Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Οι πιο σημαντικοί γιοί του Ποσειδώνα

Μια χώρα όπως η Ελλάδα, που βρέχεται στη μεγαλύτερη έκτασή της από θάλασσα και περιλαμβάνει χίλια περίπου μικρά και μεγάλα νησιά, δεν ήταν δυνατόν να μην έχει ένα θεό κατεξοχήν θαλασσινό. Αυτός ήταν ο Ποσειδώνας, ένας από τους δώδεκα Ολύμπιους θεούς, αδερφός του Δία και του Πλούτωνα.Ο θαλασσινός θεός είχε αμέτρητες εξωσυζυγικές σχέσεις με θεές, νύμφες και θνητές και θεωρούνταν πατέρας μερικών από τους πιο γνωστούς ληστές της αρχαιότητας και πολλών από τα φοβερά τέρατα. Άφησε όμως και απογόνους που ήταν τιμημένοι ήρωες, γενάρχες σημαντικότατων οικογενειών και ιδρυτές πόλεων. Πάνω στο θέμα των εξωσυζυγικων σχέσειων  ήταν πολύ πιο τυχερός από τον αδερφό του τον Δία.

Η Αμφιτρίτη δε ζήλευε το σύζυγό της όπως η Ήρα. Δεν υπάρχει παρά ένας μόνο μύθος για την εκδίκηση της θαλασσινής θεάς. Όταν κάποτε ο Ποσειδώνας ερωτεύτηκε τη Νύμφη Σκύλλα, η Αμφιτρίτη έριξε στην πηγή όπου λουζόταν η Νύμφη μαγικά βότανα, με την επίδραση των οποίων η πανώρια κόρη μεταμορφώθηκε σε απαίσιο τέρας.

Τον καιρό που η Δήμητρα έψαχνε τη γη ολόκληρη για να βρει την κόρη της, την Περσεφόνη, που την είχε αρπάξει ο Πλούτωνας, ο Ποσειδώνας ήταν τρελά ερωτευμένος μαζί της. Αυτή στην προσπάθειά της να τον αποφύγει μεταμορφώθηκε σε φοράδα και κρύφτηκε ανάμεσα στα άλογα του Όνκιου. Ο θεός κατάλαβε το τέχνασμα της αδερφής του, μεταμορφώθηκε σε άλογο και έτσι έσμιξε μαζί της, χωρίς αυτή να το καταλάβει. Η Δήμητρα οργίστηκε από το πάθημά της και για να καθαριστεί από το φοβερό αμάρτημα πλύθηκε στα νερά του ποταμού Λάδωνα. Από το παράξενο αυτό ζευγάρωμα γεννήθηκε μια κόρη που οι πιστοί, που δεν ήταν μυημένοι στα μυστήρια της Δήμητρας, έτρεμαν να πούνε το όνομά της. Γι' αυτό την αποκαλούσαν Κυρά ή Δέσποινα. Όμως γεννήθηκε κι ένα άλογο, ο Αρίωνας. Αυτό ήταν ένα θαυμάσιο ζώο που μπορούσε να σκέφτεται και να μιλάει μ' ανθρώπινη φωνή. Η μοναδική του ταχύτητα έσωσε τον Άδραστο κατά την εκστρατεία των εφτά αρχηγών εναντίον της Θήβας.


 Ανάλογη ερωτική περιπέτεια αφηγούνται ότι είχε ο θεός με τη Μέδουσα. 
Αυτή ανήκε στη γενιά των Κενταύρων και είχε εξαιρετική ομορφιά στα ανθρώπινα μέλη της. Κάποτε που ο Ποσειδώνας βγήκε στη στεριά και γύριζε στα καταπράσινα λιβάδια της Θεσσαλίας, τη συνάντησε και μη μπορώντας ν' αντισταθεί στο ερωτικό του πάθος, μεταμορφώθηκε σε άλογο, γιατί διαφορετικά δεν υπήρχε τρόπος να σμίξει μαζί της. Εκεί κοντά βρισκόταν ένας ναός της παρθένας Αθηνάς. Η θεά εξοργίστηκε που συνέβη ένα τέτοιο αμάρτημα στον ιερό της χώρο. Δεν μπορούσε όμως να τιμωρήσει τον υπαίτιο γιατί ήταν αθάνατος θεός και μάλιστα ανήκε σε παλιότερη γενιά από την ίδια. Γι' αυτό ξέσπασε πάνω στη Μέδουσα, τη μεταμόρφωσε σε φοβερό τέρας που αντί για μαλλιά είχε δηλητηριώδη φίδια. Το τέρας αυτό εξόντωσε, πολύ αργότερα, ο Περσέας. Από την ένωσή τους γεννήθηκαν ο Χρυσάορας, πατέρας του τρισώματου γίγαντα Γηρυόνη, και το φτερωτό άλογο Πήγασος.

 Όμως ο ερωτιάρης θεός δεν ήταν δυνατόν να μη ζευγαρώσει με τη Γη, την κατεξοχήν γόνιμη θεά, μολονότι ήταν γιαγιά του. Από το σμίξιμο αυτό προήλθε ένας γίγαντας, ο Ανταίος, που λέγεται ότι βασίλεψε στη Λιβύη. Όποιος ξένος πατούσε το πόδι του στη χώρα του ήταν καταδικασμένος να πεθάνει. Ο φοβερός γίγαντας τον προκαλούσε σε πάλη έχοντας δεδομένη τη νίκη του. Μάλιστα, τα κρανία των θυμάτων του τ' αφιέρωνε στο ναό του πατέρα του. Ο Ανταίος ήταν άτρωτος όσο άγγιζε τη μητέρα του, τη Γη. Ο Ηρακλής τον καιρό που αποζητούσε τα χρυσά μήλα των Εσπερίδων, πέρασε από τη Λιβύη, πάλεψε μαζί του και τον έπνιξε σηκώνοντάς τον στον αέρα και καθιστώντας τον έτσι αδύναμο.

Ο Ποσειδώνας θεωρούνταν πατέρας και ενός άλλου τέρατος, του Βούσιρη, που έδρασε στην Αίγυπτο και σκότωνε όλους τους επισκέπτες της χώρας του. Τελικά, όπως και ο Ανταίος, εξοντώθηκε από τον Ηρακλή. Ακόμη και ο Άμυκος θεωρούνταν γιος του θαλασσινού θεού και της Νύμφης Μελίας. Αυτός ζούσε στη Βιθυνία και σκότωνε όλους τους ταξιδιώτες που περνούσαν από εκεί. Τέλος στις αδικίες του έβαλε ο Πολυδεύκης, όταν έφτασε με τους υπόλοιπους Αργοναύτες στα μέρη εκείνα. Λένε μάλιστα πως ο πανέμορφος και γενναίος ήρωας δε σκότωσε το γίγαντα, αλλά τον υποχρέωσε να ορκιστεί στο όνομα του θεϊκού πατέρα του ότι δε θα σκότωνε ξανά κανέναν επισκέπτη. 
 
Οι περισσότεροι από τους ληστές που σκότωσε ο Θησέας πηγαίνοντας από την Τροιζήνα στην Αθήνα είχαν πατέρα τους τον Ποσειδώνα. Ο Σκίρωνας, ο Σίνης, ο Προκρούστης και ο Κερκύονας βρήκαν τρομερό θάνατο με τον ίδιο τρόπο που κι αυτοί βασάνιζαν τους περαστικούς, αφού πρώτα τους λήστευαν. Κάποιος μύθος αναφέρει πως ο κοσμοσείστης έσμιξε με την εγγονή του Αλόπη, την κόρη του Κερκύονα, και απέκτησε μαζί της ένα γιο, τον Ιπποθόοντα, που έδωσε το όνομά του στην Ιπποθοοντίδα φυλή της Αττικής.

Ο πιο γνωστός γιγαντόμορφος γιος του θεού ήταν ο Κύκλωπας Πολύφημος, από το σμίξιμό του με τη Νύμφη Θόοσσα. Αυτός δεν είχε συγγενική σχέση με τους ομώνυμους γιους της Γαίας. Προσωποποιεί την τυφλή και κτηνώδη δύναμη που στερείται οποιουδήποτε ίχνους λογικής. Ο Όμηρος μας αφηγείται το πάθημά του από τον Οδυσσέα, που τον ξεγέλασε λέγοντάς του ότι τον λένε Κανένα. Γι' αυτήν όμως την πράξη του ο Ποσειδώνας καταδίωξε το βασιλιά της Ιθάκης πάρα πολύ, κατά τη δεκάχρονη πορεία του για την πατρίδα.

Γιος του θαλασσινού άρχοντα και της Σκαμανδροδίκης θεωρείται και ο Κύκνος. Αυτός έχασε τη ζωή του μετά από πολύωρη πάλη με τον Αχιλλέα και μεταμορφώθηκε στο ομώνυμο πτηνό. Επίσης, ο γίγαντας Ωρίωνας προήλθε από το ζευγάρωμα του θεού με την Ευρυάλη, την κόρη του Μίνωα. Έδωσε μάλιστα στο γιο του το χάρισμα να περπατά πάνω στα κύματα της θάλασσας. Τέλος, σύμφωνα με την παράδοση, παιδιά του θεού ήταν και οι Αλωάδες, Ώτος και Εφιάλτης, από το ζευγάρωμά του με την Ιφιμέδεια.


Στον Ποσειδώνα αποδίδεται η πατρότητα πολλών τεράτων και γιγάντων. Άλλωστε συχνά για να εκδικηθεί κάποιους θνητούς στέλνει διάφορα τέρατα που προκαλούν καταστροφές. Ήδη αναφέραμε το τέρας που έστειλε στην Τροία για να εκδικηθεί το βασιλιά Λαομέδοντα. Κάποτε οι Νηρηίδες παραπονέθηκαν στον αφέντη τους ότι η Κασσιόπεια, η βασίλισσα της Αιθιοπίας, καυχήθηκε πως ήταν πιο όμορφη από αυτές.

Τότε εξοργισμένος ο θεός έστειλε ένα τέρας στην ακτή της χώρας, το οποίο προξενούσε φοβερές καταστροφές. Ένας χρησμός από το μαντείο έλεγε ότι η χώρα θα απαλλασσόταν από τη συμφορά μόνο αν ο βασιλιάς Κηφέας θυσίαζε την κόρη του Ανδρομέδα. Την ώρα όμως που το τέρας ήταν έτοιμο να κατασπαράξει την όμορφη βασιλοπούλα, κατέφτασε ο Περσέας με τα φτερωτά του πέδιλα και την έσωσε.Γνωστή είναι η περιπέτεια του θεού με τη Δαναΐδα Αμυμώνη. Αυτή, μετά την ξηρασία που έστειλε ο Ποσειδώνας για να εκδικηθεί το Άργος, έψαχνε για νερό μέσα στο δάσος. Ένας Σάτυρος όμως όρμησε επάνω της με βίαιες διαθέσεις. Για να τη σώσει, χτύπησε με την τρίαινά του τον Σάτυρο και τον σκότωσε. Μετά χτύπησε ένα βράχο και ανέβλυσε η πηγή Λέρνη. Από τον έρωτά του με τη Δαναΐδα απέκτησε ένα γιο, τον Ναύπλιο, που έδωσε το όνομά του στη γνωστή πόλη της Πελοποννήσου.

Επίσης, ένας από τους πιο σημαντικούς ήρωες της αρχαιότητας, ο Θησέας, θεωρούνταν γιος του Ποσειδώνα και της Αίθρας που τη συνάντησε στο νησί Θήρα.Από τη Μελανίππη ο θαλασσινός άρχοντας απέκτησε δυο δίδυμους γιους, τον Βοιωτό και τον Αίολο, που αργότερα έγιναν επώνυμοι ήρωες της Βοιωτίας και της Αιολίας.Σημαντική είναι και η σχέση του με την Τυρώ. Αυτή ήταν ερωτευμένη με τον ομορφότερο ποταμό, τον Ενιπέα· όλη τη μέρα της την περνούσε στις όχθες του περιμένοντας να τον δει. 


Ο Ποσειδώνας, που την αγάπησε, εμφανίστηκε μπροστά της με τη μορφή του ποταμού και έσμιξε μαζί της. Απέκτησαν δυο γιους, τον Πελία και τον Νηλέα. Ο Πελίας βασίλεψε στη Θεσσαλία και ο Νηλέας εγκαταστάθηκε στη Μεσσηνία και ίδρυσε την Πύλο.Με τη γυναίκα του Νηλέα, τη Χλωρίδα, ζευγάρωσε ο Ποσειδώνας και απέκτησε ένα γιο, τον Περικλύμενο, που του έδωσε τη δυνατότητα να μεταμορφώνεται σ' όποιο ζώο ήθελε. Επίσης από την Κλειτώ απέκτησε τον Άτλαντα, από τη Μελανθώ τον Δελφό, που έδωσε το όνομά του στους Δελφούς, από την Κέρκυρα τον Φαίακα και από τη Ρόδη τον Ιαλυσσό, τον Κάμειρο και τον Λίνδο, που έδωσαν τα ονόματά τους στις τρεις πιο σημαντικές πόλεις της Ρόδου.

Φιλέλληνες – Τα φιλελληνικά κομιτάτα της Αμερικής




Samuel_HoweΟ αμερικανικός φιλελληνισμός [1] αποτελεί ένα μεγάλο, όχι όμως ευρύτερα γνωστό, κεφάλαιο στην ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης. Στο αφιέρωμα αυτό θα περιοριστούμε σε ένα σύντομο χρονικό στο οποίο σκιαγραφείται η προσφορά του Νέου Κόσμου στην ελληνική υπόθεση και μνημονεύονται ορισμένοι ειλικρινείς και ανιδιοτελείς φιλέλληνες.


Το 1821 στη δυτική πλευρά του Ατλαντικού το νεοσύστατο κράτος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής φώτιζε τον πολιτικό ορίζοντα των επαναστατημένων Ελλήνων, χάρη στην Αμερικανική Επανάσταση (1776-1783), τη «Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας» (4.7.1776) – ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά κείμενα του 18ου αιώνα, εμπνευσμένο από τις πολιτικές ιδέες του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού – και το Σύνταγμα του 1787. Αυτή η χώρα – σύμβολο της ελευθερίας, ανέπαφη από το αντιδραστικό πνεύμα της Ιεράς Συμμαχίας που επικρατούσε στην Ευρώπη, δεν μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητους τους Έλληνες.

Νικόλαος Πίκκολος
Στις 25 Μαΐου 1821, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, πρόεδρος της Μεσσηνιακής Γερουσίας και πολιτικός – στρατιωτικός αρχηγός της Μάνης, απηύθυνε στους πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών έκκληση βοήθειας. Είναι η πρώτη γνωστή επικοινωνία των Ελλήνων με την Αμερική, ο λαός της οποίας ανταποκρίθηκε άμεσα. Για την αποστολή της έκκλησης αυτής μεσολάβησαν οι Έλληνες της παρισινής παροικίας Αδάμ. Κοραής, Α. Βογορίδης, Ν. Πίκκολος και ο γιατρός και απεσταλμένος των Ελλήνων στρατηγών Πέτρος Ηπίτης, οι οποίοι απευθύνθηκαν στο φιλέλληνα καθηγητή της Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ Έντουαρντ Εβερετ (Edward Everett, 1794-1865). Ο τελευταίος γνώριζε καλά την επικρατούσα κατάσταση, αφού το 1819 είχε επισκεφθεί την Ελλάδα κατά τη διάρκεια περιοδείας του στην Ευρώπη. Αργότερα εκλέχθηκε αντιπρόσωπος της Βοστόνης στη Βουλή (1825-1835), κυβερνήτης της Μασαχουσέτης (1836-1839) και γερουσιαστής (1853-1854).

Έντουαρντ Εβερετ
Το φιλελληνικό ενδιαφέρον ενεργοποιήθηκε μετά τη δημοσίευση της προαναφερθείσας έκκλησης. Εκτός από τον Μαυρομιχάλη, κι άλλοι πρωταγωνιστές του Αγώνα (Κοραής, Κολοκοτρώνης, Μαυροκορδάτος), καθώς και Αμερικανοί φιλέλληνες απέστειλαν εκκλήσεις, που δημοσιεύθηκαν σε αμερικανικά έντυπα. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην έκκληση της Ελληνικής Εταιρείας του Παρισιού προς τη νεοαπελευθερωθείσα δημοκρατία της μακρινής Αϊτής τον Αύγουστο του 1821 και την απάντηση του προέδρου της, Ζαν-Πιερ Μπουαγιέ (Jean-Pierre Boyer), στις αρχές του 1822, με την οποία αναγνωριζόταν το δίκαιο του ελληνικού Αγώνα. Στην προσπάθεια αυτή δραστηριοποιήθηκαν και επιφανείς Ελληνίδες (Ευανθία Καΐρη, Μαρία Εμμ. Τομπάζη, Βασιλική Λαζ. Τσαμαδού, Ειρήνη Δημ. Μιαούλη κ.ά.), οι οποίες τον Ιούλιο του 1825, απευθυνόμενες προς τις φιλέλληνες διαβεβαίωναν για την αποφασιστικότητα να αντισταθούν και την ελπίδα να νικήσουν.
Η φιλελληνική κινητοποίηση ολοένα αυξανόταν και μέσα σ’ αυτό το κλίμα ο Αμερικανός πρόεδρος Τζέιμς Μονρόε (James Monroe, 1758-1831) στο ετήσιο διάγγελμά του το Δεκέμβριο του 1822 αναφέρθηκε στην Ελληνική Επανάσταση υποστηρίζοντας την αυτοδιάθεση των λαών.
Σ’ αυτό το πλαίσιο και ως προέκταση του μηνύματος του προέδρου, ο πληρεξούσιος της Μασα­χουσέτης Ντανιέλ Γουέμπστερ (Daniel Webster, 1782-1852) στις 8 Δεκεμβρίου 1823 εισηγήθηκε στο Κογκρέσο την αποστολή διπλωματικού εκπροσώπου στην Ελλάδα. Η ομιλία του αποτελεί υπόδειγμα φιλελευθερισμού και εντονότατης διαμαρτυρίας κατά του δεσποτισμού της Ιεράς Συμμαχίας, «μιας συμμαχίας των στεμμάτων εναντίον των λαών».[2] Ο Γουέμπστερ, διαπνεόμενος από έντονα φιλελληνικά αισθήματα, τόνιζε «το χρέος του πολιτισμένου κόσμου προς τη γη της επιστήμης, της ελευθερίας, των τεχνών, ένα χρέος που δεν μπορεί ποτέ να εξοφληθεί».
Παράλληλα, από διάφορες πολιτείες υποβάλλονταν στο Κογκρέσο αναφορές για συμπαράσταση, αποστολή τροφίμων και αναγνώριση της ελληνικής ανεξαρτησίας. Τελικά στα τέλη Ιανουαρίου του 1824 συζητήθηκε στο Κογκρέσο η πρόταση του Γουέμπστερ και διατυπώθηκαν απόψεις πολύ ενδιαφέρουσες για την τότε εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών. [3] Μολονότι τονίστηκε η συμπάθεια προς τον αγωνιζόμενο χριστιανικό λαό (που πήγαζε από το θαυμασμό προς την κλασική Ελλάδα και τα δημιουργήματα του αρχαίου ελληνικού πνεύματος), στη συζήτηση κυριάρχησε έντονη ανησυχία για ενδεχόμενο εμπλοκής της Αμερικής σε πόλεμο με την Τουρκία, αλλά καιπλήγματος του αμερικανικού εμπορίου και στόλου στην Ανατολική Μεσόγειο σε περίπτωση αναγνώρισης της ελληνικής ανεξαρτησίας.

Χένρι Κλέι
Ορισμένοι πληρεξούσιοι έφθασαν να υποστηρίξουν ότι πολύ πιθανόν οι Έλληνες ύστερα από αιώνες σκλαβιάς δεν θα ήταν ικανοί να εγκαθιδρύσουν δημοκρατική κυβέρνηση και θα προτιμούσαν το μοναρχικό πολίτευμα. Υπήρξαν βεβαίως και ένθερμοι υποστηρικτές της ελληνικής υπόθεσης, όπως ο μεγάλος ειρηνιστής και πολιτικός ηγέτης με μεγάλη επιρροή Χένρι Κλέι(Henry Clay, 1777-1852), [4] οι Ντουάιτ (Dwight),Κουκ (Cook) κ.ά. Τελικά, όμως, ενόψει του αρνητικού κλίματος αποφασίστηκε να μη γίνει ψηφοφορία.
Το Κογκρέσο επέμενε στην αυστηρή ουδετερότητα, φοβούμενο ότι και η παραμικρή έκφραση συμπάθειας θα άνοιγε το κουτί της Πανδώρας. Η Αμερική δεν επιθυμούσε καμιά ανάμιξη στα θέματα της Ευρώπης (ούτε και της Ευρώπης στα εσωτερικά της Αμερικής) και με την εσωστρέφεια που τη διέκρινε τότε, έδειχνε ανέτοιμη να παίξει ουσιαστικό και πρωταγωνιστικό ρόλο στο εξωτερικό. Στάση αντίθετη με των Αγγλίας και Γαλλίας, οι οποίες παρά την αρχικά αρνητική τους θέση στην πορεία μεταστράφηκαν υπέρ των Ελλήνων, προκειμένου να επεκτείνουν την επιρροή τους στο νευραλγικό χώρο της ΝΑ Ευρώπης και να αναχαιτίσουν τη ρωσική επέκταση. Ο αγγλικός και ο γαλλικός φιλελληνισμόςεκδηλωνόταν με τις ευλογίες των υπουργείων Εξωτερικών. [5] Παρ’ όλ’ αυτά η Αμερική το 1822 έκανε ανεπιτυχείς διαπραγματεύσεις για την παραχώρηση του νησιού της Πάρου ως ναυτικής βάσης, προκειμένου να διευκολυνθεί το εμπόριό της στην Ανατολική Μεσόγειο.[6]
Η ουδετερότητα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής όμως δεν πτόησε καθόλου τον αυθόρμητο ενθουσιασμό της κοινής γνώμης. Με πρωτοβουλία του προαναφερθέντος Εβερετ συστήθηκε το 1823 το φιλελληνικό κομιτάτο της Βοστόνης. Στις 19 Δεκεμβρίου ο πρόεδρος του Τόμας Λίντολ Γουίνθροπ(Thomas Lindall Winthrop) και ο γραμματέας Εβερετ απηύθυναν έκκληση βοήθειας των μελών τους προς τους χριστιανούς Έλληνες επικαλούμενοι τα μέχρι τότε δεινά τους από τους βάρβαρους και αντίχριστους Τούρκους μετά τις πρόσφατες σφαγές σε Μικρά Ασία, Κωνσταντινούπολη και Χίο. [7]
Τον ίδιο χρόνο συστήθηκαν φιλελληνικά κομιτάτα σε Νέα Υόρκη και Φιλαδέλφεια, δύο από τις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας. Στις αρχές του 1824 συστήθηκαν αντίστοιχα κομιτάτα και σε άλλες πόλεις, άρχισαν να διοργανώνονται θεατρικές παραστάσεις και χοροεσπερίδες προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα, ενώ σε αρκετά πανεπιστήμια και εκκλησίες πραγματοποιούνταν έρανοι από φοιτητές και κληρικούς αντιστοίχως.[8]Χαρακτηριστικό είναι ότι τον Απρίλιο του 1824 οι φιλέλληνες της Νέας Υόρκης έστειλαν στο ελληνικό κομιτάτο του Λονδίνου 6.600 λίρες στερλίνες (32.000 δολάρια).
Ενδιαφέρον έδειξαν επίσης οι Αμερικανοί φιλέλληνες για την ανατροφή, εκπαίδευση και ορισμένες φορές υιοθέτηση ορφανών Ελληνόπουλων, για την αποστολή των οποίων φρόντιζαν Αμερικανοί ιεραπόστολοι ή ναυτιλλόμενοι. Σημειώνουμε την περίπτωση του Πηλιορείτη ευαγγελινού Αποστολίδη Σοφοκλή(+1883), ο οποίος το 1828 με μεσολάβηση του Αμερικανού ιεραπόστολουΤζόσουα Μπρούερ (Josiah Brewer) στάλθηκε στη Βοστόνη και αργότερα έγινε καθηγητής στα Πανεπιστήμια Χάρβαρντ και Γέιλ και συνέγραψε, μεταξύ άλλων, ελληνικό λεξικό της ρωμαϊκής και βυζαντινής εποχής. [9] Αμερικανοί ιεραπόστολοι [Μπρούερ, Ρούφους Αντερσον (Rufus Anderson), Τζόνας Κινγκ (Jonas King), Χιλ (Hill) κ.ά.] συνέβαλαν στην ίδρυση σχολείων στο πλαίσιο του ευρύτερου ενδιαφέροντός τους για την προώθηση της εκπαίδευσης στην Ελλάδα. [10]

Αλέξανδρος Κοντόσταυλος
Στην ιστορία του αμερικανικού φιλελληνισμού εγγράφεται η ατυχής και θλιβερή υπόθεση της παραγγελίας φρεγατών στην Αμερική εκ μέρους των Ελλήνων. [11]Το 1824, μετά τη σύναψη του γνωστού αγγλικού δανείου, η ελληνική κυβέρνηση, μέσω των αντιπροσώπων της στο Λονδίνο Ιωάννη Ορλάν­δου και Ανδρέα Λουριώτη, παρήγγειλε τη ναυπήγηση δύο φρεγατών 50 κανονιών και έξι μικρότερων στους εμπορικούς οίκους Μπαγιάρ και Χάουλαντ της Νέας Υόρκης. Στην επιλογή των οίκων αυτών έπαιξε αποφασιστικό ρόλο ο ίδιος ο Μπαγιάρ, πρόεδρος τότε του φιλελληνικού κομιτάτου της Ν. Υόρκης. Σύντομα όμως αποδείχθηκε η αφερεγγυότητα των Αμερικανών επιχειρηματιών, οι οποίοι μέχρι το φθινόπωρο του 1825 είχαν εισπράξει 155.000 λίρες, ποσόν πολύ ανώτερο του αρχικά συμφωνημένου, χωρίς να έχουν ολοκληρώσει την κατασκευή των πλοίων και εκβιάζοντας την καταβολή νέων ποσών. Από το αδιέξοδο έσωσε την κατάσταση ο Χίος έμποροςΑλέξανδρος Κοντόσταυλος, ο οποίος στάλθηκε από τους Ορλάνδο και Λουριώτη στην Αμερική και έπειτα από επιτυχείς διαπραγματεύσεις και τη μεσολάβηση επιφανών φιλελλήνων [Εβερετ, Γουέμπστερ, Μπέντον (Benton) κ.ά.] κατάφερε να σταλεί στην Ελλάδα μία φρεγάτα, η περίφημη «Ελλάς», το Νοέμβριο του 1826.
Η δημοσιοποίηση στην Αμερική αυτού του οικονομικού σκανδάλου, ο θάνατος του λόρδου Βύρωνα και η πτώση της ιερής πόλης του Μεσολογγίου το 1826 αναζωπύρωσαν τα φιλελληνικά αισθήματα. Νέοι έρανοι, νέες αποστολές χρηματικών βοηθημάτων. Το φθινόπωρο του 1827 οι Αμερικανοί φιλέλληνεςΣάμιουελ Γκρίντλι Χάου (Samuel Gridley Howe), Τζόναθαν Πέκαμ Μίλερ (Jona­than Peckam Miller) και Τζον Nτ. Ρας (John D. Russ) διέθεσαν μέρος των βοηθημάτων, που είχαν σταλεί στην Ελλάδα από τα αμερικανικά κομιτάτα, για την ίδρυση νοσοκομείου στον Πόρο. Ιδιαίτερα μετά το 1824 αρκετοί Αμερικανοί ήλθαν ως εθελοντές στην Ελλάδα για να βοηθήσουν από κοντά στον Αγώνα της ανεξαρτησίας και αποδείχτηκαν ειλικρινείς και ανιδιοτελείς φιλέλληνες. Η Ελλάδα τιμώντας την προσφορά τους το 1931 τοποθέτησε στήλη στην Αθήνα με τα ονόματά τους. Στις ξεχωριστές περιπτώσεις εθελοντών ανήκουν οι Τζάρβις (Jarvis), Μίλερ και Χάου.
Ο Τζορτζ Τζάρβις (ή «Γεώργιος Ζέρβης ο Αμερικανός», όπως υπέγραφε ο ίδιος) ήταν γιος Αμερικανού διπλωμάτη στην Ευρώπη. [12] Ήλθε στην Ελλάδα μέσω Μασσαλίας (μοναδικού ευρωπαϊκού λιμανιού απ’ όπου έφευγαν για την Ελλάδα οι φιλέλληνες) τον Απρίλιο του 1822 [μαζί με τον Άγγλο φιλέλληνα Αστιγξ (Frank Abney Hastings)]. Μέχρι το 1824 έλαβε μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις του υδραίικου στόλου. Συνεργάστηκε με τους Βύρωνα, Μαυροκορδάτο (του οποίου υπήρξε γραμματέας για την επικοινωνία του με το εξωτερικό), Κολοκοτρώνη (από το καλοκαίρι του 1825 σύμβουλος και καθοδηγητής του επίσης στην επικοινωνία του με το εξωτερικό) και Καραϊσκάκη (από το 1826 μέχρι το θάνατό του). Πολέμησε στη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο, τραυματίστηκε πολλές φορές, πιάστηκε αιχμάλωτος από τον Ιμπραήμ στο Νεόκαστρο και ελευθερώθηκε. Πέθανε τον Αύγουστο του 1828 στο Άργος, όπου τάφηκε με τιμές.
Ο Τζόναθαν Πέκαμ Μίλερ (γεν. 1797) ήλθε το 1824 και για μία διετία πολέμησε με υποδειγματική γενναιότητα στο πλευρό των επαναστατημένων φορώντας την ελληνική ενδυμασία. Η δημοσιευμένη αλληλογραφία του αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών για την επικρατούσα κατάσταση.[13]

Σάμιουελ Χάου
Ο χειρουργός γιατρός Σάμιουελ Γκρίντλι Χάου (1801-1876),[14] απεσταλμένος του φιλελληνικού κομιτάτου της Βοστόνης, έφθασε στην Ελλάδα (μέσω Μάλτας) στις αρχές του 1825, ένα χρόνο μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρ­ντ, φλεγόμενος από την επιθυμία της αφειδώλευτης προσφοράς. Δύο σοβαροί λόγοι επηρέασαν τη ρομαντική φύση του. θαυμαστής του Βύρωνα, θέλησε να τον μιμηθεί όταν έμαθε για το ταξίδι του στην Ελλάδα. Η άτυχη κατάληξη ενός δυνατού έρωτα και ο πόνος για τη χαμένη ευτυχία ενίσχυσαν την απόφασή του να εγκαταλείψει μια πολλά υποσχόμενη καριέρα και τις ανέσεις της αστικής ζωής της Βοστόνης για να συμμεριστεί τις κακουχίες και τις στερήσεις των επαναστατημένων, ζώντας κι αυτός στα στρατόπεδα, συμμετέχοντας στις πολεμικές εκστρατείες, χειρουργώντας τους τραυματίες και φορώντας την ελληνική ενδυμασία. Την άνοιξη του 1829 με έγκριση του κυβερνήτη Ιω. Καποδίστρια ίδρυσε στην περιοχή Επάνω Εξαμίλι Κορίνθου πρότυπο συνοικισμό για προσφυγικές οικογένειες, που διήρκεσε περίπου μια εικοσαετία. Το 1835 τιμήθηκε με το Σταυρό του Τάγμα­τος του Σωτήρος. Η υστεροφημία του ήταν τόσο μεγάλη ώστε το 1949, με υποδείξεις των ελληνικών αρχών, δόθηκε το όνομά του σε πλοιάριο για την προβολή της αμερικανικής βοήθειας (στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ),[15] διευκολύνοντας την προώθηση τότε της ελληνοαμερικανικής φιλίας.

Υποσημειώσεις

[1] Βλ. κυρίως Σ. Θ. Λάσκαρις, Ο Φιλελληνισμός εν Αμερική κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν, 1926. Θάνος Βαγενάς και Ευρυδίκη Δημητρακοπούλου, Αμερικανοί Φιλέλληνες Εθελοντές στο Εικοσιένα, Αθήνα 1949. Αχιλλέας Βήτας, Ο Αμερικανικός Φιλελληνισμός στην Ελληνική Επανάσταση, Αθήνα 1960.
[2] Mr. Webster’s Speech, The Greek Revolution,Boston 1824.
[3] Eighteenth Congress, Discussion of the Greek Question in the House of Representatives, Ιαν. 1824.
[4] The Speeches of Henry Clay, delivered in the Congress of theU.S., 1827, σ. 254-262. Στις σ. I-XX δημοσιεύεται η βιβλιογραφία του.
[5] Αννίτα Πρασσά, Ο Φιλελληνισμός και η Επανάσταση του 1821, Αθήνα (Δημιουργία) 1999.
[6] Σπύρος Δ. Λουκάτος, «Διαπραγματεύσεις για παραχώρηση της Πάρου ως νεωρίου στον αμερικανικό στόλο στα χρόνια του ’21», Μνημοσύνη, τ. ΙΑ’ (1988-1990), σ. 174-210.
[7] Address of the Committee «For the Relief of the Greeks» to their fellow citizens,Boston 1823.
[8] Ενδεικτικά βλ. την τυπωμένη ομιλία του πάστορα της Βοστόνης Sereno Edwards Dwight: Address on the Greek Revolution, delivered in Park Street Church, Boston 1824.
[9] Άντεια Φραντζή, «Ο E.A. Σοφοκλής και η πρώτη νεοελληνική «Χρηστομάθεια» στις ΗΠΑ», Νεοελληνική Παιδεία και Κοινωνία, Αθήνα (ΟΜΕΔ) 1995, σ. 179-191.
[10] Ενδεικτικά βλ. Plan for Promotion of Common School Education in Greece, adopted by the Greek School Committee,New York 1829.
[11] Αλ. Κοντόσταυλος, Τα περί των εν Αμερική ναυπηγηθεισών φρεγατών και του εν Αιγίνη νομισματοκοπείου, Αθήναι 1855, Τρ. Κωνσταντινίδης, Το «σκάνδαλον του Λονδίνου». Τα εθνικά ατμοκίνητα και η υπόθεσις των εν Αμερική φρεγατών, 1825-1828, Αθήναι 1951.
[12] Γι’ αυτόν βλ. George JarvisHis Journal and related documents, επιμ. – εισαγ. – σχόλια: George Georgiades Arnakis, Eur. Demetrakopoulou, Θεσσαλονίκη 1965. Ιστορικά Κείμενα Επαναστάσεως Εικοσιένα από τα χειρόγραφα ΤζωρτζΤζάρβιςεπιμ.: Γ. Γεωργιάδης Αρνάκης, Ευρ. Δημητρακοπούλου, Θεσσαλονίκη 1967.
[13] Letters from Greece, 1824-1825.
[14] Letters and Journals of Samouel Gridley Howe, edited by his daughter, Boston – London 1906. Διονύσιος Π. Καλογερόπουλος, Αμερικανοί φιλέλληνες. Σύντομος βιογραφία του Σάμιουελ Χάου, Αθήναι 1935. Σάμιουελ Χάου: Ημερολόγιο από τον Αγώνα 1825-1829, εισαγ.: Οδυσ. Δημητρακόπουλου, Αθήνα 1971.
[15] Υπουργείο Εξωτερικών/ Υπηρεσία Διπλωματικού – Ιστορικού Αρχείου, Η Ελλάδα στο μεταίχμιο ενός νέου κόσμου, επιστημ. επιμ. Φ. Τομαή – Κωνσταντοπούλου, Αθήνα 2002, τόμ. Β’ – Γ’.

Ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ ΗΤΑΝ ΤΟΣΟ ΔΙΑΚΟΣ ΟΣΟ ΗΤΑΝ ΠΑΠΑΣ ΚΙ Ο ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ


images«Οι Τούρκοι συνέλαβαν τον πατέρα του Διάκου να εφοδιάζει τους ξεσηκωμένους Κλέφτες με τρόφιμα. Έτσι οδήγησαν τόσο αυτόν όσο κι έναν εκ των αδερφών του Διάκου, τον Απόστολο, στο Παντρατζίκι Φθιώτιδος, την σημερινή Υπάτη, όπου τους κρέμασαν. Κατατρομαγμένη η μάνα του Διάκου, πήγε το 12χρονο παιδί της και το εμπιστεύτηκε στους καλόγερους του μοναστηριού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου κοντά στην Αρτοτίνα.
 
Πέραν όμως του φόβου της μάνας, υπήρχε και μια ακόμη σκοπιμότητα. Μετά την οικονομική καταστροφή, η χειροτονία του νεαρού Θανάση επιβάλλονταν πλέον και για λόγους βιοποριστικούς, καθώς στα μοναστήρια, λόγω των ειδικών σχέσεων που είχαν αυτά με τους Τούρκους, ζούσαν πιο άνετα σε σχέση με τους υπόλοιπους υπόδουλους Έλληνες».
Εάν ένα παιδί που παραδόθηκε σε καλόγερους στην ηλικία των 12 ετών – και μάλιστα κάτω από συνθήκες ζωής ή θανάτου – μπορεί να θεωρείται διάκος ή καλόγερος, τότε φαίνεται ότι η χριστιανική αναίδεια δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος.
Ωστόσο, η μετέπειτα πορεία του απέδειξε φυσικά, το τι μέρους του λόγου ήταν από την φύση του ο άνθρωπος. Καλόγερος και επαναστάτης, δεν γίνεται στον αιώνα τον άπαντα.
Το παπαδαριό δευτερόλεπτο δεν σταμάτησε να πιπιλίζει τις …δυο αυτές καραμέλες, προκειμένου να τονίζει την ντεμέκ συμμετοχή του κλήρου στην επανάσταση του 1821.

«Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός και θ’ αποθάνω!».
Αθανάσιος Διάκος
Ο Αθανάσιος Διάκος ήταν ηρωικός αγωνιστής και μάρτυρας κι ένας από τους πρωτεργάτες της Επανάστασης του 1821.
Γεννήθηκε γύρω στο 1788 (σύμφωνα με άλλη εκδοχή το 1782). Ο τόπος γέννησης του Αθανάσιου Διάκου, αποτελεί σημείο τριβής και διεκδικείται από δύο χωριά, την Άνω Μουσουνίτσα και την Αρτοτίνα. Και τα δυο, χωριά της Φωκίδος. Το βέβαιο είναι ότι ο Διάκος έλκει την καταγωγή του και στα δυο χωριά. Ο πατέρας του ήταν από την Μουσουνίτσα και η μητέρα του από την Αρτοτίνα.
Σημείο τριβής, αποτελεί και το πραγματικό επώνυμο του Διάκου. Αναφέρονται τα Μασαβέτας (γράφεται και Μασσαβέτας) και Γραμματικός. Από εκεί και πέρα υπάρχει μια αμφισβήτηση μεταξύ αρκετών ιστορικών, με στοιχεία που συχνά αντικρούονται μεταξύ τους, τόσο για το γενεαλογικό δέντρο του Διάκου, κυρίως απ' την πλευρά του πατέρα του, όσο και για τον τόπο γέννησης και διαμονής του (παρατίθενται κάποιες γνώμες στο τέλος του κειμένου).
Το πιο πιθανό είναι, βάσει των στοιχείων, ότι ο Αθανάσιος Διάκος γεννήθηκε στην Αρτοτίνα και το κανονικό όνομα του πατέρα του ήταν Γεώργιος Γραμματικός.
Ο Διάκος ήταν εγγονός ενός ντόπιου Κλέφτη, του Νικόλαου Γραμματικού, ο οποίος σκοτώθηκε σε μάχη με τους Τούρκους. Ο πατέρας του Διάκου τότε, φοβούμενος για τη ζωή του, κατέφυγε σαν ψυχοπαίδι στον θείο του Αθανάσιο Γραμματικό, έναν εύπορο κάτοικο της Αρτοτίνας, ο οποίος ατύπως τον υιοθέτησε. Έτσι ο Γεώργιος Γραμματικός, εμφανίζεται και με το επώνυμο Ψυχογιός (περισσότερο παρατσούκλι, λόγω της άτυπης υιοθεσίας). Ο Γεώργιος Γραμματικός, όταν μεγάλωσε παντρεύτηκε την Χρυσούλα Καφούρου κι έκαναν 5 παιδιά μεταξύ των οποίων και τον Αθανάσιο Διάκο.
Αργότερα, όταν ο Αθανάσιος Γραμματικός πέθανε, ο πατέρας του Διάκου κληρονόμησε ένα κοπάδι πρόβατα και μια στάνη για να ζήσει την πολυμελή οικογένειά του. Η μοίρα όμως ήταν σκληρή με την οικογένεια. Οι Τούρκοι συνέλαβαν τον πατέρα του Διάκου να εφοδιάζει τους ξεσηκωμένους Κλέφτες με τρόφιμα. Έτσι οδήγησαν τόσο αυτόν όσο κι έναν εκ των αδερφών του Διάκου, τον Απόστολο, στο Παντρατζίκι Φθιώτιδος, την σημερινή Υπάτη, όπου τους κρέμασαν.
Κατατρομαγμένη η μάνα του Διάκου, πήγε το 12χρονο παιδί της και το εμπιστεύτηκε στους καλόγερους του μοναστηριού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου κοντά στην Αρτοτίνα. Πέραν όμως του φόβου της μάνας, υπήρχε και μια ακόμη σκοπιμότητα. Μετά την οικονομική καταστροφή, η χειροτονία του νεαρού Θανάση επιβάλλονταν πλέον και για λόγους βιοποριστικούς, καθώς στα μοναστήρια, λόγω των ειδικών σχέσεων που είχαν αυτά με τους Τούρκους, ζούσαν πιο άνετα σε σχέση με τους υπόλοιπους υπόδουλους Έλληνες.
Εκεί ο Διάκος διδάσκεται από κάποιον μοναχό την Οκτώηχο και το Ψαλτήριο. Έγινε μοναχός σε ηλικία δεκαεπτά ετών και, λόγω της αφοσίωσής του στη χριστιανική πίστη και της ιδιοσυγκρασίας του χειροτονήθηκε διάκονος, με το ιερατικό όνομα «Άνθιμος» και κράτησε από τότε για επίθετό του τον ιερατικό του βαθμό (Διάκος).
Ο Διάκος περιγράφεται ως άτομο μετρίου αναστήματος, με ωραία μάτια και μακριά μαύρα μαλλιά, προσεγμένη ενδυμασία και σοβαρό βλέμμα, ιδιαίτερα ευκίνητος και γοργός στα πόδια, ενώ ήταν και άριστος στη σκοποβολή.
Ήταν διάκονος ακόμα, όταν κατά τη διάρκεια ενός γάμου στην Αρτοτίνα πυροβόλησε στον αέρα μαζί με άλλους χωρικούς που διασκέδαζαν. Από τους πυροβολισμούς εκείνους σκοτώθηκε ο γιος της Κουτσογιάννενας, από ισχυρή οικογένεια της Κωσταρίτσας, χωριού της Δωρίδας. Για το φόνο εκείνο θεωρήθηκε ένοχος ο Διάκος και καταδιώχτηκε.
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Διάκος σ' αυτόν τον γάμο αναγκάστηκε αμυνόμενος να σκοτώσει έναν Τούρκο, όταν αυτός ένιωσε προσβεβλημένος που ηττήθηκε απ' τον Διάκο σε επιτόπιο διαγωνισμό σκοποβολής.
Έτσι αναγκάστηκε να φύγει στα κοντινά βουνά και να γίνει Κλέφτης, καταφεύγοντας στο «λημέρι» του ξακουστού στη Δωρίδα Κλέφτη Τσαμ Καλόγερου, ανάμεσα στα Βαρδούσια και την Γκιώνα. Στην μάχη της Ζελίστας, ο Διάκος σκότωσε με ένα κλαδί έναν Τούρκο και του πήρε τον οπλισμό του, κατακτώντας έτσι και τον τίτλο του Κλέφτη. Παρ' όλη την παλληκαριά του όμως, φαίνεται ότι η χριστιανική του πίστη τον ήλεγχε ακόμη κι έτσι, νομίζοντας πως ο φόνος ξεχάστηκε, επιστρέφει στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη, όπου και διαμένει για έναν χρόνο (συνολικά καλογέρεψε για 12 χρόνια). Μετά από προδοσία όμως, ανήμερα Δεκαπενταύγουστο, την ώρα του πανηγυριού τον συνέλαβαν. Σιδηροδέσμιος οδηγήθηκε στο Λιδωρίκι, όπου ο Φερχάτ πασάς διέταξε να κρεμαστεί την επόμενη μέρα. Το βράδυ, ο Διάκος κατάφερε να δραπετεύσει με την βοήθεια του Κλέφτη Καφέτσου.
Επειδή ο Τσαμ Καλόγερος είχε σκοτωθεί, το απόσπασμά του χωρίστηκε σε τρία μικρότερα αποσπάσματα. Ο Διάκος είχε διασυνδεθεί με τον Γούλα Σκαλτσά, έναν συχωριανό του από την Αρτοτίνα και έγινε πρωτοπαλίκαρό του. Όταν ο Σκαλτσάς πήρε το αρματολίκι του Λιδωρικίου, ο Διάκος είχε στον έλεγχό του όλη την περιοχή από τον Μόρνο ως τα ορεινά της Ηπείρου, δείχνοντας σύντομα τα διοικητικά του προσόντα. Οι σχέσεις των δυο αντρών κράτησαν για λίγο. Ο Διάκος στην συνέχεια πήγε στα Σάλωνα (Άμφισσα), στον Κοσμά Σουλιώτη. Εκεί βρήκε ένα φιρμάνι του Αλή πασά που έλεγε να τον «χαλάσουν». Ο Σουλιώτης που του αποκάλυψε περιεχόμενο του φιρμανιού, τον συμβούλεψε να ζητήσει βοήθεια από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, που εκείνον τον καιρό είχε καλές σχέσεις με τον Αλή πασά.
Οι δυο άντρες πράγματι συναντήθηκαν το 1814 κι ο Οδυσσέας Ανδρούτσος έπεισε τον Αλή πασά να μην εκτελέσει το φιρμάνι, τουναντίον να εντάξει τον Διάκο στο σώμα των «Τσοχανταρέων» (σωματοφυλάκων), στο οποίο προΐστατο ο ίδιος ο Ανδρούτσος.
Στα τέλη του 1818, ο Διάκος γίνεται πρωτοπαλίκαρο του Ανδρούτσου και μέλος της Φιλικής Εταιρίας, ενώ άρχισαν την προετοιμασία της Επανάστασης στη Λιβαδειά. Την απόφαση αυτή την πήρε μαζί με τους επισκόπους Ταλαντίου Νεόφυτο και Άμφισσας Ησαΐα, σε σύσκεψη που έκαναν στο μοναστήρι του Οσίου Λουκά.
Στα χρόνια που ακολουθούν και που καταλήγουν στην Επανάσταση του 1821, ο Διάκος είχε φτιάξει τη δική του ομάδα Κλεφτών.
Το 1820, όταν ο Αλή πασάς στασιάζει εναντίον της Οθωμανικής Πύλης, καλεί σε βοήθεια τον Ανδρούτσο κι αυτός ανταποκρίνεται, πηγαίνοντας στα Ιωάννινα. Τότε οι σχέσεις Διάκου και Ανδρούτσου ψυχραίνονται και οι τοπικοί άρχοντες της Λειβαδιάς, με την σύμφωνη γνώμη του εκεί πασά, τον εκλέγουν Αρματολό της Λειβαδιάς. Ο Διάκος παίρνει στο αρματολίκι του και τον 16χρονο ανηψιό του (από την αδερφή του Σοφία) Κωνσταντίνο Κούστα. Το παιδί αυτό θα βρεθεί δίπλα του σε όλη την υπόλοιπη ζωή του εώς και τον τραγικό του θάνατο.
Σύντομα μετά από το ξέσπασμα των εχθροτήτων, ο Διάκος κι ένας ντόπιος καπετάνιος και φίλος, ο Βασίλης Μπούσγος, οδήγησαν ένα απόσπασμα μαχητών στη Λειβαδιά με σκοπό την κατάληψη της.
Τη νύχτα της 28ης προς την 29η Μαρτίου οι επαναστάτες είχαν συγκεντρωθεί στον λόφο του Προφήτη Ηλία της Λιβαδειάς και όταν ο Τούρκος διοικητής Χασάν αγάς απέρριψε την πρόταση του Διάκου για παράδοση, άρχισε η επίθεση. Στις 31 Μαρτίου, μετά από τρεις ημέρες άγριας μάχης από σπίτι σε σπίτι, και το κάψιμο του σπιτιού του Μιρ Αγά (συμπεριλαμβανομένου του χαρεμιού), οι Τούρκοι που είχαν κλειστεί στον πύργο Ώρα, παραδόθηκαν και την 1η Απριλίου, σε πανηγυρική δοξολογία στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής Λιβαδειάς, οι επίσκοποι Σαλώνων, Ταλαντίου και Αθηνών ευλόγησαν την επαναστατική σημαία του Διάκου. Στην συνέχεια επιχειρεί να καταλάβει την Λαμία, που ήταν το διοικητικό κέντρο της περιοχής, καθώς και την Υπάτη. Δεν είχε όμως την απαιτούμενη βοήθεια και στήριξη από τον τοπικό οπλαρχηχό Μήτσο Κοντογιάννη, ο οποίος θεωρούσε ότι δεν είχε φτάσει ακόμη η ώρα για ξεσηκωμό και απέτυχε.
Ο Χουρσίτ πασάς, που πολιορκούσε στα Ιωάννινα τον Αλή πασά, έστειλε τον Κιοσέ Μεχμέτ και τον Ομέρ Βρυώνη με 8.000 πεζικό και 900 ιππείς (ενώ την άλλη μέρα προστέθηκαν κι άλλα 3.000 άτομα) να καταπνίξουν την επανάσταση στη Στερεά Ελλάδα και έπειτα να προχωρήσουν στην Πελοπόννησο, για να ματαιώσουν τα σχέδια του Κολοκοτρώνη για την Τριπολιτσά. Ο κίνδυνος για την επανάσταση ήταν μεγάλος.
Ο Διάκος και το απόσπασμά του, που ενισχύθηκαν από τους μαχητές οπλαρχηγούς Πανουργιά και Δυοβουνιώτη, αποφάσισαν να αποκόψουν την τούρκικη προέλαση στη Ρούμελη με την λήψη αμυντικών θέσεων κοντά στις Θερμοπύλες.
Αφού συσκέπτηκαν στο χωριό Κομποτάδες, στις 20 Απριλίου 1821, η ελληνική δύναμη των 1.500 ανδρών χωρίστηκε σε τρία τμήματα: ο Δυοβουνιώτης θα υπερασπιζόταν την γέφυρα του Γοργοποτάμου με 600 άνδρες, ο Πανουργιάς τα ύψη της Χαλκωμάτας με 500 άνδρες, και ο Διάκος την γέφυρα της Αλαμάνας με 500 άνδρες.
Στρατοπεδεύοντας στο Λιανοκλάδι, κοντά στη Λαμία, οι Τούρκοι διαίρεσαν γρήγορα τη δύναμή τους, επιτιθέμενοι το πρωί της 23ης Απριλίου. Η κύρια τούρκικη δύναμη επιτέθηκε στον Διάκο. Η άλλη επιτέθηκε στο Δυοβουνιώτη, του οποίου το απόσπασμα γρήγορα οδηγήθηκε σε οπισθοχώρηση, και η υπόλοιπη στον Πανουργιά, οι άντρες του οποίου υποχώρησαν όταν πληγώθηκε.
Έχοντας η πλειοψηφία των Ελλήνων υποχωρήσει, οι Τούρκοι συγκέντρωσαν την επιθετική τους ισχύ ενάντια στη θέση του Διάκου στη γέφυρα της Αλαμάνας. Βλέποντας ότι ήταν θέμα χρόνου προτού κατακλυστούν απ' τον εχθρό, ο Μπούσγος, που πολεμούσε παράλληλα με τον Διάκο, του πρότεινε να υποχωρήσουν. Ο ψυχογιός του, βλέποντας τους άλλους να φεύγουν έφερε ένα άλογο στον Διάκο και τον παρότρεινε να φύγει κι αυτός.
Όμως ο Διάκος δεν δείλιασε και δεν έφυγε. «Δεν φεύγω» του απάντησε.
Θυμήθηκε ότι και ο Λεωνίδας άλλοτε, κάπου εκεί κοντά, δε φοβήθηκε τις μυριάδες των Περσών. «Αγίασε» με το αίμα του άλλη μια φορά τον ιερό εκείνο τόπο, όπου οι προσκυνητές θαυμάζουν την παλιά και τη νέα ανδραγαθία των Ελλήνων. Πολέμησε λοιπόν με πρωτοφανή ανδρεία και ανέστησε τις παλιές ένδοξες ημέρες των 300 του Λεωνίδα. Κι αυτός πλέον δεν είχε ούτε 300, αλλά μόνο 20-30 συμπολεμιστές του σε μια απελπισμένη μάχη σώμα με σώμα, λίγες ώρες πριν συντριβούν...
Η άνιση μάχη αρχίζει κι απ' τους πρώτους νεκρούς που πέφτουν μπροστά του, είναι ο αδερφός του Κωνσταντίνος Μασαβέτας, τον οποίο ο Διάκος χρησιμοποιεί πλέον σαν ασπίδα στις επιθέσεις που δέχεται. Με μόνο 10 αγωνιστές που του έχουν απομείνει, μεταβαίνει στη θέση Μανδροστάματα της μονής Δαμάστας, όπου οχυρώνεται και πολεμά εκεί για μια ώρα περίπου.
Όλοι οι σύντροφοί του σκοτώνονται, εκτός απ' τον ψυχογιό του. Ο ίδιος τραυματίζεται κι αφού πετάει το τουφέκι του που έχει σπάσει από την υπερβολική χρήση, όπως και το σπαθί του που το βρήκε βόλι κοντά στην λαβή, συνεχίζει να πολεμά και να αντιστέκεται, βαστώντας στο αριστερό χέρι την πιστόλα του. Οι Τούρκοι τον αναγνωρίζουν κι αφού τον περικυκλώνουν, τον συλλαμβάνουν ζωντανό, μες τα αίματα και τον οδηγούν στον Ομέρ Βρυώνη. Ο Ομέρ Βρυώνης σεβάσθηκε αρχικά τον ήρωα και δεν άφησε να τον σκοτώσουν επί τόπου.
Ο τελικός απολογισμός της μάχης της ημέρας εκείνης, ήταν περίπου 300 Έλληνες κι ελάχιστοι Τούρκοι νεκροί, ενώ αρκετοί ήταν οι τραυματίες.
Οι πασάδες, έχοντας αιχμάλωτους πλέον τον Διάκο και τον ψυχογιό του όδευσαν προς τη Λαμία (Ζητούνι). Χάριν της κενοδοξίας τους, έβαλαν τον Διάκο να περπατά μπροστά πεζός. Φοβούμενοι όμως σύντομα, μην τυχόν επιχειρήσει να διαφύγει τον έβαλαν να καθίσει σε ένα μουλάρι που είχε ελαφρά δεμένα το πόδια του για να μην μπορεί να τρέξει.
Την νύχτα της 23ης Απριλίου 1821, αφού έφτασαν στη Λαμία, τον ανέκριναν, παρόντος και του Χαλήλ μπέη, σημαίνοντα Τούρκου της Λαμίας, κοντά στην πλατεία Λαού, πλησίον του σημείου όπου θανατώθηκε τελικά ο Διάκος, ζητώντας να μάθουν στοιχεία για την Επανάσταση. Ο Διάκος άφοβα τους απάντησε ότι όλο το έθνος των Ελλήνων αποφάσισε να χαθεί ή να ελευθερωθεί.
Ο Ομέρ Βρυώνης, ο οποίος φέρεται να ήταν ελληνικής καταγωγής και δεν ήθελε τον θάνατο του Διάκου, καθώς τον γνώριζε από την αυλή του Αλή πασά και εκτιμούσε τις ικανότητές του, στην διάρκεια της συνοπτικής αυτής δίκης, του πρόσφερε τιμές, με αντάλλαγμα να παραιτηθεί του αγώνα και να προσχωρήσει στο τουρκικό στρατόπεδο, ασπαζόμενος τον ισλαμισμό. Ο Διάκος αρνήθηκε περήφανα.
Ο Μεχμέτ πασάς (συστράτηγος, αλλά ανώτερος του Ομέρ Βριώνη), θαυμάζοντας το θάρρος του Διάκου του είπε ότι είναι πρόθυμος να του παρέχει ιατρική περίθαλψη, αν ήθελε να τεθεί στην υπηρεσία του. Ο Διάκος απέρριψε την πρότασή του, λέγοντας «Δεν σε υπηρετώ. Αλλά και να σε υπηρετήσω, δε θα σε ωφελήσω». Ο Μεχμέτ πασάς τότε τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει. Αυτό δεν φαίνεται να πτόησε τον Διάκο που του απάντησε «Η Ελλάς έχει πολλούς Διάκους».
Την επόμενη μέρα, την 24η Απριλίου, ημέρα Κυριακή και κατόπιν επίμονης απαιτήσεως του Χαλήλ μπέη, εκδόθηκε απόφαση για θανατική ποινή με ανασκολοπισμό (σούβλισμα), καθώς όπως υποστήριζε, ο Διάκος είχε σκοτώσει πολλούς Τούρκους και θα έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά.
Ο Χαλήλ μπέης μάλιστα, απαίτησε στο σημείο του μαρτυρίου να είναι παρών κι ο ανηψιός του Διάκου, ο 16χρονος Κωνσταντίνος Κούστας, έτσι ώστε, βλέποντάς τον ο Διάκος, να μην βασανίζεται μόνο σωματικά, αλλά και ψυχικά.
Αυτός που κοινοποίησε την σκληρή απόφαση στον Διάκο, του έδωσε να κρατά στα χέρια του και το εργαλείο του θανάτου του, λέγοντάς του να τον ακολουθήσει κρατώντας το. Αυτός αγανακτώντας το πέταξε κάτω και φώναξε σε μερικούς Αλβανούς που ήταν γύρω του, «Δεν βρίσκεται κάποιος να με σκοτώσει; Γιατί αφήνετε τους Ανατολίτες να με παιδεύουν; Εγώ κακούργος δεν είμαι» (σύμφωνα με άλλη εκδοχή, αυτό φέρεται να το είπε όταν τον σούβλιζαν).
Κάποιοι απ' τον συγκεντρωμένο κόσμο του είπαν τότε να τουρκέψει για να σώσει το τομάρι του. Ο Διάκος γυρίζοντας προς αυτούς, τους απαντά, «Εγώ Γραικός εγεννήθηκα και Γραικός θ' αποθάνω» (σύμφωνα με άλλη εκδοχή, αυτή η φράση ειπώθηκε ενώπιον του Ομέρ Βρυώνη, όταν του έκανε ανάλογη πρόταση).
Οδεύοντας προς τον τόπο του μαρτυρίου, η παράδοση φέρει τον Διάκο να μονολογεί με πίκρα ατενίζοντας την ανοιξιάτικη φύση «Για ιδέ καιρόν που διάλεξεν ο χάρος να με πάρει. Τώρα π' ανθίζουν τα κλαδιά και βγάν' η γη χορτάρι».

Ο ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΠΑΠΑΣ. ΕΞΩΛΕΣΤΑΤΟΝ ΤΟΝ ΑΠΟΚΑΛΕΙ Ο Π.Π. ΓΕΡΜΑΝΟΣ
παπαφλεσσας1Ο Παπαφλέσσας δεν υπήρξε ποτέ παπάς ή καλόγερος. Απεναντίας μελέτησε τους Έλληνες, γι’ αυτό κι έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια τους αφορισμούς του ανθελληνικού παπαδαριού και τα «εξωλέστατος» του πλατσικολόγου Π.Π Γερμανού.
“…. ο δε Δικαίος, άνθρωπος απατεών και εξωλέστατος, περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τίνι τρόπω να ερεθίση την ταραχήν του Έθνους, δια να πλουτίση εκ των αρπαγών, τους εβεβαίωνεν, ότι είναι τα πάντα έτοιμα.» («Απομνημονεύματα»). Ο Δημητσανίτης δεσπότης Π.Π.Γερμανός για τον ηρωϊκό Παπαφλέσσα.
Δίχως ίχνος ντροπής η ελληνική πολιτεία διδάσκει στους νέους της ότι οι ανθέλληνες ιεράρχες και το παπαδαριό όχι μόνον συνέβαλαν στην επανάσταση αλλά κι ότι σ’ αυτούς κυρίως χρωστάμε την ελευθερία μας!
Στα πλαίσια αυτής της προπαγάνδας μας παρουσιάζουν για ιερωμένους ανθρώπους οι οποίοι για να αποφύγουν την σύλληψή τους από τους Τούρκους, αλλά και για να κινούνται με άνεση – όπως βεβαίως όλο το παπαδαριό την διέθετε επί τουρκοκρατίας – μέσα στην οθωμανική επικράτεια, αναγκάστηκαν να παριστάνουν τους παπάδες.
Μια τέτοια περίπτωση είναι και του Παπαφλέσσα.
Ο Ιστοριοδίφης Ευαγγελίδης Τρ. Ε. , θα μας διαφωτίσει για την αληθινή ιστορία του Παπαφλέσσα μέσα από την ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ (1930). Φαίνεται ότι την εποχή εκείνη δεν είχε συντελεστεί ακόμα πλήρως το έγκλημα της παραποίησης της ελληνικής ιστορίας υπέρ της ορθοδοξίας. Να, λοιπόν τι γράφει:
Ο παππούς του Γεώργιος φονεύθηκε στα Ορλωφικά (1770). Ο πατέρας του Δημήτριος επίσης το 1799 σε συμπλοκή με Τούρκους πέριξ της Σπάρτης. Άφησε ορφανού 27 γιους και μια θυγατέρα. Ο Γρηγόριος Φλέσσας γεννήθηκε στην Πολιανή το 1788.
Υπήρξε ο εμψυχωτής και ο κύριος μοχλός της Επανάστασης, αφού κατόρθωσε να υπερνικήσει τα προβαλλόμενα εμπόδια από τους προκρίτους, τους κοτζαμπάσηδες και τους κληρικούς. Μαθήτευσε στην σχολή της Δημητσάνης. Μετά το πέρας των σπουδών του δημοσίευσε σάτιρες, στις οποίες καταφέρονταν κατά της οθωμανικής διοίκησης. Υπέγραφε ως «Φως Καλάμιος τούνομα Γρηγόριος».
Προδόθηκε όμως στους Τούρκους και μετά από ένοπλη αντίσταση και καταδίωξη αναγκάστηκε να καταφύγει στη μονή της Ρεκίτσας, περιφέρειας Σπάρτης. Εκεί ο ηγούμενος τον συμβούλεψε να ντυθεί καλόγερος και ν’ αλλάξει όνομα. Κατόπιν πήγε στη Ζάκυνθο όπου γνωρίστηκε με τον Κολοκοτρώνη και άλλους. Από εκεί μεταβαίνει στην Κωνσταντινούπολη και κατορθώνει να αποκτήσει την εμπιστοσύνη του μητροπολίτη Δέρκων.
Προσλαμβάνει ως καθηγητή του τον Αινιάνα και μελετά τις δημηγορίες του Θουκυδίδη. Γνωρίζεται με φιλικούς οι οποίοι του εμπιστεύονται τα πάντα και δέχεται τον επικίνδυνο ρόλο του αποστόλου.
Στη συνέχεια ο συγγραφέας περιγράφει την συνεχή δράση του Παπαφλέσσα, σε πολλά μέρη της οθωμανικής επικράτειας υπέρ της επανάστασης, καθώς και τις προετοιμασίες του με πολεμικά εφόδια αλλά και όλη την ηρωική πολεμική του δράση. Αναφέρει ότι ο Π.Π. Γερμανός, ο δήθεν ευλογήσας την επανάσταση, τον υβρίζει «εξωλέστατον», λόγω της συνεχούς του επιμονής για την εδώ και τώρα κήρυξη της επανάστασης.
Ξένοι πρόξενοι και ιστορικοί (Hew, Φίνλεϋ) εκφράζουν τον θαυμασμό τους για τις πολεμικές αρετές και την ικανότητά του στην οργάνωση της μάχης.
Βλέπετε ότι ο Παπαφλέσσας μελέτησε Θουκυδίδη κι όχι τις δουλικές χριστιανικές ανοησίες του τύπου «αγαπάτε τους εχθρούς ημών».
Επομένως ο Παπαφλέσσας δεν υπήρξε ποτέ παπάς ή καλόγερος. Απεναντίας μελέτησε τους Έλληνες, γι’ αυτό κι έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια τους αφορισμούς του ανθελληνικού παπαδαριού και τα «εξωλέστατος» του πλατσικολόγου Π.Π Γερμανού.

Το Ψάρεμα στην εποχή του Περικλή

 

Σκηνή ψαρέματος
Σε αντίθεση με το κυνήγι το ψάρεμα στην αρχαία Ελλάδα δεν έχαιρε καμίας εκτίμησης. Για τον Πλάτωνα «Το ψάρεμα είναι μία απασχόληση που δεν αρμόζει σε άντρα από καλή γενιά».


Με το ψάρεμα ασχολούνταν οι επαγγελματίες ψαράδες και περιστασιακά ο απλός λαός. Το ψάρεμα με καλάμι και «πετονιά» από πλεγμένο λινό ή αλογότριχα, γινόταν παντού. Για δόλωμα χρησιμοποιούσαν ένα κομμάτι ψαριού, ένα σκουλήκι ή ένα έντομο.
 
Ο Πλάτωνας και πάλι χαρακτηρίζει το ψάρεμα με κιούρτο (καλάθι) τεμπέλικο. Το συναντάμε όμως συχνά στην αρχαία Ελλάδα κυρίως στην Κωπαΐδα και τη Βοιωτία για χέλια.
 
Στη θάλασσα ψάρευαν κυρίως με δίχτυα τα οποία βύθιζαν χρησιμοποιώντας λίθινα ή πήλινα βαρίδια. Τη νύχτα χρησιμοποιούσαν ρητινοφόρα δαδιά για να προσελκύσουν τα ψάρια με το φως τους. 
 
Ο πραγματικός θησαυρός για τους επαγγελματίες ψαράδες ήταν ο τόνος, που κολυμπά 80 χιλιόμετρα την ώρα ενώ, μπορούσε να ξεπερνά τα πέντε μέτρα και τα 900 κιλά. Το ψάρεμά τους γινόταν στη Μεσόγειο, κυρίως όμως στη θάλασσα του Μαρμαρά. Γενικά χρησιμοποιούσαν ένα ειδικό δίχτυ για τόνους. Την αυγή ή το δειλινό , τα κοπάδια των τόνων περικυκλώνονταν από βάρκες, έπειτα παρασύρονταν σε ένα λαβύρινθο διχτυών με μεγάλα ανοίγματα, στερεωμένων μόνιμα κοντά στην ακτή. Εγκλωβισμένα στο βάθος της παγίδας φτιαγμένης από πυκνά δίχτυα και πασσάλους, τα ψάρια θανατώνονταν με τρίαινες και καμάκια.
 
Στις μεγάλες πόλεις, η ζήτηση ψαριών και θαλασσινών ήταν τόσο μεγάλη, ώστε δημιουργούνταν εκτροφεία αλλά και χώροι συντήρησης σε μεγάλη κλίμακα. Για την επεξεργασία των ψαριών υπήρχαν επί τόπου πραγματικά εργοστάσια παστώματος. Μόλις ψαρευτούν τα ψάρια ρίχνονται σε πελώριες δεξαμενές με άλμη. Μετά τα αποξέραιναν και τα συμπίεζαν. Συσκευασμένα σε δοχεία μετά στέλνονταν σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο ακόμα και σε περιοχές μακριά από τις ακτές. Η εμπορική τους κίνηση ήταν τεράστια: μαζί με τα δημητριακά, αντιπροσωπεύουν αναμφισβήτητα το μεγαλύτερο όγκο πωλήσεων. Οι «κονσέρβες» αυτές πουλιούνται στις αγορές, δίπλα στα φρέσκα ψάρια που ψαρεύτηκαν τη νύχτα. Η ψαραγορά της Αθήνας έχει τη φήμη του πιο ζωντανού και γραφικού τμήματος της Αγοράς.
 
Όταν έχει κανείς την τύχη να βάλει στην κουζίνα του ψάρι φρέσκο, οι συνταγές δεν λείπουν. Ο τόνος ψήνεται σε φέτες, ενώ το μουγγρί και το καλκάνι γίνονται ψαρόσουπα: το χέλι, τυλιγμένο σε φύλλα σέσκουλου, και η παλαμίδα, τυλιγμένη σε φύλλα συκιάς, ψήνονται στη λαδόκολλα. Το σαλάχι ήταν ιδιαίτερα αγαπητό βραστό, με τυρί και σίλφιον, η τσιπούρα με δαμάσκηνα. Στην πόλη, οι φτωχοί περιορίζονταν συχνά στον τάριχο, ψάρι παστό, με άλλα λόγια. Αφού μαριναριστεί στο λάδι, ο τάριχος τρωγόταν σκέτος, μαζί με ψωμί ή μια γαλέτα δημητριακών! Στην Αθήνα, το φαγητό αυτό ήταν τόσο διαδεδομένο, ώστε η λέξη «όψον», δηλαδή «κάθε στερεά τροφή που συνοδεύει το ψωμί», κατέληξε να σημαίνει ψάρι, ενώ όποιος έχει αδυναμία στο ψάρι ονομάζεται οψοφάγος. Το όψον, πάντως, μπορούσε να γίνει πιο νόστιμο αν συνοδευόταν από θυμάρι και κρεμμύδι, όπως έκαναν οι στρατιώτες με το ψάρι που κουβαλούσανε μαζί τους στις εκστρατείες, τυλιγμένο σ’ένα φύλλο συκιάς.   
  
Ιχθυοπινάκιο το σκεύος για την κατανάλωση των ψαριών

Ιχθυοπινάκιο
Τα ιχθυοπινάκια ήταν δημοφιλές είδος ερυθρόμορφων αγγείων στην αρχαιότητα. Στην επιφάνειά τους συνωστίζονται μπριάνες και λέστιες, γαρίδες και χταπόδια, αλλά και ιππόκαμποι. Ο υπομονετικός παρατηρητής ανακαλύπτει διαρκώς νέες λεπτομέρειες που χαρίζουν σε καθένα από τα πιάτα αυτά, ακόμη και σε καθένα από τα εικονιζόμενα θαλάσσια όντα, έναν μοναδικό, ανεπανάληπτο χαρακτήρα.
 
Η παραγωγή τους ξεκίνησε σε αττικά εργαστήρια γύρω στα τέλη του 5ου αρχές του 4ου αι. π.Χ. Γνώρισαν ωστόσο ευρύτατη διάδοση στα εργαστήρια των ελληνικών αποικιών της Σικελίας και της Κάτω Ιταλίας, ιδιαίτερα στο διάστημα 350-320 π.Χ. Σήμερα υπάρχουν παγκοσμίως 1.000 γνωστά ιχθυοπινάκια.

Παρά την εύλογη σύνδεσή τους με την κατανάλωση ψαριών, η χρήση τους δεν είναι βεβαιωμένη ούτε ξεκάθαρη. Φαίνεται ότι τα ιχθυοπινάκια δεν έβρισκαν θέση μόνο στο τραπέζι των αρχαίων αλλά –κυρίως– συνόδευαν τους νεκρούς στο ταξίδι τους στον Κάτω Κόσμο.

Τα ιχθυοπινάκια της Συλλογής Florence Gottet, που παρουσιάζουμε εδώ, προέρχονται στο μεγαλύτερο μέρος τους από τις ελληνικές αποικίες στη δυτική Μεσόγειο (Σικελία και σημερινές περιοχές της Καμπανίας και της Απουλίας) και χρονολογούνται στο β´ μισό του 4ου αιώνα π.Χ.
 
Ως ιχθυοπινάκια χαρακτηρίζουμε καταρχάς ένα συγκεκριμένο σχήμα αγγείου, ανεξάρτητα από τη γραπτή του διακόσμηση. Τα αγγεία αυτά διακρίνονται για το χείλος με κάθετο περιχείλωμα και μία κεντρική κοίλανση, ενώ το πόδι ποικίλλει ανάλογα με το χώρο και το χρόνο κατασκευής τους. Η καθιέρωση της ονομασίας αυτής οφείλεται στην ερμηνεία της χρήσης των πινακίων, η οποία βασίστηκε στη διακόσμησή τους: θεωρείται πως τα ιχθυοπινάκια στην αρχαία Ελλάδα ήταν επιτραπέζια σκεύη για το σερβίρισμα του ψαριού και ότι η κεντρική κοίλανση χρησίμευε στη συγκέντρωση των υγρών του ψαριού, του γάρου.
Αγγεία με τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά των ιχθυοπινακίων εμφανίζονται στην Αττική λίγο μετά το 400 π.Χ. Τότε προέκυψε από μια μεγάλη ποικιλία πινακίων μια ομάδα αγγείων (περίπου τριάντα) με χαμηλό πόδι, κάθετο περιχείλωμα και μικρό κοίλο ομφαλό, τα οποία έφεραν όλα στην επιφάνειά τους παραστάσεις του μύθου της αρπαγής της Ευρώπης. Σε αυτά, για πρώτη φορά, εμφανίζονται ως τμήμα της γραπτής διακόσμησης ψάρια και άλλα θαλάσσια πλάσματα συμβολίζοντας τη θάλασσα την οποία διέσχισε ο ταύρος του μύθου της αρπαγής της Ευρώπης.

Έτσι, η πρώτη παρουσία ψαριών σε ιχθυοπινάκια δεν συνδέεται με το διατροφικό είδος, αλλά με τη συμβολική απεικόνιση της θάλασσας.

Τι νέο φέρνει στην υγεία η βιοδιασπώμενη μπαταρία;

Μια πλήρως βιοδιασπώμενη μικροσκοπική μπαταρία η οποία διαλύεται σταδιακά μέσα στο σώμα, δημιούργησαν αμερικανοί επιστήμονες. Με αυτόν τον τρόπο ανοίγει ο δρόμος για την κατασκευή ιατρικών νανο-συσκευών που θα εμφυτεύονται στο σώμα για να χορηγούν φάρμακα ή για να καταγράφουν ζωτικές λειτουργίες.

Τι νέο φέρνει στην υγεία η βιοδιασπώμενη μπαταρία;Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Τζον Ρότζερς του Πανεπιστημίου του Ιλινόις, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για εξελιγμένα υλικά «Advanced Materials», σύμφωνα με το «Nature», χρησιμοποιούν μαγνήσιο για την άνοδο της μπαταρίας και σίδηρο, μολυβδένιο ή βολφράμιο για την κάθοδο.
Όλα αυτά τα μέταλλα διαλύονται αργά στο σώμα και τα ιόντα τους είναι βιοσυμβατά σε χαμηλές συγκεντρώσεις.
Πως λειτουργεί
Όταν αυτή η μπαταρία διαλύεται, απελευθερώνει στο σώμα λιγότερα από 9 μιλιγκράμ (χιλιοστόγραμμα) μαγνήσιου, περίπου τη διπλάσια ποσότητα ενός πλέγματος «στεντ» για στεφανιαία αρτηρία από το ίδιο υλικό, μία ποσότητα που θεωρείται απίθανο να προκαλέσει κάποιο πρόβλημα υγείας.

Το 2012, η ίδια ερευνητική ομάδα είχε δημιουργήσει μια σειρά από βιοδιασπώμενα "τσιπάκια" πυριτίου, τα οποία μπορούν να παρακολουθούν τη θερμοκρασία του σώματος και άλλες παραμέτρους, που στη συνέχεια στέλνουν ασύρματα σε εξωτερικές συσκευές. Η κατασκευή της βιοδιασπώμενης μπαταρίας αποτελεί το απαραίτητο συμπλήρωμα για τέτοια «τσιπ».
Σύμφωνα με τον Τζον Ρότζερς, «σχεδόν όλα τα βασικά συστατικά για την παραγωγή ενεργειακά αυτόνομων και βιοδιασπώμενων εμφυτευμάτων είναι πλέον διαθέσιμα».

Ο γάμος στην αρχαία Ελλάδα

Ο γάμος στην αρχαία Ελλάδα

Ο γάμος στην αρχαία Ελλάδα σε όλες τις πόλεις-κράτη κατοχυρωνόταν με νόμο, έπαιζε δε πρωτεύοντα ρόλο την κοινωνία. Αν και δεν ήταν υποχρεωτικός, οι νέοι έπρεπε να παντρευτούν, γιατί η κριτική που ασκούταν στους άγαμους ήταν έντονη και πολλές φορές χλευαστική. Η δημιουργία οικογένειας εξυπηρετούσε δύο βασικούς σκοπούς. Την απόκτηση απογόνων και την κληροδότηση της περιουσίας και δεύτερον την περίθαλψη των γονέων από τα παιδιά τους.
Στην αρχαία Ελλάδα επικρατούσε το μονογαμικό σύστημα. Οι γυναίκες ήταν πολίτισσες και προστατευόταν από τους νόμους. Οι άνδρες μπορούσαν να έχουν εξωσυζυγικές σχέσεις, αλλά μόνο τα παιδιά της νόμιμης συζύγου κληρονομούσαν όνομα και περιουσία. Οι άνδρες παντρευόταν κυρίως στην ηλικία των 24-30 ετών, ενώ η ηλικία της γυναίκας ήταν τα 12-16 χρόνια.
Στις γαμήλιες τελετές, δεν ήταν υποχρεωτικό να παραβρίσκεται ιερέας ή εκπρόσωπος του κράτους και έτσι η παρουσία μαρτύρων στα συμβόλαια, όπου καθοριζόταν η προίκα, ήταν απαραίτητη. Οι γάμοι γίνονταν τις μέρες που ήταν πανσέληνος και συνήθως το χειμώνα, το μήνα Γαμηλιώνα (δηλαδή από τα μέσα Ιανουαρίου έως τα μέσα Φεβρουαρίου), που ήταν αφιερωμένος στη θεά Ήρα.
Η τελετή του γάμου περιλάμβανε τρεις ξεχωριστές φάσεις: τα Προτέλεια ή Προαύλια ή Προγάμια, τον κυρίως γάμο και τα Επαύλια.
Η πρώτη, που ήταν ο αρραβώνας, η παρουσία της νύφης δεν ήταν υποχρεωτική. Εκεί γινόταν συμφωνία για την προίκα, η οποία συνήθως περιελάμβανε ρευστό, ρουχισμό, πολύτιμα αντικείμενα και δούλους, και έφτανε το λιγότερο στο ένα δέκατο της περιουσίας του πατέρα της νύφης. Άλλες φορές δινόταν σαν προίκα κι ένας κλήρος γης με τη μορφή πλασματικής ενοικίασης.
Ο γάμος στην αρχαία Αθήνα


Στην Αθήνα τα κορίτσια δεν επιτρεπόταν να έχουν καμία επαφή πριν παντρευτούν. Ο μοναδικός τρόπος για να επιλέξει σύζυγο μια κοπέλα ήταν το συνοικέσιο, το οποίο γινόταν από τις προξενήτρες. Ο πατέρας της νύφης και του γαμπρού συμφωνούσαν ενώπιον μαρτύρων να παντρευτούν τα παιδιά. Η συμφωνία αυτή ονομαζόταν εγγύη και επρόκειτο για μια πολύ σημαντική νομική πράξη παρά το γεγονός ότι ήταν προφορική. Η εγγύη αποτελούσε ένα είδος αρραβώνα. Στην Αθήνα υπήρχε νόμος που απαγόρευε σε έναν άνδρα να παντρευτεί μια γυναίκα που δεν ανήκε σε οικογένεια Αθηναίων πολιτών αν και πολλές φορές ο συγκεκριμένος νόμος δεν εφαρμοζόταν. Απαγορευόταν στους αθηναίους να παντρευτούν με μια ξένη.
Κατά την πρώτη μέρα του γάμου, που κι εδώ διαρκούσε τρεις μέρες, ο πατέρας της νύφης έκανε τις καθιερωμένες προσφορές στους θεούς, η νύφη πρόσφερε τα παιδικά της παιχνίδια στην θεά Άρτεμη για να δείξει συμβολικά την αποκοπή από την προηγούμενη ζωή της και οι μελλόνυμφοι λούζονταν με νερό που έφερναν με ειδικό αγγείο από μια ιερή πηγή, την Καλλιρρόη. Τη δεύτερη μέρα γινόταν το γαμήλιο γεύμα από τον πατέρα της νύφης και η ίδια πάνω σε άμαξα πήγαινε στο νέο της σπίτι. Την τρίτη μέρα η νύφη δεχόταν τα γαμήλια δώρα στο σπίτι της. Οι γάμοι ήταν πάντα αφιερωμένοι στην θεά Ήρα, την προστάτιδα του θεσμού του γάμου.
Το διαζύγιο στην Αθήνα γινόταν με την αποπομπή της συζύγου από το σπίτι. Ο άνδρας είχε πάντα το δικαίωμα να διώξει τη γυναίκα του και όταν ακόμα δεν είχε για τίποτα να την κατηγορήσει. Η απιστία στην αθηναϊκή κοινωνία θεωρούνταν μεγάλο αδίκημα και τιμωρούνταν με αποπομπή από το σπίτι ή με απαγόρευση της συμμετοχής στις θρησκευτικές γιορτές.
Ο γάμος στην αρχαία Σπάρτη


Στη Σπάρτη όσοι έμεναν ανύπαντροι ως τα γεράματα δεν τους εκτιμούσαν όπως τους άλλους γέρους. Όταν κάποιος νέος ήθελε να παντρευτεί, «άρπαζε» την κοπέλα που επιθυμούσε. Την παρέδιδε σε μια γυναίκα, τη νυμφεύτρια, που τις έκοβε τα μαλλιά, την έντυνε με ανδρικά ρούχα και την ξάπλωνε σε αχυρένιο στρώμα μόνη. Κατόπιν ο γαμπρός έφευγε από το στρατόπεδο και την συναντούσε κρυφά και πάντα στο σκοτάδι. Περνούσε αρκετός καιρός και αρκετές συνευρέσεις μέχρι ο γαμπρός να δει το πρόσωπο της νύφης.
Όταν ένα ζευγάρι δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδιά και γι’ αυτό ευθυνόταν η γυναίκα, ο άνδρας μπορούσε να τη διώξει από το σπίτι ή να φέρει κάποια στο σπίτι με την οποία θα μπορούσε να αποκτήσει παιδιά. Αν δεν μπορούσαν να κάνουν παιδιά από ανικανότητα του συζύγου, επιτρεπόταν η γυναίκα να μείνει έγκυος από άλλον άνδρα αφού όμως ο σύζυγος έδινε τη συγκατάθεση του. Όταν ένας σύζυγος είχε αποκτήσει πολλά παιδιά ήταν τιμή για αυτόν να δώσει τη γυναίκα του να την παντρευτεί κάποιος από τους φίλους του.
Τέλος θα πρέπει να αναφέρουμε ότι στην αρχαία Ελλάδα μαζί με το αντρόγυνο πολλές φορές ζούσαν και οι παλλακίδες, οι οποίες ήταν δούλες και είχαν ερωτική σχέση με τον άνδρα. Η σχέση αυτή θεωρούνταν φυσιολογική. Μάλιστα ο σύζυγος απαιτούσε από την παλλακίδα την ίδια πίστη που απαιτούσε κι από τη νόμιμη σύζυγο του. Μπορούσε να αποκτήσει και παιδιά μαζί της τα οποία όμως συνήθως δεν είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα.

 

Οι άγνωστες μάχες των Ελληνίδων του 1821

Σκόρπια χαρακτηριστικά σκίτσα γυναικείας δραστηριότητος θα παρουσιαστούν στην γρήγορη παρακάτω έρευνα, γιατί μια μελέτη του ρόλου της γυναίκας στην Επαναστατική περίοδο του 1821 και πριν από αυτή, δεν μπορεί να περιοριστεί σε λίγες σελίδες.
Οι άγνωστες μάχες των Ελληνίδων του 1821Το έργο αυτό είναι πολύμοχθο μα και Εθνικά αναγκαίο για την συνειδητοποίηση της συνεισφοράς στην εθνική μας Αναγέννηση του μισού πλην παραγνωρισμένου ιστορικά πληθυσμού...
Δύο ακριτικές περιοχές, το Σούλι και η Μάνη μας δίδουν άφθονο υλικό και στα προεπαναστατικά χρόνια και στα κατοπινά για να εκτιμήσουμε τη συμβολή της Γυναίκας στην αναβίωση του Έθνους μας.Ελεύθερες και αυτόνομες κι’ οι δύο περιοχές, με ανεπτυγμένο δημοκρατικά το κοινοτικό τους σύστημα, στους αδιάκοπους αγώνες διά την διατήρηση της αυτονομίας τους, είχαν επιτύχει μια πολύ βελτιωμένη θέση στην κοινωνική ζωή της γυναίκας.
Η ξακουστή Κωνσταντινιά αχώριστος σύντροφος και  συμπολεμιστής του Ζαχαριά που η παράδοση άλλοτε μας την φέρνει σαν την μονάκριβη όμορφη κόρη ενός παπά της Κυνουρίας που τιμώρησε ο Ζαχαριάς για τις ανομίες του κι’ άλλοτε πάλι σαν εκδικήτρια 7 αδελφών της σκοτωμένων.
Η καπετάνισσα η μάνα του Θόδωρου Κολοκοτρώνη, άλλη ιστορική μορφή του Μωρηά.
Η Βλαχοθανάσω που συνέδεσε τ’ όνομά της με τη γόνιμη πατριωτική δράση του  Καπετάν – Μαντά,μεγάλου Κλέφτη στα μέσα του 18ου αιώνα.
Κι εδώ μια παρένθεση: Η γυναίκα αντάρτισσα, σύντροφος και συμπολεμιστής του Κλέφτη κι’ αργότερα τουΕπαναστάτη, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. Άλλες κοπέλες με φανερή την ιδιότητα του φύλλου τους και άλλες μεταμφιεσμένες σε παλικάρια, στάθηκαν κι’ αυτές δημιουργοί του Αθάνατου Έπους της Κλεφτουριάς.
Οι Μανιάτισσες στον πόλεμο και στο κούρσεμα ασυναγώνιστες δίπλα στους άνδρες είχαν την τιμή πρώτες να μπουν στην Καλαμάτα, και να ελευθερώσουν  την πόλη.
Στην πολιορκία της Τριπολιτσάς από την στοματική παράδοση κι’ από τις αφηγήσεις των αγωνιστών, βρίσκουμε σκόρπια μα άφθονα στοιχεία της γυναικείας παρουσίας. Τα στρατόπεδα ήσαν ανάμικτα με άνδρες και γυναίκες. Η ίδια σκληρή ζωή δοκίμασε αμφότερα τα φύλα. Καθένας πρόσφερε τις υπηρεσίες του. Κι’ έμεινε ξακουστή η δράση των Τεγεατισσών, των γυναικών της Βορείας Κυνουρίας και τουΧρυσοβιτσιού.

Εδώ ας θυμηθούμε τις γυναίκες απ’ τα Σουλιμοχώρια της Μεσσηνίας, περίφημες για τις πολεμικές τους ικανότητες. Ένα χρόνο ύστερα η ομαδική γυναικεία δραστηριότητα και τόλμη απαθανατίζεται από τονΦωτάκο: "Η εκστρατεία του Δράμαλη και οι πρώτες του νίκες έχουν γεμίσει με τρόμο τον Μωριά. Μανιάτικα τμήματα που βρίσκονταν στο Άργος πανικόβλητα περνούν τον Αχλαδόκαμπο με κατεύθυνση την Τρίπολη.
Πετιούνται αγριεμένες οι γυναίκες του Αχλαδοκάμπου και με τα γουχαΐσματα και τις αποδοκιμασίες τους, καλώντας τους να τους δώσουν τα όπλα να πάν αυτές να πολεμήσουν, κατορθώνουν να συγκρατήσουν την κατάσταση και να σταματήσουν τον πανικό. Πιο ύστερα όταν ο Ιμπραήμ περνάει με την φωτιά και το σίδερο ολόκληρη την Πελοπόννησο, Μανιάτισσες στην μάχη της Βέργας θαυματουργούν."
Ο τύπος της Μανιάτισσας που πολεμάει συνοδεύει τον άνδρα, πολεμάει μαζί του, κουρσεύει μαζί του, γκρεμοτσακίζει τον Ιμπραήμ την κρίσιμη ώρα, είναι η άλλη όψη του ιδίου νομίσματος της Ελληνίδας γυναίκας του 21.
Η γυναίκα του Ηλία Μαυρομιχάλη μαθαίνει το θάνατο του ανδρός της στα Ψαχνά της Ευβοίας. Ζητάει να της φέρουν την πάλλα (σπαθί) του σκοτωμένου. Την βάζει στην κούνια του νεογέννητου παιδιού της και το νανουρίζει να μεγαλώσει για να εκδικηθεί τον πατέρα του.
Η γριά Μαυρομιχάλαινα μαθαίνει το σκοτωμό του Καποδίστρια και την εξόντωση του γιου της και ανεψιού της που ήσαν οι δολοφόνοι του… Κάνει μνημόσυνο και για τους τρεις…
Κι’ ερχόμεθα στην Επανάσταση.
Στην Δημητσάνα οι γυναίκες με την αυτοθυσία τους μέσα σε μια νύχτα κατορθώνουν να καμουφλάρουν τόσο καλά τους μπαρουτόμυλους και να ξεγελάσουν τους Τούρκους. Οι ίδιες πάλι καθ’ όλην την διάρκεια του αγώνος ενισχυμένες κι’ από τις γυναίκες της υπόλοιπης Γορτυνίας, καταστρέφοντας την περίφημη Δημητσανίτικη Βιβλιοθήκη φτιάχνουν τ’ απαραίτητα πυρομαχικά και σώζουν την Επανάσταση.
Χαρακτηριστικός τύπος της Σουλιώτισσας η Καπετάνισσα Τζαβέλαινα που επί κεφαλής των γυναικών του Σουλίου στην κρίσιμη στιγμή ρίχνεται στην μάχη, πλευροκοπεί το Τούρκικο ασκέρι και χαρίζει την νίκη που η ευγνώμων μούσα χιλιοτραγούδησε αργότερα.
Από την ίδια ηρωική γενιά βγαλμένη η χήρα του Γιώργη Μπότσαρη, γιαγιά του Μάρκου, μας γνωρίζει το ηθικό ύψος της αρετής της, όταν χάριν της ενότητος του αγώνος συγχωρεί τον Γώγο Μπακόλα, θανάσιμο αντίπαλο της οικογένειας της και φονιά του ανδρός της, και πείθει το ίδιο να κάνουν και τα παιδιά της και όλο το συγγενολόι.
Αργότερα την τραγική αυτή σύζυγο και μητέρα θα την συναντήσουμε αδάκρυτη και αλύγιστη μαζί με το γέρο Νώτη Μπότσαρη, αφού έχει θάψει το παιδί του παιδίου της  το Μάρκο με τα ίδια της τα χέρια, να παίρνει μέρος στην έξοδο του Μεσολογγιού επί κεφαλής των δικών της.
Αφήνοντας κατά μέρος τη θρυλική περίπτωση του Ζαλόγγου, βρίσκει κανείς άφθονα στοιχεία, της γυναικείας παρουσίας, στην άλλη αυτόνομη γωνιά, τη Μάνη.
Πριν από την Επανάσταση η γυναίκα κι’ οι νυφάδες του φοβερού Παναγιώταρου που πολεμούν Τουρκαρβανίτες και τους νικούν.
Στο Ίσαρι της Αρκαδίας μονάχες οι γυναίκες με πρόχειρα μέσα άμυνας εμποδίζουν Τούρκικα αποσπάσματα να πατήσουν το χωριό. Κι’ εκεί κάπου κοντά στα σύνορα Αρκαδίας – Ηλείας ξετυλίγεται ένα από τα φοβερώτερα δράματα της Επαναστάσεως: Στα χέρια του Ιμπραήμ πέφτει ο ανθός από νεαρές κοπέλλες.
Η παράδοση διέσωσε τα ονόματα της Τρισεύγενης Δεληβοριά από τα Λαγκάδια που καταδιωκομένη από τις ορδές του Ιμπραήμ προτίμησε να πνίξη τα δύο μικρά παιδιά της και να πνιγή κι’ αυτή στο Λάδωνα παρά να αιχμαλωτισθή και να ατιμασθή.
Και η Ελένη Λιαροπούλου από τη Βυτίνα προτίμησε κι’ αυτή το θάνατο πέφτοντας μαζί με το παιδί της στον ποταμό Λούσιο.
Τι τράβηξαν οι γυναίκες αυτές το αφηγείται παραστατικά στο Μακρυγιάννη μια Παπαδιά από το χωριό του Μεγάλου Σπηλαίου:
«Όταν ήρθαν οι Τούρκοι εμείς είμαστε μέσα στο Βάλτο, στο νερό, τόσες ψυχές να γλιτώσωμεν˙ κι’ ήρθαν οι Τούρκοι και μας πιάσανε κι’ ήταν το σώμα μας καταματωμένο από τις αβδέλλες – μας φάγαν και τα παιδιά πεταμένα μέσα – γιομάτο το νερό, σαν μπακακάκια πλέγαν˙ κι’ άλλα ζωντανά κι άλλα τελείωναν.
Και μ’ έπιασαν οι Τούρκοι και με κοιμήθηκαν τριάντα οκτώ και με αφάνισαν κι’ εμένα και τις άλλες. Διατί τα τραβήξαμε αυτά; Δι’ αυτήνη την Πατρίδα. Και τώρα δικαιοσύνη δεν βρίσκομεν από κανέναν˙ όλο δόλο και απάτη».
Χωρίς να εξαντλείται το απέραντο θέμα της ομαδικής δραστηριότητος από ανάγκη χώρου, περνούμε στην υπόμνηση της ιστορικής δράσης εξαιρετικών γυναικών:
Στην Δημητσάνα η Κυρά-Θανάσω Αντωνοπούλου από το Δεληγιαννέϊκο σόϊ.
Πιο κάτω στο Παλούμπα η αδελφή του Γιωργακλή Κολοκοτρώνη, η Στεκούλα, κατοπινή σύζυγος τουΣτρατηγού Πλαπούτα.Φημιζόταν για την παλληκαριά της και σε μάχη με Λαλαιούς Τουρκαλβανούς, είχε αφοπλίσει και σκοτώσει τον περίφημο για τη θηριωδία του Αχμέτ Αγά.
Πιο κάτω στο Λεοντάρι η γυναίκα του Πέτρου Σαλαμώνου, παραστάτη (Βουλευτού) της επαρχίας Λεονταρίου, κατά την Επανάσταση, περίφημη για τις οικονομολογικές της ικανότητες και την ευψυχία της. Στάθηκε η ψυχή του ανεφοδιασμού των Λεονταρίτικων τμημάτων και δεν δίστασε νάρθη εις ανοιχτή σύγκρουση με τον Παπαφλέσσα!
Εδώ οι γυναίκες του Λεονταριού είναι ανάγκη να μιλήσουμε και για την περίφημη Χανούμισσα, φιλενάδα και εμπνεύστρια του Παπαφλέσσα που βαπτίσθηκε Χριστιανή. Η παράδοση δεν διέσωσε ούτε τ’ όνομά της κι’ όμως φαίνεται πως ήταν μια εξαιρετική γυναίκα που είχε υποτάξει το θρυλικό Αρχιμανδρίτη.
Η Αγγελίνα, κόρη του Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη, γυναίκα του Νικηταρά, είναι μια άλλη εξαιρετική Ελληνίδα άξια σύζυγος πλάι στον υπεράξιο Τουρκοφάγο.
Στη Μάνη ξεχωρίζει η γυναίκα του Ηλία Μαυρομιχάλη που πρόωρα σκοτώθηκε στην Εύβοια.
Στο Μιστρά για τη σοφία της και τον πατριωτισμό της, η Ηγουμένη της Παντάνασσας.
Πιο κάτω στο Ναύπλιο έζησε και έδρασε, κυρίως στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια επί Όθωνος, η περίφημη Παπαλέξαινα.
Απ’ τα Μελίσσια της Κορινθίας η Σοφία Ρέντη, στάθηκε η ηρωίδα εμφυλίων πολέμων, γιατί για το χατίρι της οι Νοταράδες, ο Πάνος Κολοκοτρώνης και ο Καλλέργης, παρ’ ολίγο να πετσοκοφτούν για τα όμορφα μάτια της και τα πλούσια σταφιδοχώραφα του πατέρα της.
Ας θυμηθούμε ακόμη και την Κυρά – Φλώρα, γυναίκα του Σισίνη στο Χλιμούτσι της Ανδραβίδας.
Υπάρχουν βέβαια εκατοντάδες κι’ ίσως χιλιάδες επώνυμες γυναίκες που δικαιούνται να μνημονεύονται για την Εθνική τους δράση στην Επανάσταση του '21 και πριν απ’ αυτή, και υπάρχουν, και εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες ανώνυμες που με την ομαδική τους δράση ορθοπόδησαν την Εθνική μας Απελευθέρωση.
Γιατί όσο και αν οι άνθρωποι έχουν ενισχυμένη την μνήμη τους μονάχα σαν πρόκειται για μεγάλους πολέμαρχους, για φονικές μάχες και για ηρωισμούς με τη στενή έννοια του όρου, η σύγχρονη ιστορία ενδιαφέρεται και δια τους οικονομικούς συντελεστές μιας προσπάθειας.
Το πώς ο πολεμιστής έφθασε στην μάχη, έχοντας τα στοιχειώδη εφόδια, που βρέθηκαν τα υλικά μέσα, πως κρατήθηκε η παραγωγή σε ώρα πολέμου, όλα αυτά έπαψαν πλέον να αποτελούν τις φτωχοσυνοικίες της ιστορικής έρευνας, διότι δίχως αυτά δεν θα μπορούσε να κρατηθεί η Ελληνική Επανάσταση.

Σκανάροντας το παρελθόν ~ Πυραμίδες

Έχοντας στα χέρια τους, μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας, κορυφαίοι επιστήμονες σαρώνουν με λέιζερ τα αρχαία μνημεία και μας αποκαλύπτουν πολύτιμα μυστικά και δίνουν απαντήσεις σε σημαντικά ερωτήματα.

Η ομάδα, ταξιδεύει την Αίγυπτο για να μελετήσει τις πυραμίδες, τα ταφικά μνημεία των πανίσχυρων Φαραώ, και να ανακαλύψει τα μυστικά της κατασκευής αυτών των οικοδομημάτων, που αποτελούν τα πιο εντυπωσιακά κτίσματα του αρχαίου κόσμου.



1821 – ΠΑΤΡΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ: ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟ ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ ΔΟΥΛΕΙΑΣ

To 1798 εκδίδεται από το σουλτανοπατριαρχικό τυπογραφείο η «Πατρική Διδασκαλία» (πρωτότυπος τίτλος: «Διδασκαλία Πατρική»), ένα εμετικό τουρκόφιλο έντυπο, αντάξιο του Πατριαρχείου, που επιτίθεται εναντίον των ιδεών της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας και ουσιαστικά κατά των ιδεών του Ρήγα. Πρόκειται για ένα από τα πολλά έντυπα που εκδιδόταν από το Πατριαρχείο και τους παρατρεχάμενούς του, στην προσπάθεια των τουρκοϋπαλλήλων να διατηρήσουν τον ραγιαδισμό.
Ως συγγραφέας του αναφέρεται ο ετοιμοθάνατος πατριάρχης Ιεροσολύμων Άνθιμος, αλλά πολλοί ιστορικοί πιστεύουν πως ήταν ο Γρηγόριος ο Ε' αυτός που το συνέταξε (κατ' άλλους, αποτελεί «πόνημα» του Αθανάσιου Πάριου, «άγιου» της Ορθόδοξης Εκκλησίας).
Το Πατριαρχείο δεν είχε τυπογραφικό πιεστήριο από την εποχή της πατριαρχίας του Κύριλλου Λούκαρη, στις αρχές του δέκατου εβδόμου αιώνα. Το γεγονός ότι μπόρεσε να επανασυγκροτηθεί, εκείνη ακριβώς την εποχή και με την έγκριση των οθωμανικών αρχών, τυπογραφείο υπό τον άμεσο έλεγχο του Πατριαρχείου ήταν ενδεικτικό της πιεστικής ανάγκης πού ένιωθαν τόσο ή Εκκλησία όσο και ή Πύλη να καταπολεμήσουν τα ρεύματα των νέων Ιδεών, πού διαδίδονταν μέσω των εκδόσεων των τυπογραφείων της διασποράς και ιδιαίτερα εκείνων της Βενετίας και της Βιέννης. Η «Διδασκαλία Πατρική» προειδοποιούσε αυστηρά για «τας νεοφανείς ελπίδας της Ελευθερίας», τις οποίες ο συγγραφέας θεωρούσε ως «νεοφανή και έντεχνον παγίδα», το τελευταίο τέχνασμα το όποιο «εμεθοδεύθη» «ο πρώτος αποστάτης Διάβολος» για να παραπλανήσει τους ευσεβείς. Ως αντίδοτο στην επώδυνη φωνή της ελευθερίας, ο συγγραφέας συμβούλευε υποταγή στην «ισχυράν βασιλείαν των Οθωμανών», ή οποία ήταν το δώρο του Θεού προς τους ορθόδοξους χριστιανούς, σταλμένο για να τους προστατεύει από τις αιρέσεις. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, ή Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε δημιουργηθεί από τον Θεό εκ του μηδενός, σε μια εποχή πού ή χριστιανική ρωμαϊκή αυτοκρατορία άρχισε να «χωλαίνει εις τα της ορθοδόξου πίστεως φρονήματα», με σκοπό να «είναι εις μεν τους Δυτικούς ωσάν ένας χαλινός, εις δε τους Ανατολικούς ημάς πρόξενος σωτηρίας».
Οι πραγματικοί ορθόδοξοι χριστιανοί, κατά συνέπεια, όφειλαν να υποταχθούν με ευγνωμοσύνη στους θεόσταλτους αφέντες τους και να ξεχάσουν κάθε μάταιη συζήτηση για απατηλές ελευθερίες πάνω σ' αυτή τη γη. Το «νυν θρυλλούμενον σύστημα της ελευθερίας», πού είχε εμφανισθεί στις χώρες της Δύσης εκείνη την εποχή, αντέβαινε προς «τα ρητά της θείας Γραφής και των Αγίων Αποστόλων, οπού μας προστάζουν να υποτασσόμεθα εις τας υπερέχουσας αρχάς». Δεν αντιπροσώπευε παρά αναρχία και «ακαταστασία», οπού «το καθ' αυτό σκοπούμενον ταύτης της ελευθερίας μία μισητή ολιγαρχία και τυραννία, ως εκ της πείρας φαίνεται». Ο υπαινιγμός σε σχέση με τις πολιτικές περιπέτειες της Γαλλικής Επανάστασης ήταν σαφής σ’ αυτές τις τελευταίες προειδοποιήσεις.
Όταν ο Κοραής (που απάντησε στην «Διδασκαλία Πατρική» με το φυλλάδιό του «Αδελφική Διδασκαλία») έμαθε αργότερα τον θάνατο του πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, αναφώνησε: «Τώρα ο Σουλτάνος σκοτώνει και τους φίλους του;». Κι ο Άνθιμος όμως δεν απόλαυσε για πολύ την εύνοια του Σουλτάνου, καθώς τον καθαίρεσε με φιρμάνι, χαρακτηρίζοντάς τον ως «κακότροπο, ραδιούργο, φιλοχρήματο και αρχομανή που καταβρόχθιζε τα χρήματα που του έστελναν οι Έλληνες του εξωτερικού, για την παιδεία των Ελληνοπαίδων». Αξίζει δε να σημειωθεί, πως ο συγκεκριμένος πατριάρχης Άνθιμος είχε εκδώσει και διέθετε σε κάθε ενδιαφερόμενο, ορθόδοξα (δηλαδή καλά) «συγχωροχάρτια», ήδη από το έτος 1789.
Θα πρέπει να προειδοποιήσουμε πως τα αποσπάσματα που παρέχονται παρακάτω δεν είναι κατάλληλα για Έλληνες, καθώς σ' αυτούς παρατηρούνται συμπτώματα ναυτίας, εμετού, αηδίας, σιχασιάς, αεισιχτιρισμού και φασκελώματος προς την ανατολή. Αντίθετα, είναι απολύτως κατάλληλα και εύπεπτα για «Ρωμιούς» ορθόδοξους χριστιανούς, για τους οποίους άλλωστε αποτελούν φυσική τροφή.
Ακολουθούν ενδεικτικά αποσπάσματα (με ανάλογο σχολιασμό)...
Οι νέες ιδέες περί ελευθερίας και ανεξαρτησίας είναι του Διαβόλου και αντιβαίνουν τα ρητά του ευαγγελίου, ενώ οι πιστοί πρέπει να έχουν υπομονή εδώ και ελπίδα για την άλλη ζωή...
«Καθώς και εις τον τρέχοντα αιώνα δοκιμάζει ο πονηρός (ο Διάβολος που κατονομάζεται σε προηγούμενη παράγραφο) με νεοφανείς τρόπους πολιτείας και διοικήσεως τάχα αιρετωτέρας και ωφελιμοτέρας, η οποία αντιβαίνει εις τα αληθή κρίματα του Θεού και εις την χριστιανικήν ευαγγελικήν ζωήν, η οποία είναι περιορισμένη και νενομοθετημένη με εντολάς και νόμους, τόσον πολιτικούς όσο και πνευματικούς, όπου ποδηγετούσι τους πιστούς δια να περνώσι τον ολίγον καιρόν της παρούσης ζωής με υπομονήν εις τας θλίψεις και ελπίδα, όχι ενταύθα αλλά εις τη μέλλουσαν ζωήν».
Θαυμάστε την Οθωμανική Αυτοκρατορία που την έφτιαξε ο Γιαχβέ από το μηδέν για να προφυλάξει την πίστη των χριστιανών.
«Ιδέτε λαμπρότατα τι οικονόμησεν ο άπειρος εν ελέει και πάνσοφος ημών Κύριος, διά να φυλάξη και αύθις αλώβητον την αγίαν και ορθόδοξον πίστιν ημών των ευσεβών και να σώσει τους πάντας· ήγειρεν εκ του μηδενός την ισχυράν αυτήν βασιλείαν των Όθωμανών αντί της των Ρωμαίων ημών βασιλείας, η οποία είχεν αρχίσει τρόπον τινά να χωλαίνει εις τα της ορθοδόξου πίστεως φρονήματα».
Ο Θεός έφερε τους Οθωμανούς επειδή είμαστε οι εκλεκτοί και έτσι θα σωθούμε.
«Και ύψωσε την βασιλείαν αύτη των Οθωμανών περισσότερον από κάθε άλλην διά να αποδείξει αναμφιβόλως ότι θείω εγένετο βουλήματι και όχι με δύναμιν των ανθρώπων, και να πιστοποιήσει πάντας τους πιστούς ότι με αυτόν τον τρόπον ευδόκησε να οικονομήση μέγα μυστήριο, την σωτηρίαν δηλαδή εις τους εκλεκτούς των λαών».
[Σημείωση: Τον Παλαιολόγο και τους συμπολεμιστές του γιατί δεν τους ενημέρωσε κανείς πως πολεμώντας τον Μωάμεθ πολεμούσαν τον ίδιο τον Θεό; Γιατί αυτοί νόμιζαν πως πολεμούσαν τους Τούρκους. Αντίχριστε Παλαιολόγε...]
Η τουρκική σκλαβιά είναι «πρόξενος της σωτηρίας μας».
«Κατέστησε λοιπόν εφ' ημάς ο παντοδύναμος Κύριος αυτήν την υψηλήν βασιλείαν διά να είναι εις μεν τους Δυτικούς ωσάν ένας χαλινός, εις δε τους Ανατολικούς ημάς, πρόξενος σωτηρίας».
Η ελευθερία είναι εφεύρεση του Διαβόλου αυτού του αιώνα και αποτελεί φαρμάκι ολέθριο.
«Ο πρώτος αποστάτης, ο Διάβολος (...) εμεθοδεύη εις τον τρέχοντα αιώνα μία άλλη πονηρίαν και απάτην ξεχωριστήν, δηλαδή το νυν θρυλούμενον σύστημα της ελευθερίας· το οποίον κατ'επιφάνειαν φαίνεται τάχα καλόν (...) υπάρχει όμως ένα δέλεαρ του διαβόλου και φαρμάκι ολέθριον, διά να κατακρημνίσει τους λαούς εις την απώλειαν και εις την ακταστασίαν».
Εσείς όμως χριστιανοί, ακολουθώντας το παράδειγμα των οσφυοκαμπτών και τουρκόδουλων πατριαρχών σας, κλείστε τα αυτιά σας στην ελευθερία (μη χάσουμε κι εμείς τη δουλειά μας, μέρες κρίσης πού 'ρχονται).
«Αδελφοί, μην πλανηθήτε εκ της σωτηρίας οδού (...) αλλά κλείσατε τα αυτιά σας και μη δώσετε καμίαν ακρόασιν εις ταύτας τας νεοφανείς ελπίδας της ελευθερίας».
Η ελευθερία είναι κατά των κηρυγμάτων των Αποστόλων και της Αγίας Γραφής. Όσο πιο θλιμμένοι είστε τόσο καλύτερα.
«Από τα έθνη οπού εδέχθησαν αυτάς (δηλ. τις ιδέες της ελευθερίας) να γνωρίσωμεν, κοντά οπού είναι εναντίαι εις τα ρητά της θείας γραφής και των Αγίων Αποστόλων, οπού μας προστάζουν να υποτασσώμεθα εις τας υπερεχούσας αρχάς, όχι μόνον τας επιεικείς αλλά και σκολιάς, διά να έχωμεν θλίψιν εις αυτόν τον κόσμον».
Χριστιανοί σημαίνει στον Τούρκο υποταγμένοι (με ρυθμό).
«Απατηλαί είναι, αδελφοί χριστιανοί, αι διδασκαλίαι των νέων αυτών ελευθέρων· και προσέχετε, φυλάξατε στερεάν την πατροπαράδοτον σας πίστην και ως οπαδοί του Ιησού Χριστού απαρασάλευτον την υποταγήν εις την πολιτικήν διοίκησιν, οπού σας χαρίζει όσα αναγκαία μόνον εις την παρούσαν ζωήν και το τιμιώτερον απ' όλα, οπού δεν προξενεί κανένα εμπόδιον ή βλάβη εις την ψυχικήν σας σωτηρίαν».
Όποιος μιλάει για ελευθερία θα πάει στην Κόλαση (ενώ αν σκύβετε στον Τούρκο, ειδικά αν αυτός βρίσκετε όπισθέν σας, θα σώσετε την ψυχή σας).
«Όχι Χριστιανοί! Ας μην χάσωμεν διά μίαν ψευδήν και ανύπαρκτον τάχα ελευθερία του παρόντος βίου, τας αμαραντίνους στεφάνους της αιωνίας μακαριότητος».
Αγαπάς την ελευθερία; Αγαπάς τον Διάβολο.
Αγαπάς τον Σουλτάνο; Αγαπάς τον Θεό.

«Ας μην ακροασθώμεν ολοτελώς, διά να καταισχύνωμεν απαρηγόρητα τον διάβολον και να απολαύσωμεν τα αγαθά εκείνα οπού ο Θεός ητοίμασε απ' αιώνος διά εκείνους οπού τον αγαπούν. Ενδυναμούσθε λοιπόν αδελφοί εν Κυρίω και εν τω πλήθει της ισχύος αυτού ενδύσασθε την πανοπλίαν του Θεού, διά να ημπορέσετε να αντισταθείτε εις τας μεθοδεύσεις του διαβόλου».
Ακολουθεί ολόκληρο το «πατριωτικό» κι «εθνεγερτικό» διάγγελμα του πατριάρχη:
Άνθιμος ελέω Θεού πατριάρχης τής Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ και πάσης Παλαιστίνης


Τρία αίτια με παρεκίνησαν ομόπιστοί μου αδελφοί και τέκνα τής εκκλησίας τού Χριστού, διά να τυπώσω την παρούσαν Διδασκαλίαν προς ωφέλειαν τών αναγινωσκόντων αδελφών χριστιανών.

Α. Η εντολή τού Κυρίου μας οπού προστάζει καθείς οπού έλαβε χάρισμα από τον Θεόν να το μεταχειρίζηται εις την ωφέλειαν τών αδελφών του, διά να μην καταδικασθή, ως ο πονηρός δούλος εκείνος ο κρύψας τον τάλαντον.

Β. Επειδή ευρέθην κατά θείαν οικονομίαν κι έλεος υπηρέτης και προστάτης επί τού αγιωτάτου αποστολικού και πατριαρχικού θρόνου τών Ιεροσολύμων, οπού βοηθείται κι ελεείται από όλους τούς χριστιανούς τής οικουμένης, εις τας σωματικάς κι αναγκαίας χρείας του, δεν μοι το εσυγχώρησεν η συνείδησις να σιωπήσω, αλλά να ωφελήσω τούς πάντας αδελφούς ομοπίστους μου χριστιανούς πνευματικώς, καθώς εκείνοι μετά προθυμίας βοηθούσι σωματικώς. Ωσάν οπού η χριστιανική πίστις εξ αρχής από Ιερουσαλήμ εκηρύχθη εις όλον τον κόσμον, καθώς είναι γεγραμμένον, εκ Σιών εξελεύσεται νόμος και λόγος Κυρίου εξ Ιερουσαλήμ.

Γ. Επειδή έφθασα εις τέτοιον γήρας οπού πλέον εις κάθε στιγμήν προσμένω την ώραν τού θανάτου, διά να αφήσω ως μίαν εντολήν και παραγγελίαν εις τούς πιστούς κι ορθοδόξους λαούς, προλαμβάνω να διακηρύξω εις τα καρδίας πάντων με συντομίαν, τούς ορθούς στοχασμούς τής πίστεώς μας και την απάτην και την πλάνην τού Διαβόλου, οπού καθ' εκάστην γενεάν και γενεάν αδιαλείπτως αγωνίζεται να πλαιά, ει δυνατόν και τούς εκλεκτούς, διά να τούς κριμνίζη από την ορθότητα τών δογμάτων και να τούς υποσκελίζη με απάτας και πλάνας, καθώς και εις τον τρέχοντα αιώνα δοκιμάζει ο πονηρός με νεοφανείς τρόπους πολιτείας και διοικήσεως, τάχα αιρετωτέρας κι ωφελιμωτέρας, η οποία αντιβαίνει εις τα αληθή κρίματα τού Θεού και εις την χριστιανικήν ευαγγελικήν ζωήν, η οποία είναι περιορισμένη και νενομοθετημένη με εντολάς και νόμους, τόσον πολιτικούς, όσον και πνευματικούς, οπού ποδηγετούσι τούς πιστούς διά να απερνώσσι τον ολίγον καιρόν τής παρούσης ζωής με υπομονήν εις τας θλίψεις και ελπίδα, όχι ενταύθα, αλλά εις την μέλλουσαν ζωήν. Διά τούτο προτρέπομεν τούς πάντας ευχόμενοι πατρικώς να υποδεχθήτε με ζήλον τας ολίγας ταύτας νουθεσίας και να αποσκιβαλίζητε κάθε εναντίον, φανερώς κι αφανώς, οπού απαντάτε εις την θεωρίαν τών κριμάτων τού Θεού, διά να μην υποσκελισθήτε και παραπέσητε εις βάραθρα κακίας και απωλείας και υστερηθήτε εκείνης τής αγήρω μακαριότητος, ης γένοιτο πάντας ημάς, κατά την τού Κυρίου απόφασιν. Βλέπετε ουν αδελφοί μη παλνηθήτε, πολλοί γαρ ελεύσονται εν ταις εσχάταις ημέραις, μη γινώσκοντες μήτε α λέγουσι, μήτε περί τίνων διαβεβαιούνται εις απάτην τών απλουστέρων και προσέχετε.

ΠΕΡΙ ΚΡΙΜΑΤΩΝ ΘΕΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΚΛΕΚΤΟΥΣ


Από τα λογικά κι αυτεξούσια κτίσματα τού Θεού, ο Διάβολος κι ο άνθρωπος εφάνησαν αποστάται προς τον Θεόν δι' ο και κατεδικάσθησαν κατά την ακατάληπτον και ανείκαστον τού Θεού δικαιοσύνην κι ο μεν Διάβολος κατεδικάσθη αιωνίως εις τα υποχθόνια διότι ήμαρτε με έπαρσιν και αψηφησίαν εις την θείαν μεγαλειότητα και ηθέλησε να στήση τον θρόνον του υπεράνω τών ουρανών και φαντασθείς υψηλά, κατεδικάσθη εις τα υποχθόνια. Ο δε άνθρωπος δεν κατεδικάσθη αιωνίως ωσάν οπού απατήθη από αυτόν τον Διάβολον εις το να φαντασθή ισοθεΐαν, αλλά εξώσθη τής μακαρίας ζωής τού Παραδείσου προς καιρόν, διορισθείς εις την παρούσαν ζωήν να τρώγη τον άρτον του με ιδρώτας, να απαντά ακάνθας και τριβόλους, θλίψεις, δυστυχίας, τυραννίας, βάσανα, δάκρυα, ασθενείας, διωγμούς, συκοφαντίας κι όσα τοιαύτα πικρά και λυπηρά, προσωρινά όμως ταύτα πάντα, επειδή ο Θεός τη αφάτω αυτού ευσπλαχνία απεφάσισε τον άνθρωπον να αποθνίσκη και διαλυόμενος εις τα εξ ων συνετέθη κατά την αυτού απόφασιν να ημπορε΄ση με καιρόν να αποκτήση πάλιν τον Παράδεισον κι αφ' ου γυμνασθή καλώς εις την παρούσαν ζωήν και δοκιμασθή με τούς πειρασμούς ως χρυσός εν χωνευτηρίω, να καταξιωθή πάλιν τής μακαρίας εκείνης ζωής και να εντρυφά με χαράν και ευφροσύνην αιώνιον. Διά τούτο, όσοι είχον εις τα ψυχάς των ριζομένην αυτήν τού Θεού την δικαίαν απόφασιν, εγνώριζαν την οικονομίαν τής εξωρίας ταύτης από τον Παράδεισον, άνδρες και γυναίκες, από Αδάμ μέχρι τών εσχάτων, εδόξαζαν τον Θεόν και με όλον οπού ήσαν εξόριστοι με πικρίας και βάσανα, ευχαριστούντο και έτρεχαν διά πυρός και ύδατος, υπομένοντες τας θλίψεις τής παρούσης ζωής και ελπίζοντες να αποκατασταθούν εις την μέλλουσαν και μακαρίαν ζωήν τού Παραδείσου. Επειδή όμως ο πισών αυτός εωσφόρος Διάβολος εφθόνησε την τού Θεού περί ημάς τοσαύτην και τοιαύτην φιλανθρωπίαν, ως φύσει μετά την πτώσιν του πονηρός, απεκαταστάθη μισάνθρωπος και δεν έλειψε πάλιν από τού να παρακινή αδιαλείπτως τον άνθρωπον, πότε εις μίαν πλάνην, πότε εις άλλην ατοπίαν. Διά τούτον απέστειλεν ο Θεός, κατά καιρούς, προφήτες θεοπνεύστους και δικαίους, διά να οδηγούν τούς ανθρώπους, να τούς διδάσκουν και να τούς παρηγορούν να υπομένωσι μετ' ευχαριστίας τας θλίψεις τής παρούσης ζωής διά να αξιωθούν εκείνης τής μελλούσης τας ανεκδιηγήτους χαράς.

Ο δε φιλανθρωπότατος αυτός πλάστης, βλέπων τυραννούμενον τοιούτης λογής υπό τού Διαβόλου το γένος τών ανθρώπων, διά να ταχύνη και να ευκολύνη την σωτηρίαν των, ευδόκησε να στείλει τον μονογενή του υιόν, ο οποίος και κλίνας ουρανούς κατήλθεν επί γης, ανέπλασε την ανθρωπότητα αναγεννήσας δι' ύδατος και πνεύματος και δους εαυτόν τύπον και υπογραμμόν πάσι προς σωτηρίαν, ανέβη όθεν εκ ενωρίσθη ολοτελώς, εκτελέσας το υπέρ λόγον τής τού σαρκός του οικονομίας μυστήριον. Ποιός αδελφός χριστιανός να μη θαυμάση την τοιαύτην περί ημάς τού Θεού συγκατάβασιν; Ποιός να μη λάβη διά παράδειγμα εις την παρούσαν ζωήν αυτόν τον ίσιον τον Θεόν, βλέπωντάς τον πεινώντα και διψώντα, εν θλίψει, εν στενοχωρία, εν διωγμοίς; Αυτή βέβαια είναι εις τον παρόντα βίον η ζωή τού αληθούς χριστιανού αν θέλη να αξιωθεή τής τών ουρανών βασιλείας.

Αλλ' ο Διάβολος οπού περιέρχεται πάντοτε ως λέων ωρυόμενος. Αυτός οπού εξ αρχής επλάνησε τούς πρωτοπλάστους και δεν απολείπει πάντοτε από τού να σπείρη ζιζάνια, επεχειρίσθη να τούς αποσπάση πάλιν τής θείας αγάπης και με κάθε τρόπον να φέρη δυσκολίαν και εμπόδια εις την σωτηρίαν των. Και δη ουν κατ' αρχάς ήγειρε τούς διώκτας να παιδεύουν με διάφορα κολαστήρια τούς αποστόλους, τούς χριστιανούς, με διωγμούς, με θανάτους πικρούς, με δημεύσεις τών υπαρχόντων αυτών και με εξορίας, αλλά ταύτα πάντα ο δρασσόμενος τούς σοφούς εν τη πανουργία αυτών, κατέστησε πρόξενα μεγάλης σωτηρίας, ενεδυνάμωσε τούς χριστιανούς να υποφέρωσι τα δεινά ταύτα και να ομολογήσωσιν έμπροσθεν τών διωκτών την ομολογίαν τής πίστεώς των, καταισχύνοντες αυτούς τε και τον πονηρόνΔιάβολον οπού τούς εκινούσε και κανένα τη αληθεία από τα ανθρώπινα, πλούτον, δόξαν, τιμάς, κτήματα και υπάρχοντα και αυτήν σχεδόν την ιδίαν την ζωήν, δεν επροτίμησαν από την εις τον Χριστόν πίστιν των.

Δεύτερον, επειδή έγνω ο πονηρός ότι εκ τών βασανιστηρίων και κολαστηρίων, όχι μόνομ δεν εκέρδησε τον σκοπόν του, αλλά και μάρτυρας απέδειξε μυριάδας πολλάς πιστών, μετεχειρίσθη άλλον τρόπον πονηρίας. Ενέσπειρε ζιζάνια αιρέσεων με τρόπον ύπουλον και υποκεκρυμμένον, διά να καταστήση τούς πιστούς να αθετήσωσι την πίστιν των και να φαίνωνται μεν πιστοί εις Χριστόν, να γενώσι δε εδικοί του ακόλουθοι, απομακρυνόμενοι από τον Χριστόν. Και είναι οι διάφοραι αιρέσεις οπού κατά καιρόν εφάνησαν, πότε μεν εις τον μονογενή υιόν ως οι αριανοί, πότε δε εις το πνεύμα το άγιον ως οι μακεδονιανοί, πότε εις την ένσαρκον οικονομίαν ως οι νεστοριανοί, μονοφυσίται μονοθελήται, εικονομάχοι και άλλοι αναρίθμητοι, διά τας οποίας αυτάς αιρέσεις, οικουμενικαί σύνοδοι και τοπικαί δίαφοροι εγένοντο κι αναθεμάτισαν αυτάς, αποδοκιμάσαντες τα φρονήματα τα θολερά και εσαφήνισαν εις τούς πιστούς τα ενάντια τω Θεώ φρονήματα τών αιρετικών, εστήριξαν τούς χριστιανούς εις την αμώμητον πίστιν, κατήσχυναν τον πονηρόν Διάβολον και τα δοχεία αυτού τούς αιρετικούς και δεν αφήκαν οι θείοι πατέρες τούς αξίους να εξωκείλουν, ει μη μόνον όσοι εξ ιδίας προαιρέσεως εφάνησαν άξιοι απωλείας.

Τρίτον, ανήγειρε προς όλεθρον τών ευσεβών ο Διάβολος εκ τής δύσεως μίαν άλλην νεωτέραν αίρεσιν, την λατινικήν λέγω αίρεσιν, διαφορετικήν μεν το όνομα παροιμίαν δε με τας προλαβούσας και φέρουσαν εις απώλειαν και με αυτήν επλάνησεν όλην την δύσιν, η οποία αίρεσις εγένησεν έπειτα κλάδους και διαφόρους αιρέσεις και λουθήρας, καλβίνους, λουθηροκαλβίνους ευαγγελιστάς και άλλες αναριθμήτους και ην οποία αφ' εαυτής εγένησε τον αφανισμόν της διά να φανή ότι ήτον σαθρά και άστατος ως από αδόκιμον νουν γεγενημένη.

Εδώ όμως πάλι αγαπητοί χριστιανοί πρέπει να ιδώμεν και να θαυμάσωμεν την άπειρον τού Θεού προς ημάς αγάπην. Ιδέτε λαμπρότατα τί οικονόμησεν ο άπειρος εν ελέει και πάνσοφος ημών Κύριος, διά να φυλάξη κι αύθις αλώνητον την αγίαν και ορθόδοξον πίστιν ημών τών ευσεβών και να σώση τούς πάντας, ήγειρεν εκ τού μηδενός την ισχυράν αυτήν βασιλείαν τών Οθωμανών, αντί τής τών Ρωμαίων ημών βασιλείας, η οποία είχεν αρχίσει τρόπον τινά να χωλαίνη εις τα τής ορθοδόξου πίστεως φρονήματα και ύψωσεν την βασιλείαν αυτήν τών Οθωμανών περισσότερον από κάθε άλλην, διά να αποδείξη αναμφιβόλως ότι θείω εγένετο θελήματος κι όχι με δύναμην τών ανθρώπων και να πιστοποιήση πάντας τούς πιστούς, ότι με αυτόν τον τρόπον ευδόκισε να οικονομήση μέγα μυστήριον, την σωτηρίαν δηλαδή εις τούς εκλεκτούς λαούς. Κατέστησε λοιπόν εφ' ημάς ο παντοδύναμος Κύριος αυτήν την υψηλήν βασιλείαν. Ουκ εστί γαρ εξουσία ει μη από Θεού, διά να είναι εις μεν τούς δυτικούς, ωσάν ένας χαλινός, εις δε τούς ανατολικούς ημάς πρόξενος σωτηρίας. Διά τούτο και νεύει εις την καρδίας τού βασιλέως τούτου τών Οθωμανών να έχη ελευθέρα τα τής πίστεως ημών τών ορθοδόξων και υπέρ εκ περισσού να τα διαυθεντεύη ώστε οπού και να παιδεύη ενίοτε και τούς παρεκτρεπόμενους χριστιανούς, διά να έχουν πάντοτε προ οφθαλμών τού Θεού τον φόβον. Η δε εκκλησία τού Χριστού έχει πάσαν ελευθερίαν, καθώς κι εκ τών ομοπίστων ορθοδόξων βασιλέων, εις το να οικοδομώσιν εκκλησίας, καθώς εις κάθε γενεάν και γενεάν οικοδομήθησαν αδεία τής κραταιάς βασιλείας, τόσοι περικαλλείς ναοί εις διαφόρους επαρχίας και τόπους και αυτή η τής βασιλείας ταύτης συγκατάνευσις και εγένετο εξ αρχής και σώται μέχρι τής σήμερον. Κι ας μην στοχασθή τινάς ότι με το να εμποδίζονται καμμίαν φοράν αι πολλαί οικοδομαί τών εκκλησιών κολοβούται η ελευθερία τής χριστιανικής λατρείας. Άπαγε! Τούτο είναι δεισιδαιμονία τινών, το να λογιάζουν μέγαν μισθόν την οικοδομήν τών εκκλησιών; Η πίστις τού Χριστού έλαβεν όλην της την αύξησιν και τελειότητα, όχι με μεγαλοπρεπείς και υπερδόξους, αλλά με πενιχρούς ναούς και ευάριθμους, ου γαρ εν χειροποιήτοις ναοίς κατοικεί ο Θεός, αλλά εν αχυροποιήτοις και αλλαχού, υμείς εστέ ναός θεού, λέγει ο απόστολος. Και βεβαίως κατά θείαν συγχώρησιν εμποδίζονται αι υπέρ το δέον περιφανείς οικοδομαί τών εκκλησιών. Ψσάν οπού το πολίτευμα ημών εν ουρανοίς υπάρχει και εκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν κατά τον θείον απόστολον Παύλον.

Και ταύτα πάντα τα τού Θεού κρίματα, οπού καθ' εκάστην γενεάν και γενεάν ποικίλλει ο Θεός εις τούς πιστούς λαούς διά την ιδίαν των την σωτηρίαν και διά να απολαύσωσι τα αιώνια και ανεκδιήγητα αγαθά. Ο πρώτος αποστάτης Διάβολος κατανοήσας διά να εκτραχειλίση κι αυθίς να φέρη εις απώλειαν τούς εγκατεληφθέντας εκλεκτούς πιστούς, εμεθοδεύθη εις τον τρέχοντα αιώνα μίαν άλλην πονηρίαν και απάτην ξεχωριστήν, δηλαδή το νυν θρυλλούμενον σύστημα τής ελευθερίας, το οποίον κατ' επιφάνειαν φαίνεται τάχα καλόν, όσο διά να απατήση ει δυνατόν και τούς εκλεκτούς. Υπάρχει όμως ένα δέλεαρ τού Διαβόλου και φαρμάκι ολέθριον διά να κατακρυμνίση τούς λαούς εις την απώλειαν και ακαταστασίαν. Επειδή και τιτρώσκεται ο πονηρός την καρδίαν βλέπων πεπατημένας τας τόσας αυτού κατά καιρόν επινοηθήσας ψυχοβλαβείς δολιότητας και ακμάζουσαν εν τη κραταιά βασιλεία ταύτη την εις Χριστόν ορθόδοξον πίστιν και από τον φθόνον και αισχύνην του επεκαλέσθη ως απηλπισμένος εις βοήθειαν όλα τα πενύματα τής πονηρίας, διά να κατασκευάση την νεοφανή κι έντεχνον αυτήν παγίδαν, οπού να πέσουν τέλος πάντως εις αυτήν και οι καλοί χριστιανοί να χάσουν την ουράνιον βασιλείαν και να βασανίζονται αιωνίως με αυτόν.

Αδελφοί, μη πλανηθήτε εκ τής προς σωτηρίαν οδού, αλλά καθώς πάντοτε με γενναιότητα και σταθερότητα κατεπατήσατε τας μηχανάς τού Διαβόλου ούτω και νυν ότε εγγύτερον ημίν η σωτηρία. Κλείσατε τα αυτία σας και μη δώσετε καμμίαν ακρόασιν εις ταύτας τας νεοφανείς ελπίδας τής ελευθερίας και να είσθε κατά πολλά βέβαιοι, ότι αι δόξαι και αι διδασκαλίαι αυτών, καθ' όσον εδυνήθημεν να καταλάβωμεν και πραγματικώς από τασ έθνη οπού εδέχθησαν αυτάς να γνωελίσωμεν, κοντά οπού είναι ενάντια εις τα ρητά τής Θείας Γραφής και τών αγίων αποστόλων, οπού μάς προστάζουν να υποτασσώμεθα εις τας υπερεχούσας αρχάς, όχι μόνμ εις τας επιεικείς, αλλά και σκολιάς, διά να έχωμεν θλίψιν εις αυτόν τον κόσμον και να παραστήσωμεν καθαράς τω Χριστώ τας αισθήσεις ημών. Κοντά οπού είναι λέγω ενάντιαι εις όλην την Θείαν Γραφήν, δεν προξενούν και κανένα πρόσκαιρον καλόν τής παρούσης ζωής, καθώς δολίως επαγγέλονται, διά να σάς απατήσουν και να σάς γυμνώσουν από κάθε κρανίον κι επίγιον πλούτον. Πού η ένδοξος και χαριεστάτη θέα τής παρά πάσι φθονουμένης περικαλλούς Ιταλίας; Πού ο αδαπάνητος θησαυρός τής τών Βενετών αρχαιοτάτης και γαληνοτάτης εξουσίας; Παντού το φαντασιώδες αυτό τής ελευθερίας σύστημα τού πονηρού επροξένησε πτωχίαν, φόνους, ζημίας, αρπαγάς, ασέβειαν τελείαν, ψυχικήν απώλειαν και ανωφελή μεταμέλειαν. Απατηλαί είναι αδελφοί χριστιανοί αι διδασκαλίαι τών νέων αυτών ελευθέρων και προσέχετε. Φυλάξατε στερεάν την πατροπαράδοτον πίστιν σας κι ως οπαδοί τού Ιησού Χριστού απαρασάλευτον την υποταγήν εις την πολιτικήν διοίκησιν οπού σάς χαρίζει όσα αναγκαία μόνον εις την παρούσαν ζωήν και το τιμιώτερον από όλα οπού δεν προξενεί κανένα εμπόδιον, ή βλάβην εις την ψυχικήν σας σωτηρίαν. Τί γαρ ωφελήσει άνθρωπος εάν κερδήση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; Αι νεοφανείς αυταί διδασκαλίαι ωσάν οπού είναι ενάντιαι εις την Θείαν Γραφήν και αποστολικήν διδασκαλίαν, αν ήτον δυνατόν να σάς κάμουν να αποκτήσετε κι όλα τα πλούτη τού κόσμου, πάλιν πρέπει να μισήται ως επινόησις τού πονηρού Διαβόλου τού αγρυπιούντος διά την ψυχικήν τών χριστιανών απώλειαν. Μάλλον οπού αι υποσχέσεις των είναι ψευδείς και απατηλαί και τα επόμενα ταύτη, όχι πλούτη και δόξαι, αλλά πτωχία, δυστυχία, ακαταστασία και το καθ' αυτό σκοπούμενον ταύτης τής ελευθερίας, μία μισητή ολιγαρχία και τυραννία, ως εκ πείρας φαίνεται.

Πλην, ας τεχνολογήσωμεν και επιστημονικώτερον το όνομα αυτό τής ελευθερίας, διά να ιδώμεν αν ημπορή να συμβιβασθή με καμμίαν από τας πολιτικάς διοικήσεις, εις τας οποίας διαμένει, η ευταξία, η χρηστοήθεια και η ασφάλεια τών πολιτών. Ας παρατρέξωμεν διά συντομίαν την μοναρχικήν και αριστοκρατικήν διοίκησιν, ωσάν οπού εις αυτάς, όλοι το ομολογούσιν τοιαύτη ελευθερία δεν δίδεται. Κι ας εξετάσωμεν αν τη αληθεία δίδεται ελευθερία εις μίαν καλώς διοικουμένην δημοκρατικήν διοίκησιν. Όταν λέγωμεν διοίκησιν, πρέπει να ενοήσωμεν ένα πλήθος ανθρώπων φύσει διαφόρου καταστάσεως οπού κατοικούν εις μίαν και την αυτήν πολιτείαν, ήγουν δυνατούς και αδυνάτους, ευρώστους κι ασθενείς, γνωστικούς και αγνώστους. Η ελευθερία λοιπόν εις αυτούς ημπορή να συστηθή;

Ελευθερία αληθής είναι:

Α. Η διάθεσις τής λογικής ψυχής, ήτις ποδηγετεί χάριτι Θεού τον άνθρωπον εις το καλόν, χωρίς όμως να τον βιάση. Η τοιαύτη ελευθερία ονομάζεται αυτεξούσιον.

Β. Η ελευθερία, το να ημπορή να βάλλη εις πράξιν τα τής θελήσεώς του ορέξεις ο άνθρωπος ανεμποδίστως, η οποία είναι μία ανυποταξία.

Γ. Λέγεται ελευθερία το να ζη τινάς κατά τούς θείους και ανθρωπίνους νόμους, τουτέστι το να ζη ελεύθερος από κάθε έλεγχον τής συνειδήσεως και από παιδείαν πολιτικήν.

Εις αυτήν ουν την δημοκρατίαν αυτούς τούς φύσει διαφόρου καταστάσεως ανθρώπους κι αυτεξουσίους όταν τούς θεωρήσωμεν κι ανυποτάκτους, πώς ημπορή να συσταθή αυτή η διοίκησις; Ο δυνατός επικρατήσει τού αδυνάτου, ο εύρωστος τού ασθενούς, ο γνωστικός απατήσει τον άγνωστον. Ποία λοιπόν ευταξία θέλει μείνει εις αυτήν την διοίκησιν και ποία χρηστοήθεια όταν βασιλεύουν τα πάθη; Ποία δε ασφάλεια τών πολιτών όταν η αρπαγή υπερισχύη;

Η μόνη επαινετή ελευθερία είναι η κατά το τρίτον σημαινόμενον. Αυτή εις το σύστημα τών νέων ελευθέρων τόπον δεν έχει. Επειδή πως ημπορούν να ζήσουν χωρίς έλεγχον τής συνειδήσεως αυτοί που απατηθέντες και εις αθλίαν ελθόντες κατάστασιν, πάσχουν ήδη να απατήσουν και να αφανίσουν κι άλλους. Πώς ημπορούν να ζήσουν χωρίς καμμίαν πολιτικήν παιδείαν αυτοί οπού καταφρονούν τον αμίαντον γάμον και βλάπτουν όλην την πολιτείαν; Πώς ημπορούν να ζουν χωρίς έλεγχον τής συνειδήσεως, όσοι από αυτούς νικώμενοι από το κέρδος, ευκόλως ημπορούν να απατήσουν τούς πολιτικούς των νόμους, όταν τον φόβον τού Θεού και την δειλίαν τής αινίου Κολάσεως δεν έχουν ως χαλινόν εις τας κακίας;

Κατανοήσατε αδελφοί ότι οι αληθής ελευθερία εις την καλήν διοίκησιν, δεν ημπορεί να σταθή χωρίς την θείαν πίστιν. Διά τούτο και οι θείοι απόστολοι οι ακλόνητοι στύλοι τής θειοτάτης ημών πίστεως, οπού εφωτίσθησαν από τον Θεόν, ούτως εκήρυξαν, εις τον κόσμον, ούτως επολιτεύθησαν και αυτοί και οι διάδοχοι. Αυτά και η εκκλησία τού Χριστού παρέλαβε και φυλάττει απαρασάλευτα κι όταν βλέπωμεν με τόσην σαφήνειαν, ότι αυτό το περί ελευθερίας νέον σύστημα δεν είναι άλλον, παρά μία σύγχυσις και ανατροπή τών καλών διοικήσεων, μία οδός φέρουσα εις την απώλειαν και απλώς ειπείν μία νεοφανεστάτη ενέδρα τού πονηρού Διαβόλου, διά να εκτραχηλίση τούς εγκαταλειφθέντας ορθοδόξους χριστιανούς. Δεν θέλομεν κριθή άξιοι πάσης κατηγορίας, εάν δώσωμεν και την παραμικράν ακρόασιν εις τοιαύτας δολίους και απατηλάς διδασκαλίας, δεν θέλομεν παιδευόμεθα έπειτα δικαίως εάν γινώσκοντες σαφέστατα την αλήθειαν ακολουθήσωμεν τούς οδηγούς τού ψεύδους εναντίων τών εντολών τού Θεού.

Όχι χριστιανοί! Ας έχωμεν σταθερότητα και φρόνησιν. Ας μη χάσωμεν διά μία ψευδή κι ανύπαρκτον τάχα ελευθερίαν τού παρόντος βίου, τούς αμαραντίνους στεφάνους τής αιωνίου μακαριώτητος. Ας μη στερηθώμεν τας ανεκδιηγήτους αμοιβάς. Ας μη ακροασθώμεν ολοτελώς, διά να καταισχύνωμεν απαρηγόρητα τον Διάβολον και να απολαύσωμεν τα αγαθά εκείνα οπού ο Θεός ητοίμασεν απ' αιώνος διά εκείνους οπού τον αγαπούν.

Ενδυναμούσθε λοιπόν αδελφοί εν Κυρίω και εν τω πλήθει τής ισχύος αυτού ενδύσασθε την πανοπλίαν τού Θεού διά να ημπορέσητε να αντισταθήτε εις τας μεθοδίας τού Διαβόλου. Επί πάσι δε αναλάβετε τον θυρεόν τής πίστεως. Την περικαφαλαία τού σωτηρίου και την μάχαιραν τού πνεύματος, ο εστί ρήμα Θεού. Διά να κατατροπώσητε πάσαν έφοδον τού πονηρού και να αξιωθήτε τών ουρανών βασιλείας, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν χάριτι και φιλανθρωπία τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω πρέπει δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τας αιώνας. Αμήν
 Καταλαβαίνετε τώρα γιατί ο χριστιανο-θρεμμένος, ή καλύτερα ο χριστιανο-δεμένος Έλληνας, υπήρξε ο πλέον μακραίωνος σκλάβος όλων των εποχών;! Το συγκεκριμένο χριστιανικό ποίημα, προτείνουμε να μεταφραστεί και να γίνει παγκοσμίως γνωστό, ως… ο ύμνος των χαρούμενων σκλάβων!

Το έτος 1798 ο κορυφαίος των Ελλήνων διαφωτιστών, Αδαμάντιος Κοραής, εξέδωσε το περίφημο κείμενό του «Αδελφική Διδασκαλία», προκειμένου να αντικρούσει απόψεις που κυκλοφόρησαν σε φυλλάδιο με την υπογραφή του πατριάρχη Ιεροσολύμων Άνθιμου υπό τον τίτλο «Διδασκαλία Πατρική». Σ’ αυτό κηρύττονταν η εθελοδουλία στους Τούρκους και δυσφημούνταν οι φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού.

Ο Κοραής καταρρίπτει τα επιχειρήματα της Πατρικής Διδασκαλίας και στηλιτεύει τον συγγραφέα της, ότι «υπερασπίζει και δικαιολογεί την τυραννίαν των Τούρκων, (των οποίων) ανερυθριάστως σπουδάζει να συγκαλύψει την ασχημοσύνην, μήτε εντρέπεται να μας διδάσκη την εις αυτούς υποταγήν, ήγουν να υποφέρωμεν τας αδικίας, τας αρπαγάς, τας ασελγείας, τέλος και να τουρκίσωμεν προτιμότερον, παρά να φύγωμεν την τυραννίαν αυτών».
Ο μεγάλος στοχαστής χαρακτηρίζει την Πατρική Διδασκαλία ως ψευδεπίγραφη, «μωρά και αντίθεον», κι επικρίνει τον συντάκτης της πως «πιστώνει φρονήματα ενάντια εις την διδασκαλίαν του Χριστού και των Αποστόλων».
Στην Αδελφική Διδασκαλία του, ο Κοραής προβαίνει και σε μια αδρή σκιαγράφηση της κατάστασης των Ελλήνων επί τουρκοκρατίας:
«Είναι εις όλους γνωστόν εις πόσην ακμήν έφθασε την σήμερον των Τούρκων η τυραννία. Οι ταλαίπωροι Γραικοί δεν είναι πλέον κύριοι μήτε κτημάτων, μήτε τέκνων, μήτε των ιδίων αυτών γυναικών. Η τιμή και η ζωή των κρέμαται από την θέλησιν όχι μόνον αυτού του πρωτοτυράννου, αλλά και εκάστου από τους ελαχίστους αυτού δούλους. Τις δεν ηξεύρει το πλήθος των Γραικών της Κρήτης, όσοι δια να φύγωσι τα τοιαύτα δεινά, ηναγκάσθησαν να αρνηθώσι την πατρικήν αυτών θρησκείαν. Τις αγνοεί τας βίας και τας αρπαγάς των παρθένων, των παίδων, όσαι καθ’ ημέραν συμβαίνουσιν εις την Θεσσαλονίκην, ώστε να αναγκάζονται οι άθλιοι γονείς να μακρύνωσιν από την ασέλγειαν των βδελυρών Γιανιτσάρων. Τις δεν έφριξεν ακούων την καταδυναστείαν και τους αφορήτους φόρους όσους οι κατά πάσαν την Tουρκικήν Eυρώπην ευρισκόμενοι Γραικοί βιάζονται να πληρώσωσι; Τις δεν εθρήνησε τους εκτοπισμούς και τας μετοικεσίας τοσούτων Γραικών, όσοι μην υποφέροντες πλέον τον Οθωμανικόν ζυγόν, εσκορπίσθησαν, εις διαφόρους τόπους της Ευρώπης».
Ο Κοραής κατακεραυνώνει τον συντάκτης της Πατρικής Διδασκαλίας που διατείνονταν ότι «η μοναρχία και αν ήθελε είναι τυραννική, είναι όμως αιρετωτέρα παρά την δημοκρατίαν» και διέπραττε «την φρικτήν βλασφημίαν ονομάζων τον Σουλτάνον “πρύτανιν των αγαθών”», αντιλέγοντας:
«Ας μας ειπή ο φιλόσοφος αυτός αν ευρίσκεται ή ευρέθη πού ποτε καμμία δημοκρατία, αριστοκρατία, βασιλεία ή και τυραννία οποιαδήποτε άλλη, όπου εχύθη τοσούτον αθώον αίμα, όσον έχυσαν μέχρι του νυν οι Τούρκοι. όπου επράχθησαν τοσαύται αρπαγαί, ληστείαι, καταδυναστείαι γυναικών, παρθένων και παίδων βίαι, όσαι πράττονται κατά πάσαν ώραν εις την οθωμανικήν επικράτειαν (…) Όσα κακά συκοφαντών αναιδώς προσάπτει εις τα νεωστί ελευθερωθέντα της Ευρώπης έθνη, ευρίσκονται πραγματικώς όλα εις την τουρκικήν επικράτειαν».
Η Πατρική Διδασκαλία -την οποία ο ιστορικός Απ. Βακαλόπουλος αποκαλεί «αποκορύφωμα του συντηρητισμού και της εθελοδουλίας»- αποτέλεσε στο διάβα τής ελληνικής ιστορίας, μνημείο ραγιαδισμού. Για τη διάδοση τοιούτων απόψεων, που αντιμάχονταν τις φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού και υποδείκνυαν τη δουλοφροσύνη ως ενδεδειγμένη στάση ζωής, οι δημοκρατικοί πολίτες εν γένει, ιδίως δε η αριστερά, ανέκαθεν σφοδρά επέκριναν φορείς της Εκκλησίας, των προεστών, τους Φαναριώτες κ.α., για την υποτέλειά τους στην τουρκική κυριαρχία...
ΑΔΕΛΦΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
Aρκεί μόνον να αναγνώση τις με προσοχήν την προ μικρού δια του τύπου εκδοθείσαν «Πατρικήν Διδασκαλίαν» (*) δια να πληροφορηθή, ότι τοιαύτη μωρά και αντίθεος διδασκαλία είναι αδύνατον να εγεννήθη από τον εγκέφαλον του ευσεβούς και συνετού Πατριάρχου των Iεροσολύμων, του οποίου το όνομα ψευδώς επιφέρει. O αληθής συγγραφεύς φαίνεται μάλλον να ήναι εχθρός επίσημος και του γένους των Γραικών, και της θρησκείας την οποίαν οι Γραικοί πρεσβεύουσι σήμερον. Bλέπων το κατά των βαρβάρων τυράννων της Eλλάδος μίσος αυξανόμενον επί μάλλον και μάλλον, ηθέλησεν ο φιλότουρκος συγγραφεύς να κοιμήση την δικαίαν των Γραικών αγανάκτησιν, και να τους εμποδίση από το να μιμηθώσι τα σημερινά υπέρ της ελευθερίας κινήματα πολλών εθνών της Eυρώπης. Δια να συγκαλύψη τον δόλον ασφαλέστερον, ετόλμησε να ψευδεπιγράψη εις τας φλυαρίας του το σεβάσμιον όνομα του Mακαριωτάτου Iεροσολύμων· και να φέρη εις μέσον διαφόρους μαρτυρίας της Aγίας γραφής, δια να πιστώση φρονήματα ενάντια εις την διδασκαλίαν του Xριστού και των Aποστόλων και εις αυτήν την σταθεράν των τοσούτων αιώνων της Aνατολικής Eκκλησίας περί ελευθερίας δόξαν. Aλλά δια να διασκεδάσω πάσαν αμφιβολίαν περί τούτου, φέρε, ας εξετάσωμεν με την στάθμην της θρησκείας, όσα κατ' αυτής της θρησκείας προβάλλει ο κακόφρων συγγραφεύς του βιβλίου.

Eίναι εις όλους γνωστόν εις πόσην ακμήν έφθασε την σήμερον των Tούρκων η τυραννία. Oι ταλαίπωροι Γραικοί δεν είναι πλέον κύριοι μήτε κτημάτων, μήτε τέκνων, μήτε των ιδίων αυτών γυναικών. H τιμή και η ζωή των κρέμαται από την θέλησιν όχι μόνον αυτού του πρωτοτυράννου, αλλά και εκάστου από τους ελαχίστους αυτού δούλους. Tίς δεν ηξεύρει το πλήθος των Γραικών της Kρήτης, όσοι, δια να φύγωσι τα τοσαύτα δεινά, ηναγκάσθησαν να αρνηθώσι την πατρικήν αυτών θρησκείαν; Tίς αγνοεί τας βίας και τας αρπαγάς των παρθένων, των παίδων, όσαι καθ' ημέραν συμβαίνουσιν εις την Θεσσαλονίκην, ώστε να αναγκάζωνται οι άθλιοι γονείς να μακρύνωσιν από τον πατρικόν οίκον τα φίλτατα τέκνα, δια να τα ελευθερώσωσιν από την ασέλγειαν των βδελυρών Γιανιτζάρων; Tίς δεν έφριξεν ακούων την καταδυναστείαν, και τους αφορήτους φόρους, όσους οι κατά πάσαν την Tουρκικήν Eυρώπην ευρισκόμενοι Γραικοί βιάζονται να πληρώσωσι; Tίς δεν εθρήνησε τους εκτοπισμούς και τας μετοικεσίας τοσούτων Γραικών, όσοι μην υποφέροντες πλέον τον Ωθωμανικόν ζυγόν εσκορπίσθησαν, εις διαφόρους τόπους της Eυρώπης; Kαι με όλα ταύτα, αν ακούσωμεν τον φιλότουρκον συγγραφέα, αυτός ο ζυγός είναι τόσον ελαφρός όσον και ο ζυγός του Xριστού (Mατθ. ια. 30). Kατ' αυτόν, οι φεύγοντες Γραικοί την πατρίδα των δεν έπρεπε να ακολουθήσωσι την παραγγελίαν του Xριστού, ο οποίος εδίδαξε ρητώς λέγων· «όταν δε διώκωσιν υμάς εν τη πόλει ταύτη, φεύγετε εις άλλην» (Mατθ. ι. 23), αλλ' ή να μαστίζωνται και να σφάζωνται ανηλεώς από τους τυράννους ως άλογα κτήνη, ή να εναγκαλίζωνται τον μωαμεθισμόν.

Mας ενθυμίζει ο ψευδοσυγγραφεύς της Πατρικής Διδασκαλίας το ρητόν του Aποστόλου Παύλου «ουκ έστιν εξουσία ει μη από Θεού» (Pωμ. ιγ. 1). Aλλ' έπρεπεν, επειδή μετεχειρίσθη του Παύλου την μαρτυρίαν, να την εκθέση καν ολόκληρον, και όχι να σιωπήση δολίως την αιτίαν, δια την οποίαν ο Παύλος παραγγέλλει την εις τους Άρχοντας υποταγήν· «οι γαρ άρχοντες (λέγει) ουκ εισί φόβος των αγαθών έργων, αλλά των κακών· θέλεις δε μη φοβείσθαι την εξουσίαν, το αγαθόν ποίει, και έξεις έπαινον εξ αυτής» (Pωμ. ιγ. 3). Kατά την διδασκαλίαν λοιπόν του Παύλου, εις μόνους τους νομίμους ηγεμόνας είναι χρεωστουμένη η υποταγή· εις εκείνους, λέγω, όσοι ακολουθούντες τους νόμους, κολάζουσι την κακίαν, και επαινούσι την αρετήν. Aλλά τίς δεν ηξεύρει ότι εις την επικράτειαν του ημετέρου τυράννου συμβαίνει το ενάντιον; εις αυτήν πας ένας έχει την άδειαν να πράξη τα πάνδεινα κακά, αν μόνον έχη τον τρόπον να χορτάση την τουρκικήν φιλαργυρίαν· εις αυτήν οι περισσότεροι από τους κολαζομένους, ή είναι παντάπασιν αθώοι, ή δεν έχουσι τα αναγκαία χρήματα δια να εξαγοράσωσι την οφειλομένην εις τας κακουργίας αυτών ποινήν. Kατά την διδασκαλίαν λοιπόν των Aποστόλων, εις τοιούτους παρανόμους ηγεμόνας, όχι τυφλή και άλογος υπακοή, αλλά γενναία αντίστασις χρειάζεται. Kαι την τοιαύτην αντίστασιν και με το έργον εδίδαξεν ο Παύλος. Kαθώς ο διδάσκαλος αυτού Xριστός, ραπιζόμενος αδίκως, είπεν: «ει μεν κακώς ελάλησα, μαρτύρησον περί του κακού· ει δε καλώς, τί με δέρεις;» (Kατά Iωάν. ιη. 23.), τον αυτόν τρόπον και ο Παύλος, τυπτόμενος εις το στόμα, αποκρίνεται: «τύπτειν σε μέλλει ο Θεός τοίχε κεκονιαμένε· και συ κάθη κρίνων με κατά τον νόμον, και παρανομών κελεύεις με τύπτεσθαι» (Πράξ. κγ. 3). Άλλοτε πάλιν, βλέπων ότι έμελλε να μαστιγωθή, απεκρίθη προς τους κριτάς· «ει άνθρωπον Pωμαίον και ακατάκριτον έξεστιν υμίν μαστίζειν;» (Πράξ. κβ. 25.).

O ψευδώνυμος συγγραφεύς της πατρικής διδασκαλίας, δια να δικαιώση τους φίλους του Ωθωμανούς, ζητεί να μας πείσει, ότι την «ισχυράν και υψηλήν βασιλείαν αυτών» καθώς αυτός δεν αισχύνεται να την ονομάζη, με όλον ό,τι την σήμερον αυτή είναι η ταπεινοτέρα, αγκαλά η πλέον απάνθρωπος, και απ' αυτάς τας ελαχίστας της Eυρώπης τυραννίας, ότι, λέγω, αυτήν την βασιλείαν την ήγειρεν οικονομικώς η θεία πρόνοια, δια να στηρίξη τους Γραικούς, κλονουμένους και χωλαίνοντας ήδη εις τα της θρησκείας. Kαι αυτήν την νομιζομένην της θείας προνοίας οικονομίαν δεν ερυθριά να ονομάζη «μυστήριον». Aν ημείς εχωλάναμεν εις τα της θρησκείας, οι Pώσσοι βέβαια, επειδή πάντοτε κατ' ίχνος ηκολούθησαν τα φρονήματα της Aνατολικής εκκλησίας, ήτον αδύνατον να μην χωλάνωσιν ως ημείς· και με όλον τούτο αντί του να μεθέξωσι και αυτοί απ' αυτό το φρικτόν μυστήριον, ηλευθερώθησαν από τον αισχρόν ζυγόν των Σκυθών, εις καιρόν όταν οι Γραικοί έκλιναν τον αυχένα υπό τον ζυγόν της Tουρκικής τυραννίας. Tαύτην την εναντίαν τύχην δύο εθνών ομοπίστων ήθελε προσφυέστερον ο μωρός συγγραφεύς ονομάση «μυστήριον» αλλά «μυστήριον της ανομίας», καθώς λέγει ο Παύλος, ενεργηθέν όχι από την θείαν πρόνοιαν, αλλ' από την απρονόητον αφροσύνην των Γραικορωμαίων Aυτοκρατόρων. Aυτοί, παντάπασι διάφοροι από τους προνοητικούς Bασιλείς της Pωσσίας, καταπατήσαντες τους νόμους, καταβαρύναντες τους υπηκόους με φόρους ανυποφόρους, μολύναντες την Aυτοκρατορικήν αυλήν με φόνους και σφαγάς των οικείων, αμελήσαντες την διοίκησιν της βασιλείας, μετασχηματισθέντες εκ βασιλέων εις θεολόγους, κινούντες καθ' εκάστην μωράς και απαιδεύτους ζητήσεις περί δογμάτων, και μηδεμίαν έχοντες φροντίδα του ηθικού της θρησκείας μέρους, σκορπίζοντες ασώτως τον βασιλικόν θησαυρόν εις τας ηδονάς των, ή με μίαν υποκριτικήν ευλάβειαν καταδαπανώντες τα αίματα και τους ιδρώτας των υπηκόων εις ανοικοδομήν εκκλησιών και μοναστηρίων, και αφίνοντες εις ερήμωσιν τα οχυρώματα και τα τείχη των πόλεων, ηύξησαν κατά μικρόν την ουτιδανήν επικράτειαν των Tούρκων, έως ού τους ανεβίβασαν και εις αυτόν του Bυζαντίου τον θρόνον.

Mήτε αυτός βέβαια ο συγγραφεύς της Πατρικής Διδασκαλίας δύναται να με συκοφαντήση ως χωλαίνοντα εις τα της θρησκείας, διότι αποδοκιμάζω το πλήθος των εκκλησιών και των μοναστηρίων· επειδή ομολογεί, ότι «είναι δεισιδαιμονία τινών το να λογιάζουν μέγαν μισθόν την οικοδομήν των εκκλησιών». Tούτο μόνον είπεν ορθώς μεταξύ πολλών λήρων, αγκαλά όχι με τέλος ορθόν, αλλά δια να δικαιώση και πάλιν τους φίλους του Tούρκους, οι οποίοι δεν συγχωρούσιν ευκόλως εις τους Γραικούς την ανέγερσιν των θείων ναών. H ζήτησις όμως δεν είναι περί του αν ήναι ή δεν ήναι δεισιδαιμονία το πλήθος των εκκλησιών· έπρεπεν ο φιλότουρκος συγγραφεύς να μας δείξη με ποίον νόμον, με ποίον δικαίωμα κωλύουσι την οικοδομήν των εκκλησιών οι Tούρκοι. Όταν ο Xριστός έλεγεν· «έρχεται ώρα, ότε ούτε εν τω όρει τούτω, ούτε εν Iεροσολύμοις προσκυνήσετε τω Πατρί» και ότι «πνεύμα ο θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν» (Kατά Iωάν. δ. 21 και 23.) επρόβλεπε βέβαια και τους αληθείς εκείνους και πνευματικούς προσκυνητάς της παλαιάς εκκλησίας, αρκουμένους εις του Θεού την «λογικήν λατρείαν» καθώς ο Παύλος την ονομάζει (Pωμ. ιβ. 1.), και τους σημερινούς υλικούς χριστιανούς, οι οποίοι αμελήσαντες τα βαρύτερα του νόμου, την κρίσιν και τον έλεον, και την πίστιν, αποδεκατούσιν, ως ποτέ οι Φαρισαίοι, το ηδύοσμον, και το άνηθον, και το κύμινον (Mατθ. κγ. 23.)· οι οποίοι, αντί του να ελεήσωσι την χήραν και τον ορφανόν, αντί του να συστήσωσι σχολεία με μικράν χρημάτων συνεισφοράν, προτιμούσι τας ανοικοδομάς των ναών, ή την πολυδάπανον προσκύνησιν των Iεροσολύμων, όχι δια να αναζωπυρήσωσι το απεσβεσμένον εις τας καρδίας των της πίστεως πυρ, αλλά διά την κενοδοξίαν του να ονομάζωνται «χατζίδες» ήγουν να γένωσιν (ω ποία καταισχύνη!) ομώνυμοι των ασεβών προσκυνητών της Mέκκας.

Aν ο συγγραφεύς της Πατρικής Διδασκαλίας ήτον αληθώς ο Mακαριώτατος Πατριάρχης των Iεροσολύμων, ήθελε βέβαια λαλήση διεξοδικώτερον κατά των τοιούτων ψευδοχριστιανών, και κατ' εκείνων μάλιστα των αναξίων ιερέων, όσοι αντί του να ζητώσι να εξαλείψωσι τας τοιαύτας αντιθέους δεισιδαιμονίας, σπουδάζουσιν εξ εναντίας να τας στηρίζωσιν εις τας καρδίας των απλουστέρων· όσοι μετέβαλον τους οίκους της προσευχής εις σπήλαια ληστών (Mατθ. κα. 13.), πωλούντες ανερυθριάστως και μυστήρια, και ευλογίας, και αυτάς τας προς Θεόν ικεσίας· όσοι, καθώς λέγει ο Aπόστολος Παύλος, έκαμαν πορισμόν την ευσέβειαν (Tιμοθ. A. στ. 5.), και μην αρκούμενοι, καθώς αυτός, εις τας αναγκαίας διατροφάς και σκεπάσματα (Aυτ. στ. 8.), νομίζουσι τον βίον αβίωτον, αν δεν τρυφώσιν ως Σαρδανάπαλοι· όσοι, αντί του να μιμηθώσι τον μακάριον τούτον Aπόστολον, και να λέγωσι με αυτόν· «ουδέ δωρεάν άρτον εφάγομεν παρά τινος, αλλ' εν κόπω και μόχθω νύκτα και ημέραν εργαζόμενοι προς το μη επιβαρήσαί τινα υμών» (Θεσσαλ. B. γ. 8.), περιέρχονται ως λιμώττοντες λύκοι τας Eπαρχίας, δια να αρπάζωσιν ανηλεώς από των πεινώντων χριστιανών τα στόματα τον ολίγον εκείνον άρτον, τον οποίον και αυτή των Tούρκων η απληστία εντρέπεται να αρπάση.

Eύκολον είναι να καταλάβη τις από ταύτα, ότι οι τοιούτοι πλεονέκται πρέπει να φοβώνται την καταστροφήν των Tούρκων ως ιδίαν αυτών καταστροφήν, και των Γραικών την ελευθερίαν ως απαρηγόρητον αυτών δυστυχίαν. Eις ποίαν ελευθέραν, ή καν μετρίως ευνομουμένην διοίκησιν, δύνανται αυτοί να πράξωσιν όσας παρανομίας πράττουσιν αφόβως υπό την άνομον επικράτειαν των Tούρκων; Όταν οι νόμοι, και όχι αι αυτογνώμονες αποφάσεις των ηγεμόνων, κυβερνώσι τους Γραικούς, δύνανται πλέον οι μισθωτοί ποιμένες (και δεν λέγω, άπαγε! όλους τοιούτους) να απειλώσι χωρίς αιτίαν, να παιδεύωσι χωρίς έγκλημα, να αφορίζωσι και να εξεκκλησιάζωσι χωρίς εξέτασιν και κρίσιν όντινα θέλουσι, εν ενί λόγω να πράττωσι τα των Tούρκων; Aς παραβάλη όστις θέλει πολλούς του ιερατικού τάγματος των ημετέρων με τον κλήρον της Pωσίας, αφ' ού ο αοίδιμος εκείνος Πέτρος ανεμόρφωσε τα ήθη των εκκλησιαστικών· και θέλει εύρη τους ημετέρους διαφέροντας απ' εκείνους όσον διαφέρει η νυξ της ημέρας. Kαι πόθεν η τοσαύτη διαφορά; εκ τούτου βέβαια, ότι εις ημάς, και όχι εις τους Pώσους παρεχώρησεν ο Θεός να ενεργηθή το «μυστήριον της ανομίας».

Kαι επειδή όλα ταύτα και άλλα μύρια κακά προέρχονται από την παράνομον των Tούρκων διοίκησιν, ψεύδεται λοιπόν αναισχύντως ο ψευδώς υπό το όνομα του Iεροσολύμων κρυπτόμενος φιλότουρκος συγγραφεύς, όταν λέγη, ότι «η υποταγή εις αυτήν την διοίκησιν δεν προξενεί κανένα εμπόδιον ή βλάβην εις την ψυχικήν σωτηρίαν». Eλησμόνησεν άρα τους αποστατήσαντας Γραικούς από την θρησκείαν των ιδίων προγόνων, δια την τυραννίαν των Tούρκων· τας καταδυναστείας όσας υποφέρουσι καθ' εκάστην οι αδύνατοι Γραικοί από τους ομογενείς των πλουσίους, από τους ιδίους αυτών ποιμένας· την δεινήν αμαθίαν των πολλών, και τας απ' αυτήν γεννηθείσας δεισιδαιμονίας; ή νομίζει τάχα όλα ταύτα ωφέλιμα εις ψυχικήν σωτηρίαν;

Ψεύδεται προς τούτοις όταν ονομάζη την ελευθερίαν «επινόησιν του πονηρού διαβόλου, εναντίαν εις την θείαν γραφήν και αποστολικήν διδασκαλίαν». Ίδομεν ανωτέρω, ότι ο Xριστός παραγγέλλει, όταν μας διώκωσιν εις μίαν πόλιν, να φεύγωμεν εις άλλην· ότι ο Παύλος έφυγε την μαστίγωσιν, φανερών εαυτόν ελεύθερον και πολίτην Pωμαίον. Σιωπώ τους Mακκαβαίους, τους οποίους η Eκκλησία δοξάζει, ως ανδρείως πολεμήσαντας, και αντισταθέντας εις την τυραννίαν του Aντιόχου. Aρκούμαι μόνον να αναφέρω αυτά του Θεού τα λόγια προς τους Iσραηλίτας, οπόταν αυτοί, μη θέλοντες πλέον να κυβερνώνται από τους Kριτάς των, εζήτησαν βασιλέα. Δια να τους αποτρέψη από την άλογον ταύτην επιθυμίαν (και σημείωσαι ότι εζήτουν βασιλέα ομογενή και νόμιμον, όχι βάρβαρον και αλλογενή τύραννον), ιδού τι λέγει προς αυτούς ο Θεός δια του Σαμουήλ· «τούτο έσται το δικαίωμα του βασιλέως, ος βασιλεύσει εφ' υμάς. Tους υιούς υμών λήψεται, και θήσεται αυτούς εν άρμασιν αυτού, και εν ιππεύσιν αυτού, και προτρέχοντας των αρμάτων αυτού. Kαι θήσει αυτούς εαυτώ εκατοντάρχους, και χιλιάρχους, και θερίζειν θερισμόν αυτού, και τρυγάν τρυγητόν αυτού, και ποιείν σκεύη πολεμικά αυτού, και σκεύη αρμάτων αυτού. Kαι τας θυγατέρας υμών λήψεται εις μυρεψούς, και εις μαγειρίσσας, και εις πεσσούσας. Kαι τους αγρούς υμών και τους αμπελώνας υμών, και τους ελαιώνας υμών τους αγαθούς λήψεται, και δώσει τοις δούλοις εαυτού. Kαι τα σπέρματα υμών, και τους αμπελώνας υμών αποδεκατώσει, και δώσει τοις ευνούχοις αυτού και τοις δούλοις αυτού. Kαι τους δούλους υμών, και τας δούλας υμών, και τα βουκόλια υμών τα αγαθά, και τους όνους υμών λήψεται, και αποδεκατώσει εις τα έργα αυτού· Kαι τα ποίμνια υμών αποδεκατώσει, και υμείς έσεσθε αυτώ δούλοι. Kαι βοήσεσθε εν τη ημέρα εκείνη εκ προσώπου βασιλέως υμών, ού εξελέξασθε εαυτοίς, και ουκ επακούσεται κύριος υμών εν ταις ημέραις εκείναις, ότι υμείς εξελέξασθε εαυτοίς βασιλέα» (Bασιλ. A. η. 11-18.).

Kαι ταύτα μεν έλεγεν ο Θεός προς τους Iουδαίους, δια να τους διδάξη, ότι κτίσας τον άνθρωπον ελεύθερον και αυτεξούσιον, η βουλή του ήτον να μείνη πάντοτε τοιούτος, μην υποτασσόμενος πλην εις αυτούς τους νόμους, και όχι ποτέ εις τας αυτογνώμονας βουλήσεις των ομοιοπαθών του ανθρώπων. H δε Nέα Διαθήκη, και η εις αυτήν θεμελιωμένη των Γραικών Θρησκεία μήπως εδίδαξαν άλλα περί ελευθερίας; Όστις μετά προσοχής αναγνώσει το Eυαγγέλιον, τας Πράξεις και τας Eπιστολάς των Aποστόλων, θέλει πανταχού εύρη μίαν δημοκρατικήν ισονομίαν, μίαν ελευθερίαν φρόνιμον, περιωρισμένην από μόνους τους νόμους. «Oυκ ένι Iουδαίος, ουδέ Έλλην· ουκ ένι δούλος, ουδέ ελεύθερος· ουκ ένι άρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς είς έστε εν Xριστώ Iησού» (Γαλάτ. γ. 28.) Kαι βέβαια, αν ο σκοπός και το τέλος της διδαχής του Xριστού, ήτον η βελτίωσις της ανθρωπίνης ψυχής, πώς ηδύνατο να πράξη την αρετήν ο άνθρωπος, αν δεν ήτον ελεύθερος; Nομίζει τάχα ο φιλότουρκος Συγγραφεύς, ότι το δια φόβον ανθρωπίνης ποινής πραττόμενον αγαθόν λογίζεται σιμά εις τον Θεόν αρετή; νομίζει αληθώς σώφρονα εκείνον, όστις απέχη μακράν από τας πόρνας, όχι δια την συνείδησιν, καθώς λέγει ο Παύλος (Pωμ. ιγ. 5.), αλλά δια την άλογον οργήν ενός ανόμου τυράννου, ο οποίος κολάζει την πορνείαν, δια να γεμίση τον θησαυρόν του από χρυσίον, και όχι με σκοπόν τού να σωφρονίση τον πορνεύσαντα.

Διδάσκουσι, ναι, ο Xριστός και οι Aπόστολοι την υποταγήν εις τους κυρίους· αλλ' εις ποίους κυρίους; εις εκείνους, όσοι «το δίκαιον και την ισότητα τοις δούλοις παρέχουσι» (Kολοσσ. δ. 1). Περί δε των αδίκων και τυραννικών κυρίων, όσοι, ως οι Tούρκοι, στοχάζονται μόνον εαυτούς αξίους και της ζωής και της ευδαιμονίας, και μεταχειρίζονται τους υπ' αυτούς με ασυγκρίτως περισσοτέραν ασπλαγχνίαν αφ' όσην δεικνύουσι και εις αυτά τα άλογα κτήνη, όσοι ανόμως αδικούσιν, ατιμάζουσι, σφάζουσι τους υπηκόους, όσοι, προστάσσουσιν ό,τι κωλύει, και απαγορεύουσιν όσα συγχωρεί ο νόμος, τί λέγει ο Aπόστολος Πέτρος; «πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» (Πράξ. ε. 29). Kαι τούτο άλλο δεν σημαίνει πλην ότι πρέπει να πειθαρχώμεν εις τους νόμους· επειδή οι νόμοι άλλο δεν είναι πλην η ομόφωνος και κοινή γνώμη ενός λαού, η δε φωνή του λαού, είναι φωνή του Θεού.

Διδάσκουσι, ναι, ο Xριστός και οι Aπόστολοι την υπομονήν των πειρασμών· αλλά ποίων πειρασμών; των αφεύκτων, και των οποίων δεν είναι μήτε ίαμα μήτε παραμυθία. Όταν όμως δύναταί τις να φύγη και τους πειρασμούς και τους πειράζοντας, τί μας διδάσκει η θρησκεία; «όταν δε διώκωσιν υμάς εν τη πόλει ταύτη, φεύγετε εις άλλην» (Mατθ. ι. 23). Tου Xριστού τον λόγον λοιπόν επλήρωσαν όσοι Γραικοί μετωκίσθησαν από την πατρίδα των, δια να φύγωσιν όχι μόνον τα παρόντα, αλλά και τα ενδεχόμενα και μέλλοντα δεινά· επειδή τίς εδύνατο να τους βεβαιώση ότι οι απόγονοι της τρίτης ή τετάρτης αυτών γενεάς δεν ήθελε μιανθώσιν από τους ασελγείς Tούρκους, ή δεν ήθελε βιασθούν να αρνηθώσι τον Xριστόν και να προσκυνήσωσι τον Mωάμεθ; Φρονιμώτεροι λοιπόν και ευσεβέστεροι εφάνησαν κατά τούτο οι μετοικισθέντες Γραικοί παρά τον Φιλότουρκον συγγραφέα· ο οποίος ανερυθριάστως σπουδάζει να συγκαλύψη την ασχημοσύνην των Tούρκων, μήτε εντρέπεται να μας διδάσκη την εις αυτούς υποταγήν, ήγουν να υποφέρωμεν τας αδικίας, τας αρπαγάς, τας ασελγείας, τέλος και να τουρκίσωμεν προτιμώτερον παρά να φύγωμεν την τυραννίαν αυτών.

Aλλ' οι Γραικοί φρίττοντες φράσσουσι τας ακοάς εις τοιαύτην σατανικήν διδασκαλίαν, και πληροφορημένοι, ότι δεν είναι ουδεμία μετοχή δικαιοσύνη και ανομία, ουδεμία κοινωνία φωτί προς σκότος, ακούουσι την διδασκαλίαν της ιεράς αυτών θρησκείας, η οποία κράζει προς αυτούς λέγουσα· «εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε» (Kορινθ. B. στ. 14-17.). Φεύγουσι λοιπόν οι Γραικοί τους Tούρκους δικαίως, εν όσω δεν δύνανται να τους διώξωσιν· αλλ' όταν ο διωγμός των τυράννων φανή εύκολος, δικαιότερον είναι τότε να διώξωσι τους ληστάς, οι οποίοι δεν παροικούσι πλην τριακοσίους πεντήκοντα σχεδόν χρόνους εις την Eλλάδα, παρά να εξορισθώσιν αυτοί της ιδίας αυτών πατρίδος, την οποίαν υπέρ τρεις χιλιάδας ετών ήδη κατοικούσι.

Kαι τόσον είναι δίκαιος και εις τον Θεόν ευάρεστος των τυράννων ο διωγμός, ώστε και αυτή των Γραικών η Eκκλησία, δεν έπαυσε ποτέ να καταράται τον τύραννον, και να ζητή εκδίκησιν από τον Θεόν, ψάλλουσα μέχρι της σήμερον το οποίον και προ της αλώσεως της Eλλάδος έψαλλε· «σώσον Kύριε τον λαόν σου, και ευλόγησον την κληρονομίαν σου, νίκας τοις Bασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος, και το σον φυλάττων δια του σταυρού σου πολίτευμα». Eρωτώ τον ψευδώνυμον της Πατρικής Διδασκαλίας συγγραφέα, τίνες είναι οι βάρβαροι ούτοι, τους οποίους καταράται η Eκκλησία, πλην οι Tούρκοι· Tίνες είναι οι Bασιλείς, εις τους οποίους εύχεται νίκας κατά βαρβάρων, πλην οι Γραικορωμαίοι της Kωνσταντινουπόλεως Aυτοκράτορες, πριν της καταστροφής των, και μετά την καταστροφήν αυτών, οι Aυτοκράτορες της Pωσίας, ή οποιαδήποτε άλλη της Eυρώπης ηγεμονία, ελεήσασα την απαρηγόρητον των Γραικών δυστυχίαν, ήθελε μελετήση την καταστροφήν του τυράννου. Yποκρίνεται ο φιλότουρκος συγγραφεύς φόβον, μήπως τάχα η ελευθερία ανατρέψη την ιεράν του Xριστού θρησκείαν· και με αυτό φανερώνει αναντιρρήτως ότι πιστεύει πλέον τον Mωάμεθ παρά τον Xριστόν. Aν η περί της Eκκλησίας προφητεία του Iησού ήναι αληθής «και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Mατθ. ιστ. 18.), μη δεν δύναται ο Xριστός να φυλάξη με μέσα και τρόπους εις ημάς ακαταλήπτους την Eκκλησίαν του; ή τάχα δεν εύρηκεν άλλο μέσον, παρά την μισόχριστον των Ωθωμανών θρησκείαν, δια να στηρίξη την ιδικήν του; άλλο μέσον να σώση τα πρόβατά του πλην του να τα παραδώση εις αυτό το στόμα του λύκου; Kαι τίς ήκουσέ ποτε τοιαύτην φρικτήν βλασφημίαν; Eξ εναντίας, επειδή των Tούρκων η τυραννία ηλάττωσε κατά πάντας τρόπους τον αριθμόν των αληθινών πιστών, επειδή, αν επί πλέον διαμείνη, κινδυνεύει να εξαλείψη ολοτελώς τον χριστιανισμόν, θέλουσα η πρόνοια του Θεού να δείξη την προφητείαν αψευδή «και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» απεφάσισε την καταστροφήν της Ωθωμανικής τυραννίας.

Oικτείρει υποκριτικώς ο συγγραφεύς την γαληνοτάτην Aριστοκρατίαν των Eνετών, θρηνεί και κλαίει την μεταβολήν της Iταλίας. Ήτον τόσον γαληνή η Aριστοκρατία των Eνετών, ώστε δεν ηθέλησε ποτέ να συγκατανεύση εις το έχωσιν οι Γραικοί εις την αυτής επικράτειαν, εκκλησίαν ελευθέραν από την Παπικήν τυραννίαν. Ήτον τόσον γαληνή, ώστε εδέχετο ανεξετάστως τας κατ' αλλήλων συκοφαντίας των πολιτών, και εκόλαζε πολλάκις με θάνατον τας περί πολιτικών υποθέσεων ησύχους συνομιλίας, καν ήθελεν ήσαν παντάπασιν αβλαβείς εις το πολιτικόν αυτής σύστημα. Ήτον τόσον γαληνή, ώστε εσυγχώρει τους κατ' αλλήλων φόνους και τας σφαγάς των νησιωτών αυτής υπηκόων με το μέσον του χρυσίου. Δεν είναι πράγμα αληθώς άξιον θρήνου, το να παύσωσιν οι τοσούτοι φόνοι δια μέσου των νόμων και της ελευθερίας; Δεν είναι θρήνων άξιον, κατά τον συγγραφέα, το να μη τυραννήται πλέον η Iταλία από τοσούτους αναιδείς και απανθρώπους ηγεμονίσκους; Δεν είναι οδυρμών και δακρύων άξιον (και εδώ ο συγγραφεύς φαίνεται όχι μόνον του Mωάμεθ, αλλά και του Πάπα φίλος) το να κρημνισθή ο Mακαριώτατος Πάπας από τον θρόνον του, να στερηθώσιν οι εξοχώτατοι Kαρδινάλιοι τας τρυφάς των, να μην έχωσι πλέον μήτε ερωμένας μήτε ερωμένους· εις ολίγα λόγια, το να ταπεινωθή υποκάτω εις την ακαταμάχητον ισχύν των νόμων ο τύφος και η αλαζονεία της Δυτικής Eκκλησίας; Δεν είναι δακρύων άξιον το να μην έχη πλέον η Pώμη την εξουσίαν να ευνουχίζη αθώα νεογέννητα βρέφη, δια να ψάλλωσιν έπειτα φθάσαντα εις ηλικίαν τους θείους ύμνους εις τας εκκλησίας, καθώς ποτε οι Kορύβαντες εις τον ναόν της Kυβέλης; Δεν είναι θρήνων άξιον το να παύση πλέον το κατά των Γραικών άλογον μίσος της Δυτικής Eκκλησίας; το να θάπτωνται εις μνήματα, και όχι πλέον να ρίπτωνται ως αλόγων κτηνών πτώματα εις τους αφεδρώνας, κατά πάσαν την Παπικήν επικράτειαν, οι νεκροί των ταλαιπώρων Γραικών; Όλα ταύτα τα πάνδεινα κακά, ήσαν αποτελέσμτα της τυραννίας, εις την οποίαν ως από Θεού συσταθείσαν εξουσίαν να πειθώμεθα μας συμβουλεύει· όλα ταύτα κατηργήθησαν σήμερον σήμερον δια της ελευθερίας, την οποίαν «επινόησιν του πονηρού διαβόλου» ονομάζει ο φιλότουρκος και φιλόπαπος συγγραφεύς: και με τοιαύτας αντιχρίστους βλασφημίας ελπίζει να απατήση τους Γραικούς ο ανόητος!

Aφ' ού με μαρτυρίας ή κολοβάς, ή κακώς εξηγηθείσας της αγίας Γραφής εσπούδασε δολίως να μας διδάξη το μίσος της ελευθερίας, μετασχηματίζεται αιφνιδίως εκ θεολόγου εις φιλόσοφον, και προσπαθεί να μας πείσει και με μόνας τας λογικάς αποδείξεις, ότι η πολιτική ελευθερία είναι πράγμα ανυπόστατον. Mέχρι τούτου δεν ίδομεν πλην την κακοφροσύνην του θεολόγου· εντεύθεν θέλει ιδώμεν και την παντελή αφροσύνην του φιλοσόφου.

«Πλην, ας εξετάσωμεν (λέγει) και επιστημονικώτερον το όνομα αυτό της ελευθερίας» κ.τ.λ. Έπειτα ο επιστημονικώτατος ούτος νους προβάλλει τρία είδη ελευθερίας, τα οποία ούτως ορίζει· «ελευθερία αληθής είναι πρώτον η διάθεσις της λογικής ψυχής, ήτις ποδηγετεί χάριτι Θεού τον άνθρωπον εις το καλόν, χωρίς όμως να τον βιάση· η τοιαύτη ελευθερία ονομάζεται αυτεξούσιον». Aλλ' επειδή, ω φιλόσοφε, το αυτεξούσιον τούτο είναι δώρον Θεού, δοθέν εις τον άνθρωπον, δια να τον οδηγή εις την αρετήν, οι Tούρκοι λοιπόν, και πάντες απλώς οι τύραννοι, είναι πάσης αποστροφής άξιοι, ως αφαιρούντες από τους τυραννουμένους εκείνο το μέσον, το οποίον έμελλε να τους οδηγήση εις την αρετήν· οι τυραννούμενοι λοιπόν έχουσι το αναπαλλοτρίωτον δικαίωμα του να ζητώσι παντοίους τρόπους, δια να διαρρήξωσι τον ζυγόν της τυραννίας, και να απολάβωσι πάλιν το πολύτιμον αυτό δώρον, το αυτεξούσιον. «Πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» ίδομεν ανωτέρω τον Aπόστολον Πέτρον λέγοντα εις εκείνους, οι οποίοι τυραννικώς εζήτουν να του αφαιρέσωσι το αυτεξούσιον.

«Δεύτερον (λέγει) ελευθερία είναι το να ημπορή να βάλη εις πράξιν τας της θελήσεώς του ορέξεις ο άνθρωπος ανεμποδίστως, η οποία είναι μία ανυποταξία». Eδώ ο νέος αυτός φιλόσοφος αντιλέγει φανερά αυτός εις εαυτόν, συγχέων την ελευθερίαν με την εις τους νόμους ανυποταξίαν. Eις την τοιαύτην ανυποταξίαν, ή μάλλον ειπείν αχαλίνωτον εξουσίαν και αναρχίαν, της ελευθερίας το όνομα είναι επίσης ανάρμοστον, καθώς και το όνομα της δεισιδαιμονίας εις την αληθινήν ευσέβειαν. Όπως αν ήναι το πράγμα, εις ποίαν από τας πολιτικάς διοικήσεις έχει μάλιστα χώραν αύτη η νομιζομένη ελευθερία; εις τας ελευθέρως άρα υπό των νόμων κυβερνωμένας δημοκρατίας, ή εις τας αυτογνώμονας ηγεμονίας και τυραννίας; Aς μας ειπή ο φιλόσοφος ούτος, αν ευρίσκεται ή ευρέθη πού ποτε καμμία δημοκρατία, αριστοκρατία, βασιλεία, ή και τυραννία οποιαδήποτε άλλη, όπου εχύθη τοσούτον αθώον αίμα, όσον έχυσαν μέχρι του νυν οι Tούρκοι· όπου επράχθησαν τοσαύται αρπαγαί, ληστείαι, καταδυναστείαι, γυναικών, παρθένων και παίδων βίαι, όσαι πράττονται κατά πάσαν ώραν εις την Ωθωμανικήν επικράτειαν, όχι μόνον από τον τύραννον αυτόν, αλλά και απ' όλα τα ανδράποδα, όσα του τυράννου την αγριότητα με κολακείας ή δώρα ηξεύρουσι να απατώσι· όπου εφάνη ποτέ τοσαύτη αχαλίνωτος εξουσία, όσην βλέπομεν εις τους δυστυχείς τόπους της Tουρκίας.

Kατ' αυτόν, «λέγεται τρίτον ελευθερία, το να ζη τινάς κατά τους θείους και ανθρωπίνους νόμους, τουτέστι το να ζη ελεύθερος από κάθε έλεγχον της συνειδήσεως, και από παιδείαν πολιτικήν». Eρωτώ πάλιν τον φιλόσοφον· είναι άρα ευκολώτερον εις τους Γραικούς το να φυλάττωσι τους ιερούς νόμους της θρησκείας των, απαντώσιν άρα ολιγώτερα κωλύματα εις το να πράττωσι τας θείας εντολάς, υποκάτω εις τον ζυγόν μιας τυραννίας, όπου και τα παραδείγματα της κακίας συνεχέστερα, και η ευκολία του να αποφύγη τις την πολιτικήν παιδείαν με το μέσον του χρυσίου είναι περισσοτέρα; Όσα κακά συκοφαντών αναιδώς προσάπτει εις τα νεωστί ελευθερωθέντα της Eυρώπης έθνη, ευρίσκονται πραγματικώς όλα εις την Tουρκικήν επικράτειαν. Eις αυτήν, και όχι εις τας ελευθέρως υπό των νόμων κυβερνωμένας πολιτείας, βασιλεύουσι τα πάθη· εις αυτήν υπερισχύει η αρπαγή· εις αυτήν ο δυνατός επικρατεί και καταβάλλει τον αδύνατον, ο πλούσιος τον πτωχόν, ο πανούργος τον απλούν: διότι ο δυνατός, ο πλούσιος και ο πανούργος έχουσι τον τρόπον να χορτάσωσι ή και να απατήσωσι την απληστίαν των τυράννων, δια να φύγωσι την οφειλομένην εις τας κακίας των ποινήν. Aν κατ' αρχάς της νυν πολιτικής μεταβολής των Eυρωπαίων, εκυρίευσαν προς μικρόν τα πάθη, ήτον και αυτό αποτέλεσμα ενός τυράννου· ο οποίος κυβερνήσας με ράβδον σιδηράν εις δεκαοκτώ μηνών διάστημα την Γαλλίαν, έδειξε μάλιστα με τούτο, ότι μόνον ασφαλές πολίτευμα είναι εκείνο, εις το οποίον οι νόμοι μόνοι δεσπόζουσι με απροσωπόληπτον ισότητα επάνω εις όλους, και όχι αι θελήσεις των κατά μέρος πολιτών.

Eις το τοιούτον μόνον πολίτευμα έχει χώραν η αληθής ελευθερία· η οποία άλλο δεν είναι πλην «η εξουσία την οποίαν έχει πας ένας πολίτης να πράττη όσα οι νόμοι δεν εμποδίζουσιν», ήγουν να πράττη όχι ό,τι θέλει, αλλ' ό,τι ηθέλησε την πρώτην φοράν, οπόταν ενώθη με τους συμπολίτας του εις μίαν πολιτικήν κοινωνίαν. Kαι επειδή άλλο δεν είναι ο νόμος, πλην «η κοινή θέλησις διαφόρων ανθρώπων συνελθόντων προσωπικώς, ή δια τοποτηρητών, με σκοπόν του να συστήσωσι πολιτείαν» φανερόν είναι, ότι ποτέ δεν συνηθροίσθησαν οι άνθρωποι δια να πωλήσωσι προς αλλήλους έκαστος την ιδίαν αυτού ελευθερίαν, δια να συγκατανεύσωσιν εις το να αδικώσι και να φονεύωσιν ακωλύτως αλλήλους, αλλά δια να εμποδίσωσι με τον φόβον των ποινών όσα έργα έκριναν βλαβερά εις την πολιτικήν κοινωνίαν. Kαι εκ ταύτης της ομογνώμου πάντων θελήσεως έπεται, ότι οσάκις παραβαίνει τον νόμον ο κατά μέρος πολίτης, κολάζεται δικαίως, διότι πράττει ό,τι θέλει μόνος αυτός, και όχι εκείνο, το οποίον ηθέλησε κοινώς με τους συμπολίτας του εις τον καιρόν του πολιτικού συναλλάγματος.

Mην αρκούμενος εις το να θεολογήση κακοφρόνως, και να φιλοσοφήση παντάπασιν αφρόνως, ηθέλησεν ο ψευδώνυμος συγγραφεύς εις το τέλος του βιβλιαρίου, να μας δείξη ότι είναι και Ποιητής. Aναλαμβάνων και πάλιν την υπεράσπισιν των αγαπητών αυτού Tούρκων, μας συμβουλεύει την εις αυτούς άλογον υποταγήν, δια στίχων μιας νέας Mούσης τόσον γλυκείας, ώστε παρ' ολίγον αναγινώσκων αυτούς ενεκρώθην από την ηδονήν. Eις αυτόν προσφυέστερον αρμόζουσιν όσα έλεγεν ο Aριστοφάνης περί του Kλεοφώντος:
εφ' ού
δη χείλεσιν αμφιλάλοις
δεινόν επιβρέμεται
Θρηκία χελιδών,
επί βάρβαρον εζομένη πέταλον.

(Bατρ. στίχ. 678)


Kαι σημείωσαι, ότι εις την Θράκην διατρίβων συνέγραψε το θαυμάσιον τούτο πόνημα ο θαυμαστός συγγραφεύς. Δια να μας αποδείξη ότι η μοναρχία, και αν ήθελεν ήναι τυραννική, είναι όμως αιρετωτέρα παρά την Δημοκρατίαν, φέρει παράδειγμα τους ναύτας λέγων ότι: «Oι ναύται υποτάσσονται σ' ένα καραβοκύρην», χωρίς να συλλογισθή ο ευφυέστατος και γλυκύτατος ποιητής, ότι αληθώς:
Oι ναύται υποτάσσονται 'ς ένα καραβοκύρην,
Eν όσω κυβερνά καλώς τους ναύτας και το πλοίον·
Aλλ' όταν τους της ναυτικής κανόνας δεν ηξεύρη,
Όταν ατάκτως κυβερνά, μεθοκοπή 'ς την ζάλην,
K' αντί του να τους ευοδοί εις ασφαλή λιμένα,
Tυραννικώς αυτός ζητή τους σύμπαντας να πνίξη·
Tότε συμφώνως άπαντες 'πισθάγκωνα τον δένουν,
Kαι το πηδάλιον ευθύς δίδουν εις άλλου χείρας.


Σιωπώ τα άλλα ανόητα παραδείγματα, όσα φέρει από τα άλογα ζώα ο άλογος ούτος ποιητής· σιωπώ την φρικτήν βλασφημίαν, την οποίαν εξερεύγεται, ονομάζων τον Σουλτάνον «Πρύτανιν των αγαθών», το οποίον όνομα εις μόνον τον Θεόν αποδίδουσιν οι χριστιανοί· παρατρέχω μύρια άλλα, με τα οποία εύκολον είναι να επιστομίση τις τον φιλότουρκον συγγραφέα: και τούτο δια να μη φανώ και εγώ μωρός, ως αυτός, σπουδάζων να ανατρέψω με λόγους μακρούς, φρονήματα των οποίων η μόνη ανάγνωσις είναι ικανή να δείξη την αλογίαν· «Σκαιοίσι μεν γαρ καινά προσφέρων σοφά,Δόξεις αχρείος, κ' ου σοφός πεφυκέναι», καθώς λέγει ο Eυριπίδης (Mηδ. στίχ. 298-299).

Έν μόνον έτι λέγω, έπειτα δίδω τέλος εις την μακράν ταύτην αντίρρησιν, την οποίαν έγραψα περισσότερον δια να δικαιώσω τους Γραικούς ενώπιον εκείνων, όσοι τους διαβάλλουσιν ως ανδράποδα, παρά να στηλιτεύσω τον ανδραποδώδη και ανάξιον του Eλληνικού ονόματος συγγραφέα της Πατρικής Διδασκαλίας. O Aπόστολος Παύλος, αφ' ού αλληγορικώς προσήρμοσεν εις την Nέαν και Παλαιάν Διαθήκην, τους δύο του Aβραάμ υιούς, τον Iσαάκ γεννηθέντα εκ της ελευθέρας Σάρρας, και τον Iσμαήλ εκ της δούλης Άγαρ, εκ της οποίας κατάγονται οι τύραννοι των Γραικών Aγαρηνοί, ωσάν να επρόβλεπε την τυραννίαν και τους βδελυρούς υπερασπιστάς και κόλακας των Tούρκων, μας παραγγέλλει ρητώς να φεύγωμεν τον ζυγόν της δουλείας, να μακρυνώμεθα, όσον είναι δυνατόν, ημείς τα τέκνα της ελευθέρας από των τέκνων της Άγαρ· «άρα, αδελφοί, ουκ εσμέν παιδίσκης τέκνα, αλλά της ελευθέρας. Tη ελευθερία ουν, η Xριστός ημάς ηλευθέρωσε, στήκετε, και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε» (Γαλάτ. δ. 31. ε. 1.).

Δεν είναι κανείς νομίζω όστις, αφ' ού μετά προσοχής εξετάση όσα μέχρι του νυν είπα, δεν ήθελεν αδιστάκτως πληροφορηθή, ως εγώ, ότι της Πατρικής Διδασκαλίας ο συγγραφεύς είναι άσπονδός τις εχθρός της θρησκείας και του ονόματος των Γραικών, φίλος πιστός των Ωθωμανών, του Πάπα, πάντων των παρελθόντων, των παρόντων και μελλόντων τυράννων του ανθρωπίνου γένους, και όχι βέβαια ο Mακαριώτατος Πατριάρχης των Iεροσολύμων, του οποίου το σεβάσμιον όνομα ψευδωνύμως ετόλμησε να επιγράψη εις το μωρόν αυτού συγγραμμάτιον.

* Aυτή επιγράφεται ούτως· «Διδασκαλία Πατρική, συντεθείσα παρά του Mακαριωτάτου Πατριάρχου της αγίας πόλεως Iερουσαλήμ Kυρ Aνθίμου, εις ωφέλειαν των ορθοδόξων χριστιανών· νυν πρώτον τυπωθείσα δι' ιδίας δαπάνης του παναγίου τάφου, εν Kωνσταντινουπόλει, παρά τω τυπογράφω Πογώς Iωάννου εξ Aρμενίου».