Πέμπτη 23 Ιουνίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (4.1-4.75)

Ραψωδία δ' Τὰ ἐν Λακεδαίμονι


Οἱ δ᾽ ἷξον κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσαν,
πρὸς δ᾽ ἄρα δώματ᾽ ἔλων Μενελάου κυδαλίμοιο.
τὸν δ᾽ εὗρον δαινύντα γάμον πολλοῖσιν ἔτῃσιν
υἱέος ἠδὲ θυγατρὸς ἀμύμονος ᾧ ἐνὶ οἴκῳ.
5 τὴν μὲν Ἀχιλλῆος ῥηξήνορος υἱέϊ πέμπεν·
ἐν Τροίῃ γὰρ πρῶτον ὑπέσχετο καὶ κατένευσε
δωσέμεναι, τοῖσιν δὲ θεοὶ γάμον ἐξετέλειον.
τὴν ἄρ᾽ ὅ γ᾽ ἔνθ᾽ ἵπποισι καὶ ἅρμασι πέμπε νέεσθαι
Μυρμιδόνων προτὶ ἄστυ περικλυτόν, οἷσιν ἄνασσεν.
10 υἱέϊ δὲ Σπάρτηθεν Ἀλέκτορος ἤγετο κούρην,
ὅς οἱ τηλύγετος γένετο κρατερὸς Μεγαπένθης
ἐκ δούλης· Ἑλένῃ δὲ θεοὶ γόνον οὐκέτ᾽ ἔφαινον,
ἐπεὶ δὴ τὸ πρῶτον ἐγείνατο παῖδ᾽ ἐρατεινήν,
Ἑρμιόνην, ἣ εἶδος ἔχε χρυσέης Ἀφροδίτης.
15 Ὣς οἱ μὲν δαίνυντο καθ᾽ ὑψερεφὲς μέγα δῶμα
γείτονες ἠδὲ ἔται Μενελάου κυδαλίμοιο,
τερπόμενοι· μετὰ δέ σφιν ἐμέλπετο θεῖος ἀοιδὸς
φορμίζων· δοιὼ δὲ κυβιστητῆρε κατ᾽ αὐτοὺς
μολπῆς ἐξάρχοντες ἐδίνευον κατὰ μέσσους.
20 Τὼ δ᾽ αὖτ᾽ ἐν προθύροισι δόμων αὐτώ τε καὶ ἵππω,
Τηλέμαχός θ᾽ ἥρως καὶ Νέστορος ἀγλαὸς υἱός,
στῆσαν· ὁ δὲ προμολὼν ἴδετο κρείων Ἐτεωνεύς,
ὀτρηρὸς θεράπων Μενελάου κυδαλίμοιο,
βῆ δ᾽ ἴμεν ἀγγελέων διὰ δώματα ποιμένι λαῶν,
25 ἀγχοῦ δ᾽ ἱστάμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«Ξείνω δή τινε τώδε, διοτρεφὲς ὦ Μενέλαε,
ἄνδρε δύω, γενεῇ δὲ Διὸς μεγάλοιο ἔϊκτον.
ἀλλ᾽ εἴπ᾽, ἤ σφωϊν καταλύσομεν ὠκέας ἵππους,
ἦ ἄλλον πέμπωμεν ἱκανέμεν, ὅς κε φιλήσῃ.»
30 Τὸν δὲ μέγ᾽ ὀχθήσας προσέφη ξανθὸς Μενέλαος·
«οὐ μὲν νήπιος ἦσθα, Βοηθοΐδη Ἐτεωνεῦ,
τὸ πρίν· ἀτὰρ μὲν νῦν γε πάϊς ὣς νήπια βάζεις.
ἦ μὲν δὴ νῶϊ ξεινήϊα πολλὰ φαγόντε
ἄλλων ἀνθρώπων δεῦρ᾽ ἱκόμεθ᾽, αἴ κέ ποθι Ζεὺς
35 ἐξοπίσω περ παύσῃ ὀϊζύος. ἀλλὰ λύ᾽ ἵππους
ξείνων, ἐς δ᾽ αὐτοὺς προτέρω ἄγε θοινηθῆναι.»
Ὣς φάθ᾽, ὁ δὲ μεγάροιο διέσσυτο, κέκλετο δ᾽ ἄλλους
ὀτρηροὺς θεράποντας ἅμα σπέσθαι ἑοῖ αὐτῷ.
οἱ δ᾽ ἵππους μὲν λῦσαν ὑπὸ ζυγοῦ ἱδρώοντας,
40 καὶ τοὺς μὲν κατέδησαν ἐφ᾽ ἱππείῃσι κάπῃσι,
πὰρ δ᾽ ἔβαλον ζειάς, ἀνὰ δὲ κρῖ λευκὸν ἔμιξαν,
ἅρματα δ᾽ ἔκλιναν πρὸς ἐνώπια παμφανόωντα,
αὐτοὺς δ᾽ εἰσῆγον θεῖον δόμον· οἱ δὲ ἰδόντες
θαύμαζον κατὰ δῶμα διοτρεφέος βασιλῆος.
45 ὥς τε γὰρ ἠελίου αἴγλη πέλεν ἠὲ σελήνης
δῶμα καθ᾽ ὑψερεφὲς Μενελάου κυδαλίμοιο.
αὐτὰρ ἐπεὶ τάρπησαν ὁρώμενοι ὀφθαλμοῖσιν,
ἔς ῥ᾽ ἀσαμίνθους βάντες ἐϋξέστας λούσαντο.
τοὺς δ᾽ ἐπεὶ οὖν δμῳαὶ λοῦσαν καὶ χρῖσαν ἐλαίῳ,
50 ἀμφὶ δ᾽ ἄρα χλαίνας οὔλας βάλον ἠδὲ χιτῶνας,
ἔς ῥα θρόνους ἕζοντο παρ᾽ Ἀτρεΐδην Μενέλαον.
χέρνιβα δ᾽ ἀμφίπολος προχόῳ ἐπέχευε φέρουσα
καλῇ χρυσείῃ, ὑπὲρ ἀργυρέοιο λέβητος,
νίψασθαι· παρὰ δὲ ξεστὴν ἐτάνυσσε τράπεζαν.
55 σῖτον δ᾽ αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα,
εἴδατα πόλλ᾽ ἐπιθεῖσα, χαριζομένη παρεόντων.
δαιτρὸς δὲ κρειῶν πίνακας παρέθηκεν ἀείρας
παντοίων, παρὰ δέ σφι τίθει χρύσεια κύπελλα.
τὼ καὶ δεικνύμενος προσέφη ξανθὸς Μενέλαος·
60 «Σίτου θ᾽ ἅπτεσθον καὶ χαίρετον. αὐτὰρ ἔπειτα
δείπνου πασσαμένω εἰρησόμεθ᾽ οἵ τινές ἐστον
ἀνδρῶν· οὐ γὰρ σφῷν γε γένος ἀπόλωλε τοκήων,
ἀλλ᾽ ἀνδρῶν γένος ἐστὲ διοτρεφέων βασιλήων
σκηπτούχων, ἐπεὶ οὔ κε κακοὶ τοιούσδε τέκοιεν.»
65 Ὣς φάτο, καί σφιν νῶτα βοὸς παρὰ πίονα θῆκεν
ὄπτ᾽ ἐν χερσὶν ἑλών, τά ῥά οἱ γέρα πάρθεσαν αὐτῷ.
οἱ δ᾽ ἐπ᾽ ὀνείαθ᾽ ἑτοῖμα προκείμενα χεῖρας ἴαλλον.
αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο,
δὴ τότε Τηλέμαχος προσεφώνεε Νέστορος υἱόν,
70 ἄγχι σχὼν κεφαλήν, ἵνα μὴ πευθοίαθ᾽ οἱ ἄλλοι·
«Φράζεο, Νεστορίδη, τῷ ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ,
χαλκοῦ τε στεροπὴν κὰδ δώματα ἠχήεντα,
χρυσοῦ τ᾽ ἠλέκτρου τε καὶ ἀργύρου ἠδ᾽ ἐλέφαντος.
Ζηνός που τοιήδε γ᾽ Ὀλυμπίου ἔνδοθεν αὐλή,
75 ὅσσα τάδ᾽ ἄσπετα πολλά· σέβας μ᾽ ἔχει εἰσορόωντα.»

***
Κι έφτασαν, από κοιλάδες και φαράγγια, βαθιά στη Λακεδαίμονα,
τράβηξαν ίσα στο παλάτι του τιμημένου Μενελάου·
τον βρήκαν σε γαμήλιο γλέντι με πολλούς δικούς του,
γιορτάζοντας γάμο διπλό, του γιου του και της άψογής του κόρης,
μέσα στο αρχοντικό του.
Εκείνη την ετοίμαζε νύφη στον γιο του ατρόμητου Αχιλλέα,
όπως το είχε υποσχεθεί τότε στην Τροία, συγκατανεύοντας
πως θα τη δώσει — τώρα οι θεοί τον γάμο συντελούσαν.
Την ξεπροβόδιζε λοιπόν μ᾽ άλογα κι άρματα, να ταξιδέψει
στην τειχισμένη περιλάλητη πόλη των Μυρμιδόνων,
όπου βασίλευε ο γαμπρός.
10 Στον γιο του πάλι έφερε κορίτσι από τη Σπάρτη, του Αλέκτορα την κόρη,
σ᾽ αυτόν που του γεννήθηκε στερνός, ο Μεγαπένθης σφριγηλός,
από μια δούλη· γιατί οι θεοί δεν χάρισαν άλλο βλαστάρι
στην Ελένη, αφότου πρωτογέννησε χαριτωμένη θυγατέρα
την Ερμιόνη, ωραία στην όψη, σαν χρυσή Αφροδίτη.
Έτσι γλεντούσαν στο ψηλόροφο μεγάλο αρχοντικό,
γείτονες και δικοί του τιμημένου Μενελάου,
δοσμένοι ολόψυχα στην τέρψη· ανάμεσά τους τραγουδώντας ο θείος αοιδός
κρατούσε τον σκοπό χτυπώντας την κιθάρα του· και στον χορό
ξεχώριζαν δυο ακροβάτες, στη δίνη τους συνεπαρμένοι,
στη μέση εκεί.
20 Αυτοί, δυο ξένοι, στο πρόθυρο του παλατιού σταματημένοι με τ᾽ άλογά τους,
γενναίος ο Τηλέμαχος, λαμπρός ο γιος του Νέστορα.
Πρόλαβε όμως και τους είδε ο Ετεωνέας,
ακόλουθος του τιμημένου Μενελάου με κύρος,
που τρέχοντας επέρασε τις κάμαρες του παλατιού για να τους αναγγείλει
στον βασιλέα, ποιμένα του λαού του.
Στάθηκε πλάι του, του μίλησε, και πέταξαν τα λόγια του σαν τα πουλιά:
«Κάποιοι, δυο ξένοι, αρχοντικέ Μενέλαε,
νέοι που μοιάζει η φύτρα τους να κρέμεται από τον μεγάλο Δία.
Και τώρα πες μου, να τους ξεπεζέψουμε τα γρήγορα άλογα,
ή να τους ξαποστείλουμε να παν αλλού, αν άλλος ήθελε να τους φιλέψει.»
30 Αλλά ο ξανθός Μενέλαος τον αποπήρε με βαριά αγανάκτηση:
«Ετεωνέα, του Βοήθου γιε, δεν ήσουν άλλοτε τόσο μωρός
στο παρελθόν· μα να που τώρα ανόητα μιλάς, σαν άμυαλο παιδί.
Μόλο που ξέρεις πως χορτάσαμε, εγώ κι εσύ, δείπνα πολλά
φιλόξενα σ᾽ άλλους ανθρώπους, προτού γυρίσουμε στα μέρη μας,
ελπίζοντας να μας γλιτώσει ο Δίας κάποτε από τη συμφορά. Λύσε λοιπόν
των ξένων τ᾽ άλογα και πέρασέ τους μέσα να χαρούν
το φαγοπότι μας.»
Όπως του μίλησε, όρμησε εκείνος έξω από την αίθουσα, φωνάζοντας
να τον συντρέξουν πρόθυμα τ᾽ άλλα παλληκαράκια. Κι αυτοί
λύνουν απ᾽ τον ζυγό κάθιδρα τ᾽ άλογα, τα ᾽δεσαν στο παχνί
40 μαζί με τ᾽ άλλα συντροφιά, τους έβαλαν να φάνε ζειά
ανάκατη μ᾽ άσπρο κριθάρι, κι ύστερα ακούμπησαν την άμαξα
στην πρόσοψη του τοίχου πάμφωτη.
Όταν τους πέρασαν στο θείο παλάτι, έμειναν έκθαμβοι
βλέποντας γύρω τους το αρχοντικό του δοξασμένου βασιλιά·
μια λάμψη, σαν τον ήλιο ή τη σελήνη, αντανακλούσε
ψηλόροφο το μέγαρο του τιμημένου Μενελάου.
Κι αφού τη χάρηκαν τα μάτια τους την τόσην ομορφιά,
επήγαν στους γυαλιστερούς λουτήρες να λουστούν.
Εκεί τους έλουσαν οι παρακόρες και τους άλειψαν με λάδι,
50 τους φόρεσαν σγουρές χλαμύδες και χιτώνες,
ύστερα τους οδήγησαν σε θρόνους, να καθήσουν
πλάι στον Μενέλαο, τον γιο του Ατρέα.
Αμέσως μια θεραπαινίδα, κρατώντας πάγκαλο χρυσό κανάτι,
από ψηλά τούς έχυνε νερό σ᾽ ένα λεβέτι ασημωμένο,
τα χέρια τους να νίψουν· μετά τους έστρωσε καλόξυστο τραπέζι.
Όπου η σεμνή κελάρισσα τους έφερε μπροστά
φαγώσιμα πολλά, θέλοντας να τους ευχαριστήσει.
Και να κι ο τραπεζάρχης, ανεμίζοντας πινάκια με κρέατα κάθε λογής,
τα πρόσφερε, κι έβαλε πλάι τους μαλαματένιες κούπες.
Τότε ο ξανθός Μενέλαος τους δεξιώθηκε μ᾽ αυτά τα λόγια:
60 «Πιάστε ψωμί για καλωσόρισμα· κι όταν γευτείτε και χορτάσετε
το δείπνο, τότε θα σας ρωτήσουμε τους δυο
να πείτε ποιων ανθρώπων είσαστε οι βλαστοί· γιατί ασφαλώς
δεν έσβησαν τα γονικά σας· σίγουρα κρέμεται η γενιά σας
από μεγάλους βασιλείς επιφανείς, με σκήπτρο — ασήμαντοι δεν θα μπορούσαν
να γεννήσουν τέτοιους γιους.»
Είπε, κι αμέσως πήρε με το χέρι του παχύ κομμάτι από βοδίσια ράχη,
τιμητική μερίδα για τον ίδιο που την έδωσε στους ξένους.
Εκείνοι απλώνουν τα δυο τους χέρια στο έτοιμο φαγητό,
κι όταν ο πόθος τους κορέστηκε για το φαΐ, για το πιοτό,
γύρισε τότε το κεφάλι του στον γιο του Νέστορα ο Τηλέμαχος,
70 συγκλίνοντας κοντά του, να μην ακούν οι άλλοι:
«Δες και στοχάσου, Νεστορίδη, εγκάρδιε φίλε,
πώς στο χαρούμενο παλάτι αστράφτει ο μπρούντζος,
πώς λάμπει το χρυσάφι και το κεχριμπάρι, το ασήμι και το φίλντισι.
Έτσι θα φαίνονται τα δώματα του ολύμπιου Δία μέσα στην αυλή του,
όπως αυτά, με τα πολλά κι αμέτρητα που δείχνουν —
έκθαμβος μένω που τα βλέπω.»

Δεν είναι κακό να χάνονται οι άνθρωποι μεταξύ τους, να κλείνουν τους κύκλους της ζωής τους και να πηγαίνουν παρακάτω

Το «για πάντα», δεν παντρεύτηκε ποτέ με το «μαζί». Είμαστε σήμερα εδώ και ζούμε το τώρα, βιώνουμε τις στιγμές και τις μοιραζόμαστε.

Σε αυτό το σημείο όμως, μας έφερε το παρελθόν μας. Μας έφεραν οι επιλογές μας. Καλές και κακές. Έξυπνες και χαζές. Όλες. Μας έφεραν αμέτρητες υποσχέσεις για «μαζί» και για «πάντα». Λέξεις ειπωμένες με τόση αληθοφάνεια, που κι η ψυχή ακόμα τις δέχτηκε, όσο κι αν το μυαλό τις αναγνώριζε και τις απέρριπτε. Κάθε απόφαση ήταν κι ένα βήμα προς το σημείο που στεκόμαστε τώρα.

Δεν είναι κακό να χάνονται οι άνθρωποι όταν δεν έχουν κάτι άλλο να πουν. Δεν τελειώνει η αγάπη, αλλάζει μορφή. Γίνεται έγνοια κι ενδιαφέρον. Γίνεται ανάμνηση. Όμως όταν δεν υπάρχει παρόν και σε δένει μόνο το παρελθόν, είναι καλό να κλείσεις τον κύκλο και να πας παρακάτω. Όταν οι φράσεις ξεκινάνε με το «θυμάσαι τότε…» και η σιωπή δεν είναι συμφωνία και διάλογος, αλλά αμηχανία, κλείσε τον κύκλο και φύγε. Δώσε ένα φιλί, χάιδεψε το πρόσωπο που έχεις απέναντί σου, κράτα τις στιγμές και πήγαινε παρακάτω. Αν μείνεις, θα γευτείς την πίκρα της δηλητηριασμένης συνήθειας.

Δεν είναι κακό να χάνονται οι άνθρωποι όταν έχουν κάτι άλλο να ζήσουν. Είτε είναι μια φιλία, είτε ένας έρωτας ακόμα και μια κόντρα, πρέπει να ξέρεις τη στιγμή που θα αποχωρήσεις. Κάποια στιγμή δεν έχεις τίποτε άλλο να δώσεις. Δεν έχεις τίποτε άλλο να νιώσεις. Δεν έχεις τίποτα άλλο να πεις. Έχεις εξαντλήσει τις πηγές της ψυχής σου. Έχεις αδειάσει κάθε απόθεμα που είχες. Και τώρα, πιο πολύ από ποτέ, χρειάζεσαι καινούριες εικόνες, καινούρια ερεθίσματα, καινούριες πηγές.

Δεν είναι κακό να αλλάζεις μονοπάτι. Το «μαζί» άλλωστε, είναι το μεγαλύτερο παραμύθι που θα πιστέψεις ποτέ στη ζωή σου. Δεν υπάρχει. Υπάρχει το «μαζί, όσο…». Μαζί, όσο οι ανάγκες σου θα κουμπώνουν με τις δικές μου. Μαζί, όσο η εικόνα σου θα είναι συμβατή με το κάδρο που μοστράρω. Μαζί μέχρι να πάψεις να ταράζεις τα λιμνασμένα μου νερά σαν βότσαλο στη λίμνη της ψυχής μου. Μαζί όσο με αναγκάζεις να δώσω μάχες μαζί σου. Όσο δεν θα χρειάζεται πλέον να σε υπερασπιστώ στα λάθη σου. Μαζί, όσο περπατάμε σε δρόμους καλοστρωμένους. Μαζί, όσο εσύ θα πολεμάς τους δράκους σου κι εγώ θα κάνω πως δεν τους βλέπω. Όσο οι σιωπηρές κραυγές σου δεν θα ενοχλούν τη χαϊδεμένη μου συνείδηση. Μαζί, όσο το «έχεις δύναμη εσύ, θα τα καταφέρεις» θα είναι επιχείρημα που θα πιάνει.

Το «μαζί» και το «για πάντα» δεν υπήρξαν ποτέ αιώνια δεμένα. Υπήρξαν δυο εραστές που μοιράστηκαν με πάθος το σήμερα και τη λιακάδα, και χώρισαν στο λάθος. Υπήρξαν συνοδοιπόροι σε φωτισμένες διαδρομές, ώσπου το σκοτάδι τους χώρισε. Το «μαζί» και το «για πάντα» είναι οι μεγαλύτερες λεκτικές απάτες που εφηύρε ο άνθρωπος για να φτιάξει το παραμύθι του. Γιατί στο τέλος της μέρας, όταν μένεις μόνος εσύ και το σκοτάδι σου, ξέρεις καλά πως το «μαζί» και το «για πάντα», θα παραμείνουν μόνο εραστές.

Οι συμβιβασμοί δεν ταιριάζουν στον έρωτα

Ζωή βαλμένη σε κουτάκια, βολεμένη, τέλεια παρουσιασμένη για το φαίνεστε, και η ουσία; Ζωή υπό του μηδενός. Έξω καλοκαίρι, οι πατούσες να καίνε στην άμμο μα εσύ να κρυώνεις. Η ψυχή σου παγωμένη, όπως και το χαμόγελο στα χείλη σου. Συνήθεια να χαμογελάς και να λες «είμαι καλά». Βολεύτηκες και νόμιζες πως έτσι θα κλείσεις την ευτυχία στην αγκαλιά σου.

Δύσκολοι καιροί για σχέσεις θα μου πεις και θα συμφωνήσω. Για όλες τις σχέσεις. Όλα επιφανειακά, ρηχά, άχρωμα και άγευστα μα το δέχτηκες. Έσκυψες το κεφάλι και έκανες τα πάντα να κρατηθείς από κάτι που μόνο στο μυαλό σου υπήρχε τελικά. Άραγε, είπες ποτέ όχι; Έβαλες τα θέλω σου μια φορά στην διαπραγμάτευση; Έβγαλες τον πραγματικό σου εαυτό ή κρύφτηκες πίσω από ρόλους που νόμιζες πως σου ταίριαζαν;

Τον καλύτερο ρόλο της ζωής σου τον ζεις όταν είσαι εσύ. Με τα ελαττώματα και τα προτερήματα σου. Να είσαι περήφανη για αυτό που είσαι και πάντα να έχεις το θάρρος της γνώμης σου. Δεν αρέσουμε σε όλους και δεν ταιριάζουμε με όλους. Μη χάσεις εσένα στην προσπάθεια σου να μπεις σε ένα κύκλο που απλά θα νιώθεις αποδεκτή χωρίς να είσαι εσύ. Εκεί θα βιώσεις την μεγαλύτερη μοναξιά. Και είναι ωραία η μοναξιά, άκουσε με.

Όταν την λούζεις με αξιοπρέπεια και συνειδητά την προτιμάς. Ακούς και δέχεσαι όρους, με ποιο τίμημα άραγε; Και γιατί είσαι πάλι μόνη; Δεν είσαι θύμα, σταμάτα να παίζεις αυτόν τον άχαρο ρόλο. Πες όχι σε ότι δεν σου ταιριάζει, σε ότι σε ρίχνει, σε ότι σε υποτιμά. Και όχι μη μου πεις πως έτσι είναι η αγάπη και ο έρωτας, δεν θα το δεχτώ. Δεν χωράει ζητιανιά η αγάπη, βάλτο καλά στο μυαλό σου και άλλαξε την ζωή σου. Ας είμαστε αυτό που δείχνουμε και φυσικά στην τελική γι’ αυτό ας μας εκτιμήσουν. Βρες τα με τον εαυτό σου, αποδέξου τον, τότε και μόνο τότε θα νιώσεις πραγματική ολοκλήρωση και αποδοχή.

Άσε καλή μου τα δακρύβρεχτα σενάρια στην άκρη, άσε τον θεό να κάνει την δουλειά του, δεν ασχολείται μαζί σου μόνο όποτε σε βολεύει και όποτε το παίζεις εσύ αδικημένη. Μόνη σου αδικείς τον εαυτό σου. Βάλε στο λεξιλόγιο σου τη λέξη όχι, κοίτα κατάματα τους άλλους και πες πραγματικά αυτό που νιώθεις. Κάνε την διαφορά και θα δεις πως τότε θα σε εκτιμήσουν και οι άλλοι. Μα ακόμα και αν δεν σε νοιάζει η εκτίμηση των άλλων θα είσαι εσύ! Αυθεντική και όχι κακό αντίγραφο γυναικούλας έτοιμης για όλα.

Να είσαι θάλασσα, ήρεμη και αγριεμένη να είσαι ουρανός με ξαστεριά και συννεφιά, γράψε τα θέλω των άλλων στα παλιά σου παπούτσια και αν σε στενεύουν πέταξέ τα. Να είσαι γυναίκα με όλο το μεγαλείο που κρύβει αυτή η λέξη. Ολόκληρη να είσαι εσύ και όχι μισή εξαρτώμενη από άλλους. Μη ψάχνεις για άλλο μισό δίνοντας γη και ύδωρ, ψάξε για το άλλο ολόκληρο που θα σε κάνει να νιώσεις δυνατή και γεμάτη αγάπη. Βάλε τα όρια που σου πρέπουν και πες «όχι» σε ότι σε χαλάει.

Και θυμήσου, τα θύματα κανείς δεν τα αγάπησε, κανείς δεν τα εκτίμησε ποτέ. Φτιάξε το δικό σου παραμύθι πριγκίπισσα και ζήσε ευτυχισμένη μέσα σε αυτό. Μη γίνεσαι κομπάρσος στο παραμύθι κανενός καλή μου. Γράψε το τέλος στο παραμύθι σου μόνο όπως εσύ το θες και όπως σου ταιριάζει.

Δύσκολοι καιροί για πρίγκιπες, μα δεν μου αρέσουν οι συμβάσεις. Δεν ταιριάζουν στον έρωτα ούτε στην ζωή. Γράψε τα όχι σου στο τοίχο και προχώρα. Βγάλε τα παπούτσια και πάτα στην καυτή άμμο, άσε την να ζεστάνει την ψυχή και το παγωμένο σου χαμόγελο. Πάρε τον εαυτό σου από το χέρι και ξεκίνα. Είναι ωραίο το ταξίδι της ζωής. Απόλαυσέ το!

Η ευτυχία της απλότητας

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έντονα μία ψυχιατρικοποίηση της καθημερινής ζωής εκ μέρους της ίδιας της επιστήμης της ψυχολογίας, μέσω μίας τάσης υπερανάλυσης αλλά και ετικετοποίησης- κατηγοριοποίησης σχεδόν όλων των εκφάνσεων της ανθρώπινης δραστηριότητας ή της συναισθηματικής σφαίρας των ανθρώπων.

Πληθώρα επαγγελματιών ψυχικής υγείας τείνει να αναγάγει σε επιστήμη απλές ανθρώπινες δραστηριότητες, για τις οποίες πλέον οι άνθρωποι αναζητούν οδηγίες και επιστημονική γνώση. Παράλληλα εκλογικεύονται και αναλύονται συναισθήματα και αντιδράσεις που ορισμένα χρόνια πριν αποτελούσαν απλά εμπειρίες και βιώματα.

Η συνολική τάση του σύγχρονου κόσμου για στροφή προς έναν πιο περίπλοκο τρόπο ζωής και σκέψης αποτυπώνεται και στην ψυχιατρική. Κατά τον τρόπο αυτό, ορισμένες φορές οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, αντί να γίνουμε ένα δεκανίκι στην προσπάθεια των ανθρώπων για καλύτερη ζωή, κινδυνεύουμε να συνεισφέρουμε στη δημιουργία ενός σύγχρονου λαβυρίνθου, όπου το ζητούμενο της ευτυχίας και της ψυχικής γαλήνης- ευεξίας απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από το οπτικό μας πεδίο.

Τα παραδείγματα είναι αναρίθμητα:

Τα ζευγάρια προτιμούν να απευθυνθούν σε ένα σύμβουλο γάμου- σχέσεων για να λύσουν τα προβλήματά τους αντί να μάθουν να μιλούν μεταξύ τους και το ένστικτο της επικοινωνίας έχει μετατραπεί σε τέχνη με πολύ συγκεκριμένους και απαράβατους κανόνες. Χωρίς καμία προσπάθεια μείωσης της συμβολής της συμβουλευτικής γάμου στην ποιότητα των σχέσεων, η συζήτηση αλλά και οι καβγάδες ακόμη δεν πρέπει να υποκαθίστανται πλήρως.

Ο χωρισμός δε βιώνεται σε ένα σκοτεινό δωμάτιο απομόνωσης, με κλάμα και στενάχωρα τραγούδια αλλά σε ένα γραφείο ψυχοθεραπευτή, με την απορία για το κατά πόσον ο βαθμός και η διάρκεια της στεναχώριας είμαι “φυσιολογικά”. Η σεξουαλικότητα αλλά και ίδιος ο έρωτας κινδυνεύει να τεμαχιστεί και να αναλυθεί στο ντιβάνι της ψυχοθεραπείας σε τέτοιο βαθμό, που μπορεί να χάσει τη μαγεία του.

Αντίστοιχος τομέας της ζωής που έχει πεδίο έρευνας και συμβουλευτικής εκ μέρους της ψυχολογίας είναι ο τρόπος ανατροφής των παιδιών. Κάθε στάδιο εξέλιξης ενός παιδιού μοιάζει να είναι μια ξεχωριστή επιστήμη και οι γονείς φαίνεται να κινούνται σε ένα ναρκοπέδιο από λάθη, τα οποία και δεν επιτρέπεται να ανακαλύψουν μέσα από την εμπειρία.

Υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος για να εισάγουμε τις τροφές, συγκεκριμένος ενδεδειγμένος τρόπος για να παίζουν τα παιδιά. Το παιχνίδι στη φύση έγινε “messy play”.

Οι γονείς κάποιες φορές φαίνεται να βρίσκονται σε μια ατέρμονη προσπάθεια αποφοίτησης από το πανεπιστήμιο γονεϊκότητας παρόλο που αυτό δεν υπάρχει. Και πάλι η μέση λύση φαίνεται να είναι η χρυσή τομή: είναι ευχάριστο που υπάρχουν γνώσεις όσον αφορά στην ψυχολογία των παιδιών και εξίσου ευχάριστο που οι γονείς προτίθενται να προετοιμαστούν. Πολλές φορές όμως χάνονται πίσω από την προετοιμασία και δε βιώνουν το γονεϊκό ρόλο όσο αβίαστα θα έπρεπε, ενσωματώνοντας και καταπολεμώντας τα αυθόρμητα αναδυόμενα άγχη, τους φόβους αλλά και τις απόψεις τους.

Το marketing των φαρμακευτικών εταιρειών, με τη συμμετοχή της ίδιας της επιστήμης της ψυχολογίας συνέβαλαν στη νοσοποίηση πολλών φυσιολογικών συμπεριφορών και οδήγησαν τους ανθρώπους σε μια διαρκή επαγρύπνηση όσων αφορά σε πιθανά λάθη τους, στα συναισθήματά τους και στη στάση τους γενικότερα. Φυσιολογικές διαδικασίες της ύπαρξης διαστρέφονται σε ιατρικά προβλήματα.

Η θλίψη, η αμφιβολία, ο θυμός, το πένθος παθολογικοποιούνται πολύ εύκολα. Κοντεύουμε να ξεχάσουμε πόσο φυσιολογικό είναι να κλαίει κανείς, να φωνάζει, να μαλώνει, να απογοητεύεται και αναζητούμε τη συνδρομή του πλησιέστερου επαγγελματία ψυχικής υγείας, αναζητώντας και λαμβάνοντας πολλές φορές την “κατάλληλη” διάγνωση. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για το γεγονός ότι ο πολιτισμός μας και ο τρόπος ζωής στις σύγχρονες κοινωνίες γεννά ψυχικές ασθένειες αλλά παράλληλα παρατηρούμε και μία διεύρυνση των ορισμών των ψυχικών ασθενειών, ώστε τα όρια προς το φυσιολογικό να είναι πλέον δυσδιάκριτα και για τους έχοντες τις αντίστοιχες εμπειρίες.

Ακόμη και ως προς τη διπολική διαταραχή υπάρχει μία αυξανόμενη ανησυχία αλλά και μία τάση παθολογικοποίησης κάθε εναλλαγής της διάθεσης. Η έννοια του ψυχικού προβλήματος κινδυνεύει πολλές φορές να στεγάσει απλά συμπεριφορές που δεν είναι κοινωνικά αποδεκτές και αυτό εμπερικλείει τον κίνδυνο της υποκειμενικότητας.

Η αρθρογραφία γύρω από ζητήματα ψυχολογίας είναι βέβαια ένα πολύ χρήσιμο μέσο στον αγώνα για ψυχοεκπαίδευση. Αν όμως, με τη “συνδρομή” του διαδικτύου, περιοριστούμε στην απαρίθμηση συμπτωμάτων, κινδυνεύουμε να προωθήσουμε μία διαδικασία κλινικών διαγνώσεων του καθενός από τον ίδιο του τον εαυτό.

Παράλληλα, η ίδια η ψυχοθεραπεία περιπλέκεται. Αναρίθμητες διαφορετικές προσεγγίσεις αντί να γίνουν όπλα στη φαρέτρα των θεραπευτών, γίνονται πολλές φορές τροχοπέδη ως προς τη σωστή καθοδήγηση του θεραπευόμενου.

Ο πατέρας της ψυχανάλυσης, Sigmund Freud, θεωρούσε ότι η ψυχανάλυση μπορεί να θεραπεύσει τα προβλήματα του νευρωτικού ατόμου, όχι όμως και τη «φυσιολογική» δυστυχία που συνοδεύει το σύγχρονο πολιτισμό.

Πλέον, η ψυχοθεραπεία καλείται να αντιμετωπίσει και τη «φυσιολογική» δυστυχία, δηλαδή το άγχος, το φόβο, τη θλίψη ή το θυμό, καθώς και άλλα δυσάρεστα συναισθήματα της καθημερινότητας.

Η ανασφάλεια, η ανία, η μοναξιά, η αναβλητικότητα, τα διλήμματα και όλες οι εσωτερικές συγκρούσεις γίνονται αντικείμενα προσωπικής αναζήτησης και ψυχοθεραπεία, καθώς ο σύγχρονος άνθρωπος αναζητά αυτό που πραγματικά θέλει.

Στην προσπάθεια ανεύρεσης της αληθινής ευτυχίας και της βαθιάς ικανοποίησης από τη ζωή, η επιστήμη της σύγχρονης ψυχιατρικής- ψυχολογίας καλείται να συμβάλλει, αναλογιζόμενη παράλληλα τα όριά της.

Είμαστε άραγε σίγουροι ότι δέκα χρόνια ψυχοθεραπείας θα βοηθήσουν περισσότερο στο ταξίδι της αυτογνωσίας από ό,τι δέκα χρόνια γεμάτα αληθινές εμπειρίες, φιλίες, τσακωμούς, σχέσεις, ταξίδια, απογοητεύσεις και άλλα τόσα βιώματα;

Είμαστε σίγουροι πως οι απαντήσεις στα “γιατί” της ζωής έρχονται μόνο μέσα από τις διαγνώσεις και την ανάλυση; Ή μήπως απομακρυνόμαστε όλοι σταδιακά από τον πυρήνα της ζωής;

Ο Χρόνης Μίσσιος, στο βιβλίο του “Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι” περιγράφει γλαφυρά τον τρόπο με τον οποίο αυτή η περίπλοκη προσέγγιση της ζωής τείνει να αποκρύψει την ουσία από τα μάτια μας:

“Λένε πως ο άνθρωπος ως λογικό ον μπορεί να καθορίσει τη μοίρα του, ξεχνούν όμως πως η πλάνη είναι η αποτίμηση της λογικής, μιας και διαφορετικά η λογική δε θα’ χε καμια δυνατότητα διάκρισης.Πόσο ακατανόητο έγινε το αυτονόητο, πόσο δύσκολο το εύκολο, πόσο πολύπλοκο το απλό, πόσο υποχώρησαν οι αισθήσεις και οι κινήσεις του κορμιού. Οι πολιτισμένοι άνθρωποι περπατάνε για άσκηση πια, όχι από ανάγκη, εκεί που συζεί, που δένεται το κορμί με την πλάση. Αντί να σκύψεις να μυρίσεις ένα λουλούδι ή να σκαλίσεις τη γη, κάνεις επικύψεις σαν μαλάκας μέσα σ’ ένα κουτί από μπετόν, ή…τρέχεις πάνω σ’ ένα σταματημένο ποδήλατο.”

Ίσως τελικά, αντί να αναζητούμε οδηγίες για τα πάντα, πρέπει να ανοίξουμε ξανά τα μάτια μας και να ανακτήσουμε τη χαμένη ικανότητα να αφουγκραζόμαστε και να βιώνουμε.

Πως σαμποτάρετε ή θυσιάζετε την ευτυχία σας

Νιώθατε, μεγαλώνοντας, άνευ όρων αγάπη και αποδοχή από τους γονείς σας; Αντιλαμβανόσασταν τη φροντίδα και το ενδιαφέρον τους ως μια σταθερά, ακόμα και όταν δεν φερόσασταν καλά ή «σωστά»; Αν η απάντηση είναι αρνητική, τι θα μπορούσατε να είχατε κάνει για να διασφαλίσετε τον κατά κάποιο τρόπο αδύναμο δεσμό σας με εκείνους;

Οι απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις είναι κρίσιμες. Γιατί για να καταλάβετε τον εαυτό σας πλήρως ως ενήλικα, χρειάζεται να σκεφτείτε πώς, κατά τη διάρκεια της ανατροφής σας, προσαρμοστήκατε στην υπό όρους αποδοχή σας από τους κηδεμόνες / φροντιστές σας. Τίποτε άλλο δεν μπορεί να εξηγήσει καλύτερα πώς λειτουργείτε τώρα στις σχέσεις σας, για να αποτρέψετε το άγχος της πιθανής απόρριψης. Αν δηλαδή θέλετε να καταλάβετε πώς η παιδική σας ηλικία, αν και ασυνείδητα, επηρεάζει αρνητικά τις αλληλεπιδράσεις σας με τους άλλους, είναι απαραίτητο να αναγνωρίσετε τι κάνατε τότε για να ελαχιστοποιήσετε τους βασικούς σας φόβους όσον αφορά στους οικογενειακούς σας δεσμούς.

Αυτό που αναμφίβολα χρειάζεται να εξετάσετε εδώ είναι αν οι αμυντικές σας συμπεριφορές δυσκολεύουν τη λειτουργία των σχέσεων σας και αν, εξίσου σημαντικό, είναι δυνατό αυτή η συνειδητοποίηση να επιλύσει τις εγκαθιδρυμένες αμφιβολίες, που πηγάζουν από την ανασφάλεια που διακατείχε τον γονικό σας δεσμό. Ως προϋπόθεση, χρειάζεται εδώ να προστεθεί ότι οι αμυντικοί μας παιδικοί μηχανισμοί είχαν τη λειτουργία τους εκείνα τα χρόνια. Προστάτευαν το εύθραυστο εγώ μας με τον καλύτερο τρόπο που τότε γνωρίζαμε. Αλλά τώρα, αυτές οι άμυνες μπορεί να μας εμποδίζουν να δημιουργήσουμε την οικειότητα και την εμπιστοσύνη που τόσο θέλουμε βαθιά μέσα μας και μας έχει λείψει.

Παραδόξως, αυτοί οι ίδιοι μηχανισμοί άμυνας μας εμποδίζουν τώρα να πάρουμε τον έλεγχο του εαυτού μας, δηλαδή η αυτό-αποδοχή μας ακόμα εξαρτάται από το πώς μας βλέπουν οι άλλοι. Και αυτό ήταν έντονο στην παιδική μας ηλικία, καθώς όντας εξαρτημένοι σε όλα τα επίπεδα από τους γονείς μας, δεν είχαμε την ικανότητα αυτό-αποδοχής, ειδικά όταν εκείνοι έδειχναν φανερά την απόρριψή τους.

Ως μέρος της προσωπικής μας ανάπτυξης, χρειάζεται να φτάσουμε στο σημείο να είμαστε εμείς που θα έχουμε τον τελευταίο λόγο ως προς τις επιλογές, την καταλληλόλητα και τον τρόπο συμπεριφοράς μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα λαμβάνουμε υπόψη μας τις απόψεις των άλλων. Αλλά αν προσπαθούμε συνεχώς να τους ικανοποιούμε, θα εξαναγκαζόμαστε να θυσιάζουμε τα θέλω και τις ανάγκες μας και το σίγουρο είναι ότι δεν θα είμαστε αυτό-καθοριζόμενα άτομα.

Όσο προσπαθούμε να αποφύγουμε τα παραπάνω, θέτουμε ως προτεραιότητα και την προσωπική μας ευημερία. Αν δεν το κάνουμε και νιώθουμε αναγκασμένοι να υποτάσσουμε τα θέλω και τις ανάγκες μας επειδή φοβόμαστε να απογοητεύσουμε τους άλλους, απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο από μια ευτυχισμένη και ολοκληρωμένη αίσθηση στη ζωή μας. Προαπαιτούμενο για την επίτευξη μιας τέτοιας ύπαρξης, είναι να μην ανησυχούμε ή αποκτούμε εμμονή με το τι πιστεύουν οι άλλοι για εμάς.

Παρακάτω παρουσιάζονται τέσσερις τρόποι με τους οποίους μπορεί να σαμποτάρετε ή να θυσιάζετε την ευτυχία σας, δίνοντας την απόλυτη βαρύτητα στο τι πιστεύουν οι άλλοι για εσάς. Πρόκειται για αντιπαραγωγικά μοτίβα συμπεριφοράς και στάσης, που ακόμα μπορεί να χρησιμοποιούνται ως ασπίδα για τυχόν απόρριψη από τους άλλους.

4 τρόποι με τους οποίους σαμποτάρετε ή θυσιάζετε την ευτυχία σας

1. Είστε τελειομανείς ή πιέζετε πάντα τον εαυτό σας για να αποδώσει καλύτερα

Αναγκάζετε τον εαυτό σας να καταφέρνει τα πάντα τέλεια. Αυτός ο τρόπος μείωσης της πιθανότητας απόρριψης από τους άλλους είναι τελείως διαφορετικός από μια υγιή και επιλεκτική προσπάθεια για εξέλιξη και για ανάδυση του καλύτερου σας εαυτού. Αν προσπαθείτε να ξεχωρίσετε στα πάντα, η σκέψη σας ακόμα κυριαρχείται από το ότι το «καλό» δεν είναι ποτέ αρκετό. Και αυτό είναι ένα μοτίβο σκέψης που κρατάτε από την παιδική σας ηλικία, όταν λαμβάνατε την αποδοχή των γονιών σας μόνο όταν ξεχωρίζατε σε κάτι.

Αναρωτηθείτε: Πόσο ευχαριστημένοι ή χαρούμενοι θα είστε, αν δεν επιτρέπετε ποτέ στον εαυτό σας να χαλαρώνει; Στο τέλος, όλη σας η ψυχική εξουθένωση θα αντικαταστήσει τον φόβο απόρριψης από τους γονείς σας και θα αρχίζει να δημιουργεί ένα μεγαλύτερο άγχος απόρριψης από όλους τους άλλους γύρω σας. Με αυτό τον τρόπο, θα έχετε υποταχθεί στις μη ρεαλιστικές προσδοκίες τους. Επίσης, αν είστε σκληροί με τον εαυτό σας, θα είστε και με τους άλλους. Αυτό το «πρόγραμμα προσαρμογής» θα σας απομονώσει από τους γύρω σας και δεν πρόκειται ποτέ να σας εγγυηθεί εσωτερική γαλήνη.

2. Αποφεύγετε να αναλάβετε οτιδήποτε σας φοβίζει ότι θα αποτύχετε

Αν, βαθιά μέσα σας, εξισώνετε την αποτυχία με την γονική απόρριψη, είναι πιθανό επίσης να διστάζετε ή να αρνείστε απευθείας να προσπαθήσετε σε οτιδήποτε η επιτυχία δεν είναι εξασφαλισμένη. Και, αν είστε απρόθυμοι να πάρετε ρίσκα, μπορεί να ανακαλύψετε ότι συχνά απογοητεύετε εσάς και τους άλλους. Ένα μεγάλο μέρος του φόβου αποτυχίας έχει να κάνει με το πώς οι γονείς σας αντιδρούσαν, όταν εσείς προσπαθούσατε να πετύχετε κάτι, αλλά δεν φτάνατε τις προσδοκίες τους. Έτσι, έμμεσα, πιθανώς να έχετε διδαχτεί ότι είναι καλύτερο να μην ρισκάρετε. Όμως, αυτό δεν ισχύει για τους επιτυχημένους ανθρώπους, οι οποίοι είναι πρόθυμοι να προσπαθήσουν, αφού αντιλαμβάνονται την αποτυχία ως ένα βήμα πιο κοντά στην επιτυχία.

3. Προλαβαίνετε την απόρριψη των άλλων, κρατώντας από αυτούς μια «ασφαλή» απόσταση

Αν ως παιδί, αποφασίσατε να σταματήσετε την προσπάθεια να κερδίσετε την αποδοχή των γονιών σας, αφού όλες οι απόπειρες ήταν αποτυχημένες, μπορεί να έχετε αρνηθεί γενικά την ανάγκη σας για έναν υγιή δεσμό. Μόλις καταλάβατε δηλαδή ότι ποτέ δεν θα γίνετε πλήρως αποδεκτοί, αποφασίσατε ότι τελικά δεν το έχετε και πολύ ανάγκη. Και κάπως έτσι, «προσαρμοστικά» καταπιέσατε τον συναισθηματικό πόνο που έρχεται με την απόρριψη. Πολλοί άνθρωποι σε αυτές τις περιπτώσεις καλλιεργούν επίτηδες μια ανεξαρτησία και περηφάνια, ενώ κρυφά και κυρίως ασυνείδητα, μένουν βαθιά πληγωμένοι από την συναισθηματική απόσταση με τους γονείς τους.

Αν έχετε απορριφθεί τόσο πολύ, θα βρίσκετε ανώφελο το να προσπαθείτε στις σχέσεις σας να κερδίσετε ένα βαθμό εμπιστοσύνης και αμοιβαίας αποδοχής. Η άμυνα του εγώ σας είναι να παραμείνει αυτόνομο και να κρατά τους άλλους σε μια απόσταση. Ως συνέπεια, δεν θα μπορείτε ποτέ να εκπληρώσετε τη βαθύτερη επιθυμία σας, να νιώσετε δηλαδή οικεία με κάποιο άλλο άτομο και να δεθείτε πραγματικά μαζί του. Ακόμα κι αν μια ευκαιρία εμφανιστεί, το πιθανότερο είναι πως θα νιώσετε απειλή και έτσι θα απομακρυνθείτε σύντομα. Εδώ χρειάζεται να αναφερθεί ότι ο (παράλογος) θυμός αποτελεί έναν από τους πιο κοινούς μηχανισμούς άμυνας, για να κρατάμε τους άλλους σε μια ασφαλή απόσταση.

4. Προσπαθείτε να ικανοποιείτε συνεχώς τους άλλους και θυσιάζεστε σε μια σχέση εξάρτησης

Αν αυτός ο προσαρμοστικός μηχανισμός δούλευε στη σχέση με τους γονείς σας, πιθανότατα να τον χρησιμοποιείτε και τώρα, βάζοντας τις προτιμήσεις και τα θέλω σας σε δεύτερη μοίρα για τους άλλους. Όταν βάζετε τον εαυτό σας σε θέση εκμετάλλευσης, λέτε στους άλλους ότι μπορούν εύκολα να σας χρησιμοποιήσουν. Επιπροσθέτως, παίρνετε ένα μεγάλο μέρος ευθύνης για τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Εξάλλου, όταν ως παιδιά βάζατε πρώτες τις ανάγκες σας και πάλι λαμβάνατε την απόρριψη των γονιών σας. Αυτό δημιούργησε αυξημένο άγχος και άρχισε να σας απομακρύνει από τα θέλω σας.

Όμως, με αυτό τον τρόπο είναι εύκολο να χάσετε την επαφή με τις αληθινές σας επιθυμίες και ανάγκες. Αν ο μόνος τρόπος να γίνετε αποδεκτοί από τους γονείς σας ήταν μέσω της παραμέλησης των αναγκών σας, είναι σχεδόν αναπόφευκτο ότι ως ενήλικες θα αντιμετωπίζετε δυσκολίες ως προς την αναγνώρισή τους.

Συμπέρασμα

Αξίζει πραγματικά να εξερευνήσετε τι είναι αυτό που σας εμποδίζει να νιώσετε ικανοποιημένοι στη ζωή σας. Το πιθανότερο είναι να συνειδητοποιήσετε ότι, σε αντίθεση με το παρελθόν, αξίζετε πραγματικά -και έχετε κάθε δικαίωμα να επιδιώξετε- μια οικειότητα αυθεντική που θα σας γεμίζει και που δεν είχατε την ευκαιρία να ζήσετε πριν. Πρέπει να γνωρίζετε ότι έτσι κι αλλιώς ο εγκέφαλός μας είναι σαν ένας «φυσικός» υπολογιστής και όπως και οι άλλοι, έτσι και αυτός μπορεί να επαναπρογραμματιστεί. Οπότε, αποφασίστε αν επιθυμείτε να διαγράψετε παλιά, δυσλειτουργικά προγράμματα που πια δεν σε βολεύουν και δεν σας εξυπηρετούν σε τίποτα.

Όταν σ’ αδειάζουν, μαθαίνεις να γεμίζεις μόνος σου την ψυχή σου

Έρχονται στιγμές στη ζωή σου που κάνεις τον απολογισμό σου.

Έρχονται άνθρωποι στη ζωή σου που κάνεις τον απολογισμό σου.

Έρχονται συναισθήματα για τα οποία πάλι κάνεις τον απολογισμό σου.

Καταλήγεις ξανά και ξανά στο ίδιο αποτέλεσμα.

Αλήθεια τι είναι ηθική ικανοποίηση; Γνωρίζεις;

Είναι το να δίνεις σε κάποιον όλο σου το είναι χωρίς αντάλλαγμα ή με αντάλλαγμα;

Πολλές φορές σου έχω μιλήσει για τους ανθρώπους. Είναι υποκείμενα που άθελα τους ζητούν αντάλλαγμα για το καθετί που σου προσφέρουν.

Μα εγώ ήμουν ένας άνθρωπος που δεν σου ζήτησα το παραμικρό, παρά μόνο εκτίμηση για ότι έχεις λάβει. Μια εκτίμηση έστω και φθηνή των πραγμάτων που έχεις λάβει.

Και το ζητούσα γιατί ξεχώρισες από τους ανθρώπους που είχα στην ζωή μου.. Αυτούς που σε αδειάζουν χωρίς αφορμή.

Μα τελικά δεν διέφερες. Με άδειαζες για να γεμίσει η ψυχή σου.

Με άδειαζες κάθε φορά που έπαιρνες αυτό που ήθελες.

Με άδειαζες όταν πια δεν είχες καμία υποχρέωση στο πρόσωπο μου.

Με άδειαζες όταν ήξερες πως όταν μου ζητήσεις κάτι θα το έχεις.

Με άδειαζες κάθε φορά που νόμιζες ότι ήσουν ολοκληρωμένος άνθρωπος ενώ παρέμενες μισός.

Παρέμενες μισός, γιατί ποτέ κανένας δεν συμπλήρωσε το παζλ που σου λείπει.

Αναρωτήθηκες ποτέ τους λόγους για τους οποίους σε ξεχώρισα; Αναρωτήθηκα πάντως τον λόγο που με άδειασες για χιλιοστή φορά.

Αλλά η ψυχή του ανθρώπου φίλε μου δεν είναι κουτί που μοιράζει συγχωροχάρτια. Έρχεται η στιγμή που βάζει τέλος.

Τέλος σε κάθε πόνο. Σε κάθε αχαριστία σε κάθε αμέλεια.

Η ψυχή του ανθρώπου δεν είναι παιδική χαρά για να παίζεις όποτε εσύ θέλεις.

Η ψυχή του ανθρώπου χαρακτηρίζεται από ήθος και αξιοπρέπεια κάτι το οποίο ξεχνάς.

Ξεχνάς ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ξεχνάς πως αυτόν που σκοτώνεις όταν σηκωθεί τότε θα καταλάβεις την αξία του.

Τότε θα καταλάβεις πώς το λαβωμένο ξωτικό πλέον έχει γεμίσει την ψυχή του με ηρεμία.

Και όταν σηκωθεί δεν θα σε εκδικηθεί. Η εκδίκηση σχετίζεται με ανθρώπους που δεν έχουν επίγνωση της αξίας τους. Δεν χρειάζονται μοιρολόγια.

Δεν είναι απαραίτητο να κάνεις στον άνθρωπο σου αυτά που σου έκανε. Δεν γίνεσαι καλύτερος αλλά χειρότερος από αυτόν.

Το μόνο που χρειάζεται είναι να ξαναβρείς τον εαυτό σου. Να αναγνωρίσεις την αξία σου, την ηθική σου, τον αυτοσεβασμό σου και την αξιοπρέπεια σου.

Να γεμίσεις την ζωή σου μόνο με ανθρώπους που καταλαβαίνουν την αξία σου και δεν χρειάζεται να τους το αποδεικνύεις.

Να γεμίσεις την ψυχή σου με χρώμα. Μόνο τότε θα έχεις ηθική ικανοποίηση.

Θέατρα ελέγχου: Ρόλοι που παίζουμε ασυνείδητα

Μαύρος μάγος γίνεται κανείς όταν παίζει ρόλους μέσα από τους οποίους προσπαθεί να αφαιρέσει ενέργεια από τους άλλους και όχι να δώσει.

Υπάρχουν πολλές καθημερινές ασυνείδητες και συνειδητές τεχνικές που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι ώστε να αφαιρούν ενέργεια από τους άλλους.

Μία ωραία κατηγοριοποίηση αυτών των ρόλων. Είναι τέσσερις.

Ο πρώτος, είναι ο ρόλος του «θύματος» μέσα από τον οποίο το άτομο προσπαθεί με τεχνικές του τύπου «λυπηθείτε με τον κακόμοιρο», ή «εγώ ο αδικημένος» κ.λπ., να τραβήξει την προσοχή των άλλων, άρα την ενέργεια τους. Συχνά οι ασθενείς έχουν τέτοια συμπεριφορά.

Ο δεύτερος, είναι ο ρόλος του «απόμακρου» που δεν μιλάει πολύ, ή κάνει τον αδιάφορο, ή φεύγει (ώστε να τρέχουν πίσω του και να ασχολούνται μαζί του) προσπαθώντας να τραβήξει την προσοχή, άρα και την ενέργεια των άλλων.

Ο τρίτος, είναι ο ρόλος του «ανακριτή», εκείνου δηλαδή που προσπαθεί να βάλει τον άλλον σε θέση απολογητική, να τον καταστήσει υπόλογο, να του αφαιρέσει δηλαδή την εξουσία, άρα και την ενέργεια του. Πολλοί γίνονται ανακριτικοί όταν προσπαθούν ασυνείδητα να απεκδυθούν τις ευθύνες τους. Επίσης ανακριτής είναι εκείνος που υποδεικνύει στους άλλους τα σφάλματα τους κάνοντας τους να νιώθουν «μικρότεροι». Μία ακόμα ανακριτική τεχνική είναι να υποβάλει κανείς πολλές ερωτήσεις απαιτώντας απαντήσεις! Με αυτό τον τρόπο ένας «ανακριτής» σε «ρουφάει»…

Ο τέταρτος, είναι ο ρόλος του «τρομοκράτη», ο οποίος με τη βία και με τις φωνές προσπαθεί να πάρει τον έλεγχο, με ψυχολογικούς εκβιασμούς κ.λπ. Συνήθως τα «θύματα» έλκουν «τρομοκράτες» και αντιστρόφως, ενώ οι «απόμακροι» έλκουν «ανακριτές» και αντιστρόφως. Κάποιος, ας πούμε, γίνεται δειλός γιατί φοβάται να αντιμετωπίσει έναν «τρομοκράτη» κάνοντας τον έτσι να τον τρομοκρατεί ακόμα περισσότερο. Ο «τρομοκράτης» προκαλεί περισσότερο στον άλλον την συμπεριφορά του θύματος, και έτσι δημιουργείται μεταξύ τους ενεργειακή σχέση εξουσίας- ελέγχου, ένας δεσμός σαν ενεργειακά πλοκάμια μεταξύ των τριών κάτω chakras των εμπλεκομένων ατόμων.

Ο «ανακριτής», από την άλλη, απευθύνεται με ερωτήσεις στον «απόμακρο», του τύπου «μα τι έχεις, πες μου, πες μου», όπως κάνουν πολλά ζευγαράκια μεταξύ τους. Κι έτσι τον κάνει ακόμα πιο απόμακρο.

Το ζητούμενο είναι να ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΟΥΜΕ αυτούς τους ρόλους, και εμείς οι ίδιοι να ΜΗΝ παίρνουμε μέρος σε τέτοιους ανταγωνισμούς ενέργειας! Να μην κανακεύουμε, ας πούμε, έναν άρρωστο που συνεχώς κλαίγεται. Γιατί έτσι βολεύεται στην ασθένειά του και του αρέσει, πράγμα καθόλου τιμητικό για την ολότητα του εαυτού του . Ή να μην ρωτάμε έναν απόμακρο συνεχώς τι έχει.

Να διατηρούμε σε κάθε περίπτωση την αυτοπεποίθησή μας χωρίς να φοβόμαστε ότι ο άλλος μπορεί να παρεξηγηθεί. Και βεβαίως να μην είμαστε ανακριτικοί για όσα λάθη νομίζουμε ότι βλέπουμε, ούτε να εμπλεκόμαστε σε ψυχολογικούς εκβιασμούς κ.λπ.

Ένα ΠΟΛΥ σημαντικό στοιχείο είναι να έχουμε αυτοπεποίθηση. Να είμαστε στο κέντρο μας χωρίς να επηρεαζόμαστε από τις συμπεριφορές των άλλων οι οποίοι άλλοτε πάνε να μας «ψαρώσουν», άλλοτε να μας θυμώσουν κ.λπ. Το ζήτημα δεν βρίσκεται στο να αποβάλλουμε ό,τι θεωρούμε αρνητικό, αλλά στο να ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΜΕ εμείς διαρκώς θετικότητα. Με αυτό τον τρόπο, αν δεν ποτίζουμε τα ζιζάνια, αυτά απλώς θα μαραθούν!

Erich Fromm: Το τέλος μιας αυταπάτης

Η Μεγάλη Υπόσχεση της Απεριόριστης Προόδου -η υπόσχεση της κυριαρχίας επάνω στη φύση, της υλικής αφθονίας, της μέγιστης δυνατής ευτυχίας για τον μέγιστο δυνατό αριθμό ανθρώπων και της ανεμπόδιστης προσωπικής ελευθερίας- διατηρούσε τις ελπίδες και την εμπιστοσύνη των γενιών από την απαρχή ήδη της βιομηχανικής εποχής. Είναι αναμφισβήτητο πως ο ανθρώπινος πολιτισμός ξεκίνησε την ίδια στιγμή που η ανθρώπινη φυλή άρχισε να έχει κάποιον έλεγχο επάνω στη φύση, όμως αυτός ο έλεγχος παρέμεινε περιορισμένος μέχρι την έλευση της βιομηχανικής εποχής. Με τη βιομηχανική πρόοδο, από την υποκατάσταση της ζωικής και της ανθρώπινης ενέργειας πρώτα, από τη μηχανική ενέργεια στη συνέχεια, και από την πυρηνική ως την υποκατάσταση του ανθρώπινου μυαλού από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, αισθανθήκαμε πως βαδίζαμε στον δρόμο της χωρίς όρια παραγωγής, άρα και της απεριόριστης κατανάλωσης, πως η τεχνολογία μας έκανε παντοδύναμους, πως η επιστήμη μας έκανε παντογνώστες. Βαδίζαμε στον δρόμο για να γίνουμε θεοί, υπέρτατα όντα τα οποία θα μπορούσαν να δημιουργήσουν έναν δεύτερο κόσμο, χρησιμοποιώντας τον φυσικό κόσμο απλώς και μόνο ως πηγή οικοδομικών υλικών για την καινούρια δημιουργία.

Οι άντρες και, με ολοένα αυξανόμενους ρυθμούς, οι γυναίκες βίωναν μια νέα αίσθηση ελευθερίας- είχαν γίνει κύριοι της ίδιας τους της ζωής: οι αλυσίδες της φεουδαρχίας είχαν σπάσει και μπορούσε ο καθένας να κάνει οτιδήποτε επιθυμούσε, ελεύθερος από κάθε είδους δεσμά. Ή, τουλάχιστον, έτσι ένιωθαν οι άνθρωποι. Και, παρά το γεγονός πως αυτό ίσχυσε μόνο για την ανώτερη και τη μεσαία τάξη, το δικό τους επίτευγμα έκανε και όλους τους άλλους να πιστεύουν πως τελικά η ελευθερία νέας μορφής θα μπορούσε να επεκταθεί σε όλα τα μέλη της κοινωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι θα εξακολουθούσε η βιομηχανοποίηση να προχωρά με τον ίδιο ταχύ ρυθμό. Ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός δεν άργησαν να μεταβληθούν από κίνημα, το οποίο στόχευε σε μια νέα κοινωνία και σε έναν νέο άνθρωπο, σε ένα άλλο κίνημα του οποίου το ιδεώδες ήταν η αστική ζωή για όλους, δηλαδή ο παγκοσμιοποιημένος αστός ως ο άντρας και η γυναίκα του μέλλοντος. Η επίτευξη πλούτου και άνεσης για όλους θεωρήθηκε πως θα έφερνε και την απεριόριστη ευτυχία σε όλους. Η τριάδα της χωρίς όρια παραγωγής, της απόλυτης ελευθερίας και της απεριόριστης ευτυχίας διαμόρφωσε τον πυρήνα μιας νέας πίστης. Η πρόοδος και μια καινούρια Επίγεια Πολιτεία της Προόδου ήρθαν ν’ αντικαταστήσουν την Πολιτεία της ουτοπίας. Και καθόλου δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι η καινούρια αυτή προσδοκία εφοδιάζει τους πιστούς της με ενέργεια, ζωτικότητα και ελπίδα.

Το εύρος της Μεγάλης Υπόσχεσης -τα θαυμαστά υλικά και διανοητικά επιτεύγματα της βιομηχανικής εποχής- πρέπει να μελετηθεί σε βάθος προκειμένου να κατανοήσουμε επίσης πόσο βαθύ είναι το τραύμα που προκαλεί σήμερα η συνειδητοποίηση της διάψευσής της. Καθώς η βιομηχανική εποχή πράγματι απέτυχε να εκπληρώσει τη Μεγάλη της Υπόσχεση, όλο και περισσότεροι άνθρωποι συνειδητοποιούν σήμερα τα εξής:

Η απεριόριστη ικανοποίηση όλων των επιθυμιών δεν οδηγεί σε μια καλή ποιότητα ζωής ούτε αποτελεί τον δρόμο για την ευτυχία ή έστω για τη μεγίστη δυνατή ευχαρίστηση.

Το όνειρο του να γίνουμε κύριοι της ίδιας μας της ζωής έσβησε όταν αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε ότι είχαμε γίνει όλοι μας γρανάζια μιας γραφειοκρατικής μηχανής, με το κράτος -την εκάστοτε κυβέρνηση-, τη βιομηχανία και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, που ελέγχονται από αυτή, να χειραγωγούν τις σκέψεις, τα αισθήματα και τις προτιμήσεις μας.

Η οικονομική πρόοδος παρέμεινε περιορισμένη στις πλούσιες χώρες, και το χάσμα ανάμεσα στα πλούσια και στα φτωχά έθνη μεγάλωσε ακόμη περισσότερο.

Η τεχνολογική πρόοδος από μόνη της προκάλεσε οικολογικούς κινδύνους όπως και τον κίνδυνο ενός πυρηνικού πολέμου, δύο απειλές που, είτε από κοινού είτε η καθεμία μόνη της, θα μπορούσαν να βάλουν ένα τέλος σε ολόκληρο τον πολιτισμό, πιθανώς ακόμη και στην ίδια τη ζωή.

Όταν ο Άλμπερτ Σβάιτσερ πήγε στο Όσλο για να αποδεχτεί το Νόμπελ Ειρήνης (1952), κάλεσε τους ανθρώπους να «τολμήσουν ν’ αντιμετωπίσουν την κατάσταση… Ο άνθρωπος έχει γίνει ένας υπεράνθρωπος… Αλλά ο υπεράνθρωπος με την υπεράνθρωπη δύναμη δεν έχει επίσης εξυψωθεί και σε ένα επίπεδο υπεράνθρωπης λογικής. Στον βαθμό που η δύναμή του αυξάνεται, αυτός γίνεται όλο και περισσότερο φτωχός… Πρέπει να αφυπνιστεί η συνείδησή μας από το γεγονός ότι όσο περισσότερο γινόμαστε υπεράνθρωποι, άλλο τόσο γινόμαστε απάνθρωποι».

Erich Fromm, Να Έχεις ή να Είσαι;

Ένας λογικός άντρας που είναι ερωτευμένος μπορεί να φέρεται σαν τρελός, αλλά δεν μπορεί να φέρεται σαν βλάκας

Αλλά, έχω παρατηρήσει πως είσαι συνεσταλμένος με όσες έχουν εντυπωσιάσει την καρδιά σου. Η ιδιότητα αυτή μπορεί να επηρεάσει μια αστή , αλλά εσύ πρέπει να επιτεθείς στην καρδιά μιας γυναίκας του κόσμου (εννοεί της ανώτερης κοινωνίας) με άλλα όπλα…

Σου λέω εκ μέρους των γυναικών: δεν υπάρχει ούτε μία από εμάς που δεν θα προτιμούσε μια κάπως πιο τραχιά μεταχείριση από το πολύ ενδιαφέρον. Οι άντρες χάνουν τις περισσότερες καρδιές όχι γιατί οι γυναίκες είναι ενάρετες αλλά γιατί οι ίδιοι κάνουν ανόητα λάθη. Όσο περισσότερη ατολμία δείχνει ένας εραστής απέναντί μας τόσο περισσότερο μας κάνει η περηφάνια μας να τον παροτρύνουμε. Όσο περισσότερο σεβασμό δείχνει για την αντίστασή μας, τόσο περισσότερο σεβασμό απαιτούμε απ’ αυτόν.

Εμείς οι γυναίκες θα λέγαμε σε σας τους άντρες, ευχαρίστως: «Αχ! Μη μας θεωρείτε και τόσο ενάρετες. Εσείς μας αναγκάζετε να είμαστε υπερβολικά ενάρετες» Διαρκώς πασχίζουμε να κρύβουμε το γεγονός ότι έχουμε επιτρέψει στους εαυτούς μας να αγαπηθούν. Βάλε μία γυναίκα να πει ότι έχει ενδώσει μόνο εξαιτίας ενός είδους βίας ή έκπληξης: πείσε την ότι δεν την υποτιμάς και θα εγγυηθεί για την καρδιά της. Λίγη … περισσότερη τόλμη από μέρους σου θα έκανε και τους δύο να νοιώθετε πιο άνετα.

Θυμάσαι τι σου είπε ο Κύριος Ντε Λα Ροσφουκώ πρόσφατα: «Ένας λογικός άντρας που είναι ερωτευμένος μπορεί να φέρεται σαν τρελός, αλλά δεν πρέπει και δεν μπορεί να φέρεται σαν βλάκας».

Διαταραχή Παρασυσσώρευσης: ‘Οταν κάποιος δεν πετά τίποτα

Το άτομο συσσωρεύει αντικείμενα, τα οποία αδυνατεί να αποχωριστεί λόγω του έντονου άγχους και του αισθήματος δυσφορίας που του προκαλείται.

Η συλλογή και η αποθήκευση αντικειμένων αποτελεί μια συμπεριφορά που χαρακτηρίζει το ανθρώπινο είδος από την αρχή της ύπαρξής του, καθώς έχει ως βασικό στόχο την επιβίωση. Ωστόσο, υπάρχουν άτομα τα οποία καταλήγουν να αποθηκεύουν υπερβολικά πολλά αντικείμενα, αξίας ή και μη, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην είναι δυνατή η χρήση τους – από ένα σημείο και μετά – αλλά και να τίθενται σε κίνδυνο η ασφάλεια, ακόμα και η ίδια η ζωή του ατόμου.

Στην περίπτωση που το άτομο συσσωρεύει αντικείμενα, τα οποία αδυνατεί να αποχωριστεί λόγω του έντονου άγχους και του αισθήματος δυσφορίας που του προκαλείται από μια τέτοια ενέργεια, είναι πιθανό να μιλάμε για διαταραχή παρασυσσώρευσης (hoarding disorder). Πιο συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για τη συγκεκριμένη διαταραχή όταν πληρούνται τα παρακάτω κριτήρια:
  • Το άτομο νιώθει συναισθηματικά συνδεδεμένο με τα αντικείμενα και δυσκολεύεται να τα αποχωριστεί
  • Το άτομο είναι πεπεισμένο ότι «χρειάζεται» όλα αυτά τα αντικείμενα που συγκεντρώνει και βιώνει distress στο ενδεχόμενο απώλειάς τους
  • Λόγω της συσσώρευσης των αντικειμένων ο προσωπικός χώρος του ατόμου γεμίζει ασφυκτικά, με αποτέλεσμα να καθίσταται επικίνδυνος για την σωματική του ακεραιότητα, ενώ παραμελούνται η σωματική υγιεινή, καθώς και οι κοινωνικές και επαγγελματικές υποχρεώσεις του
  • Τα παραπάνω συμπτώματα δεν αιτιολογούνται από άλλες ψυχιατρικές διαταραχές
Μάλιστα, η συσσώρευση μπορεί να είναι τόσο παθητική («δεν πετάω τίποτα»), όσο και ενεργητική (συλλογή συγκεκριμένου είδους αντικειμένων σε υπέρμετρο βαθμό). Κάποιες φορές, το άτομο μπορεί να αναπτύξει και παθολογικές συμπεριφορές (π.χ. κλεπτομανία) προκειμένου να πετύχει τον σκοπό του. Χαρακτηριστικό σύμπτωμα της διαταραχής παρασυσσώρευσης αποτελεί η «αταξία» που επικρατεί μεταξύ των αντικειμένων: σωροί από εφημερίδες, κουπόνια ή ενθύμια, μπορεί να είναι ανάμεικτα με αντικείμενα αξίας, όπως αντίκες και κοσμήματα. Ειδικές κατηγορίες παρασυσσώρευσης αποτελούν η συγκέντρωση ζώων σε μικρούς χώρους, όπου τα ζώα στοιβάζονται δίχως να χαίρουν της απαραίτητης φροντίδας, αλλά και η ψηφιακή συσσώρευση, όπου ο υπολογιστής κατακλύζεται από φωτογραφίες και άλλα ψηφιακά αρχεία.

Τα τελευταία χρόνια, η διαταραχή παρασυσσώρευσης αποτελεί μια ξεχωριστή διαταραχή που εντάσσεται στο ψυχαναγκαστικό φάσμα και διαφοροποιείται από την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Αυτό γιατί, ενώ ο πάσχων από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή μπορεί να έχει και παρασυσσωρευτικά συμπτώματα, οι περισσότεροι ασθενείς με διαταραχή παρασυσσώρευσης, συνήθως δεν εμφανίζουν άλλα ιδεοψυχαναγκαστικά συμπτώματα. Επίσης, είναι δυνατόν να συνυπάρχει με άλλες ψυχικές και ψυχιατρικές διαταραχές, όπως για παράδειγμα με: σχιζοφρένεια, κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές, κλεπτομανία και διαταραχή μετατραυματικού στρες.

Το άτομο σταδιακά αρχίζει να αναπτύσσει μια σειρά βαθύτερων σκέψεων γύρω από τα αντικείμενα και έτσι νιώθει όλο και πιο έντονη και επιτακτική την ανάγκη να τα συγκεντρώνει και να τα στοιβάζει στον προσωπικό του χώρο, καταλήγοντας πολλές φορές να δυσκολεύεται μέχρι και να κινηθεί ανάμεσά τους, να μην τηρεί τους κανόνες υγιεινής, αλλά και να κινδυνεύει να τραυματιστεί από αυτά. «Θα το κρατήσω. Μπορεί να μου χρειαστεί στο μέλλον», «Μου θυμίζει τις διακοπές με τον άντρα μου», «Έχει μοναδική ομορφιά», «Κρατώντας το, το διασώζω» είναι μερικές μόνο από τις πεποιθήσεις ενός ατόμου με διαταραχή παρασυσσώρευσης.

Τα αίτια της εν λόγω διαταραχής δεν είναι απόλυτα σαφή και δεν φαίνεται να έχουν να κάνουν με τη βίωση υλικής αποστέρησης. Φαίνεται, ωστόσο, να σχετίζονται με κληρονομικούς παράγοντες, σοβαρές δυσκολίες στη σύναψη και διαχείριση διαπροσωπικών σχέσεων, δυσκολίες στην επεξεργασία πληροφοριών, παράγοντες που σχετίζονται με τη βίωση πρώιμων εμπειριών, καθώς και με δυσλειτουργικές πεποιθήσεις γύρω από τα αντικείμενα που συσσωρεύονται. Όλα τα παραπάνω συμβάλλουν στην ανάπτυξη μιας συγκεκριμένης στάσης του ατόμου απέναντι στα αντικείμενα. Πιο συγκεκριμένα, συμπεριφορές που έχουν να κάνουν με την απόκτηση αυτών, οδηγούν σε ευχαρίστηση και στην ανάπτυξη αισθήματος ελέγχου απέναντι στις αντιξοότητες, ενώ η απώλειά τους προκαλεί συναισθήματα άγχους, θυμού, λύπης και ανασφάλειας.

Η αντιμετώπιση της διαταραχής παρασυσσώρευσης αποτελεί μια δύσκολη υπόθεση, καθότι το άτομο δεν αναγνωρίζει το πρόβλημα που βιώνει, ενώ υπερεκτιμά την υποκειμενική αξία των αντικειμένων και έτσι, ακόμα και όταν πιέζεται από το περιβάλλον του να λάβει θεραπεία, εγκαταλείπει γρήγορα και εύκολα τη διαδικασία. Εκτός αυτού, νιώθει τρομερά υπεύθυνο για τη διαφύλαξη κάποιων αντικειμένων και για αυτό θεωρεί χρέος του να τα συλλέγει. Ενθαρρυντικά αποτελέσματα, ωστόσο, φαίνεται να σημειώνονται από την εφαρμογή τεχνικών της γνωσιακής ψυχοθεραπείας, σε συνδυασμό με φαρμακοθεραπεία.

Συμπερασματικά, η διαταραχή παρασυσσώρευσης αποτελεί μια δύσκολη κλινική περίπτωση, η οποία χρήζει περαιτέρω μελέτης προκειμένου να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά η άρνηση του ατόμου για θεραπεία, αλλά και να επιτευχθεί η μείωση της επιβάρυνσης που προκαλείται στη οικογένεια λόγω της διαταραχής του.

Έφτιαξαν cyborg ακρίδες που «μυρίζουν» τον καρκίνο

Μία ομάδα ερευνητών στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν ανέπτυξε ένα σύστημα προσυμπτωματικού ελέγχου για τον καρκίνο που χρησιμοποιεί ακρίδες.

Σύμφωνα με το MIT Technology Review στην αρχή οι ερευνητές τοποθέτησαν ηλεκτρόδια στους λοβούς του εγκεφάλου των ακρίδων. Τα ηλεκτρόδια παίρνουν σήματα από τις κεραίες του εντόμου, τις οποίες και χρησιμοποιεί για να ανιχνεύει τις μυρωδιές.

Ακολούθως η ομάδα καλλιέργησε τρεις διαφορετικούς τύπους ανθρώπινων καρκινικών στοματικών κυττάρων αλλά και ένα ξεχωριστό σύνολο υγιών.

Παράλληλα, προχώρησαν στην κατασκευή μιας συσκευής η οποία συλλαμβάνει τα αέρια που εκπέμπει ο κάθε τύπος κυττάρου. Ακολούθως ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο εγκέφαλος των ακρίδων ανταποκρινόταν διαφορετικά σε κάθε τύπο κυττάρου καθώς και ότι μπορούσε να αναγνωρίσει σωστά τα άρρωστα κύτταρα από τα αέρια.

«Το έντομο είναι νεκρό όσον αφορά τη λειτουργία του σώματός του», ανέφερε σε δηλώσεις του ο ερευνητής Debajit Saha στο MIT Technology Review.

«Εμείς απλώς κρατάμε ζωντανό τον εγκέφαλό του», συμπλήρωσε. Σημειώνεται πως η εν λόγω μελέτη δεν έχει αξιολογηθεί ακόμη με αποτέλεσμα να μην γνωρίζει κάποιος εάν ρυθμιστικές αρχές όπως η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων θα ενέκριναν ποτέ μια τέτοια διαδικασία.

Την ίδια ώρα η ομάδα των ερευνητών αναμένεται να συνεχίσει τα πειράματα με τις ακρίδες. Μάλιστα το σύστημά τους απαιτεί μεταξύ έξι και 10 εγκεφάλους ακρίδων για να λειτουργήσει.

Για τον λόγο αυτό οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα νέα ηλεκτρόδια θα μπορούν να καταγράφουν περισσότερους νευρώνες, ώστε ένας μόνο εγκέφαλος να είναι αρκετός για μια ατομική εξέταση.

Ακόμη θέλουν να μετατρέψουν τη συσκευή που περιέχει τον εγκέφαλο και τις κεραίες σε φορητή, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκτός εργαστηρίου. Σημειώνεται ότι τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο «bioRXiv».

Ο Αριστοτέλης για την ανδρεία

Αττική ερυθρόμορφη πελίκη από την 
Τανάγρα της Βοιωτίας.
Παράσταση γιγαντομαχίας με τον Άρη
και τους Διόσκουρους.
Στην τεχνοτροπία του Ζωγράφου του Πολυγνώτου.
Γύρω στο 400 π.Χ. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Αθήνα.
Ο Αριστοτέλης αναφερόμενος στο ζήτημα της ανδρείας καθιστά σαφές ότι το θάρρος ή η δειλία δεν είναι τίποτε άλλο από τη στάση του ανθρώπου απέναντι στο φόβο: «Είναι προφανές ότι φοβούμαστε τα πράγματα που προκαλούν φόβο, και αυτά είναι, για να το πούμε με δυο λόγια, τα κακά πράγματα – εξού και ο ορισμός του φόβου ως “προσδοκίας κακού”. Φοβούμαστε λοιπόν όλα τα κακά πράγματα, π.χ. το κακό όνομα, τη φτώχεια, την αρρώστια, την έλλειψη φίλων, το θάνατο, ο ανδρείος όμως άνθρωπος δε θεωρείται ότι έχει σχέση με όλα αυτά». (1115a 6, 9-14).

Κι εδώ ακριβώς ξεκινούν οι παρανοήσεις της έννοιας που ταυτίζουν τον ανδρείο με τον ατρόμητο, δηλαδή με τον άνθρωπο που δεν πτοείται ποτέ ή δεν υπολογίζει το μέγεθος των κινδύνων. Για τον Αριστοτέλη, μια τέτοια εκδοχή είναι ολότελα λανθασμένη, αφού, σε τελική ανάλυση, ξεπερνά τα ανθρώπινα μέτρα.

Ο φόβος είναι συναίσθημα φυσικό, κάτι σαν ένστικτο αυτοσυντήρησης και η απάρνησή του κρίνεται αντίθετη με την ανθρώπινη φύση. Εξάλλου, υπάρχουν ζητήματα που οι συνετοί άνθρωποι θα πρέπει να φοβούνται: «Μερικά, πράγματι, από αυτά τα κακά και πρέπει και είναι ωραίο να τα φοβάται κανείς· μερικά μάλιστα θα ήταν άσχημο να μην τα φοβάται, π.χ. το κακό όνομα: όποιος το φοβάται είναι ένας σωστός άνθρωπος, ένας άνθρωπος που αισθάνεται ντροπή, ενώ αυτός που δεν το φοβάται είναι άνθρωπος που δεν αισθάνεται ντροπή. Μερικοί χρησιμοποιούν και σ’ αυτή την περίπτωση τη λέξη “ανδρείος”, αυτοί όμως κάνουν, στην πραγματικότητα, μεταφορά της λέξης σε μια καινούργια σημασία». (1115a 6, 14-17).

Στην ουσία πρόκειται για σύγχυση εννοιών που σχετίζεται με την κοινή αναφορά στην έλλειψη του φόβου: «έχει, πράγματι, ο άνθρωπος αυτός κάτι κοινό με τον ανδρείο, αφού και ο ανδρείος είναι ένας άνθρωπος που δεν αισθάνεται φόβο». (1115 6 18-19).

Με άλλα λόγια, όποιος δεν αισθάνεται φόβο δε σημαίνει ότι είναι και ανδρείος. Η έλλειψη φόβου μπορεί να ερμηνευτεί ως αναισχυντία ή, ακόμη, κι ως ολοκάθαρη ανοησία. Ο ανόητος που μπαίνει σε κινδύνους, χωρίς να έχει επίγνωση, δεν είναι ανδρείος, όπως δεν είναι ανδρείος και ο αναιδής ή ο κυνικός ή ο ολότελα αισχρός, που δεν υπολογίζει κανένα νόμο προκειμένου να επωφεληθεί σε βάρος των άλλων.

Ο Αριστοτέλης συμπληρώνει: «Ούτε, επίσης, είναι δειλός ο άνθρωπος που φοβάται μια βιαιοπραγία σε βάρος των παιδιών του ή της γυναίκας του ή όποιος φοβάται το φθόνο ή άλλα τέτοια πράγματα· ούτε πάλι είναι ανδρείος ο άνθρωπος που αντιμετωπίζει με θάρρος μια επικείμενη μαστίγωσή του». (1115a 6, 25-27).

Είναι αδύνατο να ζητά κανείς την πλήρη απαλλαγή του ανθρώπου από το φόβο. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ταίριαζε περισσότερο στην αφροσύνη παρά στην ανδρεία. Κατ’ επέκταση «τα πράγματα που προκαλούν φόβο δεν είναι ίδια για όλους τους ανθρώπους». (1115b 7, 8).

Αν δεχτούμε ότι ο θάνατος ή η φτώχεια μπορούν να επιφέρουν το φόβο, δε σημαίνει ότι όλοι τα φοβούνται το ίδιο: «υπάρχουν άνθρωποι που, ενώ είναι δειλοί στους πολεμικούς κινδύνους, είναι ελευθέριοι και αντιμετωπίζουν με θάρρος την απώλεια χρημάτων». (1115a 6, 23-25). Αντιστρόφως, μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι που μπροστά στην ολοκληρωτική οικονομική καταστροφή και τα αδιέξοδα της φτώχειας να προτιμούν το θάνατο.

Για τον Αριστοτέλη ο διαχωρισμός πρέπει να γίνει με βάση όχι τις υποκειμενικές, αλλά τις αντικειμενικές συνθήκες που μπορούν να εμπνεύσουν το φόβο. Διευκρινίζει ότι υπάρχουν πράγματα που ξεπερνούν τις ανθρώπινες δυνατότητες κι ως εκ τούτου λειτουργούν εκφοβιστικά σε όλους τους σώφρονες ανθρώπους: «… είναι και μερικά» (πράγματα) «που λέμε ότι είναι πάνω από τη δύναμη του ανθρώπου. Αυτά τα τελευταία προκαλούν φόβο σε κάθε άνθρωπο – στους μυαλωμένους, τουλάχιστο, ανθρώπους». (1115b 7, 8-10).

Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: «Ο ανδρείος είναι απτόητος στο βαθμό που μπορεί να είναι απτόητος ο άνθρωπος». (1115b 7, 12).

Κι όταν γίνεται λόγος για πράγματα που είναι «πάνω από τη δύναμη του ανθρώπου» δεν πρέπει να εννοηθούν μόνο οι απρόβλεπτες και οδυνηρές φυσικές καταστροφές, όπως οι σεισμοί ή οι πλημμύρες ή τα ακραία καιρικά φαινόμενα κλπ, αλλά οτιδήποτε ξεπερνά τις ανθρώπινες δυνατότητες, όπως η αρρώστια ή ο θάνατος (εκλαμβανόμενα, βέβαια, μόνο από την οπτική του φυσικού αναπόφευκτου, χωρίς να συνυπολογίζεται η πιθανή ευθύνη του ανθρώπου – σε σχέση με τον τρόπο που επέλεξε να ζει – για την πρόκληση της αρρώστιας ή του θανάτου).

Ωστόσο, το ότι αυτά που υπερβαίνουν τα ανθρώπινα είναι δικαιολογημένο να προκαλούν φόβο σε όλους τους «μυαλωμένους τουλάχιστο ανθρώπους», δε σημαίνει ότι είναι κατ’ ανάγκη και σωστό. Ο Αριστοτέλης είναι ξεκάθαρος: «Τη φτώχεια όμως ίσως δεν πρέπει να τη φοβούμαστε, ούτε την αρρώστια: γενικά δεν πρέπει να φοβούμαστε τα πράγματα που δεν προέρχονται από την κακία ούτε έχουν την αρχή τους σ’ εμάς τους ίδιους». (1115a 6, 19-21).

Κι εδώ δεν πρέπει να σταθεί κανείς στο κατά πόσο η φτώχεια δεν έχει να κάνει με την «κακία» και δεν οφείλεται «σ’ εμάς τους ίδιους», αλλά στο ζήτημα των ανθρώπινων δυνατοτήτων. Οπωσδήποτε η φτώχεια που οφείλεται στην τεμπελιά «προέρχεται από την κακία» κι έχει την αρχή της «σ’ εμάς τους ίδιους», όπως και η αρρώστια που οφείλεται στις καταχρήσεις. Ο Αριστοτέλης, όμως, δεν αναφέρεται σε αυτό.

Αναφέρεται στις περιπτώσεις όπου πράγματι ο άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει τίποτε για να τις αποφύγει. Μια απρόβλεπτη ξηρασία που θα καταστρέψει τη σοδειά μπορεί να φέρει φτώχεια, όπως και μια ξαφνική αρρώστια θάνατο. Για τον Αριστοτέλη έχει τεράστια σημασία η διαφοροποίηση των καταστάσεων σε σχέση με την ευθύνη. Για οτιδήποτε ο άνθρωπος δεν έχει ευθύνη, επειδή είναι αδύνατο να ελέγξει, δε θα έπρεπε να αισθάνεται φόβο.

Ο φόβος θα έπρεπε να είναι συναίσθημα που να αφορά αυτά που εμπεριέχονται στην ανθρώπινη αρμοδιότητα. Το γεγονός ότι οι μυαλωμένοι άνθρωποι αισθάνονται φόβο με όσα υπερβαίνουν τις δυνατότητές τους καταδεικνύει την αδυναμία του ανθρώπου να ελέγξει το φόβο περιορίζοντάς τον σε όσα πράγματι περνούν από το χέρι του.

Βέβαια, το να φοβάται κανείς αυτά που δεν ορίζει είναι λογικό, αφού το άγνωστο είναι που γεννά το φόβο. Αυτά που κάποιος είναι σε θέση να τα ελέγξει δεν έχει λόγο να τα φοβηθεί. Η επιφύλαξη «ίσως» που θέτει ο Αριστοτέλης στη φράση «τη φτώχεια όμως ίσως δεν πρέπει να τη φοβόμαστε» καταδεικνύει και τη δική του αβεβαιότητα, καθώς ξέρει καλά ότι δεν μπορεί να υπερβεί τα ανθρώπινα μέτρα. Θα ήταν σωστό ο άνθρωπος να αντιμετωπίζει με θάρρος όλα όσα δεν ελέγχει ακριβώς επειδή δεν ευθύνεται. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν ξέρουμε κατά πόσο μπορεί να γίνει εφικτό. Η γέννηση της θρησκείας σχετίζεται άμεσα με αυτό.

Το σίγουρο είναι ότι και ο φόβος για το άγνωστο, όταν ξεπεράσει ένα λογικό μέτρο, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στο παράλογο δηλητηριάζοντας (άσκοπα) τη ζωή του ανθρώπου. Ο άνθρωπος που φοβάται συνέχεια μια επικείμενη ανεξέλεγκτη καταστροφή για τον ίδιο ή τους δικούς του είναι αδύνατο να φτάσει στην ευτυχία. Το διαρκές άγχος για την αρρώστια ή για την καταστροφή είναι παθολογία και δεν έχει καμία σχέση με την άσκηση της αρετής ή με τον ελεύθερο άνθρωπο.

Σε τελική ανάλυση είναι δειλία, αφού πρόκειται για την έκφραση της πιο ακραίας απαισιοδοξίας, κι ο ανδρείος είναι από τη φύση του αισιόδοξος άνθρωπος: «Ο δειλός λοιπόν είναι, θα λέγαμε, ο άνθρωπος που βάζει πάντοτε στο μυαλό του το χειρότερο, γιατί φοβάται τα πάντα. Ο ανδρείος, πάντως, είναι ακριβώς το αντίθετο· γιατί το θάρρος είναι χαρακτηριστικό του ανθρώπου που αντιμετωπίζει τη ζωή με αισιοδοξία». (1116a 7, 2-4).

Από κει και πέρα, όσα ο άνθρωπος μπορεί να ελέγξει, επειδή εντάσσονται μέσα στις δυνατότητές του, το στοιχείο του φόβου οφείλει να χαλιναγωγηθεί (κι όχι να εξαφανιστεί) μέσα στο λογικό μέτρο: «Τα άλλα όμως, αυτά που είναι μέσα στα όρια της δύναμης του ανθρώπου, παρουσιάζουν διαφορές μεταξύ τους ως προς το μέγεθος και ως προς το “περισσότερο και λιγότερο”· το ίδιο συμβαίνει και με τα πράγματα που μας εμπνέουν θάρρος και σιγουριά». (1115b 7, 10-12).

Κι αν κάποιος χρειάζεται περισσότερες διευκρινήσεις, ο Αριστοτέλης θα παραθέσει και πάλι τη γνωστή συνταγή που καθορίζει όλες τις αρετές: «Ο άνθρωπος λοιπόν που αντιμετωπίζει και που φοβάται α) τα πράγματα που πρέπει, β) για το λόγο που πρέπει, γ) με τον τρόπο που πρέπει και δ) τη στιγμή που πρέπει, το ίδιο και ο άνθρωπος που δείχνει θάρρος με τις ίδιες αυτές προϋποθέσεις, είναι ανδρείος· γιατί ο ανδρείος “πάσχει” και “πράττει” με τον τρόπο που είναι ο σωστός για την περίσταση και όπως ορίζει ο λόγος». (1115b 7, 19-22).

Η τελική προσθήκη της λογικής («όπως ορίζει ο λόγος») είναι η επισφράγιση της αριστοτελικής μεσότητας, αφού λειτουργεί ως κυρίαρχο κριτήριο που θα ορίσει το «περισσότερο και λιγότερο» από όσο πρέπει, δηλαδή το σημείο που ξεκινά η υπερβολή και η έλλειψη, οι οποίες ανατρέπουν τις ισορροπίες της αρετής: «Είναι όμως δυνατό να φοβάται κανείς περισσότερο ή λιγότερο, και, ακόμη, πράγματα που δεν είναι φοβερά να τα φοβάται ως φοβερά. Η λανθασμένη συμπεριφορά οφείλεται άλλοτε στο ότι φοβάται κάτι που δεν πρέπει να το φοβάται, άλλοτε στο ότι φοβάται όχι με το σωστό τρόπο, άλλοτε στο ότι φοβάται σε στιγμή που δε θα έπρεπε να φοβάται, κοκ. – το ίδιο συμβαίνει και με τα πράγματα που μας εμπνέουν θάρρος και σιγουριά». (1115b 7, 15-19).

Από κει και πέρα, όλα ορίζονται με βάση το γνωστό δίπολο της υπερβολής και της έλλειψης, που δεν έχουν καμία σχέση με την ανδρεία: «Ενσχέσει με την υπερβολή τα πράγματα έχουν ως εξής: Τον άνθρωπο που δεν αισθάνεται κανέναν απολύτως φόβο, η γλώσσα μας δεν έχει λέξη να τον δηλώσει (το είπαμε και σε προηγούμενη ενότητα ότι σε πολλές περιπτώσεις η γλώσσα μας δε διαθέτει τις σχετικές λέξεις), θα μπορούσε όμως κανείς να πει ότι είναι ένα είδος παράφρονα ή αναίσθητου ανθρώπου, αν δε φοβάται τίποτε, ούτε τους σεισμούς ούτε τα κύματα της θάλασσας – όπως το λένε για τους Κέλτες». (1115b 7, 28-32).

Και βέβαια, αυτός που υπερβάλει στην επίδειξη θάρρους είναι ο θρασύς: «Ο υπερβολικός στο θάρρος ενσχέσει με τα πράγματα που προκαλούν φόβο είναι ο θρασύς. Ο θρασύς, πάντως, άνθρωπος δεν είναι – κατά την κοινή αντίληψη – παρά ένας καυχησιάρης, ένας άνθρωπος που προσποιείται τον ανδρείο: ό,τι είναι ο ανδρείος ενσχέσει με τα πράγματα που προκαλούν φόβο, ο θρασύς θέλει να φαίνεται ότι είναι· όπου λοιπόν το μπορεί, μιμείται τον ανδρείο. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους είναι θρασύδειλοι: θρασείς εκεί όπου μπορούν να “παίξουν” τον ανδρείο, δεν είναι ικανοί να αντιμετωπίσουν ό,τι προκαλεί πράγματι φόβο». (1115b 7, 32-38).

Ο Αριστοτέλης θα συμπληρώσει για τους θρασείς: «Οι θρασείς “κάνουν τον καμπόσο” και, ενώ πριν από τους κινδύνους τούς θέλουν, όταν είναι μέσα σ’ αυτούς, αποτραβιούνται· αντίθετα οι ανδρείοι βρίσκονται σε διέγερση την ώρα της δράσης, ενώ πιο μπροστά είναι ψύχραιμοι και ήσυχοι». (1116a 7, 7-10).

Από την άλλη, η έλλειψη θάρρους καθιστά κάποιον δειλό: «Ο άνθρωπος αυτός είναι ελλιπής στο θάρρος· αυτό όμως που κυρίως γίνεται φανερό σ’ αυτόν τον άνθρωπο είναι ο υπερβολικός του φόβος μπροστά στις δυσάρεστες και οδυνηρές καταστάσεις». (1116a 7, 1-2).

Ο δειλός είναι σε θέση να προτιμήσει ακόμη και το θάνατο προκειμένου να αποφύγει τα δυσάρεστα που οφείλει να αντιμετωπίσει: «Το να επιλέγει κανείς το θάνατο για να γλιτώσει από τη φτώχεια, από μια ερωτική απογοήτευση ή από κάτι δυσάρεστο και οδυνηρό, αυτό δε δείχνει άνθρωπο ανδρείο· ίσα ία δείχνει άνθρωπο δειλό· γιατί το να αποφεύγει κανείς τα οχληρά και κουραστικά πράγματα είναι καθαρή μαλθακότητα: αν δέχεται το θάνατο, δεν είναι γιατί πρόκειται για κάτι το ωραίο, αλλά για να γλιτώσει από ένα κακό». (1116a 7, 13-17).

Κι εδώ ακριβώς έγκειται ο τελικός σκοπός της ανδρείας, που καθορίζει και την εννοιολογική της υπόσταση. Η ανδρεία υφίσταται μόνο εφόσον ο τελικός στόχος της θαρραλέας πράξης έχει να κάνει με την πραγμάτωση της αρετής, δηλαδή με την εκπλήρωση του καλού. Γι’ αυτό ο κυνικός ή ο αισχρός ή ο παραβάτης του νόμου δε θα μπορέσουν ποτέ να θεωρηθούν ανδρείοι. Γιατί το θάρρος τους απέναντι στις πιθανές συνέπειες των πράξεών τους δεν έχει να κάνει με την αρετή, αλλά με το ανέντιμο που θα υπηρετήσει προσωπικά οφέλη. Από αυτή την άποψη, το θάρρος τους είναι θράσος. Γι’ αυτό δεν πρόκειται για ανδρείους, αλλά για θρασείς και αδίστακτους ανθρώπους, εκ διαμέτρου αντίθετους με την έννοια της αρετής.

Ο Αριστοτέλης είναι σαφής: «Όπως λοιπόν είπαμε, η ανδρεία είναι μεσότητα απέναντι στα πράγματα που προκαλούν θάρρος και φόβο στις περιστάσεις που περιγράψαμε· είπαμε επίσης ότι ο ανδρείος επιλέγει και αντιμετωπίζει διάφορα πράγματα επειδή αυτό είναι ωραίο, ή γιατί θα ήταν άσχημο να μην το κάνει έτσι». (1116a 7, 10-13).

Το τέλος, δηλαδή ο τελικός σκοπός μιας πράξης, καθορίζει και την ποιότητά της. Κι αυτό, βέβαια, είναι αποτέλεσμα του σωστού εθισμού (έξις) που θα ωθήσει τον άνθρωπο στην αρετή. Η ανδρεία, ως έννοια συνυφασμένη με την εκπλήρωση της αρετής, δε θα μπορούσε να μην εντάσσεται σ’ αυτό το πλαίσιο: «Το τέλος, τώρα, κάθε ενέργειας είναι αυτό που αντιστοιχεί στην έξη από την οποία προέρχεται η συγκεκριμένη ενέργεια. Για τον άνθρωπο που κάνει ανδρείες πράξεις η ανδρεία είναι κάτι το ωραίο. Τέτοιο θα είναι λοιπόν και το τέλος της· γιατί το καθετί ορίζεται με βάση το τέλος του. Για κάτι το ωραίο λοιπόν ο ανδρείος υπομένει και πράττει τα έργα της ανδρείας». (1115b 7, 23-27).

Κατά συνέπεια, ο ανδρείος είναι ο άνθρωπος που διατίθεται να θυσιάσει τη ζωή του μόνο αν πρόκειται για κάτι ωραίο. Κι ως παράδειγμα ο Αριστοτέλης φέρνει το θάνατο στο πεδίο των μαχών: «Κατά κύριο, επομένως, λόγο ανδρείος θα πρέπει να χαρακτηριστεί αυτός που αντιμετωπίζει δίχως φόβο τον ωραίο θάνατο, καθώς και όλα όσα αποτελούν άμεση απειλή θανάτου – τέτοια είναι κατά κύριο λόγο όσα διαδραματίζονται στον πόλεμο». (1115a 6, 37-39).

Αρκεί βέβαια, στο πεδίο των μαχών να υπερασπίζεται κανείς την ακεραιότητα της πόλης κι όχι τα συμφέροντα μερικών ή τις φιλοδοξίες του Αλκιβιάδη. Γιατί η πόλη που κάνει πολέμους τέτοιων συμφερόντων δεν αναζητά ανδρείους αλλά θύματα. Κι αυτό, επίσης, δεν έχει καμία σχέση με την αρετή.

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΤΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ Δ΄

ΔΗΜ 10.28–34

Είναι καιρός για δράση – Η πρόταση του Δημοσθένη

Σε μεγάλο βαθμό επαναλαμβάνονται στον λόγο αυτόν οι ιδέες που διατυπώθηκαν στους λόγους Περί των εν Χερρονήσω και Γ´ Κατά Φιλίππου (βλ. και ΔΗΜ 9.1–9), εκτός από μία πρόταση που ο ρήτορας εισηγείται για πρώτη φορά εδώ: τη σύμπραξη με τον Μ. Βασιλέα για την αντιμετώπιση του Φιλίππου.


[28] Τὸ μὲν τοίνυν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πρὸς τὰ τοιαῦτ’
ὀκνηρῶς διακεῖσθαι, ἃ δεῖ τοῖς σώμασι καὶ ταῖς οὐσίαις
λῃτουργῆσαι ἕκαστον, ἐστὶ μὲν οὐκ ὀρθῶς ἔχον, οὐδὲ πολλοῦ
δεῖ, οὐ μὴν ἀλλ’ ἔχει τινὰ πρόφασιν ὅμως· τὸ δὲ μηδ’ ὅσ’
ἀκοῦσαι δεῖ μηδ’ ὅσα βουλεύεσθαι προσήκει, μηδὲ ταῦτ’
ἐθέλειν [ἀκούειν], τοῦτ’ ἤδη πᾶσαν ἐπιδέχεται κατηγορίαν.
[29] ὑμεῖς τοίνυν οὐκ ἀκούειν, πρὶν ἂν ὥσπερ νῦν αὐτὰ παρῇ
τὰ πράγματα, οὐχὶ βουλεύεσθαι περὶ οὐδενὸς εἰώθατ’ ἐφ’
ἡσυχίας, ἀλλ’ ὅταν μὲν ἐκεῖνος παρασκευάζηται, ἀμελήσαντες
τοῦ ποιεῖν ταὐτὸ καὶ ἀντιπαρασκευάζεσθαι ῥᾳθυμεῖτε, καὶ ἄν
τι λέγῃ τις, ἐκβάλλετε, ἐπειδὰν δ’ ἀπολωλὸς ἢ πολιορκού-
μενόν τι πύθησθε, ἀκροᾶσθε καὶ παρασκευάζεσθε· [30] ἦν δ’
ἀκηκοέναι μὲν καὶ βεβουλεῦσθαι τότε καιρός, ὅθ’ ὑμεῖς οὐκ
ἠθέλετε, πράττειν δὲ καὶ χρῆσθαι τοῖς παρεσκευασμένοις νῦν,
ἡνίκ’ ἀκούετε. τοιγαροῦν ἐκ τῶν τοιούτων ἐθῶν μόνοι τῶν
πάντων ἀνθρώπων ὑμεῖς τοῖς ἄλλοις τοὐναντίον ποιεῖτε· οἱ
μὲν γὰρ ἄλλοι πρὸ τῶν πραγμάτων εἰώθασι χρῆσθαι τῷ
βουλεύεσθαι, ὑμεῖς δὲ μετὰ τὰ πράγματα.

[31] Ὃ δὴ λοιπόν ἐστι, καὶ πάλαι μὲν ἔδει, διαφεύγει δ’ οὐδὲ
νῦν, τοῦτ’ ἐρῶ. οὐδενὸς τῶν πάντων οὕτως ὡς χρημάτων
δεῖ τῇ πόλει πρὸς τὰ νῦν ἐπιόντα πράγματα. συμβέβηκε δ’
εὐτυχήματ’ ἀπὸ ταὐτομάτου, οἷς ἂν χρησώμεθ’ ὀρθῶς, ἴσως
ἂν γένοιτο τὰ δέοντα. πρῶτον μὲν γὰρ οἷς βασιλεὺς πιστεύει
καὶ εὐεργέτας ὑπείληφεν ἑαυτοῦ, οὗτοι μισοῦσι καὶ πολεμοῦσι
Φίλιππον. [32] ἔπειθ’ ὁ πράττων καὶ συνειδὼς ἅπανθ’ ἃ Φίλιππος
κατὰ βασιλέως παρασκευάζεται, οὗτος ἀνάσπαστος γέγονε,
καὶ πάσας τὰς πράξεις βασιλεὺς οὐχ ἡμῶν κατηγορούντων
ἀκούσεται, οὓς ὑπὲρ τοῦ συμφέροντος ἂν ἡγήσαιτο τοῦ ἰδίου
λέγειν, ἀλλὰ τοῦ πράξαντος αὐτοῦ καὶ διοικοῦντος, ὥστ’ εἶναι
πιστάς, καὶ λοιπὸν λόγον εἶναι τοῖς παρ’ ὑμῶν πρέσβεσιν,
[33] ὃν βασιλεὺς ἥδιστ’ ἂν ἀκούσαι, ὡς τὸν ἀμφοτέρους ἀδικοῦντα
κοινῇ τιμωρήσασθαι δεῖ, καὶ ὅτι πολὺ τῷ βασιλεῖ φοβερώ-
τερός ἐσθ’ ὁ Φίλιππος, ἂν προτέροις ἡμῖν ἐπιθῆται· εἰ γὰρ
ἐγκαταλειπόμενοί τι πεισόμεθ’ ἡμεῖς, ἀδεῶς ἐπ’ ἐκεῖνον ἤδη
πορεύσεται. ὑπὲρ δὴ τούτων ἁπάντων οἶμαι δεῖν ὑμᾶς
πρεσβείαν ἐκπέμπειν, ἥτις τῷ βασιλεῖ διαλέξεται, καὶ τὴν
ἀβελτερίαν ἀποθέσθαι, δι’ ἣν πολλάκις ἠλαττώθητε, «ὁ δὴ
βάρβαρος, καὶ ὁ κοινὸς ἅπασιν ἐχθρός,» καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα.
[34] ἐγὼ γὰρ ὅταν τιν’ ἴδω τὸν μὲν ἐν Σούσοις καὶ Ἐγβατάνοις
δεδοικότα καὶ κακόνουν εἶναι τῇ πόλει φάσκοντα, ὃς καὶ
πρότερον συνεπηνώρθωσε τὰ τῆς πόλεως πράγματα καὶ νῦν
ἐπηγγέλλετο (εἰ δὲ μὴ ἐδέχεσθ’ ὑμεῖς, ἀλλ’ ἀπεψηφίζεσθε,
οὐ τἀκείνου αἴτια), ὑπὲρ δὲ τοῦ ἐπὶ ταῖς θύραις ἐγγὺς οὑτωσὶ
ἐν μέσῃ τῇ Ἑλλάδι αὐξανομένου λῃστοῦ τῶν Ἑλλήνων ἄλλο
τι λέγοντα, θαυμάζω, καὶ δέδοικα τοῦτον, ὅστις ἂν ᾖ ποτ’,
ἔγωγε, ἐπειδὴ οὐχ οὗτος Φίλιππον.

***
[28] Λοιπόν, Αθηναίοι, η επίδειξις οκνηρίας προκειμένου περί ζητημάτων εις τα οποία πληρώνει έκαστος με το σώμα του και με την περιουσίαν του δεν είναι η ενδεδειγμένη μέθοδος· κάθε άλλο· και όμως έχει κάποιαν δικαιολογίαν. Αλλά το να μη θέλετε και να αρνήσθε επιμόνως να ακούσετε όσα πρέπει να λεχθούν και όσα επιβάλλεται να αποφασίσετε, αυτό είναι άξιον αυστηράς επικρίσεως. [29] Σεις λοιπόν έχετε ακριβώς την συνήθειαν να μη ακούετε τίποτε μέχρις της στιγμής που θα είναι ο κίνδυνος παρών, όπως είναι τώρα, και να μη συζητήτε περί ουδενός εν καιρώ ηρεμίας. Αλλ’ εφ’ όσον ο Φίλιππος προετοιμάζεται, σεις, αμελήσαντες να πράξετε το ίδιον και να αντιτάξετε τας ιδικάς σας προπαρασκευάς εις τας ιδικάς του, ζήτε αμέριμνοι, και εάν σας ομιλήση τις δι’ αυτό, τον αποπέμπετε, όταν δε βραδύτερον πληροφορηθήτε ότι κάποια κτήσις σας εκυριεύθη ή πολιορκείται, τότε μόνον ακούετε και προπαρασκευάζεσθε. [30] Καιρός όμως διά να ακούετε τους ρήτορας και να συζητήτε ήτο τότε, οπότε σεις δεν ηθέλατε· τώρα δε, οπότε σεις ακούετε τους λόγους, είναι αντιθέτως καιρός δράσεως και χρησιμοποιήσεως των προπαρασκευών. Επομένως, ακολουθούντες τας συνηθείας αυτάς, κάμνετε σεις μόνοι το αντίθετον από όλους τους άλλους ανθρώπους: οι άλλοι συνηθίζουν να συζητούν προ των γεγονότων, σεις δε μετά τα γεγονότα.

[31] Ό,τι μας υπολείπεται ήδη να πράξωμεν, τούτο θα σας εκθέσω· και έπρεπε μεν να το πράξωμεν ενωρίτερα, αλλ’ είναι και τώρα ακόμη καιρός. Ουδενός άλλου έχει η πόλις ανάγκην τόσην, ενώπιον των επερχομένων γεγονότων, όσην των χρημάτων. Όλως δε τυχαίως μας συμβαίνουν ευτυχή περιστατικά, τα οποία εάν χρησιμοποιήσωμεν κατά τρόπον ορθόν, ίσως επιφέρουν καλά αποτελέσματα. Πρώτον μεν εκείνοι εις τους οποίους ο Βασιλεύς έχει εμπιστοσύνην και τους θεωρεί ευεργέτας του, ούτοι μισούν και πολεμούν τον Φίλιππον. [32] Έπειτα αυτός ούτος ο πράκτωρ του Φιλίππου, ο γνώστης όλων των κατά του Βασιλέως μηχανορραφιών του, απεσπάσθη ήδη βιαίως απ’ αυτού· και ούτω ο Βασιλεύς θα πληροφορηθή την όλην υπόθεσιν όχι από κατηγορίας ημών, που δύναται να θεωρήση κινουμένους από το ίδιον ημών συμφέρον, αλλ’ από αυτόν τούτον τον δράστην, τον διευθετήσαντα την επιχείρησιν· ούτω δε αι κατηγορίαι θα γίνουν πιστευταί και ό,τι επί πλέον προσθέσουν οι ιδικοί μας πρέσβεις, [33] ευνοϊκά θα το ακούση ο Βασιλεύς. Θα του είπουν ότι πρέπει από κοινού να τιμωρήσωμεν εκείνον που μας αδικεί αμφοτέρους, και ότι πολύ πλέον επικίνδυνος δι’ αυτόν θα είναι ο Φίλιππος εάν προηγουμένως επιτεθή καθ’ ημών· διότι εάν ημείς εγκαταλειφθώμεν και μας συμβή δυστύχημα, αφόβως τότε θα βαδίση εναντίον εκείνου. Δι’ όλους αυτούς τους λόγους, θεωρώ αναγκαίον να αποστείλετε πρεσβείαν προς τον Βασιλέα, η οποία να εξηγηθή μαζί του και να εγκαταλείψετε τας ηλιθιότητας εκείνας, ένεκα των οποίων πολλάς υπέστητε αποτυχίας: «ο Βασιλεύς είναι βάρβαρος» και «ο κοινός των Ελλήνων εχθρός» και πάντα τα παρόμοια. [34] Όσον δι’ εμέ, όταν βλέπω κάποιον να φοβήται τον Βασιλέα που εδρεύει εις τα Σούσα ή τα Εκβάτανα και να λέγη ότι ούτος κακά μελετά διά την πόλιν μας, αυτός που και προηγουμένως συνείργησεν εις την ανόρθωσιν της δυνάμεως της πόλεως και τώρα ακόμη μας έκαμε προτάσεις ―εάν δε δεν τας εδέχθητε σεις και τας απερρίψατε δεν πταίει εκείνος― όταν δε ο ίδιος ρήτωρ μεταχειρίζεται εντελώς διαφορετικήν γλώσσαν δι’ εκείνον που ευρίσκεται προ των θυρών μας, δι’ αυτόν που ληστεύει τους Έλληνας και μεγαλώνει μέσα εις την καρδίαν της Ελλάδος, εκπλήττομαι και φοβούμαι τούτον, οιοσδήποτε και αν είναι, επειδή ακριβώς δεν φοβείται αυτός τον Φίλιππον.