Πέμπτη 21 Ιουλίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (7.240-7.297)

240 Τὴν δ᾽ ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·
«ἀργαλέον, βασίλεια, διηνεκέως ἀγορεῦσαι
κήδε᾽, ἐπεί μοι πολλὰ δόσαν θεοὶ οὐρανίωνες·
τοῦτο δέ τοι ἐρέω ὅ μ᾽ ἀνείρεαι ἠδὲ μεταλλᾷς.
Ὠγυγίη τις νῆσος ἀπόπροθεν εἰν ἁλὶ κεῖται,
245 ἔνθα μὲν Ἄτλαντος θυγάτηρ, δολόεσσα Καλυψώ,
ναίει ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεός· οὐδέ τις αὐτῇ
μίσγεται οὔτε θεῶν οὔτε θνητῶν ἀνθρώπων.
ἀλλ᾽ ἐμὲ τὸν δύστηνον ἐφέστιον ἤγαγε δαίμων
οἶον, ἐπεί μοι νῆα θοὴν ἀργῆτι κεραυνῷ
250 Ζεὺς ἔλσας ἐκέασσε μέσῳ ἐνὶ οἴνοπι πόντῳ.
ἔνθ᾽ ἄλλοι μὲν πάντες ἀπέφθιθεν ἐσθλοὶ ἑταῖροι,
αὐτὰρ ἐγὼ τρόπιν ἀγκὰς ἑλὼν νεὸς ἀμφιελίσσης
ἐννῆμαρ φερόμην· δεκάτῃ δέ με νυκτὶ μελαίνῃ
νῆσον ἐς Ὠγυγίην πέλασαν θεοί, ἔνθα Καλυψὼ
255 ναίει ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεός, ἥ με λαβοῦσα
ἐνδυκέως ἐφίλει τε καὶ ἔτρεφεν ἠδὲ ἔφασκε
θήσειν ἀθάνατον καὶ ἀγήρων ἤματα πάντα·
ἀλλ᾽ ἐμὸν οὔ ποτε θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ἔπειθεν.
ἔνθα μὲν ἑπτάετες μένον ἔμπεδον, εἵματα δ᾽ αἰεὶ
260 δάκρυσι δεύεσκον, τά μοι ἄμβροτα δῶκε Καλυψώ·
ἀλλ᾽ ὅτε δὴ ὄγδοόν μοι ἐπιπλόμενον ἔτος ἦλθε,
καὶ τότε δή μ᾽ ἐκέλευσεν ἐποτρύνουσα νέεσθαι
Ζηνὸς ὑπ᾽ ἀγγελίης, ἢ καὶ νόος ἐτράπετ᾽ αὐτῆς.
πέμπε δ᾽ ἐπὶ σχεδίης πολυδέσμου, πολλὰ δ᾽ ἔδωκε,
265 σῖτον καὶ μέθυ ἡδύ, καὶ ἄμβροτα εἵματα ἕσσεν,
οὖρον δὲ προέηκεν ἀπήμονά τε λιαρόν τε.
ἑπτὰ δὲ καὶ δέκα μὲν πλέον ἤματα ποντοπορεύων,
ὀκτωκαιδεκάτῃ δ᾽ ἐφάνη ὄρεα σκιόεντα
γαίης ὑμετέρης, γήθησε δέ μοι φίλον ἦτορ
270 δυσμόρῳ· ἦ γὰρ μέλλον ἔτι ξυνέσεσθαι ὀϊζυῖ
πολλῇ, τήν μοι ἐπῶρσε Ποσειδάων ἐνοσίχθων,
ὅς μοι ἐφορμήσας ἀνέμους κατέδησε κελεύθου,
ὤρινεν δὲ θάλασσαν ἀθέσφατον, οὐδέ τι κῦμα
εἴα ἐπὶ σχεδίης ἁδινὰ στενάχοντα φέρεσθαι.
275 τὴν μὲν ἔπειτα θύελλα διεσκέδασ᾽· αὐτὰρ ἐγώ γε
νηχόμενος τόδε λαῖτμα διέτμαγον, ὄφρα με γαίῃ
ὑμετέρῃ ἐπέλασσε φέρων ἄνεμός τε καὶ ὕδωρ.
ἔνθα κέ μ᾽ ἐκβαίνοντα βιήσατο κῦμ᾽ ἐπὶ χέρσου,
πέτρῃς πρὸς μεγάλῃσι βαλὸν καὶ ἀτερπέϊ χώρῳ·
280 ἀλλ᾽ ἀναχασσάμενος νῆχον πάλιν, ἧος ἐπῆλθον
ἐς ποταμόν, τῇ δή μοι ἐείσατο χῶρος ἄριστος,
λεῖος πετράων, καὶ ἐπὶ σκέπας ἦν ἀνέμοιο.
ἐκ δ᾽ ἔπεσον θυμηγερέων, ἐπὶ δ᾽ ἀμβροσίη νὺξ
ἤλυθ᾽· ἐγὼ δ᾽ ἀπάνευθε διιπετέος ποταμοῖο
285 ἐκβὰς ἐν θάμνοισι κατέδραθον, ἀμφὶ δὲ φύλλα
ἠφυσάμην· ὕπνον δὲ θεὸς κατ᾽ ἀπείρονα χεῦεν.
ἔνθα μὲν ἐν φύλλοισι, φίλον τετιημένος ἦτορ,
εὗδον παννύχιος καὶ ἐπ᾽ ἠῶ καὶ μέσον ἦμαρ·
δύσετό τ᾽ ἠέλιος, καί με γλυκὺς ὕπνος ἀνῆκεν.
290 ἀμφιπόλους δ᾽ ἐπὶ θινὶ τεῆς ἐνόησα θυγατρὸς
παιζούσας, ἐν δ᾽ αὐτὴ ἔην ἐϊκυῖα θεῇσι.
τὴν ἱκέτευσ᾽· ἡ δ᾽ οὔ τι νοήματος ἤμβροτεν ἐσθλοῦ,
ὡς οὐκ ἂν ἔλποιο νεώτερον ἀντιάσαντα
ἐρξέμεν· αἰεὶ γάρ τε νεώτεροι ἀφραδέουσιν.
295 ἥ μοι σῖτον δῶκεν ἅλις ἠδ᾽ αἴθοπα οἶνον,
καὶ λοῦσ᾽ ἐν ποταμῷ, καί μοι τάδε εἵματ᾽ ἔδωκε.
ταῦτά τοι, ἀχνύμενός περ, ἀληθείην κατέλεξα.»

***
240 Τον λόγο πήρε τότε κι αποκρίθηκε ο Οδυσσέας πολυμήχανος:
«Είναι οδυνηρό, βασίλισσα, τα τόσα πάθη μου να εξιστορήσω
ένα προς ένα, μ᾽ όσα πολλά με βάρυναν οι επουράνιοι θεοί.
Ωστόσο θα απαντήσω στην ερώτηση, ό,τι ζητάς να μάθεις θα το πω.
Υπάρχει ένα νησί απόμακρο, η Ωγυγία, καταμεσής στο πέλαγος·
το κατοικεί η Καλυψώ, η θυγατέρα του Άτλαντα,
θεά καλλίκομη και φοβερή, που κρύβει τόσους δόλους·
θεός ή άνθρωπος δεν έσμιξε μαζί της, κι όμως εμένα
κάποιος δαίμονας μ᾽ οδήγησε συφοριασμένο στη ζεστή φωλιά της·
όταν, με τον πυρφόρο κεραυνό του, βρήκε ο Δίας και τσάκισε
250 το γρήγορο καράβι μου στο ταραγμένο, μπλάβο πέλαγος.
Εκεί αφανίστηκαν οι άλλοι, όλοι τους τίμιοι σύντροφοι·
μόνο εγώ, σφιχτά πιασμένος στην καρίνα, απομεινάρι απ᾽ το ευέλικτο
καράβι, μέρες εννιά πάλεψα με τη θάλασσα· ώσπου τη δέκατη,
μια νύχτα μαύρη, μ᾽ έριξαν οι θεοί στης Ωγυγίας το νησί· η Καλυψώ
το κατοικεί, δαιμονική θεά, καλλίκομη· αυτή με πήρε,
με φρόντισε μ᾽ αγάπη, με φιλοξένησε και μ᾽ έτρεφε· έλεγε
θα με κάνει αθάνατο κι αγέραστον εις τον αιώνα.
Αλλά δεν μπόρεσε ως το τέλος μες στα στήθη μου
τη γνώμη μου να αλλάξει.
Έμεινα ωστόσο στο νησί της καθηλωμένος επτά χρόνους,
260 μουσκεύοντας τα χαρισμένα ρούχα της τ᾽ αθάνατα στο δάκρυ.
Και μόνο όταν, με του καιρού τα αλλάγματα, μπήκε ο όγδοος χρόνος,
μου παραγγέλλει πως μπορώ να φύγω, πως είναι πρόθυμη
να με κατευοδώσει — ίσως να πήρε μήνυμα απ᾽ τον Δία,
μπορεί όμως να γύρισε κι ο νους της.
Μ᾽ έβαλε τότε σε σχεδία ξυλόδετη, άφθονα τρόφιμα μου δίνει και γλυκό κρασί,
μ᾽ έντυσε και με ρούχα αθάνατα,
έστειλε και τον ούριο άνεμο, ήπιο κι άβλαβο, ξοπίσω μου.
Εποντοπόρησα μέρες δεκαεπτά· στη δέκατη όγδοη φάνηκαν
βουνά βαθύσκιωτα της χώρας σας, κι ο δύσμοιρος αισθάνθηκα
270 χαρά μες στην ψυχή μου· κι όμως μου μέλλονταν μιαν άλλη συμφορά
να ζήσω μεγαλύτερη, που πάνω μου την έριξε
ο κοσμοσείστης Ποσειδών.
Σήκωσε δυνατούς ανέμους τον δρόμο μου εμποδίζοντας,
συντάραξε της θάλασσας τα βάθη, και πια το κύμα δεν μ᾽ αφήνει
να μείνω πάνω στη σχεδία, αναστενάζοντας βαριά·
η ανεμοθύελλα την έκανε κομμάτια, και βρέθηκα
να πολεμώ με κύματα θεόρατα, ωσότου ο αγέρας που φυσούσε
και τα ρεύματα στη γη σας μ᾽ έφεραν κοντά.
Κι όπως δοκίμασα να βγω, το κύμα θα με ξέσχιζε σ᾽ εκείνα επάνω
τα πελώρια βράχια — άγριος τόπος κι αφιλόξενος.
280 Έκανα πίσω τότε, πήρα ξανά να κολυμπώ, οπότε βρέθηκα μπροστά
σ᾽ ένα ποτάμι· αυτό το μέρος είδα πως είναι το καλύτερο,
ήμερο, δίχως βράχους, προστατευμένο απ᾽ τους ανέμους.
Ξέπνοος μπόρεσα και μετά βίας έξω σύρθηκα· στο μεταξύ πέφτει
κι η νύχτα θεϊκή, από το ιερό ποτάμι ξεμακραίνοντας,
κάτω από θάμνους έγειρα να κοιμηθώ, μάζεψα γύρω μου
κλαδιά και φύλλα,
κι ένας θεός τα μάτια μου έκλεισε σε ατέλειωτο ύπνο.
Εκεί, στα φύλλα ανάμεσα, με την καρδιά βαριά, κοιμήθηκα
όλη τη νύχτα· κοιμόμουν κι όταν είχε ξημερώσει,
μέχρι και το άλλο μεσημέρι.
Κι έπεφτε πια στη δύση ο ήλιος, τότε γλυκύς ο ύπνος μ᾽ άφησε.
290 Τα μάτια ανοίγοντας, βλέπω κορίτσια στο ακρογιάλι,
να παίζουν γύρω από την κόρη σου, κι εκείνη ανάμεσά τους
ωραία σαν αθάνατη.
Την ικετεύω, κι εκείνη καθόλου δεν ξαστόχησε σε φρόνηση
και θάρρος, δείχνοντας αρετές που λες πως δεν τις έχει
ο κάθε νέος που μπροστά σου βγαίνει —
γιατί οι νεότεροι συχνά συμπεριφέρονται αστόχαστα.
Μου πρόσφερε λοιπόν πολύ ψωμί και κόκκινο κρασί,
μ᾽ έβαλε στο ποτάμι να λουστώ, μ᾽ έντυσε και μ᾽ αυτά τα ρούχα.
Όσο κι αν είμαι βαρυμένος από λύπη, σου εξιστόρησα,
βασίλισσα, την πάσα αλήθεια.»

Να φεύγεις από εκεί που δεν χαμογελάς, γιατί το χαμόγελό σου δεν το χρωστάς σε κανέναν

Να μην αφήνεις κανέναν να σου κλέψει το χαμόγελο σου..
Να μην αφήνεις κανέναν να φέρει σύννεφα στα μάτια σου.
Να φεύγεις από εκεί που δεν χαμογελάς!
Να φεύγεις από εκεί που δεν αφήνουν τους ήλιους σου να λάμψουν.

Δεν χρωστάς σε κανέναν την διάθεση σου, την ψυχολογική σου κατάσταση, και πάνω απ’ όλα, δεν χρωστάς σε κανέναν την ψυχική σου ηρεμία.

Όποιος σε νοιάζεται πραγματικά, θα θέλει να σε βλέπει πάντα με ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη. Θα θέλει να ανθίζει μόνο η πιο όμορφη εκδοχή του εαυτού σου και θα μάχεται γι ‘αυτό. Θα κάνει τα αδύνατα δυνατά, για να διώξει τυχόν ερωτηματικά από τα μάτια σου. Θα σου μεταφέρει αισιοδοξία όταν θα το έχεις ανάγκη και θα μπορεί να σε κάνει να νιώθεις ασφάλεια κάθε στιγμή. Δεν θα σου προκαλεί συναισθηματικά κενά, δεν θα δοκιμάζει τα όριά σου και θα φροντίζει για την ψυχική σου ηρεμία. Γιατί σαν την γαλήνη της ψυχής τίποτα στον κόσμο!

Να φεύγεις από εκεί που δεν χαμογελάς. Γιατί δεν πρόκειται να χαμογελάσεις πότε.

Όχι. Να μην κάνεις μόνο εσύ τους άλλους να χαμογελούν, αλλά να κάνουν και αυτοί εσένα.

Το χαμόγελο στα χείλη σου είναι το χαμόγελο της ψυχής σου! Δεν έχει σημασία αν οφείλεται σε έναν έρωτα, μια αγκαλιά, μια επιτυχία ή απλά σε μια ματιά.

Το χαμόγελο στα χείλη σου είναι η αποτύπωση από το χαμόγελό της ψυχής σου!
Όποιος δεν είναι ικανός να το δημιουργήσει ή να το προκαλέσει δεν είναι ο κατάλληλος για σένα.

Η ζωή είναι γεμάτη από επιλογές και τίποτα δεν είναι δεδομένο. Όλα εξαρτώνται από σένα και μπορείς όλα να τα αλλάξεις. Γιατί ναι, ακόμα και η μονάδα κάνει την διαφορά.

Εσύ μόνο φρόντισε να το θυμάσαι. Να φεύγεις πάντα από εκεί που κλέβουν το χαμόγελο σου!

Μπέρτολτ Μπρέχτ: Tα πιο απλά λόγια φτάνουν.

Άκουσα πως τίποτα δε θέλετε να μάθετε. Απ' αυτό βγάζω το συμπέρασμα πως είσαστε εκατομμυριούχοι. Το μέλλον σας είναι σιγουρευμένο - το βλέπετε μπροστά σας σ' άπλετο φως. Φρόντισαν οι γονείς σας για να μη σκοντάψουνε τα πόδια σας σε πέτρα.

Γι' αυτό τίποτα δε χρειάζεται να μάθεις.

Έτσι όπως είσαι εσύ μπορείς να μείνεις.

Κι έτσι κι υπάρχουνε ακόμα δυσκολίες, μιας κι οι καιροί όπως έχω ακούσει είναι ανασφαλείς, τους ηγέτες σου έχεις, που σου λένε ακριβώς τι έχεις να κάνεις για να πας καλά.

Έχουνε μαθητέψει πλάι σε κείνους. («Άκουσα πως τίποτα δεν θέλετε να μάθετε»)

Μάθαινε και τ' απλούστερα!

Γι' αυτούς που ο καιρός τους ήρθε ποτέ δεν είναι πολύ αργά!

Μάθαινε το α-β-γ, δε σε φτάνει, μα συ να το μαθαίνεις!

Μη σου κακοφανεί! Ξεκίνα! Πρέπει όλα να τα ξέρεις!

Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.

Μάθαινε, άνθρωπε στο άσυλο!

Μάθαινε, άνθρωπε στη φυλακή!

Μάθαινε, γυναίκα στην κουζίνα!

Μάθαινε, εξηντάχρονε!

Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.

Ψάξε για σχολείο, άστεγε!

Προμηθεύσου γνώση, παγωμένε!

Πεινασμένε, άρπαξε το βιβλίο: είν' ένα όπλο.

Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.

Μην ντρέπεσαι να ρωτήσεις, Σύντροφε!

Μπέρτολτ Μπρέχτ, Εγκώμιο στη μάθηση

Αγάπη είναι όταν ο καθένας πιστεύει πως ο άλλος βρήκε ένα φάρμακο διαφορετικό, και πως θα τον γιατρέψει

Δεν παύουμε ν' αγαπούμε αυτούς που αγαπήσαμε.

Αλλά από άνθρωπο σε άνθρωπο, από κομμάτι σε κομμάτι, μας αρέσει να πιστεύουμε πως ανασυνθέτουμε σταδιακά ένα παζλ και πως μια μέρα θα σχηματιστεί ένα πρόσωπο.

Και πως δεν θα έχουμε πια ανάγκη να ψάχνουμε.

Μόνο που στη θέση της συνολικής εικόνας δεν έχουμε παρά την πιο πρόσφατη, κι αυτή δεν διαγράφει τις προηγούμενες.

Καμία μορφή δεν λησμονιέται, καμία δεν μας συγκρατεί.

Γι' αυτό και η ζωή μας δεν είναι μια διαδοχή από αποτυχίες αλλά μια αβέβαιη κατασκευή ολοκληρωτικά δοσμένη στην αγάπη.

Πόλεμοι γίνονται, μοναξιάς προς μοναξιά.

Λαβωμένοι συγκρούονται με άλλους λαβωμένους, και με διακύβευμα την αγάπη.

Αυτό που καταλογίζουμε στον άλλο δεν είναι ότι μοιράζεται με μας την ίδια πληγή αλλά ότι βρήκε τα ίδια αντίδοτα.

Αγάπη είναι όταν ο καθένας πιστεύει πως ο άλλος βρήκε ένα φάρμακο διαφορετικό, και πως θα τον γιατρέψει.

Όμως τον περισσότερο καιρό αγωνιζόμαστε ενάντια σε πλάσματα που μας μοιάζουν υπερβολικά, που υποφέρουν όσο κι εμείς, και ως προς αυτό είναι ακατανίκητα.

Να συντονιζόμαστε στο σταθμό της καρδιάς

«Αν το σώμα σου νιώσει ευχάριστα αυτό το λέμε υγεία, αν νιώσει πολύ ευχάριστα αυτό το ονομάζουμε απόλαυση. Αν το μυαλό σου νιώσει ευχάριστα αυτό το ονομάζουμε γαλήνη, αν νιώσει πολύ ευχάριστα τότε το ονομάζουμε χαρά. Αν τα συναισθήματά μας γίνουν ευχάριστα αυτό το λέμε αγάπη, αν γίνουν πολύ ευχάριστα τότε αυτό λέγεται συμπόνια. Όταν η ίδια σου η ύπαρξη βιώσει ευχαρίστηση αυτό το λέμε ευλογία, όταν βιώσει πολύ ευχαρίστηση τότε αυτό λέγεται έκσταση. Αν το περιβάλλον σου γίνει ευχάριστο, αυτό το λέμε επιτυχία. Για την ευχαρίστηση του σώματος, του μυαλού και των συναισθημάτων είμαστε εμείς 100% υπεύθυνοι. Μόνο για την επιτυχία χρειαζόμαστε τη συνεργασία» | Sadhguru, Ινδός γιόγκι και συγγραφέας

Πώς θα ήταν η ζωή μας αν βιώναμε λιγότερο άγχος;

Ο σύγχρονος τρόπος ζωής είναι αρκετά στρεσογόνος και επηρεάζει την ποιότητα της ζωής μας και την υγεία μας. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που προκαλεί το άγχος είναι ότι όσο περισσότερο το βιώνουμε, τόσο εθιζόμαστε σε αυτό. Κάθε φορά που αναπαράγουμε στρεσογόνες σκέψεις και βιώνουμε εξαντλητικά συναισθήματα, εκπαιδεύουμε τα νευρωνικά δίκτυα του εγκεφάλου μας να λειτουργούν σε συνθήκες στρες. Καθώς αυτή η διαδικασία επαναλαμβάνεται, το άγχος γίνεται μια συνήθεια που δύσκολα μπορεί κανείς να ελέγξει.

Ωστόσο έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε τις σκέψεις μας, όταν μπαίνουμε σε μια στρεσογόνα κατάσταση. Καθώς εξασκούμε το αυτί μας στους διάφορους εσωτερικούς διαλόγους που μπορεί να κάνουμε κατά τη διάρκεια της ημέρας, είναι πιθανό να διαπιστώσουμε ότι ο νους και η καρδιά είναι σαν δύο διαφορετικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί.


Aς δούμε ένα παράδειγμα, ας φανταστούμε τον εαυτό μας την ώρα που οδηγούμε σε ώρα αιχμής. Συνήθως ο εσωτερικός διάλογος που κάνουμε είναι κάπως έτσι «τι φρικτή αυτή η κίνηση και αυτός ο ηλίθιος οδηγός μπροστά μας, μας καθυστερεί όλους…». Αυτός είναι ένας εσωτερικός διάλογος που ξεκινάει από το κεφάλι μας. Ας δούμε τώρα τον εσωτερικό διάλογο που ξεκινάει από την καρδιά μας, «η κίνηση θα παραμείνει έτσι μέχρι να αλλάξει. Δεν έχει νόημα να συγχυστώ και να στραγγίξω από ενέργεια. Ας ανοίξω το ραδιόφωνο να ακούσω μουσική».

Όταν συντονιζόμαστε στο σταθμό της καρδιάς η στάση μας αλλάζει. Αναζητάμε απαντήσεις που ταιριάζουν καλύτερα με την κατάσταση συνολικά. ‘Οταν ο νους ακούει την καρδιά γίνεται πιο λογικός.

Πώς όμως συντονιζόμαστε στο σταθμό της καρδιάς;

Το σώμα μας διαθέτει μια τεχνολογία που μας επιτρέπει να στέλνουμε τα συναισθήματα που γεννιούνται, στην καρδιά για να τα διαχειριστεί και όχι για να τα εγκλωβίσει. Πλέον υπάρχουν φιλικά προς το χρήστη εργαλεία και πρακτικές που μας βοηθούν να μάθουμε αυτή την τεχνολογία και να ισορροπήσουμε το μυαλό την καρδιά και τα συναισθήματα και να βρούμε τρόπους να γίνουμε πιο ανθεκτικοί συναισθηματικά, νοητικά, πνευματικά, και σωματικά.

Η ανθεκτικότητα λοιπόν, συμβαίνει όταν μυαλό και καρδιά επικοινωνούν αμφίδρομα. Είναι η ικανότητα να είμαστε προετοιμασμένοι, να ανακάμπτουμε και να προσαρμόζεστε στο στρες, τα προβλήματα ή τις αντιξοότητες. Όταν διαθέτουμε ανθεκτικότητα, καταφέρνουμε να ανακάμψουμε πιο γρήγορα ύστερα από μια δύσκολη κατάσταση. Αυτό βοηθά να αντισταθμίσουμε μεγάλο μέρος της παρατεταμένης φθοράς που επηρεάζει όχι μόνο εμάς, αλλά και την οικογένεια και τους συνεργάτες μας. Καλλιεργώντας την ικανότητα της ανθεκτικότητας θα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι, με μεγαλύτερη ευελιξία. Θα παίρνουμε πιο έξυπνες αποφάσεις και θα διατηρούμε την ψυχραιμία μας σε δύσκολες καταστάσεις ή οτιδήποτε συμβαίνει.

Η ύπαρξη ανθεκτικότητας δεν σημαίνει ότι δεν θα βρεθούμε σε δύσκολες καταστάσεις. Σημαίνει όμως ότι θα έχουμε μια εσωτερική ικανότητα που θα μας δίνει τη δύναμη και την αποφασιστικότητα να χειριστούμε ό,τι μας συμβαίνει.

Πώς μπορούμε τελικά να καλλιεργήσουμε την ανθεκτικότητά μας;

Ας δούμε τι λένε οι ειδικοί.

Oι Goleman & Davidson, στο βιβλίο τους altered traits, εξετάζουν όλα τα επιστημονικά στοιχεία γύρω από τo mindfulness (δηλαδή την ενσυνειδητότητα) και τον διαλογισμό. Και εξηγούν πως οι διαλογιστικές τεχνικές μπορούν να επηρεάσουν θετικά τον ανθρώπινο εγκέφαλο και το σώμα. Μας λένε λοιπόν πως το Mindfulness, μπορεί να μας βοηθήσει να βελτιώσουμε τη συναισθηματική μας νοημοσύνη, και την ικανότητα μας για συγκέντρωση, ωστόσο χρειάζεται συστηματική πρακτική και υποστήριξη, τουλάχιστον στην αρχή από εξειδικευμένο δάσκαλο, έτσι ώστε να μπορούμε να έχουμε στοχευμένη ανατροφοδότηση.

Το Ινστιτούτο HeartMath, εδώ και 30 χρόνια, μέσα από πρωτοποριακές έρευνες έχει αναπτύξει ένα σύστημα από εργαλεία και τεχνολογίες, επιστημονικά τεκμηριωμένα, με σκοπό να παρέχει γνώση και εκπαίδευση στον τρόπο που το σώμα μας αντιδρά στο στρες, πως μπορούμε να ρυθμίζουμε το αυτόνομο νευρικό μας σύστημα και να αναπτύσσουμε μια εσωτερική δύναμη αυτορρύθμισης και συναισθηματικής αυτογνωσίας.

Έχει αναπτύξει λοιπόν ένα σύστημα τεχνικών, μοντέλων και τεχνολογιών βιοανάδρασης για συναισθηματική αυτογνωσία και αυτορρύθμιση. Πρόκειται για μια μέθοδο που μας βοηθάει να δημιουργήσουμε μια βέλτιστη κατάσταση Συνοχής. Μας εκπαιδεύει πως να αποκτάμε την ικανότητα να φέρνουμε σε ισορροπία το μυαλό, την καρδιά και τα συναισθήματα. Θα λέγαμε ότι πρόκειται για μια δεξιότητα ζωής, μια όλοκληρη φιλοσοφία. Είναι πρακτικό, γρήγορο, εξαιρετικά αποτελεσματικό – και μπορούμε εύκολα να το εντάξουμε στην καθημερινότητά μας, αρκεί να έχουμε μια αρχική καλή καθοδήγηση.

Μάλιστα οι Goleman & Boyatzis μας λένε ότι οι άνθρωποι που αυτορυθμίζονται και καλλιεργούν συνειδητά την ανθεκτικότητά τους, βλέπουν το καλό στους άλλους ανθρώπους και είναι σε θέση να προσδιορίζουν ευκαιρίες σε διαφορετικές καταστάσεις. Διατηρούν ανοιχτές γραμμές επικοινωνίας, κάνουν ξεκάθαρα τα κίνητρα και τις προθέσεις τους και ενεργούν σύμφωνα με τις αξίες τους. Δουλεύουν επίσης στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους και είναι σε θέση να συνεχίζουν όταν οι καιροί είναι δύσκολοι.

Το πιο όμορφο τοπίο είναι η ψυχή σας, όπως και οι άνθρωποι που αγαπάτε

Αν οι πληγές σας παραμένουν ανοιχτές, ένα κομμάτι του εαυτού σας πιστεύει ότι αυτό που σας αξίζει είναι να πληγώνεστε.

Πλησιάζετε τους ανθρώπους όχι με αίτημα να συνδεθείτε εκφράζοντας την επιθυμία σας για εκείνους, αλλά με αίτημα να μην σας πληγώσουν. Ή μπορεί να εκφράζετε αυτό που θέλετε, αλλά τους κοιτάτε με τρόμο, στέλνοντας μη λεκτικό μήνυμα «θα με πληγώσεις κι εσύ;».

Αυτό το κομμάτι του εαυτού σας σας υποβάλλει σε απαξίωση και κάθε διαφοροποίηση που σας φέρνει σε επαφή με την αξία σας σας φοβίζει.

Πλησιάζετε τους ανθρώπους με αίτημα «να μην σας πληγώσουν» γιατί στην πραγματικότητα διστάζετε να ανοιχτείτε στις ελεύθερες πλευρές του εαυτού σας. Ο άνθρωπος που θα κάνει τα πάντα για σας, άρα «δεν θα σας πληγώσει», θα γίνει εκείνος που θα εξυπηρετήσει τις προσδοκίες σας να ζήσετε εκ νέου το παρελθόν σας, εκ νέου την παιδική σας ηλικία.

Αυτό που σας πληγώνει δεν είναι αυτό που φαντάζεστε. Αυτό που θα μπορούσε να σας πληγώσει πραγματικά είναι να μην έρθετε σε επαφή με την αλήθεια σας, με αυτό που είστε που είστε, με αυτό που αξίζετε.

Επηρεάζεστε συναισθηματικά από συμπεριφορές άλλων, εξαρτάστε από τις επιπτώσεις που έχουν οι συμπεριφορές τους στα συναισθήματά σας, για να μην εκθέσετε τον εαυτό σας στις βαθύτερες επιθυμίες σας. Να ξεδιπλώσετε την αλήθεια σας. Να εμπιστευτείτε τις δυνατότητες σας. Να αναλάβετε την ευθύνη σας. Να δεσμευτείτε με τον μοναδικό εαυτό σας.

Εγκλωβίζετε τον εαυτό σας σε εξαρτητικές καταστάσεις, σε καταστάσεις που δεν υποστηρίζετε την αξία σας, όπου ανακυκλώνετε αυτό που αισθάνεστε για σας και δεν ελευθερώνεστε.

Δεν βλέπετε τους άλλους ανθρώπους όπως είναι, αλλά παρατηρείτε αν μπορούν να ανταποκριθούν στο αίτημά σας «να μην πληγωθείτε». Αναζητάτε όμως τελικά την «ασφάλεια» σε περιβάλλοντα όπου η αξία σας δεν αναγνωρίζεται και φυσικά δεν υποστηρίζεται. Παραμένετε έτσι νοσταλγός μιας παιδικής ηλικίας που δεν ζήσατε. Δεν ωριμάζετε, δεν κατακτάτε τα ύψη των δυνατοτήτων σας. Φαντασιώνεστε, ονειροπολείτε ταξιδεύοντας, δεν οργανώνεστε όμως στα ταξίδια σας ώστε να τα χαίρεστε αληθινά.

Επουλώνετε τις πληγές σας αγαπώντας τις. Εκτιμώντας τον εαυτό σας, δίνετε σε όλα αυτά που ζήσατε την αξία που έχουν. Νιώθετε σημαντική τη ζωή που ζήσατε. Χαίρεστε γιατί διαπιστώνετε πως το καθετί που ζήσατε είχε το νόημά του, σας έφερε πιο κοντά στην προσωπική σας αλήθεια, πιο βαθιά στην αξία σας.

Όταν επουλώνετε τις πληγές σας, έρχεστε σε επαφή με τον εαυτό σας. Με αυτό που αληθινά είστε. Δεν μπορεί κανείς να επηρεάσει τα συναισθήματά σας γιατί τίποτα δεν μπορεί να επηρεάσει την εικόνα που έχετε για τον εαυτό σας, την εκτίμηση που αισθάνεστε για σας. Δεν νιώθετε την ανάγκη να προβάλετε αλλού αυτό που νιώθετε για τον εαυτό σας γιατί δεν φοβάστε να είστε εσείς. Δεν φοβάστε μη χάσετε ανθρώπους αν είστε ο εαυτός σας, γιατί νιώθετε βέβαιοι πως οι άνθρωποι που επιλέγετε σας αγαπούν με τις πληγές σας.

Είστε ειλικρινείς με τους ανθρώπους, εκφράζετε αυτό που θέλετε χωρίς το φόβο πως θα σας απορρίψουν, ακούτε τις ανησυχίες, τους φόβους τους, σέβεστε αυτό που οι ίδιοι θέλουν, όπως και αυτό που είναι. Ανακαλύπτετε πως το πιο όμορφο τοπίο είναι η ψυχή σας, όπως και το πιο όμορφο τοπίο είναι οι άνθρωποι που αγαπάτε.

Η αγάπη μόνη απάντηση στο πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης

Με πιο γενικό τρόπο, ο ενεργητικός χαρακτήρας της αγάπης μπορεί να καθοριστεί αν πούμε ότι αγάπη πρωταρχικά σημαίνει δόσιμο και όχι απολαβή.

Τι σημαίνει όμως δόσιμο; Όσο κι αν φαίνεται απλή η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, ωστόσο είναι γεμάτη από αμφισβητήσεις και περιπλοκές.

Η πιο διαδομένη παρεξήγηση είναι εκείνη σύμφωνα με την οποία υποτίθεται ότι δόσιμο σημαίνει χάσιμο, παραχώρηση, να στερείσαι κάτι, να θυσιάζεις κάτι.

Για το δημιουργικό χαρακτήρα, το δόσιμο έχει μια ολότελα διαφορετική σημασία. Το να δίνεις είναι η πιο υψηλή έκφραση του δυναμισμού. Στην ίδια την πράξη του δοσίματος νιώθω τη δύναμή μου, τον πλούτο, την ικανότητά μου. Αυτό το αίσθημα της πλουτισμένης ζωτικότητας και του δυναμισμού με γεμίζει χαρά. Νιώθω τον εαυτό μου να πλημμυρίζει, να χαρίζει, ολοζώντανος και γι' αυτό χαρούμενος. Το να δίνω μου φέρνει μεγαλύτερη χαρά από το να παίρνω, όχι γιατί είναι αποστέρησή μου αλλά γιατί στην πράξη της προσφοράς εκφράζεται η ζωντάνια μου, η ίδια μου η ύπαρξη.

Ωστόσο η πιο σημαντική περιοχή της προσφοράς δε βρίσκεται στα υλικά πράγματα αλλά στον ιδιαίτερο ανθρώπινο κόσμο.

Τι δίνει αλήθεια ένας άνθρωπος στον συνάνθρωπό του;

Δίνει από τον εαυτό του, από το πιο πολύτιμο που έχει, δίνει από τη ζωή του.

Αυτό δε σημαίνει αναγκαστικά ότι θυσιάζει τη ζωή του για τον άλλο, αλλά ότι του δίνει από κείνο που είναι ζωντανό μέσα του. Του δίνει από τη χαρά του, από το ενδιαφέρον, την κατανόηση, τη γνώση, το χιούμορ, τη θλίψη του – απ’ όλες τις εκφράσεις και εκδηλώσεις της ζωής που κρύβει μέσα του.

Και καθώς δίνει μ’ αυτό τον τρόπο, εμπλουτίζει το συνάνθρωπο, δυναμώνει το αίσθημα της ζωντάνιας του με το να δυναμώνει τη δική του αίσθηση ύπαρξης.

Δε δίνει με το σκοπό να πάρει. Η προσφορά είναι από μόνη της μια εξαίσια χαρά.

Καθώς όμως δίνει δε μπορεί παρά να γεννήσει κάτι καινούργιο μέσα στον άλλο άνθρωπο και αυτό που γεννιέται αντανακλάται πάλι σ’ αυτόν.

Όταν αληθινά δίνεις, δε μπορεί παρά να λάβεις εκείνο που σου ξαναδίνεται. Το να δίνεις, έχει σαν επακόλουθο να μεταβάλεις και τον άλλο άνθρωπο σε δότη, γι' αυτό κι οι δυο τους μετέχουν στη χαρά αυτού του καινούργιου που δημιούργησαν.

Στην πράξη της προσφοράς κάτι νέο γεννιέται και τα δύο πρόσωπα νιώθουν ευγνωμοσύνη για τη ζωή που γεννήθηκε και για τους δυο τους. Ιδιαίτερα σε σχέση με την αγάπη, αυτό σημαίνει: η αγάπη είναι μία δύναμη που δημιουργεί αγάπη.

Η αδυναμία να δημιουργήσεις αγάπη, είναι ανικανότητα. Ας πάρουμε τον άνθρωπο σαν άνθρωπο και τη σχέση του με τον κόσμο σαν ανθρώπινη σχέση, και τότε δεν μπορείς ν’ ανταλλάξεις την αγάπη παρά μόνο με εμπιστοσύνη κλπ.

Αν θέλεις να χαρείς την τέχνη, πρέπει να είσαι καλλιτεχνικά διαπαιδαγωγημένος.

Αν θέλεις να έχεις επιρροή στους άλλους, πρέπει να είσαι ένα τέτοιο άτομο που πραγματικά να ασκεί μια διεγερτική και προαγωγική επίδραση στους άλλους.

Κάθε σχέση σου με τους ανθρώπους και τη φύση πρέπει να είναι μια συγκεκριμένη έκφραση της πραγματικής ατομικής σου ζωής που αντιστοιχεί στο αντικείμενο της θέλησής σου.

Αν αγαπάς χωρίς να προκαλείς αγάπη, δηλαδή αν η αγάπη δε φέρνει και στον άλλο την αγάπη, αν καθώς εκφράζεσαι στη ζωή σαν άνθρωπος που αγαπά δε γίνεσαι ταυτόχρονα και αγαπημένος, τότε η αγάπη σου είναι ανίκανη, είναι δυστυχία».

Αλλά όχι μόνο: στην αγάπη το να δίνεις σημαίνει και να παίρνεις. Και ο δάσκαλος διδάσκεται από τους μαθητές του, ο ηθοποιός ενθαρρύνεται από το κοινό του, ο ψυχαναλυτής θεραπεύεται από τον ασθενή του – με τον όρο ότι δε μεταχειρίζονται ο ένας τον άλλο σαν αντικείμενα, αλλά συνδέονται ανάμεσά τους πηγαία και δημιουργικά.

Ο εγωκεντρισμός δεν είναι κάτι κακό, ενώ η εγωλατρία είναι κάτι αρρωστημένο

Η ενήλικη αγάπη, κατά την άποψή μου, αποκαλύπτεται τη στιγμή που κάποιος, μαθημένος να δίνει προτεραιότητα στον εαυτό του, απολαμβάνει οτιδήποτε κάνει για τον άνθρωπο που αγαπά.

Η μοναδική βοήθεια που δεν αφήνει πίσω της οφειλές, είναι αυτή που υποκινείται από τη χαρά να βοηθάς.

Αν θέλεις το πιστεύεις, αν δεν θέλεις δεν το πιστεύεις, πάντως, —με τις δικές μου γνώσεις και με τις δικές μου αναφορές— στη ζωή σου δεν υπάρχει κανένας πιο σημαντικός από σένα. Θα Μπορούσε κάποιος να μου πει: “Μα τι λες… Και η αρετή; Κι αυτά που μας διδάσκει η κοινωνία, η εκκλησία, ο ιουδαϊσμός, το ισλάμ κι όλοι εκείνοι που από κάθε πλευρά μάς λένε: Αγάπα τον πλησίον σου ως σε αυτόν; Τι γίνεται μ’ αυτό το μήνυμα που συμμερίζονται όλα τα πνευματικά δόγματα και οι περισσότερες θρησκείες;” Παραδέχομαι ότι, ως υπόθεση της ιδανικής αγάπης, κάπως έτσι έχουν τα πράγματα. Πρόσεξε, όμως. Λένε: “Αγάπα τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου”, και όχι: “περισσότερο κι απ’ τον εαυτό σου”. Έτσι δεν είναι; Και ξέρεις γιατί δεν το λένε; Γιατί αυτή η άποψη —που παραπέμπει στην ιδέα της ανωτερότητας και της μεγίστης τελειότητας— περνάει μέσα από τη λαϊκή σοφία που μας πληροφορεί ότι στην καθημερινή ζωή, το να φτάσει κανείς ν’ αγαπάει τον άλλον όπως τον εαυτό του είναι ό,τι περισσότερο μπορεί να του ζητηθεί. Αυτό φαίνεται να είναι το μέτρο της ιδανικής αγάπης: το αν είναι ή όχι κάποιος ικανός να αγαπήσει τον εαυτό του. Κι αμέσως μετά, να κάνει ό,τι μπορεί για να δει αν θα τα καταφέρει ν’ αγαπήσει και τον άλλον όπως τον εαυτό του.

Κι αυτό μας φέρνει ξανά σε κάτι που είπες εσύ πριν: ότι ο εγωιστής πιστεύει πως είναι το μέτρο των πάντων και το κέντρο του κόσμου. Ο εγωιστής —υποστήριζες προηγουμένως— είναι εγωκεντρικός και… όσο κι αν μου κοστίζει… συμφωνώ! Να ξέρεις πως μ’ ενοχλεί απίστευτα να διαλύω μια βαθιά ριζωμένη διαφωνία μπροστά σε κάποια περιστασιακή συμφωνία… Γιατί, γενικά, το χαίρομαι πολύ να εναντιώνομαι, να πηγαίνω κόντρα στα λεγάμενα κάποιου, να διαφωνώ με την καλή έννοια — με καταλαβαίνεις…

«Καταλαβαίνω ότι είσαι πολύ κακός άνθρωπος…»

«Όχι, δεν είμαι κακός, αλλά εδώ που φτάσαμε είναι αναγκαίο να διαχωρίσουμε τον εγωκεντρισμό από την εγωλατρία. Εγωκεντρισμός είναι να αισθάνεσαι πως είσαι το κέντρο του κόσμου — και, πράγματι, ούτε αυτό θεωρώ πως είναι κακό. Γιατί ο άνθρωπος ΕΙΝΑΙ το κέντρο του κόσμου. Αλλά… ποιανού κόσμου; Προσοχή: του κόσμου που κατοικεί ο ίδιος: του ΔΙΚΟΥ ΤΟΥ κόσμου. Ας το καταλάβουμε έτσι: ο κόσμος που απαρτίζεται απ’ όλα τα πράγματα που γνωρίζω κι αγαπώ έχει επίκεντρο εμένα, και ο κόσμος όλων τωv ΔΙΚΩΝ ΣΟΥ πραγμάτων έχει κέντρο του ΕΣΕΝΑ.

Ο καθένας μας είναι το κέντρο του κόσμου όπου ζει, κι όλα όσα συμβαίνουν γύρω του περνάνε αναγκαστικά απ’ αυτόν.

Η εγωλατρία παραπέμπει αλλού: στο να νομίζει κάποιος πως είναι το κέντρο του κόσμου και της ζωής των άλλων. Κι εδώ είναι το μπέρδεμα. Το κακό, το αρρωστημένο και το φοβερό είναι η εγωλατρία κι όχι ο εγωκεντρισμός, γιατί ο εγωλάτρης (εγωλατρία σημαίνει θεοποίηση του εγώ) νομίζει πως είναι θεός- θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο ον. Άλλο είναι να ξέρω πως είμαι το κέντρο του κόσμου όπου ζω εγώ (και να δέχομαι ότι ο απέναντι είναι το κέντρο του κόσμου όπου ζει εκείνος, και η θυρωρός της πολυκατοικίας μου είναι το κέντρο του κόσμου όπου ζει αυτή, κι ο φίλος μου  “το κέντρο του κόσμου του”), κι άλλο, πολύ διαφορετικό, να νομίζω πως εγώ είμαι το κέντρο του κόσμου όπου ζουν όλοι αυτοί.

Αυτό είναι εγωλατρία, αυτό είναι ματαιοδοξία, αυτό είναι κάτι ανάξιο, όπως ανάξιο είναι να μειώνω τον εαυτό μου επιτρέποντας στους άλλους να θεωρούν πως αποτελούν εκείνοι το κέντρο της δικής μου ζωής.

Το «Ελληνόμετρο» της φαντασίας μας και οι Ελληνικές αρετές – Μια αυτοεξέταση με οδηγό τον Αριστοτέλη

Στις καλές εποχές, τότε που το δανεικό χρήμα είχε πλάσει έναν φανταστικό κόσμο, που τον πήραμε για δικό μας δημιούργημα, οι λέξεις “πατρίδα”, “έθνος”, “Ελληνικότητα”, είχαν εξαφανιστεί στη διαδρομή Αράχωβα – Μύκονος. Τώρα, που η ονειροφαντασία μας χάθηκε και πάει, ψάχνουμε απεγνωσμένα να εντοπίσουμε τα χνάρια της πραγματικότητας. Στα τυφλά ψάχνουμε και, όταν δεν βρίσκουμε σημείο σταθερό να γαντζωθούμε, καταφεύγουμε στο «Ελληνόμετρο».

Και για να παρηγορηθούμε, επικαλούμαστε ένδοξους προγόνους και επινοούμε «ανθέλληνες» εχθρούς που μας κατατρέχουν και προσπαθούν να μας αλλοτριώσουν. Που αν τους εξοντώσουμε, θα λάμψει πάλι η αδαμάντινη ελληνική ψυχή, την οποία “προσπαθούν να απογυμνώσουν, για να μας υποτάξουν”. Τι είναι, όμως, αυτό που φοβόμαστε πως θα μας αφαιρέσουν; Ποιες αρετές των λαμπρών προγόνων μας είχαμε τάχα, που τώρα προσπαθούμε να διαφυλάξουμε; Πόσο μοιάζει το δικό μας σύστημα αξιών με το δικό τους;

Η καρδιά του αρχαίου Ελληνικού κόσμου είναι η Αρετή. Η επιδίωξή της ήταν που γέννησε όλα όσα σήμερα θαυμάζουμε: το ελεύθερο πνεύμα, την γενναιότητα στον πόλεμο, την υπεροχή στις τέχνες και στα γράμματα σε καιρό ειρήνης, την οικονομική ανάπτυξη, τη δημοκρατία, τις επιστήμες. Θα ήταν ανοησία να ισχυριστεί κανείς πως όλοι οι αρχαίοι ήταν ενάρετοι. Δεν ήταν, αλλά θαύμαζαν εκείνους που ήταν, γνώριζαν καλά την αξία τους και απέβλεπαν σε αυτούς με δέος!

Η λέξη «αρετή» έχει τις ρίζες της στο θέμα του ρήματος αραρίσκω, που σημαίνει ενώνω, συνάπτω, τακτοποιώ. Στα ομηρικά χρόνια ήταν συνώνυμη με την ανδρεία και την υπεροχή. Απλά πράγματα! Όταν όμως η εποχή των βασιλιάδων πέρασε και οι μικροκτηματίες έγιναν ταυτόχρονα εύποροι νοικοκυραίοι και επιχειρηματίες, και στη συνέχεια πολεμιστές που προστάτευαν τον τόπο τους και ενεργοί πολίτες, η αρετή απέκτησε νέο νόημα. Έγινε σύνθετη, όπως και η και η ζωή αυτών των ανθρώπων.

Ποιες ήταν λοιπόν οι αρετές που χαρακτήριζαν τον αξιοθαύμαστο Έλληνα της κλασικής εποχής; Ρώτησα τον Αριστοτέλη και μου είπε!

Περί Αρετών και Κακιών

Ο Αριστοτέλης ορίζει την Αρετή, ως την παγιωμένη εκείνη ψυχική διάθεση του ανθρώπου που τον ωθεί στην αναζήτηση κι επιλογή της μέσης οδού σε κάθε ζήτημα, και τον κρατά σε σταθερή πορεία μέσα σε αυτήν, χωρίς παρεκκλίσεις. Οι λειτουργίες της ψυχής εναρμονίζονται μεταξύ τους και καθιστούν τον άνθρωπο ευτυχή, στον βαθμό που έχει κατακτήσει τις αρετές που αντιστοιχούν σε κάθε μία από αυτές τις λειτουργίες. Για τον λόγο αυτό, χρειάζονται όλες.

Ακολουθώντας την τριμερή διάκριση της ψυχής του Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης αναλύει κάθε μία αρετή μαζί με το αντίθετό της, που ονομάζει κακία.

Λογιστικό μέρος (νόηση)

Αρετή της νόησης είναι η φρόνηση. Ο ενάρετος άνθρωπος φρονεί (δηλ. συλλογίζεται) με σύνεση, εξετάζει με ψυχραιμία όλα τα δεδομένα και καταλήγει σε ορθές αποφάσεις. Αναγνωρίζει τις δυνατότητες και τις αξιοποιεί, ενώ χρησιμοποιεί με σύνεση τα αγαθά του. Στον αντίποδα, ο άφρων είναι αμαθής, άπειρος, ασυγκράτητος και αδέξιος.

Θυμοειδές μέρος (συναίσθημα)

Αρετή του συναισθηματικού μέρους της ψυχής είναι η πραότης, που επιτρέπει στον άνθρωπο να υποφέρει ψύχραιμα τις αστοχίες και τις παραλείψεις και να μην στρέφεται εύκολα προς την τιμωρία. Ο πράος δεν αφήνεται στις παρορμήσεις της οργής, ελέγχει την έμφυτη τάση προς τη φιλονικία και εκφράζεται με ήπιο τρόπο. Όποιος δεν διαθέτει αυτή την αρετή, αποκαλείται οργίλος, με κύριο γνώρισμα τα ξεσπάσματα οργής με την παραμικρή αφορμή και την τάση για εκδίκηση. Ο οργίλος είναι ευμετάβλητος, πικρόχολος και παρασύρεται από την οργή του και σε σπουδαία και σε ασήμαντα ζητήματα.

Αρετή του θυμοειδούς είναι και η ανδρεία. Ο ανδρείος δεν καταβάλλεται από τους φόβους, κυρίως εκείνους που αφορούν τον θάνατο. Είναι γενναίος όταν τον βρίσκουν συμφορές και τολμά σε καταστάσεις κινδύνου. Πάνω απ’ όλα, προτιμά έναν έντιμο θάνατο από μία ζωή ατιμωτική, δεν αποφεύγει τους κόπους και επιδιώκει τη νίκη. Το αντίθετο είναι ο δειλός, ο άνανδρος, ο μαλθακός, που υποτάσσεται σε κάθε είδους εξευτελισμό, όταν κινδυνεύει το «τομάρι» του.

Επιθυμητικό μέρος (επιθυμίες, ορέξεις του σώματος)

Αρετή του κατώτερου μέρους της ψυχής, είναι η σωφροσύνη. Σώφρων (σῶς +φρήν «με σώας τας φρένας»), είναι ο ισορροπημένος, ο κόσμιος, ο ευπρεπής. Αυτός που έχει κατακτήσει αυτή την αρετή δεν θαυμάζει τις σωματικές εκείνες ηδονές που είναι φαύλες, δηλαδή ασήμαντες, ανωφελείς και χυδαίες. Επιπλέον απεχθάνεται την ατιμία και στέκεται με την ίδια αξιοπρέπεια μπροστά στα μικρά και στα μεγάλα της ζωής. Αντίθετο της σωφροσύνης είναι η ακολασία. Ο ακόλαστος επιλέγει να σύρει τον εαυτό του σε κάθε βλαβερή ηδονή και σπαταλά τη ζωή του σε επιπολαιότητες και ασήμαντες ασχολίες. Καταντά δε αναιδής, άτακτος, αγενής και ασυνεπής.

Η δεύτερη αρετή που αφορά το επιθυμητικό είναι η εγκράτεια, με την οποία ο ενάρετος άνθρωπος υποτάσσει στη λογική σκέψη κάθε επιθυμία που τον ωθεί σε φαύλες απολαύσεις. Ο εγκρατής είναι καρτερικός και υπομένει την φυσική ένδεια και την θλίψη. Η έλλειψη εγκράτειας είναι η «ακρασία». Ο ακρατής, ενώ μπορεί να είναι σώφρων σε κάποιο βαθμό και να μην προτιμά (όπως ο ακόλαστος παραπάνω) τις ταπεινές ηδονές, ωστόσο δεν έχει τη δύναμη να αντισταθεί, όταν αυτές παρουσιάζονται. Έτσι, εκτός από τα χαρακτηριστικά του ακόλαστου είναι επίσης νωθρός και ανόητος και υποφέρει κάθε φορά που μεταμελείται.

Πίσω και πάνω απ’ όλα αυτά

Τον κατάλογο ολοκληρώνουν τρεις αρετές που αποτελούν τη βάση όλων των άλλων και αφορούν και τα τρία μέρη της ψυχής.

Μία είναι η δικαιοσύνη, που απαιτεί την απονομή στον καθένα «κατ’ αξίαν», ό, τι ακριβώς αξίζει. Ούτε παραπάνω ούτε λιγότερο. Ο δίκαιος άνθρωπος είναι ευσεβής, σέβεται τους γραπτούς και άγραφους νόμους τηρεί τις συμφωνίες, σέβεται τους νεκρούς. Τη δικαιοσύνη ακολουθούν η οσιότητα, η αλήθεια, η πίστη και η μισοπονηρία (μίσος για την πονηρία). Ο άδικος άνθρωπος, είναι ασεβής ως προς τα θεία, πλεονέκτης ως προς τον εαυτό του και υβριστής ως προς τους άλλους, καθώς δεν διστάζει να παρασύρει και τους συντρόφους του σε ενέργειες που επιφέρουν ντροπή. Είναι ακόμα αλαζόνας, ψεύτης, επίορκος, μισάνθρωπος, υποκριτής και κακοήθης.

Αρετή της ψυχής συνολικά, είναι και η ελευθεριότητα. Ο ελευθέριος άνθρωπος είναι αυτός που ενεργεί και μιλά όπως ταιριάζει σε ελεύθερο άνθρωπο. Είναι γενναιόδωρος και ξοδεύει με ευχαρίστηση τα χρήματά του σε έργα αξιέπαινα. Προσφέρει εκεί που πρέπει και δεν παίρνει από εκεί που δεν πρέπει. Έχει περιποιημένη εμφάνιση, τακτοποιημένο και καθαρό σπιτικό, φέρεται με ευγένεια και αγαπά το ωραίο. Αντίθετα, τον τον ανελεύθερο άνθρωπο χαρακτηρίζει η αισχροκέρδεια και η τσιγκουνιά. Από τη μία καμαρώνει για τα άδικα κέρδη του και από την άλλη δεν ξοδεύει ούτε για όσα είναι απαραίτητα ή ξοδεύει ελάχιστα και με κακό τρόπο. Είναι, λοιπόν, φιλάργυρος, δούλος του χρήματος, γεμάτος άγχος, αναξιοπρεπής και χωρίς μέτρο στη ζωή του.

Η τρίτη αρετή όλων των μερών της ψυχής είναι η μεγαλοψυχία. Ο μεγαλόψυχος αντιμετωπίζει αξιοπρεπώς και με γενναιότητα και τη δυστυχία, αλλά και την ευτυχία. Δεν θεωρεί πως η ζωή καθαυτήν είναι υπέρτατη αξία. Είναι απλός στους τρόπους, γενναίος, φιλαλήθης και καθόλου εκδικητικός. Ο μικρόψυχος, από τη άλλη, αποβλακώνεται όταν είναι ευτυχής και απολαμβάνει δόξα και τιμές, ενώ με την ελάχιστη δυστυχία οδύρεται σαν να ήρθε το τέλος του κόσμου. Ερμηνεύει κάθε μικρή παράλειψη ως εσκεμμένη πράξη εναντίον του, εκδηλώνει ταπεινή συμπεριφορά και γίνεται γκρινιάρης, μίζερος και απαισιόδοξος.

Τι είχαμε, τι χάσαμε;

Οι Ελληνικές αρετές, που φοβόμαστε πως θα μας στερήσουν, δεν είναι πια κοντά μας. Κάποιες μεταβλήθηκαν φυσιολογικά, και προσαρμόστηκαν στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες. Κάποιες τις εγκαταλείψαμε γιατί μας κούραζαν ή δεν μας βόλευαν. Κάποιες δεν γνωρίζαμε καν ότι υπάρχουν.

Το μόνο βέβαιο, πάντως, είναι πως αν ο Αριστοτέλης αντίκριζε το κομμάτι εκείνο της δικής μας εν Ελλάδι κοινωνίας, που κυριεύεται από τον φόβο και διψά για βία και εκδίκηση, που καρπώνεται χωρίς αιδώ τους κόπους των άλλων, που απαιτεί εκείνα που δεν αξίζει, που αποφασίζει για την τύχη του απερίσκεπτα για να μετανιώσει λίγα λεπτά αργότερα, που είναι ανοιχτοχέρης με τους ανάξιους και βάζει τρικλοποδιά στους άξιους, που δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του, αλλά κλαίει τη μοίρα του νυχθημερόν, φοβάμαι πως με τίποτα δεν θα πίστευε πως αντικρίζει Έλληνες!

Πώς οι εμπειρίες της παιδικής μας ηλικίας επηρεάζουν την αυτοεκτίμησή μας

Υπάρχει ένας βασικός ψυχολογικός μηχανισμός με τον οποίο γεννιόμαστε και ο οποίος στηρίζεται στην αμφισβήτηση του εαυτού με αφορμή κάθε αρνητικό γεγονός.

Η αμφισβήτηση αυτή λειτουργεί σε τελευταία ανάλυση ως κίνητρο για αυτο-βελτίωση. Δηλαδή όταν κάτι δεν πάει καλά και δεν είμαστε σε θέση να το διορθώσουμε άμεσα, υποσυνείδητα ενεργοποιείται ένα μέρος μέσα μας που μας λέει ότι δεν είμαστε εντάξει όπως είμαστε, δεν είμαστε αρκετά άξιοι, δεν είμαστε αρκετά ικανοί κ.λπ.. Το δυσάρεστο συναίσθημα που παράγεται απ’ αυτήν την αυτοαμφισβήτηση, γίνεται το κίνητρο για να διορθώσουμε την αρνητική κατάσταση.

Η αυτοαμφισβήτηση ως μηχανισμός κινητοποίησης του ανθρώπου λειτουργεί εδώ και δεκάδες χιλιάδες χρόνια στον άνθρωπο (από τότε που ανέπτυξε την επίγνωση του εαυτού του) και είναι η ριζική αιτία κάθε είδους ψυχικού πόνου. Αν αναλογιστούμε πόσο πόνο έχει περάσει η ανθρωπότητα μέχρι σήμερα, μπορούμε να καταλάβουμε ότι ο κάθε άνθρωπος, γεννιέται έχοντας μέσα του μία τεράστια ετοιμότητα για αυτοαμφισβήτηση.

Ανάλογα με το πόσο λείπουν καλά πράγματα στην παιδική μας εμπειρία, ο μηχανισμός αυτοαμφισβήτησης ουσιαστικά «ξυπνάει» αρνητικές πεποιθήσεις γύρω από τον εαυτό εγγεγραμμένες στο DNA μας. Πρόκειται για πεποιθήσεις που έχουν κληροδοτηθεί από γενιά σε γενιά (μέσω DNA και μέσω της διαπαιδαγώγησης των παιδιών της εκάστοτε γενιάς από τους γονείς τους). Η συγκεκριμένη μορφή αυτών των πεποιθήσεων ποικίλλει από άτομο σε άτομο γιατί εξαρτάται από το γενεαλογικό δένδρο και την ιστορία των προγόνων του καθενός .

Ας τονίσουμε ότι δεν είναι ανάγκη αυτή η έλλειψη καλών πραγμάτων να γίνει υπό τη μορφή «τραυματικών γεγονότων» της παιδικής ηλικίας για τα οποία έχει γίνει πολύς λόγος στην ψυχολογία• μπορεί να γίνει και υπό τη μορφή μιας γενικής ψυχολογικής ατμόσφαιρας και στάσης απέναντι στο παιδί που διαποτίζει την καθημερινή του ζωή στο σπίτι, ακόμα κι αν λείπουν θορυβώδη, «σημαντικά» τραυματικά γεγονότα.

Στον βαθμό λοιπόν που ένα παιδί- με τρόπο εμφανή ή ύπουλο- δεν πάρει από τους γονείς του αρκετή αγάπη, σεβασμό, φροντίδα και συνθήκες ασφάλειας, θα ενεργοποιηθούν μέσα του πεποιθήσεις για τον εαυτό του όπως «δεν αξίζω να μ’ αγαπούν», «δεν αξίζω να με σέβονται», «δεν μπορώ, δεν είμαι ικανός να έχω αυτά που έχω ανάγκη».

Γι αυτό το γεγονός ευθύνεται ο βασικός μηχανισμός αυτοβελτίωσης μέσω της αυτοαμφισβήτησης για τον οποίο μιλήσαμε στην αρχή, αλλά συνδράμει κι ο εξής καθοριστικός παράγοντας: Ένα παιδί δεν έχει αρκετά ανεπτυγμένη κρίση ώστε να σκεφθεί ότι δεν ευθύνεται το ίδιο για το ότι οι γονείς του δεν του παρέχουν αυτά που έχει ανάγκη κι έτσι δεν υπάρχει καμία άμυνα απέναντι σ’ αυτήν την ενεργοποίηση αρνητικών πεποιθήσεων μέσα του.

Αν π.χ. δεν πάρει αγάπη ή αναγνώριση των ικανοτήτων του, είναι πολύ περίπλοκο να σκεφτεί ότι υπάρχουν λόγοι για τους οποίους οι γονείς του αδυνατούν να του τη δώσουν, ενώ είναι πολύ απλό, αφού οι αρνητικές πεποιθήσεις περιμένουν ήδη έτοιμες μέσα του, να υποθέσει ότι κάποια ανεπάρκειά του ευθύνεται γι αυτήν την έλλειψη.

Άλλωστε τους γονείς του τους βλέπει περίπου σαν θεούς, εκείνοι είναι οι δυνατοί, έχουν πολλά περισσότερα χρόνια σ’ αυτόν τον πρωτόγνωρο κόσμο, ξέρουν τα πάντα και το ίδιο τίποτα, πώς θα μπορούσαν να κάνουν οποιοδήποτε λάθος; Χώρια που το συμφέρει να τους βλέπει σαν αλάθητους και τέλειους, γιατί απ’ αυτούς εξαρτάται η ίδια του ή ύπαρξη• η ιδέα ότι αυτοί που έχουν αναλάβει τη φροντίδα του ίσως να είναι ατελείς, του προκαλεί ανασφάλεια.

Επίσης να τονίσουμε ότι ένα παιδί μπορεί να πάρει πολλή αγάπη, φροντίδα και προσοχή, αλλά και πάλι να ενεργοποιηθούν έντονα αρνητικές πεποιθήσεις για τον εαυτό του, γιατί πήρε αυτά τα στοιχεία με λάθος τρόπο. Δηλαδή για παράδειγμα, μια υπερβολικά προστατευτική συμπεριφορά που βασίζεται στο φόβο του γονέα, κάνει το παιδί να φοβάται επίσης και να διαμορφώνει έτσι την πεποίθηση ότι είναι πολύ αδύναμο και ευάλωτο μέσα σ’ έναν πολύ επικίνδυνο κόσμο.

Επίσης οι συνεχείς συμβουλές, νουθεσίες και παρεμβολές, όσο και άριστη να είναι η πρόθεση με την οποία δίνονται, του ενεργοποιούν την πεποίθηση ότι δεν μπορεί να βασίζεται στις ικανότητές του (είμαι ανίκανος), δεν έχει τον έλεγχο να κάνει αυτό που το ίδιο θέλει (είμαι ανήμπορος, κάνω αυτό που θέλουν οι άλλοι), δεν έχει την κρίση για να διακρίνει το ωφέλιμο από το βλαβερό (είμαι χαζός, είμαι αμαθής, οι άλλοι μόνο ξέρουν), δεν έχει την αντοχή για να μαθαίνει απ’ τα λάθη του (είμαι ευπαθής, αν κάνω λάθος, καταστράφηκα), πεποιθήσεις όλες πολύ αρνητικές για τον εαυτό.

Ένας άλλος λάθος τρόπος αγάπης των γονιών προς τα παιδιά τους προκύπτει όταν δεν τα αγαπούν γι' αυτήν καθ’ αυτήν την ύπαρξή τους, αλλά επειδή είναι πολύ όμορφα, έξυπνα, καλότροπα, καλοί μαθητές, υπάκουα κ.λπ.. Στον βαθμό που ισχύει αυτό, αυτή η αγάπη επίσης γεννά αρνητικές πεποιθήσεις για τον εαυτό για τον απλούστατο λόγο ότι το παιδί διαμορφώνει την βασική πεποίθηση «δεν αξίζω γι' αυτό που είμαι, αξίζω μόνο όσο ικανοποιώ τις επιθυμίες των άλλων για μένα».

Διότι στην παραμικρή απόκλιση απ’ αυτά που περιμένουν οι άλλοι από κείνο, διαισθάνεται την μεγάλη επιδείνωση του συναισθηματικού κλίματος. Μοιάζει με την κατάθλιψη και το άγχος που βασανίζει συχνά τους σταρ του θεάματος οι οποίοι γνωρίζουν κατά βάθος ότι όλος ο θαυμασμός και η αγάπη του κόσμου δεν είναι πράγματι προς το πρόσωπό τους, αλλά είναι κάτι απολύτως εξαρτώμενο από τις επιτυχίες τους και από την μόδα των καιρών.

Έτσι λοιπόν η πρώτη εικόνα που διαμορφώνουμε για τον εαυτό μας εξαρτάται από τις εμπειρίες της παιδικής μας ζωής κι αυτή η εικόνα, διατηρείται και στην ενήλικη ζωή, ουσιαστικά μέχρι να πεθάνουμε, αν δεν την θέσουμε συνειδητά και συστηματικά υπό αμφισβήτηση. Εδώ φυσικά προκύπτει το ερώτημα, γιατί συμβαίνει αυτό;

Δηλαδή, αν ένα παιδί δεν έχει πάρει αγάπη και σεβασμό απ’ τους γονείς του, είναι επόμενο όπως εξηγήσαμε να διαμορφώσει πεποιθήσεις για τον εαυτό του όπως «δεν αξίζω να μ’ αγαπούν και να με σέβονται» και «δεν έχω τη δύναμη να παίρνω αυτό που θέλω (όπως το σημαντικότατο να μ’ αγαπούν και να με σέβονται)». Όμως γιατί οι κατοπινές του εμπειρίες με άλλους ανθρώπους, δεν του αλλάζουν αυτές τις πεποιθήσεις;

Ένας απ’ τους λόγους είναι κατ’ αρχήν ότι οι πρώτες πεποιθήσεις για τον εαυτό έχουν ιδιαίτερη ισχύ αφού ενεργοποιούνται όταν δεν υπάρχει καμία κριτική άμυνα και διαμορφώνουν την πρώτη εντύπωση για το ποιοι είμαστε, που είναι και η πιο δυνατή.

Από κει κι έπειτα αυτές οι καλά θεμελιωμένες πεποιθήσεις επηρεάζουν τις επιλογές μας και την ερμηνεία των γεγονότων της ζωής μας με τέτοιο τρόπο ώστε να αυτο-επιβεβαιώνονται.

Ο μοναδικός δρόμος για την ευτυχία είναι να μην ανησυχούμε για πράγματα που ξεπερνούν τα όρια των δυνατοτήτων μας

Πολλοί από μας παραπονιούνται: «Αχ, αν είχα καλύτερο σπίτι… αν είχα καλύτερη εμφάνιση… αν είχα καλύτερη δουλειά» — και παραιτούμαστε από την απόλαυση και τη βελτίωση όσων έχουμε ήδη. Πολλοί ανησυχούμε —«τρωγόμαστε»— για πράγματα που δεν μπορούμε να αλλάξουμε. Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να αλλάξουμε το ότι είμαστε θνητοί ή το ότι τα αγαπημένα μας πρόσωπα έχουν ελαττώματα — κι ότι είναι επίσης ευάλωτα.

Υπάρχουν πολλά πράγματα που δεν εξουσιάζουμε, που βρίσκονται έξω από τον έλεγχό μας. Οι άνθρωποι που θέλουν να ελέγχουν τα πάντα — οι λεγόμενοι, στα αγγλικά, control freaks (η έκφραση είναι πολύ πετυχημένη)— υποφέρουν πολύ από το απλό γεγονός ότι δεν μπορούν να ελέγχουν τα πάντα. Έτσι, ματαιοπονούν, αγχώνονται, απογοητεύονται, επιρρίπτουν ευθύνες στους άλλους και, την ίδια στιγμή, βασανίζονται από ενοχές.

Αν θέλεις, λένε οι Στωικοί, να μη σου τύχουν αρρώστιες, θάνατος ή φτώχεια, θα δυστυχήσεις. Αν επιθυμείς κάτι που ξεπερνά τις δυνάμεις σου, θα αποτύχεις. Καθετί που αγαπάς πρέπει να ξέρεις τι είναι, ποια είναι η φύση του και τα όριά του. Παραδείγματος χάρη, ένα ποτήρι είναι κάτι εύθραυστο, αν σπάσει λοιπόν δεν πρέπει να ταραχτείς· το παιδί σου είναι άνθρωπος, άρα εξ ορισμού θνητό. Ο ποιητής Τ. Σ. Έλιοτ προσθέτει: «Οι άνθρωποι στους οποίους δεν έχουν τύχει σοβαρά πράγματα δεν αντιλαμβάνονται την ασημαντότητα των γεγονότων».

Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι δικαιούνται μια ζωή χωρίς διακυμάνσεις, χωρίς κρίσεις, χωρίς αποτυχίες και άσχημες εκπλήξεις — τέτοια ζωή δεν υπάρχει ούτε για τα άτομα ούτε για τις κοινωνίες. Ο Στωικός πιστεύει πως συμβαίνουν συμφορές τις οποίες ωστόσο πρέπει να αντιμετωπίζουμε με θάρρος, χιούμορ και υπομονή.

Η δυστυχία οφείλεται τις περισσότερες φορές στην απεγνωσμένη προσπάθεια να ελέγξουμε όσα είναι ανεξέλεγκτα ή στην αμέλεια που δείχνουμε για όσα μπορούμε να ελέγξουμε. Πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει πολλά υπάρχοντα αλλά εκείνος που έχει λίγες επιθυμίες. Την ιδέα αυτή συναντάμε επίσης στον βουδισμό, ο οποίος, αντίθετα από τις άλλες θρησκείες, δεν επικεντρώνεται στη λατρεία της θεότητας αλλά στον τερματισμό της ανθρώπινης οδύνης.

Αναζητώντας ζωή σε άλλους κόσμους

Ήδη από τον 17ο αιώνα, ο σύγχρονος του Γαλιλαίου φιλόσοφος Τζιορντάνο Μπρούνο υποστήριξε ότι στο Σύμπαν υπάρχουν άπειροι πλανήτες σαν τη Γη και υπαινίχθηκε ακόμη και την ύπαρξη ζωής σε αυτούς. Περιττό να πούμε ότι το λαμπρό αυτό πνεύμα έχασε τη ζωή του με τρόπο δραματικό, στην πυρά, για τις κοσμολογικές του αντιλήψεις. Σήμερα έχουμε επιβεβαιώσει την ύπαρξη 4.000 και πλέον πλανητών πέρα από το ηλιακό σύστημα, τους οποίους ονομάζουμε εξωπλανήτες. Από αυτούς οι μισοί μοιάζουν, ως προς το μέγεθος και τη σύστασή τους, με τη Γη μας. Για την ακρίβεια, μέχρι την 1η Μαΐου 2021, σύμφωνα με τη NASA, γνωρίζαμε 4.758 επιβεβαιωμένους εξωπλανήτες.

Kepler-452bKepler-452 b: Ένας «ξάδελφος της Γης» με 5-πλάσια μάζα ΄και διπλάσια βαρύτητα, που περιστρέφεται γύρω από ένα αστέρι σαν τον ήλιο μας στην κατοικήσιμη ζώνη, όπου θα μπορούσε να υπάρχει υγρό νερό. Η ανακάλυψή του ανακοινώθηκε στις 23 Ιουλίου 2015 ενώ απέχει 1.400 έτη φωτός από το ηλιακό μας σύστημα. Ένα διαστημόπλοιο που θα επιχειρούσε να τον προσεγγίσει θα χρειαζόταν, αν η ταχύτητά του ήταν όσο του Νέοι Ορίζοντες, του ταχύτερου διαστημόπλοιου που εκτοξεύθηκε ποτέ από τη Γη, περίπου 25,8 εκατομμύρια χρόνια.

Προϋποθέσεις κατοικησιμότητας

Τους εξωπλανήτες, όντας πολύ μακρινά και αμυδρά σώματα, πώς μπορούμε να τους εντοπίσουμε και να τους μελετήσουμε ώστε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για την κατοικησιμότητά τους; Προτού αναφερθούμε στους τρόπους αναζήτησης εξωπλανητών, είναι χρήσιμο να ορίσουμε τι εννοούμε με τον όρο «κατοικησιμότητα» ενός πλανήτη. Ένας αρχικός και πολύ απλοϊκός ορισμός είναι η ικανότητα ενός πλανήτη να αναπτύξει και να διατηρήσει στην επιφάνειά του οποιαδήποτε μορφή ζωής. Σύμφωνα με την επιστήμη της βιολογίας και με βάση τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά των γήινων έμβιων όντων, η ζωή για να αναπτυχθεί χρειάζεται τρία βασικά στοιχεία,

α. Νερό σε υγρή μορφή.

β. Χημικά στοιχεία από τα οποία θα δημιουργηθούν οι ενώσεις που συνθέτουν τους βιολογικούς οργανισμούς

γ. Ενέργεια η οποία στην πλειονότητά της προέρχεται από το μητρικό άστρο του πλανήτη.

Θερμοκρασία και πίεση

Γύρω από κάθε άστρο της κύριας ακολουθίας υπάρχει μια περιοχή όπου, ένας βραχώδης πλανήτης θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να διατηρήσει στην επιφάνειά του νερό σε υγρή μορφή. Μία βασική προϋπόθεση είναι η ακτινοβολία με τη μορφή θερμότητας που δέχεται ο πλανήτης από το μητρικό του άστρο να είναι τέτοια ώστε η επιφανειακή θερμοκρασία του πλανήτη να επιτρέπει στο νερό να μην παγώνει ούτε να εξατμίζεται, αλλά να παραμένει σε υγρή μορφή. Βέβαια για να συμβεί αυτό δεν αρκεί μόνο η θερμοκρασία να είναι κατάλληλη, αλλά και η ατμοσφαιρική πίεση να είναι επίσης ανάλογη. Η περιοχή αυτή ονομάζεται κατοικήσιμη ζώνη.

Η απόσταση της ζώνης αυτής από το άστρο ποικίλει ανάλογα με τον φασματικό του τύπο. Η έννοια αυτή της κατοικήσιμης ζώνης διευρύνεται αν αναζητήσει κανείς άλλες πηγές ενέργειας, εκτός του μητρικού άστρου, η οποία θα μπορούσε να συμβάλει στην ύπαρξη νερού σε υγρή μορφή σε κάποιον βραχώδη κόσμο. Τέτοια παραδείγματα συναντούμε στο ηλιακό σύστημα. Οι δορυφόροι του Δία Ευρώπη, Καλλιστώ και Γανυμήδης και ο δορυφόρος του Κρόνου Εγκέλαδος είναι δείγματα της περίπτωσης αυτής. Μολονότι βρίσκονται πέρα από την τυπική κατοικήσιμη ζώνη του Ηλίου, εντός της οποίας βρίσκεται μόνο η Γη, διαθέτουν τεράστιες ποσότητες υγρού νερού κάτω από την παγωμένη τους επιφάνεια. Αν και η επιφανειακή θερμοκρασία των σωμάτων αυτών είναι περίπου -150 βαθμοί Κελσίου, το νερό παραμένει σε υγρή μορφή χάρη στην εσωτερική θερμότητα (η οποία προκαλείται από τις τριβές των πετρωμάτων τους λόγω των ισχυρών παλιρροϊκών δυνάμεων που τους ασκεί το βαρυτικό πεδίο των πλανητών).

Μέθοδοι αναζήτησης εξωπλανητών

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα αναζητούν οι επιστήμονες πλανήτες γύρω από άλλους αστέρες του Γαλαξία οι οποίοι θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν ζωή, αξιοποιώντας πλήθος τεχνολογιών. Ειδικότερα, για την αναζήτηση εξωπλανητών αξιοποιούνται πέντε μέθοδοι έρευνας:

α. Η μέθοδος της διάβασης (transit),

β. της ακτινικής ταχύτητας (radial velocity),

γ. του βαρυτικού μικροφακού (gravitational microlensing),

δ. της απευθείας φωτογράφησης

ε. του συγχρονισμού των pulsars.

Από τις παραπάνω μεθόδους οι δύο πρώτες είναι οι πιο σημαντικές. Με την πρώτη μπορούμε να υπολογίσουμε τη διάμετρο του πλανήτη, την περίοδο περιφοράς του γύρω από τον αστέρα και κατ’ επέκταση, χρησιμοποιώντας τον τρίτο νόμο του Κέπλερ, την απόστασή του από αυτόν. Επίσης αναλύοντας φασματοσκοπικά το φως του αστέρα που διέρχεται μέσα από την ατμόσφαιρα του πλανήτη, εφόσον διαθέτει, μπορούμε να πάρουμε πληροφορίες για την πυκνότητα και τη σύστασή της. Η δεύτερη μέθοδος μας δίνει τη μάζα του πλανήτη και αφού γνωρίζουμε συνδυαστικά τη διάμετρο του πλανήτη αποκτούμε εικόνα για την πυκνότητά του και τη σύσταση του. Έτσι συμπεραίνουμε αν πρόκειται για αέριο ή βραχώδες σώμα. Τα δεδομένα για τους εξωπλανήτες συλλέγονται από μεγάλα επίγεια τηλεσκόπια ή εξειδικευμένα για τον σκοπό αυτόν διαστημικά τηλεσκόπια, με πιο σημαντικά από αυτά το CoRoT (Convection, Rotation and planetary Transits) της ESA και της CNES, το Kepler και TESS (Transiting Exoplanet Survey Satellite) της NASA.

Ασύλληπτες αποστάσεις

Πόσο μακριά έχουμε καταφέρει να κοιτάξουμε με τα τηλεσκόπιά μας; Η διάμετρος του Γαλαξία υπολογίζεται σε 100.000 έτη φωτός, ενώ η θέση μας απέχει περίπου 26.000 ε.φ. από το κέντρο του. Στην προσπάθειά μας να ανακαλύψουμε νέους εξωπλανήτες έχουμε καταφέρει να κοιτάξουμε σε μία ακτίνα περίπου 3.000 ε.φ. εντός της οποίας βρίσκονται οι πιο γνωστοί από αυτούς. Ωστόσο ο πιο μακρινός γνωστός εξωπλανήτης βρίσκεται σε απόσταση 13.000 ε.φ. προς το κέντρο του Γαλαξία και ονομάζεται OGLE-2014-BLG-0124L.

Ποιες είναι όμως οι πιθανότητες να υπάρχει ζωή και σε άλλους κόσμους εκτός από τη Γη; Αξίζει να επισημανθεί ότι η επιστημονική έρευνα δεν αφορά μόνο την αναζήτηση ζωής σε οποιοδήποτε στάδιο της εξέλιξής της, αλλά και τη ζωή που να έχει αναπτύξει νοήμονα πολιτισμό ικανό να επικοινωνήσει με άλλους. Είμαστε λοιπόν μόνοι και, αν όχι, πού είναι οι υπόλοιποι; (Το ερώτημα αυτό είναι γνωστό ως παράδοξο του Fermi.)

Αναπάντητα ερωτήματα

Σήμερα γνωρίζουμε με βεβαιότητα τη θέση μας στον Γαλαξία, ως τον μοναδικό πλανήτη που φιλοξενεί ζωή, ενώ με βάση τα επιστημονικά δεδομένα μπορούμε να υπολογίσουμε τις πιθανότητες να υπάρχει και σε άλλους κόσμους. Επίσης γνωρίζουμε ότι το Σύμπαν είναι γενικά ένα εχθρικό περιβάλλον, ενώ σε κάποιες απόμερες γωνιές του μπορεί να υπάρχουν οάσεις, όπου μπορεί να εμφανιστεί και να εξελιχθεί η ζωή. Ωστόσο οι περιοχές αυτές είναι σίγουρα πολύ μακριά μας και με τα σημερινά δεδομένα είναι πρακτικά αδύνατο να καταφέρουμε να ταξιδέψουμε ως εκεί. Έτσι, με βάση τα μέχρι σήμερα τεχνολογικά μας επιτεύγματα, το μόνο φιλόξενο για εμάς «σπίτι», είναι ο πλανήτης Γη. Αυτός ο τόσο όμορφος αλλά και τόσο εύθραυστος κόσμος είναι το μοναδικό μας σπίτι και το μοναδικό μας διαστημόπλοιο που μας ταξιδεύει στο αχανές Διάστημα. Έχουμε λοιπόν ύψιστο χρέος να τον προστατέψουμε για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε και για να συνεχίσουμε να ψάχνουμε.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΡΟΔΙΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

ΔΗΜ 15.5–13

(ΔΗΜ 15. Πίστις: §5–34) Οι αντιφατικές προτάσεις των αντιπάλων και η συνέπεια του ρήτορα – Μ. Βασιλιάς και Αρτεμισία δεν θα αντιδράσουν στις αθηναϊκές ενέργειες

Ο ρήτορας ξεκινά την επιχειρηματολογία του, όπου θα προσπαθήσει να αποδείξει ότι η απόφαση των Αθηναίων για βοήθεια προς τους Ροδίους είναι και συμφέρουσα και δίκαιη.


[5] Θαυμάζω δ’ ὅτι τοὺς αὐτοὺς ὁρῶ ὑπὲρ μὲν Αἰγυπτίων
τἀναντία πράττειν βασιλεῖ τὴν πόλιν πείθοντας, ὑπὲρ δὲ τοῦ
Ῥοδίων δήμου φοβουμένους τὸν ἄνδρα τοῦτον. καίτοι τοὺς
μὲν Ἕλληνας ὄντας ἅπαντες ἴσασι, τοὺς δ’ ἐν τῇ ἀρχῇ τῇ
’κείνου μεμερισμένους. [6] οἶμαι δ’ ὑμῶν μνημονεύειν ἐνίους,
ὅτι ἡνίκ’ ἐβουλεύεσθ’ ὑπὲρ τῶν βασιλικῶν, παρελθὼν πρῶτος
ἐγὼ παρῄνεσα, οἶμαι δὲ καὶ μόνος ἢ δεύτερος εἰπεῖν, ὅτι μοι
σωφρονεῖν ἂν δοκεῖτε, εἰ τὴν πρόφασιν τῆς παρασκευῆς μὴ
τὴν πρὸς ἐκεῖνον ἔχθραν ποιοῖσθε, ἀλλὰ παρασκευάζοισθε
μὲν πρὸς τοὺς ὑπάρχοντας ἐχθρούς, ἀμύνοισθε δὲ κἀκεῖνον,
ἐὰν ὑμᾶς ἀδικεῖν ἐπιχειρῇ. καὶ οὐκ ἐγὼ μὲν εἶπον ταῦτα, ὑμῖν
δ’ οὐκ ἐδόκουν ὀρθῶς λέγειν, ἀλλὰ καὶ ὑμῖν ἤρεσκε ταῦτα.
[7] ἀκόλουθος τοίνυν ὁ νῦν λόγος ἐστί μοι τῷ τότε ῥηθέντι.
ἐγὼ γάρ, εἰ βασιλεὺς παρ’ αὑτὸν ὄντα με σύμβουλον ποιοῖτο,
ταὔτ’ ἂν αὐτῷ παραινέσαιμ’ ἅπερ ὑμῖν, ὑπὲρ μὲν τῶν αὑτοῦ
πολεμεῖν, ἐάν τις ἐναντιῶται τῶν Ἑλλήνων, ὧν δὲ μηδὲν
αὐτῷ προσήκει, τούτων μηδ’ ἀντιποιεῖσθαι τὴν ἀρχήν. [8] εἰ μὲν
οὖν ὅλως ἐγνώκατ’, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅσων ἂν βασιλεὺς
ἐγκρατὴς γένηται φθάσας ἢ παρακρουσάμενός τινας τῶν ἐν
ταῖς πόλεσι, παραχωρεῖν, οὐ καλῶς ἐγνώκατε, ὡς ἐγὼ κρίνω·
εἰ δ’ ὑπὲρ τῶν δικαίων καὶ πολεμεῖν, ἂν τούτου δέῃ, καὶ
πάσχειν ὁτιοῦν οἴεσθε χρῆναι, πρῶτον μὲν ὑμῖν ἧττον δεήσει
τούτων, ὅσῳ ἂν μᾶλλον ἐγνωκότες ἦτε ταῦτα, ἔπειθ’ ἃ
προσήκει φρονεῖν δόξετε.

[9] Ὅτι δ’ οὐδὲν καινὸν οὔτ’ ἐγὼ λέγω νῦν κελεύων Ῥοδίους
ἐλευθεροῦν, οὔθ’ ὑμεῖς, ἂν πεισθῆτέ μοι, ποιήσετε, τῶν γεγενη-
μένων ὑμᾶς τι καὶ συνενηνοχότων ὑπομνήσω. ὑμεῖς ἐξε-
πέμψατε Τιμόθεόν ποτ’, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, βοηθήσοντ’
Ἀριοβαρζάνῃ, προσγράψαντες τῷ ψηφίσματι ’μὴ λύοντα
τὰς σπονδὰς τὰς πρὸς τὸν βασιλέα. ἰδὼν δ’ ἐκεῖνος τὸν
μὲν Ἀριοβαρζάνην φανερῶς ἀφεστῶτα βασιλέως, Σάμον δὲ
φρουρουμένην ὑπὸ Κυπροθέμιδος, ὃν κατέστησε Τιγράνης
ὁ βασιλέως ὕπαρχος, τῷ μὲν ἀπέγνω μὴ βοηθεῖν, τὴν δὲ
προσκαθεζόμενος καὶ βοηθήσας ἠλευθέρωσε· [10] καὶ μέχρι τῆς
τήμερον ἡμέρας οὐ γέγονεν πόλεμος διὰ ταῦθ’ ὑμῖν. οὐ γὰρ
ὁμοίως οὐδεὶς ὑπέρ τε τοῦ πλεονεκτεῖν πολεμήσειεν ἂν καὶ
τῶν ἑαυτοῦ, ἀλλ’ ὑπὲρ μὲν ὧν ἐλαττοῦνται μέχρι τοῦ δυνατοῦ
πάντες πολεμοῦσιν, ὑπὲρ δὲ τοῦ πλεονεκτεῖν οὐχ οὕτως, ἀλλ’
ἐφίενται μέν, ἐάν τις ἐᾷ, ἐὰν δὲ κωλυθῶσιν, οὐδὲν ἠδικηκέναι
τοὺς ἐναντιωθέντας αὐτοῖς ἡγοῦνται.

[11] Ὅτι δ’ οὐδ’ ἂν ἐναντιωθῆναί μοι δοκεῖ τῇ πράξει ταύτῃ
νῦν Ἀρτεμισία τῆς πόλεως οὔσης ἐπὶ τῶν πραγμάτων, μίκρ’
ἀκούσαντες σκοπεῖτε εἴτ’ ὀρθῶς λογίζομαι ταῦτ’ εἴτε μή.
ἐγὼ νομίζω, πράττοντος μὲν ἐν Αἰγύπτῳ πάνθ’ ὡς ὥρμηκε
βασιλέως, σφόδρ’ ἂν Ἀρτεμισίαν πειραθῆναι περιποιῆσαι
Ῥόδον αὐτῷ, οὐ τῇ βασιλέως εὐνοίᾳ, ἀλλὰ τῷ βούλεσθαι
πλησίον αὐτῆς διατρίβοντος ἐκείνου μεγάλην εὐεργεσίαν
καταθέσθαι πρὸς αὐτόν, ἵν’ ὡς οἰκειότατ’ αὐτὴν ἀποδέχηται·
[12] πράττοντος δ’ ὡς λέγεται, καὶ διημαρτηκότος οἷς ἐπεχείρησεν,
ἡγεῖσθαι τὴν νῆσον ταύτην, ὅπερ ἔστιν, ἄλλο μὲν οὐδὲν
ἂν εἶναι βασιλεῖ χρησίμην ἐν τῷ παρόντι, τῆς δ’ αὑτῆς
ἀρχῆς ἐπιτείχισμα πρὸς τὸ μηδ’ ὁτιοῦν παρακινεῖν. ὥστε μοι
δοκεῖ μᾶλλον ἂν ὑμᾶς ἔχειν μὴ φανερῶς αὐτῆς ἐνδούσης, ἢ
’κεῖνον λαβεῖν βούλεσθαι. οἶμαι μὲν οὖν οὐδὲ βοηθήσειν
αὐτήν, ἂν δ’ ἄρα τοῦτο ποιῇ, φαύλως καὶ κακῶς. [13] ἐπεὶ καὶ
βασιλέα γε, ὅ τι μὲν ποιήσει μὰ Δί’ οὐκ ἂν εἴποιμ’ ἔγωγ’
ὡς οἶδα, ὅτι μέντοι συμφέρει τῇ πόλει δῆλον ἤδη γενέσθαι
πότερ’ ἀντιποιήσεται τῆς πόλεως τῆς Ῥοδίων ἢ οὔ, τοῦτ’
ἂν ἰσχυρισαίμην· οὐ γὰρ ὑπὲρ Ῥοδίων βουλευτέον, ὅταν
ἀντιποιῆται, μόνον, ἀλλ’ ὑπὲρ ἡμῶν αὐτῶν καὶ τῶν πάντων
Ἑλλήνων.

***
[5] Παραξενεύομαι δε, διότι βλέπω, ότι οι ίδιοι άνθρωποι πείθουν την πόλιν υπέρ μεν των Αιγυπτίων να τηρή στάσιν εχθρικήν εναντίον του βασιλέως, προκειμένου δε να βοηθήσουν τους δημοκρατικούς των Ροδίων βλέπω ότι φοβούνται τον άνδρα τούτον. Και όμως όλοι γνωρίζουν ότι ούτοι μεν είναι Έλληνες εν ω εκείνοι συγκαταλέγονται μεταξύ των υπηκόων του. [6] Νομίζω δε ότι οι περισσότεροι από σας ενθυμούνται, ότι, όταν εσκέπτεσθε περί της στάσεως έναντι του βασιλέως, ανελθών εις το βήμα πρώτος εγώ συνεβούλευσα, νομίζω δε ότι και μόνος ή δεύτερος είπον, ότι ηθέλετε φανή σώφρονες, εάν δεν ηθέλετε λάβει ως πρόφασιν της παρασκευής σας την έχθραν εναντίον εκείνων, αλλά εάν ηθέλετε παρασκευάζεσθε μεν προς απόκρουσιν των υπαρχόντων εχθρών, ηθέλετε δε αποκρούσει εκείνον, αν ήθελεν επιχειρεί να σας αδική. Και δεν είπον μεν εγώ ταύτα, εις σας δε δεν εφαίνοντο ταύτα ορθά, αλλά και εις σας ήρεσκον ταύτα. [7] Λοιπόν οι τωρινοί λόγοι μου είναι σύμφωνοι προς όσα είπον τότε. Εγώ δηλαδή, εάν ο βασιλεύς ήθελε με καλέσει πλησίον του ως σύμβουλόν του, τα αυτά ήθελον συμβουλεύσει αυτόν, τα οποία συμβουλεύω και σας, δηλαδή υπέρ μεν των ιδικών του να πολεμή, αν κανείς εκ των Ελλήνων εναντιώνεται κατ' αυτού, όσα δε κατ' ουδένα τρόπον δεν ανήκουν εις αυτόν, ταύτα κατ' ουδένα τρόπον να μη ζητή να κάμη ιδικά του. [8] Εάν μεν λοιπόν έχετε αποφασίσει κατ' αρχήν, ω άνδρες Αθηναίοι, να παραχωρήσετε εις τον βασιλέα, όσα ούτος έχει καταλάβει ή αφού επρόλαβε, και έγινε κύριος αυτών ή αφού εξηπάτησε μερικούς των πολιτών των πόλεων τούτων, δεν έχετε ορθώς αποφασίσει κατά την γνώμην μου· εάν δε νομίζετε, ότι έχετε καθήκον και να πολεμήτε υπέρ των δικαίων, αν παραστή ανάγκη τούτου και να πάσχετε οτιδήποτε, πρώτον μεν θα έχετε ελπίδας να αποφύγετε ταύτα τόσον περισσοτέρας, όσον περισσότερον σταθεροί μείνητε εις την απόφασίν σας ταύτην, έπειτα δε θα φανήτε ότι σκέπτεσθε όσα πρέπει.

[9] Ότι δε ούτε εγώ τώρα δεν λέγω τίποτε νέον προτρέπω σας να ελευθερώνετε τους Ροδίους, ούτε σεις θα κάμετε τίποτε νέον, αν πεισθήτε εις εμέ, θα το αποδείξω υπενθυμίζων γεγονότα τα οποία απέβησαν προς ωφέλειάν σας. Σεις προ τινών ετών απεστείλατε τον Τιμόθεον, ω άνδρες Αθηναίοι, να παράσχη βοήθειαν εις τον Αριοβαρζάνην, αφού προσεθέσατε εις το ψήφισμα «χωρίς να παραβιάση τας σπονδάς προς τον βασιλέα». Αφού δε εκείνος αντελήφθη, ότι ο Αριοβαρζάνης μεν φανερά είχεν αποστατήσει από τον βασιλέα, η Σάμος δε εφρουρείτο υπό του Κυπροθέμιδος, τον οποίον είχεν εγκαταστήσει ο ύπαρχος του βασιλέως Τιγράνης ως άρχοντα ταύτης, εις μεν τον Αριοβαρζάνην απεφάσισε να μη παράσχη βοήθειαν, την δε Σάμον πολιορκήσας και βοηθήσας ηλευθέρωσεν· [10] και μέχρι της σήμερον εξ αιτίας τούτων δεν έγινε πόλεμος εκ μέρους του βασιλέως εναντίον σας. Διότι ουδείς εξ ίσου ήθελε πολεμήσει διά να αποκτήση περισσότερα από όσα έχει και διά να διατηρήση όσα έχει, αλλά δι' όσα μεν στερούνται όλοι πολεμούν όσον ημπορούν, διά να αυξήσουν δε όσα έχουν ουχί ομοίως πολεμούν, αλλ' επιθυμούν μεν να αυξήσουν όσα έχουν όταν δεν εμποδισθούν, νομίζουν δε ότι όσοι εναντιωθούν εις αυτούς δεν έχουν διαπράξει καμμίαν αδικίαν.

[11] Ότι δε μου φαίνεται, ότι ουδέ η Αρτεμισία ήθελεν εναντιωθή εις την ενέργειάν σας ταύτην τώρα, αν η πόλις παρακολουθή εκ του πλησίον τα πράγματα της Ρόδου, αφού ολίγα ακούσετε, κρίνατε, αν σκέπτομαι ορθώς ή όχι. Εγώ νομίζω, ότι, αν μεν όλαι αι υποθέσεις του βασιλέως εις την Αίγυπτον πηγαίνουν συμφώνως προς τα σχέδιά του, πάρα πολύ ήθελε προσπαθήσει η Αρτεμισία να υποτάξη την Ρόδον εις αυτόν, όχι από εύνοιαν προς τον βασιλέα, αλλά διότι θέλει, αφού θα είναι εκείνος πλησίον αυτής, να του παράσχη μεγάλην ευεργεσίαν, διά να αποκτήση αμέριστον την εύνοιάν του. [12] Αν όμως αποτύχη, όπως λέγεται, εις τα σχέδιά του, πρέπει να νομίζετε, πράγμα το οποίον είναι αληθές, ότι η νήσος αύτη εις τίποτε δεν ήθελεν είναι χρήσιμος κατά το παρόν εις τον βασιλέα, παρά μόνον ως φρούριον της αρχής της, ώστε να την εμποδίζη να κινήται. Ώστε μου φαίνεται, ότι θα προετίμα σας ως κυρίους της νήσου ταύτης, χωρίς φανερά να σας την παραδώση, παρά να αφήση τον βασιλέα να την καταλάβη. Νομίζω μεν λοιπόν, ότι αύτη ουδέ θα βοηθήση αυτήν, αν δε κάμη τούτο, θα το κάμη κακώς και ασθενώς· εξ άλλου όσον μεν αφορά το τι θα κάμη ο βασιλεύς, μα τον Δία, δεν ήθελον ισχυρισθή ότι εγώ τουλάχιστον γνωρίζω, ήθελον όμως διισχυρισθή, ότι συμφέρει εις την πόλιν να είναι φανερόν, ποίον εκ των δύο, θα έχη αξιώσεις επί της πόλεως των Ροδίων ή όχι· διότι δεν πρέπει να σκεπτώμεθα περί των Ροδίων όταν έχη αξιώσεις, αλλά περί ημών των ιδίων και όλων των Ελλήνων.