Σάββατο 27 Ιουνίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἡρακλεῖδαι (748-783)

ΧΟ. Γᾶ καὶ παννύχιος σελά- [στρ. α]
να καὶ λαμπρόταται θεοῦ
750 φαεσιμβρότου αὐγαί,
ἀγγελίαν μοι ἐνέγκαι,
ἰαχήσατε δ᾽ οὐρανῶι
καὶ παρὰ θρόνον ἀρχέταν
γλαυκᾶς τ᾽ ἐν Ἀθάνας·
755 μέλλω τᾶς πατριώτιδος
γᾶς, μέλλω καὶ ὑπὲρ δόμων
ἱκέτας ὑποδεχθεὶς
κίνδυνον πολιῶι τεμεῖν σιδάρωι.

δεινὸν μὲν πόλιν ὡς Μυκή- [ἀντ. α]
760 νας εὐδαίμονα καὶ δορὸς
πολυαίνετον ἀλκᾶι
μῆνιν ἐμᾶι χθονὶ κεύθειν·
κακὸν δ᾽, ὦ πόλις, εἰ ξένους
ἱκτῆρας παραδώσομεν
765 κελεύσμασιν Ἄργους.
Ζεύς μοι σύμμαχος, οὐ φοβοῦ-
μαι, Ζεύς μοι χάριν ἐνδίκως
ἔχει· οὔποτε θνατῶν
ἥσσους ‹δαίμονες› ἔκ γ᾽ ἐμοῦ φανοῦνται.

770 ἀλλ᾽, ὦ πότνια, σὸν γὰρ οὖ- [στρ. β]
δας γᾶς καὶ πόλις, ἆς σὺ μά-
τηρ δέσποινά τε καὶ φύλαξ,
πόρευσον ἄλλαι τὸν οὐ δικαίως
τᾶιδ᾽ ἐπάγοντα δορυσσοῦν
775 στρατὸν Ἀργόθεν· οὐ γὰρ ἐμᾶι γ᾽ ἀρετᾶι
δίκαιός εἰμ᾽ ἐκπεσεῖν μελάθρων.

ἐπεί σοι πολύθυτος ἀεὶ [ἀντ. β]
τιμὰ κραίνεται οὐδὲ λά-
θει μηνῶν φθινὰς ἁμέρα
780 νέων τ᾽ ἀοιδαὶ χορῶν τε μολπαί.
ἀνεμόεντι δ᾽ ἐπ᾽ ὄχθωι
ὀλολύγματα παννυχίοις ὑπὸ παρ-
θένων ἰαχεῖ ποδῶν κρότοισιν.

***
ΧΟΡ. Ω γη και νυχτοπαρωρίτρα
σελήνη και συ φως λαμπρότατο
750 του Ήλιου που φέγγεις τους θνητούς,
την είδηση της αντρειάς φέρτε μου
στον ουρανό κι αντιλαλήστε την
στου Δία τον θρόνο τον ολόπρωτο
και στης γαλανομάτας της Αθηνάς!
Μέλλω για της πατρίδας σου τη γη,
μέλλω και για τα σπίτια μας,
τους ικέτες έχοντας δεχτεί,
τον κίνδυνο με σίδερο
στο γέρικο χέρι ν᾽ αντικόψω.

Είναι κακό μια πόλη τέτοια
760 σαν τες Μυκήνες δυνατή
και πολυπαινεμένη στου πολέμου
την αξιοσύνη οργή να τρέφει
ενάντια στη δική μας χώρα·
μα κακόν είναι κι αν τους ξένους
ικέτες, ω πολίτες, παραδώσουμε
γιατί το θέλει το Άργος!
Εμένα σύμμαχός μου ο Δίας
και δεν φοβάμαι· δίκαια χάρη
μου χρωστάει· κι απ᾽ τους ανθρώπους
οι θεοί δεν θα νικηθούν.

770 Μα, ω τιμημένη θεά μου, που ᾽ναι
δική σου η γης αυτή και η πόλη,
κι εσύ μητέρα της κι αφέντρα
και φύλακάς της, πήγαινέ τον
αλλού τον που άδικα μας φέρνει
του Άργους τον κονταροκράτη
τον στρατόν· ω δεν ταιριάζει
στην αντρειά μας να διωχτούμε
μέσ᾽ από τις κατοικιές μας.

Πάντα τιμή πλούσιας θυσίας
σου δίνεται και δεν ξεχνάμε
τις φεγγαροχασές κι ούτε των νέων
780 τους χορούς και τα τραγούδια.
Και στον πολυάνεμο τον λόφο
αχάνε τα χαρούμενα
των κοριτσιών ξεφωνητά
μαζί με τα ποδοχτυπήματά τους!

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η τέχνη της αρχαϊκής εποχής

3.2.2. Ο πρώιμος ιωνικός ρυθμός στα νησιά του Αιγαίου και στα μικρασιατικά παράλια

Εκτός από την ηπειρωτική Ελλάδα και τις αποικίες στην Ιταλία και τη Σικελία η λίθινη αρχιτεκτονική επικράτησε επίσης από νωρίς στα νησιά του Αιγαίου και στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας (δηλαδή σε περιοχές κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, ιωνικές), όπου αναπτύχθηκε ο ιωνικός ρυθμός. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα μακρόστενο οικοδόμημα στο ιερό του Απόλλωνα στη Δήλο, που είναι γνωστό ως «οίκος των Ναξίων». Οίκοι ονομάζονταν ήδη στην Αρχαιότητα κτίσματα που βρίσκονταν σε ιερά αλλά δεν είχαν λατρευτικό χαρακτήρα· χρησίμευαν για τη φύλαξη αναθημάτων (όπως οι θησαυροί) ή ως χώροι συνεστιάσεων. Είναι όμως πιθανόν ότι ο «οίκος των Ναξίων» ήταν στην πραγματικότητα ο πρώτος ναός του Απόλλωνα, που άλλαξε χρήση στο δεύτερο μισό του 6ου αιώνα π.Χ., όταν πολύ κοντά του χτίστηκε ο «πώρινος ναός». Το κτήριο είναι μακρόστενο (24 m x 10 m περίπου) με την κύρια είσοδο στη δυτική στενή πλευρά, όπου υπάρχει πρόδομος με δύο (ή ίσως τρεις) κίονες ανάμεσα σε παραστάδες. Το πλαίσιο της πόρτας είναι από μάρμαρο. Στη βόρεια μακρά πλευρά ανοίγεται μια δευτερεύουσα είσοδος. Οι τοίχοι είναι χτισμένοι με πέτρες διαφόρων ειδών και μεγεθών (γρανίτη και γναύσιο λίθο). Στο εσωτερικό μια κεντρική κιονοστοιχία από ψηλούς και λεπτούς μαρμάρινους κίονες στηρίζει την οροφή. Οι κίονες είναι ιωνικοί: στηρίζονται σε στρογγυλές βάσεις, που πατούν επάνω σε μεγάλους δίσκους χωμένους στο έδαφος και έχουν ιωνικά κιονόκρανα, με άβακα που καταλήγει σε έλικες. Αξιοσημείωτο είναι ότι η οροφή και η στέγη του «οίκου των Ναξίων» δεν ήταν από ξύλο, αλλά από μάρμαρο. Ειδικά τα μαρμάρινα κεραμίδια είναι, όσο γνωρίζουμε, τα πρώτα του είδους, και δεν αποκλείεται να σχετίζονται με την πληροφορία που μας δίνει ο περιηγητής Παυσανίας (Ελλάδος περιήγησις 5.10.3), σύμφωνα με την οποία ο εφευρέτης τους ήταν ο Νάξιος Βύζης, που έζησε στα χρόνια του βασιλιά των Λυδών Αλυάττη και του βασιλιά των Μήδων Αστυάγη, δηλαδή στο πρώτο τρίτο του 6ου αιώνα π.Χ.
 
Αλλά οι πιο μεγάλοι και εντυπωσιακοί ιωνικοί ναοί ιδρύθηκαν σε δύο σημαντικά ιερά του ανατολικού Αιγαίου: στο ιερό της Ήρας στη Σάμο και στο ιερό της Άρτεμης στην Έφεσο.
 
Ο πρώτος λίθινος ναός της Ήρας στη Σάμο, ο τρίτος κατά σειρά στην ίδια θέση, άρχισε να χτίζεται γύρω στο 575 π.Χ.· όταν τελείωσε, γύρω στο 550 π.Χ., ήταν αναμφίβολα το μεγαλύτερο και επιβλητικότερο κτίσμα της εποχής του στην Ελλάδα. Πέρα από τις εντυπωσιακές διαστάσεις του ναού (104 m x 52 m), που προκαλούσαν αναμφίβολα τον θαυμασμό (το εμβαδόν του ήταν 25 φορές μεγαλύτερο από εκείνο του παλαιού «εκατομπέδου»), η πιο σημαντική του πρωτοτυπία ήταν ότι η περίστασή του είχε δύο σειρές από κίονες· ήταν δηλαδή ο πρώτος δίπτερος ναός που γνωρίζουμε. Ο επισκέπτης που έμπαινε στον ναό είχε την εντύπωση ότι περιστοιχίζεται από ένα δάσος κιόνων. Ο ναός αυτός γρήγορα παρουσίασε στατικά προβλήματα επειδή η θεμελίωση του, λόγω του ελώδους εδάφους, δεν μπορούσε να στηρίξει το τεράστιο βάρος του (καθένας από τους κίονες ύψους 15 m ζύγιζε περίπου 50 τόνους) και υπέστη καθίζηση σε ορισμένα σημεία. Για τον λόγο αυτό, περίπου 20 χρόνια αργότερα, την εποχή του τυράννου Πολυκράτη (538-522 π.Χ.), ο ναός κατεδαφίστηκε και στη θέση του άρχισε να κατασκευάζεται ένας δεύτερος ναός, επίσης δίπτερος, με λίγο μεγαλύτερες διαστάσεις (110 m x 55 m), αλλά μετατοπισμένος κατά 40 m προς τα δυτικά (όπου το έδαφος είναι πιο στερεό) και με πολύ ισχυρότερη θεμελίωση. Στη νέα θεμελίωση ενσωματώθηκαν πολλά αρχιτεκτονικά μέλη του πρώτου δίπτερου ναού, που με αυτό τον τρόπο διασώθηκαν και μας επιτρέπουν σήμερα να αποκαταστήσουμε την ανωδομή του. Οι εργασίες στον ναό αυτό κράτησαν πολύ, όπως δείχνουν οι διαφορές στον τρόπο δόμησης, και ίσως δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Όταν ο Ηρόδοτος έφτασε στη Σάμο, πάνω από μισό αιώνα μετά την έναρξη της κατασκευής του ναού, φαίνεται ότι αυτός ήταν ακόμη ημιτελής. Ο Ηρόδοτος (3.60) μας λέει ότι αυτός είναι ο μεγαλύτερος ναός που γνωρίζει και κατονομάζει ως «πρώτο» αρχιτέκτονά του τον Ροίκο από τη Σάμο. Μαθαίνουμε όμως από τον Βιτρούβιο (De architectura 7, praef. 12) ότι ένας άλλος Σάμιος αρχιτέκτονας, ο Θεόδωρος, είχε γράψει ένα σύγγραμμα σχετικά με τον ναό της Ήρας. Ο Θεόδωρος δεν ήταν μόνο περίφημος αρχιτέκτονας, αλλά επίσης γλύπτης, μεταλλουργός και εφευρέτης. Το πιθανότερο είναι ότι ο Θεόδωρος έζησε μια γενιά πριν από τον Ροίκο και είχε σχεδιάσει και κατασκευάσει τον πρώτο δίπτερο ναό της Ήρας, που υπέστη λίγο αργότερα σοβαρές ζημιές από την καθίζηση του εδάφους· σε αυτόν θα πρέπει να αναφερόταν το βιβλίο του. Ο Ροίκος που αναφέρει ο Ηρόδοτος ήταν πιθανότατα ο αρχιτέκτονας που κατασκεύασε τον δεύτερο ναό της Ήρας, ο οποίος είναι γνωστός στους αρχαιολόγους ως ναός του Πολυκράτη.
 
Ο περίφημος στην Αρχαιότητα ναός της Άρτεμης στην Έφεσο (ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου) ήταν και αυτός ένας ιωνικός δίπτερος ναός με πολύ μεγάλες διαστάσεις. Η Άρτεμη, η μεγάλη θεά της Εφέσου, ήταν μια τοπική μικρασιατική θεότητα που οι Έλληνες είχαν ταυτίσει με την Άρτεμη· το ιερό της ήταν παλαιότερο από την πόλη και είχε αποκτήσει μεγάλη σημασία, όχι μόνο ως τόπος λατρείας αλλά και ως κέντρο οικονομικών συναλλαγών που γίνονταν με την εγγύηση της θεάς. Δεν είναι λοιπόν παράξενο ότι την κατασκευή του μεγάλου ναού της Άρτεμης στην Έφεσο, που άρχισε να χτίζεται γύρω στο 560 π.Χ. και χρειάστηκε περισσότερα από 100 χρόνια για να αποπερατωθεί, τη χρηματοδότησε γενναιόδωρα, στην αρχική φάση της, ο πάμπλουτος βασιλιάς της Λυδίας Κροίσος. Συγκεκριμένα, ο Κροίσος αφιέρωσε τους περισσότερους από τους 117 (ή 127) τεράστιους μαρμάρινους κίονες του ναού, που το ύψος τους ήταν 18 m και στο κάτω μέρος είχαν ανάγλυφες παραστάσεις. Έτσι γνωρίζουμε ότι οι εργασίες του ναού είχαν προχωρήσει αρκετά το 547 π.Χ., όταν ο Κροίσος ηττήθηκε από τον βασιλιά της Περσίας Κύρο και έχασε τον θρόνο του. Κομμάτια από τους διακοσμημένους με ανάγλυφα κίονες του αρχαϊκού Αρτεμισίου της Εφέσου βρέθηκαν στις ανασκαφές που έκαναν εκεί Άγγλοι αρχαιολόγοι στα μέσα του 19ου αιώνα, και φυλάσσονται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.
 
Σημαντικά δείγματα της ιωνικής μνημειακής αρχιτεκτονικής έχουμε επίσης στη Νάξο, το μεγαλύτερο και πλουσιότερο νησί των Κυκλάδων. Νότια της πόλης της Νάξου, στην τοποθεσία Ύρια, ανασκάφηκε από το 1986 ως το 1998 το ιερό του μεγάλου θεού του νησιού, του Διονύσου. Στη θέση ενός μυκηναϊκού υπαίθριου ιερού χτίστηκε στα πρωτογεωμετρικά χρόνια ένας μικρός μονόχωρος ναός (οίκος), ο οποίος γύρω στα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. αντικαταστάθηκε από έναν πολύ μεγαλύτερο (10 m x 16 m) που το εσωτερικό του χωριζόταν σε τέσσερα κλίτη από τρεις σειρές ξύλινων στηριγμάτων. Μέσα σε αυτό τον ναό τελούνταν θυσίες και γίνονταν τελετουργικά δείπνα. Στις αρχές του 7ου αιώνα ο ναός ξαναχτίστηκε με τις ίδιες διαστάσεις, αλλά με δύο κιονοστοιχίες στο εσωτερικό και προστώο με τέσσερις κίονες μπροστά από την είσοδο. Σημαντικός από αρχιτεκτονική άποψη είναι ο τέταρτος κατά σειρά ναός, που χτίστηκε μεταξύ 580 και 550 π.Χ. με το ίδιο σχέδιο, αλλά εξ ολοκλήρου από μάρμαρο· η στέγη του δεν ήταν επίπεδη, όπως των προηγουμένων, αλλά δίριχτη, με μαρμάρινα κεραμίδια. Ο νέος ναός δεν ήταν πλέον τόπος συγκεντρώσεων και θυσιών, αλλά κατοικία του θεού, δηλαδή του αγάλματός του. Αξιοπρόσεκτα είναι τα μαρμάρινα ιωνικά κιονόκρανα, που μοιάζουν με εκείνο της σφίγγας των Ναξίων στους Δελφούς.
 
Από το 538 ως το 524 π.Χ. τύραννος της Νάξου ήταν ο Λύγδαμις. Στα χρόνια αυτά άρχισε να χτίζεται σε ένα νησάκι στην είσοδο του λιμανιού της Νάξου ένας επιβλητικός ναός για τον Δήλιο Απόλλωνα. Από τη θεμελίωση συμπεραίνουμε ότι ο ναός αυτός θα ήταν περίπτερος με έξι κίονες στις στενές και εννέα στις μακρές πλευρές· οι κιονοστοιχίες των στενών πλευρών θα ήταν επιπλέον διπλές. Ο κυρίως ναός είχε πρόδομο, οπισθόδομο και σηκό με τρία κλίτη. Το φιλόδοξο σχέδιο του Λύγδαμη εγκαταλείφθηκε μετά την ανατροπή του και ο ναός του Απόλλωνα δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Όρθιο στέκεται όμως ως σήμερα το μισοτελειωμένο πλαίσιο της μεγάλης πόρτας του σηκού

Η ΟΔΥΣΣΕΙΑΚΗ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ


Μνημείο αντιπαλογνωσίας... η οδυσσειακή αντεπίθεση!

Φαίνεται λοιπόν πως στην μακρόχρονη του πορεία προς την ολοκληρωμένη νοημοσύνη, ο ελληνισμός έχασε αυτό ακριβώς το πολυτιμότερο τμήμα της δύναμης του, την φυλακτήρια, διεκδικητική, οδυσσειακή πανουργία!

Φαίνεται μάλιστα, πως αν δεν ξέρεις καθόλου να πλέκεις δόλους, τότε ούτε να τους διακρίνεις μπορείς! Ας ρίξουμε λοιπόν μια σύντομη ματιά σ’ αυτόν τον πανούργο ήρωα του Ομήρου, για να νιώσουμε καλύτερα την ουσία της ιδανικής αντεπιθετικής του συμπεριφοράς!

 Πραγματικά εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει η ομηρική προσωπογράφηση του Οδυσσέα στην τρίτη ραψωδία της Ιλιάδος, όπου διαβάζουμε: «όταν όμως τον λόγο έπαιρνε ο πολυμήχανος στη σκέψη Οδυσσέας, όρθιος στεκόταν και στη γη τα μάτια του κρατούσε στυλωμένα, το σκήπτρο του δεν σάλευε για ομπρός για πίσω διόλου, μα ασάλευτο σαν καρφωμένο το κρατούσε, θα ‘λεγες πως ήταν κάποιος θυμωμένος και τρελός, χωρίς δισταγμό κανένα. Αλλ’ όταν πια απ’ τα στήθια έβγαζε φωνή, σαν χειμωνιάτικες χιονονιφάδες έπεφταν τα λόγια του άνδρα, και τότε κανείς δεν μπορούσε πια να μετρηθεί μαζί του»[1] Ιλιάδα Γ 215-225

Ο Οδυσσέας είχε την αρτιότερη επίγνωση του κρυφού κίνδυνου. Ήταν θυμόγνωμος[2] στις εκτιμήσεις του! Ναί, όταν μιλούσε ο Οδυσσέας, τότε... χιόνιζε παγωμένα λόγια! Οι ψυχρές του εκτιμήσεις έκαναν τους ακροατές του, να βλέπουν μεσ’ το κατακαλόκαιρο τα χιόνια του επερχόμενου Χειμώνα! Ήταν ο έμπειρος, ο οξυδερκής, ο ψυχρός εκτιμητής καταστάσεων. Ο αποτρεπτικότερος του εχθρού, αλλά και ο καλύτερος στις αντεπιθετικές προτάσεις!

 Κανείς δεν γνώριζε περισσότερες όψεις του εχθρού απ’ αυτόν. Γιατί ήταν ο ίδιος ριψοκίνδυνος εξερευνητής του άγνωστου και του ανεξιχνίαστου. Ο δουρειο-πορθητής της Τροίας! Ο "κεραστής" του Κύκλωπα! Ο υποσκελιστής των Σειρήνων! Ο μόνος άξιος αντίπαλος των μαγισσών. Ο δολοπλέχτης μνηστηροκτόνος Οδυσσέας!

 Ο Όμηρος μάλιστα, αποδίδει την ικανότητα του δόλου, ακόμα και στην σεμνή γυναίκα του Οδυσσέα την Πηνελόπη, η οποία επιμένοντας με δυναμισμό στο δικό της ρόλο, δικαίως καυχιόταν ότι με δόλους κατάφερε να καθυστέρησε την ερωτική μανία των μνηστήρων: «εκείνοι για γάμους βιάζονται, εγώ δε δόλους πλέκω»! Οδύσσεια τ.137

 Ο ελληνισμός κάπου στην διαδρομή λοιπόν, φαίνεται πως έχασε αυτόν τον άγρυπνο φύλακα άγγελο του, τον οδυσσειακό του εαυτό! Μπορεί στην ένδοξη ιστορική του διαδρομή, να απέκτησε ακατάβλητους φιλόσοφους, μαχητικούς και πολυτάλαντους επιστήμονες, ακούραστους εξερευνητές, λεπτόλογους θεραπευτές και να έσυρε απ’ τα σκοτάδια στο φως της κατανόησης τεράστιες ποσότητες γνώσης. Φαίνεται όμως πως έχασε ότι πολυτιμότερο... τον φορτωμένο φυλακτήριες δυνάμεις οδυσσειακό Γρύπα![3] Τον γυμνασμένο στους δόλους ακοίμητο φρουρό των θησαυρών του, τον έμπειρο δολογνώστη και ανελέητα αντεπιθετικό και αντιπαλογνώστη Οδυσσέα!

  Βέβαια ακόμα και ο Οδυσσέας, δεν φαίνεται να έκανε παράλογη χρήση του δόλου. Αν και ακούγεται οξύμωρο, φαίνεται πως υπάρχει σαφής διαφορά μεταξύ συνετής και ασύνετης χρήσης του δόλου, και νομίζω στη συνέχεια θα διακρίνουμε αρκετά καθαρά, ποια είναι η ειδοποιός διάφορα ανάμεσα τους! Ο ίδιος ο Οδυσσέας ομολογεί: «Εγώ πάντας δόλους (αλλά) και μήτιν[4] (σύνεση) ύφαινον». Οδύσσεια Ι΄420. Ο Οδυσσέας ήταν ένα σύμπλεγμα δόλου και ευφυούς σύνεσης!
Σημειώστε πως ο Οδυσσέας δεν ήταν αναίτια δόλιος. Όταν όμως δεχόταν δόλιες επιθέσεις, δεν είχε ενδοιασμούς στην ανταπόδοση των ίσων. Ήταν λοιπόν ένας αντι-δόλιος ήρωας!

Αναζητώντας μια ερμηνευτική διέξοδο στην μυθοποιημένη αφήγηση του Ομήρου, ο Πάρης τραυμάτισε θανάσιμα τον Αχιλλέα στην φτέρνα με δηλητηριασμένο βέλος!»[5]

Σκοτώνοντας όμως έτσι δόλια τον Αχιλλέα, με την πράξη του αυτή, άλλαξε δραματικά τους όρους του πολέμου! Μόνο τότε ο πανούργος Οδυσσέας ανταπάντησε χρησιμοποιώντας τους δικούς του «αντι-δόλους»!

Με ανταποδοτική διάθεση έφερε από την Λήμνο τα δηλητηριασμένα βέλη του Ηρακλή, που τα κατείχε πια ο Φιλοκτήτης. Και όπως όλα δείχνουν, με τα βέλη αυτά, οι Έλληνες ανταπέδωσαν το δόλιο φονικό χτύπημα πρώτα στον Τρώα Πάρη, τον δόλιο φονιά του Αχιλλέα! (Δίον Χρυσόστομος περί των Φιλοκτήτου τόξων)

 Όλα δείχνουν ότι ο Οδυσσέας (τουλάχιστον αυτός του Ομήρου[6]) στα προηγούμενα εννέα χρόνια του τρωικού πολέμου, μάχεται μόνο με την ανδρεία του και δεν καταδέχεται να χρησιμοποιήσει αναίτια, θανατηφόρους δόλους κατά της Τροίας. Μετά όμως από το πρώτο αυτό δόλιο χτύπημα των Τρώων κατά του ισχυρότερου των Ελλήνων (Αχαιών) Αχιλλέα, ο Οδυσσέα αισθάνεται ηθικά ελεύθερος ν’ ανοίξει την δική του οπλοθήκη. Η «σύνεση» του, που κατά τον Σουΐδα είναι: «έξις ευρετική του καθήκοντος» (!) του επιτρέπει τώρα την χρήση του αντι-δόλου! Το πανούργο μυαλό του, κρίνει ότι τώρα έχει πλέον καθήκον να απάντηση με αντι-δόλους.

 Ο Οδυσσέας πράγματι τελικά απάντησε στο δηλητηριασμένο Πάριο βέλος, χρησιμοποιώντας κατά των αντιπάλων του σειρά ολόκληρη από αντιστοίχους εξοντωτικούς δόλους. Το οδυσσειακό βέλος που σκοτώνει τον Πάρη, είναι μόνο η αρχή! «Δόλους πυκνούς και ολέθριους», (Ιλιάδα Γ΄203) έπλεξε με το μοναδικό πανούργο[7] μυαλό του! Ο Δούρειος Ίππος, το θεικό δώρο[8] που σκοτώνει, ήταν η Οδυσσειακή απάντηση στον ύπουλο θάνατο του Αχιλλέα!

Οι λεπτομέρειες του σχεδίου, που περισώθηκαν από πολλές διαφορετικές πηγές, είναι ένα αστραφτερό δοκίμιο δόλου! Τόσο ευφυές και καλοσχεδιασμένο, που στις λεπτομέρειες και τις αφυπνιστικές αντιστοιχίες του, θα έπρεπε να καταφεύγουν, όσοι θέλουν να διακρίνουν του σημαντικότερους γρίφους της ιστορίας! Εμείς στις λεπτομέρειες της δολωματικής τρωικής άλωσης, θα επανέλθουμε οπωσδήποτε προσεχώς!

Εξαιρετικό επίσης ενδιαφέρον παρουσιάζουν, οι λεπτομέρειες με τις οποίες ο πανούργος αυτός ήρωας του Ομήρου έφερε σε πέρας μόνος του σχεδόν, την δύσκολη αποστολή της εξόντωσης των πολυάριθμων παρασιτόζωων μνηστήρων στο ίδιο του το αρχοντικό.

Πράγματι, απ’ τις διασημότερες αντεπιθέσεις της ελληνικής λογοτεχνίας (και γιατί όχι της μυθολογημένης ελληνικής ιστορίας), είναι η μνηστηροφονία της οδύσσειας! Οι λεπτομέρειες είναι εκπληκτικές και άκρως διδακτικές. Ο ίδιος ο κώδικας θα λέγαμε και το πρότυπο της ορθής αντεπιθετικής τακτικής.

Οι μνηστήρες ήταν ήδη νεκροί, απ’ την στιγμή που ο πανούργος Οδυσσέας πάτησε το πόδι του στην Ιθάκη! Η πικρή τους ήττα, ήταν ήδη δρομολογημένη απ’ την στιγμή που ο αντιπαλογνώστης και πολύτροπος στη σκέψη Οδυσσέας, αποφάσισε το σημαντικότερο όλων... να μπει ανάμεσα στους αντιπάλους του, μεταμορφωμένος σε άκακο γέροντα! (Οδ. π 273)

Η αφήγηση δείχνει πως η ιδέα ήταν της "θεάς" Αθηνάς που τον συνοδεύει. Μα η πραγματικότητα είναι πως η "Αθηνά" της οδυσσειακής σοφίας, κατοικούσε μονίμως μέσα στον ποικιλόβουλο, νου του ήρωα!

Ο Οδυσσέας, έχοντας την πανουργία της πολεμόσοφης Αθηνάς, δημιούργησε πρώτα αθέατος τις προϋπόθεσης της νίκης του. Έδωσε προσεκτικά γνωριμία, μόνο σε άτομα της απολύτου εμπιστοσύνης του, και απέφυγε να φανερωθεί μπροστά σε όσους δεν μπορούσαν να αντέξουν συναισθηματικά (όπως η Πηνελόπη) και να συνεργαστούν στην δύσκολη αποστολή του!

Στήνοντας μνημείο αντιπαλογνωσίας, γνώρισε και μελέτησε από κοντά τους αντίπαλους του. Ξεχώρισε τους δυνατούς από τους αδυνάτους. Μάλιστα πριν ακόμα αποκαλυφθεί, με το πρόσχημα της περιποίηση των οπλών (!) αφόπλισε εγκαίρως τους αντιπάλους του: «Τηλέμαχε ανάγκη πάσα όλα τα’ άρματα να βγάλουμε από μέσα, γι’ αυτό τους μνηστήρες πλάνεψε με μαλακά τα λόγια. Κι αν τύχει και τα’ αναζητούν και σε συχνορωτάνε, τα πείρα να τους πεις γιατί έχασαν την λάμψη τους απ’ του καπνού την άχνα. Ακόμα πες τους το σπουδαιότερο... (τα πείρα) μήπως πιωμένοι πιαστείτε και μεταξύ σας χτυπηθείτε, και πληγώσετε ο ένας τον άλλον και μολύνεται του γάμου το τραπέζι, γιατί το όπλο το ίδιο τον άνθρωπο τον παρασέρνει» Οδ. τ 1-14

Για την περιποίηση των όπλων λοιπόν (!) και για την δική τους ασφάλεια (!) ο Οδυσσέας... αφόπλισε τους αντιπάλους του!

Τέτοιες βέβαια ευφυείς υπερασπιστηκές ιδέες, δεν θα της βρείτε στους βίους οποιουδήποτε αποχαυνωμένου στυλίτη αγίου, αλλά διαβάζοντας τον αξεπέραστο Όμηρο, που δείχνει τον Οδυσσέα ακόμα... και προφήτη!

Ναι, όταν κάποιος πέταξε στον Οδυσσέα ένα σκαμνί και τον βρήκε στην πλάτη, ο μεταμορφωμένος σε γέρο ζητιάνο Οδυσσέας, (παρόμοια με τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης) γνωρίζοντας ήδη ότι: «για όλους είχανε στηθεί τα δίχτυα του θανάτου» (Οδ. χ 32) προαναγγέλλει τα μελλούμενα, γιατί ο ίδιος τα έχει με κάθε λεπτομέρεια προσχεδιάσει!

Προφητεύει λοιπόν τον επικείμενο θάνατο του θρασύδειλου μνηστήρα λέγοντας του: «Όχι δεν είναι για παράπονα ούτε για θλίψη ο άνθρωπος σαν χτυπηθεί κοιτάζοντας το βιός του να γλιτώσει... μα εμένα ο Αντίνοος με χτύπησε για την κοιλιά την δύστυχη και την καταραμένη, που στους ανθρώπους βάσανα μονάχα φέρνει. Μα αν υπάρχουν και για τους φτωχούς θεοί και Ερινύες, πριν απ’ τον γάμο (της Πηνελόπης) ο Αντίνοος τέλος θανάτου θα ‘βρει» Οδ. Ρ.475

Λίγο αργότερα ο Όμηρος, παρουσιάζει παρ’ όλα αυτά το ανθρώπινο πρόσωπο του Οδυσσέα. Ενώ κλείνει κρυφά τις πόρτες του παλατιού (Οδ. φ 385) και σκοτώνει (όπως προφήτεψε!) με μια σαϊτιά τον αρχηγό των μνηστήρων Αντίνοο, δίνει μια τελευταία ευκαιρία διαφυγής σε όλους απ’ το παλάτι του λέγοντας: «στο χέρι σας είναι να πολεμήσετε εδώ ή να φύγετε, μήπως γλυτώσει κάποιος» Οδ. χ 65

Οι μνηστήρες παρ’ όλα αυτά, βλέποντας την αριθμητική τους υπέροχη, ξεπερνούν την πρώτη τους έκπληξη και αντιστέκονται. Από λάθος μάλιστα του απειροπόλεμου Τηλέμαχου, ανακτούν ένα μέρος απ’ τα κρυμμένα τους όπλα, και η μάχη κρίνεται και πάλι απ’ την αξιοσύνη του πολέμαρχου Οδυσσέα!

Θα πρέπει μάλιστα να διευκρινίσουμε κάτι, που για το Οδυσσέα γίνεται και πάλι εδώ φανερό. Ο Οδυσσέας έχει πράγματι ένα δικό του κώδικα τιμής. Φαίνεται να χρησιμοποιεί τους δόλους του, με μια δική του αίσθηση μέτρου και σύνεσης! Θα καταλάβετε τι θέλω να πω, αφού πρώτα διαβάσουμε αυτά που η θεά Αθηνά μεταμορφωμένη σε παλιό φίλο του Οδυσσέα, ομολογεί στον γιο του τον Τηλέμαχο: «Αχ πόσο του Οδυσσέα που λείπει εσύ (Τηλέμαχε) δεν τον φτάνεις... που πήγε με καράβι στον Ίλο, γιο του Μέρμερου, ανδρόφονο φαρμάκι ζητώντας του, τις χάλκινες σαΐτες του ν’ αλείβει. Μα εκείνος δεν του το’ δωσε γιατί τους επουράνιους φοβόταν, ο πατέρας όμως ο δικός μου του το’ δωσε, που φίλος του ήταν καρδιακός. Ναι τέτοιος ο Οδυσσέας ν’ άπλωνε χέρι πάνω τους, θα καταντούσαν (οι μνηστήρες) όλοι τους μεμιάς γληγοροπέθαντοι και πικροπαντρεμένοι» Οδ. α, 259-273

Ο Οδυσσέας όμως επέστρεψε, ακριβώς όπως αναστενάζοντας ευχήθηκε η θεά! Από την θέση δε του ευπρόσδεκτου μεταμορφωμένου ζητιάνου, είχε κάθε δυνατότητα εφαρμογής της εύκολης και αόρατης αυτής θανατηφόρου τροφο-μαγγανείας που ο Όμηρος εδώ υπαινίσσεται. Ο Οδυσσέας όμως δεν χρησιμοποιεί τους ποταπούς αυτούς δηλητηριο-δόλους, γιατί όπως είπαμε ακόμα και στους δόλους (αυτός ο Έλληνας) έχει ένα κώδικα τιμής και μια παράξενη δική του αίσθηση σύνεσης και μέτρου!

Αν και γνώριζε άριστα την χρήση των δηλητηρίων, προτίμησε με ηπιότερα τεχνάσματα, να φέρει τους αντιπάλους του στο όριο των μαχητικών του δυνατοτήτων!

Ο Οδυσσέας ήταν ο πλέον ολοκληρωμένος μαχητής. Ήταν πολύβουλος, πανούργος, δολοπλέχτης, ήταν βασιλιάς μαζί και ζητιάνος! Γνώριζε, ότι μόνο οι καλές ιδέες, κινούν αποτελεσματικά τα όπλα! Μικρός ή μεγάλος, γνωστός ή άγνωστος, φανερός ή κρυφός, δόλιος ή όχι, ο αντίπαλος του σύντομα θα καταλάβαινε, ότι απέναντι του δεν έστεκε οποιοσδήποτε, αλλά ο απρόβλεπτος, ο πεισματάρης πολυμήχανος Οδυσσέας!

 Δυστυχώς, η Πηνελόπη που τον ήξερε καλύτερα απ’ όλους είχε δίκαιο λέγοντας ότι: «λίγοι απ’ τους Αχαιούς (Έλληνες) του έμοιαζαν» και «δεν υπάρχουν αρχηγοί μέσα στ’ ανάκτορα όπως ο Οδυσσέας» Οδ. τ, 240 και τ,315

Κάποιοι σήμερα, δυσανασχετούν στην σκέψη της οδυσσειακής αντι-δόλιας συμπεριφοράς, λέγοντας πως ο αντιδόλιος δεν διαφέρει σε τίποτε απ’ τον δόλιο. Κάνουν όμως τεράστιο λάθος, ο δόλιος κυνηγά και θυματοποιεί αθώους και ανυπεράσπιστους, ενώ ο αντιδόλιος κινείται μόνο κατά των δόλιων... σας φαίνονται όμοιοι αυτοί οι δυο;
----------------------------
[1] Ιλιάδα U. Wilamowitz. Α. Παπαγιάννη - Ν. Σηφάκι εκδ. «Πάπυρος»
[2] Κατά τον Ησύχιο: «Οδυσσάμενος = οργισθείς» ή μισηθείς ή οργισμένος.
[3] Γρύπες: άλαλοι "ακραγείς" θησαυροφύλακες με κεφαλή και φτερά αετού σε σώμα λεόντων. Ακοίμητοι φύλακες των "θεϊκών" θησαυρών, καθώς ακούραστοι φυλάγουν την άσβεστη "φλόγα" της γνώσης που "θνητοί" κι "αθάνατοι" θέλουν δική τους! Ο Γρύπας λοιπόν είναι σύμβολο της φυλακτίριας ιδέας. Τον θρόνο του Δια, αλλά και την περικεφαλαία της Αθηνάς κοσμούσαν τέτοιοι σιωπηλοί λεοντο-αετοί φύλακες!
[4] Μήτις: προσωποποίηση της φρονήσεως. Θυγατέρα του Ωκεανού και πρώτη σύζυγος του Διός.
[5] Το Πάριον (ύπουλο) βέλος
[6] Υπάρχουν και οι εξω-ομηρικές αφηγήσεις που χρεώνουν στον Οδυσσέα τον σχεδόν αναίτιο φόνο του Παλαμήδη, όλοι όμως ομολογούν ότι αυτή η συμπεριφορά δεν ταιριάζει στο ήθος του Ομηρικού Οδυσσέα.
[7] Πανούργος: (πάν-εργος) ικανός να πράξει τα πάντα.
[8] «Στο ξύλινο άλογο οι Έλληνες χάραξαν την επιγραφή: Έλληνες Αθηνά χαριστήριον» Ελληνική Μυθολογία εκδ, Αθηνών

Μην απορείς με τις μάσκες που φοράνε οι άνθρωποι

Πολλοί άνθρωποι έμαθαν να είναι δήθεν. Έμαθαν να δείχνουν κάτι που δεν είναι. Να προσποιούνται και να είναι κάποιοι άλλοι. Διαφορετικοί κάθε φορά ανάλογα με το ποιόν έχουν απέναντί τους. Θέλουν να είναι αρεστοί σε όλους, όμως αυτό δε γίνεται.

Κανένας δεν αρέσει σε όλους και δε ταιριάζει με όλους.

Οι άνθρωποι που κρύβουν ποιοι είναι δεν έχουν αγαπήσει τον εαυτό τους και δεν έχουν μάθει να υπερασπίζονται και να δείχνουν τον όποιο χαρακτήρα έχουν. Δεν έχουν ταυτότητα. Δεν έχουν προσωπικότητα.

Εναλλάσσουν το χαρακτήρα τους με βάση το τι είναι οι άλλοι γύρω τους.
Φοράνε μάσκες για να μη φανεί η αλήθεια. Άνθρωποι κενοί, χωρίς δικιά τους βούληση και άποψη.

Φοβούνται να έρθουν αντιμέτωποι ακόμα και οι ίδιοι με τον εαυτό τους. Δε μπορούν να αντέξουν ούτε εκείνοι την αλήθεια και προσπαθούν να πειστούν κι αυτοί ότι είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι στην πραγματικότητα.

Εσένα όμως μη σε φοβίζει αυτό.

Μη σε τρομάζει το τι μπορεί να κρύβεται πίσω από την κάθε μάσκα.
Κάθε λογής ανθρωπάκια μπορεί να κρύβονται. Άνθρωποι ψεύτικοι, κριτές των πάντων, έτοιμοι να σε καταδικάσουν και να σε κατακρίνουν, να σε πληγώσουν… έτσι χωρίς κανένα λόγο απλά επειδή αυτή είναι η μοναδική δουλειά τους.

Μασκοφόροι, σκοτεινοί τύποι που δε φοράνε τη μάσκα τους για να σε τρομάξουν, ούτε γιατί είναι Απόκριες ή γιατί είναι άρρωστοι. Απλά έχει κολλήσει στο δέρμα τους και είναι δύσκολο να ζήσουν χωρίς αυτή.

Νοιώθουν μια ασφάλεια, μια προστασία όταν τη φοράνε. Γιατί δεν είναι δυνατοί, δεν είναι θαρραλέοι, δε τους γεμίζει η ζωή τους και προσπαθούν με αυτό τον τρόπο να βρουν μια διέξοδο να ασχοληθούν μήπως υποτιμώντας και πληγώνοντας τους άλλους αισθανθούν καλύτερα.

Άλλα όχι ποτέ δεν καλύπτονται και με τίποτα. Δε λέω καμιά φορά μπορεί να είναι και η άμυνά τους, η ασπίδα τους για να κρύψουν κάποιες αδυναμίες τους…

Όπως και να 'χει όμως, κάποια μέρα θα πέσουν οι μάσκες τους. Τότε θα ξεγυμνωθούν στα μάτια όλων και θα αποκαλυφθεί η αλήθεια.

Μια αλήθεια που θα την έχουν καταλάβει όλοι εκτός από αυτούς, που επειδή έχουν μάθει να ζουν έτσι, πίσω από μια μάσκα, είναι δύσκολο να την αποχωριστούν. Στην ουσία δε την αποχωρίζονται ποτέ.

Γιατί λοιπόν ξαφνιάζεσαι με τις μάσκες που φορούν οι άνθρωποι;

Η τρυφερότητα είναι η πιο ταπεινή μορφή αγάπης

Η τρυφερότητα είναι η πιο ταπεινή μορφή αγάπης. Είναι το είδος της αγάπης που δεν εμφανίζεται στις γραφές ή στα ευαγγέλια, κανένας δεν ορκίζεται σ’ αυτήν, κανείς δεν την παραθέτει. Δεν έχει ειδικά εμβλήματα ή σύμβολα, δεν οδηγεί σε εγκληματικές πράξεις, ούτε προκαλεί φθόνο.

Εμφανίζεται όποτε κοιτάζουμε από κοντά και με προσοχή μια άλλη ύπαρξη, κάτι που δεν είναι ο «εαυτός» μας.

Η τρυφερότητα είναι αυθόρμητη και ανιδιοτελής· υπερβαίνει κατά πολύ τη συγγενή της ενσυναίσθηση. Αντιθέτως, είναι το συνειδητό, αν και ίσως ελαφρώς μελαγχολικό, μοίρασμα του κοινού πεπρωμένου. Η τρυφερότητα είναι μια βαθιά συναισθηματική ανησυχία για μια άλλη ύπαρξη, για την ευθραυστότητά της, για τη μοναδική της φύση και για την έλλειψη ανοσίας στον πόνο και στις επιπτώσεις του χρόνου. Η τρυφερότητα αντιλαμβάνεται τους δεσμούς που μας ενώνουν, τις μεταξύ μας ομοιότητες και τα κοινά μας. Είναι ένας τρόπος να κοιτάζουμε που δείχνει ότι ο κόσμος είναι ζωντανός, ζων, διασυνδεμένος, συνεργατικός και εξαρτώμενος από τον εαυτό του.

Η λογοτεχνία στηρίζεται στην τρυφερότητα προς οποιαδήποτε ύπαρξη εκτός από τον εαυτό μας. Είναι ο βασικός ψυχολογικός μηχανισμός του μυθιστορήματος. Χάρη σε αυτό το θαυματουργό εργαλείο, το πιο εξελιγμένο μέσο της ανθρώπινης επικοινωνίας, η εμπειρία μας μπορεί να ταξιδέψει μέσα στον χρόνο, φτάνοντας σε εκείνους που δεν έχουν γεννηθεί ακόμα, αλλά που θα στραφούν κάποια στιγμή σε αυτά που έχουμε γράψει εμείς, στις ιστορίες που είπαμε για τον εαυτό μας και για τον κόσμο μας.

Λυκάνθρωποι και Λυκανθρωπία: Μύθοι και Πραγματικότητα

Οι Λυκάνθρωποι είναι τα μυθικά πλάσματα που αλλάζουν μορφή με την εμφάνιση της πανσελήνου και αποκτούν ιδιαίτερες δυνάμεις. Η Μορφή τους μπορεί να βρεθεί σε αναρίθμητα βιβλία, σειρές και ταινίες τρόμου. Αυτή η αρχετυπική μορφή έχει μεγάλη και πλούσια ιστορία στην Λαογραφία των πολιτισμών του κόσμου. Όμως από που προήλθε η αρχέτυπη μορφή του Λυκάνθρωπου και τι είναι η Λυκανθρωπία;
 
Πως δημιουργήθηκαν οι Λυκάνθρωποι;
 
Αν ερευνήσουμε την παράδοση θα διαπιστώσουμε πως υπήρχαν πολλοί τρόποι με τους οποίους κάποιος μπορούσε να μετατραπεί σε Λυκάνθρωπο. Στο βιβλίο με τίτλο “Giants, Monsters and Dragons” η Λαογράφος Carol Rose αναφέρει πως «Στην Αρχαία Ελλάδα πίστευαν πως ένα άτομο μπορούσε να μεταλλαχθεί τρώγοντας την σάρκα ενός λύκου σε συνδυασμό με εκείνη ενός ανθρώπου. Μέσα από αυτή την διαδικασία η μετάλλαξη θα ήταν μη αναστρέψιμη.»  Αιώνες αργότερα αναπτύχθηκαν νέες μέθοδοι στην Λαογραφία για την Δημιουργία Λυκανθρώπων, που περιελάμβαναν την κατάρα, την προσβολή στο φως της Πανσέληνου, την κατάποση του νερού που είχε δοκιμάσει λύκος κ.α. Είναι ευρέως διαδεδομένη η πεποίθηση πως οι Λυκάνθρωποι μπορούσαν να «ντυθούν» με ένα προστατευτικό δέρμα λύκου το οποίο αφαιρούσαν και έκρυβαν κατά την διάρκεια της ημέρας. Μία παρόμοια προσέγγιση εμφανίζεται στην Σκωτσέζικη και Ιρλανδική Λαογραφία – σχετικά με πλάσματα που πέρασαν τις ζωές τους στους παγωμένους Ωκεανούς ως Φώκιες, όμως μπορούσαν να αποκτήσουν ανθρώπινη μορφή αφαιρώντας το δέρμα τους. Αν πραγματοποιούσαν κάτι τέτοιο δεν μπορούσαν να επιστρέψουν στην προηγούμενη μορφή τους και ζούσαν για πάντα στην στεριά
 
Αν και η πεποίθηση που αναφέρει πως οι Λυκάνθρωποι δημιουργούνται με την Πανσέληνο δεν ήταν η μοναδική κατά το παρελθόν, είναι η μόνη που παρέμεινε στις συνειδήσεις του κόσμου της Λαογραφίας και των παραδόσεων ως πιθανή αιτία για την εμφάνιση των Λυκανθρώπων. Ακόμη και σήμερα αρκετοί είναι εκείνοι που σχετίζουν την Πανσέληνο με τους Λυκάνθρωπους αλλά και την Παράνοια, αφού άνθρωποι που εργάζονται σε υπηρεσίες όπως τα νοσοκομεία ή η αστυνομία αναφέρουν πως οι νύχτες με πανσέληνο είναι πιο «τρελές» και επικίνδυνες σε σχέση με τις υπόλοιπες. Αυτή η αντίληψη ίσως οφείλεται στην Ψυχολογία και την φαντασία περισσότερο, παρά στην πραγματικότητα: Προσεγμένες μελέτες εξάλλου έχουν ανακαλύψει αποδείξεις που υποστηρίζουν αυτή την αντίληψη, και φυσικά δεν έχει ανακαλυφθεί κάποιος βάσιμος «μηχανισμός» με τον οποίο το Φεγγάρι να επηρεάζει κατά κάποιο τρόπο το Νου του ανθρώπου έτσι ώστε να γίνει πιο επικίνδυνος..
 
Οι Πραγματικοί Λυκάνθρωποι
 
Σήμερα οι Λυκάνθρωποι θεωρούνται μυθικά πλάσματα που βρίσκονται μόνο στη φαντασία των Συγγραφέων και των Σκηνοθετών και όχι στα σκοτεινά δάση, κάτι που δεν ίσχυε πάντοτε. Όχι τόσο παλαιότερα, η πίστη στην ύπαρξη των Λυκανθρώπων ήταν ισχυρή αφού ο κόσμος θεωρούσε πως τα πλάσματα αυτά ήταν υπαρκτά και προκαλούσαν τρομερά φονικά με τα ημι-ζωώδη ένστικτά τους υπό την επήρεια της Δαιμονικής πανσέληνου. Έστω και αν αυτά τα πλάσματα αφορούν την φαντασία ενός κόσμου που δεν υπάρχει πια, υπάρχουν πραγματικές περιπτώσεις ανθρώπων που κατά κάποιο τρόπο «μεταμορφώθηκαν» και έγιναν Λυκάνθρωποι.
 
Οι Ιατρικές περιπτώσεις που μιμούνται την εμφάνιση ενός λυκάνθρωπου και ίσως επηρέασαν στην πίστη για τα μοχθηρά αυτά πλάσματα και τις τρομερές πράξεις τους είναι αρκετές. Μία από αυτές είναι η Υπερτρίχωση, που προκαλεί απίστευτη τριχοφυΐα με μεγάλες μακριές τρίχες στο πρόσωπο και στο σώμα του ανθρώπου, και η δεύτερη είναι η Πορφυρία που προκαλεί τρομερή ευαισθησία στο φως (και κάνει τους ασθενείς να κυκλοφορούν μονάχα την νύχτα), κρίσεις, άγχος, καθώς και άλλα συμπτώματα. Καμία από αυτές τις παθήσεις δεν μετατρέπουν τον άνθρωπο σε Αγριεμένο ζώο με υπερδυνάμεις έτοιμο να κατασπαράξει τα θύματά του. Όμως αιώνες πριν, όταν κυριαρχούσε η πίστη στην Μαγεία και απόκοσμα πλάσματα όπως τα Βαμπίρ, δεν ήταν δύσκολο να ξεπηδήσουν ιστορίες για ανθρώπους που έγιναν Λυκάνθρωποι.
 
Η Κλινική Λυκανθρωπία είναι μία αναγνωρισμένη ιατρική πάθηση κατά την οποία το άτομο θεωρεί πως είναι ζώο, και όντως έχουν υπάρχει σπάνιες περιπτώσεις στις οποίες άνθρωποι υποστήριζαν πως είναι Λυκάνθρωποι. Για παράδειγμα το 1589 ένας Γερμανός ονόματι Peter Stubbe υποστήριξε πως κατείχε μία ζώνη από δέρμα λύκου, που του επέτρεπε να μεταμορφώνεται: Το Σώμα του κύρτωνε, τα δόντια του πολλαπλασιάζονταν μέσα στο στόμα του και λαχταρούσε ανθρώπινο αίμα. Ο Stubbe υποστήριξε πως σκότωσε τουλάχιστον μία ντουζίνα ανθρώπους μέσα σε 25 χρόνια – αν και η ομολογία του πραγματοποιήθηκε κάτω από δύσκολες συνθήκες βασανισμού. Τελικά αποκεφαλίστηκε κατά την διάρκεια του Halloween του 1589, και το ακέφαλο κορμί του κάηκε στην Πυρά, χωρίς ποτέ να βρεθεί πραγματική απόδειξη για τα υποτιθέμενα εγκλήματά του πέρα από την ομολογία. Φαίνεται όμως πως ο Stubbe ήταν σχεδόν παράφρων και γεμάτος παραισθήσεις. Φυσικά η συγκεκριμένη περίπτωση δεν ήταν η μοναδική. Κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα οι Λυκάνθρωποι θεωρήθηκαν ως πλάσματα που δημιουργήθηκαν από τις Μάγισσες. Έπειτα από τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων μαγισσών, αρκετές χιλιάδες άνθρωποι καταδιώχθηκαν και τελικά θανατώθηκαν αφού κατηγορήθηκαν πως μεταμορφώνονται σε Λυκάνθρωπους.
 
Η ιατρική Λυκανθρωπία τότε αντιμετωπίστηκε ως κατάρα, και οι Λυκάνθρωποι θεωρήθηκαν περισσότερο θύματα παρά τρομερά πλάσματα της Νύχτας. Η Μετάλλαξη του ανθρώπου σε Λυκάνθρωπο θεωρήθηκε μία άκρως επίπονη και βασανιστική διαδικασία, που επιχειρήθηκε να ιαθέι με φυσικές ιατρικές και χειρουργικές μεθόδους. Στο βιβλίο “The Werewolf Delusion” ο Ian Woodward αναφέρει χαρακτηριστικά πως « Τρεις ήταν οι θεμελιώδεις τρόποι ώστε οι Λυκάνθρωποι να διασωθούν από τους Δαίμονές τους. Με την Ιατρική και Χειρουργική βοήθεια, με τον Εξορκισμό αλλά και με ένα δραστικότερο τρόπο, τον Πυροβολισμό με μία ειδικά φτιαγμένη ασημένια σφαίρα.»
 
Όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε, οι δεισιδαιμονίες εποχών όπως εκείνης του Μεσαίωνα, η πίστη στην Μαγεία και τα τρομερά πλάσματα που γεννήθηκαν από αυτή, αλλά και η άγνοια της εποχής για συγκεκριμένες ιατρικές παθήσεις, ενέπνευσαν μύθους για την ύπαρξη πλασμάτων όπως οι Λυκάνθρωποι, για τρομερές μεταλλάξεις ανθρώπων σε πανίσχυρα και υπερδύναμα ζώα που λαχταρούσαν το αίμα. Και φυσικά, κάθε φορά που το φεγγάρι γεμίζει στον νυχτερινό ουρανό, αυτοί οι αρχέγονοι μύθοι ξυπνούν κάθε φορά για να ζωντανέψουν τους εφιάλτες, σε όσους πιστεύουν πως εμπεριέχεται έστω και ένα ψείγμα αλήθειας σε τέτοια πλάσματα της Μυθοπλασίας και της Λαογραφίας.

Γιατί ασκούμε αρνητική κριτική σχολιάζοντας τους άλλους;

Μήπως η κρυφή ευχαρίστηση που μας γεμίζει, όταν ασχολούμαστε με τις ζωές και τη συμπεριφορά των άλλων δεν είναι παρά οι σκιές που ρίχνουμε σε ανικανοποίητα κομμάτια του εαυτού μας, τα οποία αρνιόμαστε κατά βάθος να δεχθούμε;
Ένα σύστημα που επιβάλλει…

Ζούμε σε μία κοινωνία άκρως ανταγωνιστική, όπου κυριαρχεί έντονα η σύγκριση και η κριτική μεταξύ των ανθρώπων. Αυτά είναι μέρη του ανταγωνιστικού πνεύματος που η κοινωνία μας επιβάλει από την παιδική ηλικία, ως έναν τρόπο αξιολόγησης της επιτυχίας. Ο πιο δυνατός θα επιβιώσει, ο επιτυχής θα είναι και ο πιο ευτυχισμένος. Έχουμε μάθει να συγκρίνουμε τα επιτεύγματά μας με αυτά των άλλων προκειμένου να τα σταθμίσουμε και να δούμε κατά πόσο μας ικανοποιούν ή όχι.

Ασκούμε αρνητική κριτική γιατί αισθανόμαστε ανασφαλείς. Είναι αδύνατον να δεχθούμε τους άλλους με τα λάθη και τις ατέλειές τους, αν πρώτα δεν έχουμε αποδεχτεί τον ίδιο μας τον εαυτό. Όσο λιγότερο είμαστε σίγουροι για τον εαυτό μας, τόσο πιο πολύ ψάχνουμε να ρίξουμε το φταίξιμο στους άλλους. Μ’ αυτόν τον τρόπο βρίσκουμε δικαιολογία για τους δικούς μας φόβους και τις δικές μας αδυναμίες. Στην πραγματικότητα αναβαθμίζουμε τον εαυτό μας στα μάτια μας, κριτικάροντας τον άλλον. Είναι σαν να λέμε «Δεν είμαι και τόσο κακός: κοιτάξτε αυτόν, είναι χειρότερος από εμένα.»

Είναι πολύ πιο εύκολο να αναγνωρίσουμε τα λάθη και τις αδυναμίες των άλλων, από το να κοιτάξουμε μέσα μας και να ασκήσουμε αυτοκριτική.

Η διαδικασία αυτή αποτελεί πλέον μια συνήθεια της καθημερινής μας επικοινωνίας. Η συζήτηση γίνεται πιο ενδιαφέρουσα όταν αναφερόμαστε σε τρίτους. «Είδες τι έκανε;» παρατηρούμε και οι ακροατές κρέμονται ήδη από τα χείλη μας. Όλες οι συζητήσεις μας λοιπόν έχουν περιεχόμενο τη ζωή και τις αντιδράσεις των άλλων.

Φαίνεται πως είναι πιο ανώδυνο και εύκολο για μας, ίσως και ευχάριστο, να υπογραμμίζουμε τις ατέλειες των άλλων. Κριτικάροντας τους άλλους, εξασφαλίζουμε ασυνείδητα τους εαυτούς μας. Εμείς γινόμαστε αυτομάτως τα «καλά παιδιά», οι «διαλεκτοί», εκείνοι που είναι σωστοί. Αυτό μειώνει την ανασφάλειά μας, μας εξυψώνει. Ο πιο εύκολος τρόπος να υπερτιμήσουμε τον εαυτό μας είναι να υποτιμήσουμε όλους τους άλλους.

Πρόκειται όμως για μια λύση προσωρινή που, τελικά, στρέφεται εξίσου εναντίον μας. Αν με τόση ευκολία κρίνουμε τους άλλους τι μας εξασφαλίζει στην περίπτωση που μας κριτικάρουν και αυτοί; Αν όντως γινόταν αυτό εμείς πως θα το δεχόμασταν; Από την στιγμή όμως που συνειδητοποιούμε ότι είμαστε έρμαιο στην κριτική των άλλων, η ανασφάλειά μας πολλαπλασιάζεται. Αντιδρούμε έτσι με περισσότερο ανταγωνισμό, ανταποδίδουμε την κριτική, και οδηγούμε τη συμπεριφορά μας στα όρια της κακίας. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που θέλει να στιγματίζονται οι πολλοί ως αδύναμοι, προκειμένου να υπάρξουν οι λίγοι ως εκλεκτοί.

Συνέπειες της αρνητικής κριτικής

Κριτικάροντας διαρκώς τους ανθρώπους γύρω μας, υποτιμώντας την αξία τους, τις προσπάθειές τους, την προσωπικότητά τους, είναι ότι χειρότερο μπορούμε να κάνουμε στους άλλους καθώς και στον ίδιο μας τον εαυτό. Και το κάνουμε πολύ πιο συχνά απ’ ότι νομίζουμε. Ασκούμε μόνιμα κριτική. Στον εαυτό μας, στα παιδιά μας, στο σύντροφό μας, στους συναδέλφους μας, σε φίλους, σε γνωστούς, σε γείτονες και στην κοινωνία. Κάθε άνθρωπος που συναντάμε, κάθε κατάσταση που βιώνουμε, περνάει αυτόματα από ένα φίλτρο αξιολόγησης. Αυτό σίγουρα είναι καλό ως ένα βαθμό γιατί μας καθοδηγεί στο δρόμο που μας υποδεικνύει το ένστικτό μας. Από το σημείο όμως που θα αρχίσουμε να εκφράζουμε τη δυσπιστία, την αβάσιμη καχυποψία, την άρνηση και την κακόβουλη και άχρηστη κριτική θα ήταν καλύτερα να σιωπήσουμε, και να σκεφτούμε πριν μιλήσουμε.

Το ανταγωνιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μας έχει θέσει η κοινωνία να ζούμε και να αντιδρούμε, μας οδηγεί στο να ασκούμε μονίμως στον εαυτό μας συνειδητά η και πολλές φορές ασυνείδητα μια κριτική η οποία είναι αδίσταχτη, χωρίς έλεος, σκληρή και πολλές φορές αβάσιμη. Έχουμε την τάση να απαιτούμε την τελειότητα, να είμαστε ανικανοποίητοι ή και δυστυχείς με αυτά που διαθέτουμε. Θέλουμε περισσότερα και καλύτερα, θέλουμε όλα αυτά που μας διαφεύγουν, θέλουμε και πρέπει να είμαστε τέλειοι. Η κριτική προς τον ατελή εαυτό μας επιβάλλεται προκειμένου να υποκινηθούμε για κάτι καλύτερο.

Τα ίδιο κάνουμε με όλους και με όλα γύρω μας. Θέλουμε και περιμένουμε από τους άλλους να μας φερθούν μ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο, να μας δώσουν σημασία και αξία, να είναι συνένοχοι και συνυπεύθυνοι, να καθρεφτίζουν τον εαυτό μας και κυρίως να φανούν αντάξιοι των προσδοκιών μας. Πολλές φορές χρησιμοποιούμε τους άλλους ως άλλοθι για τις δικές μας πράξεις επειδή δεν μπορούμε να αντέξουμε τις συνέπειες των ενεργειών μας.

Συνήθως ασκούμε αρνητική κριτική σε κάποιον ή κάτι όταν εμείς οι ίδιοι έχουμε ανάγκες που ίσως έχουν μείνει ανικανοποίητες. Για αυτό και όταν οι άλλοι αποτυγχάνουν να τις εκπληρώσουν, μας απογοητεύουν. Παίρνουμε έτσι το δικαίωμα να τους υποτιμήσουμε, να τους κριτικάρουμε. «Έτσι και αλλιώς δεν έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν».

Ας θυμηθούμε την κινέζικη παροιμία που λέει «πριν κρίνεις τον άλλον, περπάτησε τουλάχιστον 10 χλμ. με τα παπούτσια του». Μετά ας αναρωτηθούμε: “ Πώς μπορεί ο καθένας μας να πιστέψει στη δύναμη του εαυτού του, πώς μπορεί κανείς να προχωρήσει στη ζωή με σιγουριά και ασφάλεια όταν δέχεται τόση πίεση, τόση αρνητική κριτική για το ποιόν του και τις πράξεις του; Θα ήταν ευχάριστο αν αυτό συνέβαινε σε εμάς;”

Όταν κρίνουμε, αξιολογούμε και βλέπουμε τον κόσμο εγωκεντρικά.

Ας αναρωτηθούμε για λίγο ποιοι είμαστε εμείς που κρίνουμε; Ποιος είναι αυτός που επιβάλει τους δικούς του νόμους και κανόνες συμπεριφοράς; Ποιος επιβάλει τα δικά του «πρέπει» και «θέλω»; Και ποιος από εμάς αναλαμβάνει το βάρος της αλάνθαστης κρίσης; Η κριτική για να είναι εποικοδομητική, προϋποθέτει τη γνώση του τέλειου και τη διάθεση της καλόβουλης συμβουλής προς το πρόσωπο, στο οποίο ασκείται. Έχουμε όμως τη δυνατότητα να την ασκήσουμε με τη συνείδηση μας καθαρή; Είμαστε πραγματικά σε θέση να ορίσουμε το τέλειο, το ανώτερο, το αλάνθαστο; Ποιος από εμάς μπορεί να ισχυριστεί ότι κρίνει σωστά; Ποιος είναι αυτός που είναι τέλειος;

Τι θα γινόταν αν όλοι σταματούσαμε αυτή την αδυσώπητη διαδικασία για εμάς και για τους άλλους;

Τι θα γινόταν αν ο καθένας από εμάς αντικαθιστούσε με τη δική του αυτοκριτική, την τάση που έχει να κριτικάρει τους άλλους; Θα επικεντρωνόμαστε στην κατανόηση και την εξάλειψη των δικών μας αδυναμιών. Ο χρόνος που θα αφιερώναμε στο να βελτιώσουμε τον εαυτό μας θα κάλυπτε ολόκληρη τη μέρα μας, ώστε τελικά όλοι οι άλλοι θα έμοιαζαν μια ασήμαντη λεπτομέρεια στο δικό μας κόσμο.

Είναι άραγε δυνατόν να αποφύγουμε την κριτική ακόμη και όταν η ζωή μας δυσκολεύει εξαιτίας μερικών ανθρώπων των οποίων η κακόβουλη συμπεριφορά, μας επηρεάζει καθημερινά; Είναι σωστό σε αυτές τις περιπτώσεις να στραφούμε πάλι στον εαυτό μας, αντί να στραφούμε και να κρίνουμε την ίδια τη δυσκολία;

Εδώ χρειάζεται καταρχήν να παραδεχθούμε ότι είμαστε άτομα ελεύθερα με αυτόνομη βούληση και δικαίωμα στην επιλογή και να προβληματισθούμε για τα συναισθήματα, τις επιλογές μας ,και τη στάση που χρειάζεται να τηρήσουμε απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους. Σίγουρα πάντως η πραγματική λύση στο συγκεκριμένο πρόβλημα βρίσκεται σε άλλο επίπεδο από την αγανακτισμένη κριτική που μπορούμε πολύ εύκολα να ασκήσουμε.

Και στους αγαπημένους κριτική;

Τι γίνεται όμως με τους ανθρώπους που αγαπάμε και θέλουμε να τους δούμε καλύτερους, χωρίς ψεγάδια και αδυναμίες; Έχουμε το δικαίωμα να επέμβουμε στις προσωπικές τους επιλογές; Μια σοφή κίνηση θα ήταν να περιοριστούμε πάλι στην αυτοκριτική. Να αναρωτηθούμε πόσο εμείς οι ίδιοι είμαστε τέλειοι. Να σκύψουμε στις δικές μας αδυναμίες και να αναρωτηθούμε πώς τις πολεμάμε. Είναι σίγουρα προτιμότερο να καλύψουμε πρώτα τα δικά μας κενά, προτού υποδείξουμε στους άλλους πώς να καλύπτουν τα δικά τους. Έτσι γινόμαστε θετικό παράδειγμα, και αν κάτι υπήρχε περίπτωση να καταστραφεί σε μια σχέση μέσα από μια διαδικασία αντίδρασης, μπορεί να σωθεί εξ αιτίας της μίμησης και επιπλέον να βελτιώσει την επικοινωνία.

Όταν καταφέρουμε να απαλλαγούμε από την κριτική στάση, όταν δεχτούμε τις ατέλειες και τα λάθη των άλλων, τότε αυτόματα γεμίζουμε τους εαυτούς μας με αγάπη και ένα αίσθημα ειρήνης και δεκτικότητας απαλύνει καρδιές μας. Μαθαίνουμε να συγχωρούμε και να δεχόμαστε με αγάπη και κατανόηση τόσο τους ατελείς εαυτούς μας όσο και τους ατελείς συνανθρώπους μας.

Ας συνειδητοποιήσουμε λοιπόν τη διαφορετικότητα όλων μας. Δίνουμε στους άλλους από αυτά που έχουμε να δώσουμε και παίρνουμε από εκείνα, τα οποία ο άλλος μπορεί να μας δώσει. Αυτή είναι και η σημασία της επικοινωνίας, ένα ατέλειωτο πάρε δώσε που θα έπρεπε να το αφήσουμε να ρέει ανενόχλητο, χωρίς κριτικές και κατακραυγές, χωρίς αρνητικότητα και κακοβουλία. Ας πάρουμε απλά αυτά που έχουν να μας χαρίσουν οι συνάνθρωποί μας και αυτά που μπορούμε να δεχτούμε με ευχαρίστηση.

Η μόνη υποχρέωση που έχουμε είναι αυτή απέναντι στον εαυτό μας. Ας ενεργοποιηθούμε λοιπόν στα σημεία που έχουμε τη δυνατότητα, βελτιώνοντας τον εαυτό μας, τις πράξεις μας και την κοινωνία, με όποιο τρόπο ο καθένας μας μπορεί.

Ας αγνοήσουμε όλα εκείνα που μας ενοχλούν ενώ βρίσκονται έξω από την δικαιοδοσία μας και ας τα αφήσουμε ειρηνικά να πάρουν το δικό τους δρόμο.

Η επίδραση της θρησκείας στον εγκέφαλο

Ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του καθενός, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η επίδραση που ασκεί η θρησκεία στον εγκέφαλο είναι ενδιαφέρουσα. Βασικά, κάποιες θρησκευτικές πεποιθήσεις βασίζονται σε επιστημονικά δεδομένα που μπορούν να μετρηθούν με ακρίβεια.

Υπάρχουν αρκετές έρευνες για την επίδραση της προσευχής στην ευημερία του ανθρώπου. Έχουν γίνει αρκετές επίσης έρευνες στο πεδίο της νευροθεολογίας (η νευροεπιστήμη των θεολογικών πεποιθήσεων) και έχουν οδηγήσει σε κάποιες εκπληκτικές ανακαλύψεις που μπορούν να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε την πνευματικότητα.

Για παράδειγμα, έρευνες έχουν δείξει πως τα θρησκευτικά πιστεύω μπορούν να αυξήσουν το προσδόκιμο ζωής και να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των ασθενειών. Η προσευχή για παράδειγμα είναι κάτι που οι περισσότεροι από εμάς έχουν κάνει τουλάχιστον μια φορά. Από την άλλη, μερικοί επιστήμονες προτείνουν ότι οι θρησκευτικές εμπειρίες ενεργοποιούν τα ίδια κυκλώματα του εγκεφάλου που ενεργοποιούν το σεξ και τα ναρκωτικά.

Αρκετά ενδιαφέρον είναι το γεγονός πως μερικές από τις επιδράσεις που ασκεί η θρησκεία στον εγκέφαλο μπορούν να μετρηθούν με περισσότερη ακρίβεια.
«Όπως ένα κερί δεν μπορεί να καεί χωρίς την φωτιά, έτσι και ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την πνευματική ζωή». –Βούδας

Η σύγκρουση ανάμεσα στα δύο δίκτυα του εγκεφάλου


Η αντιληπτή σύγκρουση μεταξύ θρησκείας και επιστήμης υπάρχει εδώ και πολύ καιρό. Από τις διαλέξεις στην Αρχαία Ελλάδα μέχρι τις συζητήσεις στο διαδίκτυο. Ο καθηγητής Jack και άλλοι συνεργάτες του διεξήγαν μια μελέτη στο Πανεπιστήμιο της Λ’ Άκουιλα. Έτσι έφτασαν στο συμπέρασμα ότι η προέλευση αυτής της σύγκρουσης ξεκινά από την σύγκρουση ανάμεσα σε δύο δίκτυα του εγκεφάλου.

Να τι βρέθηκε από την μελέτη. Από την μία, αυτοί που θεωρούν την θρησκεία ως ουσιώδες κομμάτι της ζωής φαίνεται να καταπιέζουν το δίκτυο του εγκεφάλου που χρησιμοποιείται για την αναλυτική σκέψη και αντιθέτως χρησιμοποιούν περισσότερο το δίκτυο που χαρακτηρίζεται από ενσυναίσθηση.

Από την άλλη ωστόσο, αυτοί που δεν ακολουθούν την θρησκεία φαίνεται να καταπιέζουν την ενσυναίσθηση για χάρη της αναλυτικής σκέψης.

Σύμφωνα με αυτή την έρευνα, είναι δύσκολο γι' αυτά τα δύο δίκτυα να ισορροπηθούν αφού «συγκρούονται» μεταξύ τους πολύ συχνά ενώ λειτουργούν. Ωστόσο, οι ερευνητές λένε ότι κανένας από αυτούς τους δύο τρόπους σκέψης δεν μπορεί να απαντήσει στα μεγαλύτερα ερωτήματα του κόσμου.

Η ίδια μας η φύση μας επιτρέπει να εξερευνούμε τις εμπειρίες μας χρησιμοποιώντας και τους δύο τρόπους σκέψης. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, η κατανόηση αυτής της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στους δύο τρόπους σκέψης θα μπορούσε να τους συμπληρώσει και τους δύο.

Η θρησκεία και τα εγκεφαλικά κυκλώματα που επεξεργάζονται την αίσθηση της ανταμοιβής.


Μια πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Γιούτα έδειξε ότι η θρησκεία μπορεί να ενεργοποιήσει τα ίδια κυκλώματα του εγκεφάλου που ενεργοποιούν το σ3ξ, τα ναρκωτικά και άλλες εθιστικές δραστηριότητες. Η μελέτη εξερεύνησε το πώς τα δίκτυα του εγκεφάλου ενεργοποιούνται όταν ένας πιστός περνά σε μια φάση βαθύτερης πνευματικής εμπειρίας.

Οι ερευνητές εξέτασαν τον εγκέφαλο από 19 νεαρούς Μορμόνους χρησιμοποιώντας μαγνητικές τομογραφίες. Όταν ρώτησαν τους συμμετέχοντες ποιοι νιώθουν περισσότερο «το πνεύμα» εκείνοι που δήλωσαν περισσότερα έντονα συναισθήματα έδειξαν μεγαλύτερη δραστηριότητα στον αμφίπλευρο επικλινή πυρήνα.

Αυτές οι περιοχές του εγκεφάλου της ευχαρίστησης και της ανταμοιβής ενεργοποιούνται επίσης και από άλλες δραστηριότητες. Για παράδειγμα, από την σ3ξουαλική πράξη, την μουσική, τα παιχνίδια και τα ναρκωτικά. Οι συμμετέχοντες επίσης ανέφεραν συναισθήματα γαλήνης και ευημερίας.
«Αυτή είναι η απλή μου θρησκεία. Δεν έχει ανάγκη από ναούς ούτε από κάποια περίπλοκη φιλοσοφία. Ο ίδιος ο εγκέφαλος μας, η ίδια η καρδιά μας είναι ο ναός μας. Η φιλοσοφία είναι η ευγένεια». –Δαλάι Λάμα

Η επίδραση της θρησκείας στον εγκέφαλο: διαφορετικές θρησκείες, διαφορετικές επιδράσεις.


Ο καθηγητής νευροεπιστήμης Andrew Newberg και διευθυντής του ερευνητικού τμήματος στο Marcus Institute of Integrative Health του Thomas Jefferson University εξήγησε πως οι επιδράσεις της θρησκείας στις περιοχές του εγκεφάλου πάντα εξαρτώνται από το είδος της θρησκευτικής άσκησης στην οποία αναφερόμαστε. Με άλλα λόγια, κάθε θρησκεία ενεργοποιεί διαφορετικές περιοχές.

Σύμφωνα με τον Newberg, δεν έχει σημασία αν αναφερόμαστε σε κάποιον Βουδιστή που διαλογίζεται ή σε κάποια μοναχή που προσεύχεται. Εν τέλει, και οι δύο παρουσιάζουν μεγαλύτερη δραστηριότητα στους μπροστινούς λοβούς του εγκεφάλου.

Αυτές οι περιοχές σχετίζονται με την καλύτερη συγκέντρωση, προσοχή, οργανωτικές ικανότητες και την δημιουργία σύνθετων επιχειρημάτων. Επιπλέον και η προσευχή και ο διαλογισμός σχετίζονται με μειωμένη δραστηριότητα στους μετωπιαίους λοβούς που είναι υπεύθυνοι για την επεξεργασία του χρονικού και του τοπικού προσανατολισμού.

Μοναχές


Ωστόσο, για παράδειγμα οι μοναχές παρουσιάζουν μεγαλύτερη δραστηριότητα στις περιοχές του εγκεφάλου που επεξεργάζονται την γλώσσα. Αυτό συμβαίνει επειδή οι λέξεις που χρησιμοποιούν για την προσευχή βασίζονται σε τεχνικές οραματισμού όπως ο διαλογισμός. Αυτό δείχνει πόσο σύνθετες είναι οι επιδράσεις της θρησκείας στον εγκέφαλο.

Προσευχές του Ισλάμ


Από την άλλη, άλλες θρησκευτικές πρακτικές έχουν τις αντίθετες επιδράσεις στις ίδιες περιοχές του εγκεφάλου. Για παράδειγμα, ο Δρ. Newberg, συμμετείχε σε μια πρόσφατη μελέτη για τις προσευχές του Ισλάμ (των οποίων η βασική ιδέα είναι η παράδοση του ατόμου στον Θεό).

Ανακάλυψε πως ανάλογα με την ένταση τους μπορούν να μειώσουν την δραστηριότητα στον προμετωπιαίο φλοιό και στους μπροστινούς λοβούς με τους οποίους συνδέεται. Επίσης ελαττώνει την δραστηριότητα στους μετωπιαίους λοβούς.

Ο προμετωπιαίος φλοιός παίζει σημαντικό ρόλο στον έλεγχο, στην συμπεριφορά κατά βούληση και στην δημιουργία αποφάσεων. Έτσι, οι ερευνητές κατέληξαν στο ότι είναι λογικό μια πρακτική που εστιάζει στην παράδοση του ελέγχου να έχει ως αποτέλεσμα λιγότερη δραστηριότητα σε αυτές τις περιοχές του εγκεφάλου.

Ο εγκέφαλος και η θρησκεία: πως αντιλαμβάνεται το μυαλό μια πνευματική εμπειρία;


Μια μελέτη που επικεντρώθηκε στους βετεράνους του Βιετνάμ έδειξε πως αυτοί που τραυματίστηκαν στον ραχιοπλευρικό προμετωπιαίο φλοιό ήταν πιο πιθανό να βιώσουν πνευματικές εμπειρίες.

Όπως εξηγεί ο Τζέιμς Τζιορντάνο, αυτά τα μέρη του εγκεφάλου ελέγχουν την αίσθηση του εαυτού μας σε σχέση με τους γύρω μας καθώς και την σωματική ακεραιότητα και έτσι κατανοούν και τις εξωσωματικές αισθήσεις και αντιλήψεις για τις οποίες μιλούν πολλοί πιστοί.

Επίσης, ο Τζέιμς Τζιορντάνο δηλώνει πως αν οι άνθρωποι έπρεπε να συμμετάσχουν σε μια μυστικιστική εμπειρία θα υπήρχε μια αλλαγή δραστηριότητας στο δίκτυο του αριστερού και του δεξιού κροταφικού λοβού. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι οι μετωπιαίοι λοβοί είναι επίσης οι περιοχές στις οποίες οι μελέτες του Newberg έδειξαν λιγότερη δραστηριότητα κατά την διάρκεια της προσευχής.
«Η θρησκεία είναι ένα δέντρο με πολλά κλαδιά. Όπως τα κλαδιά, οι θρησκείες είναι πολλές, αλλά όπως το δέντρο, η θρησκεία είναι μόνο μία». -Γκάντι

Γέμισε την ζωή σου με πολλούς μικρούς παραδείσους

Η ζωή είναι διάσπαρτες στιγμές που σαν ενωθούν συνθέτουν την ύπαρξή μας.

Όλες μαζί σμίγουν με έναν μαγικό τρόπο και πλάθουν το μοναδικό μωσαϊκό της αέναης πραγματικότητας μας.

Παράδεισος και κόλαση, φως και σκοτάδι, μαζί, αναμειγμένα σε τούτη την υπόσταση.

Μια γλυκιά γεύση το πέρασμα κάθε όμορφης στιγμής, αφήνει στον ουρανίσκο της ψυχής μας. Εκείνες οι στιγμές που βιώσαμε με ολότητα, με όλες μας τις αισθήσεις, με απόλυτη παρουσία.

Η ανάμνηση της κάθε μέρας, της κάθε εβδομάδας, του κάθε μήνα, του κάθε έτους, θα πλάσει το πέρασμα μας ολάκερο.

Και σαν εικόνα μακρινή κάποτε θα σβήσει. Αδιάφορο αν τελικά υπήρξαν οι στιγμές αυτές. Αδιάφορο αν τελικά υπήρξαμε εμείς ποτέ. Καθώς αλλάζουν οι γενεές, ξανά και ξανά, μέσα στους κύκλους του χρόνου.

Όσο όμως το άστρο της καρδιάς μας λάμπει έστω και νοερά, μέσα από το πέρασμα μας θα χαρίσει φως στο διάβα των ερχόμενων και ευτυχία στο τώρα μας.

Διότι είναι εύκολο να ξεχάσουμε τι είναι παράδεισος, μέσα στο σκοτάδι που συναντάμε.

Πρέπει με μιας να πάψουμε τον χρόνο, σαν μπερδευτούμε και να νιώσουμε τον παράδεισο. Να τον επιλέξουμε. Να επιστρέψουμε σε αυτόν.

Να θυμηθούμε πως ο παράδεισος υπάρχει στην απλότητα… Είναι το σώμα μας, είναι το τώρα μας, είναι το σπίτι μας, είναι τα κορμιά που κατοικούν όσοι αγαπάμε, είναι οι ψυχές που λάμπουν σαν βρεθείς κοντά τους. Είναι το βουνό, είναι η θάλασσα, είναι το χώμα που αγγίζουμε και ανθίζουν λουλούδια. Είναι όλα όσα θαυμάζουμε και γινόμαστε ένα με αυτά! Μα πάνω από όλα είναι η αγάπη που ρέει μέσα μας αδιάκοπα.

Επέλεξε ανθρώπους που σε καλωσορίζουν στον παράδεισο τους. Που θέλουν να πάρεις από αυτόν, γιατί γνωρίζουν πως η αγνή πηγή είναι αστείρευτη.

Επέλεξε ανθρώπους που σε κοιτάνε στα μάτια και σκορπάνε μονάχα την αλήθεια. Γιατί η ειλικρίνεια είναι μια πράξη επαναστατική! Συνάμα μια πράξη που σε ωθεί πιο κοντά στον εαυτό σου, πιο κοντά σε εκείνους που ζουν με φως! Πιο κοντά στον παράδεισο σου..

Επέλεξε μια ρουτίνα πληθώρα σε θετικότητα. Έτσι ώστε αν κάτι σε πτοήσει και νιώσεις πως χάνεις το σθένος σου ή την ισορροπία σου, να μπορείς να «γεμίζεις» άμεσα, ώστε να μην λυγίζεις εύκολα.

Αν αισθάνεσαι μακριά από τον παράδεισο σου, ξεκινά το ταξίδι επιστροφής με απλά πράγματα, γεμίζοντας την ζωή σου με πολλούς μικρούς παραδείσους, μέχρι η ζωή σου να γίνει ένα με αυτόν.

Φέρε τον εαυτό σου σε επαφή με την φύση.
Αγκάλιασε κάποιον που αγαπάς.
Άγγιξε. Αφέσου. Ενώσου. Νιώσε.

Αυτό που θα καθορίσει την ποιότητα της ζωής σου, είναι το άθροισμα των μικρών στιγμών, είναι το ποσοστό ευτυχίας που βιώνεις την κάθε στιγμή.

Κάθε δευτερόλεπτο μετράει. Κάθε λεπτό πλάθει το σύνολο.

Μην τα σκορπάς φθηνά.

Η ζωή δεν σου συμβαίνει. Η ζωή, σου ανταποκρίνεται σε ό,τι έχεις μέσα σου

Ο εγκέφαλός σου είναι μία καταγραφή του παρελθόντος. Πέρα από τη γενετική και ενεργειακή υπογραφή, όλα όσα έχεις βιώσει και μάθει μέχρι αυτή τη στιγμή που διαβάζεις αυτές τις γραμμές ανήκουν στο παρελθόν, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο επέτρεψες να εισέλθουν μέσα σου για να σε διαμορφώσουν.

Είσαι ο δημιουργός της ζωή σου. Κι όταν το καταλάβεις αυτό, με τα κατάλληλα βήματα, τεχνικές, εργαλεία, θέληση και δράση, θα μπορέσεις να συναρμολογήσεις μια νέα νευρωνική αρχιτεκτονική που θα σε οδηγήσει σε ένα αύριο σχεδιασμένο από εσένα, για σένα. Η νευροπλαστικότητα είναι αυτή ακριβώς η εγκεφαλική ιδιότητα που ανεξαρτήτως ηλικίας, μπορεί να σε μεταμορφώσει. Προϋπόθεση: να την αξιοποιήσεις.

Το πιο δύσκολο κομμάτι της αλλαγής είναι να μη κάνεις την ίδια επιλογή που έκανες την προηγούμενη ημέρα ή στιγμή. Είσαι έτοιμος / η να αλλάξεις σε κάτι το οποίο θα σε εξυπηρετεί;
“Η ζωή δεν σου συμβαίνει. Η ζωή, σου ανταποκρίνεται σε ό,τι έχεις μέσα σου”
Κάποιος είπε: Ζήτησα απ’ τη ζωή υπομονή, κι εκείνη μου έδωσε 3 ώρες αναμονή στην ουρά της τράπεζας. Δύο πράγματα συμβαίνουν όταν ζητάς. Θα λάβεις αυτό που πραγματικά εκπέμπεις, άσχετα με το τι λες. Ή, θα λάβεις τις συνθήκες, τους ανθρώπους και τις καταστάσεις που θα σου δώσουν ή θα βγάλουν από μέσα σου εκείνο που πραγματικά εκπέμπεις και χρειάζεσαι. Συνειδητά ή υποσυνείδητα. Στην εκπομπή αυτή, τόσο σε προτεραιότητα όσο και σε ισχύ, έρχονται πρώτα σκέψεις και συναισθήματα, και εν συνεχεία οι λέξεις. Το πρόσεχε τι σκέφτεσαι δεν είναι μια πρόταση την οποία πρέπει να παίρνεις ελαφρά την καρδία.
“Στο τέλος της ημέρας, υπάρχουν μόνο δύο τρόποι να δεις τη ζωή σου: είσαι είτε θύμα, είτε δημιουργός”
Δεν υπάρχει τρίτη οδός σαν συνολική στάση. Υπάρχουν οι άνθρωποι που τους συμβαίνουν πράγματα, και οι άνθρωποι που κάνουν τα πράγματα να συμβαίνουν. Οι αμέτοχοι παρατηρητές ανήκουν στην πρώτη κατηγορία. Το ίδιο και τα “θύματα”. Οι “θύτες” στην δεύτερη. Αυτό που έχει το μεγαλύτερο όφελος μακροπρόθεσμα, είναι να είσαι στη δεύτερη, όχι ως θύτης, αλλά ως δημιουργός.
“Αυτό που απαιτεί η συνειδητή αλλαγή, είναι θετικές συνήθειες, ρουτίνες και επιλογές, που θα σε κρατήσουν σε ευθυγράμμιση με τους στόχους σου”
Προϋπόθεση: Να έχεις βάλει στόχους. Σωστούς στόχους.
Προϋπόθεση: Να ξέρεις ποιος είσαι, και τι πραγματικά θέλεις.
Προϋπόθεση: Να θέλεις να αλλάξεις σε κάτι καλύτερο από το τώρα ή το χθες σου.
Προϋπόθεση: Να έχεις φτάσει στο σημείο της εσωτερικής βουτιάς και ανάγκης μετακίνησης.
“Αληθινή συγχώρεση είναι η απελευθέρωση από τη συναισθηματική φόρτιση και ενεργειακό δέσιμο μιας παρελθοντικής κατάστασης”
Αν το καταφέρεις αυτό, εκείνο που μένει είναι μια εμπειρία χωρίς συναισθηματική φόρτιση. Κι αν καταφέρεις και να το αναβαθμίσεις σε συνείδηση, τότε αυτό λέγεται Σοφία. Διαφορετικά λειτουργεί σαν ένας πανίσχυρος μαγνήτης που σε κρατάει πίσω και δημιουργεί επανάληψη σε κάθε σου βήμα. Συγχωρώντας το χθες, έχεις πάλι τη δύναμη να δημιουργήσεις το αύριο.

Όσο ζεις στο παρελθόν, κοιμάσαι στο τώρα. Η συνείδηση δεν μπορεί να βρίσκεται εστιασμένη σε δύο σημεία ταυτόχρονα, μόνο διασκορπισμένη. Ενώ το παρελθόν δεν σημαίνει μέλλον, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτό. Κι όσο δεν το ξεπερνάς ή δεν το ουδετεροποιείς, τόσο θα εισβάλει και θα στοιχειώνει το κάθε τώρα κι εμπειρία σου.
“Καθώς μεγαλώνουν τα παιδιά, οι σκέψεις και τα συναισθήματά τους θα δουλέψουν είτε προς όφελός τους, είτε εναντίων τους”
Γι’ αυτό και ο σωστός προγραμματισμός είναι κλειδί για την υπόλοιπη εμπειρία ζωής τους. Το συγκεκριμένο ισχύει και για τα “μεγάλα” παιδιά. Σου οφείλεις να διατηρήσεις και να εξελίξεις μόνο μηχανισμούς και αυτοματισμούς που σε εξυπηρετούν. Οι τρόποι είναι εκεί έξω.

Για να το καταφέρεις όμως, πρέπει να κάνεις “walk the talk” (πράξεις τις λέξεις – προθέσεις σου).
“Η προσωπικότητά σου, δημιουργεί την προσωπική σου πραγματικότητα”
Στην Αγγλική το λογύδριο είναι ακόμα πιο ξεκάθαρο: Your personality, creates your personal reality. Από τα αγαπημένα μου καθώς και όσων ασχολούνται με αυτά τα πεδία. Η προσωπικότητα είναι η βάση πάνω στην οποία θα χτίσεις και με την οποία θα δουλέψεις. Από καθημερινά και γήινα μέχρι πνευματικά και άυλα. Είναι από τις βασικές ρίζες του δέντρου σου. Καλό το Φως και η Αγάπη, αλλά πρέπει να ξεκινήσεις από το χώμα το νερό και το ξύλο, πριν πας στον αέρα και τη φωτιά. Κανένας γίγαντας με πήλινα ποδάρια δεν έφτασε μακριά. Ουδείς τέλειος σίγουρα. Αλλά τόσο οι δρόμοι της στατικότητας με την αδράνεια, όσο και οι δρόμοι της αυτοβελτίωσης, είναι ανοιχτοί για όλους.
“Όταν καταφέρεις να αφεθείς και να εγκαταλείψεις την ανάγκη για έλεγχο, τότε θα σε επισκεφθεί η συγχρονικότητα
Όσο προσπαθείς να ελέγχεις τα πάντα, τόσο η ζωή θα σου δείχνει πως δεν έχεις κανέναν ουσιαστικό έλεγχο σε αυτό που αποκαλείς τυχαίο. Παράλληλα, σου αφαιρείται το μεγαλύτερο αν όχι ολόκληρο το μέρος της συγχρονικότητας καθώς υπακούει στο “εγώ ξέρω”. Η ανάγκη για έλεγχο και στην ψυχολογία είναι ισοδύναμη με την έλλειψη αυτοπεποίθησης και την ένταση του φόβου. Όταν μπεις στη δόνηση της εμπιστοσύνης, αυτό αλλάζει. Όπως θα δούμε και παρακάτω, αυτό δεν αναιρεί την πρόθεση, αλλά την προϋποθέτει.
“Το κλειδί βρίσκεται στην λεπτή ισορροπία, ανάμεσα στην πρόθεση και στην παράδοση”
Η αλλιώς το παράδοξο σε ένα πρώτο αντιληπτικό επίπεδο της πρόθεσης και της παράδοσης.

Παράδοση δε σημαίνει αφήνομαι κι όπου με πάει. Δε σημαίνει είμαι ό,τι να ναι. Δε σημαίνει δέχομαι τα πάντα γιατί αυτή είναι η ροή κι έτσι τα ‘φερε η ζωή. Παράδοση σημαίνει εμπιστοσύνη και αποδοχή. Σημαίνει δεν γκρινιάζω, δεν απογοητεύομαι, δεν στεναχωριέμαι βαθιά. Βάζω την πρόθεση του τι επιθυμώ, τι με γεμίζει, τι μου δίνει πληρότητα, κάνω τις ανάλογες δράσεις, και δε με ενδιαφέρει το αποτέλεσμα ή ο τρόπος που θα έρθει αυτό σε εμένα. Η ουσία είναι να κάνω τα βήματα που το μέσα μου προστάζει. Είναι το καλύτερο που μπορώ, κι αυτό είναι αρκετό. Αν είμαι σε ευθυγράμμιση με το μέσα μου, και κάνω τα βήματα, τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει “κάτι” άλλο. Και μόνο στο τέλος της κάθε διαδρομής, καταλαβαίνω την τελική αξία του ταξιδιού.
“Ενώ πολλοί έχουν τη νοητική πρόθεση της προσευχής τους, παραμελούν τα ανάλογα συναισθήματα που πρέπει να τη συνοδεύουν”
Είτε πάμε πίσω σε αρχαίες διδασκαλίες, είτε σε πιο σύγχρονες το κλειδί είναι ξεκάθαρο. Η λέξη προσευχή, είτε λειτουργεί ως προς μια Ανώτερη Δύναμη, είτε κβαντικά με τη δύναμή σου ως καταλύτης placebo. Για να λειτουργήσει, χρειάζεται πρόθεση, οραματισμό, ενδεχομένως λέξεις αλλά οπωσδήποτε το συναίσθημα που θα κάνει τα προηγούμενα να ταξιδέψουν προς υλοποίηση. Όπως έχει πει και ο ίδιος: “Όταν ολοκληρώνουμε τον διαλογισμό, σηκωνόμαστε αισθανόμενοι πως οι προσευχές μας έχουν ήδη εισακουστεί”. Και μία ισχυρή προσευχή ξεκινάει πάντα με “ευχαριστώ”.
“Δεν χρειαζόμαστε άλλους αμπελοφιλοσόφους. Ο κόσμος είναι γεμάτος από αυτούς. Χρειαζόμαστε ανθρώπους που είναι ζωντανά παραδείγματα της Αλήθειας”
Και δεν έχει άδικο. Αυτό που λείπει σε μεγάλο βαθμό από τον κόσμο είναι η πράξη. Και πράξη είναι αυτό που μετατρέπει τη γνώση, σε βαθιά επίγνωση αλλά και αποτέλεσμα μέσω συνειδητής δράσης. Όταν έχεις ζωντανό παράδειγμα, οι λέξεις καθίστανται περιττές. Οι πράξεις πάντα μιλούν πιο δυνατά από κάθε φιλοσοφία, άποψη και λέξη.
“Η αύξηση της ενεργειακής συχνότητας είναι εκείνη που αναγκάζει την βιολογία του σώματος να αναβαθμιστεί”
Το σώμα σου είναι φτιαγμένο για ένα μόνο πράγμα: Να σε υπακούει. Θα υπακούσει το κέντρο επιβίωσης με το να αναπνέει, να κάνει την καρδιά σου να χτυπά, και να σε βοηθάει να ξεφύγεις από πιθανό κίνδυνο. Θα σου δώσει το ερέθισμα αναπαραγωγής για την συνέχιση και εξέλιξη του είδους. Θα υπακούσει την σκέψη και το συναίσθημά σου. Το πρόβλημα είναι ότι υπακούει εσένα σαν ολότητα. Κι αυτό συμπεριλαμβάνει και το υποσυνείδητο, και τους φόβους, και τις ανασφάλειές σου, και τα αλόγιστα πάθη. Δεν έχει διάκριση. Αυτό είναι δουλειά και φίλτρο του Ηνίοχου Νου σου, δηλαδή δική σου.

Ανεβάζοντας λοιπόν συνειδητά συχνότητα σε ωφέλιμες σκέψεις και τα συναισθήματα που τις ακολουθούν, η βιολογία σου θα ακολουθήσει τις εντολές σου. Όπως αναφέρει και ο ίδιος σε μια ομιλία του, τα συναισθήματα είναι εκείνα που ανοίγουν ή κλείνουν την γονιδιακή έκφραση και προδιάθεση. Με αυτό τον τρόπο, ακόμα και χρόνιες ή αυτοάνοσες παθήσεις που ξύπνησαν, μπορούν και πάλι να κοιμηθούν. Ο ρόλος τους εξάλλου, ήταν να σε ξυπνήσουν.
“Αν αλλάξεις το πεδίο, τότε θα αλλάξει και η πραγματικότητα που προβάλλεται από αυτό”
Το μυαλό είτε βιώνεις κάτι στην καθημερινότητα, είτε στη φαντασία σου, είτε σε ένα όνειρο, δεν μπορεί να διαχωρίσει τι είναι πραγματικότητα και τι όχι αν το ζεις έντονα. Τα ηλεκτρικά σήματα ανάμεσα στο νευρωνικό δίκτυο είναι αυτά που το κάνουν αληθινό.

Η ενέργεια προηγείται της ύλης, και η μετάβαση γίνεται μέσω του λεγόμενου μορφογεννητικού πεδίου (του πεδίου που γεννάει την μορφή – ύλη). Αν λοιπόν μέσω οραματισμού / διαλογισμού εκπέμπεις κατάλληλα ώστε να επηρεάσεις το πεδίο, τότε μπορείς να επηρεάσεις και την μορφή.

Αυτός είναι και ο λόγος των ομαδικών προσευχών ή οραματισμών που γίνονται σε μικρές ομάδες και μεγαλύτερες παγκοσμίως, αλλά και η αρχή πίσω από το Heartmath Coherence project. Κι αν η σκέψη προηγείται της πράξης και της ύλης, τότε επεμβαίνοντας στην σκέψη, μπορείς να επέμβεις στην πραγματικότητα.
“Εσύ είσαι ο άνθρωπος που περίμενες”
Δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι που περιμένουν ή απαιτούν μια αλλαγή, συγκεκριμένες συμπεριφορές και πράξεις από ανθρώπους και καταστάσεις έξω από αυτούς. Το περιμένουν έξω από αυτούς, είτε ως απόρεια κάποιου τραύματος, ανεκπλήρωτης ανάγκης, είτε επειδή απαιτεί στο μυαλό τους τον λιγότερο δυνατό κόπο. Ό,τι χρειάζεσαι και ό,τι περιμένεις, μπορείς να σου το δώσεις. Χωρίς να έχεις καμία ανάγκη από οτιδήποτε έξω από εσένα. Προφανώς οι συνέργειες αν είναι ωφέλιμες έχουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, αλλά για να συμβούν πρέπει να προηγηθεί η ένωση που θα παράγει την πολλαπλασιαστική ισχύ. Για να συμβεί η ένωση, πρέπει να προηγηθεί εσωτερική εργασία, ισχυροποίηση και αυτονομία από κάθε ξεχωριστή μονάδα.

Κάνε σήμερα την αλλαγή, και δώσε εσύ στον εαυτό σου αυτό που δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να σου δώσουν οι όποιοι άλλοι ή οι όποιες εξωτερικές συνθήκες για όποιους λόγους. Οι δρόμοι που ως σήμερα περπατούσες, ξέρεις που οδηγούν. Η μαγεία και ξεκινάει έξω από τη ζώνη ασφαλείας μέσα στην οποία τόσο καιρό χουχούλιαζες. Ο μελλοντικός εαυτός και η μέγιστη εκδοχή σου σε περιμένουν να τις συναντήσεις. Η κάθε σου σκέψη βήμα και επιλογή, είτε θα σε απομακρύνει από αυτά, είτε θα σε φέρει πιο κοντά.

Όπως είχε πει κι ο Πλάτωνας, “το μυαλό είναι μια φωτιά που πρέπει να ανάψει, όχι ένα δοχείο που πρέπει να γεμίσει”. Η σπίθα και η διατήρηση της εσωτερικής σου φωτιάς, εξαρτώνται από σένα και μόνο. Άναψε.

Όσκαρ Ουάιλντ: Ο Σκοπός της Zωής είναι η Eξέλιξη του Eαυτού μας

Δεν υπάρχει καλή επιρροή, κύριε Γκρέι. Κάθε επιρροή είναι ανήθικη, ανήθικη από επιστημονική άποψη».

– Γιατί;

– Διότι να ασκείς επιρροή πάνω σε έναν άνθρωπο σημαίνει ότι του δίνεις την ίδια σου την ψυχή.

Εκείνος τότε δεν έχει τον δικό του φυσικό τρόπο σκέψης, δεν τον φλογίζουν τα δικά του πάθη.

Οι αρετές του δεν είναι αληθινές. Οι αμαρτίες του, αν υπάρχει αυτό που ονομάζουμε αμαρτία, είναι δανεικές.

Γίνεται η ηχώ της μουσικής κάποιου άλλου, ο ηθοποιός ενός έργου που δε γράφτηκε για αυτόν.

Ο σκοπός της ζωής είναι η εξέλιξη του εαυτού μας. Να πραγματοποιήσουμε τις επιταγές της φύσης μας –γι’ αυτό το σκοπό ήρθαμε στη γη.

Οι άνθρωποι φοβούνται τον εαυτό τους στις μέρες μας. Έχουν ξεχάσει το ύψιστο καθήκον, το χρέος που έχουμε απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό.

Φυσικά είναι γεμάτοι ευσπλαχνία. Ταΐζουν τους πεινασμένους και ντύνουν τους ζητιάνους.

Αλλά οι ίδιες τους οι ψυχές πεινούν και είναι γυμνές.

Το θάρρος έχει εκλείψει απ’ την φυλή μας. Ίσως και ποτέ να μην το είχαμε.

Ο φόβος μπροστά στην κοινωνία, που είναι η βάση της ηθικής, ο φόβος μπροστά στο Θεό, που είναι το μυστικό της θρησκείας –αυτά μας κυβερνούν.

Αλλά…. Πιστεύω ότι αν ένας άνθρωπος ζούσε τη ζωή του με πληρότητα, αν την εξαντλούσε ως την τελευταία της σταγόνα, αν έδινε μορφή σε κάθε του συναίσθημα κι έκφραση σε κάθε του σκέψη, αν υλοποιούσε κάθε του όνειρο- πιστεύω ότι ο κόσμος θα κέρδιζε μια τόσο καινούρια και ορμητική χαρά, που θα ξεχνούσε όλες τις αρρώστιες του μεσαιωνισμού και θα επιστρέφαμε στο ελληνικό ιδεώδες –ίσως και σε κάτι λεπτότερο, πλουσιότερο κι από το Ελληνικό ιδεώδες.

Αλλά ακόμη και ο πιο γενναίος ανάμεσά μας φοβάται τον ίδιο του τον εαυτό.

Ο αυτοακρωτηριασμός των αγρίων επιβιώνει τραγικά στην αυταπάρνηση που φθείρει τις ζωές μας. Τιμωρούμαστε για τις αρνήσεις μας.

Κάθε παρόρμηση που πολεμάμε να καταπνίξουμε, μένει κρυμμένη και δουλεύει μέσα στο μυαλό και μας δηλητηριάζει.

Το σώμα αμαρτάνει μια φορά και ξεμπερδεύει, γιατί η πράξη είναι ένας τρόπος εξαγνισμού.

Δε μένει τιποτ’ άλλο παρά η ανάμνηση μιας απόλαυσης ή η πολυτέλεια της μεταμέλειας. Ο μόνος τρόπος να ξεφορτωθείς έναν πειρασμό είναι να ενδώσεις σε αυτόν.

Αν του αντισταθείς, η ψυχή σου θ’ αρρωστήσει απ΄ τη λαχτάρα για τα πράγματα που η ίδια απαγόρευσε στον εαυτό της, απ’ την επιθυμία για όσα οι τερατώδεις νόμοι της έχουν κηρύξει τερατώδη και παράνομα.

Κάποιος είπε ότι τα πιο σημαντικά γεγονότα του κόσμου συντελούνται μέσα στο μυαλό.

Στο μυαλό, λοιπόν, και μόνο σ’ αυτό γίνονται και οι μεγαλύτερες αμαρτίες του κόσμου.

Όσκαρ Ουάιλντ, Το Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέυ

G. CLASON: Γι’ αυτό η καρδιά μου είναι θλιμμένη. Θέλω να είμαι πλούσιος

«Τι;» απόρησε ο Κόμπι με αληθινή κατάπληξη. «Δεν έχεις ούτε ένα σίκλο στο πουγκί σου και όμως κάθεσαι σαν άγαλμα πάνω στον τοίχο;
Γιατί δεν τελειώνεις εκείνο εκεί το άρμα;
Και πώς αλλιώς θα χορτάσεις την πείνα σου; Μου φαίνεται πολύ παράξενο αυτό για εσένα, φίλε μου.
Πού είναι η ανεξάντλητη ενέργειά σου;
Σε στενοχωρεί κάτι; Σου έδωσαν οι θεοί προβλήματα;»

«Ναι, πρέπει να είναι ένα μαρτύριο σταλμένο από τους θεούς», συμφώνησε ο Μπανσίρ. «Η αρχή έγινε με ένα όνειρο, ένα παράλογο όνειρο, που είδα ότι ήμουν πλούσιος. Από το ζωνάρι μου κρεμόταν ένα όμορφο πουγκί βαρύ από τα νομίσματα. Είχα τόσους σίκλους που τους πετούσα με αδιάφορη γενναιοδωρία στους ζητιάνους. Είχα ασημένια νομίσματα με τα οποία αγόραζα υπέροχα ρούχα για τη γυναίκα μου και ό,τι ποθούσα ο ίδιος. Είχα χρυσά νομίσματα που με έκαναν να νιώθω σίγουρος για το μέλλον και να μη φοβάμαι να ξοδεύω το ασήμι.
Ένιωθα μια υπέροχη αίσθηση ικανοποίησης. Δεν θα αναγνώριζες τον εργατικό φίλο σου. Ούτε και τη γυναίκα μου, γιατί το πρόσωπό της δεν είχε καμία ρυτίδα και έλαμπε από ευτυχία. Ήταν και πάλι η χαμογελαστή κόρη του πρώτου καιρού του γάμου μας».

«Στ’ αλήθεια ευχάριστο όνειρο», παρατήρησε ο Κόμπι, «γιατί όμως αυτά τα ευχάριστα συναισθήματα που σου προκάλεσε σε έκαναν να στέκεσαι τόσο σκυθρωπός στον τοίχο;»

«Μα είναι να το ρωτάς; Όταν ξύπνησα και θυμήθηκα πόσο άδειο είναι το πουγκί μου, ξύπνησε μέσα μου ένα συναίσθημα εξέγερσης. Ας το συζητήσουμε μαζί, γιατί, όπως λένε οι ναυτικοί, εμείς οι δυο είμαστε στην ίδια βάρκα. Όταν ήμαστε νεαρά παιδιά ακόμη, πήγαμε μαζί στους ιερείς για να μας διδάξουν τη σοφία τους. Όταν γίναμε νέοι άντρες, μοιραζόμασταν ο ένας τις χαρές του άλλου.
Και μεγάλοι τώρα πια, είμαστε πάντα στενοί φίλοι. Ήμαστε πάντα ικανοποιημένοι στη ζωή μας. Μας αρκούσε να δουλεύουμε πολλές ώρες και να ξοδεύουμε ασυλλόγιστα ό,τι κερδίζαμε. Έχουμε βγάλει πολλά νομίσματα στα χρόνια που πέρασαν, αλλά δεν μπορούμε να γευτούμε τις χαρές του πλούτου, παρά μόνο αν τις ονειρευτούμε.
Ω θεοί! Μήπως δεν είμαστε τίποτα παραπάνω από κουτά πρόβατα; Ζούμε στην πλουσιότερη πόλη του κόσμου.
Οι ταξιδιώτες λένε ότι καμία άλλη δεν τη φτάνει στον πλούτο. Γύρω μας βλέπουμε μεγάλη επίδειξη αυτού του πλούτου, αλλά εμείς δεν έχουμε τίποτα. Μετά από μισή ζωή σκληρής δουλειάς, εσύ, ο καλύτερος από τους φίλους μου, έχεις άδειο πουγκί και μου λες “Μπορείς να μου δανείσεις ένα ασήμαντο ποσό, δύο σίκλους, για τη γιορτή των ευγενών απόψε;”
Και εγώ τι σου απαντώ; Μήπως σου λέω “Να το πουγκί μου, και ευχαρίστως να μοιραστώ το περιεχόμενό του μαζί σου”;
Όχι.
Παραδέχομαι ότι το πουγκί μου είναι άδειο, όπως και το δικό σου. Τι σημαίνει αυτό; Γιατί να μην μπορούμε να αποκτήσου - με ασήμι και χρυσάφι – αρκετό για φαγητό και ρούχα;»

«Και σκέψου επίσης τους γιους μας», συνέχισε ο Μπανσίρ. «Δεν ακολουθούν και αυτοί τα βήματα των πατεράδων τους; Γιατί να πρέπει να ζήσουν όλη τους τη ζωή αυτοί και οι οικογένειές τους, και οι γιοι τους, και οι οικογένειες των γιων τους, με τόσους πλούσιους θησαυρούς ολόγυρά τους, και παρ’ όλα αυτά, όπως και εμείς, να αρκούνται στο ξινό κατσικίσιο γάλα και το χυλό;»

«Μπανσίρ, δεν σε έχω ξανακούσει ποτέ άλλοτε να μιλάς έτσι σε όλα αυτά τα χρόνια της φιλίας μας», είπε ο Κόμπι, απορημένος.

«Ποτέ σε όλα αυτά τα χρόνια της φιλίας μας δεν είχα σκεφτεί τούτα τα πράγματα. Από τα χαράματα μέχρι τη στιγμή που με σταματούσε το σκοτάδι, δούλευα για να φτιάξω τα καλύτερα άρματα που μπορεί να βγάλει ανθρώπου χέρι, ελπίζοντας σπλαχνικά ότι μια μέρα οι θεοί θα αναγνωρίσουν τις άξιες πράξεις μου και θα μου δώσουν τη μεγαλύτερη ευημερία. Αλλά δεν το έκαναν ποτέ. Και τώρα πια αντιλαμβάνομαι ότι δεν θα το κάνουν ποτέ.
Γι’ αυτό η καρδιά μου είναι θλιμμένη. Θέλω να είμαι πλούσιος. Λαχταρώ να έχω δικά μου κτήματα και ζώα, να έχω ωραία ρούχα και πολλά νομίσματα στο πουγκί μου. Είμαι πρόθυμος να δουλέψω γι’ αυτά τα πράγματα με όλη μου τη δύναμη, με όλη την ικανότητα των χεριών μου, με όλη την εξυπνάδα του μυαλού μου, αλλά θέλω οι κόποι μου να ανταμείβονται δίκαια.
Τι συμβαίνει με εμάς; Σε ρωτώ και πάλι. Γιατί δεν μπορούμε να απολαμβάνουμε το δίκαιο μερτικό που μας αναλογεί από τα αγαθά που έχουν τόσο άφθονα εκείνοι που διαθέτουν το χρυσάφι για να τα αγοράσουν;»

«Μακάρι να ήξερα την απάντηση», μουρμούρισε ο Κόμπι. «Δεν είμαι πιο ευχαριστημένος από εσένα. Τα έσοδά μου από τη λύρα τελειώνουν γρήγορα. Συχνά, πρέπει να προγραμματίζω και να φροντίζω ώστε να μην πεινάσει η οικογένειά μου. Και βέβαια, έχω στην καρδιά μου μια βαθιά λαχτάρα για μια λύρα αρκετά μεγάλη ώστε να μπορεί να τραγουδήσει τη μουσική που ξεχύνεται μέσα στο νου μου.
Με ένα τέτοιο όργανο θα μπορούσα να παίξω μια μουσική που ούτε ο βασιλιάς δεν θα έχει ακούσει όμοιά της».

«Μια τέτοια λύρα πρέπει να την έχεις. Κανένας άνθρωπος σε όλη τη Βαβυλώνα δεν θα μπορούσε να τη χειριστεί πιο καλά από εσένα.
Γιατί εσύ θα μπορούσες να την κάνεις να τραγουδά τόσο γλυκά ώστε να ευφρανθεί όχι μόνο ο βασιλιάς αλλά και οι ίδιοι οι θεοί. Πώς όμως θα μπορέσεις να την πάρεις αφού είμαστε και οι δύο τόσο φτωχοί όσο και οι σκλάβοι του βασιλιά;
Να, άκου την καμπάνα! Έρχονται οι σκλάβοι».

Έδειξε τη μεγάλη σειρά με τους μισόγυμνους ιδρωμένους νεροκουβαλητές που περπατούσαν βαριά ανεβαίνοντας τον στενό δρόμο από το ποτάμι. Περπατούσαν πέντε άτομα σε κάθε σειρά, σκυμμένοι από το βαρύ ασκί με το νερό που σήκωναν.

«Πρώτο μπόι αυτός που τους οδηγεί!» Ο Κόμπι έδειξε αυτόν που κουβαλούσε την καμπάνα και περπατούσε μπροστά από τους σκλάβους, χωρίς να έχει φορτίο.
«Εύκολα καταλαβαίνεις ότι πρέπει να είναι διακεκριμένος άνθρωπος στη χώρα του».

«Υπάρχουν πολλοί με τέτοιο παράστημα στην ουρά», σχολίασε ο Μπανσίρ, «εξίσου καλοί άντρες με εμάς. Ψηλοί ξανθοί άντρες από το Βορρά, γελαστοί μαύροι από το Νότο, μικρόσωμοι σκουρόχρωμοι άντρες από τις κοντινές χώρες. Και περπατούν όλοι μαζί από το ποτάμι στους κήπους, μπρος- πίσω, κάθε μέρα, τον ένα χρόνο μετά τον άλλο. Δεν έχουν να περιμένουν καμία ευτυχία. Κοιμούνται σε αχυρόστρωμα και τρώνε χυλό από σκληρό σιτάρι. Τους λυπάμαι τους καημένους, Κόμπι».

«Και εγώ τους λυπάμαι. Όμως, στ’ αλήθεια με κάνεις να καταλαβαίνω πόσο ελάχιστα καλύτερη είναι η δική μας κατάσταση, κι ας λέμε πως είμαστε ελεύθεροι άνθρωποι».

«Αυτή είναι η αλήθεια, Κόμπι, έστω κι αν είναι δυσάρεστη. Δεν θέλουμε να συνεχίσουμε να ζούμε σαν σκλάβοι μέχρι να πεθάνουμε. Δουλειά, δουλειά, δουλειά! Και δεν καταφέρνουμε τίποτα».

«Δεν θα μπορούσαμε να ανακαλύψουμε πώς οι άλλοι αποκτούν χρυσάφι και να κάνουμε κι εμείς το ίδιο;» ρώτησε ο Κόμπι.

«Ίσως υπάρχει κάποιο μυστικό, που θα μπορούσαμε να μάθουμε, φτάνει να βρίσκαμε εκείνους που το γνωρίζουν», απάντησε ο Μπανσίρ, συλλογισμένος.

«Μόλις σήμερα», είπε ο Κόμπι,«συνάντησα τον παλιό μας φίλο, τον Αρκάντ, πάνω στο χρυσό του άρμα. Και ξέρεις κάτι;
Δεν κοίταξε εμένα, τον ταπεινό μουσικό, με τον υπεροπτικό τρόπο που θα χρησιμοποιούσαν σαν δικαίωμά τους πολλοί στη θέση του. Απεναντίας, μου κούνησε το χέρι ζωηρά για να τον δουν όλοι οι περαστικοί να χαιρετά και να χαρίζει το χαμόγελο της φιλίας του στον Κόμπι, τον μουσικό».

«Λένε πως είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος σε όλη τη Βαβυλώνα», είπε ο Μπανσίρ.

«Είναι τόσο πλούσιος που λένε ότι ο βασιλιάς ζητά τη βοήθειά του στα οικονομικά θέματα», απάντησε ο Κόμπι.

«Είναι τόσο πλούσιος», συνέχισε ο Μπανσίρ,«ώστε φοβάμαι ότι έτσι και τον συναντούσα μες στη σκοτεινιά της νύχτας, μπορεί να άπλωνα τα χέρια μου στο χοντρό πουγκί του».

«Ανοησίες!» τον μάλωσε ο Κόμπι. «Ο πλούτος του ανθρώπου δεν βρίσκεται στο πουγκί που κουβαλά. Ένα γεμάτο πουγκί γρήγορα αδειάζει, αν δεν υπάρχει μια χρυσή ροή που πάντα το ξαναγεμίζει. Ο Αρκάντ έχει ένα εισόδημα που κρατά διαρκώς το πουγκί του γεμάτο, όσο γενναιόδωρα και αν ξοδεύει».

«Εισόδημα. αυτό είναι!» φώναξε ο Μπανσίρ. «Μακάρι να υπήρχε ένα εισόδημα που να γέμιζε ασταμάτητα το πουγκί μου, είτε καθόμουν καβάλα στον τοίχο είτε ταξίδευα σε μέρη μακρινά. Ο Αρκάντ πρέπει να ξέρει πώς μπορεί κάποιος να αποκτήσει εισόδημα. Πιστεύεις πως είναι κάτι που θα δεχόταν να εξηγήσει σε ένα αργόστροφο μυαλό σαν το
δικό μου;»

GEORGE  S. CLASON, Ο πλουσιότερος άνθρωπος της Βαβυλώνας

Hegel: Διαλεκτική του Συγκεκριμένου


Γιατί το Συγκεκριμένο; Επειδή η θεωρία και η πράξη του Συγκεκριμένου δεν είναι μια αυτονόητη και για πάντα δεδομένη πραγματικότητα, όπως πιστεύεται συνήθως, αλλά μια ενεργώς πραγματικότητα, όπως εννοεί την τελευταία ο Χέγκελ ως διαλεκτική δι-εργασία του Αισθητού και του Πνευματικού. Στην καθημερινή μας ζωή το Συγκεκριμένο πνίγεται μέσα στην ιδεολογική ασάφεια των πάσης φύσεως -ισμών, που συνοψίζονται σε δυο γενικές κατηγορίες:

1. Εκείνη του μονοδιάστατου υλισμού και της πιο βάρβαρης υλιστικής σκοπιάς, που εννοεί το Συγκεκριμένο ως μια άμεση υλική ή αισθητή κατάσταση, στιγμή, συνθήκη, συμπεριφορά, στάση κ.λπ.

2. Εκείνη η απόλυτα δογματική σκοπιά ενός κακοποιημένου ιδεαλισμού, που θεωρεί την αισθητή πραγματικότητα, την παρούσα ζωή ως το καζάνι της κολάσεως και την αναθεματίζει στο όνομα μιας μελλοντικά αληθινής και απο-ενοχοποιημένης ζωής.

Θεμελιώδης αρχή του έργου του είναι να αναδειχθεί η επανάσταση που ο Χέγκελ επεδίωξε και πέτυχε στη Φιλοσοφία· μια επανάσταση που εφάμιλλη επόμενη δεν υπάρχει παρά μόνο εκείνη του Heidegger, όπως αναφέρει και ο Leo Strauss, ο οποίος, αφού παρακολούθησε τα μαθήματα των Weber και Heidegger, είπε στον φίλο του Franz Rosenzweig:

«Ο Weber, σε σύγκριση με τον Heidegger, μου φάνηκε ως ένα “ορφανό” όσον αφορά την ακρίβεια, τη βαθύτητα και την ικανότητα. Ποτέ δεν είχα δει τέτοια σοβαρότητα, εμβρίθεια και συγκέντρωση στην ερμηνεία των φιλοσοφικών κειμένων. Είχα ακούσει την ερμηνεία από τον Heidegger ορισμένων κειμένων του Αριστοτέλη και κάποια στιγμή αργότερα άκουσα τον Werner Jaeger στο Βερολίνο να ερμηνεύει τα ίδια κείμενα. Η επιείκεια με υποχρεώνει να περιορίσω τη σύγκρισή μου στην παρατήρηση ότι δεν υπήρχε σύγκριση… Είδαμε με τα μάτια μας ότι δεν υπήρχε τέτοιο φαινόμενο στον κόσμο από τον Hegel και μετά» (The Rebirth of Classical Political Rationalism, σ. 28).

Η εγελιανή σκέψη δεν αποτελεί απλώς έναν αναντικατάστατο σταθμό, στο πλαίσιο της ιστορίας της φιλοσοφίας, αλλά εκείνη την ανεξάντλητη πηγή της αληθινής φιλοσοφίας, όπως την εννοεί ο Πλάτων στην Πολιτεία και στα άλλα κείμενά του. Ο αληθινός χαρακτήρας της εγελιανής φιλοσοφίας έγκειται θεμελιωδώς στο γεγονός ότι παίρνει τον Λόγο από την καθημερινή, απλοϊκή του κατάσταση της δοξασίας, της αυθαίρετης εν πολλοίς υποκειμενικής γνώμης, και τον ανυψώνει σε οδηγητικό Λόγο της κατανόησης, δηλ. σε κατανοητικό Λόγο (begreifende Vernunft [ή Logos]), και συγχρόνως σε Λόγο ‒ σκέψη συν-εν-Νόησης. Δυνάμει τούτου του Λόγου ‒ σκέψης όλες οι συμμετρίες, οι δρόμοι, οι διαδικασίες, τα ανοίγματα στον κόσμο και του κόσμου κ.λπ. ανάγονται στο ίδιο κέντρο προβληματισμού και αναδύονται επίσης από το ίδιο τούτο κέντρο.

§2

     Αυτός ο Λόγος δεν επινοείται από τον Hegel· δεν είναι φαντασιακή κατασκευή του φιλοσόφου, προκειμένου να γεμίσει τον κόσμο μας με αθροιστικά, επιτηδευμένα σύνολα ή σχεδιάσματα εξωτερικών, αποσπασματικών ή και ασυνάρτητων γνώσεων, πληροφοριών, περιγραφών, εξιστορήσεων κ.λπ., κάτι δηλ. σαν κάποια γελοία, α-νόητα μορφώματα λόγου, που ζούμε στις εποχές μας και μάλιστα τα συναντούμε συχνά ‒ πυκνά σε θεσμικούς χώρους, μορφωτικά ιδρύματα κ.λπ., με φωτεινές πάντοτε εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν πάντως τον κανόνα του Άσχημου (κατά τον Πλάτωνα). Απεναντίας, ο κατανοητικός Λόγος είναι η ενύπαρκτη Λογική που διέπει τον κόσμο των ανθρώπων και των πραγμάτων· τα ενδότερα νοήματα που συνέχουν τη σχέση του εν λόγω κόσμου με τον εαυτό του αλλά και με τις εσωτερικές του διαφοροποιήσεις. Αυτή η Λογική ή τα ενδότερα νοήματα αναδύονται, δηλ. ανασυγκροτούνται και ανα-σημαίνονται σε γλώσσα ‒ σκέψη που συγκεκριμενοποιείται εκάστοτε σε έννοιες και στη διαλεκτική τους ολοκλήρωση στην Έννοια και στην Έννοια της Έννοιας, δηλ. σε αυτό που ο Αριστοτέλης ονομάζει: νοήσεως νόησις. Ολόκληρη τούτη η εννοιολογική διεργασία συνιστά τα περιεχόμενα και τη δομή του κατανοητικού Λόγου, κατά τρόπο που αυτός ο Λόγος να εκτυλίσσεται διαλεκτικά: να μην εισδύει μόνο στην ανάλυση των γεγονότων, των καταστάσεων και όλων των συνυφάνσεων του κόσμου ‒κάτι που λιγότερο ή περισσότερο το επιχειρεί και ο κοινός νους‒ αλλά να προχωρεί και στην εννοιολογική ενοποίηση των αντιθετικών πλευρών ή εκδηλώσεων αυτών των συνυφάνσεων.

§3

     Εννοιολογική ενοποίηση σημαίνει άνοιγμα ενώπιών μας όλων των αντιθετικών πτυχών, στοιχείων, ουσιών, που έχουν ως κοινό παρονομαστή το γίγνεσθαι της ολότητας, εντός του οποίου είναι εστιασμένο, έχει δηλ. την Εστία του, το Είναι κάθε επί μέρους αποκαλυπτικής ουσίας. Στη χορεία αυτών των αποκαλυπτικών ουσιών ανήκει η θρησκεία, η τέχνη, η πολιτική, η αισθητική, η ποίηση κ.λπ. Το ως άνω άνοιγμα δεν είναι διασκορπισμός των επί μέρους στοιχείων ή ουσιών του Όλου παρά αλληλοδιείσδυσή τους, αλληλοσυσχέτισή τους, αλληλομαχία, αλληλογονιμοποίηση. Πρόκειται για την πολύτροπη σχέση τους, που δεν λογίζεται ως σχέση αιτίου και ατιατού παρά ως η αποτύπωση της σφραγίδας της ολότητας πάνω σε κάθε επί μέρους όλο, πτυχή ή στοιχείο. Αυτή τη διεργασία ο Χέγκελ τη συλλαμβάνει ως ανάπτυξη:

«Εδώ δεν έχουμε πλέον μετάβαση σε ένα Άλλο, ούτε πια εμφάνεια σε ένα Άλλο· δεν έχουμε πια αναγκαιότητα, μια εσωτερική εξάρτηση από όρους και μια εξωτερική εμ­φάνεια, αλλά ανάπτυξη, όπου καθετί έχει μέσα του τη φύση του Ενός [=της ενότητας] ως αλήθεια του. Σε ολόκληρο το ανεπτυγμένο δέντρο δεν εκφύεται τίποτα που να μην είναι καθεαυτό [=δυνάμει] μέσα στο σπόρο· εδώ μέσα περιέχεται δυνάμει [=ελληνικά στο πρωτότυπο] ολόκληρο το δέντρο: η φύση της ρίζας, του στελέχους, η καθορισμένη φύση του φλοιού κ.ο.κ., περιέχεται, όπως λέμε, πνευματικά· εκεί στο σπόρο το δέντρο είναι ακόμη με τη μορ­φή της έννοιας, ενώ όλα τα υπόλοιπα είναι μόνο μια ανάπτυξή της. Όλα είναι ήδη εκ των προτέρων προσδιορισμένα· ό,τι εκφύεται από την ανάπτυξη, έχει πάνω του και το αποτύ­πωμα του Όλου· όλα όσα αναπτύσσονται σε ένα φυτό, έχουν αποτυπωμένη πάνω τους ολόκληρη τη φύση αυτού του φυτού, ακριβώς όπως κάθε μέρος οποιουδήποτε ζωντανού όντος έχει πάνω του τη φύση του Όλου. Αυτό λοιπόν είναι ανάπτυξη» (Διαλεκτική του Συγκεκριμένου, σσ. 355-56).

  Ο Χέγκελ, στη Λογική του, μιλάει για κύκλο των κύκλων και στη Φαινομενολογία του πνεύματος για ένα μεθυσμένο Όλο, για μια βακχική παραζάλη, που κανένα μέλος δεν μένει αμέθυστο. Έτσι, η φιλοσοφία αποτρέπει τη σκέψη να χάνεται μέσα σε ένα φαύλο κύκλο και την καθιστά ικανή να φέρει σε έναν εσωτερικό διά-Λογο τις μνημονευθείσες πιο πάνω ουσίες. Βάση αυτού του δια-Λόγου είναι το ιστορικό πνεύμα του κόσμου, που ως παγ-κόσμιο πνεύμα διασφαλίζει την αδιασάλευτα συγκεκριμένη ανάγνωση αυτού του κόσμου. Με μια τέτοια συγκεκριμένη, τουτέστι διαλεκτική, ανάγνωση ο κόσμος δεν διχοτομείται σε αισθητό και πνευματικό ή διανοητικό, ή σε άπειρο και περατό κόσμο. Ο Χέγκελ τονίζει με έμφαση πως το άπειρο εν-τοπίζεται εντός του περατού ή πεπερασμένου και δεν βρίσκεται σε κάποιο επέκεινα. Είναι, εν τέλει, ο περιδινούμενος κύκλος του Όλου, ήτοι η διαλεκτική του πνεύματος ή, πράγμα το ίδιο, η διαλεκτική έννοια που συνέχει το Όλο (βλ. ό.π., σ. 350 κ.εξ.). 

ΠΛΑΤΩΝ: Ἵππίας μείζων (302e-304a)

ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Οὐκ ἄρα τούτῳ γε ἑκάτερον αὐτῶν ἐστι καλόν, ὃ μὴ ἕπεται ἑκατέρῳ (τὸ γὰρ ἀμφότερον ἑκατέρῳ οὐχ ἕπεται) ὥστε ἀμφότερα μὲν αὐτὰ φάναι καλὰ κατὰ τὴν ὑπόθεσιν ἔξεστιν, ἑκάτερον δὲ οὐκ [303a] ἔξεστιν· ἢ πῶς λέγομεν; οὐκ ἀνάγκη;
ΙΠΠΙΑΣ. Φαίνεται.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Φῶμεν οὖν ἀμφότερα μὲν καλὰ εἶναι, ἑκάτερον δὲ μὴ φῶμεν;
ΙΠΠΙΑΣ. Τί γὰρ κωλύει;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Τόδε ἔμοιγε δοκεῖ, ὦ φίλε, κωλύειν, ὅτι ἦν που ἡμῖν τὰ μὲν οὕτως ἐπιγιγνόμενα ἑκάστοις, εἴπερ ἀμφοτέροις ἐπιγίγνοιτο, καὶ ἑκατέρῳ, καὶ εἴπερ ἑκατέρῳ, καὶ ἀμφοτέροις, ἅπαντα ὅσα σὺ διῆλθες· ἦ γάρ;
ΙΠΠΙΑΣ. Ναί.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἃ δέ γε αὖ ἐγὼ διῆλθον, οὔ· ὧν δὴ ἦν καὶ αὐτὸ τὸ ἑκάτερον καὶ τὸ ἀμφότερον. ἔστιν οὕτως;
ΙΠΠΙΑΣ. Ἔστιν.
[303b] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ποτέρων οὖν, ὦ Ἱππία, δοκεῖ σοι τὸ καλὸν εἶναι; πότερον ὧν σὺ ἔλεγες· εἴπερ ἐγὼ ἰσχυρὸς καὶ σύ, καὶ ἀμφότεροι, καὶ εἴπερ ἐγὼ δίκαιος καὶ σύ, καὶ ἀμφότεροι, καὶ εἴπερ ἀμφότεροι, καὶ ἑκάτερος· οὕτω δὴ καὶ εἴπερ ἐγὼ καλὸς καὶ σύ, καὶ ἀμφότεροι, καὶ εἴπερ ἀμφότεροι, καὶ ἑκάτερος; ἢ οὐδὲν κωλύει, ὥσπερ ἀρτίων ὄντων τινῶν ἀμφοτέρων τάχα μὲν ἑκάτερα περιττὰ εἶναι, τάχα δ᾽ ἄρτια, καὶ αὖ ἀρρήτων ἑκατέρων ὄντων τάχα μὲν ῥητὰ τὰ συναμφότερα εἶναι, τάχα [303c] δ᾽ ἄρρητα, καὶ ἄλλα μυρία τοιαῦτα, ἃ δὴ καὶ ἐγὼ ἔφην ἐμοὶ προφαίνεσθαι; ποτέρων δὴ τιθεῖς τὸ καλόν; ἢ ὥσπερ ἐμοὶ περὶ αὐτοῦ καταφαίνεται, καὶ σοί; πολλὴ γὰρ ἀλογία ἔμοιγε δοκεῖ εἶναι ἀμφοτέρους μὲν ἡμᾶς εἶναι καλούς, ἑκάτερον δὲ μή, ἢ ἑκάτερον μέν, ἀμφοτέρους δὲ μή, ἢ ἄλλο ὁτιοῦν τῶν τοιούτων. οὕτως αἱρῇ, ὥσπερ ἐγώ, ἢ ᾽κείνως;
ΙΠΠΙΑΣ. Οὕτως ἔγωγε, ὦ Σώκρατες.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Εὖ γε σὺ ποιῶν, ὦ Ἱππία, ἵνα καὶ ἀπαλλαγῶμεν [303d] πλείονος ζητήσεως· εἰ γὰρ τούτων γ᾽ ἐστὶ τὸ καλόν, οὐκ ἂν ἔτι εἴη τὸ δι᾽ ὄψεως καὶ ἀκοῆς ἡδὺ καλόν. ἀμφότερα μὲν γὰρ ποιεῖ καλὰ τὸ δι᾽ ὄψεως καὶ ἀκοῆς, ἑκάτερον δ᾽ οὔ· τοῦτο δ᾽ ἦν ἀδύνατον, ὡς ἐγώ τε καὶ σὺ δὴ ὁμολογοῦμεν, ὦ Ἱππία.
ΙΠΠΙΑΣ. Ὁμολογοῦμεν γάρ.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ἀδύνατον ἄρα τὸ δι᾽ ὄψεως καὶ ἀκοῆς ἡδὺ καλὸν εἶναι, ἐπειδή γε καλὸν γιγνόμενον τῶν ἀδυνάτων τι παρέχεται.
ΙΠΠΙΑΣ. Ἔστι ταῦτα.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. «Λέγετε δὴ πάλιν,» φήσει, «ἐξ ἀρχῆς, ἐπειδὴ [303e] τούτου διημάρτετε· τί φατε εἶναι τοῦτο τὸ καλὸν τὸ ἐπ᾽ ἀμφοτέραις ταῖς ἡδοναῖς, δι᾽ ὅτι ταύτας πρὸ τῶν ἄλλων τιμήσαντες καλὰς ὠνομάσατε;» ἀνάγκη δή μοι δοκεῖ εἶναι, ὦ Ἱππία, λέγειν ὅτι ἀσινέσταται αὗται τῶν ἡδονῶν εἰσι καὶ βέλτισται, καὶ ἀμφότεραι καὶ ἑκατέρα· ἢ σύ τι ἔχεις λέγειν ἄλλο ᾧ διαφέρουσι τῶν ἄλλων;
ΙΠΠΙΑΣ. Οὐδαμῶς· τῷ ὄντι γὰρ βέλτισταί εἰσιν.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. «Τοῦτ᾽ ἄρα,» φήσει, «λέγετε δὴ τὸ καλὸν εἶναι, ἡδονὴν ὠφέλιμον;» Ἐοίκαμεν, φήσω ἔγωγε· σὺ δέ;
ΙΠΠΙΑΣ. Καὶ ἐγώ.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ. «Οὐκοῦν ὠφέλιμον,» φήσει, «τὸ ποιοῦν τἀγαθόν, τὸ δὲ ποιοῦν καὶ τὸ ποιούμενον ἕτερον νυνδὴ ἐφάνη, καὶ εἰς τὸν πρότερον λόγον ἥκει ὑμῖν ὁ λόγος; οὔτε γὰρ τὸ ἀγαθὸν ἂν [304a] εἴη καλὸν οὔτε τὸ καλὸν ἀγαθόν, εἴπερ ἄλλο αὐτῶν ἑκάτερόν ἐστι.» Παντός γε μᾶλλον, φήσομεν, ὦ Ἱππία, ἂν σωφρονῶμεν· οὐ γάρ που θέμις τῷ ὀρθῶς λέγοντι μὴ συγχωρεῖν.

***
ΣΩ. Ώστε το καθένα από αυτά χωριστά δεν είναι όμορφο εξαιτίας αυτού που δεν ακολουθεί το καθένα χωριστά· γιατί ό,τι ανήκει και στα δύο μαζί δεν ακολουθεί το καθένα χωριστά. Σύμφωνα λοιπόν με αυτά που βάλαμε για βάση έχουμε το δικαίωμα να πούμε για τα δύο μαζί πως είναι όμορφα, για το καθένα όμως χωριστά [303a] δεν έχουμε το δικαίωμα. Ή πώς αλλιώς να πούμε; Δεν είμαστε αναγκασμένοι να το πούμε έτσι;
ΙΠ. Έτσι φαίνεται.
ΣΩ. Να πούμε λοιπόν πως και τα δύο μαζί είναι όμορφα, για το καθένα όμως χωριστά να μη το πούμε;
ΙΠ. Και τί μας εμποδίζει σ᾽ αυτό;
ΣΩ. Τούτο, καλέ μου, μου φαίνεται πως μας εμποδίζει, ότι μερικά παθήματα γίνονται στο ένα και στο άλλο πράγμα έτσι: αν δηλαδή γίνονται και στα δύο μαζί, να γίνονται και στο καθένα χωριστά· και αν στο καθένα χωριστά, να γίνονται και στα δύο μαζί — όλα όσα συ αράδιασες. Έτσι δεν είναι;
ΙΠ. Ναι.
ΣΩ. Όσα όμως εγώ αράδιασα, όχι. Και σ᾽ αυτά όμως βρήκαμε αυτές τις έννοιες: «το καθένα χωριστά» και «τα δύο μαζί». Έτσι δεν είναι;
ΙΠ. Έτσι.
[303b] ΣΩ. Σε ποιό από τα δύο πιστεύεις, Ιππία, πως ανήκει το όμορφο; Σ᾽ αυτά που συ έλεγες; Αν εγώ είμαι δυνατός και συ, τότε και οι δύο μαζί· και αν εγώ δίκαιος και συ, τότε και οι δύο μαζί· και αν και οι δύο, τότε και ο καθένας μας χωριστά. Έτσι και αν εγώ είμαι όμορφος και συ, τότε και οι δύο μαζί· και αν και οι δύο μαζί, τότε και ο καθένας μας χωριστά. Έτσι; Ή μήπως τίποτε δεν μας εμποδίζει να πούμε — όπως για μερικά πράγματα, που και τα δύο μαζί είναι ζυγά, χωριστά όμως το καθένα μπορεί να είναι άλλοτε μονό και άλλοτε ζυγό· ακόμα, κάθε αριθμός χωριστά να είναι ασύμμετρος, και οι δύο όμως μαζί άλλοτε να είναι σύμμετροι και άλλοτε [303c] ασύμμετροι, και άλλα αμέτρητα παρόμοια, αυτά που εγώ είπα πως ξεπροβάλλουν μέσα μου. Σε ποιό από τα δύο βάζεις το όμορφο; Ή μήπως ό,τι πιστεύω εγώ γι᾽ αυτό, το πιστεύεις και συ; Γιατί μου φαίνεται πως είναι μεγάλος παραλογισμός και οι δύο να είμαστε όμορφοι, όχι όμως και καθένας μας χωριστά· ή καθένας μας χωριστά, όχι όμως και οι δύο μαζί — ή οτιδήποτε άλλο παρόμοιο. Αυτό προτιμάς, όπως εγώ, ή το άλλο;
ΙΠ. Εγώ βέβαια αυτό, Σωκράτη.
ΣΩ. Και καλά κάνεις, Ιππία· γιατί έτσι γλιτώνουμε [303d] και από περισσότερη αναζήτηση· γιατί αν το όμορφο ανήκει σ᾽ αυτή την ομάδα, αποκλείεται πια η ευχαρίστηση που γίνεται με την όραση και με την ακοή να είναι όμορφη· γιατί αυτό που γίνεται με την όραση και με την ακοή τα κάνει όμορφα όταν είναι μαζί· όταν είναι χωριστά, όχι. Αυτό όμως είναι αδύνατο, όπως συμφωνήσαμε και εγώ και συ, Ιππία.
ΙΠ. Αλήθεια, συμφωνήσαμε.
ΣΩ. Ώστε είναι αδύνατο η ευχαρίστηση με την όραση και με την ακοή να είναι όμορφο, επειδή, αν γίνει όμορφο, δίνει κάτι από αυτά που είναι αδύνατο να υπάρχουν.
ΙΠ. Έτσι είναι.

Όγδοος ορισμός.
ΣΩ. Λέγετε λοιπόν πάλι, θα πει, από την αρχή, μια και [303e] σ᾽ αυτό πέσατε έξω: Τί λέτε πως είναι το όμορφο που βρίσκεται στις δύο αυτές ευχαριστήσεις μαζί και που γι᾽ αυτό τις τιμήσατε πιο πολύ από τις άλλες και τις είπατε όμορφες; Εγώ νομίζω, Ιππία, πως αναγκαστικά θα πούμε γι᾽ αυτές πως είναι οι πιο άβλαβες από τις ευχαριστήσεις και οι πιο καλές — και οι δύο μαζί και η καθεμία χωριστά. Ή μήπως συ έχεις κάτι άλλο να πεις που τις κάνει να ξεχωρίζουν από τις άλλες;
ΙΠ. Εξάπαντος όχι! Πραγματικά είναι οι πιο καλές.
ΣΩ. Τούτο λοιπόν, θα πει, λέτε πως είναι το όμορφο, η ωφέλιμη ευχαρίστηση; Έτσι μοιάζει, θα πω εγώ. Και συ;
ΙΠ. Και εγώ.
ΣΩ. Ώστε το ωφέλιμο, θα πει, είναι εκείνο που κάνει το καλό· εκείνο όμως που κάνει και εκείνο που γίνεται φάνηκαν πριν από λίγο πως είναι πράγματα διαφορετικά, και έτσι η συζήτησή μας γύρισε στην προηγούμενη συζήτηση. Ή όχι; Γιατί ούτε το καλό [304a] θα μπορούσε να είναι όμορφο ούτε το όμορφο καλό, αν βέβαια το καθένα τους είναι κάτι άλλο. — Το δίχως άλλο έτσι είναι, θα πούμε, Ιππία, αν έχουμε μυαλό· γιατί δεν επιτρέπεται να μη συμφωνήσουμε με όποιον μιλεί σωστά.