Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

Η Αρχαιοελληνική αντίληψη περί πατρίδας


Η Αρχαιοελληνική Αντίληψη Περί Πατρίδας και ο Σημερινός Ευτελισμός της: H περί πατρίδας πολιτική αντίληψη των κλασικών ελλήνων και η νεώτερη προπαγανδιστική διαστροφή της σε “πατριωτισμό”, “εθνική ενότητα” και “εθνική ομοψυχία”
Οι Έλληνες δεν μάχονταν για «ιδέες», «ιδανικά» και άλλες ιδεολογικοποιημένες (αυτ)απάτες, αλλά για απόλυτα καθορισμένες και χειροπιαστές σημασίες, όπως η πόλη – πατρίδα. Η τελευταία σε πλήρη αντίθεση με τον σημερινό συσκοτισμό της (βλ. «έθνος – κράτος») δεν ήταν μια ιδεολογική αφαίρεση· ήταν πρωταρχικά μια αυτοκυβερνώμενη ανθρώπινη κοινότητα, η οποία αυτοπροσδιοριζόταν βιολογικά (κοινός γεννήτορας και πρόγονοι), χρονικά (κοινή ιστορική διαδρομή), συνειδησιακά (κοινά έθιμα, θεσμοί, σημασίες κ.λπ.) και, μόνο δευτερευόντως, γεωγραφικά.
Ο γεωγραφικός προσδιορισμός της πατρίδας φαίνεται, ότι ιεραρχείτο ως δευτερεύων, αφού αρκετές φορές υποχωρούσε υπό το βάρος άλλων, κοινωνικών, πολιτικών κ.ά. παραγόντων. Οι αναρίθμητες αποικίες των ελλήνων ιδρύθηκαν σε περιοχές, όπου αυτοί δεν μπορούσαν να επικαλεστούν κανένα γεωγραφικό παρελθόν και οι νέες ελληνικές πόλεις εγκαθιδρύθηκαν βασισμένες αποκλειστικά στους άλλους παράγοντες.
Επίσης ο Θεμιστοκλής θεωρούσε δευτερεύοντα τον γεωγραφικό προσδιορισμό της Αθήνας, όταν απείλησε, πως αν οι υπόλοιποι έλληνες δεν επιθυμούσαν να δώσουν ναυμαχία στη Σαλαμίνα, οι αθηναίοι θα πήγαιναν να ξαναϊδρύσουν την πόλη τους στην Ιταλία. Βλ. επίσης τη ρήση στον Θουκυδίδη «άνδρες γαρ πόλις» («η πόλη είναι οι άνδρες της», Ζ΄ 77,) δηλαδή οι πολίτες της, που φέρουν παντού και πάντα την πολιτική τους διαπαιδαγώγηση και με αυτόν τον τρόπο δίνουν ύπαρξη στη πόλη.
Αλλά και γενικότερα οι Έλληνες δεν προσδιόριζαν την πόλη-πατρίδα με γεωγραφικούς όρους, αφού έλεγαν π.χ. «οι αθηναίοι», ή «οι κορίνθιοι» και ποτέ «η Αθήνα», ή «η Κόρινθος». Ήταν, κατά συνέπεια, κάτι απολύτως συγκεκριμένο, για το οποίο άξιζε να πεθάνει κάποιος, ακριβώς επειδή δέν άξιζε να ζει χωρίς αυτό. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες, σαν ο πρώτος πολιτικά ελεύθερος λαός της Ιστορίας, είναι οι εφευρέτες της πατρίδας.
Η αυτοκυβερνώμενη πατρίδα – πόλη αποτελούσε για τους έλληνες έννοια κατ΄ εξοχήν πολιτική. Στον Επιτάφιο του Περικλέους (όπως τον αποδίδει ο Θουκυδίδης) κατονομάζονται οι χειροπιαστές αιτίες, για τις οποίες καλούνταν να πολεμήσουν οι αθηναίοι: η επιβεβαιωμένη στην πράξη ευνομία τους, οι απεριόριστες ευκαιρίες, που είχε ο καθένας σε αυτή την πόλη για να αναπτύξει τις δυνατότητές του, οι θεσμοί τους ως προϊόν αυθεντικής (=αυτόνομης) συλλογικότητας, η πολιτικώς θεσμισμένη (=έμπρακτη) ταύτιση ατομικού και συλλογικού συμφέροντος, η αναμφισβήτητη πληρότητα της ζωής τους.
Πουθενά στο συναρπαστικό αυτό κείμενο δεν θα βρει κανείς τον μεταγενέστερο πατριδοκάπηλο μελοδραματισμό, ύποπτους συλλογιστικούς ακροβατισμούς (στους οποίους ανέκαθεν επεδίδετο η εθνικιστική προπαγάνδα, βλ. «έθνος – κράτος»), συγκινησιακά φορτισμένες κοινοτοπίες και λοιπά ιδεολογικοποιημένα ξεροκόκαλα, από αυτά, που πετούν συχνότατα οι έμποροι του πολέμου στις αποβλακωμένες ανθρωπομάζες/κρέας για τα κανόνια τους.
Ακόμα και η παραδοσιακή ομηρική έννοια της εξιδανικευμένης πολεμικής δόξας, απέκτησε στην κλασική εποχή υλικό σημείο αναφοράς: οι πεσόντες, π.χ. του Μαραθώνα, θεωρούνται πλέον δοξασμένοι ήρωες, όχι απλώς επειδή πολέμησαν γενναία, αλλά γιατί πολέμησαν για χειροπιαστά πράγματα, π.χ. για την πολιτική κοινότητά τους. Αλλά και από την Ιλιάδα (Β΄ 212 κ.ε.) δεν λείπει το πρωτόλειο μιας υλιστικής και πολιτικής αντίληψης περί πολέμου.
Ο Θερσίτης, ένας συνηθισμένος πολεμιστής, που θέλει να επιστρέψουν οι αχαιοί στην Ελλάδα αντί να συνεχίσουν τον πόλεμο, απευθύνεται με παρρησία στον Αγαμέμνονα λέγοντάς του, ότι: «οι σκηνές σου είναι γεμάτες από χαλκό και γυναίκες, εκλεκτά λάφυρα, που εμείς οι αχαιοί σου δίνουμε όποτε κατακτάμε μια πόλη. Είσαι άπληστος για το χρυσάφι, που οι αλογάρηδες Τρώες θα σου φέρουν ως λύτρα για τον γιό τους, που εγώ, ή κάποιος άλλος αχαιός θα αιχμαλωτίσει; Ή για κάποια γυναίκα που θα κοιμάσαι μαζί της και θα κρατάς μόνο για τον εαυτό σου;» Στη συνέχεια λέει, ότι είναι ανάρμοστο να παρατείνεται ο πόλεμος μόνο και μόνο για να οικειοποιείται ένας βασιλιάς τη μερίδα του λέοντος από τα λάφυρα. Ο Θερσίτης, σαν συνειδητοποιημένος πολίτης, απαιτεί να έχει λόγο στα τής εκστρατείας, στην πορεία της, στη διανομή των ωφελημάτων της κ.λπ.
Το αντιπροσωπευτικότερο επιχείρημα, που μπορεί να επικαλεστεί κανείς σχετικά με το πώς οι έλληνες της κλασικής εποχής αντιλαμβάνονταν την κατ΄ εξοχήν πολιτική διάσταση της πατρίδας, βρίσκεται στον Ηρόδοτο (Ε΄ 78): «Φαίνεται δε όχι μόνο από ένα παράδειγμα αλλά γενικώς πόσο σπουδαίο πράγμα είναι η ισηγορία. Διότι όταν οι αθηναίοι διοικούντο τυραννικά δεν ήσαν καθόλου καλύτεροι στα πολεμικά από κανέναν από τους γείτονές τους, απαλλαγέντες όμως από τους τυράννους έγιναν οι καλύτεροι όλων.
Τούτο φανερώνει, ότι όταν ήσαν υποταγμένοι συμπεριφέρονταν εκουσίως ως δειλοί, σκεπτόμενοι, ότι εργάζονται για τον δεσπότη τους, όταν όμως ελευθερώθηκαν, ο καθένας έδειχνε προθυμία να εργαστεί σκεπτόμενος, ότι εργάζεται για τον εαυτό του». Με άλλα λόγια ο άνθρωπος αποκτά πατρίδα μόνο όταν γίνεται πολίτης. Και τότε, αν χρειαστεί, πολεμάει για τον εαυτό του και άρα για την πατρίδα του (και όχι το αντίστροφο). Καμία σχέση με υπηκόους, που σύρονται στα πεδία των μαχών ωθούμενοι από το ιδεολογικό («εθνικό») κουτόχορτο, που τούς έχει ταΐσει κάποιος πατριδοκάπηλος εξουσιαστής.
Ακόμα και μετά τον πελοποννησιακό πόλεμο, όπου παρατηρείται μια όξυνση των κοινωνικών συγκρούσεων εντός των εξασθενημένων πόλεων και όπου η κοινωνική συνοχή τίθεται συχνά υπό αίρεση, οι έλληνες παραμένουν υποψιασμένοι πολίτες και δεν συγκινούνται από καμιά υποκριτική επίκληση για κοινωνική ειρήνη στο όνομα δήθεν της πατρίδας-πόλης. Εξ άλλου τέτοιου είδους επικλήσεις είναι ανύπαρκτες στην ελληνική αρχαιότητα: η όποια επίκληση της πατρίδας γινόταν πάντα συνοδεία επιχειρημάτων, όπως π.χ. στον Επιτάφιο του Περικλή.
Σε κάθε άλλη περίπτωση (π.χ. τυραννίας, κοινωνικής ανισότητας κ.λπ.) η στάσις (και ό,τι αυτή συνεπαγόταν, π.χ, τον φόνο «συμπολιτών» – αρπακτικών, δηλαδή ομοεθνών) θεωρείται όχι μόνο δικαιολογημένη, αλλά και αυτονόητη (σε πλήρη αντίθεση με τη σημερινή εποχή, όπου θεωρείται σεμνότυφα «εθνική προδοσία» -σημειωτέον, ότι για «εθνική προδοσία» δεν είχαν κατηγορηθεί ούτε οι μηδίσαντες έλληνες). Tα αρχαία πολιτικά συγγράμματα πραγματεύτηκαν το φαινόμενο της στάσεως, χωρίς υποκρισία, ως προϊόν της κοινωνικής ανισότητας (βλ. Αριστοτέλους, Πολιτικά,V,1301 a25-1301 b 18. Αλλά και Αινεία Τακτικού, Πολιορκητικά XIV, 1).
Οι αρχαίοι Έλληνες διέθεταν ανέκαθεν πλήρη επίγνωση, ότι αποτελούν έθνος με κοινή καταγωγή, γλώσσα, πολιτισμό κ.λπ.. Ωστόσο, αυτό δεν τους έλεγε και πολλά πράγματα από πολιτικής πλευράς. Γνώριζαν, ότι η κοινωνική συνοχή απαιτεί πολύ περισσότερα πράγματα από απλοϊκές ιδεολογικές καταφυγές σε κάποιο «κοινό αίμα» κι ότι εξασφαλίζεται μόνο εάν η έμφαση δοθεί στο πολιτικό μέρος τού προβλήματος.
Ο Ελληνικός πολιτικός στοχασμός αναδύθηκε από αυτό ακριβώς το «κοινό αίμα», που έχυναν αλύπητα οι έλληνες στις μεταξύ τους «αντεθνικές» συγκρούσεις και, κυρίως, στον συχνό κοινωνικό πόλεμο εντός των πόλεων. Η κοινή εθνική καταγωγή μπορεί να βοηθήσει στην κοινωνική συνοχή, αλλά δεν μπορεί ούτε να τη δημιουργήσει, ούτε να την διατηρήσει. Γνώριζαν, ότι η επίκληση της κοινής καταγωγής δεν επαρκεί για να αποτρέπει τις κοινωνικές συγκρούσεις κι ότι ήταν επισφαλής βάση, ώστε να θεμελιώσουν επάνω της την πολιτική τους αναζήτηση και πρακτική.
Αυτό το έκανε πολύ αργότερα ο νεώτερος εξουσιασμός επινοώντας το φαιδρό υβρίδιο του «έθνους-κράτους». Το εθνοκράτος παγίωσε στη συλλογική συνείδηση μια αποϊεροποιημένη και χυδαία εδαφική/συνοριακή αντίληψη της πατρίδας.
Πολεμικό συμβούλιο ( 1os πίνακας του Θ. Βρυζάκη 1819-1878). Στις κλέφτικες ομάδες (που πολλές φορές συγκέντρωναν εκατοντάδες παληκάρια) ξαναέζησε το πνεύμα των περίφημων συμβουλίων των πολεμιστών της Ιλιάδας, αλλά και των λαϊκών συνελεύσεων (εκκλησιών του Δήμου) της κλασικής εποχής. Έτσι, ο πόλεμος διεξάγεται ελληνικότατα, από μια στοιχειωδώς πολιτική κοινότητα και όχι από έναν στρατό σκλάβων.
Στην αρχαία Ελληνική πόλη η στράτευση γινόταν περισσότερο αντιληπτή ως τιμή παρά ως υποχρέωση. Αυτό συνέβαινε, διότι ο στρατός ήταν στρατός πολιτών και όχι υπηκόων, ή σκλάβων. Οι οπλίτες/πολίτες, σε αντίθεση με σήμερα, είχαν μια πραγματική -και όχι ιδεολογική- πατρίδα να υπερασπίσουν: π.χ. ως άτομα είχαν ολοκληρωμένη πολιτική οντότητα και όχι τα σημερινά καχεκτικά «πολιτικά δικαιώματα».
Κατά τον ίδιο τρόπο οι αγωνιστές του 1821 αντιλαμβάνονταν την πατρίδα ως κάτι χειροπιαστό κι όχι ως μια αφηρημένη ιδέα. Γι΄ αυτό, η μισθοδοσία των παλληκαριών τους και η δίκαιη διανομή των λαφύρων, απασχολούσαν τούς οπλαρχηγούς το ίδιο με τον σχεδιασμό των συγκρούσεων. Αυτό δεν οφειλόταν στον ελλιπή, λόγω ανυπαρξίας τακτικού στρατού, εφοδιασμό (ο τακτικός στρατός ήταν άλλωστε κάτι, που τους προξενούσε αποστροφή).
Απλώς δεν δέχονταν να πολεμήσουν για την «πατρίδα» των κοτσαμπασήδων και των φαναριωτών, που ήσαν αραγμένοι στα μετόπισθεν (αναλόγως έπρατταν και τα πληρώματα των πλοίων). Επίσης, από ένα σημείο και μετά, απαιτούσαν και συμμετοχή στην πολιτική εξουσία. Όποιος διαβάσει, έστω και επί τροχάδην, τα απομνημονεύματα των διαφόρων οπλαρχηγών του 1821 θα διαπιστώσει την πλήρη ομοφωνία τους στο να μήν πολεμούν, κατά το κοινώς λεγόμενο, «για την ψυχή της μάνας τους» αλλά, για «πεζά» υλικά πράγματα, τόσο για τους ίδιους, όσο και για τους πολεμιστές τους: χρήματα, λάφυρα, αγροτικές εκτάσεις, πολιτική συμμετοχή. Κάτι, που (κακώς) θα απογοητεύσει τους γαλουχημένους με τις προπαγανδιστικές αγιογραφίες, που προωθεί το νεοελληνικό εθνοκράτος.
Χιλιετίες πρωτύτερα, ο -ολιγαρχικός- Πλάτων (Πολιτεία VIII, 551 d-e) είχε παραδεχθεί, ότι οι ολιγαρχικοί δεν είναι ικανοί να κάνουν πόλεμο «γιατί είναι αναγκασμένοι, ή να οπλίσουν το πλήθος, οπότε θα το φοβούνται περισσότερο από τους εχθρούς, ή να μην το χρησιμοποιήσουν καθόλου». Το οπλισμένο πλήθος του 1821, σε πλήρη αντίθεση με τους νεοέλληνες απογόνους του, γνώριζε ενστικτωδώς αυτή την αλήθεια και πολεμούσε για τους δικούς του λόγους, οι οποίοι συνήθως δεν είχαν καμία σχέση με τα πολιτικά «μαγειρέματα» των ελληνικών εξουσιαστικών ομάδων της εποχής.
Η ρίζα αυτής τής εντελώς αντιιδεολογικής αντίληψης περί πατρίδας, πολέμου και στρατού είναι κοινή τόσο στους αρχαίους, όσο και στους νεώτερους. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για ανθρώπους, που γνωρίζουν γιατί πολεμούν και δεν έχουν πέσει θύματα ιδεολογικοποιημένης εξαπάτησης. Παρά την έλλειψη μόρφωσης των Κλεφτών, ο πόλεμός τους είχε πάντα ως κυρίαρχη μια ενστικτώδη υγιή πολιτική διάσταση, αντί για μια περιορισμένη και νεφελώδη «εθνική» και εδαφική.
Γαλουχημένοι με κείμενα όπως η συναρπαστική Ελληνική Νομαρχία τού Ανωνύμου του Έλληνος, οι εξεγερμένοι του 1821 ένιωθαν, ότι «Πατρίς είναι μια λέξις, διά της οποίας όλοι κοινώς εννοούσι την γην, εις ήν εγεννήθησαν, οι μόνον ελεύθεροι όμως δύνανται να καταλάβωσι τήν μεγάλην αυτής σημασίαν, και δια τούτο οι δούλοι αδιαφόρως προφέρουσι τοιούτον όνομα[…] Τα ονόματα αγαπητοί μου, λαμβάνουν την σημασίαν από την ιδιότητα των πραγμάτων, εις τα οποία αναφέρονται.
Όθεν, αν τινάς δεν γνωρίζει το πράγμα εις ουδέν του χρησιμεύει η ονομασία του. Και καθώς ο εκ γενετής αόμματος, προφέροντας τα ονόματα των χρωμάτων ουδέν εννοεί, επειδή δεν είδε ποτέ τα χρώματα, ούτως και οι νυν Έλληνες με το «Πατρίς» άλλο δεν εννοούσι ειμή τήν γην εις την οποίαν εγεννήθησαν, επειδή τούς λείπει η ελευθερία […] Ω! πόσον διαφέρομεν από τους προγόνους μας οι ταλαίπωροι! […] Η λέξις «Πατρίς» ερέθιζε εις την ενθύμησιν τών προγόνων μας όλας τας ιδέας τών καλών της ελευθερίας και όλην την ευδαιμονίαν της ζωής των.»
Στη σημερινή εποχή η έννοια της πατρίδας (ίσως η μόνη, για την οποία άξιζε ανέκαθεν να πολεμήσει κανείς) έχει ευτελιστεί σε μια ιδεοληψία για όσους αρέσκονται να στριμώχνουν την πραγματικότητα σε απλοϊκά θρησκευτικά, ή εθνικιστικά σχήματα. Είναι αξιοσημείωτο, ότι οι αρχαίοι έλληνες, που πολέμησαν για πραγματικά ιερά πράγματα, τα οποία -θεωρητικά τουλάχιστον- αποδέχεται ως ιερά και ο σημερινός κόσμος, δέν το διατυμπάνισαν και δεν τα ιδεολογικοποίησαν ποτέ. Σε αντίθεση με τους ευρεσιτέχνες των διαφόρων ιδεολογιών του πολέμου.
Γι΄ αυτό ένας πολίτης, που θέλει να είναι πραγματικά τέτοιος, αν ποτέ κληθεί να πολεμήσει, είναι απαραίτητο να αναρωτηθεί ποιός και γιατί πραγματικά τού ζητά να το κάνει. Κι ας διεξάγει όπως μπορεί τον δικό του αντιιδεολογικό πόλεμο. Στην πράξη αυτό μόνο με έναν τρόπο μεταφράζεται: μετατροπή του ιδεολογικοποιημένου «εθνικού» πολέμου σε υλιστικό κοινωνικό, δηλαδή, κατά την απατηλή ορολογία του εθνοκράτους, σε «εμφύλιο», ή «ανταρσία» (ή στα αρχαία ελληνικά στάση).
Δηλαδή ταυτόχρονος πόλεμος όσων θέλουν να λέγονται πολίτες, εναντίον, τόσο των «εξωτερικών» όσο και (κυρίως) των εσωτερικών εχθρών – εξουσιαστών της κοινωνίας. Μια σύρραξη με έναν «εξωτερικό» εχθρό, αποτελεί πάντα μια καλή ευκαιρία για τους εκμεταλλευόμενους, να διευθετήσουν γρήγορα και εύκολα όλη την ανώμαλη κοινωνική κατάσταση, στην οποία ζούν αλαζονικώς επαναπαυμένα τα κοινωνικώς κυρίαρχα παράσιτα.
Έτσι οι νικητές του κοινωνικού πολέμου θα έχουν αποκτήσει μια πραγματική (και όχι ιδεολογική) πατρίδα για να υπερασπίσουν. Η θέση περί μετατροπής των «εθνικών» πολέμων σε κοινωνικούς αποτελεί μια μεγάλη συνεισφορά της κλασικής πολιτικής σκέψης, που εγκαινίασαν οι ελληνικές δημοκρατίες και έφτασε ως εμάς διαμέσου της Γαλλικής Επανάστασης και του επαναστατικού διαφωτισμού του 19ου αιώνα.

Εαρινή Ισημερία - Η πρώτη μέρα της Άνοιξης!


Εαρινή Ισημερία
Κατά τους αρχαίους Έλληνες, αυτή είναι η ώρα επιστροφής της Περσεφόνης από τον Άδη στη Γη και τη μητέρα της, τη Δήμητρα. Αυτή είναι η αρχή της Άνοιξης. Στην αστρονομία, ισημερία ονομάζεται η μέρα κατά την οποία έχουμε χρονικά ίση μέρα και ίση νύχτα. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στον αέναο «χορό» της Γης γύρω από τον εαυτό της και τον Ήλιο.
Επειδή ο άξονας περιστροφής της Γης δεν είναι κάθετος στο επίπεδο περιφοράς της, η διάρκεια τόσο της μέρας όσο και της νύχτας μεγαλώνει ή αντίθετα μικραίνει. Ωστόσο, δύο φορές τον χρόνο, μία ως αρχή της Άνοιξης και μία ως αρχή του Φθινοπώρου, η Γη παίρνει τέτοια θέση που οι ακτίνες του Ήλιου πέφτουν κάθετα στον ισημερινό, εξισώνοντας ακριβώς τη μέρα και τη νύχτα.
Από το εαρινό ισημερινό σημείο και μετά, ο Ήλιος φαίνεται καθημερινά να σκαρφαλώνει όλο και πιο πάνω στο βόρειο ημισφαίριο του ουρανού. Οι μέρες μεγαλώνουν, οι νύχτες μικραίνουν, με αποτέλεσμα και ο καιρός να γίνεται όλο και πιο θερμός. Όταν ο Ήλιος αγγίξει το βορειότερο σημείο τότε αρχίζει και πάλι να «βουτά» σιγά-σιγά προς τον ισημερινό. Και κάπως έτσι πραγματοποιείται ο ακούραστος κύκλος των τεσσάρων εποχών.
Η ημερομηνία της εαρινής ισημερίας δεν είναι σταθερή. Η πρώτη μέρα της άνοιξης καταγράφεται μεταξύ της 19ης Μαρτίου και της 21ης Μαρτίου. Η ημερολογιακή αυτή διαφορά οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους. Αρχικά, κάθε έτος δεν έχει ακριβώς τις ίδιες μέρες (π.χ. δίσεκτα έτη). Επιπλέον, η ελλειπτική τροχιά της Γης σε συνδυασμό με την βαρυτική έλξη των υπολοίπων πλανητών αλλάζουν διαρκώς τον προσανατολισμό μας απέναντι στον Ήλιο.
Αν και έχει διαμορφωθεί η κοινή πεποίθηση ότι παραδοσιακά η Άνοιξη αρχίζει στις 21 Μαρτίου, στην πραγματικότητα, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία, στη διάρκεια του 20ού αιώνα αυτό συνέβη μόνο στα 36 από τα συνολικά 100 έτη, κυρίως στις αρχές και τα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Στην Ευρώπη η τελευταία φορά που η άνοιξη μπήκε στις 21 Μαρτίου ήταν το 2007, ενώ η επόμενη θα αργήσει πολύ, αφού θα ξανασυμβεί το 2102.

Οι Θεοί των Σεισμών στην Αρχαία Ελληνική Μυθολογία


Οι Θεοί των Σεισμών
Οι ρίζες του Αρχαιοελληνικού Πολιτισμού συνδέονται με τις συνέπειες των κλιματικών αλλαγών. Η ελληνική μυθολογία δεν είναι παρά ένα περίβλημα που κρύβει τους θησαυρούς μιας μυστηριακής θρησκείας όπου οι πρώτοι φιλόσοφοι έκρυψαν τη γνώση τους των μεγάλων νόμων του φυσικού κόσμου.
Μεγάλο τμήμα της Ελληνικής Μυθολογίας ταυτίζεται με την γεωλογική εξέλιξη του Ελλαδικού χώρου, με αποτέλεσμα να έχει και μία φυσικογεωλογική ή γεωμυθολογική διάσταση.
Πολυετής ερευνητική δραστηριότητα έχει δείξει ότι η Θεογονία του Ησιόδου, τα έργα του Ομήρου και των άλλων συγγραφέων, αντιπροσωπεύουν την φυσικο-γεωλογική εξέλιξη του Αιγαιακού και Περι-Αιγαιακού χώρου για το χρονικό διάστημα μεταξύ 18.000 και 6.000 χρόνια πριν από σήμερα κυρίως. Η μυθολογία δεν ήταν παρά το πραγματικό κεφάλαιο της ιστορίας της Ελλάδας.
Η παρουσία της Γης σαν πρωτογενές στοιχείο-ύλη και θεότητα εμφανίζεται στις τρεις βασικές πηγές της Ελληνικής μυθολογίας (Χθόνια, Ησίοδος, Ορφική). Στις άλλες μυθολογίες-θρησκείες, που επηρέασαν τον λεγόμενο ευρωπαϊκό πολιτισμό, η παρουσία της Γης (στοιχείο και θεότητα) είναι διαφορετική και όχι πρωταρχική (Γερμανοσκαδιναβική: Ελλα, Βίβλος, Κοράνι). Μπορούμε να θεωρήσουμε την “Χθόνια” θεογονία-κοσμογονία σαν την ποιο αρχαϊκή, ως προς τα αναφερόμενα πρόσωπα (θεότητα) και στοιχεία που εν τούτοις συμπλέκονται με την εξέλιξη άλλων θεογονιών. Σύμφωνα, λοιπόν, με την χθόνια παράδοση, εν αρχή υπήρχε η Μητέρα-Γη, υποχθόνια προσωπικότητα που κυριαρχούσε στους Δελφούς.
Στις περισσότερες περιπτώσεις μαχών, η Μεγάλη Μητέρα Γαία παίζει ένα διαχρονικό και συνήθως κυρίαρχο ρόλο, πάντα πίσω από τα δρώμενα. Περιγράφεται από ορισμένους ως εμπαθής και σκανδαλοποιός επειδή προτρέπει τους Τιτάνες να επιτεθούν κατά του συζύγου της με τη γνωστή επίθεση του γιου τους Κρόνου εναντίον του πατέρα του Ουρανού. Ύστερα, γεννάει τους Γίγαντες που τους εξωθεί εναντίον του εγγονού της, Δία. Κατά την Τιτανομαχία, οι Γίγαντες με την προτροπή και πάλι της Γαίας, τίθενται στο πλευρό του Δία.
Από το γάμο του Ουρανού με τη Γη γεννήθηκαν οι τερατόμορφοι Γίγαντες που είχαν ανθρώπινο κορμί και φιδίσια πόδια. Βασιλιά είχαν τον Ευρυμέδοντα, που τους ξεσήκωσε και τους παρέσυρε σε άγριο πόλεμο κατά των Θεών. Ήθελαν να τους εξοντώσουν και να γίνουν αυτοί κυρίαρχοι της πλάσης, του ουρανού και της γης, να καθίσουν και να στήσουν αυτοί το βασίλειό τους στον Όλυμπο. Κι επειδή ήταν όλοι τους, οι Γίγαντες, άγριοι πολεμιστές, ο πόλεμος που άναψε ανάμεσα σ’ αυτούς και τους Θεούς, ήταν εξίσου άγριος και τρομερός. Λένε, πως ολόκληρα βουνά ξερίζωναν και τα πετούσαν στους Θεούς, ενάντια στα θεϊκά παλάτια.
Ο Δίας, νικητής κατά των Τιτάνων χρειάστηκε να αγωνιστεί σκληρά, για να εξασφαλίσει τον Ολύμπιο θρόνο. Ομόφωνα οι αρχαίοι συγγραφείς τοποθετούν το πεδίο της μάχης των Γιγάντων και των θεών στο δυτικό τμήμα της Χαλκιδικής. Εκεί, σε μακρινή απόσταση από τον Όλυμπο, βρισκόταν το πεδίο της Φλέγρας, δηλαδή τόπος της φωτιάς , μια περιοχή άγρια. Πρόκειται για τη σημερινή Κασσάνδρα της Χαλκιδικής.
Στην πρώτη γραμμή του στρατοπέδου των θεών ήταν ο Δίας και η Αθηνά. Επεμβαίνουν όμως και άλλες θεότητες: η Ήρα, ο Απόλλωνας, ο Ήφαιστος, η Άρτεμη, ο Ποσειδώνας, η Αφροδίτη, η Εκάτη αλλά και οι Μοίρες. Και κάθε ένας από τους θεούς και κάθε μια απ’ τις θεές ερχόταν σε συμπλοκή με έναν ή περισσότερους Γίγαντες. Οι γνωστότεροι Γίγαντες ήταν: ο Πορφυρίων, ο Αλκυονεύς, ο Εγκέλαδος, ο Εφιάλτης, ο Εύρυτος, ο Κλυτίος, ο Πολυβότης, ο Πάλλας, ο Ιππόλυτος, ο Γρατίων, ο Άγριος και ο Θόων.
Όπως και στην Τιτανομαχία, έτσι και στην Γιγαντομαχία, ο Δίας αναγκάστηκε να επικαλεστεί τη βοήθεια και άλλων δυνάμεων. Και κάλεσε έναν θνητό αυτή τη φορά τον Ηρακλή -που καμιά φορά τον συνοδεύει και ο Διόνυσος. Από το μέρος της πάλι η Γη, για να βοηθήσει τα παιδιά της, τους Γίγαντες, σκέφτεται να τους δώσει να φάνε το μαγικό χορτάρι, που χαρίζει την αθανασία. Σαν το έμαθε όμως ο Δίας, απαγορεύει στον Ήλιο και στη Σελήνη και στην Ηώ να παρουσιαστούν και μέσα στο σκοτάδι ξεριζώνει το θαυματουργό χορτάρι. Η τύχη των Γιγάντων κρίθηκε. Μάταια θα προσπαθήσουν να αναρριχηθούν στον Όλυμπο, σωριάζοντας το ένα πάνω στο άλλο τα γειτονικά βουνά. Ανώφελα τα κατορθώματα τους.
Διαφορετικού χαρακτήρα ήταν η συμμετοχή της Αθηνάς στη μάχη. Για να καταβάλει η Αθηνά το Γίγαντα Εγκέλαδο, ο οποίος ήταν γιος του Ταρτάρου και της Γης αναγκάστηκε να τον καταπλακώσει με την νήσο Σικελία ή το όρος Αίτνα. Το αποτέλεσμα είναι πλέον ο Εγκέλαδος να αναστενάζει μέσα στο τάφο του, προκαλώντας εκρήξεις ηφαιστείων και σεισμούς. Η λέξη Εγκέλαδος προέρχεται από τη σύντμηση των λέξεων (έγκειμαι + λας) και υποδηλώνει τον εγκατεστημένο στα πετρώματα, στο στερεό φλοιό της Γης.
Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Εγκέλαδος καταπλακώθηκε από βράχο που πέταξαν εναντίον του οι Θεοί του Ολύμπου. Έτσι, ο «Εγκέλαδος-Σεισμός» γίγαντας, είναι θαμμένος στην Κασσάνδρα, αλλά μη έχοντας πεθάνει, από καιρό σε καιρό προσπαθεί να ελευθερωθεί από το βράχο που τον έχει καταπλακώσει και οι προσπάθειές του αποτελούν το φαινόμενο του σεισμού. Οι μύθοι αυτοί υπονοούν την προσπάθεια που καταβλήθηκε για να ερμηνευτούν, από τα πολύ παλιά χρόνια, οι ιδιορρυθμίες αυτού του χώρου, καθώς η Κασσάνδρα βυθισμένη στο κέντρο της χερσονήσου είναι πνιγμένη από τον ατμό του καυτού θειαφιού που πηγάζει από την Αγία Παρασκευή.
Σύμφωνα με άλλες εκδοχές του μύθου φονεύθηκε από τον κεραυνό του Δία, σύμφωνα με μια δεύτερη από τον ακόλουθο του Διονύσου τον Σειλινό αλλά η επικρατέστερη αναφέρει είναι ότι δολο-φονήθηκε από την Αθηνά, η οποία έριξε εναντίον του τη Σικελία με το οποίο και τον καταπλάκωσε. Ο Παυσανίας αναφέρει και άλλη εκδοχή κατά την οποία η Αθηνά φόνευσε τον Εγκέλαδο ρίχνοντας επάνω του το τέθριππο άρμα της.
Η εκδοχή αυτή υπήρξε από τα πιο προσφιλή θέματα πολλών καλλιτεχνών της αρχαιότητας, αποθανατίζοντας αυτή σε πλείστες μετώπες αρχαίων ναών όπως στον Παρθενώνα και στο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Τέτοιες παραστάσεις του αγώνα μεταξύ της Αθηνάς και του Εγκέλαδου βρίσκονται σε πολλά αγγεία καθώς επίσης κοσμούταν και ο πέπλος της Αθηνάς στα Παναθήναια. Μετά τη νίκη του Δία κατά των Γιγάντων ο Δίας είχε να αντιμετωπίσει ακόμα έναν, τελευταίο εχθρό, τον Τυφωέα. Ο οποίος γεννήθηκε από την ένωση της Γαίας με τον Τάρταρο. Κι ήταν το τελευταίο παιδί της Γης, κατά τον Ησίοδο. Ο Τυφών κήρυξε τον πόλεμο εναντίον του Δία, ερεθιζόμενος από την μητέρα του Γαία.
Ανατράφηκε σε σπήλαιο της Κιλικίας, που ονομάζεται Τυφώνειον Άνδρον. Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος μας λέει πως ο Τυφώνας ήταν κάτι ανάμεσα σε άνθρωπο και σε άγριο ζώο. Ξεπερνούσε όλα τα άλλα παιδιά της Γης σε μέγεθος και δύναμη. Ήταν ένα αγριότατο θηρίο που έστρεψε εναντίον του Δία και του Ουρανού. Επιτιθέμενος, έριχνε αναμμένες πέτρες προς τον ουρανό, ενώ συγχρόνως με μεγάλη βουή και συριγμόν και «…πνέων πυρ ως ζάλην και τρικυμίαν εκ του στόματος αυτού…».
Ήταν μεγαλύτερος από όλα τα βουνά και συχνά το κεφάλι του χτυπούσε στα αστέρια. Όταν τέντωνε τα χέρια του, το ένα έφτανε στην Ανατολή και το άλλο ακουμπούσε στη Δύση και αντί για δάχτυλα είχε εκατό κεφάλια δρακόντων. Από τη μέση και κάτω τον περιέβαλλαν οχιές. Το σώμα του ήταν φτερωτό και το τρίχωμά του άγριο στα μαλλιά και στα γένια και τα μάτια του πετούσαν φωτιές.
Όταν οι θεοί είδαν το ον αυτό να επιτίθεται στον ουρανό, τρομοκρατήθηκαν και δεν δέχτηκαν τη μάχη. Άφησαν τον Ουρανό έρημο και αφύλακτο και έφυγαν τρέχοντας μέχρι την Αίγυπτο και κρύφτηκαν μέσα στην έρημο, όπου μεταμορφώθηκαν σε ζώα. Ο Απόλλωνας έγινε γεράκι, ο Ερμής ίβις, ο ‘Αρης πολύ λεπιδωτό ψάρι, ο Διόνυσος τράγος, ο Ηρακλής ελάφι, ο Ήφαιστος βόδι, η Αφροδίτη έπεσε στον Ευφράτη και έγινε ψάρι Μόνο η Αθηνά και ο Δίας αντιστάθηκαν στο θηρίο.
Ο Δίας του έριξε από μακριά κεραυνο-βόλα βέλη και, όταν ήρθαν στα χέρια, τον χτύπησε με το ατσάλινο δρεπάνι που η Γη είχε βάλει στο χέρι του Κρόνου για να χτυπήσει τον Ουρανό. Η πάλη έγινε στο βουνό Κάσιο, στα σύνορα της Αιγύπτου και της Πετραίας Αραβίας. Ο Τυφώνας, που ήταν απλώς πληγωμένος, κατάφερε να υπερισχύσει και απέσπασε το δρεπάνι του θεού.
Έκοψε τους τένοντες των χεριών και των ποδιών του Δία, φορτώθηκε τον ανίσχυρο θεό στους ώμους του και τον μετέφερε μέχρι την Κιλικία, όπου τον έκλεισε σε μια σπηλιά, το «Κωρύκιο άντρο». Εκτός από αυτό έκρυψε τους τένοντες και τους μυς του Δία σε ένα δέρμα αρκούδας και τα έδωσε στη δράκαινα Δελφύνη να τα φυλάει.
Ο Ερμής και ο Πάνας -μερικοί λένε ο Κάδμος- έκλεψαν τους τένοντες και τους ξανατοποθέτησαν στο σώμα του Δία. Αυτός ξαναβρήκε αμέσως τη δύναμή του και, ανεβαίνοντας στον ουρανό πάνω σε άρμα που το έσερναν φτερωτά άλογα, βάλθηκε να κεραυνοβολεί το θηρίο.
Ο Τυφώνας τράπηκε σε φυγή και, με την ελπίδα να αυξήσει τις δυνάμεις του, θέλησε να δοκιμάσει τους μαγικούς καρπούς που φύτρωναν στο όρος Νύσα. Αυτή ήταν τουλάχιστο η υπόσχεση που του είχαν δώσει οι Μοίρες, για να τον ελκύσουν. Ο Δίας τον πρόλαβε εκεί και η καταδίωξη συνεχίστηκε.
Στη Θράκη ο Τυφώνας εκσφενδόνισε εναντίον του Δία βουνά, αλλά αυτός τα έκαμε με χτυπήματα κεραυνού να πέφτουν επάνω στο θηρίο. Έτσι το βουνό Αίμος όφειλε το όνομά του στο αίμα που κύλησε από μια από τις πληγές του. Οριστικά αποθαρρημένος ο Τυφώνας τράπηκε σε φυγή και, καθώς διέσχιζε τη θάλασσα της Σικελίας, ο Δίας έριξε πάνω του το βουνό Αίτνα, που τον συνέτριψε. Οι φλόγες που βγαίνουν από την Αίτνα είναι ή αυτές που ξερνά το τέρας ή τα υπολείμματα των κεραυνών, με τους οποίους το σκότωσε ο Δίας.
Υπάρχουν ωστόσο παραλλαγές που συνδέουν τον Τυφώνα με την Ήρα και τον Κρόνο. Η Γαία, δυσαρεστημένη από την ήττα των Γιγάντων, διέβαλε τον Δία στην Ήρα και εκείνη πήγε να ζητήσει από τον Κρόνο ένα μέσο να εκδικηθεί. Ο Κρόνος της παρέδωσε δύο αυγά διαποτισμένα από το σπέρμα του. Αν τα έθαβε, από αυτά τα αυγά θα γεννιόταν ένας δαίμονας ικανός να εκθρονίσει τον Δία. Ο δαίμονας αυτός ήταν ο Τυφώνας.
Σύμφωνα με άλλη μυθική παράδοση, ο Τυφώνας ήταν γιος της Ήρας, που τον είχε γεννήσει μόνη της, χωρίς τη βοήθεια κανενός αρσενικού στοιχείου, όπως είχε κάμει με τον Ήφαιστο. Η Ήρα έδωσε τον τερατώδη γιο της, για να τον μεγαλώσει, σε έναν δράκοντα, το φίδι Πύθωνας που ζούσε στους Δελφούς.
Ο Τυφώνας ετυμολογικά έχει σχέση με τον τύφο και την τούφα, δηλαδή το φούσκωμα και έχει σχέση όχι μόνο με τον κυκλώνα αλλά τη γενικότερη ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα μαζί με την ηφαιστειακή και σεισμική δραστηριότητα. Ο Τυφώνας ταυτίζεται σε ορισμένα σημεία του μύθου με τον Εγκέλαδο και σχετίζεται με το πιο εντυπωσιακό και βίαιο από τα έκτακτα και φυσικά μετεωρολογικά φαινόμενα, τα πέρα από το μέτρο της καθημερινής εμπειρίας.
Και ο Τυφώνας και ο Εγκέλαδος εμφανίζονται να έχουν παιδιά τις Γοργόνες, τη Σφίγγα, τη Λερναία Ύδρα, το Γηρυόνη, τον Κέρβερο και άλλα μυθικά «τέρατα» (συμβολίζουν διάφορα γεωλογικά φαινόμενα) που απέκτησαν με την Έχιδνα. Κατά τον Όμηρο ο Τυφών βρίσκεται αλυσοδεμένος στη χώρα των Αρίμων δηλαδή στη Κιλικία και Φρυγία, ενώ κατά τον Πίνδαρο βρίσκεται θαμμένος στα έγκατα της Αίτνας στη Σικελία, όπως ο Εγκέλαδος.
Στην αφήγηση της μάχης ανάμεσα στον Τυφώνα και το Δία στην περιγραφή αυτής της τρομερής αναστάτωσης της φύσης, αυτής της θύελλας φωτιάς που ξεχύνεται ανάμεσα στον ουρανό και τη γη και που ανακατώνει όλα τα στοιχεία σε ένα ακαταμέτρητο χάος είναι δύσκολο να μην αναγνωρίσει κανείς τα φαινόμενα μιας ηφαιστειακής έκρηξης.
Αυτή η πιθανότητα επιβεβαιώνεται από την περιγραφή που κάνει ο Πίνδαρος της έκρηξης της Αίτνας και που αποδίδει τα ολέθρια αποτελέσματά της στην ενέργεια του Τυφώνα. Τα ηφαίστεια των Κυκλάδων, αρκούσαν να προσφέρουν στον ποιητή όλα τα στοιχεία αυτής της κοσμογονικής περιγραφής. Τα φαινόμενα αυτά ήταν η συνηθισμένη και συχνή κατάσταση της φύσης πριν από το Δία, δηλαδή στις περιόδους τις πιο παλιές του κόσμου.
Η φυσιοκρατική ερμηνεία του μύθου των Γιγάντων, ως χθόνιων θεοτήτων, που προκαλούν σεισμούς και αναστατώσεις της γης, διατυπώθηκε στην αρχαιότητα και με αυτόν τον τρόπο δημιουρ-γήθηκαν τα σχετικά ονόματα:Ερυσίχθων, Χθονόφυλος . Στην Ελληνική Μυθολογία όμως δύο τουλάχιστον θεοί διακρίνονται για τις ίδιες φυσικές δυνάμεις αλλά προέρχονται από διαφορετικές γενιές όπως ο Εγκέλαδος και ο Ποσειδών.
Σύμφωνα με άλλη θεωρία ο πανίσχυρος θεός Ποσειδών και όχι ο γίγαντας Εγκέλαδος ήταν για τους Έλληνες ο θεός των γεωλογικών φαινομένων. Αυτός εξουσίαζε τα έγκατα της γης, όπως δείχνουν οι ονομασίες του Γαίης κινητήρ, Γαιήοχος, Μοχλευτήρ, Σεισίχθων, Δαμασίχθων, Ενοσίγαιος αλλά και το ίδιο το όνομά του, που έχει ερμηνευθεί και ως σύζυγος-κυρίαρχος της γης (πόσις της δᾶς). Ο Σοφοκλής τον ονομάζει γης τε και αλμυράς θαλάσσης άγριον μοχλευτήν.
Όταν βαδίζει κάνει τα βουνά να τρέμουν, όταν ταρακουνά τη γη προκαλεί στον Άδη τρόμο, μήπως ανοίξει η γη και φανεί ο Κάτω Κόσμος. Ο Πωσειδώνας λατρεύεται ως Εδραίος, Ασφάλειος, Θεμελιούχος, Τειχοποιός και οι άνθρωποι επικαλούνται την προστασία του για τη σταθερότητα του εδάφους και την ασφάλεια των κτισμάτων. Κλείνει ο ίδιος τις πύλες του Κάτω Κόσμου και κρατεί φυλακισμένους στα Τάρταρα τους Τιτάνες, θεμελιώνει και χτίζει τα τείχη της Τροίας και γκρεμίζει το τείχος που ύψωσαν οι Έλληνες απέναντί της κατά την πολιορκία της.
Αυτός, σείοντας τη γη, απέσπασε τμήματα από τις ξηρές και δημιούργησε νησιά, όπως π.χ. όταν, για να εξουδετερώσει τον γίγαντα Πολυβώτη στον αγώνα των θεών εναντίον των γιγάντων, έκοψε με την τρίαινά του τμήμα από την Κω και μ’ αυτό τον καταπλάκωσε, δημιουργώντας τη Νίσυρο. Στη Θεσσαλία διέρρηξε με την τρίαινα τα βουνά, ώστε να βρουν διέξοδο τα νερά που λίμναζαν εκεί, σχηματίζοντας τα Τέμπη. Σεισμός κατά την παράδοση έκανε τη Σικελία «αναρραγήναι» από το άκρο της ιταλικής χερσονήσου.
Στις περιοχές που πλήττονταν από σεισμούς κυριαρχούσε η λατρεία του Ποσειδώνος. Το ιερό των Δελφών ανήκε αρχικά στο χθόνιο Ποσειδώνα και στην πάρεδρό του Γαία. Στην αγορά της Σπάρτης υπήρχε άγαλμα του Ποσειδώνος Ασφαλείου. Κοιτίδα της λατρείας του στα ιστορικά χρόνια, ως χθόνιας και όχι θαλάσσιας θεότητας, είναι η Πελοπόννησος, την οποία οι ιστορικοί Εφορος και Διόδωρος ονομάζουν οικητήριον Ποσειδώνος και ιεράν Ποσειδώνος. Οι Θεσσαλοί τιμούσαν τον Ποσειδώνα ως γαιήοχο και γαιοσείστη.
Σύμφωνα με την παράδοση αυτός άνοιξε τον αυλώνα των Τεμπών ανάμεσα στον Όλυμπο και την Όσσα για να βρει στη θάλασσα διέξοδο ο Πηνειός. Ήταν διαδεδομένη ,λοιπόν, στη θεσσαλική ενδοχώρα η λατρεία του χθόνιου Ποσειδώνα που εκεί είχε το προσωνύμιο Πετραίος. Αλλά και η Βοιωτία χαρακτηρίζεται από ιερά του Ποσειδώνος, με ονομαστό ιερό του στην Ογχηστό και με άλλα ιερά στην Ελικώνα. Άποικοι μετέφεραν τη λατρεία του ελικώνιου Απόλλωνα στην Ιωνία. Ενδεικτική του κυρίαρχου χθόνιου χαρακτήρα του Ποσειδώνος στην Πελοπόννησο είναι η έντονη λατρεία του στις αρκαδικές πόλεις, μολονότι η αρχαία Αρκαδία δεν είχε θάλασσα.
Σε ό,τι αφορά τις έριδες μεταξύ των θεών υπάρχουν διάφορες ερμηνείες και προσεγγίσεις της Ελληνικής Μυθολογίας, κυρίως για την Τιτανομαχία και τη Γιγαντομαχία. Συνήθως συμβολική, θρησκευτική, μεταφυσική. Είναι δυνατόν, όμως, να επιτευχθεί μια νέα προσέγγιση της Ελληνικής Μυ-θολογίας. Από την εμπειρία ενός γεωλόγου ο κύριος παράγων θα πρέπει να είναι το φυσικο-γεωλογικό καθεστώς και οι μεταβολές του στον Σαρωνικό Κόλπο, το Αιγαίο και τον Περι-Αιγαιακό χώρο.
Αντιπαρα-θέσεις και έριδες παρατηρούνται όταν μία Νέα Φυσικογεωλογική Τάξη πραγμάτων αντικαθιστά μια παλαιότερη. Κατά τη μυθολογική περίοδο σημαντικότατοι σεισμοί και κατακόρυφες μετατοπίσεις ηφαιστειότητα, μεγάλες κατολισθήσεις, απότομες καταβυθίσεις παράκτιων περιοχών θα πρέπει να είχαν λάβει χώρα.

Η ψυχολογία του όχλου (Γκιστάβ Λε Μπον)


Ο ρόλος του λαού στάθηκε ο ίδιος σ” όλες τις επαναστάσεις. Δεν είναι ποτέ ο λαός εκείνος, που συλλαμβάνει την ιδέα των επαναστάσεων, ούτε εκείνος που τις καθοδηγεί. Η δράση του κατευθύνεται από τους δημαγωγούς. Μόνον όταν τα άμεσα συμφέροντά του βλάπτονται, βλέπει κανείς, τμήματα του λαού να επαναστατούν αυθόρμητα. Ένα κίνημα επίσης εντοπισμένο αποτελεί μια απλή στάση.
Η επανάσταση είναι εύκολη, όταν οι δημαγωγοί εξασκούν μεγάλη επιρροή στον λαό. Οι νέες όμως ιδέες διεισδύουν στις λαϊκές μάζες με μια εξαιρετική βραδύτητα. Ο λαός αποδέχεται γενικά μια επανάσταση χωρίς να γνωρίζει το γιατί, και όταν τυχαία φθάσει στο σημείο να το αντιληφθεί, η επανάσταση έχει πια τελειώσει από πολύ καιρό. Ο λαός κάνει μια επανάσταση, γιατί σπρώχνεται να την κάνει, αλλά επειδή δεν καταλαβαίνει και πολλά πράγματα από τις ιδέες των δημαγωγών του, τις εξηγεί με τον τρόπο του κι ο τρόπος αυτός δεν μοιάζει καθόλου με τον τρόπο των αληθινών πρωτεργατών του κινήματος. Η Γαλλική Επανάσταση παρέχει σ” αυτό το σημείο ένα εκπληκτικό παράδειγμα.
Η Επανάσταση του 1789 είχε σαν πραγματικό σκοπό ν’ αντικαταστήσει την εξουσία των ευγενών με την εξουσία της αστικής τάξεως, δηλαδή ν” αντικαταστήσει μια παλιά ομάδα εκλεκτών, που είχαν γίνει ανίκανοι, με μια νέα ομάδα εκλεκτών, που ήταν ικανοί. Στην πρώτη αυτή φάση της Γαλλικής Επαναστάσεως πολύ λίγο έμπαινε ζήτημα για τον λαό. Είχε βέβαια διακηρυχθεί η λαϊκή κυριαρχία, αλλά μεταφραζόταν μόνο με το δικαίωμα να εκλέγει τους αντιπροσώπους του. Ο λαός εντελώς αμόρφωτος, μη ελπίζοντας, όπως η αστική τάξη, ν” ανεβεί τις βαθμίδες της κοινωνικής κλίμακας, μη νοιώθοντας διόλου τον εαυτό του ισότιμο με τους ευγενείς και μη φιλοδοξώντας να το πετύχει, είχε βλέψεις και συμφέροντα πολύ διαφορετικά από τα συμφέροντα των ανεπτυγμένων τάξεων της κοινωνίας. Οι αγώνες της Εθνοσυνελεύσεως με τη βασιλική εξουσία οδήγησαν στην ανάμιξη του λαού σ” αυτή την πάλη. Η ολοένα και μεγαλύτερη συμμετοχή του λαού μετέβαλε πολύ γρήγορα την αστική επανάσταση σε λαϊκή.

Όταν μια ιδέα δεν έχει δύναμη και δεν επενεργεί παρά με την προϋπόθεση ότι θα “χει σαν στήριγμα μια συναισθηματική και μυστικιστική βάση, στην περίπτωση αυτή οι θεωρητικές αντιλήψεις της αστικής τάξεως, για ν” ασκήσουν επίδραση πάνω στον λαό, θα “πρεπε να μεταμορφωθούν σε μια καινούργια ξεκάθαρη πίστη, που να πηγάζει από ολοφάνερα πρακτικά συμφέροντα. Η μεταμόρφωση αυτή έγινε πολύ γρήγορα, όταν ο λαός άκουσε τους ανθρώπους εκείνους, που τους θεωρούσε σαν κυβερνήτες του, να τον διαβεβαιώνουν, ότι ήταν ίσος με τους παλιούς αφέντες του. Θεώρησε τότε τον εαυτό του θύμα κι άρχισε να λεηλατεί, να πυρπολεί, να σφάζει, νομίζοντας ότι εξασκεί κάποιο δικαίωμα.
Η μεγάλη δύναμη των επαναστατικών αρχών κατέληξε γρήγορα στο να δώσει ελεύθερη διέξοδο στα ένστικτα της πρωτόγονης βαρβαρότητας, που χαλιναγωγούνταν ως τότε από τους πανάρχαιους απαγορευτικούς φραγμούς του κοινωνικού περιβάλλοντος, από την παράδοση και τους νόμους. Τα πλήθη σπάζοντας κάθε μέρα όλους τους κοινωνικούς φραγμούς, που τα συγκρατούσαν, είχαν την εντύπωση πως αποκτούσαν μια απεριόριστη εξουσία και δοκίμαζαν τη χαρά να βλέπουν τους παλιούς αφέντες τους να αφανίζονται και να απογυμνώνονται. Μιας κι ο λαός έγινε αφέντης, μπορούσε να μην επιτρέψει τα πάντα στον εαυτό του;
Το έμβλημα «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη», αληθινή εκδήλωση πίστης και ελπίδας στα πρώτα βήματα της Γαλλικής Επαναστάσεως, δεν χρησιμεύει τώρα πια παρά για να καλύψει με μια νόμιμη δικαιολογία τα αισθήματα πλεονεξίας, ζηλοφθονίας και μίσους για κάθε ανώτερο, δηλαδή τα αληθινά κίνητρα των όχλων, που καμμιά πειθαρχία δεν μπορεί να χαλιναγωγήσει. Γι” αυτόν ακριβώς τον λόγο, η Επανάσταση μέσα σε τόσο λίγο χρόνο κατέληξε στην αταξία, στις βιαιότητες και στην αναρχία.
Απ” τη στιγμή που η Γαλλική Επανάσταση πέρασε απ” τα χέρια της αστικής τάξεως στα λαϊκά στρώματα, έπαψε να κυριαρχεί ο ορθός λόγος πάνω στο ένστικτο και, αντίθετα, κατεβλήθη η προσπάθεια να κυριαρχήσει το ένστικτο πάνω στον ορθό λόγο. Ο νόμιμος αυτός θρίαμβος των αταβιστικών ενστίκτων ήταν τρομερός. Κάθε κοινωνική προσπάθεια-προσπάθεια απαραίτητη σε κάθε κοινωνία για να της επιτρέψει να υφίσταται— έτεινε σταθερά στο να χαλιναγωγήσει, χάρις στη δύναμη των παραδόσεων, των εθίμων και των κανόνων, ορισμένα φυσικά ένστικτα, που κληροδοτήθηκαν στον άνθρωπο από την πρωτόγονη ζωώδη κατάστασή του. Είναι εύκολο να δαμάσουμε τα ένστικτα αυτά -κι ένας λαός είναι τόσο περισσότερο πολιτισμένος, όσο περισσότερο τα εξουσιάζει- αλλά δεν μπορούμε να τα εξαλείψουμε. Η επίδραση διαφόρων παρορμήσεων τα κάνει να ξαναπαρουσιάζονται εύκολα. Γι” αυτόν ακριβώς τον λόγο, είναι τόσο επικίνδυνη η αποχαλίνωση των λαϊκών παθών. Ο χείμαρρος, που βγαίνει έξω από την κοίτη του, δεν ξαναγυρνάει σ” αυτήν πριν να σπείρει την καταστροφή. «Δυστυχία σ” εκείνον που θα ξεσηκώσει τις λαϊκές μάζες», έλεγε ο φιλόσοφος Ριβαρόλ, από την αρχή της Γαλλικής Επαναστάσεως. «Δεν είναι δυνατόν με κανέναν τρόπο να διαφωτιστεί ο όχλος».
Οι νόμοι της ψυχολογίας των όχλων, δείχνουν ότι ο λαός δεν ενεργεί ποτέ χωρίς δημαγωγούς και ότι αν λάβει κάποτε σημαντικό μέρος στις επαναστάσεις ακολουθώντας και οδηγώντας ως τα άκρα τις παρορμήσεις, που δέχτηκε, δεν διευθύνει ποτέ τα κινήματα, που εκτελεί. Σ” όλες τις πολιτικές επαναστάσεις συναντά κανείς τη δράση των δημαγωγών. Οι δημαγωγοί δε δημιουργούν τις ιδέες, που χρησιμεύουν σαν στήριγμα στις επαναστάσεις, αλλά τις χρησιμοποιούν σαν μέσα δράσεως. Ιδέες, δημαγωγοί, στρατοί και όχλοι αποτελούν τέσσερα στοιχεία, που το καθένα έχει τον δικό του ρόλο σ” όλες τις επαναστάσεις. Ο όχλος, που ξεσηκώνεται από τους δημαγωγούς, ενεργεί κυρίως σαν μάζα. Η δράση του μπορεί να παραβληθεί με τη δράση μιας οβίδας, που τρυπάει έναν θώρακα, με την ενέργεια μιας δύναμης, που δεν δημιούργησε. Ο όχλος σπανίως αντιλαμβάνεται κάτι απ” τις επαναστάσεις, που συντελέστηκαν με τη βοήθειά του. Ακολουθεί υπάκουα τους δημαγωγούς, χωρίς καν να προσπαθεί να μαντέψει τι επιθυμούν να γίνει…
Ο φόβος της τιμωρίας εμποδίζει πολλούς απ” αυτούς που αποτελούν τον όχλο να εγκληματίσουν σε ομαλές περιστάσεις· εγκληματούν όμως μόλις μπορέσουν, χωρίς κίνδυνο, ν” αφήσουν αχαλιναγώγητα τα κακά τους ένστικτα. Σ” αυτόν τον ολέθριο συρφετό, οφείλονται οι σφαγές, που βούτηξαν στο αίμα όλες τις επαναστάσεις. Γιατί, ο όχλος ήταν εκείνος που, με την καθοδήγηση των δημαγωγών, πλημμύριζε αδιάκοπα τις μεγάλες επαναστατικές συνελεύσεις. Τα άτακτα αυτά πλήθη, δεν είχαν άλλο ιδανικό παρά να σφάζουν, να λεηλατούν, να πυρπολούν. Η αδιαφορία τους για τις θεωρίες και τις αρχές ήταν πλήρης.
Στα στοιχεία, που στρατολογούνται από τα πιο χαμηλά στρώματα του λαού, έρχεται να προστεθεί, εξ αιτίας της μεταδοτικότητος, ένα πλήθος άεργοι κι αδιάφοροι, που παρασύρονται απ” το κίνημα. Φωνασκούν, γιατί ο καθένας φωνασκεί και επαναστατούν, γιατί ο καθένας επαναστατεί, χωρίς να “χουν άλλωστε την πιο παραμικρή ιδέα για την αιτία, για την οποία φωνασκούν και στασιάζουν οι άλλοι. Η υποβολή του κοινωνικού περιβάλλοντος τα κυβερνάει εντελώς και τ” αναγκάζει να δρουν.
Οι θορυβώδεις και κακοποιοί αυτοί όχλοι, πυρήνας όλων των επαναστάσεων, απ” την αρχαιότητα ως την εποχή μας, είναι οι μόνοι που γνωρίζουν οι ψευτορήτορες. Γι” αυτούς, ο όχλος είναι ο κυρίαρχος λαός. Στην πραγματικότητα, ο κυρίαρχος λαός αποτελείται προπάντων απ’ το χυδαίο όχλο για τον όποιον έλεγε ο Θιέρσος: «Απ” τον καιρό που ο Τάκιτος τον είδε να χειροκροτεί τα εγκλήματα των αυτοκρατόρων, ο χυδαίος όχλος δεν άλλαξε. Οι βάρβαροι αυτοί, που πληθαίνουν μέσα στα σπλάγχνα της κοινωνίας, είναι πάντα έτοιμοι να την ρυπάνουν με όλα τα εγκλήματα, ν’ ακολουθήσουν κάθε εξουσία κι έτσι ν” ατιμάσουν όλες τις αιτίες μιας επαναστάσεως…».
Πλάι στις καταστροφικές ορδές, που ο ρόλος τους είναι πρωταρχικός στις επαναστάσεις, βρίσκεται η μάζα του πραγματικού λαού, που δεν ζητάει τίποτε άλλο παρά να εργαστεί. Ωφελείται μερικές φορές απ” τις επαναστάσεις, αλλά δεν σκέπτεται ποτέ να τις υποκινήσει. Οι θεωρητικοί της επαναστάσεως, πολύ λίγο τον γνωρίζουν και δυσπιστούν σ” αυτόν, επειδή διαισθάνονται καλά, ότι κατά βάθος είναι συντηρητικός και προσηλωμένος στις παραδόσεις. Σταθερός πυρήνας αντιστάσεως μιας χώρας, έχει συνοχή και δύναμη. Εξαιρετικά πειθήνιος από φόβο, παρασυρόμενος εύκολα απ” τους δημαγωγούς, αφήνεται για μια στιγμή να οδηγηθεί, κάτω από την επίδρασή τους, σ” όλες τις υπερβολές, αλλά το προγονικό βάρος της φυλής θα υπερισχύσει αμέσως και γι” αυτόν ακριβώς τον λόγο κουράζεται γρήγορα από τις επαναστάσεις. Η ψυχή του, που είναι προσηλωμένη στις παραδόσεις, τον παρακινεί να ορθωθεί γρήγορα ενάντια στην αναρχία, όταν αυτή ογκώνεται πολύ. Αναζητάει τότε τον αρχηγό, που θα ξαναφέρει την τάξη. Ο λαός αυτός, ο υποτακτικός και ήσυχος, δεν έχει φυσικά υψηλές ή πολυσύνθετες πολιτικές αντιλήψεις. Το ιδεώδες της πολιτικής διακυβερνήσεως που επιδιώκει, πάντα απλό, πλησιάζει πολύ προς τη δικτατορία. Γι” αυτόν ακριβώς τον λόγο, από την εποχή των ελληνικών δημοκρατιών ως τις μέρες μας, η μορφή αυτή της διακυβερνήσεως έρχεται σαν σταθερό επακόλουθο της αναρχίας…
Οι κοινωνίες όλων των εποχών περιλαμβάνουν πάντοτε έναν ορισμένο αριθμό ανήσυχων πνευμάτων, ασταθών και δυσαρεστημένων, που είναι έτοιμα να επαναστατήσουν ενάντια σ” οποιαδήποτε καθιερωμένη τάξη πραγμάτων. Δρουν από απλή μόνο κλίση προς την ανταρσία, κι αν κάποια μαγική δύναμη πραγματοποιούσε χωρίς κανέναν περιορισμό τις επιθυμίες τους, πάλι θα επαναστατούσαν. Η ειδική αυτή νοοτροπία προέρχεται συχνά απ” την εσφαλμένη προσαρμογή του ατόμου στο περιβάλλον του, ή από υπερβολικό μυστικισμό, μπορεί όμως να είναι και ζήτημα ιδιοσυγκρασίας ή να προέρχεται από παθολογικές διαταραχές.
Η ανάγκη της εξεγέρσεως παρουσιάζει πολλούς και διαφόρους βαθμούς εντάσεως: Από την απλή δυσαρέσκεια, που εκφράζεται μόνο με λόγια ενάντια στους ανθρώπους και στα πράγματα, ως την ανάγκη της καταστροφής τους. Μερικές φορές, το άτομο στρέφει ενάντια στον ίδιο τον εαυτό του την επαναστατική ορμή, που δεν μπορεί να την διοχετεύσει αλλιώς… Οι αιώνιοι αυτοί επαναστάτες, ρέπουν γενικά προς την υποβολή και η μυστικιστική ψυχή τους είναι κυριευμένη, από έμμονες ιδέες. Παρά την φανερή ενεργητικότητα, που χαρακτηρίζει τις πράξεις τους, έχουν χαρακτήρα αδύναμο και είναι ανίκανοι να αυτοκυριαρχηθούν, ώστε ν” αντισταθούν στις παρορμήσεις που τους κυβερνούν. Το μυστικιστικό πνεύμα, απ” το όποιο εμπνέονται, τους παρέχει προφάσεις για τις βιαιότητες τους και τους κάνει να θεωρούν τους εαυτούς τους σαν μεγάλους μεταρρυθμιστές.
Σε ομαλή κατάσταση, οι επαναστάτες, που κάθε κοινωνία κλείνει μέσα της, συγκρατούνται απ” τους νόμους και το κοινωνικό περιβάλλον, με μια λέξη απ” όλους τους κοινωνικούς καταναγκασμούς, κι έτσι δεν ασκούν καμμιά επίδραση. Μόλις όμως εκδηλωθούν περίοδοι ταραχών, οι κοινωνικοί αυτοί καταναγκασμοί εξασθενούν και οι επαναστάτες μπορούν να δώσουν ελεύθερη διέξοδο στα ένστικτά τους. Τότε γίνονται οι φημισμένοι δημαγωγοί των κινημάτων. Λίγο τους ενδιαφέρει η αιτία και ο σκοπός της επαναστάσεως· αυτοί θα πεθάνουν χωρίς να νοιαστούν πως θ” αποκτήσουν την κόκκινη ή την λευκή σημαία, ή πως θα πετύχουν την απελευθέρωση κάποιας χώρας, που αόριστα μόνον άκουσαν να μιλάνε γι” αυτήν.
Το επαναστατικό πνεύμα δεν σπρώχνεται πάντα σε ακρότητες, που το καθιστούν επικίνδυνο. Μπορεί ν” αποβεί πηγή προόδου, όταν προέρχεται, όχι από συναισθηματικά και μυστικιστικά κίνητρα, αλλά από διανοητική βάση. Έτσι, χάρις στο τόσο ανεξάρτητα πνεύματα, που γίνονται διανοητικώς επαναστατικά, κατορθώνει ένας πολιτισμός να απαλλαγεί απ” τον ζυγό των παραδόσεων και της συνήθειας, όταν ο ζυγός αυτός γίνεται αβάσταχτος. Οι επιστήμες, οι τέχνες, η βιομηχανία προόδευσαν προπάντων χάρις στα πνεύματα αυτά. Ο Γαλιλαίος, ο Λαβουαζιέ, ο Ντάρβιν, δ Παστέρ, ήταν επαναστάτες. Αν δεν είναι αναγκαίο σ” έναν λαό να “χει πολλές τέτοιες μεγαλοφυίες, του είναι όμως απαραίτητο να “χει μερικές. Χωρίς αυτές ο άνθρωπος θα κατοικούσε ακόμη στα πρωτόγονα σπήλαια.
Η επαναστατική τόλμη, που ανοίγει τον δρόμο στις ανακαλύψεις, έχει ανάγκη από πολύ σπάνιες διανοητικές ικανότητες. Απαιτεί κυρίως μια ανεξαρτησία πνεύματος αρκετή για να ξεφεύγει απ” την επίδραση των κοινών αντιλήψεων και μια κρίση που να επιτρέπει να αντιλαμβάνεται, κάτω απ” τις επιφανειακές αναλογίες, την πραγματικότητα που κρύβεται. Η μορφή αυτή του επαναστατικού πνεύματος είναι δημιουργική, ενώ αυτή, που εξετάσαμε παραπάνω, είναι καταστροφική. Η επαναστατική νοοτροπία θα μπορούσε, λοιπόν, να συγκριθεί μ” ορισμένες ψυχολογικές καταστάσεις, χρήσιμες στη ζωή του ατόμου, οι οποίες όμως, στην υπερβολή τους, παίρνουν κάποια παθολογική μορφή πάντοτε βλαβερή.
Όλες οι πολιτισμένες κοινωνίες σέρνουν μοιραία ξοπίσω τους ένα κατακάθι εκφυλισμένων κι απροσάρμοστων στο κοινωνικά περιβάλλον, που έχουν προσβληθεί από κάθε λογής κακές τάσεις. Απατεώνες, ζητιάνοι, κατάδικοι, κλέφτες, δολοφόνοι, εξαθλιωμένοι, που ζουν χωρίς να φροντίζουν για την άλλη μέρα, αποτελούν τον εγκληματικό συρφετό των μεγάλων πόλεων. Στις ομαλές περιόδους τα φυράματα αυτά του πολιτισμού συγκρατούνται σχεδόν απ” την αστυνομία. Κατά τη διάρκεια όμως των επαναστάσεων, επειδή τίποτα δεν τα συγκρατεί πια, αφήνουν αχαλίνωτα τα εγκληματικά και αρπακτικά τους ένστικτα. Σ” αυτό το κοινωνικό κατακάθι, οι επαναστάτες όλων των εποχών, είναι βέβαιοι ότι θα βρουν στρατιώτες. Άπληστοι μόνο για λεηλασίες και σφαγές, λίγο ενδιαφέρονται για την υπόθεση, που ο κόσμος νομίζει ότι υπερασπίζουν…
Οι επαναστάσεις, οποιεσδήποτε κι αν είναι οι αφετηρίες τους, δεν επιφέρουν όλα τα αποτελέσματα τους παρά αφού διεισδύσουν στην ψυχή των λαών. Οι επαναστάσεις λοιπόν είναι συνέπεια της ψυχολογίας των όχλων…
Ο άνθρωπος, αν και αποτελεί μέρος ενός λαού, διαφέρει πολύ απ” τον ίδιο άνθρωπο, όταν είναι απομονωμένος. Η συνειδητή ατομικότητά του εξαφανίζεται μέσα στην ασυνείδητη προσωπικότητα του όχλου. Μια υλική σχέση δεν είναι απολύτως αναγκαία για να δώσει στο άτομο τη νοοτροπία ενός όχλου. Πάθη και συναισθήματα κοινά, που προκαλούνται από ορισμένα γεγονότα, αρκούν συχνά για να την δημιουργήσουν. Η ομαδική ψυχή, που σχηματίζεται ταυτόχρονα, αντιπροσωπεύει ένα πολύ ιδιόμορφο άθροισμα. Το κυριότερο χαρακτηριστικό της είναι ότι κυριαρχείται αποκλειστικά από ασυνείδητα στοιχεία, που υποτάσσονται σε μια ιδιαίτερη λογική: Την ομαδική λογική.
Ανάμεσα στα άλλα χαρακτηριστικά των όχλων πρέπει να αναφέρουμε ακόμα την απεριόριστη ευπιστία τους, την υπερβολική συναισθηματικότητά τους, την απρονοησία και την ανικανότητα να επηρεαστούν από έναν συλλογισμό. Η διαβεβαίωση, η μετάδοση, η επανάληψη και το γόητρο, αποτελούν τα μόνα μέσα για να πεισθεί ο όχλος. Η πραγματικότητα και η πείρα δεν ασκούν καμμιά επίδραση στον όχλο. Μπορεί κάνεις να κάνει, ώστε το πλήθος να παραδεχτεί τα πάντα. Τίποτα δεν είναι αδύνατον στα μάτια του λαού.
Εξ αίτιας της υπερβολικής συναισθηματικότητας των όχλων, τα αισθήματά τους, καλά ή κακά, είναι πάντοτε υπερβολικά. Η υπερβολή αυξάνει πιο πολύ σ” επαναστατικές εποχές. Ο παραμικρός ερεθισμός οδηγεί τότε τα πλήθη σε παράφορες ενέργειες. Η ευπιστία τους, που είναι τόσο μεγάλη σ” ομαλές περιστάσεις, αυξάνει επίσης· οι πιο απίθανες ιστορίες γίνονται εύκολα πιστευτές…
Όταν ο άνθρωπος αποτελεί μέρος ενός όχλου, κατεβαίνει πολύ χαμηλά στην κλίμακα του πολιτισμού. Αφού καταντήσει βάρβαρος, εκδηλώνει έπειτα τα ελαττώματα και τα προτερήματά του: Στιγμιαίες βιαιότητες, όπως επίσης και ενθουσιασμούς και ηρωισμούς. Το διανοητικό επίπεδο ενός όχλου είναι πάντοτε κατώτερο απ” το επίπεδο ενός μεμονωμένου ανθρώπου. Αντίθετα, το ηθικό και το συναισθηματικό του επίπεδο μπορεί να είναι ανώτερο. Ο όχλος εκτελεί επίσης ένα έγκλημα με τόση ευκολία, όπως και μια πράξη αυταπαρνήσεως.
Επειδή οι ατομικοί χαρακτήρες εξαφανίζονται στον όχλο, η επίδραση, που ασκεί πάνω στα άτομα, που τον αποτελούν, είναι σημαντική. Ο φιλάργυρος γίνεται μεγαλόδωρος, ο σκεπτικιστής, φανατικός πιστός, ο τίμιος άνθρωπος, εγκληματίας, ο δειλός, ήρωας… Ο άνθρωπος του όχλου, όταν είναι μέλος ενός δικαστηρίου ή μιας βουλής, βγάζει ετυμηγορίες ή ψηφίζει νόμους, που σίγουρα δεν θα είχε ποτέ σκεφθεί σαν μεμονωμένο άτομο.
Μια από τις πιο αξιοσημείωτες συνέπειες της επιδράσεως, που ασκεί η ομάδα πάνω στα άτομα, που την συγκροτούν, είναι η ενοποίηση των συναισθημάτων τους και των θελήσεών τους. Η ψυχολογική αυτή ενότητα, έχει σαν αποτέλεσμα ότι οι όχλοι αποκτούν μεγάλη δύναμη. Η διαμόρφωση μιας τέτοιας διανοητικής ενότητας, είναι προπάντων αποτέλεσμα του ότι σ” έναν όχλο, συναισθήματα, χειρονομίες και ενέργειες, είναι εξαιρετικά μεταδοτικές. Επευφημίες μίσους, πάθους ή έρωτος, γίνονται αμέσως αποδεκτές και επαναλαμβάνονται απ” τον όχλο.
Πώς γεννιούνται η θέληση αυτή και τα κοινά αυτά συναισθήματα; Διαδίδονται με τη διανοητική μετάδοση, είναι όμως αναγκαία κάποια αφετηρία για να δημιουργηθεί η ατμόσφαιρα αυτής της μεταδόσεως. Ο δημαγωγός, εκπληρώνει αυτόν τον ρόλο. Χωρίς δημαγωγούς, ο όχλος είναι ένα ον άμορφο και ανίκανο για δράση… Αν ορισμένοι ανώτεροι πολιτικοί άνδρες, κατόρθωσαν να μαντέψουν μ” έναν ενστικτώδη τρόπο, τους νόμους της ομαδικής ψυχολογίας, πρέπει επίσης να διαπιστώσουμε ότι οι περισσότερες κυβερνήσεις τους υποτίμησαν και τους υποτιμούν ακόμη. Ακριβώς επειδή τους αγνόησαν, γι” αυτό πολλές κυβερνήσεις έπεσαν τόσο εύκολα. Όταν βλέπουμε με πόση ευκολία ανατράπηκαν ορισμένα καθεστώτα από μια μικρή στάση, οι κίνδυνοι που προέρχονται απ” την άγνοια της ομαδικής ψυχολογίας, διαφαίνονται πολύ καθαρά…
Ένας λαός μπορεί, κάτω απ” την πιο χειρότερη εκδοχή, να συγκριθεί μ” έναν όχλο. Ο λαός έχει ορισμένες ιδιότητες του όχλου, οι διακυμάνσεις όμως των ιδιοτήτων αυτών, περιορίζονται απ” την ψυχή της φυλής του, που διατηρεί μια σταθερότητα άγνωστη στην προσωρινή και μεταβατική ψυχή ενός όχλου. Όταν ένας λαός διαθέτει προγονική ψυχή, που έχει σταθεροποιηθεί από ένα μακρόχρονο παρελθόν, η ψυχή του όχλου κυριαρχείται πάντοτε απ” αυτήν. Ένας λαός διαφέρει ακόμα από έναν όχλο ως προς το ότι αποτελείται από ένα πλήθος ομάδων, που καθεμιά έχει διαφορετικά συμφέροντα και πάθη. Σ” έναν όχλο, με την καθ” αυτή σημασία της λέξεως, βρίσκονται, αντιθέτως, ομάδες όπως π.χ. σε μια λαϊκή συγκέντρωση, που μπορεί να ανήκουν σε ανόμοιες κοινωνικές κατηγορίες… Ένας λαός είναι πολύ λιγότερο ευέξαπτος από έναν όχλο. Ωστόσο, ορισμένα γεγονότα όπως, εθνική εξύβριση, απειλή εισβολής, κ.λπ., μπορούν να τον κάνουν να ξεσηκωθεί σε μια στιγμή… Ή απότομη αυτή έκρηξη των συναισθημάτων μιας φυλής παρατηρείται, άλλωστε, σε όλους τους λαούς…
Όλες οι ποικιλίες των όχλων, ομοιογενείς ή ετερογενείς, συνελεύσεις, λαοί, λέσχες, κ.λπ., είναι σύνολα ανίκανα να ενωθούν και να δράσουν, εφ” όσον δεν βρουν έναν οδηγό για να τους κατευθύνει… Η ασυνείδητη ομαδική ψυχή του όχλου φαίνεται πως είναι δεμένη με την ψυχή του δημαγωγού. Ο δημαγωγός, του δημιουργεί μια και μόνη θέληση και του επιβάλλει μια απόλυτη υπακοή. Ο δημαγωγός επενεργεί προπάντων πάνω στον όχλο με το μέσο της υποβολής. Κι απ” τον τρόπο με τον όποιο προκαλείται η υποβολή αυτή, εξαρτάται η επιτυχία του… Σύμφωνα με την υποβολή των δημαγωγών του, το πλήθος είναι ήρεμο, παράφορο, εγκληματικό ή ηρωικό. Οι διάφορες αυτές υποβολές θα μπορούσαν να θεωρήσουν ότι εμφανίζουν κάποτε μια ορθολογιστική άποψη, αλλά δεν θα “χουν απ” τον ορθό λόγο παρά την επιφανειακή του όψη. Επειδή ένας όχλος, είναι στην πραγματικότητα ανίκανος να δεχτεί οποιαδήποτε λογική, οι μόνες ιδέες, που είναι ικανές να τον επηρεάσουν, θα είναι πάντοτε συναισθήματα, που αναπολούνται με την μορφή εικόνων…
Μια μεγάλη πολιτική συνέλευση, ένα κοινοβούλιο παραδείγματος χάριν, είναι όχλος, αλλά όχλος μερικές φορές ελάχιστα δραστήριος, εξ αιτίας των αντιθέτων συναισθημάτων των εχθρικών ομάδων απ” τις όποιες αποτελείται. Η παρουσία των ομάδων αυτών, που εμπνέονται από διάφορα συμφέροντα, μας υποχρεώνει να θεωρήσουμε μια συνέλευση ότι αποτελείται από ετερογενείς όχλους, που επιβάλλεται ο ένας πάνω στον άλλο και που ο καθένας υπακούει σε ξεχωριστούς δημαγωγούς. Ο νόμος της πνευματικής ενότητας των όχλων δεν εκδηλώνεται τότε παρά μόνο σε κάθε ομάδα, και μόνον έπειτα από εξαιρετικές περιστάσεις οι διαφορετικές ομάδες καταλήγουν να δημιουργήσουν ενιαία θέληση.
Κάθε ομάδα μιας συνελεύσεως αντιπροσωπεύει μια ξεχωριστή οντότητα. Τα άτομα που συμβάλλουν στο σχηματισμό αυτής της οντότητας παύουν να μένουν τα ίδια και θα ψηφίσουν χωρίς δισταγμό ενάντια στις πεποιθήσεις τους και στις επιθυμίες τους… Η δράση μιας ομάδας συνίσταται κυρίως στο να ισχυροποιήσει τις διατακτικές γνώμες. Κάθε ασθενής ατομική πεποίθηση εδραιώνεται, όταν γίνει ομαδική. Οι βίαιοι δημαγωγοί και εκείνοι που εξασκούν γόητρο κατορθώνουν κάποτε, επενεργώντας πάνω σ” όλες τις ομάδες μιας συνελεύσεως, να δημιουργήσουν απ” αυτές έναν μόνο όχλο… Μικρές ομάδες ατόμων, που έχουν τις ίδιες γνώμες, τις ίδιες δοξασίες, τα ίδια συμφέροντα και που διαγράφουν κάθε ετερόδοξο, διαφέρουν απ” τις μεγάλες συνελεύσεις, γιατί έχουν ενότητα συναισθημάτων και συνεπώς θελήσεως…
Αν τα ομαδικά συναισθήματα ήταν δυνατόν να υπολογισθούν ακριβώς με κάποιο ποσοτικό μέτρο, θα μπορούσε κανείς να τα παρομοιάσει με μια καμπύλη, που, ύστερα από μια ανάβαση αρκετά αργή στην αρχή, έπειτα πολύ γρήγορη, θα κατέβαινε σχεδόν κατακόρυφα. Η εξίσωση της καμπύλης αυτής θα μπορούσε να ονομασθεί, εξίσωση των μεταβολών των ομαδικών συναισθημάτων, που υπόκεινται σ” έναν σταθερό ερεθισμό.
Δεν είναι πάντοτε εύκολο να εξηγήσει κανείς την επιτάχυνση των συναισθημάτων κάτω απ’ την επίδραση μιας σταθερής αίτιας. Ίσως όμως θα μπορούσε κανείς να σημειώσει ότι, αν οι νόμοι της ψυχολογίας είναι δυνατόν να συγκριθούν με τους νόμους της μηχανικής, μια αιτία αναλλοίωτης δυνάμεως, που ενεργεί όμως συνεχώς, μπορεί να αυξήσει πολύ γρήγορα την ένταση ενός συναισθήματος. Είναι γνωστό, παραδείγματος χάριν, ότι μία δύναμη σταθερή σε ισχύ και διεύθυνση, όπως η βαρύτητα που επενεργεί σ” ένα σώμα, του εμβάλλει μια κίνηση επιταχυνόμενη. H ταχύτητα ενός σώματος, που πέφτει κατά απ” την επίδραση της βαρύτητας στο διάστημα, θα είναι περίπου δέκα μέτρα στο πρώτο δευτερόλεπτο, είκοσι μέτρα στο δεύτερο, τριάντα μέτρα στο τρίτο, κ.λπ. Θα ήταν εύκολο, αφήνοντας ένα σώμα να πέσει από πολύ ψηλά, να του δώσουμε τέτοια ταχύτητα, ώστε να είναι αρκετή για να τρυπήσει μια χαλύβδινη πλάκα.
Αν όμως η εξήγηση αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί και στην ταχύτητα ενός συναισθήματος, που υπόκειται σε μια σταθερή δύναμη, δεν μας λέει γιατί τα αποτελέσματα της επιταχύνσεως διακόπτονται απότομα. Μια τέτοια διακοπή, δεν γίνεται κατανοητή παρά με την παρέμβαση φυσιολογικών ερμηνειών· δηλαδή δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι η χαρά, όπως και ο πόνος, δεν μπορούν να ξεπεράσουν ορισμένα όρια και ότι κάθε υπερβολικά βίαιος ερεθισμός προκαλεί την παράλυση της αισθήσεως. Ο οργανισμός μας δεν μπορεί να υποφέρει παρά ένα ορισμένο ανώτατο όριο χαράς, πόνου ή προσπάθειας, και ακόμα δεν θα μπορούσε να τα υποφέρει για πολύ καιρό. Το χέρι, που σφίγγει ένα δυναμόμετρο φτάνει έπειτα από λίγο στην εξάντληση της προσπάθειάς του και είναι αναγκασμένο να το αφήσει απότομα…
Όλες τις αναλογίες, που προσπαθούν να αποκαταστήσουν ανάμεσα στους νόμους, στους οποίους υπακούουν τα υλικά φαινόμενα και στους νόμους, που διέπουν την εξέλιξη των συναισθηματικών και μυστικιστικών στοιχείων, χωρίς αμφιβολία, μπορούμε να τις χαρακτηρίσουμε χονδροειδείς. Αναγκαστικά, έτσι θα συμβαίνει ως την ημέρα που ο μηχανισμός των εγκεφαλικών λειτουργιών θα είναι λιγότερο άγνωστος από σήμερα.

Πηγή: Αποσπάσματα από το βιβλίο «Ψυχολογία των επαναστάσεων» (1912), του Γάλλου ψυχολόγου και κοινωνιολόγου Γκιστάβ Λε Μπον.

Γιατί η Ελλάδα; Και γιατί η ελληνική γλώσσα;

Ο Pedro Olalla González de la Vega (Οβιέδο, Ισπανία 1966) είναι συγγραφέας, ελληνιστής, καθηγητής φιλόλογος, μεταφραστής, φωτογράφος και κινηματογραφιστής, και σε αυτούς τους τομείς συνεργάζεται τακτικά με εκδοτικούς οίκους, πανεπιστήμια και πολιτιστικούς φορείς από διάφορες χώρες του κόσμου. Εδώ και είκοσι οκτώ χρόνια, διατηρεί μια έντονη σχέση με την Ελλάδα και το 1994 μετοίκησε στην Αθήνα με σκοπό να ασχοληθεί με την έρευνα, τη δημιουργία και τη διδασκαλία.
Η κύρια απασχόλησή του είναι η συγγραφή: 27 πρωτότυπα έργα λογοτεχνικού και πολιτιστικού περιεχομένου (βιβλία, σενάρια, οπτικοακουστικό υλικό) σε διάφορες γλώσσες, καθώς και μια μακρά σειρά από δημοσιογραφικά άρθρα και μεταφράσεις Ελλήνων και Ισπανών συγγραφέων. Από το 1994 έως σήμερα, εργάζεται ως καθηγητής στο Instituto Cervantes της Αθήνας και στη Βουλή των Ελλήνων. Τα τελευταία χρόνια δημοσιεύει τακτικά σε ξένες εφημερίδες άρθρα για την κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα. Το βίντεο που ακολουθεί αποτελεί απόσπασμα από την ομιλία του στο Σαγούντο της Ισπανίας όπου εναντιώνεται στην κατάργηση των αρχαίων ελληνικών στην ισπανική εκπαίδευση. Η στήριξή του στην Ελλάδα είναι συγκινητική…
 

Αυτό είναι το αρχαιότερο φως στο Σύμπαν!


 
Το ευρωπαϊκό διαστημικό τηλεσκόπιο Planck ολοκλήρωσε έναν εντυπωσιακό νέο χάρτη της λεγόμενης «μικροκυματικής ακτινοβολίας υποβάθρου» -το αρχαίο υπόλειμμα μιας λάμψης που γέμισε τα πάντα όταν το νεαρό Σύμπαν έγινε ξαφνικά διαφανές.
Ο χάρτης, ο λεπτομερέστερος του είδους του ως σήμερα, έχει σημαντικές συνέπειες όσον αφορά τις γνώσεις μας για τη γέννηση, την εξέλιξη, τη δομή και τη σύσταση του Σύμπαντος.
Τα σημαντικότερα νέα ευρήματα:
  • Η ηλικία του Σύμπαντος εκτιμάται στα 13,81 δισεκατομμύρια χρόνια, 50 με 80 εκατομμύρια χρόνια περισσότερο από ό,τι σε προηγούμενες εκτιμήσεις.
  • Η σύσταση του Σύμπαντος δείχνει να αλλάζει ελαφρώς: Η κανονική ύλη αντιστοιχεί σε κάτι λιγότερο από 5% της συνολικής υλοενέργειας του Σύμπαντος, ενώ το ποσοστό της μυστηριώδους σκοτεινής ύλης αυξάνεται στο 26,8%, και το ποσοστό της ακόμα πιο μυστηριώδους σκοτεινής ενέργειας πέφτει ελαφρώς στο 68,3%.
  • Οι διακυμάνσεις της ακτινοβολίας υποβάθρου αποκαλύπτουν μια μυστηριώδη ασυμμετρία στο Σύμπαν μεταξύ του ουρανού στο βόρειο και το νότιο ημισφαίριο.
Απόφωτο
Η μικροκυματική ακτινοβολία υποβάθρου (CBM) χρονολογείται στα 380.000 χρόνια μετά τη Μεγάλη Έκρηξη, όταν το Σύμπαν είχε πια κρυώσει αρκετά ώστε το υπέρθερμο πλάσμα από το οποίο αποτελούνταν να σχηματίσει τα πρώτα άτομα υδρογόνου και ήλιου.
Αυτό επέτρεψε στα φωτόνια της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας να κινούνται ανεμπόδιστα στον χώρο -ουσιαστικά, το Σύμπαν είχε γίνει ξαφνικά διαφανές. Τα αρχαία αυτά φωτόνια συνεχίζουν σήμερα το ταξίδι τους σε ολόκληρο τον ουρανό, υπό τη μορφή εξαιρετικά αμυδρών μικροκυμάτων.
Η ακτινοβολία αυτή μοιάζει εξαιρετικά ομοιόμορφη, στην πραγματικότητα όμως παρουσιάζει μικρές διακυμάνσεις όσον αφορά τη θερμοκρασία (ενέργεια) των φωτονίων, οι οποίες αντιστοιχούν στα διάφορα χρώματα του χάρτη.
Οι διακυμάνσεις αυτές δείχνουν ότι το νεαρό Σύμπαν δεν ήταν απόλυτα ομοιογενές· αντίθετα, ήταν γεμάτο από κβαντικές διακυμάνσεις, οι οποίες σταδιακά οδήγησαν σε συσσωματώματα ύλης από τα οποία προέκυψαν τελικά τα άστρα, οι γαλαξίες και τα υπερσμήνη γαλαξιών.
Δύο ιστορικές αποστολές της NASA, με τις ονομασίες COBE και WMAP, χαρτογράφησαν την ακτινοβολία CBM και βοήθησαν να επιβεβαιωθεί η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης για τη γέννηση του Σύμπαντος. Επέτρεψαν επίσης στους κοσμολόγους να μετρήσουν τη λεγόμενη σκοτεινή ύλη, ένα αόρατο υλικό άγνωστης σύστασης, του οποίου η ύπαρξη συμπεραίνεται από τις βαρυτικές του επιδράσεις. Τους επέτρεψε επίσης να υπολογίσουν τη λεγόμενη σκοτεινή ενέργεια, μια μυστηριώδη δύναμη που δρα αντίθετα από τη βαρύτητα και επιταχύνει τη διαστολή του Σύμπαντος.
Το ευρωπαϊκό τηλεσκόπιο Planck, τρεις φορές πιο ευαίσθητο από τις αποστολές της NASA, αυξάνει τώρα σημαντικά την ανάλυση του χάρτη.
Τα νέα δεδομένα δείχνουν ότι το Σύμπαν διαστέλλεται λίγο πιο αργά από ό,τι είχε εκτιμηθεί, με ταχύτητα 67,3 χιλιομέτρων ανά δευτερόλεπτο ανά megaparsec (ένα parsec ισούται με 3,26 έτη φωτός). Αυτό υποδεικνύει ότι το Σύμπαν είναι 50 με 80 εκατ. χρόνια πιο παλιό από ό,τι είχε εκτιμηθεί.
Πληθωρισμός
Οι μετρήσεις του Planck συνηγορούν επίσης υπέρ της θεωρίας του πληθωρισμού, σύμφωνα με την οποία το νεογέννητο Σύμπαν πέρασε μια φάση εκρηκτικής διόγκωσης. Σε αυτή τη φάση, μάλιστα διαστελλόταν με ταχύτητα μεγαλύτερη και από την ταχύτητα του φωτός (αυτό δεν διαψεύδει τον Αινστάιν, αφού τίποτα δεν κινήθηκε πιο γρήγορα από το φως. Αυτό που συνέβη ήταν ότι διεστάλη ο ίδιος ο χωροχρόνος).
Τα νέα δεδομένα στηρίζουν τη θεωρία του πληθωρισμού, η οποία σήμερα είναι γενικά αποδεκτή, ωστόσο δείχνουν να αποκλείουν ορισμένα θεωρητικά μοντέλα. Τα απλούστερα μοντέλα πληθωρισμού προβλέπουν ότι η ακτινοβολία CBM πρέπει να μοιάζει ίδια σε όλη την έκταση του ουρανού.
Το Planck, όμως, δείχνει να επιβεβαιώνει τις μυστηριώδεις παρατηρήσεις των προηγούμενων αποστολών, σύμφωνα με τις οποίες υπάρχει μια ασυμμετρία ανάμεσα στον ουρανό του βορείου ημισφαιρίου και τον ουρανό του νότιου ημισφαιρίου.
Η ασυμμετρία αυτή δεν έρχεται σε αντίθεση με την ίδια την ιδέα του πληθωρισμού στη βάση της, δείχνει όμως ότι οι κοσμολόγοι έχουν ακόμα πολλά να μάθουν για τη δομή του Σύμπαντος. Νέα στοιχεία ίσως προκύψουν όταν οι υπεύθυνοι του Planck δημοσιεύσουν το επόμενο σετ δεδομένων στις αρχές του 2014.

 

Συμβουλές μιας Ηγουμένης!


Συμβουλές μιας Ηγουμένης  μέρος α΄

-Τι έχεις πάθει κόρη μου κι είσαι έτσι αλαφιασμένη;

-Έχω φαγούρα στο μουνί Αγία Ηγουμένη

Σύρε μπροστά στην είσοδο εκεί στην Άγια Βρύση
και τρίψε το με Αγιασμό. Θα σε ανακουφίσει

Πήγα μπροστά στην είσοδο, πήγα στην Άγια Βρύση
μα δεν ανακουφίστηκα, χρειάζομαι γαμήσι


Τι λόγια λες αμαρτωλή; Σώπα και μας ακούνε
κι εμάς μας λείπει η ψωλή αλλά δε βλασφημούμε…


Και τι να κάνω η χριστιανή που είμαι καυλωμένη;
Εσείς δεν έχετε ορμές Αγία Ηγουμένη;


Λες να μην έχω κόρη μου; Τι λες; Να ‘χω αγιάσει;
Καμιά αδερφή μες στη μονή δεν έχει τέτοια κράση…


Και τότε; Πως τη βγάζετε; Ποιο είναι το μυστικό σας;
Πείτε μου και δε θα το πω. Δίνω όρκο στο Θεό σας


Κοίτα να δεις κοπέλα μου. Είσαι μικρή, δεν ξέρεις
μα αν συνεχίσεις όπως πας, για πάντα θα υποφέρεις.


Τόσο καιρό που φύλαγες την τρύπα σου για προίκα
σου γίναν τα μουνόχειλα σα ξεραμένα σύκα


Πρέπει λοιπόν σιγά σιγά τον πόνο να απαλύνεις
Γι αυτό σου λέω με Αγιασμό την τρύπα σου να πλύνεις.


Την πίσω τρύπα ή την μπροστά; Ποιο δάχτυλο να βάλω;
Πες μου πως γίνεται σωστά. Αχ! Δεν αντέχω άλλο.


Άκουσε κόρη μου καλά. Δώσε την προσοχή σου.
Ποτέ δεν πρέπει μόνη σου να πλένεις το μουνί σου.


Τράβα λοιπόν στην είσοδο, εκεί στην Άγια Βρύση
Κι εγώ θα στείλω άμεσα κάποιον να σε φροντίσει


Ποιος θα ναι; Πως θα λέγεται; Και ποια η καταγωγή του;
Θα ‘χει λεφτά; Θα ‘χει όνομα; Αξίες στη ζωή του;


Κόρη μην είσαι αφελής. Αφού κι εσύ το ξέρεις
πως όταν φτάνει η στιγμή της καύλας κι υποφέρεις


Δεν έχουν νόημα τα λεφτά ούτε η ανατροφή του
μα να έχει μήκος αρκετό και πάχος το καυλί του


Να στέκεται αγέρωχο, περήφανο γενναίο
κι όσο κι αν το ταλαιπωρείς να παραμένει ακμαίο


Τράβα λοιπόν και μη ρωτάς. Στη Βρύση που σου είπα
Και συμβουλή. Πρώτη φορά, ποτέ την πίσω τρύπα.


Συμβουλές μιας Ηγουμένης μέρος β΄

Μετά τα λόγια τα σοφά που είπε η Ηγουμένη
η κόρη έφυγε τρέχοντας κι απ τη χαρά χεσμένη

πήγε αμέσως μόνη της και στήθηκε στη βρύση
προσμένοντας καρτερικά κάποιον να τη φροντίσει

Ήταν ντυμένη ελαφρά κιλότα δε φορούσε
γιατί η κάψα στο μουνί την (ε)ταλαιπωρούσε


πέφτει στα δυο τα γόνατα τάχα πως προσευχόταν
και μέσα της τον ψωλαρά περίμενε κι ευχόταν


να ναι μαζί της τρυφερός μα κι άγριος όταν πρέπει
και να ναι η πούτσα του ορθή σαν την Αγία Σκέπη


να φέρεται με σεβασμό να ξέρει να προσφέρει
αυτό που δεν κατάφερνε μονάχη με το χέρι…


Κι εκεί, σκυφτή στα τέσσερα βλέπει ένα καβαλάρη
που είχε ωραία κορμοστασιά, τεράστιο παπάρι


και βγάζει ένα αναστεναγμό που πλάνταξε η φύση
Να τονε το λεβέντη μου! Αυτός θα με γαμήσει!!


Σηκώνει το κεφάλι της και του γελάει με τρόπο
κλείνει το μάτι πονηρά του κάνει λίγο τόπο


να έρθει από τα δεξιά τη φόρα του να πάρει
και να μπορέσει εύκολα την τρύπα να κεντράρει


Κι ο καβαλάρης βλέποντας τον κώλο τον παρθένο
έτσι άσπρο και λαχταριστό έτσι καλοστημένο


αρπάζει το παπάρι του φωνάζει Εν Τούτω Νίκα
και της το βάζει άγαρμπα από την πίσω τρύπα


Τι ήταν να το κάνει αυτό; Την ξάφνιασε την Κόρη
της γύρισαν τα μάτια της. Βροντάστραψαν τα όρη


Έβγαλε δυνατή κραυγή της κόπηκε η ανάσα
της λύγισαν τα γόνατα της έφυγαν τα ράσα


Όμως μετά το ξάφνιασμα, μετά την πρώτη αντάρα
μετά το σοκ που ένιωσε της κόρης η κωλάρα


ο πόνος -τι παράξενο!- άρχισε να ‘χει γλύκα
πολύ το φχαριστιότανε αυτό το Εν Τούτω Νίκα


Τι κι αν λιγάκι πιο νωρίς την είχαν ορμηνέψει
διείσδυση στον κώλο της να μην την επιτρέψει;


Τι κι αν η κάψα στο μουνί ήταν το πρόβλημά της;
Τι κι αν την ξάφνιασε άγαρμπα ο ωραίος αναβάτης;


Αυτή το φχαριστιότανε. Θα το ‘κανε και πάλι
θα το ‘κανε και με ψωλή ακόμα πιο μεγάλη


Άσ’ την να λέει την άσχετη την Άγια Ηγουμένη
διπλά σε φτιάχνει το καυλί που από πίσω μπαίνει…


Συμβουλές μιας Ηγουμένης, Τέλος Τριλογίας

-Τι έχεις πάθει κόρη μου και πας σα συγκαμένη;
Μου κάναν Οθωμανικό Αγία Ηγουμένη


-Σου άρεσε;
-Μου άρεσε


-Θα ξαναπάς;
-Δεν ξέρω. Καλό το πισωκολλητό μα τώρα υποφέρω…


-Δώσε καιρό στον κώλο σου να ηρεμήσει λίγο
-Πόσο καιρό; Πονάω πολύ τα πόδια σαν ανοίγω


Σε δύο μέρες αρχικά θα πάψεις να υποφέρεις
έπειτα θέλει άλλες εφτά μέχρι να συνεφέρεις


ό,τι σου λέω οι σοφοί πατέρες μας το βρήκαν
του κώλου τα εννιάμερα πως λες εσύ να βγήκαν;

Οι Έλληνες βαθέως γελώσει!

...με αυτά που θέλουνε να τους επιβάλουν να πιστέψουν!
Διαβάστε όλες τις γραφές όπως είναι και όχι επιλεκτικά όπως μας τις παρουσιάζουν μετά από επιλογή και "ερμηνεία"!