Κυριακή 24 Ιουλίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (8.83-8.151)

Ταῦτ᾽ ἄρ᾽ ἀοιδὸς ἄειδε περικλυτός· αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς
πορφύρεον μέγα φᾶρος ἑλὼν χερσὶ στιβαρῇσι
85 κὰκ κεφαλῆς εἴρυσσε, κάλυψε δὲ καλὰ πρόσωπα·
αἴδετο γὰρ Φαίηκας ὑπ᾽ ὀφρύσι δάκρυα λείβων.
ἦ τοι ὅτε λήξειεν ἀείδων θεῖος ἀοιδός,
δάκρυ᾽ ὀμορξάμενος κεφαλῆς ἄπο φᾶρος ἕλεσκε
καὶ δέπας ἀμφικύπελλον ἑλὼν σπείσασκε θεοῖσιν·
90 αὐτὰρ ὅτ᾽ ἂψ ἄρχοιτο καὶ ὀτρύνειαν ἀείδειν
Φαιήκων οἱ ἄριστοι, ἐπεὶ τέρποντ᾽ ἐπέεσσιν,
ἂψ Ὀδυσεὺς κατὰ κρᾶτα καλυψάμενος γοάασκεν.
ἔνθ᾽ ἄλλους μὲν πάντας ἐλάνθανε δάκρυα λείβων,
Ἀλκίνοος δέ μιν οἶος ἐπεφράσατ᾽ ἠδ᾽ ἐνόησεν
95 ἥμενος ἄγχ᾽ αὐτοῦ, βαρὺ δὲ στενάχοντος ἄκουσεν.
αἶψα δὲ Φαιήκεσσι φιληρέτμοισι μετηύδα·
«Κέκλυτε, Φαιήκων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες·
ἤδη μὲν δαιτὸς κεκορήμεθα θυμὸν ἐΐσης
φόρμιγγός θ᾽, ἣ δαιτὶ συνήορός ἐστι θαλείῃ·
100 νῦν δ᾽ ἐξέλθωμεν καὶ ἀέθλων πειρηθέωμεν
πάντων, ὥς χ᾽ ὁ ξεῖνος ἐνίσπῃ οἷσι φίλοισιν,
οἴκαδε νοστήσας, ὅσσον περιγινόμεθ᾽ ἄλλων
πύξ τε παλαιμοσύνῃ τε καὶ ἅλμασιν ἠδὲ πόδεσσιν.»
Ὣς ἄρα φωνήσας ἡγήσατο, τοὶ δ᾽ ἅμ᾽ ἕποντο.
105 κὰδ δ᾽ ἐκ πασσαλόφι κρέμασεν φόρμιγγα λίγειαν,
Δημοδόκου δ᾽ ἕλε χεῖρα καὶ ἔξαγεν ἐκ μεγάροιο
κῆρυξ· ἄρχε δὲ τῷ αὐτὴν ὁδὸν ἥν περ οἱ ἄλλοι
Φαιήκων οἱ ἄριστοι, ἀέθλια θαυμανέοντες.
βὰν δ᾽ ἴμεν εἰς ἀγορήν, ἅμα δ᾽ ἕσπετο πουλὺς ὅμιλος,
110 μυρίοι· ἂν δ᾽ ἵσταντο νέοι πολλοί τε καὶ ἐσθλοί.
ὦρτο μὲν Ἀκρόνεώς τε καὶ Ὠκύαλος καὶ Ἐλατρεὺς
Ναυτεύς τε Πρυμνεύς τε καὶ Ἀγχίαλος καὶ Ἐρετμεὺς
Ποντεύς τε Πρῳρεύς τε, Θόων Ἀναβησίνεώς τε
Ἀμφίαλός θ᾽, υἱὸς Πολυνήου Τεκτονίδαο·
115 ἂν δὲ καὶ Εὐρύαλος, βροτολοιγῷ ἶσος Ἄρηϊ,
Ναυβολίδης, ὃς ἄριστος ἔην εἶδός τε δέμας τε
πάντων Φαιήκων μετ᾽ ἀμύμονα Λαοδάμαντα.
ἂν δ᾽ ἔσταν τρεῖς παῖδες ἀμύμονος Ἀλκινόοιο,
Λαοδάμας θ᾽ Ἅλιός τε καὶ ἀντίθεος Κλυτόνηος·
120 οἱ δ᾽ ἦ τοι πρῶτον μὲν ἐπειρήσαντο πόδεσσι.
τοῖσι δ᾽ ἀπὸ νύσσης τέτατο δρόμος· οἱ δ᾽ ἅμα πάντες
καρπαλίμως ἐπέτοντο κονίοντες πεδίοιο.
τῶν δὲ θέειν ὄχ᾽ ἄριστος ἔην Κλυτόνηος ἀμύμων·
ὅσσον τ᾽ ἐν νειῷ οὖρον πέλει ἡμιόνοιϊν,
125 τόσσον ὑπεκπροθέων λαοὺς ἵκεθ᾽, οἱ δ᾽ ἐλίποντο.
οἱ δὲ παλαιμοσύνης ἀλεγεινῆς πειρήσαντο·
τῇ δ᾽ αὖτ᾽ Εὐρύαλος ἀπεκαίνυτο πάντας ἀρίστους.
ἅλματι δ᾽ Ἀμφίαλος πάντων προφερέστατος ἦεν·
δίσκῳ δ᾽ αὖ πάντων πολὺ φέρτατος ἦεν Ἐλατρεύς,
130 πὺξ δ᾽ αὖ Λαοδάμας, ἀγαθὸς πάϊς Ἀλκινόοιο.
αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ πάντες ἐτέρφθησαν φρέν᾽ ἀέθλοις,
τοῖς ἄρα Λαοδάμας μετέφη, πάϊς Ἀλκινόοιο·
«Δεῦτε, φίλοι, τὸν ξεῖνον ἐρώμεθα, εἴ τιν᾽ ἄεθλον
οἶδέ τε καὶ δεδάηκε· φυήν γε μὲν οὐ κακός ἐστι,
135 μηρούς τε κνήμας τε καὶ ἄμφω χεῖρας ὕπερθεν
αὐχένα τε στιβαρὸν μέγα τε σθένος· οὐδέ τι ἥβης
δεύεται, ἀλλὰ κακοῖσι συνέρρηκται πολέεσσιν.
οὐ γὰρ ἐγώ γέ τί φημι κακώτερον ἄλλο θαλάσσης
ἄνδρα γε συγχεῦαι, εἰ καὶ μάλα καρτερὸς εἴη.»
140 Τὸν δ᾽ αὖτ᾽ Εὐρύαλος ἀπαμείβετο φώνησέν τε·
«Λαοδάμα, μάλα τοῦτο ἔπος κατὰ μοῖραν ἔειπες.
αὐτὸς νῦν προκάλεσσαι ἰὼν καὶ πέφραδε μῦθον.»
Αὐτὰρ ἐπεὶ τό γ᾽ ἄκουσ᾽ ἀγαθὸς πάϊς Ἀλκινόοιο,
στῆ ῥ᾽ ἐς μέσσον ἰὼν καὶ Ὀδυσσῆα προσέειπε·
145 «Δεῦρ᾽ ἄγε καὶ σύ, ξεῖνε πάτερ, πείρησαι ἀέθλων,
εἴ τινά που δεδάηκας· ἔοικε δέ σ᾽ ἴδμεν ἀέθλους.
οὐ μὲν γὰρ μεῖζον κλέος ἀνέρος ὄφρα κεν ᾖσιν
ἢ ὅ τι ποσσίν τε ῥέξῃ καὶ χερσὶν ἑῇσιν.
ἀλλ᾽ ἄγε πείρησαι, σκέδασον δ᾽ ἀπὸ κήδεα θυμοῦ·
150 σοὶ δ᾽ ὁδὸς οὐκέτι δηρὸν ἀπέσσεται, ἀλλά τοι ἤδη
νηῦς τε κατείρυσται καὶ ἐπαρτέες εἰσὶν ἑταῖροι.»

***
Καθώς τραγούδαγε ο φημισμένος αοιδός, ο Οδυσσέας με τα δυο του χέρια
πιάνει το πορφυρό του πανωφόρι, το ᾽φερε πάνω απ᾽ το κεφάλι του
καλύπτοντας το ωραίο του πρόσωπο·
από ντροπή μπροστά στους Φαίακες, που βούρκωσαν τα μάτια του
κι έτρεχε ασταμάτητο το δάκρυ.
Μόλις ο θείος αοιδός τέλειωνε το τραγούδι του, εκείνος
σφούγγιζε το κλάμα του, κατέβαζε το ρούχο απ᾽ το κεφάλι του
και με μια κούπα δίδυμη στάλαζε στους θεούς σπονδή.
90 Όταν ωστόσο ο αοιδός ξανάπιανε να τραγουδήσει,
γιατί του το ζητούσαν οι καλύτεροι των καλεσμένων
που απολάμβαναν τα έπη του, ο Οδυσσέας σκέπαζε πάλι
το κεφάλι του θρηνώντας.
Οι άλλοι καν δεν πρόσεξαν που πνίγονταν στο δάκρυ ο ξένος,
μόνο ο Αλκίνοος το αισθάνθηκε· όπως καθόταν πλάι του,
άκουσε και κατάλαβε βαρύ τον στεναγμό του.
Μπήκε στη μέση τότε και στους Φαίακες μίλησε,
που έχουν χαρά τους το κουπί:
«Ακούστε, των Φαιάκων αρχηγοί και σύμβουλοι·
φτάνει νομίζω τόσο φαγητό, όσο του πρέπει καθενός,
και της κιθάρας ο σκοπός, συμπλήρωμα απαραίτητο
σε κάθε πλούσιο γεύμα.
100 Τώρα καιρός να βγούμε, να δοκιμαστούμε στα πολλά αγωνίσματα·
να ᾽χει κι ο ξένος, στην πατρίδα του όταν φτάσει, να διηγάται
στους δικούς του πόσο υπερβάλλουμε τους άλλους
στην πυγμαχία, την πάλη, στο άλμα και τον δρόμο.»
Μίλησε και προχώρησε, οι άλλοι πήγαιναν στα βήματά του.
Τότε κι ο κήρυκας κρέμασε πάλι τη μελωδική κιθάρα
στο ίδιο ξύλινο καρφί, πήρε απ᾽ το χέρι τον Δημόδοκο
και τον οδήγησε έξω από το παλάτι στον δρόμο που πορεύονταν
οι πρώτοι των Φαιάκων, να δουν και να θαυμάσουν τα αγωνίσματα.
Και φτάνοντας στην αγορά, κόσμος πολύς μαζεύτηκε,
μυριάδες. Εκεί σηκώθηκαν να πιάσουν τα αγωνίσματα
110 άξιοι νέοι και πολλοί.
Πετάχτηκε ο Ακρόνεος, ο Ωκύαλος κι ο Ελατρεύς,
Ναυτέας και Πρυμνέας, Αγχίαλος και Ερετμεύς,
Ποντέας και Πρωρεύς, Θόων και Αναβησίνεος,
μαζί τους κι ο Αμφίαλος, του Τεκτονίδη Πολυνήου ο γιος·
πετάχτηκε ο Ευρύαλος σαν βροτοκτόνος Άρης,
γιος του Ναυβόλου, ο ωραιότερος στην όψη και στο σώμα
ανάμεσα σ᾽ όλους τους Φαίακες, δεύτερος όμως στη σειρά
μετά τον Λαοδάμαντα, που πάνω του δεν έβρισκες ψεγάδι.
Πάνω πετάχτηκαν τρεις γιοι του άψογου Αλκινόου·
ο Λαοδάμας, ο Άλιος, ισόθεος ο Κλυτόνηος.
120 Τότε ξεκίνησαν να παραβγούν στο τρέξιμο·
ξάνοιγε μπρος στο σήμα της αρχής ο δρόμος, κι όρμησαν όλοι τους,
πετώντας και σηκώνοντας σύννεφα σκόνης.
Στο τρέξιμο ξεχώρισε κατά πολύ ο Κλυτόνηος·
πόσο δυο μούλες, το χωράφι οργώνοντας, φτάνουν στο τέρμα
μονομιάς, τόσο κι εκείνος προπορεύτηκε, και πάλι πίσω
γύρισε στον κόσμο, που τους άλλους έβλεπε
να μένουν πίσω.
Μετά δοκίμασαν την ανελέητη πάλη· σ᾽ αυτήν ο Ευρύαλος
νίκησε τους καλύτερους.
Ανώτερος στο άλμα από τους άλλους ο Αμφίαλος φάνηκε,
στον δίσκο τούς ξεπέρασε όλους βγαίνοντας πρώτος ο Ελατρεύς,
130 στην πυγμαχία ο Λαοδάμας, του Αλκινόου ο γενναίος γιος.
Κι όταν οι πάντες ένιωσαν βαθιά την τέρψη
των αγώνων, πήρε τον λόγο να μιλήσει ο Λαοδάμας,
του Αλκινόου ο γιος:
«Φίλοι, θαρρώ πως πρέπει να ρωτήσουμε κι αυτόν τον ξένο
αν ξέρει κάποιο αγώνισμα και το κατέχει· κακός δεν φαίνεται,
αν κρίνουμε απ᾽ το παράστημά του. Μηροί και κνήμες,
τα δυο χέρια του ψηλά, ο αυχένας, όλα του δείχνουν
δύναμη και σθένος, και δεν νομίζω να τον εγκατέλειψε
κι η νιότη· μόνο οι πολλές του συμφορές τον τσάκισαν.
Εγώ δεν ξέρω άλλο κακό χειρότερο απ᾽ τη θάλασσα,
μπορεί να καταλύσει τον καθένα, ακόμη κι όταν
περισσεύει η αντοχή του.»
140 Του ανταπάντησε όμως μιλώντας ο Ευρύαλος:
«Σωστός ο λόγος σου και μετρημένος, Λαοδάμα
πήγαινε ο ίδιος τώρα να τον προκαλέσεις,
εξήγησε την πρότασή σου.»
Τον άκουσε ευγενικός ο γιος του Αλκινόου, πήγε
και στάθηκε στη μέση, κι εκεί τον Οδυσσέα προσφώνησε:
«Έλα κι εσύ, πατέρα ξένε, να παραβγείς σε κάποιο αγώνισμα,
όποιο νομίζεις πως κατέχεις, γιατί δεν φαίνεσαι άπειρος
στα αθλήματα. Λέω, στον κόσμο δεν υπάρχει δόξα μεγαλύτερη,
αν κάποιος κάτι κατορθώσει είτε στα πόδια είτε με τα χέρια του.
Έλα λοιπόν κι εσύ, δοκίμασε, διώξε τη θλίψη απ᾽ την ψυχή σου·
150 πολύ πια δεν απέχει η ώρα της επιστροφής σου· έτοιμο
το καράβι στα βαθιά νερά, έτοιμοι κι όσοι θα σε συντροφέψουν.»

Η Ρώμη και ο κόσμος της: 9. Σινέ «Ρώμη»

9.2. Κι αν ο Ηρόδοτος ήταν Πέρσης;


Να πάρουμε, λοιπόν, καλάθι; Να είναι μεγάλο ή μικρό; Ή να μην κάνουμε τον κόπο να πάρουμε; Μήπως η πολύτιμη αλήθεια κρύβεται κάπου ανάμεσα στις παλιές βεβαιότητες και τις μοντέρνες αμφισβητήσεις; Ας υποθέσουμε ότι ολόκληρη την ιστορική αλήθεια για ένα γεγονός ή, πολύ περισσότερο, για μια ιστορική περίοδο, δεν μπορούμε να την πετύχουμε ποτέ. Λογικό. Υπάρχουν όμως κάποιες άλλες αλήθειες που δεν είναι και τόσο δυσπρόσιτες και που τις έχει επιβεβαιώσει η ανθρώπινη εμπειρία μας στη διαδρομή των αιώνων. Έτσι, για παράδειγμα, ακούμε συχνά ότι την ιστορία τη γράφουν κατά κανόνα οι νικητές και όχι οι ηττημένοι· οι ισχυροί και αυτοί που κατέχουν πολιτική εξουσία και κοινωνικό κύρος και όχι οι «άλλοι»· οι πολιτισμικά πιο προχωρημένοι και όχι οι «βάρβαροι». Αυτό είναι εύκολο και λογικό να το αποδεχτούμε, αλλά σπάνια το συνειδητοποιούμε, και έτσι τείνουμε να ταυτίσουμε την «ιστορική αλήθεια» με τις ιστορικές εκδοχές των ισχυρών. Και γι᾽ αυτόν ακριβώς τον λόγο θα μας προκαλούσε έκπληξη αν σήμερα ανακαλύπταμε έναν πέρση ιστορικό που θα μας έδινε μια ιστορία των Μηδικών Πολέμων από την οπτική γωνία των χαμένων, πολύ διαφορετική από εκείνη που μας δίνει ο Ηρόδοτος· και ασφαλώς η έκπληξή μας θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη αν είχαμε στα χέρια μας μια ιστορία της αρχαίας Αθήνας γραμμένη από έναν δούλο του Περικλή ή από τη γυναίκα του την Ασπασία.

Από αυτή την άποψη, οι αμφισβητίες μας, παρ᾽ όλες τις πιθανές υπερβολές τους, προσφέρουν μια σημαντική, από μεθοδολογική άποψη, υπηρεσία με το να μας λένε (κατάμουτρα, στο αφτί, φωναχτά ή διακριτικά): «Παιδιά, προσοχή! Υπάρχουν και οι "άλλοι", οι "άλλες φωνές" που δεν τις ακούσαμε ποτέ ή δεν ακούστηκαν ποτέ, και που, αν τις ακούγαμε, θα μας έδιναν σίγουρα μια διαφορετική εκδοχή για το τι συνέβη.» Η Καρχηδόνα ήταν μια ισχυρή δύναμη, αλλά ξέρουμε γι᾽ αυτήν ουσιαστικά μόνο από τις αφηγήσεις των Ρωμαίων, και είναι βέβαιο ότι οι αφηγήσεις αυτές δεν αποτελούν ολόκληρη την ιστορική αλήθεια για δυο κυρίως λόγους: πρώτον, επειδή η Καρχηδόνα δεν αφηγήθηκε ποτέ την ιστορία της· και δεύτερον, επειδή η ιστορία των Καρχηδονιακών Πολέμων που αφηγήθηκαν οι Ρωμαίοι αποτελεί ένα ένδοξο «ιστορικό μυθιστόρημα», κομμένο και ραμμένο σύμφωνα με τις ιδέες και αντιλήψεις που είχαν για την ιστορία, τον χαρακτήρα τους και την κοινωνία τους οι Ρωμαίοι.

Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα σενάριο με αρχή, μέση και τέλος που θέλει να επιβεβαιώσει όλες τις πατροπαράδοτες ρωμαϊκές αρετές (δηλ. αυτές που οι ίδιοι οι Ρωμαίοι απέδιδαν στον εαυτό τους)· πρόκειται για μια μεγάλη μυθιστορία δεινών, τραγικής απόγνωσης και τελικού θριάμβου που επιβεβαιώνει βασικές αρχές της ρωμαϊκής πολιτικής ιδεολογίας και, αν θέλουμε να το δούμε και έτσι, του ρωμαϊκού επεκτατισμού. Αυτό δεν σημαίνει ότι η μυθιστορία δεν περιέχει «αλήθειες» και «γεγονότα»· είναι όμως αλήθεια ότι πολλά από αυτά τα γεγονότα και τις αλήθειες τα διαβάζουμε ή τα μαθαίνουμε ήδη ερμηνευμένα και φιλτραρισμένα από τη ρωμαϊκή ιδεολογία· και σημαίνει ακόμη ότι πολλά από αυτά είναι σχεδόν «στημένα» για να επαληθεύσουν αυτή την ιδεολογία. Όμως την αλήθεια αυτή πιο συχνά την ξεχνούμε παρά τη θυμόμαστε. Οι αμφισβητίες ήρθαν για να μας την υπενθυμίσουν. Είναι γεγονός ότι ορισμένοι από αυτούς το κάνουν με προκλητικό και υπερβολικό τρόπο. Δεν πειράζει: ας κρατήσουμε την υπενθύμιση και ας κρίνουμε την πρόκληση και την υπερβολή. Γιατί το «κόλπο» με την «ιστορική αλήθεια» δεν το ήξεραν μόνο οι Ρωμαίοι.

Και, τέλος, οι αμφισβητίες προσέφεραν και μια άλλη υπηρεσία: με το να θεωρήσουν την αλήθεια «σχετική» δημιούργησαν έναν πιο άνετο, λιγότερο αυστηρό, πιο «πλουραλιστικό» τρόπο προσέγγισης της ιστορίας, και της γνώσης γενικότερα. Μέσα στο νέο αυτό πνευματικό και διανοητικό κλίμα, είναι σήμερα πιο εύκολο από ό,τι στο παρελθόν να δεχτεί κανείς τη συμβολή και τον ρόλο και άλλων μεθόδων ιστορικής πληροφόρησης - όχι μόνο τον αυστηρά παραδοσιακό τρόπο της μελέτης των πηγών και των ιστοριογραφικών αναλύσεων αλλά και πιο «περιθωριακούς», πειραματικούς και μυθοπλαστικούς τρόπους γνωριμίας με την ιστορική ύλη. Γιατί, από τη στιγμή που κατανοούμε ότι η «επίσημη», «επιστημονική», «συστηματική» και «τεκμηριωμένη» ιστορία δεν είναι εντελώς απαλλαγμένη από προκατασκευασμένα σενάρια, ιδεολογικές προκαταλήψεις και μυθοπλαστικά τεχνάσματα, είναι πιο εύκολο να δούμε με μεγαλύτερη «συμπάθεια» και να απολαύσουμε με λιγότερες ενοχές την «ιστορική αλήθεια» ενός μυθιστορήματος, ιδίως όταν αυτό είναι γραμμένο από κάποιον ή κάποια συγγραφέα που έχει μελετήσει σοβαρά και προσεκτικά την ιστορία μιας συγκεκριμένης περιόδου.

Για να το πούμε και αλλιώς: μετά την παρέμβαση των αμφισβητιών, έχουμε γίνει πιο ανεκτικοί σε τρόπους γνωριμίας με την ιστορία που, χωρίς να αγνοούν τις λεγόμενες έγκυρες και επίσημες πηγές, προσφέρουν αφηγήσεις με ελεγχόμενη φαντασιακή και μυθοπλαστική υποστήριξη. Αυτό συμβαίνει κυρίως στον χώρο του λογοτεχνικού μυθιστορήματος. Είναι, όμως, ιδιαίτερα θεαματικό, εντυπωσιακό και απολαυστικό, όταν συμβαίνει στη σημερινή μεγάλη κινηματογραφική οθόνη με τα «εφέ» της σύγχρονης ψηφιακής τεχνολογίας. Τα μυστικά και τα «τρικ» αυτής της μαγείας τα κατείχε από παλιά το Χόλυγουντ. Και το Χόλυγουντ είχε από παλιά αδυναμία στη Ρώμη και τη ρωμαϊκή ιστορία. Και επειδή όσα είπαμε στις προηγούμενες παραγράφους μπορεί να μας έπεσαν λίγο θεωρητικά και δυσκολοχώνευτα, ας χαλαρώσουμε λίγο τώρα μπροστά στη μεγάλη οθόνη.

Παγκόσμια Συνείδηση

Η Εσωτερική Θεώρηση: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟ και Υποκειμενικό

Υπάρχει Μία Μοναδική Ουσία (Συνείδηση) που είναι το ΒΑΘΟΣ. Υπάρχει Μία Δραστηριότητα-Ενέργεια-Αντίληψη (Όραση), η «Αντικειμενική Συνείδηση», η Αντικειμενική Αντίληψη που είναι το ΒΑΘΡΟ. Πάνω στην «Αντικειμενική Συνείδηση» (Αντίληψη) Υφαίνονται «Υποκειμενικές Οργανώσεις», που λειτουργούν σαν «Συστήματα Αντίληψης»: Παγκόσμια Συνείδηση (με Τρεις «Ποικιλίες»), Μη-Δυαδική Συνείδηση, Νους-Νόηση, Ενέργεια-Αίσθηση, Μορφή-Σώμα.

Όλα αυτά δεν λειτουργούν στο Αντικειμενικό Επίπεδο του Βάθρου, αλλά σε ένα Δευτερογενές Επίπεδο της «Οργάνωσης» (στην ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ). Έτσι, ενώ η Πραγματικότητα Είναι Μοναδική (στο ΒΑΘΟΣ), είναι Μία (στο ΒΑΘΡΟ), «Φαίνεται» να «Διαφοροποιείται» (στην ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ) σε Επίπεδα Ύπαρξης.

Στα Ανώτερα Επίπεδα Υποκείμενο-Αντικείμενο (Όραση-Ορόμενο) δεν Διαχωρίζονται. Υποκείμενο-Αντικείμενο «διαχωρίζονται» στους κατώτερους «κόσμους».

Επειδή λοιπόν όλα Υφαίνονται στο Ένα Κοινό Αντικειμενικό Βάθρο, της «Αντικειμενικής Συνείδησης (Αντίληψης) για αυτό όλο Αυτό (η Δημιουργία, το Όλον) έχει Ολογραφικό Χαρακτήρα. Δηλαδή και το Όλον και «κάθε τι» Υφαίνεται, Στηρίζεται κι Είναι στο Βάθος η «Αντικειμενική Συνείδηση» (Αντίληψη) κι ας φαίνεται σαν κάτι ξεχωριστό στην «Επιφάνεια). Με άλλα λόγια το «κάθε τι» Είναι η «Αντικειμενική Συνείδηση» (σαν ΒΑΘΡΟ) και μια Ιδιαίτερη προβολή-«οργάνωση»-«σύστημα» (στην ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ) ταυτόχρονα.

Ο Μοναδικός Δρόμος προς την Πραγματικότητα είναι να «Συνειδητοποιήσουμε», να «Κατανοήσουμε», να «Βιώσουμε» το ΒΑΘΡΟ της Ύπαρξης, την «Αντικειμενική Συνείδηση» (Αντίληψη), Μέσα μας. Με άλλα λόγια πρέπει να «Αναδυθούμε» από τον κόσμο των μορφών, της αίσθησης, της νόησης (τους κατώτερους κόσμους της πολλαπλότητας) στην Μη-Δυαδική Συνείδηση, στους Ουρανούς της Ενότητας της Παγκόσμιας Συνείδησης, στην Αντικειμενική Συνείδηση του ΒΑΘΡΟΥ, στην Εσώτατη Ουσία του Παντός, στο ΒΑΘΟΣ του Απολύτου.

Στην πραγματικότητα πρέπει να αλλάξουμε Επίπεδο Κατανόησης. Να Διευρύνουμε την Επίγνωσή μας, να Βαθύνουμε την Συνειδητότητά μας, να Περάσουμε Πέραν της Επιφανείας (των Δράσεων και των Δραστηριοτήτων της Επιφάνειας), στο Ακίνητο Βάθος της Αντικειμενικής Συνείδησης.

Γίνεται Κατανοητό λοιπόν ότι εδώ δεν μιλάμε για δράση, προσπάθεια, έλεγχο, πειθαρχία, στο επιφανειακό επίπεδο της εξωτερικής δραστηριότητας αλλά για μια «μετατόπιση» της Προσοχής, της Αντίληψης, του Κέντρου Βάρους της Ύπαρξης από την Επιφάνεια στο Ουσιαστικό Βάθος. Με άλλα λόγια το Εσωτερικό Ταξίδι δεν έχει καμία σχέση με εξωτερικές δραστηριότητες. Το αντίθετο.

Για τον δυαδικό, εξωτερικό, επιφανειακό νου, φαίνεται σαν Ακινησία, σαν Κενότητα, σαν το Τίποτα. Στην πραγματικότητα είναι η Πλήρης, Ζωντανή Ουσία που Διατρέχει το Αιώνιο Παρόν, Ανανεώνεται Συνεχώς χωρίς να Αλλοιώνεται είναι η Ζωή σε Πλήρη Αφύπνιση, είναι ο Κύκλος της Ολοκλήρωσης που Περικλείνει τα Πάντα κι Αναπαύεται στο Χωρίς Ιδιότητες Απόλυτο.

Η Πραγματική Ουσία είναι το Βάθρο του Αντικειμενικού. Πάνω στη Βάση του Αντικειμενικού «οργανώνεται» το Υποκειμενικό: Παγκόσμια Συνείδηση, Μη-Δυαδική Συνείδηση, νους, αίσθηση, μορφή.

Η Πραγματική Αφύπνιση Ολοκληρώνεται στον Κύκλο της Αντικειμενικής Συνείδησης.

Για τον δυαδικό επιφανειακό νου, στην «εξέλιξη» της Συνειδητότητας υπάρχουν δύο κοσμικά όρια. Η Μη-Δυαδική Συνείδηση που βιώνεται σαν «αντικειμενική» σε σχέση με το εγώ και τον δυαδικό νου. Το Όριο της Αντικειμενικής Συνείδησης που μας «διαχωρίζει από το ΒΑΘΟΣ, από την ΠΗΓΗ.

Τι είναι τελικά η Ατομικότητα (που εκδηλώνεται στους κατώτερους κόσμους σαν Άνθρωπος; Η Ατομική Ψυχή «οργανώνεται» στην Βάση του Αντικειμενικού, κατ΄ εικόνα και ομοίωση του Παγκόσμιου. Γύρω από το «κέντρο» (εγώ) συσσωρεύονται, αντιλήψεις, προκαταλήψεις, συνήθειες, συμπεριφορές. Αντίληψη (εγώ) και αντιλαμβανόμενο (πράγματα) διαχωρίζονται. Η Συνείδηση βιώνει την δυαδικότητα.

Στην πραγματικότητα η ατομική ψυχή είναι ένα «προσωπείο» του Παγκόσμιου, είναι το Αντικειμενικό Παγκόσμιο, που Πηγάζει από την Πηγή.

Το Υποκειμενικό, η «οργάνωση» (του εγώ) λειτουργεί όχι στο Βασικό Αντικειμενικό Πεδίο της Ενότητας, αλλά σε ένα δευτερεύον πεδίο, της δυαδικότητας.

Το Υποκειμενικό είναι «οργάνωση», σύστημα, μπορεί να αναδιοργανωθεί, αλλάζει «περιεχόμενο» αλλά ποιοτικά παραμένει στο ίδιο πεδίο της δυαδικότητας.

Αν οι άνθρωποι κατανοούσαν «πως» στο Βασικό Αντικειμενικό Πεδίο «οργανώνεται» το Υποκειμενικό, πως δομείται αυτή η οργάνωση και πως λειτουργεί και παρασέρνει τα όντα στους κατώτερους κόσμους (αν δηλαδή κατανοούσαν το μηχανισμό της ψυχικής συγκρότησής τους), θα μπορούσαν να απελευθερωθούν.

Για να αλλάξουμε πεδίο (από το πεδίο της δυαδικότητας στο Πεδίο της Ενότητας) πρέπει η «οργάνωση» να διαλυθεί. Εγκατάλειψη του «περιεχομένου», εξάλειψη του «κέντρου». Έτσι Αναδυόμαστε στην Μη-δυαδική Συνείδηση κι Ανοίγει ο Δρόμος για τους Ανώτερους Ουρανούς της Ενότητας και την Επιστροφή στην Πηγή.

Η Ερμηνεία της Εικόνας

Στην Εικόνα Φαίνεται:

Το ΛΕΥΚΟ ΒΑΘΟΣ,

Ο Μαύρος Κύκλος της Ολοκληρωμένης Αντικειμενικής Συνείδησης που Περικλείνει τα Πάντα, που Υφαίνει τα Πάντα, που Στηρίζει τα Πάντα, που είναι η Εσωτερική Ουσία των Πάντων, πέρα από τις επιφανειακές οργανώσεις που λειτουργούν στο Δευτερογενές Επιφανειακό Πεδίο της Εξωτερικής Δράσης.

Οι «Οργανώσεις» πάνω στο Βάθρο του Αντικειμενικού, η Παγκόσμια Συνείδηση (Ιώδες, Μπλε, Γαλανό), η Μη-Δυαδική Συνείδηση (Πράσινο), ο νους-νόηση (κίτρινο), η αίσθηση-ενέργεια (πορτοκαλί), η μορφή-σώμα (ερυθρό). Όλα αυτά είναι «οργανώσεις» πάνω στην Βάση του Αντικειμενικού, Πεδία ή κόσμοι, Επίπεδα Συνειδητότητας, Καταστάσεις Επίγνωσης.

Η Εικόνα (για όποιον γνωρίζει να «διαβάζει») δείχνει πολύ περισσότερα. Την Σχέση Αντικειμενικού-υποκειμενικής οργάνωσης. Την Οδό της Εσωτερικής Κατανόησης και την Ανάδυση στο Αντικειμενικό, την Τελική Ολοκλήρωση Στο Χωρίς Ιδιότητες. Αρκεί να «κατανοήσουμε» το «πως», το «γιατί» το «τι» της «υποκειμενικής οργάνωσης», το αληθινό περιεχόμενο και το πραγματικό νόημα όλης αυτής της επιφανειακής ύπαρξης. Μακάριοι όσοι κατανοούν, όσοι βλέπουν, όσοι βιώνουν την ΑΛΗΘΙΝΗ ΟΥΣΙΑ τους.

Η Θρησκειολογική Ανάλυση: Παγκόσμια Συνείδηση

Υπάρχει μία «ανώτερη επίγνωση», μία άμεση, υπερνοητική, εξωδιανοητική, αντίληψη, της Πραγματικότητας... Είναι μία διευρυμένη επίγνωση, που υπερβαίνει, αλλά συμπεριλαμβάνει τις κατώτερες αντιληπτικές λειτουργίες, της νόησης, που βρίσκονται όμως υπό έλεγχο, είναι διευθετημένες και λειτουργούν μόνο για να αφήσουν την ανώτερη επίγνωση να αντιλαμβάνεται στα κατώτερα επίπεδα αντίληψης.

Αυτή η ανώτερη επίγνωση λειτουργεί σαν κέντρο επίγνωσης του Παγκόσμιου Είναι: Αντιλαμβάνεται το Είναι (που υπερβαίνει και συμπεριλαμβάνει τον φυσικό κόσμο). Είναι μία αντίληψη Ενότητας της Πραγματικότητας (όπου υποκείμενο-αντικείμενο έχουν ξεπερασθεί). Είναι μία Παγκόσμια Συνείδηση, μία Κοσμική Συνείδηση.

Η ανώτερη επίγνωση καθώς υφίσταται και λειτουργεί πέραν της νοητικότητας, δεν μπορεί να γίνει εμπειρία ενός υποκειμένου, δεν μπορεί να περιγραφεί από την σκέψη, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή με φυσικά μέσα.

Όταν λοιπόν η ανώτερη επίγνωση πρέπει να εκφρασθεί στην περιορισμένη νοητικότητα με τον λόγο, χρησιμοποιεί τον λόγο συμβατικά: Μόνο για να δώσει κάποιες ενδείξεις της ανώτερης κατάστασης, μόνο για να υποδείξουμε την βίωση αυτής της κατάστασης. Αναγκαστικά εκφέρεται σαν μονόλογος κι αποτελεί υλικό για προσωπικό στοχασμό κι εφαρμογή των λεγομένων που μπορεί να οδηγήσει στην Πραγματοποίηση...

Όταν ο λόγος γίνεται αντιληπτός από την νοητικότητα, στο επίπεδό της και γίνεται αντικείμενο σχολιασμού και επεξεργασίας, χάνει την ουσία του, καθίσταται μόνο άδεια λόγια.

Εφ’ όσον η Πραγματικότητα, η επίγνωση της Πραγματικότητας, η ανώτερη επίγνωση, υφίσταται και λειτουργεί πέραν της νοητικότητας, όλη η σκέψη, ό,τι έχει σκεφθεί ο άνθρωπος (κι έχει καταγράψει), κι ό,τι μπορεί να σκεφθεί, είναι όλα άχρηστα, διανοητικά σκουπίδια.

Ο άνθρωπος πρέπει να εγκαταλείψει όλη την εξωτερική δραστηριότητα, την νοητικότητα, για να έχει επίγνωση, αληθινή επίγνωση της Πραγματικότητας... Όλες οι άλλες αντιλήψεις ανήκουν στο περιορισμένο, το υποκειμενικό, το φανταστικό...

Αληθινός Διαλογισμός είναι η ανώτερη επίγνωση που αναδύεται όταν πάψουν όλες οι εξωτερικές δραστηριότητες της νόησης (ή πιο σωστά, όταν «διευθετηθούν» ώστε να αφήσουν την επίγνωση να ελευθερωθεί, να διευρυνθεί, να λειτουργήσει ολοκληρωμένα και να έχει αντίληψη της Πραγματικότητας, του Είναι).

Αληθινός Διαλογισμός, ανώτερη επίγνωση, δεν μπορεί να υπάρχει, όσο υπάρχει αντίληψη διαλογιζόμενου, προσπάθεια, δραστηριότητα... όλα πρέπει να εγκαταλειφθούν. Τότε ανατέλλει το Φως της Ανώτερης Επίγνωσης, το Φως της Πραγματικότητας, τότε περνάμε από το γίγνεσθαι, στο Είναι, στο Αιώνιο, στο Άχρονο, στο Απέραντο, στο Υπερβατικό.

Η ανώτερη επίγνωση αποκαλύπτει ένα κόσμο, στον οποίο όλοι συμμετέχουν σε μία κοινή συνείδηση, ένα κόσμο σιωπής της νόησης, που υπερβαίνει τον κόσμο της σκέψης των ανθρώπων, της φλυαρίας και της ανοησίας... όλα αυτά γίνονται αντιληπτά σαν «θόρυβος»....

Η ανώτερη επίγνωση λειτουργεί έξω από τον χρόνο του γίγνεσθαι, της σκέψης, της φαντασίας, της μνήμης... σε ένα αιώνιο τώρα που ρέει συνεχώς, χωρίς να «αλλάζει».

Η ανώτερη επίγνωση είναι ένας κόσμος αθανασίας. Βιώνουμε το Είναι, κι Αυτό το Είναι, Είναι για πάντα, έξω από τον χρόνο και το γίγνεσθαι.

Η ανώτερη επίγνωση, σαν κέντρο επίγνωσης του Παγκόσμιου, είναι μία συμμετοχή του ατομικού, στο Παγκόσμιο, είναι μία νέα ατομικότητα, που δεν έχει σχέση με το υποκείμενο της σκέψης... Όσο η νέα ατομικότητα (ο πραγματικός εαυτός) «εξελίσσεται», σπάζοντας όλους τους περιοριστικούς παράγοντες, «συγχωνεύεται» με το Παγκόσμιο... (Κι αυτή είναι η Εξωτερική Όψη του Άπειρου Θείου... που απλώνεται πέραν...).

Ντοστογιέφσκι: Θα υποφέραμε περισσότερο αν οι τρελοί μας πόθοι πραγματοποιούνταν

Όλοι έχουμε ξεσυνηθίσει σε τέτοιο βαθμό τη ζωή, που σε μερικές στιγμές αισθανόμαστε κάποια αηδία για την πραγματική ζωή και για τούτο την αποστρεφόμαστε όταν μας τη θυμίζουν.

Καταντήσαμε να θεωρούμε την πραγματική ζωή σαν αγγαρεία, σχεδόν σαν ένα επάγγελμα, και όλοι μέσα μας είμαστε της γνώμης ότι είναι προτιμότερο να ζει κανείς τη ζωή των βιβλίων.

Και γιατί ταραζόμαστε; Γιατί κάνουμε τόσες ανοησίες; Τι ζητούμε; Ούτε και οι ίδιοι το ξέρουμε!

Θα υποφέραμε περισσότερο αν οι τρελοί μας πόθοι πραγματοποιούνταν.

Σταθείτε, προσπαθήστε, για παράδειγμα, να μας δώσετε περισσότερη ανεξαρτησία∙ βγάλτε από τη μέση τα εμπόδια, μεγαλώστε τον κύκλο της δράσης σας∙ χαλαρώστε την κηδεμονία, ε, λοιπόν, ναι, σας το διαβεβαιώνω, εμείς όλοι... θα ξαναζητήσουμε αμέσως την κηδεμονία.

Το ξέρω καλά πως θα φουρκιστείτε, πως θα μου βάλετε τις φωνές, πως θα χτυπήσετε τα πόδια σας στο πάτωμα. Μιλήστε λοιπόν, θα μου πείτε, για τον εαυτό σας μόνο, και για όλες σας τις αθλιότητες στο υπόγειο, μα δε χρειάζονται δικαιολογίες, δεν έχετε το δικαίωμα να πείτε «εμείς όλοι!».

Επιτρέψετε, κύριοι, γι’ αυτό το εμείς όλοι.

Όσο για μένα, στη ζωή μου έφτασα στα άκρα εκείνο που εσείς δεν τολμάτε ούτε στο μισό δρόμο να φέρετε, από δειλία∙ κι ακόμα παίρνετε τη δειλία σας για φρονιμάδα, και παρηγοριόσαστε ξεγελώντας τον εαυτό σας.

Γι’ αυτό το λόγο, ίσως να ‘μαι πιο ζωντανός από σας.

Μα δώστε, παρακαλώ, περισσότερη προσοχή!

Δεν ξέρουμε ακόμη πού υπάρχει τώρα εκείνο που είναι ζωντανό, από τι είναι και πώς ονομάζεται.

Αφήστε μας μόνους, χωρίς βιβλία, κι αμέσως θα πελαγώσουμε, θα τα μπερδέψουμε∙ δε θα ξέρουμε που να στηριχθούμε και σε τι ν’ αφοσιωθούμε, δε θα ξέρουμε τι πρέπει να αγαπήσουμε ή να μισήσουμε, τι πρέπει να εκτιμήσουμε ή να περιφρονήσουμε.

Βαριόμαστε ακόμη και που είμαστε άνθρωποι, άνθρωποι με σάρκα και οστά αληθινά, ντρεπόμαστε γι’ αυτό και το θεωρούμε ατιμία μας.

Γυρεύουμε να γίνουμε ένας τύπος γενικού ανθρώπου που δεν υπήρξε ποτέ.

Είμαστε πεθαμένοι μόλις γεννηθούμε, κι είναι χρόνια και χρόνια που μας γεννούν πατέρες που δεν είναι ζωντανοί, μια κατάσταση που μας ευχαριστεί όλο και πιο πολύ. Μας αρέσει.

Σε λίγο θα επινοήσουμε κάποιο τρόπο να γεννιόμαστε από μια ιδέα.

Μα δε θέλω πια να γράφω μέσα απ’ το «υπόγειο»...

Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Το υπόγειο

Ιατροί και Ιατρική στην Πλατωνική πολιτεία

Ο Πλάτων συσχετίζει την εμφάνιση των ασθενειών με τη μαλθακή ζωή και τη δίαιτα. Είναι υπέρ της ιατρικής που είχε θεσπίσει ο Ασκληπιός, η οποία ήταν απλή και ρυθμισμένη κατά τρόπο που δεν πολλαπλασίαζε τις αρρώστιες και δεν κρατούσε στη ζωή με τεχνητά μέσα ανθρώπους ανίκανους για εργασία και για δράση.

Πλάτων, Πολιτεία, 405 A – 408 E

[405a] ᾿Ακολασίας δὲ καὶ νόσων πληθυουσῶν ἐν πόλει ἆρ’ οὐ δικαστήριά τε καὶ ἰατρεῖα πολλὰ ἀνοίγεται, καὶ δικανική τε καὶ ἰατρικὴ σεμνύνονται, ὅταν δὴ καὶ ἐλεύθεροι πολλοὶ καὶ σφόδρα περὶ αὐτὰ σπουδάζωσιν;

Τί γὰρ οὐ μέλλει;

Τῆς δὲ κακῆς τε καὶ αἰσχρᾶς παιδείας ἐν πόλει ἆρα μή τι μεῖζον ἕξεις λαβεῖν τεκμήριον ἢ τὸ δεῖσθαι ἰατρῶν καὶ δικαστῶν ἄκρων μὴ μόνον τοὺς φαύλους τε καὶ χειροτέχνας, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐν ἐλευθέρῳ σχήματι προσποιουμένους τε[b.]θράφθαι; ἢ οὐκ αἰσχρὸν δοκεῖ καὶ ἀπαιδευσίας μέγα τεκμήριον τὸ ἐπακτῷ παρ’ ἄλλων, ὡς δεσποτῶν τε καὶ κριτῶν, τῷ δικαίῳ ἀναγκάζεσθαι χρῆσθαι, καὶ ἀπορίᾳ οἰκείων;


Όταν όμως πλεονάσουν μέσα σε μια πόλη η διαφθορά και οι αρρώστειες, δεν ανοίγουν τότε εκεί πολλά δικαστήρια και νοσοκομεία και δεν θα έχει μεγάλη υπόληψη η δικηγορική και η ιατρική, όταν δα πολλοί κι από την ανώτερη τάξη θα τις καλλιεργούν με μεγάλο ζήλο;

Πως μπορεί να είναι αλλοιώς;

Και μπορείς να βρης άλλη μεγαλύτερη απόδειξη κακής και αχρείας ανατροφής σε μια πόλη από την ανάγκη που θα έχει για τέλειους γιατρούς και δικαστές, όχι μόνο για την κατώτερη τάξη του λαού και τους τεχνίτες, μα και για κείνους που καμώνονται πως έχουν λάβει ανώτερη ανατροφή; 

Και μικρότερη τάχα ντροπή το νομίζεις νάχη κανείς την ανάγκη της ιατρικής, όχι όταν πρόκειται για τίποτα πληγές ή για κάτι τυχαίες επιδημικές αρρώστειες, αλλά επειδή από τη μαλθακή ζωή και τη δίαιτα που αναφέραμε γεμίζει το σώμα του, καθώς οι βάλτοι, από αέρια και αναθυμιάσεις και αναγκάζει τους κομψούς μας τους Ασκληπιάδες να βρίσκουν ονόματα για τις αρρώστιες τους;

Που βέβαια δεν θα υπήρχαν, καθώς φαντάζομαι, στην εποχή του Ασκληπιού. Και το συμπεραίνω, επειδή οι δυο του γυιοί στην πολιορκεία της Τροίας δεν μάλλωσαν τη γυναίκα που έδωσε στον πληγωμένο Ευρύπυλο να πιη Πραμνιώτικο κρασί με πασπαλισμένο από πάνω άφθονο αλεύρι και ξυσμένο τυρί, που τάχουν για φλεγματικά, ούτε έκαμαν καμιά παρατήρηση στον Πάτροκλο, που τον γιάτρευε.

Να πούμε όμως την αλήθεια, δεν ήταν και πολύ κατάλληλο το ποτό για έναν άνθρωπο σ’ αυτή την κατάσταση.

Δεν θα κρίνεις έτσι, αν λάβεις υπ’ όψη σου πως οι Ασκληπιάδαι παλαιότερα, πριν φανεί ο Ηρόδικος, δεν γνώριζαν, καθώς λένε, απ’ αυτή την παιδαγωγική ιατρική∙ ο Ηρόδικος όμως, που ήταν γυμναστής, επειδή έγινε αρρωστιάρης, εσυνδύασε τη γυμναστική με την ιατρική και μ’ αυτό το συνδυασμό εβασάνισε πρώτα και περισσότερο τον εαυτό του, έπειτα κι άλλους πολλούς κατόπι.

Πως αυτό;

Γιατί καταδίκασε τον εαυτό του σ’ έναν αργό θάνατο. Μια που η αρρώστια του ήταν για θάνατο και δεν μπορούσε να τη γιατρέψει, επέμενε να την παρακολουθεί βήμα προς βήμα, χωρίς νάχη καμιά άλλη ασχολία παρά τη φροντίδα της υγείας του και να ζη με το παντοτεινό το βασανιστήριο, μην τύχη και βγη έξω από τη συνηθισμένη του δίαιτα∙ κι έτσι μ’ αυτή του τη σοφία έσυρε ως τα γερατειά του μια ζωή κακοθάνατη.

Δεν ήταν, να σου πω, άσχημη αυτή η αμοιβή της σοφίας του.

Ναι βέβαια, για έναν τουλάχιστο που δεν γνωρίζει πως ο Ασκληπιός όχι από άγνοια και αμάθεια δεν εδίδαξε τους απογόνους του αυτό το είδος της ιατρικής, μα επειδή ίσα-ίσα ήξερε πως σ’ όλες τις καλοκυβερνημένες πολιτείες έχει οριστεί στον καθένα κι από μια εργασία, που είναι ανάγκη να την κάνει, και κανείς δεν έχει καιρό να είναι άρρωστος και να νοσηλεύεται όλη του τη ζωή∙ πράγμα που κ’ εμείς το θεωρούμε γελοίο, όταν πρόκειται για εργάτες ή τεχνίτες, δεν μας κάνει όμως εντύπωση για τους πλούσιους και εκείνους που περνούν για ευτυχισμένοι.

Πως;

Αν αρρωστήσει ένας ξυλουργός, θα ζητήσει αμέσως από το γιατρό να του δώσει κανένα καθαρτικό ή εμετικό, ή, αν είναι ανάγκη, θα καταφύγη και σε καυτηρίαση ή και σε εγχείρηση για να γλυτώση μια ώρ’ αρχύτερα∙ αν όμως κανείς τον υποβάλλει σε μακρά δίαιτα και τον διατάξει να, δεν θαργήση να του πη πως δεν έχει καιρό να είναι άρρωστος, ούτε τον οφελεί να ζη έτσι και να παραμελή την εργασία του, για να καταγίνεται με την αρρώστια του. Κ’ έπειτα θα στείλη στο καλό αυτού του είδους το γιατρό, θα ξαναγυρίση στη συνηθισμένη του δίαιτα, θα γίνει καλά και θα ξαναπιάση τη δουλειά του∙ ή αν επιτέλους το σώμα του δεν μπορέση νανθέξη, πεθαίνει και γλυτώνει μια και καλή απ’ τα βάσανα. Γιατί βέβαια έχει μια κάποια εργασία αυτός, που αν αναγκαστή να την αφήση, δε θα τον ωφελούσε και να ζη.

Να μην παραδεχτούμε λοιπόν πως αυτής της γνώμης ήταν κι’ ο Ασκληπιός, και πως μονάχα για κείνους, που από φύση ή από δίαιτα είχαν γερά σώματα, αν τους συνέβαινε να πάθουν καμιάν αρρώστια από άλλη αφορμή, γι’ αυτούς μόνο και γι’ αυτές τις κράσεις έδειξε την ιατρική και έβγαζε από πάνω τους την αρρώστια με φάρμακα και εντομές, χωρίς να τους διατάζη άλλη δίαιτα από τη συνηθισμένη, για να μη βλάψη τα συμφέροντα της πολιτείας; Ενώ για τα σώματα, που ήταν για πάντα αρρωστημένα από μέσα, δεν αναλάβαινε να παρατείνη τα βάσανά τους και τη ζωή τους με δίαιτες και με περιοδικές αφαιμάξεις και εγχύσεις, για να φέρουν στο κόσμο κι άλλα πλάσματα δυστυχισμένα, φυσικά σαν κι αυτά, αλλά ενόμιζε πως δεν ήταν ανάγκη να θεραπεύη ανθρώπους, που από την κατασκευή τους δεν θα μπορούσαν να φτάσουν την ωρισμένη περίοδο της ζωής, γιατί οι τέτοιοι δεν θα ήταν ωφέλιμοι ούτε για τον εαυτό τους ούτε για την πολιτεία;

Πολιτικό βλέπω τον έκαμες τον Ασκληπιό.

Και ήταν βέβαια τέτοιος∙ γιατί δεν βλέπεις πως και οι τρείοι, μα και την ιατρική εφάρμοζαν με τον τρόπο που λέω εγώ;

Πολύ σωστά ολ’ αυτά, Σωκράτη∙ μα τι λες γι’ αυτό; Δεν θάπρεπε άραγε να είχαμε στην πολιτεία μας καλούς γιατρούς; Και τέτοιοι θα γίνονται βέβαια εκείνοι που θα περνούσανε απ’ τα χέρια τους όσο μπορεί περισσότεροι άρρωστοι, είτε γερής είτε ασθενικής κράσεως;

Και πάρα πολύ μάλιστα καλούς λέγω πως χρειαζόμαστε∙ μα ξέρεις ποιους θεωρώ τέτοιους;

Γιατροί ικανότατοι μπορεί να γίνουν, αν από την παιδική τους ηλικία εκτός που θα σπουδάζουν την τέχνη τους, γνωρίσουν όσο μπορεί περισσότερα και ασθενικότερα σώματα, και πάθουν μάλιστα κι’ οι ίδιοι όλες τις αρρώστιες, και δεν είναι από φυσικού τους πάρα πολύ καλής υγείας. Γιατί δεν θεραπεύουν, νομίζω, οι γιατροί το σώμα με το σώμα (γιατί δεν θάπρεπε τότε ποτέ, ή να είναι, ή να γίνουν αρρωστιάρικα τα σώματά τους) αλλά με την ψυχή θεραπεύουν το σώμα∙ και η ψυχή ποτέ δεν θα μπορούσε να θεραπεύσει τίποτε καλά, αν ήταν, ή αν γινόταν η ίδια κακή.

Η δίαιτα του Πλάτωνα

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα η μεγάλη ποικιλία στη διατροφή προκαλεί τις αρρώστιες.

Πλάτων, Πολιτεία, 403 Ε – 404 Ε

Από τη μέθη, δα, είπαμε και πριν πως πρέπει να απέχουν γιατί σε κάθε άλλον παρά στο φύλακα ταιριάζει να μεθύση και να μην ξέρει που βρίσκεται.

Κι’ όσο για την τροφή; Δεν είναι οι φρουροί μας αθληταί, προορισμένοι μάλιστα για τους πιο μεγάλους αγώνες;

Θα τους ταιριάζει λοιπόν τάχα η δίαιτα αυτών των συνηθισμένων αθλητών;

Ίσως.

Ναι, μα είναι κάπως πολύ υπνιάρικη αυτή, και δεν τους εξασφαλίζει αρκετά σταθερή υγεία. Ή δεν βλέπεις πως κοιμούνται όλη τους τη ζωή κι’ αν βγούνε λιγάκι έξω από την ωρισμένη τους δίαιτα, προσβάλλονται από μεγάλες και σοβαρές αρρώστιες οι αθληταί;

Το βλέπω.

Θα χρειάζεται λοιπόν κάποια ελαφρότερη δίαιτα για τους πολεμικούς μας αθλητάς και επειδή συχνά θαλλάζουν στις εκστρατείες και το είδος της τροφής και του νερού και τη θερμοκρασία του τόπου, να μην έχουν ακροσφαλή υγεία.

Έτσι μου φαίνεται.

Όσο γι’ αυτά τουλάχιστο μπορεί να πάρει κανείς μαθήματα κι’ από τον Όμηρο. Γιατί ξέρεις βέβαια πως σε καιρό εκστρατείας στα γεύματα των ηρώων δεν τους δειπνά ούτε με ψάρια, αν και είναι στρατοπεδευμένοι στον Ελλήσποντο πάνω σε γιαλό, ούτε με μαγερεμένα κρέατα, αλλά μόνο με ψητά, που η ετοιμασία των είναι πολύ ευκολώτερη σε στρατιώτες.

Και αρτυμένα φαγιά όμως νομίζω πως δεν αναφέρει πουθενά ο Όμηρος. Η αυτό τουλάχιστο το γνωρίζουν και οι κοινοί αθληταί, πως όποιος θέλει να είναι καλά στο σώμα, πρέπει να τα αποφεύγει αυτά;

Ώστε τα τραπέζια, φίλε μου των Συρακουσίων και τα πολυποίκιλα Σικελικά αρτύματα δεν θα τα εγκρίνεις, καθώς φαίνεται, αφού παραδέχεσαι πως είναι σωστά αυτά που λέμε.

Ώστε δεν θα εγκρίνεις νάχη και καμιά φιλενάδα από την Κόρινθο ένας που θέλει να στέκει καλά και γερά το κορμί του.

Ούτε ακόμη και τα τόσο φημισμένα γλυκίσματα της Αττικής λειχουδιάς.

Γιατί νομίζω πως όλη αυτή την ποικιλία στην τροφή και στη δίαιτα δε θα είχαμε άδικο να τη παραβάλωμε με τη μελωδία εκείνη που μεταχειρίζεται όλα μαζί τα είδη της αρμονίας και του ρυθμού.

Όπως λοιπόν εκεί η ποικιλία αποτέλεσμα είχε τη διαφθορά δεν θα έχει κι εδώ την αρρώστια;

Βεβαιότατα.

Η θεραπευτική θεωρία του Πλάτωνα

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Λοιπόν, Χαρμίδη, είπα το ίδιο συμβαίνει και σχετικά με αυτό το ξόρκι (και το ταύτης της επωδής). Όσο για μένα, το έμαθα εκεί κάτω, στη διάρκεια της εκστρατείας, από έναν θράκα γιατρό, τον Ζάλμοξη, που λένε ότι κάνει την ψυχή αθάνατη.

Τούτος λοιπόν ο Θράκας λέει ότι οι Έλληνες [γιατροί] έχουν δίκιο να ισχυρίζονται όσα μόλις είπα. «Όμως, συνέχισε ο Ζάλμοξις, ο βασιλιάς μας, που είναι θεός, ισχυρίζεται ότι όπως ακριβώς δεν μπορεί να φροντίσει κανείς τα μάτια χωρίς [να φροντίσει] το κεφάλι, ούτε επίσης το κεφάλι χωρίς [να φροντίσει] το σώμα, με τον ίδιο τρόπο δεν μπορεί να ξεκινήσει μια θεραπεία για το σώμα χωρίς [να φροντίσει] την ψυχή. Και η αιτία για την οποία οι περισσότερες ασθένειες δεν θεραπεύονται στην Ελλάδα είναι ότι οι Έλληνες παραμελούν το όλο που πρέπει να φροντίζουμε, αφού όταν το όλο αυτό δεν έχει καλή υγεία είναι αδύνατον να υγιαίνει και το μέρος. Πράγματι, έλεγε, όλα απορρέουν από την ψυχή, η υγεία και οι ασθένειες του σώματος και του ανθρώπου, και όλα προέρχονται από εκεί, όπως [προέρχεται] από το κεφάλι ότι έχει σχέση με την όραση. Συνεπώς, πρέπει να φροντίζουμε κυρίως και πάνω απ’ όλα την ψυχή, αν θέλουμε να βρίσκονται σε καλή κατάσταση τόσο το κεφάλι όσο και το υπόλοιπο σώμα. Η ψυχή όμως, αγαπητέ μου, έλεγε θεραπεύεται με κάποια ξόρκια και τα ξόρκια αυτά είναι οι ωραίοι λόγοι. Οι ωραίοι λόγοι βοηθούν να γεννηθεί μέσα στην ψυχή η σωφροσύνη, η παρουσία της οποίας καθιστά πιο εύκολη τη θεραπεία τόσο του κεφαλιού όσο και του υπόλοιπου σώματος».

Καθώς λοιπόν μου μάθαινε το φάρμακο και τα ξόρκια, έλεγε: «Με τούτο το φάρμακο λοιπόν πρόσεξε μην σε πείσει κανένας να θεραπεύσεις το κεφάλι του χωρίς να σου έχει πρώτα παραδώσει την ψυχή του για να τη θεραπεύσεις με το ξόρκι». Και συμπλήρωσε: «Πράγματι, σήμερα το λάθος είναι ότι μερικοί ισχυρίζονται πως είναι γιατροί για να μπορούν να προσφέρουν στους ανθρώπους τη σωφροσύνη και την υγεία, ανεξάρτητα τη μία από την άλλη». Με συμβούλευσε επίμονα να μην πειστώ να πράξω διαφορετικά από κανένα, όσο πλούσιος ή ευγενής κι αν είναι αυτός.

Εγώ θα ακολουθήσω τη συμβουλή του, γιατί του το ορκίστηκα και είμαι δεσμευμένος να υπακούσω. Όσο για σένα, αν δεχτείς, σύμφωνα με τις συμβουλές του ξένου, να παραδώσεις την ψυχή σου στα ξόρκια του Θράκα, θα σου δώσω τούτο το φάρμακο για το κεφάλι. Διαφορετικά, αγαπητέ μου Χαρμίδη, δεν θα μπορέσω να κάνω τίποτα για σένα.

(Χαρμίδης, 156 d 3 – 153 c 6)

Προκειμένου να γίνει κατανοητό το χωρίο αυτό πρέπει να τοποθετηθεί στα συμφραζόμενά του. Ο Χαρμίδης βρίσκεται στην εφηβική του ηλικία όταν συναντά τον Σωκράτη στην Αθήνα, στην παλαίστρα του Ταυρέα. Ο νεαρός παραπονιέται ότι υποφέρει από πονοκεφάλους και ρωτάει τον Σωκράτη αν ξέρει κάποιο φάρμακο. Ο τελευταίος μόλις έχει επιστρέψει από την Ποτείδαια, μια θρακική πόλη στον ισθμό της Χαλκιδικής, όπου είχε υπηρετήσει ως οπλίτης κατά την πολιορκία του 431 με 429 π.Χ., στη διάρκεια της οποίας η Αθήνα υπέταξε αυτήν την πόλη που είχε αμφισβητήσει την κυριαρχία της. Έχοντας υπηρετήσει λοιπόν στη Θράκη, κάνει λόγο στον Χαρμίδη για το φάρμακο και την επωδή που έφερε από εκεί.

Το ενδιαφέρον αυτού του κειμένου βρίσκεται στην αντίθεση που εκθέτει ο Σωκράτης ανάμεσα στο φάρμακο, απαραίτητο για την υγεία του σώματος και την επωδή, απαραίτητη προκειμένου η ψυχή να γεννήσει τη σοφία (σωφροσύνη).

Ο Πλάτων επανέρχεται και αναπτύσσει την ίδια ιδέα στο παρακάτω χωρίο του Ευθύδημου:

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Πράγματι, Κλεινία, οι άνθρωποι αυτοί, οι κατασκευαστές λόγων, μου φαίνονται και μένα, κάθε φορά που συναναστρέφομαι μαζί τους, πάρα πολύ σοφοί και η ίδια η τέχνη τους μοιάζει να είναι υπέροχη και θεία. Το γεγονός αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Διότι πρόκειται για ένα μέρος από την τέχνη που ασχολείται με τα ξόρκια και υπολείπεται από αυτή μόνο κατά πολύ λίγο. Διότι η τέχνη που ασχολείται με τα ξόρκια είναι η τέχνη του να γητεύει κανείς τα φίδια, τις αράχνες, τους σκορπιούς και τα άλλα άγρια θηρία, όπως επίσης και τις ασθένειες, ενώ η άλλη [η τέχνη των κατασκευαστών λόγων] είναι η τέχνη του να γοητεύει κανείς τους δικαστές, τα μέλη της εκκλησίας και όλα τα υπόλοιπα πλήθη, αποτελώντας, για όλους αυτούς ένα είδος παραίνεσης (παραμυθία).

(Ευθύδημος, 289 e 1 – 290 a 4)

Ο Σωκράτης παρουσιάζει λοιπόν την τέχνη όσων κατασκευάζουν λόγους ως ένα μέρος της τέχνης των επωδών, η οποία ορίζεται, με τη σειρά της, ως η τέχνη που γητεύει τα άγρια θηρία και εξορκίζει τις αρρώστιες. Η αναφορά αυτή στα άγρια θηρία αποτελεί ένα στοιχείο, κεφαλαιώδους σημασίας, καθώς μας παραπέμπει, μέσα από τα συγκεκριμένα συμφραζόμενα στο ακόλουθο χωρίο από τον Τίμαιο (70d 7 – 72b 5), όπου το επιθυμητικό μέρος της ανθρώπινης ψυχής περιγράφεται ως άγριο θηρίο, αγκιστρωμένο στη φάτνη του, στην περιοχή που βρίσκεται ανάμεσα στο διάφραγμα και τον ομφαλό.

ΤΙΜΑΙΟΣ: Από την άλλη μεριά, το μέρος της ψυχής που επιθυμεί τροφές και ποτά, και όσα άλλα έχει ανάγκη η σωματικά φύση τα τοποθέτησαν [οι βοηθοί του δημιουργού] στο χώρο ανάμεσα στο διάφραγμα και στο όριο του ομφαλού και κατασκεύασαν σε όλο αυτόν το χώρο, ένα είδος φάτνης για [να εξασφαλίσουν] τη θρέψη του σώματος. Έδεσαν λοιπόν εδώ, σαν άγριο θηρίο, το μέρος της ψυχής, το οποίο, αν πρόκειται να υπάρχει το ανθρώπινο είδος, πρέπει αναγκαστικά να τρέφεται δεμένο [με την υπόλοιπη ψυχή].

(Τίμαιος, 70 d 7 – e 5)

Καθώς όμως στο χωρίο του Ευθυδήμου, η τέχνη των επωδών ορίζεται ως η τέχνη του γητέματος, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι ο Πλάτων αναδεικνύει, με σαφή τρόπο, μια σχέση ανάμεσα στη μετάδοση του μύθου και το γήτεμα, όπως βλέπουμε στο παρακάτω χωρίο από το βιβλίο VIII των Νόμων, που αναφέρεται στη σεξουαλική εγκράτεια:

ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΞΕΝΟΣ: Τι λες, λοιπόν; Αυτοί οι άνθρωποι είχαν το σθένος, προκειμένου να επιτύχουν μια νίκη στους αγώνες πάλης ή δρόμου ή άλλου παρόμοιου είδους, να απέχουν από αυτό που η πλειοψηφία θεωρεί ότι είναι ευτυχία, και τα δικά μας παιδιά δεν θα μπορέσουν να φανούν εγκρατή, προκειμένου να επιτύχουν μια πολύ πιο ωραία νίκη, στη γοητεία της οποίας θα τα δέσουμε παρουσιάζοντας την ως πανέμορφη μέσα από μύθους, ιστορίες και τραγούδια

(Νόμοι VIII 840 b5 – c3)

Πράγματι, επωδή και γοητεία έχουν και οι δύο ως κοινό στόχο να γιατρέψουν την ανθρώπινη ψυχή από την ασθένεια εκείνη που ονομάζουμε παραλογισμό (Τίμαιος 86 b 2 - 4). Η θεμελιώδης συνεπώς λειτουργία της επωδής που παράγει ο μύθος είναι να επαναφέρει αυτό το μέρος της ανθρώπινης ψυχής υπό τον έλεγχο της λογικής. Αυτό εξάλλου αφήνει να διαφανεί και ο ίδιος ο Πλάτων όταν μας παρουσιάζει την επωδή ως φάρμακο που προορίζεται να βοηθήσει την εμφάνιση της σοφίας μέσα στην ανθρώπινη ψυχή.

Όταν τα τραυματικά γεγονότα περνούν από γενιά σε γενιά

Συχνά οι οικογενειακές πεποιθήσεις διαμορφώνονται από τις εκάστοτε συνθήκες και ανάγκες της οικογένειας να ανταποκριθεί σε έκτακτες απαιτήσεις, αλλά επίσης μπορεί να προέρχονται από οικογενειακές παραδόσεις ή οικογενειακά τραύματα που ανάγονται σε εκατοντάδες χρόνια πίσω.

«Υπάρχουν ιστορίες που προσφέρουν ένα απόθεμα εμπειριών που παρήχθησαν από μια παράδοση οικογενειακού πειραματισμού».

Θάνατοι, απώλειες, εγκατάλειψη, αναγκαστική μετανάστευση, αποτελούν τραυματικά γεγονότα στην ιστορία της ζωής μιας οικογένειας τα οποία καθορίζουν τις σχέσεις των μελών και τις πεποιθήσεις, όχι μόνο της ίδιας της οικογένειας αλλά και των επόμενων γενεών. Σε μια οικογένεια, όπως και σε όλα τα συστήματα, οι μεταδόσεις είναι πάντα διαγενεακές, επηρεάζονται από το ιστορικό και το προσωπικό πλαίσιο και μεταφέρονται στο μυαλό και στο σώμα.

Ο Φερέντσι αναφέρει ότι υπάρχουν τραυματικές καταστάσεις των γονέων που επιβάλλονται στα παιδιά, αφού το ψυχικό περιεχόμενο των τραυμάτων μεταδίδεται σε αυτά. Οι γονείς και τα παιδιά αποτελούν μια μονάδα προσκόλλησης που επιτρέπει τη βαθιά ασυνείδητη επικοινωνία του φόβου, του άγχους και της ασφάλειας, της εγγύτητας και της απόστασης, της αγάπης και του μίσους και πολλά άλλα. Ήδη από το 1975 οι Fraiberg, Adelson και Shapiro περιέγραψαν τη μετάδοση τραυμάτων στη σχέση προσκόλλησης μεταξύ των μητέρων και των παιδιών τους. Βρήκαν περιπτώσεις που περιελάμβαναν ιστορίες τραυματισμού πολλών γενεών με κακό συντονισμό και προβληματικές προσκολλήσεις μητέρας-βρέφους.

Ένα παράδειγμα που δείχνει την επίδραση των οικογενειακών τραυμάτων στην διαμόρφωση των πεποιθήσεων του οικογενειακού συστήματος αποτελεί το ότι στην Κρήτη το φαινόμενο της βεντέτας και της δολοφονίας στενών συγγενών οδήγησε στη συσπείρωση των οικογενειών και στη δημιουργία κλειστών οικογενειακών συστημάτων με συγχωνευτικές σχέσεις μεταξύ των μελών και αυξημένη επιφυλακτικότητα απέναντι σε όσους δεν ανήκουν στο οικογενειακό σύστημα. Συχνά δε ο φόβος της απώλειας της ζωής οδηγεί τα μέλη μιας οικογένειας στην απόκτηση “παρανοϊκών” στοιχείων και στην πεποίθηση ότι οι εκτός συστήματος είναι κακοί και επικίνδυνοι. Έχει παρατηρηθεί επίσης πώς όσο πιο τραυματικό είναι ένα γεγονός τόσο πιο ισχυρή και ακλόνητη είναι η πεποίθηση που γεννιέται.

Ο αντίκτυπος των τραυμάτων είναι ιδιαίτερα σημαντικός στη διαμόρφωση των οικογενειακών πεποιθήσεων και στον κύκλο ζωής των οικογενειών και των επόμενων γενεών καθώς οι οικογένειες όταν βιώνουν τραυματικά γεγονότα και κυρίως απώλειες δυσκολεύονται περισσότερο να αναπροσαρμοστούν και να ανασυνταχθούν σε σύγκριση με άλλες απλές οικογενειακές αλλαγές (Goldrick & Walsh,1986). Έχει παρατηρηθεί επίσης πως αν ένα τραυματικό γεγονός συμβεί σε μια σημαντική μετάβαση στον κύκλο ζωής μιας οικογένειας πχ σε ένα γάμο ή στη γέννηση η βάφτιση ενός παιδιού η επόμενη γενιά φοβάται μή συμβεί το ίδιο γεγονός στο ίδιο χρονικό σημείο με την περασμένη γενιά. Υπήρχε για παράδειγμα μια οικογένεια που μετά από κάθε γάμο ενός μέλους της πέθαινε ένα άλλο μέλος της (Μ. Γκολντρικ & Ρ. Γκέρσον «Το γενεόγραμμα», εκδ. Κέδρος).

Χαρακτηριστική περίπτωση που συνδέεται με οικογενειακά τραύματα είναι η δημιουργία των οικογενειακών μυστικών: εκείνα τα οποία είναι απαγορευτικό να μαθευτούν, αφορούν οδυνηρές εμπειρίες και συνήθως μένουν ανείπωτα.

ΕΝΑ ΜΥΣΤΙΚΟ ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΤΗΝ ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΣΕ ΚΑΠΟΙΟ ΙΣΧΥΡΟ ΤΡΑΥΜΑΤΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΟΛΑ ΟΣΑ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΑΥΤΟ ΣΚΕΦΤΗΚΕ, ΦΑΝΤΑΣΤΗΚΕ ΚΑΙ ΦΑΝΤΑΣΙΩΘΗΚΕ.

Η πλειονότητα των μυστικών αφορά τη γέννηση και το θάνατο (γενεαλογία, υιοθεσία, κρυφά παιδιά, αυτοκτονίες μεταμφιεσμένες σε ατύχημα, εθισμοί σε ουσίες, κακοποιήσεις, ψυχικές ή σωματικές ασθένειες). Το άτομο που το βίωσε δεν μπόρεσε να το επεξεργαστεί ψυχικά και προσπάθησε να το ξεχάσει. Έτσι, συνεχίζει να υπάρχει αναλλοίωτο σε όλη τη ζωή του ατόμου, σε αντίθεση με άλλες αναμνήσεις που σβήνουν.

Το μυστικό όσο κι αν κρύβεται, περνά στα παιδιά -μεταπηδώντας- μεταδίδεται ψυχικά μέσω αλλόκοτων συμπεριφορών, βλεμμάτων, αποσιώπησης, αντιφατικών ή ελλειμματικών αφηγήσεων, δημιουργώντας τους τη σκέψη ότι οι γονείς τους κρύβουν κάτι σοβαρό, το οποίο ωθούνται να μαντέψουν, ενώ ταυτόχρονα τους απαγορεύεται σιωπηρά να το θίξουν.

Σε αρκετές οικογενειακές ιστορίες η ύπαρξη ενός μυστικού συνδέεται με την εκδήλωση συμπτωμάτων (φοβιών, κρίσεων άγχους, κατάθλιψης, ψυχοσωματικών διαταραχών, παραληρημάτων, εξαρτήσεων κλπ.) σε κάποιο μέλος, που καλούμε προδιαγεγραμμένο ασθενή. Οι ψυχικές πληγές που έχουν επουλωθεί άσχημα ή μερικώς κάνουν αισθητή την παρουσία τους, «εφυγραίνονται», εκδηλώνοντας φανερά συμπτώματα, όπως ακριβώς και οι σωματικές πληγές.

Ως συστημικά φαινόμενα, τα μυστικά συμβάλλουν στην αύξηση της εντροπίας της οικογένειας και στην ακαμψία της λειτουργίας της. Διαμορφώνουν δυαδικές συμμαχίες, διαχωρισμούς ή τρίγωνα, με στόχο να εξαλειφθεί η απειλή διάδοσης του μυστικού. Έτσι, υιοθετούνται συγκεκριμένοι κανόνες, οικογενειακοί μύθοι, ψευδοδεσμοί, αποξένωση, παθολογικές διεργασίες, απαγορεύσεις και ένα ευρύτερο δίκτυο εξουσιών ώστε κανείς να μην το αγγίξει. Κάθε επικίνδυνο και τοξικό μυστικό προέρχεται και συντηρείται από συναισθήματα φόβου, ενοχής ή ντροπής, από μια αποτυχία στη διαδικασία συμβολοποίησης και από μια διαστρεβλωμένη διάθεση προστασίας μέσω της αποσιώπησης. Με αυτόν τον τρόπο, ένα μυστικό του παρελθόντος επαναλαμβάνεται στο παρόν, σαν φάντασμα που διαπερνά τους τοίχους του σπιτιού.

Στη συστημική θεραπεία, τα μυστικά κρύβουν πολύτιμες πληροφορίες τόσο για το πώς το άτομο νοηματοδοτεί τις εμπειρίες του αλλά και το πώς μια οικογένεια, οι κώδικες και οι αξίες της, διαμεσολαβούν ή διαμορφώνουν αυτήν τη ψυχική λειτουργία. Όσο πιο τραυματικό το γεγονός τόσο πιο ισχυρή η επίδραση του μυστικού και οι πεποιθήσεις που συνοδεύουν την απόκρυψή του.. Σε κάθε παιδικό δωμάτιο υπάρχουν φαντάσματα. Είναι επισκέπτες από το λησμονημένο παρελθόν των γονιών, είναι οι απροσκάλεστοι επισκέπτες σε μια γιορτή.

Γίνε ιδιοφυΐα στις διαπραγματεύσεις

Φανταστείτε ότι παίρνετε μέρος σε ένα σεμινάριο διαπραγμάτευσης μαζί με πολλούς άλλους πεπειραμένους μάνατζερ. Ο καθηγητής βγάζει ένα χαρτονόμισμα των 100 δολαρίων από την τσέπη του και ανακοινώνει:

Θα δημοπρατήσω αυτό το χαρτονόμισμα των 100 δολαρίων. Έχετε τη δυνατότητα να συμμετάσχετε ή απλώς να παρακολουθήσετε τη δημοπρασία. Οι προσφορές θα ξεκινήσουν από τα 5 δολάρια και οι συμμετέχοντες θα κληθούν να κάνουν προσφορές σε πολλαπλάσια του 5 έως ότου σταματήσουν οι προσφορές, οπότε και όποιος έχει κάνει την υψηλότερη προσφορά θα καταβάλει το δεδηλωμένο ποσό και θα κερδίσει τα 100 δολάρια. Το μόνο χαρακτηριστικό που διακρίνει αυτή τη δημοπρασία από τις παραδοσιακές δημοπρασίες είναι ο κανόνας ότι το άτομο με τη δεύτερη υψηλότερη προσφορά πρέπει να καταβάλει και εκείνο το ποσό που πρόσφερε, παρότι προφανώς δε θα κερδίσει το χαρτονόμισμα. Για παράδειγμα, αν η Μαρία προσφέρει 15 δολάρια, ο Τάκης 20 και η δημοπρασία σταματήσει, ο Τάκης θα λάβει 80 δολάρια (τα 100 που θα κερδίσει, μείον τα 20 της προσφοράς του) και η Μαρία, που είχε τη δεύτερη υψηλότερη προσφορά, θα μου δώσει 15 δολάρια (το ποσό της προσφοράς της).

Ποια στρατηγική θα ακολουθούσατε; θα παίρνατε μέρος στη δημοπρασία;

Ο Μαξ έχει διεξαγάγει δεκάδες φορές τη συγκεκριμένη δημοπρασία, καθώς και εκατοντάδες φορές ανάλογες δημοπρασίες. Η συνήθης έκβαση είναι ότι κερδίζει πολλά χρήματα.

Ιδού πώς ακριβώς συμβαίνει. Οι προσφορές ξεκινούν με ενθουσιασμό. Εκεί γύρω στα 60 με 80 δολάρια, όλοι εκτός από τα δύο άτομα με τις υψηλότερες προσφορές αποχωρούν από τη δημοπρασία. Τότε, οι δύο πλειοδότες αρχίζουν να αισθάνονται την πίεση. Ας υποθέσουμε ότι ο ένας έχει προσφέρει 70 δολάρια και ο άλλος 75. Ο πρώτος πρέπει ή να προσφέρει 80 δολάρια ή να σταματήσει να πλειοδοτεί και να υποστεί τη βέβαιη απώλεια των 70 δολαρίων (τα οποία πρέπει να καταβάλει, αφού είναι ο πλειοδότης με τη δεύτερη υψηλότερη προσφορά). Η αβεβαιότητα που σχετίζεται με τη συνέχιση των πλειοδοσιών φαντάζει ελκυστικότερη από τη βέβαιη απώλεια έτσι, προσφέρει 80 δολάρια και οι προσφορές συνεχίζονται μέχρι που φτάνουν τα 95 και 100 δολάρια, αντίστοιχα. Σιωπή απλώνεται στην αίθουσα, καθώς όλοι επικεντρώνονται στον πλειοδότη που έχει προσφέρει 95 δολάρια, ο οποίος πρέπει να αποφασίσει αν θα δεχτεί να χάσει τα 95 δολάρια και θα συνεχίσει να πλειοδοτεί πέρα από τα 100 δολάρια ελπίζοντας ότι η άλλη πλευρά θα αποχωρήσει πρώτη. Η τάξη γελάει καθώς ο πλειοδότης αναπόφευκτα προσφέρει 105 δολάρια Οι προσφορές σε αυτή τη δημοπρασία σταματούν συνήθως κάπου μεταξύ 100 και 1.000 δολαρίων.

Γιατί αποφασίζουν οι εκπαιδευόμενοι να πάρουν μέρος στη δημοπρασία; Προφανώς επειδή δελεάζονται από το ενδεχόμενο να κερδίσουν και να βγάλουν χρήματα. Όμως, γιατί συνεχίζουν να πλειοδοτούν πάνω από τα 100 δολάρια; Επειδή έχουν παγιδευτεί – στρατηγικά και ψυχολογικά. Στρατηγικά, μόλις κάποιος λάβει μέρος στη δημοπρασία του χαρτονομίσματος και είναι ανάμεσα στους δύο τελικούς πλειοδότες, μπορεί κάνοντας μια ελάχιστα υψηλότερη προσφορά να παραμείνει στη δημοπρασία αντί να αποχωρήσει – και φαίνεται λογικό να την κάνει. Άλλωστε, ίσως η επόμενη προσφορά να είναι αυτή που θα κάνει τον άλλο πλειοδότη να αποχωρήσει πρώτος. Αν όμως ακολουθήσουν και οι δύο πλειοδότες αυτή τη φαινομενικά ορθολογική στρατηγική, η δημοπρασία μπορεί να φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη με καταστροφικά αποτελέσματα και για τους δύο.

Η στρατηγική δεν είναι η μόνη παγίδα στη δημοπρασία των 100 δολαρίων – ούτε στις αμέτρητες άλλες διαπραγματεύσεις, διαμάχες και συγκρούσεις όπου άτομα, εταιρείες και κράτη κλιμακώνουν τη δέσμευσή τους σε έναν αποτυχημένο τρόπο δράσης. Οι έρευνες πάνω στη μη ορθολογική κλιμάκωση της δέσμευσης αποκαλύπτουν ότι οι διαπραγματευτές διακατέχονται από μια έντονη ψυχολογική ανάγκη να δικαιολογήσουν (στον εαυτό τους και στους άλλους) τις προηγούμενες αποφάσεις και συμπεριφορές τους.

Συχνά, τους είναι δύσκολο να παραδεχτούν ότι η αρχική τους στρατηγική ήταν ατυχής ή ότι μπορεί να έκαναν λάθος. Για να αποφύγουν να αναγνωρίσουν αυτά τα ενδεχόμενα, θα κλιμακώσουν τη δέσμευσή τους ακόμη και όταν κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δαπανηρό ή, ενδεχομένως, και καταστροφικό. Ο Ντίπακ και οι συνάδελφοί του έχουν αποδείξει ότι η συναισθηματική φόρτιση μπορεί να επιδεινώσει το πρόβλημα της κλιμάκωσης. Οι έρευνές τους πάνω στην ανταγωνιστική διέγερση δείχνουν ότι οι αλληλεπιδράσεις που οξύνουν τα συναισθήματα αντιπαλότητας μπορούν να δημιουργήσουν την ανάγκη στους διαπραγματευτές να «κερδίσουν με κάθε κόστος. Φυσικά, όπως και στη δημοπρασία των 100 δολαρίων , το «κερδίζω» και το «βγάζω χρήματα» μπορεί να μην είναι το ίδιο πράγμα αν οι προσφορές συνεχίσουν πάνω από τα 100 δολάρια ακόμη και ο «νικητής» χάνει!

O Όμηρος και η ονομασία "Ελλάς" - "Έλληνες"

"Οι τε είχον Φθίην ήδ' Ελλάδα καλλιγύναικα
Μυρμιδόνες δε καλεύντο και Έλληνες και Αχαιοί"
Β' -683,4

Το όνομα Ελλάς - Έλλην.


1. Οι Μύθοι.

Οι αρχαίοι ανέφεραν ένα φυλετικό μύθο, με τον οποίο "ερμήνευαν" την εθνική τους ονομασία "Έλληνες" συνδέοντάς τη με το όνομα του μυθικού βασιλιά και γενάρχη "Έλληνα" (θεωρία του κοινού προγόνου - γενάρχη) απ' τον οποίο προήλθαν όλα τα ελληνικά φύλα.

Την ύπαρξη του Έλληνα δέχονταν ακόμη και οι μεγάλοι ιστορικοί της αρχαιότητος όπως ο Ηρόδοτος ή ο Θουκυδίδης οι οποίοι με την σειρά τους επανέλαβαν, χωρίς συστηματικό έλεγχο, το "μυθικό αξίωμα" και στις επίσημες πλέον ιστορίες των Ελλήνων, έτσι συνδέθηκε άμεσα η εθνική ονομασία με τον γενάρχη, βασιλιά της Φθίας, (τον "Έλληνα"), ο οποίος είχε γιούς τους υπολοίπους "γενάρχες" των Ελληνικών φύλων: τον Αίολο, τον Δώρο και τον Ξούθο.

Ο μύθος, εάν τον παρακολουθήσουμε στην αφήγηση του Απολλοδώρου1 αναφέρεται στο πανάρχαιο γεωλογικό φαινόμενο του κατακλυσμού το οποίο, ως γεγονός, είναι καταγεγραμμένο σε πολλές μυθολογίες αρχαίων λαών και η σύνδεσή του με την καταγωγή των Ελλήνων αποδεικνύει ότι οι Έλληνες συντηρούσαν στην παράδοσή τους, παλαιές μνήμες και εμπειρίες κοινές με πολλούς άλλους λαούς.

Κατά τον ελληνικό μύθο, ο τιτάνας Προμηθέας συμβουλεύει τον γιό του, τον βασιλιά της Φθίας, που ονομάζεται "Δευκαλίων" και έχει γυναίκα την κόρη του άλλου τιτάνα του Επιμηθέα, την "Πύρρα", να φτιάξει μια κιβωτό για να σωθεί από τον επερχόμενο κατακλυσμό.

Ο Δευκαλίων κατασκεύασε την κιβωτό και σ' αυτή κατέφυγε μαζί με την Πύρρα στις εννέα μέρες που ο Δίας, με ασταμάτητη βροχή, πλημμύρισε τον κόσμο. Πνίγηκαν λοιπόν οι άνθρωποι και άλλαξε οριστικά η γεωλογική όψη της Ελλάδας, όμως, όταν υποχώρησαν τα νερά, και η κιβωτός σταμάτησε στον Παρνασσό, ο Δίας συμβούλευσε τους διασωθέντες να δημιουργήσουν και πάλι τους ανθρώπους, ρίχνοντας πίσω τους πέτρες, έτσι από την Πύρρα προήλθαν οι γυναίκες και από τον Δευκαλίωνα οι άνδρες.

Το ζευγάρι απέκτησε όμως και τα δικά του παιδιά: τον Έλληνα, τον Αμφικτύονα και την Πρωτογένεια, (ενώ αναφέρονται και άλλα όπως η Θυία, η Μελανθώ…).

Αυτοί οι μετα-κατακλυσμιαίοι απόγονοι του Δευκαλίωνα απλώνονται στις κοντινές περιοχές και συνδέονται επιγαμικά με άλλους βασιλικούς οίκους (;).

Ο Αμφικτύονας βασίλεψε για λίγο κοντά στις Θερμοπύλες, (στην Ανθήλη), όπου ίδρυσε την Πυλαία Αμφικτυονία, κατόπιν πήγε στην Αττική, παντρεύτηκε την κόρη του Κραναού, τον εκθρόνισε και βασίλεψε για δέκα χρόνια, για να εκθρονιστεί και αυτός με την σειρά του από τον Εριχθόνιο.

Ο Έλληνας, παντρεύτηκε την νύμφη Ορσηίδα2 απέκτησε γιους τον Αίολο (Αιολείς), τον Δώρο (Δωριείς) και τον Ξούθο, ο οποίος ήρθε στην Αττική, παντρεύτηκε την κόρη του Ερεχθέα, την Κρέουσα και απέκτησε μαζί της δύο γιούς που αποτέλεσαν τους άλλους δύο γενάρχες: τον Αχαιό και τον Ίωνα.

Από τον Αίολο και την Εναρέτη λοιπόν γενήθηκαν πέντε κορίτσια και εφτά αγόρια οι: Κριθέας, Αθάμας, Σίσυφος, Σαλμονέας, Διηόνας, Μάγνητας και Περιήρης (Αιολίδες), Κρανάη, Αλκυόνη, Πεισιδίκη, Καλύκη και Περιμήδη.

Από τον Δώρο, προήλθαν οι Δωριείς, ο Αιγιμιός3 (ο γιος του Δώρου) τους έδωσε τους νόμους, όσο ζούσαν στην κοιλάδα του Πηνειού, κάλεσε μάλιστα σε βοήθεια τον Ηρακλή εναντίον των Λαπιθών και υιοθέτησε τον Ύλο, επίσης ως γιός του Δώρου θεωρούνταν και ο Τέκταμος4 που επέδραμε στην Κρήτη.

Ο Ίων κατά τον Παυσανία πρώτα έγινε βασιλιάς στους Αιγιαλείς και κατόπιν στους Αθηναίους, ενώ ο Στράβων υποστηρίζει πως επειδή νίκησε τους Θράκες για την δόξα του οι Αθηναίοι τον έκαναν βασιλιά5.

Ο Αχαιός γύρισε στην Θεσσαλία και από εκεί οι γιοι του Άρχανδρος και Αρχιτέλης ήρθαν στο Άργος όπου κατέκτησαν την Πελοπόννησον (Αχαιοί).

Βέβαια είναι αδύνατο να προσδιορίσουμε χρονικά αυτά τα πρόσωπα, την ύπαρξή τους ή την δράση τους, όμως η αναφορά του κατακλυσμού (παρ' ότι αναφέρονται και άλλοι κατακλυσμοί στους αρχαίους ελληνικούς μύθους π.χ. επί Ινάχου, ή επί Ωγύγου) είναι ένα στοιχείο που μπορεί να διασταυρωθεί με τις αναφορές της Μεσοποταμίας, (για τον εκεί κατακλυσμό), τον οποίο οι επιστήμονες χρονολογούν (εκεί) κοντά στο 3000 π.Χ.

Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι ο μύθος εμφανίζει τις πρώτες Ελληνικές φυλές ως βιολογικούς απογόνους του Έλληνα, οι οποίες αναπτύσσονται στον χώρο της κεντρικής Ελλάδας, μάλιστα στην ευρύτερη περιοχή της Φθίας, (και της Αττικής) σε κάποιο χρόνο ακαθόριστο.

Φυσικά, μόνο τα παιδιά του Έλληνα φέρουν αυτό το όνομα, (Έλληνες) ενώ η γενιά του αδελφού του Αμφικτύονα, μένει ανώνυμη μέχρι που ο εγγονός του (ο γιος του Ιτωνού), ο Βοιωτός μετέδωσε εκείνος τ' όνομά του στους Βοιωτούς, το ίδιο και η γενιά της Πρωτογένειας που με τον Δία γέννησε τον Αέθλιο και τον Οπούντα (κατ' αλλους με τον Λοκρό) ονομάζει το φύλο των Λοκρών (από την Θυία, ο Μάγνητας και ο Μακεδόνας και από την Μελανθώ ο Δελφός).

Αυτή την παράδοση όπου δεν ονομάζονται όλοι Έλληνες, αλλά μόνο το ένα τρίτο των επίσημων απογόνων του Δευκαλίωνα, ενώ οι άλλοι φέρουν τοπικές ονομασίες, την συναντάμε υπαρκτή στον Όμηρο, όταν ο ποιητής, συντηρεί την τοπική φυλετική διαίρεση και μνημονεύει τις ονομασίες. Άμεσα, όμως στο όνομα Έλληνες, συνδέει μόνο τους Μυρμιδόνες, οι οποίοι (κατά μία άποψη) ξεκάθαρα στην Β' της Ιλιάδας ονομάζονται και Έλληνες, ενώ κατά άλλη εκτίμηση οι Έλληνες είναι ένα μικρό φύλο, πολεμικό, που συμβιώνει μαζί τους στην Φθία και έχει βασιλιά τον γενναιότερο από τους ήρωες, τον Αχιλλέα. 

Η πρώτη λοιπόν πιστοποιημένη σχέση του συγκεκριμένου λαού, των Ελλήνων, με ένα πρόσωπο της εξουσίας και με ένα γεωγραφικό χώρο, ζωής και δράσης τους (λαός - βασιλιάς- περιοχή) είναι αυτή που κατατίθεται στην Ιλιάδα στο σχήμα: Έλληνες - Αχιλλέας (βασιλιάς)- Ελλάς - Φθία (πατρίδα).

Ο προσδιορισμός του λαού με βάση τον μύθο, γίνεται δεκτός από τον Όμηρο αφού οργανώνει τα γεγονότα με βάση τις γενεαλογίες. Αυτές αποτελούν την ταυτότητα του απογόνου, το πιο περιληπτικό σχήμα καταγωγής και ιστορίας ενός γένους ή ενός φύλου.

Η γενεαλογία λοιπόν του βασιλιά των Ελλήνων (-Μυρμιδόνων) διότι αυτή σημαίνει πολλά για την κοινή πορεία τόσο του βασιλικού οίκου, όσο και του λαού, είναι γνωστή στον ποιητή, γι' αυτό και εκείνος φωτίζει το παρελθόν με το στόμα του ιδίου του Αχιλλέα:

"όμως εγώ περηφανεύομαι πως είμαι γενιά του Δία, του μεγάλου,
με γέννησε ο Πηλεύς, ο γιος του Αιακού, άνδρας που στους πολλούς
βασιλεύει Μυρμιδόνες και ο Αιακός ήτανε γιος του Δία…"
Φ' 187-189

Άραγε οι Αιακίδες βασιλείς είχαν την τιμή της άμεσης σχέσης με τους Μυρμιδόνες και αυτοί ήταν οι αμιγείς απόγονοι της πρώτης βασιλικής αρχής (Αιακός), συνεπώς μόνο ο δικός τους βασιλικός οίκος (Αιακίδες) διοικεί νόμιμα (με κληρονομική διαδοχή) τους φερόμενους Μυρμιδόνες -Έλληνες της Ιλιάδος, ή έστω ανάμεσά τους το μικρό φύλο που μένει στο βασίλειό τους στην Φθία και ονομάζεται Έλληνες.

Αυτή η μυθική αντίληψη ότι: Αιακίδες - Μυρμιδόνες- Φθία, έχουν στενή και σταθερή σχέση, την πιστοποιούσαν ποικιλοτρόπως και πολλοί άλλοι μύθοι (αναφερθήκαμε) οι οποίοι συνέδεαν στενά τον γενάρχη Μυρμιδόνα με τους Αιολείς, αφού τον ανέφεραν ως εγγονό του Αιόλου από την κόρη του, την Πεισιδίκη, ή τον Φθίο με τους Αχαιούς αφού τον ανέφεραν ως γιο του Αχαιού, μάλιστα (ο Φθίος) είχε ένα γιο που ονομαζόταν Έλληνας (κατά μια παράδοση ίδρυσε την πόλη Ελλάς), ο Απολλόδωρος αναφέρει τον Φθίο ως γιο του βασιλιά της Αρκαδίας Λυκάονα6, (απηχείται η σχέση Δαναών - Μυρμιδόνων).

Πρέπει λοιπόν να δεχθούμε ότι αυτή, η διασύνδεση των προσώπων (βεβαιωμένη από την παράδοση), σημαίνει φυλετική σχέση, διότι Αιολείς - Αχαιοί - Μυρμιδόνες συνδέονται αναμεταξύ τους μ' ένα πλέγμα σχέσεων (καταγωγή-επιγαμίες…) ενώ επίσης μοιράζονται και ένα μικρό γεωγραφικά χώρο με τον οποίο συντηρούν μια μακρά παράδοση.

Σύμφωνα με την μυθολογική θεώρηση, το όνομα "Έλλην" υπήρξε όνομα αρχαιοτάτου τοπικού βασιλέα, σ' ένα φυλετικό κορμό μετά τον κατακλυσμό, γι' αυτό και επανέρχεται στον ίδιο χώρο, σε πολλές και διαφορετικές γενιές, μέσα σε συγγενικά φύλα.

Ο Αχιλλέας λοιπόν αποτελεί την προέκταση του μύθου αφού έχει στο βασίλειό του τους απογόνους του Έλληνα και τους ίδιους μαζί του, ως στρατιώτες στην Τροία, μάλιστα όταν θα σκοτωθεί δεν αναλαμβάνει στους Μυρμιδόνες βασιλιάς ο ανιψιός του, ο Μενέσθιος, που βρίσκεται εκεί, αλλά τηρείται το τυπικό της διαδοχής και καλείται στον πόλεμο ο διάδοχος, (Νεοπτόλεμος) που στρατολογείται ξανά από τον ίδιο άνθρωπο, τον Οδυσσέα και στο ίδιο νησί (όπως και ο πατέρας του), την Σκύρο7!

Εντυπωσιακό είναι και το μεγαλειώδες τυπικό της ταφής του Πατρόκλου με τις ανθρωποθυσίες, την πυρά, την πομπή, τους αγώνες, δηλώνοντας εκεί μια φυλετική διαδικασία, με απαράβατους εθιμικούς κανόνες.

Υπάρχει όμως εδώ μια δυσαρμονία, διότι το γενεαλογικό δένδρο του Αχιλλέα τον μετάγει έξω από την Φθία, στην Αίγινα, από όπου ο Πηλεύς έρχεται φυγάς και συνεπώς έξω από τον κύκλο της μυθικής διαδοχής του Έλληνα και των κατά παράδοση Ελλήνων.

Παρακολουθώντας τους μύθους δημιουργείται η αίσθηση ότι ο Πηλέας "εγγράφεται" επιγαμικά "Έλληνας"(;), είτε από τον γάμο του με την κόρη του Ευρυτίωνα (Αντιγόνη) του γιου του Άκτορα (είναι γιος του Μυρμιδόνα) που και εκείνος έχει παντρευτεί απόγονο του Έλληνα, την κόρη του Αιόλου την Πεισιδίκη (Αιολείς, γενιά του Έλληνα), είτε από τον γάμο του με την Θέτιδα, αν τελικά αυτή ήταν μια ντόπια πριγκίπισσα και μόνο, ως προς το όνομα θεά (είτε συνωνυμία, είτε μυθοπλαστική αυθαιρεσία).

Βέβαια ακόμη και ο λαός του Πηλέα, που ήταν κατά την μυθολογική παράδοση οι Μυρμιδόνες, και αυτοί πλάστηκαν αλλού, έξω από την κατά παράδοση Ελλάδα (τη Φθιωτικό -Βοιωτία).

Δηλαδή εάν εξαιρέσουμε τις επιγαμίες, μόνο ο Πηλέας, στην περιοχή της Φθίας "συγγενεύει" με τους θεόπλαστους (από τα μυρμήγκια) Μυρμιδόνες της Αιγίνης και αυτός μόνο μπορεί να "συγγενέψει", ως βασιλιάς τους, και τους υπόλοιπους Μυρμιδόνες με τους Έλληνες της Φθίας, απογόνους του βασιλιά Έλληνα.

Είναι η επιγαμία του λοιπόν και μόνον που προσδίδει στους Μυρμιδόνες την ονομασία Έλληνες, την οποία όμως δεν φέρουν οι υπόλοιποι ντόπιοι Φθίοι: Λαπίθες, Βοιωτοί, Μάγνητες… που κατοικούσαν μόνιμα εκεί, πολλά δείχνουν πως όχι (κάτι άλλο υπάρχει).

Ίσως κάποια κατάκτηση (που υπαινίσσεται και ο Ησίοδος διότι ο Πηλέας είναι αρχηγός στρατού με μεγάλη δύναμη), ή κάποια μετοίκηση (και κατόπιν οι επιγαμίες) να μεταβίβασε το τοπικό φυλετικό όνομα "Έλληνας" στον Πηλέα, κατάσταση που μπορεί να παντρέψει τυπικά τους Μυρμιδόνες με τους Έλληνες, εκτός αν οι Μυρμιδόνες έφεραν εκείνοι, πάντα το όνομα Έλληνες.

2. Τα Ελληνικά Κείμενα - Οι Ετυμολογήσεις.

Εάν εξαιρέσουμε τον φυλετικό μύθο του μετα-κατακλυσμιαίου βασιλιά - γενάρχη που ονομαζόταν Έλληνας και δάνεισε το όνομα στους απογόνους του (και όχι μόνο) του οποίου η παρουσία ερμηνεύει την σχέση ονόματος και λαού ("Έλλην-Έλληνες") τότε θα πρέπει να αναζητήσουμε κάποιο άλλο δρόμο για να ερμηνεύσουμε την ονομασία και την σχέση που έχει με τον Αχιλλέα.

Η διερεύνηση της σχέσης εθνωνυμίου και λαού, όταν ο διάλογος με τους μύθους καθίσταται αδιέξοδος, πρέπει να επιχειρηθεί μέσω άλλων δρόμων: είτε αναζητώντας ιστορικές πληροφορίες μέσα στην μεταγενέστερη γραμματεία (εάν υπάρχουν), είτε μέσω της ετυμολόγησης του ονόματος (της λέξης Έλλην) για να εντοπίσουμε το ειδικό νοηματικό φορτίο της λέξης, και κατόπιν γλωσσικά να διαπιστώσουμε κάτω από ποια γλωσσική διαδικασία, το νόημά της μεταβιβάστηκε σε ευρύτερα σύνολα.

(π.χ. μια λέξη που περιέγραφε τόπο, μεταφέρεται και στον κάτοικο, και συνεπώς σ' ένα ευρύτερο σύνολο, τον λαό, δηλ. το "Έλληνες", πιθανόν ν' αποτελεί παράγωγο του τοπωνυμίου "Ελλάς" ή του υδρωνυμίου "Ελλάς" το οποίο θα προϋπήρξε).

Βέβαια καμιά ετυμολόγηση δεν μπορεί να εξηγήσει αξιόπιστα ή να αιτιολογήσει την επιλογή ενός εθωνυμίου (π.χ. Σκύθες), πως δηλαδή από μια ομάδα ανθρώπων επιλέγεται μια εθνωνυμία, σε μια τόσο πρώιμη εποχή ή πως μεταβιβάζεται σ' άλλους ομοφύλους. Ο εντοπισμός ενός βασικού νοήματος είναι πολύ χρήσιμος, γιατί μπορεί να φωτίσει αυτόν τον δρόμο της επιλογής ή την σημασία που είχε το όνομα για την ομάδα.

Α) Τα ελληνικά κείμενα

Σ' αυτές τις ερευνητικές προσπάθειες, όπου ο έλεγχος αφορά όχι μόνο τον όρο "Έλληνες" αλλά και το τοπωνύμιο " Ελλάς", χρειάζεται να επιστρέψουμε στην πηγή της επίσημης καταγραφής τους, δηλαδή στα ομηρικά κείμενα που αποτελούν την παλαιότερη λογοτεχνική πηγή των Ελλήνων.

Ο Όμηρος, όπως ήδη αναφέραμε, καταγράφει αυτή την σχέση "Ελλάς - Έλληνες" για τον λαό του Αχιλλέα που εξεστράτευσε στην Ασία, δηλαδή για τους "Μυκηναίους" της Φθίας, χωρίς να χρησιμοποιεί ποτέ τον όρο Έλληνες, ως εθνικό τους όνομα.

Τους ονομάζει συστηματικά μόνο "Αχαιούς", "Παναχαιούς", "Δαναούς", "Αργείους" και την λέξη "Έλληνες" που την γνωρίζει και ως ονομασία τόπου (Ελλάς), και ως ονομασία λαού, την αποδίδει αποκλειστικά στους στρατιώτες του Αχιλλέα 8.

Οι δύο όροι "Ελλάς" - "Έλληνες" συνδέονται στενά και ο ένας παραπέμπει στον άλλο, διότι ο λαός του Αχιλλέα, πιστοποιημένα έχει τριπλή ονομασία Έλληνες - Μυρμιδόνες - Αχαιοί και ο Αχιλλέας, στη Ι' -395, δεχόμενος την αντιπροσωπεία των βασιλέων για να πάψει την οργή του, θ' αναφέρει ότι "Αχαιίδες έχει πολλές η Ελλάς και η Φθία, κόρες ισχυρών ανδρών…" και στην ίδια ραψωδία, ο παιδαγωγός του Αχιλλέα, ο Φοίνικας, θ' αναφέρει (Ι' 448) μια ευρύτερη περιοχή που όπως υπονοεί ο Όμηρος την έλεγαν και αυτή "Ελλάδα", η οποία μάλιστα, όπως δείχνει το κείμενο, δεν ανήκε όλη μόνο στην επικράτεια του Αχιλλέα (και του Πηλέα).

Ως δεδομένο πρέπει να δεχθούμε ότι στο βασίλειο του Αχιλλέα υπάρχει μια περιοχή που τεκμηριωμένα ονομάζεται "Ελλάς" και ένας λαός που ονομάζεται "Έλληνες" αν ο κατάλογος νεών, είναι μυκηναϊκός και αποτυπώνει τα τοπωνύμια εκείνης της εποχής και αυτές οι ονομασίες (τοπωνύμια και λαοί) έχουν πράγματι ένα πολύ μακρινό παρελθόν.

Αυτό που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση είναι ότι το τοπωνύμιο "Ελλάς" δεν δείχνει να είναι προσφιλές στις ονομασίες του καταλόγου, διότι δεν μνημονεύεται ξανά στον κατάλογο για άλλη περιοχή ή για πόλη παρ' ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει με άλλα τοπωνύμια όπως π.χ. το Άργος … ενώ συνηθίζεται γενικότερα (κάτι τέτοιο), ως πρακτική ονοματοθεσίας, δηλαδή κατά την Μυκηναϊκή περίοδο πολλές ονομασίες επαναλαμβάνονται π.χ. ποταμών ή ορέων (Ίναχος, Ασωπός…).

Βέβαια ακόμη και η ονομασία "Έλληνες" στο Όμηρο έχει αινιγματική καταγραφή διότι δεν αποτελεί μόνο μια περιορισμένη ή μόνο μια τοπική ονομασία (ενός μικρού φύλου).

Υπάρχει ο αινιγματικός στίχος στην Β' (-530) που αναφέρεται στον Αίαντα τον Λοκρό, γειτονικό βασιλιά του Αχιλλέα, ο οποίος ως στίχος μαρτυράει εύγλωττα για το αντίθετο:

"Λοκρών δε ηγεμόνευε Οϊλήος ταχύς Αίας
...ολίγος μεν έην, λινοθώραξ,
εγχείη δ' εκέκαστο Πανέλληνας και Αχαιούς"

Μετάφραση:
" στους Λοκρούς ήταν αρχηγός ο Αίας, ο γιος του Οιλέα
…κοντόσωμος ήταν και φορούσε λινό θώρακα
όμως στο κοντάρι ξεπερνούσε τους Πανέλληνες και τους Αχαιούς…"
Β' 530

Είναι ο μοναδικός στοίχος που μπορεί να δημιουργήσει πολλές απορίες για την λέξη "Πανέλληνες" διότι γενικεύει την ονομασία, χωρίς να διευκρινίζει ποιους εννοεί, σε ποιους αναφέρεται: στους Λοκρούς, στους Μυρμιδόνες, και στους δύο, στους Λοκρούς και τους Βοιωτούς, ή μήπως σε όλους τους Αχαιούς;

Όλα είναι πιθανά!

Ο ποιητής πράγματι χρησιμοποιεί 147 φορές το όνομα "Δαναοί", ενώ δεν χρησιμοποιεί δεύτερη φορά το "Πανέλληνες", παντού επιλέγει ονομασίες από το σχήμα "Αχαιοί, Δαναοί, Παναχαιοί, Αργείοι", ενώ πουθενά δεν προσθέτει την ονομασία "Έλληνες" ή "Πανέλληνες ", άραγε ο συγκεκριμένος στίχος αποδεικνύει περίτρανα ότι ενώ υπήρχε λέξη με φυλετική σημασία, που ήδη λειτουργούσε ως συλλογική επωνυμία, εντούτοις δεν χρησιμοποιείται συνειδητά δεύτερη φορά.

Ίσως οι "Πανέλληνες" να ήταν οι λαοί νοτιοανατολικά της κοιλάδας του Σπερχειού στους οποίους ανήκε ο Αίας (Λοκροί) γειτονική περιοχή της Φθίας, ίσως είναι η περιοχή που υπονοεί στο δρομολόγιό του ο Φοίνικας (η Ελλάς) (Αμφικτύονες;)

Ας εξετάσουμε όμως για λίγο σε βάθος χρόνου τις ονομασίες (τοπωνύμια - φυλετικά ονόματα)

Εάν ο ποιητής χρησιμοποίησε κείμενα παλαιότερα, κάτι που θεωρείται σίγουρο, λόγω των συχνών στερεοτύπων, που έχουν εντοπισθεί και μελετηθεί στο έπος, αυτό σημαίνει με βεβαιότητα, ότι όχι μόνο οι λέξεις "Ελλάς - Έλληνες" αλλά και πολλές άλλες ονομασίες είναι γνωστές στη παλαιότερη ποίηση του έπους, κατά συνέπεια ήδη χρησιμοποιούνταν, είτε ως τοπωνύμια, είτε ως ονομασίες - επωνυμίες πριν τον 12ο αι.

Συνεπώς οι όροι "Ελλάς" και "Έλληνες" υπήρξαν πριν τον 12ο αι ενώ ο υπόλοιπος φυλετικός κορμός (οι ελληνόγλωσσοι) έφερε κάποιο άλλο εθνωνύμιο (Δαναοί; Αργείοι;).

Βέβαια είναι όντως παράδοξο πως συμβαίνει τα ελληνόγλωσσα φύλα, ενώ άκμασαν πολιτιστικά, δημιούργησαν σταθερές εγκαταστάσεις, οικονομία, διοίκηση και πνευματικά προϊόντα (τέχνη-γραφή- μύθους-λογοτεχνία), η επική τους παράδοση που ψάλλει τα θέματα, πριν τα τρωικά, να μην προκρίνει γι' όλα αυτά τα φύλα ένα και μόνο κοινό όνομα, αλλά διατήρησε τα τοπικά ονόματα, παρ' ότι άσκησαν ενιαία δράση στο Αιγαίο και στην Μεσόγειο, με στρατηγικούς στόχους εκτός συνόρων;

Μάλιστα αυτή η πρακτική στην ποίηση δεν σταμάτησε ούτε με την παρέλευση των μυκηναϊκών χρόνων, αφού η ονομασία "Έλληνες" που καταγράφεται πριν τα τρωικά υπαρκτή, αλλά ανίσχυρη,(Κατάλογος νεών) κατά τον 9ο ή τον 8ο αι π.Χ.. που ζει ο Όμηρος, ακόμη δεν έχει επικρατήσει σε όλους τους Έλληνες, αντίθετα φαίνεται ακόμη το ίδιο ανίσχυρη και περιορισμένη γεωγραφικά (και η ονομασία Ελλάς).

Τι συνέβη άραγε ώστε ν' αδρανοποιήσει την δυναμική της ή να παγώσει την διαπιστωμένη έξοδό της από την κοιλάδα του Αχιλλέα (Πανέλληνες);

Ίσως η "Κάθοδος των Δωριέων", ίσως οι μεγάλες αναστατώσεις των λαών, η εκδίωξη των αιολικών πληθυσμών, ίσως ο πνευματικός μεσαίωνας που θεωρητικά ακολούθησε με την άγνοια της γραφής. Πιστεύω όμως ότι κανείς δεν μπορεί να δώσει μια πειστική απάντηση διότι δεν υπάρχει μια απάντηση πειστική, παρά μόνο υποθέσεις.

Περιγράψαμε λοιπόν μια χρονική πορεία του ονόματος, μέχρι τον 8ο αι π.Χ. αποδεχόμενοι έμμεσα μια χρονική αφετηρία του, κατά την μυκηναϊκή εποχή εστιάζοντας κυρίως στον Όμηρο, διότι οι δύο ονομασίες (Ελλάς- Έλληνες) δεν διαπιστώνονται πουθενά αλλού, για παράδειγμα στις μυκηναϊκές πινακίδες, παρ' ότι εκεί καταγράφονται τοπωνύμια - ανθρωπωνύμια και εθνικά ονόματα (π.χ. Κνίδιαι, Ζεφύραι, Μιλάτιαι, Άσιαι…).

Ενδιαφέρον όμως έχει να δούμε πως τελικά το τοπωνύμιο μιας μικρής περιοχής γενικεύτηκε και κάλυψε την νότιο Βαλκανική και το όνομα ενός μικρού φύλου κάλυψε όλα τα υπόλοιπα και επικράτησε;

Από τον Όμηρο τεκμαίρεται ότι κατά τον 9ο και τον 8ο αι η χώρα δεν λέγονταν ακόμη Ελλάδα, ούτε ο λαός ακόμη " Έλληνες" και αυτή η διαπίστωση δεν είναι μόνο η "άποψη" του ποιητή Ομήρου (όποτε και αν έζησε αυτός).

Την ορθότητα της μαρτυρίας αποδεικνύει και το έργο του Ησιόδου, ενός άλλου αρχαίου ποιητή ο οποίος δεν επιλέγει να μιλήσει για την μυκηναϊκή εποχή, αλλά κυρίως για την εποχή του, μια χρονική περίοδο αρκετά κοντινή στον Όμηρο.

Ο Ησίοδος, έζησε το 750 π. Χ στην Βοιωτία μια περιοχή "κοντινή" της κοιλάδας του Σπερχειού, με μεγάλη μυκηναϊκή παράδοση. Αυτός γνωρίζει λοιπόν τους όρους "Ελλάς" και "Πανέλληνες" εντούτοις αναφέρει τους Μυκηναίους ως Αχαιούς και ο τρόπος που χρησιμοποιεί τις λέξεις αποδεικνύει μια περιορισμένη τους εξάπλωση.

Στο ποίημά του "Έργα και Ημέραι", όταν αναφέρεται στην περιοχή της Αυλίδας και στην στρατιωτική σύναξη για τον Τρωικό πόλεμο λέγει:

"εκεί που οι Αχαιοί περίμεναν να πάψει η θύελλα τότε που είχαν μαζέψει απέραντο στρατό απ' την "Ελλάδα"…9"

επίσης στο ίδιο ποίημα, χρησιμοποιεί με καθολικότερη έννοια τον όρο "Πανέλληνες" όταν αναφέρεται στον μήνα Ληναιώνα, στον οποίο θα κάνει λόγο για τον ήλιο που:

"γυρίζει πάνω από τον λαό και την πολιτεία των μελαμψών ανθρώπων και αργεί να φέξει στους Πανέλληνες 10"
(...βράδιον δε Πανελλήνεσσι φαείνει…)

Ακόμη, στα "αποσπάσματα" του ιδίου ποιητή παρατηρούμε ότι γίνεται λόγος για την γενιά του "Έλληνα", δείχνοντας ότι γνωρίζει τον γνωστό μύθο.

"από τον Έλληνα, τον φιλοπόλεμο βασιλιά
γεννήθηκε ο Δώρος, ο Ξούθος και ο Αίολος...11"

Άραγε η ονομασία Ελλάς, Έλληνες και Πανέλληνες επαναλαμβάνεται με τρόπο που αποδεικνύει ότι ο ποιητής την γνωρίζει πολύ καλά και μάλιστα ότι αναγνωρίζει την έξοδό της από την Φθία, χωρίς όμως να την αποδίδει συλλήβδην στους Μυκηναίους (Αχαιοί) ούτε την επικαλείται και με άνεση, διότι ακόμη δεν έχει επικρατήσει παντού.

Όμως το ζήτημα της χρονικής εμφάνισης του ονόματος (Ελλάς - Έλληνες) και της επέκτασης του συγκεκριμένου ονόματος σ' όλα τα φύλα, προβλημάτισε τους πεπαιδευμένους ανθρώπους της αρχαιότητας.

Ο Θουκυδίδης αναφέρεται στο συγκεκριμένο ζήτημα και η γνώμη του μεγάλου ιστορικού της αρχαιότητας έχει μεγάλη σημασία 12:

"δοκεί δε μοι ουδέ τούνομα τούτο ξύμπασα η Ελλάς πω είχεν, αλλά τα μεν προ του Έλληνος του Δευκαλίωνος και πάνυ ουδέ είναι η επίκλησις αύτη…"

Μετάφραση:
"πιστεύω δε ότι ούτε το όνομα αυτό είχε ολόκληρη η Ελλάδα, αλλά στην εποχή προ του Έλληνα, του γιου του Δευκαλίωνα, δεν υπήρχε καθόλου η ονομασία αυτή…".

Ο μεγάλος ιστορικός δέχεται ότι η ονομασία "Έλληνες" όπως άλλωστε πιστοποιεί και το Ομηρικό κείμενο εμφανίζεται στην Φθία, και από εκεί κατόπιν εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα:

"…όταν ο Έλληνας και οι γιοι του έγιναν ισχυροί στην Φθιώτιδα και τους καλούσαν στις άλλες πόλεις για βοήθεια, τότε ο καθένας ξεχωριστά από τους άλλους λαούς άρχισαν να ονομάζονται "Έλληνες" λόγω της συχνής συναναστροφής μαζί τους, αλλά το όνομα αυτό για μεγάλο διάστημα δεν είχε την δύναμη να επικρατήσει σε όλους...13"

Συνεπώς αιτία της εξάπλωσης της ονομασίας, ήταν η αύξηση της στρατιωτικής δύναμης του ομώνυμου ελληνόγλωσσου φύλου, με συνέπεια την στρατιωτική του παρέμβαση και τις στενές σχέσεις με τα υπόλοιπα αδύναμα φύλα της περιοχής, που τα υποστήριζε ενεργά.

Αυτή η λογική θεώρηση που υπερκαλύπτει τον μύθο χωρίς να τον αποσιωπά πλήρως, δείχνει να έχει ερείσματα ιστορικά στον θεσμό των Αμφικτυονιών.

Όμως στο ίδιο ζήτημα, της ονομασίας των Ελλήνων, αναφέρθηκε και ο Αριστοτέλης διατυπώνοντας την άποψη πως υπήρξε και ένα άλλο, αρχαιότερο όνομα (το οποίο όμως δεν διατηρεί κανένα ίχνος στον Όμηρο).

Ο Αριστοτέλης 14 λοιπόν αναφέρει ότι οι Έλληνες ονομάζονταν "Γραικοί" πριν από τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα, ο οποίος συνέβη:

"περί την Ελλάδα την αρχαίαν, αύτη δ' εστίν η περί την Δωδώνη και τον Αχελώο… Ώκουν γαρ οι Σελλοί ενταύθα και οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί νυν δε Έλληνες…"

Η συγκεκριμένη άποψη η οποία συνδέεται με το λατινικό Graecus δεν φαίνεται να εκφέρεται μόνο από τον Αριστοτέλη εντελώς αβασάνιστα αφού ακόμη και ο Ησίοδος στις "Ηοίαι" αναφέρει ότι:

"Η κόρη του λαμπρού Δευκαλίωνα, η Πανδώρα, μέσα
στα παλάτια με τον πατέρα Δία που στους θεούς ηγεμονεύει
σμίγοντας εγέννησε τον Γραικό τον πολεμοχαρή 15"

Ο Ησίοδος μεταθέτει τον Γραικό μετά τον κατακλυσμό και τον θεωρεί "ανιψιό" του Έλληνα, αναγνωρίζοντας ότι έχει κάποια θέση στον φυλετικό μύθο, όμως και ο Απολλόδωρος θεωρεί πως πρώτο όνομα των Ελλήνων ήταν το "Γραικοί" και επί βασιλείας Έλληνα άλλαξε" Ο Έλλην έδωσε το όνομά του στους Έλληνες που ως τότε λεγόντουσαν Γραικοί… 16".

Η πληροφορία του Απολλοδώρου και του Αριστοτέλη δεν βρίσκει βέβαια, απήχηση στον Όμηρο, ο οποίος δεν γνωρίζει τους Γραικούς, μνημονεύει όμως στον κατάλογο νεών την πόλη Γραία, στην επικράτεια των Βοιωτών17.

Ο Χατζής και ο Miller απορρίπτουν την ύπαρξη ενός τέτοιου φύλου, όμως αυτοί που θεωρούν το όνομα "Γραικός" αρχαιότερο του "Έλλην" βρίσκουν σημαντικούς μάρτυρες των απόψεών τους, όπως είναι για παράδειγμα η αρχαία επιγραφή σε μάρμαρο, που βρέθηκε το 1627 στην Πάρο, το "Πάριο Χρονικό", το οποίο αναφέρει γεγονότα από το 1581 π.Χ (όταν βασίλεψε ο Κέκροπας), εκεί αναφέρεται πράγματι ο Γραικός, ως γιός του Θεσσαλού, κάτι που αναφέρει και ο Στέφανος ο Βυζάντιος (στη λέξη Γραικός).

Η σύντομη ανάλυση που κάναμε αποδεικνύει πως η ονομασία Έλληνες έχει χρονική αφετηρία, δηλαδή εμφανίζεται από ένα χρονικό σημείο και μετά στον λαό των Ελλήνων, μάλιστα εδραιώνεται σε χώρο που σχετίζεται με τους Μυρμιδόνες και γενικότερα με το βασίλειο του Αχιλλέα.

Πολλοί λοιπόν θεωρούν ως τόπο εμφάνισης του ονόματος "Έλλην", την Δωδώνη, και το φύλο που μετέδωσε την ονομασία είναι ένα μικρό φύλο που ζούσε εκεί, το οποίο ονομαζόταν "Ελλοί" ή Σελλοί.

Όταν αυτοί (οι Σελλοί) σταδιακά χάνονται, απέμεινε εκεί, στον χώρο της Δωδώνης, μια μικρή ιερατική ομάδα, που ζούσε με ασκητικούς κανόνες και λάτρευε όπως αναφέρει ο Όμηρος (Π' - 233) τον Δία:

"Δία θεέ Πελασγικέ, προστάτη της Δωδώνης, της κακοχείμωνης, που από σένα οι ανιφτόποδες και χαμόκοιτοι "Σελλοί" προφέρουν τα θεία λόγια…"

Αυτός ο χώρος που ονομαζόταν Ελλοπία και οι Ελλοί, μετέδωσαν το όνομα σ' όλους τους υπολοίπους με μια διαδικασία σταδιακή (;).

Η συγκεκριμένη άποψη ενώ φαίνεται πειστική δέχεται πολλές ενστάσεις ανάμεσα στις οποίες ότι ο Όμηρος, που αναφέρει τους Σελλούς, δεν χρησιμοποιεί τίποτε το προσδιοριστικό γι' αυτούς, που να τους συνδέει με την ονομασία "Έλληνες", όπως στους Μυρμιδόνες (ως δεύτερη ονομασία), αλλά τους αναφέρει "Σελλούς" ως διαφορετική επώνυμη ομάδα, χωρίς να κάνει κάποιο σχόλιο. Δείχνει λοιπόν να τηρεί κάποια απόσταση, παρ' ότι τη μνεία γι' αυτούς την κάνει (μόνο) ο βασιλιάς των Ελλήνων, ο Αχιλλέας!

Άλλοι υποστήριξαν ότι η ονομασία "Ελλάς" προήλθε από τον "Έλλοπα" τον γιό του Ίωνα, απ' τον οποίο ονομάσθηκε "Ελλοπία" η χώρα της Δωδώνης, όπως κάτι αντίστοιχο συνέβαινε και με ένα μέρος της Εύβοιας. (κατ' άλλους ο Έλλοπας και ο Πελασγός είναι αδέλφια του Αχαιού).

Η άποψη αυτή που συνδέει τους Έλληνες με την Ήπειρο βρίσκει σύμφωνους πολλούς επιστήμονες που θεωρούν ότι, "Έλληνες" ονομάστηκαν μια ομάδα, ένα φύλο ελληνικό αιολόφωνο, το οποίο ζούσε στην Ήπειρο και μετανάστευσε στην Φθία, πριν τον Τρωϊκό πόλεμο (άλλοι το θεωρούν γλωσσικά συγγενικό των Δωριέων, δυτική Διάλεκτο).

Στο όλο ζήτημα της εμφάνισης του ονόματος των Ελλήνων και της επικράτησής του πάνω στα υπόλοιπα ελληνόγλωσσα φύλα, σημαντική είναι η άποψη εκείνων που παρατήρησαν, πολύ σωστά, ότι το όνομα συνδέεται με την "Αμφικτυονία των Δελφων", δηλαδή την ένωση των ελληνικών πόλεων γύρω από το Δελφικό ιερό.

Είναι γεγονός ότι οι συνασπισμένοι λαοί σε μια πολιτικό- θρησκευτική ένωση, μόνο αυτοί ονομάζονταν "Έλληνες" και πραγματικά μόνο αυτοί είχαν το δικαίωμα να συμμετάσχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες και να δέχονται την διαιτησία των Ελλανοδικών (δωρικά) ή των Ελληνοδικών (Ιωνικά).

Όσοι λοιπόν συμμετείχαν στους Ολυμπιακούς αγώνες, ονομάζονταν "Έλληνες" όπως π.χ. οι Σπαρτιάτες, ενώ οι Αθηναίοι που δεν συμμετείχαν αρχικά δεν ονομάζονται Έλληνες, ούτε στα χρόνια του Σόλωνα, αλλά θα ονομαστούν Έλληνες μετέπειτα.

Η συγκεκριμένη άποψη η οποία αποτελεί μια ιστορική θεώρηση, επιβεβαιώνεται από την περίπτωση των Μακεδόνων, οι οποίοι όταν επί βασιλείας του Φιλίππου του Β΄ έγιναν μέλη της Δελφικής Αμφικτυονίας, τότε ονομάστηκαν "Έλληνες", ενώ παλαιότερα ήταν απλά "Φιλέλληνες".

Η πρώτη καταγεγραμμένη χρήση του ονόματος, "Έλληνες" ως εθνωνύμιο, που καλύπτει όλους, βρίσκεται στο επίγραμμα του Αρκάδα αυλωδού Εχέμβροτου, όταν αυτός νίκησε το έτος 584 π.Χ ( 48/3 Ολυμπιάδα) στους αγώνες "των Αμφικτυόνων" με τα "μέλη" (μουσική) και "τα προς τους Έλληνας Ελεγεία ".

Η άποψη ότι η ονομασία προήλθε από τις πολιτικό - θρησκευτικές ενώσεις, που ονομαζόντουσαν αμφικτυονίες και αναπτύχθηκαν αργότερα στην περιοχή, μπορεί πράγματι να δώσει μια λογική ερμηνεία, τόσο στην παρουσία, όσο και στην επικράτηση του ονόματος, εάν πράγματι μνημονεύεται και στους μύθους μια πρώτη έννοια ονόματος που να τεκμηριώνει κάτι τέτοιο.

Αν λάβουμε υπόψη την αναφορά του μύθου για τον Αμφικτύονα, τον αδελφό του Έλληνα, που βασίλεψε στις Θερμοπύλες και στην Αθήνα, διαπιστώνουμε ότι η συγκεκριμένη ονομασία μας αποτυπώνει, "λεκτικά" τον θεσμό, ή πιθανόν τον εισηγητή, ενώ η θέση του προσώπου στον μύθο, ο οποίος είναι ο αδελφός του Έλληνα, συνδέει (χρονικά) και έμμεσα αναμεταξύ τους (φυλετικά) τους συμμετέχοντες στον θεσμό (είναι συγγενείς).

Η Πυλαία αμφικτυονία, γύρω από το ιερό της Δήμητρας και η Δελφική (που έγινε αιτία σημαντικών πολέμων) αποτελούν μια περίτρανη απόδειξη για την σημασία που είχε ο θεσμός για τους Έλληνες, επίσης ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η διαπίστωση ότι το όνομα των Δελφών προέρχεται από κοινή ρίζα με τις λέξεις: δελφύς, δελφίς, αδελφός (αφού δελφύς σημαίνει μήτρα), και η χρήση στον πληθυντικό Δελφοί ίσως σημαίνει "αδελφότητα" την ένωση "αδελφικών" (συγγενικών) φύλων.

Τι μπορεί να τους ένωσε λοιπόν; Μόνο η συγγένεια, ο χώρος, το ιερό, κάποια κοινή λατρεία, ή ο τρόπος λατρείας;

Μήπως η λέξη "Δελφοί" τα λέει όλα, διότι σημαίνει τον "ιερό χώρο", την κοινή μήτρα (περιοχή) ανάπτυξης των Ελλήνων;

Ο μύθος αναφέρει ότι η κιβωτός σταμάτησε στον Παρνασσό και εκεί αναπτύχθηκαν ξανά οι άνθρωποι (φυλές) και σίγουρα εκεί κοντά οργανώθηκαν και οι λατρείες που αφορούσαν κάποιους θεούς ή κάποια ζωογόνο δύναμη.

Την υπόθεση αυτή ενισχύει ο επώνυμος ήρωας των Δελφών, ο Δελφός που φέρεται να είναι γιος της κόρης του Δευκαλίωνα, Μελανθώς, η οποία τον απέκτησε με τον Ποσειδώνα, που ενώθηκε μαζί της με την μορφή δελφινιού (κατά άλλη παράδοση γιός της Θυίας, της άλλης κόρης του Δευκαλίωνα).

Αυτό που δυσκολεύει μια τέτοια θεώρηση άμεσης σύνδεσης των γηγενών γύρω από το ιερό, είναι ο ομηρικός Ύμνος στον Απόλλωνα17 ο οποίος μας πληροφορεί πως οι πρώτοι υπηρέτες - ιερείς του ναού ήταν Κρήτες, το πλήρωμα ενός πλοίου που ο ίδιος ο Απόλλωνας το έφερε στην Κρίσσα καθοδηγώντας το μ' ένα δελφίνι, (όμως δελφίς < δελφίνι) σκοπεύοντας έτσι να τους παραδώσει το πλούσιο ιερό του να το υπηρετούν.

Στην συγκεκριμένη θεώρηση αναγκαστικά μπλέκεται και ο Όμηρος ο οποίος στην Ιλιάδα δεν μνημονεύει τις αμφικτυονίες (κατάλογος νεών) ούτε τους Δελφούς, εκτός αν οι "Πανέλληνές" του είναι οι αμφικτύονες, κάτι που πιθανόν να το εννοεί ακριβώς έτσι και ο μεταγενέστερος Ησίοδος στους δικούς του "Πανέλληνες".

Για τον Όμηρο υπάρχει περιοχή Ελλάδα, που πιθανόν να την επεκτείνει μέχρι την Βοιωτία και λαός "Έλληνες" που μένει κοντά στον Σπερχειό με βασιλιά τον Αχιλλέα.

Η άποψη βέβαια ότι υπήρξε περικέντρωση των γειτονικών φυλετικών ομάδων γύρω από ένα ιερό είναι αρκετά λογική εκτίμηση, έχει ιστορικές ρίζες στην περιοχή και απήχηση στους μύθους, το ερώτημα που μπορεί να τεθεί είναι: αμφικτυονία ναι, αλλά γύρω από ποιο ιερό και ποια λατρεία;

Β) Η ετυμολογία

Οι λέξεις "Ελλάς" και "Έλλην" βρέθηκαν συχνά στο επίκεντρο της έρευνας και η προσπάθεια ετυμολόγησής τους, δημιούργησε γύρω τους μια αρκετά μεγάλη "φιλολογία εικασιών" είτε για την προέλευση των λέξεων είτε για το νόημά τους.

Η σύγχυση είναι αναπόφευκτη διότι πολλές ελληνικές λέξεις, δημιουργούν αυτήν την αίσθηση, ότι πράγματι βρίσκονται κοντά στην σημασία των ονομάτων "Ελλάς - Έλλην":

  • Ελλός - Έλλοψ = ο άφωνος, ο άλαλος.
  • Ελλοί (κατά τον Πίνδαρο), Σελλοί (κατά τον Όμηρο) = οι ιερείς της Δωδώνης.
  • Ελλοπία - Έλλοπες = η χώρα και οι κάτοικοι της Δωδώνης.
  • Σελήνη - Σέλας = το φως, ο φωτεινός, η Σελήνη (έχουν κοινή ρίζα με την είλη, ήλιος)
  • Ελάνη-Ελήνη,Ελένη = η λαμπάδα, φως (το κύριο όνομα Ελένη- Έλενος εκ του αιρώ).
  • Έλλη = η κόρη του Αθάμαντα, (ενδεχομένως και σεληνιακή θεότητα ).
  • Ελλά (Δωρικά) = ο θείος θρόνος, η ιερή πέτρα…
  • Ο μεγάλος φιλόλογος Wilamowitz εισηγείται ότι ρίζα του ονόματος “Έλλην" είναι το "σάλ" και κατ' επέκταση το ρήμα "σελλίζω" (ψελλίζω) που σημαίνει προσεύχομαι (Σελλοί οι ιερείς στην Δωδώνη) είναι όμως αστήρικτο.
  • Το ίδιο αστήρικτη είναι και η ετυμολόγηση κοντά στην ρίζα "σελ" απ' όπου προέρχονται οι λέξεις Σέλας, Σελήνη, Ελάνη (Ελήνη) με την έννοια "φωτεινός" ετυμολογία που εισηγείται και ο Κούρτιος, η λέξη Ελλάς όμως έχει δύο "λ".
  • Η ετυμολόγηση με βάση το επίθετο ελλός (- έλλοψ - Ελλοπία), αποδεικνύεται και αυτή αστήρικτη διότι το ελλός παίρνει ψιλή, ενώ το ίδιο αστήρικτη είναι και η ετυμολόγηση από το την λέξη έλος = βάλτος (ένα "λ").
  • Άλλοι ετυμολογούν την λέξη Ελλάς κοντά στην ρίζα "σελ" που σημαίνει "ξερός", "ξεραίνω" π.χ. Σελινούς και άλλοι κοντά στην ρίζα "ελλ" που σημαίνει ορεινός, χωρίς να μπορούν να στηρίξουν τις απόψεις τους.

Όπως έχει ήδη επεσημανθεί είναι δύσκολο να εντοπίσουμε αν προηγήθηκε χρονικά η λέξη "Ελλάς", (το τοπωνύμιο) και συνεπώς η ονομασία του τόπου, από την οποία κατόπιν προέκυψε το όνομα των κατοίκων της (που ονομάστηκαν "Έλληνες").

Είναι γεγονός ότι ο κάτοικος της Ελλάδος (η "Ελλάς" στην γενική της Ελλάδος) θα έπρεπε να ονομαστεί "Ελλαδικός" σύμφωνα με την κλίση του ονόματος και όχι "Έλλην", ενώ το αντίθετο εντοπίζεται σε ελληνικά κείμενα, από το όνομα "Έλλην" προέκυψε τοπωνύμιο, η λέξη Ελλανία (= η Ελλάς18) που σημαίνει Ελλάς.

Αυτή η γραμματική ασυμφωνία μας υποδεικνύει ότι δεν πρέπει τόσο εύκολα ν' απορρίπτουμε τους μύθους (τον γνωστό φυλετικό μύθο), στους οποίους προηγείται χρονικά, ο μετα- κατακλυσμιαίος βασιλιάς Έλλην και ακολουθούν οι απόγονοι του, (οι γιοι του) που από αυτόν ονομάστηκαν Έλληνες και πιθανόν η περιοχή που έζησαν "Ελλάς", εκδοχή που συνάδει και με άλλους θεσσαλικούς μύθους αφού ο γιος του Φθίου, ο Έλληνας, φέρεται να είναι αυτός που ίδρυσε μια πόλη που την ονόμασε "Ελλάς".

Εάν δεχτούμε λοιπόν ότι το κύριο όνομα "Έλλην" προηγείται χρονικά, διότι δόθηκε σε κάποιους πανάρχαιους χρόνους, τότε είναι πολύ λογικό να δεχτούμε ότι στις επόμενες γενιές υπήρξε επανάληψή του, όπως συνέβη για παράδειγμα με τον γιο του Φθίου (Έλλην), ενώ το ίδιο όνομα δόθηκε και στις πριγκίπισσες των βασιλικών οίκων, αφού σύμφωνα με τους μύθους ο εγγονός του Έλληνα, ο Αθάμας ονομάζει την κόρη του Έλλη!

Όσον αφορά την συνήθεια να δίνεται το όνομα του οικιστή, παρεφθαρμένο, σε μια νέα πόλη, όπως συχνά αναφέρουν και οι μύθοι, αυτό δεν αποτελεί κάποιο μυθικό παράδοξο, αν σκεφτούμε ότι στην Κύπρο κατά τους ιστορικούς χρόνους, ο γνωστός Αθηναίος νομοθέτης, ο Σόλωνας, έδωσε το όνομά του στην πόλη Σόλους19.

Με διαπιστωμένη την ηρωολατρεία κατά τους ιστορικούς χρόνους (π.χ Οδυσσέας, Αχιλλέας, Ελένη λατρεύτηκαν) δεν αποκλείεται η συνήθεια αυτή ν' απηχεί παλαιότερους πρακτικές λατρείας και να προέρχεται από τους μυκηναϊκούς χρόνους Συνεπώς εάν οι παλαιότερες μυθολογικές μορφές - πρόγονοι λατρεύτηκαν, είναι πολύ πιθανό ότι υπήρξε κάποιο "ιερό" ή "τέμενος" και γι' αυτά τα πρόσωπα, τον Έλληνα (Έλλην) ή την Έλλη.

Σ' αυτή την περίπτωση η μεταφορά του ονόματος είναι δεδομένη, δηλαδή το κύριο όνομα (Έλλην - Έλλη) μεταφέρθηκε διαδοχικά στο κτίσμα, στο ιερό του (Ελλήνιον - Ελλάνιον) και από το κτίσμα η ονομασία να μεταφέρθηκε στον γύρω χώρο (ονομάστηκε με την ίδια ονομασία ο γύρω χώρος, από το Έλλη/α - Ελλάς).

Συγγενική είναι η προσπάθεια ερμηνείας του ονόματος "Ελλάς" από τον Αντώνιο Χατζή20 ο οποίος αναφέρει ότι το όνομα προήλθε από την πόλη "Έλλα" ή "Έλλη", ή έστω το ιερό της θεάς Έλλης, που υπήρχε κοντά στον ποταμό Σπερχειό, που και εκείνος (ή ένα μέρος της ροής του) έφερε όνομα Ελλάς.

Συνεπώς από την λέξη "Έλλη" (ή Έλλα) παράγεται η λέξη "Έλλην" που δηλώνει τον κάτοικο της πόλεως "Έλλης" και από την ίδια λέξη, την "Έλλη" παράγεται η λέξη "Ελλάς" που ήταν επίθετο το οποίο συνόδευε το ουσιαστικό "ροή" που σημαίνει τον ρου, τον ποταμό (ελλάς ροή).

Πολλοί αρνούνται την ύπαρξη πόλης ή ιερού της Έλλης, το οποίο άλλωστε ούτε καταμαρτυρείται ούτε βρέθηκε ποτέ, όμως το ότι δεν βρέθηκε ακόμη κάποιο ιερό κοντά στον Σπερχειό αυτό δεν σημαίνει ότι ποτέ δεν υπήρξε.

Ο Χατζής μάλιστα υποστηρίζει εύστοχα ότι και τα "Δαρδανέλια" στην Μικρά Ασία, πήραν την ονομασία τους από την πόλη "Έλλη" που υπήρχε εκεί στην Μικρασιατική ακτή και την πόλη "Δάρδανο" που υπήρχε στην απέναντι πλευρά της Θράκης (Δάρδανος + Έλλη). Η δε πόλη "Έλλη" ονομάστηκε έτσι από τον ναό της μυθολογικής Έλλης, που υπήρχε εκεί.

Πιστεύω λοιπόν ότι για να γίνει σωστή προσέγγιση στο ζήτημα (και ετυμολόγηση) επιβάλλεται να μην αγνοηθούν κάποια δεδομένα που συντηρούνται μεγαλοφώνως στους μύθους, όπως: η ονομασία της Έλλης, η σχέση της με το γενεαλογικό δένδρο των Ελλήνων (δισεγγονή του Έλληνα), η περιοχή που έζησε, η Βοιωτία (η οποία άλλωστε μνημονεύεται έμμεσα, ως Ελλάδα και από τον Όμηρο) και το γεγονός ότι ως πρόσωπο συνδέεται με τελετουργίες (την θυσία) για την ευφορία στην περιοχή.

Η δισεγγονή του Έλληνα, η "Έλλη" κατά τους μύθους, είναι η κόρη του Αθάμα, (Βοιωτία) από τον πρώτο γάμο του με την Νεφέλη. Όταν όμως ο Αθάμας παντρεύτηκε την Ινώ, την κόρη του Κάδμου, εκείνη παγίδεψε τα δύο αδέλφια τον Φρίξο και την Έλλη και με πρόσχημα μια ψεύτικη αφορία, αφού δωροδόκησε το μαντείο των Δελφών για να εκδώσει χρησμό, ο θεός προφήτευσε την θυσία του Φρίξου. Η μητέρα τους, για να σώσει τα δύο παιδιά, έστειλε ένα φτερωτό κριάρι και κατά την πορεία της διαφυγής η Έλλη έπεσε στην θάλασσα και πνίγηκε20.

Ο μύθος λοιπόν δεν πιστοποιεί απλά την θέση της Έλλης στο γενεαλογικό δένδρο το Ελλήνων, αλλά καταγράφει και κάποιες αιματηρές τελετουργίες προς χάρη της ευφορίας και της γονιμότητας, τις οποίες μάλιστα προωθούν κάποια μέλη επιφανών βασιλικών οίκων (π.χ.η Ινώ, του Κάδμου), εξαναγκάζοντας τα υποψήφια θύματα έντρομα να εγκαταλείπουν την χώρα.

Η Ινώ πράγματι αποτελεί μια αινιγματική μορφή, όχι μόνο διότι συνδέεται με την ακραία τελετουργία της ανθρωποθυσίας, αλλά διότι η δράση της συνδέεται με θεότητες που επιβλήθηκαν αιματηρά (Διόνυσος), αφού αυτή διέσωσε τον θεό Διόνυσο (από την νεκρή αδελφή της) μάλιστα η ίδια διαπράττει αποτρόπαιο φόνο, όταν ο Αθάμας, τρελός, σκότωσε τον γιό τους Λέαρχο, αυτή σκοτώνει τον άλλο τους γιο τον Μελικέρτη (σ' ένα λέβητα με ζεστό νερό) και τελικά ρίχνεται στη θάλασσα όπου μεταμορφώνεται σε θεά Νηρηίδα, Λευκοθέα και ο γιος της γίνεται ο Παλαίμων 21 (ανάλογη περίπτωση Θέτιδας;)

Αυτές οι σκοτεινές παραδόσεις που αναφέρονται σε τελετουργίες με στόχο την γονιμότητα και έχουν ως υποψήφια θύματα πρίγκιπες, δεν φαίνεται ν' αποτελούν ασήμαντες παραδόσεις, που συνδέονται με τα πρώτα ελληνικά φύλα στην περιοχή, ούτε είναι αποκυήματα της αχαλίνωτης φαντασίας των αρχαίων μυθοπλαστών διότι μια αναφορά του Ηροδότου για την πόλη Άλο, κατά τους ιστορικούς χρόνους προκαλεί έκπληξη.

Γράφει λοιπόν ο μεγάλος ιστορικός:

"Όταν ο Ξέρξης έφτασε στην Άλο της Αχαΐας (Θεσσαλία) οι οδηγοί του αφηγούνταν μια παράδοση που αναφέρεται στο ναό του Λαφυστίου Διός, πως ο Αθάμας, ο γιος του Αιόλου, σχεδίασε με δόλο τον φόνο του Φρίξου σε συνενόηση με την Ινώ και πως οι Αχαιοί αργότερα ύστερα από χρησμό υποβάλλουν τους απογόνους του σε δοκιμασίες σαν κι αυτές: απαγορεύουν στον πιο ηλικιωμένο της οικογένειας αυτής την είσοδο στο οίκημα που οι Έλληνες λένε πρυτανείο (και οι Αχαιοί λήιτον) κι επιτηρούν την είσοδο και αν εκείνος μπει μέσα, δεν του επιτρέπουν να βγει παρά μόνο όταν έρθει η ώρα να τον σφάξουν για θυσία. Λένε επίσης πως μετά από αυτά πολλοί από εκείνους που ζούσαν με την αγωνία να θυσιαστούν φοβισμένοι απέδρασαν σ' άλλη χώρα, κι αφού περάσει καιρός, όταν γυρίζουν πίσω στην πόλη τους, αν συλληφθούν να μπαίνουν στο πρυτανείο, περιέγραφαν οι οδηγοί, θυσιάζονται με τον ακόλουθο τρόπο, έχοντας το σώμα ολόκληρο σκεπασμένο με στεφάνια και με συνοδεία επίσημης πομπής.

"Τα παθαίνουν αυτά οι απόγονοι του Κυτισσώρου, γιου Φρίξου για τον εξής λόγο: Οι Αχαιοί παρακινημένοι από χρησμό κρατούσαν σαν εξιλαστήριο θύμα τον Αθάμαντα, τον γιο του Αιόλου και ήταν έτοιμοι να τον θυσιάσουν όταν ήρθε από την Αία, της Κολχίδας ο Κυτισσώρος (ο γιος του Φρίξου) και τον έσωσε, όμως μ' αυτή του την πράξη έριξε τους απογόνους του (Φρίξου) στην οργή του θεού….22"

Η Άλος βέβαια που αναφέρεται εδώ είναι η θεσσαλική, όμως η ομώνυμη πολιτεία αποδίδεται από τον Όμηρο σταθερά στον Αχιλλέα και στους Μυρμιδόνες - Έλληνες (Άλος και Αλόπη) και ο ποιητής δεν μνημονεύει καμιά άλλη Άλο εκεί κοντά, ούτε στους Λοκρούς ούτε στους Φθίους.

Το όνομα της πόλης είναι ικανό να δημιουργήσει συνειρμούς, διότι μέσω του ιδρυτή (Αθάμα) μεταφέρει την παράδοση σε κάποιες άλλες ομώνυμες περιοχές ή πόλεις (Άλους), που πιθανόν να συνδέθηκαν στενά με την συγκεκριμένη παράδοση, ίσως οι κάτοικοι της θεσσαλικής Άλου να προέρχονται από την κατ' εξοχή Άλο του Ομήρου, από την οποία λόγω μετεγκαταστάσης προήλθαν πιθανόν οι κάτοικοι της θεσσαλικής Άλου.

Μπορεί επίσης οι αρχικοί μύθοι για την Έλλη να είναι βοιωτικοί, όμως τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα είναι οι γνωστοί απόγονοι των Ελλήνων γεναρχών, των βασιλικών οίκων που έχουν άμεση καταγωγή στον Έλληνα, έτσι συνδέονται πολλές τοποθεσίες αναμεταξύ τους από την Ιωλκό έως την Βοιωτία σε μια κοινή παράδοση.

Εντύπωση μας κάνει το πόσο ισχυρή είναι η παράδοση που αναφέρει ο Ηρόδοτος στα χρόνια του, διότι όπως ξεκάθαρα υποστηρίζει ο ιστορικός η παράδοση της ανθρωποθυσίας έχει μακρινή χρονική αφετηρία, προτρωική, αφού ως αιτιολογία μνημονεύεται ο Φρίξος και η παγίδευσή του, συνεπώς οι τελετουργίες που αφορούσαν αρχέγονες πρακτικές ανθρωποθυσιών προς χάρη της ευφορίας και της ευυδρίας.

Είναι περίπου βέβαιο ότι οι πληθυσμοί σ' όλη αυτή την γεωγραφική ζώνη μέχρι την Βοιωτία, έχουν κοινά σημεία αναφοράς, γενάρχες, λατρείες, κοινή παράδοση, πρόσωπα διοίκησης και όπως είναι πιθανόν τα ονόματα και τα τοπωνύμια εκεί αποκτούν μια συχνότητα εμφάνισης και η χρήση τους ένα κοινό νόημα.

Εκείνο όμως που δεν πρέπει να μας διαφύγει διότι αποτελεί στοιχείο εντυπωσιακό (και μια παράμετρος που μπορεί να βοηθήσει στην ετυμολογία) είναι το "νόημα" που έχουν τα κύρια ελληνικά ονόματα των γεναρχών.

Οι πρώτες συλλογικές ονομασίες των ελληνόγλωσσων φύλων "Αχαιοί ή Δαναοί" που χρησιμοποιεί ο Όμηρος και οι οποίες, όπως όλα βεβαιώνουν, αποτελούν παράλληλες στον όρο "Έλληνες", προέρχονται, ως ελληνικές λέξεις, από ρίζες που σημαίνουν "νερό".

Έτσι:

  • Ο γενάρχης Δευκαλίων, από το δευ, του ρήματος δεύω που σημαίνει βρέχω.
  • Ο Αχαιός, ο εγγονός του, από το akw=νερό, ενώ το ίδιο το όνομα δινόταν και σε ποταμούς, υπήρχε ο "Αχαιούς" ποταμός και μια πηγή "Αχαΐα".
  • Ο Δαναός (Δαναοί), από την ινδοευρωπαϊκή ρίζα "danu" που σημαίνει νερό, μάλιστα συναντάται στα ονόματα πολλών ποταμών π.χ. Απιδανός, Δάνουβις (=Δούναβης), Ιάρδανος, Δάναστρης, Ροδανός.
  • Ο Ίωνας, από την ινδοευρωπαϊκή ρίζα is που σημαίνει θεραπεία, ορμή, όμως με την ίδια λέξη "Ίων" ονομάστηκε και ο ποταμός Αλφειός, στην Πελοπόννησο, αλλά και στην Θεσσαλία ένας παραπόταμος του Πηνειού (ο Ίων).

Σχέση όμως με το νερό έχει και το όνομα του επίσημου βασιλιά των Ελλήνων που συναντάμε στον Όμηρο, του Αχιλλέα το οποίο παράγεται από την ίδια ρίζα με την λέξη Αχαιός το akw= νερό, ενώ και ο ίδιος λατρεύτηκε και ως "Ποντάρχης" θεότητα των υδάτων.

Πέραν αυτού, εντυπωσιακή είναι η σχέση της βασιλικής γενιάς των Ελλήνων / Μυρμιδόνων της Ιλιάδας με το νερό και τις Νηρηίδες, αφού ο Αιακός είναι ο γιός του ποταμού Ασωπού, παντρεύεται την Ψαμάνθη (Νηρηίδα) και ο γιος του Πηλέας την Θέτιδα (Νηρηίδα)! (και ο Αχιλλέας θεότητα των υδάτων).

Θα μπορούσε λοιπόν με την ονομασία "Έλλην / Ελλάς" πράγματι να ονομασθεί κάποιος ποταμός και αυτός όπως όλα δείχνουν ήταν ο Σπερχειός ο οποίος φέρει αυτό το όνομα διαπιστωμένα μετά την αρχαιότητα…

Πολλά, λοιπόν, από τα ελληνικά μυθικά ονόματα των γεναρχών έχουν νοηματική σύνδεση με το νερό, η οποία δεν χάνεται από γενιά σε γενιά: Δευκαλίων - Έλλην- Αχαιός, (Δαναοί), Ίωνες…

Μια άλλη παρατήρηση αφορά ονόματα από τον μύθο του κατακλυσμού, τα οποία ενώ απηχούν κάποιο χρόνο πανάρχαιο, εντούροις παράγονται με έναν τρόπο αρκετά "ελληνικό".

Τα ονόματα αυτά, κατά περίεργο τρόπο είναι νοηματικά και σύνθετα όπως συνήθως συμβαίνει με τα μεταγενέστερα ελληνικά ονόματα (π.χ. Δημοσθένης, Αριστογείτων...) κάτι που σημαίνει ότι δηλώνουν ξεκάθαρα ένα νόημα (είτε αποτελούν την μετάφραση ξενόγλωσσων ονομάτων στην ελληνική).

Ο Δευκαλίων, προέρχεται από το ρήμα δεύω= βρέχω, μουσκεύω, υγραίνω, έτσι από το θέμα "δευ" 23 (ή την λέξη δευκός= ο γλυκής + την λέξη άλιος<αλς).

Η Πύρρα σημαίνει η "κοκκινόξανθη", ενώ Πύρρα ονομάστηκε και ο Αχιλλέας στην Σκύρο, και με την ίδια ονομασία "Πύρρος" ο γιος του ο Νεοπτόλεμος.

Ο Αμφικτύων, προέρχεται από το "αμφί" και το ρήμα "κτίζω" που σημαίνει συνοικίζω χώρα, ιδρύω πόλη, όμως εκ του κτίζω προέρχεται και η λέξη κτοίνη = ο δήμος, άραγε ο Αμφικτύων είναι αυτός που ιδρύει δήμους κάνοντας συνοίκιση γύρω από κάποιο μέρος (ιερό;).

Η Πρωτογένεια, προέρχεται από το αριθμητικό "πρώτος" και την λέξη "γένος" και σημαίνει η πρωτογεννημένη.

Ο Έλλην έχει πιθανόν σύνθετο όνομα και το νόημά της λέξης προέκυψε από την ιαπετική ρίζα «fελ», ρίζα του ρήματος «είλω» και «ειλέω», που δηλώνει ανάμεσα στ’ άλλα (συμπίεση, συσσώρευση, περιστροφή <έλιξ…) και συγκέντρωση. Από το ίδιο ρήμα προέρχεται η λέξη «ελλεδανός» που σημαίνει «δεσμός» και στην συγκεκριμένη περίπτωση ως συνθετικό θα μπορούσε να παραπέμπει σε κάθε κοινό δεσμό αδελφών πόλεων, της μητρικής γης («δελφίς», εθνικής μήτρας), συνεπώς από το «ελ» (= συσσώρευση) και τη λέξη «λάας/λας (= λίθος – λαός)» προήλθε αρχικά λέξη «έλλα» για να δηλώσει μια περιοχή, κοντά στον Σπερχειό, που ήταν «χώρος συγκέντρωσης των ομομήτριων λαών».

Ο χώρος αυτός απετέλεσε πιθανόν λατρευτικό και διοικητικό κέντρο παραποτάμιο, αλλά όχι παρόχθιο, που σταδιακά εξελίχτηκε σε πόλισμα και έδρα του βασιλιά (ή της αμφικτιονικής αρχής). Αυτή η πόλη ονομάστηκε «Έλλα» και η ονομασία αποτύπωνε το κέντρο της πρώτης αρχέγονης «αμφικτιονίας» των Ελλήνων, όπου η κοινή λατρεία αφορούσε ιεροπραξίες για την γονιμότητα και την ευυδρία των παροικούντων κοντά στον ποταμό.

Σταδιακά όλη η περιοχή ονομάστηκε «Ελλάς» και οι συμμετέχοντες στις κοινές λατρείες Έλληνες, ενώ ο βασιλιάς - τελεστής που σύναζε τους ομοφύλους ήταν ο «Έλλην».

Η λέξη εμπλουτίστηκε και μ’ άλλες σημασίες γι' αυτό και ο ποταμός Σπερχειός ή ένα μέρος της ροής, ονομάστηκε αργότερα Ελλάς.

Εάν λοιπόν οργανώσουμε τα σημεία που εντοπίσαμε στον μακρύ δρόμο της έρευνας διαπιστώνουμε ότι:

1.Υπήρξε προκατακλυσμιαίο όνομα ή έστω προμυκηναϊκό των Ελλήνων που ίσως ήταν "Γραικοί", διότι ο Γραικός ήταν ο γιός της Πανδώρας αδελφής του Έλληνα κατά τον Ησίοδο, και πιθανόν στην αρχή επικράτησαν ως ισχυρότεροι αυτοί, (όμως η γνωστή Πανδώρα;), αλλάζει όμως κατά την περίοδο σημαντικών γεωλογικών μεταβολών και της σημαντικής ελάττωσης του πληθυσμού.

2.Ο Δευκαλίων δεν έδωσε το όνομά του στους απογόνους λαούς (Δευκαλίωνες), αν και υπήρξε "δημιουργός" τους και ο πατριάρχης, αλλά ούτε ο Αμφικτύων, ούτε η Πρωτογένεια, αλλά μόνο ο Έλλην, που σημαίνει ότι μόνο το 1/3 (ή το 1/4) των απογόνων του υπήρξαν οι Έλληνες, οι άλλοι ήταν Λοκροί και Βοιωτοί (Γραικοί), γι' αυτό το όνομα άργησε να εξαπλωθεί.

3.Υπήρξαν όμως όλοι Αμφικτύονες, γείτονες και συγκάτοικοι της μήτρας γης κατά τον μύθο με τις πέτρες (λαας) του Δευκαλίωνα ή μια πόλης συνάθροισης και ενός ιερού, της γονιμότητας, και της ευυδρίας κοντά στον Σπερχειό που λεγόταν Ελλάς.

4. Η πόλη Έλλα, που δημιουργήθηκε ήταν διοικητικό κέντρο μια περιοχή όπου υπήρχε χώρος αρχέγονων τελετουργιών .Οι τελετές ίσως συνδέονται με τις αναφερόμενες στη Άλο αιματηρές θυσίες και είχαν χαρακτήρα γονιμότητας και φυλετικό για (δεσμοί συγγένειας και ευφορίας, ίσως αφορούσαν την Έλλη…).

Συνεπώς ο μόνος βασιλιάς που σχετίζεται άμεσα (καταγωγή) με περιοχή που αποδεδειγμένα ονομάζεται "Ελλάς" και λαό που αποδεδειγμένα ονομάζεται "Έλληνες" είναι ο Αχιλλέας, αυτός εκπροσωπεί το συγκεκριμένο φύλο πολιτικά- στρατιωτικά και γεωγραφικά.

Η σύνδεσή τους με τους Δαναούς -Αχαιούς που την μνημονεύει έμμεσα ο Όμηρος, προβάλλεται και από τοπικούς μύθους, π.χ τον Φθίο, τον επώνυμο ήρωα της περιοχής.
-------------------------
1 Απολλόδωρος Βιβλιοθήκη 1.7.2,3,4…
2 Ησίοδος Ηοίαι 4 - Απολλόδωρος 1.7.2
3 Παυσανίας 2.28.6 / Πίνδαρος Πυθ.1,120
4 Διόδωρος Σικ.4, 60 . 5,80
5 Παυσανίας 1,31,3 . 2, 14, 2.2,26,1.7,1,2 …./ Στράβων 8.7.1 και9.1.18
6 Απολλόδωρος Βιβλιοθ. 3.8.1
7 Βέβαια ο τρωικός μύθος αναφέρει ότι ο Τρώας μάντης Έλενος επιβάλλει με προφητεία την έλευσή του.
8 Στην Ιλιάδα Β 681-5 λέγει:
"τώρα όσοι κατοικούσαν το Πελασγικό Άργος
και όσοι ζούσαν στην Άλο, στην Αλόπη και στην Τριχίνα
και όσοι είχαν την Φθία και την Ελλάδα με τις όμορφες γυναίκες
ονομάζονταν Μυρμιδόνες και Έλληνες και Αχαιοί…."
9 Ησίοδος "Έργα και Ημέραι" 653 στχ
10 Ησίοδος "Έργα και Ημέραι" 528στχ
11 Ησίοδος Αποσπάσματα 4
12 Θουκυδίδης Ιστορία Α 3
13 Θουκυδίδης Α.3
14 Αριστοτέλης Μετεωρολογικά Α.352
15 Ησιόδου Ηοίαι 1
16 Απολλόδωρος 1.7.3.
17 Όμηρος Ιλιάς Β - 497
17 Ομηρικός Ύμνος στον Απόλλωνα 514-526
18 Ευριπίδης Ελένη 1147στχ
19 Πλούταρχος, Σόλων 26, 2-3 ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο βασιλιάς της Κύπρου, Φιλόκυπρος άκουσε την συμβουλή του Σόλωνα ν' αλλάξει την θέση της πόλης Αιπείας και να την μεταφέρει χαμηλότερα και εκείνος τμητικά ονόμασε κατόπιν την πόλη Σόλους.
20 Χατζής "Επιστημονική Επετηρίδα Φιλοσοφικής Αθηνών" 1935-1936
20 Υγίνου. Μυθ. 3 / Ηρόδοτος 8.58
21 Υγίνου. Μυθ.2,4,5, 224 / Οβίδιος Μεταμ.4,539 / Διόδ. Σικ 4, 2
22 Ηρόδοτος 7.197
23 δεύμα = το υγρόν, ενώ ως αποθετικό το δεύομαι σημαίνει "έχω έλλειψη", "είμαι άνευ" και το επίθετο "καλός", που σημαίνει ο ωραίος, ο δίκαιος, ο λαμπρός στον συγκριτικό βαθμό ο "καλλίων" αποκτά νόημα ως ο "δίκαιος της βροχής".