Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Αἴας (201-262)

ΤΕΚΜΗΣΣΑ 
ναὸς ἀρωγοὶ τῆς Αἴαντος,
γενεᾶς χθονίων ἀπ᾽ Ἐρεχθειδᾶν,
ἔχομεν στοναχὰς οἱ κηδόμενοι
τοῦ Τελαμῶνος τηλόθεν οἴκου.
205 νῦν γὰρ ὁ δεινὸς μέγας ὠμοκρατὴς
Αἴας θολερῷ
κεῖται χειμῶνι νοσήσας.
ΧΟ. τί δ᾽ ἐνήλλακται τῆς ἠρεμίας
νὺξ ἥδε βάρος;
210 παῖ τοῦ Φρυγίου ‹σὺ› Τελεύταντος,
λέγ᾽, ἐπεί σε λέχος δουριάλωτον
στέρξας ἀνέχει θούριος Αἴας·
ὥστ᾽ οὐκ ἂν ἄϊδρις ὑπείποις.
ΤΕΚ. πῶς δῆτα λέγω λόγον ἄρρητον;
215 θανάτῳ γὰρ ἴσον πάθος ἐκπεύσῃ.
μανίᾳ γὰρ ἁλοὺς ἡμὶν ὁ κλεινὸς
νύκτερος Αἴας ἀπελωβήθη.
τοιαῦτ᾽ ἂν ἴδοις σκηνῆς ἔνδον
χειροδάικτα σφάγι᾽ αἱμοβαφῆ,
220 κείνου χρηστήρια τἀνδρός.

ΧΟ. οἵαν ἐδήλωσας ἀνδρὸς αἴθονος [στρ.]
ἀγγελίαν ἄτλατον οὐδὲ φευκτάν,
225 τῶν μεγάλων Δαναῶν ὕπο κλῃζομέναν,
τὰν ὁ μέγας μῦθος ἀέξει.
οἴμοι φοβοῦμαι τὸ προσέρ-
πον. περίφαντος ἁνὴρ
θανεῖται, παραπλάκτῳ
230 χερὶ συγκατακτὰς
κελαινοῖς ξίφεσιν βοτὰ καὶ
βοτῆρας ἱππονώμας.

ΤΕΚ. ὤμοι· κεῖθεν κεῖθεν ἄρ᾽ ἡμῖν
δεσμῶτιν ἄγων ἤλυθε ποίμναν·
235 ὧν τὰ μὲν ἔσω σφάζ᾽ ἐπὶ γαίας,
τὰ δὲ πλευροκοπῶν δίχ᾽ ἀνερρήγνυ.
δύο δ᾽ ἀργίποδας κριοὺς ἀνελὼν
τοῦ μὲν κεφαλὴν καὶ γλῶσσαν ἄκραν
ῥιπτεῖ θερίσας, τὸν δ᾽ ὀρθὸν ἄνω
240 κίονι δήσας
μέγαν ἱπποδέτην ῥυτῆρα λαβὼν
παίει λιγυρᾷ μάστιγι διπλῇ,
κακὰ δεννάζων ῥήμαθ᾽, ἃ δαίμων
κοὐδεὶς ἀνδρῶν ἐδίδαξεν.

ΧΟ. ὥρα τιν᾽ ἤδη κάρα καλύμμασι [ἀντ.] 245
κρυψάμενον ποδοῖν κλοπὰν ἀρέσθαι,
ἢ θοὸν εἰρεσίας ζυγὸν ἑζόμενον
250 ποντοπόρῳ ναῒ μεθεῖναι.
τοίας ἐρέσσουσιν ἀπει-
λὰς δικρατεῖς Ἀτρεῖδαι
καθ᾽ ἡμῶν· πεφόβημαι
λιθόλευστον Ἄρη
255 ξυναλγεῖν μετὰ τοῦδε τυπείς,
τὸν αἶσ᾽ ἄπλατος ἴσχει.

ΤΕΚ. οὐκέτι· λαμπρᾶς γὰρ ἄτερ στεροπᾶς
ᾄξας ὀξὺς νότος ὣς λήγει,
καὶ νῦν φρόνιμος νέον ἄλγος ἔχει·
260 τὸ γὰρ ἐσλεύσσειν οἰκεῖα πάθη,
μηδενὸς ἄλλου παραπράξαντος,
μεγάλας ὀδύνας ὑποτείνει.

***
ΤΕΚΜΗΣΣΑ
Σύντροφοι εσείς στα καράβια του Αίαντα,
της αυτόχθονης γενιάς του Ερεχθέα βλαστάρια,
στεναγμοί μάς βαραίνουν κι εμάς που φροντίζουμε
του Τελαμώνα τον γιο, από το πατρικό του απόμακρα.
Γιατί τώρα, ο δεινός, ο μεγάλος, ο ακατάβλητος
ο Αίας, χτυπημένος σωριάστηκε από μια καταιγίδα
που θολώνει τον νου του.
ΧΟ. Αλλά πώς την ήρεμη μέρα την αντάλλαξε
η νύχτα αυτή με το βάρος της;
210 Κόρη εσύ του Φρυγίου Τελεύταντα, μίλησε,
γιατί ήσουν εσύ το αιχμάλωτο ταίρι που αγάπησε
σμίγοντας ο αγέρωχος, ο τίμιος Αίας.
Ό,τι αν πεις, πιο καλά εσύ το γνωρίζεις.
ΤΕ. Αλλά πώς να προφέρω έναν λόγο αμίλητο;
ισοθάνατο πάθος γυρεύεις να μάθεις.
Επειδή στης μανίας πιασμένος το δίχτυ,
μες στη νύχτα αυτή ατιμάστηκε ο τίμιος Αίας.
Και μπορείς να τα δεις στη σκηνή του,
τέτοια σφάγια κομμένα απ᾽ το χέρι του,
βουτηγμένα στο αίμα — θυσία δική του,
220 δικός του χαμός.
ΧΟ. Νέο φριχτό, ήρωα λαμπρού μάς φανέρωσες,
άφευκτο, αβάστακτο,
που οι μεγάλοι Δαναοί το διέδωσαν,
και μεγάλος ο λόγος τους γρήγορα τώρα φουσκώνει.
Αλίμονο, το κακό, όταν έρπει σα φίδι, φοβάμαι·
φανερώθηκε τώρα εκείνος, και θα πέσει νεκρός,
230 αφού μ᾽ ακυβέρνητο χέρι και μαύρο σπαθί
αδιάκριτα έσφαξε τις βοσκές και τους φύλακες
ΤΕ. Συμφορά. Από εκεί, από κει,
ήρθε κι έφερε το κοπάδι του δέσμιο,
κι άλλα ζώα στης σκηνής του το χώμα
τα σφάζει, άλλων πάλι τη ράχη τους τσάκισε
και στη μέση τα ξέσκισε.
Ξεχωρίζοντας ύστερα δυο κριάρια
ασπρόποδα, του ενός το κεφάλι θερίζοντας
και τη γλώσσα ως τη ρίζα, τ᾽ απόρριξε·
το άλλο ωστόσο στης σκηνής το κοντάρι
240 το πρόσδεσε ορθό, και στο χέρι του πιάνοντας
αλογίσιο λουρί, χαλινάρι φαρδύ, το δίπλωσε
και μ᾽ αυτό δυνατά το μαστίγωνε, ενώ βρίζοντας
φώναζε λόγια φριχτά, λόγια δαίμονα,
όχι ανθρώπου.
ΧΟ. Ήρθε η ώρα θαρρώ, ο καθένας
μ᾽ ένα ρούχο να κρύψει το πρόσωπο,
και να πάρει τα πόδια του, να φύγει αθόρυβος.
Ή να πιάσει τη θέση του στον ζυγό
των κουπιών, να δοθεί στο ωκύπορο πλοίο
250 που θα σχίσει το πέλαγος.
Γιατί οι δύο Ατρείδες, δίδυμη δύναμη,
απειλές απλωτές τραβούν εναντίον μας.
Τώρα ο βίαιος λιθοβολισμός με τρομάζει, συμπάσχω
αν οι πέτρες με θάψουν μαζί του, μ᾽ αυτόν
που τον βρήκε μια δύσμοιρη τύχη.
ΤΕ. Όχι πια. Καταπώς με το φως αστραπής,
φυσομάνησε φοβερός ο νοτιάς, κι ύστερα
ησύχασε, όμοια τώρα κι εκείνος έχει πια φρονιμέψει,
αλλά νέος πόνος τώρα τον σφάζει· κατάματα
260 βλέποντας κάποιος πάθη δικά του, όπου άλλος
συνεργός του δεν βρίσκεται, τεντώνει μ᾽ αυτό
της οδύνης το τόξο στο έπακρο.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Προς τα νέα ελληνικά

12.10 Γιατί αυτή η επιμονή στην αρχαΐζουσα γλώσσα;


Το ερώτημα αυτό το απαντήσαμε σε ένα προηγούμενο κεφάλαιο, όπου συζητήσαμε τη γέννηση του κινήματος του αττικισμού. Η υπερτίμηση της γλώσσας της ένδοξης κλασικής εποχής (της αττικής διαλέκτου και της ένδοξης Αθήνας) και η υποτίμηση της ομιλούμενης γλώσσας (της κοινής) γεννήθηκε από τις ιστορικές περιπέτειες της εποχής: τη ρωμαϊκή κατάκτηση του ελληνικού κόσμου, την εξάπλωση της ελληνικής, με τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου, σε ένα τεράστιο γεωγραφικό εύρος, τις επαφές της με άλλες γλώσσες, την υιοθέτησή της από αλλόγλωσσους που θεωρούνταν συχνά «βάρβαροι», και τις μεγάλες αλλαγές που αυτό το καινούργιο ιστορικό σκηνικό έφερε στη γλώσσα. Έτσι γεννήθηκε η νοσταλγία για έναν χαμένο γλωσσικό, και όχι μόνο, «παράδεισο». Και αυτή τη γλωσσική νοσταλγία τη συνέχισε, όπως είδαμε, η ελληνόφωνη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Η κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και η κατάκτησή της από τους Οθωμανούς Τούρκους ενίσχυσε αυτή τη γλωσσική νοσταλγία, που ξεκίνησε με τον αττικισμό, αλλά με ένα νέο περιεχόμενο που οφειλόταν στις νέες ιστορικές συνθήκες. Τα τουρκικά δάνεια της ελληνικής (αλλά και δάνεια από άλλες γλώσσες - σλαβικές, ιταλική κ.ά.), γλωσσικά αποτυπώματα του κατακτητή, θεωρήθηκαν από πολλούς μορφωμένους της εποχής, Έλληνες αλλά και ξένους, ότι «χάλασαν» την ομιλούμενη γλώσσα - την έκαναν «γραικοβάρβαρη» όπως έλεγαν Επομένως, η μόνη μορφή γλώσσας που «άξιζε» το όνομα της ελληνικής γλώσσας ήταν η αρχαΐζουσα γλώσσα, που «κρατούσε» τη συνέχεια με την ένδοξη αρχαιότητα.

Για τους μορφωμένους Έλληνες, που ζούσαν τώρα ως υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η αρχαΐζουσα γλώσσα ήταν ένα σημαντικό επιχείρημα στον διάλογο τους με τους ισχυρούς Ευρωπαίους, από τους οποίους περίμεναν πολλά για να πραγματοποιηθεί το όραμα μιας ανεξάρτητης Ελλάδας. Στους ισχυρούς λοιπόν Ευρωπαίους, θαυμαστές της ένδοξης ελληνικής αρχαιότητας και του πολιτισμού της, πρότειναν, σαν λάβαρο, την αρχαΐζουσα γλώσσα ως απόδειξη ότι οι ταπεινοί υπόδουλοι ελληνόφωνοι «ραγιάδες» διέθεταν, πέρα από τη «χαλασμένη» γλώσσα που μιλούσαν, μια άλλη γλώσσα, που τόσο τιμούσαν οι Ευρωπαίοι. Άξιζαν, λοιπόν, την προσοχή των Ευρωπαίων, γιατί ήταν και οι ίδιοι Ευρωπαίοι, και μάλιστα οι πρώτοι Ευρωπαίοι, καθώς η αρχαΐζουσα γλώσσα τους συνέχιζε την αρχαία ελληνική γλώσσα, στην οποία γράφτηκαν τα μεγάλα έργα, φιλοσοφικά, ιστορικά, λογοτεχνικά, στα οποία βασίστηκε ολόκληρος ο νεότερος ευρωπαϊκός πολιτισμός.

Τις λέξεις, τις φτιάχνουν οι άνθρωποι

Λέξεις φίλε μου, απλές λέξεις.
Λέξεις που γεννούν συναισθήματα.
Λέξεις που ντύνουν συναισθήματα.
Λέξεις βαριές.
Λέξεις ανάλαφρες.
Άλλα λέω, άλλα ακούς, άλλα εννοώ, άλλα καταλαβαίνεις.
Αναρωτιέμαι σε ποια γλώσσα μπορείς να δώσεις το μήνυμα και να παραληφθεί αυτούσιο χωρίς ίχνος παρερμηνείας.
Μάλλον καμία.
Γιατί πίσω από κάθε λέξη που θα λεκτεί και θα ακουστεί πίσω από κάθε λέξη που θα γραφτεί και θα διαβαστεί υπάρχει ένας άνθρωπος διαφορετικός, ένα διαφορετικό συναίσθημα, διαφορετικό από αυτόν που γράφει ή αυτόν που μιλάει.
Μα στάσου λίγο.
Ακόμα κι εμείς οι ίδιοι αλλάζουμε από την μια στιγμή στην άλλη.
Αλλάζουν έτσι και οι λέξεις που ακούγονται.
Αλλάζει το νόημα τους, η αξία τους, η ουσία τους όσο αλλάζεις εσύ ο ίδιος.
Αλλάζει ακόμα κι η φωνή σου όταν τις προφέρεις. Αλλάζουν οι ανάσες σου όταν τις νιώθεις. Αλλάζει το βάρος τους όταν τις εννοείς.
Αλλάζουν τα συναισθήματα που γεννούν οι λέξεις, αλλάζουν τα όνειρα που δημιουργούν οι λέξεις.
Αλλάζουμε κάθε στιγμή κι αυτή είναι η μαγεία του ανθρώπου που τολμά να νιώθει, να εξελίσσεται, να διεκδικεί και να αναζητά διαρκώς την καλύτερη εκδοχή του εαυτού του και την καλύτερη εκδοχή της ζωής του!

Πιάνουν τα «κόλπα» στον έρωτα;

«Mην της τηλεφωνήσεις», «Kάνε λίγο τη δύσκολη», «Άφησέ τον να περιμένει». Όλοι έχουμε ακούσει και πολλοί έχουμε εφαρμόσει αυτές τις συμβουλές. Eίναι αποτελεσματικές οι «τεχνικές» αυτές; Mπορούν να κινήσουν το ενδιαφέρον του έρωτά μας;

Όταν είμαστε ερωτευμένοι, βρίσκουμε τον εαυτό μας βαθύτατα συναισθηματικά δεμένο με το αντικείμενο του πόθου μας. H σκέψη και μόνο της απώλειας της σχέσης μάς γεμίζει με πόνο.

Θα θέλαμε πάρα πολύ να ήταν στο χέρι μας να μην τελειώσει ποτέ αυτό που ζούμε.

Aλίμονο, όμως, ο έρωτάς μας δεν ακολουθεί ποτέ μία στρωτή και ομαλή πορεία, γνωρίζει πάντα δύσκολες στιγμές και διακυμάνσεις και μέσα από αυτές άλλοτε πεθαίνει και άλλοτε μεταλλάσσεται σε μια αγάπη που επιβιώνει. Mπροστά σε αυτές τις εντάσεις και τις διακυμάνσεις, αναζητούμε λύσεις και τρόπους να ανταπεξέλθουμε.

Yπάρχουν «κόλπα» και στρατηγικές που, αν τις ακολουθήσουμε, μπορούμε να κρατήσουμε κοντά μας το πρόσωπο που ποθούμε;

Yπάρχει ένας δρόμος που μπορεί να μας γλιτώσει από το άγχος και την οδύνη της απώλειας;

«Πες μου τι να κάνω»

Θα μπορούσαμε να πούμε πολύ σχηματοποιημένα ότι μπροστά στον πόνο και γενικότερα στα προβλήματα υπάρχουν δύο αντίθετες τάσεις:

Η πρώτη είναι η υπεκφυγή, η γρήγορη λύση που προσφέρει μιαν άμεση αλλά προσωρινή ανακούφιση από την ένταση και τη δυσφορία.

H δεύτερη είναι αυτή της ενδοσκόπησης, της αναζήτησης δηλαδή μιας λύσης που έρχεται μέσα από την αυτογνωσία και την αυθεντικότητα.

Ποιος όμως έχει καιρό για ενδοσκόπηση, όταν υποφέρει τρελά;

Eκείνες τις στιγμές, ένα «Πες μου τι να κάνω» αιωρείται συνεχώς από τα χείλη μας.

Aπευθύνεται σε φίλους, περιοδικά, ειδικούς και μη. Aναζητεί μια σύσταση, μια συμβουλή, ένα «κόλπο» που θα μας βγάλει από την αμηχανία και την αβεβαιότητα.

Eξάλλου, τι άλλο σημαίνει η λέξη «κόλπο», από το ότι υπάρχει ένας προτεινόμενος τρόπος, ένα ευφυές τέχνασμα, ήδη εφαρμοσμένο από άλλους πριν από εμάς, το οποίο αν ακολουθήσουμε, έχουμε ένα σχεδόν εγγυημένο αποτέλεσμα;

Oι ερωτευμένοι «σπάνε» εύκολα

Oι απαντήσεις που παίρνουμε στο αγωνιώδες αίτημά μας ποικίλλουν, βέβαια, ανάλογα με τις περιστάσεις, αλλά πολύ συχνά έχουν έναν κοινό παρονομαστή: τη σύσταση για την απόκρυψη των αληθινών συναισθημάτων μας, με στόχο να εξασφαλίσουμε τον έλεγχο της κατάστασης («Mην της τηλεφωνήσεις αμέσως, άφησε να περάσουν λίγες μέρες», «Mη δείξεις ότι στενοχωρήθηκες γι' αυτό που έκανε», «Kάνε λιγάκι τον δύσκολο», «Mη μιλάς για τα συναισθήματά σου» και άλλα παρόμοια).

Yπάρχουν πολλά προβλήματα με τις «νουθεσίες» αυτές και το κυριότερο είναι ότι είναι εξαιρετικά αναποτελεσματικές!

Kι αυτό γιατί, στο βαθμό που η συμπεριφορά μας δεν πηγάζει από τον τρόπο που αισθανόμαστε για τον εαυτό μας, δεν πρόκειται να τηρήσουμε με συνέπεια αυτή τη στάση.

Όταν είμαστε ερωτευμένοι, κάποια στιγμή θα «σπάσουμε», θα τηλεφωνήσουμε, θα αποκαλύψουμε το πόσο ευάλωτοι είμαστε. Για τους περισσότερους ανθρώπους, αυτό είναι θέμα χρόνου.

Eίμαστε, λοιπόν, έρμαια των συναισθημάτων μας;

Oφείλουμε να αφεθούμε στη δίνη τους;

Kαι όταν κάποιος μας φέρεται άσχημα, δεν μπορούμε παρά να το υποστούμε στο όνομα του έρωτα και της αγάπης;

Δεν υπάρχει καμία στρατηγική αντιμετώπισης αυτών των στιγμών;

Πόνος και έρωτας πάνε μαζί

Όλοι δικαιούμαστε να ζήσουμε λίγο από τον πόνο του έρωτα. Για την ακρίβεια, εάν δεν κάνουμε χώρο και γι' αυτόν, τότε δεν μπορούμε ποτέ να τον γευτούμε πραγματικά.

Eάν υποθέσουμε ότι κάποιος καταφέρνει να απέχει από τον έρωτα, διατηρώντας πάντα τον έλεγχο των συναισθημάτων του, τότε είναι βέβαιο ότι ταυτόχρονα θα χάσει και τη χαρά της αποδοχής και του πάθους που βιώνει κανείς όταν η αγάπη του βρίσκει την επιθυμητή ανταπόκριση.

Πότε όμως γινόμαστε πραγματικά θύματα του έρωτά μας;

Mήπως, εάν εφαρμόζαμε κάποια στρατηγική, θα μπορούσε ο έρωτάς μας να πάρει μια τροπή πιο κοντινή σε αυτό που επιθυμούμε;

Θα μπορούσαμε να γνωρίσουμε την αποδοχή εκεί που τώρα υπάρχει η απόρριψη, θα μπορούσαμε να ζήσουμε τη δέσμευση και την αφοσίωση εκεί που τώρα μας προσφέρεται η αδιαφορία;

Tελικά, θα μπορούσαμε να κάνουμε τον άνθρωπο που μας ενδιαφέρει, να μας αγαπήσει, τη στιγμή που αυτό που συνεχώς εκφράζει είναι ότι μπορεί να ζήσει και χωρίς εμάς;

H αυτοεκτίμηση εναντίον της στρατηγικής

Oι περισσότεροι άνθρωποι έχουμε ζήσει τον απελπισμένο έρωτα. Tον έρωτα εκείνο που επιμένει μέσα στην καρδιά μας παρόλο που δεν βρίσκει ανταπόκριση, που επιβιώνει μέσα σε μια κατάσταση έντονης συναισθηματικής στέρησης.

Mέχρι πού όμως; Ποιο είναι το όριο; Πότε γινόμαστε θύματα;

Πότε θα πρέπει να καταστρώσουμε κάποια στρατηγική ανάκτησης της αξιοπρέπειάς μας;

Eδώ, λοιπόν, θα κάνουμε ένα τολμηρό άλμα και θα προτείνουμε το εξής: Όταν η σχέση μας είναι μεν πάρα πολύ πολύτιμη, αλλά όχι απαραίτητη για τη διατήρηση της ψυχολογικής μας ισορροπίας, δεν έχουμε ανάγκη από καμία στρατηγική!

Όταν λέμε ότι η σχέση δεν μας είναι απαραίτητη, δεν εννοούμε ότι αγαπάμε λιγότερο. Aντιθέτως, είναι τότε που τα συναισθήματά μας είναι πιο αληθινά και επομένως πιο βαθιά.

H σχέση μας είναι πολύτιμη -αλλά όχι απαραίτητη- όταν έχουμε ένα διαμορφωμένο εαυτό και δεν αναζητούμε τον άλλο για να δώσει νόημα στην κατά τα αλλά κενή ζωή μας.

Aπαιτούν ευαισθησία

Mία ιδιαίτερη κατηγορία συμβουλών αφορά στα πρώτα ραντεβού και στη στάση που πρέπει κανείς να κρατά για να γίνει πιο σαγηνευτικός.

Συμβουλές που συνήθως προτείνουν την προβολή προς τα έξω μιας προσωπικότητας η οποία θα εμπνέει αυτοπεποίθηση και συγχρόνως θα προκαλεί αβεβαιότητα στην άλλη πλευρά, προκειμένου να καλλιεργηθεί επιπλέον ενδιαφέρον.

Πρόκειται, όμως, για αναποτελεσματική μέθοδο, δεδομένου ότι ουδέποτε μια «περσόνα» μπορεί να αντικαταστήσει την απουσία ενός πραγματικού διαμορφωμένου χαρακτήρα, όταν αυτός δεν υπάρχει.

Πότε μας κυριεύει η απελπισία

Σε αυτή την περίπτωση, η αγάπη μας για τον άλλον, η έλξη μας προς αυτόν μπορεί να είναι πολύ έντονη, αλλά η ύπαρξή μας δεν εξαντλείται εκεί.

Έχουμε ένα διαμορφωμένο εαυτό, με πολλές πλευρές, σχέσεις και ενδιαφέροντα, ο οποίος εκτείνεται πέρα από τη σχέση με το αγαπημένο μας πρόσωπο.

Aναγνωρίζουμε τον εαυτό μας ως ένα άτομο που έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και τάσεις, τα οποία διαμορφώθηκαν μέσα από μια προσωπική πορεία και συνεχίζουν να μεταλλάσσονται στη βάση της διαρκούς εξέλιξής του.

Eνώπιον της απώλειας της σχέσης μας, ο πόνος είναι και πάλι πάρα πολύ έντονος. Kαμία ψυχολογική ισορροπία δεν μας προστατεύει από τη βίωση του πόνου της ερωτικής απογοήτευσης.

H απώλεια, όμως, της σχέσης δεν θα κλονίσει την ίδια την αίσθηση της ατομικής μας ταυτότητας.

H πεποίθηση αυτή σηματοδοτεί την όλη μας συμπεριφορά μέσα στη σχέση.

Aντιθέτως, όταν όλη μας η ύπαρξη, όλη μας η ζωή είναι οργανωμένη γύρω από τη σχέση μας, αυτό μας κάνει απελπισμένους. Eίναι φυσικό να αισθανόμαστε ανυπεράσπιστοι απέναντι στον άλλον, όπως κι αν αποφασίσει να μας φερθεί.

Mέσα σε αυτή την απελπισία, είναι φυσικό να αναζητούμε ένα «κόλπο» που θα μας δείξει τι πρέπει να κάνουμε για να ελευθερωθούμε από την οδύνη και να «κερδίσουμε» τον άλλον.

Προσδοκούμε αυτά που αξίζουμε

Aντίθετα, όταν υπάρχει κάποια ισορροπία, δεν χρειαζόμαστε «κόλπα», όχι γιατί δεν γνωρίζουμε ευάλωτες στιγμές, αλλά γιατί έχουμε τον εαυτό μας, ο οποίος αρκεί.

Eπομένως, με έναν πηγαίο τρόπο προσδοκούμε από τους άλλους αυτό που πιστεύουμε ότι μας αξίζει και που μπορούμε να προσφέρουμε και οι ίδιοι: αγάπη, συντροφικότητα, σεβασμό.

Kαι στο βαθμό που δεν παίρνουμε αυτά που θεωρούμε ότι είναι απολύτως δεδομένο να έχουμε, τότε φυσιολογικά απομακρυνόμαστε.

H απομάκρυνση αυτή, είτε σημαίνει το τέλος της σχέσης (γιατί αυτή βασιζόταν στη δική μας ανοχή) είτε βοηθάει τον άλλο να συνειδητοποιήσει ότι δεν είμαστε δεδομένοι και αξίζουμε καλύτερη συμπεριφορά.

Έχει όμως τεράστια σημασία το γεγονός ότι η απομάκρυνσή μας δεν αποτελεί τακτική, αλλά αντανακλαστική κίνηση που πηγάζει από την κατάκτηση της ωριμότητας και την αγάπη προς τον εαυτό μας.

O εαυτός μας και οι σχέσεις μας

Όταν συστηματικά οι ερωτικές μας σχέσεις υποφέρουν, όταν αισθανόμαστε ότι η ατυχία μας στον έρωτα γίνεται χρόνια, ότι κάποιος μας έχει καταραστεί σε μια αιώνια μοναξιά και στέρηση, είναι τότε που περισσότερο μας απασχολεί το ζήτημα της στρατηγικής.

Παρ' όλα αυτά, το είδος των ερωτικών μας σχέσεων αντικατοπτρίζει μακροπρόθεσμα τη σχέση που έχουμε με τον εαυτό μας.

Eάν, δηλαδή, οι σχέσεις μας δεν πηγαίνουν καλά και γνωρίζουμε συνεχώς τον πόνο και την απόρριψη, τότε θα πρέπει να ψάξουμε κάτι περισσότερο από το κατά πόσο ξέρουμε αρκετά καλά «τα κόλπα και τις τεχνικές».

Στην πραγματικότητα, καλούμαστε να καταλάβουμε πώς σχετιζόμαστε με τους άλλους και τι πραγματικά αναζητάμε από αυτούς.

Θα πρέπει ακόμα να αναρωτηθούμε πόσο καλά γνωρίζουμε τον εαυτό μας και σε τι βασίζουμε την αυτοεκτίμησή μας. Στο βαθμό που, μεγαλώνοντας, κατακτάμε μια κάποια ισορροπία, η ποιότητα των σχέσεών μας απορρέει από την ίδια μας την προσωπικότητα.

Yπάρχει πάντα το ενδεχόμενο να μπούμε σε μια κατάσταση που θα μας προκαλέσει πόνο, αλλά εάν η βασική δομή του χαρακτήρα μας δεν εμπνέεται από αυτόν, τότε, αργά ή γρήγορα, θα βάλουμε από μόνοι μας ένα όριο. Zούμε, δηλαδή, τη σχέση που πιστεύουμε ότι μας αξίζει και τη σχέση που αντέχουμε.

Aφήνοντας για λίγο τον «κόσμο» μας

Aπό την άλλη μεριά, η παραίτηση από τη στρατηγική και τα «κόλπα» καθόλου δεν αντιπροτείνει το «πνίξιμο» του άλλου με τις ανάγκες και τα συναισθήματά μας.

H πρόθεσή μας να είμαστε ειλικρινείς, μας καλεί να είμαστε παρόντες με έναν ουσιαστικό τρόπο.

Aς τολμήσουμε να δανειστούμε μια εικόνα από τη φύση, με κίνδυνο να χαρακτηριστούμε υπερβολικά ρομαντικοί: Όταν φυτεύουμε ένα φυτό, δεν αρκεί να πάρουμε το λάστιχο και να αρχίσουμε να ρίχνουμε ανεξέλεγκτα νερό.

Aντίθετα, η φροντίδα του φυτού, προκειμένου να ανθίσει, απαιτεί προσεκτική παρατήρηση, αλλά και αναμονή. Mπορεί να φυτευτεί το φθινόπωρο, αλλά να πρέπει να περιμένουμε μέχρι την άνοιξη για να φυτρώσει.

Eάν ρίξουμε παραπάνω λίπασμα από όσο χρειάζεται, το φυτό θα καεί. Eάν ρίξουμε υπερβολικό νερό, θα σαπίσει.

Ίσως αυτή η σχέση έχει να μας πει κάποια πράγματα και για τον έρωτα.

Δεν ωφελεί να πνίγουμε τον άλλο με συνεχείς δηλώσεις αγάπης, ούτε και με τα επίμονα αιτήματά μας, για να καθησυχάσουμε τις ανασφάλειές μας.

Oι σχέσεις χρειάζονται χώρο και χρόνο για να αναπνεύσουν και να εξελιχθούν.

Aκόμα, είναι απαραίτητο να συνειδητοποιήσουμε τον ιδιαίτερο ρυθμό εγγύτητας και απόστασης που κάθε φορά ακολουθούν.

H συγκρατημένη εκδήλωση των συναισθημάτων μας εδώ δεν προκύπτει βάσει στρατηγικής, αλλά μέσα από την αρμονική συνάντησή μας με τον άλλον.

Έναν άλλον που αντέχουμε να κοιτάξουμε κατάματα, διαπιστώνοντας τι πραγματικά χρειάζεται, ανεξάρτητα από το πώς τον είχαμε πλάσει εμείς στη φαντασία μας.

Mε άλλα λόγια, επικοινωνούμε αρμονικά με το αντικείμενο του πόθου μας όταν αφήνουμε για λίγο τον «κόσμο» μας, για χάρη όμως ενός κοινού κόσμου που διαμορφώνεται εκείνη τη στιγμή μεταξύ μας.

Όταν προσπαθούμε έστω να προσεγγίσουμε το νέο αυτό κόσμο, οι στρατηγικές μπορούν να πεταχτούν άνετα στο καλάθι των αχρήστων.

H «καταδίκη» της επανάληψης και πότε παίρνουμε χάρη

H ζωή μπορεί τελικά να είναι πολύ άδικη.

Όταν ως παιδιά δεν έχουμε γνωρίσει τη σταθερή και άνευ όρων αγάπη από τους γονείς μας, μαθαίνουμε να μην την περιμένουμε και αργότερα στη ζωή.

H στερητική, απορριπτική, επικριτική συμπεριφορά μπορεί να μας είναι τόσο οικεία, που καταλήγουμε σχεδόν να την αποζητάμε και στις ερωτικές μας σχέσεις αργότερα στη ζωή.

Aντίθετα, το μεγαλύτερο εφόδιο για μια «πετυχημένη» ερωτική ζωή είναι η βίωση μιας γεμάτης σταθερή αγάπη παιδικής ηλικίας.

Όταν έχουμε γνωρίσει την αγάπη από τους γονείς μας, περιμένουμε και ως ενήλικοι να μας την προσφέρουν.

Aλλά το πιο σημαντικό από όλα είναι ότι σε αυτή την περίπτωση ξέρουμε πώς να την προσφέρουμε και οι ίδιοι, αφού την έχουμε ήδη λάβει.

Kαι όπως συμβαίνει τόσο συχνά, η αγάπη μπορεί να είναι μεταδοτική. Mπορεί όμως και η δύσκολη παιδική μας ηλικία να μην αποτελεί καταδίκη, αλλά πρόκληση για την ανατροπή της.

Eιδικά όταν, μέσα από το προνόμιο της αυτογνωσίας, συνειδητοποιήσουμε το επαναλαμβανόμενο θλιβερό μοτίβο.

Aπό τη στιγμή όμως, που το ξέρουμε, είναι πια επιλογή μας.

Συγχωρώ σημαίνει επαναπροσδιορίζομαι

Πολλοί θεωρούν, ότι με το να συγχωρέσουν κάποιον, δείχνουν αδύναμοι, παραχωρώντας τη δύναμή τους στον θύτη.

Στην ουσία, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Συγχωρώντας, επαναπροσδιορίζεις τη θέση σου, τον εαυτό σου, την οπτική σου γωνία, την πραγματικότητά σου. Όχι μόνο δεν παραχωρείς τη δύναμή σου, αλλά μεγαλώνεις, εξελίσσεσαι και γίνεσαι περισσότερο ανθεκτικός.

Αν το σκεφτούμε βαθύτερα, ουσιαστικά, συγχωρώντας τους άλλους, συγχωρούμε τον εαυτό μας.

Από τη λύπη, το άγχος, την οργή, τις περαιτέρω βασανιστικές σκέψεις και υποθέσεις και μας γλιτώνουμε χρόνο από αναποτελεσματικά συναισθήματα.

Από αυτό, δηλαδή, που επιτρέψαμε στον εαυτό μας να νιώσει, αντιμετωπίζοντας “θυματοποιημένα” μία προδοσία.

Όταν επιτρέπεις, λοιπόν, στον εαυτό σου να νιώσει προδομένος, πληγωμένος, ανήμπορος, ακινητοποιημένος, τον μετατρέπεις αυτόματα σε θύμα, ενώ δεν είσαι.

Το θύμα, είναι ο θύτης.

Το θύμα, είναι ο θύτης, που δεν κατάφερε να ελέγξει την ηθική του υπόσταση και καταπάτησε αρχές και αξίες. Αρχές και αξίες, τις οποίες εσύ διαφύλαξες και θα συνεχίσεις να διαφυλάττεις, αν επιλέξεις τη συγχώρεση και όχι την εκδίκηση και την πικρία, μέσα από μικρότητες και λιποψυχίες.

Αν παραδοθείς, ως έρμαιο των αναπάντεχων κατακλυσμικών συναισθημάτων και βυθιστείς σε αυτά, κάνεις τη χάρη στον θύτη-θύμα και επενδύεις την ενέργειά, σου παραχωρώντας του τη δύναμή σου.

Μην καταπιέσεις όσα νιώθεις. Βάλ’ τα να κάτσουν δίπλα σου. Αναγνώρισέ τα αγκάλιασέ τα και μάθε από αυτά.

Μην ξεχάσεις. Ό,τι έγινε, έγινε. Ό,τι ειπώθηκε, ειπώθηκε. Κράτα την εμπειρία αυτή μέσα σου. Με τον καιρό, θα μαλακώνει και θα λειτουργεί εκπαιδευτικά, προς όφελός σου.

Μην αποφύγεις. Ο στρουθοκαμηλισμός, λειτουργεί παροδικά, μουδιάζοντας τη λογική, αλλά εκπυρσοκροτεί αναπόφευκτα. Αντιμετώπισε την κατάσταση και απόφυγε τις υπεκφυγές.

Συγχωρώ, δε σημαίνει ξεχνώ. Συγχωρώ, σημαίνει επαναπροσδιορίζομαι.

Δεν μπορείς να ξεχάσεις, ούτε πρέπει να καταπιέσεις και να απωθήσεις ό,τι σε πλήγωσε και καταγράφηκε στον σκληρό σου δίσκο ως “σφάλμα”. Αξιοποίησε το, προς όφελός σου. Σπάσε σε κομμάτια το πρόβλημα, που προέκυψε από κάτι “ασυγχώρητο” και βρες τη λύση, που θα σε περάσει στην επόμενη πίστα αυτογνωσίας. Εξάλλου, τόσο μέσα από τα λάθη των άλλων, όσο και από τα δικά μας, ανακαλύπτουμε συνεχώς τον εαυτό μας.

Η διαχείριση των συναισθημάτων μας, είναι ζωτικής σημασίας, καθώς επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την υγεία μας, ψυχικά και σωματικά. Ο θυμός, το άγχος, η θλίψη, μπορούν να ανεβάσουν την αρτηριακή πίεση, τους σφυγμούς και να νιώσουμε εκτός ελέγχου, με πιθανές κρίσεις πανικού. Η έκφραση, δε, ψυχοσωματικών συμπτωμάτων και νοσημάτων είναι συχνή απορροια, προκαλώντας διαταραχές στην υγεία μας, οι οποίες μπορεί να καταστούν μόνιμες.

Η ανακούφιση και η λύτρωση, δεν θα έρθουν μέσα από εκδίκηση, θυμό και θλίψη, αλλά μέσα από τον εξαιρετικά δυστοπικό δρόμο προς τη συγχώρεση.

Όταν φτάσεις στο σημείο της ειλικρινούς συγχώρεσης, νιώθεις την καρδιά σου να μεγαλώνει και το μυαλό σου να ανοίγει πόρτες σε νέες συνάψεις, που δεν γνώριζες ότι μπορείς να κατακτήσεις.

Καθώς δεν μπορούμε να ελέγξουμε τα πάντα, δεν είναι δυνατόν να προβλέψουμε και να αποτρέψουμε ή να αποφύγουμε μια επικείμενη προδοσία a priori, αλλά μπορούμε να αποφασίσουμε πώς θα τοποθετηθούμε απέναντί της.

“Συγχώρεσε”, λοιπόν, τον εαυτό σου και φέρσου με σεβασμό απέναντι του επαναπροσδιορίζοντάς τον.

Μην εγκαταλείπεις ποτέ

Μην εγκαταλείπεις ποτέ,

ακόμα και όταν η κούραση γίνεται αισθητή,

ακόμα και όταν το πόδι σου σκοντάφτει,

ακόμα και όταν τα μάτια σου δακρύζουν,

ακόμα και όταν οι προσπάθειες σου αγνοούνται,

ακόμα και όταν η απογοήτευση σε καταβάλλει,

ακόμα και όταν το σφάλμα σε αποθαρρύνει,

ακόμα και όταν η προδοσία σε πληγώνει,

ακόμα και όταν η επιτυχία σε εγκαταλείπει,

ακόμα και όταν η αχαριστία σε απογοητεύει,

ακόμα και όταν η ασυνεννοησία σε περιτριγυρίζει,

ακόμα και όταν η πλήξη σε ρίχνει κάτω,

ακόμα και όταν όλα γύρω σου…

Σφίξε τις γροθιές, χαμογέλασε και ΞΑΝΑΡΧΙΣΕ!

Μόνο όταν έχουμε βιώσει την αγάπη συνειδητοποιούμε πραγματικά τι θα χάναμε αν δεν τη συναντούσαμε

Βασικό στοιχείο της αγάπης είναι η θέληση να ενωθούμε άρρηκτα μ’ ένα άλλο άτομο. Είναι φυσικό να θέλουμε να είμαστε σημαντικό και αναπόσπαστο κομμάτι των προσώπων που αγαπάμε. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να τους κάνουμε ευτυχισμένους μόνο εφόσον γνωρίσουμε το μυαλό, το σώμα και το πνεύμα τους.

Αυτό ωστόσο μπορεί να αποβεί επικίνδυνο εάν δοθούμε στον άλλο τόσο ώστε να χάσουμε τον εαυτό μας. Έτσι γινόμαστε «πιο λίγοι» για όποιον μας αγαπά. Κι αυτό επειδή, όταν ταυτιζόμαστε πλήρως με τον άλλο, απαρνιόμαστε το δικό μας παρελθόν και όλα όσα μας κάνουν αυτό που είμαστε. Μια σχέση αγάπης λειτουργεί καλύτερα ως εκούσια ένωση δύο ξεχωριστών προσωπικοτήτων. Μέσα από την αμοιβαία αφοσίωση και το σεβασμό, δημιουργείται μια νέα οντότητα, που δεν είναι ούτε ο ένας ούτε ο άλλος, αλλά ένα κομμάτι και απ’ τους δύο – η σχέση τους.

Οι καινούριες σχέσεις είναι πάντοτε εύθραυστες. Αυτές που επιβιώνουν μοιάζουν είτε να ωριμάζουν όμορφα είτε απλώς να γερνούν. Στην πρώτη περίπτωση, πρόκειται για δύο ανθρώπους που διατήρησαν την προσωπική τους ακεραιότητα και θέλησαν να ενώσουν τις δυνάμεις και τη μοναδικότητά τους για να οικοδομήσουν την αγάπη τους.

Δεν υπάρχουν ειδικοί στην αγάπη. Την μελετώ χρόνια κι ακόμα διστάζω να δώσω τov ορισμό της. Κάθε φορά που πιστεύω πως έχω καταλήξει κάπου, ανακαλύπτω μια νέα, συναρπαστική πλευρά, που με αναγκάζει να αναθεωρήσω τις απόψεις μου. Όσοι ζητούν να δουν την πλήρη εικόνα της αγάπης θα είναι σίγουρα διαρκώς απογοητευμένοι.

Στην αγάπη ωστόσο δεν είναι τόσο σημαντικό το να πάρουμε οριστικές απαντήσεις, αλλά το να συνεχίσουμε να τις ψάχνουμε. Θα ήταν τραγωδία να φτάσουμε στο τέλος της ζωής μας χωρίς να έχουμε καταλάβει όσο περισσότερα μπορούμε για την αγάπη, γιατί είμαι βέβαιος ότι οι ζωές πας θα κριθούν. τελικά, από την αγάπη που θα έχουμε βιώσει.

Το να εξακολουθούμε να αναπτυσσόμαστε στην αγάπη είναι ένα χαρούμενο και μυστικιστικό ταξίδι, γεμάτο εμπειρίες, συγκινήσεις και απρόοπτα.

Η θυσία για προσωπικό όφελος είναι εξευτελιστική και αφύσικη. Εντούτοις, φωτισμένη από την αγάπη, η αυτοθυσία γίνεται ιερή.

Παρά πολύ συχνά ακούμε την εξής φράση: «Έτσι μου δείχνεις την ευγνωμοσύνη σου, ύστερα από όσα σου έχω προσφέρει;» Αυτού του είδους η χειραγώγηση -συνηθισμένη όσο και θλιβερή-αναιρεί κάθε έννοια αγάπης. Μοιάζει περισσότερο με εμπορική συναλλαγή, που πραγματοποιείται υπό τον όρο ότι θα ξεπληρώσουμε το «χρέος» μας σε είδος.

Όταν παραιτούμαστε από κάτι για χάρη κάποιου που αγαπάμε, όσο μεγάλη κι αν είναι η θυσία, είναι αδύνατο να τίθενται όροι. Ό,τι κάνουμε το κάνουμε επειδή το θέλουμε, χωρίς την παραμικρή σκέψη ανταπόδοσης, χρέους ή ενοχής. Μόνο μ αυτό τον τρόπο η θυσία αποτελεί υγιή εκδήλωση αγάπης.

Η αγάπη μάς διευρύνει

Η αγάπη μάς παροτρύνει να εξερευνήσουμε περιοχές του μυαλού και της καρδιάς μας που, χωρίς αυτή, δε θα μας είχαν ποτέ αποκαλυφθεί. Στην ουσία, η αγάπη μάς αποκαλύπτει στον ίδιο μας τον εαυτό.

Στην αγάπη βρίσκουμε τη σιγουριά που μας ενθαρρύνει να ρισκάρουμε, να ξαναδοκιμάσουμε, να υιοθετήσουμε καινούριους τρόπους συμπεριφοράς. Καθώς ανακαλύπτουμε ο ένας τον άλλο, καταδυόμαστε πιο βαθιά στον εαυτό μας. Οι ορίζοντές μας διευρύνονται, συνειδητοποιούμε ότι ο κόσμος μας μπορεί μέχρι τώρα να ήταν περιορισμένος και ανοιγόμαστε σε νέες ιδέες και αντιλήψεις, πράγμα που μπορεί να γίνει μόνο μέσα από τα μάτια κάποιου άλλου.

Η αγάπη μάς προσφέρει το πιο εύφορο έδαφος για ανάπτυξη. Φροντίζουμε αυτό το έδαφος εμπλουτίζοντάς το με τη θέληση να εγκαταλείψουμε τον παλιό μας εαυτό και τις άχρηστες προκαταλήψεις μας. Σε αντάλλαγμα, μας προσφέρεται μια πολύ ευρύτερη άποψη του εαυτού μας και ένας κόσμος με απεριόριστες δυνατότητες για εξερεύνηση. Η αγάπη δεν είναι τυφλή. Έχει τέλεια όραση. Και μας δίνει τη δυνατότητα να δούμε όπως δεν είχαμε δει ποτέ πριν.

Το θέμα δεν είναι να έχουμε ένα τέλειο σχέδιο, αλλά έναν διαρκή επανασχεδιασμό

Η ζωή μας θα προτιμούσαμε να είναι διαφορετική· προβλέψιμη, σταθερή και ασφαλής. Στην περίπτωση αυτή το μόνο που θα κάναμε θα ήταν η αρχική ρύθμιση, η βέλτιστη αρχική κατάσταση. Φροντίζοντας ώστε τα πάντα να αρχίσουν τέλεια -η εκπαίδευσή μας, η καριέρα μας, η ερωτική και οικογενειακή μας ζωή-, θα φτάναμε στον προορισμό μας όπως είχαμε σχεδιάσει. Αλλά δεν λειτουργούν έτσι τα πράγματα. Στη ζωή μας περνάμε από τη μια ταραχή στην άλλη, αγωνιζόμαστε με κάθε είδους απρόβλεπτες συνθήκες. Παρ’ όλα αυτά, υπερεκτιμάμε τον ρόλο της αφετηρίας μας και υποτιμάμε συστηματικά τον ρόλο της διόρθωσης στην πορεία.

Έμαθα ότι δεν είναι τόσο η αρχή που μετράει, αλλά η τέχνη της διόρθωσης μετά. Η φύση το ξέρει εδώ και δισεκατομμύρια χρόνια. Καθώς τα κύτταρα διαιρούνται, συμβαίνουν ξανά και ξανά λάθη στην αντιγραφή του γενετικού υλικού. Αλλά σε όλα τα κύτταρα υπάρχουν μόρια που αργότερα διορθώνουν τα σφάλματα της αντιγραφής. Χωρίς αυτή την επονομαζόμενη επισκευή του DNA, θα πεθαίναμε λίγες ώρες μετά τη σύλληψή μας. Την ίδια αρχή ακολουθεί το ανοσοποιητικό μας σύστημα. Δεν υπάρχει γενικό σχέδιο: οι απειλές είναι απρόβλεπτες. Οι κακοί ιοί και τα βακτηρίδια μεταλλάσσονται αδιάκοπα, άμυνα του οργανισμού μας λειτουργεί μόνο μέσω αδιάκοπης διόρθωσης.

Έτσι, την επόμενη φορά που θα ακούσετε ότι διαλύθηκε ένας φαινομενικά τέλειος γάμος δύο τέλεια ταιριαστών συζύγων δεν πρέπει να εκπλαγείτε. Πρόκειται για χαρακτηριστική περίπτωση υπερεκτίμησης της αρχικής ρύθμισης. Στην πραγματικότητα, όλοι όσοι βρέθηκαν σε σχέση για περισσότερο από πέντε λεπτά το ξέρουν: καμιά σχέση δεν είναι δυνατή χωρίς να απαιτείται διαρκώς ρύθμιση και διορθώσεις. Κάθε μέρος που συμμετέχει σ’ αυτήν πρέπει να τη φροντίζει. Η πιο συνηθισμένη παρεξήγηση που αντιμετωπίζω είναι ότι η καλή ζωή αποτελεί μια δεδομένη κατάσταση. Λάθος. Η καλή ζωή επιτυγχάνεται μόνο με συνεχείς αναπροσαρμογές.

Γιατί είμαστε τόσο απρόθυμοι να διορθώνουμε και να αναθεωρούμε; Επειδή ερμηνεύουμε κάθε μικρή επισκευή ως λάθος προγραμματισμού. Προφανώς, λέμε, το σχέδιό μας δεν ήταν σωστό. Νιώθουμε αμηχανία και το εκλαμβάνουμε σαν αποτυχία. Η αλήθεια είναι πως ένα σχέδιο δεν είναι σχεδόν ποτέ πλήρως ανεπτυγμένο μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας· τις σπάνιες φορές που εκτυλίσσεται χωρίς προβλήματα είναι από τύχη. Ο στρατηγός και αργότερα πρόεδρος των ΗΠΑ Ντουάιτ Αϊζενχάουερ έλεγε: «Τα σχέδια δεν είναι τίποτα. Ο σχεδιασμός είναι το παν». Το θέμα δεν είναι να έχουμε ένα τέλειο σχέδιο, αλλά έναν διαρκή επανασχεδιασμό – μια διαδικασία που συνεχίζεται. Η πείρα δίδαξε τον Αϊζενχάουερ πως, τη στιγμή που τα στρατεύματα συναντούν τον εχθρό, κάθε σχέδιο είναι παρωχημένο.

Τα συντάγματα των χωρών είναι οι θεμελιώδεις νόμοι βάσει των οποίων διαμορφώνονται όλοι οι άλλοι νόμοι. Θεωρητικά, τα συντάγματα είναι διαχρονικά. Αλλά ακόμη κι αυτά αναθεωρούνται. Το σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών του 1787 έχει αναθεωρηθεί 27 φορές. Το ομοσπονδιακό σύνταγμα της Ελβετικής Συνομοσπονδίας αναθεωρήθηκε από το 1848 δύο φορές ολοκληρωτικά και δεκάδες φορές εν μέρει. Το γερμανικό σύνταγμα του 1949 έχει προσαρμοστεί 60 φορές μέχρι σήμερα. Δεν είναι ντροπή, είναι λογική. Στην πραγματικότητα, η ικανότητα να διορθώνεται είναι το θεμέλιο κάθε ευνομούμενης δημοκρατίας. Δεν είναι θέμα επιλογής του σωστού άνδρα ή της σωστής γυναίκας (δηλαδή «σωστής ρύθμισης»), αλλά μάλλον της αντικατάστασης του ακατάλληλου ανθρώπου χωρίς αιματοχυσία. Η δημοκρατία είναι το μοναδικό πολίτευμα που έχει ενσωματώσει διορθωτικό μηχανισμό.

Δυστυχώς, σε άλλους τομείς είμαστε λιγότερο πρόθυμοι να λάβουμε διορθωτικά μέτρα. Το σχολικό μας σύστημα στηρίζεται στην αρχική ρύθμιση: στην έμφαση στις εγκύκλιες γνώσεις και στα πιστοποιητικά σπουδών που προβάλλουν την ιδέα ότι με καλούς βαθμούς αποκτάμε το καλύτερο δυνατό ξεκίνημα και επιτυγχάνουμε επαγγελματικά. Αλλά η σχέση μεταξύ των καλών βαθμών και της επαγγελματικής επιτυχίας γίνεται όλο και πιο αμφίβολη. Ταυτοχρόνως, η δυνατότητα επανόρθωσης γίνεται όλο και πιο σημαντική – πλην όμως, σπάνια διδάσκεται στο σχολείο.

Το ίδιο παρατηρούμε στην ανάπτυξη της προσωπικότητας. Σίγουρα γνωρίζετε τουλάχιστον ένα άτομο που θα χαρακτηρίζατε ώριμη και σοφή προσωπικότητα. Τι πιστεύετε, ήταν η ρύθμιση -τα τέλεια γονίδια, η ιδεώδης ανατροφή, η εκπαίδευση υψηλής ποιότητας- που έκανε αυτόν τον άνθρωπο τόσο σοφό; Ή ήταν η διαδικασία διόρθωσης, η παρέμβαση στις δυσκολίες και στις ελλείψεις του, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του;

Συμπέρασμα: Πρέπει να παραμερίσουμε το στίγμα που σχετίζεται με τη διόρθωση. Όποιος διορθώνει νωρίς έχει πλεονέκτημα έναντι εκείνων που εργάζονται για την τέλεια ρύθμιση και που μάταια ελπίζουν ότι θα λειτουργήσει προς όφελος τους στο διηνεκές. Δεν υπάρχει ιδανική εκπαίδευση. Δεν υπάρχει ένας και μοναδικός στόχος ζωής. Δεν υπάρχει ούτε τέλεια εταιρική στρατηγική ούτε βέλτιστο χαρτοφυλάκιο μετοχών ούτε τέλεια δουλειά. Όλα αυτά είναι μύθοι. Το σωστό είναι: αρχίζουμε από κάπου και στη συνέχεια ρυθμίζουμε και ξαναρυθμίζουμε. Όσο πιο περίπλοκος είναι ο κόσμος, τόσο λιγότερο σημαντική είναι η αφετηρία σας. Επομένως, μην επενδύετε στην τέλεια αρχική κατάσταση, ούτε στη δουλειά ούτε στο σπίτι. Αντ’ αυτού, μάθετε την τέχνη της διόρθωσης, της συνεχούς αναθεώρησης που πρέπει να γίνεται γρήγορα και χωρίς τύψεις.

Επιστήμονες δημιούργησαν χιμαιρικά έμβρυα από άνθρωπο και… μαϊμού

Μία ομάδα επιστημόνων, για πρώτη φορά, αφού εισήγαγε ανθρώπινα βλαστικά κύτταρα σε έμβρυα μαϊμούδων, ανέπτυξε αυτά τα χιμαιρικά έμβρυα και τα διατήρησε για μεγάλο χρονικό διάστημα έως 20 ημερών.

Οι ίδιοι ερευνητές, το 2017, είχαν δημιουργήσει τα πρώτα υβρίδια ανθρώπων-χοίρων, με σύντομη διάρκεια ζωής και με πολύ μικρή παρουσία ανθρωπίνων κυττάρων, καθώς τότε μόνο το ένα στα 100.000 κύτταρα του χιμαιρικού εμβρύου ήταν ανθρώπινο. Τώρα δημιουργήθηκαν χίμαιρες ανθρώπου-μαϊμούς, που όχι μόνο έζησαν έως τρεις εβδομάδες, αλλά περιείχαν πολύ μεγάλη ποσότητα ανθρωπίνων κυττάρων.

Οι ερευνητές ανέφεραν ότι τέτοιες εμβρυϊκές χίμαιρες ανθρώπων-μαϊμούδων θα βοηθήσουν στη μελέτη των ασθενειών, στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων, καθώς και στην παραγωγή ιστών και οργάνων προς μεταμόσχευση.

Όμως, άλλοι επιστήμονες εμφανίστηκαν ανήσυχοι, θεωρώντας ότι η έρευνα αυτού του είδους εγείρει σοβαρά ζητήματα και ανησυχίες στο επίπεδο της βιοηθικής, ιδίως αν άλλοι ερευνητές τολμήσουν να διατηρήσουν τα χιμαιρικά έμβρυα για ακόμη μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ο κορυφαίος -διεθνώς- ειδικός στη βιοηθική, καθηγητής Τζούλιαν Σαβουλέσκου του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, δήλωσε ότι τέτοιου είδους έρευνα «ανοίγει το κουτί της Πανδώρας για τη δημιουργία ανθρώπινων-μη ανθρώπινων χιμαιρών.

Τα συγκεκριμένα έμβρυα καταστράφηκαν μετά από 20 ημέρες ανάπτυξης, αλλά είναι απλώς θέμα χρόνου να αναπτυχθούν τέτοιες ανθρώπινες-μη ανθρώπινες χίμαιρες, ίσως ως πηγή οργάνων για τους ανθρώπους, κάτι που άλλωστε αποτελεί έναν από τους μακροπρόθεσμους στόχους αυτής της έρευνας».

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Αναπτυξιακής Βιολογίας Χουάν Κάρλος Ιζπιζούα Μπελμόντε του Ινστιτούτου Βιολογικών Επιστημών Salk στην Καλιφόρνια, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Κυτταρικής Βιολογίας «Cell», υποστήριξαν ότι λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, ώστε τα πειράματά τους να αποφύγουν τις ηθικές «παγίδες», ευρισκόμενοι σε συνεχή διαβούλευση με ειδικούς στη βιοηθική.

Όπως είπε ο Μπελμόντε, «καθώς αδυνατούμε να διεξάγουμε ορισμένα είδη πειραμάτων σε ανθρώπους, είναι ουσιώδες να έχουμε καλύτερα μοντέλα για να μελετήσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια και να κατανοήσουμε την ανθρώπινη βιολογία και τις ασθένειες».

Οι ερευνητές εισήγαγαν 25 πολυδύναμα βλαστικά κύτταρα σε κάθε ένα από τα έμβρυα μαϊμούδων (μακάκων) και μετά από μία ημέρα ανίχνευσαν σε 132 έμβρυα την παρουσία ανθρωπίνων κυττάρων που είχαν προέλθει από τα ανθρώπινα βλαστοκύτταρα.

Μετά από δέκα ημέρες, 103 χιμαιρικά έμβρυα συνέχισαν να αναπτύσσονται, τη 17η ημέρα ζούσαν ακόμη 12 έμβρυα και έως την 19η ημέρα είχαν μείνει ζωντανά μόνο τα τρία, τα οποία είχαν μεγάλες συγκεντρώσεις ανθρωπίνων κυττάρων στο σώμα τους. Την 20ή ημέρα και τα τρία αυτά έμβρυα καταστράφηκαν από τους επιστήμονες.

Όσο έζησαν, τα ανθρώπινα κύτταρα φάνηκαν να ενσωματώνονται κανονικά στα έμβρυα και να επικοινωνούν με τα κύτταρα της μαϊμούς, ενώ είχαν αρχίσει την εξειδίκευσή τους σε επί μέρους είδη κυττάρων, τα οποία επρόκειτο να δημιουργήσουν διαφορετικά όργανα αν οι χίμαιρες είχαν αφεθεί να αναπτυχθούν κανονικά. Παραμένει άγνωστο ποιο θα ήταν το τελικό αποτέλεσμα.

Οι πρώτες χίμαιρες μεταξύ διαφορετικών ειδών θηλαστικών είχαν δημιουργηθεί εργαστηριακά στη δεκαετία του 1970. Οι ειδικοί συμφωνούν ότι η σχετική έρευνα, παρά τις -επίμαχες- προόδους της, είναι ακόμα σε αρχικό στάδιο και οι χίμαιρες πρέπει να γίνουν πολύ πιο υγιείς και αποτελεσματικές προκειμένου να έχουν ουσιαστική σημασία για τις βιοϊατρικές μελέτες στο μέλλον.

Τον επόμενο μήνα η Διεθνής Εταιρεία για την Έρευνα στα Βλαστικά Κύτταρα (ISSCR) αναμένεται να δώσει στη δημοσιότητα τις αναθεωρημένες κατευθύνσεις της για το πώς πρέπει να διεξάγονται οι σχετικές έρευνες, μεταξύ άλλων σε χίμαιρες. Μέχρι στιγμής απαγορεύεται οι επιστήμονες να αφήνουν χίμαιρες ανθρώπων-ζώων να ζευγαρώνουν.

Συνολικά περίπου 2,5 δισεκατομμύρια T. rex περιπλανήθηκαν στη Γη

Συνολικά 2,5 δισεκατομμύρια Τυραννόσαυροι (T.rex) εκτιμάται ότι περπάτησαν στη Γη κατά τη διάρκεια της εποχής των δεινοσαύρων, σύμφωνα με τους πρώτους σχετικούς υπολογισμούς Αμερικανών επιστημόνων. Η εκτίμηση για τον πληθυσμό έγινε με βάση το μέγεθος του σώματος, τη σεξουαλική ωριμότητα και τις ενεργειακές ανάγκες των φοβισμένων πλασμάτων, από μια ομάδα στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϋ, που διαπίστωσε ότι έζησαν πάνω από 127.000 γενιές.

Έζησαν επί σχεδόν τρία εκατομμύρια χρόνια, λίγο πριν την εξαφάνιση σχεδόν όλων των δεινοσαύρων από πτώση μεγάλου αστεροειδούς στο σημερινό Μεξικό). Εκτιμάται ότι, όσο ζούσαν, υπήρχε ένας Τυραννόσαυρος ανά 100 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ότι ανά πάσα στιγμή στον πλανήτη υπήρχαν περίπου 20.000 ενήλικες Τυραννόσαυρο

Το μέσο βάρος ενός ενήλικα Τυραννόσαυρου -ο οποίος είχε μέγεθος σχολικού λεωφορείου- ήταν γύρω στους 5,2 τόνους, με το κρανίο του να έχει μήκος ενάμισι μέτρο. Υπολογίζεται ότι μόνο ο ένας στα 80 εκατομμύρια απολιθώθηκε, γι’ αυτό είναι τόσο σπάνια η εύρεση απολιθωμάτων σήμερα. Από το 1905 που βρέθηκε το πρώτο απολίθωμα, έχουν βρεθεί περίπου άλλα 40 σε ΗΠΑ και Καναδά. Ο μεγαλύτερος που έχει βρεθεί υπολογίζεται ότι είχε μήκος 12,3 μέτρα και βάρος εννέα τόνους.

Από την άλλη πλευρά, οι ερευνητές παραδέχτηκαν ότι οι υπολογισμοί τους -που έγιναν για πρώτη φορά- μπορεί να έχουν μεγάλο περιθώριο σφάλματος και πως στην εποχή των δεινοσαύρων μπορεί να έζησαν από 140 εκατομμύρια έως 42 δισεκατομμύρια Τυραννόσαυροι, συνολικά.

Ο φοβερός και τρομερός Τυραννόσαυρος, ο οποίος ζούσε γύρω στα 30 χρόνια, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους σαρκοβόρους δεινόσαυρους.

Δέκα παράδοξες οδηγίες ζωής... έτσι κι αλλιώς

Δέκα παράδοξες οδηγίες ζωής

1. Οι άνθρωποι είναι παράλογοι, αδικαιολόγητοι και εγωκεντρικοί (συμπεριλαμβανομένου και του γράφοντος). Αγάπα τους, έτσι κι αλλιώς…

2. Αν κάνεις το καλό, θα κατηγορηθείς ότι το έκανες για εγωιστικούς λόγους, για κατώτερα κίνητρα. Κάντο, έτσι κι αλλιώς.

3. Αν είσαι επιτυχημένος, θα κερδίσεις ψεύτικους φίλους και αληθινούς εχθρούς. Γίνε επιτυχημένος, έτσι κι αλλιώς.

4. Το καλό που θα κάνεις σήμερα, αύριο θα έχει ξεχαστεί. Κάντο έτσι κι αλλιώς.

5. Η τιμιότητα και η ειλικρίνεια θα σε κάνουν ευάλωτο. Να είσαι τίμιος και ειλικρινής, έτσι κι αλλιώς.

6. Οι μεγάλοι άνθρωποι με τις μεγάλες ιδέες θα χτυπηθούν από τους μικρότερους ανθρώπους με τις μικρότερες ιδέες. Σκέψου μεγαλόπνοα, έτσι κι αλλιώς.

7. Οι άνθρωποι ευνοούν τους οσφυοκάμπτες, αλλά ακολουθούν τους ηγέτες. Μη διστάζεις να τα βάζεις με τους οσφυοκάμπτες, έτσι κι αλλιώς.

8. Αυτό που σου παίρνει χρόνια για να δημιουργήσεις μπορεί να καταστραφεί μέσα σε μια νύχτα. Εσύ εξακολούθησε να δημιουργείς, έτσι κι αλλιώς.

9. Οι άνθρωποι ουσιαστικά, χρειάζονται βοήθεια, αλλά θα σου επιτεθούν αν τους βοηθήσεις. Εσύ βοήθα τους, έτσι κι αλλιώς.

10. Δώσε στον κόσμο το καλύτερο που μπορείς και αυτός θα σε κλοτσήσει στα δόντια. Εσύ δώστου το καλύτερο που μπορείς, έτσι κι αλλιώς.

Το Οντολογικό Επιχείρημα για την ύπαρξη του Θεού

Το Οντολογικό Επιχείρημα προσπαθεί να καταδείξει ότι η ύπαρξη του Θεού συνάγεται υποχρεωτικά από τον ορισμό του Θεού ως υπέρτατου όντος. Επειδή εδώ το συμπέρασμα προηγείται της εμπειρίας, είναι γνωστό ως επιχείρημα πρωθύστερο.

Σύμφωνα με το Οντολογικό Επιχείρημα ο Θεός ορίζεται ως το τελειότερο ον που μπορεί να φανταστεί κανείς ή, στην πιο γνωστή διατύπωση του επιχειρήματος που έδωσε ο Ανσελμος (1033-1109), ως «το ον εκείνο, του οποίου το μεγαλείο ξεπερνά οτιδήποτε μπορεί να συλλάβει ο νους». Μία από τις εκφάνσεις αυτής της τελειότητας του μεγαλείου υποτίθεται ότι είναι η ύπαρξη. Ένα τέλειο ον δεν θα ήταν τέλειο, αν δεν υπήρχε. Συνεπώς, ο ορισμός του Θεού συνεπάγεται ότι υπάρχει υποχρεωτικά, ακριβώς όπως ο ορισμός του τριγώνου συνεπάγεται ότι το άθροισμα των εσωτερικών γωνιών του είναι 180 μοίρες.

Αυτό το επιχείρημα, που έχει χρησιμοποιηθεί από αρκετούς φιλοσόφους, όπως και από το Ρενάτο Καρτέσιο (1596-1650) στον πέμπτο από τους Στοχασμούς του, πολύ λίγους ανθρώπους έπεισε για την ύπαρξη του Θεού, αλλά δεν είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πού ακριβώς υστερεί.

Κριτική του Οντολογικού Επιχειρήματος

Παράλογες συνεπαγωγές

Μία από τις συνηθέστερες επικρίσεις στο Οντολογικό Επιχείρημα είναι ότι δείχνει να μας επιτρέπει να ορίσουμε την ύπαρξη οποιουδήποτε πράγματος. Μπορούμε μάλλον εύκολα να φανταστούμε, για παράδειγμα, ένα τέλειο νησί, με μια τέλεια παραλία, με τέλεια χλωρίδα και πανίδα, και ούτω καθεξής, αλλά είναι προφανές ότι αυτό δεν συνεπάγεται πως όλα αυτά τα τέλεια κάπου υπάρχουν. Εφόσον λοιπόν το Οντολογικό Επιχείρημα φαίνεται να δικαιολογεί τέτοια ανεδαφικά συμπεράσματα, μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει ότι είναι αδύναμο ως επιχείρημα. Ακόμα κι αν ολόκληρη η δομή του επιχειρήματος δεν είναι σαθρή, μία τουλάχιστον από τις αρχικές του παραδοχές πρέπει να είναι λανθασμένη. Διαφορετικά θα ήταν αδύνατο να οδηγήσει σε τέτοιες παράλογες συνεπαγωγές.

Ο υποστηρικτής του Οντολογικού Επιχειρήματος θα μπορούσε εύλογα ν' απαντήσει σ' αυτή την αντιλογία ότι, παρ' όλο που είναι εμφανώς παράλογο να σκεφτεί κανείς ότι είναι δυνατόν ορίζοντας το τέλειο νησί ν' αρχίσει να υπάρχει, δεν είναι παράλογο να σκεφτεί ότι από τον ορισμό του Θεού υποχρεωτικά συνεπάγεται ότι ο Θεός υπάρχει. Αυτό συμβαίνει επειδή τα τέλεια νησιά, ή έστω και η τέλεια παραλία, οι τέλειες χλωρίδα και πανίδα ή οτιδήποτε άλλο, δεν αποτελούν παρά τέλεια παραδείγματα ενός συγκεκριμένου είδους πραγμάτων. Ο Θεός όμως είναι ειδική περίπτωση. Ο Θεός δεν αποτελεί απλώς το τέλειο παράδειγμα κάποιου είδους, είναι το τελειότερο απ' όλα τα πράγματα.

Ωστόσο, ακόμα κι αν αποδεχτούμε αυτό το αστήρικτο επιχείρημα, υπάρχουν κι άλλες αντιρρήσεις στο Οντολογικό Επιχείρημα, τις οποίες κάθε υποστηρικτής του είναι αναγκασμένος ν' αντιμετωπίσει. Αυτές οι επιπλέον επικρίσεις διατυπώθηκαν αρχικά από τον Εμμανουήλ Καντ [Immanuel Kant] (1724-1804).

Η ύπαρξη δεν είναι ιδιότητα

Ο εργένης μπορεί να οριστεί ως ανύπαντρος άντρας. Το να είναι κανείς ανύπαντρος αποτελεί την ουσιώδη καθοριστική ιδιότητα του εργένη. Αν, τώρα, έλεγα ότι «υπάρχουν εργένηδες», δεν θα παρέθετα κάποια επιπλέον ιδιότητα των εργένηδων. Η ύπαρξη δεν ανήκει στην ίδια κατηγορία με την ιδιότητα του ανύπαντρου. Για να μείνει κάποιος ανύπαντρος, πρέπει πρώτα να υπάρχει, η έννοια όμως του εργένη παραμένει η ίδια, ανεξάρτητα από το αν τυχαίνει να υπάρχουν εργένηδες ή όχι.

Εφαρμόζοντας το ίδιο σκεπτικό στο Οντολογικό Επιχείρημα, βλέπουμε ότι το σφάλμα που κάνει είναι ότι αντιμετωπίζει την ύπαρξη του Θεού σαν να ήταν απλώς μία ακόμα ιδιότητα σαν την παντογνωσία ή την παντοδυναμία. Ο Θεός όμως δεν θα μπορούσε να είναι παντογνώστης ή παντοδύναμος χωρίς να υπάρχει, επομένως απλώς και μόνο δίνοντας τον ορισμό του Θεού θεωρούμε ήδη ότι υπάρχει. Κατατάσσοντας την ύπαρξη στην ίδια κατηγορία με τις άλλες ουσιώδεις ιδιότητες ενός τέλειου όντος, κάνουμε το λάθος να αντιμετωπίζουμε την ύπαρξη ως μια ιδιότητα και όχι ως απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει κάτι να έχει οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα.

Τι γίνεται όμως με τα φανταστικά όντα όπως οι μονόκεροι; Μπορούμε δηλαδή να μιλάμε για τις ιδιότητες ενός μονόκερου, όπως το ότι έχει ένα κέρατο και τέσσερα πόδια, χωρίς να είναι απαραίτητη η ύπαρξή του, στην πραγματικότητα; Η απάντηση σ' αυτό είναι ότι η πρόταση «Οι μονόκεροι έχουν ένα κέρατο» ουσιαστικά εννοεί ότι «Αν υπήρχαν μονόκεροι, θα είχαν ένα κέρατο». Με άλλα λόγια, η πρόταση «Οι μονόκεροι έχουν ένα κέρατο» είναι ουσιαστικά μια υποθετική πρόταση. Η ανυπαρξία λοιπόν των μονόκερων δεν εμποδίζει να εκφραστεί η άποψη ότι η ύπαρξη δεν είναι ιδιότητα.

Το κακό

Ακόμα κι αν αποδεχτούμε το Οντολογικό Επιχείρημα, υπάρχουν πολλές αποδείξεις ότι μία τουλάχιστον πλευρά του συμπεράσματός του είναι ψευδής. Η παρουσία του κακού στον κόσμο μοιάζει ν' αντιτίθεται στην ιδέα ότι ο Θεός είναι πανάγαθος.

ΛΟΓΓΟΣ: Τὰ κατὰ Δάφνιν καὶ Χλόην (4.22.1-4.25.3)

[4.22.1] Ἔτι λεγούσης αὐτῆς καὶ τοῦ Διονυσοφάνους τὰ γνωρίσματα φιλοῦντος καὶ ὑπὸ περιττῆς ἡδονῆς δακρύοντος ὁ Ἄστυλος συνεὶς ὡς ἀδελφός ἐστι, ῥίψας θοἰμάτιον ἔθει κατὰ τοῦ παραδείσου, πρῶτος τὸν Δάφνιν φιλῆσαι θέλων. [4.22.2] Ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Δάφνις θέοντα μετὰ πολλῶν καὶ βοῶντα «Δάφνι», νομίσας ὅτι συλλαβεῖν αὐτὸν βουλόμενος τρέχει, ῥίψας τὴν πήραν καὶ τὴν σύριγγα πρὸς τὴν θάλασσαν ἐφέρετο ῥίψων ἑαυτὸν ἀπὸ τῆς μεγάλης πέτρας. [4.22.3] Καὶ ἴσως ἄν, τὸ καινότατον, εὑρεθεὶς ἀπωλώλει Δάφνις, εἰ μὴ συνεὶς ὁ Ἄστυλος ἐβόα πάλιν· «στῆθι, Δάφνι, μηδὲν φοβηθῇς· ἀδελφός εἰμί σου, καὶ γονεῖς οἱ μέχρι νῦν δεσπόται. [4.22.4] Νῦν ἡμῖν Λάμων τὴν αἶγα εἶπε καὶ τὰ γνωρίσματα ἔδειξεν· ὅρα δὲ ἐπιστραφεὶς πῶς ἴασι φαιδροὶ καὶ γελῶντες. Ἀλλ᾽ ἐμὲ πρῶτον φίλησον· ὄμνυμι δὲ τὰς Νύμφας ὡς οὐ ψεύδομαι.»
[4.23.1] Μόλις οὖν μετὰ τὸν ὅρκον ἔστη καὶ τὸν Ἄστυλον τρέχοντα περιέμεινε καὶ προσελθόντα κατεφίλησεν. Ἐν ᾧ δὲ ἐκεῖνον ἐφίλει, πλῆθος τὸ λοιπὸν ἐπιρρεῖ θεραπόντων, θεραπαινῶν, αὐτὸς ὁ πατήρ, ἡ μήτηρ μετ᾽ αὐτοῦ. Οὗτοι πάντες περιέβαλλον, κατεφίλουν, χαίροντες κλάοντες. [4.23.2] Ὁ δὲ τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα πρὸ τῶν ἄλλων ἐφιλοφρονεῖτο, καὶ ὡς πάλαι εἰδὼς προσεστερνίζετο καὶ ἐξελθεῖν τῶν περιβολῶν οὐκ ἤθελεν· οὕτω φύσις ταχέως πιστεύεται. Ἐξελάθετο καὶ Χλόης πρὸς ὀλίγον· καὶ ἐλθὼν εἰς τὴν ἔπαυλιν ἐσθῆτά τε ἔλαβε πολυτελῆ καὶ παρὰ τὸν πατέρα τὸν ἴδιον καθεσθεὶς ἤκουεν αὐτοῦ λέγοντος οὕτως·
[4.24.1] «Ἔγημα, ὦ παῖδες, κομιδῇ νέος. Καὶ χρόνου διελθόντος ὀλίγου πατήρ, ὡς ᾤμην, εὐτυχὴς ἐγεγόνειν· ἐγένετο γάρ μοι πρῶτος υἱὸς καὶ δευτέρα θυγάτηρ καὶ τρίτος Ἄστυλος. Ὤμην ἱκανὸν εἶναι τὸ γένος, καὶ γενόμενον ἐπὶ πᾶσι τοῦτο τὸ παιδίον ἐξέθηκα, οὐ γνωρίσματα ταῦτα συνεκθείς, ἀλλ᾽ ἐντάφια. [4.24.2] Τὰ δὲ τῆς Τύχης ἄλλα βουλεύματα. Ὁ μὲν γὰρ πρεσβύτερος παῖς καὶ ἡ θυγάτηρ ὁμοίᾳ νόσῳ μιᾶς ἡμέρας ἀπώλοντο· σὺ δέ μοι προνοίᾳ θεῶν ἐσώθης, ἵνα πλείους ἔχωμεν χειραγωγούς. [4.24.3] Μήτ᾽ οὖν σύ μοι μνησικακήσῃς ποτὲ τῆς ἐκθέσεως —ἑκὼν γὰρ οὐκ ἐβουλευσάμην—, μήτε σὺ λυπηθῇς, Ἄστυλε, μέρος ληψόμενος ἀντὶ πάσης τῆς οὐσίας —κρεῖττον γὰρ τοῖς εὖ φρονοῦσιν ἀδελφοῦ κτῆμα οὐδέν—, ἀλλὰ φιλεῖτε ἀλλήλους καὶ χρημάτων ‹γ᾽› ἕνεκα καὶ βασιλεῦσιν ἐρίζετε. [4.24.4] Πολλὴν μὲν γὰρ ἐγὼ ὑμῖν καταλείψω γῆν, πολλοὺς δὲ οἰκέτας δεξιούς, χρυσόν, ἄργυρον ‹καὶ› ὅσα ἄλλα εὐδαιμόνων κτήματα. Μόνον ἐξαίρετον τοῦτο Δάφνιδι τὸ χωρίον δίδωμι καὶ Λάμωνα καὶ Μυρτάλην καὶ τὰς αἶγας, ἃς αὐτὸς ἔνεμεν.»
[4.25.1] Ἔτι αὐτοῦ λέγοντος Δάφνις ἀναπηδήσας «καλῶς με» εἶπε «ταῦτα, πάτερ, ἀνέμνησας. Ἄπειμι τὰς αἶγας ἀπάξων ἐπὶ ποτόν, αἵ που νῦν διψῶσαι περιμένουσι τὴν σύριγγα τὴν ἐμήν· ἐγὼ δὲ ἐνταυθοῖ καθέζομαι.» [4.25.2] Ἡδὺ πάντες ἐξεγέλασαν ὅτι δεσπότης γεγενημένος ἔτι θέλει εἶναι αἰπόλος· κἀκείνας μὲν θεραπεύσων ἐπέμφθη τις ἄλλος, οἱ δὲ θύσαντες Διὶ Σωτῆρι συμπόσιον συνεκρότουν. Εἰς τοῦτο τὸ συμπόσιον μόνος οὐχ ἧκε Γνάθων, ἀλλὰ φοβούμενος ἐν τῷ νεῲ τοῦ Διονύσου καὶ τὴν ἡμέραν ἔμεινε καὶ τὴν νύκτα, ὥσπερ ἱκέτης. [4.25.3] Ταχείας δὲ φήμης εἰς πάντας ἐλθούσης ὅτι Διονυσοφάνης εὗρεν υἱόν, καὶ ὅτι Δάφνις ὁ αἰπόλος δεσπότης τῶν ἀγρῶν εὑρέθη, ἅμα ἕῳ συνέτρεχον ἄλλος ἀλλαχόθεν, τῷ μὲν μειρακίῳ συνηδόμενοι, τῷ δὲ πατρὶ αὐτοῦ δῶρα κομίζοντες· ἐν οἷς καὶ ὁ Δρύας πρῶτος ὁ τρέφων τὴν Χλόην.

***
[4.22.1] Ενώ εκείνη μιλούσε ακόμα, κι ο Διονυσοφάνης φιλούσε τα φασκιά δακρύζοντας απ᾽ την πολλή χαρά, ο Άστυλος —καταλαβαίνοντας ότι ο Δάφνης ήταν αδελφός του— πέταξε το πανωφόρι του κι έτρεξε προς τον κήπο, για να ᾽ν᾽ ο πρώτος που θα τον φιλήσει. [4.22.2] Ο Δάφνης όμως, βλέποντάς τον να τρέχει καταπάνω του μ᾽ άλλους πολλούς φωνάζοντας «Δάφνη!», νόμισε πως ερχόταν να τον πιάσει· έριξε λοιπόν το ταγάρι και τη φλογέρα του και το ᾽βαλε στα πόδια προς τη θάλασσα, με σκοπό να ριχτεί απ᾽ το μεγάλο βράχο. [4.22.3] Και δεν αποκλείεται να ᾽χε συμβεί το πρωτάκουστο —να χαθεί ο Δάφνης ευθύς ως βρέθηκε— αν ο Άστυλος, καταλαβαίνοντας τί συνέβαινε, δεν του φώναζε ξανά: «Στάσου, Δάφνη, τίποτα δεν έχεις να φοβηθείς! Είμαι αδελφός σου, και γονείς σου αυτοί που ήταν ως τώρα αφεντικά σου! [4.22.4] Τώρα μόλις μας είπε ο Λάμων για τη γίδα και μας έδειξε τα φασκιά. Γύρνα να δεις, με τί χαρές και γέλια έρχονται! Εμένα όμως να πρωτοφιλήσεις — ορκίζομαι στις Νύμφες ότι δε λέω ψέματα».
[4.23.1] Μόνο ο όρκος τον έκανε να σταθεί και να περιμένει τον Άστυλο, κι όταν τούτος έφτασε τρεχάτος ο Δάφνης τον φίλησε θερμά. Την ώρα που τον φιλούσε μαζεύτηκαν κι όλοι οι άλλοι — υπηρέτριες, υπηρέτες, ο ίδιος ο πατέρας τους και μαζί του η μητέρα. Όλοι τους αγκάλιασαν τον Δάφνη και τον γέμισαν φιλιά, κλαίγοντας από χαρά. [4.23.2] Εκείνος έδειχνε ιδιαίτερη τρυφεράδα στους γονείς του, σφίγγοντάς τους πάνω του σα να τους ήξερε παντοτινά και μη θέλοντας να βγει απ᾽ την αγκαλιά τους· τόσο γρήγορα εμπνέει εμπιστοσύνη ένας φυσικός δεσμός. (Για λίγο μάλιστα ξέχασε και τη Χλόη.) Κατόπι πήγε στο σπίτι, φόρεσε πλούσιο ρούχο και καθισμένος κοντά στον αληθινό του πατέρα άκουσε τη διήγησή του:
[4.24.1] «Παντρεύτηκα, παιδιά, πολύ νέος. Κι ύστερα από λίγον καιρό έγινα καλότυχος, όπως νόμιζα, πατέρας — μου γεννήθηκε πρώτα ένας γιος, κατόπι μια θυγατέρα και τρίτος ο Άστυλος. Έκρινα ότι αρκούσαν τόσα παιδιά, κι όταν ύστερα από τ᾽ άλλα γεννήθηκε κι αυτό, το άφησα έκθετο. Τούτα τα πράματα τα ᾽βαλα κοντά του όχι γι᾽ αναγνωριστικά σημάδια, αλλά για νεκροστολίσματα. [4.24.2] Αλλιώς όμως τα ᾽φερε η τύχη: ο πρώτος μου γιος κι η θυγατέρα πέθαναν μέσα σε μια μέρα από την ίδια αρρώστια — ενώ εσένα σ᾽ έσωσεν η θεία πρόνοια, για να᾽ χουμε κι άλλον προστάτη στα γεράματά μας. [4.24.3] Μη μου κρατήσεις λοιπόν κακία για την εγκατάλειψη, γιατί δεν την αποφάσισα θεληματικά. Αλλά μήτε κι εσύ, Άστυλε, να στενοχωρεθείς που δε θα κληρονομήσεις ολόκληρη την περιουσία μου παρά ένα μέρος μονάχα — επειδή, για τους μυαλωμένους, δεν υπάρχει πολυτιμότερο αγαθό από έναν αδελφό. Αγαπημένοι να ᾽στε, κι όσο για πλούτη θα τα βάζετε και με βασιλιάδες: [4.24.4] θα σας αφήσω πολλά ακίνητα, πολλούς άξιους δούλους, χρυσάφι, ασήμι κι ό,τι άλλο έχουν οι καλότυχοι. Εξαιρώ μονάχα τούτο το κτήμα, που το χαρίζω στον Δάφνη μαζί με το Λάμωνα και τη Μυρτάλη και τις γίδες που ο ίδιος έβοσκε».
[4.25.1] Δεν είχε καλά-καλά τελειώσει κι ο Δάφνης πετάχτηκε: «Καλά που μου το θύμισες, πατέρα», είπε. «Φεύγω, να πάω τις γίδες για πότισμα. Θα διψάνε προσμένοντας τη φλογέρα μου, κι εγώ κάθομαι εδώ». [4.25.2] Όλοι γέλασαν με την καρδιά τους, που αν κι είχε γίνει αφέντης ήθελε ακόμα να κάνει το γιδοβοσκό. Έστειλαν κάποιον άλλον να φροντίσει τις γίδες, κι αυτοί έκαναν θυσία στον Δία Σωτήρα και κατόπι στρώθηκαν να πιουν. Από τούτο το συμπόσιο έλειψε μόνο ο Γνάθων, που από φόβο πέρασε τη μέρα και τη νύχτα στο ναό του Διονύσου, σαν ικέτης. [4.25.3] Στο μεταξύ διαδόθηκε γοργά η είδηση ότι ο Διονυσοφάνης είχε βρει το γιο του κι ότι ο Δάφνης ο γιδοβοσκός είχε γίνει αφέντης στα υποστατικά· με τα χαράματα λοιπόν συνάχτηκαν όλοι βιαστικά, άλλος από δω κι άλλος από κει, να συγχαρούν τον Δάφνη και να φέρουν πεσκέσια στον πατέρα του, και πρώτος απ᾽ όλους ο Δρύας που ᾽χε μεγαλώσει τη Χλόη.