάσαν κακουργίαν
προθυμότατοι, ευκόλως εννόησαν ότι τους ανθρώπους διευθύνουν δύο μεγάλοι
τύραννοι, η ελπίς και ο φόβος, και ότι ο δυνάμενος να επωφεληθή τούτους
καταλλήλως ταχέως θα πλουτήση· διότι έβλεπον ότι και εις τους δύο, και εις τον
φοβούμενον και εις τον ελπίζοντα, η πρόγνωσις είνε λίαν αναγκαία και επιθυμητή·
δι’ αυτής δε πάλαι επλούτησαν και έγειναν περίφημοι οι Δελφοί, η Δήλος, η Κλάρος
και αι Βραγχίδαι, καθότι οι άνθρωποι αναγκάζονται πάντοτε από των
προειρημένων τυράννων, της ελπίδος και του φόβου, να τρέχουν εις τα μαντεία
και να ζητούν να μάθουν τα μέλλοντα και προς τούτο να προσφέρουν εκατόμβας
και ν’ αφιερώνουν χρυσάς πλίνθους.

Ταύτα σκεπτόμενοι και συζητούντες απεφάσισαν να ιδρύσουν μαντείον και να
δίδουν χρησμούς με την πεποίθησιν ότι, εάν η επιχείρησις επετύγχανε, θα εγίνοντο
ταχέως πλούσιοι και ευτυχείς. Τω όντι δε όχι μόνον επέτυχον, αλλά και τ’
αποτελέσματα υπερέβησαν τας προσδοκίας και τας ελπίδας των…

Ταφίοι: Ένας μυθικός λαός – Κατοικούσαν στα Επτάνησα και αποίκησαν την Ιταλία

Οι Ταφίοι ή Τηλεβόες ήταν, πιθανώς μυθικός, ελληνικός λαός που αναφέρεται από τον Όμηρο στην Οδύσσεια.

Σύμφωνα με τον Όμηρο, η Αθηνά μιλάει στον Τηλέμαχο και του λέει ότι η ίδια είχε μεταμφιεστεί σε Ταφιώτη.

Η Αθηνά του μιλάει για κάποιο Ταφίο Μέντη που έκανε εμπόριο χαλκού και σιδήρου και είχε δεσμό φιλοξενίας με τον πατέρα του Οδυσσέα.

Οι Ταφίοι μιλούσαν Ελληνικά, ήταν φημισμένοι κωπηλάτες όπως οι Φαίακες και έκαναν θαλάσσιο εμπόριο με άλλες πόλεις λιμάνια.

Ο Απολλόδωρος μας αναφέρει έναν άλλον μύθο για τους Ταφίους για τους οποίους μάλιστα αναφέρει ότι ζούσαν σε νησιά, κάποτε ο Αμφιτρύων πολιόρκησε την πόλη όταν βασιλιάς της ήταν ο Πτερέλαος, γιος του Τάφιου.

Ο Πτερέλαος είχε μια κόρη την Κομαιθώ η οποία όμως τον πρόδωσε αφού ερωτεύθηκε τον Αμφιτρύωνα και με την βοήθειά της κατέλαβε την πόλη και μετά την σκότωσε για την προδοσία της.

Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, Ταφίοι ή Τηλεβόες έκλεψαν τα βόδια του βασιλιά των Μυκηνών Ηλεκτρίονα, σκότωσαν τους γιους του και αδελφούς της Αλκμήνης.

Ο άνδρας της Αλκμήνης, Αμφιτρύων, μαζί με τον Κέφαλο πολέμησε τους Ταφίους και τους νίκησε σε μια μάχη κοντά στην Θήβα.

Ταφίοι ήταν επίσης οι πρώτοι κάτοικοι της Κεφαλλονιάς.

Τάφος λέγεται αλλιώς το Μεγανήσι, μια νησίδα νοτιοανατολικά της Λευκάδας, η οποία τον καιρό του Στράβωνα λεγότανε Ταφιάς και ανήκε στις λεγόμενες Ταφίους Νήσους.

Οι άλλες Ταφίοι νήσοι ήταν τα υπόλοιπα νησιά μεταξύ Ακαρνανίας και Λευκάδας, όπως η Κάλαμος (παλαιότερα Κάρνος), ο Καστός, η Άτοκος και το Αρκούδι.

Μετά την ήττα τους από τον Κέφαλλο, οι Ταφίοι λέγεται ότι εγκατέλειψαν τις Εχινάδες και αποίκησαν το Κάπρι και την Καμπανία.

Αστρονόμοι κατέγραψαν supernova λίγο μετά την έκρηξη

Οι αστρονόμοι κατέγραψαν ένα εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο, καθώς κατάφεραν να αποτυπώσουν τις τελευταίες στιγμές της ζωής ενός άστρου, δηλαδή μια supernova.

Το άστρο ήταν πολύ μακριά για να μπορέσουν τα τηλεσκόπια να παρατηρήσουν λεπτομέρειες. Χρειάστηκαν 11.5 δισεκατομμύρια χρόνια για να φτάσει σε εμάς το φως του άστρου.

Ωστόσο, παρατηρώντας τις διαφορές στη φωτεινότητα, αποκαλύφθηκαν πληροφορίες για το πώς έζησε και πέθανε το άστρο.

Το φως του άστρου έτυχε να περάσει από τη συστάδα γαλαξιών Abell 370, η οποία βρισκόταν 4 δισεκατομμύρια έτη φωτός μακριά.

Με περίπλοκη μοντελοποίηση, οι αστρονόμοι μπόρεσαν να αποκαλύψουν τρεις στιγμές του άστρου μέσα σε οχτώ μέρες, με την πρώτη στιγμή να αποτυπώνεται μόλις έξι ώρες μετά την έκρηξη του άστρου.

Οι τρεις εικόνες παρείχαν πληροφορίες για την ψύξη της supernova στη διάρκεια μιας εβδομάδας, με τις θερμοκρασίες να ξεκινούν από 100.000 βαθμούς Kelvin και να καταλήγουν στους 10.000K.

Οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν από αυτήν τη supernova μπορούν να επιβεβαιώσουν τα μοντέλα των αστρονόμων, για το πώς τα υλικά που περιβάλλουν τα άστρα αλληλεπιδρούν με την έκρηξη της ακτινοβολίας, θερμαίνοντάς τα σε μία στιγμή πριν ψυχθούν ξανά γρήγορα, επιτρέποντας στους επιστήμονες να καταλάβουν το αρχικό μέγεθος του άστρου βάσει του ρυθμού ψύξης.

Σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Nature, οι αστρονόμοι είναι πεπεισμένοι πως πρόκειται για ένα άστρο με διάμετρο 530 φορές αυτήν του δικού μας Ήλιου.

Παράξενα μυστήρια χωρίς λύση

Από τα σκοτεινά μυστήρια που στοιχειώνουν τις θαλασσινές διηγήσεις ξεχωρίσαμε πέντε που έχουν κατά καιρούς αποτελέσει αντικείμενο επιστημονικής διαμάχης. Νέα στοιχεία έρχονται να τεκμηριώσουν κατά πόσον υπάρχει βάση αληθείας πίσω από τις ανατριχιαστικές περιγραφές ή κατά πόσον ο μύθος δανείστηκε απλώς στοιχεία της πραγματικότητας. Οπως και να ‘χει, οι ωκεανοί παραμένουν το απόλυτα ανεξερεύνητο κομμάτι του πλανήτη μας αφήνοντας πάντα χώρο για την αχαλίνωτη φαντασία μας …που σε καμία περίπτωση δεν πλησιάζει καν την αλήθεια του. Ξεκίνα να διαβάζεις H. P. Lovecraft και θα ‘χεις κάμποσες απαντήσεις.

ΤΟ ΚΡΑΚΕΝ, μυστηριώδες τέρας των θαλασσών.

Ενέπνευσε παλαιούς και σύγχρονους καλλιτέχνες. Το Κράκεν ή Κρέικεν – ανάλογα με την προέλευση και την διάλεκτο του «αυτόπτη» μάρτυρα που είχε την ατυχία να το συναντήσει -ήταν ένα τέρας που σκόρπιζε επί αιώνες τον τρόμο στους ωκεανούς και στα πληρώματα που θαλασσοδέρνονταν σε αυτούς. Ξεπήδησε από τα σκανδιναβικά σάγκα και αρχικά η παρουσία του ήταν περιορισμένη στα ανοιχτά της Νορβηγίας και της Ισλανδίας. Με τον χρόνο όμως πέρασε και σε άλλες μυθολογίες και άλλες θάλασσες, πλέοντας με τον ούριο άνεμο της φαντασίας.

Το ομότιτλο ποίημα του Αλφρεντ Τένισον ήταν το πρώτο που το απαθανάτισε στη σοβαρή λογοτεχνία. Ακολούθησε ο Ιούλιος Βερν, ο οποίος εμπνεύστηκε από αυτό για τα τεράστια καλαμάρια τού Είκοσι χιλιάδες λεύγες κάτω από τη θάλασσα. Εκτοτε το θρυλικό νορβηγικό τέρας έχει περάσει σε πολλά λογοτεχνικά έργα, κινηματογραφικές ταινίες, κόμικς, παιχνίδια και βιντεογκέιμς.

Οι Νορβηγοί ψαράδες έλεγαν αρχικά ότι το ζώο ήταν μεγάλο σαν νησί και ότι ο κίνδυνος δεν προερχόταν τόσο από τις επιθέσεις του όσο από το γεγονός ότι δημιουργούσε μια γιγαντιαία δίνη, καθώς καταδυόταν με ταχύτητα προς τον βυθό. Γρήγορα ωστόσο άρχισαν να διαδίδονται ιστορίες για τις δεινές επιθετικές του ικανότητες. Στην Φυσική Ιστορία της Νορβηγίας ο επίσκοπος του Μπέργκεν Ερικ Ποντόπινταν τις περιγράφει το 1752 ως εξής:

«Λέγεται ότι αν αρπάξει ακόμη και το μεγαλύτερο πολεμικό πλοίο μπορεί να το τραβήξει κάτω στον βυθό του ωκεανού».

Το γιγαντιαίο ζώο ζούσε, σύμφωνα με τα βιβλία της εποχής, στον βυθό αλλά κάποιες φορές ανέβαινε στην επιφάνεια:

«Οταν βρίσκεται στις δέκα με δώδεκα οργιές, τα πλοία καλύτερα να φεύγουν από κοντά του γιατί σε λίγο θα ξεπηδήσει, σαν πλεούμενο νησί, ξεφυσώντας νερό από τα τρομερά ρουθούνια του και δημιουργώντας γύρω του κύματα που μπορούν να φθάσουν πολλά μίλια. Υπάρχει αμφιβολία ότι αυτός είναι ο Λεβιάθαν του Ιώβ;» έγραφε το 1781 ο Σουηδός Γιάκομπ Βάλενμπεργκ.

Οι πρώτες περιγραφές το παρομοίαζαν με γιγαντιαίο κάβουρα. Αργότερα άρχισε να μοιάζει περισσότερο με μαλάκιο, άλλοτε καλαμάρι και άλλοτε χταπόδι. Το 1802 ο Γάλλος φυσιοδίφης Πιερ Ντενί ντε Μονφόρ ανέφερε στην Γενική και Ειδική Φυσική Ιστορία των Μαλακίων ότι υπήρχαν δύο είδη γιγαντιαίων χταποδιών, ένα μικρότερο, ο «οκτάπους κράκεν», τον οποίο είχαν δει Νορβηγοί ψαράδες και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, κι ένα μεγαλύτερο, ο «κολοσσιαίος οκτάπους», ο οποίος είχε επιτεθεί σε γαλλικό πλήρωμα στα ανοιχτά της Ανγκόλας.

Όσο τερατώδεις ή λανθασμένες και αν είναι οι περιγραφές και εικασίες της εποχής, οι ειδικοί είναι πλέον πεπεισμένοι ότι το Κράκεν ναι μεν δεν είναι υπερφυσικό πλάσμα και σίγουρα δεν υποκινείται από τον καταχθόνιο Ντέιβι Τζόουνς των Πειρατών της Καραϊβικής, αλλά είναι υπαρκτό ζώο. Αποτελεί, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, μια «τροποποιημένη» εκδοχή του γιγαντιαίου καλαμαριού της αβύσσου.

Το καλαμάρι-γίγας εθεωρείτο και αυτό μυθικό πλάσμα, ώσπου περιγράφηκε λεπτομερώς από τον Σουηδό φυσιοδίφη Γιάπετους Στέενστρουπ το 1857, ενώ ένα «σχεδόν τέλεια διατηρημένο» ζώο ξεβράστηκε ημιθανές στις ακτές της Νιουφάουντλαντ το 1877. Ως σήμερα έχουν περισυλλεγεί νεκρά περίπου 600 δείγματα του είδους, οι επιστήμονες όμως κατόρθωσαν για πρώτη φορά να το φωτογραφίσουν και να το παρατηρήσουν ζωντανό μόλις το 2004.

Το γιγαντιαίο μαλάκιο μπορεί να φθάσει σε μήκος ακόμη και τα 13 μέτρα και συναντάται σε όλους τους ωκεανούς της Γης. Τα μάτια του – τα οποία έχουν το μέγεθος ενός πιάτου φαγητού – είναι τα μεγαλύτερα στο ζωικό βασίλειο. Ισως βεβαίως να τα ξεπερνούν σε μέγεθος αυτά του «εξαδέλφου» του, του κολοσσιαίου καλαμαριού της Ανταρκτικής, το οποίο είναι ακόμη μεγαλύτερο φθάνοντας σε μήκος τα 14 μέτρα. Το ζώο αυτό κατατάσσεται σε άλλη οικογένεια των κεφαλόποδων και οι επιστήμονες γνωρίζουν την ύπαρξή του από τεράστια πλοκάμια και μεμονωμένα τμήματά του που έχουν βρεθεί.

Δεν έχουν όμως ως τώρα συναντήσει ένα ολοκληρωμένο δείγμα του είδους για να το μελετήσουν και έτσι ελάχιστα είναι γνωστά γι’ αυτό. Στα δύο αυτά υπερμεγέθη καλαμάρια αποδίδουν ωστόσο τη γέννηση όχι μόνο του Κράκεν αλλά και της Σκύλλας της ελληνικής μυθολογίας, των γιγαντιαίων θαλασσινών φιδιών και δράκων των μεσαιωνικών και μεταγενέστερων θρύλων και του Λούσκα, του θαλάσσιου τέρατος που οι ντόπιοι θεωρούσαν ότι λυμαίνεται τα νερά της Καραϊβικής.

ΠΛΟΙΑ-ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ

Το πιο διάσημο πλοίο-φάντασμα στην ναυτική μυθολογία είναι ο περιβόητος «Ιπτάμενος Ολλανδός», το καταραμένο καράβι που είχε καταδικαστεί να πλέει αιώνια «στις επτά θάλασσες» χωρίς ποτέ να μπορεί να πιάσει λιμάνι. Εκτός όμως από τα εξωπραγματικά δημιουργήματα του ναυτικού και του λογοτεχνικού οίστρου, ο όρος περιλαμβάνει επίσης και καθ’ όλα πραγματικά πλοία: είναι αυτά που έχουν βρεθεί να πλέουν ακυβέρνητα χωρίς ποτέ να έχει εντοπιστεί μια ακλόνητη εξήγηση για την μυστηριώδη εξαφάνιση του πληρώματός τους.

Απ’ όλα αυτά τα πλοία – τα οποία είναι πολύ περισσότερα απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς -εκείνο το οποίο έχει εξάψει περισσότερο και εξακολουθεί να εξάπτει την λαϊκή φαντασία είναι το περίφημο «Mary Celeste», μια μπρατσέρα μήκους 103 ποδών (31 μέτρων) η οποία είχε αποπλεύσει στις 7 Νοεμβρίου του 1872 από τη Νέα Υόρκη για την Γένοβα φορτωμένη με 1.701 βαρέλια οινόπνευμα. Στις 5 Δεκεμβρίου του 1872 ο Ντέιβιντ Ριντ Μούρχαουζ, καπετάνιος του «Dei Gratia», είδε την μπρατσέρα να περιφέρεται σαν ακυβέρνητη στα ανοιχτά των πορτογαλικών ακτών.

Μια βάρκα με μερικούς άνδρες εστάλη για να διαπιστωθεί τι συνέβαινε. Ανεβαίνοντας στο «Mary Celeste» οι άνδρες βρήκαν το πλοίο σε σχεδόν άψογη κατάσταση. Το φορτίο ήταν στην θέση του, τα αμπάρια ήταν γεμάτα με προμήθειες σε τρόφιμα και νερό για πολλές ημέρες ακόμη, τίποτε δεν φαινόταν να δικαιολογεί την εγκατάλειψή του. Παρ’ όλα αυτά δεν υπήρχε ούτε ίχνος από τον καπετάνιο Μπέντζαμιν Μπριγκς, την σύζυγο και την μικρή κόρη του που ταξίδευαν μαζί του και τα υπόλοιπα μέλη του πληρώματος. Η τελευταία αναφορά στο ημερολόγιο του πλοίου είχε γραφτεί 11 ημέρες πριν, στις 24 Νοεμβρίου, και δεν περιείχε τίποτε το ανησυχητικό.

Το «Dei Gratia» οδήγησε το «Mary Celeste» στο λιμάνι του Γιβραλτάρ και από εκεί και πέρα οι φημολογίες για το πλοίο-φάντασμα άρχισαν να διαδίδονται, τροφοδοτούμενες από την μόνιμη αγάπη του κοινού για τα παράξενα αινίγματα. Σύντομα οι αφηγήσεις διάνθισαν τα πραγματικά περιστατικά, προσθέτοντας όλο και περισσότερα μυστηριώδη στοιχεία: το τσάι στην τραπεζαρία ήταν ακόμη ζεστό· αβγά με μπέικον ήταν σερβιρισμένα στο τραπέζι· ένα ματωμένο ξίφος βρέθηκε κάτω από το κρεβάτι του καπετάνιου και ούτω καθεξής. Κάποιες από αυτές τις φημολογίες οφείλονται σε ένα διήγημα το οποίο ο Αρθουρ Κόναν Ντόιλ κυκλοφόρησε λίγο αργότερα εμπνευσμένος από το συμβάν. Αλλες είναι άγνωστης προέλευσης, αρκετές όμως –σκόπιμα ή μη– επαναλήφθηκαν από τον Τύπο της εποχής εντείνοντας την σύγχυση.

Το πλήρωμα του «Mary Celeste» δεν βρέθηκε ποτέ κι ως σήμερα καμία θεωρία γύρω από το γεγονός που οδήγησε στην εγκατάλειψη του πλοίου δεν έχει γίνει πλήρως αποδεκτή. Η πιθανότερη εξήγηση είναι ότι το οινόπνευμα του φορτίου προκάλεσε κάποια έκρηξη, αναγκάζοντας το πλήρωμα να καταφύγει προσωρινά στην σωστική λέμβο, η οποία, για κάποιον λόγο, αποκόπηκε από αυτό, μη δίνοντας την ευκαιρία στους ναυτικούς να επιστρέψουν.

Το 2005 ο Γερμανός ιστορικός Αϊχελ Βίζε σε συνεργασία με επιστήμονες του University College του Λονδίνου προέβησαν σε ένα πείραμα για να στηρίξουν την «θεωρία του οινοπνεύματος». Κατασκεύασαν ένα ομοίωμα του αμπαριού του πλοίου και έδειξαν ότι οι αναθυμιάσεις από το οινόπνευμα θα μπορούσαν να προκαλέσουν έκρηξη η οποία θα άφηνε άθικτα τα βαρέλια και το πλοίο, αλλά θα δημιουργούσε φλόγες ικανές να πανικοβάλουν τον καπετάνιο και τους ναυτικούς του.

Το πιο σύγχρονο πλοίο-φάντασμα στα θαλασσινά χρονικά έχει να επιδείξει πολλά από τα μυστηριώδη στοιχεία που περιβάλλουν τον θρύλο του «Mary Celeste». Το καταμαράν «Kaz ΙΙ» εντοπίστηκε ακυβέρνητο τον περασμένο Απρίλιο στα ανοιχτά των ακτών του Κουίνσλαντ της Αυστραλίας. Η μηχανή του ήταν αναμμένη, ένα laptop ήταν ανοιχτό και σε λειτουργία και φαγητό για τρεις ήταν σερβιρισμένο στο τραπέζι. Κανένα ίχνος δεν υπήρχε όμως από τους τρεις φίλους που είχαν νοικιάσει το σκάφος.

Το σύστημα GPS και ο ασύρματος λειτουργούσαν κανονικά και τα σωσίβια και οι φωτοβολίδες κινδύνου ήταν στην θέση τους. Το καταμαράν ήταν σε άριστη κατάσταση, εκτός από το ένα ιστίο του, το οποίο ήταν σχισμένο. Οι έρευνες των αυστραλιανών αρχών για την ανεύρεση των τριών έμπειρων ερασιτεχνών ψαράδων και ιστιοπλόων έχουν ως σήμερα αποβεί άκαρπες. Διάφορες θεωρίες έχουν προταθεί για την εξιχνίαση της υπόθεσης, καμία όμως δεν φαίνεται ικανοποιητική. Ο χρόνος που έχει μεσολαβήσει είναι λίγος, όμως το γιοτ-φάντασμα της Αυστραλίας έχει ήδη βρει την θέση του ανάμεσα στα θαλασσινά μυστήρια που προσελκύουν το ενδιαφέρον και τις εικασίες του κοινού.

Δολοφονικά ΚΥΜΑΤΑ

Εδώ και αιώνες οι ναυτικές αφηγήσεις ήταν γεμάτες από θρύλους για τεράστια κύματα, ύψους μεγαλύτερου και από 30 μέτρα, που εμφανίζονταν από το πουθενά, έκαναν το πλοίο να κλυδωνίζεται σαν καρυδότσουφλο και ύστερα εξαφανίζονταν έτσι ξαφνικά όπως είχαν εμφανιστεί, αφήνοντας πίσω τους συντρίμμια και θλιβερά ναυάγια. Ως πρόσφατα οι επιστήμονες τοποθετούσαν όλες αυτές τις ιστορίες στην σφαίρα του ναυτικού φολκλόρ. Στους ωκεανούς, ήταν η κρατούσα θεωρία, δεν υπάρχουν κύματα ψηλότερα από 15 μέτρα.

«Και αν ακόμη σχηματιστεί κάποιο κύμα μεγαλύτερου ύψους, βάσει των μαθηματικών μοντέλων αυτό θα πρέπει να συμβαίνει μόνο μία φορά στα 10.000 χρόνια» έλεγαν οι ειδικοί.

Την τελευταία δεκαετία όμως τα επιστημονικά όργανα ήρθαν να επιβεβαιώσουν ότι το φαινόμενο δεν είναι τόσο απίθανο. Αντιθέτως, είναι αρκετά συνηθισμένο και πολλές από τις τρομακτικές ιστορίες των ναυτικών είναι πέρα ως πέρα αληθινές. Θεωρείται πλέον μάλιστα ότι αρκετά από τα ναυάγια που σημειώνονται κάθε χρόνο στον πλανήτη – και ανέρχονται σε ένα κάθε εβδομάδα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς – προκαλούνται από τέτοιου είδους κύματα. Σε αυτά αποδίδονται επίσης καταρρίψεις χαμηλής πτήσης αεροσκαφών. Τα αποκαλούν μοναχικά κύματα, κύματα-τέρατα ή άτιμα κύματα.

Η πρώτη επιστημονική απόδειξη για την ύπαρξή τους ήρθε την Πρωτοχρονιά του 1995, όταν τα όργανα της πλατφόρμας πετρελαίου Ντράουπνερ στην Βόρειο Θάλασσα κατέγραψαν ένα μεμονωμένο κύμα ύψους 26 μέτρων από το κοίλο τμήμα ως την κορυφή του. Ανάλογες μετρήσεις σημειώθηκαν και σε άλλες πλατφόρμες πετρελαίου και απέβησαν καθοριστικές. Τον Δεκέμβριο του 2000 η Ευρωπαϊκή Ενωση σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία έθεσε σε εφαρμογή το «MaxWave», το πρώτο μεγάλης κλίμακας πρόγραμμα για την μελέτη των μυστηριωδών γιγάντων των θαλασσών.

Με την βοήθεια ραντάρ και δορυφόρων οι ειδικοί διεπίστωσαν ότι το φαινόμενο δεν είναι καθόλου σπάνιο: δέκα κύματα-τέρατα καταγράφηκαν στους ωκεανούς της Γης μέσα σε έναν μόλις χρόνο. Το γεγονός έχει τεράστιες επιπτώσεις για την ναυτιλία, καθώς η κατασκευή των σημερινών πλοίων είναι τέτοια ώστε να αντέχουν σε κύματα με ύψος μόνο ως τα 15 μέτρα. Το μοναχικό κύμα σχηματίζεται ακριβώς έτσι όπως το περιέγραφαν οι δήθεν φαντασιόπληκτοι ναυτικοί: μια βαθιά «τρύπα» ανοίγει στην θάλασσα και ένα συμπαγές υδάτινο τείχος ορθώνεται ξαφνικά σε τεράστιο ύψος και πλάτος «όσο παίρνει το μάτι». Εμφανίζεται συνήθως μόνο, κάποιες φορές όμως μπορεί να υπάρξουν και τρία κύματα μαζί: είναι οι λεγόμενες “τρεις αδελφές των ναυτικών”.

Η δύναμή του μπορεί να φθάσει τους 100 τόνους ανά τετραγωνικό μέτρο και είναι ικανό να απελευθερώσει ενέργεια η οποία θα μπορούσε να τροφοδοτήσει ένα μικρό χωριό. Είναι κύμα επιφανείας και διαφέρει πλήρως από το τσουνάμι. Προκαλείται από την δύναμη της τριβής του ανέμου στην επιφάνεια της θάλασσας και σχηματίζεται μόνο σε μεγάλα βάθη, συνήθως σε συνθήκες σχετικής ηρεμίας, αλλά και σε ισχυρές θύελλες και καταιγίδες. Τα ειδικά ραντάρ που έχουν τοποθετηθεί στον Κόλπο του Μεξικού κατέγραψαν, για παράδειγμα, αρκετά τέτοια κύματα κατά την διάρκεια του τυφώνα Κατρίνα.

Το ψηλότερο μοναχικό κύμα στην σύγχρονη καταγεγραμμένη Ιστορία θεωρείται αυτό το οποίο έπληξε το αμερικανικό πολεμικό πετρελαιοφόρο «Ramapo» το 1933 στον Ειρηνικό Ωκεανό, με ύψος 34 μέτρων. Κάποιοι θεωρούν πλέον τα κύματα αυτά υπεύθυνα για αρκετά ανεξιχνίαστα ναυάγια και εξαφανίσεις πλοίων, χωρίς όμως οι υποψίες να μπορούν να επιβεβαιωθούν με στοιχεία. Οι ειδικοί ωστόσο συμφωνούν ότι ένα μοναχικό κύμα πρέπει να ήταν η αιτία του παράξενου ναυαγίου του γερμανικού φορτηγού «Μünchen» το 1978. Το πλοίο εξέπεμψε σήμα κινδύνου στα μισά του Ατλαντικού, τα σωστικά συνεργεία που έφθασαν στο συγκεκριμένο σημείο βρήκαν όμως μόνο ελάχιστα συντρίμμια, εκ των οποίων μια σωστική λέμβο κατεστραμμένη «σαν να είχε χτυπηθεί από τεράστια δύναμη».

Οι επιστημονικές έρευνες βρίσκονται μόλις στην αρχή τους και οι ερευνητές δεν έχουν καταλήξει ακόμη στο ποια είναι η ακριβής αιτία του φαινομένου. «Στον ανοιχτό, βαθύ ωκεανό» μας εξηγεί ο Κρίστιαν Ντύστε, καθηγητής της Φυσικής στο Πανεπιστήμιο του Όσλο, ο οποίος μετέχει στο πρόγραμμα «MaxWave», «η αιτία είναι μάλλον τυχαία, όταν πολλά κύματα συμβαίνει να προστεθούν με τον κατάλληλο τρόπο. Η πιθανότητα για κάτι τέτοιο είναι πολύ μικρή, όμως μερικές φορές συμβαίνει».

Η λεγόμενη εστίαση ή συσσώρευση της ενέργειας των κυμάτων, η συγκέντρωση μικρότερων κυμάτων με διαφορετικές ταχύτητες και φορές, οι νόμοι του χάους και η μη γραμμική εξίσωση του Σρέντινγκερ, όπως και το ενδεχόμενο να αποτελούν μια φυσιολογική εξέλιξη του κυματικού φάσματος, είναι μερικές από τις θεωρίες που έχουν προταθεί, καμία όμως δεν κρίνεται πλήρως ικανοποιητική. Όπως μας εξηγεί ο κ. Ντύστε, τα στοιχεία που έχουν προς το παρόν στα χέρια τους οι ειδικοί είναι λίγα και ακόμη δεν ξέρουν πώς ακριβώς θα πρέπει να τα ερμηνεύσουν. Τα σημεία όπου μπορεί να πει κανείς ότι παρατηρούνται πιο συχνά τα μοναχικά κύματα είναι τα σημεία όπου συναντώνται ισχυρά αντικρουόμενα ωκεάνια ρεύματα, όπως το Ρεύμα του Κόλπου και το Ρεύμα Αγκούλχας στα νοτιοδυτικά της Αφρικής.

Το ΤΡΙΓΩΝΟ των ΒΕΡΜΟΥΔΩΝ

Πολλοί θέλουν να το αντιμετωπίζουν ως μυστήριο, όμως το Τρίγωνο των Βερμούδων σύμφωνα με την επιστήμη δεν διαθέτει ούτε διέθετε ποτέ τίποτε το αινιγματικό και μυστηριώδες. Αντιθέτως, αποτελεί τον μεγαλύτερο σύγχρονο ναυτικό μύθο. Παρά τις επανειλημμένες αποδείξεις ότι πρόκειται για μια – ηθελημένη ή ακούσια – κατασκευή, εξακολουθεί να εξάπτει την λαϊκή φαντασία και να αποφέρει κέρδη σε συγγραφείς και «ειδικούς» οι οποίοι επιμένουν να απαριθμούν τα δήθεν ανεξήγητα περιστατικά που έχουν σημειωθεί στο «Τρίγωνο του Διαβόλου».

Οι απόψεις για την γεωγραφική έκταση που καλύπτει το περιβόητο τρίγωνο ποικίλλουν. Τα περισσότερα βιβλία ωστόσο τοποθετούν τις κορυφές του στο Μαϊάμι της Φλόριδας, το Σαν Χουάν του Πουέρτο Ρίκο και στο Αρχιπέλαγος των Βερμούδων. Η πρώτη επισήμανση για μυστηριώδη περιστατικά στην εν λόγω περιοχή έγινε στον αμερικανικό Τύπο τον Σεπτέμβριο του 1950 μέσω του πρακτορείου Associated Press. Κατά την διάρκεια της επόμενης δεκαετίας το θέμα άρχισε να επανέρχεται όλο και συχνότερα, με αναφορές στην περιβόητη Πτήση 19 και άλλες εξαφανίσεις αεροσκαφών και πλοίων.

Ο όρος «Τρίγωνο των Βερμούδων» εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1964 στο περιοδικό «Argosy» από τον Βίνσεντ Γκάντις και βρήκε αμέσως συνεχιστές. Ως τα μέσα της δεκαετίας του 1970 διάφοροι «ερευνητές» ασχολήθηκαν με το δολοφονικό τρίγωνο τροφοδοτώντας με υλικό σωρεία βιβλίων και το Χόλιγουντ. Οι ερμηνείες που έχουν προταθεί για την εξήγηση του «φαινομένου» κινούνται στην σφαίρα του υπερφυσικού: από αυτές που υποστηρίζουν ότι στην περιοχή υπάρχει μια «σκουληκότρυπα» από την οποία τα εξαφανισμένα πλοία και αεροπλάνα έχουν περάσει σε άλλη διάσταση του χώρου και του χρόνου ως και εκείνες που μιλάνε για αστρικές πύλες, δολοφονικές ακτίνες από την Ατλαντίδα και απαγωγές από εξωγήινους.

Η πρώτη εμπεριστατωμένη κατάρριψη του μύθου ήρθε αρκετά νωρίς, το 1975, όχι από κάποιον επιστήμονα αλλά από έναν βιβλιοθηκάριο, τον Λόρενς Κούσε, ο οποίος ερεύνησε σχολαστικά όλες τις πηγές για να καταλήξει στο ότι «ο θρύλος του Τριγώνου των Βερμούδων είναι ένα μυστήριο»: οι εξαφανίσεις πλοίων και αεροσκαφών στην περιοχή δεν είναι περισσότερες απ’ ό,τι σε άλλα σημεία του Ατλαντικού και σε καμία περίπτωση δυσανάλογες με βάση τις δύσκολες καιρικές συνθήκες που επικρατούν εκεί. Επίσης πολλοί «ερευνητές» έχουν «φουσκώσει» τους αριθμούς ή παρέλειψαν συστηματικά να αναφέρουν ότι τα συντρίμμια πολλών από τα – υποτίθεται – εξαφανισμένα θαλάσσια και εναέρια σκάφη έχουν μεταγενέστερα ανασυρθεί.

Οι στατιστικές δεν στάθηκαν βεβαίως ικανές να διαλύσουν τον μύθο: τα υπερφυσικά φαινόμενα «πουλάνε» και αποτελούν ιδιαίτερα προσοδοφόρο πηγή για όποιον θέλει να τα εκμεταλλευθεί. Οι αρνητές του μύθου έχουν όμως και τη συνδρομή της επιστήμης. Ερευνητές διαφόρων ειδικοτήτων έχουν εντοπίσει μια σειρά από καθ’ όλα φυσικά φαινόμενα τα οποία μπορεί να ευθύνονται για την «φονικότητα» του Τριγώνου.

Εκτός από τον ανθρώπινο παράγοντα – τις περιπτώσεις ανθρώπινου λάθους, πειρατείας ή κάποιων ηθελημένων καταστροφών – οι ειδικοί υποδεικνύουν ως αιτίες για τα ναυάγια και τις εξαφανίσεις που έχουν σημειωθεί εκεί τις συχνές θύελλες και τους τυφώνες που πλήττουν την περιοχή, το γεγονός ότι στο συγκεκριμένο γεωγραφικό σημείο οι πυξίδες θέλουν άλλες προσαρμογές σε σχέση με τον μαγνητικό και τον γεωγραφικό Βόρειο Πόλο, οπότε εύκολα κάποιος μπορεί να κάνει λανθασμένους υπολογισμούς και να χαθεί, καθώς και το ισχυρό ρεύμα του Κόλπου.

Μία από τις σχετικά πρόσφατες εξηγήσεις ενοχοποιεί επίσης το άφθονο μεθάνιο που υπάρχει στην υφαλοκρηπίδα και στον βυθό της περιοχής. Η θεωρία ότι η ξαφνική και έντονη παρουσία φυσαλίδων ένυδρων αλάτων του μεθανίου στην επιφάνεια της θάλασσας μπορεί να βυθίσει ένα πλοίο γρήγορα και απροειδοποίητα – χωρίς καν να προλάβει να εκπέμψει σήμα κινδύνου – είχε προταθεί τη δεκαετία του 1980, αποδείχθηκε όμως με επιστημονικά πειράματα από Αυστραλούς ερευνητές μόλις το 2003. Υποθαλάσσιες εκρήξεις, λένε οι ειδικοί, θα μπορούσαν να σημειώνονται στον βυθό εκτοξεύοντας ξαφνικά φυσαλίδες ένυδρων αλάτων του μεθανίου οι οποίες είναι ικανές όχι μόνο να βυθίσουν πλοία αλλά και, περνώντας στην ατμόσφαιρα, να προκαλέσουν επιπλοκές και βλάβες σε αεροσκάφη.

«ΜΠΛΟΥΠ» ο μυστηριώδης ήχος.

Στις ταινίες έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τα υποβρύχια να πλέουν στον βυθό της θάλασσας μέσα σε απόλυτη ησυχία. Η πραγματικότητα απέχει όμως πολύ από τις κινηματογραφικές εντυπώσεις μας. Στα βάθη των ωκεανών δεν επικρατεί σιγή ιχθύος. Αντιθέτως, πρόκειται για ένα περιβάλλον γεμάτο θορύβους: από τα κύματα, τα ρεύματα και τις άλλες κινήσεις των νερών, τις μηχανές των πλοίων που κυκλοφορούν στην επιφάνεια ή κάτω από αυτήν, τις φάλαινες και τα άλλα θαλάσσια ζώα, τους ήχους που βγαίνουν από τα έγκατα της Γης και την ηφαιστειακή και σεισμική της δραστηριότητα.

Οι θόρυβοι αυτοί καταγράφονται και αναλύονται εδώ και δεκαετίες από την αμερικανική Εθνική Ωκεάνια και Ατμοσφαιρική Υπηρεσία (National Oceanic and Atmospheric Administration – ΝΟΑΑ) στο πλαίσιο του SOSUS (Sound Surveillance System), ενός προγράμματος το οποίο είχε ξεκινήσει για τον εντοπισμό σοβιετικών υποβρυχίων στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, αλλά διατηρήθηκε στην συνέχεια για επιστημονικούς σκοπούς. Πρόκειται ουσιαστικά για υπόκωφους ήχους, οι οποίοι συλλαμβάνονται από ειδικά υποβρύχια μικρόφωνα, τα υδρόφωνα, και απεικονίζονται με φασματογράφους. Για να τους ακούσει το ανθρώπινο αφτί πρέπει να «επιταχυνθούν». Ορισμένοι διαρκούν μόλις λίγα λεπτά, άλλοι όμως συνεχίζονται επί ολόκληρα χρόνια. Η προέλευση των περισσότερων από αυτούς έχει εντοπιστεί, κάποιοι όμως εξακολουθούν να αποτελούν μυστήριο για τους επιστήμονες.

Απ’ όλους τους αινιγματικούς ή «άγνωστους» ήχους ο πιο μυστηριώδης είναι ο «Μπλουπ», λατινιστί «Bloop». Δεν ακούγεται, όπως θα περίμενε κανείς, σαν ένα «μπλουπ» ή σαν μια μπουρμπουλήθρα, αλλά σαν τον βρυχηθμό ενός ζώου. Εκτός από την ηχητική εντύπωση που δίνει όταν τον ακούει κανείς – η οποία μπορεί να είναι παραπλανητική -ο «Bloop» έχει και όλα τα «επιστημονικά» χαρακτηριστικά που υποδηλώνουν ότι πρέπει να προέρχεται από έμβιο ον. Για να είμαστε μάλιστα ακριβείς, είναι ο «άγνωστος» ήχος με τα περισσότερα τέτοιου είδους χαρακτηριστικά και ο μόνος ο οποίος βρίσκει σχεδόν ομόφωνους τους επιστήμονες ως προς την πιθανή ζωική προέλευσή του.

Η έντασή του είναι όμως τέτοια ώστε θεωρείται αδύνατον να προέρχεται από κάποιο από τα γνωστά ως τώρα θαλάσσια ζώα. Καταγράφηκε πολλές φορές το καλοκαίρι του 1997 από υδρόφωνα στον Ειρηνικό Ωκεανό σε ακτίνα 4.800 χιλιομέτρων: αν ένας τόσο δυνατός ήχος προέρχεται πράγματι από κάποιο ζώο, αυτό θα πρέπει να είναι πάρα πολύ μεγάλο – μεγαλύτερο ακόμη και από την γαλάζια φάλαινα.

Μια θεωρία που έχει προταθεί είναι ότι υπεύθυνο για τον «Bloop» είναι το κολοσσιαίο καλαμάρι, το οποίο ζει στην άβυσσο των νοτίων θαλασσών, κοντά στην περιοχή όπου καταγράφηκε ο ήχος. Πολλοί θαλάσσιοι βιολόγοι ωστόσο διαφωνούν, προβάλλοντας ως επιχείρημα ότι τα κεφαλόποδα δεν διαθέτουν τον απαραίτητο βιολογικό εξοπλισμό για να παράγουν τέτοιου είδους ήχους. Καθώς όμως κανείς ως τώρα δεν έχει συναντήσει το κολοσσιαίο καλαμάρι για να το μελετήσει, οι ειδικοί αφήνουν κάθε ενδεχόμενο ανοιχτό.

Όπως έχει άλλωστε αποδειχθεί, η άβυσσος των θαλασσών κρύβει πολλά άγνωστα και μυστηριώδη ζώα και ίσως κάποιο από αυτά να έχει το κατάλληλο μέγεθος ή τον βιολογικό μηχανισμό ώστε να παράγει έναν τέτοιον ήχο. Αν είναι έτσι, το αινιγματικό πλάσμα πρέπει να ζει σε πολύ μεγάλο βάθος και εκείνο το μοιραίο καλοκαίρι του 1997 ίσως παρασύρθηκε για κάποιον λόγο σε πιο ρηχά νερά. Το πρόβλημα είναι ότι οι ειδικοί δεν έχουν κανέναν τρόπο να προχωρήσουν σε περαιτέρω μελέτες: ο «Bloop» δεν έχει ακουστεί ποτέ ξανά από τότε.

Αποφθέγματα και σοφά λόγια από το έργο του Νίτσε (Μέρος Α΄)

Μια μεγάλη συλλογή αποφθεγμάτων, από τα βιβλία του μεγάλου Γερμανού φιλόσοφου Φρίντριχ Νίτσε (15 Οκτωβρίου 1844 – 25 Αυγούστου 1900) . Ο ίδιος έγραψε ότι: «Να γιατί οι πραγματικοί αναγνώστες των γνωμικών παίρνουν από αυτά μια ευχαρίστηση σχεδόν ασήμαντη, με γεύση μόλις ικανοποιητική, ώστε να γεμίζουν το στόμα τους με τρόπο που θυμίζει εκείνους που εξετάζουν εμπορεύματα. Αυτοί είναι άτομα που επαινούν επειδή δεν ξέρουν να αγαπούν, πρόθυμα στον κολακευτικό θαυμασμό αλλά ακόμη πιο πρόθυμα στη φυγή»

Χαραυγή (1881)
  • Η γιατρειά για τον έρωτα εξακολουθεί να είναι στις περισσότερες περιπτώσεις εκείνο το παλιό δραστικό φάρμακο: η ανταπόδοση αγάπης.
  • Όποιος τιμωρείται, δεν είναι πια εκείνος που έχει κάνει την πράξη. Είναι πάντα ο αποδιοπομπαίος τράγος.
  • Όποιος ζει όπως τα παιδιά – δηλαδή δεν παλεύει για το ψωμί του και δεν πιστεύει ότι οι πράξεις του έχουν τελική σημασία – παραμένει παιδιάστικος.
  • Η γυναίκα αυτή είναι όμορφη και έξυπνη: αχ, πόσο εξυπνότερη θα είχε γίνει, αν δεν ήταν όμορφη!
  • Ήταν φίλοι, έπαψαν όμως να είναι, και διέκοψαν συγχρόνως τη φιλία τους, ο ένας επειδή πίστευε ότι είχε παραγνωριστεί πάρα πολύ, ο άλλος επειδή πίστευε ότι είχε αναγνωριστεί πάρα πολύ – και επ’ αυτού εξαπατήθηκαν και οι δύο! – διότι κανένας τους δε γνώριζε αρκετά τον εαυτό του.
  • Δεν αρκεί να αποδεικνύουμε ένα πράγμα, πρέπει επίσης να παρασύρουμε ή να ανεβάζουμε τους ανθρώπους προς αυτό. Γι’ αυτό πρέπει να μάθει ο γνώστης να λέει τη σοφία του: και συχνά με τρόπο που να ηχεί σαν τρέλα!
  • Είμαστε σαν βιτρίνες μαγαζιών στις οποίες συνεχώς τακτοποιούμε, κρύβουμε ή φανερώνουμε τις υποτιθέμενες ιδιότητες που αποδίδουν άλλοι σε εμάς – για να εξαπατάμε τον εαυτό μας.
  • Αρχίζει κανείς ξεμαθαίνοντας να αγαπάει άλλους και καταλήγει στο να μη βρίσκει πια τίποτε που να αξίζει καθ’ εαυτό να το αγαπήσει.
  • Όποιος θέλει να σκοτώσει τον αντίπαλό του, ας αναλογιστεί μήπως έτσι ακριβώς τον απαθανατίζει μέσα του.
  • Η δεξιοτεχνία επιτυγχάνεται όταν δε σφάλλει, ούτε διστάζει κανείς στην εκτέλεση.
Η χαρούμενη επιστήμη (1882)
  • Είμαστε όλοι ηφαίστεια που περιμένουν την ώρα της έκρηξής τους• κανένας δεν ξέρει όμως πότε, σε λίγο ή σε πολύ, θα γίνει η έκρηξη αυτή – ούτε καν ο θεός. (Πρώτο βιβλίο, 9)
  • Κάποτε ήμασταν τόσο κοντά ο ένας στον άλλο μέσα στη ζωή που τίποτα δε φαινόταν να εμποδίζει τη φιλία και την αδερφοσύνη μας, και μόνο ένα γεφυράκι υπήρχε ανάμεσα μας. Ακριβώς τη στιγμή που πήγαινες να ανέβεις σε αυτό σε ρώτησα: «Θέλεις να περάσεις το γεφυράκι για να με συναντήσεις;» – και τότε έπαψες πια να το θέλεις• κι όταν σε παρακάλεσα ξανά έμεινες σιωπηλός. Από τότε βουνά κι ορμητικοί ποταμοί κι ό,τι άλλο χωρίζει κι αποξενώνει μπήκαν ανάμεσά μας• κι ακόμα κι όταν το θέλαμε, δεν ήταν μπορετό να συναντηθούμε! Μα όταν θυμάσαι τώρα εκείνο το μικρό γεφυράκι δεν έχεις πια λόγια – μόνο λυγμούς και απορία. (Πρώτο βιβλίο, 16)
  • Λίγες χιλιετίες ακόμη στο δρόμο του τελευταίου αιώνα! – και καθετί που θα κάνει ο άνθρωπος θα εκφράζει την ανώτερη εξυπνάδα• γι’ αυτό όμως η εξυπνάδα θα χάσει όλη την αξιοπρέπειά της. Τότε θα είναι σίγουρα αναγκαίο να είναι κανείς έξυπνος: αυτό όμως θα είναι τόσο κοινό και συνηθισμένο πράγμα, που ένα ευγενέστερο γούστο θα θεωρεί αυτή την αναγκαιότητα χυδαιότητα. Κι όπως ακριβώς μια τυραννία ασκούμενη από την αλήθεια και την επιστήμη μπορεί να ανεβάσει ψηλά την τιμή του ψέματος, έτσι και μια τυραννία της εξυπνάδας μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση ενός είδους ευγένειας. Το να είσαι ευγενής – αυτό μπορεί ίσως τότε να σημαίνει: να έχεις τρέλες μέσα στο κεφάλι σου. (Πρώτο βιβλίο, 20)
  • Οι λόγοι και οι προθέσεις που υπάρχουν πίσω από τη συνήθεια προστίθενται σε αυτήν μέσω ενός ψέματος, μόλις κάποιοι αρχίσουν να αμφισβητούν τη συνήθεια και να ρωτούν για τις προθέσεις και τους σκοπούς της. Εδώ έγκειται η μεγάλη ανεντιμότητα των συντηρητικών όλων των εποχών: είναι αυτοί που προσθέτουν ψέματα. (Πρώτο βιβλίο, 29)
  • Ο άνθρωπος εκπαιδεύτηκε από τις πλάνες του: Πρώτον, πάντα έβλεπε τον εαυτό του ως ατελή• δεύτερον, προίκιζε τον εαυτό του με φανταστικές ιδιότητες• τρίτον, έβαζε τον εαυτό του στην ιεραρχία των όντων σε λάθος βαθμίδα ανάμεσα στο ζώο και τη φύση• τέταρτον, επινοούσε συνεχώς καινούριους πίνακες των καλών και τους δεχόταν για ένα διάστημα ως αιώνιους και μη εξαρτώμενους από όρους: το αποτέλεσμα ήταν πως άλλοτε η μια και άλλοτε η άλλη ανθρώπινη ενόρμηση και κατάσταση έπαιρνε την πρώτη θέση και εξευγενιζόταν λόγω αυτής της εκτίμησης. Αν αγνοήσουμε αυτές τις τέσσερις πλάνες, θα αγνοήσουμε και την ιδιότητα του να είσαι άνθρωπος, την ανθρωπιά και την «ανθρώπινη αξιοπρέπεια». (Τρίτο βιβλίο, 115)
  • Κανένας νικητής δεν πιστεύει στην τύχη. (Τρίτο βιβλίο, 258)
  • Τι λέει η συνείδησή σου; «Πρέπει να γίνεις αυτός που είσαι.» (Τρίτο βιβλίο, 270)
  • Έδωσα ένα όνομα στον πόνο μου και τον φωνάζω «σκύλο». Είναι το ίδιο πιστός, το ίδιο φορτικός και αδιάντροπος, το ίδιο διασκεδαστικός και έξυπνος όσο κάθε άλλος σκύλος – και μπορώ να τον μαλώνω και να ξεσπώ πάνω του, όταν έχω τις κακές μου: όπως κάνουν άλλοι με τους σκύλους, τους υπηρέτες και τις γυναίκες τους. (Τέταρτο βιβλίο, 312)
  • Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν άνθρωποι που ακούν ακριβώς την αντίθετη διαταγή όταν πλησιάζει ένας μεγάλος πόνος: ποτέ άλλοτε δε δείχνουν πιο περήφανοι, πιο φιλοπόλεμοι και πιο ευτυχισμένοι• ναι, ο ίδιος ο πόνος τούς χαρίζει τις μεγαλύτερες στιγμές τους! Αυτοί είναι οι ηρωικοί άνθρωποι, οι μεγάλοι προμηθευτές πόνου της ανθρωπότητας: αυτοί οι λίγοι ή σπάνιοι άνθρωποι που χρειάζονται την ίδια απολογία που χρειάζεται γενικά και ο ίδιος ο πόνος – και πράγματι! δεν πρέπει να τους την αρνηθούμε! Είναι οι πρωταρχικές δυνάμεις διατήρησης και ανάπτυξης του είδους, έστω και μόνον επειδή αντιστέκονται στο βόλεμα και δεν κρύβουν ότι αποστρέφονται αυτό το είδος ευτυχίας. (Τέταρτο βιβλίο, 318)
Τάδε έφη Ζαρατούστρα (1885)
  • Εσύ, μεγάλο άστρο! Αν δεν είχες αυτούς που φωτίζεις, τι θα ήταν η ευτυχία σου; (Πρόλογος 1)
  • Σας διδάσκω τον Υπεράνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι κάτι που πρέπει να ξεπεραστεί. Εσείς τι έχετε κάνει για να τον ξεπεράσετε; (Πρόλογος 3)
  • Τι είναι ο πίθηκος για τον άνθρωπο; Ένα αντικείμενο για περίγελο ή μια επώδυνη ντροπή. Και ακριβώς το ίδιο πρέπει να είναι ο άνθρωπος για τον Υπεράνθρωπο: ένα αντικείμενο για περίγελο ή μια επώδυνη ντροπή. (Πρόλογος 3)
  • Ο άνθρωπος είναι ένα βρόμικο ποτάμι. Πρέπει να είσαι θάλασσα για να μπορείς να δέχεσαι ένα βρόμικο ποτάμι χωρίς να λερώνεσαι. (Πρόλογος 3)
  • Ο άνθρωπος είναι ένα σχοινί, τεντωμένο ανάμεσα στο ζώο και στον Υπεράνθρωπο – ένα σχοινί πάνω από μια άβυσσο. (Πρόλογος 4)
  • Αυτό που είναι μεγάλο στον άνθρωπο είναι ότι αυτός είναι γεφύρι και όχι σκοπός: αυτό που μπορεί να αγαπήσει κανείς στον άνθρωπο είναι ότι αυτός είναι ένα πέρασμα και μια δύση. (Πρόλογος 4)
  • Πρέπει να έχει κανείς χάος μέσα του για να μπορέσει να γεννήσει ένα αστέρι που χορεύει. (Πρόλογος 5)
  • Ζοφερή είναι η ανθρώπινη ύπαρξη και πάντα δίχως νόημα: ένας παλιάτσος μπορεί να γίνει η μοίρα της. (Πρόλογος 6)
  • Το να κοιμάσαι δεν είναι ασήμαντη τέχνη: χρειάζεται, για να το πετύχεις, να αγρυπνάς όλη τη μέρα. (Μέρος πρώτο, Για τις έδρες της αρετής)
  • Αν η ζωή δεν είχε κανένα νόημα και έπρεπε να διαλέξω την α-νοησία, τότε η α-νοησία αυτή θα μου φαινόταν η πιο αξιοδιάλεχτη. (Μέρος πρώτο, Για τις έδρες της αρετής)
  • Υπάρχει μεγαλύτερη σοφία στο σώμα σου, παρά στους βαθύτερους συλλογισμούς σου. (Μέρος πρώτο, Για τους περιφρονητές του σώματος)
  • Ο άνθρωπος είναι κάτι που πρέπει να ξεπεραστεί: και γι’ αυτό πρέπει να αγαπάς τις αρετές σου – γιατί απ’ αυτές θα χαθείς. (Μέρος πρώτο, Για τις χαρές και τα πάθη)
  • Το εγώ μου είναι κάτι που πρέπει να υπερνικηθεί: το εγώ μου είναι για εμένα η μεγάλη περιφρόνηση του ανθρώπου. (Μέρος πρώτο, Για τον ωχρό εγκληματία)
  • Από όλα όσα έχουν γραφτεί, αγαπώ μόνο αυτό που γράφει κανείς με το αίμα του. (Μέρος πρώτο, Για την ανάγνωση και τη γραφή)
  • Βλέπετε προς τα πάνω, όταν ποθείτε την ανύψωση. Κι εγώ βλέπω προς τα κάτω γιατί είμαι ανυψωμένος. (Μέρος πρώτο, Για την ανάγνωση και τη γραφή)
  • Πάντα υπάρχει λίγη παραφροσύνη στην αγάπη. Αλλά και πάντα υπάρχει λίγη λογική στην παραφροσύνη. (Μέρος πρώτο, Για την ανάγνωση και τη γραφή)
  • Θα πίστευα μόνο σε ένα θεό που ξέρει να χορεύει. (Μέρος πρώτο, Για την ανάγνωση και τη γραφή)
  • Δε σκοτώνει κανείς με την οργή, αλλά με το γέλιο. (Μέρος πρώτο, Για την ανάγνωση και τη γραφή)
  • Αν ήθελα να κουνήσω αυτό το δέντρο με τα χέρια μου, δε θα τα κατάφερνα. Ο άνεμος όμως, που δεν τον βλέπουμε, το τυραννά και το λυγίζει όπως θέλει. Αόρατα χέρια μας τυραννούν και μας λυγίζουν κι εμάς με το χειρότερο τρόπο. (Μέρος πρώτο, Για το δέντρο πάνω στο βουνό)
  • Αν πιστεύατε περισσότερο στη ζωή, θα παραδινόσασταν λιγότερο στη στιγμή. Αλλά δεν έχετε αρκετό περιεχόμενο μέσα σας για να περιμένετε – ούτε καν για να τεμπελιάζετε! (Μέρος πρώτο, Για τους κήρυκες του θανάτου)
  • Ο πόλεμος και το θάρρος έχουν κατορθώσει περισσότερα μεγάλα πράγματα απ’ ό,τι η αγάπη προς τον πλησίον. (Μέρος πρώτο, Για τον πόλεμο και τους πολεμιστές)
  • Πρέπει να έχετε μόνο εχθρούς που αξίζει να μισείτε, όχι όμως εχθρούς για να τους περιφρονείτε. Πρέπει να είστε περήφανοι για τους εχθρούς σας: γιατί τότε τα κατορθώματα του εχθρού σας θα είναι και δικά σας. (Μέρος πρώτο, Για τον πόλεμο και τους πολεμιστές)
  • Για τις μεγάλες ψυχές, η γη είναι ακόμη ελεύθερη. Για τις μεγάλες ψυχές, ελεύθερη είναι ακόμη μια ελεύθερη ζωή. Αληθινά, όποιος κατέχει λίγα, κατέχεται εξίσου λίγο: ευλογημένη να είναι η μικρή φτώχεια! (Μέρος πρώτο, Για το νέο είδωλο)
  • Γίνε και πάλι όμοιος με το δέντρο που αγαπάς, αυτό με τα πλατιά κλαδιά: σιωπηλό και με τα κλαδιά στημένα κρέμεται πάνω απ’ τη θάλασσα. (Μέρος πρώτο, Για τις μύγες της αγοράς)
  • Στον κόσμο, τα καλύτερα πράγματα δεν αξίζουν τίποτε, αν δεν υπάρχει ένας που να τα βγάλει στη σκηνή: μεγάλους άνδρες ονομάζει ο λαός αυτούς τους σκηνοθέτες. (Μέρος πρώτο, Για τις μύγες της αγοράς)
  • Εκείνος που φτάνει στη γνώση, κατεβαίνει απρόθυμα στα νερά της αλήθειας, όχι όταν αυτή είναι βρόμικη, αλλά όταν είναι ρηχή. (Μέρος πρώτο, Για την αγνότητα)
  • Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να ελευθερωθούν από τις δικές τους αλυσίδες και όμως είναι ελευθερωτές των φίλων τους. (Μέρος πρώτο, Για τον φίλο)
  • Όσα δίνετε στον φίλο σας, εγώ θα τα δώσω στον εχθρό μου και πάλι δε θα γίνω φτωχότερος. (Μέρος πρώτο, Για τον φίλο)
  • Η συναναστροφή με τους ανθρώπους χαλάει το χαρακτήρα, ιδιαίτερα όταν δεν έχει κανείς τέτοιον. (Μέρος πρώτο, Για την αγάπη προς τον πλησίον)
  • Όλα στη γυναίκα είναι αίνιγμα και όλα στη γυναίκα έχουν λύση: ονομάζεται εγκυμοσύνη. (Μέρος πρώτο, Για τη γριά και τη νέα γυναικούλα)
  • Ο αληθινός άνδρας θέλει δύο πράγματα: τον κίνδυνο και το παιχνίδι. Γι’ αυτό θέλει τη γυναίκα, σαν το πιο επικίνδυνο παιχνίδι. (Μέρος πρώτο, Για τη γριά και τη νέα γυναικούλα)
  • (Ο Ιησούς) πέθανε πολύ νωρίς• αυτός ο ίδιος θα απαρνιόταν τη διδασκαλία του, αν έφτανε στη δική μου ηλικία! (Μέρος πρώτο, Για τον εθελούσιο θάνατο)
  • Ο άνθρωπος της γνώσης δεν πρέπει να αγαπά μόνο τους εχθρούς του, αλλά και να μπορεί να μισεί τους φίλους του. (Μέρος πρώτο, Για τη δωρήτρια αρετή)
  • Ανταμείβει κανείς άσχημα το δάσκαλο, όταν μένει πάντα μαθητής. (Μέρος πρώτο, Για τη δωρήτρια αρετή)
  • Ο άνθρωπος της γνώσης δεν πρέπει να αγαπά μόνο τους εχθρούς του, αλλά και να μπορεί να μισεί τους φίλους του.
  • Πρέπει να έχει κανείς χάος μέσα του για να μπορέσει να γεννήσει ένα αστέρι που χορεύει.
Πέρα Από το Καλό και το Κακό (1886)

Από τις προκαταλήψεις των φιλοσόφων
  • Οι φυσιολόγοι πρέπει να σκέφτονται καλά πριν θεωρήσουν δεδομένο ότι η ενόρμηση της αυτοσυντήρησης είναι η κύρια ενόρμηση στα οργανικά όντα. Κάτι ζωντανό επιθυμεί πάνω από όλα να διαχύσει τη ρώμη του – όλη η ζωή είναι μια θέληση για δύναμη: η αυτοσυντήρηση είναι μόνο μία από τις έμμεσες και συχνότερες συνέπειές της.
  • Ίσως η φυσική είναι μόνο μια ερμηνεία και τακτοποίηση του κόσμου, και όχι μια εξήγηση του κόσμου.
  • Ασφαλώς δεν είναι το μικρότερο θέλγητρο μιας θεωρίας το ότι είναι ανασκευάσιμη: ακριβώς γι’ αυτό προσελκύει τα πιο εκλεπτυσμένα μυαλά.
  • Η θέληση δεν είναι μόνο ένα σύμπλεγμα αισθάνεσθαι και σκέπτεσθαι, αλλά προπαντός ένα αίσθημα: συγκεκριμένα, το αίσθημα της διοίκησης.
  • [Οι φιλόσοφοι] κάτω από ένα αόρατο ξόρκι διαγράφουν πάντα την ίδια τροχιά: όσο ανεξάρτητοι κι αν νιώθουν μεταξύ τους, με τη θέλησή τους για κριτική ή για συστηματοποίηση, κάτι μέσα τους τους οδηγεί, κάτι τους βάζει σε μια καθορισμένη σειρά τον ένα μετά τον άλλο: είναι ακριβώς αυτή η έμφυτη συστηματοποίηση και σχέση των εννοιών.
  • Ο ψυχολόγος θα μπορούσε τουλάχιστον να απαιτήσει να αναγνωριστεί και πάλι η ψυχολογία ως βασίλισσα των επιστημών, ενώ οι άλλες επιστήμες υπάρχουν για να την υπηρετούν και να την προετοιμάζουν. Γιατί η ψυχολογία είναι και πάλι ο δρόμος προς τα βασικά προβλήματα.
Το ελεύθερο πνεύμα
  • Κανένας δεν ψεύδεται τόσο όσο ο αγανακτισμένος άνθρωπος.
  • Δε γνωρίζω τίποτε που να με έκανε να στοχαστώ περισσότερο το κρύψιμο και τη φύση Σφίγγας του Πλάτωνα όσο αυτό το ευτυχώς διασωθέν περιστατικό: το ότι κάτω από το μαξιλάρι του νεκροκρέβατού του δε βρήκαν καμιά «Βίβλο», τίποτε αιγυπτιακό, πυθαγόρειο, πλατωνικό – αλλά τον Αριστοφάνη.
  • Πολύ λίγοι είναι φτιαγμένοι για ανεξαρτησία – είναι ένα προνόμιο των δυνατών.
  • Οι υψηλότερες διοράσεις μας πρέπει – και θα έπρεπε! – να ηχούν σαν τρελές σε ορισμένες περιπτώσεις, σαν εγκλήματα, όταν φτάνουν με ανεπίτρεπτο τρόπο στα αυτιά εκείνων που δεν είναι φτιαγμένοι και προορισμένοι γι’ αυτές.
  • Το στοιχείο της οργής και το στοιχείο του σεβασμού που χαρακτηρίζουν τη νεότητα, μοιάζουν να μην αφήνουν σε ησυχία τον εαυτό τους ώσπου να παραποιήσουν ανθρώπους και πράγματα με τέτοιο τρόπο που να μπορούν να ξεσπάσουν σ’ αυτά – η νεότητα ως τέτοια είναι κάτι που παραποιεί και εξαπατά.
  • Το ξεπέρασμα της ηθικής, υπό μια ορισμένη έννοια ακόμη και η αυτοϋπέρβαση της ηθικής: ας είναι αυτό το όνομα για εκείνη τη μακρόχρονη μυστική εργασία που έχει κρατηθεί για τις πιο επιτήδειες, πιο έντιμες και επίσης πιο κακεντρεχείς συνειδήσεις τής σήμερον, ως ζώσες λυδίες λίθους της ψυχής.
  • Όταν ο άνθρωπος καταπιάνεται με τις αλήθειες με πάρα πολύ ανθρώπινο τρόπο – ψάχνει δηλαδή το αληθινό μόνο και μόνο για να κάνει το καλό – βάζω στοίχημα πως δε βρίσκει τίποτε.
Η θρησκευτική φύση
  • Κάποτε οι άνθρωποι θυσίαζαν στους θεούς τους ανθρώπους, ίσως εκείνους που αγαπούσαν περισσότερο. Ύστερα, στην ηθική εποχή της ανθρωπότητας, οι άνθρωποι θυσίαζαν στους θεούς τους τα ισχυρότερα ένστικτα που είχαν, τη φύση τους. Τέλος, τι άλλο έμεινε να θυσιάσουν; Καθετί παρηγορητικό, άγιο, θεραπευτικό, γεμάτο ελπίδα, γεμάτο πίστη σε μια κρυμμένη αρμονία, σε μια μελλοντική μακαριότητα και δικαιοσύνη. Τον ίδιο το θεό.
Γνωμικά και ιντερμέδια
  • Η γοητεία της γνώσης θα ήταν μικρή αν δεν έπρεπε να υπερνικηθεί τόσο πολλή ντροπή στο δρόμο προς αυτήν.
  • Όχι η δύναμη, αλλά η διάρκεια των υψηλών αισθημάτων είναι εκείνη που κάνει τους ανώτερους ανθρώπους.
  • Όποιος φτάνει το ιδανικό του, απ’ αυτό το ίδιο το γεγονός το ξεπερνά κιόλας.
  • Ωριμότητα του ανθρώπου: το να ξαναβρίσκει κανείς τη σοβαρότητα που είχε παιδί, όταν έπαιζε.
  • Πώς; Ένας μεγάλος άνθρωπος; Εγώ βλέπω πάντα μόνο τον ηθοποιό του ίδιου του τού ιδεώδους.
  • Όταν γυμνάσει κανείς τη συνείδησή του, αυτή τον φιλάει την ίδια στιγμή που τον δαγκώνει.
  • Δεν υπάρχουν καθόλου ηθικά φαινόμενα, αλλά μόνο μια ηθική ερμηνεία των φαινομένων.
  • Ο αισθησιασμός επισπεύδει τόσο την ανάπτυξη του έρωτα, που η ρίζα παραμένει αδύναμη και μπορεί να ξεριζωθεί εύκολα.
  • Στην αληθινή αγάπη, η ψυχή είναι εκείνη που περιβάλλει το σώμα.
  • Η γυναίκα δε θα είχε το δαιμόνιο του καλλωπισμού, αν δεν είχε το ένστικτο ότι παίζει το δεύτερο ρόλο.
  • Όποιος παλεύει με τέρατα, πρέπει να προσέξει να μη γίνει τέρας. Κι όταν κοιτάς πολλή ώρα μέσα σε μια άβυσσο, κοιτάει και η άβυσσος μέσα σε σένα.
  • Το να έχει κανείς ταλέντο δεν είναι αρκετό: πρέπει να έχει και την άδειά σας να το έχει – ε, φίλοι μου;
  • Οι ποιητές είναι αναιδείς απέναντι στα βιώματά τους: τα εκμεταλλεύονται.
  • Το να μιλάς πολύ για τον εαυτό σου μπορεί να είναι και ένα μέσο για να τον κρύβεις.
  • Στον έπαινο υπάρχει περισσότερη ενόχληση απ’ ότι στη μομφή.
  • Αγαπάμε τελικά τις επιθυμίες μας και όχι αυτό που επιθυμούμε.
  • Δε με συντάραξε το ότι μου είπες ψέματα, αλλά το ότι δε σε πιστεύω πια.
Για τη φυσική ιστορία της ηθικής
  • Κάθε ηθική είναι ένα κομμάτι τυραννίας εναντίον της φύσης, καθώς και εναντίον της λογικής.
  • Για όσο καιρό η ωφέλεια που κυριαρχεί στις ηθικές αξιολογικές κρίσεις είναι αποκλειστικά η ωφέλεια για την αγέλη, για όσο καιρό το βλέμμα είναι στραμμένο αποκλειστικά στη διατήρηση της κοινότητας και το ανήθικο εντοπίζεται ακριβώς και αποκλειστικά σε ό,τι μοιάζει να βάζει σε κίνδυνο την ύπαρξη της κοινότητας: για όσο καιρό συμβαίνουν αυτά, δεν μπορεί να υπάρχει ηθική της αγάπης για τον πλησίον.
Η γενεαλογία της ηθικής (1887)
  • Οι ιερείς είναι πάντα οι πιο κακοί εχθροί. Γιατί; Επειδή είναι οι πιο αδύναμοι. Η αδυναμία τους γεννάει μέσα τους ένα τερατώδες, άγριο, διανοητικό και δηλητηριασμένο μίσος.
  • Η ιστορία της ανθρωπότητας θα ήταν μια πολύ ηλίθια υπόθεση, αν δεν υπήρχε το πνεύμα που φύσηξαν μέσα της οι αδύναμοι.
  • Ενώ κάθε αριστοκρατική ηθική γεννιέται από μια θριαμβευτική αυτοκατάφαση, η ηθική των δούλων αντιθέτει πρώτα ένα «όχι» σε ό,τι δεν αποτελεί μέρος του εαυτού της, σε ό,τι είναι διαφορετικό από αυτήν, σε ό,τι «μη εγώ»: και αυτό το «όχι» είναι η δημιουργική πράξη της.
  • Στους αδύναμους και τους καταπιεσμένους, η ευτυχία εμφανίζεται κυρίως με τη μορφή του ναρκωτικού, της ανάπαυσης, της ειρήνης, του «σαββάτου», της πνευματικής και σωματικής χαλάρωσης, με λίγα λόγια με την παθητική της μορφή.
  • Πόσο σέβεται τον εχθρό του ο ανώτερος άνθρωπος! Κι ένας τέτοιος σεβασμός είναι ο έτοιμος δρόμος για την αγάπη!
  • Σήμερα δε βλέπουμε τίποτα που να μας αφήνει να γίνουμε μεγαλύτεροι∙ διαισθανόμαστε πως όλα όσο πάνε μικραίνουν, πως όσο πάνε περιορίζονται σε κάτι πιο μικρό, πιο ακίνδυνο, πιο φρόνιμο, πιο μέτριο και πιο αδιάφορο, ως τον υπερθετικό βαθμό των κινεζισμών και των χριστιανικών αρετών∙ ας μην αμφιβάλλουμε, ο άνθρωπος γίνεται όλο και «καλύτερος».
  • Και η ανημποριά που δεν εκδικείται, με το ψέμα γίνεται «καλοσύνη»∙ η φοβισμένη χαμέρπεια «ταπεινοφροσύνη»∙ η υποταγή σε εκείνους που μισούμε «υπακοή». Ό,τι το ακίνδυνο υπάρχει στο αδύναμο ον, η δειλία του, εκείνη η δειλία που υπάρχει άφθονη μέσα του στολίζεται με ένα καλόηχο όνομα και ονομάζεται «υπομονή», και καμιά φορά μάλιστα και «αρετή», και τίποτε άλλο.
  • Πόσο αίμα και πόση τιμή βρίσκεται στο βάθος των «καλών πραγμάτων»!
  • Όλα τα μεγάλα πράγματα χάνονται από μόνα τους, με μια πράξη αυτοκατάργησης.
  • Ο άνθρωπος θα προτιμήσει συντομότερα να θέλει το μηδέν, παρά να μη θέλει τίποτα.
Ο Αντίχριστος (1888)
  • Τι είναι καλό; Ό,τι ανυψώνει στον άνθρωπο το αίσθημα της δύναμης, τη θέληση για απόκτηση δύναμης, την ίδια τη δύναμη. Τι είναι κακό; Ό,τι γεννιέται από την αδυναμία. Τι είναι ευτυχία; Το αίσθημα ότι η δύναμη μεγαλώνει – ότι μια αντίσταση εξουδετερώνεται.
  • Οι αδύναμοι και οι αποτυχημένοι πρέπει να εκλείψουν: είναι η πρώτη αρχή της δικής μας αγάπης για τον άνθρωπο.
  • Η ευσπλαχνία αρνείται τη ζωή, την κάνει ακόμη πιο άξια άρνησης. Η ευσπλαχνία είναι η πρακτική του μηδενισμού.
  • Ο άνθρωπος δεν είναι κατά κανένα τρόπο η κορώνα της δημιουργίας: κάθε ζων ον στέκει δίπλα του στο ίδιο επίπεδο τελειότητας.
  • Στον χριστιανισμό ούτε η ηθική ούτε η θρησκεία έχουν κάποιο σημείο επαφής με την πραγματικότητα.
  • Τι σημασία θα είχε ένας θεός που δε θα ήξερε τίποτα από οργή, εκδίκηση, φθόνο, περιφρόνηση, δόλο και βία, που θα αγνοούσε το γοητευτικό ξέσπασμα της νίκης και της εκμηδένισης; Κανείς δε θα καταλάβαινε ένα τέτοιο θεό∙ γιατί λοιπόν τον έχουμε;
  • Η αγάπη είναι μια κατάσταση όπου ο άνθρωπος βλέπει συνήθως τα πράγματα έτσι όπως αυτά δεν είναι.
  • (Ο Χριστός) ήταν ένας πολιτικός εγκληματίας, στο βαθμό που μπορούσαν να υπάρχουν πολιτικοί εγκληματίες σε μια παράλογα απολιτική κοινότητα. Πέθανε επειδή ήταν ένοχος. Δεν υπάρχει λόγος να ισχυριζόμαστε – αν και αυτό γίνεται πολλές φορές – ότι πέθανε για τις αμαρτίες των άλλων.
  • Η ίδια η λέξη «χριστιανισμός» είναι παρανόηση: στην πραγματικότητα υπήρχε μόνο ένας χριστιανός, κι αυτός πέθανε πάνω στο σταυρό.
  • «Μην κρίνεις» λένε αυτοί (οι ιερείς), αλλά στέλνουν στην κόλαση ό,τι στέκει στο δρόμο τους. Αφήνοντας το θεό να κρίνει, κρίνουν αυτοί∙ δοξάζοντας το θεό, δοξάζουν τους εαυτούς τους∙ απαιτώντας τις αρετές που τους χρειάζονται για να κρατηθούν στην κορυφή, δίνουν στον εαυτό τους τη μεγαλειώδη όψη μιας πάλης για την αρετή.
  • Εναντίον της ανίας, ακόμα και οι θεοί αγωνίζονται μάταια.
  • Έτσι ο θεός δημιούργησε τη γυναίκα. Αυτό ήταν πράγματι το τέλος της ανίας – αλλά και άλλων πραγμάτων! Η γυναίκα ήταν το δεύτερο λάθος του θεού.
  • Μια σύντομη επίσκεψη σε ένα φρενοκομείο δίνει μια αναμφισβήτητη απόδειξη για το ότι η πίστη κάνει τους ανθρώπους μακάριους μόνο σε ορισμένες περιστάσεις, για το ότι η μακαριότητα δεν μετατρέπει μια παγιωμένη ιδέα σε αληθή ιδέα, και για το ότι η πίστη δεν κινεί βουνά, αλλά υψώνει βουνά εκεί που δεν υπάρχουν.(Συχνή παράφραση: Μια σύντομη επίσκεψη σε ένα φρενοκομείο δείχνει πως η πίστη δεν αποδεικνύει τίποτε.)Πίστη σημαίνει να μη θέλεις να μάθεις την αλήθεια.
  • Νιχιλισμός και χριστιανισμός: ομοιοκαταληκτούν μεταξύ τους, αλλά αυτό δεν είναι το μοναδικό κοινό χαρακτηριστικό τους.
  • Ονομάζω το χριστιανισμό μοναδική μεγάλη μάστιγα, μοναδική μεγάλη εσωτερική διαφθορά, μοναδικό μεγάλο ένστικτο εκδίκησης, που δε βρίσκει μέσο αρκετά δηλητηριώδες, αρκετά ύπουλο, αρκετά υποχθόνιο, αρκετά ποταπό. Τον ονομάζω μοναδικό και αθάνατο στίγμα της ανθρωπότητας.
  • Και ο χρόνος μετριέται από την καταραμένη μέρα από την οποία άρχισε τούτη η συμφορά – από την πρώτη μέρα του χριστιανισμού! Γιατί να μην τον μετρούμε από την τελευταία μέρα του χριστιανισμού; Γιατί όχι από σήμερα; Επαναξιολόγηση όλων των αξιών!
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ: ΜΕΡΟΣ Β'

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ

ΙΣΟΚΡ 4.75–81

Αναζητώντας την ερμηνεία των κατορθωμάτων στα Μηδικά: οι αξίες και ο τρόπος ζωής της προηγούμενης γενιάς

Ανατρέχοντας στο απώτερο παρελθόν στο πρώτο μέρος του λόγου του, το επιδεικτικό, ο ρήτορας αναφέρθηκε στις ευεργεσίες της Αθήνας προς τους Ηρακλείδες και το Άργος, αλλά και στις υπηρεσίες της πόλης προς τους υπόλοιπους Έλληνες με την αντιμετώπιση Θρακών, Σκυθών και Αμαζόνων. Πριν μιλήσει για τους Περσικούς πολέμους, σημείωσε ότι επιδίωξή του δεν ήταν να αποσιωπήσει τη συνεισφορά των Λακεδαιμονίων σε αυτούς· άλλωστε, αυτή ανέδειξε ακόμη περισσότερο την αξία και υπεροχή των Αθηναίων. Και συνεχίζει:


[75] Πλείστων μὲν οὖν ἀγαθῶν αἰτίους καὶ μεγίστων
ἐπαίνων ἀξίους ἡγοῦμαι γεγενῆσθαι τοὺς τοῖς σώμασιν
ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος προκινδυνεύσαντας· οὐ μὴν οὐδὲ τῶν
πρὸ τοῦ πολέμου τούτου γενομένων καὶ δυναστευσάντων ἐν
ἑκατέρᾳ τοῖν πολέοιν δίκαιον ἀμνημονεῖν· ἐκεῖνοι γὰρ
ἦσαν οἱ προασκήσαντες τοὺς ἐπιγιγνομένους καὶ τὰ πλήθη
προτρέψαντες ἐπ’ ἀρετὴν καὶ χαλεποὺς ἀνταγωνιστὰς
τοῖς βαρβάροις ποιήσαντες. [76] οὐ γὰρ ὠλιγώρουν τῶν
κοινῶν, οὐδ’ ἀπέλαυον μὲν ὡς ἰδίων, ἠμέλουν δ’ ὡς ἀλλο-
τρίων, ἀλλ’ ἐκήδοντο μὲν ὡς οἰκείων, ἀπείχοντο δ’ ὥσπερ
χρὴ τῶν μηδὲν προσηκόντων· οὐδὲ πρὸς ἀργύριον τὴν εὐδαι-
μονίαν ἔκρινον, ἀλλ’ οὗτος ἐδόκει πλοῦτον ἀσφαλέστατον
κεκτῆσθαι καὶ κάλλιστον, ὅστις τοιαῦτα τυγχάνοι πράττων
ἐξ ὧν αὐτός τε μέλλοι μάλιστ’ εὐδοκιμήσειν καὶ τοῖς
παισὶν μεγίστην δόξαν καταλείψειν. [77] οὐδὲ τὰς θρα-
σύτητας τὰς ἀλλήλων ἐζήλουν, οὐδὲ τὰς τόλμας τὰς αὑτῶν
ἤσκουν, ἀλλὰ δεινότερον μὲν ἐνόμιζον εἶναι κακῶς ὑπὸ τῶν
πολιτῶν ἀκούειν ἢ καλῶς ὑπὲρ τῆς πόλεως ἀποθνῄσκειν,
μᾶλλον δ’ ᾐσχύνοντ’ ἐπὶ τοῖς κοινοῖς ἁμαρτήμασιν ἢ νῦν ἐπὶ
τοῖς ἰδίοις τοῖς σφετέροις αὐτῶν.

[78] Τούτων δ’ ἦν αἴτιον ὅτι τοὺς νόμους ἐσκόπουν ὅπως
ἀκριβῶς καὶ καλῶς ἕξουσιν, οὐχ οὕτω τοὺς περὶ τῶν ἰδίων
συμβολαίων ὡς τοὺς περὶ τῶν καθ’ ἑκάστην τὴν ἡμέραν
ἐπιτηδευμάτων· ἠπίσταντο γὰρ ὅτι τοῖς καλοῖς κἀγαθοῖς
τῶν ἀνθρώπων οὐδὲν δεήσει πολλῶν γραμμάτων, ἀλλ’ ἀπ’
ὀλίγων συνθημάτων ῥᾳδίως καὶ περὶ τῶν ἰδίων καὶ περὶ τῶν
κοινῶν ὁμονοήσουσιν. [79] οὕτω δὲ πολιτικῶς εἶχον, ὥστε
καὶ τὰς στάσεις ἐποιοῦντο πρὸς ἀλλήλους οὐχ ὁπότεροι τοὺς
ἑτέρους ἀπολέσαντες τῶν λοιπῶν ἄρξουσιν, ἀλλ’ ὁπότεροι
φθήσονται τὴν πόλιν ἀγαθόν τι ποιήσαντες· καὶ τὰς ἑταιρείας
συνῆγον οὐχ ὑπὲρ τῶν ἰδίᾳ συμφερόντων, ἀλλ’ ἐπὶ τῇ τοῦ
πλήθους ὠφελείᾳ. [80] τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ τὰ τῶν ἄλλων
διῴκουν, θεραπεύοντες ἀλλ’ οὐχ ὑβρίζοντες τοὺς Ἕλληνας,
καὶ στρατηγεῖν οἰόμενοι δεῖν ἀλλὰ μὴ τυραννεῖν αὐτῶν,
καὶ μᾶλλον ἐπιθυμοῦντες ἡγεμόνες ἢ δεσπόται προσαγο-
ρεύεσθαι καὶ σωτῆρες ἀλλὰ μὴ λυμεῶνες ἀποκαλεῖσθαι, τῷ
ποιεῖν εὖ προσαγόμενοι τὰς πόλεις, ἀλλ’ οὐ βίᾳ καταστρε-
φόμενοι, [81] πιστοτέροις μὲν τοῖς λόγοις ἢ νῦν τοῖς
ὅρκοις χρώμενοι, ταῖς δὲ συνθήκαις ὥσπερ ἀνάγκαις ἐμμέ-
νειν ἀξιοῦντες, οὐχ οὕτως ἐπὶ ταῖς δυναστείαις μέγα
φρονοῦντες, ὡς ἐπὶ τῷ σωφρόνως ζῆν φιλοτιμούμενοι, τὴν
αὐτὴν ἀξιοῦντες γνώμην ἔχειν πρὸς τοὺς ἥττους ἥνπερ
τοὺς κρείττους πρὸς σφᾶς αὐτούς, ἴδια μὲν ἄστη τὰς
αὑτῶν πόλεις ἡγούμενοι, κοινὴν δὲ πατρίδα τὴν Ἑλλάδα
νομίζοντες εἶναι.

***
[75] Βέβαια πρόσφεραν, νομίζω, πάρα πολλές ευεργεσίες και αξίζουν χωρίς άλλο τον πιο μεγάλο έπαινο αυτοί που πρόταξαν τα στήθη τους για την ελευθερία των Ελλήνων. Όμως σωστό δεν είναι να ξεχνούμε και εκείνους που έζησαν πριν από αυτόν τον πόλεμο και είχαν στα χέρια τους την τύχη τόσο της μιας όσο και της άλλης πολιτείας: Εκείνοι είναι που άσκησαν τους μεταγενέστερους, έδειξαν στο λαό το δρόμο για την αρετή και τον έκαναν να γίνει ο φόβος και ο τρόμος των βαρβάρων.

[76] Και αυτό γιατί δεν έδειχναν αδιαφορία για τα δημόσια πράγματα, δεν τα εκμεταλλεύονταν σαν να ήταν προσωπικό τους βιος αδιαφορώντας σύγκαιρα γι' αυτά, σαν να ήταν ξένα. Αντίθετα τα νοιάζονταν με την καρδιά τους, σαν να ήταν δικό τους χτήμα, μα απομάκρυναν κάθε προσωπικό συμφέρον από αυτά, όπως είναι σωστό να γίνεται πάντα για πράγματα που δε μας ανήκουν. Ούτε και μετρούσαν την ευτυχία με βάση τη χρηματική περιουσία του καθενός· πλούτη σπουδαία και άξια πίστευαν πως έχει αυτός μονάχα που κάνει όσα είναι για να του εξασφαλίσουν το πιο έντιμο όνομα και για να αφήσει στα παιδιά του κληρονομιά την πιο μεγάλη δόξα.

[77] Δε ζήλευαν επίσης την επίδειξη παράτολμης παλικαριάς ― γι' αυτό και δεν έπαιρναν μέτρα για να ασκηθεί η τόλμη τους. Παρ' όλα αυτά τους ήταν πιο οδυνηρό να τους κακολογούν οι συμπολίτες τους, παρά να δώσουν τη ζωή τους τιμημένα υπερασπίζοντας την πόλη· και περισσότερη ντροπή τους έφερνε το σφάλμα που είχε αντίχτυπο στο κοινό συμφέρον από όση νιώθουμε σήμερα εμείς για τα προσωπικά μας λάθη. [78] Αυτό οφείλεται βασικά στο γεγονός ότι αγρυπνούσαν πάντα για τη δικαιοσύνη και τη σωστή εφαρμογή των νόμων ― όχι τόσο γι' αυτούς που αναφέρονταν σε ιδιωτικές συναλλαγές, όσο γι' αυτούς που ρύθμιζαν τις καθημερινές κοινωνικές σχέσεις των πολιτών. Ήξεραν δα ότι οι τίμιοι άνθρωποι δε χρειάζονταν πολλές γραπτές διατυπώσεις· μια απλή έντιμη συμφωνία εύκολα θα μπορούσε να στηρίξει και τις προσωπικές και τις δημόσιες συναλλαγές τους.

[79] Και είχαν τέτοια πολιτική συνείδηση, ώστε ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα κόμματα είχε σκοπό όχι βέβαια ποιο θα εξοντώσει το άλλο, για να αναλάβει ύστερα την εξουσία, αλλά ποιο θα πρωτοπροσφέρει τις αγαθές υπηρεσίες του στην πόλη. Και τα πολιτικά τους κόμματα δεν απόβλεπαν σε κομματικά οφέλη, αλλά εξυπηρετούσαν μόνο του συνόλου τα συμφέροντα.

[80] Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο ρύθμιζαν και τις σχέσεις τους με τις άλλες πόλεις, τις συμμαχικές: Προστάτευαν τους Έλληνες και δεν τους καταπίεζαν· θεωρούσαν χρέος τους να είναι οι στρατηγοί τους και όχι οι τύραννοί τους· προτιμούσαν να τους αποκαλούν ηγέτες και όχι αφεντικά, σωτήρες και όχι εξολοθρευτές. Έπαιρναν με το μέρος τους τις πόλεις με τις ευεργεσίες τους και δεν τους ανάγκαζαν με τη βία, [81] και ήταν ο λόγος τους πιο αξιόπιστος από ό,τι είναι σήμερα οι όρκοι. Είχαν την αξίωση οι συμφωνίες και οι συνθήκες να είναι απαραβίαστες σαν την ανάγκη όχι πως είχαν καμιά έπαρση, που ήταν οι αρχηγοί, αλλά καμάρωναν πραγματικά για τη ζωή τους, που ήταν μετρημένη και άψογη. Ένιωθαν ακόμα χρέος τους στους κατώτερους να φέρονται όπως θα ήθελαν οι ίδιοι να φέρονται οι ανώτεροι σ' αυτούς. Τέλος ο καθένας έβλεπε την πόλη του σαν ιδιαίτερα δικό του τόπο, μα ένιωθε για κοινή πατρίδα όλων την Ελλάδα.