Παρασκευή 13 Μαΐου 2016

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ, ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΟΓΡΑΦΙΑ, ΑΛΚΙΦΡΩΝ - Ἐπιστολαὶ 4, 19, 1-6

< Σπάνια παράσταση σε μωσαϊκό που βρέθηκε σε ένα σπίτι της αρχαίας Αντιόχειας (η σημερινή τουρκική πόλη Antakya). Η παράσταση δείχνει τον ποιητή Μένανδρο με την ερωμένη του Γλυκέρα. Στην άκρη αριστερά εικονίζεται προσωποποιημένη η κωμωδία , που κρατά τα σύμβολα του θεάτρου. Μπροστά της φαίνεται μία θεατρική μάσκα, που ακουμπά πάνω σ' ένα κιβώτιο με τα έργα προφανώς του μεγάλου ποιητή.

 

τί δὲ Μένανδρος χωρὶς Γλυκέρας;

Ο Αλκίφρων είναι γνωστός από την συλλογή των επιστολών του, η οποία περιλαμβάνει 118 πλήρεις επιστολές και 6 σε αποσπασματική μορφή και η οποία διαιρείται βάσει του περιεχομένου σε τέσσερα βιβλία: τις αλιευτικές, τις αγροτικές, τις παρασιτικές, και τις εταιρικές επιστολές. Οι επιστολές του Αλκίφρονα είναι στο σύνολό τους πλαστές, πράγμα που σημαίνει ότι σε ορισμένες τόσο ο συντάκτης όσο και ο παραλήπτης είναι φανταστικά πρόσωπα, ενώ σε άλλες αποδίδονται σε ιστορικά πρόσωπα επιστολές που δεν έχουν γράψει. Αν κάτι χαρακτηρίζει το έργο του Αλκίφρονα κατεξοχήν, είναι η εμμονή στην αναπαράσταση της ατμόσφαιρας και του καθημερινού βίου της Αθήνας του 4ου αι. π.Χ., μια αναπαράσταση όμως, που όσο κι αν φαντάζει ρεαλιστική, στην πραγματικότητα στηρίζεται στην λογοτεχνία της εποχής, κυρίως στον Μένανδρο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο επομένως το γεγονός ότι ο Αλκίφρων επιλέγει να αποδώσει τις ωραιότερες ίσως ερωτικές επιστολέςτου στον κωμικό ποιητή και τη γνωστή εταίρα και ερωμένη του, την Γλυκέρα. Η επιστολή της Γλυκέρας προς τον Μένανδρο, τμήμα της οποίας παρατίθεται, έχει την μορφή του προγυμνάσματος της ηθοποιίας. (Ο όρος δηλώνει την ρητορική άσκηση κατά την οποία έπρεπε να παρουσιαστεί ένα περιστατικό γνωστό από την ιστορία ή τον μύθο μέσα από την οπτική γωνία της ψυχολογίας των ηρώων σε συγκεκριμένη στιγμή). Το γεγονός που αποτελεί εδώ την αφορμή για την σύνταξη της επιστολής αφορά στην πρόσκληση του Πτολεμαίου Α᾽ Σωτήρος προς τον Μένανδρο να επισκεφθεί την Αίγυπτο. Ο συγγραφέας δεν έχει πάντως την πρόθεση να εμβαθύνει στα συναισθήματα της ηρωίδας, αλλά, σύμφωνα με τις συμβάσεις της αρχαίας ερωτικής επιστολογραφίας, να καταγράψει τις αντιδράσεις της για το πιθανό ταξίδι του Μενάνδρου και μέσω αυτών να σκιαγραφήσει ικανοποιητικά, αλλά όχι εξατομικευμένα, τον χαρακτήρα της ηρωίδας.

Ἐπιστολαὶ 4, 19, 1-6

[4.19.1] Γλυκέρα Μενάνδρῳ.
ἃς διεπέμψω μοι τοῦ βασιλέως ἐπιστολὰς εὐθὺς ἀνέγνων. μὰ τὴν Καλλιγένειαν ἐν ἧς νῦν εἰμι κατευχαῖς ἔχαιρον, Μένανδρε, ἐκπαθὴς ὑπὸ ἡδονῆς γινομένη, καὶ τὰς παρούσας οὐκ ἐλάνθανον. ἦν δὲ ἥ τε μήτηρ μου καὶ ἡ ἑτέρα ἀδελφὴ Εὐφρόνιον καὶ τῶν φίλων ἣν οἶσθα· καὶ ‹γὰρ› παρὰ σοὶ ἐδείπνησε πολλάκις, καὶ ἐπῄνεις αὐτῆς τὸν ἐπιχώριον ἀττικισμόν, ἀλλ᾽ ὡς φοβούμενος αὐτὴν ἐπαινεῖν, ὅθεν καὶ μειδιάσασα θερμότερόν σε κατεφίλησα. [4.19.2] οὐ μέμνησαι, Μένανδρε; θεασάμεναι δέ με παρὰ τὸ εἰωθὸς καὶ τῷ προσώπῳ καὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς χαίρουσαν «ὦ Γλυκέριον» ἤροντο, «τί σοι τηλικοῦτον γέγονεν ἀγαθόν, ὅτι καὶ ψυχῇ καὶ σώματι καὶ πᾶσιν ἀλλοιοτέρα νῦν ἡμῖν πέφηνας; καὶ τὸ σῶμα γεγάνωσαι καὶ διαλάμπεις ἐπιχάριτόν τι καὶ εὐκταῖον». κἀγώ «Μένανδρον» ἔφην «τὸν ἐμὸν {ὃν} ὁ Αἰγύπτου βασιλεὺς Πτολεμαῖος ἐπὶ τῷ ἡμίσει τῆς βασιλείας τρόπον τινὰ μεταπέμπεται» μείζονι τῇ φωνῇ φθεγξαμένη καὶ σφοδροτέρᾳ, ὅπως πᾶσαι ἀκούσωσιν αἱ παροῦσαι. καὶ ταῦτα ἔλεγον ἐγὼ διατινάσσουσα καὶ σοβοῦσα ταῖς χερσὶν ἐμαυτῆς τὰς ἐπιστολὰς σὺν τῇ βασιλικῇ σφραγῖδι. [4.19.3] «χαίρεις οὖν ἀπολειπομένη»; ἔφ{ρ}ασαν. τὸ δὲ οὐκ ἦν, Μένανδρε. ἀλλὰ τοῦτο μὲν οὐδενὶ τρόπῳ μὰ τὰς θεάς, οὐδ᾽ εἰ βοῦς μοι τὸ ‹δὴ› λεγόμενον φθέγξαιτο, πεισθείην ἂν ὅτι βουλήσεταί μέ ποτε ἢ δυνήσεται Μένανδρος ἀπολιπὼν ἐν Ἀθήναις Γλυκέραν τὴν ἑαυτοῦ μόνος ἐν Αἰγύπτῳ βασιλεύειν μετὰ πάντων τῶν ἀγαθῶν. [4.19.4] ἀλλὰ καὶ τοῦτό γε εἰδὼς ἐκ τῶν ἐπιστολῶν ὧν ἀνέγνων ‹δῆλος› ἦν ὁ βασιλεύς, τἀμὰ πεπυσμένος ὡς ἔοικε περὶ σέ, καὶ ἠρέμα δι᾽ ὑπονοιῶν Αἰγυπτίοις θέλων ἀστεϊσμοῖς σε διατωθάζειν. χαίρω διὰ τοῦτο, ὅτι πεπλεύκασι καὶ εἰς Αἴγυπτον πρὸς αὐτὸν οἱ ἡμέτεροι ἔρωτες· καὶ πείθεται πάντως ἐξ ὧν ἤκουσεν ἀδύνατα σπουδάζειν ἐπιθυμῶν Ἀθήνας πρὸς αὐτὸν διαβῆναι. [4.19.5] τί γὰρ Ἀθῆναι χωρὶς Μενάνδρου; τί δὲ Μένανδρος χωρὶς Γλυκέρας; ἥτις αὐτῷ καὶ τὰ προσωπεῖα διασκευάζω καὶ τὰς ἐσθῆτας ἐνδύω, κἀν τοῖς παρασκηνίοις ἕστηκα τοὺς δακτύλους ἐμαυτῆς πιέζουσα καὶ τρέμουσα, ἕως ἂν κροταλίσῃ τὸ θέατρον· τότε νὴ τὴν Ἄρτεμιν ἀναψύχω καὶ περιβάλλουσά σε τὴν ἱερὰν {τῶν δραμάτων} ἐκείνην κεφαλὴν ἐναγκαλίζομαι. [4.19.6] ἀλλ᾽ ὅ γε ταῖς φίλαις τότε χαίρειν ἔφην, τοῦτ᾽ ἦν Μένανδρε, ὅτι οὐκ ἄρα Γλυκέρα μόνον ἀλλὰ καὶ βασιλεῖς ὑπερθαλάσσ‹ι›οι ἐρῶσί σου, καὶ διαπόντιοι φῆμαι τὰς σὰς ἀρετὰς κατηγγέλκασι. καὶ Αἴγυπτος καὶ Νεῖλος καὶ Πρωτέως ἀκρωτήρια καὶ αἱ Φάριαι σκοπιαὶ πάντα μετέωρα νῦν ἐστι, βουλόμενα ἰδεῖν Μένανδρον καὶ ἀκοῦσαι φιλαργύρων καὶ ἐρώντων καὶ δεισιδαιμόνων και ἀπίστων {καὶ πατέρων καὶ υἱῶν ‹καὶ γραῶν› καὶ θεραπόντων} καὶ παντὸς ‹τοῦ› {ἐν} σκηνοβατουμένου· ὧν ἀκούσονται μέν, οὐκ ὄψονται δὲ Μένανδρον, εἰ μὴ ἐν ἄστει παρὰ Γλυκέρᾳ γένοιντο καὶ τὴν ἐμὴν εὐδαιμονίαν ἴδοιεν, τὸν πάντῃ διὰ τὸ κλέος αὐτοῦ Μένανδρον καὶ νύκτωρ καὶ μεθ᾽ ἡμέραν ἐμοὶ προσκείμενον.

***

Η Γλυκέρα1 στον Μένανδρο

Το γράμμα του βασιλιά2 που μου ᾽στειλες το διάβασα, Μένανδρε, αμέσως, και μα τη θεά μας Καλλιγένεια, που στο ναό της τώρα βρίσκομαι, το καταχάρηκε η ψυχή μου· κυριολεκτικά, δεν μπορούσα να συγκρατηθώ από τη χαρά μου, τόσο που το πρόσεξαν όλες οι γυναίκες που ήταν γύρω μου: η μάνα μου, η αδερφή μου η Ευφρόνιον και η φίλη μου που ξέρεις -αυτή που δείπνησε τόσες φορές στο σπίτι σου και που επαινούσες τον ωραίο της λόγο («σαν να ᾽χε γεννηθεί στην Αθήνα»), λες και φοβόσουν να επαινέσεις την ίδια-τότε που χαμογέλασα και σου ᾽δωσα ένα εξαιρετικά θερμό φιλί -[2] δεν το θυμάσαι, Μένανδρε; Όταν λοιπόν είδαν το πρόσωπό μου και τα μάτια μου να δείχνουν ασυνήθιστη χαρά, με ρώτησαν: «Τι μεγάλο καλό σου συνέβη, καλή μας Γλυκέρα, και σε βλέπουμε τώρα τόσο αλλαγμένη στην ψυχή, στο σώμα, στα πάντα; Εσύ λάμπεις ολόκληρη, κι αυτή σου η λάμψη δείχνει πως σου συνέβη κάτι πολύ ευχάριστο, πως μια ευχή σου εισακούστηκε». «Ο Πτολεμαίος», τους είπα, «τον Μένανδρό μου, ο Πτολεμαίος, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, τον κάλεσε δίνοντάς του-πώς να το πω;- το μισό του βασίλειο»3 -όλα αυτά, βέβαια, τα είπα με ξεχωριστή έμφαση και με ανεβασμένο τον τόνο της φωνής μου, ώστε να τ᾽ ακούσουν όλες οι γυναίκες που ήταν εκεί, και, φυσικά, κουνώντας και επιδεικνύοντας με καμάρι το γράμμα με τη βασιλική σφραγίδα. [3] «Και συ χαίρεσαι που εκείνος φεύγει κι εσένα σε αφήνει εδώ;», με ρώτησαν. Αυτό, φυσικά, δεν μπορούσε, Μένανδρε, να είναι αλήθεια. Εγώ, μα τις θεές, και βόδι, που λέει η παροιμία, να μου το ᾽λεγε, δεν θα μπορούσα να πιστέψω πως ο Μένανδρός μου θα ήθελε ή θα μπορούσε ποτέ ν᾽ αφήσει στην Αθήνα τη Γλυκέρα του και να κάνει, μόνος του, δίχως εμένα δίπλα του, τον βασιλιά στην Αίγυπτο, την Αίγυπτο με όλα της τα πλούτη και όλα της τα αγαθά. [4] Απεναντίας, από το γράμμα που διάβασα ήταν φανερό πως ο βασιλιάς ήταν καλά πληροφορημένος για τη σχέση μου μαζί σου και ήθελε καλοσυνάτα να σε πειράξει με υπαινιγμούς, χρησιμοποιώντας, στην αιγυπτιακή του παραλλαγή, το αττικό ύφος και πνεύμα. Προσωπικά είμαι πολύ ευχαριστημένη που η ιστορία του έρωτά μας ταξίδεψε ώς την Αίγυπτο κι ώς τον βασιλιά· κι εξάπαντος, απ᾽ ό,τι άκουσε, ο βασιλιάς θα ᾽χει πεισθεί πως κυνηγάει το αδύνατο όταν θέλει να ταξιδέψει η Αθήνα σ᾽ αυτόν. Τι είναι, πράγματι, η Αθήνα δίχως τον Μένανδρο; [5] Και τι είναι ο Μένανδρος δίχως τη Γλυκέρα; Εγώ του ετοιμάζω τις μάσκες, εγώ του ντύνω τους ηθοποιούς, και είμαι πάντα στα παρασκήνια, κρατώντας σφιγμένα τα δάχτυλά μου και τρέμοντας από την αγωνία, ώσπου το κοινό να ξεσπάσει σε χειροκροτήματα· τότε πια ανασαίνω ανακουφισμένη, μα την Άρτεμη, και σε παίρνω σφιχτά στην αγκαλιά μου, εσένα, τον μεγάλο δημιουργό των περίφημων θεατρικών έργων. [6] Αυτό όμως, Μένανδρε, που είπα τότε στις φίλες μου πως μ᾽ έκανε ευτυχισμένη ήταν ότι δεν είναι μόνο η Γλυκέρα που σ᾽ αγαπάει, αλλά και βασιλιάδες μακρινοί, πέρ᾽ απ᾽ τη θάλασσα, κι ότι η φήμη σου, περνώντας τις θάλασσες, έκανε παντού γνωστά τα χαρίσματά σου. Η Αίγυπτος, ο Νείλος, το ακρωτήριο του Πρωτέα4 και το παρατηρητήριο στο νησί Φάρος,5 όλα είναι ξεσηκωμένα, θέλοντας να δουν τον Μένανδρο και να ακούσουν τους φιλάργυρους, τους ερωτευμένους, τους δεισιδαίμονες, τους άπιστους, τους πατεράδες, τους γιους, τους δούλους6 και γενικά όλα τα πρόσωπα που εκείνος ανεβάζει στη σκηνή. Όλους αυτούς θα τους ακούσουν, τον Μένανδρο όμως δεν θα τον δουν εκτός κι αν έρθουν στην Αθήνα, στο σπίτι της Γλυκέρας, και δουν την ευτυχία μου -ο Μένανδρος βρίσκεται με τη δόξα του παντού, νύχτα και μέρα όμως αγκαλιάζει εμένα.
----------------------
1 Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές η Γλυκέρα, η οποία είχε για μακρό διάστημα -με αφορμή τις αναφορές του Αθήναιου και του Ρωμαίου ποιητή Μαρτιάλη- θεωρηθεί ένα κεφάλαιο του βίου του ποιητή, δεν υπήρξε ιστορικό πρόσωπο. Η επινόηση μιας πραγματικής Γλυκέρας ήταν το φυσικό επακόλουθο του γεγονότος ότι ο Μένανδρος είχε γράψει κωμωδία με τίτλο Γλυκέρα και είχε επίσης χρησιμοποιήσει το όνομα στην Περικειρομένη.
2 Αναφέρεται στην επιστολή του Αιγύπτιου βασιλιά την οποία υποτίθεται ότι έστειλε ο Μένανδρος μαζί με την δική του στην Γλυκέρα.
3 Η αυθεντικότητα της πληροφορίας ότι ο ποιητής είχε λάβει τιμητική πρόσκληση να μεταβεί στην Αίγυπτο δεν αμφισβητείται. Γνωρίζουμε αντίθετα ότι ανάλογη πρόσκληση είχε και από την Μακεδονία, αλλά δεν αποδέχθηκε καμία.
4 Πρόκειται για άλλο όνομα του νησιού Φάρος (βλ. επόμενο σχόλιο). Ο Πρωτέας ήταν θαλάσσιος δαίμονας προικισμένος με την ικανότητα να μεταμορφώνεται σε οτιδήποτε επιθυμούσε. Το νησί Φάρος εθεωρείτο ο τόπος κατοικίας του ήδη στον Όμηρο.
5 Ο Φάρος χτίστηκε από τον Σώστρατο από την Κνίδο επί Πτολεμαίου Β᾽ (γύρω στο 280 π.Χ.) στο ομώνυμο νησί μπροστά από την Αλεξάνδρεια. Στην αρχαιότητα εθεωρείτο ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου. Το νησί είχε ενωθεί με την Αλεξάνδρεια με ένα ανυψωμένο λιθόστρωτο από τον Μ. Αλέξανδρο.
6 Πρόκειται για τυπικούς χαρακτήρες των κωμωδιών του Μενάνδρου.
--------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
 
* Γλυκέρα: Θαυμαστή για την ομορφιά της Αθηναία εταίρα.
Θυελλώδης ήταν η σχέση της με τον τυχοδιώκτη ταμία των περσικών θησαυρών του Μεγάλου Αλεξάνδρου Άρπαλο. Ο Άρπαλος έκλεψε για χάρη της 5.000 τάλαντα και έφυγε μαζί της στην Ταρσό της Συρίας , όπου της έκανε χρυσό άγαλμα και διέταξε τους κατοίκους της Ταρσού να την προσκυνούν ως βασίλισσα.
Αργότερα η Γλυκέρα επέστρεψε στην Αθήνα και συνδέθηκε παθιασμένα με τον ποιητή Μένανδρο
.

 
* Μένανδρος (342/341-292/291 π.Χ.): 
O σπουδαιότερος ποιητής της "νέας αττικής κωμωδίας". Ενώ όμως έγραψε πάνω από εκατό κωμωδίες νίκησε μόνο οκτώ φορές στους Αθηναϊκούς θεατρικούς αγώνες.

Γιατί δεν μπορούμε να “ψυχολογήσουμε” τους άλλους ανθρώπους

girl_psychologyΠολλοί άνθρωποι έχουν την τάση να πιστεύουν ότι είναι καλοί στο να "ψυχολογούν" τους άλλους ανθρώπους. Οι "διαισθητικοί ψυχολόγοι”, όπως τους αρέσει να αυτοαποκαλούνται, νομίζουν ότι είναι σχετικά εύκολο να προβλέψουν τις στάσεις και τις συμπεριφορές των άλλων ανθρώπων. Ο καθένας από εμάς διαθέτει διάφορες πληροφορίες που αφορούν τόσο στους εαυτούς μας και στους άλλους ανθρώπους που έχουν προέλθει από αμέτρητες προηγούμενες εμπειρίες. Πρέπει ωστόσο να πούμε με σιγουριά ότι έχουμε σταθερή πληροφόρηση για τους άλλους ανθρώπους; Καλύτερα να μην είμαστε τόσο σίγουροι.

Στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι είναι προκατειλημμένοι όταν προβαίνουν σε εκτίμηση της συμπεριφοράς των άλλων ανθρώπων και των αιτιών τους. Και αυτές οι προκαταλήψεις μας βοηθούν να δούμε γιατί ακριβώς χρειαζόμαστε περισσότερα ψυχολογικά πειράματα και γιατί δεν μπορούμε να βασιστούμε στις διαισθήσεις μας για να ερμηνεύσουμε τη συμπεριφορά των άλλων.

Μία από αυτές τις προκαταλήψεις ονομάζεται «η επίδραση της ψευδούς συναίνεσης». Στη δεκαετία του 1970 ο κοινωνικός ψυχολόγος και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ Lee Ross, έθεσε ως στόχο να δείξει πόσο η επίδραση της ψευδούς συναίνεσης λειτουργεί σε δύο πετυχημένες μελέτες (Ross , Greene & House, 1977).

Κατά την πρώτη μελέτη οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να διαβάσουν πληροφορίες σχετικά με ορισμένες καταστάσεις, στις οποίες είχε προκύψει μία σύγκρουση και μετά τους έδωσαν δύο εναλλακτικούς τρόπους αντίδρασης. Τους ζητήθηκε να κάνουν τρία πράγματα:

- Να μαντέψουν ποια επιλογή θα κάνουν οι άλλοι άνθρωποι,

- Να πουν ποια επιλογή θα διάλεγαν οι ίδιοι,

- Να περιγράψουν τα χαρακτηριστικά του ατόμου που θα επιλέξει κάθε μία από τις δύο επιλογές.

Τα αποτελέσματα έδειξαν περισσότερους άνθρωπους να πίστευουν ότι οι άλλοι θα κάνουν το ίδιο με αυτούς, ανεξάρτητα με το ποια από τις δύο απαντήσεις επέλεξαν οι ίδιοι πραγματικά. Αυτό δείχνει τί ονόμασαν ως επίδραση της ψευδούς συναίνεσης ο Ross και οι συνεργάτες του - την ιδέα ότι ο καθένας από εμάς πιστεύει ότι οι άλλοι άνθρωποι σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο που κάνουμε και εμείς όταν στην πραγματικότητα δεν το κάνουν καθόλου συχνά.

Μια άλλη προκατάληψη, προέκυψε όταν οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να περιγράψουν τα χαρακτηριστικά του ατόμου που έκανε την αντίθετη επιλογή με τις δικές τους. Σε σύγκριση με άλλα άτομα που έκαναν την ίδια επιλογή με αυτούς, οι άνθρωποι έκαναν πιο άσχημες υποθέσεις σχετικά με τις προσωπικότητες εκείνων που δεν συμμερίστηκαν την επιλογή τους. Για να το θέσω λίγο πιο χονδροειδώς: οι άνθρωποι έχουν την τάση να υποθέτουν ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά με όσους δεν συμφωνούν με τους ίδιους! Μπορεί να φαίνεται αστείο, αλλά είναι μια πραγματική προκατάληψη που επιδεικνύουν οι άνθρωποι.

Η διαπίστωση από την πρώτη μελέτη είναι πολύ καλή στη θεωρία. Πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι οι άνθρωποι συμπεριφέρονται πραγματικά με τον τρόπο που λένε ότι θα το κάνουν; Στο κάτω κάτω, οι ψυχολόγοι έχουν βρει ελάχιστη σχέση μεταξύ της στάσης και της συμπεριφοράς των ανθρώπων.

Στη δεύτερη μελέτη, ως εκ τούτου, ο Ross και οι συνεργάτες του εγκατέλειψαν τις υποθετικές καταστάσεις, τα τεστ με το μολύβι και το χαρτί και αντί αυτού, χρησιμοποίησαν ένα χάρτινο διαφημιστικό πλακάτ, όπως αυτά που φορούν στους δρόμους.

Αυτή τη φορά ένα νέο δείγμα των συμμετεχόντων, οι οποίοι ήταν φοιτητές, ρωτήθηκαν αν θα ήταν πρόθυμοι να περπατήσουν γύρω από την πανεπιστημιούπολη τους για 30 λεπτά φορώντας ένα διαφημιστικό πλακάτ που έγραφε: "φάτε στου Τζο". (Δεν τους δόθηκαν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα των τροφίμων του Τζο και κατά συνέπεια, πόσο ανόητοι θα έδειχναν οι φοιτητές που θα υποστήριζαν κάτι που δεν ήξεραν).

Για να κινητοποιήσουν τους συμμετέχοντες, τους είπαν απλά ότι θα μάθουν «κάτι χρήσιμο», από τη μελέτη, αλλά ότι ήταν απολύτως ελεύθεροι να αρνηθούν, αν ήθελαν.

Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης επιβεβαίωσαν την προηγούμενη μελέτη. Από εκείνους που συμφώνησαν να φορέσουν το χάρτινο διαφημιστικό πλακάτ, το 62% πιστεύει ότι και οι άλλοι θα συμφωνήσουν επίσης. Από εκείνους που αρνήθηκαν, μόνο το 33% πιστεύει ότι οι άλλοι θα συμφωνήσουν να φορέσουν το χάρτινο διαφημιστικό πλακάτ.

Και πάλι, όπως και πριν, οι άνθρωποι κάνουν πιο άσχημες υποθέσεις για την προσωπικότητα του ατόμου που πήρε την αντίθετη απόφαση με τη δική τους. Μπορείτε να φανταστείτε που μπορεί να επεκταθεί αυτή η σκέψη... Οι άνθρωποι οι οποίοι συμφώνησαν να φορέσουν το χάρτινο διαφημιστικό πλακάτ θα μπορούσαν να πουν: "Τι δεν πάει καλά με κάποιον που αρνείται ; Νομίζω ότι πρέπει πραγματικά να φοβούνται μην μοιάζουν ανόητοι".

Ενώ οι άνθρωποι που αρνήθηκαν: "Ποιοι είναι αυτοί οι επιδειξίες που συμφώνησαν να φορέσουν το διαφημιστικό πλακάτ; Γνωρίζω ανθρώπους σαν κι αυτούς - είναι πραγματικά παράξενοι».Είμαστε φτωχοί διαισθητικοί ψυχολόγοι. Αυτή η μελέτη είναι συναρπαστικη, όχι μόνο γιατί δείχνει μια προκατάληψη για το πώς σκεφτόμαστε για τις συμπεριφορές των άλλων, αλλά και γιατί δείχνει τη σημασία των ψυχολογικών μελετών.

Όπως δείχνει αυτή η μελέτη κοινωνικής ψυχολογίας, οι άνθρωποι είναι πραγματικά πολύ κακοί διαισθητικοί ψυχολόγοι. Μία από τις λίγες εξαιρέσεις στον κανόνα αυτό είναι όταν η απάντηση είναι πραγματικά πολύ προφανής, όπως όταν ζητείται από τους ανθρώπους αν είναι σύμφωνοι για να διαπράξουν φόνο. Αλλά οι ερωτήσεις που μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι γενικά δεν είναι τόσο ενδιαφέρουσες, όπως εκείνες στις οποίες παρουσιάζουμε διαφορετικές απόψεις.

Οι άνθρωποι είναι επίσης πιο πιθανό να υποθέσουν ότι κάποιος που δεν έχει τις ίδιες απόψεις με αυτούς έχει πιο «άσχημη» προσωπικότητα από τη δική τους. Αυτό συμβαίνει επειδή οι άνθρωποι σκέφτονται για τον εαυτό τους, είτε συνειδητά ή ασυνείδητα, ότι όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι σίγουρα σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο όπως αυτοί;

Λοιπόν, προφανώς όχι. Το γεγονός ότι γνωρίζουμε, ότι δεν γνωρίζουμε τους άλλους ανθρώπους, αυτό είναι ένα σπουδαίο ξεκίνημα. Και αυτός είναι ένας καλός λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε ψυχολογικές μελέτες με αξιόπιστες αποδείξεις.

Για ένα μέλλον...

Νοιώθω ότι αυτό είναι το σημαντικότερο θέμα που έχω/θα έχω γράψει ποτέ! Σαφώς δεν μπορώ να πω αρκετά γι’ αυτό μέσα από ένα μόνο άρθρο, αλλά μπορώ να δώσω το πλαίσιο, τα ουσιαστικά σημεία… εύχομαι προς περεταίρω σκέψη και προβληματισμό.
 
Μπορούμε να λύσουμε ΟΛΑ τα προβλήματα που έχουμε ως κοινωνία με μιας, αν το θέλουμε πραγματικά. Όλα μαζί! Αλλά δεν θέλουμε ακόμα… θα καταλάβετε το γιατί.
 
Θεωρώ ότι συμφωνούμε στο ότι τα ουσιαστικά προβλήματά μας ως ανθρώπινες κοινωνίες είναι η εγκληματικότητα, τα ναρκωτικά και γενικά οι εθισμοί αυτοί, η κατάθλιψη και οι αυτοκτονίες, η βία (ορατή και μη) και όλα τα παρακλάδια αυτών, με συνέπειες σε όλους τους τομείς της ζωής μας.
Η λύση βρίσκεται στην παιδεία, όχι όμως με την έννοια της εκπαίδευσης, του σχολείου, του υπουργείου, των υπευθύνων, και λοιπές παρανοήσεις του αρχικού όρου. Τι εννοώ λοιπόν…
 
Ο καλύτερος τρόπος που έχω για να περιγράψω ή να δώσω κάποιο «πλαίσιο» είναι να σας ζητήσω να εξασκήσετε την ξεχασμένη λειτουργία της φαντασίας σας, χωρίς περιορισμούς, δεσμεύσεις και εγωικά δεδομένα βάσει μνήμης.
 
Φανταστείτε λοιπόν…
  • Να επιτρέπαμε στα μικρά παιδιά να εξερευνήσουν τα όριά τους
  • Να επιτρέπαμε στα μικρά παιδιά να βιώνουν τον πόνο, την απόρριψη, την αποτυχία, βοηθώντας τα να μαθαίνουν σε αυτή τη βιωματική διαδικασία. 
  • Να μαθαίναμε/επιτρέπαμε στα παιδιά να Διαλογίζονται με τον Εαυτό τους.
  • Να τους μαθαίναμε πρακτικά πώς λειτουργεί ο νους τους, ο κόσμος, η δυαδική διάσταση.
  • Να τα ακούγαμε περισσότερο και να μαθαίναμε τον δικό τους τρόπο σκέψη, από βρέφη μέχρι όλες τις αλλαγές τους.
  • Να δείχναμε έμπρακτα στα μικρά παιδιά την έννοια του αλληλοσεβασμού (αυτί της επιβολής ή της ανοχής), της διαφορετικότητας (αντί του «φυσιολογικού), της συνεργασίας (αντί του ανταγωνισμού), της εμπειρίας του παιχνιδιού (αντί της νίκης ή της ήττας, της επιτυχίας ή της αποτυχίας).
  • Να εμπιστευόμασταν τα μικρά παιδιά αντί μόνο να θέλουμε να τους δείχνουμε και να τα διορθώνουμε.
  • Να τα αφήναμε να επιλέξουν τι θέλουν να μάθουν και πότε.
  • Να τους δείχναμε έμπρακτα ότι δεν μπορούν να έχουν όλο το χρόνο μας… όμως όχι βγάζοντάς τα από τη ζωή μας, παρκάροντάς τα από δω κι από κει αλλά βάζοντάς τα στη συνολική ζωή μας.
  • Να δίναμε σε αυτά την αμέριστη απόλυτη προσοχή μας όταν είμαστε μαζί τους.
  • Να τα αφήναμε να αναλάβουν τις συνέπειες των πράξεών τους, βοηθώντας τα να διδαχθούν συνειδητά από αυτές.
  • Να εμπιστευόμασταν το ότι τίποτα δεν αντικαθιστά τη συνειδητή/βιωματική μάθηση. 
  • Να δείχναμε σε αυτά, έμπρακτα, ότι η τεχνολογία είναι για να μας εξυπηρετεί όχι να την εξυπηρετούμε.
  • Να επιτρέπαμε σε αυτά να ζουν σε αρμονία με τη φύση, όπως γνωρίζουν ενστικτωδώς.

Και τόσα άλλα που αγνοούμε και θα μπορούσαμε να προσφέρουμε δίνοντας την κατάλληλη παιδεία στους εαυτούς μας! Απλά, δεν συνειδητοποιούμε ακόμα πόσο σημαντικό και αναγκαίο είναι αυτό. Δεν κατανοούμε ότι δεν έχουμε τίποτα άλλο να κάνουμε ή να προσφέρουμε πριν από αυτό.

Δεν βλέπουμε άλλο μέλλον γιατί δεν το έχουμε προσφέρει στα παιδιά μας...

Ν' αμφισβητείς τι, ποιόν και γιατί;

Όταν ρωτάς τον άλλον για τις επιλογές του, με σκοπό να σου εξηγήσει, να σε πληροφορήσει ή να σε πείσει για την «ορθότητά τους», παραμένεις σε ένα παλιό τρόπο λειτουργίας της σκέψης, που ουσιαστικά σου αφαιρεί τη δύναμη και την αυτοκυριαρχία σου.

Κανείς δεν «πρέπει» να σου εξηγήσει ή να πείσει για τίποτα.

Αν πραγματικά σ' ενδιαφέρει, κάνε πρώτα τη δική σου έρευνα, διάβασε, ψάξε, αμφισβήτησε αυτά που πιστεύεις πως γνωρίζεις ή απλά συνήθισες να κάνεις και συζήτησε με τον Εαυτό σου για το θέμα που σε απασχολεί συναισθηματικά.

Όταν αρχίσεις να παρατηρείς τον εαυτό σου πραγματικά, θα διαπιστώσεις ότι σπάνια (αν ποτέ) αμφισβητείς τις ιδέες σου, τις θέσεις και τις απόψεις σου, τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής σου, που εκπαιδεύτηκες ν’ ακολουθείς. Το ν' αμφισβητείς μόνιμα είτε τον εαυτό σου είτε τους άλλους, δεν είναι το ίδιο πράγμα με το ν' αμφισβητείς του νου σου!

Ζητάς συνέχεια εξηγήσεις από τους άλλους, κρίνοντας «αλλοπρόσαλλη», «περίεργη» ή (το λιγότερο) «ασυνήθιστη» την συμπεριφορά ή τις επιλογές τους, για να δικαιολογήσεις (υποσυνείδητα) τις δικές σου. Είτε το κάνεις αυτό λεκτικά είτε μόνο νοητικά, δεν έχει σημασία. Η αμφισβήτηση, η κριτική, η κατάταξη, η απόρριψη, παραμένουν και εξακολουθούν να είναι ουσιαστικές.

Η πολυμορφία, η διαφορετικότητα, υπάρχουν γι’ αυτό το λόγο ακριβώς: για να βλέπεις και να εξετάζεις τον εαυτό σου ΜΕΣΑ σε αυτά, όχι ΑΠΈΝΑΝΤΙ από αυτά. Αλλά, δεν έμαθες να το κάνεις… πιστεύοντας ότι γνωρίζεις και ότι το κάνεις ήδη!

Αυτό που μαθαίνουμε είναι να κρίνουμε, να κατηγοριοποιούμε, να διαφοροποιούμαστε ή να προσκολλούμαστε, να συμφωνούμε ή να διαφωνούμε, να οχυρωνόμαστε, να αναλύουμε, να δικαιολογούμαστε, να απορρίπτουμε κ.ο.κ. Νομίζουμε φυσικά ότι αυτή είναι μια ώριμη, λογική, έξυπνη διαδικασία αυτό-ελέγχου και σταθερής θέσης μας στη ζωή και στην κοινωνία στην οποία ανήκουμε. Ουσιαστικά είναι μια περιοριστική, φοβική στάση ύπαρξης, στην οποία οι περισσότεροι δεν συνειδητοποιούν καν ότι βρίσκονται.

Δεν μαθαίνεις όμως ποτέ να λειτουργείς κάτι άλλο, δεν γνωρίζεις άλλο τρόπο να σκέφτεται, οπότε και παραμένεις στα ίδια. Όσο κι αν μελετάς, ακολουθείς την επιστήμη και «γνωρίζεις» ότι «ο κόσμος είναι μέσα σου» ή ότι «τα πάντα είναι ενέργεια» ή ακόμα ότι «τίποτα δεν είναι στατικό και στέρεο», δεν έχεις κανένα ουσιαστικό τρόπο να το βιώσεις όλο αυτό, στην καθημερινότητά σου, στα σημαντικά θέματα της ζωής σου, κάθε λεπτό της μέρας σου.

Για να μπορείς να πετύχεις κάτι τέτοιο ουσιαστικά, θα πρέπει να αλλάξεις ολόκληρο τον τρόπο που σκέπτεσαι, που αντιλαμβάνεσαι και λειτουργείς.

Την επόμενη φορά που θα πιάσεις τον εαυτό σου να απορρίπτει το διαφορετικό, να ορίζει λάθος αυτό που απλά δεν ταιριάζει στις επιλογές σου, να σε δυσκολεύουν οι ανταποκρίσεις που δεν έμαθες να περιμένεις (και πολλά άλλα καθημερινά συνηθισμένα που έχεις ήδη κατατάξει μέσα σου), σκέψου ότι αντιλαμβάνεσαι μέσα από τον προγραμματισμό και όχι μέσα από τον αυθεντικό εαυτό σου...

Εξαρτάται πώς και γιατί διαβάζεις…

Δεν διαβάζουμε όλοι με τον ίδιο τρόπο και για τον ίδιο λόγο.

Οι περισσότεροι διαβάζουν όπως εκπαιδεύτηκαν να διαβάζουν από τα παιδικά τους χρόνια του σχολείου. Αποθηκεύουν πληροφορίες εύκολα στο νου τους και μπορούν, με ζηλευτή (όντως) ευκολία να ανακαλέσουν ονόματα, ημερομηνίες, ακόμα και λεπτομέρειες αυτών που διάβασαν. Μέχρι εκεί!

Είναι αυτοί, που συνήθως ονομάζουμε «καλλιεργημένους ανθρώπους», που έχουν ένα ευρύ φάσμα γνώσης. Συνεχίζουν να μελετούν, ακόμα και μετά το σχολείο και θεωρούν ότι η πληροφόρηση είναι η καλύτερη ασχολία και αναγκαία δραστηριότητα στη ζωή τους. Ρουφάνε αμέτρητα βιβλία και άρθρα, όπως εσύ και εγώ το φραπέ με καλαμάκι.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο είδος ανθρώπων, λιγότερο γνωστό αλλά και λιγότερο διαδεδομένο.

Αυτοί διαβάζουν αργά (όχι λιγότερα ίσως), και ανακαλούν διαφορετικά. Δεν θυμούνται συνήθως πού το διάβασαν, ποιος το είπε, ούτε ιδιαίτερες λεπτομέρειες. Όμως είναι ικανοί να βλέπουν άμεσα συνδέσεις, να συσχετίζουν σχεδόν αυτόματα και να ζουν πραγματικά, στη φαντασία τους, αυτό που για εκείνους έχει νόημα, ανάμεσα στην πληθώρα των λέξεων-συμβόλων. Συνήθως δεν θυμούνται από πού ξεκίνησαν, τι έκαναν προηγουμένως, αλλά καταλήγουν πάντα εκεί ακριβώς που θέλουν, χρησμοποιώντας στο έπακρον αυτό που πήραν. Χαραχτηριστικό τους είναι ότι έχουν πάντα πολύ περισσότερες ερωτήσεις παρά απαντήσεις.

Όταν ψάχνουν και διαβάζουν ένα θέμα, μέσα στο νου τους συμβαίνουν ταυτόχρονα πολυεπίπεδες, διάφορες λειτουργίες, που συχνά είναι πρόκληση να τις παρακολουθούν, ακόμα και οι ίδιοι. Ποτέ το διάβασμα δεν είναι απλή, επιφανειακή υπόθεση αποστήθισης συμβόλων ή άσχετων πληροφοριών. Έτσι συχνά μπερδεύουν γράμματα και λέξεις και χρειάζεται να επιστρέφουν για να βγάλουν νόημα. Αν όμως, κάτι δεν έχει βιωματικές, ποικίλες διασυνδέσεις (σε διάφορους τομείς) στης ζωής τους και μέσα τους, συνήθως βαριούνται εύκολα και το εγκαταλείπουν γρήγορα.

Η βασική τους, υποσυνείδητη ερώτηση, όταν αρχίζουν να διαβάζουν είναι «τι θα το κάνω αυτό; πού θα το βάλω/χρησιμοποιήσω, πώς μπορώ να το προχωρήσω παρακάτω;» Αν δεν υπάρχει άμεση, καθαρή απάντηση, θα το εγκαταλείψουν, θα δυσκολευτούν ή θα κολλήσουν.

Θα κερδίζαμε όμως πολύ περισσότερα αν, ως κοινωνία, ενδιαφερόμασταν περισσότερο για το συμβαίνει μέσα στο νου αυτών των ανθρώπων όταν διαβάζουν πραγματικά, παρά να θέλουμε να τους κατηγοριοποιήσουμε, να τους διορθώσουμε ή να τους δώσουμε μια ταμπέλα από τις πολλές που έχουμε εφεύρει.

Καθώς έγραφα αυτό το κείμενο, διαδραματιζόταν (γιατί περί δράματος πρόκειται), σε μια δημόσια συζήτηση, μια τέλεια ακατανοησία μεταξύ ανθρώπων που γράφουν, απαντάνε και σκέφτονται γραμμικά, επιφανειακά και περιοριστικά. Αυτού του είδους οι επικοινωνίες, γρήγορα φτάνουν σε αδιέξοδα, σε αντιπαραθέσεις και σε κλειστές πραγματικότητες. Απλά γιατί δεν μάθαμε να χρησιμοποιούμε δημιουργικά, το ανεξάνλητο δυναμικό που ονομάζουμε «νους»!

Το εκπληκτικό – για μένα – είναι ότι ΟΛΟΙ έχουμε εκπαιδευτεί να διαβάζουμε επιφανειακά, ν’ αποστηθίζουμε, να ανακαλούμε μηχανικά. Λιγότεροι έχουμε εξασκηθεί να διαβάζουμε βιωματικά, να συνδέουμε συνειδητά και να εξασκούμαστε στη δημιουργική σκέψη που είναι προϊόν αυτής της διαφορετικής λειτουργίας. Και χρειάζεται να γίνουμε περισσότεροι…

Γιατί, αναπτύσσοντας το θέμα του «πώς σκεφτόμαστε» (πράγμα αδύνατον σε ένα μόνο άρθρο), διαπιστώνουμε ότι είναι ένας τελείως άλλος τρόπος σκέψης, όχι μόνο διαβάσματος, στον οποίο έχουμε ΟΛΟΙ πρόσβαση, που μας προσφέρει πολλά!

Περί της δουλείας...

Ο άνθρωπος γεννήθηκε ελεύθερος και παντού βρίσκεται αλυσοδεμένος. Κι όποιος πιστεύει ότι είναι κύριος των άλλων δεν είναι λιγότερο δούλος. Πώς συνέβη αυτή η μεταβολή; Το αγνοώ. Τι είναι εκείνο που μπορεί να την καθιστά νόμιμη; Πιστεύω ότι σ’ αυτό μπορώ να απαντήσω.

Αν δεν λογάριαζα παρά μόνο την ισχύ και τα αποτελέσματα της, θα έλεγα: όσο ένας λαός αναγκάζεται να υπακούει και δεν αντιδρά, καλώς πράττει· αλλά μόλις βρει τη δύναμη να αποτινάξει το ζυγό και το πραγματοποιεί, πράττει ακόμα καλύτερα. Διότι, ανακτώντας την ελευθερία του με τη χρήση του ίδιου δικαιώματος με το οποίο του την αφαίρεσαν, είτε ο λαός δικαιούται να την ανακτήσει, είτε όσοι του την αφαίρεσαν δεν είχαν αυτό το δικαίωμα. Όμως, η διοργάνωση κοινωνίας είναι ιερό δικαίωμα και η βάση όλων των άλλων. Εντούτοις, αυτό το δικαίωμα δεν προέρχεται από τη φύση· θεμελιώνεται λοιπόν στις συμβάσεις. Το ζήτημα επομένως είναι να μάθουμε ποιες είναι αυτές οι συμβάσεις.

Περί των πρώτων κοινωνιών.

Η αρχαιότερη και η μοναδική φυσική κοινωνία είναι η οικογένεια. Όμως τα παιδιά παραμένουν μαζί με τον πατέρα όσο τον χρειάζονται για την αυτοσυντήρηση τους. Μόλις η ανάγκη αυτή ξεπεραστεί, ο φυσικός δεσμός λύεται. Τα παιδιά, έχοντας απαλλαγεί από την υποχρέωση υπακοής προς τον πατέρα και ο πατέρας από τις οφειλόμενες φροντίδες του προς τα παιδιά, αποκτούν εξίσου και οι δυο την ανεξαρτησία τους. Αν παραμείνουν μαζί, ο δεσμός τους δεν οφείλεται στη φύση αλλά στην απόφαση τους, και η οικογένεια η ίδια δεν διατηρείται παρά μόνο με σύμβαση.

Η κοινή αυτή ελευθερία είναι συνέπεια της ανθρώπινης φύσης. Ο πρώτος της νόμος είναι η μέριμνα για την αυτοσυντήρηση, οι πρώτες της φροντίδες είναι εκείνες που οφείλει στον εαυτό της, και μόλις φτάσει στην ενηλικίωση, μόνη της είναι σε θέση να κρίνει τα μέσα για τη συντήρηση της, κι έτσι γίνεται κυρία του εαυτού της.

Η οικογένεια είναι, αν θέλετε, το αρχέτυπο των πολιτικών κοινωνιών. Ο ηγέτης είναι η πατρική εικόνα, ο λαός η εικόνα των παιδιών και αφού όλοι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι, απαλλοτριώνουν την ελευθερία τους μόνο για χάρη της ωφελιμότητας τους. Η μόνη διαφορά τους είναι ότι στην οικογένεια η αγάπη του πατέρα για τα παιδιά αναπληρώνει τις φροντίδες που παρέχει, ενώ στο κράτος η ικανοποίηση του άρχειν είναι το συμπλήρωμα αυτής της αγάπης που λείπει από τον ηγέτη για τον λαό.

Ο Γκρότιους αρνείται ότι κάθε ανθρώπινη εξουσία εγκαθιδρύεται προς όφελος των κυβερνωμένων: παραθέτει δε ως παράδειγμα τη δουλεία. Σύμφωνα με τη μέθοδο του, τεκμηριώνει πάντοτε το δίκαιο με βάση τα γεγονότα. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε μια λογικά συνεπέστερη μέθοδο, όχι όμως ευνοϊκότερη για τυράννους.

Αμφίβολο παραμένει λοιπόν, κατά τον Γκρότιους, αν το ανθρώπινο γένος ανήκει σε μια εκατοστή ανθρώπους ή αν αυτοί οι εκατό ανήκουν στο ανθρώπινο γένος· πάντως, σε όλο το βιβλίο του φαίνεται να κλίνει προς την πρώτη άποψη: την ίδια έχει και ο Χομπς. Έτσι λοιπόν το ανθρώπινο είδος διαιρείται σε κοπάδια, καθένα με τον αρχηγό του, ο οποίος το περιφρουρεί για να το καταβροχθίσει.

Καθώς ένας ποιμένας είναι ανώτερης φύσης από το κοπάδι του, οι ποιμένες ανθρώπων, οι ηγέτες τους δηλαδή, είναι επίσης ανώτερης φύσης από τους λαούς τους. Έτσι σκεφτόταν, κατά τον Φίλωνα, ο αυτοκράτορας Καλιγούλας, συνάγοντας αρκετά ικανοποιητικά από αυτή την αναλογία το συμπέρασμα ότι οι βασιλιάδες ήταν θεοί ή οι λαοί τους θηρία.

Ο συλλογισμός του Καλιγούλα επανέρχεται στον Γκρότιους και τον Χομπς. Πριν από όλους, ο Αριστοτέλης είχε επίσης αναφέρει ότι οι άνθρωποι δεν είναι καθόλου φύσει ίσοι, αλλά ότι άλλοι γεννιούνται για να γίνουν δούλοι και άλλοι κύριοι.

Ο Αριστοτέλης είχε δίκιο, αλλά εξέλαβε το αποτέλεσμα ως αίτιο. Όποιος έχει γεννηθεί στη σκλαβιά γεννιέται για τη σκλαβιά, αναμφισβήτητα. Οι σκλάβοι χάνουν τα πάντα μες τις αλυσίδες τους, ακόμα και την επιθυμία να τις αποτινάξουν αγαπούν την υποδούλωση τους όσο οι σύντροφοι του Οδυσσέα λάτρευαν την αποκτήνωσή τους. Αν λοιπόν υπάρχουν φύσει δούλοι, είναι γιατί υπήρξαν δούλοι παρά φύσιν. Ο καταναγκασμός έφτιαξε τους πρώτους δούλους, η δειλία τους διαιώνισε.

Δεν αναφέρθηκα καθόλου στον βασιλιά Αδάμ, ούτε στον αυτοκράτορα Νώε, τον πατέρα των τριών μεγάλων ρηγάδων που μοίρασαν μεταξύ τους τον κόσμο, όπως οι γιοι του Κρόνου, με τους οποίους κάποιοι τους ταύτισαν. Ελπίζω να μου επιτραπεί τούτη δα η μετριοφροσύνη· διότι, ως άμεσος απόγονος του ενός από αυτούς τους βασιλιάδες και, πιθανότατα, της παλιότερης γενιάς, ποιος ξέρει άραγε αν, κατόπιν εξακρίβωσης τίτλων, δεν θα ανακάλυπτα ότι είμαι ο νόμιμος βασιλεύς της ανθρωπότητας; Όπως και να ‘χει το ζήτημα, δεν θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε αν ο Αδάμ δεν ήταν ηγεμόνας του κόσμου, όπως ο Ροβινσώνας στο νησί του όσο καιρό ήταν ο μοναδικός του κάτοικος· και το πιο ευχάριστο στην αυτοκρατορία αυτή είναι ότι ο μονάρχης, σίγουρος στο θρόνο του, δεν φοβάται ούτε ανταρσίες, ούτε πολέμους, ούτε συνωμότες.

Περί του δικαίου του ισχυρότερου.

Ο ισχυρότερος δεν είναι ποτέ τόσο δυνατός ώστε να μείνει για πάντα κυρίαρχος, αν δεν μετατρέψει την ισχύ του σε δίκαιο και την υπακοή σε καθήκον. Από δω πηγάζει και το δίκαιο του ισχυρότερου, που φαινομενικά μπορεί να εκληφθεί ως ειρωνεία, αλλά στην πραγματικότητα έχει αναχθεί σε αρχή. Δεν υπάρχει λοιπόν κανείς να μας εξηγήσει αυτή τη λέξη; Η ισχύς είναι μια φυσική δύναμη, και δεν βλέπω καθόλου ποια ηθική μπορεί να προκύψει από τα αποτελέσματα της. Η υποταγή στη δύναμη είναι πράξη ανάγκης, όχι βούλησης. Το πολύ πολύ είναι μια πράξη φρόνησης. Με ποια έννοια τότε θα μπορούσε να θεωρηθεί καθήκον;

Ας υποβάλουμε όμως σε μια μικρή εξέταση αυτό το υποτιθέμενο δίκαιο και δεν θα προκύψει παρά ένας ανεξήγητος παραλογισμός. Αν λοιπόν η ισχύς δημιουργεί το δίκαιο, το αποτέλεσμα παίρνει τη θέση της αιτίας· κάθε νέα ισχύς που υπερνικά την προηγούμενη κληρονομεί τα δικαιώματα της. Αν κάποιος μπορεί να απειθαρχεί ατιμώρητα, μπορεί έτσι να νομιμοποιείται, και εφόσον ο ισχυρότερος έχει πάντα δίκιο, το μόνο που θα επιδιώκει κανείς είναι να ‘ναι πάντα ο ισχυρότερος. Όμως τι είναι άραγε αυτό το δίκαιο που εξαφανίζεται με την παύση της ισχύος; Αν οφείλουμε να υπακούμε με τη βία, δεν οφείλουμε να υπακούμε από καθήκον, και αν δεν αναγκαζόμαστε να υπακούμε, δεν είμαστε καθόλου υποχρεωμένοι. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι αυτή η λέξη «δίκαιο» δεν προσθέτει τίποτα στην ισχύ, και δεν σημαίνει εδώ τίποτε απολύτως.

«Να υπακούτε στη δύναμη». Αν αυτό σημαίνει, υποταχθείτε στην ισχύ, ως αρχή είναι καλή αλλά περιττή, και προσθέτω ότι κανείς ποτέ δεν θα την παραβεί. Ου γαρ έστιν εξουσία ει μη υπό Θεού, το αναγνωρίζω, το ίδιο όμως συμβαίνει και με τις αρρώστιες. Σημαίνει άραγε ότι απαγορεύεται να καλέσω τον γιατρό; Αν κάποιος ληστής μού επιτεθεί στην άκρη ενός δάσους, όχι μόνον αναγκάζομαι διά της βίας να του δώσω το πουγκί μου, αλλά, ακόμα κι αν μπορούσα να το κρύψω, μήπως θα ήμουν υποχρεωμένος να του το δώσω για συνειδησιακούς λόγους; Γιατί τελικά το πιστόλι που κρατά είναι επίσης μια δύναμη.

Ας συμφωνήσουμε, λοιπόν, ότι η ισχύς δεν δημιουργεί δίκαιο, και ότι δεν οφείλουμε υπακοή παρά μόνο στις έννομες δυνάμεις. Έτσι, το αρχικό ερώτημα επανέρχεται.

Περί δουλείας

Εφόσον εκ φύσεως κανένας δεν διαθέτει εξουσία πάνω στους ομοίους του και αφού η ισχύς δεν δημιουργεί δίκαιο, παραμένουν λοιπόν οι συμβάσεις, ως βάση κάθε έννομης αρχής μεταξύ των ανθρώπων.

Αν ένας ιδιώτης, λέει ο Γκρότιους, μπορεί να απαλλοτριώσει την ελευθερία του και να γίνει δούλος κάποιου κυρίου, γιατί κι ένας ολόκληρος λαός δεν μπορεί να απαλλοτριώσει τη δική του και να γίνει υποτελής κάποιου βασιλιά; Υπάρχουν εδώ πολλές διφορούμενες λέξεις που θα χρειάζονταν εξήγηση, αλλά ας σταθούμε στη λέξη απαλλοτρίωση. Απαλλοτριώνω σημαίνει δίνω ή πουλώ. Πλην όμως, όποιος γίνεται δούλος κάποιου άλλου δεν δίνει τον εαυτό του, αλλά τον πουλά με αντάλλαγμα τουλάχιστον να επιβιώσει. Ένας λαός όμως για ποιο λόγο να πουλήσει τον εαυτό του; 0 βασιλιάς, αντί να εξασφαλίζει στους υπηκόους του τα μέσα για την επιβίωση τους, εξασφαλίζει τα δικά του από αυτούς, και όπως έλεγε ο Ραμπελαί, ένας βασιλιάς δεν είναι ολιγαρκής. Οι υπήκοοι λοιπόν εκχωρούν τον εαυτό τους υπό τον όρο να τους πάρει και τα αγαθά τους; Δεν βλέπω τότε τι θα τους απέμενε.

Θα μου πουν τότε ότι ο άρχοντας εξασφαλίζει στους υπηκόους του κοινωνική ειρήνη. Έστω. Μα τι κερδίζουν, αφού οι πόλεμοι που προκαλεί η φιλοδοξία του, η ακόρεστη πλεονεξία του, οι προσβολές των υπουργών του τους καταθλίβουν περισσότερο κι από τις τυχόν μεταξύ τους διαμάχες; Τι κερδίζουν αν η ησυχία αυτή είναι μία από τις δυστυχίες τους; Η ζωή είναι ήσυχη και στη φυλακή. Είναι όμως λόγος για να μας αρέσει; Οι Έλληνες, κλεισμένοι στη σπηλιά του Κύκλωπα ζούσαν κι αυτοί ήσυχα, περιμένοντας τη σειρά τους να καταβροχθιστούν. Να λέμε πάλι ότι ένας άνθρωπος προσφέρει τον εαυτό του δίχως αντάλλαγμα είναι ακατανόητο και παράλογο. Η πράξη αυτή είναι παράνομη και άκυρη, από το γεγονός και μόνον ότι όποιος την αποφασίζει δεν είναι στα συγκαλά του. Να πούμε μάλιστα το ίδιο για έναν ολόκληρο λαό, είναι σαν να υποθέτουμε ένα λαό τρελών και η τρέλα δεν δημιουργεί το δίκαιο.

Αλλά ακόμα κι αν κάποιος μπορούσε να απαλλοτριώσει τον εαυτό του, δεν μπορεί να απαλλοτριώσει τα παιδιά του, αφού γεννιούνται άνθρωποι και ελεύθεροι. Η ελευθερία τους ανήκει και κανένας δεν έχει δικαίωμα να τη διαθέσει εκτός από τα ίδια. Προτού ενηλικιωθούν, ο πατέρας τους μπορεί να καθορίζει για λογαριασμό τους τις συνθήκες διαβίωσης τους, για να ζουν όσο το δυνατό καλύτερα. Δεν μπορεί όμως να τα παραχωρήσει αμετάκλητα και άνευ όρων. Κάτι τέτοιο είναι αντίθετο με τις επιταγές της φύσης και υπερβαίνει το δικαίωμα της πατρότητας. Προκειμένου για τη νομιμοποίηση μιας αυθαίρετης κυβέρνησης, θα έπρεπε σε κάθε γενιά ο λαός να την εγκρίνει ή να την απορρίπτει- αλλά τότε, αυτή η κυβέρνηση δεν θα ήταν πλέον αυθαίρετη.

Να απαρνηθείς την ελευθερία σου, σημαίνει ότι απαρνείσαι την ιδιότητα σου ως ανθρώπου, τα δικαιώματα και επίσης τα καθήκοντα της. Δεν μπορεί να υπάρχει κανένα αντιστάθμισμα για όποιον απαρνείται τα πάντα. Η απάρνηση αυτή είναι ασύμβατη με την ανθρώπινη φύση, καθώς αφαιρώντας κάθε ελευθερία από τη θέληση σου αφαιρείς κάθε ηθική από τις πράξεις σου. Τελικά, είναι μάταιη και αντιφατική μια σύμβαση που ορίζει απόλυτη εξουσία για το ένα μέρος, ενώ για το άλλο απεριόριστη υποταγή. Δεν είναι φανερό ότι δεν οφείλει κανείς καμία υποχρέωση σε όποιον έχει δικαίωμα να αξιώνει τα πάντα; Και μονάχα ο όρος αυτός, να δίνει κανείς δίχως αντιστάθμισμα, χωρίς να παίρνει τίποτα, δεν συνεπάγεται την ακύρωση της πράξης; Γιατί ποιο δικαίωμα θα είχε ο δούλος μου απέναντι μου, αφού όλα όσα έχει ανήκουν σε μένα; Εφόσον το δικαίωμα του ανήκει σε μένα, τούτο το δικαίωμα μου απέναντι σε μένα είναι κενό γράμμα.

Ο Γκρότιους και άλλοι συνάγουν από τον πόλεμο μια άλλη αρχή, το υποτιθέμενο δίκαιο δουλείας. Κατ’ αυτούς, αφού ο νικητής έχει το δικαίωμα να σκοτώνει τον ηττημένο, ο ηττημένος μπορεί να εξαγοράσει τη ζωή του εις βάρος της ελευθερίας του. Η σύμβαση αυτή θεωρείται νόμιμη, εφόσον είναι επωφελής και για τους δύο.

Είναι όμως σαφές ότι τούτο το υποτιθέμενο δικαίωμα του νικητή να σκοτώνει τον ηττημένο δεν προκύπτει με κανένα τρόπο από την κατάσταση του πολέμου. Οι άνθρωποι δεν είναι εκ φύσεως εχθροί, αφού στην πρωταρχική τους ανεξαρτησία δεν έχουν καθόλου σταθερές σχέσεις μεταξύ τους ώστε να δημιουργηθεί κατάσταση πολέμου ή ειρήνης. Είναι η εμπράγματη και όχι η ανθρώπινη σχέση που προκαλεί τον πόλεμο, και καθώς η εμπόλεμη κατάσταση δεν μπορεί να προκύψει από απλές προσωπικές σχέσεις, αλλά μόνον από σχέσεις ιδιοκτησίας, ο ιδιωτικός πόλεμος, ή του ανθρώπου με τον άνθρωπο, δεν μπορεί να υπάρξει ούτε στη φυσική κατάσταση, όπου δεν υπάρχει σταθερή ιδιοκτησία, ούτε στην κοινωνική κατάσταση, όπου τα πάντα υπάγονται στην αρχή των νόμων.

Ατομικές έριδες, μονομαχίες, αναμετρήσεις είναι πράξεις που δεν συγκροτούν καμιά κατάσταση. Όσο για τους ιδιωτικούς πολέμους, που επιτράπηκαν στη Γαλλία με τα διατάγματα του βασιλιά Λουδοβίκου Θ’, και τους ανέστειλε η ειρήνη του Θεού, αποτελούν καταχρήσεις του φεουδαρχικού καθεστώτος, που είναι το πιο παράλογο σύστημα απ’ όσα υπήρξαν μέχρι τώρα, αντίθετο προς τις αρχές του φυσικού δικαίου και κάθε καλής πολιτικής.

Ο πόλεμος, λοιπόν, δεν είναι διόλου μια σχέση ανθρώπου προς άνθρωπο, αλλά μεταξύ κρατών, όπου τα άτομα είναι εχθροί μόνο συμπτωματικά, καθόλου ως άνθρωποι ούτε καν ως πολίτες, [Πρόσθετη σημείωση της έκδοσης του 1782: «Οι Ρωμαίοι, που κατανόησαν και σεβάστηκαν το δίκαιο του πολέμου περισσότερο από κάθε άλλο έθνος στον κόσμο, υπήρξαν τόσο ευσυνείδητοι από αυτή την άποψη, ώστε δεν επιτρεπόταν σ’ έναν πολίτη να υπηρετήσει ως εθελοντής αν δεν αναλάμβανε ρητή υποχρέωση εναντίον του εχθρού, και μάλιστα εναντίον συγκεκριμένου εχθρού. Όταν μια λεγεώνα όπου κατατάχθηκε για πρώτη φορά ο γιος Κάτων υπό τον Ποπήλιο επανασυστάθηκε, ο πατέρας Κάτων έγραψε στον Ποπήλιο ότι για να εξακολουθήσει ο γιος του να υπηρετεί υπό τις διαταγές του έπρεπε να ορκισθεί ξανά. Γιατί ο πρώτος όρκος είχε ακυρωθεί, και δεν μπορούσε πια να πολεμά κατά του εχθρού. Επίσης έγραψε στον γιο του να μην πάρει μέρος σε μάχη πριν δώσει τούτο τον καινούργιο όρκο. Ξέρω ότι μπορούσαν να μου αντιτάξουν την πολιορκία του Κλουσίου και άλλα παρόμοια περιστατικά. Μα εγώ παραθέτω νόμους και έθιμα. Οι Ρωμαίοι παραβίαζαν τους νόμους τους σπανιότερα από κάθε άλλο. Και είναι οι μόνοι που είχαν τόσο καλούς»] αλλά ως στρατιώτες, δηλαδή όχι ως μέλη της πατρίδας αλλά ως υπερασπιστές της. Τέλος,κάθε κράτος μπορεί να έχει εχθρούς μόνον άλλα κράτη και όχι ανθρώπους, αφού ανάμεσα σε πράγματα διαφορετικής φύσης δεν είναι δυνατό να δημιουργηθεί καμία πραγματική σχέση.

Η αρχή αυτή είναι επίσης σύμφωνη και με τις πρακτικές αρχές του λόγου που ισχύουν ανέκαθεν και με τις πρακτικές όλων των πολιτισμένων λαών. Κάθε κήρυξη πολέμου δεν είναι προειδοποιητική απειλή για όσους είναι στην εξουσία όσο για τους υπηκόους τους. Ο ξένος, είτε βασιλιάς είτε ιδιώτης, είτε λαός, που κλέβει, σκοτώνει ή αιχμαλωτίζει υπηκόους, δίχως να κηρύξει τον πόλεμο στον ηγεμόνα, δεν είναι πολεμιστής, αλλά ληστής. Ένας δίκαιος ηγεμόνας, ακόμα και σε καιρό πολέμου, ενώ κυριεύει ό,τι ανήκει στη χώρα του εχθρού, σέβεται όμως το πρόσωπο και τα αγαθά των ατόμων και επίσης τα δικαιώματα στα οποία βασίζονται και τα δικά του. Αφού σκοπός του πολέμου είναι η καταστροφή του εχθρικού κράτους, επιτρέπεται να σκοτώνονται οι υπερασπιστές του όσο οπλοφορούν. Από τη στιγμή όμως που καταθέσουν τα όπλα και παραδοθούν, παύουν να είναι εχθροί ή όργανα του εχθρού. Ξαναγίνονται απλώς άνθρωποι, και κανένας δεν έχει πια δικαίωμα πάνω στη ζωή τους. Καμιά φορά είναι δυνατό να αφανίσουν ένα κράτος δίχως να σκοτώσουν ούτε ένα από τα μέλη του. 0 πόλεμος δεν δίνει κανένα δικαίωμα που να μην είναι απαραίτητο για το σκοπό του. Ο Γκρότιους δεν συμμερίζεται αυτές τις αρχές. Και ούτε στηρίζονται σε γνώμες ποιητών, αλλά προέρχονται από τη φύση των πραγμάτων και βασίζονται στη λογική.
 
Όσο για το δικαίωμα κατάκτησης, βασίζεται μόνο στο δίκαιο του ισχυρότερου. Αφού ο πόλεμος δεν δίνει στον νικητή το δικαίωμα να σφάζει τους ηττημένους λαούς, δεν μπορεί επομένως να τον νομιμοποιήσει να τους υποδουλώσει. Αν κάποιος έχει δικαίωμα να σκοτώσει τον εχθρό όταν δεν μπορεί να τον υποδουλώσει, το δικαίωμα να τον υποδουλώσει δεν πηγάζει από το δικαίωμα να τον σκοτώσει. Συνεπώς είναι άνιση η ανταλλαγή να εξαγοράζει κάποιος τη ζωή του, πάνω στην οποία κανένας δεν έχει δικαίωμα, με τίμημα την ελευθερία του. Στηρίζοντας το δικαίωμα ζωής και θανάτου στο δικαίωμα της δουλείας, και το δικαίωμα της δουλείας στο δικαίωμα ζωής και θανάτου, δεν είναι φανερό ότι πέφτουμε σ’ έναν φαύλο κύκλο;

Ακόμα κι αν δεχτούμε υποθετικά αυτό το τρομακτικό δικαίωμα του φονεύειν, νομίζω ότι ένας άνθρωπος που έγινε δούλος στον πόλεμο ή ένας λαός που κατακτήθηκε δεν έχει καμία υποχρέωση στον κύριο του, παρά να τον υπακούει μονάχα όσο εκείνος τον εξαναγκάζει. Γιατί ο νικητής δεν του έκανε καμία χάρη αφού πήρε κάποιο αντάλλαγμα για τη ζωή του: αντί να τον σκοτώσει χωρίς όφελος τον σκότωσε με κέρδος. Δίχως λοιπόν να έχει αποκτήσει κάποια εξουσία πάνω του που να έχει ισχύ, η εμπόλεμη κατάσταση ανάμεσα τους διατηρείται όπως πριν. Οι δε σχέσεις τους είναι το αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης και η χρήση του δικαιώματος του πολέμου δεν προϋποθέτει καμία συνθήκη ειρήνης. Έστω ότι έκαναν μια σύμβαση. Η σύμβαση όμως αυτή όχι μόνο δεν σταματά την εμπόλεμη κατάσταση, αλλά υποβάλλει τη συνέχιση της. Έτσι, απ’ όποια πλευρά κι αν δει κανείς τα πράγματα, το δικαίωμα της υποδούλωσης είναι άκυρο- όχι μόνο γιατί είναι παράνομο, αλλά κι επειδή είναι παράλογο και δίχως νόημα. Οι λέξεις δουλεία και δίκαιο είναι αντιφατικές και αλληλοαποκλείονται. 

Είτε απευθύνονται από έναν άνθρωπο σε άλλον, είτε από έναν άνθρωπο σ’ ένα λαό, τα παρακάτω λόγια θα είναι πάντα ακατανόητα: Κάνω μαζί σου μία σύμβαση εντελώς σε βάρος σου και εντελώς σε όφελος μου, που θα τηρήσω όσο καιρό μου αρέσει και θα τηρήσεις όσο αρέσει σε μένα.

Jean Jacques Rousseau, το Κοινωνικό Συμβόλαιο

Πρότυπα και κοινωνικός μετασχηματισμός

Aναμφισβήτητα ο μετασχηματισμός της κοινωνίας σε κάτι (ενδεχομένως) καλύτερο, αποτελεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα, αλλά και σύνθετα ζητήματα. Ο «καλύτερος κόσμος» από τον Τ. Λοκ μέχρι τον Κ. Μαρξ και από τον Α. Σμιθ μέχρι τον Κ. Καστοριάδη, ήταν και παραμένει ένα από τα μεγάλα ζητούμενα. Σε γενικές γραμμές υπάρχει η άποψη ότι ο μετασχηματισμός της κοινωνίας είναι πάντα μερικός και γίνεται μόνο όταν κάποια νέα πρότυπα και αντιλήψεις περί ανθρώπου ή κοινωνικής, οικονομικής, θρησκευτικής κ.λπ. δομής, αντικαταστήσουν κατά έναν ικανό βαθμό τα παλιά.

Από την άλλη, υπάρχει η άποψη ότι όποιος ή όποιοι έχουν την κοινωνική ισχύ, μπορούν να επιβάλουν τα νέα και δικά τους πρότυπα ως κυρίαρχα αντικαθιστώντας τα παλαιά. Αν λοιπόν κανείς τελικά αποκτήσει την απαραίτητη κοινωνική ισχύ (χρησιμοποιώντας την οικονομική, πολιτική, στρατιωτική, αριθμητική ισχύ του), μπορεί να επιβάλλει και τα πρότυπά του ως δίκαια, αυτονόητα, γενικώς αποδεκτά και ηθικά.

Προφανώς οι παραπάνω απόψεις εξετάζουν τα αίτια του μετασχηματισμού σε διαφορετική χρονική στιγμή και από διαφορετική σκοπιά. Στην πρώτη περίπτωση ο μετασχηματισμός προκύπτει ως κάτι νομοτελειακό και αυθόρμητο ή κάτι αόριστο και γενικευμένο, ενώ στην δεύτερη είναι αποτέλεσμα μια οργανωμένης προσπάθειας διασποράς και επιβολής από κάποιον ή κάποιους.

Μπορεί ασφαλώς και μια απότομη «από τα πάνω» επιβολή ενός προτύπου μέσω της βίας να προσπαθήσει να αλλάξει μια κοινωνία, όμως αυτή η αλλαγή (που έχει σχεδόν πάντα αποδειχθεί οδυνηρή και απάνθρωπη) είναι περιορισμένη, επιφανειακή και η επικράτησή της – με όρους ιστορικού χρόνου – σχετικά σύντομη. Στην ουσία του θέματος λοιπόν σε έναν πραγματικό μετασχηματισμό μιας κοινωνίας πρέπει το πρότυπο που θα επικρατήσει να είναι και κατά κάποιο τρόπο κοινώς αποδεκτό ή τουλάχιστον να μην οδηγεί σε μαζικές και μεγάλες αντιδράσεις.

Ωστόσο σε ό,τι αφορά στην τελική του επικράτηση, μάλλον είναι ο συνδυασμός προτύπου και ισχύος αυτός που κάνει την κατάσταση κυριαρχίας περισσότερο ή λιγότερο μόνιμη. Στην πραγματικότητα είναι αδύνατο να υπάρξει μια ακριβής ποσόστωση μεταξύ προτύπου και ισχύος. Έτσι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά ή και η καθολικότητα ενός προτύπου δεν μπορούν να θεωρηθούν με ασφάλεια ως καθοριστικά για την επικράτησή του, καθώς παράλληλα η διασπορά ή η επιβολή της κοινωνικής ισχύος του, είναι στοιχεία απολύτως απαραίτητα.

Επομένως από τη στιγμή όπου μια κοινωνία μπορεί να θεωρηθεί ως ένα δυνητικά καλλιεργήσιμο πεδίο, το σημαντικό στοιχείο είναι η επικράτηση μιας συγκεκριμένης σποράς σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Στις κοινωνίες των ανθρώπων, ευτυχώς, δεν υπάρχουν απολύτως στείρα περιβάλλοντα μέσα στα οποία να μπορεί να ανθίσει με «καθαρότητα» ένα νέο πρότυπο, ούτε ασφαλώς μπορεί να υπάρξει μια ριζική κατάσταση μετασχηματισμού. Δηλαδή μετά από κάτι που θα επιφέρει έναν κοινωνικό tabula rasa, πάνω στον οποίο θα δομηθεί μια νέα κοινωνία.

Εντούτοις η χρονική προτεραιότητα της εμφάνισης του νέου προτύπου σχετικά με την εκδίπλωση της ισχύος του φορέα του, δεν σημαίνει πάντα ότι το πρότυπο προηγείται έναντι της ισχύος. Γιατί μέσα σε μια κοινωνία υπάρχουν πολλά πρότυπα, λίγα ή ένα μπορεί να είναι κυρίαρχα, πολλά όμως – ανεξάρτητα από τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά – είναι περιθωριακά (όπως για παράδειγμα ο αναρχισμός). Όπως σε ένα χωράφι υπάρχουν πολλοί σπόροι αλλά ελάχιστοι ή και ένας επικρατούν σε μια δεδομένη χρονική περίοδο. Έτσι σε διάφορες, ιστορικής σημασίας, στιγμές δημιουργείται στα μυαλά λίγων ή ενός ανθρώπου ένα νέο πρότυπο περί Ανθρώπου/Κοινωνίας…μια σπορά. Το γεγονός αυτό όμως δε σημαίνει απολύτως τίποτε για την κοινωνία, εάν δεν υπάρχει εκείνη τη δεδομένη στιγμή ή κάποια επόμενη και η κοινωνική ισχύς που θα το κάνει εμφανές, υπολογίσιμο, πειστικό και περαιτέρω ελκυστικό στα μάτια της υπόλοιπης κοινωνίας.

Όταν η δυναμική του μηχανισμού προτύπου-ισχύος εκδιπλωθεί και αργότερα, αφού το νέο πρότυπο αναγνωριστεί ως κυρίαρχο κοινωνικά, δεν μπορεί να επιβιώσει για πολύ ούτε αποκλειστικά χάρη στην «ανωτερότητα» ή την αίγλη των ιδεών του, αλλά ούτε και αποκλειστικά χάρη στην (πλέον) έννομη βία που ασκούν οι φορείς του (κυρίως μέσω του κράτους). Έτσι χρησιμοποιείται η με πειθώ εκλογίκευση, η διαφημιστική προώθηση, η χαοτική υπερ-πληροφόρηση (όπως γίνεται ειδικά σήμερα) και γενικότερα η δημιουργία ενός κατεστημένου (με την έννοια του οικονομικού και κοινωνικού ελέγχου) που δείχνει πως η πραγματικότητα – στην οποία κυριαρχεί το συγκεκριμένο πρότυπο – είναι λογική, φυσιολογική και πρέπει να συνεχιστεί να υπάρχει (ακόμη και εάν αυτό έχει αποτύχει παταγωδώς), έτσι ώστε να είναι δίκαιη και νόμιμη (ή καλύτερα νομιμοποιημένη) η βία που απορρέει από την ίδια την επικράτηση του προτύπου. Ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι κανείς δεν είναι διατεθειμένος να χάσει την εξουσία η οποία συνδυάζεται και απορρέει από την κυριαρχία ενός προτύπου.

Έτσι οποιοδήποτε εναλλακτικό πρότυπο παρουσιάζεται ως ανέφικτο, επικίνδυνο ή ακόμη και γραφικό εφόσον η μόνη «πραγματική αλήθεια» είναι αυτή που φέρει και αντιπροσωπεύει το κυρίαρχο πρότυπο. Κάτι που φαίνεται ξεκάθαρα σήμερα με την επικράτηση του δόγματος της «μη εναλλακτικής» (ΤΙΝΑ) που δείχνει με την όξυνση των ανισοτήτων να βυθίζει στο ταξικό μίσος και στον συνεχώς αυξανόμενο φόβο ολόκληρη την Ευρώπη, καταπίνοντας τα όποια ενοποιητικά όνειρα και προσδοκίες.

Η παραπάνω σύντομη και γενική θεωρητική προσέγγιση αποσκοπεί στο να καταδείξει ότι η σταδιακή επίγνωση της ανάγκης για κοινωνικό μετασχηματισμό – η οποία σήμερα γίνεται όλο και περισσότερο επιτακτική – δεν είναι αρκετή, ούτε μπορεί να αφεθεί στην καλή προαίρεση των πολιτικών κομμάτων. Καθώς η αλλαγή του διαχειριστή της εξουσίας (που εκφράζεται από το εκάστοτε κυβερνητικό κόμμα) δεν συνεπάγεται και αλλαγή πολιτικής πόσο μάλλον μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Για παράδειγμα, ο οικονομικός νεοφιλελευθερισμός (σε συνδυασμό με τον υπερκαταναλωτισμό και την εμμονική αναζήτηση του κέρδους) και οι φορείς αυτού, θα πρέπει όχι μόνο να αμφισβητηθούν μαζικά και γενικευμένα, αλλά και να απορριφθούν σε τέτοιο σημείο ώστε αυτός να καταστεί έκπτωτος στο βλέμμα της κοινωνίας. Έτσι ενδεχομένως η ίδια η κοινωνία να αποφασίσει να απορρίψει όλα εκείνα τα στοιχεία που συνδέονται με την ζωή και τον βίο και την αφορούν άμεσα και συμβάλλουν καθοριστικά στην κυριαρχία του. Ασφαλώς, προκειμένου να υπάρξει αμφισβήτηση και απόρριψη του κυρίαρχου προτύπου, πρέπει να υπάρξουν κάποιοι οι οποίοι αμφισβητούν, σκέφτονται, δημιουργούν και φαντάζονται ένα νέο πρότυπο/αντίληψη περί ανθρώπου-κοινωνίας, το οποίο θα αντιπροταθεί απέναντι στο κυρίαρχο. Έτσι ώστε να προκύψει ένας νέος ανθρωπολογικός τύπος που θα λειτουργήσει ως φορέας μιας σαφούς και πειστικής πολιτικής πρότασης μέσα σε ένα συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.

Επομένως μεγάλα ερωτηματικά αποτελούν όχι μόνον το Ποιοι θα είναι αυτοί οι άνθρωποι αλλά και το Πώς, Πότε και Πού θα βασιστεί αυτή η μηχανική του μετασχηματισμού. Δηλαδή θα είναι μια αντιστροφή του υπάρχοντος ή μια μεθερμηνεία του με βάση τις νέες συνθήκες και ανάγκες; Θα είναι μια συνειδητή και ριζική αλλαγή προς μια νέα κατεύθυνση ή θα είναι μια αποκατάσταση της ορθής ερμηνείας ενός προϋπάρχοντος προτύπου (πράγμα που συνεχίζει να συμβαίνει στην περίπτωση του σοσιαλισμού). Θα είναι μια αυτόνομη οντότητα με διάρκεια και υπόσταση ή μια λάμψη που σύντομα θα αφομοιωθεί από το κυρίαρχο; Θα είναι μια νέα εκκίνηση ή απλά μια παράταση χρόνου; Θα χρησιμοποιήσει τις παλαιές και δοκιμασμένες μεθόδους διασποράς και επιβολής ή θα δημιουργήσει νέους θεσμούς και μεθόδους; Εάν προκύψει, θα προκύψει με τρόπο κεντρικό (μέσα από τα αποτυχημένα κόμματα και τις γραφειοκρατίες) ή με τρόπο αποκεντρωμένο (μέσα από τη δημοκρατία των πολιτών και την αυτοδιαχείριση); Τελικά ποιος θα είναι ο φορέας αυτή της αλλαγής, ένας κοινοβουλευτισμός που θα σχετικοποιείται κάθε φορά για οικονομικούς σκοπούς ή θα είναι μια δημοκρατία που θα εδράζεται στη συνεχή αναζήτηση της πολιτικής νομιμοποίησης μέσω της συμμετοχής των πολιτών;

Σήμερα – ανεξάρτητα από την ακόμη ελάχιστη κοινωνική τους ισχύ, το μικρό μέγεθός τους και τα επιμέρους ποιοτικά τους στοιχεία – τα κινήματα και οι ομάδες πολιτών που εξελίσσονται έχοντας κατά νου την άμεση δημοκρατία, την τοπικοποίηση, την αποσυγκέντρωση, την προστασία του περιβάλλοντος και των κοινών αγαθών, την αυτοδιαχείριση και την αυτονομία, αποτελούν κατά πάσα πιθανότητα και τους βλαστικούς πυρήνες ενός αυριανού κοινωνικού μετασχηματισμού. Σε έναν κόσμο άλογης επιτάχυνσης και σπατάλης, συνιστούν έναν επιβραδυντικό παράγοντα που δεν αποτελεί μόνο φορέα αντίστασης και ανυπακοής, αλλά και ένα γενετήσιο υλικό. Φυσικά δεν παρουσιάζονται όλα τα κινήματα/ομάδες ως φορείς ενός πανανθρώπινου αξιακού και ηθικού περιεχομένου, αντιθέτως υπάρχουν διάφορα και δυστυχώς αναδύονται νέα, τα οποία βασίζονται στο μίσος και στον αυτοματισμό των πλέον ποταπών ανθρώπινων γνωρισμάτων, εμμένοντας σε μια επικίνδυνη και πιθανότατα άκαρπη αντίσταση και στον υπερτονισμό των διαφορών μεταξύ των ανθρώπων.

Θεωρώ ότι στα παραπάνω βασικά ερωτήματα, δεν έχουν ακόμη δοθεί συνολικά πειστικές και ελκυστικές απαντήσεις. Στη γενετήσια αναζήτηση αυτών των απαντήσεων νομίζω ότι θα μπορούσαμε να εστιάσουμε στα κοινά εκείνα στοιχεία που χαρακτηρίζονται από πανανθρώπινες και διαχρονικές αξίες. Σε στοιχεία που βασίζονται σε μια ειλικρινή πίστη στο δίκαιο μιας υπόθεσης που αναζητά το μέτρο ανάμεσα στην ανάγκη και στο όραμα. Ανάμεσα στη ζωή και τον βίο. Ανάμεσα στην ιδιωτική και στη δημόσια σφαίρα (με στόχο τη μεταξύ τους συμφιλίωση). Ανάμεσα στο νεωτερικά εικονικό και στο διαχρονικά πραγματικό. Έτσι ώστε οι άνθρωποι οι οποίοι θα συμβάλλουν σε ένα άλλο αύριο – μιας νέας ηθικής – να είναι πολυάριθμοι, αποφασισμένοι, αποτελεσματικοί και συνεπώς στηριζόμενοι σε στέρεες ατομικές και κοινωνικές βάσεις, να βρουν τη λύση δημιουργώντας έναν καλύτερο κόσμο.

Γιατί αγαπάμε λάθος ανθρώπους: Η αλήθεια είναι... μέσα μας

Γιατί αγαπάμε λάθος άτομα: Η αλήθεια είναι... μέσα μας
Πώς γίνεται και ερωτευόμαστε τον λάθος άνθρωπο; Γιατί αφήνουμε τη φαντασία μας να καλπάσει και τον ‘πλάθουμε’ όπως θέλουμε εμείς να είναι; Ποιες είναι οι βαθύτερες αιτίες των ερωτικών μας επιλογών; Απαντήσεις στα απελπισμένα... θύματα του φτερωτού τοξότη.

Γιατί ερωτεύτηκα το λάθος άτομο;
Οι βαθύτερες αιτίες των λανθασμένων ερωτικών επιλογών μας, βασίζονται κατά κύριο λόγο σε μια παραλλαγή του οιδιπόδειου συμπλέγματος, η οποία προκύπτει από τη στέρηση αγάπης που πιθανώς βιώσαμε στην παιδική ηλικία, λένε οι επαΐοντες.

Η ρίζα του κακού
Όποιος δεν έλαβε αγάπη από τους γονείς του, όποιος στερήθηκε στοργής από τη μητέρα του, περιμένει μια γυναίκα που θα είναι το ίδιο όμορφη με αυτήν, δοτική, να αγαπάει μόνο αυτόν και να είναι αιώνια πιστή. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της έλλειψης αγάπης από τον πατέρα προς την κόρη.

Ο σφοδρός έρωτάς μας για ένα άτομο που μόλις έχουμε γνωρίσει, πιθανώς να μην έχει πάντα αίσιο τέλος.

Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με τον ψυχαναλυτή και ψυχίατρο Ματθαίο Γιωσαφάτ, όταν υπάρχει έντονος έρωτας προς ένα πρόσωπο το οποίο δεν έχουμε γνωρίσει καλά, τα πράγματα δεν καταλήγουν πάντα έτσι όπως τα είχαμε φανταστεί.

Η μάταιη εξιδανίκευση
Ζούμε για ένα μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα, αυτό που θα θέλαμε να ζούμε με τον άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας. Όταν γνωρίσουμε κάποιον που μας ελκύει, θέλουμε και ευελπιστούμε αυτός να έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που μας αρέσουν και έτσι τον 'πλάθουμε' σύμφωνα με αυτά, αγνοώντας-άλλες φορές συνειδητά, άλλες όχι-τα στοιχεία του χαρακτήρα του που αποτελούν παραφωνία στον ιδανικό κόσμο που έχουμε δημιουργήσει και στον οποίον βρισκόμαστε μόνο εμείς και αυτός/ή.

'Μέσα από τον έρωτα αναζητούμε διακαώς να βρούμε εκείνο που δεν είχαμε από παιδιά, αδιαφορώντας για το αν ο άνθρωπός μας αισθάνεται βολικά μέσα στο κοστούμι που του ετοιμάσαμε', αναφέρει σε συνέντευξή του στο Βήμα ο κ. Γιωσαφάτ.

Η εξιδανίκευση αυτή, αποβαίνει καταστροφική όταν συνειδητοποιήσουμε εν τέλει καθυστερημένα ότι ερωτευτήκαμε τον λάθος άνθρωπο και ενίοτε μπορεί να μετατραπεί σε μίσος ή και επιθετικότητα απέναντί του γιατί διέψευσε τις αρχικές μας προσδοκίες.

Θυμώνουμε μαζί του γιατί μας 'κορόιδεψε', γιατί δεν ταυτίστηκε με αυτό που είχαμε δημιουργήσει στη φαντασία μας για αυτόν, γιατί δεν ταίριαξε με το άψογο ομοίωμά του που είχαμε κατασκευάσει στο μυαλό μας. Πολύ γρήγορα τον απομυθοποιούμε, αρχίζει να μας εκνευρίζει και τότε τα πάντα καταρρέουν.

Ο ανεκπλήρωτος έρωτας
Σε αρκετές περιπτώσεις, το γεγονός ότι ερωτευόμαστε τον λάθος άνθρωπο στηρίζεται στη λογική που λέει πως το ανεκπλήρωτο γίνεται και υπερτιμημένο. Καταλήγουμε να ερωτευτούμε αυτόν ή αυτήν με την οποία δεν καταφέραμε να ολοκληρώσουμε κάτι, να κάνουμε τον κύκλο μας μαζί του/της, να ζήσουμε όλα αυτά που θα θέλαμε να ζήσουμε αλλά δεν τα καταφέραμε.

Επίσης, ερωτευόμαστε τον λάθος άνθρωπο όταν η ερωτική έλξη δεν είναι αμοιβαία και ο άλλος καταλήγει να είναι μαζί μας μόνο και μόνο επειδή γοητεύτηκε από τον έντονο ερωτά μας για αυτόν.
Τον έλκουμε όχι επειδή έχει ενθουσιαστεί με εμάς, αλλά επειδή κολακεύεται και νιώθει σημαντικός από τα ερωτικά συναισθήματα που τρέφουμε για αυτόν, τα οποία στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι κάτι παραπάνω από έκδηλα.

Στην ουσία, βιαζόμαστε να του ανοιχτούμε και να του προσδώσουμε όσα μας λείπουν, χωρίς να γνωρίζουμε αν πραγματικά ενδιαφέρεται να τα δεχτεί.

Η επιλογή του ιδανικού συντρόφου
Σύμφωνα με τον κ. Γιωσαφάτ, πέρα από τους συνειδητούς παράγοντες που μας οδηγούν στην επιλογή συντρόφου, όπως είναι οι κοινωνικοί και οι προσωπικοί, καθοριστικό ρόλο σε μια επιτυχημένη σχέση παίζει η αρχετυπική σχέση με τη μητέρα, από τον πρώτο κιόλας χρόνο της γέννησής μας.

Αυτή η σχέση άλλωστε είναι που αναβιώνουμε μέσα στο γάμο ή σε μια σχέση, επισημαίνει.

Η κοινωνία είναι ό,τι είναι ο άνθρωπος


Ένα σοβαρό πείραμα βαθιάς αλλαγής πρέπει ν’ αρχίσει από τον εαυτό μας, από τον καθέναν μας. Είναι μάταιο να αλλάζουμε μόνο τις εξωτερικές συνθήκες χωρίς βαθιά εσωτερική αλλαγή. Η κοινωνία είναι ό,τι είναι ο άνθρωπος· αυτό που είναι η σχέση του ενός με τον άλλο είναι και η δομή της κοινωνίας μιας χώρας. Δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε μια ειρηνική κοινωνία που να έχει νοημοσύνη, αν το άτομο είναι αδιάλλακτο, βάναυσο και ανταγωνιστικό.

Αν από κάθε άνθρωπο λείπει η ευγένεια, η στοργή, η φροντίδα στη σχέση του με τους άλλους, δεν μπορεί παρά να δημιουργεί σύγκρουση, ανταγωνισμό και σύγχυση. Η κοινωνία είναι επέκταση των ανθρώπων, η κοινωνία είναι προβολή του εαυτού μας. Μέχρι να το συλλάβουμε αυτό, να κατανοήσουμε βαθιά τον εαυτό μας και να τον αλλάξουμε ριζικά, η αλλαγή απλώς του έξω δεν θα δημιουργήσει ειρήνη στον κόσμο ούτε θα φέρει αυτή την ηρεμία και τη γαλήνη που είναι απαραίτητες για ευτυχισμένες σχέσεις σε μια κοινωνία.

Ας μη σκεφτόμαστε, λοιπόν, ν’ αλλάξουμε το περιβάλλον· αυτό θα συμβεί − και πρέπει να συμβεί − αν ολόκληρη η προσοχή μας κατευθύνεται στη μεταμόρφωση του ατόμου, του εαυτού μας και της σχέσης μας με τον άλλο...

Προσωπικά νιώθω ότι ο κόσμος είναι ο εαυτός μου και πως ό,τι κάνω δημιουργεί είτε ειρήνη είτε θλίψη στον κόσμο, που είναι ο εαυτός μου· και όσο δεν καταλαβαίνω τον εαυτό μου δεν μπορώ να φέρω ειρήνη στον κόσμο· η άμεση, λοιπόν, φροντίδα μου είναι ο εαυτός μου, όχι εγωιστικά, όχι απλώς ν’ αλλάξω τον εαυτό μου για να αποκτήσω μεγαλύτερη ευτυχία, μεγαλύτερες απολαύσεις, μεγαλύτερες επιτυχίες, αλλά γιατί όσο δεν καταλαβαίνω τον εαυτό μου θα ζω μέσα στον πόνο και στη θλίψη και δεν θα μπορώ ν’ ανακαλύψω μια διαρκή ειρήνη και ευτυχία.

Θέλω να γίνω καλύτερος…

Βάζεις στόχους. Καταστρώνεις πλάνα και σχέδια. Αναθεωρείς και ξαναστρώνεις και μοιράζεις και ξαναμοιράζεις τα χαρτιά. Ευτυχώς, μπορείς εσύ να αποφασίζεις πως θα παιχτεί το παιχνίδι. Και όπως σε κάθε παιχνίδι θέλεις να κερδίζεις και το επιδιώκεις και αυτό είναι το σωστό. Σε κάθε γύρο θέλεις να γίνεσαι καλύτερος, μέχρι να γίνει ο καλύτερος σε ένα σύνολο που μόνο εσύ ορίζεις. Με τον κίνδυνο ή ακόμη και την επιθυμία, ας αποφύγω να λογοκρίνω, κάποτε να είσαι “πρώτος στο χωριό”. Μερικές φορές, η ανάγκη σου είναι τόσο μεγάλη που μπορεί ακόμα και να ξεχνάς ποιον έχεις απέναντι σου στο τραπέζι και τι σημαίνει αυτός για εσένα.

Πολλά από αυτά, είναι ομαδικά γιατί κάποιες φορές, δε γίνεται και αλλιώς. Πρέπει να μάθεις να δουλεύεις ως μέλος ενός συνόλου για να πετύχεις το στόχο. Άλλοτε, μπορεί να είναι επιλογή. Να προτιμάς να δουλεύεις με άλλους γιατί είναι πιο εύκολο ή ακόμη, και για τη χαρά του να μοιράζεσαι μια διαδικασία ή το αποτέλεσμα της. Πόσο μικρότερη θα φάνταζε μια επιτυχία αν δεν είχες κανέναν να την μοιραστείς. Κάποιον που θα έπρεπε να καταλαβαίνει ακριβώς αυτό που εννοείς.

Κάποτε, παίζεις μόνος. Γιατί συχνά πρέπει να παίξεις μόνος. Γιατί το παιχνίδι είναι αποκλειστικά δικό σου.

 Έχει να κάνει με έναν δικό σου στόχο, μια δική σου ιδέα. Μπορεί βέβαια, να αποφάσισες να παίξεις μόνος γιατί ευελπιστείς ότι τις απόρροιες θα τις καρπωθείς εσύ. Όποιες κι αν είναι αυτές… Και τότε, όλα και όλοι αυτόματα βρίσκονται απέναντι. Αντίστοιχα, κι εσύ. Και τότε, είναι που πρέπει να μη ζητάς κατανόηση. Να μην πέφτεις. Κι αν αυτό συμβαίνει, να ξανασηκώνεσαι, ματωμένος ή μη, πάντα μόνος. Δε λέω, ίσως και να βελτιώνεσαι έτσι. Βέβαια, αυτό εξαρτάται και από τη στάση και το χαρακτήρα που τόσο καιρό επέδειξες στους αντιπάλους σου. Βελτιώνεσαι ή γίνεσαι θεριό;

Το πιο σημαντικό από όλα είναι να κρατάς το χαρακτήρα σου αναλλοίωτο σε καταστάσεις κρίσης. Μα πόσο αλώβητος θα βγεις από τον ανταγωνισμό; Είναι σημαντικό να μπορείς να στέκεσαι στα πόδια σου. Η ζωή θα σου δώσει πολλές ευκαιρίες, καλές ή άσχημες εμπειρίες, για να το καταφέρεις. Να γίνεσαι καλύτερος. Ναι! Με κάθε ευκαιρία να γίνεσαι καλύτερος. Όχι από αυτό που έχεις απέναντι σου ή δίπλα σου ή αυτό που άφησες πίσω αλλά από αυτό που είσαι. Τη στιγμή που θα σηκώνεσαι από τη γη, όπως κι αν είσαι και θα ξαναπατάς στα πόδια σου, δες τι γίνεται και γύρω σου. Στηρίχτηκες σε κανέναν; Τον χτύπησες; Τον διέλυσες; Ίσως και αυτό να συμβεί. Τότε να λες συγγνώμη και ευχαριστώ και άπλωσε το χέρι…

Η έβδομη προσπάθεια

Πριν από πολλούς αιώνες βασιλιάς στη Σκωτία ήταν ο Ρόμπερτ
Μπρους. Ήταν γενναίος και λογικός ηγέτης. Και τα δυο ήταν σημαντικά σε
μια πολύ δύσκολη εποχή για τη χώρα του, όταν πάλευε να γλιτώσει από τον
ζυγό των Άγγλων.

Οι Άγγλοι είχαν εισβάλει στη Σκωτία με μεγάλο στρατό. Έξι φορές ο
Ρόμπερτ και οι στρατιώτες του αντιμετώπισαν τον εχθρό στο πεδίο της μάχης,
αλλά και τις έξι φορές νικήθηκαν. Την τελευταία φορά ο στρατός του Ρόμπερτ
σκόρπισε εντελώς κι ο ίδιος βρέθηκε με μερικούς μόνο συντρόφους του να
κρύβεται στα βουνά προσπαθώντας να αποφύγει τη σύλληψη.

Κάποια βροχερή μέρα μπήκε σε μια σπηλιά και ξάπλωσε να
ξεκουραστεί. Η καρδιά του ήταν βαριά. Είχε προσπαθήσει τόσο πολύ να σώσει
τη χώρα του, αλλά όλες οι προσπάθειές του πήγαν χαμένες. Μετά και από την
έκτη ήττα ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει.

Καθώς ήταν ξαπλωμένος γεμάτος μαύρες σκέψεις, είδε στο ταβάνι της
σπηλιάς μια αράχνη που δούλευε να φτιάξει το δίχτυ της: ήθελε να το
απλώσει από το ένα τοίχωμα της σπηλιάς στο απέναντι. Έξι φορές
προσπάθησε να πηδήσει στην άλλη άκρη κρατώντας το νήμα της, αλλά και τις
έξι απέτυχε.

— Φτωχό πλάσμα! είπε ο βασιλιάς, σαν εμένα έτσι κι εσύ ήταν γραφτό
να αποτύχεις έξι φορές.

Αλλά η αράχνη δεν είχε χάσει τις ελπίδες της. Δοκίμασε και για έβδομη
φορά, με πιο πολλή προσοχή, με μεγαλύτερη δύναμη και πραγματικά
κατάφερε να φτάσει στην άλλη άκρη και να δέσει εκεί γερά το νήμα της.

— Αυτό είναι! έκανε με αναζωογονημένη ελπίδα και ενθουσιασμό ο
Ρόμπερτ. Θα δοκιμάσω κι εγώ για έβδομη φορά, ακόμα και για όγδοη αν
χρειαστεί!

Κάλεσε τους άντρες του και έστειλε παντού αγωνιστικά μηνύματα για
να εξυψώσει το ηθικό των συμπατριωτών του. Γρήγορα είχε συγκεντρώσει
έναν νέο στρατό, πιο μεγάλο από κάθε άλλη φορά και πιο αποφασισμένο.

Στην έβδομη μάχη νίκησε τους Άγγλους και τους απώθησε έξω από τα σύνορα
της χώρας του.

Λίγο αργότερα η Αγγλία αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Σκωτίας και
τον Ρόμπερτ Μπρους ως τον νόμιμο βασιλιά της.

Ακόμα και τώρα οι κάτοικοι αυτής της χώρας θυμούνται ότι η
ανεξαρτησία τους ξεκίνησε από μια αράχνη που δεν ήταν διατεθειμένη να
εγκαταλείψει το σκοπό της...

Περί Οργίων (Ρωμαϊκά Όργια - Διονυσιακά Όργια)

Γενικά οι άνθρωποι τείνουν να να υιοθετούν απόψεις χωρίς να χρησιμοποιήσουν ούτε καν την τόσο πολυακουσμένη κοινή λογική -που εν τέλει περισσότερο όνομα έχει παρά ουσία, και πολύ περισσότερο χωρίς να διαβάσουν να διερευνήσουν...

Αλλά ιδίως σ' ένα θέμα τόσο λεπτό όσο το σεξουαλικό οι άνθρωποι έχουν την τάση να κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια, σε μια εποχή που κάθε έννοια σεμνότητας, η οποία για όσους γνωρίζουν περικλείεται στην ιερότητα και την ωραιότητα και όχι την σεμνοτυφία και τις νευρώσεις μεσαιωνικών κατάλοιπων και χιλιετιών σκοταδισμού. Αυτή η εποχή την οποία ο μέσος άνθρωπος, θύμα της και θύτης της ταυτόχρονα, η Σιδηρά Εποχή του Ησιόδου, η Κάλι Γιούγκα των Ινδουϊστών όπου επικρατεί ο υλισμός, και ο κυριολεκτισμός εις βάρος του πνευματικού και του εσωτερικού.

Σε μια τέτοια εποχή, ο ζήλος για να ερμηνευτούν τα αρχαία σύμβολα είναι μεγάλος, αλλά οι διάφοροι ερμηνευτές -οι οποίοι προσεγγίζουν διανοητικά και μόνο το θέμα και συχνά πυκνά μονόπλευρα και άνευ γνώσεων ώστε να διακηρύσσουν απόλυτες απόψεις- προσεγγίζουν τα θέματα -και μιλάμε ιδιαίτερα τα μυθολογικά με μια υλιστική προσέγγιση και ερμηνεία.

Τους διαφεύγει το εσωτερικό, και ειδικά με τους μύθους, ξεχνάνε πως αυτοί δεν ήσαν απλά και μόνο παιδαγωγικά οχήματα αλλά και μυητικές αλληγορίες οι οποίες συγκροτούσαν τον πυρήνα μιας αρχαίας θρησκείας, η οποία είχε τα μυστήριά της, τα μυστικά της, τις τελετές της, και τα δρώμενά της, κρυφά για τους αμύητους και δη για τους βέβηλους.

Οι ίδιοι αυτοί βέβηλοι και σήμερα είναι αυτοί που θεωρούν αυτό που είναι ιερό και πρέπει να αντιμετωπίζετε ως ιερό ως μιαρό, ως κοινό, ως άνευ αξίας.

Όπως δηλώνει και το παρακάτω άρθρο και ο Χριστιανισμός έπαιξε το ρόλο του σε αυτό, τουλάχιστον αυτό που ονομάζουν Χριστιανισμός, γιατί πολύ διαφορετικός είναι ο πραγματικός Εσωτερικός Χριστιανισμός που εν τέλη είναι ο Γνωστικισμός από τα διάφορα αυτοκρατορικά μορφώματα εξουσίας που ενδύθηκαν με μανδύα ιερότητας. Αλλά ο σκοπός μας δεν είναι να επιτεθούμε εδώ στην καθεστηκυία θρησκευτική αίρεση της Ανατολή και Δύσης, αλλά να διαφωτίσουμε τις απολυταρχικές νευρώσεις του σύγχρονου κόσμου ο οποίος ρέπει στην βαρβαρότητα.

ΡΩΜΑΪΚΑ ΟΡΓΙΑ. ΜΥΘΟΣ Ή ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ;



Η φράση «ρωμαϊκό όργιο» έχει γίνει σχεδόν ορολογία, για να περιγράψει το αχαλίνωτο ομαδικό σεξ, χωρίς ταμπού και προκαταλήψεις.

Τα ρωμαϊκά όργια, σαν στάση ζωής και παλατιανή δραστηριότητα, έχουν φτάσει μέχρι την εποχή μας, μέσω ταινιών και αισθησιακών πινάκων.

Ήταν όμως μύθος, ή πραγματικότητα;

Στο βιβλίο του, «Sex: Vice and Love from Antiquity to Modernity», ο καθηγητή ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, Άλαστερ Μπλάνσαρντ, εξηγεί ότι η σύγχρονη αντίληψη για τα ρωμαϊκά όργια, είναι αποτέλεσμα χριστιανικής προπαγάνδας.

Ο καλύτερος τρόπος να επιβληθεί η νέα θρησκεία, ήταν με την υπονόμευση του παλαιού τρόπου ζωής.

Ο χριστιανισμός, ισχυρίζεται ο καθηγητής, που κήρυττε την αυτοσυγκράτηση και την απομάκρυνση από τα ζωώδη ένστικτα, έπρεπε να διαχωριστεί απ’ το θρησκευτικό κατεστημένο της ειδωλολατρίας.

Γι’ αυτό άρχισαν να κατηγορούν τις ειδωλολατρικές κοινωνίες και κυρίως την ελίτ, για ακόλαστη σεξουαλική συμπεριφορά, που σοκάρει ακόμα και σήμερα.

Σύμφωνα με τον Μπλάνσαρντ, δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία, που να επιβεβαιώνουν την αντίληψη, που έχουμε διαμορφώσει για τα όργια της αρχαίας Ρώμης.

Φυσικά, γενικά στην αρχαιότητα ο έρωτας ήταν σε υψηλή εκτίμηση στην κοσμοθεωρία και γι’ αυτό υπήρχαν και θεοί, όπως η Αφροδίτη και ο Διόνυσος. Το σωστό όμως είναι, να κρίνει κάποιος, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις συνθήκες της τότε εποχής και όχι της σημερινής.

Η επιστημονική αλήθεια

Ωστόσο, τα λεγόμενα όργια «σόκαραν» περισσότερο, λόγω των υπέρογκων ποσών που σπαταλούνταν για τη διακόσμηση και τα φαγητά. Οι Ρωμαίοι έδιναν μια περιουσία για να εντυπωσιάσουν την ομήγυρη, με πλουσιοπάροχα, εξωτικά δείπνα. Η σεξουαλική πράξη, όμως, παρέμενε κυρίως ιδιωτική υπόθεση.



Οι κόρες του Βασιλιά Θέσπιου.

Ερωτικές ακρότητες στην αρχαία Ελλάδα

Ο Μπλάνσαρντ «απομυθοποιεί» και την ιστορία, που θέλει τον Ηρακλή να συμμετέχει σε ομαδικό σεξ με τις 50 κόρες του Βασιλιά Θέσπιου. Ο καθηγητής λέει, ότι ο ίδιος ο βασιλιάς είχε στείλει τις κόρες του, για να τις «γονιμοποιήσει» το παντοδύναμο σπέρμα του ημίθεου. Οι κοπέλες περνούσαν μία μία στην κρεβατοκάμαρα του Ηρακλή και η πράξη τελούνταν κεκλεισμένων των θυρών. Τώρα, γιατί ερμηνεύεται και ένας μύθος, σαν να είναι αληθινό γεγονός, δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε.

Οι συχνές απεικονίσεις φαλών, λέει ο Μπλάνσαρντ, που συναντάμε στις ελληνικές και ρωμαϊκές πόλεις, δεν είχε ερωτική σημασία. Ήταν ένα ιερό σύμβολο, που χρησιμοποιούνταν για την προστασία από τα κακά πνεύματα.

Πραγματικά τίποτα δεν γνωρίζουν οι μορφωμένοι αμαθείς από τα Μυστήρια του Αρχαίου Κόσμου. Και αν γνωρίζουν κάτι είναι απόψεις που διάβασαν σ' ένα βιβλίο ή σ' ένα άλλο βιβλίο, και σπάνιοι είναι αυτοί που γνώρισαν κάτι περισσότερο από τις θεωρίες. Πραγματικά ταπεινός αναζητητής της αλήθειας είναι αυτός που λέει δεν είμαι σίγουρος ή κατανοεί την πολυδιαστατικότητα του "εν οίδα ότι ουδέν οίδα"!

Πράγματι δεν είναι υποχρεωμένοι οι πανεπιστημιακοί και οι επιστήμονες της αρχαιολογίας και ιστορίας να κατανοούν την βαθιά σημασία των Φαλλικών Μυστηρίων...

Πόσο μάλλον ο αμόρφωτος όχλος που δέχεται με ευκολία ότι του πλασάρουν και ακολουθεί την εύκολη και πεπατημένη οδό αντιμετωπίζοντας χωρίς σοβαρότητα και εχθρικά τους άλλους οι οποίοι έχουν διαφορετικοί άποψη. Η ιστορία το έχει δείξει, και η κατάσταση της ανθρωπότητας σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης το επιβεβαιώνει.

Για να επιβεβαιώσουμε του λόγου του αληθές του άρθρου περί της υπονόμευσης της Αρχαίας Θρησκείας για την ισχυροποίηση της νέας, δεν θα πάμε μακριά αλλά θα αποζητήσουμε την ετυμολογία της λέξης ΟΡΓΙΟ στα λεξικά. Ο Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς μας λέγει για το λήμμα όργιο:

*<ὄργια>· τὰ ἱερά. οἱ δὲ τὰ μυστήρια ASvg
<ὀργιάζειν>· τελεῖν Διονύσῳ (Eur. Bacch. 415)
*<ὀργίοις>· μυστηρίοις AS

Πολύ χρήσιμος ο Ησύχιος. Πάντα έχω κοντά μου αυτόν τον μικρό θησαυρό σε έντυπη μορφή και το ανοίγω αποζητώντας "άλλα" νοήματα στις μέρες μας που τα πάντα έχουν χάσει το νόημά τους. Ήταν πραγματικά ένα από τα πιο ωραία δώρα που μου έχουνε κάνει. Αν πάμε επίσης στο Liddell & R. Scott και αναζητήσουμε το λήμμα θα βρούμε τα εξής:

ὄργια, -ίων, τά, I. όργια, δηλ. μυστικές τελετουργίες, μυστηριακή λατρεία, που τελείται μόνο από μυημένους, λέγεται για τη μυστηριακή λατρεία της Δήμητρας στην Ελευσίνα, σε Ομηρ. Ύμν., Αριστοφ.· αλλά, συχνά λέγεται για τις τελετουργίες του Βάκχου (Διονύσου), σε Ηρόδ., Ευρ. II. κάθε λατρεία, τελετουργία, θυσίες, σε Αισχύλ., Σοφ. (πιθ. από το *ἔργω = ἔρδω, ῥέζω, με τη σημασία της τέλεσης ιερών τελετουργιών, sacra facere).
ὀργιάζω, μέλ. -άσω, εορτάζω, I. τελώ ιερουργίες, σε Ευρ.· με σύστ. αντ., ὀργιάζω τελετήν, ὄργια, σε Πλάτ. II. τιμώ ή λατρεύω μια θεότητα μέσω τελετουργικών ιεροπραξιών, σε Στράβ.
ὀργιασμός, ὁ, τέλεση οργίων, ιερουργιών, σε Στράβ.
ὀργιαστικός, -ή, -όν, κατάλληλος για ιεροπραξίες, συναρπαστικός, σε Αριστ.

Εδώ βλέπουμε κάτι το διαφορετικό απ' αυτό που ξέρουμε, για το πως χρησιμοποιούμε την λέξη σήμερα. Σήμερα η λέξη όργιο σημαίνει:

όργιο ουδέτερο
λατρεία στην οποία οι πιστοί χορεύουν και τραγουδούν ξέφρεναδιονυσιακά όργια
ομαδική σεξουαλική δραστηριότητα
μεγάλη ποσότητα, πληθωρική παρουσία ενός πράγματοςόργιο βλάστησης, όργιο χρωμάτων (και κακόσημα) όργιο παρανομιών
(αργκό) χαρακτηρισμός για άνθρωπο που θεωρείται ανίκανος, απαράδεκτος, ασυνάρτητος ή απρόβλεπτος

 Δηλαδή μια έννοια που κάποτε είχε περιεχόμενο το οποίο αφορούσε πράγματα ιερά, και μυστηριακά, κατέληξε να έχει ακριβώς την αντίθετη έννοια, και να σημαίνει πράγματα ανήθικα και παράνομα, διαστρέφοντας έτσι όχι μόνο το αρχικό νόημα της λέξης, αλλά και μια μυστηριακή λατρεία συνόδευε τον όρο και ο όρος την υποδείκνυε, αλλά και για τον γνώστη έφερε παραπάνω σημαινόμενα.

Όπως βλέπουμε η λέξη ΟΡΓΙΟ είναι ομμόριζη με την λέξη ΕΡΓΟ. Αυτό είναι το ΜΕΓΑΛΟ ΕΡΓΟ, το GRAN OPUS των Αλχημιστών του Μεσαίωνα, οι οποίοι επικοινωνούσαν κρυπτικά καταγράφοντας τις διδασκαλίες τους σε εικόνες για να μην καούν στην πυρρά της Ιερής Εξέτασης ή έχουν την τύχη των Βογόμιλων και των Καθαρών και άλλων "άτυχων" εσωτερικών ομάδων".

Αυτό το Μεγάλο Έργο είναι το ίδιο το Όργιο, το οποίο ο Αλχημιστής πρέπει να τελέσει με Ιερότητα. Η λέξη Τελετουργία κρύβει μέσα της την ΤΕΛΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ, δύο λέξεις οι οποίες παραπέμπουν και οι δύο στα ΜΥΣΤΗΡΙΑ.

Αυτό το ΕΡΓΟ ή ΟΡΓΙΟ των Διονυσιακών και Ελευσινίων Μυστηρίων είναι η Αρχαία Σεξουαλική Αλχημεία των Αρχαίων Ιεροφαντών που γνώριζαν σε όλες τις Αρχαίες Σχολές Μυστηρίων συμπεριλαμβανομένου της Αιγύπτου, της Ινδίας, της Συρίας, της Βαβυλωνίας, της Μεσοποταμίας, του Θιβέτ, της Κίνας, της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής κτλ. σ' έναν πνευματικά ενοποιημένο και επικοινωνούντα αρχαίο κόσμο άγνωστο για τους σύγχρονους ιστορικούς μελετητές.

Αυτή η Αλχημεία είναι ένα μέρος της ΜΕΤΑΤΡΟΠΗΣ των λεπτών σωματικών ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ του ΑΝΘΡΩΠΟΥ μέσα από την Ιερή Σεξουαλική Ένωση άντρα και γυναίκας.

Αλλά αυτά είναι πράγματα ΙΕΡΑ και δεν μπορούν να τα αγγίξουν οι ΒΕΒΗΛΟΙ, αυτοί που μισούν την κανονική σεξουαλικότητα, σ' έναν κόσμο τρομερά διεστραμμένο, εκεί που έχουμε φτάσει. Ας μας βοηθήσει ο ΘΕΟΣ!

Δεν μπορούν και δεν θέλουν να αγγίξουν αυτό που είναι ΙΕΡΟ επειδή δεν το κατανοούν. Αλλά θα πρέπει όπως σέβονται το δικαίωμα της ανθρωπότητας και του καθενός στον εκφυλισμό και την εξανδραποδισμό ν' αποδεχτούν το δικαίωμα των υπολοίπων στις απόψεις του περί ΙΕΡΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑΣ.

Η Ιερή Σεξουαλικότητα είναι η ΥΠΕΡ-ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑ και ο Δρόμος των Αληθινών Μυστηρίων, ο οποίος ξεκινάει με την συγκράτηση του ιερού σπέρματος και την ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ του σε κάτι ανώτερο.

Στις μέρες μας της ΣΙΔΗΡΑΣ ΕΠΟΧΗΣ όπου ο σκοταδισμός έχει επικρατήσει υπάρχει πολύ σύγχιση και γι' αυτό οι Δάσκαλοι επέτρεψαν ν' ακουστούν τα ΜΥΣΤΗΡΙΑ, ώστε να επωφεληθούν οι απεγνωσμένες ψυχές που χαμένες αναζητούν στα έσχατα σκοτάδια. Είθε ο Θεός να τους οδηγεί στο Φως.

Δεν πρέπει να φοβόμαστε στο ΕΡΕΒΟΚΤΟΝΟ ΦΩΣ και να βγάζουμε στο ΦΩΣ την αλήθεια όπως ακριβώς κάνανε οι Δάσκαλοι.

Το σκοτάδι έχει απλώσει τα πλοκάμια του, αλλά αυτό που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει είναι το ΦΩΣ, γιατί το ΦΩΣ λάμπει στα σκοτάδια, και τα σκοτάδια ου κατέλαβεν αυτό.

Τα Μυστήρια είναι κρυμμένα στα ΣΥΜΒΟΛΑ και ευτυχής αυτός που γνωρίζει πως να τα ΑΠΟΚΩΔΙΚΟΠΟΙΕΙ, ο οποίος κατέχει τα σωστά κλειδιά της Ερμηνείας γιατί μπορεί να οδηγηθεί μέχρι την ηθική του τελειοποίηση, την αρετή και μέχρις να γίνει ένας ΗΜΙΘΕΟΣ.

(Προειδοποιούμε τον αναγνώστη ότι η προσέγγιση αυτών των πρακτικών χρίζει του κατάλληλου σεβασμού, ιερότητας, σωστής καθοδήγησης, και γνώσεων πάνω στο θέμα, για το οποίο πρέπει να διερευνήσει και να ενημερωθεί ενδελεχώς πριν την οποιαδήποτε προσπάθεια εξάσκησης, καθότι οι γραμμές που χωρίζουν το μαύρο από το άσπρο (την λευκή από την μαύρη τάντρα) είναι λεπτές, όσο λεπτά είναι και τα νοήματα που γίνονται τόσο εύκολα παρεξηγήσιμα. Προτείνεται για όποιον ενδιαφέρεται να λάβει καθοδήγηση μέσω μαθημάτων).

Τα ΦΑΛΛΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ υπήρξαν μέσα στα ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ, τα ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ και τα ΚΑΒΕΙΡΙΑ για αυτούς που γνώριζαν.

Τα ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ είναι τα πραγματικά ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ προ του Χριστού, τα οποία φυσικά ο Μεγάλος Διδάσκαλος ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ γνώρισε καθόσον ήταν Μυημένος σε αυτά.

Ο Διόνυσος με τον βίαιο θάνατό του και την ανάστασή του, είναι ο Όσιρις, ο Κετσαλκοάτλ, ο Άδωνις, ο Χριστός. Υπήρξαν πολλοί ΧΡΙΣΤΟΙ, δηλαδή χρισμένοι.

Ο χρισμένος, δηλαδή ο Μυημένος, όχι από μια εξωτερική Μύηση πρέπει να πεθάνει ως προς αυτό που είναι ψεύτικο, την ψευδαίσθηση, την πλάνη, την Μάγια, και να γεννηθεί ως προς αυτό που είναι Αληθινό, να ξαναγεννηθεί, να αναστηθεί, αφού πρώτα έχει σηκώσει τον σταυρό του, και έχει σταυρώσει τα αλχημιστικά στοιχεία μέσα και έξω απ' αυτόν, για να δημιουργήσει μέσα απ' αυτά γι' αυτόν την ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΛΙΘΟ.

Αν ο σπόρος δεν πεθάνει, το φυτό (δένδρο) δεν γεννιέται.

Η Επίτευξη της ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΛΙΘΟΥ που μετατρέπει τα ευτελή μέταλλα σε ΕΥΓΕΝΗ, σε ΧΡΥΣΟ-ΧΡΙΣΤΟ μέσα στον αναμμένο σιδηρουργείο του Ηφαίστου είναι το Μεγάλο Έργο, το Όργιο που πρέπει ο αλχημιστής να επιτελέσει.

Τα υπόλοιπα... για τους επίδοξους αλχημιστές...

Να είστε καλά...

Και η σανσκριτική γλώσσα απόγονος της Αρχαίας Ελληνικής

Σε προηγούμενες μελέτες μας έχουμε αναλύσει, έπειτα από ενδελεχή έρευνα, ότι η Ελληνική γλώσσα γονιμοποίησε τον παγκόσμιο λόγο και συνέβαλε στην ανάπτυξη  όλων των υπολοίπων γλωσσών. Έχουμε ακόμα καταρρίψει τον μύθο περί ινδοευρωπαϊκής καταγωγής της γλώσσας μας με στοιχεία αληθή και αδιαμφισβήτητα.

Ανάμεσα όμως στις γλώσσες, που πολλοί επιστήμονες ισχυρίζονται είτε ότι ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια, όπου «εντάσσεται» και η ελληνική, είτε ότι προηγούνται της ελληνικής ανήκει και η περίφημη σανσκριτική.

Πρόκειται για την κλασσική γλώσσα της Ινδίας και στην ΝΑ Ασία θεωρείται εξίσου σημαντική με την ελληνική και την λατινική. Χωρίζεται σε δύο φάσεις· την Βεδική (πριν το 500 π.Χ.) και την Μεταβεδική. Είναι γλώσσα γραπτή και ποτέ δεν απαντά σε προφορικό λόγο.

Συγκρίνοντας λοιπόν την σανσκριτική με την Ελληνική κατέληξαν ότι η πρώτη «έδωσε τα φώτα» στην δεύτερη. Πώς όμως οι Έλληνες εκείνης της περιόδου είναι δυνατόν να ήρθαν σε επαφή με αυτές τις μυστικιστικές ρίζες, τη στιγμή μάλιστα που τα πρώτα επιγραφικά ευρήματα των Ινδών, που αφορούν τα διατάγματα του Ασόκα, χρονολογούνται τον 3ο αι. π.Χ.

Ας σημειωθεί πως την συγκεκριμένη περίοδο οι Έλληνες είχαν ήδη αναπτύξει το αλφάβητό τους. Σύμφωνα με τον Ζωρζ Μουνέν στα «Κλειδιά της Γλωσσολογίας» το βασικότερο ατόπημα αυτών που συνέκριναν τις δύο γλώσσες ήταν το γεγονός ότι αγνόησαν παντελώς τον παράγοντα της ιστορικής εποχής. Η σύγκριση δύο γλωσσών προαπαιτεί την μελέτη τους σε ταυτόσημο χρονικό διάστημα και όχι σε επίπεδο διαχρονικό.

«Συνέκριναν  τα σανσκριτικά της πρώτης χιλιετίας, τα ελληνικά του 8ου αι π.Χ., τα λατινικά του 5ου αι., τα γοτθικά του 4ου αι., κλπ.»

Επομένως το συμπέρασμα περί ομοιότητας ή αντιγραφής της ελληνικής από την σανσκριτική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αντιεπιστημονικό, αφού δεν στηρίζεται σε ορθά κριτήρια και λογικά τεκμήρια.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Γερμανός Γλωσσολόγος Franz Bopp «η σανσκριτική στηρίζεται στην ελληνική και όχι η Ελληνική στην σανσκριτική».

Άποψη που πιστοποιείται από πλήθος ξένων ερευνητών, μεταξύ των οποίων και η ομάδα Jakintza Baitha, η οποία εξέδωσε στο Bilbao την ελληνιστική επιθεώρηση Halcon-Ιέραξ σε άρθρο του Προέδρου της Krutwig Sagredo τον Γενάρη του 1933:
«Η μυστική ινδική λογοτεχνία στην πραγματικότητα ανεπτύχθη ως καθαρή λογοτεχνία μόνον κατά τον 3ο ή 5ο αι. μ.Χ. Οι αναφορές σε αρχαιότατες ημερομηνίες ως προς τις Βέδες είναι μόνο θεωρία, αφού οι Βέδες δεν διαδόθηκαν παρά μόνο κατά τρόπο περιορισμένο και προφορικό, επιπλέον δε στην Ινδία δεν γνωρίζουν την ιστορία… Μία και μοναδικά έκδοση των Βεδών έχει γίνει στην Ινδία τον 19ο αι. από τον Γερμανό Ινδολόγο Μάξ Μύλλερ… Συγκρίνοντας καλά την σανσκριτική με την αρχαία ελληνική, εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι η ελληνική όχι μόνο είναι πιο αρχαία, αλλά και ότι επιπλέον, όλοι οι συντακτικοί και γραμματικοί τύποι της είναι ανώτεροι και μεγαλύτερης αξίας…»

O Ισπανός συγγραφέας, Federico Krutwig Sagredo, ο οποίος μάλιστα υπήρξε ειδικός γνώστης των ανατολικών γλωσσών, έχοντας μελετήσει εις βάθος τα αραβικά, τα περσικά , τα τουρκικά, τα ιντού, τα μπεγκάλι και άλλες 12 ανατολικές γλώσσες, υποστηρίζει ότι η σανσκριτική επηρεάστηκε από την ελληνική εξετάζοντας χρονολογίες, αλλά και την γραμματική και το συντακτικό και το λεξιλόγιο των δύο αυτών γλωσσών.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα που αποδεικνύουν την παραπάνω άποψη:
Θεός Diauh< Δίας
Βούδας< (F)οἲδα
(Χ)ιμαλάια< χιών (χειμών)+λᾶας (πέτρα)
Νibbana (Νιρβάνα)< νήφω (πρβλ. νηφάλιος)
Μαί (μεγάλος)< μέγας
Erethe< αρετή
Jugam(γιόγκα)< ζυγός<δυγός<δυο+ἂγω (μηχανισμός με δύο υποζύγια που οδηγούν κάτι, πχ κάποιο άρμα και στην ινδική φιλοσοφία συμβολίζει την ένωση ψυχής-σώματος δια της ζεύξης)
Αριθμοί όπως dva<δύο, trayas< τρία, sapta<επτά (σεπτός αριθμός), asta< οκτώ, κλπ

 Οι Ινδοί σε αντίθεση με τους Έλληνες υπερηφανεύονται για αυτήν την πραγματικότητα και μάλιστα προβάλλουν το γεγονός ότι ο Ηρακλής, κατευθυνόμενος προς τον Καύκασο πέρασε από την χώρα τους και άφησε απογόνους (εφημερίδα ΠΟΥΡΝΙΜΑ ΣΑΜΕΛΑΝ της Καλκούτας, φυλ. 21, Σεπτέμβριος 1994, άρθρο «Οι Έλληνες κι εμείς»).

Ο Πλούταρχος ακόμη στο έργο του «Περί Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής» καταγράφει τα λόγια του Μ. Αλεξάνδρου «Νῦν δὲ Ἡρακλέα μιμοῦμαι και Περσέα ζηλῶ, και τὰ Διονύσου μετιὼν ἲχνη βούλομαι πάλιν ἐν Ἰνδία νικῶντας Ἓλληνας ἐγχορεῦσαι καὶ τοὺς ὑπὲρ Καύκασον ὀρείους και ἀγρίους ταῶν βακχικῶν κώμων ἀναμνῆσαι». Δηλώνει δηλαδή ο Αλέξανδρος ότι επιθυμεί να ακολουθήσει τα βήματα του Ηρακλή και του Διονύσου και να πάει ξανά στην Ινδία, ώστε να νικήσουν οι Έλληνες και να θυμίσουν στους εκεί λαούς τους βακχικούς κωμους.  

Σαφώς και ο ελληνικός πολιτισμός ήρθε σε επαφή με τον ινδικό δίνοντάς του πολλά στοιχεία. Σύμφωνα με τον Γάλλο πολιτικό και μεταφραστή μάλιστα των ομηρικών επών Βικτώρ Μπεράρ «το μνημονικό μας πρέπει να ξεκαθαρίσει από όλη αυτήν την λύμη της ινδοευρωπαϊκής θεωρίας, η οποία επέβαλλε στην Μεσογειακή Μυθολογία και Προϊστορία μια γένεση αναγόμενη σε μεταναστεύσεις Αρίων, των οποίων η κοιτίδα υπήρξε τάχα στα οροπέδια της Κ. Ασίας, αγνοώντας την Μυθολογία και Προϊστορία των αυτόχθονων Ελλήνων».

Οι προσπάθειες για διαστρέβλωση και αλλοίωση της ιστορίας μας είναι πολλές, επίμονες και τα αποτελέσματα αυτών επιφέρονται με μεγάλη δεξιοτεχνία. Γι αυτό καλό είναι όλοι μας να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά και ποτέ να μην ενστερνιζόμαστε την όποια άποψη άκριτα και χωρίς να το ερευνήσουμε πρώτα.

Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα προσεγγίσουμε την αλήθεια…

Τα γονίδια της εξυπνάδας και της μόρφωσης

Τα γονίδια της εξυπνάδας και της μόρφωσηςΜεγάλη μελέτη αποκαλύπτει τη γενετική βάση του… IQ

Διεθνής ομάδα που αποτελούνταν από 253 επιστήμονες πραγματοποίησε μια από τις μεγαλύτερες γενετικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια. Οι ερευνητές εντόπισαν γονίδια που εμπλέκονται στο μορφωτικό επίπεδο των ανθρώπων ενώ υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει κάποιο μεμονωμένο γονίδιο που να καθορίζει το επίπεδο της νοημοσύνης αλλά στο IQ εμπλέκονται χιλιάδες γονίδια. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει δυνατότητα γενετικού σχεδιασμού για την γέννηση παιδιών με υψηλή νοημοσύνη.
Οι σπουδές
Οι ερευνητές ανέλυσαν το γονιδίωμα σχεδόν 294.000 ατόμων άνω των 30 ετών από 15 χώρες και βασικός τους στόχος ήταν η αναζήτηση γενετικών παραγόντων που φαίνεται να επηρεάζουν τη διάρκεια των σπουδών. Στην έρευνα που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Nature» συμμετείχαν ο καθηγητής Γιώργος Δεδούσης και η Ιωάννα Καλαφάτη από το Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας - Διατροφής του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, καθώς επίσης ο καθηγητής Πάνος Δελούκας και η Σταυρούλα Κανόνη από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Queen Mary του Λονδίνου. Οι ερευνητές εντόπισαν 74 γονίδια που σχετίζονται με το μορφωτικό επίπεδο άλλα έσπευσαν να σημειώσουν ότι πρωτίστως το μορφωτικό επίπεδο επηρεάζεται από κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες και πολύ λιγότερο από γενετικούς.

Τα ευρήματα
Οπως φαίνεται τα γονίδια εν μέρει επιδρούν στις νοητικές ικανότητες ενός ανθρώπου και σε ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του, όπως η επιμονή, τα οποία, με τη σειρά τους, επηρεάζουν τον αριθμό των ετών της εκπαίδευσης.
Όμως η συνολική επίδραση των 74 γονιδίων στις διαφορές του μορφωτικού επιπέδου μεταξύ των ανθρώπων εκτιμάται από 0,5% έως το πολύ 1%. Οι ερευνητές εκτιμούν πάντως ότι χιλιάδες ακόμη γονίδια, άγνωστα έως τώρα, παίζουν ρόλο στο μορφωτικό επίπεδο, το καθένα ασκώντας μια ανεπαίσθητη επίδραση.
Συνολικά, οι γενετιστές εκτιμούν ότι η γενετική επίδραση στο μορφωτικό επίπεδο μπορεί να εξηγεί έως και το 20% των διαφορών του μορφωτικού επιπέδου μεταξύ των ανθρώπων, ενώ το υπόλοιπο 80% έχει να κάνει με κοινωνικούς-περιβαλλοντικούς παράγοντες. Αλλά δεν συμφωνούν όλοι ότι η γενετική «συνιστώσα» μπορεί να είναι τόσο σημαντική και μερικοί θεωρούν ότι η συμβολή της κινείται μάλλον κοντά στο 3%.

Η επικάλυψη
Η μελέτη δείχνει, επίσης, ότι ορισμένα από τα 74 γονίδια που εντοπίσθηκαν, φαίνεται να επικαλύπτονται με γονίδια που γονίδια που σχετίζονται με τις καλύτερες επιδόσεις στα νοητικά τεστ, πράγμα που δείχνει ότι το μορφωτικό επίπεδο και η νοημοσύνη έχουν κάποια συνάφεια.  Από την άλλη, ορισμένα άλλα από τα 74 γονίδια εμπλέκονται στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, ενώ σχετίζονται και με διάφορες παθήσεις, όπως η νόσος του Αλτσχάιμερ, η διπολική διαταραχή και η σχιζοφρένεια.
Ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνια Ντάνιελ Μπένζαμιν υπογράμμισε ότι «είναι απλουστευτικό και απολύτως παραπλανητικό να μιλάει κανείς για "γονίδια της μόρφωσης"». Από την άλλη, επιβεβαιώνεται ότι το μορφωτικό επίπεδο, εκτός από το περιβάλλον, επηρεάζεται και από τα γονίδια, αν και η επίδραση των επιμέρους γενετικών παραγόντων είναι μικρή».         

Οι αντιρρήσεις
Αλλά ενώ ορισμένοι επιστήμονες θεωρούν ότι η νέα γενετική ανακάλυψη θα βοηθήσει ανάλογες μελέτες στο πεδίο της βιοιατρικής και της κοινωνικής πολιτικής, άλλοι ερευνητές δηλώνουν αντίθετοι με την ανάδειξη του γενετικού παράγοντα, θεωρώντας ότι κάτι τέτοιο μπορεί να υποβαθμίσει την σαφώς μεγαλύτερη σημασία που έχουν η ανατροφή των γονιών, η ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος μιας χώρας κ.α.
«Κυβερνήσεις και χρηματοδότες πρέπει να ‘τραβήξουν την πρίζα' από τέτοιες μελέτες, οι οποίες προσφέρουν ελάχιστα χρήσιμα πράγματα στην κατανόησή μας» ανέφεραν οι ανθρωπολόγοι Αν Μπιουκάναν και Κένεθ Γουάις του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια.
Όμως άλλοι, όπως ο συμπεριφορικός γενετιστής Ρόμπερτ Πλόμιν του King's College του Λονδίνου, ευελπιστούν ότι όσο περισσότερο φως πέφτει στο γενετικό υπόβαθρο της μόρφωσης, τόσο ανοίγει ο δρόμος για την ανάπτυξη ακόμη και γενετικών τεστ που θα προβλέπουν τις εκπαιδευτικές επιδόσεις κάθε ανθρώπου και πόσο καλά θα τα πάει ένας μαθητής στις εξετάσεις. Θα τρίζουν τα κόκαλα των ιδρυτών της κοινωνιολογίας...