Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια - 5. Εξωτερική αφήγηση και εσωτερικές διηγήσεις

5.1.3. Η διήγηση του Αχιλλέα


Παραινετικός είναι ο χαρακτήρας και μιας άλλης ολιγόστιχης, εσωτερικής διήγησης, που απαντά στην εικοστή τέταρτη ιλιαδική ραψωδία. Την επικαλείται ο Αχιλλέας, για να πείσει τον σπαραγμένο από τον πόνο του σκοτωμένου γιου του Πρίαμο να αγγίξει το φαγητό που του προσφέρεται (Ω 599-620).

Ο λόγος για τη Νιόβη, την οποία ο Απόλλων τοξεύοντας τής θανάτωσε τους έξι γιους στον ανθό της νιότης τους, και η Άρτεμη τις έξι πανέμορφες θυγατέρες της, επειδή εκείνη συνερίστηκε τη μάνα τους, τη Λητώ, που γέννησε μόνο δυο παιδιά, ενώ η ίδια δώδεκα. Μέρες εννιά έμειναν αιμόφυρτα και άταφα τα σκοτωμένα παιδιά της Νιόβης, γιατί ο Δίας πέτρωσε τον γύρω χώρο και δεν βρέθηκε άνθρωπος να τα θάψει. Στο μεταξύ, η μάνα τους, θρηνώντας ακατάπαυστα, δεν έβαλε μπουκιά στο στόμα της. Στις δέκα όμως μέρες πάνω, όταν έθαψαν τα παιδιά της οι ίδιοι οι ολύμπιοι θεοί, θυμήθηκε κι η μάνα τους να φάει. Μετά έγινε πέτρα κάπου στα απάτητα φαράγγια της Σιπύλου και, πετρωμένη εκεί, κλωσάει τον ασταμάτητο πόνο της, κοντά στα λημέρια του Αχελώου, όπου χορεύουν αθάνατες νεράιδες.

Η σπαρακτική αυτή διήγηση (τη δραματοποίησε αργότερα και ο Αισχύλος σε μια χαμένη για μας τραγωδία του), που ακούγεται εδώ ως παραινετικό παράδειγμα, προτείνει την τολμηρή σύγκριση Νιόβης και Πριάμου, που ακούγεται κάπως αταίριαστη. Κι όμως αναγνωρίζονται στη μοίρα των δύο ετερόφυλων αυτών προσώπων κάποια κοινά ή ομόλογα σημεία. Πολύτεκνη η Νιόβη, με έξι γιους και έξι θυγατέρες· πολύτεκνος και ο Πρίαμος, με πενήντα γιους και δώδεκα θυγατέρες. Σπαραγμένη η Νιόβη από τον σαρωτικό χαλασμό των παιδιών της· σπαραγμένος και ο Πρίαμος από τον χαμό του Έκτορα. Άταφα για εννιά μέρες τα δώδεκα παιδιά της Νιόβης· άταφος και διασυρόμενος ο Έκτορας για έντεκα μέρες. Ωσότου, και στις δύο περιπτώσεις παρεμβαίνουν ελεήμονες οι θεοί: πραγματοποιούν οι ίδιοι την ταφή των δώδεκα παιδιών της Νιόβης στη μία περίπτωση· προάγουν την ταφή του Έκτορα στην άλλη. Η δραματική αιχμή στη συγκεκριμένη σκηνή γίνεται οξύτερη, καθώς η παρηγορητική παραίνεση προς τον Πρίαμο προέρχεται από τον Αχιλλέα (φονιά όχι μόνο του Έκτορα αλλά και άλλων ανδρείων γιων του πατριάρχη βασιλιά της Τροίας), ο οποίος τώρα αντιστρέφει το εκδικητικό του μένος σε φιλάνθρωπο έλεος. Τέλος, οριστικός κλήρος της Νιόβης είναι η μεταμόρφωσή της σε βράχο που δακρύζει, ενώ ο κλήρος του Πριάμου προδιαγράφεται ακόμη πιο σκληρός· η επική παράδοση προβλέπει, με την άλωση της Τροίας, τον άγριο σφαγιασμό του.

Απομένει να εξηγηθεί γιατί και πώς η Ιλιάδα, σε σύγκριση με την Οδύσσεια, υστερεί σε ένθετες διηγήσεις, όπως προηγουμένως τις προσδιορίσαμε. Η εξήγηση είναι διπλή. Στον βαθμό που η Ιλιάδα εξελίσσεται συνεχώς προς τα μπρος και δεν οπισθοχωρεί χρονικά, όπως συμβαίνει με την Οδύσσεια, δεν ευνοεί τις αναδρομικές διηγήσεις, οι οποίες έτσι κι αλλιώς ανακόπτουν τη ροή της χρονικής συνέχειας. Εξάλλου, η Ιλιάδα είναι κατεξοχήν ηρωικό έπος με κυρίαρχο θέμα τον πόλεμο, ο οποίος κατ᾽ εξαίρεση μόνον αναστέλλεται, για να μεσολαβήσουν ομιλητικές σκηνές, όπως η διάσημη ομιλία Έκτορα και Ανδρομάχης στο δεύτερο μέρος της έκτης ραψωδίας. Τούτο σημαίνει ότι τα περιθώρια για εσωτερικές διηγήσεις είναι εδώ στενά, όταν δεν μηδενίζονται. Για να το πούμε απλούστερα: οι εσωτερικές διηγήσεις προϋποθέτουν διακοπή της επικής δράσης, χαλάρωση και ανάπαυση των ηρώων, που τους επιτρέπουν να μιλήσουν μεταξύ τους, να θυμηθούν και να πουν ο ένας στον άλλον ό,τι σπουδαίο τούς έχει συμβεί στο παρελθόν. Αυτή όμως η συνθήκη λείπει κατά κανόνα στην Ιλιάδα, ενώ περισσεύει στην Οδύσσεια, η οποία, όπως θα δούμε αμέσως, προσφέρει τον χρόνο της εξίσου για δράση και για αναμνήσεις, για απολογισμούς και απολόγους. Στην πραγματικότητα η Οδύσσεια διπλασιάζει τον χρόνο της: τον μοιράζει ανάμεσα στο δραστικό παρόν της και στο αφηγηματικό της παρελθόν. Από την άποψη αυτή η Οδύσσεια μεταφράζει κάθε τόσο προηγούμενα έργα σε τωρινά λόγια. Τακτική που σημαίνει ότι διαθέτει εξελιγμένη αφηγηματική μηχανή. Σ᾽ αυτή την οδυσσειακή μηχανή αναφέρονται τα επόμενα.

Eckhart Tolle: Η ζωή δεν είναι τόσο σοβαρή όσο την κάνει ο νους μου

-Η θέαση της ομορφιάς σε ένα λουλούδι θα μπορούσε να αφυπνίσει τους ανθρώπους έστω και για λίγο, στην ομορφιά που αποτελείς ουσιαστικό μέρος της δικής τους εσώτερης Ύπαρξης, της αληθινής τους φύσης.

-…η αναγνώριση των συλλογικά αποκτηθέντων μέσω εξαρτημένης μάθησης νοητικών διεργασιών που διαιωνίζουν τη μη αφυπνισμένη κατάσταση.

-Ο ανθρώπινος νους είναι εξαιρετικά ευφυής. Ωστόσο, η ίδια του η ευφυία είναι μολυσμένη από παραφροσύνη.

-Αν η ιστορία της ανθρωπότητας ήταν η κλινική περίπτωση ενός μεμονομένου ανθρώπου, η διάγνωση θα έπρεπε να είναι: χρόνια παρανοϊκά παραληρήματα, παθολογική ροπή προς τη διάπραξη φόνου και πράξεων ακραίας βίας και ωμότητας, εναντίον αυτών που αντιλαμβάνεται ως «εχθρούς» του – καθώς η δική του έλλειψη συνειδητότητας προβάλεται προς τα έξω.

–Φόβος, απληστία και επιθυμία για εξουσία είναι οι ψυχολογικές παρωθητικές δυνάμεις όχι μόνο πίσω από τον πόλεμο και τη βία μεταξύ εθνών, φυλών, θρησκειών και ιδεολογιών, αλλά και η αιτία ατέρμονης σύγκρουσης στις προσωπικές σχέσεις.

–Δε γίνεσαι καλός προσπαθώντας να είσαι καλός, αλλά βρίσκοντας την καλοσύνη που είναι ήδη εντός σου επιτρέπονται σ΄αυτή την καλοσύνη να αναδυθεί.

-Κάνουν σχέδια χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους το πρότυπο για τη δυσλειτουργία που κουβαλάει κάθε άνθρωπος μέσα του: το Εγώ.

-Ένα μεγάλης κλίμακας άνοιγμα πνευματικότητας έξω από τις θρησκευτικές δομές είναι μια εντελώς καινοτόμος εξέλιξη.

-Αν οι δομές του ανθρώπινου νου παραμείνουν αμετάβλητες, θα καταλήγουμε πάντα να αναδημιουργούμε τον ίδιο κόσμο, τα ίδια δεινά, την ίδια δυσλειτουργία

-…όταν έχεις προσαρτήσεις μια λέξη σε κάτι, γνωρίζεις τι είναι. Η πραγματικότητα είναι: Δεν γνωρίζεις τι είναι, απλώς έχεις καλύψει το μυστήριο με μια ετικέτα.

-Όταν το κοιτάζεις ή το κρατάς και του επιτρέπεις να υπάρχει χωρίς να του επιβάλλεις μια λέξη ή μια νοητική ετικέτα μια αίσθηση δέους, θαυμασμού ξυπνάει μέσα σου. Η ουσία του κοινωνείται σιωπηλά σ΄εσένα και αντανακλά τη δική σου ουσία πίσω σ΄εσένα.

–Όταν δεν καλύπτεις τον κόσμο με λέξεις και ετικέτες, επιστρέφει στη ζωή σου μια αίσθηση του θαυμαστού που έχει χαθεί εδώ και πολύ καιρό, από τότε που η ανθρωπότητα, αντί να χρησιμοποιεί τη σκέψη κατακυριεύτηκε από αυτήν. Ένα βάθος επιστρέφει στη ζωή σου.

-Όταν βλέπεις ποιος δεν είσαι, η πραγματικότητά του ποιος είσαι αναδύεται από μόνη της.

-Δεν συνειδητοποιούσα ακόμα ότι η σκέψη δίχως συναίσθηση είναι το κύριο δίλημμα της ανθρώπινης ύπαρξης.
–Η ζωή δεν είναι τόσο σοβαρή όσο την κάνει ο νους μου.

-Οι περισσότεροι άνθωποι δεν κατοικούν σε μια ζωντανή πραγματικότητα αλλά σε μια εννοιοποιημένη.

–Ο ανεξέλεγκτος αγώνας για περισσότερα, για ατέρμονη ανάπτυξη αποτελεί δυσλειτουργεία και ασθένεια. Είναι η ίδια δυσλειτουργία που εκδηλώνει το καρκινικό κύτταρο, που ο μοναδικός του στόχος είναι να πολλαπλασιαστεί, χωρίς να έχει επίγνωση του ότι επιφέρει την ίδια του την καταστροφή καταστρέφοντας τον οργανισμό του οποίου είναι μέρος.

–Αν μπορώ να νιώσω το «Υπάρχω» τόσο έντονα, τότε αυτό που είμαι δεν έχει μειωθεί καθόλου. Μπορώ να το νιώθω και τώρα, κάτι γαλήνιο και πολύ ζωντανό.

–Την Ύπαρξη πρέπει να την νιώσεις. Δεν μπορείς να τη σκεφτείς. Το Εγώ δεν τη γνωρίζει επειδή αποτελείται από σκέψη.

-Όλα όσα επιζητεί το Εγώ και στα οποία δεν μπορεί να νιώσει.

-…μερικές φορές το να παραιτείσαι από πράγματα είναι μια πράξη πολύ μεγαλύτερης δύναμης από το να τα υπερασπίζεσαι ή να γατζώνεσαι πάνω τους.

–Η ζωή θα σου δώσει όποια εμπειρία είναι πιο βοηθητική για την εξέλιξη της συνειδητότητάς σου.

–Το Εγώ δεν είναι λάθος, είναι απλώς μη συνειδητό… το Εγώ δεν είναι προσωπικό. Δεν είναι αυτό που είσαι.

-…το να βγάζεις τον εαυτό σου σωστό και τους άλλους λάθος είναι ένα από τα κύρια εγωικά πρότυπα, μια από τις κύριες μορφές της μη συνείδησης.

-Επομένως η επιθυμία διατηρεί το Εγώ ζωντανό πολύ περισσότερο από το έχω… Είναι μια εθιστική ανάγκη, όχι μη αυθεντική.

-Η έσχατη αλήθεια του ποιος είσαι δεν είναι «είμαι αυτός», «είμαι εκείνος» αλλά Είμαι.

Eckhart Tolle, Για μια νέα ζωή

Τα όρια των ηγεμονιών και η ηθική της δύναμης

«Οι άνθρωποι συνδέονται με φιλία και τα έθνη με συμφέροντα» (Χόχουτ)

Η επικαιρότητα των ημερών και ο φόβος μιας γενικευμένης πολεμικής σύρραξης στη Συρία έφερε στην επιφάνεια ένα παλιό όσο και σύγχρονο ερώτημα – ζητούμενο: Την ΗΘΙΚΗ της ΔΥΝΑΜΗΣ και το μέλλον – ΟΡΙΑ των ΗΓΕΜΟΝΙΩΝ. Αποτελεί κοινό τόπο και ιστορική διαπίστωση πως αυτός που κατέχει δύναμη – είτε πρόσωπο είναι αυτό, είτε φορέας, είτε κράτος – έχει την τάση να μετασχηματίζει αυτή σε βία. Η δύναμη και η βία αποτελούν τις δυο βασικές συνιστώσες της Εξουσίας και των ηγεμόνων. Η εξουσία πηγάζει – εδράζεται στη δύναμη και αισθητοποιείται μέσα από ενέργειες και συμπεριφορές, που δεν χαρακτηρίζονται τόσο από την επιείκεια, τη διαλλακτικότητα και την πειθώ (λόγο), όσο από τη χρήση βίας.

Αποτελεί, δηλαδή, φυσική νομοτέλεια και ιστορικό νόμο η χρήση βίας από αυτούς που αισθάνονται δυνατοί και ασκούν ή επιθυμούν να διαιωνίσουν την εξουσία τους. Οι αναλύσεις των σύγχρονων ιστορικών για τα κίνητρα και τους στόχους της συμπεριφοράς της μόνης στον κόσμο μας υπερδύναμης, των Η.ΠΑ. αλλά και των άλλων χωρών που φιλοδοξούν να την αντικαταστήσουν, δεν προσθέτουν τίποτε παραπάνω από εκείνα που εύστοχα διαπίστωσε πριν από χιλιάδες χρόνια ο Θουκυδίδης:

«Από ό,τι μπορεί κανείς να εικάσει για τους Θεούς κι από ό,τι είναι βέβαιο για τους ανθρώπους, πιστεύουμε ότι και οι Θεοί και οι άνθρωποι ακολουθούν πάντα έναν απόλυτο νόμο της φύσης, να επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους, αν έχουν τη δύναμη να το επιτύχουν. Τον νόμο αυτόν ούτε τον θεσπίσαμε, ούτε τον εφαρμόσαμε εμείς πρώτοι. Τον βρήκαμε να ισχύει και τον ακολουθούμε, όπως θα τον ακολουθούν αιώνια όσοι μας διαδεχθούν και ξέρουμε καλά ότι και εσείς και οποιοιδήποτε άλλοι θα κάνατε τα ίδια αν είχατε τη δύναμή μας» (Διάλογος Αθηναίων – Μηλίων).

Παρακολουθώντας την αρχή και το τέλος των αρχαίων Ελληνικών Ηγεμονιών, δηλαδή της Αθήνας και της Σπάρτης, εύκολα οδηγούμαστε σε συμπεράσματα, που μπορούν να μας χρησιμεύσουν στην κατανόηση κι ερμηνεία των σύγχρονων γεγονότων και της φύσης των ηγεμονιών. Η ακμή και παρακμή των αρχαίων πόλεων – κρατών και ιδιαίτερα των ηγεμονιών ακολούθησε το μοιραίο οδοιπορικό που προδιαγράφει κάθε φορά η «ΝΕΜΕΣΙΣ». Η άσκηση – αυθαίρετη και βίαιη τις περισσότερες φορές – της εξουσίας οδηγούσε στην «ΥΒΡΗ» κι αυτή με τη σειρά της έσπρωχνε τους «αλαζόνες» στην ΠΤΩΣΗ και τη συντριβή. Η έλλειψη μέτρου συνιστά μέγιστο αδίκημα και παραβιάζει τους ακατάλυτους ηθικούς κανόνες. Σχετικά ο Ισοκράτης γράφει για τα αίτια της πτώσης της Αθηναϊκής Ηγεμονίας.

Η πτώση της Αθηναϊκής ηγεμονίας

«Οι κίνδυνοι που μας απειλούν από παντού, η καταστροφή του δημοκρατικού πολιτεύματος που έκανε τους προγόνους μας μεγάλους και ευτυχισμένους, το σύνολο όλων των κακών που επιβάλαμε ή που οι άλλοι μας έχουν επιβάλλει, τα υποφέρουμε απ’ αυτή τη μάταιη φιλοδοξία της θαλασσοκρατίας, που και αν ακόμη μας την πρόσφερναν, δεν θα έπρεπε να τη δεχθούμε με κανένα τρόπο»….

«….Η άσκηση της ηγεμονίας μας ήταν μοιραία. Μας έκανε να χάσουμε τη φήμη μας που την είχαμε σ’ όλους τους λαούς. Μας έφερε σε τέτοια ακολασία και νωθρότητα που δεν θα την επαινέσει κανένας λαός. Δεν μπορούμε να τους κατηγορήσουμε γιατί μας φέρθηκαν τόσο άσχημα γιατί κι εμείς τους διοικήσαμε καταδυναστεύοντάς τους και βασανίζοντάς τους. Ποιος μπορεί να απαριθμήσει τα μικρότερα κακά; Και όλα αυτά τα κακά επανερχόταν περιοδικά κάθε χρόνο… Σε κάθε ξαναγύρισμα, ο ήλιος παρέστεκε σε νέες δημόσιες κηδείες. Οι δημόσιοι τάφοι γέμιζαν από πτώματα πολιτών, και οι γραμμές της πόλης γέμιζαν από άγνωστους ξένους… Παλιές και υπερένδοξες οικογένειες που είχαν ξεφύγει απ’ την καταπίεση των τυράννων και απ’ τις πολεμικές περσικές ορδές τσακίσθηκαν και ξεριζώθηκαν ενώ εμείς κυνηγούσαμε την τρέλα της ηγεμονίας μας… Κάναμε μια ζωή ληστών, πότε πλέοντας μέσα στην αφθονία και πότε στη δυστυχία, έχοντας γύρω μας την πολιορκία και πάνω στα κεφάλια μας την καταστροφή…».

«Αυτή η λεγόμενη κυριαρχία δεν είναι παρά μια συμφορά που κάνει χείριστους όλους εκείνους που την κατέχουν». (Ισοκράτους, περί Ειρήνης)

Το ενδιαφέρον στις επισημάνσεις του Ισοκράτη βρίσκεται στο γεγονός ότι η αιτιολόγηση της πτώσης της Αθηναϊκής ηγεμονίας γίνεται από έναν Αθηναίο και όχι από κάποιον εχθρό ή τρίτο παρατηρητή. Οι επισημάνσεις εστιάζονται στην αλαζονική συμπεριφορά των Αθηναίων, απόρροια της δύναμης και της κυριαρχίας που ασκούσαν τόσο στις συμμαχικές πόλεις όσο και στις μη συμμαχικές. Το περίεργο βέβαια είναι ότι μια πόλη – ηγεμονία (Αθήνα) που δίδαξε με τις τραγωδίες και το φιλοσοφικό λόγο την αξία του «ΜΕΤΡΟΥ» δε διδάχτηκε η ίδια. Φαίνεται πως η δύναμη και η εξουσία τυφλώνουν το νου κι αποδιοργανώνουν κάθε δυνατότητα ορθολογικής και ψύχραιμης αντιμετώπισης των δεδομένων.

Η πτώση της Σπαρτιατικής ηγεμονίας

Από τον ιστορικό νόμο της ακμής και παρακμής δεν ξέφυγε ούτε η Σπάρτη, αν και είχε ως παράδειγμα το πάθημα της Αθήνας. Τα ίδια λάθη οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, γιατί η «ηγεμονία» λειτουργεί ως ναρκωτικό και δεν αφήνει τη λογική και την ηθική να ελέγχει τόσο τις ανθρώπινες πράξεις όσο και τη συμπεριφορά των κρατών – ηγεμονιών. Ο Ισοκράτης διεισδύοντας στην ουσία των γεγονότων καταγράφει με καίριες επισημάνσεις τα αίτια της πτώσης της Σπαρτιατικής Ηγεμονίας.

«Γελιέται, έγραφε ο Ισοκράτης, εκείνος που αποδίδει την κατάπτωση των Σπαρτιατών στο επεισόδιο της ήττας στις Λεύκτρες. Η καταστροφή της δεν προήλθε απ’ αυτό, αλλά νικήθηκε απ’ τη διαγωγή των προηγουμένων χρόνων και αναγκάσθηκε να πολεμήσει για την ίδια της την ύπαρξη. Η κυριαρχία της θάλασσας απ’ τη Σπάρτη υπήρξε η πρώτη και η πραγματική αιτία όλης της καταστροφής. Η κυριαρχία αυτή έδωσε στους Σπαρτιάτες μια δύναμη που δεν την είδαν ποτέ έτσι που η έλλειψη μέτρου στην άσκηση αυτής της κυριαρχίας προκάλεσε την απώλεια και αυτής της ηπειρωτικής κυριαρχίας. Ξεχνώντας τα ήθη και τα έθιμα των προγόνων τους, τους παλιούς νόμους της πολιτείας, νομίζοντας πως είναι σωστό να κάνουν ό,τι τους αρέσει, έπεσαν σε μεγάλη σύγχυση και ταραχή. Δεν κατάλαβαν ότι πόσο επικίνδυνη σειρήνα ήταν η εξουσία αυτή, που την ποθούν όλοι και πόσο εύκολα παραφρονεί κανείς απ’ το γλυκό μεθύσι που φέρνει» (Ισοκράτους, περί Ειρήνης)

Ο λόγος των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων παραμένει πάντα επίκαιρος και πολύτιμος βοηθός στην κατανόηση όλων των παραμέτρων της σύγχρονης παγκόσμιας πραγματικότητας.

Η φύση των ηγεμονιών

Περισσότερο όμως επίκαιρες είναι εκείνες οι επισημάνσεις που φωτίζουν τη βαθύτερη ουσία των ηγεμονιών. Φαίνεται δε πως οι Ηγεμονίες οδηγούνται από τη φύση τους νομοτελειακά στο ίδιο τέλος (πτώση – συντριβή), επειδή αδυνατούν να διδαχθούν από το παρελθόν, αδιαφορούν για το δίκαιο και την ηθική και τέλος, επειδή φορούν πως θα «ηγεμονεύουν» και στο μέλλον έξω από τις δεσμεύσεις του χρόνου. Η χρήση βίας – πέραν από κάθε λογική και ηθική – αισθητοποιεί την ανασφάλεια των ηγεμονιών, την παράνοια των ηγεμόνων, την ένοχη σιωπή των λαών και κύρια την επικίνδυνη ταύτιση της έννοιας του συμφέροντος των ηγεμονιών με το δίκαιο:

«Για να τα συνοψίσω όλα σας λέω, με μια λέξη, ότι αν ακολουθήσετε τη συμβουλή μου, θα πάρετε απόφαση δίκαιη για την τιμωρία των Μυτιληναίων και σωστή για τα συμφέροντά σας. Διαφορετικά και τη δική τους ευγνωμοσύνη δεν θα κερδίσετε και τη δική σας πολιτεία θα καταδικάσετε γιατί αν εκείνοι είχαν δίκιο να επαναστατήσουν, τότε σεις ασκείτε με τρόπο άδικο την εξουσία σας. Αν όμως θέλετε να κρατήσετε την ηγεμονία σας, έστω και με ανάρμοστες μεθόδους, τότε πρέπει, για να το συμφέρον σας, να τους τιμωρήσετε, ακόμα κι αν τούτο είναι άδικο. Αλλιώς παραιτηθείτε από την ηγεμονία σας και φροντίστε το καλό σας όνομα, χωρίς να διατρέχετε κινδύνους» (Κλέων – Αθηναίος πολιτικός).

Ο κυνισμός του Αθηναίου πολιτικού επαληθεύεται περίτρανα και από τα σύγχρονα γεγονότα στη Μέση Ανατολή. Τα ερείσματα κάθε ηγεμονίας – αν θέλει να μείνει ηγεμονία – δεν πρέπει κατ’ ανάγκην να είναι ηθικά. Η υπεράσπιση των συμφερόντων της ηγεμονίας συνιστά – σύμφωνα πάντα με τη λογική της – αυτόματα και δίκαιο. Το «minimum της ηθικής» καταργείται μπροστά στην ηθική τύφλωση και παραλυσία που επιφέρει η άσκηση της εξουσίας. Αυτό είναι και η βασική αιτία που οι Ηγεμόνες δεν γνωρίζουν τα όρια των πράξεων τους και της ηγεμονίας τους. Πιο ωμός ο Αλκιβιάδης περιέγραφε με ενάργεια τη φύση και την προοπτική της ηγεμονίας.

«Δεν μπορούμε, δήλωνε ο Αλκιβιάδης την παραμονή της εκστρατείας των Αθηνών εναντίον των Συρακουσών, δεν μπορούμε να χαράξουμε, εκ των προτέρων, όρια στην ηγεμονία μας. Γιατί είμεθα υποχρεωμένοι, αφού φθάσαμε σ’ αυτό το σημείο, άλλους να απειλούμε, άλλους να παραφυλάγωμε, με έξοδα άλλων, και άλλους να μη συγχωρούμε γιατί κινδυνεύουμε να κυριαρχηθούμε, αν δεν κυριαρχήσουμε εμείς οι ίδιοι πάνω σε άλλους».

Η προσεκτική μελέτη, λοιπόν, των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων επιβάλλεται από το μέγεθος των σύγχρονων προβλημάτων κι ιδιαίτερα εκείνων που σχετίζονται με την επιθετική συμπεριφορά των σύγχρονων Ηγεμονιών. Δε χρειάζεται να καταφύγουμε ούτε στο θεϊκό λόγο της Αποκάλυψης του Ιωάννη, ούτε στους αστρολόγους και τους μάντεις ούτε και στη σύγχρονη θεωρία του Χάντιγκτον (σύγκρουση πολιτισμών) για να προβλέψουμε το μέλλον του κόσμου και των χωρών που ασκούν σήμερα την ηγεμονία. Ο ορθολογισμός των κλασικών κειμένων και η βιωμένη εμπειρία του παρελθόντος μπορεί να συνδράμει στην προσπάθειά μας να μείνουμε νηφάλιοι στο παρόν και «προμηθείς» για το μέλλον.

Η εξίσωση Δύναμη → Εξουσία → Βία μπορεί να γεννά φόβο και τρόμο αλλά επιβάλλεται να γίνει αποδεκτή ως μια ιστορική αναγκαιότητα, όχι με την έννοια της υποταγής σ’ αυτήν, αλλά ως το πρώτο βήμα – στάδιο για την υπέρβασή της «Οι άνθρωποι συνδέονται με φιλία και τα έθνη με συμφέροντα» (Χόχουτ). Η θέση αυτή του Χόχουτ είναι η δεύτερη αναγκαιότητα για τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής κάθε χώρας αλλά και για τη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης των πολιτών.

Όσον αφορά δε για τα «όρια και την ηθική» των ηγεμονιών μέλλει να δούμε, αν θα επαληθευτεί η άποψη του Θουκυδίδη «γιγνόμενα μεν και αεί εσόμενα, έως αν η αυτή φύσις ανθρώπων η».

Πώς να χτίσετε το δικό σας σύμπαν

Η ευτυχία δεν δίνεται στη ζωή- πρέπει να την κατακτήσετε. Τα ανθρώπινα όντα έχουν φτιαχτεί για να επιβιώνουν, όχι για να είναι χαρούμενα. Έχουμε προγραμματιστεί να επιβιώνουμε, αλλά αν θέλουμε την ευτυχία πρέπει να κάνουμε κάτι σαν «χακάρισμα». Όποιος θέλει να αναλάβει την πρόκληση της ευτυχίας πρέπει να συνειδητοποιήσει πως το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή είναι να ανακαλύψουμε το νόημα της.

Όπως ο José Luis Sampedro, συγγραφέας, ανθρωπολόγος και Ισπανός οικονομολόγος είπε, ο λόγος που είμαστε ζωντανοί είναι για να ζήσουμε και να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας. Οι περισσότεροι από εμάς, σε κάποια στιγμή της ζωής μας έχουμε αναρωτηθεί για ποιο λόγο ζούμε. Το να ξέρουμε τι να απαντήσουμε σε αυτή την ερώτηση θα μας δώσει ένα νόημα στην ύπαρξή μας. Ένα αληθινό και σωστό νόημα.

Όλα όσα βλέπουμε στον εξωτερικό κόσμο είναι απλώς μια αντανάκλαση της εσωτερικότητας μας, αυτών που σκεφτόμαστε και νιώθουμε. Τα ελαττώματα και οι αρετές που βλέπουμε στους άλλους είναι, μέχρι ένα σημείο, αυτό που κουβαλάμε μέσα μας. Ωστόσο, στις αμφιβολίες και στις ερωτήσεις που έχουμε, οι περισσότερες απαντήσεις βρίσκονται μέσα μας, επειδή το Σύμπαν που ζει μέσα μας είναι ήδη ένα πολύ μαγευτικό.

Τι θα κάνατε αν ξέρατε πως δε θα αποτύχετε;

Το νόημα της ζωής- κουβαλάμε το δικό μας σύμπαν

Μπορεί να ακούγεται λίγο ειρωνικό, αλλά μόνο εμείς είμαστε αυτοί που μπορούμε να στενοχωρήσουμε τον εαυτό μας και να επιτρέψουμε στην συναισθηματική ταραχή να μας καταβάλει. Η αιτία της ταλαιπωρίας μας δεν βρίσκεται έξω αλλά μέσα… στο πως αντιμετωπίζουμε τον πόνο.

Οι άλλοι μπορούν να μας σκοτώσουν σωματικά, αλλά σε συναισθηματικό επίπεδο μόνο εμείς έχουμε την δύναμη να βλάψουμε τον εαυτό μας ή να επιβάλουμε την τάξη. Ακόμα και αν ελευθερωθεί το μυαλό μας, αυτός ο φανταστικός πόλεμος γεννά μια σειρά από συναισθηματικά εμπόδια όπως άγχος, μνησικακία, μίσος, τιμωρία και την επιθυμία για εκδίκηση.

Ο τρόπος που ερμηνεύουμε με τα πράγματα, μαζί με τις συναισθηματικές αντιδράσεις είναι αυτό που μας κάνει να ταλαιπωρούμαστε και να ερχόμαστε σε σύγκρουση με τον εαυτό μας. Τελικά, είμαστε η αιτία του κακού μας. Γι αυτόν τον λόγο το να συγκεντρωθούμε στον εαυτό μας και το να γνωρίσουμε τα συναισθήματα μας μας φέρνει πιο κοντά στη βαθύτερη γνώση του εσωτερικού σύμπαντος μας και στο νόημα της ζωής.

Εν τέλει, το μόνο που μπορούμε να αλλάξουμε στη ζωή μας είναι ο εαυτός μας. Όλα τα άλλα είναι ένα σενάριο ψευδαίσθησης. Μπορούμε να στεναχωρηθούμε επειδή θέλουμε ένα καλύτερο κόσμο χωρίς αδικία και με περισσότερη ισότητα, μόνο για να τον δούμε να χειροτερεύει όλο και περισσότερο. Αντίθετα, το να αλλάξουμε και να βελτιώσουμε την εσωτερική μας ζωή είναι το αληθινό μας έργο. Αν το πετύχουμε αυτό θα μας δώσει ατέλειωτη γαλήνη και ένα καινούργιο τρόπο για να αντιμετωπίσουμε τις καταστάσεις.

«Το καλύτερο που μπορείς να κάνεις για την ανθρωπότητα είναι να είσαι χαρούμενος και να μάθεις να βρίσκεσαι σε γαλήνη με τον εαυτό σου.» – Seneca

Για να χτίσουμε το δικό μας Σύμπαν πρέπει να είμαστε γενναίοι

Η γενίκευση αποτελεί απειλή για μας. Χανόμαστε σε πόλεις γεμάτες με μεγάλα κτίρια και κανόνες που σπανίως λέγονται αλλά συχνά επιβάλλονται. Σε πολλές περιπτώσεις θυσιάζουμε το να πράττουμε σύμφωνα με τις αξίες μας για να προβάλλουμε μια καλύτερη εικόνα του εαυτού μας. Αυτός είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους το «σύστημα» μας ελέγχει με την ανταμοιβή που μας προσφέρει σε αντάλλαγμα. «Κάνε αυτό, κάντο με τον τρόπο που σου λέω και θα σε φροντίσω.»

Έτσι καταλήγουμε να αντιμετωπίζουμε τα πάντα εκτός από τον εαυτό μας: το αμάξι, τη μηχανή, το ένα και το άλλο. Περνάμε την μέρα μας αυτόματα, χωρίς να συνειδητοποιούμε πως θα μπορούσαμε να ζήσουμε πολύ καλύτερα.

Μερικές φορές, αναλόγως με το με ποιον βρισκόμαστε και το που είμαστε, δείχνουμε τον εαυτό μας με τον έναν τρόπο ή με τον άλλον. Επιλέγουμε τι θέλουμε να δείξουμε στο Σύμπαν και τι θέλουμε να κρύψουμε. Αυτό σε συγκεκριμένες περιπτώσεις μπορεί να φανεί χρήσιμο: στην αναζήτηση εργασίας, σε συναντήσεις, στη δουλειά κτλ. Αλλά μακροπρόθεσμα μπορεί να προκαλέσει μεγάλη δυσαρμονία μέσα στην ψυχή.

Ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε είναι να βρούμε τον εαυτό μας, να συνδεθούμε τον εσωτερικό εαυτό μας και να είμαστε αληθινοί για μεγαλύτερες χρονικές περιόδους. Αυτή είναι μια πρόκληση, ποτέ απειλή. Αν και θα υπάρξουν δυσκολίες στη διαδρομή, η αίσθηση που θα μας ακολουθεί θα είναι αυτή της γαλήνης. Θα πρέπει να είμαστε ενεργοί και όχι απλώς να αντιδρούμε στο έλεος των ρευμάτων που παράγουν όσα μας περιβάλλουν. Και τότε θα ανακαλύψουμε αληθινά το νόημα της ζωής.

«Σιγουρευτείτε πως πάντα θα καλοδέχεστε την αποτυχία. Θα πρέπει πάντα να λέτε: Αποτυχία, είναι ευχαρίστηση μου να σε έχω, πέρασε. Γιατί έτσι δε θα με φοβίσεις.»

Νίτσε: Διόνυσος - η αιώνια επιστροφή της ζωής

Φρίντριχ Νίτσε: 1844–1900

Διόνυσος: η αιώνια επιστροφή της ζωής

§1

Στο έργο του το Λυκόφως των ειδώλων –κεφ.: ρήσεις και αιχμές 8– ο Νίτσε γράφει: ό,τι δεν με σκοτώνει, με κάνει πιο δυνατό. Τι είναι αυτό που δεν τον σκοτώνει; Είναι ο αρχαίος θεός Διόνυσος, ο οποίος για τον φιλόσοφο συμβολίζει τη μεθυστική απελευθέρωση της ανθρώπινης ατομικότητας από τη συρρίκνωσή της σε μια άβουλη ύπαρξη και κατ’ επέκταση στην πιο ανήμπορη και καταφρονεμένη μέσα στο σύμπαν. Ως απομονωμένο, ταπεινωμένο και ευτελισμένο πλάσμα, το ανθρώπινο άτομο λησμονεί τον εαυτό του μέσα στην αυστηρά ιεραρχημένη ζωή της πολιτικο-κοινωνικής και πολιτισμικής του συνθήκης. Ετούτη η συνθήκη είναι ο επιτάφιος θρήνος των ανθρώπινων ατόμων· υπό τον μανδύα ωστόσο της εφήμερης πολυλογίας εκλαμβάνεται από αυτά τα ίδια ως λυτρωτική έλευση της ελευθερίας τους.

Τι θέλει να μας πει στα αλήθεια ο Νίτσε εδώ; Πώς ο σημερινός τύπος του ανθρώπου, του λεγόμενου Ευρωπαίου εκμαυλίζεται από ψευδείς ιδέες, όπως αυτή της «προόδου» και όλων των –ισμών· ιδέες, που όσο περισσότερο ψευδείς είναι τόσο πιο πολύ αλυσοδένουν την εντός του κόσμου ζωτικότητά του και τον υποβιβάζουν σε μια αδύναμη, φοβισμένη, αρρωστημένη ύπαρξη. Τότε συμβαίνει το εξής παράδοξο: η αδυναμία τούτη, η πλήρης εξουθένωση κάθε ίχνους βούλησης για δύναμη, κάθε αίσθησης της ζωής, εξελίσσεται ποικιλοτρόπως σε ιδεολογία των μαζών και επιβάλλεται αξιωματικά από τις ποικίλες ιεραρχήσεις της κοινωνικοπολιτικής του συνθήκης ως αντισταθμιστικός παράγοντας στην εν λόγω εξουθένωση. Αυτή η αξιωματική επιβολή αναπαράγεται παράλληλα και από τις ίδιες τις μάζες, καθώς αυτές-εδώ επιχειρούν να ενεργοποιήσουν επιφανειακά τη βούλησή τους. Έτσι μετατρέπονται σε υπόδουλες συνειδήσεις που χύνουν το αίμα τους για αλλότριες δυνάμεις.

§2

Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας δουλόφρονος συνείδησης είναι να προβάλλει ως αρετή ζωής ένα ατελέσφορο συμπάσχειν, μια παρακμιακή συμπόνια που λειτουργεί κατασταλτικά και αδρανοποιεί κάθε ρηξικέλευθη ενεργοποίηση του αισθήματος της ζωής. Μέσα σε μια τέτοια θρυμματισμένη μορφή ζωής παρεμβάλει ο Νίτσε τον δικό του θεό, τον θεό της μέθης, τον Διόνυσο, που με τον τρόπο της έκστασης αγγέλλει δύναμη και φως. Με τον Διόνυσο προελαύνει ο κόσμος του ανθρώπινου ενστίκτου και διασπά την σιδερόφρακτη πραγματικότητα ενός άκαρδου και ψυχρού ορθολογισμού, πίσω από τον οποίο κρύβονται ασφαλείς όλες οι εξουσιαστικές και εξουσιαζόμενες εν ταυτώ εξατομικεύσεις της νεωτερικής, ήτοι μετανεωτερικής εποχής. Ο κόσμος του Διόνυσου είναι ένας κόσμος της μουσικής, της χοϊκής λατρείας και της μεθυστικής αγαλλίασης, που οδηγεί την ανθρώπινη ουσία πέρα από την άπνοη εξατομίκευση, προς μια εκ νέου συμφιλίωσή της με τη φύση. Τα διονυσιακά μυστήρια της αρχαίας Ελλάδας αποτέλεσαν για τον Νίτσε πηγή σοφίας και αληθινής ελευθερίας. Υπό τη νικηφόρα ώθηση του οργιαστικού στοιχείου, το άτομο παύει να αναστενάζει έρημο και μοναχό: γίνεται ένα με το σύνολο και ποδοπατεί χαρούμενο κάθε είδους υποκρισία και σκληροτράχηλο υπολογισμό. Μέσα από τον χορό και το τραγούδι υψώνεται σε μια ελεύθερη ενότητα χώρου και χρόνου, όπου το απλό βάδισμα αντικαθίσταται από την γεμάτη έμπνευση πτήση, οι πάντες και τα πάντα αρχίζουν να μιλούν φιλικά και στην πράξη πραγματώνουν, με τον πιο θεϊκό τρόπο, το Ηρακλείτειο: Εν-Παν. Ετούτη η πραγμάτωση σημαίνει τότε πως ο άνθρωπος από σκλάβος μαθαίνει να γίνεται ελεύθερος και να καταργεί τα μοχθηρά δεσμά της αναγκαιότητας, του πειθαναγκασμού και της δουλοπρέπειας. Στη συνάφεια τούτη δεν αυτο-περιορίζεται στο να ονομάζεται απλώς τεχνίτης, δημιουργός ή καλλιτέχνης, αλλά γίνεται ο ίδιος το αιώνιο δημιούργημα του δημιουργού εαυτού, το φωτεινό έργο τέχνης, το σμιλευμένο άγαλμα του διονυσιακού καλλιτέχνη, δηλαδή του εαυτού του ως τέτοιου. Αυτή τη διονυσιακή έκρηξη της χαράς και της δημιουργίας ο Νίτσε δεν την περιορίζει στα όρια του αρχαίου ελληνικού κόσμου, αλλά τη βλέπει να διατηρείται ζωντανή και στο σήμερα. Για παράδειγμα, τη συναντά στην ένατη συμφωνία του Μπετόβεν, αλλά και σε αναρίθμητες γιορταστικές εκδηλώσεις, που αντλούν τη μοναδική τους ομορφιά από τον διονυσιακό τους χαρακτήρα.

§3

Ακολουθούν ορισμένα αποσπάσματα από το Λυκόφως των ειδώλων, σχετικά με τον Διόνυσο και την ευεργετική επίδρασή του στη ζωή:

Ι. «Ήμουν ο πρώτος που, για να κατανοήσω το παλαιότερο, το ακόμα πλούσιο και μάλιστα πληθωρικό ελληνικό ένστικτο, πήρα στα σοβαρά εκείνο το θαυμαστό φαινόμενο, που φέρει το όνομα του Διονύσου: μπορεί κανείς να το εξηγήσει μόνο με βάση ένα περίσσευμα δύναμης. Όποιος μελετά σε βάθος τους Έλληνες, … καταλαβαίνει αμέσως πως κάτι έχει επιτευχθεί με αυτό το φαινόμενο … Όντως μπορεί οι ιερείς να μετέδιδαν στους συμμετέχοντες σε τέτοια όργια κάποια όχι ανάξια λόγου πράγματα, για παράδειγμα, πως το κρασί ανάβει τον πόθο, πως ο άνθρωπος, υπό ορισμένες περιστάσεις, μπορεί να ζει με καρπούς, πως τα φυτά ανθίζουν την άνοιξη και μαραίνονται το φθινόπωρο… Μόνο στα διονυσιακά μυστήρια, στην ψυχολογία της διονυσιακής κατάστασης, συμβαίνει να εκφράζεται το θεμελιώδες γεγονός του ελληνικού ενστίκτου –η «βούλησή του για ζωή». Τι εγγυόταν στον εαυτό του ο Έλληνας με αυτά τα μυστήρια; Την αιώνια ζωή, την αιώνια επιστροφή της ζωής· το μέλλον που είναι παρόν μέσα στο παρελθόν με τον τρόπο της υπόσχεσης και του καθαγιασμού· το θριαμβευτικό Ναι στη ζωή, πέραν του θανάτου και της αλλαγής· την αληθινή ζωή ως συνολική συνέχιση της ζωής μέσω της αναπαραγωγής, μέσω των μυστηρίων της σεξουαλικότητας...».

ΙΙ. «Στη διδασκαλία των μυστηρίων, ο πόνος χαρακτηρίζεται ιερός… Καθετί που εισέρχεται στο γίγνεσθαι και αναπτύσσεται, καθετί που εγγυάται το μέλλον προϋποθέτει τον πόνο … Για να υπάρχει η αιώνια χαρά της δημιουργίας, για να αυτοκαταφάσκεται αιωνίως η βούληση για ζωή, πρέπει να υπάρχει παντοτινά η «δοκιμασία της γέννας» … Όλα αυτά σημαίνει η λέξη Διόνυσος: δεν γνωρίζω κανέναν άλλο ανώτερο συμβολισμό πέρα απ’ αυτόν τον ελληνικό συμβολισμό, τον συμβολισμό των Διονυσίων. Σε αυτόν-εδώ βιώνεται θρησκευτικά το βαθύτατο ένστικτο της ζωής, το ένστικτο που επενδύει στο μέλλον της ζωής, στην αιωνιότητα της ζωής, –η ίδια η οδός προς τη ζωή, η αναπαραγωγή, ως η ιερά οδός …».

ΙΙΙ. «Η ψυχολογία των διονυσιακών οργίων ως συναισθημάτων ζωής και δύναμης που εκχειλίζουν και μέσα στα οποία και ο ίδιος ο πόνος επενεργεί διεγερτικά, μου έδωσε το κλειδί για την έννοια του τραγικού συναισθήματος... Η επιβεβαίωση στη ζωή, ακόμη και στα πιο παράξενα και αμείλικτα προβλήματα· η βούληση για ζωή, που αγάλλεται καθώς απολαμβάνει την ανεξάντλητη τάση της να θυσιάζει τους ανώτερους τύπους της –αυτό ονόμασα διονυσιακό, αυτό αναγνώρισα ως τη γέφυρα προς τη ψυχολογία του τραγικού ποιητή. Όχι για να απαλλαγεί κανείς από τον τρόμο και τον οίκτο, όχι για να επιτύχει την κάθαρσή του από ένα επικίνδυνο συναίσθημα … αλλά για να είναι ο ίδιος η αιώνια χαρά του γίγνεσθαι, πέρα από τον τρόμο και τον οίκτο, –εκείνη η χαρά που περικλείει επίσης μέσα της και τη χαρά της καταστροφής».

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ

ΙΣΟΚΡ 4.167–174

Η αδήριτη ανάγκη για άμεση κοινή εκστρατεία εναντίον των Περσών

Ο Ισοκράτης στο συμβουλευτικό μέρος του λόγου αυτού υποστηρίζει την ανάγκη μιας πανελλήνιας εκστρατείας εναντίον των Περσών υπό την ηγεσία των Αθηναίων. Στις προηγούμενες παραγράφους τόνισε ότι δεν ήταν απλώς δίκαιο να αντιμετωπιστούν με πολεμικές ενέργειες οι προαιώνιοι αντίπαλοι των Ελλήνων, οι Πέρσες, αλλά και ότι κάτι τέτοιο το επέβαλλαν οι ίδιες οι περιστάσεις (καιρός), που ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκές για την ανάληψη του εγχειρήματος μιας πανελλήνιας εκστρατείας. Και συνεχίζει:


[167] Ἄξιον δ’ ἐπὶ τῆς νῦν ἡλικίας ποιήσασθαι τὴν
στρατείαν, ἵν’ οἱ τῶν συμφορῶν κοινωνήσαντες, οὗτοι καὶ
τῶν ἀγαθῶν ἀπολαύσωσι καὶ μὴ πάντα τὸν χρόνον δυστυ-
χοῦντες διαγάγωσιν. ἱκανὸς γὰρ ὁ παρεληλυθώς, ἐν ᾧ τί
τῶν δεινῶν οὐ γέγονεν; πολλῶν γὰρ κακῶν τῇ φύσει τῇ
τῶν ἀνθρώπων ὑπαρχόντων αὐτοὶ πλείω τῶν ἀναγκαίων
προσεξευρήκαμεν, πολέμους καὶ στάσεις ἡμῖν αὐτοῖς
ἐμποιήσαντες, [168] ὥστε τοὺς μὲν ἐν ταῖς αὑτῶν ἀνό-
μως ἀπόλλυσθαι, τοὺς δ’ ἐπὶ ξένης μετὰ παίδων καὶ
γυναικῶν ἀλᾶσθαι, πολλοὺς δὲ δι’ ἔνδειαν τῶν καθ’ ἡμέραν
ἐπικουρεῖν ἀναγκαζομένους ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν τοῖς φίλοις
μαχομένους ἀποθνῄσκειν.

Ὑπὲρ ὧν οὐδεὶς πώποτ’ ἠγανάκτησεν, ἀλλ’ ἐπὶ μὲν
ταῖς συμφοραῖς ταῖς ὑπὸ τῶν ποιητῶν συγκειμέναις δακρύειν
ἀξιοῦσιν, ἀληθινὰ δὲ πάθη πολλὰ καὶ δεινὰ γιγνόμενα διὰ
τὸν πόλεμον ἐφορῶντες τοσούτου δέουσιν ἐλεεῖν, ὥστε καὶ
μᾶλλον χαίρουσιν ἐπὶ τοῖς ἀλλήλων κακοῖς ἢ τοῖς αὑτῶν
ἰδίοις ἀγαθοῖς. [169] ἴσως δ’ ἂν καὶ τῆς ἐμῆς εὐηθείας πολλοὶ
καταγελάσειαν, εἰ δυστυχίας ἀνδρῶν ὀδυροίμην ἐν τοῖς
τοιούτοις καιροῖς, ἐν οἷς Ἰταλία μὲν ἀνάστατος γέγονε, Σικε-
λία δὲ καταδεδούλωται, τοσαῦται δὲ πόλεις τοῖς βαρβάροις
ἐκδέδονται, τὰ δὲ λοιπὰ μέρη τῶν Ἑλλήνων ἐν τοῖς μεγίστοις
κινδύνοις ἐστίν.

[170] Θαυμάζω δὲ τῶν δυναστευόντων ἐν ταῖς πόλεσιν,
εἰ προσήκειν αὑτοῖς ἡγοῦνται μέγα φρονεῖν, μηδὲν πώποθ’
ὑπὲρ τηλικούτων πραγμάτων μήτ’ εἰπεῖν μήτ’ ἐνθυμηθῆ-
ναι δυνηθέντες. ἐχρῆν γὰρ αὐτούς, εἴπερ ἦσαν ἄξιοι τῆς
παρούσης δόξης, ἁπάντων ἀφεμένους τῶν ἄλλων περὶ τοῦ
πολέμου τοῦ πρὸς τοὺς βαρβάρους εἰσηγεῖσθαι καὶ συμ-
βουλεύειν. [171] τυχὸν μὲν γὰρ ἄν τι συνεπέραναν· εἰ δὲ
καὶ προαπεῖπον, ἀλλ’ οὖν τούς γε λόγους ὥσπερ χρησμοὺς
εἰς τὸν ἐπιόντα χρόνον ἂν κατέλιπον. νῦν δ’ οἱ μὲν ἐν ταῖς
μεγίσταις δόξαις ὄντες ἐπὶ μικροῖς σπουδάζουσιν, ἡμῖν δὲ
τοῖς τῶν πολιτικῶν ἐξεστηκόσι περὶ τηλικούτων πραγ-
μάτων συμβουλεύειν παραλελοίπασιν.

[172] Οὐ μὴν ἀλλ’ ὅσῳ μικροψυχότεροι τυγχάνουσιν
ὄντες οἱ προεστῶτες ἡμῶν, τοσούτῳ τοὺς ἄλλους ἐρρωμε-
νεστέρως δεῖ σκοπεῖν ὅπως ἀπαλλαγησόμεθα τῆς παρούσης
ἔχθρας. νῦν μὲν γὰρ μάτην ποιούμεθα τὰς περὶ τῆς
εἰρήνης συνθήκας· οὐ γὰρ διαλυόμεθα τοὺς πολέμους ἀλλ’
ἀναβαλλόμεθα, καὶ περιμένομεν τοὺς καιροὺς ἐν οἷς ἀνή-
κεστόν τι κακὸν ἀλλήλους ἐργάσασθαι δυνησόμεθα.

[173] Δεῖ δὲ ταύτας τὰς ἐπιβουλὰς ἐκποδὼν ποιησαμένους
ἐκείνοις τοῖς ἔργοις ἐπιχειρεῖν, ἐξ ὧν τάς τε πόλεις ἀσφαλέ-
στερον οἰκήσομεν καὶ πιστότερον διακεισόμεθα πρὸς ἡμᾶς
αὐτούς. ἔστι δ’ ἁπλοῦς καὶ ῥᾴδιος ὁ λόγος ὁ περὶ τούτων· οὔτε
γὰρ εἰρήνην οἷόν τε βεβαίαν ἀγαγεῖν, ἢν μὴ κοινῇ τοῖς βαρ-
βάροις πολεμήσωμεν, οὔθ’ ὁμονοῆσαι τοὺς Ἕλληνας, πρὶν
ἂν καὶ τὰς ὠφελείας ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ τοὺς κινδύνους
πρὸς τοὺς αὐτοὺς ποιησώμεθα. [174] τούτων δὲ γενο-
μένων, καὶ τῆς ἀπορίας τῆς περὶ τὸν βίον ἡμῶν ἀφαιρεθεί-
σης, ἣ καὶ τὰς ἑταιρίας διαλύει καὶ τὰς συγγενείας εἰς
ἔχθραν προάγει καὶ πάντας ἀνθρώπους εἰς πολέμους καὶ
στάσεις καθίστησιν, οὐκ ἔστιν ὅπως οὐχ ὁμονοήσομεν καὶ
τὰς εὐνοίας ἀληθινὰς πρὸς ἡμᾶς αὐτοὺς ἕξομεν. ὧν
ἕνεκα περὶ παντὸς ποιητέον ὅπως ὡς τάχιστα τὸν ἐνθένδε
πόλεμον εἰς τὴν ἤπειρον διοριοῦμεν, ὡς μόνον ἂν τοῦτ’
ἀγαθὸν ἀπολαύσαιμεν τῶν κινδύνων τῶν πρὸς ἡμᾶς αὐτούς,
εἰ ταῖς ἐμπειρίαις ταῖς ἐκ τούτων γεγενημέναις πρὸς τὸν
βάρβαρον καταχρήσασθαι δόξειεν ἡμῖν.

***
[167] Είναι μάλιστα ανάγκη να γίνει η εκστρατεία στις μέρες τούτες της γενιάς μας, για να απολαύσουν επιτέλους και τα αγαθά αυτοί που ως τώρα γεύτηκαν μόνο τις συμφορές και να μην περάσουν τη ζωή τους όλη μέσα στη δυστυχία. Φτάνει το παρελθόν ― τότε που και ποιο κακό δεν έπεσε απάνω τους! Πάντα είναι πολλές οι συμφορές στο φυσικό του ανθρώπου, επινοήσαμε και εμείς ακόμα περισσότερες από τις αναπόφευκτες: [168] Δημιουργήσαμε στον ίδιο τον εαυτό μας πολέμους και επαναστάσεις, ώστε άλλοι να χάνονται παράνομα μέσα στην ίδια τους τη χώρα, άλλοι σε ξένους τόπους να περιφέρονται άθλιοι μαζί με τα παιδιά και τις γυναίκες τους, τέλος πολλοί από τη φτώχια και τη στέρηση να υποχρεώνονται να υπηρετούν τον εχθρό και να πεθαίνουν πολεμώντας με τους φίλους. Για την κατάσταση αυτή κανείς ποτέ δεν αγανάχτησε! Για τα φανταστικά βέβαια δράματα, που συνθέτουν και παρουσιάζουν οι τραγικοί ποιητές, όλοι νιώθουν την υποχρέωση να συγκινούνται και να κλαιν· όταν όμως βλέπουν μπροστά στα μάτια τους να διαδραματίζονται τραγωδίες αληθινές, φριχτές και αναρίθμητες, αυτές που φέρνει του πολέμου η κατάρα, τόσο μακριά βρίσκονται από το να νιώσουν λύπη, ώστε πιότερο χαίρονται για το κακό που προξενεί ο ένας στον άλλο παρά για την προσωπική τους ευτυχία.

[169] Δεν αποκλείεται ωστόσο και να γελάσουν μερικοί με την αφέλειά μου, που κάθομαι εδώ πέρα και οδύρομαι για τη δυστυχία ατομικών περιπτώσεων σε τέτοιες περιστάσεις, όπου η Ιταλία όλη έχει γίνει άνω κάτω, η Σικελία υποδουλώθηκε, τόσες πόλεις έχουν παραδοθεί στο βάρβαρο και όλη η υπόλοιπη Ελλάδα βρίσκεται πια μπροστά σε έσχατους κινδύνους.

[170] Απορώ μάλιστα και με τη στάση που κρατούν οι διάφοροι ηγέτες στις πόλεις τις ελληνικές. Νομίζουν πως έχουν το δικαίωμα να νιώθουν περηφάνια, τη στιγμή που ποτέ δεν μπόρεσαν ούτε να πουν, μα ούτε και να στοχαστούν τίποτα για το θέμα αυτό που έχει τόση σημασία. Έπρεπε δηλαδή αυτοί, αν άξιζαν πραγματικά τη φήμη που έχουν τώρα, να αφήσουν κατά μέρος κάθε άλλο ζήτημα και να καταπιαστούν να δώσουν γνώμη μονάχα για τον πόλεμο με τους βαρβάρους.

[171] Δεν αποκλείεται να έφερναν κάποιο θετικό αποτέλεσμα· και στην περίπτωση όμως που θα ήταν υποχρεωμένοι να απογοητευθούν, θα άφηναν τα λόγια τους χρησμούς για τις μελλούμενες γενιές. Τώρα όμως αυτοί που έχουν τη δόξα τη μεγάλη καταπιάνονται περισπούδαστα με τα ασήμαντα ζητήματα και αφήνουν σ' εμάς, που δεν έχουμε σχέση με την πολιτική, τη φροντίδα να δίνουμε συμβουλές για θέματα με τόση σπουδαιότητα.

[172] Αλλά όσο πιο μικρόψυχοι είναι οι αρχηγοί μας, τόσο πιο σοβαρά και πιο αποφασιστικά πρέπει να εξετάζουν οι άλλοι τον τρόπο που θα απαλλαγούμε από τις έχθρες που μας βασανίζουν τώρα. Γιατί τώρα βέβαια μάταια κάνουμε συνθήκες για ειρήνη! Στην πραγματικότητα δε ματαιώνουμε οριστικά τον πόλεμο· μόνο τον αναβάλλουμε, και περιμένουμε την ευκαιρία την καλή, που θα έχουμε τη δύναμη να καταφέρουμε ο ένας στον άλλο κάποιο χτύπημα ανεπανόρθωτο !..

[173] Όμως είναι ανάγκη να βγάλουμε από τη μέση τα σχέδια τα ύπουλα και να καταπιαστούμε επιτέλους μονάχα με τα έργα που θα μας επιτρέψουν να ζούμε μες στις πόλεις μας με ασφάλεια μεγαλύτερη και να έχουμε ανάμεσα μας εμπιστοσύνη περισσότερη. Βέβαια να αναπτυχτεί το θέμα αυτό είναι απλό και εύκολο: Δηλαδή είναι αδύνατο να εξασφαλίσουμε μια σίγουρη ειρήνη, άμα δεν πολεμήσουμε όλοι μαζί ομόφωνα τους Πέρσες· αδύνατο να ομονοήσουν οι Έλληνες, προτού πειστούν και τις ωφέλειες από τον κοινό εχθρό να επιζητούν και τους πολέμους με τον ίδιο αντίπαλο να κάνουν.

[174] Και όταν γίνουν όλα αυτά και λείψει από τη μέση η φτώχια, που καταστρέφει τις φιλίες και οδηγεί τους συγγενείς σε αμάχες, αναστατώνει όλους τους ανθρώπους και φέρνει τους πολέμους, δεν είναι δυνατό να μην ομονοήσουμε και να μη νιώθουμε αγάπη αληθινή ο ένας για τον άλλο. Για όλους αυτούς τους λόγους πρέπει να κάνουμε το παν, για να μεταφερθεί το γρηγορότερο από δω ο πόλεμος στο χώρο της Ασίας. Είναι το μόνο αγαθό που θα ήταν δυνατό ίσως να βγάλουμε από τους ανόσιους πολέμους μεταξύ μας, αν θα το αποφασίζαμε επιτέλους να εκμεταλλευτούμε ενάντια στους βαρβάρους για το δικό μας το καλό την πικρή πείρα που μας εξασφάλισαν εδώ.