Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (17.477-17.540)

Τὸν δ᾽ αὖτ᾽ Ἀντίνοος προσέφη, Εὐπείθεος υἱός·
«ἔσθι᾽ ἕκηλος, ξεῖνε, καθήμενος, ἢ ἄπιθ᾽ ἄλλῃ,
μή σε νέοι διὰ δώματ᾽ ἐρύσσωσ᾽, οἷ᾽ ἀγορεύεις,
480 ἢ ποδὸς ἢ καὶ χειρός, ἀποδρύψωσι δὲ πάντα.»
Ὣς ἔφαθ᾽, οἱ δ᾽ ἄρα πάντες ὑπερφιάλως νεμέσησαν·
ὧδε δέ τις εἴπεσκε νέων ὑπερηνορεόντων·
«Ἀντίνο᾽, οὐ μὲν κάλ᾽ ἔβαλες δύστηνον ἀλήτην,
οὐλόμεν᾽, εἰ δή πού τις ἐπουράνιος θεός ἐστι.
485 καί τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσι,
παντοῖοι τελέθοντες, ἐπιστρωφῶσι πόληας,
ἀνθρώπων ὕβριν τε καὶ εὐνομίην ἐφορῶντες.»
Ὣς ἄρ᾽ ἔφαν μνηστῆρες, ὁ δ᾽ οὐκ ἐμπάζετο μύθων.
Τηλέμαχος δ᾽ ἐν μὲν κραδίῃ μέγα πένθος ἄεξε
490 βλημένου, οὐδ᾽ ἄρα δάκρυ χαμαὶ βάλεν ἐκ βλεφάροιϊν,
ἀλλ᾽ ἀκέων κίνησε κάρη, κακὰ βυσσοδομεύων.
Τοῦ δ᾽ ὡς οὖν ἤκουσε περίφρων Πηνελόπεια
βλημένου ἐν μεγάρῳ, μετ᾽ ἄρα δμῳῇσιν ἔειπεν·
«αἴθ᾽ οὕτως αὐτόν σε βάλοι κλυτότοξος Ἀπόλλων.»
495 τὴν δ᾽ αὖτ᾽ Εὐρυνόμη ταμίη πρὸς μῦθον ἔειπεν·
«εἰ γὰρ ἐπ᾽ ἀρῇσιν τέλος ἡμετέρῃσι γένοιτο·
οὐκ ἄν τις τούτων γε ἐΰθρονον Ἠῶ ἵκοιτο.»
Τὴν δ᾽ αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια·
«μαῖ᾽, ἐχθροὶ μὲν πάντες, ἐπεὶ κακὰ μηχανόωνται·
500 Ἀντίνοος δὲ μάλιστα μελαίνῃ κηρὶ ἔοικε.
ξεῖνός τις δύστηνος ἀλητεύει κατὰ δῶμα
ἀνέρας αἰτίζων· ἀχρημοσύνη γὰρ ἀνώγει·
ἔνθ᾽ ἄλλοι μὲν πάντες ἐνέπλησάν τ᾽ ἔδοσάν τε,
οὗτος δὲ θρήνυι πρυμνὸν βάλε δεξιὸν ὦμον.»
505 Ἡ μὲν ἄρ᾽ ὣς ἀγόρευε μετὰ δμῳῇσι γυναιξίν,
ἡμένη ἐν θαλάμῳ· ὁ δ᾽ ἐδείπνει δῖος Ὀδυσσεύς.
ἡ δ᾽ ἐπὶ οἷ καλέσασα προσηύδα δῖον ὑφορβόν·
«ἔρχεο, δῖ᾽ Εὔμαιε, κιὼν τὸν ξεῖνον ἄνωχθι
ἐλθέμεν, ὄφρα τί μιν προσπτύξομαι ἠδ᾽ ἐρέωμαι
510 εἴ που Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος ἠὲ πέπυσται
ἢ ἴδεν ὀφθαλμοῖσι· πολυπλάγκτῳ γὰρ ἔοικε.»
Τὴν δ᾽ ἀπαμειβόμενος προσέφης, Εὔμαιε συβῶτα·
«εἰ γάρ τοι, βασίλεια, σιωπήσειαν Ἀχαιοί·
οἷ᾽ ὅ γε μυθεῖται, θέλγοιτό κέ τοι φίλον ἦτορ.
515 τρεῖς γὰρ δή μιν νύκτας ἔχον, τρία δ᾽ ἤματ᾽ ἔρυξα
ἐν κλισίῃ· πρῶτον γὰρ ἔμ᾽ ἵκετο νηὸς ἀποδράς·
ἀλλ᾽ οὔ πω κακότητα διήνυσεν ἣν ἀγορεύων.
ὡς δ᾽ ὅτ᾽ ἀοιδὸν ἀνὴρ ποτιδέρκεται, ὅς τε θεῶν ἒξ
ἀείδῃ δεδαὼς ἔπε᾽ ἱμερόεντα βροτοῖσι,
520 τοῦ δ᾽ ἄμοτον μεμάασιν ἀκουέμεν, ὁππότ᾽ ἀείδῃ·
ὣς ἐμὲ κεῖνος ἔθελγε παρήμενος ἐν μεγάροισι.
φησὶ δ᾽ Ὀδυσσῆος ξεῖνος πατρώϊος εἶναι,
Κρήτῃ ναιετάων, ὅθι Μίνωος γένος ἐστίν.
ἔνθεν δὴ νῦν δεῦρο τόδ᾽ ἵκετο πήματα πάσχων,
525 προπροκυλινδόμενος· στεῦται δ᾽ Ὀδυσῆος ἀκοῦσαι
ἀγχοῦ, Θεσπρωτῶν ἀνδρῶν ἐν πίονι δήμῳ,
ζωοῦ· πολλὰ δ᾽ ἄγει κειμήλια ὅνδε δόμονδε.»
Τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια·
«ἔρχεο, δεῦρο κάλεσσον, ἵν᾽ ἀντίον αὐτὸς ἐνίσπῃ.
530 οὗτοι δ᾽ ἠὲ θύρῃσι καθήμενοι ἑψιαάσθων
ἢ αὐτοῦ κατὰ δώματ᾽, ἐπεί σφισι θυμὸς ἐΰφρων.
αὐτῶν μὲν γὰρ κτήματ᾽ ἀκήρατα κεῖτ᾽ ἐνὶ οἴκῳ,
σῖτος καὶ μέθυ ἡδύ· τὰ μὲν οἰκῆες ἔδουσιν,
οἱ δ᾽ εἰς ἡμέτερον πωλεύμενοι ἤματα πάντα,
535 βοῦς ἱερεύοντες καὶ ὄϊς καὶ πίονας αἶγας,
εἰλαπινάζουσιν πίνουσί τε αἴθοπα οἶνον
μαψιδίως· τὰ δὲ πολλὰ κατάνεται· οὐ γὰρ ἔπ᾽ ἀνήρ,
οἷος Ὀδυσσεὺς ἔσκεν, ἀρὴν ἀπὸ οἴκου ἀμῦναι.
εἰ δ᾽ Ὀδυσεὺς ἔλθοι καὶ ἵκοιτ᾽ ἐς πατρίδα γαῖαν,
540 αἶψά κε σὺν ᾧ παιδὶ βίας ἀποτίσεται ἀνδρῶν.»

***
Πήρε ξανά τον λόγο ο Αντίνοος, γιος του Ευπείθη κι αποκρίθηκε:
«Σκάσε και τρώγε, ξένε, στη γωνιά σου· ή τράβα αλλού.
Αλλιώς οι νέοι εδώ μπορεί και να σε σύρουν χειροπόδαρα
στο πάτωμα, και τότε ολόκληρος γδαρμένος έξω θα βγεις,
480 μ᾽ αυτά που αγορεύει η γλώσσα σου.»
Οι άλλοι, όλοι, με τα λόγια του βαριά αγανάχτησαν,
και κάποιος νιούτσικος, ανάμεσα στους φαντασμένους, είπε:
«Αντίνοε, καλά δεν έκανες που βάρεσες έναν ταλαίπωρο ζητιάνο·
μπορεί, κακόψυχε, να ᾽ναι επουράνιος θεός.
Συχνά οι θεοί, την όψη αλλάζοντας ολότελα,
μοιάζοντας με θνητούς αλλόξενους, γυρνούν αγνώριστοι από τη μια
στην άλλη πόλη, αναγνωρίζοντας όσους το δίκιο αλαζονικά πατούν
κι εκείνους που το σέβονται.»
Έτσι του μίλησαν οι υπόλοιποι μνηστήρες, εκείνος όμως
δεν ψήφησε τα λόγια τους. Όσο για τον Τηλέμαχο, ένιωσε μέσα του
490 την πίκρα να φουσκώνει, αλλά δεν άφησε από τα βλέφαρά του να κυλήσει
δάκρυ· κουνώντας μόνο το κεφάλι, βυσσοδομούσε την εκδίκηση.
Κι η Πηνελόπη, γνωστική και φρόνιμη, ακούγοντας
πως χτύπησαν στο σπίτι της τον ξένο, γύρισε κι είπε στις θεραπαινίδες της:
«Άμποτε ο Απόλλων, ένδοξος τοξότης, έτσι να ρίξει και σ᾽ αυτόν το βέλος του.»
Στη μέση μπήκε η οικονόμος Ευρυνόμη, λέγοντας:
«Αν πιάσουν οι κατάρες μας και βρουν το τέλος τους,
κανένας απ᾽ αυτούς δεν θα ξημερωθεί, να δει μιαν άλλη Αυγή καλλίθρονη.»
Πήρε τον λόγο πάλι η Πηνελόπη και πρόσθεσε συλλογισμένη:
«Μανούλα μου, όλοι τους μου είναι μισητοί, που μηχανεύονται
500 μονάχα το κακό· ο Αντίνοος όμως περισσότερο, μου μοιάζει σαν τον μαύρο χάρο.
Μέσα στο σπίτι κάποιος ξένος τριγυρίζει δύσμοιρος
ψωμοζητώντας — η φτώχεια τον στριμώχνει· κι ενώ οι άλλοι, όλοι,
τον γέμισαν δοσίματα, αυτός του ρίχνει ένα σκαμνί στον ώμο τον δεξή,
ψηλά στην πλάτη.»
Όσο μιλούσε εκείνη με τις παρακόρες της, στην κάμαρή της
καθισμένη, ο θείος Οδυσσέας έτρωγε.
Τότε κοντά της φώναξε τον θεϊκό χοιροβοσκό για να του πει:
«Πήγαινε, τίμιε Εύμαιε, και κάλεσε τον ξένο να ᾽ρθει·
να τον καλωσορίσω πρώτα και μετά να τον ρωτήσω
510 ανίσως κάτι κι άκουσε για τον καρτερικό Οδυσσέα,
μήπως τον είδε με τα μάτια του — φαίνεται
να ᾽ναι κοσμογυρισμένος.»
Και τότε, Εύμαιε χοιροβοσκέ, πήρες τον λόγο κι αποκρίθηκες:
«Ας ήτανε, βασίλισσά μου, να ᾽μεναν λίγο σιωπηλοί
οι Αχαιοί· με όσα ιστορεί εκείνος, σίγουρα θα γοήτευε
και τη δική σου την ψυχή.
Εγώ τον κράτησα τρεις νύχτες στο καλύβι μου, τον φύλαξα
τρεις μέρες· γιατί σ᾽ εμένα πρώτα κούρνιασε, ξεφεύγοντας
απ᾽ το καράβι. Κι όμως δεν πρόλαβε διηγώντας
ν᾽ αποτελειώσει τη βασανισμένη μοίρα του.
Πώς κάποιος προσηλώνεται σ᾽ έναν αοιδό, που από θεού γνωρίζει
να τραγουδά για τους ανθρώπους συναρπαστικά τραγούδια,
520 και λαχταρούν ακούγοντας οι άλλοι ποτέ να μην τελειώσει
το τραγούδι που άρχισε· έτσι κι αυτός εμένα, καθισμένος
στο μαντρί, με μάγεψε.
Είπε πως είναι του Οδυσσέα φίλος γονικός,
πως κατοικεί στην Κρήτη (όπου οι βλαστοί του Μίνωα),
πως από κει παραδαρμένος έφτασε εδώ βασανισμένος·
και επιμένει, τ᾽ άκουσε, λέει, με τ᾽ αφτιά του, πως είναι ο Οδυσσέας
κοντά, στων Θεσπρωτών την πλούσια χώρα· πως ζει
και φέρνει πίσω στο παλάτι δώρα πολύτιμα κι αμέτρητα.»
Πήρε τον λόγο πάλι η Πηνελόπη, με φρόνηση και γνώση:
«Πήγαινε, τώρα, φώναξε τον ξένο, αντικριστά να μου μιλήσει.
530 Όσο γι᾽ αυτούς, ας ξεφαντώνουν στις αυλόθυρες ή καθισμένοι εδώ
στην αίθουσα, αφού τους κάνει κέφι.
Έτσι κι αλλιώς απείραχτα στο σπιτικό τους μένουν τα δικά τους,
το στάρι τους και το γλυκό πιοτό τους τα γεύονται οι σύνοικοι.
Κι αυτοί στο σπίτι το δικό μου μπαινοβγαίνουν κάθε μέρα,
σφάζοντας βόδια, πρόβατα, θρεμμένες γίδες,
αμέριμνοι γλεντοκοπώντας με το κρασί μας που σπιθίζει —
η ασωτεία τους δεν έχει τελειωμό.
Γιατί μας λείπει ο άντρας, ωσάν τον Οδυσσέα, που θα μπορούσε
την κατάρα αυτή να διώξει από το σπίτι.
Αν όμως έφτανε μια μέρα εκείνος, αν το χώμα της πατρίδας του πατούσε,
γρήγορα τότε, με τον γιο του παραστάτη, θα πάρει εκδίκηση
540 για την παράνομή τους βία.»

Οι αχάριστοι

«Η γη δεν γεννά χειρότερο πλάσμα από τον αχάριστο» είχε πει ένας Ιταλός συγγραφέας (Ούγκο Μπέττι). Η αχαριστία είναι συνώνυμη της φαυλότητας, της αγνωμοσύνης και της δυστυχίας. Κι αν έχετε βρεθεί πολλές φορές στη δυσάρεστη θέση να σας φερθούν με αχαριστία, να ξέρετε πως οι δικές σας πληγές θα επουλωθούν πιο γρήγορα από εκείνες του ανθρώπου που τις δημιούργησε.

Μπορεί η αχαριστία των ανθρώπων που αγαπήσαμε και εμπιστευτήκαμε να πονάει, αλλά ο πόνος περνάει. Η δυστυχία των αχάριστων ανθρώπων, όμως, μένει μέσα τους μόνιμα – σαν σαράκι που τους κατατρώει. Κι όπως πολύ καλά λέει και το παρακάτω κείμενο: «Η χειρότερη φάρα του κόσμου οι αχάριστοι. Δε φοβούνται, ούτε άνθρωπο, ούτε τίποτα».

«Κι όσες περισσότερες γίνονταν οι πληγές, τόσο θέριευε μέσα μου το πείσμα. Όσο πιο μόνος έμενα, τόσο πιο δυνατά, όλα μέσα μου φώναζαν για το άδικο.

Περιτριγυρισμένος από Ιούδες, μάτωσαν τα μάγουλα μου απ’ τα ψεύτικα φιλιά τους και αηδίασα απ’ το ξεπούλημα των συνειδήσεων.

Τόσους ανθρώπους γνώρισα στη ζωή μου κι όλο υποσχέσεις, όλο βιτρίνα, όλο λόγια, ανούσια και φτηνά. Και κάθε φορά άρχιζα απ’ την αρχή, μια επανάληψη συναισθημάτων, επενδύσεων και καλής πίστης. Έψαχνα στους πολλούς, αυτούς τους ελάχιστους, τους ξεχωριστούς. Και κάθε που νόμιζα πως κάπου άραξα, νέος συναγερμός, καινούργια απογοήτευση.

Και στο τέλος το ίδιο αποτέλεσμα. Η ίδια αίσθηση. Κενό. Άδεια από επιθυμίες, άδεια από εμπιστοσύνη. Πολυπαιγμένη ταινία η κατάληξη κι εγώ πάλευα με την ηλίθια συνήθειά μου, να δίνω και να ξαναδίνω ευκαιρίες. Πάλευα με τον εαυτό μου, να τον σταματήσω να υπομένει τόσες και τόσες ανούσιες παρουσίες γύρω μου, αφού γνώριζα εκ των προτέρων, πως ο τελικός στόχος των πιο πολλών ήταν να ρουφήξουν από μέσα μου, ότι ο καθένας χρειαζόταν και μετά να αποσυρθούν διακριτικά και οριστικά.

Τι να θυμηθώ; Φιλίες που μοιράστηκα τα πιο όμορφα μου χρόνια και τα πιο αθώα μου όνειρα; Έpωτες που μαζί τους, για κλάσματα δευτερολέπτου άγγιξα το απόλυτο; Και μετά; Η πτώση. Η αποκάλυψη της αλήθειας. Άνθρωποι καλυμμένοι με μια μάσκα αγάπης και αξιοπρέπειας, που αποδείχτηκαν οι χειρότεροι εφιάλτες μου. Κι εγώ στη γωνιά μου, αποδεχόμενος την ήττα μου, αδύναμος να αντιδράσω, έστω στιγμιαία. Αδράνεια.

Η χειρότερη φάρα του κόσμου οι αχάριστοι. Δε φοβούνται, ούτε άνθρωπο, ούτε τίποτα. Παρασιτικά, χτυπάνε αυτούς που μέσα τους είναι ακόμα αγνοί, αρπάζουν όση ομορφιά προλάβουν και μετά εξαφανίζονται, για να ζήσουν μια κλεμμένη ζωή.

Ξέρετε όμως τι βγήκε ξαφνικά, μέσα από όλη αυτή την απίστευτη κούραση που πέρασα, στο μεγαλύτερο μέρος της πορείας μου; Μια απεριόριστη δίψα για ζωή. Μια τεράστια ανάγκη να ανασυγκροτηθώ, να πετάξω από πάνω μου όλη την αρνητικότητα που με γέμισαν και να προχωρήσω ακάθεκτος προς το φωτεινό μέρος του κόσμου μου.

Διδάχτηκα πια, πως την ψυχή, αυτό το άυλο και μαγικό κομμάτι μου, μπορώ να το γεμίσω και χρώμα και λάμψη και ελπίδα. Μόνος μου! Χωρίς δεκανίκια και βοηθούς. Με τις δικές μου στιγμές. Με ένα τραγούδι που θα με ταξιδέψει, με λέξεις που θα γράψω σ’ ένα χαρτί και θα είναι όλες οι αλήθειες μου, με το χάδι σε ένα ζώο, ακόμα και με το γαλάζιο του ουρανού που θα με συντροφεύει στον πρωινό καφέ μου.

Κι έτσι απλά, με αργά και σταθερά βήματα, γιατρεύω τον ίδιο μου τον εαυτό. Χωρίς θόρυβο. Γελάω απ’ την αρχή, μαθαίνω απ’ την αρχή.

Με λιγότερες προσδοκίες, παραδέχομαι πως ξαναβάζω ανθρώπους κοντά μου, ή έστω μπαίνουν από κάποιες χαραμάδες που είναι φανερές, προσεχτικά και επιφυλακτικά. Κανένα θαύμα δεν έγινε σε μια στιγμή. Θέλει υπομονή το να ξανακτίσεις κόσμους και θάρρος να ξαναδώσεις πίστη.

Το κουράγιο μου όμως, δεν το χάνω πια. Τη δική μου ψυχή μπορώ να τη φροντίσω μόνο εγώ, σαν παιδί να την πάω βόλτα, να τις γλυκομιλήσω, να της εξηγήσω και να την κρατήσω ατόφια και καθαρή, για να έρθει και κείνη η στιγμή στο μέλλον, που θα θελήσω ξανά να την φανερώσω σε κάποιον. Ανεκτίμητα μαθήματα ζωής, οι αποτυχίες.

Η τύχη μου, μέσα στις ατυχίες ήταν πως το πιο βαθύ κομμάτι μου, το μέσα μου, έμεινε καθαρό κι έτσι έχω στα χέρια μου ζωντανό το θησαυρό κάθε ανθρώπου. Το δικαίωμα να ξαναρχίσω να ζω.

Αυτή τη φορά όμως, θα με προσέξω πολύ γιατί πλέον γνωρίζω. Έστω κι αν ένα μικρό κομμάτι ψυχής, κρατάει μια σπίθα λαμπερή, τότε ο χρόνος θα βοηθήσει στο να κερδίσω πίσω τη γαλήνη μου…

“Το κουράγιο δεν κάνει πάντα θόρυβο. Κάποιες φορές το κουράγιο είναι η ήσυχη φωνή στο τέλος της ημέρας που ψιθυρίζει – Θα προσπαθήσω ξανά αύριο – ” Mary Anne Radmacher».

Να προσέχεις το βλέμμα

Της θύμιζε εκείνο το ωραίο του Νίτσε: «Μ’ αρέσει εκείνος που η ψυχή του είναι πιο βαθιά απ’ την πληγή του».

Να δουλέψουμε με τις πληγές μας αλλά να μην τις γλείφουμε∙ κινδυνεύουμε να διαστρέψουμε τις ηδονές μας. Η ψυχή είναι πανίσχυρη. Μην κολλάς!

Μην κολλάς ούτε στην ψυχανάλυση, προορίζεται μονάχα για τις πληγές, για την ψυχή σου θα προχωρήσεις πιο πέρα, στην πνευματική περιπέτεια.

Για να σου δώσω να καταλάβεις, είναι σαν να πηγαίνεις σε έναν ορθοπεδικό γιατί έσπασες το πόδι σου. Ο ορθοπεδικός θα σου γιατρέψει το κάταγμα, δε θα σου μάθει όμως ούτε να βαδίζεις, ούτε ποιο δρόμο θα περπατήσεις, ούτε πολύ περισσότερο τον προορισμό.

Η ευθύνη σου είναι αμεταβίβαστη. Αν κάτσεις εκεί να σου χαϊδεύουν, να σου κάνουν μασάζ στο σπασμένο πόδι σου, θα ατροφήσεις, θα μείνεις ακίνητη.

Ο δρόμος είναι αποκλειστικά δικός σου. Πολύ δύσκολο αυτό αλλά τίποτα σαγηνευτικότερο.

Ετοιμάσου να με εγκαταλείψεις πριν παραλύσεις στο ντιβάνι μου. Να μην εμπιστεύεσαι με την πρώτη τα συναισθήματά σου, ούτε αγαπώ, ούτε δεν αγαπώ να λες εύκολα.

Τα ένστικτα ξέρουν θαυμάσια να προσποιούνται πως είναι συναισθήματα ή να εκλογικεύουν την παρουσία τους με δήθεν πνευματικές ιδέες.

Μην νομίζεις καν ότι συμπονάς τον άλλον όσο νομίζεις. Πάρα πολλές φορές συμπονούμε από ταύτιση, όχι από ανθρωπιά. Παίρνουμε το δράμα του άλλου μέσα μας, φανταζόμαστε πως είμαστε εμείς που μας συμβαίνει και μ’ αυτή τη μετάθεση υποφέρουμε επειδή υποφέρουμε για μας. Συχνά δηλαδή η λύση για κάποιον είναι αυτολύπη.

Θέλω να πω δεν είναι ο άλλος το θέμα της στενοχώριας μας, αιτία είναι η ιδέα μας ότι ίσως συμβεί αυτό σε μας και προληπτικά το ζούμε.

Πάλι ο εγωκεντρισμός κάνει παιχνίδι, πολύ δύσκολα συμπάσχουμε με τα παθήματα του όντως άλλου, πάρα πολύ δύσκολα τον καταλαβαίνουμε.

Πώς να σου το πω; Δε γίνομαι εγώ εσύ, κάνω εσένα εγώ…

Εκείνο που έλεγαν οι αρχαίοι, πως «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος», στην πραγματικότητα των συναισθημάτων, εγώ σου λέω πως μέτρον πάντων: Εγώ.

Ο πλησίον είναι τρομερά απόμακρη γη. Για να μη σου πω ανύπαρκτη…

Η ουτοπία του άλλου! Μακάρι, και πιθανόν να υπερβάλλω.

Άλλο μετουσιώνω ένα πάθος μου, άλλο το εκλογικεύω. Η μετουσίωση είναι αγώνας και κάποτε υπέρβαση, η εκλογίκευση είναι πρόφαση εν αμαρτίαις.

Μην κρίνεις από τις πράξεις αυτές καθαυτές, δεν εξηγούν πάντα την ουσία τους.

Να γυρεύεις την κρυμμένη πρόθεση, εκεί υπάρχει η εντιμότητα, η καθαρότητα ή όχι της καρδιάς.

Ένας υπέρμετρα εγωιστής μπορεί να διαλέξει για επίδειξη το ρόλο αγίου. Να ζει με σκληρή άσκηση, να κινείται με εντυπωσιακή ευσέβεια, να μοιράζει περιουσίες στην ελεημοσύνη.

Όμως σκοπός του δεν είναι η συμπόνοια, είναι η προβολή, η επίδειξη, ένας αυτοθαυμασμός∙ ένας θρίαμβος στον δικό του κύκλο.

Να προσέχεις. Να προσέχεις το βλέμμα περισσότερο απ’ τα λόγια!

Η «τυραννία» της παραγωγικότητας: Γιατί η συνεχής απασχόληση με κάτι είναι υπερεκτιμημένη

«Νιώθω τύψεις που δεν έκανα πολλά σήμερα», «Όλα φαίνεται να χρειάζονται περισσότερο χρόνο απ’ όσο είχα σχεδιάσει».

Έχει αποδειχθεί ότι οι περισσότεροι έχουμε επώδυνα υψηλά στάνταρ της προσωπικής μας παραγωγικότητας. Κι ακόμη χειρότερα, όταν δεν φτάνουμε τους μη ρεαλιστικούς μας στόχους, καταλήγουμε να νιώθουμε άσχημα με τον εαυτό μας και απογοητευμένοι στο τέλος της μέρας.

Πίσω από όλες τις αυτο-επιβαλλόμενες απαιτήσεις παραγωγικότητας, θεωρώ ότι βρίσκονται κρυμμένες αντιλήψεις για την αξία της αποδοτικότητας. Για κάποιο λόγο, πιστεύουμε ότι καμία εργασία δεν πρέπει να μας παίρνει περισσότερο απ’ όσο έχουμε υπολογίσει.

Οι υπολογισμοί μας για το τι προλαβαίνουμε να κάνουμε μέσα στη μέρα συνήθως είναι εκτός πραγματικότητας, βασισμένοι σε έναν συνδυασμό αισιοδοξίας και φαντασίας παρά σε δεδομένα. Όταν σχεδιάζουμε τις μέρες μας, λίγοι από μας θυμόμαστε να προγραμματίσουμε χρόνο για τις βασικές δραστηριότητες της ζωής, όπως το φαγητό ή η επίσκεψη στην τουαλέτα, πόσο μάλλον τα διαλείμματα για ξεκούραση.

Φαίνεται να έχουμε εσωτερικεύσει τη νοοτροπία ενός βιομήχανου, που προσπαθεί να αυξήσει όσο περισσότερο μπορεί την παραγωγικότητα κάθε ώρα που περνά. Φερόμαστε το σώμα μας σαν να είναι μηχανές που απλώς τις ανάβουμε στις 8 το πρωί και τις απενεργοποιούμε 12 ώρες μετά. Μετράμε την αξία των ημερών μας με το πόσα πολλά καταφέρνουμε παρά για άλλες ποιότητες, όπως τη χαρά, τη εκτίμηση, την σύνδεση ή την ικανοποίηση.

Τα τοξικά μηνύματα της νοοτροπίας αυτής δεν είναι και τόσο καλά κρυμμένα και μόλις αρχίζετε να προσέχετε, θα τα αντιληφθείτε παντού. Αποτελούν την υποβόσκουσα αντίληψη σε κάθε εργασιακά περιβάλλον και είναι προτεραιότητα όλων των ηγετών σε κάθε θέση εξουσίας. Θα τα βρείτε ακόμα και στο δείπνο, όταν συζητάτε με την οικογένεια, για το αν τα παιδιά ολοκλήρωσαν τις εργασίες τους ή στο πώς θα περάσετε το σαββατοκύριακο.

Αν δείτε αυτό το μοτίβο στη δική σας ζωή, σας προτείνω να αρχίσετε να αμφισβητείτε την αξία της αποδοτικότητας. Μπορεί να έχει νόημα για ένα εργοστάσιο, αλλά τείνει να είναι υπερεκτιμημένη και δυσλειτουργική στην καθημερινή μας ζωή.

Η αχρείαστη εστίαση στην αποδοτικότητα καταλήγει τυραννική για εμάς, αγχωτική και συχνά επιδρά αρνητικά στους αγαπημένους μας. Να κάποια tips που θα μας βοηθήσουν να μειώσουμε την «τυραννία» της αποδοτικότητας στην καθημερινότητά μας:

– Τοποθετήστε μια λίστα των πιο βαθιών σας αξιών σε ένα ορατό σε εσάς σημείο, ώστε να υπενθυμίζετε στον εαυτό σας τι έχει μεγαλύτερη αξία.

-Καταγράψτε πόση ώρα σας παίρνουν πραγματικά οι εργασίες σας. Χρησιμοποιήστε αυτά τα δεδομένα και όχι τη φαντασία σας για να προσχεδιάσετε.

– Πάρτε όλα τα διαλείμματα που δικαιούστε στην εργασία σας, ακόμα κι αν νομίζετε ότι δεν τα χρειάζεστε.

– Κάθε φορά που έρχεται η στιγμή να αλλάξετε δραστηριότητα, δώστε στον εαυτό σας ένα μικρό πνευματικό διάλειμμα πριν συνεχίσετε.

– Δώστε στον εαυτό σας χρόνο να αναλογίζεται, να σκέφτεται και έτσι να δημιουργεί.

Η ζωή που δε ζεις σε γερνάει

Σκέφτεσαι ότι γερνάς.

Κοιτάς στον καθρέπτη σου και πάντα ανακαλύπτεις μια καινούργια άσπρη τρίχα που δεν την έπιασε καλά η βαφή, μια χαρακιά- επονομαζόμενη ρυτίδα- στις άκρες των ματιών ή στο κούτελο, μια μικρή χαλάρωση στα μάγουλα.

Κοιτάς το κορμί σου και πάντα κάτι αλλάζει. Κάτι που αλλάζει και δεν ξαναφτιάχνεται. Κάτι που για να βελτιωθεί θέλει τη διπλάσια προσπάθεια.

Και μετά βγαίνεις στο δρόμο και παρατηρείς.

Κάτι νέους που δείχνουν πιο γέροι από σένα κι ας μην έχουν ούτε μια ρυτίδα.

Κάτι γέρους που δείχνουν πιο νέοι από σένα κι ας μην μπορούν πλέον ούτε καν να τις μετρήσουν.

Κάτι καμπουριασμένα κορμιά με λαμπερά μάτια και κάτι λαμπάδες με θολό βλέμμα.

Κάτι πιασμένα σαν κόμπο γερασμένα χέρια και κάτι άλλα λευκά και αδούλευτα που κινούνται μόνα τους κατά μήκος του σώματος.

Μπαίνεις σε σπίτια και βλέπεις.

Σαμπανιέρες γεμάτες ξύδι και ριχτάρια γεμάτα κόμπους.

Πλαστικά ποτήρια γεμάτα με το καλύτερο κρασί και ψωμοτύρι που σε χορταίνει.

Χάπια που συντηρούν το σώμα σου και χάπια που καταστρέφουν το μυαλό σου.

Κρέμες για το γέμισμα των ρυτίδων και κάπου αλλού ευτυχία που τις κάνει να μη φαίνονται.

Γερνάω λες.

Κι όμως , κανείς δεν γερνάει από τα χρόνια που περνάνε από πάνω του.

Κανείς δεν δίνει σημασία αν μπορεί ή δεν μπορεί να κάνει αυτά που έκανε στα νιάτα του, όταν έχει βρει διαφορετικά πράγματα να κάνει μεγαλώνοντας.

Κανείς δεν γερνάει όταν η ζωή του είναι πλημυρισμένη από ευγένεια, αγάπη, αφοσίωση, χαμόγελα, στιγμές ευτυχίας. Δεν γερνάει όταν τα προβλήματα υγείας του είναι αντιμετωπίσιμα, όταν η ανταμοιβή από αυτά που δίνει στα παιδιά του είναι η βελτίωσή τους, όταν το βράδυ κοιμάται κουμπωμένος σε μια αγκαλιά, όταν το πρωί ξυπνάει θέλοντας να γίνει καλύτερος.

Κανείς δεν γερνάει όταν τρώει από ευχαρίστηση, όταν κοιμάται χωρίς ανάγκη, όταν μιλάει χωρίς προσπάθεια, όταν κάνει πράγματα που τον ευχαριστούν.

Κι ας μην τα κάνει τέλεια. Κι ας μην κερδίσει ποτέ βραβείο.

Ας μην υπάρχει κανείς να τον χειροκροτήσει. Ας μην υπάρχει κανείς να καταγράψει το γεγονός.

Κανείς δεν γερνάει όταν δεν στάζουν στην καρδιά του φαρμάκι.

Όταν εκτιμούν και σέβονται την αγάπη που δίνει. Χωρίς απαραίτητη ανταπόκριση αλλά με την απαραίτητη προσοχή.

Οι λεπτομέρειες γερνάνε.

Εκείνες οι μικρές αλλά σημαντικές λεπτομέρειες που μένουν χαραγμένες στη ψυχή και μεταφέρονται στο δέρμα και στα όργανα.

Εκείνα τα «δεν θέλω» που έγιναν πραγματικότητα. Εκείνα τα «δεν μπορώ» που έγιναν καθημερινότητα.

Αυτές οι δουλειές που δεν παράγουν έργο. Εκείνες οι φιλίες που υπάρχουν προς εκμετάλλευση.

Οι αγάπες που σε πρόδωσαν με αντίτιμο . Οι σχέσεις που κρατήθηκαν χωρίς να υπάρχουν.

Τα ξύλινα ή χάρτινα σπίτια.

Η έλλειψη εμπιστοσύνης. Η ξεφτίλα που ανέχεσαι. Η ζωή που δεν ζεις.

Οι αναπάντητες λέξεις γερνάνε και όχι αυτές που σου απαντάνε ακόμα κι αν δεν είναι αυτό που περιμένεις.

Η αδιαφορία στο ενδιαφέρον γερνάει. Ο τζάμπα κόπος. Οι χαμένες ώρες και οι μη αναγνωρίσιμες προσπάθειες.

Οι τοίχοι και τα σίδερα. Οι παγωμένες αντιδράσεις.

Το τρύπημα του στομαχιού από τα οξέα. Οι χτύποι της καρδιάς από το ανώφελο άγχος.

Η προσπάθεια να αρέσεις εκεί που δεν σου αρέσει.

Η αποδοχή της διαφορετικότητας σου από κάποιους που δεν έχουν δεχθεί ούτε τον εαυτό τους.

Η εξάρτιση χωρίς σκοινιά και ο θάνατος χωρίς μαχαίρι.

Αυτά σε γερνάνε.

Όλα τα άλλα είναι απλά σημάδια στο σώμα σου χωρίς καμία ιδιαίτερη σημασία.

Σκέφτεσαι ότι γερνάς.

Κοιτάς στον καθρέπτη σου και επιβεβαιώνεις ότι το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να αλλάξεις τις αιτίες πρόκλησης των ρυτίδων.

Ας υπάρχουν εκεί.

Απλά φρόντισε οι ιστορίες που κρύβουν μέσα τους, να είναι όλες άξια χαραγμένες.

Στο άγνωστο, εκεί κρύβονται όλα όσα επιθυμούμε να ζήσουμε

Συνείδηση

Καθημερινότητα, επανάληψη, ο ίδιος ασφαλής (ομολογουμένως) δρόμος, τα ίδια πρόσωπα, τα ίδια κτήρια.

Βαρέθηκες να βλέπεις τα ίδια και τα ίδια, όμως επιλέγεις να διασχίζεις καθημερινά τον ίδιο δρόμο!

Βαρέθηκες λες να βλέπεις τις ίδιες βιτρίνες αλλά πας καθημερινά από τα ίδια πεζοδρόμια.

Βαρέθηκα τους ίδιους ανθρώπους και καταστάσεις λες, όμως εσυ τους διαλέγεις.

Καθημερινά τα ίδια και τα ίδια!

Φτάνει κάποια στιγμή στην ζωή όλων μας, αργά η γρήγορα, η διασταύρωση, εκεί που καλούμαστε να πετάξουμε τα γνωστά και να ακολουθήσουμε τα άγνωστα.

Μετέωρο βήμα, σφίξιμο στο στομάχι, το άγνωστο μπροστά.

Έχουμε ακούσει διάφορες ιστορίες για αυτά τα άγνωστα μέρη, μέρη που κρύβουν φόβους, παγίδες, πόνους και ένα σωρό αλλά απρόβλεπτα γεγονότα.

Μήπως όμως εκεί κρύβονται και όλα όσα επιθυμούμε να ζήσουμε?

Μήπως εκεί βρίσκονται όλα τα σχέδια που είναι βγαλμένα για τα μέτρα μας?

Ο φόβος δεν μας άφησε να μπούμε σε αυτό τον δρόμο, μην πονέσουμε, μην χαθούμε.

Τώρα είναι η ευκαιρία, κάνε το βήμα, όσο μετέωρο και ας φαίνεται!

Θα πονέσεις σίγουρα, θα πέσεις πολλές φορές, όμως οφείλεις να συνεχίσεις, για εσένα, για την ψυχή σου που δίψα για γνώση, για πληρότητα.

Μείνε εκεί, είσαι στον δρόμο που θα σου δοθούν οι ευκαιρίες που έψαχνες, είσαι στον σωστό δρόμο που στον τερματισμό έχει την επιβράβευση!

Μα δεν είμαι έτοιμος λες, δεν έχω όλα τα εφόδια!

Κανένας δεν είναι έτοιμος για αυτή την στιγμή. Έρχεται όταν είσαι βυθισμένος στην επανάληψη σου, στις σκέψεις σου. Ίσως υποσυνείδητα το κάλεσες, ίσως να μην σου δοθεί ξανά η ευκαιρία, μην το προσπερνάς.

Πάρε λοιπόν αυτό το μονοπάτι, όσο προχωράς μέσα του, τόσο οι φόβοι θα εγκαταλείπουν, τόσο θα παγιώνεται η απόφαση σου για συνέχεια και η ψυχή θα σε οδηγεί!

Αξίζεις την γνώση, αυτή θα σε οδηγήσει στο απόλυτο και αυτό είναι η ένωση της καρδιάς, του νου για την ύψωση της ύπαρξης σου.

Μην συμβιβάζεσαι με λιγότερα από όσα αξίζεις

«Κάποια μέρα κάποιος θα σε κοιτάξει με ένα φως στα μάτια του που δεν έχεις ξανά δει. Θα σε κοιτάξει λες και είσαι όλα όσα έψαχνε να βρει σε αυτόν τον κόσμο. Να το περιμένεις.»

Όλοι επιθυμούμε την αγάπη, την οικειότητα και την στοργή. Πρόκειται απλώς για την ανθρώπινη φύση και έτσι μερικές φορές δεν δεχόμαστε το είδος αγάπης που πραγματικά αξίζουμε και συμβιβαζόμαστε. Συμβιβαζόμαστε με λιγότερα από όσα αξίζουμε επειδή πιστεύουμε πως μια στάλα τρυφερότητας είναι καλύτερη από καθόλου.

Η αλήθεια είναι πως όχι. Δεν χρειάζεσαι κάποιον να γεμίσει την καρδιά σου, χρειάζεσαι το σωστό άτομο για να μοιραστείς την αγάπη σου. Υπάρχει διαφορά.

Ναι, κανείς δεν θέλει να είναι μόνος αλλά όταν συμβιβάζεσαι με το λάθος είδος αγάπης καταλήγεις να νιώθεις περισσότερη μοναξιά από όση ένιωθες στην αρχή. Και ακόμα χειρότερα, νιώθεις πως πρόδωσες την ψυχή σου.

Αν επιλέξεις να συμβιβαστείς με λιγότερα από όσα αξίζει η καρδιά σου θα καταλήξεις να νιώθεις πως έδωσες τον εαυτό σου για το τίποτα. Απλώς επειδή προσπαθούσες να γεμίσεις ένα κενό που μόνο η αγάπη προς τον εαυτό σου μπορεί να γεμίσει.

Δεν χρειάζεσαι κάποιον να σε επιβεβαιώσει ή να σε κάνει χαρούμενο/η, χρειάζεσαι να αγαπάς πρώτα τον εαυτό σου και μετά να μάθεις να αναγνωρίζεις ποιος πραγματικά αξίζει την καρδιά σου. Δεν μπορείς να εμπιστευθείς την ευτυχία σου στα χέρια κάποιου άλλου, δεν μπορείς να χαραμίσεις την ενέργεια σου σε κάποιον που δεν προσπαθεί καν να κερδίσει την αγάπη και την στοργή σου.

Το να είσαι μόνος/η είναι πολύ καλύτερο επειδή στο τέλος της ημέρας, ξέρεις πως ξόδεψες την ενέργεια σου φροντίζοντας την ψυχή σου και όχι για κάποιον που δεν σε εκτιμά.

Δεν θα ξέρεις πάντα αν το άτομο που επέλεξες να αγαπάς θα αξίζει. Αν συνειδητοποιήσεις πως δεν αξίζει, ίσως θα είναι δύσκολο να το τελειώσεις επειδή ήδη έχεις δεθεί μαζί του. Η σκέψη του να μείνεις μόνος/η σε τρομάζει αλλά η ειλικρινής αλήθεια είναι πως θα έπρεπε να ήταν πολύ πιο τρομακτικό το να αρνηθείς στον εαυτό σου όλα όσα αξίζεις.

Το να είσαι μόνος/η σου επιτρέπει να βρεις τον πραγματικό σου εαυτό. Όταν εστιάσεις πραγματικά στον εαυτό σου θα αποκτήσεις περισσότερη δύναμη, αυτοπεποίθηση και ανθεκτικότητα. Και τότε θα συνειδητοποιήσεις πως μπορείς να περιμένεις για το άτομο που θα αγαπήσεις. Γι αυτόν τον άνθρωπο που θα σε εκτιμά και θα θέλει να αναπτυχθεί μαζί σου.

Βαθιά μέσα σου ξέρεις την αξία σου και το ποιες είναι οι ανάγκες σου. Μην σαμποτάρεις την ευτυχία σου επιτρέποντας σε σκάρτους ανθρώπους να έρχονται στην ζωή σου.

Ποτέ μην απολογηθείς για την ικανότητα σου να αγαπάς έντονα και βαθιά και που περιμένεις το ίδιο. Οτιδήποτε λιγότερο δεν θα πρέπει να είναι αποδεκτό.

Τα “τυχαία” και “συμπτωματικά”

Έλκουμε συνεχώς στη ζωή μας ανθρώπους και περιστάσεις που αντικατοπτρίζουν το είδος των σκέψεών μας. Δεν μπορούμε να το αποφύγουμε. Το κάθε τι στη ζωή μας δικαίως βρίσκεται εκεί που βρίσκεται. Μπορεί να βλέπουμε τα γεγονότα σαν άδικα, αλλά αυτό γίνεται γιατί δεν καταλαβαίνουμε ακόμα τους νόμους του νου, που λειτουργούν στο παρασκήνιο των καθημερινών μας δραμάτων. Από τη στιγμή που θα κατανοήσουμε τους νόμους, θα μπορέσουμε να καταλάβουμε ότι τα “τυχαία” και “συμπτωματικά” γεγονότα είναι απλά το αποτέλεσμα ενός πολύ έξυπνα σχεδιασμένου συστήματος αιτιολογημένων σχέσεων.

ΠΑΙΡΝΟΥΜΕ ΣΥΝΕΧΩΣ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΣΚΕΠΤΟΜΑΣΤΕ.

Ακούμε τους ανθρώπους να λένε: ”κοίτα τι μου έτυχε!”. Ο σωστός τρόπος όμως να το πουν αυτό θα ήταν: “Κοίτα τι προσέλκυσα!” Η λέξη “περίσταση” απεικονίζει αυτήν την διαδικασία: περί(γύρω) και στάση (ίστημι). Περιστάσεις είναι οι συνθήκες που μας περιτριγυρίζουν και που μαγνητίζονται από τον κεντρικό πυρήνα των σκεπτομορφών μας. Αν αλλάξουμε τις σκέψεις στο κέντρο του μαγνητικού πεδίου, τότε θα αλλάξουμε τις συνθήκες που μας περιτριγυρίζουν…

Οι νόμοι της έλξης λειτουργούν μέσα στον καθένα μας και μεταξύ ανθρώπων που σκέπτονται με τον ίδιο τρόπο…

Οι σκέψεις μας κάνουν την ζωή μας να αλλάζει. Το σημείο που βρισκόμαστε τώρα είναι το αποτέλεσμα των σκέψεων που έχουμε κάνει και το πού θα βρεθούμε είναι το αποτέλεσμα των σκέψεων που κάνουμε τώρα. Αν επιθυμούμε να βρεθούμε στην επιτυχία, αυτό δεν μπορεί να γίνει τυχαία. Θα γίνει μόνο όταν εμείς έλξουμε την επιτυχία, σκεπτόμενοι την επιτυχία. Κατά τον ίδιο τρόπο μπορούμε να καταδικάσουμε τον εαυτό μας σε αποτυχία, αν επικεντρώσουμε την σκέψη μας σε αυτό που είναι λάθος.

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΙΔΕΕΣ ΜΑΣ.

ΞΕΝΟΦΩΝ: ΚΥΡΟΣ-ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ. Τα κοινά χαρακτηριστικά των δύο χαρισματικών ηγετών

Πραγματοποιώντας μια σύντομη επισκόπηση στα δύο έργα του Ξενοφώντα παρατηρούμε ότι η ευλάβεια και η πίστη στους θεούς τονίζεται επανειλημμένα. Ο Αγησίλαος και ο Ξενοφών, οι δύο μεγάλοι ταγοί, με ευλάβεια προσφέρουν τις πρέπουσες τιμές στους θεούς και προσπαθούν με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουν την εύνοιά τους όχι μόνο πριν από μια στρατιωτική-πολεμική επιχείρηση, αλλά και σε
περιόδους ευημερίας γι’ αυτούς.

Στο έργο του Ξενοφώντα εμφανίζεται συνέχεια ο παραλληλισμός του ιδεατού
ηγέτη με τον οικοδεσπότη, δίνοντας με αυτό τον τρόπο έμφαση σε δύο βασικές
αρχές, την αρχή του προνοεῖν και του φιλοπονεῖν. Αυτές οι δύο αξίες-αρετές κοσμούν
τους δύο αρχηγούς, Αγησίλαο και Κύρο. Και οι δύο όσον αφορά στα στρατιωτικά
τους καθήκοντα μεριμνούν για την ασφάλεια του στρατεύματός τους και μάλιστα το
εκπαιδεύουν με απώτερο σκοπό την καλή σωματική διάπλαση και την υγεία των
στρατιωτών, στους οποίους διδάσκουν την προθυμία, την υπακοή, την πειθαρχία και
τις πολεμικές τακτικές.

Εντούτοις, αναφέρει πώς ο αρχηγός πρέπει να μοιάζει σε αυτό που θέλει να
γίνουν οι στρατιώτες του. Γι’ αυτό το λόγο και οι δύο αρχηγοί προβάλλουν την
εγκράτεια ως το υπέρτατο αγαθό.

Άλλη αρετή είναι η τιμιότητα, η οποία παρουσιάζεται ως μέσο για την εξασφάλιση της εκούσιας υπακοής. Η υπακοή κατέχει σημαίνουσα θέση στη διαχείριση, στους ελεύθερους ανθρώπους όμως σχετίζεται με τη δική τους θέληση. Ακόμη, ο αρχηγός οφείλει να είναι ευεργέτης του στρατού του με σκοπό να κερδίσει την ανεπιφύλακτη φιλία και αγάπη των στρατιωτών του. Οι ανταμοιβές και απέναντι στους φίλους αλλά και στους στρατιώτες, η συμπαράσταση και στις χαρές και στις λύπες, και στις εύκολες στιγμές και στις δυσχέρειες, όπως είδαμε στο επεισόδιο με την Πάνθεια, ή η συνήθεια του Κύρου να μοιράζεται τα φαγητά του βασιλικού τραπεζιού με τους φίλους του και φυσικά με όσους θέλει να ευχαριστήσει, φανερώνουν ξεκάθαρα τη διάθεση γενναιοδωρίας.

Αξίζει επιπλέον να γίνει λόγος και για το γεγονός πώς ακόμη και αν καταπονούν
το στράτευμά τους ο Αγησίλαος και ο Κύρος πριν από κάθε μάχη, προκειμένου να
διατηρούν τα σώματά τους σκληραγωγημένα, στο τέλος οι στρατιώτες ανταμείβονται
αφού επιβραβεύονται με το μοίρασμα μεριδίων από τα λάφυρα της νίκης.
Κλείνοντας την παρούσα εργασία επισημαίνουμε ότι οι ιδιάζοντες παραλληλισμοί
των δύο προσώπων έχουν ως στόχο να αναδείξουν τον ιδανικό και ενάρετο άνδρα, ο
οποίος θα μπορέσει να εξουσιάσει και να κυβερνήσει ολόκληρο τον κόσμο
υπηρετώντας πιστά τη δικαιοσύνη.

Ανακαλύφθηκε βάριο στις ατμόσφαιρες δύο καυτών εξωπλανητών

Επίγειο τηλεσκόπιο ανίχνευσε στις ατμόσφαιρες δύο καυτών εξωπλανητών το μέταλλο βάριο, το βαρύτερο χημικό στοιχείο που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα σε πλανήτες εκτός του Ηλιακού Συστήματος, το οποίο δεν αποκλείεται να πέφτει σαν βροχή μαζί με λιωμένο σίδηρο.

Το Πολύ Μεγάλο Τηλεσκόπιο (VLT) του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου του Νότου (ESO) στη Χιλή, ανακάλυψαν βάριο και σίδηρο στους εξωπλανήτες WASP-76b και WASP-121b, δύο αέριους και καυτούς γίγαντες, αναφέρουν ερευνητές στην επιθεώρηση Astronomy & Astrophysics.

Η απρόσμενη ανακάλυψη εγείρει πληθώρα ερωτημάτων για το τι είδους ατμόσφαιρα έχουν οι δύο πλανήτες, οι οποίοι έχουν περίπου το μέγεθος του Δία και εκτιμώμενες επιφανειακές θερμοκρασίες 1.000 έως 2.500 βαθμών Κελσίου.

Οι ακραίες θερμοκρασίες οφείλονται στη μικρή απόσταση των πλανητών από το μητρικό άστρο τους, με την περίοδο περιφοράς, δηλαδή τη διάρκεια του έτους, να περιορίζεται σε μόνο μία έως δύο μέρες.

«Γιατί άραγε υπάρχει ένα τόσο βαρύ στοιχείο στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας αυτών των πλανητών; Δεν περιμέναμε σίγουρα να βρούμε βάριο, το οποίο ποτέ μέχρι σήμερα δεν είχε παρατηρηθεί σε κανέναν εξωπλανήτη» δήλωσε ο Τόμας Αζεβέδο Σίλβα του Πανεπιστημίου του Πόρτο στην Πορτογαλία, επικεφαλής της μελέτης.

Οι επιστήμονες αναρωτιούνται ποια φυσική διαδικασία μπορεί να εξηγήσει την παρουσία βαρίου σε τόσο μεγάλο υψόμετρο και στους δύο εξωπλανήτες. Μέχρι στιγμής δεν έχουν βρει κάποιον φυσικό μηχανισμό που εξηγεί το φαινόμενο.

Το Επιστημονικό Μάτριξ

Το Επιστημονικό Μάτριξ του Νικ Μπόστρομ.

Ο κόσμος της προσομοίωσης, του Νικ Μπόστρομ, καθηγητή φιλοσοφίας στη Οξφόρδη, είναι παρόμοιος με εκείνον του Μάτριξ, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν ότι οι ζωές κι ο κόσμος τους είναι ψευδαισθήσεις που δημιουργούνται από τους εγκεφάλους τους ενώ τα σώματά τους είναι βυθισμένα σε δοχεία με υγρό. Ωστόσο, στην κατά Μπόστρομ έννοια της πραγματικότητας, δεν έχουν καν σώμα φτιαγμένο από σάρκα, υπάρχει μόνον ο εγκέφαλός τους, ένα δίκτυο από κυκλώματα ηλεκτρονικού υπολογιστή.

Δεν υπάρχει η δυνατότητα να αποσυνδέσουν τον εγκέφαλο τους, να αποδράσουν από το δοχείο, και να δουν τον αληθινό κόσμο, όπως στο Μάτριξ. Δεν υπάρχει η δυνατότητα συνειδητοποίησης της ψευδαίσθησης στην οποία ζουν, εκτός κι αν χρησιμοποιήσουν την λογική προσέγγιση Μπόστρομ.

Ο Μπόστρομ ισχυρίζεται ότι η μεγάλη τεχνολογική πρόοδος επιτρέπει την δημιουργία ενός υπερυπολογιστή με υπολογιστική ισχύ μεγαλύτερη από το σύνολο όλων των ανθρώπινων εγκεφάλων του πλανήτη και ότι κάποιο είδος εξελιγμένου «μετά-ανθρώπου» που πιθανώς το έχει πετύχει αυτό, μπορεί να δημιουργήσει «προγονικές προσομοιώσεις» της εξελικτικής ιστορίας του είδους του, φτιάχνοντας εικονικούς κόσμους κατοικημένους από εικονικούς ανθρώπους με πλήρως ανεπτυγμένο εικονικό νευρικό σύστημα.

Κάποιοι ειδικοί Η/Υ, βασισμένοι στα υπάρχοντα δεδομένα, υπολογίζουν ότι εμείς θα έχουμε φτάσει σε αυτό το επίπεδο στα μέσα του αιώνα μας. Ωστόσο, για τον Μπόστρομ δεν έχει σημασία ο απαιτούμενος χρόνος, μπορεί να είναι είτε 50 είτε 5 εκατομμύρια χρόνια. Αν ο πολιτισμός των συγκεκριμένων ανθρώπων επιβίωσε μέχρι να αγγίξει αυτό το επίπεδο, κι αν οι μετά-άνθρωποι έφτασαν σε σημείο να μπορούν να δημιουργήσουν τέτοια προγράμματα προσομοίωσης, για ερευνητικούς ή για ψυχαγωγικούς λόγους, τότε ο αριθμός των εικονικών προγόνων που έχουν δημιουργήσει πιθανόν να είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των πραγματικών.

Δεν υπάρχει τρόπος γι’ αυτούς τους προγόνους να ξέρουν με βεβαιότητα αν είναι εικονικοί ή πραγματικοί διότι οι εικόνες και τα συναισθήματα που έχουν είναι αδιαχώριστα. Αλλά από τη στιγμή που υπάρχουν τόσοι πολλοί εικονικοί πρόγονοι, κάθε άτομο θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η πιθανότητα να ζει σε έναν εικονικό κόσμο είναι σχεδόν βεβαιότητα.

Τα μαθηματικά και η λογική είναι αμείλικτα

Aπό την στιγμή που θα υποθέσουμε ότι ένας μεγάλος αριθμός προσομοιώσεων έχει τεθεί σε λειτουργία. Υπάρχουν όμως και δύο εναλλακτικές υποθέσεις, επισημαίνει ο Μπόστρομ. Η μία είναι ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός δεν φτάνει ποτέ τεχνολογικά στο σημείο να μπορεί να φτιάχνει προσομοιώσεις, ίσως επειδή αυτοκαταστρέφεται νωρίτερα. Η άλλη είναι ότι οι «μετά-άνθρωποι» δεν δημιουργούν τέτοιες προσομοιώσεις.

Αυτό το είδος μετά-ανθρώπου θα μπορούσε να έχει άλλους τρόπους ψυχαγωγίας, για παράδειγμα, ερεθίζοντας απ’ ευθείας τα εγκεφαλικά κέντρα της ευχαρίστησης. Ίσως να μην χρειαζόταν να δημιουργήσει προσομοιώσεις για επιστημονικούς σκοπούς επειδή θα διέθετε καλύτερα μεθοδολογικά εργαλεία για να μελετήσει το παρελθόν του. Επίσης, είναι πολύ πιθανό να είχαν ηθικές αναστολές στο θέμα της προσομοίωσης ανθρώπων, αν και συχνά γίνονται πράγματα τα οποία δεν είναι ηθικά.

Ο Μπόστρομ δεν ισχυρίζεται ότι γνωρίζει με βεβαιότητα ποια από αυτές τις πιθανές εκδοχές ισχύει, αλλά δίνει ένα ποσοστό της τάξης του 20% να ζούμε σε έναν προσομοιωμένο κόσμο, ίσως και μεγαλύτερο. Πιστεύει ότι είναι πολύ πιθανό οι ανεπτυγμένοι πολιτισμοί να φτιάχνουν τέτοιους υπερυπολογιστές. Ίσως οι χρήστες αυτών των υπολογιστών να είναι σαν τα εκατομμύρια των ανθρώπων που βυθίζονται καθημερινά σε εικονικούς κόσμους πλήθους ηλεκτρονικών παιχνιδιών (Second Life, SimCity, World of Warcraft) και να χρησιμοποιούν αυτά τα προγράμματα για να έχουν μια ευκαιρία να ελέγξουν την Ιστορία ή να υποδυθούν τους ιστορικούς εικονικούς ρόλους σημαντικών προσωπικοτήτων.

Είναι ενοχλητική η ιδέα ότι ο κόσμος μας μπορεί να είναι μια προσομοίωση σε έναν φουτουριστικό υπερυπολογιστή, μέχρι τη στιγμή που θέτουμε την κλασική θεολογική ερώτηση: «πώς ο Θεός επιτρέπει τόσο κακό στον κόσμο;». Για τον ίδιο λόγο που υπάρχουν επιδημίες, σεισμοί, και μάχες σε παιχνίδια όπως το World of Warcraft. «Η ειρήνη είναι πολύ πληκτική, φίλε».

Ένα πιο πρακτικό ερώτημα είναι πώς να συμπεριφερθεί κανείς σε μια ηλεκτρονική προσομοίωση; Η πρώτη αντίδραση είναι να πει ότι τίποτα δεν έχει σημασία διότι τίποτα δεν είναι αληθινό. Αλλά δεδομένου ότι τα νευρωνικά του κυκλώματα είναι φτιαγμένα από πυρίτιο (ή οποιοδήποτε άλλο μετα-ανθρώπινο υλικό) αντί άνθρακα, δεν σημαίνει ότι οι αισθήσεις του είναι λιγότερο αληθινές.

Ο Ντέηβιντ Τσάλμερς, καθηγητής Φιλοσοφίας στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας, υποστηρίζει ότι η υπόθεση προσομοίωσης του Μπόστρομ δεν πρέπει να αποτελεί αντικείμενο σκεπτικισμού διότι απλώς είναι μια διαφορετική μεταφυσική εξήγηση του κόσμου μας. Ο,τιδήποτε αγγίζουμε αυτή την στιγμή, ένα χαρτομάντιλο, ένα πληκτρολόγιο, ένα πλαστικό κυπελλάκι του καφέ, είναι πραγματικό για μας, ακόμη κι αν δημιουργήθηκε από τα κυκλώματα ενός Η/Υ, όσο κι αν θα ήταν φτιαγμένο από ξύλο, πλαστικό ή πηλό.

Οι εικονικοί άνθρωποι που ζουν σε αυτή την προσομοίωση συνεχίζουν να έχουν την επιθυμία της αθανασίας αλλά και όλες τις πιθανές μεταθανάτιες καταστάσεις ύπαρξης που θα είχε προγραμματίσει ο κατασκευαστής τους.

Ίσως αυτό σημαίνει ότι, σε περίπτωση που το άτομο έχει κάποιες ηθικές αρχές, μπορεί να πιστεύει ότι αν και ο μετα-ανθρώπινος κατασκευαστής του μοιράζεται τις ίδιες αρχές, υπάρχει περίπτωση να το ανταμείψει αν έχει σωστή συμπεριφορά.

Ή ίσως, όπως ισχυρίζεται ο Ρόμπιν Χάνσον, οικονομολόγος στη Πανεπιστήμιο Μέησον:

“Το άτομο οφείλει να προσπαθεί να είναι όσο πιο ενδιαφέρον γίνεται, διότι έτσι υπάρχει η πιθανότητα ο κατασκευαστής του να το χρησιμοποιήσει και στην επόμενη προσομοίωση”

Βεβαίως, είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς είναι αυτός ο κατασκευαστής; Μπορεί να έχει ένα σώμα από σάρκα ή πλαστικό, αλλά μπορεί επίσης να είναι ένας εικονικός δημιουργός που ζει στον Η/Υ ενός ακόμη πιο εξελιγμένου νοήμονος είδους. Ίσως να υπάρχουν πολλά επίπεδα προσομοιώσεων μέσα σε προσομοιώσεις, μέχρι να φτάσουμε στο τέλος στον Αρχιτέκτονα της πρωταρχικής προσομοίωσης, στον Πρώτο Σχεδιαστή – ας τον ονομάσουμε έτσι.

Από την άλλη πάλι, ίσως ο Πρώτος Σχεδιαστής να μην επέτρεψε στα δημιουργήματά του να προσομοιώσουν τους δικούς τους κόσμους. Σύμφωνα με την λογική του Μπόστρομ, ίσως μόλις έφτασαν στο επίπεδο να φτιάξουν προσομοιώσεις συνειδητοποίησαν ότι και οι ίδιοι ήταν προσομοιώσεις κάποιου άλλου. Αυτό όμως δεν θα χαλούσε όλη την ευχαρίστηση του Πρώτου Σχεδιαστή; Ίσως πάλι, όμως, να επέτρεπε αυτή την δημιουργία προσομοιώσεων, είτε από ανοχή, είτε για να δει τις αντιδράσεις μας στην συνειδητοποίηση αυτού του γεγονότος.

Επίσης, είναι πιθανόν να υπάρχουν τεχνικά προβλήματα σε αυτή την δημιουργία των διαδοχικών προσομοιώσεων. Μπορεί να μην υπάρχει η απαραίτητη υπολογιστική ισχύς για να συνεχιστούν οι προσομοιώσεις δισεκατομμυρίων κατοίκων ενός εικονικού κόσμου που θα άρχιζαν να φτιάχνουν κι αυτοί με την σειρά τους δικούς τους κόσμους, με δισεκατομμύρια άλλους κατοίκους κ.ο.κ.

Αυτό είναι μια κακή είδηση για τους φουτουριστές που πιστεύουν ότι θα μπορέσει να κατασκευαστεί, στην διάρκεια αυτού του αιώνα, ένας Η/Υ που θα μπορεί να προσομοιώσει όλους τους κατοίκους της Γης. Αυτό το όνειρο μπορεί να χαθεί μέσα από κάποιο μήνυμα που θα πάρουμε από τον Πρώτο Σχεδιαστή, όπως «Δεν υπάρχει αρκετή μνήμη για να συνεχιστεί η προσομοίωση».

Το πιθανότερο όμως είναι να γράφει το πασίγνωστο, «Game Over»!…


Βίντεο επάνω: The Lie We Live.Ένα βίντεο που αποκαλύπτει την αλήθεια με το πόσο διεφθαρμένη έχει γίνει η ανθρωπότητα. Αυτή την στιγμή θα μπορούσε να είστε οπουδήποτε, χωρίς να κάνετε τίποτα. Αντίθετα καθίστε μόνοι σας μπροστά σε μια οθόνη. Τι μας εμποδίζει να κάνουμε αυτό που θέλουμε; Το να είμαστε εκεί που θέλουμε να είμαστε; Κάθε μέρα ξυπνάμε στο ίδιο δωμάτιο και ακολουθούμε το ίδιο μονοπάτι με την προηγούμενη μέρα. Για να ζήσουμε την ίδια μέρα όπως και χθες. Και όμως κάποτε κάθε μέρα ήταν μια νέα περιπέτεια. Κάτι άλλαξε στην διαδρομή. Πριν δεν μετρούσαμε το χρόνο, τώρα οι ημέρες μας είναι προγραμματισμένες. Η ζωή δεν είναι μια ταινία. Το σενάριο δεν έχει ήδη γραφτεί. Είμαστε οι σεναριογράφοι. Αυτή είναι η ιστορία σου, η ιστορία τους, η ιστορία μας.

Μαθήματα ζωής από τον Επίκουρο

Επίκουρος (Σάμος, 341 π.Χ. – Αθήνα, 270 π.Χ.) : για κάποιους θεωρείται ως ο σημαντικότερος αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Ήταν ιδρυτής του Επικουρισμού, μιας από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνιστικής φιλοσοφίας. Μερικές από τις ρήσεις του είναι οι εξής:
  • Ὁ θάνατος οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς· τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισθητεῖ͵ τὸ δ΄ ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς.
  • Ο θάνατος δεν είναι τίποτε για εμάς, διότι αυτό που έχει αποσυντεθεί δεν αισθάνεται και αυτό που δεν αισθάνεται δεν είναι τίποτε για εμάς.
  • Ὅρος τοῦ μεγέθους τῶν ἡδονῶν ἡ παντὸς τοῦ ἀλγοῦντος ὑπεξαίρεσις. ὅπου δ΄ ἂν τὸ ἡδόμενον ἐνῇ͵ καθ΄ ὃν ἂν χρόνον ᾖ͵ οὐκ ἔστι τὸ ἀλγοῦν ἢ λυπούμενον ἢ τὸ συναμφότερον.
  • Όριο του μεγέθους των ηδονών είναι η εξάλειψη κάθε πόνου. Όπου είναι παρούσα η ηδονή και για όσο διάστημα είναι παρούσα, δεν υπάρχει τίποτε που να προξενεί πόνο ή λύπη ή και τα δύο μαζί.
  • Οὐκ ἔστιν ἡδέως ζῆν ἄνευ τοῦ φρονίμως καὶ καλῶς καὶ δικαίως οὐδὲ φρονίμως καὶ καλῶς καὶ δικαίως ἄνευ τοῦ ἡδέως.
  • Είναι αδύνατον να ζεις ευχάριστα χωρίς να ζεις σοφά, έντιμα και δίκαια και είναι αδύνατον να ζεις σοφά έντιμα και δίκαια χωρίς να ζεις ευχάριστα.
  • Ὁ δίκαιοςἀταρακτότατος͵ ὁ δ΄ ἄδικος πλείστης ταραχῆς γέμων.
  • Ο δίκαιος άνθρωπος έχει ηρεμία, ενώ ο άδικος είναι γεμάτος ταραχή.
  • Ὧν ἡ σοφία παρασκευάζεται εἰς τὴν τοῦ ὅλου βίου μακαριότητα πολὺ μέγιστόν ἐστιν ἡ τῆς φιλίας κτῆσις.
  • Από τα αγαθά που παρέχει η σοφία για τη μακαριότητα της ζωής στο σύνολό της το μέγιστο είναι η απόκτηση της φιλίας.
  • Ταῖς γὰρ ἰδίαις οἰκειούμενοι διὰ παντὸς ἀρεταῖς τοὺς ὁμοίους ἀποδέχονται͵ πᾶν τὸ μὴ τοιοῦτον ὡς ἀλλότριον νομίζοντες.
  • [Οι άνθρωποι], καθώς είναι εξοικειωμένοι διαρκώς με τις δικές τους αρετές, αποδέχονται τους ομοίους τους και θεωρούν ξένο κάθε τι το διαφορετικό.
  • Πᾶν ἀγαθὸν καὶ κακὸν ἐν αἰσθήσει· στέρησις δέ ἐστιν αἰσθήσεως ὁ θάνατος.
  • Κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθηση, ενώ ο θάνατος είναι ακριβώς η στέρηση της αίσθησης.
  • Μήτε νέος τις ὢν μελλέτω φιλοσοφεῖν͵ μήτε γέρων ὑπάρχων κοπιάτω φιλοσοφῶν. οὔτε γὰρ ἄωρος οὐδείς ἐστιν οὔτε πάρωρος πρὸς τὸ κατὰ ψυχὴν ὑγιαῖνον ὥστε φιλοσοφητέον καὶ νέῳ καὶ γέροντι͵ τῷ μὲν ὅπως γηράσκων νεάζῃ τοῖς ἀγαθοῖς διὰ τὴν χάριν τῶν γεγονότων͵ τῷ δὲ ὅπως νέος ἅμα καὶ παλαιὸς ᾖ διὰ τὴν ἀφοβίαν τῶν μελλόντων.
  • Ούτε όταν κάποιος είναι νέος να αργοπορεί να φιλοσοφήσει, ούτε όταν είναι γέρος να καταπονείται φιλοσοφώντας. Πρέπει, λοιπόν, να φιλοσοφεί και ο νέος και ο γέρος: ο ένας ώστε, καθώς γερνά, να παραμένει νέος μέσα στα αγαθά – από ευγνωμοσύνη προς τα όσα έγιναν -, και ο άλλος, αν και νέος, να είναι συνάμα και ώριμος, καθώς θα είναι απαλλαγμένος από το φόβο για όσα θα γίνουν.
  • Οὐθὲν γάρ ἐστιν ἐν τῷ ζῆν δεινὸν τῷ κατειληφότι γνησίως τὸ μηδὲν ὑπάρχειν ἐν τῷ μὴ ζῆν δεινόν. ὥστε μάταιος ὁ λέγων δεδιέναι τὸν θάνατον οὐχ ὅτι λυπήσει παρών͵ ἀλλ΄ ὅτι λυπεῖ μέλλων. ὃ γὰρ παρὸν οὐκ ἐνοχλεῖ͵ προσδοκώμενον κενῶς λυπεῖ.
  • Για εκείνον που κατανόησε πραγματικά ότι δεν υπάρχει τίποτε το φρικτό στο να μη ζει, δεν υπάρχει τίποτε το φριχτό στο να ζει. Επομένως, είναι ανόητος όποιος λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι επειδή θα υποφέρει όταν έρθει ο θάνατος, αλλά επειδή υποφέρει στη σκέψη ότι θα έρθει.
  • Τὸ φρικωδέστατον οὖν τῶν κακῶν ὁ θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς͵ ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν͵ ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν͵ ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ͵ τόθ΄ ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. οὔτε οὖν πρὸς τοὺς ζῶντάς ἐστιν οὔτε πρὸς τοὺς τετελευτηκότας͵ ἐπειδήπερ περὶ οὓς μὲν οὐκ ἔστιν͵ οἳ δ΄ οὐκέτι εἰσίν.
  • Το πιο φοβερό από τα κακά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτε για εμάς – στον βαθμό που όσο υπάρχουμε, δεν είναι παρών· κι όταν πάλι είναι παρών εκείνος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς. Άρα ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε για τους ζωντανούς ούτε για τους πεθαμένους – εφόσον για τους πρώτους δεν υπάρχει, ενώ οι άλλοι δεν υπάρχουν πια.
  • Μνημονευτέον δὲ ὡς τὸ μέλλον οὔτε πάντως ἡμέτερον οὔτε πάντως οὐχ ἡμέτερον͵ ἵνα μήτε πάντως προσμένωμεν ὡς ἐσόμενον μήτε ἀπελπίζωμεν ὡς πάντως οὐκ ἐσόμενον.
  • Πρέπει να θυμόμαστε ότι το μέλλον δεν είναι ούτε εντελώς δικό μας ούτε κι εντελώς ξένο μας, ώστε ούτε να περιμένουμε με βεβαιότητα ότι θα έρθει, ούτε να απελπιζόμαστε ότι σίγουρα δε θα έρθει.
  • Τότε γὰρ ἡδονῆς χρείαν ἔχομεν͵ ὅταν ἐκ τοῦ μὴ παρεῖναι τὴν ἡδονὴν ἀλγῶμεν• ὅταν δὲ μὴ ἀλγῶμεν͵ οὐκέτι τῆς ἡδονῆς δεόμεθα.
  • Την ηδονή την έχουμε ανάγκη ακριβώς τότε, όταν πονούμε από την απουσία της∙ ενώ όταν δεν πονούμε, δεν την χρειαζόμαστε πια.
  • Καὶ τὴν αὐτάρκειαν δὲ ἀγαθὸν μέγα νομίζομεν͵ οὐχ ἵνα πάντως τοῖς ὀλίγοις χρώμεθα͵ ἀλλ΄ ὅπως ἐὰν μὴ ἔχωμεν τὰ πολλά͵ τοῖς ὀλίγοις ἀρκώμεθα͵ πεπεισμένοι γνησίως ὅτι ἥδιστα πολυτελείας ἀπολαύουσιν οἱ ἥκιστα ταύτης δεόμενοι͵ καὶ ὅτι τὸ μὲν φυσικὸν πᾶν εὐπόριστόν ἐστι͵ τὸ δὲ κενὸν δυσπόριστον.
  • Θεωρούμε ότι η αυτάρκεια είναι μέγιστο αγαθό, όχι για να χρησιμοποιούμε πάντοτε τα λίγα, αλλά για να μπορούμε, όταν δεν έχουμε πολλά, να αρκούμαστε στα λίγα, πιστεύοντας στ’ αλήθεια ότι την πολυτέλεια την απολαμβάνουν ηδονικότερα εκείνοι που την έχουν μικρότερη ανάγκη και ότι κάθε τι φυσικό το αποκτούμε εύκολα, ενώ το μάταιο δύσκολα.
  • Οὐθὲν ἔοικε θνητῷ ζῴῳ ζῶν ἄνθρωπος ἐν ἀθανάτοις ἀγαθοῖς.
  • Διόλου δε μοιάζει με ζώο θνητό ο άνθρωπος που ζει μέσα σε αθάνατα αγαθά.
  • Πᾶσα ἀλγηδὼν εὐκαταφρόνητος• ἡ γὰρ σύντονον ἔχουσα τὸ πονοῦν σύντομον ἔχει τὸν χρόνον, ἡ δὲ χρονίζουσα περὶ τὴν σάρκα ἀβληχρὸν ἔχει τὸν πόνον.
  • Κάθε σωματικός πόνος είναι αξιοκαταφρόνητος• αυτός που πονά πολύ διαρκεί λίγο, ενώ αυτός που χρονίζει στη σάρκα προξενεί ήπιο πόνο.
  • Ἀδικοῦντα λαθεῖν μὲν δύσκολον, πίστιν δὲ λαβεῖν ὑπὲρ τοῦ λαθεῖν ἀδύνατον.
  • Αυτός που αδικεί είναι δύσκολο να ξεφύγει• αλλά να βεβαιωθεί πως θα συνεχίζει να ξεφεύγει είναι αδύνατον.
  • Κακὸν ἀvάγκη, ἀλλ’ οὐδεμία ἀvάγκη ζῆν μετὰ ἀvάγκης.
  • Η ανάγκη είναι κακό, αλλά δεν είναι αναγκαίο να ζούμε υπό καθεστώς ανάγκης.
  • Γεγόναμεν ἅπαξ, δὶς δὲ οὐκ ἔστι γενέσθαι• δεῖ δὲ τὸν αἰῶνα μηκέτι εἶναι• σὺ δὲ οὐκ ὢν τῆς αὔριον κύριος ἀναβάλλῃ τὸ χαῖρον• ὁ δὲ βίος μελλησμῷ παραπόλλυται καὶ εἷς ἕκαστος ἡμῶν ἀσχολούμενος ἀποθνῄσκει.
  • Γεννηθήκαμε μια φορά και δεν γίνεται να γεννηθούμε και δεύτερη• και κατ’ ανάγκην δεν υπάρχει πια κάτι αιώνια. Όμως εσύ, που δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία σου: και η ζωή σπαταλιέται στις αναβολές κι ο καθένας μας πεθαίνει γεμάτος ασχολίες.
  • Ἀφαιρουμένης προσόψεως καὶ ὁμιλίας καὶ συναναστροφῆς ἐκλύεται τὸ ἐρωτικὸν πάθος.
  • Αν αφαιρέσουμε την όψη, τη συνομιλία και τη συναναστροφή, σβήνει το ερωτικό πάθος.
  • Τοῦ γεγονότος ἀμνήμων ἀγαθοῦ γέρων τήμερον γεγένηται.
  • Ο γέρος που λησμονεί το αγαθό που συνέβη είναι σαν να γεννήθηκε σήμερα.
  • Ἡ πενία μετρουμένη τῷ τῆς φύσεως τέλει μέγας ἐστὶ πλοῦτος• πλοῦτος δὲ μὴ ὁριζόμενος μεγάλη ἐστὶ πενία.
  • Η φτώχεια, αν υπολογιστεί με μέτρο τον σκοπό της φύσης, είναι μεγάλος πλούτος• ενώ ο πλούτος που δεν του έχουν τεθεί όρια είναι μεγάλη φτώχεια.
  • Οὔτε τοὺς προχείρους εἰς φιλίαν οὔτε τοὺς ὀκνηροὺς δοκιμαστέον• δεῖ δὲ καὶ παρακινδυνεῦσαι χάριν, χάριν φίλιας.Δεν πρέπει να αποδεχόμαστε ούτε τους πολύ βιαστικούς στη φιλία ούτε τους πολύ διστακτικούς∙ γιατί για χάρη της φιλίας χρειάζεται και να διακινδυνεύουμε.
  • Οὐχ οὕτως χρείαν ἔχομεν τῆς χρείας <τῆς> παρὰ τῶν φίλων ὡς τῆς πίστεως τῆς περὶ τῆς χρείας.Δεν έχουμε τόσο ανάγκη τη βοήθεια των φίλων μας, όσο τη βεβαιότητα για τη βοήθειά τους.
  • Μικρὸς παντάπασιν ᾧ πολλαὶ αἰτίαι εὔλογοι εἰς ἐξαγωγὴν βίου.
  • Είναι μικρός από κάθε άποψη ο άνθρωπος που έχει πολλούς και καλούς λόγους να εγκαταλείψει τη ζωή.
  • Οὔθ’ ὁ τὴν χρείαν ἐπιζητῶν διὰ παντὸς φίλος, οὔθ’ ὁ μηδέποτε συνάπτων• ὁ μὲν γὰρ καπηλεύει τῇ χάριτι τὴν ἀμοιβήν, ὁ δὲ ἀποκόπτει τὴν περὶ τοῦ μέλλοντος εὐελπιστίαν.
  • Φίλος δεν είναι ούτε εκείνος που διαρκώς επιζητεί το χρήσιμο ούτε εκείνος που ποτέ δεν το συνδιάζει με τη φιλία. Γιατί ο ένας, με πρόσχημα την ευεργεσία, εμπορεύεται το αντάλλαγμα, ενώ ο άλλος σκοτώνει την καλή ελπίδα για το μέλλον.
  • Ἡ φιλία περιχορεύει τὴν οἰκουμένην κηρύττουσα δὴ πᾶσιν ἡμῖν ἐγείρεσθαι ἐπὶ τὸν μακαρισμόν.
  • Η φιλία σέρνει το χορό της ολόγυρα στην οικουμένη, κηρύττοντας σε όλους μας να σηκωθούμε για το μακαρισμό.
  • Ἔστι καὶ ἐν λεπτότητι καθαριότης, ἧς ὁ ἀνεπιλόγιστος παραπλήσιόν τι πάσχει τῷ διʼ ἀοριστίαν ἐκπίπτοντι.
  • Υπάρχει και στην απλότητα ένα μέτρο και όποιος δεν το λογαριάζει παθαίνει ό,τι συμβαίνει σ’ εκείνον που δεν έχει όρια.
  • Συμπαθῶμεν τοῖς φίλοις οὐ θρηνοῦντες ἀλλὰ φροντίζοντες.
  • Στον πόνο των φίλων συμπάσχουμε όχι θρηνώντας αλλά μεριμνώντας γι’ αυτούς.
  • Ἐν φιλολόγῳ συζητήσει πλεῖον ἤνυσεν ὁ ἡττηθεὶς καθ’ ὃ προσέμαθεν.
  • Στην κοινή φιλοσοφική αναζήτηση κερδίζει περισσότερα αυτός που έμαθε περισσότερα: ο ηττημένος.
  • Τῆς αὐταρκείας καρπὸς μέγιστος ἐλευθερία.
  • Η ελευθερία, ο μέγιστος καρπός της αυτάρκειας.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΑΙ

ΘΟΥΚ 5.13.1–5.15.2

Οι λόγοι που οδήγησαν στη Νικίειο ειρήνη

Μετά τις επιτυχίες των Σπαρτιατών σε ανατολική Μακεδονία και Θράκη, οι Αθηναίοι ήταν πρόθυμοι να δεχτούν τις προτάσεις τους για ανακωχή. Ενώ όμως αυτή συνομολογήθηκε για έναν χρόνο (Μάρτιος 423 π.Χ.), ο Βρασίδας και ο Κλέωνας την υπονόμευαν εξαιτίας των προσωπικών τους φιλοδοξιών. Με το τέλος της ο Κλέωνας υποσχέθηκε την ανακατάληψη της Αμφιπόλεως, ωστόσο τόσο ο ίδιος όσο και ο Βρασίδας σκοτώθηκαν στην μάχη που έγινε εκεί τον Οκτώβριο του 422 π.Χ. Όταν έγινε η μάχη, το εκστρατευτικό σώμα με επικεφαλής τον Ραμφία, που είχαν στείλει οι Λακεδαιμόνιοι προς ενίσχυση του Βρασίδα, βρισκόταν στη Στερεά Ελλάδα.


[5.13.1] Τοῦ δ’ ἐπιγιγνομένου χειμῶνος εὐθὺς μέχρι μὲν Πιερίου
τῆς Θεσσαλίας διῆλθον οἱ περὶ τὸν Ῥαμφίαν, κωλυόντων
δὲ τῶν Θεσσαλῶν καὶ ἅμα Βρασίδου τεθνεῶτος, ᾧπερ ἦγον
τὴν στρατιάν, ἀπετράποντο ἐπ’ οἴκου, νομίσαντες οὐδένα
καιρὸν ἔτι εἶναι τῶν τε Ἀθηναίων ἥσσῃ ἀπεληλυθότων καὶ
οὐκ ἀξιόχρεων αὐτῶν ὄντων δρᾶν τι ὧν κἀκεῖνος ἐπενόει.
[5.13.2] μάλιστα δὲ ἀπῆλθον εἰδότες τοὺς Λακεδαιμονίους, ὅτε ἐξ-
ῇσαν, πρὸς τὴν εἰρήνην μᾶλλον τὴν γνώμην ἔχοντας.
[5.14.1] ξυνέβη τε εὐθὺς μετὰ τὴν ἐν Ἀμφιπόλει μάχην καὶ τὴν
Ῥαμφίου ἀναχώρησιν ἐκ Θεσσαλίας ὥστε πολέμου μὲν
μηδὲν ἔτι ἅψασθαι μηδετέρους, πρὸς δὲ τὴν εἰρήνην μᾶλλον
τὴν γνώμην εἶχον, οἱ μὲν Ἀθηναῖοι πληγέντες ἐπί τε τῷ
Δηλίῳ καὶ δι’ ὀλίγου αὖθις ἐν Ἀμφιπόλει, καὶ οὐκ ἔχοντες
τὴν ἐλπίδα τῆς ῥώμης πιστὴν ἔτι, ᾗπερ οὐ προσεδέχοντο
πρότερον τὰς σπονδάς, δοκοῦντες τῇ παρούσῃ εὐτυχίᾳ καθυ-
πέρτεροι γενήσεσθαι· [5.14.2] καὶ τοὺς ξυμμάχους ἅμα ἐδέδισαν
σφῶν μὴ διὰ τὰ σφάλματα ἐπαιρόμενοι ἐπὶ πλέον ἀποστῶσι,
μετεμέλοντό τε ὅτι μετὰ τὰ ἐν Πύλῳ καλῶς παρασχὸν οὐ
ξυνέβησαν· [5.14.3] οἱ δ’ αὖ Λακεδαιμόνιοι παρὰ γνώμην μὲν ἀπο-
βαίνοντος σφίσι τοῦ πολέμου, ἐν ᾧ ᾤοντο ὀλίγων ἐτῶν
καθαιρήσειν τὴν τῶν Ἀθηναίων δύναμιν, εἰ τὴν γῆν τέμνοιεν,
περιπεσόντες δὲ τῇ ἐν τῇ νήσῳ ξυμφορᾷ, οἵα οὔπω ἐγεγένητο
τῇ Σπάρτῃ, καὶ λῃστευομένης τῆς χώρας ἐκ τῆς Πύλου καὶ
Κυθήρων, αὐτομολούντων τε τῶν Εἱλώτων καὶ αἰεὶ προσ-
δοκίας οὔσης μή τι καὶ οἱ ὑπομένοντες τοῖς ἔξω πίσυνοι
πρὸς τὰ παρόντα σφίσιν ὥσπερ καὶ πρότερον νεωτερίσωσιν.
[5.14.4] ξυνέβαινε δὲ καὶ πρὸς τοὺς Ἀργείους αὐτοῖς τὰς τριακοντού-
τεις σπονδὰς ἐπ’ ἐξόδῳ εἶναι, καὶ ἄλλας οὐκ ἤθελον σπένδε-
σθαι οἱ Ἀργεῖοι εἰ μή τις αὐτοῖς τὴν Κυνουρίαν γῆν ἀπο-
δώσει, ὥστ’ ἀδύνατα εἶναι ἐφαίνετο Ἀργείοις καὶ Ἀθηναίοις
ἅμα πολεμεῖν. τῶν τε ἐν Πελοποννήσῳ πόλεων ὑπώπτευόν
τινας ἀποστήσεσθαι πρὸς τοὺς Ἀργείους· ὅπερ καὶ ἐγένετο.

[5.15.1] Ταῦτ’ οὖν ἀμφοτέροις αὐτοῖς λογιζομένοις ἐδόκει ποιητέα
εἶναι ἡ ξύμβασις, καὶ οὐχ ἧσσον τοῖς Λακεδαιμονίοις, ἐπι-
θυμίᾳ τῶν ἀνδρῶν τῶν ἐκ τῆς νήσου κομίσασθαι· ἦσαν γὰρ
οἱ Σπαρτιᾶται αὐτῶν πρῶτοί τε καὶ †ὁμοίως† σφίσι ξυγ-
γενεῖς. [5.15.2] ἤρξαντο μὲν οὖν καὶ εὐθὺς μετὰ τὴν ἅλωσιν αὐτῶν
πράσσειν, ἀλλ’ οἱ Ἀθηναῖοι οὔπως ἤθελον, εὖ φερόμενοι,
ἐπὶ τῇ ἴσῃ καταλύεσθαι. σφαλέντων δὲ αὐτῶν ἐπὶ τῷ
Δηλίῳ παραχρῆμα οἱ Λακεδαιμόνιοι, γνόντες νῦν μᾶλλον
ἂν ἐνδεξαμένους, ποιοῦνται τὴν ἐνιαύσιον ἐκεχειρίαν, ἐν ᾗ
ἔδει ξυνιόντας καὶ περὶ τοῦ πλέονος χρόνου βουλεύεσθαι.

***
[5.13.1] Αμέσως με την αρχή του ερχόμενου χειμώνα, εκείνοι που ήταν με τον Ραμφία προχώρησαν ως το Πιέριο της Θεσσαλίας, αλλά επειδή τους έβαλαν εμπόδια στο δρόμο τους οι Θεσσαλοί και συγχρόνως είχε πεθάνει ο Βρασίδας, που σ' αυτόν πήγαιναν το στρατό, σταμάτησαν και στράφηκαν να γυρίσουνε στον τόπο τους· γιατί θεώρησαν πως δεν ήταν πια η κατάλληλη ευκαιρία, μια και είχανε φύγει νικημένοι οι Αθηναίοι, κι αυτοί οι ίδιοι δεν ήταν άξιοι να κατορθώσουν κάτι παρόμοιο με όσα έκανε εκείνος. [5.13.2] Ο κυριότερος όμως λόγος που έφυγαν ήταν πως ήξεραν ότι η διάθεση στη Σπάρτη, τον καιρό που είχαν αυτοί ξεκινήσει, έκλινε μάλλον προς τη σύναψη ειρήνης.

[5.14.1] Σύντυχε λοιπόν αμέσως μετά τη μάχη της Αμφίπολης και το γυρισμό του Ραμφία από τη Θεσσαλία κανένας από τους δυο να μην αρχίσει καμιά πολεμική επιχείρηση, αλλά κ' οι δυο να έχουνε διάθεση να κλείσουν ειρήνη· οι Αθηναίοι από τη μια γιατί είχανε βαριά χτυπηθεί στο Δήλιο και ξανά, σε λίγο χρονικό διάστημα, στην Αμφίπολη, και δεν είχαν πια τη σταθερή πεποίθηση στην δύναμή τους, που εξ αιτίας της δεν είχανε δεχτεί να συνάψουν ειρήνη προτήτερα, νομίζοντας πως με την καλοτυχία που είχαν τότε θα νικούσαν πέρα για πέρα [5.14.2] (φοβούνταν επίσης μην αποστατήσουν περισσότεροι σύμμαχοι παίρνοντάς το απάνω τους από τις αποτυχίες τους, και μετάνιωναν τώρα που δεν είχαν κλείσει συμφωνία ύστερα από τα γεγονότα της Πύλου, ενώ είχε παρουσιαστεί πολύ ευνοϊκή ευκαιρία)· [5.14.3] από την άλλη μεριά οι Λακεδαιμόνιοι έκλιναν προς την ειρήνη γιατί δεν τους είχε βγει ο πόλεμος όπως τον περίμεναν, που νόμιζαν πως σε λίγα χρόνια μέσα θα γκρέμιζαν τη δύναμη των Αθηναίων αν ερήμαζαν τη χώρα τους, και γιατί τους είχε βρει η συμφορά στο νησί, που παρόμοιά της δεν είχε σταθεί ποτέ για τη Σπάρτη, και τώρα γίνονταν ληστρικές επιδρομές στο δικό τους τόπο από την Πύλο και τα Κύθηρα, κι αυτομολούσαν συνάμα οι Είλωτες κι ολοένα περίμεναν με φόβο οι Σπαρτιάτες μήπως κι όσοι έμεναν πίσω παρασυρθούν από τους έξω και στηριγμένοι στην τωρινή τους αδυναμία κάνουν κανένα πραξικόπημα, όπως είχε γίνει και άλλοτε. [5.14.4] Σύντυχε ακόμα να κοντεύει να λήξει η διάρκεια της τριαντάχρονης συνθήκης που είχανε με τους Αργείους κ' οι Αργείοι δεν ήταν πρόθυμοι να την ανανεώσουν αν δεν τους επέστρεφαν την περιοχή της Κυνουρίας (έτσι που φαινόταν ακατόρθωτο να διεξαγάγουν πόλεμο συγχρόνως προς τους Αργείους και προς τους Αθηναίους), και συνάμα είχαν κάποια κρυφή υποψία πως μερικές από τις πολιτείες στην Πελοπόννησο θ' αποστατούσαν απ' αυτούς και θα συμμαχούσανε με τους Αργείους, όπως κ' έγινε.

[5.15.1] Επειδή λοιπόν τα στοχάζονταν αυτά και οι δυο, θεώρησαν πως έπρεπε να γίνει η συνθήκη και περισσότερο οι Λακεδαιμόνιοι, γιατί ποθούσαν να πάρουν πίσω τους άντρες που είχανε πιαστεί στο νησί· γιατί όσοι ανάμεσά τους ήταν Σπαρτιάτες ήταν από τις καλύτερες οικογένειες κι' όλοι τους είχανε συγγενικούς δεσμούς με την άρχουσα τάξη στη Σπάρτη. [5.15.2] Είχαν βέβαια αρχίσει διαπραγματεύσεις κι αμέσως μετά τη σύλληψή τους, αλλά οι Αθηναίοι, που πήγαιναν καλά οι επιχειρήσεις τους, δεν ήθελαν να τελειώσουν τον πόλεμο ως ισότιμοι των Σπαρτιατών. Όταν όμως την έπαθαν οι Αθηναίοι στο Δήλιο, κατάλαβαν οι Λακεδαιμόνιοι πως τώρα θα ήταν πιο πρόθυμοι να το δεχτούν κ' έτσι έκλεισαν την ανακωχή ενός χρόνου, που στο διάστημά του επρόκειτο να συναντηθούν και να συσκεφθούν για συνθήκη με μεγαλύτερη διάρκεια.