Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἰφιγένεια ἡ ἐν Αὐλίδι (801-854)

ΑΧΙΛΛΕΥΣ 
ποῦ τῶν Ἀχαιῶν ἐνθάδ᾽ ὁ στρατηλάτης;
τίς ἂν φράσειε προσπόλων τὸν Πηλέως
ζητοῦντά νιν παῖδ᾽ ἐν πύλαις Ἀχιλλέα;
οὐκ ἐξ ἴσου γὰρ μένομεν Εὐρίπου πέλας.
805 οἳ μὲν γὰρ ἡμῶν, ὄντες ἄζυγες γάμων,
οἴκους ἐρήμους ἐκλιπόντες ἐνθάδε
θάσσουσ᾽ ἐπ᾽ ἀκταῖς, οἳ δ᾽ ἔχοντες εὔνιδας
ἄπαιδες· οὕτω δεινὸς ἐμπέπτωκ᾽ ἔρως
τῆσδε στρατείας Ἑλλάδ᾽ οὐκ ἄνευ θεῶν.
810 τοὐμὸν μὲν οὖν δίκαιον ἐμὲ λέγειν χρεών,
ἄλλος δ᾽ ὁ χρῄζων αὐτὸς ὑπὲρ αὑτοῦ φράσει.
γῆν γὰρ λιπὼν Φάρσαλον ἠδὲ Πηλέα
μένω ᾽πὶ λεπταῖς ταισίδ᾽ Εὐρίπου πνοαῖς,
Μυρμιδόνας ἴσχων· οἳ δ᾽ ἀεὶ προσκείμενοι
815 λέγουσ᾽· Ἀχιλλεῦ, τί μένομεν; πόσον χρόνον
ἔτ᾽ ἐκμετρῆσαι χρὴ πρὸς Ἰλίου στόλον;
δρᾶ δ᾽, εἴ τι δράσεις, ἢ ἄπαγ᾽ οἴκαδε στρατόν,
τὰ τῶν Ἀτρειδῶν μὴ μένων μελλήματα.
ΚΛ. ὦ παῖ θεᾶς Νηρῇδος, ἔνδοθεν λόγων
820 τῶν σῶν ἀκούσασ᾽ ἐξέβην πρὸ δωμάτων.
ΑΧ. ὦ πότνι᾽ αἰδώς, τήνδε τίνα λεύσσω ποτὲ
γυναῖκα, μορφὴν εὐπρεπῆ κεκτημένην;
ΚΛ. οὐ θαῦμά σ᾽ ἡμᾶς ἀγνοεῖν, οἷς μὴ πάρος
προσῆκες· αἰνῶ δ᾽ ὅτι σέβεις τὸ σωφρονεῖν.
825 ΑΧ. τίς δ᾽ εἶ; τί δ᾽ ἦλθες Δαναϊδῶν ἐς σύλλογον,
γυνὴ πρὸς ἄνδρας ἀσπίσιν πεφραγμένους;
ΚΛ. Λήδας μέν εἰμι παῖς, Κλυταιμήστρα δέ μοι
ὄνομα, πόσις δέ μοὐστὶν Ἀγαμέμνων ἄναξ.
ΑΧ. καλῶς ἔλεξας ἐν βραχεῖ τὰ καίρια.
830 αἰσχρὸν δέ μοι γυναιξὶ συμβάλλειν λόγους.
ΚΛ. μεῖνον —τί φεύγεις;— δεξιάν τ᾽ ἐμῇ χερὶ
σύναψον, ἀρχὴν μακαρίων νυμφευμάτων.
ΑΧ. τί φής; ἐγώ σοι δεξιάν; αἰδοίμεθ᾽ ἂν
Ἀγαμέμνον᾽, εἰ ψαύοιμεν ὧν μή μοι θέμις.
835 ΚΛ. θέμις μάλιστα, τὴν ἐμὴν ἐπεὶ γαμεῖς
παῖδ᾽, ὦ θεᾶς παῖ ποντίας Νηρηίδος.
ΑΧ. ποίους γάμους φής; ἀφασία μ᾽ ἔχει, γύναι.
εἰ μή τι παρανοοῦσα καινουργεῖς λόγον;
ΚΛ. πᾶσιν τόδ᾽ ἐμπέφυκεν, αἰδεῖσθαι φίλους
840 καινοὺς ὁρῶσι καὶ γάμου μεμνημένοις.
ΑΧ. οὐπώποτ᾽ ἐμνήστευσα παῖδα σήν, γύναι,
οὐδ᾽ ἐξ Ἀτρειδῶν ἦλθέ μοι λόγος γάμων.
ΚΛ. τί δῆτ᾽ ἂν εἴη; σὺ πάλιν αὖ λόγους ἐμοὺς
θαύμαζ᾽· ἐμοὶ γὰρ θαύματ᾽ ἐστὶ τὰ παρὰ σοῦ.
845 ΑΧ. εἴκαζε· κοινόν ἐστιν εἰκάζειν τάδε·
ἄμφω γὰρ ψευδόμεθα τοῖς λόγοις ἴσως.
ΚΛ. ἀλλ᾽ ἦ πέπονθα δεινά; μνηστεύω γάμους
οὐκ ὄντας, ὡς εἴξασιν· αἰδοῦμαι τάδε.
ΑΧ. ἴσως ἐκερτόμησε κἀμὲ καὶ σέ τις.
850 ἀλλ᾽ ἀμελίᾳ δὸς αὐτὰ καὶ φαύλως φέρε.
ΚΛ. χαῖρ᾽· οὐ γὰρ ὀρθοῖς ὄμμασίν σ᾽ ἔτ᾽ εἰσορῶ,
ψευδὴς γενομένη καὶ παθοῦσ᾽ ἀνάξια.
ΑΧ. καὶ σοὶ τόδ᾽ ἐστὶν ἐξ ἐμοῦ· πόσιν δὲ σὸν
στείχω ματεύσων τῶνδε δωμάτων ἔσω.

***
Έρχεται ο Αχιλλέας και απευθύνεται στο Χορό.
ΑΧΙΛΛΕΑΣ
Πού να ᾽ναι εδώ ο στρατάρχης των Ελλήνων;
Είν᾽ ο Αχιλλέας για πείτε του ο Πηλείδης
και τον ζητάει εδώ έξω απ᾽ τη σκηνή του.
Κοντά στον Εύριπο όλοι καρτερούμε,
όχι όμως όλοι το ίδιο. Άλλοι από μας,
ανύπαντροι, τα σπίτια αφήσανε έρμα
και κάθονται δω χάμω στ᾽ ακρογιάλι,
κι άλλοι είναι παντρεμένοι, απ᾽ τα παιδιά τους
όμως μακριά· τόσος φλογίζει πόθος
την Ελλάδα γι᾽ αυτή την εκστρατεία,
κι οι θεοί σ᾽ αυτό δεν είναι ξένοι. Ανάγκη
810 εγώ να πω το δίκιο το δικό μου,
για τον εαυτό του πάλι ας πει όποιος θέλει.
Φάρσαλο και Πηλέα εγώ ᾽χω αφήσει
και του Εύριπου φυλάω τις ξέπνοες αύρες
τους Μυρμιδόνες συγκρατώντας· όλο
με πιέζουν και μου λένε αυτοί: «Αχιλλέα,
τί καρτερούμε; πόσος θα περάσει
καιρός ακόμα για να πάμε στο Ίλιο;
Κάμε, αν θα κάμεις τίποτα· ειδεμή
των Ατρειδών τις άργητες παράτα
και φέρε πίσω το στρατό στα σπίτια του.»
Προβάλλει στην πόρτα της σκηνής η Κλυταιμήστρα.
ΚΛΥ. Γιε της Νηρηίδας, άκουσα από μέσα
820 τα λόγια σου και βγήκα εδώ στην πόρτα.
ΑΧΙ. Πώς ντρέπομαι! Ποιά να ᾽ναι αυτή η γυναίκα
η τόσο ωριοφάνταχτη που βλέπω;
ΚΛΥ. Πώς και μας ξέρεις, που μας ήσουν ξένος
ως τώρα. Μα η σεμνότη σου μου αρέσει.
ΑΧΙ. Μα ποιά εισαι; Και, γυναίκα εσύ, πώς ήρθες
μες στους Δαναούς, σ᾽ αρματωμένους άντρες;
ΚΛΥ. Της Λήδας είμαι κόρη, η Κλυταιμήστρα,
του βασιλιά Αγαμέμνονα η γυναίκα.
ΑΧΙ. Όσα είν᾽ ανάγκη σύντομα είπες. Όμως
830 κακό να κουβεντιάζω με γυναίκες.
ΚΛΥ. Στάσου, πού πας; Το χέρι σου έλα, δώσ᾽ μου,
του γάμου καλορίζικη αρραβώνα.
ΑΧΙ.Το χέρι; εγώ; ν᾽ αγγίξω ό,τι δεν πρέπει!
Το βασιλιά, κυρά μου, θα ντρεπόμουν.
ΚΛΥ. Πρέπει και παραπρέπει, αφού θα γίνεις
γαμπρός μας, γιε της πόντιας Νηρηίδας.
ΑΧΙ. Σαν τί γαμπρός; Τα χάνω. Ο νους σου μήπως
ξεστράτισε κι αλλόκοτα έτσι κρένεις;
ΚΛΥ. Ε, ντρέπονται όλοι, όταν καινούριους βλέπουν
840 συγγενείς κι όταν σκέφτονται το γάμο.
ΑΧΙ.Την κόρη σου ούτε ζήτησα ποτέ μου
ούτε πρόταση μου ήρθε απ᾽ τους Ατρείδες.
ΚΛΥ. Μα τότε; Θ᾽ απορείς γι᾽ αυτά που σου είπα,
όπως κι εγώ απορώ γι᾽ αυτά που λες.
ΑΧΙ. Σκέψου να δεις· κι οι δυο μας να σκεφτούμε·
ψέμα δε λέω· κι εσύ, νομίζω, το ίδιο.
ΚΛΥ. Με βρίσκει συμφορά λοιπόν; Ντροπή!
Ανύπαρχτο, θαρρώ, ετοιμάζω γάμο.
ΑΧΙ. Για πείραγμα ίσως το ᾽καμε κανένας.
850 Μα αψήφησέ το, μην κακοκαρδίζεις.
ΚΛΥ. Χαίρε· δεν έχω μάτια να σε δω,
που βγήκα ψεύτρα· αυτό δε μου άξιζε όμως.
ΑΧΙ. Κι εγώ σε χαιρετώ· και τώρα πάω
τον άντρα σου εδώ μέσα να ζητήσω.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΤΑ ΝΕΟΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ: Αναγέννηση και αρχαία ελληνική τέχνη

9.2.4. Μαντέλια και Μποτιτσέλι


Ο Αντρέα Μαντένια (Πάντοβα 1431 - Μάντοβα 1506) είναι ο πρώτος που μελετά συστηματικά εκμαγεία αρχαίων έργων και ενσωματώνει στη ζωγραφική του αναφορές σε μνημεία της Αρχαιότητας. Μαθήτευσε στην Πάντοβα κοντά στον Φραντσέσκο Σκουαρτσιόνε (1394/1397-1468/1472), έναν φανατικό συλλέκτη αρχαίων και ζωγράφο που ταξίδεψε στην Ελλάδα τα χρόνια 1423-1428. Σε μια από τις τοιχογραφίες του μικρού παρεκκλησίου Οβετάρι της εκκλησίας των Ερεμιτανών στην Πάντοβα (περ. 1455), που καταστράφηκε στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μαντένια παρουσιάζει Το μαρτύριο του Αγίου Χριστοφόρου με εντυπωσιακή την προοπτική απόδοση του θέματος και με αναφορές, όπως και σε άλλα έργα του, σε μοτίβα και στοιχεία που μαρτυρούν ότι είχε σπουδάσει τη ρωμαϊκή αρχιτεκτονική. Το πρώτο μεγάλο του έργο όμως με αρχαίο θέμα είναι η περίφημη σειρά πινάκων με τον Θρίαμβο του Καίσαρα (περ. 1484), έργο που προοριζόταν για τον διάκοσμο ή τη σκηνική επένδυση κάποιου θεάτρου στην αυλή των Γκονζάγκα στη Μάντοβα, σήμερα στο Hampton Court Palace στο Λονδίνο. Την εποχή αυτή στη Μάντοβα, στη Φεράρα και στη Ρώμη παίζονταν θεατρικά έργα με αρχαία θέματα, τα οποία αγαπούσαν ιδιαίτερα ηγεμόνες όπως ο Φραντσέσκο Γκονζάγκα (1466-1519) και ο Έρκολε ντα Φεράρα (περ. 1456-1519). Το 1472 παίχθηκε στο Palazzo Ducale της Μάντοβα ο Ορφέας του μεγάλου ουμανιστή της εποχής, του Άντζελο Πολιτσιάνο (1454-1494). Θριαμβικές πομπές που μιμούνταν αρχαίες γίνονταν στην Αναγέννηση είτε για να πανηγυρίσουν οι ηγεμόνες πραγματικές νίκες, είτε για να εντυπωσιάσουν σε Καρναβάλια, σε γιορτές κτλ. Γνωρίζουμε π.χ. ότι ο Λορέντσο ο Μεγαλοπρεπής (Magnifico) των Μεδίκων μιμήθηκε στη Φλωρεντία τον θρίαμβο του Αιμιλίου Παύλου ή ότι ο Καίσαρ Βοργίας μιμήθηκε στη Ρώμη τον θρίαμβο του Ιουλίου Καίσαρα. Τέτοιες πομπές πρέπει να είχε δει ο Μαντένια στην εποχή του. Στον Θρίαμβο του Καίσαρα χρησιμοποιεί πολλές αρχαίες αναφορές, όπως θριαμβικά τόξα, την κολόνα του Τραϊανού, τον έφιππο ανδριάντα του Μάρκου Αυρηλίου κ.ά. Ωστόσο, για τη δημιουργία των συνθέσεών του φαίνεται ότι έχει αφετηρία μια γραπτή πηγή, τον Θρίαμβο του Σκιπίωνα, όπως τον περιγράφει ο Αππιανός (Punica, κεφ. 66).

Γύρω στο 1495-1496 ο Μαντένια ζωγραφίζει τον Παρνασσό, ένα περίφημο έργο για το Στουντιόλο (Studiolo) της Ισαβέλας Ντ᾽ Έστε στη Μάντοβα (1474-1539, συζύγου του Φραντσέσκο Γκονζάγκα, δούκα της Μάντοβα), που κατέληξε στο Λούβρο το 1801. Στο έργο αυτό, κάτω από το ζευγάρι του Άρη και της Αφροδίτης και ανάμεσα στις μορφές του Απόλλωνα, του Ερμή και του Πήγασου, χορεύουν οι εννιά Μούσες, για τις οποίες ο Μαντένια χρησιμοποίησε παραλλαγμένο ένα σχέδιο του Κυριακού από την Ανκόνα. Ο Μαντένια μελέτησε με πολλή προσοχή αναλογίες σε αρχαία έργα, αλλά και στη φύση, έτσι ώστε να μπορέσει να συστηματοποιήσει κανόνες και θεωρήματα αναλογιών και διαστάσεων για το ανθρώπινο σώμα, που κρατούσε ωστόσο ο ίδιος, όπως και οι μαθητές του, μυστικά και καλυμμένα.

Στο Περί ζωγραφικής ο Αλμπέρτι συνιστά στους ζωγράφους να μελετούν την ανθρώπινη φύση σε αρχαία αγάλματα. Έτσι ο Μποτιτσέλι σπεύδει να χρησιμοποιήσει σε έργα του πρότυπα από την αρχαία πλαστική, όπως το ρωμαϊκό σύμπλεγμα των Τριών Χαρίτων (το πρωτότυπο στη Βιβλιοθήκη του καθεδρικού ναού της Σιένα) στην Άνοιξη (περ. 1477-1478), την πραξιτέλεια Αφροδίτη Medici στη Γέννηση της Αφροδίτης (περ. 1483-1484) καθώς και στην Αφροδίτη (1482-1484), έργο της Σχολής του, σήμερα στο Βερολίνο.

Ωστόσο, ο Μποτιτσέλι ζωγράφισε το 1495 το γνωστό του έργο Η συκοφαντία του Απελλή με βάση μια γραπτή πηγή, τη λεπτομερή περιγραφή που δίνει ο Λουκιανός για ένα περίφημο έργο του Απελλή, όπου ο αρχαίος ζωγράφος φαίνεται ότι είχε ζωγραφίσει μια σειρά από προσωποποιήσεις, για να υπερασπιστεί τον εαυτό του από τη συκοφαντία και τις διαβολές που του έγιναν. Ο Μποτιτσέλι εγκαινιάζει εδώ μια θεματική που θα ακολουθήσουν και άλλοι συνάδελφοι του σε μεταγενέστερες εποχές, δηλαδή την αναπαράσταση μεγάλων έργων ζωγραφικής της Αρχαιότητας με αφετηρία την περιγραφή τους σε κάποιο αρχαίο κείμενο. Στην επένδυση των τοίχων της αίθουσας του δικαστηρίου στο παραπάνω έργο ο Μποτιτσέλι ζωγραφίζει αρχαιοπρεπή αγάλματα, που μαρτυρούν τη χρήση τέτοιων στοιχείων σε εσωτερικούς χώρους της εποχής.

Ουπανισάδ

Κένα Ουπανισάδ

Το Ένα και τα Πολλά

Υπάρχει Μια Μοναδική Πραγματικότητα που Απλώνεται Χωρίς Όρια, Πέρα από τον χρόνο, Μια Συνείδηση Ακινησίας, Ολότητας, που τα Περιλαμβάνει Όλα.

Μέσα από Αυτή την Ακίνητη Παρουσία, σε Αυτή την Ήρεμη Απεραντοσύνη, Πηγάζει, Εδράζεται, κι Ολοκληρώνεται, Κάθε Δραστηριότητα. Ο Κόσμος της Ψευδαίσθησης, της «Δημιουργίας», δεν είναι ψεύτικος με την έννοια ότι δεν υπάρχει. Απλά δεν είναι παρά Κίνηση, Φαινόμενο, κάτι Παροδικό, χωρίς δική του σταθερή ουσία.

Η ατομική συνείδηση, η αντίληψη του εγώ, η προσωπική εμπειρία, η ξεχωριστή ζωή, υφίστανται μόνο σαν παροδικά φαινόμενα.

Ο Σοφός Άνθρωπος Αναζητά την Μία Σταθερή Ουσία πέρα από όλα.

Οι ανόητοι απορροφούνται στα φαινόμενα, στην λειτουργία των φαινομένων, και τρέχουν πίσω από οράματα.

«Αυτός πού Βιώνει την Ύπαρξη του Βράχμαν πίσω από κάθε ενέργεια της οντότητάς του – αίσθηση, διαίσθηση, ή σκέψη – μόνο αυτός κερδίζει την Αθανασία. Με την Γνώση του Βράχμαν έρχεται η Δύναμη. Με την Γνώση του Βράχμαν έρχεται η Αθανασία. Για τον άνθρωπο που Βίωσε το Βράχμαν όλα είναι Φως. Για όποιον δεν Αντιλαμβάνεται το Βράχμαν όλα είναι σκοτάδι. Οι Σοφοί που Βλέπουν το Βράχμαν να ενεργεί σε κάθε οντότητα, όταν φύγουν από την ζωή, κερδίζουν την Αιωνιότητα.

Κένα Ουπανισάδ 2.5

Clavicula Salomonis: H Πραγματική Σολομωνική

Είναι αρκετοί αυτοί που έχουν ακούσει τις ιστορίες που συνοδεύουν το παράξενο βιβλίο επίκλησης Δαιμόνων, με τον τίτλο Σολομωνική. Σε διάφορες περιοχές της Αθήνας αλλά και της Επαρχίας έχουν αναπτυχθεί ιστορίες, που ως αστικοί θρύλοι κυκλοφορούν και διευρύνονται

συνεχώς από κουβέντα σε κουβέντα, και αναφέρουν την χρήση του βιβλίου που βοηθά τους συμμετέχοντες να επικαλεστούν τους σκοτεινούς Δαίμονες με σκοπό να ζητήσουν κάτι, και με συνήθως καταστροφικά αποτελέσματα για έναν ή περισσότερους.

Ποιά είναι όμως η πραγματική Σολομωνική; Και ποιά είναι η ιστορία της Δαιμονολογίας, με τους απόκοσμους Δαίμονες και τις σατανικές οντότητές της;

Η Δαιμονολογία και ο ρόλος της στην Κοινωνία

Ο Όρος Δαιμονολογία είναι ένας παρεξηγημένος όρος και αρκετές φορές εμπεριέχεται σε συστήματα πεποίθησης που δίνουν μία σύγχρονη ερμηνεία στον Εξορκισμό. Στις ημέρες μας, αν κάποιος αναζητήσει στο διαδίκτυο το ζήτημα, θα ανακαλύψει αρκετούς «Δαιμονολόγους» και την δουλειά τους. Αρκετοί παρέχουν και φωτογραφίες, έχοντας το ρόλο του Μάγου που κυνηγά και εξορκίζει τους δαίμονες, αν και σπάνια αποσαφηνίζουν την έννοια της λέξης Δαίμονας. Μέσα σε μία κοινωνία που ξεχνά ολοένα και περισσότερο τα μυστήρια και τα τελετουργικά του παλιού κόσμου και αφομοιώνεται στην τεχνολογία και την Επιστήμη η Δαιμονολογία αντιμετωπίζεται μέσα από άγνοια από πολλούς εκει έξω. Τι είναι λοιπόν η Δαιμονολογία; Από πού προήλθε; Ας δούμε παρακάτω:

Η Λέξη «Δαίμων» προέρχεται από την Αρχαία Ελλάδα και έχει διαστρεβλωθεί εντελώς από την ελληνική έννοιά της. Ο Δαίμων αναφέρεται στην Ελληνική Λογοτεχνία ως Ρήμα και Ουσιαστικό και μετέπειτα απέκτησε μία αρνητική και σκοτεινή υπόσταση, κυρίως από τον Χριστιανισμό την εποχή που μαχόταν τον εδραιωμένο στις συνειδήσεις του κόσμου Παγανισμό. Έτσι η Χριστιανική ροή μετέτρεψε διάφορα «πλάσματα» και παλαιούς θεούς σε Δαίμονες και ασπάστηκε διάφορες πρακτικές, όπως αυτή της επίσκεψης των ανθρώπων στον τόπο των νεκρών. Έτσι για την Δύση ένας «Δαίμων» μετατράπηκε σε μία ζοφερή δαιμονική οντότητα που συνδέεται απευθείας με τον Διάβολο.

Η Δαιμονολογία εισήλθε στην Αγγλική Γλώσσα στα μέσα του 1500, και συνδέθηκε με την εποχή της μανίας των Μαγισσών, που ξεκίνησε για διάφορους λόγους που συμπεριλαμβάνουν την πολιτική αναταραχή της εποχής λόγω του τέλους της Φεουδαρχίας, λόγω της Αστικοποίησης του περιβάλλοντος, αλλά και των αρκετών θανάτων που προήλθαν από τις ασθένειες που μάστιζαν την εποχή. Αυτή η ταραχώδης εποχή στιγματίστηκε από το «κυνήγι της Μάγισσας» που επιχείρησε να εξαλείψει την ύπαρξη της μαγείας, και είχε ως αποτέλεσμα την μανιασμένη επίθεση που προκάλεσε τον βασανισμό αλλά και τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων (κυρίως γυναικών) που ξεκίνησε στα τέλη του 1400 με την έκδοση του Malleus Maleficarum (Το Σφυροκόπημα των Μαγισσών).

Χωρίς να πρόκειται για σύμπτωση, αρκετά τέτοια μυστήρια του Κόσμου εξηγήθηκαν μέσα από τους Δαίμονες και τους Νεκρούς που βρίσκουν ανάπαυση. Ο Όρος αναφέρεται στις Δυνάμεις των Δαιμόνων αυτών και συνδέθηκε σχεδόν άρρηκτα με τις Παγανιστικές Μάγισσες του Μεσαίωνα. Αρκετά γραπτά από το 1580 έως και τα τέλη του 16ου Αιώνα αναφέρουν προσωπικές εμπειρίες των αποκαλούμενων «Δαιμονολόγων» που συνδέθηκαν με τις μάγισσες και την συμφωνία με τον Διάβολο. Για παράδειγμα, το 1597 ο Βασιλιάς Ιάκωβος ΣΤ της Σκωτίας δημοσίεσε το δικό του έργο πάνω στο ζήτημα, το Daemonologie, στο οποίο αναφέρεται στους σκλάβους του Διαβόλου, τις Μάγισσες και τους Μάγους.

Φυσικά τα Γροιμόρια που παρουσιάζουν στον αναγνώστη τις άγνωστες πτυχές της Δαιμονολογίας και εξασκούν την χρήση και την επίκληση των Δαιμόνων είναι πολλά και διαφέρουν σε συστήματα πεποίθησης και πρακτικής, όμως ένα είναι το Βιβλίο που γνωρίζουν ακόμα και όσοι δεν καταπιάνονται ενεργά με την έρευνα της Δαιμονολογίας. Πρόκειται για την Σολομωνική, ένα βιβλίο που έχει χτίσει τον δικό του μύθο και συνοδεύεται από πλήθος σκοτεινών ιστοριών. Ποιά είναι όμως η πραγματική Σολομωνική;

Η Κλείδα του Σολομώντος – Η Πραγματική Σολομωνική

Η Κλείδα του Σολομώντος, ή αλλιώς Lemegeton Clavicula Salomonis, είναι ένα ανώνυμο Γροιμόριο του 17ου Αιώνα, και είναι ένα από τα δημοφιλέστερα βιβλία Δαιμονολογίας. Έχει γίνει αρκετά γνωστό ως Lemegeton, αν και το όνομα αυτό θεωρείται εσφαλμένο αφού βασίζεται σε λανθασμένα Λατινικά. Το Γροιμόριο εμφανίστηκε τον 17ο Αιώνα, όμως αρκετά από τα περιεχόμενά του πάρθηκαν από τον 16ο Αιώνα, συμπεριλαμβανομένου του Pseudomonarchia Daemonum του Johann Weyer, αλλά και αρκετών άλλων Γροιμορίων του Μεσαίωνα. Φαίνεται πως το εν λόγω βιβλίο επηρεάστηκε επίσης από βιβλία Εβραίων Καμπαλιστών και Μουσουλμάνων Μυστικιστών. Αρκετό από το Υλικό που βρίσκεται στην πρώτη ενότητα από τις 5 συνολικές ενότητες που αποτελούν την πραγματική Σολομωνική και σχετίζονται με τις επικλήσεις των Δαιμόνων χρονολογούνται στον 14ο Αιώνα ή και νωρίτερα.

Λέγεται μάλιστα πως το βιβλίο γράφτηκε από τον ίδιο τον Βασιλιά Σολομώντα, όμως αυτή η πληροφορία είναι εντελώς λανθασμένη. Οι τίτλοι ευγένειας των Δαιμόνων ήταν άγνωστοι εκείνη την εποχή όπως και οι προσευχές στον Χριστό και την Αγία Τριάδα που περιλαμβάνονται στο κείμενο.

Η Κλείδα του Σολομώντος αποτελείται από 5 ενότητες και περιλαμβάνει λεπτομερείς περιγραφές των «Δαιμονικών» Πνευμάτων και τα τελετουργικά που απαιτούνται ώστε κάποιος να μπορέσει να τα επικαλεστεί και να τα αναγκάσει να λειτουργήσουν όπως εκείνος θελήσει (Εκείνος που επικαλείται τους Δαίμονες αναφέρεται μέσα στο βιβλίο ως «Εξορκιστής».) Παρουσιάζει τα προστατευτικά σύμβολα και τα τυπικά που χρειάζονται, τις πράξεις που απαιτούνται έτσι ώστε να μην αποκτήσουν δύναμη τα πνεύματα, καθώς και οδηγίες για την δημιουργία των εργαλείων που απαιτούνται για την χρήση των τελετουργικών.

Οι πέντε ενότητες του Βιβλίου έχουν ως Εξής:

Ars Goetia

Το Ars Goetia (“Η Τέχνη της Γoητείας”),που αναφέρεται συχνά ως Goetia είναι η πρώτη ενότητα του γροιμορίου Clavicula Salomonis και περιέχει περιφραφές από τους 72 Δαίμονες που λέγεται πως επικαλέστηκε ο Βασιλιάς Σολομώντας και περιόρισε σε ένα χάλκινο δοχείο σφραγισμένο με Μαγικά Σύμβολα.

Ars Theurgia Goetia

Το Ars Theurgia Goetia (“Η Τέχνη της Γoητικής Θεουργίας”), είναι η δεύτερη ενότητα και επεξηγεί τα ονόματα, τα χαρακτηριστικά και τις μαγικές σφραγίδες των 31 Αιθέριων Πνευμάτων (που αποκαλούνται Αρχηγοί, Αυτοκράτορες, Βασιλείς και Πρίγκηπες), τους τρόπους προστασίας ενάντιά τους, τα ονόματα των πνευμάτων που τους υπηρετούν και αποκαλούνται Δούκες, τις επικλήσεις που χρειάζονται για να εμφανιστούν αλλά και την φύση τους που είναι θετική αλλά και αρνητική. Το μοναδικό αντικείμενό τους είναι η ανακάλυψη χαμένων αντικειμένων και των μυστικών που έχουν οι άνθρωποι.

Ars Paulina

Το Ars Paulina (“Η Τέχνη του Παύλου”), είναι η Τρίτη ενότητα. Σύμφωνα με τον μύθο, αυτή η τέχνη ανακαλύφθηκε από τον Απόστολο Παύλο, όμως στο βιβλίο αναφέρεται ως η τέχνη του Παύλου από τον Βασιλιά Σολομώντα. Χωρίζεται σε δύο σκέλη στο βιβλίο αυτό.

Το πρώτο κεφάλαιο αφορά στο πως αντιμετωπίζεις τους Αγγέλους στις διαφορετικές ώρες της ημέρας, στις μαγικές σφραγίδες τους, στην φύση αλλά και τους υπηκόους τους, στην σύνδεση των Αγγέλων αυτών με τους 7 πλανήτες που ήταν γνωστοί εκείνη την εποχή, τις σωστές Αστρολογικές πτυχές για την σωστή επίκλησή τους, αλλά και τα ονόματά τους.

Το δεύτερο Κεφάλαιο αναφέρει τους Αγγέλους που κυριαρχούν στα ζωδιακά σύμβολα, τον κάθε βαθμό, την σύνδεσή τους με τα τέσσερα στοιχεία (φωτιά, Γη, Νερό και Αέρα), τα ονόματά τους αλλά και τις μαγικές σφραγίδες. Αυτοί οι Άγγελοι ονομάζονται Άγγελοι του Ανθρώπου, καθώς ο κάθε άνθρωπος διαθέτει ένα ζώδιο.

Ars Almadel

Το τέταρτο μέρος που αποτελεί την Πραγματική Σολομωνική είναι το Ars Almadel, (“Η Τέχνη του Almadel”), και περιγράφει πως να δημιουργήσει κάποιος το Almadel, ενός κέρινου δισκίου που είναι γεμάτο προστατευτικά σύμβολα. Πάνω του τοποθετούνται τέσσερα κεριά. Το κεφάλαιο αυτό περιέχει οδηγίες που αφορούν στα χρώματα, τα υλικά και τα τυπικά για την δημιουργία του δίσκου αλλά και των κεριών. Επισης αναφέρει λεπτομέρειες για τους Αγγέλους που θα επικαλεστούν και εξηγεί μερικά πράγματα για το πως πρέπει να κάνει τις ερωτήσεις του εκείνος που θα τους επικαλεστεί, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η επίκληση.

Ars Notoria

Το Ars Notoria (“Η Αξιοσημείωτη Τέχνη”), είναι η τελευταία ενότητα της Κλείδας του Σολωμόντος και ήταν ένα γνωστό Γροιμόριο του Μεσαίωνα. Το βιβλίο αναφερει πως η τέχνη αυτή αποκαλύφθηκε από έναν Άγγελο απευθείας στον Βασιλιά Σολομώντα. Περιέχει συλλογή προσευχών (μερικές από αυτές διαχωρίζονται σε αρκετά μέρη) που αναμειγνύουν Καμπαλιστικές πρακτικές και Μαγικές επικλήσεις σε διάφορες Γλώσσες (Εβραϊκά, Ελληνικά, κλπ), εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να ειπωθούν οι προσευχές, αλλά και την σχέση που έχουν τα τυπικά αυτά με την κατανόηση και την γνώση όλων των τεχνών. Σύμφωνα με την ενότητα αυτή, η σωστή προφορά των προσευχών παρέχει την γνώση που σχετίζεται με την κάθε προσευχή αλλά και καλή μνήμη, σταθερότητα του νού και διαύγεια.

Το παραπάνω βιβλίο αποτελεί την Πραγματική Σολομωνική, και σίγουρα τα μυστηριώδη Γροιμόρια που την αποτελούν βοήθησαν στο να δημιουργηθούν οι θρύλοι που συνοδεύουν το σκοτεινό; Αυτό Εγχειρίδιο Μαγείας.. Εξάλλου η ίδια η αναζήτηση των υπερβατικών μυστικών του Κόσμου, μας οδηγεί στο μαγικό αλλά και ενίοτε σκοτεινό μονοπάτι της ανάγνωσης των Μαγικών Εγχειριδίων για να διαπιστώσουμε την ύπαρξή τους. Είναι ένα μονοπάτι όμως που απαιτεί τεράστια προσοχή, αφού είναι πολλά τα εμπόδια που υψώνονται σε εκείνο που θα τα αναζητήσει…

Το υποσυνείδητό σας πάντα σας προσέχει

Είτε το ξέρετε είτε όχι, χρησιμοποιείτε ήδη συνεχώς το υποσυνείδητό σας. Ίσως ανέλαβε το τιμόνι του αυτοκινήτου σας για μια ημίωρη διαδρομή από το γραφείο ως το σπίτι, ενώ το συνειδητό σας ήταν αφιερωμένο σε ένα πρόβλημα που σας απασχολούσε. Ούτε που θυμάστε για πότε επιστρέψατε, κι όμως, με κάποιο τρόπο, το αυτοκίνητό σας έφτασε με ασφάλεια μπροστά στην πόρτα σας.

Ίσως για μια ολόκληρη μέρα παλεύατε να θυμηθείτε ένα όνομα, αλλά όσο κι αν προσπαθούσαν τα συνειδητά μέρη του εγκεφάλου σας να ανακτήσουν αυτή την πληροφορία, αυτό ήταν αδύνατον. Και ξαφνικά, ώρες μετά, το υποσυνείδητό σας έκανε τα μαγικά του και σας εμφάνισε την απάντηση από το πουθενά. Αυτό το μέρος του εγκεφάλου σας δούλευε σκληρά για λογαριασμό σας όλη αυτή την ώρα, κι εσείς ούτε που το είχατε καταλάβει!

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει όταν –εντελώς ξαφνικά– θυμάστε από πού γνωρίζετε κάποιον ενώ έχετε εγκαταλείψει προ πολλού την προσπάθεια. Μα ναι, βέβαια! Ήταν ο σύζυγος μιας φίλης σας, που τον είχατε γνωρίσει σ’ εκείνο το δείπνο πριν από δύο χρόνια. Το υποσυνείδητο επεξεργάζεται τις πληροφορίες γρήγορα, αβίαστα και αυτόματα. Δεν έχει την ανάγκη να ζυγίζει επιμελώς και προσεκτικά κάθε πληροφορία με τον τρόπο που είναι υποχρεωμένο να το κάνει το συνειδητό όταν καλείται να πάρει μια απόφαση. Αυτό είναι ένα φαινόμενο που ενδεχομένως αντιλαμβάνεστε περιστασιακά, το σημαντικό όμως είναι ότι μπορείτε να μάθετε να το χαλιναγωγείτε και να το χρησιμοποιείτε για το δικό σας όφελος.

Ίσως έχετε παρατηρήσει το υποσυνείδητό σας να ενεργεί για να σας προφυλάξει από κακοτοπιές. Δεν έχετε κάποια χειροπιαστή απόδειξη, αλλά κάποιος που μόλις γνωρίσατε σας δημιουργεί ένα κακό προαίσθημα. Ή κάτι σας λέει να αποχωρήσετε από μια επιχειρηματική συμφωνία έστω και την τελευταία στιγμή ή να μην περπατήσετε σε ένα σκοτεινό δρομάκι. Τα υποσυνείδητα μέρη του εγκεφάλου σας μπορεί να δημιουργούν συνειρμούς με ξεχασμένες αναμνήσεις ή να αντιλαμβάνονται πληροφορίες που τα συνειδητά μέρη του εγκεφάλου προσπερνούν.

Ακριβώς όπως μπορεί να βιώσατε τη σοφία του υποσυνειδήτου όταν «εμπιστευθήκατε το ένστικτό σας» σε αυτές τις καταστάσεις, μπορεί επίσης να επικαλεστήκατε τη δύναμη του υποσυνειδήτου τη νύχτα, όταν «αναβάλατε μια απόφαση μέχρι το επόμενο πρωινό», με αποτέλεσμα να εκπλαγείτε από ένα εξαιρετικά μεστό όνειρο με ουσιαστικές απαντήσεις. Το υποσυνείδητο λατρεύει τις πρώτες πρωινές ώρες, τότε που είναι ελεύθερο να ζωγραφίζει ιδέες και εικόνες σε λευκούς καμβάδες, απελευθερωμένο από τα δεσμά και τις άμυνες του καθοδηγούμενου από τη λογική συνειδητού μέρους του εγκεφάλου.

Δεν σας έχει τύχει να λάβετε έτσι ένα σημαντικό μήνυμα; Ίσως το όνειρο να αφορούσε μια πανανθρώπινη ιδέα, όπως τη συγχώρεση ή την αλήθεια, που σας παρουσιάστηκε με συμβολικό τρόπο από το υποσυνείδητο. Ίσως να σας βοήθησε να δείτε ένα κομμάτι της ζωής σας υπό ένα νέο πρίσμα.

Τρέξε προς το φόβο σου

Ο Λουκιανός (125-180 μ.κ.ε.) στο σύγγραμμά του «Βίος Δημώνακτος» μάς πληροφορεί πως ο εκ Κύπρου κυνικός φιλόσοφος Δημώναξ, στην αναζήτησή του για τό τι είναι ελευθερία και ποιός είναι πραγματικά ο ελεύθερος άνθρωπος, κατέληξε στο συμπέρασμα πως ελεύθερος είναι εκείνος που ούτε ελπίζει τίποτα, ούτε φοβάται «Ἀλλ’ ἐκεῖνον νομίζω [ἐλεύθερον] τὸν μήτε ἐλπίζοντά τι μήτε δεδιότα.»

Είχε φαίνεται εντοπίσει ο Δημώναξ έναν από τους πιό αποτελεσματικούς μηχανισμούς ελέγχου και χειραγώγησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, είτε όταν αυτή εκδηλώνεται ατομικά, είτε όταν αυτή εκδηλώνεται στα πλαίσια μιάς ομάδας ή της μάζας. Ο μηχανισμός αυτός, ο βασιζόμενος στην παράλληλη χρήση του φόβου και της ελπίδας, υπήρχε φυσικά πολύ πριν τον Δημώνακτα και τον Λουκιανό, που έζησαν στα μέσα του 2ου μ.κ.ε. αιώνα, ενώ εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα, εξασφαλίζοντας σε αυτούς που τόν χειρίζονται, πως η συμπεριφορά εκείνων επάνω στους οποίους εφαρμόζεται, θα κινηθεί προς την επιθυμητή κατεύθυνση και θα αποφέρει τα προσδοκώμενα οφέλη. ( δηλ. πιστούς, ψηφοφόρους, υπαλλήλους, συζύγους, γονείς, φαν, οπαδούς κλπ κλπ. = ΔΟΥΛΟΥΣ )

Πιό συγκεκριμένα, τα ιερατεία όλων των θρησκειών χρησιμοποιούν αριστοτεχνικά τον μηχανισμό αυτό για να ελέγχουν τους πιστούς τους. Ο φόβος του θανάτου και αυτός της μετά θάνατον τιμωρίας ή μη λύτρωσης αντιπαραβάλλονται συστηματικά με την ελπίδα της μετά θάνατον ζωής, της σωτηρίας και της πλουσιοπάροχης ανταμοιβής (πάντοτε και μόνον μετά θάνατον, υπό την αυστηρή προϋπόθεση ότι ο πιστός θα αποδεχτεί πλήρως τα δόγματα της θρησκείας, θα συμμορφωθεί στους κανόνες της, θα υιοθετήσει το καθορισμένο πρότυπο συμπεριφοράς που αυτή απαιτεί και θα υπακούσει στις εντολές του ιερατείου.

Και είναι τόσο αποτελεσματικός και ευέλικτος ο μηχανισμός αυτός, ώστε χρησιμοποιείται ευρέως από την διαφήμιση και την προπαγάνδα, ακόμη και σε ανεπτυγμένες κοινωνίες, όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού είναι εγγράμματοι, προκειμένου να προωθηθούν προϊόντα και υπηρεσίες και να επηρεαστεί η συμπεριφορά των καταναλωτών.

Κίνδυνοι ανύπαρκτοι ή κίνδυνοι άλλοτε λιγότερο κι άλλοτε περισσότερο υπαρκτοί (π.χ. ατύχημα, ασθένεια, γηρατειά, μόλυνση, κοινωνική απόρριψη λόγω εμφάνισης) προβάλλονται, συνήθως μεγεθυνόμενοι, ώστε να προκληθεί το συναίσθημα του φόβου στους υποψήφιους καταναλωτές.

Ταυτόχρονα παρέχεται σε αυτούς η ελπίδα πως η συστηματική αγορά και χρήση ενός προϊόντος (π.χ. φάρμακο, τρόφιμο, καλλυντικό, απολυμαντικό) ή μιάς υπηρεσίας (π.χ. ασφάλεια ζωής ή υγείας, συνδρομή σε γυμναστήριο ή σε πρόγραμμα διατροφής) μπορεί να μειώσει ή και να εξαλείψει τον αντίστοιχο κίνδυνο, εξασφαλίζοντας υγεία, μακροζωία, νιάτα, ομορφιά και δημοφιλία.

Η πιό αποτελεσματική όμως χρήση του μηχανισμού αυτού (ΦΟΒΟΣ εναλλάξ με ΕΛΠΙΔΑ) και ταυτόχρονα η λιγότερο έντιμη αλλά και η πλέον επικερδής, γίνεται στον χώρο της πολιτικής ή ακριβέστερα στον χώρο νομής της εξουσίας.

Προκειμένου πολιτικο-οικονομικά ιερατεία και κόμματα να κατακτήσουν ή να διατηρήσουν την εξουσία, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την δημοκρατική τους νομιμοποίηση, απαραίτητη για να περιοριστούν και να ελεγχθούν οι αντιδράσεις στις επιδιώξεις και στις ενέργειές τους, το εκλογικό σώμα τίθεται ενώπιον διλημμάτων και επιλογών, που φορτίζονται εντέχνως με τα συναισθήματα του φόβου και της ελπίδας.

Έτσι η χειραγώγηση των εκλογέων καθίσταται ευκολότερη, αφού οι περισσότεροι υποπίπτουν στην παγίδα και προσεγγίζουν τα πολιτικά ζητήματα, όχι με την λογική, αλλά με το συναίσθημα, του φόβου, γεγονός που διευκολύνει τον σχηματισμό μιάς εκλογικής μάζας, αγόμενης και φερόμενης πιά από τον φόβο και την ελπίδα.

«Αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» δεν είναι παρά ένα μικρό και πρόχειρο δείγμα συναισθηματικά φορτισμένων επιλογών, ενώπιον των οποίων τα πολιτικο-οικονομικά κέντρα εξουσίας έχουν θέσει τα τελευταία χρόνια τους Έλληνες, επιτυγχάνοντας, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, να κατευθύνουν και να ελέγξουν την πολιτική και εκλογική τους συμπεριφορά και να καθορίσουν όχι μόνον από ποιούς και πως θα ασκηθεί η εξουσία, αλλά το κυριότερο, ποιά και ποιών συμφέροντα θα εξυπηρετηθούν από αυτήν.

Συμφέροντα τα οποία, φυσικά, δεν είναι άλλα από εκείνα των πολιτικο-οικονομικών ιερατείων και κέντρων εξουσίας, που έχουν την αναγκαία ισχύ για να χειρίζονται τον μηχανισμό αυτόν του φόβου και της ελπίδας στον χώρο της πολιτικής.

Η Ελλάδα της εποχής του Μνημονίου είναι ένα ακόμη παράδειγμα ελέγχου και χειραγώγησης του φόβου των πολιτών, μετατροπής τους, δηλαδή, σε υπηκόους – ΔΟΥΛΟΥΣ, μέσω του μηχανισμού αυτού. Εγκλωβισμένοι στα γρανάζια του, οι φοβισμένοι Έλληνες καλούνται να «συμφωνήσουν» σε δραστικές περικοπές των μισθών και των συντάξεών τους, απειλούμενοι ότι σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος να πάψουν να λαμβάνουν μισθούς και συντάξεις.

Τούς παρουσιάζεται η υποβάθμιση των παρεχομένων υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας ως η μοναδική λύση αποφυγής μίας ταχέως επερχόμενης πλήρους κατάρρευσης του κοινωνικού κράτους (του όποιου κοινωνικού κράτους υπήρξε τέλος πάντων) Τους ζητείται να «αποδεχτούν» να γίνουν φτωχότεροι και να ζήσουν με λιγότερα, γιατί αλλιώς η χώρα θα χρεωκοπήσει και θα εξαναγκαστεί να επιστρέψει στην δραχμή. Απαιτείται από αυτούς να «συναινέσουν» στην απώλεια μέρους της εθνικής κυριαρχίας της πατρίδας τους, ώστε να μην αποβληθεί η Ελλάδα από το ευρώ και τον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στον οποίο υποτίθεται η χώρα συμμετέχει ισοτίμως. Μόνο φοβισμένα ανθρωπάκια μπορούν να δεχτούν και να συμφωνήσουν να είναι δούλοι.

Ένα βήμα τη φορά μακριά απ’ το φόβο

Ο φόβος δεν έχει ηλικία, χρώμα, φύλο, ούτε καν οικονομικό επίπεδο και έχει μια δυσκολία από το αρχικό στάδιο της αναγνώρισής του. Αυτό το επώδυνο συναίσθημα έχει την ιδιότητα να μας παγώνει, συναισθηματικά και πρακτικά και να χάνουμε για χρόνια τις στιγμές της ζωής μας, να τις αφήνουμε να γλιστράνε μέσα απ’ τα χέρια μας, νιώθοντας αδύναμοι και ανίσχυροι να αντιδράσουμε περνώντας στην αντίπερα όχθη της δράσης. Το τι θα φέρει η δράση δεν έχει τη μέγιστη σημαντικότητα, νίκη ή ήττα είναι ένα προσωρινό αποτέλεσμα μέχρι το επόμενο βήμα.

Κανείς δεν υποστηρίζει ότι είναι απλό και εύκολο να διασχίσεις αυτή τη γέφυρα, είναι όμως, ένας βοηθητικός δρόμος που οδηγεί στην έξοδο απ’ το φόβο. Οι ιστορίες των ανθρώπων, άλλωστε, φανερώνουν ότι όλα είναι χρήσιμα σε τούτη τη ζωή και οι νίκες αλλά ίσως περισσότερο οι ήττες μας.

Μια πρόταση βοηθητική είναι η αποφασιστική εγκαθίδρυση του «Εδώ και Τώρα» είναι το κάνω έστω και ένα μικρό πράγμα, μια μικρή κίνηση και το κάνω συνειδητά και το εκτιμώ και κάνω και το επόμενο και μετά το μεθεπόμενο βήμα και ξεκουνιέμαι απ’ την απραξία, την νωθρότητα, την αν-εργία, την ακινησία.

Χαρακτηρίστε την κατάσταση που, πιθανά, ζείτε όπως θέλετε. Μόνο να θυμάστε πως δεν φέρνουν οι καταστάσεις τον φόβο, ο φόβος προϋπάρχει μέσα μας και απλά εκφράζεται σε γιγαντιαίες διαστάσεις, όταν έρχονται οι κατάλληλες συνθήκες. Ίσως φαίνεται δύσκολο και άβολο, ίσως και άδικο, να το δούμε έτσι αλλά, είναι βολικές και κυρίως ακινητοποιητικές, οι δικαιολογίες μέσω των καταστάσεων, όσο «αντικειμενικά» πραγματικές και δύσκολες κι αν είναι αυτές οι καταστάσεις.

Δεν είναι καθόλου απαραίτητο, ούτε καν βοηθητικό και κυρίως δεν είναι εφικτό, όταν ζούμε σε συνθήκες πίεσης, να απαιτούμε από τον εαυτό μας να κάνουμε το σωστότερο και με τον καλύτερο τρόπο. Μπορούμε αυτό που μπορούμε και είναι να προσπαθούμε να βελτιώνουμε ότι κρίνουμε ότι θέλει βελτίωση για να είμαστε εμείς και οι γύρω μας καλύτερα. Τίποτα δεν είναι τέλειο και ιδανικό στον κόσμο των ανθρώπων και δεν μοιάζει να είναι Αυτό το τέλειο που χρειαζόμαστε να κυνηγάμε και τελικά ποιο το νόημα του “τέλειου” και ποιος ορίζει τι σημαίνει “τέλειο” και “σωστό” και το πως “πρέπει” να κάνουμε “σωστά” τα πράγματα;

Σημαντικό για να χαράξουμε ένα δρόμο πέρα απ’ τα χνάρια του φόβου είναι να έχουμε δράση, να πράττουμε και να αναγνωρίζουμε την αξία αυτού που κάνουμε, με λίγα λόγια αγάπη για τον εαυτό και όχι μόνο για τον εαυτό αλλά και για τους συνανθρώπους μας, γι’ αυτό που είμαστε και όχι αυτό που θα θέλαμε να είμαστε μαζί με τους ανθρώπους που συνυπάρχουμε. Να αναζητήσουμε τις δεξιότητες-ικανότητές μας, ο κάθε ένας έχει τις ικανότητες όσο κι αν φαίνεται ότι είναι δύσκολο να ανακαλύψει αυτές τις ικανότητες και μπορεί να ορίσει με τον μοναδικό εαυτό του, τι είναι αυτό που λίγο λίγο, βήμα βήμα μπορεί να κάνει για να βγει απ΄ το τούνελ του φόβου, με την όποια μικρή, φαινομενικά ασήμαντη αλλά πιθανά σημαντική για τον ίδιο πράξη.

Ένα βήμα τη φορά μακριά από το φόβο και με κατεύθυνση προς τη ζωή! Ας μην επιτρέψουμε σε καμία κατάσταση να μας αφαιρέσει το δικαίωμα στην ελπίδα και η ελπίδα τρέφεται με τη δράση, ούτε καν με την αντίδραση, η δράση αποφασίζεται από τον εαυτό μας ενώ η αντίδραση προσδιορίζεται από τον όποιον άλλον, τον “απέναντι”

Οι παραπάνω σκέψεις είναι από Δ. Ξενάκη, με αφορμή το παρακάτω απόσπασμα βιβλίου που αναφέρεται στον φόβο και στην αδράνεια.

Το καλύτερα φυλαγμένο μυστικό στον κόσμο είναι ότι, από την άλλη πλευρά του φόβου σας, υπάρχει κάτι ασφαλές και ωφέλιμο που σας περιμένει. Αν περάσετε μέσα από έστω και μια λεπτή κουρτίνα φόβου, θα αυξήσετε την εμπιστοσύνη που έχετε στην ικανότητά σας να δημιουργήσετε τη ζωή σας.

Ο στρατηγός Τζορτζ Πάτον είπε: «Ο φόβος σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους από το θάνατο». Ο θάνατος μας σκοτώνει μόνο μια φορά και συνήθως ούτε καν το ξέρουμε. Ο φόβος όμως μας σκοτώνει ξανά και ξανά, άλλες φορές απαλά και άλλες κτηνωδώς. Ωστόσο, αν συνεχώς προσπαθούμε να αποφύγουμε τους φόβους μας, θα μας κυνηγήσουν σαν επίμονα σκυλιά. Το χειρότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κλείσουμε τα μάτια μας και να προσποιηθούμε ότι δεν υπάρχουν.

«Ο φόβος και ο πόνος» λέει ο ψυχολόγος Ναθάνιλ Μπράντεν, «πρέπει να αντιμετωπίζονται ως σινιάλα, όχι για να κλείνουμε τα μάτια μας, αλλά για να τα ανοίγουμε περισσότερο». Με το να κλείνουμε τα μάτια μας καταλήγουμε στην πιο σκοτεινή από τις ανέσεις, θαμμένοι ζωντανοί.

Η βιογραφία της Τζάνις Τζόπλιν, που εξιστορεί το θάνατό της, από το οινόπνευμα και την κατάχρηση ναρκωτικών, τιτλοφορήθηκε πολύ σωστά Θαμμένη Ζωντανή. Για την Τζάνις, όπως και για τόσο πολλούς ανθρώπους με παρόμοια προβλήματα, το οινόπνευμα παρείχε ένα τεχνητό και τραγικά εφήμερο αντίδοτο στο φόβο. Δεν είναι τυχαίο που στο παρελθόν το παρατσούκλι του ουίσκι ήταν “ψεύτικο κουράγιο”.

Υπήρξε κάποια περίοδος στη ζωή μου, όχι λίγα χρόνια πριν, όπου ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν να μιλάω δημοσίως. Δεν είχε καμιά σημασία ότι ο φόβος τού να μιλήσει κανείς μπροστά σε κόσμο ήταν ο νούμερο ένα φόβος των περισσότερων ανθρώπων, ακόμα μεγαλύτερος κι από το φόβο του θανάτου. Αυτό το γεγονός προκάλεσε κάποτε τον κωμικό Τζέρι Σάινφιλντ να επισημάνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θα προτιμούσαν να είναι στο φέρετρο, παρά να εκφωνήσουν τον επικήδειο.

Για μένα το πρόβλημα πήγαινε ακόμα βαθύτερα. Σαν παιδί δεν μπορούσα να κάνω προφορικά κριτική βιβλίων. Ικέτευα τη δασκάλα μου να με απαλλάξει. Προσφερόμουν να κάνω δύο, ακόμα και τρεις γραπτές κριτικές για να αποφύγω την προφορική. Ωστόσο, καθώς η ζωή μου προχωρούσε, ήθελα να γίνω δημόσιος ομιλητής περισσότερο από καθετί. Το όνειρό μου ήταν να διδάξω τους ανθρώπους, παντού, για τις ιδέες που εγώ είχα μάθει. Όμως πως μπορούσα να το κάνω αυτό, αν ο φόβος της σκηνής με έκανε να παγώνω;

Ύστερα, μια μέρα, καθώς οδηγούσα αλλάζοντας ραδιοσταθμούς, ψάχνοντας για καλή μουσική, έπεσα κατά λάθος πάνω σε ένα θρησκευτικό σταθμό όπου ένας κήρυκας φώναζε με θεατρινισμό: “Τρέξε προς το φόβο σου! Τρέξε ακριβώς πάνω του”. Βιάστηκα να αλλάξω το σταθμό, όμως ήταν πολύ αργά. Βαθιά μέσα μου ήξερα ότι είχα μόλις ακούσει κάτι που χρειαζόμουν. Σ’ οποιονδήποτε σταθμό και να το γύριζα, το μόνο που μπορούσα ν’ ακούσω ήταν οι λέξεις αυτού του τρελού: «Τρέξε προς το φόβο σου»

Την επόμενη ημέρα ακόμα δεν μπορούσα να το βγάλω από το μυαλό μου, έτσι τηλεφώνησα σε μια φίλη μου, που ήταν ηθοποιός. Της ζήτησα να με βοηθήσει να γραφτώ σε μια τάξη υποκριτικής, για την οποία μου είχε μιλήσει κάποτε. Της είπα ότι νόμιζα πως ήμουν έτοιμος να ξεπεράσω το φόβο μου να παρουσιάζομαι μπροστά σε κοινό. Παρ’ όλο που έζησα με πολύ άγχος τις πρώτες εβδομάδες της τάξης εκείνης, δεν υπήρχε άλλος τρόπος να φτάσω το φόβο μου. Δεν υπήρχε λόγος να τρέχω μακριά του πια, γιατί όσο εγώ έτρεχα, τόσο πιο διεισδυτικός γινόταν. Ήξερα ότι έπρεπε να κάνω στροφή και να τρέξω προς το φόβο μου, αλλιώς δεν θα μπορούσα να τον ξεπεράσω.

'Εχει ειπωθεί ότι το σπουδαιότερο μέρος του κουράγιου είναι να ‘χεις κάνει πριν αυτό που πρέπει να κάνεις και αυτό σύντομα αποδείχθηκε αλήθεια για μένα, στις ομιλίες μου μπροστά σε κοινό. Ο φόβος του να κάνετε κάτι μπορεί να θεραπευτεί μόνο με το να το κάνετε. Σύντομα η εμπιστοσύνη μου αυξήθηκε με το να κάνω ξανά και ξανά αυτό που πριν φοβόμουν.

Η ορμή που έχουμε, αφού τρέξουμε μέσα από τον καταρράκτη του φόβου, είναι το πιο ενεργοποιό συναίσθημα του κόσμου. Αν νιώσετε ποτέ αποθαρρημένος, βρείτε κάτι που φοβάστε και κάντε το και παρατηρήστε τι συμβαίνει.

Εκείνοι, με το διαφορετικό βλέμμα

Ο πόνος, έχει τον τρόπο του να σε αλλάζει. Σε κάνει να βλέπεις αλλιώς την ζωή και να κοιτάς κατάματα τους γύρω σου. Κάπως έτσι λοιπόν, εκείνοι που συνάντησαν στη ζωή τους πολλές απώλειες, πολύ θάνατο, συνεπώς και μοναξιά, χωρίς να το θέλουν, έγιναν πιο ανθεκτικοί από εμάς. Διαφορετικοί.

Ξέρουν, πως η στιγμή μετράει, αυτή γεννάει την αμέτρητη ευτυχία, αυτή και τις ανηφοριές. Κάθε ώρα είναι τώρα, κάθε συναίσθημα απόλυτο και οφείλεις να το καταθέτεις πριν χαθεί μαζί σου.

Σκέφτονται καθημερινά πόσο εύθραυστη είναι η ζωή και είναι σχεδόν μονίμως αφηρημένοι. Σέβονται κάθε τι ζωντανό. Ζητούν συγγνώμη, λένε ευχαριστώ και πάντα μα πάντα, το εννοούν. Ίσως αργούν στις αντιδράσεις τους, αλλά μη τους παρεξηγήσεις. Είναι που κουβαλάνε πολλά χαμόγελα και όνειρά στις τρύπιες τσέπες τους.

Εκείνοι, είναι ταπεινοί. Διόλου εγωιστές, δεν θέλουν να προσβάλουν κανέναν, ούτε και να ενοχλούν. Δεν μιλάνε πολύ, προτιμούν να παρατηρούν τον κόσμο γύρω τους. Ντρέπονται και γελούν σα μικρά παιδιά. Τους αγαπούν όλους, αλλά εμπιστεύονται ελάχιστους και δεν κάνουν κακό σε κανέναν.

Σήκωσαν πολλή πραγματικότητα στους ώμους τους και πλησιάζουν τον κόσμο με μια σκληρή ευαισθησία εξαιτίας αυτού του βάρους και μια ανεπιτήδευτη αυθεντικότητα. Παίρνουν πολύ προσωπικά τη βροχή, σαν τους ποιητές, για αυτό και δεν θα δεις ποτέ κανέναν τους να κρατά ομπρέλα… Δεν κουβαλάνε θυμό μέσα τους, ούτε κακία. Μια θλίψη μόνο, μια βαθιά θλίψη που προτιμούν να την αφήνουν να κοιμάται και αχνοφαίνεται μόνο στα μάτια τους, όταν χαμογελούν ακαταλαβίστικα και ανεξήγητα για σένα και για μένα, που δεν φορέσαμε ποτέ τα παπούτσια τους…

Δεν θα παραδεχτούν ποτέ πως πονάνε, γιατί γνωρίζουν πως ο ανθρώπινος πόνος δεν μοιράζεται, ούτε και μετριέται. Ούτε και θα παλέψουν για να τους αποδεχτείς, αφού η ίδια η ζωή τούς επέλεξε για να ξεχωρίζουν. Ίσως να είναι απότομοι και νευρικοί, απαιτητικοί ακόμα, αν σ’ αγαπούν. Μα όλες τους οι αντιδράσεις είναι γνήσιες, γιατί στέκονται δίπλα σου στα ίσα, χωρίς καβάτζες.

Αν συναντήσεις έναν τέτοιο άνθρωπό ποτέ, μην ψαχουλέψεις την ψυχή του, αποδέξου τον κι αγάπησέ τον αν μπορείς. Αλλιώς, άφησέ τον να συνεχίσει το δρόμο του…

Το σόφισμα του ανεπανόρθωτου κόστους

Γιατί θα έπρεπε να αγνοείται το παρελθόν;

Κάθε απόφαση, είτε προσωπική είτε επαγγελματική, λαμβάνεται πάντα σε καθεστώς αβεβαιότητας. Αυτό που φανταζόμαστε μπορεί να γίνει ή να μη γίνει ποτέ. Κάθε στιγμή μπορούμε να αλλάξουμε τον δρόμο που ακολουθούμε και να πάρουμε έναν άλλο, παραδείγματος χάρη να ματαιώσουμε ένα σχέδιο και να υποστούμε τις συνέπειες. Η επανεξέταση λοιπόν της κατάστασης σε συνθήκες αβεβαιότητας είναι μια λογική στάση. Αλλά μόλις εκτιμάμε ότι έχουμε ήδη επενδύσει πολύ χρόνο, χρήμα, ενέργεια, αγάπη κτλ. (σε μια δραστηριότητα, ένα σχέδιο ή μια σχέση), πέφτουμε στην παγίδα του σοφίσματος του ανεπανόρθωτου κόστους. Και χρησιμοποιούμε το πρόσχημα του τι έχουμε ήδη επενδύσει για να δικαιολογηθούμε και να συνεχίσουμε σ’ αυτό τον δρόμο, ενώ αντικειμενικά δεν έχει κανένα νόημα. Όσο περισσότερο επενδύουμε, δηλαδή όσο αυξάνουμε το ανεπανόρθωτο κόστος, τόσο εντονότερη γίνεται η ανάγκη μας να εξακολουθήσουμε να επενδύουμε.

Οι επενδυτές στο χρηματιστήριο πέφτουν συχνά θύματα του σοφίσματος του ανεπανόρθωτου κόστους. Οι αποφάσεις τους να πουλήσουν υποκινούνται συνήθως από την τιμή αγοράς. Αν η τιμή μιας μετοχής είναι υψηλότερη από την τιμή αγοράς, πουλάνε. Αν είναι μικρότερη από την τιμή αγοράς της, δεν πουλάνε. Πράγμα παράλογο. Η τιμή αγοράς δε θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη. Αυτό που έχει σημασία είναι να μπορούμε να δούμε πώς θα εξελιχθεί αυτή η μετοχή (καθώς και άλλα επενδυτικά προϊόντα). Όλοι μπορούν να ξεγελαστούν, ιδίως στο χρηματιστήριο. Το θλιβερό με το σόφισμα του ανεπανόρθωτου κόστους είναι ότι όσο μια μετοχή σας χάνει την αξία της, τόσο θέλετε να την κρατήσετε.

Γιατί μια τόσο παράλογη συμπεριφορά; Οι άνθρωποι θέλουν να φαίνονται συνεπείς. Όταν φαινόμαστε συνεπείς, φαινόμαστε αξιόπιστοι. Απεχθανόμαστε τις αντιφάσεις. Αν αποφασίσουμε να εγκαταλείψουμε ένα τρέχον σχέδιο, παράγουμε μια αντίφαση: παραδεχόμαστε ότι χθες σκεφτόμασταν διαφορετικά από σήμερα. Με το να συνεχίζουμε ένα σχέδιο που δεν έχει πια νόημα, καθυστερούμε την οδυνηρή συνειδητοποίηση και έτσι εξακολουθούμε να φαινόμαστε συνεπείς.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να συνεχίσετε να επενδύετε προκειμένου να φέρετε εις πέρας ένα σχέδιό σας. Αλλά προσέξτε έναν ύπουλο λόγο: αυτόν που σας ωθεί να αναλογίζεστε τι έχετε επενδύσει μέχρι στιγμής. Αν θέλετε να πάρετε λογικές αποφάσεις, πρέπει να αγνοήσετε τη μέχρι τώρα συσσωρευμένη δαπάνη. Δεν έχει σημασία το πόσα ξοδέψατε, αυτό που μετράει είναι το παρών και το πώς διαγράφεται το μέλλον.

Μην εμπιστεύεστε το άλογο, Τρώες. Φοβάμαι τους Δαναούς ακόμα κι όταν φέρνουν δώρα

«Φοβοῦ τοὺς Δαναοὺς καὶ δῶρα φέροντας».

Ιλιάδα, Ομήρου. Οι Έλληνες αφήνουν στους Τρώες τον Δούρειο Ίππο, ένα ξύλινο άλογο, ομολογία της ήττας τους. Οι Τρώες βάζουν το άλογο μέσα στα τείχη της πόλης τους και η συνέχεια είναι γνωστή. Στην Αινειάδα του, το έπος που έγραψε στα τέλη του 1ου αιώνα π.Χ. και το οποίο εξιστορεί τις μυθικές περιπέτειες του Αινεία, ενός Τρώα που ταξίδεψε με λίγους συντρόφους του στην Ιταλία μετά την άλωση της Τροίας και έγινε ο πρόγονος των Ρωμαίων, ο Βιργίλιος μέσω του Λαοκόοντα λέει: Equo ne credite, Teucri / Quidquid id est, timeo Danaos et dona ferentes, δηλαδή «Μην εμπιστεύεστε το άλογο, Τρώες. / Οτιδήποτε κι αν είναι, φοβάμαι τους Δαναούς ακόμα κι όταν φέρνουν δώρα».

Στην πραγματικότητα ο Δούρειος Ίππος ήταν μια κρύπτη που έκρυβε στα σπλάχνα του τους Έλληνες πολεμιστές. Για να γίνει πιο πιστευτό το σχέδιο τους, ο στόλος των Ελλήνων κρύφτηκε και έκαψαν το στρατόπεδό τους, αφήνοντας μόνο το Δούρειο Ίππο. Ο Λαοκόων, ένας από τους Τρώες ιερείς του Θυμβραίου Απόλλωνα, προσπάθησε να προειδοποιήσει τους Τρώες να μη δεχθούν τον Δούρειο Ίππο ως δώρο από τους Έλληνες, όμως απέτυχε. Οι Τρώες αψήφησαν τη συμβουλή του και εκείνος εξοργισμένος πέταξε το ακόντιό του στο ξύλινο άλογο, για να τους αποδείξει πως είναι κούφιο. Εκείνη την ώρα ο θεός Ποσειδώνας υποστηρίζοντας τους Έλληνες, έστειλε δύο θαλάσσια φίδια, τον Όρκις και τη Χαρίβοια, να πνίξουν τον Λαοκόοντα και τους γιους του, Αντιφάντη και Θυμβραίο. Οι Τρώες ερμήνευσαν το γεγονός ως απόδειξη ότι το ξύλινο άλογο δεν ήταν ένα κόλπο των Ελλήνων και το οδήγησαν στην πόλη, αλλά θεόπνευστο. Ο Λαοκόων ήταν ο τρελός της πόλης. Κι αυτό ήταν το τέλος της Τροίας.

Ο El Greco στο έργο του Λαοκόων (περ. 1610 με 1614), απεικονίζει τη στιγμή της τιμωρίας του Λαοκόοντα. Ο γενειοφόρος Λαοκόων παρουσιάζεται στο κέντρο του πίνακα, ξαπλωμένος αδέξια με τη πλάτη του, πάνω στα σκουρόχρωμα βράχια, κρατώντας με τα δυο του χέρια το φίδι που του επιτίθεται στο κεφάλι. Το ίδιο φίδι (σύμβολό του κακού) έχει ήδη σκοτώσει τον γιο που κείτεται στα δεξιά του, ενώ στην αριστερή πλευρά βρίσκεται όρθιος ο άλλος γιος, ο οποίος αγωνίζεται να απομακρύνει ένα φίδι που είναι έτοιμο να τον δαγκώσει στο πλευρό. Στα πρόσωπα τους διαγράφεται ένταση, αγωνία, τρόμος, απόγνωση, ενώ η επιμήκυνση των γυμνών σωμάτων και το έντονα λευκό χρώμα προσδίδει στις μορφές δραματικότητα και τις κάνει να φαίνονται άυλες, υπερφυσικές έτοιμες να ανέλθουν στους ουρανούς. Ο Θεοτοκόπουλος με αυτό το τρόπο προσδίδει στο μύθο του Λαοκόοντα μια χριστιανική διάσταση. Στη δεξιά πλευρά του έργο παρατηρούνται τρεις μορφές, πιθανόν Έλληνες Θεοί, σιωπηλοί μάρτυρες του γεγονότος. Η μια μορφή έχει στρέψει το πρόσωπο της, δείχνοντας την αποστροφή ή την αντίρρησή της για την τιμωρία.

Εφόσον ο El Greco παρουσιάζει το μύθο του Λαοκόοντα δεν θα μπορούσε να λείπει, ο Δούρειος Ίππος. Στο κέντρο του πίνακα υπάρχει άλογο καφεκίτρινου χρώματος (παραπέμπει στο χρώμα του ξύλου), που υποδεικνύεται από το απλωμένο χέρι του όρθιου γιου, να κατευθύνεται προς την πύλη της πόλης. Μια έκπληξη περιμένει το θεατή καθώς αντιλαμβάνεται πως η οχυρωμένη αυτή πόλη δεν είναι η Τροία, αλλά το Τολέδο. Αν μάλιστα παρατηρήσουμε προσεκτικά θα αναγνωρίσουμε την πύλη του Τολέδου, Puerta de Bisagra Nueva, καθώς και άλλα κτήρια που παρουσιάζονται και στο έργο του Άποψη και χάρτης του Τολέδο. Τη σκηνή συμπληρώνουν τα απειλητικά, σκούρα σύννεφα και το απόκοσμο τοπίο, τα οποία προσθέτουν επιπλέον ένταση στο δράμα.

Το έργο αυτό του El Greco ίσως αποτελεί μια διαμαρτυρία ή και προειδοποίηση, του καλλιτέχνη για τα κακώς κείμενα της εποχής και τα αποτελέσματα τους, καθώς στο Τολέδο, την εποχή εκείνη, υπήρχε μοναρχικό πολίτευμα και η εξουσία της Εκκλησίας ήταν απόλυτη.

Γιατί η ανεκτική διαπαιδαγώγηση έχει μακροπρόθεσμα αρνητικές συνέπειες στα παιδιά

Η συμπεριφορά ενός γονιού προς το παιδί του μπορεί να είναι ανεκτική, δημοκρατική ή επιεικής. Αυτές είναι οι δημοφιλέστερες προσεγγίσεις, με τα υπέρ τους και τα κατά τους η καθεμία.

Η ανεκτική διαπαιδαγώγηση έχει μακροπρόθεσμα αρνητικές συνέπειες στα παιδιά.

Συγκεκριμένα, Τα βρέφη επιζητούν την προσοχή των ατόμων που τα φροντίζουν και τη σωματική επαφή με αυτά, όχι γιατί είναι "πονηρά", αλλά γιατί χωρίς την κάλυψη αυτής της πρωταρχικής τους ανάγκης δεν θα μπορέσουν να αναπτυχθούν υγιώς ψυχικά και σωματικά. Επίσης διακατέχονται από ένα αίσθημα παντοδυναμίας, που προέρχεται από την αδυναμία τους να διαχωρίσουν τον εαυτό τους από τη μητέρα τους, με την οποία βρίσκονται σε μια στενή συμβιωτική σχέση.

Αργότερα, από το ενάμιση έτος περίπου, οπότε το παιδί ανακαλύπτει το "εγώ", είναι πλέον σε θέση να διαχωρίσει τον εαυτό του από τους άλλους και διέρχεται τη φάση του "γνωστικού εγωκεντρισμού", που διαρκεί όλη τη νηπιακή ηλικία. Πρόκειται για μια απαραίτητη εξελικτική φάση, η οποία χαρακτηρίζεται από πολλά πείσματα και έκφραση ισχυρογνωμοσύνης, έλλειψη διαλλακτικότητας, ξεσπάσματα οργής και εντάσεις που δημιουργούνται με τους γονείς του, οι οποίοι δεν είναι συνήθως προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν κάτι τέτοιο. Φυσικά το παιδί θέλει να δοκιμάσει τα όριά του, αλλά και τα όρια του γονιού.

Σκοπός του γονιού δεν πρέπει να είναι να κάνει ό,τι θέλει το παιδί ούτε να επιβάλει την άποψή του, αλλά να συνεργαστεί. Η οριοθέτηση κρίνεται απαραίτητη για την ομαλή ψυχική συγκρότηση του παιδιού, αλλά και για τη δημιουργία καλής σχέσης και επικοινωνίας γονιού-παιδιού.

Έρευνες που έχουν διεξαχθεί διεθνώς έχουν δείξει ότι τόσο η ανεκτική όσο και η αυταρχική διαπαιδαγώγηση έχουν μακροπρόθεσμα αρνητικές συνέπειες στη ζωή των παιδιών. Όταν το παιδί δεν συνεργάζεται και προσπαθεί να υπερισχύσει, ο γονιός ματαιώνεται, απογοητεύεται, στενοχωριέται, θυμώνει και φοβάται. Φοβάται ότι δεν είναι ένας αρκετά καλός γονιός και κυρίως (σε σχέση με το παιδί) φοβάται για αυτό που θα αντιμετωπίσει στο μέλλον. Αν το παιδί τον χειραγωγεί, τον "χειρίζεται" με αυτόν τον τρόπο τώρα, τι θα συμβεί στο μέλλον;

Για να μπορέσει να οριοθετήσει ο γονιός το παιδί, χρειάζεται να γνωρίζει καταρχήν τα δικά του όρια. Και σαφώς να μπορεί να αναγνωρίζει και να εκφράζει τα συναισθήματά του.

Ο φόβος του γονιού σε σχέση με τη χειραγώγηση του παιδιού είναι ουσιαστικά να μη χάσει τον έλεγχο, αλλά και την αγάπη του παιδιού. Πρόκειται για ένα φόβο που παίρνει πολλές διαστάσεις και μορφές και κλιμακώνεται καθώς το παιδί μεγαλώνει. Ο φόβος δε μετατρέπεται σε πανικό μόνο στην εφηβεία. Κάλλιστα μπορεί να γίνει πανικός και νωρίτερα και να οδηγήσει ένα γονιό σε πράξεις και συμπεριφορές για τις οποίες αργότερα θα μετανιώσει, όπως ξύλο, φωνές, άσχημα λόγια, επιπλήξεις, τιμωρίες και στερήσεις που επιβάλλει στο παιδί ως "αντίποινα".

Οι προσπάθειες χειραγώγησης του παιδιού ξεκινούν να γίνονται συνειδητά αρκετά νωρίς. Από τη νηπιακή ηλικία, μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι ένα παιδί γνωρίζει την επίδραση που μπορεί να ασκεί στους γονείς του και τους γύρω του. Καθώς μεγαλώνει, οι προσπάθειες αυτές γίνονται όλο και πιο συνειδητές και πιο οργανωμένες. Πρόκειται για τα γνωστά "παιχνίδια εξουσίας" που παίζουν γονείς και παιδιά. Και ως γνωστό, τα παιχνίδια εξουσίας δεν παίζονται μόνον από έναν.

Πλάτων: Ο φιλόσοφος-βασιλιάς

«Και η πόλη θα υψώσει μνημεία… για να τους τιμήσει. Και θα προσφέρονται θυσίες σ’ αυτούς σαν σε ημιθέους,… σαν σε ανθρώπους ευλογημένους από τη θεία χάρη και όμοιους με θεούς…» (Πλάτων)

Η αντίθεση ανάμεσα στο πλατωνικό και το σωκρατικό πιστεύω είναι ακόμα μεγαλύτερη απ’ ότι φαίνεται  ως τώρα. Ο Πλάτων, καθώς είδαμε, ακολούθησε το Σωκράτη στον ορισμό του για το φιλόσοφο. «Ποιούς ονομάζεις αληθινούς φιλοσόφους; — Αυτούς πού αγαπούν την αλήθεια», διαβάζουμε στην Πολιτεία. Αλλά ο ίδιος δεν, είναι αρκετά φιλαλήθης όταν διατυπώνει μια παρόμοια θέρη- στην πραγματικότητα δεν την πιστεύει καν, γιατί σε άλλα χωρία διακηρύσσει ωμά ότι ένα από τα βασιλικά προνόμια του ανώτατου άρχοντα είναι να χρησιμοποιεί χωρίς περιορισμούς ψεύδη καί απάτες:

«Αποτελεί ίδιο δικαίωμα των κυβερνητών της πόλης, αν είναι δικαίωμα οποιουδήποτε, να λένε ψέματα, εξαπατώντας τόσο τους εχθρούς της όσο και τους δικούς της πολίτες προς όφελος της πόλης και κανείς άλλος δεν πρέπει να πλησιάσει αυτό το προνόμιο.»

«Προς όφελος της πόλης», λέει ο Πλάτων. Βλέπουμε και πάλι πως η επίκληση της αρχής της συλλογικής ωφέλειας αποτελεί έσχατο ηθικό έρεισμα. Η ολοκληρωτική ηθική έχει καθοριστική ισχύ για τα πάντα, ακόμα και για τον ορισμό, την ιδέα, του φιλοσόφου. Δεν χρειάζεται να αναφερθεί πως, με βάση την ίδια αρχή της πολιτικής σκοπιμότητας, οι κυβερνώμενοι πρέπει να εξαναγκαστούν να λένε την αλήθεια. «Αν ο κυβερνήτης συλλάβει οποιονδήποτε άλλο να λέει ψέματα… θα τον τιμωρήσει γιατί εισάγει μια πρακτική που βλάπτει και θέτει σε κίνδυνο την πόλη…» Μόνο μ’ αυτήν την κάπως απροσδόκητη έννοια είναι οι πλατωνικοί άρχοντες — οι φιλόσοφοι βασιλείς — εραστές της αλήθειας.

Ο Πλάτων εξηγεί αυτή την εφαρμογή της αρχής του για τη συλλογική ωφέλεια στο πρόβλημα της φιλαλήθειας με το παράδειγμα του γιατρού. Το παράδειγμα είναι καλά διαλεγμένο, μια και ο Πλάτων αρέσκεται να συλλαμβάνει την πολιτική του αποστολή ως λειτούργημα του θεραπευτή ή του σωτήρα του άρρωστου σώματος της κοινωνίας.

Εκτός τούτου, ο ρόλος τον όποιο αποδίδει στην ιατρική ρίχνει φως στον ολοκληρωτικό χαρακτήρα της πόλης του, όπου το κρατικό συμφέρον δεσπόζει στη ζωή του πολίτη, από την ένωση των γονέων του ως το θάνατό του. Ο Πλάτων ερμηνεύει την ιατρική ως μια μορφή πολιτικής ή, όπως το θέτει ο ίδιος, «θεωρεί τον Ασκληπιό, το θεό της ιατρικής, έναν πολιτικό».

Η ιατρική τέχνη, εξηγεί, δεν πρέπει να θεωρεί ως στόχο της την παράταση της ζωής, παρά μόνο το συμφέρον του κράτους.

«Σε όλες τις ευνομούμενες κοινότητες, κάθε άνθρωπος έχει την ιδιαίτερη εργασία του που του έχει οριστεί να κάνει μέσα στην πόλη. Αυτήν και θα πρέπει να εκτελεί και κανείς δεν έχει καιρό να αρρωσταίνει και να θεραπεύεται.»

Κατά συνέπεια, ο γιατρός δεν έχει «κανένα δικαίωμα να νοσηλεύει έναν άνθρωπο που δεν μπορεί να φέρει σε πέρας τα κανονικά του καθήκοντα- γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος είναι άχρηστος για τον εαυτό του όσο και για την πόλη». Σ’ αυτό προστίθεται η σκέψη πως ένας τέτοιος άνθρωπος θα μπορούσε να έχει «παιδιά που θα ήταν ενδεχομένως εξίσου άρρωστα» και που θα απέβαιναν επίσης βάρος για το κράτος. (Στην ώριμη ηλικία του, ο Πλάτων αναφέρεται στην ιατρική μ’ ένα πιο προσωπικό πνεύμα, παρά το αυξημένο μίσος του προς τον ατομικισμό. Παραπονιέται για το γιατρό που αντιμετωπίζει ακόμα και τους ελεύθερους πολίτες του σαν να ήταν δούλοι «εκδίδοντας τις εντολές του σαν τύραννος, που η θέλησή του αποτελεί νόμο, και σπεύδοντας αμέσως μετά στον επόμενο δούλο-ασθενή»- και συνηγορεί για περισσότερη ευγένεια και υπομονή στην ιατρική μεταχείριση, τουλάχιστον για όσους δεν είναι δούλοι.)

Σε ότι άφορα τη χρήση των ψευδών και της απάτης, ο Πλάτων υποστηρίζει πως αυτά είναι «χρήσιμα μόνον ως φάρμακα»– αλλά ο κυβερνήτης του κράτους, τονίζει ό Πλάτων, δεν πρέπει να συμπεριφέρεται σαν μερικούς απ’ αυτούς τούς «συνηθισμένους γιατρούς» πού δεν έχουν το θάρρος να χορηγήσουν ισχυρά φάρμακα.

Ο φιλόσοφος βασιλιάς, εραστής της αλήθειας — ως φιλόσοφος — πρέπει να είναι — ως βασιλιάς — «ένας πιο θαρραλέος άνθρωπος», αφού πρέπει να είναι αποφασισμένος «να ανακοινώνει πάρα πολλά ψεύδη και πλάνες» — προς όφελος των κυβερνωμένων, σπεύδει να προσθέσει ο Πλάτων. Αυτό σημαίνει, όπως ήδη γνωρίζουμε και όπως μαθαίνουμε εδώ πάλι από την αναφορά του Πλάτωνα στην ιατρική, «προς όφελος του κράτους». (Μ’ ένα πολύ διαφορετικό πνεύμα, ο Kant παρατήρησε κάποτε ότι η πρόταση. Η φιλαλήθεια είναι η καλύτερη πολιτική» θα μπορούσε στην πραγματικότητα να είναι συζητήσιμη, ενώ η πρόταση «Η φιλαλήθεια είναι καλύτερη από την πολιτική» είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση.)

Τι είδους ψεύδη έχει στο νου του ο Πλάτων όταν παροτρύνει τούς κυβερνήτες του να χρησιμοποιούν ισχυρά φάρμακα; Ο Crossman σωστά τονίζει ότι ο Πλάτων εννοεί «προπαγάνδα, την τεχνική δηλαδή του να ελέγχεται η συμπεριφορά της… μάζας της κυβερνώμενης πλειοψηφίας». Ασφαλώς, ο Πλάτων είχε στο νου του πρώτα-πρώτα αυτά- δεν μπορώ, όμως, να συμφωνήσω με την άποψη του Grossman ότι τα ψεύδη της προπαγάνδας προορίζονταν μόνο για κατανάλωση από τούς κυβερνώμενους, ενώ οι κυβερνώντες θα ’πρεπε να είναι μια πλήρως φωτισμένη ιντελλιγκέντσια.

Θεωρώ, μάλλον, πως η ολοσχερής ρήξη του Πλάτωνα με οτιδήποτε έμοιαζε προς το διανοητισμό του Σωκράτη δεν είναι πουθενά πιο εμφανής όσο στο μέρος εκείνο όπου εκφράζει δύο φορές την ελπίδα του πως ακόμα και οι ίδιοι οι κυβερνήτες, τουλάχιστον μετά από λίγες γενιές, θα ήταν δυνατό να παρακινηθούν να πιστέψουν το πιο μεγάλο προπαγανδιστικό ψέμα του: εννοώ το ρατσισμό του, το Μύθο του για το Αίμα και το Χώμα — το γνωστό ως Μύθο των Μετάλλων στον Άνθρωπο και ως Μύθο των Αυτοχθόνων. Βλέπουμε εδώ ότι οι ωφελιμιστικές και ολοκληρωτικές αρχές του Πλάτωνα υποσκελίζουν τα πάντα, ακόμα και τα προνόμια του κυβερνήτη να γνωρίζει την αλήθεια και να απαιτεί να λέγεται ή αλήθεια.

Κίνητρο της ευχής πού διατυπώνει ό Πλάτων — να πιστεύουν οι ίδιοι οι κυβερνώντες το προπαγανδιστικό ψέμα — είναι η ελπίδα του πως έτσι θα αυξήσει τις συνολικές συνέπειές του, δηλαδή θα ενδυναμώσει την εξουσία της κυρίαρχης ράτσας και, τελικά, θα αναχαιτίσει κάθε πολιτική αλλαγή.

Σκέψη, αργή και γρήγορη

Άνθρωπος. Oρθολογικό όν;

Παραδόξως το Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών 2002 απονεμήθηκε σε έναν ψυχολόγο, τον Daniel Kahneman, ο οποίος, με τον συνεργάτη του Amos Tversky, κατέρριψε το περιβόητο αξίωμα της οικονομικής επιστήμης, ότι τα «οικονομικά όντα» είναι ορθολογικά.

Η οικονομική επιστήμη δεν άλλαξε βέβαια έκτοτε. Γεγονός που αφήνει πολλά ερωτηματικά. Δημιουργήθηκε πάντως η «συμπεριφορική οικονομική», η οποία προσπαθεί να διορθώσει και να συμπληρώσει πολλά από τα λαθεμένα συμπεράσματα της ορθόδοξης οικονομίας, κυρίως στον χώρο της οικονομικής πολιτικής.

Οι Kahneman και Τversky, μελέτησαν για χρόνια τα λογικά σφάλματα που έκαναν στις κρίσεις και αποφάσεις τους στην καθημερινή τους ζωή. Στην συνέχεια διαπίστωσαν ότι και οι υπόλοιποι άνθρωποι, ειδήμονες και μη, έπεφταν στις ίδιες συστηματικές λογικές παγίδες. Τις ονομάτισαν λοιπόν αναδεικνύοντάς τις και τις δημοσίευσαν το 1974 σε ένα άρθρο στο περιοδικό “Science”.

Το άρθρο είχε τεράστιο αντίκτυπο, αναδεικνύοντας την λανθασμένη αντίληψη περί της ορθολογικότητας των ανθρώπων, πάνω στην οποία βασίζονταν οι κοινωνικές επιστήμες εκείνη την εποχή. Ακόμα και το 2010, κοντά σαράντα χρόνια μετά, πάνω από 300 επιστημονικά άρθρα αναφέρθηκαν σε αυτό. Φυσικά η λανθασμένη εντύπωση περί της ορθολογικότητας των ανθρώπων δεν αφορά μόνο τα οικονομικά, αλλά και την ιατρική διάγνωση, την νομική κρίση, την ανάλυση πληροφοριών, την φιλοσοφία, την στατιστική την στρατιωτική στρατηγική και πολλά άλλα θέματα.

Στα επόμενα χρόνια ο Kahneman μελέτησε τον ανθρώπινο τρόπο σκέψης, ο οποίος αρέσκεται στο να χρησιμοποιεί “απλουστευτικές ευρετικές μεθόδους” (heuristics), εμπειρικούς κανόνες δηλαδή, ώστε να συναγάγει μια δύσκολη κρίση. Η ασυνείδητη εμπιστοσύνη του σε αυτές τις ευρετικές μεθόδους, προκαλεί αναμενόμενες προκαταλήψεις (biases), δηλαδή συστηματικά σφάλματα στις προβλέψεις και τις αποφάσεις του.

Προσπαθώντας να εξηγήσει τον ανθρώπινο ανορθολογικό τρόπο σκέψης, ο Kahneman κατέληξε σε ένα καθαρά θεωρητικό σχήμα δύο συστημάτων σκέψης. Το Σύστημα 1, το γρήγορο σύστημα και το Σύστημα 2, το αργό σύστημα.

Το Σύστημα 1 είναι κυρίως διαισθητικό, λειτουργεί αυτομάτως και γρήγορα, με ελάχιστη ή καθόλου προσπάθεια και καμία αίσθηση εκούσιου ελέγχου. Είναι το σύστημα που λειτουργεί όταν αντιλαμβανόμαστε τι γίνεται γύρω μας, αναγνωρίζουμε πρόσωπα, τα συναισθήματά τους, εκτελούμε αυτόματες δραστηριότητες όπως περπάτημα, οδήγηση κλπ. Λειτουργεί αυτόματα και εν πολλοίς ασυνείδητα.

Το Σύστημα 2, είναι αυτό που χρησιμοποιούμε όταν καλούμαστε να λύσουμε ένα πρόβλημα όπως το ακόλουθο:

17 Χ 24 =

Απαιτεί συγκέντρωση, εφαρμογή συγκεκριμένων κανόνων και επίπονη διανοητική προσπάθεια – ένα πρότυπο αργής σκέψης. Είναι το σύστημα που ελέγχει την ικανότητα συγκέντρωσης και εστίασης της προσοχής. Η ικανότητα εστίασης της προσοχής συσχετίζεται με καλές επιδόσεις στα τεστ νοημοσύνης. Εμπλέκεται και το σώμα μας: σφίγγονται οι μυς μας, ανεβαίνει η πίεσή μας, αυξάνεται ο καρδιακός μας ρυθμός και διαστέλλονται οι κόρες των ματιών μας. Ακριβώς επειδή απαιτεί μεγάλη ενέργεια τείνουμε να το χρησιμοποιούμε όσο το δυνατόν λιγότερο, αρκούμενοι στις διαισθητικές λύσεις που προτείνει για όλα τα προβλήματα το Σύστημα 1.

Για παράδειγμα, δείτε το πιο κάτω πρόβλημα και ακολουθείστε την διαίσθησή σας στην απάντηση που θα δώσετε.

Μία ρακέτα και ένα μπαλάκι κοστίζουν 11 ευρώ.

Η ρακέτα κοστίζει 10 ευρώ περισσότερο από το μπαλάκι.

Πόσο κοστίζει το μπαλάκι;

Ίσως απαντήσατε ότι το μπαλάκι κοστίζει 1 ευρώ.

Το εύκολο αυτό πρόβλημα προκαλεί μια διαισθητική, ελκυστική και λανθασμένη απάντηση, η οποία γίνεται προφανής μόλις προσπαθήστε να επαληθεύστε την απάντησή σας με την αντίστοιχη αριθμητική πράξη.

Εάν το μπαλάκι κόστιζε 1 ευρώ, η ρακέτα θα κόστιζε 9 ευρώ παραπάνω από το μπαλάκι, όχι 10. Επομένως το μπαλάκι κοστίζει 0,5 ευρώ και η ρακέτα 10,5.

Πολλές χιλιάδες φοιτητών κλήθηκαν να απαντήσουν σ’ αυτό το πρόβλημα. Περισσότεροι από 50% των φοιτητών κορυφαίων αμερικανικών πανεπιστημίων και περισσότεροι από το 80% των φοιτητών λιγότερο επιλεκτικών πανεπιστημίων, απάντησαν λάθος αποτυγχάνοντας να εξασκήσουν τον έλεγχο του Συστήματος 2.

Το Σύστημα 1 έχει μεγαλύτερη επιρροή στη συμπεριφορά όταν το Σύστημα 2 είναι απασχολημένο ή κουρασμένο. Το φαινόμενο αυτό «η εξάντληση του εγώ», όπως το ονομάζει ο Kahneman, χαλαρώνει τον αυτοέλεγχο και επιτρέπει την εμφάνιση παρορμητικών συμπεριφορών.

Μια ανησυχητική έκθεση των επιδράσεων της «εξάντλησης του εγώ» στην κρίση, αποτελεί η μελέτη δικαστικών αποφάσεων για αιτήματα υπό όρους αποφυλάκισης κρατουμένων. Εάν κατά σύμπτωση το αίτημα εξεταστεί στην αρχή της ημέρας, όταν οι δικαστές είναι ξεκούραστοι, οι πιθανότητες να εγκριθεί είναι 65%, ενώ όσο περνούν οι ώρες γίνονται σχεδόν μηδενικές, καθώς οι κουρασμένοι και πεινασμένοι δικαστές στρέφονται στην ευκολότερη προεπιλεγμένη (default) επιλογή, την απόρριψη της αίτησης.

Για να αντιληφθείτε καλλίτερα την διαισθητική, αυθόρμητη και ασυνείδητη λειτουργία του Συστήματος 1, δείτε τις δύο ακόλουθες λέξεις:

μπανάνες - εμετός

Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα εξελίχτηκε μία διαδικασία συνειρμικής ενεργοποίησης ιδεών που προκλήθηκαν από αυτές τις δύο λέξεις. Το σώμα σας αντέδρασε στην απωθητική λέξη με τον ίδιο τρόπο που θα αντιδρούσε στο πραγματικό συμβάν, αλλά με χαμηλότερη ένταση. Συνδέσατε τις λέξεις αιτιακά και με χρονική αλληλουχία, δημιουργώντας ένα σενάριο όπου οι μπανάνες προκάλεσαν την αηδία, με αποτέλεσμα μία μικρή παροδική αποστροφή προς τις μπανάνες. Τώρα είσαστε ασυνήθιστα έτοιμοι να αναγνωρίσετε και να αντιδράσετε σε αντικείμενα που σχετίζονται με τις δύο πιο πάνω λέξεις και τις κατηγορίες λέξεων στις οποίες αυτές ανήκουν (ένα χαρακτηριστικό της συνειρμικής ενεργοποίησης που ονομάζεται «προετοιμασία» (priming). Επί πλέον νοιώσατε και κάποια μικρή έκπληξη.

Οι δύο λέξεις ενεργοποίησαν ένα απέραντο δίκτυο ιδεών, που ονομάζεται συνειρμική μνήμη και στο οποίο η κάθε ιδέα συνδέεται με πολλές άλλες. «Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι συνδέσμων: οι αιτίες συνδέονται με τα αποτελέσματά τους (ιός – κρύωμα), τα αντικείμενα με τις ιδιότητές τους (λεμόνι – κίτρινο) και με τις κατηγορίες στις οποίες ανήκουν (μπανάνα – φρούτο) ». Μια ιδέα που ενεργοποιήθηκε δεν ζωντανεύει απλώς μια άλλη, αλλά ενεργοποιεί πολλές ιδέες οι οποίες με την σειρά τους ενεργοποιούν άλλες ιδέες. «Όπως με τις ρυτιδώσεις στην επιφάνεια μιας λίμνης, η ενεργοποίηση εξαπλώνεται στο απέραντο δίκτυο των συνειρμικών ιδεών». Το μεγαλύτερο μέρος της συνειρμικής σκέψης συμβαίνει σιωπηλά, κρυφά από τον συνειδητό εαυτό.

Η μελέτη αυτού του διαισθητικού μηχανισμού συνειρμικής σκέψης έφερε στο φως χαρακτηριστικά του, που αποτελούν παγίδες για συστηματικά λάθη και προκαταλήψεις στην ανθρώπινη λογική, και θέτουν σε αμφισβήτηση την εικόνα μας ως συνειδητών και αυτόνομων φορέων των κρίσεων και των επιλογών μας.

Πάρτε για παράδειγμα το φαινόμενο της «προετοιμασίας» (priming) που αναφέρθηκε πιο πάνω. Ακόμα και αν οι δύο πιο πάνω λέξεις (μπανάνες, εμετός), είχαν παρουσιαστεί για τόσα λίγα δέκατα του δευτερολέπτου ώστε να μην συνειδητοποιείτε ότι τις είδατε, πάλι θα είχατε «προετοιμαστεί». Θα μπορούσατε να τις διαβάσετε και να τις ανακαλέσετε πιο γρήγορα, αυτές και όλες τις άλλες λέξεις της κατηγορίας τους και θα ενεργοποιούσατε το μεγάλο δίκτυο των συνειρμικών ιδεών που αναφέρθηκε πιο πάνω. Επιπλέον αυτή η επίδραση μπορεί να επεκταθεί σε κάθε πτυχή της ζωής μας.

Σε ένα πείραμα ζητήθηκε από ομάδες φοιτητών να ανασυνθέσουν φράσεις 5 λέξεων σε φράσεις 4 λέξεων. Στη μία ομάδα των φοιτητών, οι μισές από τις προτεινόμενες φράσεις περιείχαν λέξεις σχετικές με ηλικιωμένους (αφηρημένος, φαλακρός, γκρίζα ή ρυτίδα). Όταν ολοκλήρωσαν την διαδικασία οι συμμετέχοντες μετακινήθηκαν σε ένα άλλο πείραμα στην άλλη άκρη του διαδρόμου. Οι φοιτητές που συνέθεσαν φράσεις με βάση τις λέξεις περί ηλικιωμένων περπατούσαν πολύ πιο αργά από τους υπόλοιπους.

Το πείραμα έγινε και αντίστροφα. Ζητήθηκε από τους φοιτητές να περπατήσουν σε ένα δωμάτιο επί 5 λεπτά πιο αργά από τον κανονικό τους ρυθμό. Αυτό οδήγησε στο να αναγνωρίσουν πολύ πιο εύκολα λέξεις σχετικές με την ώριμη ηλικία όπως οι πιο πάνω.

Στην κουζίνα ενός γραφείου σε κάποιο βρετανικό πανεπιστήμιο, όπου τα μέλη του γραφείου πλήρωναν επί πολλά χρόνια για τα ροφήματά τους ρίχνοντας χρήματα σε ένα κουτί τιμιότητας (honesty box), έγινε ένα άλλο ενδιαφέρον πείραμα. Πάνω από τον τιμοκατάλογο κάθε εβδομάδα επί 10 συναπτές εβδομάδες, αναρτιόταν μια νέα αφίσα, η οποία απεικόνιζε είτε λουλούδια είτε μάτια που κοιτούσαν κατευθείαν τον παρατηρητή. Κανείς δεν σχολίασε την νέα διακόσμηση, αλλά οι συνεισφορές στο κουτί τιμιότητας τις εβδομάδες με τις αφίσες με τα μάτια ήταν αναλογικά πάνω από διπλάσιες από τις εβδομάδες με τις αφίσες των λουλουδιών. Η «προετοιμασία» (priming) είχε λειτουργήσει καταλυτικά.

Προετοιμασία με χρηματικά θέματα, όπως προστασία οθόνης (screen saver) υπολογιστή που απεικόνιζε δολάρια επιπλέοντα στο νερό, είχε ανησυχητικές επιδράσεις. Έκανε τους συμμετέχοντες πιο ατομιστές, με λιγότερη διάθεση να βοηθήσουν, αλλά και να συναναστραφούν τους συνεργάτες τους.

Γενικά η συνειρμική μηχανή (του Συστήματος 1) είναι μια μηχανή για βιαστικά συμπεράσματα. Ότι συμβάλλει στην «γνωστική ευκολία» με την οποία αντιλαμβανόμαστε το περιβάλλον μας, όπως η επανειλημμένη εμπειρία, η ευανάγνωστη απεικόνιση, η προετοιμασία και η καλή διάθεση, δημιουργεί μια «οικειότητα» για το συγκεκριμένο αντικείμενο και μας οδηγεί σε πλάνες αληθείας, μειωμένη επαγρύπνηση και ευχάριστα συναισθήματα.

Η επίδραση αυτή είναι τόσο μεγάλη ώστε αρκεί να έχουμε εξοικειωθεί με ένα μέρος μίας φράσης, ώστε να θεωρηθεί όλη η φράση «οικεία» και ως εκ τούτου αληθινή.

«Άτομα που εκτέθηκαν επανειλημμένως στη φράση «η θερμοκρασία ενός κοτόπουλου» ήταν πιθανότερο να αποδεχτούν τη δήλωση «η θερμοκρασία ενός κοτόπουλου είναι 60°» ή οποιαδήποτε άλλη αυθαίρετη τιμή».

Τείνουμε να παραμελούμε την ασάφεια των δεδομένων που επεξεργαζόμαστε. Δείτε την εικόνα που ακολουθεί.

A I3 C 12 13 14

Τα δύο πλαίσια της πιο πάνω εικόνας διακρίνονται από ασάφεια. Διαβάσατε A B C στο αριστερό πλαίσιο και 12 13 14 στο δεξιό, παρότι τα δύο μεσαία στοιχεία και στα δύο πλαίσια είναι ακριβώς τα ίδια («Β» και «13»). Πραγματοποιήσατε μία συγκεκριμένη επιλογή χωρίς να το γνωρίζετε. Σκεφτήκατε μία μόνο ερμηνεία και ποτέ δεν είχατε επίγνωση της ασάφειας. Εστιάζουμε στις υπάρχουσες ενδείξεις και αγνοούμε αυτές που απουσιάζουν.

Σε περιπτώσεις που οι ενδείξεις σωρεύονται σταδιακά η ερμηνεία διαμορφώνεται από το συναίσθημα που ακολούθησε την πρώτη εντύπωση.

Αλήθεια τι γνώμη έχετε για τον Χάρη και τον Κώστα;

Χάρης: ευφυής, εργατικός, παρορμητικός, επικριτικός, πείσμων, ζηλόφθων.

Κώστας: ζηλόφθων, πείσμων, επικριτικός, παρορμητικός, εργατικός, ευφυής.

Εάν είστε όπως όλοι μας, τότε έχετε πιο θετική γνώμη για τον Χάρη παρά για τον Κώστα. Η λίστα είναι η ίδια (αντίστροφα), αλλά τα αρχικά γνωρίσματα της λίστας αλλάζουν το νόημα των γνωρισμάτων που εμφανίζονται αργότερα. Το πείσμα σε ένα ευφυές άτομο δικαιολογείται και επιβάλλει και σεβασμό, αλλά η ευφυία σε ένα ζηλόφθονο άτομο το καθιστά πιο επικίνδυνο.

Αυτή η διαπίστωση ώθησε τον Kahneman να αλλάξει τον τρόπο που βαθμολογούσε τους φοιτητές του, με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Αντί να διαβάζει το γραπτό κάθε φοιτητή και να βαθμολογεί τις απαντήσεις σε άμεση διαδοχή, διάβαζε και βαθμολογούσε τις απαντήσεις όλων των φοιτητών στην πρώτη ερώτηση, και αργότερα προχωρούσε στην επόμενη.

Διαφορετικοί τρόποι παρουσίασης της ίδιας πληροφορίας συχνά προκαλούν διαφορετικά συναισθήματα. Εάν σας πουν ότι οι πιθανότητες επιβίωσης σε μία χειρουργική επέμβαση είναι 90%, είναι πιο πιθανό να αποφασίσετε για την επέμβαση, από ότι εάν σας που ότι οι πιθανότητες θνησιμότητας περιορίζονται στο 10%. Μολονότι οι δύο προτάσεις είναι λογικά ισοδύναμες.

Τείνουμε τις δύσκολες ερωτήσεις που δεν μπορούμε να απαντήσουμε εύκολα και γρήγορα, να τις υποκαθιστούμε με εύκολες και να απαντάμε σε αυτές.

Στους νεαρούς συμμετέχοντες σε ένα πείραμα υποβλήθηκαν δύο ερωτήσεις:

Πόσο ευτυχής αισθάνεστε αυτές τις μέρες;

Πόσα ερωτικά ραντεβού είχατε τον τρέχοντα μήνα;

Το ερώτημα ήταν εάν οι φοιτητές που είχαν περισσότερα ραντεβού θα δήλωναν ότι αισθάνονται πιο ευτυχισμένοι από τους υπόλοιπους. Η απάντηση ήταν όχι. Η συσχέτιση ήταν σχεδόν μηδενική.

Μία δεύτερη ομάδα φοιτητών είδε τις ίδιες ερωτήσεις αλλά με αντίστροφη σειρά. Η απάντηση ήταν θετική. Η συσχέτιση ήταν μεγάλη.

Το συναίσθημα που αφυπνίστηκε από την πρώτη ερώτηση, για τα ραντεβού, βρισκόταν ακόμα στον νου όλων των φοιτητών όταν υποβλήθηκε η δεύτερη ερώτηση για την γενική ευτυχία. Για την «ευτυχία αυτών των ημερών» δεν υπάρχει ούτε φυσιολογική ούτε εύκολη εκτίμηση. Υποκατέστησαν την ερώτηση που τους τέθηκε με κάποια για την οποία είχαν έτοιμη απάντηση.

Έχουμε την τάση να ψάχνουμε για μοτίβα και αιτίες και να αναπτύσσουμε συνεκτικές ερμηνείες για να εξηγήσουμε οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας, ακόμα και όταν μια προσεκτική ματιά (Σύστημα 2) δείχνει ότι δεν υπάρχει στατιστική συσχέτιση, αλλά και λόγω της πολυπλοκότητας του φαινομένου, ούτε λογική συσχέτιση. Μία συνεκτική ερμηνεία είναι αρκετή. Αρκεί να δούμε σε μία οθόνη να κινείται ένα μικρό τετράγωνο και πίσω του ένα μεγαλύτερο και αμέσως τείνουμε να θεωρήσουμε ότι το μεγάλο κακό τετράγωνο κυνηγάει το μικρό.

Το μοναδικό πείραμα όπου οι χιμπατζήδες νικούν τους ανθρώπους σε μία γνωστική άσκηση, είναι όταν μία φωτεινή κουκίδα εμφανίζεται με πιθανότητα 50% πότε στα αριστερά μιας οθόνης και πότε στα δεξιά. Εάν η πιθανότητα εμφάνισης δεξιά είναι 75% και αριστερά 25%, νικούν οι άνθρωποι γιατί γρήγορα ανακαλύπτουν το μοτίβο. Όταν όμως η πιθανότητα εμφάνισης δεξιά ή αριστερά είναι τυχαία (50%), τότε οι χιμπατζήδες κερδίζουν γιατί πάντα επιλέγουν τυχαία, αλλά οι άνθρωποι επειδή πιστεύουν ότι μπορούν να διαγνώσουν ένα μοτίβο χάνουν.

Μην το γελάτε. Όλες οι μελέτες για τα αποτελέσματα των επενδυτικών επιλογών των διαχειριστών κεφαλαίων, δείχνουν ότι αποδίδουν λιγότερο από τον μέσο όρο της αγοράς. Τι σημαίνει αυτό; Απλά ότι μια μαϊμού που θα διάλεγε τυχαία τις μετοχές όπου θα επένδυε, θα είχε καλύτερα αποτελέσματα, από τους διαχειριστές κεφαλαίων, χωρίς να διεκδικεί και τα παχουλά μπόνους. Δυστυχώς αυτή η ταπεινή διαπίστωση δεν αφορά μόνο τους διαχειριστές κεφαλαίων.

Τα χαρακτηριστικά της συνειρμικής μηχανής του Συστήματος 1 καθιστούν τους κανόνες της στατιστικής αντιδιαισθητικούς, ακόμα και για τους στατιστικολόγους.

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα μιας αμερικανικής έρευνας, τα σχολεία με τις περισσότερες διακρίσεις, ήταν κατά μέσο όρο μικρά. Τα δεδομένα αυτά ενθάρρυναν το ίδρυμα Gates σε συνεργασία με 6 ακόμα διακεκριμένους οργανισμούς να επενδύσουν μεγάλα ποσά (1,7 δισεκατομμύρια δολάρια) στην δημιουργία μικρών σχολείων. Εάν οι στατιστικολόγοι που εισηγήθηκαν την πρόταση είχαν αναζητήσει τα χειρότερα σχολεία, θα τα είχαν βρει και αυτά ανάμεσα στα μικρά σχολεία. Ο λόγος είναι ότι τα μικρά δείγματα οδηγούν σε ακραία αποτελέσματα συχνότερα από ότι τα μεγαλύτερα χωρίς να υπάρχει κάποια αιτία που να εξηγεί γιατί τα καλλίτερα και τα χειρότερα σχολεία είναι μικρά, άλλη από το μέγεθος του στατιστικού δείγματος («νόμος των μικρών αριθμών»).

Πολλές έρευνες σε πουλιά, ανθρώπους και άλλα ζώα υποστηρίζουν την σημαντική αρχή ότι οι ανταμοιβές για τις καλές επιδόσεις λειτουργούν καλύτερα από την τιμωρία για τα λάθη. Ο έμπειρος εκπαιδευτής δήλωσε ότι αυτό μπορεί να ίσχυε για τα πουλιά αλλά όχι για τους ανθρώπους. Η εμπειρία του έδειχνε ότι όταν επαινούσε δόκιμους πιλότους για την επιδέξια εκτέλεση κάποιου ακροβατικού ελιγμού, την επόμενη φορά συνήθως τον εκτελούσαν χειρότερα. Όταν ούρλιαζε για κάποια κακή εκτέλεση, στην επόμενη δοκιμή οι δόκιμοι είχαν καλύτερες επιδόσεις. Το συμπέρασμά του όμως ήταν άστοχο, γιατί αυτό που είχε παρατηρήσει είναι γνωστό στην στατιστική ως «παλινδρόμηση στην μέση τιμή». Φυσικά επαινούσε μία επίδοση αρκετά πάνω από τον μέσο όρο. Η πιθανότητα όμως να έχει μια χειρότερη επίδοση την επόμενη φορά (πιο κοντά στον μέσο όρο) είναι μεγαλύτερη, ανεξάρτητα από αν είχε λάβει επαίνους ή όχι. Το αντίστροφο φυσικά, ισχύει για τις ασυνήθιστα κακές επιδόσεις.

Η λογική λέει ότι τυχαίοι αριθμοί που δεν έχουν καμία σχέση με τα θέματα που εξετάζουμε δεν μας επηρεάζουν. Όμως οι αριθμοί αποτελούν «άγκυρες» που μας «αγκιστρώνουν», ακόμα και εάν δεν έχουν καμία σχέση με τα θέματα που εξετάζουμε. Μάλιστα η επιρροή είναι μετρήσιμη και προσδιορίζεται με τον «δείκτη αγκίστρωσης».

Γερμανοί δικαστές με 15ετή δικαστική εμπειρία, διάβασαν αρχικά την περιγραφή μιας γυναίκας που είχε συλληφθεί για κλοπή σε κάποιο κατάστημα. Στην συνέχεια έριξαν δύο ζάρια που είχαν «πειραχτεί» ώστε να φέρνουν ως αποτέλεσμα είτε 3 είτε 9. Κατά μέσο όρο όσοι είχαν φέρει 9 καταδίκασαν την γυναίκα σε 8 μήνες φυλάκισης, ενώ όσοι είχαν φέρει 3 την καταδίκασαν σε 5 μήνες. Κανένας δεν παραδέχτηκε ότι επηρεάστηκε από τα ζάρια.

Σας καλούν να συμμετάσχετε σε ένα παιχνίδι στριψίματος κέρματος. Εάν έρθουν γράμματα θα χάσετε 100 ευρώ. Εάν έρθει κορόνα θα κερδίσετε 150 ευρώ. Η λογική λέει ότι θα πρέπει να συμμετάσχετε γιατί οι πιθανότητες είναι οι ίδιες αλλά στην μια περίπτωση θα χάσετε μόνο 100 ευρώ, ενώ στην άλλη θα κερδίσετε μιάμιση φορά αυτό το ποσό.

Οι άνθρωποι όμως αποστρέφονται τις ζημιές και ζυγίζουν πιο πολύ την απώλεια από το κέρδος. Για να συμμετάσχουν σε αυτό το στοίχημα πρέπει το ποσό που θα κερδίσουν να ξεπερνάει τα 200 ευρώ, έναντι ίδιας πιθανότητας να χάσουν 100 ευρώ. Για την ορθόδοξη οικονομική θεωρία της χρησιμότητας (utility theory), αυτοί οι άνθρωποι δεν υπάρχουν γιατί σύμφωνα με τα αξιώματά της οι άνθρωποι δεν μπορούν να είναι ασυνεπείς και να αξιολογούν διαφορετικά τα ίδια ποσά ανάλογα με το εάν είναι κέρδη ή ζημίες. Κάποιοι πιστεύουν πως θα πρέπει να αλλάξει η θεωρία.

Αυτή η απλή διαπίστωση έχει ανατρέψει την έννοια της ορθολογικότητας στον τρόπο που κάνει ο άνθρωπος τις επενδυτικές επιλογές του όταν υπάρχει ρίσκο και αβεβαιότητα.

O «βιωματικός» εαυτός μας αξιολογεί στιγμή προς στιγμή κάθε εμπειρία μας. Έτσι μπορεί να απολαμβάνουμε στιγμή προς στιγμή την όμορφη μουσική ενός δίσκου. Προς το τέλος όμως του δίσκου ένα γρατζούνισμα δημιουργεί ένα απαίσιο ήχο. Το άσχημο τελείωμα καταστρέφει την όλη εμπειρία. Στην πραγματικότητα αυτό που καταστράφηκε ήταν η ανάμνηση της μουσικής εμπειρίας. Η εντύπωση δηλαδή του «ενθυμητικού» εαυτού. Ο «βιωματικός» εαυτός έζησε κάτι ευχάριστο που το άσχημο τέλος δεν μπορεί να αναιρέσει, αφού έχει ήδη συμβεί. Ο βιωματικός εαυτός δεν έχει φωνή. Ο «ενθυμητικός» εαυτός αποφασίζει στη ζωή μας, αλλά πολλές φορές κάνει λάθη. Στην τελική εκτίμησή του μιας εμπειρίας τείνει να αξιολογεί περισσότερο την ένταση ενός ερεθίσματος εις βάρος της διάρκειάς του. Έτσι μεταξύ μιας εμπειρίας αίσθησης πόνου για ένα λεπτό και μιας εμπειρίας αίσθησης του ίδιου πόνου για ένα λεπτό συν μισού λεπτού ακόμα με πόνο χαμηλότερης έντασης, ο «ενθυμητικός» μας εαυτός προτιμά την δεύτερη εμπειρία. Λογικό;

Hegel: Διαλεκτική του αληθούς Απείρου

Γκέοργκ Χέγκελ: 1770-1831

Κίβδηλη και αληθής απειρότητα
(schlechte und wahrhafte Unendlichkeit)

§1: Η έννοια της απειρότητας ή απειρίας (Unendlichkeit) και του απείρου (unendlich) αποτελεί κεντρικό συστατικό στοιχείο της εγελιανής σκέψης και βρίσκει το πλούσιο νόημά της στο πλαίσιο της διαλεκτικής της/τους συνάφειας με την περατότητα (Endlichkeit) και το περατό ή πεπερασμένο (endlich). Από άποψη γενικής αρχής έχουμε διαλεκτική απείρου – πεπερασμένου και πιο εξειδικευμένα, σε επίπεδο ποιοτικά διαμορφωμένης κατάστασης του Είναι, διαλεκτική περατότητας – απειρότητας. Άπειρο και περατό, απειρότητα και περατότητα, δεν είναι τυπικά, απλώς μορφικά, δηλ. κατά τη μορφή μόνο, άρα κατά τους τύπους, ήτοι εξωτερικά αντίθετα, αλλά εσωτερικά διαφοροποιημένα και ως τέτοια συνάπτονται μεταξύ τους σε διαλεκτική ενότητα. Στην περίπτωση που συλλαμβάνονται στην εξωτερική τους αντίθεση – π.χ. εδώ υπάρχει το πεπερασμένο ον, ας πούμε ο άνθρωπος, και κάπου αλλού ένα άλλο άπειρο ον, ας πούμε ο θεός – αυτό το άπειρο είναι ένα κίβδηλο, ψευδές, κακό άπειρο και οντο-λογικά συνιστά μια κίβδηλη, φαύλη, ψευδή απειρότητα. Όταν συλλαμβάνονται στην εσωτερική τους κίνηση, όπου το άπειρο δεν νοείται ως ένα απλώς εξωτερικό άλλο, παρά ως το άλλο του ίδιου του Εαυτού του πεπερασμένου, τότε έχουμε το αληθινό άπειρο, το όντως ον [=υπάρχον] άπειρο και αντίστοιχα την αληθινή, τη γνήσια, την αψευδή και γι’ αυτό αυθεντική απειρότητα.

§2: Στην Επιστήμη της Λογικής ‒ διδασκαλία περί του Είναι, πιο ειδικά, ο Χέγκελ μας λέει πως, όταν σκεπτόμαστε ένα πεπερασμένο Κάτι, αυτόματα η σκέψη μας πάει να σκεφτεί ένα άλλο, δηλαδή το Άλλο του, που δείχνει τον περιορισμό αυτού του πεπερασμένου. Εάν όμως αυτό το Άλλο το σκεφτόμαστε ως ένα άλλο πεπερασμένο δίπλα στο πρώτο πεπερασμένο και το άλλο αυτού του άλλου πεπερασμένου ως ένα επόμενο πεπερασμένο κ.ο.κ μέχρι το άπειρο, τότε αυτό το Άλλο χωρίς τέλος, δηλαδή η γένεση και φθορά των πεπερασμένων όντων, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κοινόν και το ίδιον της ποιότητάς τους και της ποιοτικής τους αλλαγής, είναι το κίβδηλο άπειρο και η συλλαμβανόμενη με τούτη την αντιδιαλεκτική σκέψη αντίστοιχη κατάσταση του Είναι κίβδηλη απειρότητα. Αυτή η μέθοδος σκέψης ιδιάζει στη διάνοια, ας πούμε με σημερινούς όρους, περίπου στον κοινό νου. Σύμφωνα όμως με τη μέθοδο σκέψης του φιλοσοφικού-διαλεκτικού Λόγου, τα πράγματα εξελίσσονται εντελώς διαφορετικά, καθώς το άπειρο δεν βρίσκεται σε κάποιο επέκεινα: ποιος ξέρει πού;, αλλά εντός του ίδιου του πεπερασμένου, ως η πιο ακατάλυτη δύναμη της Λογικής εξέλιξης του τελευταίου.

§3: Το άπειρο γενικώς αναδύεται από τη φθορά του πεπερασμένου. Ετούτη η φθορά όμως, με τη σειρά της, δεν συνεπάγεται ή δεν σημαίνει οριστική κατάργηση, ολικό αφανισμό ή εκμηδενισμό του πεπερασμένου, αλλά άρνηση του περιορισμένου εαυτού του, δηλ. των καθ-ορισμένων/προσ-δι-ορισμένων, σε κάθε στιγμή ή κατάσταση, ορίων του εαυτού, μιας ορισμένης του ποιότητας, ως προσδιορισμένου-Είναι [ως ύπαρξης (Dasein)] και μετάβαση σε ένα Άλλο, σε μια άλλη ποιότητα του Είναι. Πρόκειται, ως προκύπτει, για μια διαλεκτική διαδικασία εξέλιξης των πεπερασμένων όντων, η οποία όμως δεν τα καταργεί ως τέτοια στο όνομα ενός απείρου έξω απ’ αυτά, αλλά τα επαναπροσδιορίζει, μέσα από την προσδιορισμένη τους άρνηση, δηλ. μέσα από την άρνηση ορισμένων ποιοτήτων τους, μέσα από την άρνηση του ορισμένου και γι’ αυτό προσδιορισμένου αλλά και καθορισμένου φραγμού τους. Ετούτη η διαδικασία, ως διαλεκτική συνέχειας και ασυνέχειας, παρ-ουσίας και απ-ουσίας, συνέχει ολόκληρο τον κόσμο του πεπερασμένου και έρχεται στο Είναι ως η αληθινή του απειρότητα. Είναι αληθινή, επειδή το άπειρο είναι μέσα μας και εντός μας και επειδή συγχρόνως και το περατό είναι μέσα του και εντός του.

§4: Ας πάρουμε το παράδειγμα: άνθρωπος. Ως πεπερασμένο ον, εξελίσσεται μέσα στην ιστορία, επαναπροσδιοριζόμενος συνεχώς μέσα από τις εκάστοτε ορισμένες, καθορισμένες και εξίσου προσδιορισμένες του αρνήσεις: άλλος, ας πούμε, είναι ο άνθρωπος της εποχής του Πλάτωνα, άλλος εκείνος της Αναγέννησης, άλλος ο σημερινός και άλλος ο αυριανός. Σε όλες αυτές τις διαφοροποιητικές και διαφοροποιημένες αναπτύξεις του, δηλαδή στις αναπτύξεις που τον διαφοροποιούν από τον προηγούμενο εαυτό του, και στις αυτοπροσδιοριζόμενες αλλαγές του ποιού του ή ποιοτικού του Είναι δεν παύει να είναι άνθρωπος ως Είναι (Sein), αλλά παύει να είναι άνθρωπος ως προσδιορισμένο-Είναι (Da-Sein). Το τελευταίο απορροφάται μέσα στο πρώτο, ως στιγμή, πτυχή ή στάδιό του, με το νόημα ότι αυτο-προσδιορίζεται ως πεπερασμένο και τείνει να υπερβεί αυτό τον φραγμό του, να υπερβεί δηλαδή τον εαυτό του ως πεπερασμένο και με αυτή την έννοια του απείρου,

«είναι η άρνηση της άρνησης, το καταφατικό, το Είναι, το οποίο έχει αποκαταστήσει τον εαυτό του έξω από την περιοριστικότητα».

Στο πιο πάνω παράδειγμα του ανθρώπου, ο Πλάτων, ας πούμε, αποκαθιστά τον εαυτό του, έξω από την περιοριστικότητα του προσδιορισμένου-Είναι του, ως αληθινή απειρότητα με τη μορφή του πνευματικού κεφαλαίου, της σκέψης. Υπ’ αυτή την έννοια συνεχίζει ο Χέγκελ να επιχειρηματολογεί υπέρ του αληθινού απείρου ότι:

«το άπειρο …είναι το αληθινό Είναι: η ανύψωση πάνω από τον φραγμό… Μέσα στο άπειρο, το πνεύμα δεν είναι απλώς αφηρημένα κοντά στον εαυτό του, αλλά ανυψώνεται στον ίδιο τον εαυτό του, στο φως της σκέψης του, της καθολικότητάς του, της ελευθερίας του».

Ο Πλάτων, για να μείνουμε στο ίδιο παράδειγμα, είναι το αληθινό Είναι, ήτοι το αληθινό άπειρο, επειδή ως προσδιορισμένο-Είναι, ως Dasein, ανέπτυξε τόσο πολύ το πνευματικό του Είναι, ώστε να υπερβεί τον φραγμό του Dasein του, ως περιορισμένης εν χρόνω και τόπω ύπαρξης και να φτάσει ως εμάς ως ελεύθερη, καθαρή, ακατάλυτη κ.λπ. σκέψη.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (429b-432e)

[429b] Τίς ἄν, ἦν δ᾽ ἐγώ, εἰς ἄλλο τι ἀποβλέψας ἢ δειλὴν ἢ ἀνδρείαν πόλιν εἴποι ἀλλ᾽ ἢ εἰς τοῦτο τὸ μέρος ὃ προπολεμεῖ τε καὶ στρατεύεται ὑπὲρ αὐτῆς;Οὐδ᾽ ἂν εἷς, ἔφη, εἰς ἄλλο τι.
Οὐ γὰρ οἶμαι, εἶπον, οἵ γε ἄλλοι ἐν αὐτῇ ἢ δειλοὶ ἢ ἀνδρεῖοι ὄντες κύριοι ἂν εἶεν ἢ τοίαν αὐτὴν εἶναι ἢ τοίαν.
Οὐ γάρ.
Καὶ ἀνδρεία ἄρα πόλις μέρει τινὶ ἑαυτῆς ἐστι, διὰ τὸ ἐν ἐκείνῳ ἔχειν δύναμιν τοιαύτην ἣ διὰ παντὸς σώσει τὴν περὶ [429c] τῶν δεινῶν δόξαν, ταῦτά τε αὐτὰ εἶναι καὶ τοιαῦτα, ἅ τε καὶ οἷα ὁ νομοθέτης παρήγγελλεν ἐν τῇ παιδείᾳ. ἢ οὐ τοῦτο ἀνδρείαν καλεῖς;
Οὐ πάνυ, ἔφη, ἔμαθον ὃ εἶπες, ἀλλ᾽ αὖθις εἰπέ.
Σωτηρίαν ἔγωγ᾽, εἶπον, λέγω τινὰ εἶναι τὴν ἀνδρείαν.
Ποίαν δὴ σωτηρίαν;
Τὴν τῆς δόξης τῆς ὑπὸ νόμου διὰ τῆς παιδείας γεγονυίας περὶ τῶν δεινῶν ἅ τέ ἐστι καὶ οἷα· διὰ παντὸς δὲ ἔλεγον αὐτῆς σωτηρίαν τὸ ἔν τε λύπαις ὄντα διασῴζεσθαι αὐτὴν καὶ ἐν [429d] ἡδοναῖς καὶ ἐν ἐπιθυμίαις καὶ ἐν φόβοις καὶ μὴ ἐκβάλλειν. ᾧ δέ μοι δοκεῖ ὅμοιον εἶναι ἐθέλω ἀπεικάσαι, εἰ βούλει.
Ἀλλὰ βούλομαι.
Οὐκοῦν οἶσθα, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὅτι οἱ βαφῆς, ἐπειδὰν βουληθῶσι βάψαι ἔρια ὥστ᾽ εἶναι ἁλουργά, πρῶτον μὲν ἐκλέγονται ἐκ τοσούτων χρωμάτων μίαν φύσιν τὴν τῶν λευκῶν, ἔπειτα προπαρασκευάζουσιν, οὐκ ὀλίγῃ παρασκευῇ θεραπεύσαντες ὅπως δέξεται ὅτι μάλιστα τὸ ἄνθος, καὶ οὕτω δὴ βάπτουσι. [429e] καὶ ὃ μὲν ἂν τούτῳ τῷ τρόπῳ βαφῇ, δευσοποιὸν γίγνεται τὸ βαφέν, καὶ ἡ πλύσις οὔτ᾽ ἄνευ ῥυμμάτων οὔτε μετὰ ῥυμμάτων δύναται αὐτῶν τὸ ἄνθος ἀφαιρεῖσθαι· ἃ δ᾽ ἂν μή, οἶσθα οἷα δὴ γίγνεται, ἐάντέ τις ἄλλα χρώματα βάπτῃ ἐάντε καὶ ταῦτα μὴ προθεραπεύσας.
Οἶδα, ἔφη, ὅτι καὶ ἔκπλυτα καὶ γελοῖα.
Τοιοῦτον τοίνυν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὑπόλαβε κατὰ δύναμιν ἐργάζεσθαι καὶ ἡμᾶς, ὅτε ἐξελεγόμεθα τοὺς στρατιώτας καὶ [430a] ἐπαιδεύομεν μουσικῇ καὶ γυμναστικῇ· μηδὲν οἴου ἄλλο μηχανᾶσθαι ἢ ὅπως ἡμῖν ὅτι κάλλιστα τοὺς νόμους πεισθέντες δέξοιντο ὥσπερ βαφήν, ἵνα δευσοποιὸς αὐτῶν ἡ δόξα γίγνοιτο καὶ περὶ δεινῶν καὶ περὶ τῶν ἄλλων διὰ τὸ τήν τε φύσιν καὶ τὴν τροφὴν ἐπιτηδείαν ἐσχηκέναι, καὶ μὴ αὐτῶν ἐκπλύναι τὴν βαφὴν τὰ ῥύμματα ταῦτα, δεινὰ ὄντα ἐκκλύζειν, ἥ τε ἡδονή, παντὸς χαλεστραίου δεινοτέρα οὖσα τοῦτο δρᾶν [430b] καὶ κονίας, λύπη τε καὶ φόβος καὶ ἐπιθυμία, παντὸς ἄλλου ῥύμματος. τὴν δὴ τοιαύτην δύναμιν καὶ σωτηρίαν διὰ παντὸς δόξης ὀρθῆς τε καὶ νομίμου δεινῶν τε πέρι καὶ μὴ ἀνδρείαν ἔγωγε καλῶ καὶ τίθεμαι, εἰ μή τι σὺ ἄλλο λέγεις.
Ἀλλ᾽ οὐδέν, ἦ δ᾽ ὅς, λέγω· δοκεῖς γάρ μοι τὴν ὀρθὴν δόξαν περὶ τῶν αὐτῶν τούτων ἄνευ παιδείας γεγονυῖαν, τήν τε θηριώδη καὶ ἀνδραποδώδη, οὔτε πάνυ νόμιμον ἡγεῖσθαι, ἄλλο τέ τι ἢ ἀνδρείαν καλεῖν.
[430c] Ἀληθέστατα, ἦν δ᾽ ἐγώ, λέγεις.
Ἀποδέχομαι τοίνυν τοῦτο ἀνδρείαν εἶναι.
Καὶ γὰρ ἀποδέχου, ἦν δ᾽ ἐγώ, πολιτικήν γε, καὶ ὀρθῶς ἀποδέξῃ· αὖθις δὲ περὶ αὐτοῦ, ἐὰν βούλῃ, ἔτι κάλλιον δίιμεν. νῦν γὰρ οὐ τοῦτο ἐζητοῦμεν, ἀλλὰ δικαιοσύνην· πρὸς οὖν τὴν ἐκείνου ζήτησιν, ὡς ἐγᾦμαι, ἱκανῶς ἔχει.
Ἀλλὰ καλῶς, ἔφη, λέγεις.
Δύο μήν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἔτι λοιπὰ ἃ δεῖ κατιδεῖν ἐν τῇ [430d] πόλει, ἥ τε σωφροσύνη καὶ οὗ δὴ ἕνεκα πάντα ζητοῦμεν, δικαιοσύνη.
Πάνυ μὲν οὖν.
Πῶς οὖν ἂν τὴν δικαιοσύνην εὕροιμεν, ἵνα μηκέτι πραγματευώμεθα περὶ σωφροσύνης;
Ἐγὼ μὲν τοίνυν, ἔφη, οὔτε οἶδα οὔτ᾽ ἂν βουλοίμην αὐτὸ πρότερον φανῆναι, εἴπερ μηκέτι ἐπισκεψόμεθα σωφροσύνην· ἀλλ᾽ εἰ ἔμοιγε βούλει χαρίζεσθαι, σκόπει πρότερον τοῦτο ἐκείνου.
[430e] Ἀλλὰ μέντοι, ἦν δ᾽ ἐγώ, βούλομαί γε, εἰ μὴ ἀδικῶ.
Σκόπει δή, ἔφη.
Σκεπτέον, εἶπον· καὶ ὥς γε ἐντεῦθεν ἰδεῖν, συμφωνίᾳ τινὶ καὶ ἁρμονίᾳ προσέοικεν μᾶλλον ἢ τὰ πρότερον.
Πῶς;
Κόσμος πού τις, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἡ σωφροσύνη ἐστὶν καὶ ἡδονῶν τινων καὶ ἐπιθυμιῶν ἐγκράτεια, ὥς φασι κρείττω δὴ αὑτοῦ ἀποφαίνοντες οὐκ οἶδ᾽ ὅντινα τρόπον, καὶ ἄλλα ἄττα τοιαῦτα ὥσπερ ἴχνη αὐτῆς λέγεται. ἦ γάρ;
Πάντων μάλιστα, ἔφη.
Οὐκοῦν τὸ μὲν «κρείττω αὑτοῦ» γελοῖον; ὁ γὰρ ἑαυτοῦ κρείττων καὶ ἥττων δήπου ἂν αὑτοῦ εἴη καὶ ὁ ἥττων κρείττων· [431a] ὁ αὐτὸς γὰρ ἐν ἅπασιν τούτοις προσαγορεύεται.
Τί δ᾽ οὔ;
Ἀλλ᾽, ἦν δ᾽ ἐγώ, φαίνεταί μοι βούλεσθαι λέγειν οὗτος ὁ λόγος ὥς τι ἐν αὐτῷ τῷ ἀνθρώπῳ περὶ τὴν ψυχὴν τὸ μὲν βέλτιον ἔνι, τὸ δὲ χεῖρον, καὶ ὅταν μὲν τὸ βέλτιον φύσει τοῦ χείρονος ἐγκρατὲς ᾖ, τοῦτο λέγειν τὸ «κρείττω αὑτοῦ» —ἐπαινεῖ γοῦν— ὅταν δὲ ὑπὸ τροφῆς κακῆς ἤ τινος ὁμιλίας κρατηθῇ ὑπὸ πλήθους τοῦ χείρονος σμικρότερον τὸ βέλτιον [431b] ὄν, τοῦτο δὲ ὡς ἐν ὀνείδει ψέγειν τε καὶ καλεῖν ἥττω ἑαυτοῦ καὶ ἀκόλαστον τὸν οὕτω διακείμενον.
Καὶ γὰρ ἔοικεν, ἔφη.
Ἀπόβλεπε τοίνυν, ἦν δ᾽ ἐγώ, πρὸς τὴν νέαν ἡμῖν πόλιν, καὶ εὑρήσεις ἐν αὐτῇ τὸ ἕτερον τούτων ἐνόν· κρείττω γὰρ αὐτὴν αὑτῆς δικαίως φήσεις προσαγορεύεσθαι, εἴπερ οὗ τὸ ἄμεινον τοῦ χείρονος ἄρχει σῶφρον κλητέον καὶ κρεῖττον αὑτοῦ.
Ἀλλ᾽ ἀποβλέπω, ἔφη, καὶ ἀληθῆ λέγεις.
Καὶ μὴν καὶ τάς γε πολλὰς καὶ παντοδαπὰς ἐπιθυμίας καὶ [431c] ἡδονάς τε καὶ λύπας ἐν παισὶ μάλιστα ἄν τις εὕροι καὶ γυναιξὶ καὶ οἰκέταις καὶ τῶν ἐλευθέρων λεγομένων ἐν τοῖς πολλοῖς τε καὶ φαύλοις.
Πάνυ μὲν οὖν.
Τὰς δέ γε ἁπλᾶς τε καὶ μετρίας, αἳ δὴ μετὰ νοῦ τε καὶ δόξης ὀρθῆς λογισμῷ ἄγονται, ἐν ὀλίγοις τε ἐπιτεύξῃ καὶ τοῖς βέλτιστα μὲν φῦσιν, βέλτιστα δὲ παιδευθεῖσιν.
Ἀληθῆ, ἔφη.
Οὐκοῦν καὶ ταῦτα ὁρᾷς ἐνόντα σοι ἐν τῇ πόλει καὶ κρατουμένας αὐτόθι τὰς ἐπιθυμίας τὰς ἐν τοῖς πολλοῖς τε [431d] καὶ φαύλοις ὑπό τε τῶν ἐπιθυμιῶν καὶ τῆς φρονήσεως τῆς ἐν τοῖς ἐλάττοσί τε καὶ ἐπιεικεστέροις;
Ἔγωγ᾽, ἔφη.
Εἰ ἄρα δεῖ τινα πόλιν προσαγορεύειν κρείττω ἡδονῶν τε καὶ ἐπιθυμιῶν καὶ αὐτὴν αὑτῆς, καὶ ταύτην προσρητέον.
Παντάπασιν μὲν οὖν, ἔφη.
Ἆρ᾽ οὖν οὐ καὶ σώφρονα κατὰ πάντα ταῦτα;
Καὶ μάλα, ἔφη.
Καὶ μὴν εἴπερ αὖ ἐν ἄλλῃ πόλει ἡ αὐτὴ δόξα ἔνεστι τοῖς [431e] τε ἄρχουσι καὶ ἀρχομένοις περὶ τοῦ οὕστινας δεῖ ἄρχειν, καὶ ἐν ταύτῃ ἂν εἴη τοῦτο ἐνόν. ἢ οὐ δοκεῖ;
Καὶ μάλα, ἔφη, σφόδρα.
Ἐν ποτέροις οὖν φήσεις τῶν πολιτῶν τὸ σωφρονεῖν ἐνεῖναι ὅταν οὕτως ἔχωσιν; ἐν τοῖς ἄρχουσιν ἢ ἐν τοῖς ἀρχομένοις;
Ἐν ἀμφοτέροις που, ἔφη.
Ὁρᾷς οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὅτι ἐπιεικῶς ἐμαντευόμεθα ἄρτι ὡς ἁρμονίᾳ τινὶ ἡ σωφροσύνη ὡμοίωται;
Τί δή;
Ὅτι οὐχ ὥσπερ ἡ ἀνδρεία καὶ ἡ σοφία ἐν μέρει τινὶ [432a] ἑκατέρα ἐνοῦσα ἡ μὲν σοφήν, ἡ δὲ ἀνδρείαν τὴν πόλιν παρείχετο, οὐχ οὕτω ποιεῖ αὕτη, ἀλλὰ δι᾽ ὅλης ἀτεχνῶς τέταται διὰ πασῶν παρεχομένη συνᾴδοντας τούς τε ἀσθενεστάτους ταὐτὸν καὶ τοὺς ἰσχυροτάτους καὶ τοὺς μέσους, εἰ μὲν βούλει, φρονήσει, εἰ δὲ βούλει, ἰσχύι, εἰ δέ, καὶ πλήθει ἢ χρήμασιν ἢ ἄλλῳ ὁτῳοῦν τῶν τοιούτων· ὥστε ὀρθότατ᾽ ἂν φαῖμεν ταύτην τὴν ὁμόνοιαν σωφροσύνην εἶναι, χείρονός τε καὶ ἀμείνονος κατὰ φύσιν συμφωνίαν ὁπότερον δεῖ ἄρχειν καὶ ἐν πόλει καὶ ἐν ἑνὶ ἑκάστῳ.
[432b] Πάνυ μοι, ἔφη, συνδοκεῖ.
Εἶεν, ἦν δ᾽ ἐγώ· τὰ μὲν τρία ἡμῖν ἐν τῇ πόλει κατῶπται, ὥς γε οὑτωσὶ δόξαι· τὸ δὲ δὴ λοιπὸν εἶδος, δι᾽ ὃ ἂν ἔτι ἀρετῆς μετέχοι πόλις, τί ποτ᾽ ἂν εἴη; δῆλον γὰρ ὅτι τοῦτ᾽ ἐστὶν ἡ δικαιοσύνη.
Δῆλον.
Οὐκοῦν, ὦ Γλαύκων, νῦν δὴ ἡμᾶς δεῖ ὥσπερ κυνηγέτας τινὰς θάμνον κύκλῳ περιίστασθαι προσέχοντας τὸν νοῦν, μή πῃ διαφύγῃ ἡ δικαιοσύνη καὶ ἀφανισθεῖσα ἄδηλος γένηται. [432c] φανερὸν γὰρ δὴ ὅτι ταύτῃ πῃ ἔστιν· ὅρα οὖν καὶ προθυμοῦ κατιδεῖν, ἐάν πως πρότερος ἐμοῦ ἴδῃς καὶ ἐμοὶ φράσῃς.
Εἰ γὰρ ὤφελον, ἔφη. ἀλλὰ μᾶλλον, ἐάν μοι ἑπομένῳ χρῇ καὶ τὰ δεικνύμενα δυναμένῳ καθορᾶν, πάνυ μοι μετρίως χρήσῃ.
Ἕπου, ἦν δ᾽ ἐγώ, εὐξάμενος μετ᾽ ἐμοῦ.
Ποιήσω ταῦτα, ἀλλὰ μόνον, ἦ δ᾽ ὅς, ἡγοῦ.
Καὶ μήν, εἶπον ἐγώ, δύσβατός γέ τις ὁ τόπος φαίνεται καὶ ἐπίσκιος· ἔστι γοῦν σκοτεινὸς καὶ δυσδιερεύνητος. ἀλλὰ γὰρ ὅμως ἰτέον.
[432d] Ἰτέον γάρ, ἔφη.
Καὶ ἐγὼ κατιδών, Ἰοὺ ἰού, εἶπον, ὦ Γλαύκων· κινδυνεύομέν τι ἔχειν ἴχνος, καί μοι δοκεῖ οὐ πάνυ τι ἐκφευξεῖσθαι ἡμᾶς.
Εὖ ἀγγέλλεις, ἦ δ᾽ ὅς.
Ἦ μήν, ἦν δ᾽ ἐγώ, βλακικόν γε ἡμῶν τὸ πάθος.
Τὸ ποῖον;
Πάλαι, ὦ μακάριε, φαίνεται πρὸ ποδῶν ἡμῖν ἐξ ἀρχῆς κυλινδεῖσθαι, καὶ οὐχ ἑωρῶμεν ἄρ᾽ αὐτό, ἀλλ᾽ ἦμεν καταγελαστότατοι· ὥσπερ οἱ ἐν ταῖς χερσὶν ἔχοντες ζητοῦσιν [432e] ἐνίοτε ὃ ἔχουσιν, καὶ ἡμεῖς εἰς αὐτὸ μὲν οὐκ ἀπεβλέπομεν, πόρρω δέ ποι ἀπεσκοποῦμεν, ᾗ δὴ καὶ ἐλάνθανεν ἴσως ἡμᾶς.
Πῶς, ἔφη, λέγεις;
Οὕτως, εἶπον, ὡς δοκοῦμέν μοι καὶ λέγοντες αὐτὸ καὶ ἀκούοντες πάλαι οὐ μανθάνειν ἡμῶν αὐτῶν, ὅτι ἐλέγομεν τρόπον τινὰ αὐτό.
Μακρόν, ἔφη, τὸ προοίμιον τῷ ἐπιθυμοῦντι ἀκοῦσαι.

***
[429b] Σε ποιό άλλο μέρος της θα μπορούσε κανείς ν᾽ αποβλέψει για να ονομάσει την πόλη ή δειλή ή ανδρεία, παρά σε κείνο που στρατεύεται γι᾽ αυτήν και που την υπερασπίζεται;
Σε κανένα άλλο μέρος της βέβαια.
Γιατί, υποθέτω, αν οι άλλοι της πολίτες ήτανε δειλοί ή ανδρείοι, αυτό δε θα ᾽δινε το δικαίωμα να ονομαστεί η πόλη τέτοια ή τέτοια.
Όχι βέβαια.
Και ανδρεία λοιπόν είναι η πόλη χάρη σ᾽ ένα από τα μέρη της, γιατί σ᾽ εκείνο μέσα υπάρχει η δύναμη που θα σώζει για πάντα [429c] την ιδέα ως προς τα φοβερά πράγματα, πως είναι δηλαδή αυτά και τέτοιας λογής, όποια και όποιας λογής τα παράγγειλε ο νομοθέτης στο εκπαιδευτικό του σύστημα. Ή δεν το ονομάζεις αυτό ανδρεία;
Δεν πολυκατάλαβα αυτό που είπες· μα ξαναπέ το πάλι.
Ένα είδος σωτηρίας λέγω εγώ πως είναι η ανδρεία.
Και ποιό είναι το πράγμα που το σώζει;
Την ιδέα που έχομε αποχτήσει με το νόμο της ανατροφής για τα φοβερά πράγματα, ποιά δηλαδή είναι αυτά και τί λογής· και έλεγα σωτηρία για πάντα, το να την φυλάγει κανείς πέρα για πέρα, είτε σε λύπες, είτε σε [429d] χαρές είτε σ᾽ επιθυμίες είτε σε φόβους βρίσκεται, και να μην τη χάνει ποτέ του. Και με τί μου φαίνεται πως είναι όμοιο αυτό θα σου παραστήσω, αν θέλεις, με μια παρομοίωση.
Μα θέλω βέβαια.
Ξέρεις λοιπόν πως οι βαφείς, όταν θέλουν να βάψουν τα μαλλιά πορφυροκόκκινα, διαλέγουν πρώτα από τα τόσα χρώματα ένα είδος, τα λευκά, έπειτα τα υποβάλλουν με μεγάλη επιμέλεια σε όχι μικρή επεξεργασία, για να κρατήσουν όσο μπορεί περισσότερο το άνθος από το χρώμα, και έτσι τότε τα βάφουν. [429e] Και ό,τι βαφεί μ᾽ αυτόν τον τρόπο, δεν ξεθωριάζει έπειτα, και το πλύσιμο, ούτε χωρίς αλισίβες ούτε μ᾽ αλισίβες, δεν μπορεί να τα κάμει να χάσουν το άνθος της βαφής των· όσα όμως δεν βαφούν έτσι, ξέρεις δα πώς καταντούν, αν κανείς βάψει άλλο χρώμα μαλλιά, είτε και αυτά τα ίδια χωρίς να τα επεξεργαστεί πριν.
Ναι, ξέρω· γίνονται σαν ξεπλυμένα και μια αηδία.
Ένα τέτοιο λοιπόν πράγμα να υποθέσεις πως εκάναμε όσο μας ήταν μπορετό και μείς, όταν διαλέγαμε τους στρατιώτες μας και [430a] τους ανατρέφαμε με τη μουσική και τη γυμναστική. Μήτε άλλο τίποτα να νομίζεις πως ζητούσαμε μ᾽ αυτή μας την προσπάθεια, παρά πώς να πεισθούν και να δεχτούν μες στην ψυχή τους όσο γίνεται καλύτερα τους νόμους, όπως τα μαλλιά τη βαφή, για να μην ξεθωριάσει ποτέ η ιδέα τους για τα φοβερά και για όλα τ᾽ άλλα, μια που και την κατάλληλη φύση και την κατάλληλη ανατροφή έχουν πάρει, και να μην τους ξεπλένουν τη βαφή τα σαπουνίσματ᾽ αυτά, ούτε η ηδονή, που είναι ικανή να το κάμει ασφαλέστερα από το κάθε σαπουνόχωμα [430b] και τη θολόσταχτη, ούτε η λύπη ούτε ο φόβος ούτε και καμία άλλη επιθυμία. Αυτή λοιπόν τη δύναμη και την παντοτεινή διατήρηση της ορθής και σύμφωνης με τους νόμους ιδέας για τα φοβερά και όχι πράγματα, αυτή είναι που ονομάζω και παραδέχομαι εγώ τουλάχιστον ανδρεία, εκτός αν εσύ έχεις καμιάν αντίρρηση.
Απολύτως καμιά· γιατί υποθέτω πως κάθε άλλο παρά το όνομα της ανδρείας θα ᾽δινες σ᾽ αυτή που λέμε την ιδέα, ούτε θα τη νόμιζες καθόλου νόμιμη, αν δεν είχε αποκτηθεί με την ανατροφή και την εκπαίδευση, όπως έξαφνα συμβαίνει με τη γενναιότητα των ζώων και των ανδραπόδων.
[430c] Έχεις απόλυτα δίκιο σ᾽ αυτό που λες.
Έτσι λοιπόν παραδέχομαι πως αυτό είναι ανδρεία.
Παραδέξου ακόμα πως είναι και πολιτική αρετή, και τότε θα είναι σωστότερος ο ορισμός σου· γι᾽ αυτό όμως θα μπορούσαμε, αν θέλεις, να συζητήσομε καλύτερα καμιάν άλλη φορά. Γιατί δεν πρόκειται τώρα γι᾽ αυτό το ζήτημα, αλλά για τη δικαιοσύνη· ώστε, όσο για κείνο, υποθέτω πως μπορούμε να θεωρήσομε αρκετή τη συζήτηση.
Καλά λες.
Μας μένουν λοιπόν ακόμα δυο πράγματα, που πρέπει να ζητήσομε να δούμε μες στην [430d] πόλη μας: η σωφροσύνη, κι εκείνο που γι᾽ αυτό ακριβώς κάνομε όλη αυτή την εξέταση, η δικαιοσύνη.
Βεβαιότατα.
Πώς λοιπόν θα μπορούσαμε να βρούμε τη δικαιοσύνη, για να μην έχομε ανάγκη πια να κάνομε λόγο για τη σωφροσύνη;
Εγώ τουλάχιστο ούτε ξέρω, ούτε θα ήθελα να βρεθεί αυτή πρώτα, αφού δεν θα υπήρχε τότε λόγος να εξετάσομε κατόπι τη σωφροσύνη· μα αν θέλεις να ευχαριστήσεις και μένα, εξέτασέ την αυτήν πριν από κείνη.
[430e] Θα είχα άδικο να μην το θελήσω.
Άρχισε λοιπόν την εξέταση.
Ας την αρχίσω· κι όσο μπορώ να δω από δω που βρισκόμαστε, μοιάζει, περισσότερο από τα δύο προηγούμενα, με κάποια συμφωνία και αρμονία.
Πώς;
Σαν ένα κάποιο έμορφο συγύρισμα να είναι η σωφροσύνη και συγκρατημός για μερικές ηδονές και επιθυμίες, όπως εννοούν όταν λέγουν για κάποιον, και ᾽γω δεν ξέρω πώς, ότι είναι καλύτερος από τον εαυτό του και άλλα τέτοια, που φαίνονται σα σκιαγραφία μάλλον αυτής της αρετής. Δεν είναι έτσι;
Πάρα πολύ μάλιστα.
Δεν είναι όμως γελοίο αυτό το «καλύτερος από τον εαυτό του»; Γιατί εκείνος που είναι καλύτερος από τον εαυτό του θα ήταν φυσικά και χειρότερος από τον εαυτό του και ο χειρότερος καλύτερος, [431a] αφού και στις δύο περιστάσεις γίνεται λόγος για το ίδιο πρόσωπο.
Πώς όχι;
Μα μου φαίνεται να θέλει να πει αυτός ο λόγος πως υπάρχει μέσα στην ψυχή του ίδιου ανθρώπου κατιτί το καλύτερο και κατιτί το χειρότερο και όταν επικρατήσει εκείνο που φυσικά είναι το καλύτερο, τότε λέμε το «καλύτερος από τον εαυτό του»· και είναι έπαινός του αυτό. Όταν όμως ή από κακή εκπαίδευση ή από κάποια κακή συναναστροφή, νικηθεί το καλύτερο, που θα είναι μικρότερο από το παραπανίσιο το [431b] χειρότερο, το έχομε για κατηγορία αυτό και τον ονομάζομε τότε «χειρότερο από τον εαυτό του» και ακόλαστον εκείνον που βρίσκεται σ᾽ αυτή την κατάσταση.
Κι έτσι φαίνεται πραγματικώς.
Παρατήρησε λοιπόν τώρα τη νέα μας πόλη και θα βρεις πως υπάρχει μες σ᾽ αυτή το πρώτο απ᾽ αυτά. Γιατί με το δίκιο θα πεις πως ονομάζεται καλύτερη από τον εαυτό της, αφού, σ᾽ εκείνο όπου επικρατεί το καλύτερο από το χειρότερο, σ᾽ αυτό πρέπει να δίνομε τον τίτλο της σωφροσύνης και να τ᾽ ονομάζομε καλύτερο από τον εαυτό του.
Μα το παρατηρώ κι έτσι είν᾽ αλήθεια.
Αλήθεια όμως είναι ακόμα πως τις πολλές και λογής λογής επιθυμίες και [431c] ηδονές και λύπες θα τις έβρισκε κανείς στα παιδιά προπάντων και στις γυναίκες και στους υπηρέτες και στον κατώτερο όχλο εκείνων που με το όνομα μόνο είναι ελεύθεροι.
Πραγματικώς.
Ενώ τις απλές και μετρημένες, που τις κυβερνά με νου και ορθοφροσύνη το λογικό, θα τις πετύχεις σε λίγους μόνο και σε κείνους ακριβώς που είναι από φυσικό τους άριστοι και πήραν και την καλύτερη ανατροφή.
Αλήθεια.
Δε βλέπεις λοιπόν πως κι αυτά σού τα έχει η πόλη μας και πως μες σ᾽ αυτήν υποτάσσονται οι επιθυμίες των πολλών [431d] και των χειρότερων στις επιθυμίες και τη φρόνηση που στολίζει τους ολιγότερους και χρηστότερους;
Το βλέπω.
Ώστε αν μπορούμε να πούμε για μια πόλη πως είναι ανώτερη και από τις ηδονές και από τις επιθυμίες και από τον εαυτό της τον ίδιο, πρέπει και για τη δική μας να το πούμε αυτό.
Χωρίς την παραμικρότερη αμφιβολία.
Δεν θα της άξιζε λοιπόν σύμφωνα μ᾽ όλα αυτά και ο τίτλος της σωφροσύνης;
Και πολύ μάλιστα.
Κι αν ακόμα πάλι σε μιαν άλλη πόλη τύχαινε να βρίσκονται σύμφωνοι και [431e] οι άρχοντες και οι υπήκοοι στην ιδέα για το ποιοί πρέπει να κυβερνούν, και στη δική μας θα επικρατούσε αυτή η συμφωνία. Ή δεν το παραδέχεσαι;
Και πάρα πολύ μάλιστα.
Και σε τέτοια περίπτωση, σε ποιούς από τους πολίτες θα πεις πως υπάρχει η σωφροσύνη, στους άρχοντες ή στους αρχομένους;
Μα και στους δυο υποθέτω.
Βλέπεις λοιπόν πως δεν πέσαμε έξω στη μαντεία μας πρωτύτερα, όταν λέγαμε πως με κάποιαν αρμονία παρόμοια είναι η σωφροσύνη;
Πώς δα;
Γιατί δεν είναι όπως η ανδρεία και η σοφία, που βρίσκεται καθεμιά τους [432a] σε μια μόνο τάξη μες στην πόλη και την κάνουν, καθώς ελέγαμε, ή ανδρεία ή σοφή, αλλά η σωφροσύνη είναι απλωμένη καθαυτό απάνω σ᾽ όλη την πόλη κι έχει την ιδιότητα να παράγει μια διαπασών αρμονία ανάμεσα και στην ανώτερη και στην κατώτερη και στη μεσαία τάξη, είτε, αν θέλεις, ως προς τη φρόνηση, είτε αν θέλεις, ως προς τη δύναμη, είτε ως προς τον αριθμό ή τα χρήματα είτε σε ό,τι άλλο από τα τέτοια· ώστε μ᾽ όλο μας το δίκιο θα μπορούσαμε να πούμε πως αυτή η ομόνοια είναι η σωφροσύνη, μια συμφωνία δηλαδή ανάμεσα στο φυσικά χειρότερο και καλύτερο απάνω στο ζήτημα: ποιό απ᾽ τα δυο τους πρέπει να ᾽χει την εξουσία και μες στην πόλη και μες στο κάθε άτομο.
[432b] Είμαι απολύτως σύμφωνος.
Πολύ καλά· ώστε έχομε ανακαλύψει τα τρία είδη μες στην πόλη, όπως έτσι τουλάχιστο μας φαίνεται· εκείνο τώρα που μένει ακόμα, για να μετέχει και μ᾽ αυτό η πόλη μας στην αρετή, ποιό να είναι τάχα; Φανερό βέβαια πως αυτό είναι η δικαιοσύνη.
Φανερό.
Λοιπόν τώρα, Γλαύκων, πρέπει να σταθούμε σα να ᾽μαστε κυνηγοί ολόγυρ᾽ απ᾽ το θάμνο και να ᾽χομε τα μάτια μας τέσσερα μήπως μας ξεφύγει από καμιά μεριά η δικαιοσύνη και χαθεί και γίνει άφαντη. [432c] Γιατί εδώ κάπου βέβαια είναι κρυμμένη. Κοίτα λοιπόν και βάλε όλη σου την προσοχή μήπως τυχόν τη δεις εσύ πρωτύτερα και με ειδοποιήσεις κι εμένα.
Μακάρι να μπορούσα· θα ήταν καλύτερα για μένα, αν μ᾽ έπαιρνες για ακόλουθό σου, για να μπορώ να βλέπω όσα θα μου δείχνεις εσύ.
Κάμε λοιπόν μαζί μου την προσευχή σου κι ακολούθα με.
Έτσι θα κάμω, μόνο τράβα μπρος.
Ναι, μα πολύ κακοπέραστος μου φαίνεται ο τόπος και ολοΐσκιωτος· μεγάλη αλήθεια η σκοτεινιά και δύσκολα θα μπορέσομε να ψάξομε. Αλλά όμως ας προχωρήσουμε.
[432d] Εμπρός λοιπόν.

Η δικαιοσύνη και η αδικία μέσα στη ζωή της πολιτείας
Κι εγώ, αφού κοίταξα δεξιά αριστερά, α, α, φώναξα, Γλαύκων, σαν να μου φαίνεται πως είμαστε πάνω σε κάτι χνάρια και πολύ πιστεύω πως δε θα μας ξεφύγει έτσι εύκολα.
Χαράς ευαγγέλια λοιπόν.
Μα πώς αλήθεια την πάθαμε σα βλάκες!
Τί πράγμα πάθαμε;
Ώρες τώρα απαρχής μου φαίνεται πως κυλιόταν μπρος στα πόδια μας και μεις, οι γελοίοι, δεν το βλέπαμε· καθώς μερικοί κάποτε ψάχνουν να βρουν [432e] κάτι που κρατούν στο χέρι τους, έτσι κι εμείς δε στρέφαμε τα μάτια μας αμέσως απάνω του, μα κάπου αλλού μακριά, έτσι που ίσως και να μας ξέφευγε.
Τί εννοείς δηλαδή;
Να· μου φαίνεται πως ενώ τόση ώρα μιλούσαμε και ακούαμε γι᾽ αυτό το πράγμα, δε μπορούσαμε να καταλάβομε κι εμείς οι ίδιοι πως γι᾽ αυτό κατά κάποιο τρόπο μιλούσαμε.
Είναι πολύ μακρύ το προοίμιο για έναν που έχει τόση επιθυμία ν᾽ ακούσει.