Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἑλένη (167-190)

ΕΛ. πτεροφόροι νεάνιδες, [στρ. α]
παρθένοι Χθονὸς κόραι,
Σειρῆνες, εἴθ᾽ ἐμοῖς
170 †γόοις μόλοιτ᾽ ἔχουσαι Λίβυν
λωτὸν ἢ σύριγγας ἢ
φόρμιγγας αἰλίνοις κακοῖς†
τοῖς ἐμοῖσι σύνοχα δάκρυα,
πάθεσι πάθεα, μέλεσι μέλεα,
μουσεῖα θρηνήμα-
σι ξυνωιδά, πέμψαιτε
175 Φερσέφασσα †φονία χάριτας†
ἵν᾽ ἐπὶ δάκρυσι παρ᾽ ἐμέθεν ὑπὸ
μέλαθρα νύχια παιᾶνα
νέκυσιν ὀλομένοις λάβηι.

ΧΟΡΟΣ
κυανοειδὲς ἀμφ᾽ ὕδωρ [ἀντ. α]
180 ἔτυχον ἕλικά τ᾽ ἀνὰ χλόαν
φοίνικας ἁλίωι
†πέπλους χρυσέαισιν αὐγαῖς
θάλπουσ᾽
ἀμφὶ δόνακος ἔρνεσιν·
ἔνθεν οἰκτρὸν ὅμαδον ἔκλυον,
185 ἄλυρον ἔλεγον, ὅτι ποτ᾽ ἔλακεν
‹ . . . › αἰάγμα-
σι στένουσα νύμφα τις
οἷα Ναῒς ὄρεσι †φυγάδα
γάμων† ἱεῖσα γοερόν, ὑπὸ δὲ
πέτρινα γύαλα κλαγγαῖσι
190 Πανὸς ἀναβοᾶι γάμους.

***
ΕΛΕ. Σειρήνες, φτερωτές κόρες της Γης, ελάτε
με φόρμιγγες, φλογέρες λωτοκάμωτες,
170 με αυλούς συντρόφισσες στον πόνο μου,
ζυγιάζοντας συνταιριαστούς
θρήνους στα μαύρα μου δεινά.
Στις συμφορές μου δάκρυα
να ᾽στελνε η Περσεφόνη,
λυπητερούς, μακρόσυρτους
σκοπούς να συνοδέψουνε
τα κλάιματά μου και από με
να πάρει σαν αντίχαρη
στ᾽ ανήλιαγα παλάτια της
πικρό πικρό τραγούδισμα
για τους βαριόμοιρους νεκρούς.
(Μπαίνει ο χορός.)

ΧΟΡΟΣ
Κοντά στη γαλανή ακροθαλασσιά
σε τρυφερά καλάμια απάνω
180 και στη σγουρή τη χλόη κάποτες
άπλωνα ρούχα κόκκινα στον ήλιο
να τα στεγνώσουν οι χρυσές αχτίδες·
τότε άκουσα μια πονεμένη
βαθιά φωνή, σπαραχτική,
σα βογγητό και μοιρολόι,
καθώς μια νύμφη, μια νεράιδα
τρέχει θρηνώντας στα βουνά
ή μέσα στις βραχοσπηλιές
σκούζει και στηθοδέρνεται,
γιατί σε στρώμα ερωτικό
190 τραχιά τη σέρνει ο Πάνας.

Μακεδονία εν μύθοις φθεγγομένη: Μύθοι πανελλαδικοί - Αρπαγές κοριτσιών

Συχνά στη μυθολογία οι κοπέλες παγιδεύονται και απάγονται από μεγάλους γητευτές σε λιβάδια, ακρογιαλιές και κρήνες έξω από την πόλη. Ενδεικτική είναι η αναφορά στα παρακάτω ζευγάρια: Δίας - Ευρώπη, Άδης - Περσεφόνη, Ηρακλής - Αύγη, Ερμής - Απημοσύνη, Βορέας - Ωρείθυια, Απόλλων - Κυρήνη, Απόλλων - Κορωνίδα, Ποσειδών-Αίθρα, Αρισταίος - Ευρυδίκη, Πηλέας - Θέτις, Ποσειδών - Ιπποθόη.

Αν και μέχρι τώρα έχουν εντοπιστεί δύο μόνο παραστάσεις αρπαγής κοριτσιών στον μακεδονικό χώρο, της Περσεφόνης (σε τάφο στη Βεργίνα) και της Ελένης (σε σπίτι στην Πέλλα), πρόσφατα και της Ευρώπης σε συμποσιακό δωμάτιο στο ανάκτορο των Αιγών, θεωρούμε ότι έχουν ιδιαίτερη σημασία και ότι σχετίζονται τόσο με τα μυστήρια της Σαμοθράκης, τους δύο βαθμούς μύησης και τον γενικότερο οργιαστικό χαρακτήρα της λατρείας στη Μακεδονία (τελετουργικά για τη βλάστηση και την αναγέννηση της φύσης), όσο και με κοινωνικές σημάνσεις για τη σημασία του γάμου.

Εξάλλου, και ο Διόνυσος υφαρπάζει την Αριάδνη από τον Θησέα, θέμα που λανθάνει στην κεντρική σκηνή του κρατήρα του Δερβενίου αλλά και σε ψηφιδωτό δάπεδο από σπίτι στη Θεσσαλονίκη. Στα συμπεράσματα αυτά οδηγούμαστε από τη γνώση του περιεχομένου της λατρείας στη Μακεδονία και αναλογικά από τις γνώσεις που με βεβαιότητα έχουμε για τη σημασία των αρπαγών σε πόλεις της νοτίου Ελλάδας.

Περσεφόνη


Η αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα στο εσωτερικό του ομώνυμου συλημένου κιβωτιόσχημου βασιλικού τάφου στη Βεργίνα (366 π.Χ.) περιγράφτηκε παραστατικά από τον ίδιο τον ανασκαφέα, τον Μ. Ανδρόνικο, σε διάλεξη που έδωσε στη Βρετανική Ακαδημία τον Νοέμβριο του 1979 με θέμα «Οι βασιλικοί τάφοι της Βεργίνας»:
Η σύνθεση αναπτύσσεται σε μια επιφάνεια 3,5 μ. μάκρος και 1,01 μ. ύψος, με εξαιρετική ελευθερία, τόλμη και ευχέρεια στο σχέδιο. Στην πάνω αριστερή γωνία μπορεί κανείς να ξεχωρίσει κάτι σαν αστραπή [τον κεραυνό του Δία]: ο Ερμής τρέχει μπρος από το άρμα, με το κηρύκειο στο χέρι. Το άρμα, που το σέρνουν τέσσερα άσπρα άτια, είναι κόκκινο· ο Πλούτων, που κρατάει στο δεξί του χέρι το σκήπτρο και τα χαλινάρια, έχει αρπάξει την Περσεφόνη από τη μέση με το αριστερό. Εκείνη απλώνει τα χέρια και ρίχνει πίσω το κορμί της απελπισμένη. Ο θεός έχει το δεξί του πόδι μέσα στο άρμα, ενώ το πέλμα του αριστερού αγγίζει ακόμα τη γη, όπου βλέπουμε τα λουλούδια που μάζευε η Περσεφόνη και η φίλη της η Κυάνη. Πίσω από το άρμα απεικονίζεται η Κυάνη πεσμένη στα γόνατα, έντρομη.
(Gombrich, 1994, 505)
Η θέση στην οποία βρέθηκε η τοιχογραφία –βασιλικός τάφος– δείχνει ότι ελευσινιακός μύθος ήταν γνωστός τουλάχιστον στην άρχουσα τάξη. Εξάλλου, το ζευγάρι Πλούτωνας - Περσεφόνη παριστάνεται ακόμη μια φορά: Στον θάλαμο του τάφου της Ευρυδίκης στη Βεργίνα ο ζωγραφιστός πίνακας στην πλάτη (ερεισίνωτο) του μαρμάρινου θρόνου εικονίζει τους θεούς του Κάτω Κόσμου Πλούτωνα και Περσεφόνη σε τέθριππο άρμα με όλη τη θεϊκή τους μεγαλοπρέπεια.

Ελένη


Το δεύτερο μεγάλο σπίτι της Πέλλας ονομάστηκε της αρπαγής της Ελένης από τον Θησέα από τη σχετική απεικόνιση (325-300 π.Χ.). Σύμφωνα με τον μύθο, η αρπαγή έγινε την ώρα που η Ελένη εκτελούσε ένα λατρευτικό χορό στον ναό της Ορθίας Αρτέμιδος στη Σπάρτη. Στη σκηνή, ο ηνίοχος Φόρβας προσπαθεί να συγκρατήσει τα ζωηρά άλογα για να προλάβει να πηδήξει πάνω στο άρμα ο Θησέας που ήδη έχει αρπάξει την Ελένη από τη μέση και την παρασύρει προς το άρμα. Με την απεικόνιση αυτή όχι μόνο έχουμε μία ακόμη αρπαγή αλλά και έμμεση υπόμνηση και για την απόπειρα αρπαγής της Περσεφόνης από τον Θησέα και τον φίλο του Πειρίθοο. Διότι στην αρπαγή της Ελένης είχε βοηθήσει τον Θησέα ο φίλος του Πειρίθοος, τον οποίο στη συνέχεια και με τη σειρά του βοήθησε ο αθηναίος ήρωας, ώστε να κατακτήσει την Περσεφόνη. Όμως και τους δύο τους φυλάκισε ο Πλούτωνας. Τον Θησέα ελευθέρωσε ο Ηρακλής, όταν εκείνος κατέβηκε στον Κάτω Κόσμο, για να αρπάξει τον Κέρβερο.

Ευρώπη


Σε συμποσιακό δωμάτιο στο ανάκτορο των Αιγών αποκαλύφθηκε ψηφιδωτό που αναπαριστά την αρπαγή της Ευρώπης. Σύμφωνα με τις περιγραφές της αρχαιολόγου Α. Κοτταρίδου, το φόντο του απεικονίζει θάλασσα, στις τέσσερις γωνίες του υπάρχουν θαλάσσια τέρατα και μικροί έρωτες, ενώ στο κέντρο του απεικονίζονται ίχνη ψηφίδων στα πόδια του ταύρου που αρπάζει την Ευρώπη. Κατά την αρχαιολόγο, η αποκάλυψη του ψηφιδωτού, σε συνδυασμό με άλλες ιστορικές και μυθολογικές πηγές, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο βασιλιάς των Μακεδόνων Φίλιππος ο Β' θεωρούσε τον εαυτό του ως «εν δυνάμει Ευρωπαίο ηγέτη». Ωστόσο, οι αρπαγές έχουν σημασία εξόχως κοινωνική και θρησκευτική.

Σημασία αρπαγών


Για να απαντήσουμε στο ερώτημα για τη σημασία των αρπαγών αυτών, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι στη Σαμοθράκη, στα μυστήρια που τελούνταν προς τιμήν των Μεγάλων Θεών και στον πρώτο βαθμό μύησης γινόταν η αναπαράσταση του ιερού γάμου –σε ανάμνηση του γάμου του Ουρανού και της Γης, του Ωκεανού και της Τηθύος, του Δία και της Ήρας, του Κάδμου και της Αρμονίας που έγινε στη Σαμοθράκη ή της Μητέρας των θεών που γέννησε τους Κορύβαντες. Τα δρώμενα περιλάμβαναν προφανώς τρεις πράξεις, αρπαγή, αναζήτηση, γάμος, και ενέτασσαν τη λατρεία πιθανόν στις γιορτές βλάστησης, ενώ στον δεύτερο βαθμό μύησης την αναπαράσταση ενός ιερού θανάτου. Αν, τώρα, λάβουμε υπόψη ότι πίσω από τα μυστικά ονόματα των Μεγάλων Θεών της Σαμοθράκης κρύβονται η Δήμητρα, η Περσεφόνη, ο Άδης και ο Ερμής ή ο Διόνυσος, τότε η τοιχογραφία με την αναπαράσταση της αρπαγής της Περσεφόνης δένεται άρρηκτα με τα μυστήρια που τελούνταν στο νησί. Και θυμίζουμε ακόμη ότι η Περσεφόνη εμπλέκεται τόσο με τον Δία όσο και με τον Ποσειδώνα: ο μεγαλύτερος Κάβειρος ως Δίας ενώθηκε με τη Δήμητρα που γέννησε την Περσεφόνη, ως Ποσειδώνας ενώθηκε με την ίδια θεά που γέννησε μια Κόρη, το όνομα της οποίας δεν λέγεται, ως Άδης είναι σύζυγος της Περσεφόνης στον Κάτω Κόσμο. Στην ορφική, μάλιστα, θεογονία ο Δίας ενώθηκε με την κόρη του Περσεφόνη·  από την ένωση προέκυψε ο Ζαγρέας. Το ίδιο συνδέεται και η παράσταση της Ελένης που είναι αδελφή των Διοσκούρων, που συχνά συγχέονται με τους Μεγάλους Θεούς της Σαμοθράκης, όντας συνοδοί τους.

Αν λοιπόν εκλάβουμε τις παραστάσεις αρπαγών (της Περσεφόνης, της Ελένης) ως υπόμνηση τόσο ενός ιερού γάμου όσο και ενός ιερού θανάτου, κατανοούμε καλύτερα και το δεύτερο συνθετικό των μυστικών ονομάτων Αξιό-κερσος, Αξιό-κερσα, για το οποίο έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι προέρχεται από το ρήμα κείρω, που σημαίνει κόβω τα μαλλιά. Η κοπή των μαλλιών γινόταν σε περιπτώσεις πένθους (ιερός θάνατος) ή ως αφιέρωμα σε θεό, όπως το έκαναν οι ναυτικοί που προσκυνούσαν τους θεούς στη Σαμοθράκη. Τα μαλλιά τους έκοβαν και οι επίγαμες κοπέλες σε λατρευτικά δρώμενα προς τιμή του Ιππόλυτου και του Άδωνη, ένδειξη ότι έπαυαν πλέον να κυκλοφορούν ελεύθερα, όπως τα νεαρά πουλάρια, και έμπαιναν στον ζυγό του γάμου. Επομένως, οι αρπαγές κοριτσιών, ιδίως από τον Άδη, επιδέχονται και μια διαφορετική ερμηνεία, πλην αυτής του θανάτου της νέας κοπέλας, ειδικά μάλιστα αν λάβουμε υπόψη ότι οι μελλόγαμες συμμετείχαν συλλογικά σε διαβατήριες τελετές νεκρικού περιεχομένου προς τιμή ενός ήρωα ή μιας ηρωίδας που πέθαναν ανύπαντροι και ήταν σε ηλικία γάμου (Ιππόλυτος, Άδωνις). Σε αυτές τις τελετές εκφράζεται το συναίσθημα αγωνίας που βιώνουν στο μεταιχμιακό εκείνο στάδιο πριν από τον γάμο, κατά το οποίο μετέχουν σε ένα είδος θανάτου: οι κοπέλες όφειλαν να απαρνηθούν –να θανατώσουν– τη ζωή που βίωναν μέχρι εκείνη τη στιγμή ως νέες ανύπαντρες. Γάμος και νεκρική τελετουργία διεισδύουν το ένα στο άλλο. Εξάλλου, ο γάμος ήταν μια τόσο σημαντική κοινωνική λειτουργία που το τελετουργικό εξόδου για τις κοπέλες που πέθαιναν ανύπαντρες θύμιζε πολύ τον γάμο (για παράδειγμα, η Ανδρομέδα περίμενε τον θάνατο δεμένη, έχοντας μπροστά της αντικείμενα που θα μπορούσαν να είναι προσφορές είτε για τους νεκρούς είτε για τη νύφη, όπως πυξίδες, λουτροφόροι, κάτοπτρα). Επιπλέον, τα τελετουργικά μύησης γενικότερα εκλαμβάνονταν συχνά ως δοκιμασία θανάτου. Το ίδιο φαινόμενο αναπαραγόταν σε μύθους, στους οποίους η απόρριψη του γάμου από την πλευρά των κοριτσιών και η προσκόλληση στην πατρική οικογένεια (πρβ. Αντιγόνη), κάτι που αναιρεί την αναδημιουργία της ζωής μέσω του γάμου, επισείει τιμωρίες, ενώ η ίδια η πόλις «τιθασεύει» τα κορίτσια της για να παντρευτούν.

Οι αρπαγές κοριτσιών και οι επακόλουθοι γάμοι επιδέχονται και πολιτική ανάγνωση. Αν, δηλαδή, ένας λαός ήθελε να δημιουργήσει ένα λαμπρό μυθικό παρελθόν για τον τόπο του, απέδιδε την ίδρυσή του σε κάποιον που είχε ηρωική ή θεϊκή καταγωγή, ακόμη κι αν ήταν καρπός μιας βίαιης πράξης απαγωγής. Η τελετουργική επανάληψη της αρπαγής και του γάμου από τον Φίλιππο και την Ολυμπιάδα στη Σαμοθράκη, με την επίδειξη αποδοχής και σεβασμού αρχέγονων λατρειών, συνιστά πράξη πολιτική και διπλωματική.

Θεωρούμε λοιπόν ότι οι εικαστικές αναπαραστάσεις των αρπαγών, αν και περιορισμένες σε αριθμό, σε συνδυασμό όμως με τελετουργικά ζωής και θανάτου και με κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα και ζητούμενα έχουν μια ιδιαίτερη σημασία και ότι οι ξεχωριστές εκδηλώσεις στη θρησκευτική ζωή συνταιριάζονται με πολιτικές και κοινωνικές συνδηλώσεις.

Ο Ντέιβιντ Ρικάρντο και η πρόσοδος των γαιοκτημόνων

Ο Ρικάρντο στο έργο του «Αρχές Πολιτικής Οικονομίας και Φορολογίας», που εκδόθηκε το 1817 και αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία της οικονομικής σκέψης, επιχειρεί να θεμελιώσει τη δική του οικονομικοκοινωνική θεωρία ξεκαθαρίζοντας το ζήτημα της προσόδου: «Η πρόσοδος είναι εκείνο το μέρος του προϊόντος της γης που καταβάλλεται στο γαιοκτήμονα για τη χρησιμοποίηση των αρχικών και άφθαρτων δυνάμεων του εδάφους. Συχνά, όμως, η πρόσοδος συγχέεται με τον τόκο και το κέρδος και, στη γλώσσα του λαού, ο όρος αναφέρεται σε οτιδήποτε πληρώνει κάθε χρόνο ο αγρότης στο γαιοκτήμονά του».
 
Και θα ξεκαθαρίσει αμέσως: «Αν από δύο παρακείμενα αγροκτήματα της ίδιας έκτασης και τη ίδιας φυσικής γονιμότητας, το ένα είχε όλες τις ανέσεις των αγροτικών κτιρίων και, επιπλέον, ήταν κατάλληλα αποστραγγισμένο και λιπασμένο, επωφελώς χωρισμένο με βάτους, φράκτες και τοίχους, ενώ το άλλο δεν είχε κανένα από τα πλεονεκτήματα αυτά, θα καταβαλλόταν, φυσικά, περισσότερη αποζημίωση για τη χρήση του ενός από ό,τι για του άλλου. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις, η αποζημίωση αυτή θα ονομαζόταν πρόσοδος».
 
Όμως, το γεγονός ότι οι υποδομές θα αυξήσουν την τιμή της προσόδου, ως αποζημίωση για το ήδη καταβεβλημένο πάγιο κεφάλαιο που ενισχύει την αξία του αγροκτήματος, δεν αλλάζει την ουσία του ζητήματος, αφού η πρόσοδος θα αφορά και πάλι τις φυσικές δυνατότητες της γης: «Είναι, όμως, προφανές ότι μέρος μόνο του χρήματος που καταβάλλεται κάθε χρόνο για το βελτιωμένο αγρόκτημα θα δινόταν για τις αρχικές και άφθαρτες δυνάμεις του εδάφους· το άλλο μέρος θα πληρώνεται για τη χρήση του κεφαλαίου που έχει επενδυθεί στη βελτίωση της ποιότητας του εδάφους και στην ανέγερση των κτιρίων που είναι απαραίτητα για την εξασφάλιση και τη διατήρηση του προϊόντος»
 
Φυσικά, η πρόσοδος με την έννοια της αποζημίωσης για τη χρήση των δυνάμεων της γης δεν μπορεί παρά να υπόκειται στον απαράβατο νόμο της αγοράς και της ζήτησης στον οποίο υπόκεινται όλες οι αξίες που τίθενται προς συναλλαγή. Η αφθονία των εύφορων εδαφών θα μειώσει την τιμή της προσόδου, ενώ η σπανιότητα θα την αυξήσει. Κατά την περίοδο των πρώτων χρόνων ενός αποικισμού σε μέρος όπου η γη είναι άφθονη και γόνιμη θα εξαλειφόταν πλήρως κάθε έννοια προσόδου, αφού η αφθονία της γης σε συνδυασμό με τον περιορισμένο αριθμό του πληθυσμού των πρώτων αποίκων που πρέπει να συντηρηθούν από τα προϊόντα της θα εκμηδένιζε από θέση αρχής μια τέτοια αξία.
 
Ο Ρικάρντο σημειώνει: «Κατά τον πρώτο αποικισμό μιας χώρας, όπου υπάρχει αφθονία πλούσιας και εύφορης γης, ένα πολύ μικρό μέρος της οποίας χρειάζεται να καλλιεργηθεί για τη συντήρηση του υπάρχοντος πληθυσμού ή η οποία μπορεί πράγματι να καλλιεργηθεί με το κεφάλαιο που βρίσκεται στη διάθεση του πληθυσμού, δε θα υπάρχει καθόλου πρόσοδος· επειδή κανένας δε θα πλήρωνε για τη χρησιμοποίηση της γης που δεν την έχει ακόμη ιδιοποιηθεί κανείς και η οποία, επομένως, είναι στη διάθεση οποιουδήποτε αποφασίσει να την καλλιεργήσει».
 
Το πράγμα ξεκαθαρίζεται: «Σύμφωνα με τους γενικούς νόμους της προσφοράς και της ζήτησης, για μια τέτοια γη δεν πληρώνεται πρόσοδος για τους ίδιους λόγους για τους οποίους τίποτα δεν πληρώνεται για τη χρήση του αέρα και του νερού ή οποιωνδήποτε άλλων δώρων της φύσης, τα οποία υπάρχουν σε ανεξέλεγκτες ποσότητες».
 
Το ότι οι ανεξέλεγκτες ποσότητες εκμηδενίζουν τη χρηματική αξία (κι όχι την αξία χρήσης – κανείς δεν αμφισβητεί την αξία στη χρήση του νερού ή του αέρα) κάθε αγαθού γίνεται αντιληπτό και στη γη, αφού, εν τέλει, η πρόσοδος οφείλεται στο πεπερασμένο των εδαφών: «Μόνο επειδή δεν είναι απεριόριστες οι εκτάσεις της γης και δεν είναι ίδιες ποιοτικά, και επειδή με την αύξηση του πληθυσμού αρχίζουν να καλλιεργούνται εδάφη κατώτερης ποιότητας ή εδάφη τα οποία είναι λιγότερο πλεονεκτικά από άποψη τοποθεσίας, μόνο για το λόγο αυτό καταβάλλεται πρόσοδος για τη χρησιμοποίηση της γης».
 
Ο μηχανισμός που γεννιέται η πρόσοδος κατά τον Ρικάρντο έχει ως εξής: «Όταν με την πρόοδο της κοινωνίας αρχίζουν να καλλιεργούνται εδάφη του δεύτερου βαθμού γονιμότητας, τότε αμέσως αρχίζει να καταβάλλεται πρόσοδος στα εδάφη της πρώτης ποιότητας· και το μέγεθος της προσόδου αυτής θα εξαρτάται από τη διαφορά στην ποιότητα των δύο αυτών τμημάτων της γης».
 
Και το πράγμα συνεχίζεται με τον ίδιο τρόπο: «Όταν αρχίζουν να καλλιεργούνται εδάφη τρίτης ποιότητας, τότε αρχίζει αμέσως να καταβάλλεται στα εδάφη της δεύτερης ποιότητας πρόσοδος, η οποία καθορίζεται, όπως και προηγουμένως, από τη διαφορά των παραγωγικών τους δυνάμεων. Ταυτόχρονα, όμως, θα αυξηθεί και η πρόσοδος στα εδάφη της πρώτης ποιότητας, επειδή η πρόσοδός τους πρέπει να είναι πάντοτε μεγαλύτερη από την πρόσοδο των εδαφών της δεύτερης ποιότητας, λόγω της διαφοράς στο προϊόν που παράγεται στα εδάφη αυτά με την ίδια ποσότητα εργασίας και κεφαλαίου».
 
Αναλογικά, όταν αρχίσει να καλλιεργείται και τέταρτης ποιότητας γη θα αποδοθεί πρόσοδος στη γη της τρίτης ποιότητας και θα αυξηθεί αντιστοίχως και η πρόσοδος της δεύτερης και πρώτης ποιότητας. Στη συνέχεια η εκμετάλλευση της πέμπτης ποιότητας εδάφους θα φέρει πρόσοδο στα εδάφη της τέταρτης αναπροσαρμόζοντας τις τιμές των τριών πρώτων και πάει λέγοντας.
 
Ο λόγος που ωθεί συνεχώς στην καλλιέργεια όλο και χειρότερης ποιότητας εδαφών αυξάνοντας διαρκώς την πρόσοδο είναι η συνεχής αύξηση του πληθυσμού που εντείνει τις διατροφικές ανάγκες υποχρεώνοντας στη διεύρυνση της καλλιεργήσιμης γης: «Με κάθε βήμα που συντελείται στην αύξηση του πληθυσμού, η οποία θα υποχρεώσει τη χώρα να καταφεύγει σε εδάφη χειρότερης ποιότητας για να μπορέσει να αντλήσει τα μέσα διατροφής που χρειάζεται, θα αυξάνεται η πρόσοδος σε όλα τα πιο εύφορα εδάφη».
 
Ο Ρικάρντο θα φέρει και αριθμητικό παράδειγμα προκειμένου να γίνει πλήρως κατανοητός: «Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι εδάφη –υπ’ αριθμ. 1, 2 και 3– αποδίδουν με τη χρησιμοποίηση ίσων κεφαλαίων και ίσης εργασίας, καθαρό προϊόν 100, 90 και 80 κουάρτερ σίτου. Σε μια νέα χώρα, στην οποία υπάρχει αφθονία εύφορης γης σε σχέση με τον πληθυσμό και που γι’ αυτό χρειάζεται να καλλιεργείται μόνο το υπ’ αριθμ. 1 έδαφος, ολόκληρο το καθαρό προϊόν θα ανήκει στον καλλιεργητή και θα είναι το κέρδος του κεφαλαίου που προκαταβάλλεται. Μόλις ο πληθυσμός της χώρας αυξηθεί τόσο ώστε να καταστεί αναγκαία η καλλιέργεια του υπ’ αριθμ. 2 εδάφους, από το οποίο μπορούν να παραχθούν μόνο ενενήντα κουάρτερ, θα αρχίσει να καταβάλλεται πρόσοδος στο υπ’ αριθμ. 1 έδαφος, επειδή είτε πρέπει να υπάρχουν δύο ποσοστά κέρδους για το αγροτικό κεφάλαιο είτε πρέπει δέκα κουάρτερ, ή η αξία των δέκα κουάρτερ, να αποσπαστούν από το προϊόν του υπ’ αριθμ. 1 εδάφους για κάποιο άλλο σκοπό».
 
Εν τέλει, η τιμή του προϊόντος θα καθοριστεί σύμφωνα με τα δεδομένα του τελευταίου σε ποιότητα εδάφους που καλλιεργείται, ώστε να καταστεί η καλλιέργειά του δελεαστική. Αν υποθέσουμε ότι σε μια χώρα οι πληθυσμιακές ανάγκες έχουν οδηγήσει στην καλλιέργεια και του πέμπτου σε ποιότητα εδάφους, η τιμή του σίτου θα καθορίζεται ακριβώς από αυτό, αφού αν τα ανώτερης ποιότητας εδάφη ρίξουν την τιμή, η καλλιέργεια του τελευταίου κρίνεται ζημιογόνος. Κατά ασυνέπεια κανείς δε θα δεχτεί να το καλλιεργεί, αφού κανείς δε θέλει να δουλεύει με ζημία. Η διαφορά που θα προκύψει ανάμεσα στο προϊόν της πρώτης ποιότητας εδάφους με εκείνο της τελευταίας θα μετατραπεί σε πρόσοδο, η οποία θα ορίζεται αναλογικά στα εδάφη όλων των ποιοτήτων.
 
Αυτός είναι ο λόγος που η διαφορά των 10 κουάρτερ σίτου στο παράδειγμα του Ρικάρντο ανάμεσα στο έδαφος της πρώτης και της δεύτερης ποιότητας (100 κουάρτερ η πρώτη, 90 η δεύτερη) θα αποδοθεί τελικά ως πρόσοδος: «Ανεξάρτητα από το αν το υπ’ αριθμ. 1 έδαφος το καλλιεργεί ο ιδιοκτήτης της γης ή κάποιος άλλος, αυτά τα δέκα κουάρτερ θα αποτελούν πάντοτε πρόσοδο· επειδή ο καλλιεργητής του υπ’ αριθμ. 2 εδάφους θα επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα με το κεφάλαιό του, είτε καλλιεργεί το υπ’ αριθμ. 1 έδαφος και πληρώνει 10 κουάρτερ πρόσοδο είτε εξακολουθήσει να καλλιεργεί το υπ’ αριθμ. 2 έδαφος και δεν πληρώνει πρόσοδο. Με τον ίδιο τρόπο μπορεί να αποδειχθεί πως όταν αρχίσει να καλλιεργείται το υπ’ αριθμ. 3 έδαφος, η πρόσοδος για το υπ’ αριθμ. 2 έδαφος θα πρέπει να είναι δέκα κουάρτερ, ή η αξία δέκα κουάρτερ, ενώ η πρόσοδος για το υπ’ αριθμ. 1 έδαφος θα αυξηθεί σε είκοσι κουάρτερ».
 
Αποδεχόμενοι ότι ο ανθρώπινος μόχθος που καταβάλλεται για την παραγωγή οποιουδήποτε προϊόντος αποτελεί πηγή αξίας που πρέπει να αποδοθεί χρηματικά στην κοστολόγηση της τελικής του τιμής, γίνεται σαφές ότι όσο περισσότερος μόχθος καταβάλλεται τόσο ακριβότερο θα είναι και το προϊόν. Ο Ρικάρντο αναφέρει: «Αν η ποσότητα της εργασίας που ενσωματώνεται στα εμπορεύματα καθορίζει την ανταλλακτική τους αξία, τότε κάθε αύξηση στην ποσότητα της εργασίας πρέπει να μεγαλώνει την αξία του εμπορεύματος στο οποίο έχει ενσωματωθεί, όπως κάθε μείωση πρέπει να τη μικραίνει».
 
Η αύξηση του πληθυσμού που θα επιφέρει την ανάγκη για τη χρήση κατώτερης ποιότητας εδαφών, τα οποία καθίστανται δείκτες για την τιμή του σίτου (τα άλλα-καλύτερα εδάφη θα προσαρμοστούν στην τιμή του χειρότερου, ώστε να αξίζει τον κόπο η καλλιέργειά του), είναι λογικό ότι θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της τελικής τιμής στο στάρι, αφού θα πρέπει να αποζημιωθεί ο πρόσθετος μόχθος που επιβάλλει η καλλιέργεια του χειρότερου ποιοτικά εδάφους. Άλλος ο μόχθος για την καλλιέργεια ενός χέρσου χωραφιού κι άλλος ενός άγονου και γεμάτου πέτρες.
 
Η αύξηση του πληθυσμού συνδέεται νομοτελειακά με την αύξηση των μέσων διατροφής όχι μόνο γιατί αυξάνει τη ζήτησή τους, αλλά και γιατί καθιστά ολοένα πιο επίμοχθη την καλλιέργεια της γης στρέφοντας το ενδιαφέρον σε όλο και πιο άγονες εκτάσεις. Από την άλλη, αν βρεθούν τρόποι εντατικοποίησης στην καλλιέργεια (καινούριες μηχανές, αποτελεσματικότερα λιπάσματα, νέες βελτιωμένες μέθοδοι κλπ) που να αυξάνουν την παραγωγή των πιο εύφορων χωραφιών σε τέτοιο βαθμό που να ικανοποιούνται οι ανάγκες του πληθυσμού χωρίς να χρειάζεται η αξιοποίηση των χειρότερων ποιοτικά γαιών, τότε αναπόφευκτα η τιμή του σίτου θα πέσει. Ταυτόχρονα, όμως, θα μειωθεί και η πρόσοδος, αφού ο δείκτης που θα καθορίσει την τιμή θα ανήκει σε χωράφια υψηλότερης ποιότητας μειώνοντας την απόσταση από εκείνα που βρίσκονται στην πρώτη θέση.
 
Ο Ρικάρντο εξηγεί: «Έστω ότι για τη συντήρηση ενός δεδομένου πληθυσμού απαιτείται ένα εκατομμύριο κουάρτερ σίτου και ότι η ποσότητα αυτή παράγεται στα εδάφη υπ’ αριθμ. 1, 2 και 3. Αν αργότερα επιτευχθεί κάποια βελτίωση με την οποία να είναι δυνατή η παραγωγή της ποσότητας αυτής στα εδάφη υπ’ αριθμ. 1 και 2, χωρίς να χρησιμοποιηθεί το υπ’ αριθμ. 3 έδαφος, είναι φανερό ότι το άμεσο αποτέλεσμα θα είναι η μείωση της προσόδου».
 
Με δεδομένο ότι την πρόσοδο την εισπράττει ο γαιοκτήμονας καθίσταται σαφές ότι τα συμφέροντα των γαιοκτημόνων απαιτούν τη χρήση της (όσο το δυνατό) χειρότερου επιπέδου γης, αφού όσο πιο κάτω πέφτει η ποιότητα του εδάφους, τόσο περισσότερο αυξάνεται η πρόσοδος όλων των ανώτερων ποιοτικά εδαφών. Θα έλεγε κανείς ότι, αν ήταν δυνατόν να καλλιεργηθούν και τα βράχια, οι γαιοκτήμονες δε θα είχαν καμία αντίρρηση.
 
Από την άλλη, οποιαδήποτε γεωργική καινοτομία αυξάνει την παραγωγή ακυρώνοντας τη χρήση των χειρότερων χωραφιών τους βρίσκει αντίθετους, αφού συρρικνώνει τα εισοδήματά τους. Η διαρκής αύξηση του πληθυσμού με τις αυξημένες ανάγκες σε γεωργικά προϊόντα, ώστε να στραφεί το ενδιαφέρον σε εδάφη λιγότερο παραγωγικά, σε συνδυασμό με τη στασιμότητα στις μεθόδους της καλλιέργειας και στη γεωργική τεχνολογία είναι ο παράδεισος του γαιοκτήμονα που θα του εξασφαλίσει τα υψηλότερα δυνατά κέρδη.
 
Όμως, το ότι το πλαίσιο των συμφερόντων του γαιοκτήμονα συμπλέει με τις γενικότερες συνθήκες που θα συντελέσουν στην αύξηση της τιμής του σίτου δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως ευθύνη των γαιοκτημόνων. Η αυξημένη τιμή του σιταριού δεν αφορά την πρόσοδο του γαιοκτήμονα αλλά το αντίθετο. Η ερμηνεία που θέλει την υψηλή τιμή του σίτου να οφείλεται στις εξωφρενικές απαιτήσεις των γαιοκτημόνων για πρόσοδο είναι πλήρως λανθασμένη, αφού η πρόσοδος γεννιέται μέσα από τις συνθήκες που καθιστούν αναγκαία τη χρήση των κατώτερης ποιότητας εδαφών.
 
Η πρόσοδος δεν ανεβάζει την τιμή, αλλά αφορά τη διαφορά της γονιμότητας στα χωράφια, την οποία καρπώνεται ο γαιοκτήμονας. Για τον καλλιεργητή είναι αδιάφορη η ποιότητα του εδάφους που θα καλλιεργήσει, αφού τα οφέλη των πλουσιότερων εδαφών δεν τον αφορούν. Θα εισπράττει πάντα τα ίδια, καθώς την όποια διαφορά εδάφους σε σχέση με τα άλλα που καλλιεργούνται θα την πληρώνει σε πρόσοδο. Όσο χειρότερο το έδαφος, τόσο μειωμένη και η πρόσοδος. Το τελευταίου επιπέδου χωράφι θα έχει μηδενική πρόσοδο.
 
Με άλλα λόγια, η υψηλές τιμές δεν είναι το αποτέλεσμα αλλά το αίτιο της προσόδου. Οι υψηλές τιμές ανεβάζουν την πρόσοδο κι όχι το αντίθετο: «Αν η υψηλή τιμή του σίτου ήταν το αποτέλεσμα και όχι η αιτία της προσόδου, τότε η τιμή θα επηρεαζόταν ανάλογα όταν η πρόσοδος ήταν υψηλή ή χαμηλή, και η πρόσοδος θα ήταν συστατικό μέρος της τιμής. Ωστόσο, ο ρυθμιστής της τιμής του σίτου είναι ο σίτος εκείνος που έχει παραχθεί με τη μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας· και η πρόσοδος δεν μπορεί να εισέλθει και δεν εισέρχεται, ούτε κατ’ ελάχιστο, στην τιμή του σίτου ως συστατικό μέρος της».
 
Ο Ρικάρντο δεν ενδιαφέρεται να δημιουργήσει αντιπαλότητα σε βάρος των γαιοκτημόνων, αφού κάτι τέτοιο θα ήταν άδικο. Ενδιαφέρεται να καταδείξει τους νόμους της οικονομίας που καθιστούν σαφές ότι η πρόοδος της κοινωνίας που επιφέρει την αύξηση του πληθυσμού και του πλούτου ευνοούν νομοτελειακά τους γαιοκτήμονες, οι οποίοι, σε τελική ανάλυση, δεν καταβάλλουν ούτε τον ελάχιστο μόχθο. Παρακολουθεί, δηλαδή, την πορεία των οικονομικών σχέσεων που διαμορφώνονται σαν μια καλοκουρδισμένη μηχανή επιχειρώντας να εξηγήσει τη λειτουργία της.
 
Ο νόμος που προκύπτει είναι ξεκάθαρος: όσο αυξάνεται ο πλούτος της κοινωνίας τόσο θα αυξάνεται και η πρόσοδος μαζί με την αύξηση των τιμών στα γεωργικά προϊόντα: «Ο λόγος, λοιπόν, που η σχετική αξία των ακατέργαστων προϊόντων ανεβαίνει, είναι επειδή απασχολείται περισσότερη εργασία στην παραγωγή του τελευταίου μέρους τους που παράγεται, και όχι επειδή καταβάλλεται πρόσοδος στο γαιοκτήμονα».
 
Το τελικό συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: «Ο σίτος δεν είναι ακριβός επειδή καταβάλλεται πρόσοδος, αλλά καταβάλλεται γαιοπρόσοδος επειδή ο σίτος είναι ακριβός· και δίκαια έχει παρατηρηθεί ότι η τιμή του σίτου δε θα μειωνόταν ακόμα και αν οι γαιοκτήμονες αποποιούνταν όλη την πρόσοδό τους. Ένα τέτοιο μέτρο, απλώς θα επέτρεπε σε ορισμένους αγρομισθωτές να ζουν σαν άρχοντες, αλλά δε θα μείωνε την ποσότητα εργασίας που είναι αναγκαία για να παράγουν ακατέργαστα προϊόντα καλλιεργώντας λιγότερο παραγωγικά εδάφη».
 
David Ricardo, Αρχές Πολιτικής Οικονομίας και Φορολογίας

Όταν σου φαίνονται όλα μαύρα

Επιθυμίες που δεν ικανοποιήθηκαν, προσδοκίες που διαψεύστηκαν, ανάγκες που απορρίφθηκαν, τραύματα που δεν θεραπεύτηκαν… Όλα αυτά έρχονται μπροστά σου κάθε φορά που έχεις τις μαύρες σου και νιώθεις ότι τίποτα δεν προχωρά στη ζωή σου…

Γρήγορα, όμως, καταλαβαίνεις ή τουλάχιστον γρήγορα θα πρέπει να καταλάβεις (αν δεν θέλεις να συνεχίσεις για πολύ να τα βλέπεις όλα μαύρα) ότι δεν μπορείς να αντιμετωπίζεις τη ζωή έχοντας μια ηττημένη στάση.

Τι μπορείς να επιθυμείς, τι να προσδοκάς και τι να ζητάς όταν εσύ ο ίδιος νιώθεις ότι τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει; Πώς να γίνουν καλύτερα τα πράγματα όταν σε όλα το μόνο που διακρίνεις είναι μια μαυρίλα; Πώς θα μπορούσε να γίνει πιο χρωματιστή η ζωή σου όταν εσύ επιλέγεις μόνο το μαύρο χρώμα για να βάλεις τις δικές σου πινελιές στις στιγμές που ζεις…

Και ξέρεις… ότι όσο πιο πολλές είναι αυτές οι μαύρες, σκοτεινές πινελιές που βάζεις στις στιγμές τόσο πιο μαύρο χρώμα βάζεις στη ζωή σου και μέσα από αυτές τις μαύρες πινελιές βλέπεις όλη σου τη ζωή, όλη σου την ύπαρξη, τον εαυτό σου και τους άλλους…

Όμως, όταν όλα είναι μαύρα ή τουλάχιστον όταν όλα γύρω σου τα βλέπεις μαύρα θα πρέπει να πιαστείς από κάτι για να μπορέσεις να αλλάξεις το χρώμα στο πινέλο σου…

Όταν όλα χαθούν, όταν όλα γίνουν σκοτάδι, τότε αναζήτησε γύρω σου το πινέλο που θα μπορέσεις από την αρχή να βάλεις κάποιες φωτεινές πινελιές στη ζωή σου.. κάτι μπορεί να βρεθεί κι αν δεν βρεθεί μόνο του, ψάξε και βρες εσύ ένα πινέλο με ένα πιο χαρούμενο και φωτεινό χρώμα, με ένα πιο ζεστό και απαλό χρώμα, που θα φωτίσει τη ζωή σου, αλλά και την ψυχή σου.

Σκέψου, πώς όταν όλα μοιάζουν να έχουν χαθεί κι εσύ μόνος και ανήμπορος βαδίζεις μέσα στο σκοτάδι, ψάξε και βρες το λόγο που θα σου κάνει να συνεχίσεις να ζεις… χρειάζεται απλά λίγη δύναμη, λίγο κουράγιο, για να ανακαλύψεις νέους λόγους ύπαρξης σ’ αυτή τη ζωή… που θα σ’ οδηγήσουν και πάλι να χαρίζεις χρωματιστές πινελιές στις στιγμές σου, σε σένα και στους ανθρώπους γύρω σου… πάντα υπάρχουν λόγοι ύπαρξης, αρκεί να τους αναζητήσουμε, αρκεί να κάνουμε λίγο το σκοτάδι στην άκρη ώστε να μπορέσουμε να τους δούμε…

Πάντα, μπορούμε να βρούμε κάποιο λόγο που θα μας κάνει να θέλουμε να ζήσουμε, να θέλουμε να χρωματίσουμε στις στιγμές μας, να θέλουμε να προσπαθήσουμε, να ονειρευτούμε και να ελπίσουμε… γνωρίζοντας ότι και την επόμενη φορά που θα χάσουμε τα χρωματιστά μας πινέλα και θα μας μείνει μόνο το μαύρο πινέλο, είναι στο χέρι μας να ξαναβρούμε και τα υπόλοιπα χρωματιστά πινέλα… και σίγουρα… μπορούμε να τα βρούμε…

Αυτό εξαρτάται από εμάς… αποκλειστικά από εμάς τους ίδιους… και πηγάζει από μέσα μας και πρώτα μέσα μας θα πρέπει να ψάξουμε… γιατί όσα πινέλα κι αν μας δανείσουν οι άλλοι πάντα δανεικά θα είναι και όταν τα χάσουμε θα γίνουμε πιο χαμένοι από ποτέ μέσα στο σκοτάδι, γιατί οφείλαμε μόνοι μας να μάθουμε να χρησιμοποιούμε τα δικά μας χρωματιστά πινέλα…

Η αδιαχώριστη φύση της αγάπης και του μίσους

Η πρώτη μεγάλη τραγωδία του ανθρώπου, κατά την άποψη μου, είναι η κατάρρευση της παντοδυναμίας του. Όταν το βρέφος έρχεται στον κόσμο και ιδιαίτερα κατά τους πρώτους μήνες της ζωής του αισθάνεται παντοδύναμο: όταν πεινάει έρχεται κάποιος και το ταΐζει, όταν κρυώνει το σκεπάζει και ούτω καθεξής.

Το βρέφος, ωστόσο, δε μπορεί να αντιληφθεί ότι υπάρχει ένα πρόσωπο πέραν του εαυτού του που το φροντίζει, αλλά όλα αυτά γίνονται με έναν «μαγικό» τρόπο καθώς τα προκαλεί το ίδιο. Σταδιακά όμως, το βρέφος αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι υπάρχει ένα πρόσωπο έξω από αυτό που καλύπτει τις ανάγκες του κι αν το πρόσωπο αυτό σταματήσει να το φροντίζει, τότε αυτό θα πεθάνει.

Σε αυτό το χρονικό σημείο δημιουργείται και το άγχος θανάτου/αφανισμού. Άνθρωποι που δεν κατάφεραν να περάσουν σε αυτό το αναπτυξιακό στάδιο (αυτοί δηλαδή που ονομάζουμε «ψυχωσικούς») λόγω τραύματος ή άλλων γενετικών ανωμαλιών δεν παρουσιάζουν ποτέ άγχος θανάτου. Το άγχος θανάτου και ο «χρονικός εαυτός», δηλαδή η αίσθηση του χρόνου της ύπαρξης, εμφανίζονται όταν για πρώτη φορά το ανθρώπινο βρέφος συνειδητοποιεί ότι υπάρχει Άλλος. Πράγματι, δε θα συναντήσει κανείς άγχος θανάτου ούτε αίσθηση του χρόνου στους ψυχωσικούς ασθενείς. Αυτό μου έχει δείξει τουλάχιστον η εμπειρία μου εργαζόμενος μαζί τους.

Η συνειδητοποίηση του Άλλου στο βρέφος και κατ’ επέκταση η κατάρρευση της παντοδυναμίας του το γεμίζει με ένα ανυπόφορο άγχος καθώς είναι απόλυτα εξαρτημένο από τον Άλλο (εν προκειμένω τη μητέρα) για να επιβιώσει. Για να προστατευτεί από αυτό το άγχος το βρέφος «σκίζει» στη φαντασία του τη μητέρα σε «καλή» (όταν ικανοποιεί τις βιολογικές του ανάγκες) και «κακή» (όταν τις ματαιώνει). Αυτή, λοιπόν, είναι η πρώτη τραγωδία.

Η δεύτερη μεγάλη τραγωδία του ανθρώπου είναι όταν (όντας βρέφος) συνειδητοποιεί ότι η μητέρα που το φροντίζει και την αγαπά είναι παράλληλα και η μητέρα που το ματαιώνει και την μισεί. Στο σημείο αυτό έχουμε τη γέννηση της «αγάπης» και του «μίσους».

Η αγάπη και το μίσος εμφανίζονται μαζί στην ανάπτυξη του ανθρώπου και δεν αποτελούν επ’ ουδενί αντίθετες έννοιες, αλλά είναι δύο διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Είναι στη μοίρα μας ως ανθρώπινα όντα, να μισούμε περισσότερο αυτούς που αγαπάμε κι όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Όσο, βέβαια, περισσότερο ψυχολογικά ώριμος είναι ένας άνθρωπος, τόσο περισσότερο αυτά τα δύο πάνε μαζί και τόσο η αγάπη υπερτερεί του μίσους. Τόσο επίσης η ικανότητα ενός ανθρώπου για επανόρθωση είναι ενισχυμένη.

Την ψυχική αυτή ωριμότητα την αποκτά ο άνθρωπος μόνο αν κατάφερε αναπτυξιακά να μεταβεί από την απόλυτη εξάρτηση προς τη μητέρα στη «σχετική εξάρτηση». Κατά όμοιο τρόπο ένας τέτοιος άνθρωπος θα μπορεί να αναπτύξει «σχετική εξάρτηση» από τον/την ερωτικό του σύντροφο. Είμαστε ψυχολογικά όντα φτιαγμένα για να εξαρτόμαστε σε κάποιο βαθμό από τους άλλους και η εξάρτηση αυτή είναι επίσης φυσιολογική. Η «ψυχική ανεξαρτησία» είναι μύθευμα και ψυχολογικά αδύνατη. Φιλοσοφικά, θα όριζα την ανεξαρτησία ως την ικανότητα ανοχής της σχετικής εξάρτησης προς ένα άλλο πρόσωπο.

Συνεπώς, προορισμένοι να εξαρτόμαστε, να μισούμε και να αγαπάμε πρέπει να καταφέρουμε, αυτό που πριν πολλές δεκαετίες ειπώθηκε: να αγαπάμε χωρίς να καταστρέφουμε.

Ο αχάριστος άνθρωπος μοιάζει με σπασμένο πιθάρι που ότι καλό και αν ρίξεις μέσα θα πέσει στο κενό

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του αχάριστου ανθρώπου; Τι μπορούμε να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε έναν τέτοιο άνθρωπο;


Για μία ακόμα φορά βοήθησες τον καλύτερο σου φίλο που σε είχε ανάγκη, έκανες ό,τι καλύτερο μπορούσες, παραμέρισες τις προσωπικές σου ασχολίες και σαν αντάλλαγμα πήρες δυσαρέσκεια και αδιαφορία. Και αναρωτιέσαι για ποιο λόγο είναι τόσο αχάριστος και δε σου είπε ούτε ένα απλό «ευχαριστώ»; Εάν το παραπάνω σενάριο σου ακούγεται οικείο, τότε έχεις να αντιμετωπίσεις έναν αχάριστο άνθρωπο. Δυστυχώς, στην καθημερινή μας ζωή ερχόμαστε σε επαφή με αρκετούς τέτοιους ανθρώπους. Ο Κλεόβουλος τονίζει πως «ο αχάριστος άνθρωπος μοιάζει με σπασμένο πιθάρι, στο οποίο ότι καλό και αν ρίξεις θα πέσει στο κενό».

Ποια είναι όμως τα χαρακτηριστικά του αχάριστου ανθρώπου;

Ο αχάριστος άνθρωπος συνεχώς παραπονιέται για τη δουλειά του, το σπίτι του, την πόλη του, την οικονομική του κατάσταση και τη ζωή του. Πάντα θα βρει κάτι άσχημο και δυσάρεστο να εστιάσει την προσοχή του. Πιστεύει πως είναι άτυχος και όλα πάνε άσχημα στη ζωή του. Δεν είναι ποτέ ευχαριστημένος, ούτε ικανοποιημένος γιατί πάντα θα βρει κάτι που να μη του αρέσει ή να του λείπει. Θεωρεί τους γύρω του υπεύθυνους για τη δυστυχία του και πιστεύει πως είναι το θύμα μίας περίστασης όταν κάτι δεν πηγαίνει καλά. Τα συναισθήματα που εκφράζει συνεχώς είναι αρνητικά. Κατά συνέπεια βιώνει χαμηλή ικανοποίηση από τη ζωή του, χαμηλή ποιότητα ζωής, αυξημένα ψυχοσωματικά προβλήματα (πονοκέφαλοι, έλκος, μυαλγίες, σπαστική κολίτιδα, οσφυαλγία) και μεγαλύτερη επιρρέπεια στις σωματικές παθήσεις.

Τι μπορείς να κάνεις λοιπόν εσύ για να αντιμετωπίσεις έναν τέτοιο άνθρωπο;

Έκφρασε ανοιχτά τα συναισθήματά σου. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνεις είναι να συζητήσεις με το άτομο αυτό τα συναισθήματά σου. Εξήγησέ του πώς νιώθεις όταν σε αντιμετωπίζει με αυτόν τον τρόπο. Ανάφερε συγκεκριμένα περιστατικά για να μπορέσει και αυτός να καταλάβει. Ορισμένοι άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν ότι αρκετές φορές είναι αγενείς ή αγνώμονες. Επίσης, πολλοί θεωρούν πως το «ευχαριστώ» είναι δεδομένο.

Εάν, λοιπόν, το άτομο καταλάβει ότι έκανε λάθος, θα σου ζητήσει συγγνώμη και θα προσπαθήσει να μην το ξανακάνει. Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχουν και άτομα που δε θα παραδεχτούν ότι έκαναν λάθος, θα θυμώσουν και θα αντιδράσουν άσχημα. Στην περίπτωση αυτή το άτομο μπορεί να αντιμετωπίζει κάποια άλλα προβλήματα και να συμπεριφέρεται κατά αυτόν τον τρόπο. Εάν συμβεί αυτό, σταμάτησε την κουβέντα ευγενικά και μην τη συνεχίσεις.

Σταμάτα να είσαι τόσο γενναιόδωρος μαζί του. Εάν συνειδητοποιήσεις πως η κουβέντα μαζί του δεν έλυσε το πρόβλημα και συνεχίζει να συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο, τότε πρέπει να σταματήσεις να είσαι τόσο γενναιόδωρος. Οι αχάριστοι άνθρωποι δε σταματούν ποτέ να ζητάνε και να απαιτούν. Όσα περισσότερα τους δίνεις, τόσα περισσότερα περιμένουν. Σταμάτα να δίνεις σε ανθρώπους που δεν το εκτιμούν. Άρχισε να λες «όχι» κάθε φορά που σου ζητάνε κάτι. Πολλές φορές όταν σταματήσουν να παίρνουν απομακρύνονται και χάνονται, ψάχνοντας το επόμενο διαθέσιμο άτομο που θα τους δώσει. Ο Καλλίμαχος τονίζει πως «δεν υπάρχει κανένας πιο βέβαιος εχθρός από τον αχάριστο που ευεργετήθηκε».

Απομακρύνσου και βοήθησε περισσότερο ανθρώπους που εκτιμούν την προσπάθειά σου. Σίγουρα αποτελεί τη δυσκολότερη επιλογή, ιδιαίτερα εάν τα άτομα αυτά είναι χρόνια στη ζωή σου, είναι όμως αναγκαία για την ψυχική σου ηρεμία και ισορροπία. Τα άτομα που είναι αχάριστα και συνεχώς ζητούν από σένα πρέπει να φύγουν από τη ζωή σου το συντομότερο δυνατό. Υπάρχουν γύρω σου τόσοι πολλοί άνθρωποι που σε κάνουν να χαμογελάς, να αισθάνεσαι όμορφα και εκτιμούν πραγματικά αυτό που τους δίνεις ακόμα και αν αυτό είναι μικρό. Για ποιο λόγο, λοιπόν, να συνεχίζεις να αφιερώνεις το χρόνο σου σε άτομα που γκρινιάζουν και σε «εκμεταλλεύονται» συνεχώς;

Να θυμάσαι πως κάθε άνθρωπος έχει να κάνει μία πολύ σημαντική επιλογή κατά τη διάρκεια της ζωής του: Αν θα ακολουθήσει το δρόμο της ευγνωμοσύνης για όλα αυτά που έχει ή το δρόμο της αχαριστίας για αυτά που δεν έχει. Είναι προσωπική του επιλογή αν θα είναι χαρούμενος ή δυστυχισμένος. Εάν, λοιπόν, ορισμένα άτομα στη δική σου τη ζωή έχουν επιλέξει το δεύτερο δρόμο, δεν είσαι υποχρεωμένος να μείνεις δίπλα τους.

Πλησίασε περισσότερο τους ανθρώπους που σε κάνουν να χαμογελάς και εκτιμούν αυτά που τους δίνεις. Να θυμάσαι τα λόγια του Earl Nightingale: «η στάση μας απέναντι στη ζωή καθορίζει και τον τρόπο που θα μας αντιμετωπίσει η ίδια η ζωή».

Είναι ώρα για σιωπή. Πάντα ήταν, αλλά ζούσαμε σε πολύ θόρυβο για να το καταλάβουμε.

Ήρθε! Και ήταν άνοιξη όταν μας χτύπησε την πόρτα! Και όπως πάντα μας βρήκε απροετοίμαστους. Ή έτσι θέλουμε να νομίζουμε και να νιώθουμε! Γιατί βλέπεις είναι δύσκολο να βγεις από το συνηθισμένο και να βαδίσεις σε μονοπάτια που μάλλον κανείς ποτέ του δεν μπόρεσε να τα περιγράψει. Και έτσι σπρωχνόμαστε έξω από τη ζώνη ασφαλείας μας!

Το δεδομένο αλλάζει, και ίσως να αλλάξει για πάντα!

Μιλάμε όμως για τον άνθρωπο! Αιώνες τώρα, τα ίδια και τα ίδια θέματα αντιμετωπίζει και επαναλαμβάνει συνεχώς τα ίδια προβλήματα. Και πάντα εκεί έξω ψάχνει να βρει τις απαντήσεις, να αισθανθεί αιώνιος, άτρωτος, να μαζέψει δύναμη και να εξασφαλίσει σιγουριά. Και όλο μαζεύει και συσσωρεύει, εκμεταλλευόμενος ένα πλεονέκτημα που του έδωσε η φύση. Την ικανότητα να κυριαρχεί και να προσαρμόζεται!

Όμως, αρκεί μια στιγμή, μια μικρούλα τόση δα στιγμούλα, που το οικοδόμημα θα φανεί πως δεν είχε θεμέλια, πως η μεγαλοσύνη και η κοινωνική άνοδος δεν είναι διαβατήριο, πως η συσσώρευση δεν εξαγοράζει παραπάνω ημέρες, πως το χάσιμο της ανθρωπιάς οδηγεί σε μονόδρομο κατηφορικό, και πως το κλείσιμο της πόρτας δεν άφηνε απέξω τους άλλους αλλά εμάς μόνους με τον τρόμο μας.

Σε αυτή τη στιγμή, τότε που το γνωστό εξαϋλώνεται και το άγνωστο δείχνει πολύ άγνωστο και προκαλεί όλες μας τις αισθήσεις, τότε είναι η ώρα της επιλογής! Μπορούμε να γαντζωθούμε σε αυτό που φεύγει, με αποτέλεσμα να πονέσουμε πολύ και να μείνει πίσω μας ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού μας, ή να κοιτάξουμε την επόμενη ημέρα με περιέργεια, αναζητώντας να μάθουμε ίσως από την αρχή τον τρόπο που θα κατοικούμε σε αυτόν τον υπέροχο πλανήτη.

Είναι ώρα για σιωπή. Πάντα ήταν, αλλά ζούσαμε σε πολύ θόρυβο για να το καταλάβουμε. Ευκαιρία για περισυλλογή. Για γνωριμία καλύτερη με το εαυτό μας. Για αγάπη της ύπαρξής μας. Είναι ώρα να μάθουμε τα καλύτερα της προσωπικότητάς μας και να τα αναδείξουμε ώστε να φωτίσουμε όσους βρίσκονται στα σκοτάδια τους. Είναι και ο μόνος τρόπος. Μπορείς να δώσεις μόνο από αυτό που έχεις. Και ο καθένας έχει μέσα του τα καλύτερά του. Αρκεί να μείνει μόνος, με τον εαυτό του, να συλλογιστεί, να αναλογιστεί, να κάνει τον απολογισμό του, και να δει τι έχει γύρω του.

Υπάρχει μια οικογένεια εκεί πέρα. Όλοι έχουν μία. Από κάπου γεννηθήκαμε, και κάποιοι έφτιαξαν και τις δικές τους οικογένειες. Δεν είμαστε μόνοι! Υπάρχουν κάποιοι δικοί μας άνθρωποι. Όλοι έχουν τέτοιους. Φίλους, συνεργάτες, παρέες. Δεν είμαστε μόνοι! Υπάρχουν άτομα που επηρεάζεις και σε επηρεάζουν. Γνωστοί, επαγγελματικοί κύκλοι, ομάδες επαφών και αλληλοεπιδράσεων. Όχι μόνο δεν είμαστε μόνοι, αλλά όλο και πιο τεράστιος γίνεται ο κύκλος σου!

Και αυτοί οι κύκλοι, συμμετέχουν μέσα σε ένα ασταμάτητο δίκτυο επικοινωνίας και ανταλλαγών. Όλων των ειδών τις ανταλλαγές! Όχι μόνο δεν είσαι μόνος, αλλά ουσιαστικά είσαι τα πάντα. Είσαι όλα τα γνωστά, όλα τα άγνωστα, όλα τα περασμένα και όλα τα μελλούμενα.

Μόνο μείνε αυτόν τον καιρό σε λίγη σιωπή! Άκου τη φωνή της ησυχίας! Άσε τη ζωή να σου δείξει ένα καινούριο νόημα, ώστε να βρεις νόημα πίσω από όλα αυτά που εξελίσσονται.

Είσαι ανεκτίμητος. Να προσέχεις.

Αξίζει τον κόπο να πιεις απ’ το βαθύ αυτό πηγάδι

Εγώ βλέπω τους ηλικιωμένους σαν ταξιδιώτες σε ένα ταξίδι που δεν έχω κάνει ακόμα και που πρέπει να κάνω, και δεν μπορώ να τους ρωτήσω αν ο δρόμος είναι ίσιος κι εύκολος ή δύσκολος και κακοτράχαλος.

Οι ανθρωπολόγοι διαβεβαιώνουν ότι, στην αρχαιότητα, φτάνοντας ακόμα και στα προϊστορικά χρόνια, οι ηλικιωμένοι – που τότε δεν ξεπερνούσαν τα είκοσι με τριάντα χρόνια – θεωρούνταν μια μεγάλη πηγή σοφίας, κι ήταν αυτοί που δίδασκαν του νέους και τους διαπαιδαγωγούσαν στον δρόμο προς την ενήλικη ζωή.

Και δικαίως, γιατί οι ηλικιωμένοι ήταν αυτοί που είχαν δει περισσότερα και μπορούσαν να μεταδώσουν τις γνώσεις τους σ’ εκείνους που δεν είχαν ακόμα ανακαλύψει ακόμα τον κόσμο. Κι εξακολουθεί να είναι έτσι, μόνο που μερικές φορές το ξεχνάμε.

Σήμερα οι ηλικιωμένοι, πολλές φορές, και αδίκως, θεωρούνται άντρες και γυναίκες άλλης εποχής. Ίσως επειδή δεν ξέρουν να χρησιμοποιούν το τάμπλετ, ξεχνάμε ότι έχουν υπάρξει λαμπροί, σταθεροί, δυνατοί και ευφυείς κι ότι έχουν επιβιώσει μέσα σε μεγάλες αντιξοότητες και συγκεντρώνουν πείρα πολλών ετών.

Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά της σοφίας αυτής:

Αν περπατάνε αργά, είναι γιατί ξέρουν ότι δεν χρειάζεται να ζούνε βιαστικά.
Αν παίρνουν το χρόνο τους για να κάνουν τα πράγματα, είναι γιατί γνωρίζουν την ικανοποίηση του ν’ αφιερώνουν όλη τους την προσοχή σ’ αυτό που έχουν μέσα στα χέρια τους.
Αν γελάνε με την αρρώστια του έρωτά σου, είναι γιατί ξέρουν ότι μπορεί να υποφέρει κανείς στ’ αλήθεια, κι όχι εξαιτίας του αγαπημένου προσώπου.
Αν θέλουν να σου πουν τις ιστορίες τους, είναι γιατί ξέρουν πως υπάρχει ένα δίδαγμα για σένα πίσω από κάθε βίωμά τους.
Αν σε παροτρύνουν να φας και να ξαναφάς, είναι γιατί ξέρουν τι σημαίνει να περνάς πείνα.
Αν σε αγκαλιάζουν και σε φιλούν ασταμάτητα, είναι γιατί ξέρουν την τύχη που έχει εκείνος που μπορεί να μοιράζεται τη ζωή του με κάποιον.
Αν σε παραχαϊδεύουν, είναι γιατί ξέρουν ότι κάποια μέρα θα σου λείψει αυτή η αμέριστη αγάπη.

Υπάρχουν ακόμα πολιτισμοί που ενθρονίζουν τους ηλικιωμένους τους και τους ακούν με αληθινή προσοχή. Αυτοί είναι που πληρούν τα κριτήρια των σοφών σε πολλούς λαούς, γιατί κατέχουν το πλεονέκτημα της πείρας.

Την επόμενη φορά που θα μιλήσεις με κάποιο ηλικιωμένο, να θυμηθείς πως είναι φορέας γνώσης πολλών ετών.

Αξίζει τον κόπο να πιείς απ’ το βαθύ αυτό πηγάδι.

IMMANUEL KANT: Η καλή θέληση ως το μοναδικό κριτήριο της έντιμης συμπεριφοράς

Από όλα όσα μπορούν να νοηθούν μέσα στον κόσμο ή και έξω απ’ αυτόν δεν υπάρχει τίποτε άλλο, που να μπορεί να θεωρηθεί ως καλό χωρίς περιορισμό, εκτός από μια καλή θέληση. Ο νους, η οξυδέρκεια, η κριτική ικανότητα και όπως αλλιώς λέγονται τα ταλέντα του πνεύματος, ή το θάρρος, η αποφασιστικότητα, η επιμονή στην απόφαση, ως ιδιότητες της ιδιοσυγκρασίας, είναι αναμφίβολα από πολλές απόψεις καλές και επιθυμητές· μπορούν όμως να γίνουν κι εξαιρετικά κακές και βλαβερές, εάν δεν είναι καλή η θέληση που πρόκειται να τις χρησιμοποιήσει και που μέσα σ’ αυτή την ιδιοτυπία της ονομάζεται χαρακτήρας.

Το ίδιο συμβαίνει και με τις δωρεές της τύχης. Η δύναμη, ο πλούτος, η δόξα, ακόμα και η υγεία, η ευημερία, οι απολαύσεις, και γενικά οτιδήποτε ονομάζεται ευτυχία, εμπνέουν περηφάνια συχνά μάλιστα και έπαρση εάν απουσιάζει η καλή θέληση που θα βάλει μέτρο στην επίδρασή τους πάνω στο πνεύμα, θα υποτάξει τις πράξεις σε ένα γενικό αξίωμα και θα τις εναρμονίσει με τους γενικούς σκοπούς- ένας λογικός και αμερόληπτος θεατής που βλέπει την αδιάκοπη ευημερία ενός όντος, το οποίο δεν είναι κοσμημένο με μια καθαρή και καλή θέληση, δεν μπορεί ποτέ να ευχαριστηθεί- η καλή θέληση φαίνεται λοιπόν να είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι κανείς άξιος ευτυχίας.

Μερικές ιδιότητες υποβοηθούν αυτή την καλή θέληση και διευκολύνουν το έργο της, ωστόσο δεν έχουν καμιά δική τους απόλυτη αξία, αλλά προϋποθέτουν πάντα μια καλή θέληση- αυτό περιορίζει τη μεγάλη εκτίμηση που δίκαια τρέφουμε γι' αυτές τις ιδιότητες, και δεν τους επιτρέπει να θεωρούνται απόλυτα καλές. Η εγκράτεια στις ορμές και στα πάθη, η αυτοκυριαρχία και η νηφάλια σκέψη δεν είναι μόνο πολλαπλά καλές, αλλά και φαίνονται να αποτελούν ένα μέρος της εσωτερικής αξίας του προσώπου εντούτοις τους λείπουν πολλά για να θεωρηθούν απεριόριστα καλές (όσο και αν τις επαινούσαν οι αρχαίοι). Γιατί χωρίς τα αξιώματα μιας καλής θέλησης αυτές οι ιδιότητες μπορούν να γίνουν εξαιρετικά κακές- η ψυχραιμία ενός κακούργου τον καθιστά όχι μόνο πιο επικίνδυνο, αλλά και πιο αποτρόπαιο στα μάτια μας, από όσο θα τον θεωρούσαμε χωρίς αυτή την ψυχραιμία.

Η καλή θέληση δεν είναι καλή εξαιτίας όσων πετυχαίνει ή δημιουργεί, και ούτε εξαιτίας της ικανότητάς της να πραγματοποιεί έναν προτιθέμενο σκοπό, αλλά μόνο με το ότι θέλει, δηλαδή με το ότι είναι καθ’ εαυτήν καλή- και εάν ιδωθεί καθαυτή, είναι ασύγκριτα πολυτιμότερη από κάθε τι που θα μπορούσε ποτέ η ίδια να πετύχει για να ικανοποιήσει κάποια ροπή, ή έστω ακόμα και όλες μαζί τις ροπές. Αν από κάποια μεγάλη δυσμένεια της τύχης ή από ελαττωματική φυσική διάπλαση έλειπε εντελώς από αυτή τη θέληση η ικανότητα να πετύχει τους σκοπούς της· αν ακόμα και με τις πιο μεγάλες της προσπάθειες δεν κατόρθωνε τίποτα, κι έμενε μόνο η καλή θέληση (όχι βέβαια ως απλή επιθυμία, αλλά ως επιστράτευση όλων των μέσων που βρίσκονται στη διάθεσή μας): ακόμα και τότε η καλή θέληση θα έλαμπε σαν διαμάντι, που έχει μέσα του ολόκληρη την αξία του. Το εάν είναι χρήσιμη ή άκαρπη, δεν μπορεί ούτε να προσθέσει ούτε να αφαιρέσει κάτι από αυτή την αξία.

IMMANUEL KANT, Τα θεμέλια της Μεταφυσικής των ηθών

Να γίνεις απόλυτα ειλικρινής


Όσο σκληρό και αν θεωρείς ότι είναι να πεις την αλήθεια σε μια συγκεκριμένη περίσταση και όσο δύσκολο κι αν είναι να αφήσεις τις πραγματικές σκέψεις να έρθουν στην επιφάνεια, εσύ θα πρέπει να είσαι ειλικρινής. Θα πρέπει να λες αυτό που σκέφτεσαι. Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσω ότι, όταν λέω να είσαι απόλυτα ειλικρινής, δεν εννοώ να είσαι τόσο ωμή με τους άλλους που να τους προσβάλλεις και να τους πληγώνεις. Άλλο είναι το μήνυμα που θέλω να σου δώσω. Το να είσαι απόλυτα ειλικρινής συνδέεται κατά κάποιον τρόπο μ’ αυτό που σου έλεγα πριν, ότι πρέπει να είσαι προσεκτικός όταν δίνεις τον λόγο σου. Μην είσαι απερίσκεπτός με τα λόγια σου. Τα λόγια έχουν μεγάλη δύναμη. Όταν λες κάτι, φρόντισε να το εννοείς. Ξέχνα τις κολακείες και τα περιττά λόγια και λέγε την αλήθεια σε όλες σου τις συζητήσεις.

Τι όφελος έχει το να είμαι απόλυτα ειλικρινής;

Τεράστιο! Όπως το όφελος που έχει να κρατάς τις υποσχέσεις σου και να μένεις πιστή στις δεσμεύσεις σου. Αυξάνει την εμπιστοσύνη που έχουν σε εσένα οι άλλοι. Ξέρουν πως, όταν λες κάτι, είναι αλήθεια. Όταν λες πάντα την αλήθεια, αποκτάς μεγάλο σεβασμό στα μάτια τους και γίνεσαι πιο δυνατός άνθρωπος. Καταλαβαίνουν πλέον ποιός είσαι, και δεν υπάρχει πια τίποτα το προσποιητό πάνω σου. Όλα τα επιφανειακά στοιχεία με τα οποία στολίζουμε τον χαρακτήρα μας αποβάλλονται και μένει μόνο γυμνή η ανθρωπιά μας. Και αυτό έχει τεράστια δύναμη, τεράστια. Γίνεσαι κάτι παραπάνω από άτομο. Φτάνεις να γίνεις μια δύναμη της φύσης και απελευθερώνεις γύρω σου αυτήν την αύρα. Και, πίστεψέ με, οι άνθρωποι νιώθουν αυτήν τη δύναμη που σε περιβάλλει.

Την είχαν και οι σοφοί αυτήν τη δύναμη;

Σε εξωπραγματικό βαθμό! Αυτό είναι ένα απ’ τα πράγματα που θυμόμαστε περισσότερο από τους αγαπημένους μας δασκάλους. Καθένας τους ήταν βαθιά αφοσιωμένος στην αλήθεια όχι μόνο όσον αφορά τα λόγια τους, αλλά και τη σκέψη τους. Μου θυμίζει τα λόγια του σπουδαίου Ρωμαίου φιλόσοφου, του Σενέκα, που έγραψε ότι: ‘’Διέπω τη ζωή και τη σκέψη μου, σαν ολόκληρος ο κόσμος να έβλεπε τη μια και να μπορούσε να διαβάσει την άλλη’’».

Απαγορεύεται να Μιλάς

Απαγορεύεται να σκέφτεσαι με τον δικό σου νου.
 
Απαγορεύεται να διαφωνείς με τους λακέδες της εξουσίας.
 
Έχουν λυσσάξει με τα δικαιώματα περί ελευθερίας του λόγου αλλά τους πιάνει μουγκαμάρα και τρόμος περί της ελευθερίας του αντίλογου. Πρέπει όλοι να λέμε «ναι κύριε» να συμφωνούμε και να υποστηρίζουμε το εξουσιαστικό αφήγημα. Η ανθρωπόμαζα δεν γνωρίζει πως δεν έχει απολύτως κανένα «δικαίωμα» παρά μονάχα προνόμια από την εξουσία και τα οποία προνόμια της τα αφαιρούν όποτε κάνουν κέφι με οποιαδήποτε γελοία δικαιολογία. Προνόμια που σου δίνει ο Αφέντης σου όποτε αυτός κρίνει απαραίτητο, έχεις βλακάκο και απολύτως κανένα δικαίωμα. Είναι σαν να λέμε πως τα πιόνια στο σκάκι έχουν δικαιώματα. Τα χαρτιά στην τράπουλα και τα ζάρια στο καζίνο πόσα δικαιώματα πιστεύεις ότι έχουν; Ε, άλλα τόσα έχεις κι εσύ.
 
Αν μάλιστα πιστεύεις, -γιατί ο φόβος θανάτου δεν σου επιτρέπει να γνωρίζεις- αυτά που σου λένε οι διανοητικές πόρνες των μέσων μαζικής εξαπάτησης και οι ειδικοί πεϊπερολόγοι, τα καλοπληρωμένα κολ γκερλ του επιστημονικού συστήματος της «Mystery Babylon» ε, τότε, μπράβο σου, είσαι άξιος για τον τίτλο «μαϊμού της ουτοπίας» που εύστοχα προσάπτουν στην ανθρωπότητα οι Επικυρίαρχοι της κι ο Κύριος κι Αφέντης σου.
 
Το κόλπο που έστησαν είναι αριστοτεχνικό, αφού απευθύνεται σε λαό που θεωρεί τιμητική την λέξη «ποίμνιο».
 
Δεν βγαίνουν τα νούμερα λεβεντομαλάκα μου, που δίνει το αφήγημα, εκτός κι αν είσαι νούμερο αντί για μηδενικό.
 
Και να θέλεις να τους πιστέψεις δεν μπορείς, δεν σε αφήνουν οι ανακολουθίες αυτών που λένε και κάνουν. Φυσικά εδώ στην Ελλάδα, τον τελευταίο τροχό του παγκόσμιου ζουρνά, κάνουν ό,τι τους λένε, δεν έχουν κανέναν έλεγχο στο τι θα κάνουν ή δεν θα κάνουν, αλλού παίρνονται οι αποφάσεις κι εδωνά εφαρμόζονται όπως σε κάθε πτωχευμένη παγκόσμια υποεπαρχία. Μην κοιτάς τι λένε οι μαριονέτες στα μέσα μαζικής προπαγάνδας, απλώς μιμιδίζουν το εξουσιαστικό παγκοσμιοποιημένο αφήγημα. Θέλουν υπάκουα προβατάκια, φοβισμένα μέχρις θανάτου που θα κάνουν αναντίρρητα ότι τους λένε. Είναι ευτύχημα πως στην χώρα του πολυμήχανου Οδυσσέα, δεν μπορούν να περάσουν την υπακοή, όσο βρώμικη δουλειά κι αν έχει κάνει η χριστιανική πανούκλα που θέρισε τα Ελληνόφωνα ποίμνια της. Την πολεμική Ψυχή του Ηρακλή και την Θεϊκή Πανουργία του Οδυσσέα είναι ανίκανοι να την διαβρώσουν. Και θα την βρουν μπροστά τους ή μπορεί και να την βρήκαν ήδη.
 
Στην Νέα Τάξη Πραγμάτων τα πράγματα είναι οι ανθρωπότητα.
 
Διαφωνώ με τον περιορισμό.
 
ΑΣΦΑΛΩΣ και ΔΙΑΦΩΝΩ με τα μέτρα αυτά.
 
Κοροϊδεύουν τον κόσμο και τον έκλεισαν μέσα μία χώρα. Σας λένε για ‘εκθετική αύξηση’.  Μα ιατρικώς ΠΑΝΤΑ σε μια ίωση υπάρχει εκθετική αύξηση. Φυσιολογικό.
 
Τον Φεβρουάριο τα κρούσματα γρίπης ήταν πάνω από 300.000 στην Ελλάδα και οι προκαλούμενοι θάνατοι πολύ περισσότεροι από τώρα. Αλλά δεν σας είπαν κάτι. Και κάθε χρόνο τέτοια περίπου νούμερα υπάρχουν. Στην Ιταλία τα θύματα το 2018 με μια επιδημία γρίπης ήταν περί τα 25.000! Δεν έγινε τίποτα. Ο πρόεδρος του ΠΟΥ προ μηνός είπε πως ετησίως έχουμε 60.000 νεκρούς από την γρίπη. Οι τεθνηκότες αυτοί είναι κατά συντριπτική πλειοψηφία άνθρωποι με χρόνια νοσήματα.
 
Πάντα ως ιατρική κοινότητα προσπαθούμε ΕΝΑΓΩΝΙΩΣ να τους προστατεύσουμε. ΠΑΝΤΑ. Με σχετική απομόνωση. Τώρα ξαφνικά τους θυμήθηκαν και αιτιώνται πως έχουμε γονείς, παππούδες ως οικογένεια; Προσβλητικό. Εμείς ΠΑΝΤΑ τους προστατεύουμε. Διάλεξαν πειθήνιο όργανο, ως εκ χαρακτήρα -αν και τον ΣΥΜΠΑΘΩ ως άνθρωπο- λοιμωξιολόγο, υπάκουο στο σύστημα, για να τα περάσουν στον κόσμο όλα αυτά. Είτε με την λογική, είτε με το συναίσθημα. Ο ίδιος έλεγε εντελώς ΑΛΛΑ προ 2 μηνών!
 
Θα μου πείτε, η διαφορά είναι πως δεν έχουμε το εμβόλιο για να προστατεύσουμε τους ανθρώπους. Το εμβόλιο… ΤΟ ΕΜΒΟΛΙΟ…
 
Ο ένας λόγος που γίνονται όλα. Και μετά φυσικά θα σας πούνε «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ» το εμβόλιο για να μην γίνουν τα περσινά ! Θυμάστε την Ιταλία, θα σας λένε.
 
ΟΧΙ, υποχρεωτικό εμβόλιο δεν θα γίνει ΠΟΤΕ.
 
Ας το περάσουν από όσους νόμους θέλουν.
 
Έχουν πείσει μέσω της πλύσης εγκεφάλου των ΜΜΕ τον κόσμο και καταφέρονται ενάντια σ αυτούς τους λίγους, κακούς, ανεύθυνους συμπολίτες μας… Σταθείτε κοντά και σ’ αυτούς που φοβούνται και σ’ εκείνους που δεν φοβούνται! Μην διχάζεστε. Οκ νέα ίωση, οκ να προστατευθούν όπως ΠΑΝΤΑ οι ευπαθείς, οκ ας είμαστε προσεκτικοί, μα όχι όλο αυτό! Είχαν προετοιμάσει σαφέστατα τον εγκλεισμό και τον προετοίμαζαν με κλιμάκωση τις τελευταίες μέρες. Το γνωρίζαμε! Ξαφνικά κάποιοι απείθαρχοι που έβγαιναν έξω… κάποιοι που περνούσαν τα διόδια, κάποιοι που πήγαιναν εκκλησίες, θάλασσα, πικ νικ, την ΩΡΑ που εμείς βλέπαμε ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΡΗΜΩΜΕΝΑ! Το ξέραμε για τον εγκλεισμό εδώ και 10 μέρες! Ότι κι αν γινόταν…
 
ΕΛΕΓΧΟΥΝ το μυαλό σας μέσω ΜΜΕ.
 
Είναι και τεστ πειθαρχίας.
 
ΜΗΝ τους αφήνετε.
 
Έχουν βάλει αναμεταδότες πολλούς (και συναδέλφους μου) να σας τρομοκρατούν. Όσοι γιατροί είναι γνώστες της παθοφυσιολογίας, απλά γελάνε μ’ όλα αυτά! Δεν μιλάμε για θεωρίες συνομωσίας εδώ, αλλά για το ότι οι αριθμοί δεν βγαίνουν! Οι αναλύσεις που διαβάζετε είναι αστείες. Στατιστική γίνεται στην ιατρική ΜΟΝΟΝ σε ετήσια βάση! Και φυσικά μπήκαν αυτόβουλα εκατομμύρια άνθρωποι -που ΔΕΝ τους αδικώ, λόγω φόβου και άγνοιας- να γίνουν φανατικοί υπέρμαχοι των θέσεων αυτών.
 
Είδατε κάτι περίεργο να συμβαίνει τριγύρω σας ιατρικώς; (εκτός από τον φόβο). Είδατε φερ’ ειπείν το χάλι το προ 2 μηνών με τα σχολεία τα μισά άδεια από την γρίπη; Σας έπεισαν με τις φράσεις, μεταδοτικότητα, περίεργος ιός; Γελοιοποίησαν τον κόσμο, βάζοντάς του μάσκες και γάντια στο άσχετο, για να μην κολλήσουν τον ‘φονικό ιό’ !!! Ξεπούλησαν τα αντισηπτικά και τα σαπούνια.
Εκθετική αύξηση… 500 κρούσματα, που θα γίνουν και 5000! Έλα…
 
Τώρα με αυτά που γράφω τι απομένει; Θα με κράξετε, οι γνωστοί να μην μιλώ στον κόσμο; Ο εισαγγελέας θα κινηθεί αυτόνομα όπως είπατε; Δεν υποκινώ κανέναν, έχουμε λάβει αυτή την απόφαση ως κράτος, ας την ακολουθήσουμε. Απλά διαφωνώ με τον περιορισμό.
 
Ναι υπάρχει ίωση. Είναι δυσανάλογα τα μέτρα όμως.
 
Ας πιστέψει λοιπόν ο κόσμος όποιον νομίζει. Έχετε τα ΜΜΕ. Αν τα είχαμε οι άλλοι, θα ήταν αλλιώς. Θα διαλύσουν το σύμπαν, την οικονομία, τα πάντα για το τίποτα! Για το καλό σου…
Φυσικά και δεν φταίει αποκλειστικά η Ελληνική κυβέρνηση. Είναι θέμα παγκοσμιοποίησης.
 
Κλείστε τους μέσα.
Δείξτε εικόνα.
Φοβίστε.
Μοιράστε φόβο θανάτου!
 
Ξάφνου όλα θα τελειώσουν και θα πουλήσουν την Μεγάλη Λύση.
Εμβόλιο…
 
Σκοτώνονται ανά την υφήλιο για την κυριαρχία.
 
Προσωπικά εγώ θα είμαι ΕΔΩ. Όσο περνά από το χέρι μου θα λέω στον κόσμο την ΑΛΗΘΕΙΑ που πιστεύω. Θα φροντίζω τους ασθενείς μόνιμα. Θα ασχολούμαι με τις καρδιές των ανθρώπων, αλλά και με το πνεύμα και την ψυχή τους. Δεν θα ρισκάραμε και ΔΕΝ θα παίζαμε με τους συνανθρώπους μας ΠΟΤΕ! Έλληνες, να παραμείνετε ΕΝΩΜΕΝΟΙ. Μόνον αυτό λέω.

Τι είναι το νεωτερικό κράτος;

Το νεωτερικό κράτος και η εποχή μας

§1

Το κράτος της νεωτερικής εποχής αρχίζει βασικά να διαμορφώνεται κατά τον δέκατο έκτο αιώνα και έκτοτε να εγκαθιδρύεται ως κραταιά υπόσχεση μιας νέας εποχής. Από τότε έως και σήμερα έχει υποστεί πολλές μεταλλαγές, ορισμένες όψεις του ωστόσο επανέρχονται προσαρμοσμένες στη σημερινή εποχή. Η προσαρμογή αυτή επιχειρεί, κατά κύριο λόγο, να συνταιριάξει δυο τινά: τη μετατροπή των υπηκόων σε μάζα και την απόλυτη εξουσία. Για να γίνεται περαιτέρω κατανοητός αυτός ο συνδυασμός ως κρατική λειτουργία χρειάζεται να δούμε τι είναι το νεωτερικό κράτος. Ευθύς με την έναρξη του δέκατου έκτου αιώνα, η κρατική μορφή που ολοταχώς κατακτά έδαφος, στην Ευρωπαϊκή Δύση βασικά, είναι η απόλυτη μοναρχία. Θεμελιώδες χαρακτηριστικό της είναι η συγκέντρωση όλης της εξουσίας υπό το σιδερένιο χέρι του βασιλιά. Αυτός ο συγκεντρωτικός χαρακτήρας της κρατικής εξουσίας διαφοροποιεί, κατ’ αρχήν, το νεωτερικό κράτος από το φεουδαρχικό. Το τελευταίο, όσο κι αν αποτελούσε έναν κλειστό κόσμο υπό την «θεόπεμπτη» καθοδήγηση του «πατερούλη» φεουδάρχη, διατηρούσε έναν πλουραλισμό δυνάμεων, μια σχετική αυτονομία τοπικών διοικήσεων. Τέτοιες, για παράδειγμα, φεουδαρχικές «αυτονομίες», στις εποχές μας και σε χώρες κυρίως σαν την Ελλάδα ή τις πρώην ανατολικές, έχουν εμφανιστεί και εμφανίζονται –πάντοτε στην αναλογία του σήμερα– με το προσωπείο της καθεστωτικής «αριστεράς». Είναι εκείνα τα «αυτόνομα σοσιαλιστικά» μορφώματα, που σήμερα ασύστολα εμπαίζουν τον λαό και τα οποία ο Μαρξ στο κομμουνιστικό μανιφέστο αποκαλούσε φεουδαρχικό σοσιαλισμό.

§2

Το νεωτερικό κράτος δεν καταλαβαίνει από τέτοιες αυτονομίες. Εξαφανίζει όλους τους παραδοσιακούς δεσμούς και θεσμούς, όλες τις αντιπροσωπευτικές θεσμίσεις, τις ελεύθερες κοινότητες εντός του κράτους, καθώς αντικειμενικά θα λειτουργούσαν ως μια αποδυνάμωση της απόλυτης ισχύος του, ως κάποια μορφή μερισμού της κρατικής εξουσίας ή ως προπομπός για αμφισβήτηση της απόλυτης επικυριαρχίας του ηγεμόνα. Γι’ αυτό ο τελευταίος επιθυμεί να υπάρχει ετούτη η επικυριαρχία ως μια συμπαγής και μοναδική εξουσία, ανεξάρτητη από κάθε άλλη παράπλευρη συμπαντική η οικουμενική δύναμη, π.χ. από την εκκλησία. Ανεξάρτητη με το νόημα ότι ο κόσμος του κράτους αυτο-ανακηρύσσεται σε υπέρτατο κόσμο: δεν αναγνωρίζει τίποτε άλλο πέραν του ίδιου του εαυτού του, όσο κι αν συχνά-πυκνά επικαλείται την έννοια του θείου και φαινομενικά εκδηλώνει «σεβάσμια» συμπεριφορά προς αυτό· στην πράξη, το υποτάσσει στις δικές του βλέψεις και τείνει, δι’ αυτής της υποταγής, να νομιμοποιεί όλη την αντινομία της υπαρκτικής του σύστασης και τη βία της λειτουργικής του ύπαρξης. Ποια είναι η εν λόγω αντινομία; Από τη μια το δίκαιο απογυμνώνεται από την παλαιά σύλληψη του ως μιας ανώτερης δικαιικής οντότητας και γίνεται δίκαιο της κρατικής βίας: η βούληση του ηγεμόνα γίνεται νόμος του κράτους και διαχέεται προς τους υπηκόους με τη μορφή του κράτους «δικαίου». Από την άλλη, ως εκ τούτου, αυτή η βούληση αποκτά τον χαρακτήρα ή τη μορφή του νόμου με γενική ισχύ έναντι των μερικών βουλήσεων.

§3

Αυτό εν τέλει σημαίνει πως η βούληση του κράτους δεν διαφοροποιείται ούτε κατ’ ελάχιστον από τη δύναμη: ο απόλυτος μονάρχης έχει πάντα δίκαιο, ακόμη κι όταν πράττει άδικα, ενώ ο υπήκοος έχει τότε μόνο δίκαιο, όταν η πράξη του υπηρετεί τα συμφέροντα του ηγεμόνα. Η απόλυτη ταύτιση λοιπόν βουλητικής ενέργειας του ηγεμόνα και κρατικής δύναμης έχει ως συνέπεια να χάνουν οριστικά και πλήρως την ευεργετική ισχύ τους παλαιές μορφές και πηγές εθιμικού δικαίου, επαρχιακές ή περιφερειακές μορφές εξουσίας και τόσες άλλες παραδόσεις ή συνήθειες, που εξασφάλιζαν κάποιες ελευθεριακές κινήσεις στους υπηκόους και αποτελούσαν μια εστία αντίστασης στη φεουδαρχική εξουσία. Μοναδικό μέλημα του κράτους τώρα είναι η οργάνωση και η αύξηση της δύναμής του: πολιτικής, οικονομικής στρατιωτικής. Όσο αυξάνεται ως τέτοια δύναμη, τόσο ο κρατικός νόμος, που τον θεσπίζει η βούληση του απόλυτου μονάρχη, εργάζεται για την εξαφάνιση κάθε άλλης πηγής δικαίου, πέραν της κρατικής. Ο κρατικός νόμος, κατ’ αυτό τον τρόπο, ή άλλως το λεγόμενο κράτος «δικαίου» αποκτά ή ενισχύει το κύρος του ως δύναμη εξαφάνισης κάθε πηγής αντίστασης ατόμων ή ομάδων, εναρμονισμένων με δικές τους παραδοσιακές, εθιμικές μορφές δικαίου. Αυτή η δύναμη εξαφάνισης, στη διαρκή της ενέργεια και επενέργεια ως κρατική δύναμη, γίνεται η απρόσωπη δύναμη ή ισχύς των νόμων που επιδιώκει να κάνει αρχή λειτουργίας του κράτους την ομοιομορφία, αυτό που σήμερα λένε κοινωνική και πολιτική «ειρήνη». Η ομοιομορφία τούτη επιφανειακά εμφανίζεται, με σημερινούς όρους, ως ειρηνική συνύπαρξη ή συνεργασία πολιτών και πολιτικών. Στην ουσία της είναι η συντριβή της μοναδικότητας του ατόμου από τους κρατικούς πολιτικούς· μια συντριβή που άλλοτε λαμβάνει χώρα ως καταπίεση και καταστολή, άλλοτε ως συγκατάθεση ή συναίνεση. Έτσι αρχίζει η μετατροπή των ατόμων σε μάζα, σε μπουλούκι που δεν έχει πια καμιά νοσταλγία για την ιστορική ή την πάτρια παράδοση παρά μόνο καυχιέται για τη «λαμπρότητα» της «δημοκρατικής» εξουσίας που το συνθλίβει: το θέλει να είναι μπουλούκι.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ρητορική (1404b-1405a)

Το ύφος του πεζού λόγου: κεφ. 2-12

[1404b] [II] Ἔστω οὖν ἐκεῖνα τεθεωρημένα καὶ ὡρίσθω λέξεως ἀρετὴ σαφῆ εἶναι (σημεῖον γάρ τι ὁ λόγος ὤν, ἐὰν μὴ δηλοῖ οὐ ποιήσει τὸ ἑαυτοῦ ἔργον), καὶ μήτε ταπεινὴν μήτε ὑπὲρ τὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ πρέπουσαν· ἡ γὰρ ποιητικὴ ἴσως οὐ ταπεινή, ἀλλ᾽ οὐ πρέπουσα λόγῳ. τῶν δ᾽ ὀνομάτων καὶ ῥημάτων σαφῆ μὲν ποιεῖ τὰ κύρια, μὴ ταπεινὴν δὲ ἀλλὰ κεκοσμημένην τἆλλα ὀνόματα ὅσα εἴρηται ἐν τοῖς περὶ ποιητικῆς· τὸ γὰρ ἐξαλλάξαι ποιεῖ φαίνεσθαι σεμνοτέραν· ὥσπερ γὰρ πρὸς τοὺς ξένους οἱ ἄνθρωποι καὶ πρὸς τοὺς πολίτας, τὸ αὐτὸ πάσχουσιν καὶ πρὸς τὴν λέξιν· διὸ δεῖ ποιεῖν ξένην τὴν διάλεκτον· θαυμασταὶ γὰρ τῶν ἀπόντων εἰσίν, ἡδὺ δὲ τὸ θαυμαστόν ἐστιν. ἐπὶ μὲν οὖν τῶν μέτρων πολλά τε ποιεῖται οὕτω καὶ ἁρμόττει ἐκεῖ (πλέον γὰρ ἐξέστηκεν περὶ ἃ καὶ περὶ οὓς ὁ λόγος), ἐν δὲ τοῖς ψιλοῖς λόγοις πολλῷ ἐλάττω· ἡ γὰρ ὑπόθεσις ἐλάττων, ἐπεὶ καὶ ἐνταῦθα, εἰ δοῦλος καλλιεποῖτο ἢ λίαν νέος, ἀπρεπέστερον, ἢ περὶ λίαν μικρῶν· ἀλλ᾽ ἔστι καὶ ἐν τούτοις ἐπισυστελλόμενον καὶ αὐξανόμενον τὸ πρέπον· διὸ δεῖ λανθάνειν ποιοῦντας, καὶ μὴ δοκεῖν λέγειν πεπλασμένως ἀλλὰ πεφυκότως (τοῦτο γὰρ πιθανόν, ἐκεῖνο δὲ τοὐναντίον· ὡς γὰρ πρὸς ἐπιβουλεύοντα διαβάλλονται, καθάπερ πρὸς τοὺς οἴνους τοὺς μεμιγμένους), καὶ οἷον ἡ Θεοδώρου φωνὴ πέπονθε πρὸς τὴν τῶν ἄλλων ὑποκριτῶν· ἡ μὲν γὰρ τοῦ λέγοντος ἔοικεν εἶναι, αἱ δ᾽ ἀλλότριαι. κλέπτεται δ᾽ εὖ, ἐάν τις ἐκ τῆς εἰωθυίας διαλέκτου ἐκλέγων συντιθῇ· ὅπερ Εὐριπίδης ποιεῖ καὶ ὑπέδειξε πρῶτος.

Ὄντων δ᾽ ὀνομάτων καὶ ῥημάτων ἐξ ὧν ὁ λόγος συνέστηκεν, τῶν δὲ ὀνομάτων τοσαῦτ᾽ ἐχόντων εἴδη ὅσα τεθεώρηται ἐν τοῖς περὶ ποιήσεως, τούτων γλώτταις μὲν καὶ διπλοῖς ὀνόμασι καὶ πεποιημένοις ὀλιγάκις καὶ ὀλιγαχοῦ χρηστέον (ὅπου δέ, ὕστερον ἐροῦμεν, τό τε διὰ τί εἴρηται· ἐπὶ τὸ μεῖζον γὰρ ἐξαλλάττει τοῦ πρέποντος), τὸ δὲ κύριον καὶ τὸ οἰκεῖον καὶ μεταφορὰ μόνα χρήσιμα πρὸς τὴν τῶν ψιλῶν λόγων λέξιν. σημεῖον δ᾽ ὅτι τούτοις μόνοις πάντες χρῶνται· πάντες γὰρ μεταφοραῖς διαλέγονται καὶ τοῖς οἰκείοις καὶ τοῖς κυρίοις, ὥστε δῆλον ὡς ἂν εὖ ποιῇ τις, ἔσται τε ξενικὸν καὶ λανθάνειν ἐνδέξεται καὶ σαφηνιεῖ· αὕτη δ᾽ ἦν ἡ τοῦ ῥητορικοῦ λόγου ἀρετή. τῶν δ᾽ ὀνομάτων τῷ μὲν σοφιστῇ ὁμωνυμίαι χρήσιμοι (παρὰ ταύτας γὰρ κακουργεῖ), τῷ ποιητῇ δὲ συνωνυμίαι, λέγω δὲ κύριά τε καὶ συνώνυμα

[1405a] οἷον τὸ πορεύεσθαι καὶ τὸ βαδίζειν· ταῦτα γὰρ ἀμφότερα καὶ κύρια καὶ συνώνυμα ἀλλήλοις.

Τί μὲν οὖν τούτων ἕκαστόν ἐστι, καὶ πόσα εἴδη μεταφορᾶς, καὶ ὅτι τοῦτο πλεῖστον δύναται καὶ ἐν ποιήσει καὶ ἐν λόγοις, [αἱ μεταφοραί,] εἴρηται, καθάπερ ἐλέγομεν, ἐν τοῖς περὶ ποιητικῆς· τοσούτῳ δ᾽ ἐν λόγῳ δεῖ μᾶλλον φιλοπονεῖσθαι περὶ αὐτῶν, ὅσῳ ἐξ ἐλαττόνων βοηθημάτων ὁ λόγος ἐστὶ τῶν μέτρων· καὶ τὸ σαφὲς καὶ τὸ ἡδὺ καὶ τὸ ξενικὸν ἔχει μάλιστα ἡ μεταφορά, καὶ λαβεῖν οὐκ ἔστιν αὐτὴν παρ᾽ ἄλλου. δεῖ δὲ καὶ τὰ ἐπίθετα καὶ τὰς μεταφορὰς ἁρμοττούσας λέγειν. τοῦτο δ᾽ ἔσται ἐκ τοῦ ἀνάλογον· εἰ δὲ μή, ἀπρεπὲς φανεῖται διὰ τὸ παρ᾽ ἄλληλα τὰ ἐναντία μάλιστα φαίνεσθαι.

***
[1404b] [2] Ας αρκεσθούμε λοιπόν στις παρατηρήσεις εκείνες και ας δώσουμε τώρα τον ορισμό ότι αρετή του λόγου είναι το να είναι σαφής (γιατί, καθώς ο λόγος είναι ένα σημείο, αν δεν κάνει φανερό αυτό που θέλει να πει, δεν θα επιτελέσει το έργο του). Πρέπει, επίσης, ο λόγος να μην είναι φτηνός, ούτε όμως και πάνω από το μέτρο που ταιριάζει στο θέμα, αλλά ο πρέπων· γιατί το ποιητικό ύφος δεν είναι, βέβαια, φτηνό, δεν ταιριάζει όμως στον ρητορικό λόγο.

Ονόματα και ρήματα που κάνουν σαφή τον λόγο είναι αυτά που κυριολεκτούν και χρησιμοποιούνται με τη συνήθη σημασία τους· όλες οι άλλες λέξεις για τις οποίες μιλήσαμε στην Ποιητική κάνουν ώστε ο λόγος να μην είναι φτηνός, αλλά κομψός και φιγουράτος· γιατί η απομάκρυνση από τις συνήθεις χρήσεις των λέξεων κάνει τον λόγο να φαίνεται υψηλότερος και ευγενέστερος: όπως αισθάνονται οι άνθρωποι απέναντι στους ξένους και στους συμπολίτες τους, ακριβώς το ίδιο και απέναντι στον λόγο· γι᾽ αυτό και είναι ανάγκη να δίνει κανείς στον καθημερινό του λόγο μια «ξενότροπη» χροιά· γιατί οι άνθρωποι θαυμάζουν το «απομακρυσμένο», και ό,τι κινεί τον θαυμασμό τους τους είναι ευχάριστο. Στον έμμετρο, λοιπόν, γενικά λόγο πολλά είναι αυτά που επιφέρουν αυτό το αποτέλεσμα, και όλα τους ταιριάζουν εκεί, αφού τα πράγματα και τα πρόσωπα για τα οποία είναι εκεί ο λόγος είναι σε μεγαλύτερο βαθμό έξω από το κανονικό και το σύνηθες· στον πεζό όμως λόγο αυτά ταιριάζουν σε πολύ λιγότερες περιπτώσεις· ο λόγος είναι ότι το θέμα είναι εδώ λιγότερο σημαντικό· και εκεί, πράγματι, αν ένας δούλος ή ένας νέος άνθρωπος χρησιμοποιούσε ωραίο λόγο, ή αν χρησιμοποιούσε τέτοιον λόγο για ασήμαντα πράγματα, το πράγμα θα ήταν μάλλον αταίριαστο· εν πάση περιπτώσει, και σ᾽ αυτές τις περιπτώσεις το πρέπον είναι θέμα μείωσης ή αύξησης. Γι᾽ αυτό και πρέπει ο ρήτορας να επιτηδεύεται μεν το ύφος του, αυτό όμως να μην το παίρνει είδηση κανείς: ο ρήτορας να μη φαίνεται ότι μιλάει επιτηδευμένα, αλλά φυσικά (ο φυσικός λόγος είναι πειστικός, ενώ ο επιτηδευμένος το αντίθετο, και ο λόγος είναι ότι οι ακροατές, πιστεύοντας —στην περίπτωση του επιτηδευμένου λόγου— ότι ο ρήτορας προσπαθεί να τους ξεγελάσει και να τους παγιδέψει, κρατούν απέναντί του στάση επιφυλακτική και δύσπιστη, ακριβώς όπως απέναντι στα νοθευμένα κρασιά). Αυτή δεν είναι και η περίπτωση της φωνής του Θεόδωρου σε σύγκριση με τη φωνή των άλλων ηθοποιών; Η φωνή του σου αφήνει την εντύπωση πως είναι η φωνή του τραγικού ήρωα που μιλάει, ενώ των άλλων ηθοποιών οι φωνές μοιάζουν ξένες προς τα πρόσωπα που εμφανίζονται στη σκηνή. Το τέχνασμα πετυχαίνει, όταν ο λόγος συντίθεται από λέξεις διαλεγμένες από το κοινό καθημερινό λεξιλόγιο· αυτό κάνει ο Ευριπίδης, που είναι και ο πρώτος που δίδαξε αυτόν τον τρόπο.

Με δεδομένο τώρα ότι ο λόγος απαρτίζεται από ονόματα και από ρήματα· με δεδομένο επίσης ότι ονομάτων υπάρχουν τόσα είδη όσα είδαμε στην πραγματεία μας για την ποίηση, από όλα αυτά τις σπάνιες και τις παράξενες, τις σύνθετες και τις νεόκοπες λέξεις πρέπει κανείς να τις χρησιμοποιεί σπάνια και σε λίγες μόνο περιπτώσεις (το πού θα το πούμε παρακάτω· το γιατί το έχουμε ήδη πει: με τις λέξεις αυτές δημιουργείται μια μεγάλη απόσταση από το πρέπον)· οι λέξεις με τη συνηθισμένη σημασία τους (τη σημασία που έχουν από τη στιγμή που άρχισαν να υπάρχουν) και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται με μεταφορική σημασία είναι οι μόνες που ταιριάζουν στον χαρακτήρα του πεζού λόγου. Απόδειξη αυτού που λέμε είναι ότι αυτές μόνο τις λέξεις χρησιμοποιούν οι άνθρωποι· όλοι, πράγματι, οι άνθρωποι συνδιαλέγονται χρησιμοποιώντας μεταφορές και λέξεις με καθιερωμένη σημασία (αυτήν που οι λέξεις έχουν από τη στιγμή που άρχισαν να υπάρχουν). Γίνεται έτσι φανερό ότι, αν ο ρήτορας κάνει σωστή χρήση όλων αυτών, και την πρωτοτυπία του ασυνήθιστου θα έχει και η τεχνική του δεν θα γίνει αντιληπτή από τους ακροατές του και σαφής θα είναι — αυτή δεν λέγαμε πως είναι η αρετή της ρητορικής γλώσσας; Από τα ονόματα τώρα, στον σοφιστή χρήσιμα είναι τα ομώνυμα (αφού με αυτωνών τη βοήθεια πετυχαίνει να κάνει τους απατηλούς συλλογισμούς του), ενώ στον ποιητή τα συνώνυμα. «Λέξεις που χρησιμοποιούνται με την καθιερωμένη σημασία τους και συγχρόνως είναι

[1405a] συνώνυμες» ονομάζω λέξεις όπως πορεύομαι και βαδίζω· πραγματικά, οι δύο αυτές λέξεις στην καθιερωμένη σημασία τους είναι συνώνυμες μεταξύ τους. Τί σημαίνει λοιπόν η καθεμιά από τις δύο αυτές λέξεις, πόσα είδη μεταφοράς υπάρχουν και ότι η μεταφορά έχει πολύ μεγάλη σημασία και στην ποίηση και στον πεζό λόγο, για όλα αυτά μιλήσαμε, όπως είπαμε και παραπάνω, στην πραγματεία μας για την ποιητική. Στον πεζό όμως λόγο πρέπει να δίνουμε σ᾽ αυτά μεγαλύτερη προσοχή, στον βαθμό που ο πεζός λόγος διαθέτει λιγότερα βοηθητικά μέσα σε σύγκριση με τον έμμετρο λόγο. Η σαφήνεια, η τέρψη, το μη συνηθισμένο, όλα αυτά υπάρχουν σε πολύ μεγάλο βαθμό στη μεταφορά, και είναι η μεταφορά κάτι που δεν μπορείς να το λάβεις από έναν άλλον.

Φυσικά και οι προσδιορισμοί, επίσης, και οι μεταφορές που χρησιμοποιούμε πρέπει να βρίσκονται σε αρμονική σχέση με το συζητούμενο θέμα. Αυτό θα συμβεί, αν ληφθεί υπόψιν η αναλογία· αλλιώς, η έκφραση θα φανεί αταίριαστη — πολύ φυσικό, αφού η διαφορά που παρουσιάζουν μεταξύ τους τα πράγματα γίνεται πιο φανερή, κατά κύριο λόγο όταν βρεθούν το ένα δίπλα στο άλλο.