Πέμπτη 27 Ιουνίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Νεφέλαι (476-509)

ἀλλ᾽ ἐγχείρει τὸν πρεσβύτην ὅ τι περ μέλλεις προδιδάσκειν,
καὶ διακίνει τὸν νοῦν αὐτοῦ καὶ τῆς γνώμης ἀποπειρῶ.
ΣΩ. ἄγε δή, κάτειπέ μοι σὺ τὸν σαυτοῦ τρόπον,
ἵν᾽ αὐτὸν εἰδὼς ὅστις ἐστὶ μηχανὰς
480 ἤδη ᾽πὶ τούτοις πρὸς σὲ καινὰς προσφέρω.
ΣΤ. τί δέ; τειχομαχεῖν μοι διανοεῖ πρὸς τῶν θεῶν;
ΣΩ. οὔκ, ἀλλὰ βραχέα σου πυθέσθαι βούλομαι.
ἦ μνημονικὸς εἶ; ΣΤ. δύο τρόπω, νὴ τὸν Δία·
ἢν μέν γ᾽ ὀφείληταί τι μοι, μνήμων πάνυ·
485 ἐὰν δ᾽ ὀφείλω σχέτλιος, ἐπιλήσμων πάνυ.
ΣΩ. ἔνεστι δῆτά σοι λέγειν ἐν τῇ φύσει;
ΣΤ. λέγειν μὲν οὐκ ἔνεστ᾽, ἀποστερεῖν δ᾽ ἔνι.
ΣΩ. πῶς οὖν δυνήσει μανθάνειν; ΣΤ. ἀμέλει, καλῶς.
ΣΩ. ἄγε νυν ὅπως, ὅταν τι προβάλω σοι σοφὸν
490 περὶ τῶν μετεώρων, εὐθέως ὑφαρπάσει.
ΣΤ. τί δαί; κυνηδὸν τὴν σοφίαν σιτήσομαι;
ΣΩ. ἅνθρωπος ἀμαθὴς οὑτοσὶ καὶ βάρβαρος.
δέδοικά σ᾽, ὦ πρεσβῦτα, μὴ πληγῶν δέει.
φέρ᾽ ἴδω, τί δρᾷς, ἤν τις σε τύπτῃ; ΣΤ. τύπτομαι,
495 ἔπειτ᾽ ἐπισχὼν ὀλίγον ἐπιμαρτύρομαι,
εἶτ᾽ αὖθις ἀκαρῆ διαλιπὼν δικάζομαι.
ΣΩ. ἴθι νυν, κατάθου θοἰμάτιον. ΣΤ. ἠδίκηκά τι;
ΣΩ. οὔκ, ἀλλὰ γυμνοὺς εἰσιέναι νομίζεται.
ΣΤ. ἀλλ᾽ οὐχὶ φωράσων ἔγωγ᾽ εἰσέρχομαι.
500 ΣΩ. κατάθου. τί ληρεῖς; ΣΤ. εἰπὲ δή νυν μοι τοδί·
ἢν ἐπιμελὴς ὦ καὶ προθύμως μανθάνω,
τῷ τῶν μαθητῶν ἐμφερὴς γενήσομαι;
ΣΩ. οὐδὲν διοίσεις Χαιρεφῶντος τὴν φύσιν.
ΣΤ. οἴμοι κακοδαίμων, ἡμιθνὴς γενήσομαι.
505 ΣΩ. οὐ μὴ λαλήσεις, ἀλλ᾽ ἀκολουθήσεις ἐμοὶ
ἁνύσας τι δευρὶ θᾶττον. ΣΤ. εἰς τὼ χεῖρέ νυν
δός μοι μελιτοῦτταν πρότερον· ὡς δέδοικ᾽ ἐγὼ
εἴσω καταβαίνων ὥσπερ εἰς Τροφωνίου.
ΣΩ. χώρει· τί κυπτάζεις ἔχων περὶ τὴν θύραν;

***
ΚΟΡ., στο Σωκράτη.
Μια μικρή εισαγωγή στα μαθήματα εσύ,
που θα κάμεις στο γέρο, ν᾽ αρχίσεις·
κρίση αν έχει δοκίμασε τώρα να δεις,
και το νου του καλά βυθομέτρα.
ΣΩΚ. Η ψυχοσύνθεσή σου πες μου ποιά είναι,
να την ξέρω, κι ανάλογα μ᾽ εκείνη
480 καινούριες μηχανές να δοκιμάσω.
ΣΤΡ. Τί; Μηχανές! Τειχομαχία μού στήνεις;
ΣΩΚ. Κάτι ερωτήσεις μόνο θα σου κάμω.
Έχεις μνημονικό; ΣΤΡ. Μα, κι έχω και όχι·
αν μου χρωστούν, έχω μεγάλη μνήμη,
αλλ᾽ αν εγώ χρωστώ, είμαι ξεχασιάρης.
ΣΩΚ. Έχεις στο λέγειν έμφυτην ευχέρεια;
ΣΤΡ. Όχι, μα για το σούφρωμα έχω χέρια.
ΣΩΚ. Και πώς θα μάθεις; ΣΤΡ. Φίνα· μη σε νοιάζει.
ΣΩΚ. Θέμα αστρονομικό θα σου προβάλω
490 κι έχε το νου σου αμέσως να τ᾽ αρπάξεις.
ΣΤΡ. Τί; Σα σκυλί θα χάφτω τη σοφία;
ΣΩΚ. Α, τούτος είναι βάρβαρος, χωριάτης.
Φοβούμαι, γέρο, μήπως θέλεις ξύλο.
Τί κάνεις σα σου δίνουν ξύλο; ΣΤΡ. Πρώτα
τις τρώγω· μάρτυρα έπειτα φωνάζω
κι ευθύς, σε λίγο, μήνυση υποβάλλω.
ΣΩΚ., ευχαριστημένος από την απάντηση.
Καλά, βγάλε το ρούχο σου.
ΣΤΡ., νομίζοντας πως θα τον δείρει.
Έχω φταίξει;
ΣΩΚ. Εδώ μπαίνουν γυμνοί· ο κανόνας τέτοιος.
ΣΤΡ. Μα εγώ δεν πάω να ψάξω για κλεψίμια.
500 ΣΩΚ. Άσε τις σάχλες· γδύσου. ΣΤΡ. Πες μου τώρα·
μελετηρός και πρόθυμος αν είμαι,
σε ποιό σας μαθητή θα μοιάσω τάχα;
ΣΩΚ. Χαιρεφώντας ολόφτυστος θα γίνεις.
ΣΤΡ. Αχ, μισοπεθαμένος θα ᾽μαι ο δόλιος.
ΣΩΚ. Άσε τα λόγια κι ακολούθησέ με
από δω· μην αργείς. ΣΤΡ. Μια τηγανίτα
με μέλι δώσ᾽ μου πρώτα να κρατάω·
γιατί φοβούμαι· λέω πως κατεβαίνω
μες στο άντρο του μαντείου του Τροφωνίου.
ΣΩΚ. Προχώρα· τί διστάζεις μπρος στην πόρτα;
Μπαίνουν κι οι δυο στο σπουδαστήριο.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΑΔΩΝΗΣ

ΑΔΩΝΗΣ
(ανεμώνες)
 
Ο μύθος του Άδωνη είναι συνδεδεμένος με της μητέρας του Σμύρνας. Αν και εμπλουτίστηκε ιδιαίτερα στα ελληνιστικά χρόνια με λεπτομέρειες για τη ζωή του νέου στην ύπαιθρο και στο δάσος, τον μύθο, συριακής καταγωγής, υπαινίσσεται ήδη ο Ησίοδος. Ο βασικός κορμός του μύθου είναι ο εξής:
 
Η Σμύρνα, κόρη ή εγγονή της Νύμφης Ωρείθυιας και του βασιλιά Θείαντα, γιου του Βήλου, που ζούσε στην περιοχή του Λιβάνου, ερωτεύτηκε τον πατέρα της. Τον άνομο αυτό έρωτα της τον ενέβαλε η Αφροδίτη, γιατί δεν την τιμούσε, κάτι που συνήθιζε η θεά σε παρόμοιες περιπτώσεις. Η παραμάνα της Ιππολύτη την έβαζε στον κοιτώνα του πατέρα της με σκεπασμένο πρόσωπο, ενώ σε εκείνον είχε πει ότι κοπέλα από αρχοντική γενιά ήθελε να βρεθεί μαζί του αλλά να μείνει άγνωστη.  Όταν ο Θείαντας θέλησε να μάθει ποια ήταν η αρχόντισσα με την οποία κοιμόταν για δώδεκα νύχτες, κράτησε λαμπάδα. Ο πατέρας της την καταδίωξε με μαχαίρι και η Σμύρνα, ήδη έγκυος, παρακάλεσε τους θεούς να μην την αφήσουν ούτε στον κόσμο των ανθρώπων ούτε των νεκρών, και αυτοί τη μεταμόρφωσαν* στο δέντρο μύρρα. Δέκα μήνες μετά ο φλοιός του δέντρου έσκασε και βγήκε από εκεί ένα όμορφο αγόρι, ο Άδωνης, τόσο όμορφο που το διεκδίκησαν δυο θεές, η Αφροδίτη και η Περσεφόνη.
 
Άλλες παραδόσεις δίνουν άλλους γονείς στη Σμύρνα, τον ίδιο άνομο έρωτα και τη γέννηση του παιδιού με τη μεσολάβηση του κοινού τους πατέρα. Πιο συγκεκριμένα:
 
Ενίοτε ως πατέρας της Σμύρνας αναφέρεται ο Κινύρας και ως μητέρα της η Κεγχρεΐς. Αυτή φαίνεται να ευθύνεται, σε άλλες εκδοχές του μύθου, για τον άνομο έρωτα της κόρης της, γιατί είχε παινευτεί ότι η κόρη της ήταν πιο όμορφη από την ίδια τη θεά της ομορφιάς. Όταν η Σμύρνα συνειδητοποίησε τον άνομο έρωτά της, θέλησε να κρεμαστεί αλλά η τροφός τη συμβούλευσε να αποδεχθεί και να ικανοποιήσει το πάθος της. Ο κορεσμός του πάθους έφερε τη ντροπή και η Σμύρνα κρύφτηκε στο δάσος. Εκεί τη μεταμόρφωσε σε δέντρο η Αφροδίτη, γιατί λυπήθηκε το αθώο θύμα της ύβρεως της μητέρας της. Ο ίδιος ο πατέρας της και πατέρας του παιδιού της Κινύρας έσκισε τη φλούδα του δέντρου με το μαχαίρι του και ελευθέρωσε το μωρό ή ένας κάπρος με τους χαυλιόδοντές τους.
 
Στον βίο του παιδιού εμπλέκονται τρεις θεές, η Αφροδίτη, η Περσεφόνη, η Άρτεμη. Η πρώτη, παραδομένη στην ομορφιά του παιδιού, το παρέδωσε στη δεύτερη για να το αναθρέψει. Κι αυτή όμως με τη σειρά της ερωτεύτηκε τον νέο και δεν ήθελε να τον αφήσει να φύγει. Με τη μεσολάβηση του Δία αποφασίστηκε η παραμονή του το ένα τρίτο του χρόνου με τη μία θεά, το άλλο ένα τρίτο με τη δεύτερη και το τρίτο με όποιαν ήθελε. Ο Άδωνης επέλεγε να περνά το τελευταίο τρίτο με την Αφροδίτη, συνολικά, δηλαδή, τα δύο τρίτα του χρόνου.
 
Και καθώς μεγάλο μέρος του χρόνου το περνούσε στον επάνω κόσμο, στην ύπαιθρο και τα δάση παρέα με τις Νύμφες, κυνηγό και οδηγό κοπαδιών, εκεί συντελέστηκε και ο θάνατός του. Η Άρτεμη, οργισμένη για άγνωστους σε μας λόγους, έστειλε εναντίον του Άδωνη κάπρο που σε κυνήγι τραυμάτισε θανάσιμα τον ευνοούμενο δυο θεαινών. Η λεπτομέρεια αυτή συνδέει τον τρόπο γέννησης του Άδωνη, τουλάχιστον σε μια του εκδοχή (ο κάπρος που έσκισε με τους χαυλιόδοντές του τον φλοιό του δέντρου στο οποίο είχε μεταμορφωθεί η μητέρα του), με τον θάνατό του. Άλλες εκδοχές θέλουν υπαίτιο για τον θάνατό του τον Άρη και τη ζήλεια που ένιωσε για τον θνητό εραστή της Αφροδίτης· ή τον Απόλλωνα και την οργή του, επειδή η Αφροδίτη είχε τυφλώσει τον γιο του Ερύμανθο που την είχε δει να λούζεται ολόγυμνη. Όποια και να είναι η αιτία, ο θάνατος του αγαπημένου της Αφροδίτης (και η σχέση της με τη θάλασσα) συνέδεσε τη θεά με ιεροπραξίες νεκρικές, όχι μόνο ερωτικές.
 
Με τη γέννηση και τον θάνατο του Άδωνη συνδέθηκαν πολλοί μύθοι λουλουδιών. Καταρχάς η μύρα που είναι τα δάκρυα της μητέρας του Σμύρνας/Μύρρας που μεταμορφώθηκε στο ομώνυμο δέντρο. Έπειτα, τα κόκκινα τριαντάφυλλα· βάφτηκαν κόκκινα όταν ένα αγκάθι την τραυμάτισε και έτρεξε αίμα την ώρα που έτρεχε να συνδράμει τον τραυματισμένο αγαπημένο της -από τότε έγινε το λουλούδι που οι πιστοί της αφιέρωναν. Οι ανεμώνες γεννήθηκαν από το αίμα του πληγωμένου Άδωνη. Ο ποιητής Βίων (2ος αι, π.Χ.) στο ποίημα Αδώνιδος επιτάφιος δίνει μια ποιητική αντιστοιχία ανάμεσα στις κηλίδες αίματος από την πληγή του Άδωνη και στα δάκρυα της θεάς· και ακόμη, στη δημιουργία των λουλουδιών της θεάς και του θνητού της εραστή -όσες κηλίδες αίματος τόσα δάκρυα, όσες ανεμώνες τόσα τριαντάφυλλα. Και ακόμη, ο καρδιακός φίλος και σύντροφός του Μήλος κρεμάστηκε από το δέντρο που πήρε το όνομά του, το ίδιο και η συγγένισσά του και σύζυγος του Μήλου Πελία, αλλά μεταμορφώθηκαν από την Αφροδίτη ο μεν Μήλος στον καρπό της μηλιάς, η δε Πελία σε περιστέρι.
 
Πέρα από τον ρομαντισμό της ιστορίας, εύκολα διακρίνει κανείς ένα βλαστητικό μύθο -ο σπόρος που μπαίνει κάτω από τη γη, που «θάβεται», που «πεθαίνει», ως αναγκαία προϋπόθεση για τη βλάστηση και την καρποφορία. Εξάλλου, η ίδια η θεά καθιερώνει για τον αγαπημένο της ενιαύσια πένθιμη γιορτή που γιορταζόταν κάθε χρόνο την άνοιξη. Τότε οι γυναίκες της Συρίας φύτευαν -όχι στη γη αλλά σε βάζα, δοχεία κτλ., ώστε η βλάστηση να είναι ελεγχόμενη- σπόρους που τους πότιζαν με ζεστό νερό, για να φυτρώσουν γρήγορα. Όσο όμως γρήγορα φύτρωναν άλλο τόσο γρήγορα πέθαιναν, όπως γρήγορα, σε νεαρή ηλικία, είχε πεθάνει ο Άδωνης. Αυτοί ήταν οι «κήποι του Άδωνη» για τους οποίους οι γυναίκες θρηνούσαν τελετουργικά. Και στη φοινικική πόλη Βύβλο καθιερώθηκε γιορτή για τον θάνατο του Άδωνη· την ημέρα της θρηνητικής γιορτής τα νερά του ομώνυμου ποταμού κοκκίνιζαν**· στο φαινόμενο δίδονταν και πιο φυσικές εξηγήσεις. Πάντως, η τοποθέτηση του μύθου σε αυτές τις περιοχές και το γεγονός ότι στα εβραϊκά Αδωνάι λεγόταν ο κύριοςπροδίδει την ανατολική του προέλευση.
 
Την ίδια βλαστητική ουσία φαίνεται ότι έχει ο έρωτας του Άδωνη για την κύπρια κόρη Ερινόνα. Στην ιστορία τους εμπλέκονται πολλοί θεοί και θεές. Οι παρθένες Άρτεμη και Αθηνά, η ερωτιάρα Αφροδίτη, στον αντίποδα των δύο πρώτων, η ζηλιάρα Ήρα, ο ερωτιάρης Δίας, ο ψυχοπομπός Ερμής. Ερινόνα και Άδωνης είναι τα θύματα της αντιπαλότητας των θεαινών, που συγκρούονται μεταξύ τους για τα πεδία της δικαιοδοσίας τους. Πιο συγκεκριμένα:
 
Αθηνά και Άρτεμη χάρισαν τη φιλία τους στη θνητή κοπέλα για τη σοφία και την αγνότητά της. Θυμωμένη η Αφροδίτη που το κορίτσι δεν την τιμούσε, προσπάθησε να κάνει τον Δία να ερωτευτεί την Ερινόνα. Ως εκ τούτου αναπόφευκτη ήταν η εμπλοκή της Ήρας που κανόνισε, ώστε ο Άδωνης να βιάσει την αγνή Κυπρία και να απολέσει την παρθενία της, καθιστώντας την αδιάφορη για τον αρχηγό των Ολυμπίων. Οργισμένος ο Δίας κεραυνοβόλησε και σκότωσε τον Άδωνη, ενώ η Άρτεμη μεταμόρφωσε την Ερινόνα σε παγώνι και, στη συνέχεια, το παγώνι σε άνθρωπο. Όσο για τον Άδωνη, η Αφροδίτη παρακάλεσε τον Δία να επιτρέψει σε μια σκιά του θνητού να επανέλθει στον κόσμο των ζωντανών με οδηγό τον Ερμή. Ο αναστημένος Άδωνης παντρεύτηκε τη μεταμορφωμένη και ξαναμεταμορφωμένη Ερινόνα και απέκτησαν ένα γιο, τον Ταλέα ή Τάλο. (Σέρβ., Σχ. Βιργ. Εκλ. 10.18)
 
Με βάση και τη μυθιστορία του Άδωνη μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ο μύθος με την ερωτική περιβολή έχει ουσία βλαστητική και αναπαραγωγική. Η παρθενικότητα της Ερινόνας δεν εξυπηρετεί τη ζωή· η μεταμόρφωσή της από παρθένα σε γυναίκα με πλήρως ανεπτυγμένες τις δυνατότητες της γυναικείας της υπόστασης και τελικά την κυοφορία είναι αναγκαία. Πολλές φορές στον μύθο η ανάγκη αυτή παίρνει τη μορφή μιας βίαιης και αθέλητης στο κορίτσι πράξης και συνδέεται με τον θάνατο, καθώς η κόρη οφείλει να «πεθάνει» ως κόρη και να «γεννηθεί» ως γυναίκα· επιπλέον, ο σπόρος βυθίζεται, θάβεται στη γη, πράξη που είναι αναγκαία προϋπόθεση για την έλευση της ζωής.
--------------------------
*Σμύρνας μεταμόρφωση
 
Η οργή της Αφροδίτης (επειδή δεν την τιμούσε [η Σμύρνα]) την παρακίνησε να ερωτευτεί τον πατέρα της [Θείαντα, βασιλιά των Ασσυρίων], και με συνεργό την τροφό της εξαπάτησε τον πατέρα της και ενώθηκε μαζί του για δώδεκα νύχτες. Όταν εκείνος το κατάλαβε, τράβηξε το σπαθί του και την καταδίωξε· και η κοπέλα, τη στιγμή που ήταν να την πιάσει, προσευχήθηκε στους θεούς να εξαφανιστεί. Και επειδή οι θεοί τη λυπήθηκαν, τη μεταμόρφωσαν σε δέντρο, αυτό που ονομάζουν σμύρνα. Ύστερα από δέκα μήνες, το δέντρο έσκασε και γεννήθηκε το παιδί που πήρε το όνομα Άδωνις. (Απολλόδωρος, 3.183-184)
 
**Ο ποταμός Άδωνις στη Βύβλο: μυθολογία και/ή φυσική αλληγορία
 
Ἔνι δὲ καὶ ἄλλο θωῦμα ἐν τῇ χώρῃ τῇ Βυβλίῃ. ποταμὸς ἐκ τοῦ Λιβάνου τοῦ οὔρεος ἐς τὴν ἅλα ἐκδιδοῖ· οὔνομα τῷ ποταμῷ Ἄδωνις ἐπικέαται. ὁ δὲ ποταμὸς ἑκάστου ἔτεος αἱμάσσεται καὶ τὴν χροιὴν ὀλέσας ἐσπίπτει ἐς τὴν θάλασσαν καὶ φοινίσσει τὸ πολλὸν τοῦ πελάγεος καὶ σημαίνει τοῖς Βυβλίοις τὰ πένθεα. μυθέονται δὲ ὅτι ταύτῃσι τῇσι ἡμέρῃσιν ὁ Ἄδωνις ἀνὰ τὸν Λίβανον τιτρώσκεται, καὶ τὸ αἷμα ἐς τὸ ὕδωρ ἐρχόμενον ἀλλάσσει τὸν ποταμὸν καὶ τῷ ῥόῳ τὴν ἐπωνυμίην διδοῖ. ταῦτα μὲν οἱ πολλοὶ λέγουσιν. ἐμοὶ δέ τις ἀνὴρ Βύβλιος ἀληθέα δοκέων λέγειν ἑτέρην ἀπηγέετο τοῦ πάθεος αἰτίην. ἔλεγεν δὲ ὧδε· "ὁ Ἄδωνις ὁ ποταμός, ὦ ξεῖνε, διὰ τοῦ Λιβάνου ἔρχεται· ὁ δὲ Λίβανος κάρτα ξανθόγεώς ἐστιν. ἄνεμοι ὦν τρηχέες ἐκείνῃσι τῇσι ἡμέρῃσι ἱστάμενοι τὴν γῆν τῷ ποταμῷ ἐπιφέρουσιν ἐοῦσαν ἐς τὰ μάλιστα μιλτώδεα, ἡ δὲ γῆ μιν αἱμώδεα τίθησιν· καὶ τοῦδε τοῦ πάθεος οὐ τὸ αἷμα, τὸ λέγουσιν, ἀλλ᾽ ἡ χώρη αἰτίη." ὁ μέν μοι Βύβλιος τοσάδε ἀπηγέετο· εἰ δὲ ἀτρεκέως ταῦτα ἔλεγεν, ἐμοὶ μὲν δοκέει κάρτα θείη καὶ τοῦ ἀνέμου ἡ συντυχίη. (Λουκιανός, Περί της Συρίης θεού 8)

Έπεα πτερόεντα

Το αρχ, ελλ. «ἔπος» σημαίνει λόγος, μύθος, θρύλος, ιστορία, τραγούδι, ποίημα, συμβουλή, ορμήνια, νουθεσία, γνώμη· κι ακόμη: θεϊκός λόγος, προφητεία, μαντεία, χρησμός, ρητό, γνωμικό, παροιμία, απόφθεγμα, νόημα, έννοια, περιεχόμενο, θέμα ομιλίας, αντικείμενο ή ζήτημα, το άσμα του αοιδού (από εκεί και η σημερινή σημασία «κατόρθωμα», κάτι άξιο να μνημονεύεται: το «έπος του 1940»).

Στον Ηρόδοτο βρίσκουμε τη φράση «ἅμα ἔπος τε καὶ ἔργον ἐποίεε», που σημαίνει: είπε και αμέσως, ταυτόχρονα έκανε, έπραξε· η έκφραση «κατ’ ἔπος» στον Αριστοφάνη έχει τη σημασία: «λέξη προς λέξη, αυτολεξεί, ακριβώς». Στα κείμενα του Πλάτωνα το «οὐδὲν πρὸς ἔπος» σήμαινε «τίποτα σχετικό». Στον Ευριπίδη οι αρχαίες εκφράσεις «ὡς ἔπος εἰπεῖν» ή «ὡς εἰπεῖν ἔπος» είχαν σημασία παρόμοια με τα σημερινά «τρόπος του λέγειν» και «ούτως ειπείν». Το «ἑνὶ ἔπει» στον Ηρόδοτο σήμαινε: με μια λέξη, σύντομα, συνοπτικά, μ’ έναν λόγο.

Στην Ιλιάδα (Α77) ο μάντης Κάλχας –που απ᾿ τους μάντηδες ο πιο τρανός λογιόταν, και όλα τα κάτεχε, μελλούμενα και τωρινά και πρώτα– απευθύνεται στον Αχιλλέα: «Ναι, θα μιλήσω, μα στοχάσου το και συ πιο πριν κι ορκίσου / με λόγια και με χέρια [ἔπεσιν καὶ χερσὶν] πρόθυμα πώς θα με διαφεντέψεις. / Φοβάμαι, θα θυμώσω κάποιον μας, πού τους Αργίτες όλους / περίσσια ξεπερνά στη δύναμη και του αγρικοϋν το λόγο…»

Η ομηρική φράση «ἔπεα πτερόεντα» σημαίνει λόγια που έχουν φτερά, που πετούν, που τα παίρνει ο αέρας, που λέγονται και χάνονται, που ταξιδεύουν, μεταδίδονται με τον άνεμο, διαδίδονται. Αλλού ο Αχιλλέας μιλάει στην Αθηνά: «…και κράζοντας τη με ανεμάρπαστα της συντυχαίνει λόγια [καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα]: / «Τέκνο του Δία του βροντοσκούταρου, γιατί ήρθες τώρα πάλε; / Για τον υγιό του Ατρέα μην έτρεξες, να δεις την ξιπασιά του; / Εγώ ένα λόγο ωστόσο θα ‘λεγα, που θα γενεί, λογιάζω: / με τ᾿ άπρεπα του αυτά καμώματα θα γοργοθανατίσει.» (Α201)[1]

Ο Ιάκωβος Πολυλάς αποδίδει τον ίδιο στίχο: «Και ομίλησε προς την θεάν με λόγια φτερωμένα.» Η κοινή αντίληψη ότι τα λόγια πετούν, είναι «του αέρα», διαδίδονται ως φήμη, φεύγουν, «δεν μαζεύονται» βρίσκεται και σε νεότερες ελληνικές παροιμίες: «Λόγος και λιθάρι φεύγουν και δεν πιάνονται.», «Ο λόγος πρώτα στο ρινί [= στη μύτη] και ύστερα στο στόμα.», «Η γλώσσα έχει και γλωσσοδέτη.», «Βάλε κλειδί στη γλώσσα σου.», «Η γλώσσα που τρέχει και χώρα χαλά και χώρα φτιάνει.», «Ο Θεός έδωσε δόντια για να δαγκάνουμε τη γλώσσα.» Εξάλλου, η «Γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει», όπως αποδεικνύεται από την καθημερινή εμπειρία..

Μπορούμε ίσως να διαψεύσουμε ή να ξεχάσουμε κάτι που είπαμε, είναι όμως δύσκολο ή αδύνατο να εξαφανίσουμε τα γραπτά τεκμήρια, ό,τι έχουμε γράψει· η επόμενη λατινική παροιμία δηλώνει τη σημασία και την αξία του γραπτού λόγου: «Verba volant, scripta manent» – «Τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν.»

Ποτέ μην βασίζεσαι στα μεγάλα λόγια

Ποτέ μη στέκεσαι σε μεγάλες κουβέντες. Κάθε λόγος οφείλει να συνοδεύεται από πράξεις. Μονάχα η πράξη επιβεβαιώνει τη θέληση και την πυγμή που διαθέτει ο καθένας μας. Συζητάμε συνεχώς για έναν κόσμο άδικο και σκληρό που δεν έχει τη δυνατότητα να αγκαλιάσει τα θέλω μας και τους στόχους μας. Πώς όμως θα αλλάξει αυτό αν ο ίδιος δε συμπεριφερθείς στο ύψος των περιστάσεων; Αν ο ίδιος δεν επαναπαυτείς και δε διαιωνίσεις αυτή την κατάσταση;

Οι μεγάλες κουβέντες απαιτούν και μεγάλα έργα. Μέσα από τα έργα σου αποκτάς πειθώ και κερδίζεις τον σεβασμό των υπολοίπων. Κανένας από μηχανής θεός δε θα σε βοηθήσει σε αυτό. Κάθε πράξη σου είναι μια μορφή αυτοθυσίας που μπορεί να εισακουστεί και να επηρεάσει με το παράδειγμά της. Και εδώ θα μου πεις «Πώς ο άλλος μπορεί να αναγνωρίσει την κίνησή μου;» Κι όμως… Υπάρχουν άνθρωποι που θα σε αντιμετωπίσουν σαν να 'σαι ο τρελός που πέφτει απευθείας στο λάκκο με τα φίδια. Υπάρχουν όμως και αυτοί που μόλις αντιληφθούν το σθένος σου θα πέσουν μαζί σου, γιατί ξέρουν ότι βρίσκεστε στην ίδια συχνότητα, στο ίδιο στρατόπεδο.

Ποιος μπορεί να πει πως η επανάσταση –κάθε μορφής- ήταν εύκολη υπόθεση; Κανένας δεν θα το ισχυριστεί, καθώς υπάρχουν άπειρα παραδείγματα από το χτες μας, άλλα γνωστά και άλλα θαμμένα στο σκοτάδι. Η επανάσταση είναι μια προσωπική μας υπόθεση, είναι μια έκρηξη του εγώ μας που δε μπορεί εύκολα να συμβιβαστεί με λέξεις όπως «πρέπει», «οφείλει» και «αρμόζει». Πάντα υπάρχουν κανόνες που βοηθούν στην εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας μας. Τους κανόνες όμως ποιοι τους διαμορφώνουν; Αν δεν είσαι εσύ, δεν είμαι εγώ, τότε ποιος;

Η μετριότητα και η ανασφάλεια ετεροκατευθύνονται από τον ορίζοντα της άγνοιας. Όταν δεν ξέρεις τι σημαίνει αγάπη, τι ζήλος και τι στόχος είσαι εύκολα χειραγωγήσιμος από τα μεγάλα κεφάλια, από κείνους που έχουν δουλέψει πολύ τη φλυαρία και ξέρουν να σε φέρνουν στα μέτρα τους. Και μην μπερδευτείς, δεν έκανα καμία αναφορά σε πολιτικές σκηνές και πεποιθήσεις. Αναφέρομαι σε σένα και στη σχέση σου με τους γύρω σου, πόσο εύκολα μπορείς να ακολουθήσεις μια «πεπατημένη οδό» και το γείτονα ή το φίλο που το 'χει με την πειθώ και έχει επαναπαυτεί πως κι εσύ θα τον ακολουθήσεις σε κάθε του βήμα. Έχετε όμως και οι δυο σας τα ίδια χνώτα; Αφήνετε τα ίδια σημάδια μέσα στο χρόνο; Εδώ χρειάζεται λίγη σκέψη και δε μπορώ να σου απαντήσω αμέσως…

Θυμήθηκα μια φράση από μια πολυδιαβασμένη φίλη και συγγραφέα: «Επανάσταση σημαίνει να έχεις τα μάτια της ψυχής σου ανοιχτά…». Η προσωπική επανάσταση προϋποθέτει γνώσεις, κίνητρα και στόχους, μονάχα αν παρατηρείς, κρίνεις και πράττεις μπορείς να μιλάς για ένα πιο όμορφο και πάνω απ' όλα πιο υγιές βιώσιμο μέλλον.

Υπάρχουν πολιτισμένα τέλη;

Όλοι έχουμε περάσει τη στιγμή του χωρισμού. Όλοι νιώσαμε τον πόνο, την απογοήτευση και τη θλίψη του. Πώς αντιδράσαμε όμως; Συζητήσαμε πολιτισμένα με τον πρώην άνθρωπό μας και βάλαμε ένα αμοιβαίο τέλος ή ήρθε ο κόσμος πάνω-κάτω και κηρύξαμε αυτομάτως έναν εμφύλιο πόλεμο, σε μια συμμαχία που έσπασε οριστικά;

Στην περίπτωση του πολιτισμένου χωρισμού μία είναι η απάντηση: Ήταν αμοιβαίος. Ήταν αμοιβαία η επιθυμία κι η ανάγκη ίσως του φινάλε. Το ήξεραν κι οι δύο. Τι ήθελαν κι οι δυο. Φυσικά κι υπήρξε λύπη, αλλά κι οι δυο ήταν ανακουφισμένοι αφήνοντας ο ένας τον άλλον. Έζησαν αυτό που ήθελαν, και βρέθηκαν για καλή τους τύχη ταυτόχρονα στον τερματισμό. Αυτός ο συγχρονισμός των «θέλω» φέρνει έναν επιτυχημένο χωρισμό, και κάπως έτσι δημιουργούνται οι φιλικές σχέσεις με τους πρώην. Γιατί αν δεν υπάρχει στάλα έρωτα για κανέναν απ’ τους δύο, αλλά η εκτίμηση παραμένει, η φιλία μπορεί να γεννηθεί στη συνέχεια. Αυτό, ναι, θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα πολιτισμένο τέλος.

Όμως, στην περίπτωση που η απόφαση πάρθηκε μόνο απ’ τον έναν, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Όταν έχεις κάνει όνειρα με τον άλλον, βλέπεις τη ζωή σου και το μέλλον σου μαζί του, ανυπομονείς να τον συναντήσεις με κάθε ευκαιρία, και μέσα σε μια στιγμή απλά σε αφήνει (γιατί ακόμα κι αν υπήρχαν σημάδια, εσύ δεν τα είδες), δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις πολιτισμένα.

Είναι λογικό κι αναμενόμενο να θολώσει ο κόσμος γύρω σου και να οδηγηθείς σε πράξεις που ίσως τις μετανιώσεις στο μέλλον. Ακόμα κι ένας λογικός άνθρωπος μπορεί να χάσει το μυαλό του, αν είναι ακόμα ερωτευμένος. Ιδίως στην περίπτωση που το «μαζί» κάλυπτε μια σχέση εξάρτησης και συνήθειας, εκεί τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα.

Τα δεσμά της ρουτίνας είναι πιο σφιχτά κι απ’ της αγάπης. Η συνήθεια σε περιορίζει, σε κάνει να αισθάνεσαι πως χωρίς τον άνθρωπό σου δεν έχεις ζωή. Γιατί έτσι έμαθες να ζεις. Με αυτόν ξυπνούσες, έτρωγες, διασκέδαζες και κοιμόσουν αγκαλιά. Νιώθεις πως δεν μπορείς να κάνεις τίποτα πια χωρίς αυτόν, κι έτσι ο παραλογισμός σου χτυπάει κόκκινο.

Κάποιοι, βέβαια, υποστηρίζουν πως ακόμα και στη δεύτερη περίπτωση, ένας συνειδητοποιημένος άνθρωπος μπορεί να αντιδράσει πολιτισμένα. Ισχύει; Ίσως και να ισχύει. Υπάρχουν άνθρωποι που ‘χουν δουλέψει μέσα απ’ την ψυχοθεραπεία τόσο βαθιά και τόσο σωστά με τον εαυτό τους, που μπορούν να διαχειριστούν με ψυχραιμία τις καταστάσεις.

Θα ζυγίσουν τα δεδομένα και θα σκεφτούν πως δε γίνεται να αναγκάζεις κάποιον να σε αγαπάει όπως θα ήθελες εσύ να σε αγαπάει. Δεν μπορείς να βάλεις νόμους στα συναισθήματα. Αν κάποιου του τελείωσε το κομμάτι του για ‘σένα, πρέπει να τελειώσει κι η σχέση. Το «μαζί» χτίζεται από δύο ανθρώπους, όχι από έναν. Μην έχοντας άλλη επιλογή, επομένως, θα το δεχτούν.

Είτε ανήκεις στην πρώτη, είτε στη δεύτερη, είτε ακόμα καλύτερα στην τρίτη ομάδα ανθρώπων, το μόνο σίγουρο είναι πως ο χωρισμός χτυπάει την πόρτα όλων. Γι’ αυτό θα πρέπει να ‘μαστε προετοιμασμένοι γι’ αυτόν. Ωραία τα όνειρα και τα σχέδια αλλά αν κάποιος θελήσει να φύγει, θα το κάνει χωρίς να σκεφτεί κανέναν. Κανένα όνειρο και κανένα σχέδιο!

Μια αυταπάτη τα μοιραία

Ας το παραδεχτούμε. Είναι όμορφο να πιστεύεις στους μοιραίους έρωτες, να εθελοτυφλείς πως το σύμπαν συνωμοτεί για τον έρωτά σου και πως εσύ είσαι ένα άβουλο πιόνι του. Επιπλέον είναι ευκολότερο να αποδεχθείς πως δεν έχεις επιλογή παρά να μείνεις σε αυτή την καρμική σχέση που, συνήθως, σου προκαλεί τόσο πόνο και σε ταπεινώνει στα μάτια του εαυτού σου. Αρχίζεις τα φιλοσοφικά ρητά περί απόλυτης απουσίας εγωισμού, περί άλλων μισών κι αγάπης ακραίας κι αχαλίνωτης.

Βλέπεις, σε έναν κυνικό αλλά ταυτόχρονα ρεαλιστικό ισχυρισμό θα ‘λεγε κανείς ότι οι αθεράπευτα ρομαντικοί είναι οι ανολοκλήρωτοι άνθρωποι. Ένας άνθρωπος ολοκληρωμένος δεν ψάχνει ποτέ για το «άλλο του μισό», γιατί πολύ απλά δεν το χρειάζεται.

Γιατί όσο πιο πολύ αγκαλιάζεις εσύ τον εαυτό σου, όσο τον αποδέχεσαι και τον βελτιώνεις κάθε μέρα, τόσο λιγότερο θα χρειάζεσαι κάποιον άλλον να σου γεμίσει το κενό. Σαφώς, όλοι ψάχνουμε κάποιον, το θέμα είναι να μην τον έχουμε ανάγκη! Να μην το βλέπεις σαν κάτι που σε συμπληρώνει, σαν μία ασφάλεια, αλλά ως έναν άνθρωπο που συνειδητά επιλέγεις να μοιραστείς τον εαυτό σου, έναν εαυτό που έχτισες μόνος.

Η σκληρή αλήθεια είναι πως αγαπάμε τόσο πολύ τη θέση του θύματος, που κατοχυρώνουμε σε έναν μοιραίο έρωτα, που δε θέλουμε να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας και τις ευθύνες των πράξεών μας. Αλλά όλοι αυτοί –οι δήθεν έρωτες– αργά ή γρήγορα τελειώνουν. Γιατί; Επειδή όσο βολική και να ‘ναι αυτή η θέση, κάποια στιγμή όλοι παίρνουμε τη ζωή στα χέρια μας.

Πόσες ακόμα νύχτες θα κλαις νοσταλγώντας; Πόσους ακόμα ανθρώπους θα διώξεις από δίπλα σου περιμένοντας το παρελθόν να σου χτυπήσει την πόρτα; Πόσο ακόμα θα ανεχτείς να ανήκεις χωρίς την έγκρισή σου σε κάποιον άλλον; Όχι πολύ, και μόλις το συνειδητοποιήσεις, θα καταλάβεις πως δεν υπάρχουν μοιραίοι έρωτες αλλά μοιραία λάθη. Πάντα, όμως, τα μεγαλύτερα λάθη μας χαρίζουν τα μεγαλύτερα μαθήματα.

Σταμάτα, λοιπόν, να ζεις στις σκιές του παρελθόντος και συνέχισε αυτή τη ζωή που σου χαρίζει συνέχεια εκπλήξεις. Μην επαναλαμβάνεις τα ίδια λάθη. Σε κανένα δεν ανήκεις, παρά μόνο στον ίδιο σου τον εαυτό. Και δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο απ’ τη συνειδητή επιλογή σου να τον μοιραστείς με έναν άνθρωπο που δε σε θεωρεί κτήμα του –ή θύμα του– αλλά έναν άνθρωπο ξεχωριστό που επέλεξε να τον βάλει στη ζωή του.

Οι αληθινοί έρωτες, αυτοί που κρατάνε, θέλουν την αλήθεια σου. Τις ώριμες επιλογές σου, την προσπάθειά σου, τη συμπαράστασή σου μα πάνω από όλα τον αυτοσεβασμό σου. Κι αν κάποιος προσπαθήσει να σε αλλάξει, να σε μειώσει ή να σε διαχειριστεί –έστω και με ωραία λόγια– να ξέρεις πως καμία σχέση δεν έχει εκείνος με τον έρωτα που λαχταράς. Εκεί που είσαι ελεύθερος, κυρίαρχος του εαυτού σου, αυθεντικός, αυθόρμητος κι αγαπητός για τα παραπάνω, εκεί ανήκεις.

Ένας άνθρωπος, πολύ αγαπημένος στη ζωή μου, συνήθιζε να μου λέει πως η σχέση που θα μείνει είναι εκείνη που κυλά ομαλά, χωρίς προβλήματα και δυσκολίες, που προσπαθείς κι ο άλλος το εκτιμά, που μπορείς να μοιραστείς τα πάντα μαζί του, ακόμα και τον πιο αληθινό σου εαυτό, εκείνον που πίστευες πως κανένας δεν μπορεί να ανεχτεί και να αγαπήσει.

Ο κατάλληλος θα σε λατρέψει για την ειλικρίνειά σου. Και τότε θα καταλάβεις, όλοι αυτοί οι μοιραίοι έρωτες πόσο λίγοι ήταν μπροστά στην αληθινή αγάπη και πόσο μισό ήταν, τελικά, το «άλλο σου μισό».

Οι δυνατότητες της ευτυχίας μας είναι περιορισμένες

Γι’ αυτό θα στραφούμε στο απλούστερο ερώτημα, τι αφήνουν οι άνθρωποι με την συμπεριφορά τους να διαφανεί σαν σκοπός και πρόθεση της ζωής τους, τι ζητούν οι ίδιοι από την ζωή, τι θέλουν να πετύχουν με αυτή.

Η απάντηση εδώ δεν είναι δύσκολη˙ επιδιώκουν την ευτυχία, θέλουν να γίνουν και να μείνουν ευτυχισμένοι.

Αυτή η επιδίωξη έχει δύο πλευρές, έναν θετικό και έναν αρνητικό σκοπό, από την μια πλευρά θέλει την απουσία του πόνου και της δυσαρέσκειας και από την άλλη το βίωμα ισχυρών αισθημάτων ηδονής.

Στην στενή σημασία της λέξης η «ευτυχία» αναφέρεται στο τελευταίο.

Αντίστοιχα με τον διαχωρισμό των σκοπών αναπτύσσεται και η δραστηριότητα των ανθρώπων προς δυο κατευθύνσεις, ανάλογα με το αν προσπαθεί να πραγματοποιήσει - κυρίως ή αποκλειστικά – τον ένα ή τον άλλο από τους σκοπούς.

Τον σκοπό της ζωής τον θέτει, όπως καταλαβαίνουμε, απλώς το πρόγραμμα της αρχής της ηδονής.

Αυτή η αρχή εξουσιάζει την επίδοση του ψυχικού μηχανισμού από την πρώτη στιγμή της ζωής˙ για την σκοπιμότητα της δεν μπορεί να υπάρχει αμφιβολία και όμως το πρόγραμμά της βρίσκεται σε διαμάχη με όλο τον κόσμο, τόσο μακρόκοσμο όσο και τον μικρόκοσμο.

Η εκτέλεση της δεν είναι δυνατή, όλοι οι θεσμοί του κόσμου της αντιστέκονται˙ θα μπορούσε να πει κανείς: στο πρόγραμμα της «Δημιουργίας» δεν περιέχεται η πρόθεση να είναι ο άνθρωπος «ευτυχισμένος».

Αυτό που ονομάζουμε σε αυστηρή έννοια ευτυχία προέρχεται μάλλον από την ξαφνική ικανοποίηση συσσωρευμένων αναγκών και είναι σύμφωνα με την φύση του δυνατό μόνο σαν επεισοδιακό φαινόμενο.

Κάθε διάρκεια μιας ποθητής από την αρχή της ηδονής κατάστασης προσφέρει μόνο ένα αίσθημα χλιαρής ευχαρίστησης˙ είμαστε έτσι φτιαγμένοι, ώστε μπορούμε να απολαμβάνουμε έντονα μόνο την αντίθεση, την κατάσταση μόνο λίγο.

Έτσι οι δυνατότητες της ευτυχίας μας είναι περιορισμένες ήδη από την ιδιοσυστασία μας. Πολύ ποιο εύκολο είναι να μας βρει η δυστυχία.

Από τρεις πλευρές απειλεί ο πόνος, από τον ίδιο μας το σώμα, που προορισμένο για να μαραθεί και να διαλυθεί δεν μπορεί να αποφύγει τον πόνο και το άγχος σαν προειδοποιητικά σημάδια, από το περιβάλλον, που μπορεί να στραφεί εναντίον μας με πανίσχυρες, αδυσώπητες και καταστρεπτικές δυνάμεις και τελικά από τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους.

Τον πόνο, που προέρχεται από αυτή την πηγή, τον αισθανόμαστε ίσως οδυνηρότερα από κάθε άλλον˙ τείνουμε να τον θεωρήσουμε σαν κατά κάποιον τρόπο περιττό συμπλήρωμα, αν και μοιραία δεν θα έπρεπε να είναι λιγότερο αναπότρεπτος από τον πόνο άλλης προέλευσης.

Δεν είναι παράξενο που οι άνθρωποι κάτω από την πίεση αυτών των δυνατοτήτων του πόνου συνηθίζουν να μειώνουν την απαίτηση τους για ευτυχία, όπως επίσης και η ίδια η αρχή της ηδονής μεταμορφώθηκε κάτω από την επίδραση του περιβάλλοντος στην λιγότερη αρχή της πραγματικότητας, αφού θεωρούμαστε ήδη ευτυχείς, όταν έχουμε αποφύγει την δυστυχία, όταν έχουμε ξεπεράσει τον πόνο, όταν γενικά το καθήκον της αποφυγής του πόνου απωθεί στο παρασκήνιο το καθήκον της αποκόμισης της Επικούρειας ηδονής.

Πώς να ξεφύγουμε από την αλλοτρίωση μας

Αλλοτρίωση… όταν ο άνθρωπος αποξενώνεται από τον ίδιο του τον εαυτό, την ίδια του τη ζωή και στο τέλος δεν τον αναγνωρίζει.

Η καθημερινότητά μας είναι δουλειά, σπίτι, υποχρεώσεις, άγχος και πίεση. Μία καθημερινότητα σκληρή και απαιτητική. Σαν να είμαστε ένα είδος ρομπότ που μόνο παράγουμε δουλειά χωρίς απολαύσεις και χαρές.

Μήπως, κάτι κάνουμε λάθος; Μήπως κάτι έχουμε καταλάβει λάθος; Και εντέλει που αρχίζει η προσωπική μας ευθύνη για ότι συμβαίνει στη ζωή μας; Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε;

Μερικές στιγμές ευτυχίας θα μπορούσαν να είναι:

Ο ΗΛΙΟΣ: Μην ξεχνάτε να θαυμάσετε την λάμψη του, το φως του που μας φωτίζει καθημερινά. Πόσες φορές τον αγνοήσαμε; Πόσες φορές τον θεωρήσαμε αδιάφορο ή και δεδομένο;

ΤΟ ΓΕΛΙΟ: Μην ξεχνάτε να γελάτε, έστω να χαμογελάτε, να κάνετε ένα μειδίαμα. Είναι η πιο ευχάριστη έκφραση που μπορούμε να έχουμε στο πρόσωπο μας.

ΤΟ ΚΛΑΜΑ: Μην ξεχνάτε όμως και να κλαίτε. Είναι μία έκφραση στενοχώριας, πόνου , θλίψης και θυμού. Δεν χρειάζεται να εγκλωβιστούν μέσα μας γιατί θα μας κάνουν να νιώθουμε χειρότερα.

Η ΞΕΚΟΥΡΑΣΗ: Μην ξεχνάτε να χαλαρώνετε και να ξεκουράζεστε. Το σώμα μας το έχει ανάγκη, είτε με το να κοιμηθούμε, είτε με το διαβάσουμε ένα βιβλίο. Το μυαλό χρειάζεται να αποφορτίζεται.

ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ: Μην ξεχνάτε να βλέπετε τους ανθρώπους που σας αγαπούν και σας αγαπάνε, την οικογένεια σας, τους φίλους σας. Αφιερώστε λίγο από τον χρόνο σας για να πάτε μία βόλτα, να κάνετε μια συζήτηση. Να περάσετε καλά!

Ας δώσουμε σημασία στον εαυτό μας, ας του δώσουμε προτεραιότητα με καθημερινές, απλές στιγμές ευτυχίας, για να μην «χάσουμε» τον δρόμο μας προς την ευτυχία...

Μπορεί ο άνθρωπος κάθε μέρα και κάθε ώρα να είναι ο εαυτός του και μόνο ο εαυτός του;

Όπως λέει ο Γκαίτε (Ποίηση και Αλήθεια), και σίγουρα έχει δίκιο, ο άνθρωπος ανατρέχει συνεχώς στον εαυτό του, πόσο πλούτο έχει να αντλήσει από κει μια διάνοια!

Ενώ απ’ την άλλη μεριά omnis stultitia laboratfastidio sui [«Η ανοησία βάζει φρένο στον εαυτό της»] όπως λέει ο Σενέκας.

Αυτό που ο άνθρωπος είναι, η ατομικότητά του, επιδρά κάθε στιγμή, ενώ αυτό που έχει, ή αυτό που παρουσιάζει στον κόσμο, επιδρά μόνο ευκαιριακά: ή γάρ φύσις βέβαια, ού τά χρήματα [Γιατί η φύση είναι αξιόπιστη, και όχι στα χρήματα] μάς λέει ο Αριστοτέλης.

Όταν ο άνθρωπος έχει γεννηθεί με αυτό το χάρισμα, τότε παραμένει σε σχέση με την ευτυχία του μόνο ένα ερώτημα: με αυτή τη διάνοια μπορεί να επιβιώσει; Δηλαδή αν έχει υγεία, παιδεία και αρκετό ελεύθερο χρόνο, θα μπορεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, κάθε μέρα και κάθε ώρα να είναι ο εαυτός του και μόνο ο εαυτός του;

Αν αυτό δεν μπορεί να συμβεί, τότε θα είναι δυστυχισμένος: αν όμως συμβαίνει το αντίθετο, τότε θα είναι ευτυχισμένος, όσο γίνεται, ίσως πιο ευτυχισμένος από οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο σ’ αυτόν τον θλιβερό κόσμο.

Όπως λέει ο Σαμφόρ: «Η ευτυχία δεν είναι εύκολο πράγμα: είναι δύσκολο να τη βρούμε μέσα μας και αδύνατο να τη βρούμε αλλού».

Η σημασία της κουλτούρας

Για να κάνω τούς φοιτητές μου να αντιληφθούν τη σημασία της κουλτούρας, τούς διαβάζω κάθε χρόνο ένα ανέκδοτο το όποιο είχε αφηγηθεί ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας David Foster Wallace στους φοιτητές του στο Κένυον Κόλλετζ, στις Ηνωμένες Πολιτείες:

Είναι δύο νεαρά ψάρια που κολυμπάνε. Κάποια στιγμή συναντούν ένα ηλικιωμένο ψάρι πού πηγαίνει στην αντίθετη κατεύθυνση. Τους χαιρέτα και λέει:

 «Γεια σας, παιδιά. Πώς είναι το νερό;» Τα δύο νεαρά ψάρια κολυμπάνε ακόμα λίγο, ύστερα κοιτάζει, το ένα το άλλο και λέει: «Μα τι διάολο είναι το νερό;»

Ο ίδιος ο συγγραφέας μας δίνει και την ερμηνεία του αφηγήματός του:

Το ζουμί της ιστορίας των ψαριών είναι απλώς ότι προφανείς, σημαντικές και πανταχού παρούσες πραγματικότητες είναι συχνά οι πιο δυσκολονόητες και οι πιο δύσκολα συζητήσιμες.

Όπως τα δύο νεαρά ψάρια, έτσι κι εμείς δεν αντιλαμβανόμαστε τι είναι στ’ αλήθεια το νερό μέσα στο όποιο ζούμε κάθε στιγμή τής ύπαρξής μας.

 Πράγματι, δεν συνειδητοποιούμε ότι η λογοτεχνία και οι ανθρωπιστικές γνώσεις, η κουλτούρα και η μόρφωση αποτελούν το ιδανικό αμνιακό υγρό μέσα στο όποιο οι ιδέες της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, του κοσμικού χαρακτήρα της κοινωνίας, του δικαιώματος στην κριτική, της ανοχής, της αλληλεγγύης, του κοινού καλού μπορούν να αναπτυχθούν δυναμικά.

Για να μείνουμε ωστόσο στο θέμα των νεαρών ψαριών, ας μου επιτραπεί να σταθώ για λίγο σε ένα μυθιστόρημα που έκανε πολλές γενιές αναγνωστών να ονειρευτούν. Αναφέρομαι στο Εκατό χρόνια μοναξιά του Gabriel Garcia Marquez. Ίσως στη γεμάτη διαύγεια τρέλα του Αουρελιάνο Μπουενδία είναι δυνατό να ξαναβρεί κανείς τη γόνιμη αχρηστία της λογοτεχνίας. Πράγματι, κλεισμένος στο μυστικό του εργαστήριο, ο επαναστάτης συνταγματάρχης κατασκευάζει χρυσά ψαράκια, που τα ανταλλάσσει με χρυσά νομίσματα, τα όποια κατόπιν λιώνει για να φτιάξει άλλα χρυσά ψαράκια. Ένας φαύλος κύκλος που δεν γλιτώνει από τις κριτικές της Ούρσουλα, από το στοργικό βλέμμα της μητέρας που ανησυχεί για το μέλλον του παιδιού της:

Με το τρομερά πρακτικό μυαλό της η Ούρσουλα δεν μπορούσε να καταλάβει τη δουλειά τού συνταγματάρχη, που άλλαζε τα ψαράκια με χρυσά νομίσματα, κι ύστερα μεταμόρφωνε τα χρυσά νομίσματα σε ψαράκια και πάει λέγοντας, με αποτέλεσμα να δουλεύει όλο και πιο σκληρά όσο περισσότερο πουλούσε, για να ικανοποιήσει έναν απελπιστικό φαύλο κύκλο. Στην πραγματικότητα αυτό που τον ενδιέφερε δεν ήταν το εμπόριο αλλά η δουλειά.

Gabriel Garcia Marquez, Εκατό χρόνια μοναξιά

Δυστυχώς στο τέλος δεν γίνονται παρά κότες, που κακαρίζουν

Ξέρεις, Ανθρωπάκο, πώς θα ένιωθε ένας αετός αν κλωσούσε αυγά κότας; Αρχικά ο αετός νομίζει ότι κλωσάει μικρά αετόπουλα, που θα τα μεγαλώσει και θα γίνουν μεγάλοι αετοί. Από τα αυγά βγαίνουν όμως πάντα μικρά κοτόπουλα. Απελπισμένος, ο αετός εξακολουθεί να ελπίζει ότι τα κοτόπουλα θα γίνουν κάποια στιγμή αετοί. Δυστυχώς στο τέλος δεν γίνονται παρά κότες, που κακαρίζουν. Όταν ο αετός το αντιλαμβάνεται, συγκρατεί με πολύ κόπο την παρόρμησή του να κατασπαράξει όλα αυτά τα κοτόπουλα. Αυτό που τον αποτρέπει είναι μια μικρή ελπίδα. Συγκεκριμένα η ελπίδα ότι ανάμεσα στα πολλά κοτόπουλα μπορεί μια μέρα να βρεθεί ένα μικρό αετόπουλο που θα εξελιχτεί σε μεγάλο αετό, ικανό, σαν κι αυτόν, να ατενίζει από τη φωλιά του στα πέρατα, για να ανακαλύψει νέους κόσμους, νέες σκέψεις και νέες μορφές ζωής.

Μόνο αυτή η αχνή ελπίδα συγκρατούσε τον αετό από το να καταβροχθίσει όλα τα κοτοπουλάκια. Κι εκείνα δεν έβλεπαν ότι τα είχε κλωσήσει αετός. Δεν έβλεπαν ότι ζούσαν σε έναν ψηλό απόκρημνο βράχο πάνω από τις υγρές και σκοτεινές κοιλάδες. Δεν ατένιζαν μακριά, όπως ο μοναχικός αετός. Απλώς έτρωγαν και έτρωγαν και έτρωγαν ό,τι τους έφερνε ο αετός στη φωλιά. Τον άφηναν να τα ζεστάνει κάτω από τις μεγάλες φτερούγες του σε βροχές και καταιγίδες, όταν αυτός υπέμενε την καταιγίδα χωρίς καμία προστασία. Ή, όταν τα πράγματα αγρίευαν, κρύβονταν και του πετούσαν κοφτερά πετραδάκια για να τον χτυπήσουν και να τον πληγώσουν.

Όταν ο αετός αντιλήφθηκε τη μοχθηρία τους, η πρώτη του παρόρμηση ήταν να τα κάνει χίλια κομμάτια. Αλλά το ξανασκέφτηκε και άρχισε να τα λυπάται. Κάποτε, ήλπιζε, θα υπήρχε, δεν μπορεί, θα έπρεπε να υπάρξει, ανάμεσα στα πολλά, λαίμαργα και κοντόφθαλμα κοτόπουλα, που κακάριζαν, ένας μικρός αετός που θα ήταν ικανός να γίνει σαν κι αυτόν.

Μέχρι σήμερα ο μοναχικός αετός δεν έχει εγκαταλείψει αυτή την ελπίδα. Κι έτσι συνεχίζει να κλωσάει κοτόπουλα.

Δεν θες να γίνεις αετός, Ανθρωπάκο, και γι’ αυτό αφήνεις τα όρνια να σε κατασπαράζουν. Φοβάσαι τους αετούς και γι’ αυτό ζεις σε μεγάλα κοπάδια και αφανίζεσαι μαζικά. Γιατί μερικές από τις κότες σου κλωσάνε αυγά όρνεων. Και τα όρνια σου έγιναν οι ηγέτες σου εναντίον των αετών, των αετών που ήθελαν να σε οδηγήσουν σε μακρινά, καλύτερα μέρη. Τα όρνια σε έμαθαν να τρως κουφάρια και να είσαι ευχαριστημένος με λίγα σπυριά σιτάρι. Επιπλέον σε έμαθαν να κραυγάζεις «Ζήτω! Ζήτω, μεγάλο όρνιο!». Τώρα λιμοκτονείς και πεθαίνεις μαζικά και εξακολουθείς να φοβάσαι τους αετούς που κλωσάνε τα κοτόπουλά σου.

Όλα αυτά τα πράγματα, Ανθρωπάκο, τα έχτισες πάνω στην άμμο: το σπίτι σου, τη ζωή σου, την κουλτούρα και τον πολιτισμό σου, την επιστήμη και την τεχνολογία σου, την αγάπη σου και την εκπαίδευση των παιδιών σου.

ΒΙΛΧΕΜ ΡΑΪΧ, Άκου, Ανθρωπάκο

Και το πιο απίστευτο όλων είναι ότι τις ενενήντα πέντε από τις εκατό φορές, αυτό που φοβόμαστε πως θα συμβεί δεν συμβαίνε

Η σπουδαιότερη απόφαση που μπορούμε να πάρουμε είναι αν θα ζήσουμε σε ένα σύμπαν φιλικό ή εχθρικό.

 Ο ψυχολόγος και παιδαγωγός Μπερναμπέ Τιέρνο δήλωνε σε μια συνέντευξή του πως “ό,τι κάνουμε μας κάνει, δεδομένου ότι οι πράξεις μας έχουν συνέπειες”. Πρέπει να μάθουμε να απολαμβάνουμε την κάθε στιγμή, να βλέπουμε τα πράγματα από την καλή τους πλευρά και να είμαστε εύκαμπτοι σαν τη λυγαριά, γιατί η ευτυχία, όπως λέει ο συγκεκριμένος συγγραφέας, είναι και “ένα κοστούμι που καθένας το ράβει στα μέτρα του. Επιστημονικά, πρόκειται για έναν βιοχημικό μηχανισμό που ενεργοποιείται στον εγκέφαλό μας διαμέσου των νευροδιαβιβαστών της ευδαιμονίας- σεροτονίνης, ντοπαμίνης, νοραδρεναλίνης. Όμως, σε όρους μη επιστημονικούς, η ευτυχία είναι ένα υψηλό επίπεδο ικανοποίησης από τη ζωή που μας έτυχε να ζήσουμε γνωρίζοντας πως η σημαντικότερη αξία είναι η ζωή και ήδη από μόνο του το γεγονός ότι ζούμε πρέπει να μας κάνει ευτυχισμένους”.

Δεν υπάρχει κάποια μαγική συνταγή για την ευτυχία, μια και, σε μεγάλο μέρος, εξαρτάται από την ικανότητα προσαρμογής μας στις περιστάσεις. Η ίδια κατάσταση μπορεί να αντιμετωπιστεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους.

Σύμφωνα με τον Επίκτητο, δεν είναι τα συμβάντα που μας κάνουν ευτυχείς ή δυστυχείς αλλά το πώς τα ερμηνεύουμε.

 Σε πολλές έρευνες που έγιναν σε άτομα προχωρημένης ηλικίας, όσα υπήρξαν πιο ευτυχή και έζησαν περισσότερα χρόνια δηλώνουν ότι μπορούσαν να ζουν και γαλήνια, χωρίς φόβο, παρά τις περιστάσεις.

Πράγματι, ένας δηλωμένος εχθρός της ευτυχίας το προκαταβολικό στρες, το οποίο μας κάνει να βιώνουμε ένα αρνητικό γεγονός πριν ακόμα συμβεί, και το πιο απίστευτο όλων είναι ότι τις ενενήντα πέντε από τις εκατό φορές το γεγονός αυτό δε συμβαίνει.

Η αρνητική ή θετική μας προδιάθεση καθορίζει την ποιότητα της ζωής μας αλλά και τις προσδοκίες μας από αυτή. Σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη, η ενασχόληση με χαρούμενες και θετικές δραστηριότητες, όπως η βοήθεια προς τους άλλους, μειώνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου.

To μέτρο της αγάπης είναι ν’ αγαπάς χωρίς μέτρο

Η αναζήτηση της ευτυχίας είναι η τέχνη του ευ ζην.

Είναι οι ακόλουθες αρχές, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν ακόμα και σήμερα:

• Η βία δεν πρέπει να υπερβαίνει ποτέ τη δύναμη του λόγου.

 • Χρειάζεται να καταλαβαίνουμε για να πιστεύουμε, και να πιστεύουμε για να καταλαβαίνουμε.

 • Όσο αμφιβάλλουμε, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούμε τις σκέψεις μας και τα πράγματα γύρω μας. Συνεπώς, το να αμφιβάλλουμε είναι καλό.

• Το κακό είναι ατυχής συνέπεια της ελεύθερης βούλησης, και πρέπει να έχουμε συνείδηση του κακού. Είμαστε υπεύθυνοι για ό,τι κάνουμε.

• Πρέπει να αρνούμαστε τα μη αναγκαία πλούτη και να καλλιεργούμε την αλληλεγγύη.

 • Το μυστικό για κάθε ευτυχία βρίσκεται στο ν’ αγαπάμε, γιατί η αγάπη γεννάει καλές πράξεις και σκέψεις.

Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις. Αν σωπάσεις, να σωπάσεις με αγάπη- αν φωνάξεις, να φωνάξεις με αγάπη- αν διορθώσεις, να διορθώσεις με αγάπη- αν συγχωρήσεις, να συγχωρήσεις με αγάπη.

David Ricardo: Ένας από τους πατέρες των Κλασσικών Οικονομικών

Ο Ντέηβιντ Ρικάρντο (18 Απριλίου 1772 – 11 Σεπτεμβρίου 1823) θεωρείται ένας από τους πατέρες των Κλασσικών Οικονομικών, με μεγαλύτερη συμβολή του στην εξέλιξη της οικονομικής θεωρίας τη θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος.

Τα Νεανικά του Χρόνια

 Γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1772, στο Λονδίνο, γόνος εύπορης Εβραϊκής οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν χρηματιστής στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου (London Stock Exchange), όπου και είχε χτίσει την οικογενειακή περιουσία. Ο Ρικάρντο δεν σπούδασε ποτέ και τίποτα σχετικό με τον κλάδο στον οποία κατέληξε να αφιερώσει τη ζωή του. Αντιθέτως σε ηλικία 14 ετών παράτησε το σχολείο για να ακολουθήσει τον πατέρα του στο χρηματιστήριο και να αποκομίσει πρακτική εμπειρία σε σχέση με το επάγγελμα που επρόκειτο να ακολουθήσει. Αργότερα επήλθε ρήξη μεταξύ αυτού και της οικογένειας του, καθώς επέλεξε να παντρευτεί μη-Εβραία γυναίκα. Παρόλα αυτά, κατάφερε μέσα από το χρηματιστήριο να χτίσει και ο ίδιος αξιόλογη περιουσία, που του επέτρεψε να αποσυρθεί σε ηλικία 42 ετών το 1814.

Η Επαφή με τα Οικονομικά

 Η πρώτη φορά που ο Ρικάρντο ήρθε σε επαφή με τη θεωρία των οικονομικών ήταν το 1799, σε διακοπές με τη γυναίκα του στο Μπαθ της Αγγλίας. Εκεί για να περάσει το χρόνο του, αγόρασε και μελέτησε το βιβλίο του Άνταμ Σμιθ Ο πλούτος των εθνών, εμπειρία που έμελλε να σημαδέψει την υπόλοιπη ζωή του, οδηγώντας τον στη συγγραφή αρκετών άρθρων που συνέβαλλαν στην εξέλιξη της οικονομικής θεωρίας, στην ανάπτυξη μακροχρόνιας φιλίας με τον Τζέημς Μιλ (αγγλ. James Mill) και εν τέλει στην εξαγορά μιας θέσης στο Βρετανικό Κοινοβούλιο το 1819 (που διατήρησε μέχρι το τέλος της ζωής του), ώστε να προωθήσει της απόψεις του και να συμβάλλει στην μεταβολή της πολιτικής της χώρας του σε σχέση με το διεθνές εμπόριο.

Η Συμβολή του

 Σημαντική επίδραση άσκησε το θεωρητικό του έργο, από το οποίο ξεχωρίζουν οι Αρχές της Πολιτικής Οικονομίας και της Φορολογίας (1817) ως ένα από τα βασικά έργα της κλασικής σχολής της Οικονομίας.

Ο David Ricardo επιδίωξε να προσδιορίσει τους νόμους οι οποίοι ρυθμίζουν τη συνολική παραγωγή της κοινωνίας με την ίδια δεσμευτικότητα όπως οι φυσικοί νόμοι.

α) Βασική είναι η θεωρία του για τον προσδιορισμό της αξίας των αγαθών. Σύμφωνα με αυτή, οι τιμές καθορίζονται με βάση την εργασία, η οποία χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της παραγωγής. Η αξία αυτή, όμως, δε νοείται ως ένα απόλυτο μέγεθος και δε λογαριάζεται με βάση απλώς την ποσότητά της. Διακρίνει την εργασία σε εκείνη που απαιτείται για την παραγωγή ενός προϊόντος και σε εκείνη η οποία χρειάζεται για την παραγωγή του πάγιου κεφαλαίου (μηχανημάτων, κτιρίων, κτλ.). Αναγνωρίζεται, με λίγα λόγια, ότι η εργασία αποτελεί κύρια αξία και ότι το κεφάλαιο ενσωματώνει εργασία, μια ιδέα η οποία αναπτύσσεται αργότερα στη θεωρία του Μαρξ.

 β) Χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα τη γεωργική παραγωγή και ως μονάδα μέτρησης το σιτάρι, επιχειρεί να δώσει μια γενική εικόνα για την εξέλιξη της οικονομίας. Σύμφωνα με το παράδειγμά του, στο βαθμό που ο πληθυσμός αυξάνεται, η καλλιέργεια επεκτείνεται και σε λιγότερο γόνιμα εδάφη, όπου χρειάζεται περισσότερη εργασία για την παραγωγή σίτου. Η τιμή του προϊόντος, επομένως, ανεβαίνει, ενώ οι ιδιοκτήτες της εύφορης γης θα ζητούν υψηλότερο ενοίκιο, με αποτέλεσμα να μειώνεται το κέρδος του επιχειρηματία. Ο ρυθμός συσσώρευσης του κεφαλαίου επιβραδύνεται και οι μισθοί παραμένουν στο ελάχιστο όριο διαβίωσης. Η φθίνουσα απόδοση της γης μπορεί να αναβληθεί, όχι και να αναιρεθεί, με την εισαγωγή νέων τεχνολογιών. Ενώ θεωρούσε ότι η υποκατάσταση της ανθρώπινης εργασίας από τις μηχανές θα ήταν συμφέρουσα για το γαιοκτήμονα και καπιταλιστή, δεν πίστευε ότι ήταν το ίδιο συμφέρουσα και για την τάξη των εργατών.

γ) Στη θεωρία του διεθνούς εμπορίου, ο David Ricardo διατυπώνει το νόμο του συγκριτικού πλεονεκτήματος. Αν, για παράδειγμα, δύο χώρες Α και Β παράγουν δύο αγαθά, λόγου χάρη ρούχα και κρασί, θα αναπτύξουν εμπορικές σχέσεις μεταξύ τους εφόσον υπάρχουν διαφορές ως προς το κόστος των προϊόντων αυτών. Αν δηλαδή η χώρα Α έχει συγκριτικό πλεονέκτημα στην παραγωγή του προϊόντος Α, το κρασί είναι φθηνότερο στην Α και τα ρούχα στη Β, και, αντιστρόφως, τα ρούχα είναι ακριβότερα στην Α και το κρασί στη Β, τότε θα εξειδικευτεί καθεμιά στην παραγωγή του προϊόντος στο οποίο διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα και οι συναλλαγές τους θα είναι αμοιβαία επωφελείς. Η ιδέα αυτή του Ρικάρντο, με την οποία υποστηρίζεται η ελευθερία του εμπορίου, αντιτασσόταν στη δασμολόγηση των εισαγόμενων προϊόντων, η οποία προστάτευε το εθνικά προϊόντα.

Αρχαία Ελληνική Γραμματεία: ΗΣΙΟΔΟΣ - Ἔργα καὶ Ἡμέραι (202-212)

Νῦν δ᾽ αἶνον βασιλεῦσ᾽ ἐρέω φρονέουσι καὶ αὐτοῖς·
ὧδ᾽ ἴρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον,
ὕψι μάλ᾽ ἐν νεφέεσσι φέρων, ὀνύχεσσι μεμαρπώς·
205 ἣ δ᾽ ἐλεόν, γναμπτοῖσι πεπαρμένη ἀμφ᾽ ὀνύχεσσι,
μύρετο· τὴν ὅ γ᾽ ἐπικρατέως πρὸς μῦθον ἔειπεν·
«δαιμονίη, τί λέληκας; ἔχει νύ σε πολλὸν ἀρείων·
τῇ δ᾽ εἶς ᾗ σ᾽ ἂν ἐγώ περ ἄγω καὶ ἀοιδὸν ἐοῦσαν·
δεῖπνον δ᾽, αἴ κ᾽ ἐθέλω, ποιήσομαι ἠὲ μεθήσω.
210 ἄφρων δ᾽ ὅς κ᾽ ἐθέλῃ πρὸς κρείσσονας ἀντιφερίζειν·
νίκης τε στέρεται πρός τ᾽ αἴσχεσιν ἄλγεα πάσχει.»
ὣς ἔφατ᾽ ὠκυπέτης ἴρηξ, τανυσίπτερος ὄρνις.

***
Μα τώρα μύθο εγώ θα πω στους βασιλείς σοφοί κι ας είναι οι ίδιοι.
Έτσι μίλησε το γεράκι στο αηδόνι με τον πλουμιστό λαιμό
σαν να το ᾽χε αρπάξει με τα νύχια του και το ᾽φερε ψηλά πολύ στα νέφη.
Έκλαιγε εκείνο θλιβερά απ᾽ τα γαμψά τα νύχια τρυπημένο,
και το γεράκι υπεροπτικά το λόγο τούτο του ᾽πε:
«Κακόμοιρο τι φωνάζεις; Κάποιος πολύ ανώτερός σου σε κρατά.
Πας όπου τυχόν εγώ σε πάω, κι ας είσαι και τραγουδιστής.
Αν θέλω δείπνο μου σε κάνω ή σ᾽ αφήνω.
210 Δίχως μυαλό εκείνος που ίσως θέλει με δυνατότερούς του ν᾽ αναμετρηθεί.
Χάνει τη νίκη και πλάι στην ντροπή και λύπες πάσχει.»
Έτσι είπε το γοργόδρομο γεράκι, το μακροφτέρουγο πουλί.