Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ (1346-1396)

Αποτέλεσμα εικόνας για Ο?δίπους ?π? Κολων?ΧΟ. τὸν ἄνδρα, τοῦ πέμψαντος οὕνεκ᾽, Οἰδίπους,
εἰπὼν ὁποῖα ξύμφορ᾽ ἔκπεμψαι πάλιν.
ΟΙ. ἀλλ᾽ εἰ μέν, ἄνδρες τῆσδε δημοῦχοι χθονός,
μὴ ᾽τύγχαν᾽ αὐτὸν δεῦρο προσπέμψας ἐμοὶ
1350 Θησεύς, δικαιῶν ὥστ᾽ ἐμοῦ κλύειν λόγους,
οὔ τἄν ποτ᾽ ὀμφῆς τῆς ἐμῆς ἐπῄσθετο.
νῦν δ᾽ ἀξιωθεὶς εἶσι κἀκούσας γ᾽ ἐμοῦ
τοιαῦθ᾽ ἃ τὸν τοῦδ᾽ οὔποτ᾽ εὐφρανεῖ βίον·
ὅς γ᾽, ὦ κάκιστε, σκῆπτρα καὶ θρόνους ἔχων,
1355 ἃ νῦν ὁ σὸς ξύναιμος ἐν Θήβαις ἔχει,
τὸν αὐτὸς αὐτοῦ πατέρα τόνδ᾽ ἀπήλασας
κἄθηκας ἄπολιν καὶ στολὰς ταύτας φορεῖν
ἃς νῦν δακρύεις εἰσορῶν, ὅτ᾽ ἐν πόνῳ
ταὐτῷ βεβηκὼς τυγχάνεις †κακῶν ἐμοί.†
1360 οὐ κλαυτὰ δ᾽ ἐστίν, ἀλλ᾽ ἐμοὶ μὲν οἰστέα
τάδ᾽, ἕωσπερ ἂν ζῶ, σοῦ φονέως μεμνημένος.
σὺ γάρ με μόχθῳ τῷδ᾽ ἔθηκας ἔντροφον,
σύ μ᾽ ἐξέωσας· ἐκ σέθεν δ᾽ ἀλώμενος
ἄλλους ἐπαιτῶ τὸν καθ᾽ ἡμέραν βίον.
1365 εἰ δ᾽ ἐξέφυσα τάσδε μὴ ᾽μαυτῷ τροφοὺς
τὰς παῖδας, ἦ τἂν οὐκ ἂν ἦ, τὸ σὸν μέρος.
νῦν δ᾽ αἵδε μ᾽ ἐκσῴζουσιν, αἵδ᾽ ἐμαὶ τροφοί,
αἵδ᾽ ἄνδρες, οὐ γυναῖκες, εἰς τὸ συμπονεῖν·
ὑμεῖς δ᾽ ἀπ᾽ ἄλλου κοὐκ ἐμοῦ πεφύκατον.
1370 τοιγάρ σ᾽ ὁ δαίμων εἰσορᾷ μέν, οὔ τί πω
ὡς αὐτίκ᾽, εἴπερ οἵδε κινοῦνται λόχοι
πρὸς ἄστυ Θήβης. οὐ γὰρ ἔσθ᾽ ὅπως πόλιν
κείνην ἐρείψεις, ἀλλὰ πρόσθεν αἵματι
πεσῇ μιανθείς, χὠ σύναιμος ἐξ ἴσου.
1375 τοιάσδ᾽ ἀρὰς σφῷν πρόσθε τ᾽ ἐξανῆκ᾽ ἐγὼ
νῦν τ᾽ ἀνακαλοῦμαι ξυμμάχους ἐλθεῖν ἐμοί,
ἵν᾽ ἀξιῶτον τοὺς φυτεύσαντας σέβειν,
καὶ μὴ ᾽ξατιμάζητον, εἰ τυφλοῦ πατρὸς
τοιώδ᾽ ἔφυτον· αἵδε γὰρ τάδ᾽ οὐκ ἔδρων.
1380 τοιγὰρ τὸ σὸν θάκημα καὶ τοὺς σοὺς θρόνους
κρατοῦσιν, εἴπερ ἐστὶν ἡ παλαίφατος
Δίκη ξύνεδρος Ζηνὸς ἀρχαίοις νόμοις.
σὺ δ᾽ ἔρρ᾽ ἀπόπτυστός τε κἀπάτωρ ἐμοῦ,
κακῶν κάκιστε, τάσδε συλλαβὼν ἀράς,
1385 ἅς σοι καλοῦμαι, μήτε γῆς ἐμφυλίῳ
δόρει κρατῆσαι μήτε νοστῆσαί ποτε
τὸ κοῖλον Ἄργος, ἀλλὰ συγγενεῖ χερὶ
θανεῖν κτανεῖν θ᾽ ὑφ᾽ οὗπερ ἐξελήλασαι.
τοιαῦτ᾽ ἀρῶμαι, καὶ καλῶ τὸ Ταρτάρου
1390 στυγνὸν πατρῷον ἔρεβος, ὥς σ᾽ ἀποικίσῃ,
καλῶ δὲ τάσδε δαίμονας, καλῶ δ᾽ Ἄρη
τὸν σφῷν τὸ δεινὸν μῖσος ἐμβεβληκότα.
καὶ ταῦτ᾽ ἀκούσας στεῖχε, κἀξάγγελλ᾽ ἰὼν
τοῖς πᾶσι Καδμείοισι τοῖς σαυτοῦ θ᾽ ἅμα
1395 πιστοῖσι συμμάχοισιν, οὕνεκ᾽ Οἰδίπους
τοιαῦτ᾽ ἔνειμε παισὶ τοῖς αὑτοῦ γέρα.

***
ΧΟ. Τον άντρα αυτόν, Οιδίποδα, για χάρη εκείνουπου τον έστειλε, πρώτα του λες ό,τι συμφέρει στην περίσταση,μετά, αν θες, τον στέλνεις πίσω.ΟΙ. Αν, κάτοικοι της χώρας, δεν τύχαινε αυτόν εδώ1350να μου τον έστελνε ο Θησέας, με την αξίωση ν᾽ αποκριθώστα λόγια του, ούτε που θ᾽ άκουγε τον ήχο της φωνής μου.Τώρα ωστόσο που αξιώθηκε αυτή τη χάρη, θα πάρειδρόμο, αφού πρωτύτερα θα δει να βγαίνουν απ᾽ το στόμα μουλόγια τέτοιας λογής, που σίγουρα δεν πρόκειται να ευφράνουντην υπόλοιπη ζωή του.Γιατί, παγκάκιστε, εσύ κρατούσες τότε σκήπτρο και θρόνο,αυτά που τώρα τα κρατεί στη Θήβα ο αδελφός σου, 1355όταν τον ίδιο τον πατέρα σου από την πόλη εξόρισες,τον άφησες χωρίς πατρίδα, μ᾽ αυτό το άθλιο ρούχο,που τώρα βλέποντας σου φέρνει κλάματα, αφού στο μεταξύβρήκε κι εσένα μαύρη συμφορά, όπως κι εμένα.1360Αλλά το κλάμα το δικό σου για τα δικά μου βάσαναμου περισσεύει, πρέπει να τα υποφέρω μόνος μου,όσο θα ζω, για να θυμάμαι εσένα, τον φονιά μου.Γιατί εσύ μ᾽ έφερες στην κατάντια αυτή, εσύ που με κυνήγησες,και βρέθηκα μετά περιπλανώμενος να ζητιανεύωτο ψωμί της μέρας από τον ένα και τον άλλο.1365Αν δεν είχα σπείρει αυτές τις κόρες μου που με φροντίζουν,δεν θα βρισκόμουν τώρα στη ζωή, όσο η ζωή μου κρέμεταιαπό σένα. Τώρα αυτές κάνουν το παν για να με συντηρήσουν,αυτές τρέχουν για το φαΐ μου, έγιναν άντρες, δεν είναιπια γυναίκες, στη συμφορά μου συμμετέχοντας.Όσο για σας, άλλος σας έσπειρε, δεν γεννηθήκατε από μένα.1370Το μάτι του ο θεός έχει καρφώσει πάνω σου και περιμένειτη στιγμή, όχι ακόμη αυτή, αν, όπως λες, κινούνταικιόλας οι στρατοί σου προς τη Θήβα. Γιατί δεν πρόκειταιτην πόλη να συντρίψεις· πιο πριν νεκρός θα πέσειςμε μολυσμένο αίμα, μαζί κι ο αδελφός σου.1375Τέτοιες κατάρες για σας τους δυο ξεστόμισα στο παρελθόν·τώρα τις φέρνω στο παρόν, να γίνουν σύμμαχοί μου,ώστε να μάθετε πως πρέπει, όποιος σας έσπειρε,και να τον σέβεστε· σπορά κι οι δυο τυφλού πατέρα,να μην τον ξευτελίζετε — οι κόρες μου ευτυχώς δεν σας μιμήθηκαν.1380Τώρα οι κατάρες μου νικούν την ικεσία και τους θρόνους σας,αν στέκει ορθή η φημισμένη Δίκη, σύνεδρος του Διόςκαι των αρχαίων νόμων.Και τώρα, σιχαμένε, ξεκουμπήσου, από πατέρα σου, πανάθλιε,να με ξεγράψεις, φορτώσου μόνο τις κατάρες μου, αυτές1385που επικαλούμαι να σε βρουν· μήτε μ᾽ εμφύλιο δόρυνικητής θα βγεις, μήτε στο κοίλο Άργος θα γυρίσεις, αλλάαπό χέρι αδελφικό θα σκοτωθείς και θα σκοτώσεις αδελφό,αυτόν που σ᾽ έχει εξορισμένο.Κι εύχομαι ο Τάρταρος συγκάτοικό του να σε πάρει1390στο μισητό του έρεβος· καλώ και τις θεές του τόπου, καλώτον Άρη, τον θεό που μεταξύ σας έβαλε μίσος θανάσιμο.Άκουσες όσα έπρεπε ν᾽ ακούσεις, τώρα δρόμο. Τράβανα τ᾽ αναγγείλεις σ᾽ όλους τους Θηβαίους και σ᾽ όλους τους πιστούς1395συμμάχους σου· να μάθουν όλοι ποιό γέρας ο Οιδίπουςμοίρασε στους δυο του γιους.

ΟΙ ΣΤΩΪΚΕΣ ΠΕΡΙ ΛΟΓΟΥ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥΣ ΣΕ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ

Αποτέλεσμα εικόνας για νεοελληνικόσ διαφωτισμόσΕίναι γνωστό ότι η έννοια του «λόγου» στην φυσική, λογική και ηθική της διάσταση δεσπόζει στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία[1], αλλά ειδικά στην στωική φιλοσοφία αποτελεί -μαζί με την έννοια της φύσης - την σπονδυλική στήλη του φιλοσοφικού αυτού ρεύματος, εφόσον οι δύο αυτές αλληλένδετες έννοιες συνδέουν τους τρεις κλάδους της στωικής φιλοσοφίας, την φυσική, την λογική και την ηθική, ενώ οι περισσότεροι προβληματισμοί της στωικής σκέψης θεμελιώνονται σ’ αυτές τις δύο έννοιες. Η έμφαση αυτή στην έννοια του Λόγου συνδέεται όχι μόνο με το γεγονός ότι, όπως παρατηρεί η Colish «η διαφορά της στωικής φυσικής φιλοσοφίας από τις προηγούμενες σχολές έγκειται κυρίως στην προσπάθεια υπέρβασης του ανθρωπολογικού δυϊσμού, η οποία χαρακτήριζε τις άλλες ελληνικές φιλοσοφικές σχολές»[2], αλλά και με την προσπάθεια να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ πλατωνικού ιδεαλισμού και επικούρειου μηχανικισμού.
 
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας οι αρχαίοι και νεότεροι Στωικοί - οι Μέσοι Στωικοί Παναίτιος και Ποσειδώνιος προσπάθησαν να συνδυάσουν οντολογικό μονισμό με ανθρωπολογικό δυϊσμό- πρότειναν έναν νοησιαρχικό μονισμό, στον οποίο ο Λόγος, όπως είπαμε, κατέχει θέση-κλειδί και το περιε­χόμενό του είναι συστηματικό και δεοντολογικό, χωρίς υπερβατικό χαρακτήρα. Είναι γνωστό ότι στον τομέα της οντολογίας και της φυσικής θεολογίας ο Λόγος για πρώτη φορά στην Ιστορία της φιλοσοφίας ταυτίστηκε συλλογικά με τον Θεό, τη Φύση, την Ειμαρμένη, την Πρόνοια, εκλαμβανόμενος όχι ως αφηρημένη υπερβατική ουσία, αλλά ως υλική πραγματικότητα: «Ζήνων ο Στωϊκός νοῦν κόσμου πύρινον (δηλ. τον θεόν) ἀπεφήνατο»[3]
 
Ο Λόγος - ως η λογική δομή του Σύμπαντος- αποτελεί την σπουδαιότερη διάσταση της καθολικής πραγματικότητας - του όλου, η οποία ως αΐδια, συνεχής, αυτοκινούμενη οντότητα προσδιορίζεται και από το «πνεῦμα» και τον «πνευματικόν τόνον», δηλ. τη συνεκτική δύναμη που ενώνει τα υλικά σώματα, ενώ σε γενικότερο επίπεδο ταυτίζεται με τη φύση, νοούμενη ως την υπεύθυνη για τις κοσμικές διεργασίες δύναμη, με την «εἱμαρμένην» ως έκφραση της αιτιοκρατημένης δομής του Σύμπαντος («τήν εἱμαρμένην κίνησιν ἀΐδιον. συνεχῆ καί τεταγμένην»[4]) και τέλος με την «Πρόνοια», η οποία αποτελεί την τελεολογική διάσταση του Λόγου»[5].
 
Δεδομένου όμως ότι στην στωική φιλοσοφία αναγνωρίζεται μια άμεση και οργανική συνάφεια μεταξύ των διαφόρων επιπέδων οργάνωσης του υλικού κόσμου, μακροκοσμικού και μικροκοσμικού, η μετάβαση από τον φυσικό, θεϊκό, παγκόσμιό Λόγο στον ανθρώπινο -ενδιάθετο και έναρθρο - λόγο αποτελεί τον κρίκο σύνδεσης μεταξύ της οντολογίας και της ανθρωπολογίας των Στωικών· κατά τους Στωικούς ο ανθρώπινος λόγος, ως τμήμα του παγκόσμιου Λόγου, αποτελεί το κατεξοχήν χαρακτηριστικό της ανθρώπινης «οἰκειώσεως» η παρουσία του οποίου διαφοροποιεί τον άνθρωπο απ’ όλα τα έμβια όντα, παρέχοντάς του τη δυνατότητα μέσω της γνώσης «τῶν θείων καί ἀνθρωπίνων πραγμάτων καί τῶν τούτων αἰτιῶν»[6] να ολοκληρώνει την ηθική και διανοητική του υπόσταση. Ο Σενέκας εκφράζει με σαφήνεια αυτή την θέση: «Ο άνθρωπος είναι λογικόν ζώον. Η ιδεώδης κατάσταση του ανθρώπου πραγματώνεται, όταν εκπληρώνει τον σκοπό για τον οποίο έχει γεννηθεί. Και τι απαιτεί ο λόγος από αυτόν, κάτι πολύ εύκολο - να ζει σύμφωνα με τη φύση του»[7]. Για τους Στωικούς είναι σαφές ότι, σε αντίθεση προς νεότερες αντιλήψεις του διαφωτισμού, ο Λόγος θεωρείται ως ο κατεξοχήν παράγοντας επιβίωσης και τελειότητας και όχι τα «πάθη», τα οποία από τους Στωικούς γενικά εκλαμβάνονται είτε ως διαστροφές του λογικού, όπως πίστευε ο Ζήνων, είτε ως εσφαλμένες λογικές κρίσεις, όπως δέχονταν ο Χρύσιππος και ο Αρίστων: «Δοκεῖ δε αὐτοῖς τά πάθη κρίσεις εἶναι, καθά φησί Χρύσιππος ἐν τῷ ΙΙερί παθῶν, ἥ τε γάρ φιλαργυρία ὑπόληψίς ἐστι τοῦ τό ἀργύριον καλόν είναι, καί ἡ μέθη δέ καί ἡ ἀκολασία ὁμοίως καί τά ἄλλα»[8]. Ο επηρεασμένος από την στωική φιλοσοφία Κικέρων προσδιορίζει με: «το ζώο, στον βαθμό που παρακινείται μόνο από τις αισθήσεις. χωρίς συναίσθηση παρελθόντος και μέλλοντος, προσαρμόζεται μόνο στο παρόν, ενώ ο άνθρωπος, επειδή διαθέτει λογικό με το οποίο αντιλαμβάνεται τη σχέση αιτίου-αποτελέσματος... κατασκευάζει αναλογίες... εύκολα μπορεί να εποπτεύσει την πορεία της ζωής του και να προετοιμάσει τη... δράση του»[9].
 
Από όσα ήδη είπαμε, είναι προφανές ότι ο άνθρωπος εκλαμβάνεται από τους Στωικούς ως μια ενιαία ψυχοσωματική οντότητα, στην οποία το κυρίαρχο πνευματικού, υλοζωικού χαρακτήρα «ἡγεμσνικόν» ελέγχει τόσο τις αισθήσεις όσο και την διάνοια. Ο ψυχολογικός αυτός μονισμός επέτρεψε στους Στωικούς α) να παρακάμψουν το δίλημμα που αντιμετώπιζαν οι δυνατές ως προς την πηγή της γνώσης (αισθήσεις ή λόγος) και β) να θεμελιώσουν μια ηθική, στην οποία το περιγραφικό μέρος συνδυάζεται αρμονικά με το κανονιστικό-δεοντολογικό της περιεχόμενο»[10]. Το «κανονιστικό» αυτό περιεχόμενο της Στωικής ηθικής αποτελεί ίσως την πλέον σημαντική συμβολή αυτού του ρεύματος, εφόσον, όπως θα δούμε στη συνέχεια, επηρέασε αποφασιστικά τις διάφορες τάσεις της φιλοσοφίας του Διαφωτισμού, στις οποίες ο ίδιος προβληματισμός για τη σχέση όντος-δέοντος, Λόγου-Φύσης απαιτούσε μια παρόμοια αντιμετώπιση.
 
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο πάντως ότι πάνω στην έννοια του φυσικού και ανθρώπινου Λόγου οι Στωικοί θεμελίωσαν σημαντικές ηθικές και κοινωνικές θέσεις της κοσμοθεωρίας τους, όπως τις έννοιες της αρετής, του φυσικού δικαίου, της ανθρώπινης κοινωνικότητας, της φυσικής ισότητας και του συναφούς κοσμοπολιτισμού, την θεωρία περί των «σπερματικών λόγων» και...
 
Ειδικά ως προς την αρετή είναι γνωστόν ότι ορίζεται από τους Στωικούς στο σύνολό τους ως «ὁμολογουμένως τῇ φύσει ζῆν», που συμπίπτει με το «κατά λόγον ζῆν»[11]. Σ' αυτόν τον ορισμό οι Στωικοί θεμελίωσαν την θεωρία τους περί φυσικού δικαίου, το οποίο είχε και γι’ αυτούς, όπως και για τους Κυνικούς, ορθολογικό χαρακτήρα και συνίστατο, κατά ένα μέρος, στην ικανότητα του ανθρώπινου λόγου να κατανοεί τους «νόμους» με τους οποίους ο παγκόσμιος Λόγος διοικεί το Σύμπαν. Ο Επίκτητος εκφράζει παραστατικά την στωική αυτή θέση «ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον θεατήν εἰσήγαγε αὐτοῦ τε καί τῶν ἔργων τῶν αὐτοῦ, καί οὐ μόνον θεατήν ἀλλά καί ἐξηγητήν αὐτῶν. διά τοῦτο αἰσχρόν ἐστι τῷ ἀνθρώπῳ ἄρχεσθαι καί καταλήγειν ὅπου καί τά ἄλογα, ἀλλά μᾶλλον ἔνθεν μέν ἄρχεσθαι καταλήγειν δέ ἐφ’ ὅ κατέληξεν ἐφ’ ἡμῶν καί ἡ φύσις κατέληξεν δ’ ἐπί θεωρίαν καί παρακολούθησιν καί σύμφωνον διεξαγωγήν τῇ φύσει»[12]. Αν ο Επίκτητος προσδιορίζει τη σχέση θείου και ανθρώπινου Λόγου, ο Κικέρων ορίζει το περιεχόμενο του φυσικού νόμου, προβάλλονται τον λογικό και δεοντολογικό του χαρακτήρα: «Lex est ratio summa insita in natura quae jubet quae facienda sunt prohibetque contratia. Eadem ratio, cam est hominis mente confirmata et perfecta, lex est[13].
 
Κατά τους Στωικούς ανήκει στα κατά φύσιν καθήκοντα του ολοκληρωμένου ηθικά και διανοητικά ανθρώπου, δηλ. του σοφού, η συμμόρφωση μ’ ένα σταθερό κώδικα συμπεριφοράς, ο οποίος εδράζεται στο φυσικό δίκαιο. Έτσι η λογική ολοκλήρωση συμπίπτει με την ηθική επιτρέποντας στον φορέα της πάνω απ’ όλα τον έλεγχο των παθών, και ιδιαίτερα του φόβου του θανάτου, και παράλληλα την εξασφάλιση της απαραίτητης ψυχικής κατάστασης της « απάθειας ».
 
Είναι προφανές ότι οι Στωικοί τάσσονται υπέρ της ισχύος ενός φυσικού δικαίου προερχόμενου από τον παγκόσμιο Λόγο και εξασκούμενου από τον ανθρώπινο λόγο. Η σύγκλιση αυτή θείου και ανθρώπινου Λόγου είχε δημιουργήσει για τους Στωικούς, όπως και για νεότερους υποστηρικτές της θεωρίας, το πρόβλημα του συμβιβασμού φυσικού ντετερμινισμού και ελεύθερης βούλησης. Παρά τις κριτικές αντιρρήσεις των Ακαδημαϊκών με τους οποίους συμφωνεί και ο Κικέρων[14], οι Στωικοί έλυσαν το πρόβλημα, προτείνοντας μια βουλησιαρχική θεωρία, η οποία ισχύει για τον ανθρώπινο κόσμο χωρίς να καταστρατηγεί την παγκόσμια αιτιοκρατία (εισάγοντας τη διάκριση μεταξύ αναγκαίου και «δυνατού»[15]). Η ελευθερία της βούλησης συγκεκριμένα εντοπίζεται στην δυνατότητα επιλογών και λήψης αποφάσεων κατόπιν λογικής εκτίμησης των προσφερομένων δυνατοτήτων δράσης πάντοτε μέσα στα πλαίσια της ευρύτερης συμπαντικής αιτιοκρατίας. Είναι σαφές ότι τόσο για τους Στωικούς όσο και για νεότερους υποστηρικτές της ανάγκης συμβιβασμού της φυσικής αιτιοκρατίας και της ελεύθερης βούλησης στόχος είναι « η διάσωση του θείου λόγου ως του διοικητού του σύμπαντος και ταυτόχρονα του ανθρώπινου λόγου. Ο τελευταίος ως τμήμα του πρώτου πρέπει να διαθέτει τη δυνατότητα αυτόνομης δράσης. Διαφορετικά τόσο η φυσική όσο και η ηθική δεν έχουν νόημα[16].
 
Μια τελευταία αλλά πολύ σημαντική πλευρά της περί Λόγου θεωρίας των Στωικών αποτελεί η πολιτική και κοινωνική διάσταση του θέματος, εφόσον στην θεωρία του φυσικού Λόγου εδράζονται η θεωρία της έμφυτης ανθρώπινης κοινωνικότητας, του «κοσμοπολιτισμού» και της φυσικής ισότητας των ανθρώπων. Στο στωικό σύστημα η φυσική κοινωνικότητα δεν αντιστρατεύεται την «ατομικότητα», εφόσον οι άνθρωποι ως φορείς του Λόγου και ως κοινωνικά όντα είναι φύσει ίσοι και ισότιμα μέλη της παγκόσμιας κοινότητας κατά πρώτο λόγο και κατά δεύτερο λόγο των επί μέρους κοινωνιών. Φυσικά οι αντιλήψεις των Στωικών στο θέμα αυτό κυμαίνονται μεταξύ ακραίων αντιλήψεων, επηρεασμένων από τους Κυνικούς, όπως αυτών του Ζήνωνα στην «Πολιτεία» του και του Αρίστωνα, κατά τον οποίο «φύσει οὐκ ἔστι πατρίς, ὥσπερ οὐδ’ οἶκος οὐδ’ ἀγρός... ἀλλά γίγνεται μᾶλλον δ’ ὀνομάζεται»[17], έως τις πιο μετριοπαθείς αντιλήψεις των Μέσων Στωικών και τις απαλλαγμένες από ριζοσπαστισμό «ασκητικές» αντιλήψεις του Επίκτητου.
 
Αν και η στωική ηθική γενικά και η θεωρία περί φυσικού δικαίου ειδικότερα. λόγω της ακαμψίας και του απόλυτου χαρακτήρα τους, δεν επιδέχονται κατά. μερικούς μελετητές εξαιρέσεις, οι οποίοι θεωρούν την στωική ηθική γενικά ως ανεφάρμοστη σε πρακτικό πολιτικό επίπεδο»[18], ωστόσο είναι αναμφισβήτητο ότι πρώτοι αυτοί πρόβαλαν την ύπαρξη και την προτεραιότητα φυσικών νόμων, συνδεόμενων με τον κοινό λόγο- οι νόμοι αυτοί ισχύουν για όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως εθνικότητας, καταγωγής και φύλου. Η αντίληψη αυτή, όπως εύστοχα έχει υποστηρίξει η κ. Δραγώνα-Μονάχου[19], επιτρέπει να θεωρούνται οι Στωικοί ως πρόδρομοι της θεωρίας τ(ον ατομικών δικαιωμάτων, στην οποία, ως γνωστόν, κυριαρχούν οι ιδέες της ελευθερίας, προσωπικής, νομικής, πολιτικής, της αυτοπραγίας, της ισηγορίας, της αξιοπρέπειας και της αυτοδιάθεσης και βέβαια η άρνηση της νομιμότητας του θεσμού της δουλείας, τον οποίο και οι Στωικοί σε συμφωνία προς τους Κυνικούς είχαν απορρίψει. Ένα χωρίο του Φίλωνα του Αλεξανδρέως, που ίσως συνδέεται με τον Ποσειδώνιο, είναι έξοχα παραστατικό: «προσθήκη γάρ ἔστι τῆς τό κῦρος ἁπάντων ἀνημμένης φύσεως ἡ κατά δήμους πολιτεία· ἡ μέν γάρ μεγαλόπολις ὅδε ὁ κόσμος ἐστί καί μιᾷ χρῆται πολιτείᾳ καί νόμῳ ἐνί. Λόγος δέ ἐστι φύσεως προστακτικός μέν ὧν πρακτέον. ἀπαγορευτικός δέ ὧν οὐ φύσει ποιητέον»[20]. Είναι αυτονόητο ότι σε περίπτωση που η πολιτική εξουσία δεν αναγνωρίζει τα φυσικά αυτά δικαιώματα, οι Στωικοί επρέσβευαν ότι ο σοφός έχει το δικαίωμα ν’ αμφισβητήσει τη νομιμότητα των συμβατικών κανόνων, έτσι ώστε η ηθική του ακεραιότητα να παραμείνει αλώβητη, χωρίς να υπολογίζει τις φυσικές συνέπειες αυτής της άρνησης.
 
Είναι γνωστό ότι ο αντισυμβατικός χαρακτήρας των αντιλήψεων ορισμένων εκπροσώπων της αρχαίας Στοάς είχε προσλάβει τόσο έντονα ριζοσπαστικό χαρακτήρα, ώστε να επισύρει την αυστηρή κριτική εθνικών και χριστιανών συγγραφέων[21]. Κατά τον Ζήνωνα ιδίως και τον Αρίστωνα ο φυσικός λόγος επιτρέπει στους φορείς του ως μέλη της κοσμόπολης ν’ απορρίπτουν όλες τις κοινωνικές συμβάσεις. Έτσι οι αρχαίοι Στωικοί επρέσβευαν μια χαλαρή ερωτική ηθική, η οποία ανεχόταν την πορνεία, την ομοφυλοφιλία, ακόμα και την αιμομιξία - με κάποια αρνητική στάση απέναντι στην μοιχεία ίσως γιατί στόχευαν στην αναβάθμιση των συζυγικών σχέσεων - ενώ ακόμη και ο κανιβαλισμός εθεωρείτο ως μια «κατά περίστασιν» αποδεκτή και μέσα στα πλαίσια του φυσικού δικαίου δραστηριότητα»[22].
 
Μια τελευταία σημαντικότατη διάσταση της λογοκρατικής Στωικής ηθικής αποτελούν οι αντιλήψεις τους περί φιλίας ως του κατεξοχήν συνεκτικού κρίκου της φυσικής κοινωνικότητας των έλλογων όντων. Σε αντίθεση βέβαια προς την αντίληψη περί φιλίας του Αριστοτέλη, οι Στωικοί αναγνώριζαν την δυνατότητα σύναψης αληθινών φιλικών σχέσεων μόνο στους σοφούς: «λέγουσιν δέ τήν φιλίαν ἐν μόνοις τοῖς σπουδαίοις εἶναι διά τήν ὁμοιότητα, φασί δέ αυτήν κοινωνίαν τινά εἶναι τῶν κατά τόν βίον χρωμένων ἡμῶν τοῖς φίλοις ὡς ἑαυτοῖς»[23].
 
H στωική φιλοσοφία γενικά και ειδικά έχει ασκήσει σημαντική επίδραση σε διάφορες φάσεις της ιστορίας της φιλοσοφίας, ιδιαίτερα στην πρώιμη χριστιανική εποχή, στην Αναγέννηση και στον Διαφωτισμό[24]. Στη συνέχεια αυτής της μελέτης θα περιοριστούμε στην αναφορά ορισμένων επιδράσεων κατά τους νεότερους χρόνους, ιδιαίτερα στο έργο των Σκώτων φιλοσόφων Α. Ferguson. Shaftesbury και A. Smith. Γενικά ωστόσο αξίζει να επισημανθεί ότι το υλοζωικό στωικό κοσμοείδωλο ικανοποιούσε τις απαιτήσεις μιας φάσης της Αναγέννησης, κατά την οποία κυριαρχούσε η πολεμική στάση ενάντια στον υπερβατικό χαρακτήρα του χριστιανικού (βλ. νεοπλατωνικού) κοσμοειδώλου. Έτσι κατά την φάση αυτή και κατά στωική μίμηση οι έννοιες του Θεού-Λόγου αντικαθίστανται από τις έννοιες Φύση-Λόγος-Άνθρωπος, με την πρώτη να εκλαμβάνεται ως πηγή της ηθικής. Όπως παρατηρεί ο Π. Κονδύλης «η πολύ χρήσιμη, από τακτική άποψη, πλαστικότητα της στωικής αντίληψης φαίνεται στο ότι απ’ αυτήν προήλθαν δύο βασικά ρεύματα, που το ένα τους βοηθεί τον χωρισμό χριστιανικής και θύραθεν ηθικής, προλειαίνοντας έτσι τον δρόμο του ελευθεριασμού. ενώ το άλλο παραμένει κοντά στη χριστιανική ηθική»[25]. Στο πρώτο ρεύμα ανήκουν οι νεοστωικοί του 16ου και 17ου αι. (Vossius, Lipsius, Scioppius, Heinsius, Hooker) και πολύ περισσότερο ο Grotius, ο οποίος επεδίωκε την θεμελίωση ενός φυσικού δικαίου ικανού να υπερβεί τις θρησκευτικές έριδες και να θεμελιώσει μίαν ηθική που ν’ απορρέει από τη φύση και την αμετάβλητη νομοτέλειά της, προβάλλοντας ταυτόχρονα την φυσική λογικότητα και κοινωνικότητα των ανθρώπων»[26].
 
Σε ακόμα νεότερη εποχή πολύ κοντά στις περί «οικειώσεως» θεωρίες των Στωικών βρίσκεται η ανθρωπολογία στου Σκώτου ηθικού φιλοσόφου Α. Ferguson, ο οποίος τοποθετεί την οικεία πλευρά της ανθρώπινης φύσης στον φυσικό λόγο. στην συνείδηση και στη δυνατότητα κριτικής επιλογής. Ο ίδιος φιλόσοφος αποδέχεται εν μέρει το στωικό κριτήριο της διάκρισης μεταξύ καλoύ-κακού υιοθετώντας την άποψη ότι η πηγή της ανθρώπινης ευδαιμονίας και της κακοδαιμονίας δεν είναι τα πράγματα αλλά οι ορθές ή εσφαλμένες κρίσεις[27].
 
Μια άλλη  σημαντική περίπτωση στωικίζουσας φιλοσοφίας στην περίοδο του Διαφωτισμού αποτελεί ο Shaftesbury, ο οποίος, σε αντίθεση προς την Χομπεσιανή μηχανοκρατία, έχει υιοθετήσει μια τελεολογική αντίληψη της φύσης ως ενός οργανικού αρμονικού, αιτιοκρατουμένου συνόλου, από την «καλή» δομή του οποίου πηγάζουν οι ηθικές αξίες. Η υφή του κόσμου, κατά τον Shaftesbury, γίνεται αντιληπτή μέσω εμφύτων ιδεών και ενός Λόγου, ο οποίος, και εδώ υπάρχει μια σημαντική διαφορά από τους Στωικούς, θεωρείται ως η καθαρότερη έκφραση των παθών[28]. Ως προς το τελευταίο αξίζει να σημειωθεί ότι η στάση του Διαφωτισμού απέναντι στα πάθη ήταν σε γενικές γραμμές διαμετρικά αντίθετη αυτής των Στωικών, εφόσον οι περισσότεροι φιλόσοφοι τα θεωρούσαν ως ουσιαστικές πλευρές της ανθρώπινης φύσης.
 
Η Ανακοίνωσή μου θα κλείσει με μια σύντομη αναφορά στον στωικό χαρακτήρα της ηθικής φιλοσοφίας του οικονομολόγου και φιλοσόφου A. Smith. Κατά. τους σύγχρονους εκδότες του έργου του «The theory of Moral Sentiments» «οι ηθικές αντιλήψεις του Smith είναι ένας συνδυασμός στωικών και χριστιανικών αρετών, ή. με φιλοσοφικούς όρους. ένας συνδυασμός στωικισμού και Hutcheson. Ο Στωικισμός του Smith αντλείται κατά κύριο λόγο από τα γραπτά του Κικέρωνα, του Επίκτητου και του Μ. Αυρήλιου»[29]. Ο Smith πράγματι εδραίωσε την ηθική του στην - όχι μόνο χριστιανικής - αλλά και στωικής προέλευσης αρετή της φιλανθρωπίας και στις στωικής καταγωγής έννοιες του αυτοέλεγχου (Self-command) και της «συμπάθειας» στην φυσική και κοινωνική κυρίως διάστασή της. Οι ίδιοι εκδότες πιστεύουν - και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό - ότι η στωική περί φύσεως και Λόγου αντίληψη έχει ασκήσει επίδραση και στο «Wealth of Nations»[30], ιδιαίτερα στην εκεί υπάρχουσα αντίληψη περί «φυσικής ελευθερίας». Από τα δύο αυτά έργα φαίνεται ότι ο Smith έχει υιοθετήσει την κοσμοπολιτική ηθική των Στωικών και τη θεωρία του φυσικού δικαίου, ενώ έκδηλα στωικά στοιχεία παρουσιάζει η περί καθηκόντων θεωρία του Smith στο τμ. 111 και οι περί αρετών θέσεις του (prudence, beneficence, self-command). Συγκεκριμένα ο Στωικός κοσμοπολιτισμός είναι έκδηλος στο εξής απόσπασμα: «Ο άνθρωπος», λέγει ο Smith, « κατά τους Στωικούς οφείλει να θεωρεί τον εαυτό του... ως πολίτη του κόσμου, μέλος της τεράστιας φυσικής κοινοπολιτείας... θα ‘πρεπε να βλέπουμε τους εαυτούς μας... όπως θα μας έβλεπε κάθε πολίτης του κόσμου, ό. τι μας συμβαίνει θα πρέπει να νομίζουμε ότι συμβαίνει και στον γείτονά μας»[31].
 
      Η διάκριση που κάνει ο Smith μεταξύ κοινωνικών και αντικοινωνικών παθών θυμίζει την στάση των Στωικών απέναντι στα θετικά (ευπάθεια) και αρνητικά συναισθήματα (απάθεια), ενώ ομοιότητα με τις στωικές θέσεις παρουσιάζουν οι αντιλήψεις του Smith περί της έμφυτης κοινωνικότητας, του κοσμοπολιτισμού και των αμοιβαίων υποχρεώσεων των σοφών απέναντι στην ανθρωπότητα: «ο σοφός και ενάρετος» κατά τον Smith «σ’ όλες τις εποχές είναι πρόθυμος να θυσιάσει το ατομικό του συμφέρον στο συμφέρον της δικής του κοινωνίας. Θα πρέπει ωστόσο να είναι πρόθυμος να θυσιάσει όλα τα κατώτερα συμφέροντα στο ευρύτερο συμφέρον του σύμπαντος, αυτής της τεράστιας κοινωνίας όλων των λογικών όντων, της οποία διοικητής είναι ο ίδιος ο Θεός»[32].
 
Συνδυάζοντας ο Smith την στωική απάθεια (Self-command) με την χριστιανική αγάπη αποκαλεί τον συνδυασμό αυτό «τη μεγάλη επιταγή της φύσης», υιοθετώντας έτσι τη Βασική στωική ρήση του «ὁμολογονμένως τῇ φύσει ζῆν», ενώ, όπως ορθά παρατηρούν οι εκδότες του πιο πάνω ηθικού έργου του[33], η υιοθέτηση της στωικής περί φύσης αντίληψης συνοδεύεται και από την υιοθέτηση της στωικού χαρακτήρα αντίληψης περί της φύσης ως κοσμικής αρμονίας, η οποία επεκτείνεται και στο αίτημα της κοινωνικής αρμονίας, για την έκφραση της οποίας ο Smith χρησιμοποιεί τον στωικό όρο «συμπάθεια»[34].
 
Ας σημειωθεί ότι ο ίδιος ο Smith εκφράζει τον θαυμασμό και την οφειλή του στην στωική φιλοσοφία ως εξής: «η στωική φιλοσοφία παραδίδει τα ευγενέστερα μαθήματα μεγαλοψυχίας... και δεν μπορεί να υπάρξει αντίρρηση απέναντι στο μεγαλύτερο μέρος των παραγγελμάτων της. εκτός από ότι διδάσκουν μια τελειότητα πέρα από την ανθρώπινη φύση»[35]· και δεν είναι τυχαίο ότι αφιερώνει στον στωικισμό ένα μεγάλο μέρος της ιστορικής ανασκόπησης στο VII τμ. του ηθικού του έργου.
 
Η ανακοίνωση αυτή θα κλείσει με την επισήμανση ότι μέσω της επίδρασης των στωικών αντιλήψεων και σε αυτούς τους φιλόσοφους σε πρακτικό επίπεδο η σύγχρονη εποχή οφείλει κάτι εξαιρετικά σημαντικό στους Στωικούς, εφόσον η «πρωτεϊκή», κατά την έκφραση της Μ. Δραγώνα-Μονάχου[36], έννοια του φυσικού νόμου και η προέκτασή της η θεωρία του φυσικού δικαίου κληροδοτήθηκε στην ανθρωπότητα με όλες τις θετικές για την βελτίωση των συνθηκών ζωής των ανθρώπων στις κοινωνίες και τα κράτη, των οποίων ο καταστατικός χάρτης βασίζεται στα ανθρώπινα δικαιώματα. Τελικά, παρά τις αντιρρήσεις για την δυνατότητα πρακτικής εφαρμογής, μια πλευρά της στωικής φιλοσοφίας είχε μια εξαιρετικά εποικοδομητική για την ποιότητα της ανθρώπινης ζωής εφαρμογή. Αν δε αληθεύει η παρατήρηση των Raphael-Murfie, ότι η ηθική του Smith είχε ως βάση μια αντίληψη του φυσικού δικαίου από την οποία απέρρευσε και η οικονομική του θεωρία[37], οι δυτικές - και όχι μόνο - κοινωνίες οφείλουν στην στωική φιλοσοφία και μια σημαντική οικονομική θεωρία.
 ---------------------
[1] Βλ. μεταξύ άλλων A. Aall: Da Logos: Geschiclite seiner Entwicklung ill der griechischcn Philosophic uni! del christlichen l.ilcnilur. Leipzig, 1896,                   Max Ileinze: Die l.ehre vom Logos in der griechischcn Philosophic. Oldenburg, 1872.
[2] M. Colish: The Stoic Tradition from Antiquity to the Early Middle Ages. Leiden, 1985, τ. 2. σ. 23.
[3] J. von Arnim: Stoicoruni Vctcrum Erngmenlu. Edilio Stereotypa, editionis Primae, SUilgardiae, Bande I-1V, 1905-1924 (SVF 158).
[4] SVF II 916
[5] SVF II 937, βλ. και 945, 914, 1024.
      [6] Ωριγένους: Πρός Κέλσον, 3,72 (Loeb). Βλ. και SVF II 725, III 219-220, 337-339.
      [7] Epistulae Morales XLI, 8-9 (Loeb).
      [8] SVF. 111456, βλ. και 1208, 205-207, III 457-460.
      [9] Κικέρωνος: De officiis I, 4 (Loeb).
     [10] Βλ. M. Colish: ό.π., σ. 28.
     [11] SVF 1552, βλ. και SVF III 4. 
     [12] Επικτήτου: Διατριβαί 16, 19-22 (Loeb).
     [13] De legibus I 6, 18-19 (Loeb).
     [14] De fato VIII 15-16, XIV 34-35 (Loeb).
     [15] Βλ. SVF: II 956-60, 974 σελ. 124., 979, 991.
     [16] M. Colish: ό.π., σ. 35. 
     [17] SVF I 37.
     [18] Βλ. M. Nussbaum: The Therapy of Desire: Theory and Practice in Hellenistic N.J. 1994. scl. 124.
     [19] Μ. Δραγώνα-Μονάχου: «Ο νόμος της φύσης στη Στοά: Μια έννοια θεμελιακή για τα ανθρώπινα δικαιώματα». Μνήμη Ευάγγελου
             Παπανουτσου, Αθήνα, 1983, τ.Β'. σσ. 133-16
     [20] SVF III 323.
     [21] Βλ. Ωριγένη: Πρός Κέλσον 4,45(SVF III 743), Σέξτου Εμπειρικού: Πυρρώνειοι Υποτυπώσεις III 246(SVF III 745). Επιφάνιου: Πρός
            Αιρετικούς III 39(SVF III 746), Πλούταρχου: Περί κρεωφαγίας II 3(SVF III 749), Περί Στωϊκών εναντιιωμάτων 1044f(SVF III 753).
     [22] SVF I 249-51. 254-56, 985, ΙΙΙ745, 685, 744, 747, 753 (πρβλ. Μ. Colish: ό.π., σ. 39 
     [23] SVF III 631, βλ. και 625, 626, 630.
     [24] Βλ. το εξαίρετο δίτομο έργο της Μ.Colish για την επίδραση του Στωικισμού στη ρωμαϊκή σκέψη και τους πρώιμους Πατέρες της Δυτικής
            Εκκλησίας. Για την νεότερη εποχή βλ.G. Abel: Stozismus und fruhe Neuzeit. Bntstehungsgeschichte Mode men Denkens in Felde von Ethik und
            Politik. Berlin. 1978. Andre Bridoux: Le Stoicisme et son influence. Paris, 1966.
     [25] Π. Κονδύλη: Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, Ιστορική Βιβλιοθήκη, Θεμέλιο,1 64, υπ. 358.
     [26] H. Grotius: De Jure Belli ac Pads lihri ires in quibus Jus naturae et Gentium, i praecipua explicantur. Amstelaedami, 1712, Proleg., 31 (6. XVIII, 6
             (σ. V).
     [27] A. Ferguson: Principles of Moral and political Sciences. Hildesheim 1975 (1792)
 
     [28] Shaftesbury: Characteristics of Men, Manners. Opinions, Times, I-II, London, 1723
     [29] A. Smith: The Theory of Moral Sentiments, ed. by D.D. Raphael and A.L. Mini (1759). Εισαγωγή, σ. 6.
     [30] Στ. ιδ. σ. 5.
     [31] Στ. ίδ.. III 3 σ. 11.
     [32] Στ. ίδ. VI, 3, σ. 235.
     [33] Στ. ίδ. Εισαγωγή σ. 7.  
     [34] Οι σύγχρονοι εκδότες του έργου του A. Smith διατυπώνουν την άποψη ότι οι έννοιες της συμπάθειας και του αμερόληπτου παρατηρητή
             αποτελούν την πρωτότυπη συμβολή του Smith (Εισαγωγή σελ. 7). Αν και κατά την γνώμη της συγγραφέως αυτής της εργασίας η στωική
             επίδραση είναι εμφανής τόσο στην αντίληψή του Smith περί «κοινωνικής συμπάθειας», c του περί «φυσικής συμπάθειας», την οποία, κατά
             τους ίδιους τους εκδότες, εφάρμοσε και στην  οικονομική του θεωρία (στ. ίδ. σσ. 7-8), το θέμα απαιτεί μια πιο λεπτομερή διερεύνηση.
     [35] Στ. ίδ. VII.
     [36] «Ο Νόμος της φύσης στη Στοά», ό.π., σ. 136.
     [37] The Theory of moral Sentiments, ό.π. παρ. Εισαγωγή, σελ. 8.

Ο Ξενοφώντας, η Σπάρτη και οι περιπέτειες των ισχυρών

Αποτέλεσμα εικόνας για η Σπάρτη και οι περιπέτειες των ισχυρώνΌταν ο Δερκυλίδας κατέλαβε τη Γέργιθα, ήταν φανερό ότι είχε υπό τον έλεγχό του την περιοχή της Αιολίδας. Ο σπαρτιατικός επεκτατισμός ήταν πλέον απολύτως ορατός, και η Σπάρτη ήταν ξεκάθαρος ρυθμιστικός παράγοντας στα παράλια της Ασίας. Ο Δερκυλίδας είχε καταφέρει να κυριεύσει εννιά πόλεις μέσα σε οχτώ μέρες.

Ο Φαρνάβαζος φοβούμενος ότι θα μπορούσε να κινδυνεύσει και η Φρυγία προτίμησε να κάνει ανακωχή με το Δερκυλίδα. Μετά από αυτά ο Δερκυλίδας δεν είχε τίποτε άλλο κατά νου απ’ το να βρει ένα ασφαλές μέρος να ξεχειμωνιάσει, χωρίς να επιβαρύνει τους συμμάχους, όπως έκανε ο Θίβρων. Αποφάσισε να κατευθυνθεί προς τη Θράκη της Βιθυνίας: «τούτο δεν πολυστενοχώρησε τον Φαρνάβαζο, που βρισκόταν συχνά σε πόλεμο με τους Βιθυνούς. Το μεγαλύτερο διάστημα ο Δερκυλίδας λεηλατούσε ανενόχλητος τη Βιθυνία κι είχε άφθονα τα εφόδια. Αργότερα ωστόσο του ήρθαν σύμμαχοι από την αντικρινή όχθη, σταλμένοι από τον Σεύθη, κάπου διακόσιοι Οδρύσες ιππείς και τριακόσιοι πελταστές». (3,2,2).

Αυτές οι συμμαχικές δυνάμεις στρατοπέδευσαν σε διαφορετικό σημείο από το στρατό του Δερκυλίδα κι άρχισαν να λεηλατούν την περιοχή. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο μάζεψαν τόσους αιχμαλώτους και λάφυρα, που οι Βιθυνοί θορυβήθηκαν. Τελικά, αφού παρακολούθησαν την κίνηση του στρατοπέδου, επιτέθηκαν τη στιγμή που ο κύριος όγκος του στρατού ήταν εκτός, κατέσφαξαν τους φρουρούς, πήραν πίσω τα συγκεντρωμένα λάφυρα κι άφησαν πίσω τους γυμνά πτώματα.

Ο Δερκυλίδας, όταν πληροφορήθηκε τη σφαγή, έσπευσε να βοηθήσει, αλλά ήταν πολύ αργά. Κατόπιν αυτών, οι Οδρύσες σύμμαχοι στρατοπέδευσαν στο ίδιο μέρος με τους σπαρτιάτες και συνέχισαν να πλιατσικολογούν τη Βιθυνία.

Με τον ερχομό της άνοιξης ο Δερκυλίδας κατέφυγε στη Λάμψακο, όπου συναντήθηκε με τον Άρακο, το Ναυβάτη και τον Αντισθένη, οι οποίοι ήρθαν από τη Σπάρτη για να του δηλώσουν την ικανοποίηση των σπαρτιατικών αρχών από τη δράση του, κυρίως επειδή δεν προσπάθησε να απομυζήσει τους απελευθερωμένους συμμάχους προξενώντας δυσαρέσκεια, όπως είχε κάνει ο Θίβρων πρωτύτερα.

Ήταν βέβαιο ότι ο Δερκυλίδας θα παρέμενε αρχηγός του σπαρτιατικού στρατού στην Ασία: «Την ώρα που οι απεσταλμένοι της Σπάρτης βρίσκονταν στην ίδια σκηνή με τον Δερκυλίδα, κάποιος από την ακολουθία του Αράκου θύμισε ότι είχαν αφήσει στη Λακεδαίμονα πρέσβεις των Χερσονησιωτών, που δήλωναν ότι δεν μπορούσαν πια να καλλιεργήσουν τη Χερσόνησο επειδή την καταλήστευαν οι Θράκες – ενώ αν χτιζόταν ένα προστατευτικό τείχος από τη μια θάλασσα ως την άλλη θα υπήρχε άφθονη κι εύφορη γη να καλλιεργήσουν κι αυτοί κι όσοι Λακεδαιμόνιοι ήθελαν. Για τούτο, είπαν οι απεσταλμένοι, δεν θα τους παραξένευε αν η πόλη έστελνε κάποιον Λακεδαιμόνιο, με στρατό, γι’ αυτόν τον σκοπό». (3,2,8).

Ο Τισσαφέρνης ήταν σατράπης της Λυδίας και αξιωματικός του Περσικού στρατού στην περιοχή της Μικράς Ασίας. Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου συμμάχησε με τους Σπαρτιάτες και τους βοήθησε να κερδίσουν τους Αθηναίους.

Ο Δερκυλίδας, χωρίς να δείξει τις προθέσεις του για το θέμα, έστειλε τους πρέσβεις στην Έφεσο με σκοπό να περάσουν από όλες τις ελληνικές πόλεις και να διαπιστώσουν προσωπικά τις συνθήκες ειρήνης κι ευημερίας που απολάμβαναν. Αφού ανανέωσε την ανακωχή με το Φαρνάβαζο κατευθύνθηκε προς τη Χερσόνησο. Όταν κατάλαβε ότι τα πράγματα ήταν ακριβώς όπως τα έλεγαν οι Χερσονησιώτες, ανέλαβε αμέσως δράση: «Μετρώντας τον ισθμό βρήκε πως είχε πλάτος τριάντα εφτά στάδια· τότε, χωρίς να χάσει καιρό, έκανε θυσία κι άρχισε να κατασκευάζει τείχος, μοιράζοντας τη δουλειά στις μονάδες με την υπόσχεση ότι θα ‘δινε βραβεία σ’ εκείνους που πρώτοι θα τέλειωναν το κομμάτι τους, και στους άλλους ανάλογα με την επίδοσή τους. Μ’ αυτόν τον τρόπο ολοκλήρωσε το τείχος – που ‘χε αρχίσει μόλις την άνοιξη – πριν τελειώσει το καλοκαίρι». (3,2,10).

Όλα είχαν διευθετηθεί σύμφωνα με τις επιθυμίες του Δερκυλίδα· μόνο μία υπόθεση έμενε να εκκρεμεί: «εξόριστοι από τη Χίο κατείχαν τον Αταρνέα, ισχυρή τοποθεσία απ’ όπου έκαναν εξορμήσεις και καταλήστευαν την Ιωνία, ζώντας από τη λεηλασία». (3,2,11). Δεν έχασε καθόλου χρόνο: «Σαν έμαθε πως είχαν πολύ στάρι, στρατοπέδευσε τριγύρω τους και τους πολιόρκησε. Σ’ οχτώ μήνες τους ανάγκασε να συνθηκολογήσουν». (3,,2,11).

Ο Δερκυλίδας είχε αναδειχθεί σε άνθρωπο για όλες τις δουλειές. Όποια πόλη είχε προβλήματα κι ένιωθε ότι καταπιέζεται ή αδικείται δεν είχε παρά να απευθυνθεί σ’ αυτόν. Όταν διευθετήθηκε και το θέμα στον Αταρνέα, αυτό που έμενε ήταν η επόμενη αποστολή. Κι όσο κρατούσε η ανακωχή με το Φαρνάβαζο, ήταν φανερό ότι τα πράγματα θα οδηγούσαν στον Τισσαφέρνη: «Ως εκείνο τον καιρό οι σχέσεις ανάμεσα στον Τισσαφέρνη και τον Δερκυλίδα, καθώς κι ανάμεσα στους Έλληνες και τους βαρβάρους της περιοχής, ήταν ειρηνικές. Τότε όμως πήγαν στη Λακεδαίμονα πρέσβεις από τις ιωνικές πόλεις κι εξήγησαν ότι στο χέρι του Τισσαφέρνη ήταν, αν ήθελε, να παραχωρήσει αυτονομία στις ελληνικές πόλεις και θα τους την παραχωρούσε μια ώρα αρχύτερα, είπαν, αν πάθαινε καταστροφές η Καρία όπου ζούσε ο ίδιος. Ακούγοντας αυτά οι έφοροι έστειλαν διαταγή στον Δερκυλίδα να πάρει τον στρατό και να διαβεί το ποτάμι προς την Καρία, ενώ ο ναύαρχος Φάραξ θα πήγαινε από τα παράλια με τον στόλο. Έτσι κι έγινε». (3,2,12).

Υπό αυτές τις συνθήκες, η συνάντηση Τισσαφέρνη και Φαρναβάζου κρίνεται απολύτως αναμενόμενη. Βρισκόμαστε μπροστά στον ίδιο αιώνιο νόμο της ιστορίας που θέλει το δυναμικό επεκτατισμό της ισχύος να συνασπίζει όλους τους άλλους προς αποκατάσταση των ισορροπιών. Το ότι οι σχέσεις Τισσαφέρνη και Φαρναβάζου δεν ήταν οι καλύτερες, αφού ανταγωνίζονταν για το ποιος θα ευνοηθεί περισσότερο από το βασιλιά – και το γεγονός ότι δόθηκε η αρχιστρατηγία στον Τισσαφέρνη είχε δυσαρεστήσει το Φαρνάβαζο –, δε θα μπορούσε να επηρεάσει στο ελάχιστο τις εξελίξεις.

Η ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται με τους ίδιους νόμους, όπως τους είχε ορίσει ο Θουκυδίδης. Τότε, μπροστά στην αθηναϊκή ισχύ συμμάχησαν οι Σπαρτιάτες με τους Πέρσες. Τώρα, που η Αθήνα έχει εξουδετερωθεί, η απειλή είναι η Σπάρτη και θα συμμαχήσουν ο Τισσαφέρνης με το Φαρνάβαζο. Είναι βέβαιο ότι, αν δεν υπήρχε στο προσκήνιο η Σπάρτη, ο Τισσαφέρνης και ο Φαρνάβαζος θα είχαν τις χειρότερες σχέσεις. Η δύναμη που κινεί την ιστορία είναι το συμφέρον. Και το συμφέρον είναι υπόθεση των ισχυρών. Οι ανίσχυροι δεν μπορούν να έχουν αξιώσεις.

Ο Τισσαφέρνης και ο Φαρνάβαζος, αφού οχύρωσαν την Καρία, ώστε να είναι αδύνατο στο Δερκυλίδα να την καταλάβει, κατευθύνθηκαν προς την Ιωνία: «Μαθαίνοντας ο Δερκυλίδας ότι είχαν ξαναπεράσει τον Μαίανδρο, είπε στον Φάρακα ότι φοβόταν μήπως ο Τισσαφέρνης κι ο Φαρνάβαζος, βρίσκοντας τη χώρα απροστάτευτη, κάνουν επιδρομές και τη λεηλατήσουν· διάβηκε λοιπόν κι αυτός το ποτάμι. Ενώ όμως βάδιζαν με τον στρατό τους ασύνταχτο, νομίζοντας ότι ο εχθρός είχε κιόλας προχωρήσει προς την περιοχή της Εφέσου, βλέπουν ξαφνικά Κάρες με λευκές ασπίδες. Όλο τον περσικό στρατό που έτυχε να βρίσκεται στην περιοχή, όλους τους Έλληνες μισθοφόρους του ενός και του άλλου σατράπη και πολύ ιππικό – του Τισσαφέρνη στο δεξιό κέρας και του Φαρναβάζου στο αριστερό». (3,2,14).

Η σύγκρουση απεφεύχθη χάρη στην πρωτοβουλία του Τισσαφέρνη να στείλει απεσταλμένους και να ζητήσει συνάντηση. Η αλήθεια είναι ότι δίστασε να δώσει τη μάχη «λογαριάζοντας το πώς είχαν πολεμήσει τους Πέρσες οι μισθοφόροι του Κύρου και πιστεύοντας ότι όλοι οι Έλληνες τους έμοιαζαν…». (3,2,18).

Όμως, κι ο Δερκυλίδας, αν και παρατάχτηκε κανονικά, ήταν φανερό ότι επίσης δεν ήθελε αυτή τη μάχη: «Ενώ οι Πελοποννήσιοι στρατιώτες ετοιμάζονταν ήρεμα να πολεμήσουν, από τους άλλους – όσοι ήταν από την Πριήνη, το Αχίλλειο, τα νησιά και τις ιωνικές πόλεις – μερικοί το ‘βαλαν στα πόδια πετώντας τα όπλα τους μέσα στα στάχυα αλλά κι εκείνοι που έμεναν στις θέσεις τους έδειχναν φανερά πως δεν θα ‘μεναν για πολύ. Ταυτόχρονα μαθεύτηκε ότι ο Φαρνάβαζος ζητούσε να δώσουν μάχη». (3,2,17-18).

Στη συνάντηση, ο Δερκυλίδας ζήτησε να μεταφέρουν στο βασιλιά το αίτημα να αφήσει ελεύθερες τις ελληνικές πόλεις της Ιωνίας ο Τισσαφέρνης και να αποσυρθούν άμεσα τα σπαρτιατικά στρατεύματα από την Ασία: «Έπειτα απ’ αυτή την ανταλλαγή απόψεων έκαναν ανακωχή, ώσπου ν’ αναφερθούν ο Δερκυλίδας στη Λακεδαίμονα κι ο Τισσαφέρνης στον Βασιλέα». (3,2,20).

Από την άλλη, και μέσα στην Πελοπόννησο το κλίμα ήταν επίσης συγκρουσιακό. Οι Ηλείοι έχοντας κερδίσει συμμαχίες προκαλούσαν ανοιχτά τη Σπάρτη: «… δεν άφηναν τους Λακεδαιμονίους να πάρουν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες – ούτε στους ιππικούς ούτε στους αθλητικούς –, με τον ισχυρισμό ότι είχαν σε βάρος τους καταδίκη· κι ως να μην έφταναν αυτά, όταν ο Λίχας – που ‘χε δώσει το άρμα στους Θηβαίους – μπήκε να στεφανώσει τον ηνίοχο την ώρα που τους ανακήρυξαν νικητές, τον μαστίγωσαν – γέρον άνθρωπο – και τον έδιωξαν. Αργότερα πάλι, μια φορά που ο Άγις στάλθηκε να κάνει θυσία στον Δία σύμφωνα μ’ έναν χρησμό, οι Ηλείοι δεν τον άφησαν να προσευχηθεί, για νίκη στον πόλεμο, λέγοντας ότι αποτελούσε αρχαίο έθιμο να μη ζητάνε οι Έλληνες χρησμό για πολέμους αναμεταξύ τους· έτσι ο Άγις έφυγε δίχως να κάνει θυσία». (3,2,21-22).

Οι Ηλείοι, προφανώς, θεωρώντας ότι μπορούν να τα βγάλουν πέρα με τους Λακεδαιμονίους θέλησαν να επιδείξουν τη δική τους δύναμη καθιερώνοντας το δικό τους πόλο ισχύος μέσα στην Πελοπόννησο. Κι αποθρασύνθηκαν εντελώς, όταν, ενώ εκστράτευσαν οι Σπαρτιάτες εναντίον τους, αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω ματαιώνοντας την εκστρατεία λόγω ενός σεισμού. Την επόμενη χρονιά όμως, η Σπάρτη έκανε πραγματική επίδειξη δύναμης: «Μόλις ο Άγις εισέβαλε από την Αυλώνα, αμέσως αποστάτησαν από τους Ηλείους και πήγαν με το μέρος τους οι Λεπρεάτες, το ίδιο και οι Μακίστιοι, κι αμέσως μετά οι Επιταλιείς· καθώς περνούσε το ποτάμι προσχώρησαν οι Λετρίνοι, οι Αμφίδολοι κι οι Μαργανείς». (3,2,25).

Τώρα πια κανείς δεν εμπόδισε τον Άγι να κάνει θυσία. Οι Σπαρτιάτες λεηλάτησαν τη χώρα και κυριολεκτικά κατέστρεψαν την ύπαιθρο. Ο Άγις έφτασε μέχρι την πόλη χωρίς καμία αντίσταση και διέλυσε τα προάστια. Την πόλη όμως δεν την κατέλαβε, αν και ήταν ανοχύρωτη. Η άποψη που επικράτησε ήταν ότι δεν ενδιαφερόταν γι’ αυτό. Το επόμενο καλοκαίρι οι Ηλείοι αναγκάστηκαν να αποδεχτούν όλους τους όρους που επέβαλε η Σπάρτη.

Όταν κάποιος προκαλεί την ισχύ, χωρίς να έχει τα μέσα να την αντιμετωπίσει, δεν προβάλλει τη γενναιότητα αλλά την ανοησία. Ο συμβιβασμός είναι η μοναδική διέξοδος – εκτός αν επιλέξει την καταστροφή. Τελικά, αυτό που απομένει είναι μάλλον η γελοιοποίηση. Το σίγουρο είναι ότι η ισχύς δεν επαναπαύεται ποτέ. Είτε ασκώντας επεκτατισμό είτε αντιμετωπίζοντας προκλήσεις – σοβαρές ή γελοίες – είναι αναγκασμένη σε διαρκή εγρήγορση. Ο πόλεμος μετατρέπεται σε μόνιμη συνθήκη. Ο εφησυχασμός είναι το τέλος της ισχύος. Όποιος δεν έχει όρεξη για περιπέτειες, δε θα γίνει ποτέ ισχυρός.

Ο πελταστής ήταν είδος αρχαίου πολεμιστή. Εμφανίστηκε κατά την Κλασική εποχή (περίπου 5ος με 4ος αιώνας π.Χ.). Οι πελταστές ήταν συνήθως εξοπλισμένοι με την πέλτη, ελαφριά θρακική ασπίδα η οποία είχε μία εσοχή σαν μισοφέγγαρο, και τρία ακόντια, τα οποία κρατούσαν το ένα στο ένα χέρι και τα άλλα δύο στο άλλο χέρι μαζί με την ασπίδα.

Ακόμη και μέσα στην πόλη τα πράγματα δεν ήταν ήρεμα. Ο θάνατος του Άγιδος έφερε τη διαμάχη της διαδοχής: «Τότε τσακώθηκαν, για το ποιος θα γίνει βασιλιάς, ο Λεωτυχίδης – που έλεγε πως ήταν γιος του Άγιδος – κι ο Αγησίλαος, που ήταν αδελφός του». (3,3,1).

Έχουμε περάσει πια στο 398 π. Χ., όταν τα πράγματα έδειχναν ότι έφταναν σε αδιέξοδο. Ο Αγησίλαος επανέφερε στο προσκήνιο τις φήμες που έλεγαν πως ο Λεωτυχίδης ήταν νόθο παιδί του Αλκιβιάδη, ο οποίος υπήρξε εραστής της γυναίκας του Άγιδος, όταν εγκατέλειψε την Αθήνα και πέρασε στη Σπάρτη. Εφόσον δεν υπήρχε γνήσιος απόγονος έπρεπε ο αδερφός να αναλάβει τη βασιλεία.

Από την πλευρά του κι ο Λεωτυχίδης κάθε άλλο παρά ήταν πρόθυμος να εγκαταλείψει τον αγώνα. Κι όπως ήταν φυσικό, ο καθένας είχε τους δικούς του συμμάχους: «Ο Διοπείθης – δεινός ερμηνευτής χρησμών – υποστήριξε τον Λεωτυχίδη λέγοντας πως υπήρχε και χρησμός του Απόλλωνα που συμβούλευε να φυλαχτούν από “κουτσή βασιλεία”. Ο Λύσανδρος όμως, παίρνοντας το μέρος του Αγησιλάου, του αποκρίθηκε ότι κατά τη γνώμη του δεν είχε συμβουλέψει ο θεός να φυλαχτούν από άνθρωπο που θα κούτσαινε από χτύπημα, αλλά μάλλον να μη γίνει βασιλιάς κάποιος που δεν βαστούσε από βασιλική γενιά – γιατί τότε θα ήταν κουτσή η βασιλεία, όταν δεν θα κυβερνούσαν την πόλη απόγονοι του Ηρακλή». (3,3,3). Τελικά, οι πολίτες επέλεξαν για βασιλιά τον Αγησίλαο.

Όμως, πριν κλείσει χρόνος, οι θυσίες που έκανε ο Αγησίλαος στους θεούς έδειχναν ξεκάθαρα αρνητικά σημάδια. Ο μάντης – ερμηνευτής της θεϊκής βούλησης διέβλεπε συνωμοσία σε βάρος του νέου βασιλιά. Οι θυσίες έγιναν τρεις φορές δίνοντας πάντα τα ίδια αποτελέσματα. Λίγες μέρες αργότερα έφτασε στους εφόρους επίσημη καταγγελία για τη συνωμοσία που γεννιόταν, εμπνευστής και οργανωτής της οποίας ήταν ο Κινάδων, ένας γενναίος νεαρός, που δεν ανήκε στους καθαυτό Σπαρτιάτες.

Ο άνθρωπος που έκανε την καταγγελία ανέφερε «ότι κατά τα λεγόμενα του Κινάδωνος αυτός κι οι άλλοι ηγέτες είχαν μυήσει λίγους, αλλά έμπιστους· οι ίδιοι όμως έλεγαν ότι ήταν μαζί τους όλοι οι είλωτες, οι νεοδαμώδεις, οι υπομείονες και οι περίοικοι – γιατί όποτε γινόταν λόγος ανάμεσα σ’ αυτούς για τους Σπαρτιάτες, κανένας δεν μπορούσε να κρύψει ότι μ’ ευχαρίστηση θα τους έτρωγε κι ωμούς». (3,3,6).

Οι είλωτες, οι φτωχοί και οι νεοφερμένοι πολίτες, που δεν απολαμβάνουν τη ζωή και την αναγνώριση των άλλων αποτελούν πάντα την προσφιλέστερη μαγιά για τα επαναστατικά κινήματα. Το μόνο που μένει είναι η οργανωτική πνοή και η πίστη της επιτυχίας, που, συνήθως, παρέχουν κάποιοι επιφανείς εποφθαλμιώντας την εξουσία.

Η Σπάρτη είχε γνωρίσει πολλές φορές απειλή από τους είλωτες. Πού αλλού θα μπορούσαν να απευθυνθούν οι δυσαρεστημένοι από τα υψηλά στρώματα, που θέλουν ανατροπές; Ο ίδιος ο Κινάδων, όταν τον ρώτησαν μετά τη σύλληψή του τους λόγους που τα έκανε όλα αυτά, απάντησε: «Να μην είμαι κατώτερος από κανέναν στη Λακεδαίμονα». (3,3,10). Όσο για τον οπλισμό: «μαχαίρια, σπαθιά, σούβλες, τσεκούρια, αξίνες και δρεπάνια κι όλα τούτα, που μεταχειρίζονται οι άνθρωποι για να δουλέψουν τη γη, το ξύλο ή το λιθάρι, αποτελούν όπλα». (3,3,7).

Δεν ήταν εύκολα τα πράγματα για τον Αγησίλαο. Δεν ήταν όμως εύκολα ούτε και για το λαό της Σπάρτης, που διαρκώς εκστράτευε είτε στα παράλια της Ασίας, προς απελευθέρωση των άλλων, είτε μέσα στην Πελοπόννησο προς συμμόρφωση όσων αυθαδιάζουν. Το όραμα της νίκης επί των Αθηναίων, που υποσχόταν ήρεμη και χωρίς κινδύνους ζωή δε φαίνεται να επαληθεύεται. Η αναταραχή του αρχαίου κόσμου συνεχίζεται, αν και οι «κακοί» Αθηναίοι έχουν φύγει από το προσκήνιο…

Ξενοφώντος: «Ελληνικά»

Μα… τι είναι νεύρωση;

Αποτέλεσμα εικόνας για peliculas de los 60Μα τι ακριβώς είναι επιτέλους η νεύρωση; Όλοι μας χρησιμοποιούμε τούτη την καθημερινή πια λέξη, αλλά, αν μας ζητήσουν να την εξηγήσουμε, δε βρίσκουμε άκρη.

Θέλω να αντιγράψω εδώ μια εύστοχη και εναργή παράγραφο του Άλφρεντ Άντλερ πάνω σ’ αυτό το ζήτημα:
 
Σε κάθε νεύρωση, το πρόβλημα για τον ασθενή είναι η δυσκολία να διατηρήσει έναν τρόπο δράσης, σκέψης και αντίληψης, ο οποίος διαστρέφει και αρνείται τις απαιτήσεις της πραγματικότητας. Συνήθως, οι περιπτώσεις αυτές δε φτάνουν στο γιατρό παρά μόνο όταν αυτός ο τρόπος ζωής έχει γίνει τόσο δύσκολος ώστε να οδηγήσει στα όρια της κατάρρευσης. Το καθήκον του γιατρού, τότε, είναι να βρει τη σωστή μέθοδο για τη διόρθωση αυτού του τρόπου ζωής. Επομένως, το κοινό πρόβλημα του ασθενή και του γιατρού, αλλά και η βάση της συνεργασίας τους, είναι η κατανόηση της φύσης των λαθών του ασθενή.
Ας κρατήσουμε μέχρι εκεί που αναφέρει πως στο γιατρό θα πάει μονάχα όταν βασανίζεται τόσο πολύ απ’ αυτή τη διαστροφή της αλήθειας, ώστε η ζωή του τείνει να καταρρεύσει.

Συνήθως, βέβαια, όλα αυτά του συμβαίνουν κατά τρόπο που δεν μπορεί σαφώς να εντοπίσει ή, καλύτερα, να παραδεχτεί ο ίδιος. Διότι στο βαθμό που είμαστε νευρωσικοί, η ιδέα για τον εαυτό μας και για τις πράξεις μας παραμορφώνεται, είναι γεμάτη προφάσεις και δικαιολογίες. Εκείνο όμως που δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί κάποια στιγμή είναι η οδύνη, τα βάσανα, η απογοήτευση, η σύγχυση, οι απανωτές απογοητεύσεις, η δυστυχία, όλα αυτά που τον γονατίζουν.

Αυτό άλλωστε είναι και το μέγα ιαματικό θαύμα του πόνου: δεν μπορείς να τον αρνηθείς! Όταν πονάς, δε γίνεται να λες: «Δεν πονώ». Θα έρθει μια μέρα που θα εξαναγκαστείς να τον παραδεχτείς, να τσακίσεις αντιστάσεις και να ζητήσεις βοήθεια. Όσο μαζοχιστή κι αν έχεις καταντήσει το χαρακτήρα σου με τη διαρκή διαστρέβλωση της αλήθειας, ο πόνος μπορεί να σε ξεπεράσει κάποτε, να υπερβεί δηλαδή το όριο των ψευδοαντοχών σου και να πλημμυρίσει. Δεν παλεύεται ο πόνος από ένα βαθμό και πέρα, γι’ αυτό καλύτερα να μην τον προκαλούμε και να μην τον ερεθίζουμε. Ας ξαναθυμηθούμε εκείνη την κρυστάλλινη βεβαιότητα του Αριστοτέλη: «Πίσω από κάθε πόνο σου στέκει ένα λάθος σου».

Είναι και ατύχημα και ευτύχημα ταυτόχρονα το αποδεδειγμένο από την εμπειρία της ζωής συμπέρασμα πως μόνο τον εαυτό μας μπορούμε να διορθώσουμε. Μόνο τα δικά μας λάθη μπορούμε να επεξεργαστούμε, δουλεύοντας και εξυγιαίνοντας τον εαυτό μας και τη στάση του, υπάρχει ελπίδα να αλλάξει και ο άλλος.

Έτσι, λοιπόν, τον άλλο θα τον διορθώσουμε μονάχα διορθώνοντας τον εαυτό μας. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Κι αν δε διορθωθεί; Ε, τότε, πάλι στο χέρι μας είναι το τελειωτικό, το «μένω ή φεύγω». Υπάρχουν, εξάλλου, περιπτώσεις, όπου το «φεύγω» είναι πράξη ύψιστης αγάπης, σεβασμού και αυτοσεβασμού. Υπάρχουν απειράριθμα είδη φυγής. Υπάρχουν άνθρωποι που δραπέτευσαν από την «κακιά μοίρα τους» και μέσα σε κελί φυλακής. Πέταξαν ψηλά και χαρούμενα, με πνευματική μεταστροφή, ακόμη και παράλυτοι, καθηλωμένοι στο καροτσάκι με τις ρόδες. Πνευματική μεταστροφή, αυτή είναι η λέξη – κλειδί για την υγεία.

Όμως γιατί είναι ευτύχημα και όχι σκέτο δυστύχημα το γεγονός πως μόνο τα δικά μας σφάλματα μπορούμε να διορθώσουμε; Εγώ τουλάχιστον, το θεωρώ μια μεγαλειώδη δυσκολία. Διότι αποδεικνύει τον μέγιστο ρόλο της προσωπικής ευθύνης και, ως εκ τούτου, την τεράστια δυνατότητα της προσωπικής μας ελευθερίας. Αλλά παράλληλα αποδεικνύει τον απόλυτο σεβασμό που οφείλουμε προς τον κάθε άλλον να ακολουθήσει τη δική του βούληση. Να σωθεί ή να καταστραφεί.

Πάντα προσπαθώ να θυμάμαι την περιοριστική και ταυτόχρονα απεριόριστη φράση του Γκουρτζίεφ: «Τα γεγονότα δεν μπορείς να τα αλλάξεις, μπορείς όμως να αλλάξεις την αντιμετώπισή σου, τη στάση σου απέναντι στα γεγονότα». Δεν έχουν σημασία τα γεγονότα, αλλά η ερμηνεία που εμείς τους δίνουμε.

Ας δούμε όμως και πώς εκφράζει τον όρο νεύρωση το λεξιλόγιο της ψυχανάλυσης που βασίζεται στη φροϊδική θεωρία:

ΝΕΥΡΩΣΗ: Ψυχογενής πάθηση όπου τα συμπτώματα αποτελούν συμβολικά έκφραση ψυχικής σύγκρουσης, η οποία έλκει την καταγωγή της στην παιδική ιστορία του ατόμου και οδηγεί σε συμβιβασμούς ανάμεσα στην επιθυμία και την άμυνα.

Η μέγιστη σύγκρουση της ύπαρξης, του «θέλω» και του «πρέπει». Κι ανάμεσα σ’ αυτούς τους προαιώνιους γίγαντες – εχθρούς πέφτει η ειρηνευτική γέφυρα της πραγματικότητας, η αλήθεια. Επιμένω, ακούστε μέσα σας τι αληθινά θέλετε. Το να δω εκείνο που επιθυμώ δε σημαίνει πως θα το ακολουθήσω κιόλας οπωσδήποτε. Τότε ωριμάζω, τότε δυναμώνω, τότε γίνομαι συνειδητός, αυτοελεγχόμενος, ακόμη και ηρωικός μέσα στον χαώδη πόλεμο του ψυχισμού μου.

Δεν είναι να ντρεπόμαστε με αυτά που αισθανόμαστε, δεν έχουμε ευθύνη για τα αισθήματά μας, ευθύνη έχουμε για ό,τι τα κάνουμε μετά, αφού τα μάθουμε, για το πώς τα διαχειριζόμαστε. Τι κρατάμε τι πετάμε.

Η ζωή μας, το ταξίδι του Οδυσσέα

Το ταξίδι της ζωής είναι γλυκόπικρο. Όπως ο Οδυσσέας, δεν ήθελες να αφήσεις την θαλπωρή του σπιτιού σου, την μήτρα της μητέρας σου. Υπακούοντας όμως στην ανάγκη και στον προορισμό σου, θα αρχίσει το ταξίδι σου, και σε αυτό θα δεις, θ' ακούσεις, θα γευθείς, θα μυρίσεις, θα μάθεις..

Το κυριότερο όμως είναι ότι θα νιώσεις συναισθήματα. Θα νιώσεις χαρά, ικανοποίηση, επιτυχία, αγάπη σε όλες τις μορφές. Θα νιώσεις επίσης λύπη, θλίψη, φόβο, πόνο, απογοήτευση, μοναξιά, απόγνωση.

Στο ταξίδι σου, να ρισκάρεις, να έχεις συνοδοιπόρο το φόβο σου, να ελπίζεις, να έχεις υπομονή και πείσμα, να έχεις πάντα ένα στόχο, να ακολουθείς τα όνειρα σου… Μόνο εκείνα ξέρουν το δρόμο να σε οδηγήσουν, να εμπιστεύεσαι το ένστικτό σου, να ερωτεύεσαι με πάθος κάθε φορά, να μην αφήνεις τις πληγές του παρελθόντος να σε καθιστούν ανάπηρο στο παρόν, να έχεις γύρω σου ανθρώπους που σ’ αποδέχονται , και σ’ αγαπάνε γι’ αυτό που πραγματικά είσαι..

Να εκτιμάς κάθε πρωινό που ξημερώνει, να δίνεσαι εκεί που αξίζει, να μην αναλώνεσαι σε τρύπιες αγκαλιές, να χάνεσαι μέσα σε ψιθύρους, να κοιτάζεις γύρω σου και να βλέπεις, να γελάς δυνατά με την ψυχή σου, ν’ ακούς, να μην ξοδεύεις άσκοπα τον χρόνο σου, κάθε στιγμή είναι πολύτιμη, να μην αφήνεις τη μιζέρια και τη θλίψη να σε παρασύρουν στη δίνη τους, να βουτάς μες τα σκοτάδια σου και να βρίσκεις μέσα τους το φως σου.

Ταξιδεύοντας ως ένας άλλος Οδυσσέας θα χρειαστεί να ξεπεράσεις εμπόδια. Να παλέψεις με Κύκλωπες, να κολυμπήσεις σαν ναυαγός σε φουρτουνιασμένες θάλασσες, να ξεπεράσεις τις σειρήνες και τους λωτοφάγους. Θα κουραστείς, θα λυγίσεις θα πέσεις, μην ξεχάσεις όμως να σηκωθείς, όσο επίπονο και ένα είναι αυτό. Κρύβεις μέσα σου δύναμη που ούτε εσύ ο ίδιος δεν ξέρεις πως κατέχεις… Ηττημένος δεν είναι αυτός που πέφτει, παρά μόνο αυτός που παραιτείται....

Ναι, η ζωή είναι άδικη και πολλές φορές δύσκολη. Οι δυσκολίες της όμως είναι το αλατοπίπερο της. Μία Αραβική παροιμία λέει πως : «εάν η ζωή μας ήταν μία συνεχόμενη λιακάδα θα μετατρεπόταν σε έρημο»….

Να θυμάσαι παρά τις δυσκολίες, μπορείς να αντέξεις, η συνήθεια είναι αυτή που σκοτώνει την θέληση. Μην ξεχνάς πως εκτιμάς την υγεία περισσότερο όταν έχεις αρρωστήσει. Μην ξεχνάς επίσης πως είναι στην ανθρώπινη φύση να ξεχνούν γρήγορα τα χειρότερα όταν φτάνουν στα καλύτερα κι έτσι συχνά ακόμη κι αν έχουν ζήσει τα χειρότερα και πάλι δεν εκτιμούν τα καλύτερα.

Όλες αυτές οι στιγμές θα είναι η Α- λήθεια σου. Α- λήθεια, είναι να μην ξεχνάς το παρελθόν σου, όλες αυτές αυτές τις μικρές ή μεγάλες στιγμές που σε έκαναν αυτό που είσαι σήμερα. Όταν καταφέρεις να θυμάσαι και να μάθεις από τα λάθη και τις επιτυχίες σου, όταν η γνώση θα γίνει βίωμα και εμπειρία, και όχι πληροφορίες τρίτων, τότε θα αποκτήσεις την επί -γνωση, θα λειτουργείς συνειδητά, θα κρίνεις με μεγαλύτερη ασφάλεια. Η θεωρία έχει αξία μονάχα ως προετοιμασία, ο αγώνας ο κρίσιμος είναι η πράξη..

Η ζωή είναι ωραία και αξίζει να τη ζήσεις, όταν της δώσεις πλούσιο περιεχόμενο. Το ταξίδι της ζωής, που θα ζήσεις αφορά κυρίως τη δική σου ύπαρξη, για όσο η ψυχή σου θα πλέει στους ωκεανούς για να κατακτήσει για ακόμα μία φορά πιο συνειδητά πλέον την Ιθάκη της. Η ζωή όμως αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία, όταν την αφιερώσεις σε κάτι που ξεπερνά την μικρή χωροχρονικά ύπαρξη σου. Ο Κωστής Παλαμάς αναφέρει σχετικά : «Χρωστάμε σ” όσους ήρθαν, πέρασαν, θα έρθουν, θα περάσουν. Κριτές, θα μας δικάσουν, οι αγέννητοι, οι νεκροί».

Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν αυτή την στάση ζωής, Υστεροφημία...

Μην ξεχνάς, θα έρθει σίγουρα η μέρα που θα φύγεις. Θα ήταν υπέροχο αυτό να ερχόταν όταν θα είχαμε όλοι ολοκληρώσει το ταξίδι μας σε αυτόν τον κόσμο…
Να το απολαμβάνεις το ταξίδι σου. Είναι μοναδικό, για αυτό φρόντισε να μην «βουλιάξεις» μέσα στην καθημερινότητα, πρόσεχε να μην ξεχάσεις να ζήσεις πριν χαθείς…!

Η σωματική αλλά και η ψυχολογική κακομεταχείριση σε μια σχέση

Αποτέλεσμα εικόνας για διαλυση σχέσηΤα ποσοστά της αναφερόμενης βίας στα ζευγάρια είναι σημαντικά, παρότι δεν αφορούν αποκλειστικά βία που στρέφεται στις γυναίκες και δεν αφορά μόνο τη σωματική αλλά και την ψυχολογική κακομεταχείριση με άλλα μέσα, λεκτικά και μη. Το θέμα της βίας όμως πέρα από ένα “κατά” οφείλει να έχει και ένα “υπέρ”, μία απάντηση στο ερώτημα “κατά της βίας και υπέρ ποιού;” προκειμένου να αποκτήσει μία προοπτική.
 
Η βία αποτελεί την πλέον ακραία έκφραση συναισθημάτων όπως ο θυμός, ο φόβος, η επιθετικότητα, η αγανάκτηση, η απόγνωση. Μία έκφραση που δεν βρίσκει διέξοδο μέσω του λόγου, αλλά παραμένει μπλοκαρισμένη σε τραύματα, βιώματα και αναλόγως βίαια εσωτερικευμένα μοτίβα αντίδρασης του περιβάλλοντος. Η βία στηρίζεται στην αίσθηση αδυναμίας, μιας αδυναμίας να επικοινωνήσω την ανάγκη μου, την επιθυμία μου, αυτό που με τρομάζει, αυτό που με εξοργίζει. Μια αδυναμία να θέσω τα όριά μου, μία αίσθηση ότι δεν μπορώ να είμαι ελεύθερος, δεν δικαιούμαι, δεν έχω μάθει πως μου αξίζει. Οπότε η μόνη αντίδραση που μπορεί να σταθεί είναι η ακραία.
 
Η βία αφορά και τις δύο πλευρές: αδυναμία έκφρασης υπάρχει και σε αυτόν που δεν παράγει άλλο τρόπο επικοινωνίας και σε εκείνον που δεν οριοθετείται, αλλά ανέχεται σιωπηλά. Το πρόβλημα της έκφρασης αφορά και τις δύο πλευρές, είτε πρόκειται για ζευγάρι είτε πρόκειται για βία στον εργασιακό χώρο, στο κοινωνικό περιβάλλον .
 
Η βία σαν έκφραση είναι σκληρή, είναι υποτιμητική, παράγει συχνά και αναπαράγει πληγές, διότι δεν υπάρχει ενδιάμεσος χώρος συνάντησης. Υπάρχει απόσταση και άρα η “επικοινωνία” θα πρέπει να γίνει με ουρλιαχτά, η κατανόηση με πρόκληση πόνου. Η βία δημιουργείται από την απόσταση, και την τροφοδοτεί πάλι πίσω.
 
Υπάρχει δυνατότητα αλλαγής;
Η αλλαγή προϋποθέτει πλησίασμα: αρχικά του εαυτού μας και ίσως αυτό είναι το δυσκολότερο κομμάτι, καθώς εγείρει μνήμες, συχνά οδυνηρές. Το να μην είμαι βίαιος, σημαίνει αρχικά να αντιμετωπίσω με τρυφερότητα τον εαυτό μου, τις αδυναμίες μου, τις ανεπάρκειές μου, τη βία που και εγώ έχω δεχτεί, αλλά και την επιθυμία μου να συνδεθώ με εκείνη την άλλη πλευρά προς την οποία εκθέτω την ανημπόρια μου. Το να είμαι κατά της βίας, δεν σημαίνει απλώς να διαδηλώνω υποφέροντας, σημαίνει να είμαι υπέρ της καλής κοντινότητας, δηλαδή του μοιράσματος που θέτει όρια άνεσης μέσα στη σχέση και καταργεί την ανοχή καταστάσεων που σηματοδοτούν αδιέξοδα.
 
Η αλλαγή είναι εφικτή, σημαίνει άνοιγμα στην επικοινωνία, σημαίνει οριοθέτηση, ίσως και αποδοχή της μη δυνατότητας αλλαγής σε κάποιες περιπτώσεις. Σε κάθε όμως περίπτωση σημαίνει πάλη ενάντια στο κλείσιμο του εαυτού που τροφοδοτεί θυμούς αναίτια και υπεράσπιση της σχέσης, επομένως και των προσωπικών μου αναγκών και επιθυμιών. Σημαίνει να μιλώ αλλά και να αφουγκράζομαι.
 
Συνεπώς κεντρικό ρόλο διαδραματίζει ο λόγος.
Ο λόγος ελευθερώνει, δίνει νόημα, καθιστά το δύσκολο ανθρώπινο, το τραυματικό αντικείμενο επεξεργασίας. Η εμμονή στον πόνο συμβάλλει στη διατήρηση του φαύλου κύκλου της βίας. Η αποδοχή των ατομικών δυσκολιών και η άσκηση στο λόγο που σέβεται και καλεί σε συνδιαλλαγή είναι η μόνη ελπίδα αλλαγής στάσης. Το “κατά” στρέφεται στην απόσταση που φιμώνει και εγκλωβίζει σε σκηνές τρόμου που επαναλαμβάνονται καταναγκαστικά. Το “υπέρ” αν επιτρέπεται στρώνει μονοπάτι σε αυθεντικές συναντήσεις προσώπων με σημάδια, αλλά και δυνατότητες.

Τραύμα ταπείνωσης - ντροπής

Αποτέλεσμα εικόνας για Τραύμα ταπείνωσης - ντροπήςΕάν έχετε κάποιο σχετικό τραύμα ταπείνωσης/ντροπής, τότε πιθανότατα, σε ένα βαθύ επίπεδο αισθάνεστε άσχημα για τον εαυτό σας και πιστεύετε ότι κάτι δεν πάει καλά με σας, ότι έχετε ένα βασικό ελάττωμα -τουλάχιστον υπό ορισμένες συνθήκες. Ίσως πιστεύετε ότι δεν μπορείτε να κάνετε τα πράγματα αρκετά καλά. Όταν κάποιος σας επικρίνει, μπορεί να το ενστερνίζεστε και να νιώθετε άσχημα για τον εαυτό σας χωρίς να εξετάζετε κατά πόσο πιστεύετε ότι είναι αλήθεια.

Το τραύμα ντροπής οφείλεται στο ότι ταπεινωθήκατε ως παιδί. Μπορεί να έχετε δεχτεί γελοιοποίηση, κοροϊδία ή να νιώσατε ντροπή. Μπορεί να έχετε εκτεθεί δημόσια με τρόπο που σας ταπείνωσε. Μπορεί να σας συνέλαβαν σε μια κατάσταση που σας εξέθετε ή κάποιος να σας έκρινε με έναν τρόπο που σας έκανε να πιστεύετε ότι οι ενέργειές σας ήταν ντροπιαστικές.

Εάν έχετε τραύμα ντροπής, έχετε την τάση να αισθάνεστε εύκολα αμηχανία ή ντροπή αν κάποιος σας κρίνει, σας κοροϊδέψει ή εκτεθείτε δημόσια. Αυτό μπορεί να σας δυσκολεύει να διαχειριστείτε την αίσθηση ντροπής με έναν υγιή τρόπο, όπου θα παραμένατε γειωμένος ή θα βάζατε όρια σε κάποιον που σας κάνει να ντρέπεστε. Επίσης, μπορεί να καταστήσει δύσκολο για σας να αποφύγετε την αίσθηση ότι κάποιος σας περιγελά, ακόμα και αν δεν το κάνει στην πραγματικότητα. Ή μπορεί να αναστατώνεστε πολύ παραπάνω από το αναμενόμενο, αν κάποιος σας κάνει κάποιο πείραγμα.

Αυτά τα συναισθήματα μπορεί να είναι εντελώς συνειδητά ή να κρύβονται στο παρασκήνιο επειδή συνήθως αμύνεστε εναντίον τους με συγκεκριμένους τρόπους, όπως με το να θυμώνετε, να αποσύρεστε ή να κρίνετε τους ανθρώπους.

Που οφείλεται το τραύμα ταπείνωσης/ντροπής;

Υπάρχουν διάφορα ενδεχόμενα για την προέλευση αυτού του τραύματος:
1. Νιώσατε ντροπιασμένοι, δεχτήκατε επίκριση, απόρριψη, περιφρόνηση ή αρνητική σύγκριση σε σχέση με τους άλλους, όταν ήσασταν παιδί.
2. Συνέβησαν επώδυνα ή καταστροφικά πράγματα σε σας ή στην οικογένειά σας και πιστεύατε ότι «ήταν δικό σας λάθος, επειδή κάτι δεν πήγαινε καλά με σας».
3. Σας έβλαψαν ή σας απέρριψαν και πιστεύατε ότι αυτό συνέβαινε επειδή κάτι δεν πήγαινε καλά με σας.
4. Δεν σας έδειχναν σημασία ή κατανόηση και νιώθατε διαφορετικός από τους γονείς ή την οικογένειά σας και πιστεύατε ότι αυτό συνέβαινε επειδή κάτι δεν πήγαινε καλά με σας.
5. Δεν λάβατε την φροντίδα, την αγάπη, το νοιάξιμο ή την εκτίμηση που χρειαζόσασταν από τους γονείς σας και πιστεύατε ότι αυτό συνέβαινε επειδή κάτι δεν πήγαινε καλά με σας.

Ψευδείς πεποιθήσεις που συνοδεύουν το τραύμα ταπείνωσης/ντροπής
«Κάτι δεν πάει καλά με μένα.»«Είμαι λάθος, ανεπαρκής, χαζός, άσχημος, ασήμαντος, αντιπαθητικός, ασήμαντος, τεμπέλης, αναίσθητος, αχάριστος, κακός.» κ.ο.κ«Φταίω.»

Συναισθήματα που σχετίζονται με το τραύμα ταπείνωσης/ντροπής
Ανεπάρκεια, μελαγχολία, συντριβή, απελπισία, ντροπή, ακινητοποίηση, σύγχυση.

Συμπεριφορές που συνδέονται με το τραύμα ταπείνωσης/ντροπής
Όταν κάποιος με κατηγορεί ή με κρίνει, το ενστερνίζομαι και αισθάνομαι άσχημα για τον εαυτό μου.
Όταν κάποιος με αμφισβητεί, χάνω την εμπιστοσύνη στον εαυτό μου.
Ποτέ δεν πιστεύω ότι έχω κάνει κάτι αρκετά καλά.
Δεν πιστεύω ότι μπορώ να είμαι επιτυχημένος σε οτιδήποτε δοκιμάζω.
Εύκολα αναστατώνομαι με τον εαυτό μου και στεναχωριέμαι.
Πιστεύω ότι κάτι δεν πάει καλά με μένα.
Κοιμάμαι άσχημα.
Δεν μπορώ να αναλάβω δράση για να φτιάξω τη ζωή μου.
Νιώθω ληθαργικός και πεθαμένος.
Αναβάλλω τα πράγματα που έχω να κάνω.