Δευτέρα 27 Μαΐου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Λυσιστράτη (476-540)

Χ. ΓΕ. ὦ Ζεῦ, τί ποτε χρησόμεθα τοῖσδε κνωδάλοις; [στρ.]
οὐ γὰρ ἔτ᾽ ἀνεκτὰ τάδε γ᾽, ἀλλὰ βασανιστέον
τόδε σοι τὸ πάθος μετ᾽ ἐμοῦ,
480 ὅ τι βουλόμεναί ποτε τὴν
Κραναὰν κατέλαβον, ἐφ᾽ ὅ τι τε
μεγαλόπετρον, ἄβατον ἀκρόπολιν,
ἱερὸν τέμενος.

ἀλλ᾽ ἀνερώτα καὶ μὴ πείθου καὶ πρόσφερε πάντας ἐλέγχους·
485 ὡς αἰσχρὸν ἀκωδώνιστον ἐᾶν τὸ τοιοῦτον πρᾶγμα μεθέντας.
ΠΡ. καὶ μὴν αὐτῶν τοῦτ᾽ ἐπιθυμῶ νὴ τὸν Δία πρῶτα πυθέσθαι,
ὅ τι βουλόμεναι τὴν πόλιν ἡμῶν ἀπεκλείσατε τοῖσι μοχλοῖσιν.
ΛΥ. ἵνα τἀργύριον σῶν παρέχοιμεν καὶ μὴ πολεμοῖτε δι᾽ αὐτό.
ΠΡ. διὰ τἀργύριον πολεμοῦμεν γάρ; ΛΥ. καὶ τἄλλα γε πάντ᾽ ἐκυκήθη.
490 ἵνα γὰρ Πείσανδρος ἔχοι κλέπτειν χοἰ ταῖς ἀρχαῖς ἐπέχοντες
ἀεί τινα κορκορυγὴν ἐκύκων. οἱ δ᾽ οὖν τοῦδ᾽ οὕνεκα δρώντων
ὅ τι βούλονται· τὸ γὰρ ἀργύριον τοῦτ᾽ οὐκέτι μὴ καθέλωσιν.
ΠΡ. ἀλλὰ τί δράσεις; ΛΥ. τοῦτό μ᾽ ἐρωτᾷς; ἡμεῖς ταμιεύσομεν αὐτό.
ΠΡ. ὑμεῖς ταμιεύσετε τἀργύριον; ΛΥ. τί ‹δὲ› δεινὸν τοῦτο νομίζεις;
495 οὐ καὶ τἄνδον χρήματα πάντως ἡμεῖς ταμιεύομεν ὑμῖν;
ΠΡ. ἀλλ᾽ οὐ ταὐτόν. ΛΥ. πῶς οὐ ταὐτόν; ΠΡ. πολεμητέον ἔστ᾽ ἀπὸ τούτου
ΛΥ. ἀλλ᾽ οὐδὲν δεῖ πρῶτον πολεμεῖν. ΠΡ. πῶς γὰρ σωθησόμεθ᾽ ἄλλως;
ΛΥ. ἡμεῖς ὑμᾶς σώσομεν. ΠΡ. ὑμεῖς; ΛΥ. ἡμεῖς μέντοι. ΠΡ. σχέτλιόν γε.
ΛΥ. ὡς σωθήσει, κἂν μὴ βούλῃ. ΠΡ. δεινόν ‹γε› λέγεις. ΛΥ. ἀγανακτεῖς,
500 ἀλλὰ ποητέα ταῦτ᾽ ἐστὶν ὅμως. ΠΡ. νὴ τὴν Δήμητρ᾽ ἄδικόν γε.
ΛΥ. σωστέον, ὦ τᾶν. ΠΡ. κεἰ μὴ δέομαι; ΛΥ. τοῦδ᾽ οὕνεκα καὶ πολὺ μᾶλλον.
ΠΡ. ὑμῖν δὲ πόθεν περὶ τοῦ πολέμου τῆς τ᾽ εἰρήνης ἐμέλησεν;
ΛΥ. ἡμεῖς φράσομεν. ΠΡ. λέγε δὴ ταχέως, ἵνα μὴ κλάῃς. ΛΥ. ἀκροῶ δή,
καὶ τὰς χεῖρας πειρῶ κατέχειν. ΠΡ. ἀλλ᾽ οὐ δύναμαι· χαλεπὸν γὰρ
505 ὑπὸ τῆς ὀργῆς αὐτὰς ἴσχειν. ΚΛ. κλαύσει τοίνυν πολὺ μᾶλλον.
ΠΡ. τοῦτο μέν, ὦ γραῦ, σαυτῇ κρώξαις. σὺ δέ μοι λέγε. ΛΥ. ταῦτα ποήσω.
ἡμεῖς τὸν μὲν πρότερον πόλεμον καὶ χρόνον ἠνεσχόμεθ᾽ ‹ὑμῶν›
ὑπὸ σωφροσύνης τῆς ἡμετέρας τῶν ἀνδρῶν ἅττ᾽ ἐποεῖτε·
—οὐ γὰρ γρύζειν εἰᾶθ᾽ ἡμᾶς,— καίτοὐκ ἠρέσκετέ γ᾽ ἡμᾶς.
510 ἀλλ᾽ ᾐσθανόμεσθα καλῶς ὑμῶν, καὶ πολλάκις ἔνδον ἂν οὖσαι
ἠκούσαμεν ἄν τι κακῶς ὑμᾶς βουλευσαμένους μέγα πρᾶγμα·
εἶτ᾽ ἀλγοῦσαι τἄνδοθεν ὑμᾶς ἐπανηρόμεθ᾽ ἂν γελάσασαι
«τί βεβούλευται περὶ τῶν σπονδῶν ἐν τῇ στήλῃ παραγράψαι
ἐν τῷ δήμῳ τήμερον ὑμῖν;» — «τί δὲ σοὶ τοῦτ᾽;» ἦ δ᾽ ὃς ἂν ἁνήρ·
515 «οὐ σιγήσει;» —κἀγὼ ᾽σίγων. ΚΛ. ἀλλ᾽ οὐκ ἂν ἐγώ ποτ᾽ ἐσίγων.
ΠΡ. κἂν ᾤμωζές γ᾽, εἰ μὴ ᾽σίγας. ΛΥ. τοιγάρ‹τοὔγωγ᾽ ἂν› ἐσίγων.
‹ἑτέρου δ᾽› ἕτερόν τι πονηρότερον βούλευμ᾽ ἐπεπύσμεθ᾽ ἂν ὑμῶν·
εἶτ᾽ ἠρόμεθ᾽ ἄν· «πῶς ταῦτ᾽, ὦνερ, διαπράττεσθ᾽ ὧδ᾽ ἀνοήτως;»
ὁ δέ μ᾽ εὐθὺς ὑποβλέψας ‹ἂν› ἔφασκ᾽, εἰ μὴ τὸν στήμονα νήσω,
520 ὀτοτύξεσθαι μακρὰ τὴν κεφαλήν· «πόλεμος δ᾽ ἄνδρεσσι μελήσει.»
ΠΡ. ὀρθῶς γε λέγων νὴ Δί᾽ ἐκεῖνος. ΛΥ. πῶς ὀρθῶς, ὦ κακόδαιμον,
εἰ μηδὲ κακῶς βουλευομένοις ἐξῆν ὑμῖν ὑποθέσθαι;
ὅτε δὴ δ᾽ ὑμῶν ἐν ταῖσιν ὁδοῖς φανερῶς ἠκούομεν ἤδη·
«οὐκ ἔστιν ἀνὴρ ἐν τῇ χώρᾳ.» — «μὰ Δί᾽ οὐ δῆτ᾽,» εἶφ᾽ ἕτερός τις, —
525 μετὰ ταῦθ᾽ ἡμῖν εὐθὺς ἔδοξεν σῶσαι τὴν Ἑλλάδα κοινῇ
ταῖσι γυναιξὶν συλλεχθείσαις. ποῖ γὰρ καὶ χρῆν ἀναμεῖναι;
ἢν οὖν ἡμῶν χρηστὰ λεγουσῶν ἐθελήσητ᾽ ἀντακροᾶσθαι
κἀντισιωπᾶν ὥσπερ χἠμεῖς, ἐπανορθώσαιμεν ἂν ὑμᾶς.
ΠΡ. ὑμεῖς ἡμᾶς; δεινόν γε λέγεις κοὐ τλητὸν ἔμοιγε. ΛΥ. σιώπα.
530 ΠΡ. σοί γ᾽, ὦ κατάρατε, σιωπῶ ᾽γώ, καὶ ταῦτα κάλυμμα φορούσῃ
περὶ τὴν κεφαλήν; μή νυν ζῴην. ΛΥ. ἀλλ᾽ εἰ τοῦτ᾽ ἐμπόδιόν σοι,
παρ᾽ ἐμοῦ τουτὶ τὸ κάλυμμα λαβὼν
ἔχε καὶ περίθου περὶ τὴν κεφαλήν,
κᾆτα σιώπα.
535 ΚΛ. καὶ τουτονγὶ τὸν καλαθίσκον.
κᾆτα ξαίνειν ξυζωσάμενος
κυάμους τρώγων·
πόλεμος δὲ γυναιξὶ μελήσει.
Χ. ΓΥ. ἀπαίρετ᾽, ὦ γυναῖκες, ἀπὸ τῶν καλπίδων, ὅπως ἂν
540 ἐν τῷ μέρει χἠμεῖς τι ταῖς φίλαισι συλλάβωμεν.

***
ΧΟΡΟΣ ΓΕΡΟΝΤΩΝ
Και πώς θα τα δαμάσουμε τ᾽ αγρίμια τούτα, ω Δία; [στρ.]
Μας σκάσαν! Άιντε, Πρόβουλε, βόηθα να βρούμε τρόπο
480 να ξεμπλέξουμε. Τί θέλουν
και μας πήρανε το κάστρο
του γενάρχη Κραναού,
τ᾽ άβατο κι ολόπετρο,
με τον ιερό Ναό;

ΚΟΡ. ΓΕΡ. (Στον Πρόβουλο)
Τώρα πιάσε κι ανάκρινε, αλλά βάση μη δίνεις!
Τέτοιο πράμα ντροπή να το πάρουμε μπόσικα.
ΠΡΟ. (Στη Λυσιστράτη, Κλεονίκη, Μυρρίνη)
Τούτο πρώτα να μάθω ρωτάω, τί μας πήρατε
την Ακρόπολη κι άιντε της βάλατε αμπάρες.
ΛΥΣ. Μα το χρήμ᾽ αφού πήραμε, τέρμα κι ο πόλεμος!
ΠΡΟ. Μα για χρήμα, θαρρείς, πολεμάν οι πατρίδες;
ΛΥΣ. Ναι, γι᾽ αυτό! Και για κάθε κακό φταίει το χρήμα!
490 Για να κλέβουν οι Πείσαντροι κι όσοι τ᾽ αξιώματα
κυνηγούν, για να μπλέκουν τον κόσμον ασύδοτοι.
Άιντε τώρα να κάνουν τα ίδια. Στο χρήμα
δε θα βάλουνε πια τα βρομιάρικα χέρια τους.
ΠΡΟ. Και λοιπόν τί θα κάνεις; ΛΥΣ. Ρωτάς; Το κυβέρνιο
του ταμείου από τώρα θα το ᾽χουμ᾽ εμείς!
ΠΡΟ. Του ταμείου το κυβέρνιο; ΛΥΣ. Το βρίσκεις παράξενο;
Τω σπιτιώνε τα χρήματα ποιός τα χειρίζεται
για δικό σας καλό; ΠΡΟ. Μα δεν είναι το ίδιο.
ΛΥΣ. Απαράλλαχτο! ΠΡΟ. Ξέχασες; Έχουμε πόλεμο!
ΛΥΣ. Δε μας χρειάζεται! ΠΡΟ. Μα!… πώς αλλιώς θα σωθούμε;
ΛΥΣ. Θα σας σώσουμ᾽ εμείς! ΠΡΟ. Ε! Πώς το ᾽πες; ΛΥΣ. Εμείς!
ΠΡΟ. Μα τρελή ᾽σαι; ΛΥΣ. Κι αν θες κι αν δε θες, θα σε σώσουμε!
ΠΡΟ. Ρε! παλάβρες που ακούω! ΛΥΣ. Σε πειράζουνε; ΠΡΟ. Θε μου!
500 Πού το βρήκατε αυτό το δικαίωμα! ΛΥΣ. Καλέ μου,
θα σε σώσω! ΠΡΟ. Και πώς αν αρνιούμαι; ΛΥΣ. Μα τότε
θα το θέλουμ᾽ εμείς περισσότερο! ΠΡΟ. Πώς
η πετριά σού κατέβη για ειρήνη και πόλεμο;
ΛΥΣ. Θα σ᾽ το πω! ΠΡΟ. Κάνε γρήγορα μη σου τις βρέξω!
ΛΥΣ. Βάλε αυτί — και τα χέρια σου μάζευε, βλάμη.
ΠΡΟ. Δεν μπορώ! Δεν κρατιέμαι, άμ᾽ ακούω κάτι τέτοια!
ΚΛΕ. Αλλά τότε θα κλάψεις του λόγου σου πιότερο!
ΠΡΟ. (Στην Κλεονίκη)
Τον εαυτό σου, παλιόγρια, φοβέριζε! (Στη Λυσιστράτη) Λέγε!
ΛΥΣ. Λοιπόν, άκου! Τον πρώτο καιρό του πολέμου
πομονεύαμε για όλα σας, μόνο από φρόνηση,
μα και δε μας αφήνατε στόμα ν᾽ ανοίξουμε.
510 Την αξία σας την ξέραμε δα! Και κλεισμένες
μες στο σπίτι μαθαίναμε λάθια σας πλήθος.
Η καρδιά μας πονούσε, μα εμείς με χαμόγελο
σας ρωτούσαμε: «Σήμερα ο δήμος συζήτησε
για ειρήνη;» «Σκασμός!» απαντούσατε σεις.
Και σωπαίναμε! ΚΛΕ. Κι όμως εγώ δε θα σώπαινα!
ΠΡΟ. Θα τις έτρωγες χύμα! ΛΥΣ. Για τούτο δε μίλαγα!
Κι αν μαθαίναμε πάλι χειρότερα λάθια σας,
και ρωτούσα: «Πώς τόσο ξεπέσατε, αντρούλη μου;»
μ᾽ αγριοκοίταζε κι έσκουζε: «Κοίτα τη ρόκα σου,
γιατ᾽ αλλιώς θα σου σπάσω την κόκα σου. Ο πόλεμος
520 των αντρώνε μονάχα δουλειά!» ΠΡΟ. Καλά σου ᾽λεγε.
ΛΥΣ. Τί «καλά», σιχαμένε; Να κάνετ᾽ ελόγου σας
κουταμάρες σωρό και να μη μας ρωτάτε;
Κι όταν τέλος στους δρόμους αρχίσαν οι γκρίνιες:
—«Σερνικός δεν απόμεινε πια στην πατρίδα!»
Κι άλλος έλεε: «Κανείς μά τον Δία! Πού θα πάμε;»
Τότε εμείς οι γυναίκες απόφαση πήραμε
την Ελλάδα ενωμένες να σώσουμε. Βιάζει
ο καιρός. Αν λοιπόν τώρα εμείς ορμηνεύουμε
τα σωστά, να μουλώνετε, ως πρώτα κι εμείς,
και ν᾽ ακούτε. Έτσι μόνο μπορεί να σωθείτε.
ΠΡΟ. Να σωθούμε από σας; Πράμ᾽ αβάσταγο. ΛΥΣ. Σκάσε!
530 ΠΡΟ. Μώρ᾽ εσύ με διατάζεις να σκάσω, κατάρατη,
που φοράς στο κεφάλι τσεμπέρι; Να πέθαινα!
ΛΥΣ. Αν ετούτο σε πειράζει,
πάρε το και κουκουλώσου
και τη γλώσσα να δαγκάνεις.
ΚΛΕ. Νά κι αυτό μου το πανέρι!
Φόρα και ποδιά και γνέθε
Και μασούλαε πασατέμπο.
Και δουλειά δική μου ο πόλεμος!
ΚΟΡ. ΓΥΝ. Παρατάτε τις στάμνες, κυράδες, να δώσουμε
540 στις συντρόφισσες πάνου στο κάστρο βοήθεια!

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΑΝΤΕΙΣ - ΘΕΟΝΟΗ

Η Θεονόη είναι κόρη του βασιλιά Πρωτέα της Κάτω Αιγύπτου και της Ψαμάθης, αδελφή του Θεοκλύμενου που διαδέχθηκε τον πατέρα τους στην εξουσία. Η Θεονόη στην Ελένη του Ευριπίδη έχει μαντικές ικανότητες, που προφανώς κληρονόμησε από τον πατέρα της Πρωτέα, συμβουλεύει την Ελένη και βοηθά το ζευγάρι να διαφύγει από την Αίγυπτο. Συγκεκριμένα, όταν ο Τεύκρος έφτασε στην Αίγυπτο, ενδιάμεσος σταθμός πριν καταλήξει στην πατρίδα του Κύπρο μετά την άλωση της Τροίας, έφερε την Ελένη σε απελπισία, καθώς την πληροφόρησε για τον θάνατο της μητέρας της, για το γεγονός ότι η τύχη των αδελφών της αγνοούνταν, για τις κατάρες των Ελλήνων που τη θεωρούσαν υπεύθυνοι για τους τόσους θανάτους, για το γεγονός ότι η τύχη του άνδρα της αγνοούνταν επτά χρόνια μετά την άλωση της Τροίας. Η πληροφορία που της έδωσε η μάντισσα Θεονόη ότι ο άνδρας της ζει αλλά περιπλανιέται, την απέτρεψε από το να εκτελέσει την απόφασή της να θέσει τέρμα στη ζωή της. Τότε ήταν που κατέφτασε ο Μενέλαος ναυαγός με λίγους συντρόφους και με το είδωλο της Ελένης που το τοποθέτησε σε σπηλιά για να το προφυλάξει νομίζοντας ότι είναι η πραγματική Ελένη. Μετά τη συνάντηση και την αναγνώριση του ζεύγους, την αποκάλυψη της αλήθειας και την αφήγηση των παθών τους, Μενέλαος και Ελένη εξασφάλισαν τη σιωπή της Θεονόης, που ως μάντισσα κατάλαβε την πραγματική ταυτότητα του ρακένδυτου ναυαγού, και κατέστρωσαν με τη βοήθειά της σχέδιο απόδρασης από την Αίγυπτο. Η επιτυχημένη φυγή προκάλεσε την οργή του Θεοκλύμενου που θέλησε να σκοτώσει τη Θεονόη. Αλλά οι αδελφοί της Ελένης, οι Διόσκουροι, από ευγνωμοσύνη στη μάντισσα που προφύλαξε και έσωσε την αδελφή τους, την έσωσαν. Μία άλλη παράδοση αναφέρει ότι η Θεονόη ερωτεύθηκε τον Κάνωπο, τον κυβερνήτη στο πλοίο του Μενελάου.
 
Η Θεονόη της Αιγύπτου ονομάζεται και Ειδώ.
 
Μία άλλη μυθική Θεονόη ήταν κόρη του Θέστορα, επομένως αδελφή του επικού μάντη Κάλχα και της Λευκίππης, εγγονή του θεού της μαντικής Απόλλωνα. Αυτή τη Θεονόη άρπαξαν μια μέρα πειρατές την ώρα που έπαιζε στην παραλία -μια ιστορία που πολύ θυμίζει άλλες αρπαγές κοριτσιών, όπως της Περσεφόνης, σε φυσικά περιβάλλοντα κοντά σε νερά, γλυκά ή της θάλασσας. Οι πειρατές την πούλησαν στον βασιλιά της Καρίας Ίκαρο. Ο πατέρας της Θέστορας ξεκίνησε το ταξίδι της αναζήτησης της κόρης του αλλά ναυάγησε στις ακτές της Καρίας, όπου τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον βασιλιά, στο παλάτι του οποίου έγινε σκλάβος. Χρησμός από το μαντείο των Δελφών οδήγησε με τη σειρά της τη Λευκίππη σε ένα ταξίδι αναζήτησης του πατέρα της και της αδελφής της Θεονόης. Ξύρισε τα μαλλιά της, μεταμφιέστηκε σε ιερέα και έφτασε στην Καρία. Συνάντησε την αδελφή της αλλά δεν αναγνωρίστηκαν, μάλιστα η Θεονόη ερωτεύτηκε τη μεταμφιεσμένη σε άνδρα Λευκίππη, η οποία αρνήθηκε ενοχλημένη τις ερωτικές προτάσεις που η Θεονόη έστειλε με δούλους. Προσβεβλημένη η Θεονόη έβαλε να συλλάβουν τη Λευκίππη την έριξε στη φυλακή και έβαλε τον σκλάβο Θέστορα να τη σκοτώσει. Ο θρήνος του πατέρα για την απώλεια των δυο του κοριτσιών, για την κατάντια του και για το γεγονός ότι καλούνταν να γίνει δολοφόνος μέσα στη φυλακή οδήγησε σε αμοιβαία αναγνώριση, την ώρα μάλιστα που ο Θέστορας έστρεφε το ξίφος κατά του εαυτού του. Η Λευκίππη του το άρπαξε, του φανέρωσε ποια είναι και άρχισαν να συνωμοτούν κατά της Θεονόης. Την ώρα του κινδύνου, η Θεονόη επικαλέστηκε το όνομα του πατέρα τους και αυτό οδήγησε σε γενικό αναγνωρισμό. Με δώρα ο Ίκαρος τους έστειλε πίσω στην πατρίδα τους. Τη μυθιστορηματική αυτή αφήγηση διασώζει ο Υγίνος, προφανώς μεταφέροντας την υπόθεση χαμένης τραγωδίας.

Βλεμματική επαφή και κοινωνικότητα

Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Psychological Science» μελετά τις μικρές ασυνείδητες κινήσεις που φαίνεται πως παίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική συμπεριφορά μας.
 
Το αίσθημα της «σύνδεσης», της ύπαρξης ψυχικού δεσμού, θεωρείται σημαντικό για την ύπαρξη και την ενίσχυση του αισθήματος της ευεξίας και της ευτυχίας του ανθρώπου. Σε αυτή την έρευνα ο Eric D. Wesselmann του πανεπιστημίου Purdue και  οι συνεργάτες του Florencia Cardoso από το πανεπιστήμιο Mar del Plata στην Αργεντινή, Samantha Slater από το πανεπιστήμιο του Ohio και Kipling D.Williams επίσης από το πανεπιστήμιο Purdue, μελέτησαν τον τρόπο με τον οποίο μια μικρή κίνηση ή χειρονομία μπορεί να βοηθήσει κάποιον να νιώσει «συνδεδεμένος».
 
«Οι συνεργάτες μου κατέγραψαν μαρτυρίες ανθρώπων που ενοχλούνται αν κάποιος ακόμα και αν τους είναι άγνωστος δεν τους ανταποδώσει το χαιρετισμό που του έχουν απευθύνει» σημειώνει ο Wesselman. Η ερευνητική ομάδα σχεδίασε μια πειραματική συνθήκη για να ελέγξει αν πράγματι μια απλή κίνηση ή χειρονομία επηρεάζει την κοινωνική επαφή με τη συνεργασία ατόμων από το πανεπιστήμιο Purdue. Ένας πειραματικός συνεργός περπατούσε σε ένα πολυσύχναστο μονοπάτι και  ακολουθούσε τυχαία τα εξής σενάρια:
  • κοιτούσε τον άνθρωπο που συναντούσε στα μάτια
  • κοιτούσε τον άνθρωπο που συναντούσε και χαμογελούσε
  • κοιτούσε προς την κατεύθυνση του ατόμου γενικά χωρίς να εστιάζει στο πρόσωπο
Ο Wesselman έδωσε την εξής οδηγία για  τον τελευταίο τρόπο βλεμματικής επαφής: «κοιτάξτε τους σαν να είναι φτιαγμένοι από αέρα». Ο πειραματικός συνεργός , μόλις προσπερνούσε τον κάθε περαστικό, έκανε νόημα στους άλλους πειραματικούς συνεργούς να σταματήσουν το άτομο που μόλις συνάντησε και να το ρωτήσουν αν ένιωθε «συνδεδεμένος» ή «αποσυνδεδεμένο» σε σχέση με τους άλλους ανθρώπους. Προφανώς όσοι βρίσκονταν συχνά σε χώρους που σχετίζονται με την ακαδημαϊκή κοινότητα, όπως το πανεπιστήμιο Purdue, είναι συνηθισμένοι να τους ζητούν να συμμετέχουν σε έρευνες και πειραματικές διαδικασίες. Όσοι λοιπόν είχαν βλεμματική επαφή με τον πειραματικό συνεργό  με ή χωρίς χαμόγελο να την συνοδεύει, δήλωσαν πως αισθάνονταν πιο «συνδεδεμένοι» με τον πειραματικό συνεργό σε σχέση με αυτούς που ο πειραματικός συνεργός κοίταξε σαν να μην ήταν καν εκεί.
 
«Αυτοί είναι άνθρωποι που δεν γνωρίζουμε, απλά μας προσπερνούν στο δρόμο και όμως το αν μας κοιτούν ή αν μας αγνοούν φαίνεται να έχει κάποια επίδραση σε μας ακόμα και αν είναι στιγμιαία. Αυτό που έχει σημασία σε αυτή τη διαπίστωση είναι ότι μας επιτρέπει να μιλήσουμε για την ισχύ της ανθρώπινης επαφής που είναι τελικά ένα πολύ σημαντικό φαινόμενο».
 
Οι κοινωνικές επαφές είναι έντονες εμπειρίες
 
Οι πιο έντονες θετικές αλλά και αρνητικές εμπειρίες φαίνεται να συνδέονται με κοινωνικές δραστηριότητες περισσότερο παρά με ατομικά επιτεύγματα σύμφωνα  με έρευνα του πανεπιστημίου του Buffalo που δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση του “Self and Identity”.
Τα πιο σημαντικά γεγονότα στη ζωή μας, ευχάριστα  ή δυσάρεστα είναι κοινωνικά γεγονότα, στιγμές που μας συνδέουν με άλλους ανθρώπους.
Μια από τους συγγραφείς της μελέτης η επίκουρη καθηγήτρια ψυχολογίας Shira Gabriel εξηγεί: «Οι περισσότεροι από εμάς ξοδεύουμε πολύ χρόνο στις προσωπικές μας επιδιώξεις, όπως η εργασίας μας, η επιμόρφωση και τα χόμπι μας. Παρ’ όλ’ αυτά, αυτή η έρευνα δείχνει ότι τα πιο σημαντικά γεγονότα στη ζωή μας, ευχάριστα  ή δυσάρεστα είναι κοινωνικά γεγονότα, στιγμές που μας συνδέουν με άλλους ανθρώπους». Παλαιότερες έρευνες είχαν δείξει αντίθετα, ότι οι πιο δυνατές συναισθηματικές εμπειρίες συνδέονται με ατομικά βιώματα.
 
Η έρευνα βασίστηκε σε 376 πειραματικά υποκείμενα που πήραν μέρος σε τέσσερις αλληλένδετες μελέτες. Η πρώτη ζητούσε από φοιτητές να περιγράψουν την πιο θετική και την πιο αρνητική συναισθηματική εμπειρία στη ζωή τους. Ανεξαρτήτως φύλου οι περισσότεροι αναφέρθηκαν σε ατομικές εμπειρίες λιγότερο συχνά από ότι σε κοινωνικές. Η δεύτερη εστίαζε σε μεσήλικες συμμετέχοντες και στις πιο σημαντικές τους συναισθηματικές εμπειρίες  και τα αποτελέσματα  ήταν  παρόμοια με αυτά των φοιτητών. Η τρίτη μελέτη σχεδιάστηκε για να αποκλείσει την πιθανότητα να υπερτονίζεται με κάποιο τρόπο η κοινωνική εμπειρία και η τέταρτη συγκέντρωσε τα αποτελέσματα που έδειξαν ότι τα κοινωνικά γεγονότα έχουν πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο (από τα ατομικά) στη ζωή και αντικατοπτρίζουν την ανάγκη του ανθρώπου ν’ ανήκει κάπου.
 
Η Shira Gabriel συνοψίζει : «τα ατομικά επιτεύγματα όπως οι βραβεύσεις  ή η επίτευξη στόχων δεν επηρεάζουν τόσο βαθιά τους ανθρώπους, όσο οι στιγμές που μοιράστηκαν με άλλους στην αρχή ή στο τέλος μιας σχέσης, όταν ερωτεύτηκαν, όταν έκαναν μια νέα φιλία, όταν έχασαν κάποιο αγαπημένο τους ή όταν πέρασαν μια μεγάλη ερωτική απογοήτευση. Τελικά οι στιγμές που μοιράστηκαν με άλλους ήταν εκείνες με τη μεγαλύτερη επίδραση στις ζωές των ανθρώπων».

Camus: Υπήρξαν στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι

«Οι δυστυχίες, στην πραγματικότητα, είναι μια κοινή υπόθεση, αλλά δύσκολα τις πιστεύει κανείς όταν του πέσουν στο κεφάλι. Υπήρξαν στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι. Και παρ’ όλα αυτά οι πανούκλες και οι πόλεμοι πάντα βρίσκουν τους ανθρώπους το ίδιο απροετοίμαστους.»
 
«Η δυστυχία δεν είναι στα μέτρα του ανθρώπου, επομένως λέμε ότι η δυστυχία δεν είναι πραγματική, είναι ένα κακό όνειρο που θα περάσει. Αλλά δεν περνάει πάντα και από κακό όνειρο σε κακό όνειρο, είναι οι άνθρωποι που περνάνε και πρώτα πρώτα οι ανθρωπιστές, γιατί δεν πήραν τις προφυλάξεις τους. Οι συμπολίτες μας δεν ήταν πιο ένοχοι από άλλους, ξεχνούσαν να είναι μετριόφρονες, αυτό είναι όλο και σκέφτονταν ότι όλα είναι ακόμη δυνατά για αυτούς -πράγμα που σήμαινε ότι οι δυστυχίες είναι αδύναμες. Συνέχιζαν να κάνουν επιχειρήσεις, να ετοιμάζουν ταξίδια, και να έχουν γνώμες. Πώς θα μπορούσαν να σκεφτούν την πανούκλα, που καταργεί το μέλλον, τις μετακινήσεις, τις συζητήσεις; Θεωρούσαν τους εαυτούς τους ελεύθερους και κανένας δε θα είναι ποτέ ελεύθερος, όσο υπάρχουν δυστυχίες».
 
«Ένας βολικός τρόπος για να γνωρίσει κανείς μια πόλη, είναι να βρει πως δουλεύουν, πως ερωτεύονται και πως πεθαίνουν σ’ αυτήν. Στη μικρή μας πόλη, να ‘ναι τάχα η επίδραση του κλίματος, όλα αυτά γίνονται μαζί, με το ίδιο έξαλλο κι αφηρημένο ύφος.»
 
«Το Οράν, αντίθετα, είναι φαινομενικά μια πόλη ανυποψίαστη, μια πόλη, μ’ άλλα λόγια, απόλυτα σύγχρονη. Δεν είναι απαραίτητο, κατά συνέπεια, να ξεκαθαρίσουμε με ποιο τρόπο ερωτεύονται στον τόπο μας. Οι άντρες και οι γυναίκες ή αλληλοσπαράζονται γρήγορα γρήγορα μέσα σ’ αυτό που το λένε ερωτική πράξη ή πάλι βυθίζονται στη μακρόχρονη συνήθεια του αντρόγυνου. Ανάμεσα σ’ αυτά τα δυο άκρα, πολλές φορές, δεν υπάρχει μέση οδός.»
 
«Οι μάστιγες είναι βέβαια κάτι το συνηθισμένο, δύσκολα ωστόσο, πιστεύεις στις μάστιγες όταν σου πέφτουν κατακέφαλα. Έχουν ξεσπάσει στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και πόλεμοι. Κι ωστόσο πανούκλες και πόλεμοι βρίσκουν πάντα τους ανθρώπους το ίδιο απροετοίμαστους.»
 
«Οι συμπολίτες μας δεν ήταν περισσότερο ένοχοι από άλλους, ξεχνούσαν μόνο να ‘ναι μετριόφρονες, αυτό είναι όλο και σκέφτονταν πως όλα είναι ακόμα δυνατά γι’ αυτούς, πράγμα που προϋπέθετε ότι οι συμφορές ήταν αδύνατο να υπάρχουν. Εξακολουθούσαν τις εμπορικές συναλλαγές, ετοίμαζαν ταξίδια και είχαν τις απόψεις τους. Γιατί να σκέφτονταν την πανούκλα που καταργεί το μέλλον, τις μετακινήσεις και τις συζητήσεις; Νόμιζαν πως ήταν ελεύθεροι ενώ κανείς δεν μπορεί να είναι ελεύθερος όσο υπάρχουν συμφορές.»
 
«Κανένας δεν είχε ακόμα πραγματικά δεχτεί την αρρώστια. Οι περισσότεροι ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητοι σ’ ότι αναστάτωνε τις συνήθειές τους ή έβλαπτε τα συμφέροντα τους. Τους έκανε ν’ αγανακτούν ή να εξοργίζονται, αυτά όμως δεν είναι τα συναισθήματα που πρέπει ν’ αντιτάξει κανείς στην πανούκλα.»
 
«Η υπόλοιπη ιστορία, κατά τα λεγόμενα του Γκραν, ήταν πολύ απλή. Όπως γίνεται και μ’ όλο τον κόσμο: παντρεύονται, αγαπιούνται ακόμα λίγο, δουλεύουν. Δουλεύουν τόσο ώσπου να ξεχνούν ν’ αγαπάνε.»
 
«Από μερικά όμως σπίτια έβγαιναν βογκητά. Παλιότερα όταν τύχαινε κάτι τέτοιο, έβλεπες συχνά περίεργους να στέκονται στον δρόμο και ν’ αφουγκράζονται. Έπειτα, ωστόσο απ’ την μακρόχρονη αναστάτωση φαίνεται πως οι καρδιές σκλήρυναν κι όλοι περπατούσαν ή ζούσαν δίπλα στους θρήνους λες κι αυτή ήταν η φυσιολογική γλώσσα των ανθρώπων.»
 
«-Για να δούμε, Ταρού, είσαστε ικανός να πεθάνετε για έναν μεγάλο έρωτα;
-Δεν ξέρω, αλλά τώρα μου φαίνεται πως δεν είμαι.
-Το βλέπετε; Ενώ είσαστε ικανός να πεθάνετε για μια ιδέα, είναι ολοφάνερο, Ε! λοιπόν εγώ μπούχτισα από ανθρώπους που πεθαίνουν για μια ιδέα. Δεν πιστεύω στον ηρωισμό, ξέρω ότι είναι κάτι εύκολο, κι έμαθα πως ήταν ένας φονιάς. Εκείνο που μ’ ενδιαφέρει είναι να ζούμε και να πεθαίνουμε γι’ αυτό που αγαπάμε.»
 
«Πρέπει ωστόσο, να σας πω: δεν υπάρχει θέμα ηρωισμού μέσα σ’ όλα αυτά. Πρόκειται για εντιμότητα. Είναι μια ιδέα που μπορεί να κάνει μερικούς να γελάσουν, ο μόνος όμως τρόπος για να καταπολεμήσει κανείς την πανούκλα είναι η εντιμότητα.»
 
«Εκείνο που δίνει η φύση είναι το μικρόβιο. Τα υπόλοιπα, η υγεία, η ακεραιότητα, η αγνότητα, αν θέλετε, είναι αποτέλεσμα της θέλησης, μιας θέλησης που δεν πρέπει ποτέ να σταματάει.»
 
«Άκουσα τόσους συλλογισμούς, που παρά λίγο να μου πάρουν τα μυαλά, και που ξελόγιασαν αρκετούς άλλους ώστε να τους κάνουν να δεχθούν την δολοφονία, κι έτσι κατάλαβα πως όλη η δυστυχία των ανθρώπων προέρχεται από το ότι δεν μιλούν ξεκάθαρα.»
 
«Επικρατούσε παντού η ίδια ανάπαυλα το ίδιο επιβλητικό διάλειμμα, το ίδιο πάντα καταλάγιασμα, που ακολουθεί τις μάχες, ήταν η σιωπή της ήττας.»
 
«Όταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι έφτασαν στο τέλος της πανούκλας, μαζί με την δυστυχία και τις στερήσεις, φόρεσαν το κουστούμι του ρόλου που 'παιζαν εδώ και πολύ καιρό, το ρόλο του πρόσφυγα που, πρώτα το πρόσωπό και τώρα τα ρούχα του μιλούσαν για την απουσία και την μακρινή πατρίδα. Απ' την στιγμή που η πανούκλα είχε κλείσει τις πύλες της πόλης, δε ζούσαν πια παρά μόνο μέσα στο χωρισμό, τους είχαν αποκόψει απ' αυτή την ανθρώπινη ζεστασιά που σε κάνει όλα να τα ξεχνάς.»
 
«Γιατί ήξερε ότι αυτός ο κόσμος που γλεντούσε, αγνοούσε, κι είναι κάτι που μπορούμε να το διαβάσουμε στα βιβλία, ότι ο βάκιλος της πανούκλας δεν πεθαίνει και δεν εξαφανίζεται ποτέ, ότι μπορεί να μένει κοιμισμένος ολόκληρες δεκάδες χρόνια μέσα στα έπιπλα και τ' ασπρόρουχα, ότι περιμένει υπομονετικά στα δωμάτια, στα υπόγεια, στα σεντούκια, στα μαντήλια και στα χαρτιά, κι ότι μπορεί να φτάσει κάποτε η μέρα που για την δυστυχία ή για να γίνει μάθημα στους ανθρώπους, η πανούκλα θα ξυπνήσει τα ποντίκια της και θα τα στείλει να ψοφήσουν σε μια ευτυχισμένη πολιτεία.»
 
«Η αξία του ανθρώπου είναι να επιχειρεί κάτι ενάντια στο κακό ρισκάροντας και τις πιο οδυνηρές αποτυχίες κι όχι να προσπαθεί να το δικαιολογεί με δόγματα. Ο Καστέλ και ο Ριέ θα ξαναρχίσουν πάλι το έργο τους, θα ξαναρχίσουν και θα ξαναρχίσουν πάλι. Μερικούς μήνες αργότερα θα βρεθεί ένας ορός, που θ’ αρχίσει να σώζει ζωές.»
 
Albert Camus, Η πανούκλα

Ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας όταν παύουμε να ακολουθούμε το σμήνος

Πιθανότατα έχετε δει εικόνες μεγάλων ομάδων ψαριών που κολυμπούν όλα μαζί και κινούνται προς μία κατεύθυνση, σαν ένας ενιαίος οργανισμός. Ίσως έχετε δει ομάδες εντόμων να πετούν στον ουρανό και ξαφνικά να στριφογυρίζουν όλα μαζί σαν ένα καλά ενορχηστρωμένο σύννεφο. Είναι μια εντυπωσιακή διάταξη που θυμίζει μια ελεγχόμενη και έξυπνη συμπεριφορά.

Μια μόνο ρέγκα ή ένα κουνούπι δεν λειτουργεί ελεύθερα, όπως το έχουμε εμείς οι άνθρωποι στον νου μας. Δεν ξέρουμε τι μπορεί να συμβαίνει στο μυαλό τους καθώς ακολουθούν το πλήθος, ξέρουμε, όμως, πως, όταν το κάνουν, λειτουργούν σχεδόν σαν ένα πλάσμα. Οι ερευνητές τώρα έχουν αρχίσει και κατανοούν περισσότερο αυτή τη συμπεριφορά.

Πιθανότατα το ψάρι να κάνει αυτές τις αλλαγές στην κατεύθυνσή του ακολουθώντας τις κινήσεις των ψαριών που βρίσκονται ακριβώς μπροστά στο πεδίο της αντίληψής του. Αυτό που μοιάζει με τη σπουδαία δουλειά ενός χορογράφου είναι πιθανότατα απλώς μια ιδιαίτερα κομψή εκδοχή του «ακολούθα τον αρχηγό».

Για να απεικονίσουν αυτό το γεγονός, υπάρχουν σήμερα προγράμματα υπολογιστών που προσομοιάζουν τις κινήσεις αυτές με εντυπωσιακή ακρίβεια. Μια παρόμοια αρχή μοιάζει να διέπει τις λειτουργίες ενός από τα πιο παλιά και πιο επιτυχημένα πλάσματα στη γη, του μυρμηγκιού. Αν έχετε δει ένα μυρμήγκι να κινείται χωρίς συγκεκριμένο στόχο στο πάτωμα της κουζίνας σας ψάχνοντας κάτι να φάει, δεν καταλαβαίνετε ότι βλέπετε μια ιδιαίτερα υψηλή ευφυΐα σε δράση.

Η δουλειά των αποικιών των μυρμηγκιών είναι ένα θαύμα αποτελεσματικότητας και επιτυχίας. Τα μυρμήγκια εξαρτώνται από την ευφυία του σμήνους, η φύση της οποίας είναι αυτή τη στιγμή αντικείμενο έντονων μελετών. Ενώ δεν έχουν κατανοήσει ακόμη πλήρως πώς έχουν αναπτύξει τέτοιο βαθμό συνεργασίας, οι ερευνητές ξέρουν ότι τα μυρμήγκια πετυχαίνουν τους στόχους τους παίζοντας πολύ συγκεκριμένους ρόλους με στρατιωτική ακρίβεια.

Για παράδειγμα, όταν ψάχνουν για φαγητό, ένα μυρμήγκι ανοίγει έναν δρόμο, αφήνοντας πίσω του φερομόνες. Το επόμενο μυρμήγκι ακολουθεί το δρόμο αυτό, ανοίγοντας με τη σειρά του και έναν καινούριο δρόμο. Με αυτό τον τρόπο, μια μεγάλη ομάδα βρίσκει το δρόμο για την πηγή του φαγητού και το μεταφέρει στην αποικία.

Κάθε μυρμήγκι δουλεύει έχοντας έναν συνολικό στόχο, ενώ κανένα δεν παίρνει την πρωτιά. Ακόμα και η μόνη ατομική δουλειά της βασίλισσας φαίνεται πως είναι η γέννηση των αβγών. Αυτά τα μοτίβα συντονισμένης ομαδικής συμπεριφοράς στα ψάρια, τα μυρμήγκια, τα κουνούπια και σε πολλά άλλα πλάσματα βασικά έχουν να κάνουν με την προστασία και την ασφάλεια, την αναπαραγωγή και την επιβίωση, και με την εύρεση του φαγητού χωρίς να γίνουν φαγητό τα ίδια.

Το ίδιο περίπου συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Ενωνόμαστε σε ομάδες έχοντας τους ίδιους βασικούς στόχους. Το καλό για εμάς είναι ότι οι ομάδες μπορεί να είναι τρομερά υποστηρικτικές. Το κακό είναι ότι ενθαρρύνουν την ομοιομορφία στη σκέψη και τη συμπεριφορά. Το Στοιχείο έχει να κάνει με την ανακάλυψη του εαυτού μας, και δεν μπορεί κανείς να κάνει κάτι τέτοιο αν είναι παγιδευμένος σε μια σύμβαση. Δεν μπορείτε να είστε ο εαυτός σας σε ένα σμήνος.

Συκοφαντία

Μερικοί άνθρωποι όταν αισθάνονται ότι είναι άχρηστη η ζωή τους με μια συνειδητοποίηση της αποτυχίας, κακόβουλα επιτίθενται στους άλλους, τους συκοφαντούν και προσπαθούν να καταστρέψουν τη φήμη και τη ζωή τους. Αυτό το κάνουν ακριβώς για να κάνουν τους εαυτούς τους να αισθανθούν ότι ακόμα έχουν αξία, ακόμα υπάρχουν, ακόμα μπορούν και λειτουργούν και προσελκύουν την προσοχή των ανθρώπων. Αλλά σε μια τέτοια προσπάθεια να αποδείξουν στον εαυτό τους ότι εξακολουθούν να υπάρχουν, βρίσκονται σε όλο και πιο βαθιά απόγνωση και κενότητα.

Για κάποιο καιρό η μάχη εναντίον του θύματος τους κρατά ζωντανούς, αλλά καθώς το θύμα εξουθενώνεται ή ακόμη και εξολοθρεύεται ή είναι αδιάφορο από την επίθεσή τους, αισθάνονται ότι έχουν χάσει εντελώς την ύπαρξή τους. Αυτό τους οδηγεί σε κατάθλιψη και αυτοκτονία.

Η επίγνωση της ύπαρξής σας δεν μπορεί να αποκατασταθεί από την καταστροφή των άλλων αλλά από την επιβεβαίωση της ύπαρξης των άλλων. Με το να επιτίθεστε στους άλλους μειώνετε σιγά σιγά την ύπαρξή σας. Η αναγνώριση των αξιών των άλλων χτίζει την επίγνωση για τη δική σας ύπαρξη.

Οι άνθρωποι καταστρέφουν τον εαυτό τους προσπαθώντας να καταστρέψουν τους άλλους για χάρη του μίσους, του θυμού, της ζήλιας και του φόβου.

Ο άνθρωπος έχει δημιουργηθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να αναγεννάται και να ζωογονείται μόνο όταν αναγεννά και ζωοποιεί τους άλλους. Αυτός είναι ένας εξαιρετικά μυστικός νόμος.

Οι άνθρωποι σιγά-σιγά γίνονται σαν κενές και εγκαταλελειμμένες κατοικίες όταν αρνούνται στους άλλους την αξία και την ομορφιά τους. Περιμένουν με αγωνία να δουν ένα λάθος στους άλλους βάσει των δικών τους κριτηρίων ή από την κακία τους για να τους επιτεθούν. Μια τέτοια επίθεση είναι σαν ένας κλέφτης που αφαιρεί έπιπλα από το σπίτι σας και μεταφέρει τα έπιπλα σε άλλο σπίτι, τους ιδιοκτήτες τους οποίους μισείτε.

Η ατομικότητά μας χτίζεται μόνο από τις στιγμές αναγνώρισης των αξιών των άλλων, ή σε στιγμές που προσπαθούμε να βοηθήσουμε τους άλλους να ξεπεράσουν τα λάθη τους. Δίνοντας φως, αυξάνετε το φως σας. Δίνοντας την αγάπη σας, αυξάνετε την αγάπη σας. Προσπαθώντας να κάνετε τους ανθρώπους όμορφους, αυξάνετε τους πόρους της ομορφιάς σας.

Τα αντίθετα

Θέλω πάρα πολύ να βελτιωθώ σαν άνθρωπος. Να μην είμαι ζηλιάρης, να μην θυμώνω, να μην λέω ψέματα! Να εμπιστεύομαι τους ανθρώπους.

Όμως αυτό είναι αδύνατο.

Γιατί η ειλικρίνεια που δείχνει κάποιος προσπαθώντας να μην είναι ψεύτης, είναι η ψευτιά μασκαρεμένη. Η ηρεμία που προσπαθεί να επιδείξει κάποιος που είναι θυμωμένος, είναι ο ίδιος ο θυμός καμουφλαρισμένος και αργά η γρήγορα αυτός θα είναι και πάλι εκεί (ίσως μάλιστα εν μέσω οργισμένης έκρηξης). Όταν φοβάσαι μια κατσαρίδα, το θάρρος που παίρνεις για να την σκοτώσεις, δεν είναι διαφορετικό από τον φόβο σου. Η προσπάθειά μου να είμαι δίκαιος πηγάζει από την πρόθεση να αδικήσω. Η πίστη στον σύντροφο από την καταπίεση της επιθυμίας για απιστία. Αν πω “είμαι υπομονετικός” είμαι σίγουρα και ανυπόμονος!

Η ειλικρίνεια και η ψευτιά είναι δυο μεριές του ίδιου νομίσματος, η ειλικρίνεια και η ψευτιά είναι ένα. H μόνη ειλικρίνεια που είναι αληθινή είναι αυτή που συμβαίνει χωρίς να σκέφτομαι ότι πρέπει να είμαι ειλικρινής! Αν γνωρίζω ότι είμαι ειλικρινής, μάλλον δεν είμαι στα αλήθεια ειλικρινής, απλώς προσπαθώ να αποφύγω να είμαι ψεύτης, διότι με ενοχλεί αυτός ο χαρακτηρισμός… Ωστόσο η ψευτιά είναι εκεί. Η μόνη αφοσίωση είναι αυτή που δεν την έχεις σκεφτεί ποτέ. Η μόνη δικαιοσύνη είναι αυτή που δεν είναι γραμμένη σε νόμους. Η μόνη αληθινή αφοβία είναι αυτή που δεν ξέρεις ότι συμβαίνει! Η μόνη πραγματική εμπιστοσύνη είναι αυτή που δεν έχει μπει σε λέξεις.

Η μόνη αληθινή αρετή είναι αυτή την οποία δεν γνωρίζεις!

Δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να γίνω καλύτερος. Η ιδέα του να γίνω καλύτερος είναι ένα με την ιδέα ότι είμαι χειρότερος. Υπάρχει και ένα άλλο μέρος όμως, βυθισμένο στη σιωπή, σε αυτή τη σιωπή που εξαϋλώνει τα δίπολα και τα πρόσωπα.

Επιστρέφει στη σελήνη η NASA

Η Αμερικανική Διαστημική Υπηρεσία (NASA) έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες για το -ακόμη υπό διαμόρφωση- χρονοδιάγραμμα του φιλόδοξου προγράμματος «Άρτεμις», που έχει ως στόχο να πατήσουν ξανά Αμερικανοί αστροναύτες το πόδι τους στη Σελήνη το 2024.

Όπως η Άρτεμις ήταν η δίδυμη αδελφή του Απόλλωνα στην ελληνική μυθολογία, έτσι και το πρόγραμμα «Άρτεμις» ονομάστηκε επίτηδες έτσι ως συνέχεια του ιστορικού προγράμματος «Απόλλων» της NASA, που επέτρεψε στον πρώτο άνθρωπο, τον αστροναύτη Νιλ Άρμστρονγκ, να περπατήσει στο φεγγάρι το 1969. Η πρώτη αποστολή «Άρτεμις 1» θα είναι μια μη επανδρωμένη αποστολή γύρω από τη Σελήνη τον Ιούνιο του 2020.

Θα ακολουθήσει το 2022 η «Άρτεμις 2», που θα είναι μια επανδρωμένη με αστροναύτες αποστολή σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη. Τελικά η «Άρτεμις 3» θα φέρει τους αστροναύτες για να βάλουν ξανά το πόδι τους στο φεγγάρι το 2024 και ανάμεσα τους η NASA έχει δεσμευθεί ότι θα είναι η πρώτη γυναίκα που θα περπατήσει στη Σελήνη.

Οι τρεις αποστολές θα γίνουν με τον μεγαλύτερο πύραυλο όλων των εποχών, τον SLS (Space Launch System), που ετοιμάζει μια κοινοπραξία εταιρειών με επικεφαλής τη Boeing. Στην κορυφή του πυραύλου θα βρίσκεται η διαστημική κάψουλα Orion (Ωρίων), την οποία αναπτύσσει μια άλλη κοινοπραξία με επικεφαλής τη Lockheed Martin.

Εκτός από τις τρεις αυτές αποστολές της ίδιας της NASA, θα υπάρξουν άλλες πέντε αποστολές για τη μεταφορά στο διάστημα των επί μέρους τμημάτων του νέου τροχιακού σεληνιακού σταθμού «Gateway», που θα αποτελέσει την πύλη και το εφαλτήριο για τις μελλοντικές προσεληνώσεις. Οι πέντε αποστολές θα γίνουν μεταξύ 2022-2024 από ιδιωτικές εταιρείες για λογαριασμό της NASA.

Το 2024 οι αστροναύτες της αποστολής «Άρτεμις 3» θα κάνουν στάση στο διαστημικό σεληνιακό σταθμό Gateway, προτού συνεχίσουν το ταξίδι τους για την επιφάνεια της Σελήνης με μια άλλη άκατο προσελήνωσης. Ένα μέρος αυτής της ακάτου θα παραμείνει στο φεγγάρι και ένα άλλο τμήμα της θα μεταφέρει τους αστροναύτες πίσω στο διαστημικό σταθμό, όπου θα επιβιβασθούν στην κάψουλα Orion, που θα τους περιμένει «παρκαρισμένη» εκεί για να τους μεταφέρει πίσω στη Γη.

Ο επικεφαλής της NASA Τζιμ Μπριντενστάιν ανακοίνωσε ότι η αμερικανική εταιρεία διαστημικής τεχνολογίας Maxar Technologies του Κολοράντο (παλαιότερα γνωστή ως SSL) είναι η πρώτη που επιλέχθηκε για να κατασκευάσει το αρχικό τμήμα του σταθμού Gateway, που θα αφορά το σύστημα ηλεκτρικής τροφοδοσίας και πρόωσης, το οποίο θα βασίζεται σε τεράστιους συλλέκτες ηλιακής ενέργειας.

Το σύστημα αυτό -που θα μπορούσε να προσαρμοσθεί και για ταξίδι στον Άρη- θα τεθεί σε τροχιά το 2022, για να ακολουθήσει το 2023 η εκτόξευση του θαλάμου διαμονής των αστροναυτών, που θα προσδεθεί στο τμήμα τροφοδοσίας και πρόωσης.

Σε επόμενο στάδιο η NASA θα ανακοινώσει ποια εταιρεία θα κατασκευάσει την άκατο προσελήνωσης που θα μεταφέρει τους αστροναύτες το 2024, ένα έργο για το οποίο θα ανταγωνισθούν τα γνωστά μεγάλα ονόματα (Boeing και Lockheed Martin), αλλά και νέοι φιλόδοξοι «παίκτες», όπως η Blue Origin του Τζεφ Μπέζος της Amazon. Αν όλα πάνε καλά, μετά την πρώτη προσελήνωση ανθρώπων το 2024, θα ακολουθήσουν άλλες τέσσερις αποστολές αστροναυτών μεταξύ 2025-2028.

Σύμφωνα με μια εκτίμηση, μεταξύ 2019-2028 η NASA -είτε μόνη της είτε μέσω υπεργολάβων- θα στείλει συνολικά περίπου 37 αποστολές στη Σελήνη και στον τροχιακό σταθμό Gateway, ο οποίος θα επεκτείνεται συνεχώς με την προσθήκη νέων τμημάτων.

Τουλάχιστον επτά από αυτές θα είναι ρομποτικές αποστολές στην επιφάνεια του φεγγαριού, που θα περιλαμβάνουν την αποστολή ρόβερ και μη επανδρωμένων ακάτων για να κάνουν επιστημονικές μελέτες και να διερευνήσουν τρόπους μελλοντικής αξιοποίησης (και εκμετάλλευσης) των φυσικών πόρων του φεγγαριού, έτσι ώστε να καταστεί εφικτή η μονιμότερη παρουσία ανθρώπων σε μια σεληνιακή βάση.

Η διοίκηση της NASA έχει ξεκαθαρίσει ότι απώτερος στόχος της δεν είναι να «κολλήσει» στη Σελήνη, αλλά να στείλει τους πρώτους αστροναύτες στον Άρη, αν βέβαια στο μεταξύ δεν την έχει προλάβει κάποιος άλλος, όπως η εταιρεία Space X του Ίλον Μασκ.

Τις πιθανότητες σύζευξης σε ισχυρά αλληλεπιδρώντα συστήματα φερμιονίων εξερευνούν πειράματα ψυχρών ατόμων

Τα ηλεκτρόνια σε έναν υπεραγωγό και τα νουκλεόνια μέσα σε ένα πυρήνα είναι και τα δυο παραδείγματα ισχυρά αλληλεπιδρώντων φερμιονίων. Ένα από τα ανοιχτά ερωτήματα σχετικά με αυτά τα συστήματα «αερίου Fermi» είναι πώς επηρεάζονται οι ιδιότητές τους από σωμάτια που συζευγνύονται. Δυο νέα πειράματα χρησιμοποιώντας αέρια Fermi ψυχρών ατόμων κατέγραψαν συσχετισμούς μεταξύ ζευγών ατόμων. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι στη θερμοκρασία μετάβασης υπερρευστού, συσχετισμοί ζευγών εντατικοποιούνται απότομα, μάλλον παρά βαθμιαία όπως προβλέπεται από ορισμένες θεωρίες.

Οι ερευνητές συχνά χρησιμοποιούν ψυχρά άτομα για να μελετήσουν κβαντικά συστήματα, καθώς οι ατομικές αλληλεπιδράσεις μπορούν να συντονιστούν. Αυξάνοντας την ένταση της αλληλεπίδρασης μεταξύ φερμιονικών ατόμων, πειράματα μπορούν να εξερευνήσουν το «μοναδικό» όριο, όπου η ατομική συμπεριφορά αναμένεται να αποκαλύψει καθολικά χαρακτηριστικά των αλληλεπιδρώντων φερμιονίων που θα μπορούσαν να συνδέσουν την κατανόηση της υπεραγωγιμότητας με αυτή του συμπυκνώματος Bose-Einstein.

Σε ένα πείραμα, μια ομάδα υπό την καθοδήγηση του Chris Vale του Πανεπιστημίου Τεχνολογίας Swinburne στην Αυστραλία δημιούργησε ένα ενιαίο αέριο Fermi ατόμων λίθιου-6 και μέτρησε την ορμή που μεταδίδονταν στα άτομα από ένα ζεύγος διασταυρωμένων δεσμών λέιζερ. Από τα δεδομένα αυτά, η ομάδα εξήγαγε την παράμετρο επαφής, η οποία δίδει την πιθανότητα δυο ατόμων να είναι πολύ κοντά το ένα με το άλλο. Βρήκαν ότι η παράμετρος επαφής αυξάνονταν κατά 15% καθώς μείωναν τη θερμοκρασία προς το σημείο μετάβασης υπερρευστού.

Μια άλλη ομάδα υπό τον Martin Zwierlein από το MIT, απέκτησε παρόμοια αποτελέσματα. Τοποθέτησαν τα άτομα λιθίου-6 σε ένα ομοιόμορφο πλαίσιο δυναμικού, αποφεύγοντας έτσι διακυμάνσεις πυκνότητας που έχουν δυσκολέψει προηγούμενες μελέτες ψυχρών ατόμων. Για να προσδιορίσουν την παράμετρο επαφής, στηρίχθηκαν στη καταμέτρηση του αριθμού των ατομικών μεταβάσεων που προκλήθηκαν από ένα μεταβλητής συχνότητας ραδιοπαλμό που πυροδοτήθηκε μέσα στο αέριο.

Θεωρητικές προσπάθειες να υπολογιστεί η εξέλιξη της θερμοκρασίας της παραμέτρου επαφής έχουν αποδώσει πολύ διαφορετικές προβλέψεις που εξαρτήθηκαν από το μοντέλο για τα αλληλεπιδρώντα φερμιόνια. Η ξαφνική αλλαγή στην παράμετρο επαφής παρατηρήθηκε στη θερμοκρασία μετάβασης υπερρευστού υποδηλώνει ότι τα ζεύγη φερμιονίων γρήγορα διασπώνται καθώς το υπερρευστό θερμαίνεται και επιστρέφει στην κατάσταση ενός κανονικού ρευστού. Αυτή η ερμηνεία θα επιχειρηματολογούσε εναντίον σε ορισμένα μοντέλα που προβλέπουν ότι η σύζευξη συμβαίνει σε θερμοκρασίες πάνω από την μετάβαση υπερρευστού.
---------------------
Περισσότερα στη δημοσιεύσεις:
[1] Spectral Response and Contact of the Unitary Fermi Gas. Physical Review Letters.
[2] Contact and Sum Rules in a Near-Uniform Fermi Gas at Unitarity. Physical Review Letters.

Πολίτες Μη Ενεργοί στην Αρχαία Ελλάδα

Η Δημοκρατια στην Αρχαία Ελλάδα δεν είχε νόμους περι μη ευθύνης πολιτικών.
 
Πολίτες ενεργοί και πολίτες μη ενεργοί, στην Αρχαία Ελλάδα.
 
1. Η ΣΤΕΡΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ.
Η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, δηλαδή του δικαιώματος συμμετοχής στην πολιτική ζωή και στην λήψη των αποφάσεων, μπορούσε να είναι αποτέλεσμα είτε δικαστικής απόφασης είτε μιας στάσης.
 
1.1 Η ατιμία: Ο όρος ατιμία φαίνεται ότι κάλυπτε δύο είδη αποκλεισμού από τη συμμετοχή στην πολιτική ζωή. Σύμφωνα με την παλαιότερη χρήση του. ο όρος υποδήλωνε ότι ο πολίτης που υποβλήθηκε στην ποινή αυτή αποτελούσε πλέον ένα είδος παρανόμου τον οποίο μπορούσαν και να θανατώσουν, χωρίς επακόλουθη τιμωρία και να κατασχέσουν τη περιουσία του. Πολύ γρήγορα όμως, ήδη από το τέλος του 6ου αιώνα, και τουλάχιστον στην Αθήνα, η ατιμία απόκτησε λιγότερο ριζοσπαστική σημασία: η επιβολή της ατιμίας σε έναν πολίτη σήμαινε την αφαίρεση των πολιτικών του δικαιωμάτων και τον αποκλεισμό από τα ιερά της πόλης.
 
Ο άτιμος δεν είχε πλέον το δικαίωμα συμμετοχής στην εκκλησία του δήμου, στα δικαστήρια και δεν μπορούσε να θέσει υποψηφιότητα για καμία αρχή. Δεν έπαυε όμως να ανήκει στο πολιτικό σώμα, συνεπώς η ένωσή του με μία Αθηναία ήταν νόμιμη, όπως και η Ιδιοκτησία των αγαθών που του ανήκαν. Τίθενται δύο προβλήματα αναφορικά με την ατιμία: πρώτον, ήταν κληρονομική, και δεύτερον, ποια ήταν τα σφάλματα που μπορούσαν να επισύρουν την επιβολή της;
 
Ως προς το πρώτο σημείο, φαίνεται ότι η ατιμία αποτελούσε ισόβια καταδίκη, δεν αφορούσε όμως παρά μόνο στον ένοχο, και όχι στους απογόνους του. Σε μία μόνο περίπτωση, όμως, η ατιμία μπορούσε να είναι κληρονομική, αν επρόκειτο για κάποιον που χρωστούσε στο δημόσιο, κάποιον πολίτη που δεν είχε εξοφλήσει κάποιο πρόστιμο που του είχε επιβληθεί από δικαστήριο ή που δεν είχε, ως γεωργός υπεύθυνος για έναν φόρο, αποδώσει τα ποσά που είχε συγκεντρώσει.
 
Στην περίπτωση αυτή, αν πέθαινε πριν εξοφλήσει το χρέος του, η ατιμία βάραινε τους κληρονόμους του, αλλά έπαυε βεβαίως όταν οι τελευταίοι πλήρωναν το χρέος. Εκτός από αυτές τις περιπτώσεις χρέωσης, τα άλλα σφάλματα που μπορούσαν να επιφέρουν την επιβολή ατιμίας ήταν διαφόρων ειδών άλλα αφορούσαν σε ιδιωτικές βλάβες, κακή μεταχείριση, σεξουαλική βία. διάλυση πατρικής κληρονομιάς κ.λπ.) και άλλα αφορούσαν σε δημόσιες βλάβες (διαφθορά δικαστών, ψευδομαρτυρία, επανειλημμένες καταδίκες για την υποβολή παράνομων προτάσεων.
 
Φαίνεται επίσης πως υπήρχαν και μορφές μερικής ατιμίας. Το παράδειγμα που αναφέρεται πάντα για την περίπτωση αυτή είναι των πολιτών εκείνων που είχαν υπηρετήσει στο στράτευμα που είχε μείνει στην Αθήνα κατά τη στάση των ολιγαρχικών του 411 και καταδικάστηκαν να μην παίρνουν πια τον λόγο στις συνελεύσεις της εκκλησίας του δήμου, διατηρώντας όμως το δικαίωμα να παραβρίσκονται στις συνελεύσεις. Άλλες περιπτώσεις μερικής ατιμίας αναφέρονται από τον ρήτορα Ανδοκίδη, όπως. για παράδειγμα, η απαγόρευση να εγείρουν αγωγή στα δικαστήρια ή να διασχίζουν την αγορά. Υπάρχουν όμως πολλά σκοτεινά σημεία σχετικά με τις διάφορες διαδικασίες που οδηγούσαν σε μια τέτοια στέρηση ορισμένων πολιτικών δικαιωμάτων.
 
1.2 Οι πολιτικές επαναστάσεις: Μέσα από την ιστορία της Αθήνας και πάλι θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε πώς μπορούσαν οι πολίτες να στερηθούν τα πολιτικά τους δικαιώματα, παραμένοντας συγχρόνως μέλη της πολιτικής κοινότητας. Θα συγκροτήσουμε τρεις στιγμές της ιστορίας αυτής, την στάση των ολιγαρχικών το 411, την διακυβέρνηση των Τριάκοντα και το πολίτευμα που υιοθετήθηκε το 322 υπό την πίεση του Μακεδόνα στρατηγού Αντίπατρου.
 
1.2.1 Η στάση του 411: Μετά τη βαριά ήττα που υπέστη η Αθήνα στην Σικελία το 411, οι εχθροί της δημοκρατίας, εκμεταλλευόμενοι την αναταραχή που επικρατούσε στην πόλη, κατέλαβαν την εξουσία στην Αθήνα και εγκαθίδρυσαν νέους νόμους, σύμφωνα με τους οποίους μόνο πέντε χιλιάδες πολίτες από τους τριάντα πέντε χιλιάδες που υπήρχαν στην πόλη θα μπορούσαν να ασκούν τα πολιτικά τους δικαιώματα. Είδαμε ήδη πώς απέτυχε το εγχείρημα, από την αντίδραση του ναυτικού και του στρατεύματος, που καθαίρεσαν τους στρατηγούς τους και αρνήθηκαν να αποδεχτούν τα γεγονότα που είχαν διαδραματιστεί στην Αθήνα.
 
Χωρίς την υποστήριξη του στόλου και μέρους του στρατεύματος, οι ολιγαρχικοί δεν μπόρεσαν να διατηρηθούν στην εξουσία και η δημοκρατία υποκαταστάθηκε. Γνωρίζουμε, όμως, από τον λόγο ενός ρήτορα της εποχής ότι ήδη είχαν αρχίσει να συντάσσουν τον κατάλογο εκείνων που θα διατηρούσαν πλήρη πολίτικα δικαιώματα. Οι υπόλοιποι δεν θα έχαναν βέβαια την ιδιότητα του Αθηναίου, θα μετατρέπονταν όμως σε μη ενεργούς πολίτες.
 
1.2.2 Η διακυβέρνηση των Τριάκοντα: Το 405, η Αθήνα υπέστη μια σοβαρή ναυτική ήττα στους Αιγός ποταμούς από τον στόλο των Λακεδαιμονίων. Η ήττα αυτή σήμανε το τέλος του πολέμου που για ένα τέταρτο του αιώνα είχε φέρει αντιμέτωπες τις δύο μεγάλες πόλεις και τους συμμάχους τους. Ενώ ο ναύαρχος Λύσανδρος είχε αποκλείσει το λιμάνι του Πειραιά, οι ολιγαρχικοί κατέλαβαν για μια ακόμη φορά την εξουσία, αναθέτοντας σε τριάντα πολίτες την εγκαθίδρυση νέου πολιτεύματος. Αυτό όμως δεν έγινε ποτέ, καθώς, αφού για μερικούς μήνες οι Τριάκοντα σκόρπισαν στην πόλη τον τρόμο, οι εσωτερικές τους διαμάχες διευκόλυναν την επάνοδο της δημοκρατίας λίγο αργότερα. Το σχέδιο προέβλεπε ότι η άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων θα περιοριζόταν μόνο σε τρεις χιλιάδες πολίτες, ενώ οι άλλοι θα αποκλείονταν από την πολιτεία.
 
Ο ρήτορας Λυσίας, που είχε βοηθήσει στην επάνοδο των δημοκρατικών στην Αθήνα, περιγράφει ως απόλυτο τον αποκλεισμό αυτό, φτάνοντας στο σημείο να πει ότι όσοι δεν ανήκαν σ’ αυτούς τους Τρεις Χιλιάδες θα «στερούνταν την πατρίδα τους». Στην πραγματικότητα, οι πολυάριθμοι δημοκρατικοί που εγκατέλειψαν την πόλη το έκαναν αφ’ ενός μεν για να ξεφύγουν από τις απειλές που τους βάραιναν, αφ’ ετέρου δε για να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της δημοκρατίας. Μετά την αποκατάσταση αυτή, έγινε μία ακόμη απόπειρα περιορισμού του δικαιώματος συμμετοχής στην πολιτική ζωή μόνο στους κατόχους ακίνητης περιουσίας. Το σχέδιο απορρίφθηκε, αν όμως είχε πετύχει το ένα πέμπτο περίπου των πολιτών θα είχε βρεθεί χωρίς πολιτικά δικαιώματα.
 
1.2.3 Η απόφαση του 322: Το 322, με την ανακοίνωση του θανάτου του Αλέξανδρου, οι Αθηναίοι, παρασύροντας μαζί τους και μερικά άλλα ελληνικά Κράτη, κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον του Μακεδόνα στρατηγού Αντίπατρου, στον οποίο ο Αλέξανδρος είχε εμπιστευτεί το βασίλειό του πριν ξεκινήσει την εκστρατεία στην Ασία. Οι Έλληνες ηττήθηκαν και το 322 οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να δεχτούν την παρουσία μακεδονικής φρουράς στον Πειραιά και την εγκατάσταση τιμοκρατικού καθεστώτος, για να συμμετέχει κάποιος στην πολιτική ζωή έπρεπε να έχει περιουσία αξίας τουλάχιστον δύο χιλιάδων δραχμών.
 
Συνεπώς περισσότεροι από τους μισούς Αθηναίους αποκλείστηκαν από την ιδιότητα του ενεργού πολίτη. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, συγγραφέα του τέλους του 1ου αιώνα μ.κ.ε. ένα μέρος αυτών μετανάστευσαν στην Θράκη. Κι αυτό γιατί, κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 4ου αιώνα, ο αποκλεισμός από την πολιτική ζωή σήμαινε για τα φτωχότερα στρώματα την απώλεια των υλικών προνομίων της πολιτικής ιδιότητας, δηλαδή τους διάφορους μισθούς, την διανομή του θεωρικού, τις αμοιβές για όσους υπηρετούσαν στον στόλο. Πιθανότατα η απώλεια των υλικών αυτών προνομίων, περισσότερο από την στέρηση της συμμετοχής στις δημόσιες υποθέσεις, έγινε αισθητή με σκληρότερο τρόπο από την πλειοψηφία, καθώς, όπως θα διαπιστώσουμε, η πολιτική ζωή είχε περιέλθει σταδιακά στα χέρια μια μειοψηφίας «πολιτικών».
 
2. Η ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΖΩΗ
Πρόκειται για πρόβλημα που απασχόλησε την Αθήνα, την μόνη πόλη για την οποία για μια ακόμη φορά διαθέτουμε επαρκείς πληροφορίες. Το πρόβλημα αυτό είναι ένα από αυτά που προκάλεσαν τις περισσότερες συζητήσεις και διαμάχες μεταξύ των ιστορικών της εποχής μας. Ας προσπαθήσουμε να αποκαλύψουμε τις διάφορες όψεις του.
 
2.1 Δημοκρατία και συμμετοχή: Είδαμε προηγουμένως τι σήμαινε η εγκαθίδρυση δημοκρατικού καθεστώτος στην Αθήνα, την συμμετοχή στις συνελεύσεις, όπου λαμβάνονταν οι αποφάσεις που δέσμευαν το σύνολο της πολιτικής κοινότητας. Σε ποιο βαθμό ήταν πραγματική η συμμετοχή αυτή; Γνωρίζουμε ότι για ορισμένες ψηφοφορίες, όπως, για παράδειγμα, τον 5ο αιώνα για να ξεκινήσει η διαδικασία του εξοστρακισμού, καθώς και για να παραχωρηθούν πολιτικά δικαιώματα, χρειαζόταν απαρτία έξι χιλιάδων ψηφοφόρων.
 
Δεν έχουμε καμία σαφή ένδειξη σχετικά με τον αριθμό των πολιτών της κλασικής Αθήνας. Η μόνη γνωστή απογραφή από τα τέλη του 6ου αιώνα αναφέρει 21.000 πολίτες. Πιστεύουμε όμως γενικά ότι, την παραμονή του Πελοποννησιακού πολέμου, ο αριθμός των Αθηναίων ήταν μεταξύ 35 και 40.000, και στην αρχή του 4ου αιώνα παραδίδεται ο αριθμός 30.000 και από τον Πλάτωνα και από τον Αριστοφάνη. Δηλαδή συνήθως λιγότερο από το ένα έκτο των πολιτών συμμετείχε πραγματικά στις συνεδριάσεις της εκκλησίας του δήμου.
 
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι τα υπόλοιπα πέντε έκτα αδιαφορούσαν για τις υποθέσεις της πόλης. Κατ’ αρχήν, επειδή η σύνθεση της εκκλησίας του δήμου διέφερε ανάλογα με τις συνθήκες, την εποχή του έτους, τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι ήταν ευκολότερο για τους κατοίκους του άστεως, παρά για τους κατοίκους της υπαίθρου, να μεταβαίνουν στην Πνύκα. Οι νοσταλγοί των παλαιότερων εποχών αρέσκονταν να αναφέρουν αυτό που ένας σύγχρονος ιστορικός ονόμασε «δημοκρατία των γεωργών», όταν πολίτες ήταν μόνο οι ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας και απεχθάνονταν την ιδέα να μεταβαίνουν στην πόλη για κάθε λόγο.
 
Ο Αριστοφάνης, ένας από τους νοσταλγούς αυτούς, κατήγγειλε τις βλαβερές συνέπειες του θεσμού του εκκλησιαστικού μισθόν, που προσήλκυε στην εκκλησία του δήμου κάθε είδους εξαθλιωμένους πολίτες με μόνη επιδίωξη την είσπραξη των τριών οβολών που τους επέτρεπε να ζήσουν χωρίς να κάνουν τίποτε. Πρέπει, ωστόσο, να υπενθυμίσουμε ότι η εκκλησία του δήμου συνερχόταν κανονικά σαράντα φορές τον χρόνο και ότι, ακόμη και αν υπήρχαν κάποιες επιπλέον έκτακτες συνελεύσεις, δεν έφταναν για να ζήσει ένα άτομο χωρίς πόρους – ακόμα κι αν δεν είχε χάσει καμία συνέλευση.
 
Πρέπει λοιπόν να αντιμετωπίσουμε με σύνεση την κριτική που ασκούν οι αντίπαλοι της δημοκρατίας, κατηγορώντας την εκκλησία του δήμου ως άναρχη και συγχρόνως παντοδύναμη, που κυριαρχείται από μια μάζα φτωχών πολιτών και αποτελεί παίγνιο στα χέρια των δημαγωγών. Οι πολυάριθμες αποφάσεις που προέρχονται από τις συνελεύσεις αυτές και που έφτασαν ώς εμάς, μαρτυρούν την καλή λειτουργία του συστήματος, και ότι η συμμετοχή του δήμου, του λαού, στη λήψη των αποφάσεων αποτελούσε πραγματικότητα.
 
Η αποτυχία των δύο ολιγαρχικών στάσεων, προς τα τέλη του 5ου αιώνα, αποτελεί απόδειξη της προσκόλλησης των περισσότερων πολιτών στο πολιτικό καθεστώς του οποίου γνώριζαν ότι αποτελούσαν την κινητήρια δύναμη. Μετά από αυτά, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι ο βαθμός συμμετοχής στην πολιτική ζωή δεν ήταν ο ίδιος για όλους. Πράγμα που μας οδηγεί να θέσουμε το ζήτημα της ύπαρξης μιας «πολιτικής τάξης».
 
2.2 Η πολιτική τάξη: Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, σε πολλές πόλεις η διαχείριση των υποθέσεων βρισκόταν στα χέρια της μειοψηφίας εκείνων που, λόγω περιουσίας και ελεύθερου χρόνου, είχαν την δυνατότητα να επιδιώκουν τις ανώτατες αρχές. Στην περίπτωση της δημοκρατικής Αθήνας, όπου η αμοιβή για τις δημόσιες λειτουργίες επέτρεπε σε όλους να έχουν πρόσβαση σ’ αυτές, τα πράγματα ήταν κάπως διαφορετικά, αλλά η ύπαρξη μιας πολιτικής τάξης δεν έπαυε να αποτελεί και εκεί πραγματικότητα.
 
2.2.1. Οι τάξεις κατά τον Σόλωνα: Πρέπει εδώ να επανέλθουμε στο ζήτημα που ήδη τέθηκε, των «σολώνειων τάξεων». Σύμφωνα με τον συγγραφέα της Αθηναίων Πολιτείας, η κατανομή των πολιτών σε τέσσερις τάξεις ανάλογα με το εισόδημά τους είχε στόχο κατ’ αρχήν να ρυθμίσει την πρόσβαση στις αρχές. Έτσι, για παράδειγμα, μόνο οι πολίτες των δύο πρώτων τάξεων μπορούσαν να γίνουν άρχοντες και μόνο κατά τον 5ο αιώνα έγινε δυνατή η πρόσβαση και για τους πολίτες της τρίτης τάξης, τους ζευγίτες. Η κατάταξη του Σόλωνα κάλυπτε περισσότερο στρατιωτικά και φορολογικά ζητήματα, παρά την ανάγκη περιορισμού της πρόσβασης στις αρχές για τους πιο πλούσιους. Είναι πραγματικά δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι ένας μικρός γεωργός, ακόμα και αν ανήκε στην τάξη των ζευγιτών, θα μπορούσε χωρίς συνέπειες να εγκαταλείψει την γη και τα χωράφια του κατά την διάρκεια ενός ολόκληρου έτους.
 
2.2.2. Η προέλευση των πολιτικών ανδρών: Οι πολιτικοί άνδρες των πρώτων δεκαετιών του 5ου αιώνα, τα ονόματα των οποίων έχουν φτάσει ώς εμάς, ανήκαν όλοι στις παλαιές αριστοκρατικές οικογένειες της Αθήνας. Αυ­τό ίσχυε και στην περίπτωση του Κλεισθένη, στο τέλος του προηγούμενου αιώνα. Το ίδιο και για τον Μιλτιάδη και τον γιο του Κίμωνα, για τον Αριστείδη και τον Θεμιστοκλή, και βέβαια για τον ίδιο τον Περικλή. Οι κατάλογοι των αρχόντων που διαθέτουμε δεν μας επιτρέπουν πάντα να αποφανθούμε για την κοινωνική κατάσταση εκείνων που αναλάμβαναν την λειτουργία αυτή κατά τον 5ο αιώνα, δεν θα μπορούσαμε όμως να αμφισβητήσουμε το γεγονός ότι ανήκαν σε εύπορες τάξεις.
 
Η καθιέρωση στους μισθοφόρους μπορεί να επέτρεψε στους φτωχότερους πολίτες να συμμετέχουν στα δικαστήρια της Ηλιαίας, να υπηρετούν την πόλη για ένα ολόκληρο έτος ως βουλευτές, δεν επέφερε όμως σημαντικές μεταβολές στην ήδη υπάρχουσα κατάσταση. Μπορεί να είχαν όλοι το δικαίωμα να μιλήσουν στις συνελεύσεις της εκκλησίας του δήμου, αναμφίβολα όμως. εκ των πραγμάτων, εκείνοι που μιλούσαν ήταν αυτοί που, χάρη στην εκπαίδευσή τους, χειρίζονταν με ευχέρεια τον λόγο και μπορούσαν να επιβληθούν σε μια συγκέντρωση πολλών ατόμων.
 
Οι ανώτεροι άρχοντες, οι στρατηγοί ή οι θησαυροφύλακες, εκλέγονταν και ότι κατά την εκλογή το βάρος έπεφτε στις τοπικές επιρροές. Γι’ αυτό τον λόγο εξάλλου, η κλήρωση θεωρείτο πιο δημοκρατικός τρόπος εκλογής. Αλλά και η κλήρωση αυτή γινόταν από καταλόγους που συγκροτούσαν οι δήμοι και οι φυλές και εκεί επίσης μπορούσε να παίξει ρόλο το προσωπικό γόητρο, η καταγωγή ή η περιουσία. Βέβαια, στην Αθήνα περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, η πρόσβαση στις αρχές ήταν σχετικά ανοιχτή. Όμως. πέρα από τις ίδιες τις αρχές, η διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων παρέμενε στα χέρια μιας μειοψηφίας μορφωμένων ανδρών ευγενικής καταγωγής και κατά κανόνα με αρκετή περιουσία, έτσι ώστε αυτοί να έχουν την δυνατότητα να προβάλλουν πράξεις γενναιοδωρίας προς όφελος ολόκληρης της πόλης.
 
2.2.3 Η εξέλιξη της πολιτικής τάξης: Είναι λοιπόν προφανής η ύπαρξη μιας πολιτικής τάξης. Αυτή όμως η τάξη εξελίχθηκε κατά την διάρκεια των δύο αιώνων της ιστορίας της δημοκρατικής Αθήνας. Μέχρι τον Πελοποννησιακό πόλεμο, οι άνδρες που βρίσκονται στο προσκήνιο ανήκουν όλοι ή σχεδόν όλοι στις παλαιές εκείνες αθηναϊκές οικογένειες που κυριαρχούσαν στην πόλη ήδη από τον 6ο αιώνα. Από το 430 περίπου, βλέπουμε να εμφανίζονται στο προσκήνιο άνδρες λίγο διαφορετικής καταγωγής, που δεν έχουν πίσω τους ένδοξους προγόνους και που τα εισοδήματα τους προέρχονται από την εκμετάλλευση εργαστηρίων ή μεταλλωρυχείων.
 
Αυτή είναι η περίπτωση, για παράδειγμα, των περίφημων «δημαγωγών» του τέλους του αιώνα, τους οποίους χλευάζει ο Αριστοφάνης και τους κατηγορεί ότι δεν μπορούν να σταθούν στις συνελεύσεις, ο περίφημος Κλέων ιδιοκτήτης βυρσοδεψείου, ο Υπέρβολος ο αγγειοπλάστης, ο οργανοποιός Κλεοφών, ή ακόμα ο έμπορος προβάτων Λυσικλής. Όλοι αυτοί οι άνδρες ηταν πλούσιοι, αλλά οι σχέσεις τους με τον κόσμο του εμπορίου και της βιοτεχνίας τούς υποβίβαζε στα μάτια εκείνων που θεωρούσαν τις δραστηριότητες αυτές ανάξιες για έναν ελεύθερο άνθρωπο.
 
Μπορεί να αναρωτηθεί κανείς για τα αίτια της εξέλιξης αυτής της πολιτικής τάξης, εξέλιξης που επιβεβαιώνεται τον επόμενο αιώνα, όταν όλοι σχεδόν οι πολιτικοί άνδρες που γνωρίζουμε σήμερα προέρχονταν από αυτές τις τάξεις. Είναι βέβαιο ότι η εξέλιξη σχετίζεται με το γεγονός ότι η ανάπτυξη της πόλης κατά τον 5ο αιώνα μετέβαλε το χρήμα σε αξία που έχαιρε όλο και μεγαλύτερης εκτίμησης. Για να επανδρωθούν τα πλοία του στόλου, για να οργανωθούν οι μεγάλες γιορτές της πόλης, για να χρηματοδοτηθούν οι μακρινές αποστολές, τα χρήματα των πλουσίων γίνονταν όλο και πιο απαραίτητα και η προέλευσή τους έπαυε να έχει ιδιαίτερη σημασία.
 
Ένας ακόμη λόγος ήταν ότι ο πλούσιος τεχνίτης διέθετε ευ­κολότερα ρευστό χρήμα σε σχέση με τον μεγαλοϊδιοκτήτη γης, που συχνά αναγκαζόταν να υποθηκεύσει την περιουσία του για να αντιμετωπίσει τις δαπάνες που απαιτούνταν για την επιτυχία της πολιτικής καριέρας. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί όροι (πέτρινες στήλες όπου αναγραφόταν η υποθήκευση των κτημάτων) που βρίσκονται στην Αττική χρονολογούνται στον 4ο αιώνα, και ότι οι δικανικοί λόγοι αναφέρουν την περίπτωση πλούσιων ανδρών που αναγκάστηκαν να υποθηκεύσουν τις γαίες τους για να καλύψουν μια δαπανηρή λειτουργία. Η εξέλιξη της πολιτικής τάξης δεν σημαίνει και εξέλιξη κοινωνική, όπως θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει. Μάλιστα, ιδιοκτήτες γης και ιδιοκτήτες δούλων θεωρούνταν ομοίως εισοδηματίες. Ο πλούτος παρέμενε αν όχι το κριτήριο, τουλάχιστον το απαραίτητο μέσο για την πρόσβαση στην τάξη των πολιτικών.
 
2.3 II παθητικότητα του δήμου, μύθος ή πραγματικότητα; Από την ύπαρξη της πολιτικής αυτής τάξης θα μπορούσαμε, άραγε, να συμπεράνουμε ότι οι συζητήσεις εκ των οποίων προέρχονταν οι επιλογές που δέσμευαν το σύνολο της πόλης, ανάγονταν στην πραγματικότητα σε εσωτερικές διαμάχες της τάξης αυτής; Αυτό υποστήριξαν ορισμένοι από τους ιστορικούς της εποχής μας, στηριζόμενοι στις προσωπικές αντιπαλότητες που μαρτυρούν οι πηγές και στις συμμαχίες που μαντεύουμε ότι σχηματίζονταν γύρω από ορισμένους «ηγέτες».
 
Θα ήταν, ωστόσο, υπερβολικό να συμπεράνουμε ότι οι συγκρούσεις που δίχαζαν την πόλη ανάγονται σε απλές διαμάχες μεταξύ παρατάξεων και ομάδων, διαμάχες που η πλειοψηφία των πολιτών παρακολουθούσε παθητικά. Διότι, αν οι προσωπικές συγκρούσεις έφερναν αντιμέτωπα κάποια μέλη της πολιτικής τάξης – που στα κείμενα δηλώνονται μερικές φορές με τον όρο πολιτευόμενοι – οι επιλογές για τις οποίες καλούνταν να αποφανθούν οι πολίτες δεν έπαυαν να είναι πολιτικές επιλογές. Θα αναφέρουμε δύο μόνο παραδείγματα.
 
Την παραμονή της εκστρατείας στη Σικελία, ήλθαν αντιμέτωποι στην εκκλησία του δήμου ο Νικίας, ο οποίος ήταν αντίθετός με το εγχείρημα και το θεωρούσε επικίνδυνη περιπέτεια, και ο Αλκιβιάδης, ο οποίος ήταν αντίθετα υποστηρικτής της επιχείρησης και έλπιζε να του φέρει μεγάλη δόξα. Μπορούμε να παραδεχτούμε ότι υπήρχε προσωπική έχθρα μεταξύ των δύο ανδρών, που σχετιζόταν με τις διαφορές στην καταγωγή και την ηλικία τους. Ο Αλκιβιάδης ανήκε σε αριστοκρατική οικογένεια και ήταν νέος. Το εισόδημα του Νικία προερχόταν από την εκμετάλλευση ορυχείων και ο ίδιος πλησίαζε την ηλικία των πενήντα χρόνων. Όμως, ο δήμος ακολούθησε τον Αλκιβιάδη επειδή, όπως παρατηρεί ο ιστορικός Θουκυδίδης, υπολόγιζε ότι η εκστρατεία θα του απέφερε υλικά οφέλη. Επρόκειτο. λοιπόν, για απόφαση που σχετιζόταν με τα συμφέροντα της πλειοψηφίας των πολιτών.
 
Το δεύτερο παράδειγμα είναι από την ιστορία του 4ου αιώνα. Πρόκειται για την έγκριση από την εκκλησία του δήμου της συνθήκης ειρήνης που σύναψε η Αθήνα με τον Φίλιππο της Μακεδονίας το έτος 346. Για ορισμένους, ένας από τους οποίους είναι και ο Δημοσθένης, η συνθήκη αυτή παραγνώριζε τα συμφέροντα της Αθήνας, που απειλούνταν από τη φιλόδοξη πολιτική του Μακεδόνα βασιλιά. Για άλλους αντιθέτως. μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονταν και οι προσωπικοί εχθροί του Δημοσθένη, διαφύλασσε την ειρήνη που ήταν απαραίτητη για την εσωτερική ισορροπία της πόλης. Ο δήμος επέλεξε την ειρήνη και ο Δημοσθένης αναγκάστηκε να συναινέσει και να υπερασπιστεί την αρχή της ειρήνης.
 
Οι συγκρούσεις που έφερναν αντιμέτωπους τους πολιτικούς άνδρες.,με χαρακτηριστικό παράδειγμα την μακροχρόνια διαμάχη μεταξύ του Δημοσθένη και του Αισχίνη, σχετικά με την στάση που έπρεπε να υιοθετηθεί απέναντι στη μακεδονική απειλή, δεν υποδηλώνουν απαραίτητα την παθητικότητα των πολιτών έναντι των αποφάσεων που όφειλαν να λάβουν, εφόσον τελικά οι δικές τους ψήφοι ήταν εκείνες που καθόριζαν τον προσανατολισμό που θα υιοθετούσε η πολιτική της πόλης. Μένει, ωστόσο, το ερώτημα κατά πόσο ήταν αλήθεια αυτό που μαρτυρούν ορισμένοι σύγχρονοι της εποχής εκείνης, σχετικά με, την ολοένα αυξανόμενη αδιαφορία των πολιτών για τις δημόσιες υποθέσεις.
 
Η εξαίρεση των φτωχών από την πολιτική ιδιότητα το 322
»ὁ δῆ­μος οὐκ ὤν ἀ­ξι­ό­μα­χος ἠ­ναγ­κά­σθη τήν ἐ­πι­τρο­πήν καί τήν ἐ­ξου­σί­α πᾶ­σαν Ἀν­τι­πά­τρῳ δοῦ­ναι πε­ρί τῆς πό­λε­ως. ὁ δέ φι­λαν­θρώ­πως αὐ­τοῖς προ­σε­νε­χθείς συ­νε­χώ­ρη­σεν ἔ­χειν τήν τέ πό­λιν καί τάς κτή­σεις καί τ’ ἄλ­λα πάν­τα· τήν δέ πο­λι­τεί­αν με­τέ­στη­σεν ἐκ τῆς δη­μο­κρα­τί­ας καί προ­σέ­τα­ξεν ἀ­πό τι­μή­σε­ως εἶ­ναι τό πο­λί­τευ­μα καί τούς μέν κε­κτη­μέ­νους πλεί­ω δραχ­μῶν δι­σχι­λί­ων κυ­ρί­ους εἶ­ναι τοῦ πο­λι­τεύ­μα­τος καί τῆς χει­ρο­το­νί­ας. τούς δέ κα­τω­τέ­ρω τῆς τι­μή­σε­ως ἅ­παν­τας ὡς τα­ρα­χώ­δεις ὄν­τας καί πο­λε­μι­κούς ἀ­πή­λα­σε τῆς πο­λι­τεί­ας καί τοῖς βου­λο­μέ­νοις χώ­ραν ἔ­δω­κεν εἰς κα­τοί­κη­σιν ἐν τῇ Θρά­κῃ. οὗ­τοι μέν οὖν ὄν­τες πλεί­ους τῶν [δισ]μυ­ρί­ων καί δι­σχι­λί­ων με­τε­στά­θη­σαν ἐκ τῆς πα­τρί­δος, οἱ δέ τήν ὡ­ρι­σμε­νην τί­μη­σιν ἔ­χον­τες πε­ρί ἐν­να­κι­σχι­λί­ους ἀ­πε­δεί­χθη­σαν κύ­ριοί τῆς τε πό­λε­ως καί χώ­ρας καί κα­τά τούς Σά­λω­νας νό­μους ἐ­πο­λι­τεύ­ον­το·
 
Ο λαός, επειδή δεν είχε τη δύναμη να συνεχίσει τον πόλεμο, αναγκάστηκε να αναθέσει στον Αντίπατρο όλη την κηδεμονία και την εξουσία της πόλης. Κι εκείνος συμπεριφέρθηκε με επιείκεια και τους επέτρεψε να διατηρήσουν την πόλη. τις κτήσεις και όλα τα άλλα. Όμως τροποποίησε το πολίτευμα, καταργώντας τη δημοκρατία, και όρισε πολίτευμα με βάση τον καθορισμό της αξίας των εισοδημάτων των πολιτών. Έτσι, όσοι πολίτες είχαν εισόδημα πάνω από δύο χιλιάδες δραχμές, όρισε να έχουν το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτική ζωή και στην εξουσία.
 
Ενώ όλους όσους είχαν μικρότερο εισόδημα, σαν να ήταν ταραχοποιοί και φιλοπόλεμοι, τους εξόρισε από την πόλη. Τέλος, έδωσε σ” όσους το επιθυμούσαν γη για να κατοικήσουν στη Θράκη. Αυτοί λοιπόν, που δεν ξεπερνούσαν τους δώδεκα χιλιάδες. εγκατέλειψαν την πατρίδα τους. ενώ όσοι είχαν το καθορισμένο εισόδημα, περίπου εννιά χιλιάδες πολίτες, ορίστηκαν κύριοι και τη πόλης και της χώρας και κυβερνούσαν σύμφωνα με τους νόμους του Σόλωνα. (Διόδωρου Σικελιώτη, Ιστορική Βιβλιοθήκη. XVIII. 18. 3-5)
 
Η ψηφοφορία για την εκστρατεία στη Σικελία το 415
»Καί ἔ­ρως ἐ­νέ­πε­σε τοῖς πᾶ­σιν ὁ­μοί­ως ἐκ­πλεῦ­σαι. Τοῖς μέν γάρ πρε­σβυ­τέ­ροις ὡς ἤ κα­τα­στρε­ψο­μέ­νοις ἐφ ἅ ἔ­πλε­αν ἤ οὐ­δέν ἄν σφα­λεῖ­σαν με­γά­λην δύ­να­μιν, τοῖς δ’ ἐν τῇ ἡ­λι­κί­ᾳ τῆς τέ ἀ­πού­σης πό­θῳ ὄ­ψε­ως καί θε­ω­ρί­ας, καί εὐ­έλ­πι­δες ὄν­τες σω­θή­σε­σθαι. ὁ δέ πο­λύς ὅ­μι­λος καί στρα­τι­ώ­της ἐν τέ τῷ πα­ρόν­τι ἀρ­γύ­ριον οἴ­σειν καί προ­σκτή­σε­σθαι δύ­να­μιν ὅ­θεν ἀί­διον μι­σθο­φο­ράν ὑ­πάρ­ξειν. ὥ­στε διά τήν ἄ­γαν τῶν πλε­ό­νων ἐ­πι­θυ­μί­αν, εἰ τῷ ἄ­ρα καί μή ἤ­ρε­σκε, δε­δι­ώς μή ἀν­τι­χει­ρο­το­νῶν κα­κό­νους δδξει­εν εἶ­ναι τή πό­λει ἡ­συ­χί­αν ἦ­γεν.
 
Όλους τους κατέλαβε εξίσου η επιθυμία να αποπλεύσουν. Τους πιο ηλικιωμένους διότι πίστευαν η ότι θα υποτάξουν τα μέρη εναντίον των οποίων έπλεαν ή τουλάχιστον, ότι δεν θα καταστρεφόταν μια τόσο μεγάλη δύναμη. Εκείνους που βρίσκονταν σε ώριμη ηλικία, διότι αφ’ ενός μεν επιθυμούσαν να δουν και να γνωρίσουν τηn μακρινή αυτή χώρα. και αφ’ετέρου διότι είχαν την ελπίδα ότι θα σωθούν. Τέλος, το μεγάλο πλήθος και τους στρατιώτες, διότι πίστευαν ότι υπό τις παρούσες περιστάσεις θα κέρδιζαν χρήματα και ότι μελλοντικά η πόλη θα αποκτούσε πρόσθετη ηγεμονία, που θα τους απέφερε ατελείωτη μισθοδοσία. Έτσι. λόγω της υπερβολικής επιθυμίας των περισσοτέρων, ακόμη και αν τυχόν κάποιος δεν επιθυμούσε την εκστρατεία, από φόβο μήπως φανεί εχθρικά διακείμενος προς την πόλη, δεν ψήφιζε κατά της εκστρατείας και σώπαινε. (Θουκυδίδου, Ιστοριών, ΣΤ. 24. 3-4)
 
Ο Δημοσθένης καταγγέλλει την παθητικότητα του δήμου
»Βού­λο­μαι τοί­νυν [ὑ­μᾶς] με­τά παρ­ρη­σί­ας ἐ­ξε­τά­σαι τά πα­ρόν­τα πράγ­μα­τα τῇ πό­λει, καί σκέ­ψα­σθαι τί ποι­οῦ­μεν αὐ­τοί νῦν καί ὅ­πως χρώ­με­θ’ αὐ­τοῖς. ἠ­μεῖς οὔ­τε χρή­μα­τ’ εἰ­σφέ­ρειν βου­λό­με­θα, οὔ­τ’ αὐ­τοί στρα­τεύ­ε­σθαι, οὔ­τε τῶν κοι­νῶν ἀ­πέ­χε­σθαι δυ­νά­με­θα, οὔ­τε τάς συν­τά­ξεις Δι­ο­πεί­θει δί­δο­μεν, οὔ­θ’ ὅ­σ’ ἄν αὐ­τός αὐ­τῷ πο­ρί­ση­ται ἐ­παι­νοῦ­μεν, ἀλ­λά βα­σκαί­νο­μεν καί σκο­ποῦ­μεν πό­θεν, καί τί μέλ­λει ποι­εῖν, καί πάν­τα τά τοια­υτί, οὔ­τ’, ἐ­πει­δή­περ οὕ­τως ἔ­χο­μεν, τά ἡ­μέ­τε­ρ’ αὐ­τῶν πράτ­τειν ἐ­θέ­λο­μεν, ἀλ­λ’ ἐν μέν τοῖς λό­γοις τούς τῆς πό­λε­ως λέ­γον­τας ἄ­ξι’ ἐ­παι­νοῦ­μεν, ἐν δέ τοῖς ἔρ­γοις τοῖς ἐ­ναν­τι­ου­μέ­νοις τού­τοις συ­να­γω­νι­ζό­με­θα. ὑ­μεῖς μέν τοί­νυν εἰ­ώ­θα­θ’ ἑ­κά­στο­τε τόν πα­ριόντ’ ἐ­ρω­τᾶν, τί οὖν χρή ποι­εῖν; ἐ­γώ δ’ ὑ­μᾶς ἐ­ρω­τῆ­σαι βού­λο­μαι, τί οὖν χρή λέ­γειν; εἰ γάρ μή­τ’ εἰ­σοί­σε­τε, μή­τ’ αὐ­τοί στρα­τεύ­ε­σθε, μή­τε τῶν κοι­νῶν ἀ­φέ­ξε­σθε, μή­τε τάς συν­τά­ξεις δώ­σε­τε, μή­θ’ ὅ­σ’ ἄν αὐ­τός αὐ­τῷ πο­ρί­ση­ται ἐ­ά­σε­τε, μή­τε τά ὑ­μέ­τε­ρ’ αὐ­τῶν πράτ­τειν ἐ­θε­λή­σε­τε, οὐκ ἔ­χω τί λέ­γω. Οἱ γάρ ἤ­δη το­σαύ­την ἐ­ξου­σί­αν τοῖς αἰ­τιᾶ­σθαι καί δι­α­βάλ­λειν βου­λο­μέ­νοις δι­δόν­τες, ὥ­στε καί πε­ρί ὧν φα­σι μέλ­λειν αὐ­τόν ποι­εῖν, καί πε­ρί τού­των προ­κα­τη­γο­ρούν­των ἀ­κρο­ᾶ­σθαι, -τί ἄν τις  λέ­γοι;
 
***
Θέλω, λοιπόν, να εξετάσετε με ελεύθερο πνεύμα την παρούσα κατάσταση της πόλης και να σκεφτείτε τι θα κάνουμε τώρα και πώς θα χειριστούμε τα πράγματα. Εμείς ούτε χρήματα θέλουμε να δώσουμε, ούτε οι ίδιοι να εκστρατεύσουμε, ούτε μπορούμε να απέχουμε από τα κοινά, ούτε δίνουμε στον Διοπείθη τα ποσά που συμφωνήσαμε. Ούτε όμως εγκρίνουμε τους πόρους που τυχόν βρίσκει, αλλά τον κακολογούμε και εξετάζουμε την προέλευση των χρημάτων του, τι σκοπεύει να κάνει με αυτά και όλα τα σχετικά. Και ενώ τηρούμε αυτή την στάση, δεν θέλουμε να κάνουμε ό, τι μας συμφέρει, αλλά, ενώ με τα λόγια επαινούμε εκείνους που μιλούν επάξια για την πόλη μας, στην πράξη όμως συμπράττουμε με εκείνους που εναντιώνονται σ’ αυτά. Εσείς λοιπόν συνηθίζετε να ρωτάτε κάθε φορά αυτόν που εμφανίζεται στο βήμα: τι πρέπει να κάνουμε; Εγώ όμως θέλω να ρωτήσω εσάς: τι πρέπει να πούμε; Διότι αν δεν δίνετε χρήματα, αν δεν πηγαίνετε οι ίδιοι στον πόλεμο, ούτε απέχετε από τα κοινά, ούτε δίνετε στον Διοπείθη τα συμφωνημένα ποσά, ούτε εγκρίνετε όσα τυχόν ο ίδιος συγκεντρώνει, ούτε επιθυμείτε να κάνετε ό,τι σας συμφέρει, εγώ δεν ξέρω τι να σας πω. Υπάρχουν άνθρωποι που δίνουν τόσα δικαιώματα σ’ εκείνους που θέλουν να κατακρίνουν και να διαβάλλουν, ώστε ο Διοπείθης να μαθαίνει ότι τον κατηγορούν προκαταβολικά για πράγματα που λένε ότι πρόκειται να κάνει – τι μπορεί λοιπόν, να πει κανείς;
(Δημοσθένους, Περί τῶν ἐν Χερρονήσῳ, 21 -23)
 
»… Ἀ­ξι­ῶ δ’ ὦ ἄν­δρες Ἀ­θη­ναῖ­οι, ἄν τί τῶν ἀ­λη­θῶν με­τά παρ­ρη­σί­ας λέ­γω, μη­δε­μί­αν μοι διά τοῦ­το πα­ρ’ ὑ­μῶν ὀρ­γήν γε­νέ­σθαι. Σκο­πεῖ­τε γάρ ὡ­δί. Ὑ­μεῖς τήν παρ­ρη­σί­αν ἐ­πί μέν τῶν ἄλ­λων οὕ­τω κοι­νήν οἴ­ε­σθε δεῖν εἶ­ναι πᾶ­σι τοῖς ἐν τῇ πό­λει ὥ­στε καί τοῖς ξέ­νοις καί τοῖς δού­λοις αὐ­τῆς με­τα­δε­δώ­κα­τε, καί πολ­λούς ἄν τις οἰ­κέ­τας ἴ­δοι πα­ρ’ ὑ­μῖν με­τά πλεί­ο­νος ἐ­ξου­σί­ας ὅ­τι βού­λον­ται λέ­γον­τας ἤ πο­λί­τας ἐν ἐ­νί­αις τῶν ἄλ­λων πό­λε­ων, ἐκ δέ τοῦ συμ­βου­λεύ­ειν παν­τά­πα­σιν ἐ­ξε­λη­λά­κα­τε. Εἴ­θ’ ὑ­μῖν συμ­βέ­βη­κεν ἐκ τού­του ἐν μέν ταῖς ἐκ­κλη­σί­αις τρυ­φᾶν καί κο­λα­κεύ­ε­σθαι πάν­τα πρός ἡ­δο­νήν ἀ­κού­ου­σιν, ἐν δέ τοῖς πράγ­μα­σι καί τοῖς γι­γνο­μέ­νοις πε­ρί τῶν ἐ­σχά­των ἤ­δη κιν­δυ­νεύ­ειν, εἰ μέν οὖν καί νῦν οὕ­τω δι­ά­κει­σθε, οὐκ ἔ­χω τί λέ­γω· εἰ δ’ ἅ συμ­φέ­ρει χω­ρίς κο­λα­κεί­ας ἐ­θε­λή­σε­τ’ ἀ­κού­ειν, ἕ­τοι­μος λέ­γειν.
 
***
Έχω την αξίωση, άνδρες Αθηναίοι, να πω με παρρησία κάποιες αλήθειες, μα να μην οργιστείτε για τούτο εναντίον μου. Εξετάστε το εξής: Εσείς πιστεύετε ότι η ελευθερία του λόγου, για κάθε άλλο θέμα, πρέπει να είναι σε τέτοιο βαθμό κοινή για όλους όσους βρίσκονται στην πόλη. ώστε την έχετε παραχωρήσει και στους ξένους και στους δούλους. Και μπορεί να δει κανείς πολλούς δούλους να λένε ό, τι θέλουν ενώπιον σας με μεγαλύτερη ελευθερία από τους πολίτες των άλλων πόλεων. Αλλά την ελευθερία από τις συσκέψεις σας την έχετε αποκλείσει εντελώς. Συνέπεια αυτού είναι ότι στις μεν συνελεύσεις ευφραίνεστε κολακευόμενοι, ακούγοντας πάντα ευχάριστους λόγους, όταν δε, δεν πραγματοποιούνται, διατρέχετε τους έσχατοι. Εάν, λοιπόν, και τώρα τις ίδιες έχετε διαθέσεις, οὐκ ἔ­χω τί λέ­γω. Εάν, αντίθετα, θέλετε να ακούσετε ότι δεν σας συμφέρει, χωρίς κολακείες, είμαι έτοιμος να μιλήσω. (Δημοσθένους, Κατά Φιλίππου, Γ’, 3-4)

Αρχαία Ελληνική Γραμματεία: ΟΜΗΡΟΣ – Οδύσσεια ε 441-485

Στο μεταίχμιο της θάλασσας και της στεριάς

Ο Οδυσσέας έχει αφήσει το νησί της Καλυψώς και πάνω στη σχεδία του αρμενίζει στο πέλαγος δεκαεπτά ημέρες. Τη δέκατη όγδοη, ενώ στο βάθος φαίνεται η στεριά, τον βλέπει ο Ποσειδώνας, που επιστρέφει από τη χώρα γη των Αιθιόπων, και ξεσηκώνει άγρια τρικυμία. Η σχεδία συντρίβεται και ο Οδυσσέας βρίσκεται στα κύματα με ένα μαγικό μαντήλι που του χάρισε η Λευκοθέα την ώρα που θαλασσοδερνόταν. Δυο μερόνυχτα ακόμη παλεύει με το κύμα. Την τρίτη ημέρα, με τη βοήθεια της Αθηνάς, καταφέρνει να πλησιάσει στη στεριά, στις εκβολές ενός ποταμού. Η κρίσιμη στιγμή της σωτηρίας και η πρώτη νύχτα στη στεριά περιγράφεται στους επόμενους στίχους.
Οδύσσεια ε 441-485

ἀλλ᾽ ὅτε δὴ ποταμοῖο κατὰ στόμα καλλιρόοιο
ἷξε νέων, τῇ δή οἱ ἐείσατο χῶρος ἄριστος,
λεῖος πετράων, καὶ ἐπὶ σκέπας ἦν ἀνέμοιο.
ἔγνω δὲ προρέοντα καὶ εὔξατο ὃν κατὰ θυμόν·
445 «κλῦθι, ἄναξ, ὅτις ἐσσί· πολύλλιστον δέ σ᾽ ἱκάνω
φεύγων ἐκ πόντοιο Ποσειδάωνος ἐνιπάς.
αἰδοῖος μέν τ᾽ ἐστὶ καὶ ἀθανάτοισι θεοῖσιν
ἀνδρῶν ὅς τις ἵκηται ἀλώμενος, ὡς καὶ ἐγὼ νῦν
σόν τε ῥόον σά τε γούναθ᾽ ἱκάνω πολλὰ μογήσας.
450 ἀλλ᾽ ἐλέαιρε, ἄναξ· ἱκέτης δέ τοι εὔχομαι εἶναι.»
ὣς φάθ᾽, ὁ δ᾽ αὐτίκα παῦσεν ἑὸν ῥόον, ἔσχε δὲ κῦμα,
πρόσθε δέ οἱ ποίησε γαλήνην, τὸν δ᾽ ἐσάωσεν
ἐς ποταμοῦ προχοάς· ὁ δ᾽ ἄρ᾽ ἄμφω γούνατ᾽ ἔκαμψε
χεῖράς τε στιβαράς· ἁλὶ γὰρ δέδμητο φίλον κῆρ.
455 ᾤδεε δὲ χρόα πάντα, θάλασσα δὲ κήκιε πολλὴ
ἂν στόμα τε ῥῖνάς θ᾽· ὁ δ᾽ ἄρ᾽ ἄπνευστος καὶ ἄναυδος
κεῖτ᾽ ὀλιγηπελέων, κάματος δέ μιν αἰνὸς ἵκανεν.
ἀλλ᾽ ὅτε δή ῥ᾽ ἔμπνυτο καὶ ἐς φρένα θυμὸς ἀγέρθη,
καὶ τότε δὴ κρήδεμνον ἀπὸ ἕο λῦσε θεοῖο.
460 καὶ τὸ μὲν ἐς ποταμὸν ἁλιμυρήεντα μεθῆκεν,
ἂψ δ᾽ ἔφερεν μέγα κῦμα κατὰ ῥόον, αἶψα δ᾽ ἄρ᾽ Ἰνὼ
δέξατο χερσὶ φίλῃσιν· ὁ δ᾽ ἐκ ποταμοῖο λιασθεὶς
σχοίνῳ ὑπεκλίνθη, κύσε δὲ ζείδωρον ἄρουραν·
ὀχθήσας δ᾽ ἄρα εἶπε πρὸς ὃν μεγαλήτορα θυμόν·
465 «ὤ μοι ἐγώ, τί πάθω; τί νύ μοι μήκιστα γένηται;
εἰ μέν κ᾽ ἐν ποταμῷ δυσκηδέα νύκτα φυλάσσω,
μή μ᾽ ἄμυδις στίβη τε κακὴ καὶ θῆλυς ἐέρση
ἐξ ὀλιγηπελίης δαμάσῃ κεκαφηότα θυμόν·
αὔρη δ᾽ ἐκ ποταμοῦ ψυχρὴ πνέει ἠῶθι πρό.
470 εἰ δέ κεν ἐς κλιτὺν ἀναβὰς καὶ δάσκιον ὕλην
θάμνοις ἐν πυκινοῖσι καταδράθω, εἴ με μεθήῃ
ῥῖγος καὶ κάματος, γλυκερὸς δέ μοι ὕπνος ἐπέλθῃ,
δείδω μὴ θήρεσσιν ἕλωρ καὶ κύρμα γένωμαι.»
ὣς ἄρα οἱ φρονέοντι δοάσσατο κέρδιον εἶναι·
475 βῆ ῥ᾽ ἴμεν εἰς ὕλην· τὴν δὲ σχεδὸν ὕδατος εὗρεν
ἐν περιφαινομένῳ· δοιοὺς δ᾽ ἄρ᾽ ὑπήλυθε θάμνους
ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας· ὁ μὲν φυλίης, ὁ δ᾽ ἐλαίης.
τοὺς μὲν ἄρ᾽ οὔτ᾽ ἀνέμων διάη μένος ὑγρὸν ἀέντων,
οὔτε ποτ᾽ ἠέλιος φαέθων ἀκτῖσιν ἔβαλλεν,
480 οὔτ᾽ ὄμβρος περάασκε διαμπερές· ὣς ἄρα πυκνοὶ
ἀλλήλοισιν ἔφυν ἐπαμοιβαδίς· οὓς ὑπ᾽ Ὀδυσσεὺς
δύσετ᾽. ἄφαρ δ᾽ εὐνὴν ἐπαμήσατο χερσὶ φίλῃσιν
εὐρεῖαν· φύλλων γὰρ ἔην χύσις ἤλιθα πολλή,
ὅσσον τ᾽ ἠὲ δύω ἠὲ τρεῖς ἄνδρας ἔρυσθαι
485 ὥρῃ χειμερίῃ, εἰ καὶ μάλα περ χαλεπαίνοι.

***
Και τότε κολυμπώντας φτάνει στο στόμα ποταμού καλλίρροου
-αυτός ο χώρος έκρινε πως ήταν ο καλύτερος,
αφού του έλειπαν οι βράχοι, κι ο άνεμος δεν τον χτυπούσε. Βλέποντας
μπρος του τα νερά του ποταμού να ρέουν, έκανε ολόψυχην ευχή:
«Επάκουσε, όποιος κι αν είσαι, ποταμέ βασιλικέ μου.445
Προσπέφτω, χίλιες φορές παρακαλώ σε, γλίτωσέ με
από την απειλή του ποσειδώνειου πελάγου.
Πρέπει, πιστεύω, κι οι αθάνατοι θεοί να τον σπλαχνίζονται
όποιον παραδαρμένος τους ζητά το έλεός τους.
Ένας που έπαθε πολλά κι εγώ, τώρα στα γόνατα σου πέφτω,
ποταμέ μου, ζητώ να μ᾽ ελεήσεις, βασιλιά μου.
Ικέτης σου είμαι, και το ομολογώ».450

Ευχήθηκε κι ευθύς ο ποταμός ανέκοψε το ρέμα,
σταμάτησε το κύμα, μπροστά του τα νερά γαλήνεψε,
τον πήρε και τον έσωσε στις εκβολές του.
Μα πια είχαν λυγίσει και τα δυο του γόνατα, τα στιβαρά του χέρια
λύθηκαν, ένιωθε τσακισμένος απ᾽ το κύμα·
σώμα πρησμένο, στόμα και ρουθούνια να ξερνούν τη θάλασσα,455
κι αυτός πεσμένος κάτω, δίχως πνοή, δίχως φωνή,
σαν λιγοθυμισμένος, τυραννισμένος από κούραση φριχτή.
Κι ωστόσο μόλις πήρε ανάσα κι ήρθε η ψυχή ξανά στον τόπο της,
το μαγικό μαγνάδι λύνοντας το παραδίνει
στου ποταμού το ρέμα που έσμιγε με τη θάλασσα·460
γοργά το πήρε μες στη δίνη του ένα μεγάλο κύμα,
κι αμέσως το υποδέχτηκαν τα χέρια της Ινώς.1
Τότε απ᾽ το ποτάμι βγαίνει, έγειρε σ᾽ έναν σχοίνο πλάι,
σκύβοντας φίλησε το χώμα της ζωοδόχου γης.
Βαρύθυμος ακόμη, μιλώντας είπε στη γενναία ψυχή του:

«Τώρα στο τέλος τι μου μέλλεται να πάθω, αλίμονο.465
Αν μείνω στο ποτάμι και περάσω εδώ τη μαύρη νύχτα,
πως να μη συμμαχήσουν άσχημα πάχνη και παγωνιά,
εξαντλημένον να μου πάρουν την ψυχή·
είναι που την αυγή τόσο ψυχρό το αγιάζι κατεβαίνει απ᾽ το ποτάμι.
Αν πάλι ανέβω την πλαγιά στο δάσος το βαθύσκιωτο,470
αν πέσω σε φυλλωσιές πυκνές να κοιμηθώ, πες πως το κρύο
κι ο κάματοςμ᾽ αφήνουν, κι επέρχεται γλυκός ο ύπνος·
τα άγρια θηρία τρέμω μήπως με βρουν και με σπαράξουν».

Κι όπως το συλλογίστηκε, αυτό του φάνηκε πως είναι το καλύτερο:
ξεκίνησε να βρει το δάσος, το βρήκε πλάι στον ποταμό,475
από ψηλά να του αγναντεύει.
Τρύπωσε εκεί, κάτω από θάμνα δίδυμα, ελιά κι αγρίλι που ξεφύτρωναν μαζί.
Δεν έφτανε ώς εδώ το μένος των υγρών ανέμων,
δεν τα χτυπούσε αυτά τα θάμνα με τις αχτίνες του ο ήλιος,
όταν σηκώνεται λαμπρός, μήτε η βροχή τα διαπερνούσε·480
τόσο πυκνά συμπλέκονταν το ᾽να μαζί με τ᾽ άλλο.
Γλίστρησε ο Οδυσσέας στον κόρφο τους, και με τα χέρια του
φτιάχνει το στρώμα του παχύ κι ευρύχωρο,
από τα φύλλα τα πολλά που ήταν χυμένα γύρω, τόσο και τέτοιο,
που θα μπορούσε δυό και τρεις ανθρώπους να τους προφυλάξει,
ακόμη και σε ώρα χειμωνιάτικη, όταν βαραίνει ο καιρός πολύ.485
-----------------------
1 Κόρη του Κάδμου. Ονομάζεται και Λευκοθέα. Αρχικά ήταν θνητή και εν συνεχεία θεά της θάλασσας. Έσωσε τον Οδυσσέα (ε 333 κ.ε.)