Τρίτη 9 Αυγούστου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (9.500-9.566)

500 Ὣς φάσαν, ἀλλ᾽ οὐ πεῖθον ἐμὸν μεγαλήτορα θυμόν,
ἀλλά μιν ἄψορρον προσέφην κεκοτηότι θυμῷ·
«Κύκλωψ, αἴ κέν τίς σε καταθνητῶν ἀνθρώπων
ὀφθαλμοῦ εἴρηται ἀεικελίην ἀλαωτύν,
φάσθαι Ὀδυσσῆα πτολιπόρθιον ἐξαλαῶσαι,
505 υἱὸν Λαέρτεω, Ἰθάκῃ ἔνι οἰκί᾽ ἔχοντα.»
Ὣς ἐφάμην, ὁ δέ μ᾽ οἰμώξας ἠμείβετο μύθῳ·
«ὢ πόποι, ἦ μάλα δή με παλαίφατα θέσφαθ᾽ ἱκάνει.
ἔσκε τις ἐνθάδε μάντις ἀνὴρ ἠΰς τε μέγας τε,
Τήλεμος Εὐρυμίδης, ὃς μαντοσύνῃ ἐκέκαστο
510 καὶ μαντευόμενος κατεγήρα Κυκλώπεσσιν·
ὅς μοι ἔφη τάδε πάντα τελευτήσεσθαι ὀπίσσω,
χειρῶν ἐξ Ὀδυσῆος ἁμαρτήσεσθαι ὀπωπῆς.
ἀλλ᾽ αἰεί τινα φῶτα μέγαν καὶ καλὸν ἐδέγμην
ἐνθάδ᾽ ἐλεύσεσθαι, μεγάλην ἐπιειμένον ἀλκήν·
515 νῦν δέ μ᾽ ἐὼν ὀλίγος τε καὶ οὐτιδανὸς καὶ ἄκικυς
ὀφθαλμοῦ ἀλάωσεν, ἐπεί μ᾽ ἐδαμάσσατο οἴνῳ.
ἀλλ᾽ ἄγε δεῦρ᾽, Ὀδυσεῦ, ἵνα τοι πὰρ ξείνια θείω,
πομπήν τ᾽ ὀτρύνω δόμεναι κλυτὸν ἐννοσίγαιον·
τοῦ γὰρ ἐγὼ πάϊς εἰμί, πατὴρ δ᾽ ἐμὸς εὔχεται εἶναι.
520 αὐτὸς δ᾽, αἴ κ᾽ ἐθέλῃσ᾽, ἰήσεται, οὐδέ τις ἄλλος
οὔτε θεῶν μακάρων οὔτε θνητῶν ἀνθρώπων.»
Ὣς ἔφατ᾽, αὐτὰρ ἐγώ μιν ἀμειβόμενος προσέειπον·
«αἲ γὰρ δὴ ψυχῆς τε καὶ αἰῶνός σε δυναίμην
εὖνιν ποιήσας πέμψαι δόμον Ἄϊδος εἴσω,
525 ὡς οὐκ ὀφθαλμόν γ᾽ ἰήσεται οὐδ᾽ ἐνοσίχθων.»
Ὣς ἐφάμην, ὁ δ᾽ ἔπειτα Ποσειδάωνι ἄνακτι
εὔχετο, χεῖρ᾽ ὀρέγων εἰς οὐρανὸν ἀστερόεντα·
«Κλῦθι, Ποσείδαον γαιήοχε κυανοχαῖτα·
εἰ ἐτεόν γε σός εἰμι, πατὴρ δ᾽ ἐμὸς εὔχεαι εἶναι,
530 δὸς μὴ Ὀδυσσῆα πτολιπόρθιον οἴκαδ᾽ ἱκέσθαι
υἱὸν Λαέρτεω, Ἰθάκῃ ἔνι οἰκί᾽ ἔχοντα.
ἀλλ᾽ εἴ οἱ μοῖρ᾽ ἐστὶ φίλους ἰδέειν καὶ ἱκέσθαι
οἶκον ἐϋκτίμενον καὶ ἑὴν ἐς πατρίδα γαῖαν,
ὀψὲ κακῶς ἔλθοι, ὀλέσας ἄπο πάντας ἑταίρους,
535 νηὸς ἐπ᾽ ἀλλοτρίης, εὕροι δ᾽ ἐν πήματα οἴκῳ.»
Ὣς ἔφατ᾽ εὐχόμενος, τοῦ δ᾽ ἔκλυε κυανοχαίτης.
αὐτὰρ ὅ γ᾽ ἐξαῦτις πολὺ μείζονα λᾶαν ἀείρας
ἧκ᾽ ἐπιδινήσας, ἐπέρεισε δὲ ἶν᾽ ἀπέλεθρον,
κὰδ δ᾽ ἔβαλεν μετόπισθε νεὸς κυανοπρῴροιο
540 τυτθόν, ἐδεύησεν δ᾽ οἰήϊον ἄκρον ἱκέσθαι.
ἐκλύσθη δὲ θάλασσα κατερχομένης ὑπὸ πέτρης·
τὴν δὲ πρόσω φέρε κῦμα, θέμωσε δὲ χέρσον ἱκέσθαι.
ἀλλ᾽ ὅτε δὴ τὴν νῆσον ἀφικόμεθ᾽, ἔνθα περ ἄλλαι
νῆες ἐΰσσελμοι μένον ἁθρόαι, ἀμφὶ δ᾽ ἑταῖροι
545 ἥατ᾽ ὀδυρόμενοι, ἡμέας ποτιδέγμενοι αἰεί,
νῆα μὲν ἔνθ᾽ ἐλθόντες ἐκέλσαμεν ἐν ψαμάθοισιν,
ἐκ δὲ καὶ αὐτοὶ βῆμεν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης.
μῆλα δὲ Κύκλωπος γλαφυρῆς ἐκ νηὸς ἑλόντες
δασσάμεθ᾽, ὡς μή τίς μοι ἀτεμβόμενος κίοι ἴσης.
550 ἀρνειὸν δ᾽ ἐμοὶ οἴῳ ἐϋκνήμιδες ἑταῖροι
μήλων δαιομένων δόσαν ἔξοχα· τὸν δ᾽ ἐπὶ θινὶ
Ζηνὶ κελαινεφέϊ Κρονίδῃ, ὃς πᾶσιν ἀνάσσει,
ῥέξας μηρί᾽ ἔκαιον· ὁ δ᾽ οὐκ ἐμπάζετο ἱρῶν,
ἀλλ᾽ ἄρα μερμήριζεν ὅπως ἀπολοίατο πᾶσαι
555 νῆες ἐΰσσελμοι καὶ ἐμοὶ ἐρίηρες ἑταῖροι.
ὣς τότε μὲν πρόπαν ἦμαρ ἐς ἠέλιον καταδύντα
ἥμεθα δαινύμενοι κρέα τ᾽ ἄσπετα καὶ μέθυ ἡδύ·
ἦμος δ᾽ ἠέλιος κατέδυ καὶ ἐπὶ κνέφας ἦλθε,
δὴ τότε κοιμήθημεν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης.
560 ἦμος δ᾽ ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς,
δὴ τότ᾽ ἐγὼν ἑτάροισιν ἐποτρύνας ἐκέλευσα
αὐτούς τ᾽ ἀμβαίνειν ἀνά τε πρυμνήσια λῦσαι.
οἱ δ᾽ αἶψ᾽ εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῗσι καθῖζον,
ἑξῆς δ᾽ ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον ἐρετμοῖς.
565 Ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.

***
500 Έτσι μου μίλησαν· όμως δεν μπόρεσαν ν᾽ αλλάξουν το περήφανό μου θάρρος. 
Γυρνώντας τότε προς το μέρος του, φώναξα εγώ πνιγμένος στον θυμό:
«Κύκλωπα, αν κάποιος κάποτε απ᾽ τους θνητούς ανθρώπους
ρωτήσει ποιος σου χάλασε το μάτι, ποιος σε τύφλωσε,
να πεις: «Ο Οδυσσεύς μού το ᾽βγαλε, ο πορθητής,
γιος του Λαέρτη, που έχει το σπιτικό του στην Ιθάκη.»»
Ακούγοντας τον λόγο μου, βαριά αναστέναξε μιλώντας:
«Αλίμονό μου, να λοιπόν που τα παλιά μαντεύματα αληθεύουν·
ήτανε κάποτε στα μέρη μας ένας σπουδαίος και μεγάλος μάντης,
ο Ευρυμίδης Τήλεμος, με μαντοσύνη προικισμένος,
510 ως τα βαθιά του τα γεράματα μαντεύοντας στους Κύκλωπες.
Αυτός τα πάντα μού προφήτευε όσα στο μέλλον θα συμβούν,
πως θα χαθεί το φως μου από το χέρι κάποιου Οδυσσέα.
Χρόνια περίμενα έναν άντρα μέγα κι όμορφο
να φτάσει εδώ, που να ᾽χει πάνω του αντρεία μεγάλη·
μα τώρα κάποιος αχαμνός, ασήμαντος και λίγος,
μου χάλασε το μάτι, αφού πρώτα με νάρκωσε με το κρασί του.
Αλλά, Οδυσσέα, έλα, κόπιασε εδώ, να πάρεις
το δώρο σου φιλόξενο· από τον ξακουσμένο Κοσμοσείστη θα γυρέψω
την επιστροφή σου. Είμαι δικός του γιος, κι αυτός το δέχεται
520 πως είναι ο πατέρας μου. Ο ίδιος μόνο, αν το θελήσει, μπορεί
να με γιατρέψει· άλλος κανείς απ᾽ τους μακάριους θεούς
μήτε κι απ᾽ τους θνητούς ανθρώπους.»
Τελειώνοντας αυτός τον λόγο του, εγώ αμέσως του αποκρίθηκα:
«Άμποτε να μπορούσα να κόψω για καλά και τη ζωή και την πνοή σου,
κι έτσι τυφλό στον κάτω κόσμο να σε στείλω·
γιατί το μάτι σου κανείς δεν θα γιατρέψει, καν ο Κοσμοσείστης.»
Έτσι του μίλησα, κι αυτός, υψώνοντας τα χέρια στον έναστρο ουρανό,
ευχήθηκε στον μέγα Ποσειδώνα:
«Επάκουσέ με, Ποσειδών με την κατάμαυρή σου κόμη, εσύ κρατάς
530 τη γη στα χέρια σου· δώσε ποτέ να μη γυρίσει στην πατρίδα του
ο πορθητής της Τροίας Οδυσσεύς, γιος του Λαέρτη, που έχει
το σπιτικό του στην Ιθάκη.
Αν όμως είναι το γραφτό του να δει δικούς, να φτάσει
στο καλοχτισμένο σπιτικό του και να πατήσει της πατρίδας του το χώμα,
τότε να επιστρέψει αργά, χάνοντας πρώτα όλους τους συντρόφους,
πάνω σε ξενικό καράβι, και μες στο σπίτι του να βρει
καινούργια πάθη.»
Έτσι μιλώντας προσευχήθηκε, και τον συνάκουσε ο θεός
με την κατάμαυρή του χαίτη. Οπότε πάλι ο Κύκλωπας
σήκωσε τώρα βράχο μεγαλύτερο, τον στριφογύρισε με δύναμη ασυγκράτητη,
μετά τον άφησε να φύγει· έπεσε ο βράχος λίγο πιο πίσω
από τη βαθυγάλαζη πλώρη του καραβιού, κόντεψε να συντρίψει
540 του τιμονιού την άκρη.
Η πέτρα πέφτοντας, φουρτούνιασε τη θάλασσα· το κύμα
μας παρέσυρε μπροστά· μας έσπρωξε προς την αντικρινή στεριά.
Στο τέλος όμως φτάσαμε το νησί όπου και τ᾽ άλλα τα πλεούμενα,
γερές κουβέρτες, όλα μαζί περίμεναν· και γύρω οι σύντροφοι,
πάνω τους καθισμένοι, μας θρηνούσαν, τον ερχομό μας
καρτερώντας ώρα την ώρα.
Μόλις αράξαμε, τραβάμε το καράβι μας στην άμμο
και βγήκαμε στο ακροθαλάσσι πρώτοι.
Ύστερα βγάλαμε απ᾽ το βαθύ καράβι γίδια και πρόβατα του Κύκλωπα,
και τα μοιράσαμε σωστά, κανείς μη φύγει αδικημένος από τη μοιρασιά.
550 Για μένα μόνο ξεχωρίζουν οι καλοί μου εταίροι
ένα κριάρι χάρισμα από τα πρόβατα που μοίρασαν. Αυτό στην αμμουδιά
το σφάζω, θυσία στον Κρονίδη Δία, που τον σκεπάζουν μαύρα νέφη,
κύριο των πάντων, κι έκαψα τα μεριά· όμως δεν δέχτηκε ο θεός
την ιερή μου προσφορά, μόνο μουρμούριζε και συλλογιόταν πώς
να χαθούν όλα τα καλοκούβερτα καράβια, να αφανιστούν
οι τιμημένοι σύντροφοί μου.
Τότε λοιπόν όλη τη μέρα, ώσπου να βασιλέψει ο ήλιος,
μείναμε εκεί, να τρώμε κρέας άφθονο, να πίνουμε γλυκό κρασί.
Κι όταν ο ήλιος έπεσε στη δύση και το σκοτάδι απλώθηκε παντού,
γείραμε πια να κοιμηθούμε στο ακρογιάλι.
560 Την άλλη μέρα που ξημέρωσε, ροδίζοντας τον ουρανό η Αυγή,
παρακινώ και παραγγέλλω οι σύντροφοι στα πλοία
ν᾽ ανέβουν και να λύσουν τις πρυμάτσες.
Εκείνοι υπάκουσαν κι ανέβηκαν, κάθησαν στα ζυγά και, καθισμένοι
στη σειρά, με τα κουπιά χτυπούσαν την αφρισμένη θάλασσα.
Πήραμε τότε να ανοιχτούμε, με την ψυχή περίλυπη,
χαρούμενοι που δεν μας βρήκε ο χάρος, χάνοντας όμως
τους καλούς συντρόφους.

Με το να στενοχωριέσαι δε λύνονται τα προβλήματα, δε γίνεται καλύτερη η ζωή

Συχνά ακούω την ερώτηση «μα πώς να μη στεναχωριέμαι, αφού έχω οικονομικά προβλήματα/έχασα τη δουλειά μου/τσακώνομαι με τον/τη σύζυγο», κλπ. Η απάντηση μου, εν μέρει, είναι: «και αν στεναχωριέσαι για όλα αυτά, λύνονται τα προβλήματα; Γίνεται καλύτερη η ζωή σου»;

Φυσικά και υπάρχουν πράγματα που μας στεναχωρούν, τα οποία είναι αντικειμενικά, συχνά πέρα από τον έλεγχο ή την επιλογή μας. Ωστόσο, μπορεί να μην έχουμε διαλέξει αυτές τις άσχημες καταστάσεις ή να μην μπορούμε να τις αλλάξουμε, όμως μπορούμε να διαλέξουμε το πώς θα αντιδράσουμε σε αυτές τις καταστάσεις και το ποια θα είναι η διάθεσή μας.

Η στεναχώρια είναι επιλογή! Διαλέγουμε να στεναχωριόμαστε και να ζοριζόμαστε με πρόσωπα και καταστάσεις επειδή νομίζουμε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι. Λάθος! Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε όταν στεναχωριόμαστε!

Να μερικές λύσεις για να σταματήσετε να στεναχωριέστε:
  • Καταρχήν, μπορείτε να αλλάξετε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζετε τη στεναχώρια. «Αυτό είναι κάτι που με ζορίζει και με στεναχωρεί, αλλά δεν είναι ανάγκη να χαλάσω τη διάθεσή μου, αφού ακόμα και αν στεναχωρηθώ πάρα πολύ, δεν πρόκειται να το αλλάξω» είναι μια πρώτη σκέψη που μπορεί κανείς να κάνει για να αλλάξει τη διάθεσή του.
  • Απομακρυνθείτε από την κατάσταση ή το πρόσωπο που σας ζορίζει. Κυριολεκτικά! Πάτε σε άλλο δωμάτιο, σταματήστε τη συζήτηση, βγέστε έξω.
  • Δώστε στον εαυτό σας την επιλογή: «θέλω να είμαι στεναχωρημένος ή προτιμώ να έχω καλή διάθεση, παρόλο που έχω διάφορα προβλήματα»;
  • Αναρωτηθείτε: «με το να στεναχωριέμαι, λύνω το πρόβλημα που με απασχολεί»;
  • Τι είναι ένα μικρό πράγμα που μπορώ να κάνω τώρα για να μου φτιάξει τη διάθεση, ακόμα και αν δε μου λύσει το πρόβλημα; Και κάντε το!
  • Μιλήστε με ένα αγαπημένο σας πρόσωπο.
  • Βγείτε για περπάτημα ή πάτε στο γυμναστήριο. Οι ενδορφίνες που εκλύονται από τη φυσική άσκηση βελτιώνουν κατευθείαν τη διάθεση!
  • Βάλτε τα πράγματα σε προοπτική: «αυτό που με στεναχωρεί τώρα, θα με στεναχωρεί και σε έναν χρόνο; Θέλω να είναι έτσι η ζωή μου; Τι μπορώ να κάνω για να φτιάξω τη ζωή μου, παρόλο που δεν μπορώ να λύσω το συγκεκριμένο πρόβλημα»;
Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι δεν είστε το πρόβλημα και ότι η ζωή σας δεν είναι πρόβλημα, παρά τα διαφορετικά συναισθήματα που νιώθετε κατά καιρούς. Επικεντρωθείτε σε αυτά που είναι όμορφα στη ζωή σας και φροντίστε να βάλετε περισσότερα από αυτά τα πράγματα, καταστάσεις και ανθρώπους, για να υπάρχει περισσότερη χαρά και ομορφιά στη ζωή σας, παρά το όποια προβλήματα.

Το χάος της εποχής μας είναι –όπως σε κάθε εποχή- αντανάκλαση του μέσα χάους μας

Σήμερα που όλα ωθούν τους νέους να αγαπηθούν ελεύθερα, εκείνοι λες και αρνούνται.

Οι γονείς τούς προτρέπουν να ζευγαρώσουν, τους επιτρέπουν να ζουν ένα ειδύλλιο ελεύθερα, στα σχολεία γίνεται σεξουαλική ενημέρωση, η τηλεόραση τους τα φανερώνει από το πρωί μέχρι το βράδυ όλα και τα πιο σκανδαλιστικά, οι αφίσες στους δρόμους κρέμονται ερεθιστικές κι όμως…

Λες και τούτη η ελευθερία, που φτάνει στην ασυδοσία, να παγώνει τη διάθεση.

Λες και η ελευθερία που βαθιά αναζητούν οι έρωτες να είναι μια άλλου κόσμου κατάσταση της ύπαρξης που τούτη η γενικευμένη ελευθεριότητα όχι μόνο βοηθάει αλλά υποσκάπτει.

Καμιά σχέση δεν έχουν οι δυο τους.

Δε λειτουργούν όπως το λάδι στη φωτιά, αλλά όπως το νερό στη φωτιά.

Το χάος της εποχής μας είναι –όπως σε κάθε εποχή- αντανάκλαση του μέσα χάους μας.

Ο μανιακός καταναλωτισμός είναι αντανάκλαση του συναισθηματικού ανικανοποίητου.

Η μανιακή διασκέδαση, αντανάκλαση του μέσα φοβικού κενού.

Τα γεμάτα κόσμο, θορυβώδη, ανυπόφορα νυχτερινά μαγαζιά υποβοηθούν στο να κρύβεται πίσω απ’ τους ηλεκτρικούς ήχους η ανικανότητα για συνομιλία.

Ευτυχώς που ανακαλύφθηκαν τα γραπτά μηνύματα στα κινητά.

Έδωσαν μια διέξοδο σ’ αυτή τη δυσχέρεια συνομιλίας, και με πιο ασφαλή τρόπο οι νέοι άνθρωποι επικοινωνούν μεταξύ τους με την κάποια σιγουριά που δίνει η απόσταση και ο παρατεταμένος χρόνος που σου χαρίζεται για να δουλέψεις αυτό που θα εκφράσεις.

Άρχισε ξανά να καλλιεργείται ο γραπτός λόγος και η ορθογραφία.

Η προσπάθεια για πυκνότητα και για πρωτοτυπία.

Δεν είναι τυχαίο που αγαπήθηκε τόσο τούτη η νέα μέθοδος ανθρώπινης επαφής.

Θα πνιγόμασταν μες στα ανεκδήλωτά μας αλλιώς.

Η γέννηση του έρωτα

Να τι συμβαίνει μέσα στην ψυχή:

1ον Ο θαυμασμός.

2ον Λέμε μέσα μας: τι ευχαρίστηση να της δίνω φιλιά, να παίρνω φιλιά κλπ.!

3ον Η προσδοκία. Μελετάμε τα χαρίσματα. Είναι η στιγμή που μια γυναίκα θα έπρεπε να δίνεται για τη μέγιστη δυνατή σαρκική απόλαυση.

Ακόμη και στις πιο συγκρατημένες γυναίκες, τα μάτια κοκκινίζουν την ώρα της προσδοκίας∙ το πάθος είναι τόσο δυνατό, η απόλαυση τόσο έντονη, ώστε προδίδεται με χτυπητά σημάδια.

4ον Ο έρωτας γεννήθηκε.

Ερωτεύομαι σημαίνει αντλώ απόλαυση όταν βλέπω, αγγίζω, νιώθω με όλες τις αισθήσεις μου κι από όσο πιο κοντά μπορώ ένα αξιέραστο αντικείμενο, το οποίο επίσης με ερωτεύεται.

5ον Αρχίζει η πρώτη κρυστάλλωση.

Χαιρόμαστε να στολίζουμε με χίλια δυο προτερήματα μια γυναίκα για τον έρωτα της οποίας είμαστε σίγουροι∙ περιγράφουμε λεπτομερώς και με απέραντη ικανοποίηση την ευτυχία της. Όλο αυτό καταλήγει στο να εγκωμιάζουμε υπερβολικά μια εξαίσια ιδιοκτησία που μας ήρθε εξ ουρανών, που δεν τη γνωρίζουμε, είμαστε όμως σίγουροι για την απόκτησή της.

Αυτό που ονομάζω κρυστάλλωση είναι η διεργασία του πνεύματος το οποίο, με βάση όσα του παρουσιάζονται, ανακαλύπτει ότι το αντικείμενο του έρωτά του διαθέτει και καινούρια χαρίσματα.

Ένας παθιασμένος άνδρας βλέπει σε κείνη που ερωτεύεται όλα τα προτερήματα∙ εντούτοις, η προσήλωσή του μπορεί ακόμη να περισπαστεί, γιατί η ψυχή κορέννυται με ό,τι είναι πάντα ίδιο, ακόμη και με την τέλεια ευτυχία.

Να τι γίνεται τότε προκειμένου να σταθεροποιηθεί η προσήλωση:

6ον Γεννιέται η αμφιβολία.

Αφού δέκα ή δώδεκα ματιές ή οποιαδήποτε άλλη σειρά πράξεων που μπορούν να κρατήσουν από μια στιγμή ως πολλές ημέρες πρώτα γέννησαν και στη συνέχεια επιβεβαίωσαν τις προσδοκίες, ο ερωτευμένος, ο οποίος έχει συνέλθει από τον πρώτο εντυπωσιασμό και έχει ήδη συνηθίσει στην ευτυχία του ή καθοδηγείται από τη θεωρία που, βασιζόμενη πάντα στις πιο συχνές περιπτώσεις, δεν πρέπει να ασχολείται παρά μόνο με τις εύκολες γυναίκες, ο ερωτευμένος, λέω, ζητά πιο θετικές διαβεβαιώσεις και θέλει να σπρώξει πιο πέρα την ευτυχία του.

Θα αντιμετωπίσει την αδιαφορία, την ψυχρότητα, ακόμη και τον θυμό, αν επιδείξει μεγάλη αυτοπεποίθηση∙ μια χροιά ειρωνείας που μοιάζει να λέει: «Έχετε προχωρήσει λιγότερο από όσο νομίζετε»

Ο εραστής φτάνει να αμφιβάλλει για την ευτυχία που υποσχόταν στον εαυτό του∙ βλέπει με αυστηρότητα τους λόγους που νόμιζε ότι είχε για να ελπίζει.

Θέλει να ριχτεί στις άλλες απολαύσεις της ζωής αλλά τις βρίσκει εκμηδενισμένες. Τον καταλαμβάνει ο φόβος μίας φρικτής δυστυχίας και, μαζί μ" αυτόν, η βαθιά προσήλωση.

7ον Δεύτερη κρυστάλλωση.

Αρχίζει τότε η δεύτερη κρυστάλλωση και τα διαμάντια που φτιάχνει είναι επιβεβαιώσεις τούτης της σκέψης:

Με αγαπάει.

Κάθε δευτερόλεπτο της νύχτας που ακολουθεί τη γέννηση των αμφιβολιών, και ύστερα από μια στιγμή φρικτής δυστυχίας, ο ερωτευμένος λέει μέσα του: «Ναι, με αγαπάει».

Και η κρυστάλλωση στρέφεται προς την ανακάλυψη νέων θέλγητρων∙ έπειτα τον αδράχνει ξανά η αμφιβολία με το αγριωπό βλέμμα και τον σταματά.

Το στήθος του ξεχνά να ανασάνει∙ μονολογεί: «Μα μ' αγαπά στ' αλήθεια;»

Και μέσα σ' αυτές τις βασανιστικές και ηδονικές εναλλαγές, ο καημένος ο ερωτευμένος νιώθει έντονα: «Θα μου έδινε απολαύσεις που μονάχα εκείνη στον κόσμο μπορεί να μου δώσει».

Το προφανές αυτής της αλήθειας, αυτό το μονοπάτι στο χείλος ενός τρομακτικού γκρεμού, και το άγγιγμα, με το άλλο χέρι, της τέλειας ευτυχίας κάνουν τη δεύτερη κρυστάλλωση να υπερέχει κατά πολύ της πρώτης.

Ο ερωτευμένος τριγυρίζει αδιάκοπα ανάμεσα στις τρεις ετούτες σκέψεις:

1ον Έχει όλα τα χαρίσματα.

2ον Με αγαπά.

3ον Τι να κάνω για να της αποσπάσω την πιο ατράνταχτη απόδειξη του έρωτά της;

Η πιο σπαρακτική στιγμή του νέου ακόμη έρωτα είναι όταν αντιλαμβάνεται ότι έχει κάνει έναν λάθος συλλογισμό και ότι πρέπει να καταστρέψει ένα ολόκληρο σχέδιο κρυστάλλωσης.

Αρχίζουν οι αμφιβολίες γι' αυτή καθαυτή την κρυστάλλωση.

H διάρκεια είναι που κάνει την παύση σιωπή

Ας θυμηθούμε τις μοναχικές βόλτες των λέξεων ενός ανθρώπου μόνου στην ζωή σ ένα δωμάτιο γεμάτο με ίσκιους απ' τις μορφές του παρελθόντος του.

Ας σκύψουμε συμπονετικά μπροστά στην αδυναμία του να αποφασίσει τώρα που θέλει να πάει. Στον φόβο του να πλησιάσει την πόρτα εξόδου.

Του υποσχέθηκε ο κόσμος μια ζωή χωρίς αναστεναγμούς, χωρίς τυραννία.

Κι αυτός τον πίστεψε.

Τα πουλιά μήνες τώρα του χτυπούν με τα ράμφη τα τζάμια στα παράθυρα.

Αυτός νομίζει πως κάθε μέρα πέφτει χαλάζι.

Ο κόσμος τρέχει πέφτει και ξανασηκώνεται και τρέχει πάλι.

Αυτός τα αγνοεί όλα αυτά.

Αφήνει άγραφες σελίδες παντού μεσ' στο δώμα. Στα πατώματα , κάτω απ' το κρεβάτι, στο τραπέζι , μέσα στα συρτάρια, στα πιάτα, στο ποτήρι, στα τασάκια, στα παπούτσια…

Έτσι έχασε και την ηλικία του, και τα νοήματα και σφιχταγκάλιασε την αβεβαιότητα της μιας μονότονης μέρας μετά την άλλην.

Και πιο νεκρός απ' τους νεκρούς πια είναι.

Μες στην σιωπή του. Που μήτε πρόλογο είχε και μήτε επίλογος θα υπάρξει όσο υφαίνει μια σιωπή τρωτή.

Και που δεν έχει για συγκομιδή ούτε μιας τόσο δα μικρής κραυγής στην άκρη της σιωπής του.

Ένα δειλό έστω σινιάλο ζωής.

Και έτσι όλα τα κάμει να φαντάζουν προορισμένα και θνητά, αδύναμα και μάταια.

Να φθείρεται ακίνδυνα ζωγραφίζοντας πόρτες στους τοίχους και πουλιά που πετούν μακριά ελεύθερα στο ταβάνι…χωρίς ποτέ ο ίδιος να υπήρξε.

Πεθαίνοντας χωρίς να έχει γεννηθεί.

Γιατί παθαίνω αυτό που φοβάμαι;

Το έχετε παρατηρήσει κι εσείς; Όταν φοβάσαι κάτι, τελικά το παθαίνεις… Όταν σου γίνεται έμμονη ιδέα πως κάτι κακό θα συμβεί, συμβαίνει. Είτε πρόκειται για αρρώστια, είτε για χωρισμό, είτε για οικονομική καταστροφή… Κι όταν το κακό έρχεται, το αποδίδουμε στη διαίσθηση που είχαμε. “Το ήξερα ότι κάτι κακό θα συμβεί, το ένιωθα!”, λέμε συνήθως. Όμως είναι έτσι;

Διαισθανόμαστε το κακό ή μήπως το προκαλούμε; Μήπως πράγματι ισχύει η θεωρία της θετικής και αρνητικής ενέργειας στο μαγνητικό σύμπαν που ζούμε; Και άρα, μήπως με το να φοβόμαστε κάτι, να το μελετάμε συνέχεια, τελικά το προκαλούμε, το ελκύουμε πάνω μας; Αυτό ισχύει από αρχαιοτάτων χρόνων. Δεν είναι καθόλου τυχαίες οι παροιμίες του λαού μας “η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται” και “ενός κακού μύρια έπονται”. Όλοι οι λαοί και όλες οι θρησκείες είχαν αυτή την κοινή θεωρία: το καλό φέρνει το καλύτερο και το κακό το χειρότερο. Σκεφτείτε πόσο συχνά λέμε “μην κακομελετάς” ή “φάε τη γλώσσα σου”!

Προσωπικά πιστεύω σε αυτή τη θεωρία και προτείνω και σε σας να κάνετε το ίδιο. Σταματήστε να φοβάστε για οτιδήποτε. Μην μιλάτε για πιθανές άσχημες καταστάσεις, μην τις σκέφτεστε καν!

Μην κάνετε αρνητικές σκέψεις, μην μελετάτε καμιά καταστροφή, τουναντίον να κάνετε συνεχώς όνειρα για όμορφα πράγματα που σας κάνουν να νιώθετε χαρά κι ευτυχία και μόνο που τα φαντάζεστε! Προσπαθήστε να βάλετε τον εαυτό σας μέσα σε μια πολύ όμορφη κατάσταση, με τα πράγματα να σας έχουν έρθει ακριβώς όπως τα θέλετε και νιώστε την ικανοποίηση που θα είχατε αν πραγματικά αυτά τα όμορφα είχαν ήδη συμβεί! Μέσα σε αυτή την κατάσταση δεν χωράει κανένας φόβος, κανένα “ναι, αλλά…”, κανένα “κι αν όμως…”.

Αν παρ’ όλα αυτά νιώσετε το φόβο να επανέρχεται, να κυριαρχεί μέσα στο μυαλό σας και να σας μπλοκάρει, αντιδράστε. Πιστέψτε πως δεν πρόκειται να συμβεί αυτό το κακό, νιώστε το μέσα σας, βιώστε το πραγματικά. Να έχετε την απόλυτη πεποίθηση πως δε θα συμβεί και να σκέφτεστε μόνο την θετική έκβαση των πραγμάτων. Σιγά σιγά θα δείτε ότι τα συναισθήματα που θα βιώνετε θα είναι αυτά της χαράς και της ελπίδας κι αυτό θα σας δώσει τόση δύναμη που πραγματικά θα καταφέρετε να διώξετε κάθε φόβο από την ψυχή σας και κάθε αρνητική σκέψη από το μυαλό σας. Κι αν πιστέψουμε και στη θεωρία της θετικής ενέργειας του σύμπαντος, τότε η δύναμη αυτή θα καταφέρει να αποτρέψει και το ίδιο το κακό από το να συμβεί.

Ακόμα και στην περίπτωση που τελικά έρθει μια αναποδιά, μην απογοητεύεστε. Να το σκεφτείτε απλά σαν ένα μικρό εμπόδιο, που όμως δε θα σταθεί ικανό να σας ρίξει ψυχολογικά ή να σας αποπροσανατολίσει από τον τελικό στόχο σας. Αν μείνετε πιστοί στο καλό που θέλετε να συμβεί και συνεχίσετε τη ζωή σας με αισιοδοξία, το καλό θα σας ανταμείψει. Αν για παράδειγμα είστε καιρό χωρίς δουλειά και τρέχετε από συνέντευξη σε συνέντευξη, μην απογοητευτείτε αν έρθει μια αρνητική απάντηση σε κάποια αίτηση σας. Αντί να θυμώσετε και να αρχίσετε να λέτε “το ήξερα εγώ, σιγά μην έπαιρναν εμένα, δεν πρόκειται να βρω δουλειά μέσα σε αυτή την κρίση” κ.ο.κ., χαμογελάστε με πείσμα κι αρχίστε να σκέφτεστε ΜΟΝΟ θετικά. Πείτε στον εαυτό σας και πιστέψτε το μέσα σας βαθιά πως κάθε εμπόδιο είναι για καλό κι ο λόγος που δεν σας πήραν σε εκείνη τη δουλειά είναι γιατί σας περιμένει κάποια καλύτερη. Και να είστε σίγουροι πως θα έρθει η καλύτερη δουλειά και να χαίρεστε κάθε στιγμή της ημέρας γι αυτό.

Ας δούμε ένα άλλο παράδειγμα. Όταν σε κάποια φάση της ζωής μας περάσουμε μια ερωτική απογοήτευση και εισπράξουμε απόρριψη από έναν άνθρωπο, συνήθως γενικεύουμε τις καταστάσεις κι αρχίζουμε να πιστεύουμε πως όλοι είναι ίδιοι, πως δεν πρόκειται να βρεθεί ποτέ κανένας κατάλληλος για μας που να μας εκτιμήσει κλπ. κλπ. Αυτού του είδους οι σκέψεις που τελικά γίνονται πεποίθηση μέσα μας, μας αλλοιώνουν τόσο στην εμφάνιση, όσο και στη συμπεριφορά μας.

Γινόμαστε κακότροποι, κατσούφηδες και άσχημοι και με άλλα λόγια, εκπέμπουμε αρνητική ενέργεια. Η ενέργεια αυτή είναι πλέον εμφανής σε όλους τους ανθρώπους με τους οποίους ερχόμαστε σε επαφή. Τελικά καταντάμε να είμαστε αποτρεπτικοί και κανείς μοιραία δεν μας πλησιάζει. Κι αυτό όχι γιατί έτσι είναι η κακιά μας η μοίρα όπως πιστεύουμε, αλλά επειδή εμείς οι ίδιοι τους διώχνουμε από κοντά μας.

Άρα όντως συμβαίνει αυτό που φοβόμαστε και συμβαίνει επειδή εμείς το κάνουμε να συμβεί. Επειδή εμείς οι ίδιοι το προκαλέσαμε.

Την ίδια ακριβώς “μέθοδο” δοκιμάστε να εφαρμόσετε και σε κάθε άλλο τομέα της ζωής σας. διώξτε τους φόβους σας και το ψυχικό σας κέρδος θα είναι τεράστιο. Δεν είναι καθόλου δύσκολο κι είναι απολύτως στο χέρι σας. Αρκεί να το πιστέψετε!

Όταν οι γονείς νομίζουν ότι κάνουν πάντα το σωστό

Έρχομαι καθημερινά σε επαφή με την Ελληνική οικογένεια. Η επαφή μου με γονείς μου δίνει μια εικόνα. Η μεγαλύτερη εικόνα όμως έρχεται μέσα από τα λεγόμενα των γονιών και των δασκάλων για οικογένειες που δεν εμφανίζονται σε καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις ούτε καν στις δωρεάν ομιλίες που κάνω στα σχολεία.

Τί θα κάνουμε με όλους αυτούς τους πλανεμένους γονείς και παππουδογιαγιάδες που μεγαλώνουν νοσηρές προσωπικότητες και νομίζουν πως κάνουν και το σωστό; Πώς θα τους αφυπνίσουμε; Πώς θα τους φέρουμε στο δρόμο της αναγνώρισης των ευθυνών και των ορίων, πολύ περισσότερο των συνεπειών που δημιουργούν κατ’ αρχήν στα ίδια τα παιδιά και έπειτα στην κοινωνία; Πώς θα διδάξουμε τη διάκριση;

Παρατηρώ άκρα στις συμπεριφορές των γονιών. Έχουμε εκείνη την ομάδα των ενηλίκων που όντας μειονεκτικοί και άσημοι γαλουχούν τα παιδιά τους να γίνονται μάγκες και θύτες και έχουμε και εκείνους τους μειονεκτικούς και άσημους που με την έλλειψη αποδοχής και παραδοχής οδηγούν τα παιδιά τους στο ρόλο του θύματος. Τι θα κάνουμε για να τα αποφύγουμε και τα δύο που είναι εξ ίσου νοσηρά και απευκταία; Μεγάλος ο προβληματισμός. Μεγάλο το δίλημμα. Υπάρχουν περιπτώσεις που μόνο ο εισαγγελέας θα έπρεπε να παρέμβει. Υπάρχουν οικογενειακές συνθήκες που είναι τόσο νοσηρές για τον ψυχισμό του παιδιού που μόνο ένα υγιές κοινωνικό σύστημα θα έπρεπε να παρέμβει και να εξυγιάνει. Υπάρχει όμως; Για ποιο σύστημα να μιλήσουμε; Το ανύπαρκτο ή το διαβρωμένο;

Και έτσι μένουμε να παρατηρούμε εκ του μακρόθεν ότι πέφτει στην αντίληψή μας και να φτύνουμε τον κόρφο μας που δεν συμβαίνει σε μας. Γινόμαστε όμως μάρτυρες της νοσηρής συνθήκης, γινόμαστε συνεργοί στο τραύμα της κοινωνίας επειδή ανεχόμαστε τον αποπροσανατολισμένο, τον μη αφυπνισμένο, τον εξυπνάκια, τον ανόητο, τον μειονεκτικό που συμπεριφέρεται αλαζονικά γιατί νομίζει πως αυτός και ο κανακάρης του είναι το κέντρο του κόσμου. Γινόμαστε μάρτυρες της νοσηρής συνθήκης που ονομάζεται «δεμένη οικογένεια» με το τριώροφο με τα κλειδιά έξω απ’ τις πόρτες, όπου δεν υπάρχει όριο, δεν υπάρχει προσωπικός χώρος και χρόνος, δεν υπάρχει απογαλακτισμός. Γινόμαστε μάρτυρες της θυσίας της γιαγιάς – μάνας που μεγαλώνει τα εγγόνια, βάζει πλυντήρια, μαγειρεύει για «να έρθουν τα παιδιά να τα βρουν έτοιμα»! Τα παιδιά που δεν μεγαλώνουν ποτέ και δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους ποτέ. Και στο βωμό της «δεμένης οικογένειες» θυσιάζονται όλοι αλλά κυρίως παραδειγματίζονται λανθασμένα τα παιδιά.

Γινόμαστε μάρτυρες εκείνης της μάνας που αφού δεν κατάφερε να γίνει βασίλισσα επιθυμεί να γίνει βασιλομήτωρ και κάνει στον κανακάρη της αυτά που θα έπρεπε να κάνει από χαρά και επιλογή για τον πατέρα του. Και παρατηρούμε τον πατέρα αποδυναμωμένο και δυστυχή να γίνεται ένα μοντέλο προς αποφυγήν του κανακάρη του. Παρατηρούμε εκείνη τη μάνα που υπομένει τον βάναυσο πατέρα και αναγκάζεται να σκύβει με θλίψη και μελαγχολία και μόνο της μέλημα να είναι οι δουλειές και η τηλεόραση. Τι εξαίρετο παράδειγμα για την κόρη που θέλει να φύγει με την πρώτη ευκαιρία να μην βλέπει να μην ακούει να μην αντιλαμβάνεται τον συμβιβασμό.

Και φεύγει με τον πρώτο που της υπόσχεται δράση και νόημα. Αλλά είναι ο κατάλληλος; Πώς να μάθει να επιλέγει! Αφού έζησε όλη τη ζωή μέσα στο συμβιβασμό. Έμαθε να κόβει με το μαχαίρι την δόνηση του συμβιβασμού, του φόβου, του θυμού, των ενοχών μέσα στο σπίτι. Έχω ακούσει πολλούς νέους να λένε. «Δεν θέλω να γυρίσω στο σπίτι μου». «Δεν έχω τίποτα να κάνω στην απέραντη σιωπή των γονιών μου», «Δεν θέλω να τους ακούω να κατηγορεί ο ένας τον άλλο», αλλά εκείνοι αν τους ρωτήσεις θα πουν «θυσιάζομαι για τα παιδιά» και άλλα τέτοια τραγικά και ολέθρια για τον ψυχισμό του νέου ανθρώπου που υποτίθεται βάζει τα θεμέλια της δικής του συντροφικής ζωής. Πώς να χτίσει σχέσεις! Πώς να συνεργαστεί! Πώς να συνυπάρξει! Πού το είδε αυτό; Ποιος του το δίδαξε;

Χρειάζονται αφύπνιση οι γονείς. Χρειάζονται εκπαίδευση. Χρειάζονται μαθητεία. Δεν υπάρχει σπουδαιότερος ρόλος στη ζωή. Δεν υπάρχει πιο σημαντική ενασχόληση εκτός από εκείνη του γονιού. Ποιος μας έχει πείσει ότι είναι ένστικτος ο ρόλος; Ποιος μας έχει αναγκάσει να θεωρούμε ότι ξέρουμε ενώ δεν ξέρουμε και δεν κάνουμε και καμία προσπάθεια για να μάθουμε. Αφού η πολιτεία δεν το κάνει, αφού το Σχολείο δεν μπορεί γιατί το βάζουν να κάνει άλλα, ας το κάνουν οι Σύλλογοι Γονέων και Κηδεμόνων. Ας μην ασχολούνται με τις εμπάθειες και τις ίντριγκες των μεταξύ των σχέσεων. Ας οδηγηθούν να αντιληφθούν πως ο ρόλος τους είναι να γίνουν οι ίδιοι καλύτεροι γονείς και να εμπνεύσουν την αφύπνιση και όσων κοιμούνται ακόμη.

Δεν μπορεί να ακούω από στόματος Διευθυντού Δημοτικού Σχολείου, «κυρία μου τα Σχολεία έχουν γίνει parking παιδιών. Έχω τουλάχιστον 20 ανεπίδοτα ενδεικτικά μαθητών της προηγούμενης χρονιάς στο συρτάρι μου. Δεν έχουν έρθει να τα πάρουν! Δεν έχουν έρθει να μάθουν τι κάνει το παιδί τους στο Σχολείο».

Και απ’ την άλλη έχουμε γονείς οι οποίοι παρασυρόμενοι από τις διαδόσεις διασύρουν δασκάλους, εμποδίζουν το έργο του Σχολείου, παρεμποδίζουν τη δομή και την οργάνωση γιατί αμφισβητήθηκε η πρωτιά του παιδιού τους! Ας εμπνευστούν οι Σύλλογοι ιδέες για να φέρουν τους γονείς σε δράσεις συνεργατικές, δράσεις χαράς και ομαδικότητας. Ας δουν πώς να συνδράμουν στη ανάπτυξη σχέσεων. Έτσι κι αλλιώς η γειτονιά έχει εκλείψει ας την αναπαράγουμε στην αυλή του Σχολείου.

Νοσεί η κοινωνία μας. Νοσεί βαρύτατα! Χρειάζεται να κάνουμε κάτι. Χρειάζεται να λειτουργήσουμε ως πυρήνες αφύπνισης όποιος αντιλαμβάνεται την αλήθεια αυτών που λέγονται σ’ αυτές τις γραμμές ας τολμήσει. Ας γίνει η αλλαγή που θέλει. Ας φανταστεί! Ας οραματιστεί και ας τραβήξει το χορό. Ο δρόμος είναι δύσκολος έτσι κι αλλιώς, καλύτερα να τον πάμε χορεύοντας.

Η σιωπή όταν σπάει κάνει θόρυβο

Πόσο όμορφη και σπάνια ιδιότητα είναι τελικά η σιωπή. Η σιωπή είναι πιο δυνατή σε νόημα κι από την κάθε μικρούλα λέξη. Κάνει τον πιο ηχηρό, τον πιο εκκωφαντικό θόρυβο χωρίς να χρειαστεί να αρθρώσεις ούτε λέξη.

Οι λέξεις, ο λόγος, είναι αιτία παρεξηγήσεων, μα το να παραμένει κανείς σιωπηλός και ήσυχος σε μια γωνιά παρακολουθώντας λόγια και κουβέντες, διαλόγους, συζητήσεις επί συζητήσεων και πάει λέγοντας, του εξασφαλίζει μια υπέροχη αίσθηση ηρεμίας και γαλήνης που καμιά λέξη δεν μπορεί να περιγράψει.

Πόσο περιττεύουν οι λέξεις μπροστά στο μεγαλείο της σιωπής. Πόσο άσκοπη ενέργεια σπαταλάει κανείς στην προσπάθειά του να πείσει, να μεταπείσει, να εξηγήσει, να αιτιολογήσει, να δικαιολογήσει, να συμβουλέψει, να πει τη γνώμη του απρόσκλητα και προκλητικά. Πόσο χώρο μεταξύ δυο ανθρώπων καταλαμβάνουν τα λόγια.

Τόσο που δε μένει χώρος για σκέψη, την κατεξοχήν πνευματική διεργασία αυτή του νου που λαμβάνει χώρο σιωπηλά. Πρώτα τρέχει η γλώσσα μας και μετα η σκέψη μας, δυστυχώς.

Κι εγώ το είχα συνήθεια να παραβγαίνω σε ατέρμονους διαλόγους και να μην αφήνω να πέφτει τίποτα κάτω, αλλά διέκρινα σε έναν άνθρωπο που γνώρισα τη δική του υπεροχή. Όσο εγώ φλυαρούσα κρίνοντας, χαρακτηρίζοντας, συμβουλεύοντας, υπεραναλύοντας κ.ο.κ., εκείνος απλώς άκουγε ενεργητικά συγκρατώντας την παραμικρή λεπτομέρεια από τα λεγόμενά μου. Τι ματαιότητα! Τι ρηχότητα! Πόσο πολύτιμη είναι τελικά η σιωπή.

Η σιωπή είναι χρυσός. Είναι δύναμη. Είναι αρετή. Όταν σιωπάς δε σημαίνει πως δεν έχεις τίποτα να πεις. Μερικές φορές, μπορεί να σημαίνει οτι ο άλλος δεν είναι έτοιμος να ακούσει τις σκέψεις σου. Να ακούσει, όχι με την πρόθεση να συμβουλέψει μήτε να απαντήσει, μα με πρόθεση να σε καταλάβει, να σε νιώσει, να σου κάνει χώρο να απλώσεις τις σκέψεις σου και να ακούσεις αυτά που σκέφτεσαι και λες. Και θα πάρεις ο ίδιος τις απαντήσεις που ζητάς. Όχι απο τον συνομιλητή, αλλά από τον ίδιο σου τον εαυτό. Ο συνομιλητής είναι απλώς παρών στο να ακούει ενεργητικά. Να διαισθάνεται, να ενσυναισθάνεται και να καθοδηγεί τη συζήτηση με τέτοιον τρόπο ώστε να πάρεις εσύ τις απαντήσεις που γυρεύεις.

Είναι σπουδαίο το να έχεις τη δύναμη να κλείσεις το στόμα μπροστά στη λύπη, στο θυμό, ακόμα και στην χαρά και στην ευτυχία του άλλου. Άστον να το μοιραστεί, άστον να το βγάλει από μέσα του, ό,τι κι αν είναι αυτό, χωρίς διάθεση κριτικής και συμβουλές, χωρίς να του κλέψεις το χρόνο και τη χαρά να το εκφράσει έτσι όπως θέλει, όσο θέλει, για όσο θέλει, και είναι βέβαιο ότι θα κάνει το ίδιο με σένα. Εσύ σε κάθε περίπτωση θα του έχεις προσφέρει το μεγάλο δώρο της σιωπής, του χρόνου που χρειάζεται να πει όσα σκέφτεται.

Η σιωπή μπορεί να σημαίνει κι άλλα πολλά. Μπορεί να σημαίνει αδιαφορία και απαξίωση, μπορεί να σημαίνει διαφωνία, ευαισθησία με την έννοια του ανθρώπου που έχει τις αισθήσεις του σε πλήρη λειτουργία• σε κάθε περίπτωση η σιωπή είναι ένα μάθημα που χαίρομαι πολύ που το διδάχτηκα έστω και αργά. Γι’ αυτό εκτιμώ τους ανθρώπους που μιλούν με τη σιωπή τους. Μου λένε περισσότερα από όσα προσπαθούν να μου πουν σε λέξεις. Ακόμη, οι πιο σιωπηλοί σε νοιάζονται περισσότερο από όσους με μανία προσπαθούν να σε πείσουν πως σε νοιάζονται.

Είναι αυτοί που θα μιλήσεις μαζί τους στο τηλέφωνο ή βγαίνετε για να τα πείτε και τους έχει πιάσει μια ανελέητη λύσσα για κουβέντα που στο τέλος της επαφής νιώθεις άδειος. Σαν να έβγαλε την υποχρέωση από πάνω του να γεμίσει το χρονικό διάστημα που βρίσκεται μαζί σου με ένα τεράστιο κενό, μιλώντας ασταμάτητα χωρίς να έχει αντιληφθεί την ελάχιστη δική σου οπτική. Ας λένε ότι το κάνουν, δεν μας γνωρίζουν βαθιά τέτοιοι άνθρωποι, είναι χάσιμο χρόνου μια ουσιαστική σχέση μαζί τους. Θα σου πάρουν κυριολεκτικά τα αφτιά, θα σηκώσουν τόσο σκόνη στο πέρασμά τους και θα είσαι ΕΣΥ και μόνο που θα την έχεις εισπνεύσει.

Η σιωπή είναι μια τέχνη που την κατέχουν μόνο όσοι γνωρίζονται σε βάθος, μόνο όσοι καταφέρνουν με ένα βλέμμα, μια αγκαλιά ή λέξη να πουν όσα με τα λόγια δεν μπορούν ή δε θέλουν να πουν. Γι’ αυτό, ας μιλάμε μόνο όταν έχουμε κάτι να πούμε, ας ακούμε χωρίς ανταπόκριση και ας είμαστε με όσους δε χρειάζεται να λέμε πολλά για να μας καταλάβουν. Αυτοί μας ξέρουν. Και είναι αυτοί που είναι έτοιμοι να ακούσουν τις σκέψεις μας.

Αν πρόκειται να προσπαθήσεις, πήγαινε μέχρι τέλους. Διαφορετικά, μην ξεκινήσεις καν

Αν πρόκειται να προσπαθήσεις, πήγαινε μέχρι τέλους. Διαφορετικά, μην ξεκινήσεις καν.

Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι θα χάσεις φίλους, συζύγους, συγγενείς και ίσως ακόμη και το μυαλό σου. Θα μπορούσε να σημαίνει ότι δεν θα τρως για τρεις ή τέσσερις ημέρες. Θα μπορούσε να σημαίνει να παγώσεις σε ένα παγκάκι στο πάρκο. Μπορεί να σημαίνει φυλακή. Θα μπορούσε να σημαίνει χλευασμό. Θα μπορούσε να σημαίνει κοροϊδία–απομόνωση.

Η απομόνωση είναι το δώρο. Όλα τα άλλα είναι μία δοκιμασία της αντοχής σου, του πόσο πραγματικά θέλεις να το κάνεις. Και, θα το κάνεις! Παρά την απόρριψη και τις χειρότερες συνέπειες. Και θα είναι καλύτερο από οτιδήποτε άλλο μπορείς να φανταστείς.

Αν πρόκειται να προσπαθήσεις, πήγαινε μέχρι τέλους. Δεν υπάρχει άλλο συναίσθημα σαν αυτό. Θα είσαι μόνος με τους θεούς και οι νύχτες θα φλέγονται από φωτιά. Θα οδηγήσεις τη ζωή σου κατευθείαν στο τέλειο γέλιο. Είναι η μόνη καλή μάχη που υπάρχει.

Λουκρήτιος: Ο χρόνος είναι ανύπαρκτος. Τα άτομα είναι στέρεα, άφθαρτα και αιώνια

“Το μνημειώδες έπος του Λουκρήτιου “Για την Φύση των Πραγμάτων”, προάγγελος και μοναδικός αρχαίος πρόγονος της σύγχρονης επιστήμης, είναι η ποιητική εκδοχή του χαμένου ελληνικού έργου Περί Φύσεως του Επίκουρου, της λαμπρότερης έκφανσης της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας: ένας αριστουργηματικός ύμνος στην ελευθερία από τα δεσμά της θρησκείας, του φόβου, των παθών, της άγνοιας”. Διαβάστε ένα απόσπασμα για τον χρόνο και τα άτομα:

Χρόνος δεν υπάρχει από μόνος του’ μόνο από τα ίδια τα πράγματα βγαίνει η αίσθηση για το τι έγινε στο παρελθόν, τι γίνεται τώρα και τι θ’ ακολουθήσει μετά. Ας το παραδεχτούμε λοιπόν ότι κανείς ποτέ δεν μπόρεσε ν’ αντιληφθεί το χρόνο ξεκομμένο από την κίνηση ή την γαλήνια ακινησία των πραγμάτων.

Τέλος, όταν κάποιοι λένε πως η «αρπαγή της κόρης του Τυνδάρεω» και η «ήττα των Τρώων στον πόλεμο» είναι γεγονότα, ας προσέξουμε να μη μας κάνουν να δεχτούμε ότι τα γεγονότα αυτά έχουν αυτόνομη υπόσταση. Τα χρόνια που πέρασαν έχουν πάρει ανεπιστρεπτί μαζί τους τις ανθρώπινες γενιές για τις οποίες, στ’ αλήθεια, τα γεγονότα εκείνα υπήρξαν συμπτώματα, Γιατί οποιοδήποτε συμβάν μπορούμε κάλλιστα να το χαρακτηρίσουμε σύμπτωμα:-είτε της οικουμένης όλης είτε συγκεκριμένων τόπων.

Και πάλι, αν δεν υπήρχε η ύλη των πραγμάτων, ο χώρος και το κενό όπου συμβαίνει το καθετί, ποτέ δε θα έκαιγε μες στα φρυγικά τα στήθη του Πάρη η ερωτική φλόγα που του άναψε της Ελένης η ομορφιά, και πυροδότησε τον ξακουστό εκείνο κι άσπλαχνο πόλεμο’ μήτε ο Δούρειος Ίππος θα ’χε πυρπολήσει τα Πέργαμα, βγάζοντας νύχτα μεσ’ από τα σωθικά του τους Έλληνες κρυφά απ’ τους Τρώες.

Μπορείς, λοιπόν, να το δεις καθαρά: τα γεγονότα σε καμία περίπτωση δεν έχουν αυτόνομη υπόσταση όπως η ύλη, μήτε υπάρχουν με την έννοια που υπάρχει και το κενό. Σωστότερο θα ήταν να τα ονομάσεις συμπτώματα της ύλης και του χώρου στον οποίο συμβαίνουν.

Τα υλικά σώματα, λοιπόν, είναι εν μέρει πρωταρχικά στοιχεία, και εν μέρει ό,τι προκύπτει από τις ενώσεις των πρωταρχικών στοιχείων. Όμως τα αρχικά στοιχεία των πραγμάτων καμία δύναμη δεν μπορεί να τα εξαλείψει – υπερισχύουν τελικά* γιατί είναι στέρεα και συμπαγή. Κι όμως, σου φαίνεται δύσκολο να πιστέψεις ότι μες στα πράγματα υπάρχει κάποια ουσία συμπαγής’ τους τοίχους των σπιτιών, σκέφτεσαι, τους διαπερνά ο κεραυνός, ο ήχος κι οι φωνές’ το σίδερο στη φωτιά πυρακτώνεται, κι οι βράχοι σκάζουν στο φλογερό καύσωνα’ λυγίζει το σκληρό χρυσάφι δουλεμένο σε μεγάλη θερμότητα, ενώ ο ψυχρός χαλκός λιώνει κι αυτός νικημένος από τη φλόγα’ μέσα απ’ το ασήμι περνά η ζέστη και το διαπεραστικό κρύο’ κι εμείς συχνά έχουμε νιώσει και τη ζέστη και το κρύο, όταν κατά το συνήθιο κρατάμε στο χέρι ένα ποτήρι και μέσα του πέφτουν οι σταγόνες του νερού.

Κι έτσι σου φαίνεται πως δεν υπάρχει πράγμα συμπαγές και αδιαπέραστο. Επειδή όμως ο ορθός λογισμός και η φύση το επιβάλλει, κάνε υπομονή’ με λίγους στίχους θα σου εξηγήσω ότι όντως υπάρχουν σώματα με ουσία συμπαγή και αναλλοίωτη τα οποία, όπως λέει η διδασκαλία μας, είναι σπέρματα και πρωταρχικά στοιχεία των πραγμάτων και από αυτά συνίσταται το σύνολο των πραγμάτων που υπάρχουν σήμερα στο σύμπαν.

Λουκρήτιος – Φραντσέσκο Άγιετς

Κατ’ αρχήν, αφού βρήκαμε ότι η φύση είναι διττή και αποτελείται από δυο πράγματα τελείως ανόμοια μεταξύ τους -δηλαδή την ύλη και το κενό μες στο οποίο συμβαίνουν τα πάντα-, αναγκαστικά προκύπτει ότι και τα δύο έχουν ύπαρξη αυτόνομη και αμιγή’ ο άδειος χώρος που ονομάζουμε «κενό» υφίσταται εκεί όπου δεν υπάρχει ύλη’ κι από την άλλη, εκεί όπου διατηρείται η ύλη δεν μπορεί με κανένα τρόπο να υπάρξει το κενό. Επομένως, τα πρωταρχικά στοιχεία είναι συμπαγή και χωρίς κενό.

Επιπλέον, αφού εμπεριέχεται το κενό μέσα στα δημιουργημένα σώματα, θα πρέπει να το περιβάλλει στέρεη ύλη’ δεν μπορείς λογικά ν’ αποδείξεις ότι υπάρχει πράγμα που μάσα του κρύβει κενό, παρά μόνο αν δεχτείς ότι το κενό περικλείεται από κάτι στέρεο. Και το μόνο πράγμα που έχει τη δυνατότητα να περικλείει το κενό μες στα αντικείμενα, δεν μπορεί παρά να είναι μια συσσώρευση ύλης.

Με δυο λόγια: τη στιγμή που όλα τα σώματα υπόκεινται σε διάλυση, η ίδια η ύλη, που αποτελείται από στέρεα στοιχεία, παραμένει αιώνια.

Έπειτα, αν δεν υπήρχε καθόλου το κενό, το σύμπαν θα ήταν μια στέρεη μάζα’ κι από την άλλη, αν δεν υπήρχαν ορισμένα σώματα για να γεμίζουν το χώρο, τους τόπους που κατέχουν, ολάκερο το σύμπαν θα ήταν μόνο διάστημα, κενός χώρος. Δίχως άλλο, λοιπόν, η ύλη και το κενό αμοιβαία εναλλάσσονται, αφού τίποτα δεν είναι ολωσδιόλου πλήρες μήτε πάλι εντελώς κενό. Υπάρχουν λοιπόν συγκεκριμένα στοιχεία ύλης που χαράζουν τα όρια ανάμεσα στο κενό διάστημα και τον συμπαγή χώρο.

Αυτά τα στοιχεία είναι αδύνατο να τα διαλύσει κάποιο πλήγμα που θα δεχτούν απ’ έξω, κι είναι αδύνατο να διαπεραστούν και να αποσυντεθούν’ με κανένα τρόπο δε γίνεται να διαλυθούν από κάποια δοκιμασία, όπως και σου απέδειξα πριν λίγο. Γιατί είναι προφανές ότι δίχως να υπάρχει το κενό τίποτε δεν μπορεί να συντρίβει ,ούτε να κοπεί και να χωριστεί στα δύο, να πιάσει υγρασία ή να διαπεραστεί από το κρύο και την φωτιά – όλα εκείνα, δηλαδή, που φέρνουν το τέλος των πραγμάτων. Όσο περισσότερο κενό κλείνει μέσα του ένα πράγμα, τόσο πιο βαθιά προσβάλλεται από τα παραπάνω και αρχίζει να καταρρέει.

Αν, λοιπόν, είναι συμπαγή και χωρίς κενό τα αρχικά στοιχεία, όπως έδειξα, τότε κατ’ ανάγκη είναι και αιώνια. Αν δεν ήταν αθάνατη η ύλη, τότε προ πολλού τα πράγματα θα είχαν περιέλθει στην ανυπαρξία και ό,τι βλέπουμε σήμερα μπροστά μας θα είχε ξαναγεννηθεί από το τίποτα. Επειδή όμως, όπως σου έδειξα πιο πριν, τίποτα δεν μπορεί να γεννηθεί από το τίποτα, κι επίσης είναι αδύνατο ό,τι έχει γεννηθεί να επιστρέφει στο τίποτα, τότε θα πρέπει τα αρχικά στοιχεία να αποτελούνται από ουσία αθάνατη, στην οποία να καταλήγει το κάθε τι που διαλύεται σαν έρχεται η τελευταία του στιγμή, έτσι ώστε να υπάρχει αρκετό απόθεμα ύλης για να ξαναγεννιούνται τα πράγματα. Είναι, συνεπώς, τα αρχικά στοιχεία συμπαγή και ενιαία, διαφορετικά δεν θα διατηρούνταν στους αιώνες, ούτε θα συνέχιζαν, χρόνους αμέτρητους τώρα, να ξαναγεννούν τα πράγματα.

Κι έπειτα, αν δεν είχε θέσει η φύση ένα όριο στην διάλυση των πραγμάτων, τότε τα σωματίδια της ύλης θα είχαν τόσο πολύ μειωθεί απ’ τη φθορά στο διάβα των αιώνων, που θα ’ταν αδύνατο να συλλάβουν το παραμικρό και να το φτάσουν στην ακμή της ύπαρξής του μέσα σε ορισμένο χρόνο. Το βλέπουμε άλλωστε, πως γρηγορότερα καταστρέφονται τα πράγματα παρά ξαναγεννιούνται. Έτσι, οτιδήποτε συνέτριψε ο μακρύς, αμέτρητος χρόνος, μες στους αιώνες που πέρασαν φέρνοντας αφανισμό και διάλυση, δεν θα μπορούσε ποτέ να αποκατασταθεί μες στο χρόνο που απέμεινε.

Όπως έχουν τα πράγματα, όμως, είμαστε σίγουροι ότι έχει τεθεί ένα καθορισμένο τέρμα στην διάλυση των όντων, αφού βλέπουμε πως το κάθε τι ξαναγεννιέται και πως για όλα τα είδη έχουν οριστεί χρονικά όρια μες στα οποία να μπορούν να φτάνουν στην ακμή τους.

Πρόσθεσε εδώ επίσης πως αν και τα υλικά σώματα είναι τελείως συμπαγή, μπορεί παρ’ όλα αυτά να εξηγηθεί πώς γεννιούνται και με ποιες δυνάμεις κινούνται τα μαλακά πράγματα όπως ο αέρας, το νερό, το χώμα κι η φωτιά, άπαξ και σμίξει το κενό με την ύλη.

Από την άλλη, αν τα πρωταρχικά στοιχεία ήταν μαλακά, δεν θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε πώς φτιάχτηκαν τα γρανιτένια βράχια και το σίδερο’ θα ’λείπε από τη φύση κάθε θεμέλιο και αφετηρία. Είναι λοιπόν τα πρωταρχικά στοιχεία στέρεα, συμπαγή και αδιαίρετα, κι όσο πιο πυκνές είναι οι ενώσεις τους, τόσο πιο σφιχτά σώματα προκύπτουν, με ανθεκτικές δυνάμεις.

Λουκρήτιος

Πέρα απ’ αυτό, έστω ότι η διάλυση των πραγμάτων δεν έχει όριο’ θα πρέπει παρ’ όλα αυτά να δεχτούμε πως μέχρι τα σήμερα επιβιώνουν κάποια αιώνια στοιχεία μέσα σε σώματα κάθε λογής, χωρίς να έχουν απειληθεί από κανένα κίνδυνο. Κι αν η φύση τους είναι φθαρτή, θα ήταν αντιφατικό να λέμε ότι κατάφεραν -αν και εκτεθειμένα σε αναρίθμητα πλήγματα ανά τους αιώνες-, να επιβιώσουν αιώνια στον χρόνο.

Και πάλι, αφού για κάθε είδος έχει τεθεί όριο στην ανάπτυξη και στη διάρκεια της ζωής, κι οι νόμοι της φύσης ορίζουν το τι μπορεί να πετύχει το κάθε είδος και τι όχι, κι αφού κανένα τους δεν αλλάζει και παραμένουν ίδια και απαράλλαχτα -τόσο που ακόμα και τα διάφορα είδη των πουλιών παρουσιάζουν από γενιά σε γενιά όλα τα γνωρίσματα του είδους τους-, τότε φυσιολογικά τα σώματά τους θα πρέπει να ’ναι από αμετάβλητη ύλη.

Γιατί αν μπορούσαν τα άτομα της ύλης να κατανικηθούν με οποιονδήποτε τρόπο και ν’ αλλοιωθούν, θα ήταν αβέβαιο τι μπορεί να προκύψει από αυτά και τι όχι, κοντολογίς, το πώς καθορίζονται τα όρια της δύναμης κι οι ακρογωνιαίοι λίθοι στο καθετί’ κι ούτε θα μπορούσαν οι νέες γενιές να αναπαράγουν τα φυσικά γνωρίσματα, τους τρόπους, τη ζωή και τις κινήσεις των γονιών τους σύμφωνα με το είδος τους.

Λουκρήτιος, Για την φύση των πραγμάτων

Γιατί είναι τόσο θυμωμένοι στο διαδίκτυο;

Δεν μπορεί κανείς παρά να παρατηρήσει την επιθετικότητα των χρηστών του internet, όχι όμως μόνο στην Ελλάδα. Είναι καλό ή κακό; Ψυχολόγοι, σύμφωνα με το Scientific American λένε πως αυτή η εθιστική ανταλλαγή δηλητηριωδών σχολίων στα κοινωνικά δίκτυα και το internet, θα πρέπει να αποφεύγεται –ή απλά να λογοκρίνεται από τις ιστοσελίδες- γιατί κάνουν κακό στην κοινωνία και την ψυχική υγεία.

Τα σχόλια πια είναι «υπερβολικά επιθετικά, χωρίς να οδηγούν σε κανένα συμπέρασμα» λέει ο Art Markman, καθηγητής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Τέξας. «Στο τέλος ενός τέτοιου διαδικτυακού τσακωμού δεν υπάρχει περίπτωση να πιστέψεις ότι κάποιος σε ακούει. Βιώνοντας, λοιπόν, μία δυνατή συναισθηματική εμπειρία που δεν εκτονώνεται με υγιή τρόπο, αυτό δεν μπορεί να είναι για καλό».

Αν, όμως, δεν είναι υγιές και δεν μας προσφέρει ικανοποίηση, γιατί το κάνουμε;

Σύμφωνα με τον Markman, μία ολόκληρη καταιγίδα από παράγοντες προκαλούν την επιθετικότητα και την αγένεια στο κομμάτι των ιστοσελίδων με τα σχόλια. Πρώτα απ’ όλα, συχνά, τα σχόλια είναι ανώνυμα, οπότε οι συγγραφείς τους δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη της αγένειάς τους. Δεύτερον, βρίσκονται σε κάποια απόσταση από τον στόχο του θυμού τους –είτε αυτό είναι το άρθρο που διαβάζουν ή κάποιο σχόλιο στο συγκεκριμένο άρθρο και οι άνθρωποι τείνουμε να ανταγωνιζόμαστε μακρινούς εχθρούς με περισσότερη ευκολία απ’ ότι στην πραγματική ζωή μας, που τα πράγματα ή οι άνθρωποι που μας θυμώνουν βρίσκονται μπροστά μας. Τρίτον, είναι πολύ ευκολότερο να γίνει κάποιος κακός μέσω του γραπτού λόγου, αντί του προφορικού κι αυτό, επίσης, το βιώνουμε σχεδόν όλοι.

Κι επειδή οι διαφωνίες στα πεδία σχολίων των αναρτήσεων δεν γίνονται σε πραγματικό χρόνο, οι σχολιαστές γράφουν ευμεγέθεις μονολόγους που τείνουν να τους βυθίζουν ακόμα περισσότερο στις ακραίες απόψεις τους. «Όταν κάνετε μία συζήτηση με ένα άνθρωπο, ποιος απ’ όλους αυτούς αραδιάζει ένα μεγάλο μονόλογο, εκτός αν είναι ήρωας σε ταινία; Ακόμα κι αν θυμώσετε, οι συζητητές ανταλλάσσουν κουβέντες ο ένας με τον άλλον, με αποτέλεσμα (συνήθως) να ηρεμούν και να ακούν, άρα να έχουν μία πραγματική συζήτηση».

Οι αψιμαχίες στα πεδία των σχολίων επίσης, μπορεί να δώσουν σε κάποιον μία αίσθηση ικανότητας και ικανοποίησης, η οποία φευ, είναι ψευδής. «Συμβαίνουν τόσα πολλά πράγματα στη ζωή μας που μας είναι δύσκολο να βγούμε έξω και να υποστηρίξουμε έναν σκοπό με την φυσική μας παρουσία, πράγμα που κάνει τον ακτιβισμό της πολυθρόνας’ μία πολύ ελκυστική πρόταση», γράφει ένας blogger στην εφημερίδα Daily Kos.

Τέλος, ο Edward Wasserman, καθηγητής της Ηθικής της Δημοσιογραφίας επεσήμανε άλλο ένα λόγο γι αυτό το δηλητήριο που «χύνεται» στα σχόλια: κακά παραδείγματα που έχουν δώσει τα ίδια τα μέσα. «Δυστυχώς, τα Media έχουν κερδίσει άπειρα χρήματα διδάσκοντας τους ανθρώπους να συζητούν με λάθος τρόπους, προσφέροντας πρότυπα όπως ο Jerry Springer, ή τον Bill O’Reilly. Με αυτά τα πρότυπα, οι θεατές συμπεραίνουν πως η οργή είναι ο τρόπος με τον οποίο συζητούνται οι δημόσιες ιδέες», έγραφε ο καθηγητής. «Κι όμως, δεν είναι αυτός ο τρόπος.».

Η ουσία της επικοινωνίας είναι να εισπράττουμε την προοπτική του άλλου, να την κατανοούμε και να απαντάμε. «Ο τόνος της φωνής και οι χειρονομίες έχουν τεράστια επιρροή στην ικανότητά μας να καταλάβουμε τι λέει κάποιος» λέει ο Markman. “Όσο ο διάλογος απομακρύνεται από την πρόσωπο με πρόσωπο συνδιαλλαγή, τόσο πιο δύσκολο είναι να επικοινωνήσουμε».

Κατά τη γνώμη του, τα διαδικτυακά μέσα θα πρέπει να μειώσουν τον θυμό και το μίσος που έχει γίνει κανόνας στις ανταλλαγές σχολίων ανάμεσα στους αναγνώστες. «Έχει μεγάλη αξία να αφήνεις όλες τις πλευρές μίας διαφωνίας να ακουστούν. Δεν έχει καμία αξία όμως να υπάρχουν προσωπικές επιθέσεις, ή να αφήνονται σχόλια που έχουν υπερβολικά θυμωμένο τόνο. Ακόμα κι αν κάποιος εκφράζει μία βάσιμη γνώμη αλλά το κάνει με θυμωμένο τόνο, φθήρει την φύση της διαφωνίας γιατί προσκαλεί και τους υπόλοιπους να απαντούν με αυτό τον τόνο. Αν σε ένα website τα σχόλια που περνούν συμπεριλαμβάνουν προσωπικές επιθέσεις με τον πιο άσχημο τρόπο, στέλνεται έτσι το μήνυμα ότι αυτή είναι μία αποδεκτή ανθρώπινη συμπεριφορά».

Από την δική τους πλευρά, οι αναγνώστες θα πρέπει να αναζητήσουν ανθρώπους με τους οποίους θα συζητούν, στην πραγματική τους ζωή, λέει ο Markman. Και θα είναι χρήσιμο να περιλαμβάνουμε στους κοινωνικούς μας κύκλους ανθρώπους που έχουν διαφορετικές απόψεις από τις δικές μας. «Με αυτό τον τρόπο θα αναπτύξουμε ένα υγιή σεβασμό για τους ανθρώπους που σκέφτονται με διαφορετικό τρόπο», αναφέρει.

Η προσπάθεια να βρούμε λύσεις στα δύσκολα προβλήματα σαν αυτά που μαζεύουν πολλά σχόλια στις ιστοσελίδες, απαιτεί μεγάλες συζητήσεις και συμβιβασμούς. «Η ανταλλαγή απόψεων και η διαπραγμάτευση που κάνουμε σε μία συζήτηση με κάποιον που δεν συμφωνεί μαζί μας, είναι τέχνη», λέει ο Markman. Κι η τέχνη αυτή εκλείπει, τόσο ανάμεσα στο κοινό, όσο ανάμεσα και σε όσους μας κυβερνούν.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΝ ΧΕΡΡΟΝΗΣΩ

ΔΗΜ 8.38–42

Ο Φίλιππος είναι εχθρός της Αθήνας και του πολιτεύματός της

Ο ρήτορας, αποκρούοντας τις επιθέσεις της φιλομακεδονικής μερίδας εναντίον του στρατηγού Διοπείθη (βλ. σχετικά ΔΗΜ 8.13–18), αιτιολόγησε τις επιλογές του τελευταίου και επέκρινε για μια ακόμη φορά (βλ. και ΔΗΜ 8.21–23) τους συμπολίτες του, κατηγορώντας τους για ακρισία, αναποφασιστικότητα και αδυναμία εκμετάλλευσης των ευνοϊκών συγκυριών.


[38] Εἰσὶ τοίνυν τινὲς οἳ τότ’ ἐξελέγχειν τὸν παριόντ’ οἴονται,
ἐπειδὰν ἐρωτήσωσι «τί οὖν χρὴ ποιεῖν;» οἷς ἐγὼ μὲν τὸ
δικαιότατον καὶ ἀληθέστατον τοῦτ’ ἀποκρινοῦμαι, ταῦτα μὴ
ποιεῖν ἃ νυνὶ ποιεῖτε, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ καθ’ ἕκαστον ἀκριβῶς
ἐρῶ. καὶ ὅπως, ὥσπερ ἐρωτῶσι προθύμως, οὕτω καὶ ποιεῖν
ἐθελήσουσιν. [39] πρῶτον μέν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοῦτο παρ’
ὑμῖν αὐτοῖς βεβαίως γνῶναι, ὅτι τῇ πόλει Φίλιππος πολεμεῖ
καὶ τὴν εἰρήνην λέλυκεν (καὶ παύσασθε περὶ τούτου κατη-
γοροῦντες ἀλλήλων) καὶ κακόνους μέν ἐστι καὶ ἐχθρὸς ὅλῃ
τῇ πόλει καὶ τῷ τῆς πόλεως ἐδάφει, [40] προσθήσω δὲ καὶ τοῖς
ἐν τῇ πόλει πᾶσιν ἀνθρώποις, καὶ τοῖς μάλιστ’ οἰομένοις αὐτῷ
χαρίζεσθαι (εἰ δὲ μή, σκεψάσθων Εὐθυκράτη καὶ Λασθένη
τοὺς Ὀλυνθίους, οἳ δοκοῦντες οἰκειότατ’ αὐτῷ διακεῖσθαι,
ἐπειδὴ τὴν πόλιν προὔδοσαν, πάντων κάκιστ’ ἀπολώλασιν),
οὐδενὶ μέντοι μᾶλλον ἢ τῇ πολιτείᾳ πολεμεῖ οὐδ’ ἐπιβουλεύει,
καὶ σκοπεῖ μᾶλλον οὐδὲ ἓν τῶν πάντων, ἢ πῶς ταύτην κατα-
λύσει. [41] καὶ τοῦτ’ εἰκότως τρόπον τινὰ πράττει· οἶδεν γὰρ
ἀκριβῶς ὅτι οὐδ’ ἂν πάντων τῶν ἄλλων γένηται κύριος,
οὐδὲν ἔστ’ αὐτῷ βεβαίως ἔχειν, ἕως ἂν ὑμεῖς δημοκρατῆσθε,
ἀλλ’ ἐάν ποτε συμβῇ τι πταῖσμα, ἃ πολλὰ γένοιτ’ ἂν ἀνθρώπῳ,
ἥξει πάντα τὰ νῦν συμβεβιασμένα καὶ καταφεύξεται πρὸς
ὑμᾶς· [42] ἐστὲ γὰρ ὑμεῖς οὐκ αὐτοὶ πλεονεκτῆσαι καὶ κατασχεῖν
ἀρχὴν εὖ πεφυκότες, ἀλλ’ ἕτερον λαβεῖν κωλῦσαι καὶ ἔχοντ’
ἀφελέσθαι δεινοί, καὶ ὅλως ἐνοχλῆσαι τοῖς ἄρχειν βουλο-
μένοις καὶ πάντας ἀνθρώπους εἰς ἐλευθερίαν ἐξελέσθαι
ἕτοιμοι. οὔκουν βούλεται τοῖς ἑαυτοῦ καιροῖς τὴν παρ’
ὑμῶν ἐλευθερίαν ἐφεδρεύειν, οὐδὲ πολλοῦ δεῖ, οὐ κακῶς οὐδ’
ἀργῶς ταῦτα λογιζόμενος.

***
[38] Υπάρχουν αληθώς άνθρωποι οι οποίοι φρονούν ότι θα αποστομώσουν τον ρήτορα εάν τον ερωτήσουν «τι πρέπει λοιπόν να πράξωμεν;» Εις αυτούς εγώ θα απαντήσω τούτο που είναι σύμφωνον με το δίκαιον και με την πλήρη αλήθειαν: να μη πράττετε αυτό που πράττετε τώρα· ή μάλλον θα εισέλθω και εις λεπτομερείας. Και είθε να φανούν τόσον πρόθυμοι διά την δράσιν όσον είναι διά την υποβολήν ερωτήσεων! [39] Προ παντός άλλου, Αθηναίοι πολίται, πρέπει να βάλετε καλά εις τον νουν σας ότι ο Φίλιππος πολεμεί κατά της πόλεώς μας και έχει διαρρήξει την συνθήκην της ειρήνης ―παύσατε δε επί του σημείου αυτού τας εναντίον αλλήλων κατηγορίας― και ότι έχει κακάς προθέσεις και είναι εχθρός ολοκλήρου της πόλεως και του εδάφους της πόλεως, [40] θα προσθέσω δε (ότι είναι εχθρός) και όλων εδώ ανεξαιρέτως, ακόμη και εκείνων οι οποίοι νομίζουν περισσότερον παντός άλλου ότι του είναι ευχάριστοι. Εάν αμφιβάλλουν, ας αναλογισθούν τον Ευθυκράτη και τον Λασθένη τους Ολυνθίους, οι οποίοι, ενώ ενόμιζον ότι ευρίσκονται εις στενωτάτας μετ' αυτού σχέσεις, αφού επρόδωσαν την πόλιν των κατεστράφησαν χειρότερα από κάθε άλλον. Αλλά κυρίως πολεμεί και επιβουλεύεται το πολίτευμά μας, και προ παντός άλλου εις του πολιτεύματος την κατάργησιν αποβλέπει. [41] Και είναι, τρόπον τινά, φυσικόν να πράττη τούτο· διότι γνωρίζει πολύ καλά ότι, και αν όλων των άλλων γίνη κύριος, ουδέν θα κατέχη ασφαλώς, εφ' όσον σεις θα έχετε λαοκρατικόν πολίτευμα· αλλ' εάν ποτέ τού συμβή ατύχημα ―όλα δε συμβαίνουν εις τους ανθρώπους― πάντες εκείνοι που κρατεί σήμερον ηνωμένους διά της βίας θα έλθουν σε σας και θα ριφθούν εις τας αγκάλας σας. [42] Και τούτο διότι σεις δεν είσθε εκ φύσεως πλασμένοι ούτως ώστε να επιθυμήτε την δεσποτείαν ή να κατακρατήτε αυτήν· αλλ' είσθε ισχυροί μόνον και μόνον διά να εμποδίσετε άλλους να την αποκτήσουν και διά να την αφαιρέσετε εάν την κατέχουν, και γενικώς διά να είσθε εμπόδιον εις τους επιθυμούντας την κυριαρχίαν και διά να αποδώσετε την ελευθερίαν εις όλους τους ανθρώπους· διά πάντα ταύτα είσθε πρόθυμοι. Δεν θέλει λοιπόν αυτός η ελευθερία η ιδική σας να ενεδρεύη την κατάλληλον κατ' αυτού ευκαιρίαν· βεβαίως δεν το θέλει, και ο υπολογισμός του αυτός αποδεικνύει ότι βλέπει ορθώς τα πράγματα και δεν αποκοιμάται.