Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (12.251-12.328)

Ὣς ἄρα φωνήσας ἡγήσατο, τοὶ δ᾽ ἅμ᾽ ἕποντο
ἠχῇ θεσπεσίῃ· ἐπὶ δὲ Ζεὺς τερπικέραυνος
ὦρσεν ἀπ᾽ Ἰδαίων ὀρέων ἀνέμοιο θύελλαν,
ἥ ῥ᾽ ἰθὺς νηῶν κονίην φέρεν· αὐτὰρ Ἀχαιῶν
255 θέλγε νόον, Τρωσὶν δὲ καὶ Ἕκτορι κῦδος ὄπαζε.
τοῦ περ δὴ τεράεσσι πεποιθότες ἠδὲ βίηφι
ῥήγνυσθαι μέγα τεῖχος Ἀχαιῶν πειρήτιζον.
κρόσσας μὲν πύργων ἔρυον, καὶ ἔρειπον ἐπάλξεις,
στήλας τε προβλῆτας ἐμόχλεον, ἃς ἄρ᾽ Ἀχαιοὶ
260 πρώτας ἐν γαίῃ θέσαν ἔμμεναι ἔχματα πύργων.
τὰς οἵ γ᾽ αὐέρυον, ἔλποντο δὲ τεῖχος Ἀχαιῶν
ῥήξειν· οὐδέ νύ πω Δαναοὶ χάζοντο κελεύθου,
ἀλλ᾽ οἵ γε ῥινοῖσι βοῶν φράξαντες ἐπάλξεις
βάλλον ἀπ᾽ αὐτάων δηΐους ὑπὸ τεῖχος ἰόντας.
265 Ἀμφοτέρω δ᾽ Αἴαντε κελευτιόωντ᾽ ἐπὶ πύργων
πάντοσε φοιτήτην, μένος ὀτρύνοντες Ἀχαιῶν.
ἄλλον μειλιχίοις, ἄλλον στερεοῖς ἐπέεσσι
νείκεον, ὅν τινα πάγχυ μάχης μεθιέντα ἴδοιεν·
«ὦ φίλοι, Ἀργείων ὅς τ᾽ ἔξοχος ὅς τε μεσήεις
270 ὅς τε χερειότερος, ἐπεὶ οὔ πω πάντες ὁμοῖοι
ἀνέρες ἐν πολέμῳ, νῦν ἔπλετο ἔργον ἅπασι·
καὶ δ᾽ αὐτοὶ τόδε που γιγνώσκετε. μή τις ὀπίσσω
τετράφθω ποτὶ νῆας ὁμοκλητῆρος ἀκούσας,
ἀλλὰ πρόσω ἵεσθε καὶ ἀλλήλοισι κέλεσθε,
275 αἴ κε Ζεὺς δώῃσιν Ὀλύμπιος ἀστεροπητὴς
νεῖκος ἀπωσαμένους δηΐους προτὶ ἄστυ δίεσθαι.»
Ὣς τώ γε προβοῶντε μάχην ὤτρυνον Ἀχαιῶν.
τῶν δ᾽, ὥς τε νιφάδες χιόνος πίπτωσι θαμειαὶ
ἤματι χειμερίῳ, ὅτε τ᾽ ὤρετο μητίετα Ζεὺς
280 νιφέμεν, ἀνθρώποισι πιφαυσκόμενος τὰ ἃ κῆλα·
κοιμήσας δ᾽ ἀνέμους χέει ἔμπεδον, ὄφρα καλύψῃ
ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς καὶ πρώονας ἄκρους
καὶ πεδία λωτοῦντα καὶ ἀνδρῶν πίονα ἔργα,
καί τ᾽ ἐφ᾽ ἁλὸς πολιῆς κέχυται λιμέσιν τε καὶ ἀκταῖς,
285 κῦμα δέ μιν προσπλάζον ἐρύκεται· ἄλλά τε πάντα
εἴλυται καθύπερθ᾽, ὅτ᾽ ἐπιβρίσῃ Διὸς ὄμβρος·
ὣς τῶν ἀμφοτέρωσε λίθοι πωτῶντο θαμειαί,
αἱ μὲν ἄρ᾽ ἐς Τρῶας, αἱ δ᾽ ἐκ Τρώων ἐς Ἀχαιούς,
βαλλομένων· τὸ δὲ τεῖχος ὕπερ πᾶν δοῦπος ὀρώρει.
290 Οὐδ᾽ ἄν πω τότε γε Τρῶες καὶ φαίδιμος Ἕκτωρ
τείχεος ἐρρήξαντο πύλας καὶ μακρὸν ὀχῆα,
εἰ μὴ ἄρ᾽ υἱὸν ἑὸν Σαρπηδόνα μητίετα Ζεὺς
ὦρσεν ἐπ᾽ Ἀργείοισι, λέονθ᾽ ὣς βουσὶν ἕλιξιν.
αὐτίκα δ᾽ ἀσπίδα μὲν πρόσθ᾽ ἔσχετο πάντοσ᾽ ἐΐσην,
295 καλὴν χαλκείην ἐξήλατον, ἣν ἄρα χαλκεὺς
ἤλασεν, ἔντοσθεν δὲ βοείας ῥάψε θαμειὰς
χρυσείῃς ῥάβδοισι διηνεκέσιν περὶ κύκλον.
τὴν ἄρ᾽ ὅ γε πρόσθε σχόμενος, δύο δοῦρε τινάσσων,
βῆ ῥ᾽ ἴμεν ὥς τε λέων ὀρεσίτροφος, ὅς τ᾽ ἐπιδευὴς
300 δηρὸν ἔῃ κρειῶν, κέλεται δέ ἑ θυμὸς ἀγήνωρ
μήλων πειρήσοντα καὶ ἐς πυκινὸν δόμον ἐλθεῖν·
εἴ περ γάρ χ᾽ εὕρῃσι παρ᾽ αὐτόφι βώτορας ἄνδρας
σὺν κυσὶ καὶ δούρεσσι φυλάσσοντας περὶ μῆλα,
οὔ ῥά τ᾽ ἀπείρητος μέμονε σταθμοῖο δίεσθαι,
305 ἀλλ᾽ ὅ γ᾽ ἄρ᾽ ἢ ἥρπαξε μετάλμενος, ἠὲ καὶ αὐτὸς
ἔβλητ᾽ ἐν πρώτοισι θοῆς ἀπὸ χειρὸς ἄκοντι·
ὥς ῥα τότ᾽ ἀντίθεον Σαρπηδόνα θυμὸς ἀνῆκε
τεῖχος ἐπαΐξαι διά τε ῥήξασθαι ἐπάλξεις.
αὐτίκα δὲ Γλαῦκον προσέφη, παῖδ᾽ Ἱππολόχοιο·
310 «Γλαῦκε, τίη δὴ νῶϊ τετιμήμεσθα μάλιστα
ἕδρῃ τε κρέασίν τε ἰδὲ πλείοις δεπάεσσιν
ἐν Λυκίῃ, πάντες δὲ θεοὺς ὣς εἰσορόωσι,
καὶ τέμενος νεμόμεσθα μέγα Ξάνθοιο παρ᾽ ὄχθας
καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης πυροφόροιο;
315 τῶ νῦν χρὴ Λυκίοισι μέτα πρώτοισιν ἐόντας
ἑστάμεν ἠδὲ μάχης καυστείρης ἀντιβολῆσαι,
ὄφρα τις ὧδ᾽ εἴπῃ Λυκίων πύκα θωρηκτάων·
“οὐ μὰν ἀκλεέες Λυκίην κάτα κοιρανέουσιν
ἡμέτεροι βασιλῆες, ἔδουσί τε πίονα μῆλα
320 οἶνόν τ᾽ ἔξαιτον μελιηδέα· ἀλλ᾽ ἄρα καὶ ἲς
ἐσθλή, ἐπεὶ Λυκίοισι μέτα πρώτοισι μάχονται.”
ὦ πέπον, εἰ μὲν γὰρ πόλεμον περὶ τόνδε φυγόντε
αἰεὶ δὴ μέλλοιμεν ἀγήρω τ᾽ ἀθανάτω τε
ἔσσεσθ᾽, οὔτε κεν αὐτὸς ἐνὶ πρώτοισι μαχοίμην
325 οὔτε κε σὲ στέλλοιμι μάχην ἐς κυδιάνειραν·
νῦν δ᾽ ἔμπης γὰρ κῆρες ἐφεστᾶσιν θανάτοιο
μυρίαι, ἃς οὐκ ἔστι φυγεῖν βροτὸν οὐδ᾽ ὑπαλύξαι,
ἴομεν, ἠέ τῳ εὖχος ὀρέξομεν, ἠέ τις ἡμῖν.»

***
Και όρμησε πρώτος· με βοήν οι άλλοι ακολουθούσαν
και από την Ίδην σήκωσεν ο Ζευς ανεμοζάλην,
που σκόνης ένα σύγνεφον εφύσησε στα πλοία
κι εμάργωσε των Αχαιών τον νουν ο βροντοφόρος,
255 την δόξαν εις τον Έκτορα να δώσει και εις τους Τρώας,
Κι εκείνοι στα σημεία του θαρρώντας και στην ρώμην
των Αχαιών το τείχισμα να σπάσουν προσπαθούσαν.
Τους προμαχώνες γκρέμιζαν, τραβούσαν τα στεφάνια,
και με λοστούς εκλόνιζαν τες στήλες, που είχαν θέσει
260 πρώτες στην γην οι Αχαιοί στηρίγματα των πύργων·
και άμ᾽ αυτές πέσουν, έλπιζαν το τείχισμα να σπάσουν.
Όμως την θέσιν οι Αχαιοί δεν άφηναν ακόμη,
αλλ᾽ από ασπίδες έκαμαν φραγμόν στους προμαχώνες
κι εκείθ᾽ εκτύπαν τους εχθρούς του τείχους εις τον πάτον.
265 Στους πύργους τότ᾽ οι Αίαντες και οι δυο παντού γυρίζαν
κι εμψύχωναν τους Αχαιούς, με καλοσύνην άλλους,
άλλους με λόγον αυστηρόν, αν έβλεπαν να φεύγουν
ολότελ᾽ απ᾽ τον πόλεμον: «Ω φίλοι απ᾽ τους Αργείους
έξοχος είναι ή μέτριος, μικρότερος αν είναι —
270 ότι όλοι δεν είναι όμοιοι στον πόλεμον οι άνδρες—
έχει το μέρος του ο καθείς εις τούτον τον αγώνα·
και το νοείτε μόνοι σας· κανείς ας μη προσέχει
εις τες φοβέρες και στραφεί να φύγει προς τα πλοία
και αντιπαρακινούμενοι στα εμπρός ορμήσετ᾽ όλοι,
275 ίσως μας δώσει ο Βροντητής του Ολύμπου βασιλέας
οπίσω προς την πόλιν τους να διώξουμε τους Τρώας».
Και με βοήν σπρώχναν αυτοί τους Αχαιούς στην μάχην.
Και ως πέφτουν οι χιονοβολές πυκνές ώρα χειμώνος,
όταν ο Ζευς ο πάνσοφος να δείξει αποφασίσει
280 εις τους θνητούς τα βέλη του και να χιονίσει αρχίζει·
κοιμούνται, ως θέλ᾽, οι άνεμοι, και άκοπ᾽ αυτός το χύνει,
ως να σκεπάσει τα υψηλά βουνά, τες άκρες όλες
και τα χωράφια των θνητών και τ᾽ ανθηρά λιβάδια
λιμάνι᾽ ακόμα, ακρογιαλιές, και στης λευκής θαλάσσης
285 το κύμα ευρίσκει αντίστασιν· κι επάνω εις όλα τ᾽ άλλα
το χιόνι πέρ᾽ απλώνεται, όταν ποντίσει ο Δίας·
ομοίως έπεφταν πυκνές οι πέτρες απ᾽ τα χέρια
των Τρώων εις τους Αχαιούς, των Αχαιών στους Τρώας,
και βρόντος εσηκώνετο στο τείχος πέρα πέρα.
290 Και οι Τρώες με τον Έκτορα τες πύλες και τον σύρτην
τον μέγαν δεν θα έριχναν, πλην τον υιόν του ο Δίας
έσπρωξεν ο πολύβουλος τον θείον Σαρπηδόνα
στους Αχαιούς, ως λέοντα μέσα εις βοδιών κοπάδι.
Την εύμορφην επρόβαλε και στρογγυλήν ασπίδα,
295 οπού τεχνίτης χάλκινην του ᾽χε σφυροκοπήσει,
και αφού με δίπλες βοδινές την έστρωσε από μέσα,
με σύρματα ολόχρυσα τες έραψε ως τον γύρον.
Εκείνην πρόβαλεν εμπρός, και σείοντας δυο λόγχες
εκίνησεν ως λέοντας, που δεν εγεύθη κρέας
300 πολύν καιρόν, και σπρώχνει τον η ανδράγαθη ψυχή του
και μέσα εις κτίριο στερεό στα πρόβατα να πέσει·
και αν τους ποιμένας έβρει αυτού με σκύλους και μ᾽ ακόντια
τ᾽ αρνία να περιφρουρούν, δεν βούλεται απ᾽ την στάσιν
ν᾽ αναχωρήσει ατόλμητος, αλλ᾽ ή πηδώντας μέσα
305 κανέν᾽ αρπάζει πρόβατον, ή βέλος από χέρι
ανδρειωμένο τον κτυπά. Τον Σαρπηδόνα ομοίως
κινούσε η θεία του ψυχή να πεταχθεί στο τείχος
και μες στους προμαχώνες του δρόμον πλατύν να σχίσει.
Και στου Ιππολόχου τον υιόν, τον Γλαύκον ευθύς είπε:
310 «Γλαύκε, διατί τιμώμασθεν έξοχα εμείς οι δύο
με θέσιν και με κρέατα και γεμιστά ποτήρια
εις την Λυκίαν, και ως θεούς μας βλέπει ο κόσμος όλος;
Και κτήμα μέγα ελάβαμεν του Ξάνθου αυτού στες άκρες
δενδρόφυτον και κάρπιμο χωράφι σιτοφόρο;
315 Όθεν χρεωστούμε ανάμεσα εις τους Λυκίους πρώτοι
και τώρα ν᾽ απαντήσομε τον φλογερόν αγώνα.
Ώστε να ειπεί τούτο κανείς των θωρηκτών Λυκίων:
«Όχι, καθόλου αδόξαστοι δεν είναι οι βασιλείς μας,
που την Λυκίαν κυβερνούν κι εάν ερίφια τρώγουν
320 και πίνουν διαλεκτό κρασί, τους βλέπουμε να λάμπουν
εις την ανδρείαν, πρόμαχοι στα πλήθη των Λυκίων.
Αν, ακριβέ μου, φεύγοντας απ᾽ τον αγώνα τούτον
αθάνατοι θα εμέναμε και αγέραστοι κατόπιν,
τότε ούδ᾽ εγώ θα έβγαινα να προμαχώ και σένα
325 δεν θα ᾽στελνα στον πόλεμον, όπου δοξάζονται άνδρες,
αλλ᾽ αφού είναι οι θάνατοι πολλοί και να τους φύγει
κανείς δεν δύναται θνητός, ας πάμε και στην μάχην
άλλοι μ᾽ εμάς θα καυχηθούν ή εμείς θα καυχηθούμε».

Η τέχνη του να ακούμε ενάντια στην πρόκληση του να επιχειρηματολογούμε

Η επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους είναι πολύ πιο σύνθετη από την αποστολή και την λήψη ενός μηνύματος. Όσοι έχουν αντιμετωπίσει δυσκολίες στις διαπροσωπικές τους σχέσεις – όλοι θα έλεγα – έχουν σίγουρα βρεθεί μέσα σε ένα γρίφο προβληματικής επικοινωνίας, είτε το έχουν αντιληφθεί, είτε όχι.

Η δυσκολία να επικοινωνήσουμε έχει να κάνει τόσο με την δυσκολία να εκφράσουμε εμείς τον εαυτό μας στην σχέση αλλά και με την δυσκολία να ακούσουμε σε βάθος τον συνομιλητή μας.

Αυτό αφορά κάθε είδους σχέση: επαγγελματική, συγγενική, φιλική, ερωτική ακόμα και μια τυπική συναλλαγή σε μια υπηρεσία. Συχνά, δεν ακούμε καν τι προσπαθεί να μας πει ο συνομιλητής μας ή τι μας λέει ξεκάθαρα. Θα αναφερθώ αναλυτικά στους λόγους αυτής της στάσης «μη ακρόασης».

Η ανάγκη του να έχουμε δίκιο

Για πολλούς ανθρώπους είναι σημαντικότερο να έχουν δίκιο παρά το να επικοινωνήσουν ουσιαστικά.

Η εμπειρία της παραδοχής ότι έχουν άδικο ή ότι μπορεί να υπάρχουν και άλλες εκδοχές της αλήθειας πέρα από αυτήν που πρεσβεύουν οι ίδιοι, είναι συχνά μια άβολη έως και οδυνηρή εμπειρία, την οποία πασχίζουν να αποφύγουν με κάθε τρόπο.

Μπορεί να αλλάξουν θέμα συζήτησης, να επιμείνουν πεισματικά στην άποψη τους, αγνοώντας τα επιχειρήματα του συνομιλητή τους, να του προκαλέσουν συναισθηματική φόρτιση ανακαλώντας ένα θέμα που τον πονάει ή να τον βγάλουν απλά εκτός εαυτού και να χάσει το δίκιο του κάτω από μια έκρηξη θυμού.

Όπως και να ‘χει, όταν θέλουμε απλώς να έχουμε δίκιο και όχι να επικοινωνήσουμε ουσιαστικά, δεν ακούμε στην πραγματικότητα τον συνομιλητή μας αλλά εμμένουμε στα δικά μας επιχειρήματα και πασχίζουμε να επιβάλλουμε την αλήθεια μας στους άλλους.

Οι ετικέτες

Άλλες πάλι φορές προσεγγίζουμε τον άλλον «κολλώντας του» μια ή και περισσότερες ετικέτες. Οι ετικέτες αναφέρονται σε πάγια και γενικευμένα χαρακτηριστικά που του προσάπτουμε και από τα οποία αδυνατούμε να ξεφύγουμε και εμείς οι ίδιοι. Δεν μπορούμε να πιστέψουμε αυτό για το οποίο προσπαθεί να μας πείσει ο συνομιλητής μας γιατί έχουμε ήδη βγάλει το πόρισμα μας με βάση αυτήν την ετικέτα.

Αν για παράδειγμα έχουμε κολλήσει σε έναν φίλο μας την ετικέτα του ανοργάνωτου και τύχει αυτός αργήσει σε ένα ραντεβού μας, ενδεχομένως να μην είμαστε πρόθυμοι να πειστούμε από την επιχειρηματολογία του για ότι άργησε το λεωφορείο και είχε και πολύ κίνηση στο δρόμο.

Ενδεχομένως να μην την ακούσουμε καν, γιατί είμαστε σίγουροι κατά βάθος ότι απλά άργησε ο ίδιος να ξεκινήσει καθώς δεν μπορεί να διαχειριστεί σωστά τον χρόνο.

Η ετικετοποίηση μας αποτρέπει από να ακούσουμε πραγματικά αυτό που προσπαθεί να μας πει.

Δεν είναι μόνο ότι δεν τον πιστεύουμε, συχνά δεν τον ακούμε καν. Οι ταμπέλες που βάζουμε στους άλλους καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την στάση μας απέναντί τους και η σε βάθος ακρόαση είναι κι αυτή μια στάση.

Η πίεση του χρόνου

Η αντιλαμβανόμενη έλλειψη ή μη διάθεση χρόνου είναι ένας τρίτος λόγος που δεν ακούμε. Βιαζόμαστε. Βιαζόμαστε να τελειώσουμε κάτι, να αρχίσουμε το επόμενο, να προλάβουμε, να φτάσουμε, να φύγουμε. Γενικώς βιαζόμαστε. Η έλλειψη χρόνου συχνά μας κοστίζει σε επικοινωνία. Ειδικά αν είμαστε πεπεισμένοι για την δική μας αλήθεια, δεν θα δώσουμε εύκολα το χρόνο στον απέναντι να μιλήσει αλλά και αν το κάνει, δεν τον ακούμε.

Στριμώχνουμε την επικοινωνία στα απαραίτητα και βιαζόμαστε να την κλείσουμε. Καταλαβαίνουμε συχνά εκ των υστέρων ότι δεν ακούσαμε τον άλλον γιατί δεν θυμόμαστε καν τι μας είπε. Ή θυμόμαστε πολύ γενικά και αόριστα. Η πίεση χρόνου και το άγχος που μας δημιουργεί δεν μας επιτρέπει να είμαστε παρόντες στην στιγμή. Και φυσικά ούτε και στην επικοινωνία που διαμείβεται μέσα σε αυτήν.

Η πραγματική ακρόαση

Η δεξιότητα της σε βάθος ή ενεργητικής ακρόασης όμως είναι υψίστης σημασίας όχι μόνο για την επικοινωνία αλλά και για την ίδια την σχέση. Όταν ακούμε πραγματικά, δεν κάνουμε κάτι αλλά συμμετέχουμε σε κάτι.

Μοιραζόμαστε με τον άνθρωπο που είναι απέναντι μας μια κοινή εμπειρία. Αυτό το μοίρασμα είναι που λειτουργεί συχνά βοηθητικά, ανακουφιστικά, επουλωτικά αλλά και ενδυναμωτικά. Πώς μπορούμε λοιπόν να συμμετέχουμε ουσιαστικά και πραγματικά ως ακροατές σε μια συνδιαλλαγή;

Διερευνώ

Όταν είμαστε πραγματικά ανοιχτοί να ακούσουμε, διερευνούμε. Προσπαθούμε να καταλάβουμε τι εννοεί ο συνομιλητής μας, ζητάμε διευκρινήσεις, κάνουμε ερωτήσεις, αφήνοντας του το χώρο να ξεδιπλώσει τις σκέψεις του.

Συγκρατούμε την παρόρμηση μας να δώσουμε ερμηνείες (Αυτό το λες γιατί είσαι θυμωμένος!), να αξιολογήσουμε (Δεν μου φαίνεται σωστό αυτό που είπες…) και να πούμε αμέσως τη γνώμη μας (Εγώ πιστεύω ότι δεν έκανες καλά που του μίλησες έτσι).

Αντίθετα ρωτάμε: «Πώς και αποφάσισες να…», «Ποιο ήταν το σκεπτικό σου…», «Πώς ένιωσες όταν...», «Τι θα ήθελες να…».

Αυτές είναι μερικές μόνο ενδεικτικές ανοιχτές ερωτήσεις, οι οποίες παρακινούν τον συνομιλητή μας να εκφραστεί. Προσοχή στο ύφος μας!

Τη διερευνητική από την ανακριτική στάση συχνά την χωρίζει μια λεπτή γραμμή: το ύφος μας!

Δεν διακόπτω

Ένα από τα πιο τραγικά λάθη στην επικοινωνία είναι να διακόπτουμε τον συνομιλητή μας όταν εκφράζεται. Το λάθος δεν έγκειται απλώς στο ότι χάνει τον ειρμό της σκέψης του και δεν προλαβαίνει το ολοκληρώσει το επιχείρημα του, αλλά στο ότι το μήνυμα που του περνάμε με το να τον διακόπτουμε, είναι «δεν σε ακούω πραγματικά και βιάζομαι να πω αυτά που θέλω».

Η άσκηση της υπομονής στην επικοινωνία είναι βασική. Μια ουσιαστική και σε βάθος ακρόαση σημαίνει ότι ακούμε προσεχτικά τον άλλον, ακόμα και αν υποθέτουμε ή ξέρουμε τι θα μας πει. Με το να μην διακόπτουμε, εκπέμπουμε το μήνυμα ότι θέλουμε να ακούσουμε τις σκέψεις του, του δίνουμε το χρόνο να το κάνει, είναι σημαντικό για μας αυτό που έχει να μας πει.

Ενθαρρύνω

Ενθαρρύνω σημαίνει προτρέπω τον συνομιλητή μου, τόσο με λόγια όσο και με την συνολική μου στάση, να μιλήσει. Η ενθάρρυνση έχει να κάνει με το να παρακινήσουμε το άνθρωπο που έχουμε απέναντι μας να μοιραστεί αυτά που ίσως διστάζει, δημιουργώντας ένα κλίμα αποδοχής και κατανόησης. Μόνο όταν ο άλλος θα νιώσει ασφαλής θα μοιραστεί μαζί μας βαθύτερες σκέψεις και συναισθήματα.

Ενθάρρυνση δεν σημαίνει πίεση. Σεβόμαστε την επιλογή του συνομιλητή μας να μοιραστεί τόσα όσα αντέχει και μπορεί και αφήνουμε στην κρίση του το πότε και αν έχει την ανάγκη να συζητήσει και άλλα.

Φράσεις που δηλώνουν ενθάρρυνση είναι: «Θα ήθελες να μου πεις κάτι ακόμα πάνω σε αυτό;», «Είμαι εδώ για να σε ακούσω». Συχνά δεν ενθαρρύνουμε τον συνομιλητή μας να επικοινωνήσει καθώς η λακωνικότητα του μας δίνει άπλετο χώρο να μιλήσουμε εμείς.

Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας επικοινωνίας είναι να έχουμε ακούσει στο τέλος της μόνο τον εαυτό μας.

Αποδέχομαι και κατανοώ

Ο τρόπος που ακούμε μπορεί να δηλώνει είτε αποδοχή είτε απόρριψη, είτε κατανόηση είτε αδιαφορία. Το μήνυμα της κατανόησης μεταδίδεται όταν μπορούμε και αναδιατυπώνουμε το περιεχόμενο των λόγων του συνομιλητή μας (Αν κατάλαβα καλά μου λες ότι...) και όταν αντανακλούμε το συναίσθημα του (Σε νιώθω πολύ θυμωμένο!).

Είναι εξαιρετικά βοηθητικό να εκφράσουμε την κατανόηση μας στον συνομιλητή μας, ειδικά αν προσπαθεί να μοιραστεί μαζί μας κάτι δύσκολο. Το ότι κατανοούμε τις σκέψεις του και το συναίσθημα του συνιστά μια σύνδεση.

Την σύνδεση που ενδεχομένως επιδιώκει και ο ίδιος στην επικοινωνία. Αποδοχή και κατανόηση δεν σημαίνει απαραίτητα συμφωνία. Αν έχουμε μια διαφορετική οπτική να προσφέρουμε ή θέλουμε κάπου να διαφωνήσουμε, αυτό ας γίνει σε δεύτερο χρόνο αφού πρώτα έχουμε ακούσει.

Θεωρώ πως η σε βάθος ακρόαση δεν προκύπτει από το άθροισμα κάποιων τεχνικών ούτε επαφίεται σε μερικές καλοδιατυπωμένες ατάκες.

Η σε βάθος ακρόαση είναι μια στάση που λαμβάνουμε πολύ συνειδητά απέναντι στον συνομιλητή μας. Μια στάση σεβασμού και κατανόησης. Είναι παράλληλα και μια θέση που επιλέγουμε για τον εαυτό μας σε μια αλληλεπίδραση.

Η θέση του ενεργού ακροατή, που συμμετέχει συνειδητά στη σχέση, ακόμα και με τη σιωπή του…

Λέων Τολστόι: Η αμοιβαία αγάπη των ανθρώπων είναι ο βασικός νόμος της ανθρώπινης ζωής

Η ρίζα του κακού βρίσκεται στο ότι οι άνθρωποι πιστεύουν πως υπάρχουν περιστάσεις που επιτρέπεται να μεταχειρίζονται τους άλλους χωρίς αγάπη, όμως στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν τέτοιες περιστάσεις.

Με τ’ άψυχα μπορούμε να φερθούμε σκληρά κι ανελέητα: μπορούμε να πελεκήσουμε τα δέντρα, να ψήσουμε τούβλα, να σφυροκοπήσουμε αλύπητα το σίδερο στ’ αμόνι.

Όμως στους ανθρώπους δεν μπορούμε να φερόμαστε άκαρδα, χωρίς αγάπη, όπως δεν μπορεί ν’ αντιμετωπίσουμε το μελίσσι χωρίς μέτρα προφύλαξης.

Αυτή είναι η φύση της μέλισσας εξ ορισμού: αν της συμπεριφερθούμε χωρίς προσοχή τότε και σ’ αυτή θα κάνουμε κακό και τον εαυτό μας θα βλάψουμε.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Κι αλλιώς δεν μπορεί να είναι, γιατί η αμοιβαία αγάπη των ανθρώπων είναι ο βασικός νόμος της ανθρώπινης ζωής.

Είναι αλήθεια βέβαια πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να εξαναγκαστεί ν’ αγαπήσει τον άλλον, όπως μπορεί να εξαναγκαστεί να εργαστεί, όμως απ’ αυτό δεν συνάγεται πως μπορεί να συμπεριφέρεται στους συνανθρώπους του χωρίς αγάπη, και μάλιστα όταν τους ζητάει κάτι.

Αν δεν είσαι ικανός να νιώσεις αγάπη για τους άλλους, τότε κάθισε στη γωνιά σου ασχολήσου με τον εαυτό σου, με πράγματα που θέλεις εσύ ο ίδιος ή μ’ ό,τι άλλο επιθυμείς, εκτός απ’ τους ανθρώπους.

Όπως δεν μπορείς χωρίς βλαβερές επιπτώσεις να τρως παρά μόνο όταν νιώθεις την επιθυμία να φας, έτσι και στους ανθρώπους μπορείς να φέρεσαι χωρίς δυσάρεστες συνέπειες μονάχα όταν τους αγαπάς.

Λέων Τολστόι, Η Ανάσταση

Το εσωτερικό μας παιδί ως πυξίδα ευτυχίας

Στον πλανήτη της Ανασφάλειας δεν ακούγεται ποτέ μουσική. Τα τείχη είναι βαμμένα γκρι. Ορθώνονται πελώρια μπροστά μας, στερώντας μας τη θέα του υπόλοιπου κόσμου. Οι άνθρωποι συνηθίζουν να περπατούν με το κεφάλι σκυφτό μα όταν το βλέμμα μας διασταυρώνεται με το δικό τους, τότε μια δυνατή εχθρική ενέργεια μας κατακλύζει. Δεν μας συμπαθούν. Δεν υπάρχει λόγος να το πούνε. Απλώς το νιώθουμε.

Καιροφυλακτεί διαρκώς μια απειλή σε ετούτο τον τόπο, λες και ένα χέρι σφίγγει τον λαιμό μας, κόβοντας τις ανάσες μας. Χιλιάδες σκέψεις κυριεύουν τον νου: «Δεν είμαι αρκετός», «Είναι μάταιο να αντιστέκομαι στους δυνατούς», «Δεν έχω δικαίωμα να μιλήσω». Και οι μέρες κυλούν και ο φόβος δυναμώνει. Και αν μας έλεγαν πως πίσω από τα πελώρια τείχη θριαμβεύει ένας άλλος πλανήτης, εκείνος της Ασφάλειας; Θα τολμούσαμε άραγε να γκρεμίσουμε τα εμπόδια προκειμένου να τον επισκεφτούμε;

Οι περιοριστικές πεποιθήσεις που έγιναν η εσωτερική μας φωνή

Δεν υπάρχουν ανυπέρβλητα εμπόδια όταν η εσωτερική βεβαιότητα ρυθμίζει τα βήματά μας.

Άλλωστε τα τείχη τα ορθώνουμε πάντα εμείς: Είναι όλες εκείνες οι περιοριστικές πεποιθήσεις που έγιναν η εσωτερική μας φωνή, όσα «δεν μπορώ» ενστερνιστήκαμε, μετατρέποντάς τα σε στοιχεία της ταυτότητάς μας.

Η άλλη πλευρά του φόβου, εκεί όπου κάτι αληθινά μαγικό μας περιμένει, προκειμένου να αποκωδικοποιήσουμε τα τυφλά μας σημεία και να μεταμορφώσουμε την πραγματικότητά σε μια συναρπαστική περιπέτεια ικανοποίησης και επίτευξης. Μας τίθετε, όμως, ένα κομβικό ερώτημα: Αντέχουμε να συναντήσουμε την ιστορία μας;

Εστιάζοντας στα ελλείματα μας

Όταν υποφέρουμε από μειωμένη αυτοπεποίθηση, τότε εστιάζουμε διαρκώς στα ελλείματά μας. Για παράδειγμα, πιθανότατα διαπρέπουμε στον επαγγελματικό τομέα, όμως εμείς όχι μόνο δε νιώθουμε πως αξίζουμε την επιτυχία μας αλλά τρέμουμε ότι πολύ σύντομα κάποιος θα βρεθεί να ξεσκεπάσει την αδιαμφισβήτητη ανικανότητά μας.

Και έπειτα, υπάρχει αυτή η αόριστη ανησυχία πως κανείς δεν μας εγκρίνει. Να, εκείνος ο συνάδελφος στο βάθος κάτι ψιθυρίζει στον λογιστή της εταιρείας. «Ασφαλώς με χλευάζει» σκεφτόμαστε και αμέσως ανεβαίνουν οι παλμοί της καρδιάς μας.

Στην ουσία βέβαια είναι η βαθιά αίσθηση ασημαντότητας εκείνη που μας ταλαιπωρεί. Δεν αγαπάμε ουσιαστικά τον εαυτό μας και έτσι αμυνόμαστε. Είμαστε σε ετοιμότητα για το επόμενο προσβλητικό σχόλιο, την πιο ταπεινωτική αποτυχία, οποιαδήποτε άσχημη στροφή του πεπρωμένου που έρχεται για να μας επιβεβαιώσει πως δεν αξίζουμε.

Η βαθύτερη αιτία της μειωμένης αυτοπεποίθησης

Η μειωμένη αυτοπεποίθηση συνιστά κυρίως ένα αμάλγαμα της γενετικής προδιάθεσης και των καθοριστικών εμπειριών της παιδικής μας ηλικίας. Εάν στα πρώτα χρόνια του βίου μας εισπράξαμε αυστηρότητα, πίεση και επίκριση τότε η βασική μας εμπιστοσύνη διαταράχτηκε και ο κόσμος ερμηνεύτηκε ως ένα επικίνδυνο μέρος. Αντίθετα, εάν είχαμε την τύχη να μεγαλώσουμε σε υποστηρικτικό περιβάλλον, τότε πιθανότατα αποκτήσαμε μια υγιή εικόνα τους εαυτού μας και των άλλων και οι γονείς μας μετατράπηκαν στον αόρατο προστατευτικό μανδύα απέναντι σε κάθε αντιξοότητα της ενήλικης ζωής.

Οικοδομώντας μια υγιέστερη σχέση με τον εαυτό μας και τους άλλους

Και αν οι περιοριστικές πεποιθήσεις της οικογένειάς μας έχτισαν το κελί μας, υπάρχει τρόπος να δραπετεύσουμε από τη φυλακή της παιδικής μας ηλικίας; Φυσικά και υπάρχει! Αρχικά απαιτείται να αξιολογήσουμε με ειλικρίνεια τα δυνατά μας σημεία αλλά και τις αδυναμίες μας.

Και ύστερα, έφτασε η στιγμή να απομυθοποιήσουμε τα ελαττώματά μας. Είναι πράγματι τόσο φριχτά όσο νομίζουμε; Ενδεχομένως να φερόμαστε αδέξια στις κοινωνικές συναναστροφές, ωστόσο εκφράζουμε αληθινή τρυφερότητα στα αγαπημένα μας πρόσωπα. Δεν είναι αυτό υπέροχο; Δε μας πλημμυρίζει από υπερηφάνεια;

Αποκτώντας μια χαλαρή σχέση με τους φόβους μας, εκπαιδευόμαστε να τους αποδυναμώνουμε. Επιπλέον, μπορούμε να ωφεληθούμε από τις τεχνικές αναπνοής, που προσφέρουν μυϊκή χαλάρωση και διαύγεια νου αλλά και να αξιοποιήσουμε τη φαντασία μας.

Κλείνοντας τα μάτια, φέρνουμε ξανά στο νου μια υπέροχη στιγμή μας και νιώθουμε την ευεξία να μας κατακλύζει. Και όταν η αμφισβήτηση μας επισκέπτεται ξανά; Τότε καταφεύγουμε στο δικό μας ασφαλές μέρος, ένα σημείο μέσα μας μας τόσο ονειρικό και σταθερό, που μας εφοδιάζει με πρωτόγνωρη ηρεμία και θετική ενέργεια.

Η σύνδεση μας με το βαθύτερο νόημα

Και πλέον δηλώνουμε έτοιμοι για το επόμενο βήμα: αποστρέφοντας σταδιακά το βλέμμα μας από τον εαυτό μας, μπορούμε να αφεθούμε σε μια υψηλότερη αξία που θα νοηματοδοτήσει ολόκληρη την ύπαρξή μας. Ποιοι είναι οι στόχοι μας και ποια σχέδια γεμίζουν την καρδιά μας με ελπίδα; Αποκτώντας πληρέστερη επαφή με τα συναισθήματά μας, τα αφήνουμε να καταστούν η πυξίδα μας.

Και το σκοτεινό παιδί μέσα μας κάπου κάπου συνεχίζει να παραπονιέται. Όμως πια ο ενήλικας εαυτός μας δεν το επικρίνει. Αντίθετα, το κρατάει στην αγκαλιά του. «Ξέρω, πέρασες πολλά αλλά πια δεν κινδυνεύεις. Είμαστε μαζί και δεν θα αφήσω κανέναν να σε πειράξει στο εξής» το καθησυχάζει.

Εξάλλου, όταν ζούμε με ανασφάλεια, στην ουσία υπολειτουργούμε. Δε ρισκάρουμε, δεν ονειρευόμαστε, δεν κυνηγάμε στόχους, δεν εξελισσόμαστε.

Η ευκαιρία μας προσφέρει μιας πλήρους αφύπνισης και γίνεται το κλειδί που μας επιτρέπει την πρόσβαση στον θησαυρό των απύθμενων δυνατοτήτων μας. Κάποιες φορές χρειάζεται να γυρίσουμε πίσω για να προχωρήσουμε μπροστά. Και εμείς βρίσκουμε το θάρρος να ανοίξουμε το μπαούλο του παρελθόντος. Τότε οι κουκίδες ενώνονται και όλα αλλάζουν!

Ο πλανήτης της Ασφάλειας

Τώρα προχωράμε σε έναν άλλον πλανήτη. Νιώθουμε όμορφα. Μια χαρούμενη μουσική ακούγεται. Λικνιζόμαστε στον ρυθμό της. Άνθρωποι μας πλησιάζουν. Μοιάζουν συμπαθητικοί και μας κοιτούν με καλοσύνη. Χορεύουν μαζί μας. Ο τοίχος απέναντί μας είναι γεμάτος χρώματα. Ένα σύνθημα προσελκύει την προσοχή μας, ακριβώς στο κέντρο του: «Είμαι αυτό που είμαι και αυτό με κάνει να είμαι αυτό που είμαι». Χαμογελάμε. Βρισκόμαστε επιτέλους στον Πλανήτη της Ασφάλειας. Δεν χρειαζόμαστε διαβεβαιώσεις για αυτό: Απλώς το αισθανόμαστε.

Έχουμε χίλιους εχθρούς. ΄Η μήπως έναν;

Αν μας έλεγε κάποιος να κοιτάξουμε προς την κατεύθυνση των φόβων μας, που θα ήταν αυτή η κατεύθυνση; Θα μου πείτε πως οι απειλές είναι συνήθως εξωτερικές, είμαστε όμως απολύτως σίγουροι πως εκείνο το εξωτερικό γεγονός που μας απειλεί είναι στ΄ αλήθεια πάντοτε εκεί έξω; Που έχουμε στραμμένο το ενδιαφέρον μας; Ποιες είναι πραγματικά αυτές οι απειλές που μας κυνηγούν συνέχεια;

Γιατί στον ίδιο τόπο, σε παρόμοιες συνθήκες ο κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει διαφορετικά τις προκλήσεις της ζωής του; Γιατί ο ίδιος άνθρωπος μια διαφορετική χρονική στιγμή διαλέγει να δει τους φόβους του διαφορετικά; Έχουμε κοιτάξει ποτέ κατάματα το μέρος που εδρεύει ο φόβος κι αν ναι τι βλέπουμε τότε;

Μέσα στο σώμα μας κατοικεί κάτι που πονά, κάτι που σφίγγεται, κάτι που τρέμει και που αγωνιά. Αυτό όμως είναι το επιφανειακό μέρος της αίσθησης. Από κάτω εδρεύει κάτι άλλο. Κάτι μεγαλύτερο, κάτι πλατύτερο. Κάτι άγνωστο. Σκοτεινό, σιωπηλό και ακατάληπτο. Οι απολήξεις του είναι οι μορφές της αγωνίας μας. Δεν εμφανίζεται πάντα. Είναι όμως εκεί και κοιμάται. Από που τρέφεται άραγε; Τι το μεγαλώνει; Τι το κάνει να ξυπνάει; Δοκιμάστε να σκεφτείτε κάτι που σας φέρνει σε μια δύσκολη κατάσταση. Επικεντρώστε όλη σας την προσοχή επάνω του και αφήστε την να σας οδηγήσει.

Προσπαθήστε να παρακολουθήσετε αυτό που συμβαίνει. Κάτι τότε αναδύεται από μέσα σας και μεγαλώνει συνεχώς. Είναι ένα Τέρας που ορθώνει το ανάστημά του και σιγά σιγά σας καταπίνει. Αν συνεχίσετε το ταξίδι σας μαζί του αυτό πια θα πάρει όλη σας την μορφή. Εκείνο και εσείς δεν θα διαφέρετε σε τίποτε. Θα είσαστε εκείνο. Γυρίστε τώρα στην θέση της ηρεμίας και φανταστείτε την τελευταία φορά ή κάποια φορά που θυμώσατε πολύ. Τι συνέβη τότε;

Το Τέρας, σας κατάπιε απότομα. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα εξαφανίστηκε κάθε ίχνος σας. Σας κατάπιε και ενήργησε μέσα από το σώμα σας. Πολύ τρομακτικό ακούγεται, ε; Και όμως έτσι είναι. Κάτι είναι κρυμμένο μέσα σας και όταν βρει ευκαιρία εμφανίζεται. Και κάθε φορά που εμφανίζεται, μεγαλώνει. Επιβεβαιώνει την ύπαρξή του μέσα από σας. Και εμφανίζεται με την δημιουργία μιας συναφούς σκέψης. Ή μιας κίνησης που έχετε καταγράψει ως απειλητική. Αυτή η σκέψη πυροδοτεί το ξύπνημα του τέρατος. Όλοι μας έχουμε παρατηρήσει αυτήν την κατάποση μας από το Τέρας που μια παίρνει την μορφή της μελαγχολίας την άλλη του φόβου ή την άλλη του θυμού. Εκείνο που δεν ξέρουμε είναι ότι γινόμαστε αυτό. Δεν είμαστε άλλο εμείς και άλλο ένα Alien που εδρεύει μέσα μας. Δεν μετατρέπεται εκείνο σε μας αλλά εμείς σε αυτό. Για την ύπαρξη του ευθυνόμαστε εμείς. Χωρίς εμάς να του δίνουμε τροφή, το Τέρας θα λιμοκτονήσει και θα χαθεί. Θα σβήσει.

Υπάρχει ένας δρόμος που χαράζουμε κάθε φορά που δίνουμε τροφή στο Τέρας. Αυτός ο δρόμος έχει την εξής διαδρομή. Ξεκινά από μια πολύ παλιά αντίδραση σε ένα γεγονός που καταγράψαμε ως απειλητικό. Κάθε φορά που συναντούμε κάτι που μας θύμιζε αυτό το γεγονός, χωρίς να το παρατηρήσουμε καλύτερα, αντιδρούμε με παρόμοιο τρόπο. Έτσι χαράχθηκε μέσα μας μια οδός βαθιά που ρίχνει μέσα της όλα τα γεγονότα που μας φαίνονται ίδια με αυτό που είχαμε βιώσει. Φαίνεται πολύ δύσκολο να ξεστρατίσει κανείς και να πάρει κάποιον παράδρομο που θα τον μεταφέρει μακριά από το “στόμα του Τέρατος”.

Χρειάζεται κατ' αρχήν παρατήρηση. Μάτια ανοιχτά. Επαγρύπνηση. Να περνά κανείς χρόνο παρατηρώντας την κυκλοφορία στον νου του και των συναισθημάτων του. Να βλέπει πότε ενεργοποιούνται οι αμυντικοί του μηχανισμοί. Με την παρατήρηση σταματά κανείς να είναι μηχανικός. Και τότε το Τέρας δεν έχει πια σκέψεις να περνούν και να τις καταπίνει και μ αυτές να θεριεύει.

Έτσι όλα σιγά σιγά ησυχάζουν.

Η Θάλασσα του αγνώστου

Συναρμολογούμε τριάντα ακτίνες σε μια πλήμνη* κι έχουμε μία ρόδα αλλά η χρήση της εξαρτάται από το κενό στο κέντρο. -Λάο Τσε, Τάο Τε Κινγκ, (11ο κομμάτι)

[*Πλήμνη είναι το κεντρικό τμήμα του τροχού από το οποίο περνά ο άξονας και από τον οποίο εκπορεύονται οι ακτίνες του τροχού.]

Υπάρχουν ήχοι που δεν τους δίνουμε σημασία και άλλοι που δεν μπορούμε καν να ακούσουμε. Ο ήχος της γης καθώς γυρίζει αέναα στην τροχιά της. Ο ήχος των κλαριών καθώς λυγίζουν από τον άνεμο, κάπου μακριά… Φωνές που δεν ακούμε, φωνές της γης… Όλοι οι κεραυνοί, όλα τα λόγια και οι πόνοι των ανθρώπων… Όλα αυτά συνθέτουν μια ιδιότυπη θάλασσα ήχων που επάνω τους ακουμπάμε το μαξιλάρι μας, μια και για τ αφτιά μας, δεν υπάρχουν. Είμαστε περιτριγυρισμένοι από ένα σωρό πράγματα που δεν βλέπουμε και δεν ακούμε. Από μαγνητικά και ηλεκτρομαγνητικά πεδία, από υποατομικούς κόσμους… Η θάλασσα του αγνώστου ολοένα διευρύνεται όταν στρέψουμε επάνω της την προσοχή μας.

Είμαστε τυλιγμένοι σε ένα διαρκές, βουβό, μυστήριο. Όσο εξερευνούμε αυτό μυστήριο, τόσο αυτό απλώνεται μπρος μας, απύθμενο και ανεξήγητο.

Κάποιοι, κατά την διάρκεια της πορείας του ανθρώπου πάνω στην γη, σήκωσαν λίγο την κουρτίνα. Σ΄ όλα τα μήκη και πλάτη αυτής της γης, περπάτησαν άνθρωποι που εγκατέλειψαν τον μανδύα της ατομικότητας και φόρεσαν την τήβεννο των αυτοκρατόρων της Ενότητας του Κόσμου. Ντυμένοι με αυτό το ρούχο ο νους κρατά τους κωδικούς για να επικοινωνεί σε υλικό και κοινωνικό επίπεδο αλλά αποκτά και την ικανότητα να κολυμπά. Αυτού του είδους η κολύμβηση είναι μία αίσθηση που μοιάζει με αυτήν όταν κολυμπάμε στην θάλασσα και βουτάμε σε καθαρά και βαθιά νερά. Νιώθουμε τότε την ελευθερία που μας χαρίζει το νερό και γλιστράμε μέσα του χωρίς να αισθανόμαστε όλο μας το βάρος. Όταν βρισκόμαστε στο νερό γινόμαστε μέρος του υγρού στοιχείου. Η στεριά είναι εκεί έξω αλλά εμείς είμαστε μακριά της. Γύρω μας κολυμπούν ψαράκια και εμείς εντασσόμαστε με φυσικό τρόπο σ΄ αυτό το περιβάλλον.

Η κύρια αίσθηση μας όταν βουτάμε είναι ότι πλέουμε σ΄ ένα υγρό περιβάλλον. Αυτό είναι κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που ζούμε καθημερινά. Με έναν παρόμοιο τρόπο εισχωρούμε και στον κόσμο του πραγματικού. Βγάζουμε τα ρούχα που θα μας βάραιναν στο νερό και ελαφροί και απροστάτευτοι από μανδύες, κολυμπάμε σε μια θάλασσα που μας θέλει καθαρούς και ξύπνιους. Στον νέο κόσμο, τα αυτιά μας, τα μάτια μας, το δέρμα μας, μας οδηγούν σε εμπειρίες πρωτόγνωρες. Όλες οι λειτουργίες, αποκτούν μία διάσταση άλλης προοπτικής. Μοιάζει σαν να στρέφουμε έναν μεγεθυντικό φακό με τρόπο ώστε να τροποποιούμε την σημαντικότητα των πραγμάτων ή μάλλον να την ακυρώνουμε μιας και αυτός ο φακός συνέχεια κινείται.

Πως περνά κάποιος από την αφηρημένη εικόνα του κόσμου που έχει μάθει να αντιλαμβάνεται σαν επιβεβαίωσή (του), σε έναν κόσμο που το κάθε τι είναι σημαντικό; Όχι πάντως περνώντας από έναν κόσμο σε έναν άλλο. Αυτό νομίζουμε ότι πρέπει να κάνουμε και συνεχώς αναζητάμε κάτι καινούργιο. Η θάλασσα όμως ξεκινά απλώς με το να αφήσουμε πίσω μας την στεριά των σκέψεων μας και να ανοιχτούμε, δια μέσου των αισθήσεων μας. Να ταξιδέψουμε. Όταν μάθουμε να κολυμπάμε στους ήχους, στις εικόνες, στις υφές, στις γεύσεις, τότε θα μας ανοιχτεί μια άλλη γη. Αλλιώτικη, παράξενη και συνεχώς καινούργια.

Μια ωδή στην καλοσύνη

Σπάνιο πράγμα στις μέρες μας η καλοσύνη. Συνήθως επικρατεί η μοχθηρία, η κακία, η ζήλεια και όλα τα αρνητικά συναισθήματα τα οποία είναι παράταιρα της καλοσύνης.

Πράξεις μίσους και χάους οδηγούν την πλειοψηφία της ανθρωπότητας σε τέλμα και αυτό είναι παραπάνω από προφανές. Η κακή νοημοσύνη σε συνδυασμό με τις άσχημες ανθρώπινες ρίζες και τα δυνατά ένστικτα, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα το οποίο οδηγεί σε αλυσιδωτή αντίδραση. Είτε σε μικρές κοινωνικές ομάδες, είτε σε μεγαλύτερες. Και το χειρότερο απ’ όλα είναι πως η κακία τείνει να γίνει μόδα. Το “σωστό” παράδειγμα που “πρέπει” να δίνεται στους νεότερους και μη. Δηλαδή από το κακό στο χειρότερο. Αλήθεια όμως, η καλοσύνη υπάρχει. Και μπορεί να βρίσκεται και μέσα μας αλλά και γύρω μας. Το μόνο που πρέπει να καταλάβουμε είναι πως δεν ζούμε για πάντα για να είμαστε μοχθηροί. Δεν ζούμε για πάντα για να θέλουμε το κακό του συνανθρώπου μας. Και πάνω απ’ όλα δεν μας ανήκει τίποτα σε αυτή την ζωή, παρά μόνο οι σκέψεις και τα συναισθήματα μας. Αυτά μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο όλο, αν και για αρχή καλύτερα να αλλάξουμε τον κόσμο γύρω μας. Η καλοσύνη είναι μια υπέροχη “ασθένεια”, τόσο ποιητική και όμορφη που μεταδίδεται με το παράδειγμα και τις πράξεις. Βέβαια, ακόμα και μια καλή κουβέντα μπορεί να μην αλλάξει τον κόσμο όλο, αλλά μπορεί να αλλάξει τον κόσμο ενός συνανθρώπου μας. Σε ποιούς πυλώνες πρέπει να στηρίζεται όμως η καλοσύνη για να ευοδώσει;

ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑ

Ο πρώτος και κυριότερος πυλώνας της καλοσύνης. Αν δείξουμε καλοσύνη σε κάποιον ή σε κάποιους με απώτερους σκοπούς, τότε παύει να υφίσταται η καλοσύνη. Εδώ μιλάμε για επένδυση. Εξανεμίζεται η καλοσύνη και υπάρχει το κίνητρο για κάτι άλλο, ίσως κερδοφόρο για αυτόν που φόρεσε την μάσκα του καλοσυνάτου ανθρώπου. Σίγουρα θα έρθει κάποια στιγμή να ζητήσει την “χάρη” που του “οφείλεται”. Είναι συνετό λοιπόν οι πράξεις καλοσύνης να συνοδεύονται με ανιδιοτέλεια. Άλλωστε ο βαθιά καλός άνθρωπος θα δει την ψυχή του να φωτίζει την στιγμή της πράξης του και αυτό θα είναι το βραβείο του. Δεν χρειάζεται να ζητήσει κάτι γιατί πολύ απλά το έδωσε μόνος του στον εαυτό του. Εν κατακλείδι, η ανιδιοτέλεια είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πρόθεση.

ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ

Δύσκολο πράγμα και η εμπιστοσύνη στις μέρες μας. Αλλά το βλέπουμε λάθος κατά κάποιο τρόπο. Κάθε άνθρωπος θέλει να δείχνει και να του δείχνουν εμπιστοσύνη. Από κει και πέρα είναι καθαρά δικό του θέμα πως θα την διαχειριστεί. Αν ένας άνθρωπος πετάξει στα σκουπίδια την εμπιστοσύνη που του έδειξε ένας συνάνθρωπός του, τότε δίνεται ένα όμορφο μάθημα και στους δύο. Στον πρώτο για να καταλάβει τι πρέπει να διορθώσει και στον δεύτερο για να αναλογιστεί τα κριτήρια που πρέπει να θέσει για τον επόμενο. Κερδισμένοι και οι δύο σε κάθε περίπτωση. Φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Πως όμως συνδέεται η καλοσύνη με την εμπιστοσύνη; Είναι πολύ απλό. Εφόσον η καλοσύνη “μεταδίδεται” με τα παραδείγματα, ώστε κάποιος να τα μιμηθεί, θα είναι δύσκολο να μην συνοδεύεται με το αίσθημα της εμπιστοσύνης που πρέπει να διαχέεται σε κάθε αλληλεπίδραση μεταξύ των. Δεν νομίζω να έχει ακούσει ποτέ κανείς την φράση “Είναι καλός άνθρωπος αλλά δεν τον εμπιστεύομαι”. Εκτός αν είναι καλός άνθρωπος αλλά δεν τον εμπιστεύεται να του φυλάξει τον σκύλο όταν θα λείπει. Κάτι το οποίο είναι αστείο και δεν έχει να κάνει με την μεγάλη εικόνα της σχέσης μεταξύ εμπιστοσύνης και καλοσύνης. Συνεπώς, δεν πρέπει να διστάζουμε να δείχνουμε εμπιστοσύνη ακόμα και αν έχουμε έχουμε πληγωθεί στο παρελθόν. Αν πήραμε το μάθημά μας, τότε δείχνοντας εμπιστοσύνη εκεί που μας “βγαίνει” μόνο κέρδος θα έχουμε. Και αν εκτιμηθεί αυτή η εμπιστοσύνη, τότε το κέρδος θα είναι διπλό.

Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΙΚΟΝΑ

Μετά την ανιδιοτέλεια και την εμπιστοσύνη, αφήνουμε τελευταία την μεγάλη εικόνα της καλοσύνης. Ίσως είναι και ο σημαντικότερος πυλώνας της, γιατί ως αυτοσκοπός δεν περιορίζεται μόνο σε μια απλή καλή πράξη, αλλά στο φύτεμα του σπόρου της καλοσύνης στους ανθρώπους γύρω μας. Φανταστείτε για λίγο μια όμορφη εικόνα στο μυαλό σας. Βοηθάτε έναν συνάνθρωπό σας σε μια κατάσταση μεγάλης ανάγκης. Σας λέει ευχαριστώ και σας χαμογελάει. Μετά από κάποιο διάστημα, μαθαίνετε ότι ο ίδιος άνθρωπος βοήθησε έναν άλλο συνάνθρωπό του. Πως θα αισθανθείτε; Εδώ φυσικά υπάρχουν πολλά σενάρια που μπορεί να σκεφτεί κάποιος. Ότι απλά μπορεί να είχε ήδη την καλοσύνη μέσα του και δεν χρειάστηκε κάποιο “παράδειγμα” για να κάνει παρόμοια πράξη. Δεν θα το μάθουμε ποτέ όμως, γιατί εσείς κάνατε αυτό που έπρεπε και κατά συνέπεια η πράξη σας συνεχίστηκε. Δεν έχει σημασία πως, αλλά σημασία έχει μόνο το αποτέλεσμα. Μια καλή πράξη δεν δίνει εφήμερη βοήθεια σε μερικούς ανθρώπους μόνο, αλλά μπορεί να δώσει όραμα και ελπίδα. Ελπίδα πως η καλοσύνη υπάρχει και μεταδίδεται. Ελπίδα πως η κακία στον κόσμο αυτό, είναι απλά μια αρρώστια προς εξάλειψη.

Μην σταματάτε να δείχνετε καλοσύνη και τα συναφή συναισθήματα αυτής. Δεν ζούμε για πάντα, δεν μας ανήκει τίποτα. Ας αφήσουμε ένα όμορφο περιβάλλον για τους επόμενους που θα έρθουν με παραδείγματα. Με σημειώσεις. Κάποιος θα τις διαβάσει και θα τις εφαρμόσει. Που θα πάει;

Πολλοί όμως δε θέλουν να κάνουν αυτή την προσπάθεια

Όσο λιγότερο καθαρά βλέπουμε την πραγματικότητα του κόσμου – όσο περισσότερο το πνεύμα μας είναι θολωμένο από ψέματα, απατηλές αντιλήψεις, και ψευδαισθήσεις – τόσο λιγότερο ικανοί θα είμαστε να χαράζουμε μια σωστή πορεία δράσης και να παίρνουμε σωστές αποφάσεις. Ο τρόπος που βλέπουμε την πραγματικότητα είναι σαν ένας χάρτης με τον οποίο ανιχνεύουμε το έδαφος της ζωής. Αν ο χάρτης είναι αληθινός και ακριβής, θα ξέρουμε γενικά πού βρισκόμαστε, κι αν έχουμε αποφασίσει πού θέλουμε να πάμε, θα ξέρουμε γενικά πώς να φτάσουμε εκεί. Αν ο χάρτης είναι λαθεμένος και ανακριβής, το αποτέλεσμα γενικά είναι να χαθούμε. Μολονότι αυτό είναι ολοφάνερο, οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, να το αγνοούν. Το αγνοούν γιατί η όδευσή μας προς την πραγματικότητα δεν είναι εύκολη. Πρώτα πρώτα δε γεννιόμαστε με χάρτες· πρέπει να τους φτιάξουμε. Και το φτιάξιμό τους απαιτεί προσπάθεια. Όσο μεγαλύτερη προσπάθεια καταβάλουμε για να εκτιμήσουμε και να αντιληφθούμε την πραγματικότητα, τόσο μεγαλύτεροι και ακριβέστεροι θα είναι οι χάρτες μας. Πολλοί όμως δε θέλουν να κάνουν αυτή την προσπάθεια. Μερικοί σταματούν να την κάνουν όταν φτάνουν στο τέλος της εφηβείας. Οι χάρτες τους είναι μικροί και πρόχειροι, και οι απόψεις τους για τον κόσμο περιορισμένες και παραπλανητικές. Προς το τέλος της μέσης ηλικίας, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν παραιτηθεί από την προσπάθεια. Αισθάνονται σίγουροι ότι οι χάρτες τους είναι πλήρεις και ότι η Weltanschauung (κοσμοθεωρία) τους είναι σωστή (και μάλιστα ιερή) και δεν ενδιαφέρονται πια για καινούργιες γνώσεις. Λες και είναι κουρασμένοι. Μόνο μια σχετικά μικρή και τυχερή μειοψηφία συνεχίζει μέχρι τη στιγμή του θανάτου να εξερευνά το μυστήριο της πραγματικότητας μεγαλώνοντας, εξειδικεύοντας και αναθεωρώντας συνεχώς την κοσμοαντίληψή τους και την άποψή τους για το τι είναι αλήθεια.

Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα στη χάραξη του χάρτη δεν είναι ότι πρέπει να αρχίσουμε από το μηδέν, αλλά ότι, αν θέλουμε να είναι οι χάρτες μας ακριβείς, θα χρειαστεί να τους αναθεωρούμε συνεχώς. Ο ίδιος ο κόσμος διαρκώς αλλάζει. Παγετώνες έρχονται, …παγετώνες φεύγουν. Πολιτισμοί έρχονται, πολιτισμοί φεύγουν. Υπάρχει πολύ λίγη τεχνολογία, υπάρχει πάρα πολλή τεχνολογία. Ακόμα πιο δραματικά, η σκοπιά από όπου θεωρούμε τον κόσμο αλλάζει διαρκώς και πολύ γρήγορα. Όταν είμαστε παιδιά είμαστε εξαρτημένοι και αδύναμοι. Όταν γίνουμε ενήλικοι, μπορούμε να είμαστε δυνατοί. Ωστόσο, σε περίπτωση αρρώστιας ή γεροντικής αναπηρίας μπορεί να ξαναγίνουμε αδύναμοι και εξαρτημένοι. Όταν έχουμε παιδιά που πρέπει να φροντίσουμε, ο κόσμος φαίνεται διαφορετικός απ’ όταν δεν έχουμε κανένα παιδί. Όταν ανατρέφουμε μικρά, ο κόσμος φαίνεται διαφορετικός απ’ όταν ανατρέφουμε εφήβους. Όταν είμαστε φτωχοί, ο κόσμος φαίνεται διαφορετικός απ’ όταν είμαστε πλούσιοι. Καθημερινά βομβαρδιζόμαστε με νέες πληροφορίες για τη φύση της πραγματικότητας. Αν θέλουμε να αφομοιώσουμε αυτές τις πληροφορίες, πρέπει συνεχώς να αναθεωρούμε τους χάρτες μας, και μερικές φορές όταν αρκετές νέες πληροφορίες έχουν συσσωρευτεί, πρέπει να κάνουμε πολύ σημαντικές αναθεωρήσεις. Η διεργασία της αναθεώρησης, και ιδιαίτερα της σημαντικής αναθεώρησης, είναι επίμοχθη, μερικές φορές μάλιστα βασανιστική. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η μεγαλύτερη πηγή πολλών από τα κακά του ανθρώπινου γένους.

Τι συμβαίνει όταν ένας έχει μοχθήσει πολύ και για μακρόχρονο διάστημα για να σχηματίσει μιαν ικανοποιητική κοσμοαντίληψη, έναν φαινομενικά χρήσιμο και πρακτικό χάρτη, και ξαφνικά βρίσκεται μπροστά σε μια νέα πληροφορία που δείχνει πως η αντίληψη αυτή είναι λαθεμένη και πως ο χάρτης χρειάζεται σε ένα μεγάλο μέρος του να ξανασχεδιαστεί; Η απαιτούμενη οδυνηρή προσπάθεια φαίνεται τρομερή, σχεδόν συντριπτική. Εκείνο που κάνουμε πιο συχνά και συνήθως ασύνειδα είναι να αγνοούμε το νέο στοιχείο. Πολλές φορές αυτή η πράξη της ηθελημένης άγνοιας είναι πολύ περισσότερο από παθητική. Μπορεί να καταγγείλουμε το νέο στοιχείο ως λαθεμένο, επικίνδυνο, αιρετικό, έργο του διαβόλου. Μπορεί και να κηρύξουμε σταυροφορία εναντίον του, κι ακόμα να προσπαθήσουμε να παραπλανήσουμε τον κόσμο ώστε να τον κάνουμε να συμφωνήσει με τη δική μας αντίληψη τια την πραγματικότητα. Ένα άτομο αντί να προσπαθήσει να αλλάξει τον χάρτη, μπορεί να προσπαθήσει να καταστρέψει το νέο στοιχείο.

Είναι λυπηρό το γεγονός ότι ένα τέτοια άτομο μπορεί να ξοδεύει πολύ περισσότερη ενέργεια υπερασπίζοντας μια απαρχαιωμένη κοσμοθεωρία από ό,τι θα χρειαζόταν για να την αναθεωρήσει ή να την διορθώσει.

ΣΚΟΤ ΠΕΚ, Ο ΔΡΟΜΟΣ Ο ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΤΑΞΙΔΕΜΕΝΟΣ

Ο φίλος, αν χρειαστεί να μιλήσει, ανακοινώνει το πράγμα με μετριοπάθεια, χωρίς να λέει τίποτα για τον εαυτό του

Η χάρη εκ μέρους του φίλου, σαν ζωντανό, κρύβει στο βάθος την ουσία της, δεν τη συνοδεύει καμία επίδειξη και κανένας στόμφος, αλλά συχνά, όπως ο γιατρός θεραπεύει τους ανθρώπους χωρίς να γίνεται αντιληπτός, έτσι και ο φίλος ωφελεί με παρέμβαση ή συμφιλίωση, δείχνοντας φροντίδα χωρίς να τον πάρει είδηση αυτός που ωφελήθηκε.

Τέτοιος ήταν και ο Αρκεσίλαος σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά και τον καιρό που ο Απελλής ο Χίος ήταν άρρωστος, όταν κατάλαβε τη φτώχεια του, επέστρεψε με είκοσι τετράδραχμα, κάθισε στο προσκεφάλι του και του είπε: “Εδώ δεν υπάρχουν παρά τα στοιχεία του Εμπεδοκλή,

φωτιά, νερό και γη και το οικείο ύψος του αιθέρα.

Δεν είσαι όμως ξαπλωμένος καλά”
και, τακτοποιώντας του το μαξιλάρι, έβαλε κρυφά από κάτω τα κέρματα.

Όταν, λοιπόν, η γριά που τον περιποιούνταν τα βρήκε, απόρησε και ειδοποίησε τον Απελλή, εκείνος γέλασε και είπε:

“Του Αρκεσίλαου είναι το κόλπο”.

Ωστόσο μοιάζουν με τους γονείς τους τα τέκνα που γεννιούνται μέσα στη φιλοσοφία.

Ο Λακύδης, λοιπόν, μαθητής του Αρκεσιλάου, παραστεκόταν μαζί με άλλους φίλους στον Κηφισοκράτη, που είχε παραπεμφθεί σε δίκη εισαγγελίας.

Όταν ο κατήγορος του ζήτησε το δαχτυλίδι, εκείνος το άφησε να πέσει χωρίς να κινηθεί, και ο Λακύδης το πήρε είδηση, το πάτησε με το πόδι του και το έκρυψε, διότι συνιστούσε πράγματι επιβαρυντικό στοιχείο.

Μετά την απόφαση, ενώ ο Κηφισοκράτης χαιρετούσε τους δικαστές, ένας, που, καθώς φαίνεται, είχε δει το συμβάν, του είπε ότι χρωστάει χάρη στον Λακύδη και του διηγήθηκε το περιστατικό, χωρίς ο Λακύδης να το έχει πει σε κανέναν.

Έτσι, νομίζω, και οι θεοί ευεργετούν τις περισσότερες φορές χωρίς να γίνονται αντιληπτοί, διότι από την φύση τους χαίρονται και τους αρέσει να κάνουν χάρη και το καλό για την ίδια την πράξη.

Του κόλακα η συμπεριφορά δεν έχει τίποτα το δίκαιο, το αληθινό, το απλό και το μεγαλόψυχο, αλλά ιδρώτα, φωνές, πήγαινε έλα, συσπάσεις του προσώπου που εκδηλώνουν και δίνουν την εντύπωση ότι προσφέρει υπηρεσίες με μεγάλο κόπο και φροντίδα, σαν ζωγραφιά εκκεντρική, που δημιουργεί την εντύπωση της ενάργειας με χτυπητά χρώματα, τσαλακωμένες πτυχές, ρυτίδες και γωνιώδη χαρακτηριστικά. Αλλά και όταν διηγείται το πώς έδρασε είναι φορτικός, αναφέροντας τις περιπλανήσεις του, τις φροντίδες, τις αντιπάθειες που προκάλεσε στους άλλους, έπειτα χίλια δυο προβλήματα και μεγάλες συμφορές, που σε κάνουν να λες πως δεν άξιζε τόσο κόπο.

Κάθε χάρη, βέβαια, που καταλογίζεται σε κάποιον είναι αντιπαθητική, δεν είναι πια χάρη ούτε γίνεται αποδεκτή, στις χάρες όμως των κολάκων ενυπάρχει ευθύς εξαρχής τη στιγμή που γίνονται και όχι αργότερα κάτι που φέρνει ντροπή και είναι ενοχλητικό.

Ο φίλος, αν χρειαστεί να μιλήσει, ανακοινώνει το πράγμα με μετριοπάθεια, χωρίς να λέει τίποτα για τον εαυτό του.

Η χάρη του είδους δεν είναι μόνο γενναιόδωρη, αλλά και πιο ευχάριστη για εκείνους που τη δέχονται, επειδή μένουν με την εντύπωση ότι δεν προκαλούν μεγάλη βλάβη στους ευεργέτες τους.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΗΘΙΚΑ

JOHN C. MAXWELL: Η ευτυχία είναι επιλογή

Εκπλήσσομαι με τον τεράστιο αριθμό ενηλίκων που δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη της στάσης τους απέναντι στη ζωή. Αν είναι κακόκεφοι και κάποιος ζητήσει να μάθει γιατί, απαντούν, “Σήμερα ξύπνησα στραβά”. Όταν η αποτυχία χτυπάει την πόρτα τους, λένε, “Γεννήθηκα για να βασανίζομαι. Όταν η ζωή τους δεν πάει καλά ενώ άλλα άτομα της οικογένειας βρίσκονται σε άνοδο, λένε, “Λοιπόν, εγώ ήμουν ο άτυχος της οικογένειας”. Όταν οι γάμοι τους αποτυγχάνουν, πιστεύουν ότι παντρεύτηκαν λάθος άτομο. Όταν κάποιος άλλος παίρνει την προαγωγή που ήθελαν, είναι γιατί δε βρέθηκαν στον κατάλληλο τόπο τον κατάλληλο χρόνο. Παρατηρείτε κάτι; Πάντοτε οι άλλοι ευθύνονται για τα προβλήματά τους. Η μεγαλύτερη μέρα στη ζωή σας, όπως και στη δική μου, είναι η μέρα που αναλαμβάνετε πλήρως την ευθύνη της στάσης σας. Είναι η μέρα της ουσιαστικής ενηλικίωσης. Ένας σύμβουλος του Προέδρου Λίνκολν τού πρότεινε ένα συγκεκριμένο υποψήφιο για το Υπουργικό Συμβούλιο. Ο Λίνκολν όμως αρνήθηκε, λέγοντας, “Δε μου αρέσει η φάτσα αυτού του ανθρώπου”. “Μα, κύριε, δεν ευθύνεται αυτός για τα χαρακτηριστικά του προσώπου του”, επέμεινε ο σύμβουλος. “Κάθε άνδρας πάνω από τα σαράντα ευθύνεται για το πρόσωπό του”, απάντησε ο Λίνκολν, και το θέμα θεωρήθηκε τελειωμένο.

Ανεξάρτητα από το τι πιστεύετε εσείς για τη στάση σας, η έκφρασή σας σας προδίδει!

Τις προάλλες, είδα ένα αυτοκόλλητο που έγραφε “Η δυστυχία είναι επιλογή”.
  • Δεν αποφασίζουμε εμείς πόσα χρόνια θα ζήσουμε, αλλά μπορούμε να αποφασίσουμε πόση ζωή θα περιέχεται μέσα στα χρόνια αυτά.
  • Δεν εξαρτάται από μας η ομορφιά του προσώπου μας, αλλά από μας εξαρτάται η έκφρασή του.
  • Δεν έχουμε τη δυνατότητα να αποφύγουμε τις δύσκολες στιγμές της ζωής, αλλά μπορούμε να επιλέξουμε να μην κάνουμε δύσκολη τη ζωή μας.
  • Δεν μπορούμε να ελέγξουμε την αρνητική ατμόσφαιρα του κόσμου που ζούμε, μπορούμε όμως να ελέγξουμε την ατμόσφαιρα που επικρατεί στο μυαλό μας.
  • Πολύ συχνά προσπαθούμε να επιλέξουμε και να ελέγξουμε πράγματα που δεν περνούν από το χέρι μας.
Πολύ σπάνια επιλέγουμε να ελέγξουμε αυτό που περνάει από το χέρι μας …τη στάση ζωής μας.

Ο Hugh Downs υποστηρίζει ότι ευτυχισμένος δεν είναι τόσο ο άνθρωπος που βρίσκει τις κατάλληλες συνθήκες, αλλά ο άνθρωπος με την κατάλληλη στάση ζωής. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η ευτυχία είναι μια κατάσταση. Όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά, είναι ευτυχισμένοι. Όταν τα πράγματα πηγαίνουν άσχημα, είναι δυστυχείς. Μερικοί άνθρωποι πάσχουν από αυτό που εγώ αποκαλώ “ασθένεια προορισμού”. Νομίζουν ότι μπορούν να βρουν την ευτυχία σε κάποια θέση ή σε κάποιο τόπο. Άλλοι υποφέρουν από αυτό που αποκαλώ “η ασθένεια του κάποιου”. Νομίζουν ότι η ευτυχία κερδίζεται αν γνωρίζεις ή είσαι με κάποιο συγκεκριμένο άτομο.

Με εντυπωσιάζει η φιλοσοφία που κρύβεται στα παρακάτω λόγια: “Η μοίρα επιλέγει αυτά που θα υποστούμε. Εμείς επιλέγουμε τον τρόπο που θα τα υποστούμε.” Το μοναδικό πράγμα που δεν μπορείτε να μου αφαιρέσετε είναι ο τρόπος που επιλέγω να αντιδράσω σε αυτά που μου κάνετε. Το τελευταίο οχυρό της ελευθερίας του ατόμου είναι η επιλογή της στάσης του μπροστά σε κάθε δεδομένη κατάσταση.

Η Clara Barton, ιδρύτρια του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, κατανόησε τη σημασία της επιλογής της κατάλληλης στάσης ακόμη και στις πιο αντίξοες συνθήκες. Ποτέ δεν τη θυμάται κανείς να κρατάει κακία σε κάποιον. Μια φορά, ένας φίλος της της θύμισε κάποιο δυσάρεστο γεγονός που είχε συμβεί μερικά χρόνια νωρίτερα, αλλά η Κλάρα έδειχνε να μη θυμάται το περιστατικό. “Μα δε θυμάσαι το κακό που σου έκανε;” ρώτησε ο φίλος της. “Όχι”, απάντησε ήρεμα η Κλάρα, “Θυμάμαι καθαρά ότι το έχω ξεχάσει”.

Πολύ συχνά, άτομα που έχουν αντιμετωπίσει αντίξοες καταστάσεις στη ζωή τούς αισθάνονται πικρία και θυμό. Άλλες φορές, στη ζωή τους αποδεικνύονται άτομα αρνητικά και σκληρά απέναντι στους άλλους. ‘Έχουν την τάση να αναφέρονται στις δύσκολες στιγμές του παρελθόντος και να λένε, “Εκείνο το γεγονός με κατέστρεψε”. Αυτό που δε συνειδητοποιούν είναι πως το γεγονός εκείνο απαιτούσε μια επιλογή στάσης — μια αντίδραση. Η λανθασμένη επιλογή στάσης τούς κατέστρεψε, και όχι οι συνθήκες.

Ο C. S. Lewis είπε, “Κάθε φορά που κάνετε μια επιλογή, μεταλλάσσετε το προσωπικό σας κέντρο ελέγχου, το κομμάτι που αποφασίζει, σε κάτι λίγο διαφορετικό από αυτό που ήταν ως εκείνη τη στιγμή. Και αν πάρετε τη ζωή σας ως σύνολο, με όλες τις αναρίθμητες επιλογές σας, σταδιακά εξελίσσεστε μέσω αυτού του κέντρου ελέγχου είτε σε ένα αγγελικό είτε σε ένα διαβολικό πλάσμα.”.

JOHN C. MAXWELL, ΑΝΑΠΤΥΞΤΕ ΤΟΝ ΗΓΕΤΗ ΜΕΣΑ ΣΑΣ

Νίτσε: Τα ελεύθερα πνεύματα

Ο Νίτσε προσπαθεί να φανταστεί τι φίλους χρειάζεται:

Αυτό όμως που χρειαζόμουν πάντα ξανά και ξανά για την ανασυγκρότηση του εαυτού μου ήταν η πίστη ότι δεν ήμουν ο μόνος που ήταν έτσι απομονωμένος, που έβλεπε έτσι μεμονωμένα – μια μαγική προαίσθηση συγγένειας και ομοιότητας στο μάτι και την επιθυμία, μια ανάπαυση μέσα στην εμπιστοσύνη της φιλίας, μια τυφλαμάρα για δύο, δίχως υποψία και ερωτηματικά, μια απόλαυση με τα πρώτα επίπεδα, τις επιφάνειες, το κοντινό, το εγγύτατο, με καθετί που έχει χρώμα, δέρμα και εμφάνιση.

Κι έτσι επινόησα, μια μέρα που το χρειαζόμουν, και τα «ελεύθερα πνεύματα», στα οποία είναι αφιερωμένο αυτό το βαρύθυμο και θαρραλέο βιβλίο που τιτλοφορείται Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο: τέτοια «ελεύθερα πνεύματα» δεν υπάρχουν, δεν υπήρξαν ποτέ – αλλά, όπως είπα, χρειαζόμουν την παρέα τους για να κρατήσω την καλή μου διάθεση μέσα σε άσχημα πράγματα (αρρώστια, απομόνωση, ξένα μέρη, ακηδία, αδράνεια): τα χρειαζόμουν ως γενναίους συντρόφους και φαντάσματα με τα οποία φλυαρείς και γελάς, όταν έχεις όρεξη να φλυαρήσεις και να γελάσεις, και τα οποία στέλνεις στο διάβολο όταν τα βαρεθείς – ως αντιστάθμισμα για τους φίλους που μου έλειπαν. 

Το ότι τέτοια ελεύθερα πνεύματα μπορεί να υπάρξουν μια μέρα, το ότι η Ευρώπη μας έχει τέτοιους δραστήριους και τολμηρούς συντρόφους ανάμεσα στους γιους της του αύριο και του μεθαύριο, ζωντανούς και χειροπιαστούς και όχι μόνο, όπως στην περίπτωσή μου, φαντάσματα και φιγούρες του θεάτρου σκιών ενός ερημίτη: αυτό είναι κάτι για το οποίο εγώ είμαι ο τελευταίος που θα αμφέβαλλε. Τους βλέπω να έρχονται ήδη, αργά αργά˙ και μήπως θα έκανα κάτι για να επισπεύσω τον ερχομό τους, αν περιέγραφα εκ των προτέρων κάτω από ποιους οιωνούς τους βλέπω να γεννιούνται, από ποιους δρόμους τους βλέπω να έρχονται;
(Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο, 1878)

ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΤΙΡΙΩΝ

Ο βιοκλιματικός σχεδιασμός κτιρίων ή βιοκλιματική αρχιτεκτονική, αφορά στον σχεδιασμό κτιρίων και χώρων (εσωτερικών και εξωτερικών – υπαίθριων) με βάση το τοπικό κλίμα, συνήθως αναφερόμενο ως μικροκλίμα, με σκοπό την εξασφάλιση συνθηκών θερμικής και οπτικής άνεσης, αξιοποιώντας την ηλιακή ενέργεια και άλλες ανανεώσιμες πηγές, αλλά και τα φυσικά φαινόμενα του κλίματος.

Η βιοκλιματική είναι κλάδος της αρχιτεκτονικής που λαμβάνει υπ’ όψη τις επιταγές της οικολογίας και της βιωσιμότητας.

Με τον όρο “βιοκλιματικός σχεδιασμός” εννοείται ο σχεδιασμός ο οποίος αποσκοπεί στην προστασία του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων.

Οικολογική δόμηση

Η βιοκλιματική αρχιτεκτονική αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες της οικολογικής δόμησης, η οποία ασχολείται με τον έλεγχο των περιβαλλοντικών παραμέτρων στο επίπεδο των κτιριακών μονάδων μελετώντας τις ακόλουθες κατευθύνσεις:

Τη μελέτη του δομημένου περιβάλλοντος και των προβλημάτων που αυτό δημιουργεί (αύξηση θερμοκρασίας, συγκέντρωση αέριων ρύπων, δυσκολία στην κυκλοφορία αέρα).

Τον σχεδιασμό των κτιρίων.

Την επιλογή των δομικών υλικών, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις θερμικές και οπτικές τους ιδιότητες, όσο και την τοξικολογική τους δράση.

Σκοπός του Βιοκλιματικού Σχεδιασμού

Το ζητούμενο στον βιοκλιματικό σχεδιασμό είναι η ανέγερση κτιρίων, π.χ. βιομηχανικών μονάδων, κτιρίων γραφείων, κτιρίων κατοικίας, σχεδιασμένων έτσι ώστε αφενός να καλύπτονται πλήρως οι ενεργειακές τους ανάγκες και αφετέρου στο ετήσιο ισοζύγιο να είναι μηδενική η επιβάρυνση του περιβάλλοντος με εκπομπές βλαβερών για το περιβάλλον αερίων.

Επίσης, η ανέγερση κτιρίων των οποίων οι ενεργειακές ανάγκες στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης να καλύπτονται πλήρως μέσω συστημάτων εκμετάλλευσης των γεωθερμικών ενεργειακών πόρων, όπου η αναγκαία για τις αντλίες θερμότητας ηλεκτρική ενέργεια να παράγεται μέσω φωτοβολταϊκών στοιχείων.

Τέλος, η ανέγερση κτιρίων στο πλαίσιο του συνήθους κόστους των κατασκευών, αλλά με σεβασμό στους περιορισμένους πόρους του φυσικού περιβάλλοντος.
  • Ειδικότεροι στόχοι του Βιοκλιματικού Σχεδιασμού:
  • Συνοπτικά, οι στόχοι του βιοκλιματικού σχεδιασμού είναι:
  • Η εξασφάλιση ηλιασμού το χειμώνα.
  • Η προστασία από τους δυνατούς ανέμους του χειμώνα.
  • Η ελαχιστοποίηση των απωλειών θερμότητας το χειμώνα.
  • Η προστασία από τον ήλιο του καλοκαιριού.
  • Η εκμετάλλευση των δροσερών ανέμων το καλοκαίρι.
  • Η απομάκρυνση της πλεονάζουσας θερμότητας το καλοκαίρι.
Αρχές Βιοκλιματικού Σχεδιασμού

Η γενικότερη αρχή του βιοκλιματικού σχεδιασμού θέτει ότι η Νότια πλευρά του κτιρίου πρέπει να χρησιμοποιείται για παθητική ηλιακή θέρμανση, ενώ αντίθετα η Βόρεια για προστασία από τους ανέμους και ανάσχεση της θερμότητας. Ειδικότερα, οι βασικές αρχές του Βιοκλιματικού Σχεδιασμού σχετίζονται με την αρχιτεκτονική δομή και τον προσανατολισμό του κτιρίου καθώς και με τον περιβάλλοντα χώρο.

Αρχιτεκτονική δομή του κτιρίου

Καταλληλότερο σχήμα για την κατοικία είναι το επίμηκες κατά τον άξονα ανατολής-δύσης, διότι προσφέρει μεγαλύτερη επιφάνεια προς το νότο για συλλογή της ηλιακής θερμότητας τους χειμερινούς μήνες. Αντίστοιχα, η μεγαλύτερη όψη της κατοικίας και τα μεγαλύτερα ανοίγματα πρέπει να είναι προσανατολισμένα προς το νότο, ενώ αντίστοιχα στη βόρεια πλευρά του κτιρίου πρέπει να υπάρχουν συμπαγείς τοίχοι και όσο το δυνατόν μικρότερα ανοίγματα. Σε περίπτωση που το σχήμα του οικοπέδου ή άλλα εμπόδια δεν επιτρέπουν τη διαμόρφωση επιμήκους κτίσματος κατά τον άξονα ανατολής-δύσης, τότε διαμορφώνεται το κτίριο κατά τέτοιο τρόπο ώστε να περιέχει “σπαστούς” όγκους για να εξασφαλίζουν ηλιασμό το χειμώνα και οι πίσω χώροι του κτίσματος. Οι τοίχοι του κτιρίου πρέπει να είναι ογκώδεις και φτιαγμένοι από συμπαγή υλικά για καλύτερη προστασία από τις θερμοκρασιακές μεταβολές. Αντίστοιχα, οι γυάλινες επιφάνειες των ανοιγμάτων (πόρτες- παράθυρα) της κατοικίας αποτελούν τον απλούστερο ηλιακό συλλέκτη. Προτείνονται μεγάλα ανοίγματα προς το νότο, μετρίου μεγέθους στην ανατολική και δυτική όψη και μικρότερα ανοίγματα προς το Βορρά. Τα ανοίγματα της κατοικίας πρέπει να προσφέρουν διαμπερή αερισμό (κυρίως στην κατεύθυνση Βορρά-Νότο) και γι’ αυτό το λόγο πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν βόρεια ανοίγματα στην κατοικία. Ο διαμπερής αερισμός προσφέρει φυσικό δροσισμό τους θερινούς μήνες. Χρειάζεται να εκμεταλλευόμαστε την θερμική αδράνεια του εδάφους όπου αυτό είναι δυνατό (π.χ. σε εδάφη με μεγάλη κλίση). Ανάλογα με τη χρήση του κτιρίου και τις ανάγκες των κατοικούντων σε αυτό προσαρμόζεται και η χωροθέτηση των εσωτερικών χώρων. Έτσι, καθώς η βόρεια πλευρά του κτιρίου είναι η πιο ψυχρή και η λιγότερο φωτεινή, αυτοί οι χώροι προορίζονται για δωμάτια με ολιγόωρη χρήση (για παράδειγμα υπνοδωμάτια, τουαλέτα). Με αυτό τον τρόπο το κέρδος είναι διπλό, καθώς αφενός οι κύριοι χώροι χρήσης (π.χ. σαλόνι) τοποθετούνται στις νοτιότερες (και επομένως πιο ζεστές) μεριές του κτιρίου, αφετέρου οι δευτερεύοντες χώροι λειτουργούν ως ζώνη προστασίας από τους ψυχρούς ανέμους και ανάσχεσης των θερμικών απωλειών των κύριων χώρων χρήσης.

Προσανατολισμός

Η μεγαλύτερη όψη του κτιρίου πρέπει να είναι προσανατολισμένη προς το νότο με απόκλιση έως 30 μοίρες (ανατολικά ή δυτικά).

Περιβάλλοντας χώρος

Χρειάζεται να δίνουμε προσοχή στο μικροκλίμα γύρω από την κατοικία. Η βλάστηση μπορεί χρησιμοποιηθεί για ηλιοπροστασία, σκιασμό και προστασία από τους ανέμους. Έτσι συνίσταται η φύτευση μεγάλων φυλλοβόλων δένδρων στις νότιες και δυτικές πλευρές του κτιρίου, ενώ αντίστοιχα στη βόρεια πλευρά η ύπαρξη αειθαλών δένδρων βοηθά στην ανάσχεση των χειμωνιάτικων ανέμων και παράλληλα προσφέρει δροσισμό του αέρα τους καλοκαιρινούς μήνες.

Σε περίπτωση που υπάρχει κάποιο εμπόδιο στη νότια πλευρά του οικοπέδου, (π.χ. μια γειτονική κατοικία) το οποίο ενδεχομένως να εμποδίσει τον ηλιασμό της κατοικίας κατά τους χειμερινούς μήνες, επιλέγουμε απόσταση ανάμεσα στο εμπόδιο και την κατοικία τουλάχιστον μιάμιση φορά το ύψος του εμποδίου (εμπειρικός κανόνας).

Στοιχεία του Βιοκλιματικού Σχεδιασμού

Βασικά στοιχεία του βιοκλιματικού σχεδιασμού κτιρίων αποτελούν τα παθητικά συστήματα, τα οποία αποτελούν δομικά στοιχεία ενός κτιρίου. Τα παθητικά συστήματα λειτουργούν χωρίς μηχανολογικά εξαρτήματα ή πρόσθετη παροχή ενέργειας και με φυσικό τρόπο θερμαίνουν, αλλά και δροσίζουν τα κτίρια. Χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:
  • Παθητικά ηλιακά συστήματα θέρμανσης
  • Παθητικά συστήματα και τεχνικές φυσικού δροσισμού
  • Συστήματα και τεχνικές φυσικού φωτισμού
Ο βιοκλιματικός σχεδιασμός ενός κτιρίου συνεπάγεται τη συνύπαρξη και συνδυασμένη λειτουργία όλων των παραπάνω συστημάτων, ώστε να συνδυάζουν θερμικά και οπτικά οφέλη καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Εκτός από τα παθητικά συστήματα, μια πολύ σημαντική μέθοδο εξοικονόμησης ενέργειας σε ένα βιοκλιματικό κτίριο αποτελούν και τα ενεργητικά συστήματα, που χρησιμοποιούν μηχανικά μέσα για τη θέρμανση ή το δροσισμό κτιρίων, αξιοποιώντας την ηλιακή ενέργεια ή τις φυσικές δεξαμενές ψύξης. Στη κατηγορία αυτή ανήκουν οι ηλιακοί συλλέκτες θέρμανσης ή παροχής ζεστού νερού χρήσης, τα φωτοβολταϊκά στοιχεία κλπ.

Η εγκατάσταση όλων των παραπάνω συστημάτων αυξάνει ελαφρά το συνολικό κόστος κατασκευής του κτιρίου, το οποίο όμως αποσβένεται από την περιορισμένη χρήση μονάδων συμβατικής θέρμανσης και κλιματιστικών μονάδων.

Παθητικά συστήματα θέρμανσης

Διατάξεις άμεσου κέρδους – ανοίγματα με τζάμι. Για τις διατάξεις άμεσου κέρδους χρειάζεται η ύπαρξη μεγάλης νότιας επιφάνειας με τζάμι. Η οροφή, το δάπεδο και οι τοίχοι συλλέγουν και αποθηκεύουν την ηλιακή θερμότητα. Χρειάζεται να είναι μονωμένοι κατάλληλα για να μην έχουν θερμικές απώλειες.

Τοίχος Trombe. Ο τοίχος Trombe είναι ένας τοίχος προσανατολισμένος προς τον ήλιο που διαχωρίζεται από το εξωτερικό μέρος με τζάμι και κενό χώρο. Ο τοίχος απορροφά την ηλιακή ενέργεια την ημέρα και την απελευθερώνει σιγά – σιγά προς το εσωτερικό μέρος του σπιτιού τη νύχτα. Υπάρχουν ανοίγματα στην κορυφή και στη βάση της μάζας του τοίχου τα οποία επιτρέπουν την κυκλοφορία του αέρα. Έτσι, ο ψυχρός αέρας του δωματίου καθώς εισέρχεται από την κάτω μεριά του τοίχου θερμαίνεται, ανεβαίνει προς τα πάνω και επιστρέφει ζεστός στο χώρο διαβίωσης.

Ηλιακός χώρος – θερμοκήπιο. Ο ηλιακός χώρος είναι ένας κλειστός χώρος με γυαλί στη νότια πλευρά του κτιρίου έτσι ώστε να λειτουργεί ως “θερμοκήπιο”. Ανάμεσα στον ηλιακό χώρο και στην κατοικία υπάρχει ένας τοίχος θερμικής συσσώρευσης έτσι ώστε να κρατιέται σταθερή η θερμοκρασία στον ηλιακό χώρο και στο υπόλοιπο κτίριο.

Ενεργητικά συστήματα θέρμανσης

Ηλιακοί συλλέκτες. Ο ηλιακός συλλέκτης είναι μια συσκευή που συσσωρεύει την ηλιακή ακτινοβολία και την μετατρέπει σε θερμότητα.

Παθητικά συστήματα φυσικού δροσισμού

Ο αερισμός του κτιρίου είναι πολύ σημαντικός διότι αφενός βοηθάει στην απομάκρυνση της πλεονάζουσας θερμότητας και επομένως κρατάει το κτίριο δροσερό τους θερινούς μήνες και αφετέρου διότι είναι αναγκαία η ανανέωση του εσωτερικού αέρα με φρέσκο αέρα από το περιβάλλον που είναι πλούσιος σε οξυγόνο. Υπάρχουν τρεις κατηγορίες συστημάτων αερισμού: ο πύργος (καμινάδα) αερισμού, η ηλιακή καμινάδα, και ο διαμπερής αερισμός. Επίσης, τα σκίαστρα είναι απαραίτητα για την προφύλαξη της οικίας από την ηλιακή ακτινοβολία τους θερινούς μήνες.

Καμινάδες αερισμού

Οι καμινάδες αερισμού έχουν κατάλληλο άνοιγμα προς την κατεύθυνση του ανέμου ώστε να συλλέγουν τα ψυχρά ρεύματα και να τα κατευθύνουν μέσα στο ζωτικό χώρο της οικίας.

Ηλιακή καμινάδα

Η ηλιακή καμινάδα βασίζει την λειτουργία της στο φαινόμενο του φυσικού ελκυσμού. Αντί για τοίχο, έχει ένα μικρό ηλιακό τοίχο (υαλοπίνακα) στη νότια ή νοτιοδυτική πλευρά της, οπότε με τη βοήθεια του ήλιου, θερμαίνεται η εσωτερική της επιφάνεια. Ο ζεστός αέρας κατευθύνεται προς το περιβάλλον με αποτέλεσμα να ανανεώνεται με φρέσκο δροσερό αέρα η κατοικία.

Διαμπερής αερισμός

Ο διαμπερής αερισμός είναι η πιο συνηθισμένη, καθημερινή πρακτική για το δροσισμό ενός χώρου. Απαιτεί κατάλληλα σχεδιασμένα ανοίγματα στη βόρεια και νότια πλευρά του κτιρίου, ή αν δεν είναι αυτό δυνατό, ανοίγματα στον άξονα ανατολής-δύσης. Ο αέρας διέρχεται από τα ανοίγματα δροσίζοντας τους ενοίκους. Σημαντικό ρόλο στο διαμπερή αερισμό κατέχει η βλάστηση έξω από την οικία καθώς δροσίζει και φιλτράρει τα ρεύματα αέρα ενώ παρέχει ταυτόχρονα σκίαση.

Σκίαστρα

Τα εξωτερικά σκίαστρα με κινητές περσίδες είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος σκιασμού. Συγκεκριμένα, συνιστώνται οριζόντια εξωτερικά σκίαστρα για τη νότια πλευρά και κατακόρυφα εξωτερικά σκίαστρα για την ανατολική και δυτική πλευρά της κατοικίας.

ΕΠΤΑ ΣΟΦΟΙ: ΘΑΛΗΣ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΘΑΛΗΣ O ΜΙΛΗΣΙΟΣΜερικοί λένε ότι παντρεύτηκε και ότι είχε γιο με όνομα Κύβισθος· άλλοι όμως λένε ότι έμεινε άγαμος και ότι υιοθέτησε τον γιο της αδερφής του. Λένε επίσης ότι, όταν τον ρώτησαν γιατί δεν κάνει παιδιά ο ίδιος, απάντησε «Από αγάπη για τα παιδιά». Λένε ακόμη ότι, όταν η μητέρα του έκανε προσπάθειες να τον αναγκάσει να παντρευτεί, αυτός έλεγε «Είναι πολύ νωρίς ακόμη», όταν όμως άρχισε να περνάει η ηλικία του και εκείνη επέμενε να τον πιέζει, αυτός είπε «Τώρα πια είναι πολύ αργά». Και ο Ροδίτης Ιερώνυμος, στο δεύτερο βιβλίο των Σκόρπιων σημειώσεών του, λέει ότι ο Θαλής, θέλοντας να αποδείξει πόσο εύκολο πράγμα είναι να γίνει κανείς πλούσιος, νοίκιασε —προβλέποντας ότι η επόμενη σοδειά της ελιάς θα ήταν πολύ καλή— όλα τα ελαιοτριβεία, και έτσι μάζεψε παρά πολλά χρήματα.

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, τον Δούρη και τον Δημόκριτο, ο Θαλής ήταν γιος του Εξαμύα και της Κλεοβουλίνας, από την οικογένεια των Θηλιδών, που είναι Φοίνικες (πρόκειται για την οικογένεια με την ευγενέστερη καταγωγή μεταξύ των απογόνων του Κάδμου και του Αγήνορα). ‹Ήταν ένας από τους Εφτά Σοφούς›, σύμφωνα με όσα λέει ο Πλάτωνας. Ήταν ο πρώτος στον οποίο δόθηκε το παρωνύμιο «σοφός»· άρχοντας τότε στην Αθήνα ήταν ο Δαμασίας, που στα χρόνια του καθιερώθηκε και η ονομασία «Επτά Σοφοί», όπως λέει ο Δημήτριος ο Φαληρέας στον Κατάλογό του των αρχόντων. Έγινε δεκτός ως πολίτης στη Μίλητο, όταν πήγε εκεί μαζί με τον Νείλο, που απελάθηκε από τη Φοινίκη. Οι περισσότεροι, πάντως, λένε ότι ο Θαλής ήταν ντόπιος Μιλήσιος και από περίλαμπρη οικογένεια.

Αφού για μεγάλο διάστημα ασχολήθηκε με τα πολιτικά πράγματα, άρχισε ύστερα να ασχολείται με τη σπουδή της φύσης. Σύμφωνα με μερικούς δεν άφησε πίσω του κανένα σύγγραμμα· η Ναυτική αστρολογία που αποδίδεται σ᾽ αυτόν λένε πως είναι έργο του Σαμιώτη Φώκου. Ο Καλλίμαχος, πάντως, τον ξέρει ως τον άνθρωπο που ανακάλυψε τη Μικρή Άρκτο· λέει, πράγματι, ο ποιητής στους Ιάμβους του:

Έλεγαν πως της Άμαξας μέτρησε τ᾽ αστεράκια
που οι Φοίνικες στη θάλασσα την έχουν οδηγό τους.

Σύμφωνα όμως με κάποιους άλλους ο Θαλής έγραψε δύο μόνο πραγματείες, Για τις τροπές του ήλιου και Για την ισημερία, επειδή όλα τα άλλα τα θεώρησε πράγματα ακατάληπτα. Μερικοί θεωρούν ότι είναι ο πρώτος που ασχολήθηκε με την αστρονομία, ο πρώτος που πρόβλεψε εκλείψεις του ήλιου και μίλησε για τις τροπές του ήλιου, όπως λέει ο Εύδημος στην Ιστορία του της αστρονομίας· αυτός είναι και ο λόγος που εκφράζονται με θαυμασμό γι᾽ αυτόν ο Ξενοφάνης και ο Ηρόδοτος. Το βεβαιώνουν, επίσης, ο Ηράκλειτος και ο Δημόκριτος.

Η αρχή όλων των πραγμάτων είπε πως είναι το νερό. Όσο για το σύμπαν είπε πως είναι έμψυχο και γεμάτο από θεότητες. Λένε επίσης ότι ήταν ο ευρετής των εποχών του έτους και ότι αυτός είναι που διαίρεσε το έτος σε 365 μέρες.

Κανένας δεν υπήρξε δάσκαλός του, εκτός από το ότι πήγε στην Αίγυπτο και πέρασε εκεί κάποιο διάστημα δίπλα στους ιερείς. Ο Ιερώνυμος λέει ότι ο Θαλής μέτρησε με ακρίβεια και το ύψος των πυραμίδων από τη σκιά τους, κάνοντας την παρατήρησή του την ώρα που η σκιά μας έχει μήκος ίσο με το μήκος του σώματός μας.

ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ, Βίοι Φιλοσόφων 1.22-122 (1.27-1.33)

Το πολιτικό σύστημα της αρχαίας Σπάρτης και η μακροχρόνια σταθερότητά του

Το «πολίτευμα του Λυκούργου» ήταν μία σύνθεση δημοκρατικών, μοναρχικών και ολιγαρχικών στοιχείων που είχε στόχο την αποτροπή πολιτικών και κοινωνικών συγκρούσεων και την εξασφάλιση της μακροχρόνιας σταθερότητας. Ήταν ένα πολίτευμα που προκάλεσε αντιφατικές αποτιμήσεις από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη μέχρι τους μαρξιστές και τους ναζιστές αλλά εν τέλει καθόρισε τη δύναμη, τη διάρκεια και την αίγλη της Αρχαίας Σπάρτης.

Η πραγματική πολιτική ηγεσία της Σπάρτης, σύμφωνα με τον Ξενοφώντα (Ελληνικά, 3.3.), ήταν η αποκαλούμενη «Μικρή Εκκλησία» την οποία συγκροτούσαν οι δύο Βασιλείς, η Γερουσία (28 Γέροντες) και οι πέντε Έφοροι, που εκλέγονταν από την Απέλλα (τη συνέλευση των ομοίων / πολιτών).

Οι τρεις αυτοί πολιτειακοί θεσμοί με αλληλοσυμπληρούμενες αλλά και αντικρουόμενες εξουσίες, διασφάλιζαν με αυστηρότητα τη σταθερότητα της πόλης αλλά και την διαχρονική διατήρηση της ηγετικής – και προδήλως προνομιούχου – θέσης τους στην Σπαρτιατική κοινωνία.

Α. Οι δύο βασιλείς

Η προέλευση του θεσμού της διπλής βασιλείας έχει προκαλέσει πληθώρα εικασιών με επικρατέστερη εκείνη που θέλει την Σπάρτη να προκύπτει από τη συνένωση δύο βασιλείων, τα οποία είχαν δημιουργηθεί μετά την κάθοδο των Δωριέων στην περιοχή.

Η εποίκηση των Δωριέων είχε ερμηνευτεί από τους Σπαρτιάτες, όχι ως βίαια εισβολή αλλοφύλων, αλλά ως αποκατάσταση των απογόνων του πρωταρχικού «κυρίου» της Πελοποννήσου, του Ηρακλή, στη γη που του είχε παραχωρήσει ο Δίας. Οι βασιλείς της Σπάρτης συντηρούσαν αυτό τον μύθο για την καταγωγή τους και με τον τρόπο αυτό ανήγαγαν το δικαίωμα της εξουσίας τους στον θεό Δία.

Η διπλή βασιλεία μοιραζόταν σε δύο οικογένειες: τους Αγιάδες (κατάγονταν σύμφωνα με την παράδοση απευθείας από τον Ηρακλή και θεωρούνταν ως οι πλέον ευγενείς) και τους Ευρυποντίδες (που κατάγονταν από τον γιο του Ηρακλή, Ύλλο).

Αρχικά είχαν ως βασικές αρμοδιότητες τη διοίκηση του στρατεύματος και την ανίχνευση της θεϊκής βούλησης (προσφυγή στο μαντείο των Δελφών, προσφορά θυσιών και παρατήρηση φαινομένων) βαθμιαία όμως, οι απόλυτες εξουσίες τους υποχώρησαν, καθώς οι όμοιοι/πολίτες έβλεπαν όλο και με μεγαλύτερη καχυποψία την προσπάθειά τους να κυριαρχήσουν πάνω στους άλλους θεσμούς.

Έχαιραν πάντα ιδιαίτερων τιμών, όπως μεγαλύτερα μερίδια από τα πολεμικά λάφυρα και τιμητικές θέσεις στα κοινά συσσίτια, αλλά κατά τους κλασσικούς χρόνους ελέγχονταν αυστηρά από τους Εφόρους, ενώ ήταν υποχρεωμένοι κάθε μήνα να ορκίζονται ότι θα ασκήσουν τη βασιλική εξουσία σύμφωνα με τους νόμους.

Η ανάρρηση στη βασιλεία γινόταν κληρονομικά. Στη διαδοχή προηγούταν ο γιός που θα γεννιόταν μετά την ανακήρυξη κάποιου ως Βασιλιά και όχι ο πρωτότοκος. Σε περιπτώσεις αμφισβήτησης της πατρότητας ενός διαδόχου, η επιλογή του Βασιλιά γινόταν από την Γερουσία και επικυρώνονταν από τη συνέλευση. Ο συντηρητικός και θρησκευτικός χαρακτήρας των Σπαρτιατών εξηγεί το γεγονός ότι ο θεσμός της βασιλείας δεν αμφισβητήθηκε ποτέ αλλά παρέμεινε ως αυτοδύναμος παράγοντας μέχρι την παρακμή της Σπάρτης.

Β. Οι πέντε Έφοροι

Η πολιτειακή οργάνωση της Σπάρτης καθοριζόταν από την «ρήτρα» του (πιθανώς μυθικού) Λυκούργου. Στη «ρήτρα» δεν γινόταν λόγος για «Έφορους» αλλά κρίθηκε αναγκαίο να θεσπιστεί αυτή η νέα αρχή, η οποία θα επόπτευε το πολίτευμα, ουσιαστικά θα επαγρυπνούσε εναντίον εκείνων που θεωρητικά θα μπορούσαν να το απειλήσουν, δηλαδή των βασιλέων.

Η ακριβής αρχή του θεσμού των Εφόρων δεν έχει προσδιοριστεί ιστορικά, όπως δεν έχουμε και ακριβείς μαρτυρίες για τον τρόπο εκλογής τους, θεωρητικά όμως κάθε Σπαρτιάτης «όμοιος», μεγαλύτερος από 30 ετών, μπορούσε να γίνει Έφορος μετά από την εκλογή του «δια βοής» από τη συνέλευση των πολιτών, την Απέλλα, για έναν μόλις χρόνο και χωρίς να έχει δικαίωμα επανεκλογής.

Εν ονόματι της διατήρησης της τάξης, οι πέντε Έφοροι είχαν ένα μεγάλο εύρος εξουσιών. Διηύθυναν τις συνεδριάσεις της Απέλλας και επόπτευαν την υλοποίηση των αποφάσεών της, ενώ μπορούσαν ακόμα και να μεταφέρουν χρονικά τις αποφάσεις της, εάν αφορούσαν στην κήρυξη πολέμου. Είχαν την εποπτεία της διαπαιδαγώγησης των νέων, και τον έλεγχο της διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών, καθώς και βασικές δικαστικές αρμοδιότητες, όπως την εκδίκαση όλων των αστικών υποθέσεων, την εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων που εμπλέκονταν είλωτες και ξένοι και την εισαγωγή σε δίκη των άλλων πολιτειακών φορέων.

Οι έφοροι είχαν την εξουσία να παραπέμψουν τους Βασιλείς ενώπιον μίας Ανωτάτης Επιτροπής Ενόρκων (την οποία συνιστούσαν Έφοροι και Γερουσία), η οποία είχε την εξουσία να τους δικάσει, ακόμα και να τους εκθρονίσει. Για την ακρίβεια, οι Έφοροι είχαν το δικαίωμα να παραπέμψουν μόνο τον ένα από τους δύο βασιλείς, ώστε να μη διασαλευθεί ο χαρακτήρας τους πολιτεύματος.

Οι Έφοροι ελάμβαναν τις αποφάσεις κατά πλειοψηφία και απολάμβαναν ιδιαίτερα τιμητικά δικαιώματα, όπως το να στέκονται μπροστά από τους Βασιλείς ή να υπογράφουν συμβάσεις, αλλά η κατάληψη της θέσης του Εφόρου δεν συνιστούσε την απαρχή μίας πολιτικής σταδιοδρομίας. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ιστορία έμειναν ελάχιστα ονόματα Εφόρων σε αντίθεση με ονόματα Βασιλιάδων και στρατηγών.

Γ. Οι εικοσιοκτώ Γέροντες

Το «κριτήριο της αρχαιότητας» χαρακτηρίζει όλον τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Στους Νόμους του Πλάτωνα, η νεότητα είναι το άγριο τμήμα της ζωής που απλά πλαισιώνει τους Γέροντες, οι οποίοι είναι εκείνοι που θα πρέπει να διοικούν της ιδανική πολιτεία.

Η Σπάρτη ήταν μία πόλη / κράτος που κυβερνούσαν οι Γέροντες. Χωρίς το «Συμβούλιο Γερόντων», δεν μπορούσε να ληφθεί καμία σημαντική απόφαση εξωτερικής ή εσωτερικής πολιτικής. Όλες οι αποφάσεις της Λαϊκής συνέλευσης προετοιμάζονταν από την Γερουσία: εκείνη έπρεπε να αποφασίσει ποιες προτάσεις θα έφταναν στη λαϊκή συνέλευση για να συζητηθούν και ποιες όχι. Είχε το δικαίωμα ακόμα και να ακυρώσει τις προτάσεις της Απέλλας και να διαλύσει τη συνεδρία της, όταν διαπίστωνε ότι οδηγείται σε λανθασμένες, κατά την άποψή της, αποφάσεις.

Η Γερουσία αποτελούσε επίσης το ανώτατο ποινικό δικαστήριο της πόλης, εκδικάζοντας υποθέσεις στις οποίες η ποινή μπορούσε να ήταν ο θάνατος, η εξορία ή η στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων.

Η δομή και η οργάνωσή της Γερουσίας υποδεικνυόταν από την «ρήτρα». Απαρτιζόταν από 28 μέλη που έπρεπε να είναι μεγαλύτερα των 60 ετών, δεν λογοδοτούσαν σε κανέναν για τις αποφάσεις τους, ενώ η θητεία τους ήταν ισόβια. Παρόλο που τα ιστορικά στοιχεία δεν είναι επαρκή, το συμβούλιο των Γερόντων δεν φαίνεται να ήταν το αντιπροσωπευτικό όργανο των ευγενών, με την κλασσική έννοια του όρου, αφού στη Σπάρτη δεν υπήρχε οργανωμένη τάξη ευγενών, όπως στην Αθήνα (μέλη Αρείου Πάγου) ή αργότερα στη Ρώμη με τους Συγκλητικούς. Παρόλα αυτά, ο περιορισμένος αριθμός των μελών της Γερουσίας και η ισόβια θητεία του αξιώματος, περιόριζαν σημαντικά τη δυνατότητα ανάρρησης των απλών πολιτών στο αξίωμα.

Ο τρόπος εκλογής των μελών της Γερουσίας, αν και καυτηριάστηκε τον 4ο αι. π.Χ. από τον Αριστοτέλη ως «παιδαριώδης» (ο Αριστοτέλης καυτηρίασε επίσης και τη μεγάλη ηλικία των μελών της Γερουσίας καθώς «γηράσκει όχι μόνο το σώμα αλλά και το πνεύμα»), παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς τότε εμφανίζεται για πρώτη φορά το σύστημα της «ταξινομικής ψήφου».

«Ο καλύτερος στους καλούς»

Mία αδρή περιγραφή του τρόπου ανάδειξης κάποιου Σπαρτιάτη στη θέση εκλιπόντος γερουσιαστή, μας μεταφέρει ο Πλούταρχος στον Λυκούργο: Υποψήφιος για την θέση μπορούσε να ήταν κάθε όμοιος / πολίτης που ήταν πάνω από 60 χρονών. Τη θέση καταλάμβανε ο «πιο ενάρετος από αυτούς» με μία διαδικασία που αναφέρεται ως «διαγωνισμός» και μάλιστα «ο πιο μεγάλος κι ο πιο περίτεχνος διαγωνισμός» που σκέφτηκαν οι άνθρωποι. Η διαδικασία ήταν απαραίτητη διότι δεν υπήρχαν αντικειμενικά κριτήρια εκλογής.

Δεν κρινόταν «ο πιο γρήγορος στους γρήγορους», ούτε «ο πιο δυνατός στους δυνατούς», αλλά «ο καλύτερος στους καλούς» και «ο γνωστικότερος στους γνωστικούς». Το «έπαθλο» ήταν οι μεγάλες τιμές και η εξίσου μεγάλη δύναμη που έδινε το αξίωμα.

Ο διαγωνισμός διεξάγονταν με τον εξής τρόπο: κάποιοι κριτές απομονώνονταν σε ένα οίκημα από όπου δεν έβλεπαν (ούτε μπορούσε κάποιος να τους δει) παρά μόνο άκουγαν τις φωνές των πολιτών.

Κάθε υποψήφιος λοιπόν εισερχόταν στον χώρο όπου ήταν συγκεντρωμένοι οι πολίτες σιωπηλός και δεχόταν τις επευφημίες του κόσμου. Οι έγκλειστοι κριτές διέθεταν πινακίδες και «βαθμολογούσαν» την ένταση των κραυγών, χωρίς να ξέρουν για ποιόν προορίζονταν, παρά μόνον ότι ήταν για τον πρώτο, για τον δεύτερο, για τον τρίτο κατά σειρά εμφάνισης υποψήφιο. Καθοριστική παράμετρος της διαδικασίας ήταν ότι η σειρά που εμφανίζονταν οι υποψήφιοι μπροστά στους συγκεντρωμένους πολίτες αποφασίζονταν με κλήρωση (ήταν δηλαδή απολύτως τυχαία), λίγο πριν ξεκινήσει η διαδικασία.

Ο τρόπος αυτός εκλογής των Γερουσιαστών ήταν θωρακισμένος από ενδεχόμενα εξαγοράς ψήφων ή απλής εύνοιας της κριτικής επιτροπής, ενώ εισήγαγε ένα τρόπο βαθμολόγησης από τους κριτές που ονομάστηκε αργότερα από τους μελετητές «ταξινομική ψήφος».

Σύμφωνα με την ταξινομική ψήφο ο κάθε κριτής έδινε και από ένα «βαθμό» σε κάθε υποψήφιο με βάση συγκεκριμένη κλίμακα. Έδινε διαφορετικό «βαθμό» στον πρώτο, διαφορετικό στον δεύτερο, άλλον στον τρίτο κ.ο.κ.. Έπρεπε να βαθμολογήσει όλους τους υποψηφίους και όχι απλώς, όποιον θεωρούσε ότι ξεσήκωσε τις δυνατότερες επευφημίες.

Έτσι η τελική καταμέτρηση ήταν το άθροισμα της κρίσης όλων των κριτών. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, ο υποψήφιος που είχε πάρει δύο «άριστα» και δύο κακούς βαθμούς να χάσει τη θέση από άλλον που είχε πάρει πέντε «λίαν καλώς» (αν και η διαδικασία των φωνών μάλλον δεν επέτρεπε τόσο μεγάλη διαφορά βαθμολόγησης των υποψηφίων από τους κριτές).

Εκείνος που τελικά εκλεγόταν στη Γερουσία, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, πήγαινε στεφανωμένος στα ιερά των Θεών, ακολουθούμενος από νέους που τον δοξολογούσαν και από γυναίκες που μακάριζαν τη ζωή του. Η πόλη όλη τον τιμούσε και του έδινε δεύτερη μερίδα στο συσσίτιο (μεγάλο προνόμιο σε μία κοινωνία ομοίων).

Ήταν ο νικητής μίας δημοκρατικής διαδικασίας για ένα ολιγαρχικό αξίωμα του μοναδικά περίπλοκου και προκλητικά ιδιόμορφου σπαρτιατικού πολιτεύματος.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

3.4.3. Η χαλκοτεχνία: Αγγεία και αγάλματα


Η τέχνη της χύτευσης του χαλκού ήταν γνωστή στην Ελλάδα από πολύ παλιά. Είδαμε ότι ήδη από τα γεωμετρικά χρόνια κατασκευάζονταν μεγάλα αγγεία αλλά και αγαλμάτια από χαλκό, που αφιερώνονταν σε ιερά, ιδιαίτερα στην Ολυμπία. Τα αγαλμάτια αυτά είναι χυτά και μάλιστα συμπαγή, δηλαδή ολόχυτα, φτιαγμένα με βάση ένα κέρινο πρόπλασμα, που το τοποθετούσαν μέσα σε μανδύα από πυρίμαχο πηλό με ανοίγματα και τα θέρμαιναν ώσπου να λιώσει το κερί και να φύγει· στη συνέχεια έχυναν λιωμένο μέταλλο στο κενό που είχε δημιουργηθεί, περίμεναν να κρυώσει και έβγαζαν το αγαλμάτιο σπάζοντας το πήλινο περίβλημα. Με τον τρόπο αυτό μπορούσαν να κατασκευαστούν μόνο μικρού μεγέθους έργα. Ήδη όμως από τα μέσα περίπου του 7ου αιώνα π.Χ. οι Έλληνες εφάρμοζαν και την κοίλη χύτευση, που ήταν από παλιά γνωστή στην Ανατολή. Έτσι γινόταν οικονομία στο μέταλλο και ήταν δυνατή η κατασκευή μεγάλων χάλκινων έργων. Στην πιο απλή εκδοχή της ονομάζεται άμεση χύτευση. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιεί έναν πυρήνα από πηλό, που έχει τα κύρια χαρακτηριστικά του τελικού έργου· επάνω στον πυρήνα τοποθετούνταν ένα φύλλο κεριού, στο οποίο ο γλύπτης έδινε την τελική μορφή του γλυπτού πριν το καλύψει με πήλινο μανδύα. Η συνέχεια της κατεργασίας ήταν η ίδια· θέρμαιναν δηλαδή τον πηλό, ώσπου να λιώσει και να φύγει το κερί, και στη συνέχεια έχυναν το λιωμένο μέταλλο. Ήταν επίσης γνωστή η τεχνική της σφυρηλάτησης χάλκινων ελασμάτων, η οποία χρησιμοποιούνταν κυρίως για την κατασκευή μεγάλων αγγείων, όπως οι τρίποδες.

Στο δεύτερο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. η χαλκοπλαστική γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον περιηγητή Παυσανία (Ελλάδος περιήγησις 8.14.8), εφευρέτες της χύτευσης των κοίλων εσωτερικά χάλκινων αγαλμάτων ήταν οι περίφημοι Σάμιοι αρχιτέκτονες και τεχνίτες Ροίκος και Θεόδωρος, για τους οποίους έχουμε ήδη μιλήσει. Ήδη από το δεύτερο τέταρτο του 6ου αιώνα π.Χ. αυξάνεται σημαντικά η παραγωγή χάλκινων αγαλματίων που εικονίζουν άνδρες (στο σχήμα του κούρου), γυναίκες (στο σχήμα της κόρης) και μορφές ζώων ή μυθικών όντων. Τα αγαλμάτια αυτά συχνά ήταν αφιερώματα σε ιερά, αντίστοιχα με τα μεγάλα αγάλματα, αλλά πολύ φθηνότερα· σε αρκετές περιπτώσεις όμως διακοσμούσαν χρηστικά αντικείμενα, όπως καθρέφτες, ή μεγάλα χάλκινα αγγεία, κυρίως κρατήρες και υδρίες.

Εργαστήρια χαλκοπλαστικής που κατασκεύαζαν τέτοια έργα υπήρχαν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, καθώς και σε ελληνικές αποικίες της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας. Η προσεκτική μελέτη των χάλκινων αγαλματίων έδωσε στους αρχαιολόγους τη δυνατότητα να ξεχωρίσουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των κυριότερων εργαστηρίων (της Κορίνθου, της Λακωνίας, της Αθήνας, της Σάμου κ.ά.). Τέτοια εργαστήρια μπορούσαν, ωστόσο, να δημιουργηθούν και μακριά από τα μεγάλα κέντρα, όπου υπήρχε η ανάλογη ζήτηση. Έτσι είναι πιθανόν ότι πολλά από τα χάλκινα αγαλμάτια που βρέθηκαν στο ιερό του Δία στη Δωδώνη της Ηπείρου είναι έργα Κορίνθιων τεχνιτών, που είχαν εγκατασταθεί σε κάποια αποικία της δυτικής Ελλάδας. Τέτοια παραδείγματα είναι ένα αγαλμάτιο ιππέα, που χρονολογείται πριν από τα μέσα του 6ου αιώνα (γύρω στο 570 π.Χ.) και φαίνεται ότι δεν ήταν μόνο του, αλλά είχε και ταίρι (κάτι που σημαίνει ότι εικονίζει πιθανόν έναν από τους Διοσκούρους) και ένα αγαλμάτιο του Δία που κραδαίνει με το δεξί χέρι τον κεραυνό και χρονολογείται περίπου μισό αιώνα αργότερα (530-520 π.Χ.). Τα περισσότερα από τα χάλκινα αγαλμάτια είναι αφιερώματα απλών ανθρώπων χωρίς μεγάλες καλλιτεχνικές αξιώσεις, όπως ένα αγαλμάτιο από αγροτικό ιερό της Αρκαδίας, που εικονίζει έναν βοσκό με τον κοντό του χιτώνα, τα παπούτσια του και τον σκούφο του να κρατάει ένα μοσχάρι στους ώμους, τοπικό έργο των χρόνων 530-520 π.Χ. Υπάρχουν όμως και έργα υψηλής ποιότητας, όπως ένας αρκετά μεγάλος κούρος (ύψος 0,40 m) στους Δελφούς με περιδέραιο στον λαιμό, κατασκευασμένος στα ίδια περίπου χρόνια, πιθανότατα από λακωνικό εργαστήριο.

Αλλά το μέτρο της ικανότητας των Ελλήνων χαλκουργών της αρχαϊκής εποχής μάς το δίνουν τα μεγάλα χάλκινα αγγεία, από τα οποία δυστυχώς σώζονται ελάχιστα. Το σημαντικότερο από αυτά, ο κρατήρας του Vix, βρέθηκε πολύ μακριά από τον ελληνικό κόσμο, στο Mont Lassois της βόρειας Βουργουνδίας (στην ανατολική Γαλλία), στον τάφο ενός τοπικού Κέλτη ηγεμόνα, και φυλάσσεται στο Μουσείο του Châtillon-sur-Seine, μιας μικρής πόλης κοντά στις πηγές του Σηκουάνα. Ο κρατήρας του Vix (σ. 124) είναι το μεγαλύτερο αγγείο που έχει σωθεί από την Αρχαιότητα και οι διαστάσεις του είναι πραγματικά εντυπωσιακές: ύψος 1,64 m, μέγιστη διάμετρος 1,27 m, διάμετρος στο χείλος 1 m· το βάρος του είναι 208,6 κιλά. Επάνω στο στόμιο εφαρμόζει ένα κάλυμμα βάρους 14 κιλών, που ήταν σουρωτήρι (ἠθμός), όπως δείχνουν οι πολλές μικρές τρύπες που διατάσσονται ακτινωτά σε πέταλα γύρω από έναν κύκλο. Στο κέντρο του καλύμματος υπάρχει, ένα αγαλμάτιο κόρης ύψους 0,19 m. Ο λαιμός και το σώμα του αγγείου έχουν κατασκευαστεί από ένα μόνο σφυρηλατημένο έλασμα χαλκού με μέγιστο πάχος μόλις 5 χιλιοστά. Η διακόσμηση στον ώμο και στη βάση αποτελείται από εγχάρακτα γλωσσωτά κοσμήματα. Το χείλος αποτελείται από δύο χυτά τμήματα διακοσμημένα με γλώσσες και σπειρομαίανδρο. Αλλά το πιο αξιόλογο μέρος του διακόσμου είναι οι οπλίτες και τα τέθριππα άρματα στον λαιμό, καθώς και οι δύο λαβές. Τα στοιχεία αυτά χυτεύθηκαν χωριστά και στερεώθηκαν στο αγγείο με καρφιά σε θέσεις σημειωμένες με γράμματα του αλφαβήτου. Οι ελικωτές λαβές στηρίζονται σε μορφές Γοργόνων, που τα πόδια τους απολήγουν σε κεφάλια φιδιών, ενώ μικρότερα φίδια τυλίγονται γύρω από τους βραχίονές τους. Στον κενό χώρο ανάμεσα στις λαβές και τον λαιμό του αγγείου υπάρχουν δύο όρθια λιοντάρια, που πατούν επάνω σε ελάσματα. Η ποιότητα της εργασίας και η ακρίβεια της συναρμολόγησης προκαλούν θαυμασμό.

Ο κρατήρας του Vix συνδυάζει χαρακτηριστικά του κορινθιακού και του λακωνικού εργαστηρίου και είναι πιθανότατα έργο Ελλήνων τεχνιτών εγκατεστημένων σε κάποια αποικία της Κάτω Ιταλίας. Για τη χρονολόγησή του έχουν διατυπωθεί διαφορετικές απόψεις· μπορούμε πάντως να τοποθετήσουμε το έργο με σχετική ασφάλεια στο τρίτο τέταρτο του 6ου αιώνα (550-525 π.Χ.). Για τη σημασία και την αξία του κρατήρα αρκεί να αναλογιστούμε ότι ταξίδεψε από το νότιο άκρο της Ιταλικής Χερσονήσου ως την άνω κοιλάδα του Σηκουάνα, περνώντας πιθανότατα από τις ορεινές διαβάσεις των Άλπεων, για να καταλήξει ως δώρο ή ως αντάλλαγμα στα χέρια ενός Κέλτη ηγεμόνα. Την εποχή αυτή οι Κέλτες ήλεγχαν, όπως φαίνεται, τον δρόμο του κασσιτέρου, ενός μετάλλου απαραίτητου για τα κράματα του χαλκού, που ερχόταν από τα βρετανικά νησιά (τις Κασσιτερίδες νήσους). Γνωρίζουμε από τον Ηρόδοτο για έναν μεγάλο και πολύτιμο χάλκινο κρατήρα, που πρέπει να τον φανταστούμε όμοιο με αυτόν του Vix και ακόμη μεγαλύτερο, τον οποίο είχαν στείλει οι Λακεδαιμόνιοι δώρο στον Κροίσο, αλλά είχε καταλήξει στη Σάμο (Ηρόδοτος 1.70):

«Γι᾽ αυτόν λοιπόν τον λόγο οι Λακεδαιμόνιοι δέχτηκαν τη συμμαχία, και γιατί ο Κροίσος αυτούς ξεχώρισε ανάμεσα απ᾽ όλους τους Έλληνες και τους διάλεξε για φίλους. Έτσι ήταν έτοιμοι να τον βοηθήσουν, όταν θα τους το μηνούσε, ενώ παράλληλα έφτιαξαν έναν κρατήρα χάλκινο, που από την έξω μεριά τον γέμισαν γύρω στα χείλη με παραστάσεις κάθε λογής, μεγάλον να χωρά τριακόσιους αμφορείς, και του τον έστειλαν, θέλοντας να τον προσφέρουν του Κροίσου αντιχάρισμα. Αυτός ο κρατήρας δεν έφτασε ποτέ στις Σάρδεις, για δύο, διαφορετικούς όπως τους λεν, λόγους: οι Λακεδαιμόνιοι λένε πως ταξιδεύοντας ο κρατήρας για τις Σάρδεις, όταν έφτασε στα νερά της Σάμου, τον πήραν είδηση οι Σάμιοι και ορμώντας με τα μακριά τους καράβια τον άρπαξαν. Οι ίδιοι όμως οι Σάμιοι λένε ότι, επειδή καθυστέρησαν οι Λακεδαιμόνιοι που συνόδευαν τον κρατήρα και πληροφορήθηκαν πως και οι Σάρδεις και ο Κροίσος είχαν πέσει στα χέρια του Κύρου, πούλησαν τον κρατήρα στη Σάμο, και κάποιοι άγνωστοι που τον αγόρασαν τον αφιέρωσαν στο ναό της Ήρας. Και ίσως εκείνοι που τον πούλησαν, όταν έφτασαν στη Σπάρτη, είπαν πως τους τον άρπαξαν οι Σάμιοι.»

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι: ΙI. ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΩΚΡΑΤΙΚΟΥΣ ΣΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

11.5. Τα πρώτα εκατό χρόνια είναι δύσκολα: οι τρεις σωματοφύλακες της Στοάς


Το 230/29 π.Χ. ο Κλεάνθης πέθανε και ήρθε η σειρά του Χρύσιππου από την Ταρσό να διευθύνει τη Στοά. Είναι σχεδόν άγνωστο τι έκανε ο Χρύσιππος τα 73 περίπου χρόνια που έζησε. Αν σκεφτούμε, βέβαια, τον τεράστιο αριθμό των βιβλίων που έγραψε, δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι θα έκανε τίποτε άλλο. Μια ζωή αφιερωμένη στην έρευνα, τη διδασκαλία και τη συγγραφή.

Ο Χρύσιππος ήταν γρήγορος στο γράψιμο, ίσως περισσότερο από ό,τι στους αγώνες ταχύτητας, που τους εγκατέλειψε όταν έγινε μαθητής του Κλεάνθη. Με προσόν την ταχύτητά του, ακολούθησε μια τακτική που έκτοτε εφάρμοσαν καθηγητές και άλλων σχολών, φιλοσοφικών και μη: στα συγγράμματά του παρέθετε σε μεγάλη έκταση κείμενα άλλων ή επαναλάμβανε τον εαυτό του· σε ένα έργο του μάλιστα συμπεριέλαβε ολόκληρη τη Μήδεια του Ευριπίδη. Δεν κέρδιζε, ωστόσο, χρήματα από τη διανομή των βιβλίων του στους μαθητές του. Κέρδισε, τουλάχιστον, τη φήμη του πλέον παραγωγικού συγγραφέα, με 705 τίτλους!

Από το 301 έως το 204 π.Χ. ο Στωικισμός αναπτύχθηκε και επιβλήθηκε χάρη στο έργο και τη ζωή των τριών πρώτων Σχολαρχών: του Ζήνωνα, του Κλεάνθη και του Χρύσιππου. Αυτή η τόσο διαφορετική τριάδα διαμόρφωσε τη στωική φιλοσοφία. Ο ένας, πλούσιος, εύστροφος και συνεσταλμένος, άνοιξε τον δρόμο ιδρύοντας τη Σχολή, έθεσε τις βασικές θεωρητικές αρχές και εδραίωσε τη θέση της Στοάς στο ελληνιστικό φιλοσοφικό τοπίο. Ο δεύτερος, φτωχός, φιλότιμος και μάλλον αργός, διατήρησε τη διδασκαλία του πρώτου και συνέβαλε στον καθορισμό της στωικής ορθοδοξίας, διακρίνοντάς την από την Ακαδημία και τον Αρίστωνα. Ο τρίτος, ευφυής, υπεροπτικός και πολυγραφότατος, συστηματοποίησε τη διδασκαλία, τη βάθυνε και τη διεύρυνε, και πολέμησε τους αντίπαλους φιλοσόφους.

Οι φιλοσοφικοί αντίπαλοι των Στωικών αντέδρασαν αμέσως μόλις εμφανίστηκε η Στοά. Οι ομότεχνοι του Ζήνωνα άρχισαν να διαδίδουν (και το συνέχισαν για αιώνες) ότι δεν είχε κανένα λόγο να φύγει από την Ακαδημία και να απαρνηθεί τον Πλάτωνα, ότι το μόνο που πέτυχε ήταν να εισαγάγει καινούργιους περίτεχνους όρους, ότι πολλές ιδέες του δεν είναι παρά μεταμφιέσεις παλαιών. Τον Χρύσιππο, που κι αυτός πέρασε από την Ακαδημία, τον κατηγόρησαν ότι τίποτε από τα πολλά που έγραψε δεν ήταν δικό του, ή ότι πολλά από αυτά που έγραψε ήταν αναίσχυντα.

Αυτές οι συκοφαντίες, όχι ασυνήθιστες στους φιλοσοφικούς κύκλους της εποχής, αποτελούσαν απλώς το καρύκευμα μιας ουσιαστικής διαμάχης. Το ζητούμενο ήταν αν έκριναν αληθινή ή δικαιολογημένη τη θεωρία της μίας ή της άλλης Σχολής· αν όλα τα σημεία μιας θεωρίας ταίριαζαν μεταξύ τους ή ήταν αντιφατικά· αν μια θεωρία αντιμετώπιζε πιο αποτελεσματικά ένα πρόβλημα από μία άλλη· αν η ζωή που πρότεινε η μια Σχολή ήταν προτιμότερη από τη ζωή που πρότειναν οι άλλες.

Οι πρώτοι Στωικοί έδειξαν ότι γνώριζαν τις θέσεις των αντιπάλων τους και έλαβαν υπόψη τους την κριτική που τους ασκήθηκε (όσο κι αν την αντέκρουσαν). Φάνηκαν ευέλικτοι και κατάφεραν, σε μεγάλο βαθμό, να προσαρμόσουν τις απαντήσεις τους στα ερωτήματα που τους έθεταν οι μορφωμένοι συμπολίτες τους. Πρώτος ο Ζήνων και στη συνέχεια οι άλλοι δύο άσκησαν σημαντική επίδραση στις γενιές της αθηναϊκής ελίτ του 3ου αιώνα.