Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (19.309-19.348)

Ὣς εἰπὼν ἄλλους μὲν ἀπεσκέδασεν βασιλῆας,
310 δοιὼ δ᾽ Ἀτρεΐδα μενέτην καὶ δῖος Ὀδυσσεύς,
Νέστωρ Ἰδομενεύς τε γέρων θ᾽ ἱππηλάτα Φοῖνιξ,
τέρποντες πυκινῶς ἀκαχήμενον· οὐδέ τι θυμῷ
τέρπετο, πρὶν πολέμου στόμα δύμεναι αἱματόεντος.
μνησάμενος δ᾽ ἁδινῶς ἀνενείκατο φώνησέν τε·
315 «ἦ ῥά νύ μοί ποτε καὶ σύ, δυσάμμορε, φίλταθ᾽ ἑταίρων,
αὐτὸς ἐνὶ κλισίῃ λαρὸν παρὰ δεῖπνον ἔθηκας
αἶψα καὶ ὀτραλέως, ὁπότε σπερχοίατ᾽ Ἀχαιοὶ
Τρωσὶν ἐφ᾽ ἱπποδάμοισι φέρειν πολύδακρυν Ἄρηα.
νῦν δὲ σὺ μὲν κεῖσαι δεδαϊγμένος, αὐτὰρ ἐμὸν κῆρ
320 ἄκμηνον πόσιος καὶ ἐδητύος, ἔνδον ἐόντων,
σῇ ποθῇ· οὐ μὲν γάρ τι κακώτερον ἄλλο πάθοιμι,
οὐδ᾽ εἴ κεν τοῦ πατρὸς ἀποφθιμένοιο πυθοίμην,
ὅς που νῦν Φθίηφι τέρεν κατὰ δάκρυον εἴβει
χήτεϊ τοιοῦδ᾽ υἷος· ὁ δ᾽ ἀλλοδαπῷ ἐνὶ δήμῳ
325 εἵνεκα ῥιγεδανῆς Ἑλένης Τρωσὶν πολεμίζω·
ἠὲ τὸν ὃς Σκύρῳ μοι ἔνι τρέφεται φίλος υἱός,
εἴ που ἔτι ζώει γε Νεοπτόλεμος θεοειδής.
πρὶν μὲν γάρ μοι θυμὸς ἐνὶ στήθεσσιν ἐώλπει
οἶον ἐμὲ φθίσεσθαι ἀπ᾽ Ἄργεος ἱπποβότοιο
330 αὐτοῦ ἐνὶ Τροίῃ, σὲ δέ τε Φθίηνδε νέεσθαι,
ὡς ἄν μοι τὸν παῖδα θοῇ ἐνὶ νηῒ μελαίνῃ
Σκυρόθεν ἐξαγάγοις καί οἱ δείξειας ἕκαστα,
κτῆσιν ἐμὴν δμῶάς τε καὶ ὑψερεφὲς μέγα δῶμα.
ἤδη γὰρ Πηλῆά γ᾽ ὀΐομαι ἢ κατὰ πάμπαν
335 τεθνάμεν, ἤ που τυτθὸν ἔτι ζώοντ᾽ ἀκάχησθαι
γήραΐ τε στυγερῷ καὶ ἐμὴν ποτιδέγμενον αἰεὶ
λυγρὴν ἀγγελίην, ὅτ᾽ ἀποφθιμένοιο πύθηται.»
Ὣς ἔφατο κλαίων, ἐπὶ δὲ στενάχοντο γέροντες,
μνησάμενοι τὰ ἕκαστος ἐνὶ μεγάροισιν ἔλειπον·
340 μυρομένους δ᾽ ἄρα τούς γε ἰδὼν ἐλέησε Κρονίων,
αἶψα δ᾽ Ἀθηναίην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«τέκνον ἐμόν, δὴ πάμπαν ἀποίχεαι ἀνδρὸς ἑῆος.
ἦ νύ τοι οὐκέτι πάγχυ μετὰ φρεσὶ μέμβλετ᾽ Ἀχιλλεύς;
κεῖνος ὅ γε προπάροιθε νεῶν ὀρθοκραιράων
345 ἧσται ὀδυρόμενος ἕταρον φίλον· οἱ δὲ δὴ ἄλλοι
οἴχονται μετὰ δεῖπνον, ὁ δ᾽ ἄκμηνος καὶ ἄπαστος.
ἀλλ᾽ ἴθι οἱ νέκταρ τε καὶ ἀμβροσίην ἐρατεινὴν
στάξον ἐνὶ στήθεσσ᾽, ἵνα μή μιν λιμὸς ἵκηται.»

***
Είπε· τους άλλους βασιλείς απόλυσε, κι εμείναν
310 οι Ατρείδες, ο Ιδομενεύς και ο θείος Οδυσσέας,
ο Νέστωρ με τον Φοίνικα, και τον παρηγορούσαν
με λόγια φρόνιμα, αλλ᾽ αυτός παρηγοριά δεν είχε
ή μες στον λάρυγγα να μπει του αιματηρού πολέμου·
και στεναγμός βγήκε βαθύς απ᾽ την ψυχή του κι είπε:
315 «Άλλοτε, άμοιρε και συ, ω φίλε της καρδιάς μου,
εδώ το γεύμα ευτρέπιζες γρήγορος και όπως πρέπει,
όταν εβιάζοντ᾽ οι Αχαιοί να ορμήσουν και να φέρουν
τον Άρη τον πολύθρηνον στους ιπποδάμους Τρώας·
τώρα συ κείτεσαι νεκρός κι εμένα δεν αφήνει
320 ο πόθος σου μήτε φαγί μήτε πιοτό να πάρω,
ότι κακό χειρότερο να πάθω δεν μπορούσα
και αν άκουα ν᾽ απέθανεν ο γέρος μου πατέρας,
οπού στην Φθίαν τήκεται στα δάκρυα, που του λείπει
τέτοιος υιός, κι εγώ μακριά, να πολεμώ τους Τρώας
325 μένω στα ξένα εξ αφορμής της μισητής Ελένης·
ή αυτό που μου ανατρέφεται στην Σκύρον, το παιδί μου
ο θείος ο Νεοπτόλεμος, εάν μου ζει ακόμη.
Άλλην ελπίδα έτρεφα εγώ στα βάθη της ψυχής μου,
μόνος να πέσω εγώ μακράν απ᾽ το ιπποτρόφον Άργος
330 εδώ στην Τροίαν, και να πας οπίσω εσύ στην Φθίαν
και από την Σκύρον το παιδί να βγάλεις εις το πλοίον
μαζί σου να τον οδηγείς και να του δείξεις όλα,
το είναι μου, τους δούλους μου και το υψηλό παλάτι.
Ότι φοβούμαι που ο Πηλεύς ή πεθαμένος είναι
335 ή έχ᾽ ημέρες μετρητές και λύπη τον μαραίνει
και τα κακά γεράματα, και πάντοτε αναμένει
είδησις του θανάτου μου να πλήξει την καρδιά του».
Έλεγε κλαίοντας, και ομού και οι βασιλείς στενάζαν,
θυμούμενος καθένας τους στο σπίτι τ᾽ είχε αφήσει.
340 Είδε και τους συμπόνεσεν ο Ζευς οπού θρηνούσαν
κι έλεγε προς την Αθηνά: «Ω τέκνον μου, τελείως
το πρόσωπόν σου έστρεψες από τον θείον άνδρα;
Τωόντι πλέον εις τον νουν δεν έχεις τον Πηλείδη;
Τον βλέπεις οπού κάθεται κατέμπροσθεν στα πλοία
345 και κλαίει για τον φίλον του· κι οι άλλοι αναχωρήσαν
να γευματίσουν· και τροφήν να πάρει αυτός δεν θέλει.
Αλλά κατέβα, την γλυκιά να στάξεις αμβροσίαν
και νέκταρ μες στα στήθη του, να μην τον πνίξ᾽ η πείνα».

Τα όρια που βάζεις στους άλλους, είναι η ουσία σου σαν άνθρωπος

Τα όρια που βάζεις εσύ στους άλλους, είναι πολύ σημαντικά για εσένα τον ίδιο.

Γι’ αυτό φρόντισε να τα κάνεις ξεκάθαρα από την αρχή, ώστε να μην υπάρχουν παρανοήσεις.
Τα όρια που θέτεις δείχνουν πώς στέκεσαι ως άνθρωπος στην ζωή και πώς επιθυμείς να σου συμπεριφέρονται οι υπόλοιποι.
Μην αφήνεις περιθώρια για παρερμηνείες και υπονοούμενα.
Δεν αξίζει τίποτα να σε στεναχωρεί να σε προσβάλλει και να σε κάνει να αισθάνεσαι άβολα.
Αυτό που στρεσάρει εσένα δεν είναι απαραίτητα ίδιο με τον άλλον άνθρωπο.
Αυτό είναι που σε κάνει μοναδικό και ιδιαίτερο.
Τα όχι σου δείχνουν πόσο σέβεσαι τον εαυτό σου, την προσωπική σου αξία και ποια είναι η αυτοεκτίμηση σου.
Μάθε στην ζωή σου τα όχι σου να είναι ξεκάθαρα και κατανοητά.
Τα όρια μας είμαστε στην ουσία εμείς.
Τα όριά μας, μας προσδιορίζουν και είναι τα τείχη προστασίας μας.
Ακόμα και η πιο ισχυρή πόλη έχει ανάγκη οχύρωσης.
Πολλοί θα βρεθούν στο δρόμο μας που θα θελήσουν να παραβιάσουν, θα θελήσουν να εισβάλουν στον προσωπικό μας χώρο.
Δεν είναι κακό να είναι τα όριά μας ευέλικτα, δυσάρεστο είναι να ακυρώνονται και να αγνοούνται τα όχι μας.
Να αγαπάς και να σέβεσαι τον εαυτό σου και να θυμάσαι πώς κάθε όχι σου ,είναι μία μάχη που έδωσες για να μην χάσεις εσένα τον ίδιο.

Η σχέση του PTSD με όσα φέρνει ο πόλεμος στην ψυχολογία μας

Αδιαμφισβήτητα ο πόλεμος, ακόμα και αν συμβαίνει στην άλλη πλευρά του πλανήτη, ακόμα και αν έχει διάρκεια λίγων μηνών ή και λίγων ημερών, επηρεάζει όλη την παγκόσμια κοινότητα. Κάποιους περισσότερο και κάποιους λιγότερο. Πέρασαν πολλές δεκαετίες μέχρι οι ψυχολόγοι να μπορέσουν να ερμηνεύσουν και να εξηγήσουν συμπεριφορές ανθρώπων που έζησαν πολέμους, όπως ο Α’ και ο Β’ Παγκόσμιος (Α’ Π.Π. και Β’ Π.Π.). Το συμπέρασμα όλων σχεδόν ήταν ότι τα θύματα ενός πολέμου δεν είναι μόνο οι άμαχοι, αλλά και οι στρατιώτες που συμμετέχουν, πολλές φορές χωρίς τη θέλησή τους.

Η μεγάλη συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, Agatha Christie (1890-1976), βίωσε σε ώριμη ηλικία τις επιπτώσεις δύο παγκοσμίων πολέμων και στα βιβλία της έχει πολλές σχετικές αναφορές. Μέσα από τους ήρωες που ξεπηδούν στις σελίδες της, υπάρχουν αρκετοί που έχασαν δικά τους αγαπημένα πρόσωπα σε βομβαρδισμούς, απόστρατοι στρατιωτικοί που προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους, έχοντας ζήσει άσχημες καταστάσεις στα πεδία των μαχών, καθώς και παιδιά που μεγάλωσαν ορφανά επειδή οι οικογένειές τους χάθηκαν σε επιθέσεις. Παρουσιάζοντας αυτούς τους χαρακτήρες η συγγραφέας, εκτός από την αστυνομική και μυστηριακή πλευρά των βιβλίων της, κατάφερε να δώσει στον μέσο αναγνώστη και μια εικόνα του πώς είναι ένας άνθρωπος που έχει δει τη φρίκη του πολέμου από κοντά. Χαρακτηριστικά αυτών των ανθρώπων ήταν οι κρίσεις υστερίας και πανικού, οι άστατοι ύπνοι και οι εφιάλτες, η τρεμάμενη φωνή οι πονοκέφαλοι και φυσικά η απόκλιση από τη λογική.

Οι ήρωες της Agatha Christie δεν ήταν φανταστικοί. Αντιθέτως, έδειχναν την μεταπολεμική πραγματικότητα. Αρκεί ίσως να δει κανείς την ασπρόμαυρη φωτογραφία ενός στρατιώτη από τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, η οποία τραβήχτηκε τον Σεπτέμβριο του 1916 μετά τη μάχη του Kurselet στη Γαλλία. Ο νεαρός στρατιώτης έχει το «τρελό βλέμμα» ή αλλιώς «the thousand yard stare» και φαινόταν να είχε χάσει τα λογικά του. Ο λόγος που ονομάστηκε έτσι ήταν γιατί η έκφρασή του έδειχνε σαν να πλανάται το βλέμμα του χιλιόμετρα μακριά έχοντας χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Ήταν ουσιαστικά το βλέμμα που έδειχνε το χάος, την απώλεια και την καταστροφή και λειτουργούσε σαν να προσπαθούσε να κοιτάξει κάπου αλλού, μακριά από το πεδίο της μάχης. Και παρ’ όλο που ήταν κάτι που παρουσίαζαν πολλοί στρατιώτες μετά από τον πόλεμο, η ιατρική κοινότητα «άργησε» να μιλήσει για τις επιπτώσεις που είχε στη ψυχολογία των ανθρώπων. Ίσως γιατί πίστευαν ότι ο Α’ Π.Π. με την αγριότητα που τον χαρακτήριζε, δε θα επαναλαμβανόταν. Μέχρι που ξεκίνησε ο Β’ Π.Π.

Η ψυχολογική μετάπτωση των στρατιωτών χρειάστηκε πολλά χρόνια για να ερευνηθεί και να αποσαφηνιστεί. Πολλές φορές οι γιατροί και οι ψυχίατροι καταπολεμούσαν τα συμπτώματα μεμονωμένα, κυρίως με χάπια για την καρδιά και ηρεμιστικά. Περίπου από το 1950 ξεκίνησαν κάποιες έρευνες να μιλάνε δειλά για «Post traumatic stress disorder» ή αλλιώς PTSD. Στα ελληνικά ο όρος που χρησιμοποιείται είναι «Διαταραχή μετατραυματικού στρες». Με λίγα λόγια, το PTSD είναι μια διαταραχή που εμφανίζει κάποιος που έχει απειληθεί η ζωή του είτε από πόλεμο, από προσωπική επίθεση ή κακοποίηση, από ατύχημα κ.α. Τα άτομα που εμφανίζουν αυτή τη διαταραχή είναι πιο επίφοβα να δώσουν μόνα τους ένα τέρμα στη ζωή τους, εμφανίζουν κυρίως κατάθλιψη και αποζητούν την απομόνωση. Η διαταραχή δεν έχει να κάνει με το πόσες φορές εκτέθηκε σε κίνδυνο η ζωή του ατόμου αλλά με τον τύπο της επίθεσης. Είναι δηλαδή λογικό να σκεφτούμε ότι μια πολεμική σύρραξη με πολλά θύματα αφήνει ένα αρκετά μεγάλο τραύμα στον ψυχισμό ενός στρατιώτη.

Στο ίδιο μήκος κύματος φυσικά περιλαμβάνονται οι άμαχοι και κυρίως τα παιδιά. Έρευνα που έγινε σε παιδιά ηλικίας 6-11 χρονών στη Παλαιστίνη έδειξε ότι ένα ποσοστό 70% των παιδιών είχαν PTSD, εκ των οποίων τα μισά το βίωναν σε βαριά μορφή. Τα ίδια ποσοστά παιδιών με PTSD προέκυψαν και από έρευνα μετά το τέλος του πολέμου στο Κουβέιτ. Εκεί η έρευνα έδειξε ότι παιδιά που είχαν πάρει όπλο και συμμετείχαν στη μάχη, παρουσίαζαν PTSD στην πιο «ακραία» του μορφή.

Παρ’ όλο που η Επιστήμη καθυστέρησε να προσδιορίσει το PTSD και να το συσχετίσει με τις επιπτώσεις των πολέμων μετά το τέλος του, τώρα πλέον μπορούμε να μιλάμε με πιο ξεκάθαρα χαρτιά και να αιτιολογήσουμε πολλές καταστάσεις του παρελθόντος. Το σίγουρο είναι ότι με τις ψυχολογικές διαταραχές που είχαν οι στρατιώτες και τα θύματα των πολέμων ξεχωριστά ο καθένας τους επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τη γενική ψυχολογική κατάσταση του συνόλου των μελών κάθε κοινωνίας. Βλέπουμε πλέον καθαρά ότι ένας πόλεμος δεν αφήνει μόνο νεκρούς, διαλυμένα κτίρια και κατεστραμμένες οικονομίες, αλλά διαλύει το μέσα του κάθε ανθρώπου και τερματίζει τις ψυχικές αντοχές του. Μέχρι στιγμής, «μαγική λύση», για να μη γίνεται ποτέ και πουθενά πόλεμος δεν υπάρχει. Για αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό ότι προτεραιότητες μετά από κάθε πολεμική σύρραξη πρέπει να είναι οι άνθρωποι και όχι τα κτίρια. Δεν έχει νόημα να ξαναχτιστεί ένα σχολείο μετά τον πόλεμο, όταν οι μαθητές του φοβούνται να περάσουν το κατώφλι.

Κατακερματισμένη ζωή και On – Off συναισθήματα

Στη ζωή μας που κινείται με ιλιγγιώδη ταχύτητα, με αφύσικα γρήγορους ρυθμούς που εξαντλούν την ουσία της ύπαρξής μας και μας αποπροσανατολίζουν από τις πραγματικές ανάγκες και τη βαθύτερη αλήθεια μας… ναι, σε αυτή τη ζωή που προσπαθεί διακαώς να ανταποκριθεί σε έναν όγκο νέων πληροφοριών και δεδομένων άνευ προηγουμένου, μα σχεδόν πάντοτε ανεπιτυχώς, αφού αυτές/αυτά έχουν τον τρόπο να την ξεπερνούν, αφήνοντάς την κάθε φορά πίσω, άδεια και ανικανοποίητη, ακόμα και αν στιγμές ένιωσε ότι άγγιξε το σημείο που όριζε ως επιτυχία, πιθανόν και ευτυχία… αξίζει ίσως να αναρωτηθούμε για τί πραγματικά τρέχουμε;

Για ποιους βαθύτερους λόγους έχουμε το χρόνο, τη σκέψη μας διαρκώς απασχολημένα; Γιατί η προσοχή μας είναι τόσο εστιασμένη που δεν αφήνει χώρο στο τυχαίο, το αυθόρμητο, το αληθινό, αυτό που συμβαίνει πραγματικά, τώρα; Γιατί η καρδιά μας είναι τόσο κατειλημμένη που δεν επιτρέπει στ’ αληθινά συναισθήματα με το δικό τους φυσικό, απέραντα όμορφο, σχεδόν γλυκό, τρόπο ν’ αναδυθούν, να επικρατήσουν;

Γιατί αδυνατούμε να βρούμε χρόνο να ξαποστάσουμε στ’ αλήθεια, να εμβαθύνουμε στις στιγμές, στις εμπειρίες μας, να επανεξετάσουμε τα πράγματα και το κυριότερο… τη στάση μας απέναντι σε αυτά, την ίδια τη ματιά μας; Σε τι πραγματικά μας εξυπηρετεί η αποσπασματική αντίληψη των εμπειριών μας, ο κατακερματισμός της ύπαρξής μας, όλη αυτή η αποσύνδεση… από τη φύση γύρω μας, από τους ανθρώπους δίπλα μας, από τον ίδιο μας τον εαυτό κάθε στιγμή; Τι είναι αυτό που ένας τέτοιος τρόπος ζωής στ’ αλήθεια μας προσφέρει;

Ν’ ανταποκριθούμε στο ένα, να προλάβουμε το άλλο… μα πού στ’ αλήθεια είμαστε εμείς; πού οι άλλοι, οι αποδεδειγμένα μέσα μας, σημαντικοί της ζωής μας; λες και κάνουμε τα πάντα, προσφέρουμε κάθε ίχνος ενέργειας και διάθεσης που έχουμε για να λείπουμε από τη ζωή, τη φύση, τους άλλους, τον ίδιο μας τον εαυτό… λες και συμμαχούμε με ό,τι αναστέλλει την ουσιαστική εξέλιξή μας… αλήθεια, έχουμε αναρωτηθεί, τι πραγματικά μένει μετά από όλο αυτό το μακελειό;

Τι είναι αυτό που παίρνουμε μαζί μας κάθε βράδυ, που αγκαλιάζουμε για να κοιμηθούμε, που μας συντροφεύει αληθινά, που μας κάνει να μη νιώθουμε άδειοι, μόνοι; Ανεβάζοντας και κατεβάζοντας το διακόπτη των συναισθημάτων μας, της δυνατότητάς μας να αφεθούμε στη ζωή, να κυλήσουμε στα πράγματα όπως αυτά συμβαίνουν την κάθε μέρα, την κάθε στιγμή; Κατακερματίζοντας τη δυνατότητά μας για σταθερή παρουσία στους διάφορους ρόλους μας; Μη δίνοντας στους άλλους και στον εαυτό μας τη δυνατότητα να χτίσουμε στιγμές κι αναμνήσεις, θέτοντας γερά θεμέλια, εμβαθύνοντας στις αλληλεπιδράσεις μας; μην επιτρέποντάς μας να εμπιστευτούμε, να επενδύσουμε σταθερά, να συνδεθούμε βαθιά, παντοτινά;

Αλήθεια, έχουμε αναρωτηθεί αν όλα αυτά που θεωρούμε ότι κυνηγάμε, αν όλα αυτά για τα οποία λέμε ότι τρέχουμε, αν τελικά όντως επιτυγχάνονται με τον τρόπο που προσπαθούμε; Μήπως όλος αυτός ο τρόπος που μεθοδεύουμε την ευτυχία μας, που δυστυχώς έγινε τρόπος ζωής μας, είναι εκείνος που ευθύνεται τελικά για το ότι κυρίως την επιδιώκουμε, την κυνηγάμε, παρά την κατέχουμε; Μήπως περισσότερο από το ό,τι επιδιώκουμε μετράει ο τρόπος που το επιδιώκουμε;

Μήπως ο τρόπος αυτός επί της ουσίας διασφαλίζει ή όχι το αν θα το ζήσουμε; και αλήθεια, πόσο ακόμα θεωρούμε ότι αντέχουμε απλά να θέλουμε, μονίμως να επιδιώκουμε και επί της ουσίας να μην έχουμε ό,τι γεμίζει αληθινά την ψυχή μας και την κάνει να ηρεμεί, να γαληνεύει;

Όσο και αν έχουμε απομακρυνθεί από τα ουσιαστικά, όσο μακρινά και αν μέσα μας φαντάζουν, τούτος ίσως είναι ένας τρόπος, ένας πρώτος δρόμος να ανακτήσουμε μέσα μας την επαφή μας με αυτά: να αναρωτηθούμε…

Μαθημένη αβοηθησία

Η μαθημένη αβοηθησία, με λίγα λόγια, συμβαίνει όταν παραιτούμαστε της διαφυγής από μια κακή ή ανεπιθύμητη κατάσταση, παρόλο που αυτή είναι πραγματικά δυνατή. Σύμφωνα με τη θεωρία για την μαθημένη αβοηθησία, αν αναγκάζεστε επανειλημμένα να υπομείνετε επώδυνα ή στρεσογόνα ερεθίσματα χωρίς την ευκαιρία να ξεφύγετε, τελικά μαθαίνετε ότι οι ενέργειές σας δεν μπορούν να αποτρέψουν τα αρνητικά αποτελέσματα.

Στη συνέχεια, όταν αντιμετωπίζετε παρόμοια στρεσογόνα ερεθίσματα στο μέλλον, πιστεύετε ότι είστε αβοήθητοι και σε αυτές τις νέες συνθήκες. Αντί να αναζητάτε τρόπους για να αποτρέψετε ή να σταματήσετε τον πόνο και την αγωνία, μπορεί να ξοδεύετε την ενέργειά σας προσπαθώντας να υπομείνετε ή να μην κάνετε τίποτα απολύτως.

Η πραγματικότητα μπορεί βέβαια να είναι λίγο πιο διαφοροποιημένη από ό,τι υποδηλώνει η αρχική θεωρία. Λίγοι άνθρωποι παραμένουν εντελώς ενεργοί ή εντελώς παθητικοί μπροστά στις δυσκολίες. Συνήθως, η αίσθηση της ενεργητικότητας κάποιου θα βρίσκεται στη μέση. Παρ’ όλα αυτά, η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο συμβαίνει η μαθημένη αβοηθησία και η εξοικείωση με τα σημάδια μπορεί να σας βοηθήσει να αναγνωρίσετε αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς στη δική σας ζωή.

Πώς να αναγνωρίζουμε τη μαθημένη αβοηθησία

Αν ένα κακό αποτέλεσμα φαίνεται αναπόφευκτο, το να μην κάνουμε τίποτα μπορεί να φαίνεται ότι είναι ασφαλέστερη επιλογή από το να αγωνιστούμε. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι μια αρκούδα γκρίζλι σας στριμώχνει στη γωνία κατά τη διάρκεια μιας εκδρομής για κάμπινγκ. Η περιοχή είναι απομακρυσμένη, οπότε δεν μπορείτε να καλέσετε κανέναν για βοήθεια. Γνωρίζετε επίσης ότι το να προσπαθήσετε να παλέψετε με την αρκούδα πιθανότατα θα την κάνει να θυμώσει περισσότερο.

Το να ξαπλώσουμε και να κάνουμε τους νεκρούς είναι, στην πραγματικότητα, το πιο χρήσιμο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε αν συναντήσουμε μια αρκούδα στην άγρια φύση. Το να μείνουμε ξαπλωμένοι μπορεί να δυσκολέψει την αρκούδα στο να μας πετάξει, γεγονός που μειώνει τον κίνδυνο πιθανών τραυματισμών. Μας βοηθά επίσης να διατηρήσουμε την ενέργεια και την αντοχή μας, ώστε να μπορέσουμε να αναζητήσουμε έναν δασοφύλακα και να λάβουμε ιατρική φροντίδα, αν χρειαστεί, μόλις η αρκούδα φύγει.

Κατά τη διάρκεια αυτής της αρχικής επίθεσης γκρίζας αρκούδας, μπορεί, στην πραγματικότητα, να είστε αρκετά αβοήθητοι. Αν όμως συναντήσετε έναν θυμωμένο σκύλο μια εβδομάδα αργότερα, πιθανόν να έχετε και άλλες επιλογές εκτός από το να παριστάνετε τον νεκρό. Ωστόσο, ίσως, λόγω της εμπειρίας σας με την αρκούδα, να πιστεύετε ότι δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα άλλο από το να υπομείνετε ένα δάγκωμα σκύλου.

Η μαθημένη αβοηθησία μπορεί να εμφανιστεί και σε πιο καθημερινά πλαίσια. Ας πούμε ότι καταβάλλετε όλη σας την προσπάθεια για να διαβάσετε για την τελική εξέταση της γεωμετρίας στο τέλος του τριμήνου. Νομίζετε ότι γνωρίζετε την ύλη και τελειώνετε το τεστ με ένα αρκετά καλό συναίσθημα. Αλλά όταν παίρνετε πίσω τον βαθμό σας, συνειδητοποιείτε με απογοήτευση ότι καταφέρατε μόνο ένα Γ μετά από τόση δουλειά. Στο τέλος του επόμενου τριμήνου, δεν μπαίνετε καν στον κόπο να διαβάσετε. Γιατί να το κάνετε, αφού δεν είχε καμία απολύτως διαφορά;

Πώς μπορείτε λοιπόν να ξέρετε αν επιδεικνύετε μαθημένη αβοηθησία ή αν αντιμετωπίζετε μια πραγματικά αδύνατη κατάσταση; Μπορεί να σας βοηθήσει να εξετάσετε πώς αισθάνεστε για την ικανότητά σας να ελέγχετε τη ζωή σας γενικά. Για αρχή, σκεφτείτε αν ταυτίζεστε με κάποιες από αυτές τις δηλώσεις:

– Αποφεύγετε να θέτετε τον εαυτό σας σε καταστάσεις που δεν έχουν εγγυημένη έκβαση.

– Όταν αποδίδετε άσχημα, υποψιάζεστε ότι αυτό οφείλεται στο ότι δεν είχατε ποτέ την ικανότητα να αποδώσετε καλά εξ αρχής.

– Όταν δεν πετυχαίνετε σε μια εργασία, αποφεύγετε να επιχειρήσετε παρόμοιες εργασίες επειδή πιστεύετε ότι θα αποτύχετε και σε αυτές.

– Όσο σκληρά κι αν προσπαθείτε, τα πράγματα δεν φαίνεται να πηγαίνουν ποτέ όπως τα θέλετε.

– Ενώ μπορεί να μην είστε αβοήθητοι στην πραγματικότητα, μπορεί να πιστεύετε πραγματικά ότι δεν έχετε καμία επιρροή σε ό,τι συμβαίνει. Αυτή η νοοτροπία μπορεί να σας δυσκολεύει να βρείτε λύσεις στα προβλήματά σας.

Πώς να την αντιμετωπίσουμε

Αν θέλετε να αισθάνεστε ότι έχετε περισσότερο τον έλεγχο της ζωής σας και να γίνετε πιο προνοητικοί, μπορείτε οπωσδήποτε να λάβετε μέτρα για να το πετύχετε. Αυτές οι στρατηγικές προσφέρουν ένα μέρος για να ξεκινήσετε.
Γνωστική εκτόνωση

Σε μια κρίση, ο φόβος και η απελπισία μπορεί να γίνουν συντριπτικά. Σε μια προσπάθεια να ανακτήσουμε την ελπίδα, μπορεί να έχουμε το ένστικτο να ξορκίσουμε τις αμφιβολίες μας. Αντί για «Δεν μπορώ να το κάνω αυτό», μπορεί να πούμε: «Είμαι ανίκητος».
Αλλά η αποφυγή ανεπιθύμητων ή αρνητικών συναισθημάτων δεν τα κάνει να εξαφανιστούν. Κατά βάθος, ξέρουμε ότι δεν είστε ανίκητοι. Η αποτυχία σπάνια είναι εγγυημένη, αλλά ούτε και η επιτυχία.

Οι έρευνες δείχνουν ότι είναι γενικά πιο αποτελεσματικό να «εκτονώνετε» τις σκέψεις σας αντιμετωπίζοντάς τες κατά μέτωπο αντί να προσποιείστε ότι οι αμφιβολίες σας δεν υπάρχουν. Θα μπορούσατε, για παράδειγμα, να πείτε στον εαυτό σας πράγματα όπως: «Το δεν μπορώ να το κάνω είναι μια σκέψη, τίποτα περισσότερο», «Επειδή σκέφτομαι κάτι, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αλήθεια»., «Αυτές οι σκέψεις είναι ενοχλητικές, αλλά δεν με ελέγχουν».

Προσανατολισμός στην απόκτηση γνώσεων

Ένας άλλος τρόπος για να ξεπεράσουμε τη μαθημένη αβοηθησία είναι να μετατοπίσουμε τις σκέψεις μας προς έναν προσανατολισμό κυριαρχίας. Αυτό σημαίνει να αποδέχεστε τα λάθη σας ως μέρος μιας μαθησιακής διαδικασίας και όχι ως αντανάκλαση των δυνατοτήτων σας. Για παράδειγμα, ας πούμε ότι χάνετε έναν αγώνα. Η απογοήτευση που νιώθετε μπορεί να σας καταβάλει σε σημείο που δεν αντέχετε να το ξαναζήσετε. Μπορεί να καταλήξετε στο συμπέρασμα ότι είστε κακοί στο τάδε άθλημα, ότι η εξάσκηση είναι χάσιμο χρόνου.

Αλλά αφού ηρεμήσετε, ίσως να επωφεληθείτε από την επανεξέταση του αγώνα σας. Γιατί χάσατε; Ήταν αργή η κίνηση των ποδιών σας; Μήπως οι γροθιές σου δεν βρήκαν στόχο; Μόλις καταλάβετε πού υστερούσε η απόδοσή σας, μπορείτε να εστιάσετε την προπόνησή σας στην ανάπτυξη αυτών των δεξιοτήτων. Αν δεν είχατε χάσει, δεν θα γνωρίζατε ότι αυτές οι δεξιότητες χρειάζονται βελτίωση. Με την προπόνηση μπορείτε να γίνετε καλύτεροι.

Εξωτερική στήριξη

Αν αισθάνεστε ότι δεν μπορείτε να λύσετε ένα πρόβλημα μόνοι σας, δεν είναι ντροπή να ζητήσετε βοήθεια. Άλλοι άνθρωποι μπορεί να εντοπίσουν ευκαιρίες που έχετε χάσει. Οι φίλοι και τα αγαπημένα πρόσωπα μπορούν επίσης να προσφέρουν πιο άμεση υποστήριξη, δουλεύοντας μαζί σας για να πετύχετε αυτό που δεν μπορούσατε να κάνετε μόνοι σας.

Να θυμάστε ότι η αναζήτηση και η αποδοχή στήριξης δεν υποδηλώνει αδυναμία. Αντίθετα, δείχνει γνώση των δικών σας ορίων, και αυτό δεν είναι ποτέ κακό. Ενώ τα αγαπημένα πρόσωπα μπορούν να προσφέρουν παρηγοριά και ενθάρρυνση, η επαγγελματική υποστήριξη μπορεί πάντα να έχει όφελος όταν πρόκειται για την αντιμετώπιση της μαθημένης αβοηθησίας.

Η λήψη στήριξης μπορεί να είναι ακόμη πιο ουσιαστική όταν:

– αυτή η νοοτροπία προέρχεται από επώδυνες ή τραυματικές εμπειρίες στο παρελθόν

– εμφανίζετε συμπτώματα ψυχολογικών δυσκολιών, όπως κατάθλιψη ή άγχος

– τα συναισθήματα αδυναμίας επηρεάζουν επανειλημμένα τις προσωπικές σας σχέσεις ή τους στόχους της ζωής σας.

Η Ιερή Φλόγα της ψυχής

Η ιερή φλόγα της ψυχής δεσπόζει αιώνια μέσα από το πέρασμα του χρόνου, ουσιαστικά είναι μια άχρονη ενέργεια φωτός. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον είναι ένα μέσα στη δική της ποιότητα. Όλα βρίσκονται εντός του ενεργειακού πεδίου της, μέσα στον κύκλο της πρωταρχικής δημιουργίας. Περικλείει όλη τη δυναμική των ενεργειών του δημιουργού, είναι πολύμορφη, με μια συχνότητα που της επιτρέπει να υπάρχει συγχρόνως σε πολλές διαστάσεις.

Όταν ενσαρκώνεται στη γη εκδηλώνεται μέσα από την ανθρώπινη μορφή με όλα τα χαρακτηριστικά του φυσικού σώματος στην ύλη, παράλληλα έχει πάντα πρόσβαση στην πνευματική της ουσία. Απλά επιλέγει αιώνες τώρα να εγκλωβίζει το μεγαλύτερο μέρος από τη δυναμική της σε υψηλότερες σφαίρες, να συρρικνώνεται με έναν τρόπο στις τρεις διαστάσεις ώστε να δουλέψει σε αυτό το πεδίο, προσπαθώντας παράλληλα να αφυπνιστεί και να ενωθεί με όλα τα υπόλοιπα κομμάτια της.

Κάθετο και οριζόντιο μοίρασμα ζωτικής ενέργειας, σε ένα τρισδιάστατο πεδίο με στόχο την ένωση του πνεύματος με την ύλη. Αυτό είναι το έργο που έχει να επιτελέσει η ψυχή στην ανθρώπινη μορφή.

Πριν την κάθε ενσάρκωσή της στη γη, βιώνει σε ανώτερα πεδία μέσα σε μια αγγελική πολυδιαστασιακή υπόσταση, σε αυτή την ενέργεια δημιουργεί το πλάνο της ζωής για το επόμενο ταξίδι της στη γη. Όταν είναι έτοιμη επιλέγει τους γονείς, τον τόπο και τον χρόνο, καθώς επίσης τα μαθήματα και τις δοκιμασίες. Επιλέγει να μπει σε ένα σύστημα που μέσα σε αυτό θα εξελιχθεί. Από τη στιγμή της γέννησής της όμως ξεχνά όλη την προηγούμενη δυναμική που φέρνει. Έτσι πορεύεται μέσα στο ταξίδι της ζωής και καλείται να μάθει όλα όσα ήδη γνωρίζει με έναν διαφορετικό τρόπο κάθε φορά. Σκοπός αυτής της εκπαίδευσης είναι να ολοκληρώνει μαθήματα, διαφορετικούς κύκλους ζωής, αλλά και να συλλέγει εμπειρίες που θα τη βοηθήσουν στην εξέλιξή της.

Το θεϊκό της κομμάτι παραμένει στα ανώτερα πεδία και βρίσκεται συνεχώς σε σύνδεση μαζί της, είναι ο ανώτερος εαυτός της. Η ίδια όμως στην ανθρώπινη μορφή ξεχνά την ύπαρξή του, αναπτύσσει την προσωπικότητα που είναι ο κατώτερος εαυτός και καλείται να αφυπνιστεί ώστε να πράξει την ένωση.

Έρχεται λοιπόν στη γη να αγωνιστεί μέσα στη δυαδικότητα, να ισορροπήσει το φως και το σκοτάδι, να αποδεχτεί εξ ολοκλήρου όλες τις εκφάνσεις της ύπαρξής της και να τις ενώσει. Να δώσει, να δεχτεί και να ολοκληρώσει μαθήματα, αλλά κυρίως να ενθυμηθεί τη θεϊκή της καταγωγή, ότι είναι Ένα με τον δημιουργό της.

Η εστία της είναι η ίδια εστία του πρωταρχικού δημιουργού. Μιας νοήμον ενέργειας του σύμπαντος, μιας κυρίαρχης ανώτερης δύναμης, της μητέρας και του πατέρα μαζί. Όλης της πνευματικής οικογένειας των ενεργειών του φωτός. Είναι η πηγή του όλου. Από εκεί έρχεται η ψυχή και εκεί πηγαίνει. Εκεί ανήκει, είναι μια ενέργεια γεμάτη από το φως και την αγάπη.

Κάθε φορά που επιλέγει να ενσαρκωθεί στη γη φέρνει μαζί της και ένα μέρος ενεργειών από τις προηγούμενες ενσαρκώσεις της, καθώς τίποτα δε χάνεται από όλα όσα συλλέγει στην κάθε της ζωή. Τα πάντα συγκεντρώνονται σε ένα ενεργειακό υπερδιάστατο πεδίο το λεγόμενο Ακασικό αρχείο, όπου με έναν τρόπο παραμένουν ενεργά και πορεύονται με την παρούσα ζωή της. Εκεί υπάρχουν όλοι οι ρόλοι, οι μνήμες, τα ταλέντα, ό,τι έχει δουλέψει, ό,τι δεν έχει ολοκληρώσει. Καθώς και όλα τα αποτελέσματα που έχει φέρει μέσα από τις πράξεις της προσωπικότητας (κάρμα) την αιτία και το αιτιατό, τη δράση και την αντίδραση.

Έτσι από τη μια χρειάζεται να δουλέψει με όλα όσα φέρνει από το παρελθόν και από την άλλη καλείται να επιβιώσει και να ανταπεξέλθει στα αδιέξοδα και στις αντιξοότητες της καθημερινότητας του παρόντος, αλλά και να απελευθερώσει και όλα τα άχρηστα πρότυπα και πεποιθήσεις που εντυπώθηκαν στην κάθε παρούσα ζωή της.

Εδώ είναι η πρόκληση, αυτό είναι το παιχνίδι, στην ουσία αναλαμβάνει έναν ρόλο να ερμηνεύσει, όπως και όλες οι άλλες ψυχές γύρω της, όπου μαζί δημιουργούν ένα έργο επί σκηνής πάνω στη γη, αλλά παράλληλα με τη βάση ενός σοφού σχεδίου που γενικεύεται σε όλο το σύμπαν.

Μέσα σε αυτό το παιχνίδι της ζωής κανείς δεν παρεμβαίνει στις ανθρώπινες επιλογές, γιατί βασικός κανόνας του παιχνιδιού είναι η ελεύθερη βούληση. Κατά αυτόν τον τρόπο βιώνουμε όλοι σταδιακά τα διάφορα επίπεδα της ανάπτυξής μας, έχοντας ή όχι συνειδητά τη γνώση της πραγματικής μας ουσίας.

Σαφώς είναι διαφορετικές οι περιπτώσεις που οδηγούν τον καθένα από εμάς σε μια εσωτερική αναζήτηση. Μέσα από τη φύση μας νιώθουμε την ανάγκη της επίγνωσης, να μάθουμε δηλαδή τον εαυτό μας. Να βρούμε τον σκοπό της ύπαρξης, την πνευματικότητα, τον εσωτερισμό μας. Όταν αναγνωρίσουμε τις πολλές εκφάνσεις του εαυτού μας ξεκινάμε την ένωση.

Στην αναζήτηση αυτή αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε το ανθρώπινο μεγαλείο πέρα από τις τρεις διαστάσεις. Ενώνουμε την ύλη με το πνεύμα, τον ανώτερο εαυτό, νιώθουμε θεοί μέσα μας και σιγά-σιγά ανακτούμε τη δύναμή μας. Έτσι δημιουργούμε τη γαλήνη, την ευτυχία, την αγάπη και την ισορροπία στη ζωή μας. Όλα αυτά είναι στάδια ανάπτυξης διαφορετικά για τον καθένα. Αρχικά έρχεται η επίγνωση, η αποδοχή των επιλογών, η συγχώρεση, η κατανόηση και η συνειδητοποίηση της δυαδικότητας του εαυτού. Έρχεται με λίγα λόγια η αναγνώριση της σοφίας που φέρνει μέσα της η ψυχή καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού της πάνω στη γη.

Τις περισσότερες φορές χρειάζεται να περάσουμε μέσα από τραυματικές εμπειρίες για να μπούμε στο μονοπάτι της αναζήτησης του ίδιου του εαυτού και της πνευματικότητάς μας. Γιατί ψάχνοντας να βρούμε λύσεις και απαντήσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, έρχεται κάποια στιγμή που συνειδητοποιούμε πως τα πάντα βρίσκονται μέσα μας. Πριν να φτάσουμε όμως εκεί συνήθως αισθανόμαστε δυσφορία, αδιέξοδο, ψυχικό πόνο και αδυναμία, θεωρούμε πως κανείς γύρω μας δεν καταλαβαίνει όλο αυτό που περνάμε, αλλά μπορεί και να είναι απλά η ετοιμότητά μας για να αλλάξουμε οπτική.

Κάποιες άλλες φορές προσπαθώντας να βρούμε τον δρόμο μας μια σοβαρή ασθένεια γίνεται η αφορμή να ανακαλύψουμε τα ταλέντα της ψυχής μας π.χ. (αυτοίαση) και την ίδια μας τη δύναμη.

Δεν έχει όμως σημασία ο τρόπος που ο καθένας οδηγείται στον δρόμο της ψυχής του, αλλά το αποτέλεσμα που θα φέρει στον εαυτό του και στο σύνολο, αφού τα πάντα είναι αλληλένδετα μεταξύ τους. Υπάρχει προνόηση της ίδιας της ψυχής που ήδη έχει φροντίσει μέσα στο πλάνο της να φέρει κοντά μας ανθρώπους που είτε θα μας ανοίξουν τον δρόμο, είτε θα μας δείξουν μέσα από τον ίδιο τους τον εαυτό και τις αλλαγές τους, τον τρόπο που και εμείς να μπορούμε να ανακαλύψουμε την εσωτερική μας διάνοια και δύναμη.

Η εσωτερική ύπαρξη φέρνει μέσα της και το φως και το σκοτάδι εδώ είναι απαραίτητη η ισορροπία. Η υπέρβαση γίνεται από τη μια με την βοήθεια του πνεύματος, την απεριόριστη θεμελιώδη ενέργεια της αγάπης του θεού, την κινητήρια δύναμη για τη ζωή. Και από την άλλη με την αγάπη του καθενός προς τον εαυτό του, γιατί έτσι αναγνωρίζει και αποδέχεται το θεό μέσα του.

Κανένας θεός δεν τιμωρεί, η τιμωρία είναι καθαρά ανθρώπινο χαρακτηριστικό και μόνο.

Οι πράξεις μας είναι που φέρνουν το όποιο αποτέλεσμα. Το να αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες των πράξεών του αρχίζει να ξετυλίγει το κουβάρι του εαυτού του, έτσι έρχεται η συνειδητή γνώση του “είναι”, η οποία έχει την ικανότητα να μας πηγαίνει πιο κοντά στην ψυχή και στο πνεύμα (συνειδητότητα). Ανοίγουμε την αντίληψη για τον ρόλο μας στη γη, για τον ουσιαστικό σκοπό της ζωής μας, κατανοούμε πως υπάρχει κάτι πέρα από τις τρεις διαστάσεις που ζούμε και έως τώρα γνωρίζουμε. Αποδεχόμαστε την πραγματική θεϊκή ουσία που πηγάζει μέσα μας και πορευόμαστε ως ένα πολυδιάστατο ον. Έτσι ακριβώς όπως υπήρξαμε πρωταρχικά.

Δημιουργηθήκαμε με πολλή αγάπη έχοντας στη διάθεσή μας όλες εκείνες τις δυναμικές που τώρα προσπαθούμε και πάλι να ανακτήσουμε. Έχουμε μέσα μας κερδισμένα δώρα, τη δημιουργία, την αυτοΐαση, τη σοφία, την αγάπη, τη δύναμη. Όλα είναι δικά μας, απλά επιλέξαμε να τοποθετήσουμε μπροστά μας το πέπλο της λήθης, να μπούμε σε ένα ταξίδι ενσαρκώσεων, για τη σύλλεξη εμπειριών, να δώσουμε και να πάρουμε μαθήματα αλλά κυρίως να προσφέρουμε την ενέργειά μας στο συλλογικό πεδίο της γης.

Όλα όσα συλλέγει η ψυχή βρίσκονται μέσα στην καρδιά, μέσα στο DNA, μέσα στο προσωπικό αλλά και συλλογικό Ακασικό αρχείο, εκεί υπάρχει όλο το μεγαλείο, εκεί βρίσκονται τα δώρα και είναι διαθέσιμα για όλους, εκεί υπάρχει και ο ανώτερος εαυτός που γνωρίζει τα πάντα. Είναι ένας και μοναδικός και απόλυτα συνδεδεμένος με την ψυχή του, είναι εκείνος που θα της απλώσει το χέρι του όταν χάσει τον δρόμο της. Είναι ο άγγελος που θα την αγκαλιάσει όταν πονάει, που θα την τραβήξει στο φως με την αγάπη του, που δε θα κρίνει ποτέ τις επιλογές και τις πράξεις της, αλλά θα περιμένει με υπομονή να τον θυμηθεί και να τον καλέσει.

Το έργο της ψυχής λοιπόν εκτός από τη συλλογή εμπειριών και την ολοκλήρωση μαθημάτων είναι μέσα στο κάθε ταξίδι της να ανακαλύψει κυρίως αυτό το μεγαλείο που φέρνει και να ενωθεί με τον ανώτερο εαυτό. Καλούμαστε ως άνθρωποι να δούμε και να αναγνωρίσουμε αυτήν την αλήθεια.

Να εκδηλώσουμε την μοναδική ιερότητα του εαυτού μας, ώστε ελεύθεροι να ενώσουμε το δικό μας πνεύμα στην ύλη μέσα από άγνή πρόθεση φωτός και αγάπης.

Μερικές φορές το πεπρωμένο

Μερικές φορές το πεπρωμένο είναι σαν μια μικρή αμμοθύελλα που αλλάζει συνεχώς κατεύθυνση. Κι εσύ μπορεί να αλλάξεις κατεύθυνση αλλά η αμμοθύελλα σε κυνηγάει. Στρίβεις ξανά, η αμμοθύελλα όμως σ’ ακολουθεί και συνεχίζεις ακατάπαυστα, σαν να χορεύεις έναν δυσοίωνο χορό με τον θάνατο, λίγο πριν ξημερώσει. Γιατί; Επειδή αυτή η αμμοθύελλα δεν ήρθε από κάπου μακριά, δεν είναι κάτι που δεν έχει σχέση με σένα.

Αυτή η αμμοθύελλα είσαι εσύ. Βρίσκεται μέσα σου. Έτσι, δεν έχεις παρά να της παραδοθείς, να μπεις μέσα της, να κλείσεις τα μάτια σου και να βουλώσεις τα αυτιά σου, για να μην περάσει μέσα σου η άμμος, και βήμα βήμα να τη διασχίσεις. Δεν υπάρχει ήλιος εκεί, ούτε φεγγάρι, ούτε πυξίδα, καμία αίσθηση του χρόνου. Μόνο η υπέροχη λευκή άμμος που στροβιλίζεται και υψώνεται ψηλά στον ουρανό σαν σκόνη από κονιορτοποιημένα οστά. Μια τέτοια αμμοθύελλα πρέπει να φανταστείς.

Και πρέπει στ’ αλήθεια να περάσεις μέσα από αυτή την άγρια, μεταφυσική, συμβολική αμμοθύελλα. Ανεξάρτητα από το πόσο μεταφυσική ή συμβολική είναι, εσύ μην κάνεις το λάθος και την παραβλέψεις: θα σε χαρακώσει βαθιά, σαν χίλια ξυραφάκια. Εκεί πολλοί θα ματώσουν, αλλά θα ματώσεις κι εσύ. Καυτό κόκκινο αίμα. Το αίμα τούτο θα βάψει τα χέρια σου, αίμα δικό σου και των άλλων.

Και μόλις η θύελλα κοπάσει, δε θα θυμάσαι πώς κατάφερες να τη διασχίσεις, πώς κατάφερες να επιζήσεις. Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζεις πως η θύελλα κόπασε. Ένα όμως είναι βέβαιο. Όταν βγεις από κει μέσα, δε θα είσαι το ίδιο άτομο με εκείνο που μπήκε. Περί αυτού πρόκειται.

Το θεώρημα των τεσσάρων χρωμάτων

Στις 23 Οκτώβριου του 1852, ο Φράνσις Γκάθρι, προπτυχιακός φοιτητής στο University College του Λονδίνου όταν προσπάθησε να χρωματίσει τον χάρτη των περιφερειών της Αγγλίας αναρωτήθηκε ποιος θα ήταν ο ελάχιστος αριθμός διαφορετικών χρωμάτων τα οποία θα χρησιμοποιούσε ώστε οι γειτονικές περιφέρειες να έχουν διαφορετικό χρώμα. Δεν κατέληξε πουθενά όποτε έθεσε στον καθηγητή Αύγουστο Ντε Μόργκαν το ερώτημα.

Ο Ντε Μόργκαν ήταν ο πρώτος καθηγητής μαθηματικών του νεοσύστατου πανεπιστήμιου University College και διάσημος για τις έρευνές του πάνω στην Λογική. Όμως παρά την εξαιρετική του ευφυΐα, ο Ντε Μόργκαν δεν ήξερε την απάντηση στην ερώτηση του μαθητή του. Την ίδια μέρα έγραψε στον συνάδελφο του Χάμιλτον, «τον εξυπνότερο άνθρωπο της Ιρλανδίας», στο Δουβλίνο:

«Ένας μαθητής μου με ρώτησε σήμερα να του αιτιολογήσω ένα γεγονός το οποίο αγνοούσα-και εξακολουθώ να αγνοώ- αν είναι γεγονός.
Λέει ότι αν ένα σχήμα είναι χωρισμένο σε τμήματα με οποιοδήποτε τρόπο και κάθε τμήμα είναι χρωματισμένο ώστε να έχει διαφορετικό χρώμα από οποιοδήποτε άλλο με το οποίο συνορεύει-μπορεί να απαιτούνται τέσσερα χρώματα, αλλά όχι παραπάνω…
Αν μου δώσεις κάποια πολύ απλή εξήγηση που θα με κάνει να νιώσω ένα αδαές ζώο, μάλλον θα ακολουθήσω το παράδειγμα της σφίγγας»…

(Ο Ντε Μόργκαν αναφερόταν στην μυθολογική σφίγγα η οποία αυτοκτόνησε αφού ο Οιδίποδας έλυσε τον γρίφο της. Βεβαίως ήταν μάλλον αρκετά πιο εύκολος από την εικασία των τεσσάρων χρωμάτων: “Ποιο ζώο περπατά με τέσσερα πόδια το πρωί, δύο το μεσημέρι και τρία το απόγευμα;”
Η απάντηση είναι o άνθρωπος (αν η μέρα αντιστοιχεί στην ζωή του ανθρώπου, ως βρέφος μπουσουλάει, ως ενήλικος περπατά με τα δύο πόδια και ως ηλικιωμένος με μπαστούνι).
Ούτε όμως ο Χάμιλτον γνώριζε την απάντηση και μέσα σε τρεις μέρες του έγραψε:
«Δεν νομίζω να ασχοληθώ σύντομα με την τετράδα των χρωμάτων σου.»

Πολλοί μαθηματικοί μεγάλου βεληνεκούς δοκίμασαν την τύχη τους με το πρόβλημα, μάταια όμως.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο καλύτερος φίλος του Χίλμπερτ στο Γκέτιγκεν ,ο Χέρμαν Μινκόφσκι. Όταν το ερώτημα τέθηκε σε κάποιο από τα μαθήματά του. Σχολίασε: ‘Το θεώρημα δεν έχει ακόμα αποδειχτεί, αλλά αυτό οφείλεται στο ότι ασχολήθηκαν μαζί του μόνο μαθηματικοί τρίτης κατηγορίας”.
“Πιστεύω ότι μπορώ να το αποδείξω!!” Αφιέρωσε αρκετά μαθήματα, παλεύοντας με διάφορες ιδέες στον πίνακα. Τέλος , κάποιο πρωί, μπαίνοντας στην τάξη, έσκασε η βόμβα: ”Οι ουρανοί εξοργίστηκαν από την αλαζονεία μου”, ομολόγησε. “Η απόδειξή μου είναι ελαττωματική.”

Το τοπολογικό αυτό πρόβλημα έγινε γνωστό ως το πρόβλημα των τεσσάρων χρωμάτων του χάρτη και το ερώτημα που έθεσε ο Φράνσις Γκάθρι έμεινε γνωστό ως το θεώρημα των τεσσάρων χρωμάτων.
Μπορούμε να δούμε την πιο συνήθη περίπτωσή του ανοίγοντας έναν πολιτικό χάρτη. Οι διαφορετικές χώρες που εικονίζονται πρέπει να χρωματιστούν διαφορετικά ώστε να ξεχωρίζουν εύκολα. Ο προφανής κανόνας είναι ότι δύο γειτονικές χώρες δεν πρέπει να έχουν το ίδιο χρώμα.

Η ερώτηση του Φράνσις Γκάθρι ήταν: μπορείτε να αποδείξετε ότι δεν χρειάζεστε πάνω από τέσσερα χρώματα για οποιονδήποτε χάρτη;

Διαισθητικά αν ένας χάρτης αποτελούμενος από γραμμές που τέμνονται κάθετα χρειάζεται μόλις δύο χρώματα για παράδειγμα μια σκακιέρα. Μερικοί χάρτες με τα κατάλληλα τοπολογικά στοιχεία χρειάζονται μονό τρία. Αρκεί ένα απλό παράδειγμα για να δείξουμε ότι τα τρία χρώματα δεν επαρκούν για το χρωματισμό κάθε χάρτη. 

Αν και οι μαθηματικοί δεν έδιναν δεκάρα για το αν η επίλυση του προβλήματος θα βοηθούσε τους χαρτογράφους ή όχι, η πρόκληση του ερωτήματος τους συνεπήρε. Για χρόνια ο Ντε Μοργκαν συνέχισε να ρωτά τους συναδέλφους του αν μπορούσαν να βρουν μια απόδειξη μέχρι που τελικά ο Κεμπ ένας μαθηματικός δημοσίευσε μια απόδειξη. Ο Κεμπ έγινε αρκετά διάσημος ώστε τον δεχτήκαν στην Βασιλική εταιρεία και τον έχρισαν ιππότη. Βρέθηκε λοιπόν σε αρκετά αμήχανη θέση όταν η απόδειξή του αποδείχθηκε λανθασμένη από έναν άλλο μαθηματικό.
Ο Χέιγουντ εργάστηκε για αρκετά χρόνια πάνω στο ίδιο πρόβλημα και κατάφερε να αποδείξει ότι η απόδειξη του Κεμπ ήταν λανθασμένη.

Ωστόσο πάλι οι μαθηματικοί δεν ήταν ικανοποιημένοι απόλυτα. Τα 5 χρώματα πράγματι θα χρωμάτιζαν οποιοδήποτε χάρτη, αλλά τι γινόταν με τέσσερα ή ακόμη και τρία;
Η απόδειξη χρειάστηκε άλλα 80 χρόνια και ένα υπερυπολογιστή. Η πρώτη απόδειξη ήρθε το 1976 από τους Αμερικανούς μαθηματικούς Kenneth Appel και Wolfgang Haken από το Πανεπιστήμιο του Illinois.

Οι μαθηματικοί αμφισβήτησαν την απόδειξη γιατί πραγματοποιήθηκε με την χρήση υπολογιστή, κανείς δεν μπορεί να επιβεβαιώσει ότι στον κώδικα του υπολογιστή δεν παραβλέφτηκε κάποια περίπτωση. Είναι πλέον διάσημο το αστείο που έκανε ο Μάρτιν Γκάρντνερ στην στήλη του με τις σπαζοκεφαλιές στο Scientific American το 1975. Μόλις ένα χρόνο μετά την απόδειξη, πρότεινε ένα χάρτη 110 περιφερειών στον οποίο όπως υποστήριζε απαιτούνταν 5 χρώματα. Χρησιμοποιήθηκε όμως το πρόγραμμα mathematica και έγινε ο χρωματισμός με 4 χρώματα.

Το 2004 οι Georges Gonthier των εργαστηρίων της Microsoft στη Βρετανία και Benjamin Werner στο INRIA της Γαλλίας υποστηρίζουν ότι επιβεβαίωσαν την απόδειξη. Οι ερευνητές μετέγραψαν την απόδειξη στη γλώσσα υπολογιστή Coq, η οποία χρησιμοποιείται για την αναπαράσταση λογικών προτάσεων και ανέπτυξαν ένα λογισμικό ελέγχου λογικής προκειμένου να επιβεβαιώσουν ότι κάθε βήμα που οδηγεί στην απόδειξη είναι σωστό.

Η ΤΕΧΝΗ

Ποιο το όφελος της τέχνης; Το ερώτημα αυτό ακουγόταν συχνά στη Βρετανία τη δεκαετία του 1860 · και σύμφωνα με πολλούς σχολιαστές επικρατούσε η απάντηση: «Μηδαμινό». Η τέχνη, εξάλλου, δεν είχε συνεισφέρει τίποτε στη δημιουργία των μεγάλων βιομηχανικών πόλεων, στην ανάπτυξη των σιδηροδρόμων, στη διάνοιξη των καναλιών, στην επέκταση της αυτοκρατορίας και στο ότι η Βρετανία είχε λάβει θέση εξέχουσα μεταξύ των εθνών. Για την ακρίβεια, μάλιστα, η τέχνη φαινόταν ικανή να υποσκάπτει τις ιδιότητες που καθιστούσαν εφικτά όλα εκείνα τα επιτεύγματα· η παρατεταμένη επαφή μαζί της ενείχε κινδύνους όπως η θηλυπρέπεια, η ομφαλοσκοπία, η ηττοπάθεια, και η ποδάγρα. Το 1865 ο Τζον Μπράιτ, αντιπρόσωπος της περιφέρειας του Μπέρμιγχαμ στο κοινοβούλιο περιέγραψε σε μια αγόρευσή του τους καλλιεργημένους ως κλίκα υποκριτών που, αν ξεχώριζαν σε κάτι, ήταν ότι «μιλούν σπαστά δύο νεκρές γλώσσες, λατινικά κι ελληνικά». Εξίσου δηκτική όμως για τα οφέλη της βαθιάς μέθεξης με τη λογοτεχνία, την ιστορία και τη ζωγραφική ήταν και η άποψη ενός ακαδημαϊκού της Οξφόρδης, του Φρέντερικ Χάρρισον: «Η καλλιέργεια είναι επιθυμητή ιδιότης εις τους κριτικούς νέων βιβλίων και προσήκει εις τους επαΐοντες των belles lettres» παραδεχόταν· αλλά «στην καθημερινότητα ή στην πολιτική σημαίνει απλώς έφεσιν εις την μικρολογίαν, ροπή προς την εγωιστική μακαριότητα και ενδοιασμό την ώρα της δράσης. Ο καλλιεργημένος είναι από τα υποδεέστερα πλάσματα επί της Γης. Ουδείς εφάμιλλος αυτού στον αφελή σχολαστικισμό και εις την έλλειψιν κοινής λογικής. Ουδέν του φαίνεται ιδιαιτέρως ανεδαφικό, βρίσκει δε όφελος εις κάθε επιδίωξιν».

Όταν αυτοί οι λασπολόγοι πρακτικιστές αναζητούσαν έναν ιδανικό εκφραστή των πολλών ελαττωμάτων της τέχνης, ήταν σχεδόν αδύνατον να βρουν στο λογοτεχνικό στερέωμα της Βρετανίας στόχο πιο ελκυστικό από τον ποιητή και κριτικό Μάθιου Άρνολντ. Δίδασκε ποίηση στην Οξφόρδη και είχε υπογράψει αρκετά τομίδια με μελαγχολικούς στίχους που εκτιμούνταν από ένα στενό κύκλο διανοουμένων. Και σαν να μην αρκούσε η συνήθειά του να περιφέρεται στο Λονδίνο κρατώντας ένα μπαστούνι με ασημένια μύτη, ο Άρνολντ μιλούσε με φωνή λεπτή και σιγανή, άφηνε φαβορίτες ιδιόμορφα μακρόστενες, χτένιζε τα μαλλιά του με χωρίστρα στη μέση και, άκουσον άκουσον, είχε το θράσος να πετάει διαρκώς σπόντες, σε διάφορα άρθρα του στις εφημερίδες ή σε ομιλίες ενώπιον ακροατηρίου, ότι η τέχνη μπορούσε να είναι από τις σημαντικότερες ασχολίες στη ζωή -και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία, γεγονός πρωτόγνωρο στη Ιστορία, μπορούσες να διανύσεις σ’ ένα πρωί την απόσταση από το Λονδίνο ως το Μπέρμιγχαμ, και στην οποία η χώρα έφερε επάξια τον τίτλο «εργαστήριο του κόσμου».

Η Daily Telegraph, σθεναρός υπέρμαχος της βιομηχανίας και της μοναρχίας, εξαπέλυε μύδρους εναντίον του. Τον κατηγορούσε ως «κομψευόμενο μεμψίμοιρο» και ως «πρωθιερέα του πείθειν μετά τακτ», χλευάζοντάς τον ότι ήθελε να εκμαυλίσει τους δουλευτήδες και προσγειωμένους πολίτες, ώστε «να παραγκωνίσουν τα καταστήματα και τα καθήκοντά τους προκειμένου να άδουν άσματα, να απαγγέλλουν ποιήματα και να αναγιγνώσκουν δοκίμια».

Ο Άρνολντ δεχόταν αγόγγυστα τις λοιδορίες, ώσπου το 1869 τον εξώθησαν να γράψει ένα ολόκληρο βιβλίο όπου εξηγούσε μεθοδικά σε τι πίστευε ότι ωφελούσε η τέχνη και για ποιους ακριβώς λόγους θεωρούσε ότι είχε να παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή – ακόμη και της γενεάς εκείνης που είχε την τιμή να ανακαλύψει την πτυσσόμενη ομπρέλα και την ατμομηχανή.

Το έργο του culture and Anarchy *[Πνευματική καλλιέργεια και αναρχία] ξεκινούσε παραθέτοντας μερικές από τις κατηγορίες που είχαν εναποτεθεί στο κατώφλι της τέχνης. Στα μάτια πολλών, έλεγε, η τέχνη δεν ήταν παρά «ένα αρωματικό βάλσαμο για τις ανθρώπινες δυστυχίες, μια θρησκεία που εμφυσά στους πιστούς της πνεύμα εξεζητημένης αδράνειας, ωθώντας τους να αρνηθούν τη συμμετοχή τους στο ξερίζωμα των κακών. Συχνά συνοψίζεται ως μη έχουσα πρακτικό αντίκρισμα ή -προς επίρρωσιν μιας οικείας λέξεως ορισμένων επικριτών- ως φληνάφημα».

Μόνο που η τέχνη στις ανώτερες στιγμές της, υποστήριζε ο Άρνολντ, δεν ήταν έργο «λαπάδων»· ήταν ένα μέσο που μπορούσε να προσφέρει λύσεις στις βαθύτερες εντάσεις και αγωνίες της ζωής. Όσο αιθεροβάμονες και αν θεωρούσαν τους καλλιτέχνες «οι λεοντιδείς της Daily Telegraph», η τέχνη ήταν απολύτως ικανή να προσφέρει ερμηνείες και απαντήσεις στα μεγάλα ζητήματα της ύπαρξης.
Αναλογιστείτε το έργο οποιουδήποτε σπουδαίου καλλιτέχνη, πρότεινε ο Άρνολντ και θα δείτε ότι χαρακτηρίζεται (άμεσα ή έμμεσα) από «την επιθυμία να εξαλείψει τα ανθρώπινα σφάλματα, να καθάρει την ανθρώπινη σύγχυση και να απαλείψει την ανθρώπινη δυστυχία». Σε κάθε σπουδαίο θεράποντα της τέχνης, έλεγε, είναι βαθιά ενσταλαγμένη «η βλέψις ν’ αφήσει τον κόσμο καλλίτερον από ό,τι τον ηύρε». Ορισμένοι μπορεί να μην ενσωματώνουν την επιδίωξη αυτή σε κάποιο αναφανδόν πολιτικό μήνυμα, ίσως να μην αντιλαμβάνονται καν ότι την καλλιεργούν, ωστόσο το έργο τους περιέχει πάντοτε σχεδόν μια διαμαρτυρία για την κατάσταση των πραγμάτων και επομένως την προσπάθειά τους να αναμορφώσουν τις αντιλήψεις μας· συνιστά μια απόπειρα να μας εκπαιδεύσουν, ώστε να διακρίνουμε την ομορφιά και να κατανοούμε τον πόνο, ή ακόμη να αναζωπυρώσουν τις ευαισθησίες ας, να διαπλάσουν την ικανότητά μας να συναισθανόμαστε την κατάσταση των άλλων και να μας κάνουν, μέσω της θλίψης ή του γέλιου να βρούμε μια νέα ισορροπία στις αντιλήψεις μας περί ήθους. Ο Άρνολντ ολοκλήρωνε τα επιχειρήματά του με ένα απόφθεγμα στο οποίο βασίζεται και όλο το κεφάλαιο που διαβάζετε τώρα. Η τέχνη, έλεγε, είναι «η κριτική της ζωής».

Σε ποιες σκέψεις μας ωθεί η φράση αυτή; Κατ’ αρχάς στην προφανή, ότι η ζωή αποτελεί φαινόμενο που χρήζει κριτικής· και κατ’ επέκταση ότι εμείς οι άνθρωποι, ως έκπτωτα πλάσματα, κινδυνεύουμε διαρκώς να λατρέψουμε κίβδηλους θεούς, αδυνατούμε να κατανοήσουμε τον εαυτό μας, παρερμηνεύουμε τη συμπεριφορά των άλλων, γινόμαστε ολοένα και λιγότερο παραγωγικοί με τα άγχη ή τις επιθυμίες μας και ξεχνάμε ακόμη και ποιοι είμαστε με τη ματαιοδοξία και με τα λάθη μας. Κατά δεύτερον, μας ωθεί στη σκέψη ότι τα έργα τέχνης που μας γοητεύουν -μυθιστορήματα, ποιήματα, θεατρικά έργα, πίνακες ή ταινίες- είναι ικανά, με χιούμορ ή με σοβαρότητα, να λειτουργούν ως πλάγια μέσα για να κατανοήσουμε την κατάστασή μας. Μπορεί μάλιστα να μας καθοδηγούν στην εξεύρεση μιας γνησιότερης, αδέκαστης, ευφυέστερης κατανόησης του κόσμου.

FRIEDRICH NIETZSCHE: ΤΑ ΞΕΣΠΑΣΜΑΤΑ ΜΑΣ

«Αχ! έλα, χρυσή γαλήνη!»

Υπάρχουν αναμέτρητα πράγματα που η ανθρωπότητα απέκτησε στα προηγούμενα στάδια σιγά-σιγά, αλλά με τόσο αδύνατο και εμβρυακό τρόπο, που κανείς δεν μπορούσε να αντιληφθεί την απόκτησή τους και που πολύ αργότερα και καμιά φορά, μετά από πολλούς αιώνες, έρχονται στο φως στο μεταξύ αυτά έχουν δυναμώσει, έχουν πια ωριμάσει.

Είναι φανερό πως σε αρκετές περιόδους, όπως και σε αρκετούς ανθρώπους, απουσιάζει ένα συγκεκριμένο ταλέντο, μια συγκεκριμένη αρετή. Μα ας περιμένουν, αν έχουν καιρό, τα εγγόνια τους ή τα δισέγγονά τους, γιατί αυτά φέρνουν στο φως την ψυχή των παπούδων τους, αυτή την ψυχή που δεν ξέρανε τίποτα για λογαριασμό της οι ίδιοι οι παπούδες τους. Πολλές φορές, ο γιος κιόλας, αποκαλύπτει τον πατέρα, κι αυτός ο ίδιος καταλαβαίνει καλύτερα τον εαυτό του από τότε που απέκτησε από το γιο.

ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΝΙΤΣΕ, Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΣΚΟΠΟΥ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Ο ήχος στον Άρη ταξιδεύει σε… δύο διαφορετικές ταχύτητες

Θα πρέπει να τονισθεί πώς η ταχύτητα του ήχου δεν είναι μία σταθερά, καθώς αλλάζει ανάλογα με την πυκνότητα και τη θερμοκρασία του μέσου στο οποίο κινείται.

Όσο πιο πυκνό το μέσο, τόσο πιο γρήγορα κινείται. Στην ατμόσφαιρα της Γης κινείται με 343 μέτρα το δευτερόλεπτο στους 20 βαθμούς Κελσίου και με 1.480 μέτρα το δευτερόλεπτο στο νερό.

Η ατμόσφαιρα του Άρη είναι πολύ πιο αραιή από τη Γης, περίπου 0.020kg/m3 σε σχέση με τα 1.2kg/m3 στη Γη. Αυτό αναμενόμενα σημαίνει πως ο ήχος στον Άρη ταξιδεύει πιο αργά από τη Γη.

Ωστόσο χάρη στα μικρόφωνα του Perseverance Rover, οι επιστήμονες ανακάλυψαν κάτι που δεν έχουμε συναντήσει ξανά. Ο ήχος στον Άρη ταξιδεύει σε δύο διαφορετικές ταχύτητες.

Εξαιτίας των μοναδικών ιδιοτήτων των μορίων του διοξειδίου του άνθρακα σε χαμηλή πίεση, ο Άρης είναι ο μόνος βραχώδης πλανήτης στο Ηλιακό σύστημα του οποίου η ατμόσφαιρα προκαλεί αλλαγή στην ταχύτητα του ήχου στο μέσο της ακουστικής συχνότητας (20 Hertz – 20.000 Hertz).

Βρέθηκε λοιπόν πως ο ήχος διασχίζει την ατμόσφαιρα κοντά στην επιφάνεια με ταχύτητα 240 μέτρα το δευτερόλεπτο. Ωστόσο σε συχνότητες άνω των 240 Hertz, η δόνηση των μορίων του διοξειδίου του άνθρακα δεν προλαβαίνει να επανέλθει σε ηρεμία και ως αποτέλεσμα ο ήχος ταξιδεύει 10 μέτρα το δευτερόλεπτο ταχύτερα.

Αυτό πρακτικά σημαίνει πως αν κάποιος στεκόταν στην επιφάνεια του Άρη, θα άκουγε πρώτα τις υψηλές συχνότητες ενός ήχου πριν φτάσουν τα μπάσα.

Οι επιστήμονες σκοπεύουν να συνεχίσουν να παρατηρούν πώς οι καθημερινές αλλά και οι εποχιακές αλλαγές στην ατμόσφαιρα του Άρη επηρεάζουν τον ήχο.

Η συγκίνηση είναι η ενέργεια που κινεί τον κόσμο.

Κάποιοι βασικοί εγκεφαλικοί πυλώνες

Όλα όσα είμαστε, νιώθουμε, σκεφτόμαστε, κάνουμε, αποτελούν κατά βάση έκφραση της λειτουργίας του εγκεφάλου σε έναν διαρκή διάλογο με τα υπόλοιπα όργανα του σώματος και, μέσω αυτού, με όλο τον περίγυρό μας. Ο εγκέφαλος λειτουργεί με κώδικες κληρονομημένους, δηλαδή κώδικες που έχουν αποκρυσταλλωθεί κατά την εξελικτική διαδικασία. Αλλά είναι επίσης ένα εύπλαστο όργανο που αλλάζει διαρκώς σε όλη την πορεία της ζωής του ανθρώπου (περισσότερο αμέσως μετά τη γέννηση, λιγότερο κατά τα γηρατειά).

Η πλαστικότητα είναι μια γενετικά προγραμματισμένη εγκεφαλική διαδικασία ή ιδιότητα που προσαρμόζεται στις ζωτικές εμπειρίες του κάθε ανθρώπινου όντος και εκφράζεται μέσω των αλλαγών οι οποίες επέρχονται ως αποτέλεσμα κυρίως όλων όσα μαθαίνουμε και απομνημονεύουμε, της εκπαίδευσης που λαμβάνουμε και της κουλτούρας στην οποία ζούμε. Πρόκειται για φυσικές αλλαγές στον εγκέφαλο, διαφορετικές σε κάθε άνθρωπο· δεν συντελούνται μόνο στο μυαλό ενός υγιούς ανθρώπου, αλλά μπορεί επίσης να οφείλονται σε βλάβες ή τραυματισμούς εξαιτίας γενετικών διαταραχών, ατυχημάτων ή εγκεφαλικών βλαβών κατά τη διάρκεια του τοκετού, ή ως συνέπεια μιας κακής εκπαίδευσης ή έλλειψης εκπαίδευσης, κυρίως κατά τα πρώτα χρόνια.

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ένα πολύ ιδιαίτερο όργανο. Όχι μόνο λόγω όσων συνεπάγεται η λειτουργία του, αφού είναι επιφορτισμένος με το να εκφράζει τη συμπεριφορά, τον λόγο, τη σκέψη και τις συγκινήσεις, αλλά ως καθαυτό όργανο εντός του βιολογικού του περιβάλλοντος.

Η διαδικασία της βιολογικής εξέλιξης έχει σμιλέψει έναν εγκέφαλο πολύ διαφορετικό από εκείνον όλων των άλλων έμβιων όντων, συμπεριλαμβανομένων των πιο κοντινών μας εν ζωή προγόνων, των χιμπατζήδων· όχι μόνο σε ό,τι αφορά το μέγεθος και το βάρος του (σχεδόν ενάμισι κιλό έναντι μισού κιλού του χιμπατζή), αλλά και λόγω της λεπτής δομής και της οργάνωσής του. Είναι γεγονός ότι πολλά μέρη του ανθρώπινου εγκεφάλου και του εγκεφάλου του χιμπατζή, αν και διαφορετικού μεγέθους, έχουν παρόμοιο σχεδιασμό, άλλα μέρη όμως παρουσιάζουν εντελώς διαφορετική δομή· ιδιαιτέρως ο προμετωπιαίος φλοιός, όπου η οργάνωση των νευρώνων και οι συνάψεις μεταβίβασης πληροφοριών σε άλλες περιοχές του φλοιού είναι θεμελιώδεις για την επεξεργασία των νοητικών διεργασιών, κυρίως σε ό,τι αφορά τη λογική και συμβολική σκέψη, τη λήψη αποφάσεων, τις αξίες, τους κανόνες και την ηθική.

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος αρχίζει να δομείται λίγες ημέρες, 16 για την ακρίβεια, μετά τη γονιμοποίηση. Στην πορεία της ενδομήτριας ανάπτυξής του, κατά την πρώιμη και όψιμη εμβρυϊκή περίοδο, και ιδιαιτέρως κατά τη δεύτερη, συντελείται μια ιδιαίτερα δυναμική διαδικασία αναδιοργάνωσης των νευρώνων του εγκεφαλικού φλοιού. Αυτή η ανάπτυξη συνεχίζεται κατά το πρώιμο μεταγεννητικό στάδιο και την παιδική ηλικία με υπερπαραγωγή νευρωνικών κυκλωμάτων στην εν λόγω περιοχή του εγκεφάλου. Μετά τη γέννηση και μέχρι την ηλικία των δύο ετών συντελείται ένας κλιμακούμενος εμπλουτισμός των δενδριτών, και ο αριθμός των συνάψεων διαρκώς αυξάνεται.

Κατά την εν λόγω περίοδο η είσοδος αισθητηριακών πληροφοριών είναι πολύ σημαντική για τη μεταγεννητική ανάπτυξη της οργάνωσης των εγκεφαλικών συνάψεων. Αυτό έχει μελετηθεί ιδιαιτέρως στον οπτικό φλοιό. Ο ρόλος των αισθητηριακών πληροφοριών στην ανάπτυξη και ωρίμανση των συνάψεων είναι ουσιώδης προκειμένου να κατανοήσουμε τη γενικότερη επίδραση ενός πλήθους περιβαλλοντικών παραγόντων στη μεταγεννητική ανάπτυξη της οργάνωσης του εγκεφαλικού φλοιού. Ο σχηματισμός συνάψεων στη διάρκεια της ανάπτυξης διαφέρει αισθητά από περιοχή σε περιοχή του ανθρώπινου εγκεφάλου. Γνωρίζουμε ότι ο αριθμός δενδριτικών ακάνθων αυξάνεται και φτάνει τη μεγαλύτερη τιμή του μεταξύ 34ης και 36ης εβδομάδας της κύησης, για να πέσει κατακόρυφα μετά τη γέννηση, οπότε, από την ηλικία των δύο με τεσσάρων μηνών και έπειτα, κατά τρόπο γενικό στον εγκεφαλικό φλοιό, λαμβάνει χώρα μια σταδιακή και γρήγορη συναπτογένεση.

Αυτή η συναπτογένεση διαφέρει ανάλογα με την περιοχή του εγκεφαλικού φλοιού. Για παράδειγμα, στον οπτικό φλοιό η μεγαλύτερη τιμή επιτυγχάνεται στους οκτώ μήνες, έπειτα το σύστημα αναδιαμορφώνεται με σταδιακή απώλεια συνάψεων και στην ηλικία των 11 ετών απομένει μόνο το 60% απ’ αυτές. Στην περίπτωση του προμετωπιαίου φλοιού αυτό το σχήμα είναι διαφορετικό. Το απόγειο της συναπτογένεσης επιτυγχάνεται στην ηλικία των δύο ετών και παραμένει σε υψηλό επίπεδο μέχρι εκείνη των επτά ετών. Από αυτή την ηλικία και έπειτα η διεργασία της συναπτογένεσης αναδιαμορφώνεται με απώλειες που αγγίζουν το 40%, αλλά σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου και κατά τρόπο βαθμιαίο.

Από την πλευρά του, το μεταιχμιακό σύστημα (το σύστημα των συναισθημάτων) ολοκληρώνει την ωρίμανσή του ως προς τις συνάψεις ανάμεσα στην ηλικία των τεσσάρων και των επτά ετών, αναλόγως σε ποια δομή αναφερόμαστε. Ο ιππόκαμπος, για παράδειγμα, που είναι μια δομή θεμελιώδης όσον αφορά τη μνήμη, αποκτά στην ηλικία των τεσσάρων ετών μια νευρωνική αρχιτεκτονική που προσομοιάζει με εκείνη του ενήλικα. Σε γενικές γραμμές, το σχήμα της ανάπτυξης και της απώλειας των συνάψεων στις αισθητηριακές περιοχές, το μεταιχμιακό σύστημα, εξελίσσεται πολύ νωρίτερα από τις συνειρμικές περιοχές του φλοιού και, φυσικά, πολύ νωρίτερα απ᾽ όσο στον προμετωπιαίο φλοιό.

Μετά τη γέννηση ο εγκέφαλος είναι ένα συνεχές από δραστηριότητες που, ακόμα και υπό την καθοδήγηση ενός πανίσχυρου γενετικού προγράμματος, εξαρτώνται απόλυτα από τον αισθητηριακό και συναισθηματικό περίγυρό του. Είναι ένα παιχνίδι, αυτή τη φορά πιο ειδικό, που παίζεται ανάμεσα στα γονίδια που φέρει το κάθε άτομο και στο περιβάλλον στο οποίο ζει, και το οποίο σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνει τον καθένα από εμάς, κάνοντάς μας διαφορετικούς από οποιοδήποτε άλλο ανθρώπινο ον στον κόσμο.

Ο εγκέφαλος, όμως, στην πορεία της κατασκευής του, δεν είναι προϊόν μιας συνεχούς διεργασίας, ομοιογενούς και συγχρονικής (όσον αφορά όλα τα μέρη του και τον χρόνο), όπως μόλις είδαμε μιλώντας για τις συνάψεις. Η ανάπτυξη του εγκεφάλου διενεργείται με τρόπο ασύγχρονο, σε χρόνους διαφορετικούς. Τα προγράμματα του γονιδιώματος που κατευθύνουν αυτή τη συγκεκριμένη ανάπτυξη έχουν κάτι το οποίο θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε «παράθυρα» τα οποία ανοίγουν κάποια δεδομένη στιγμή, και είναι ακριβώς την εν λόγω στιγμή που μπορεί να εισέλθει από εκεί μια οποιαδήποτε πληροφορία (αισθητηριακή, κινητική, οικογενειακή, κοινωνική, συναισθηματική ή εκλογικευτική) προερχόμενη από το περιβάλλον. Και δεν υπάρχει καταλληλότερη συγκυρία από αυτή, αφού τα ανοιχτά παράθυρα κλείνουν συν τω χρόνω, για να επιτρέψουν το άνοιγμα άλλων.

Σήμερα αρχίζουμε να γνωρίζουμε ότι αυτές οι ελαστικές (κρίσιμες) περίοδοι, κατά τις οποίες το περιβάλλον στο οποίο ζει το άτομο πρέπει να είναι κατ’ ανάγκη παρόν, είναι θεμελιώδεις για την ανάπτυξη πολλών λειτουργιών του εγκεφάλου, όπως η ομιλία, η όραση, το συναίσθημα, οι ικανότητες για τη μουσική ή τα μαθηματικά, η εκμάθηση μιας δεύτερης γλώσσας ή, γενικά, οι γνωσιακές λειτουργίες (γνώση και τεκμηρίωση απόψεων). Μάλιστα, αρχίζουμε να μαθαίνουμε ότι υπάρχουν διαφορετικές κρίσιμες περίοδοι για τη διαμόρφωση των υποσυστημάτων ή των διαφόρων συστατικών στοιχείων των εν λόγω εύπλαστων λειτουργιών που έχουμε προαναφέρει.

Μια παρομοίωση θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε τι ακριβώς θέλω να πω. Ας σκεφτούμε ότι η ανάπτυξη του εγκεφάλου του παιδιού, ήδη από τη στιγμή της σύλληψης, είναι όπως η κατασκευή ενός αυτοκινήτου σε μια αλυσίδα παραγωγής. Το αυτοκίνητο, όταν ακόμα έχει απλώς τα βασικά εξαρτήματα (γονίδια), μεταφέρεται μέσω μιας κυλιόμενης ταινίας που κινείται με συγκεκριμένη ταχύτητα (χρόνος), και στη διάρκεια της διαδρομής προστίθενται και άλλα εξαρτήματα (περιβάλλον). Ο χρόνος αυτής της διαδρομής διαφέρει ανάλογα με κάποιες συγκεκριμένες συνθήκες, όπως είναι, για παράδειγμα, ο αριθμός των ανταλλακτικών που πρέπει να τοποθετηθούν σε κάθε χρονική στιγμή της διαδρομής ή η δυσκολία τοποθέτησής τους (προγεννητική περίοδος, περιγεννητική περίοδος, πρώιμη παιδική ηλικία, μέση παιδική ηλικία, ύστερη παιδική ηλικία, προεφηβεία, εφηβεία, πρώιμη ενήλικη ζωή, ενήλικη ζωή και γηρατειά). Η βασική δομή του αυτοκινήτου ενδέχεται να έχει ήδη ελαττώματα που αργότερα θα επηρεάσουν τη λειτουργία του (γενετικές μεταλλάξεις που προδιαθέτουν για κάποιες παθήσεις) ή μπορεί, παρότι στην αρχή δεν υφίσταται καμιά γενετική ανωμαλία, να εμφανιστεί κάποιο ελάττωμα επειδή δεν μπήκαν τα κατάλληλα ανταλλακτικά τη στιγμή που το αυτοκίνητο περνούσε μπροστά από τον μονταδόρο (περιβάλλον).

Η ιδέα του εύπλαστου παραθύρου αναφέρεται, συνεχίζοντας με την ίδια παρομοίωση, στο ότι, ενόσω το αυτοκίνητο μετακινείται μέσα σε αυτή την αλυσίδα παραγωγής, και ενώ έχει ήδη γενετικά προγραμματισμένες τις δικές του ενδογενείς αλλαγές, απαιτούνται περίοδοι κατά τις οποίες πρέπει να μονταριστούν τα ανταλλακτικά που έρχονται από το περιβάλλον· δηλαδή, περίοδοι που ανοίγουν για το μοντάρισμα της πληροφορίας (ανταλλακτικό) που προέρχεται από το περιβάλλον και οι οποίες κλείνουν οριστικά μόλις περάσει αυτός ο εύπλαστος χρόνος. Η πιο ξεκάθαρη περίπτωση εύπλαστου και καθοριστικού παραθύρου στο βιολογικό σύμπαν είναι αυτό που έχει περιγραφεί από τον Konrad Lorenz στα πουλιά και είναι γνωστή ως αποτύπωμα (imprinting).

Τα πουλιά, με το που βγαίνουν από το αβγό, ακολουθούν το πρώτο αντικείμενο που κινείται μπροστά τους και το οποίο συνήθως είναι η μητέρα τους. Αυτό μπορεί να κρατήσει μόνο μερικές ώρες. Με το που περνάει αυτό το χρονικό διάστημα, χάνεται και η εν λόγω τάση. Στα νεογέννητα παιδιά συμβαίνει κάτι παρόμοιο με πολλές άλλες λειτουργίες. Για παράδειγμα, για την όραση η περίοδος των πρώτων μηνών μετά τη γέννηση είναι τόσο κρίσιμη ώστε η στέρηση της όρασης σε ένα παιδί έστω και μόνο για μία εβδομάδα μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες για τη μελλοντική του όραση. Σήμερα γνωρίζουμε ότι στην όραση, η ανάπτυξη των διαφόρων κυκλωμάτων του αμφιβληστροειδούς χιτώνα, του θαλάμου καθώς και των πολυάριθμων περιοχών του οπτικού φλοιού που κωδικοποιούν διάφορες όψεις του οπτικού κόσμου, όπως είναι τα σχήματα, τα χρώματα, οι κινήσεις κ.λπ., λαμβάνει χώρα σε εύπλαστα παράθυρα που ανοίγουν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και παραμένουν ανοιχτά επί μερικούς μήνες.

Η εν λόγω πλαστικότητα χαρακτηρίζει όλα τα υπόλοιπα αισθητηριακά συστήματα. Επηρεάζει, όμως, και άλλες λειτουργίες του συναισθηματικού συστήματος, όπως εκείνες που εμπλέκονται στους μηχανισμούς της περιέργειας, των συναισθημάτων, της προσοχής, της ενσυναίσθησης, οι οποίες δεν ωριμάζουν πλήρως πριν από την ηλικία των τεσσάρων ετών, γεγονός το οποίο έχει ιδιαιτέρως σημαντικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη δεξιοτήτων που σχετίζονται ξεκάθαρα με τη μάθηση και την απομνημόνευση. Υπάρχουν και άλλα πολλά εύπλαστα παράθυρα, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει ιδιαίτερα εκείνο της γλώσσας.

Απ᾽ ό,τι φαίνεται, η ομιλία δεν είναι ένα χαρακτηριστικό με το οποίο γεννιόμαστε. Γεννιόμαστε με τη δυνατότητα κάποια στιγμή να μιλήσουμε, αλλά μόνο μέσω της διαδικασίας της μάθησης σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο πραγματώνεται ό,τι στην αρχή είναι απλώς μια δυνατότητα. Ένα παιδί που δεν έχει ακούσει ποτέ κάποιον άλλο άνθρωπο να μιλάει προτού κλείσει τα επτά ή τα οκτώ χρόνια του δεν θα μπορέσει να μιλήσει ποτέ ή, στην καλύτερη περίπτωση, θα το κάνει με τεράστιες δυσκολίες και περιορισμούς. Το εύπλαστο παράθυρο της γλώσσας κλείνει περίπου σ’ αυτή την ηλικία. Τα εύπλαστα παράθυρα της γλώσσας και της όρασης είναι περίπλοκα και χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη «υποπαραθύρων».

Για παράδειγμα, η διαδικασία κατάκτησης της σημασιολογίας (της σημασίας των λέξεων) δεν επιτελείται ταυτόχρονα με την κατάκτηση της σύνταξης (της δομής της γλώσσας) ή, στην περίπτωση της όρασης, η απόκτηση των διαφόρων συστατικών στοιχείων του αντικειμένου που βλέπουμε, όπως το χρώμα, το σχήμα ή η κίνηση, συντελείται σε διαφορετικές χρονικές φάσεις. Θα λέγαμε μάλιστα ότι δεν υπάρχουν μόνο παράθυρα για τα μεγάλα συστήματα και τα υποσυστήματα, αλλά και μικρο-παράθυρα, που διαρκούν κάποιες ώρες ή μέρες, τα οποία συντελούν στη μοριακή διαμόρφωση πολλών μικροκυκλωμάτων του εγκεφάλου.

Μπορούν άραγε αυτές οι γνώσεις να μας βοηθήσουν να ορίσουμε καλύτερα τους χρόνους στη διδασκαλία, για παράδειγμα, της γραμματικής ή των αγγλικών ή κάποιας τρίτης ξένης γλώσσας, ή, επίσης, τη διδασκαλία των μαθηματικών; Υπάρχουν, όμως, και άλλα πολλά εύπλαστα παράθυρα, όπως εκείνα που ανοίγουν στην περίοδο της προεφηβείας και τα οποία έχουν τεράστια σημασία, όσο κι αν οι γνώσεις μας γι’ αυτά σε νευρολογικό επίπεδο είναι περιορισμένες. Το να μάθουμε ποιοι είναι οι μηχανισμοί με βάση τους οποίους λειτουργεί ο συναισθηματικός εγκέφαλος στις πρώιμες ηλικίες και πώς επεξεργάζεται και κωδικοποιεί αυτό το πολύπλοκο σύμπλεγμα από γενετικές πληροφορίες —πληροφορίες από το βιολογικό περιβάλλον, από τη μόρφωση και το πολιτιστικό περιβάλλον μέσα σε ένα πλαίσιο κρίσιμης εισβολής ορμονών που «ανοίγει» τον εγκέφαλο και διαμορφώνει νέα πρότυπα «ατομικής» συμπεριφοράς— είναι απαραίτητο προκειμένου να γνωρίσουμε τις βιολογικές ρίζες αυτής της διαφορετικής ταραγμένης περιόδου που ακολουθεί, της εφηβείας.

Ακριβώς στη διάρκεια αυτών των σχετικά μεγάλων χρονικών περιόδων, της προεφηβείας και της εφηβείας, στον εγκέφαλο συντελούνται βαθιές αλλαγές στην εξελικτική του πορεία προς τον ενήλικο εγκέφαλο· αλλαγές που δεν αφορούν απλώς αποχρώσεις ενός ήδη οριστικά διαμορφωμένου εγκεφάλου αλλά την πραγματική «κατασκευή» του ενήλικα εγκεφάλου, με τον θάνατο νευρώνων και την αύξηση ή τη μείωση του πάχους και των δενδριτικών ακάνθων σε εκείνους που παραμένουν ζωντανοί. Όσον αφορά τα παράθυρα στα οποία αναφερθήκαμε, υπάρχει μια περιοχή του εγκεφάλου, ο προμετωπιαίος φλοιός, που καθυστερεί να ωριμάσει επαρκώς.

Αυτή η περιοχή του εγκεφάλου εμπλέκεται, ούτε λίγο ούτε πολύ, σε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θεωρούμε καθαρά ανθρώπινα, από την αρετή, τις ηθικές αξίες, τη λογική ή την ίδια την κοινωνική ευθύνη, τον έλεγχο των συναισθημάτων και την παρορμητικότητα, μέχρι τη λήψη αποφάσεων και τον υπεύθυνο σχεδιασμό του μέλλοντος της ίδιας της ζωής ενός ατόμου. Αυτό το μέρος του εγκεφάλου στο οποίο αναφερόμαστε ωριμάζει οριστικά στην ηλικία των 25 με 27 ετών, ηλικία κατά την οποία εμφανίζονται ορισμένοι νευροδιαβιβαστές και ολοκληρώνεται η μόνωση με μυελίνη των αξόνων των νευρώνων.

Ποια παράθυρα ανοίγουν και ποια κλείνουν σε αυτή την κρίσιμη για το χτίσιμο του ανθρωπίνου όντος μακρά περίοδο; Ποια παράθυρα ανοίγουν και πότε κλείνουν στη διάρκεια της προεφηβείας, στη διάρκεια αυτού του χείμαρρου ορμονών που εισβάλλει και μεταμορφώνει τον εγκέφαλο των νέων; Πότε, κατά τη μακρά περίοδο της εφηβείας, στη διάρκεια της οποίας, όπως μόλις προείπα, πεθαίνουν τόσοι νευρώνες, λαμβάνει χώρα μια νέα οργάνωση ορισμένων περιοχών του εγκεφαλικού φλοιού; Και, μιλώντας για όλα αυτά, ποια είναι τα στοιχεία και τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος που έχουν καθοριστική σημασία για την καλύτερη μέθοδο διδασκαλίας και τη μόρφωση των εφήβων;

Richard Dawkins: Οι άνθρωποι μπορούν και πρέπει να συμπεριφέρονται ενστικτωδώς ως στατιστικολόγοι

Πώς άραγε μπορούμε να δούμε ποια από τα σχέδια που παρατηρούμε είναι αληθινά, ποια τυχαία και ποια κενά περιεχομένου.

Υπάρχουν μέθοδοι, οι οποίες ανήκουν στη σφαίρα της επιστήμης της στατιστικής και του πειραματικού σχεδιασμού. Θα ήθελα να ξοδέψω λίγο χρόνο για να εξηγήσω μερικές από αυτές τις αρχές της στατιστικής, χωρίς να μπω σε λεπτομέρειες.

Η στατιστική γενικώς μπορεί να θεωρηθεί ως η τέχνη του διαχωρίζειν το σχέδιο από το τυχαίο. Εξ ορισμού, τυχαίο σημαίνει απουσία σχεδίου Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να εξηγήσει κανείς τις έννοιες της τυχαιότητας και του σχεδίου.

Ας υποθέσουμε ότι ισχυρίζομαι πως μπορώ να κάνω μια διάκριση ανάμεσα στους γραφικούς χαρακτήρες των αγοριών και των κοριτσιών. Αν έχω δίκιο, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένα αληθινό σχέδιο που συνδέει το φύλο με το γραφικό χαρακτήρα. Ένας σκεπτικιστής θα αμφέβαλλε γι’ αυτό, συμφωνώντας μεν ότι ο γραφικός χαρακτήρας ποικίλλει από άτομο σε άτομο, διαφωνώντας όμως στο ότι υπάρχει κάποιο σχέδιο αυτής της ποικιλίας και μάλιστα συνδεδεμένο με το φύλο.

Πώς άραγε μπορεί κανείς να κρίνει αν έχω δίκιο εγώ ή ο σκεπτικιστής; Είναι άτοπο να δεχθεί κανείς απλώς και μόνο το λόγο μου για κάτι τέτοιο. Σαν τον προληπτικό παίκτη στο Λας Βέγκας, θα μπορούσα κάλλιστα να έχω εκλάβει κατά λάθος μια τυχαία ρέντα για πραγματική, επαναλαμβανόμενη δεξιότητα. Όπως και να ’χει το πράγμα, έχετε κάθε δικαίωμα να ζητήσετε αποδείξεις. Ποιες αποδείξεις θα σας ικανοποιούσαν; Η απάντηση είναι αποδείξεις που έχουν καταγραφεί δημοσίως και που έχουν αναλυθεί σωστά.

Ο ισχυρισμός μου είναι εν πάση περιπτώσει στατιστικός. Δεν διατείνομαι (εννοώ, στο συγκεκριμένο υποθετικό παράδειγμα -στην πραγματικότητα δεν ισχυρίζομαι τίποτε) ότι μπορώ χωρίς λάθος να ανακαλύψω το φύλο του συγγραφέα, εξετάζοντας ένα δεδομένο δείγμα γραφής. Ισχυρίζομαι μόνον ότι από τη μεγάλη ποικιλία που παρατηρείται μεταξύ γραφικών χαρακτήρων, υπάρχουν κάποια συστατικά της που συνδέονται με το φύλο. Επομένως, αν’ και θα διέπραττα σφάλματα, και συχνά μάλιστα, αν μου δίνατε ας πούμε 100 δείγματα γραφής, θα έπρεπε να μπορώ να τα ταξινομήσω, χωρίζοντάς τα σε γραφές αγοριών και κοριτσιών, με μεγαλύτερη ακρίβεια από εκείνη που θα επιτύγχανα απλώς και μόνο χωρίζοντας τα δείγματα τυχαία. Εξ αυτού έπεται ότι, για να εκτιμήσετε τον ισχυρισμό μου, θα χρειασθεί να υπολογίσετε πόσο πιθανό είναι το δεδομένο αποτέλεσμα να έχει επιτευχθεί από τυχαίο διαχωρισμό των δειγμάτων. Για άλλη μια φορά, έχουμε να κάνουμε μια άσκηση υπολογισμού πιθανοτήτων σύμπτωσης.

Προτού φθάσουμε στη στατιστική, πρέπει να πάρουμε κάποιες προφυλάξεις που αφορούν το σχεδιασμό του πειράματος. Το σχέδιο που αναζητούμε, δηλαδή η απουσία τυχαιότητας. είναι ένα σχέδιο που να συνδέει το φύλο με το γραφικό χαρακτήρα. Είναι σημαντικό να μην συγχέουμε το θέμα με εξωγενείς παραμέτρους. Παραδείγματος χάριν. θα πρέπει τα δείγματα γραφής που θα μου δώσετε να μην είναι αποσπάσματα προσωπικοί επιστολών. Θα ήταν πολύ εύκολο για εμένα να κρίνω το φύλο του γράφοντος από το περιεχόμενο της επιστολής και όχι από το γραφικό χαρακτήρα. Μην επιλέξετε όλα τα κορίτσια από ένα σχολείο και όλα τα αγόρια από ένα άλλο. Οι μαθητές του ίδιου σχολείου μπορεί να έχουν κοινά στοιχεία του γραφικού τους χαρακτήρα που οφείλονται στο ότι έχουν μάθει από τον ίδιο δάσκαλο ή ο ένας από τον άλλο.

Τα στοιχεία αυτά μπορεί να οδηγήσουν σε πραγματικές διαφορές του γραφικού χαρακτήρα, διαφορές που μπορεί να είναι και ενδιαφέρουσες, αλλά που μπορεί να είναι και αντιπροσωπευτικές διαφορετικών σχολείων, όχι όμως υποχρεωτικά διαφορετικών φύλων. Και. μην ζητήσετε από τα παιδιά να γράψουν ένα απόσπασμα από ένα αγαπητό βιβλίο. Θα έπρεπε να με επηρεάσει η επιλογή του Black Beauty ή του Biggies (οι αναγνώστες που έχουν διαφορετική παιδική κουλτούρα από εμένα θα υποκαταστήσουν τα παραδείγματα με βιβλία της αρεσκείας τους).

Είναι προφαντός σημαντικό να μην γνωρίζω κανένα από τα παιδιά, διότι τότε θα μπορούσα να αναγνωρίσω τον προσωπικό τους γραφικό χαρακτήρα και επομένως να μαντέψω το φύλο τους. Όταν μου παραδώσετε τα χειρόγραφα, θα πρέπει να μην υπάρχουν ονόματα παιδιών επάνω τους, αλλά θα πρέπει εσείς να έχετε προβλέψει έναν τρόπο για να ξαναβρείτε ποιο γραπτό ανήκει σε ποιον. Βάλτε λοιπόν κωδικούς στα γραπτά για το δικό σας καλό, αλλά προσέξτε πώς επιλέγετε τους κωδικούς αυτούς. Μην βάλετε, λόγου χάριν. ένα πράσινο σημάδι στα γραπτά των αγοριών και ένα κίτρινο στα γραπτά των κοριτσιών. Παραδέχομαι ότι δεν θα γνωρίζω την αντιστοιχία, αλλά θα ανακαλύψω εύκολα ότι το κίτρινο χρώμα υποδηλώνει το ένα φύλο και το πράσινο το άλλο, πράγμα που θα με βοηθούσε πολύ, θα ήταν καλή ιδέα να δώσετε έναν κωδικό αριθμό στο κάθε γραπτό. Μην δώσετε όμως στα αγόρια τους κωδικούς από 1 έως 10 και στα κορίτσια τους κωδικούς από 11 έως 20. γιατί αυτό θα ισοδυναμούσε με τα κίτρινα και τα πράσινα σημάδια. Όπως και το να δώσετε στα αγόρια τους μονούς αριθμούς και στα κορίτσια τους ζυγούς. Αντί γι’ αυτά, αριθμήστε τα χειρόγραφα με τυχαίους αριθμούς και κρύψτε τον τυφλοσούρτη σας κάπου που δεν θα μπορέσω να τον βρω. Στη βιβλιογραφία των ιατρικών πειραμάτων, οι προφυλάξεις αυτές ονομάζονται προφυλάξεις “διπλής τυφλής” μελέτης.

Ας υποθέσουμε ότι όλες οι προφυλάξεις διπλής τυφλής μελέτης έχουν ληφθεί και ότι έχετε συγκεντρώσει 20 ανώνυμα δείγματα γραφής, που τα έχετε ανακατέψει σε τυχαία σειρά. Εγώ εξετάζω τα χειρόγραφα και τα διαχωρίζω σε δύο στοίβες, μία για τα υποτιθέμενα αγόρια και μία για τα κορίτσια. Μπορεί να υπάρχουν και μερικά γραπτά στην κατηγορία “δεν ξέρω”, ας υποθέσουμε όμως ότι με έχετε υποχρεώσει να επιλέξω ούτως ή άλλως, όσο μπορώ καλύτερα, στις περιπτώσεις αυτές. Στο τέλος του πειράματος, εγώ έχω σχηματίσει δύο στοίβες κι εσείς ψάχνετε να δείτε πόσο ακριβής ήταν ο διαχωρισμός μου.

Ας έλθουμε τώρα στη στατιστική. Θα ήταν αναμενόμενο από την πλευρά σας να έχω μαντέψει σωστά αρκετά συχνά έστω κι αν πραγματικά μάντευα στην τύχη. Αλλά, πόσο συχνά: Αν ο ισχυρισμός μου ότι μπορώ να διακρίνω το γραφικό χαρακτήρα των αγοριών από εκείνον των κοριτσιων είναι αβάσιμος. οι επιτυχίες μου δεν θα έπρεπε να είναι περισσότερες από τις επιτυχίες κάποιου που στρίβει ένα νόμισμα. Το ερώτημα είναι αν οι πραγματικές μου επιδόσεις διαφέρουν αρκετά από αυτό, ώστε να είναι εντυπωσιακές. Ιδού πώς μπορούμε να προσεγγίσουμε το ερώτημα.

Σκεφθείτε πόσοι είναι όλοι οι πιθανοί τρόποι με τους οποίους θα μπορούσα να έχω μαντέψει το γραφικό χαρακτήρα των 20 παιδιών. Κατατάξτε τους σε έναν κατάλογο, ανάλογα με το πόσο εντυπωσιακοί είναι, δηλαδή αρχίζοντας με τις 20 σωστές απαντήσεις και καταλήγοντας στον απολύτως τυχαίο διαχωρισμό (το να είναι λάθος και οι 20 εκτιμήσεις μου είναι σχεδόν το ίδιο εντυπωσιακό με το να είναι και οι 20 σωστές, διότι κάτι τέτοιο αποδεικνύει ότι μπορώ να διαχωρίσω σωστά τους γραφικούς χαρακτήρες. παρά το γεγονός ότι από πλάνη αντέστρεψα το αποτέλεσμα). Στην συνέχεια, δείτε πως πραγματικά ταξινόμησα τα δείγματα και υπολογίστε την εκατοστιαία αναλογία όλων των πιθανών ταξινομήσεων που θα ήταν τουλάχιστον το ίδιο ή περισσότερο εντυπωσιακές από την πραγματική.

Ιδού το πώς. Πρώτον, σημειώστε ότι υπάρχει μόνον ένας τρόπος να έχει κανείς 100% δίκιο και μόνον ένας τρόπος να έχει 100% άδικο, ενώ υπάρχουν πολλοί τρόποι να έχει κανείς 50% δίκιο. Θα μπορούσε κανείς να έχει σωστό το πρώτο χειρόγραφο, λάθος το δεύτερο, λάθος το τρίτο, σωστό το τέταρτο… Υπάρχουν κάπως λιγότεροι τρόποι να είναι κανείς κατά 60% σωστός, ακόμη λιγότεροι να είναι κανείς κατά 70% σωστός, και ούτω καθεξής. Ο αριθμός τρόπων με τους οποίους κάποιος θα μπορούσε να κάνει ένα μοναδικό λάθος είναι αρκετά μικρός και μπορούμε να καταγράψουμε όλους αυτούς τους τρόπους. Υπάρχουν 20 χειρόγραφα. Το λάθος θα μπορούσε να γίνει στο πρώτο, ή στο δεύτερο, ή στο τρίτο… ή στο εικοστό χειρόγραφο. Επομένως, υπάρχουν ακριβώς 20 τρόποι να κάνουμε ένα μόνον λάθος. Είναι λίγο πιο δύσκολο να καταγράψουμε όλους τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να γίνουν δύο /άχθη, αλλά δεν είναι δύσκολο να υπολογίσουμε πόσοι είναι αυτοί οι τρόποι, και το αποτέλεσμα είναι 190. Είναι ακόμη πιο δύσκολο να μετρήσουμε τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να γίνουν τρία λάθη, βλέπετε όμως ότι κι αυτό είναι μετρήσιμο. Και πάει λέγοντας.

Ας υποθέσουμε, στο υποθετικό μας παράδειγμα, ότι στην πραγματικότητα έκανα δύο λάθη. Θέλουμε να δούμε πόσο καλή υπήρξε η επίδοσή μου στο φάσμα όλων των πιθανών τρόπων μαντέματος. Αυτό που χρειάζεται να βρούμε είναι πόσοι πιθανοί τρόποι επιλογής είναι τουλάχιστον τόσο καλοί ή καλύτεροι από την επίδοσή μου. Ο αριθμός που είναι τουλάχιστον το ίδιο καλός με την επίδοση μου είναι το 190. Οι αριθμοί που είναι καλύτεροι από την επίδοσή μου είναι 20 (ένα λάθος) συν 1 (κανένα λάθος). Επομένως, ο συνολικός αριθμός πιθανών τρόπων επιλογής τουλάχιστον τόσο καλών ή καλύτερων από την επίδοσή μου είναι 211. Έχει σημασία να προσθέσουμε τους τρόπους της καλύτερης επίδόσης από τη δική μου. διότι προφανώς ανήκουν κι αυτοί στον πφπσγ. μαζί με τους 190 τρόπους να βρει κανείς ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα με το δικό μου.

Τώρα, πρέπει να συγκρίνουμε το 211 με το συνολικό αριθμό τρόπων με τους οποίους θα μπορούσαν να έχουν ταξινομηθεί τα χειρόγραφα από κάποιον που θα έστριβε ένα νόμισμα Λυτό δεν είναι δύσκολο. Το πρώτο χειρόγραφο θα καταγραφόταν- ως αγόρι ή ως κορίτσι: υπάρχουν δηλαδή δύο δυνατότητες. Το δεύτερο χειρόγραφο θα καταγραφόταν- επίσης ως αγόρι ή ως κορίτσι. Επομένως. για καθεμία από τις δύο δυνατότητες του πρώτου χειρογράφου. υπάρχουν άλλες δύο για το δεύτερο χειρόγραφο. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν 2×2 = 4 δυνατότητες για τα πρώτα δύο χειρόγραφα. Οι δυνατότητες για τα πρώτα τρία χειρόγραφα είναι 2 x 2 χ 2 = 8. και οι πιθανοί τρόποι ταξινόμησης και τοιν 20 χειρογράφων είναι 2 X 2 X 2… 20 φορές, δηλαδή 2 στην 20ή δύναμη. Ο αριθμός αυτός είναι αρκετά μεγάλος: 1.048.576.

Κατά συνέπεια, από όλους τους πιθανούς τρόπους ταξινόμησης, η αναλογία τρόπων που είναι τουλάχιστον το ίδιο καλοί ή καλύτεροι από την επίδοσή μου είναι 211 διά 1.048.576. δηλαδή 0.0002 ή 0,02%. Να το πω λίγο διαφορετικά, εάν 10.000 άνθρωποι ταξινομούσαν τα χειρόγραφα αποκλειστικά και μόνο στρίβοντας ένα νόμισμα, θα έπρεπε να αναμένετε ότι δύο απ’ αυτούς θα σημείωναν επιδόσεις τουλάχιστον το ίδιο καλές με τη δική μου. Αυτό σημαίνει ότι η επίδοσή μου είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή και ότι, αν πραγματικά η επίδοσή μου ήταν αυτή, θα είχα αδιάσειστα στοιχεία ότι τα αγόρια και τα κορίτσια διαφέρουν με συστηματικό τρόπο ως προς το γραφικό τους χαρακτήρα.

Υπενθυμίζω ότι όλα αυτά είναι υποθετικά. Απ’ όσο γνωρίζω, δεν διαθέτω κανέναν τρόπο να διαχωρίσω τα φύλα ανάλογα με το γραφικό τους χαρακτήρα. Θα έπρεπε να προσθέσω ότι. ακόμη κι αν υπήρχαν αρκετά στοιχεία υπέρ μιας διαφοράς μεταξύ των φύλων ως προς τους γραφικούς χαρακτήρες, αυτό δεν θα μας έλεγε τίποτε για το αν η διαφορά είναι έμφυτη ή επίκτητη. Τα στοιχεία, αν τουλάχιστον προέρχονταν από ένα σωστό πείραμα σαν αυτό που μόλις περιέγραψα, θα συμβάδιζαν’ εξίσου με την άποψη ότι τα κορίτσια διδάσκονται συστηματικά έναν’ τρόπο γραφής διαφορετικό από τον τρόπο γραφής των αγοριών -ίσως έναν πιο “κοριτσίστικο” και λιγότερο “κατηγορηματικό” γραφικό χαρακτήρα

Μόλις πραγματοποιήσαμε αυτό που τεχνικά ονομάζεται δοκιμασία στατιστικής σημαντικότητας. Ο συλλογισμός μας ξεκίνησε από θεμελιώδεις αρχές, πράγμα που τον έκανε uάλλον ανιαρό. Πρακτικά, οι ερευνητές χρησιμοποιούν πίνακες πιθανοτήτων και κατανομών που έχουν υπολογισθεί εκ των προτέρων Επομένως δεν χρειάζεται στ’ αλήθεια να καταγράψουμε όλους τους πιθανούς τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να έχουν συμβεί τα πράγματα. Ωστόσο, η θεωρητική βάση που χρησίμευσε για τον υπολογισμό των πινάκων αυτών ακολουθεί κατ’ ουσίαν την ίδια ακριβώς θεμελιώδη πορεία. Πάρτε τα γεγονότα που θα απορούσαν να έχουν παρατηρηθεί και βάλτε τα κάτω τυχαία, επαναλαμβάνοντας τη διαδικασία. Δείτε τον τρόπο με τον οποίο πραγματικά συνέβησαν τα γεγονότα και μετρήστε πόσο ακραίος είναι αυτός, στο φάσμα όλων των πιθανών τρόπων με τους οποίους θα μπορούσαν’ να έχουν συμβεί τα γεγονότα αυτά.

Σημειωτέον ότι μια δοκιμασία στατιστικής σημαντικότητας δεν αποδεικνύει τίποτε με καθοριστικό τρόπο. Δεν μπορεί να εξαλείψει την πιθανότητα η τύχη να έχει προκαλέσει το παρατηρούμενο αποτέλεσμα. Το καλύτερο που μπορεί να κάνει είναι να συγκρίνει το παρατηρούμενο αποτέλεσμα, με κάποια δεδομένη ποσότητα τύχης.

Στο συγκεκριμένο υποθετικό παράδειγμά μας. το αποτέλεσμα συγκρίθηκε με την πιθανότητα 2 τυχαίων προσδιορισμοί ανάμεσα σε 10.000. Όταν αναφέρουμε ότι κάποιο αποτέλεσμα είναι στατιστικά σημαντικό, χρειάζεται πάντοτε να προσδιορίσουμε και μια λεγόμενη τιμή p. Αυτή είναι η πιθανότητα κάποια εντελώς τυχαία διαδικασία να έχει προκαλέσει ένα αποτέλεσμα τουλάχιστον το ίδιο εντυπωσιακό όσο και το παρατηρούμενο αποτέλεσμα Μια τιμή ρ της τάξεως του 2 στις 10.000 είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή. παραμένει όμως κάποια δυνατότητα απουσίας αληθινού σχεδίου στο φαινόμενο. Η ομορφιά μιας ορθής στατιστικής δοκιμασίας είναι ότι γνωρίζουμε πόσο πιθανή είναι η απουσία αληθινού σχεδίου.

Συμβατικά, οι επιστήμονες αφήνουν τον εαυτό τους να επηρεάζεται από τιμές p της τάξεως του I στα 100. ή μέχρι και 1 στα 20. που είναι πολύ λιγότερο εντυπωσιακές από 2 στις 10.000. Το ποια τιμή ρ θα αποδεχθείτε εξαρτάται από το πόσο σημαντικό είναι το αποτέλεσμά σας και από το ποιες αποφάσεις θα μπορούσαν να εξαρτώμαι απ’ αυτό. Αν προσπαθείτε να κρίνετε όλο κι όλο αν αξίζει να επαναλάβετε το πείραμα με μεγαλύτερο δείγμα, μια τιμή ρ της τάξεως του 0.05 ή 1 στα 20. είναι μάλλον αποδεκτή. Ακόμη και εάν υπάρχει μία πιθανότητα στις 20 το ενδιαφέρον αποτέλεσμά σας να είχε συμβεί ούτως ή άλλως τυχαία δεν διακυβεύονται πολλά: το σφάλμα δεν κοστίζει πολύ. Αν όμως η απόφαση είναι θέμα ζωής ή θανάτου, όπως συμβαίνει σε κάποιες ιατρικές έρευνες, θα έπρεπε να αποζητάτε τιμές ρ πολύ μικρότερες από 1 στα 20. Το ίδιο ισχύει για πειράματα που φιλοδοξούν να αποδείξουν άκρως αμφισβητούμενα φαινόμενα όπως είναι η τηλεπάθεια ή τα “παραφυσικά” αποτελέσματα.

Όπως είδαμε εν συντομία όταν εξετάσαμε τη μέθοδο των αποτυπωμάτων του DNA, οι στατιστικολόγοι διακρίνουν ψευδώς θετικά από ψευδώς αρνητικά σφάλματα. τα οποία ονομάζονται αντίστοιχα σφάλματα τύπου 1 και τύπου 2. Ένα σφάλμα τύπου 2, ή ψευδώς αρνητικό, είναι μια αποτυχία ανίχνευσης ενός φαινομένου που στην πραγματικότητα υπάρχει. Ένα σφάλμα τύπου 1, ή ψευδώς θετικό, είναι ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή να συμπεράνουμε ότι πραγματικά κάτι συμβαίνει ενώ ουσιαστικά δεν υπάρχει τίποτε άλλο παρά μόνον τυχαιότητα. Μ τιμή ρ μετρά την πιθανότητα να έχετε διαπράξει ένα σφάλμα τύπου 1.

Η στατιστική κρίση σημαίνει να τηρεί κανείς μια μέση πορεία μεταξύ των δύο τύπων σφάλματος. Υπάρχει και ένα σφάλμα τύπου 3. κατά το οποίο το μυαλό τα χάνει εντελώς όταν προσπαθείτε να θυμηθείτε ποιο από τα σφάλματα τύπου I και τύπου 2 είναι ποιο ί;ο τα χρησιμοποιώ μια ζωή και ακόμη τα ψάχνω. Επομένως όταν κάτι έχει σημασία, θα χρησιμοποιώ τα ονόματα ψευδώς θετικό και ψευδώς αρνητικό, που τα απομνημονεύουμε πιο εύκολα παρεμπιπτόντως, εγώ συχνά διαπράττω σφάλματα αριθμητικής Πρακτικά. δεν θα φανταζόμουν ποτέ να κάνω μια δοκιμασία στατιστικής σημαντικότητας ξεκινώντας από θεμελιώδεις αργές πως έκανα για το υποθετικό παράδειγμά μας με τους γραφικούς χαρακτήρες. Πάντοτε θα έψαχνα να βρω έναν πίνακα τον οποίο θα είχε υπολογίσει κάποιος άλλος, κι ακόμη προτιμότερο ένας υπολογιστής.

Τα προληπτικά περιστέρια του Σκίνερ διέπρατταν ψευδώς θετικά σφάλματα. Στην πραγματικότητα δεν υπήρχε στον κόσμο τους σχέδιο που να συνδέει αληθινά τις συμπεριφορές του: με τη χορήγηση τροφής από το μηχανισμό ανταμοιβής. Συμπεριφέρονταν όμως σαν να είχαν ανακαλύψει κάποιο τέτοιο σχέδιο Ένα περιστέρι “φανταζόταν” (ή συμπεριφερόταν σαν να φαντάζεται ι ότι το βάδισμα προς τα αριστερά προκαλούσε τη χορήγηση τροφής από το μηχανισμό ανταμοιβής. Ένα άλλο περιστέρι “φανταζόταν” ότι το τίναγμα του κεφαλιού του προς τη γωνία του κλωβού είχε το ίδιο ευεργετικό αποτέλεσμα. Και τα δύο περιστέρια διέπρατταν ψευδώς θετικά σφάλματα. Ένα ψευδώς αρνητικό σφάλμα για ένα περιστέρι στον κλωβό του Σκίνερ, θα ήταν να μην παρατηρήσει ποτέ ότι το ράμφισμα του πλήκτρου όταν είναι αναμμένο ένα κόκκινο φως χορηγεί τροφή, ενώ το ράμφισμα όταν είναι αναμμένο ένα μπλε φως τιμωρεί απενεργοποιώντας το μηχανισμό χορήγησης τροφής για δέκα λεπτά. Υπάρχει ένα αληθινό σχέδιο στο μικρόκοσμο του κλωβού αυτού, σχέδιο που περιμένει την ανακάλυψη, αλλά το υποθετικό μας περιστέρι δεν το διακρίνει. Ραμφίζει αδιακρίτως και άσχετα με το χρώμα, με αποτέλεσμα να ανταμείβεται λιγότερο συχνά απ’ ότι θα μπορούσε.

Ένας αγρότης που θεωρεί ότι η θυσία στους θεούς φέρνει την πολυπόθητη βροχή διαπράττει ένα ψευδώς θετικό σφάλμα. Στην πραγματικότητα, υποθέτω (αν και δεν έχω εξετάσει το θέμα πειραματικά) ότι στον κόσμο του δεν υπάρχει τέτοιο σχέδιο, αλλά εκείνος δεν το ανακαλύπτει και επιμένει στις άχρηστες και περιττές θυσίες του. Ένα ψευδώς αρνητικό σφάλμα διαπράττεται από έναν’ αγρότη που αποτυγχάνει να αντιληφθεί ότι υπάρχει σχέδιο στον κόσμο που συνδέει τη λίπανση ενός χωραφιού με την επόμενη συγκομιδή από το συγκεκριμένο χωράφι. Οι καλοί αγρότες τηρούν μια μέση πορεία μεταξύ σφαλμάτων τύπου 1 και τύπου 2.

H άποψή μου είναι ότι όλα τα ζώα. σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, συμπεριφέρονται ενστικτωδώς ως στατιστικολόγοι, τηρώντας μια μέση πορεία μεταξύ σφαλμάτων τύπου 1 και τύπου 2. Η φυσική επιλογή τιμωρεί εξίσου τα σφάλματα τύπου 1 και τύπου 2, αλλά οι ποινές δεν’ είναι συμμετρικές και αναμφίβολα ποικίλλουν ανάλογα με τους διαφορετικούς τρόπους ζωής των ειδών. Μια κάμπια μοιάζει τόσο πολύ με το κλαδάκι πάνω στο οποίο κάθεται, που δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε ότι η φυσική επιλογή την διαμόρφωσε έτσι ώστε να μοιάζει με κλαδάκι. Για να επιτευχθεί το πανέμορφο αυτό αποτέλεσμα, πέθαναν πολλές κάμπιες. Αυτές πέθαναν επειδή δεν έμοιαζαν’ επαρκώς με κλαδάκι. Τα πουλιά, ή άλλα αρπακτικά, τις αποκάλυψαν. Πρέπει μάλιστα να αποκαλύφθηκαν ακόμη και μερικοί πολύ καλοί μιμητές κλαδιών.

Πώς αλλιώς θα γινόταν η φυσική επιλογή να έχει ωθήσει την εξέλιξη προς μια τέτοια τρομερή τελειότητα, σαν αυτήν που βλέπουμε; Από την άλλη πλευρά τα πουλιά πρέπει να έχουν χάσει πολλές κάμπιες. επειδή εκείνες έμοιαζαν με κλαδάκια, αν και μερικές φορές ελάχιστα. Το οποιοδήποτε θήραμα, όσο καλά καμουφλαρισμένο και να είναι, μπορεί να γίνει αντιληπτό από τα αρπακτικά υπό ιδεώδεις συνθήκες όρασης. Αντίστοιχα, οποιοδήποτε θήραμα, άσχετα με το πόσο ελλιπώς καμουφλαρισμένο είναι, μπορεί να την γλιτώσει από τα αρπακτικά όταν οι συνθήκες όρασης είναι κακές. Οι συνθήκες όρασης εξαρτώνται από τη γωνία (το αρπακτικά μπορεί να διακρίνει ένα καλά καμουφλαρισμένο θήραμα όταν το κοιτάζει σε ευθεία, ενώ θα χάσει ένα ελλιπώς καμουφλαρισμένο ζώο που βρίσκεται στην άκρη του ματιού του). Οι συνθήκες όρασης εξαρτώνται επίσης από την ένταση του φωτός (το θήραμα μπορεί να την γλιτώσει στο λυκόφως, ενώ θα εντοπιζόταν το μεσημέρι), αλλά και από την απόσταση (ένα θήραμα ορατό σε. ακτίνα 20 εκατοστών μπορεί να μην διακρίνεται σε απόσταση 100 μέτρων).

Φαντασθείτε ότι ένα πουλί πετάει στο δάσος, ψάχνοντας για θηράματα. Περιβάλλεται από κλαδιά από τα οποία ελάχιστα μπορεί να είναι βρώσιμες κάμπιες. Το πρόβλημα είναι στην απόφαση. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι το πουλί θα διέκρινε εγγυημένα αν κάτι που φαίνεται σαν κλαδί είναι στην πραγματικότητα κάμπια, υπό την προϋπόθεση ότι θα πλησίαζε το κλαδί αρκετά κοντά και θα το υπέβαλλε σε προσεκτική, εστιασμένη εξέταση, υπό ικανοποιητικό φωτισμό. Δεν υπάρχει όμως χρόνος να γίνει κάτι τέτοιο για όλα τα κλαδιά Τα μικρά πουλιά που έχουν γρήγορο μεταβολισμό, χρειάζεται να βρουν τροφή τρομερά συχνά προκειμένου να παραμείνουν ζωντανά. Οποιοδήποτε πουλί που θα περνούσε το χρόνο του εξετάζοντας κάθε κλαδάκι με τη βοήθεια ενός μεγεθυντικού φακού ή κάποιας αντίστοιχης συσκευής, θα πέθαινε από ασιτία προτού βρει την πρώτη του κάμπια. Η αποτελεσματική αναζήτηση τροφής απαιτεί πολύ πιο γρήγορη, επιπόλαιη και βιαστική αναζήτηση, ακόμη κι αν αυτό συμπεριλαμβάνει τον κίνδυνο να χαθεί λίγη τροφή. Το πουλί πρέπει να ζυγίσει τα πράγματα. Αν είναι υπερβολικά επιπόλαιο, δεν θα βρει ποτέ τίποτε. Αν είναι υπερβολικά λεπτομερειακό, θα ανακαλύψει κάθε κάμπια που βρίσκεται μπροστά του. αλλά θα δει πολύ λίγες και θα πεθάνει από ασιτία.

Είναι εύκολο να εφαρμόσουμε εδώ τη γλώσσα των σφαλμάτων τύπου 1 και τύπου 2. Ένα ψευδώς αρνητικό σφάλμα δια-πράττεται από ένα πουλί που περνά δίπλα από μια κάμπια χωρίς να την καλοκοιτάξει. Ένα ψευδώς θετικό σφάλμα διαπράττεται από ένα πουλί που ορμά σε μια υποτιθέμενη κάμπια, αλλά ανακαλύπτει ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για κλαράκι. Η ποινή για το ψευδώς θετικό σφάλμα είναι ο χρόνος και η ενέργεια που χάθηκε στην πτήση για την κοντινή εξέταση. Λυτά δεν είναι σημαντικά αν συμβούν μία φορά, αλλά το άθροισμά τους μπορεί να αποβεί μοιραίο. Η ποινή για ένα ψευδώς αρνητικό σφάλμα είναι η απώλεια ενός γεύματος. Δεν υπάρχει πουλί που να μπορεί να ελπίζει να μην διαπράξει κανένα σφάλμα τύπου 1 ή τύπου 2. Μεμονωμένα πουλιά μπορεί να προγραμματισθούν από τη φυσική επιλογή και να υιοθετήσουν κάποια τακτική συμβιβασμού, υπολογισμένη για να επιτύχουν ένα βέλτιστο μέσο επίπεδο ψευδώς θετικών και ψευδώς αρνητικών σφαλμάτων. Κάποια πουλιά μπορεί να εμφανίζουν προδιάθεση για σφάλματα του τύπου I και άλλα πουλιά για το αντίθετο. Θα υπάρξει κάποια ενδιάμεση ρύθμιση που είναι η καλύτερη, και η φυσική επιλογή θα οδηγήσει την εξέλιξη προς αυτήν.

Είναι αναμενόμενο η καλύτερη μέση πορεία να ποικίλλει από είδος σε είδος. Στο παράδειγμά μας, η πορεία θα εξαρτάται και από τις συνθήκες που επικρατούν στο δάσος, όπως είναι, λόγου χάριν. το μέγεθος του πληθυσμού από κάμπιες σε σχέση με τον αριθμό κλαδιών. Οι συνθήκες αυτές μπορεί να μεταβάλλονται από τη μία εβδομάδα στην άλλη, ή από το ένα δάσος στο άλλο. Τα πουλιά μπορεί να είναι προγραμματισμένα έτσι ώστε να μαθαίνουν να προσαρμόζουν την τακτική τους ανάλογα με τη στατιστική εμπειρία την οποία έχουν αποκομίσει. Άσχετα με το αν μαθαίνουν ή όχι. τα ζώα που είναι επιτυχημένοι κυνηγοί πρέπει συνήθως να συμπεριφέρομαι ως καλοί στατιστικολόγοι. (Παρεμπιπτόντως. ελπίζω ότι δεν είναι αναγκαίο να συρθούμε στις συνηθισμένες δηλώσεις: όχι βέβαια, τα πουλιά δεν υπολογίζουν συνειδητά τις πιθανότητες με υπολογιστές και πίνακες. Συμπεριφέρονται σαν να υπολόγιζαν τιμές ρ. Λεν έχουν περισσότερες γνώσεις περί του τι σημαίνει μια τιμή ρ από τις γνώσεις που έχετε εσείς σχετικά με την εξίσωση της παραβολικής τροχιάς όταν πιάνετε μια μπάλα του κρίκετ ή του μπέιζμπολ στο γήπεδο.)

Τα βατραχόψαρα εκμεταλλεύονται την αφέλεια μικρών ψαριών, όπως είναι οι γωβιοί. Ας μην το θέσω άδικα με τόσο βαρύ τρόπο. Θα ήταν προτιμότερο να μην μιλήσω για αφέλεια, αλλά να πω ότι τα βατραχόψαρα εκμεταλλεύονται την αναπόφευκτη δυσκολία που αντιμετωπίζουν τα μικρά ψάρια όταν πρέπει να πορευθούν μεταξύ σφαλμάτων του τύπου 1 και τον τύπου 2 Τα ίδια τα μικρά ψάρια χρειάζονται τροφή. Η τροφή τους ποικίλλει, αλλά συχνά περιλαμβάνει μικρά σπαρταριστά αντικείμενα, όπως είναι τα σκουλήκια και οι γαρίδες. Τα μάτια και το νευρικό σύστημά τους είναι εστιασμένα σε αντικείμενα που σπαρταρούν. Αναζητούν τη σπαρταριστή κίνηση και εφορμούν όταν την αντιληφθούν.

Τα βατραχόψαρα εκμεταλλεύονται αυτήν την τάση. Διαθέτουν ένα μακρύ καλάμι, που έχει εξελιχθεί ως μετατροπή της σπονδυλικής στήλης, υπαγορευμένη από τη φυσική επιλογή, και που προέρχεται από την αρχική του θέση στο πρόσθιο μέρος του ραχιαίου πτερυγίου. Το ίδιο το βατραχόψαρο καμουφλάρεται ιδιαίτερα καλά και στέκει ακίνητο στο βυθό για ολόκληρες ώρες, ταιριάζοντας απόλυτα με τα φύκια και τους βράχους. Το μόνο μέρος του που διακρίνεται είναι ένα “δόλωμα”, που μοιάζει με σκουλήκι, γαρίδα, ή μικρό ψάρι και βρίσκεται στο άκρο του καλαμιού του. Σε μερικά είδη του βυθού το δόλωμα είναι μέχρι και φωτεινό. Εν πάση περιπτώσει, φαίνεται να σπαρταρά σαν κάτι που αξίζει να φαγωθεί, όταν το βατραχόψαρο κινεί το καλάμι του. Ένα πιθανό θήραμα, ας πούμε ένας γωβιός. προσελκύεται. Το βατραχόψαρο “παίζει” για λίγο με το θήραμά του για να προ-καλέσει την προσοχή του και στη συνέχεια κατεβάζει το δόλωμα στην περιοχή που βρίσκεται μπροστά από το δικό του αόρατο στόμα και δεν προκαλεί υποψίες, όπου συχνά το μικρό ψάρι το ακολουθεί. Ξαφνικά, το τεράστιο στόμα δεν είναι πλέον αόρατο. Ανοίγει διάπλατα, προκαλώντας βίαιη αναρρόφηση νερού, η οποία συμπαρασύρει κάθε αντικείμενο που πλέει εκεί κοντά. Το μικρό ψάρι μόλις ακολούθησε το τελευταίο του σκουλήκι.

Από την πλευρά του γωβιού που κυνηγά, οποιοδήποτε σκουλήκι μπορεί να ιδωθεί ή να παραβλεφθεί. Από τη στιγμή που έχει ανακαλυφθεί το “σκουλήκι”, μπορεί να αποδειχθεί ότι πρόκειται για αληθινό σκουλήκι ή για το δόλωμα ενός βατραχόψαρου και τότε το άτυχο ψάρι βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλημμα. Ένα ψευδώς αρνητικό σφάλμα θα ήταν να αποφύγει να επιτεθεί σε ένα πολύ καλό σκουλήκι από φόβο μήπως αυτό είναι το δόλωμα ενός βατραχόψαρου. Το ψευδώς θετικό σφάλμα θα ήταν να επιτεθεί στο σκουλήκι και να ανακαλύψει ότι στην πραγματικότητα αυτό είναι δόλωμα. Για άλλη μια φορά, είναι αδύνατον’ στον πραγματικό κόσμο να τα κάνει κανείς όλα και πάντοτε σωστά. Ένα ψάρι που αποστρέφεται υπερβολικά τον κίνδυνο θα πεθάνει από ασιτία επειδή δεν θα επιτεθεί ποτέ σε σκουλήκια. Ένα υπερβολικα απερίσκεπτο ψάρι δεν θα πεθάνει από ασιτία, αλλά μπορεί να φαγωθεί. Στην περίπτωση αυτή, η βέλτιστη πορεία ενδέχεται να μην είναι η μέση. Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μια ακραία πορεία μπορεί να είναι η καλύτερη. Είναι πιθανόν τα βατραχόψαρα να σπανίζουν τόσο ώστε η φυσική επιλογή να ευνοεί την ακραία τακτική της επίθεσης σε οτιδήποτε μοιάζει με σκουλήκι. Μου αρέσει η παρατήρηση του φιλοσόφου και ψυχολόγου Ουίλιαμ Τζέιμς (William James) σχετικά με το ψάρεμα:

Υπάρχουν περισσότερα σκουλήκια που δεν είναι περασμένα σε αγκίστρια, παρά σκουλήκια καρφωμένα στ' αυτά. Επομένως, συνολικά, η Φύση προτρέπει τα ιχθυόμορφα παιδιά της να δαγκώνουν κάθε σκουλήκι παίρνοντας το ρίσκο. (1910)

Όπως όλα τα άλλα ζώα. ακόμη και τα φυτά, οι άνθρωποι μπορούν και πρέπει να συμπεριφέρονται ενστικτωδώς ως στατιστικολόγοι. Η διαφορά με τους ανθρώπους είναι ότι μπορούμε να κάνουμε τους υπολογισμούς δύο φορές. Την πρώτη φορά ενστικτωδώς. σαν να ήμασταν πουλιά ή ψάρια Τη δεύτερη ρητώς, με μολύβι και χαρτί, ή με τη βοήθεια ενός υπολογιστή. Είναι δελεαστικό να πει κανείς ότι ο τρόπος με μολύβι και χαρτί, οδηγεί στη σωστή απάντηση, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουμε διαπράξει κάποια δημοσίως ανιχνεύσιμη γκάφα όπως το να προσθέσουμε κάπου την ημερομηνία, ενώ ο ενστικτώδης τρόπος μπορεί να οδηγήσει στην εσφαλμένη απόχτηση. Δεν υπάρχει όμως απόλυτα “σωστή” απάντηση, ακόμη και στην περίπτωση της στατιστικής με μολύβι και χαρτί.

Μπορεί να υπάρχει ορθός τρόπος διεξαγωγής των προσθέσεων και υπολογισμού των τιμών ρ. αλλά το κριτήριο, ή η οριακή τιμή ρ την οποία απαιτούμε προτού επιλέξουμε μια συγκεκριμένη δράση παραμένει δική μας απόφαση και εξαρτάται από την αποστροφή μας για τον κίνδυνο. Εάν η ποινή -για τη διάπραξη ενός ψευδώς θετικού σφάλματος είναι πολύ μεγαλύτερη από την ποινή ‘για τη διάπραξη ενός ψευδώς αρνητικού σφάλματος. το όριό μας θα πρέπει να είναι συντηρητικό και πολύ προσεκτικό: να μην δοκιμάζουμε σχεδόν ποτέ ένα “σκουλήκι” φοβούμενοι τις συνέπειες. Αντιστρόφως, αν η ασυμμετρία του κινδύνου είναι η αντίθετη, θα άπρεπε να ορμάμε και να δοκιμάζουμε οποιοδήποτε “σκουλήκι” κινείται μπροστά μας: είναι απίθανο να υπάρξουν επιπτώσεις αν συνεχίζουμε να δοκιμάζουμε ψευδή σκουλήκια, οπότε μπορούμε κάλλιστα να το κάνουμε.

Έχοντας κάνει κτήμα μας την ανάγκη να πορευθούμε μεταξύ ψευδώς θετικών και ψευδώς αρνητικών σφαλμάτων, ας επιστρέφουμε στην παράξενη σύμπτωση και στον υπολογισμό της πιθανότητας αυτή να έχει συμβεί ούτως ή άλλως. Αν τύχει να ονειρευτώ έναν ξεχασμένο φίλο που πεθαίνει το ίδιο βράδυ, δελεάζομαι. όπως όλοι μας και θεωρώ ότι υπάρχει νόημα ή σχέδιο στη σύμπτωση. Πραγματικά χρειάζεται να υποχρεώσω τον εαυτό μου να θυμηθεί ότι αρκετοί άνθρωποι πεθαίνουν κάθε βράδυ, ότι πλήθη ανθρώπων ονειρεύονται κάθε βράδυ, ότι συχνά ονειρεύονται πως άνθρωποι πεθαίνουν και ότι συμπτώσεις σαν’ αυτή είναι πιθανό να συμβαίνουν σε αρκετές εκατοντάδες ανθρώπους κάθε βράδυ κάπου στον κόσμο. Ακόμη και την ώρα που το σκέπτομαι, η προσωπική μου διαίσθηση φωνάζει ότι η σύμπτωση πρέπει να έχει νόημα αφού συνέβη σε εμένα Αν ισχύει το ότι η διαίσθησή μου. στην περίπτωση αυτή, διαπράττει ένα ψευδώς θετικό σφάλμα χρειάζεται να βρούμε μια ικανοποιητική ερμηνεία για το γεγονός ότι η ανθρώπινη διαίσθηση ρέπει προς την κατεύθυνση αυτή. Ως οπαδοί του δαρβινισμοί), θα έπρεπε να είμαστε σε εγρήγορση απέναντι στις πιθανές πιέσεις που μας ωθούν προς την πλευρά τύπου 1 ή την πλευρά τύπου 2 του διλήμματος.

Ως οπαδός του δαρβινισμού θέλω να προτείνω ότι η προθυμία μας να εντυπωσιαζόμαστε από φαινομενικά παράξενες συμπτώσεις (που ισοδυναμεί με προθυμία να βλέπουμε σχέδια εκεί που δεν υπάρχουν) σχετίζεται με το τυπικό μέγεθος του πληθυσμού των προγόνων μας και με τη σχετική έλλειψη εμπειριών της καθημερινότητάς τους. Η ανθρωπολογία, τα στοιχεία που προέρχονται από απολιθώματα και η μελέτη άλλων πιθήκων, υποδηλώνουν από κοινού ότι οι πρόγονοί μας. για το μεγαλύτερο τμήμα των λίγων τελευταίων εκατομμυρίων ετών, πιθανώς ζούσαν είτε σε μικρές περιπλανώμενες ομάδες, είτε σε μικρά χωριά.

Οποιοσδήποτε και αν ήταν ο τρόπος ζωής τους, θα σήμαινε ότι ο αριθμός φίλων και γνωστών οι οποίοι συναναστρέφονταν καθημερινά και συζητούσαν με κάποια συχνότητα στην εποχή των προγόνων μας δεν θα έπρεπε να υπερβαίνει τις μερικές δεκάδες. Θα ήταν αναμενόμενο για έναν προϊστορικό χωρικό να ακούσει ιστορίες εκπληκτικών συμπτώσεων, δεδομένου αυτού του μικρού αριθμού συναναστροφών. Αν η σύμπτωση συνέβαινε σε κάποιον που δεν ζούσε στο δικό του χωριό, δεν θα άκουγε καν την ιστορία.

Κατά συνέπεια, ο εγκέφαλός μας διαμορφώθηκε έτσι ώστε να αναγνωρίζει σχέδια και να μένει άφωνος από την έκπληξη απέναντι σε συμπτώσεις που ο βαθμός τους θα ήταν πράγματι αρκετά περιορισμένος αν η δεξαμενή φίλων και γνωστών ήταν πολύ μεγαλύτερη.

Σήμερα, η δεξαμενή αυτή είναι μεγάλη, ειδικότερα λόγω των εφημερίδων, του ραδιοφώνου και άλλων μέσων μαζικής κυκλοφορίας των ειδήσεων. Έχω ήδη εκτενώς εξηγήσει το επιχείρημα. Οι καλύτερες και πιο γαργαλιστικές συμπτώσεις έχουν σήμερα την ευκαιρία να κυκλοφορήσουν, με τη μορφή ιστοριών’ που κόβουν- την ανάσα, σε πολύ μεγαλύτερο κοινό απ’ ότι ήταν ποτέ εφικτό στους αρχαίους χρόνους. Εικάζω όμως τώρα ότι ο εγκέφαλός μας διαμορφώθηκε από τη φυσική επιλογή της αρχαιότητας έτσι ώστε να αναμένει ένα πολύ πιο αισθητά μικρό επίπεδο συμπτώσεων, διαμορφωμένο από τις περιορισμένες συνθήκες ζωής στο χωριό.

Κατά συνέπεια, εντυπωσιαζόμαστε από τις συμπτώσεις λόγω ενός κακοδιαμορφωμένου ορίου έκπληξης. Οι υποκειμενικοί μας πφπσγ διαμορφώθηκαν από τη φυσική επιλογή σε μικρά χωριά και, όπως συμβαίνει τόσο συχνά στη σύγχρονη ζωή, η διαμόρφωση αυτή είναι παρωχημένη. (Θα μπορούσε κανείς να χρησιμοποιήσει μια παρόμοια επιχειρηματολογία για να ερμηνεύσει το γιατί αποστρεφόμαστε τόσο υστερικά κινδύνους που δημοσιοποιούνται υπερβολικά στις εφημερίδες: ίσως οι αγχωμένοι γονείς, που φαντάζονται ακόρεστους παιδεραστές να κρύβονται πίσω από κάθε φανοστάτη στο δρόμο που διανύουν τα παιδιά τους επιστρέφοντας με τα πόδια από το σχολείο, να είναι “κακοδιαμορφωμένοι”.)

Υποθέτω ότι μπορεί να υπάρχει και μια άλλη, ειδική επίδραση που ωθεί προς την ίδια κατεύθυνση. Υποψιάζομαι ότι η ζωή του καθενός μας. υπό τις σύγχρονες συνθήκες, είναι πιο πλούσια σε εμπειρίες ανά ώρα σε σχέση με τη ζωή στην αρχαιότητα. Αυτό που κάνουμε σήμερα δεν είναι απλώς να σηκωνόμαστε το πρωί, να διαγράφουμε μια ημέρα ίδια με το χθες, να καταναλώνουμε ένα-δυο γεύματα και να πηγαίνουμε πάλι για ύπνο. Διαβάζουμε βιβλία και περιοδικά, βλέπουμε τηλεόραση, ταξιδεύουμε με μεγάλη ταχύτητα σε νέους τόπους, διασταυρωνόμαστε με χιλιάδες ανθρώπους στο δρόμο περπατώντας προς τη δουλειά μας. Ο αριθμός προσώπων που βλέπουμε, ο αριθμός διαφορετικών καταστάσεων στις οποίες βρισκόμαστε εκτεθειμένοι, ο αριθμός ξεχωριστών πραγμάτων που μας συμβαίνουν, είναι πολύ μεγαλύτερος απ’ ότι ήταν για τους προγόνους μας που ζούσαν σε χωριά.

Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός των δυνατοτήτων συμπτώσεων είναι μεγαλύτερος για τον καθένα από εμάς απ’ ότι θα μπορούσε να είναι για τους προγόνους μας και κατά συνέπεια μεγαλύτερος από ότι είναι διαμορφωμένος να επεξεργάζεται ο εγκέφαλός μας. Πρόκειται για μια επιπρόσθετη επίδραση, που υπερβαίνει και επικαλύπτει την επίδραση του μεγέθους του πληθυσμού για την οποία ήδη μιλήσαμε.

Σχετικά με τις δύο αυτές επιδράσεις, είναι θεωρητικά δυνατόν να αναδιαμορφώσουμε τους εαυτούς μας και να μάθουμε να αναπροσαρμόζουμε το όριο έκπληξής μας σε επίπεδα πιο ταιριαστά στους σύγχρονους πληθυσμούς και στο σύγχρονο πλούτο εμπειριών. Αυτό όμως φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολο, ακόμη και για εξειδικευμένους επιστήμονες και μαθηματικούς. Το γεγονός ότι ακόμη μένουμε άναυδοι από την έκπληξη όταν τυχαίνει, το γεγονός ότι οι μάντεις, τα μέντιουμ, οι τηλεπαθητικοί και οι αστρολόγοι κατορθώνουν να βγάζουν τόσο πολλά χρήματα από εμάς, όλα αυτά υποδηλώνουν ότι συνολικά δεν μαθαίνουμε να αναπροσαρμόζουμε τους εαυτούς μας. Υποδηλώνουν ότι τα μέρη του εγκεφάλου μας που ευθύνονται για τη διεξαγωγή ενστικτωδών στατιστικών υπολογισμών βρίσκονται ακόμη στη λίθινη εποχή.

Το ίδιο μπορεί να ισχύει γενικώς και για τη διαίσθηση. Στο βιβλίο του The Unnatural Nature of Science (1992), ο διακεκριμένος εμβρυολόγος Λιούις Γούλπερτ προβάλλει το επιχείρημα ότι η επιστήμη είναι δύσκολη επειδή είναι κατά κάποιον τρόπο συστηματικά αντι-διαισθητική. Αυτό είναι αντίθετο με την άποψη του Τ. X. Χάξλεΐ ο οποίος έβλεπε την επιστήμη σαν κάτι που “δεν είναι τίποτε λιγότερο από μια εκπαιδευμένη και οργανωμένη κοινή λογική, η οποία διαφέρει απ’ αυτήν μόλις όσο μπορεί να διαφέρει ένας βετεράνος από έναν νεοσύλλεκτο”. Για τον Χάξλει οι επιστημονικές μέθοδοι “διαφέρουν από τις μεθόδους της κοινής λογικής μόνον όσο διαφέρουν οι φιγούρες ενός μέλους της βασιλικής φρουράς από τον τρόπο που ένας άγριος χειρίζεται το ρόπαλό του”.

Ο Γούλπερτ επιμένει ότι η επιστήμη είναι βαθύτατα παράδοξη και καταπληκτική, πράγμα που μάλλον είναι προσβολή κατά της κοινής λογικής παρά προέκτασή της, και δεν έχει άδικο. Παραδείγματος χάριν, κάθε φορά που πίνετε ένα ποτήρι νερό απορροφάτε τουλάχιστον ένα μόριο που πέρασε από την ουροδόχο κύστη του Όλιβερ Κρόμγουελ (Oliver Cromwell). Αυτό προκύπτει από την προέκταση της παρατήρησης του Γούλπερτ ότι “υπάρχουν πολύ περισσότερα μόρια σε ένα ποτήρι νερό απ’ ό,τι ποτήρια νερό στη θάλασσα”.

Ο νόμος του Νεύτωνα σύμφωνα με τον οποίο τα σώματα παραμένουν σε κίνηση εκτός και αν κάτι τα παρεμποδίσει ενεργά είναι αντι-διαισθητικός. Το ίδιο ισχύει και για την ανακάλυψη του Γαλιλέου ότι αν δεν υπάρχει αντίσταση του αέρος τα ελαφρά σώματα πέφτουν με την ίδια ταχύτητα που πέφτουν και τα βαρύτερα σώματα Το ίδιο ισχύει και για το γεγονός ότι η στερεά ύλη ακόμη και το σκληρό διαμάντι, αποτελείται σχεδόν εξ ολοκλήρου από κενό χώρο. Ο Στίβεν Πίνκερ (Steven Pinker) κάνει μια λαμπρή συζήτηση γύρω από τις εξελικτικές προελεύσεις των φυσικών μας διαισθήσεων στο βιβλίο του How the Mind Works (1998).

Τα συμπεράσματα της κβαντικής θεωρίας, που υποστηρίζονται από αδιάσειστα πειραματικά δεδομένα με εκπληκτικά πειστικούς αριθμούς δεκαδικών ψηφίων, είναι ακόμη πιο δύσκολο να γίνουν κατανοητά, και παραμένουν τόσο ξένα για το εξελιγμένο ανθρώπινο μυαλό που ακόμη και επαγγελματίες φυσικοί δεν τα κατανοούν στις ενδόμυχες σκέψεις τους. Φαίνεται ότι δεν είναι μόνον οι ενστικτώδεις στατιστικές μας, αλλά ο ίδιος ο νους μας που βρίσκεται ακόμη στη λίθινη εποχή.

Richard Dawkins, Υφαίνοντας το ουράνιο τόξο