Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2023

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια 11. Έννοιες και αρχές

11.11. Η ηθική των θεών: από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια


Αν και στα δύο έπη εφαρμόζεται ο λεγόμενος «θεϊκός μηχανισμός» (η ανθρωπομορφική κατά κανόνα παρέμβαση των ολυμπίων στα πράγματα των θνητών), εντούτοις ο μηχανισμός αυτός παίρνει διαφορετικές τροπές στα δύο έπη και προσαρμόζεται στη διαφορετική φυσιογνωμία και θεματολογία της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Η Ιλιάδα ως πολεμικό έπος προβάλλει κατεξοχήν τα έντονα πάθη των ηρώων και τις δυστυχίες που αυτά συνεπάγονται. Στην πολεμική παθολογία των ηρώων αντιστοιχούν τα πάθη των αθανάτων, τα οποία επηρεάζουν με αποφασιστικό τρόπο την τύχη των θνητών, ανεξάρτητα από το αν έχουν οδυνηρά ή ευεργετικά αποτελέσματα. Όπως οι ήρωες μοιράζονται στο πεδίο της μάχης ανάμεσα σε φίλους και εχθρούς, έτσι και οι ολύμπιοι, ανάλογα με τις παραδοσιακές τους συμπάθειες και αντιπάθειες, επιλέγουν τους προστατευόμενους και τους αντιπάλους τους στον χώρο των θνητών και πράττουν ανάλογα.

Μερικά παραδείγματα: Αχαιοί και Τρώες ορκίζονται ότι από την έκβαση της μονομαχίας του Μενελάου με τον Αλέξανδρο θα κριθεί η έκβαση του ιλιαδικού πολέμου. Προσεύχονται μάλιστα στον Δία και στους ολυμπίους να τιμωρήσουν όποιον πατήσει τους όρκους. Όμως, ο ποιητής, προετοιμάζοντας το ακροατήριό του για το αδιέξοδο της μονομαχίας, λέει ότι ο γιος του Κρόνου δεν άκουσε την προσευχή των θνητών (Γ 302). Πρώτη λοιπόν παραβιάζει τους όρκους η θεά Αφροδίτη. Τη στιγμή που ο Μενέλαος ετοιμάζεται να εξοντώσει τον αντίπαλό του, η θεά, προστάτιδα από το μυθολογικό επεισόδιο της «Κρίσης του Πάρη» του τρωαδίτη ήρωα, τον αρπάζει ξαφνικά από το πεδίο της μάχης και τον μεταφέρει τυλιγμένο με ομίχλη στον θάλαμο της Ελένης. Αμέσως μετά, με την όψη γριάς υφάντρας, εξαναγκάζει την κόρη του Δία να κάνει έρωτα με τον εραστή της, ενώ ο Μενέλαος αναζητεί μάταια τον αντίπαλό του στο πεδίο της μάχης. Το δραματικό αυτό επεισόδιο οι αθάνατοι το παρακολουθούν από τον Όλυμπο διασκεδάζοντας (Δ 1-4):

Οι θεοί από την άλλη, καθισμένοι κοντά στο Δία πάνω στο χρυσό πάτωμα, συζητούσαν, και ανάμεσά τους η σεβάσμια Ήβη κερνούσε νέκταρ· εκείνοι έπιναν ο ένας στην υγεία του άλλου με χρυσά ποτήρια, κοιτάζοντας την πολιτεία των Τρώων.

Ο χρυσός («χρυσό πάτωμα», «χρυσά ποτήρια») και το νέκταρ, υπογραμμίζοντας την άφθαρτη φύση των θεών, υπαινίσσονται το αγεφύρωτο χάσμα που συντηρείται ανάμεσα στον ουρανό και στη γη. Από την άλλη μεριά όμως η απόσταση αυτή μετριάζεται, καθώς οι αθάνατοι διασκεδάζουν όπως οι θνητοί: δέχονται τις υπηρεσίες του οινοχόου (της Ήβης), κάνουν προπόσεις ο ένας στον άλλον και, γενικότερα, απολαμβάνουν σαν θεατές τη δραματική μονομαχία μέσα σε κλίμα ψυχαγωγικής χαλάρωσης. Ο Δίας μάλιστα, με πειραχτικά λόγια, λέει ότι η Ήρα και η Αθηνά, που αδικημένες στο μυθολογικό επεισόδιο της «Κρίσης του Πάρη» υπερασπίζονται τον απατημένο Μενέλαο, «τέρπονται» παρακολουθώντας τη δραματική σκηνή (Δ 10), ενώ η Αφροδίτη λύτρωσε από τον θάνατο τον προστατευόμενό της Πάρη.

Ο παντοδύναμος θεός, συμμετέχοντας στο διασκεδαστικό κλίμα των αθανάτων, όχι μόνο δεν απέτρεψε την Αφροδίτη από την «παράτυπη» ενέργειά της αλλά στη συνέχεια την ενισχύει. Υποκύπτοντας στις πιέσεις της γυναίκας του, που θέλει τον όλεθρο των Τρώων και όχι απλώς την αναγνώριση του Μενελάου ως νικητή, παραγγέλλει στην Αθηνά να παραβιάσει τους όρκους της μονομαχίας και να συνεχίσει τον ιλιαδικό πόλεμο. Η Αθηνά άλλο που δεν θέλει. Παίρνει τη μορφή του Λαοδόκου και εξωθεί τον τρωαδίτη Πάνδαρο να τοξεύσει ύπουλα τον Μενέλαο, προκειμένου να αναιρεθεί η ανακωχή ανάμεσα σε Αχαιούς και Τρώες (Δ 86 κ.ε.).

Με δόλιο επίσης τρόπο η ίδια θεά συμβάλλει αργότερα στην εξόντωση του Έκτορα από τον Αχιλλέα. Παίρνοντας τη μορφή του αδελφού του Έκτορα Δηίφοβου εξωθεί πρώτα τον τρωαδίτη ήρωα να αντιμετωπίσει τον γιο της Θέτιδας, ύστερα όμως τον εγκαταλείπει αβοήθητο. Τη συμπεριφορά αυτή της θεάς ο Έκτορας την αναγνωρίζει λίγο πριν το τέλος του ως απάτη (Χ 226 κ.ε., 297-299). Τέλος, με ύπουλο τρόπο ο Απόλλωνας οδηγεί στον θάνατο τον Πάτροκλο. Χτυπά πρώτα πισώπλατα τον φίλο του Αχιλλέα και ύστερα τον αποσβολώνει, ώστε να γίνει εύκολη λεία πρώτα για τον Εύφορβο και ύστερα για τον Έκτορα. Λίγο πριν από τον θάνατό του και ο αχαιός ήρωας αναγνωρίζει πως η εξόντωσή του οφείλεται πάνω απ᾽ όλα στον Δία και στον γιο του Απόλλωνα (Π 786 κ.ε., 846-850).

Στα παραδείγματα αυτά το ευρύτερο πλαίσιο των θεϊκών παρεμβάσεων είναι τραγικό, καθώς οι ύπουλες ενέργειες των αθανάτων έρχονται σε αντίθεση προς τις ηρωικές των θνητών. Γενικότερα, το μεγαλείο της δράσης των ηρώων τονίζεται ακριβώς από την τύχη που τους επιφυλάσσουν οι θεοί. Και αυτό είναι μια επιπρόσθετη τραγική όψη της ζωής τους στο έπος της Ιλιάδας. Οι θνητοί μπορεί να εύχονται και να ελπίζουν ότι οι ολύμπιοι, κυρίως ο Δίας, θα υποστηρίξουν στο τέλος τους αδικημένους· ωστόσο, αυτή η εξέλιξη, όπως φάνηκε προηγουμένως, δεν καθορίζει της πλοκή της Ιλιάδας. Προβάλλεται αντίθετα η ιδέα ότι το καλό με το κακό, που στέλνουν στους θνητούς οι θεοί, είναι αξεδιάλυτα μπλεγμένα. Στην πραγματικότητα αυτή οφείλουν να συμμορφώνονται οι θνητοί, όπως λέει ο Αχιλλέας στον γέροντα Πρίαμο (Ω 525-533): η διανομή των αγαθών και των συμφορών από τον Δία γίνεται αδιακρίτως, χωρίς ηθικά κριτήρια και δίχως λόγο. Στην καλύτερη θέση βρίσκεται ο θνητός που του τυχαίνουν όχι αποκλειστικά τα αγαθά δώρα του Δία αλλά τα ανάμεικτα (αγαθά και δυστυχίες)· στη χειρότερη θέση βρίσκεται εκείνος στον οποίο λαχαίνουν τα δώρα μόνο με τις συμφορές, καθώς ζει περιφρονημένος από θεούς και θνητούς. Για τον Αχιλλέα τόσο ο γέροντας πατέρας όσο και ο ίδιος οφείλουν να υποταχθούν στο δεύτερο κυρίως μερίδιο κληροδοσίας, όπως το έχουν ορίσει οι «απίκραντοι» θεοί.

Στην Οδύσσεια οι ολύμπιοι εξακολουθούν να παρεμβαίνουν με ανεξήγητο τρόπο στα ανθρώπινα ζητήματα, ωστόσο τα κίνητρα της συμπεριφοράς τους είναι από ηθική άποψη περισσότερο δικαιολογημένα από ό,τι των θεών της Ιλιάδας. Παρεμβαίνουν όχι μόνο λιγότεροι στα ανθρώπινα πράγματα (με πρωταγωνιστές τον Δία και την Αθηνά) αλλά και, παρά τον εξανθρωπισμό τους, παίρνουν μεγαλύτερες αποστάσεις από την ηρωική δράση από ό,τι οι θεοί στην Ιλιάδα. Το κυριότερο: θεωρούν πως για ό,τι συμβαίνει στη γη δεν ευθύνονται μόνον οι ίδιοι αλλά και οι θνητοί.

Στην πρώτη ραψωδία της Οδύσσειας ο Δίας επικαλείται το παράδειγμα του Αιγίσθου, για να δείξει ότι οι ολύμπιοι όχι μόνο δεν μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνοι για τα βάσανα των θνητών, αλλά ότι αντίθετα επιχειρούν με προειδοποιήσεις να τους αποτρέψουν από τη συμφορά. Έτσι έπραξαν και με τον Αίγισθο, ο οποίος, αν και προειδοποιήθηκε μέσω του Ερμή να μη δολοφονήσει τον Αγαμέμνονα και να μην παντρευτεί την Κλυταιμνήστρα, αυτός προχώρησε στην άνομη πράξη του, με αποτέλεσμα να τον εκδικηθεί ο γιος του Αγαμέμνονα Ορέστης. Επομένως, και οι θνητοί, καταλήγει ο Δίας απαντώντας κατά κάποιον τρόπο στον ιλιαδικό Αχιλλέα, ευθύνονται για ό,τι τους συμβαίνει στη ζωή και όχι μόνον οι θεοί (α 32-34):

Αλίμονο, είναι αλήθεια ν᾽ απορείς που θέλουν οι θνητοί να ρίχνουν
στους θεούς τα βάρη τους· έρχεται λένε το κακό από μας -
κι όμως οι ίδιοι, κι από φταίξιμο δικό τους
[σφῇσιν ἀτασθαλίῃσιν], πάσχουν και βασανίζονται,
και πάνω απ᾽ το γραφτό τους
.

Το προσωπικό «φταίξιμο» αντιπροσωπεύει τα σφάλματα των θνητών, που προέρχονται κυρίως από την απερίσκεπτη ή και αλαζονική τους συμπεριφορά, με την οποία υπερβαίνεται το ορισμένο μέτρο. Η αρχαία λέξη που ορίζει την υπέρμετρη πράξη είναι ἀτασθαλίη (σε χρήση μόνο σε πτώσεις του πληθυντικού αριθμού), ενώ ο δράστης και οι άστοχες ή υβριστικές πράξεις του χαρακτηρίζονται με το επίθετο ἀτάσθαλος, -ος, -ον. Αν ευσταθεί η άποψη ότι ο υπαινιγμός του Δία για τις ατασθαλίες των θνητών φωτογραφίζει τους αλαζόνες μνηστήρες, η θεά Αθηνά, που αναλαμβάνει στη συνέχεια να διεκπεραιώσει στο έπος τη βούληση του Δία υποστηρίζοντας τον Τηλέμαχο και τον Οδυσσέα, υποδηλώνει με τον δικό της τρόπο την επικείμενη τιμωρία των καταχραστών της βασιλικής περιουσίας (α 47): την ίδια μοίρα να ᾽χει κι όποιος ανάλογα κριματιστεί.

Εξάλλου, η ευθύνη που φέρουν οι θνητοί για τις πράξεις τους αφορά και στους εταίρους του Οδυσσέα, οι οποίοι σφάζουν τα βόδια του Ήλιου, παρά τις προειδοποιήσεις του αρχηγού τους. Αποτέλεσμα: ο Δίας, αποδεχόμενος τη διαμαρτυρική οργή του Ήλιου, τους στερεί τη ζωή και τον νόστο. Στο προοίμιο της Οδύσσειας ο ποιητής προεξαγγέλλει τον χαμό των εταίρων στη Θρινακία τονίζοντας τις δικές τους ατασθαλίες· με τον ίδιο, λίγο πολύ, τρόπο που ο Δίας με την Αθηνά υπαινίσσονται την επικείμενη τιμωρία των μνηστήρων (α 5-9):

Κι όμως δεν μπόρεσε, που τόσο επιθυμούσε,
να σώσει τους συντρόφους.
Γιατί εκείνοι χάθηκαν απ᾽ τα δικά τους τα μεγάλα σφάλματα
[σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν],
νήπιοι και μωροί, που πήγαν κι έφαγαν τα βόδια
του υπέρλαμπρου Ήλιου· κι αυτός τους άρπαξε του γυρισμού τη μέρα.


Οι θεοί, όπως ο Ήλιος και ο Ποσειδώνας, δεν παύουν και στην Οδύσσεια να υπερασπίζονται τα δικά τους συμφέροντα και τους ευνοούμενούς τους αντιμαχόμενοι τους εχθρούς τους, ακόμη και όταν πρόκειται για τους ευσεβείς και ενάρετους Φαίακες. Οι θνητοί επίσης γνωρίζουν ότι η αρετή τους (η ευημερία και επιτυχία τους) εξαρτάται από τους θεούς. Όμως οι αινιγματικές παρεμβάσεις των θεών της Ιλιάδας στα πράγματα των θνητών στην Οδύσσεια συμπληρώνονται από την πλευρά των θνητών με όψεις μιας γενικής δικαιοσύνης. Ο μεταμορφωμένος σε ζητιάνο Οδυσσέας, φίλος του εξαφανισμένου άρχοντα της Ιθάκης, εκφράζει τη διπλή αυτή άποψη θεοδικίας στον πιο υπεύθυνο από τους μνηστήρες Αμφίνομο (σ 132-148):

Ούτε που το φαντάζεται ο θνητός το τι κακό τον περιμένει,
όσο οι θεοί τού δίνουν προκοπή
[ἀρετήν] κι αισθάνεται να τον κρατούν
τα πόδια του· όταν ωστόσο οι μάκαρες ορίσουν
να πέσουν πάνω του οι συμφορές, θέλοντας τότε και μη θέλοντας
τις υποφέρει κάνοντας υπομονή.
Έτσι κι αλλιώς αλλάζει ο νους του ανθρώπου που σέρνεται
σ᾽ αυτή τη γη, ανάλογα του πώς, μέρα τη μέρα, αλλάζει τη ζωή του
ο Δίας, προστάτης θνητών και αθανάτων.
Εμένα θέλησε η μοίρα κάποτε να ζήσω ευτυχισμένος·
έπραξα όμως αδικίες μεγάλες
[ἀτάσθαλα], στη δύναμή μου
ενδίδοντας, υπολογίζοντας στις πλάτες του πατέρα μου
ή και των αδελφών μου. Γι᾽ αυτό κανείς ποτέ δεν πρέπει
να πατεί το δίκιο· παρά, με δίχως κομπασμό, να δέχεται
τα δώρα των θεών, όσα κάθε φορά του δίνουν.
Όχι, όπως βλέπω εδώ, να μηχανεύονται ανόσια έργα
[ἀτάσθαλα] οι μνηστήρες,
ρημάζοντας ξένα αγαθά, προσβάλλοντας γυναίκα ομόκλινη
κάποιου που, ξέρω, δεν θα μείνει πια πολύν καιρό
μακριά από πατρίδα και δικούς - μπορεί να βρίσκεται
κιόλας κοντά.
Θα ᾽ταν λοιπόν καλύτερο για σένα να σ᾽ εξαιρούσε ένας θεός,
και να γυρνούσες σπίτι σου· να μη βρεθείς μπροστά του,
όποτε εκείνος επιστρέψει στο πατρικό νησί.


Όπως ο Αχιλλέας στην Ιλιάδα, έτσι και ο Οδυσσέας στην Οδύσσεια αναγνωρίζει την καθοριστική επέμβαση των θεών στα ανθρώπινα ζητήματα, δίνοντας μάλιστα αρχικά και αυτός έμφαση στο ανεξέλεγκτο γύρισμα της ζωής των θνητών από την ευτυχία στη δυστυχία, όταν το ορίσει ο Δίας· ο οποίος ωστόσο αποκαλείται «προστάτης θνητών και αθανάτων». Όπως ο καιρός, έτσι και η τύχη των ανθρώπων γυρίζει από το καλό στο κακό, όταν οι αθάνατοι αποφασίσουν να στείλουν συμφορές στους θνητούς. Η στάση βέβαια των θνητών απέναντι στη μυστηριώδη συμπεριφορά των θεών για τον μεταμορφωμένο Οδυσσέα δεν είναι η συμμόρφωση, όπως έλεγε ο ιλιαδικός Αχιλλέας, αλλά η υπομονή. Κάτι ξέρει ο πολύτλας ήρωας από την ιδιότητα αυτή, εφόσον χάρη στην υπομονή του αλλά και στην πολύτροπη, όπως του καιρού, φύση του μπόρεσε να γυρίσει στην Ιθάκη.

Εξάλλου, αν η ζωή εμφανίζεται και από τον Οδυσσέα ως τροχός της τύχης, ρυθμιστές δεν είναι τώρα μόνον οι θεοί αλλά και οι θνητοί. Ο μεταμορφωμένος ζητιάνος αναγνωρίζει πως και ο ίδιος συντέλεσε στο γύρισμα της ζωής του από την ευτυχία στη δυστυχία, επειδή έπραξε «αδικίες μεγάλες» (ἀτάσθαλα). Ο μεταμορφωμένος ήρωας στο σημείο αυτό λέει προφανώς ψέματα στον Αμφίνομο. Όμως, και ο ίδιος από νικητής πολεμιστής της Τροίας κατάντησε περιπλανώμενος ναυαγός όχι μόνο εξαιτίας των ατασθαλιών των συντρόφων του, που έφαγαν τα βόδια του Ήλιου, αλλά, όπως τον κατηγορεί ο Ευρύλοχος, και από το δικό του λάθος (τούτου ἀτασθαλίῃσιν, κ 437) να θελήσει να μπει στη σπηλιά του Πολύφημου, με αποτέλεσμα να φαγωθούν οι εταίροι του. Επιπρόσθετα, με την αλλαγή της ζωής του άρχοντα της Ιθάκης δικαιολογείται ποιητικά η υποκριτική μεταμόρφωσή του σε ζητιάνο και επιτρέπεται και η σύγκρισή του με τους μνηστήρες, οι οποίοι μηχανεύονται «ανόσια έργα» (ἀτάσθαλα) στο παλάτι. Το μήνυμα του λόγου προς τον Αμφίνομο εμφανίζεται, κατά κάποιον τρόπο, παράδοξο: η υπομονετική στάση απέναντι στα όποια δώρα των θεών, για την οποία ο μεταμορφωμένος ήρωας μίλησε προηγουμένως, υποδεικνύεται τώρα ως μέτρο δικαίου, το οποίο δεν επιτρέπεται να παραβαίνει κάποιος με τη χρήση βίας. Διαφορετικά κινδυνεύει εύλογα να τιμωρηθεί.

Έτσι, αν ο αλληγορικός λόγος του ιλιαδικού Αχιλλέα τονίζει τη μοιραία υποταγή των θνητών σε ό,τι τους επιφυλάσσουν οι θεοί, ο προειδοποιητικός λόγος του Οδυσσέα στον Αμφίνομο τον επαναλαμβάνει παραλλαγμένο αλλά και τον συμπληρώνει, υποδηλώνοντας ότι με την έμμετρη συμπεριφορά τους οι θνητοί μπορεί να αποφύγουν την οποιαδήποτε βλάβη. Οι θεοί, για παράδειγμα, μπορεί να εξαιρέσουν τον Αμφίνομο από την επικείμενη τιμωρία των υπόλοιπων μνηστήρων, αν ο ίδιος αποφασίσει έγκαιρα να εγκαταλείψει τη συντροφιά τους.

Το γενικό συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι στην Οδύσσεια οι θεοί εμφανίζονται με διπλή όψη. Από τη μια μεριά είναι μυστήριοι, δωρητές του καλού και του κακού, απέναντι στους οποίους οι θνητοί δεν μπορούν να αντιτάξουν παρά την υπομονή, και βρίσκονται εκτός ηθικής. Με τον τρόπο αυτό ενεργούν κυρίως ο Ποσειδώνας και ο Ήλιος, έχοντας τη συγκατάθεση ή την υποστήριξη και του Δία, ενώ ο στόχος τους είναι οι Φαίακες, οι εταίροι και ο αρχηγός τους στο πρώτο μέρος της Οδύσσειας. Από την άλλη μεριά ωστόσο οι ολύμπιοι εμφανίζονται ως τιμωροί και εκδικητές όσων υπερβαίνουν το μέτρο, γι᾽ αυτό και μπορούν με την όψη τους αυτή να οδηγήσουν τους θνητούς σε δίκαιες πράξεις. Έτσι δρουν ο Δίας και κυρίως η Αθηνά με στόχο τους αλαζόνες μνηστήρες στο δεύτερο μέρος της Οδύσσειας, όπου η όψη αυτής της θεοδικίας επικρατεί προοδευτικά της πρώτης. Η επικράτηση αυτή διαπιστώνεται και από το ότι, σε αντίθεση προς την παραδοσιακή Ιλιάδα, τα προειδοποιητικά σήματα των θεών στην Οδύσσεια αλλά και των θνητών, όπως του μεταμορφωμένου Οδυσσέα στον Αμφίνομο, στο τέλος εκπληρώνονται. Ο πρωταγωνιστής της Οδύσσειας εξοντώνει, με τη βοήθεια της Αθηνάς, τους μνηστήρες, οι οποίοι πληρώνουν για τα εγκλήματά τους, όπως ο Αίγισθος για τον φόνο του Αγαμέμνονα. Κατ᾽ επέκταση, οι ισχυρισμοί των θνητών ότι η τιμωρία των μνηστήρων οφείλεται στους θεούς, καθώς επιβεβαιώνεται από την εξέλιξη των αφηγηματικών δρωμένων, είναι μια μορφή ποιητικής αλήθειας. Για τον γέροντα Λαέρτη η ύπαρξη των θεών αποδεικνύεται από το ότι οι μνηστήρες τιμωρήθηκαν για την αλαζονική τους συμπεριφορά (ω 351-352):

Ω Δία πατέρα, αλήθεια υπάρχετε οι θεοί στον Όλυμπο ψηλά,
αν πράγματι οι μνηστήρες πλήρωσαν την αλαζονική τους ύβρη
[ἀτάσθαλον ὕβριν].

Φαίνεται ότι για τον γέροντα πατέρα του Οδυσσέα υπάρχει κάποιος πρακτικός λόγος τον οποίο οφείλουν να εξυπηρετούν οι θεοί αν θέλουν να τους πιστεύουν οι θνητοί. Αυτός ο λόγος δεν είναι άλλος από το ότι τελικά τιμωρούν τους αλαζόνες, επιβάλλοντας τη δικαιοσύνη. Αν οι θεοί ήταν άδικοι, αν ενεργούσαν πάντοτε σύμφωνα με τις ιδιοτροπίες τους για να προστατεύσουν τα δικά τους συμφέροντα, η ίδια τους η ύπαρξη θα κλονιζόταν.

Ειδικότερα, στην Οδύσσεια διαμορφώνεται μια πιο επείγουσα ανάγκη, ώστε οι θεοί να ενεργήσουν δίκαια. Η ανάγκη αυτή δημιουργείται από τη χαοτική κατάσταση που επικρατεί από την αρχή του έπους στην Ιθάκη. Η τύχη του άρχοντα του παλατιού αγνοείται, ενώ οι μνηστήρες ρημάζουν την περιουσία του και διεκδικούν τη γυναίκα του. Από την άλλη μεριά, τα όρια αντίστασης της Πηνελόπης εξαντλούνται, ενώ ο γιος της Τηλέμαχος φαίνεται ότι ούτε μπορεί να ανατρέψει το χαοτικό σκηνικό μέσα στο παλάτι ούτε είναι σε θέση να κινητοποιήσει τους αδρανείς Ιθακησίους. Έναντι λοιπόν της τραγικής εξέλιξης που παίρνουν τα πολεμικά δρώμενα της Ιλιάδας, της Οδύσσειας επιβάλλουν μια εξέλιξη σαφέστερα αναγνωρίσιμη ως ηθικολογική, ώστε οι αδικημένοι να δικαιωθούν και οι άδικοι να τιμωρηθούν.

Όπως στην Ιλιάδα έτσι και στην Οδύσσεια οι ολύμπιοι δεν αποτελούν αξεπέραστα πρότυπα αρετής, ανταποκρίνονται ωστόσο στο επιτακτικό αίτημα των θνητών για δικαιοσύνη. Κατά τα άλλα, οι ιδιότητες των θεών παραμένουν βασικά οι ίδιες και στα δύο ποιήματα. Έχουν όμως ταιριάξει διαφορετικά, προκειμένου να υπηρετήσουν διαφορετικούς στόχους: την τραγική όψη της ζωής των θνητών στην πολεμική Ιλιάδα, και το ενδιαφέρον για ποιητική δικαιοσύνη στη μεταπολεμική Οδύσσεια.

Πόσο εύκολο είναι τελικά να πας παρακάτω;

Άντε και χώρισες. Πώς και πότε προχωράς; Υπάρχουν, μήπως, κανόνες; Και αν πού είναι γραμμένοι; Κι ο άλλος, τι κάνει; Προχώρησε ήδη; Πώς τολμά; Τόσα ερωτήματα και ποιος έχει τις απαντήσεις;

Η χρονική στιγμή που θα αποφασίσεις να προχωρήσεις εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως το πόσο καιρό ήσουν σε σχέση. Άλλο να χώρισες μετά από πέντε μήνες κι άλλο από μια σχέση ετών. Επίσης, πόσες συνθήκες άλλαξαν; Έκλεισε απλώς μια πόρτα και «άντε γειά» ή έχετε να χωρίσετε κουρτίνες και Playstation, σκυλιά και καναρίνια, δουλειές, παιδιά;

Ακόμα, σημαντικό ρόλο παίζει ποιος είναι εκείνος που σφύριξε και έληξε, οι λόγοι, αλλά και ο τρόπος του χωρισμού. Έκανε η σχέση τον κύκλο της ή υπήρξε προδοσία; Έβλεπες το τέλος να πλησιάζει ή βρέθηκες προ εκπλήξεως; Χωρίσατε όμορφα και με σεβασμό ή πετώντας μαχαίρια ο ένας στον άλλον; Ταυτόχρονα, κάτι άλλο που επιδρά στην απόφαση του αν θα προχωρήσεις, είναι ο τρόπος που εννοείς αυτό το «προχωράω». Ξεκαθάρισε εάν αναφέρεσαι μόνο σε σεξ ή στο να βρεις την επόμενή σου σχέση.

Το να βρεθείς στο κρεβάτι μ’ ένα νέο άτομο μπορεί να σε αφήσει παγερά αδιάφορο -εάν το δεις καθαρά ως μια σωματική ανάγκη- μπορεί, όμως, να διεγείρει έντονα συναισθήματα που είναι ικανά να θολώσουν ακόμα περισσότερο την ορθολογική σου σκέψη σχετικά με το πρώην ταίρι. Το σώμα είναι απολύτως ικανό να λειτουργήσει μηχανικά, ναι. Πόσα πυροτεχνήματα μπορεί να εκτοξεύσει, όμως, όταν υπάρχει συναίσθημα; Ξέρεις καλά άλλωστε πως το βάρος των ψυχοσωματικών σου αντιδράσεων και των συναισθημάτων σου, έχει πρόσωπο αναφοράς κάποιο διαφορετικό από του εκάστοτε τυχαίου παρτενέρ σου. Πόσο «πρέπει», λοιπόν, να διαρκεί το μεταβατικό στάδιο προσαρμογής και πώς καταλαβαίνεις εάν κάτι αποτελεί μονάχα μια ριμπάουντ σχέση, από εκείνες που σε βοηθούν να ξεπεράσεις το παρελθόν, ή εάν είναι κάτι νέο στο οποίο θα επενδύσεις;

Αναρωτιέσαι ακόμη, σχετικά με το πότε είναι «σωστό» να προχωρήσεις λοιπόν. Αναρωτιέσαι άραγε, από άποψη ηθικών αξιών ή νιώθεις πως χρωστάς κάτι σ’ εκείνο το άτομο, κι ας χωρίσατε τα τσανάκια σας; Μάλλον, η αντίληψη πως υπάρχει συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που οφείλει κανείς να περιμένει είναι παρωχημένη και η επίκληση στο ίδιο σου το συναίσθημα, σε τέτοιες περιπτώσεις, μοιάζει περισσότερο με χειραγώγηση. Μήπως, όμως, χρωστάς όντως στον εαυτό σου μια χαλαρή περίοδο προσαρμογής και στοχασμού; Ίσως όλα τα παραπάνω, ίσως και τίποτα από αυτά, καθώς εξαρτάται από την περίσταση και τον τρόπο που λειτουργεί καλύτερα ο κάθε άνθρωπος.

Ας συμφωνήσουμε, ωστόσο, πως μπορεί να μην υπάρχει σωστό και λάθος, αλλά μονάχα αυτή η λεξούλα μοναδικής εννοιολογικής σημασίας, το λεγόμενο «φιλότιμο». Δε θα χωρίσεις, ρε φίλε, και θα κάνεις live μετάδοση του πόσο μετράς σαν γκομενάκι σ’ όλες τις πλατφόρμες κοινωνικών δικτύων εκεί έξω. Κάπου όπα, δηλαδή, ένα ψήγμα ωριμότητας ποτέ δε βλάπτει. Δεν τρέχεις σε μαραθώνιο για να φτάσεις πρώτος στη γραμμή τερματισμού, δεν έχεις να αποδείξεις τίποτα και σε κανέναν. Δεν είναι διαγωνισμός που καθορίζει ποιος θα ξεπεράσει τον άλλον και δεν υπάρχει κανένα τέτοιο έπαθλο. Για να είμαστε ειλικρινείς, αν το σκέφτεσαι έτσι, αν μπαίνεις στη διαδικασία τέτοιων συγκρίσεων, προφανώς δεν είσαι έτοιμος να πας παρακάτω.

Επιπλέον, μάλλον είναι απαραίτητο να πάρεις τον χρόνο σου, να κλάψεις και να γλείψεις τις πληγές σου. Χρειάζεται ένα διάστημα αφομοίωσης μαθημάτων ζωής. Ν’ αναλογιστείς σχετικά με το πόσο αποτελεσματικές είναι οι επικοινωνιακές σου δεξιότητες και εάν χρειάζεται να τις αναπροσαρμόσεις. Είναι σημαντικό να σκεφτείς εάν στις σχέσεις σου καταφέρνεις να επιτυγχάνεις την πολυπόθητη αρμονική διατήρηση της ατομικότητάς σου όταν ταυτόχρονα αποτελείς καθοριστικό μέλος μιας δυάδας. Πώς διατηρείς αυτές λεπτές ισορροπίες; Ποια είναι, τελικά, τα θέλω σου και πού τραβάς κόκκινες γραμμές; Όλα αυτά είναι ερωτήματα που θα πρέπει ν’ απαντήσεις.

Δεν υπάρχουν αυστηροί και απαρέγκλιτοι κανόνες στον χρόνο και τον τρόπο που θα αποφασίσεις να πας παρακάτω μετά από έναν χωρισμό, ίσως μόνο κατευθυντήριες γραμμές και ευγενικές προτάσεις. Είναι σημαντικό να κατανοείς την ψυχική σου υγεία και διάθεση. Το να προχωράς μόνο και μόνο για να καλύψεις το κενό που άφησε στην ψυχή σου κάποιος είναι απλώς ένας αποπροσανατολισμός που θα καταρρεύσει γρήγορα και πιθανότατα να δημιουργήσει επιπλέον προβλήματα. Δεν είναι κάτι που επιβεβλημένα συμβαίνει σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, δεν μπορεί να είναι καταναγκαστικό και βεβιασμένο.

Η αγάπη, το νοιάξιμο, τα συναισθήματα εν γένει, δεν έχουν κουμπί· δεν «ξε-αγαπάς» κάποιον ούτε με χρονόμετρο ούτε επειδή αυτό έχει αποφασιστεί πως είναι το καλύτερο για εσένα. Άλλοι λειτουργούν καλύτερα στα πλαίσια ενός ξεκάθαρου χωρισμού στο μπαμ και τον αντιμετωπίζουν κατόπιν εορτής, άλλοι προτιμούν έναν περισσότερο σταδιακό χωρισμό κατά τη διάρκεια του οποίου διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους. Πιθανόν η μόνη βέβαιη ένδειξη ότι είσαι έτοιμος να προχωρήσεις έχοντας τακτοποιήσει το παρελθόν στα συρτάρια του μυαλού σου, να είναι το αίσθημα ανακούφισης. Ξέρεις ότι επήλθε το τέλος όταν επιτέλους αναπνέεις χωρίς δυσκολία και η καρδιά σου χτυπάει σε φυσιολογικούς ρυθμούς. Όταν αντί για ένταση, θλίψη και άγχος το είναι σου ανακοινώνει: «Ουφ, επιβίωσα. Πάμε γι’ άλλα!».

Οι τέσσερις τύποι εχθρών που βάζουν φρένο στη ζωή μας

Πότε ήταν η τελευταία φορά νιώθαμε καλά; Που δεν νιώσαμε οργή ή επιθυμία να βλάψουμε κάποιον που μας έβλαψε; Να ζητήσουμε εκδίκηση και να φανταστούμε ότι αυτός που μας ενόχλησε θα έρθει να μας ζητήσει συγνώμη;

Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε νιώσει τέτοια συναισθήματα. Αν κάποιος μας αρνηθεί κάτι που θέλαμε, ή μας έχει προσβάλει με κάποιο τρόπο, ή ακόμα και μας έχει κερδίσει σε κάποια εργασία ή παιχνίδι (δίκαια ή όχι), τότε βουρκώνουμε.

Οι ψυχολόγοι, ο Ρόμπερτ Θέρμαν και η Σάρον Σάλτσμπεργκ, έχουν εντοπίσει «Τέσσερις εχθρούς» που αποτελούν εμπόδια για μια ευτυχισμένη, ολοκληρωμένη ζωή, αναφέρει το Big Think.

Εχθρός 1: Εξωτερικός Εχθρός

Ο Εξωτερικός Εχθρός είναι «οι άνθρωποι, οι θεσμοί και οι καταστάσεις που έχουν σκοπό να μας βλάψουν». Είναι ο σύντροφος που μας απάτησε, το αφεντικό που μας προειδοποίησε ή η βροχή που μας μούσκεψε μέχρι το κόκκαλο. Είναι οι κακοί των κόμικς, των μυθιστορημάτων και των ταινιών. Ο Εξωτερικός Εχθρός δεν είναι μόνο οι άνθρωποι. Είναι οτιδήποτε εξωτερικό στον κόσμο που βλέπουμε, φοβόμαστε και μισούμε. Μπορεί να είναι η ανισότητα, η βία, η πείνα, η τρομοκρατία, η μοναξιά και ούτω καθεξής – αφηρημένες ιδέες και συνθήκες που είναι απρόσωπες και πιο δύσκολο να εντοπιστούν.

Ένα από τα πιο κοινά και σχετικά παραδείγματα του Εξωτερικού Εχθρού το βλέπουμε σε όσους είναι νταήδες. Δεν είναι αυτός που μας κλέβει τα χρήματα του μεσημεριανού γεύματος, αλλά αυτός που μας υποτιμά, μας έχει αποδυναμώσει ή μας έχει ταπεινώνει. Δεν είναι μόνο οι άνθρωποι που μπορούν να μας εκφοβίσουν, αλλά και οι θεσμοί και τα συστήματα. Όπως γράφουν οι Θέρμαν και Σάλτσμπεργκ, «οι κοινωνικές δομές προωθούν τον εκφοβισμό μέσω των στερεοτύπων, μέσω της ταξικής ιεραρχίας ή το πιο ύπουλο, μέσω διαφόρων μορφών ελέγχου της σκέψης».

Όταν ασχολούμαστε με όλες τις εκδηλώσεις του Εξωτερικού Εχθρού, η συμβουλή είναι μια: Αγαπήστε τους. Αποκρούστε το μίσος με αγάπη και την εχθρότητα με καλοσύνη. Το πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι από εμάς δεν γνωρίζουμε τι σημαίνει πραγματικά αγάπη σε αυτό το πλαίσιο. Το να αγαπάς κάποιον σημαίνει «να κάνεις ευτυχισμένο αυτόν που αγαπάς». Ο λόγος που κάποιος μας συμπεριφέρεται άσχημα ή σκληρά – ο λόγος που είναι «εχθρός» μας – είναι επειδή πιθανότατα μας αντιλαμβάνεται ως εμπόδιο στην ευτυχία του. Εμείς, κατά κάποιο τρόπο, τους κάνουμε δυστυχισμένους ή τουλάχιστον τους αρνούμαστε την ευτυχία. Όταν αγαπάμε κάποιον, συνεργαζόμαστε μαζί του για να τον κάνουμε ευτυχισμένο. Και έτσι, αφαιρούμε την αιτία της εχθρότητας.

Εχθρός 2: Εσωτερικός Εχθρός

Ο Εσωτερικός Εχθρός είναι εκείνα τα συναισθήματα που δηλητηριάζουν την ψυχή μας: θυμός, μίσος και φόβος. Όταν μας προσβάλλουν, μας μαλώνουν ή μας αδικούν με κάποιο τρόπο, νιώθουμε άσχημα. Σε αυτή την άκρη του μυαλού μας, συχνά βάζουμε εκείνα τα συναισθήματα που πιστεύουμε ότι μας κάνουν να νιώθουμε καλύτερα. Όλα τα δάκρυα και το πόνο που νιώθουμε ότι αξίζουν τον κόπο, γιατί θα έρθει η στιγμή που εκδικηθούμε τους εχθρούς μας.

Αλλά αυτά τα συναισθήματα, όπως και τα φάρμακα, είναι η εύκολη λύση που θα μας κάνει πολύ μεγαλύτερο κακό μακροπρόθεσμα. Παραθέτοντας τον Βούδα, ο Θέρμαν και ο Σάλτσμπεργκ γράφουν: «Ο θυμός, όπως μια δασική πυρκαγιά, καίει τη δική του υποστήριξη». (Ένα παρόμοιο συναίσθημα είναι: Η δυσαρέσκεια είναι σαν να παίρνουμε δηλητήριο και να περιμένουμε τον άλλον να πεθάνει). Εάν ο θυμός, το μίσος και ο φόβος κυριαρχήσουν στη ζωή μας, θα μας χωρίσουν από οτιδήποτε στη ζωή μας δίνει χαρά.

Υπάρχει έρευνα που δείχνει ότι αυτά τα συναισθήματα μας βλάπτουν σωματικά. Ο θυμός, για παράδειγμα, «απελευθερώνει επιβλαβείς χημικές ουσίες όπως η κορτιζόλη στην κυκλοφορία του αίματός μας, οι οποίες βλάπτουν το κυκλοφορικό μας σύστημα». Οι επιστήμονες θεωρούν ότι δύο ώρες μετά από ένα ξέσπασμα θυμού, οι πιθανότητες κάποιου να πάθει καρδιακή προσβολή πενταπλασιάζονται. Ο κίνδυνος εγκεφαλικού τριπλασιάζεται.

Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΣΕ ΑΥΤΑ ΤΑ ΤΡΙΑ ΔΗΛΗΤΗΡΙΩΔΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΙΣ ΜΟΡΦΕΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ.

Πρώτον, η ανεκτική υπομονή είναι η αναγνώριση της ικανότητας που έχουμε όλοι να χαμογελάμε και να αντέχουμε. Δεν πρόκειται για παθητικότητα ή μαζοχισμό, αλλά για την εκτίμηση του πόσο ανθεκτικοί είμαστε. Δεύτερον, η διορατική υπομονή είναι να αναγνωρίζουμε πόσο υποκειμενικές και φευγαλέες είναι οι κρίσεις μας. Ο κόσμος δεν θέλει να μας βλάψει, και ορισμένες φορές εμείς είμαστε αυτοί που κάνουμε ένα ζήτημα μεγαλύτερο από όσο θα έπρεπε. Τέλος, η υπομονή της συγχώρεσης. Σημαίνει «να συγχωρούμε όποιον μας βλάπτει, ανεξάρτητα από τον τρόπο». Όχι μόνο αυτό μας επιτρέπει να αφήσουμε τον θυμό και την πικρία, αλλά μας επιτρέπει να αναλάβουμε την ευθύνη και τον έλεγχο μιας κατάστασης.

Εχθρός 3: Μυστικός Εχθρός

Ο Μυστικός Εχθρός είναι η εσωτερική μας φωνή που καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο προσανατολιζόμαστε στον κόσμο. Όπως γράφουν οι Θέρμαν και Σάλτσμπεργκ, «Ακούμε με ενθουσιασμό αυτή την επίμονη, αδιάκοπη φωνή του εγώ και νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να την αρνηθούμε, γιατί πιστεύουμε ότι είναι η μόνη μας φωνή».

Ο Μυστικός Εχθρός είναι τόσο καταστροφικός γιατί σπάνια δεχόμαστε πόσο μεταβλητός και τυχαίος είναι πραγματικά αυτός ο εσωτερικός μονόλογος. Οι νέες καταστάσεις, ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζουμε τους άλλους, ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο κρίνουμε τον εαυτό μας, ορίζονται από αυτή τη φωνή. Τις περισσότερες φορές, είναι μια φωνή «αυτοαπασχόλησης» – ένας ναρκισσιστικός θάλαμος.

Αλλά το να είσαι αυτο-απορροφημένος με αυτόν τον τρόπο δεν είναι μόνο κοντόφθαλμο (εξάλλου κανείς δεν νοιάζεται πραγματικά για εμάς όσο εμείς), αλλά εμποδίζει επίσης την ευτυχία μας. Αυτό που δείχνουν μελέτες είναι ότι όσοι είναι εγωκεντρικοί πιθανότατα βιώνουν μια «υποκειμενική κυμαινόμενη ευτυχία» – δηλαδή, ένα σύντομο και παροδικό είδος ευτυχίας. Αλλά εκείνοι που είναι πιο ανιδιοτελείς είναι πιο πιθανό να νιώσουν «αυθεντική-διαρκή ευτυχία», που σημαίνει μια βαθιά «ικανοποίηση και πληρότητα ή εσωτερική γαλήνη».

Εν ολίγοις, αυτός ο Μυστικός Εχθρός, αυτός που βλέπει τα πάντα μέσα από το φακό μας, μας κάνει λιγότερο ευτυχισμένους.

Εχθρός 4: Υπέρ-Μυστικός Εχθρός

Τέλος, ο Υπέρ-Μυστικός Εχθρός είναι η πιο σκοτεινή όψη αυτής της εσωτερικής φωνής. Είναι αυτό της αυτοαηδίας και της αυτοαπέχθειας. Αυτή είναι η φωνή που συμβιβάζεται με τη μετριότητα και που βλέπει τη ζωή ως μια θλιβερή συλλογή από κακοτυχίες, με λίγο γέλιο αν είμαστε τυχεροί. Είναι η φωνή που μας λέει ότι δεν υπάρχει κάτι όπως αληθινή ευτυχία, και αν υπάρχει, σίγουρα δεν είναι κάτι που μπορούμε να αποκτήσουμε. Όπως υποστηρίζουν οι Θέρμαν και Σάλτσμπεργκ, αυτή η «αίσθηση αναξιότητας, αυτή η υποτίμηση του εαυτού, η απέχθεια για τον εαυτό και η απαξίωση του εαυτού μας, βασίζεται σε ένα βαθειά ριζωμένο σύμπλεγμα κατωτερότητας που έχει τύμπανα μέσα μας από την παιδική ηλικία από μια κουλτούρα που πλήττεται από φόβο και άγνοια».

Η πηγή αυτής της απέχθειας είναι, κατά κάποιο τρόπο, ο Μυστικός Εχθρός. Όσο πιο απασχολημένοι είμαστε με τον εαυτό μας, τόσο περισσότερο έχουμε εμμονή με την προσωπική ευτυχία. Όσο περισσότερο κάνουμε πράγματα απλά για να κάνουμε τον εαυτό μας ευτυχισμένο, τόσο μεγαλύτερη γίνεται αυτή η αυτοαηδία.

Το να κάνουμε καλό και να είμαστε συμπονετικοί, ευγενικοί, γενναιόδωροι και στοργικοί είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Όταν βλέπουμε τους εαυτούς μας να κάνουμε πράγματα που αξίζουν, θεωρούμε τους εαυτούς μας ως αξιόλογους, επίσης.

Υπάρχει έρευνα για αυτό το σκοπό. Σύμφωνα με μια μελέτη, στο Journal of Social Psychology, όσοι κάνουμε καλές πράξεις είμαστε αισθητά πιο ικανοποιημένοι στη ζωή. Μια άλλη μελέτη, από το Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «το να ξοδεύουμε χρήματα σε άλλους – οι κοινωνικές δαπάνες – οδηγεί σε μεγαλύτερη ευτυχία από το να ξοδεύουμε χρήματα για τον εαυτό μας».

Εν ολίγοις, ο Υπέρ-Μυστικός Εχθρός της αυτο-απέχθειας είναι τοξικός. Το να βοηθάμε τους άλλους αποτρέπει την απέχθεια του εαυτού μας και μας κάνει πιο ευτυχισμένους.

Το μόνο που χρειάζεσαι είναι αγάπη

Η αγάπη είναι η μοναδική πανάκεια και για τους Τέσσερις Εχθρούς. Η αγάπη είναι αυτό που θέλει το καλύτερο για τους άλλους, και έτσι εκτονώνει τον Εξωτερικό Εχθρό. Η αγάπη είναι αυτό που συγχωρεί και αποδέχεται και χρησιμεύει ως αντίθεση του Εσωτερικού Εχθρού: θυμός, μίσος και φόβος. Η αγάπη είναι αυτό που νικά την ενασχόληση με τον εαυτό, τον Μυστικό Εχθρό, με ενσυναίσθηση και συμπόνια. Βλέπει τους άλλους όχι από την άποψη του τι μπορούν να κάνουν για εμάς, αλλά από τη σκοπιά τους. Και τέλος, η αγάπη είναι αυτό που βοηθά και υποστηρίζει τους άλλους, που αναιρεί την αυτο-απέχθεια του Υπερ-Μυστικού Εχθρού.

Αποδεικνύεται ότι η αρχαία σοφία που βρίσκεται στις περισσότερες θρησκείες και συστήματα πεποιθήσεων υπάρχει για κάποιο λόγο. Η αγάπη είναι πραγματικά το πιο ισχυρό όπλο στο οπλοστάσιό μας. Τίποτα δεν γίνεται χειρότερο όταν υπάρχει αγάπη.

Πώς είναι οι εσωστρεφείς ως παιδιά;

Τα τελευταία χρόνια, η εσωστρέφεια έχει γίνει δημοφιλές θέμα συζήτησης και έχει αποτελέσει το επίκεντρο πολλών ερευνητικών μελετών.

Ενώ είναι γνωστός ο όρος του τι είναι η εσωστρέφεια και πώς επηρεάζει τους ενήλικες, υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία σχετικά με το πώς είναι οι εσωστρεφείς ως παιδιά. Σε αυτό το άρθρο αναφέρονται τα χαρακτηριστικά των εσωστρεφών παιδιών και πώς διαφέρουν από τους εξωστρεφείς συνομηλίκους τους.

Τα εσωστρεφή παιδιά συχνά παρεξηγούνται και μπορούν να θεωρηθούν ως ντροπαλά, ήσυχα και ακόμη και αντικοινωνικά. Ωστόσο, η εσωστρέφεια δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είσαι κοινωνικά απροσάρμοστος. Είναι απλώς ένα χαρακτηριστικό της προσωπικότητας που περιγράφει πώς αντιδρά ένα άτομο στα ερεθίσματα. Οι εσωστρεφείς έχουν την τάση να εστιάζονται στο μέσα τους, προτιμώντας να περνούν χρόνο μόνοι ή με κάποια επιλεγμένα άτομα. Επεξεργάζονται επίσης πληροφορίες βαθύτερα από τους εξωστρεφείς και μπορεί να χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να λάβουν αποφάσεις ή να καταλήξουν σε συμπεράσματα.

7 κοινά χαρακτηριστικά των εσωστρεφών παιδιών

Προτίμηση για μοναχικές δραστηριότητες: Τα εσωστρεφή παιδιά προτιμούν συχνά να περνούν χρόνο μόνα τους ή κάποια επιλεγμένα πρόσωπα, συμμετέχοντας σε δραστηριότητες όπως το διάβασμα, το γράψιμο, τα βιντεοπαιχνίδια, τους αρέσει η ενασχόληση με δημιουργικές αναζητήσεις. Δεν χρειάζονται το ίδιο επίπεδο κοινωνικότητας με τους εξωστρεφείς συνομηλίκους τους και συχνά τα συναντά κανείς κάπου ήσυχα να εξερευνούν τον δικό τους εσωτερικό κόσμο.

Ευαισθησία στο κοινωνικό περίγυρο: Τα εσωστρεφή παιδιά τείνουν να είναι πιο ευαίσθητα στην ποιότητα του κοινωνικού περιβάλλοντος τους από τα εξωστρεφή, επειδή είναι πιο ευαίσθητα σε δυνατούς θορύβους ή μεγάλα πλήθη. Μπορεί επίσης να χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να προσαρμοστούν σε νέες σχέσεις ή καταστάσεις, προτιμώντας πρώτα να παρατηρούν από απόσταση πριν συμμετέχουν.

Προτίμηση για ουσιαστικές συνομιλίες: Τα εσωστρεφή παιδιά μπορεί να δείχνουν προτίμηση για βαθύτερου νοήματος, ουσιαστικές συζητήσεις, προτιμώντας συχνά να μιλούν για πράγματα που έχουν σημασία για αυτά και είναι πιο πιθανό να δημιουργήσουν βαθύτερους δεσμούς με τους συνομηλίκους τους. Μπορεί επίσης να δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για αφηρημένες έννοιες, όπως η φιλοσοφία και η ηθική.

Σκεπτικά και Στοχαστικά: Τα εσωστρεφή παιδιά τείνουν να είναι πιο σκεπτικά και στοχαστικά από τους εξωστρεφείς συνομηλίκους τους, αφιερώνοντας περισσότερο χρόνο εξετάζοντας τις αποφάσεις τους και τις συνέπειες των πράξεών τους, καθώς και να έχουν μεγαλύτερη επίγνωση του εαυτού τους και να σκέφτονται πριν μιλήσουν.

Προσεκτικά: Τα εσωστρεφή παιδιά μπορεί να είναι λιγότερο πιθανό να εμπλακούν σε κινδύνους ή να εκδηλώσουν επικίνδυνη συμπεριφορά, προτιμώντας να είναι πιο προσεκτικά και ζυγισμένα αποφεύγοντας δραστηριότητες που ενέχουν υψηλό βαθμό κινδύνου. Αυτό θα μπορούσε να οφείλεται στην τάση τους να είναι πιο σχολαστικοί και στοχαστικοί πριν λάβουν αποφάσεις, καθώς είναι πιο πιθανό να εξετάσουν τα πιθανά αποτελέσματα πριν αναλάβουν δράση. Επιπλέον, μπορεί να έχουν μεγαλύτερη επίγνωση των συνεπειών της συμπεριφοράς τους και επομένως να είναι λιγότερο πιθανό να κάνουν κάτι επικίνδυνο.

Διαφορετική οπτική: Ενώ τα εσωστρεφή παιδιά μπορεί να χρειάζονται περισσότερη υπομονή και κατανόηση, συχνά προτείνουν μια διαφορετική οπτική σε κάθε κατάσταση. Η ιδιαίτερα αντιληπτική τους φύση, μπορεί να οδηγήσει σε μια βαθύτερη κατανόηση σύνθετων ζητημάτων και να τους βοηθήσει να δουν τα πράγματα από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Επιπλέον, οι εσωστρεφείς είναι συχνά πιο δημιουργικοί από τους εξωστρεφείς και μπορούν να προσφέρουν μοναδικές λύσεις σε προβλήματα ή προκλήσεις.

Εξαιρετικοί σε κάθε κατάσταση: Με τη σωστή κατανόηση και υποστήριξη, τα εσωστρεφή παιδιά μπορούν να επιτύχουν σε οποιαδήποτε κατάσταση. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την παροχή ενός ήσυχου χώρου για να κάνουν διαλείμματα και να επεξεργαστούν τις σκέψεις τους ή να τους επιτρέψετε να αφιερώσουν περισσότερο χρόνο για να πάρουν αποφάσεις. Επιπλέον, δίνοντάς τους την ελευθερία να αναπτύξουν τα ενδιαφέροντά τους, όπως η ανάγνωση, η γραφή και οι δημιουργικές αναζητήσεις, μπορεί να τους βοηθήσει να ξεχωρίσουν. Παρέχοντας ένα ιδανικό για αυτά περιβάλλον, τα εσωστρεφή παιδιά μπορούν να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές τους και να επιτύχουν.

Ενώ τα εσωστρεφή παιδιά μπορεί να απαιτούν περισσότερη υπομονή και κατανόηση, συχνά προτείνουν μια μοναδικά διαφορετική προοπτική σε κάθε κατάσταση. Η στοχαστική, σχολαστική φύση τους μπορεί να είναι ένα πολύτιμο πλεονέκτημα, είτε είναι στην τάξη, στην παιδική χαρά ή στο χώρο εργασίας.

Συμπερασματικά, τα εσωστρεφή παιδιά έχουν ένα μοναδικό σύνολο χαρακτηριστικών που τα ξεχωρίζουν από τους εξωστρεφείς συνομηλίκους τους. Τείνουν να προτιμούν μοναχικές δραστηριότητες, είναι πιο ευαίσθητοι στο κοινωνικό περιβάλλον τους, απολαμβάνουν βαθιές συζητήσεις, είναι πιο στοχαστικοί και στοχαστικοί και είναι λιγότερο πιθανό να ρισκάρουν. Με σωστή κατανόηση και υποστήριξη, τα εσωστρεφή παιδιά μπορούν να ξεχωρίσουν σε οποιαδήποτε κατάσταση.

Τα οφέλη της ευγνωμοσύνης

Θέλετε περισσότερα από τη ζωή σας;

Περισσότερη ευτυχία; Περισσότερη υγεία; Βαθύτερες σχέσεις; Αυξημένη παραγωγικότητα;

Υπάρχει ένα πράγμα που μπορεί να σας βοηθήσει σε όλους αυτούς τους τομείς. Μια διάθεση ευγνωμοσύνης.

Η ευγνωμοσύνη έχει πολλά οφέλη στη συναισθηματική μας ζωή, στην προσωπικότητά μας, στην κοινωνική μας ζωή, στην υγεία μας και στην καριέρα μας, που οδηγούν όλα στην ευτυχία.

Ακολουθούν 31 οφέλη της ευγνωμοσύνης που μπορούν να αλλάξουν τη ζωή σας:
  1. Η ευγνωμοσύνη μας κάνει πιο χαρούμενους
  2. Η ευγνωμοσύνη κάνει τους ανθρώπους σαν εμάς
  3. Η ευγνωμοσύνη μας κάνει πιο υγιείς
  4. Η ευγνωμοσύνη βελτιώνει την καριέρα μας
  5. Η ευγνωμοσύνη δυναμώνει τα συναισθήματά μας
  6. Η ευγνωμοσύνη αναπτύσσει την προσωπικότητά μας
  7. Η ευγνωμοσύνη μας κάνει περισσότερο αισιόδοξους
  8. Η ευγνωμοσύνη μειώνει τον υλισμό
  9. Η ευγνωμοσύνη αυξάνει την πνευματικότητα
  10. Η ευγνωμοσύνη μας κάνει λιγότερο εγωκεντρικούς
  11. Η ευγνωμοσύνη αυξάνει την αυτοεκτίμηση
  12. Η ευγνωμοσύνη βελτιώνει τον ύπνο μας
  13. Η ευγνωμοσύνη μας κρατάει μακριά από γιατρούς
  14. Η ευγνωμοσύνη μας επιτρέπει να ζούμε πιο πολύ
  15. Η ευγνωμοσύνη αυξάνει τα ενεργειακά μας επίπεδα
  16. Η ευγνωμοσύνη αυξάνει τις πιθανότητές μας να ασκούμαστε σωματικά
  17. Η ευγνωμοσύνη μας κάνει να ανακάμπτουμε
  18. Η ευγνωμοσύνη μας κάνει να νιώθουμε καλά
  19. Η ευγνωμοσύνη κάνει τις αναμνήσεις μας πιο χαρούμενες
  20. Η ευγνωμοσύνη μειώνει τη ζήλια
  21. Η ευγνωμοσύνη μας βοηθάει να χαλαρώνουμε
  22. Η ευγνωμοσύνη μας κάνει πιο φιλικούς
  23. Η ευγνωμοσύνη βοηθάει τον γάμο μας
  24. Η ευγνωμοσύνη μας κάνει να φαινόμαστε σε καλή κατάσταση
  25. Η ευγνωμοσύνη μας βοηθάει να κάνουμε φίλους
  26. Η ευγνωμοσύνη δυναμώνει τις φιλίες
  27. Η ευγνωμοσύνη μας κάνει περισσότερο αποτελεσματικούς διευθυντές (στη δουλειά μας)
  28. Η ευγνωμοσύνη μας βοηθάει στην δικτύωσή μας
  29. Η ευγνωμοσύνη αυξάνει την επίτευξη των στόχων μας
  30. Η ευγνωμοσύνη μας βελτιώνει στο να παίρνουμε αποφάσεις
  31. Η ευγνωμοσύνη αυξάνει την παραγωγικότητά μας
Η ευγνωμοσύνη δεν είναι μια θεραπεία για όλα, αλλά είναι σε μεγάλο βαθμό ένα ανεκμετάλλευτο εργαλείο για την βελτίωση της ζωής μας, για να φτάσουμε στην ικανοποίηση και στην ευτυχία.

Φώτισε τον κόσμο με την πιό λεπτή σου ενέργεια

Όλη η ομορφιά που κρύβεις μέσα σου, όλες σου οι χάρες, είναι για μοίρασμα.

Τι τα κάνεις σκλαβωμένα μέσα σου; Δεν τα νιώθεις που ασφυκτιούν;

Πρόσφερέ τα απλόχερα, στον εαυτό σου και στους γύρω σου.

Φώτισε τον κόσμο με την πιό λεπτή σου ενέργεια.

Καλλιέργησε τα ταλέντα σου, αξιοποίησε όλα σου τα χαρίσματα. Επινόησε δημιουργικούς τρόπους να εκφράσεις και να υλοποιήσεις τη συμμετοχή σου στη Ζωή.

Ανοίξου και επέτρεψε στους άλλους να ευεργετηθούν.

Κάποιοι έχουν ανάγκη τα ταλέντα σου.

Το κάθε ταλέντο μας, το κάθε χάρισμά μας, ευλογεί τη Ζωή, θεραπεύει, εξυγιαίνει, δίνει ομορφιά, δίνει χαρά, φωτίζει.

Ίαμα – φάρμακο είναι κάθε ουσία ή παρασκεύασμα που χορηγείται για τη θεραπεία ασθένειας ή για την ανακούφιση από τον πόνο. Σωματικό η ψυχικό.

Ίαμα είναι επίσης η Παρουσία και η δύναμη που ενσωματώνονται σε πρόσωπα, πράξεις, αντικείμενα, τόπους η γεγονότα, η πνευματική δύναμη και δυνατότητα.

Ο κάθε άνθρωπος ενσωματώνει,με τις ιδιότητές του, τα ταλέντα και τις χάρες του, την δύναμη του ιάματος.

Δεν χρειάζεται να είσαι θεραπευτής γιά να εκφράσεις το προσωπικό σου ίαμα, το medicine σου.

Μπορεί να είναι μιά κουβέντα, ένα νοιάξιμο, ένα φαγητό, μιά ζωγραφιά .

Οτιδήποτε κάνεις καλά.

Άλλωστε, θα σου επιστραφεί κάποια στιγμή, με κάποιο τρόπο, στο πολλαπλάσιο.

Ποιός σου είπε οτι είσαι άχρηστος και τον πίστεψες; Και γιατί η άποψη ενός είναι τόσο σημαντική. Ανάμεσα στα δισεκατομμύρια των ανθρώπων, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι κάποιοι θα μπορούσαν να ωφεληθούν από σένα.

Απαξιώνεσαι, αδικείς τον εαυτό σου, υποτιμάς τα χαρίσματά σου, κακοποιείς και βιάζεις τη ροή της ζωτικής ενέργειας, τη ροή της Ζωής και νομίζεις οτι αποφεύγοντας την φύση σου, είσαι ασφαλής. Πόσο νομίζεις οτι η ψυχή σου εξελίσσεται έτσι;

Νομίζεις ότι έχεις χρόνο. Βαυκαλίζεσαι. Κάθε λεπτό είναι πολύτιμο. Κάθε μέρα δεν θα επαναληφθεί.

Από τα πολλά χρόνια που μιμείσαι τη στρουθοκάμηλο, δεν θυμάσαι, πως είναι να μην είσαι.

Οι οδηγίες είναι τόσο απλές. Επιτρέπεις και προτρέπεις, με ταπεινότητα και σεβασμό, με αγάπη και δύναμη, να ξεδιπλωθεί από μέσα σου, όλο το τσαλακωμένο και συμπιεσμένο φως.

Η εποχή μας, οι ζωές μας χρειάζονται το φως. Ναι, και το Δικό σου Ερεβοκτόνο Φως.

Και βέβαια μπορείς.
Δεν έχεις να χάσεις τίποτα.
Ίσως, λίγο από το Εγώ σου.

C. Jung: Η κατάντια του ατόμου στη σύγχρονη κοινωνία

Τι επιφυλάσσει το μέλλον;

Η ερώτηση αυτή απασχόλησε τον άνθρωπο από τα πανάρχαια χρόνια, αν και όχι πάντα στον ίδιο βαθμό. Με βάση τα ιστορικά δεδομένα ο άνθρωπος στρέφεται με άγχος στο μέλλον κατά τη διάρκεια φυσικών, πολιτικών, οικονομικών και πνευματικών αδιεξόδων, ιδίως όταν πολλαπλασιάζονται οι προσδοκίες και οι ουτοπίες.

Μπορεί να θυμηθεί κανείς τις προσδοκίες των χιλιαστών την εποχή του Αυγούστου ή τις πνευματικές αλλαγές της Δύσης προς το τέλος της πρώτης χιλιετίας. Σήμερα, που σιμώνει το τέλος της δεύτερης χιλιετίας ξαναζούμε μια εποχή γεμάτη αποκαλυπτικές εικόνες μιας συμπαντικής καταστροφής.

Ποια είναι η σημασία εκείνου του διχασμού που διαιρεί την ανθρωπότητα σε δύο μέρη; Ποια θα είναι η πορεία του πολιτισμού μας και του ίδιου του ανθρώπου, αν αρχίσουν να εξαπολύονται οι υδρογονοβόμβες ή αν σκεπάσει την Ευρώπη το πνευματικό και ηθικό σκοτάδι του εθνικού απολυταρχισμού;

Έχουμε κάθε λόγο ν΄ ανησυχούμε.

Σε όλη τη Δύση υπάρχουν ανατρεπτικές μειονότητες που, εκμεταλλευόμενες τον ανθρωπισμό και την αίσθηση της δικαιοσύνης μας, προετοιμάζουν εμπρηστικούς δαυλούς. Τίποτε δεν μπορεί να σταματήσει την εξάπλωση των ιδεών τους, εκτός από την κριτική σκέψη ενός απλού, διαυγούς και νοητικά σταθερού πληθυσμιακού στρώματος. Δεν πρέπει όμως να υπερεκτιμήσουμε την πυκνότητα αυτού του στρώματος. Διαφέρει από χώρα σε χώρα ανάλογα με την εθνική ιδιοσυγκρασία. Εξαρτάται επίσης από τη λαϊκή παιδεία της κάθε χώρας και υπόκειται στις αρνητικές επιδράσεις πολιτικοοικονομικών παραγόντων. Κρίνοντας από τα δημοψηφίσματα, θα μπορούσε κανείς με αισιόδοξους υπολογισμούς να υποθέσει σαν ανώτατο όριο το 40% του εκλογικού σώματος. Ακόμα και μια πιο απαισιόδοξη σκέψη δε θα ήταν αδικαιολόγητη, επειδή το χάρισμα της λογικής και κριτικής σκέψης είναι ικανότητα πέρα από τις δυνατότητες του μέσου ανθρώπου. Όπου υπάρχει, αποδείχνεται τόσο μεταβαλλόμενη και ασταθής, όσο περισσότερες είναι και οι πολιτικές ομάδες.

Όπου επικρατεί η μάζα, η διεισδυτική σκέψη νεκρώνεται. Αυτό οδηγεί αναπόφευκτα σε δογματική και δεσποτική τυραννία, αν υποκύψει ποτέ η πολιτεία σε κάποια κατάσταση αδυναμίας.

Τα λογικά επιχειρήματα συνοδεύονται από κάποια επιτυχία όσο η συναισθηματικότητα μιας δεδομένης κατάστασης δεν υπερβαίνει το κρίσιμο σημείο.Αν η συγκινησιακή “θερμοκρασία” ξεπεράσει αυτό το επίπεδο, η πιθανότητα της αποτελεσματικότητας της λογικής ελαττώνεται και τη θέση της παίρνει η προπαγάνδα και οι χιμαιρικές ονειροφαντασίες. Αυτό σημαίνει πως εκλύεται ένα είδος συλλογικής καταληψίας που εξελίσσεται ραγδαία σε ψυχική επιδημία.

Σε μια τέτοια κατάσταση αναδύονται στην επιφάνεια όλα τα αντικοινωνικά στοιχεία. Τέτοια άτομα δεν είναι καθόλου σπάνια φαινόμενα που απαντώνται μόνο σε φυλακές και φρενοκομεία. Για κάθε εκδηλωμένη περίπτωση φρενοβλάβειας, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, υπάρχουν δέκα τουλάχιστον λανθάνουσες περιπτώσεις οι οποίες αν και σπάνια φτάνουν στο σημείο να εκδηλωθούν -παρ’ όλη την επιφανειακή τους φυσικότητα- επηρεάζονται από ασυνείδητες παθολογίες και διεστραμμένους παράγοντες.

Είναι ευνόητο βέβαια πως δεν υπάρχουν ιατρικές στατιστικές για τη συχνότητα των ψυχώσεων. Όμως ακόμη και αν ο αριθμός τους ήταν μικρότερος από το δεκαπλάσιο των περιστατικών και της εκδηλωμένης εγκληματικότητας, η σχετικά μικρή ποσοστιαία αναλογία του πληθυσμού που αντιπροσωπεύουν, υπερσκελίζονται με το παραπάνω λόγω της επικίνδυνης υφής αυτών των ανθρώπων.

Σε μια κατάσταση “συλλογικής καταληψίας” είναι οι ενδεδειγμένοι χαρακτήρες και συνεπώς μέσα της αισθάνονται οικεία. Από προσωπική τους πείρα γνωρίζουν καλά τη γλώσσα αυτών των συνθηκών και ξέρουν πώς να τις χειριστούν. Οι χιμαιρικές ιδέες τους ενισχυμένες με τη φανατική μνησικακία αγγίζουν το συλλογικό παραλογισμό. Εκεί υπάρχει πρόσφορο έδαφος για να εκφράσουν όλα αυτά τα κίνητρα και τις έχθρες που βρίσκουν απήχηση και στους πλέον φυσιολογικούς ανθρώπους κάτω από το ένδυμα της λογικής και της διορατικότητας. Για αυτό το λόγο, παρ’ όλη την ολιγαριθμία τους σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό, θεωρούνται επικίνδυνες πηγές μόλυνσης, επειδή ο λεγόμενος φυσιολογικός άνθρωπος γνωρίζει πολύ λίγο τον εαυτό του.

Οι περισσότεροι συγχέουν την “αυτογνωσία”, με τη γνώση της συνειδητής προσωπικότητας. Όποιος έχει συνείδηση του εγώ, θεωρεί δεδομένο ότι γνωρίζει τον εαυτό του. Το εγώ όμως, γνωρίζει μόνο τα δικά του στοιχεία και όχι το ασυνείδητο και τα περιεχόμενά του. Οι άνθρωποι υπολογίζουν την αυτογνωσία τους με βάση το τι γνωρίζει για τον εαυτό του το μέσο άτομο του κοινωνικού τους περιβάλλοντος και όχι με μέτρο τα πραγματικά ψυχικά συμβάντα που στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι κρυμμένα. Κάτω από αυτό το πρίσμα η ψυχή συμπεριφέρεται όπως το σώμα με τη φυσιολογική και ανατομική δομή του, για την οποία όμως ο μέσος άνθρωπος γνωρίζει ελάχιστα. Μολονότι ζει μέσα στο σώμα, το μεγαλύτερο μέρος του είναι ακατανόητο για τον αμύητο και χρειάζεται ειδική επιστημονική μόρφωση για να εξοικειωθεί η συνείδησή του με όσα είναι γνωστά για αυτό, για να μη μιλήσουμε για όσα δεν είναι γνωστά.

Αυτό που ονομάζεται “αυτογνωσία” είναι μια πολύ περιορισμένη γνώση -που στο μεγαλύτερο μέρος της εξαρτάται από κοινωνικούς παράγοντες- των όσων συμβαίνουν στην ανθρώπινη ψυχή. Έτσι, πιστεύουμε πως τίποτε δεν συμβαίνει “σε μας”, “την οικογένειά μας”, ή τους φίλους και τους γνωστούς μας, ενώ από την άλλη προβάλλουμε ανάλογες φανταστικές θεωρίες σχετικά με την υποτιθέμενη ύπαρξη εκείνων των ιδιοτήτων που έχουν σαν κύριο σκοπό τη συγκάλυψη των πραγματικών συμβάντων.

Στην πλατιά ζώνη του ασυνείδητου, το οποίο είναι απρόσβλητο από το συνειδητό έλεγχο και την κριτική, είμαστε ακάλυπτοι και ανοιχτοί σε κάθε είδους επιρροές και ψυχικές μολύνσεις.

Όπως συμβαίνει με κάθε κίνδυνο, μπορούμε να προφυλαχτούμε από την απειλή της ψυχικής μόλυνσης μόνο όταν γνωρίζουμε τι και πώς μας επιτίθεται, πότε και πού θα γίνει η επίθεση.

Επειδή η αυτογνωσία είναι μια πορεία γνώσης των ατομικών γεγονότων, οι θεωρίες βοηθάνε ελάχιστα σε αυτή την περίπτωση. ‘Οσο περισσότερη πίστη εκφράζει μια θεωρία στην παγκόσμια κατάσταση, τόσο μειώνεται η ικανότητά της να κρίνει τα ατομικά γεγονότα. Κάθε θεωρία βασισμένη στην εμπειρία είναι απαραίτητα στατιστική. Δηλαδή, διαμορφώνει ένα ιδανικό μέσο όρο που καταργεί όλες τις εξαιρέσεις και τις αντικαθιστά με κάποια αφηρημένη έννοια. Αυτή η έννοια είναι αρκετά έγκυρη, αν και δεν είναι απαραίτητο να ισχύει στην πραγματικότητα. Εντούτοις, φαίνεται θεωρητικά σαν απρόσβλητο θεμελιώδες αξίωμα. Οι εξαιρέσεις σε κάθε άκρο, αν και είναι πραγματικές, δεν συμπεριλαμβάνονται στο τελικό αποτέλεσμα γιατί αλληλοαπορρίπτονται.

Για παράδειγμα, αν πάρουμε μια λεκάνη γεμάτη βότσαλα και ζυγίσουμε το καθένα χωριστά, μπορεί στο τέλος να βρούμε ότι ο μέσος όρος του βάρους καθενός είναι 145 γραμμάρια. Αλλά αυτό το αποτέλεσμα δε μας φανερώνει τίποτε σχετικά με την πραγματική φύση των βότσαλων. Και αν κάποιος πιστέψει, σύμφωνα με το προηγούμενο αποτέλεσμα, ότι μπορεί να βρει με την πρώτη προσπάθεια ένα βότσαλο 145 γραμμάρια, τότε σίγουρα θα απογοητευθεί…

Η στατιστική μέθοδος παρουσιάζει τα γεγονότα στο φως ενός ιδανικού μέσου όρου, αλλά δεν μας δίνει μια εικόνα για την εμπειρική τους πραγματικότητα.

Αν αντανακλά μια αδιαφιλονίκητη όψη της πραγματικότητας, μπορεί να διαστρεβλώσει επικίνδυνα την ισχύουσα αλήθεια και αυτό αληθεύει ιδιαίτερα για θεωρίες που βασίζονται σε στατιστικές.

Πάντως το σημείο διάκρισης των πραγματικών γεγονότων είναι η ατομικότητά τους. Χωρίς να το τονίζω ιδιαίτερα, μπορεί να πει κανείς πως η πραγματική εικόνα συνίσταται από εξαιρέσεις στον κανόνα, πράγμα που σημαίνει πως η πραγματικότητα έχει σαν κύρια νότα της την έλλειψη κανονικότητας. Αυτούς τους συλλογισμούς πρέπει να κάνουμε όποτε γίνεται λόγος για κάποια θεωρία που οδηγεί στην αυτογνωσία. Δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει αυτογνωσία βασισμένη σε θεωρητικές παραδοχές, γιατί αντικείμενό της είναι κάποιο άτομο – μια σχετική εξαίρεση και ένα ακανόνιστο φαινόμενο. Ο χαρακτηρισμός που ταιριάζει λοιπόν στο άτομο δεν είναι ούτε “παγκόσμιο”, ούτε “κανονικό”, αλλά μοναδικό. Δεν πρέπει να υπολογίζεται σαν μια επαναλαμβανόμενη ενότητα, αλλά σαν κάτι μοναδικό και ενιαίο που σε τελική ανάλυση δεν μπορεί ούτε να γίνει γνωστό ούτε να συγκριθεί με κάτι άλλο….

C.G.JUNG, THE UNDISCONERED SELF

Η θρασύτητα της αμάθειας

Είναι κατανοητό πως ό,τι δεν ξέρεις απλά δε σε απασχολεί. Αν ξέρεις όμως κάτι για ένα θέμα υπάρχουν δυο οδοί να ακολουθήσεις: είτε να μάθεις περισσότερο για αυτό, είτε να επαναπαυτείς στις πληροφορίες που έχεις, θεωρώντας πως είναι αρκετές.

Αυτή η ελλιπής πληροφόρηση είναι που διακρίνει τη σημερινή μας κοινωνία στο έπακρο. Η ημιμάθεια, οι «μισές γνώσεις», η τεμπελιά της αμάθειας. Γιατί σε έναν κόσμο ο οποίος κινείται πλέον με ψηφιακούς ρυθμούς, κανείς δεν έχει χρόνο για τίποτα – ούτε καν για σωστή ενημέρωση, πόσο μάλλον για εμπλουτισμό γνώσεων.

Μα το πρόβλημα δεν είναι μόνο το ότι ανατρέφουμε πια μια γενιά που τόσο επιμελώς επιμένει να καταγράφει τα τόσα λίγα επιτεύγματά της. Το πρόβλημα αντανακλάται σε αυτό που τόσο εύγλωττα είχε πει ο Περικλής: πως «η αμάθεια προκαλεί το θράσος, ενώ ο συνετός υπολογισμός τον δισταγμό».

Έχουμε γεμίσει φωνές που επαναλαμβάνουν σχεδόν με αυθάδεια τα λίγα που ξέρουν, ασχέτως αν αυτά είναι ελλιπή, σε σημείο που αγγίζουν την παραπληροφόρηση. Από ρήσεις που αναπαράγονται λάθος, σε αβάσιμα επιχειρήματα, ανακριβείς στατιστικές και άγνοια για την άλλη όψη κάθε θέματος. Ίσως ισχύει τελικά πως «ο αμαθής είναι σαν το ντέφι: κάνει θόρυβο χάρη στην κενότητά του» -Ο. Μπέτλινγκ. Γιατί ενώ ο μορφωμένος διψάει για περαιτέρω γνώση, ο αμαθής προτιμάει να κηρύττει στους άλλους και να μην παραδέχεται τα λάθη του. Είναι οι άνθρωποι που έχουν τις «εύκολες λύσεις» στο τσεπάκι. Αυτοί που «αναλαμβάνουν πολιτικές ευθύνες» και νομίζουν πως ξεμπερδεύουν έτσι, ενώ στην ουσία δεν έχουν κάνει τίποτα. Αυτοί που κοιτάνε μόνο τους αριθμούς στην ευημερία μιας χώρας, αγνοώντας το πώς πραγματικά επιβιώνουν οι πολίτες της. Αυτοί που επιμένουν πως ξέρουν καλύτερα λόγω της θέσης που κατέχουν.

Είναι όμως αυτοί οι θρασείς, οι ημιμαθείς και οι επηρμένοι που καταλήγουν να μας διοικούν, και μάλλον φταίμε περισσότερο εμείς για αυτό. Γιατί δεν χρησιμοποιούμε τη μόρφωση που έχουμε ως την εξουσία που αυτή μας προσφέρει, και υποκύπτουμε στην αποχή από τη σύγκρουση ως πιο αξιοπρεπή λύση.

Όπως είπε και ο Ξενοφών όμως, «εκείνοι που φαίνονται ότι εκ φύσεως είναι άριστοι, χρειάζονται περισσότερο από τους άλλους την παιδεία», και ίσως εκεί πρέπει να ξεκινήσουμε: να ξεχωρίζουμε τους αναιδείς αμαθείς, από τους θαρραλέους ελλόγιμους.

Πάντα υπάρχει τρόπος να γιατρεύεσαι όταν όντως το αποφασίζεις

Κανέναν μα κανέναν δεν μπορείς να κερδίσεις, ούτε καν ένα αφελές μικρούλι παιδί, εφόσον του αφαιρείς την ελευθερία τού να μη συμφωνήσει μαζί σου.

Αν απαγορεύεις την ελευθερία στον άλλο, και βασιλιά να τον στέψεις δε θα διαρκέσει η λαμπερή συμφωνία σας.

Σύντομα θα αισθανθεί δυσφορία, ότι κάπως παγιδεύτηκε και βρέθηκε εκεί που δε θέλει.

Τα χρυσά κλουβιά τα ανακάλυψαν τύποι σαν εμάς, όμως, κλειδωμένο, ένα πουλί μαραίνεται.

Γίνεται να φυλακίσεις ένα αηδόνι αλλά δεν μπορείς να φυλακίσεις τον κελαϊδισμό του.

Υπάρχουν όμως προσωπικότητες τόσο ανασφαλείς, εξαρτημένες και εξωφρενικά εγωιστικές, ώστε κρατούν κλειδωμένο το αηδόνι τους, έστω και άλαλο, έστω και νεκρό.

Ξέρουν πολύ καλά άλλωστε την τέχνη να ταριχεύουν.

Όλοι μας έχουμε συναπαντηθεί με τέτοιους χαρακτήρες.

Δεν είναι λίγοι και γνωρίζουν να πλέκουν ιστούς σαν την αράχνη.

Όσο πιο εξαρτημένοι είμαστε εμείς οι ίδιοι τόσο τσιμπάμε στους χειρισμούς τους.

Ο ελεύθερος, ο ανεξάρτητος άνθρωπος δεν τους ανέχεται, γρήγορα κάνει πέρα, σύντομα κόβει μαζί τους τις διαπραγματεύσεις.

Όμως πόσοι είμαστε εντελώς ανεξάρτητοι;

Όλοι έχουμε τις αναγκεμένες πληγές μας, τις μειονεξίες μας, τα παθήματα και τα πάθη μας.

Όλοι κουβαλάμε στο αίμα μας τους πειρασμούς της τρέλας.

Παρά ταύτα πάντα υπάρχει τρόπος να γιατρεύεσαι όταν όντως το αποφασίζεις, διότι η υγεία είναι πιο επιθετική και δυναμική από την αρρώστια.

Στη ζωή να μάθεις τις ήττες σου, να τις γλεντάς

Ρίσκο η ζωή, στο ξανάπα.

Μη μου ζητάς να επαναλβάνομαι. Ούτε εγώ θα το κάνω, μήτε αυτή.

Περνά και φεύγει. Κι όσο κι αν θέλεις να κοιτάξει πίσω, εκείνη στρέφεται πεισματικά μπροστά. Μόνο μπροστά.
Τι θα φέρει; Κανείς δεν μπορεί να μαντέψει.
Ούτε εσύ.

Μόνο στέκεις στη γωνιά σου και κάνεις σταυρούς και προσευχές. Ελπίζεις στην καλοσύνη της μοίρας.
Και ζεις. Ό,τι σου έρχεται το ζεις.
Καλά, κακά. Λύπες, χαρές. Γέλια, θυμούς και κλάματα.

Ζεις τις λάθος επιλογές, τις αδικίες, τις προδοσίες, τα στραβοπατήματα.
Άλλοτε φασκελώνεσαι κι άλλοτε θρηνείς. Άλλοτε λες “Ευτυχώς” κι άλλοτε “Βοήθεια”.
Μα πάντα, πάντα, στέκεις στα πόδια σου. Ακόμη κι αν πιο πριν έχει φάει η μούρη σου χώμα. Ακόμη κι αν όλα μέσα σου φωνάζουν να παραμείνεις πεσμένος, εσύ σηκώνεσαι. Τσακισμένος αλλά όρθιος.
Κι έτσι πρέπει να κάνεις. Να δέχεσαι την κάθε μέρα όπως έρχεται και να τη ζεις. Με πείσμα, με θέληση, με υπομονή.

Κι αν έρθουν άσχημα; Με γεια τους, με χαρά τους.
Τότε θα πεισμώσεις περισσότερο. Τότε θα χτυπήσεις γροθιά στο μαχαίρι και θα πεις πως μπορείς να τα καταφέρεις. Θα φωνάξεις πως όλα ξεπερνιούνται κι ας μην το πιστεύεις και πολύ μέσα σου. Θα σε αναγκάσεις να το πιστέψεις. Γιατί δεν παλεύεται αλλιώς η ζωή μάτια μου.

Ο άνθρωπος θέλει το καλό. Θέλει την τύχη με το μέρος του, να του χαμογελά σε κάθε του βήμα. Μακάρι να γινόταν. Αλλά δε γίνεται.
Έρχονται και οι αποτυχίες, έρχονται και οι ήττες.
Ε και;

Αν είναι μια φορά μάθημα η επιτυχία, είναι χίλιες φορές η ήττα. Γιατί σε μαθαίνει και κάτι από τον εαυτό σου. Σου δείχνει τα λάθη και τις αδυναμίες σου. Σε συμβιβάζει με το απρόβλεπτο της ζωής, το άδικο των ανθρώπων, τις κυκλοθυμίες του Σύμπαντος.
Μην τη φοβάσαι την ήττα, λοιπόν. Μήτε να την κλαις.
Γλέντα την.

Δάσκαλος είναι που σου μαθαίνει όσα δεν ήξερες.
Καμπανάκι είναι που χτυπάει μες τα αυτιά σου και σε κάνει να ξυπνάς.
Πανί είναι που τραβιέται από τα μάτια σου και σε κάνει να βλέπεις καθαρότερα.

Μετά από αυτή τίποτα δεν είναι ίδιο. Ούτε εσύ, ούτε ο κόσμος σου.
Μετά την ήττα τίποτα δεν είναι ροζ όπως πριν.

Είναι μαύρο, είναι γκρι, είναι πράσινο ή κόκκινο. Μετά την ήττα κάθε τι έχει την πραγματική διάσταση κι εσύ ξέρεις που πατάς. Ξέρεις που βαδίζεις και τι σου γίνεται.

Κι αυτό, ότι και να λες την ώρα που πέφτεις και κλαις, ήταν είναι και θα παραμείνει αξία ανεκτίμητη.

Ας μη γίνουμε «κανονικοί», ας είμαστε τρελοί και ευτυχείς

Πρέπει να είμαστε φυσιολογικοί. Να ξυπνάμε το πρωί για τη δουλειά με την απαιτούμενη μουρμούρα. Το στρώμα μας έπεσε βαρύ και τα μαξιλάρια δεν φτιάχτηκαν για τον ευαίσθητο αυχένα μας. Οι συμβατικές αγκαλιές μας επιτρέπουν εξάλλου τη μουρμούρα. Για την ακρίβεια την απαιτούν. Τρέφονται από την αίσθηση πως κάτι μας λείπει, εκείνο το «μισό» που μας στερεί το δικαίωμα σε αγάπες και λουλούδια. Ο έρωτας, βλέπεις, αναζητά ένα κάποιο θάρρος, ένα ξεγύμνωμα και μια βουτιά στην ολόκληρη αλήθεια μας.

Εμείς, όμως, τα ξεκαθαρίσαμε. Είμαστε φυσιολογικοί. Πριν τον καφέ έχουμε τα νεύρα μας γιατί ακόμη καλά καλά δεν ανοίξαμε βλέφαρο. Μετά και πάλι δυσφορούμε. Μας φταίει η κίνηση στο δρόμο κι η άχαρη ρουτίνα που κρυφά τρέμει το φυλλοκάρδι μας να μην τη χάσουμε. Μα γκρινιάζουμε. Έτσι, για την ελάχιστη δόση επαναστατικότητας στο προφίλ μας. Ωραίο πράγμα η ανώδυνη επαναστατικότητα και, προπάντων, μας προσδίδει την απαιτούμενη τυχοδιωκτική γοητεία.

Μικροί θα αλλάζαμε τον κόσμο, θυμάσαι; Στην πορεία ευτυχώς το πιάσαμε το νόημα. Θα γινόμασταν απλώς κανονικοί. Κι όλα μέλι γάλα. Στη δουλειά θα βαφτιζόμασταν σωστοί υπάλληλοι. Υπάκουοι κι ανέμπνευστοι, εφόσον το επιθυμούσε το αφεντικό. Εάν τυχόν παίρναμε την πολυπόθητη προαγωγή ασφαλώς και θα ξεχνούσαμε το νευρικό παρελθόν των κατώτερων κλιμακίων. Θ’ ασκούσαμε την εξουσία ως τύραννοι και θ’ αναπτύσσαμε αλλεργία στα εργασιακά δικαιώματα. Θ’ ανταμείβαμε τους κόλακες και θα δυσπιστούσαμε στους λιγότερο δουλοπρεπείς.

Στις συζητήσεις θα συμφωνούσαμε με τον πλέον δυνατό. Είναι ωραίο να εντάσσεσαι στην ομάδα του ισχυρού, δεν συμφωνείς; Και προπάντων βολικό. Μια ομπρέλα προστασίας για τις δύσκολες στιγμές, ένα βόλεμα στο δημόσιο για τους απογόνους κι ένα ξελάσπωμα για τις τυχόν ατασθαλίες μας στην εφορία.

Στις φιλίες ξεκινήσαμε ρομαντικά. Μια συντροφιά από ατίθασες ψυχές με τα πόδια στο γραφείο και τα όνειρα στα σύννεφα. Προσγειωθήκαμε. Προτιμάμε το σταυροπόδι τώρα. Κρίνεται πιο κομψό και απείρως πιο ασφαλές. Για τους φίλους καιρός δεν μας απομένει. Μην το ξεχνάμε, γίναμε φυσιολογικοί. Περισπούδαστοι καριερίστες, με το κεφάλι ψηλά και την υπερκόπωση μόνιμη ντάμα μας.

Τις νύχτες επιλέγουμε τις σειρές. Με τους πολλούς κύκλους καθότι και άνθρωποι της συνήθειας. Μας δίνουν την αίσθηση ότι ζούμε. Για λίγο μεταμορφωνόμαστε σε περιπετειώδεις δικηγόρους ή ριψοκίνδυνους κατασκόπους. Ύστερα νυστάζουμε. Κλείνουμε την τηλεόραση και καληνυχτίζουμε την αγάπη μας πριν το πρώτο ροχαλητό.

Άλλη μια φορά: Πρέπει να υμνούμε την κανονικότητα. Και πρέπει να κάνουμε την πολυπόθητη πρόταση γάμου. Αν είμαστε άντρες ασφαλώς. Αν είμαστε γυναίκες καλύτερα να την περιμένουμε καρτερικά. Κι ας μην την λαχταρούμε. Επειδή πρέπει. Γιατί την προσδοκά το οικογενειακό πακέτο ασφάλειας, τα αγέννητα παιδιά μας κι η φίλη που επιμένει πως «άλλη χάρη ο γάμος».

Τα ζευγάρια ανέκαθεν λάτρευαν τ’ άλλα ζευγάρια εξάλλου. Σαν μια συμμορία με όρκο κανονικότητας που κυβερνά σιωπηλά τον κόσμο. Οφείλουμε να είμαστε φυσιολογικοί λοιπόν. Να τρέχουμε πίσω από τις χιλιάδες υποχρεώσεις μας. Ποτέ να μην τις φτάνουμε, για την απαραίτητη αδρεναλίνη που οι ενοχές εγγυώνται.

Να μην έχουμε χρόνο για πολλές σκέψεις. Αν σκεφτούμε θα καταλάβουμε. Κανέναν δεν εξυπηρετεί να καταλάβουμε, ούτε καν εμάς τους ίδιους.

Χρειάζεται να μην ξεχωρίζουμε. Να μην ντυνόμαστε πολύ αστραφτερά, να μην μιλάμε δυνατά, να μη γελάμε με την καρδιά μας. Δεν είμαστε τίποτα εγωκεντρικοί που εκλπιπαρούν σώνει και ντε την προσοχή και προπάντων δεν δηλώνουμε επιπόλαιοι χάχες. Από την άλλη ας μην γίνουμε και τελείως κλασικοί. Η εποχή λατρεύει το ελαφρώς αντισυμβατικό μα συνάμα κυριλέ στυλ, θα το έχεις ακουστά.

Επιβάλλεται να κουνάμε συγκαταβατικά το κεφάλι μας στις φιλικές παρέες και στα οικογενειακά δείπνα. Ακόμη κι όταν διαφωνούμε. Το να υπερασπιζόμαστε την άποψη μας – ή το να έχουμε μια οποιαδήποτε άποψη- θεωρείται στις μέρες μας αδιανόητο πείσμα και τινάζει τις σχέσεις στον αέρα.

Ας συνοψίσουμε: Πρέπει να είμαστε φυσιολογικοί. Υπάκουοι σύζυγοι, που στα κρυφά εκτονώνoυν την υπνωτισμένη τους λίμπιντο σε απαγορευμένους εραστές. Συνετοί γονείς που φορτώνουν στα παιδιά τα άλυτα συμπλέγματά τους. Αφοσιωμένοι φίλοι που δεν τολμούν να ξεστομίζουν στους κολλητούς την αλήθεια τους. Υπάκουα τέκνα που στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δοξολογούν τη μαμά και τον μπαμπά και στον ψυχαναλυτή τους λοιδορούν αλύπητα. Πετυχημένοι επαγγελματίες που σκότωσαν το όνειρο για έναν χαρτοφύλακα αδειανό κι ένα κοστούμι καλοραμμένο.

Κι ένα μυστικό: Δε χρειάζεται όντως να είμαστε φυσιολογικοί. Αρκεί απλώς να φαινόμαστε. Κανείς δεν σκοτίζεται για το ποιοι πραγματικά είμαστε, ούτε κι οι ίδιοι μπήκαμε ποτέ στον κόπο να το ερευνήσουμε σοβαρά. Όλα καλά λοιπόν. Προχωράμε ακάθεκτοι. Συνένοχοι στα εγκλήματα πλάνης, σύντροφοι του Οδυσσέα που ξελογιάστηκαν από τις σειρήνες. Ζούμε στο νησί της Κίρκης.

Ωστόσο, γιατί στα αλήθεια να χαλάσουμε τη ζαχαρένια μας; Η Κίρκη αποδείχτηκε εξαίρετη οικοδέσποινα. Μας ταΐζει και μας ποτίζει για αιώνες τώρα. Με ένα όρο: Τη σιωπή της λήθης μας.

JEAN-PAUL SARTRE: Ο άνθρωπος εκλέγοντας την εικόνα του εαυτού του εκλέγει συγχρόνως και την εικόνα όλης της ανθρωπότητας, την εικόνα της κοινωνίας

Το πρώτο διάβημα του υπαρξισμού είναι να καταστήσει τον κάθε άνθρωπο κάτοχο αυτού που είναι και να ακουμπήσει πάνω του την πλήρη ευθύνη της ύπαρξής του. Και όταν λέμε ότι ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του, δεν εννοούμε πωs ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τη συγκεκριμένη, την περιορισμένη ατομικότητά του, αλλά πως είναι υπεύθυνος για όλους τους ανθρώπους.

Όταν λέμε ότι ο άνθρωπος εκλέγει τον εαυτό του, εννοούμε ότι καθένας από μας διαλέγεται αυτό που είναι, αλλά επίσης ότι εκλέγοντας τον εαυτό του, εκλέγει ταυτόχρονα και όλους τους ανθρώπους. Πραγματικά, δεν υπάρχει έστω και μια απ’ τις πράξεις μαs που, δημιουργώνταςs τον άνθρωπο που θέλουμε να είμαστε, δεν δημιουργεί ταυτόχρονα μια εικόνα του ανθρώπου γενικά, όπως θεωρούμε ότι πρέπει να είναι. Εκλέγονταs να είμαστε τούτο ή το άλλο, επιβεβαιώνουμε ταυτόχρονα την αξία αυτού που εκλέγουμε, γιατί δεν μπορούμε ποτέ να εκλέξουμε το κακό- αυτό που εκλέγουμε, θεωρούμε πως είναι πάντα το καλό, και τίποτα δεν μπορεί να είναι καλό για μαs χωρίς να είναι και για όλουs τους άλλουs.

Έτσι, η ευθύνη μαs είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι θα μπορούσαμε να υποθέσουμε, γιατί δεσμεύει ολόκληρη την ανθρωπότητα. Αν, για παράδειγμα, αποφασίσω να προσχωρήσω σ’ ένα συνδικάτο, αν μ’ αυτή την προσχώρηση θέλω να δείξω πως, κατά τη γνώμη μου, η εγκαρτέρηση είναι στο βάθος η λύση που ταιριάζει στον άνθρωπο και πως το βασίλειο του ανθρώπου δεν βρίσκεται πάνω στη γη, δεν δεσμεύω μόνο τον εαυτό μου, την ατομική μου περίπτωση: το διάβημά μου δέσμευσε ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Κι αν θέλω, πάλι, γεγονός πιο ατομικό, να παντρευτώ, ν’ αποκτήσω παιδιά, ακόμα κι όταν ο γάμος αυτός εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο απ’ την οικονομική μου κατάσταση, ή απ’ το πάθος μου, ή απ’ την επιθυμία μου, δεσμεύω με την πράξη μου όχι μόνο τον εαυτό μου, αλλά κι όλη την ανθρωπότητα στο δρόμο της μονογαμίας. Έτσι, είμαι υπεύθυνος για τον εαυτό μου και για όλους και δημιουργώ μια ορισμένη εικόνα του ανθρώπου που διαλέγω εκλέγοντας, λοιπόν, τον εαυτό μου, εκλέγω τον άνθρωπο.

Ο άνθρωπος που εκλέγει και δεσμεύει και που έχει τη συναίσθηση πως δεν είναι μόνο αυτό που διάλεξε να είναι, αλλά κι ο νομοθέτης που εκλέγει ταυτόχρονα για τον εαυτό του και την ανθρωπότητα ολόκληρη, δεν είναι δυνατό να ξεφύγει απ’ το συναίσθημα της πλήρους και βαθιάς του ευθύνης.

Βέβαια, πολλοί άνθρωποι δεν είναι καθόλου αγχώδεις ισχυριζόμαστε, όμως, πως απλούστατα κρύβουν το άγχος τους απ’ τον εαυτό τους, προσπαθούν να του ξεφύγουν – βέβαια πολλοί πιστεύουν πως ενεργώντας δεν δεσμεύουν παρά τον εαυτό τους κι όταν τους λέει κανείς: μα αν όλος ο κόσμος έκανε το ίδιο; σηκώνουν τους ώμους και απαντούν: όλος ο κόσμος δεν κάνει το ίδιο. Ωστόσο, πρέπει πραγματικά ν’ αναρωτιέται κανείς: τι θα συνέβαινε αν όλος ο κόσμος έκανε το ίδιο;

JEAN-PAUL SARTRE, Ο ΥΠΑΡΞΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ

Αν γινόταν οι όμορφες στιγμές να επαναλαμβάνονταν πολλές φορές

Η αιώνια επιστροφή είναι ιδέα μυστηριώδης και ο Νίτσε, με την ιδέα αυτή, έφερε πολλούς φιλοσόφους σε δύσκολη θέση: σκέψου δηλαδή ότι μια μέρα όλα πρόκειται να επαναληφθούν όπως ήδη τα έχουμε ζήσει και ότι ακόμα κι η επανάληψη αυτή θα επαναλαμβάνεται ασταμάτητα! Τι πάει να πει αυτός ο χωρίς νόημα μύθος;

Ο μύθος της αιώνιας επιστροφής μας λέει, αρνητικά, ότι η ζωή που μια για πάντα θα εξαφανιστεί και δεν θα ξανάρθει μοιάζει με μια σκιά, ότι δεν έχει βάρος, ότι ήδη από σήμερα είναι πεθαμένη, κι ότι όσο άσπλαχνη, όσο ωραία, όσο λαμπερή κι αν είναι αυτή η ομορφιά, αυτή η φρίκη, αυτή η λαμπρότητα, δεν έχουν κανένα νόημα. Δεν πρέπει να τα υπολογίζει κανείς περισσότερο απ’ όσο έναν πόλεμο ανάμεσα σε δύο αφρικανικά βασίλεια του αιώνα, που τίποτα δεν άλλαξε στην όψη του κόσμου, παρ’όλο που τριακόσιες χιλιάδες μαύροι θα είχαν βρει εκεί το θάνατο μέσα σε απερίγραπτα βασανιστήρια.

Αλλά μήπως πρόκειται ν’αλλάξει τίποτα και σ’ αυτόν τον πόλεμο ανάμεσα σε δύο αφρικανικά βασίλεια του αιώνα αν επαναληφθεί ατελείωτες φορές μέσα στην αιώνια επιστροφή;

Ναι οπωσδήποτε: θα εξελιχθεί σ’έναν όγκο που ορθώνεται και διαρκεί, και η ανοησία του θα είναι ασυγχώρητη.

Αν η Γαλλική Επανάσταση έπρεπε να επαναλαμβάνεται αιωνίως, η γαλλική ιστοριογραφία θα ήταν λιγότερο περήφανη για τον Ροβεσπιέρο. Καθώς, όμως, μιλάει για ένα πράγμα που δεν πρόκειται να επαναληφθεί, τα αιματοβαμμένα χρόνια δεν είναι παρά λέξεις, θεωρίες, συζητήσεις, είναι πιο ελαφρά από ένα πούπουλο, δεν προξενούν φόβο. Υπάρχει μια τεράστια διαφορά ανάμεσα σ’ένα Ροβεσπιέρο που δεν εμφανίστηκε παρά μόνο μία φορά στην Ιστορία και σ’ένα Ροβεσπιέρο που θα επέστρεφε αιωνίως να κόβει τα κεφάλια των Γάλλων.

Ας πούμε λοιπόν ότι η ιδέα της αιώνιας επιστροφής διαγράφει μια προοπτική όπου τα πράγματα δεν μοιάζουν να είναι έτσι όπως τα ξέρουμε: μας εμφανίζονται χωρίς το ελαφρυντικό του φευγαλέου τους χαρακτήρα. Αυτό το ελαφρυντικό μας εμποδίζει στην πραγματικότητα να εκδώσουμε οποιαδήποτε ετυμηγορία. Μπορεί κανείς να καταδικάσει ό,τι είναι εφήμερο; Τα πορτοκαλιά σύννεφα του δειλινού φωτίζουν όλα τα πράγματα με τη γοητεία της νοσταλγίας, ακόμα και την καρμανιόλα.

Αυτή η συμφιλίωση προδίδει τη βαθιά ηθική διαστροφή, που είναι αναπόσπαστη από έναν κόσμο θεμελιωμένο κυρίως πάνω στην ανυπαρξία της επιστροφής, γιατί σ’αυτόν εκεί τον κόσμο όλα συγχωρούνται εκ των προτέρων και όλα είναι, λοιπόν, με κυνισμό επιτρεπτά.

Αν κάθε δευτερόλεπτο της ζωής μας είναι να επαναληφθεί αμέτρητες φορές, είμαστε καρφωμένοι στην αιωνιότητα. Τι φριχτή ιδέα! Στον κόσμο της αιώνιας επιστροφής κάθε κίνηση φέρει το βάρος μιας αβάσταχτης ευθύνης. Αυτό είναι που έκανε τον Νίτσε να λέει ότι η ιδέα της αιώνιας επιστροφής είναι το πιο βαρύ φορτίο (das schwerste Gewicht).

Αν η αιώνια επιστροφή είναι το πιο βαρύ φορτίο, οι ζωές μας μπορούν, σ’ αυτό το πλαίσιο, να φανερωθούν σ’ όλη τους τη λαμπρή ελαφρότητα. Στ’ αλήθεια, όμως, είναι φριχτή η βαρύτητα και ωραία η ελαφρότητα;

Προς τα πού το πηγαίνεις;

Σήμερα στις δυτικές κοινωνίες το μεγάλο ταμπού είναι ο θάνατος και όχι το σεξ, στην οποιαδήποτε μορφή του, όπως κάποιοι πιστεύουν. Η αντιμετώπιση του θανάτου καθίσταται κάτι το απαγορευτικό. Απλά να σας επισημάνω ότι στην πρόσφατη αναθεώρηση του DSM, των διαγνωστικών κριτηρίων της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής εταιρείας, αφαιρέθηκε το πένθος από τις φυσιολογικές καταστάσεις και μπήκε και αυτό μές την κατάθλιψη. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και οι ειδικοί της ψυχικής υγείας αρνούνται να μιλήσουν για τον θάνατο και να τον δουν σαν μια φυσιολογική λειτουργία της ζωής.

Βέβαια, όποιος αρνείται τον θάνατο, ζει διαρκώς με τον θάνατο. Όποιος όμως ξέρει να διαβάσει καλά τον θάνατο αρχίζει να αναρωτιέται ποιο να είναι το σημαντικό νόημα της ζωής, προσπαθεί να δώσει τη δική του προσωπική απάντηση, που θα του επιτρέψει να σκεφτεί τι είναι το σημαντικό, τι είναι αυτό που πραγματικά αξίζει. Φυσικά το συγκεκριμένο ερώτημα προκαλεί δυσκολίες, αλλά κάνει και κάτι ακόμη, σε προχωράει μπροστά. Μπορούν και παράγονται απαντήσεις που είναι απελευθερωτικές και στη συνέχεια μπορεί να προκύψουν και εκπλήξεις οι οποίες να μας βγάλουν από τα κολλήματα που έχουμε όταν βλέπουμε το παρόν μας σαν να μην υπάρχει μέλλον ή όταν ζούμε μόνο στο παρόν.

Αυτό είναι το πολύ σημαντικό με τον θάνατο και γι′ αυτό μέσα στη δική μας θεραπευτική προσέγγιση (την υπαρξιακή συστημική προσέγγιση) θέτουμε το ερώτημα “προς τα που το πηγαίνεις;” “τι θέλεις να γίνεις;”. Ακόμη και σε ενηλίκους μεγαλύτερης ηλικίας θα ρωτήσουμε το ίδιο ή ρωτάμε “το πρόβλημα που μου φέρνεις πώς θέλεις να το δούμε; Πώς θέλεις να το αντιμετωπίσουμε;”. Δηλαδή επανερχόμαστε πάλι στην έννοια της ευθύνης, να ορίσεις εσύ τα πράγματα και να μην σε ορίσουν τα όποια προβλήματα.

Οφείλω να πω, σχετικά με την έννοια του θανάτου, ότι εάν οι δυτικές κοινωνίες τον ενοχοποιούν, οι παραδοσιακές κοινωνίες κινδύνευαν να βάζουν αναστολή της ζωής εν ονόματι του θανάτου. Εάν για κάποιους δυτικούς δεν υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο, στις παραδοσιακές κοινωνίες κινδύνευες από τη λογική ότι δεν έχει αξία αυτή η ζωή και μόνο το επέκεινα είναι το σημαντικό και αληθινό. Είναι ακριβώς η ίδια λογική που βάζει τον θάνατο σαν πιο σημαντικό από τη ζωή, ενώ στη δική μας περίπτωση ο θάνατος νοηματοδοτεί τη ζωή.

Αρχαία Εγνατία Οδός: Ο μεγαλύτερος εμπορικός δρόμος της αρχαιότητας

Ο μεγαλύτερος στρατιωτικός και εμπορικός δρόμος της αρχαιότητας ήταν η Εγνατία Οδός. Ξεκινούσε από τη Ρώμη, περνούσε από την Αλβανία, τη Μακεδονία και κατέληγε στην Ασία.

Κατασκευάστηκε από τους Ρωμαίους μεταξύ 146 και 120 π.Χ. για τη μεταφορά προμηθειών στα πιο απόμακρα μέρη της αυτοκρατορίας. Επίσης, χρησίμευε στη μετακίνηση των στρατευμάτων και την ίδρυση νέων πόλεων. Μέχρι τότε, η επικοινωνία στις αχανείς εκτάσεις την αυτοκρατορίας ήταν δύσκολη.

Οι Ρωμαίοι κατασκεύασαν οδικά δίκτυα προκειμένου να μεγαλώσει η δύναμη της αυτοκρατορίας. Οι αρχαίοι ρωμαϊκοί δρόμοι αποτέλεσαν τη βάση για τους σύγχρονους αυτοκινητόδρομους της Ευρώπης.

Η Εγνατία οδός κατασκευάστηκε υπό την επίβλεψη του Εγνάτιου, κυβερνήτη της Μακεδονίας, από τον οποίο πήρε το όνομά της.

Διέσχιζε τη Βαλκανική χερσόνησο και συνέδεε τη Δύση με την Ανατολή. Σκοπός των Ρωμαίων ήταν να συνδέσουν την Αδριατική με τον Ελλήσποντο και να διαδώσουν τον ρωμαϊκό πολιτισμό στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας.

Επί 2.000 χρόνια η Εγνατία ήταν ο μοναδικός καλός δρόμος της περιοχής και βοήθησε στις στρατιωτικές και εμπορικές μετακινήσεις αρχικά των Ρωμαίων και αργότερα των Βυζαντινών και των Οθωμανών.

Αποτελούσε θαυμαστό παράδειγμα χάραξης ορεινής διαδρομής.

Κατά μήκος, υπήρχαν σταθμοί ανεφοδιασμού, πανδοχεία, στρατόπεδα, φυλάκια, σταθμοί ελέγχου, φρουρές και φρούρια σε ποτάμια, σε υψώματα, σε στενά και σε ορεινά περάσματα.

Από την Εγνατία οδό ταξίδεψαν τα στρατεύματα του Ιούλιου Καίσαρα και του Πομπήιου κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Επίσης, στην Εγνατία οδό καταδίωξαν οι Μάρκος Αντώνιος και ο Οκταβιανός τον Κάσσιο και τον Βρούτο για να εκδικηθούν τη δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα με τη μάχη των Φιλίππων, που πραγματοποιήθηκε στους Φιλίππους της Καβάλας.

Από αυτό τον δρόμο, οι Βυζαντινοί ταξίδεψαν στη Δύση και οι Οθωμανοί επιχείρησαν να καταλάβουν την Ευρώπη.

Σήμερα, μερικά κομμάτια του αρχαίου δρόμου παραμένουν σε καλή κατάσταση παρά το πέρασμα του χρόνου.

Τρεις δυνάμεις κινούν τον κόσμο. Η ανοησία, ο φόβος και η απληστία

Αναρωτιέμαι μερικές φορές: Είμαι εγώ που σκέφτομαι καθημερινά πως η ζωή μου είναι μία; Όλοι οι υπόλοιποι το ξεχνούν; Ή πιστεύουν πως θα έχουν κι άλλες, πολλές ζωές, για να κερδίσουν τον χρόνο που σπαταλούν; Μούτρα. Νʼ αντικρίζεις την ζωή με μούτρα. Την μέρα, την κάθε σου μέρα. Να περιμένεις την Παρασκευή που θα φέρει το Σάββατο και την Κυριακή για να ζήσεις. Κι ύστερα να μην φτάνει ούτε κι αυτό, να χρειάζεται να περιμένεις τις διακοπές. Και μετά ούτε κι αυτές να είναι αρκετές. Να περιμένεις μεγάλες στιγμές. Να μην τις επιδιώκεις, να τις περιμένεις. Κι ύστερα να λες πως είσαι άτυχος και πως η ζωή ήταν άδικη μαζί σου.

Και να μην βλέπεις πως ακριβώς δίπλα σου συμβαίνουν αληθινές δυστυχίες που η ζωή κλήρωσε σε άλλους ανθρώπους. Σʼ εκείνους που δεν το βάζουν κάτω και αγωνίζονται. Και να μην μαθαίνεις από το μάθημά τους. Και να μην νιώθεις καμία φορά ευλογημένος που μπορείς να χαίρεσαι δυο-τρία πράγματα στην ζωή σου, την καλή υγεία, δυο φίλους, μια αγάπη, μια εργασία, ένα καλό κρασί, μια δραστηριότητα που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι δημιουργείς, ότι έχει λόγο η ύπαρξή σου.

Να κλαίγεσαι που δεν έχεις, άπληστα, πολλά. Που κι αν τα είχες, θα ήθελες περισσότερα. Να πιστεύεις ότι τα ξέρεις όλα και να μην ακούς. Να μπερδεύεις την άποψη, με τα μιμίδια που αναμασάς. Να μαζεύεις λύπες κι απελπισίες, να ξυπνάς κάθε μέρα ακόμη πιο βαρύς. Λες και ο χρόνος σου είναι απεριόριστος. Κάθε μέρα προσπαθώ να μπω στην θέση σου. Κάθε μέρα αποτυγχάνω.

Γιατί αγαπάω εκείνους που αγαπούν την ζωή.

Και που η λύπη τους είναι η δύναμή τους. Που κοιτάζουν με μάτια άδολα και αθώα, ακόμα κι αν πέρασε ο χρόνος αδυσώπητος από πάνω τους. Που γνωρίζουν ότι δεν τα ξέρουν όλα, γιατί δεν μαθαίνονται όλα. Που διαθέτουν διάκριση και καλοσύνη. Που στύβουν το λίγο και βγάζουν το πολύ. Που κάνουν το τίποτα, κάτι. Για τους εαυτούς τους και για όσους αγαπούν. Και δεν κουράζονται να αναζητούν την ομορφιά στην κάθε μέρα, στα χαμόγελα των ανθρώπων, στα χάδια των ζώων, σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, σε μια πολύχρωμη μπουγάδα. Είναι ονειροπόλοι …μα δεν υπάρχει άλλη ζωή.

Τι είναι αυτό που σε καθηλώνει σε ένα τόπο, σε μια σχέση, σε μια κατάσταση; Είναι φόβος για το άγνωστο; Για το μετά; Eίναι η καρδιά σου που είναι κολλημένη σε αυτά που ξέρεις, εκτιμάς και τιμάς; Είναι που δεν σου αρέσουν οι αλλαγές; Μήπως είναι ότι ακόμα δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για κάτι τέτοιο; Υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να φύγουν, να απαλλαχτούν, να πάνε μακριά από όλα και όλους και όμως μένουν πάλι πίσω, μένουν πάντα εδώ.

Κάποτε άφησαν τους δούλους ελεύθερους κι εκείνοι ξαναγύρισαν.

Είναι η σιγουριά που θέλεις να έχεις ζώντας σε γνωστά πλαίσια; Ή ακολουθείς πιστά εκείνο που λένε «μοίρα». Κάποτε έλεγες, «θα φύγω» μα έγινες δέντρο, έβγαλες ρίζες που σε κρατούν γερά δεμένο εδώ, τα δε κλαδιά σου θέριεψαν, ξεπέρασαν τις στέγες των σπιτιών και είναι τα μόνα που βλέπουν μακριά. Ατενίζουν το απέραντο γαλάζιο του ουρανού και το μπλε βαθύ της θάλασσας. Όλοι οι άνθρωποι θέλουν κάποια στιγμή να φύγουν από κάπου, να αλλάξουν τοπία, παραστάσεις, να αλλάξουν επάγγελμα, σπίτι, συνήθειες, ακόμα και τους ανθρώπους που έχουν δίπλα τους.

Κάποιοι, όμως, σε όλη την διάρκεια της ζωή τους θέλουν να φύγουν και λένε συνέχεια «κάποτε θα φύγω» και ονειρεύονται την φυγή … ποτέ δεν το κάνουν, απλά το λένε, ίσως για να το πιστέψουν και οι ίδιοι, ίσως για να νιώσουν καλύτερα. Βαρέθηκαν να ζουν νεκροί, στης απονιάς τον τόπο. Θέλουν να ανοίξουν τα φτερά, να βρουν καινούριο στόχο. Η μιζέρια τους κυριεύει, κάθε μέρα πιο πολύ. Και η θλίψη τους ποτίζει δηλητήριο την ψυχή. Η ζωή τους περιμένει κάπου αλλού, σε άλλο τόπο. Και χαρά θα βρουν εκεί σίγουρα με κάποιο τρόπο …κάποτε.

Και όμως πάλι εδώ, για πάντα εδώ. “Κάποτε θα φύγω” λένε και φωτίζει το πρόσωπό τους. “Κάποτε θα φύγω” λένε, για να πάρουν δύναμη για να βγάλουν πέρα με τις δύσκολες καταστάσεις που περνάνε. Ναι έτσι είναι, “κάποτε θα φύγουν”, τότε όμως θα είναι η μοναδική φορά που θα θέλουν να μείνουν.

Πέρα από αυτό που νομίζουμε, από αυτό που ζητάμε απελπισμένα, από αυτό που λέμε ότι θέλουμε, υπάρχει και μια άλλη αλήθεια: πάντα, ζούμε ακριβώς αυτό που θέλουμε να ζήσουμε. Η μεμψιμοιρία, χαρακτηριστικό γνώρισμα της ανθρώπινης φύσης, μας διακατέχει! Μοιρολογούμε λοιπόν για την ζωή μας, θέλουμε να ξεφύγουμε από καταστάσεις- και όμως, πώς να ξεφύγουμε από τις πεποιθήσεις, από το Λερναιοκέφαλο ‘εγώ’; Γιατί πραγματικά δεν υπάρχει «δεν μπορώ» αλλά «δεν θέλω». Αναβάλουμε κάτι για το οποίο δεν είμαστε σίγουροι. Έτσι κι εδώ, γιατί όποιος θέλει δεν λέει «Κάποτε» αλλά ΤΩΡΑ! Και δεν το λέει απλά και μόνο, αλλά το πράττει κιόλας.

Αν θέλεις να φύγεις, μην λες «κάποτε θα φύγω» άνοιξε τα φτερά και πέτα εκεί που θες τώρα.

Τώρα… δεν είσαι ένα ακίνητο δέντρο πια, τώρα δεν βλέπουν μόνο τα κλαδιά σου την θάλασσα και τον ουρανό αλλά ΕΣΥ! τώρα δεν έχεις ρίζες παρά μόνο φτερά, τώρα πετάς ελεύθερα και μακριά από όλα και όλους. Επιθύμησε το αυτό που λες ανύπαρκτο. Η χειρότερη μορφή δουλείας είναι εκείνη στον ίδιο σου τον εαυτό. Στα πραγματικά σου «θέλω» που εσύ ο ίδιος δεν τα πραγματοποιείς και τα καταπιέζεις στα βάθη της ψυχής σου. Είσαι αλυσοδεμένος σε αυτό που λες και λες και ξαναλές… ότι δεν μπορείς να ξεφύγεις, σε αυτό που λες ανύπαρκτο.

Μην λες, λοιπόν «κάποτε θα φύγω» και πας να το ονειρευτείς… μόνο φύγε! Φύγε, τώρα!

Δώσε στο όνειρο σου σάρκα και οστά. Ζήσε το όνειρό σου!!!

Επίσης μην χρησιμοποιείς, λάθος λέξεις, όταν λες ‘ΘΑ’ κάνω αυτό ή το άλλο, το τοποθετείς σε κάποιον αόριστο μελλοντικό χρόνο και αν το επαναλαμβάνεις μένει και το όνειρο σου μόνιμα στο αόριστο μέλλον. Προπονήσου και αντικατέστησε την λέξη ‘ΘΑ’ με την λέξη ‘ΝΑ’ πχ «θέλω να κάνω … αυτό» και όχι «θα κάνω αυτό …» Αντικατέστησε τις λέξεις που είναι τροχοπέδη στην ζωή σου… με λέξεις που σε κατευθύνουν προς τον Σκοπό και το όνειρό σου.

Η πρώτη και σημαντική ικανότητα που απαιτείται για να βαδίσει κάποιος στο μονοπάτι του Πολεμιστή – Κατεργάρη είναι η ικανότητα του να διαφοροποιεί και ν’ αντιλαμβάνεται αφηρημένες έννοιες. Γι’ αυτό χρειάζεται ικανότητα ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ και ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗΣ αλλά κι ένα καλό λεξικό, όπως και την ικανότητα να μπορείς να διαβάζεις ένα λεξικό.

Σε αντιδιαστολή με τον κοινό άνθρωπο που σε κατάσταση ύπνωσης, πελαγοδρομεί, ταυτίζοντας τα όλα με όλα, χωρίς Διαφοροποίηση και μιλάει χωρίς να γνωρίζει τους ορισμούς των λέξεων που χρησιμοποιεί και με αντώνυμο της Διαφοροποίησης να είναι η Ταύτιση ο μαζάνθρωπος είναι ανίκανος να ξεχωρίσει τι είναι καλό γι αυτόν και την επιβίωση του και τι δεν είναι.

Έτσι φαντασιώνεται πως αυτό που τον μπερδεύει είναι η παραπληροφόρηση κάποιων κακών… ενώ το πρόβλημα έγκειται στην ανικανότητα του να Διαφοροποιεί, και στην πολύ κακή -έως ανύπαρκτη- σχέση που έχει με τα λεξικά και τους ορισμούς των λέξεων που χρησιμοποιούνται γύρω του.

Αν θέλεις να δεις την πνευματική υγεία και την αξία ενός ανθρώπου κοίταξε πόση ικανότητα έχει να Διαφοροποιεί τα Όμοια ή να Ταυτίζει τα Ανόμοια. Επίσης πόσο καλή σχέση έχει με τους ορισμούς των λέξεων που χρησιμοποιεί.

Αυτή η ικανότητα του να αξιολογείς τους γύρω σου, στις επιχειρήσεις, στις πωλήσεις, στην δικτύωση, στις σχέσεις, στην ζωή γενικότερα, είναι τόσο πολύτιμη, γιατί σε προστατεύει από μπελάδες και άσκοπα χαμένο χρόνο απ’ αυτούς που επιδιώκουν να αποτύχεις στην ζωή σου. Αν έχεις απορίες σχετικά με κάποιο θέμα βρες ποια λέξη σε μπλοκάρει και χρησιμοποίησε ένα καλό λεξικό. Είναι ο μοναδικός τρόπος για να ξεφύγεις από την σύγχυση που σου προκαλεί η άγνοια.

Η προπόνηση είναι η τεχνική, με την οποία μαθαίνουμε να είμαστε οι καλύτεροι φίλοι του εαυτού μας, αλλά και οι πιο αυστηροί προπονητές του προκειμένου να γίνουμε το καλύτερο που μπορούμε. Η Προπόνηση ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο εκπαιδεύουμε καθημερινά τον εαυτό να διαχειρίζεται καταστάσεις είναι αποδεδειγμένα ο δρόμος με τον οποίο μπορούμε να επιτύχουμε σε κάθε τομέα της ζωής χωρίς αυτό να είναι υπερβολή.

Μελέτες που έχουν διεξαχθεί σε αθλητές καταδεικνύουν πόσο σημαντική διαφορά κάνει το γεγονός ότι ορισμένοι αθλητές πετυχαίνουν περισσότερους στόχους σε συντομότερο χρονικό διάστημα. Έρευνα που διεξήχθη σε αθλητές από επτά διαφορετικά αθλήματα απ’ όλο τον κόσμο κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: Η αυτοπεποίθηση, η δυνατότητα αυτοσυγκέντρωσης καθώς και το ισχυρό κίνητρο, ήταν παράγοντες κλειδιά στην δυνατότητά που είχαν, για να πετύχουν με συνέπεια τον σκοπό και τους στόχους τους. Προπονηθείτε, λοιπόν, μόνοι σας.

Η Απληστία

Ένα ον θεωρείται νοήμον εάν είναι ικανό να παράγει νοημοσύνη.

Αλλά πώς θα παράγει νοημοσύνη αν πρώτα δεν είναι νοήμων;

Εάν εξετάσουμε επιφανειακά, ο αφορισμός αυτός φαίνεται μια ταυτολογία. Ωστόσο εξαλείφοντας τούτη την τελευταία υπόθεση, βλέπουμε ότι αμέσως παράγουμε μια αναδρομική διαδικασία, διότι η νοημοσύνη που παράγεται από το ον που θεωρήσαμε νοήμον, οφείλει η ίδια να δημιουργήσει νοημοσύνη για να θεωρηθεί κι εκείνη ως νοήμων. Έτσι με τον ορισμό μας περί νοημοσύνης αποκτούμε μια «ευφυή» αλυσίδα, η οποία δεν είναι πλέον ατομική!

Το πλεονέκτημα του ορισμού αυτού είναι πως δεν υποθέτει μια προϋπάρχουσα νοημοσύνη σε κείνη που εμείς θεωρούμε, προκύπτει εκ τούτου πως η νοημοσύνη μπορεί να προκύψει με τρόπο αυθόρμητο.

Θα φαινόταν αντίθετα να έχει ένα σοβαρό μειονέκτημα, η αλυσίδα οφείλει να είναι άπειρη, στην πραγματικότητα, αυτό δεν είναι τίποτε, το μόνο πράγμα που ο ορισμός αυτός συνεπάγεται είναι ότι η νοημοσύνη αναπτύσσεται αναγκαία σε βρόχους. (με άλλα λόγια, δανειζόμενοι από την θεωρεία των γράφων: η αλυσίδα δεν μπορεί να είναι ένα δένδρο).

Η αναγκαιότητα τούτη μπορεί να προτείνει την αυθόρμητη δημιουργία, από το κβαντικό κενό, ενός ζεύγους σωματιδίου-αντισωματιδίου.

Ολοκληρώνουμε προσωρινά αυτό το προσχέδιο με ένα παράδειγμα, για να μην φαίνονται όλα τούτα ένα αμάλγαμα λέξεων, κενό νοήματος.

Αρκεί γι’ αυτό να φανταστούμε έναν ‘ειδικό’ από τις θετικές επιστήμες και έναν ‘ειδικό’ από τις ανθρωπιστικές επιστήμες που θα αντήλλασαν τις απόψεις τους και τις αντίστοιχες αναγωγές τους πάνω σ’ ένα θεμελιώδες πρόβλημα και οι οποίοι θα κατέληγαν να το λύσουν, όταν ο καθένας ξεχωριστά θα ήταν ανίκανος. Και είναι, βεβαίως, η ένταξη αυτού του νέου αποτελέσματος που τους καθιστά ευφυείς, θα ήταν λοιπόν ικανοί να παράγουν ταυτόχρονα ευφυΐα και θα επαλήθευαν έτσι τον δικό μας, παράξενο προφανώς, ορισμό!

Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ανθρώπινης συμπεριφοράς είναι και η απληστία. Η λέξη παράγεται από το στερητικό «α» και το «πληστός» που σημαίνει πλήρης – γεμάτος. Άπληστος, επομένως, είναι ο πλεονέκτης, ο ακόρεστος, ο ανεκπλήρωτος από την επιθυμία.

«Από την επιθυμία» κι όχι «από τα μέσα της ζωής του», διότι αυτή αποτελεί την κινούσα δύναμη για την επίτευξη των αναγκών που δημιουργούν τα μέσα. «Επιθυμώ», σημαίνει «προάγω εκ του στήθους μου μια εσώτερη θερμή ανάγκη», μετά έρχεται η «βούληση» που παραπέμπει στο «θέλω και μπορώ». Επομένως, η επιθυμία έρχεται πρώτη κι όχι η βούληση, καθόσον αυτή επιφέρει τις ανάγκες. Πρώτα το θέλεις κάτι και κατόπιν κινείσαι προς την απόκτηση ή την ικανοποίηση αυτού του θέλω.

Η επιθυμία και η βούληση είναι δυο αρχέτυπα, «τάση» και «θέση» της ζωής, τα οποία οι πρόγονοί μας τα συμβόλιζαν με τις Δαναΐδες και τον Σίσυφο. Οι πρώτες με το άπατο πιθάρι τους, ο δεύτερος με την αέναη μετακυλούσα πέτρα. Άρα, η απληστία μπορεί να ιδωθεί και ως «η διαρκής προσπάθεια της πραγμάτωσης του Σίσυφου του επιθυμητού των Δαναΐδων». Σίσυφος και Δαναΐδες, (είναι) ένα γονιδιακό ζεύγος δίζυγο, μια σχέση δυσδιάκριτη, ένα μαρτύριο της τιμωρίας των Θεών προς το γένος των ανθρώπων.

Κατά την μυθολογία, η έναρξη της απληστίας εμφανίζεται με τα παιδιά του βγαλμένου από την θάλασσα Πρωτέα. Ο Πρωτέας, που θεωρείτο μονογενής και περιγράφεται με φύκια και ανάμεσα σε φώκιες, ανάλογα με τις επιθυμίες του γινόταν τα πάντα. Απέκτησε με κάποιες ασαφείς νύμφες και Θεές, διάφορα παιδιά.

Δυο του γιοί, ο Πολύγονος και ο Τηλέγονος ήταν άπληστοι, καταλήγοντας τελικά ληστές, τους οποίους σκότωσε ο Ηρακλής. Και ο Πρωτέας το αποδέχτηκε αυτό, φθάνοντας στο σημείο να αποκαθάρει εκ του φόνου τον φονιά τους. Ο μύθος αυτός δείχνει μέσα από μια βιολογική σκοπιά, την έναρξη και την αντιμετώπιση του πρώτου φαινόμενου της απληστίας. Αλλά και ο μύθος της Εύας με την αποδοχή του απαγορευμένου καρπού, στο ίδιο παραπέμπει από άλλο δρόμο.

«Τρεις δυνάμεις κινούν τον κόσμο. Η ανοησία, ο φόβος και η απληστία».

Ο Μίδας, έμεινε παροιμιώδης για την απληστία του στον χρυσό. Αλλά και ο Κροίσος, που δεν άκουσε τον Σόλωνα στην αρετή του μέσου δρόμου αλλά τους ιερείς του Απόλλωνα για να επιτεθεί στον Κύρο και ν’ αυγατίσει κι άλλο την περιουσία του, τιμωρήθηκε δεόντως. Άπληστοι καθώς είχαν γίνει από τα δώρα του και αυτοί, δίνοντάς του έναν εκ πρώτης όψεως θετικό χρησμό, επέδρασαν ως Νέμεση, παίρνοντάς τον στο λαιμό τους. Ο Μωυσής, τον οποίο ο Θεός τιμώρησε να μην δει την εκπλήρωση της αποστολής του, ένας λόγος ήταν η απληστία του, καθόσον ευθυνόταν για την υφαρπαγή εκ μέρους του λαού του αυτών που νέμονταν οι Φιλισταίοι.

«Η γη παράγει αρκετά για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του ανθρώπου, όχι όμως την απληστία του», είπε κάποτε, ο φιλόσοφος. Τι είναι λοιπόν αυτό, το συγγενές ή επίκτητο ιδίωμα, ιδιαίτερα εμφανές στο ανθρώπινο είδος, το οποίο αναδύεται όλο πιο έντονο με την έναρξη του πολιτισμού του; Ζιγκουράτ, Βαβυλώνα, πυραμίδες, αυτοκρατορίες, όλα παραπέμπουν σε κάποια μορφή απληστίας των πρωτεργατών τους.

Η φύση έχει μια αρχή, την μοιρασιά-νομή του οίκου της που λέγεται οικονομία. Η οικονομία μοιράζει «νέμει» στον οίκο της τα απαραίτητα. Όταν αυτά, κατά την κρίση ενός όντος δεν αρκούν, αρχίζει η αναζήτηση για την συσσώρευσή τους. Ο φόβος του θανάτου είναι το κινούν αίτιο αυτής της διαδικασίας. Και έως εδώ καλά μέχρι την υπερβολή, που συνοψίζεται στο ότι «εγώ τα θέλω όλα». Το φαινόμενο αυτό στον κοινωνικό ιστό είναι αναμφίβολα κατακριτέο. Δεν ζει κάποιος στερώντας την ζωή των άλλων, αλλά διατηρώντας το υπέδαφος της ζωής πάνω στο οποίο διάγει την ζωή του.

Αυτό σημαίνει «επιβίωση», ζωή πάνω σε ζωή.

Η ανθρώπινη κοινωνία είναι μια «κατά συνθήκη», μια «κατ’ ανάγκη» κοινωνία. Δεν έχει την συνεκτική δομή της ανάλογης των μυρμηγκιών ή των μελισσών που όλα τα έντομα είναι ίδια, «αδέλφια» μεταξύ τους, καθώς γεννιούνται και πεθαίνουν κατά φουρνιές, μαζί. Η κοινωνία των ανθρώπων είναι χαλαρή, ανομοιογενής, και ετερόκλητη, που την αποτελούν διάφορες μη οικογενείς ομάδες.

Στην ουσία, πρόκειται για ένα συνονθύλευμα από υποκοινωνίες, στις οποίες τα μεμονωμένα άτομα συμβιούν με σκοπό το όφελος από την μεταξύ τους σχέση, έχοντας παράλληλα το κάθε ένα εξ αυτών την τάση να δημιουργεί ένα δικό του κόσμο. Επομένως, η ανθρώπινη «κοινωνία» είναι συναγωνιστική και ανταγωνιστική συγχρόνως, οπότε η απληστία κάτω από αυτό το πρίσμα πρέπει να ιδωθεί. Ο άνθρωπος δεν είναι κοινωνικό ον, γίνεται κοινωνικό για την ασφάλειά του και αυτό του προσδίδει μια ιδιαίτερη συμπεριφορά η οποία τον κάνει ον πολιτικό.

Η κοινωνική ζωή επιφέρει ευμενέστερες συνθήκες διαβίωσης μέσω της διαδικασίας που καλείται οικονομία κλίμακας. Κατ’ αυτήν, μέσω της σύνδεσης πολλών μονάδων επιτυγχάνεται όφελος. Όταν κάποια στιγμή το όφελος και το κόστος βρεθούν σε κρίσιμη καμπή, τότε η κοινωνία είτε ρικνώνεται τείνοντας να γίνει συμπαγής είτε επεκτείνεται τείνοντας στην μεταλλαγή της.

Στην πρώτη περίπτωση, η ρίκνωση οδηγεί στην λεγόμενη «κλειστή κοινωνία» με κατάληξη τον μαρασμό, ενώ στην δεύτερη περίπτωση, η επέκταση οδηγεί στη λεγόμενη «ανοικτή κοινωνία» με κατάληξη την απροσδιοριστία. Ο άπληστος, επομένως, ορίζεται ως καταλύτης του συστήματος, φθάνοντας στο σημείο να οδηγεί στις μέρες μας τον ευαίσθητο και ασταθή κοινωνικό ιστό.

Η παγκόσμια ανοικτή κοινωνία δεν είναι άλλο από μια άπληστη κοινωνία σε σχέση με την έννοια των προγενέστερων αξιών της πάτριας ζωής. Από οικονομικής πλευράς, αυτή στηρίζεται σε δύο βάρκες: στην ελευθερία της παραγωγής όπως την περιέγραψε ο Άνταμ Σμιθ, και στην ανάγκη της αυξημένης κατανάλωσης κατά τον Κέυνς. Οπότε, διαμορφώνεται μια κοινωνία Λεβιάθαν, η οποία χωνεύει τα παιδιά της. Στην διαδικασία όμως αυτή συμβαίνουν κρίσεις, όπου το ζητούμενο είναι ο επαναπροσδιορισμός των ορίων των συμβαλλόμενων.

Η ιστορία διδάσκει ότι στις κρίσεις, οι πιο αδύναμες κοινωνικά ομάδες παραδίδονται βορά στο σύστημα, γενόμενες μέρος του συστήματος. Το φαινόμενο αυτό ο Ρουσσώ αντί να το ονομάσει «εξαναγκαστική παράδοση» το βάφτισε «κοινωνικό συμβόλαιο». Το οποιοδήποτε όμως συμβόλαιο επενεργεί προς όφελος της πλεονεκτικότερης ομάδας. Πλεονεξία, πλεονεκτικότητα και πλεονασμός, είναι η «αγία τριάδα» της σύγχρονης πλέον κοινωνίας.

Φεύγουμε από την κοινωνία και επιστρέφουμε στα μέλη της, τις άπληστες αράχνες που υφαίνουν την ροή του ιστού της ιστορίας. Στην ύφανσή του, όπως και στο κάθε γίγνεσθαι, δεν υπάρχει διπολισμός, αλλά μονο-πειθαναγκασμός.

Το αντίθετο του άπληστου είναι ο «πληστός», που σημαίνει «πλήρης -ολοκληρωμένος». Θεωρητικά ορίζεται ως πρότυπο αξίας, καθόσον υποτίθεται ότι τα πάει περίφημα με τον εαυτό του. Είναι στις ανάγκες του εξαιρετικά ολιγαρκής, επομένως ευχαριστημένος με αυτά που έχει, οπότε καθιερώνεται σαν πρότυπο συμπεριφοράς πολίτη, τόσο από τους ολιγαρκείς όσο και από τους πλεονέκτες.

Διότι οι ολιγαρκείς τον έχουν πρότυπο στην δυστυχία τους, πράγμα που βολεύει παράλληλα τους πλεονέκτες. Σε σπάνιες περιπτώσεις ο ολοκληρωμένος ή πληστός οδεύει στον εξοβελισμό του, σαν ένα κύτταρο κατεξοχήν παθολογικό, που τείνει να περιορίσει το σύστημα έχοντας βάση μια αλλιώτικη αθανασία που προκύπτει από την μέλλουσα πληρέστερη ολοκλήρωσή του.

Η απληστία όμως για την ολοκλήρωση οδηγεί στην ολοκλήρωση της απληστίας, αλλά αυτός είναι ο άπληστος. Επομένως, τι συνέβη; Αυξήθηκε απλά η πολυπλοκότητα του συστήματος με μια τροχοπέδη. Η φύση αυτορυθμίζεται, η θέση που θα βρεθεί το κάθε κύτταρο ή άνθρωπος είναι δεδομένη. Το κλειδί στην ψυχολογία του άπληστου λέγεται «άγχος επιβίωσης από το άχθος του θανάτου». Είναι μια αντίδραση «φυσιολογική» η οποία εκδηλώνεται με την μεταβολή των ορμονών και της ψυχολογίας.

Το φαινόμενο της απληστίας απαντάται τόσο στα παιδιά όσο και στους μεγάλους, ασχέτως φύλου, με μεγαλύτερη έκταση στο θηλυκό. Δείτε ένα παιδί σε μια βιτρίνα παιχνιδιών, η απληστία που ζωγραφίζεται στα μάτια του παραπέμπει στο αν θα μπορούσε να έχει τα περισσότερα… Δείτε έναν άντρα σε μια αγορά, ο περιορισμός που ζωγραφίζεται στα μάτια του θα τον αναγκάσει να πάρει το καλύτερο για τα λεφτά του (best value for money). Στις γυναίκες δεν αναφερόμαστε διότι άπτονται μιας ευρύτερης ψυχολογίας η οποία ξεκινά από την επιλογή του ανδρός ως το καλάθι με τα φρούτα (shoping theraphy).

Η απληστία, επομένως, αποτελεί μια φυσική διαδικασία αντίδρασης του επιθυμητού, σημαντική στην εξελικτικότητα. Η ψυχολογία του άπληστου, πρέπει κάποτε να ιδωθεί κάτω απο το πρίσμα της εσώτερης βαθιάς ψυχολογίας που φτάνει μέχρι τα γονίδια.

Ακραία φαινόμενα απληστίας δεν είναι άγνωστα και στα ζώα. Η αλεπού, για παράδειγμα, πνίγει όλες τις κότες στο κοτέτσι ενώ τρώει μια, πράγμα που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «αμόκ ζωτικής ανησυχίας». Το γεγονός αυτό συνδέεται με την «λίμπιντο», λέξη που συνάδει με το πάθος για ζωή με το σπόρο του θανάτου. Στο βάθος της ψυχής του άπληστου, ελλοχεύει έντονα, μα διακριτά, ο θάνατος.

Η γη κατέληξε «μονοειδής». Αυτό σημαίνει ότι επικράτησε (φαινομενικά) μόνο το ένα είδος, ο άνθρωπος. Η μονοειδότητα είναι ένα σύνηθες φαινόμενο στην φύση που συμβαίνει κατά διαστήματα, όπως την εποχή των φυτών, των δεινοσαύρων, των θηλαστικών και δη των πρωτευόντων, του ανθρώπου.

Ο κίνδυνος για την επιβίωση του ανθρώπου προέρχεται πλέον από το ίδιο τον άνθρωπο, που σημαίνει ότι ο φόβος του είναι «από και προς τον εαυτό του». Η μάχη ανάμεσα στα μέλη του ίδιου είδους, της αυτής ομάδας, του ίδιου μας του εαυτού, όταν επισυμβεί είναι η πλέον κανιβαλοφόρα. Επομένως, στο ανθρώπινο είδος θα επικρατήσει τελικά ένα υποείδος, μέχρι να χαθεί και αυτό μέσα στην απροσδιοριστία.

Η απληστία στην φάση αυτή της μονοειδικής αιχμής, προβάλλεται ως αρχή -τάση επιβίωσης στους πλέον φοβισμένους, ανάγοντας τον εγωκεντρικό- εγωιστικό μηχανισμό της θεωρούμενης «ελπίδας» τους. Αυτή είναι μια προσέγγιση μέσα από ένα πώρο του βιολογικού κοινωνικού ιστού, που παραπέμπει στο ότι δεν επιφέρουμε εμείς το σύστημα αλλά ότι εκείνο μας ορίζει.

Παραταύτα, όταν το γεγονός αυτό ιδωθεί βαθύτερα, οδηγεί με την σειρά του στο ότι εμείς μετέχουμε και καθορίζουμε τις φυσιολογικές νόρμες, μέσα από την πλειοψηφία. Αυτό, να ιδωθεί πέραν του καλού και του κακού και της ιδεοληψίας, με ευρύτητα στην σκέψη και την γνώση. Ούτως ή άλλως, στην απληστία της γνώσης χρωστάμε αυτά που καταλαβαίνουμε σήμερα.

Παρότι από την απληστία δομήθηκε η κοινωνία, παρότι πλεονέκτες με την εξουσία ήταν οι μεγαλύτεροι ηγέτες και με την αγάπη οι καλύτερες μητέρες, η απληστία ιδωμένη ως εκ των μεγαλύτερων αμαρτημάτων, στηλιτεύεται. Τι γίνεται, όμως, εδώ; Εθελοτυφλούμε, προσδιοριζόμενοι απο δυο μέτρα και σταθμά ή θα επιλέξουμε ως άριστο το ένα; Θαυμασμός από την μια και αποτροπιασμός από την άλλη, δεν γίνεται, σημαίνει μπέρδεμα ή υποκρισία.

Ως εκ τούτου, εξετάζοντας τα πράγματα με όσο το δυνατόν αδέσμευτη χροιά, η απληστία μπορεί να ιδωθεί ως «τάση επιβίωσης υπό οριακές συνθήκες».

Στο σύμπαν, που και αυτό επεκτείνεται άπληστα, υπάρχουν μαύρες τρύπες που ρουφούν και άσπροι νάνοι που παράγουν. Αμφότερα τα φαινόμενα υπηρετούν μια σκοπιμότητα, την ύπαρξη της φύσης. Ένα εκ των δυο να έλλειπε, θα ήταν ουδέτερο, ανύπαρκτο το σύμπαν. Το ζητούμενο είναι μια κοινή γραμμή, η οριοθέτηση στον κοινωνικό ιστό των φυσιο-λογικών ορίων.

Η θέση του άπληστου, χωρίς να φτάνουμε σε άκρα, είναι φυσική. Ο ολίγον άπληστος είναι παραγωγικό κύτταρο, ο πολύ άπληστος είναι πρόβλημα. Η πρακτική του πρώτου επιφέρει θαυμασμό, του δεύτερου γεννά το φθόνο. Πέραν του ορίου, ο άπληστος ρουφά τα στοιχεία της ζωής των άλλων, και ο πληστός τα φτύνει. Και στο βασικό ερώτημα «τι κάνουμε», η απάντηση είναι «σε ότι είμαστε ταγμένοι». Τα όρια της δυναμικής του συστήματος που θέτει η πλειοψηφία καθορίζουν τις φυσιολογικές νόρμες και η αντιμετώπιση των πολύ άπληστων είναι θεμιτή.

Είτε λοιπόν μιλάμε για την απληστία του πνεύματος, είτε της ύλης, ένα είναι γεγονός. Ότι, όπως το χαρακτηριστικό γνώρισμα της πληρότητας είναι ο εφησυχασμός, το αντίστοιχο της απληστίας είναι η ανησυχία. Ζω και ανησυχώ σημαίνει ότι είμαι ενεργός, ορίζω εγώ τις νόρμες μου τις οποίες επεκτείνω στο κοινωνικό μου περίγυρο όπου δεν εφησυχάζω. Ούτως ή άλλως, ο Ηρακλής στον κοινωνικό ιστό είναι ο λαός και ρόπαλο η δικαιοσύνη. «Ηρακλής κοιμώμενος» δεν υπάρχει ως τραγωδία, θα μπορούσε βέβαια να υπάρξει ως κωμωδία, για να ολοκληρωθεί με τον «Ηρακλή μαινόμενο» ως σατυρικό δράμα.

Στον ελληνικό τρόπο της ζωής, κυριάρχησε κάποτε έντονα το άπληστο πνευματικό στοιχείο. Αυτό δημιούργησε στον πλουραλισμό των ιδεών όπου προέκυψε φως, το οποίο μεταλαμπαδεύτηκε στο δυτικό πολιτισμό και κατόπιν εκτενέστερα. Το είδος του φωτός που εξέπεμψαν οι πρόγονοί μας ονομαζόταν φάος, που σημαίνει φως από αυτόκαυστο υλιστικό μανδύα ενός πνεύματος που φλέγεται χαοτικά. Αυτή είναι μια περίπτωση κατά την οποία ο καιγόμενος προσφέρει στο σύνολο το φως του, μέσα από τον έμπειρο ή ένπυρο χαμό του. Ποιος είπε ότι άπληστος είναι κοιλιόδουλος και καταναλωτής μονάχα;

Λένε πως ο χρόνος είναι χρήμα.

Ο Θεόφραστος έχει πει πως ο χρόνος είναι το πιο πολύτιμο αγαθό που μπορεί να ξοδέψει ο άνθρωπος. Σωστές είναι αυτές οι σκέψεις και ωραία διατυπωμένες, όμως μας παρακινούν να αναλάβουμε δράση, να αδράξουμε την μέρα, να εκμεταλλευτούμε πιεστικά την στιγμή που περνάει, αλλά να μην είμαστε και άπληστοι.

Προσωπικά όμως δεν μπορώ να σκεφθώ μεγαλύτερη πολυτέλεια από τον ελεύθερο χρόνο. Δεν εννοώ τις δύο ώρες πριν από τον ύπνο ή το κενό ανάμεσα στην δουλειά και στο γυμναστήριο.

Ο χρόνος, για να είναι πραγματικά ελεύθερος, πρέπει να σου επιτρέπει να βαρεθείς και λίγο, να αισθανθείς σαν να κάνεις διακοπές, σαν να μην υπάρχει σχέδιο για το μετά. Ο ελεύθερος χρόνος μοιάζει σαν να διαστέλλεται εκείνη την στιγμή, ενώ ο χρόνος που γεμίζει με χιλιάδες ασχολίες μοιάζει διεσταλμένος μόνο όταν γυρνάς και τον αναλογίζεσαι. Και οι δύο χρήσιμοι είναι, όμως ο χρόνος που είναι πραγματικά ελεύθερος είναι πιο ακριβός.

Γιατί μας αναγκάζει να κοιτάξουμε τον εαυτό μας στα μάτια και να παραδεχθούμε με τι θα θέλαμε πραγματικά να τον γεμίσουμε, μας επιτρέπει να ονειρευτούμε. Όπως και στην εκφορά μιας πολύ κωμικής ή πολύ δραματικής ατάκας, έτσι και στην ζωή η σωστή παύση είναι που τα καθορίζει όλα.

Γίνε ένα νέο είδος ανθρώπου. Σε λίγο όλοι θα είναι σαν κι εσένα. Αν δεν γίνουν, σε λίγο, όλα θα γίνουν στάχτες.

Δεν είσαι κάτι ιδιαίτερο, ίσα ίσα, κατ’ αρχήν είσαι τυπικά άνεργος όπως εκατομμύρια άλλοι. Περνάς την μέρα σου δουλεύοντας 2-3 ώρες το πολύ με κάποια αναγκαστική εργασία για τα απαραίτητα. Γιατί δεν υπάρχει αρκετή δουλειά για να δουλεύουν όλοι 8 και 12 ώρες, σαν τους σκλάβους. Έχεις όμως πολύ ελεύθερο χρόνο. Τον κάνεις λοιπόν Ανάπτυξη. Όχι αυτή που ξέρουμε όλοι. Που πρέπει να περιμένεις να την φέρει κάποια κυβέρνηση. Πώς θα βγάλεις περισσότερα λεφτά για να αγοράσεις περισσότερα άχρηστα πράγματα από καθαρή απληστία. Όχι. Όλες οι κυβερνήσεις στον κόσμο υπόσχονται ότι θα την φέρουν αυτή. Εσύ δεν την περιμένεις γιατί ξέρεις ότι είναι ένα τεράστιο ψέμα, εξαπάτηση.

Αφού για να βρεις εσύ περισσότερα λεφτά θα πρέπει στα ράφια του σούπερ μάρκετ να προκύψουν ακόμη περισσότερα είδη. Για να δουλεύουν κάποιοι σαν κι εσένα να τα παράγουν και όλοι μαζί να τα αγοράζουμε. Όμως εγώ καταναλώνω το πολύ 100-200 είδη και μια φορά που ρώτησα στο λογιστήριο ενός σούπερ μάρκετ μου είπαν ότι πουλούσαν 12.500 !

Ενημερώνομαι λοιπόν διαβάζοντας δεκάδες ή και εκατοντάδες σελίδες καθημερινά γύρω από την Ενέργεια, το κύριο θέμα με το οποίο ασχολούμαι. Θα μπορούσε να είναι και μια επιστήμη ή ξένες γλώσσες. Ασχολούμαι πολλές ώρες με την τέχνη που έχω επιλέξει και αγαπώ, γράφω. Κάνω μεγάλους περιπάτους στην φύση, φυσικές δραστηριότητες και αθλητισμό όσο μπορώ. Τέλος συμμετέχω καθημερινά στα κοινωνικά δίκτυα όπου μοιράζομαι τις ιδέες, τα συναισθήματα τις σκέψεις και τις γνώσεις που αποκομίζω. Κι έτσι κάπως περνάω την μέρα μου.

Αν όλοι οι άνεργοι κάναμε τα ίδια, στον ελεύθερο χρόνο που ολοένα περισσότεροι έχουμε, προφανώς θα οδηγούμασταν αντί στην απόλυτη απελπισία σε μια έκρηξη της επιστημονικής γνώσης και έρευνας online, του αθλητισμού, της πολυπολιτισμικής επικοινωνίας και των τεχνών.

Αν συμμετέχουμε σε συζητήσεις στα κοινωνικά δίκτυα, με ένα σύστημα on line δημοσκοπήσεων, θα μπορούμε εύκολα να αποφασίσουμε από κοινού για σημαντικά θέματα, οπότε χωρίς κοινωνικές προστριβές και προβλήματα. Χωρίς τις παλαιού τύπου κυβερνήσεις που στην πλειοψηφία τους θα αποφάσιζαν μόνο για το συμφέρον τους. Και τότε η κοινή λογική θα αποφάσιζε το κοινό καλό.

Λέγεται «άμεση δημοκρατία».

Δεν ξέρω πότε θα έχουμε νέου είδους κυβερνήσεις ή online δημοψηφίσματα. Είναι πολύ περίπλοκη αυτή την στιγμή η παγκόσμια κατάσταση. Επιλέγω λοιπόν το μόνο που εξαρτάται από εμένα, αφού μόνον εγώ είμαι κύριος της ψυχής μου. Να γίνω νέου είδους άνθρωπος.

Αλλιώς, όσο η άλλη ανάπτυξη δεν θα έρχεται, η ανεργία θα αυξάνει, και θέλω δεν θέλω όλο και περισσότεροι θα έχουμε όλο και περισσότερο ελεύθερο χρόνο, πώς θα βοηθήσω κι εγώ να αλλάξει όλο αυτό; Παραμένοντας το παλιό είδος ανθρώπου; Που όλον αυτό το χρόνο θα σκέφτομαι τι ή ποιόν να σκοτώσω κι εγώ, για να βγάλω μερικά λεφτά; Περισσότερη απληστία;

Είμαι ένα νέο είδος ανθρώπου, ή τουλάχιστον προσπαθώ να γίνω. Σε λίγο όλοι θα είναι σαν κι εμένα, κυβερνήσεις και κοινοί θνητοί. Φτιάχνοντας ένα κόσμο που αντί να ξοδεύει την ώρα του πως θα κατασκευάσει, θα πουλήσει και μετά θα αγοράσει την επόμενη άχρηστη ανοησία… να παράγει ολοένα περισσότερη γνώση, επιστήμη, κάλος, φιλία, αγαλλίαση. Ένα νέο είδος κόσμου.

Αν δεν γίνουμε, σε λίγο θα γίνουν όλα στάχτες.

Ξοδέψτε υπεύθυνα.