Σάββατο 7 Αυγούστου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ (254-309)

ΧΟ. ἀλλ᾽ ἴσθι, τέκνον Οἰδίπου, σέ τ᾽ ἐξ ἴσου
255 οἰκτίρομεν καὶ τόνδε συμφορᾶς χάριν·
τὰ δ᾽ ἐκ θεῶν τρέμοντες οὐ σθένοιμεν ἂν
φωνεῖν πέρα τῶν πρὸς σὲ νῦν εἰρημένων.
ΟΙ. τί δῆτα δόξης ἢ τί κληδόνος καλῆς
μάτην ῥεούσης ὠφέλημα γίγνεται,
260 εἰ τάς γ᾽ Ἀθήνας φασὶ θεοσεβεστάτας
εἶναι, μόνας δὲ τὸν κακούμενον ξένον
σῴζειν οἵας τε καὶ μόνας ἀρκεῖν ἔχειν;
κἄμοιγε ποῦ ταῦτ᾽ ἐστίν; οἵτινες βάθρων
ἐκ τῶνδέ μ᾽ ἐξάραντες εἶτ᾽ ἐλαύνετε,
265 ὄνομα μόνον δείσαντες· οὐ γὰρ δὴ τό γε
σῶμ᾽ οὐδὲ τἆργα τἄμ᾽· ἐπεὶ τά γ᾽ ἔργα μου
πεπονθότ᾽ ἐστὶ μᾶλλον ἢ δεδρακότα,
εἴ σοι τὰ μητρὸς καὶ πατρὸς χρείη λέγειν,
ὧν οὕνεκ᾽ ἐκφοβῇ με· τοῦτ᾽ ἐγὼ καλῶς
270 ἔξοιδα. καίτοι πῶς ἐγὼ κακὸς φύσιν,
ὅστις παθὼν μὲν ἀντέδρων, ὥστ᾽ εἰ φρονῶν
ἔπρασσον, οὐδ᾽ ἂν ὧδ᾽ ἐγιγνόμην κακός;
νῦν δ᾽ οὐδὲν εἰδὼς ἱκόμην ἵν᾽ ἱκόμην,
ὑφ᾽ ὧν δ᾽ ἔπασχον, εἰδότων ἀπωλλύμην.
275 ἀνθ᾽ ὧν ἱκνοῦμαι πρὸς θεῶν ὑμᾶς, ξένοι,
ὥσπερ με κἀνεστήσαθ᾽, ὧδε σώσατε,
καὶ μὴ θεοὺς τιμῶντες εἶτα τοὺς θεοὺς
μώρους ποεῖσθε μηδαμῶς· ἡγεῖσθε δὲ
βλέπειν μὲν αὐτοὺς πρὸς τὸν εὐσεβῆ βροτῶν,
280 βλέπειν δὲ πρὸς τοὺς δυσσεβεῖς· φυγὴν δέ του
μήπω γενέσθαι φωτὸς ἀνοσίου †βροτῶν†.
ξὺν οἷς σὺ μὴ κάλυπτε τὰς εὐδαίμονας
ἔργοις Ἀθήνας ἀνοσίοις ὑπηρετῶν.
ἀλλ᾽, ὥσπερ ἔλαβες τὸν ἱκέτην ἐχέγγυον,
285 ῥύου με κἀκφύλασσε· μηδέ μου κάρα
τὸ δυσπρόσοπτον εἰσορῶν ἀτιμάσῃς.
ἥκω γὰρ ἱερὸς εὐσεβής τε καὶ φέρων
ὄνησιν ἀστοῖς τοῖσδ᾽· ὅταν δ᾽ ὁ κύριος
παρῇ τις, ὑμῶν ὅστις ἐστὶν ἡγεμών,
290 τότ᾽ εἰσακούων πάντ᾽ ἐπιστήσῃ· τὰ δὲ
μεταξὺ τούτου μηδαμῶς γίγνου κακός.
ΧΟ. ταρβεῖν μέν, ὦ γεραιέ, τἀνθυμήματα
πολλή ᾽στ᾽ ἀνάγκη τἀπὸ σοῦ· λόγοισι γὰρ
οὐκ ὠνόμασται βραχέσι· τοὺς δὲ τῆσδε γῆς
295 ἄνακτας ἀρκεῖ ταῦτά μοι διειδέναι.
ΟΙ. καὶ ποῦ ᾽σθ᾽ ὁ κραίνων τῆσδε τῆς χώρας, ξένοι;
ΧΟ. πατρῷον ἄστυ γῆς ἔχει· σκοπὸς δέ νιν,
ὃς κἀμὲ δεῦρ᾽ ἔπεμψεν, οἴχεται στελῶν.
ΟΙ. ἦ καὶ δοκεῖτε τοῦ τυφλοῦ τιν᾽ ἐντροπὴν
300 ἢ φροντίδ᾽ ἕξειν αὐτὸν ὥστ᾽ ἐλθεῖν πέλας;
ΧΟ. καὶ κάρθ᾽, ὅταν περ τοὔνομ᾽ αἴσθηται τὸ σόν.
ΟΙ. τίς δ᾽ ἔσθ᾽ ὁ κείνῳ τοῦτο τοὖπος ἀγγελῶν;
ΧΟ. μακρὰ κέλευθος· πολλὰ δ᾽ ἐμπόρων ἔπη
φιλεῖ πλανᾶσθαι, τῶν ἐκεῖνος ἀίων,
305 θάρσει, παρέσται. πολὺ γάρ, ὦ γέρον, τὸ σὸν
ὄνομα διήκει πάντας, ὥστε κεἰ βραδὺς
εὕδει, κλύων σοῦ δεῦρ᾽ ἀφίξεται ταχύς.
ΟΙ. ἀλλ᾽ εὐτυχὴς ἵκοιτο, τῇ θ᾽ αὑτοῦ πόλει
ἐμοί τε· τίς γὰρ ἐσθλὸς οὐ χαὐτῷ φίλος;

***
ΧΟ. Παιδί του Οιδίποδα, να ξέρεις, σε πονάμε
255 όσο κι αυτόν, για τη βαριά σας μοίρα.
Αλλά ο φόβος των θεών μάς αφαιρεί
το σθένος, να πούμε κάτι περισσότερο σε σένα,
απ᾽ ό,τι ώς τώρα είπαμε.
ΟΙ. Τί ωφελεί λοιπόν η δόξα, σε τί το φημισμένο
όνομα που πάει χαμένο, αν είναι,
260 όπως το λεν, θεοσεβέστατη η Αθήνα, η μόνη που μπορεί
τον κακοπαθημένο ξένο να τον σώσει, μόνη
να του παρασταθεί;
Πού πήγαν όλα αυτά για μένα; όταν εσείς, αφού
με ξεσηκώσατε από τη θέση αυτή,
τώρα με διώχνετε, μόνο και μόνο από φόβο
265 για τ᾽ όνομά μου· όχι ασφαλώς γι᾽ αυτό που είμαι
μήτε για τα δικά μου έργα, αφού τα έργα μου
είναι τα πάθη μάλλον που έχω πάθει, όχι οι πράξεις μου,
αν επιτρέπεται κι εγώ να πω
όσα έχουν σχέση με τη μάνα, τον πατέρα μου,
αυτά που σε φοβίζουν και με διώχνεις.
Καλά το ξέρω αυτό. Όμως πώς θα μπορούσα εγώ
270 να ᾽μαι κακούργος από φυσικού μου, όταν
αμύνθηκα αντιδρώντας στο κακό. Ακόμη κι αν
εν γνώσει μου το είχα κάνει, πάλι
δεν θα γινόμουνα εγκληματίας γι᾽ αυτό.
Μα τώρα φτάνω εδώ που έφτασα σε απόλυτη άγνοια,
ενώ εκείνοι που προκάλεσαν τη βλάβη μου,
γνωρίζοντας μ᾽ έφεραν στον χαμό.
275 Γι᾽ αυτό, σας ικετεύω, ξένοι, στο όνομα των θεών,
όπως καλά με ξεσηκώσατε, έτσι
και να με σώσετε· και μην, τιμώντας τους θεούς
τη μια φορά, την άλλη μωρούς τούς λογαριάζετε.
Αλλά σκεφτείτε, βλέπουν τον ευσεβή οι θεοί,
280 βλέπουν ωστόσο και τους δυσσεβείς· ποτέ κανείς
θνητός ανόσιος δεν μπόρεσε να τους ξεφύγει.
Προσέχοντας κι εσύ το βλέμμα τους,
μην αμαυρώσεις τη μακαρισμένη Αθήνα,
μ᾽ ανόσια έργα μην την κηλιδώσεις.
Αλλά, καθώς με δέχτηκες ικέτη κι έδωσες την υπόσχεση,
285 προστάτεψέ με, σώσε με, μη με καταφρονήσεις
μόνο και μόνο για την όψη μου που ανθρώπου μάτι
δεν μπορεί να την αντέξει.
Έφτασα εδώ αφιερωμένος κι ευσεβής,
φέρνω μαζί μου στους πολίτες όφελος· όταν ο αρμόδιος
φανεί, όποιος κι αν είναι ο ηγεμόνας σας,
290 τότε κι εσύ θ᾽ ακούσεις, θα τα μάθεις όλα.
Στο μεταξύ κοίτα ο ίδιος μην κριματιστείς.
ΧΟ. Μεγάλη ανάγκη, γέροντα, τις σκέψεις σου
να σεβαστούμε, αφού τις ομολόγησες μιλώντας
βαρυσήμαντα. Όμως οι άρχοντες της χώρας θα πάρουν
295 την απόφαση που πρέπει — αυτό μου φτάνει.
ΟΙ. Πού μένει τώρα ο κύριος της χώρας, ξένε;
ΧΟ. Στην πατρική πρωτεύουσα· κι εκείνος ο σκοπός
που μ᾽ έστειλε εδώ, ο ίδιος τρέχοντας
πήγε να τον γυρέψει.
ΟΙ. Αλήθεια, το πιστεύετε πως θα ντραπεί αυτός
έναν τυφλό, θα δείξει ενδιαφέρον τόσο,
300 να ᾽ρθει εδώ αυτοπροσώπως;
ΧΟ. Και μάλιστα πολύ, μόλις ακούσει το όνομά σου προπαντός.
ΟΙ. Κι αυτό το μήνυμα σ᾽ εκείνον ποιός θα φέρει;
ΧΟ. Είναι μακρύς ο δρόμος, αλλά στο διάβα τους
κυκλοφορούν πολλές ειδήσεις οι διαβάτες. Όταν
το νέο φτάσει στα δικά του αφτιά, μην αμφιβάλλεις,
305 θά ᾽ρθει. Γιατί έχει γίνει διαβόητο στον κόσμο τ᾽ όνομά σου,
γέροντα, οπότε κι αν νωχελικά αναπαύεται,
θα φτάσει εδώ πετώντας.
ΟΙ. Μακάρι νά ᾽ρθει, για τη δική του πόλη
και για μένα· γιατί ποιός κάνει το καλό,
που να μη σκέφτεται και το δικό του το καλό;

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια, 5. Εξωτερική αφήγηση και εσωτερικές διηγήσεις

5.1. Εσωτερικές διηγήσεις στην Ιλιάδα


Όσο σπανίζουν οι φιλοξενούμενοι αοιδοί και τα τραγούδια τους στην Ιλιάδα άλλο τόσο υπολείπονται και οι εσωτερικές διηγήσεις, οι οποίες μάλιστα δύσκολα θα μπορούσαν να θεωρηθούν τυπικά άρτιες με τους τρεις αυστηρότερους όρους που ξεχωρίσαμε προηγουμένως. Γιατί εδώ οι (σύντομες κατά κανόνα ή διεξοδικές κατ᾽ εξαίρεση) διηγήσεις κάποιων ηρώων δεν είναι αυτοτελείς· εντάσσονται, δίχως εξαίρεση μάλιστα, στο πλαίσιο ενός παραινετικού λόγου ως προτρεπτικά ή αποτρεπτικά παραδείγματα.

5.1.1. Οι διηγήσεις του Νέστορα

Σ᾽ αυτή την κατηγορία υπάγονται κατεξοχήν οι διάχυτες μέσα στο έπος, μικρές σε έκταση, αυτοβιογραφικές ιστορίες, στις οποίες, ευκαίρως ακαίρως, προσφεύγει ο Νέστορας για να στηρίξει τις συμβουλές που δίνει στους αρχηγούς των Δαναών σε δύσκολες στιγμές. Αυτός εξάλλου είναι ο βασικός ρόλος που αναθέτει ο ποιητής της Ιλιάδας στον έμπειρο, υπέργηρο αλλά κοτσονάτο ακόμη βασιλιά της Πύλου. Τις ρητορικές και παραινετικές ικανότητες του Νέστορα τονίζει ο ποιητής ήδη στην πρώτη εμφάνιση του γέροντα μέσα στο έπος (Α 247-253), όπου τον χαρακτηρίζει γλυκομίλητο, μελίρρυτο, οξύφωνο ρήτορα. Εδώ ακούγεται ένθετη και η πρώτη αυτοβιογραφική διήγηση του Νέστορα, με την οποία ο βασιλιάς της Πύλου επιδιώκει να κατοχυρώσει το συμβουλευτικό του κύρος.

Η λογομαχία Αχιλλέα και Αγαμέμνονα έχει εξελιχθεί σε βάναυσο υβρεολόγιο, με αφορμή τη Βρισηίδα - έπαθλο του Αχιλλέα, που καταχρηστικά το διεκδικεί ο Αγαμέμνονας, προς αναπλήρωση της Χρυσηίδας, την οποία εκβιάζεται να την επιστρέψει στον Χρύση, πατέρα της και ιερέα του Απόλλωνα. Μόλις έχει αποτραπεί, με την αόρατη στους άλλους επέμβαση της Αθηνάς, η φονική πρόθεση του Αχιλλέα, ο οποίος, γυμνώνοντας το σπαθί του, ετοιμάζεται να εκδικηθεί τον Αγαμέμνονα. Η οργή όμως του γιου της Θέτιδας όχι μόνο δεν κατευνάζεται, αλλά παροξύνεται σε απόφαση αποχής του από τη μάχη· απειλή που θα πραγματοποιηθεί και θα παραταθεί μέχρι τη δέκατη όγδοη ραψωδία, παρά τη συμφιλιωτική πρόταση του Νέστορα, η οποία εντούτοις δεν εισακούεται. Σ᾽ αυτά τα συμφραζόμενα σφηνώνεται μια παραινετική διήγηση του γέροντα βασιλιά της Πύλου (Α 247-284).

Ο Νέστορας με έπαρση διηγείται ότι συμπολέμησε στο παρελθόν και με διασημότερους ήρωες (τον Πειρίθοο, τον Πολύφημο, τον Εξάδιο, τον Δρύαντα, τον Καινέα, τον Θησέα, γιο του Αιγέα), σε αγώνες δυσμάχητους, με φοβερούς αντιπάλους. Κι όμως οι αγέρωχοι αυτοί ήρωες μιας άλλης εποχής όχι μόνο ζητούσαν τη γνώμη του, όταν βρίσκονταν σε ζόρι, αλλά και την αποδέχονταν ανεπιφύλακτα. Οφείλουν επομένως και τώρα ο Αγαμέμνονας και ο Αχιλλέας να δεχθούν τη συμβιβαστική συμβουλή του, αν δεν θέλουν με την παρατεινόμενη διαμάχη τους να καταστήσουν περήφανους τους εχθρούς και ευάλωτο το στρατόπεδο των Αχαιών.

Η ένταξη της συνοπτικής αυτής διήγησης στον παραινετικό λόγο του Νέστορα φαντάζει κάπως αδέξια, επειδή ίσως ο ποιητής τη χρησιμοποιεί για να ηθογραφήσει τη συμπαθητική γεροντική φλυαρία του βασιλιά της Πύλου. Παρά ταύτα, ο πυρήνας της διήγησης παραμένει επικός, καθώς δηλώνει διαδοχικές πολεμικές συγκρούσεις· παραδειγματικές, υποτίθεται, αρχαϊκότερες πάντως από εκείνες που περιγράφει η Ιλιάδα.

Περί της τήρησης αποστάσεων

Η απόσταση ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ψυχή κάθε ιδιότητας, ζωή κάθε τελειότητας, ευπρέπεια των πράξεων, γλαφυρότητα του λόγου και γοητεία κάθε καλού γούστου, κολακεύει τη νοημοσύνη και αποξενώνει την εξήγηση.

Είναι η λάμψη αυτών των ίδιων των λάμψεων και είναι κάλλος της μορφής. Οι υπόλοιπες ιδιότητες καλλωπίζουν τη φύση, αλλά η τήρηση απόστασης εξαιρεί αυτές τις ίδιες τις ιδιότητες. Συμβαίνει να είναι η τελειότητα της ίδιας της τελειότητας, μια ομορφιά που υπερβαίνει [όλες τις ομορφιές] με οικουμενική χάρη.

Έγκειται σε κάτι το αέρινο, σε μιαν άφατη ευπρέπεια, τόσο στο λέγειν όσο και στο πράττειν, ακόμα και ως προς το σκέπτεσθαι.

[Αυτό το χαρακτηριστικό] είναι έμφυτο κατά το πλείστον και κατά το υπόλοιπο είναι αποτέλεσμα της παρατήρησης. Ως τώρα, ποτέ δεν υποτάχθηκε σε αυθεντίες, ανώτερο πάντα από πάσα τέχνη.

Ως σφετεριστής του γούστου, ονομάστηκε παγιδευτής- επειδή είναι αδιόρατο, ονομάστηκε ύφος· για την περηφάνεια του, ονομάστηκε μπρίο· για την ευπρέπεια του, απόσταση από τα πράγματα- για την ευκολία του, αταραξία. Όλες αυτές οι απαριθμήσεις ενίσχυσαν την επιθυμία της απόκτησής του και τη δυσκολία να οριστεί το περιεχόμενό του.

Υποτιμάται, όταν συγχέεται με την ευκολία. Αφήνει το εύκολο πολύ πίσω του και προχωρεί ως το παράτολμο. Παρ’ όλο που κάθε τήρηση απόστασης προϋποθέτει απαλλαγή [από δυσκολίες και υποχρεώσεις], στην ουσία προσθέτει τελειότητα.

Οι πράξεις έχουν τη δική τους Ειλείθυια- και οφείλεται στην τήρηση αποστάσεων το γεγονός ότι βλέπουν με επιτυχία το φως του κόσμου, επειδή αυτή η απόσταση τις γεννάει για να λάμψουν.

Δίχως [την απόσταση από τα πράγματα], η καλύτερη υλοποίηση μιας πράξης είναι νεκρή, η καλύτερη τελειότητα ανούσια. Επειδή ούτε εκ του μακρόθεν δεν πρόκειται για παρελκόμενο, ορισμένες φορές δεν είναι άλλο από το ουσιώδες. Δεν εξυπηρετεί μόνο το στολισμό [μιας πράξης], αλλά επιπλέον υπογραμμίζει τη σημασία της.

Γιατί αν είναι η ψυχή του ωραίου, είναι το πνεύμα της φρόνησης. Αν είναι η πνοή της λαμπρότητας, είναι η ζωή της ευψυχίας.

Η τήρηση αποστάσεων συνοδοιπορεί εξίσου στην περίπτωση ενός στρατηγού όταν βαδίζει στο πλευρό της αξιοσύνης του, όπως και στην περίπτωση ενός βασιλιά, βαδίζοντας παράλληλα προς τη φρόνησή του.

Δεν διακρίνεται λιγότερο την ώρα της μάχης από την ανέμελη ατρομησία απ’ ό,τι από τη δεξιότητα και την ανδρεία. Η τήρηση αποστάσεων καθιστά πρωτίστως έναν αρχηγό άρχοντα του εαυτού του- και στη συνέχεια, αφέντη των πάντων.

Δεν φτάνει στο επίπεδο της ισοστάθμισης· έτσι, δεν υπάρχει τρόπος να εκτιμήσει κανείς την αδιατάρακτη απόσταση από τα πράγματα που διατηρούσε εκείνος ο μέγας νικητής βασιλέων, ο καλύτερος ανταγωνιστής του Ηρακλή, ο δον Φερνάντο δε Αβάλος. Αυτό [το πλεονέκτημα] κατακραύγασε η επιδοκιμασία στο θέατρο της Παβίας.

Είναι τόσο περήφανη η τήρηση αποστάσεων όταν πηγαίνει κανείς καβάλα όσο είναι μεγαλοπρεπής όταν κανείς κάθεται στο θρόνο. Ως και επί καθέδρας ακόμα, προσφέρει [συμπλήρωμα] τόλμης στην οξύνοια.

Ηρωική υπήρξε η απαλλαγή εκείνου του Γάλλου Θησέα, [εννοώ] τον Ερρίκο Δ', αφού με τον χρυσό μίτο της απόστασης από τα πράγματα κατάφερε να ξεγλιστρήσει από τέτοιο πολύπλοκο λαβύρινθο.

Η τήρηση αποστάσεων έχει επίσης εφαρμογή στην πολιτική. Και προς επίρρωση αυτού, εκείνος ο πνευματικός μονάρχης της οικουμένης έφτασε να πει: «Υπάρχει άλλος κόσμος προς διακυβέρνηση;»

Ο Έρωτας, που είναι ο πιο ωραίος ανάμεσα στους αθάνατους θεούς

«Ελευθέρους αφήκε πάντας ο Θεός, ουδένα δούλον η φύσις πεποίηκε», είπε ο Αλκιδάμας 2.500 χρόνια πριν, κι ο υπαρξιστής Ζαν Πολ Σαρτρ: «Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος».

Σωστά τα των φιλοσόφων περί της ελευθερίας του ανθρώπου, με μια διαφορά όμως: ότι στο μόνον που ο άνθρωπος εκχωρεί οικειοθελώς την ελευθερία του για να δεθεί με τα γλυκόπικρα «δεσμά» του είναι ο έρωτας!

Είναι, λοιπόν, ο ΕΡΩΤΑΣ δημοκρατικός; Η απάντηση βγαίνει άμεση κι αυθόρμητη: Καθόλου, ο έρωτας δεν έχει καμιά σχέση με τη δημοκρατία! Συμβιβάζεται ο έρωτας με την ελευθερία; Δεν συμβιβάζεται, διότι καθόσο διαρκεί μας «κατέχει», είμαστε «υποτακτικοί» του, κι απέναντι σ’ έναν κατακτητή οι έννοιες της δημοκρατίας και της ελευθερίας διασαλεύονται, κι αν δεν αφανίζονται, υπολείπονται πολύ του πραγματικού νοήματός των.

Οι «αρρώστιες» του: ζήλεια, κτητικότητα, μοναδικότητα ή καμιά φορά και απιστία δεν είναι καθόλου δημοκρατικές! Ο έρωτας αντιστέκεται στις ουτοπίες της δικαιοσύνης και της ισότητας, αφού το ν’ αγαπάς σημαίνει να προτιμάς!.. Πολλοί λένε ότι ο έρωτας είναι μια “φυλακή”! Ο ένας θέλει να επιβληθεί επί του άλλου, να τον κάνει κτήμα του, να τον εξουσιάζει. Όμως μέσα σ’ αυτήν την ωραία “φυλακή” αναπνέουμε άπαντες, σ’ αυτήν την ίδια οφείλουμε να μάθουμε να ερωτεύομαστε, να πενθήσουμε και να υμνήσουμε την ιδιότητά μας του “δεσμώτη”!

”Δεν υπάρχει ευτυχισμένος έρωτας”, έλεγε σ’ ένα ποίημά του ο Αραγκόν. Στην πραγματικότητα όμως, για όσο διαρκεί, κι όποιες μεταπτώσεις και να έχει, ο έρωτας δεν μπορεί παρά να είναι ένα πάθος (για την/τον αγαπημένη/νο), με τα ευτυχή και δυστυχή που μπορεί να περικλείει. Ασφαλώς υπάρχει πόνος στους έρωτές μας, αλλά είναι ένας πόνος που προκαλεί μια αγωνία που δημιουργεί ηδονή. Ίσως το πάθος του μας οδηγήσει ακόμα και στη δυστυχία. Μα είναι ακόμη μεγαλύτερη δυστυχία το να μην έχεις νιώσει ποτέ στη ζωή σου το πάθος του έρωτα!».

«”Τι εστί έρως, λοιπόν; αναρωτιόταν ο Τζιάκομο Καζανόβα και ο οποίος αφού τον βίωσε όσο κανείς άλλος ίσως απαντούσε: έρως, ο μη ορισμός! Της φύσεως θεός. Η γλυκύτερη πικρία, η πικρότερη γλυκύτης. Τέρας θεϊκό, που ορίζεται μόνον διαμέσου των παράδοξων. Ο έρωτας είναι η απάντηση σε όλα. Το παράδοξο είναι ότι ο ίδιος είναι και η ερώτηση. Έρωτας λοιπόν σημαίνει έρωτας”.

Ο Ησίοδος γράφει στη Θεογονία του: “…και ο Έρωτας, που είναι ο πιο ωραίος ανάμεσα στους αθάνατους θεούς, ο λυσιμελής, και όλων των θεών και όλων των ανθρώπων δαμάζει μες στα στήθη τους τη γνώση και τη φρονιμάδα.”…”Δαίμονα” τον αποκαλεί ο Πλάτων στο Συμπόσιό του, λοιδορώντας το παράδοξό του, “ανίκατος μάχαν” κατά τον Σοφοκλή, “παγίδα” κατά τους Σοπενάουερ και Χάρτμαν, και “διά του έρωτος συνέρχονται εις εν άπαντα”, θεωρούσε ο Εμπεδοκλής!

Και η Σαπφώ: “…με καίει ο πόθος και μ’ ανάβει σύγκορμη, τι θέλω μήτε ξέρω, δυο γνώμες είναι μέσα μου, σταγόνα τη σταγόνα ο πόνος στην ψυχή μου…Ο έρωτας που βάσανα μοιράζει, ο έρωτας που παραμύθια πλάθει, μου άρπαξε την ψυχή μου και την τράνταξε ίδια καθώς αγέρας από τα βουνά χυμάει μέσα στους δρυς φυσομανώντας ”!

Ο Πλούταρχος για τον έρωτα:

«Ο έρως ούτε την γένεσιν εξαίφνις λαμβάνει και αθρόαν ως θυμός, ούτε παρέχεται ταχέως, καίπερ πτηνός λεγόμενος, αλλ’ εξάπτεται μαλακώς και σχεδόν οίον εντήκων εαυτόν, αψάμενός τε της ψυχής παραμένει πολύν χρόνον, ουδ’ εν γηρώσιν ενίοις αναπαυόμενος αλλ’ εν πολλιαίς ακμάζων έτι πρόσφατος και νεαρός, αν δε και λήξη και διαλυθή, χρόνω μαρανθείς ή λόγω τινί κατασβεσθείς, ούπω παντάπασιν εξαπήλλακται της ψυχής αλλ’ εναπολείπει πυρίκαυτον ύλην κσαι σημεία θερμά, καθάπερ οι κεραυνοί οι τυφόμενοι.

Λύπης μεν γαρ ουδέν απαλλαγείσης ίχνος εν τη ψυχή παραμένει σύνοικον ουδ’ οργής τραχείας πεσούσης, συστέλλεται δε και φλεγμονή επιθυμίας παρεχούσης τραχύ κίνημα, τα δ’ ερωτικά δήγματα, καν αποστή το θηρίον, ουκ εξανίησι τον ιόν, αλλ’ ενοιδεί τα εντός σπαράγματα, και αγνοείται τι ην, πώς συνέστη, πόθεν εις την ψυχήν ενέπεσεν».

***
(Ο έρωτας ούτε γεννιέται και ολοκληρώνεται μονομιάς, όπως ο θυμός, ούτε περνάει και φεύγει γρήγορα, παρόλο που λένε πως έχει φτερά. Αντίθετα, θουντώνει σιγά σιγά, σχεδόν σα να λειώνει μέσα μας. Και από τη στιγμή που αγγίξει την ψυχή, μένει εκεί για πολύ καιρό, και σε μερικούς ανθρώπους δεν ησυχάζει ούτε κι όταν γεράσουν, αλλά παραμένει ακμαίος, φρέσκος και θαλερός, ακόμη κι αν ασπρίσουν τα μαλλιά τους. Αν πάλι σβήσει και διαλυθεί, επειδή μαράθηκε από το χρόνο ή ύστερα από λογικές σκέψεις, δεν εγκαταλείπει ούτε τότε ολότελα την ψυχή, αλλά αφήνει μέσα της καμένο υλικό και θερμά αποτυπώματα, όπως ακριβώς οι κεραυνοί αφήνουν πίσω τους φωτιά που σιγοκαίει. Η λύπη, όταν πάψουμε να είμαστυε λυπημένοι, δεν αφήνει κανένα σημάδι στην ψυχή, ούτε η άγρια οργή μας όταν υποχωρήσει, η έξαψη της επιθυμίας, όσο βίαια κι αν μας συγκλονίζει, επίσης καταλαγιάζει. Αντίθετα, οι λαβωματιές του έρωτα, ακόμη κι αν απομακρυνθεί το θηρίο, δεν χάνουν το κεντρί τους, αλλά προκαλούν πρήξιμο στα κομμάτια της ψυχής. Και κανείς δεν ξέρει τι ήταν, πως ξεκίνησε και από πού εφόρμησε εναντίον της ψυχής.)

Ο ηγέτης λέει “κάνε ό,τι κάνω” και όχι “κάνε εκείνο που σου λέω”

Οι άνθρωποι εργάζονται συνήθως σκληρότερα, περισσότερο και πιο δηµιουργικά όταν απολαµβάνουν εκείνο που κάνουν. Κι είναι ευθύνη του επικεφαλής τους να κάνει ό,τι χρειάζεται, ώστε να αντιλαµβάνονται την αξία του έργου τους και να καταφέρνουν να εισπράττουν την απόλαυση αυτή. Ο ηγέτης προσθέτει νόηµα στη ζωή των συνεργατών του. Τους βοηθά να αναπτύξουν τη φιλοµάθεια, τη δηµιουργικότητα, την επιχειρηµατικότητα τους, όντας ο ίδιος το πρότυπο τους.

Η ηγεσία σήμερα πρέπει να έχει σαν βασικά χαρακτηριστικά τις έννοιες όπως ενσυναίσθηση, κατανόηση, ανθρωπιά, συμπόνια, ευαισθησία.

Δεν ηγούµεθα των ανθρώπων µε αυτά που τους λέµε αλλά µε εκείνα που µας βλέπουν να κάνουµε. Γιαυτό ο πραγµατικός ηγέτης δε λέει «Κάνε εκείνο που σου λέω» αλλά «έλα µαζί µου» ή «κάνε ό,τι κάνω» -φροντίζοντας κάθε στιγµή να µην αφήνει πολύ πίσω του εκείνους που τον ακολουθούν. Ο ηγέτης βαδίζει και εργάζεται µε εκείνους που συνυπηρετούν µαζί του. Δε φοβάται τη στενή σχέση µαζί τους, δε φοβάται πως αν εκείνοι έρθουν κοντά του θα απογοητευθούν. Γνωρίζει πως µόνο αν είσαι στ’ αλήθεια δίπλα στον άλλον µπορείς να επιδράσεις επάνω του. Ο αληθινός ηγέτης είναι αυτόφωτος και ηγέτης πριν απ’ όλα του εαυτού του. Zωντανό παράδειγµα όσων υποστηρίζει. Οι μέτριοι ηγέτες μόνο μιλάνε. Οι καλοί εξηγούν. Οι πολύ καλοί δείχνουν στην πράξη πώς γίνεται. Οι αληθινά μεγάλοι εμπνέουν. Οι δε κορυφαίοι ηγέτες κατευθύνουν τους ανθρώπους τους από ψηλά ενώ συγχρόνως ζουν μέσα στην ψυχή τους.

Πραγµατικοί ηγέτες είναι αυτοί που µας βοηθούν να ξεπερνάµε τους περιοριστικούς παράγοντες της προσωπικής µας τεµπελιάς και εγωισµού και φόβου και αίσθησης µειονεξίας. Και µας βοηθούν στο να φέρνουµε σε πέρας καλύτερα και πιο δύσκολα αποτελέσµατα από ότι θα µπορούσαµε να φέρουµε µόνοι µας και χωρίς βοήθεια. Η επιτυχία δεν είναι ποτέ σίγουρη αν ο ηγέτης δεν είναι obsessed µε αυτόν τον στόχο.

Το κίνητρο για την επαγγελµατική επιτυχία είναι ένας συνδυασµός ενεργητικών δυνάµεων που προέρχονται τόσο από τον ίδιο τον οργανισµό όσο και από την επιθυµία του κάθε εργαζόµενου να ενστερνιστεί τις κοινές αρχές και αξίες και κώδικες επικοινωνίας και συµπεριφοράς και να συµβάλλει στη διαµόρφωση τους, τον χαρακτήρα, την ένταση και τη διάρκειά τους. Η κατανόηση των στοιχείων εκείνων που στ’ αλήθεια κινητοποιούν κάθε εργαζόµενο αποτελεί κεντρικό ζήτηµα για την επιστήµη της ψυχολογίας.

Παρότι δε το κίνητρο µπορεί συχνά να χρησιµοποιηθεί ως κριτήριο πρόγνωσης συµπεριφορών, η επιρροή του µπορεί να ποικίλλει σηµαντικά από άνθρωπο σε άνθρωπο και θα πρέπει σε αρκετές περιπτώσεις να συνδυάζεται µε την ικανότητα αλλά και παράγοντες που σχετίζονται µε το περιβάλλον καθαυτό προκειµένου να επηρεάσουν συµπεριφορές και επιδόσεις. Ακριβώς δε επειδή το κίνητρο επηρεάζει µε τόσο καθοριστικό τρόπο την απόδοση στο χώρο εργασίας, είναι ανάγκη οι οργανισµοί να αντιληφθούν και να δοµήσουν το εργασιακό τους περιβάλλον µε τρόπο που να ενθαρρύνει τις παραγωγικές συµπεριφορές και να αποθαρρύνει τον αρνητισµό.

Καµία επιτυχία δε, δεν έρχεται αν, πριν από οποιονδήποτε άλλον, ο ίδιος ο ηγέτης µίας οµάδας δεν παθιαστεί από έναν σκοπό.

Ελέγχω τα συναισθήματά μου, ελέγχω τη ζωή μου

Στο πάγωμα της καθημερινότητας και όντας απομονωμένοι, ήρθαμε όλοι αντιμέτωποι με τις διάφορες πλευρές του εαυτού μας και τα συναισθήματά μας.

Μας γεννήθηκαν πολλές απορίες, είχαμε και έχουμε πολλές ερωτήσεις, που όμως δεν μπορούν να απαντηθούν, επειδή δεν έχουμε τα πραγματικά δεδομένα. Και τι μας μένει σε τέτοιες περιπτώσεις; Πολύ μεγάλη αβεβαιότητα και φόβος. Ο εγκέφαλός μας είναι καλωδιωμένος έτσι ώστε να αντιπαθεί την αβεβαιότητα και το άγνωστο επειδή τα εξισώνει με τον κίνδυνο.

Η τρέχουσα κατάσταση έχει πυροδοτήσει την ανησυχία, το φόβο, την ανασφάλεια και το άγχος, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε στο έλεος αρνητικών σκέψεων και συναισθημάτων. Γι’ αυτό σε τέτοιους καιρούς, η συναισθηματική μας υγεία, που συνεπάγεται και σωματική υγεία, είναι πολύ σημαντική.

Τα καλά νέα είναι ότι είμαστε τεχνολογικά εξελιγμένα, υψηλής πολυπλοκότητας όντα με την ικανότητα να αυτό-ρυθμίζουμε την ενέργεια που ρέει στο βιολογικό μας σύστημα. Μπορούμε να ρυθμίζουμε συνειδητά τη βιολογία μας (να ενισχύσουμε το ανοσοποιητικό μας, να ξυπνήσουμε τα ένζυμα της μακροζωίας, να αυξήσουμε την ανθεκτικότητά μας). Πώς; Μέσω των συναισθημάτων μας. Η υγεία και η μακροζωία επηρεάζονται περισσότερο από το εσωτερικό μας περιβάλλον απ’ ότι από το εξωτερικό.

Μας έχουν μάθει ότι υπάρχουν αρνητικά, κακά συναισθήματα. Και τι κάνουμε με κάτι αρνητικό και κακό; Το απομακρύνουμε. Το κρύβουμε. Το μεταμφιέζουμε σε κάτι άλλο. Για να το ελέγξουμε.

Κι έτσι παλεύουμε ενάντια στα συναισθήματά μας, τα απωθούμε, προσποιούμενοι ότι δεν υπάρχουν ή απλά τα κλείνουμε στο υπόγειο και πετάμε το κλειδί.

Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχουν αρνητικά ή κακά συναισθήματα. Όλα τα συναισθήματα εξυπηρετούν ένα σκοπό. Η λειτουργία τους είναι να τραβήξουν την προσοχή μας, ώστε να εστιάσουμε σε κάτι, και να μας παρακινήσουν να δράσουμε. Τα συναισθήματα είναι εγγενώς ουδέτερα, απλά μας ενημερώνουν πού βρισκόμαστε και πώς φαίνεται να είναι τα πράγματα. Όλα τα συναισθήματα είναι πληροφορίες, δεδομένα, μηνύματα. Είναι ενέργεια σε κίνηση και είναι η κύρια γλώσσα του σώματος, του υποσυνείδητου και της διαίσθησης. Όταν καταστέλλουμε ή αγνοούμε δύσκολα συναισθήματα, το πραγματικό θύμα είναι η ευημερία και η υγεία μας.

Πώς μπορούμε να ελέγξουμε δύσκολα ή δυσάρεστα συναισθήματα;

Όταν για παράδειγμα νιώθω φόβο, ρωτάω: «Τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή; Είναι δικό μου αυτό το συναίσθημα; Είναι το συναίσθημα ανάλογο της κατάστασης;».

Εφόσον αναγνωρίσω και αποδεχτώ αυτό που νιώθω, μπορώ να αρχίσω να το μεταμορφώνω. Πολλές πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι όταν ονομάζουμε τα συναισθήματά μας, χάνουν μέρος της δύναμής τους. Ότι όταν γίνονται αντικείμενο της γνωστικής διαδικασίας, μειώνεται η έντασή τους.

Η μειωμένη ένταση του συναισθήματος, εφόσον το έχω ονομάσει, μου επιτρέπει να μείνω μαζί του και να το βιώσω. Μου επιτρέπω να νιώσω απογοητευμένη, θυμωμένη, λυπημένη ή φοβισμένη.

Νιώθω οτιδήποτε είναι αυτό που αισθάνομαι και δεν επιτρέπω στο μυαλό μου να το δικαιολογήσει ή να το αιτιολογήσει. Παίρνω μερικές βαθιές αναπνοές και κάθομαι μαζί του. Γίνομαι ο «ιερός μάρτυρας» αυτού που συμβαίνει μέσα μου.

Παρατηρώ τις αισθήσεις που έχω στα διάφορα σημεία του σώματός μου. Παρατηρώ, χωρίς να προσπαθώ να διορθώσω τίποτα. Και μετά ρωτάω: «Ποιο είναι το γενικό μήνυμα αυτού του συναισθήματος; Τι θέλει να μου πει;». Και παραμένω σε σιωπή και ακινησία για λίγα λεπτά. Η απάντηση μπορεί να εμφανιστεί με διάφορους τρόπους, σαν αίσθηση, εικόνα, λέξεις ή έμπνευση…

«Τι θέλω πραγματικά; Τι μου λέει η καρδιά μου; Τι χρειάζεται να κάνω;».

Οι εικόνες που έχω στο μυαλό μου, πυροδοτούν μια έκρηξη χημικών τα οποία μεταβάλλουν τη σύνθεση του αίματός μου, το οποίο με τη σειρά του ρυθμίζει και ελέγχει τα κύτταρά μου. Τα βιοχημικά που εκκρίνονται μέσα μου είναι σαν κύμα που ξεχύνεται στο σώμα μου και ολόκληρη η διαδικασία διαρκεί 60 με 90 δευτερόλεπτα. Μπορώ να διαχειριστώ και να ελέγξω 90 δευτερόλεπτα, έτσι δεν είναι;

Τα προβλήματα δημιουργούνται όταν δεν είμαστε καλά με τον εαυτό μας. Όλα τα προβλήματα είναι εσωτερικά. Η ποιότητα της ζωής μας καθορίζεται από την ποιότητα των σκέψεων και των συναισθημάτων μας.

Είναι σημαντικό να γνωρίζεις πως μπορείς να επιλέξεις τι θα σκεφτείς και τι θα νιώσεις. Μπορείς να σταματήσεις εν τη γενέσει τις παρορμήσεις σου και να τις ελέγξεις.

Πώς ζεις τη ζωή σου, με χαρά και αγάπη ή με άγχος και φόβο;

Αυτός που γνωρίζει δε μιλάει

Ένα πρωινό ο πατέρας μου με προσκάλεσε να πάμε μια βόλτα στο δάσος και εγώ δέχθηκα με χαρά.

Κάποια στιγμή σταμάτησε και, μετά αφού έμεινε στην απόλυτη σιωπή, με ρώτησε:

–“Εκτός από τα πουλιά που κελαηδούν, τι άλλο ακούς;”

Αφού “άνοιξα” καλά τα αυτιά μου, έμεινα σιωπηλός για κάποια στιγμή και μετά απάντησα:

– “Ένα κάρο που περνάει από τον δρόμο.”

-“Σωστά”, είπε ο πατέρας μου. Είναι ένα άδειο κάρο!

– “Μα πως ξέρεις πως είναι άδειο, αφού δεν το βλέπεις;”

– “Από τον θόρυβο που κάνει… όταν ένα κάρο είναι άδειο κάνει περισσότερο θόρυβο.”

Σήμερα, όταν βλέπω έναν άνθρωπο που μιλάει πολύ, που διακόπτει τους άλλους, που μιλάει μονάχα εκείνος, κορδώνεται για ότι λέει (ακόμη και εάν δεν έχει τίποτε να πει), ισχυρογνώμων και αναίσθητος απέναντι στους άλλους…

Ακούω την φωνή του πατέρα μου που μου λέει:

-“Όσο πιο άδειο είναι το κάρο, τόσο περισσότερο θόρυβο κάνει!”…

Η μοναξιά είναι ο δρόμος από τον οποίο το πεπρωμένο θέλει να οδηγήσει τον άνθρωπο στον εαυτό του

Ο Νίτσε έλεγε ότι το περπάτημα μας βοηθάει να κατεβάσουμε ιδέες, να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας. Το να χαρίζουμε στον εαυτό μας μια στιγμή μοναξιάς μας επιτρέπει να βάζουμε σε τάξη τις σκέψεις μας, να διερωτόμαστε για τη ζωή, για το τι στ’ αλήθεια θέλουμε. Είναι δική μας στιγμή περισυλλογής, ο δικός μας χώρος για να γινόμαστε δημιουργικοί.

Είναι σημαντικό να φυλάμε ένα τμήμα της μέρας για τον εαυτό μας, όχι απλώς για χουζούρεμα, αλλά για να είμαστε παρόντες εδώ και τώρα, να χαλαρώνουμε και να μη μας βαραίνουν τα γεγονότα. Έχουμε ανάγκη από έναν προσωπικό χώρο για να ξεφεύγουμε από τον θόρυβο και να σκεφτόμαστε, ή για το εντελώς αντίθετο: για να αδειάζουμε το μυαλό μας από τα καθημερινά προβλήματα.

Ο Έκχαρτ Τόλλε μας μιλάει για το πόσο προβληματικός μπορεί να γίνει ο διανοητικός θόρυβος, το να σκεφτόμαστε διαρκώς. Αν ο εγκέφαλος μας βρίσκεται πάντα σε διέγερση, δε θα μπορέσουμε να απολαύσουμε ούτε μια στιγμή ησυχίας ούτε να ζήσουμε εδώ και τώρα. Γι’ αυτό είναι καλό να αποσυνδεόμαστε. Να κάνουμε switch off. Όλα τα άλλα μπορούν να περιμένουν για λίγα λεπτά.

Η απομάκρυνση από τον θόρυβο, έστω και για λίγο, μας ξαναδίνει την ηρεμία και το νόημα της ύπαρξης. Μας δίνει μία κατεύθυνση για να αποσαφηνίσουμε τα σχέδια μας και να ενεργήσουμε με σιγουριά.

Μπορούμε να αναπνέουμε το οξυγόνο της μοναξιάς έξω στη φύση ή σε ένα δωμάτιο του σπιτιού, σε ένα καφέ, οπουδήποτε μπορούμε να σκεφτούμε.

Αυτή είναι η σημασία του να αποσυνδέεσαι για μερικές στιγμές από τον κόσμο και να συνδέεσαι με τον εαυτό σου. Ανακαλύπτεις ότι η μοναξιά είναι θεραπευτική, δημιουργική και απελευθερωτική. Αν κρατάς ένα μικρό κομμάτι της μέρας για σένα, θα πάψεις να νιώθεις χαμένος.

ΝΑ ΜΑΘΕΙΣ ΝΑ ΖΗΤΑΣ

Αυτό που ζητάω τώρα από σένα είναι υπεράνθρωπο. Πρώτα πρέπει να μαντέψεις τι ακριβώς περιμένω, κι έπειτα, φυσικά, να μου το δώσεις.

Η απαίτηση εδώ υπονοείται. Εγώ το μόνο που έχω να κάνω είναι να προτείνω διακριτικά την προσδοκία μου κι έπειτα να ξεκουραστώ πέφτοντας πάνω σου με όλο μου το βάρος…

Αν μαντέψεις σωστά, εγώ θα δεχτώ με μεγάλη ευχαρίστηση αυτό που από μόνος σου αποφάσισες να μου δώσεις.

Αν δεν το μαντέψεις, τότε θα έχω πάντα πρόχειρη μια μομφή που θα μου δίνει το δικαίωμα να σου πω: «Θα μπορούσες να το είχες καταλάβει». Να μάθεις να ζητάς, είναι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για έναν άνθρωπο.

Δεν ξέρει όλος ο κόσμος να ζητάει. Γνωρίζω κάποιους που ποτέ δεν ζήτησαν τίποτα ή που -ακόμα χειρότερα- ποτέ δεν μπόρεσαν να ζητήσουν τίποτα.

Οι άνθρωποι αυτοί νιώθουν πως το να ζητάς ισοδυναμεί με το να παραδίδεσαι στα ξένα χέρια. Δεν μπορούν να δεχτούν πως δεν είναι αυτάρκεις, τρέμουν τις προσωπικές τους αδυναμίες και πολλές φορές τρομοκρατούνται όταν έρχονται σε επαφή με οποιοδήποτε εσωτερικό χαρακτηριστικό τους που -ακόμα και εν μέρει – προϋποθέτει εξάρτηση.

Πολλοί απ’ αυτούς καυχιούνται πως δεν ζητούν ποτέ τίποτα από κανέναν. Ωστόσο, φτάνει να περιπλανηθείς λίγο στην προσωπική τους ιστορία και στη στάση που κρατούν απέναντι στη ζωή και στις πιο κοντινές τους σχέσεις, για να καταλήξεις πάντα στο ίδιο εύρημα: τις συγκαλυμμένες απαιτήσεις. Και πίσω απ’ αυτές, κι άλλες απαιτήσεις.

Το καλύτερο που μπορώ να σου δώσω από μένα είναι αυτό που θέλω να σου δώσω.

Το καλύτερο που μπορείς να μου δώσεις από σένα είναι αυτό που θέλεις να μου δώσεις.

Εγώ δεν θέλω το πιο πολύ.

Εγώ από σένα θέλω το πιο καλό.

Η λέξη «αργία»

Η λέξη αργία, μεταξύ άλλων, σημαίνει: το να μην εργάζεται κάποιος, να μην έχει εργασία, δουλειά· η οκνηρία, η φυγοπονία· «το μη σκέπτεσθαι ή το νωθρόν οκνούσα την σκέψιν.», «το μη επαρκώς εργάζεσθαι.», παύση, διακοπή από τις καθημερινές εργασίες. Στον Πλάτωνα βρίσκουμε και τη φράση «δι’ αργίαν διανοίας.»

«Η αργία γεννάει κάθε αμαρτία.»

Ουσιαστικά πρόκειται για μετάφραση-απόδοση του αρχαίου Ελληνικού γνωμικού «Αργία μήτηρ πάσης κακίας.»: ο αργός είναι ευεπίφορος προς το κακό, μπορεί να το διαπράξει πιο εύκολα· αυτός που δεν δουλεύει συχνά είναι φτωχός και με «κενές ελπίδες», οπότε στρέφεται προς το κακό για να ικανοποιήσει ακόμα και τις στοιχειώδεις διατροφικές ή άλλες ανάγκες του.

Με παραπλήσια σημασία ο λαογράφος Νικόλαος Πολίτης καταγράφει τις ιταλικές «Η αργία γεννά το ελάττωμα.», «Η αργία είναι η αρχή κάθε κακού.», «Όταν δεν κάνει κανείς τίποτα, μαθαίνει να κάνει το κακό.», «Η ακαμωσιά είναι αιτία χίλιων κακών.», «Η οκνιά (= η τεμπελιά) είναι η μητέρα της δυστυχίας· η δουλειά γεννά τα πλούτη.», «Ο αργός σπανίως είναι καλός άνθρωπος.», «Η οκνιά αυξάνει τα ελαττώματα.», την αγγλική «Η αργία είναι η ρίζα όλων των κακών.», την ισλανδική «Η αργία είναι πολλών κακών μητέρα.», την δανέζικη «Η ακαμωσιά διδάσκει το ελάττωμα.», την γερμανική «Η αργία είναι των αμαρτιών η αρχή.», την αραβική «Η αργία είναι το εργαστήρι του διαβόλου.» και την τουρκική «Η ακαμωσιά γεννά φροντίδες.»

Η φράση «Αργία και κατάλυσις.» λέγεται ειρωνικά, για όσους περνούν τον καιρό τους «εν αφροντισία και ραστώνη»· προήλθε από το «Ωρολόγιο», τους κανονισμούς «διαίτης των μοναχών» κατά τις γιορτές: «Αργία και κατάλυσις οίνου και ελαίου.»]

Ο Ιωάννης Κονδυλάκης γράφει: «Όπως το σίδερο σκουργαίνει, όταν δε δουλεύεται, έτσι και ο άνθρωπος όταν δε δουλεύει. Έπειτα «η αργία είναι μήτηρ της κακίας.» «Αυτή δίδει όλας τις κακές συμβουλές εις τους ανθρώπους, ενώ η εργασία σε κάνει τίμιον και χρήσιμον και διατηρεί υγείαν και δύναμιν.»

Ζεν: Η απελευθέρωση του νου από το δυαδικό πρότυπο

Υπάρχει η γενική παραδοχή ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει αν δεν πιστεύει στην ελπίδα της μόνιμης βελτίωσης. Και η μόνη εναλλακτική λύση απέναντι στη ζωή της σταθερής προόδου φαίνεται να είναι μια περιθωριακή ύπαρξη, στατική και νεκρή, χωρίς χαρά. Ακόμη και η έννοια της «μόνης εναλλακτικής λύσης» αποδεικνύει την πανίσχυρη δέσμευση του νου από το δυαδικό πρότυπο, και πόσο δύσκολο είναι να σκεφτεί με άλλους όρους πέρα από το καλό και το κακό, ή το θλιβερό τους μίγμα.

Το Ζεν ωστόσο αποτελεί την απελευθέρωση από το πρότυπο αυτό, κι έτσι το φαινομενικά απογοητευτικό σημείο εκκίνησης που θέτει είναι να κατανοήσει κανείς τη ματαιότητα της επιλογής και να απαλλαγεί από το μόνιμο συναίσθημα ότι η ζωή μπορεί να βελτιωθεί χάρη στη σταθερή επιλογή του «καλού». Το ξεκίνημα γίνεται από τη στιγμή που θα «πιάσει» κανείς το αίσθημα της σχετικότητας. Η επιτυχία είναι πάντα μια αποτυχία – με την έννοια ότι όσο πετυχαίνει κανείς σε κάτι, τόσο μεγαλύτερη ανάγκη νιώθει για να πετύχει περισσότερο.

Η ψευδαίσθηση μιας σημαντικής βελτίωσης προκύπτει σε στιγμές αντίθεσης, όπως όταν κανείς αλλάζει πλευρό όταν κοιμάται σε σκληρό κρεβάτι. Και η καινούργια θέση παραμένει «καλύτερη» από την προηγούμενη για όσο διάστημα παραμένει και η αντίθεση, αλλά σύντομα τα συναισθήματα που εμπνέει η δεύτερη θέση αρχίζουν όλο και περισσότερο να μοιάζουν με εκείνα που ενέπνεε η πρώτη. Έτσι κανείς προμηθεύεται ένα καλύτερο κρεβάτι και για κάποιο διάστημα κοιμάται καλύτερα. Αλλά η λύση του προβλήματος παραμένει ένα συναίσθημα παράξενου κενού στη συνείδηση, ένα κενό που γρήγορα γεμίζει από το συναίσθημα μιας καινούριας ανυπόφορης αντίθεσης, που προηγουμένως δεν την είχε υποπτευθεί, και τόσο επείγουσας και ενοχλητικής όσο το πρόβλημα του σκληρού κρεβατιού. 

Και για τον λόγο αυτό το Ζεν δεν υιοθετεί την άποψη ότι δεν πρέπει κανείς να τρώει όταν πεινάει. Η απαλλαγή από τις ψευδαισθήσεις που συνεπάγεται να εγκαταλείψει κανείς το κυνήγι του καλού, δεν εξυπακούει σαν αναγκαστική εναλλακτική λύση το κακό της αδράνειας και της απραξίας, αλλά επισημαίνει ότι η συμβατική ανθρώπινη κατάσταση είναι σαν τους «ψύλλους στο τηγάνι». Καμιά από τις δύο εναλλακτικές λύσεις δεν προσφέρει τη σωστή λύση, γιατί ο ψύλλος που πηδά είναι υποχρεωμένος να ξαναπέσει και ο ψύλλος που πέφτει είναι υποχρεωμένος να ξαναπηδήξει. Η επιλογή είναι μάταιη γιατί ουσιαστικά δεν υπάρχει επιλογή.

Από την άποψη του δυαδικού τρόπου σκέψης, η πρόταση του Ζεν μοιάζει με μοιρολατρία, σαν μια αντίθεση στην ελεύθερη επιλογή.

Αλλά η άποψη δεν είναι μοιρολατρική. Δεν πρόκειται για μια απλή υποταγή στις αναπόφευκτες συνέπειες να ιδρώνει κανείς όταν ζεσταίνεται και να τρέμει όταν κρυώνει, να τρώει όταν πεινάει και να κοιμάται όταν νυστάζει. Η υποταγή στη μοίρα απαιτεί την παρουσία κάποιου που υποτάσσεται, κάποιου που δέχεται να γίνει απελπισμένο όργανο των περιστάσεων, και για το Ζεν δεν υπάρχει ένα τέτοιο πρόσωπο.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (4.7.1-4.8.3)

[4.7.1] Ταῦτα δὲ διαπραξάμενος ἐς Ζαρίασπα ἀφίκετο· καὶ αὐτοῦ κατέμενεν ἔστε παρελθεῖν τὸ ἀκμαῖον τοῦ χειμῶνος. ἐν τούτῳ δὲ ἀφίκοντο παρ᾽ αὐτὸν Φραταφέρνης τε ὁ Παρθυαίων σατράπης καὶ Στασάνωρ ὁ ἐς Ἀρείους ἀποπεμφθεὶς ὡς Ἀρσάκην ξυλληψόμενος, τόν τε Ἀρσάκην δεδεμένον ἄγοντες καὶ Βραζάνην, ὅντινα Βῆσσος τῆς Παρθυαίων σατράπην κατέστησε, καί τινας ἄλλους τῶν τότε ξὺν Βήσσῳ ἀποστάντων. [4.7.2] ἧκον δὲ ἐν τῷ αὐτῷ Ἐπόκιλλος καὶ Μελαμνίδας καὶ Πτολεμαῖος ὁ τῶν Θρᾳκῶν στρατηγὸς ἀπὸ θαλάσσης, οἳ τά τε χρήματα ‹τὰ› ξὺν Μένητι πεμφθέντα καὶ τοὺς ξυμμάχους ὡς ἐπὶ θάλασσαν κατήγαγον. καὶ Ἄσανδρος δὲ ἐν τούτῳ ἧκεν καὶ Νέαρχος, στρατιὰν Ἑλλήνων μισθοφόρων ἄγοντες, καὶ †Βῆσσός τε ὁ Συρίας σατράπης καὶ Ἀσκληπιόδωρος ὁ ὕπαρχος ἀπὸ θαλάσσης, καὶ οὗτοι στρατιὰν ἄγοντες.
[4.7.3] Ἔνθα δὴ ξύλλογον ἐκ τῶν παρόντων ξυναγαγὼν Ἀλέξανδρος παρήγαγεν ἐς αὐτοὺς Βῆσσον· καὶ κατηγορήσας τὴν Δαρείου προδοσίαν τήν τε ῥῖνα Βήσσου ἀποτμηθῆναι καὶ τὰ ὦτα ἄκρα ἐκέλευσεν, αὐτὸν δὲ ἐς Ἐκβάτανα ἄγεσθαι, ὡς ἐκεῖ ἐν τῷ Μήδων τε καὶ Περσῶν ξυλλόγῳ ἀποθανούμενον. [4.7.4] καὶ ἐγὼ οὔτε τὴν ἄγαν ταύτην τιμωρίαν Βήσσου ἐπαινῶ, ἀλλὰ βαρβαρικὴν εἶναι τίθεμαι τῶν ἀκρωτηρίων τὴν λώβην καὶ ὑπαχθῆναι Ἀλέξανδρον ξύμφημι ἐς ζῆλον τοῦ Μηδικοῦ τε καὶ Περσικοῦ πλούτου καὶ τῆς κατὰ τοὺς βαρβάρους βασιλέας οὐκ ἴσης ἐς τοὺς ὑπηκόους ξυνδιαιτήσεως, ἐσθῆτά τε ὅτι Μηδικὴν ἀντὶ τῆς Μακεδονικῆς τε καὶ πατρίου Ἡρακλείδης ὢν μετέλαβεν, οὐδαμῇ ἐπαινῶ, καὶ τὴν κίταριν τὴν Περσικὴν τῶν νενικημένων ἀντὶ ὧν αὐτὸς ὁ νικῶν πάλαι ἐφόρει ἀμεῖψαι οὐκ ἐπῃδέσθη, [4.7.5] οὐδὲν τούτων ἐπαινῶ, ἀλλ᾽ εἴπερ τι ἄλλο, καὶ τὰ Ἀλεξάνδρου μεγάλα πράγματα ἐς τεκμηρίωσιν τίθεμαι ὡς οὔτε τὸ σῶμα ὅτῳ εἴη καρτερόν, οὔτε ὅστις γένει ἐπιφανής, οὔτε κατὰ πόλεμον εἰ δή τις διευτυχοίη ἔτι μᾶλλον ἢ Ἀλέξανδρος, οὐδὲ εἰ τὴν Λιβύην τις πρὸς τῇ Ἀσίᾳ, καθάπερ οὖν ἐπενόει ἐκεῖνος, ἐκπεριπλεύσας κατάσχοι, οὐδὲ εἰ τὴν Εὐρώπην ἐπὶ τῇ Ἀσίᾳ τε καὶ Λιβύῃ τρίτην, τούτων πάντων οὐδέν τι ὄφελος ἐς εὐδαιμονίαν ἀνθρώπου, εἰ μὴ σωφρονεῖν ἐν ταὐτῷ ὑπάρχοι τούτῳ τῷ ἀνθρώπῳ τῷ τὰ μεγάλα, ὡς δοκεῖ, πράγματα πράξαντι.
[4.8.1] Ἔνθα δὴ καὶ τὸ Κλείτου τοῦ Δρωπίδου πάθημα καὶ τὴν Ἀλεξάνδρου ἐπ᾽ αὐτῷ ξυμφοράν, εἰ καὶ ὀλίγον ὕστερον ἐπράχθη, οὐκ ἔξω τοῦ καιροῦ ἀφηγήσομαι. εἶναι μὲν γὰρ ἡμέραν ἱερὰν τοῦ Διονύσου Μακεδόσι καὶ θύειν Διονύσῳ ὅσα ἔτη ἐν αὐτῇ Ἀλέξανδρον· [4.8.2] τὸν δὲ τοῦ Διονύσου μὲν ἐν τῷ τότε ἀμελῆσαι λέγουσι, Διοσκούροιν δὲ θῦσαι, ἐξ ὅτου δὴ ἐπιφρασθέντα τοῖν Διοσκούροιν τὴν θυσίαν· πόρρω δὲ τοῦ πότου προϊόντος (καὶ γὰρ καὶ τὰ τῶν πότων ἤδη Ἀλεξάνδρῳ ἐς τὸ βαρβαρικώτερον νενεωτέριστο) ἀλλ᾽ ἔν γε τῷ πότῳ τότε ὑπὲρ τοῖν Διοσκούροιν λόγους γίγνεσθαι, ὅπως ἐς Δία ἀνηνέχθη αὐτοῖν ἡ γένεσις ἀφαιρεθεῖσα Τυνδάρεω. [4.8.3] καί τινας τῶν παρόντων κολακείᾳ τῇ Ἀλεξάνδρου, οἷοι δὴ ἄνδρες διέφθειράν τε ἀεὶ καὶ οὔποτε παύσονται ἐπιτρίβοντες τὰ τῶν ἀεὶ βασιλέων πράγματα, κατ᾽ οὐδὲν ἀξιοῦν συμβάλλειν Ἀλεξάνδρῳ τε καὶ τοῖς Ἀλεξάνδρου ἔργοις τὸν Πολυδεύκην καὶ τὸν Κάστορα. οἱ δὲ οὐδὲ τοῦ Ἡρακλέους ἀπείχοντο ἐν τῷ πότῳ· ἀλλὰ τὸν φθόνον γὰρ ἐμποδὼν ἵστασθαι τοῖς ζῶσι τὸ μὴ οὐ τὰς δικαίας τιμὰς αὐτοῖς ἐκ τῶν ξυνόντων γίγνεσθαι.

***
[4.7.1] Αφού τακτοποίησε τα ζητήματα αυτά, έφθασε ο Αλέξανδρος στα Ζαρίασπα και παρέμεινε εκεί ώσπου να περάσει ο βαρύς χειμώνας. Στο μεταξύ ήρθαν στον Αλέξανδρο ο Φραταφέρνης, ο σατράπης των Πάρθων, και ο Στασάνωρ, ο οποίος είχε αποσταλεί στην Αρεία για να συλλάβει τον Αρσάκη. Έφεραν μαζί τους δέσμιους τον Αρσάκη και τον Βραζάνη, τον οποίο διόρισε ο Βήσσος σατράπη των Πάρθων, καθώς και μερικούς άλλους που επαναστάτησαν τότε μαζί με τον Βήσσο. [4.7.2] Συγχρόνως έφθασαν από τη θάλασσα ο Επόκιλλος και ο Μελαμνίδας και ο Πτολεμαίος, ο στρατηγός των Θρακών, οι οποίοι είχαν συνοδεύσει ως τη θάλασσα τα χρήματα που είχαν σταλεί με τον Μένητα και τους συμμάχους. Στο μεταξύ έφθασαν επίσης από τη θάλασσα ο Άσανδρος και ο Νέαρχος και ο Βήσσος, ο σατράπης της Συρίας, και ο Ασκληπιόδωρος, ο ύπαρχος, φέρνοντας και αυτοί στρατό.
[4.7.3] Τότε, λοιπόν, ο Αλέξανδρος συγκάλεσε σε συμβούλιο όσους ήταν παρόντες και τους παρουσίασε τον Βήσσο. Τον κατηγόρησε που πρόδωσε τον Δαρείο και διέταξε να κόψουν τη μύτη του Βήσσου και την άκρη των αυτιών του και να τον οδηγήσουν στα Εκβάτανα, για να εκτελεσθεί εκεί στη συνέλευση των Μήδων και των Περσών. [4.7.4] Εγώ όχι μόνον δεν εγκρίνω την αυστηρή αυτή τιμωρία του Βήσσου, αλλά και θεωρώ την αποκοπή άκρων ως βαρβαρικό έθιμο. Συμφωνώ ότι ο Αλέξανδρος παρασύρθηκε από τη μηδική και περσική πολυτέλεια, καθώς και από τη συνήθεια των βάρβαρων βασιλέων να μην ακολουθούν τον ίδιο τρόπο ζωής με τους υπηκόους τους. Δεν εγκρίνω επίσης με κανένα τρόπο ότι, ενώ ο Αλέξανδρος ήταν απόγονος του Ηρακλή, αντικατέστησε τη μακεδονική και πατροπαράδοτη στολή του με τη μηδική και ότι δεν ντράπηκε να ανταλλάξει με την περσική τιάρα των νικημένων το διάδημα που αυτός, ο νικητής, φορούσε από παλιά. [4.7.5] Από αυτά δεν εγκρίνω τίποτε, αλλά χρησιμοποιώ τα μεγάλα κατορθώματα του Αλεξάνδρου περισσότερο από καθετί άλλο για να αποδείξω ότι ούτε η σωματική ρώμη ενός ανθρώπου ούτε η αριστοκρατική καταγωγή του ούτε αν σημείωνε ο άνθρωπος αυτός συνεχείς πολεμικές επιτυχίες μεγαλύτερες ακόμη και από εκείνες του Αλεξάνδρου ούτε αν κάποιος καταλάβει εκτός από την Ασία και την Αφρική, αφού την περιπλεύσει, όπως ακριβώς σχεδίαζε να κάμει ο Αλέξανδρος, ούτε αν αυτός κάμει την Ευρώπη τρίτη κτήση του εκτός από την Ασία και την Αφρική, δεν θα προκύψει από όλα αυτά κανένα όφελος για την ευτυχία του ανθρώπου εκτός και αν υπάρχει συγχρόνως σωφροσύνη στον άνθρωπο εκείνο, ο οποίος επέτυχε τόσο μεγάλα, όπως νομίζει, κατορθώματα.
[4.8.1] Δεν κρίνω, λοιπόν, άκαιρο να διηγηθώ στο σημείο αυτό τον φόνο του Κλείτου, του γιου του Δρωπίδη και τη συμφορά που έπαθε γι᾽ αυτό ο Αλέξανδρος, αν και το επεισόδιο συνέβη λίγο αργότερα. Είχαν, λοιπόν, οι Μακεδόνες ορισμένη μέρα του χρόνου αφιερωμένη στον Διόνυσο, κατά την οποίαν ο Αλέξανδρος πρόσφερε κάθε χρόνο θυσίες στον Διόνυσο· [4.8.2] σε εκείνην την περίσταση ωστόσο λένε ότι παραμέλησε τον Διόνυσο και θυσίασε στους Διοσκούρους· για κάποια βέβαια αιτία σκέφθηκε να θυσιάσει στους Διοσκούρους. Ενώ παρατεινόταν το συμπόσιο (γιατί ο Αλέξανδρος είχε πλέον δεχθεί και στα συμπόσια νέες συνήθειες, περισσότερο βαρβαρικές) και διασκέδαζαν, η συζήτηση στράφηκε στους Διοσκούρους, δηλαδή με ποιό τρόπο αποδόθηκε η γέννησή τους στον Δία, αφού αφαιρέθηκε από τον Τυνδάρεω. [4.8.3] Μερικοί παρευρισκόμενοι, για να κολακεύσουν τον Αλέξανδρο —οι άνθρωποι του είδους αυτού κατέστρεφαν πάντοτε βέβαια και ποτέ δεν θα παύσουν να βλάπτουν τα συμφέροντα των εκάστοτε βασιλέων— υποστήριξαν ότι με κανένα τρόπο δεν μπορούν να συγκριθούν ο Πολυδεύκης και ο Κάστορας με τον Αλέξανδρο και τα κατορθώματά του. Άλλοι δεν άφησαν ήσυχο ούτε τον Ηρακλή, όσο διαρκούσε το συμπόσιο, αλλά έλεγαν ότι ο φθόνος γίνεται εμπόδιο στους ζωντανούς να τιμηθούν επάξια από τους συντρόφους τους.