Τρίτη 21 Απριλίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἑλένη (1165-1192)

ΘΕΟΚΛΥΜΕΝΟΣ
1165 ὦ χαῖρε, πατρὸς μνῆμ᾽· ἐπ᾽ ἐξόδοισι γὰρ
ἔθαψα Πρωτεῦ σ᾽ ἕνεκ᾽ ἐμῆς προσρήσεως·
ἀεὶ δέ σ᾽ ἐξιών τε κἀσιὼν δόμους
Θεοκλύμενος παῖς ὅδε προσεννέπω, πάτερ.
ὑμεῖς μὲν οὖν κύνας τε καὶ θηρῶν βρόχους,
1170 δμῶες, κομίζετ᾽ ἐς δόμους τυραννικούς.
ἐγὼ δ᾽ ἐμαυτὸν πόλλ᾽ ἐλοιδόρησα δή·
οὐ γάρ τι θανάτωι τοὺς κακοὺς κολάζομεν.
καὶ νῦν πέπυσμαι φανερὸν Ἑλλήνων τινὰ
ἐς γῆν ἀφῖχθαι καὶ λεληθέναι σκοπούς,
1175 ἤτοι κατόπτην ἢ κλοπαῖς θηρώμενον
Ἑλένην· θανεῖται δ᾽, ἤν γε δὴ ληφθῆι μόνον.
ἔα·
ἀλλ᾽, ὡς ἔοικε, πάντα διαπεπραγμένα
ηὕρηκα· τύμβου γὰρ κενὰς λιποῦσ᾽ ἕδρας
ἡ Τυνδαρὶς παῖς ἐκπεπόρθμευται χθονός.
1180 ὠή, χαλᾶτε κλῆιθρα, λύεθ᾽ ἱππικὰς
φάτνας, ὀπαδοί, κἀκκομίζεθ᾽ ἅρματα,
ὡς ἂν πόνου γ᾽ ἕκατι μὴ λάθηι με γῆς
τῆσδ᾽ ἐκκομισθεῖσ᾽ ἄλοχος ἧς ἐφίεμαι.
ἐπίσχετ᾽· εἰσορῶ γὰρ οὓς διώκομεν
1185 παρόντας ἐν δόμοισι κοὐ πεφευγότας.
αὕτη, τί πέπλους μέλανας ἐξήψω χροὸς
λευκῶν ἀμείψασ᾽ ἔκ τε κρατὸς εὐγενοῦς
κόμας σίδηρον ἐμβαλοῦσ᾽ ἀπέθρισας
χλωροῖς τε τέγγεις δάκρυσι σὴν παρηίδα
1190 κλαίουσα; πότερον ἐννύχοις πεπεισμένη
στένεις ὀνείροις ἢ φάτιν τιν᾽ οἴκοθεν
κλυοῦσα λύπηι σὰς διέφθαρσαι φρένας;

***
(Έρχεται ο Θεοκλύμενος με ακόλουθους.)
ΘΕΟΚΛΥΜΕΝΟΣ
Σε χαιρετάω μνήμα του πατέρα·
γι᾽ αυτόν τον λόγο σ᾽ έθαψα, Πρωτέα,
ο Θεοκλύμενος εγώ ο βλαστός σου,
στο ξέπορτο κοντά, να σου μιλάω
βγαίνοντας είτε μπαίνοντας στο σπίτι.
1170 Δούλοι, τους σκύλους πάρτε στο παλάτι
και τις παγίδες τούτες για τ᾽ αγρίμια.
(Οι ακόλουθοι μπαίνουν μέσα.)
Με τον εαυτό μου έχω πολύ θυμώσει.
Τους κακούς δίχως τιμωρία ν᾽ αφήσω;
Νά, κάποιος Έλληνας, μου είπαν, ήρθε
στον τόπο κι οι φρουροί δεν τον ενιώσαν·
κατάσκοπος; Ή θέλει την Ελένη
ν᾽ αρπάξει; Άμα τον πιάσω, θα πεθάνει.
Άα!
Όλα τελειώσαν, φαίνεται· έχει αφήσει
τον τάφο η Τυνδαρίδα, πάει την πήραν.
1180 Έε, τις αμπάρες βγάλτε· σκλάβοι, ανοίχτε
γοργά τους στάβλους, φέρτε τ᾽ άρματα έξω,
μήπως, γιατί ξαστόχησα, ξεφύγει
κρυφά απ᾽ τη χώρα η ποθητή γυναίκα.
(Βγαίνει η Ελένη.)
Άα, σταματήστε· εδώ μπροστά μας είναι,
δεν έφυγαν αυτοί που κυνηγάμε.
Γιατί φόρεσες μαύρα, τα μαλλιά σου
γιατί έκοψες, Ελένη, γιατί τρέχουν
τα δάκρυα στην όψη σου απ᾽ το κλάμα;
1190 Όνειρα μη σε τρόμαξαν το βράδυ,
χρησμούς κακούς σου δώσανε στο σπίτι
κι έχεις παραλοΐσει από τη θλίψη;

Μελέτες για την Αρχαία Μακεδονία, Από το τέλος της εποχής του χαλκού στη γένεση των πόλεων: Η εποχή του σιδήρου - Οικισμοί

Η οργάνωση των οικισμών εμφανίζεται σχετικά ομοιογενής κατά την ύστερη εποχή του χαλκού. Ο τύπος του οικισμού σε τούμπα κυριαρχεί. Οικοδομικές φάσεις προστίθενται στις ήδη υπάρχουσες. Οι θέσεις των οικισμών/χωριών διασπείρονται στα παράλια και στην κοντινή ενδοχώρα σε φυσικά οχυρωμένα χαμηλά υψώματα, κοντά σε ρέματα και ποτάμια, όπου ελέγχονται γόνιμα εδάφη για καλλιέργειες οσπρίων και δημητριακών.
 
Νέοι οικισμοί, πιθανόν συνέπεια και δημογραφικής αύξησης, της ύστερης εποχής του χαλκού ιδρύονται σε λοφώδεις και ημιορεινές θέσεις της Ανατολικής και Δυτικής Μακεδονίας. Σηματοδοτείται, επομένως, μια καμπή στην αγροτική οικονομία, αφού πολλαπλασιάζονταν δραστηριότητες κτηνοτροφίας αιγοπροβάτων, και κατ' επέκταση επηρεάζονταν οι παραγωγικές σχέσεις. Το σύστημα κοινωνικής ιεράρχησης που εξέφραζε ο οικισμός σε τούμπα φαίνεται ότι εδραιώνεται και στις νέες θέσεις.
 
Σε κάθε περίπτωση η επιλογή των θέσεων για οικισμούς εξυπηρετούσε τον έλεγχο κάθε περιοχής και των οδών επικοινωνίας.
 
Για την Κεντρική Μακεδονία υποθέτουμε βάσιμα ότι κατά την ύστερη εποχή του χαλκού υπήρξε αναδιοργάνωση του ευρύτερου χώρου με στρατηγικές διασυνδέσεις περισσότερων οικισμών, που απέχουν περί τα 5-8 χλμ. μεταξύ τους, και των γαιών που αυτοί ήλεγχαν χωριστά. Την ιδέα των ομαδοποιήσεων υποστηρίζει η παρουσία κεντρικών μεγαλύτερων οικισμών (Ανδρέου - Κωτσάκης 1986, Wardle 1997), όπως το Αξιοχώρι στην κοιλάδα του Αξιού, η Άσσηρος στη λεκάνη του Λαγκαδά, η Τούμπα της Θεσσαλονίκης, η Μεσημεριανή Τούμπα. Στις περιπτώσεις αυτές θα αναγνωρίζαμε ένα σύστημα ιεραρχίας με κέντρο έναν πλατύ οικισμό και περιφέρεια δορυφορικούς οικισμούς. Στόχος τέτοιου συστήματος θα ήταν συσχετισμοί συνοχής και σταθερότητας. Αρχιτεκτονική αναφορά στη λογική του ρόλου των κεντρικών οικισμών σε τούμπα παρέχουν οι προστατευτικοί περίβολοι των επάλληλων οικοδομικών φάσεων, τα «αψιδωτά» κτήρια και οι αποθήκες τροφίμων στην κορυφή της τούμπας στον Καστανά (Hänsel 1989), στην Άσσηρο (Wardle 1996, 1997), στην Τούμπα Θεσσαλονίκης (Ανδρέου - Κωτσάκης 1996), τη Μεσημεριανή Τούμπα (Γραμμένος - Κώτσος 2002).
 
Οι οικισμοί της εποχής του σιδήρου εξακολουθούν σε πολλές θέσεις της ύστερης εποχής του χαλκού (π.χ. Καστανάς, Άσσηρος), ενώ συχνά διαπιστώνονται διευρύνσεις γύρω από τις τούμπες σε «τράπεζες» (π.χ. Αξιοχώρι, Τούμπα Θεσσαλονίκης) ή κοντά σε αυτές (π.χ. Θέρμη/Σέδες, Πλαγιάρι, Νέο Ρύσιο). Η έρευνα έδειξε ότι αναπτύχθηκαν και νέοι οικισμοί σε ημιορεινές εκτάσεις (π.χ. λόφος Ωραιοκάστρου Β, λόφος Σούγγλα Λιβαδίου, «Αγίασμα» Αγίας Παρασκευής) σε λοφώδεις «τράπεζες» (π.χ. Τούμπα Τάμπια στη Νέα Μηχανιώνα) και ένας αριθμός από μικρά χαμηλά πλατώματα (flat sites) (στη λεκάνη του Λαγκαδά) Kotsakis 1989, 1990, Βοκοτοπούλου - Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1993, Wardle 1997, Γραμμένος - Μπέσιος - Κώτσος 1997). Στην Ανατολική Μακεδονία, επίσης, οι οικισμοί της ύστερης εποχής του χαλκού συνεχίζουν τη ζωή τους στην εποχή του σιδήρου και εδραιώθηκαν νέοι οικισμοί σε φυσικά οχυρές θέσεις (Βοκοτοπούλου - Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1993).
 
Τα οικιστικά αυτά φαινόμενα κατά την πρώιμη εποχή του σιδήρου προδίδουν βέβαια τις αυξητικές τάσεις του πληθυσμού και τις μετακινήσεις του, αλλά ταυτόχρονα προϊδεάζουν για την επαύξηση ενός συστηματικού προγράμματος ιεράρχησης και σύνδεσης μεγάλων, μικρών και συμπληρωματικών οικισμών σε ομάδες / ενότητες / οντότητες χώρου κατά περιοχές. Τέτοιες ομαδοποιήσεις πρέπει να εξυπηρετούσαν λειτουργικά τις δομές της κοινότητας των οικισμών και τις απαιτήσεις προστασίας των θέσεων και των υλικών συμφερόντων τους.
 
Παραμένουν κατά την εποχή του σιδήρου σημαντικά τα κτίσματα που συγκεντρώνονταν στην κορυφή της τούμπας η στο κέντρο της τράπεζας. Ανήκαν επί το πλείστον σε συγκροτήματα ή κτήρια με λιθόκτιστα θεμέλια, με ξυλόκτιστες και πλινθόκτιστες ανωδομές, τα οποία διακρίνονται ως προς τις διαστάσεις από τα υπόλοιπα του οικισμού και ως προς τους αποθηκευτικούς χώρους. Πρόκειται για τα κύρια κτήρια στην καρδιά του κάθε οικισμού και για τα πλέον προστατευμένα. Δεν είναι επομένως υπερβολή να θεωρούνται ως τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της κεντρικής εξουσίας κάθε περιοχής.
 
Όσο για τη διαβάθμιση που παρουσιάζεται σε μεγέθη οικισμών, στην εποχή του σιδήρου αποσαφηνίζονται αρκετά οι ενότητες χώρου. Από αυτές ορισμένες είχαν ήδη δρομολογηθεί κατά την εποχή του χαλκού, την ύστερη ιδιαίτερα, ενώ άλλες ομαδοποιήσεις χώρων των οικισμών, υποψιαζόμαστε βάσιμα εκ των υστέρων, με δεδομένη την επαλληλία και τα στοιχεία των αρχαιολογικών στρωμάτων στις ίδιες θέσεις. Αναζητώντας τις μεγάλες η μικρές γεωπολιτικές οντότητες που αναδύθηκαν στα ιστορικά χρόνια, αντιλαμβανόμαστε σε γενικές γραμμές τις τάσεις που επικρατούσαν αμέσως προγενέστερα. Οι υποθετικές γεωπολιτικές πραγματικότητες, των οποίων τα όρια και το ουσιαστικό περιεχόμενο αφουγκραζόμαστε, απαντούν εν μέρει σε ερωτήματα όπως:
 
α) Η Αμυδώνα των Παιόνων (Ιλ. Β 849, Π 288), στη νότια κοιλάδα του Αξιού ποταμού, μπορεί να ταυτιστεί με την ενότητα χώρου στην οποία ξεχωρίζει ανάμεσα στους οικισμούς εκείνος του Καστανά;
 
β) Η Χαλάστρα στον Εκαταίο (FgrHist, 1, F 146 = Στέφ. Βυζ.) και στον Ηρόδοτο (VII.123) μπορεί να αφορά στην ενότητα χώρου που διαμορφώνεται νότια της Πικρολίμνης και δυτικά του Γαλλικού ποταμού, με σημαντικό οικισμό στην περιοχή εκείνον της Αγχιάλου (διπλή τράπεζα).
 
γ) Η Σίνδος (Ηρόδ. VII.123) και η Θέρμη (Εκατ. FgrHist 1, F 146, Ηρόδ. VII.121 κ.ε., Θουκ. 1.61, 11.29, Αισχ. Περί της Παραπρ. II. 27) ενδέχεται να συνοψίζουν την παράλια περιοχή και την εγγύς ενδοχώρα μεταξύ των ποταμών Γαλλικού και Ανθέμουντα, στους οικισμούς της οποίας κυριαρχεί η Τούμπα Θεσσαλονίκης;
 
δ) Ο Ανθεμούς (Ηρόδ. V.94, Θουκ. II.99, Αισχ. Περί της Παραπρ. II. 27) θα μπορούσε να ήταν μια ενότητα με οικισμούς στην κοιλάδα του ομώνυμου ποταμού, μεταξύ Γαλάτιστας και Βασιλικών;
Ίσως αυτούς τους άτυπους «συνοικισμούς» να θεωρήσουμε ως μια προεργασία προς την κατεύθυνση της «πόλης» και του «κράτους», τα χαρακτηριστικά των οποίων έγιναν σαφέστερα μετά τον 8ο αι. π.Χ.
 

Το δίκαιο του ισχυροτέρου

Λέμε συχνά ό,τι το μόνο «δίκαιο» που θριαμβεύει είναι «το δίκαιο του ισχυροτέρου»· ο Θουκυδίδης (Ε, 89), στον λόγο των ισχυρών Αθηναίων προς τους αδύναμους Μηλίους, γράφει: «Το δίκαιο, στα λόγια των ανθρώπων, αποφασίζεται όταν κι οι δυο πλευρές βρίσκονται στην ίδια ανάγκη, αλλά εκείνα που μπορούν να γίνουν τα κάνουν οι πιο ισχυροί, κι οι αδύνατοι τα παραδέχονται υποχωρώντας». («Δίκαια μεν εν τω ανθρωπείω λόγω από της ίσης ανάγκης κρίνεται, δυνατά δε οι προύχοντες πράσσουσι και οι ασθενείς συγχωρούσιν»).

Τα ίδια λέει και ο Θρασύμαχος (A, 338C, 339Α), στην πλατωνική «Πολιτεία»:

«Τίποτε άλλο δεν είναι το δίκαιο παρά το συμφέρον του ισχυροτέρου… Δίκαιο είναι το συμφέρον εκείνου που έχει την εξουσία στα χέρια του». («Το δίκαιον είναι ουκ άλλο τι ή το του κρείττονος συμφέρον… Δίκαιον είναι το της καθεστηκυίας αρχής συμφέρον.»)
 
Παραπλήσια σημασία έχει και η λαϊκή παροιμία «Κυρά αλεπού, ποιος σ’ έμαθε να μοιράζεις; Η συμφορά του λύκου.» Τα παθήματα των άλλων γίνονται μαθήματα· η έκφραση προέρχεται από τον παλιό μύθο του Αισώπου «Λιοντάρι λύκος και αλεπού»: Λιοντάρι, Λύκος, κι Αλπού αντάμα, / τα τρία βγήκαν να κυνηγήσουν. / Με συμφωνία, πως ό,τι πιάκουν, να το μοιράσουν ανάμεσά τους. / Πολύ και πλούσιο κυνήγι κάνουν, / κι αφού σε μέρος τα αραδιάζουν, / του Λύκου λέγει το Λεοντάρι / σε τρία μέρη να τα χωρίσει. / Εκείνος τότε, κι αν λαιμαργάει, / σα φυσικό του, βαστιέται ωστόσο· / κι από το φόβο του ανώτερού του, / με δικιοσύνη τα διαμοιράζει. / Ο βασιλέας των τετραπόδων / με άγριο βλέμμα καταφρονώντας / ισοτιμία, που δεν του πρέπει, / μ’ οργή το Λύκο ευτύς ξεσκίζει· / και της Πανούργης το βάρος δίνει, / να κάμει εκείνη, καθώς ηξέρει. / Σωρόν ομπρός του τ’ απανωτιάζει, / κι αυτή κρατάει πολλά ολίγο. / Ποιος σ’ έχει μάθει, της λέει, Κουμπάρα, / με τόσο δίκιο να διαμοιράζεις; / σκυφτά εκείνη του απηλογήθη: / του Λύκου, αφέντη, η δυστυχία.

Δεν έχει σημασία η δομή μιας οικογένειας, αλλά το πώς συμβιώνουν τα μέλη της

Εσείς και όποιος ζει μέσα στο σπίτι είναι το περιβάλλον των παιδιών σας. Ένα μεγάλο μέρος του τρόπου με τον οποίο τα παιδιά σας αισθάνονται για τον εαυτό τους και το πώς αλληλοεπιδρούν με τους άλλους θα διαμορφωθεί από τη σχέση τους με εσάς και τον μικρό κύκλο που τα περιβάλλει. Ο κύκλος αυτός περιλαμβάνει τον ή τη σύντροφό σας, αν έχετε, τα αδέλφια, τους παππούδες και τις γιαγιάδες, τους αμειβόμενους βοηθούς που ίσως έχετε κατά καιρούς και τους στενούς σας φίλους. Είναι σημαντικό να έχουμε επίγνωση του πώς φερόμαστε σε αυτές τις σχέσεις.

Παραδείγματος χάριν, δείχνουμε την εκτίμησή μας στους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά μας ή απλώς ξεφορτώνουμε πάνω τους όλη μας την οργή; Αυτές οι στενές, οικογενειακές σχέσεις επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσεται η προσωπικότητα και η ψυχική υγεία του παιδιού. Τα παιδιά είναι άτομα, αλλά αποτελούν μέρος ολόκληρου του συστήματος. Εκτός από τις στενές οικογενειακές σχέσεις, το περιβάλλον του παιδιού περιλαμβάνει επίσης το σχολείο, τις δικές του φιλίες και την ευρύτερη κοινότητα μέσα στην οποία ζει. Είναι λοιπόν χρήσιμο να εξετάσουμε αυτό το σύστημα και να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να το καταστήσουμε το καλύτερο δυνατό περιβάλλον για μας και το παιδί μας.

Δεν χρειάζεται να είναι τέλειο – το τέλειο δεν υπάρχει. Δεν έχει σημασία η δομή της οικογένειας, κάτι που σίγουρα είναι ένα καλό νέο για όσους από εσάς δεν ζουν σε μια πυρηνική οικογένεια. Η σύνθεση και οι συνήθειες μιας οικογένειας μπορεί να είναι συμβατικές ή ασυνήθιστες. Οι γονείς μπορούν να ζουν χωριστά ή μαζί, σε κοινόβιο, ή σε ménage à trois, μπορούν να είναι ομοφυλόφιλοι, ετεροφυλόφιλοι ή αμφιφυλόφιλοι, δεν έχει σημασία. Έρευνες έχουν δείξει ότι η οικογενειακή δομή έχει ελάχιστη επίδραση στη γνωστική ή συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών και ότι στην πραγματικότητα πάνω από το 25% των παιδιών στο Ηνωμένο Βασίλειο προέρχεται από μονογονεϊκές οικογένειες, ενώ περίπου οι μισοί από αυτούς τους γονείς ήταν σε κάποια σχέση την εποχή που γεννιόταν το παιδί τους.

Τα παιδιά αυτών των οικογενειών δεν έχουν καλύτερη ή χειρότερη εξέλιξη από τα παιδιά που μεγαλώνουν σε μια πιο συμβατική οικογενειακή δομή, αφού φυσικά συνυπολογίσουμε παράγοντες όπως η οικονομική τους κατάσταση και το μορφωτικό επίπεδο των γονέων. Οι άνθρωποι στη ζωή ενός παιδιού αποτελούν τον κόσμο του. Μπορεί να είναι ένας κόσμος όμορφος, με αφθονία και πολλή αγάπη, αλλά μπορεί επίσης να μοιάζει και με ένα μόνιμο πεδίο μάχης. Έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι ενήλικες η οικογενειακή ζωή του παιδιού να μη γέρνει προς το άκρο του πεδίου μάχης. Εάν τα παιδιά ανησυχούν, δεν νιώθουν ασφαλή και αν δεν έχουν τη βεβαιότητα ότι ανήκουν απόλυτα στο σύστημα μέσα στο οποίο μεγαλώνουν, δεν νιώθουν ελεύθερα να εξερευνήσουν με περιέργεια τον ευρύτερο κόσμο που τα περιβάλλει.

Ο περιορισμός της περιέργειας και η αδυναμία να την εξασκήσουν επηρεάζουν αρνητικά τον τρόπο με τον οποίο συγκεντρώνονται και μαθαίνουν. Σε μια έρευνα, οι έφηβοι και οι γονείς τους ρωτήθηκαν εάν συμφωνούν ή διαφωνούν με την ακόλουθη δήλωση: «Η αρμονική σχέση μεταξύ των γονέων είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες για το μεγάλωμα ευτυχισμένων παιδιών». Το 70% των εφήβων συμφώνησε σε σύγκριση με μόλις το 33% των γονιών. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι τα συναισθηματικά προβλήματα των παιδιών, που γεννιούνται όταν οι σχέσεις των γονιών τους είναι δυσλειτουργικές, δεν είναι ορατά στους ενήλικες. Σίγουρα νιώθετε ότι είναι δύσκολο για σας, ως γονιός, να παρατηρήσετε με θάρρος τον πόνο του παιδιού σας.

Επομένως, είναι ακόμα πιο δύσκολο να δούμε και να συνειδητοποιήσουμε πώς οι δικές μας ενέργειες μπορεί να συνέβαλαν σε αυτόν τον πόνο. Μπορεί να αισθάνεστε δικαιολογημένοι που ενεργείτε με τον τρόπο που το κάνετε ή ίσως να μην αποδέχεστε ότι θα πρέπει να αλλάξετε τη συμπεριφορά σας. Μπορεί να το βρίσκετε τρομακτικό ή ακόμα και ακατόρθωτο το να εξετάσετε σε βάθος την αλληλεπίδραση με τον σύντροφό σας και τα άλλα κοντινά μέλη της οικογένειάς σας. Ελπίζω όμως σε αυτό το μέρος του βιβλίου να σας δώσω μερικές ιδέες για το πώς να κάνετε βελτιώσεις, εάν αυτές είναι αναγκαίες.

Όταν οι γονείς δεν είναι μαζί

Ακόμα κι αν ζείτε χωριστά από τον άλλο γονιό του παιδιού σας, αυτό που έχει σημασία είναι να αναφέρεστε στο πρόσωπό του με σεβασμό, να εκτιμάτε και να επαινείτε τα προτερήματά του και να μην τονίζετε πάντοτε τα λάθη του. Ξέρω ότι αυτό μπορεί να φαίνεται αδύνατο σε μερικούς από εσάς, ειδικά μετά από έναν άσχημο χωρισμό. Μάλλον θα σας διευκολύνει όταν σας εξηγήσω πόσο σημαντικό είναι για ένα παιδί: Το παιδί βλέπει τον εαυτό του απόλυτα συνδεδεμένο με τους δυο γονείς του, νιώθει κομμάτι τους. Εάν το ήμισυ της διττής αυτής υπόστασης που το έφερε στον κόσμο αναφέρεται συχνά ως το «κακό» πρόσωπο, τις περισσότερες φορές το παιδί εσωτερικεύει αυτή την πληροφορία, με αποτέλεσμα να θεωρεί τελικά τον εαυτό του ως «κακό» πρόσωπο.

Ένα παιδί μπορεί επίσης να νιώσει ότι σκίζεται στα δύο, όταν είναι υποχρεωμένο να δείχνει την ίδια πίστη και στους δύο γονείς του. Ποιος είναι λοιπόν ο καλύτερος τρόπος να χειριστεί κανείς τον χωρισμό; Ένα παιδί τον ξεπερνάει καλύτερα εάν οι γονείς συνεργάζονται και επικοινωνούν καλά και εάν το παιδί εξακολουθεί να έχει τακτικά στενή επαφή και με τους δύο. Εάν το πετύχετε αυτό, το παιδί σας είναι λιγότερο πιθανό να γίνει καταθλιπτικό ή επιθετικό.

Η απολογία του Γεώργιου Παπαδόπουλου προς το δικαστήριο

Κύριε Πρόεδρε, Κύριοι Εφέται.

Δεν αποδέχομαι την θέσιν του κατηγορουμένου και εν συνεπεία προς αυτό το οποίον έταξα εις τον εαυτόν μου, αφού εξετέθην από απεινή διωγμόν με βάσιν νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος, δεν θα έπρεπε να απολογηθώ.

Επειδή όμως το αντικείμενον της παρούσης δίκης είναι η έρευνα των συνθηκών της απωλείας ζωής συνανθρώπων μας και του τραυματισμού συνανθρώπων μας, είμαι υποχρεωμένος σήμερα να αναφερθώ προς το δικαστήριόν σας, όχι επί τω σκοπώ να αποσείσω την αποδιδομένην κατηγορίαν, αλλά επί τω σκοπώ να θέσω εις την διάθεσίν σας ορισμένας σκέψεις μου οι οποίες ενδεχομένως θα σας βοηθήσουν εις το να αχθήτε εις δικαιωτέραν κατά την άποψίν μου κρίσιν.

Θα αρχίσω την αναφοράν μου αντικρύζοντας δεδομένα τινά εις το κυριαρχήσαν κατά τας ημέρας των γεγονότων σύνθημα: ψωμί, παιδεία, ελευθερία, και θα τελειώσω με την αναφορά επίσης εις ένα άλλο σύνθημα της συγκεντρώσεως, το οποίον έχει άμεσον σχέσιν με το άτομόν μου, δηλαδή, με το σύνθημα θάνατος εις τον Παπαδόπουλο.

Κύριοι Δικασταί μην ανησυχήσετε, δεν πρόκειται να θίξω ουδέναν, δεν πρόκειται να αναφερθώ ευθέως ως αντιμετωπίζων θέσεις μου ως πολιτικάς θέσεις ή άλλας πολιτικάς θέσεις, δεν πρόκειται πολύ περισσότερον να προσθέσω προβλήματα εις τα τόσα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι υπευθύνως διαχειριζόμενοι τας τύχας της χώρας μας σήμερον.

Επομένως βέβαιοι όντες, ότι δεν θα πράξω τούτο, σας καλώ να μην ανησυχήσετε εξʼ υπʼ αρχής.

Δεν ξέρω τι άλλο κακόν ή καλόν έπραξεν η Επανάστασις κατά την διαδρομήν της από την ζωήν της χώρας, είμαι υποχρεωμένος όμως σήμερον να αναφέρω ενώπιόν σας δείγματα τινά της προσπαθείας την οποίαν αναλάβομεν εν συνειδήσει ότι προσφέραμε κάποιας μορφής έργον εις τον τόπον.

Ως προς το ψωμί, την οικονομίαν, παραλάβαμεν το εθνικόν εισόδημα εις τα 565 δολλάρια, και παραδώσαμε την διαχείρισιν της εξουσίας όταν ανετράπημεν εις 1.100.

Παραλάβαμεν τον προϋπολογισμόν της χώρας εις το ύψος των 29 δισεκατομμυρίων και παραδώσαμεν την αρχήν, με τον προϋπολογισμόν της χώρας εις 109 δισεκατομμύρια.

Παραλάβαμεν το συναλλαγματικόν απόθεμα της χώρας εις τα 200 εκατομμύρια δολλάρια και το παραδώσαμεν εις τον ένα δισεκατομμύριον πεντήκοντα εκατομμύρια δολλάρια.

Θα είχα την δυνατότητα να δώσω και άλλα τινά στοιχεία εις ό,τι αφορά την οικονομικήν ανάπτυξιν την οποίαν επέτυχεν η “επάρατος τυραννία με την αλλοπρόσαλον πολιτικήν εις τον οικονομικόν τομέα, την οποίαν ηκολούθησεν”, κατά τους χαρακτηρισμούς οι οποίοι δίδονται σήμερον εις ότι αφορά την προσπάθειάν μας.

Δεν το πράττω, διότι δεν νομίζω ότι χρειάζεται διά τον Ελληνικόν λαόν και υμάς, διότι το γνωρίζετε, δεν το πράττω ακόμη διά να μην θεωρηθή ότι εκμεταλλεύομαι μετά δεκαέξ μήνας σιωπής το βήμα τούτο ίνα πολιτικολογήσω, αναφερόμενος προς το σεβαστόν δικαστήριόν σας.

Παιδεία! Δύο δισεκατομμύρια τετρακόσια εκατομμύρια ήσαν αι δαπάναι του προϋπολογισμού υπέρ της παιδείας όταν αναλάβομεν την αρχήν. Και παραδώσαμεν κονδύλιον εγγεγραμμένον εις τον προϋπολογισμόν ύψους 15 δισεκατομμυρίων.

Εξακόσιες είκοσι επτά ήσαν αι θέσεις των λειτουργών της ανωτάτης παιδείας, διότι δεν θα αναφερθώ εις την γενικήν, και ανεπτύξαμεν τας καθηγητικάς έδρας εις τον αριθμόν των εννεακοσίων εβδομήκοντα περίπου.

Δύο χιλιάδες εξακόσιοι ήσαν οι προβλεπόμενοι βοηθοί Καθηγητών, ως βοηθητικόν εκπαιδευτικόν προσωπικόν εις τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, και όταν παραδώσαμεν την αρχήν αι νομοθετημέναι θέσεις ανήρχοντο εις έξι χιλιάδας επτακοσίας, εάν δεν με απατά η μνήμη, εξ αυτών δε είχε κατορθωθεί να συμπληρωθούν περί τας τέσσερεις χιλιάδας οκτακοσίας.

Εδιπλασιάσαμε τας δυναμένας να προσφερθώσι υπηρεσίας εκ μέρους των φοιτητικών λεσχών, εβελτιώσαμε το φοιτητικόν συσσίτιον. Εχορηγήσαμεν τα φοιτητικά δάνεια.

Εχορηγήσαμε δωρεάν τα συγγράματα προς τους φοιτητάς. Εν πάση δε περιπτώσει ολοκληρώσαμε την έννοιαν εις την πραγματικήν μορφήν της δωρεάν παιδείας εις τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Ταύτα μόνον εν αντιπαραθέσει προς το τμήμα του συνθήματος παιδεία.

Και έρχομαι εις το τμήμα το αναφερόμενον, εις το τμήμα Ελευθερία. Βεβαίως κύριοι δικασταί επρόκειτο κατά την πολιτολογίαν περί δικτατορικού καθεστώτος. Είχαν ανασταλεί αι πολιτικαί ελευθερίαι του Ελληνικού Λαού.

Κατά συνείδησιν δεν υπήρξα ουδ’ επί στιγμήν κατά την διαδρομήν της μέχρι αυτής της στιγμής ζωής μου κατά τας αντιλήψεις μου τύραννος ή τυραννικός.

Ουδέποτε επίστεψα ως πολίτευμα την τυραννίαν. Εάν θέλετε δε εις την ενάσκησιν των καθηκόντων μου, ασκών την εξουσίαν, ουδεμίαν στιγμήν επολιτεύθην εις τον χώρον που εκινούμην με διαδικασίες άλλες από τις διαδικασίες του διαλόγου της Δημοκρατίας.

Αποκλειστικός σκοπός μου υπήρξε η ταχυτέρα επαναφορά της εξουσίας εις χείρας του κυριάρχου λαού. Δεν με εβοήθησε ουδείς, διότι ουδείς επίστευεν μόνον ως σκοπόν την αποκατάστασιν της Δημοκρατίας. Ομίλουν περί Δημοκρατίας, αλλά εις την ουσίαν επεθύμουν την Δημοκρατίαν η οποία θα ήρχετο ως τιμητής μίας παρενθέσεως παρεισάκτων εις τον πολιτικόν βίον, οι οποίοι είχαν την ατυχίαν να επιτύχουν εις την προσφορά υπηρεσιών προς την χώραν. Και εν τούτω τω λόγω ουδείς εβοήθησεν διά την ταχείαν αποκατάστασιν της Δημοκρατίας.

Παρά ταύτα εις κάποιο σημείον απεφασίσθη η κίνησις προς την ομαλοποίησιν.

Συνετάχθη ένα Σύνταγμα και επεκυρώθη δι’ ενός δημοψηφίσματος το οποίον εύχομαι να είναι το προτελευταίον εις την χώραν ταύτην από την σειράν όλων των ψηφοφοριών που εχαρακτηρίσθη ως νόθον. Λέγω δε το προτελευταίον διότι και η εγκυρότης ως προς την έκφρασιν της συνεπείας του αποτελέσματος προς την πραγματικότητα έχει αρχίσει να διαμφισβητείται και δια το περυσινόν Δημοψήφισμα.

Εν πάσει περιπτώσει με βάσιν εκείνο το Σύνταγμα εκινούμεθα προς ομαλοποίησιν.

Ποίο ήτο το Σύνταγμα εκείνο; Με το αδελφόν του, του 1968, ήτο το Σύνταγμα το οποίον πρώτο προέβλεπε προστασία και των κοινωνικών δικαιωμάτων του ατόμου. Ήταν το Σύνταγμα εκείνο το οποίον προέβλεπε και επέβαλε την λειτουργίαν της Δημοκρατίας μέσω πράγματι οργανωμένων κατά δημοκρατικόν τρόπον, κομμάτων. Ήτο το Σύνταγμα εκείνον το οποίον προέβλεπε την χρηματοδότησιν των εκλογικών αγώνων των κομμάτων από το κράτος ίνα επιβληθή κάποτε, επί τέλους εις τον τόπον αυτόν η πραγματική Δημοκρατία. Η Δημοκρατία η οποία θα έχει τους ασκούντας την πολτικήν εξουσίαν, αδεσμεύτους από το κεφάλαιον το οποίον χρηματοδοτεί εκάστοτε τους εκλογικούς αγώνας των.

Ήτο το Σύνταγμα εκείνο το οποίον προέβλεπε υπερτροφικάς λειτουργίας και εξουσίας εις τον προβλεπόμενον Ανώτατον Άρχοντα, Πρόεδρον της Δημοκρατίας. Διερωτήθη όμως κανείς διατί ετέθηκαν αυταί αι υπερτροφικαί εξουσίαι εις χείρας του Ανωτάτου Άρχοντος; Διερωτήθη κανείς πως θα έπρεπε να περάσωμεν το φράγμα, από την Δικτατορίαν εις την ομαλότητα;

Διερωτήθη κανείς ποίαι ήσαν αι διαδικασίαι αι οποίαι απητούντο διά να επανέλθουν οι Στρατιώται και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων εις τον Στρατώνα από την ανάμιξιν εις οίαν έκτασιν την είχον κατ’ εκείνην την περίοδον;

Διερωτήθη κανείς ποίον πρόβλημα ευθύνης τεράστιον αντιμετώπιζεν ο υποφαινόμενος; Προσέτρεξε κανείς εις τον να τον ακούση και να του προσφέρη την συμβουλήν του διά να επανέλθη επί τέλους εις τον τόπον αυτόν η Δημοκρατία;

Καλώ κύριοι, από αυτής της θέσεως, αυτήν την στιγμήν παρακαλώντας, τον προτελευταίον πρωθυπουργόν μου κ. Μαρκεζίνην, να ανακοινώση εις τον Τύπον, την συμφωνίαν εις την οποίαν είχομεν προέλθη, επί της Αναθεωρήσεως του Συντάγματος και την οποίαν με τας δεσμεύσεις που είχαμε αποδεχθεί πρέπει να είχε κοινοποιήση εις τους πολιτικούς Αρχηγούς οι οποίοι τότε διερωτώντο, εάν θα έπρεπε να βοηθήσουν εις την ομαλοποίησιν συνεργαζόμενοι εις τας προκηρυχθησομένας εκλογάς.

Είμαι βέβαιος ότι (Σ.Σ.: εάν) το περίγραμμα τουλάχιστον μαζί με την διαβεβαίωσίν του ότι επρόκειτο να αναθεωρηθούν από την Βουλήν η οποία επρόκειτο να εκλεγή και η οποία θα ήτο Αναθεωρητική, αι διατάξεις με τας υπερτροφικάς υπερεξουσίας του Προέδρου, είχε τεθεί υπ’ όψιν των πολιτικών Αρχηγών, (Σ.Σ.: δεν) θα έπρεπε να έχουν λόγον να αντιδρούν εις την προσπάθειαν η οποία είχε αναληφθεί.

Εν πάσει περιπτώσει και εις αυτό απέτυχα. Και φοβάμαι, παρ ότι εύχομαι να μην επιβεβαιωθή, ότι η αποτυχία μου εκείνη εκόστισε και δεν θα θελήσω να κάνω τον προφήτη, προφητεύοντας ότι θα κοστίση και μελλοντικώς εις τον τόπον αυτόν.

Προς τους φοιτητάς προσέφερα, εις τον τομέα Ελευθερία αναφέρομαι, να έχουν την ευκαιρίαν να είναι οι πρώτοι οι οποίοι θα εκφράσουν την ελευθέρα βούλησίν τους κατά τας φοιτητικάς εκλογάς ανακοινώσας αποδοχήν κανονικών ελευθέρων αρχαιρεσιών εις τους φοιτητικούς συλλόγους.

Παρά ταύτα εφθάσαμε εις τα θλιβερά γεγονότα της περιόδου εκείνης κάτω από το σύνθημα, ψωμί, παιδεία, ελευθερία. Ποία πρέπει να θεωρηθή κύριοι Δικασταί η μορφή των εκδηλώσεων εκείνων;

Είναι αγνή, είναι άδολη, είναι άμετρη εις τας τάσεις για να μην πω εις την λατρείαν την οποίαν έχουν οι νέοι προς την ελευθερίαν. Γι' αυτό και παντού ανά την γήν χρησιμοποιούνται ως η ζύμη επάνω εις την οποία πλάθονται όλαι αι εξεγέρσεις, τη χρησιμοποιήσει αυτής της τάσεως των νέων από την αγάπην τους προς την ελευθερίαν.

Με αίτιον δήθεν, την αναβολήν των φοιτητικών εκλογών, παγιδεύεται μία μάζα νέων φοιτητών εις το Πολυτεχνείο κατά την 14ην του μηνός. Δεν ανησυχώ, διότι δεν πιστεύω ότι τα αστικά μεν κόμματα χωρίς καμμίαν υποδομήν οργανώσεως είναι δυνατόν να εξωθήσουν την αθώαν αυτήν συγκέντρωσιν εις επανάστασιν, γνωρίζω δε ότι αι Μαρξιστικαί αναρχικαί οργανώσεις και πολυπληθείς κατά τα μέλη των δεν είναι, αλλά και δεν συνηθίζουν να άγονται εις αγώνας εξεγέρσεως εάν δεν εξασφαλίσουν την μετωπικήν εκδήλωσιν μετά των λοιπών κοινωνικών ομάδων άλλου προσανατολισμού από τους ιδικούς των προσανατολισμούς.

Σφάλων εις την εκτίμησίν μου κατά την Πέμπτην, διότι οι τότε εις την “αντίστασιν” κατά της Επαναστάσεως, αναπτύσσοντες την δραστηριότητά τους πολιτικοί, αποπειρώνται την εκμετάλλευσιν αυτής της εκδηλώσεως των φοιτητών, κινητοποιούν μάζας και αρχίζουν να δημιουργούν το περιβάλλον.

Δημιουργούνται αι συνθήκαι διά τους αναρχικούς, αι συνθήκαι εκμεταλλεύσεως της συγκεντρώσεως. Και βεβαίως δεν την χάνουν. Προστρέχουν, προσφέρουν τας υπηρεσίας των, προσφέρουν την οργανωμένην δύναμίν των από του ραδιοφωνικού σταθμού και τας υπηρεσίας κατευθύνσεως της συγκεντρώσεως και αναπτύσσουν από της Παρασκευής το πρωί σε έναν αγώνα διελκυστίνδος μεταξύ των αθώων φοιτητών και αυτών, τον αγώνα τους διά την εξασφάλισιν της κυριαρχίας επί της συγκεντρώσεως. Και φθάνωμεν την Παρασκευήν το μεσημέρι με την περίφημον Συντονιστικήν Επιτροπήν, την αθώα ως ενεφανίσθη ενώπιόν σας, κατευθύνουσα με μάζα τους εγκλείστους και με στρατιάν τους περί το Πολυτεχνείον, εις την εκδήλωσιν της αναρχίας.

Θα με ερωτήσετε κύριοι Δικασταί: Είναι πράγματι αναρχική η τάσις η οποία έχει αναπτυχθεί πλέον την Παρασκευήν το μεσημέρι εις την συγκέντρωσιν αυτήν;

Δεν θα αναφερθώ εις τα όσα και εις την αίθουσαν αυτήν ελέχθησαν από τινάς των μαρτύρων όσον αφορά την μετακίνησιν από τα συνθήματα των φοιτητών και τα συνθήματα μίας εκδηλώσεως ομάδος ατόμων αγωνιζομένων διά τας ελευθερίας των, προς τα συνθήματα τα αναρχικά. Θα αναφερθώ μόνον εις ένα σημείον.

Θα σας προκαλέσω κύριοι Δικασταί, αποσυρόμενοι εις την διάσκεψιν διά να κρίνετε επί της υποθέσεως, να αναζητήσετε τα πρακτικά και από τους παρελάσαντας ως μάρτυρες εις την δίκην αυτήν μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής, να αναζητήσετε την ηλικίαν των.

Τι θα είδητε εκτιμώντας το στοιχείον αυτόν; Θα είδητε ότι τα 4/5 αν όχι τα 9/10 αυτών εδήλωσαν από της θέσεως αυτής ηλικίαν 32 έως προς τα κάτω 30 ετών, πράγμα που σημαίνει ότι την περίοδον εκείνην ήσαν 28 – 30 ετών. Και είναι γνωστόν τοις πάσι, εις όλον τον κόσμον κύριοι Δικασταί, ότι αυτής της ηλικίας είναι μόνον τα επαγγελματικά συνδικαλιστικά στελέχη των αναρχικών οργανώσεων.

Παραμένουν οφείλοντα έστω και ένα μάθημα πριν πάρουν το Πτυχίον, έως ότου προπαρασκευάσουν από πίσω τους τα ερχόμενα νέα στελέχη διά να τους διαδεχθούν εις την καθοδήγησιν του συνδικαλιστικού κινήματος εντός της νεολαίας. Και μόνον το στοιχείον αυτό δι’ εμέ αρκεί και δεν θα σας κουράσω αναφερόμενος και εις άλλα στοιχεία.

Και ελέχθη, ότι η εκδήλωσις εκείνη ήταν διαδήλωσις αθώων διαδηλωτών, διαδηλούντων την επιθυμίαν τους προς ανατροπήν της τυραννίας. Εάν ήτο αθώα και αν ήταν ειρηνική η εδήλωσις έχω την εντύπωσιν ότι έχετε αρκετά στοιχεία μέσω των οποίων μπορείτε να οδηγηθείτε εις ασφαλές συμπέρασμα.

Σας παρακαλώ όμως, ξαναδιαβάστε πριν κρίνετε, άλλη μια φορά τα απομαγνητοφωνημένα κείμενα των μαγνητοταινιών της Αμέσου Δράσεως. Άοπλος ελέγετο από τους μάρτυρας ο όχλος. Ενδεχομένως παρεδέχοντο τινές να εκράτουν ράβδους ή τούβλα.

Μήπως όμως κανείς από μας κύριοι Δικασταί έχει ξεχάσει ότι ο Λεμπόν καθομολογεί εις το σύγραμμα του περί όχλου, ότι δεν υπάρχει φοβερότερον όπλον από τον όχλον εις τας χείρας ικανού οχλοκράτους, ο οποίος αγώμενος καταλλήλως είναι ικανός να ανατρέψη και το ισχυρότερον φρούριον; Ποίαν βάσιν επομένως πρέπει να δώσωμεν εις την ενώπιόν σας εκτεθείσαν μορφήν της συγκεντρώσεως ως ειρηνικής διαδηλώσεως;

Προ της τοιαύτης καταστάσεως, κύριοι Δικασταί, δι’ εμέ ασκούντα την εξουσίαν νομίμως ή παρανόμως, αν θέλετε, ετέθη το ερώτημα τι πρέπει να πράξω. Και εκείνο που δεν μου επετρέπετο, διότι ουδέποτε το εσκέφθην κατά την διάρκειαν της ζωής μου, ήτο να φυγομαχήσω και να αφήσω έκθετον τον λαόν των Αθηνών εις τους στασιάσαντας ελαχίστους οχλοκράτας.

Έπρεπε να εξασφαλίσω υπέρ των πολλών το έννομον αγαθόν της δημοσίας τάξεως και δημοσίας ασφαλείας. Έπρεπε να προστατεύσω την ζωήν και τας περιουσίας των πολιτών ανεξαρτήτως πολιτικών ευθυνών, ανεξαρτήτως του αν ήμουν νόμιμος ή παράνομος και ανεξαρτήτως αν ήσκουν νομίμως ή διά της βίας την εξουσίαν.

Τούτο δε και έπραξα. Εγώ απεφάσισα την ενίσχυσιν των Αστυνομικών δυνάμεων διά τμημάτων του Στρατού: Όταν αι Αστυνομικαί δυνάμεις απώλεσαν την ικανότητα να επιβάλουν την τάξιν. Εγώ απεφάσισα την επέμβασιν διά την εκκένωσιν του Πολυτεχνείου και την εξαφάνισιν του πυρήνος της εστίας της όλης αναταραχής.

Δεν υπήρξα απάνθρωπος σε καμμία στιγμή της ζωής μου. Εσεβάστηκα πάντοτε την ανθρωπίνην ζωήν και την ανθρωπίνην αξιοπρέπειαν. Με αυτοθυσίαν θα προησπιζόμην την ζωήν του οιουδήποτε συνανθρώπου μου. Εκείνην όμως την στιγμήν είχα καθήκον, μιάς και καλώς ή κακώς ήσκον την εξουσίαν, να επιβάλω την τάξιν. Και η τάξις επιβάλλεται με νομίμως καθωριζομένας διαδικασίας. Ουδέν πέραν, ουδέν πλέον, αλλά και ουδέν έλαττον έπραξα των υπό του νόμου προβλεπομένων διαδικασιών.

Και με την βοήθειαν του Θεού δια της ασκήσεως της ψυχολογικής πιέσεως εξεκενώθη το Πολυτεχνείον χωρίς θύματα.

Ευρέθην βάσιν των πληροφοριών από της επομένης προ καταστάσεως η οποία ενεφανίζετο ως απειλούσα σοβαρότερον την Δημοσίαν Τάξιν και Δημοσίαν Ασφάλειαν. Απεφάσισα την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου. Εγώ κύριοι Δικασταί απεφάσισα την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου. Εγώ διέταξα την χρησιμοποίησιν και των Στρατιωτικών Τμημάτων εφ’ όσον απαιτείται προς βοήθειαν των Αστυνομικών διά την επιβολήν της Τάξεως και του Νόμου.

Και έρχομαι εις την μορφήν των γεγονότων τα οποία εξελίχθησαν με βάσιν την μορφήν της συγκεντρώσεως που περιέγραψα, και τας ενεργείας εις τας οποίας προέβην.

Αναζητείται εις την αίθουσαν αυτήν κύριοι Δικασταί κάποιον περίφημον σχέδιον. Το σχέδιον δια την “σφαγήν” του Πολυτεχνείου.

Για όνομα του Θεού κύριοι Δικασταί. Δεν είναι λαός δολοφόνων ο Ελληνικός Λαός. Δεν στεγάζονται εις τας Ενόπλους Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας δολοφόνοι. Δεν εκτρέφουν δολοφόνους. Θα έπρεπε είτε αυτοί να είναι δολοφόνοι διά να μπορέσω συνεργαζόμενος μαζί των εις όλους τους κόμβους της ιεραρχίας να εξυφάνω ένα σχέδιον σφαγής του Ελληνικού Λαού με βάσιν το Πολυτεχνείον, ή θα έπρεπε να έχω μαγικάς ικανότητας είτε να πρακτορεύσω τας ενεργείας των αναρχικών οργανώσεων και ρίπτοντάς τους εις εκδήλωσιν αναρχίας να προκαλέσω την σφαγήν, είτε να υποβάλω εις τα όργανα του Κράτους την δολοφονικήν προδιάθεσιν, εν αδυναμία των να αντιδράσουν εις την τοιαύτην σατανικήν διατειθεμένην υπ’ εμού δύναμιν. Και αν εγώ εχαρακτηρίσθην και από πολλούς πιστεύομαι ως σατανάς, θα πρέπει να δεχθήτε κύριοι Δικασταί ότι αυτήν την δύναμιν δεν την διαθέτω.

Αλλά και αν δεχθήτε ότι την διαθέτω, θα πρέπει να δεχθήτε ότι ο ηθικός εξοπλισμός των Ελληνοπαίδων, αλλά και ο ηθικός εξοπλισμός των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων είναι τοιούτος, ώστε να μην είναι δυνατή η οποιαδήποτε σατανική δύναμις να τους μετατρέψη εις δολοφόνους.

Ανεζητήθη από το Δικαστήριόν σας να διακριβωθή εάν εξεδώθησαν διαταγαί να εξοπλισθούν τα Στρατιωτικά Τμήματα με χειροβομβίδες. Προς θεού κύριοι Δικασταί, προς Θεού κύριοι Εισαγγελείς. Χειροβομβίδες προς τι; Να σκοτώσουμε τα Ελληνόπουλα; Είναι δυνατόν να το διανοηθή ως έχειν οιοσδήποτε άνθρωπος αναπτυχθείς εις την χώραν αυτήν οποιαδήποτε πόθησιν πάθους και μίσους και αν έχει και αν φέρει επάνω του;

Προσωπικά το αρνούμαι. Ανεζητήθη εις την αίθουσαν αυτήν η διαβεβαίωσις ενδεχομένης πληροφορίας ότι από ελικοπτέρου εβάλετο το πλήθος. Ας μου επιτραπή ο χαρακτηρισμός. Είναι κωμική κύριοι μία τοιαύτη θέσις. Και εάν διετίθετο σπείρα δολοφόνων δια να δολοφονήση τον λαόν, δεν έχει ανάγκην των πυρών από του ελικοπτέρου.

Εζητήθη η επιβεβαίωσις εδώ της πιθανής χρησιμοποιήσεως από τα κοινά όπλα των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων σφαιρών “ντουμ – ντουμ”. Και αφέθη ο υπαινιγμός από αξιότιμον υπερασπιστήν της Πολιτικής Αγωγής, ότι ενδεχομένως να είχαμε προμηθευτεί τέτοια βλήματα, να τα είχαμε μοιράσει εις τους κινηθέντας στρατιώτας ή αστυνομικούς, και δι’ αυτών να τους είχαμε καλέσει να φονεύσουν αποτελεσματικότερα απ’ ότι θα ηδύναντο με τα κοινά φυσίγγια τους Έλληνας. Δεν θα προσθέσω επί της θέσεως αυτής ουδέν πέραν.

Διερευνάται το ενδεχόμενον να διετάξαμεν την παραβίασιν της πύλης του Πολυτεχνείου με το άρμα, προκειμένου να συνθλίψωμεν τους όπισθεν αυτής ευρισκομένους φοιτητάς.

Δεν γνωρίζω κύριοι εάν είναι δυνατόν μίαν τοιαύτην ενέργεια να την χωρέση διανόηση ανθρώπου. Η δική μου τουλάχιστον δεν είναι δυνατόν να την χωρέση.

Ελέχθη και ενεφανίσθη από αξιότιμους μάρτυρας παρελάσαντας από του βήματος τούτου, από τινάς τραυματισθέντας ότι εν ψυχρώ επυροβολήθησαν από αστυνομικά όργανα ή από άνδρας των Ενόπλων Δυνάμεων. Να θεωρήσωμεν κύριοι ότι όλοι ήσαν ψυχοπαθείς; Είναι πάρα πολύ παράτολομον. Και αν θέλη η αξιότιμος υπεράσπισις της Πολιτικής Αγωγής, ας δεχθή ότι είμαι μόνον εγώ ο ψυχοπαθής εις τον τόπον αυτόν.

Τα Ελληνόπουλα, και τα υπηρετούντα εις τα Σώματα Ασφαλείας, και τα υπηρετούντα εις τας Ενόπλους Δυνάμεις, δεν είναι δυνατόν κύριοι να χαρακτηρισθούν ως εν ψυχρώ δολοφονούντα Έλληνες πολίτες. Τίθεται εν τοιαύτη περιπτώσει, θα μου πείτε, το ερώτημα: Τι πρέπει να συμβαίνη εν τοιαύτη περιπτώσει κύριε κατηγορούμενε; Από του βήματος τούτου μάρτυρες κατέθεσαν περί του αντιθέτου.

Κύριοι Δικασταί, οι δίκες αυτές έχοντας σχέσιν με πολιτικάς συγκρούσεις, με πολιτικάς διαφοράς, με αναφοράν εις ένα κλίμα το οποίον δημιουργείται εκ πολιτικών ανταγωνισμών, δεν θα έπρεπε να γίνωνται. Θα ήταν προτιμώτερον η Πολιτεία να θεσμοθετήση κάποιες άλλες διατάξεις, οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις να τιμωρούν χωρίς την παρέμβασιν της Δικαιοσύνης όσους εκ των πολιτικών των αντιπάλων εκτιμήσουν ότι θα πρέπη να εξοντώσουν. Διότι ούτω θα εσώζετο τουλάχιστον η ανθρωπίνη αξιοπρέπεια από τας επιδράσεις που υφίσταται εν όψει ενός φορτισμένου κλίματος να άγεται και να παρουσιάζη μαρτυρίας αι οποίαι δεν θα είπω ότι είναι ψευδείς, αλλά δεν περιλαμβάνουν ολόκληρον την αλήθειαν.

Δεν είναι δυνατόν να δεχθούμε τα περιστατικά ως περιεγράφησαν από τους μάρτυρας κατηγορίας. Διότι αν τα δεχθούμε θα πρέπη παραλλήλως να δεχθούμε ότι όλοι οι άνδρες των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας είναι εκ προδιαθέσεως δολοφόνοι.

Σεις κύριοι Δικασταί ως ιερείς της Θέμιδος λέγεται ότι δεν μπορείτε να δικάσετε δίκην εάν δεν ακούσετε τον μύθον και των δύο πλευρών.

Σας ερωτώ όμως. Έναντι των μαρτύρων τραυματιών, έναντι των μαρτύρων των αναφερομένων εις τα περιστατικά θανατώσεων, ακόμη και έναντι των μαρτύρων των αναφερομένων εις βαναυσοτήτας, που είναι η άλλη πλευρά;

Ποία είναι η πραγματικότης; Υπήρξε διαδήλωσις; Υπήρξε πρόκλησις; Υπήρξε σύγκρουσις; Υπήρξε σύγχυσις εις τα όργανα των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας, η οποία κακώς τα έφερε εις την ανάγκην να πυροβολήσουν; Αλλά κάτω από το κράτος κάποιων συνθηκών τας οποίας δεν ήλεγχον;

Εγώ προσωπικώς κύριοι Δικασταί αρνούμαι να αποδεχθώ την αλήθειαν των περιγραφέντων αδικημάτων περί των οποίων καλείσθε να κρίνετε. Κύριοι Δικασταί δεν θα σας κουράσω αναφέροντας περισσοτέρας μου σκέψεις.

Υπήρξα ο αρχηγός της Επαναστάσεως, είμαι ενώπιόν σας ο τύραννος. Επιτρέψατέ μου να απευθυνθώ τελευτών, με μίαν επίκλησιν προς τους κυρίους εισαγγελείς και τους αξιοτίμους υπερασπιστάς της πολιτικής αγωγής.

Ποιούμαι έκκλησιν κύριοι Εισαγγελείς και κύριοι υπερασπισταί της πολιτικής αγωγής. Έκκλησιν προς τα αισθήματα σεβασμού προς την ιστορίαν του λαού αυτού.

Μην ζητήσετε να αποδοθή κατηγορία οιασδήποτε μορφής εκ προθέσεως. Μην ανακόπτετε την ιστορίαν, την φύσιν, την αρετήν αυτού του ωραίου λαού, ο οποίος έζησεν επί της υδρογείου τρεις χιλιάδες χρόνια. Είμαι ενώπιόν σας.

Εάν εκτιμάτε ότι υπάρχει κάποια πρόθεσις δι’ ό,τι διεπράχθη, αποδώσατέ την ολόκληρον εις εμέ. Ζητήσατε την ιδικήν μου καταδίκην εις θάνατον.

Χαρακτηρίσατέ με ως τον ειδεχθέστερον των εγκληματιών. Μην σπιλώσετε όμως την ιστορίαν αυτών των ανθρώπων που σαν συγκατηγορούμενοί μου καλούνται σήμερον εντός της αιθούσης να δικασθούν.

Έχουν μιαν ιστορίαν, ιστορίαν προσφοράς υπηρεσιών προς την πατρίδα μας. Είτε επί του πεδίου της τιμής, είτε επί του πεδίου της μάχης. Μην τους σπιλώσετε εις το τέρμα της ζωής τους.

Έχετε εμέ. Ζητήσατε την παράδοσιν εμού ως εξιλαστηρίου θύματος όλης αυτής της τραγικής ιστορίας. Άλλωστε διεφάνη ότι προτίθεσθε να υποστηρίξετε ότι υπήρξα παράνομος και έλαβα τα μέτρα έναντι νομίμως διεκδικούντων τας ελευθερίας των πολιτών. Ιδού το σχήμα. Εάν δεν σας φθάνουν αι προηγουμένως πραγματοποιηθείσαι ομολογίαι μου. Ζητήσατε την ιδικήν μου κεφαλήν επί πίνακι. Ζητήσατε όμως να μην αποδοθή εις τους συγκατηγορούμενούς μου πρόθεσις επί των εγκλημάτων τούτων.

Κύριοι Δικασταί. Η απόφασίς σας θα είναι ιστορικής σημασίας επί της δίκης αυτής. Είστε οι εκπρόσωποι της Δικαιοσύνης της χώρας. Δεν πρέπει να θέσετε την σφραγίδαν της ατιμώσεως επί της ζωής των ανθρώπων που κάθονται εις τα εδώλια.

Στείλατε εμέ κύριοι Δικασταί εις το απόσπασμα. Στείλατέ με δια να ηρεμήση επιτέλους αυτή η χώρα. Ας μη σπείρωμεν άλλο μίσος, άλλο πάθος εις τον τόπον αυτόν.

Φτάνει αυτό το οποίον έχει σπαρεί μέχρι της στιγμής. Το περισσότερον ίσως πνίξει τα παιδιά μας και θα είναι αργά όταν το καταλάβωμεν διά να το ξεριζώσουμε.

Σας βεβαιώ ότι θα μου προξενήσετε τιμήν και θα μου προσφέρετε υπηρεσίαν, εάν τουλάχιστον μου δώσετε την δυνατότητα να μπορώ να εμφανιστώ με μίαν παραδεκτήν από όλους υπηρεσίαν προς την Πατρίδα. Την υπηρεσίαν να κατασιγάσουν τα μίση, να κατασιγάσουν τα πάθη, να αποδοθούν άσπιλοι, αθώοι άνθρωποι, οι οποίοι ήχθησαν εις το εδώλιον του κατηγορουμένου, και ηρεμώντας αυτός ο τόπος, με αδελφωμένον περαιτέρω τον λαόν του να προχωρήση εις την αντιμετώπισιν των τόσων και τόσων αντιξοοτήτων που αντιμετωπίζει.

Είμαι ενώπιόν σας. Είμαι διατεθειμένος να συμβληθώ με το κεφάλι ψηλά εις το εκτελεστικόν απόσπασμα.

Ετελείωσα.

Γιατί σε φοβίζει ο Λαβύρινθος;

Λαβύρινθος· ένας εσωτερικός χώρος με μία μόνο είσοδο και πολύπλοκους διαδρόμους που κατασκευάστηκε για να απομονώσει το Μινώταυρο.

Ο μύθος λέει πως μόνο ένας άντρας κατάφερε να βγει από τον Λαβύρινθο ζωντανός. Αντιμετώπισε και νίκησε το Μινώταυρο και στη συνέχεια βρήκε το δρόμο της εξόδου.

Από τότε εκατομμύρια άνθρωποι έχουν μπει ο καθένας στο δικό του λαβύρινθο.

Μπλέκουν στις μπερδεμένες του στοές και ψάχνουν να βρουν την έξοδο. Κι εκεί είναι το λάθος.

Όταν βρεθείς στο Λαβύρινθο, προσπαθείς να βγεις, ενώ πρέπει να δεχθείς ότι αναγκαστικά θα φτάσεις πρώτα στο κέντρο του, θα βρεις εκεί το Μινώταυρο που θα παραμονεύει, θα τον αντιμετωπίσεις και έπειτα θα προσπαθήσεις να βρεις την έξοδο. Θα βγεις ακολουθώντας την αντίθετη διαδρομή τώρα. Και με αυτήν την αντίστροφη πορεία θα αρνηθείς το παρελθόν και θα κάνεις μια νέα αρχή.

Ο Λαβύρινθος είναι το ταξίδι σου πάνω σε αυτή τη Γη, οι επιλογές που κάνεις ή δεν κάνεις, οι αποφάσεις που πρέπει να πάρεις, τα διλήμματα που αντιμετωπίζεις κι οι δρόμοι που τελικά ακολουθείς.

Ο ίδιος σου ο εαυτός θα σε φέρει μέσα στο Λαβύρινθο. Δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς.

Στην αρχή όλα είναι σκοτεινά κι εσύ βρίσκεσαι μόνος. Κοιτάς γύρω σου φοβισμένος. Δε θες να προχωρήσεις γιατί ξέρεις ότι θα χαθείς. Μα κάτι πρέπει να κάνεις. Υπολόγισε τις δυνάμεις σου, τα όπλα που έχεις και στάσου στα πόδια σου.

Τότε θα έρθει και η ελπίδα… Η ελπίδα πως θα τα καταφέρεις. Γιατί παρά τους δαιδαλώδεις διαδρόμους, τα στενά του περάσματα και τους κινδύνους που παραμονεύουν ο Λαβύρινθος καταλήγει στο φως – είναι το ταξίδι σου στο φως.

Κι όταν μπερδευτείς στις στοές του, μην το βάλεις κάτω! Τις πιο πολλές φορές ο Λαβύρινθος θα σε βγάλει σε αδιέξοδο. Δεν θα μπορείς να προχωρήσεις γιατί δεν θα ξέρεις που να πας και θα πρέπει να γυρίσεις πίσω.

Άλλες φορές θα σε βγάλει μπροστά σε δύο δρόμους κι εσύ θα πρέπει να επιλέξεις. Ίσως ο ένας να σε οδηγήσει τελικά εκεί που θες, ίσως να είναι και οι δύο οι λάθος δρόμοι. Κάποιον όμως, θα πρέπει να ακολουθήσεις.

Να θυμάσαι ότι όσο μπερδεμένος κι αν είναι, ο Λαβύρινθος, πάντα κάπου θα σε οδηγεί.

Και μη φοβηθείς το Μινώταυρο σαν τον συναντήσεις. Ο Μινώταυρος είσαι εσύ… είσαι εσύ όταν απελπίζεσαι και το βάζεις κάτω. Είσαι ο Μινώταυρος, όπως είσαι και ο Θησέας, όπως είσαι και η Αριάδνη. Μην ζητήσεις λοιπόν, το Μίτο ή το σπαθί. Ήδη τα κρατάς στα χέρια σου.

Γιατί λοιπόν, σε φοβίζει ο Λαβύρινθος; Επειδή είναι σκοτεινός; Ποιος το λέει; Είναι το ταξίδι σου στην ζωή και θα έχει όποια χρώματα εσύ επιλέξεις.

Επειδή είναι μπερδεμένος και θα χαθείς;

Σκέψου τι θα ήμασταν, αν δεν χανόμασταν σε Λαβυρίνθους. Θα μέναμε σε ένα σημείο μην έχοντας μονοπάτι να ακολουθήσουμε.

Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο ο Λαβύρινθος θα σε κάνει να προχωρήσεις. Προχώρα λοιπόν, εκεί που υπάρχει δρόμος.

Βρες το λαβύρινθο μέσα σου και μπες. Και μην ξεχνάς! Εσύ κρατάς το Μίτο και εσύ μοναχά μπορείς να οδηγήσεις τον εαυτό σου στην έξοδο κι εκεί να συναντήσεις το Φως.

Η ευγνωμοσύνη είναι επίγνωση

Υπάρχει μια ιστορία για έναν πνευματικό δάσκαλο που τα καθημερινά του μαθήματα ήταν γεμάτα δύναμη και έμπνευση. ‘Ώρες ολόκληρες προετοιμαζόταν για να δημιουργήσει μηνύματα όλο ελπίδα, αγάπη, συγνώμη και χαρά. ‘Ένα πρωινό, πριν να πάει για το καθιερωμένο του μάθημα, ο δάσκαλος συγκεντρώθηκε στο μήνυμα που επρόκειτο να δώσει κι ένιωσε ότι ήταν ίσως το καλύτερό του ως τότε. Ο δάσκαλος έφερε στο νου του πόσο χρόνο είχε αφιερώσει για να γράψει και να ξαναγράψει εκείνα τα λόγια της ελπίδας και της ειρήνης κι ένιωσε τη βεβαιότητα ότι ένα τέτοιο μήνυμα σοφίας θα άγγιζε πολλούς. Χαμογελώντας τότε σηκώθηκε κι αντίκρισε εκείνους που είχαν συγκεντρωθεί για να ακούσουν το καθημερινό του μάθημα. Εκείνη τη στιγμή ένα μικρό πουλί ήρθε και κάθισε στο περβάζι του παράθυρού. Άρχισε να κελαηδάει με όλη του την καρδιά για λίγα λεπτά. Έπειτα σταμάτησε κι έφυγε πετώντας. Ο δάσκαλος έμεινε για λίγο σιωπηλός, έπειτα δίπλωσε τα χαρτιά που είχε ετοιμάσει για το μάθημά του και ανάγγειλε ότι “Το μάθημα για σήμερα τελείωσε”.

Αυτή η ιστορία για μένα εκφράζει το τι είναι η ευγνωμοσύνη: είναι η ικανότητα να βιώνεις απόλυτα και να χαίρεσαι αυθόρμητα την κάθε στιγμή γνωρίζοντας ότι δεν μπορείς να τη ζήσεις αργότερα, ούτε να την αντικαταστήσεις. Πόσο όμως συχνά επιτρέπεις να σου συμβαίνει κάτι τέτοιο; Ο τρελός ρυθμός της ζωής, το πλήθος των τόπων που έχεις να πας και των ανθρώπων που έχεις να δεις και ο ατέλειωτος αριθμός των αλληλοσυγκρουόμενων προβλημάτων που σε τρελαίνουν, γιατί χρειάζεται να λυθούν, σε καθημερινή βάση σε κάνουν να ξεχνάς ότι γύρω σου υπάρχει ένας κόσμος γεμάτος από θαύματα.

Πρέπει ν’ αρνηθώ, με αδάμαστη θέληση και σιδερένια επιμονή, το αποτρόπαιο παρελθόν της κλαψιάρας ανθρωπότητας

Αντικαθιστώ τη μελαγχολία με το θάρρος, την αμφιβολία με τη βεβαιότητα, την απελπισία με την ελπίδα, την κακία με την καλοσύνη, τη μεμψιμοιρία με το καθήκον, το σκεπτικισμό με την πίστη, τα σοφίσματα με την ψυχρότητα της ηρεμίας, τον εγωισμό με την ταπεινοφροσύνη.

Οι ποιητικές θρηνωδίες αυτόν του αιώνα δεν είναι παρά σοφίσματα.
Τα βασικά αξιώματα δεν πρέπει να αμφισβητούνται.
Δέχομαι τον Ευριπίδη και το Σοφοκλή, όχι όμως και τον Αισχύλο.
Μη δείχνετε έλλειψη της πιο στοιχειώδους ευπρέπειας και ακαλαισθησία απέναντι στο δημιουργό.
Απωθήστε την ασέβεια: θα μου δώσετε μεγάλη χαρά.
Δεν υπάρχουν δύο είδη ποίησης- υπάρχει μόνο ένα.
Έχει κλειστεί μια συμφωνία, όχι και τόσο σιωπηρή, ανάμεσα στο συγγραφέα και τον αναγνώστη, ότι ο πρώτος θα θεωρείται άρρωστος και θα δέχεται τον άλλο σα νοσοκόμο. 0 ποιητής είναι αυτός που παρηγορεί την ανθρωπότητα! Οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί αυθαίρετα.

Οι καλύτεροι μυθιστοριογράφοι και δραματουργοί θα εκφυλίζανε σιγά σιγά την περίφημη ιδέα τον καλού, αν οι δάσκαλοι, θεματοφύλακες της δικαιοσύνης, δε συγκροτούσαν τις νέες και τις παλιότερες γενιές της εντιμότητας και φιλοπονίας.

Στ’ όνομα αυτής της ιδέας, και ερήμην της, πρέπει ν’ αρνηθώ, με αδάμαστη θέληση και σιδερένια επιμονή, το αποτρόπαιο παρελθόν της κλαψιάρας ανθρωπότητας. Ναι: θέλω να υμνήσω την ομορφιά με χρυσή λύρα, αφού πρώτα πετάξω τις αρρωστιάρικες λύπες και τις ανόητες αλαζονείες που χαλάνε, στην πηγή της ακόμα, τη λιμνασμένη ποίηση αυτού του αιώνα. Θα τσαλαπατήσω με τα πόδια μου τα στυφά στιχουργήματα του σκεπτικισμού, που δεν έχουνε κανένα λόγο ύπαρξης. Τώρα που η κρίση βρίσκεται στο κορύφωμα της δύναμής της, επιτακτική κι αποφασιστική, χωρίς να κλυδωνιστεί ούτε στιγμή μες στις αβεβαιότητες ενός ανεδαφικού οίκτου, τις καταδικάζει χρησμοδοτικά, σαν εισαγγελέας. Πρέπει να ελέγχουμε ακατάπαυστα τις πυώδεις αϋπνίες και τους οξύθυμους εφιάλτες. Περιφρονώ κι απεχθάνομαι τον εγωισμό και τις αισχρές ηδονές μιας ειρωνείας που σβήνει τα πάντα. που μετακινεί την ευθυκρισία της σκέψης.

Πρέπει να μάθουμε να δρέπουμε κάθε λογοτεχνική ομορφιά, ακόμα κι απ’ τους κόλπους του θανάτου. Όμως αυτή η ομορφιά δεν ανήκει στο θάνατο. Ο θάνατος αντιπροσωπεύει εδώ ένα στοιχείο εντελώς περιστασιακό. Αυτό που μετράει δεν είναι το μέσον αλλά ο σκοπός, που δεν είναι ο θάνατος.

Οι αιώνιες και αναγκαίες αλήθειες, που χαρίζουνε δόξα στα έθνη, και που η αμφιβολία μάταια προσπαθεί να τις κλονίσει, άρχισαν να θεμελιώνονται από πανάρχαιους χρόνους. Είναι αξίες που δε θα 'πρεπε να τις θίξουμε με κανένα τρόπο. Όσοι θέλουνε να δημιουργήσουν αναρχία στο χώρο της λογοτεχνίας με το πρόσχημα του νεωτερισμού, φτάνουνε στον παραλογισμό.

Αν είστε δυστυχισμένοι, δε χρειάζεται να το λέτε στον αναγνώστη. Κρατήστε το για τον εαυτό σας.

Η αμφιβολία υπήρχε σ’ όλες τις εποχές, αλλά σε μικρό βαθμό. Στον αιώνα μας έχει γίνει καθεστώς. Σήμερα, την παραβίαση του καθήκοντος την αναπνέουμε απ’ τους πόρους του σώματός μας. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά- και δεν πρόκειται να ξανασυμβεί στο μέλλον.

ΚΟΜΗΣ ΛΩΤΡΕΑΜΟΝ

ARTHUR SCHOPENHAUER: Είμαστε συχνά πιο ανόητοι απ’ ό,τι πιστεύουμε και γινόμαστε, έτσι, εύκολα άδικοι με τον ίδιο μας τον εαυτό μας

Στον βίο είναι όπως στο σκάκι: εμείς καταστρώνουμε κάποιο σχέδιο, η εκτέλεσή του, όμως, εξαρτάται από το τι αποφασίζει να πράξει στο μεν σκάκι ο αντίπαλος, στον δε βίο η μοίρα. Οι τροποποιήσεις στις οποίες υποβάλλεται το αρχικό μας σχέδιο είναι συνήθως τόσο μεγάλες που, κατά την εκτέλεσή του, μόλις και μετά βίας αναγνωρίζεται χάρη σε μερικές βασικές κινήσεις.

Εξάλλου, υπάρχει στην διαδρομή της ζωής μας και κάτι πέρα απ’ όλα αυτά. Πρόκειται για μία αλήθεια τετριμμένη και πάμπολλες φορές πιστοποιημένη, πως δηλ. είμαστε συχνά πιο ανόητοι απ’ ό,τι πιστεύουμε, ενώ, αντίθετα, το ότι είμαστε συχνά φρονιμότεροι απ’ ό,τι πιστεύουμε είναι μία ανακάλυψη που κλίνουν μόνον όσοι έχουν βρεθεί σ’ αυτήν την κατάσταση, και μάλιστα δεν την κάνουν παρά μόνον αργότερα. Στις κύριες γραμμές, τις βασικές καμπές της πορείας του βίου μας, δεν ενεργούμε τόσο βάσει σαφούς γνώσεως του ορθού όσο σύμφωνα με μια εσωτερική παρόρμηση μ’ ένα –θα ‘λεγε κανείς- ένστικτο προερχόμενο από τα βάθη της οντότητας μας και, κατόπιν, κατακρίνουμε σχολαστικά τις πράξεις μας με γνώμονα έννοιες σαφείς, όμως ανεπαρκείς, έννοιες επίκτητες ή, μάλλον, δανεισμένες , και γινόμαστε έτσι, εύκολα άδικοι με τον ίδιο μας τον εαυτό μας. Ωστόσο, στο τέλος γίνεται φανερό ποιος είχε δίκιο, μόνο δε το γήρας- όταν αισίως φθάσουμε σ'‘αυτό- μας παρέχει την δυνατότητα, υποκειμενικά και αντικειμενικά, να κρίνουμε το ζήτημα.

ARTHUR SCHOPENHAUER, ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ

Friedrich Nietzsche: Η απλότητα και η φυσικότητα είναι ο ύψιστος και τελικός σκοπός της καλλιέργειας

O Όσκαρ Ουάιλντ έλεγε ότι οι απλές χαρές ήταν το έσχατο καταφύγιο των περίπλοκων ανθρώπων.

Ένας από τους πρόδρομους της αυτοβοήθειας, ο Χένρυ Ντέιβιντ Θορό, θέλησε να δοκιμάσει την απλή ζωή στη φύση, και για τον λόγο αυτό έζησε δύο χρόνια σε ένα δάσος κοντά στο Γουόλντεν Ποντ. Από την εμπειρία του αυτή βγήκε το βιβλίο του Γουόλντεν,όπου αφηγείται τη ζωή του στα δάση. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1854 και είχε μεγάλη επιρροή στις γενιές που ακολούθησαν.

Ιδού μερικά από τα συμπεράσματα που έβγαλε ο Θορό στην καταφυγή του στην ύπαιθρο:

Ο πλουσιότερος άνθρωπος είναι αυτός που οι χαρές του είναι οι πιο φτηνές.

Ο πολιτισμός μας αποτελείται από εκατομμύρια υπάρξεις που ζούνε μαζί, σε μικρό χώρο, σε απόλυτη μοναξιά.

H φύση είναι το μόνο μέρος όπου ο άνθρωπος μπορεί να καταφύγει για να βρει τον εαυτό του.

Δεν αλλάζουν τα πράγματα, εμείς αλλάζουμε.

Το να ακολουθεί κανείς το ίχνος των ονείρων του και να ζει τη ζωή που έχει φανταστεί είναι εγγύηση επιτυχίας.

H επένδυση στην καλοσύνη είναι η καλύτερη δουλειά που μπορείς να κάνεις στη ζωή σου.

ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ

Η ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ είναι το δημοφιλέστερο ποιητικό ανάγνωσμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, από τον 7ο π.Χ. έως τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Το δε συντριπτικώς δημοφιλέστερο τμήμα της είναι το Πέμπτο Βιβλίο, αυτό που περιλαμβάνει ερωτικά επιγράμματα διακρινόμενα για την κομψότητα του λυρικού ύφους και την αγέραστη επικαιρότητά τους.

Ο κόσμος του έρωτα – από την απλή εξομολόγηση ως τη σοφιστευμένη απιστία, από τα συνήθη παράπονα και τα χαριεντίσματα ως τα αφάνταστα καρδιοχτυπήματα και τα βάσανα, από τη συγκρατημένη σεμνότητα ως την απερίφραστη χυδαιότητα – παρουσιάζεται ανάγλυφα και με χαριτωμένη βραχύτητα στα μάτια του αναγνώστη, που όχι μόνο διαπιστώνει ότι στο θέμα αυτό (:στον έρωτα) τίποτα δεν έχει αλλάξει αιώνες τώρα, αλλά και μαντεύει ότι ποτέ δεν πρόκειται τα πράγματα να είναι διαφορετικά. Ως προς αυτό όμως όλοι συμφωνούν και λένε “ευτυχώς”.

ΜΕΛΕΑΓΡΟΣ
Αυγή δυσέραστη, κακιά, τι βιάστηκες να πέσεις
στο κρεβατάκι της Δημώς, κακούργα, όπου μόλις
είχε αρχίσει το κορμάκι της να μου κρατάει ζέστη;
Το δρόμο σου να ’χανες μακάρι… εσπέρα να γινόσουν,
αχ φως ολόγλυκο που σκέτο τώρα μου ’σαι εδώ φαρμάκι.
Ξέρω τι λέω! Δεν θυμάσαι τότε, παλιά, που ο Δίας την Αλκμήνη
είχε βάλει κάτω κι εσύ επήρες δρόμο και στρατί γι’ αλλού;!…
Μη μου λες, λοιπόν, εμένα τώρα ότι από παλινδρομίες δεν κατέχεις!

***
(Ὄρθρε, τί μοι, δυσέραστε, ταχύς περί κοῖτον ἐπέστης,
ἄρτι φίλας Δημοῦς χρωτί χλιαινομένω;
εἴθε πάλιν στρέψας ταχινόν δρόμον Ἕσπερος εἴης,
ὦ γλυκύ φῶς βάλλων εἰς ἐμέ πικρότατον.
ἤδη γάρ καί πρόσθεν ἐπ’ Ἀλκμήνην Διός ἦλθες
ἀντίος· οὐκ ἀδαής ἐσσι παλινδρομίης)

ΠΑΥΛΟΥ ΣΙΛΕΝΤΙΑΡΙΟΥ
Στην κλίνη μου τη Θεανώ μια νύχτα ολόκληρη γλεντούσα
– ευρωστία της σαρκός, της νεότητος τ’ ωραίο σφρίγος -,
εκεί που ξάφνου, τον Αποσπερίτη βρίζοντας, μπήγει τα κλάματα,
τι εκόντευε να φτάσει στου Όλυμπου την πιο ψηλή κορφή
μηνώντας με το φεύγα του αυτός της χαραυγής το έλα.
οὐδέν ἐφημερίοις καταθύμιον – που λέει κι ο λόγος:
Για τους θνητούς τα πάντα εφήμερα, φευγάτα και διαβατικά.
Στους λάτρεις των ερώτων ένα μονάχα θ’ άξιζε να ζούνε –
τούτο:
τη νύχτα των Κιμμερίων που ούτε ήλιο ξέρει ούτε και ξημερώματα.

***
(Δάκρυά μοι σπένδουσαν ἐπήρατον οἰκτρά Θεανώ
εἶχον ὑπέρ λέκτρων πάννυχον ἡμετέρων·
ἐξότε γάρ πρός Ὄλυμπον ἀνέδραμεν ἕσπερος ἀστήρ,
μέμφετο μελλούσης ἄγγελον ἠριπόλης.
οὐδέν ἐφημερίοις καταθύμιον· εἴ τις Ἐρώτων
λάτρις, νύκτας ἔχειν ὤφελε Κιμμερίων.)

ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, Των εραστών τα μάτια είναι πάντα σα βροχή… ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΜΠΤΟ Επιγράμματα ερωτικά

Ο Κοινωνικός Δαρβινισμός και οι εφαρμογές του

Μια ιδέα (ή θεωρία) ιδιαίτερα διαδεδομένη κατά την Βικτωριανή εποχή (1837-1901) στην Αγγλία και στις ΗΠΑ, σύμφωνα με την οποία ο ισχυρότερος και ο ικανότερος πρέπει να επιβιώνει και να ευημερεί στην κοινωνία, ενώ αντίθετα ο αδύναμος και ο ανίκανος ή μη προσαρμοσμένος πρέπει να αφήνεται στην εξαφάνισή του.

Η θεωρία αυτή αναπτύχθηκε κυρίως από τον Άγγλο πολυμαθή φιλόσοφο, ανθρωπολόγο και πολιτικό θεωρητικό Herbert Spencer (1820-1903) του οποίου οι θεωρίες διακρίνονταν πάντα από μια ελιτίστικη τάση και ενθαρρύνθηκαν από την υιοθέτηση των Δαρβινικών ιδεών της προσαρμογής και της φυσικής επιλογής. Ο όρος εμφανίστηκε στην Ευρώπη το 1877 (Fisher Joseph, "The History of Landholding in Ireland", Transactions of the Royal Historical Society, London 1877) και έγινε ευρύτερα διαδεδομένος στην Αμερική το 1944 από τον Αμερικάνο ιστορικό Richard Hofstadter.

Την εποχή εκκόλαψης των ιδεών του Κοινωνικού Δαρβινισμού (εφεξής Κ.Δ.) η τεχνολογία, η οικονομία και οι εξουσιαστικοί μηχανισμοί των δυτικών λαών και κρατών βρίσκονταν σε πολύ πιο αναπτυγμένο και προχωρημένο στάδιο συγκριτικά με άλλους πολιτισμούς μη ευρωπαϊκούς. H Βικτωριανή εποχή κατά την οποία ήκμασε ο Κ.Δ. είναι άμεσα συνυφασμένη με την βασίλισσα Βικτωρία η οποία ανήλθε στον θρόνο της Μεγάλης Βρετανίας το 1837. Η Βικτωρία κυβέρνησε για 64 χρόνια (όσο κανένας άλλος βρετανός μονάρχης) και σηματοδότησε την εποχή της, που έμεινε στην ιστορία ως 'βικτωριανή'. Στους νεώτερους το όνομά της δεν λέει και πολλά πράγματα, παρά μόνο ως κακή ανάμνηση στους λαούς που γνώρισαν την αποικιοκρατία των Βρετανών.

Στα χρόνια της Βικτωρίας η χώρα της έφθασε στη μέγιστη ακμή και όπως λεγόταν ο ήλιος της βρετανικής αυτοκρατορίας δεν έδυε ποτέ λόγω των βρετανικών αποικιών σε κάθε μεριά του πλανήτη. Σε μία Ευρώπη, όπου κυριαρχούσε η ανασφάλεια, η πατρίδα της γνώρισε σταθερότητα, παρά τις κραυγαλέες κοινωνικές ανισότητες, την φτώχια των χαμηλότερων κοινωνικών τάξεων, την αυξημένη παιδική εργασία και την αυξημένη πορνεία. Η δημοκρατία διευρύνθηκε με την είσοδο στην εκλογική διαδικασία όλου του ανδρικού πληθυσμού, η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος στην εποχή της υπήρξε κολοσσιαία με την κορύφωση της Βιομηχανικής Επανάστασης και ευνοήθηκε η εμφάνιση μιας καλλιεργημένης τάξης μεσοαστών.

Ο Δαρβίνος άλλαξε την άποψη που βλέπουμε τη ζωή και η ιατρική προόδευσε ραγδαία, η τέχνη της φωτογραφίας εξαπλώθηκε, ενώ ο κινηματογράφος και το αυτοκίνητο έκαναν δειλά την εμφάνισή τους προς τα τέλη της βασιλείας της. Στο Λονδίνο σημειώθηκε ραγδαία αύξηση του πληθυσμού αλλά και επέκταση των φτωχογειτονιών και των πυκνοκατοικημένων συνοικιών στις οποίες μπορούσε κανείς να συναντήσει ακόμα και 30 άτομα να συμβιώνουν σε ένα μεγάλο διαμέρισμα.

Herbert Spencer και γνωστοί υποστηρικτές του Κοινωνικού Δαρβινισμού

O Spencer ως ο πατέρας της ηθικολογικής θεωρίας του Κ.Δ. σκεφτόταν ως ελιτιστής (υπεροπτική συμπεριφορά των ανθρώπων που ανήκουν στην ελίτ μιας κοινωνίας οικονομική, πνευματική, κοινωνική) πολύ νωρίτερα από την εμφάνιση της θεωρίας του Δαρβίνου και ήταν υπέρμαχος της ιδέας 'η δύναμη είναι το δίκαιον'. Ο Spencer είχε επηρεαστεί από τα έργα του γνωστού πολιτικού οικονομολόγου Thomas Robert Malthus (1766-1834) ο οποίος είχε κατά κάποιο τρόπο προαναγγείλει ιδέες παρόμοιες της μεταγενέστερης κοινωνικοδαρβινικής σκέψης στο έργο του 'Essay on a Principle of Population' του 1838. Τέτοιες ιδέες ήταν η ενδεχόμενη δημιουργία κοινωνικών προβλημάτων λόγω της αυξημένης φιλανθρωπίας και η λιμοκτονία του πιο αδύνατου εφόσον το μέγεθος της πληθυσμιακής αύξησης ξεπεράσει την ποσότητα διαθέσιμων τροφίμων. Το έργο στο οποίο ο Spencer ανέπτυξε αρχικά την βασική θεωρία του ήταν το 'Progress: Its Law and Cause' (1857), δύο χρόνια πριν την έκδοση της 'Προέλευσης των Ειδών' του Δαρβίνου (1859). Ωστόσο πολύ γρήγορα υιοθέτησε τις ιδέες του Δαρβίνου προσαρμόζοντάς τες στην θεωρία του, επιχειρώντας ένα χρόνο μετά μια ολοκληρωμένη σύνθεση της εξελικτικής θεωρίας με τις ηθικο-κοινωνικές ιδέες του στο έργο 'First Principles' (1860). Η ιδέα της προσαρμογής τον οδήγησε στη διαπίστωση ότι οι πλούσιοι και οι ισχυροί ήταν καλύτερα προσαρμοσμένοι στην οικονομική και κοινωνική χρονική κλίμακα, ενώ η ιδέα της Φυσικής Επιλογής (Υποσημείωση 1, για τη 'Φυσική Επιλογή') τον παρότρυνε να ισχυριστεί ότι ήταν φυσικό και δίκαιο οι πλούσιοι να ευημερούν εκμεταλλευόμενοι τους αδύνατους, αφού αυτό ακριβώς συμβαίνει και στη φύση. Ωστόσο ο Spencer δεν παρουσίασε τη θεωρία του τοποθετώντας απλά τους ανθρώπους σε παραλληλισμό προς την φύση. Θεώρησε ότι η επιβίωση του καλύτερα προσαρμοσμένου ανθρώπου δεν ήταν μόνο φυσική αλλά και ηθικά σωστή.

Πράγματι μερικοί ακραιφνείς υποστηρικτές του K.Δ. υποστήριξαν ότι ήταν ανήθικο να βοηθάνε τους αδύναμους και όχι τους εαυτούς τους, διότι αυτό θα ενθάρρυνε την επιβίωση και πιθανή αναπαραγωγή κάποιου ουσιαστικά ακατάλληλου και μη προσαρμοσμένου ατόμου. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Spencer δεν χαρακτηριζόταν ως κοινωνικός δαρβινιστής παρά μόνο από το 1930 κι έπειτα, δηλαδή πολλά χρόνια μετά τον θάνατό του. Ένας ακόμα γνωστός θεωρητικός ιδεών κοινωνικού δαρβινισμού υπήρξε ο πολυμαθής ανθρωπολόγος, ψυχομετρικός, γεωγράφος, στατιστικολόγος, εφευρέτης κ.α., Francis Galton (1822-1911), ξάδερφος του Δαρβίνου, ο οποίος εισήγαγε τον όρο 'ευγονική' από τις ελληνικές λέξεις 'ευ' και 'γόνος'. Οι θέσεις του Galton (1865-1869) συνοψίζονταν ως εξής: Τα ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας και τα άσυλα φρενοβλαβών επέτρεπαν σε 'κατώτερους' ανθρώπους να επιβιώσουν και να αναπαραχθούν σε ταχύτερο ρυθμό από τους 'ανώτερους' ανθρώπους, και αν δεν παρθούν τα κατάλληλα μέτρα σύντομα η κοινωνία θα κατακλυστεί από 'κατώτερους'. Επίσης είχε υποστηρίξει ότι όπως τα φυσικά χαρακτηριστικά κληρονομούνται στις επόμενες γενιές, έτσι πρέπει να συμβαίνει και με τα πνευματικά όπως το ταλέντο και η ευφυΐα. Ο Galton πίστευε ότι η κοινωνική ηθική πρέπει να αλλάξει με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε η κληρονομικότητα να καταστεί συνειδητή απόφαση προκειμένου να αποφευχθεί ο υπερπολλαπλασιασμός των λιγότερο ικανών ατόμων και η συρρίκνωση των περισσότερο ικανών.

Περαιτέρω ώθηση στις ιδέες του Κ.Δ. έδωσε ο βιολόγος, γιατρός και φιλόσοφος Ernst Haeckel με το έργο του 'Riddle of the Universe' (1899) στο οποίο ενσωμάτωσε τον Κ.Δ.. με προγενέστερες ιδέες περί φυλετικής υγιεινής. Περίπου την ίδια εποχή ο βιολόγος August Weismann προειδοποιούσε για τους κινδύνους που εγκυμονεί η ακύρωση του κανόνα της φυσικής επιλογής. Η βασική του θέση ήταν ότι η σύγχρονη ιατρική και τα κοινωνικά μέτρα κατέστρεφαν τη φυσική ισορροπία, επιτρέποντας στους αδύναμους ανθρώπους να επιβιώνουν.

Εφαρμογές Κοινωνικού Δαρβινισμού

Ο K.Δ. χρησιμοποιήθηκε κατά το παρελθόν για να δικαιολογήσει πολυάριθμες πράξεις τις οποίες σήμερα θα τις θεωρούσαμε αμφιβόλου ηθικής αξίας. Η αποικιοκρατία θεωρήθηκε ως φυσική και αναπόφευκτη διαδικασία η οποία δικαιολογούνταν μέσα από την ηθική αρχή του Κ.Δ. Δηλαδή οι εκάστοτε αυτόχθονες πληθυσμοί αξιολογήθηκαν ως αδύναμοι και λιγότερο προσαρμοσμένοι για να επιβιώσουν, με αποτέλεσμα οι δυτικοί άποικοι να δικαιολογούν τις καταπατήσεις γης, και την ασυγκράτητη εκμετάλλευση πρώτων υλών και πόρων των αυτοχθόνων. Ο Κ.Δ. εφαρμόστηκε και στην στρατιωτική δραστηριότητα με κεντρική σκέψη ότι η επικράτηση του ισχυρότερου στρατού σήμαινε και την αποτελεσματικότερη προσαρμογή του στις πολεμικές συνθήκες. Εν αντιθέσει, οι απώλειες του αντίπαλου στρατοπέδου ερμηνεύονταν ως το φυσικό αποτέλεσμα του μη προσαρμοστικού και ακατάλληλου στάτους του. Εν τέλει, παρείχε στις βίαιες αποικιακές κυβερνήσεις την ηθική νομιμοποίηση για τα κατασταλτικά μέτρα εις βάρος των υπηκόων τους.

Ο Κ.Δ. βρήκε εφαρμογή και στον οικονομικό τομέα νομιμοποιώντας τον ανεξέλεγκτο ανταγωνισμό και την υπέρμετρη κεφαλαιοκρατία. Επί παραδείγματι, παρείχε μια δικαιολογία στις περισσότερο εκμεταλλευτικές μορφές καπιταλισμού κάτω από τις οποίες οι εργάτες αμείβονταν με πενιχρά ποσά καθημερινώς έχοντας εργαστεί κοπιαστικά πολλές ώρες παραπάνω από το κανονικό. Επιπλέον ο Κ.Δ. χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα για να δικαιολογήσει την άρνηση των μεγάλων επιχειρήσεων να αναγνωρίσουν διάφορες εργατικές ενώσεις και παρόμοιους οργανισμούς τονίζοντας ότι οι πλούσιοι δεν χρειαζόταν να προσφέρουν χρηματικές δωρεές στους λιγότερο ισχυρούς και ευκατάστατους, αφού έτσι κι αλλιώς αυτές οι κατηγορίες ήταν λιγότερο ικανές.

Στον αντίποδα ο νόμος της φυσικής επιλογής και η πρόοδος που δήθεν προκαλεί στη φύση ερμηνεύτηκε από τον Μαρξ σαν αιτιολόγηση της πάλης των τάξεων. Με περισσότερο ευγενείς σκοπούς αλλά με την ίδια φτωχή λογική ο θεωρητικός του αναρχισμού Πέτρος Κροπότκιν και μερικοί ομοϊδεάτες του επικαλέστηκαν την τάση για συνεργασία που παρατηρείται στις ζωικές κοινωνίες σαν παράδειγμα προς μίμηση στις ανθρώπινες κοινωνίες. Ακόμα και ο εξελικτικός βιολόγος Julian Huxley, ορμώμενος από τη θεωρία της εξέλιξης προσπάθησε να αναπτύξει ένα σύνολο 'ηθικών κανόνων' που να οδηγούν σε ανώτερα επίπεδα πνευματικής ανάπτυξης και κοινωνικής συνύπαρξης.

Στις πιο ακραίες μορφές του ο Κ.Δ. χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει τα προγράμματα ευγονικής με σκοπό την απομάκρυνση των ανεπιθύμητων γονιδίων από ανθρώπινους πληθυσμούς. Οι θεωρίες περί φυλετικής υγιεινής που τροφοδότησαν την εκδήλωση ευγονικών πρακτικών ενισχύονταν από τα κοινωνικά προβλήματα της εποχής που δημιουργούσε η υψηλή συγκέντρωση ανθρώπων στις πόλεις. Προβλήματα όπως ο αλκοολισμός, η φυματίωση και τα αφροδίσια νοσήματα θεωρούνταν τότε κληρονομικά, συνεπώς στα πλαίσια προσπάθειας εύρεσης επιστημονικής λύσης έπρεπε να ανακαλυφτούν μέθοδοι ενίσχυσης του ισχυρότερου τμήματος του πληθυσμού, προκειμένου να μην πάρουν το πάνω χέρι οι αδύναμοι. Τέτοιου τύπου προγράμματα ευγονικής συνοδεύονταν συχνά από νόμους υποστηρικτικούς της στείρωσης των ακατάλληλων ατόμων. Το Αμερικάνικο πρόγραμμα ευγονικής υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλές την περίοδο 1910-1930, κατά τη διάρκεια της οποίας 24 Πολιτείες των ΗΠΑ εφάρμοσαν νόμους στείρωσης των 'αργόστροφων' και ανίκανων προκειμένου να αποτραπεί η εξάπλωση αμβλύνοιας στην κοινωνία, δηλαδή η γέννηση ανεπιθύμητων απογόνων. Το Κογκρέσο πέρασε νόμο ο οποίος απαγόρευε μεταναστεύσεις από συγκεκριμένες περιοχές οι οποίες καταδικάστηκαν ως ακατάλληλες.

Οι ιδέες του Κ.Δ. αν και σε διαφορετική, πιο ακραία μορφή, εφαρμόστηκαν και από τους Ναζί της Γερμανίας για να δικαιολογηθούν τα αντίστοιχα προγράμματα ευγονικής η οποία χρησιμοποιήθηκε ως πρόφαση για την εξόντωση Τσιγγάνων, Εβραίων, ομοφυλόφιλων, και κάθε άλλης ομάδας του πληθυσμού, μη ευπρόσδεκτης στο καθεστώς του Χίτλερ. Στα ίδια πλαίσια εκδόθηκαν το 1935 στη Γερμανία ορισμένες βασικές κατευθυντήριες γραμμές με στόχο να επιλέξουν οι νεαροί Γερμανοί σωστό και υγιή σύντροφο που θα συνεισέφερε στην παντοτινή διατήρηση του γερμανικού έθνους μέσω υγειών και άξιων παιδιών-απογόνων. Οι Ναζί μέσω των ιδεών του Κ.Δ. δικαιολογούσαν επιστημονικώς ακόμη και τους φόνους των Εβραίων στο Ολοκαύτωμα με το πρόσχημα ότι καθάριζαν την ανθρωπότητα από 'κατώτερα γονίδια'. Αρκετοί φιλοναζιστές διανοούμενοι διέκριναν 'εξελικτική ηχώ' στις εκκαθαριστικές πρακτικές του Χίτλερ για την εξάλειψη ενός ολόκληρου λαού.

Ο Κ.Δ. επεκτάθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου στην Κίνα και στην Ιαπωνία ύστερα από μεταφράσεις έργων δυτικής σκέψης σχετικών με ιδέες του Κ.Δ. και εκδηλώθηκε μέσω ανάλογων προγραμμάτων ευγονικής που θέσπισαν οι χώρες αυτές.

Θετικά αποτελέσματα του Κοινωνικού Δαρβινισμού

Δεν ήταν όλοι οι κοινωνικοί δαρβινιστές τόσο ακραίοι και προφανώς ο Κ.Δ. δεν αποτέλεσε τη μόνη δικαιολογία της αποικιοκρατίας, του ιμπεριαλισμού και άλλων επεκτατικών πρακτικών. Στην πραγματικότητα, οι πρώιμοι κοινωνικοί δαρβινιστές που ερμήνευσαν την εξελικτική θεωρία ως προέκταση του καπιταλισμού, θα τρόμαζαν με τη χρήση της ιδέας για να προωθηθούν κρατικά προγράμματα ευγονικής.

Μολονότι σήμερα η ηθική βάση του Κ.Δ. είναι κατακριτέα, το φαινόμενο μάλλον είχε κάποια ευνοϊκά αποτελέσματα. Η πίστη στον Κ.Δ. αποθάρρυνε την αναίτια και κακόβουλη παροχή ελεημοσύνης στους φτωχούς, ευνοώντας αντίθετα την παροχή πόρων στους ικανότερους όλων των τρόπων ζωής ή διαλέγοντας τα πραγματικά ικανά άτομα ως αποδέκτες βοήθειας και υποστήριξης.

Ορισμένοι σπουδαίοι κοινωνικοί δαρβινιστές όπως ο αμερικανός επιχειρηματίας και βιομήχανος Andrew Carnegie συνδύασαν την φιλανθρωπία με τον Κ.Δ.. Για παράδειγμα, χρησιμοποίησε την τεράστια περιουσία του για να ιδρύσει εκατοντάδες βιβλιοθήκες και κοινωνικά ιδρύματα, ενός Πανεπιστημίου συμπεριλαμβανομένου, προς το συμφέρον αυτών που θα προτιμούσαν να επωφεληθούν από αυτές τις πηγές. Αντιτέθηκε στην άμεση και αδιάκριτη ελεημοσύνη προς τους φτωχούς διότι πίστευε ότι με αυτό τον τρόπο ευνοούταν εξίσου ο άξιος και ανάξιος άνθρωπος.

Οι απλούστερες όψεις του Κ.Δ. ακολουθούσαν παλαιότερες απόψεις του Malthus, σύμφωνα με τις οποίες οι άνθρωποι και ειδικά οι άντρες χρειάζονταν τον ανταγωνισμό προκειμένου να επιβιώσουν, ενώ οι φτωχοί δεν πρέπει να βοηθούνται αλλά να επιβιώνουν με τις δικές τους δυνάμεις. Εντούτοις οι περισσότεροι κοινωνικοί δαρβινιστές των αρχών του 20ου αιώνα υποστήριξαν καλύτερες συνθήκες εργασίας και βελτιωμένους μισθούς, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους φτωχούς να διεκδικήσουν μόνοι τους περισσότερες ευκαιρίες για επιβίωση κι αυτή η πρακτική θα διασαφήνιζε ποιοι από τους φτωχούς ήταν πραγματικά ικανοί να επιβιώσουν και ποιοι ήταν φτωχοί λόγω οκνηρίας ή ανικανότητας.

Το πρόβλημα του Κοινωνικού Δαρβινισμού

Τα φιλοσοφικά προβλήματα του Κ.Δ. είναι μάλλον αποθαρρυντικά και μοιραία για την βασιμότητα της κύριας θεωρίας του. Πρώτα απ'όλα υποπίπτει στην εσφαλμένη παραδοχή ότι οτιδήποτε είναι φυσικό είναι και ηθικά σωστό, ενώ ό,τι είναι μη φυσικό, είναι και καταδικαστέο. Με άλλα λόγια πέφτει θύμα της πίστης πως επειδή συμβαίνει κάτι στη φύση, εμείς οι άνθρωποι πρέπει οπωσδήποτε να το ακολουθούμε ως ηθικό παράδειγμα. Το πρόβλημα στην σκέψη των κοινωνικών δαρβινιστών προέρχεται από το γεγονός ότι η θεωρία καταφεύγει σε μια φυσιοκρατική πλάνη η οποία προσπαθεί να αποκομίσει μια δήλωση του 'πρέπει' από μια δήλωση του 'είναι'. Το ίδιο σκεπτικό εφαρμόζεται και στον Κ.Δ. δηλαδή η προέκταση των φυσικών διαδικασιών στις δομές της ανθρώπινης κοινωνίας. Αυτό αποτελεί συχνό πρόβλημα στη φιλοσοφία και συχνά γίνεται παραδεκτό ότι είναι σχεδόν αδύνατο να αποκομίσουμε το 'πρέπει' από το 'είναι'. Τουλάχιστον είναι αδύνατο να το πράξουμε τόσο απλά και άμεσα όπως το έκαναν οι υποστηρικτές του Κ.Δ.

Η βασική παραδοχή του Κ.Δ. δεν έχει φιλοσοφικό έρεισμα, εξακολουθεί όμως να είναι ευρύτατα διαδεδομένη στις κοινωνίες μας, όταν π.χ. η αντίδραση στον έλεγχο των γεννήσεων ή την ομοφυλοφιλία εκδηλώνεται με τον χαρακτηρισμό τους σαν καταστάσεις που πάνε 'ενάντια στη φύση'. Πρόκειται για μία από τις παραδόσεις που μας άφησε ο μεσαιωνικός σχολαστικισμός, την φυσιοδιφική πλάνη της ταύτισης του φυσικού με το καλό. Έτσι οι φυσικοί νόμοι αντί να θεωρηθούν σαν απλές περιγραφές του πώς δουλεύει η φύση, απέκτησαν ηθική υπόσταση και θεωρήθηκαν η γέφυρα για το πέρασμα από το 'είναι' στο 'πρέπει'. Αυτή η ταύτιση του φυσικού με το σωστό που είναι παλαιότερη από τη θεωρία της εξέλιξης, εκμεταλλεύεται την εξελικτική θεωρία για να ανανεώσει την κοινωνικοδαρβνική τάση και να της δώσει επιστημονική βαρύτητα.

Ο ίδιος ο Δαρβίνος είχε αρνηθεί οποιονδήποτε 'κώδικα ηθικής' αναγνωρίσιμο στη φυσική επιλογή. Πολλές αρνητικές αντιδράσεις προς τον Δαρβινισμό (την εξελικτική θεωρία) προέρχονται από την παρανόηση που υφίσταται μεταξύ του Δαρβινισμού ως επιστημονική θεωρία με τον Κ.Δ. ως ηθικολογική θεωρία. Στην πραγματικότητα αυτές οι δύο θεωρίες δεν έχουν κανένα κοινό σημείο εκτός από το όνομα και λίγες βασικές ιδέες τις οποίες όμως οι οπαδοί του Κ.Δ. παρερμήνευσαν. Δυστυχώς ένα μεγάλο ποσοστό της αρνητικής αντίδρασης στην δαρβινική σκέψη για την ανθρώπινη εξέλιξη και συμπεριφορά, προέρχεται από τον φόβο προς τον Κ.Δ. και των υπαινιγμών του πάνω σε πολλούς ηθικούς κώδικες της σημερινής εποχής. Ωστόσο ο Κ.Δ. τόσο στην ήπια μορφή του όσο και στην περισσότερο ακραία, στηρίζεται σε μια λογική πλάνη αποτυγχάνοντας ολοκληρωτικά να ακολουθήσει την πραγματική δαρβινική εξελικτική σκέψη.

Είναι σχετικά εύκολο να διακρίνουμε αναλογίες μεταξύ βιολογικής και πολιτισμικής εξέλιξης, αλλά δεν πρέπει να παρασυρόμαστε σε παραπλανητικές υπεραπλουστεύσεις. Οι πολιτισμικοί νεωτερισμοί, λόγου χάριν, ή οι εφευρέσεις μπορούν να παραλληλιστούν με τις γενετικές μεταλλάξεις και να 'επιλέγονται' με την έννοια ότι μερικοί νεωτερισμοί ενσωματώνονται στον ανθρώπινο πολιτισμό και άλλοι απορρίπτονται. Η θεωρία της εξέλιξης όμως δεν υπαινίσσεται ότι οι άνθρωποι είναι προορισμένοι να συμπεριφέρονται εγωιστικά και κοντόφθαλμα, ούτε θεωρεί παράλογη την παροχή βοήθειας προς τους λιγότερο ικανούς. Οι ενδεχόμενες επιδράσεις της εξελικτικής θεωρίας στην ανθρώπινη σκέψη όπως η εξάπλωση συμπεριφορών, νοοτροπιών και κουλτούρων μέσω των μιμιδίων (Υποσημείωση 2, για τα 'Μιμίδια) ως 'πολιτισμικών μονάδων' δεν πρέπει να συγχέονται με τις διατυπώσεις του Κ.Δ. ούτε να τις δικαιολογούν. Διαπιστώσεις που προκύπτουν μέσα από την εξελικτική θεωρία όπως ότι ο άνθρωπος μοιράζεται κοινή καταγωγή με τα υπόλοιπα ζώα όντας φτιαγμένος από την ίδια βασική ύλη, μπορεί κάλλιστα να αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο και να μην θεωρούμε πλέον ότι υπερβαίνουμε τον φυσικό κόσμο. Αυτό όμως συνιστά μια διαφορετική φιλοσοφική προέκταση που δεν πρέπει να συγχέεται με τις διαστρεβλωμένες ιδέες ηθικολογικού τύπου του Κ.Δ.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(1) Φυσική επιλογή: Η φυσική επιλογή είναι η διαδικασία εξέλιξης των ειδών μέσω της οποίας οι οργανισμοί που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον αφήνουν περισσότερους απογόνους από εκείνους που είναι λιγότερο προσαρμοσμένοι. Η θεωρία της φυσικής επιλογής διατυπώθηκε επίσημα το 1858, από τον Κάρολο Δαρβίνο και τον Alfred Russel Wallace, που πραγματοποιούσαν εκείνη την περίοδο ανεξάρτητες μεταξύ τους έρευνες. Στηρίζεται στην παρατήρηση πως ορισμένες διαφορές μεταξύ των ατόμων σε έναν πληθυσμό είναι κληρονομήσιμες. Αν λοιπόν ένα κληρονομήσιμο γνώρισμα προσφέρει προσαρμοστικό πλεονέκτημα στο φορέα του, αυτός (είτε γιατί επιβιώνει περισσότερο, είτε γιατί επιλέγεται περισσότερο από τα άτομα του άλλου φύλου, σε σύγκριση με όσους δεν το φέρουν) αφήνει περισσότερους απογόνους με αποτέλεσμα να το μεταβιβάζει με αυξημένη συχνότητα στα άτομα της επόμενης γενιάς. Με τον τρόπο αυτό συσσωρεύονται από γενιά σε γενιά τα ευνοϊκά για την επιβίωση γνωρίσματα, κάτι που μπορεί να οδηγήσει βαθμιαία στη δημιουργία ενός νέου είδους. Με τη διαδικασία αυτή, που είναι απολύτως συμβατή με τα επιστημονικά δεδομένα έχει επιτευχθεί η εξέλιξη των σύνθετων οργανισμών από απλούστερους. Η θεωρία της Φυσικής επιλογής δεν απέδειξε απλώς την ύπαρξη της εξέλιξης, αλλά υπέδειξε και ένα πειστικό μηχανισμό για το πώς έχει συμβεί η διαδικασία της εξέλιξης.

(2) Μιμίδιο: Όρος της Ψυχολογίας (ή ορθότερα της Βιοψυχολογίας), τον οποίο καθιέρωσε το 1976 ο βιολόγος Richard Dawkins. Ως 'μιμίδια' (memes) ορίζονται από τους ψυχολόγους οι συμπεριφορές, συνήθειες ή ικανότητες οι οποίες ως 'μονάδες κουλτούρας', μεταφέρονται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω της μίμησης. Ενώ στην Βιολογία τα γονίδια είναι μετρήσιμες και επιστημονικά προσδιορισμένες χημικές ουσίες κλεισμένες στο εσωτερικό των κυττάρων, τα μιμίδια της Ψυχολογίας είναι απλές πληροφορίες που μεταπηδούν από εγκέφαλο σε εγκέφαλο, ή ακόμα και από εγκέφαλο σε ανθρώπινα δημιουργήματα, όπως σε έργα τέχνης, βιβλία, κ.α. Όμοια ωστόσο με τα γονίδια που ανταγωνίζονται στο σωματικό περιβάλλον για το ποια θα επικρατήσουν τελικά, τα μιμίδια που επικρατούν των άλλων στον κοινό ανθρώπινο χώρο εξαπλώνονται παντού και διαμορφώνουν κουλτούρες και νοοτροπίες. Το μιμίδιο, αντίθετα, έχει μεταφορική σημασία, η οποία μπορεί να αντιστοιχεί σε πολλές και διαφορετικές έννοιες, όχι όμως σε πράγματα. Τα μιμίδια συνασπίζονται σε ομάδες μιμιδίων που αναπτύσσονται μαζί ('μιμιδιακά πλέγματα') και τα οποία είτε με υποσχέσεις είτε με απειλές εξωθούν τα κοινωνικά υποκείμενα στο να τα αντιγράψουν και στην συνέχεια να τα μεταδώσουν σε όλους όσους μπορούν να επηρεάσουν με ποικίλους τρόπους και σε διαφορετικό βαθμό. Ο ίδιος ο 'εαυτός' αποτελεί ένα μιμιδιακό πλέγμα, το οποίο ισχυροποιείται κάθε φορά που χρησιμοποιείται ο όρος 'εγώ' ή ρήματα του τύπου 'γνωρίζω', 'πιστεύω', 'επιθυμώ', κ.ο.κ., τροφοδοτώντας την ψευδαίσθηση ενός συμπαγούς εσωτερικού εαυτού με συνειδητές εμπειρίες.

Nietzsche: Το επωφελές και το επιβλαβές της ιστορίας για τη ζωή

Φρειδερίκος Νίτσε:1844-1900
                                          
Η βούληση για ζωή και η Ιστορία

§1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις

Ι. Από τα πρώτα ήδη βήματα της πολυκύμαντης στοχαστικής του πορείας μέσα στη ζωή, ο Νίτσε επιχείρησε να σκεφτεί την τελευταία ως ό,τι το πιο πολύτιμο, καταφατικό, μεστό ενέργειας καταστασιακό του Είναι. Με δημιουργικό πάθος συνάπτει τη ζωή με τη ζωτικότητα της παροντικής ύπαρξης του ανθρώπου και με αφετηρία μια τέτοια προ-οπτική επιδίδεται στη φιλοσοφική αξιολόγηση της ιστορίας: δοκιμάζει να διαγνώσει πόσο η τελευταία ωφελεί ή βλάπτει την ανθρώπινη ζωή, δηλαδή κατά πόσο επιτρέπει να αναπτύσσεται η βούληση για ζωή με την εξής έννοια: να εκδηλώνεται ελεύθερα και αποφασιστικά στο παρόν η βουλητική ενέργεια του ατόμου· και προς τούτο να ενθαρρύνεται η πηγαία έκφραση του ενστίκτου μέσα από τη δημιουργική πρόσληψη στο παρόν της ιστορικής γνώσης. Η ιστορία, ως ιστορική γνώση κυρίως, είναι κάτι σημαντικό για τον άνθρωπο, αλλά όχι πάντα χωρίς κινδύνους. Έχει μέγιστη αξία, για τον γερμανό φιλόσοφο, η στάση του ίδιου του ανθρώπου απέναντι στην ιστορικότητα του Είναι του. Το θέμα είναι πώς ο καθένας μας χωριστά, αλλά και ο ένας ή ο άλλος θεσμικός –πρωτίστως ακαδημαϊκός– παράγοντας/φορέας του κράτους διαβάζει την ιστορία: στέκεται δηλαδή προγονοπληκτικά απέναντι στο παρελθόν και παραδίδει τη σκέψη του σε έναν σκληρά μετα-φυσικό ιστορικισμό ή αναζωογονεί το παρόν μέσα από τη σωστή αξιοποίηση του ιστορικού στοιχείου; Η πρώτη οδός σκέψης μεταποιεί τον εαυτό του ανθρώπου σε δουλικό εξάρτημα μιας απολυτοποίησης του ιστορικού παρελθόντος, άκρως υπηρετικής των ωφελιμιστικών σκοπών του κράτους, νοούμενου ως μηχανισμού βίας και ως αγελαίου παράγοντα καταστολής κάθε πηγαίου ενστίκτου της ανθρώπινης ύπαρξης Η δεύτερη τον απελευθερώνει από τη λογική και την οπτική της αγοραίας μάζας, στην οποία ανήκουν, για τον φιλόσοφο, τόσο οι άβουλοι υπήκοοι των διαφόρων κομματικών, πολιτικών, κρατικών μηχανισμών όσο και οι εξίσου άβουλοι επιτελείς τους.

ΙΙ. Το μεγαλείο και η δημιουργική πράξη της ανθρώπινης ύπαρξης βρίσκεται για τον Νίτσε πέρα από την πρόσκαιρη επιτυχία, που έχει ως βάση της μια τέτοια μάζα. Θα υπάρξουν εκείνες οι ευ-λογημένες στιγμές, μας λέει ο βαθύνους αυτός φιλόσοφος, που η ιστορία δεν θα πνίγεται μέσα στη μαζική κουλτούρα, αλλά θ’ ασχολείται με τους γίγαντες της ιστορίας· αυτούς που μέσα στο αιώνιο γίγνεσθαι αποτελούν τη γέφυρα, από όπου ο άνθρωπος χρωστά να περάσει το ρεύμα της ζωής του. Τέτοιοι γίγαντες δεν προσφέρονται για ιδεολογική χειραγώγηση, εκ μέρους των προαναφερθέντων μηχανισμών, του αθώου λογισμού των νέων ανθρώπων και γενικότερα των ανθρώπων του εκάστοτε παρόντος. Στο παρακάτω κείμενο, ο Νίτσε συζητά για την αναγκαιότητα του ιστορικού στοιχείου εντός λελογισμένων ορίων· συναφώς, για το πώς πρέπει να το προσλαμβάνουμε συνδυαστικά με το ανιστορικό στοιχείο, δηλαδή με το στοιχείο του παρελθόντος που πρέπει να περνά ορισμένως στη λήθη, δηλαδή που δεν πρέπει να μεταφέρεται εγκεφαλικά και αταίριαστα στο παρόν, με τρόπο δηλαδή που να καταπνίγει κάθε ζωτικότητα του τελευταίου. Αφετηρία του φιλοσοφικού του προβληματισμού είναι η σύγκριση της αγωνιώδους ανθρώπινης ύπαρξης με την ελεύθερη από τα δεσμά της ορισμένης ιστορίας ζωή των ζώων. Μέσα από μια τέτοια σύγκριση αναβιβάζεται ο Νίτσε βαθμιαία σε πρωτότυπες θεωρήσεις της ανθρώπινης ζωής.

§2 Κείμενο

          «Κοίτα την αγέλη που βόσκει περνώντας μπροστά σου: δεν γνωρίζει τι είναι χθες ή σήμερα· αναπηδά εδώ και εκεί, τρώει, ξαπλώνει, χωνεύει, αναπηδά και πάλι, και το ίδιο από το πρωί ως το βράδυ κι από μέρα σε μέρα, στενά δεμένη με τις ευχαριστήσεις και τις δυσαρεστήσεις της, προσδεμένη δηλαδή στον πάσαλο της στιγμής και γι’ αυτό δεν είναι ούτε βαρύθυμη ούτε μπουχτισμένη. Είναι σκληρό για τον άνθρωπο να βλέπει αυτό, γιατί μπορεί να υπερηφανεύεται για τον εαυτό του ότι είναι άνθρωπος και όχι ζώο, ωστόσο ατενίζει ζηλόφθονα την ευτυχία του ζώου –γιατί αυτός δεν θέλει τίποτε άλλο παρά να ζει όπως το ζώο: ούτε να μπουχτίζει ούτε να πονάει· κι όμως μάταια το θέλει, γιατί δεν το επιθυμεί όπως κάνει το ζώο. Ο άνθρωπος, πράγματι, ρωτάει καμιά φορά το ζώο: γιατί δεν μου μιλάς για την ευτυχία σου, αλλά με κοιτάζεις μονάχα; Το ζώο θέλει κι αυτό να απαντήσει και να πει: «τούτο συμβαίνει, επειδή πάντοτε ξεχνώ αμέσως ό,τι ήθελα να πω» –μα έλα που το ζώο τότε ξέχασε ήδη αυτή την απάντηση και παρέμεινε σιωπηλό, έτσι ώστε ο άνθρωπος να μείνει μόνο με την απορία.

          Αλλ’ αυτός απορεί και με τον ίδιο του τον εαυτό, που δεν είναι ικανός να μάθει να ξεχνά και πάντοτε κρέμεται από το παρελθόν: όσο κι αν τρέξει μακριά, όσο κι αν τρέξει γρήγορα, τρέχει μαζί του και η αλυσίδα. Είναι κάτι το εκπληκτικό: η στιγμή, που στο πει και φει είναι εδώ, στο πει και φει και παρελθούσα, πριν ένα μηδέν και μετά πάλι ένα μηδέν, παρ’ όλα αυτά έρχεται ξανά σαν φάντασμα και διαταράσσει την ηρεμία μιας επόμενης στιγμής. Διαρκώς αποδεσμεύεται ένα φύλλο από το ρολό του χρόνου, ξεφεύγει, φτερουγίζει μακριά –και ξαφνικά φτερουγίζει πάλι πίσω, στην αγκαλιά του ανθρώπου. Ο άνθρωπος λέει τότε «θυμάμαι» και ζηλεύει το ζώο που αμέσως ξεχνάει και το οποίο βλέπει την κάθε στιγμή πραγματικά να πεθαίνει, να βυθίζεται πίσω στην ομίχλη και στη νύχτα και να σβήνει για πάντα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, το ζώο ζει ανιστορικά: γιατί απορροφάται μέσα στο παρόν, όπως ένας αριθμός, χωρίς να αφήνει ως υπόλοιπο ούτε ένα αλλόκοτο κλάσμα· δεν ξέρει να προσποιείται, δεν κρύβει τίποτα και σε κάθε στιγμή εμφανίζεται έτσι όπως ακριβώς είναι· δεν μπορεί συνεπώς να είναι τίποτε άλλο παρά τίμιο. Ο άνθρωπος, απεναντίας, εναντιώνεται στο μεγάλο και ολοένα μεγαλύτερο βάρος του παρελθόντος: αυτό τον συνθλίβει και τον κάνει να κάμπτεται, καθιστά τον δρόμο του δύσκολο, σαν ένα αόρατο και σκοτεινό φορτίο, που μπορεί για το θεαθήναι να το αρνείται καμιά φορά και που στη συναναστροφή του με τους ομοίους του ευχαριστιέται να το απαρνιέται: για να τους αφυπνίζει τη ζήλεια τους. Γι’ αυτό συγκινείται, σαν να θυμόταν έναν χαμένο παράδεισο, όταν βλέπει την αγέλη που βόσκει ή, με πιο οικεία εγγύτητα, το παιδί, που δεν έχει κανένα ακόμη παρελθόν να απαρνηθεί και ανάμεσα στους φράχτες του παρελθόντος και του μέλλοντος παίζει μέσα σε μια κατάσταση τρισευτυχισμένης τυφλότητας. Και όμως το παιγνίδι του πρέπει να διαταραχθεί: θα κληθεί πάρα πολύ γρήγορα να αφήσει πίσω του τη λησμοσύνη. Τότε θα μάθει να κατανοεί τη λέξη «ήταν», εκείνη τη συνθηματική λέξη, με την οποία ο αγώνας, ο πόνος και η βαρεμάρα πλησιάζουν τον άνθρωπο, για να του θυμίζουν, τι είναι κατά βάθος η ύπαρξή του –ένας παρατατικός που ποτέ δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί. Και όταν ο θάνατος στο τέλος φέρνει την πολυπόθητη λησμονιά, την ίδια στιγμή υπεξαιρεί έτσι το παρόν και την ύπαρξη και βάζει, μ’ αυτό τον τρόπο, τη σφραγίδα του πάνω σε εκείνη τη γνώση, που μας λέει πως η ύπαρξη δεν είναι παρά μια αδιάκοπη ζωή στο παρελθόν, ένα πράγμα που αντλεί τη ζωή του από την απάρνηση του ίδιου του εαυτού του και από την κατασπάραξή του, από την αυτό-αντίφασή του.

          Εάν, υπό οποιαδήποτε έννοια, είναι μια ευτυχία ή η επιδίωξη μιας νέας ευτυχίας εκείνο που κρατά γερά τον ζωντανό στη ζωή και τον ωθεί περαιτέρω να συνεχίσει να ζει, τότε κανένας ίσως φιλόσοφος δεν δικαιώνεται περισσότερο από τον κυνικό: διότι η ευτυχία του ζώου, που είναι ο εντελής Κυνικός, αποτελεί τη ζωντανή απόδειξη για το δίκιο του Κυνισμού. Η ελάχιστη ευτυχία, εάν είναι μόνο χωρίς διακοπή παρούσα και κάνει κάποιον ευτυχισμένο, είναι ασύγκριτα περισσότερη ευτυχία απ’ ό,τι η μέγιστη, που δεν έρχεται παρά ως ένα επεισόδιο, κάτι σαν ευθυμία, σαν ξέφρενη εισβολή στη ζωή της απόλυτης δυσθυμίας, του πόθου και της στέρησης. Στην ελάχιστη όμως ευτυχία, καθώς και στη μέγιστη, υπάρχει πάντοτε Ένας τρόπος, με τον οποίο η ευτυχία γίνεται ευτυχία: η δυνατότητα να ξεχνά κανείς ή, για να το εκφράσουμε με πιο λόγιο τρόπο, η ικανότητα, για όσο διαρκεί η ευτυχία, να αισθάνεται ανιστορικά. Εκείνος που δεν μπορεί να καθίσει στο κατώφλι της στιγμής, ξεχνώντας όλα από το παρελθόν, εκείνος που δεν είναι ικανός να σταθεί σε ένα σημείο, όπως μια θεά της νίκης χωρίς ίλιγγο και φόβο, ποτέ δεν θα μάθει τι είναι η ευτυχία και ακόμα χειρότερα: δεν θα πράξει ποτέ κάτι που να κάνει τους άλλους ευτυχισμένους. Φανταστείτε το πιο ακραίο παράδειγμα: έναν άνθρωπο, που δεν θα διέθετε καθόλου τη δύναμη να ξεχνά, που θα ήταν καταδικασμένος να βλέπει παντού ένα γίγνεσθαι: ένας Τέτοιος δεν πιστεύει πλέον στο δικό του Είναι, δεν πιστεύει πλέον στον εαυτό του, βλέπει τα πάντα να ρέουν χωριστά το ένα από το άλλο σε κινούμενα σημεία και χάνεται μέσα σε τούτο το ρεύμα του γίγνεσθαι: τελικά, όπως ο αφοσιωμένος μαθητής του Ηράκλειτου, μόλις και μετά βίας θα τολμά πια να σηκώνει το δάκτυλο. Η λήθη ανήκει σε κάθε πράξη: ακριβώς όπως στη ζωή των οργανικών όντων δεν ανήκει μόνο το φως, αλλά και το σκοτάδι. Ένας άνθρωπος, που θα ήθελε να αισθάνεται εντελώς και μόνο ιστορικά, θα έμοιαζε με εκείνον που θα αναγκαζόταν να απέχει από τον ύπνο ή με το ζώο, που θα έπρεπε να ζει μόνο με μηρυκασμό και διαρκώς επαναλαμβανόμενο μηρυκασμό. Άρα: είναι δυνατόν να ζει κανείς σχεδόν χωρίς αναμνήσεις, και μάλιστα να ζει ευτυχισμένος, όπως δείχνει το ζώο· είναι όμως εντελώς και απόλυτα αδύνατο, να ζει χωρίς να ξεχνά. Ή για να εκφραστώ ακόμα πιο απλά για το θέμα μου: υπάρχει ένας βαθμός αϋπνίας, μηρυκασμού, ιστορικής αίσθησης, που προκαλεί βλάβη στο ζωντανό ον και τελικά το καταστρέφει είτε αυτό είναι ένας άνθρωπος είτε ένας λαός είτε ένας πολιτισμός»[1].

§3 Ερμηνεία –Σχολιασμός

1. Το ζώο, όπως περιγράφεται εδώ, ζει μέσα στο χρόνο, είναι δηλαδή πιασμένο μέσα στο παρόν, ως ένα καθαρά φυσικό ον. Δεν έχει, ως εκ τούτου, καμιά εμπειρία του χρόνου, καθώς δεν μπορεί να διαφοροποιείται και να αποστασιοποιείται σε σχέση μ’ αυτόν. Και τούτο γιατί ανήκει στη φύση του η λησμοσύνη, που φροντίζει, σε τελευταία ανάλυση, για την ευτυχία του. Με άλλα λόγια, το ζώο ενδιαφέρει τον Νίτσε ως ένας παράγοντας ζωής, που αντλεί, ως επί το πλείστον, τη ζωτικότητά του από το ένστικτο και δεν αποδυναμώνεται μέσα σε μνημονικά τεχνάσματα, μνημονικές εξαρτήσεις από λογικισμούς, υπολογισμούς, αξιολογήσεις, αξιοθετήσεις ιστοριογραφικής υφής. Σημειώνει σε άλλο κείμενό του ο φιλόσοφος: «εάν η ευτυχία ήταν ο στόχος, τότε τα ζώα θα ήταν παρά πολύ ευτυχισμένα. Ο κυνισμός τους βρίσκεται στη λησμοσύνη: αυτή-εδώ είναι ο συντομώτερος δρόμος προς την ευτυχία, αν και πρόκειται για κάτι που δεν αξίζει πολύ»[2]. 

2. Τι σημαίνει να είναι κανείς ένα ιστορικό ον; Για να απαντήσει σε ένα τέτοιο ερώτημα συγκρίνει τον άνθρωπο με τα ζώα: με ένα λογοτεχνικό, σχεδόν ποιητικό ύφος, περιγράφει τον καθημερινό τρόπο ζωής μιας αγέλης και με βάση αυτή την περιγραφή αντιθέτει άνθρωπο και ζώο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο απεικονίζει την έννοια του Ιστορικού σε αντίθεση με εκείνη του Ανιστορικού. Τούτη η αντίθεση προκύπτει από τη διαφορετική σχέση του ανθρώπου και του ζώου προς τον χρόνο. Εκκινώντας από τη διαφορετικότητα τούτη, ο Νίτσε παρουσιάζει τον άνθρωπο να ατενίζει την αγέλη των ζώων και να αισθάνεται αμηχανία. Ανήκει κι αυτός σε μια αγέλη ετεροκαθορισμένων στοιχείων, όντων από τις σκιές ενός παρελθόντος ιστορικού βίου.

3. Πιο ειδικά αισθάνεται αμηχανία, επειδή είναι καταδικασμένος να ζει με ιστορικό/ιστοριογραφικό τρόπο (historisch), να σχετίζεται ιστορικά/ιστοριογραφικά με τη ζωή και να υφίσταται τις συνέπειες μιας τέτοιας ζωής, σε αντίθεση με το ζώο που ζει ανιστορικά (unhistorisch). Τα γνωρίσματα της ανιστορικότητας του ζώου εν-τοπίζονται κυρίως στην απουσία μνήμης και οραμάτων για το μέλλον, και ως εκ τούτου στην αποκλειστική του προσκόλληση στο παρόν, στην ελεύθερη ενέργεια της κάθε παροντικής στιγμής: αυτή η πολύτροπη βουλητική δράση εδώ και τώρα είναι που το κρατά μακριά από την υπο-λογιστικότητα, ήτοι λογικότητα του ιστορικού όντος και το απαλλάσσει έτσι από την αγωνιώδη μέριμνα του χρόνου και της ιστορίας, άρα από καθετί που γεμίζει τη ζωή του με βουλιμία, δάκρυα και πόνο.

4. Το γεγονός ότι το ζώο ζει ανιστορικά σε σχέση με τον άνθρωπο, καταπώς σχολιάζει ο Χάιντεγκερ, σημαίνει πως είναι προσδεμένο στη στιγμή, δεν έχει παρελθόν, επομένως μόνιμα και σταθερά ξεχνά[3]. Το γεγονός, απεναντίας, ότι ο άνθρωπος ζει ιστορικά σημαίνει πως δεν μπορεί να ξεχνά, όπως το ζώο, έχει παρελθόν και αντιπαρατίθεται μαζί του, σχετίζεται με αυτό (ό.π.). Το Ιστορικό λοιπόν είναι ο τόπος ή ο χώρος του ανθρώπου ως «animal rationale» (ό.π.), ήτοι ως ζώου έλλογου ή λόγου έχοντος. Ο άνθρωπος, σε αντίθεση με το ζώο, είναι προσδεμένος στην αλυσίδα του παρελθόντος, κρίκος της οποίας είναι και το παρόν. Αλλά τούτο το παρόν είναι η ίδια η ζωή, της οποίας η κάθε σημασία συναρτάται τόσο με τη λήθη όσο και με τη μνήμη του παρελθόντος: λήθη του τεθνεώτος στοιχείου του, των νεκρών του κυττάρων, και μνήμη εκείνων των ζωντανών του κυττάρων, που ανοίγουν νέους ορίζοντες στο παρόν.

5. Η λήθη, η λησμοσύνη (Vergessen), αποτελεί συστατικό στοιχείο της πράξης και γι’ αυτό διατελεί σε ενδοσυνάφεια με την ανάμνηση. Η λήθη, με το προαναφερθέν νόημα, δεν διαγράφει το παρελθόν, αλλά είναι ο άλλος τρόπος αναφοράς σε αυτό. Αυτός ο άλλος τρόπος είναι τόσο απαραίτητος για την παροντική ζωή του ανθρώπου όσο και το σκοτάδι στην εναλλαγή του με το φως ή ο ύπνος με τον ξύπνο. Η απαραίτητη τούτη εναλλαγή εξωτερικά είναι παρούσα και στο ζώο, εσωτερικά όμως προσιδιάζει στον άνθρωπο και μόνο σ’ αυτόν. Ο τελευταίος, επομένως, μπορεί, δυνάμει της λήθης, να ζει και το παρελθόν ως πρακτικό παρόν, ως κάτι που το αφήνουμε να υπάρχει, χωρίς να ξέρουμε πού είναι.

6. Αυτό που εξαρτάται από μας είναι να χαράσσουμε έναν πιο βαρύτιμο, αξιόμαχο δρόμο προς την ευτυχία από εκείνον του ζώου. Πώς; Με το να διατηρούμε, ως ένα βαθμό, την αίσθηση του παρελθόντος, ήτοι την ιστορική αίσθηση, αλλά συγχρόνως και με το να την υπερβαίνουμε. Με ποιο νόημα; Με το να διατηρούμε την ανιστορική αίσθηση, να αξιοποιούμε δηλαδή τη λήθη, για να αφήνουμε την ουσία μας να αναπτύσσει τη βούλησή της ζωντανά, αυθύπαρκτα και ελεύθερα ως παροντική ύπαρξη. Μια υπερβολική εμμονή στο παρελθόν, μια μονοσήμαντη δηλαδή καλλιέργεια της ιστορικής αίσθησης και πλήρης απουσία της ανιστορικής αίσθησης επιδρά επιζήμια στη ζωντανή παρουσία του ανθρώπινου όντος είτε ως ατομικού είτε ως ιστορικού όντος με τη μορφή του λαού και του αντίστοιχου πολιτισμού του.
--------------------------------
[1] Φρίντριχ Νίτσε: Το Επωφελές και το Επιβλαβές της Ιστορίας για τη ζωή σσ. 48-55.
[2] KSA 7, 694
[3] GA 46, 15.

ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ: Χαρακτῆρες (1.1-1.7) - ΕΙΡΩΝΕΙΑΣ

Α'. ΕΙΡΩΝΕΙΑΣ


[1.1] [Ἡ μὲν οὖν εἰρωνεία δόξειεν ἂν εἶναι, ὡς τύπῳ λαβεῖν, προσποίησις ἐπὶ χεῖρον πράξεων καὶ λόγων,]

[1.2] ὁ δὲ εἴρων τοιοῦτός τις, οἷος προσελθὼν τοῖς ἐχθροῖς ἐθέλειν λαλεῖν [οὐ μισεῖν] καὶ ἐπαινεῖν παρόντας οἷς ἐπέθετο λάθρα, καὶ τούτοις συλλυπεῖσθαι ἡττημένοις· καὶ συγγνώμην δὲ ἔχειν τοῖς αὑτὸν κακῶς λέγουσι καὶ ‹γελᾶν› ἐπὶ τοῖς καθ᾽ ἑαυτοῦ λεγομένοις.

[1.3] καὶ πρὸς τοὺς ἀδικουμένους καὶ ἀγανακτοῦντας πράως διαλέγεσθαι·

[1.4] καὶ τοῖς ἐντυγχάνειν κατὰ σπουδὴν βουλομένοις προστάξαι ἐπανελθεῖν, καὶ μηδὲν ὧν πράττει ὁμολογῆσαι ἀλλὰ φῆσαι βουλεύεσθαι καὶ προσποιήσασθαι ἄρτι παραγεγονέναι καὶ ὀψὲ γίγνεσθαι [αὐτὸν] καὶ μαλακισθῆναι.

[1.5] καὶ πρὸς τοὺς δανειζομένους καὶ ἐρανίζοντας ‹εἰπεῖν ὡς οὐ πλουτεῖ· καὶ πωλῶν φῆσαι› ὡς οὐ πωλεῖ καὶ μὴ πωλῶν φῆσαι πωλεῖν· καὶ ἀκούσας τι μὴ προσποιεῖσθαι, καὶ ἰδὼν φῆσαι μὴ ἑορακέναι, καὶ ὁμολογήσας μὴ μεμνῆσθαι· καὶ τὰ μὲν σκέψεσθαι φάσκειν, τὰ δὲ οὐκ εἰδέναι, τὰ δὲ θαυμάζειν, τὰ δ᾽ ἤδη ποτὲ καὶ αὐτὸς οὕτως διαλογίσασθαι.


[1.6] καὶ τὸ ὅλον δεινὸς τῷ τοιούτῳ τρόπῳ τοῦ λόγου χρῆσθαι· «Οὐ πιστεύω», «Οὐχ ὑπολαμβάνω», «Ἐκπλήττομαι· καὶ λέγει ἑαυτὸν ἕτερον γεγονέναι», «Καὶ μὴν οὐ ταῦτα πρὸς ἐμὲ διεξῄει», «Παράδοξόν μοι τὸ πρᾶγμα», «Ἄλλῳ τινὶ λέγε», «Ὅπως δὲ σοὶ ἀπιστήσω ἢ ἐκείνου καταγνῶ, ἀποροῦμαι», «Ἀλλ᾽ ὅρα, μὴ σὺ θᾶττον πιστεύεις».


[1.7] [τοιαύτας φωνὰς καὶ πλοκὰς καὶ παλιλλογίας εὑρεῖν ἔστι τῶν εἰρώνων. τὰ δὴ τῶν ἠθῶν μὴ ἁπλᾶ ἀλλ᾽ ἐπίβουλα φυλάττεσθαι μᾶλλον δεῖ ἢ τοὺς ἔχεις.]


***

1. Ο ΥΠΟΚΡΙΤΗΣ


[1.1] [Η υποκρισία, για να την ορίσουμε περιληπτικά, θα έδινε την εντύπωση ότι είναι η προσποιητή υποβάθμιση (του εαυτού μας) με πράξεις και με λόγια,]

[1.2] ενώ ο υποκριτής το είδος του ανθρώπου που πλησιάζει τους εχθρούς του και είναι πρόθυμος να κουβεντιάσει μαζί τους. Επαινεί, όταν είναι παρόντες, αυτούς τους οποίους κατηγόρησε στα κρυφά και συμπάσχει μαζί τους, αν αυτοί ηττηθούν (σε μια δίκη). Συγχωρεί εκείνους που τον κακολογούν και γελά με όσα λέγονται εναντίον του.

[1.3] Συνομιλεί ήρεμα με ανθρώπους που έχουν υποστεί αδικία και είναι οργισμένοι.

[1.4] Σε αυτούς, οι οποίοι επιθυμούν να τον συναντήσουν επειγόντως, παραγγέλλει να ξανάρθουν αργότερα και —δίχως να ομολογεί τί (σκοπεύει να) κάνει— ισχυρίζεται ότι το σκέφτεται και προσποιείται ότι μόλις έχει επιστρέψει (στο σπίτι), ότι είναι αργά και ότι είναι άρρωστος.

[1.5] Σε όσους του ζητούν δανεικά ή μια συνεισφορά λέει ότι δεν είναι πλούσιος. Όταν πουλά κάτι, ισχυρίζεται ότι δεν πουλά, ενώ όταν δεν πουλά, τότε λέει ότι πουλά. Αν έχει ακούσει κάτι, προσποιείται ότι δεν το άκουσε, και αν είδε κάτι, ισχυρίζεται ότι δεν είδε, και τη συμφωνία που έκλεισε κάνει ότι δεν την θυμάται. Άλλα ζητήματα ισχυρίζεται ότι θα τα σκεφτεί, άλλα ότι δεν τα γνωρίζει, για άλλα ότι μένει έκπληκτος, για άλλα ότι κάποτε στο παρελθόν τα είχε σκεφτεί και ο ίδιος με παρόμοιο τρόπο.

[1.6] Και γενικά έχει την ικανότητα να χρησιμοποιεί τέτοιου είδους φρασεολογία: «Δεν το πιστεύω», «Δε νομίζω», «Εκπλήσσομαι· και λέει ότι έγινε άλλος άνθρωπος!», «Κι όμως, εμένα δεν μου είπε τέτοια πράγματα», «Με παραξενεύει αυτή η υπόθεση», «Αυτά να τα πεις σε κανέναν άλλο», «Δυσκολεύομαι να μη σε πιστέψω ή να τον καταδικάσω», «Πρόσεξε μήπως δείχνεις εμπιστοσύνη γρηγορότερα (απ᾽ ό,τι πρέπει)».

[1.7] [Είναι λοιπόν χαρακτηριστικό γνώρισμα των υποκριτών να επινοούν τέτοιες φράσεις, τεχνάσματα και επαναλήψεις. Κι από τους χαρακτήρες που δεν είναι απλοί, αλλά επίβουλοι, πρέπει κανείς να φυλάγεται πιο πολύ κι απ᾽ τις οχιές.]