Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Η διαφορετική αντίληψη για τον χρόνο


Όσο πιο «φρέσκος» είναι κάποιος στη ζωή, τόσο περισσότερες πρωτόγνωρες πληροφορίες και ερεθίσματα δέχεται και τραβούν την προσοχή του, λένε οι επιστήμονες.

Σχεδόν κάθε 30άρης θα σου πει ότι ο χρόνος περνάει όλο και πιο γρήγορα, και ορόσημα της εβδομάδας, όπως το βράδυ της Κυριακής, ή του έτους, όπως τα Χριστούγεννα, φαίνεται να φτάνουν ολοένα και πιο γρήγορα βδομάδα με τη βδομάδα ή χρόνο με το χρόνο. Γιατί o χρόνος λοιπόν φαίνεται να πατάει γκάζι όσο μεγαλώνουμε;
Μια από τις πιο γνωστές προσεγγίσεις στηρίζεται καθαρά στα μαθηματικά. Όπως εξηγεί η Κλόντια Χάμοντ, συγγραφέας του βιβλίου «Time Warped» ή Χρόνος Παραμορφωμένος:
«Στην ηλικία των 40 ετών, μια χρονιά αποτελεί το ένα τεσσαρακοστό της ζωής μας, ενώ στην ηλικία των οκτώ ετών, μια χρονιά καταλαμβάνει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της». Γνωστή ως θεωρία των αναλογιών, ο Γάλλος φιλόσοφος του 19ου αιώνα Πολ Ζανέ αναφέρεται σε αυτή λέγοντας: «Αναπολώντας τα οκτώ ή δέκα τελευταία χρόνια στο σχολείο, νομίζεις ότι διήρκεσαν έναν αιώνα, ενώ τα τελευταία οκτώ ή δέκα χρόνια της ζωής σου, φαίνεται να διήρκεσαν μία ώρα».
Είναι όμως μόνο αυτό που κάνει ένα καλοκαίρι της παιδικής μας ηλικίας να φαντάζει σαν μια ολόκληρη ζωή;
Μια εξήγηση αποδεκτή από μεγάλο κομμάτι των επιστημόνων που ασχολούνται με το ζήτημα της αντίληψης του χρόνου έρχεται από τον χώρο της ψυχολογίας. Τα παιδιά καλούνται να ανακαλύψουν τον κόσμο. Όσο πιο «φρέσκος» είναι κάποιος στη ζωή τόσο περισσότερες πρωτόγνωρες πληροφορίες και ερεθίσματα δέχεται και τραβούν την προσοχή του. Στριμώχνοντας λοιπόν πολλά ερεθίσματα σε έναν περιορισμένο χρόνο, δίνεται η αίσθηση ότι μία μέρα, μία εβδομάδα ή ένα καλοκαίρι διαρκούν πολύ περισσότερο από όσο στην πραγματικότητα, γιατί περισσότερες πληροφορίες αποθηκεύονται στη μνήμη μας.
Ενώ αυτό φαίνεται να έχει κάποια λογική βάση, τα επιστημονικά δεδομένα που θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν κάτι τέτοιο είναι ακόμα λίγα και αποσπασματικά. «Θυμάμαι το 2009, όταν διορθώναμε με κάποιους συναδέλφους ένα επιστημονικό άρθρο σχετικά με το πώς ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τον χρόνο. Καλέσαμε τότε 14 ερευνητές για να το συζητήσουμε και καταλήξαμε με δέκα διαφορετικές θεωρίες πάνω στο τραπέζι», λέει ο Μαρκ Βίτμαν, ερευνητής στο Ινστιτούτο Ψυχολογίας και Ψυχικής Υγείας IGPP, του Φράιμπουργκ της Γερμανίας, και ειδικός σε θέματα αντίληψης χρόνου.
Μια νέα έρευνα, που δημοσιεύτηκε τον προηγούμενο μήνα στο επιστημονικό περιοδικό «Animal Behaviour», φαίνεται να δίνει μια νέα διάσταση στο ζήτημα της αντίληψης του χρόνου βάζοντας στο παιχνίδι την επιστήμη της βιολογίας. Μήπως δεν είναι μόνο τα μαθηματικά και οι μνήμες μας, που κάνουν τα παιδικά μας χρόνια να φαντάζουν αιώνας; Μήπως από κατασκευής τους τα παιδιά έχουν διαφορετική αντίληψη του χρόνου;
«Η έμπνευση ήρθε σε έναν σταθμό τρένου, μια μέρα που πήγαινα στη δουλειά. Η προσοχή μου ήταν καρφωμένη πάνω σε δύο μικρά παιδιά που φάνταζαν στα μάτια μου σαν να ζουν σε έναν κόσμο ο οποίος εξελίσσεται με πιο γρήγορους ρυθμούς», λέει ο καθηγητής Ζωολογίας Αντριου Τζάκσον. Η σκέψη αυτή τον συνόδεψε σε ολόκληρη τη διαδρομή μέχρι το εργαστήριό του στο Τμήμα Ζωολογίας του Πανεπιστημίου Τρίνιτι, της Ιρλανδίας. Αν παιδιά και ενήλικοι βιώνουν τον χρόνο σε διαφορετικές ταχύτητες, τότε τι συμβαίνει μεταξύ των διαφορετικών ζωικών ειδών, αναρωτήθηκε ο Τζάκσον.
Δύο από τους διδακτορικούς του φοιτητές ανέλαβαν αμέσως να το διερευνήσουν. Οι Κέβιν Χίλι και Λουκ ΜακΝάλι συγκέντρωσαν, ανέλυσαν και συνέκριναν στοιχεία από έρευνες πάνω σε ζώα και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα μικρόσωμα ζώα, με γρήγορους ρυθμούς μεταβολισμού, αντιλαμβάνονταν τον χρόνο να κυλάει πιο αργά σε σύγκριση με μεγαλόσωμα ζώα με πιο αργούς ρυθμούς μεταβολισμού.
Το πείραμα
Πώς όμως «ρωτάς» ένα ζώο πώς αντιλαμβάνεται το πέρασμα του χρόνου; Το πείραμα περιλαμβάνει έναν φακό που αναβοσβήνει με όλο και πιο γρήγορο ρυθμό. Μέχρι ενός σημείου το μάτι μπορεί να διακρίνει ότι το φως είναι διακοπτόμενο, ενώ από μια ταχύτητα και πάνω το μάτι δεν βλέπει εναλλαγές του φωτός, αλλά συνεχές φως. Από έρευνες σε ανθρώπους, και συγκεκριμένα σε αθλητές, έχει παρατηρηθεί ότι αυτοί που μπορούν να διακρίνουν το άναψε-σβήσε του φωτός όταν ο ρυθμός εναλλαγής φωτός-σκότους είναι πολύ γρήγορος ανέφεραν ότι βλέπουν τις μπάλες να τους πλησιάζουν σε πιο αργή κίνηση, δηλαδή είχαν πιο «ξεχειλωμένη» αντίληψη του χρόνου.
Όταν οι Χίλι και ΜακΝάλι έκαναν το ίδιο πείραμα σε ζώα διαπίστωσαν ότι, για παράδειγμα, ένας σκίουρος μπορεί να διακρίνει πιο γρήγορες εναλλαγές φωτός σε σύγκριση με έναν σκύλο, κάτι που σύμφωνα με τους Ιρλανδούς ερευνητές συνεπάγεται ότι ο σκίουρος βλέπει τη ζωή σε πιο αργή κίνηση.
«Tα παιδιά έχουν πράγματι την ικανότητα να διακρίνουν πιο γρήγορες εναλλαγές φωτός-σκότους από τους ενήλικες και με αυτό τον τρόπο προσλαμβάνουν μεγαλύτερο όγκο οπτικών πληροφοριών», λέει ο Τζάκσον. «Παρότι τα παιδιά είναι πιο μικρόσωμα από τους ενηλίκους, είναι πιθανότερο η παραπάνω παρατήρηση να συνδέεται με τον υψηλότερο ρυθμό του μεταβολισμού των μικρών παιδιών, ο οποίος μειώνεται με την πάροδο των ετών», εξηγεί.
Για να εξαχθεί όμως ένα ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με το αν ο αυξημένος ρυθμός μεταβολισμού των παιδιών είναι αυτός που τα κάνει να βλέπουν τον κόσμο σε αργή κίνηση, θα χρειαστούν περισσότερες και στοχευμένες έρευνες.

Ο Επίκουρος ο Νίτσε και η τέχνη του ηδέως ζην



Ο Επίκουρος παραμένει ένας από τους λιγότερο προβεβλημένους φιλοσόφους του αρχαίου κόσμου.
Από μια τεράστια σε όγκο και σημασία πνευματική παραγωγή έφτασαν μέχρι τις μέρες μας σχετικά λίγα έργα και αυτά θρυμματισμένα, καθώς τα περισσότερα βιβλία χάθηκαν, για διάφορους λόγους.

Από τους αρχαίους στοχαστές περισσότερο γνωστοί έγιναν άλλοι, όπως λ.χ. ο Πλάτων, ενώ πολλοί έμειναν συστηματικά στην αφάνεια ή συκοφαντήθηκαν σε όλες τις εποχές. Κατά τον καθηγητή Χαράλαμπο Θεοδωρίδη, Πλάτων και Επίκουρος είναι οι δύο πόλοι της συναισθηματικής και διανοητικής ζωής, η πιο βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη φύση αντίθεση, καθρέφτισμα της οικονομικής και κοινωνικής αντίθεσης.
Ο Πλάτων είναι ο τυπικός αντιπρόσωπος του ιδεαλισμού, ο Επίκουρος του συστηματικότερου υλισμού που γνώρισε η Αρχαιότητα. Η αντίθεση είναι χαρακτηριστική για την ζωή και την κίνηση των ιδεών, για την ιστορία της φιλοσοφίας, που είναι η πάλη του ιδεαλισμού και του υλισμού. Η πρώτη, η παλαιότερη και πρωτογονότερη θεώρηση του κόσμου, είναι η ιδεαλιστική.
Ο Σωκράτης είχε ιδιαίτερη μεταχείριση, καθώς ή περίφημη ρήση του για τον επερχόμενο σωτήρα ερμηνεύτηκε ως προαναγγελία της άφιξης του Ιησού:
«καθεύδοντες διατελοίτε αν, ει μη τινά άλλον ο θεός υμίν επιπέμψειεν κηδόμενος υμών», όλον τον καιρό θα εξακολουθείτε να κοιμάσθε, ώσπου να σας λυπηθεί ο θεός και σας στείλει άλλον κανέναν. Ο Πλάτων πέρασε για θεόπνευστος προφήτης με προαισθήματα για το σωτήριο κήρυγμα. [5] 
Το πλούσιο έργο του Επίκουρου, σημειώνει παρακάτω ο Θεοδωρίδης, παραμελήθηκε, χάθηκε και στην τύχη χρωστάμε τα λίγα πολύτιμα κομμάτια που σώθηκαν. Κρυμμένα αιώνες σα σπίθα στη στάχτη χρησίμευσαν προσάναμμα, όταν έφτασε το πλήρωμα άλλων καιρών.
Η έρευνα και η κατανόηση αναστήλωσαν τη φωτεινή φυσιογνωμία του, την γνήσια ελληνική και οδηγημένοι από τη φεγγοβολία της αναστηλώνουμε κι εμείς την Αρχαιότητα όπως ήταν στην πραγματικότητα.
Η διδασκαλία για τη μοίρα και το πεπρωμένο έχει κεντρική θέση σε ολόκληρο το φιλοσοφικό ρεύμα του ιδεαλισμού. «Ουκ έστιν αλλάξαι ανθρώποις, ό,τι Μοίρα κακά κλωστήρος επείγει, δεν μπορούν οι άνθρωποι να ξεφύγουν απ’ ό,τι η μοίρα τούς γράφει, λέει ο Θεόκριτος, ενώ  σύμφωνα με τον Αρχίλοχο «όλα η τύχη και η μοίρα τα δίνει στους ανθρώπους», πάντα τύχη και μοίρα ανδρί δίδωσι. Κατά τον Λεύκιππο, «τα πάντα γίνονται κατ’ αναγκαιότητα, αυτήν την αναγκαιότητα ονομάζουμε ειμαρμένη», πάντα κατ’ ανάγκην, την δ’ αυτήν ειμαρμένην.
Στη ίδια γραμμή βρίσκεται και ο ποιητής Όμηρος:
«Σε τίποτα δεν ωφελούν τα κλαψουρίσματα. Οι Θεοί έκλωσαν έτσι το νήμα της ζωής των δυστυχισμένων ανθρώπων, που αυτοί ζούνε μέσα στα βάσανα, ενώ εκείνοι μένουν αμέριμνοι. Δύο δοχεία βρίσκονται κοντά στην πόρτα του Δία: το ένα γεμάτο από κακά δώρα και το άλλο γεμάτο από δώρα καλά.
Αυτά ο κεραυνοβόλος Δίας τ’ ανακατώνει και δίνει σ’ άλλον κακά και σ’ άλλον καλά. Σ’ όποιον δώσει κακά δώρα, τον καθιστά πραγματικά δυστυχισμένο κι αληθινό βάρος της γης, πάνω στην οποία περιπλανιέται κι όπου περιφρονιέται κι από τους Θεούς κι από ανθρώπους».
Οι άνθρωποι είναι σαν τα φύλλα των δέντρων: «Φύλλα τα μεν τα’ άνεμος χαμάδις χέει, άλλα δε θ’ ύλη τηλεθοώσα φύει», τα φύλλα άλλα ο αγέρας τα σκορπάει χάμω, κι άλλα βγάζουν τ αμάραντα δάση. [5]
Η φιλοσοφία του Επίκουρου απορρίπτει όλες τις ιδεαλιστικές κατασκευές, τις κοσμογονίες και τους μύθους που έχουν σχέση με τη Μοίρα και το Πεπρωμένο, όπως ορίστηκαν από επιφανείς εκπροσώπους των ιδεαλιστών και συχνά είναι κοινές με πολλές δοξασίες που εισήχθησαν στον ελληνικό χώρο από την Ανατολή, τους αιώνες που ακολούθησαν την κατάρρευση του αρχαίου ελληνικού κόσμου της κλασικής εποχής. Ο Φιλόδημος, Επικούρειος του 1ου π.Χ. αιώνα, γράφει ανήσυχος για τις ιδέες και τα έθιμα που κουβαλούσαν οι Ασιάτες:
«Κοιμούνται σε ναούς, θεοπαρμένοι θυσιάζουν σε πέτρες αντί σ’ αγάλματα, με τύμπανα και άγρια μουσική. Τους θεούς αυτούς τους έχουν γι’ αδέκαστους και αλύγιστους, τον Άδη άμαχο και αδάμαστο», και τους μεν (θεούς) νομίζειν ατρέπτους και απαραιτήτους, τον δ’ Άδην άμαχον και αδάμαστον κατά τινα των εθνών Ασίας. (Φιλόδημος, Περί Θεών Ι, 18,22, εκδ.Η. Diels).
Γράφει ο Θεοδωρίδης σχετικά: «Η ελληνική παιδεία δέχτηκε βαρβαρική επιδρομή. Η ανατολική θρησκοληψία και θεοσοφική διάθεση, που κουβάλησαν σ’ αυτήν οι ξένοι, Σύροι, Αιγύπτιοι, Εβραίοι, διαμετρικά αντίθετες και ασυμβίβαστες με την ουσία του ελληνισμού, ήταν φυσικό να αγκιστρωθούν στον Πυθαγόρα και στον Πλάτωνα.
Ο Ιουδαίος Φίλων, που έζησε στα χρόνια του Χριστού, υποστήριξε πως ο Πλάτων τη σοφία του την άντλησε από τα ιερά βιβλία των Εβραίων, ενώ εκείνα βαστούν από “θεϊκή” έμπνευση. Κανένα αιώνα αργότερα ο Νουμήνιος από την Απάμεια της Συρίας (γύρω στα 160 μ.Χ.) έλεγε πως ο Πλάτων είναι ο ίδιος ο Μωϋσής που μιλάει ελληνικά, “Μωϋσής αττικίζων”. Ο αραβικός και ο δυτικοευρωπαϊκός Μεσαίωνας αγιοποίησαν τον Αριστοτέλη σαν φύλακα άγγελο της μωαμεθανικής και της καθολικής ορθοδοξίας.»
Ο Επίκουρος ξεκινάει από τις αισθήσεις οι οποίες αποκαλύπτουν τη μεγαλοπρέπεια και τη λαμπρότητα της ζωής. Αυτές είναι το κριτήριο της αλήθειας και τίποτα δεν υπάρχει έξω απ’ αυτές. Οι Επικούρειοι ελέγχουν και απορρίπτουν συστηματικά οτιδήποτε προκαλεί φόβο στην ψυχή του ανθρώπου και κυρίως τον κυρίαρχο τρόμο του θανάτου (κενόν φόβον) και της αιώνιας τιμωρίας.
Οι θεοί, ως τέλεια όντα, δεν ενδιαφέρονται για τη ζωή των βροτών ούτε για το θάνατό τους. Η θεία πρόνοια απορρίπτεται έτσι μαζί με τη θεία τιμωρία. Ο κόσμος  είναι αΐδιος (αιώνιος), δεν τον έφτιαξε κανένας από μηχανής θεός ή άνθρωπος, αλλ’ ην αιεί και έστιν και έσται:
«Εκείνος (ο Επίκουρος) μας έχει διδάξει ότι ο κόσμος υπήρξε δημιούργημα της φύσης και ότι δεν χρειάστηκε να τον οικοδομήσει κανένας πλάστης, και ότι η διαδικασία της δημιουργίας, που σύμφωνα μ’ εσάς δεν είναι δυνατό να υπάρξει χωρίς θεία επιδεξιότητα, είναι τόσο εύκολη, που η φύση θα δημιουργήσει, δημιουργεί και έχει δημιουργήσει αναρίθμητους κόσμους.
Εσείς, αντίθετα, δεν μπορείτε να δείτε πώς τα κατορθώνει όλα αυτά η φύση χωρίς τη βοήθεια κάποιας διάνοιας, κι έτσι, σαν τους τραγικούς ποιητές που δεν μπορούν να φέρουν την πλοκή του δράματος σε μια κατάληξη, καταφύγατε σ’ έναν από μηχανής θεό, που την παρέμβασή του δεν θα την είχατε ανάγκη, αν αναλογιζόσασταν την δίχως όρια έκταση του διαστήματος που απλώνεται προς κάθε κατεύθυνση στό άπειρο όπου, ταξιδεύοντας ο νους, δεν βρίσκει άκρη να σταθεί.(4)
The Lament for Icarus by Herbert James Draper, 1898.
Οι μαθητές του Κήπου αρνούνται κάθε θεία παρέμβαση στη δημιουργία του κόσμου και κάθε τελολογική ερμηνεία:
«Λοιπόν, μέσα σ’ ετούτο το αχανές μήκος και πλάτος και ύψος,  υπάρχει χώρος για την άπειρη ποσότητα ατόμων που -παρ’ ότι τα χωρίζει το κενό- συνδέονται μεταξύ τους και σχηματίζουν τις ενώσεις από τις οποίες αποτελούνται οι μορφές όλων των πραγμάτων που εσείς νομίζετε πως δεν μπορούν να δημιουργηθούν παρά μόνο με τη βοήθεια φυσερών και αμονιών, και μας φορέσατε σαμάρι έναν Αιώνιο Αφέντη που πρέπει μέρα νύχτα να τον φοβόμαστε· γιατί ποιος δεν θα φοβόταν έναν θεό που ανακατεύεται παντού, που προβλέπει, προνοεί και παρατηρεί τα πάντα, και κρίνει πως τον αφορά το κάθε τι;
Συνέπεια της θεολογίας αυτής, πριν απ’ όλα υπήρξε το δόγμα σας της Αναγκαιότητας ή της Ειμαρμένης·  η θεωρία σας ότι κάθε συμβάν είναι αποτέλεσμα μιας αιώνιας αλήθειας και ότι αποτελεί μέρος μιας αδιάσπαστης αλυσίδας αιτιοτήτων. Όμως τι αξία μπορεί να έχει μια φιλοσοφία που νομίζει ότι το κάθε τι συμβαίνει γιατί έτσι είναι γραμμένο από τη μοίρα;
Αυτά τα πιστεύουν οι γριές, και μάλιστα οι αμόρφωτες γριές! Δεύτερη συνέπεια είναι οι ιδέες σας περί θείας έμπνευσης και μαντικής, που αν τις παίρναμε στα σοβαρά, θα γινόμασταν τόσο προληπτικοί που θα καταλήγαμε στους προφήτες, τους οιωνοσκόπους, στους αγύρτες, τους οραματιστές και τους ονειροκρίτες.
Όμως ο Επίκουρος μάς λύτρωσε από την αιχμαλωσία και μας απελευθέρωσε από αυτές τις δεισιδαιμονίες• δεν έχουμε λοιπόν να φοβηθούμε τίποτα από τις υπάρξεις εκείνες που, όπως ξέρουμε, δεν προκαλούν ενοχλήσεις ούτε στον εαυτό τους ούτε και σε κανέναν άλλο• και ταυτόχρονα, λατρεύουμε με σεβασμό και ευλάβεια το υπέρτατο μεγαλείο της φύσης τους.»
Θα έφτιαχναν ποτέ οι θεοί έναν κόσμο με τόση δυστυχία, θλίψη και οδύνη; Κι αν το τέλος, με τη μορφή της απώλειας είναι καθημερινό φαινόμενο, μήπως ολόκληρη η φιλοσοφία δεν είναι παρά ένα ευφυές σχόλιο στο αμετάκλητο γεγονός του θανάτου; Κι αν ήθελαν οι θεοί να φτιάξουν τον κόσμο γιατί δεν τον έφτιαξαν τέλειο; Ή λοιπόν ήθελαν αλλά δεν μπορούσαν να εκτοπίσουν το κακό από την ανθρωπότητα, ή μπορούσαν αλλά δεν ήθελαν, ή ούτε ήθελαν ούτε μπορούσαν ή και ήθελαν και μπορούσαν να το κάνουν.
Κατά τον Επίκουρο, οι τρεις πρώτες περιπτώσεις είναι αδιανόητες για τους Θεούς, αφού είναι αντίθετες στη θεϊκή φύση τους. Αν λοιπόν ήθελαν και μπορούσαν, γιατί δεν έφτιαξαν τον κήπο του Παράδεισου αλλά μια κοιλάδα των δακρύων για εκατομμύρια θνητούς;
Utagawa Kuniyoshi, Princess Takiyasha summons a skeleton spectre to frighten Mitsukuni
Οι παραστάσεις των ανθρώπων για τους θεούς προέρχονται από αμάθεια, φόβο και δεισιδαιμονία· άθεος και ασεβής είναι για τον Επίκουρο όποιος αποδίδει εγκληματικές προθέσεις στους θεούς, οι οποίοι υπάρχουν άφθαρτοι και αδιάφοροι για τις ατέλειες του κόσμου και τις περιπέτειες των πολιτισμού.
Είναι πάντως προτιμότερο οι άνθρωποι να πιστεύουν τον μύθο για τους θεούς, παρά να υποδουλώνονται στο πεπρωμένο, όπως λένε οι φυσικοί φιλόσοφοι, γιατί ο μύθος αφήνει τουλάχιστον την ελπίδα να μαλακώσουμε την θέληση και την οργή των θεών με τιμές, ενώ η αναγκαιότητα είναι νόμος αμείλικτος και με τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Ως βάση λοιπόν της θρησκείας μπαίνει το ζήτημα του φόβου. Η Ιφιγένεια θυσιάστηκε από τον ίδιο της τον πατέρα για να φυσήξει ούριος άνεμος στα ελληνικά πλοία.
Θα ήθελαν ποτέ οι θεοί κάτι τέτοιο ή μήπως όλα αυτά είναι έργα των ανθρώπων; Οι θεοί του Επίκουρου έχουν αιθέρια φύση, είναι μακάριοι και αθάνατοι, φτιαγμένοι από ψιλά άτομα, μιλούν Ελληνικά, έχουν φύλο και εμφανίζονται με τη μορφή του ανθρώπινου σώματος, το οποίο είναι ωραιότερο από κάθε άλλο. Στην επιστολή προς Μενοικέα διαβάζουμε: ΘΕΟΙ ΜΕΝ ΓΑΡ ΕΙΣΙΝ. ΕΝΑΡΓΗΣ ΓΑΡ ΑΥΤΩΝ ΕΣΤΙΝ Η ΓΝΩΣΙΣ, (οι θεοί βέβαια υπάρχουν διότι η γνώση που έχουμε γι´αυτούς είναι εναργής και ολοφάνερη). Στη διαθήκη που παραθέτει  ολόκληρη ο Διογένης Λαέρτιος φαίνονται η ευσέβεια του Επίκουρου προς τους θεούς.[1]
Ο Ρωμαίος φιλόσοφος Σενέκας έχει τις αντιρρήσεις του: «Ο Θεός, αφού ζει απομονωμένος  ανάμεσα στο δικό μας και κάποιον άλλο κόσμο, τίποτα δεν μπορεί να πράττει, παρά να αποφεύγει κάθε φορά τους κόσμους που καταστρέφονται γύρω του, χωρίς να δίνει προσοχή στις ικεσίες και να φροντίζει για μας.
Τέτοιον Θεό λατρεύεις εσύ, Επίκουρε, όπως μου φαίνεται, και μάλιστα με ευγνώμονα καρδιά. Αν ουδεμία υποχρέωση έχεις να λατρεύεις τον Θεό, αφού οφείλεις τα πάντα στα άτομα και τα στοιχεία για τα οποία μιλάς, τότε γιατί τον λατρεύεις;»
Βάλσαμο της ψυχής
Ο Επίκουρος (341 π.Χ. - 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, εν ονόματι Κήπος του Επίκουρου, η οποία θεωρείται από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνικής φιλοσοφίας.
Ο Νίτσε επισημαίνει την παρηγορητική δύναμη της φιλοσοφίας του δασκάλου: «Ο Επίκουρος, αυτός που καθησύχασε τις ψυχές της αρχαιότητας, είχε την αντίληψη που σήμερα συναντούμε σπάνια, ότι δηλαδή για να γαληνέψει η ψυχή του ανθρώπου δεν είναι αναγκαίο να λύσουμε τα ύψιστα θεωρητικά προβλήματα.
Έτσι, αντί να προβαίνει σε άκαρπες συζητήσεις, τού ήταν αρκετό να λέει σ’ εκείνον που βασανιζόταν από το φόβο ότι και σε περίπτωση που υπάρχουνε θεοί, δεν αναμειγνύονται στις υποθέσεις του κόσμου. Η άποψη αυτή είναι ευνοϊκότερη και ασφαλέστερη. Δίνονται εκ των προτέρων κάποια προοδευτικά βήματα στον ακροατή, ο οποίος έτσι γίνεται πιο πρόθυμος να ακούει και να αποδέχεται.
Αλλά αν επιχειρήσει να αποδείξει το αντίθετο -ότι δηλαδή οι θεοί μεριμνούν για τις ανθρώπινες υποθέσεις-, σε ποιους λαβύρινθους και δάση σπαρμένα με αγκάθια δεν πέφτει από μόνος του, ο δυστυχής, χωρίς να χρειάζεται την πονηριά του συνομιλητή του, ο οποίος οφείλει τότε να έχει αρκετή φιλανθρωπία και λεπτότητα, ώστε να κρύψει τον οίκτο του.
Στο τέλος, καταλαμβάνεται από ισχυρότατη αηδία για κάθε επιχείρημα που διατυπώνεται με λόγια. Καταλαμβάνεται από αηδία για τους ίδιους τους ισχυρισμούς του και αποχωρεί με τη διάθεση που θα είχε κι ένας γνήσιος αθεϊστής: Τι με ενδιαφέρουν οι θεοί; Ας πάνε στο διάβολο!» [6]
Άφοβον ο θεός,
ανύποπτον ο θάνατος•
και ταγαθόν μεν εύκτητον,
το δε δεινόν ευκαρτέρητον.
Φιλόδημος, Προς σοφιστάς, IV 10-14
Και στη συνέχεια: «Σε άλλες περιπτώσεις, όσες φορές ταλαιπωρούσε το μυαλό του συνομιλητή του μια υπόθεση κατά το ήμισι φυσική και ηθική κατά το άλλο μισό, ο Επίκουρος δεν την ανασκεύαζε, αλλά ομολογούσε ότι ενδεχομένως μπορούσε να είναι ορθή, ίσως όμως να υπάρχει κι άλλη υπόθεση, η οποία ερμηνεύει αυτό το φαινόμενο.
Το πλήθος των υποθέσεων αρκεί για να σκορπίσει απ’ την ψυχή μας τα σύννεφα που γεννιούνται από τη μία και μόνη λεπτολόγο ανάλυση, η οποία επειδή είναι η μόνη ορατή, υπερτιμάται εκατό φορές περισσότερο· αυτό ακριβώς συμβαίνει για παράδειγμα όταν εξετάζουμε την προέλευση των τύψεων της συνείδησης και τις αντιλήψεις που έχουμε γι’ αυτές.
Όποιος λοιπόν επιθυμεί να χύσει βάλσαμο παρηγοριάς στους δυστυχείς, τους κακοποιούς, τους υποχονδριακούς ή αυτούς που πεθαίνουν, ας ανακαλεί στη μνήμη τους τις δυο καθησυχαστικές αποστροφές του Επίκουρου που ισχύουν σε πλείστες περιπτώσεις: α) Είναι νόμος. Έτσι έχει το πράγμα. Λοιπόν δεν ενδιαφερόμαστε. β) Το πράγμα είναι δυνατόν να είναι έτσι. Μπορεί όμως να είναι κι αλλιώς. [5]
Η μεσημβρία του αρχαίου κόσμου
Για το Γερμανό φιλόσοφο, η διδασκαλία του Επίκουρου είναι το μεσημέρι της αρχαιότητας:
«Είμαι ευτυχής, διότι συναισθάνομαι το χαρακτήρα του Επίκουρου με τρόπο διαφορετικό από κάθε άλλον και, παρά τα όσα ακούω και διαβάζω γι’ αυτόν, είμαι ικανός να δοκιμάσω την αίσθηση της μεσημβρίας του αρχαίου κόσμου. Βλέπω τη ματιά του στραμμένη προς μια μακρά, απλωμένη, υπόλευκη θάλασσα, προς παράκτιους βράχους που πάνω τους ξαπλώνει ο ήλιος, ενώ μικρά ζώα παίζουν ήσυχα και με ασφάλεια μέσα στις λάμψεις του, όπως ήσυχο και ασφαλές είναι το φως της μέρας και το βλέμμα του δασκάλου.
Τέτοια ευδαιμονία μπορεί να αισθανθεί μόνον όποιος υποφέρει εις το διηνεκές. Είναι ευδαιμονία για τα μάτια, μπροστά στα οποία η θάλασσα της ύπαρξης γαληνεύει, κι αυτά δεν μπορούν να ικανοποιηθούν πλέον βλέποντας την επιφάνεια και την πολύχρωμη, τρυφερή και φρικιαστική επιδερμίδα της. Ουδέποτε άλλοτε υπήρξε τέτοια μετριοφροσύνη της ηδονής.» [5]
Πλάνη δεινή!
Στους ισχυρισμούς των Κυρηναϊκών ότι οι σωματικοί πόνοι είναι σφοδρότεροι και δριμύτεροι από τους ψυχικούς, ο Επίκουρος απαντά: «Πλάνη δεινή!  Το σώμα πάσχει μόνο από τα παρόντα κακά ενώ η ψυχή υποφέρει από τις συμφορές του παρόντος, του παρελθόντος και του μέλλοντος.»
Εξάλλου, οι αισθησιακές ηδονές και οι σαρκικές απολαύσεις ποτέ δεν μπορούν να ικανοποιηθούν πλήρως σε μια τόσο σύντομη ζωή. Μόνο η νόηση μπορεί να μας εξασφαλίσει αρμονικό και τέλειο βίο, γιατί δεν έχει ανάγκη την απεριόριστη διάρκεια του χρόνου. Στις ωραίες επιστολές του προς τον Λουκρήτιο, ο Σενέκας λέει:
«Οποιοσδήποτε καταφεύγει στον Επίκουρο για να βρει επικάλυψη για τις ακόλαστες διαθέσεις του απογοητεύεται ευθύς εξαρχής.
Εισέλθετε στον κήπο μου και διαβάστε το επίγραμμά μου: Ξένε, η διαμονή εδώ είναι ευχάριστη. Ως ύψιστο αγαθό θεωρούμε την ηδονή. Ο φύλακας αυτού του χώρου (ενδιαιτήματος) είναι πρόθυμος και αξιέραστος. Θα σε φιλέψει κρίθινο άρτο, θα σου προσφέρει άφθονο νερό και θα σου απευθύνει την ερώτηση: είσαι ευχαριστημένος από την αποδοχή που σου έκαμα; Όχι! Ο κήπος αυτός δεν ερεθίζει την όρεξη, τουναντίον καταστέλλει την πείνα. Δεν αυξάνει τη δίψα με την πόση, αλλά τη σβήνει με φυσικά μέσα, τα οποία, εκτός των άλλων, έχουν το πλεονέκτημα να είναι πολύ φθηνά. Στην απόλαυση αυτή γέρασα κι εγώ.» [3]
Ενώ οι Στωικοί θεωρούν ύψιστο αγαθό την Αρετή, ο Επίκουρος την εκλαμβάνει αποκλειστικά ως ένα μέσο που βοηθάει τους ανθρώπους να αποκτήσουν την ύψιστη ευδαιμονία, δηλαδή την ηδονή. Αν οι ωραίες και θαυμάσιες αρετές, δεν μπορούν να μας οδηγήσουν σε καμιά ευχαρίστηση, κανένας δε θα τις λογαριάσει ως ελκυστικές και άξιες επαίνου.
Η τέχνη του γιατρού εκτιμάται για τα ευεργετικά της αποτελέσματα και η τέχνη του ναυκλήρου δεν επαινείται καθ’ αυτήν αλλά λόγω της ωφέλειας της στη ναυσιπλοΐα· έτσι και η φιλοσοφία εκείνη, την οποία πρέπει να θεωρήσουμε ως τέχνη του ζην, δεν έχει καμιά αξία αν δεν προσφέρει κάποιο θετικό και ευεργετικό αποτέλεσμα. Ποθούμε το Αγαθό όχι επειδή έχει αξία από μόνο του, όπως έλεγε ο Σωκράτης, αλλά γιατί είναι παράγοντας που οδηγεί στην ευτυχία.
Για τον ίδιο λόγο επιδιώκονται και οι άλλες τέσσερις θεμελιώδεις αρετές της αρχαιότητας, η εγκράτεια, η ανδρεία, η δράση και η δικαιοσύνη. Η εγκράτεια θέτει τη δράση υπό τον έλεγχο της νόησης και μας βοηθάει να απολαμβάνουμε με μέτρο τις ηδονές, ώστε να μην προκαλούν οδύνη.
Είμαστε ανδρείοι για να μπορούμε να ζούμε χωρίς αγωνίες και φόβους, πράττοντας δίκαια, γιατί η ατιμία βασανίζει την ψυχή και μόνο με την απλή παρουσία της (Ο δίκαιος αταρακτότατος, ὁ δ’ αδικος πλείστης ταραχής γέμων).
Ωστόσο, δεν μπορεί οποιοσδήποτε να εξυψωθεί στην ύψιστη βαθμίδα της σοφίας. Χρειάζεται ευφυΐα και άσκηση, αλλά αυτός που κατορθώσει άπαξ να ανέλθει μέχρι εκεί, κατέχει πλέον τη σοφία ως άφθαρτη ιδιότητα και μαζί μ’ αυτή την ευδαιμονία και την ατάραχη ζωή.
Ο σοφός δεν εκλιπαρεί αξιώματα και τιμές, ούτε ενδιαφέρεται πολύ για τη γνώμη που έχουν οι άλλοι γι’ αυτόν· του αρκεί να μην τον περιφρονούν, επειδή σε τέτοια περίπτωση θα κινδύνευε η ασφάλεια και η ηρεμία του. Ο σοφός αντιμετωπίζει με ήρεμη σκέψη (νήφωνα λογισμό) κάθε κατηγορία και μομφή εναντίον του. Αν και το αίσθημα της αδικίας του προκαλεί δυσαρέσκεια, τα συναισθήματά του δεν εκφυλίζονται σε αγανάκτηση και οργή, η οποία θα έβλαπτε την αοχλησίαν του σώματος. 
Στην Επίκουρου Προσφώνησι σώζεται ένα απόσπασμα που ανήκει στον Μητρόδωρο: «Να θυμάσαι ότι αν και είσαι θνητός σύμφωνα με τη φύση και έχεις λάβει μια περιορισμένη διάρκεια ζωής, ανέβηκες με τους διαλογισμούς περί της φύσης τόσο στην απειρία της όσο και στην αιωνιότητά της και είδες καθαρά τα τωρινά, τα μελλούμενα και τα παρελθόντα.» [1]
Ο Έλληνας άνθρωπος της δημοκρατικής εποχής, απαλλαγμένος από τις μεταφυσικές μυστικιστικές θολούρες, περιγελά το Πεπρωμένο και δεν το δέχεται ως απόλυτο κυρίαρχο των πάντων:  από τα πράγματα κάποια γίνονται από ανάγκη κάποια άλλα από τύχη και κάποια άλλα τέλος από τη δική μας βούληση.  Η τύχη είναι απλώς μια ευκαιρία:
«Την τύχη όμως ούτε θεό την θεωρεί, όπως πιστεύουν οι πολλοί άνθρωποι, – αφού τίποτα δεν γίνεται από τον θεό χωρίς τάξη – , ούτε πάλι την θεωρεί ως αβέβαιη αιτία, δεν πιστεύει ότι από την τύχη δίνεται το καλό ή το κακό στους ανθρώπους για μια ευτυχισμένη ζωή, αλλά όμως παρέχει την ευκαιρία και την αρχή για μεγάλα καλά ή μεγάλα δεινά.» (Επίκουρος) [2]
Charles Joseph Natoire
Η έξοδος από τον Παράδεισο, 1740
Τα προηγούμενα δεν σημαίνουν ότι ο θνητός που κατέχει τέτοια σοφία είναι απαλλαγμένος από τα ανθρώπινα πάθη ούτε ζει αλώβητος, αμέτοχος στα παιχνίδια εξουσίας και τις αναμετρήσεις που μαίνονται σε όλο το φάσμα της κοινωνικής σχέσης. Λόγω αυτής της πραγματικότητας δημιουργήθηκαν άλλωστε πλήθος οργανωμένες φιλοσοφικές Σχολές σε πολλές πόλεις του αρχαίου κόσμου.
Οι αλληλέγγυες κοινότητες των Επικούρειων συμμετείχαν στις ιδεολογικές διαμάχες της εποχής τους, είχαν δηλαδή εν τέλει πολιτική λειτουργία, ανεξαρτήτως από τις προθέσεις και τις επιδιώξεις των ιδρυτών τους. Οι ιδέες των Επικουρισμού θα επιβιώσουν στη συναρπαστική ιστορία της φιλοσοφικής σκέψης, θα ενταχθούν σε μεταγενέστερες κοσμοαντιλήψεις και θα ανακαλυφθούν ξανά την περίοδο των αστικών επαναστάσεων στην Ευρώπη.
Ο Επίκουρος υπήρξε το σκάνδαλο της αρχαιότητας και ταυτόχρονα ο πρώτος που ανέδειξε μέσα σε ένα ολοκληρωμένο φιλοσοφικό σύστημα την αξία της προσωπικότητας και της φιλίας, την πίστη στο λογικό, την ανεξάρτητη διανόηση, την ικανότητα του ανθρώπου να εξουσιάσει τη Φύση και να δαμάσει τη Μοίρα του.
Ανάμεσα σε άλλα, η επικούρεια φιλοσοφία καταδεικνύει πόσο μάταιες και γελοίες είναι οι προσπάθειες των ανθρώπων να αποκτήσουν όλο και περισσότερα υλικά αγαθά, θυσιάζοντας πολλές φορές πράγματα πολύ πιο χρήσιμα για τη ζωή τους, χωρίς καν να το συνειδητοποιούν. Στο σπουδαίο και ανεπανάληπτο συμπόσιο της ζωής αξίζει λοιπόν να πάρουμε μέρος χαρούμενοι, δηλαδή γενναίοι και ατρόμητοι μπροστά στο θάνατο:
«Το φρικωδέστερον ουν των κακών,ο θάνατος ουθέν προς ημάς επειδήπερ όταν μεν ημείς ώμεν, ο θάνατος ου πάρεστιν, όταν δε ο θάνατος παρή, τοθ’ ημείς ουκ εσμέν» Το φριχτότατο λοιπόν κακό, ο θάνατος, δεν πρέπει να μας σκοτίζει, γιατί όσο εμείς υπάρχουμε, ο θάνατος δεν υπάρχει, κι άμα έρθει ο θάνατος, εμείς δεν υπάρχουμε.»
Η φύση μάς προσφέρει γενναιόδωρα και χωρίς πολλούς κόπους όσα χρειαζόμαστε για να ζήσουμε ευτυχισμένοι. Ο μέγιστος και γλυκός καρπός της επικούρειας αυτάρκειας είναι η ελευθερία.
Ενδεικτική βιβλιογραφία και πηγές
[1] Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Επίκουρος. Η αληθινή όψη του αρχαίου κόσμου, εκδ. Εστία
[2] Χάρη Λύτα, «Λάθε βιώσας» Η επικούρεια τέχνη του ευ ζην. Εκδόσεις «Κέδρος», 2004
[3] Hutchinson, Επίκουρος, κείμενα-πηγές της Επικούρειας φιλοσοφίας του ευ ζην, επιμ. Γ. Αβραμίδης, θύραθεν εκδόσεις. Στο διάλογό του De Natura Deorum, ο  Κικέρων καταγράφει τη φιλική συζήτηση μιας παρέας διανοούμενων περί θεών, οι οποίοι ανήκουν σε διάφορες φιλοσοφικές σχολές. Ο επικούρειος της ομήγυρης παίρνει το λόγο προς το τέλος της ομιλίας.
[4] http://en.wikipedia.org/wiki/Epicurus
[5] Ερρίκος Σμιθ, Επίκουρου, Φιλοσοφία της ηδονής, μετάφραση Ανδρέας Γ. Δαλέζιος, εκδ. Τέχνη, Αθήνα, 1926. Τα μεταφρασμένα αποσπάσματα του Νίτσε αποδίδονται εδώ στη νέα Ελληνική γλώσσα.

ΑΡΙΘΜΟΣ-ΑΡΙΘΜΟΙ – Η ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥΣ

Ένα  (1)
Εις, μία, εν (δασυνόμενα). Γενική, ενός, μιάς, ενός.  Στις γενικές του αρσενικού και ουδετέρου γένους (ενός) διακρίνουμε ρίζα εν- . Επίσης στο θηλυκό υπάρχει το μ (μία). Η δασεία δηλώνει την αποβολή κάποιου συμφώνου. Το πιθανότερο είναι να δηλώνει το μ το οποίο παρέμεινε στο θηλυκό. Άρα η ρίζα είναι μεν- . Πρόκειται για το ρήμα μέν-ω, από το οποίο παράγεται η λέξη μονάς, που θα πει ένα.
Η λέξη μονάς παράγεται από το μονόω (= μένω μόνος) κι αυτό από το μένω, με ε>α.
Από το μει-, του έ-μει-να (αόρ. του μένω) το εις (μει-ς > εις, το μ σε δασεία).
Το μία από το μέν-ω> μίνα (ε>ι) > μία (αποβολή του ν).
(Στο λεξικό εξηγείται το πως και το γιατί το μένω προέρχεται από τη βασική ρίζα μα- , κάτι που ισχύει για όλες τις λέξεις που ετυμολογούνται στο λεξικό).
Δύο (2)
Αρχαίοι τύποι, δοιώ, δοιοί, δύω. Από το δαίω (= διαιρώ), δαΐζω (= κόβω στα δύο), με αι> οι> υ.
Τρία (3)
Τρεις. Από το ταράσσω, ταρα- > τρα- > τρε- (α>ε) > τρει- (ε>ει) > τρι-. Ο Ποσειδώνας  με την τρίαινα δεν καμάκωνε κάτι, αλλά τάραζε την θάλασσα και προξενούσε σεισμούς. Είχε δε τρεις αιχμές διότι ο αριθμός ήταν ιερός από αρχαιοτάτων χρόνων. Το δε –αινα (τρί-αινα) εκ του αινός = δεινός, φοβερός, τρομερός (βλ. τριαινόω). Εκτός και αν εκ του θρίον (θ>τ) (= φύλλο συκιάς), εκ των τριών λοβών του (βλ. θρίναξ) ή εκ του τέλειος (ιερός), δηλαδή τέλειος > τλείος > τρείος (λ>ρ). Το φύλλο συκιάς υπήρχε σε κάθε σπίτι διότι μ’ αυτό καθάριζαν τα μαγειρικά σκεύη, λόγω της τραχύτητάς του. Στις αγορές πουλούσαν τέτοια φύλλα για όσους δεν διέθεταν δέντρο στην αυλή τους. Επομένως ήταν κάτι το πολύ γνωστός στους πάντες, από αρχαιοτάτων χρόνων.
Τέσσερα (4)
Από το δεύτερος με αναδιπλασιασμό, δηλαδή, δεδεύτερος > τετεύτερα (δ>τ) > τέττερα (αποβολή του ευ) > τέσσερα (ττ>σσ).
Πέντε (5)
Αρχαίος τύπος, πέμπε (ν>μ, τ>π). Στον Όμηρο το πεμπάζομαι σημαίνει αριθμώ επί των πέντε δακτύλων, δηλαδή το πέντε εκ του πάντα (α>ε) τα δάκτυλα της χειρός. Στο πενταδικό σύστημα αριθμήσεως το έξι λέγονταν ένα και πέντε (βλ. έξι) και ούτω καθ’ εξής.
Έξι (6)
Εξ (δασ.), έξι. Από το πενταδικό σύστημα αριθμήσεως μετά το πέντε, το έξι λέγονταν ένα και πέντε, το επτά δύο και πέντε (όπως στο δεκαδικό έν-δεκα) κ.λπ.. Η πεντάδα περιελάμβανε άπαντα το δάκτυλα του χεριού, δηλαδή εξ = εν + πας > ενπάς > επάς > εκάς (π>κ) > εκς > εξ.
Επτά (7)
Επτά (δασ.). Από το σεπτός, το  σ  σε δασεία, ιερός αριθμός (έβ-δομος, εβ- > σεβ- > σέβας)
Οκτώ (8)
Οκτώ. Από το κοτύλη, κοτυληδών (βλ. δικότυλος), στον πληθυντικό έτσι λέγονται οι θηλές στις πλεκτάνες του πολύποδα (οκτάπους, χταπόδι). Το μόνο γνωστό πράγμα στη φύση    (γνωστότατο) που χαρακτηρίζεται με τον αριθμό οκτώ, από τα αντίστοιχα άκρα του (πόδια). Το κάθε ένα δε από αυτά, φέρει πολλές κοτύλες, είναι δηλαδή κοτυλωτός > κοτυωτός > κοτωτός (βλ. κοτύλη) > κοτω-τός > οκτω-τός (μετάθεση, κο>οκ) και προς γενίκευση οκτώ.
Εννέα (9)
Είνατος. Από το  αινέω, αινητός > είνατος (α>ε, η>α), ήταν ιερός αριθμός ως τριπλάσιος του τρία, όπως το επτά εκ του σεπτός. Το εννέα  από τα εν + αινέω > εναινέω > εννέα, με αποβολή του αι.
Δέκα (10)
Από το δέχομαι (πρκμ. δεί-δεκ-το). Απλώνω τα χέρια, τα δέκα δάκτυλα ταυτοχρόνως.

Ανοιχτή επιστολή προς όλους τους γονείς

Νιώθοντας την ανάγκη να απευθύνω μία ανάλογη επιστολή, σαν εκείνη που απηύθυνε ο Dawkins στην κόρη του, θέλω να σας κάνω γνωστό αυτό που επιμελώς από το σύστημα σας αποκρύφτηκε. Δεν κομίζω γλαύκας στας Αθήνας ότι σας αποκαλύπτω κάτι που μόνοι σας δεν μπορούσατε να σκεφτείτε, αλλά το προφανές, που δυστυχώς από γενιά σε γενιά διαιωνίζεται σαν μολυσματικός ιός και στη συνέχεια σαν πανδημία μέχρι να επιτευχθεί η πνευματική μετάλλαξη. Ναι, μπορούμε να μιλάμε με ανοιχτά χαρτιά. Οι θρησκείες είναι επικίνδυνες γιατί εξαπλώνονται σαν πανδημίες από το γονιό στο παιδί μέσω των πολιτισμικών γονιδίων που μολύνουν μαζικά τα μυαλά. Τα μιμίδια, όπως το ονόμασε ο κορυφαίος εξελικτικός βιολόγος της εποχής μας Richard Dawkins είναι δεισιδαιμονίες και εμφάνταστες θρησκευτικές πληροφορίες που μεταφέρονται σαν «πολιτισμική γνώση» από το γονιό στο παιδί, όπως ακριβώς οι καινοτομίες που οδηγούν την εξέλιξη των γονιδίων. Όπως ακριβώς και η γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα, οι τρόποι συμπεριφοράς και σκέψης είναι ικανότητες που μεταδίδονται πολιτισμικά από γενιά σε γενιά. Ο Σύνδεσμος λοιπόν γονέα-παιδιού είναι ο βασικότερος τρόπος μετάδοσης της θρησκείας. Όπως ακριβώς ο πατέρας μεταδίδει στο γιο την αγάπη του στην ποδοσφαιρική ομάδα ή τον φανατισμό του στο κόμμα. Δυστυχώς είναι κι αυτό ένα χαρακτηριστικό του ανθρώπινου πολιτισμού να μεταδίδουμε στα παιδιά μας ό,τι σκουπίδι βρίσκουμε από το παρελθόν, σαν πολιτισμική αξία, πριν αυτά ωριμάσουν ώστε να τις διαλέξουν μόνοι τους. Η πολιτισμική αυτή συνήθεια/ασθένεια δυστυχώς έχει μακροχρόνια επίδραση και πολύ δύσκολα ξεριζώνεται, γιατί γίνεται οδηγός, κτήμα, μέρος του εαυτού και της συνείδησής μας που έκτοτε θα μας κατευθύνει αόρατα και αυτόβουλα.

Αναρωτηθήκατε ποτέ γιατί είστε χριστιανοί ενώ κάποιοι άλλοι μουσουλμάνοι;
Μήπως αναρωτηθήκατε ποτέ γιατί κι αυτοί είναι πεπεισμένοι, ότι κατέχουν την «Αλήθεια» κι εσείς το λάθος;
Μήπως φιλοσοφήσατε ποτέ ότι, η Αλήθεια, σε αντίθεση με το ψέμα, δεν μοιράζεται ποτέ; Δεν νομίζετε ότι για το ίδιο πράγμα δεν μπορεί να υπάρχουν δυο αλήθειες ενώ αντίθετα τα ψέματα μπορεί να είναι χιλιάδες! Ποιος από τους χιλιάδες πιστούς, λοιπόν, κατέχει την «Αλήθεια»;
Δεδομένου ότι προσηλυτιστήκατε από το γονιό σας, μπορείτε να αντιληφθείτε ότι αυτά που πιστεύετε είναι αυτά που πιστεύουν και οι συμπατριώτες των γονιών σας... Ακριβώς επειδή έτυχε να γεννηθείτε στη Δύση γίνατε χριστιανοί, διαφορετικά θα ήσασταν μουσουλμάνοι και θα θεωρούσατε θεόπνευστο το Κοράνι και όχι την Καινή Διαθήκη.
Πόση διαφορά λέτε να υπάρχει ανάμεσα σε ένα Χριστιανό και ένα Μουσουλμάνο;
Εγώ που γεννήθηκα στον Έβρο ξέρω!
Ένα ποτάμι πλάτος χωρίζει τον έναν από τον άλλον.
Ούτε εκατό χρόνια δεν πέρασαν που η συνθήκη της Λωζάνης (1922) χώρισε τη Θράκη στα δυο, με όριο τον Έβρο ποταμό.
Έκτοτε, όσοι γεννήθηκαν από δω έγιναν χριστιανοί και όσοι από κει έγιναν μουσουλμάνοι!
Τόση διαφορά έχετε και η καρδιά σας ξέρει πόσο μίσος!
Και να φανταστεί κανείς, η συνθήκη της Λωζάνης ήταν εκείνη που αναθεώρησε την συνθήκη των Σεβρών, που μόλις τρία χρόνια πριν, έδινε ολόκληρη τη Θράκη (Ανατολική και Δυτική) στους Έλληνες! Σκεφτείτε το: αν απ’ τη Σμύρνη δεν ξεκινάγαμε με τόση σιγουριά… για την Κόκκινη Μηλιά (άλλη θρυλική τρέλα των πιστών) κανένας κάτοικος της Ευρωπαϊκής Τουρκίας δεν θα γεννιόταν μουσουλμάνος!




Όχι, δεν βγήκα από το θέμα, ήθελα μόνο να σας πω πόσο εύκολο είναι να γίνει κάποιος χριστιανός ή μουσουλμάνος, για να μην αναφέρουμε και τις άλλες επιδημιολογικές θρησκείες.
Από μια συγκυρία λοιπόν πιστεύετε αυτά που πιστεύετε κι όχι επειδή εσείς διαλέξατε τη θρησκεία σας και τάχα είναι καλύτερη απ’ τις άλλες. Και τώρα αν σας έλεγαν να διαλέξετε θα ήσασταν ανίκανοι να το κάνετε, αφού δεν έχετε πλαίσιο αναφοράς! Ποιες θρησκείες διδαχτήκατε ώστε ανάμεσα σ’ αυτές να διαλέξετε την καλύτερη… Ποια είναι η καλύτερη και ποια η γελοιωδέστερη;
Παραδεχτείτε το επιτέλους: δεν διαλέξατε εσείς τη θρησκεία που αγαπάτε και πιστεύετε. Ούτε ο πατέρας τη δίκη του. Ούτε ο παππούς ή ο προπάππους σας, αλλά το σύστημα και η συγκυρία!
Τόση σιγουριά!
Δεδομένου ότι ο κάθε πιστός θεωρεί τους έτερους λαθεμένους, με σιγουριά πια μπορώ να πω ότι η επιδημιολογική εξάπλωση της θρησκείας από το γονιό στο παιδί, σε σχέση με τον τόπο που γεννιέται, αποδεικνύει ότι η Θρησκεία είναι η «Διαιώνιση του Ψέματος» που η πανδημική της πανσπερμία γίνεται στην πιο αθώα ηλικία, όταν το νήπιο αδυνατώντας να σκεφτεί ή να υπερασπιστεί τη θέλησή του, εμείς το μολύνουμε με τη δική μας, όπως ακριβώς μας μόλυναν και οι δικοί μας γονείς κολλώντας μας μια ετικέτα που όταν την αντιληφθούμε, οι περισσότεροι θα είμαστε ανίκανοι να ξεκολλήσουμε!
Ναι φίλε γονιέ, μην δίνεις στο παιδί σου δηλητηριασμένο γάλα. Το σύστημα δεν σου αφήνει περιθώρια να αντιληφθείς την μόλυνση αφού δεν έχεις πλαίσιο αναφοράς. Ζεις ολοκληρωτικά μέσα σ’ αυτήν. Το σύστημα αδυσώπητα ανταγωνιστικό σε χρησιμοποιεί για το συμφέρον του. Αν τούτη τη στιγμή θίγεσαι, δεν αντιλαμβάνεσαι ότι εγώ σου λέω την αλήθεια, αλλά ότι καλώς έπραξες που κορόιδεψες το παιδί σου και θεωρείς δίκαιο να στρέφεσαι και ενάντια σε μένα!
Αν αυτό δεν λέγεται διαστροφή τι λέγεται, μου λες…
Αντιλαμβάνεσαι πόσο άδικος γίνεσαι μαζί μου… Όπως και τότε, νήπιο, χωρίς τη δυνατότητα της κρίσης, χωρίς την δυνατότητα να εκφραστείς ή να αντιδράσεις, σου κόλλησαν την ετικέτα, σήμερα είσαι έτοιμος να υπερασπιστείς μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να μην μάθεις την αλήθεια και να την αντικρούεις χωρίς λογική ή να δέχεσαι την πίστη σου χωρίς να ψάχνεις, χωρίς στοιχεία και αποδείξεις!

Φωνάζετε για τη «σφραγίδα του θηρίου» όμως το θηρίο μόνοι το τοποθετείτε στο μυαλό των παιδιών σας. Το χρίζετε «χριστιανό», «μουσουλμάνο» ή «ιουδαίο» και του καλλιεργείτε την αγάπη για τη δική σας θρησκεία, σε αντιδιαστολή με το μίσος που έμμεσα του καλλιεργείτε για τους άλλους. Όσο πιο πολύ μισεί τους άλλους και τους αποστρέφεται τόσο μεγαλύτερη η λατρεία στη δική του και το αντίστροφο. Η πίστη του γίνεται ακλόνητη και η εσωτερική του πεποίθηση ότι οι άλλοι κάνουν λάθος, μεγαλύτερη. Θεωρεί τη δική του πίστη αρετή κι αυτή μέσα του γίνεται ακλόνητη, ακόμα και όταν φαίνεται αφύσικη και παράλογη ή από τους αντιπάλους της γελοία. Η πιστοί των θρησκειών αυτών μεταξύ τους μισούνται τόσο πολύ που είναι έτοιμοι να σκοτώσουν ή να σκοτωθούν, όταν η πίστη τους απειληθεί και η μισαλλοδοξία αυτή εξαπλώνεται σε όλα τα επίπεδα της λογικής.
Ολόκληρη η κοινωνία μολύνεται.
Ο πιστός γίνεται εχθρικός ακόμα και ενάντια στην επιστήμη ή το κράτος που τόσο καιρό τον προστάτευε. Το πείραμα του Cern και η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου για το κατέβασμα των θρησκευτικών συμβόλων είναι καλά παραδείγματα που πρέπει να μας προβληματίσουν.
Θεωρώντας την επιστήμη πιθανό εχθρό της πίστης και τα σύμβολα ζωντανή πηγή της γνώσης, η λογική σας αλλοιώνεται και η καρδιά σας γίνεται ακόμα πιο σκληρή. Αν η θρησκεία είναι ένας μολυσματικός ιός του μυαλού σας η γνώση και η επιστήμη, σαν αντιικό πρόγραμμα, μπορεί να σας προσφέρει τα όπλα για να τον καταπολεμήσετε και να ενισχύσετε την εξασθενημένη σας λογική. Αντιλαμβάνομαι βέβαια την εχθρική σας διάθεση να πολεμήσετε το ενδογενώς αντίθετο, που χρόνια καλλιεργήθηκε μέσα σας, όμως η αντίδραση για το κατέβασμα των θρησκευτικών συμβόλων σε μια πολιτισμική χώρα, στην οποία συσσωρεύονται κάθε λογής πιστοί, απομυθοποιεί την διακηρυγμένη σας «αγάπη». Η εχθρική σας διάθεση δεν αποσκοπεί στην λογική της αγάπης αλλά στη λογική της μισαλλοδοξίας των άλλων θρησκειών, ακόμα κι όταν γνωρίζετε ότι τυχαία βρεθήκατε στη μια από τις δυο όχθες του ποταμού!
Διαγράψτε από τη συνείδησή σας το Απόλυτο και το Δόγμα. Πολεμείστε την Άγνοια και τη Φιλαυτία. Καταδικάστε τον Φανατισμό και την Μισαλλοδοξία.Το δόγμα προϋποθέτει αυθεντία σε αντίθεση με το σχετικό που ερευνάται, αποδεικνύεται ή διαψεύδεται και τελικά γίνεται επιστημονικά αποδεκτό απ’ όλους. Ο δογματισμός είναι αδερφός του αγνωστικισμού και εχθρός της έρευνας γιατί και οι δυο εκφράζουν βεβαιότητα. Ο πρώτος είναι βέβαιος ότι γνωρίζει τα πάντα και ο δεύτερος ότι αδυνατεί να γνωρίσει απόλυτα και το παραμικρό, γιατί τάχατες το θεωρεί αδύνατον. Εκείνο όμως που πρέπει περισσότερο απ’ όλα να καταπολεμηθεί είναι η άγνοια. Η βεβαιότητα της γνώσης πηγάζει από το Απόλυτο και το Δόγμα μόνο ένας απερίσκεπτος και ανόητος υιοθετεί. Όμως και τα δυο πηγάζουν από την Άγνοια και γι αυτό μαθηματικά μας οδηγούν στον Φανατισμό της πίστης. Τότε η πίστη στο υπερβατικό γίνεται Αφέλεια, γιατί οι πιστοί χωρίς επιφυλακτικότητα πιστεύουν σε πράγματα που δεν μπορούν να αποδείχτούν ή να διαψευστούν και παρά ταύτα με μανία τα υπερασπίζονται σε βάρος της Αλήθειας. Ο δογματισμός διαρρηγνύει την δημοκρατία, γίνεται εχθρός της ειρήνης και στην καλύτερη των περιπτώσεων δρα σε βάρος του διπλανού μας! Γι αυτό, τις αντιλήψεις μας, πρέπει να τις ελέγχουμε πριν τις αποδεχτούμε και αναμφίβολα πρέπει αυτές να έχουν κοινωνικό χαρακτήρα και όχι ατομική προτίμηση που αντιτίθεται στη γνώμη του διπλανού. Αυτό είναι Δημοκρατία. Κανείς δεν αποτελεί νησί. Με όλους συνορεύουμε και συνδιαλεγόμαστε. Οι μισαλλόδοξες προτιμήσεις, το Απόλυτο και ο Δογματισμός διχάζουν τους ανθρώπους. Ναι, εύπιστε ανίερων δεισιδαιμονιών, το δόγμα μας χωρίζει και οι θρησκείες χωρίζουν αντί να ενώνουν. Ηθικολογικά, οι θρησκείες απέδειξαν ότι, μπορούμε να κάνουμε «καλούς ανθρώπους» να σκέφτονται κακά και να πράττουν ακόμα χειρότερα!
Από φανατισμό ή από άγνοια…
η ιστορία βρίθει…
τα εγκλήματα δεν σβήνουν με το χρόνο…
οι καταστροφές τελεσίδικες και μη αντιστρεπτές…
τα δεδομένα πολλά και αποκαλυπτικά…
η λογική αδυσώπητα πειστική!

Είναι αλήθεια: οι πνευματικοί μας ταγοί μας κατηύθυναν λάθος. Αν όχι εσκεμμένα, σίγουρα κι αυτοί από άγνοια. Η πεποίθησή τους πως τα ήξεραν όλα, το μόνο που μπορεί να αποδείξει είναι ότι είχαν βαθιά μεσάνυχτα!
Γι αυτό, αγαπητοί γονείς, πριν αποφασίσετε με τι γάλα θα χορτάσετε τα παιδιά σας, δοκιμάστε το τουλάχιστον αν καίει!