Κυριακή 4 Μαΐου 2025

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

5.5.Δ. Ιστοριογραφία

«Είναι πολύ μεγάλο κακό να μην ξέρει κανείς να ξεχωρίζει την ιστορία από την ποίηση και να εισάγει στην ιστορία τα στολίδια της ποίησης: τον μύθο, το εγκώμιο και τις υπερβολές τους
Λουκιανός, Πῶς δεῖ ἱστορίαν συγγράφειν 8

Ο Λουκιανός επισημαίνει και καταδικάζει, με το δίκιο του, ένα γενικότερο φαινόμενο που εμφανίζεται ήδη στο βιογραφικό έργο του Πλουτάρχου: επιχειρώντας να ερμηνεύσουν και να νομιμοποιήσουν τη ρωμαϊκή κυριαρχία, προσπαθώντας να παρουσιάσουν σε ευνοϊκό φως τα γεγονότα της εποχής και θέλοντας να κολακέψουν τους πρωταγωνιστές τους, οι ιστορικοί της Ελληνορωμαϊκής εποχής παράβλεπαν συχνά το χρέος τους προς την αλήθεια, υιοθετούσαν, αν δεν έπλαθαν, μύθους και αναλύονταν σε υπερβολικούς επαίνους.

Σημαντικός έλληνας ιστορικός στο ξεκίνημα των ελληνορωμαϊκών χρόνων ήταν ο Νικόλαος από τη Δαμασκό (1ος π.Χ./1ος μ.Χ. αι.) σύμβουλος και διπλωματικός εκπρόσωπος του Ηρώδη του Μεγάλου, βασιλιά της Ιουδαίας. Συνεχίζοντας την παράδοση του Διόδωρου ο Νικόλαος θέλησε στο έργο του Ἱστορίαι, έργο-ποταμό, να καταγράψει την κοινή ιστορία όλων των λαών, ανατολικών και δυτικών, από τις πρώτες αρχές ως και τις μέρες του. Από τα 144 βιβλία δε σώζονται παρά λιγοστά αποσπάσματα ενσωματωμένα στα έργα νεότερων ιστορικών, όπως του Ιώσηπου και του Αππιανού, που τον αντιγράψαν. Χαμένα είναι και τα υπόλοιπα (εθνογραφικά, βιογραφικά και φιλοσοφικά) έργα του, όπως χαμένες είναι και οι τραγωδίες και οι κωμωδίες που παραδίδεται ότι είχε γράψει.

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ (1ος π.Χ./1ος μ.Χ. αι.)

Ο Διονύσιος από την Αλικαρνασσό, που τον γνωρίσαμε και ως κήρυκα του αττικισμού, δημοσίευσε και ιστορικό έργο με τίτλο Ρωμαϊκὴ ἀρχαιολογία, όπου παρουσίαζε την ιστορία της Ρώμης από τις αρχές ως τον πρώτο Καρχηδονιακό πόλεμο, αφετηρία της ιστορίας του Πολύβιου. Τα πρώτα έντεκα βιβλία έχουν σωθεί αυτούσια· από τα υπόλοιπα εννιά έχουμε μόνο επιτομές και αποσπάσματα.

Ο Διονύσιος ξεκινά από την πεποίθηση ότι και στα πολεμικά και στα ειρηνικά έργα η ρωμαϊκή ηγεμονία ξεπερνά κάθε προηγούμενη, και υπόσχεται να δείξει (α) ότι οι οικιστές της Ρώμης δεν ήταν κάποιοι «ανέστιοι και πλάνητες βάρβαροι», όπως λέγεται, αλλά Έλληνες από τους καλύτερους, και (β) ότι το μεγαλείο της δεν το χρωστά στην τύχη, όπως ισχυρίστηκαν άλλοι «κακοηθέστατοι» ιστορικοί, αλλά «στην ευσέβεια και τη δικαιοσύνη» των κατοίκων της (1.4). Για το πρώτο στηρίχτηκε σε μύθους, για το δεύτερο στην ικανότητά του να ωραιοποιεί τα δεδομένα της ρωμαϊκής ιστορίας.

Πηγές του ήταν οι προγενέστεροι Έλληνες και ρωμαίοι ιστορικοί και χρονογράφοι, γλώσσα του φυσικά η αττική διάλεκτος, πρότυπα ύφους οι ρήτορες των κλασικών χρόνων, αλλά βέβαια το αποτέλεσμα, όπως θα το περιμέναμε, είναι πολύ μέτριο.

Ο Φλάβιος Ιώσηπος (περ. 37-100 μ.Χ.) ήταν Ιουδαίος, γεννημένος από ιερατική οικογένεια στην Ιερουσαλήμ. Στην εβραϊκή εξέγερση πολέμησε τους Ρωμαίους από ηγετική θέση· πιάστηκε όμως αιχμάλωτος (69 μ.Χ.), κέρδισε στη Ρώμη την εύνοια του Βεσπασιανού, απελευθερώθηκε, παρακολούθησε από το ρωμαϊκό στρατόπεδο την πολιορκία και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και τελικά εγκαταστάθηκε στη Ρώμη ως συγγραφέας και ευνοούμενος των αυτοκρατόρων. Την περιγράφει ο ίδιος τη δράση του (κάπως αόριστα και συγκαλυμμένα) πρώτα στο έργο του Ἱστορία ἰουδαϊκοῦ πολέμου πρὸς Ρωμαίους, ύστερα και στην αυτοβιογραφία που δημοσίευσε με τον τίτλο Ἰωσήπου βίος σε μια προσπάθεια να αποδείξει με κάθε μέσο την αφοσίωσή του στη Ρώμη. Τα υπόλοιπα έργα του, η Ἰουδαϊκὴ ἀρχαιολογία, με κύρια πηγή την Παλαιά Διαθήκη, και το Περὶ ἀρχαιότητος τῶν Ἰουδαίων στόχο έχουν να παρουσιάσουν στο μορφωμένο κοινό της αυτοκρατορίας την πανάρχαιη εβραϊκή ιστορική και πολιτισμική παράδοση.

Μητρική του γλώσσα ήταν τα αραμαϊκά, και σε αυτήν έγραφε τα έργα του πριν τα μεταφράσει, όχι χωρίς συνεργάτες, στα ελληνικά. Έτσι ο λόγος του, παρ᾽ όλο τον αττικισμό και το φροντισμένο ρητορικό ύφος, δεν παύει να προδίνει την ξενική του προέλευση.

Ο Αππιανός από την Αλεξάνδρεια (περ. 90-165 μ.Χ.) ανακηρύχτηκε ρωμαίος πολίτης από τον αυτοκράτορα Αδριανό και σταδιοδρόμησε ως δημόσιος λειτουργός στη Ρώμη. Το έργο του Ρωμαϊκά, γραμμένο στην Κοινή χωρίς ιδιαίτερες λογοτεχνικές απαιτήσεις, αποτελεί εξιστόρηση της ρωμαϊκής ιστορίας από τα μυθικά χρόνια ως τις μέρες του. Σε γενικές γραμμές η αφήγηση ακολουθεί τη χρονολογική τάξη· όμως οδηγός στην οικονομία της ύλης είναι και τα διάφορα έθνη που παρουσιάζονται ένα ένα με τη σειρά της υποταγής τους στους Ρωμαίους. Οι περισσότερες πηγές του Αππιανού ήταν λατινικές, και βέβαια ο θαυμασμός του για τη Ρώμη απεριόριστος.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ (περ. 95-175 μ.Χ.)

Ο Φλάβιος Αρριανός, από τη Νικομήδεια της Βιθυνίας, σπούδασε πρώτα στην Αθήνα, ύστερα στη Νικόπολη, όπου μαθήτεψε στον Επίκτητο, γοητεύτηκε από τη φιλοσοφία του και την κατάγραψε σε δύο έργα με τίτλο Ἐπικτήτου διατριβαί και Ἐγχειρίδιον. Στη συνέχεια, ακολουθώντας την οικογενειακή του παράδοση, υπηρέτησε σε κρατικές θέσεις, συνδέθηκε φιλικά με τον αυτοκράτορα Αδριανό και τοποθετήθηκε πληρεξούσιος διοικητής της Καππαδοκίας - μεγάλη θέση. Αν και σημείωσε επιτυχίες, ιδιαίτερα στο στρατιωτικό πεδίο, όπου αναχαίτισε τους Αλανούς, εισβολείς από τον Καύκασο, σε λίγα χρόνια αποσύρθηκε, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και αφοσιώθηκε στη συγγραφή.

Από τα έργα που σχετίζονται με τη δράση του δύο, ο Περίπλους Εὐξείνου Πόντου και η Τέχνη τακτική, σώθηκαν ολόκληρα· από ένα τρίτο, την Ἀλανική, μόνο ένα απόσπασμα. Από τα έργα της ύστερης συγγραφικής περιόδου έχουν χαθεί τρεις βιογραφίες[1] και τρία μεγάλα ιστορικά έργα, τα Βιθυνιακά, τα Παρθικά και τα Μετ᾽ Ἀλέξανδρον· σώθηκαν όμως ο Κυνηγετικός, που συμπληρώνει τα Κυνηγετικά του Ξενοφώντα, η Ἀλεξάνδρου ἀνάβασις, που ιστορεί την εκστρατεία του Μεγαλέξανδρου, και η Ἰνδική, έργο εθνογραφικό, γραμμένο σε ιωνική διάλεκτο κατά το πρότυπο του Ηρόδοτου.

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη παρατηρητικότητα για να διαπιστώσουμε πόσα βιογραφικά και εργογραφικά στοιχεία συνδέουν τον Αρριανό με τον Ξενοφώντα: όπως ο Ξενοφών, έτσι και ο Αρριανός μαθήτεψε σε ένα φιλόσοφο και κατάγραψε τις απόψεις του δασκάλου του· όπως ο Ξενοφών, έτσι και ο Αρριανός πολέμησε από ηγετική θέση στη Μικρασία· όπως ο Ξενοφών, έτσι και ο Αρριανός αποσύρθηκε νωρίς από τη δράση και αφοσιώθηκε στη συγγραφή· η Ἀλεξάνδρου ἀνάβασις του Αρριανού αντιστοιχεί ως τίτλος στην Κύρου ἀνάβασις του Ξενοφώντα και ο Κυνηγετικός στα Κυνηγετικά. Οι ομοιότητες, θεληματικές και αθέλητες, είναι πραγματικά μεγάλες.

Σύγχρονος σχεδόν με τον Αρριανό ο Λουκιανός είχε διαπιστώσει ότι τα χρόνια εκείνα «δεν έμεινε άνθρωπος να μη συγγράφει ιστορία· όλοι μάς γίναν Θουκυδίδηδες και Ηρόδοτοι και Ξενοφώντες»[2] - σωστά! Όμως ας μην αδικήσουμε έναν ιστορικό που ήξερε να διαλέγει τις πηγές του, που διασταύρωνε τις πληροφορίες του και που, ιδιαίτερα στην Ἀλεξάνδρου ἀνάβασις, μας έδωσε μιαν αξιόπιστη αφήγηση της εκστρατείας - αντικειμενική, όπου προσπάθησε βέβαια να δικαιολογήσει, όχι όμως και να αποκρύψει τις σκοτεινές πλευρές του Μεγαλέξανδρου. Όσο για τη συνειδητή μίμηση του Ξενοφώντα, αυτή τον βοήθησε να ακολουθήσει τον μέσο δρόμο και να διαμορφώσει έναν αττικό λόγο απλό, στρωτό και ευκολονόητο.

Ο Δίων Κάσσιος (περ. 163-235 μ.Χ.), συμπατριώτης και συγγενής του Δίωνα του Χρυσόστομου, γεννήθηκε στη Νίκαια της Βιθυνίας. Σπούδασε στη Ρώμη και ακολουθώντας, όπως ο Αρριανός, την οικογενειακή του παράδοση, υπηρέτησε στη ρωμαϊκή διοίκηση, συνδέθηκε με τους αυτοκράτορες και έφτασε στα ύπατα αξιώματα. Ήταν πια γέρος όταν αποσύρθηκε στην πατρίδα του για να συνεχίσει το συγγραφικό του έργο. Θαυμαστής και αυτός της Ρώμης, έγραψε την ιστορία της από τις αρχές ως το 229 μ.Χ. Η Ρωμαϊκὴ ιστορία, που για να τη γράψει μας λέει ο ίδιος ότι χρειάστηκε είκοσι χρόνια, είχε 80 βιβλία, απ᾽ όπου μας σώθηκαν 24 ολόκληρα, 2 αποσπασματικά και τα υπόλοιπα σε σύνοψη. Οι περισσότερες πηγές του ήταν λατινικές, πρότυπά του στη γλώσσα και στο ύφος ο Θουκυδίδης και ο Δημοσθένης, αλλά το αποτέλεσμα, αν εξαιρέσουμε την εξιστόρηση των γεγονότων που είχε ζήσει ο ίδιος από κοντά, δεν ικανοποιεί.

Από τη Βιθυνία φαίνεται να καταγόταν και ο Ηρωδιανός (2ος/3ος μ.Χ. αι.), συγγραφέας ενός έργου με τίτλο Τῆς μετὰ Μάρκον βασιλείας ἱστορίαι, που καλύπτει την περίοδο από τον θάνατο του Μάρκου Αυρηλίου ως την ενθρόνιση του Γορδιανού (180-238 μ.Χ.). Ο Ηρωδιανός δήλωσε ότι ἐν βασιλικαῖς ἢ δημοσίαις ὑπηρεσίαις γενόμενος κατάγραψε γεγονότα που είδε και άκουσε ο ίδιος (1.2.5), και έδωσε στην αφήγησή του τη μορφή μιας σειράς από βιογραφίες όπου οι πληροφορίες για τη δράση των αυτοκρατόρων συνδυάζονται με κριτικές παρατηρήσεις για τη μόρφωση και τον χαρακτήρα τους. Αν και οι ιστορικοί έχουν επισημάνει πολλές απροσεξίες και ανακρίβειες, αν και οι φιλόλογοι δεν ενθουσιάζονται με τη γλώσσα της[3] και τον ρητορισμό της, η ιστορία του Ηρωδιανού είναι πολύτιμη, ας είναι και μόνο γιατί παρουσιάζει πρόσωπα και πράγματα μιας κινημένης εποχής, όταν στον θρόνο ανεβοκατέβαιναν αυτοκράτορες ασήμαντοι που άλλο έργο δε σώθηκε να μας τους γνωρίσει.

Ο Δέξιππος (3ος π.Χ. αι.) ήταν Αθηναίος, κατά καιρούς ιερέας, άρχων βασιλεύς, άρχων επώνυμος, στρατηγός και σωτήρας της Αθήνας, όταν την απείλησαν γερμανοί επιδρομείς. Έργα του (α) η Χρονικὴ ἱστορία, παγκόσμια, από τις αρχές ως τα χρόνια του, (β) τα Σκυθικά, για τις επιδρομές των βαρβάρων, και (γ) Τὰ μετ᾽ Ἀλέξανδρον, που έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι αποτελούσαν επιτομή του ομώνυμου έργου του Αρριανού - όλα, εκτός από λίγα αποσπάσματα, χαμένα.

Τον 3ο μ.Χ. αιώνα, ένας άγνωστός μας συγγραφέας που τον ονομάζουμε Ψευδοκαλλισθένη (θα δούμε γιατί) αποφάσισε να συνθέσει και να καταγράψει σε συνεχή διήγηση τους ποικίλους θρύλους για τον Μεγαλέξανδρο που κυκλοφορούσαν σε ολόκληρη την αυτοκρατορία και που οι ρίζες τους έφταναν πίσω στα πρώτα αλεξανδρινά χρόνια. Έτσι δημιουργήθηκε η Διήγησις τοῦ Ἀλεξάνδρου, που με διάφορους τίτλους και σε πολλές παραλλαγές και μεταφράσεις κυκλοφορούσε χειρόγραφα στα βυζαντινά χρόνια, ώσπου αργότερα να τυπωθεί και να γίνει λαϊκό ανάγνωσμα, η λεγόμενη Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου. Η Διήγησις (όπου ο Μεγαλέξανδρος παρουσιάζεται να έχει κατακτήσει, κοντά στα άλλα, τη Σικελία και να συζητά με τους ινδούς γυμνοσοφιστές) αποδόθηκε στον Καλλισθένη, τον ιστορικό του Μεγαλέξανδρου, χωρίς βέβαια να είναι δική του. Αν την αναφέρουμε εδώ είναι γιατί αποτελεί ταιριαστό σύνδεσμο ανάμεσα στην ιστορία και το μυθιστόρημα.
-----------------------
1. Ο Αρριανός είχε βιογραφήσει τον κορίνθιο στρατηγό Τιμολέοντα, που είχε δράσει στη Σικελία, τον Δίωνα, τύραννο των Συρακουσών, και έναν άγνωστό μας ληστή, τον Τιλλόροβο.

2. Πῶς δεῖ ἱστορίαν συγγράφειν 2.

3. Αναρωτιέται κανείς διαβάζοντας αν ο Ηρωδιανός, που είχε πρότυπό του τον Θουκυδίδη, ξεκίνησε να γράψει στην αττική διάλεκτο με προσμείξεις από την Κοινή, ή στην Κοινή με προσμείξεις από την αττική διάλεκτο.

Η εξοβελισμένη γοητεία του 5ου π.Χ. αιώνα

Τότε που απαγορεύτηκε ο δημόσιος γόος

Τον 5ο π.Χ. αιώνα ο Dodds (The Greeks and the Irrational) τον είπε πολιτισμό ενοχής. Μπορεί και να υπερέβαλλε. Το βέβαιο είναι ότι επρόκειτο, στην Αθήνα τουλάχιστον, για κουλτούρα άγχους –και μάλιστα άγχους απέναντι στις γυναίκες. Το πράγμα είχε αρχίσει να αχνοφαίνεται αρκετά νωρίτερα, απ’ την αυγή περίπου της μετάβασης στην εκχρηματισμένη κοινωνία και στην οργάνωση της πόλεως-κράτους, που, στην περίπτωση της Αθήνας, σημαδεύτηκε από μακράς διάρκειας βίαιες συγκρούσεις. Και δεν είναι τυχαίο ότι ο νομοθέτης, που εμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο ως μεσολαβητής για να αμβλύνει τις εντάσεις και να στρώσει τον δρόμο που –έναν αιώνα περίπου αργότερα– θα κατέληγε στη δημοκρατία, ήταν κι ο πρώτος που αντιμετώπισε τις γυναίκες με καχυποψία. Γι’ αυτόν, οι γυναίκες ήταν παράγοντες κοινωνικής ανωμαλίας.

Ο Σόλων καθιέρωσε την υπό κρατικό έλεγχο πορνεία, για να προστατεύσει τους αθηναϊκούς οίκους από τον κίνδυνο της γυναικείας μοιχείας. Και αν ο Πλούταρχος (Σόλων 21) αναφέρει τα πράγματα με ιστορική ακρίβεια, ήταν επίσης ο Σόλων αυτός που θέσπισε την πρώτη μορφή κρατικής αστυνομίας στην πόλη της Αθήνας. Επρόκειτο για τους γυναικονόμους, άρχοντες που ως αρμοδιότητα είχαν να ελέγχουν και να τιμωρούν τη γυναικεία συμπεριφορά όταν αυτή ξέφευγε απ’ τα χρηστά ήθη. Διαβάζουμε για μια σειρά σχετικών απαγορεύσεων: “Θέσπισε νόμο [ο Σόλων] που εμπόδιζε την αταξία και την ακολασία των γυναικών τόσο κατά τις εξόδους τους, όσο και στα πένθη και στις γιορτές. Γυναίκα που έβγαινε απ’ το σπίτι της δεν μπορούσε να έχει μαζί της περισσότερα από τρία ιμάτια, ούτε να μεταφέρει τροφή ή ποτό αξίας μεγαλύτερης από έναν οβολό, ούτε κοφίνι μεγαλύτερο του ενός πήχεος. Κι ούτε επιτρεπότανε να νυχτοπερπατεί, παρά, αν χρειαζόταν να μετακινηθεί τη νύχτα, μεταφερόταν με άμαξα και με το πρόσωπό της να φωτίζεται με λυχνάρι. Κι αφαίρεσε [ο Σόλων] από τις γυναίκες το δικαίωμα να ξεσκίζουν τις σάρκες τους σε κηδείες μη συγγενικών τους προσώπων και να αποδύονται σε λυγμούς και οδυρμούς. Και δεν άφηνε ούτε να θυσιάζουν βόδια στις κηδείες, ούτε να θάβουν μαζί με τους νεκρούς περισσότερα από τρία ιμάτια, κι ούτε να γυροφέρνουν σε ξένους τάφους παρά μόνον την ώρα της κηδείας.”

Έχει ενδιαφέρον η εμμονή των απαγορεύσεων στη γυναικεία συμμετοχή στις τελετές που αφορούσαν τους νεκρούς. Από τυπική άποψη, η απαγόρευση –και μάλιστα, έτσι όπως περαιτέρω ενισχύθηκε κατά την περίοδο της δημοκρατίας– ερχόταν για να εξορθολογίσει τη σχέση της πόλης με τον θάνατο. Η πραγματικότητα, βέβαια, έτσι όπως προκύπτει από τα αρχαιολογικά ευρήματα, ήταν πολύ πιο σύνθετη. Κατά τον 5ο αιώνα, τα νεκροταφεία δέχονταν (νυχτερινές;) επισκέψεις για την πραγματοποίηση τελετουργιών άσχετων με την απόδοση τιμών στους νεκρούς. Ήταν μάλλον συνηθισμένο να τους επικαλείται και να τους ‘δεσμεύει’ κανείς με επωδούς (καταδέσμους) προκειμένου να υπηρετήσει δικούς του σκοπούς όπως, για παράδειγμα, για να αδρανοποιήσει τη γλώσσα ή τα μέλη αντιπάλου σε μια δικαστική υπόθεση ή στην εκκλησία του δήμου. Με άλλα λόγια, τελετουργίες που εκτρέπονταν της ορθολογικής κανονιστικής τάξης ασκούνταν σε μεγάλη κλίμακα, ακόμη κι αν αυτό γινόταν συγκαλυμμένα. Η πόλις τις ανεχόταν όταν αυτές υπηρετούσαν το body politic, με λίγα λόγια τις δικονομικές και πολιτικές ανάγκες, την οικονομία του αντρικού σώματος.

Τα πράγματα ήταν αλλιώς με το γυναικείο σώμα. Σύμφωνα με τα παλιότερα έθιμα, η ανεξέλεγκτη συναισθηματική του φόρτιση, πτυχή της γυναικείας σεξουαλικότητας, έβρισκε διέξοδο στις κηδείες μη οικείων ή ηλικιωμένων προσώπων. Οι συγγενείς γυναίκες τελούσαν δημόσια θρῆνον. Οι μη συγγενείς γόον. Κι όπως έχει εύστοχα επισημάνει η Margaret Alexiou (The Ritual Lament in Greek Tradition), αυτός ο τελευταίος είχε συνάφεια, ετυμολογική και κυριολεκτική, με ιεροπραξίες γοητείας. Στις κηδείες το γυναικείο σώμα ξεπερνούσε τα όρια. Αφηνόταν σε πλήρη εκφραστικότητα και μάγευε με την εκστατική του φρενίτιδα, σε τελετουργικό χορό που μάλλον δεν απείχε και πολύ απ’ τις συνήθειες των μαινάδων. Λες και πρόβαλλε ως εκχυλίζουσα δύναμη της ζωής, αντίβαρο στον θάνατο. Η περίπτωση έχει συχνά διαπιστωθεί απ’ την εθνολογία. Με ακρίβεια την κατέγραφαν και παλιότεροι περιηγητές που τους απασχολούσε η επιβίωση αρχαϊκών εθίμων μέσα στο χρόνο, σαν τον T. Sandys που παρατηρούσε στα ταξίδια του στην Κρήτη: “Then the choice and prime women of the city, if the deceased were of note, do assist their obsequies, with bosoms displaid, and their hair disheveled; glad that they have the occasion to manifest their beautie, which at other times is secluded from admirers” (παρατίθεται στον R. Pashley, 1837, Travels in Crete: 182, n. 30).

Αυτά ήταν τα “γυναικώδη περί τὰ πένθη πάθη καὶ ἁμαρτήματα” (κατά τη διατύπωση του Πλούταρχου) που η δημοκρατία θέλησε να αποφύγει. Γι’ αυτό και κατηγορηματικά στέρησε απ’ τις γυναίκες την ύστατη καταφυγή που είχε απομείνει για την ιεροπρακτική και κιναισθητική τους έκφραση στον δημόσιο χώρο: τον παλλόμενο γόον τους, το ενεργά ενσώματο ξόδι τους στη δημόσια εκφορά των νεκρών. Μόνο το θέατρο μπορούσε να τον υπαινίσσεται, όπως οι Χοηφόροι του Αισχύλου που έβαλαν τον Χορό των γυναικών της Καρίας να επιδίδεται σε τελετουργικό κομμό, με στηθοκόπημα και ξέσκισμα των ρούχων και της σάρκας πάνω απ’ τον τάφο του Αγαμέμνονα. Κι όμως κι εδώ, το πράγμα ήτανε εμφανώς λειψό και σκόπιμα καλειδοσκοπημένο μέσα απ’ τα φίλτρα της πολιτικής χρηστοήθειας. Τον Χορό τον αποτελούσαν δούλες, παλιές αιχμάλωτες απ’ τον πόλεμο της Τροίας, γυναίκες της Ανατολής. Ήτανε “βάρβαρες” που προσωποποιούσαν το απόλυτο Άλλο του Αθηναίου πολίτη. Κι ακόμη πιο καίρια: ο αρχαιοπρεπής κομμός που σε τέτοια πλήρη θέα καταλάμβανε χώρο ενώπιον του αθηναϊκού κοινού δεν εκτελούνταν από γυναίκες, αλλά από άνδρες χορευτές που απλώς μιμούνταν, προσαρμόζοντας τον σπαραγμό του σώματος στη συμμετρία της όρχησής τους, στον έλεγχο της άσκησης, στη μελετημένη σοφία των στροφών και των αντιστροφών τους.

Η Ανάβαση της Ψυχής στην Θεία Πραγματικότητα: Μια Μυστική Στοχαστικότητα επί της Διδασκαλίας του Δασκάλου στους μαθητές Του

Στην ιερή διδασκαλία που εμπιστεύτηκε ο Δάσκαλος στους μαθητές Του, βρίσκουμε μια βαθιά αποκάλυψη της αληθινής φύσης της ανθρώπινης ψυχής και του αιώνιου ταξιδιού της προς την κοινωνία με το Θείο. Η ψυχή, ως ο αληθινός άνθρωπος, βρίσκεται στο επίκεντρο αυτού του μυστικού οράματος—μια λαμπερή ουσία, άπειρη και απεριόριστη, αλλά καλυμμένη από τις παροδικές ψευδαισθήσεις του σώματος και των κατώτερων ψυχο-νοητικών λειτουργιών. Το να ξυπνήσει κανείς στο θεϊκό δυναμικό της ψυχής είναι να ξεκινήσει ένα μεταμορφωτικό προσκύνημα, που οδηγεί πέρα από τις σκιές του ψευδούς εαυτού, στην φωτεινή αγκαλιά της Θείας Πραγματικότητας του Θεού. Το παρόν άρθρο εξερευνά τις μυστικές διαστάσεις της απελευθέρωσης της ψυχής, της καθάρσεώς της και της τελικής της ένωσης με το Αληθινό Φως, αντλώντας βαθιά από την εσωτερική σοφία της διδασκαλίας του Ιησού.

Η Ψυχή ως ο Αληθινός Άνθρωπος

Στον πυρήνα της διδασκαλίας του Δασκάλου βρίσκεται η αναγνώριση ότι η ψυχή είναι η αυθεντική ουσία της ανθρωπότητας. Σε αντίθεση με την εφήμερη προσωπικότητα που διαμορφώνεται από την αλληλεπίδραση του σώματος, των συναισθημάτων και των εγκόσμιων προσκολλήσεων, η ψυχή είναι αιώνια, μια σπίθα του Θείου που υπερβαίνει τους περιορισμούς της υλικής ύπαρξης. Ο ψευδής εαυτός, που κατασκευάζεται από επιθυμίες, φόβους και τον θόρυβο των αισθήσεων, δένει την ψυχή στα κατώτερα βασίλεια, θολώνοντας την άπειρη φύση της. Ωστόσο, μέσα σε κάθε έναν από εμάς κατοικεί αυτή η ιερή παρουσία—ένας απεριόριστος χώρος, απέραντος και χωρίς εμπόδια, που λαχταρά να επιστρέψει στην προέλευσή του στην Ανώτερη Πραγματικότητα.

Η ψυχή, στην αληθινή της κατάσταση, δεν περιορίζεται από τον χρόνο ή τον χώρο. Είναι μια αντανάκλαση του Θείου Νου, ένας μικρόκοσμος του απείρου που υπάρχει σε κοινωνία με την Ανώτερη Δύναμη. Η πρόσκληση του Δασκάλου στους μαθητές Του δεν ήταν απλώς να ζουν ηθικά, αλλά να ξυπνήσουν σε αυτή την εσωτερική αλήθεια, να απομακρύνουν τα στρώματα της ψευδαίσθησης που δένουν την ψυχή στο εφήμερο. Το ταξίδι της ψυχής, λοιπόν, είναι μια διαδικασία ανάμνησης—μια επιστροφή στην παρθένα κατάστασή της, όπου στέκεται γυμνή ενώπιον του Θεού, ελεύθερη από τις παραμορφώσεις του κατώτερου εαυτού.

Η Απελευθέρωση από τις Κατώτερες Λειτουργίες

Ο δρόμος προς τη θεϊκή κοινωνία ξεκινά με την απελευθέρωση από τις κατώτερες ψυχο-νοητικές λειτουργίες—εκείνες τις ικανότητες του νου και του συναισθήματος που μας αγκυροβολούν στον υλικό κόσμο. Αυτές οι λειτουργίες, αν και απαραίτητες για την πλοήγηση στην εγκόσμια ζωή, συχνά κυριαρχούν στη συνείδησή μας, δημιουργώντας μια ψευδή αίσθηση ταυτότητας που βασίζεται στο εγώ, την επιθυμία και τον φόβο. Ο Δάσκαλος δίδαξε ότι για να δει κανείς τη Βασιλεία του Θεού, πρέπει να «γεννηθεί εκ νέου», μια μυστική αναγέννηση που σηματοδοτεί την απελευθέρωση της ψυχής από αυτά τα δεσμά.

Αυτή η απελευθέρωση δεν είναι πράξη καταστροφής, αλλά καθάρσεως. Η ψυχή πρέπει να αποβάλει τις ακαθαρσίες του θυμού, της υπερηφάνειας, της λαγνείας και της προσκόλλησης, όπως ένας καθρέφτης πρέπει να καθαριστεί για να αντανακλά το φως τέλεια. Καθώς ο νους καθαρίζεται, η όρασή του ξεκαθαρίζει, και η ψυχή αρχίζει να αντιλαμβάνεται τη Θεία Πραγματικότητα που βρίσκεται πέρα από το πέπλο των αισθήσεων. Αυτή η διαδικασία είναι επίπονη, απαιτώντας πειθαρχία, προσευχή και παράδοση στην Ανώτερη Δύναμη. Ωστόσο, είναι επίσης ένα ταξίδι χάριτος, γιατί η ψυχή δεν είναι ποτέ μόνη—το Πνεύμα του Θεού την καθοδηγεί και την υποστηρίζει, ψιθυρίζοντας αλήθειες που αντηχούν στα βάθη της συνείδησης.

Μέσα σε αυτή την κάθαρση, η ψυχή ανακαλύπτει τον αληθινό της χαρακτήρα: έναν άπειρο χώρο, χωρίς εμπόδια από τα όρια του υλικού κόσμου. Γίνεται ένας ιερός χώρος όπου κατοικεί η παρουσία του Θεού, ένας ναός ζωντανού φωτός. Η διδασκαλία του Δασκάλου τονίζει ότι αυτή η μεταμόρφωση δεν προορίζεται για λίγους εκλεκτούς, αλλά είναι το δικαίωμα όλων όσων αναζητούν με ειλικρίνεια. «Μακάριοι οι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό» —μια υπόσχεση ότι η ψυχή, όταν καθαριστεί, θα αντικρίσει τη Θεία Πραγματικότητα στην πληρότητά της.

Κοινωνία με το Θείο

Καθώς η ψυχή απελευθερώνεται από τις κατώτερες λειτουργίες, εισέρχεται σε άμεση επικοινωνία με τον Θεό. Αυτή η κοινωνία δεν είναι μια μακρινή φιλοδοξία, αλλά μια οικεία πραγματικότητα, ένας διάλογος αγάπης και φωτός μεταξύ του Δημιουργού και του δημιουργήματος. Η καθαρισμένη ψυχή, σαν μια ήρεμη λίμνη που αντανακλά τον ουρανό, γίνεται δοχείο για το Θείο Πνεύμα. Εμπλουτίζεται από ψηλά, γεμίζει με τη ζωντανή ουσία του Θεού, την οποία αποκάλεσε Άγιο Πνεύμα—την πνοή της αιώνιας ζωής.

Αυτή η κοινωνία είναι η καρδιά της μυστικής ζωής. Δεν είναι απλώς μια φευγαλέα εμπειρία, αλλά μια κατάσταση ύπαρξης, όπου η ψυχή κατοικεί στον Θεό και ο Θεός στην ψυχή. Σε αυτή την ιερή ένωση, η ψυχή αντιλαμβάνεται τη Θεία Πραγματικότητα—όχι ως έννοια ή δόγμα, αλλά ως μια ζωντανή παρουσία που διαπερνά όλη την ύπαρξη. Τα αόρατα και ορατά σύμπαντα, ο φυσικός κόσμος και τα βασίλεια πέρα από αυτά, όλα περιβάλλονται από την άπειρη αγκαλιά του Θεού. Η ψυχή, πλέον συντονισμένη με αυτή την Πραγματικότητα, βλέπει τον Ήλιο της Ζωής, το Αληθινό Φως που διαλύει κάθε σκοτάδι.

Η παραβολή του Δασκάλου για τον Άσωτο Υιό προσφέρει μια μυστική αλληγορία για αυτή την επιστροφή. Η ψυχή, έχοντας περιπλανηθεί στη μακρινή χώρα της ψευδαίσθησης, ξυπνά στην αληθινή της οικία, το σπίτι του Πατέρα. Το ταξίδι της επιστροφής είναι ένα ταξίδι μετανοίας—όχι απλής λύπης, αλλά μιας στροφής του νου προς τον Θεό. Καθώς η ψυχή ευθυγραμμίζεται με τη θεϊκή της προέλευση, ντύνεται με τη χάρη, αποκαθίσταται στη δικαιωματική της θέση στη Θεία Πραγματικότητα.

Η Φυσική Κατάσταση της Ψυχής

Η τελική μοίρα της ψυχής είναι να επιστρέψει στη «φυσική της κατάσταση», ένας όρος πλούσιος σε αγιογραφικό συμβολισμό. Αυτή η κατάσταση δεν είναι στατική, αλλά προοδευτική, μια δυναμική αποκάλυψη του δυναμικού της ψυχής εντός της Θείας Πραγματικότητας. Είναι μια κατάσταση τέλειας καθαρότητας, όπου η ψυχή αντανακλά την αγιότητα του Θεού και εκπέμπει το φως Του. Σε αυτή την κατάσταση, η ψυχή αντιλαμβάνεται την Πραγματικότητα όπως πραγματικά είναι—όχι κατακερματισμένη από τις παραμορφώσεις του κατώτερου νου, αλλά ολόκληρη, αρμονική και ζωντανή με θεϊκό σκοπό.

Η φυσική κατάσταση της ψυχής είναι μια κατάσταση κοινωνίας, δημιουργικότητας και συν-δημιουργίας με τον Θεό. Είναι η κατάσταση των αγίων και των μυστών, οι οποίοι, έχοντας καθαρίσει τη συνείδησή τους, βαδίζουν στην παρουσία του Θείου. Ωστόσο, αυτή η κατάσταση δεν είναι μια απόδραση από τον κόσμο, αλλά μια βαθύτερη ενασχόληση με αυτόν. Η ψυχή, πλέον κανάλι της αγάπης του Θεού, γίνεται φως για τους άλλους, αντανακλώντας το Αληθινό Φως που αγκαλιάζει όλη τη δημιουργία.

Στη διδασκαλία του, αυτή η φυσική κατάσταση συμβολίζεται από τη Βασιλεία του Θεού—μια πραγματικότητα που είναι τόσο μέσα μας όσο και ανάμεσά μας. Το να κατοικεί κανείς σε αυτή τη Βασιλεία είναι να ζει σε ευθυγράμμιση με το Θείο Θέλημα, να βλέπει τα πάντα μέσα από τα μάτια της αιωνιότητας. Η ψυχή, στην προοδευτική της κατάσταση, γίνεται συμμέτοχος στο θεϊκό δράμα, μοιραζόμενη το έργο του Θεού για τη λύτρωση και την ανανέωση.

Η Θεία Πραγματικότητα: Η Αιώνια Αγκαλιά του Θεού

Στην καρδιά του μυστικού οράματος βρίσκεται η Θεία Πραγματικότητα—το άπειρο πέλαγος της παρουσίας του Θεού, που περιλαμβάνει όλα όσα είναι, ήταν και θα είναι ποτέ. Αυτή η Πραγματικότητα δεν είναι ένα μακρινό βασίλειο, αλλά μια πάντοτε παρούσα αλήθεια, προσβάσιμη στην ψυχή που έχει ξυπνήσει στην αληθινή της φύση. Εντός της Θείας Πραγματικότητας, η ψυχή βρίσκει την ολοκλήρωσή της, γιατί εδώ συναντά τον Θεό ως την Πηγή όλης της ζωής, τον Ήλιο της Ζωής του οποίου οι ακτίνες φωτίζουν κάθε γωνιά της ύπαρξης.

Η Θεία Πραγματικότητα είναι το σπίτι της ψυχής, το αιώνιο τώρα όπου παρελθόν, παρόν και μέλλον συγκλίνουν στην άχρονη αγάπη του Θεού. Είναι μια πραγματικότητα ενότητας, όπου τα αόρατα και ορατά βασίλεια συμφιλιώνονται, και ο φυσικός κόσμος θεωρείται ως αντανάκλαση της θεϊκής δόξας. Η ψυχή, καθαρισμένη και ενωμένη με τον Θεό, αντιλαμβάνεται αυτή την ενότητα και γίνεται συνκληρονόμος της Θείας Βασιλείας, μοιραζόμενη τη χαρά της δημιουργίας.

Συμπέρασμα: Το Αιώνιο Ταξίδι της Ψυχής

Η διδασκαλία του Ιησού προσφέρει έναν μυστικό οδικό χάρτη για την ανάβαση της ψυχής στη Θεία Πραγματικότητα. Μέσα από την κάθαρση, την απελευθέρωση και την κοινωνία, η ψυχή ξυπνά στην αληθινή της ταυτότητα ως άπειρος, απεριόριστος χώρος—ένα ιερό δοχείο για το Πνεύμα του Θεού. Αυτό το ταξίδι δεν είναι χωρίς δοκιμασίες, γιατί ο ψευδής εαυτός προσκολλάται πεισματικά στις ψευδαισθήσεις του. Ωστόσο, η υπόσχεση του Ιησού είναι σαφής: όσοι αναζητούν θα βρουν, και όσοι χτυπούν θα εισέλθουν στη Βασιλεία.

Καθώς βαδίζουμε αυτόν τον δρόμο, ας κρατήσουμε σταθερά το όραμα της μοίρας της ψυχής—μια επιστροφή στη φυσική, προοδευτική της κατάσταση, όπου κατοικεί στο Αληθινό Φως του Θεού. Ας αγωνιστούμε να καθαρίσουμε τους νόες μας, να ανοίξουμε τις καρδιές μας και να παραδοθούμε στην Ανώτερη Δύναμη που μας καλεί στο σπίτι. Γιατί στη Θεία Πραγματικότητα, δεν είμαστε απλώς πλάσματα της σκόνης, αλλά παιδιά της αιωνιότητας, αγκαλιασμένα για πάντα στην άπειρη αγάπη του Θεού.

Είθε να φέρουμε, όπως οι μαθητές παλαιότερα, αυτή την ιερή διδασκαλία στις καρδιές μας, και είθε οι ψυχές μας να ανυψωθούν για να συναντήσουν τον Ήλιο της Ζωής, λάμποντας για πάντα στη δόξα του Θείου.

Η Ανθρωπολογία της Θέωσης: Η Ανάβαση της Ψυχής στη Θεία Συνείδηση

Στις διδασκαλίες που υφάνθηκαν στον ιστό των ιερών γραφών, συναντάμε ένα βαθύ όραμα για την ανθρώπινη ψυχή—ένα όραμα που υπερβαίνει το εφήμερο και καλεί προς το αιώνιο. Αυτό το όραμα, συχνά καλυμμένο με παραβολές και μυστήριο, αποκαλύπτει την ψυχή ως την ουσιαστική φύση του ανθρώπου, μια σπίθα θείας συνείδησης που υπάρχει πέρα από τη φευγαλέα αλληλεπίδραση σώματος, νου και κόσμου. Το να εξερευνήσει κανείς την ανθρωπολογία της θέωσης—τη διαδικασία της θεϊκής γέννησης—σημαίνει να ξεκινήσει ένα μυστικό ταξίδι στην καρδιά της ύπαρξης, όπου η ψυχή ξυπνά στις άπειρες βαθύτητές της και συνειδητοποιεί την ενότητά της με το υπερβατικό.

Η Ψυχή ως Καθαρή Συνείδηση

Στον πυρήνα αυτής της διδασκαλίας βρίσκεται ένας ριζοσπαστικός επαναπροσδιορισμός της ψυχής. Η ψυχή δεν είναι απλώς η ζωοποιός δύναμη του σώματος, ούτε περιορίζεται στις ικανότητες του νου, του συναισθήματος ή της αντίληψης. Αυτά είναι μόνο σκιές που ρίχνονται από τη λαμπερή της ουσία. Η ψυχή, στην αληθινή της φύση, είναι καθαρή συνείδηση—μια φωτεινή επίγνωση που αντιλαμβάνεται τη δική της ύπαρξη χωρίς μεσολάβηση. Δεν είναι η αυτοσυνειδησία του ψυχοβιολογικού συνόλου, που προκύπτει από την προσωρινή ένωση της ψυχής με το σώμα, ούτε ο κατακερματισμένος εγωισμός που προσκολλάται σε φευγαλέες ταυτότητες. Η ψυχή είναι ο σιωπηλός μάρτυρας, ο αιώνιος γνώστης, του οποίου η ουσία προηγείται και υπερβαίνει τις παροδικές μορφές που εμψυχώνει.

Αυτή η καθαρή συνείδηση δεν δεσμεύεται από τις ιδιότητες ή τις λειτουργίες που προκύπτουν από τη σχέση της με τον υλικό κόσμο. Ο νους, με τη συνεχή του λογική· οι αισθήσεις, με το καλειδοσκόπιο των εντυπώσεών τους· τα συναισθήματα, με τις παλίρροιες της χαράς και της λύπης—όλα αυτά είναι μόνο ενδύματα που φορά η ψυχή, όχι η ουσία της. Το να συγχέει κανείς την ψυχή με αυτά είναι σαν να συγχέει τον φορέα με το ένδυμα, το άπειρο με το πεπερασμένο. Η αληθινή φύση της ψυχής βρίσκεται μόνο στον εαυτό της, στην ικανότητά της να είναι—να υπάρχει ως αυτογνωστικός τόπος θεϊκού φωτός, απαλλαγμένη από τις τυχαιότητες της ενσάρκωσης.

Η Αφύπνιση της Αυτογνωσίας

Ωστόσο, η ψυχή στην λανθάνουσα κατάστασή της συχνά παραμένει ανίδεη της δικής της μεγαλοπρέπειας. Ενσωματωμένη στους ρυθμούς του σώματος και στον θόρυβο του κόσμου, κοιμάται, ταυτιζόμενη με την κατώτερη προσωπικότητα—το εγωικό εγώ που πλοηγείται στην χρονική τάξη. Το ταξίδι της θέωσης αρχίζει με την αφύπνιση της ψυχής στην αυτογνωσία, μια στροφή προς τα μέσα που αποκαλύπτει τις δικές της βαθύτητες. Αυτή δεν είναι η γνώση που αποκτάται μέσω εξωτερικής παρατήρησης ή διανοητικής ανάλυσης, αλλά μια άμεση, χωρίς μεσολάβηση αντίληψη της ίδιας της ύπαρξης της ψυχής.

Μια πνευματική γέννηση, μια αναγέννηση που υπερβαίνει τη σάρκα και οδηγεί την ψυχή σε μια ανώτερη κατάσταση συνείδησης. Αυτή η γέννηση είναι η στιγμή που η ψυχή, μέσω της χάριτος και της ενατένισης, βλέπει τον εαυτό της όπως πραγματικά είναι—όχι ως θραύσμα του κόσμου, αλλά ως αντανάκλαση του θείου. Είναι η αφύπνιση σε αυτό που οι μυστικιστές αποκαλούν γνώση—η γνώση της καρδιάς που διαπερνά το πέπλο της ψευδαίσθησης και αποκαλύπτει την άπειρη έκταση της ψυχής.

Η αυτογνωσία, με αυτή την έννοια, δεν είναι ένα στατικό επίτευγμα αλλά μια δυναμική ανάπτυξη. Καθώς η ψυχή εξερευνά τις βαθύτητές της, ανακαλύπτει ότι η ουσία της δεν περιορίζεται στα στενά όρια της ατομικότητας. Είναι ένας απέραντος ωκεανός, που εκτείνεται στο υπερβατικό, όπου ο χρόνος και ο χώρος διαλύονται στο αιώνιο τώρα. Αυτή η συνειδητοποίηση είναι αυτό που οι πρώτοι πατέρες της Εκκλησίας αποκαλούσαν θέωση—τη διαδικασία του να γίνει κανείς θεϊκός, όχι αποκτώντας κάτι ξένο, αλλά αποκαλύπτοντας αυτό που ήταν πάντα παρόν μέσα του.

Η Υπέρβαση του Κατώτερου Εαυτού

Η αληθινή ουσία της ψυχής περιλαμβάνει και υπερβαίνει τις κατώτερες λειτουργίες της ανθρώπινης εμπειρίας. Το εγώ, με τις αδιάκοπες απαιτήσεις του για αναγνώριση· ο νους, με τα λαβυρινθώδη του κατασκευάσματα· οι αισθήσεις, με τις φευγαλέες απολαύσεις και πόνους τους—αυτά δεν καταργούνται στη θέωση, αλλά ενσωματώνονται και μεταμορφώνονται. Γίνονται όργανα ενός ανώτερου σκοπού, εργαλεία που χρησιμοποιεί η αφυπνισμένη ψυχή στην κοινωνία της με το θείο.

Ο πνευματικός άνθρωπος, όπως αποκαλύπτει ο Ιησούς, είναι ο ανώτερος άνθρωπος—αυτός που έχει δει το άπειρο και ζει από αυτό το όραμα. Αυτό δεν είναι απόρριψη του σώματος ή του κόσμου, αλλά επαναπροσανατολισμός της προοπτικής. Η κατώτερη προσωπικότητα, με την οποία ταυτίζεται ο συνηθισμένος άνθρωπος, φαίνεται γι’ αυτό που είναι: ένα προσωρινό δοχείο, μια σκιά που ρίχνεται από το αιώνιο φως της ψυχής. Στο φως της θέωσης, η ψυχή δεν υπηρετεί πλέον τις στενές φιλοδοξίες του εγώ, αλλά ευθυγραμμίζεται με το θείο θέλημα, γινόμενη αγωγός αγάπης, σοφίας και χάριτος.

Αυτή η υπέρβαση είναι αυτό που όταν μιλά για την απώλεια της ζωής κάποιου για να τη βρει. Η ζωή που χάνεται είναι ο ψευδής εαυτός, η ψευδαίσθηση της ταυτότητας που δεσμεύεται στο χρονικό. Η ζωή που βρίσκεται είναι η αληθινή ύπαρξη της ψυχής, που εκτείνεται στο αιώνιο και συμμετέχει στη θεία φύση. Αυτό είναι το παράδοξο της μυστικής οδού: το να πεθάνει κανείς στον μικρό εαυτό είναι να αφυπνιστεί στον άπειρο Εαυτό, το να παραδοθεί το πεπερασμένο είναι να αγκαλιάσει το απεριόριστο.

Η Μυστική Εμπειρία ως Ανώτερη Συνείδηση

Η θέωση κορυφώνεται σε αυτό που οι μυστικιστές περιγράφουν ως φώτιση—μια κατάσταση ανώτερης συνείδησης που αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα από ένα σημείο θέασης πέρα από το χρονικό. Αυτό δεν είναι απόσυρση από τον κόσμο, όπως ίσως κάποιοι υποθέτουν, αλλά μια βαθύτερη εμπλοκή με αυτόν. Η μυστική εμπειρία είναι ένα όραμα από ψηλά, όπου η ψυχή βλέπει την ενότητα που υποβόσκει όλα τα πράγματα. Ο φυσικός κόσμος, με την πολλαπλότητα και τη ροή του, δεν αναιρείται αλλά φαίνεται στο αληθινό του πλαίσιο—ως αντανάκλαση της θείας τάξης, ένα μυστήριο του αιώνιου.

Σε αυτή την κατάσταση, οι κατώτερες λειτουργίες της ψυχής—αντίληψη, νους, συναίσθημα—δεν σιγούν αλλά φωτίζονται. Βαπτίζονται στο φως της θείας συνείδησης, λειτουργώντας ως παράθυρα μέσω των οποίων η ψυχή ενατενίζει το άπειρο. Ο εξωτερικός κόσμος, κάποτε πηγή απόσπασης, γίνεται καθρέφτης της θείας ομορφιάς. Το σώμα, κάποτε φυλακή, γίνεται ναός. Το εγώ, κάποτε τύραννος, γίνεται υπηρέτης. Αυτό είναι το “νέο φως” για το οποίο μιλούν οι μυστικιστές—ένα όραμα που ενσωματώνει το κατώτερο και το ανώτερο, το χρονικό και το αιώνιο, σε ένα αρμονικό σύνολο.

Η Θέωση ως Κοινωνία με το Θείο

Στο βαθύτερο επίπεδό της, η θέωση δεν είναι απλώς αυτοπραγμάτωση αλλά κοινωνία με τον Θεό. Η ψυχή, αφυπνισμένη στην αληθινή της φύση, ανακαλύπτει ότι η ουσία της είναι αδιαχώριστη από τη θεία ουσία.  Η ψυχή, στην άπειρη βαθύτητά της, αγγίζει την άπειρη βαθύτητα του Θεού, συνειδητοποιώντας ότι δεν είναι μια απομονωμένη οντότητα αλλά συμμετέχει στη θεία ζωή.

Αυτή η κοινωνία δεν επιτυγχάνεται μόνο με την ανθρώπινη προσπάθεια αλλά μέσω της χάριτος—της θείας πρωτοβουλίας που καλεί την ψυχή στον εαυτό της. Ωστόσο, η ψυχή πρέπει να ανταποκριθεί, να στραφεί προς το φως, να παραδώσει τις ψευδαισθήσεις της για να δεχτεί την αλήθεια. Αυτή είναι η οδός της ενατένισης, της προσευχής, της αγάπης—μια οδός που οδηγεί όλο και βαθύτερα στην καρδιά του Θεού.

Συμπέρασμα: Το Αιώνιο Ταξίδι

Η ανθρωπολογία της θέωσης, όπως αποκαλύπτεται στις διδασκαλίες του Ιησού, είναι ένα όραμα του θεϊκού δυναμικού της ανθρωπότητας. Η ψυχή, ως καθαρή συνείδηση, είναι η αιώνια σπίθα μέσα μας, ο αληθινός άνθρωπος που υπερβαίνει τη χρονική τάξη. Μέσω της αυτογνωσίας, της πνευματικής γέννησης και της κοινωνίας με το θείο, η ψυχή ξυπνά στις άπειρες βαθύτητές της, γινόμενη μετέχουσα της θείας φύσης.

Αυτό δεν είναι ένα ταξίδι που τελειώνει στον χρόνο, γιατί η ουσία της ψυχής είναι άχρονη. Είναι μια αιώνια ανάβαση, μια σπείρα ολοένα βαθύτερης συνείδησης, όπου η ψυχή ανακαλύπτει ότι ο αληθινός της οίκος δεν είναι στον κόσμο αλλά στον Θεό. Ωστόσο, σε αυτή την ανακάλυψη, ο κόσμος δεν εγκαταλείπεται αλλά λυτρώνεται, φαίνεται εκ νέου στο φως της αιωνιότητας. Η θέωση είναι έτσι η εκπλήρωση της υπόσχεσης για μια ζωή που είναι απεριόριστη, φωτεινή και θεϊκή.

Η Χώρα της Αλήθειας: Ένα Μυστικιστικό Ταξίδι Πέρα από την Ψευδαίσθηση

Η Χώρα της Αλήθειας εκτείνεται πέρα από τα όρια της αντίληψης, μεγαλώνοντας μόνο όσο βαθιά τολμά κανείς να κατανοήσει. Δεν είναι τόπος σημειωμένος σε χάρτη, ούτε βασίλειο κυβερνώμενο από άρχοντες ανθρώπων. Υπάρχει πέρα από τα πέπλα της ψευδαίσθησης, περιμένοντας τον αναζητητή που τολμά να απελευθερωθεί από τις αλυσίδες της πλάνης. Όσοι βαδίζουν στα ιερά της εδάφη βρίσκονται λουσμένοι στο φως της φώτισης, με τις καρδιές τους απαλλαγμένες από την εξαπάτηση και τα μάτια τους ανοιχτά να βλέπουν αυτό που πάντα ήταν κρυμμένο σε κοινή θέα.

Το Μονοπάτι προς την Αλήθεια

Το ταξίδι προς τη Χώρα της Αλήθειας δεν γίνεται με τα πόδια, αλλά με την ψυχή. Το πρώτο βήμα είναι η αμφισβήτηση—το ξεφλούδισμα των στρωμάτων της δεδομένης γνώσης και των κληρονομημένων πεποιθήσεων. Η αλήθεια δεν είναι κάτι που χαρίζεται· είναι κάτι που πρέπει να αναζητήσει κανείς με ασταμάτητη δίψα. Ψιθυρίζει σε όσους ακούν, στο θρόισμα των φύλλων, στο μουρμούρισμα των ποταμών, και στα σιωπηλά τραγούδια των άστρων.

Πολλοί ταξιδιώτες εγκαταλείπουν αυτό το μονοπάτι πολύ νωρίς, γιατί το βάρος της αυταπάτης είναι συχνά παρηγορητικό. Ο κόσμος έξω από τη Χώρα της Αλήθειας προσφέρει τη γλυκύτητα της ψεύτικης ασφάλειας, την απόλαυση της άγνοιας και τη ζεστασιά της συμμόρφωσης. Αλλά για εκείνους που επιμένουν, μια πόρτα εμφανίζεται—μια δίοδος σκαλισμένη όχι από πέτρα, αλλά από την ίδια την αποφασιστικότητα της ψυχής.

Οι Φύλακες της Αλήθειας

Οι θρύλοι μιλούν για φύλακες που επιτηρούν την είσοδο στη Χώρα της Αλήθειας. Δεν είναι όντα από σάρκα, αλλά δυνάμεις του σύμπαντος που δοκιμάζουν την αποφασιστικότητα κάθε ταξιδιώτη. Ο ένας φύλακας, η Σκιά του Φόβου, ψιθυρίζει αμφιβολίες στην καρδιά του αναζητητή, ρωτώντας: "Τι θα συμβεί αν η αλήθεια είναι πολύ οδυνηρή; Αν δεν είσαι έτοιμος;" Ο άλλος, το Πέπλο της Ψευδαίσθησης, τον νανουρίζει σε μια ονειρική νάρκη, δελεάζοντάς τον να πιστέψει ότι έχει ήδη φτάσει, ενώ στην πραγματικότητα ακόμα περιπλανιέται σε κύκλους.

Μόνο όσοι κρατούν το θάρρος σαν σπαθί και τη διάκριση σαν ασπίδα μπορούν να περάσουν. Σε αυτούς, οι φύλακες υποκλίνονται, αναγνωρίζοντάς τους ως άξιους.

Η Αποκάλυψη μέσα στη Χώρα

Μόλις κανείς εισέλθει στη Χώρα της Αλήθειας, ο αέρας είναι διαφορετικός—ελαφρύτερος, διαυγέστερος, γεμάτος με μια αίσθηση γνώσης. Εδώ, όλα αποκαλύπτουν την ουσία τους. Τα ψέματα διαλύονται σαν ομίχλη στο πρωινό φως, και το βάρος της προσποίησης εξαφανίζεται. Τα δέντρα, ψηλά και αρχαία, ψιθυρίζουν μυστικά που ήταν κρυμμένα για αιώνες. Τα ποτάμια τραγουδούν τραγούδια σοφίας και οι άνεμοι μεταφέρουν ηχώ από ξεχασμένες φωνές, μιλώντας γλώσσες που μόνο η ψυχή κατανοεί.

Η μεγαλύτερη αποκάλυψη μέσα σε αυτή τη γη είναι ότι η αλήθεια υπήρχε πάντα μέσα μας. Το ταξίδι δεν αφορούσε ποτέ την προσέγγιση ενός εξωτερικού τόπου, αλλά την απομάκρυνση των ψευδαισθήσεων που υφάνθηκαν από τον χρόνο, την κοινωνία και τον ίδιο μας τον εαυτό.

Η Επιστροφή στην Ψευδαίσθηση

Πολλοί από όσους φτάνουν στη Χώρα της Αλήθειας επιλέγουν να μην επιστρέψουν ποτέ, αλλά κάποιοι νιώθουν το κάλεσμα να γυρίσουν πίσω στον κόσμο της ψευδαίσθησης—όχι για να χαθούν μέσα του, αλλά για να τον φωτίσουν. Γίνονται φάροι, ρίχνοντας φως στις σκιές, ψιθυρίζοντας ξεχασμένες αλήθειες σε όσους ακόμα κοιμούνται μέσα στην πλάνη.

Ωστόσο, το να μιλήσει κανείς για τη Χώρα της Αλήθειας είναι μια λεπτή υπόθεση, γιατί τα λόγια είναι ατελή σκεύη. Μπορούν μόνο να υποδείξουν, ποτέ να αποκαλύψουν πλήρως. Όσοι ακούσουν, πρέπει να βρουν το μονοπάτι μόνοι τους.

Και έτσι, η Χώρα της Αλήθειας παραμένει, όχι σαν ένας μακρινός τόπος, αλλά ως μια πραγματικότητα που περιμένει μέσα μας. Εκτείνεται μόνο όσο βαθιά τολμά η κατανόηση να φτάσει. Καλεί σε κάθε στιγμή, σε κάθε ανάσα, περιμένοντας εκείνον που είναι έτοιμος να ξυπνήσει.

Αν έχεις κολλήσει σε μια κατάσταση δυστυχίας οποιαδήποτε δράση είναι καλύτερη από καθόλου δράση

Δες αν μπορείς να συλλάβεις τον εαυτό σου να παραπονιέται, είτε με τα λόγια είτε με τη σκέψη, για μια κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι, για το τι λένε ή κάνουν άλλοι άνθρωποι, για το περιβάλ­λον σου, για την κατάσταση της ζωής σου, ακόμα και για τον καιρό.
 
Τα παράπονα σημαίνουν πάντα ότι δεν αποδέχεσαι αυτό που υπάρ­χει. Μεταφέρουν διαρκώς μια ασυνείδητη αρνητική φόρτιση. Όταν παραπονιέσαι, κάνεις τον εαυτό σου θύμα. Όταν υψώνεις το ανάστη­μά σου, τη δύναμη την έχεις εσύ. Αλλαξε λοιπόν την κατάσταση αναλαμβάνοντας δράση ή υψώνοντας το ανάστημά σου αν χρειάζεται ή αν είναι δυνατόν φύγε από αυτή την κατάσταση ή αποδέξου την. Ό­λα τα άλλα είναι τρέλα.
 
Η συνηθισμένη ασυνειδησία συνδέεται πάντα, με κάποιον τρόπο, με την άρνηση του Τώρα. Το Τώρα, φυσικά, υπονοεί επίσης και το εδώ. Μήπως αντιστέκεσαι στο εδώ και τώρα σου; Κάποιοι άν­θρωποι θα προτιμούσαν πάντα να είναι κάπου αλλού. Το "εδώ" τους δεν είναι ποτέ αρκετά καλό γι' αυτούς. Μέσα από την αυτοπαρατή­ρηση, βρες αν αυτό συμβαίνει στη ζωή σου. Όπου κι αν είσαι, να είσαι εκεί ολοκληρωτικά.

Αν βρίσκεις το εδώ και τώρα σου αφόρητο, αν το θεωρείς πη­γή δυστυχίας για σένα, έχεις τρεις επιλογές: βγάλε τον εαυτό σου από την κατάσταση, άλλαξέ την ή δέξου την ολοκληρωτικά. Αν θέ­λεις να αναλάβεις την ευθύνη της ζωής σου, πρέπει να επιλέξεις μία από αυτές τις τρεις εναλλακτικές λύσεις, και πρέπει να επιλέξεις τώρα. Ύστερα, αποδέξου τις συνέπειες. Χωρίς δικαιολογίες. Χωρίς αρνητικότητα. Χωρίς ψυχική ρύπανση. Κράτα τον εσώτερο χώρο σου καθαρό.

Αν αναλάβεις κάποια δράση - όπως το να αλλάξεις την κατάσταση ή να φύγεις απ' αυτήν - πέτα πρώτα την αρνητικότητα, αν είναι δυνατόν. Η δράση που πηγάζει από την επίγνωση σχετικά με το τι χρειάζεται να γίνει είναι πιο αποτελεσματική από τη δράση που πηγάζει από την αρνητικότητα.

Οποιαδήποτε δράση είναι συχνά καλύτερη από καθόλου δράση, ιδιαίτερα αν έχεις κολλήσει σε μια κατάσταση δυστυχίας για πολύ καιρό. Αν είναι λάθος, τουλάχιστον μαθαίνεις κάτι, οπότε δεν είναι πια λάθος. Αν μείνεις κολλημένος, δε μαθαίνεις τίποτε. Είναι φόβος αυτό που σε εμποδίζει να δράσεις; Αναγνώρισε αυτόν το φόβο, παρατήρησέ τον, δώσε του την προσοχή σου, γίνε απόλυτα παρών μέ­σα απ' αυτόν. Μην αφήσεις το φόβο να κυριεύσει το νου σου. Χρη­σιμοποίησε τη δύναμη του Τώρα. Ο φόβος δεν μπορεί να κυριαρχή­σει πάνω της.

Αν δεν υπάρχει πραγματικά τίποτε που να μπορείς να κάνεις για να αλλάξεις το εδώ και τώρα σου και δεν μπορείς να βγεις από την κατάσταση, τότε δέξου το εδώ και τώρα σου ολοκληρωτικά, εγκαταλείποντας κάθε εσωτερική αντίσταση. Ο πλαστός, δυστυχισμέ­νος εαυτός που λατρεύει τη μιζέρια, τη μνησικακία ή την αυτολύπη­ση δεν μπορεί πια να επιβιώσει. Αυτό ονομάζεται παράδοση.

Η παράδοση δεν είναι αδυναμία. Περιέχει πολύ μεγάλη δύναμη. Μόνο εκείνος που είναι παραδομένος έχει πνευματική δύναμη. Μέ­σα από την παράδοση είσαι απαλλαγμένος εσωτερικά από την κατάσταση. Τότε ανακαλύπτεις ότι η κατάσταση αλλάζει χωρίς καμιά προσπάθεια από τη μεριά σου. Όπως και να έχει το πράγμα, είσαι ελεύθερος.

Ή, μήπως υπάρχει κάτι που "θα έπρεπε" να κάνεις αλλά δεν το κάνεις; Σήκω τώρα και κάν΄ το. Διαφορετικά, δέξου απόλυτα την α­δράνεια, την τεμπελιά ή την παθητικότητά σου αυτή τη στιγμή, αν αυ­τή είναι η επιλογή σου. Μπες μέσα της ολοκληρωτικά. Απόλαυσέ την. Γίνε όσο τεμπέλης ή αδρανής μπορείς. Αν μπεις μέσα στην κα­τάσταση απόλυτα και συνειδητά, σύντομα θα βγεις. Ή μπορεί και να μη βγεις. Είτε έτσι είτε αλλιώς, δεν υπάρχει εσωτερική σύγκρουση, δεν υπάρχει αντίσταση, δεν υπάρχει αρνητικότητα.

Είσαι στρεσαρισμένος; Είσαι τόσο απασχολημένος με το να φτάσεις στο μέλλον, ώστε το παρόν υποβιβάζεται σε μέσο για να φτάσεις εκεί; Το στρες προκαλείται με το να είσαι "εδώ" ενώ θέ­λεις να είσαι "εκεί" ή με το να είσαι στο παρόν και να θέλεις να είσαι στο μέλλον. Είναι ένας διχασμός που σε ξεσκίζει εσωτερικά. Το να δημιουργείς και να ζεις με έναν τέτοιο εσώτερο διχασμό εί­ναι τρελό. Το γεγονός ότι το κάνουν όλοι οι άλλοι δεν το κάνει λι­γότερο τρελό.

Αν αναγκαστείς, μπορείς να κινηθείς γρήγορα, να δουλέψεις γρήγορα ή ακόμα και να τρέξεις, χωρίς να προβάλεις τον εαυτό σου στο μέλλον και χωρίς να αντιστέκεσαι στο παρόν. Καθώς κινεί­σαι, δουλεύεις, τρέχεις - κάν' το ολοκληρωτικά. Απόλαυσε τη ροή της ενέργειας, την υψηλή ενέργεια εκείνης της στιγμής. Τώρα δεν είσαι πια στρεσαρισμένος, δε σκίζεις πια τον εαυτό σου στα δυο. Απλώς κινείσαι, τρέχεις, δουλεύεις - και το απολαμβάνεις. Ή, μπο­ρείς να τα παρατήσεις όλα και να αράξεις σ' ένα παγκάκι στο πάρ­κο. Όταν το κάνεις όμως, πρόσεχε το νου σου. Μπορεί να πει: "Θα έπρεπε να δουλεύεις. Σπαταλάς το χρόνο σου". Παρατήρησε το νου. Χαμογέλασέ του.

Το παρελθόν απασχολεί ένα μεγάλο μέρος της προσοχής σου; Μιλάς γι' αυτό και το σκέφτεσαι συχνά, είτε θετικά είτε αρνητικά; Ασχολείσαι με τα καταπληκτικά πράγματα που πέτυχες, τις περιπέτει­ες ή τις εμπειρίες σου ή τη θυματοποίησή σου και τα φριχτά πράγ­ματα που σου έκαναν ή που ίσως έκανες εσύ σε κάποιον άλλον; Δημιουργούν οι διαδικασίες της σκέψης σου ενοχές, περηφάνια, μνησικακία, θυμό, μεταμέλεια ή αυτολύπηση; Τότε όχι μόνο δυναμώ­νεις μια πλαστή αίσθηση εαυτού, αλλά επιταχύνεις τη γήρανση του σώματός σου, συσσωρεύοντας το παρελθόν στην ψυχή σου. Επαλήθευσέ το αυτό παρατηρώντας γύρω σου τους ανθρώπους εκείνους που έχουν έντονα την τάση να εμμένουν στο παρελθόν.

Άφηνε κάθε λεπτό το παρελθόν να πεθαίνει. Δεν το χρειάζεσαι. Να αναφέρεσαι σ' αυτό μόνον όταν είναι απολύτως σχετικό με το παρόν. Νιώσε τη δύναμη ετούτης της στιγμής και την πληρότητα της Ύπαρξης.

Νιώσε την παρουσία σου.

Λιαντίνης: Ο άνθρωπος είναι ίσκιος ονείρου

Ο Μαρτίνος Χάιντεγγερ, ο δάσκαλος του Σαρτρ, ο πιο γνήσιος από τους πέντε φιλοσόφους της Φιλοσοφίας της Ύπαρξης, είναι ο κατεξοχήν φιλόσοφος που είδε τους ανθρώπους στη σχέση τους με τη μέριμνα. Και με βάση τη σχέση του κάθε ανθρώπου με τη μέριμνα, τους διαιρεί σε δύο κατηγορίες.

Η μια κατηγορία είναι οι Πλείστοι. Είναι αυτοί που τους έχει απορροφήσει η μέριμνα. Την κατηγορία αυτή ο Χάιντεγγερ την ονομάζει «Ο δημώδης υποστασιακός τύπος», ή το Man. Η λέξη man στη γερμανική γλώσσα είναι αόριστη αντωνυμία και σημαίνει τις, κάποιος.

Η δεύτερη κατηγορία είναι οι Ελάχιστοι. Ποσοστό ένας στους μύριους ή ένας στις εκατό μυριάδες.

Είναι εκείνοι που ο καημός και το μεράκι τους για τον άνθρωπο και τη μοίρα του τους απορροφά σε τέτοιο βαθμό, ώστε αντιστρέφοντας το σχήμα ζουν έξω από τη μέριμνα και την οντολογική λήθη. Ζουν, δηλαδή, μέσα στην αλήθεια της ύπαρξης.

Ετούτοι, οι δεύτεροι, ζουν και τους δέρνει μια τρέλα ιερή. Βασανίζουνται, υποφέρνουν, αγωνιούν. Βοούν μόνοι τους στην ερημιά, στα άγρια μεσάνυχτα, στις απόγκρεμνες σπηλιές του «τι είναι;» και στις κώχες του «τι πρέπει;» Είναι η φυσική σχιζοφρένεια της μεγαλοφυίας.

Οι περισσότεροι μένουν έξω από την ευδοκίμηση και την πρόοδο, όπως την εννοεί ο πολύς κόσμος. Άλλοι τρελαίνουνται, άλλοι αυτοκτονούν, άλλοι κόβουν το αυτί τους σαν τον Βαν Γκογκ, που πέθανε στα τριάντα εφτά του από «πυρετό ύπαρξης».

Αυτή τη δεύτερη κατηγορία ο Χάιντεγγερ την ονομάζει «Η με αυθεντικό τρόπο εννοούμενη ύπαρξη», ή η Existenz.

Η πρώτη κατηγορία, το man που σημαίνει κάποιος, σημαίνει και κανείς. Λέμε λ.χ. την πρόταση: ημπορεί να ειπεί κάποιος ότι η ζωή είναι έμορφη. Αλλά την ίδια πρόταση τη λέμε κι έτσι: ημπορεί να ειπεί κανείς ότι η ζωή είναι έμορφη.

Επομένως το man, το κάποιος του Χάιντεγγερ, είναι και το κανένας.

Αυτή είναι η έννοια ότι ζούμε στην οντολογική λήθη, ότι ζούμε αλλά δεν υπάρχουμε. Ότι είμαστε ο κανένας.

Φιλοσοφικά, τη θεώρηση της ζωής μας από τη σκοπιά του ένας ή του κανένας, του τις ή του οντις, μας την έδωκε με τρόπο ακραία αδρό και λακωνίζοντα ο Πίνδαρος στον όγδοο Πυθιόνικο. Εκεί, αυτός ο πρίγκιπας ανάμεσα στους εννέα επιφανείς έλληνες λυρικούς, σε μια στιγμή του υψηλή λέει,

ἐπάμεροι· τί δέ τις; τί δ᾽ οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος.

Δηλαδή: είμαστε της στιγμής· τι είναι, τι δεν είναι κανείς; Ο άνθρωπος είναι ίσκιος ονείρου.

Όταν ο Οδυσσέας έφτασε στο νησί του κύκλωπα Πολύφημου, έμελλε να ζήσει μια περιπέτεια φρίκης που δεν είχε το όμοιο της.

Καθότανε και κοίταζε ετούτον τον θηριάνθρωπο, πού 'χε στη μέση το κούτελο ένα μάτι σαν μαύρο φεγγάρι. Περιδιάβαζε την ατελείωτη κατεβασιά της κεφάλας του, και τις ζαρωματιές της που κατέβαιναν σαν ρέματα, και πάσχιζε να τηνε ξεχωρίσει από τους γύρω βράχους. Έκανε να κοιτάξει τα δέρματα των αυτιών του, και κατέβαζε τα μάτια σαν δαρμένο σκυλί. Κι όταν άνοιγε το στόμα του, όταν άνοιγε εκείνο τον καιάδα, χασμουρητά ρινόκερου και κροκόδειλου τον έκαναν να πισωπατά.

Αλλά σαν είδε σε λίγο το γιγάντιο εκτόπισμα ν' αρπάζει τα συντρόφια του δύο δύο, να τα χτυπά στην πέτρα σαν κουτάβια, να συντρίβουνται και να καταρρέουν τα κόκαλα τους με το σαλαγητό σπιτιού που θρουβαλιάζεται συθέμελο· σαν είδε να ρουφάει από το σπασμένο κρανίο τα μυαλά τους, σαν νά 'πινε το γάλα καρύδας, τότε... Ε' τότε ήταν που του λύθηκαν τα μέλη. Χέρια, πόδια, μυαλό, γλώσσα, νεύρα, τά 'χασε ούλα. Και τα δόντια του να χτυπάνε σαν βουρλισμένα κρόταλα.

- Τωώρα... βατάρισε. Τώρα ούτε η Αθηνά δε με σώνει.

Ζάρωσε απόμακρα, καθότανε, και περίμενε χωρίς να περιμένει.
Και το μάτι του Κύκλωπα να λουχτουκιά ανάμεσα στα τσίνορα από φύλλα φραγκοσυκιάς. Και το στόμα του, λαγκάδα σκοτεινή, να ξερνοβολά ογκανητά, ερευγμούς, ανθρώπινα κρέατα και κρασιά.

- Ποσειδώνα μου, η χάρη σου. Τι πήγες και γέννησες! τραύλισε. Με ποια δράκαινα έσμιξες και τό 'καμες ετούτο το αμπλάκημα; Ετούτο το κολοσσαίον πανικού;

Εκοίταζε πολλή ώρα, και συλλογιότανε πάλι.
- Κι ακούς εκεί; Να τονε λένε Πολύφημο! Εξακουστό, δηλαδή, και φημισμένο στον ντουνιά. Αυτό δεν είναι όνομα, μπόγια μου. Αυτό είναι ο ανθός των ονομάτων. Σαν όλους τους δοξασμένους ανθρώπους της εποχής μου. Που τους ακούει ο κόσμος στα ράδια και στις εφημερίδες. Το όνομα του είναι τίτλος και κατάθεση της φήμης και της δόξας.

Ετότες ήταν που βρήκε το δικό του όνομα. Από ψυχολογία φόβου και εναντίωσης τού 'ρθε η έμπνευση για το δικό του όνομα, που θά 'λεγε στον Κύκλωπα, εάν τον ερωτούσε. Αφού αυτός είναι το άπαντο της φήμης, εγώ θα είμαι το τίποτα.

Εκεί τον εξεχώρισε ο Κύκλωπας ανάμεσα στο παραλοϊσμένο κοπάδι των συντρόφων του. Και τον ερώτησε.
- Και πώς σε λένε εσένα, λεβέντη μου; Πού 'σαι και τσιρβελής.

Ο Οδυσσέας μάτιασε καρσί το χαλκωματένιο ταψί της μουσούδας του Κύκλωπα και αποκρίθηκε.
- Κανένα. Κανένα με φωνάζουνε, Κύκλωπα, η μάνα κι ο πατέρας μου, κι όλοι μου οι σύντροφοι.

Οὖτις ἐμοί γ' ὄνομα· Οὖτιν δέ με κικλήσκουσι
μήτηρ ἠδὲ πατὴρ ἠδ' ἄλλοι πάντες ἑταῖροι.

Ο Κύκλωπας εγέλασε με τη σαγόνα, με τις πλάτες, και με την παραυτίδα του.
- Όνομα και τούτο. Ακούς Κανένας! Μα κι ο βλάκας στους βλάκες να ήσουνε, καημένε, κι ο βασιλιάς των ποντικών, θά 'χες ένα όνομα της προκοπής.

Ύστερα τα πράγματα επήρανε κατεβασιά ορυμαγδού. Ο Οδυσσέας έβλεπε και μέτραε. Μια βραδυά δύο σύντροφοι. Δύο βραδυές τέσσερες σύντροφοι. Τρεις βραδυές έξι σύντροφοι. Και τελευταίος εγώ, απόσωσε αχνός σαν την άχνα. Έτσι μου είπε.

Σαν τους αμερικανούς τό 'μοιασα, όταν σκαρώνανε «τον πόλεμο των άστρων», συλλογίστηκε πικρόχολα. Θα ιδούμε στο τελεβίζιο όλον τον πλανήτη να γίνεται παρανάλωμα του πυρός, θα ευφρανθεί η ψυχή μας το θέαμα, θα φωνάξουμε: ωραία! Κι ύστερα θα πεθάνουμε κι εμείς. Τελευταίοι και με εικόνα.

Τότες ήρθε ο καιρός, για να μπει στο μυαλό του η Αθηνά. Ο καιρός, με την έννοια που το λέγανε οι έλληνες. Η κατάλληλη στιγμή, που αλλίμονό σου αν την αφήκεις και προσπεράσει.

Γιατί βρέθηκε σ' εκείνη την πίεση, που έπρεπε να συμπιεστεί το ασυμπίεστο. Να στιφτεί το μάρμαρο.

Έτσι άρχισε ο μεγάλος αγώνας του Οδυσσέα. Ο μεγάλος αγώνας, ο Kampf, η μια από τις τέσσερες οριακές καταστάσεις του ανθρώπου, που λένε στη Φιλοσοφία της Ύπαρξης. Αλλά μήπως δεν το λέει κι ο Πλάτων;

Ἔνθα δὴ πόνος τε καὶ ἀγὼν ἔσχατος ψυχῇ πρόκειται.

Το μυαλό του εγίνηκε εκείνη η χιονοστιβάδα από τα δέκα χιλιάδες άρματα του Κόνιεφ και του Ζούκωφ, που εκατέβαιναν και ισοπέδωναν τα όρη.

Κουβαλάει το δυνατό κρασί από τα ασκιά· μεθάει κουνουπίδι τον Κύκλωπα· περιμένει να βουλιάξει στον υδράργυρο του ύπνου· ξύνει με το μπαλταδάκι κοφτερά τη μύτη του παλουκιού· τι παλούκι, δηλαδή, αυτό ήταν ολόκληρο κατάρτι· και ύστερα το καίει στη φωτιά.

Κι όταν ο Πολύφημος ξερνοβολά και ροχαλίζει, σαν να κατρακυλάνε στη ροβόλα δέντρα ξερριζωμένα και χαλικωσιές, του το μπήγει στο μάτι μ' ένα ουααά! που το παλούκι έφτασε ως το μυαλό. Έτσι έκαμε τον κόκλη καίκο. Το μονόφθαλμο τυφλό.

Άχνιζε και καιγότανε και τσιτσίριζε το ξύλο και η σάρκα. Και η γλήνα του ασπραδιού περέχυνε ολάκερη την προσκαμουσιά του ανθρωποφάγου.

Ακκούμπησε στην άκρη της σπηλιάς ξεπνοημένος.
- Ούτε για να κυριέψω την Τροία δεν ίδρωσα τόσο! απόσωσε.

Και σαν μέρωσε η μέρα και χάραξε η αυγή, γατζώνεται αυτός και το κάθε συντρόφι ένα κριάρι στην κοιλιά, και ξαναβγαίνουν στο φως από τη γούφα της φοβερής κλεισμάρας. Σαν να ξαναβγήκαν από την κόλαση. Όπως θα ιστορήσει σε μια παρακατιανή ραψωδία, τη Νέκυια.

Ο Κύκλωπας σκούζει, τινάζεται, βλαστημά, σπαρταράει. Χτυπιέται και παραγουλιάζεται απάνω στους βράχους, σαν ένα πελώριο χταπόδι, που μόνο ο πατέρας του με την τρίαινα θα δύνοταν να καμακώσει.

Ο Οδυσσέας δύο λιθοπέτια μακρυά, καβάλα στο καράβι του, σαν νά 'τανε καβάλα στην ευνή της Κίρκης, γυρίζει και κοιτάει στο νησί. Βλέπει τον μόστρο να ασπαίρει, και με τις οιμωγές και τις βλαστήμιες του να ξεγδέρνει στα τυφλά τους δεκαέξι αέρηδες. Βάζει τότε τις δύο απαλάμες στο στόμα του χωνί, και του φωνάζει.

- Εεεέ, Πολύφημε. Άτσαλε και χάχα! Αν σε ρωτήσουνε ποτές, ποιος σου πούλησε την άγρια τυφλομάρα στο φεγγί σου, που ένα τό 'χες και κείνο όρτσα, να τους ειπείς ο Οδυσσέας. Ο γιος του Λαέρτη. Ο καστροκαταλύτης...

Κύκλωψ, αἴ κέν τίς σε καταθνητῶν ἀνθρώπων
ὀφθαλμοῦ εἴρηται ἀεικελίην ἀλαωτύν
φάσθαι Ὀδυσσῆα πτολιπόρθιον ἐξαλαῶσαι.

Την περιπέτεια την άρχισε ο Κανένας και την ετελείωσε ο Οδυσσέας. Η ιστορία αυτή στο νησί του Κύκλωπα είναι η ζωή του καθένα μας. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ο κάθε άνθρωπος του μέλεται να ζήσει τη δική του Κυκλώπεια. Είτε στο ρόλο του Οδυσσέα, είτε στο ρόλο των συντρόφων. Όχι βέβαια του Κύκλωπα. Γιατί ο Κύκλωπας είναι ο λόγος της φύσης και ο ορισμός της μοίρας μας.

Ξεκινάμε τη ζωή μας ανυπόστατοι, αδοκίμαστοι, ανύπαρκτοι, ανώνυμοι. Ξεκινάμε μέσα στην οντολογική λήθη, και μέσα στην αδιαφανή ομίχλη της μέριμνας. Αυτή μας παλεύει, να μη δέσουμε δεσμούς συναγωγούς φιλίας με τη βαθύτερη ουσία της ύπαρξης μας. Ο καθένας μας ξεκινά με το όνομα Κανένας.

Αν ξεφύγουμε ετούτη την πανίσχυρη βαρυτική δύναμη, που μας τη φόρτωσαν οι θεοί, ο Δίας η Μέριμνα η Γη, φενάκη και δόλωμα, για να μη νιώθουμε άκοπα και χάρισμα το πολύτιμο νόημα της ίδιας της ζωής μας· αν φτάσουμε να πληρώσουμε το ακριβό λύτρο που αξιώνει η φύση και η ουσία της ανθρώπινης μοίρας μας· αν αλλάξουμε τον μουσικό μας τρόπο, πηδώντας από τον απλοϊκά υποστασιακό στον αυθεντικά υπαρκτικό άνθρωπο, από τη φλογέρα του βοσκού στο φλάουτο του Μότσαρτ (Zauberflote), από το Man στην Existenz, από το Ούτις στο Οδυσσέας· αν γίνει να κινήσουμε λειτουργικά τη διαλεκτική μας σχέση με το πρόβλημα της ουσίας και του βάθους της ζωής μας· αν περπατήσουμε τον βραχύ μας βίο έξυπνοι και εγρήγοροι, και όχι κοιμισμένοι και νεκροί που σαλαγιούνται σαν πρόβατα στο Γιοφύρι της Λόντρας ή στην οδό Πανεπιστημίου· τότες έχουμε νικήσει τον φοβερό Κύκλωπα και τη φυλακή της σπηλιάς του. Ελαξουργήσαμε την άμορφη και άσχημη πέτρα του Κανένας, και μέσα από το σκοτάδι της ανεβάσαμε στο φως τον άνθρωπο με όνομα. Ένα άγαλμα ορατό και ωραίο ωσάν το Δορυφόρο του Πολύκλειτου.

Ποιοι είναι οι σύντροφοι του Οδυσσέα; Είναι εκείνοι που ο καθένας τους είναι ένας Κανένας, και Κανένας θα μείνει. Μας είναι και θα μας μείνουν τόσο άφαντοι και άγνωστοι όσο και οι κάτοικοι του Λάγκος και της Μοζαμβίκης σήμερα, ή οι κάτοικοι της Σκυθίας και της Βαιτικής εχθές.

Οι σύντροφοι του Οδυσσέα είναι κάποιοι «ομογενείς», κατά την πονεμένη έκφραση του Μυριβήλη, που έζησαν στον χωριό και στον καιρό του Σολωμού, του Καποδίστρια, του Βενιζέλου, του Καβάφη, και όποιου άλλου μεγάλου και τιμημένα επώνυμου.

Είναι οι χιλιάδες και μυριάδες άνθρωποι που έζησαν και βουλιάξανε άγνωστοι και ανώνυμοι για μας στην άπειρη λήθη του σύμπαντος.

Όμοια, όπως εβούλιαξε ο παπούς του παπού μου και η γιαγιά της γιαγιάς σου. Γνωρίζεις, τίμιε αναγνώστη, να μου ειπείς ποιο ήταν το όνομα της γιαγιάς της γιαγιάς σου; Την εσκέφθηκες ποτέ σου έστω και μία φορά; Που ημπορεί να ήταν και έμορφη, σαν τη Μπαλατσινού! Πού ξέρεις;

Ο Σολωμός όμως και ο Κολοκοτρώνης, ο Βενιζέλος ο Κάλβος, και οι άλλοι μεγάλοι και τίμιοι επώνυμοι είναι ο Κανένας που ενίκησε τον Κύκλωπα της Μέριμνας, και καταστάθηκε να γίνει ο ένας με τ' όνομα.

Είναι οι άνθρωποι, που, ένας ένας στο πόστο του, εκάμανε τον αγώνα και ζήσανε την αγωνία, που έκαμε και έζησε στην αρχή της Κυκλώπειας ο Κανένας, για να γίνει στο τέλος ο Οδυσσέας.

Δρόμος, ε!

Δημήτρης Λιαντίνης, Γκέμμα

Γιατί αισθανόμαστε μελαγχολία;

Όλοι μας νιώθουμε κάποιες φορές θλιμμένοι ή άκεφοι – κι αυτό μάλιστα δεν είναι καθόλου κακό. Διότι κάποιος που δεν έχει νιώσει ποτέ του θλίψη δεν ξέρει πώς είναι να νιώθει χαρά. Και το να βιώνει κανείς μια μεγάλη γκάμα συναισθημάτων είναι ανθρώπινο. Είναι φυσικό η διάθεσή μας να παρουσιάζει διακυμάνσεις. Φανταστείτε μια γραμμή που στο πάνω άκρο της υπάρχει η ένδειξη «υπερβολική χαρά» και στο κάτω άκρο της η ένδειξη «κατάθλιψη». Κινούμαστε όλοι συνεχώς πάνω κάτω σε σχέση με αυτή τη γραμμή, ανάλογα με το τι συμβαίνει στη ζωή μας. Τα πάντα είναι θέμα ισορροπίας.

Ωστόσο, αν βρεθείτε κολλημένοι στο άκρο «κατάθλιψη» για ένα χρονικό διάστημα, καλύτερα να αρχίσετε να αναρωτιέστε τι συμβαίνει. Αν κατρακυλήσετε, μπορεί να σας φαίνεται αδύνατο να ξανασηκωθείτε και μια κακή μέρα να γίνει κακή εβδομάδα, μήνας ή και χρόνος. Όσον καιρό όμως και να κρατάει η μελαγχολία, μπορείτε να αναστρέψετε την κατάσταση. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να αποδεχτείτε τη διάθεσή σας σαν μια μόνιμη κατάσταση. Μόλις κατανοήσετε πώς και γιατί αισθάνεστε έτσι, θα είστε ήδη σε πολύ καλύτερη θέση για να το αλλάξετε. Είναι πολύ σημαντικό να δεχτείτε ότι αισθάνεστε άσχημα και ότι θέλετε να νιώσετε καλύτερα.

Αν αναγνωρίσετε τον εαυτό σας στα συμπτώματα που αναφέρονται παρακάτω, αυτό μπορεί να σας προσφέρει κάποια ανακούφιση, μια επιβεβαίωση ότι δεν είστε μόνοι και ότι άλλοι άνθρωποι με παρόμοιες εμπειρίες πέρασαν στην άλλη πλευρά. Η κατάθλιψη, σε όλες τις εκφάνσεις της, είναι παλιά ιστορία. Για την ακρίβεια, χρονολογείται από την αρχαιότητα. Συζητήσεις για τις απαρχές της συναντούμε στον Ιπποκράτη, ο οποίος έγραψε:

«Παρατεταμένος φόβος και θλίψη συνιστούν τη μελαγχολία»,

διευκρινίζοντας ότι οι πάσχοντες παρουσιάζουν «αποστροφή προς το φαγητό, αϋπνία, ευερεθιστότητα και νευρικότητα».

Αυτή η διάγνωση είναι ακόμη έγκυρη και τα συμπτώματα που περιέγραψαν ο Ιπποκράτης και οι μαθητές του ισχύουν εξίσου σήμερα όσο και το 400 π.Χ. Η ικανότητα να αισθανθούμε θλίψη υπάρχει σε όλους μας, αλλά κάποιοι άνθρωποι έχουν μεγαλύτερη προδιάθεση στο αίσθημα της δυστυχίας από άλλους. Πρόκειται για κάτι που μπορεί να εμφανιστεί από το πουθενά ή να προέλθει από ένα συγκεκριμένο γεγονός ή μια τραυματική εμπειρία που έχει τη δύναμη να πυροδοτήσει ένα μακροχρόνιο αίσθημα μελαγχολίας.

Η κατάθλιψη δεν επηρεάζει μόνο τη συναισθηματική μας κατάσταση, αλλά και τη σκέψη, τη συμπεριφορά και τη φυσική μας κατάσταση. Τα κλινικά εγχειρίδια χαρακτηρίζουν την κατάθλιψη ως μια διαταραχή η οποία αντιπροσωπεύει μια μεταβολή από προηγούμενη «λειτουργική κατάσταση», όπως μια έντονη αλλαγή (προς το χειρότερο) στα συναισθήματα και στη συμπεριφορά. Μέσα σε διάστημα δύο εβδομάδων οι πάσχοντες θα βιώσουν πέντε ή περισσότερα από τα παρακάτω συμπτώματα (το ένα από τα οποία θα πρέπει να είναι πεσμένη διάθεση ή μειωμένο ενδιαφέρον ή μειωμένη ευχαρίστηση):

♦Πεσμένη διάθεση

♦Μειωμένο ενδιαφέρον ή μειωμένη ευχαρίστηση

♦Διαταραχές της όρεξης

♦Άσκοπες κινήσεις όπως βηματισμός πάνω κάτω, συστροφή των χεριών ή πολύ νευρικές κινήσεις

♦Κόπωση ή έλλειψη ενέργειας

♦Αίσθημα αναξιότητας ή υπερβολική/ανάρμοστη ενοχή

♦Μειωμένη ικανότητα σκέψης ή συγκέντρωσης

♦Eπαναλαμβανόμενες σκέψεις περί θανάτου ή αυτοκτονίας

Τα συμπτώματα αυτά θα προκαλούν σημαντική οδύνη και θα κάνουν ζημιά σε κοινωνικές περιστάσεις, στην εργασία και σε άλλους τομείς της ζωής σας. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αποκλείσουμε άλλες αιτίες, όπως για παράδειγμα τις ψυχοτρόπους ουσίες ή κάποιο ιατρικό πρόβλημα.

Τι μας εμποδίζει να ζητήσουμε βοήθεια

Οι γυναίκες τείνουν να ζητούν βοήθεια με μεγαλύτερη συχνότητα απ’ ό,τι οι άνδρες. Ίσως αυτό να οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι οι άνδρες πάσχουν από την παγιωμένη κοινωνική αυταπάτη πως αν παραδεχτούν ότι κάτι δεν πάει καλά τότε είναι σαν να παραδέχονται την αδυναμία τους.

Ίσως πιστεύουν ότι είναι ελαφρώς προσβλητικό να μην είναι σε θέση να σταθούν στο ύψος τους και να το ξεπεράσουν «σαν άντρες». Ή ίσως ακόμα να φταίει η κοινωνία, η οποία για χρόνια θεωρούσε ότι τα προ-βλήματα ψυχικής υγείας έπρεπε να παραμένουν κρυφά. Αν δεν πρόκειται για ένα αμιγώς ιατρικό πρόβλημα –αν δηλαδή δεν φαίνεται ή δεν διορθώνεται με χειρουργείο– τότε κατά κάποιον τρόπο δεν είναι «πραγματικό» και κατά συνέπεια είναι ντροπή.

Υπάρχει μια έμφυτη ενοχή που συνδέεται με το αίσθημα της μελαγχολίας τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες: πρέπει απλώς να ανασκουμπωθείς και να τελειώνεις μ’ αυτό το ζήτημα. Δυστυχώς, όμως, η μακροχρόνια μελαγχολία είναι απίθανο να βελτιωθεί ή να εξαφανιστεί χωρίς θεραπεία. Αν προσβληθείτε από ωτίτιδα θα πάρετε αντιβίωση, ενώ αν υποφέρετε από κάποιον μυϊκό πόνο θα κάνετε φυσικοθεραπεία.

Η κατάθλιψη και η μελαγχολία δεν διαφέρουν– υπάρχουν πράγματα που μπορείτε να κάνετε για να νιώσετε καλύτερα. Ένας άλλος λόγος για τον οποίο μπορεί να θέλετε να κρύψετε την κατάθλιψη είναι η εργασία σας.

Σύμφωνα με την οργάνωση ψυχικής υγείας MIND, ένας στους έξι εργαζόμενους στη Μεγάλη Βρετανία θα βιώσει κάποια στιγμή κατάθλιψη, πανικό ή άγχος. Και ενώ η κατάθλιψη έχει αναγνωριστεί ως ασθένεια, όποιος παραδέχεται σε εργοδότες και συναδέλφους πως πάσχει από κάποιο ζήτημα ψυχικής υγείας, δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, στιγματίζεται. Αν σταματήσουμε τη δουλειά λόγω μελαγχολίας κι όχι επειδή, ας πούμε, μας πονάει η μέση, υπάρχει ο φόβος ότι ο κόσμος θ’ αρχίσει να μας φέρεται διαφορετικά. Σας δια-βεβαιώνουμε ότι σιγά σιγά αυτού του είδους το σκεπτικό αλλάζει. Δημοφιλείς εκστρατείες ψυχικής υγείας, όπως το «Ώρα να αλλάξουμε», το μεγαλύτερο βρετανικό πρόγραμμα που πολεμάει το στίγμα και τις διακρίσεις που γίνονται σε βάρος της ψυχικής υγείας, έχουν κάνει θαύματα στην εκπαίδευση του κόσμου για τα δεδομένα της μελαγχολίας.

Η αλήθεια είναι ότι θα δυσκολευτείτε πολύ να βρείτε κάποιον που δεν έχει βιώσει κάποια μορφή κατάθλιψης, είτε ο ίδιος είτε μέσω των φίλων, της οικογένειας και των συναδέλφων του.

Ο Αρχαίος και ο Σύγχρονος Έλλην-ας

Εχθές συνάντησα τυχαία έναν παλαιό φίλο με τον οποίο είχαμε κάποιες ατέρμονες συζητήσεις. Με ρώτησε, λοιπόν, με αφορμή τις δικές του και δικές μου αναζητήσεις, «ποιος είναι ο Έλλην άνθρωπος σήμερα;», διότι βάσει αυτών που έχει διαβάσει και πολλοί υποστηρίζουν (με αντίτιμο φυσικά), –με ή χωρίς «χλαμύδες», με ή χωρίς «αστροπλοιά» από τον Σείριο–, με ή χωρίς φοροαπαλλαγές από την εφορία (ναι το ζήσαμε και αυτό), υπάρχει ο Έλλην (sic), σε αντίθεση από τους υπόλοιπους ανθρώπους, νεοέλληνες και ξένους!

Και αναρωτιέμαι αν ένας Γερμανός λ.χ έκανε αυτόν τον διαχωρισμό, δεν θα παρέπεμπε μια τέτοια διαφοροποίηση στην Άρια φυλή; Εμείς πως διαχωρίζουμε τον Φωτισμένο και διαφοροποιημένο Έλλην-α, αν υπάρχει σήμερα αυτός σήμερα (που δεν υπάρχει), από τους υπόλοιπους συνανθρώπους του; Με ποιους όρους, πως, και γιατί δεν γινόμαστε αυτόματα ρατσιστές;

Ας ξεκινήσουμε όμως από τα βασικά. Δεν υπάρχει ένα γενετικά προδιαγεγραμμένο «Ελληνικό χάρισμα». Υπάρχει ο άνθρωπος ο οποίος, λόγω της γέννησης και της κατοίκησής του σε αυτό τον χώρο που σήμερα ονομάζεται Ελλάδα, αγαπά την πατρίδα και την ιστορία της χώρας του, όπως αγαπά κάθε άνθρωπος σε κάθε γωνιά του κόσμου.

Οι σύγχρονοι Έλληνες, λοιπόν, δεν διαθέτουν κάποιο ειδικό γονιδιακό κληρονομικό χάρισμα (sic) που τους διακρίνει. Αντίθετα, η Ελληνικότητα –δηλαδή το σύνολο των αξιών και παραδόσεων που προήλθαν από την αρχαία Ελλάδα– αφορά μια διαρκή, καθημερινή κατάκτηση στον χρόνο, μια αέναη προσπάθεια όχι μόνο διατήρησης, αλλά και υπέρβασης και εξέλιξης, της έννοιας του ανθρώπου και της εξέλιξης του, τόσο με πνευματικά όσο και υλικά έργα.

Από το παρελθόν δανειζόμαστε μόνο ότι είναι χρήσιμο και ωφέλιμο για να συντηρήσουμε και να χτίσουμε ένα καλύτερο το μέλλον. Εάν ο σύγχρονος Έλληνας δεν επιδιώκει να ζήσει ως υπεύθυνος και συνειδητοποιημένος πολίτης, τότε η στείρα «προγονολατρεία» κινδυνεύει να αποτελέσει μια φολκλορική καρικατούρα, και αδυνατεί να του προσφέρει ουσιαστική καθοδήγηση. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ένας άλλος αιρετικός και συχνά Κυνικός φίλος μου:

«Ο ταλαιπωρημένος ανθρωπάκος (Έλληνας) αρχίζει να νιώθει καλύτερα, καθώς διαπιστώνει πως έχει κάποια σχέση με μυθοποιημένους, σπουδαίους προγόνους. Και όσο πιο άθλιος είναι κανείς, τόσο μεγαλύτερη ανάγκη έχει από το ‘προγονικό μεγαλείο’.

Σε αυτή τη γραμμή, δεν έχει σημασία αν η σημερινή λαότητα των ΝεοΕλλήνων προέρχεται από συγκεκριμένες γενετικές γραμμές· το ουσιώδες είναι τι έχει περάσει και κληρονομηθεί ως πολιτισμός και ήθος, παρά το ''καθαρό'' αίμα που κυκλοφορεί στις φλέβες ενός σύγχρονου λαού.

Όσοι κατοικούμε σήμερα σε αυτήν την υπέροχη γη –αγνοώντας μισές φορές τα προκαταρκτικά στερεότυπα– είμαστε Νεοέλληνες, όχι απλώς 'Έλληνες. Ας αφήσουμε τον χαρακτηρισμό «''Έλληνας'' για εκείνον τον μεγάλο λαό, εάν, όντως, θέλουμε να τον σεβόμαστε. Άλλωστε, απ’ τη στιγμή που δεν έχουμε καταφέρει να μάθουμε αρχαία Ελληνικά και εξαρτιόμαστε από μεταφράσεις για να κατανοήσουμε τη γλώσσα των αρχαίων, έχουμε χάσει την απευθείας επαφή με τον μοναδικό πολιτισμό που εκείνος αντιπροσωπεύει.».

Για να απαντήσω με τη σειρά μου, στο ερώτημα του φίλου μου, θα έλεγα πως τα βασικά χαρακτηριστικά του αρχαίου Έλληνα που θα έπρεπε να καλλιεργηθούν -και- από τον σύγχρονο Έλληνα, θα ήταν τα εξής:

Φιλοκαλία και αγάπη για την ελευθερία.

Φιλοκαλία: Σημαίνει την αγάπη για το όμορφο και το ωραίο –την εκτίμηση του φυσικού και ανθρώπινου κάλλους, την αρμονία στα έργα τέχνης, στη σκέψη και στη δημιουργία. Και ως γνωστόν, για να δεις και να αναπαράγεις το ωραίο, πρέπει να έχεις τις αντίστοιχες παραστάσεις, και να είσαι όμορφος πρώτα από όλα μέσα σου.

Ελευθερία: Σημαίνει τον αγώνα για μια καλύτερη ζωή, βασισμένο στον σεβασμό για την ιστορία μας, τις πραγματικές μας ανάγκες και το μέλλον των παιδιών μας, στηριζόμενοι στις δικές μας δυνάμεις. Είναι απαραίτητο να ξανααγαπήσουμε τον εαυτό μας, την πολιτιστική μας κληρονομιά, την κοινωνία και την πατρίδα μας, ανακαλύπτοντας ξανά τα ουσιώδη στη ζωή.

Αρετή και μέτρο στον βίο.

Στο έργο του Eduard Zeller, «Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας», αναφέρεται πως «πολλοί λαοί έχουν αγίους, προφήτες, θρησκευτικούς μεταρρυθμιστές, αλλά λίγοι φιλοσόφους», έμφαση στη μοναδικότητα της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας.

Οι αρχαίοι Έλληνες ανέπτυξαν μία φιλοσοφία που οδήγησε το ανθρώπινο μυαλό από το «Μύθο στο Λόγο», αγγίζοντας όχι μόνο τα κοσμολογικά ή γνωσιολογικά ζητήματα, αλλά και την ευτυχία, το νόημα ζωής, την ηθική και την οργάνωση της πολιτείας.

Η ιδέα του μέτρου, σε συνδυασμό με την αναζήτηση της αρετής –η σωφροσύνη, η γενναιοδωρία, η δικαιοσύνη και η ανδρεία, όπως περιγράφει ο Αριστοτέλης– έπρεπε να τεκμηριώνεται από τη συνήθεια και την παιδεία από μικρή ηλικία, ώστε οι άνθρωποι να μπορέσουν να υλοποιούν το αγαθό στην πράξη, ανεξάρτητα από εξωτερικά κίνητρα επιβράβευσης ή τιμωρίας.

Γνώση και φιλοσοφία.

Οι Έλληνες φιλόσοφοι επιδίωκαν να διδάξουν πώς να επιτυγχάνει κανείς το εύζην, όχι αλλάζοντας τις εξωτερικές συνθήκες της ζωής, αλλά μεταβάλλοντας τις πεποιθήσεις και την εσωτερική τους όψηπροσδοκώντας μια αληθινή εσωτερική μεταμόρφωση.

Οι αξίες του καλού και της γνώσης αποτέλεσαν θεμέλιο για την επίτευξη της ευδαιμονίας, μέσω μιας συνεπούς και συστηματικής προσπάθειας. Όπως έγραψε ο φιλόσοφος Ιεροκλής:

- «η φιλοσοφία λειτουργεί ως μέσο εξαγνισμού και τελειοποίησης της ανθρώπινης φύσης, απελευθερώνοντάς μας από τις προσκολλήσεις της ύλης και φέρνοντάς μας πιο κοντά στο ιδεώδες του θεϊκού στοιχείου

Ο Πλάτων, στον «Φαίδρο» (250–277 π.Χ.), τόνισε ότι:

- «Η φιλοσοφία έγκειται στον έρωτα της ψυχής για την πνευματική αθανασία, μέσω της αναζήτησης του ωραίου και της δημιουργίας ενός 'τόκου' που οδηγεί στην αθανασία –είτε μέσω σωματικών είτε μέσω πνευματικών έργων

Με άλλα λόγια, ούτε οι χλαμύδες, ούτε οι 12 θεοί, ούτε ο Σείριος, ή οποιοδήποτε άλλο αρχαίο δόγμα, καθορίζουν ποιος είναι ο σύγχρονος Έλληνας, ο οποίος προσπαθεί να διακατέχεται από τα ιδανικά, τις αξίες και τα επιτεύγματα των αρχαίων μας προγόνων.

Ένας πολίτης του σήμερα, οφείλει να επιδιώκει έναν συνειδητό βίο, με γνώση, καλλιεργεία των τεχνών, με αγάπη για το σώμα του, τη φύση και τον άνθρωπο. Πρέπει να γνωρίζει σε βάθος την ιστορία του, να είναι υπεύθυνος και ευσυνείδητος, να καινοτομεί, να καλλιεργεί τα ταλέντα και τις δεξιότητες του, δίχως πιθηκισμούς, καιροσκοπισμούς, κουτοπόνηριές και ωχαδελφισμούς, σε έναν περίπλοκο σύγχρονο κόσμο.

Είναι εξάλλου γνωστό παλαιόθεν, τα «καλά κρασιά» δεν κρίνεται μόνο από την ετικέτα, η ιστορία των προγόνων δεν εξασφαλίζει αυτόματα την επιτυχία των απογόνων. Ο κλασσικός Ελληνικός πολιτισμός –και ο όρος «Έλληνας»– γενικά τελείωσε μετά την Ελληνιστική εποχή, και απενήλθε στο προσκήνιο πρόσφατα. Στο ενδιάμεσο τεράστιο χρονικό διάστημα ο όρος Έλλην είχε δυστυχώς ταυτιστεί με τον ειδωλολάτρη ήταν, προσβλητικός, αντί αυτού είχε επικρατήσει ο όρος Ρωμιός, ο οποίος βεβαίως αφορούσε τον Ρωμαίο πολίτη.

Ο σύγχρονος Έλληνας πρέπει να μεταβεί από το απλό «φαίνεσθαι» στο «είναι». Αυτή η αλλαγή είναι καίρια, απαιτεί χρόνο και μόχθο, ώστε να πραγματοποιηθεί η σχετική απαραίτητη αφύπνιση. Σκοπός αυτής της αφύπνισης είναι μια ριζική ανατροπή του τρόπου σκέψης, και κυρίως μιας δημιουργικής δράσης.

«Σε αυτόν άρχου»! Η ελπίδα υπάρχει στον νεοέλληνα, εφόσον αναλάβει μια πιο υπεύθυνη θέση απέναντι στον εαυτό του, στον πολιτισμό του και στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Τι πολιτισμό παράγει η σύγχρονη Ελλάδα σήμερα, εκτός από έναν μη βιώσιμο τουρισμό και τη κουλτούρα του μουσακά, του ήλιου, της θάλασσας, του ανατολικού Ρυθμού του τσιφτετελιού, και της απειθαρχίας;

Τα επιτεύγματα του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού είναι μοναδικά, αθάνατα και διαχρονικά. Οι αρχαίοι Έλληνες μάθαιναν να μαθαίνουν, ώστε να γνωρίζουν να σκέφτονται. Ότι δανείστηκαν από σύγχρονους προς αυτούς πολιτισμούς (και δανείστηκαν πολλά), τα εξέλιξαν και τα ανέπτυξαν στο μέγιστο βαθμό, ξεπερνώντας τους αρχαίους εμπνευστές τους. Δεν είναι τα πάντα Ελληνικά ούτε ήταν ποτέ, η λογική του ότι όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες οι άλλοι έτρωγαν βελανιδιά, είναι όχι μόνο στείρα, αλλά και επικίνδυνη.

Οι αξίες που προέκυψαν από το πνεύμα της μυθολογίας, της φιλοσοφίας της επιστήμης, καθώς και η αφοσίωση στη γνώση και την τέχνη, αποτελούν πηγές στις οποίες ο νεοέλληνας θα πρέπει να επιστρέψει για να ανακαλύψει τον χαμένο του εαυτό και να επιδιώξει την αληθινή ευδαιμονία, με τρόπο δημιουργικό. Αυτό και τίποτα άλλο.

Αλλά δυστυχώς το περιβάλλον είναι τοξικό, και το γνώσιολογικο υπόβαθρο ανύπαρκτο, και έτσι όχι μόνο δημιουργούνται καρκινογενέσεις, αλλά είναι καταδικασμένες και οι ελάχιστες ειλικρινείς προσπάθειες της κακώς ενοούμενης επανελλήνησης!.

Σύμβολα των Θεών των Ελλήνων


Ζευς

Σύμβολα: Κεραυνός, Αιγίδα, Κότινος
Ζώα: Αετός, Ταύρος, Κόκορας
Δέντρα & Φυτά: Βελανιδιά, Φασκόμηλο. Δευτερεύοντα: Ελιά, Μαργαρίτα, Αμάραντο, Ματζουράνα, Καρυδιά, Φλόμος, Βερβένα, Αμυγδαλιά, Βιολέτα, Κασσιά, Γαρύφαλλο, Σχοίνος.

Ποσειδώνας
Σύμβολα: Τρίαινα
Ζώα: Άλογο, Δελφίνι, Ταύρος
Λίθοι: Βήρυλλος, Ακουαμαρίνης, Μαργαριτάρι
Δέντρα & Φυτά: Πεύκο, Θαλάσσια Ανεμώνη, Φύκια. Δευτερεύοντα: Φλαμουριά, Ουτρικουλαρία.

Aδης
Δέντρα & Φυτά: Κυπαρίσσι, Ροδιά. Δευτερεύοντα: Μέντα, Νάρκισσος, Καλαμπόκι.

Ήρα
Σύμβολα: Διάδημα, Σκήπτρο
Ζώα: Παγώνι, Αγελάδα
Δέντρα & Φυτά: Κρίνος, Πορτοκαλιά. Δευτερεύοντα: Μηλιά, Ιτιά, Συκιά, Σμύρνα.

Αθηνά
Σύμβολα: Αιγίδα
Ζώα: Κουκουβάγια, Φίδι
Δέντρα & Φυτά: Ελιά. Δευτερεύοντα: Βελανιδιά, Σημύδα, Σταυράγκαθο, Μουριά.

Απόλλωνας
Σύμβολα: Λύρα, Τόξο & Βέλος
Ζώα: Κουρούνα, Λύκος
Λίθοι: Ζαφείρι
Δέντρα & Φυτά: Δάφνη. Δευτερεύοντα: Ηλιοτρόπιο, Ηλίανθος, Ιξός (Γκυ), Υάκινθος, Πορτοκαλιά, Άνηθος, Τριγωνέλλα, Φοίνικας, Κρίνος, Πράσο.

Aρτεμις
Σύμβολα: Τόξο & Βέλος, Ημισέληνος
Ζώα: Ελάφι, Γεράκι
Λίθοι: Αμέθυστος, Σεληνόλιθος, Μαργαριτάρι
Δέντρα & Φυτά: Ιτιά, Γιασεμί, Οξυά, Μυρτιά. Δευτερεύοντα: Αμάραντος, Μαργαρίτα, Φουντουκιά, Αγριαψιθιά, Βάλσαμο, Ακακία, Μανδραγόρας, Απήγανος.

Αφροδίτη
Σύμβολα: Καθρέφτης
Ζώα: Περιστέρι, Κύκνος
Λίθοι: Σμαράγδι, Λαζούρι, Μαργαριτάρι
Δέντρα & Φυτά: Τριαντάφυλλο, Κρίνος, Ανεμώνη, Μηλιά, Μυρτιά. Δευτερεύοντα: Αλόη, Φτέρη, Ερείκη, Βενζόη, Σμύρνα, Κυδώνι, Σανταλόξυλο, Αγγελική, Αχλαδιά, Αστήρ, Αφροξυλιά (Σαμπούκος), Βιολέτα.

Aρης
Σύμβολα: Δόρυ & Σπαθί
Ζώα: Σκύλος, Όρνεο
Λίθοι: Όνυχας, Σαρδόνυξ
Δέντρα & Φυτά: Δυόσμος, Απήγανος, Φλαμουριά, Βερβένα, Αδελόχορτο.

Δήμητρα
Σύμβολα: Δρεπάνι, Δαυλός
Ζώα: Φίδι
Λίθοι: Σμαράγδι
Δέντρα & Φυτά: Στάχυ, Κριθάρι. Δευτερεύοντα: Ιτιά, Καλαμπόκι, Ροδιά, Φασολιά, Βληχούνι, Παπαρούνα.

Ερμής
Σύμβολα: Κηρυκείων, Φτερωτά Σανδάλια
Ζώα: Τράγος
Μέταλλα: Υδράργυρος
Δέντρα & Φυτά: Αμυγδαλιά, Έλατο. Δευτερεύοντα: Άνηθος, Φοίνικας, Φουντουκιά, Γαρύφαλλο, Κανέλλα, Μουριά.

Ήφαιστος
Σύμβολα: Σφυρί & Αμόνι, Πέλεκυς, Φωτιά
Δέντρα & Φυτά: Μαργαρίτα.

Πάνας
Σύμβολα: Αυλός, Φαλλός
Ζώα: Τράγος, Κριάρι, αρσενικό Ελάφι, Ταύρος
Δέντρα & Φυτά: Πεύκο, Έλατο, ʼμπελος. Δευτερεύοντα: Βανίλια, Καλάμι, Ασφόδελος, Ορχιδέα, Πηγουνιά, Σιληνή, Θρούμπι, Φτέρη, Αγριολούλουδα.

Διόνυσος
Σύμβολα: Θύρσος, Φαλλός
Ζώα: Φίδι
Λίθοι: Αμέθυστος
Δέντρα & Φυτά: Κισσός, Άμπελος. Δευτερεύοντα: Ασκληπιάς, Συκιά, Ίσκα, Μάραθο, Ταμάριξ, Μανιτάρι.

Εκάτη
Σύμβολα: Εγχειρίδιο
Ζώα: Φίδι, Σκύλος (μαύρος συνήθως)
Λίθοι: Αμέθυστος, Σεληνόλιθος, Μαργαριτάρι
Δέντρα & Φυτά: Λεβάντα, Σμύρνα, Ιτιά. Δευτερεύοντα: Ακόνιτο, Κυκλάμινο, Σκόρδο, Μέντα, Μανδραγόρας, Μπελαντόνα.

Έρως
Λίθοι: Οπάλιο
Δέντρα & Φυτά: Τριαντάφυλλο κόκκινο, Βιολέτα λευκή, Ζαχαροκάλαμο.

Προμηθέας
Δέντρα & Φυτά: Φτέρη

Ουρανός
Δέντρα & Φυτά: Φλαμουριά

Γαία
Λίθοι: Κεχριμπάρι (Ήλεκτρο), Κοράλλι
Δέντρα & Φυτά: Πορτοκαλιά, Μηλιά

Κρόνος
Δέντρα & Φυτά: Κριθάρι, Ορχιδέα. Δευτερεύοντα: Καλαμπόκι, Λεβάντα, Ροδιά, Βατόμουρο.

Ρέα
Δέντρα & Φυτά: Σμύρνα

Περσεφόνη
Δέντρα & Φυτά: Ροδιά, Παπαρούνα.

Αδωνίς
Δέντρα & Φυτά: Σμύρνα, Τριαντάφυλλο, Μαρούλι, Μάραθο, Ερείκη

Ασκληπιός
Ζώα: Φίδι
Δέντρα & Φυτά: Δάφνη, Μουστάρδα.

Ίρις
Δέντρα & Φυτά: Κρίνος

Ήλιος
Δέντρα & Φυτά: Ηλιοτρόπιο.

Έαρ
Δέντρα & Φυτά: Κέδρο

Ώρος
Δέντρα & Φυτά: Λωτός, Σκουλόχορτο

Ύπνος
Δέντρα & Φυτά: Παπαρούνα

Τυπικά Τελετών - Νουμηνία

Νουμηνία

Το ελληνικό εορτολόγιο είναι ως γνωστό σεληνιακό με την αρχή του κάθε μήνα να σηματοδοτείται από την εμφάνιση της νέας σελήνης (υπάρχει περίπτωση να είναι μια μέρα μετά την αστρονομική νέα σελήνη για την περιοχή μας).

Όλες οι πρώτες ημέρες του μήνα είναι αφιερωμένες σε θεούς και θεές αρχής γενομένης από την νουμηνία - την πρώτη ημέρα - που εορτάζονται οι εφέστιοι θεοί.

Αυτήν την κατεξοχήν οικιακή τελετή, την ιερότερη ημέρα κάθε μήνα, μπορούμε να την τελέσουμε και στην κοινότητα εκτός του κλειστού οικογενειακού κύκλου με το εξής κατάλληλα διαμορφωμένο τυπικό έτσι ώστε να αναπληρώνονται όσο το δυνατόν καλύτερα οι οικογενειακές τελετές των πρώτων ημερών.

ΑΝΟΙΓΜΑ

Κλύτε ώ Μάκαρες Θεοί, θνητών έξοχοι φίλοι
κραταιόν του Κόσμου στήριγμα,
κλύτε Αθάνατοι Θεοί και χάριν σπονδών
δότε βροτοίς, πάσης παιδείης Αρετήν
μεγίστην ευτυχίαν και περιπόθητον ευδαιμονίαν.

* Γίνεται σπονδή οίνου.

ΕΥΧΗ ΠΛΗΘΩΝΟΣ

Ας μην παύσω ώ Μάκαρες Θεοί, να σας χρωστώ ευγνωμοσύνη,
για όλα τ' αγαθά που από εσάς λαμβάνω και έχω λάβει
με χορηγό τον Ύπατο Δία.
Ας μην παραμελήσω, αναλόγως της δύναμης μου
το καλό του γένους μου.
Το να υπηρετώ πρόθυμα το κοινό καλό, αυτό ας θεωρώ
και δικό μου μεγάλο όφελος.
Ας μην γίνομαι αίτιο κανενός κακού,
από αυτά που τυχαίνουν στους ανθρώπους,
αλλά καλού, όσον δύναμαι, ώστε να γίνομαι κι εγώ ευτυχής, ομοιάζοντας σ' εσάς.

* Γίνεται σπονδή οίνου.

ΕΥΧΗ ΜΟΥΣΑΙΟΥ

Μάνθανε δη, Μουσαίε, θυηπολίην περισέμνην,
ευχήν, η δη τοι προφερεστέρη εστίν απασέων.
Ζευ βασιλεύ και Γαία και ουράνιαι φλόγες αγναί
Ηελίου, Μήνης θ' ιερόν σέλας Άστρα τε πάντα.
και συ, Ποσείδαον γαιήοχε, κυανοχαίτα,

Φερσεφόνη θ' αγνή Δημήτηρ τ' άγλαόκαρπε
Άρτεμι <τ'> ιοχέαιρα, κόρη, και ήιε Φοίβε,
ος Δελφών ναίεις ιερόν πέδον ος τε μεγίστας
τιμάς εν μακάρεσσιν έχεις, Διόνυσε χορευτά.
Αρές τ' όμβριμόθυμε και Ηφαίστου μένος άγνόν

αφρογενής τε θεά, μεγαλώνυμα δώρα λαχούσα'
και συ, καταχθόνιων βασιλεύ, μέγ' υπείροχε δαίμον,
Ήβη τ' Ειλείθυια και Ήρακλέος μένος ηύ'
και το Δικαιοσύνης τε και Ευσεβίης μέγ΄ ονειαρ
κικλήσκω Νύμφας τε κλυτάς και Πάνα μέγιστον

Ήρην τ', αίγιόχοιο Διός θαλερήν παράκοιτιν
Μνημοσύνην τ' έρατήν Μούσας τ' έπικέκλομαι άγνάς
εννέα και Χάριτας τε και Ώρας ήδ Ένιαυτόν
Λητώ τ΄ ευπλόκαμον, Θείην σεμνήν τε Διώνην
Κουρητάς τ' ενόπλους Κορύβαντάς τ' ηδέ Καβείρους

και μεγάλους Σωτήρας όμου, Διός άφθιτα τέκνα,
Ίδαίους τε θεούς ήδ άγγελον Ουρανιώνων,
Ερμείαν κήρυκα, Θέμιν θ', ιεροσκόπον ανδρών,
Νύκτα τε πρεσβίστην καλέω και φωσφόρον Ήμαρ,
Πίστιν τ' ηδέ Δίκην και αμύμονα Θεσμοδότειραν,

Ρείαν τ' ηδέ Κρόνον και Τηθύν κυανόπεπλον
Ωκεανόν τε μέγαν, συν τ' Ωκεανοίο θύγατρας
Άτλαντός τε και Αιώνος μέγ' υπείροχον Ισχύν
και Χρόνον αέναον και το Στυγός αγλαόν ύδωρ
μειλίχιους τε θεούς, αγαθήν τ επί τοισι Πρόνοιαν

Δαίμονα τ' ηγάθεον και Δαίμονα πήμονα θνητών,
Δαίμονας ουρανίους και ηερίους και ένυδρους
και χθόνιους και υποχθονίους ήδ' έμπυριφοίτους,
και Σεμέλην Βάκχου τε συνευαστήρας άπαντας,
Ινώ Λευκοθέην τε Παλαίμονα τ' όλβιοδώτην

Νίκην θ' ηδυέπειαν ίδ' Αδρήστειαν άνασσαν
και βασιλήα μέγαν Άσκληπιόν ήπιοδώτην
Παλλάδα τ' εγρεμάχην κούρην, Άνεμους τε πρόπαντας
και Βροντάς Κόσμου τε μέρη τετρακίονος αυδώ'
Μητέρα τ΄ αθανάτων, Άττιν και Μήνα κικλήσκω

Ουρανίαν τε θεάν, συν τ' άμβροτον αγνόν Άδωνιν
Αρχήν τ' ήδέ Πέρας - το γαρ έπλετο πασι μέγιστον -
ευμενέας έλθειν κεχαρημένον ήτορ έχοντας
τήνδε θυηπολίην ίερήν σπονδήν τ΄ επί σεμνήν.

* Γίνεται σπονδή οίνου.

ΕΠΩΔΟΣ ΕΡΜΟΥ

Κηρύκειο, ομοίωμα γλώσσας, δενδρολίβανο, αμυγδαλιά, έλατο, θυμίαμα λιβάνι, στύρακας, σπονδή οίνου.

Κλύθι μεύ ευχουμένου,Ενόδιε Ερμεία,Διός Άγγελε,
παγκρατές ήτορ έχων,φίλε θνητών.
Μέ τήν σεμνήν αυτήν σπονδήν,
σέ καλώ νά 'ρθεις Προστάτης
τού οίκου καί τού τόπου μου
ταχύς την των Θεών θέλησης Άγγελος!

* Γίνεται σπονδή οίνου.

ΥΜΝΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ

Προσφορές: Κόκκινα τριαντάφυλλα, δάφνη, σπένδουμε ερυθρό οίνο - θυμίαμα λιβάνι και μάννα. Συνοδεύουμε με μουσική.

Μνήσομαι ουδέ λαθώμαι Απόλλωνος Εκάτοιο.
Από χρόνια πρότερα, όσιο είναι έθιμο εσέ να επικαλούμε.
Ελθέ Μάκαρ παιάν, Φοίβε Αγλαότιμε, Ιήιε Ολβιοδώτα
Σπέρμειε, Πύθιε, Δελφικέ Μάντη, Φωσφόρε Δαίμων.

Συ που βλέπεις τον απέραντον αιθέραν
και την ευτυχισμένη γη από ψηλά,
που έχεις για μάτια σου τα άστρα,
που διαλύεις τα σκοτάδια.
Με τον δάφνινό σου κλάδο, σείεις τον ουρανόν.

Απόλλωνα που δεν εμφανίζεσαι στον καθένα,
αλλά εις όποιον είναι αγαθός.
Μέγας όποιος σ' αντίκρυσε, μικρός όποιος δεν σ΄είδε.
Θα δούμε 'σένα, ώ Εκατηβόλε και ποτέ εις το μέλλον
δεν θα είμεθα μικροί.
Η κόμη σου στάζει εις το έδαφος αρωματώδη έλαια
που θεραπεύουν.

Ιή Παιήον, Ιή Απόλλων, Ιή Νουμήνιε

* Γίνεται σπονδή οίνου.

ΚΛΕΙΣΙΜΟ

Χαίρετε ώ Μάκαρες Θεοί
μεθ' ημών αεί εστέ
κι εσείς μεν ούτω χαίρεσθε
παύσατε νούσους χαλεπάς και λύπες αποδιώξτε.

* Γίνεται σπονδή οίνου.

Η Ευρώπη, το λιμάνι της Ανθρωπότητας

Επικρίνουμε συνεχώς την Ευρώπη σαν η γηραιά ήπειρος να ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος για τη σκέψη μας. Θεωρούμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν κάνει αρκετά και ότι είμαστε σε μια κατάσταση κρίσης λόγω των αξιώσεών της που δεν μπορεί να υποστηρίξει. Πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει ακόμη κανένας κοινός παρονομαστής μεταξύ των κρατών μελών ως εάν το όραμά μας περιορίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Παρόλα αυτά είμαστε όλοι Ευρωπαίοι. Ή, ίσως, διαμέσου όλων αυτών, αποδεικνύουμε ότι είμαστε περισσότερο Ευρωπαίοι, τόσο καλλιεργημένοι είμαστε στη δημοκρατία που ξεχνάμε τις επιπτώσεις. 

Η Ευρώπη έχει διασχίσει τα χρόνια και έχει δώσει ένα όραμα στον κόσμο. Ενώ μερικοί δεν βλέπουν παρά μόνο τις αρνητικές πτυχές της αποικιοκρατίας και σπεύδουν να ξεχάσουν τις έννοιες τις τόσο θεμελιώδεις, όπως του Ελληνισμού και του ανθρωπισμού που εκπροσωπούν, παρόλα αυτά, τα δώρα σε όλη την ανθρωπότητα. Γιατί ξεχνούν τόσο εύκολα ότι αυτή η μικρή Ευρώπη είναι το μέρος από όπου ξεκίνησε η αναζήτηση άλλων ηπείρων;

Εξερευνητές όπως ο Columbus, ο de Gama και ο Magellan δεν ήταν προπάντων Ευρωπαίοι; Και αν ακολουθήσουμε αυτή την ιδέα, πώς να μην δούμε στην Ευρώπη, αυτό το λιμάνι της Ανθρωπότητας, από όπου φεύγουμε και όπου επιστρέφουμε; Διότι η Ευρώπη δεν είναι Τροία, αλλά το νησί της Ιθάκης. Επειδή η Ευρώπη δεν είναι ο Τρωικός πόλεμος, αλλά η Οδύσσεια. Καθορίζεται από το ταξίδι της επιστροφής στις πατρίδες μετά την εξερεύνηση του κόσμου. Είναι επομένως ένα ακίνητο χρονικό ταξίδι μέσα στο χώρο και γι’ αυτό είναι διαχρονική. Και όμως εάν η Ευρώπη υπάρχει ως ένα όριο, δεν είναι εξαιτίας των συνόρων αλλά της ίδιας της γης, της γης διαμέσου του βουνού αλλά και της θάλασσας. 

Πράγματι το όριο καθορίζεται από τον Καύκασο και τον Μύθο του Προμηθέα, από τον ωκεανό της ανακάλυψης, από την θάλασσα μας, τη Μεσόγειο Θάλασσα και το βόρειο σέλας, το φως του λευκού. Τίποτα σε αυτό δεν είναι τεχνητό και όλα είναι σύμβολα όπως και αυτή η λέξη. Είμαστε στην Ευρώπη μονοχρωματικές ψηφίδες και ακόμα και αν αυτές είναι μικρές, παραμένουν αμετάβλητες παρά τις κακοκαιρίες και τις δυσκολίες, παρά τα βάσανα και τα μαρτύρια. Παρόλα αυτά όλη αυτή η ποικιλομορφία, είναι ακριβώς ο πλούτος μας. Εντός των ορίων του φωτός, η Ανθρωπότητα και ο Χρόνος ζουν στην Ευρώπη, χάρις στην αποδοχή της διαφορετικότητας, και αυτή η διαφορά κάνει τη διαφορά. Εν συνεχεία, μέσω της Ένωσης μας, είμαστε σε θέση να παράγουμε ένα από τα ωραιότερα ψηφιδωτά στον κόσμο. Ένα ψηφιδωτό πολυχρωματικό που οφείλει το χρώμα του σε όλους μας και αυτό αντιπροσωπεύει ένα άλλο χρώμα που είναι μοναδικό από την ποικιλία του και όχι πολλαπλό μέσα στην μοναδικότητα του. Ιδού γιατί είμαστε η αναγνώριση επειδή αυτή η ιδέα δεν έχει νόημα χωρίς την επιστροφή, αλλά ο γύρος ως περίπλους, ως την εκπλήρωση μέσα στην αναζήτηση της τελειότητας και όχι της πληρότητας. Διότι εάν είμαστε εκτός ισορροπίας, είναι για να δημιουργήσουμε εκ νέου τα θεμέλια.

Μνήμη, Μελέτη, Αοιδή: Οι αρχαιότερες Μούσες

Ο Παυσανίας υποστηρίζει ότι υπήρχαν δύο γενιές Μουσών, όπου στην πρώτη γενιά ήταν 3 και ήταν κόρες του Ουρανού και της Γαίας, ή Τιτανίδες ή Απολλωνίδες και στη δεύτερη, ήταν 9 και ήταν κόρες του Δία και της Μνημοσύνης.
 
Οι Τιτανίδες Μούσες ήσαν οι θεότητες της μουσικής....

Τα ονόματά τους ήσαν Μελέτη, Αοιδή και Μνήμη εκ των οποίων η τελευταία ταυτίζεται με την Μνημοσύνη, μητέρα των εννέα Μουσών (Παυσανίας 9.29.1) ή Θελξινόη, Αοιδή, Αρχή, Μελέτη (Κικέρων De Natura Deorum/φύση των θεών 3.21). Η ποιητική τέχνη χρειάζεται και τις τρεις αυτές Μούσες, χρειάζεται τον συνδυασμό του τραγουδιού, της μνήμης και της μελέτης.

Οι αρχαιότερες Μούσες ήταν οι εξής:
  • Μνήμη
  • Μελέτη
  • Αοιδή
Γιατί για να τραγουδήσεις χρειάζεται πρώτα μνήμη, και μετά μελέτη (άσκηση).

Στην Ελληνική μυθολογία, με το όνομα Αοιδή είναι γνωστή η μία από τις τρεις Μούσες, τις θεότητες που προστάτευαν τις τέχνες και τα γράμματα. Η Αοιδή είναι η μούσα του τραγουδιού.

Αναφέρεται επίσης και ως η μία από τις 4 Μούσες που δέχεται ο ποιητής Άρατος.
 
Την Μελέτη αυτή την συναντάμε πάντοτε δεμένη με την λατρεία των Μουσών και έχει μία πλατιά αξία επειδή δεν περιορίζεται απλώς στην κατάκτηση μιας ιδιαίτερης γνώσης, αλλά και στην διαμόρφωση του χαρακτήρα στην μετάλλαξη του ανθρώπου και στην καλλιέργεια της Αρετής.

Η Μελέτη έχει έναν διπλό χαρακτήρα: στο ατομικό επίπεδο είναι μία άσκηση, που φέρνει σωτηρία και κάθαρση της ψυχής, ενώ στο επίπεδο της πόλης είναι μία παιδεία που διαπαιδαγωγεί τους νέους στην αρετή και προετοιμάζει τους πιο άξιους για την άσκηση της εξουσίας σύμφωνη με την δικαιοσύνη. Έτσι βλέπουμε ότι η εξάσκηση της Μελέτης έχει ένα διπλό προσανατολισμό προς τα μέσα και προς τα έξω, στον άνθρωπο και στην πόλη.Η ποιητική τέχνη χρειάζεται και τις τρεις αυτές Μούσες, χρειάζεται τον συνδυασμό του τραγουδιού, της μνήμης και της μελέτης.

Η Μνήμη ήταν μία από τις τρεις αρχαιότερες Μούσες, και πριν την εμφάνιση των γνωστών εννέα Πιερίδων Μουσών, στις οποίες είχαν αφιερώσει τον Ελικώνα ως τόπο κατοικίας των οι ιδρυτές της Βοιωτικής πόλης Άσκρη, οι γιοί του Αλωέα, ο Εφιάλτης και ο Ώτος.

Με αυτή την τριαδική υπόσταση λατρεύονταν στη πόλη αυτή οι αρχαιότερες Μούσες: Μελέτη, Μνήμη και Αοιδή καθώς επίσης στο Μαντείο των Δελφών και στη Σικυώνα.

Σ' αυτές ήταν αφιερωμένο το γλυπτό σύμπλεγμα των Κρανάχου, Αγελάδα (όνομα γλύπτου) και Αριστοκλή που παρίστανε τη Μελέτη με λύρα, την Μνήμη με βάρβιτο και την Αοιδή με αυλό. Επίσης υπήρχε και άλλο ανάγλυφο σύμπλεγμα που παρουσίαζε τη Μνήμη με την Αρετή, τη Σοφία και την Πίστη.

Γιατί οφείλουμε να διδάσκουμε Αρχαία Ελληνικά στα παιδιά;

Γιατί αλήθεια διδάσκουμε τα αρχαία ελληνικά στα παιδιά που θέλουμε να μορφώσουμε, σε τόσο πολλές ώρες μάλιστα;

Τρεις είναι οι κύριοι λόγοι που μας υποχρεώνουν να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να επικοινωνήσουν όσο γίνεται περισσότερο με τον αρχαίο κόσμο.

Πρώτα απ’ όλα, γιατί είμαστε κι εμείς Έλληνες. Από τον καιρό του Ομήρου ως σήμερα έχουν περάσει κάπου δυο χιλιάδες εφτακόσια χρόνια. Στους αιώνες που κύλησαν οι Έλληνες βρεθήκαμε συχνά στο απόγειο της δόξας, άλλοτε πάλι στα χείλια μιας καταστροφής ανεπανόρθωτης∙ νικήσαμε και νικηθήκαμε αμέτρητες φορές∙ δοκιμάσαμε επιδρομές και σκλαβιές∙ μας αλλάξανε με βία την πατρώα θρησκεία μας με τον βάρβαρο χριστιανισμό∙ στους τελευταίους αιώνες η τεχνική επιστήμη μετασχημάτισε βασικά τη μορφή της ζωής μας∙ και όμως κρατηθήκαμε Έλληνες, με την ίδια γλώσσα‐φυσικά εξελιγμένη‐, με τα ίδια ιδανικά, τον ίδιο σε πολλά χαραχτήρα και με ένα πλήθος στοιχεία του πολιτισμού κληρονομημένα από τα προχριστιανικά χρόνια.

Στον πνευματικό τομέα κανένας λαός δεν μπορεί να προκόψει, αν αγνοεί την ιστορία του, γιατί άγνοια της ιστορίας θα πει άγνοια του ίδιου του ίδιου του εαυτού του. Είμαι Έλληνας, συνειδητός Έλληνας, αυτό θα πει, έχω αφομοιώσει μέσα μου την πνευματική ιστορία των Ελλήνων από τα μυκηναϊκά χρόνια ως σήμερα. Ο δεύτερος λόγος που μας επιβάλλει να γνωρίσουμε την αρχαία πνευματική Ελλάδα είναι ότι είμαστε κι εμείς Ευρωπαίοι.

Ολόκληρος ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός στηρίζεται στον αρχαίο Ελληνικό, με συνδετικό κρίκο τον ρωμαϊκό. Η ρίζα του πολιτισμού των Ευρωπαίων όλων είναι ο αρχαίος Ελληνικός στοχασμός και η τέχνη, γι’ αυτό δεν μπορεί να τα αγνοεί κανείς, αν θέλει να αισθάνεται πως πνευματικά ανήκει στην Ευρώπη.

Μα ο κυριότερος λόγος που δεν επιτρέπεται οι νέοι μας ν’ αγνοούν την αρχαίαν Ελλάδα είναι άλλος: στην Ελλάδα για πρώτη φορά στα χρονικά του κόσμου ανακαλύφτηκε ο άνθρωπος ως αξία αυτόνομη, ο άνθρωπος που θέλει να κρατιέται ελεύθερος από κάθε λογής σκλαβιά, και υλική και πνευματική. Μέσα στους λαούς που περιβάλλουν τον Ελληνικό χώρο στα παλιά εκείνα χρόνια υπάρχουν πολλοί με μεγάλο πολιτισμό, πάνω απ’ όλους οι Αιγύπτιοι και οι Πέρσες. Οι λαοί όμως αυτοί ούτε γνωρίζουν ούτε θέλουν τον ελεύθερο άνθρωπο.

Το απολυταρχικό τους σύστημα επιβάλλει στα άτομα να σκύβουν αδιαμαρτύρητα το κεφάλι μπροστά στο βασιλέα και στους θρησκευτικούς αρχηγούς. Η ελεύθερη πράξη και η ελεύθερη σκέψη είναι άγνωστα στον εξωελληνικό κόσμο. Και οι Έλληνες; Πρώτοι αυτοί, σπρωγμένοι από μια δύναμη που βγαίνει από μέσα τους και μόνο, την δεσποτεία θα την μεταλλάξουν σε δημοκρατία, και από την άβουλη, ανεύθυνη μάζα του λαού θα πλάσουν μια κοινωνία από πολίτες ελεύθερους, που καθένας τους να νιώθει τον εαυτό του υπεύθυνο και για τη δική του και για των άλλων την προκοπή. Ο στοχασμός είναι κι αυτός ελεύθερος για τα πιο τολμηρά πετάματα του νου και της φαντασίας.

Ο Έλληνας είναι ο πρώτος, που ενώ ξέρει πως δεν μπορεί ατιμώρητα να ξεπεράσει τα σύνορα του ανθρώπου και να γίνει θεός, όμως κατέχεται από μια βαθιά αισιοδοξία για τις ανθρώπινες ικανότητες και είναι γεμάτος αγάπη για τον άνθρωπο, που τον πιστεύει ικανό να περάσει τις ατέλειές του και να γίνει αυτό που πρέπει να είναι−ο τέλειος άνθρωπος. Αυτή η πίστη στον τέλειον άνθρωπο, συνδυασμένη με το βαθύ καλλιτεχνικό αίσθημα που χαρακτηρίζει την ελληνική φυλή, δίνει στον αρχαίον Έλληνα τον πόθο και την ικανότητα να πλάσει πλήθος ιδανικές μορφές σε ό,τι καταπιάνεται με το νου, με τη φαντασία και με το χέρι: στις απέριττες μορφές που σχεδιάζουν οι τεχνίτες στα αγγεία της καθημερινής χρήσης, στη μεγάλη ζωγραφική, στην πλαστική του χαλκού και του μαρμάρου, πάνω απ’ όλα στο λόγο τους, και τον πεζό και τον ποιητικό.

Αυτόν τον κόσμο θέλουμε να δώσουμε στα παιδιά μας, για να μορφωθούν∙ για να καλλιεργήσουν τη σκέψη τους αναλύοντας τη σκέψη των παλιών Ελλήνων∙ για να καλλιεργήσουν το καλλιτεχνικό τους αίσθημα μελετώντας ό,τι ωραίο έπλασε το χέρι και η φαντασία των προγόνων τους∙ για να μπορέσουν κι αυτοί να νιώσουν τον εαυτό τους αισιόδοξο, ελεύθερο και υπεύθυνο για τη μοίρα του ανθρώπου πάνω στη γη∙ προπαντός για να φουντώσει μέσα τους ο πόθος για τον τέλειον άνθρωπο.