Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Κύκλωψ (519-551)

ΟΔ. Κύκλωψ, ἄκουσον· ὡς ἐγὼ τοῦ Βακχίου
520 τούτου τρίβων εἴμ᾽, ὃν πιεῖν ἔδωκά σοι.
ΚΥ. ὁ Βάκχιος δὲ τίς; θεὸς νομίζεται;
ΟΔ. μέγιστος ἀνθρώποισιν ἐς τέρψιν βίου.
ΚΥ. ἐρυγγάνω γοῦν αὐτὸν ἡδέως ἐγώ.
ΟΔ. τοιόσδ᾽ ὁ δαίμων· οὐδένα βλάπτει βροτῶν.
525 ΚΥ. θεὸς δ᾽ ἐν ἀσκῶι πῶς γέγηθ᾽ οἴκους ἔχων;
ΟΔ. ὅπου τιθῆι τις, ἐνθάδ᾽ ἐστὶν εὐπετής.
ΚΥ. οὐ τοὺς θεοὺς χρὴ σῶμ᾽ ἔχειν ἐν δέρμασιν.
ΟΔ. τί δ᾽, εἴ σε τέρπει γ᾽; ἢ τὸ δέρμα σοι πικρόν;
ΚΥ. μισῶ τὸν ἀσκόν· τὸ δὲ ποτὸν φιλῶ τόδε.
530 ΟΔ. μένων νυν αὐτοῦ πῖνε κεὐθύμει, Κύκλωψ.
ΚΥ. οὐ χρή μ᾽ ἀδελφοῖς τοῦδε προσδοῦναι ποτοῦ;
ΟΔ. ἔχων γὰρ αὐτὸς τιμιώτερος φανῆι.
ΚΥ. διδοὺς δὲ τοῖς φίλοισι χρησιμώτερος.
ΟΔ. πυγμὰς ὁ κῶμος λοίδορόν τ᾽ ἔριν φιλεῖ.
535 ΚΥ. μεθύω μέν, ἔμπας δ᾽ οὔτις ἂν ψαύσειέ μου.
ΟΔ. ὦ τᾶν, πεπωκότ᾽ ἐν δόμοισι χρὴ μένειν.
ΚΥ. ἠλίθιος ὅστις μὴ πιὼν κῶμον φιλεῖ.
ΟΔ. ὃς δ᾽ ἂν μεθυσθείς γ᾽ ἐν δόμοις μείνηι σοφός.
ΚΥ. τί δρῶμεν, ὦ Σιληνέ; σοὶ μένειν δοκεῖ;
540 ΣΙ. δοκεῖ· τί γὰρ δεῖ συμποτῶν ἄλλων, Κύκλωψ;
ΟΔ. καὶ μὴν λαχνῶδές γ᾽ οὖδας ἀνθηρᾶς χλόης.
ΣΙ. καὶ πρός γε θάλπος ἡλίου πίνειν καλόν.
κλίθητί νύν μοι πλευρὰ θεὶς ἐπὶ χθονός.
ΚΥ. ἰδού.
545 τί δῆτα τὸν κρατῆρ᾽ ὄπισθ᾽ ἐμοῦ τίθης;
ΣΙ. ὡς μὴ παριών τις καταβάληι. ΚΥ. πίνειν μὲν οὖν
κλέπτων σὺ βούληι· κάτθες αὐτὸν ἐς μέσον.
σὺ δ᾽, ὦ ξέν᾽, εἰπὲ τοὔνομ᾽ ὅτι σε χρὴ καλεῖν.
ΟΔ. Οὖτιν· χάριν δὲ τίνα λαβών σ᾽ ἐπαινέσω;
550 ΚΥ. πάντων σ᾽ ἑταίρων ὕστερον θοινάσομαι.
ΣΙ. καλόν γε τὸ γέρας τῶι ξένωι δίδως, Κύκλωψ.

***
ΟΔΥ. Κύκλωψ, δώσε προσοχή: τόνε ξέρω εγώ καλά
520 τον Διόνυσο που σου ᾽δωκα να πιεις, να ξεδιψάσεις.
ΚΥΚ. Και ποιός είν᾽ ο Διόνυσος; Είν᾽ τίποτα θεός;
ΟΔΥ. Μάλιστα: είν᾽ ο πιο σπουδαίος για την ευτυχία μας.
ΚΥΚ. Μια φορά, έχει χάρμα γεύση άμα τονε ρεύεσαι.
ΟΔΥ. Είδες τί καλός θεός; Και κανέναν δεν πειράζει.
525 ΚΥΚ. Καταδέχεται θεός να ᾽χει ασκί για σπιτικό;
ΟΔΥ. Κάθεται αυτός καλόβολα όπου και να τον βάλεις.
ΚΥΚ. Μα είναι πράμα οι θεοί να ντύνονται τομάρια;
ΟΔΥ. Τί σε κόφτει, αφού έχει γλύκα; Το τομάρι σ᾽ ένοιαξε;
ΚΥΚ. Το σιχαίνομαι τ᾽ ασκί· μα το θέλω το πιοτό.
530 ΟΔΥ. Κάτσε το λοιπόν εδώ, πιες και φχαριστήσου το.
ΚΥΚ. Μα… να δώσω και στ᾽ αδέρφια μου· έτσι είναι το σωστό.
ΟΔΥ. Κράτα το για τον εαυτό σου, και τ᾽ αδέρφια σου θα σ᾽ έχουν
σε υπόληψη μεγάλη.
ΚΥΚ. Άμα δώσω στους δικούς μου, δεν θα τους ευεργετήσω;
ΟΔΥ. Το πιοτό γεννά γροθιές, τσακωμούς και κατηγόριες.
535 ΚΥΚ. Δεν πα να ᾽μαι μεθυσμένος; Χέρι ποιός θα μου σηκώσει;
ΟΔΥ. Βρε χρυσέ μου, ο πιωμένος πρέπει σπίτι του να μένει.
ΚΥΚ. Κι όποιος πίνει και μετά δεν ποθεί να βγει στους δρόμους,
είναι σίγουρα βλαμμένος.
ΟΔΥ. Κι όποιος, πάλι, μεθυσμένος κάθεται στ᾽ αβγά του — ξύπνιος!
ΚΥΚ. Τί να κάνω, Σιληνέ; Θες να κάτσουμε στο σπίτι;
540 ΣΙΛ. Έτσι λέω: τί τη θέμε την παρέα στο πιοτό μας;
ΟΔΥ. Έχει και το χορταράκι ανθίσει, τρυφερό, πάνω στο χώμα.
ΣΙΛ. Κι είναι τρέλα στη λιακάδα να μεθάς, να κρασοπίνεις.
Γείρε το λοιπόν επάνω στο χορτάρι το κορμί σου.
ΚΥΚ. (Ξαπλώνει) Οπαλάκια.
545 (Στον Σιληνό) Βρε ζαγάρ᾽, τη νταμιτζάνα τί τη βάζεις πίσω μου;
ΣΙΛ. Μην περάσει, λέω, κανένας και τη ρίξει. ΚΥΚ. Άσ᾽ τα αυτά:
θες να πίνεις στα κρυφά. Βάλε την πάλι στη μέση.
(Ο Σιληνός όμως βουτάει ολόκληρος στην νταμιτζάνα και πίνει. Ο Κύκλωπας,που δεν τον βλέπει, απευθύνεται στον Οδυσσέα.)
Κι εσύ, ξένε, πώς σε λένε; Έλα, πες μου τ᾽ όνομά σου.
ΟΔΥ. Τ᾽ όνομά μου είναι Κανένας. Και ποιά χάρη θα μου κάνεις,
να σου πω ευχαριστώ;
550 ΚΥΚ. Από τους συντρόφους σου όλους θα σε φάω τελευταίον.
ΣΙΛ. (Βγάζοντας το κεφάλι του απ᾽ τη νταμιτζάνα)
Μπράβο βρε! Ωραίο δώρο του ᾽καμες του ξένου ανθρώπου!

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Τα μυστικά της γραφής

3.5 Αλφαβητικά συστήματα γραφής

Σε αυτή την ανακάλυψη, που έγινε γύρω στα τέλη της δεύτερης και στις αρχές της πρώτης χιλιετίας π.Χ. (βορειοσημιτικές γραφές, Ελληνικό αλφάβητο), βασίζεται η δημιουργία της αλφαβητικής γραφής. Τα εκατό, τουλάχιστον, σημεία που χρειαζόταν η συλλαβική γραφή αντικαθίστανται από τριάντα, το πολύ, σημεία που απεικονίζουν ελάχιστες μονάδες ήχου χωρίς νόημα, οι οποίες συνδυαζόμενες δημιουργούν την τεράστια ποικιλία των μονάδων ήχου με νόημα - των λέξεων.

Με τη δημιουργία της αλφαβητικής γραφής τελειώνει ο μακρύς δρόμος που διένυσαν οι άνθρωποι στην προσπάθειά τους να ξεπεράσουν τους περιορισμούς του «φτερωτού λόγου». Διέθεταν τώρα ένα πανίσχυρο εργαλείο στην υπηρεσία των κοινωνικών αναγκών. Σε αυτό το πανίσχυρο εργαλείο βασίστηκε η εκπαίδευση, η λογοτεχνία, η νομοθεσία και το δίκαιο, η επιστήμη της μνήμης - η ιστορία. «Άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο», «Φεγγαράκι μου λαμπρό, φέγγε μου να περπατώ, να πηγαίνω στο σχολειό, να μαθαίνω γράμματα, του Θεού τα πράματα.» Σε αυτές τις εκφράσεις, αλλά και σε πολλές άλλες, συνοψίζεται η δύναμη αυτού του παντοδύναμου μέσου, που γέννησε, με πολλές ωδίνες, η ανθρώπινη ιστορία.

Πριν κλείσουμε θα πρέπει να πούμε ότι και σήμερα, όπως και παλιά, υπάρχουν ανθρώπινες κοινότητες, φυλές απομονωμένες, που δεν διαθέτουν γραφή. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν τρόπους να διατηρούν και να περνούν από γενιά σε γενιά πληροφορίες που είναι σημαντικές για τη ζωή και την επιβίωση της κοινότητας. Και οι τρόποι αυτοί δεν είναι άλλοι από αυτούς που διαθέτουμε και εμείς για τον ίδιο σκοπό, μαζί με τις τεράστιες δυνατότητες που προσφέρει η γραφή: το παραμύθι, με το οποίο ξεκινάμε τη ζωή μας ως παιδιά, οι παροιμίες και τα αινίγματα, οι γιορτές και οι τελετές, το τραγούδι, ο ρυθμός, το ποίημα. Σκεφτείτε πόσο εύκολα θυμόσαστε ένα τραγούδι ή ένα ποίημα που έχει ρυθμό, ομοιοκαταληξία. Με τέτοιους τρόπους, που λειτουργούν ακόμη και στις δικές μας κοινωνίες και κυριαρχούν στην πρώιμη φάση της ζωής μας, την παιδική (που δεν διαθέτει γραφή), συντηρούνταν και μεταδιδόταν η πληροφορία.

Τα μυστικά της γραφής, λοιπόν...

Πρώτο μυστικό: Το πρώτο και αρχαιότερο κίνητρο για τη δημιουργία ενός συστήματος καταγραφής, και επομένως διατήρησης, της πληροφορίας ήταν η αρίθμηση. Ενδείξεις γι' αυτό βρίσκουμε ήδη στην παλαιολιθική εποχή.

Δεύτερο μυστικό: Το κίνητρο αυτό γίνεται ισχυρότερο και συνθετότερο με την ανακάλυψη και εγκατάσταση του γεωργικού τρόπου παραγωγής (νεολιθική εποχή). Η δημιουργία πλεονάσματος αγαθών και η συνακόλουθη συνθετότερη κοινωνική οργάνωση κάνουν επιτακτικότερη την ανάγκη ενός (ανεπτυγμένου) λογιστικού συστήματος καταγραφής της πληροφορίας.

Τρίτο μυστικό: Η παραπέρα οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη θα οδηγήσει στην ανάγκη ενός συστήματος καταγραφής της πληροφορίας που υπερβαίνει τις λογιστικές ανάγκες. Αυτό συμβαίνει στην περίοδο 4000-3000 π.Χ. με την ανάπτυξη πλούσιων, πολυάνθρωπων πόλεων στην Εγγύς Ανατολή. Μέσα σε αυτή τη νέα πραγματικότητα θα αναδειχθούν οι αδυναμίες ενός σημασιογραφικού συστήματος για την καταγραφή της πληροφορίας. Έτσι θα προκύψουν, βαθμιαία, συλλαβικά συστήματα γραφής (κατά πολύ οικονομικότερα και αποτελεσματικότερα), για να οδηγηθούμε, στα τέλη της δεύτερης και στις αρχές της πρώτης προχριστιανικής χιλιετίας, στην ανακάλυψη της αλφαβητικής γραφής.

Η αλφαβητική γραφή είναι η ολοκλήρωση της μακράς αυτής πορείας. Βασίζεται στην ανακάλυψη και αναγνώριση της φύσης της γλώσσας - ενός συστήματος που βασίζεται σε έναν μικρό αριθμό μονάδων ήχου χωρίς νόημα, οι οποίες συνδυαζόμενες δημιουργούν την τεράστια ποικιλία των μονάδων ήχου με νόημα: των λέξεων. Με την ανακάλυψη του αλφαβήτου ο άνθρωπος κλείνει ένα πρώτο, και σημαντικό κεφάλαιο, στο μακρύ ταξίδι της κατάκτησης της αυτογνωσίας του.

Μην το παίρνεις προσωπικά

Όταν εμπλέκεσαι σε μια αλληλεπίδραση με έναν «δύσκολο» άνθρωπο, μπορεί να νιώθεις ότι τα λόγια του είναι μια σκόπιμη προσωπική επίθεση. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει. Η αντίδραση και η συμπεριφορά του δεν αφορά εσένα. Αφορά αυτόν.

Κομπάρσοι σε δράματα του παρελθόντος

Ο καθένας μας βιώνει την πραγματικότητα μέσω από προσωπικά φίλτρα και αντιλήψεις για τον κόσμο και η συμπεριφορά μας είναι άμεσο αποτέλεσμα του τρόπου που ερμηνεύουμε τα πράγματα. Η οπτική που έχει ένα «δύσκολο» άτομο είναι κάτι προσωπικό για αυτόν. Στην πραγματικότητά του, είναι αυτός ο σκηνοθέτης, ο παραγωγός και ο πρωταγωνιστής της δικής του «ταινίας». Εσύ, ως δέκτης, παίζεις απλά ένα μικρό ρόλο στο δράμα του.

Με παρόμοιο τρόπο, και αυτός είναι πιθανώς απλά ένας «κομπάρσος» στο δικό σου δράμα. Έχοντας υπόψη αυτή την συλλογιστική, μπορείς να επιλέξεις να μην δίνεις τον έλεγχο της ευτυχίας σου στους «κομπάρσους» της ζωής σου. Αν παίρνεις τις καταστάσεις προσωπικά, καταλήγεις να νιώθεις προσβεβλημένος και να αντιδράς υπερασπιζόμενος τα πιστεύω σου, προκαλώντας έτσι πρόσθετες συγκρούσεις. Όταν αρνείσαι να παίρνεις τα πράγματα προσωπικά, αφοπλίζεις το εγώ που μπαίνει μπροστά και βοηθάς στην αποκλιμάκωση μιας πιθανής σύγκρουσης.

Χειριστικές συμπεριφορές

Οι άνθρωποι συχνά χρησιμοποιούμε χειριστικές συμπεριφορές όταν δεν ικανοποιούνται οι ανάγκες μας. Πρόκειται για συμπεριφορές που αποσκοπούν στην απόκτηση ελέγχου και συνήθως εμπίπτουν σε μια από τις παρακάτω βασικές κατηγορίες:

-Καλός και χειριστικός

-Κακοήθης και χειριστικός

-Ψυχρός και αποσυρμένος

-Το «θύμα» ή «κακομοίρης»

Αυτές οι συμπεριφορές συχνά μαθαίνονται στην παιδική ηλικία ως στρατηγικές για την χειραγώγηση των άλλων ώστε να μας δώσουν αυτό που θέλουμε. Κατά περιέργο τρόπο, πολλοί άνθρωποι ποτέ δεν ξεπερνούν την βασική χειριστική τους στάση ούτε εξελίσσουν ανώτερες μορφές επικοινωνίας.

Όταν βλέπετε να διαδραματίζεται ένα από αυτά τα σενάρια ελέγχου από ένα «δύσκολο» άτομο, μπορείτε αυτόματα να τον κατανοήσετε καλύτερα αν τον φανταστείτε να χρησιμοποιεί το ίδιο σενάριο ελέγχου ως παιδί. Από αυτή την οπτική γωνία μπορείτε να αντιληφθείτε ότι αυτό το άτομο δεν έμαθε ποτέ έναν άλλο τρόπο να ικανοποιεί τις ανάγκες του και ως εκ τούτου αξίζει τη συμπόνια σας. Αυτή η απλή και βαθιά μετατόπιση της οπτικής σας μπορεί να πάει ολόκληρη τη δυναμική της σχέσης σε μια νέα κατεύθυνση.

Ευκαιρία για προσωπική εξέλιξη

Παρότι πολύ απαιτητική, η αντιμετώπιση ενός «δύσκολου» ατόμου μπορεί να είναι μια ευκαιρία για την απόκτηση μεγαλύτερης αυτογνωσίας. Οι σχέσεις που κάνουμε αντικατοπτρίζουν τον εσωτερικό μας κόσμο και μας βοηθούν να ανοίξουμε τα μάτια μας σε εκείνα τα πράγματα που ίσως δεν θέλουμε να δούμε. Τα χαρακτηριστικά του άλλου ατόμου που μας αναστατώνουν, είναι συχνά εκείνες οι πτυχές του εαυτού μας που καταπιέζουμε.

Αναγνωρίστε τον μικρό τύραννο στη ζωή σας ως έναν δάσκαλο που μπορεί να σας βοηθήσει να μάθετε κάτι που δεν έχετε ακόμη κατακτήσει. Ακόμα καλύτερα, δείτε τον σαν έναν φίλο ο οποίος, ως μέρος της συλλογικής συνείδησης της ανθρωπότητας, αποτελεί ένα άλλο τμήμα του εαυτού σας. Όπως λέει ο Ram Dass (2018): «Όλοι μας συνοδεύουμε απλά ο ένας τον άλλον στο σπίτι του». Όταν βλέπεις ένα «δύσκολο» άτομο ως έναν σύμμαχο στο ταξίδι που ταξιδεύετε μαζί, θα είσαι έτοιμος να απαντήσεις στην ερώτηση: «Τι χρειάζεται να μάθω απ’ αυτή την κατάσταση;».

Δεν πρέπει να αφήνεις τις απόψεις των άλλων να σε επηρεάζουν

Ο Osho λέει ότι «κανείς δεν μπορεί να πει τίποτα για σένα. Οτιδήποτε λένε οι άνθρωποι αφορά τον εαυτό τους. Αλλά κλονίζεσαι γιατί ακόμα προσκολλάσαι σε ένα εσφαλμένο κέντρo το οποίο εξαρτάται από τους άλλους. Γι’ αυτό, πάντα ενδιαφέρεσαι για το τι λένε οι άλλοι για σένα και πάντα ακολουθείς άλλους ανθρώπους και προσπαθείς να τους ικανοποιήσεις. Προσπαθείς να είσαι αξιοσέβαστος, να στολίσεις το εγώ σου. Αυτό είναι αυτοκτονικό. Αντί να αναστατώνεσαι από ό,τι λένε οι άλλοι, πρέπει να αρχίσεις να κοιτάς μέσα σου. Όποτε είσαι ανασφαλής, απλά δείχνεις ότι δεν έχεις καθόλου επίγνωση του εαυτού. Δεν ξέρεις ποιος είσαι. Εάν ήξερες, τότε δεν θα υπήρχε πρόβλημα, δεν θα αναζητούσες γνώμες και δεν θα ανησυχούσες τι λένε οι άλλοι για σένα, καθώς δεν θα είχε σημασία»!

Συμπεριφερόμαστε στους άλλους ως “αντικείμενα”;

Οι υγιείς σχέσεις είναι εκείνες οι οποίες είναι χτισμένες πάνω στην αμεσότητα, το αμοιβαίο ενδιαφέρον και την ασφαλή παρουσία. Αντιθέτως, στις σχέσεις «εγώ-αντικείμενο» χρησιμοποιούμε τον άλλο, σαν αντικείμενο, για να λύσουμε τα προβλήματά μας και να ικανοποιήσουμε ανάγκες και σκοπούς μας. Τέτοιες σχέσεις αποτυγχάνουν επειδή οι άλλοι άνθρωποι δεν μπορούν – ή δεν θέλουν – να σταθούν στο ύψος των προσδοκιών και των απαιτήσεων και γι’ αυτό είναι καταδικασμένες να μας απογοητεύουν.

Το γεγονός ότι πολλές από τις σχέσεις μας είναι ή γίνονται σχέσεις «εγώ-αντικείμενο» δεν είναι αποκλειστικά λάθος μας, επειδή τα περισσότερα από αυτά που νιώθουμε, σκεφτόμαστε και κάνουμε πηγάζουν από ασυνείδητες μνήμες για το πώς να επιβιώνουμε στο περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννηθήκαμε. Έτσι, ένας από τους λόγους που χρησιμοποιούμε τους άλλους για να μας βοηθήσουν να νιώσουμε καλά με τον εαυτό μας και να αντιμετωπίσουμε τον σκληρό κόσμο είναι ότι κάποτε, το να χρησιμοποιούμε τους άλλους ήταν απαραίτητο και λειτουργούσε.

Κάποτε, όταν ήμασταν μικροί και αβοήθητοι το «αντικείμενο άνθρωπος» ερχόταν και μας τάιζε, και μας βοηθούσε, και μας έβαζε στο δρόμο μας. Δεν χρειαζόταν να ανταποδώσουμε και να νοιαστούμε γι’ αυτό το «αντικείμενο», και ακόμα και όταν η φροντίδα και η προσοχή του ήταν ελάχιστες ή απρόβλεπτες, αν επιβιώναμε της παιδικής μας ηλικίας, τότε κάπου στην πορεία το «αντικείμενο- άνθρωπος» εμπλεκόταν.

Όταν ήμαστε μωρά, οι άλλοι άνθρωποι είναι πάντα αντικείμενα, τα οποία χρησιμοποιούμε για να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες μας. Ο Φρόυντ το ονόμασε αυτό πρωταρχικό ναρκισσισμό, ο οποίος είναι ουσιαστικά το ένστικτο της αυτοσυντήρησής μας και αποτελεί φυσιολογικό κομμάτι της ανάπτυξής μας. Κανένας μας δεν ξεχνά ποτέ την ευαλωτότητα του να είναι άνθρωπος.

Είμαστε θνητά πλάσματα, ο φόβος του θανάτου και το ένστικτο της ζωής παραμένουν παρόντα στην καθημερινότητά μας, ακόμα κι αν ποτέ δεν τα φέρνουμε στο συνειδητό μας. Ο φόβος του θανάτου δημιουργεί μια κατάσταση επαγρύπνησης στον εγκέφαλο, που μας κινητοποιεί να ξεφεύγουμε από τον κίνδυνο και να μένουμε ζωντανοί και όλοι χρειαζόμαστε αυτό το φόβο, διατηρώντας τον όμως σε υγιή ποσοστά.

Το πρόβλημα είναι ότι πολλοί από εμάς, τον περισσότερο καιρό, βρισκόμαστε σε μια συνεχή κατάσταση απειλής – και επίσης συχνά δεν το αντιλαμβανόμαστε. Ο φόβος της επιβίωσης, χρήσιμος σε περιστασιακές καταστάσεις κινδύνου, τώρα ενεργοποιείται από πολλαπλά ερεθίσματα – πολλά από αυτά τα φανταζόμαστε.

Φανταζόμαστε ότι ο κόσμος μιλά για εμάς πίσω από την πλάτη μας, ότι ο/η σύντροφός μας απατά, ότι έχουμε καρκίνο, ότι ο εργοδότης μας σχεδιάζει να μας απολύσει, ότι τα παιδιά μας μισούν, ότι οι γείτονές μας είναι τρομοκράτες, ότι είμαστε ανεπαρκείς, ανίκανοι και ευάλωτοι. Καθώς ο εγκέφαλός μας έχει μεγαλώσει τόσο σε μέγεθος όσο και σε πολυπλοκότητα, το ίδιο έχει συμβεί και στην ικανότητά μας να τρομάζουμε τον ίδιο μας τον εαυτό.

Υπάρχουν πολλά προβλήματα που δημιουργούνται από έναν τόσο υπερδραστήριο εγκέφαλο που νιώθει συνεχώς απειλή. Για παράδειγμα, τα επίπεδα του στρες αυξάνονται, το ανοσοποιητικό μας σύστημα υπολειτουργεί, το πεπτικό μας βλάπτεται και η σκέψη μας περιορίζεται. Η απόκριση στην απειλή σταματά κάθε σωματική λειτουργία, συναίσθημα, σκέψη και συμπεριφορά που μπορεί να «δαπανά» ενέργεια. Γι’ αυτό και όταν νιώθουμε ότι απειλούμαστε, το συναισθηματικό, γνωστικό και συμπεριφορικό μας εύρος μειώνεται σημαντικά.

Και σε αυτή την ομολογουμένως ζόρικη κατάσταση, μία από τις πιθανές μας λύσεις είναι να βρούμε κάποιον που μπορεί να μας σώσει και να μας ανακουφίσει. Φυσικά, δεν υπάρχει τίποτα λάθος στο να αναζητάμε συντροφιά και φροντίδα από τους άλλους, αλλά σε κατάσταση απειλής, οι σχέσεις μας δεν βασίζονται σε συναισθήματα που μας επιτρέπουν να είμαστε ανοιχτοί, άμεσοι, αμοιβαίοι και παρόντες. Αντιθέτως, ο φόβος και το άγχος μας οδηγούν σε συζητήσεις, αποφάσεις και επιλογές στις συσχετίσεις μας με τους άλλους που προσανατολίζονται προς την επιβίωσή μας – όχι προς την εξέλιξη.

Συνεπώς, οι σχέσεις που κινητοποιούνται από απειλή χαρακτηρίζονται από ανάγκη, εξάρτηση, έλεγχο, απαιτήσεις, ανειλικρίνεια, απουσία και εγωκεντρισμό. Δεν θα μπορούμε να αναπτύσσουμε υγιείς σχέσεις εκτός κι αν μάθουμε να παρατηρούμε, να καταπραΰνουμε και να καταλαβαίνουμε τα συναισθήματα και τα μοτίβα που ακολουθεί ένας εγκέφαλος σε απειλή. Όταν νιώθουμε ότι απειλούμαστε, πάντα οδηγούμαστε ασυνείδητα στο να χρησιμοποιούμε τους άλλους ανθρώπους ως αντικείμενα, που μπορούν να μας σώσουν και να μας προστατεύσουν ή που θα μπορούμε μετά να κατηγορούμε για τα προβλήματά μας.

Παθητικο-επιθετική συμπεριφορά

Είναι μια συνηθισμένη συνθήκη καυγά ανάμεσα σε δύο συντρόφους: Νιώθουμε ότι ο/η σύντροφός μας είναι θυμωμένοι μαζί μας, αλλά χωρίς να μας το δηλώνουν και μόνο με σχόλια που απλώς υπονοούν ότι κάτι συμβαίνει και που συνοδεύονται από ψυχρά βλέμματα. Αλλά δεν ξέρουμε ακριβώς το γιατί. Όταν ρωτάμε τι συμβαίνει, εκείνοι συχνά απαντούν: «Τίποτα. Όλα είναι καλά».

Τι κρύβεται πίσω από αυτή τη στάση; Εδώ βρίσκουμε ένα τυπικό παράδειγμα παθητικο-επιθετικής συμπεριφοράς, η οποία προκαλεί σύγχυση. Πρόκειται μεν για ένα χαρακτηριστικό προσωπικότητας, αλλά για μια κυρίως μαθημένη συμπεριφορά. Αναπτύσσεται όταν ένα παιδί μαθαίνει ότι είναι καλύτερα να αποφεύγει τη σύγκρουση, η οποία του προκαλεί δυσφορία και να «κρύβει» το πρόβλημα κάτω από το χαλί.

Αυτό το μοτίβο το βρίσκουμε φυσικά και σε άλλα πλαίσια: ένας συνεργάτης μας μπορεί να είναι μπροστά μας θετικός με μια ιδέα μας, ενώ στην πραγματικότητα να την αντιπαθεί και την σαμποτάρει με κρυφούς τρόπους. Σύντομα, θα δημιουργηθεί σύγκρουση, αφού το παθητικο-επιθετικό άτομο δεν είναι αυθεντικό ή ειλικρινές με τα συναισθήματά του.

Η επιθετική συμπεριφορά – όπως οι φωνές, η οργή και η σωματική ένταση – είναι εύκολο να αναγνωριστεί και έτσι να αντιμετωπιστεί. Η παθητικο-επιθετική συμπεριφορά από την άλλη πλευρά είναι δυσκολότερο να εντοπιστεί. Πρόκειται για έμμεση συμπεριφορά που τυπικά προκαλείται από αρνητικά συναισθήματα που το άτομο δυσκολεύεται να εκφράσει ανοιχτά.

Βέβαια, είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι δεν αποτελεί κάποια ψυχική διαταραχή και ούτε αποτελεί απαραιτήτως σημάδι για την ύπαρξη άλλου βαθύτερου προβλήματος. Η παθητικο-επιθετική συμπεριφορά είναι πολύ δύσκολη για τους ανθρώπους που την εμφανίζουν, αλλά είναι επίσης δύσκολη και σκληρή για όσους είναι δέκτες της.

Τις περισσότερες φορές όμως η στάση αυτή βρίσκει χώρο για να αναπτυχθεί μέσα σε μια οποιαδήποτε μορφή σχέσης. Αναπαράγεται στις αλληλεπιδράσεις, επειδή μπορεί και ο δέκτης να μην την αντιμετωπίζει, ίσως ορισμένες φορές και να την προκαλεί με τη δική του στάση «μυστικότητας».
Πόσο βλαβερή είναι η παθητικο-επιθετική συμπεριφορά;

Μια τέτοια στάση δημιουργεί χάσμα και δεν προάγει την επίλυση των διαφορών με αποτέλεσμα την επιβάρυνση μιας σχέσης. Είναι πιθανό να βιώνουμε παθητικο-επιθετικότητα σχεδόν παντού – στην οικογένεια, στο εργασιακό περιβάλλον, στις φιλίες, ακόμα και από τους αγνώστους. Και αντιθέτως απ’ ότι μπορεί να πιστεύετε, δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι σας «πατούν τα κουμπιά». Για κάποιους, αποτελεί απλώς μια αυτοματοποιημένη μορφή επικοινωνίας.

Τις περισσότερες φορές, μία από τις τρομερές συνέπειές της είναι ότι τα προβλήματα και η πικρία συσσωρεύεται και στο τέλος τίποτα δεν μπορεί πιά να επιλυθεί. Μάλιστα, η μία πλευρά, εκείνη του δέκτη, μένει πίσω να αναρωτιέται τι τελικά πήγε στραβά.

Πώς να αντιμετωπίσουμε την παθητικο-επιθετική συμπεριφορά

Ελέγχουμε την απόκρισή μας

Αφού αναγνωρίσετε την συμπεριφορά αυτή, μπορεί να είναι δελεαστικό να προσπαθήσετε να την ελέγξετε, αλλά η καλύτερη προσέγγιση είναι να εστιάσετε στη δική σας συμπεριφορά. Αντί να θυμώσετε, να εκνευριστείτε ή να προσβληθείτε από την παθητικο-επιθετική συμπεριφορά, είναι πιο ωφέλιμο να τον ρωτήσετε – τρυφερά – τι χρειάζεται ή πώς μπορεί να τον στηρίξετε καλύτερα εκείνη τη στιγμή.

Καθορίζουμε και διατηρούμε τα όρια

Ένα από τα όρια και τα προαπαιτούμενα είναι η σημασία της καθαρής επικοινωνίας. Ζητήστε ακριβώς αυτό που θέλετε να πάρετε. Για παράδειγμα, μπορείτε να πείτε «Αν θύμωσες με τον τρόπο που έκανα κάτι, θα ήταν χρήσιμο αν μπορούσες να μου πεις ξεκάθαρα τι θα προτιμούσες να κάνω την επόμενη φορά, ώστε να λάβω καλύτερα υπόψη μου τις ανάγκες σου».

Πρώτα η σκέψη, μετά η αντίδραση

Μπορείτε να ακολουθήσετε τη λεγόμενη τεχνική σάντουιτς: Τοποθετήστε αυτό που βλέπετε υπό αρνητικό φως ανάμεσα σε δύο θετικά. Για παράδειγμα, ας πούμε ότι έρχεστε αντιμέτωποι με έναν παθητικο-επιθετικό συγγενή σε μια γιορτή. Σας λέει: «Όχι, μη χρησιμοποιήσεις αυτή την πιατέλα, δεν είναι ωραία. Χρησιμοποίησε αυτή που σου έφερα εγώ».

Εσείς μπορείτε να απαντήσετε ως εξής: «Ευχαριστώ για το δώρο σου, πολύ ευγενικό εκ μέρους σου. Σήμερα θα χρησιμοποιήσω τη δική μου και την επόμενη φορά τη δική σου. Ευχαριστώ που το σκέφτηκες». Μια τέτοια δήλωση μπορεί να αφοπλίσει την παθητικο-επιθετικότητα επειδή δεν υποχωρείτε στις απαιτήσεις του άλλου και διατηρείτε τα όρια σας.

Ζητάμε τη βοήθεια ειδικού

Εντούτοις, όπως όλοι γνωρίζουμε, το να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τον αγαπημένο μας άνθρωπο είναι δύσκολο και συχνά καταλήγουμε σε διαμάχες και καυγάδες. Μια λύση είναι να απευθυνθείτε σε έναν ψυχολόγο ώστε μαζί να διερευνήσετε πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η δυσκολία. Μια άλλη λύση είναι να προστατευτείτε από την αρνητικότητα της στάσης αυτής. Πολλές φορές, χρειάζεται να απομακρυνόμαστε από τέτοιους ανθρώπους, αφού καταλήγουν τοξικοί.

Μιλά η ψυχή

«Μα ο εαυτός μου μια βραδιάν εμπρός μου θα υψωθεί και λόγο, ως ένας δικαστής στυγνός, θα μου ζητήσει κι αυτό το ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί, θα σημαδέψει κι άφοβα τον φταίχτη θα χτυπήσει»ν -Νίκου Kαββαδία «Mal Du depart»

Μιλά η Ψυχή:

Κοίτα γύρω σου, πρόσεξε κάθε μικρή λεπτομέρεια της μεγαλοφυής δημιουργίας σου.

Κοίτα την θάλασσα που δημιούργησες για να ποθείς την ελευθερία της.

Κοίτα την φύση που γέννησες για να λαχταράς να ξεχυθείς μέσα της.

Κοίτα όλ’ αυτά τα μικρά, ανόητα ανθρωπάκια που έπλασες για να αναζητάς την δική τους ευτυχία, αυτήν που εσύ τους πρόσφερες για να πάρεις πίσω όταν σε ικανοποιεί.

Κοίτα ψηλά, στον άπιαστο ουρανό, αυτόν που τοποθέτησες εκεί για να γονατίσεις μπροστά του.

Πόσο αστεία είσαι…

Τρεκλίζεις μέσα στο ίδιο σου το δημιούργημα, κλαίς, πονάς, ουρλιάζεις με οργή μέσα στον θρήνο σου… και λατρεύεις την κάθε στιγμή!

Υψώνεις με τόση προσοχή τους τοίχους σου για να χτυπηθείς αργότερα πάνω τους, σπαράζοντας για την ύπαρξή τους, ικετεύοντας την ανυπαρξία τους.

Φτιάχνεις γύρω σου κύκλο από περίτεχνους καθρέφτες, καρτερώντας να τους σπάσεις, να σε ματώσουν, να τονίσουν το κενό σου…

Το κενό…

Αυτό το ανύπαρκτο φωτεινό δημιούργημα που σε τυφλώνει με την λαμπρότητά του. Το πιο φρικτό σου γέννημα, το πιο ολέθριο και το πιο λατρεμένο. Αυτήν την αχόρταγη χοάνη, που ψάχνεις απελπισμένα να ονοματίσεις για να μπορέσεις να την ξορκίσεις. Αυτήν που παλεύεις απεγνωσμένα να γεμίσεις, πετώντας μέσα της ότι πολυτιμότερο από τον κόσμο σου, τα συναισθήματά σου, τις πράξεις σου, τα πιο αγαπημένα σου πλάσματα. Μα όσο περισσότερα πετάς μέσα της, τόσο εκείνη μεγαλώνει, θεριεύει, καταπίνει ότι κι αν ρίξεις για να ξεράσει δαίμονες που σε καταδιώκουν. Θυσιάζεις τα σπλάχνα σου σε αυτήν, γνωρίζοντας ότι θα τα μετατρέψει σε αδυσώπητους φονιάδες ψυχής, μα συνεχίζεις… Γιατί λατρεύεις να την θρέφεις!

Και πόσο την αγαπάς αλήθεια… Με ζηλευτή ευλάβεια πλάθεις τους θησαυρούς σου για να τους πετάξεις μέσα της, λατρεύοντας το παιχνίδι σου μαζί της, σαστίζοντας μπροστά στην μοναδικότητα του πιο απλού και πιο τέλειου δημιουργήματός σου…

Γιατί δεν είσαι παρά μια ανόητη!

Ανασκαλεύεσαι με απόκρυφες γνώσεις και τέχνες, ενθουσιάζεσαι μέσα σε αυτά που πιστεύεις ότι θα σε συναρπάσουν, αυτά που νομίζεις ότι θα γεμίσουν το λατρεμένο σου κενό. Βουτάς μέσα σε βιβλία που έγραψαν οι γιοί και οι κόρες σου αιώνες πριν, αυτά που εσύ τους υπαγόρευες τότε, για να ατενίζεις τώρα σαν πρώτη φορά, να ζεις την ψευδαίσθηση της πρώτης φοράς και αυτό σε συναρπάζει περισσότερο.

Κοιτάς γύρω σου τα παιδιά σου, ψαχουλεύεις να αρπάξεις αυτό που είναι δικό σου μέσα τους, αυτό που ΕΣΥ φύτεψες εκεί, για να παίξεις κρυφτούλι με τον εαυτό σου, για να τον απορρίψεις και να τον καταστρέψεις.

Αυτοί είναι οι ζωντανοί σου καθρέφτες.

Που και που νομίζεις ότι το κενό σου πάει να γεμίσει και ταράζεσαι…

Τότε φτιάχνεις τους πιο περίτεχνους, τους πιο αριστουργηματικούς σου καθρέφτες: φτιάχνεις εσένα και σε ντύνεις με άλλο αίμα και άλλο πετσί. Γονατίζεις μπροστά σου και αφήνεσαι να κομματιαστείς με τα χέρια ανοιχτά.

Εσύ! Που κοιτάς στα μάτια τους Θεούς σταθερά και υπερήφανα, χωρίς ίχνος φόβου.

Εσύ, που κατακεραυνώνεις δαίμονες με βλέμμα παγερό, ειρωνικό και ανοιχτά προκλητικό!

Εσύ η ίδια γονατίζεις ανίκανη μπροστά στο μόνο πράγμα που μπορεί πραγματικά να σε τσακίσει: τον εαυτό σου.

Το γνωρίζεις καλά, μα αρνείσαι να το δεχθείς, φοβούμενη ότι θα διαπράξεις την υπέρτατη ύβρη κι έτσι θυμίζεις στον εαυτό σου συνέχεια ότι δεν είσαι Θεός. Φυσικά και δεν είσαι… πως θα μπορούσες να είσαι; Αυτό ΕΙΝΑΙ ύβρης! Όχι προς τους Θεούς… μα προς Εσένα! Γιατί οι Θεοί στέκονται μακριά από Εσένα, εκεί που τους τοποθέτησες, πολύ μακριά για να μην σου θυμίζουν ότι είσαι ανώτερη, ότι Εσύ τους γέννησες, ότι Εσύ είσαι Δημιουργός…

και σου χαλάσουν το παιχνίδι…

Και αναρωτιέμαι…

Ποια είναι πιο ανόητη;

Εγώ που σου μιλώ ή εσύ που με ακούς;

«Μας δόθηκε ο μεγαλύτερο δώρο όλων: να μπορούμε να δημιουργήσουμε την πραγματικότητά μας με βάση τα πιστεύω μας, και ο μόνος περιορισμός είναι εκείνος στον οποίο πιστεύουμε

Γιατί ένας άνθρωπος νοιώθει την ανάγκη να μειώσει κάποιον;

«Δεν υπάρχει πάθος τόσο βαθιά ριζωμένο στην καρδιά, όσο ο φθόνος» – Σέρινταν

Στην καθημερινότητά μας , όλοι έχουμε γίνει μάρτυρες , έχουμε βιώσει ή έχουμε και εμείς οι ίδιοι προσπαθήσει με λόγια και με πράξεις να μειώσουμε έναν άλλο άνθρωπο. Απαξιωτικά σχόλια για το βάρος μίας γυναίκας, «αθώα» γελάκια για την εμφάνιση κάποιου, υποτίμηση των δυνατοτήτων ενός ανθρώπου, ειρωνικά σχόλια για τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την καταγωγή κάποιου και άλλα τόσα παραδείγματα.

Λόγια και πράξεις που έχουν ως απώτερο σκοπό να μειώσουν την προσωπικότητα και την ψυχή εκείνου που είναι ο αποδέκτης. Και, φυσικά, η προσπάθεια μείωσης μπορεί πολύ εύκολα να ξεπεράσει μία απλή λεκτική επίθεση και να φτάσει και στο επίπεδο πρόκλησης σωματικών βλαβών.

Το βασικό όμως ερώτημα είναι:

Γιατί ένας άνθρωπος νοιώθει την ανάγκη να μειώσει κάποιον, τι κερδίζει από τη λεκτική ή τη σωματική βία ή τις όποιες απαξιωτικές συμπεριφορές;

Μειώνουμε τους άλλους ακριβώς για να νοιώσουμε εμείς καλύτερα με τον εαυτό μας, για να εξυψώσουμε το δικό μας εγώ και να νοιώσουμε ανώτεροι. Η γυναίκα που ειρωνεύεται μία άλλη γυναίκα με παραπανίσια κιλά μέσω αυτής της ειρωνείας προσπαθεί να νοιώσει εκείνη καλύτερα με το σώμα της και σιγουρεύει περισσότερο τον εαυτό της για τη θηλυκότητά της , μειώνοντας τη θηλυκότητα μίας άλλης γυναίκας. Με παρόμοιο τρόπο και ο άνδρας που κάνει άσχημα και ομοφοβικά σχόλια για έναν ομοφυλόφιλο με αυτό τον τρόπο μέσω του νοιώθει ακόμα πιο σίγουρος για τη δική του σεξουαλικότητα.

Η προσπάθεια μείωσης δεν αφορά βέβαια έναν άνθρωπο έξω από εμάς. Αφορά τη δική μας αυτοεκτίμηση, το πόσο καλά νοιώθουμε εμείς με τον εαυτό μας και το πόσο αγαπάμε και αποδεχόμαστε αυτό που είμαστε. Όσο πιο χαμηλή αυτοεκτίμηση έχει κάποιος, τόσο περισσότερο θα επιθυμεί να μειώνει άλλους ανθρώπους.

Κανένας υγιής άνθρωπος δεν γίνεται βασανιστής, εξετάζω τους λόγους που ωθούν έναν άνθρωπο να ασκεί σχολικό εκφοβισμό σε άλλους μαθητές.

Η βασικότερη αιτία είναι η πρόκληση της ευχαρίστησης και το αίσθημα ανωτερότητας που νοιώθει ένα άτομο όταν ασκεί βία σωματική και λεκτική σε ένα άλλο άτομο.

Στα παιδιά αυτά διαπιστώνεται ένα μεγάλο πρόβλημα σε σχέση με την αυτοεκτίμησή τους. Η προσπάθεια μείωσης σχετίζεται με την αυτοεκτίμηση και την υγιή σχέση που έχουμε χτίσει με τον εαυτό μας. Όσο πιο καλά νοιώθει κάποιος με τον εαυτό του εκτιμά αυτό που είναι, τόσο λιγότερο θα προβαίνει σε λεκτική, σωματική επίθεση και προσπάθεια μείωσης.

Η σχέση με τον εαυτό μας αποτελεί τη σημαντικότερη σχέση που θα αποκτήσει ένας άνθρωπος, θα διαρκέσει όλη τη ζωή του και θα καθορίσει και τον τρόπο με τον τρόπο με τον οποίο αλληλοεπιδρά και επικοινωνεί με τους άλλους ανθρώπους. Πολλές φορές η προσπάθεια μείωσης κρύβει μέσα ακόμα και ζήλεια ή φθόνο για το άτομο το οποίο προσπαθούμε να υποβιβάσουμε.

Όσο πιο μεγάλη αυτοεκτίμηση και αυτογνωσία διαθέτει ένα άτομο, τόσο λιγότερο θα προσπαθεί να μειώσει τους άλλους για να πείσει τον εαυτό του για την αξία του.

THOMAS HOBBES: Περί των παθών του νου – Η ΔΟΞΑ

Η ΔΟΞΑ (glory), ή μύχια υπερηφάνεια ή θρίαμβος του πνεύματος, είναι το πάθος το οποίο απορρέει από τη φαντασίωση ή την αντίληψη ότι η προσωπική μας ισχύς είναι μεγαλύτερη από εκείνη του ανταγωνιστή μας. Οι ενδείξεις αυτής της μεγαλύτερης ισχύος, πέραν των σωματικών εκδηλώσεών της που δεν μπορούν να περιγραφούν, είναι η επιδεικτικότητα στα λόγια και η θρασύτητα στα έργα. Το πάθος αυτό ονομάζεται υπερηφάνεια από εκείνους τους οποίους δυσαρεστεί. Εκείνοι τους οποίους ευχαριστεί το αποκαλούν δίκαιη αυτοεκτίμηση. Αυτή η φαντασίωση της προσωπικής δύναμης ή αξίας μας μπορεί να βασίζεται στη βεβαιότητα μιας πείρας προερχόμενης από τις ίδιες μας τις πράξεις- τότε η δόξα είναι δίκαιη και θεμελιωμένη, και δημιουργεί την άποψη ότι μπορεί να επαυξηθεί από νέες πράξεις. Σε αυτό συνίσταται η επιθυμία την οποία αποκαλούμε ΦΙΛΟΔΟΞΙΑ (aspiring) ή επιθυμία αναβάθμισης της ισχύος. 

Το ίδιο πάθος μπορεί να προέρχεται όχι απ’ την όποια συνείδηση των πράξεών μας, αλλά από το γεγονός ότι οι άλλοι άνθρωποι μας εξυμνούν και μας εμπιστεύονται. Εξ αυτών μπορεί κάποιος να έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, και όμως να αυταπατάται. Αυτό ονομάζεται ΨΕΥΔΗΣ ΔΟΞΑ (false glory), και η φιλοδοξία που πηγάζει από αυτήν οδηγεί σε αποτυχία. Επιπλέον, η φαντασίωση κατορθωμάτων που στην πραγματικότητα ποτέ δεν επιτελέσαμε είναι τρόπος αυτοπροβολής, καθώς όμως δεν εμπνέει καμία επιθυμία ή προσπάθεια για κάτι ουσιαστικό, είναι κούφια και ανώφελη. Όπως όταν κάποιος φαντάζεται ότι είναι ο ίδιος πρωταγωνιστής ενός ρομάντζου που διαβάζει ότι μοιάζει σε κάποιον άλλο, τις πράξεις του οποίου θαυμάζει. Αυτό ονομάζεται ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΙΑ (vain glory). Ένα παράδειγμα βρίσκουμε στο μύθο με τη μύγα που κάθεται στον άξονα της άμαξας και σκέφτεται: «Πόση σκόνη σηκώνω!». Η έκφραση της ματαιοδοξίας είναι αυτό που ονομάζουμε ευσεβή πόθο, τον οποίο κάποιες Σχολές εξέλαβαν λανθασμένα ως μια διακριτή επιθυμία και την ονόμασαν «ψευδή προδιάθεση», δημιουργώντας έναν νέο όρο, και άρα ένα νέο πάθος που δεν υπήρχε πριν. Ενδείξεις έκδηλης ματαιοδοξίας ορισμένων ανθρώπων είναι η μίμηση των άλλων, η προσποιητή προσήλωση σε πράγματα που δεν κατανοούν καν, οι επιτηδευμένοι τρόποι, η προσπάθεια καταξίωσης απ’ τα όνειρά τους και τις μικρές ιστορίες της ζωής τους ή από τη χώρα τους, το όνομά τους κλπ.

THOMAS HOBBES, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΣΕ ΕΝΑ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΟΝΕΙΡΟ

Υπάρχουν χιλιάδες συμφωνίες που έχετε συνάψει με τον εαυτό σας, με άλλα άτομα, με το όνειρο της ζωής σας, με την κοινωνία, με τους γονείς, τον/τη σύζυγο, τα παιδιά σας. Οι πιο σημαντικές, όμως, συμφωνίες είναι εκείνες που έχετε συνάψει με τον εαυτό σας. Αυτές αναφέρονται στο ποιος είστε, τι αισθάνεστε, σε τι πιστεύετε και στο πως πρέπει να συμπεριφέρεστε. Το αποτέλεσμά τους είναι η προσωπικότητά σας. Σε αυτές τις συμβάσεις δηλώνετε: “Να τι είμαι. Να σε τι πιστεύω. Υπάρχουν κάποια πράγματα που μπορώ να κάνω και κάποια άλλα που δεν μπορώ να κάνω. Αυτό είναι πραγματικότητα, εκείνο είναι φαντασία. Αυτό είναι δυνατό, εκείνο είναι αδύνατο”. Μία μόνο συμφωνία δεν θα δημιουργούσε πρόβλημα, οι συμφωνίες, όμως, που μας κάνουν να υποφέρουμε και να αποτυγχάνουμε στη ζωή είναι πολλές. Αν θέλετε να ζήσετε μια ζωή γεμάτη ευτυχία και πληρότητα, θα πρέπει να ανασύρετε από μέσα σας το κουράγιο να διακόψετε αυτές τις συμφωνίες, που έχουν τη ρίζα τους στο φόβο και κλέβουν την προσωπική σας δύναμη. Οι συμφωνίες που προέρχονται από φόβο μας αναγκάζουν να ξοδεύουμε πολλή ενέργεια, ενώ οι συμφωνίες που προέρχονται από την αγάπη μας βοηθούν όχι μόνο να εξοικονομούμε αλλά και να αντλούμε ενέργεια.

Ο καθένας μας έχει γεννηθεί μ’ ένα συγκεκριμένο ποσοστό προσωπικής δύναμης, το οποίο επανακτά κάθε μέρα μετά την ανάπαυση. Δυστυχώς, σπαταλάμε όλη μας την προσωπική δύναμη για να δημιουργήσουμε, κατ’ αρχήν, όλες αυτές τις συμφωνίες και, κατά δεύτερον, για να μείνουμε πιστοί σε αυτές. Η προσωπική μας δύναμη διασκορπίζεται από τις τόσες συμφωνίες που έχουμε συνάψει και το αποτέλεσμα είναι να νιώθουμε τελικά ανήμποροι. Μόλις που μας απομένει λίγη δύναμη για να επιβιώσουμε κάθε μέρα, επειδή την περισσότερη την ξοδεύουμε για να μην προδώσουμε τις συμφωνίες που μας κρατούν εγκλωβισμένους στο όνειρο του πλανήτη. Πώς μπορούμε να αλλάξουμε ολόκληρο το όνειρο της ζωής μας, όταν δεν έχουμε τη δύναμη να αλλάξουμε ούτε καν την παραμικρή συμφωνία;
Αν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι οι συμφωνίες μας είναι εκείνες που κυβερνούν τη ζωή μας κι αν δεν μας αρέσει το όνειρο αυτής της ζωής, τότε πρέπει να αλλάξουμε τις συμφωνίες.

Η αναγκαιότητα της ελεύθερης έκφρασης κατά τον John Stuart Mill

Η Μπενθαμική θεωρία συχνά, όπως προαναφέρθηκε, βρέθηκε στο
κέντρο της νέας προοδευτικής σκέψης του Mill. Ένα από τα σημεία της
θεωρίας του Jeremy Bentham για το οποίο δέχτηκε αυστηρή κριτική από
τον Mill ήταν αυτό που αφορούσε στην ανθρώπινη φύση και τις
δυνατότητές της.

Για τον Bentham η ανθρώπινη φύση μπορεί να πράττει και να
σκέφτεται μηχανικά, σαν ένα εργαλείο, υπολογίζοντας το συμφέρον του
και έχοντας ως μοναδικό στόχο την απόκτηση όσο το δυνατόν
περισσότερης ηδονής. Για τον Mill όμως η ανθρώπινη φύση είναι κάτι
πολύ πιο περίπλοκο και σύνθετο: «Η ανθρώπινη φύση δεν είναι μηχανή
για να κατασκευάζεται σύμφωνα με ένα πρότυπο και να εκτελεί την
εργασία που ορίζεται στις προδιαγραφές της, αλλά ένα δέντρο που πρέπει
να μεγαλώνει και να αναπτύσσεται προς όλες τις κατευθύνσεις».

Γι’ αυτόν το λόγο η ζωή του καθενός έχει συνεχώς περιθώρια
βελτίωσης, αφού τα άτομα θα έχουν πάντα τη δυνατότητα να επιλέγουν
τις πράξεις τους ελεύθερα. Η αυτενέργεια λοιπόν είναι αυτή που βοηθά
τα άτομα να συνειδητοποιήσουν τις ατομικές τους δυνατότητες και να
οδηγηθούν στην αυτοολοκλήρωση.

Η δυνατότητα της ελεύθερης έκφρασης σε συνδυασμό με τη
δυνατότητα για αυτενέργεια καλλιεργεί την υπευθυνότητα των ατόμων
και συμβάλλει στην ωρίμανση της σκέψης και της κρίσης τους. Το ότι το
άτομο είναι ελεύθερο να πράξει και συνεπώς να εκφραστεί δε σημαίνει
ότι δεν μπορεί να κάνει λάθος επιλογές ή να υιοθετήσει λανθασμένες
αντιλήψεις. Εφόσον όμως δεν υπάρχει πλήρης βεβαιότητα για την
ορθότητα μιας πράξης, όταν διαπιστώνονται λάθη στις επιλογές των
ατόμων, αυτά δεν πρέπει να τιμωρούνται και να έρχονται αντιμέτωπα με
το νόμο και κυρίως με την κοινωνική κατακραυγή.

Είναι σημαντικό για τον Mill τα άτομα να μην καταπιέζουν την
ελεύθερη σκέψη και έκφρασή τους υπό το βάρος και την καταπίεση της
βούλησης των άλλων, που ίσως και να ανήκουν στο πλειοψηφικό
κομμάτι της κοινωνίας στην οποία εντάσσονται. Η καλύτερη
αντιμετώπιση των ατόμων που υπέπεσαν σε λάθος επιλογές είναι να
παροτρύνονται και να δέχονται συμβουλές προκειμένου να διορθωθούν.
Ο Mill με αυτό του το επιχείρημα δίνει περιθώρια αποδοκιμασίας, η
οποία όχι μόνο δε θα καλλιεργεί την καταπίεση και το φόβο στα άτομα
του κοινωνικού συνόλου, αλλά θα δίνει σε αυτά συνεχείς ευκαιρίες και
δυνατότητες εξέλιξης και προόδου, οι οποίες θα στοχεύουν στον
αντικειμενικό σκοπό της αυτοολοκλήρωσης.

Είναι ξεκάθαρη λοιπόν η πρόθεση του Mill για σύσφιξη των σχέσεων
του κοινωνικού συνόλου. Η κοινωνική ενότητα, η οποία σαφώς προάγει
τόσο την ατομική όσο και την κοινωνική ευημερία, επιτυγχάνεται
απορρίπτοντας την ακραία αποδοκιμασία και τις βιαιότητες. Η άμεση
παρέμβαση είναι επιτρεπτή μόνο σε πράξεις που κρίνονται άμεσα
επιζήμιες. Ο βαθμός λοιπόν ελέγχου και επιρροής στις πράξεις των
ατόμων καθορίζουν τη συμπεριφορά όλων. Ο μόνος λόγος επέμβασης
στις πράξεις των άλλων είναι η αυτο- προστασία με την παράλληλη όμως
διαφύλαξη της πολύτιμης ελευθερίας.

Το επιχείρημα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης φέρνει
την πρόοδο μέσα από τη φαντασία και την αυθόρμητη πρωτοβουλία, ενώ
ο φόβος στο νέο, το διαφορετικό, το εκκεντρικό ωθεί τον πολιτισμό στην
οπισθοδρόμηση. Όλοι πρέπει να διατυπώνουν ελεύθερα τις γνώμες τους,
όσο ριζοσπαστικές και αν είναι. Η ανάγκη αυτή όμως γίνεται επιτακτική
ιδίως, όταν οι γνώμες διατυπώνονται από ιδιοφυείς ανθρώπους. Ο
στοχασμός του Mill θεμελιώθηκε στο προβάδισμα του πνεύματος των
πεφωτισμένων και κατάφερε να συνδέσει την πολιτική του θεωρία με την
οικονομική και τη θεωρία της ατομικής ελευθερίας. Η πολυγνωμία
φέρνει την αλήθεια πιο κοντά στον άνθρωπο, ενώ η φίμωσή της βυθίζει
τα άτομα στο σκοτάδι.

Η φύση των ανθρώπων είναι τέτοια που κάνει τις δυνάμεις τους να
διαφέρουν μεταξύ τους. Έτσι, όσοι κατέχουν από τη φύση τους
περισσότερα εφόδια, είναι πιο εύκολο να υπερπηδήσουν τα εμπόδια της
ζωής, τα οποία επίσης διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Οι
άνθρωποι κατέχουν δυνάμεις διαφορετικού τύπου και γι’ αυτό και οι
ικανότητές τους, οι επιδόσεις τους και οι κλίσεις τους ποικίλουν σε κάθε
τομέα. Αυτή είναι η πραγματικότητα της ζωής, να υπάρχουν τόσο οι
δυνατοί και ταλαντούχοι όσο και οι αδύναμοι και ατάλαντοι.

Οι πιο δυνατοί, οι ιδιοφυείς άνθρωποι αναλαμβάνουν το καθήκον της
καθοδήγησης των αδυνάτων, προκειμένου να επέλθει η βελτίωση μέσω
της αφύπνισης: «Αυτοί οι ελάχιστοι είναι το άλας της γης. Χωρίς αυτούς
η ανθρώπινη ζωή θα έμοιαζε λάκκος με στάσιμα νερά. Πρόκειται για
ανθρώπους οι οποίοι εγκαινιάζουν τα καλά πράγματα που δεν υπήρχαν
πριν και ταυτόχρονα διατηρούν ζωντανά τα ήδη υπάρχοντα».
Η ατομικότητα και η ελεύθερη ανάπτυξη για τον Mill είναι έννοιες
ταυτόσημες και επιτυγχάνονται μέσω της αυτοβελτίωσης της ενεργητικής
φύσης κυρίως αυτών των πνευματικότερων ανθρώπων. Έχουν χρέος
τους να κοινοποιήσουν τις πολύτιμες σκέψεις τους στην ανθρωπότητα,
χωρίς φόβο και περιορισμούς, αλλά ελεύθερα: «Η ιδιοφυΐα μπορεί να
αναπνέει ελεύθερα μόνο σε ατμόσφαιρα ελευθερίας».

Πολλοί κατηγόρησαν άδικα τον Mill για ελιτισμό εξαιτίας του
προβαδίσματος που δίνει σε αυτούς τους λίγους καλλιεργημένους
ανθρώπους των κοινωνιών. Ο Mill όμως δεν ισχυριζόταν ότι μόνο οι
ιδιοφυείς άνθρωποι είχαν δικαίωμα έκφρασης. Αντιθέτως, κάθε
άνθρωπος έχει το δικαίωμα να εκφράζεται χωρίς να μπορεί να παρέμβει
κανείς: «Ακόμα και αν όλοι οι άνθρωποι, εκτός από έναν, είχαν την ίδια
γνώμη, δε θα είχαν το δικαίωμα να φιμώσουν αυτόν τον έναν, όπως
ακριβώς και αυτός δε θα είχε το δικαίωμα, αν διέθετε την αντίθετη
άποψη, να φιμώσει όλους τους άλλους».

Η μόνη περίπτωση στην οποία μπορεί το κράτος να παρέμβει είναι,
όταν διαδίδονται ιδέες προκλητικές που σκοπό δεν έχουν να προάγουν
την αλήθεια και τη γενική ευημερία, αλλά στοχεύουν στο να
προκαλέσουν βιαιότητες, εχθροπραξίες, μισαλλοδοξία και φανατισμό. Σε
καμία άλλη περίπτωση η παρακώλυση της αυτόνομης σκέψης δεν
υποστηρίζεται από τον Mill.

Κανείς δεν πρέπει να μένει αδρανής και να δέχεται παθητικά ό,τι είχε
έως τώρα ισχύ, οτιδήποτε θεωρείται αδιαμφισβήτητο. Ο χαρακτήρας για
να διαμορφωθεί απαιτεί δράση, αυτενέργεια, ελευθερία έκφρασης,
ξεκάθαρη βούληση. Κάθε έλλογο ον υποχρεούται να επιλέξει το δικό του
προσωπικό δρόμο για να ευημερήσει και γι’ αυτό χρειάζεται σθένος και
όχι νωθρότητα. Μόνο έτσι ικανοποιείται η εσωτερική μας ανάγκη να
γνωρίσουμε το βαθύτερό μας εαυτό.

Για τον Mill αυτός που υπάρχει και εξελίσσεται δημιουργεί συνεχώς
ένα νέο εαυτό με τη σταθερά αυξανόμενη διαδικασία της ωρίμανσης. Η
ενεργητική φύση φτάνει στα ανώτερα επίπεδα με τη συνεχή εξάσκηση
και αυτοβελτίωση. «Οι ζωηρές ορμές δεν είναι παρά η ενεργητικότητα
του ατόμου. Η ενεργητικότητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί με κακό τρόπο.
Αλλά είναι πάντα η ενεργητική και όχι η απαθής και αδρανής φύση που
κάνει το καλό».

Η ασθενής φύση λοιπόν είναι καταδικασμένη στην αδράνεια και στην
αυτοκαταστροφή. Η αντιγνωμία φέρνει επαγρύπνιση, γι’ αυτό μια γνώμη
έχει νόημα, όταν την αντιμαχόμαστε και όχι όταν τη θεωρούμε
αναμφισβήτητη.

Η αυτοβελτίωση επέρχεται με την αυτοϋπέρβαση μέσω του αιώνιου
πειραματισμού. Αυτή η ελευθερία λοιπόν δηλώνει την κυριαρχία και
αναδεικνύει την υπεροχή της ανθρώπινης φύσης, την οποία έχουμε
καθήκον να προάγουμε. Οι λίγοι που καταφέρνουν να
αυτοολοκληρώνονται πρέπει να εκφράζουν τις απόψεις τους, ακόμα και
αν αυτές θεωρούνται αιρετικές, προκειμένου να βελτιωθεί η κοινωνία και
να προοδεύσει η ανθρωπότητα χωρίς να αναπαύεται στην ευκολία της
μετριότητας.

ALAIN DE BOTTON: Πώς να αγαπάς τη ζωή σου σήμερα

Νομίζω ότι η ζωή, αίφνης, θα μας φαινόταν υπέροχη, αν τυχόν μας απειλούσε ο θάνατος, όπως λέτε. Σκεφτείτε μόνο πόσα σχέδια, ταξίδια, ειδύλλια ή μελήματα μας επιφυλάσσει, τα οποία καθίστανται αόρατα ένεκα της οκνηρίας μας που, με τη βεβαιότητα ότι υπάρχει μέλλον, αναβάλλει επ’ αόριστον. Αλλά μπροστά στην απειλή ότι όλα αυτά θα έπαυαν δια παντός να είναι εφικτά, πόσο ωραία θα μας φαινόταν ξανά η ζωή! 

Αχ! Ας μην ήταν να γίνει τώρα αυτή η καταστροφή και δε θα διστάζαμε διόλου να επισκεφτούμε τις νέες αίθουσες του Λούβρου, να πέσουμε στα πόδια της δίδας Χ, να ταξιδέψουμε στην Ινδία.

Η καταστροφή δεν επέρχεται, αλλά εμείς δεν κάνουμε τίποτε απ’ όλα αυτά, διότι επανερχόμαστε στην καρδιά της καθημερινότητας, όπου η ολιγωρία νεκρώνει την επιθυμία μας. Κι όμως δε θα έπρεπε να έχουμε ανάγκη την καταστροφή για να αγαπούμε τη ζωή σήμερα. Θα ήταν αρκετό να σκεφτούμε ότι είμαστε άνθρωποι και ότι μπορεί κάλλιστα να πεθάνουμε απόψε.

Με το που αποδεχτούμε τα όριά μας, μπορούμε και να τα ξεπεράσουμε

Ο Γερμανός Άνσελμ Γκρουν, συγγραφέας, είναι ένα από τα πρόσωπα πνευματικής αναφοράς της εποχής μας και πραγματεύεται το ζήτημα αυτό στο έργο του Ιαματικά όρια, στρατηγικές αυτοπροστασίας.

Κατά τον Γκρουν, πρέπει να θέτουμε τα όριά μας, αναγνωρίζοντας με ταπεινότητα τις ικανότητές μας. Το να θέτουμε όρια στους εαυτούς μας “μας επιτρέπει να αντιλαμβανόμαστε το άτομό μας και να αναπτύσσουμε αρμονικά την προσωπικότητά μας, χωρίς να έχουμε υπερβολικές απαιτήσεις από τον εαυτό μας, χωρίς να επιδιώκουμε να είμαστε ή να κάνουμε αυτό που δεν είμαστε ή που δεν αντιστοιχεί στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή και στις συγκεκριμένες περιστάσεις”

Ο συγγραφέας αυτός διαβεβαιώνει πως το να αυτοπεριοριζόμαστε μας βοηθάει να εδραιώνουμε υγιείς σχέσεις και υποστηρίζει πως το να ξέρουμε “να λέμε όχι” είναι ο ιδανικός τρόπος για να θεμελιώσουμε μια σχέση γόνιμη για όλες τις πλευρές, ακριβώς επειδή είμαστε ειλικρινείς οι μεν με τους δε.

Κατά τον μυστικιστή αυτόν, ο σημερινός πολιτισμός είναι εθισμένος στη δουλειά, στην κατανάλωση, στη χρέωση, στην επιτυχία και στην εξουσία. Ζούμε υπό το κράτος μιας υπερχειλίζουσας απαιτητικότητας επειδή δεν παύουμε να συγκρίνουμε τις ικανότητές μας με αυτές των άλλων. Απαιτούμε από τον εαυτό μας ανάλογα πράγματα με αυτά που έχουν επιτύχει οι άλλοι και ζούμε υποκινούμενοι από καταστάσεις και χαρακτηριστικά που δεν είναι δικά μας και που γι’ αυτό μας απογοητεύουν.

Με το που προσδιορίζουμε τα όριά μας και ανακαλύπτουμε τα αδύνατα και τα δυνατά σημεία που μας χαρακτηρίζουν, είναι η στιγμή να τα αφήσουμε πίσω. Όμως όχι για να μιμηθούμε άλλους, αλλά για να διευρύνουμε τα νοητικά όρια που έχουμε επιβάλει στον εαυτό μας.

FRIEDRICH NIETZSCHE: Υπάρχει στον κόσμο ένας και μόνο δρόμος που κανένας άλλος δεν μπορεί να διαβεί εκτός από εσένα. Πού οδηγεί; Μη ρωτάς, ακολούθησέ τον

Ακόμα όμως κι αν το μέλλον δεν μας επέτρεπε να ελπίζουμε σε τίποτε, είναι η αλλόκοτη ύπαρξή μας σ’ αυτό ακριβώς το τώρα που, περισσότερο από κάθε τι άλλο, μας ενθαρρύνει να ζήσουμε σύμφωνα με δικά μας μέτρα και δικούς μας νόμους· εκείνο δηλαδή το ανεξήγητο γεγονός ότι ζούμε ακριβώς σήμερα, μολονότι θα μπορούσαμε να γεννηθούμε οποιαδήποτε άλλη στιγμή μέσα στον άπειρο χρόνο, το γεγονός ότι δεν κατέχουμε τίποτε άλλο παρά ένα βραχύ σήμερα και οφείλουμε εντός αυτού να δείξουμε για ποιον λόγο και σκοπό γεννηθήκαμε τώρα και όχι κάποια άλλη στιγμή. Πρέπει για την ύπαρξή μας να λογοδοτούμε ενώπιον του ίδιου μας του εαυτού· συνεπώς, θέλουμε να αποτελέσουμε και τους πραγματικούς πηδαλιούχους της ύπαρξης αυτής και να μην επιτρέψουμε να καταστεί τούτη όμοια με τυφλή σύμπτωση. Πρέπει να αντιμετωπίζουμε την ύπαρξή μας κάπως πιο τολμηρά και πιο ριψοκίνδυνα, αφού άλλωστε είναι σίγουρο πως, σε κάθε περίπτωση, εμείς πάντα θα τη χάνουμε.

Γιατί να προσκολλόμαστε σε τούτο το κομμάτι γης, σ’ εκείνο το επάγγελμα; Γιατί να αφουγκραζόμαστε αυτό που λέει ο πλησίον;

Είναι τόσο μικροαστικό να δεσμεύεσαι από απόψεις που μόλις διακόσια μίλια μακριά δεν είναι πια δεσμευτικές. Η Ανατολή και η Δύση είναι γραμμές που κάποιος χάραξε μπροστά στα μάτια μας με κιμωλία για να περιγελάσει τη λιποψυχία μας.

“Θα κάνω μια προσπάθεια να αποκτήσω την ελευθερία μου”, μονολογεί η νεανική ψυχή· και σε τούτο πρόκειται να την εμποδίσει το γεγονός ότι δύο έθνη τυχαίνει να μισούνται και να πολεμούν μεταξύ τους ή το ότι μία θάλασσα χωρίζει δύο ηπείρους ή το ότι γύρω της διδάσκεται μια θρησκεία που όμως πριν μερικές χιλιάδες χρόνια πριν δεν υφίστατο. “Δεν είσαι εσύ όλ’ αυτά”, λέει στον εαυτό της. “Κανένας δεν μπορεί να χτίσει για σένα τη γέφυρα στην οποία πρέπει εσύ ακριβώς να βαδίσεις για να περάσεις πάνω από το ποτάμι της ζωής· κανένας εκτός από σένα και μόνο. Υπάρχουν βέβαια αμέτρητα μονοπάτια και γέφυρες και ημίθεοι που θέλουν να σε μεταφέρουν στην απέναντι όχθη, τούτο όμως μόνο με αντίτιμο εσένα τον ίδιο· τον εαυτό σου θα έβαζες ενέχυρο και θα τον έχανες. “Υπάρχει στον κόσμο ένας και μόνο δρόμος που κανένας άλλος δεν μπορεί να διαβεί εκτός από εσένα. Πού οδηγεί; Μη ρωτάς, ακολούθησέ τον”.

Ποιος ήταν αυτός που είπε τη ρήση: “Ένας άνθρωπος δεν ανεβαίνει ποτέ ψηλότερα απ’ όσο όταν δεν ξέρει που ακόμη μπορεί να οδηγήσει ο δρόμος του”.

Πώς όμως θα ξαναβρούμε τον εαυτό μας; Πώς μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίσει τον εαυτό του; Αυτός είναι πράγμα σκοτεινό και συγκαλυμμένο· κι αν ο λαγός έχει επτά δέρματα, ο άνθρωπος μπορεί να γδάρει τον εαυτό του επτά επί εβδομήντα φορές και πάλι να μην μπορεί να πει: “Αυτό λοιπόν είσαι πραγματικά, αυτό πλέον δεν έχει περικάλυμμα”.

Επιπλέον, είναι βασανιστικό, επικίνδυνο εγχείρημα το να ανασκάπτει κανείς τον εαυτό του κατά τέτοιον τρόπο και να εκβιάζει την κατάβασή του στα έγκατα της ουσίας του από την πιο κοντινή διαδρομή.

Πόσο εύκολα μπορεί κανείς έτσι να τραυματιστεί τόσο ώστε κανένας γιατρός να μην μπορεί να τον θεραπεύσει! Και πέραν τούτου, γιατί να είναι αναγκαίο κάτι τέτοιο τη στιγμή που όλα αποτελούν μαρτυρίες για την ουσία μας: οι φιλίες και οι έχθρες μας, το βλέμμα και η χειραψία μας και ό,τι ξεχνάμε, τα βιβλία μας και ο γραφικός μας χαρακτήρας;

Για την διεξαγωγή όμως της πλέον σημαντικής ανάκρισης, υπάρχει το εξής μέσο: να στρέψει η νεανική ψυχή το βλέμμα της πίσω και να κοιτάξει τη ζωή της με το ερώτημα: “Τι αγάπησες στ’ αλήθεια μέχρι τώρα, τι εξύψωσε την ψυχή σου, τι την κυρίευσε και συγχρόνως την αγαλλίασε; Βάλε τα λατρευτά αυτά αντικείμενα σε μια σειρά μπροστά σου και τούτα ίσως σου αποκαλύψουν, μέσω της φύσης τους και της σειράς τους, έναν νόμο, τον θεμελιώδη νόμο του αληθινού σου εαυτού. Σύγκρινε τούτα τα αντικείμενα, δες πώς το ένα συμπληρώνει το άλλο, το διευρύνει, το υπερβαίνει, το λαμπρύνει, πώς όλα αυτά μαζί σχηματίζουν μια σκάλα με την οποία εσύ σκαρφάλωνες μέχρι τώρα στον εαυτό σου· διότι η αληθινή ουσία σου δεν βρίσκεται βαθιά κρυμμένη μέσα σου, αλλά σε απροσμέτρητο ύψος πάνω από σένα ή, τουλάχιστον, πάνω απ’ αυτό που συνήθως εκλαμβάνεις ως το Εγώ σου.

“Οι αληθινοί παιδαγωγοί και διαμορφωτές σου σού αποκαλύπτουν ότι το αληθινό πρωταρχικό νόημα και το θεμελιώδες υλικό της ουσίας σου είναι κάτι εντελώς ανεπίδεκτο διαπαιδαγώγησης και διαμόρφωσης και οπωσδήποτε κάτι το δέσμιο, δυσπρόσιτο και παραλυμένο· οι παιδαγωγοί σου δεν μπορούν να είναι παρά μόνον ελευθερωτές σου. Κι αυτό είναι το μυστικό όλης της παιδείας: δεν παρέχει τεχνητά μέλη, κέρινες μύτες, διοπτροφόρα μάτια· απεναντίας, εκείνο που δεν θα κατόρθωνε να προσφέρει παρά μόνο τέτοια χαρίσματα θα ήταν απλώς το κακέκτυπο της διαπαιδαγώγησης. Η παιδεία είναι, αντιθέτως, απελευθέρωση, απομάκρυνση όλων των ζιζανίων, των σωρών από μπάζα, των σκουληκιών που θέλουν να βλάψουν τα τρυφερά βλαστάρια των φυτών, εκπομπή φωτός και θερμότητας, τρυφερό βουητό νυχτερινής βροχής· είναι μίμηση και λατρεία της φύσης εκεί όπου η φύση εμφανίζει μητρική κι ευσπλαχνική διάθεση, είναι τελείωση της φύσης όταν αποτρέπει τις φρικτές και ανελέητες επιθέσεις αυτής και τις μετατρέπει σε κάτι καλό, όταν καλύπτει μ’ ένα πέπλο τις εκδηλώσεις των άστοργων διαθέσεων αυτής και της θλιβερής της αφροσύνης”.

Θα υπάρχουν σίγουρα και άλλα μέσα για να βρει κανείς τον εαυτό του, για να βγει από τον λήθαργο μέσα στον οποίο πλανιέται συνήθως σαν σε θολό σύννεφο και να έλθει στον εαυτό του· εγώ όμως δεν ξέρω κανένα καλύτερο από το να αναλογίζεται κανείς τους παιδαγωγούς και τους διαμορφωτές του. Έτσι λοιπόν, σήμερα θα τιμήσω τη μνήμη του μόνου δάσκαλου και αυστηρότατου παιδαγωγού για τον οποίο μπορώ να καυχιέμαι: του Άρθουρ Σοπεγχάουερ [Arthur Schopenhauer] – προκειμένου αργότερα να τιμήσω τη μνήμη και άλλων.

NICCOLO MACHIAVELLI: Και επειδή το θέμα το απαιτεί, δεν θέλω να παραλείψω και να μην θυμίσω στους ηγεμόνες

Οι ηγεμόνες κυρίως οι νέοι, συνάντηοαν μεγαλύτερη πίστη και ωφέλεια σε εκείνους τους άνδρες οι οποίοι στην αρχή της εξουσίας τους θεωρήθηκαν ύποπτοι, παρά σ’ εκείνους που στην αρχή ήταν έμπιστοι. Ο Παντόλφο Πετρούτσι, ηγεμόνας της Σιένας, κυβερνούσε το κράτος του περισσότερο με εκείνους τους οποίους υποπτευόταν παρά με τους άλλους. Αυτή όμως η περίπτωση δεν μπορεί να γενικευτεί, επειδή ποικίλλει ανάλογα με τις περιστάσεις. Θα πω μόνο το εξής:

ο ηγεμόνας με ιδιαίτερη ευκολία , μπορεί να κερδίζει εκείνους τους ανθρώπους που στην αρχή της ηγεμονίας του ήταν εχθροί και λόγω του χαρακτήρα τους έχουν ανάγκη να στηριχτούν κάπου για να διατηρηθούν. Αυτοί νιώθουν ιδιαίτερα υποχρεωμένοι να τον υπηρετούν με πίστη, επειδή γνωρίζουν πως πρέπει να διαγράψουν με τις πράξεις τους την κακή γνώμη που ο ηγεμόνας είχε γι’ αυτούς. Κι έτσι ο ηγεμόνας ωφελείται περισσότερο από αυτούς παρά από εκείνους οι οποίοι, υπηρετώντας τον με υπερβολική αξιοπιστία, αδιαφορούν για τα συμφέροντά του.

Και επειδή το θέμα το απαιτεί, δεν θέλω να παραλείψω και να μην θυμίσω στους ηγεμόνες οι οποίοι πρόσφατα απέκτησαν μια χώρα με βοήθεια από το εσωτερικό της να σκεφτούν καλά ποιος είναι ο λόγος που έσπρωξε όσους τους βοήθησαν να το κάνουν. Κι αν ο λόγος δεν είναι μια φυσική συμπάθεια προς τον ηγεμόνα, αλλά μόνο και μόνο γιατί δεν ήταν ευχαριστημένοι με το παλιό καθεστώς, με μεγάλο κόπο και δυσκολία θα μπορέσει να τους διατηρήσει φίλους του, επειδή είναι αδύνατον να καταφέρει να τους ικανοποιήσει. Εξετάζοντας προσεκτικά την αιτία αυτού του πράγματος με παραδείγματα από γεγονότα αρχαία και σύγχρονα, θα δείτε πως είναι πολύ πιο εύκολο να κάνεις φίλους εκείνους που ήταν ευχαριστημένοι με το παλιό καθεστώς και γι’ αυτό ήταν εχθροί σου, παρά εκείνους που λόγω της δυσαρέσκειάς τους έγιναν φίλοι σου και σε βοήθησαν να κατακτήσεις το κράτος.

ΝΙΚΟΛΟ ΜΑΚΙΑΒΕΛΙ, Ο ΗΓΕΜΟΝΑΣ

ARTHUR SCHOPENHAUER: Είναι μεγάλη απερισκεψία να επιτρέψεις στους άλλους να δουν πόσο ανώτερος είσαι διανοητικά

Περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, ο άνθρωπος περηφανεύεται για τη διανοητική του ικανότητα, διότι αυτή του δίνει την κυρίαρχη θέση του στον κόσμο. Είναι μεγάλη απερισκεψία να επιτρέψεις στους άλλους να δουν πόσο ανώτερος είσαι σ’ αυτό τον τομέα… Επομένως, ενώ τα πλούτη και η κοινωνική θέση κάνουν την κοινωνία να φέρεται στους κατόχους τους με σεβασμό, δεν συμβαίνει ποτέ το ίδιο με τους κατόχους της διανοητικής ικανότητας: Η επίδειξη αδιαφορίας απέναντι σ’ αυτήν είναι η μεγαλύτερη χάρη που μπορεί να της κάνει κανείς. Και αν οι άνθρωποι της δίνουν κάποια σημασία, αυτό συμβαίνει διότι τη θεωρούν σαν κάτι που μοιάζει με αναίδεια ή σαν κάτι που ο κάτοχός του δεν το δικαιούται και για το οποίο τολμά να καυχηθεί.

Για να τον εκδικηθούν (τον κάτοχο) δε, προσπαθούν μυστικά να τον ταπεινώσουν με κάποιον άλλο τρόπο. Αν περιμένουν και δεν το κάνουν αμέσως είναι διότι ψάχνουν για την κατάλληλη ευκαιρία. Κάποιος μπορεί να είναι όσο το δυνατόν ταπεινότερος, ωστόσο οι γύρω του δεν του συγχωρούν ποτέ το έγκλημά του να στέκεται πάνω απ’ αυτούς διανοητικά.

Στον Κήπο των Ρόδων, ο Σαντί σχολιάζει: «Θα πρέπει να γνωρίζεις ότι οι ανόητοι δεν θέλουν να συναντούν σοφούς ανθρώπους, εκατό φορές περισσότερο απ’ ό,τι οι σοφοί δεν θέλουν να συναντούν ανόητους».

Από την άλλη πλευρά, είναι αληθινό προσόν να είσαι ανόητος. Διότι όπως η θερμότητα είναι ευχάριστη για το σώμα, έτσι είναι καλό και για το μυαλό να νοιώθει την ανωτερότητά του. Και ο άνθρωπος θ’ αναζητήσει συντροφιά που θα μπορεί να τον κάνει να νοιώσει έτσι, τόσο ενστικτωδώς όσο πλησιάζει το τζάκι ή όπως περπατάει κάτω από τον ήλιο. Αλλά κάτι τέτοιο σημαίνει ότι θα τον αντιπαθήσουν εξαιτίας της ανωτερότητάς του. Συνεπώς αν ένας άνθρωπος θέλει να είναι αρεστός, τότε πρέπει να είναι διανοητικά κατώτερος.

M. Heidegger: από την κοινωνία στην κοινότητα

Μάρτιν Χάιντεγκερ: 1889–1976

Προς την αυθεντική κοινότητα των ανθρώπων

§1

Η σύγχρονη εποχή, μας λέει ο Χάιντεγκερ, είναι το μεσονύχτιο μιας κοσμικής νύχτας (Mitternacht einer Weltnacht) χωρίς αρχή και τέλος. Και πώς συμβαίνει τα ανθρώπινα όντα να ζουν αυτό –και μέσα σ’ αυτό– το μεσονύχτιο; Είναι πλήρως αποξενωμένα και βρίσκονται σε ολοκληρωτική ανεστιότητα. Γιατί τελούν σε τέτοια ανεστιότητα; Επειδή στις τωρινές εποχές, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή, έχουν συνδέσει τη ζωή τους με την τάση να υποτάσσουν, να καθυποτάσσουν, να εκμεταλλεύονται. Έτσι γεννιέται η δικτατορία των ολίγων και η δικτατορία των «πολλών». Η πρώτη, με την εξαπολυμένη δύναμη της τεχνικής, έχει κατακτήσει και την τελευταία γωνιά της γης και έχει αποδυναμώσει πλήρως την πνευματική ενέργεια του ανθρώπου: την έχει υποκαταστήσει με το δηλητηριώδες ψεύτισμα της μαζικής κουλτούρας. Ετούτο το ψεύτισμα παρουσιάζεται ως περισσή πνευματικότητα, ενώ στην πράξη καθιδρύεται με τη μορφή του πιο πάνω μεσονυκτίου και διαμελίζει το ανθρώπινο Dasein στα βδελυρά απο-κόμματα της καθημερινής κοινωνικής, πολιτικής, πολιτισμικής και διανοουμενίστικης χθαμαλότητας. Τότε επέρχεται:

«η φυγή των θεών, η καταστροφή της γης, η μαζοποίηση του ανθρώπου, η προβολή της μετριότητας» (GA 40, 48).

§2

Εάν επομένως ο άνθρωπος, οντολογικά ιδωμένος, έρχεται στο Είναι ως ύπαρξη –γερμανικά: Existenz–, και μπορεί να είναι μόνο έκ-σταση (Ex-istenz), δηλαδή ον που δεν βρίσκεται μέσα στον εαυτό του, αλλά μέσα στο εντός του κόσμου Είναι, δυνάμει του προαναφερθέντος διαμελισμού του συντρίβει τη δημιουργικότητά του και αναπαράγει, από τη σκοπιά της μαζικής ομοιομορφίας [=ισοπέδωσης], τη δική του δικτατορία των «πολλών» με την ακόλουθη παραφθαρμένη «εξυπνάδα»:

«Αυτά που αποκαλύπτει ο λόγος δεν τα καταλαβαίνουν οι πολλοί, όσοι τα συναντούν, ούτε τα καταλαβαίνουν, όταν τους τα διδάξουν οι άλλοι, πιστεύουν όμως ότι τα κατάλαβαν. Από όλα τα πράγματα οι άριστοι προτιμούν μόνο ένα, την αιώνια δόξα των θνητών, οι πολλοί όμως αρκούνται στο να χορταίνουν όπως τα ζώα. Για μένα ο ένας ισοδυναμεί με χιλιάδες, άμα είναι άριστος. Οι κοιμισμένοι είναι εργάτες και συνεργοί των όσων συμβαίνουν στον κόσμο» (Ηράκλειτος).

«Το ανθρώπινο άτομο μέσα στην καθημερινή του διαβίωση βρίσκεται στην υποτέλεια των άλλων. Δεν είναι αυτό το ίδιο· το Είναι του το έχουν αρπάξει οι Άλλοι. Οι καθημερινές δυνατότητες του Είναι του υπόκεινται στα γούστα των Άλλων. (…) Οι πολλοί εγκαθιδρύουν τη χαρακτηριστική τους δικτατορία. Απολαμβάνουμε και διασκεδάζουμε όπως πολλοί διασκεδάζουν· διαβάζουμε, βλέπουμε και κριτικάρουμε λογοτεχνία και τέχνη, όπως πολλοί βλέπουν και κριτικάρουν· αλλά και αποτραβιόμαστε από τον “πολύ σωρό”, όπως πολλοί αποτραβιούνται» (Heidegger).

§3

Εδώ έγκειται και η τραγωδία της ιστορίας: όταν ο κοινωνικός βίος είναι εγκλεισμένος μέσα σε μια περίκλειστη ιεραρχία μαζοποιημένων συνειδήσεων, με ύψιστο βαθμό ενέργειάς τους τη μιμητική αναπαραγωγή κοινότοπων κι άκρως πληκτικών κοινωνικών θεαμάτων, ώστε να επικαλύπτεται το αληθινό νόημα του ανθρώπινου Είναι, τότε ο καταναγκασμός των ποικίλων ανταγωνισμών –οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών, συντεχνιακών και παρόμοιων– οδηγεί σε άτακτη υποχώρηση το κοινοτικό πνεύμα και αναγορεύει σε παντοδύναμο κυβερνήτη τον πολυκέφαλο καισαρισμό. Με την ορολογία του Χάιντεγκερ, αυτή η κατάσταση είναι, για τις μέρες μας, η πιο ύπουλη έκφανση της περιώνυμης λήθης του Είναι. Η εν λόγω λήθη, συνεπώς, δεν είναι ένα απλό λογοπαίγνιο, αλλά η μαζική κυριάρχηση της αστικής εξωτερικότητας, δηλαδή της σύγχρονης ανεστιότητας, πάνω στην εσωτερική σύνδεση των ανθρώπων με τη γενέθλια γη τους και με τον ιστορικό τους καθορισμό. Ετούτη η εσωτερικότητα αποτελεί την πιο καίρια συνθήκη για μια κοινοτική συμβίωση των ανθρώπων.

§4

Ο Χάιντεγκερ την αναζητεί όχι σε περισπούδαστες «λογικές» αναλύσεις, αλλά μέσα στον ιστορικό τόπο της πόλεως. Η ελληνική πόλις διαφέρει ουσιωδώς από το νεωτερικό κράτος, αλλά και από τη ρωμαϊκή res publica. O γερμανός φιλόσοφος παραλληλίζει τη διαφορά αυτή με τη διαφορά της αρχαίας ελληνικής αλήθειας από τη νεωτερική και τη ρωμαϊκή. Η ελληνική λέξη αλήθεια σημαίνει εκκάλυψη, ακρυπτότητα (Unverborgenheit) και κατ’ αυτή τη σημασία προσδιορίζει την παρουσία, ήτοι το Είναι, των όντων, την κοινοτική τους συνύπαρξη μέσα στην πόλη. Γράφει μεταξύ άλλων:

[Ι] «Τι είναι η πόλις; Η ίδια η λέξη μας δείχνει την ορθή κατεύθυνση, αρκεί να ανταποκρινόμαστε στη θέαση της ουσίας που φωτίζει τα πάντα, τη θέαση της ελληνικής εμπειρίας της ουσίας του Είναι και της αλήθειας. Πόλις είναι ο πόλος, ο τόπος, γύρω από τον οποίο στρέφεται με χαρακτηριστικό τρόπο καθετί που εμφανίζεται στους Έλληνες ως ον. Ο πόλος είναι ο τόπος, γύρω από τον οποίο στρέφονται όλα τα όντα, και μάλιστα με τέτοιο τρόπο, ώστε στην σφαίρα δικαιοδοσίας αυτού του τόπου να δείχνεται η στροφή και η θέση των όντων».

[ΙΙ] «Ο πόλος, καθότι αυτός ο τόπος, αφήνει τα όντα να εμφανίζονται στο Είναι τους εκάστοτε και τα δείχνει στην ολότητα της κατάστασής τους. Ο πόλος δεν ποιεί και δεν δημιουργεί τα όντα στο Είναι τους· απεναντίας, ως πόλος είναι η εστία της εκκάλυψης/ακρυπτότητας των όντων στο σύνολό τους. Η πόλις είναι η ουσία του τόπου, είναι, όπως λέμε, η τοπο-θεσία (Ort-schaft) της ιστορικής διαμονής (Aufenthalt) των Ελλήνων. Επειδή η πόλις αφήνει εκάστοτε την ολότητα των όντων να έρχεται, με αυτό ή με εκείνο τον τρόπο, στο εκκαλυμμένο/άκρυπτο της θέσης της [=της ολότητας, της κοινότητας], γι’ αυτό σχετίζεται ουσιωδώς με το Είναι των όντων» (GA 54, 132-133).

Ως προκύπτει δεν είναι η πολιτική, ο πολιτισμός, το πολιτεύεσθαι και οτιδήποτε άλλο συσχετικό που καθορίζει τη ζωή της πόλεως και το πεπρωμένο της, αλλά αυτή τούτη η Πόλις, ως η αρχέγονη ρίζα του ανθρώπου, ως ο πόλος που εκφράζει την περι-συλλογή του Είναι του ανθρώπου· και κατ’ επέκταση είναι η Εστία, που δεν εγκαταλείπει τον οικείο τόπο της για να ακολουθήσει τους άλλους θεούς προς τα έξω, προς άλλους τόπους, όπως πολύ παραστατικά και συμβολικά παρουσιάζει τη σχετική εικόνα ο Πλάτων στον Φαίδρο. Δεν εγκαταλείπει, δεν σημαίνει ότι μένει σε κάποιον χώρο και τον λεηλατεί, ελλείψει της παρουσίας των άλλων όντων, παρά ότι γίνεται ο άγρυπνους φύλακας του Ένδημου, της αληθινής πολιτείας του Δήμου· και τούτο σε αντίθεση με τη νοθευμένη, διεφθαρμένη δημοκρατία, που είναι κράτος [=βία, ψεύδος, απάτη, νοθεία, μηχανισμός των ολίγων κ.λπ.] χωρίς Δήμο.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (571a-574a)

ΒΙΒΛΙΟΝ Θ'

[571a] Αὐτὸς δὴ λοιπός, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὁ τυραννικὸς ἀνὴρ σκέψασθαι, πῶς τε μεθίσταται ἐκ δημοκρατικοῦ, γενόμενός τε ποῖός τίς ἐστιν καὶ τίνα τρόπον ζῇ, ἄθλιον ἢ μακάριον.
Λοιπὸς γὰρ οὖν ἔτι οὗτος, ἔφη.
Οἶσθ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὃ ποθῶ ἔτι;
Τὸ ποῖον;
Τὸ τῶν ἐπιθυμιῶν, οἷαί τε καὶ ὅσαι εἰσίν, οὔ μοι δοκοῦμεν ἱκανῶς διῃρῆσθαι. τούτου δὴ ἐνδεῶς ἔχοντος, ἀσαφεστέρα [571b] ἔσται ἡ ζήτησις οὗ ζητοῦμεν.
Οὐκοῦν, ἦ δ᾽ ὅς, ἔτ᾽ ἐν καλῷ;
Πάνυ μὲν οὖν· καὶ σκόπει γε ὃ ἐν αὐταῖς βούλομαι ἰδεῖν. ἔστιν δὲ τόδε. τῶν μὴ ἀναγκαίων ἡδονῶν τε καὶ ἐπιθυμιῶν δοκοῦσί τινές μοι εἶναι παράνομοι, αἳ κινδυνεύουσι μὲν ἐγγίγνεσθαι παντί, κολαζόμεναι δὲ ὑπό τε τῶν νόμων καὶ τῶν βελτιόνων ἐπιθυμιῶν μετὰ λόγου ἐνίων μὲν ἀνθρώπων ἢ παντάπασιν ἀπαλλάττεσθαι ἢ ὀλίγαι λείπεσθαι καὶ ἀσθενεῖς, [571c] τῶν δὲ ἰσχυρότεραι καὶ πλείους.
Λέγεις δὲ καὶ τίνας, ἔφη, ταύτας;
Τὰς περὶ τὸν ὕπνον, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἐγειρομένας, ὅταν τὸ μὲν ἄλλο τῆς ψυχῆς εὕδῃ, ὅσον λογιστικὸν καὶ ἥμερον καὶ ἄρχον ἐκείνου, τὸ δὲ θηριῶδές τε καὶ ἄγριον, ἢ σίτων ἢ μέθης πλησθέν, σκιρτᾷ τε καὶ ἀπωσάμενον τὸν ὕπνον ζητῇ ἰέναι καὶ ἀποπιμπλάναι τὰ αὑτοῦ ἤθη· οἶσθ᾽ ὅτι πάντα ἐν τῷ τοιούτῳ τολμᾷ ποιεῖν, ὡς ἀπὸ πάσης λελυμένον τε καὶ ἀπηλλαγμένον αἰσχύνης καὶ φρονήσεως. μητρί τε γὰρ ἐπιχειρεῖν [571d] μείγνυσθαι, ὡς οἴεται, οὐδὲν ὀκνεῖ, ἄλλῳ τε ὁτῳοῦν ἀνθρώπων καὶ θεῶν καὶ θηρίων, μιαιφονεῖν τε ὁτιοῦν, βρώματός τε ἀπέχεσθαι μηδενός· καὶ ἑνὶ λόγῳ οὔτε ἀνοίας οὐδὲν ἐλλείπει οὔτ᾽ ἀναισχυντίας.
Ἀληθέστατα, ἔφη, λέγεις.
Ὅταν δέ γε οἶμαι ὑγιεινῶς τις ἔχῃ αὐτὸς αὑτοῦ καὶ σωφρόνως, καὶ εἰς τὸν ὕπνον ἴῃ τὸ λογιστικὸν μὲν ἐγείρας ἑαυτοῦ καὶ ἑστιάσας λόγων καλῶν καὶ σκέψεων, εἰς σύννοιαν [571e] αὐτὸς αὑτῷ ἀφικόμενος, τὸ ἐπιθυμητικὸν δὲ μήτε ἐνδείᾳ δοὺς μήτε πλησμονῇ, ὅπως ἂν κοιμηθῇ καὶ μὴ παρέχῃ θόρυβον [572a] τῷ βελτίστῳ χαῖρον ἢ λυπούμενον, ἀλλ᾽ ἐᾷ αὐτὸ καθ᾽ αὑτὸ μόνον καθαρὸν σκοπεῖν καὶ ὀρέγεσθαί του αἰσθάνεσθαι ὃ μὴ οἶδεν, ἤ τι τῶν γεγονότων ἢ ὄντων ἢ καὶ μελλόντων, ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ θυμοειδὲς πραΰνας καὶ μή τισιν εἰς ὀργὰς ἐλθὼν κεκινημένῳ τῷ θυμῷ καθεύδῃ, ἀλλ᾽ ἡσυχάσας μὲν τὼ δύο εἴδη, τὸ τρίτον δὲ κινήσας ἐν ᾧ τὸ φρονεῖν ἐγγίγνεται, οὕτως ἀναπαύηται, οἶσθ᾽ ὅτι τῆς τ᾽ ἀληθείας ἐν τῷ τοιούτῳ μάλιστα ἅπτεται καὶ ἥκιστα παράνομοι τότε αἱ ὄψεις [572b] φαντάζονται τῶν ἐνυπνίων.
Παντελῶς μὲν οὖν, ἔφη, οἶμαι οὕτως.
Ταῦτα μὲν τοίνυν ἐπὶ πλέον ἐξήχθημεν εἰπεῖν· ὃ δὲ βουλόμεθα γνῶναι τόδ᾽ ἐστίν, ὡς ἄρα δεινόν τι καὶ ἄγριον καὶ ἄνομον ἐπιθυμιῶν εἶδος ἑκάστῳ ἔνεστι, καὶ πάνυ δοκοῦσιν ἡμῶν ἐνίοις μετρίοις εἶναι· τοῦτο δὲ ἄρα ἐν τοῖς ὕπνοις γίγνεται ἔνδηλον. εἰ οὖν τι δοκῶ λέγειν καὶ συγχωρεῖς, ἄθρει.
Ἀλλὰ συγχωρῶ.
Τὸν τοίνυν δημοτικὸν ἀναμνήσθητι οἷον ἔφαμεν εἶναι. [572c] ἦν δέ που γεγονὼς ἐκ νέου ὑπὸ φειδωλῷ πατρὶ τεθραμμένος, τὰς χρηματιστικὰς ἐπιθυμίας τιμῶντι μόνας, τὰς δὲ μὴ ἀναγκαίους ἀλλὰ παιδιᾶς τε καὶ καλλωπισμοῦ ἕνεκα γιγνομένας ἀτιμάζοντι. ἦ γάρ;
Ναί.
Συγγενόμενος δὲ κομψοτέροις ἀνδράσι καὶ μεστοῖς ὧν ἄρτι διήλθομεν ἐπιθυμιῶν, ὁρμήσας εἰς ὕβριν τε πᾶσαν καὶ τὸ ἐκείνων εἶδος μίσει τῆς τοῦ πατρὸς φειδωλίας, φύσιν δὲ τῶν διαφθειρόντων βελτίω ἔχων, ἀγόμενος ἀμφοτέρωσε [572d] κατέστη εἰς μέσον ἀμφοῖν τοῖν τρόποιν, καὶ μετρίως δή, ὡς ᾤετο, ἑκάστων ἀπολαύων οὔτε ἀνελεύθερον οὔτε παράνομον βίον ζῇ, δημοτικὸς ἐξ ὀλιγαρχικοῦ γεγονώς.
Ἦν γάρ, ἔφη, καὶ ἔστιν αὕτη ἡ δόξα περὶ τὸν τοιοῦτον.
Θὲς τοίνυν, ἦν δ᾽ ἐγώ, πάλιν τοῦ τοιούτου ἤδη πρεσβυτέρου γεγονότος νέον ὑὸν ἐν τοῖς τούτου αὖ ἤθεσιν τεθραμμένον.
Τίθημι.
Τίθει τοίνυν καὶ τὰ αὐτὰ ἐκεῖνα περὶ αὐτὸν γιγνόμενα ἅπερ καὶ περὶ τὸν πατέρα αὐτοῦ, ἀγόμενόν τε εἰς πᾶσαν [572e] παρανομίαν, ὀνομαζομένην δ᾽ ὑπὸ τῶν ἀγόντων ἐλευθερίαν ἅπασαν, βοηθοῦντά τε ταῖς ἐν μέσῳ ταύταις ἐπιθυμίαις πατέρα τε καὶ τοὺς ἄλλους οἰκείους, τοὺς δ᾽ αὖ παραβοηθοῦντας· ὅταν δ᾽ ἐλπίσωσιν οἱ δεινοὶ μάγοι τε καὶ τυραννοποιοὶ οὗτοι μὴ ἄλλως τὸν νέον καθέξειν, ἔρωτά τινα αὐτῷ μηχανωμένους ἐμποιῆσαι προστάτην τῶν ἀργῶν καὶ τὰ [573a] ἕτοιμα διανεμομένων ἐπιθυμιῶν, ὑπόπτερον καὶ μέγαν κηφῆνά τινα —ἢ τί ἄλλο οἴει εἶναι τὸν τῶν τοιούτων ἔρωτα;—
Οὐδὲν ἔγωγε, ἦ δ᾽ ὅς, ἄλλ᾽ ἢ τοῦτο.
Οὐκοῦν ὅταν δὴ περὶ αὐτὸν βομβοῦσαι αἱ ἄλλαι ἐπιθυμίαι, θυμιαμάτων τε γέμουσαι καὶ μύρων καὶ στεφάνων καὶ οἴνων καὶ τῶν ἐν ταῖς τοιαύταις συνουσίαις ἡδονῶν ἀνειμένων, ἐπὶ τὸ ἔσχατον αὔξουσαί τε καὶ τρέφουσαι πόθου κέντρον ἐμποιήσωσι τῷ κηφῆνι, τότε δὴ δορυφορεῖταί τε ὑπὸ μανίας καὶ [573b] οἰστρᾷ οὗτος ὁ προστάτης τῆς ψυχῆς, καὶ ἐάν τινας ἐν αὐτῷ δόξας ἢ ἐπιθυμίας λάβῃ ποιουμένας χρηστὰς καὶ ἔτι ἐπαισχυνομένας, ἀποκτείνει τε καὶ ἔξω ὠθεῖ παρ᾽ αὑτοῦ, ἕως ἂν καθήρῃ σωφροσύνης, μανίας δὲ πληρώσῃ ἐπακτοῦ.
Παντελῶς, ἔφη, τυραννικοῦ ἀνδρὸς λέγεις γένεσιν.
Ἆρ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ τὸ πάλαι διὰ τὸ τοιοῦτον τύραννος ὁ Ἔρως λέγεται;
Κινδυνεύει, ἔφη.
Οὐκοῦν, ὦ φίλε, εἶπον, καὶ μεθυσθεὶς ἀνὴρ τυραννικόν τι [573c] φρόνημα ἴσχει;
Ἴσχει γάρ.
Καὶ μὴν ὅ γε μαινόμενος καὶ ὑποκεκινηκὼς οὐ μόνον ἀνθρώπων ἀλλὰ καὶ θεῶν ἐπιχειρεῖ τε καὶ ἐλπίζει δυνατὸς εἶναι ἄρχειν.
Καὶ μάλ᾽, ἔφη.
Τυραννικὸς δέ, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ δαιμόνιε, ἀνὴρ ἀκριβῶς γίγνεται, ὅταν ἢ φύσει ἢ ἐπιτηδεύμασιν ἢ ἀμφοτέροις μεθυστικός τε καὶ ἐρωτικὸς καὶ μελαγχολικὸς γένηται.
Παντελῶς μὲν οὖν.
Γίγνεται μέν, ὡς ἔοικεν, οὕτω καὶ τοιοῦτος ἁνήρ· ζῇ δὲ δὴ πῶς;
[573d] Τὸ τῶν παιζόντων, ἔφη, τοῦτο σὺ καὶ ἐμοὶ ἐρεῖς.
Λέγω δή, ἔφην. οἶμαι γὰρ τὸ μετὰ τοῦτο ἑορταὶ γίγνονται παρ᾽ αὐτοῖς καὶ κῶμοι καὶ θάλειαι καὶ ἑταῖραι καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα, ὧν ἂν Ἔρως τύραννος ἔνδον οἰκῶν διακυβερνᾷ τὰ τῆς ψυχῆς ἅπαντα.
Ἀνάγκη, ἔφη.
Ἆρ᾽ οὖν οὐ πολλαὶ καὶ δειναὶ παραβλαστάνουσιν ἐπιθυμίαι ἡμέρας τε καὶ νυκτὸς ἑκάστης, πολλῶν δεόμεναι;
Πολλαὶ μέντοι.
Ταχὺ ἄρα ἀναλίσκονται ἐάν τινες ὦσι πρόσοδοι.
Πῶς δ᾽ οὔ;
[573e] Καὶ μετὰ τοῦτο δὴ δανεισμοὶ καὶ τῆς οὐσίας παραιρέσεις.
Τί μήν;
Ὅταν δὲ δὴ πάντ᾽ ἐπιλείπῃ, ἆρα οὐκ ἀνάγκη μὲν τὰς ἐπιθυμίας βοᾶν πυκνάς τε καὶ σφοδρὰς ἐννενεοττευμένας, τοὺς δ᾽ ὥσπερ ὑπὸ κέντρων ἐλαυνομένους τῶν τε ἄλλων ἐπιθυμιῶν καὶ διαφερόντως ὑπ᾽ αὐτοῦ τοῦ Ἔρωτος, πάσαις ταῖς ἄλλαις ὥσπερ δορυφόροις ἡγουμένου, οἰστρᾶν καὶ σκοπεῖν τίς τι ἔχει, ὃν δυνατὸν ἀφελέσθαι ἀπατήσαντα ἢ [574a] βιασάμενον;
Σφόδρα γ᾽, ἔφη.
Ἀναγκαῖον δὴ πανταχόθεν φέρειν, ἢ μεγάλαις ὠδῖσί τε καὶ ὀδύναις συνέχεσθαι.
Ἀναγκαῖον.
Ἆρ᾽ οὖν, ὥσπερ αἱ ἐν αὐτῷ ἡδοναὶ ἐπιγιγνόμεναι τῶν ἀρχαίων πλέον εἶχον καὶ τὰ ἐκείνων ἀφῃροῦντο, οὕτω καὶ αὐτὸς ἀξιώσει νεώτερος ὢν πατρός τε καὶ μητρὸς πλέον ἔχειν, καὶ ἀφαιρεῖσθαι, ἐὰν τὸ αὑτοῦ μέρος ἀναλώσῃ, ἀπονειμάμενος τῶν πατρῴων;
Ἀλλὰ τί μήν; ἔφη.

***
Ο τύπος του τυραννικού ανθρώπου
[571a] Μας μένει ακόμη να εξετάσομε τον τυραννικό άνθρωπο, πώς σχηματίζεται από τον δημοκρατικό, όταν διαμορφωθεί ποιός είναι ο χαρακτήρας του και αν ο τρόπος της ζωής του είναι άθλιος ή μακαριστός.
Αυτός πραγματικά υπολείπεται.
Ξέρεις όμως τί επιθυμώ εγώ ακόμη;
Τί;
Μου φαίνεται ότι δεν εξετάσαμε αρκετά το θέμα των επιθυμιών, ποιά είναι η φύση και τα διάφορα είδη τους. Εφόσον υπάρχουν σ᾽ αυτό χάσματα, [571b] θα είναι ασαφέστερη η εξέταση εκείνου που ζητούμε.
Και δεν είναι ακόμη καιρός να το κάνομε;
Είναι βέβαια· και πρόσεξε τί κυρίως θέλω γι᾽ αυτές να μάθομε. Νά τί θέλω. Ανάμεσα στις επιθυμίες και στις ηδονές που τις χαρακτηρίσαμε μη αναγκαίες υπάρχουν μερικές που τις θεωρώ παράνομες· αυτές βρίσκονται γενικά σε όλους σχεδόν τους ανθρώπους, αλλά σε μερικούς περιστέλλονται από τους νόμους και από άλλες καλύτερες επιθυμίες με την επικουρία του λογικού, έτσι ώστε ή φεύγουν καθ᾽ ολοκληρίαν ή, όσες μένουν, είναι λίγες και αδύνατες, [571c] σε άλλους όμως είναι δυνατότερες και περισσότερες.
Και ποιές είναι οι επιθυμίες που λες;
Εκείνες που ξυπνούν κατά τον ύπνο, όταν κοιμάται το άλλο μέρος της ψυχής που είναι λογικό, ήμερο και άξιο να άρχει, το άλλο δε το κτηνώδες και άγριο, αφού χορτάσει από φαγητό και μέθη, αρχίζει να σκιρτά και, αφού αποδιώξει τον ύπνο, ζητάει να διαφύγει και να ικανοποιήσει τις ορέξεις του· ξέρεις ότι τίποτα δεν υπάρχει που να μην τολμά να το κάνει τότε, σαν να έχει λυθεί και αποτινάξει κάθε χαλινό ντροπής και φρόνησης. Δεν διστάζει να επιχειρεί, [571d] καθώς φαντάζεται οποιαδήποτε βδελυρία, χωρίς να κάνει διάκριση μητέρας ή άλλου οποιουδήποτε ανθρώπου ή θεού ή ζώου, φόνους να διαπράττει αποτρόπαιους και από κανένα φαγητό να μην αποτραβιέται· μ᾽ έναν λόγο δεν υπάρχει παραφροσύνη και αναισχυντία που να την αφήνει.
Είναι αληθέστατα αυτά που λες.
Όταν όμως ένας άνθρωπος έχει ρυθμίσει τη δίαιτά του με τους κανόνες της υγιεινής και της σωφροσύνης· όταν, πριν παραδοθεί στον ύπνο, ξυπνάει το λογιστικό μέρος της ψυχής του και το θρέφει με καλούς λόγους και σκέψεις και συγκεντρώνει [571e] σ᾽ αυτές όλη τη διάνοιά του· όταν, χωρίς ούτε να στερήσει ούτε να παραφορτώσει το επιθυμητικό, του παραχωρεί όσο ακριβώς του χρειάζεται για ν᾽ αποκοιμηθεί και να μην έρχεται να διαταράσσει [572a] το καλύτερο μέρος της ψυχής με τη χαρά του ή τη λύπη του, αλλά το αφήνει μόνο του και ανεπηρέαστο να αναζητεί και να λαχταράει να νιώσει ό,τι δεν γνωρίζει, ή από τα περασμένα ή από τα παρόντα ή από τα μέλλοντα· όταν επίσης αυτός ο άνθρωπος κατευνάσει το θυμοειδές μέρος της ψυχής του και κοιμηθεί χωρίς να έχει την καρδιά του ταραγμένη από οργή εναντίον άλλων· όταν τέλος καθησυχάσει αυτά τα δύο μέρη της ψυχής κρατώντας άγρυπνο μόνο το τρίτο όπου εδράζει η φρόνηση, κι έτσι αναπαυθεί, ξέρεις βέβαια ότι τότε το πνεύμα του εγγίζει όσο γίνεται περισσότερο την αλήθεια και κάθε άλλο παρά φαντασίες παράνομες [572b] του παρουσιάζονται στα όνειρά του.
Και εγώ παραδέχομαι ότι έτσι εντελώς γίνονται τα πράγματα.
Ίσως να τραβήξαμε περισσότερο απ᾽ όσο έπρεπε αυτή την παρέκβαση· πάντως εκείνο που μας ενδιαφέρει να γνωρίζομε είναι ότι έχει μέσα του ο καθένας μας, ακόμη κι εκείνοι που θεωρούνται περισσότερο κύριοι των παθών τους, ένα είδος φοβερών, άγριων και παράνομων επιθυμιών· αυτό γίνεται ολοφάνερο στον ύπνο. Σκέψου λοιπόν τώρα αν σου φαίνεται πως έχω δίκιο και συμφωνείς μαζί μου.
Και βέβαια συμφωνώ.
Τώρα θυμήσου την εικόνα που κάναμε του δημοκρατικού ανθρώπου. [572c] Λέγαμε ότι από τα νιάτα του ανατράφηκε από πατέρα φειδωλό, που μόνο τις επιθυμίες του χρηματικού κέρδους τιμά και περιφρονεί τις μη αναγκαίες που αποβλέπουν μόνο στη διασκέδαση και στον καλλωπισμό. Ή όχι;
Ναι.
Και αφού σχετίσθηκε με ανθρώπους πιο μορφωμένους και έκδοτους σε όλες τις επιθυμίες που πριν από λίγο αναφέραμε, παραδίνεται κι αυτός σε κάθε διαφθορά και στο είδος ζωής των ανθρώπων εκείνων, από μίσος προς τη φιλαργυρία του πατέρα του· επειδή όμως είχε καλύτερη φύση από τους διαφθορείς του, ελκόμενος προς δύο αντίθετες διευθύνσεις [572d] έπλασε έναν μέσο μεταξύ των δύο χαρακτήρα και απολαμβάνοντας με μέτρο, καθώς φαντάζεται, τα καλά του ενός και του άλλου ζει βίο ούτε ανελεύθερο ούτε παράνομο, έτσι καθώς έγινε δημοκρατικός από ολιγαρχικός που ήταν πριν.
Αυτή πραγματικά την ιδέα είχαμε και έχομε γι᾽ αυτό τον τύπο.
Τώρα φαντάσου πάλι αυτό τον άνθρωπο προχωρημένο πια στην ηλικία να ᾽χει γιο νέο αναθρεμμένο με τις αρχές του πατέρα του.
Φαντάζομαι.
Φαντάσου κατόπιν ότι συμβαίνουν και μ᾽ αυτόν τα ίδια που έγιναν και με τον πατέρα του, ότι δηλαδή παραδίνεται σε κάθε [572e] παραλυσία, που ελευθερία την ονομάζουν όσοι τον παρέσυραν σ᾽ αυτήν, και ότι ο πατέρας του και οι άλλοι οικείοι του βοηθούν εκείνες τις διάμεσες επιθυμίες του, ενώ οι άλλοι βοηθούν τις αντίθετες· όταν πια αυτοί οι φοβεροί μάγοι και επιτήδειοι να δημιουργούν τυράννους απελπισθούν ότι θα μπορέσουν να κρατήσουν τον νέο μαζί τους με άλλον τρόπο, μηχανεύονται το καθετί για να γεννηθεί στην καρδιά του κάποιος έρωτας, προστάτης των αργών και [573a] σπάταλων επιθυμιών, που είναι κατά την ιδέα μου ένας φτερωτός και μεγάλος κηφήνας — ή νομίζεις εσύ ότι είναι τίποτ᾽ άλλο αυτός ο έρωτας;—
Αυτό και τίποτ᾽ άλλο.
Όταν λοιπόν οι άλλες επιθυμίες αρχίσουν να βομβούν τριγύρω του, γεμάτες από θυμιάματα, μυρωμένες, στεφανωμένες με άνθη και μεθυσμένες από κρασιά και από εκείνες τις αχαλίνωτες ηδονές που παρακολουθούν τις τέτοιες συντροφιές, και αρχίσουν να τον τρέφουν με το παραπάνω και να τον μεγαλώνουν, έως ότου αναπτυχθεί μέσα στον κηφήνα το κεντρί του πόθου, τότε πια δορυφορούμενος από τη μανία και [573b] οιστρηλατούμενος αυτός ο προστάτης της ψυχής, αν βρει ακόμη μέσα του μερικές δοξασίες ή επιθυμίες χρηστές και κάποια ίχνη ντροπής, τα αποτελειώνει και τα διώχνει έξω από την ψυχή του, κι έτσι, αφού την καθαρίσει από κάθε σωφροσύνη, φέρνει απέξω και τη γεμίζει με παραφροσύνη.
Πιστότατα εικονίζεις τον τρόπο που γίνεται ο τυραννικός άνθρωπος.
Δεν είναι άραγε γι᾽ αυτό τον λόγο που από παλιά ονομάσθηκε τύραννος και ο Έρωτας;
Έτσι φαίνεται.
Ακόμη κι ένας άνθρωπος, φίλε, μεθυσμένος δεν παρουσιάζει κάπως [573c] τυραννικές διαθέσεις;
Μάλιστα.
Αλλά κι ένας παράφρων και με σαλεμένες τις φρένες δεν δοκιμάζει και δεν φαντάζεται ότι είναι ικανός να κυβερνήσει όχι μόνο ανθρώπους αλλά και θεούς;
Βεβαιότατα.
Λοιπόν, καλέ μου, τυραννικός γίνεται τυπικά ένας άνθρωπος, όταν ή από τη φύση του ή από την ανατροφή του ή και από τα δύο γίνει επιρρεπής στη μέθη και στον έρωτα και στην παραφροσύνη.
Πολύ σωστά.
Με αυτό λοιπόν τον τρόπο γίνεται και τέτοιος είναι ο χαρακτήρας του· ποιά τώρα να είναι η ζωή του;
[573d] Όπως λέγουν παίζοντας «αυτό θα μου το πεις εσύ κι εμένα».
Θα σου το πω. Ύστερ᾽ απ᾽ αυτό ρίχνονται κατακέφαλα στις εορτές, στους κώμους, στα συμπόσια, στις εταίρες και σ᾽ όλα τα παρόμοια εκείνοι που μέσα στην ψυχή τους τύραννος θρονιάζεται ο Έρωτας και τους κυβερνά καθ᾽ ολοκληρίαν.
Αναγκαστικά.
Δεν θα ξεφυτρώνουν λοιπόν, κάθε νύχτα και μέρα, όλο και νέες και φοβερές επιθυμίες, με ένα σωρό απαιτήσεις για να ικανοποιηθούν;
Βεβαιότατα.
Ώστε, εάν υπάρχουν τίποτα εισοδήματα, δεν θ᾽ αργήσουν να εξαντληθούν.
Πώς όχι;
[573e] Έπειτα θ᾽ αρχίσουν τα δάνεια και ο εξαφανισμός σιγά σιγά της περιουσίας.
Εννοείται.
Και όταν τελειώσουν όλα, δεν θ᾽ αρχίσουν κατ᾽ ανάγκη να βοούν οι πολλές και σφοδρές επιθυμίες που φωλιάζουν μέσα τους, και αυτοί, καθώς θα ερεθίζονται από τις άλλες επιθυμίες, προπάντων όμως από τον Έρωτα που σαν αρχηγός θα έχει όλες τις άλλες δορυφόρους του, δεν θα πέσουν σε μανία και θα τρέχουν δεξιά κι αριστερά κοιτάζοντας ποιός έχει τίποτα που να μπορούν να το αφαιρέσουν με την απάτη ή και [574a] με τη βία;
Βεβαιότατα.
Είναι λοιπόν αναγκασμένοι να μαζεύουν από παντού και ό,τι λάχει, ειδεμή να υποφέρουν μεγάλα βάσανα και πόνους.
Δίχως άλλο.
Και καθώς τα πάθη που μπήκαν έπειτα στην ψυχή του υπερίσχυσαν και απογύμνωσαν τις παλαιές επιθυμίες από τα υπάρχοντά τους, έτσι κι αυτός δεν θα ζητήσει, αν και νεότερος, να δείξει την πλεονεξία του απέναντι στον πατέρα του και στη μητέρα του και να τους στερήσει το μερίδιό τους, αφού σπαταλήσει πια το δικό του;
Πώς όχι;