Τετάρτη 3 Μαρτίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ - Δύσκολος (427-455)

ΚΝ. γραῦ, τὴν θύραν κλείσασ᾽ ἄνοιγε μηδενί,
ἕως ἂν ἔλθω δεῦρ᾽ ἐγὼ πάλιν· σκότους
ἔσται δὲ τοῦτο παντελῶς, ὡς οἴομαι.
‹ΜΗΤΗΡ›
430 Πλαγγών, πορεύου θᾶττον· ἤδη τεθυκέναι
ἡμᾶς ἔδει. ΚΝ. τουτὶ τὸ κακὸν τί βούλεται;
ὄχλος τις. ἄπαγ᾽ ἐς κόρακας. (ΜΗ.) αὔλει, Παρθενί,
Πανός· σιωπῇ, φασί, τούτῳ τῷ θεῷ
οὐ δεῖ προσιέναι. (ΓΕ.) νὴ Δί᾽ ἀπεσώθητέ γε.
435 ‹ΓΕ.› ὦ Ἡράκλεις, ἀηδίας. καθήμεθα
χρόνον τοσοῦτον περιμένοντες. (ΜΗ.) εὐτρεπῆ
ἅπαντα δ᾽ ἡμῖν ἐστι; (ΓΕ.) ναὶ μὰ τὸν Δία.
‹ΓΕ.› τὸ γοῦν πρόβατον—μικροῦ τέθνηκε γάρ, τάλαν—
οὐ περιμένει τὴν σὴν σχολήν. ἀλλ᾽ εἴσιτε.
440 ‹ΜΗ.› κανᾶ πρόχειρα, χέρνιβας, θυλήματα
ποιεῖτε. ποῖ κέχηνας, ἐμβρόντητε σύ;
ΚΝ. κακοὶ κακῶς ἀπόλοισθε. ποιοῦσίν γε με
ἀργόν· καταλιπεῖν γὰρ μόνην τὴν οἰκίαν
οὐκ ἂν δυναίμην. αἱ δὲ Νύμφαι μοι κακὸν
445 ἀεὶ παροικοῦσ᾽, ὥστε μοι δοκῶ πάλιν
μετοικοδομήσειν καταβαλὼν τὴν οἰκίαν
ἐντεῦθεν. ὡς θύουσι δ᾽ οἱ τοιχωρύχοι·
κοίτας φέρονται, σταμνί᾽, οὐχὶ τῶν θεῶν
ἕνεκ᾽ ἀλλ᾽ ἑαυτῶν. ὁ λιβανωτὸς εὐσεβὲς
450 καὶ τὸ πόπανον· τοῦτ᾽ ἔλαβεν ὁ θεὸς ἐπὶ τὸ πῦρ
ἅπαν ἐπιτεθέν. οἱ δὲ τὴν ὀσφῦν ἄκραν
καὶ τὴν χολήν, ὅτι ἔστ᾽ ἄβρωτα, τοῖς θεοῖς
ἐπιθέντες αὐτοὶ τἆλλα καταπίνουσι. γραῦ,
ἄνοιγε θᾶττον τὴν θύραν. [ποητέ]ον
455 ἐστὶν γὰρ ἡμῖν τἄνδον ὡς ἐμοὶ δοκεῖ.

***
Ο Κνήμωνας, στην πόρτα του σπιτιού του, έτοιμος
να φύγει, μιλάει στη Σιμίκη, που είναι μέσα.

ΚΝΗ. Γιά κλείσε, γριά, την πόρτα, κι ώσπου νά ᾽ρθω
πίσω, να μην ανοίξεις σε κανένα.
Και λογαριάζω νύχτα να γυρίσω.
Κάνει να ξεκινήσει, αλλά σταματά, βλέποντας να έρχεται κόσμος·
είναι η γυναίκα τού Καλλιππίδη και μητέρα του Σώστρατου,
η κόρη της η Πλαγγόνα, η αυλητρίδα Παρθενίδα και άλλοι
.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
430 Πιο γρήγορα, Πλαγγόνα· αυτή η θυσία
έπρεπε να ᾽χε γίνει. ΚΝΗ. (μέσα του) Κόσμο βλέπω.
Που να χαθούνε! Τί κακό είναι τούτο;
ΓΥΝ. Γιά παίξε στον αυλό σου Παρθενίδα,
σκοπό του Πάνα· σιωπηλός δεν κάνει
σ᾽ αυτόν το θεό, όπως λένε, να σιμώνεις.
Ο Γέτας ακούοντας τον ήχο του αυλού, βγαίνει από το ιερό.
ΓΕΤ. Ήρθατε τέλος πάντων; Μά τον Δία,
μαυρίσανε τα μάτια μας, τόση ώρα
να καθόμαστ᾽ εδώ να καρτερούμε.
ΓΥΝ. Όλα έτοιμα για τη θυσία; ΓΕΤ. Ναι· λίγο
ακόμα και τ᾽ αρνί μας θα ψοφούσε.
ΓΥΝ. Μπα! ΓΕΤ. Το δικό σας κέφι θα προσμένει;
440 Μπρος, μπαίνετε. ΓΥΝ. Τα κάνιστρα ετοιμάστε,
τις προσφορές, τ᾽ αγίασμα.
Σε μια δούλη της.
Πού χαζεύεις,
βρε χάχα εσύ;
Της δίνει ένα χαστούκι· μπαίνουν όλοι στο ιερό.
ΚΝΗ. (μόνος) Που να χαθείτε, αλήθεια!
Μ᾽ αναγκάζουν τα χέρια μου να δέσω·
μόνο το σπίτι πώς μπορώ ν᾽ αφήσω;
Οι Νύμφες είναι συμφορά για μένα,
να ᾽χουν κοντά μου το ιερό τους· έτσι
που πάμε, λέω, το σπίτι μου θα ρίξω
κι αλλού θα σύρω να το χτίσω. Κοίτα
πώς κάνουν τις θυσίες τους οι κακούργοι·
μας κουβαλούν εδώ ζεμπίλια, στάμνες·
όχι για τους θεούς, για τον εαυτό τους.
Για την ευσέβεια φτάνει το λιβάνι,
450 και στο βωμό το πρόσφορο σα βάλεις,
ο θεός το παίρνει ολάκερο. Μα τούτοι
εκείνα που δεν τρώγονται προσφέρνουν
στους θεούς, τη χολή και την ουρίτσα,
κι όλα τ᾽ άλλα τα χάφτουν. ― Άνοιξέ μου,
βρε γριά· και κάμε γρήγορα· δεν είναι
το σπιτικό μου εν τάξει, για να φύγω.
Μπαίνει στο σπίτι του· στην μπασιά του ιερού
προβάλλει ο Γέτας και μιλά στις δούλες που είναι μέσα.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Η συνάντηση της αρχαίας Ελληνικής με άλλες γλώσσες

Ιστορικός χάρτης κελτικών γλωσσών 
(το σκούρα πράσινα δείχνουν τις περιοχές
που μιλιούνται σήμερα)
9.7.8 Έλληνες και Κέλτες

Ας στραφούμε τώρα στις επαφές της αρχαίας ελληνικής γλώσσας με γλώσσες της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης και ειδικότερα με τις Κελτικές γλώσσες . Από αυτές κατάγονται τα σημερινά ουαλικά (που μιλιούνται στη δυτική Αγγλία), τα Ιρλανδικά, αλλά και η γλώσσα του Αστερίξ, τα γαλατικά. Οι Κέλτες (οι Κελτοί των αρχαίων) κατοικούσαν στο μεγαλύτερο μέρος της Κεντρικής Ευρώπης και έφταναν μέχρι τη νότια Γαλλία, την Ισπανία και τη βόρεια Ιταλία. 

Τον 3ο αιώνα π.Χ. αρχίζουν να κατεβαίνουν προς τα Βαλκάνια και φτάνουν ως τους Δελφούς, τους οποίους καταστρέφουν. Ένα μέρος τους περνάει στη Μικρά Ασία και εγκαθίσταται στην περιοχή που θα πάρει το όνομά τους: Γαλατία. Οι Γαλάτες της Μικράς Ασίας υπηρετούν τους βασιλιάδες της περιοχής ως μισθοφόροι και σιγά σιγά εξελληνίζονται (εγκαταλείπουν τη μητρική τους γλώσσα). Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποιοι Γαλάτες μισθοφόροι που υπηρετούσαν τους Έλληνες βασιλιάδες της Αιγύπτου χάραξαν μια επιγραφή (γκράφιτι, όπως γίνεται σήμερα στους τοίχους) που δηλώνει την παρουσία τους, και η επιγραφή είναι στα Ελληνικά.

Οι πιο εντατικές επαφές Ελλήνων και Κελτών γίνονται στη νότια Γαλλία, όπου κυριαρχεί, ως Ελληνικό κέντρο, η Μασσαλία, αποικία της μικρασιατικής Φώκαιας. Από τους Μασσαλιώτες οι Κέλτες δανείζονται το ελληνικό αλφάβητο για να γράψουν τη γλώσσα τους. Σώζεται ένας αρκετά μεγάλος αριθμός κελτικών επιγραφών γραμμένων με το Ελληνικό αλφάβητο. Ξέρουμε επίσης ότι οι ευκατάστατοι Κέλτες έστελναν τα παιδιά τους στη Μασσαλία για να μάθουν ελληνικά.

Σύνδεση μεταξύ στάσεων και συμπεριφοράς

Οι στάσεις είναι αξιολογήσεις. Υποδεικνύουν τον προσανατολισμό ενός ατόμου ως προς κάποιο αντικείμενο ή στοιχείο στο οποίο αναφέρεται η στάση.

Τι είναι οι στάσεις

Οι στάσεις εκφράζονται μέσω της γλώσσας τού «μου αρέσει/δεν μου αρέσει», «προσεγγίζω/αποφεύγω», «θεωρώ καλό/θεωρώ κακό», είναι δηλαδή αξιολογικές. Η στάση απέναντι σε ένα αντικείμενο είναι η σύνδεση μιας αξιολόγησης με ένα αντικείμενο.

Η έμφαση που δίνεται αποκλειστικά στην αξιολογική διάσταση των στάσεων αντιστοιχεί στο μοντέλο του ενός συστατικού στοιχείου. Ένας άλλος ορισμός των στάσεων αναφέρει ότι πρόκειται για διανοητικές καταστάσεις που καθοδηγούν τις αξιολογήσεις και προδιαθέτουν τις πράξεις. Αυτός ο ορισμός αντιστοιχεί στο μοντέλο των δύο συστατικών στοιχείων των στάσεων.

Οι Zanna & Rempel (1988) ορίζουν τις στάσεις ως εξής: «Βλέπουμε τη στάση ως την κατηγοριοποίηση ενός ερεθίσματος/αντικειμένου κατά μήκος μιας αξιολογικής διάστασης που βασίζεται σε, ή παράγεται από, τρεις γενικές κατηγορίες πληροφοριών: γνωστικές πληροφορίες, συναισθηματικές πληροφορίες και/ ή πληροφορίες, συναισθηματικές πληροφορίες ή προθέσεις συμπεριφοράς».

Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι αξιολογούν ένα αντικείμενο με βάση όσα γνωρίζουν γι' αυτό, το πώς νιώθουν γι' αυτό, καθώς και το τι έχουν κάνει στο παρελθόν ή τι σκοπεύουν γι' αυτό στο μέλλον.

Ο παραπάνω ορισμός δηλώνει ότι η στάση είναι συνδυασμός τριών εννοιολογικά διακριτών αντιδράσεων απέναντι σε ένα αντικείμενο.

Αυτές οι αντιδράσεις είναι:
  • συναισθηματικές: μίσος/αγάπη, αρέσκεια/απαρέσκεια
  • γνωστικές: πεποιθήσεις, γνώμες, ιδέες
  • βουλητικές/συμπεριφορικές: προθέσεις ή τάσεις συμπεριφοράς
Αυτά συνθέτουν το μοντέλο των τριών συστατικώ στοιχείων των στάσεων.

Γιατί είναι σημαντικές οι στάσεις;
  • Οι στάσεις θεωρείται ότι επηρεάζουν την κοινωνική σκέψη, παρέχουν στους ανθρώπους έναν τρόπο αντίδρασης μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον τους.
  • Οι στάσεις θεωρείται ότι επηρεάζουν τη συμπεριφορά.
Ποιες είναι οι λειτουργίες των στάσεων;

Σύμφωνα με τον Katz (1960), οι λειτουργίες των στάσεων είναι οι ακόλουθες:

Λειτουργία της γνώσης: οι στάσεις μάς βοηθούν να ερμηνεύσουμε και να κατανοήσουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει.

Ωφελιμιστική/εγχειρηματική λειτουργία: Οι στάσεις μάς βοηθούν να κερδίσουμε επιβραβεύσεις και να αποφύγουμε τιμωρίες.

Λειτουργία της έκφρασης αξιών: Μερικές φορές οι στάσεις αποτελούν δημόσιες δηλώσεις σχετικά με το τι πιστεύει ένα άτομο ή με τι ταυτίζεται.

Αμυντική λειτουργία του Εγώ: Οι στάσεις μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να διαφυλάξουν την αυτοεκτίμησή τους.

Οι κοινωνικές λειτουργίες των στάσεων

Επιπλέον, οι στάσεις εξυπηρετούν κοινωνικές λειτουργίες:

Χρησιμεύουν στον καθορισμό της θέσης ενός ατόμου μέσα σε ένα κοινωνικό περιβάλλον. Η έκφραση των στάσεων υποστηρίζει την κοινωνική συνοχή και αξιολόγηση. Τα μέλη μιας συγκεκριμένης ομάδας δεν μπορούν να παραμείνουν σιωπηλά για θέματα που είναι σημαντικά για την ομάδα τους. Οφείλουν να πάρουν θέση.

Αποτελούν επίσης ένα μηχανισμό μετάδοσης των κοινωνικών πεποιθήσεων. Η δημόσια έκφραση των στάσεων προκαλεί αντιδράσεις. Η δημόσια αντίδραση εμπλέκει το άτομο και το κοινό σε διάλογο. Ανταλλάσσονται θέσεις και πεποιθήσεις, και δημιουργείται αντιπαράθεση.

Παίζουν έναν ερμηνευτικό, δικαιολογητικό ρόλο και προσανατολίζουν το άτομο εντός του κοινωνικού κόσμου. Για παράδειγμα, η έκφραση μιας στάσης για τους πρόσφυγες αποδίδει μια θέση (κοινωνική θέση) σε αυτή την κοινωνική ομάδα. Οι στάσεις βοηθούν στην εξήγηση, όπως και στη δικαιολόγηση και αναπαραγωγή του κοινωνικού συστήματος, καθώς και στην προστασία της κοινωνικής θέσης του ατόμου.

Οι στάσεις εξυπηρετούν περισσότερες από μία λειτουργίες και μπορεί να υποστηρίζονται ή να εκφράζονται για διαφορετικούς λόγους σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.

Επηρεάζουν πράγματι οι στάσεις τη συμπεριφορά;

Οι κοινωνικοί ψυχολόγοι αφιέρωσαν πολύ χρόνο και ενέργεια στην έρευνα, προσπαθώντας να εξακριβώσουν τη σχέση μεταξύ στάσεων και συμπεριφοράς.

Το έργο του LaPiere (1934) έδειξε πόσο δύσκολο είναι να προβλεφθεί η σχέση μεταξύ των στάσεων και της συμπεριφοράς. Για μερικούς μήνες ο LaPiere ταξίδευε στις Ηνωμένες Πολιτείες μαζί με ένα ζευγάρι νεαρών Κινέζων. Ήταν μια χρονική περίοδος που οι Κινέζοι αντιμετωπίζονταν πολύ αρνητικά στις ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού σταμάτησαν σε 184 εστιατόρια και 66 ξενοδοχεία και μοτέλ. Σε γενικές γραμμές, τους αντιμετώπισαν με ευγένεια και μόνο μία φορά αρνήθηκαν να τους εξυπηρετήσουν.

Όταν επέστρεψαν από το ταξίδι, ο LaPiere έστειλε επιστολές σε όλα τα μέρη που είχαν επισκεφτεί, ρωτώντας τους υπευθύνους εάν θα προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε Κινέζους επισκέπτες (βεβαιώς δεν ανέφερε ότι είχαν ήδη επισκεφτεί το συγκεκριμένο μέρος).

Προς έκπληξή του, διαπίστωσε ότι το 92% των υπευθύνων των εστιατορίων και το 91% των υπευθύνων των ξενοδοχείων και των μοτέλ που απάντησαν στην επιστολή του ανέφεραν ότι δεν θα παρείχαν τις υπηρεσίες τους σε Κινέζους επισκέπτες! Αυτή η απάντηση αντέκρουε την προηγούμενη συμπεριφορά τους. Εάν γνωρίζαμε τις προκατειλημμένες στάσεις των ιδιοκτητών των ξενοδοχείων, δεν θα μπορούσαμε να προβλέψουμε σωστά τη συμπεριφορά τους απέναντι στο ζευγάρι των Κινέζων.

Μετά τη μελέτη του LaPiere πολλοί ερευνητές προσπάθησαν να διερευνήσουν τη σύνδεση στάσης-συμπεριφοράς.

Αποδείχτηκε δύσκολο να βρεθούν ισχυρά στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτή τη σύνδεση. Σε μια πρώιμη ανασκόπηση αυτής της έρευνας (Wicker 1969) διαπιστώθηκε ότι μόνο το 2% της διακύμανσης της συμπεριφοράς ερμηνευόταν από τις στάσεις. Σημαντικοί περιορισμοί σε σχέση με τη συγκεκριμένη κατάσταση, καθώς και κοινωνικοί κανόνες μπορεί να υπονομεύουν τη σχέση μεταξύ στάσεων και συμπεριφοράς.

Θεωρία της λελογισμένης δράσης

Οι Fishbein & Ajzen (1975) πρότειναν ένα μοντέλο στάσεων και συμπεριφοράς στο οποίο ενσωματώνονται και οι κυρίαρχοι κοινωνικοί κανόνες. Αυτό το μοντέλο ονομάζεται θεωρία της λελογισμένης δράσης.

Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, το στοιχείο που καθορίζει τη συμπεριφορά δεν είναι η στάση, αλλά η πρόθεση πραγματοποίησης ή μη πραγματοποίησης της συμπεριφοράς. Είναι μια εσωτερική δήλωση για δράση.

Αυτή η πρόθεση συμπεριφοράς επηρεάζεται από δύο παράγοντες:

Τη στάση απέναντι στη συμπεριφορά: Σχετίζεται με την προσδοκία ή την πεποίθηση ότι αυτή η συμπεριφορά θα έχει συγκεκριμένες συνέπειες, καθώς και με την αξία που συνδέεται με αυτές τις συνέπειες. Γι' αυτό και ονομάζουμε το μοντέλο αυτό μοντέλο της προσδοκίας-αξίας.

Τον υποκειμενικό κανόνα: Αναφέρεται στην εκτίμηση του ατόμου σχετικά με το τι προσδοκούν οι άλλοι να κάνει.

Ο υποκειμενικός αυτός κανόνας καθορίζεται από δύο παράγοντες: τις κανονιστικές πεποιθήσεις (τι προσδοκούν να κάνουν το άτομο άλλα σημαντικά άτομα) και τα κίνητρα του ατόμου να συμμορφωθεί με αυτές τις προσδοκίες.

Σε μια διευρυμένη εκδοχή του συγκεκριμένου μοντέλου εισήχθη ένας ακόμη παράγοντας, που ονομάζεται αντιλαμβανόμενος βουλητικός έλεγχος. Ο αντιλαμβανόμενος βουλητικός έλεγχος αφορά το βαθμό στον οποίο το άτομο πιστεύει ότι είναι εύκολο ή δύκολο να εκτελέσει την πράξη. Σε αυτό τον παράγοντα μπορεί να περιλαμβάνονται προηγούμενες εμπειρίες ή τωρινά εμπόδια. Ο συγκεκριμένος παράγοντας προστέθηκε στο αρχικό μοντέλο επειδή μερικές συμπεριφορές μπορούν να ελεγχθούν λιγότερο από τους ανθρώπους απ' ό,τι άλλες.

Το νέο μοντέλο ονομάζεται θεωρία της προσχεδιασμένης συμπεριφοράς.

Η γενικότερη κριτική που ασκήθηκε τόσο στη θεωρία της λελογισμένης δράσης όσο και στη θεωρία της προσχεδιασμένης συμπεριφοράς είναι ότι και οι δυο θεωρούν πως οι στάσεις είναι ορθολογικές και πως οι κοινωνικά σημαντικές συμπεριφορές είναι σκόπιμες, έλλογες και προσχεδιασμένες. Αυτό όμως μπορεί να μην ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις.
Γνωστική ασυμφωνία

Μερικές φορές οι συμπεριφορές των ανθρώπων διαμορφώνουν τις στάσεις τους και όχι το αντίστροφο. Η διαδικασία που βρίσκεται πίσω από τέτοια φαινόμενα ονομάζεται γνωστική ασυμφωνία (Festinger 1957, Festinger & Carlsmith 1959). Οι άνθρωποι νιώθουν ένταση όταν δύο σκέψεις, πεποιθήσεις ή ιδέες είναι ψυχολογικά ασύμβατες. Για να μειώσουν αυτή τη δυσάρεστη ένταση, προσαρμόζουν τις σκέψεις τους. Η αλεπού που δεν μπόρεσε να φτάσει τα σταφύλια, και έτσι αποφάσισε ότι αυτά στην πραγμτικότητα ήταν άγουρα, βίωσε μια γνωστική ασυμφωνία.

Vagina dentate (Το Αιδοίο που Δαγκώνει)

Το Αιδοίο που Δαγκώνει και Άλλοι Μύθοι που Εξηγούσαν Παλιά την «Επικίνδυνη» Σεξουαλικότητα των Γυναικών 

Ιστορίες για τον μυθικό «vagina dentate» (κόλπο με δόντια) υπάρχουν σχεδόν σε κάθε πολιτισμό. Πολλές από αυτές λειτουργούν αποτρεπτικά για τους άνδρες, ώστε να προσέχουν πού τον βάζουν, όμως άλλες πολύ πιο τρομακτικές εκδοχές εμπεριέχουν μη συναινετική διείσδυση για την αφαίρεση των προαναφερθέντων δοντιών.

Τον φόβο του ευνουχισμού ενισχύει η πολιτισμική πεποίθηση ότι οι άνδρες, ως βασικοί πυλώνες του ανδρισμού και οι πατριαρχικές κοινωνίες αντιδρούν, προσπαθώντας να ελέγξουν την «επικίνδυνη» σεξουαλικότητα και το σώμα των γυναικών. Αντίστοιχοι πόλεμοι εναντίον των γυναικών σε όλον τον κόσμο είναι βαθιά ριζωμένοι στον μύθο του αιδοίου με τα δόντια που καλά κρατεί και ό,τι αυτός αντιπροσωπεύει.

Ακολουθούν δέκα αξιοσημείωτα παραδείγματα απ' όλο τον κόσμο.

Αυστρία

Ο όρος «vagina dentate» δημιουργήθηκε γύρω στα 1900 από τον μισογύνη ψυχαναλυτή Sigmund Freud, για να περιγράψει την ιδέα του να σε καταβροχθίζουν, ως εξίσωση του στόματος και του κόλπου. Αλλά η ιδέα υπάρχει στα ιστορικά χρονικά πριν από τον Freud. Τον όρο θα οικειοποιούνταν δεκαετίες αργότερα φεμινιστές φροϋδικοί ρεβιζιονιστές, για να καταδείξουν τον έντονο φόβο ευνουχισμού και τον γενικευμένο φόβο για τις γυναίκες που έχει γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος του φαλλοκεντρικού μας πολιτισμού.

Ελλάδα

Αν και δεν μιλάμε ακριβώς για αιδοίο με δόντια, η ελληνική μορφή της Μέδουσας είναι αντιπροσωπευτική της όλης ιδέας. Η Μέδουσα έχει ένα βλέμμα που πετρώνει τους άνδρες, ένα στόμα με τεράστια δόντια, φίδια για μαλλιά και από τη μέση και κάτω είναι ερπετοειδής. Η Barbar Creed γράφει στο βιβλίο The Monstrous Feminine (εκδ. Routledge): «Ο φόβος της Μέδουσας είναι φόβος ευνουχισμού που σχετίζεται με τη θέαση κάποιου πράγματος». Επειδή δεν είναι τρομακτικά μόνο τα γεννητικά μας όργανα. Γενικά, οι γυναίκες είμαστε τρομακτικές.

Ινδία

Υπάρχουν τόσες ιστορίες για άνδρες που εξαφανίζονται σε κόλπους με δόντια στην Ινδία, που η Washington Post υποστήριξε ότι αυτές οι ιστορίες είναι μια αιτία για την επιδημία βιασμών στη χώρα. Στη Μαντία Πραντές. μια από τις πιο δημοφιλείς ιστορίες είναι εκείνη ενός βραχμάνου που, πεπεισμένος ότι το ερωτικό του ενδιαφέρον έχει αιδοίο με δόντια, προσλαμβάνει τέσσερις άνδρες από κατώτερες κάστες, για να την απαγάγουν και να της τα βγάλουν. Αφού αφαιρούν τα δόντια και πραγματικά ηρεμούν τη γυναίκα μέσω του τραύματος, ο βραχμάνος την παντρεύεται και ζήσανε αυτοί καλά (μάλλον όχι, ελπίζω να βγήκαν ξανά τα δόντια της).

Νότια Αφρική

Όπως και στην Ινδία, υπάρχουν πολλές ιστορίες για αιδοία με δόντια στην αφρικανική ήπειρο. Μερικοί λένε ότι αυτές οι ιστορίες είναι η βάση για την καταπίεση της γυναικείας σεξουαλικότητας, μέσω του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων. Ως αντίδραση στα ανησυχητικά ποσοστά βιασμών στη Νότια Αφρική (από τα υψηλότερα στον κόσμο), η Sonette Ehlers εφηύρε το Rapex, το προφυλακτικό που προστατεύει από τον βιασμό, γεμάτο με σειρές δοντιών.

Ιαπωνία (Αϊνού)

Μια ιστορία του Σίντο λέει πώς ένας δαίμονας έκρυψε δόντια στον κόλπο μιας νεαρής. Χωρίς να το θέλει, ευνουχίζει δυο γαμπρούς τις νύχτες του γάμου και ύστερα παίρνει την κατάσταση στα χέρια της και κατασκευάζει έναν μηχανισμό, για να αφαιρέσει τα δόντια μόνη της. Είναι από τις λίγες ιστορίες όπου η γυναίκα παίρνει τον έλεγχο του κορμιού της, αντί να διεισδύουν μέσα της άνδρες, χωρίς τη συναίνεσή της, οι οποίοι θέλουν να αφαιρέσουν τα ενοχλητικά δόντια. Ο σιδερένιος φαλλός που δημιούργησε είναι τοποθετημένος στο Καβασάκι και πολλές ιερόδουλες συχνά αφήνουν προσφορές και κάνουν προσευχές εκεί, για να προστατεύονται στη δουλειά τους.

Νέα Ζηλανδία (Μαορί)

Στην ιστορία των Μαορί, ο πονηρός θεός Māui αποφασίζει ότι θα κάνει τους ανθρώπους αθάνατους, μέσω του κόλπου της θεότητας του κάτω κόσμου Hine-nui-te-pō: Μεταμορφώνεται σε κάμπια και σέρνεται μες στον κόλπο της, ενώ κοιμάται, νομίζοντας ότι, αν βγει από το στόμα της, θα αντιστρέψει τη διαδικασία της γέννησης και του θανάτου. Αλλά το Pīwakawaka (πουλί) το βλέπει και αρχίζει να γελάει με αυτήν την ανόητη ιδέα και η Hine-nui-te-pō ξυπνάει, σκοτώνει τον Māui με τον κόλπο της και καταριέται τους ανθρώπους να είναι θνητοί.

Χιλή (Μαπούτσε)

Οι αυτόχθονες Μαπούτσε της Χιλής έχουν ένα ανατριχιαστικό ρητό: «Μια γυναίκα εντυπωσιακής εμφάνισης έχει αιδοίο που δαγκώνει». Με άλλα λόγια, ένας τελείως διαφορετικός τρόπος να δεις το Instagram και τα social media.

Ρωσία

Στο βιβλίο The Folklore of Northeastern Asia, as Compared with that of Northwestern America (εκδ. Wiley), ο Waldemar Bogoras γράφει για την ιστορία μιας όμορφης νέας γυναίκας που είναι παντρεμένη με έναν αηδιαστικό γέρο. Προκειμένου να μην κάνει σεξ μαζί του, βάζει ένα κεφάλι ψαριού στον κόλπο της, ώστε τα δόντια του να τον κόβουν κάθε φορά που προσπαθεί. Ο σύζυγος τραυματίζεται, τον λέει «ανόητο που δεν ξέρει ότι οι νέες κοπέλες έχουν συνήθως αιδοία με δόντια» και ζει την υπόλοιπη ζωή της, χωρίς να κάνει σεξ μαζί του. Ένα αλλιώτικο happy end.

Αμερική (Πόνκα)

Στο Handbook of Native American Mythology (εκδ. Oxford University Press), η ιστορία των Πόνκα με τίτλο «Δόντια στα λάθος σημεία», αφηγείται την ιστορία μιας από τις πολλές σεξουαλικές περιπέτειες του πονηρού Κογιότ.

Ο Κογιότ συναντά μια γυναίκα και τις δυο όμορφες, επικίνδυνες κόρες της, που φημολογείται ότι τρώνε άνδρες, καθώς έχουν αιδοία με δόντια. Αφού περνάει τη μέρα με την οικογένεια, τον καλούν να περάσει τη νύχτα ανάμεσα στις δυο κόρες της γυναίκας. Όταν η νεότερη κόρη αποκαλύπτει ότι η γυναίκα είναι μάγισσα που έβαλε δόντια στους κόλπους των κοριτσιών, ο Κογιότ σκοτώνει τη μεγαλύτερη κόρη, όταν εκείνη αποπειράται να τον δαγκώσει με το αιδοίο της. Ύστερα, σκοτώνει τη μάγισσα και βγάζει τα δόντια από τον κόλπο της μικρής κόρης, αφήνοντας μόνο ένα αμβλύ δόντι, που ήταν πολύ ευχάριστο, όταν έκαναν έρωτα.

Αγγλία

Για να μη νομίζετε ότι όλες οι ιστορίες για αιδοία με δόντια είναι προϊόντα φαντασίας, σας παρουσιάζω την περίπτωση της δερμοειδούς κύστης ή κυστικού τερατώματος, που είχε ως αποτέλεσμα να φυτρώσουν δόντια στη μήτρα μιας βρετανίδας. Το δείγμα εκτίθεται στο University College London's Pathology Collection και είναι όσο τρομακτικό φαντάζεστε.

Πείνα και Δίψα

Μένοντας δούλοι στη μιζέρια της καθημερινότητας μένουμε δούλοι στο πρόσκαιρο και εφήμερο και φθαρτό του κόσμου τούτου. Κλείνουμε όλη τη θέα της ζωής στις χωματερές εκτάσεις της ρουτίνας, γίνεται όλη η ζωή ένας παχύς χωματόδρομος που τον περνάμε έρποντας.

Κάθε ξύπνημα όμως κάποιας μεγάλης χαράς μέσα μας, κάθε γεύση μεθυστική του ιδιαιτέρου και ξεχωριστού πού υπάρχει στη ζωή, είναι μια γεύση του απόλυτου και γι' αυτό μια γεύση αιωνιότητας. Η αιωνιότητα ζει μέσα μας στην κάθε μέρα, στην κάθε ώρα, σαν σύγκριση και σαν νοσταλγία.

Ο χαμένος παράδεισος ζει μέσα μας στις στιγμές της μεγάλης χαράς, στο πλησίασμα ενός ανθρώπου, μιας αληθείας, μιας αγάπης, μιας ομορφιάς. Είναι στιγμές στη ζωή, αυτές πού κάνουν τη δίψα μας μαρτύριο και που το νιώθουμε καθαρά πώς θ' αρκούσαν, σε μία αέναη παράταση, να μας ξεδιψάσουν για μία αιωνιότητα.

Η δίψα του απόλυτου είναι ένα δεύτερο πάθος. "Βλέπεις, θέλω πολλά, ίσως τα θέλω όλα", έγραφε ο ποιητής. Μα όχι "ίσως". Εμείς τα θέλουμε όλα.

Η ζωή είναι λίγη, όχι χρονικά λίγη, όσο ποιοτικά και ποσοτικά. Είναι τόση μόνο, όσο για να ξυπνάει μέσα μας μια βαθειά, ακόρεστη δίψα. Ό,τι γευόμαστε σε τούτη τη ζωή δεν είναι παρά αρμυρό νερό που μεγαλώνει τη δίψα μας για ένταση και διάρκεια.

Μόνο αυτή η λέξη μπορεί να αποδώσει ό,τι ίσαμε τούτη τη στιγμή έχουμε δοκιμάσει στη ζωή: Διψάμε. Ό,τι γευτήκαμε κι ό,τι γευόμαστε είναι λίγο, ασήμαντο, μηδαμινό, μπροστά σ' αυτό που διψάμε.

Κι η δίψα αυτή είναι η πιο βασανιστική, το πιο φοβερό μαρτύριο. Οι στιγμές είναι ελάχιστες που η καρδιά ξεδιψάει για ζωή, το νερό κελαρύζει ελάχιστες στιγμές και μετά στερεύει κι η καρδιά μένει εκεί σκυμμένη καρτερώντας... πιο διψασμένη ύστερα απ' αυτές τις στιγμές, πιο αχόρταστη, με τα χείλη ανοιχτά και ξεραμένα απ' τη νοσταλγία.

Τι διψάμε; Διψάμε ένταση, διάρκεια, ποικιλία. Διψάμε το αδιάκοπα καινούργιο. Λαχταράμε τον ίλιγγο της πτώσης, της απροσμέτρητης πτώσης, αλλά και το φτερούγισμα της ανόδου. Κάθε τι ακραίο μας ηλεκτρίζει.

Η γη είναι στενή, η ζωή φθαρμένη μέσα στα σχήματα. Ασφυκτιούμε μέσα στα δεσμά του τόπου, του χρόνου και των αισθήσεων. Μέσα μας υπάρχει ένας χώρος χωρίς έκταση, η ανάγκη για μια απόλυτη διάρκεια κι η λαχτάρα για μια χωρίς όρια απόλαυση. Τα θέλουμε όλα, κι αυτό είναι το πιο βασανιστικό πάθος μεσ' στη ζωή.

Σενέκας: Τα ιδανικά ενός μεγάλου ανθρώπου

Θα υπομένω προσωπικά όλους τους μόχθους όλο μεγάλοι κι αν είναι αυτοί, χαλυβδώνοντας το σώμα μου με τη δύναμη του πνεύματος.

Θα περιφρονώ τα υλικά αγαθά, είτε τα έχω είτε όχι, και δε θα μου στοιχίσει αν τα έχει κάποιος άλλος, ούτε και θα πάρουν τα μυαλά μου αέρα αν τα αγαθά αυτά αστράφτουν γύρω μου.

Δε θα δίνω σημασία στην τύχη, είτε αυτή έρχεται είτε φεύγει. Όλα τα κτήματα θα τα βλέπω σαν δικά μου, και θα θεωρώ τα δικά μου σαν να ανήκουν σε όλους τους άλλους.

Θα ζω πάντα με τη συνείδηση ότι γεννήθηκα για τους άλλους, και γι' αυτό το λόγο θα είμαι ευγνώμων στη φύση• γιατί πώς θα μπορούσε αυτή να εξυπηρετήσει το έργο μου με καλύτερο τρόπο;

Έχει προσφέρει εμένα, τον ένα, σε όλους τους άλλους, και όλους τους άλλους τους πρόσφερε σ' εμένα, τον ένα.

Ό,τι τύχει να αποκτήσω, ούτε ως φιλάργυρος θα το αποθησαυρίσω ούτε ως σπάταλος θα το διασπαθίσω.

Τίποτε δε θα πιστέψω ότι κατέχω περισσότερο, όσο τα δώρα που πρόσφερα ύστερα από ώριμη σκέψη.

Δε θα εκτιμώ τις ευεργεσίες μου με βάση το πλήθος τους ούτε το μέγεθος τους ούτε με βάση οτιδήποτε άλλο πέρα από την εκτίμηση του αποδέκτη• ποτέ δε θα φανεί σπουδαίο στα μάτια μου ό,τι παίρνει ένας αξιόλογος άνθρωπος.

Τίποτε δε θα κάνω για να σχηματιστούν εντυπώσεις γύρω από το πρόσωπό μου• τα πάντα θα πράττω για τη συνείδησή μου.

Ό,τι κι αν κάνω όταν μόνο εγώ είμαι παρών, θα το θεωρώ σαν να έχει γίνει μπροστά στα μάτια ολόκληρου του ρωμαϊκού λαού.

Όταν τρώω και πίνω, στόχος μου θα είναι να απαλείψω την ανάγκη της φύσης, όχι να γεμίσω και να αδειάσω την κοιλιά μου.

Θα είμαι ευχάριστος στους φίλους μου. ήπιος και συγκαταβατικός στους εχθρούς μου.

Θα δίνω τη συγγνώμη μου πριν καν μου την απαιτήσουν, και θα σπεύδω να προσφέρω ό,τι έντιμο μου ζητηθεί.

Θα ξέρω ότι ολόκληρος ο κόσμος είναι πατρίδα μου, ότι οι θεοί την κυβερνούν και ότι αυτοί ζουν πάνω μου και γύρω μου και ελέγχουν τα λόγια και τις πράξεις μου.

Και, όποτε η φύση ζητήσει πίσω την πνοή μου ή η λογική μου την απελευθερώσει, θα φύγω δηλώνοντας ότι αγάπησα την ορθή συνείδηση και κάθε αγαθή προσπάθεια, ότι δεν περιόρισα την ελευθερία κανενός και, οπωσδήποτε, όχι τη δική μου».

Ο άνθρωπος που θα τα θέσει όλα αυτά ως στόχο του, που θα τα θελήσει και θα τα προσπαθήσει, ο άντρας αυτός θα ακολουθήσει δρόμο που τον φέρνει στους θεούς, και ένας τέτοιος άντρας, ακόμη κι αν αποτύχει, νικήθηκε τολμώντας για τα μεγάλα.

Σενέκας*, Για μια ευτυχισμένη Ζωή
----------------------
*Ο Λούκιος ή Λεύκιος Ανναίος Σενέκας (Lucius Anneus Seneca), γνωστός ως Σενέκας ο Νεότερος ή απλώς Σενέκας (περίπου 4 π.Χ.-65 μ.Χ.), ήταν Ρωμαίος πολιτικός, ρήτορας, δραματουργός και στωικός φιλόσοφος. Ήταν γιος του Σενέκα του Πρεσβύτερου, φιλοσόφου, τραγωδού και διδασκάλου του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Νέρωνα. Καταγόταν από την Κόρδοβα της ρωμαϊκής επαρχίας της Ισπανίας. Η ηθική πραγματεία «Για μια ευτυχισμένη ζωή» (De vita beata), που δεν σώζεται πλήρης, έχει γραφτεί στα τέλη της δεκαετίας του 50 μ.Χ. και απευθύνεται στον αδερφό του Σενέκα, Νοβάτο, που τώρα φέρει το καινούριο όνομα Γαλλίων, Γαλλίωνας. Το έργο έχει τη μορφή απολογίας για τον τρόπο ζωής του φιλοσόφου -ασυνεπή, σύμφωνα με τις κατηγορίες πολλών. Ο κύριος όγκος του πεζού έργου του Σενέκα έχει καθαρή φιλοσοφική χροιά και, όσο κι αν ήταν μεγάλη η επίδραση των Πυθαγορείων στη σκέψη του, το έργο του αποτελεί σπουδαιότατη πηγή της ιστορίας του στωικισμού, στον οποίο ο συγγραφέας έδωσε πνευματικότερη μορφή και τον οποίο έκανε πολύ πιο ανθρώπινο.

Όταν το “Καλό Παιδί”, φοράει την μπέρτα του “Σούπερ Ήρωα”

Η οικογένεια είναι ένα σύστημα, δηλαδή μια ομάδα ατόμων που αλληλοεπιδρούν ως ένα λειτουργικό όλον. Οι φυσικές, κοινωνικές και συναισθηματικές λειτουργίες των μελών της οικογένειας βρίσκονται σε βαθιά αλληλεξάρτηση, ώστε οι αλλαγές σ' ένα μέρος του συστήματος να έχουν αντίκτυπο σε άλλα μέρη του. Κάθε μέλος στην οικογένεια, αναλαμβάνει ασυνείδητα έναν ρόλο, με στόχο να διατηρηθούν οι ισορροπίες στην οικογένεια.

Ο ρόλος που θα πάρει το κάθε μέλος εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως η σειρά γέννησης, η ιδιοσυγκρασία και η προσωπικότητα του. Άλλα μέλη αποτελούν την "φωνή" της οικογένειας και είναι πιο "αντιδραστικά", καθώς εξωτερικεύονται περισσότερο και έχουν μια πιο "δυναμική" παρουσία, ενώ άλλα έχουν πάρει τον ρόλο του "καλού παιδιού".

Τον ρόλο του καλού παιδιού, αναλαμβάνει συνήθως το πρωτότοκο παιδί, καθώς αναλαμβάνει περισσότερες υπευθυνότητες, γρήγορα γίνεται "ο μεγάλος" ή "η μεγάλη", ενώ όλες του οι κινήσεις στοχεύουν στην επιβεβαίωση από την μαμά ή/και τον μπαμπά.

Το παραπάνω έχει ως αποτέλεσμα το "καλό παιδί" της οικογένειας να μην είναι σε επαφή με τον εαυτό του, τις ανάγκες και το συναίσθημα του, αλλά να καλύπτει πρώτα τις ανάγκες των προσώπων αναφοράς του, με στόχο την αποδοχή.

Μεγάλο το βάρος του ρόλου του καλού παιδιού στην πατρική μας οικογένεια. Όσοι είχαν αυτόν τον ρόλο, ξέρουν πολύ καλά τι κόστος έχει για τους ίδιους και την μετέπειτα ζωή τους. Όλοι στις οικογένειες μας αναλαμβάνουμε ασυνείδητα κάποιους ρόλους, τους οποίους αν δεν συνειδητοποιήσουμε, τους κουβαλάμε και στην πυρηνική μας οικογένεια.

Το "καλό παιδί" της πατρικής οικογένειας που αναλαμβάνει πολλές ευθύνες, πρέπει να φέρνει εις πέρας όλες τις υποχρεώσεις για να μην στεναχωρήσει τους γονείς του, εξελίσσεται σε ένα σούπερ ήρωα στη δική του οικογένεια, ο οποίος φορώντας την "μπέρτα" του είναι ο στυλοβάτης της οικογένειας, όπου όλα τα μέλη της κρέμονται από εκείνον!

Για ακόμα μία φορά οι δικές του ανάγκες θυσιάζονται στον βωμό της οικογενειακής ισορροπίας, χωρίς να συνειδητοποιεί τις συνέπειες. Η καταπίεση των αναγκών και των συναισθημάτων ίσως οδηγήσει μερικούς στο να νιώθουν πιο έντονα το ότι πνίγονται και ότι είναι εγκλωβισμένοι, χωρίς όμως να μπορούν να αναγνωρίσουν τις ρίζες του προβλήματος.

Πόσο βαρύς είναι ο ρόλος του "καλού παιδιού" και πόσο τελικά μας ακολουθεί και στην πυρηνική μας οικογένεια! Αλλάζει; Μόνο όμως αν τον αναγνωρίσουμε μπορούμε και να τον αλλάξουμε! Ας μην διαιωνίσουμε άλλο τέτοια δυσλειτουργικά μοτίβα!

Πώς να διαχειριστείτε το πεισματάρικο παιδί

Το πεισματάρικο παιδί ορισμένες φορές μπορεί να είναι μια πραγματική πρόκληση για τους γονείς, καθώς το να το πείσουν να κάνει ακόμη και καθημερινά πράγματα, όπως να πλυθεί και να βουρτσίσει τα δόντια του, μπορεί να εξελιχθεί σε μάχη. Συχνά, οι γονείς άθελά τους ενθαρρύνουν τη συμπεριφορά του παιδιού, υποχωρώντας στην ταραχή του. Ο καλύτερος τρόπος να διαχειριστείτε το πεισματάρικο παιδί είναι δείχνοντάς του ότι η συμπεριφορά του δεν λειτουργεί.

Χαρακτηριστικά που μπορεί να έχει ένα πεισματάρικο παιδί:
  • Επιμένει στην άποψή του και δεν θέλει να ακούσει κάτι διαφορετικό
  • Έχει μεγάλη ανάγκη να ακουστεί και μπορεί να αναζητά συχνά την προσοχή
  • Θα μπορούσε να είναι πολύ ανεξάρτητο
  • Προσπαθεί να κάνει ό, τι του αρέσει
  • Όλα τα παιδιά έχουν ξεσπάσματα, αλλά το πεισματάρικο παιδί μπορεί να έχει πιο συχνά
  • Έχει ηγετικές ικανότητες- μερικές φορές μπορεί να είναι ακόμη και «αυταρχικό»
  • Του αρέσει να κάνει τα πράγματα με τον δικό του ρυθμό
Η διαχείριση ενός πεισματάρικου παιδιού μπορεί να είναι δύσκολη, αλλά δεν είναι ακατόρθωτη.

Προσπαθήστε να το ακούσετε

Η επικοινωνία είναι αμφίδρομη. Αν θέλετε να σας ακούει το παιδί σας, πρέπει να μάθετε να το ακούτε κι εσείς. Αφιερώνοντας χρόνο στο να καταλάβετε πώς σκέφτεται το μικρό σας, ίσως συνειδητοποιήσετε ότι δεν λειτουργεί σε όλες τις περιπτώσεις με πείσμα, αλλά ότι πράγματι κάποια συγκεκριμένα πράγματα το ενοχλούν.

Συνδεθείτε μαζί του

Όταν πιέζετε το παιδί να κάνει κάτι, είναι πολύ πιο πιθανό να επαναστατήσει εναντίον του. Έτσι, αν το παιδί σας αρνείται να πάει για ύπνο επειδή βλέπει τηλεόραση, πλησιάστε το, καθίστε για λίγο μαζί του δείχνοντας ενδιαφέρον στο τι βλέπει και μετά από λίγο – με ήρεμο τρόπο- εξηγήστε του ότι τώρα πρέπει να ξαπλώσει. Το πρώτο βήμα για να συνδεθείτε με το παιδί σας είναι μια ζεστή αγκαλιά.

Δώστε του επιλογές

Το πεισματάρικο παιδί δεν θέλει να του λένε τι να κάνει. Αυτό που μπορείτε να δοκιμάσετε εσείς ως γονείς είναι να του δίνετε μερικές επιλογές. Για παράδειγμα, αν έχει φτάσει η ώρα για ύπνο, ρωτήστε το ποιο από τα δύο παραμύθια θα ήθελε να του διαβάσετε. Αν εξακολουθεί να αρνείται να πάει για ύπνο, εξηγήστε του όσες φορές χρειαστεί και πάντα με ήρεμο και αυστηρό τόνο, ότι αυτό δεν είναι δική του επιλογή.

Διαλέξτε τις μάχες σας

Τα παιδιά πρέπει να νιώθουν ότι η άποψή τους μετράει και ότι σέβεστε τις προτιμήσεις τους. Ειδικά για το πεισματάρικο παιδί αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αντί λοιπόν να προσπαθείτε να περάσετε τη γνώμη σας για τα πάντα, αφήστε το να κάνει ό,τι θέλει εκείνο σε όσα δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία. Για παράδειγμα, αν θέλει να φορέσει ρούχα που δεν ταιριάζουν μεταξύ τους, αφήστε το να τα φορέσει. Αντιθέτως, εστιάστε στο να του εξηγήσετε ότι μερικοί κανόνες είναι αδιαπραγμάτευτοι, όπως το να πλένει τα χέρια του μόλις μπαίνει στο σπίτι.

Μείνετε ήρεμοι

Το να χάσετε την ψυχραιμία σας και να αρχίσετε να φωνάζετε στο πεισματάρικο παιδί σας είναι η χρυσή συνταγή για τσακωμό. Μην ξεχνάτε ότι εσείς είστε οι ενήλικες της υπόθεσης, οπότε οφείλετε να μείνετε ήρεμοι.

Αυτόν να ψάχνεις

Να σε κοιτάνε και να χαμογελάνε

Αυτό να ψάχνεις πάντα. Ανθρώπους που σε βλέπουν και γυαλίζουν από χαρά τα μάτια τους. Να τους λες έρχομαι και να σου λένε γρήγορα σε περιμένω.

Να μη διατυμπανίζουν τη ”σημαντική” ζωή τους και πόσο λίγο χρόνο έχουν.

Να μη σε στριμώχνουν, αλλά να τα κάνουν όλα πέρα για να μπεις εσύ.

Τα δώρα τους να είναι άυλα, από υλικά μπουχτίσαμε.

Να ψάχνεις αυτόν που αντέχει τα ψεγάδια και τα χίλια ελαττώματα σου και τα λατρεύει.

Αυτόν που δε θα έρχεται όταν τον χρειαστείς, θα είναι από πριν εκεί.

Να ψάχνεις ανθρώπους που η παρουσία σου γεμίζει τη ζωή τους, δε σε αδειάζουν μόλις γεμίσουν.

Σου χαϊδεύουν τη ψυχή με την τόση αγάπη τους, φεύγουν για λίγο και η σκιά τους μένει εκεί να σε φυλά.

Όταν τους βρεις κράτα τους, μην είσαι χαζός να τους αφήσεις.

Η σοφία του να νικάς χωρίς να τσακώνεσαι

Έχετε ακούσει για τα αποτελέσματα, των μέσων για την επίλυση οποιουδήποτε προβλήματος χωρίς να τσακώνεστε.

– Μοιάζει με την εξισορρόπηση πάνω σε μια μπάλα- εξισορρόπηση πριν την επιθετικότητα. Ενδώστε για να αποδυναμώσετε την αντίσταση.

– Μην τσακώνεστε, γιατί θα γίνετε αναπόφευκτα αυτό στο οποίο μάχεστε. Η πολλή δύναμη οδηγεί στα αντίθετα αποτελέσματα.

– Μάθετε να ακολουθείτε για να μπορέσετε να οδηγείτε.

– Αυτός που σας φωνάζει βρίσκεται σε συναισθηματική φόρτιση πράγμα που σημαίνει, ότι η συνείδηση του δεν λειτουργεί. Είναι αστείο να προσπαθείτε να μιλήσετε σε έναν άνθρωπο που δεν λειτουργεί το μυαλό του. Είναι το ίδιο πράγμα με το να μιλάς σε κάποιον που κοιμάται. Έχετε δει ποτέ κάποιον να φωνάζει σε άλλον άνθρωπο, όταν έχει καλή διάθεση;

– Αυτός που φωνάζει σε αντάλλαγμα μοιάζει με το να χτυπάς έναν άνθρωπο που πνίγεται με ένα κουπί. Αυτός ο άνθρωπος πνίγεται στον ίδιο του τον θυμό. Οπότε, δεν χρειάζεται βοήθεια σε αυτό.

– Τι κάνουμε, όταν αισθανόμαστε άσχημα; Κατηγορούμε, φωνάζουμε, κλαίμε. Γι’ αυτό όταν κάποιος μας φωνάζει στην πραγματικότητα το κάνει, επειδή αισθάνεται άσχημα.

– Ξέρετε πως μπορείτε να βάλετε ένα τέλος στις φωνές τους; Παραμείνετε σιωπηλοί και αφήστε τους να σιγοβράζουν. Μην δίνετε σημασία στις λέξεις τους, γιατί είναι απλά ο πόνος τους. Και πως να κρατήσετε ένα καθαρό πρόσωπο; Επαινώντας ψυχικά τον εαυτό σας! “Μα τι ταλέντο είμαι. Μπορώ να παραμείνω ψύχραιμος ακόμα και με αυτόν τον άνθρωπο!” Η απλή σιωπή έχει την επίδραση του κρύου νερού. Καθώς ο αντίπαλός σας φωνάζει, κοιτάξτε τον με προσοχή και ακούστε τον. Αφήστε τον να ηρεμήσει.

– Το να παραμένετε σιωπηλοί, όταν θέλετε πολύ να υποστηρίξετε την άποψή σας είναι δύσκολο έργο, αλλά είναι σίγουρο ότι αξίζει τον κόπο. Αν το καταφέρει ο ένας από τους δυο που εμπλέκονται σε έναν τσακωμό, τότε όλοι οι παρόντες αισθάνονται πιο ψύχραιμοι.

EDWARD DYER: Ο νους ο δικός μου είναι ένα βασίλειο

Ο νους ο δικός μου είναι ένα βασίλειο, ευχάριστα δώρα εκεί μέσα βρίσκω, που ξεπερνούν κάθε άλλη ευλογία που ο κόσμος αντέχει ή από καλοσύνη τη βλασταίνει. Κι ας θέλω εκείνα που οι περισσότεροι έχουν, ο νους μου μου απαγορεύει να τα λαχταρήσω.

Κανένα πριγκιπάτο, κανένα πλούσιο μαγαζί, κανένα τάγμα τη νίκη να κερδίσω, κανένα πανούργο πνεύμα τις πληγές μου να μπαλώσει, περίγραμμα κανένα ερωτευμένο βλέμμα να ταΐσει. Σε κανένα από αυτά δεν υποχωρώ, γιατί ο νους μου όλων τους υπηρέτης είναι. Βλέπω πόσοι νιώθουν του κορεσμού την αηδία και πόσοι βιαστικά σκαρφάλωσαν και πάλι πέφτουν.

Βλέπω πως εκείνοι που στέκονται ψηλά, τους απειλούν οι ανατροπές όλο πιο συχνά:

Το κάθε τους βήμα μόχθος και σύντροφος ο φόβος, τέτοιες έγνοιες να ζυγώνουν δεν θα ‘πρεπε τον νου μου.

Ευτυχής με τη ζωή μου, αυτός είμαι, και δεν ζητώ περισσότερα απ’ όσα αντέχω. Την υπεροψία ούτε λεπτό δεν θέλω κι όσα στερούμαι μου τα προσφέρει το μυαλό μου. Ω! Έτσι σαν βασιλιάς θριαμβεύω, ικανοποιημένος με όσα καρπίζει ο νους μου.

Κάποιοι έχουν τόσο πολλά, κι όμως κι άλλα λαχταρούν. Εγώ, με τα λιγοστά μου, πόθο για πιότερα δεν έχω.

Μόνο φτωχοί είν’ εκείνοι, κι ας έχουν τόσα, μα εγώ πλούσιος είμαι με τα ψίχουλά μου. Φτωχοί εκείνοι, πλούσιος εγώ, επαίτες αυτοί, εγώ δοτικός. Τόσα τους λείπουν, εμένα περισσεύουν, εκείνοι φθονούν, εγώ ζω.

Με τις απώλειες των άλλων δεν γελώ, πικρόχολος για τα κέρδη τους δεν είμαι.

Τα κύματα του κόσμου δεν φτάνουν στο μυαλό μου και μένω πάντα όπως είμαι δεν φοβάμαι εχθρό, δεν κολακεύω φίλο, τη ζωή μου δεν σιχαίνομαι, για το τέλος δεν τρομάζω.

Κάποιοι την ηδονή με πόθο τη ζυγίζουν, και τη σοφία με τη σφοδρή επιθυμία. Τον θησαυρό τους μονάχα εμπιστεύονται κι η μόνη τους ικανότητα η μασκαρεμένη τους κακία. Μα εγώ η μόνη ευχαρίστηση που έχω να κρατώ τον νου γαληνεμένο.

Πλούτος μου η υγεία κι η τέλεια γαλήνη, κι η καθαρή μου η συνείδηση που πάντα επικαλούμαι: να κερδίσω με δωροδοκίες δεν ποθώ ούτε με εξαπάτηση να βλάψω, να πειράξω. Έτσι ζω. Κι έτσι θα πεθάνω.

Κι είθε ο κόσμος όλος να ‘κανε αυτό που σοφά εγώ πράττω.

ΣΕΡ ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΝΤΑΪΕΡ (1543 1607)

Ο σεβασμός στο δικαίωμα της γνώμης του άλλου

Σκεφθείτε τις ιδέες που σας καθορίζουν ιδέες που λένε στον κόσμο ποιοι είστε. Είστε ακτιβιστής ή εθελοντής. Είστε εθισμένος στη δουλειά. Είστε φιλελεύθερος ή συντηρητικός. Είστε πιστός μέχρις υπερβολής. Φοβάστε τον Θεό, είστε πατριώτης και ο νούμερο ένα οπαδός της τοπικής σας ομάδας. Αυτοί ενδεχομένως να μοιάζουν αξιοθαύμαστοι τρόποι για να περιγράψετε τον εαυτό σας, όμως έχουν κάνει τη ζωή σας ευκολότερη; Πόσο χρόνο ξοδεύετε εξηγώντας και υπερασπίζοντας τη θέση σας; Μήπως επικρίνετε τους ανθρώπους που περιγράφουν τον εαυτό τους διαφορετικά; Μήπως «επιβάλλετε τον νόμο» στην οικογένειά σας και στους φίλους σας, περιμένοντας και από εκείνους να φανατιστούν όπως εσείς; Μπορεί να θέλετε ακόμα να αρχίσετε πόλεμο απλός να κερδίσετε μερικές μάχες, Όπως κι αν έχει το πράγμα η δύναμη δεν έγκειται στις απόψεις σας. Είναι απλώς απόψεις. Μια καλή διαφωνία είναι απλώς μια διαφωνία.

Ίσως νιώθετε ότι οι πεποιθήσεις και οι ιδεολογίες σας είναι η καρδιά και η ψυχή σας, όμως δεν είναι. Οι αγαπημένες μας ιδέες αναπαριστούν έναν τρόπο σκέψης που μας κάνει να νιώθουμε ασφαλείς και πιθανώς ακόμα και ανώτεροι. Τις επενδύουμε με μεγάλη συναισθηματική δύναμη, όμως δεν έχουν καμία δύναμη από μόνες τους. Οι ιδέες και οι ιδεολογίες επηρεάζουν τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε, κάτι το οποίο συχνά νιώθουμε ότι είναι σωστό, όμως μπορούν επίσης να βλάψουν την ικανότητά μας να αλληλοεπιδρούμε και να περνάμε χρόνο με τους άλλους.

Ο σεβασμός στο δικαίωμα της γνώμης του άλλου είναι μια πράξη αγάπης. Είναι δώρο προς τους άλλους να τους αφήνουμε να μοιράζονται τις απόψεις τους. Δεν είναι τόσο δύσκολο να ακούμε χωρίς κριτική. Δεν είναι τόσο παράξενο να πούμε «δεν ξέρω» και να αποφορτίσουμε τη στιγμή. Επιτρέψτε στους άλλους να ξέρουν ότι η άποψή τους μετράει. Δεν χρειάζεται να έχουμε πάντα δίκιο. Ποτέ δεν χρειάζεται να είμαστε εγώ.

Οι περισσότερες μάχες που δίνουμε είναι μέσα στο κεφάλι μας. Προβληματιζόμαστε με ιδέες και συνεχώς παλεύουμε με τις έννοιες του σωστού και του λάθος. Και έπειτα μεταφέρουμε τη μάχη έξω και διαφωνούμε σχετικά με την αλήθεια και το ψέμα, το καλό και το κακό. Ο δικός μας τρόπος είναι μεγαλοφυής ο δικός τους τρόπος είναι ανόητος. Όπως οι περισσότερες διαμάχες ανάμεσα στα έθνη, οι πόλεμοί μας με τους άλλους ανθρώπους είναι δημόσιες δηλώσεις έπαρσης.

Έχουμε την τάση να υπερασπίζουμε τον εαυτό μας, συχνά σαν να υπερασπιζόμασταν μια ανθρώπινη ζωή. Αναλογιστείτε το μια στιγμή: υπερασπίζουμε την ακεραιότητα από κάτι που δεν είναι αληθινό. Ίσως φοβόμαστε μήπως ρεζιλευτούμε, και αυτό αποκαλύπτει το πρόβλημα στο σύνολό του.

Με άλλα λόγια, θα χάσουμε τη μάσκα μας. Θα εγκαταλείψουμε τα προσχήματα. Ανίκανοι να υποστηρίξουμε αυτό που δεν είμαστε, θα σταθούμε γυμνοί και αυθεντικοί μπροστά στον κάτι που ίσως είναι αυτό που χρειαζόμασταν εξαρχής. κόσμο:

Εάν αρνούμαστε να κόψουμε παλιές συνήθειες και προσχήματα, πώς μπορούμε να βιώσουμε την αλήθεια μας; Θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε σε αντιπαράθεση με τον κόσμο. Θα συνεχίσουμε να βλέπουμε την αδικία παντού και να κάνουμε τη ζωή μας πολύ δυσκολότερη. Η φωνή του εγώ επιμένει ότι πρέπει να έχουμε δίκιο και ότι όλοι οι άλλοι πρέπει να έχουν άδικο, όμως από πού προέρχονται οι ιδέες μας εξ αρχής; Τι ακριβώς διακυβεύεται αν τολμήσουμε να υιοθετήσουμε καινούριες ιδέες; Ποιος χρειάζεται να προστατευτεί από αυτή την ενοχλητική κατάσταση; Εάν επιθυμούμε τη γαλήνη, δεν θα τη βρούμε με τις διαφωνίες και την επιμονή.

Βρίσκουμε απροσδόκητη ηρεμία όταν σταματούμε να προσπαθούμε να προστατέψουμε τον εαυτό μας.

Άγιοι καταστροφείς: Αγίων Ευτροπίου, Κλεονίκου και Βασιλίσκου Μαρτύρων

Άγιοι της χριστιανοσύνης που φέρονται ως καταστροφείς του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού ή των αντιπάλων τους ή και δολοφόνοι!

Ένας από τους γνωστούς ισχυρισμούς των χριστιανών απολογητών είναι ότι: "Οι χριστιανοί δεν έκαναν καταστροφές, ο Ελληνικός πολιτισμός κατέπεσε από μόνος του και αν έγιναν κάποιες ελάχιστες καταστροφές από κάποιους φανατικούς· αυτό έγινε λόγω των διωγμών που υπέστησαν από τους εθνικούς". Θα δούμε αν ευσταθεί αυτός ο πολύ συχνός ισχυρισμός τους, με βάση τα δικά τους κείμενα που είναι τα συναξάρια των αγίων, από τα οποία θα δούμε αποσπάσματα καταστροφών, όπως και από την ιστορία, τι αναφέρει για όσους από αυτούς τους αγίους, έχουμε ιστορικά στοιχεία.

Τα Συναξάρια είναι οι βιογραφίες των αγίων του Χριστιανισμού, άσχετα αν περιλαμβάνουν πλήθος μυθικών και υπερφυσικών στοιχείων, ή πολλές από αυτές είναι δημιουργήματα μεταγενέστερης ανάγκης για ύπαρξη πληθώρας μαρτύρων

Τα σχετικά με καταστροφές αποσπάσματα που ακολουθούν, είναι κυρίως από την συλλογή του Άγιου Νικόδημου του Αγιορείτη. Ακολουθεί ο "σύνδεσμος 1" στο πρωτότυπο. Ο δεύτερος "σύνδεσμος 2", είναι ένα διαδομένο συναξάρι στο Διαδίκτυο, που έχει μεταφρασμένα τα κείμενα, και ίσως πληροφορίες και από άλλα συναξάρια, αλλά όπως θα διαπιστώσετε και αρκετά αλλοιωμένα. Όταν ο δεύτερος σύνδεσμος είναι σε παρένθεση, υπάρχει αλλοίωση που συνήθως σημειώνεται δίπλα του σε παρένθεση. Για τα ιστορικά πρόσωπα χρησιμοποιήθηκαν άλλες πηγές.

Αγίων Ευτροπίου, Κλεονίκου και Βασιλίσκου Μαρτύρων (εορτάζουν για την Εκκλησία στις 3 Μαρτίου).

Συγγενείς δε όντες και συστρατιώται με τον Άγιον Θεόδωρον τον Tήρωνα... Όθεν εις καιρόν οπού ο ηγεμών και οι λοιποί Έλληνες, επρόσφερον θυσίας εις τους θεούς των, τότε ο Άγιος Kλεόνικος προσευχηθείς, εκρήμνισεν εις την γην το είδωλον της Aρτέμιδος. "
σύνδεσμος

Η αλήθεια είναι ότι τα συναξάρια είναι σε απίστευτο βαθμό μυθολογήματα και εφόσον δεν μπορούμε να δεχτούμε ως αληθή τα εξόφθαλμα θαύματα που περιέχουν, άλλο τόσο και τις ιστορίες τους. Αυτά όμως μαζί και με τις πράξεις των ιστορικών αγίων, αλλά και ότι έχουμε δει ήδη για το πως επικράτησε ο Χριστιανισμός, δείχνουν την ιδεολογία των χριστιανών διαχρονικά στο πως έβλεπαν τις άλλες θρησκείες και το μίσος τους για τις θεωρήσεις των άλλων που δεν άντεχαν, κυρίως των αρχαίων Ελλήνων που τους θεωρούσαν "μιαρούς", και "διεφθαρμένους". Αντικατοπτρίζουν τελικά το ποιοι κατέστρεφαν τα αρχαία ιερά, επίσης αντικατοπτρίζει τον πραγματικό λόγο που έγιναν οι σχετικά λίγοι διωγμοί των χριστιανών: Έγιναν εξαιτίας της επιθετικής τους δράσης κατά της αρχαίας θρησκείας, αφού εκείνη την εποχή και μέχρι να επικρατήσουν, υπήρχε πραγματική ανεξιθρησκεία.

Βλέπετε, για τους χριστιανούς τότε δεν εθεωρείτο κακό να καταστρέψεις τον ναό μιας άλλης θρησκείας ή τα αγάλματα της, υπήρχαν άλλωστε και οι κανόνες του Δευτερονομίου που δεν φαίνεται κανείς στον Χριστιανισμό να τους θεωρεί ως άκυρους, το αντίθετο. Υπάρχουν επίσης και οι εντολές του ίδιου του Ιησού, που είπε: ότι όποιος δεν είναι μαζί του είναι εναντίον του, ότι θα φέρει διχόνοια και ότι όποιος είναι έξω από την διδασκαλία του, πρέπει να αποβληθεί και να ριφθεί στην φωτιά. Έτσι δεν μας κάνουν εντύπωση τα κατορθώματα και οι καταστροφές αγίων χριστιανών, αφού συμφωνούν και με την θεωρία του. Μια θεωρία που η σύγχρονη Εκκλησία θέλει να ξεχάσει ή να συμβολοποιήσει.

Η μελέτη αυτή μπήκε για να ξεκαθαρίσουμε άλλη μια φορά, ότι ο Χριστιανισμός στην ουσία του και συχνά με την πράξη του, δεν έχει καμιά σχέση με την αγάπη και την ειρήνη που δήθεν θέλει να μας πει, ειδικά στον τρόπο που εξαπλώθηκε. Ήταν φονταμενταλιστικός, δηλαδή επικροτούσε και εφάρμοσε την βία στους άλλους όπως κάνουν τώρα οι μουσουλμάνοι, το προβάλει αυτό σαν επίτευγμα στα κείμενα αλλά και σε εικόνες του. Έτσι εξαπλώθηκε και δυστυχώς δεν υπάρχει καμιά διασφάλιση ότι δεν μπορεί να ξαναγίνει κάποια στιγμή το ίδιο.

ΔΕΣ: Άγιοι καταστροφείς

Άγιοι καταστροφείς: Ο Άγιος Κόιντος ο Ομολογητής

Άγιοι της χριστιανοσύνης που φέρονται ως καταστροφείς του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού ή των αντιπάλων τους ή και δολοφόνοι!

Ένας από τους γνωστούς ισχυρισμούς των χριστιανών απολογητών είναι ότι: "Οι χριστιανοί δεν έκαναν καταστροφές, ο Ελληνικός πολιτισμός κατέπεσε από μόνος του και αν έγιναν κάποιες ελάχιστες καταστροφές από κάποιους φανατικούς· αυτό έγινε λόγω των διωγμών που υπέστησαν από τους εθνικούς". Θα δούμε αν ευσταθεί αυτός ο πολύ συχνός ισχυρισμός τους, με βάση τα δικά τους κείμενα που είναι τα συναξάρια των αγίων, από τα οποία θα δούμε αποσπάσματα καταστροφών, όπως και από την ιστορία, τι αναφέρει για όσους από αυτούς τους αγίους, έχουμε ιστορικά στοιχεία.

Τα Συναξάρια είναι οι βιογραφίες των αγίων του Χριστιανισμού, άσχετα αν περιλαμβάνουν πλήθος μυθικών και υπερφυσικών στοιχείων, ή πολλές από αυτές είναι δημιουργήματα μεταγενέστερης ανάγκης για ύπαρξη πληθώρας μαρτύρων

Τα σχετικά με καταστροφές αποσπάσματα που ακολουθούν, είναι κυρίως από την συλλογή του Άγιου Νικόδημου του Αγιορείτη. Ακολουθεί ο "σύνδεσμος 1" στο πρωτότυπο. Ο δεύτερος "σύνδεσμος 2", είναι ένα διαδομένο συναξάρι στο Διαδίκτυο, που έχει μεταφρασμένα τα κείμενα, και ίσως πληροφορίες και από άλλα συναξάρια, αλλά όπως θα διαπιστώσετε και αρκετά αλλοιωμένα. Όταν ο δεύτερος σύνδεσμος είναι σε παρένθεση, υπάρχει αλλοίωση που συνήθως σημειώνεται δίπλα του σε παρένθεση. Για τα ιστορικά πρόσωπα χρησιμοποιήθηκαν άλλες πηγές.

Ο Άγιος Κόιντος ο Ομολογητής (εορτάζει για την Εκκλησία στις 3 Μαρτίου).

Eπειδή δε διά προσευχής του Aγίου έγινε σεισμός, και εκ του σεισμού εκρημνίσθη ο ναός, και τα εν αυτώ είδωλα έπεσον, διά τούτο φυγόντες οι Έλληνες, αφήκαν τον Άγιον ελεύθερον."
σύνδεσμος 1

Η αλήθεια είναι ότι τα συναξάρια είναι σε απίστευτο βαθμό μυθολογήματα και εφόσον δεν μπορούμε να δεχτούμε ως αληθή τα εξόφθαλμα θαύματα που περιέχουν, άλλο τόσο και τις ιστορίες τους. Αυτά όμως μαζί και με τις πράξεις των ιστορικών αγίων, αλλά και ότι έχουμε δει ήδη για το πως επικράτησε ο Χριστιανισμός, δείχνουν την ιδεολογία των χριστιανών διαχρονικά στο πως έβλεπαν τις άλλες θρησκείες και το μίσος τους για τις θεωρήσεις των άλλων που δεν άντεχαν, κυρίως των αρχαίων Ελλήνων που τους θεωρούσαν "μιαρούς", και "διεφθαρμένους". Αντικατοπτρίζουν τελικά το ποιοι κατέστρεφαν τα αρχαία ιερά, επίσης αντικατοπτρίζει τον πραγματικό λόγο που έγιναν οι σχετικά λίγοι διωγμοί των χριστιανών: Έγιναν εξαιτίας της επιθετικής τους δράσης κατά της αρχαίας θρησκείας, αφού εκείνη την εποχή και μέχρι να επικρατήσουν, υπήρχε πραγματική ανεξιθρησκεία.

Βλέπετε, για τους χριστιανούς τότε δεν εθεωρείτο κακό να καταστρέψεις τον ναό μιας άλλης θρησκείας ή τα αγάλματα της, υπήρχαν άλλωστε και οι κανόνες του Δευτερονομίου που δεν φαίνεται κανείς στον Χριστιανισμό να τους θεωρεί ως άκυρους, το αντίθετο. Υπάρχουν επίσης και οι εντολές του ίδιου του Ιησού, που είπε: ότι όποιος δεν είναι μαζί του είναι εναντίον του, ότι θα φέρει διχόνοια και ότι όποιος είναι έξω από την διδασκαλία του, πρέπει να αποβληθεί και να ριφθεί στην φωτιά. Έτσι δεν μας κάνουν εντύπωση τα κατορθώματα και οι καταστροφές αγίων χριστιανών, αφού συμφωνούν και με την θεωρία του. Μια θεωρία που η σύγχρονη Εκκλησία θέλει να ξεχάσει ή να συμβολοποιήσει.

Η μελέτη αυτή μπήκε για να ξεκαθαρίσουμε άλλη μια φορά, ότι ο Χριστιανισμός στην ουσία του και συχνά με την πράξη του, δεν έχει καμιά σχέση με την αγάπη και την ειρήνη που δήθεν θέλει να μας πει, ειδικά στον τρόπο που εξαπλώθηκε. Ήταν φονταμενταλιστικός, δηλαδή επικροτούσε και εφάρμοσε την βία στους άλλους όπως κάνουν τώρα οι μουσουλμάνοι, το προβάλει αυτό σαν επίτευγμα στα κείμενα αλλά και σε εικόνες του. Έτσι εξαπλώθηκε και δυστυχώς δεν υπάρχει καμιά διασφάλιση ότι δεν μπορεί να ξαναγίνει κάποια στιγμή το ίδιο.

ΔΕΣ: Άγιοι καταστροφείς

Ο πλατωνικός δρόμος του έρωτα

Στον πιο γοητευτικό, τον πιο γνωστό –αν θέλετε–, τον πιο «σκανδαλιστικό» από μια πλευρά, δρόμο που συστήνει ο Πλάτων προς τη φιλοσοφία, εννοώ τον «δρόμο του έρωτα», αφού ο Πλάτων είναι ο κατεξοχήν φιλόσοφος του έρωτα. Είναι ο φιλόσοφος που έχει εντάξει ως λειτουργικό στοιχείο, μεταφορά αν θέλετε, στη φιλοσοφία το ερωτικό στοιχείο.

Ερωτισμός υπάρχει σε πολλούς πλατωνικούς διαλόγους, και στους πρώιμους και στους μέσους, υποχωρεί λίγο στο ύστερο έργο του, ο Χαρμίδης ας πούμε, που είναι τυπικά ένας διάλογος περί σωφροσύνης, έχει μια από τις πιο προκλητικές εισαγωγές. Ο Σωκράτης γυρίζει από τον πόλεμο, είμαστε στον Πελοποννησιακό Πόλεμο και στρατεύεται ο Σωκράτης, και μάλιστα έχει και ιδιαίτερα καλές επιδόσεις στις μάχες σώζει τον Αλκιβιάδη, ας πούμε– και γυρίζοντας, έχοντας λείψει δύο χρόνια απ’ την Αθήνα, το πρώτο που τον ενδιαφέρει [είναι να] πηγαίνει στα γυμναστήρια να δει ποιοι ωραίοι νέοι έχουν εμφανιστεί στην αθηναϊκή κοινωνία. Και έρχεται σε επαφή, συζητάει με τον νεαρό Χαρμίδη, ο οποίος είναι ιδιαίτερα ωραίο παιδί και από καλή οικογένεια και καλές προδιαθέσεις και άρα έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που οι αρχαίοι θα λέγανε «καλὸς κἀγαθός», δηλαδή και ωραίος και αγαθός και καλός χαρακτήρας και άρα έχει μέλλον στην πολιτική ζωή της Αθήνας – ένα μέλλον που δεν ήταν και τόσο καλό τελικά αφού σκοτώνεται ο Χαρμίδης, όντας κομμάτι της τυραννίας, ένα μέλος της τυραννίας των Τριάκοντα.

Συμπόσιο

Αυτή η ατμόσφαιρα θα μετασχηματιστεί σε θέμα πια διαλόγου στο Συμπόσιο, που είναι για κάποιους ο ωραιότερος πλατωνικός διάλογος. Στο Συμπόσιο, το οποίο δεν μοιάζει πολύ με τους άλλους διαλόγους, έχουμε μια ανταλλαγή λόγων, διαδοχικούς λόγους που εκφωνούν έξι φίλοι οι οποίοι με αφορμή τη νίκη στους δραματικούς αγώνες –αγώνες θεάτρου– του Αγάθωνα, ενός μέλους της παρέας του Σωκράτη, μαζεύονται για να γιορτάσουν λοιπόν τη νίκη και το πιο λογικό θέμα συζήτησης που θέτουν είναι ο έρωτας –αναγνωρίζοντας μια σχέση τέχνης και έρωτος– και συμφωνούν να εκφωνήσει ο καθένας από τους συμποσιαστές με τη σειρά του τη δικιά του αντίληψη περί έρωτα.

Να πω προκαταβολικά ότι, όταν μιλάμε για έρωτα στην αρχαία κοινωνία και στα αρχαία ελληνικά, εννοούμε αποκλειστικά τη σεξουαλική έλξη. Δεν εννοούμε αυτό που αργότερα θα μπορεί να ονομαστεί «αγάπη» ας πούμε, η χριστιανική αγάπη δεν έχει καμία σχέση με αυτό, ούτε με τη φιλία έχει σχέση ο έρωτας· ο έρωτας είναι η δύναμη που ενώνει δύο αντίθετα ή δύο συμπληρωματικά όντα και ξεκινάει από την ανάγκη της αναπαραγωγής. Έτσι, στον Ησίοδο ας πούμε, στη Θεογονία, ο Έρωτας είναι από τις τρεις αρχέγονες θεότητες, δεν τον γεννάει κανένας ούτε ο ίδιος γεννάει κάτι, αλλά μεσολαβεί για να γεννηθούν όλοι οι άλλοι θεοί. Είναι δηλαδή η ένωση, η σεξουαλική ένωση που σε πρωτογενές επίπεδο γεννάει ένα καινούργιο ον, ένα παιδί, και σε ένα συμβολικό επίπεδο γεννάει μια καινούργια ιδέα, ένα καινούργιο έργο τέχνης, μια καινούργια θεωρία κ.ο.κ.

Παίρνουν λοιπόν με τη σειρά τους οι φίλοι τον λόγο, σε μια κορύφωση, ας πούμε, ενδιαφέροντος και σημασίας. Τελευταίος θα μιλήσει φυσικά ο Σωκράτης, και από τους προηγούμενους ο πιο ενδιαφέρων λόγος είναι ο λόγος που βγάζει ο Αριστοφάνης· είναι παρών στην παρέα ο Αριστοφάνης –ο κωμικός ποιητής– από τη διήγηση του οποίου έχει βγει η έννοια του «ἑτέρου ἡμίσεως». Ο Αριστοφάνης πλάθει μια εικόνα, έναν μύθο, ο οποίος έχει στοιχεία κωμικά, ότι κάποτε ήμασταν «διπλοί», ενωμένοι δηλαδή δύο όντα μαζί, είχαμε δύο πλευρές, μας κόψανε οι θεοί για κάποιους λόγους και από τότε αναζητούμε απεγνωσμένα το μισό μας που χάθηκε, είτε ήταν ετερόφυλο είτε ήταν ομόφυλο.

Βάζω το θέμα της ομοφυλοφιλίας διότι –χωρίς αυτό να είναι καθοριστικό για το νόημα του διαλόγου– ο Πλάτων στο Συμπόσιο και ο Σωκράτης και οι υπόλοιποι αναφέρονται κατά κύριο λόγο στον έρωτα ανάμεσα σε δύο άνδρες· και αυτό έχει προκαλέσει βέβαια μεγάλη συζήτηση. Το θέμα είναι ανοικτό όσον αφορά την ιστορική του διάσταση – πόσο διαδεδομένο ήταν αυτό το φαινόμενο και τι ρόλο έπαιζε. Όπως παρουσιάζεται στο κείμενο του Πλάτωνα και σε παράλληλα κείμενα της εποχής, φαινόταν αυτή η σχέση ανάμεσα σε έναν –δεν ήταν ποτέ ίδιας ηλικίας τα άτομα– ώριμο άνδρα και σε έναν νέο να είναι και μια σχέση μύησης στη ζωή, δηλαδή κάποιος αναλάμβανε να μυήσει τον νεότερο και ήταν κάτι αποδεκτό από την αριστοκρατική τουλάχιστον πλευρά της κοινωνίας της Αθήνας ή διαδεδομένο σε καθεστώτα όπου οι άνδρες ζούσαν μεταξύ τους, όπως ήταν στη Σπάρτη, στον Ιερό Λόχο των Θηβαίων κ.ο.κ. Νομίζω όμως ότι με καθαρό μυαλό όποιος διαβάσει αυτό το κείμενο θα καταλάβει ότι αυτό είναι δευτερεύον στοιχείο. Δηλαδή ό,τι λέει ο Πλάτων για αυτό το θέμα μπορεί κάλλιστα να το μεταφέρει κανείς στις δικές του ερωτικές προτιμήσεις χωρίς να μείνει στο πλαίσιο που τίθεται η κουβέντα. Άλλωστε θα δούμε ότι συνεχίζοντας αυτό το θέμα στον Φαίδρο, ο Πλάτων μιλάει για μια καθαρά πνευματική σχέση και όχι σωματική· στο Συμπόσιο δεν είναι έτσι.

Μετά από αυτή την παρένθεση πάμε στον λόγο πια του Σωκράτη, που έρχεται στο τέλος, και ο Σωκράτης διηγείται ότι όταν ήταν νεότερος γνώρισε μια ιέρεια, τη Διοτίμα –είναι περίεργο ότι ήταν γυναίκα αυτή που δίδαξε τον Σωκράτη, δεν εμφανίζονται συχνά γυναίκες στα πλατωνικά κείμενα–, και αυτή του έμαθε τι είναι έρωτας και αυτή την εικόνα, αυτή τη γνώση, τη μεταφέρει και αυτός με τη σειρά του στους φίλους του. Ο έρωτας λοιπόν για τον Σωκράτη –άρα για τον Πλάτωνα, γιατί και αυτό είναι κείμενο πλατωνικό σαφώς– είναι κάτι κοντά στον φιλόσοφο. Όπως ο φιλόσοφος εξ ορισμού είναι φίλος της σοφίας, δεν την κατέχει τη σοφία δηλαδή, αν κατέχει τη σοφία ο φιλόσοφος παύει να είναι φιλόσοφος και γίνεται σοφός, γίνεται Θεός· μόνο ο Θεός ή ο απολύτως σοφός τα ξέρει όλα. Ο φιλόσοφος έχει κίνητρο να μάθει, άρα είναι ανάμεσα στην άγνοια και στη σοφία και όλη του τη ζωή την αφιερώνει σε αυτή τη μετάβαση ακριβώς, από την άγνοια στη γνώση. Με την ίδια έννοια ο έρωτας είναι εξ ορισμού ανικανοποίητος, είναι ένας δαίμονας που παλινδρομεί ανάμεσα στην έλλειψη και στην πλήρωση, ανάμεσα στην ασχήμια και στην ωραιότητα –δεν είναι ωραίος ο έρωτας ας πούμε– ανάμεσα στη θνητότητα και στην αθανασία. Μάλιστα στη διήγηση του Σωκράτη είναι γιος –λέει– ως θεός (δαίμων μάλλον, κατώτερος θεός) του Πόρου (που είναι ο θεός της επίνοιας, της εφευρετικότητας) και από την άλλη μεριά της Πενίας (Πενία είναι η ζητιάνα θεά που της λείπουν τα πάντα) και αντλεί την αντιφατική του φύση από τους δύο του γονείς, δηλαδή είναι φτωχός, άσχημος, σκληρός –όπως λέει ο Σωκράτης–, ανυπόδητος, άστεγος, αλλά είναι ταυτοχρόνως γενναίος, ενεργητικός, εφευρετικός, γητευτής, πολυμήχανος, κυνηγός του ωραίου, αιωνίως ανικανοποίητος.

Το ίδιο (ομοίως), η ενδιάμεση αυτή η φύση του ορίζει και τη σχέση του με τη γνώση και τη σοφία: και ο έρωτας, όπως ο φιλόσοφος, βρίσκεται ανάμεσα στη σοφία και στην αμάθεια. Οι θεοί, που είναι γνώστες, δεν φιλοσοφούν γιατί κατέχουν τη γνώση, ούτε όμως και οι ανόητοι φιλοσοφούν γιατί δεν συνειδητοποιούν καν την άγνοιά τους. Άρα έλκονται από τη σοφία μόνο αυτοί που αντιλαμβάνονται την αξία και έχουν ένα κίνητρο να φτάσουν προς τα εκεί και αυτή η τάση τους είναι μια ερωτική τάση. Ο Έρως λοιπόν, όπως λέει ο Σωκράτης, ως κυνηγός του ωραίου ρέπει προς τη φιλοσοφία, είναι ο ίδιος φιλόσοφος. Το αντικείμενο του έρωτα είναι το Ωραίο και μάλιστα ο «τόκος», δηλαδή η γέννηση, η δημιουργία μέσα στην ωραιότητα, «ὁ τόκος ἐν τῷ καλῷ». Στόχος του είναι η κατάκτηση της αθανασίας· αθανασία σωματική, που επιτυγχάνεται με τη σεξουαλική αναπαραγωγή, με το ότι κάνω παιδιά και άρα συνεχίζω την ύπαρξή μου, κυρίως όμως αθανασία πνευματική, αφού ο έρωτας θα οδηγήσει τον άνθρωπο που είναι σωστά μέσα στον έρωτα στην παραγωγή έργων, ωραίων έργων που θα τον ξεπεράσουν, θα του δώσουν μια αθανασία, μια αιωνιότητα.

Και ο Πλάτων σκιαγραφεί μια κλίμακα ερωτικής ανάβασης η οποία ξεκινά από την πραγματική ζωή. Στην αρχή λέει ερωτευόμαστε κυρίως ένα σώμα. Μας αρέσει ένας άνθρωπος και αυτό ερωτευόμαστε, το σώμα του. Στη συνέχεια καταλαβαίνουμε –ή καταλαβαίνει ο Πλάτων, δεν ξέρω πόσοι το καταλαβαίνουν– ότι δεν έχει νόημα να έλκεσαι μόνο προς ένα ωραίο σώμα αλλά προς περισσότερα ωραία σώματα. Μετά αντιλαμβάνεσαι ότι αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι η ψυχή των ανθρώπων, των ερωτικών αντικειμένων, και όχι τα σωματικά τους προσόντα, και κάποια στιγμή καταλαβαίνεις ότι ίδια είναι η έλξη προς τους ανθρώπους, τις ψυχές των ανθρώπων, και η έλξη προς τις ωραίες πράξεις και τις ωραίες δημιουργίες, ας πούμε προς το έργο τέχνης. Ο καλλιτέχνης βρίσκεται σε μια ερωτική έξαρση όταν καταφέρνει να δημιουργήσει ένα ωραίο έργο τέχνης. Αυτό κατά τον Πλάτωνα είναι μόνο ένα στάδιο, ακόμα ωραιότερη και μεγαλύτερη και σημαντικότερη είναι η ερωτική σου τάση προς μια «μάθηση», προς μια επιστήμη θα λέγαμε σήμερα εμείς, προς μια κατάκτηση πνευματική. Και τελικά αυτή η κλίμακα, αυτή η ανάβαση τελειώνει όταν καταλάβεις ότι κίνητρο του έρωτα δεν είναι τα επί μέρους πράγματα και οι επί μέρους δημιουργίες, αλλά η ταύτιση του εραστή, του «ἐρῶντος», με το ιδεατό Ωραίο, με την Ιδέα του ωραίου, με την ίδια την Ωραιότητα.

Όποιος λοιπόν, [τελειώνει ο Σωκράτης τη διήγησή του], διαπαιδαγωγηθεί στην ερωτική τέχνη και μάθει να βλέπει σωστά τη μια μετά την άλλη τις διάφορες μορφές του ωραίου, όταν φθάσει στο τέρμα της ερωτικής μυσταγωγίας, θα αντικρίσει ξαφνικά ένα κάλλος αξιοθαύμαστο – εκείνο ακριβώς το κάλλος χάριν του οποίου καταβλήθηκαν όλες οι προηγούμενες προσπάθειες… Αυτό το Ωραίο [με κεφαλαίο] είναι κάτι αυθύπαρκτο, ενιαίο στη μορφή, αιώνιο· όλα τα άλλα ωραία πράγματα μετέχουν σ’ αυτό [με την έννοια της μετοχής] με τέτοιον τρόπο, ώστε ενώ εκείνα γεννιούνται και πεθαίνουν, αυτό ούτε αυξάνεται ούτε μειώνεται ούτε υφίσταται την παραμικρή αλλαγή. Όταν λοιπόν χάρη στο «ὀρθῶς παιδεραστεῖν» ανεβεί από τα φαινόμενα αυτού του κόσμου και αρχίσει να βλέπει το ίδιο το Ωραίο, έχει σχεδόν φθάσει στο τέλος. Γιατί αυτή είναι η σωστή ερωτική οδός που πρέπει να πάρει κανείς μόνος του ή να οδηγηθεί από [κάποιον] άλλον. (Πλάτων, Συμπόσιον 210e-211b)

Αυτή είναι η γενική σύλληψη του Πλάτωνα στο Συμπόσιο. Ο έρωτας –και εδώ δεν είναι συμβολικό, είναι πραγματικός έρωτας, αφού αρχίζει από τον σωματικό έρωτα–, αν καταφέρεις να τον μετασχηματίσεις σε δημιουργία μέσα στο καλό, δημιουργία ωραίων δημιουργημάτων, τα οποία περιλαμβάνουν τόσο τις πράξεις μας –που και αυτές μπορεί να είναι ωραίες–, όσο τις δημιουργίες μας – και η συνήθης δημιουργία είναι ένα έργο τέχνης, και ανώτερη ακόμα κατά τον Πλάτωνα είναι μια γνώση... Ο Πλάτων λοιπόν μας αποκαλύπτει ότι ίδια είναι η λειτουργία των ανθρώπων όταν είναι δημιουργικοί· είτε όταν είναι δημιουργικοί για να παραγάγουν ένα παιδί, είτε όταν είναι δημιουργικοί για να παραγάγουν ένα έργο τέχνης, είτε όταν είναι δημιουργικοί για να παραγάγουν μια γνώση. Στην ανώτερη δυνατή βαθμίδα, «ἐξαίφνης» λέει ο Σωκράτης, με ένα άλμα δηλαδή, αντιλαμβάνεσαι ότι υπάρχει κάτι ενοποιητικό σε όλα αυτά, είναι η ιδέα του Ωραίου, την οποία αν τη συλλάβεις, τότε θα καταλάβεις τι ήταν αυτό που σε καθοδηγούσε σε όλη αυτή την πορεία.

Αυτή η εικόνα έχει μια διαχρονικότητα. Δεν έχει να κάνει καθόλου με τις συνθήκες της εποχής, εκφράζει μια αντίληψη για το Ωραίο, τον έρωτα του Ωραίου, που θα τη δούμε ή την είδαμε πάρα πολλές φορές στην ιστορία της σκέψης, στην ιστορία της δημιουργίας, να βγαίνει και να ξαναβγαίνει. Επομένως το κείμενο αυτό του Πλάτωνα μπορεί να διαβαστεί ακόμα και σήμερα και να επιδράσει στον αναγνώστη του με τον ίδιο τρόπο που επέδρασε όταν γράφηκε πρώτη φορά.

Το Συμπόσιο είναι ένα αριστούργημα, αλλά νομίζω δεν το οφείλει μόνο στους λόγους των έξι φίλων· κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον, το πιο ωραίο σημείο του διαλόγου και μια ωραία επινόηση του Πλάτωνα είναι ότι δεν τελειώνει με το τέλος του λόγου του Σωκράτη, αλλά υπάρχει ένα επεισόδιο στο τέλος του συμποσίου: ο Αλκιβιάδης (δεν ήταν στους έξι αρχικούς φίλους) εισέρχεται μεθυσμένος στην αίθουσα του συμποσίου και δεν αντιλαμβάνεται στην αρχή ότι είναι ο Σωκράτης παρών. Υποτίθεται πως ο Αλκιβιάδης είχε μία ειδική σχέση με τον Σωκράτη –που ήταν ερωτικής φύσης– και εξιστορεί στους υπολοίπους το πώς γνώρισε τον Σωκράτη, πώς άλλαξε η ζωή του γνωρίζοντάς τον.

Και είναι ένα τέχνασμα του Πλάτωνα σε δύο επίπεδα. Πρώτα απ’ όλα βρίσκει τρόπο να μας δώσει μια περιγραφή του Σωκράτη όπως τον φαντάζεται ο ίδιος – που δεν είναι εύκολο να το κάνεις σε ένα κείμενο που ο ίδιος ο Σωκράτης πρωταγωνιστεί. Δηλαδή, μιλώντας κάποιος με τον Σωκράτη και αναλύοντας ένα θέμα, δεν μπορεί να ξεφύγει από τη συζήτηση και να κάνει μια αναδρομή στο «τι είναι ο Σωκράτης», αφού ο Σωκράτης είναι παρών. Εδώ λοιπόν υπάρχει αυτό το τέχνασμα, ότι ο μεθυσμένος Αλκιβιάδης αρχίζει να περιγράφει τη σχέση του με τον Σωκράτη σαν να μην υπήρχε ο Σωκράτης δίπλα του, και αυτό που περιγράφει –και αυτό είναι το δεύτερο στοιχείο– είναι η προσωποποίηση του έρωτα. Ο Σωκράτης δηλαδή που περιγράφει ο Αλκιβιάδης είναι ό,τι έχει πει ο Σωκράτης πριν για τον έρωτα. Με τους ίδιους περίπου όρους, παρουσιάζει τον υπαρκτό Σωκράτη (που γνώρισε αυτός και τον οποίον κατά μία έννοια ερωτεύτηκε) ως προσωποποίηση του «σωστού» έρωτα, όπως τον είχε περιγράψει ο Σωκράτης πριν.

Έτσι έχουμε μια μετάβαση από την καθαρή θεωρία (όπως αναπτύχθηκε από τον Σωκράτη) στην πραγματικότητα, και ταυτοχρόνως έχουμε την πιο ζωντανή εικόνα από πλατωνικό κείμενο για το τι ήταν ο Σωκράτης. Η σχέση αυτή δεν ευοδώθηκε ποτέ, αλλά ο Αλκιβιάδης ακόμα είναι επηρεασμένος από τον Σωκράτη, έχει αλλάξει η ζωή του· θεωρούσε ότι μπορούσε να πάει και καλύτερα, αλλά δεν έγινε. Υπονοείται στο κείμενο ότι ο Αλκιβιάδης θα πάρει άλλο δρόμο, και όχι τον δρόμο που θα μπορούσε να πάρει εάν είχε μείνει κοντά στον Σωκράτη.

Αυτή –εμμέσως– η αδυναμία του Αλκιβιάδη, ο οποίος καταλαβαίνει ότι ο Σωκράτης είναι η μεγάλη τύχη στη ζωή του (ότι τον συνάντησε), αλλά ωστόσο δεν τον ακολουθεί –ακολουθεί την πορεία που ξέρουμε από την ιστορία της Αθήνας, που δείχνει μία αδυναμία τιθάσευσης, αν θέλετε, των παθών, της φιλοδοξίας κ.λπ. απέναντι στη φιλοσοφία–, είναι ενδιαφέρουσα, γιατί συνήθως δεν εμφανίζεται στα πλατωνικά κείμενα και ούτε στο Συμπόσιο εμφανίζεται μ’ αυτόν τον τρόπο: δεν λέει ρητώς ο Αλκιβιάδης ότι «έπρεπε να κάνω άλλο, ήξερα τι έπρεπε να κάνω, αλλά έκανα αυτό που μου επέβαλε το πάθος μου και η φιλοδοξία μου», αλλά στην ουσία αυτή είναι η εικόνα.

Αυτή λοιπόν η διαμάχη θα λέγαμε, με όρους πλατωνικούς, επιθυμητικού από τη μια μεριά και λογιστικού από την άλλη –νόησης από τη μια μεριά, γνώσης: ξέρω τι πρέπει να κάνω, ξέρω τι είναι σωστό, από την άλλη έχω επιθυμίες και έχω πάθη, άρα θέλω και την ηδονή, θέλω την ευχαρίστηση και δεν κάνω αυτό που πρέπει, «αυτό που ξέρω ότι πρέπει»–, ονομάζεται στην αρχαία φιλοσοφία «ακρασία», το αντίθετο της εγκράτειας. Δεν είμαι εγκρατής, είμαι ακρατής άνθρωπος, δεν μπορώ να μείξω, να αναμείξω (από κει βγαίνει το κρασί)... η ανάμειξη δηλαδή των σωστών στοιχείων μέσα στον χαρακτήρα μου – την οποία δέχονται ο Αριστοτέλης ας πούμε, όλοι οι φιλόσοφοι. Ο Πλάτων προσπαθεί να την αποκρύψει κατά κάποιον τρόπο, να την εκμηδενίσει. Αυτό σημαίνει η πρόταση η πλατωνική στην οποία αναφερθήκαμε, ότι «η αρετή είναι γνώση». Αν πεις ότι η αρετή είναι γνώση, σημαίνει ότι αν έχεις γνώση του τι είναι σωστό, θα το κάνεις κιόλας· και αυτή είναι η τάση του Πλάτωνα. Θα ’θελε οι άνθρωποι –γι’ αυτό χτίζει μία πολιτεία και ανθρώπους όπως τους φαντάζεται– να κάνουν στη ζωή τους, και να θεωρούν ότι πρέπει να κάνουν στη ζωή τους, αυτό που γνωρίζουν ότι είναι σωστό. Στην πράξη όμως –και ο Αλκιβιάδης είναι ένα καλό παράδειγμα– δεν γίνεται αυτό.

Φαίδρος

Στον Φαίδρο, λοιπόν, που έρχεται μετά το Συμπόσιο, παρομοιάζει την ανθρώπινη ψυχή –σε έναν μύθο καταπληκτικό επίσης– με έναν ηνίοχο με ένα άρμα που έχει δύο άλογα: ένα μαύρο και ένα άσπρο. Ο ηνίοχος να φανταστείτε ότι είναι η νόηση, το λογιστικό στοιχείο της ψυχής μας, προσπαθεί να βάλει τάξη στα άλογά του. Το ένα άλογο είναι οι επιθυμίες και το άλλο άλογο είναι ο θυμός. Άρα το ένα άλογο είναι –θα λέγαμε– το «κακό» και το άλλο είναι το «καλό». Στην ανάβαση τώρα την ερωτική, τη γνωστική και τη φιλοσοφική, θα ήθελε ο ηνίοχος –γιατί το άρμα είναι πτερωτό– να ανέβουν τα άλογά του προς τα πάνω· προς τον ουρανό, προς τ’ αστέρια, προς τον ήλιο, προς τους θεούς.

Το μεν μαύρο άλογο λοιπόν, που είναι οι επιθυμίες, θέλει να πάει προς τα κάτω και τραβάει το άρμα προς τα κάτω, το άσπρο άλογο τραβάει, συμμορφώνεται με τον ηνίοχο και προσπαθεί να πάει προς τα πάνω.

Αν λοιπόν επικρατήσει –λέει ο Πλάτων– ο ηνίοχος με το καλό άλογο, τότε η ψυχή γεμίζει ερωτική μανία (με την καλή έννοια) και ανεβαίνει προς τα πάνω, προς τα αστέρια, προς τη γνώση. Αν ωστόσο επικρατήσουν οι επιθυμίες –το σώμα δηλαδή–, θα τραβηχτεί προς τα κάτω το άλογο. Είναι η πρώτη φορά σε πλατωνικό κείμενο, έστω μέσα σ’ έναν μύθο, που φαίνεται καθαρά αυτή η διαμάχη: ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο η νόησή του, αλλά είναι μια διαμάχη νόησης και επιθυμίας, φρόνησης και επιθυμίας, και άλλοτε επικρατεί το ένα και άλλοτε επικρατεί το άλλο.

Στον Φαίδρο, λοιπόν, ξαναμιλάει για τον έρωτα ο Πλάτωνας και δίνει μια ελαφρώς τροποποιημένη εικόνα απ’ το Συμπόσιο. Απ’ τη στιγμή που το μαύρο άλογο καταπιεστεί, δείχνει σαν να πιστεύει ο Πλάτων ότι ο έρωτας με βάση την επιθυμία, τη σεξουαλική έλξη –όχι ότι δεν υπάρχει–, ότι δεν είναι η σωστή μορφή έρωτα. Η σωστή μορφή έρωτα, που οδηγεί στη γνώση, είναι αυτή όπου χαράζει τον δρόμο το αθάνατο μέρος της ψυχής. Ίσως απ’ αυτό το κείμενο –που διαβάστηκε κι αυτό– να βγήκε η έκφραση «πλατωνικός έρωτας», που σημαίνει ακριβώς ένας έρωτας που δεν έχει μέσα το σαρκικό στοιχείο, το σεξουαλικό στοιχείο· το αντίθετο δηλαδή (περίπου) από αυτό που περιγράφεται στο Συμπόσιο ή που δείχνεται στον Χαρμίδη και σ’ άλλους πρώιμους διαλόγους. Στον Φαίδρο μοιάζει να εξαγνίζεται ο έρωτας, να βγαίνει αρκετά απ’ το σωματικό του σκέλος.

Στον Φαίδρο μετά τον μύθο της γραφής, ο Πλάτων μας μίλησε για το πώς αντιλαμβάνεται τη φιλοσοφία, την οποία ακριβώς όρισε σαν μια διαδικασία μάθησης όπου ο φιλόσοφος προσπαθεί να ανακαλύψει την κατάλληλη ψυχή, να τη βρει, να έρθει σ’ επαφή μαζί της και να σπείρει μέσα της τον σπόρο της γνώσης, ο οποίος και παράγει στην ψυχή του μαθητή αποτελέσματα, και ο μαθητής με τη σειρά του μπορεί αυτό το σχήμα να το συνεχίσει, και έτσι, μ’ αυτόν τον τρόπο, η φιλοσοφία να προχωρήσει.

Κάλλιστα μπορεί κανείς να συσχετίσει τη φιλοσοφική γνώση, που προϋποθέτει δύο άνισους πόλους όπως λέγαμε (τον φιλόσοφο και τον μαθητή, την κατάλληλη ψυχή και τη σπορά), με την ερωτική σχέση, η οποία προϋποθέτει πάλι δύο ανισότιμους πόλους (τον εραστή και τον ερώμενο ή την ερωμένη), όπου η προσπάθεια του εραστή είναι να μυήσει τον νέο ή τη νέα στα μυστικά, κατά κάποιον τρόπο, της ζωής, που είναι ακριβώς η σχέση με το Ωραίο, η προσπάθεια να αντιληφθεί κάποιος ότι η βασική ερωτική τάση (επιθυμία) οδηγεί στην ίδια την Ιδέα της ωραιότητας.

Εκεί λοιπόν καταλαβαίνει κανείς, ίσως γιατί δίνει τόση σημασία στον έρωτα ο Πλάτωνας· είναι εκείνο το κομμάτι της πραγματικής μας ζωής, που είναι η καλύτερη εικόνα για να φανταστούμε πώς λειτουργεί και η διαδικασία της γνώσης. Αν ο έρωτας είναι φιλόσοφος και ο φιλόσοφος έρωτας, λειτουργούν περίπου με τον ίδιο τρόπο· έχουν τάση, έχουν δύναμη, έχουν ορμή προς έναν σκοπό. Ο σκοπός του εραστή είναι η κατάκτηση της ερωμένης ή του ερωμένου, ο σκοπός του δασκάλου είναι η κατάκτηση της ψυχής του μαθητή ή του μαθητευομένου. Επομένως υπάρχει «κοινότητα» ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο διαδρομές.

Μάλιστα στον Φαίδρο λέει ο Σωκράτης ότι η μόνη Ιδέα (κανονικά οι Ιδέες είναι σ’ έναν άλλο κόσμο, νοητό, δεν εμφανίζονται στην πραγματική ζωή), η μόνη Ιδέα που ξεχωρίζει από τις άλλες και που έχεις έναν πιο άμεσο τρόπο να τη συλλάβεις στην πραγματική σου ζωή, είναι το Ωραίο· και αυτό είναι πολύ βαθιά σκέψη. Το Ωραίο, δηλαδή, μπορεί κανείς να το συλλάβει εκεί που δεν περιμένει: σ’ ένα ηλιοβασίλεμα, σε μια φυσική κατάσταση, σ’ ένα τοπίο, σ’ ένα έργο τέχνης, σ’ έναν άνθρωπο –στη μορφή ενός ανθρώπου ή στην ψυχή ενός ανθρώπου–, σε μια γνώση. Αυτό είναι στην πραγματική ζωή, δεν χρειάζεται να είσαι φιλόσοφος. Άρα, ενώ ας πούμε τη Δικαιοσύνη είναι δύσκολο να τη δεις πραγματωμένη, την Ωραιότητα μπορείς να τη δεις.

Άρα, ο έρως που έχει να κάνει με την κατάκτηση της Ωραιότητας, είναι μια προνομιακή διαδρομή προς τις Ιδέες, προς την κατάκτηση αυτού που σε άλλα κείμενα θα ονομάσει Αγαθό, φως, ήλιο κ.ο.κ.

ΠΛΑΤΩΝ: Συμπόσιον (204c-205c)

Καὶ ἐγὼ εἶπον, Εἶεν δή, ὦ ξένη, καλῶς γὰρ λέγεις· τοιοῦτος ὢν ὁ Ἔρως τίνα χρείαν ἔχει τοῖς ἀνθρώποις;
[204d] Τοῦτο δὴ μετὰ ταῦτ᾽, ἔφη, ὦ Σώκρατες, πειράσομαί σε διδάξαι. ἔστι μὲν γὰρ δὴ τοιοῦτος καὶ οὕτω γεγονὼς ὁ Ἔρως, ἔστι δὲ τῶν καλῶν, ὡς σὺ φῄς. εἰ δέ τις ἡμᾶς ἔροιτο· Τί τῶν καλῶν ἐστιν ὁ Ἔρως, ὦ Σώκρατές τε καὶ Διοτίμα; ὧδε δὲ σαφέστερον· ἐρᾷ ὁ ἐρῶν τῶν καλῶν· τί ἐρᾷ;
Καὶ ἐγὼ εἶπον ὅτι Γενέσθαι αὑτῷ.
Ἀλλ᾽ ἔτι ποθεῖ, ἔφη, ἡ ἀπόκρισις ἐρώτησιν τοιάνδε· Τί ἔσται ἐκείνῳ ᾧ ἂν γένηται τὰ καλά;
Οὐ πάνυ ἔφην ἔτι ἔχειν ἐγὼ πρὸς ταύτην τὴν ἐρώτησιν προχείρως ἀποκρίνασθαι.
[204e] Ἀλλ᾽, ἔφη, ὥσπερ ἂν εἴ τις μεταβαλὼν ἀντὶ τοῦ καλοῦ τῷ ἀγαθῷ χρώμενος πυνθάνοιτο· Φέρε, ὦ Σώκρατες, ἐρᾷ ὁ ἐρῶν τῶν ἀγαθῶν· τί ἐρᾷ;
Γενέσθαι, ἦν δ᾽ ἐγώ, αὑτῷ.
Καὶ τί ἔσται ἐκείνῳ ᾧ ἂν γένηται τἀγαθά;
Τοῦτ᾽ εὐπορώτερον, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἔχω ἀποκρίνασθαι, ὅτι εὐδαίμων ἔσται.
[205a] Κτήσει γάρ, ἔφη, ἀγαθῶν οἱ εὐδαίμονες εὐδαίμονες, καὶ οὐκέτι προσδεῖ ἐρέσθαι Ἵνα τί δὲ βούλεται εὐδαίμων εἶναι ὁ βουλόμενος; ἀλλὰ τέλος δοκεῖ ἔχειν ἡ ἀπόκρισις.
Ἀληθῆ λέγεις, εἶπον ἐγώ.
Ταύτην δὴ τὴν βούλησιν καὶ τὸν ἔρωτα τοῦτον πότερα κοινὸν οἴει εἶναι πάντων ἀνθρώπων, καὶ πάντας τἀγαθὰ βούλεσθαι αὑτοῖς εἶναι ἀεί, ἢ πῶς λέγεις;
Οὕτως, ἦν δ᾽ ἐγώ· κοινὸν εἶναι πάντων.
Τί δὴ οὖν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὐ πάντας ἐρᾶν φαμεν, [205b] εἴπερ γε πάντες τῶν αὐτῶν ἐρῶσι καὶ ἀεί, ἀλλά τινάς φαμεν ἐρᾶν, τοὺς δ᾽ οὔ;
Θαυμάζω, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ αὐτός.
Ἀλλὰ μὴ θαύμαζ᾽, ἔφη· ἀφελόντες γὰρ ἄρα τοῦ ἔρωτός τι εἶδος ὀνομάζομεν, τὸ τοῦ ὅλου ἐπιτιθέντες ὄνομα, ἔρωτα, τὰ δὲ ἄλλα ἄλλοις καταχρώμεθα ὀνόμασιν.
Ὥσπερ τί; ἦν δ᾽ ἐγώ.
Ὥσπερ τόδε. οἶσθ᾽ ὅτι ποίησίς ἐστί τι πολύ· ἡ γάρ τοι ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ ὂν ἰόντι ὁτῳοῦν αἰτία πᾶσά ἐστι [205c] ποίησις, ὥστε καὶ αἱ ὑπὸ πάσαις ταῖς τέχναις ἐργασίαι ποιήσεις εἰσὶ καὶ οἱ τούτων δημιουργοὶ πάντες ποιηταί.
Ἀληθῆ λέγεις.
Ἀλλ᾽ ὅμως, ἦ δ᾽ ἥ, οἶσθ᾽ ὅτι οὐ καλοῦνται ποιηταὶ ἀλλὰ ἄλλα ἔχουσιν ὀνόματα, ἀπὸ δὲ πάσης τῆς ποιήσεως ἓν μόριον ἀφορισθὲν τὸ περὶ τὴν μουσικὴν καὶ τὰ μέτρα τῷ τοῦ ὅλου ὀνόματι προσαγορεύεται. ποίησις γὰρ τοῦτο μόνον καλεῖται, καὶ οἱ ἔχοντες τοῦτο τὸ μόριον τῆς ποιήσεως ποιηταί.
Ἀληθῆ λέγεις, ἔφην.

***
Κι εγώ της είπα: «Πολύ ωραία, ξένη μας, γιατί τα λες όμορφα· λοιπόν, όντας τέτοιος ο Έρως, ποιές υπηρεσίες προσφέρει στους ανθρώπους;»
[204d] «Ακριβώς αυτά, Σωκράτη, θα δοκιμάσω να σου διδάξω ύστερ᾽ απ᾽ τα προηγούμενα (ότι δηλαδή ο Έρως είναι όπως τον παρέστησα κι αυτή είναι η καταγωγή του, κι είναι έρωτας για τα ωραία, όπως εσύ τονίζεις). Τώρα, αν μας ρωτούσε κανείς: “Σωκράτη και Διοτίμα, τί ακριβώς εννοούμε με το “ο Έρως των ωραίων;” ας το πω σαφέστερα, νά: “ο ερωτευμένος ποθεί τα ωραία”· τί ποθεί;»
Κι εγώ απάντησα, «Να τα κάνει κτήμα του».
«Όμως η απάντησή σου, είπε, προκαλεί άλλη μια ερώτηση, σαν κι ετούτη: “ποιό το κέρδος εκείνου που θα κάνει κτήμα του τα ωραία;”»
«Δε βλέπω να είμαι και τόσο σε θέση, είπα, να δώσω απάντηση σ᾽ αυτή την ερώτηση προχειρολογώντας».
[204e] «Υπόθεσε όμως, είπε η Διοτίμα, ότι κάποιος τροποποιούσε την ερώτηση και, στη θέση του “ωραίου” έβαζε “το αγαθό”, και σε ρωτούσε: Έλα, Σωκράτη, αυτός που ποθεί τα αγαθά, ποθεί· τί ποθεί;»
«Να γίνουν κτήμα του», αποκρίθηκα.
«Και ποιό θα είναι το κέρδος εκείνου που θα κάνει κτήμα του τα αγαθά;»
«Σ᾽ αυτό είναι ευκολότερο ν᾽ απαντήσω, είπα: θα γίνει ευτυχισμένος».
[205a] «Δηλαδή, είπε, η απόχτηση των αγαθών κάνει τους ευτυχισμένους ευτυχισμένους, και περιττεύει πια άλλη ερώτηση, όπως: “και ποιός ο λόγος που επιθυμεί να είναι ευτυχισμένος αυτός που το επιθυμεί;” Αλλά μου φαίνεται ότι ολοκληρώθηκε η απάντηση».
«Λες την αλήθεια», είπα εγώ.
«Κι αυτή τη βούληση κι αυτό τον έρωτα, τί φρονείς, τον νιώθουν όλοι οι άνθρωποι —κοινό τους χαρακτηριστικό— και όλοι τους ποθούν να γίνουν κτήμα τους για πάντα τα αγαθά; ή μήπως έχεις άλλη άποψη;»
«Ναι, αυτή είναι η άποψή μου, της είπα· είναι κοινός σε όλους».
«Τότε λοιπόν, Σωκράτη, για ποιό λόγο δε λέμε ότι όλοι είναι εραστές, [205b] αφού όλοι νιώθουν έρωτα για τα ίδια πράγματα, και πάντοτε, αλλά ορισμένους τους αποκαλούμε εραστές, άλλους όμως όχι;»
«Αυτή την απορία έχω κι εγώ», είπα.
«Όχι, δεν είναι ν᾽ απορείς, είπε· δηλαδή, από την έννοια “έρωτας”, πήραμε κατά μέρος μια συγκεκριμένη έκφανσή της και, δίνοντάς της το όνομα του συνόλου, την ονομάσαμε “έρωτα”, ενώ για τις υπόλοιπες εκφάνσεις της χρησιμοποιούμε άλλες ονομασίες.
«Όπως λόγου χάρη τί;», είπα.
«Λόγου χάρη, νά: γνωρίζεις ότι “ποίηση” είναι μια ευρύτερη έννοια· δηλαδή, για κάθε πράμα, που απ᾽ την ανυπαρξία περνά στην ύπαρξη, μοναδική αιτία είναι [205c] η “ποίηση”· κι έτσι, και τα έργα που παράγουν όλα τα επαγγέλματα είναι “ποιήσεις” και οι τεχνίτες που τα παράγουν, όλοι τους, “ποιητές”».
«Είναι όπως τα λες».
«Αλλά όμως, μου είπε, ξέρεις ότι δεν τους αποκαλούμε “ποιητές”, αλλά έχουν άλλες ονομασίες· κι από τη γενική έννοια “ποίηση” απομονώσαμε ένα είδος, αυτό που έχει να κάνει με τη μουσική και τη στιχουργία, και το προσαγορεύουμε με το συνολικό όνομα. Γιατί μόνο αυτό το είδος ονομάζεται “ποίηση” κι αυτοί που καταγίνονται μ᾽ αυτό το είδος της “ποίησης”, “ποιητές”».
«Είναι όπως τα λες», είπα.