Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (20.1-20.53)

Ραψωδία υ' Τὰ πρὸ τῆς μνηστηροφονίας


Αὐτὰρ ὁ ἐν προδόμῳ εὐνάζετο δῖος Ὀδυσσεύς·
κὰμ μὲν ἀδέψητον βοέην στόρεσ᾽, αὐτὰρ ὕπερθεν
κώεα πόλλ᾽ ὀΐων, τοὺς ἱρεύεσκον Ἀχαιοί·
Εὐρυνόμη δ᾽ ἄρ᾽ ἐπὶ χλαῖναν βάλε κοιμηθέντι.
5 ἔνθ᾽ Ὀδυσεὺς μνηστῆρσι κακὰ φρονέων ἐνὶ θυμῷ
κεῖτ᾽ ἐγρηγορόων· ταὶ δ᾽ ἐκ μεγάροιο γυναῖκες
ἤϊσαν, αἳ μνηστῆρσιν ἐμισγέσκοντο πάρος περ,
ἀλλήλῃσι γέλω τε καὶ εὐφροσύνην παρέχουσαι.
τοῦ δ᾽ ὠρίνετο θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι φίλοισι·
10 πολλὰ δὲ μερμήριζε κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν,
ἠὲ μεταΐξας θάνατον τεύξειεν ἑκάστῃ,
ἦ ἔτ᾽ ἐῷ μνηστῆρσιν ὑπερφιάλοισι μιγῆναι
ὕστατα καὶ πύματα, κραδίη δέ οἱ ἔνδον ὑλάκτει.
ὡς δὲ κύων ἀμαλῇσι περὶ σκυλάκεσσι βεβῶσα
15 ἄνδρ᾽ ἀγνοιήσασ᾽ ὑλάει μέμονέν τε μάχεσθαι,
ὥς ῥα τοῦ ἔνδον ὑλάκτει ἀγαιομένου κακὰ ἔργα·
στῆθος δὲ πλήξας κραδίην ἠνίπαπε μύθῳ·
«τέτλαθι δή, κραδίη· καὶ κύντερον ἄλλο ποτ᾽ ἔτλης,
ἤματι τῷ ὅτε μοι μένος ἄσχετος ἤσθιε Κύκλωψ
20 ἰφθίμους ἑτάρους· σὺ δ᾽ ἐτόλμας, ὄφρα σε μῆτις
ἐξάγαγ᾽ ἐξ ἄντροιο ὀϊόμενον θανέεσθαι.»
Ὣς ἔφατ᾽, ἐν στήθεσσι καθαπτόμενος φίλον ἦτορ·
τῷ δὲ μάλ᾽ ἐν πείσῃ κραδίη μένε τετληυῖα
νωλεμέως· ἀτὰρ αὐτὸς ἑλίσσετο ἔνθα καὶ ἔνθα.
25 ὡς δ᾽ ὅτε γαστέρ᾽ ἀνὴρ πολέος πυρὸς αἰθομένοιο,
ἐμπλείην κνίσης τε καὶ αἵματος, ἔνθα καὶ ἔνθα
αἰόλλῃ, μάλα δ᾽ ὦκα λιλαίεται ὀπτηθῆναι,
ὣς ἄρ᾽ ὅ γ᾽ ἔνθα καὶ ἔνθα ἑλίσσετο μερμηρίζων,
ὅππως δὴ μνηστῆρσιν ἀναιδέσι χεῖρας ἐφήσει
30 μοῦνος ἐὼν πολέσι. σχεδόθεν δέ οἱ ἦλθεν Ἀθήνη
οὐρανόθεν καταβᾶσα· δέμας δ᾽ ἤϊκτο γυναικί·
στῆ δ᾽ ἄρ᾽ ὑπὲρ κεφαλῆς καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπε·
«τίπτ᾽ αὖτ᾽ ἐγρήσσεις, πάντων περὶ κάμμορε φωτῶν;
οἶκος μέν τοι ὅδ᾽ ἐστί, γυνὴ δέ τοι ἥδ᾽ ἐνὶ οἴκῳ
35 καὶ πάϊς, οἷόν πού τις ἐέλδεται ἔμμεναι υἷα.»
Τὴν δ᾽ ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·
«ναὶ δὴ ταῦτά γε πάντα, θεά, κατὰ μοῖραν ἔειπες·
ἀλλά τί μοι τόδε θυμὸς ἐνὶ φρεσὶ μερμηρίζει,
ὅππως δὴ μνηστῆρσιν ἀναιδέσι χεῖρας ἐφήσω,
40 μοῦνος ἐών· οἱ δ᾽ αἰὲν ἀολλέες ἔνδον ἔασι.
πρὸς δ᾽ ἔτι καὶ τόδε μεῖζον ἐνὶ φρεσὶ μερμηρίζω·
εἴ περ γὰρ κτείναιμι Διός τε σέθεν τε ἕκητι,
πῇ κεν ὑπεκπροφύγοιμι; τά σε φράζεσθαι ἄνωγα.»
Τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη·
45 «σχέτλιε, καὶ μέν τίς τε χερείονι πείθεθ᾽ ἑταίρῳ,
ὅς περ θνητός τ᾽ ἐστὶ καὶ οὐ τόσα μήδεα οἶδεν·
αὐτὰρ ἐγὼ θεός εἰμι, διαμπερὲς ἥ σε φυλάσσω
ἐν πάντεσσι πόνοις. ἐρέω δέ τοι ἐξαναφανδόν·
εἴ περ πεντήκοντα λόχοι μερόπων ἀνθρώπων
50 νῶϊ περισταῖεν, κτεῖναι μεμαῶτες Ἄρηϊ,
καί κεν τῶν ἐλάσαιο βόας καὶ ἴφια μῆλα.
ἀλλ᾽ ἑλέτω σε καὶ ὕπνος· ἀνίη καὶ τὸ φυλάσσειν
πάννυχον ἐγρήσσοντα, κακῶν δ᾽ ὑποδύσεαι ἤδη.»

***
Τότε στον πρόδομο επήγε να πλαγιάσει ο θείος Οδυσσέας.
Έστρωσε κάτω αδούλευτο βοδίσιο δέρμα, πάνω του έριξε
πολλές προβιές — από τα πρόβατα που σφάζουν οι Αχαιοί στο γλέντι τους·
σαν έγειρε να κοιμηθεί, τον σκέπασε η Ευρυνόμη με μια κάπα.
Αλλά εκείνος πλαγιασμένος αγρυπνούσε, ο νους του μελετούσε
πώς θα χαλάσει τους μνηστήρες· οπότε βλέπει και τις δούλες να βγαίνουν
έξω απ᾽ το παλάτι, όσες συνήθιζαν και πριν με τους μνηστήρες
να κοιμούνται, όλο γελάκια και χαρούλες μεταξύ τους.
10 Πήγε να σπάσει στα στήθη η καρδιά του, μην ξέροντας τι να διαλέξει ο νους του:
να πεταχτεί ξοπίσω τους, μια μια να τις σκοτώσει;
να τις αφήσει να κυλιστούν στον έρωτα με τους ξετσίπωτους μνηστήρες,
για τελευταία κι ύστατη φορά; Σκύλιαζε μέσα του η καρδιά.
Πώς, γύρω στ᾽ άπλερά της κουταβάκια, γαβγίζει η σκύλα
τον ξένο που δεν ξέρει, έτοιμη να χυμήξει πάνω του,
όμοια κι εκείνος γάβγιζε, έβραζε ο θυμός με την ξεδιαντροπιά τους.
Μιλώντας τότε τα ᾽βαλε με την καρδιά του, τα στήθη του χτυπώντας:
«Καρδιά μου, κράτα! Κράτησες άλλοτε και πιο σκυλίσιο πόνο,
όταν ο Κύκλωπας, άγριος κι ασυγκράτητος, σου έφαγε
20 γενναίους συντρόφους· κι όμως εσύ δεν δείλιασες, ώσπου
το κοφτερό μυαλό σου σ᾽ έβγαλε έξω απ᾽ τη σπηλιά, κι ας βρέθηκες
στο χείλος του χαμού.»
Έτσι μιλώντας, μάλωνε με την καρδιά του, κι αυτή τον άκουσε
και συγκρατήθηκε, να μην ξεσπάσει η τόση οργή της.
Ο ίδιος όμως τώρα στριφογύριζε στο στρώμα του σαν σβούρα.
Πώς κάποιος, σε φωτιά αναμμένη που φουντώνει, βάζει
σπληνάντερο, ξίγκι γεμάτο κι αίμα, και σβέλτα το γυρίζει,
μια από δω μια από κει, καθώς ορέγεται το γρηγορότερο
ψημένο να το δει· έτσι κι αυτός, γυρίζοντας συνέχεια πλευρό, στριφογυρνούσε,
γιατί τον τυραννούσε η σκέψη πώς θα μπορέσει χέρι
να βάλει στους ξεδιάντροπους μνηστήρες, μόνος αυτός με τους πολλούς.
30 Φάνηκε τότε πλάι του η Αθηνά· τον ουρανό αφήνοντας,
την όψη παίρνοντας θνητής γυναίκας, στάθηκε
πάνω απ᾽ το κεφάλι του κι έτσι του μίλησε:
«Μου μένεις πάλι ξάγρυπνος, του κόσμου εσύ ο πιο δυστυχισμένος;
Μα να το σπίτι σου, να τη η γυναίκα σου μέσα στο σπίτι,
να τος κι ο γιος σου, τέτοιος που θα τον ζήλευε κάθε πατέρας.»
Της αποκρίθηκε με το πανέξυπνο μυαλό του ο Οδυσσέας:
«Το παραδέχομαι, θεά, όλα τα λόγια σου σωστά και μετρημένα.
Όμως εμένα ο νους μου ταλαντεύεται, η σκέψη μου απορεί
πώς θα μπορέσω να βάλω χέρι στους ξετσίπωτους μνηστήρες,
40 μόνος εγώ, κι αυτοί πολλοί και μαζωμένοι εδώ.
Αλλά και κάτι ακόμη, μεγάλο και βαρύ, τον νου μου βασανίζει·
αν κατορθώσω να σκοτώσω τους μνηστήρες, με του Διός
και τη δική σου θέληση, πού θα μπορούσα καταφύγιο να βρω;
Θέλω ν᾽ ακούσω τη δική σου σκέψη.»
Ανταποκρίθηκε η θεά Αθηνά, τα μάτια λάμποντας:
«Κεφάλι αγύριστο, κάποιος στη θέση σου θα είχε εμπιστοσύνη
ακόμη και σε φίλο του κατώτερο, άντρα θνητό που το μυαλό του
δεν δουλεύει τόσο· όμως εγώ είμαι θεά, νύχτα και μέρα παραμένω
φύλακάς σου σε κάθε αγώνα κι αγωνία σου. Τώρα ωστόσο καθαρά
θα σου μιλήσω: πες πως μας ζώνουν, εμάς τους δύο, πενήντα φάρες
50 βροτών που φλέγονται να μας σκοτώσουν πολεμώντας,
λοιπόν θα το κατόρθωνες εσύ μαζί μου ν᾽ αρπάξεις και τα βόδια τους
και τα θρεμμένα αρνιά τους!
Αλλά καιρός ο ύπνος να σε πάρει· είναι ανυπόφορο να ξαγρυπνά
κάποιος όλη τη νύχτα· λέω πως σύντομα θα αναδυθείς
απ᾽ τον βυθό της συμφοράς σου.»

Ψυχολογία του Βάθους

Μέχρι να κάνετε το ασυνείδητο συνειδητό, αυτό θα κατευθύνει τη ζωή σας κι εσείς θα το αποκαλείτε μοίρα -Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ, Ψυχίατρος

Ο όρος Ψυχολογία του Βάθους χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις, οι οποίες εστιάζουν στις ασυνείδητες ψυχικές διεργασίες προκειμένου να εξηγήσουν τις συμπεριφορές και τα βιώματα των ανθρώπων.

Χρησιμοποιούν το ίδιο μοντέλο του ασυνείδητου νου ως πηγή θεραπείας και εξατομίκευσης.

Η κεντρική ιδέα της Ψυχολογίας του Βάθους έγκειται στην ισχυρή επίδραση των ασυνείδητων διεργασιών πάνω στα συνειδητά ψυχικά βιώματα, τα οποία και προκύπτουν ως αποτέλεσμα του ελέγχου των παρορμήσεων και της επίλυσης των εσωτερικών συγκρούσεων.

Οι ψυχοθεραπευτικές τεχνικές της κατεύθυνσης αυτής επιθυμούν να συμπεριλάβουν την εξερεύνηση βαθύτερων συγκρούσεων και συμπλεγμάτων, απωθημένων επιθυμιών και συναισθημάτων, τη μελέτη των ονείρων και των αρχέτυπων.

Η διαδικασία αυτή επιτυγχάνεται μέσω της αναδρομής στο – φωτεινό ή σκοτεινό- παρελθόν, μέσα από την προσέγγιση της βιογραφίας του θεραπευόμενου.

Ο όρος Ψυχολογία του Βάθους χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά από τον Ελβετό ψυχίατρο Eugen Bleuler, στην προσπάθειά του να ερμηνεύσει μέσω των εννοιών του ασυνειδήτου και των απωθημένων συγκρούσεων, τη συμπτωματολογία της ψύχωσης.

Οι απαρχές της Ψυχολογίας του Βάθους τοποθετούνται ουσιαστικά στη δημιουργία της ψυχαναλυτικής σχολής από τον πατέρα της ψυχανάλυσης Sigmund Freud, ο οποίος και μελέτησε συστηματικά τις προαναφερόμενες έννοιες. Εκτός από την Ψυχανάλυση, στους κόλπους της Ψυχολογίας του Βάθους ανήκουν η Αναλυτική Ψυχολογία, που προέκυψε από τις ιδέες του Ελβετού ψυχιάτρου Carl Gustav Jung, καθώς και η Ατομική Ψυχολογία, που βασίζεται στη θεωρία του Αυστριακού Ψυχιάτερου Alfred Adler.

Η κινητήριος δύναμη των ασυνείδητων ψυχικών διεργασιών, η οποία εν τέλει θα οδηγήσει στο συνειδητό βίωμα είναι μία ειδοποιός διαφορά των τριών προαναφερόμενων σχολών: Ο Freud εστιάζει στα σεξουαλικά ένστικτα, ο Jung σε μία απροσδιόριστη ορμή ενώ ο Adler στην ανάγκη για εξουσία.

Ο Jung θεωρούσε πως το έργο του Freud πάνω στην Ερμηνεία των Ονείρων ήταν η πληρέστερη προσπάθεια που έγινε για να κατακτηθεί το αίνιγμα της ασυνείδητης ψυχής.

Η ρήξη των δύο επήλθε μέσα από τις διαφωνίες τους πάνω σε θέματα σεξουαλικότητας, ερμηνείας των ονείρων αλλά και πάνω ως προς το θέμα της θρησκείας. Ο Adler είχε επίσης διατελέσει μέλος του κύκλου του Freud αλλά ίδρυσε εντέλει τη δική του σχολή ατομικής ψυχολογίας, τονίζοντας τη θεμελιακή ανάγκη του ατόμου για σπουδαιότητα, η οποία ερμηνεύει σημαντικές όψεις της νεύρωσης.

Οι ουσιαστικές διαφορές αφορούν στην πρακτική πλευρά της θεραπευτικής διαδικασίας. Με εξαίρεση την κλασική ψυχανάλυση, η ψυχολογία του Βάθους στοχεύει σε κάποιο χρονικό όριο και προσπαθεί εξαιτίας αυτού να εστιάσει στο ψυχοθεραπευτικό αίτημα και στη συμπτωματολογία του ασθενή και όχι σε μία γενικότερη ενδοσκόπηση.

Χρησιμοποιούνται διάφορες τεχνικές αναλόγως του προβλήματος και δεν υπάρχει το θεραπευτικό πλαίσιο απουσίας οπτικής επαφής προς το θεραπευτή, καθώς εκείνος κάθεται απέναντι από το θεραπευόμενο ενώ απουσιάζει και το στοιχείο “ντιβάνι”.

Υπάρχουν κάποιες θεμελιώδεις έννοιες, οι οποίες είναι κοινές για τις θεραπευτικές κατευθύνσεις της Ψυχολογίας του Βάθους:

Το ασυνείδητο:

Η Ψυχολογία του Βάθους βασίζεται στην άποψη ότι υπάρχει ένα δυναμικό ασυνείδητο κομμάτι του ψυχισμού, το οποίο επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τα ψυχικά μας βιώματα. Πρόκειται για την περιοχή του αγνώστου στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου.

Πολλές νοητικές διεργασίες γίνονται υποσυνείδητα και υπόκεινται σε άλλους νόμους και κανόνες από ό,τι το συνειδητό κομμάτι του εαυτού μας, οι οποίοι και δεν έχουν καμία σχέση με τη “λογική”.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα της επίδρασης των ασυνείδητων διεργασιών και της “εμφάνισής” τους στα ψυχικά μας βιώματα είναι τα όνειρα, η λανθάνουσα γλώσσα, οι ψυχικοί μηχανισμοί άμυνας όπως η προβολή.

Ο Freud θεωρούσε ότι τα όνειρα μεταμφιέζουν σκόπιμα τις έννοιές τους ενώ ο Jung ότι η φύση των ονείρων είναι να παρουσιάζουν αυθόρμητα, με συμβολική μορφή, την πραγματική κατάσταση του ασυνείδητου. Υποστήριξε ότι τα όνειρα μιλούν τη συμβολική γλώσσα των εικόνων και των μεταφορών, μια γλώσσα που συνιστά φυσική έκφραση του ασυνείδητου.

Στο ασυνείδητο εδρεύουν οι απωθημένες οδυνηρές σκέψεις, συγκρούσεις και οι κύριες ορμές ή τα ένστικτα του ατόμου. Ό,τι θεωρούμε ότι έχουμε ξεχάσει, ό,τι αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις αλλά όχι με το συνειδητό νου, όσα παίρνουν σχήμα και αναδύονται κάποτε στη συνείδηση, αποτελούσαν ή αποτελούν περιεχόμενο του ασυνείδητου.

Απώθηση:

Ο Freud όρισε την απώθηση ως ένα μηχανισμό άμυνας του Εγώ, ο οποίος στοχεύει στην επίλυση ενδοψυχικών συγκρούσεων, διώχνοντας ουσιαστικά συναισθηματικά επώδυνες αναμνήσεις από το συνειδητό.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση:

Ο όρος “μεταβίβαση” αφορά στην ανακατεύθυνση και προβολή σε κάποιο πρόσωπο προσδοκιών, επιθυμιών, φόβων ή γενικά αντιλήψεων που σχηματίστηκαν στα πλαίσια πρώιμων σημαντικών σχέσεων. Οι προσδοκίες και γενικά τα συναισθήματα αυτά σχηματίζουν ένα πρότυπο, το οποίο αναβιώνεται όταν το σχεσιακό μοτίβο έχει δομή παρόμοια με αυτή της πρώιμης σχέσης, π.χ. σχέση με τον πατέρα- με τον προϊστάμενο στη δουλειά.

Στην κλασική- φροϊδική ψυχαναλυτική θεραπεία, η ανάπτυξη μεταβιβαστικής σχέσης προς τον αναλυτή είναι επιθυμητή και απαραίτητο στοιχείο στη θεραπευτικής διαδικασίας.

Ο σκοπός είναι να αναβιώσει ο θεραπευόμενος στο πρόσωπο του θεραπευτή εσωτερικευμένα συναισθήματα που είχε για τους πρωταρχικούς φροντιστές και να καταφέρει να τα επεξεργαστεί μέσα από τη θεραπευτική διαδικασία. Με τον όρο “αντιμεταβίβαση” περιγράφουμε στο πλαίσιο αυτό τη συναισθηματική αντίδραση του θεραπευτή.

Παρόλα αυτά, η μεταβίβαση παλαιών σχεσιακών προτύπων, τα οποία μας στιγμάτισαν, δε συμβαίνει μόνο στο πλαίσιο της αναλυτικής διαδικασίας αλλά λίγο- πολύ σε όλες τις διαπροσωπικές σχέσεις.

Η βαρύτητα της πρώιμης παιδικής ηλικίας:

Σε όλες τις θεραπευτικές κατευθύνσεις της ψυχολογίας του βάθους επικρατεί η αντίληψη ότι η πρώιμη παιδική ηλικία καθορίζει την ανάπτυξη της προσωπικότητας μας. Κατ΄επέκταση, οι αιτίες των ψυχικών διαταραχών αναζητούνται στην πρώιμη παιδική ηλικία και στην αλληλεπίδραση του τότε παιδιού με τους βασικούς φροντιστές του.

Διαβάστε ακόμη το σχετικό άρθρο: Η θέση του Φρόιντ για την θρησκεία.

Λυσενκοϊσμός: Η τραγωδία που συνόδευσε τον έλεγχο της επιστήμης από την πολιτική

Ο Τροφίμ Ντενίσοβιτς Λυσένκο ήταν ένας σοβιετικός βιολόγος που από τα τέλη της δεκαετίας του ’20 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’60, διέδωσε με τις ευλογίες του Ιωσήφ Στάλιν, μια σειρά από ψευδοεπιστημονικές θεωρίες που οδήγησαν στο θάνατο εκατομμύρια ανθρώπους.

Γεννημένος το 1898, ο Λυσένκο έδειξε από νωρίς στη ζωή του ενδιαφέρον για την αγροτική παραγωγή και ειδικά σε τρόπους που θα επέτρεπαν μεγαλύτερη απόδοση στις σοδειές. Αυτή η φιλοδοξία του, κέρδισε το σεβασμό και την εμπιστοσύνη του Ιωσήφ Στάλιν, σε μια εποχή που η πείνα χτυπούσε συχνά διάφορες περιοχές της αχανούς σοβιετικής επικράτειας.

Μετά την υποχρεωτική κολεκτιβοποίηση που οδήγησε σε μεγαλύτερα περιστατικά γενικευμένης πείνας από την πτώση της παραγωγικότητας, ειδικά στις αρχές τις δεκαετίας του ’30, ο Λυσένκο ανήλθε στην επιστημονική «ιεραρχία» της ΕΣΣΔ και το 1940, έγινε διευθυντής του Ινστιτούτου Γενετικής της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών.

Το πρόβλημα ωστόσο με τον Λυσένκο, είναι πως δεν δεχόταν τις επιστημονικές θεωρίες των Μέντελ και Δαρβίνου και ειδικά τις αρχές της γενετικής που καθιέρωσε ο πρώτος, αλλά βασίστηκε σε Λαμαρκιανές έννοιες της κληρονομικότητας των επίκτητων χαρακτηριστικών που είχαν ήδη καταρριφθεί επιστημονικά. Η Μεντελική (ή Μεντελιανή) κληρονομικότητα, ορίζει τη μετάδοση κληρονομικών χαρακτηριστικών από γενιά σε γενιά και διατυπώθηκε για πρώτη φορά το 1864 από τον βοτανολόγο και μοναχό Γκρέγκορ Μέντελ.

Ο Λυσένκο βάλθηκε να καταρρίψει τη Θεωρία του Μέντελ και των mainstream γενετιστών της εποχής του, φτάνοντας στο σημείο να υποστηρίζει πως μπορεί να μετατρέψει τη σίκαλη σε σιτάρι, τα ζιζάνια σε χρήσιμα φυτά και ένα σωρό άλλες ανυπόστατες θεωρίες που ουδέποτε εκπληρώθηκαν. Πίστευε ακόμη πως εάν φυτευτούν πολλοί σπόροι σε περιορισμένο χώρο και με πεπερασμένους πόρους, αυτοί θα φυτρώσουν και θα αποδώσουν ακόμη καλύτερα, διότι τους παρομοίαζε σαν εργάτες του σοσιαλισμού που δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά.

Τα αποτελέσματα των θεωριών του Λυσένκο (που απολάμβαναν της υποστήριξης του Στάλιν) ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενα. Από το 1934 έως το 1940, πολλοί διάσημοι Ρώσοι γενετιστές που φυσικά δεν συμφωνούσαν μαζί του, εκτελέστηκαν, ή εστάλησαν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Συνολικά πάνω από 3.000 βιολόγοι απολύθηκαν, φυλακίστηκαν ή εκτελέστηκαν. Από το 1948, η γενετική χαρακτηρίζεται επίσημα «ψευδοεπιστήμη της μπουρζουαζίας».

Το 1952, ο Στάλιν αρχίζει να δυσαρεστείται από την επιρροή του Λυσένκο, αλλά παρόλα αυτά, ακόμη και μετά το θάνατο του Στάλιν, οι θεωρίες του θα βρουν -έστω και μειωμένο- αντίκρυσμα στο νέο ηγέτη Νικίτα Χρουστσόφ. Μόλις μετά το 1965 και την ολοκλήρωση της περίφημης «αποσταλινοποίησης», ο Λυσένκο θα τεθεί στο περιθώριο. Όχι όμως πριν η ψευδοεπιστήμη του επηρεάσει αρνητικά χώρες όπως η Κίνα και κράτη του Ανατολικού Μπλοκ, με πολλές και δυσάρεστες συνέπειες. Ειδικά στη Κίνα, η εφαρμογή των ιδεών του Λυσένκο από το 1958 και έπειτα, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη Μεγάλη Πείνα που σκότωσε 30 εκατομμύρια Κινέζους.

Για κάποιους, ο Λυσένκο θεωρείται ως ο μεγαλύτερος επιστήμονας-δολοφόνος της Σοβιετικής Ένωσης, διότι οι θεωρίες του οδήγησαν εκατομμύρια ανθρώπους στο θάνατο από τη πείνα. Αξίζει να σημειωθεί πως η ΕΣΣΔ πριν τη δεκαετία του ’30, βρισκόταν στη κορυφή της γενετικής έρευνας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Παρόλα αυτά, ο Λυσενκοϊσμός φαίνεται πως προσπαθεί να αναγεννηθεί από τις στάχτες του στη σύγχρονη Ρωσία.

Αντιλαμβανόμαστε τη ζωή ως απειλή ή πρόκληση;

Ο τρόπος με τον οποίο ενεργούμε και αντιδράμε στη ζωή μας ξεκινά από το πώς την βλέπουμε. Έχω διαπιστώσει ότι μια απλή διάκριση βρίσκεται στην καρδιά του αν θα υιοθετήσουμε μια νοοτροπία αρνητικότητας, φόβου, έλλειψης και αποφυγής ή μια νοοτροπία αισιοδοξίας, θάρρους, αφθονίας και ευκαιριών. Αντιλαμβάνεστε τη ζωή σας ως μια απειλή που πρέπει να αποφύγετε ή ως μια πρόκληση που πρέπει να επιδιώξετε;

Το αν βλέπετε τη ζωή σας είτε ως απειλή είτε ως πρόκληση θέτει σε κίνηση έναν διαμετρικά αντίθετο καταρράκτη σκέψεων, συναισθημάτων και ενεργειών που θα υπαγορεύσει τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζετε τη ζωή σας και την κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθεί αυτή.


Το πρόβλημα είναι πως το αν θα αντιδράσουμε στη ζωή μας σαν να τη βλέπουμε ως απειλή ή ως πρόκληση καθοδηγείται αρχικά από τα βαθιά ριζωμένα ένστικτά μας. Το ένστικτο της απειλής (στην πραγματικότητα το ένστικτο της επιβίωσης), το οποίο έχει αναπτυχθεί από δισεκατομμύρια χρόνια εξέλιξης, ενεργοποιείται ακαριαία για να μας προστατεύσει από τον αντιληπτό κίνδυνο: Βιώνουμε ενστικτώδη και δραματικά συναισθήματα, όπως φόβο και θυμό – το σώμα μας κινητοποιείται μέσω ισχυρών φυσιολογικών αλλαγών που σχεδιάστηκαν για να μας βοηθήσουν να επιβιώσουμε – και η εστίασή μας στενεύει και η σκέψη μας επιταχύνεται για να διασφαλίσουμε ότι δίνουμε προσοχή αποκλειστικά στην παρούσα απειλή και μπορούμε να δράσουμε γρήγορα για να την αμβλύνουμε.

Αυτή η αντίδραση εξυπηρετούσε άριστα τους ανθρώπους στην πρωτόγονη εποχή, όταν αντιμετωπίζαμε απειλές που ήταν προφανείς και άμεσες. Τότε, δεν υπήρχε άλλη επιλογή από το να αντιδράσουμε άμεσα και επειγόντως αν θέλαμε να έχουμε πιθανότητες επιβίωσης. Ωστόσο, λόγω της φύσης της σύγχρονης ζωής μας, αυτή η αμυντική στάση θα μείωνε περισσότερο τις πιθανότητες επιβίωσης ή επιτυχούς πλοήγησης στη ζωή σας. Η οδυνηρή ειρωνεία του ενστίκτου της απειλής είναι ότι κάποτε εξασφάλιζε την ασφάλεια και την ευημερία μας (για να μην αναφέρουμε το μέλλον της ανθρωπότητας), αλλά σήμερα μπορεί στην πραγματικότητα να μας βλάψει και να κάνει τη ζωή μας χειρότερη.

Ανταπόκριση στην απειλή

Είναι μη ρεαλιστικό να περιμένετε ότι δεν θα βιώσετε ποτέ ξανά τη ζωή σας με το ένστικτο της απειλής. Όλοι θα θέλαμε να είμαστε ψύχραιμοι, ήρεμοι και συγκεντρωμένοι όταν αντιμετωπίζουμε τα σκαμπανεβάσματα της ζωής, αλλά αυτό σπάνια συμβαίνει, τουλάχιστον αρχικά. Επειδή η αντίδραση της απειλής έχει συνδεθεί στον εγκέφαλό μας μέσω εκατομμυρίων ετών εξέλιξης, κάποια συναισθήματα απειλής είναι αναπόφευκτο μέρος της πλήρους ζωής. Ως εκ τούτου, η παρουσία της αντίδρασης απειλής όταν αντιμετωπίζετε τις αντιξοότητες της ζωής είναι λιγότερο σημαντική από το αν θα συνεχίσετε να αντιδράτε σε αυτήν με τον ίδιο τρόπο που το έκαναν οι πρωτόγονοι πρόγονοί μας ή αν θα είστε σε θέση να την αφήσετε και να στραφείτε σε έναν προσανατολισμό πρόκλησης.

Αναγνωρίζουμε την απειλή

Το πρώτο βήμα για τη μετάβαση από την αντίδραση απειλής στην αντίδραση πρόκλησης είναι να αναγνωρίσουμε ότι ενεργοποιείται το ένστικτο της απειλής. Συχνά, οι αντιδράσεις απειλής μας είναι τόσο ισχυρές και ριζωμένες που δεν έχουμε συνειδητή επίγνωση αυτών- το ένστικτο μάχης ή φυγής ενεργοποιείται και μας παρασύρει η αμεσότητα και η έντασή του. Χωρίς να αναγνωρίσετε την παρουσία της, δεν υπάρχει τρόπος να ενεργοποιήσετε τον εξελιγμένο εγκέφαλό σας και να σταματήσετε το ξεπερασμένο ένστικτο της απειλής από το να συνεχίσει να ελέγχει την αντίδρασή σας.

Το να αποκτήσουμε, βέβαια, επίγνωση του ενστίκτου της απειλής όταν αυτό συμβαίνει δεν είναι μαγικό – είναι απλώς θέμα του να έχετε το «ραντάρ» σας όταν προκύπτουν απροσδόκητα ή ανεπιθύμητα γεγονότα στη ζωή σας.

Αποδεχόμαστε την απειλή

Το επόμενο βήμα για να ξεπεράσετε το ένστικτο της απειλής είναι να το αποδεχτείτε ως φυσιολογικό. Πόσο φυσιολογικό, ρωτάτε; Τόσο φυσιολογικό που δισεκατομμύρια και δισεκατομμύρια ανθρώπινα όντα επί εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια έχουν βιώσει την ίδια αντίδραση πριν από εσάς. Δυστυχώς, η ίδια η απειλή δεν είναι το μόνο πρόβλημα όταν βιώνετε το ένστικτο της απειλής ως αντίδραση στη ζωή. Υπάρχουν τρία πράγματα που μπορούν να επιδεινώσουν τον αντίκτυπο που έχει πάνω σας:

– Το να αφήνετε το ένστικτο της απειλής να σας κατακλύσει και να καθοδηγεί τη σκέψη, τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις σας.

– Προσπαθώντας να αγνοήσετε ή να αποσπάσετε την προσοχή σας από την αντίδραση απειλής με την ελπίδα ότι αυτή θα εξαφανιστεί. Όμως, αυτή τείνει να επιμένει και να εντείνεται αν δεν τη σταματήσετε ενεργά. Εξαιτίας αυτού, μια αντίδραση απειλής τείνει να είναι μεγάλη και ισχυρή σαν ένας γορίλας 800 κιλών στο δωμάτιο. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα μπορέσετε να την αγνοήσετε για πολύ και, μέχρι τότε, μπορεί να είναι πολύ αργά για να επιλύσετε την αιτία της αντίδρασης με θετικό τρόπο.

– Μη συνειδητοποιώντας ότι η αντίληψή σας για την κατάσταση γίνεται μέσα από τον φακό του ενστίκτου της απειλής. Όχι μόνο βιώνετε τις δυσκολίες της κατάστασης. Αισθάνεστε άσχημα επειδή αισθάνεστε άσχημα, πράγμα που σας κάνει να αισθάνεστε ακόμη χειρότερα και αυτό αυξάνει την αντίληψη της απειλής και της βλάβης που προκαλείται.

Κατανοούμε την απειλή

Με το ένστικτο της απειλής στη σωστή του προοπτική και την ψυχολογική και συναισθηματική του ένταση να έχει χαμηλώσει, είμαστε τώρα σε θέση να ξεκινήσουμε τη μετάβαση από την αντίδραση απειλής στην αντίδραση πρόκλησης. Αυτή η μετάβαση ξεκινά με την κατανόηση της ακριβούς φύσης της κατάστασης και του τι την κάνει τόσο απειλητική. Οι συνήθεις απειλές για τη ζωή μας περιλαμβάνουν την καριέρα, τα οικονομικά, τις σχέσεις και την υγεία μας. Όταν έχετε μια σαφή κατανόηση του τι σας απειλεί, αυτό γίνεται πιο απτό, πιο σαφώς καθορισμένο και πιο διαχειρίσιμο, αντί για ένα άμορφο αίσθημα απειλής για την επιβίωσή σας.

Οι δύσκολες καταστάσεις της ζωής συχνά δημιουργούν ένα «διπλό χτύπημα» όταν πρόκειται για το ένστικτο της απειλής. Υπάρχουν προφανείς απειλές, όπως σοβαρά προβλήματα υγείας ή οικονομική καταστροφή. Αλλά αυτές οι εμφανείς απειλές συχνά πυροδοτούν εσωτερικές «κρίσεις του εαυτού» που απειλούν την αντίληψή μας για τον εαυτό μας.

Για παράδειγμα, το να χάσετε την εργασία σας μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την άποψή σας για τον εαυτό σας ως ικανό άτομο. Μια ασθένεια μπορεί να προκαλέσει υπαρξιακή ανησυχία για τη θνησιμότητά σας. Για να μεταβείτε από την απειλή στην πρόκληση, πρέπει να κατανοήσετε και να αντιμετωπίσετε και τα δύο επίπεδα της απειλής που είναι παρόντα.

Ανταποκρινόμαστε στην απειλή

Μια ισχυρή ένδειξη της μετάβασής σας από την απειλή στην πρόκληση είναι η ικανότητά σας να αντισταθείτε σε αυτό το βαθιά ριζωμένο ένστικτο που διέπει τις αντιδράσεις μας για όσο καιρό οι άνθρωποι περπατούν στη Γη. Αν μπορέσετε να αναγνωρίσετε αυτή τη διακλάδωση του δρόμου και να πάρετε το λειτουργικό μονοπάτι, θα σημειώσετε μια μεγάλη νίκη στη μετάβασή σας στην αντίδραση της πρόκλησης και στην ικανότητά σας να αντιμετωπίζετε τις δύσκολες καταστάσεις της ζωής με θετικό και εποικοδομητικό τρόπο.

Τις περισσότερες φορές, η επιλογή του «λειτουργικού δρόμου» όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια δύσκολη κατάσταση ζωής ξεκινά με το να μην κάνουμε τίποτα. Αυτή η παύση από την αμεσότητα, την ένταση και τον επείγοντα χαρακτήρα του γεγονότος ζωής που μόλις παρουσιάστηκε μας επιτρέπει να σταματήσουμε το ένστικτο της απειλής προτού προλάβει να μας κυριεύσει πλήρως και προτού μας κάνει κακό.

Στη συνέχεια μπορείτε να αποφασίσετε ποιος είναι ο καλύτερος δρόμος για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση που θα αντιμετωπίσετε. Το ένστικτο της απειλής μας κάνει να εστιάζουμε στα πιο παρόντα και προφανή σημάδια της απειλής. Με άλλα λόγια, απορροφούμαστε τόσο πολύ από τα «δέντρα» που δεν μπορούμε να δούμε το «δάσος».

Όπως σημείωσα και παραπάνω, αυτό λειτούργησε για τους προγόνους μας, αλλά δεν θα λειτουργήσει όταν αντιμετωπίζουμε την πολυπλοκότητα της ζωής στον 21ο αιώνα. Ο στόχος της ανταπόκρισης στις δυσκολίες της ζωής ως πρόκληση περιλαμβάνει τη θέαση και την ανταπόκριση τόσο στα δέντρα (την άμεση απειλή) όσο και στο δάσος (τη ζωή σας). Μια αντίδραση που είναι ήρεμη, σκόπιμη, λογική και βασισμένη σε λύσεις θα επιτύχει αυτόν τον στόχο.

Gabor Maté: Ο Μύθος του “Νορμάλ”

Ο Διακεκριμένος ιατρός Gabor Maté για τον μύθο του “Νορμάλ”:

“Μία από τις ομιλίες που δίνω έχει τίτλο ”Ο Μύθος του ‘Νορμάλ”

Το οποίο σημαίνει ότι νομίζουμε ότι υπάρχουν άνθρωποι που είναι ‘νορμάλ’ από την μία μεριά, και ύστερα από την άλλη έχουμε τους παθολογικoύς που έχουν κατάθλιψη, και άγχος ή εθισμό ή σχιζοφρένεια ή διπολική διαταραχή ή Ελλειμματική Προσοχή ή οποιαδήποτε άλλη πάθηση.

Αυτό που βλέπω εγώ είναι ένα συνεχές. Ότι είμαστε όλοι (σε) ένα συνεχές. Αυτά τα γνωρίσματα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο είναι παρόντα σχεδόν σε οποιονδήποτε. Και είναι ένας μύθος να πιστεύεις ότι υπάρχουν οι κανονικοί και οι μη.

Λοιπόν, σύμφωνα με μία έρευνα το καλύτερο μέρος αν είσαι σχιζοφρενής δεν είναι η Βόρεια Αμερική με όλη αυτή την φαρμακοποιία. Στην πραγματικότητα είναι ένα χωριό στην Αφρική ή την Ινδία. Όπου υπάρχει αποδοχή. Όπου οι άνθρωποι “κάνουν χώρο” για τη διαφορετικότητα σου. Όπου η σύνδεση-σχέση δεν είναι αποκομμένη αλλά διατηρείται. Όπου ούτε αποκλείεσαι ή σε εκμεταλλεύονται αλλά είσαι ευπρόσδεκτος.

Θέλω να πω, ότι υπάρχει χώρος για σένα να συμπεριφερθείς με τον τρόπο που θες να συμπεριφερθείς. Ή να εκφράσεις αυτό που θέλεις να εκφράσεις. Και ακόμα και ολόκληρη η κοινότητα μπορεί να τραγουδήσει μαζί σου ή να ζητωκραυγάσει ή να σε αγκαλιάσει. Και ίσως βρει κάποια σημασία στην αποκαλούμενη “τρέλα” σου. Οπότε, έχει βάση και είναι πολιτισμικό.

Λοιπόν, οι ασθένειες δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο ενός ατόμου, είναι δημιούργημα του πολιτισμού. Κατασκεύασμα του πολιτισμού μας, μια ιδεολογική δομή. Οπότε, μία κοινωνία όπου μας αποκόπτει από την πνευματικότητα μας, όπου μας αποκόπτει από την κοινωνία με το να ωραιοποιεί τον ατομικισμό, και με το να καταστρέφει το κοινωνικό πλαίσιο – το οποίο το κάνει η κοινωνία μας – που αγνοεί τις συναισθηματικές ανάγκες μας, θα είναι μία κοινωνία που θα παράγει παθολογία. Και νομίζω ότι αυτό έχει να κάνει με την ίδια τη φύση του οικονομικού συστήματος. Που λέει ότι αυτό που μετράει δεν είναι το ποιος είσαι αλλά το πως εκτιμάσαι από άλλους. Και η κοινωνία μας εκτιμάει τους ανθρώπους… – είναι μία υλιστική κοινωνία – το οποίο σημαίνει ακριβώς ότι αυτό που εκτιμάμε δεν είναι το ποιοι είναι οι άνθρωποι αλλά τι παράγουν ή καταναλώνουν. Και οι άνθρωποι που ούτε καταναλώνουν ούτε παράγουν, παραγκωνίζονται και υποτιμούνται. Εξού και η απόρριψη όλων των ανθρώπων που δεν μπορούν πλέον να παράγουν και δεν είναι και αρκετά πλούσιοι για να καταναλώσουν επίσης. Οπότε η ίδια η φύση αυτής της υλιστικής κοινωνίας επιβάλλει ή παράγει και προωθεί αυτό τον διαχωρισμό από τον εαυτό μας.

Υπάρχει μία νοημοσύνη – και δεν μιλάω για ένα μυστικό πλάσμα εκεί πάνω ή κάπου αλλού που κάνει και αποφασίζει πράγματα – όμως υπάρχει μία νοημοσύνη στη φύση και στη δημιουργία την οποία αν αγνοήσουμε δημιουργούμε πόνο για τον εαυτό μας αλλά και για τους άλλους ανθρώπους. Και συμβαδίζοντας με αυτή την νοημοσύνη, συμβαδίζοντας με αυτή τη σύνδεση-σχέση, είναι πραγματικά αυτό που – είτε το κάνουμε συνειδητά είτε το κάνουμε επειδή μας επιβάλλεται να το κάνουμε – με τρόπους που εκδηλώνουμε συμπόνοια και σύνδεση και αγάπη, αυτός είναι ο τρόπος που θα έπρεπε να είμαστε. Και έτσι η αναγνώριση αυτού και η επιδίωξη για αυτό, είναι αυτό που αποκαλώ εγώ πνευματικότητα.

Τα μονοπάτια είναι πολλά. Κάποιοι το βρίσκουν μέσω της θρησκείας, κάποιες φορές η θρησκεία είναι εμπόδιο σε αυτό – στην πραγματικότητα συχνά είναι – όμως μπορεί να είναι ένα μέσο κάλλιστα. Σε εξάρτηση με το ποιος, πως και που. Έχει να κάνει με το τι αναζητούν οι άνθρωποι. Πολλά άλλα μονοπάτια δεν είναι θρησκευτικά, όμως ουσιαστικά, υπάρχει αυτή η πνευματική φύση την οποία αν αγνοήσουμε στην πραγματικότητα αγνοούμε ένα βασικό μέρος του εαυτού μας.”

Ένα παιδί που μεγαλώνει χωρίς κανόνες και όρια δεν είναι ένα παιδί ελεύθερο

Τα όρια, μπορεί κανείς να μιλά για αυτά μέρες! Τα όρια αφορούν όλους μας και υπάρχουν παντού.

Χωρίς αυτά δε θα μπορούσαμε να είμαστε λειτουργικοί, να συνεργαζόμαστε, να οργανωνόμαστε και να είμαστε αποδοτικοί. Τα όρια δημιουργούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο κάθε άνθρωπος μπορεί να συνυπάρξει με τους συνανθρώπους του, να αντλεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ικανοποίηση και ασφάλεια, να εξελίσσεται και να δημιουργεί.

Γιατί μέσα στην οικογένεια οι γονείς βάζουν όρια στα παιδιά και δεν τα αφήνουν να τα ανακαλύψουν μόνα τους; Γιατί επιφορτίζονται εκείνοι με το απαιτητικό αυτό έργο, που στην πράξη αποδεικνύεται αρκετά ζόρικη υπόθεση;

Μα, γιατί τα παιδιά δεν κατανοούν τη χρησιμότητα των ορίων! Δεν καταλαβαίνουν τη σημασία του να αναστέλλουν τις επιθυμίες τους, να ασκούν αυτοέλεγχο, να λειτουργούν υπεύθυνα, να συμπονούν τους γύρω τους.

Εκτός αυτού, αν οι γονείς δε θέσουν όρια, τότε το παιδί αισθάνεται ανυπεράσπιστο και απροστάτευτο, αντιλαμβάνεται τον κόσμο ως απειλή, συνεχώς μεταβαλλόμενο και το γονιό ως ανίσχυρο. Μπερδεύεται και δεν μπορεί να διαμορφώσει μια ξεκάθαρη εικόνα του άγνωστου κόσμου μέσα στον οποίο μεγαλώνει, αλλά και των προθέσεων και των συναισθημάτων των γονιών του απέναντί του.

Νιώθει δυστυχισμένο, αποθαρρυμένο, ανασφαλές και συχνά εκδηλώνει προβλήματα στη συμπεριφορά του. Ένα παιδί το οποίο μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον χωρίς κανόνες και σαφή όρια δεν είναι ένα παιδί ελεύθερο. Αντίθετα, είναι ένα παιδί σκλαβωμένο σε μια ασαφή και περίπλοκη δομή, μέσα στην οποία δεν μπορεί να καλλιεργήσει το αίσθημα της υπευθυνότητας και της συνεργασίας.

Από την άλλη, το παιδί που ζει και μεγαλώνει σε ένα υπερβολικά αυστηρό περιβάλλον, βομβαρδισμένο από αυταρχικούς και υπερβολικούς κανόνες, δυσκολεύεται να αναπτύξει ενδιαφέροντα, κλίσεις και προτιμήσεις. Συχνά είναι ένα παιδί με χαμηλό αίσθημα αυτοεκτίμησης που μπορεί όμως μελλοντικά να εμφανίσει έντονα σημάδια ανυπακοής και αντίδρασης.

Πολλές μελέτες δείχνουν ότι όταν οι γονείς θέτουν σταθερά όρια, τα παιδιά μεγαλώνουν έχοντας μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και καλύτερη προσαρμογή στην ομάδα των συνομηλίκων. Εκτός αυτού, γίνονται περισσότερο αυτόνομα.

Η συνέπεια και η σταθερότητα στην εφαρμογή των κανόνων αυτών, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ολοκληρωμένη και υγιή ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, καθώς και την ομαλή λειτουργία ολόκληρου του οικογενειακού συστήματος. Τα όρια, όσο και αν ακούγεται περίεργο, είναι ένδειξη αγάπης και μέρος της φροντίδας που οι γονείς παρέχουν στα παιδιά τους.

Είναι από τα σπουδαιότερα δώρα που μπορεί να προσφέρει ένας γονιός στο παιδί του, από τα σημαντικότερα εφόδια που του δίνει για να μάθει να πορεύεται μόνο του. Κάθε γονιός προσβλέπει σε ένα ευτυχισμένο μέλλον για το παιδί του και αυτό για να επιτευχθεί προϋποθέτει την ύπαρξη ορίων.

Στις μικρότερες ηλικίες, οι γονείς συχνά οριοθετούν τα παιδιά τους για λόγους ασφαλείας, π.χ. λένε στο παιδί του ενός έτους «ΟΧΙ!» όταν πάει να πιάσει τα χάπια της γιαγιάς από το κομοδίνο ή λένε «ΜΗ» στο δίχρονο παιδί τους όταν ανεβαίνει πάνω στην καρέκλα για να σκαρφαλώσει στη βιβλιοθήκη και να πάρει ένα παιχνίδι που του γυάλισε. Αυτή η οριοθέτηση είναι απολύτως απαραίτητη, αφού το παιδί δεν έχει ακόμη αίσθηση του κινδύνου και μπορεί να πάθει κακό.

Στις περιπτώσεις που δεν το κάνει ο γονιός μιλάμε για παραμέληση, η οποία αποτελεί μια μορφή βίας και διώκεται ποινικά. Εκτός αυτών των παρεμβάσεων, οι γονείς από πολύ νωρίς θέτουν κανόνες που σχετίζονται με τις ώρες ύπνου και διατροφής, ενώ στην πορεία βάζουν κανόνες και για το ντύσιμο, τα παιχνίδια, τις σχέσεις με τους άλλους, τη μελέτη, τις αγορές, την τηλεόραση, τις εξόδους, κλπ.

Καθώς το παιδί μεγαλώνει και ειδικά από το 2ο έτος της ζωής του και μετά, η οριοθέτηση αρχίζει να περιστρέφεται και γύρω από θέματα επιθετικής συμπεριφοράς, όπως όταν ένα παιδί θέλει το παιχνίδι που έχει ο αδερφός του και τον χτυπά για να το πάρει. Οι ανάγκες για οριοθέτηση είναι συνεχείς

Ακόμα κι όταν ένας γονιός θεωρεί ότι έχει διευθετήσει πολύ καλά τα θέματα αυτά, την επόμενη κιόλας στιγμή θα προκύψουν νέες καταστάσεις, που πρέπει να επεξεργαστεί και να πάρει θέση. Γονείς και παιδιά βρίσκονται σε συνεχή συνδιαλλαγή, διαπραγμάτευση και κάνουν συμβιβασμούς.

Ένας πατέρας λέει: «ο μικρός τρίχρονος γιος μου επέλεξε τη χειρότερη ώρα για να κάνει μια κρίση θυμού. Καθώς περπατούσαμε στο διάδρομο ενός καταστήματος, άρπαξε ένα κουτί με καραμέλες. Του είπα ότι δεν μπορεί να πάρει τις καραμέλες τώρα και αν θέλει κάτι από το κατάστημα, πρέπει πρώτα να με ρωτήσει. Αντί να υπακούσει, όταν του είπα να το βάλει πίσω στη θέση του, άρχισε να κλαίει, να ουρλιάζει και να με χτυπά.

Μετά, έπεσε στο πάτωμα και ακολούθησε μια έκρηξη σε όλο της το μεγαλείο! Όλο το μαγαζί είχε γυρίσει και μας κοιτούσε! Δεν ήξερα τι να κάνω! Δε μου αρέσει καθόλου να αισθάνομαι ότι ένα δίχρονο παιδί έχει τόση δύναμη! Τι θέλει; Να με ρεζιλέψει; Αμάν πια! Άλλη φορά θα πάει με τη μάνα του και άμα κάνει τα ίδια, δε θα πάει ποτέ ξανά και με κανέναν!»

Τα καλά όρια χτίζουν καλές σχέσεις και οι καλές σχέσεις χτίζονται πάνω σε καλά όρια

Μια σχέση στέρεη και δυνατή, που τροφοδοτείται από το γονιό με αγάπη, αποδοχή, κατανόηση και τρυφερότητα προς το παιδί, είναι η καλύτερη βάση πάνω στην οποία μπορεί να στηριχτεί για να βάλει όρια.

Αν η σχέση είναι δυνατή, ο θυμός από τις διενέξεις που αναπόφευκτα θα προκύψουν, θα εκτονωθεί σύντομα.

Επιβραβεύουμε τις επιθυμητές συμπεριφορές αντί να σχολιάζουμε τις μη επιθυμητές, π.χ. αντί για «Μην είσαι αφηρημένος!», λέμε «Συγκεντρώσου!» ή αντί για «Μην κρατάς τα παιχνίδια μόνο για σένα!» λέμε «Μπράβο παιδί μου, που παίζεις ωραία με την αδερφή σου! Πολύ σε χαίρομαι!». Πιο αναλυτικά, για να έχει αποτέλεσμα, η επιβράβευσή μας χρειάζεται να είναι:

– Άμεση: να δίνεται τη στιγμή που το παιδί εκδηλώνει την επιθυμητή συμπεριφορά και όχι πολύ αργότερα.

– Συγκεκριμένη: να περιλαμβάνει ένα ξεκάθαρο λιτό λεκτικό μήνυμα, π.χ. «Κάθεσαι πολύ ωραία δίπλα μου στο καρότσι και με βοηθάς να ψωνίσω! Σ’ευχαριστώ!».

– Ειλικρινής και απόλυτα αφιερωμένη σε αυτό που συμβαίνει: να δίνεται ενώ προσέχουμε το παιδί, π.χ. το κοιτάμε στα μάτια και στεκόμαστε στο ύψος του όταν του μιλάμε.

– Προσανατολισμένη στην αναγνώριση της προσπάθειας και όχι μόνο στην επιτυχία: να δίνεται όταν το παιδί καταφέρνει κάτι, αλλά και ενδιάμεσα, όσο δείχνει να προσπαθεί, ώστε να ενθαρρύνεται να βάλει τα δυνατά του μέχρι το τέλος.

– Σταθερή και συνεπής: να ενισχύει σε κάθε ευκαιρία το παιδί, καθημερινά και χωρίς διακυμάνσεις.
Ο τρόπος που ένας γονιός ορίζει, διατυπώνει και επικοινωνεί τα όρια, είναι πολύ σημαντικός.

1. Οι τρόποι πειθαρχίας που θα μεταχειριστεί ένας γονιός εξαρτώνται από τη δική του ιδιοσυγκρασία, καθώς και αυτή του παιδιού του. Τι ταιριάζει στον ίδιο, με ποιο τρόπο θα το κάνει, τι πιάνει στο παιδί του; Ό,τι ξέρει ο γονιός γύρω από το χαρακτήρα και τις ευαισθησίες του παιδιού του είναι ιδιαίτερα χρήσιμο.

Μπορεί για ένα παιδί η στέρηση των παιχνιδιών του να είναι η μέγιστη τιμωρία, ενώ για ένα άλλο να μη σημαίνει κάτι. Ή μπορεί το να κοιτά τον τοίχο για λίγα λεπτά να είναι ό,τι χειρότερο, ενώ να μην ενοχλείται καθόλου άμα δε φάει σοκολάτα για μια μέρα.

2. Τα όρια πρέπει να συμβαδίζουν με το στάδιο ανάπτυξης του παιδιού και να προσαρμόζονται στα χαρακτηριστικά της ηλικίας του. Όσο πιο μικρό το παιδί, τόσο πιο σύντομες, ξεκάθαρες και λιτές οι εντολές του γονιού προς αυτό. Αν πρόκειται για βρέφος ή νήπιο που μόλις άρχισε να στέκεται στα πόδια του, ο γονιός μπορεί να στρέψει την προσοχή του σε μια άλλη δραστηριότητα.

Από την άλλη, για ένα παιδί άνω των δύο ετών, η επιβολή των ορίων είναι πιο σύνθετη διαδικασία, καθώς περιλαμβάνει διάλογο, εξηγήσεις και διαπραγματεύσεις. Συχνά το παιδί από μόνο του προκαλεί το γονιό κάνοντας ερωτήσεις, π.χ. «Γιατί μπαμπά; Δεν είναι δίκαιο!». Απαντήσεις τύπου «γιατί έτσι το λέω εγώ!» ή «είσαι μικρός ακόμα για να καταλάβεις» δεν έχουν αποτέλεσμα, δεδομένου ότι οι απαγορεύσεις που δεν συνοδεύονται από κάποια εξήγηση δε γίνονται κατανοητές από το παιδί, αλλά φαίνονται σαν περιορισμός. Κανείς δεν υπακούει απλά επειδή κάποιος του λέει ότι αυτό είναι το σωστό.

Αφήνουμε το παιδί να μας πει την άποψή του και κάνουμε ειλικρινή προσπάθεια για διάλογο. Είναι μια από τις καλύτερες επενδύσεις που μπορεί να κάνει ένας γονιός. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν και ειδικά στην εφηβεία, το παιδί που δεν του δόθηκε ουσιαστικός χρόνος και χώρος να εκφραστεί, έχει περισσότερες πιθανότητες να αποφεύγει συζητήσεις με τους γονείς.

3. Το παιδί μαθαίνει από αυτό που κάνουμε και όχι από αυτό που του λέμε. Το προσωπικό μας παράδειγμα αποτελεί «μοντέλο» προς μίμηση για το παιδί. Αν δυσκολευόμαστε να βάλουμε όρια σε εμάς πρώτα, τότε πώς θα βάλουμε στους άλλους; Τα παιδιά κατανοούν πιο εύκολα το τι είμαστε και πώς λειτουργούμε, παρά το τι λέμε.

Για παράδειγμα, τι κάνουμε εμείς οι γονείς όταν είμαστε θυμωμένοι, αγχωμένοι, απογοητευμένοι, όταν δε γίνεται το δικό μας κλπ. Τι θα σήμαινε για το παιδί του παραδείγματός μας αν ο πατέρας του άρχιζε να του φωνάζει μέσα στο κατάστημα, το χτύπαγε ή …; Πώς θα ένιωθε εκείνο μετά;

Από την άλλη, στην περίπτωση που το χάσουμε και παραφερθούμε, δεν τελείωσαν όλα. Κανένας δεν είναι τέλειος, αλλά τον τιμά περισσότερο το να το αναγνωρίζει και να παραδέχεται τα λάθη του, γιατί έτσι γίνεται καλύτερος. Τέλειοι γονείς δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν και τέλεια παιδιά…

4. Δεν είναι όλα τα θέματα το ίδιο σημαντικά. Ξεχωρίζουμε ποια είναι προς διαπραγμάτευση και ποια όχι, π.χ. είναι το ίδιο αν ο δίχρονος γιος μου χοροπηδάει στα πατώματα τις ώρες κοινής ησυχίας και αν χτυπάει την αδερφή του για να πάρει ένα παιχνίδι;

Αν η έφηβη κόρη μου θέλει να βάλει το αγαπημένο της μπλουζάκι στο πάρτι ακόμα και αν αυτό είναι βρώμικο, είναι λιγότερο σημαντικό από το να επιστρέψει αργότερα από την ώρα που έχουμε συμφωνήσει. Διαχωρίζω τα ζητήματα και ασχολούμαι με κάποια, όχι με όλα, γιατί αλλιώς θα κάνω κήρυγμα όλη μέρα και το παιδί μου θα γίνει σκέτος τύραννος ή θα απομονωθεί εντελώς. Η σχέση μου μαζί του θα διαταραχθεί και αυτό δεν το θέλω με τίποτα στον κόσμο.

5. Η επικοινωνία πρέπει να είναι παρούσα και συγκεκριμένη, χωρίς αναφορές στο παρελθόν, να αφορά το «Εδώ και Τώρα»: («…και την περασμένη φορά τα ίδια έκανες!»), χωρίς προφητείες για το μέλλον («…ποτέ δεν θα αλλάξεις!») και χωρίς γενικεύσεις (πάντα, ποτέ, όλοι, κανένας…).

Πώς αισθάνεται κάποιος όταν κάνει ένα λάθος στη δουλειά και ο εργοδότης του λέει «Πάλι λάθος έκανες! Αδιόρθωτος είσαι πια! Όλοι έχουν καταλάβει πώς λειτουργεί το σύστημα, αλλά εσύ ποτέ σου!»; Ματαίωση, απόρριψη, απογοήτευση, ντροπή, χαμηλή αυτοεκτίμηση, θυμό, πίκρα, παραίτηση και καμία διάθεση για περαιτέρω προσπάθεια κλπ.

Μέσα από όλα τα παραπάνω, κατανοούμε τη μεγάλη σημασία που διαδραματίζουν τα όρια στην ανάπτυξη των παιδιών. Το είδος των οικογενειακών σχέσεων, η αυτοπεποίθηση και σιγουριά του γονέα για την επιβολή ορίων σε συνδυασμό με την έμπρακτη αγάπη προς το παιδί αποτελούν τα βασικά συστατικά της επιβολής ορίων στα παιδιά.

Τα καλά όρια πλάθουν ευτυχισμένα παιδιά, ικανούς και ολοκληρωμένους ενήλικες, οι οποίοι καθώς μεγαλώνουν θα έχουν περισσότερες ευθύνες, μα και περισσότερα δικαιώματα.

Υπάρχουν ήρωες σήμερα;

Οι ήρωες είναι ορατοί, αόρατο είναι τι τούς προσδιορίζει. Τον ήρωα τον βλέπει κανείς, αλλά τι τον κάνει ήρωα; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του; Και είναι αυτά αμετάβλητα στο πέρασμα των εποχών και των αιώνων; Μολονότι υπάρχουν κάποιες διαχρονικές οικουμενικές ιδιότητες, προσδιορισμένες με το όνομα ηρωικές, στην πορεία της ιστορίας, η ιδέα του ήρωα μεταλλάσσεται ανάλογα με το πνεύμα και το ήθος κάθε εποχής.

Σήμερα, τον ήρωα τον εννοούμε, όπως πάνω κάτω τον εννοούσε η Αναγέννηση. O Μεσαίωνας δεν πολυπρόσεχε τα προσωπικά κατορθώματα. Κάτω από τη σκιά της αμαρτίας, αυτό που είχε σημασία ήταν η ζωή μετά θάνατον. Τη μεγαλοσύνη την έδινε ο Θεός, όχι ο άνθρωπος, γι’ αυτό και οι ήρωες της χριστιανοσύνης ήταν μάρτυρες, ιεραπόστολοι και ιερωμένοι, που προετοίμαζαν τον δρόμο για τη λύτρωση από το προπατορικό αμάρτημα. H Αναγέννηση ανακάλυψε τον κλασικό κόσμο της Αθήνας και της Ρώμης, τις ιστορίες του Τάκιτου, τις βιογραφίες του Πλούταρχου και κυρίως τις επιστολές και τους λόγους του Κικέρωνα. Αυτό που τόνιζε ο κλασικός κόσμος ήταν η ανθρώπινη ικανότητα για μεγαλοσύνη.

Αναγέννηση

Ιδρυτής του νέου ουμανισμού υπήρξε ο Ιταλός ποιητής Φραντσέσκο Πετράρκα – Πετράρχης. Στις πόλεις – κράτη της Ιταλίας τον 15ο αιώνα, γεννήθηκε η καινούργια πίστη στην ανθρώπινη δύναμη, την Virtus, αρετή. Γεννήθηκε ο νέος ήρωας που το ιδανικό του ισχύει και σήμερα. Από αυτό το αναγεννησιακό πνεύμα προήλθε μια σειρά βιβλίων όπου εξυμνείται η ζωή μεγάλων ανθρώπων. Το πιο ξεχωριστό από αυτά, το «Περί εξαιρέτων ανδρών» του Πετράρχη, αγνοεί άγιους και μάρτυρες και επικεντρώνεται στα κατορθώματα στρατηγών και πολιτικών.

Δεν ήταν, όμως, για όλους. O Φλωρεντινός διπλωμάτης Νικολό Μακιαβέλλι στον «Πρίγκιπα» (1513) αντιστρέφει και προσγειώνει τις αξίες εκείνες και στη θέση της δικαιοσύνης, της μεγαλοθυμίας και της τιμιότητας του Πετράρχη, θέτει τις αξίες του ρεαλισμού,της ρεαλπολιτίκ. Οι ήρωές του, όχι ο Σκιπίων, αλλά ο ραδιουργός πρίγκιπας Καίσαρας Βοργίας, εμπνέουν αντί σεβασμού φόβο, πρεσβεύουν την ωμότητα αντί της μεγαλοθυμίας, και τις πράξεις τους καθοδηγούν όχι ανώτερα ιδανικά, αλλά οι μεταβαλλόμενοι άνεμοι της τύχης. O Μακιαβέλι έμεινε στην Ιστορία και οι ιδέες του εμπνέουν πολιτικούς και ηγεμόνες της βιομηχανίας.

Ομως, το όραμα του Πετράρχη επέζησε για αιώνες στην Ευρώπη. Εως τον 18ο αιώνα, όταν οι Διαφωτιστές θεώρησαν ματαιοδοξία, αν όχι χάσιμο χρόνου, την προσωπική επιδίωξη της μεγαλοσύνης. Αυτό που είχε πλέον σημασία, ήταν ο ηρωισμός της συλλογικότητας, της ανθρωπότητας σαν τέτοια. Τιμή αξίζει στον οικουμενικό λόγο και όχι στα μικροκατορθώματα πολιτικών και κατακτητών, ή, κατά τον Βολταίρο, «διασήμων εγκληματιών».

Ρομαντισμός

Η απρόσωπη εκείνη στάση του Διαφωτισμού προκάλεσε την αντίδραση: τον Ρομαντισμό. Στο τέλος του 18ου αιώνα, με τα γραπτά του Σίλερ, του Σλέγκελ και του Νοβάλις, οι πρώτοι Γερμανοί Ρομαντικοί επιτέθηκαν στην κυριαρχία του λόγου. Αντίθετα, αυτοί εξύμνησαν, τα συναισθήματα και τη δημιουργικότητα του ανθρώπινου πνεύματος. O Σλέγκελ έγραψε ότι «χαρακτηριστικό της ανθρωπότητας είναι ότι πρέπει να υψωθεί πάνω από την ανθρωπότητα».

Εάν για την αναγεννησιακή κληρονομιά, σημασία είχαν η στρατιωτική δοξα και τα εξωτερικά κατορθώματα, για τους Γερμανούς Ρομαντικούς σπουδαία ήταν η μοναδικότητα της ανθρώπινης εσωτερικής εμπειρίας. Οι ήρωες της εποχής ήταν ποιητές, στοχαστές, ονειροπόλοι, επαναστάτες. Ολα, τα ενσάρκωσε στην περίπτωσή του ο λόρδος Βύρων (1788-1824) – ποιητής, εραστής και πρωτο-επαναστάτης. O πρόωρος θάνατός του επέβαλε τον μύθο του, μετατρέποντάς τον, ειρωνικά, σε πρόδρομο του Τσε Γκεβάρα και του Κερτ Κομπέιν. Στη Γαλλία κορυφαία ήταν η περίπτωση του Ζαν – Ζακ Ρουσό με το ρομαντικό αριστούργημα «Εξομολογήσεις».

Ο βικτωριανός Τόμας Καρλάιλ ήταν εκείνος που έκανε τον ήρωα τον κινητήριο μοχλό, τον Μεγάλο Ανδρα της ιστορίας. Στις διαλέξεις του «Για τους ήρωες, τη λατρεία του και το ηρωικό στην ιστορία» (1840), δοξάζει τους μεγάλους άνδρες, από τον προφήτη Μωάμεθ ώς τον Σαίξπηρ, τον Μαρτίνο Λούθηρο και τον Ναπολέοντα, εκτιμώντας ότι «στο βάθος, η παγκόσμια ιστορία είναι η ιστορία των Μεγάλων Ανδρών». Δημαγωγική και επικίνδυνη ιδέα, που όμως έθιξε κάποια χορδή στη βικτωριανή Αγγλία και οδήγησε σε εθνοσωτήρες του 20ού αιώνα, όπως τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, τον στρατηγό Ντε Γκωλ και, για ορισμένους, τον Χενεραλίσιμο Φράνκο.

Καθημερινός ηρωισμός

Το αντίδοτο που αναδύθηκε ήταν ο ηρωισμός του μέσου πολίτη. Τη θέση των πολεμικών κατορθωμάτων και του ρομαντικού ήρωα, πήρε η χαμηλόφωνη τιμιότητα του ήρωα του 19ου αιώνα.

Ο ηρωισμός εκδημοκρατίστηκε, έγινε η ιστορία της τίμιας, αφανούς προσπάθειας για την οποία ο Τζον Ράσκιν έγραψε το 1864: «Πάντα μού φαινόταν παράδοξο ότι ουδέποτε ο ηρωισμός συνδέθηκε με την παροχή τροφής ή ενδυμάτων σε ανθρώπους, που τα έχουν ανάγκη».

Και υπάρχουν οι άνθρωποι που η Ιστορία ξεχνά. O συμβατικός ηρωισμός τούς προσπερνά. Στο τέλος του 19ου αιώνα, ο Ρώσος αναρχικός Αλεξάντερ Χέρτσεν έγραψε ότι είναι «αρκετό να είναι κανείς άνθρωπος, για να έχει κάτι να πει». Και η Βιρτζίνια Γουλφ αναρωτήθηκε: «Δεν είναι άξιος βιογραφίας ο οποιοσδήποτε έζησε, πετυχημένος και αποτυχημένος, ταπεινός και δοξασμένος; Τι είναι μεγαλοσύνη και τι μετριότητα;». O πεζογράφος E. M. Φόρστερ καταδίκασε τη λατρεία του ήρωα ως «επικίνδυνο βίτσιο». Αρετή της δημοκρατίας είναι ότι δεν δημιουργεί, εκτός ελέγχου, τύπους σαν τον Μεγάλο Ανδρα, αλλά λογιών μικρούς ανθρώπους – ένα εξαιρετικότερο κατόρθωμα.

Το 1944, ο Τζορτζ Οργουελ δεν έβλεπε στον ηρωισμό κάποιο ημίθεο χάρισμα, ούτε αναγεννησιακή virtus, αντίθετα έβλεπε σε αυτόν μια ηθική ποιότητα που μπορεί να ονομαστεί, γενικά, αξιοπρέπεια.

ΜΙΣΕΛ ΝΤΕ ΜΟΝΤΑΙΝΙ: Είναι αδύνατο να τακτοποιήσει τα κομμάτια (του εαυτού του και της ζωής του), όποιος δεν έχει μια εικόνα του συνόλου στο κεφάλι του

Ντροπαλός, αυθάδης· αγνός, ακόλαστος· πολυλογάς, λιγόλογος· σκληρός, λεπτός· έξυπνος, αποβλακωμένος· βαρύθυμος, εύθυμος· ψεύτης, αληθινός· γνώστης, αμαθής και απλόχερος και τσιγκούνης και άσωτος: όλα αυτά τα βλέπω διαδοχικά μέσα μου, ανάλογα κατά που στρίβω· και όποιος πολύ προσεκτικά μελετάει τον εαυτό του βρίσκει μέσα του, ακόμα και σε αυτή την ίδια του την κρίση, παρόμοιο ανεμοδούρι και τέτοια παραφωνία. Τίποτα δεν έχω να πω για τον εαυτό μου ολοκληρωτικά, απλά και σταθερά, χωρίς μπέρδεμα και χωρίς ανακάτεμα. 

Αν και είμαι πάντα της γνώμης να λέω καλό για το καλό και ευνοϊκά μάλλον να ερμηνεύω τα πράγματα που έτσι μπορούν να ερμηνευθούν, ωστόσο το περίεργο της κατάστασης μάς κάνει συχνά να σπρωχνόμαστε από το ίδιο το κακό σε καλή πράξη – αν η καλή πράξη δεν κρινόταν από τη διάθεσή μας και μόνο. Οπότε ένα τολμηρό κατόρθωμα δεν πρέπει να οδηγεί στο συμπέρασμα πως ένας άντρας είναι παλικάρι· όποιος θα ήταν παλικάρι, πάντα θα ήταν έτσι και σε όλες τις περιπτώσεις. Αν η ανδρεία ήταν συνήθης αρετή και όχι σκίρτημα, θα καθιστούσε έναν άνθρωπο εξίσου αποφασιστικό σε όλα τα ενδεχόμενα, είτε ήταν μόνος του είτε με συντροφιά, το ίδιο αν βρισκόταν σε περιχαρακωμένο στρατόπεδο ή στο πεδίο της μάχης· γιατί, ό,τι κι αν λέγετε δεν υπάρχει άλλη παλικαριά στα καλντερίμια [της πόλης] και άλλη στη μάχη. Με την ίδια τόλμη θα ανεχόταν μια αρρώστια στο κρεβάτι του, όπως μια πληγή στη μάχη και δεν θα φοβόταν το θάνατο, ούτε στο σπίτι του ούτε στην επίθεση.

Οι πράξεις μας δεν είναι παρά ψηφίδες ετερόκλητες –
την ηδονή περιφρονούν, στον πόνο λιποψυχούν· για την δόξα αδιαφορούν, η δυσμένεια τους καταβάλλει (ΚΙΚΕΡΩΝ),

και θέλουμε να αποκτήσουμε τιμή με ψεύτικα πιστοποιητικά. Η αρετή δεν θέλει να την ακολουθούμε παρά μόνο για αυτή την ίδια· και αν καμιά φορά δανειζόμαστε το προσωπείο της για άλλο σκοπό, μας το αποσπά αμέσως από τα μούτρα.

Να γιατί, για να κρίνουμε έναν άνθρωπο, πρέπει να ακολουθήσουμε για καιρό και με προσοχή τα ίχνη του· αν σε αυτά η σταθερότητα δεν στέκεται στα ίδια της τα θεμέλια,

έχοντας έναν τρόπο ζωής που εξέτασε και προετοίμασε (ΚΙΚΕΡΩΝ),

αν η ποικιλία των περιστάσεων τον κάνει να αλλάζει βηματισμό (“μονοπάτι”, εννοώ, γιατί το βήμα μπορεί να ταχύνει ή να βραδύνει), αφήστε τον να τρέχει· αυτός ο άνθρωπος πάει κατά πως φυσάει ο άνεμος.

Δεν μας εκπλήσσει, λέει ένας αρχαίος, που το τυχαίο έχει τόση ισχύ πάνω μας, αφού ζούμε κατά τύχη. Όποιος δεν κατηύθυνε τη ζωή του ως σύνολο προς έναν ορισμένο στόχο, είναι αδύνατο να βάλει τις μεμονωμένες πράξεις του στη σειρά. Είναι αδύνατο να τακτοποιήσει τα κομμάτια, όποιος δεν έχει μια εικόνα του συνόλου στο κεφάλι του. Ποιος ο λόγος να προμηθευτεί χρώματα, όποιος δεν ξέρει τι πρέπει να ζωγραφίσει; Κανείς δεν φτιάχνει ορισμένο σχέδιο της ζωής του· και σε αυτό το ζήτημα αποφασίζουμε κομματιαστά. Ο τοξότης πρέπει κατ’ αρχάς να ξέρει που στοχεύει και ύστερα να ταιριάξει το χέρι, το τόξο, τη χορδή, το βέλος και τις κινήσεις. Τα σχέδια μας εκτρέπονται, γιατί δεν έχουν κατεύθυνση και στόχο. Κανένας άνεμος δεν βολεύει όποιον δε έχει λιμάνι προορισμού.

Δεν συμφωνώ με την κρίση που βγήκε υπέρ του Σοφοκλή, που τον αποδείκνυε επαρκή για το χειρισμό των υποθέσεων του σπιτικού του και απέρριπτε την κατηγορία του γιου του περί του αντιθέτου, αφού προηγουμένως οι κριτές είχαν δει μια τραγωδία του. (ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ)

Ούτε βρίσκω πως όσα στοχάστηκαν οι Πάριοι, σταλμένοι για να διορθώσουν τους Μιλήσιους, είναι αρκετά για το συμπέρασμα που έβγαλαν.

Επισκεπτόμενοι το νησί, παρατήρησαν τα πιο καλοκαλλιεργημένα χωράφια και τα πιο νοικοκυρεμένα αγροτόσπιτα· και αφού κατέγραψαν τα ονόματα των κατόχων αυτών των πραγμάτων, όταν συνάθροισαν τους πολίτες της πόλης, ονόμασαν εκείνα εκεί τα αφεντικά νέους κυβερνήτες και άρχοντες, κρίνοντας ότι, προσεκτικοί στις ιδιωτικές τους υποθέσεις, θα ήταν προσεκτικοί και στις δημόσιες. (ΗΡΟΔΟΤΟΣ)

Είμαστε ολόκληροι καμωμένοι από κομμάτια και κομματάκια, ραμμένα μαζί τόσο διαφορετικά και τόσο κακόσχημα, έτσι που κάθε κομμάτι, κάθε στιγμή, παίζει το δικό του παιχνίδι. Και βρίσκεται τόση διαφορά ανάμεσα σε εμάς και στους εαυτούς μας, όση ανάμεσα σε εμάς και στους άλλους.

Άφησέ με να σε πείσω πως είναι σπουδαία υπόθεση να είσαι πάντα ο ίδιος άνθρωπος. (ΣΕΝΕΚΑΣ)

Δεν είναι αρκετό για μυαλό κατακαθισμένο να μας κρίνει απλώς και μόνο από τις εξωτερικές πράξεις· πρέπει να βυθομετρήσουμε ως τα κατάβαθα και να δούμε μέσα από ποια ελατήρια δίνεται κίνηση στα πράγματα. Δεδομένου όμως ότι πρόκειται για ριψοκίνδυνη και δεινή επιχείρηση, θα ήθελα λιγότεροι άνθρωποι να ανακατεύονταν με αυτή.

ΜΙΣΕΛ ΝΤΕ ΜΟΝΤΑΙΝΙ, ΔΟΚΙΜΙΑ

Πώς να καταλάβεις ότι κάποιος σε χειραγωγεί

Αν έχετε νιώσει ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά σε μια στενή σχέση ή σε μια περιστασιακή συνάντηση – είστε πιεσμένοι, νιώθετε ότι σας ελέγχουν ή ακόμα αισθάνεστε να αμφιβάλλετε για τον εαυτό σας περισσότερο από το συνηθισμένο – τότε μπορεί να νιώθετε ότι σας χειραγωγούν.

Η χειραγώγηση είναι μια συναισθηματικά μη υγιής ψυχολογική στρατηγική που χρησιμοποιείται από ανθρώπους που δεν είναι σε θέση να ζητήσουν με άμεσο τρόπο αυτό που θέλουν και χρειάζονται. Οι άνθρωποι που προσπαθούν να χειραγωγήσουν άλλους, προσπαθούν ουσιαστικά να τους ελέγξουν.

Υπάρχουν πολλές διαφορετικές μορφές χειραγώγησης, που κυμαίνονται από έναν πιεστικό πωλητή μέχρι έναν συναισθηματικά κακοποιητικό συνεργάτη και κάποιες συμπεριφορές είναι ευκολότερο να εντοπιστούν από άλλες.

Παρακάτω μπορείτε να αναγνωρίσετε τα σημάδια που αποκαλύπτουν ότι θα μπορούσατε να είστε αντικείμενο χειραγώγησης.

1. Νιώθεις φόβο, υποχρέωση και ενοχή

Η χειριστική συμπεριφορά περιλαμβάνει τρεις παράγοντες: φόβο, υποχρέωση και ενοχή. Όταν χειραγωγείστε από κάποιον, είστε ψυχολογικά αναγκασμένοι να κάνετε κάτι που μάλλον δεν θέλετε πραγματικά να κάνετε. Ίσως αισθάνεστε φοβισμένοι να το κάνετε, υποχρεωμένοι να το κάνετε ή ένοχοι για να μην το κάνετε.

Υπάρχουν δύο κοινοί χειριστικοί τύποι: Ο δράστης και Το θύμα. Ο δράστης σας κάνει να αισθάνεστε φοβισμένοι και μπορεί να χρησιμοποιήσει επιθετικότητα, απειλές και εκφοβισμό για να σας ελέγξει. Το θύμα δημιουργεί μια αίσθηση ενοχής στο στόχο του. Το θύμα συνήθως παριστάνει ότι πληγώνεται. Αλλά ενώ οι χειριστικοί παίζουν συχνά το θύμα, η πραγματικότητα είναι ότι είναι εκείνοι που έχουν προκαλέσει το πρόβλημα.

Ένα άτομο που γίνεται στόχος χειριστικών ανθρώπων που παριστάνουν το θύμα, προσπαθεί συχνά να βοηθήσει τον χειραγωγό του να σταματήσει να αισθάνεται ένοχος. Τα άτομα αυτού του είδους της χειραγώγησης συχνά αισθάνονται υπεύθυνοι να βοηθήσουν το θύμα κάνοντας ό,τι μπορούν για να σταματήσουν τον πόνο τους.

2. Αμφισβητείς τον εαυτό σου

Ο όρος “gaslighting” συχνά χρησιμοποιείται για να αναγνωριστούν οι χειρισμοί που κάνουν τους ανθρώπους να αμφισβητούν τον εαυτό, την πραγματικότητα, τη μνήμη ή τις σκέψεις τους. Ένα άτομο που χειραγωγεί, διαστρεβλώνει αυτό που λέτε και το φέρνει στα μέτρα του, ελέγχει τη συζήτηση ή σας κάνει να αισθάνεστε ότι έχετε κάνει κάτι λάθος όταν δεν είστε σίγουροι.

Αν βιώνετε gaslighting, μπορεί να αισθανθείτε μια ψευδή αίσθηση ενοχής ή αμυντικής συμπεριφοράς – σαν να έχετε αποτύχει εντελώς ή ότι έχετε κάνει κάτι λάθος, όταν στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει αυτό. Οι χειριστές κατηγορούν. Δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη.

3. Νιώθετε ένα δέσιμο

Αν κάποιος σας έκανε μια χάρη περιμένοντας κάτι σε αντάλλαγμα, τότε υπάρχουν επακόλουθες σχέσεις, που πιθανώς να εξελιχθούν σε χειραγώγηση.

Οι ψυχολόγοι αναφέρονται σε έναν χειριστικό τύπο ανθρώπου ως Ο κύριος Καλός. Αυτό το άτομο μπορεί να βοηθάει και να κάνει πολλές χάρες για τους άλλους ανθρώπους. Πρόκειται για μία μπερδεμένη κατάσταση επειδή δεν συνειδητοποιείτε ότι συμβαίνει κάτι αρνητικό. Αλλά, από την άλλη πλευρά, με κάθε καλή πράξη, υπάρχει μια προσδοκία. Αν δεν ικανοποιήσετε την προσδοκία του δράστη, θα είστε φανερά αχάριστοι.

Στην πραγματικότητα, η εκμετάλλευση των κανόνων και των προσδοκιών της αμοιβαιότητας είναι μία από τις πιο κοινές μορφές χειραγώγησης.

Ένας πωλητής, για παράδειγμα, μπορεί να σας κάνει μία συμφωνία και για αυτό θα πρέπει να αγοράσετε το προϊόν. Σε μια σχέση, κάποιος σύντροφος μπορεί να σας αγοράσει λουλούδια και στη συνέχεια να ζητήσει κάτι σε αντάλλαγμα. Αυτές οι τακτικές λειτουργούν επειδή καταχρώνται κοινωνικές νόρμες. Είναι φυσιολογικό να ανταλλάσσουμε χάρες, αλλά ακόμα και όταν κάποιος μας κάνει μια χάρη χωρίς ειλικρίνεια, συχνά αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να ανταποδώσουμε και να συμμορφωθούμε στην νόρμα.

4. Παρατηρείστε τις τεχνικές Το πόδι στο άνοιγμα της πόρτας και Η πόρτα στα μούτρα

Συχνά, οι χειριστικοί άνθρωποι δοκιμάζουν μία από τις δύο τακτικές. Η πρώτη είναι η τεχνική το πόδι στο άνοιγμα της πόρτας, στην οποία κάποιος ξεκινάει με ένα μικρό και λογικό αίτημα όπως: Μήπως έχετε ώρα; – που οδηγεί στη συνέχεια σε μεγαλύτερο αίτημα – όπως: Μπορείτε να μου δώσετε 10 ευρώ για το ταξί;

Η τεχνική της πόρτας στα μούτρα είναι το αντίθετο: αφορά κάποιον που έχει ένα μεγάλο αίτημα το οποίο απορρίπτεται και στη συνέχεια ζητάει κάτι μικρότερο.

Κάποιος με τον οποίο υπογράφετε ένα συμβόλαιο, για παράδειγμα, μπορεί να σας ζητήσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό ως προκαταβολή, και στη συνέχεια, αφού αρνηθείτε, να ζητήσει ένα μικρότερο ποσό. Αυτό λειτουργεί επειδή, μετά το μεγαλύτερο αίτημα, η μικρότερη έκκληση φαίνεται λογική συγκριτικά.

Τι να κάνετε αν νομίζετε ότι σας χειραγωγούν

Ο τρόπος με τον οποίο αντιδράτε στη χειραγώγηση, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το τι είδους χειραγώγηση αντιμετωπίζετε. Αν νομίζετε ότι εσείς ή κάποιος που γνωρίζετε βρίσκεται σε μια χειριστική ή ακόμα και τοξική σχέση, μια καλή ομάδα υποστήριξης μπορεί επίσης να είναι βοηθητική.

Οι άνθρωποι σε τοξικές σχέσεις πρέπει να ακούσουν κάποιες αντίθετες απόψεις καθώς έχουν εξασκηθεί να νομίζουν ότι οι χειριστικές αλληλεπιδράσεις είναι φυσιολογικές. Κάποιος πρέπει να τους βοηθήσει να ξεφύγουν από αυτή την υπόθεση.

Σε άλλες μορφές χειραγώγησης, να μην επιτρέψουμε στη χειραγώγηση να μας επηρεάσει προσωπικά. Χρησιμοποιήστε το σύνθημα: Παρατηρήστε, μην αφομοιώνετε. Στο κάτω κάτω, δεν είστε υπεύθυνοι για τα συναισθήματα κάποιου άλλου.

Συχνά, η θέσπιση ορίων μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της χειραγώγησης υπό έλεγχο. Οι άνθρωποι που χειραγωγούν έχουν πενιχρά όρια. Έχετε τη δική σας εκούσια εμπειρία ως άνθρωπος και πρέπει να ξέρετε πού τελειώνουν τα δικά σας όρια και που ξεκινούν του άλλου. Οι χειριστικοί άνθρωποι έχουν όρια που είναι υπερβολικά άκαμπτα είτε είναι μπερδεμένα.

Σε μια κατάσταση χειραγώγησης, μπορεί επίσης να σας είναι βοηθητικό να καθυστερήσετε την απάντησή σας. Για παράδειγμα, αποφύγετε να υπογράψετε ένα συμβόλαιο με την πρώτη ματιά, μην κάνετε μια μεγάλη αγορά χωρίς να το σκεφτείτε και αποφύγετε στις σχέσεις να πάρετε μία σημαντική απόφαση στην αρχή της. Σκεφτείτε λίγο ακόμη και δώστε χρόνο στον εαυτό σας να πάρει την καλή, για εσάς, απόφαση. Αυτή είναι η καλύτερη λύση για να αποφύγετε να πέσετε θύμα χειραγώγησης.

Νίτσε: Ναι, η ζωή αξίζει να τη ζει κανείς! Ναι, είμαι άξιος να ζήσω!

Πάντα βρίσκω όλους τούς ανθρώπους, όπως κι αν τούς κοιτάζω, με καλοσύνη ή κακία, να φροντίζουν για ένα πράγμα: πώς να εξυπηρετήσουν τη συντήρηση του είδους. Και φροντίζουν γι’ αυτό, όχι από αγάπη για το είδος, άλλα γιατί δεν υπάρχει μέσα τους τίποτα παλιότερο, δυνατότερο, ανέλεγκτο και πιο ακατανόητο από αυτό το ένστικτο, γιατί είναι αλήθεια πώς το ένστικτο αυτό είναι στην κυριολεξία ή ουσία του είδους μας, η ουσία του κοπαδιού μας.

Παρ όλο πού τα καταφέρνουμε αρκετά γρήγορα μπορώ να πω με τη συνηθισμένη φυσικά μυωπία μας, να ξεχωρίζουμε από απόσταση πέντε βημάτων τούς όμοιους μας σε χρήσιμους και σε άχρηστους, σε καλούς και σε κακούς ανθρώπους, ωστόσο αν καθίσουμε και τα βάλουμε κάτω και κάνουμε έναν απολογισμό και σκεφτούμε το γενικό σύνολο αυτού του ξεχωρίσματος, καταλήγουμε σέ μια φοβερή δυσπιστία.

Δεν μας ικανοποιεί το ξεχώρισμα, δεν είμαστε σίγουροι και στο τέλος τα παρατάμε. Στο κάτω – κάτω τής γραφής, ίσως ο πιο άχρηστος, ο πιο βλαβερός άνθρωπος να είναι ό πιο χρήσιμος για τη συντήρηση του είδους.

Γιατί o άνθρωπος αυτός — ο βλαβερός— συντηρεί στον εαυτό του ή στους άλλους ανθρώπους διάφορα ένστικτα πού χωρίς αυτά ή ανθρωπότητα θα είχε εδώ και πολύ καιρό αποχαυνωθεί και διαφθαρεί. H ανεξάντλητη δίψα του αρπάγματος και τής κυριαρχίας, η ηδονή τής καταστροφής, το μίσος και, γενικά με άλλα πιο άπλα λόγια, εκείνο το κάθε τι πού ονομάζουμε και θεωρούμε συγχρόνως κακό, κατά βάθος δεν είναι τίποτα’ άλλο παρά ένα από τα στοιχεία τής καταπληκτικής οικονομίας τής συντήρησης τού είδους, βέβαια στο σύνολό της αρκετά ακριβή και σπάταλη οικονομία, εξαιρετικά ανόητη, αλλά πού αποδεδειγμένα διατήρησε μέχρι τώρα τη φυλή μας.

Δεν μπορώ να γνωρίζω, αγαπητέ μου ομόγονε και πλησίον, αν θα μπορούσες να ζήσεις ακόμα σε βάρος τού είδους μας, να ζήσεις «παράλογα», να ζήσεις «κακά» ότι θα μπορούσε να κάνει κακό στο είδος ίσως έχει πεθάνει μέσα μας πριν από χιλιάδες χρόνια’ και ίσως να είναι ένα από ’κείνα τα πράγματα πού τώρα πια ούτε ο ίδιος ο θεός δεν μπορεί να τα επηρεάσει. Ακολούθησε τις πιο καλές ή τις πιο άσχημες, τις πιο χειρότερες κλίσεις σου, και, πάν’ απ’ όλα, τράβα στο χαμό σου.

Και στις δυο περιπτώσεις, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, θα διευκολύνεις την πρόοδο τής ανθρωπότητας, και θα είσαι και ευεργέτης της μάλιστα, και θα έχεις το δικαίωμα να σέ εξυμνήσουν… όπως ακριβώς και να σε χλευάσουν! ’Αλλά ποτέ, ποτέ δεν θα συναντήσεις εκείνον πού θα καταφέρει να σε χλευάσει, εσένα προσωπικά, το άτομο ολόκληρο, ακόμα και σέ ότι καλλίτερο έχεις, ποτέ δεν θα βρεις εκείνον πού θα κατορθώσει να σε αναπαραστήσει με τόση δύναμη ώστε να πλησιάσει την αλήθεια, καημένη μύγα, καημένε βάτραχε. ’Ακόμα και οι πιο καλοί δεν είχαν μέχρι τώρα αρκετό πάθος για το αληθινό ούτε οι πιο προικισμένοι αρκετή μεγαλοφυΐα για να γελάσουν με τούς εαυτούς τους όπως θα έπρεπε να κάνουν και όπως ακριβώς θα έκανε ή ολοκληρωμένη αλήθεια.

Μπορεί όμως να υπάρχει και κάποιο μέλλον! θα γίνει κι’ αυτό όταν τ ο αξίωμα «το πάν είναι το είδος, το άτομο δεν είναι τίποτα» θα ποτίσει ως το μεδούλι της την ανθρωπότητα, και όταν ο κάθε άνθρωπος θα μπορεί να πλησιάσει ελεύθερα αυτή την υπέρτατη απελευθέρωση, αυτή την υπέρτατη ανευθυνότητα. Και τότε, ίσως, να συνδεθεί το γέλιο με τη σοφία, και τότε να υπάρξει μια «χαρούμενη γνώση». Στο μεταξύ όμως, τα πράγματα εξελίσσονται τελείως διαφορετικά. H κωμωδία τής ύπαρξης δεν απόκτησε ακόμα «αυτοσυνειδησία», βρισκόμαστε στον αιώνα της τραγωδίας, στον αιώνα των ηθικών και των ανήθικων θρησκειών.

Αλήθεια, αναρωτήθηκε ποτέ κανείς τί να σημαίνει αυτό το καινούριο κάθε φορά κύμα από τούς ιδρυτές ηθικών και λατρειών, από τούς παρακινητές των μαχών πού δίνονται για να θριαμβεύσει η μια ή η άλλη ηθική αξία; Ποια είναι άραγε ή σημασία αυτών των ηρώων πάνω σέ τέτοιες σκηνές;

Η απάντηση βγαίνει μόνη της. Αυτά ήταν μέχρι τώρα οι ήρωές μας, και τα υπόλοιπα, πού πολλές φορές ήταν πάρα πολύ κοντά μας, εκείνα πού βλέπαμε από τη σκηνή, είτε ήταν παρασκήνια, μηχανές, καμαριέρηδες, μυστικοσύμβουλοι, όλα αυτά δεν κάνανε τίποτα άλλο παρά να προπαρασκευάζουν τούς ρόλους μας. Αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για να με καταλάβετε: Οι ποιητές πάντα, μα πάντα, ήταν οι καμαριέρηδες κάποιας ηθικής… Γίνεται κατανοητό πώς και αυτοί οι τραγικοί δουλεύουν για το καλό, για το συμφέρον του είδους, παρόλο πού φαντάζονται ίσως πώς δουλεύουν για το συμφέρον του θεού, και μπορεί να θεωρούν ακόμη τούς εαυτούς τους αποσταλμένους από τον ίδιο το θεό. Και αυτοί λοιπόν ευνοούν —προσφέρουν κάτι το καλό,— τη ζωή τού είδους, με το να ευνοούν και να ενισχύουν την πίστη στη ζωή.

Λένε πώς, «τη ζωή αξίζει να την ζει κανείς η ζωή είναι κάτι το πολύ σημαντικό, και κάτι υπάρχει πίσω της» προσέξτε, “πίσω από τη φαινομενικότητα τής ζωής κρύβεται κάποιο αντικείμενο», η αυτοσυντήρηση, το ένστικτο αυτό πού βασιλεύει ίδια και στους ανώτερους και στους πιο χυδαίους ανθρώπους, διαφαίνεται κάπου – κάπου κάτω από την επίφαση του διανοητικού πάθους ή τής λογικής και τότε, σέρνει πίσω του μια ολόκληρη κομπανία από σπινθηροβόλα λόγια και προσπαθεί να μας κάνει να λησμονήσουμε πώς στο βάθος δεν είναι άλλα παρά μόνο ένστικτο, κλίση, τρέλα.

Πρέπει να αγαπάμε τη ζωή. Γιατί…!

Ο άνθρωπος ΟΦΕΙΛΕΙ να δουλεύει για τη ζωή του και για τη ζωή των όμοιων του ΓΙΑΤΙ...! Κι άπειρα, ατελείωτα άλλα «ΠΡΕΠΕΙ», «ΟΦΕΙΛΕΙ» κι άλλα χθεσινά, σημερινά ή αυριανά «ΔΙΟΤΙ»!

Και κείνο πού συμβαίνει αναγκαστικά πάντα, εκείνο πού γίνεται από μόνο του και χωρίς κανένα σκοπό, για να φαίνεται από δω και πέρα πώς αποβλέπει σ ένα σκοπό και για να φαίνεται στον άνθρωπο λόγος και υπέρτατος νόμος, γι’ αυτό ανεβαίνει ό ηθικοδιδάσκαλος στην καθηγητική του έδρα, την έδρα του «σκοπού της ζωής» γι’ αυτό, αυτό σκέφτεται μια άλλη καινούρια ζωή, μια δεύτερη ζωή, και κρατώντας την καινούρια του μηχανή βγάζει από τις παλιές και τόσο χυδαίες στρόφιγγες της — την παλιά και τόσο χυδαία ύπαρξή μας.

Δεν θέλει ο ηθικοδιδάσκαλος να γελούμε για τη ζωή, ούτε για τον εαυτό μας, άλλα ούτε και γι’ αυτόν! Γι’ αυτόν και τη θεωρία του, ένα ον είναι πάντα ΕΝΑ, κάτι το πρώτο, το φοβερό, το τελευταίο’ για τον ηθικοδιδάσκαλο δεν υπάρχει ούτε είδος, ούτε ποσό, ούτε μηδενικό. Όσο αλλόκοτες, όσο τρελές κι αν είναι οι σκέψεις του και οι αξιολογήσεις του, όση παραγνώριση κι αν δείχνει για την πορεία τής φύσης, όσο κι αν παραβιάζει τις φυσικές συνθήκες, και ήταν ως τώρα όλες οι ηθικές τόσο τρελές, τόσο αντιφυσικές, ώστε ακόμα και πιο μικρές θα μπορούσαν να καταστρέψουν ολόκληρη την ανθρωπότητα, αν την είχαν διαποτίσει, κάθε φορά πού παρουσιαζόταν ό «ήρωας» πάνω στη σκηνή, είχαν κάτι το καινούριο, το εκ διαμέτρου αντίθετο του γέλιου, να είχαν τη βαθιά συγκίνηση του κάθε ατόμου σέ τούτη τη μοναδική σκέψη:

«Ναι, η ζωή αξίζει να τη ζει κανείς! Ναι, είμαι άξιος να ζήσω!».

Δεν μπορούμε να μη παραδεχτούμε πώς με το πέρασμα του χρόνου το γέλιο, η φύση, η ορθοφροσύνη δεν νίκησαν αυτούς τούς τρανούς προφέσορες του σκοπού: η τραγωδία πάντα στο τέλος ξαναγύριζε στην αιώνια κωμωδία τής ζωής, και, —για να πούμε σαν τον Αισχύλο— «η θάλασσα με το αμέτρητο χαμόγελο» στο τέλος μοιραία θα σκεπάσει και τον πιο τρανό απ’ όλους αυτούς τούς τραγικούς. Τελικά όμως, —παρ’ όλο αυτό το γέλιο της—, η ανθρώπινη φύση άλλαξε με το ασταμάτητο ξαναγύρισμα αυτών των καθηγητών τού σκοπού τής ζωής, έχει τώρα άλλη μια παραπάνω ανάγκη, και αυτή ή ανάγκη είναι ακριβώς να βλέπει να ξαναγυρίζουν ασταμάτητα αυτοί οι καθηγητές και να διδάσκουν τα μαθήματά τους.

Σιγά – σιγά ο άνθρωπος έγινε ένα χιμαιρικό ον πού ή ζωή του έχει κάτι παραπάνω από τη ζωή των άλλων ζώων. Ο άνθρωπος ΠΡΕΠΕΙ να φαντάζεται κάπου-κάπου και να διερωτάται ΓΙΑΤΙ υπάρχει’ δεν μπορεί να προκόψει το είδος του χωρίς κάποια περιοδική εμπιστοσύνη στη ζωή, χωρίς να πιστεύει ότι υπάρχει ο λόγος στη ζωή!

Και δεν θα σταματήσει ποτέ το ανθρώπινο είδος να κηρύσσει: «Κάτι υπάρχει, κάτι πού δεν έχουμε πιά κανένα απολύτως δικαίωμα να το περιγελούμε, να το κοροϊδεύουμε». Και θα προσθέσει ο πιο προνοητικός φιλάνθρωπος: «Δεν είναι μόνο μέρος των μέσων και των αναγκών για τη συντήρηση του είδους, το γέλιο και η χαρούμενη σοφία: μέρος τους είναι και το τραγικό, με τον υπέροχο παραλογισμό του!»…

Συνεπώς! Συνεπώς! Συνεπώς!

Ώ αδέρφια μου, με καταλαβαίνετε; Αντιλαμβάνεστε τον καινούριο αυτό νόμο της άμπωτης και τής παλίρροιας;

Και σε μας, θα έρθει ή ώρα μας!

Friedrich Nietzsche, Η Θεωρία του σκοπού της Ζωής

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΑΙ

ΘΟΥΚ 7.42.1–7.45.2

Άφιξη του Δημοσθένη στις Συρακούσες – Η νυκτομαχία στις Επιπολές

Μόλις έμαθαν οι Συρακούσιοι ότι πλησίαζαν οι αθηναϊκές ενισχύσεις, προσπάθησαν με νέα ναυμαχία να επιφέρουν αποφασιστικό πλήγμα στις δυνάμεις του Νικία. Η επικράτησή τους σε αυτήν τους τόνωσε το ηθικό και τους δημιούργησε την προσδοκία για νίκη και στην ξηρά.

[7.42.1] Καὶ οἱ μὲν ὡς ἐπιθησόμενοι κατ’ ἀμφότερα παρεσκευά-
ζοντο αὖθις, ἐν τούτῳ δὲ Δημοσθένης καὶ Εὐρυμέδων ἔχοντες
τὴν ἀπὸ τῶν Ἀθηνῶν βοήθειαν παραγίγνονται, ναῦς τε
τρεῖς καὶ ἑβδομήκοντα μάλιστα ξὺν ταῖς ξενικαῖς καὶ
ὁπλίτας περὶ πεντακισχιλίους ἑαυτῶν τε καὶ τῶν ξυμμάχων,
ἀκοντιστάς τε βαρβάρους καὶ Ἕλληνας οὐκ ὀλίγους, καὶ
σφενδονήτας καὶ τοξότας καὶ τὴν ἄλλην παρασκευὴν
ἱκανήν. [7.42.2] καὶ τοῖς μὲν Συρακοσίοις καὶ ξυμμάχοις κατά-
πληξις ἐν τῷ αὐτίκα οὐκ ὀλίγη ἐγένετο, εἰ πέρας μηδὲν
ἔσται σφίσι τοῦ ἀπαλλαγῆναι τοῦ κινδύνου, ὁρῶντες οὔτε
διὰ τὴν Δεκέλειαν τειχιζομένην οὐδὲν ἧσσον στρατὸν ἴσον
καὶ παραπλήσιον τῷ προτέρῳ ἐπεληλυθότα τήν τε τῶν
Ἀθηναίων δύναμιν πανταχόσε πολλὴν φαινομένην· τῷ δὲ
προτέρῳ στρατεύματι τῶν Ἀθηναίων ὡς ἐκ κακῶν ῥώμη
τις ἐγεγένητο. [7.42.3] ὁ δὲ Δημοσθένης ἰδὼν ὡς εἶχε τὰ πράγματα
καὶ νομίσας οὐχ οἷόν τε εἶναι διατρίβειν οὐδὲ παθεῖν ὅπερ
ὁ Νικίας ἔπαθεν (ἀφικόμενος γὰρ τὸ πρῶτον ὁ Νικίας
φοβερός, ὡς οὐκ εὐθὺς προσέκειτο ταῖς Συρακούσαις, ἀλλ’
ἐν Κατάνῃ διεχείμαζεν, ὑπερώφθη τε καὶ ἔφθασεν αὐτὸν
ἐκ τῆς Πελοποννήσου στρατιᾷ ὁ Γύλιππος ἀφικόμενος, ἣν
οὐδ’ ἂν μετέπεμψαν οἱ Συρακόσιοι, εἰ ἐκεῖνος εὐθὺς ἐπέκειτο·
ἱκανοὶ γὰρ αὐτοὶ οἰόμενοι εἶναι ἅμα τ’ ἂν ἔμαθον ἥσσους
ὄντες καὶ ἀποτετειχισμένοι ἂν ἦσαν, ὥστε μηδ’ εἰ μετέ-
πεμψαν ἔτι ὁμοίως ἂν αὐτοὺς ὠφελεῖν), ταῦτα οὖν ἀνα-
σκοπῶν ὁ Δημοσθένης, καὶ γιγνώσκων ὅτι καὶ αὐτὸς ἐν τῷ
παρόντι τῇ πρώτῃ ἡμέρᾳ μάλιστα δεινότατός ἐστι τοῖς
ἐναντίοις, ἐβούλετο ὅτι τάχος ἀποχρήσασθαι τῇ παρούσῃ
τοῦ στρατεύματος ἐκπλήξει. [7.42.4] καὶ ὁρῶν τὸ παρατείχισμα
τῶν Συρακοσίων, ᾧ ἐκώλυσαν περιτειχίσαι σφᾶς τοὺς
Ἀθηναίους, ἁπλοῦν ὂν καί, εἰ κρατήσειέ τις τῶν τε Ἐπι-
πολῶν τῆς ἀναβάσεως καὶ αὖθις τοῦ ἐν αὐταῖς στρατοπέδου,
ῥᾳδίως ἂν αὐτὸ ληφθέν (οὐδὲ γὰρ ὑπομεῖναι ἂν σφᾶς
οὐδένα), ἠπείγετο ἐπιθέσθαι τῇ πείρᾳ, [7.42.5] καί οἱ ξυντομωτάτην
ἡγεῖτο διαπολέμησιν· ἢ γὰρ κατορθώσας ἕξειν Συρακούσας,
ἢ ἀπάξειν τὴν στρατιὰν καὶ οὐ τρίψεσθαι ἄλλως Ἀθηναίους
τε τοὺς ξυστρατευομένους καὶ τὴν ξύμπασαν πόλιν.

[7.42.6] Πρῶτον μὲν οὖν τήν τε γῆν ἐξελθόντες τῶν Συρακοσίων
ἔτεμον οἱ Ἀθηναῖοι περὶ τὸν Ἄναπον, καὶ τῷ στρατεύματι
ἐπεκράτουν ὥσπερ τὸ πρῶτον, τῷ τε πεζῷ καὶ ταῖς ναυσίν
(οὐδὲ γὰρ καθ’ ἕτερα οἱ Συρακόσιοι ἀντεπεξῇσαν ὅτι μὴ
τοῖς ἱππεῦσι καὶ ἀκοντισταῖς ἀπὸ τοῦ Ὀλυμπιείου)· [7.43.1] ἔπειτα
μηχαναῖς ἔδοξε τῷ Δημοσθένει πρότερον ἀποπειρᾶσαι τοῦ
παρατειχίσματος. ὡς δὲ αὐτῷ προσαγαγόντι κατεκαύθησάν
τε ὑπὸ τῶν ἐναντίων ἀπὸ τοῦ τείχους ἀμυνομένων αἱ
μηχαναὶ καὶ τῇ ἄλλῃ στρατιᾷ πολλαχῇ προσβάλλοντες
ἀπεκρούοντο, οὐκέτι ἐδόκει διατρίβειν, ἀλλὰ πείσας τόν τε
Νικίαν καὶ τοὺς ἄλλους ξυνάρχοντας, ὡς ἐπενόει, τὴν
ἐπιχείρησιν τῶν Ἐπιπολῶν ἐποιεῖτο. [7.43.2] καὶ ἡμέρας μὲν
ἀδύνατα ἐδόκει εἶναι λαθεῖν προσελθόντας τε καὶ ἀνα-
βάντας, παραγγείλας δὲ πέντε ἡμερῶν σιτία καὶ τοὺς
λιθολόγους καὶ τέκτονας πάντας λαβὼν καὶ ἄλλην παρα-
σκευὴν τοξευμάτων τε καὶ ὅσα ἔδει, ἢν κρατῶσι, τειχίζοντας
ἔχειν, αὐτὸς μὲν ἀπὸ πρώτου ὕπνου καὶ Εὐρυμέδων καὶ
Μένανδρος ἀναλαβὼν τὴν πᾶσαν στρατιὰν ἐχώρει πρὸς
τὰς Ἐπιπολάς, Νικίας δὲ ἐν τοῖς τείχεσιν ὑπελέλειπτο.
[7.43.3] καὶ ἐπειδὴ ἐγένοντο πρὸς αὐταῖς κατὰ τὸν Εὐρύηλον, ᾗπερ
καὶ ἡ προτέρα στρατιὰ τὸ πρῶτον ἀνέβη, λανθάνουσί τε
τοὺς φύλακας τῶν Συρακοσίων, καὶ προσβάντες τὸ τείχισμα
ὃ ἦν αὐτόθι τῶν Συρακοσίων αἱροῦσι καὶ ἄνδρας τῶν
φυλάκων ἀποκτείνουσιν. [7.43.4] οἱ δὲ πλείους διαφυγόντες εὐθὺς
πρὸς τὰ στρατόπεδα, ἃ ἦν ἐπὶ τῶν Ἐπιπολῶν τρία ἐν
προτειχίσμασιν, ἓν μὲν τῶν Συρακοσίων, ἓν δὲ τῶν ἄλλων
Σικελιωτῶν, ἓν δὲ τῶν ξυμμάχων, ἀγγέλλουσι τὴν ἔφοδον
καὶ τοῖς ἑξακοσίοις τῶν Συρακοσίων, οἳ καὶ πρῶτοι κατὰ
τοῦτο τὸ μέρος τῶν Ἐπιπολῶν φύλακες ἦσαν, ἔφραζον. [7.43.5] οἱ
δ’ ἐβοήθουν τ’ εὐθύς, καὶ αὐτοῖς ὁ Δημοσθένης καὶ οἱ
Ἀθηναῖοι ἐντυχόντες ἀμυνομένους προθύμως ἔτρεψαν. καὶ
αὐτοὶ μὲν εὐθὺς ἐχώρουν ἐς τὸ πρόσθεν, ὅπως τῇ παρούσῃ
ὁρμῇ τοῦ περαίνεσθαι ὧν ἕνεκα ἦλθον μὴ βραδεῖς γένωνται·
ἄλλοι δὲ ἀπὸ τῆς πρώτης τὸ παρατείχισμα τῶν Συρακοσίων
οὐχ ὑπομενόντων τῶν φυλάκων ᾕρουν τε καὶ τὰς ἐπάλξεις
ἀπέσυρον. [7.43.6] οἱ δὲ Συρακόσιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι καὶ ὁ Γύλιπ-
πος καὶ οἱ μετ’ αὐτοῦ ἐβοήθουν ἐκ τῶν προτειχισμάτων,
καὶ ἀδοκήτου τοῦ τολμήματος σφίσιν ἐν νυκτὶ γενομένου
προσέβαλόν τε τοῖς Ἀθηναίοις ἐκπεπληγμένοι καὶ βια-
σθέντες ὑπ’ αὐτῶν τὸ πρῶτον ὑπεχώρησαν. [7.43.7] προϊόντων δὲ
τῶν Ἀθηναίων ἐν ἀταξίᾳ μᾶλλον ἤδη ὡς κεκρατηκότων καὶ
βουλομένων διὰ παντὸς τοῦ μήπω μεμαχημένου τῶν ἐναντίων
ὡς τάχιστα διελθεῖν, ἵνα μὴ ἀνέντων σφῶν τῆς ἐφόδου
αὖθις ξυστραφῶσιν, οἱ Βοιωτοὶ πρῶτοι αὐτοῖς ἀντέσχον καὶ
προσβαλόντες ἔτρεψάν τε καὶ ἐς φυγὴν κατέστησαν.

[7.44.1] Καὶ ἐνταῦθα ἤδη ἐν πολλῇ ταραχῇ καὶ ἀπορίᾳ ἐγίγνοντο
οἱ Ἀθηναῖοι, ἣν οὐδὲ πυθέσθαι ῥᾴδιον ἦν οὐδ’ ἀφ’ ἑτέρων
ὅτῳ τρόπῳ ἕκαστα ξυνηνέχθη. ἐν μὲν γὰρ ἡμέρᾳ σαφέ-
στερα μέν, ὅμως δὲ οὐδὲ ταῦτα οἱ παραγενόμενοι πάντα
πλὴν τὸ καθ’ ἑαυτὸν ἕκαστος μόλις οἶδεν· ἐν δὲ νυκτο-
μαχίᾳ, ἣ μόνη δὴ στρατοπέδων μεγάλων ἔν γε τῷδε τῷ πολέμῳ
ἐγένετο, πῶς ἄν τις σαφῶς τι ᾔδει; [7.44.2] ἦν μὲν γὰρ σελήνη
λαμπρά, ἑώρων δὲ οὕτως ἀλλήλους ὡς ἐν σελήνῃ εἰκὸς τὴν
μὲν ὄψιν τοῦ σώματος προορᾶν, τὴν δὲ γνῶσιν τοῦ οἰκείου
ἀπιστεῖσθαι. ὁπλῖται δὲ ἀμφοτέρων οὐκ ὀλίγοι ἐν στενο-
χωρίᾳ ἀνεστρέφοντο. [7.44.3] καὶ τῶν Ἀθηναίων οἱ μὲν ἤδη ἐνι-
κῶντο, οἱ δ’ ἔτι τῇ πρώτῃ ἐφόδῳ ἀήσσητοι ἐχώρουν. πολὺ
δὲ καὶ τοῦ ἄλλου στρατεύματος αὐτοῖς τὸ μὲν ἄρτι ἀνε-
βεβήκει, τὸ δ’ ἔτι προσανῄει, ὥστ’ οὐκ ἠπίσταντο πρὸς
ὅτι χρὴ χωρῆσαι. ἤδη γὰρ τὰ πρόσθεν τῆς τροπῆς
γεγενημένης ἐτετάρακτο πάντα καὶ χαλεπὰ ἦν ὑπὸ τῆς
βοῆς διαγνῶναι. [7.44.4] οἵ τε γὰρ Συρακόσιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι
ὡς κρατοῦντες παρεκελεύοντό τε κραυγῇ οὐκ ὀλίγῃ χρώμενοι,
ἀδύνατον ὂν ἐν νυκτὶ ἄλλῳ τῳ σημῆναι, καὶ ἅμα τοὺς
προσφερομένους ἐδέχοντο· οἵ τε Ἀθηναῖοι ἐζήτουν τε σφᾶς
αὐτοὺς καὶ πᾶν τὸ ἐξ ἐναντίας, καὶ εἰ φίλιον εἴη τῶν ἤδη
πάλιν φευγόντων, πολέμιον ἐνόμιζον, καὶ τοῖς ἐρωτήμασι
τοῦ ξυνθήματος πυκνοῖς χρώμενοι διὰ τὸ μὴ εἶναι ἄλλῳ τῳ
γνωρίσαι σφίσι τε αὐτοῖς θόρυβον πολὺν παρεῖχον ἅμα
πάντες ἐρωτῶντες καὶ τοῖς πολεμίοις σαφὲς αὐτὸ κατέστη-
σαν· [7.44.5] τὸ δ’ ἐκείνων οὐχ ὁμοίως ἠπίσταντο διὰ τὸ κρατοῦντας
αὐτοὺς καὶ μὴ διεσπασμένους ἧσσον ἀγνοεῖσθαι, ὥστ’ εἰ
μὲν ἐντύχοιέν τισι κρείσσους ὄντες τῶν πολεμίων, διέφευγον
αὐτοὺς ἅτε ἐκείνων ἐπιστάμενοι τὸ ξύνθημα, εἰ δ’ αὐτοὶ μὴ
ἀποκρίνοιντο, διεφθείροντο. [7.44.6] μέγιστον δὲ καὶ οὐχ ἥκιστα
ἔβλαψε καὶ ὁ παιανισμός· ἀπὸ γὰρ ἀμφοτέρων παραπλή-
σιος ὢν ἀπορίαν παρεῖχεν. οἵ τε γὰρ Ἀργεῖοι καὶ οἱ
Κερκυραῖοι καὶ ὅσον Δωρικὸν μετ’ Ἀθηναίων ἦν, ὁπότε
παιανίσειαν, φόβον παρεῖχε τοῖς Ἀθηναίοις, οἵ τε πολέμιοι
ὁμοίως. [7.44.7] ὥστε τέλος ξυμπεσόντες αὑτοῖς κατὰ πολλὰ τοῦ
στρατοπέδου, ἐπεὶ ἅπαξ ἐταράχθησαν, φίλοι τε φίλοις καὶ
πολῖται πολίταις, οὐ μόνον ἐς φόβον κατέστησαν, ἀλλὰ
καὶ ἐς χεῖρας ἀλλήλοις ἐλθόντες μόλις ἀπελύοντο. [7.44.8] καὶ
διωκόμενοι κατά τε τῶν κρημνῶν [οἱ] πολλοὶ ῥίπτοντες ἑαυ-
τοὺς ἀπώλλυντο, στενῆς οὔσης τῆς ἀπὸ τῶν Ἐπιπολῶν
πάλιν καταβάσεως, καὶ ἐπειδὴ ἐς τὸ ὁμαλὸν οἱ σῳζόμενοι
ἄνωθεν καταβαῖεν, οἱ μὲν πολλοὶ αὐτῶν καὶ ὅσοι ἦσαν τῶν
προτέρων στρατιωτῶν ἐμπειρίᾳ μᾶλλον τῆς χώρας ἐς τὸ
στρατόπεδον διεφύγγανον, οἱ δὲ ὕστερον ἥκοντες εἰσὶν οἳ
διαμαρτόντες τῶν ὁδῶν κατὰ τὴν χώραν ἐπλανήθησαν· οὕς,
ἐπειδὴ ἡμέρα ἐγένετο, οἱ ἱππῆς τῶν Συρακοσίων περιελά-
σαντες διέφθειραν.

[7.45.1] Τῇ δ’ ὑστεραίᾳ οἱ μὲν Συρακόσιοι δύο τροπαῖα ἔστησαν,
ἐπί τε ταῖς Ἐπιπολαῖς ᾗ ἡ πρόσβασις καὶ κατὰ τὸ χωρίον
ᾗ οἱ Βοιωτοὶ πρῶτον ἀντέστησαν, οἱ δ’ Ἀθηναῖοι τοὺς νεκ-
ροὺς ὑποσπόνδους ἐκομίσαντο. [7.45.2] ἀπέθανον δὲ οὐκ ὀλίγοι
αὐτῶν τε καὶ τῶν ξυμμάχων, ὅπλα μέντοι ἔτι πλείω ἢ κατὰ
τοὺς νεκροὺς ἐλήφθη· οἱ γὰρ κατὰ τῶν κρημνῶν βιασθέντες
ἅλλεσθαι ψιλοὶ [ἄνευ τῶν ἀσπίδων] οἱ μὲν ἀπώλλυντο, οἱ
δ’ ἐσώθησαν.

***
[7.42.1] Άρχισαν λοιπόν αμέσως να προετοιμάζονται με το σκοπό να επιτεθούν και πάλι και στα δυο.

Σ' αυτό το μεταξύ φτάνουν ο Δημοσθένης και ο Ευρυμέδων φέρνοντας τις ενισχύσεις που είχανε στείλει οι Αθηναίοι, που συνολικά, μαζί με τα ξένα, έκαναν εβδομήντα τρία καράβια κι απάνω–κάτω πέντε χιλιάδες βαριά αρματωμένους στρατιώτες της Αθήνας και των συμμαχικών πόλεων καθώς και πολλούς ακοντιστές και σφεντονήτες και τοξότες, Έλληνες και ξένους, και αρκετά άλλα εφόδια, που έφταναν για όλο τo στράτευμα, καθώς και οπλισμό. [7.42.2] Και οι Συρακούσιοι και οι σύμμαχοί τους τα έχασαν κυριολεχτικά μόλις τα είδαν αυτά· δε θα 'παιρνε λοιπόν ποτέ τέλος η προσπάθειά τους ν' απαλλαγούν απ' αυτόν τον κίντυνο; Γιατί έβλεπαν πως η επιχείρηση της Δεκέλειας δεν εμπόδισε νά 'ρθει ενάντιά τους στρατός ισάριθμος και παρόμοιος ως για την κατάρτισή του με το πρώτο εκστρατευτικό σώμα, και πως η δύναμη των Αθηναίων εμφανιζόταν προς όλες τις κατευθύνσεις μεγάλη. Το πρώτο στράτευμα πάλι, που μόλις είχε συνεφέρει κάπως από τις συμφορές του, πήρε τώρα καινούργια δύναμη και κουράγιο. [7.42.3] Ο Δημοσθένης λοιπόν, όταν έφτασε και είδε πώς ήταν η κατάσταση, θεώρησε πως δεν του επιτρεπόταν να χασομερήσει διόλου, ούτε να πάθει ό,τι έπαθε ο Νικίας, (γιατί όταν είχε φτάσει στην αρχή ο Νικίας, τον φοβήθηκαν πολύ οι αντίπαλοι, επειδή όμως δεν έκανε αμέσως επίθεση στις Συρακούσες, αλλά ξεχειμώνιασε στην Κατάνη, τον καταφρόνεσαν, και πρόκανε νά 'ρθει ο Γύλιππος με στρατό από την Πελοπόννησο, που δε θα είχαν καν στείλει να ζητήσουν οι Συρακούσιοι αν τους είχε χτυπήσει κατ' ευθεία εκείνος· γιατί ενώ πίστευαν στην αρχή πως είναι άξιοι ν' αντικρύσουνε μόνοι τους τούς Αθηναίους, θα είχαν τότε καταλάβει πως είναι κατώτεροι και θα βρίσκονταν αποκλεισμένοι με το τείχος των Αθηναίων, ώστε ακόμα κι αν έστελναν να ζητήσουν βοήθεια, δε θα τους ωφελούσε όσο τους είχε ωφελήσει τώρα)· καθώς λοιπόν αναστοχάζονταν αυτά ο Δημοσθένης, και ξέροντας πως κι αυτός ο ίδιος, την πρώτη εκείνη μέρα έσπερνε το μεγαλύτερο τρόμο στους εχτρούς, ήθελε να εκμεταλλευτεί όσο το δυνατό γρηγορότερα κι ως το ακρότατο όριο τη σημερινή ταραχή του στρατού τους. [7.42.4] Και βλέποντας πως το περιτείχισμα των Συρακουσίων, που μ' αυτό είχαν εμποδίσει τους Αθηναίους να συμπληρώσουν την κύκλωσή τους, ήτανε μονό τείχος, και πως αν γινόταν αυτός κύριος της ανηφοριάς προς τις Επιπολές, καθώς και του στρατοπέδου που είχαν εγκαταστήσει εκεί–πάνω, θα το κυρίευε εύκολα (γιατί δεν μπορούσε να κρατηθεί αν του γινόταν γερή έφοδος) βιαζόταν να επιχειρήσει την επίθεση, [7.42.5] και νόμιζε πως ο τρόπος αυτός θα 'δινε τέλος στον πόλεμο κ' ήταν ο πιο σύντομος· γιατί είτε, αν πετύχαινε, θα 'παιρνε τις Συρακούσες, ή θα 'φερνε πίσω στην Αθήνα ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα και δε θα χαλιόντανε σιγά–σιγά ούτε οι Αθηναίοι, που είχαν πάρει μέρος στην εκστρατεία, ούτε ολόκληρη η πολιτεία.

[7.42.6] Πρώτα λοιπόν, βγαίνοντας από το στρατόπεδο έκαναν επιδρομές οι Αθηναίοι και ρήμαξαν την ύπαιθρο των Συρακουσών γύρω στον Άναπο ποταμό και με το στρατό και τα καράβια τους έγιναν κύριοι του περίγυρου, όπως ήτανε στην αρχή (γιατί ούτε από τη στεριά ούτε από τη θάλασσα δε βγήκαν μπροστά να τους χτυπήσουν οι Συρακούσιοι, εξόν οι καβαλλάρηδες και οι ακοντιστές από το Ολυμπιείο).

[7.43.1] Δεύτερο, αποφάσισε ο Δημοσθένης να κάνει μια δοκιμαστική επίθεση στο τείχος με πολιορκητικές μηχανές. Όταν όμως τις πλησίασε στο τείχος, άρχισαν να τις καίνε οι εχτροί που αμύνονταν από κει–πάνω, και κάνοντας επίθεση, με τον υπόλοιπο στρατό από πολλές μεριές συγχρόνως, αποκρούστηκαν όλοι· τότε πια σχημάτισε τη γνώμη ο Δημοσθένης πως δεν έπρεπε να χάνουν πια τον καιρό τους, αλλ' αφού έπεισε και το Νικία και τους άλλους επιτελικούς του στρατού, ανέλαβαν όλοι την επίθεση ενάντια στις ίδιες τις Επιπολές. [7.43.2] Και πίστευε βέβαια πως με το φως της ημέρας ήταν αδύνατο να μην τους πάρουν είδηση ενώ πλησίαζαν κι ανέβαιναν· γι' αυτό παράγγειλε πέντε μερών τρόφιμα, και παίρνοντας μαζί του τους χτίστες και τους πετροπελεκητές κι όσην εξάρτυση θα χρειαζόταν να 'χουνε μαζί τους για να χτίσουν τείχος αν νικήσουν, αυτός ο ίδιος, μαζί με τον Ευρυμέδοντα και τον Μένανδρο ξεκίνησε με ολόκληρο το στρατό μετά την πρώτη νυχτερινή βάρδια και προχώρησε προς τις Επιπολές· ο Νικίας όμως παραπόμεινε πίσω μέσα στα οχυρωμένα μέρη. [7.43.3] Κι όταν βρέθηκαν στις υπώρειες από την πλευρά του Ευρύηλου, απ' όπου είχε ανεβεί στην αρχή–αρχή και το προηγούμενο στράτευμα, χωρίς να τους πάρουν είδηση οι Συρακούσιοι, ανέβηκαν και κυρίεψαν το οχύρωμα των Συρακουσίων που ήταν εκεί, και σκότωσαν μερικούς από τους φρουρούς· [7.43.4] οι περισσότεροι τους, όμως, ξέφυγαν κ' έτρεξαν ίσα προς τα στρατόπεδα· και υπήρχαν τρία στρατόπεδα πάνω στις Επιπολές, ένα των Συρακουσίων, ένα των άλλων Σικελιωτών, κ' ένα των έξω συμμάχων· αυτοί έδωσαν την είδηση για την έφοδο, και το είπαν και στους εξακόσιους Συρακουσίους που φρουρούσαν μπροστά–μπροστά στο τμήμα αυτό των Επιπολών. [7.43.5] Αυτοί έτρεξαν ευθύς ν' αποκρούσουν την έφοδο, κι ο Δημοσθένης κ' οι Αθηναίοι έπεσαν απάνω τους ενώ αμύνονταν παλληκαρίσια, και τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν. Κ' οι Αθηναίοι προχώρησαν αμέσως και γρήγορα για να μη χαλαρώσει η ορμή τους, να ξετελειώσουν τους σκοπούς που γι' αυτούς είχαν έρθει· άλλοι πάλι από μιας αρχής όρμησαν προς το εγκάρσιο τείχος των Συρακουσίων, κ' επειδή οι φρουροί δεν μπόρεσαν ν' αντισταθούν στην έφοδό τους, το κυρίεψαν και γκρέμισαν τους πύργους. [7.43.6] Οι Συρακούσιοι τώρα κ' οι σύμμαχοί τους, κι ο Γύλιππος με τους δικούς του, έτρεξαν να ενισχύσουν την άμυνα από τα μπροστινά οχυρώματα· κ' επειδή τέτοιο τόλμημα τη νύχτα δεν το περίμεναν, ρίχτηκαν πάνω στους Αθηναίους σαστισμένοι και στην αρχή υποχώρησαν μπρος στην ορμή τους· [7.43.7] αλλά ενώ τώρα πια οι Αθηναίοι προχωρούσανε με σχετική ακαταστασία, με την ιδέα πως είχαν κι όλας νικήσει, και βιάζονταν να φτάσουν το γρηγορότερο στα εχτρικά τμήματα που δεν τα είχαν ακόμα πολεμήσει, για να μη μπορέσουν αυτοί να στραφούν και να συγκεντρωθούν ενάντιά τους, αν εχαλάρωναν την έφοδό τους, τους αντιστάθηκαν πρώτοι οι Βοιωτοί και κάνοντας αντεπίθεση, τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν και να το βάλουν στα πόδια.

[7.44.1] Από το σημείο αυτό έπεσαν οι Αθηναίοι σε μεγάλη ταραχή και αμηχανία, τόσο που δεν ήταν εύκολο να πληροφορηθεί κανείς με ποιον τρόπο έτυχε το κάθε τι από κανέναν από τα δύο μέρη. Γιατί με το φως της ημέρας φαίνονται βέβαια τα πράματα καθαρότερα, όμως ούτε κ' έτσι δεν τα ξέρουν όλα όσοι πήρανε μέρος σε μια μάχη, εξόν εκείνοι που στάθηκαν κοντά στο καθένα, κι αυτοί μόλις και μετά βίας· από μια μάχη όμως που έγινε τη νύχτα, κι αυτή ήταν η μόνη νυχτερινή σύγκρουση μεγάλων στρατοπέδων που στάθηκε σ' αυτόν τον πόλεμο, πώς θα μπορούσε κανείς να το μάθει καθαρά; [7.44.2] Γιατί έφεγγε βέβαια το φεγγάρι με λάμψη πολλή, έβλεπαν όμως ο ένας τον άλλον, όπως είναι φυσικό να βλέπουνε στο φεγγαρόφωτο, να διακρίνουνε δηλαδή το σχήμα του κορμιού από κάποιαν απόσταση, αλλά να μην είναι σίγουροι πως ξεχωρίζουν τα χαρακτηριστικά του. Και πολλοί στρατιώτες κι από τα δύο μέρη στριφογύριζαν και σπρώχνονταν σ' ένα μικρό χώρο. [7.44.3] Κι από τους Αθηναίους άλλοι ήταν πια νικημένοι, κι άλλοι προχωρούσαν ανίκητοι, συνεχίζοντας την πρώτη επίθεσή τους. Από την άλλη μεριά πολλοί από τον υπόλοιπο στρατό ό,τι είχαν ανεβεί κι άλλοι ανέβαιναν ακόμα να ενωθούνε μαζί τους, ώστε δεν ήξεραν προς ποιο σημείο έπρεπε να πάνε. Γιατί η μπροστινή παράταξη, που είχαν κιόλας στραφεί για τα πίσω, βρίσκονταν σε μεγάλη αναταραχή κ' ήτανε δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς τα παραγγέλματα από τη μεγάλη χλαλοή. [7.44.4] Γιατί οι Συρακούσιοι και οι σύμμαχοί τους που νικούσαν εγκαρδιώνονταν αναμεταξύ τους με δυνατές κραυγές, αφού ήταν αδύνατο μέσα στη νύχτα να δώσουν άλλα σημάδια, και σύγχρονα συγκρούονταν με τους εναντίους που έπεφταν απάνω τους. Κ' οι Αθηναίοι πάλι αναζητούσαν τους συντρόφους τους κ' έπαιρναν όλους όσοι έρχονταν από την αντίθετη κατεύθυνση για εχτρούς, έστω κι αν ήτανε δικοί τους, από κείνους που γύριζαν υποχωρώντας και ρωτούσαν όλη την ώρα το σύνθημα μια και δεν υπήρχε άλλος τρόπος να τους γνωρίσουν· κ' έτσι δημιουργούσαν μεγάλο θόρυβο στις τάξεις τους, ρωτώντας όλοι μαζί την ίδια στιγμή, κ' έκαναν το σύνθημα γνωστό στους εχτρούς· [7.44.5] αλλά τα συνθήματα των εχτρών δεν τα μάθαιναν τόσο πολλοί απ' αυτούς· γιατί εκείνοι, επειδή νικούσαν, ήταν λιγότερο σκόρπιοι και γνωρίζονταν αναμεταξύ τους καλύτερα, και γι' αυτό αν αντάμωναν τίποτα εχτρούς, όντας σε μειονεχτική θέση, τους ξέφευγαν δίνοντάς τους το δικό τους σύνθημα, αν όμως αυτοί δεν έδιναν το εχτρικό συνάμα, σκοτώνονταν. [7.44.6] Το χειρότερο απ' όλα, και κείνο που τους κατάστρεψε περισσότερο, ήταν πως τραγουδούσαν τον παιάνα· γιατί παρομοίαζαν οι παιάνες των δύο πλευρών και τους έριχναν σ' αμηχανία. Γιατί οι Αργείοι, και οι Κερκυραίοι, κι όσοι άλλοι όντας Δωριείς πολεμούσαν με το μέρος των Αθηναίων, τους τρόμαζαν όταν τον τραγουδούσαν, όπως τους τρόμαζαν κ' οι εχτροί. [7.44.7] Με τέτοιον τρόπο τέλος, όταν διαλύθηκε η τάξη στο μεγαλύτερο μέρος του στρατού, ο φίλος τρόμαζε το φίλο, κι ο συμπολίτης το συμπολίτη· κι όχι μόνο αυτό, αλλά και πιάνονταν συχνά στα χέρια και με δυσκολία χωρίζονταν την τελευταία στιγμή. [7.44.8] Κι απάνω στην καταδίωξη πολλοί ρίχτηκαν κάτω στους γκρεμούς και σκοτώθηκαν, γιατί ήταν στενό το μονοπάτι, απ' όπου μπορούσαν να ξανακατέβουν από τις Επιπολές· ακόμα κι όταν όσοι είχανε σωθεί κατέβηκαν από ψηλά στον επίπεδο κάμπο, βρήκαν, είναι αλήθεια, οι περισσότεροί τους καταφύγιο στο στρατόπεδο, εκείνοι που ήταν της πρώτης αποστολής και γνώριζαν τον τόπο καλύτερα, μερικοί όμως απ' όσους είχαν έρθει τελευταία έχασαν το δρόμο και τριγύριζαν άσκοπα στην πεδιάδα· αυτούς όταν ξημέρωσε τους περικύκλωναν οι καβαλλάρηδες των Συρακουσίων και τους εσκότωναν.

[7.45.1] Την άλλη μέρα έστησαν οι Συρακούσιοι δύο τρόπαια, το ένα απάνω στις Επιπολές, εκεί όπου καταλήγει ο ανήφορος κ' είχαν πρωτοφανερωθεί οι Αθηναίοι, το άλλο στο σημείο όπου οι Βοιωτοί έκαναν την πρώτη αντίσταση, κ' οι Αθηναίοι πήραν πίσω τους νεκρούς τους με προσωρινή ανακωχή. [7.45.2] Είχανε σκοτωθεί πολλοί, και απ' αυτούς τους ίδιους κι από τους συμμάχους τους. Έχασαν, όμως, και όπλα ακόμα περισσότερα παρά ανάλογα με τους σκοτωμένους· γιατί εκείνοι που αναγκάστηκαν να πηδήσουν κάτω στο γκρεμό, πηδούσαν χωρίς τ' άρματά τους, κι άλλοι χάθηκαν, κι άλλοι σώθηκαν.