Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2017

ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ: Βίοι Φιλοσόφων - Θαλῆς (1.33-1.37)

Ἕρμιππος δ᾽ ἐν τοῖς Βίοις εἰς τοῦτον ἀναφέρει τὸ λεγόμενον ὑπό τινων περὶ Σωκράτους. ἔφασκε γάρ, φασί, τριῶν τούτων ἕνεκα χάριν ἔχειν τῇ Τύχῃ· πρῶτον μὲν ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον, εἶτα ὅτι ἀνὴρ καὶ οὐ γυνή, τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος.

[1.34] λέγεται δ᾽ ἀγόμενος ὑπὸ γραὸς ἐκ τῆς οἰκίας, ἵνα τὰ ἄστρα κατανοήσῃ, εἰς βόθρον ἐμπεσεῖν καὶ αὐτῷ ἀνοιμώξαντι φάναι τὴν γραῦν· «σὺ γάρ, ὦ Θαλῆ, τὰ ἐν ποσὶν οὐ δυνάμενος ἰδεῖν τὰ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ οἴει γνώσεσθαι;» οἶδε δ᾽ αὐτὸν ἀστρονομούμενον καὶ Τίμων, καὶ ἐν τοῖς Σίλλοις ἐπαινεῖ αὐτὸν λέγων·
οἷόν θ᾽ ἑπτὰ Θάλητα σοφῶν σοφὸν ἀστρονόμημα.
Τὰ δὲ γεγραμμένα ὑπ᾽ αὐτοῦ φησι Λόβων ὁ Ἀργεῖος εἰς ἔπη τείνειν διακόσια. ἐπιγεγράφθαι δ᾽ αὐτοῦ ἐπὶ τῆς εἰκόνος τόδε·
τόνδε Θαλῆν Μίλητος Ἰὰς θρέψασ᾽ ἀνέδειξεν
ἀστρολόγον πάντων πρεσβύτατον σοφίῃ.

[1.35] Τῶν τε ᾀδομένων αὐτοῦ εἶναι τάδε·
οὔ τι τὰ πολλὰ ἔπη φρονίμην ἀπεφήνατο δόξαν·
ἕν τι μάτευε σοφόν,
ἕν τι κεδνὸν αἱροῦ·
βύσεις γὰρ ἀνδρῶν κωτίλων γλώσσας ἀπεραντολόγους.
Φέρεται δὲ καὶ ἀποφθέγματα αὐτοῦ τάδε·
πρεσβύτατον τῶν ὄντων θεός· ἀγένητον γάρ.
κάλλιστον κόσμος· ποίημα γὰρ θεοῦ.
μέγιστον τόπος· ἅπαντα γὰρ χωρεῖ.
τάχιστον νοῦς· διὰ παντὸς γὰρ τρέχει.
ἰσχυρότατον ἀνάγκη· κρατεῖ γὰρ πάντων.
σοφώτατον χρόνος· ἀνευρίσκει γὰρ πάντα.
οὐδὲν ἔφη τὸν θάνατον διαφέρειν τοῦ ζῆν. «σὺ οὖν,» ἔφη τις, «διὰ τί οὐκ ἀποθνήσκεις;» «ὅτι,» ἔφη, «οὐδὲν διαφέρει.»

[1.36] πρὸς τὸν πυθόμενον τί πρότερον γεγόνοι, νὺξ ἢ ἡμέρα, «ἡ νύξ,» ἔφη, «μιᾷ ἡμέρᾳ πρότερον.» ἠρώτησέ τις αὐτὸν εἰ λάθοι θεοὺς ἄνθρωπος ἀδικῶν· «ἀλλ᾽ οὐδὲ διανοούμενος,» ἔφη. πρὸς τὸν μοιχὸν ἐρόμενον εἰ ὀμόσαι μὴ μεμοιχευκέναι, «οὐ χεῖρον,» ἔφη, «μοιχείας ἐπιορκία.» ἐρωτηθεὶς τί δύσκολον, ἔφη, «τὸ ἑαυτὸν γνῶναι·» τί δὲ εὔκολον, «τὸ ἄλλῳ ὑποθέσθαι·» τί ἥδιστον, «τὸ ἐπιτυγχάνειν·» τί τὸ θεῖον, «τὸ μήτε ἀρχὴν ἔχον μήτε τελευτήν.» τί δύσκολον εἴη τεθεαμένος ἔφη, «γέροντα τύραννον.» πῶς ἄν τις ἀτυχίαν ῥᾷστα φέροι, «εἰ τοὺς ἐχθροὺς χεῖρον πράσσοντας βλέποι·» πῶς ἂν ἄριστα καὶ δικαιότατα βιώσαιμεν, «ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν·»

[1.37] τίς εὐδαίμων, «ὁ τὸ μὲν σῶμα ὑγιής, τὴν δὲ ψυχὴν εὔπορος, τὴν δὲ φύσιν εὐπαίδευτος.» φίλων παρόντων καὶ ἀπόντων μεμνῆσθαί φησι· μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζεσθαι, ἀλλὰ τοῖς ἐπιτηδεύμασιν εἶναι καλόν. «μὴ πλούτει,» φησί, «κακῶς, μηδὲ διαβαλλέτω σε λόγος πρὸς τοὺς πίστεως κεκοινωνηκότας.» «οὓς ἂν ἐράνους εἰσενέγκῃς,» φησί, «τοῖς γονεῦσιν, τοὺς αὐτοὺς προσδέχου καὶ παρὰ τῶν τέκνων.» τὸν Νεῖλον εἶπε πληθύειν ἀνακοπτομένων τῶν ῥευμάτων ὑπὸ τῶν ἐτησίων ἐναντίων ὄντων.

***
Ο Έρμιππος στου Βίους του αποδίδει στον Θαλή αυτό που από κάποιους λέγεται για τον Σωκράτη· λένε δηλαδή ότι ο Θαλής συνήθιζε να λέει πως για τρία πράγματα ευγνωμονούσε την Τύχη: «πρώτον γιατί γεννήθηκα άνθρωπος και όχι ζώο, δεύτερον γιατί γεννήθηκα άντρας και όχι γυναίκα, τρίτον γιατί γεννήθηκα Έλληνας και όχι βάρβαρος».

[1.34] Λένε, επίσης, ότι, όταν κάποτε μια γριά γυναίκα τον οδηγούσε έξω από το σπίτι για να παρατηρήσει τα άστρα, αυτός έπεσε σ᾽ ένα χαντάκι· όταν λοιπόν έβαλε τις φωνές, η γριά τού είπε: «Εσύ, δηλαδή, Θαλή, φαντάζεσαι πως θα μπορέσεις να γνωρίσεις όσα είναι ψηλά στον ουρανό, τη στιγμή που δεν μπορείς να δεις όσα είναι μπροστά στα πόδια σου;» Ως αστρονόμο ξέρει τον Θαλή και ο Τίμωνας, που τον επαινεί στους Σίλλους του λέγοντας:
Σαν τον Θαλή, απ᾽ τους Εφτά Σοφούς τον σοφό αστρονόμο.
Τα γραφτά του, λέει ο Αργείτης Λόβωνας, εκτείνονται σε διακόσιους στίχους. Στο άγαλμά του λένε πως υπήρχε η εξής επιγραφή:
Αυτόν εδώ τον Θαλή η Ιωνική τον γέννησε η Μίλητος,
που τον ανέδειξε αστρονόμο τον πιο σοφό απ᾽ όλους.

[1.35] Ιδού και ένα από τα τραγούδια του που τραγουδιούνταν στα συμπόσια:
Τα λόγια τα πολλά δεν δείχνουν φρόνηση·
μια μόνο σοφία να ζητάς·
ένα μόνο καλό να διαλέγεις·
έτσι μονάχα θα κλείσεις
των φλύαρων ανθρώπων τα απύλωτα στόματα.
Ως δικά του φέρονται και τα εξής αποφθέγματα:
Απ᾽ όλα τα όντα το πιο παλιό είν᾽ ο θεός, αφού είν᾽ αγέννητος.
Το ομορφότερο είναι το σύμπαν, ως δημιούργημα του θεού.
Το πιο μεγάλο είν᾽ ο χώρος, αφού χωράει τα πάντα.
Το πιο γρήγορο είν᾽ ο νους, που διατρέχει τα πάντα.
Το πιο δυνατό είν᾽ η ανάγκη, που κυβερνάει τα πάντα.
Το πιο σοφό είν᾽ ο χρόνος: αυτός ανακαλύπτει τα πάντα.
Ο θάνατος, έλεγε, δεν διαφέρει σε τίποτε από τη ζωή. «Και τότε», του είπε κάποιος, «εσύ γιατί δεν πεθαίνεις;» «Γιατί», είπε, «δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ των δύο».

[1.36] Σε κάποιον που τον ρώτησε τί έγινε πρώτα, η νύχτα ή η μέρα, έδωσε την απάντηση: «Η νύχτα, κατά μία μέρα νωρίτερα». Κάποιος τον ρώτησε αν ένας άνθρωπος που κάνει αδικία ξεφεύγει την προσοχή των θεών. «Ούτε όταν τη σκέφτεται», ήταν η απάντηση του. Στον μοιχό που τον ρώτησε αν έπρεπε να ορκιστεί ότι δεν διέπραξε μοιχεία, απάντησε: «Ο ψεύτικος όρκος δεν είναι χειρότερος από τη μοιχεία». Όταν ρωτήθηκε τί είναι δύσκολο, έδωσε απάντηση: «Το να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του». «Και τί είναι εύκολο;» «Το να δίνει κανείς συμβουλές στον άλλον». «Το πιο ευχάριστο;» «Οι επιτυχίες». «Τί είναι το θείο;» «Αυτό που δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος». Στην ερώτηση τί παράξενο και ιδιότροπο πράγμα είδε στη ζωή του, απάντησε «Γέρο τύραννο». «Πώς θα μπορούσε κανείς να υπομείνει με τον πιο εύκολο τρόπο μια ατυχία;» «Αν βλέπει τους εχθρούς του να βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση». «Πώς θα μπορούσαμε να ζούμε όσο γίνεται σωστότερα και όσο μπορούμε πιο δίκαια;» «Αν δεν κάνουμε οι ίδιοι αυτό που κατηγορούμε στους άλλους.»

[1.37] «Ποιός είναι ευτυχισμένος;» «Αυτός που έχει υγιές σώμα, γερό μυαλό και καλλιεργημένη φύση». Τους φίλους, λέει, πρέπει να τους θυμάται κανείς και όταν είναι κοντά του και όταν βρίσκονται μακριά του. Να μην καλλωπίζουμε την εξωτερική μας εμφάνιση, αλλά να κοιτάζουμε να είμαστε ωραίοι στη συμπεριφορά μας. «Να μην πλουτίζεις», λέει «με άσχημο τρόπο, ούτε να επιτρέπεις διαβολές να σε επηρεάζουν σε βάρος προσώπων που κέρδισαν την εμπιστοσύνη σου». «Ό,τι πρόνοιες», λέει, «θα λάβεις εσύ για τους γονείς σου, τις ίδιες να περιμένεις κι από τα παιδιά σου». Τις πλημμύρες του Νείλου τις εξηγούσε λέγοντας πως τα ρεύματα του νερού εμποδίζονται από τους ετησίες ανέμους, που φυσούν αντίθετα.

Οι σοφιστές και η διδασκαλία της πολιτικής και της ρητορικής τέχνης

Τι ακριβώς ήθελαν να κάνουν οι σοφιστές;
Ήθελαν πρώτα να διδάξουν πώς να μιλά κανείς δημόσια, πώς να υπερασπίζεται τις ιδέες του στην εκκλησία του δήμου ή στο δικαστήριο" πρώτος τους στόχος ήταν λοιπόν η διδασκαλία της ρητορικής. Σε μιαν εποχή, όπου όλα -οι δίκες, η πολιτική επιρροή, οι κρατικές αποφάσεις- εξαρτιόνταν από το λαό και ο ίδιος ο λαός εξαρτιόταν από τον προφορικό λόγο, ήταν ουσιαστικό το να ξέρει κανείς να μιλήσει δημόσια, να προβάλει επιχειρήματα, να συμβουλέψει τους συμπολίτες του στο πεδίο της πολιτικής. Όλα αυτά αποτελούσαν σύνολο και πρόσφεραν το κλειδί για μιαν αποτελεσματική δράση.
 
Έτσι εξηγούνται οι αποκλίσεις που παρουσιάζονται στους ορισμούς και ο­φείλονται κυρίως στις αποχρώσεις: συμβαίνει πραγματικά, ο Γοργίας να αυτο-προσδιορίζεται, στον Πλάτωνα, ως διδάσκαλος της ρητορικής και ο Πρωταγό­ρας ως διδάσκαλος της πολιτικής. Ο ένας αναφέρεται στη "ρητορική τέχνη" (Γοργίας 449α) και παραδέχεται ότι τελικά η τέχνη του αφορά τις συζητήσεις στα δικαστήρια και στην εκκλησία του δήμου" ο άλλος παραδέχεται ότι διδάσκει την "πολιτική τέχνη" (Πρωταγόρας 319α), και ακόμα διευκρινίζει ότι στόχος της διδασκαλίας του είναι να ξέρει κανείς να χειρίζεται τις υποθέσεις, και τις δικές του και της πόλης. Ωστόσο, η τέχνη να αποφασίζει κανείς ο ίδιος και να συμβουλεύει τους άλλους στηρίζεται στην ικανότητα του να ανακαλύπτει και να προβάλλει επιχειρήματα —και ο Πρωταγόρας έγραψε πολλά για την επιχειρηματολογία. Είναι λοιπόν βέβαιο ότι η διαφορά που βλέπουμε στους ορισμούς εκφράζει το διαφορετικό προσανατολισμό των δύο σοφιστών όμως το ίδιο βέβαιο είναι ότι η ρητορική και η πολιτική συνδέονται στενά, καθώς η πρώτη οδηγεί στη δεύτερη και της προσφέρει όλα της τα όπλα. Για το σκοπό αυτόν η ρητορική σφυρηλατούσε κανόνες, συνταγές, μιαν ολόκληρη τεχνική —και η λέξη "τέχνη", που χρησιμοποιείται τόσο για τη ρητορική όσο και για την πολιτική, εκφράζει ακριβώς τόσο τη φιλοδοξία των σοφιστών να δημιουργήσουν μια μέθοδο όσο και την αίσθηση ότι το είχαν πετύχει.
 
Η επιτυχία στην πράξη ήταν λοιπόν εξαρχής στόχος της σοφιστικής διδασκαλίας. Επιμένοντας ότι όλοι μπορούσαν να την προσεγγίσουν και να επιτύχουν, οι σοφιστές άνοιγαν τα πεδία του λόγου για τον οποιονδήποτε. Η πελατεία των σοφιστών μπορεί να μη δημιουργεί την εντύπωση μιας πραγματικής κοινωνικής ανανέωσης, αλλά η δυνατότητα να αναδειχτούν με τη σοφιστική νέοι άνθρωποι σε ηγετικές θέσεις ήταν εξασφαλισμένη. Στο μεταξύ είχε δημιουργηθεί, και κωδικοποιηθεί, ένας καινούριος τομέας σπουδών.
 
Ωστόσο, ο ολοφάνερα πρακτικός στόχος δεν ήταν και ο μόνος στόχος της σοφιστικής, όπως και αυτός ο ρητορικός συνάμα και πολιτικός τομέας σπουδών δεν αποτελούσε τη μοναδική νέα προοπτική που πρόσφεραν οι σοφιστές. Μιλώντας για καλή διαχείριση των προσωπικών και των κρατικών υποθέσεων, ο ορισμός του Πρωταγόρα προϋποθέτει ένα νοητικό περιεχόμενο, μια σοφία και μιαν εμπειρία, αποτέλεσμα της τέχνης όσων ξέρουν να κατευθύνουν σωστά τις ιδέες τους. Αυτό το νοητικό περιεχόμενο δεν είναι, από τα πράγματα, δυνα­τό να ξεχωρίσει από την καθαυτό ρητορική, για δυο λόγους.
 
Είναι πρώτα φανερό ότι το να ξέρει κανείς να αναλύει μια κατάσταση με τα σωστά επιχειρήματα μπορεί να χρησιμέψει τόσο για να καθορίσει ο ίδιος τη θέση του όσο και για να πείσει τους άλλους. Ο Πρωταγόρας το θεωρεί αυτονόητο, και αργότερα ο Ισοκράτης θα το διακηρύξει ξεκάθαρα και με αρχοντιά στο εγκώμιο του λόγου, που επαναλαμβάνεται δυο φορές στο έργο του (Πρός Νικοκλέα 5-9 και Περί Ἀντιδόσεως 253-257): Οι αποδεικτικές αρχές που χρησιμοποιούμε, όταν μιλούμε, για να πείσουμε τους άλλους είναι οι ίδιες που χρησιμοποιούμε στους προσωπικούς μας συλλογισμούς· ονομάζουμε καλούς ρήτορες όσους μπορούν να απευθύνουν το λόγο στα πλήθη, καλόγνωμους όμως θεωρούμε όσους ξέρουν να ζυγιάσουν μέσα τους τα πράγματα σωστά.
 
Οι νεαροί Αθηναίοι μπορούσαν να διδαχτούν ένα επάγγελμα από ειδικευμένο δάσκαλο —να γίνουν γιατροί, γλύπτες, αρχιτέκτονες, καπετάνιοι, ή να μάθουν κάποιαν άλλη τέχνη από αυτές που τόσο συχνά χρησιμοποιούνται ως σημεία αναφοράς για τις συγκρίσεις στους πλατωνικούς λόγους. Όμως η συστηματική θεωρητική μόρφωση ήταν ανύπαρκτη. Οι Αθηναίοι διδάσκονταν από τη ζωή, κοιτάζοντας γύρω τους.
 
Και να που έρχονται ως περιοδεύοντες διδάσκαλοι οι σοφιστές. Προσφέρουν και πουλούν τη θεωρητική μόρφωση. Διδάσκουν τους πολίτες να μιλούν, να σκέπτονται, να κρίνουν -αυτά που είναι υποχρεωμένοι να κάνουν όλη τους τη ζωή. Διδάσκουν τους νέους, που έχουν ήδη ολοκληρώσει την παραδοσιακή τους μόρφωση. Τους προσφέρουν κάτι διαφορετικό από τη μουσική και την άθληση, διαφορετικό ακόμα και από τους ποιητές του παρελθόντος. Τους οπλίζουν για την επιτυχία, για μιαν επιτυχία που δε βασίζεται στη δύναμη ή στη γενναιότητα, αλλά στην ενεργοποίηση της νόησης.
 
Η ενεργοποίηση της νόησης ήταν στοιχείο κοινό στους σοφιστές και στους φιλοσόφους· όμως οι σοφιστές την ασκούσαν σε καινούριο πλαίσιο και για νέους στόχους. Αυτοί οι διδάσκαλοι δεν ήταν θεωρητικοί, που αναζητούσαν απλά και μόνο τη μεταφυσική αλήθεια, όπως οι φιλόσοφοι· η διδασκαλία τους ήταν και πρακτική, το ίδιο αποτελεσματική στη ζωή, έλεγαν, όσο η επαγγελματική κατάρτιση. Μόνο που η εμβέλεια της ξεπερνούσε το πλαίσιο των επαγγελμάτων: αποτελούσε «τέχνη» προορισμένη για τον πολίτη.
 
Όλα αυτά εξηγούν τις δυσκολίες που φαίνεται να αντιμετώπισαν οι σύγχρονοι των σοφιστών, όταν προσπάθησαν να ορίσουν την καινούρια διδασκαλία· εξηγούν τους δισταγμούς του νεαρού Ιπποκράτη στον Πρωταγόρα, που όμως τρέχει να συναντήσει το διδάσκαλο, και τις διαφορές που παρουσιάζουν οι τυποποιημένες εκφράσεις των σοφιστών, όταν οι ίδιοι μιλούσαν για το έργο τους. Εξηγεί ακόμα και παρατηρήσεις σαν του Πρωταγόρα, που είπε ότι η σοφιστική υπήρχε από παλιά, ανομολόγητη όμως, κρυμμένη πίσω από διάφορα προσωπεία: το προσωπείο της ποίησης, της μύησης και της προφητείας, ή ακόμα και της γυμναστικής και της μουσικής (316(1-6). Η σοφιστική διδασκαλία ήταν η κατεξοχήν διδασκαλία και η πραγματική μόρφωση για τον άνθρωπο" μπορεί κανείς να πει ότι λίγο πολύ κρυβόταν μέσα στις προγενέστερες μορφές της εκπαίδευσης, αλλά ο Πρωταγόρας είναι ο πρώτος που ζητούσε να της δοθεί ξεχωριστή θέση και να αναγνωριστεί η αυτονομία της.
 
Αν έτσι είχαν τα πράγματα, καταλαβαίνουμε τη διπλή περηφάνια των σοφιστών. Από την άποψη ότι στο πεδίο τους δεν είχαν ούτε προκατόχους ούτε ανταγωνιστές, έκριναν ότι διδακτικά τους ανήκει ολόκληρη η πνευματική καλλιέργεια του ανθρώπου. Σε αντίθεση με την επαγγελματική κατάρτιση, τα μαθήματα τους δεν προορίζονταν να εκπαιδεύσουν μελλοντικούς σοφιστές, αλλά καλούς ρήτορες, άξιους πολίτες και ενημερωμένους ανθρώπους —η παιδεία τους δεν είχε όρια. Και όμως, αντίστροφα, οι σοφιστές ισχυρίζονταν ότι μπορούσαν να μεταδώσουν τη διδασκαλία τους άμεσα και αποτελεσματικά" και μιλούσαν για μια ρητορική ή πολιτική τέχνη, σαν να πρόκειται για καθορισμένη τεχνική, με γνωστούς κανόνες, που καθένας μπορούσε άνετα να τη μάθει.

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΔΥΝΑΜΗΣ

Η  αυτοπεποίθηση του πολεμιστή δεν έχει σχέση με την αυτοπεποίθηση  του μέσου ανθρώπου Ο μέσος  άνθρωπος αναζητά την σιγουριά στα μάτια  τρίτων  και αυτό το ονομάζει  αυτοπεποίθηση. Ο πολεμιστής  αναζητά  την τελειότητα  στα δικά του  μάτια   και αυτό το ονομάζει ταπεινότητα  Ο   μέσος  άνθρωπος  είναι  αγκιστρωμενος  στους  συνανθρώπους του, ενώ ο   πολεμιστής  είναι αγκιστρωμενος μόνο  στο άπειρο.

Υπάρχουν  πάρα  πολλά πράγματα  τα οποία  μπορεί να κάνει ένας πολεμιστής σε κάποια  συγκεκριμένη στιγμή και τα οποία πριν από χρόνια δε μπορούσε να κάνει. Κι αυτό δεν συμβαίνει γιατί άλλαξε   η φύση αυτών καθαυτών των πραγμάτων. Αυτό που άλλαξε είναι η άποψη του  για τον εαυτό του.
 
Ο  μοναδικός  τρόπος  δράσης που είναι δυνατό  να ακολουθήσει  ένας πολεμιστής  είναι, να ενεργεί  με συνέπεια και χωρίς  επιφυλάξεις. Ξέρει  αρκετά  για το  μονοπάτι του  πολεμιστή,   ώστε να δράσει σύμφωνα με αυτό, αλλά  οι παλιές του συνήθειες  μπορεί να σταθούν εμπόδιο  στο  δρόμο του.   Αν ένας   πολεμιστής πρόκειται να επιτύχει σε κάτι, η επιτυχία  πρέπει  να έρθει γαλήνια, μετά από μεγάλη προσπάθεια, αλλά χωρίς άγχη ή ιδεοληψία
 
Ο  εσωτερικός  διάλογος  είναι αυτό που  κρατάει  τους  ανθρώπους  στον  κόσμο της  καθημερινότητας. Ο κόσμος είναι έτσι ή είναι αλλιώς, μόνο  και  μόνο επειδή συζητάμε με τους εαυτούς μας  σχετικά με το αν είναι  έτσι ή αλλιώς. Η δίοδος που οδηγεί στον κόσμο των σαμάνων  ανοίγει μόνο αφού  ο πολεμιστής  έχει μάθει  να σταμάτα  τον εσωτερικό  του διάλογο.
 
Η  αλλαγή  της  αντίληψης  μας για τον κόσμο,  είναι   η ουσία του  σαμανισμού. Και το σταμάτημα του  εσωτερικού μας διαλόγου είναι ο μόνος τρόπος για να το επιτύχουμε. Όταν  ένας πολεμιστής  μαθαίνει  να σταμάτα τον εσωτερικό  διάλογο, όλα  γίνονται   δυνατά   και τα πιο παράδοξα σχήματα γίνονται προσιτά
 
ΚΑΡΛΟΣ ΚΑΣΤΑΝΕΝΤΑ

Οι κοινές δραστηριότητες φέρνουν κοντά την οικογένεια

Υπάρχει ένα δέντρο. Αναδύεται από τις ρίζες του και μεγαλώνει ολοένα και πιο πολύ, φυτρώνουν νέα κλαδιά και σκορπούν καινούργια φύλλα πάνω σ’ αυτά. Τ’ αποτελέσματα απ’ το ατέρμονο μεγάλωμα του δέντρου είναι δύο: όσο πιο καινούργιο είναι το κάθε κλαδί που εμφανίζεται, τόσο περισσότερο απέχει απ’ τις ρίζες του δέντρου και τα φύλλα κάθε κλαδιού, εκ των πραγμάτων, συνδέονται περισσότερο με τα φύλλα που βρίσκονται στο ίδιο κλαδί μ’ αυτά. Έτσι ακριβώς συμβαίνει και με το μεγάλωμα του οικογενειακού δέντρου. Όσο πιο νέα είναι τα κλαδιά του, τόσο περισσότερο αποξενωμένα είναι απ’ τις ρίζες τους κι είναι επίσης αλήθεια, πως τα φύλλα κάθε κλαδιού, άρα τα νέα μέλη της οικογένειας, είναι περισσότερο συνδεδεμένα με τα μέλη του ίδιου κλαδιού και μπορούν ν’ αποτελέσουν μαζί μια νέα κι αυτόνομη οικογένεια.

Μ’ αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, κάθε κλαδί μπορεί ν’ αποκτήσει τα δικά του φύλλα και τη δική του οικογένεια, να προσκολληθεί σ’ αυτήν και να βάλει σε υποδεέστερη μοίρα τα υπόλοιπα κλαδιά του οικογενειακού του δέντρου. Όταν τα νέα μέλη, επομένως, δημιουργούν τη δική τους οικογένεια, τότε τείνουν πολλές φορές να απομακρύνονται από μέλη της οικογένειάς τους, που μπορεί μέχρι τότε να ήταν στενά και βαθιά συνδεδεμένα.

Τα νέα προβλήματα που επωμίζονται με τη δημιουργία του δικού τους, αυτόνομου κλαδιού, δεν τους επιτρέπουν να ασχοληθούν το ίδιο με την οικογένειά τους, σαν σύνολο. Προτεραιότητα έχει η εξάλειψη των δυσκολιών που έχουν τα φύλλα τους κι έτσι, ο χρόνος που απομένει για να βρεθούν ουσιαστικά με τα υπόλοιπα μέλη, είναι δικαιολογημένα περιορισμένος πια.

Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, στη λίστα σημαντικότητας που υπάρχει άτυπα μέσα τους, έρχονται πρώτα τα φύλλα-μέλη του κλαδιού τους. Στην προσπάθειά τους να τα συντηρήσουν και να τα υπερασπιστούν όσο το δυνατόν περισσότερο, μπορεί να δημιουργηθούν αντιπαραθέσεις και διχασμοί με τα υπόλοιπα κλαδιά κι αυτός είναι ένας ακόμη λόγος, που μπορεί ν’ απομακρύνει τις οικογένειες, όσο αυτές μεγαλώνουν.

H μεγάλη απόσταση των νέων κλαδιών απ’ τις ρίζες τους είναι μια άλλη σοβαρή αιτία, που κάνει τα καινούργια μέλη της οικογένειας ν’ απαξιώνουν και να υποβαθμίζουν τους οικογενειακούς θεσμούς και να μην τους ενδιαφέρει η σημαντικότητα της ένωσης ολόκληρης της οικογένειας. Απομακρύνονται, έτσι, οικειοθελώς απ’ τα υπόλοιπα κλαδιά κι αποκτούν τυπικές σχέσεις, με τα μέλη τους.

Oι οικογενειακοί δεσμοί, επομένως, μπορεί να πληγούν κι η ένωσή τους να αποδυναμωθεί σημαντικά. Οι οικογένειες απομακρύνονται απ’ τα ίδια τα μέλη τους και μερικές φορές η αποξένωσή τους φτάνει σε τόσο μεγάλο βαθμό, που οι σχέσεις τους μπορεί να περιοριστούν σε τυπικούς χαιρετισμούς, ή και να εκμηδενιστούν ακόμη.

Προκειμένου ν’ αποφευχθεί, λοιπόν, η ολοκληρωτική διάλυση της οικογένειας, δεν πρέπει να σταματούν οι κοινές δραστηριότητες που θα συντηρούν τις σχέσεις μεταξύ των μελών της. Μια μαζική σύναξη, ένα οικογενειακό τραπέζι, για παράδειγμα, θα διατηρήσει την επαφή και την οικειότητα ανάμεσα στην οικογένεια και θ’ αποτρέψει την αποδυνάμωση της σπουδαιότητάς της.
Πρέπει να παρατηρήσουμε, τέλος, πως η αξία του οικογενειακού δέντρου δεν πρέπει να υποτιμάται ως σύνολο, αλλά να θεωρείται σαν απαραίτητο στήριγμα για την αυτόνομη ύπαρξη του κάθε κλαδιού και των φύλλων του. Γιατί, όταν ένα δέντρο κόβεται απ’ τις ρίζες του, τότε τα κλαδιά και τα φύλλα του, σταματούν κι αυτά να υπάρχουν.

Κηδεμόνες του εαυτού σας

Με την ανάληψη της ευθύνης αυτών που αισθανόμαστε και παίρνοντας το μέρος του παιδιού που υπάρχει μέσα μας, ξυπνάμε το δημιουργικό δυναμικό μας και ανοιγόμαστε προς εμπειρίες που ομορφαίνουν τη ζωή μας. Το εσωτερικό μας παιδί ενσαρκώνει μια ικανότητα ζωογόνησης και ύπαρξης, την οποία, σε μεγάλο βαθμό, ο ενήλικος έχει χάσει. Αυτό το παιδί έχει ανάγκη να αναπτυχθεί πλήρως. Για να μεγαλώσει έχει ανάγκη από έναν νέο γονέα που θα καλύψει τις ελλείψεις των βιολογικών του γονιών.

Η κηδεμονία του ίδιου μας του εαυτού είναι να μάθουμε να φροντίζουμε και να δείχνουμε στοργή στο εσωτερικό μας παιδί. Όσο περισσότερο αγαπώ το εσωτερικό μου παιδί, τόσο περισσότερο με αγαπά, σε αντάλλαγμα, η ζωή. Το να γίνει κανείς καλός γονέας για τον ίδιο του τον εαυτό, απαιτεί να ακούει τον εσωτερικό του πιλότο. Είναι δύσκολο να ακούει τη φωνή του μέσα στον ορυμαγδό που επικρατεί στον νου. Η απόσυρση στον εαυτό διευκολύνει να ακουστεί αυτός ο δραστήριος και συμπονετικός καθοδηγητής.

Οι εργασίες των Αμερικανών ψυχολόγων Malcolm Owen Slavin και Daniel Krieqman επιβεβαίωσαν ότι, από την παιδική ηλικία, ο αληθινός εαυτός κρύβεται εν μέρει, προκειμένου να διαφυλάξει τις πραγματικές ανάγκες και τις δημιουργικές δυνάμεις του ατόμου, όταν αυτές δεν μπορούν να εκφραστούν. Το παιδί εξαρτάται από τους άλλους και προσαρμόζεται προκειμένου να έχει τη συναισθηματική τροφή που είναι αναγκαία για την ανάπτυξή του, ακόμη και αν αυτή η τροφή είναι φτωχή και συνοδεύεται από κακομεταχείριση.

Η απόκρυψη του αληθινού εαυτού διαιωνίζεται στην ενήλικη ζωή, όσο το άτομο παραμένει αγκιστρωμένο στα γονικά του πρόσωπα, ελπίζοντας κρυφά ότι μια μέρα θα πάρει αυτό που τόσο του έλειψε. Η απατηλή ελπίδα ότι όλα θα διορθωθούν από τους γονείς του, συντηρεί στον καθένα ένα συναισθηματικό κράμα φτιαγμένο από φόβο, θυμό και θλίψη. Το παιδί διαθέτει ένα μυαλό ευαίσθητο που απορροφά τα πάντα. Για να συνεχίσει την ανάπτυξή του, δεν έχει άλλη επιλογή από το να καταπνίξει αυτά που αισθάνεται ώστε να βρίσκεται σε συμφωνία με την εικόνα που οι γονείς του έχουν γι’ αυτό. Μαθαίνει να απωθεί τον πόνο και τους φόβους του.

Ενήλικος πλέον, όταν τα παιδικά του συναισθήματα επανεμφανίζονται, ενεργοποιούνται εκ νέου και οι στρατηγικές επιβίωσης που είχαν πρώιμα αποκτηθεί. Ως εκ τούτου, το να γίνει κάποιος καλός γονέας για τον ίδιο του τον εαυτό δεν είναι κάτι ενστικτώδες. Η πρώτη αντίδραση του ενήλικου απέναντι στα συναισθήματα του πληγωμένου παιδιού μέσα του είναι:

Η απώθηση ή η άρνηση με ένα μήνυμα του τύπου: «Δεν έχω αναμνήσεις», «Είχα ωραία παιδικά χρόνια».
Η απόρριψη: «Σταμάτα», «Αυτό είναι γελοίο».
Η μοιρολατρία: «Ναι, και λοιπόν, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα».
Η κριτική ή η καταδίκη: «Δεν είμαι ευγενικός», «Κατακρίνω τα πάντα».
Η εκλογίκευση: «Έχω υποφέρει λιγότερο απ’ ότι άλλοι». «Οι γονείς μου έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν», «Έτσι ήταν τότε».

Όλες αυτές οι στρατηγικές είναι το σημάδι της δυσκολίας να γίνει κάποιος ο δικός του γονιός. Φανερώνουν μια νοσηρή προσκόλληση στα γονικά πρόσωπα και στις επιβλαβείς αρχές διαπαιδαγώγησης που υπόμεινε στην παιδική ηλικία. Ο καλός γονέας για τον ίδιο τον εαυτό συναισθάνεται και φροντίζει στοργικά για τις ανάγκες του αληθινού Εαυτού. Αυτό είναι το βασικό βήμα για να έχει κάποιος πιο σωστές και ικανοποιητικές σχέσεις.

Η Lucia Capacchione γράφει χαρακτηριστικά: «Σήμερα, είναι παραδεκτό ότι το να κατευθύνουμε όλη μας την προσοχή και την αγάπη (δηλαδή του γονιού που φροντίζει) στους άλλους, σε βάρος του εαυτού μας, μας σπρώχνει να έχουμε σχέσεις συν-εξάρτησης». Η συν-εξάρτηση είναι ένα σύνολο ακατάλληλων συμπεριφορών (να θέλω να αλλάξω τον άλλον, να αγνοώ τις δικές μου ανάγκες, να αναλαμβάνω ρόλο σωτήρα, κ.λ.π) μέσα σε μια σχέση με ένα εξαρτώμενο άτομο.

Ουτοπία η ζωή χωρίς κακία;

Λίγοι είναι οι άνθρωποι που αισθάνονται να αφεθούν, αισθάνονται να εκτεθούν, αισθάνονται να ζήσουν με καθαρά, αγνά συναισθήματα. Γιατί το μόνο που βλέπεις παντού, είναι ανθρώπους που κρατούν ταμπέλες για άλλους ανθρώπους, για να τους ξεχωρίζουν και να τους βάζουν σε κουτάκια, το ένα πλάι στο άλλο, κι αυτό προκαλεί φόβο. Μου θυμίζουν αυτοί οι άνθρωποι, άτομο ψυχικά άρρωστο, που ζει σε έναν ιδεοψυχαναγκασμό και τον ηρεμεί η αδιάκοπη κατηγοριοποίηση!

Άραγε κάπου εκεί στην παράνοιά του, κάπου εκεί στα κουτάκια του, βάζει σε μια θεσούλα κι εκείνον ή εκείνος είναι ο μόνος κατάλληλος να κρίνει και να τοποθετεί ταμπέλες στους άλλους ανθρώπους; Άνθρωποι έτσι, άνθρωποι αλλιώς, άνθρωποι με χίλιους δυο χαρακτηρισμούς. Τους πιάσαμε κι εμείς με τα μολύβια στα χέρια και τους στήσαμε στον τοίχο, τους αποκωδικοποιήσαμε ξανά και ξανά! Όλοι στην πυρά, εμείς στην απέξω να τους βλέπουμε να καίγονται από το δικό μας κάρβουνο…

Όταν κάποιον τον γεμίζεις χαρακτηρισμούς και δεν σταματάς να τον χτυπάς, του αφαιρείς την ελευθερία του, τον χώρο του να πειραματιστεί, του στερείς να πετάξει, γιατί του ξεριζώνεις λίγο λίγο τα φτερά του. Του θυμίζεις συνέχεια τα λάθη του και δεν του αναγνωρίζεις κανένα σωστό! Γιατί τόση λύσσα, τόση μανία με τα αρνητικά των ανθρώπων, λες και δεν έχουν κανένα θετικό;

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ομορφιά από το να έχεις αγαπήσει, αγγίξει, πονέσει, ζήσει χωρίς να μισήσεις ποτέ! Ζωή, χωρίς κακία. Ουτοπία; Τι λες; Αν μπορείς να φθονείς, να κριτικάρεις με τόση ευκολία, τι σε εμποδίζει να αγαπάς και να προβάλεις τα θετικά ενός ατόμου με εξίσου τόση ευκολία; Καληνύχτα πες, ακόμη κι αν έχει πανσέληνο. Για κάποιους είναι μόνο για λυκάνθρωπους, βαμπίρ και αίμα μα, για κάποιους άλλους, είναι η αφορμή για να κουρνιάσεις ακόμη πιο βαθιά σε μια ζέστη αγαπημένη αγκαλιά με τα λάθη της μα και με τα σωστά της…

Αγαπήστε και σταματήστε να βλέπετε παντού ανθρώπους με ταμπέλες! Θα ξεκουράσει, θα γαληνέψει την καρδιά και την ψυχή σας, άλλωστε γι’ αυτό δεν πολεμάμε όλοι;

Μην πληγώνεσαι αν δεν σε αγαπούν. Δεν αξίζει

Να λες στον άνθρωπό σου:

«Σ’ ευχαριστώ για όσα έχεις κάνει για μένα. Που υπάρχεις, που με βασανίζεις. Με βοηθάς να μαθαίνω να σε συγχωρώ»

Η αγάπη είναι το επιστέγασμα και η βάση. Αυτή σκεπάζει όλες τις αρετές. Είναι η ασφάλεια και η σιγουριά ότι πας καλά. Διότι, αν όλα αυτά τα κάνεις χωρίς αγάπη, δεν έχει νόημα. Διότι όλα αυτά τα βρίσκεις κι αλλού: σε αρχαίους φιλοσόφους, ρήτορες, ιδρυτές διάφορων φιλοσοφικών συστημάτων. Είχαν τιθασεύσει, ίσως, το «εγώ» τους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είχαν κι αγάπη.

Αγάπη να ‘χεις. Αγάπη να βγάζεις. Αγάπη ν’ αφήσεις. Κι όσοι θα έρχονται έπειτα από χρόνια κοντά σου και θα σε θυμούνται και θα σε φέρνουν στη σκέψη και στο μυαλό τους, θα λένε: «Α, αυτός ο άνθρωπος είχε αγάπη. Είχε καλοσύνη. Σε κανέναν δεν είπε κάτι κακό ούτε κράτησε σε κάποιον κακία. Λόγο για κάποιον δεν είπε. Δεν τον θυμάμαι να κατηγόρησε, να κατέκρινε. Ποτέ. Το στόμα του έσταζε μέλι. Τα μάτια του, πάντα γεμάτα δάκρυα απ’ τον πόνο των ανθρώπων. Τα πόδια του πήγαιναν συνέχεια εδώ κι εκεί, σε αρρώστους και βασανισμένους».

Αυτό μ’ αρέσει πολύ. Είναι κάτι που ζηλεύω. Είναι το ανώτερο χάρισμα. Έτσι, μείζων δε τούτων, η αγάπη. Το ανώτερο. Σήμερα μιλήσαμε για τα ανώτερα. Καλή δύναμη σου εύχομαι. Κάνε ένα βήμα ν’ αγαπήσεις, να χαρείς, να νιώσεις τον πλούτο αυτής της ομορφιάς μες στην ψυχή σου. Και μην πληγώνεσαι αν δεν σ’ αγαπούν. Δεν αξίζει να στενοχωριέσαι αν δεν σε αγαπούν.

Μην ασχολείσαι με το πώς σου φέρονται οι άλλοι, διότι θα αρρωστήσεις. Μάθε εσύ ν’ αγαπάς. Ανεξαρτήτως του τι κάνουν οι άλλοι. Μάθε εσύ να δίνεις. Σαν τον ήλιο να λάμπεις. 'Ασε τους άλλους. Αν δεν σ’ αγαπούν, δεν πειράζει. Γιατί ούτε κι εσύ αγαπάς πάντα. Αν μάθεις την τέλεια αγάπη, τότε θ’ αγαπάς. Ώσπου να μάθεις, κάνεις λάθη. Έτσι είναι οι άνθρωποι. Μην περιμένεις πολλά απ’ τους ανθρώπους.

Μην απαιτείς και λες: «Εγώ σ’ αγάπησα. Τώρα θέλω κι εσύ να μ’ αγαπάς». Μην κινείσαι έτσι. Εσύ θα τρέφεσαι απ’ αυτή την πηγή, που θα βγαίνει από μέσα σου. Κι αν οι άλλοι σου ανταποδώσουν την αγάπη, θα ‘ναι ωραία. Αν δεν σου την ανταποδώσουν, δεν πειράζει. Μην γκρινιάζεις, γιατί μετά χάνεις αυτό το καλό που κάνεις και είναι μισό. Εσύ θ’ αγαπάς. Αγάπη, αγάπη, αγάπη. Ωραία λέξη. Καλή δύναμη.

Και γράψε αυτή τη λέξη στην καρδιά σου. Λέγε τη και με το στόμα σου. Και πες τη και σήμερα σε κάποιον. Πες τη στο παιδί σου, στη γυναίκα σου, στον άντρα σου, πες τη στα αδέλφια σου. Σε παρακαλώ, σήμερα βρες κάποιον και πες του τη λέξη «σ’ αγαπώ». Σ’ εμένα μην την πεις πάλι. Διότι εγώ το ξέρω. Μου την έχεις ξαναπεί τόσες φορές. Πες την όμως και σε κάποιους που δεν την έχεις πει, γιατί δυσκολεύεσαι. Εκεί θέλω να το πεις. Κι αν σε κοροϊδέψουν και λίγο, δεν πειράζει.

Συνέχισε να τη λες έπειτα από μέσα σου. Μην τη λες με τρόπο που να προκαλείς. Να λες στον άνθρωπό σου: «Σ’ αγαπώ και σ’ ευχαριστώ για όλα όσα έχεις κάνει για μένα. Σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις. Που με βοηθάς. Που με στηρίζεις. Που με βασανίζεις. Και με βοηθάς και με τον τρόπο αυτό να μαθαίνω. Και με βοηθάς να σε υπομένω, να σε συγχωρώ».

Άνταμ Σμίθ vs Κάρλ Μάρξ

Η μορφή του σύγχρονου κόσμου δε διαμορφώθηκε τόσο στα πεδία των μαχών των δυο παγκοσμίων πολέμων όσο στο χώρο όπου συγκρούστηκαν οι δυο μεγάλες οικονομικές θεωρίες: Ο Φιλελευθερισμός και ο Σοσιαλισμός – Κομμουνισμός. Αυτή η σύγκρουση έχει πολλά κοινά στοιχεία με τις αντίστοιχες συγκρούσεις σε επίπεδο ιδεών, όπως του Ηράκλειτου με τον Παρμενίδη και στη συνέχεια του Πλάτωνα με τον Αριστοτέλη. Οι συγκρούσεις αυτές, αν και ήταν θεμελιακές για την ερμηνεία της βαθύτερης ουσίας του κόσμου μόνο υπόγεια και ασυνείδητα επηρέασαν τον ρουν της Ιστορίας.

Αντίθετα, η σύγκρουση ανάμεσα στον Οικονομικό Φιλελευθερισμό και το Σοσιαλισμό – Κομμουνισμό επέφερε ορατές και βίαιες αλλαγές στη ζωή των ανθρώπων, στη μορφή των κρατών –εθνών και γενικότερα του κόσμου ολόκληρου. Κι αυτό, γιατί αυτές οι δυο θεωρίες – ιδεολογίες δεν καθόρισαν μόνο τα οικονομικά δεδομένα του κόσμου αλλά επηρέασαν βαθύτατα την πολιτική, την κοινωνική διάρθρωση αλλά και την ηθική συμπεριφορά των ανθρώπων. Δεν υπάρχει τομέας στη ζωή των πολιτών που να μην σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την αποδοχή της μιας ή της άλλης οικονομικής σχολής και θεωρίας, όπως αυτές προβλήθηκαν από τους οπαδούς τους.

Γεννήτορας του οικονομικού φιλελευθερισμού θεωρείται ο Άνταμ Σμιθ (1723-1790) και του Σοσιαλισμού – Κομμουνισμού ο Καρλ Μαρξ (1818-1883). Βέβαια πρόδρομοι και συνεχιστές και των δυο ρευμάτων υπήρξαν πολλοί, αλλά για λόγους σχηματικούς θα παρακολουθήσουμε την ιδεολογική σύγκρουση των δυο αυτών κορυφαίων διανοητών. Κι αυτό, γιατί η σκέψη και το έργο και των δυο σημάδεψαν ανεξίτηλα τόσο την επιστήμη όσο και την πορεία της παγκόσμιας ιστορίας. Εμβληματικά έργα των δυο αυτών διανοητών υπήρξαν: Ο «Πλούτος των Εθνών» (1776) του Άνταμ Σμιθ και το «Κεφάλαιο» (1867) του Μαρξ.

Ο Άνταμ Σμιθ δεν θεωρήθηκε μόνο σαν ο πατέρας της οικονομικής επιστήμης, αλλά και της «ελεύθερης κοινωνίας» ή του συστήματος του «Iaissez – Faire». Σύμφωνα με όσα καταγράφει ο Άνταμ Σμιθ στον «πλούτο των εθνών» ο άνθρωπος ρέπει στην επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος. Η συμπεριφορά αυτή απορρέει από την ίδια τη φύση του ανθρώπου. Αυτή η δραστηριότητα του ανθρώπου – ως φυσική εκδήλωση – όταν αφεθεί ελεύθερη από παρεμβάσεις και κοινωνικούς σχεδιασμούς, έχει ως τελικό αποτέλεσμα όχι μόνο το ατομικό κέρδος αλλά και το όφελος ολόκληρης της κοινωνίας.

Η επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος είναι αξιολογικά ουδέτερη και γι’ αυτό δεν κρίνεται ως καλή ή κακή, ηθική ή ανήθικη. Είναι μια φυσική ανάγκη γι’ αυτό και η ικανοποίησή της είναι καθ’ όλα θεμιτή και ηθική στο βαθμό βέβαια που η πραγματοποίησή της δεν προξενεί βλάβη στην κοινωνία. Αυτή η επιδίωξη του ατομικού κέρδους συνιστά ένα διαρκές κίνητρο του ανθρώπου που πυροδοτεί κάθε πράξη – συμπεριφορά του με στόχο την ολοκλήρωση (πυραμίδα του Μάσλοου). Ενδεικτικά ο Άνταμ Σμιθ επισημαίνει για τη σχέση ατομικού κέρδους και κοινωνικού συμφέροντος «Δεν οφείλουμε το δείπνο μας ούτε στη γενναιοδωρία του χασάπη, ούτε στην καλοσύνη του μπακάλη ή του φούρναρη, αλλά στην επιδίωξη του προσωπικού τους συμφέροντος».

Σύμφωνα, επίσης, με τον Άνταμ Σμιθ ο άνθρωπος κατευθύνεται από έξι βασικά κίνητρα στη ζωή του: α) την αγάπη προς τον εαυτό του, β) τη συμπάθεια προς τον άλλο, γ) την επιθυμία να είσαι ελεύθερος, δ) την αίσθηση της κατοχής περιουσίας, ε) τη συνήθεια να εργάζεται και στ) την τάση να εμπορεύεται. Με δεδομένα αυτά τα κίνητρα συμπεριφοράς από τη φύση ο άνθρωπος είναι ο καλύτερος κριτής των συμφερόντων του και θα πρέπει να είναι ελεύθερος να τα ικανοποιήσει. Υπάρχει τέτοια ισορροπία μεταξύ αυτών των κινήτρων έτσι ώστε το όφελος του κάθε ατόμου χωριστά να μη συγκρούεται με το καλό των άλλων, αλλά αντίθετα να προκύπτει το γενικό καλό.

Σημαντική παράμετρος των θεωριών του Άνταμ Σμίθ είναι και η θέση του περί ύπαρξης της «αοράτου χειρός». Η «αόρατος χειρ» δεν είναι κάποιος έξωθεν μηχανισμός αλλά η ίδια η φύση του ανθρώπου. Είναι, δηλαδή, η απολύτως φυσική τάση – επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος, η ενδότερη επιθυμία του ανθρώπου για κοινωνική ανέλιξη που συνιστά το βασικό κίνητρο της δράσης του. Βέβαια, η φύση προίκισε τον άνθρωπο με αρκετές ικανότητες και συναισθήματα. Τέτοια είναι η λογική, η φαντασία, η ανθρωπιά και η συμπόνια προς τον πλησίον αλλά και ιδιοτέλεια και αγάπη για τον εαυτό του και μια διακαή επιθυμία για ελευθερία και ιδιοκτησία. Ίσως η «αόρατος χειρ» να είναι το άλλο όνομα της κοινωνικής και οικονομικής «αυτορρύθμισης» που συνιστά και το υπόβαθρο της αγοράς.

Στην αντίπερα όχθη, αναπτύχθηκαν οι θέσεις του Καρλ Μάρξ που στην «αόρατο χείρα» του Άνταμ Σμίθ αντέταξε τον πρωταγωνιστικό ρόλο των «παραγωγικών δυνάμεων». Βασική θέση του Μάρξ όπως αυτή διατυπώνεται σε όλα τα έργα του και κατεξοχήν στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» η ανάγκη κατάργησης της ατομικής ιδιοκτησίας και κρατικοποίησης των μέσων παραγωγής «οι κομμουνιστές μπορούν να συνοψίσουν τη θεωρία τους σε αυτή τη μοναδική διατύπωση: κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας». Για τον εισηγητή του σοσιαλιστικού οράματος και της δίκαιης κατανομής του πλούτου αναγκαία κρίνεται η ανάληψη της εξουσίας από τους εργάτες – έστω και με βίαιο τρόπο – προτείνοντας τη «δικτατορία του προλεταριάτου».

Για το Μάρξ το κοινωνικό συμφέρον υπερέχει αξιολογικά του ατομικού συμφέροντος. Ο ατομικισμός ως παρενέργεια της εγωιστικής φύσης του ανθρώπου (που τον πυροδοτεί και η ελευθερία της αγοράς) πρέπει να υποχωρήσει μπροστά στη δύναμη της κοινωνικής συνείδησης και προσφοράς. Η κομμουνιστική θεωρία προβάλλει με έμφαση τον καταλυτικό ρόλο του οικονομικού παράγοντα (βάση οικοδομήματος) που επηρεάζει και διαμορφώνει το εποικοδόμημα στο οποίο βρίσκονται η μορφή του πολιτεύματος, οι πνευματικές αναζητήσεις, η τέχνη, η ιδεολογία, η θρησκεία και ένα άλλο πλήθος στοιχείων που συνθέτουν το κοινωνικό οικοδόμημα. Οι ιδέες του Μάρξ βρήκαν έκφραση και εφαρμογή με την επικράτηση του κομμουνισμού στη Σοβιετική Ένωση μέσα από την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 (Λένιν).

Ωστόσο, η κατάρρευση του κομμουνισμού – ως εφαρμοσμένη θεωρία – έφερε στην επιφάνεια τη σύγκρουση του Άνταμ Σμιθ με το Μάρξ και το ερώτημα «ποιος τελικά δικαιώθηκε» από την ιστορία. Ο Φουκουγιάμα μίλησε για το «τέλος των ιδεολογιών» και διατυμπάνισε την κυριαρχία του καπιταλισμού και της δημοκρατίας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η ελευθερία της αγοράς, όμως, και η «αόρατος χειρ» γέννησαν τέρατα όπως την εμπορευματοποίηση των πάντων και την άκριτη υποταγή στη θεά της κατανάλωσης και του απάνθρωπου ανταγωνισμού.

Χρειαζόμαστε μια άλλη κοινωνία δομημένη όχι στους νόμους της αγοράς αλλά στις ανάγκες – ιδιαιτερότητες του ανθρώπου. Το σύνθημα «ο άνθρωπος πάνω από τα κέρδη» μπορεί να αποτελέσει μια νέα αρχή και ενατένιση του κόσμου ως ολότητας.

Επιμύθιο: Οι μεγάλες συγκρούσεις φαινομενικά τελειώνουν με κάποιο νικητή. Στην ουσία συνεχίζονται και σήμερα με διαφορετικούς αντιπάλους και με διαφορετική ένταση.

Η σύγκρουση Μαρξ – Σμιθ μπορεί να τέλειωσε – αν τελείωσε – με νικητή τον Σμιθ (κατάρρευση κομμουνισμού – κυριαρχία του καπιταλισμού). Ο Σμιθ κέρδισε τις μάχες. Τον πόλεμο όμως;

Ποιος μπορεί με βεβαιότητα να υποστηρίξει πως στη διαπάλη Ηράκλειτου – Παρμενίδη υπήρξε νικητής; Τα ερωτήματα που αναδείχτηκαν απ’ αυτή τη σύγκρουση παραμένουν ακόμη αναπάντητα.

Η ρήξη του μαθητή (Αριστοτέλη) με το δάσκαλό του (Πλάτωνα) δεν καθόρισε μόνο την πορεία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας αλλά και της παγκόσμιας.

Εξάλλου δεν είναι τυχαίο πως ο Μαρξ έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα χάρη στη διατριβή του (1841) με τίτλο «Διαφορά μεταξύ της φιλοσοφίας του Δημόκριτου και του Επίκουρου».

Η περίφημη «πάλη των τάξεων» και η Ταξική Αλληλεγγύη ή ο Διεθνισμός (Μαρξ) ενώ συνιστούν αντίπαλα δέη σε ένα άλλο επίπεδο ισορροπούν και πυροδοτούν την κίνηση και την αλλαγή των κοινωνιών. Πόσο κοντά, όλα αυτά βρίσκονται στην «Παλίντονο Αρμονία» (σύνθεση αντιθέτων) του Ηράκλειτου.

Αλλά και ο ίδιος ο Άνταμ Σμιθ στις οικονομικές του αναλύσεις και προτάσεις χρησιμοποίησε ανάλογες σκέψεις του Αριστοτέλη και κατεξοχήν του Ξενοφώντα από το έργο του «Οικονομικός».

Η αρχαία ελληνική μυθολογία και φιλοσοφική σκέψη λειτουργούν ως θερμοκήπιο μέσα στο οποίο επωάζονται όλες οι παραδοσιακές και σύγχρονες θεωρίες για κάθε τομέα του επιστητού.

Είμαι ο εγκέφαλός μου, ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει προσωπικότητά;

Ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει την προσωπικότητά του, αλλά χρειάζεται σκληρή προσπάθεια

Αν κάνουμε ένα «μίνι τεστ» στον εαυτό μας και σκεφτούμε 4-5 επίθετα που μας χαρακτηρίζουν, το πιθανότερο είναι ότι μπορούμε να κρίνουμε ενστικτωδώς αν είμαστε κοινωνικοί ή δειλοί, αισιόδοξοι ή απαισιόδοξοι, νευρικοί ή ήρεμοι και σε τι βαθμό έχουμε αυτά τα χαρακτηριστικά: με δυο λόγια, αντιλαμβανόμαστε τι είναι αυτό που μας ορίζει. Το σύνολο αυτών των καθοριστικών χαρακτηριστικών εξωτερικά εκδηλώνεται ως συμπεριφορά - αυτό που οι άλλοι βλέπουν σε εμάς -, ενώ εσωτερικά βιώνεται ως η αίσθηση συνοχής και προσωπικής ταυτότητα, ως «εαυτός».

H απάντηση στο ερώτημα «τι μας κάνει να είμαστε ο εαυτός μας;» έχει απασχολήσει τα τελευταία 100 χρόνια φιλοσόφους, επιστήμονες, ψυχολόγους, καλλιτέχνες... Σύμφωνα με τον δρα Paul Costa, έναν από τους πρωτεργάτες της έρευνας της προσωπικότητας στο National Institute of Health των ΗΠΑ, «η προσωπικότητα δεν επηρεάζει απλώς την επιτυχία του ανθρώπου στη ζωή, την καθορίζει». Δηλαδή η καριέρα, η ευτυχία, οι σχέσεις, η υγεία και, γενικότερα, η ζωή του ανθρώπου εξαρτώνται από την προσωπικότητά του.

H ψυχολογία διαθέτει ποικιλία εργαλείων (τεστ) τα οποία μετρούν διάφορα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, τόσο υγιή όσο και ψυχοπαθολογικά. Τα τελευταία χρόνια όμως τη σκυτάλη έχει πάρει η βιολογία, που μελετά πώς τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας σχετίζονται με βιολογικές μεταβλητές.

Το χρησιμότερο ψυχολογικό μοντέλο για τη μελέτη της βιολογικής βάσης της προσωπικότητας ονομάζεται «The big five» (οι 5 μεγάλοι παράγοντες) και περιλαμβάνει την εξωστρέφεια, τον νευρωτισμό, την προσήνεια, την ευσυνειδησία και τη δεκτικότητα σε εμπειρίες, παράγοντες που είναι ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλον: επομένως, και η βασική βιολογία του καθενός θα πρέπει να είναι ξεχωριστή.

Εντυπωσιακό είναι ότι η βαθμολογία που παίρνει το άτομο σε κάθε παράγοντα παραμένει σταθερή στη διάρκεια της ζωής του και ότι υπάρχει μεγάλη συμφωνία ανάμεσα στη βαθμολογία που δίνει κάποιος βαθμολογώντας τον εαυτό του και όταν τον βαθμολογεί κάποιος άλλος που τον ξέρει καλά. Οι ίδιοι παράγοντες φαίνεται να ισχύουν σε διαφορετικούς πολιτισμούς και γλώσσες, γεγονός το οποίο δείχνει ότι πράγματι αναφέρονται σε κάτι βαθύτατα ανθρώπινο. Σύμφωνα με τον δρα Robert McCrae, ερευνητή στο National Institute of Health, το μεγαλύτερο μέρος της προσωπικότητας (50-80%) κληρονομείται, καθορίζεται δηλαδή από τα γονίδια και όχι από το περιβάλλον ή την ανατροφή.

Τι ρόλο παίζει το περιβάλλον;
Σαφώς επηρεάζει το άτομο, ιδίως πριν από την ηλικία των 30 ετών. Μάλιστα γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι γίνονται πιο ευχάριστοι καθώς περνούν τα χρόνια. Υπάρχουν πολλές διαφορετικές θεωρίες για το τι καθορίζει το μη κληρονομημένο κομμάτι της προσωπικότητάς μας, αλλά δεν θεμελιώνονται ερευνητικά. Αυτό που η σύγχρονη έρευνα καταδεικνύει είναι ότι η γονεϊκή στάση και ο τρόπος ανατροφής του παιδιού παίζουν πολύ μικρότερο ρόλο από ό,τι πιστεύονταν: η σημαντικότερη συμβολή προέρχεται από τα γονίδια.

Νευρωτικά... γονίδια
H ερευνητική ομάδα του Klaus -Peter Lesch στο Πανεπιστήμιο Wurzburg της Γερμανίας (1996) βρήκε ένα ποικιλόμορφο γονίδιο που σχετίζεται με τη βαθμολογία στον νευρωτισμό, ενώ μια ισραηλινή επιστημονική ομάδα με επικεφαλής τον Richard Ebstein στο Herzog Memorial Hospital της Ιερουσαλήμ βρήκε ένα γονίδιο σχετιζόμενο με την εξωστρέφεια.

Το επονομαζόμενο γονίδιο Lesch κωδικοποιεί την πρωτεΐνη 5-HTT, έργο της οποίας είναι να αντλεί μόρια της χημικής ουσίας σεροτονίνης - που ρυθμίζει τη διάθεση - από τις συνάψεις του εγκεφάλου (μεταφέρουν σήματα ανάμεσα στις απολήξεις των νεύρων) πίσω στα εγκεφαλικά κύτταρα. Αυτή η επαναπρόσληψη συντονίζει τη νευρομεταβίβαση ρυθμίζοντας την ένταση και τη διάρκεια των σημάτων της σεροτονίνης στις συνάψεις. H ομάδα του Lesch βρήκε ότι το γονίδιο υπάρχει σε δύο διαφορετικές μορφές, ή αλληλόμορφα, η μία εκ των οποίων διαθέτει ένα παραπάνω κομμάτι. Ονόμασαν αυτά τα αλληλόμορφα «μακρά» και «βραχέα». Οταν έδωσαν σε 505 άτομα ένα τεστ προσωπικότητας (5 μεγάλοι παράγοντες), βρήκαν μια αδύναμη αλλά σταθερή σχέση ανάμεσα στα αλληλόμορφα και στη βαθμολογία. Ατομα με τη βραχεία μορφή του γονιδίου - 68% του γενικού πληθυσμού - είχαν σημαντικά υψηλότερη βαθμολογία στον παράγοντα «νευρωτισμός». Οι επιστήμονες συμπέραναν ότι αυτή η παραλλαγή του γονιδίου της μεταφοράς σεροτονίνης, το οποίο κληρονομούμε, έχει μικρή αλλά σημαντική επιρροή στην προσωπικότητα.

H ομάδα του δρος Ebstein βρήκε μια σύνδεση ανάμεσα στην εξωστρέφεια και σε ένα γονίδιο που σχετίζεται με τη νευρομεταβίβαση. Αυτό το γονίδιο κωδικοποιεί τον υποδοχέα ντοπαμίνης DRD4, που βρίσκεται στη μεμβράνη των νευρώνων και μεταδίδει σήματα ντοπαμίνης από το εσωτερικό στο εξωτερικό του κυττάρου. Και σε αυτή την περίπτωση το γονίδιο εμφανίζεται σε δύο διαφορετικές μορφές, «μακρά» και «βραχεία». Βρέθηκε ότι άτομα με τη «μακρά» μορφή του γονιδίου είχαν υψηλότερη βαθμολογία στον παράγοντα «Δεκτικότητα σε εμπειρίες».

Γιατί είναι τόσο σημαντικά αυτά τα ευρήματα; Διότι η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη είναι σημαντικοί ρυθμιστές της διάθεσης και του συναισθήματος, άρα οι γενετικές διαφορές στον βιοχημικό εξοπλισμό που τις ρυθμίζει επηρεάζουν την προσωπικότητα του ανθρώπου. Ερευνες με καλλιεργημένα νευρικά κύτταρα δείχνουν την ύπαρξη πιθανού μηχανισμού για την επιρροή του γονιδίου του Lesch: τα κύτταρα με δύο μακρά αλληλόμορφα είναι δύο φορές αποτελεσματικότερα στην άντληση σεροτονίνης από ό,τι κύτταρα με ένα ή δύο βραχέα αλληλόμορφα, και οι άνθρωποι που έχουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο - τείνουν να είναι πιο νευρωτικοί - έχουν σχετικά υψηλότερα επίπεδα σεροτονίνης στις νευρωνικές συνάψεις τους.

H ομάδα του δρος Ebstein βρήκε μια διαφορετική μορφή του γονιδίου υποδοχέα της σεροτονίνης 2C, που σχετίζεται με την προσήνεια. Ερευνητές στην Ουγγαρία και στην Ιαπωνία βρήκαν μια άλλη εκδοχή του γονιδίου υποδοχέα της ντοπαμίνης D4 που σχετίζεται με την εξωστρέφεια. Τα ευρήματα αυτά δείχνουν πώς τα γονίδια επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο τα νεύρα επικοινωνούν από το ένα μέρος του εγκεφάλου σε ένα άλλο.

Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι η προσπάθεια ανεύρεσης των γονιδίων της προσωπικότητας αξίζει τον κόπο. Κάθε γονίδιο έχει μέτρια συμβολή στις διαφορές σε μία μόνο διάσταση της προσωπικότητας, αλλά η συμβολή τους είναι αρκετά μεγάλη για να δείξει ότι ο αριθμός γονιδίων που περιλαμβάνεται σε κάθε χαρακτηριστικό της προσωπικότητας είναι δυνατό να ελεγχθεί - περίπου 20-30 γονίδια.

H χημεία του νου
Ο δρ Ahmad Hariri, του National Institute of Mental Health των ΗΠΑ, χρησιμοποίησε τη μαγνητική τομογραφία (fMRI) για να διαπιστώσει πώς τα γονίδια που επηρεάζουν τη χημεία του εγκεφάλου συμβάλλουν στη δημιουργία της σύνθετης προσωπικότητας. Είκοσι οκτώ άτομα, τα μισά με τη βραχεία εκδοχή του γονιδίου 5-HTT και τα άλλα μισά με τη μακρά, συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια προσωπικότητας και είδαν φωτογραφίες από τρομακτικές εκφράσεις προσώπου, ενώ η δραστηριότητα του εγκεφάλου τους μετριόταν από fMRI. Τα υποκείμενα δεν είχαν διαφορές στη βαθμολογία στο τεστ προσωπικότητας. Είχαν όμως σημαντικές διαφορές στα αποτελέσματα της μαγνητικής τομογραφίας: τα άτομα με τη βραχεία μορφή του γονιδίου έδειξαν περισσότερο φόβο στην εγκεφαλική τους δραστηριότητα, προερχόμενη από την αμυγδαλή, περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την επεξεργασία των τρομακτικών ερεθισμάτων. Ο δρ Hariri συμπέρανε ότι το να έχει κανείς τη βραχεία εκδοχή του γονιδίου καθιστά την αμυγδαλή του πιο ευαίσθητη και αυτό πιθανόν εξηγεί γιατί αυτή η εκδοχή του γονιδίου συνδέεται με νευρωτικές τάσεις.

Το Εγώ μας γεννιέται ή φτιάχνεται;
Παρά τις τελευταίες ερευνητικές επιτυχίες στον τομέα της βιολογικής προσέγγισης της προσωπικότητας, η επιστήμη βρίσκεται ακόμη μακριά από το να μπορεί να εξηγήσει μέσω της γενετικής και των τεχνικών απεικόνισης του εγκεφάλου ένα τόσο σύνθετο φαινόμενο όπως η προσωπικότητα του ανθρώπου. Χρειάζονται πολλές έρευνες ακόμη για να γίνει κατανοητός ο τρόπος με τον οποίο η γενετική μας συγκρότηση αλληλεπιδρά με το περιβάλλον για να αναδειχθεί η μοναδική προσωπικότητα του κάθε ανθρώπου. Είναι λοιπόν ο άνθρωπος έρμαιο των γενετικών του καταβολών ή μπορεί να επηρεαστεί σημαντικά και από το περιβάλλον του; H θετική απάντηση έρχεται από τον δρα Paul Costa, του National Institute of Health των ΗΠΑ: «Ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει την προσωπικότητά του, αλλά χρειάζεται σκληρή προσπάθεια».

Ο θυμός μας φέρνει πιο κοντά

Το συναίσθημα του θυμού είναι ίσως από τα πιο «παρεξηγημένα» συναισθήματα.

Προκαλεί φόβο τόσο σε αυτόν που τον εκφράζει, όσο και σε αυτόν που τον δέχεται. Αυτό συμβαίνει επειδή συνήθως το συναίσθημα του θυμού συνοδεύεται από μια σύγκρουση, μια κρίση ή ένα περιστατικό που δυσκολεύονται όλοι να το διαχειριστούν. Όμως, το συναίσθημα του θυμού αποτελεί πραγματικά ένα από τα πιο λειτουργικά συναισθήματα όταν αξιοποιηθεί με τον κατάλληλο τρόπο.

Το συναίσθημα του θυμού συνοδεύεται από αρκετούς μύθους. Για παράδειγμα πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι ο θυμός:

«θα βγει σε κακό»,
«θα προκαλέσει ρήξη στη σχέση»,
«είναι αμαρτία»,
«θα πληγώσει τον άλλο»,
«αν θυμώσω δεν γίνεται να συνεχίσω να είμαι μαζί του»
και πολλά ακόμη.

Η παρεξήγηση έγκειται στο γεγονός ότι έχουμε ταυτίσει το ξέσπασμα με το θυμό. Το ξέσπασμα όμως σημαίνει ότι έχει υπάρξει συσσώρευση. Η συσσώρευση του θυμού θα μπορούσε να παρομοιαστεί με ένα βυτίο που γεμίζει συνεχώς και προκειμένου να αδειάσει ξεσπάει με εκρήξεις για μικροπράγματα. Αυτό το ξέσπασμα είναι που καθιστά το θυμό και την κατάσταση που τον συνοδεύει παράλογη.

Η ένταση του ξεσπάσματος δεν αντιστοιχεί σε καμιά περίπτωση με το ερέθισμα που το πυροδότησε. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο το ξέσπασμα δεν μπορεί να φέρει λύση. Το άτομο θυμάται καθετί που το είχε θυμώσει στο παρελθόν και αναζητά λύση μάταια στο τώρα. Δεν μπαίνει στη διαδικασία να ακούσει, αλλά να καταλογίσει ευθύνες, να απαριθμήσει λάθη και να εκτοξεύσει κατηγόριες για όλες τις φορές που έχει μπει στη διαδικασία να μη θυμώσει.

Ο πραγματικός θυμός όμως, δεν αφορά στο πρόσωπό του ανθρώπου. Αφορά σε κάτι πολύ συγκεκριμένο, το οποίο με κάνει να μην νοιώθω καλά. Ο στόχος κάθε σύγκρουσης, διαφωνίας ή αντίρρησης είναι να έχω καλύτερη σχέση με τον άνθρωπο με τον οποίο συγκρούομαι, όχι να κατηγορήσω, να ενοχοποιήσω ή να αδειάσω όλα όσα μάζευα.

Ο στόχος του θυμού ή της σύγκρουσης είναι η ειλικρινής σχέση, ο εμπλουτισμός από το διαφορετικό, να παράγω κάτι καινούριο που μπορεί να περιλαμβάνει και το δικό μου και το δικό σου.

Έτσι, λοιπόν, θυμώστε με τους ανθρώπους που αγαπάτε, γιατί ο θυμός… μας φέρνει πιο κοντά!

Η ανησυχία μας όταν όλα πάνε... καλά

Δεν είναι ασυνήθιστο, όταν όλα πάνε καλά να βιώνουμε μία διάχυτη και απροσδιόριστη ανησυχία πως αυτό θα είναι μόνο προσωρινό. Κάποιες φορές, αισθανόμαστε ότι όσο καλά κι αν είναι τα πράγματα στο παρόν, μία επικείμενη καταστροφή ή δυσάρεστη κατάσταση παραμονεύει. Πολλές φορές μάλιστα νιώθουμε πως αυτή η καταστροφή είναι μία άμεση συνέπεια της χαράς ή της ικανοποίησής μας στο εδώ και τώρα.

Με τις παραπάνω σκέψεις, επιβεβαιώνουμε στον εαυτό μας πως όσο σκληρά κι αν προσπαθήσουμε δεν θα αποφύγουμε την αρνητική έκβαση σε κάθε πτυχή της ζωής. Το παραπάνω σκεπτικό, προκαλεί μία προσήλωση στα αρνητικά ερεθίσματα, παραμελλώντας όλα εκείνα τα θετικά που μας έκαναν να αισθανόμαστε ότι όλα είναι καλά.

Άλλες φορές, εσφαλμένα σκεπτόμενοι, θεωρούμε ότι η ανησυχία αυτή λειτουργεί ως μία καλή ψυχολογική προετοιμασία για τις κακές μέρες που θα ακολουθήσουν. Δεν είναι λίγες οι φορές που αυτό θα μας αγχώσει τόσο, ώστε εμείς οι ίδιοι θα σαμποτάρουμε τις σχέσεις μας, τη δουλειά μας και άλλες περιοχές της ζωής μας, έτσι ώστε αφενός να αποκτήσουμε την ψευδαίσθηση του ελέγχου πάνω στο “κακό” που μας βρήκε και αφετέρου να επιβεβαιώσουμε την απαισιοδοξία μας, πιστοί στις μαγικές δυνάμεις της αυτο-εκπληρούμενης προφητείας.

Αυτό βέβαια, θα μας επιβεβαιώσει κάτι ακόμα, πιο επικίνδυνο για τις επόμενες φορές που θα αισθανθούμε ανάλογα. Πως το “ένστικτό” της καταστροφής όταν όλα πηγαίνουν καλά είναι έγκυρο, γιατί ποτέ στο παρελθόν δεν μας έχει προδώσει. Ο παραπάνω φαύλος κύκλος συνδέεται άμεσα με τον όρο “μαγική σκέψη της ανησυχίας”.

Η φυσική πορεία της ζωής συντελείται από μία ακολουθία γεγονότων. Στον κάθε ένα από εμάς, υπάρχουν ορισμένα αρνητικά γεγονότα που θα συμβούν με προδιαγεγραμμένο τρόπο. Για παράδειγμα, όλοι θα βιώσουμε την απώλεια ή την ασθένεια ενός ή και παραπάνω αγαπημένων προσώπων, πολλές σχέσεις μας θα οδηγηθούν σε αδιέξοδο, ακόμα και προσωπικοί μας στόχοι και όνειρα θα ματαιωθούν. Αν και τα γεγονότα αυτά είναι αναπόφευκτα στη ζωή μας και αναπόσπαστα κομμάτια της ωρίμανσής μας, τείνουμε να τα συνδέουμε με την ικανοποίηση μας στο παρόν. Λες και αυτή η ικανοποίηση ακονίζει τα νύχια της μοχθηρής στιγμής που φοβόμαστε ότι έρχεται.

Η ικανοποίησή μας στο παρόν είναι αυτή που θα μας δώσει τα συναισθηματικά αποθέματα να αντιμετωπίσουμε όσα έρχονται. Επίσης, θα μας μάθει τι είναι αυτό που μας δίνει χαρά και ποιες συνθήκες ζωής θέλουμε να ζούμε. Τέλος, είναι μία ανταμοιβή για τον κόπο μας, αφού εμείς οι ίδιοι έχουμε δημιουργήσει τις συνθήκες που τόσο απολαμβάνουμε.

Αν η απαισιόδοξη πεποίθηση πως είμαστε ικανοί προφήτες για τα αρνητικά γεγονότα του μέλλοντος μετατρεπόταν σε μία ανάλογη μαντική ικανότητα θετικών προβλέψεων, φαντάστειτε πόσο πιο ωφέλιμος για εμάς θα ήταν ο φαύλος κύκλος αισιοδοξίας που θα δημιουργούσαμε.

Kilopower: Διαστημικός πυρηνικός αντιδραστήρας για τον Άρη

diastimikos-purinikos-antidrastiras-kilopowerΒήματα προς τα εμπρός πραγματοποιεί η NASA ως προς τις δοκιμές πηγής ενέργειας που προορίζεται να αποτελέσει «κλειδί» για αποστολές αστροναυτών στην επιφάνεια του Άρη, για την τροφοδοσία με ενέργεια αποικιών και εξοπλισμού που έχει να κάνει με την παραγωγή οξυγόνου, νερού και καυσίμων κ.α.
 
Η NASA βιάζεται να δοκιμάσει μια βασική πηγή ενέργειας που θα μπορούσε να τροφοδοτήσει τα ανθρώπινα πληρώματα στην επιφάνεια του Άρη, να ζήσουν άνετα εκεί πάνω, καθώς και να ενεργοποιήσουν τον εξοπλισμό τους για να μετατρέψουν τους πόρους του Κόκκινου Πλανήτη σε οξυγόνο, νερό και καύσιμα.

Το STMD (Space Technology Mission Directorate) παρέχει χρηματοδότηση ετών στο πρόγραμμα Kilopower και οι δοκιμές ήταν να αρχίσουν τον Νοέμβριο και να συνεχιστούν κατά τις αρχές του επόμενου έτους, με τη NASA να συνεργάζεται με το Nevada National Security Site για την αξιολόγηση τεχνολογιών παροχής ενέργειας από σχάση.
 
«Ένας διαστημικός πυρηνικός αντιδραστήρας θα μπορούσε να αποτελέσει μια πηγή ενέργειας υψηλής ενεργειακής πυκνότητας, με τη δυνατότητα να λειτουργεί ανεξαρτήτως της ηλιακής ενέργειας ή προσανατολισμού, και σε εξαιρετικά αφιλόξενα περιβάλλοντα, όπως η επιφάνεια του Άρη» σημειώνει ο Patrick McClure, επικεφαλής εργασιών για το Kilopower στο Los Alamos National Laboratory.
 
«Η τεχνολογία αντιδραστήρα που δοκιμάζουμε θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε πολλαπλές αποστολές της NASA, και ελπίζουμε ότι πρόκειται για το πρώτο βήμα για τους αντιδραστήρες σχάσης, ώστε να δημιουργηθεί ένα νέο παράδειγμα πραγματικά φιλόδοξης εξερεύνησης του διαστήματος» προσθέτει ο David Poston, επικεφαλής σχεδιαστής αντιδραστήρων (Los Alamos).
 
Ο αντιδραστήρας Kilopower, σύμφωνα με τη NASA, αποτελεί στην ουσία του μια απλή προσέγγιση, που παρέχει εκτεταμένη διάρκεια ζωής και αξιοπιστία: Τέτοιου είδους τεχνολογία θα μπορούσε να παράγει από ένα μέχρι δέκα kilowatt ηλεκτρικής ενέργειας συνεχόμενα για διάστημα δέκα ετών και άνω, όπως σημειώνει ο Lee Mason, κύριος υπεύθυνος του STMD για θέματα ενέργειας και αποθήκευσής της. To πρωτότυπο σύστημα χρησιμοποιεί έναν πυρήνα ουρανίου 235 μεγέθους ρολού χαρτιού. Η θερμότητα μεταφέρεται μέσω σωλήνων σοδίου και μετατρέπεται σε ηλεκτρισμό από κινητήρες Stirling.
 
Όπως τονίζει ο Lee Mason, μία διαστημική μονάδα παραγωγής ενέργειας θα άλλαζε δραματικά τα δεδομένα, καθώς θα εξαφάνιζε τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες σχετικά με τη νύχτα και τις αμμοθύελλες του Άρη, που περιορίζουν το ηλιακό φώς. «Επιλύει αυτά τα ζητήματα και παρέχει μια συνεχή ροή ενέργειας ανεξαρτήτως του πού βρίσκεσαι στον Άρη. Η ενέργεια από τη σχάση θα μπορούσε να αυξήσει  τα πιθανά σημεία προσεδάφισης στον Άρη, περιλαμβάνοντας τα πιο βόρεια γεωγραφικά πλάτη, όπου θα μπορούσε να υπάρχει πάγος» σημειώνει σχετικά.
 
Σημειώνεται πως η NASA έχει εκτοξεύσει σειρά αποστολών με RTG (θερμοηλεκτρικές γεννήτριες ραδιοϊσότοπων) μέσα στα τελευταία 50 χρόνια, όπως στα Viking, το Curiosity, τα Voyager, τις αποστολές «Απόλλων», το New Horizons και το Cassini. Οι RTG παράγουν ενέργεια παθητικά, χωρίς κινητά μέρη, χρησιμοποιώντας τη θερμότητα από τη φυσική φθορά της θερμικής πηγής ραδιοϊσοτόπων. «Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να δώσουμε στις διαστημικές αποστολές μια επιλογή πέρα από τις RTG, που γενικά παράγουν γύρω στις μερικές εκατοντάδες watt» υπογραμμίζει ο Lee Mason. «Η νέα αυτή τεχνολογία θα μπορούσε να παράγει kilowatt και να εξελιχθεί για να παρέχει εκατοντάδες kilowatt, ή ακόμα και megawatt ισχύος».

Πως να γλεντάς – Γι’ αυτό έχουν σημασία οι Έλληνες

Η Ελλάδα υπήρξε πράγματι, σε όλες τις εποχές, μια χώρα στενά συνδεδεμένη με τη μουσική και τον χορό. «Η ζωή μου δεν αξίζει τίποτε χωρίς τη μουσική», τραγουδάει ο Χορός στον Ηρακλή του Ευριπίδη. Το να ζεις χωρίς μουσική για τους αρχαίους Έλληνες ισοδυναμούσε με το να είσαι ήδη νεκρός, όπως περιγράφει ο Σοφοκλής στον Οιδίποδα επί Κολωνώ, κάνοντας μια στοχαστική αναφορά στον θάνατο: «χωρίς γαμήλιο τραγούδι, χωρίς κιθάρα και χορούς, ο θάνατος το τέλος μας θα φέρει».

Αν και υπήρχαν,  επαγγελματίες ερμηνευτές, έχουμε στοιχεία που δείχνουν ότι κάθε Έλληνας, είτε ήταν βασιλιάς είτε δούλος, περίμενε πώς και πώς να του δοθεί μια ευκαιρία για να χορέψει και να τραγουδήσει -και ευκαιρίες υπήρχαν πολλές.
 
Ακόμη και οι πενιχρές και αποσπασματικές πηγές μας περιέχουν τουλάχιστον διακόσιους όρους για διάφορα είδη χορού. Ακόμη και ο πιο σκληροτράχηλος πολεμιστής έπρεπε να πιάσει την κιθάρα για να ανακτήσει την ηρεμία του, όπως κάνει ο ομηρικός Αχιλλέας στη σκηνή του, στο I της Ιλιάδας. Γυναίκες υψηλής κοινωνικής θέσης, όπως η Πηνελόπη, διοργάνωναν μουσικές βραδιές στα ιδιαίτερα διαμερίσματά τους. Οι βοσκοί έπαιζαν αυλό βόσκοντας τα κοπάδια τους, οι ναύτες τραγουδούσαν την ώρα της δουλειάς και κρατούσαν τον ρυθμό με τα κουπιά τους, οι δάσκαλοι δίδασκαν, υποχρεωτικά, μουσική στους μαθητές τους.
 
 
Αν και την ψυχαγωγία των πλουσίων στα συμπόσια την αναλάμβαναν επαγγελματίες, κάθε συμποσιαστής υποτίθεται, ότι έπρεπε να συμβάλει με τον δικό του τρόπο στην εορταστική ατμόσφαιρα της βραδιάς – και, συνήθως, οι συμποσιαστές δεν ήθελαν και πολύ για να σηκωθούν από τα ανάκλιντρά τους και να χορεύουν όλη τη νύχτα πιασμένοι από τους ώμους και χτυπώντας τα πόδια τους στο πάτωμα, ακριβώς όπως ο Ζορμπάς του Καζαντζάκη, ο οποίος χόρευε με «την ψυχή να μάχεται να συνεπάρει τη σάρκα και να χυθεί μαζί της, αστροβολίδα, μέσα στο σκοτάδι».
 
Ο ψαράς τραγουδούσε για τα ψάρια του, ο στρατός παρήλαυνε υπό τους ήχους πολεμικών ρυθμών, η πλύστρα τραγουδούσε λυπητερά τραγούδια, ο καθένας τραγουδούσε και κάτι διαφορετικό. Λένε ότι μετά την καταστροφική έκβαση της Σικελικής Εκστρατείας το 413 π.Χ., οι Αθηναίοι στρατιώτες, αιχμάλωτοι στα φρικτά λατομεία έξω από τις Συρακούσες, κατόρθωσαν να κερδίσουν την ελευθερία τους εκτελώντας χορικά του Ευριπίδη, για τα οποία τρελαίνονταν οι Σικελοί.
 
Η καθημερινή ζωή έμοιαζε μερικές φορές με ερασιτεχνικό διαγωνισμό, με μία ατέλειωτη οντισιόν όπου εμφανίζονταν αμέτρητες ελπιδοφόρες φωνές -οι διάφοροι Paul Simon, Judy Collins, Tom Waits και Ani di Franco της αρχαιότητας- διεκδικώντας την προσοχή του κοινού. Στην αρχαία ελληνική κοινωνία το τραγούδι κατείχε κεντρική θέση.
 
Το να είσαι άμουσος, όπως μας πληροφορεί η πονηρή Σαπφώ σε ένα μικρό ποιηματάκι, γραμμένο για μια πεθαμένη γυναίκα η οποία, όσο ζούσε, δεν είχε δείξει ταλέντο ούτε στην ερμηνεία ούτε στην κατανόηση της μουσικής, ήταν μια μοίρα χειρότερη κι από τον θάνατο. Καλύτερα να μην είχες ζήσει ποτέ:

Καί θα ’ρθει μέρα που θα κείτεσαι νεκρή
χωρίς ποτέ στα χρόνια που θ’ ακολουθήσουν
σε κανενός τη μνήμη να ξανάρχεσαι
βλέπεις εσένα η χάρη δεν σου δόθηκε
ποτέ ρόδα της Πιερίας να κόψεις
άσημη πάντα μες στις χώρες του Άδη
και τους σκοτεινούς
αποθαμένους θα πλανιέσαι,
 
Αυτό το ποίημα, που μοιάζει με καλοζυγισμένη γροθιά, είναι έργο μιας γυναίκας που οι Έλληνες την αποχαλούσαν «δέκατη μούσα» και ήταν η μεγαλύτερη ποιήτρια μετά τον Όμηρο. Η Σαπφώ γεννήθηκε στα τέλη του 7ου αιώνα στη Λέσβο, που φημιζόταν για το γλυκό της κρασί και τους δηκτικούς της στίχους. Δυστυχώς, μεγάλο μέρος της μεθομηρικής ποίησης -η οποία ονομαζόταν λυρική ποίηση επειδή συνήθως τραγουδιόταν με συνοδεία λύρας- χάθηκε μες στους ταραγμένους αιώνες που ακολούθησαν, κυρίως εξαιτίας των αρπαγών και της παρακμής η οποία σημειώθηκε μετά τις βαρβαρικές επιδρομές του 5ου αιώνα μ.Χ. στον ελληνορωμαϊκό κόσμο.
 
Με τη Σαπφώ σταθήκαμε ιδιαίτερα άτυχοι, διότι το έργο της σώζεται, ως επί το πλείστον, σε μικρές συστάδες λέξεων, μολονότι ενίοτε εμφανίζονται μεγαλύτερα αποσπάσματα, σαν εξωτικά πέταλα και κλώνοι από ένα μυστηριώδες δέντρο που δεν θα μπορέσουμε ποτέ να δούμε ολόκληρο.
 
Από τα αποσπάσματα αυτά φαίνεται ότι η Σαπφώ διηύθυνε ένα είδος παρθεναγωγείου για δεσποινίδες καλών οικογενειών, μια σχολή στην οποία (σίγουρα μαζί με άλλες εκλεπτυσμένες τέχνες) μάθαιναν να ερμηνεύουν χορική ποίηση για να συμμετέχουν σε διάφορες γιορτές, και κυρίως σε γάμους. Αυτές οι ερμηνείες χορικής ποίησης, οι οποίες περιελάμβαναν και μεμονωμένες μαθήτριες ως μονωδούς, μπορεί να χρησίμευαν στις κοπέλες αυτές ως κοινωνικό ντεμπούτο, δίνοντας τους την ευκαιρία να προσελκύσουν έναν πλούσιο γαμπρό και, λίγο αργότερα, να κάνουν έναν καλό γάμο. Πολλά από τα πιο χαρακτηριστικά (όπως φαίνεται) ποιήματα της Σαπφούς ήταν επιθαλάμια, γαμήλια άσματα. Κάποια άλλα ερμηνεύτηκαν ως θρήνοι για κορίτσια που είχαν φύγει, ενδεχομένως για να παντρευτούν – με αποτέλεσμα η Σαπφώ να υποφέρει από την απουσία τους. Να ένα από αυτά που σώζονται σε πιο ολοκληρωμένη μορφή:
Το ομορφότερο πράγμα στη μαύρη μας γη άλλοι λένε πως είναι μια στρατιά ιππέων άλλοι το πεζικό κι άλλοι το ναυτικό.
Εγώ όμως λέω πως είναι αυτό που ο καθένας αγαπάει πιο πολύ.
Εύκολο να το καταλάβεις.
Η Ελένη, ασύγκριτη στην ομορφιά, άφησε τον σπουδαίο σύζυγό της, και για την Τροία έκανε πανιά.
Και το παιδί της και τους ακριβούς γονείς της ξέχασε,
στα πέρατα του κόσμου την οδήγησε [ο πόθος].
Έτσι πετάει κι εμένα [η ψυχή μου]
όταν θυμάμαι την Ανακτορία
[γλιστρώντας] απαλά [απαλά]
χάθηκε κι έφυγε μακριά μου.
Χίλιες φορές να έβλεπα το αγαπημένο βάδισμά της
και το λαμπρό της πρόσωπο
παρά τα όπλα των Λυδών και τους πολεμιστές
στη μάχη.
... δεν είναι δυνατό. 
…στον άνθρωπο [
... προς [
... το λίγο επιζητούμε
... έκπληξη.
Άραγε η Ανακτορία διανύει τον μήνα του μέλιτος ή μήπως έχει πεθάνει; Ήταν αληθινό πρόσωπο ή πλάσμα της ποιητικής φαντασίας; Ποια θα μπορούσε να είναι η “έκπληξη” με την οποία τελειώνει το ποίημα; Ο πειρασμός να γεμίσουμε με λέξεις τα κενά που βρίσκονται μέσα στις αγκύλες είναι πολύ μεγάλος. (Οι στίχοι που αντιστοιχούν στα κενά αυτά είναι, αδύνατον να διαβαστούν στα χειρόγραφα αποσπάσματα που έχουμε στα χέρια μας· οι λέξεις που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις αγκύλες αποτελούν εικασίες των ειδικών οι οποίες βασίστηκαν σε σπαράγματα του κειμένου.)
 
 
Οι σύγχρονοι ερευνητές δέχονται ομόφωνα ότι οι Έλληνες λυρικοί ποιητές, μολονότι παλαιότερα υποθέταμε ότι έγραφαν προσωπική ποίηση σαν κι αυτή που θα διαβάζαμε σήμερα σε μια σύγχρονη συλλογή, στην πραγματικότητα έγραφαν όλοι τους ποιήματα προορισμένα να ερμηνευτούν μπροστά σε κοινό -είτε από τους ίδιους είτε από κάποιον άλλο ερμηνευτή είτε από έναν χορό”- και ότι το «εγώ» της ελληνικής λυρικής ποίησης δεν είναι πιο προσωπικό από το «εγώ» των λαϊκών τραγουδιών της εποχής μας, όπως, για παράδειγμα, στον στίχο «εγώ για σένα έχω καημό». Όταν ακούμε αυτά τα λόγια από μια τραγουδίστρια στο ημίφως ενός νυκτερινού κέντρου, θεωρούμε ότι αντιπροσωπεύουν ένα συγκεκριμένο ανθρώπινο συναίσθημα, που όλοι το ξέρουμε και το νιώθουμε πότε πότε, και δεν κάνουμε το λάθος να πιστεύουμε ότι αποτελούν πιθανή έκφραση των συναισθημάτων της τραγουδίστριας τη δεδομένη χρονική στιγμή, ούτε αισθανόμαστε την υποχρέωση να τη συλληπηθούμε προσωπικά. Καταλαβαίνουμε ότι υποδύεται έναν ρόλο, όπως εξάλλου κι εμείς, οι οποίοι συμμεριζόμαστε την υποτιθέμενη δυστυχία της χωρίς αυτό να μας εμποδίζει, μέχρι ενός σημείου, να την απολαμβάνουμε κιόλας.
 
Το απόσπασμα της Ανακτορίας σίγουρα συμφωνεί με αυτή την περιγραφή. Υπάρχουν όμως άλλα αποσπάσματα της Σαπφούς που είναι πιο δύσκολο να ενταχθούν σε αυτή τη θεωρία:
Κι αφού είσαι φίλος κοίταξε
σύντροφό σου πιο νέα να διαλέξεις’
γιατί να ζήσω εγώ στα χρόνια μεγαλύτερη μαζί σου
δε θα το δεχτώ ποτέ
Είναι ποτέ δυνατόν αυτό να είναι ένα απλό τραγούδι σαν όλα τα άλλα; Τέλος, υπάρχει κι ένα συμπληρωματικό απόσπασμα, ή, όπως υποψιάζομαι, ένα ολοκληρωμένο ποίημα:
Γρήγορα η ώρα πέρασε μεσάνυχτα κοντεύουν
πάει το φεγγάρι πάει κι η Πούλια βασιλέψανε
και μονο εγω κείτομαι δω μονάχη κι έρημη.
Έχω την αίσθηση ότι αυτό είναι δείγμα προσωπικής ποίησης, ένα αυθεντικό «εγώ» το οποίο κατάφερε να διαπεράσει τις απρόσωπες μάσκες του αρχαιοελληνικού παραδοσιακού άσματος. Όσο για τους τελευταίους στίχους, πρόσφατα οι μελετητές έθεσαν το ερώτημα αν θα έπρεπε καν να αποδίδονται στη Σαπφώ. Το σίγουρο είναι ότι σε εκείνη αποδίδονταν ήδη από την αρχαιότητα και ότι ακούγονται σαν δικοί της: μια κομψή καλλονή που δίδαξε τα μυστικά της θηλυκότητας σε ένα σωρό κορίτσια, και τώρα, αντιμέτωπη με την αμετάκλητη πορεία των γηρατειών, αποφάσισε να πει την αλήθεια στον εαυτό της χωρίς να καταφύγει στην παρηγοριά του οίκτου για τον εαυτό της είναι η Σαπφώ στην καλύτερή της ώρα, τολμηρά αποκαλυπτική. Τόση ευθύτητα είναι όντως σπάνια – και όχι μόνο στην αρχαία ελληνική λυρική ποίηση.
 
Σε γενικές γραμμές, οι αρχαίοι Έλληνες λυρικοί ποιητές παρουσιάζονται μεταμφιεσμένοι, με ευκαιριακά προσωπεία: και δεν είναι λίγοι οι ποιητές που, όπως ο Γέητς και ο Έλιοτ, δανείζονται στην ποίησή τους τη φωνή ενός γέροντα, ενώ οι ίδιοι είναι ακόμη νέοι. Αυτές οι απόπειρες, όμως, μοιάζουν κάπως συμβατικές, ακόμη κι όταν ο ποιητής αντλεί τις μεταφορές του από τη φύση, όπως κάνει η Σαπφώ. Το φεγγάρι, τα άστρα και η «μέλαινα γη» της Σαπφούς είναι η πρώτη ύλη της ελληνικής ποίησης, όπως και τα θαλασσοπούλια -οι κηρύλοι, οι αλκυόνες-και τα κύματα της μαβιάς θάλασσας. Ο Αλκμάν, ο οποίος ήκμασε στη Σπάρτη κατά το δεύτερο μισό του 7ου αιώνα, συνέθεσε ένα αντιφωνικό ποίημα, κατά την εκτέλεση του οποίου, ένας μονωδός, με προσωπείο γέροντα, απευθύνεται σε έναν χορό παρθένων:
Γλυκόλαλα κορίτσια με τις θεϊκές φωνές
δεν με βαστούν άλλο τα μέλη μου.
Μακάρι να ήμουνα κηρόλος
και να πετούσα με τις αλκυόνες
πάνω από τον ανθό του κύματος
χωρίς να νιώθω φόβο στην καρδιά,
μαβί θαλασσοπούλι σαν την θάλασσα.
Ο Αλκμάν δεν έχει την αφοπλιστική ειλικρίνεια της Σαπφούς, μοιάζει να ζητιανεύει τον οίκτο μας. Αυτό δεν είναι αυθόρμητη λαϊκή έκφραση αλλά συνειδητή κατασκευή. Λένε ότι η λυρική ποίηση των Ελλήνων έφερε την άνοιξη στη λογοτεχνία της αρχαιότητας. Όταν μιλάει ένας ποιητής σαν τον Αλκμάνα, ίσως δίνει την εντύπωση μιας τεχνητής άνοιξης, ολίγον τι προβλέψιμης. Όταν τραγουδάει η Σαπφώ με τη λιτότητα μιας Έμιλυ Ντίκινσον, σχεδόν μπορούμε να νιώσουμε τη ζεστασιά του ήλιου που φώτιζε την αρχαιότητα, ακόμη κι αν ξέρουμε ότι, όπως και στην ιστορία της Δήμητρας, το αεράκι της άνοιξης φέρνει πάντα μαζί του κάτι από το άρωμα της φθοράς:
Τη χαρμόσυνη εγώ αγαπώ
κι αλήθεια είναι σε μένα
που η λάμψη του ήλιου ο έρωτας
και το αγαθό έχουν λάχει
Όσο για τις αγάπες της Σαπφούς, η λέξη που χρησιμοποιεί εκείνη είναι έρως. Όπως όλες οι στερεότυπες μεταφορές που αντλούνται από τη φύση, ο έρως επανέρχεται συχνά στη λυρική ποίηση είτε ως ερωτικός πόθος είτε, προσωποποιημένος, ως Έρως, θεός του έρωτα. Ήδη την εποχή της Σαπφούς, η κοινωνική απομόνωση των γυναικών είχε γίνει πιο σαφής από ό,τι στην ποίηση του Ομήρου, όπου οι γυναίκες, αν και δεν διαδραματίζουν εξέχοντα ρόλο, πουθενά δεν φαίνεται να αντιμετωπίζουν απαγορεύσεις στις κοινωνικές επαφές τους με άντρες.
 
 
Η Σαπφώ θα μπορούσε κάλλιστα να διευθύνει χαρέμι, τόσο σπάνια είναι η παρουσία αντρών στα ποιήματά της. Κανένας άντρας δεν περιγράφεται τόσο χειροπιαστά όσο ένα κορίτσι σαν την Ανακτορία, που σχεδόν μπορούμε να μυρίσουμε το άρωμά του. Αυτός ο διαχωρισμός των δύο φύλων, όπου κι αν εφαρμόζεται -σε χαρέμια, πορνεία, μοναστήρια ή άλλα θρησκευτικά ιδρύματα όπου διαχωρίζονται τα δύο φύλα, σε οικοτροφεία αρρένων και θηλέων, φυλακές, μισθοφορικούς στρατούς ή πλοία που ταξιδεύουν πολύ καιρό στη θάλασσα- προκαλεί, αναπόφευκτα, την ανάπτυξη ομοφυλοφιλικών σχέσεων. Αν και στα ομηρικά έπη δεν απαντούν αναφορές στην ομοφυλοφιλία, στη λυρική ποίηση εμφανίζονται τέτοιες αναφορές από τα τέλη του 7ου αιώνα και μετά τον 6ο αιώνα έχουν γίνει πια κοινός τόπος – με αποτέλεσμα οι μεταγενέστεροι Έλληνες να θεωρούν ότι η σχέση του Αχιλλέα με τον Πάτροκλο ήταν ομοφυλοφιλική, αν και ο Όμηρος δεν αφήνει περιθώρια για μια τέτοια ερμηνεία, εφόσον όλοι οι ήρωές του φαίνονται να είναι φανατικοί ετεροφυλόφιλοι.
 
Υπήρξαν και άλλες γυναίκες που έγραψαν λυρική ποίηση, αλλά η Σαπφώ είναι η μόνη ποιήτρια από την οποία έχουμε αποσπάσματα αρκετά εκτενή, έτσι ώστε να μπορούμε να σχηματίσουμε μια πρόχειρη εικόνα τόσο της ίδιας όσο και του κοινωνικού της περιβάλλοντος. Πάντως, τα αποσπάσματα που προέρχονται από άντρες λυρικούς ποιητές παρέχουν άφθονα δείγματα ομοφυλοφιλικής έλξης, την οποία ένιωθαν κυρίως ενήλικοι άντρες για εφήβους. Κάποια από αυτά τα δείγματα είναι αμφιλεγόμενα, όπως, όταν ο Αλκαίος από τη Αέσβο, σύγχρονος της Σαπφούς, συμβουλεύει:
Πιες όσο θες, με την καρδιά σου
Κι άφησε την οργή σου να ξεσπάσει
Γιατί ο Μύρσιλος δεν ζει πια.
Όμως, είναι εντελώς σαφές τι εννοεί ο Ανακρέων, ένας ποιητής του 6ου αιώνα, ο οποίος, λόγω των πολιτικών αναταραχών, έζησε σε πολλά διαφορετικά μέρη της Ελλάδας (η σημερινή σημασία της λέξης λεσβία οφείλεται σε δικό του κακεντρεχές σχόλιο σχετικά με τα όσα συνέβαιναν στη Λέσβο της Σαπφούς):
Αγόρι με τα κοριτσίστικα τα μάτια
σε αναζητώ, κι εσύ δεν με προσέχεις,
γιατί δεν ξέρεις ότι είσαι
της ψυχής μου ο ηνίοχος.
Ούτε και σε αυτή την αποστροφή του Ανακρέοντα υπάρχει περιθώριο παρερμηνείας:
Φέρε νερό, φέρε κρασί, αγόρι μου,
Φέρε μας και γιρλάντες λουλουδιών,
φέρ’ τα αμέσως, για να πυγμαχήσω με τον Έρωτα.
Μπορεί, τελικά, το αγόρι με τα κοριτσίστικα μάτια να έδωσε λίγη σημασία στον Ανακρέοντα και να ετοιμάζεται να ενδώσει στις προτάσεις του. Όμως, το πιθανότερο είναι ότι αυτές οι ικεσίες απευθύνονται σε διαφορετικούς νεαρούς, η πρώτη σε έναν έφηβο ευγενικής καταγωγής που ανήκει στην ίδια κοινωνική τάξη με τον Ανακρέοντα και η δεύτερη σε έναν καλοβαλμένο υπηρέτη στο σπίτι του Ανακρέοντα, που του επιτρέπεται να αναμείξει το κρασί με νερό και στη συνέχεια να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του αφέντη του κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου εν στενώ κύκλω.
 
Τα συμπόσια των ομηρικών χρόνων φαίνεται ότι ξεκίνησαν από κάποιες αφηρημένες θρησκευτικές υποχρεώσεις, όπως η ανάγκη να εξευμενιστεί κάποιος θεός με αιματηρή θυσία ή η ανάγκη να τελεστεί μια πολυτελής, εβδομαδιαίας διάρκειας, νεκρώσιμη τελετή για να μην υπάρχει αμφιβολία ότι η ψυχή του νεκρού θα διαβεί το ποτάμι της Στυγός και θα φτάσει στον Άδη, αντί να καταδικαστεί σε αιώνια περιπλάνηση.
 
Σε αυτές τις περιπτώσεις πλούσιες μερίδες κρέατος από τα σφάγια (βοδινό, αρνί, κατσίκι ή χοιρινό) μοιράζονταν προς κατανάλωση στους συμμετέχοντες. Αν αρκεστούμε στις περιγραφές του Ομήρου, θα μείνουμε με την εντύπωση ότι έτσι έτρωγαν πάντα οι Έλληνες. Κάθε άλλο: το συνηθισμένο γεύμα τους ήταν ψωμί και ψάρι σε μια ατέλειωτη ποικιλία συνδυασμών. Το ψάρι ήταν η εγκόσμια τροφή της καθημερινής ζωής, ιδανικό για παρέα και γλέντι, εντελώς ξένο προς τον εξευμενισμό των θεών. Εκτός από ψωμί και ψάρι, μπορεί να υπήρχαν επίσης λαχταριστές αγκινάρες τηγανισμένες σε μπόλικο ελαιόλαδο, πότε πότε κανένα πουλερικό στη σούβλα, φρέσκα λαχανικά, παχιά τυριά από τη Σικελία (αν ήσουν από τους πολύ τυχερούς), φρούτα, καρύδια και, φυσικά, κάμποσα ποτηράκια κρασί – το οποίο οι Έλληνες το έπιναν νερωμένο, για να κατεβαίνει πιο εύκολα:
Κλαίγοντας τίποτε δεν βγαίνει.
Ούτε οι πληγές γιατρεύονται, ούτε οι συμφορές.
Θα πιω και θα γλεντήσω όλη τη νύχτα.
Δεν έχω τίποτε να χάσω.
Αυτά ισχυρίζεται ο Αρχίλοχος, ο αρχαιότερος λυρικός ποιητής, ένας σκληροτράχηλος βετεράνος που είχε τραυματιστεί πολλές φορές. Οι χιουμοριστικοί στίχοι του βρίθουν από σκώμματα κι εκφράζουν την αηδία του για τον κόσμο. Σύμφωνα με τις φήμες, είχε ερωτευτεί σφόδρα μια γυναίκα, αλλά δεν τον ήθελε ο πατέρας της. Εν συνεχεία, πατέρας και κόρη έγιναν οι προσφιλείς στόχοι, των σατιρικών στίχων του Αρχίλοχου, οι οποίοι είχαν μεγάλη επιτυχία και ήταν τόσο δηκτικοί, ώστε οδήγησαν και τους δύο θίγόμενους στην αυτοκτονία. Ύστερα ο ποιητής φαίνεται ότι βυθίστηκε, όπως και ο Σουίφτ στα γεράματά του, σε ένα είδος πικρόχολης απελπισίας και η ποίησή του εξειδικεύτηκε σε έναν, πορνογραφικής τάξεως, εξευτελισμό των γυναικών. Στο παράδειγμα που ακολουθεί, ο αθάνατος κηρύλος του Αλκμάνα παίρνει νέες διαστάσεις:
Φτεροκοπούσε γύρω απ’ το πουλί του
σαν τον κηρύλο πάνω στο βραχάκι.
Μετά σκύβει και τον ρουφάει
όπως πίνουν οι Φρύγες ζύθο με το καλαμάκι.
Στο τέλος τού τουρλώνει και τα πισινά της.
Δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι το συγκεκριμένο είδος ποίησης, που καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος από τα σωζόμενα αποσπάσματα του Αρχίλοχου, συνάντησε θερμότατη υποδοχή από τους φίλους του.
 
Οι εορταστικές συγκεντρώσεις φίλων με παρόμοια γούστα ονομάζονταν συμπόσια. Τα συμπόσια αυτά οργανώνονταν σε ιδιωτικές κατοικίες, μέσα σε ένα δωμάτιο που λεγόταν άνδρών – μια λέξη η οποία περισσότερο παραπέμπει σε ένα είδος κλειστής αντρικής λέσχης. Σε αυτές τις συγκεντρώσεις οι άντρες της υψηλής κοινωνίας βολεύονταν σε αναπαυτικά ανάκλιντρα, αρκετά φαρδιά ώστε
να μπορούν να πλαγιάσουν μαζί δύο ή τρεις καλεσμένοι, στεφανώνονταν με γιρλάντες λουλουδιών, τσιμπολογούσαν από χαμηλά τραπέζια φορτωμένα με φαγητά, ενώ οι υπηρέτες τούς διασκέδαζαν με μουσική και τους κερνούσαν άφθονο κρασί – αυτοί ήταν συνήθως έφηβοι ή γυναίκες, επαγγελματιές εταίραι, λέξη που σημαίνει, κυριολεκτικά, «σύντροφοι», κάτι αντίστοιχο με τις περίφημες γκέισες ή τα κολ γκερλ. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι άντρες καλεσμένοι ονομάζονταν εταίροι, λέξη την οποία ο Όμηρος χρησιμοποιεί για τους συμπολεμιστές. Μαζεύονταν λοιπόν όλοι μαζί -εταίροι, έταίραι και παίδες- για να περάσουν μια πολλά υποσχόμενη βραδιά. Στην αρχή του συμποσίου πρόσφεραν σπονδές στον Διόνυσο, τον θεό του κρασιού, κι εκτελούσαν έναν διθύραμβο, είδος χορικού άσματος προς τιμήν του θεού της μέθης. Αν αυτό εσείς το λέτε προσευχή, έχει καλώς εμένα, πάντως, μου θυμίζει περισσότερο ξεσάλωμα, όπως μας πληροφορεί, εξάλλου, και ο πολύς Αρχίλοχος:
Ξέρω να σύρω το χορό στον αφέντη Διονύσου το τραγούδι.
Τα καταφέρνω μια χαρά, είμαι ο καλύτερος,
αρκεί να με ζαλίσει πρώτα το κρασί.
Στη ζωή των Ελλήνων υπήρχε πολλή ένταση, διότι οι Έλληνες, όσο κι αν γλεντούσαν, με τον καιρό γίνονταν ακόμη πιο φιλοπόλεμοι, από ό,τι στην εποχή του Ομήρου. Αυτά τα συμπόσια, αν μη τι άλλο, ίσως να ήταν ο καλύτερος τρόπος για να χαλαρώσουν από το συσσωρευμένο άγχος μιας κοινωνίας που βρισκόταν διαρκώς σε εμπόλεμη κατάσταση – όπως έλεγαν και οι Έλληνες φιλόσοφοι, ο πόλεμος ήταν «ο πατέρας όλων, ο βασιλιάς όλων», «υπήρχε ανέκαθεν εκ φύσεως». Με ένα ποτηράκι παραπάνω μπορούσε κανείς να ξεχάσει τον εκάστοτε πόλεμο, ή, αν όχι να τον ξεχάσει, τουλάχιστον να πάψει, προσωρινά, να τον θεωρεί τόσο σημαντικό. Εξ ου και αυτό το ποιηματάκι που αποδίδεται στον Θέογνι, έναν τραγουδοποιό των αρχών του 6ου αιώνα, με εκπληκτικό ταλέντο για ανάλαφρες συνθέσεις, ο οποίος εκτιμούσε την καλή ανατροφή, τα επιτυχημένα συμπόσια και τους συναρπαστικούς έρωτες μεταξύ αντρών και αγοριών – ένας Κόουλ Πόρτερ της αρχαιότητας:
Πιάστε κιθάρες και αυλούς για το ιερό τραγούδι
και φέρτε μας να πιούμε, να γελάσουμε
για να χαρούν οι αθάνατοι με τις σπονδές μας ·
κι ας μη φοβόμαστε ποσώς τους Μήδους.
Όμως, όπως γίνεται συνήθως όταν μιλάει το κρασί, η ιλαρότητα συχνά είχε άσχημη κατάληξη. Σε αυτό το απόσπασμα από μια κωμωδία που έγραψε τον 4ο αιώνα ο Εύβουλος, ένας ήδη παραπαίων Διόνυσος αφηγείται με καμάρι πώς εξελίχθηκε ένα τυπικό συμπόσιο:
Απόψε ο ίδιος ο Διόνυσος κερνάει κρασί
και το αραιώνει με νερό στις ξέχειλες τις κούπες.
Μια κούπα στην υγειά μας κι άλλη μια για να ευθυμήσουμε.
Η τρίτη φέρνει νύστα – κι οι μυαλωμένοι φεύγουν πριν σουρώσουν.
Γιατί μετά ό,τι πίνουμε δεν είναι πια δικό μας.
Τέταρτη κούπα για τις ύβρεις, πέμπτη για τη φασαρία,
έκτη για τις κραιπάλες κι άλλη μια για τα κομμένα μάτια,
στην όγδοη έρχονται οι κλητήρες, στην ένατη ο εμετός
και με τη δέκατη τα σπάμε όλα κι ησυχάζουμε.
Υπάρχει θλίψη κάτω από την ευθυμία. Θαρρείς και, ασχέτως πόσο τραγουδούν, χορεύουν, ωρύονται, αστειεύονται ή πηδιούνται αυτοί οι γλεντοκόποι, μια συνεχής, τυραννική νότα απαισιοδοξίας επιμένει να ηχεί, παρά τις μανιώδεις προσπάθειές τους να μην την ακούσουν. Ακόμη και ο Αρχίλοχος, ένας θαυμάσιος αθλητής της εποχής του, που πρωτοστατούσε στις κραιπάλες, δεν μπορεί παρά να ομολογήσει ότι καμιά από αυτές τις νυχτερινές δραστηριότητες δεν έχει τελικά νόημα. Στους πιο στοχαστικούς στίχους του, δίνει την εντύπωση ότι βγάζει τη μάσκα και, απαλλαγμένος από το τραχύ και εύθυμο προσωπείο του, συνιστά στον εαυτό του κάτω από το φως της μέρας όχι υπερβολή αλλά νηφαλιότητα, ισορροπία, αυτοσυγκράτηση, έως και καρτερία:
Καρδιά μου, καρδιά μου,
να μη σκιρτάς από χαρά μπροστά σε κόσμο όταν νικάς
ούτε να κλαις κρυφά και να λυπάσαι όταν χάνεις.
Να χαίρεσαι με τις απλές χαρές, να μη σε αγγίζει το κακό,
να μάθεις το ρυθμό που κυβερνάει τ’ ανθρώπινα.
Η τελευταία φράση είναι ελαφρώς δυσοίωνη. Ο ρυθμός που μας κυβερνάει, τα ύψη και τα βάθη, δεν παύουν να μας υπενθυμίζουν πως τίποτε δεν κρατάει αιώνια και πως καθετί που ζει βαδίζει προς τον θάνατο. Ας μετριάσουμε τον ενθουσιασμό και την αγωνία μας, είτε πρόκειται για την έκσταση της μάχης είτε για την έκσταση του έρωτα, είτε για τις μεγάλες επιτυχίες είτε για τις μεγάλες απώλειες, και ας ομολογήσουμε στον εαυτό μας ότι όλα τα πράγματα διαρκούν μια στιγμή μόνο κι ύστερα χάνονται. Αν ζήσουμε με οδηγό μας αυτή τη νηφάλια γνώση, η ζωή μας θα είναι όσο το δυνατόν καλύτερη.