Κυριακή 11 Απριλίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Αἴας (1-35)

ΑΘΗΝΑ
Ἀεὶ μέν, ὦ παῖ Λαρτίου, δέδορκά σε
πεῖράν τιν᾽ ἐχθρῶν ἁρπάσαι θηρώμενον·
καὶ νῦν ἐπὶ σκηναῖς σε ναυτικαῖς ὁρῶ
Αἴαντος, ἔνθα τάξιν ἐσχάτην ἔχει,
5 πάλαι κυνηγετοῦντα καὶ μετρούμενον
ἴχνη τὰ κείνου νεοχάραχθ᾽, ὅπως ἴδῃς
εἴτ᾽ ἔνδον εἴτ᾽ οὐκ ἔνδον. εὖ δέ σ᾽ ἐκφέρει
κυνὸς Λακαίνης ὥς τις εὔρινος βάσις.
ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα
10 στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους.
καί σ᾽ οὐδὲν εἴσω τῆσδε παπταίνειν πύλης
ἔτ᾽ ἔργον ἐστίν, ἐννέπειν δ᾽ ὅτου χάριν
σπουδὴν ἔθου τήνδ᾽, ὡς παρ᾽ εἰδυίας μάθῃς.
ΟΔΥΣΣΕΥΣ
ὦ φθέγμ᾽ Ἀθάνας, φιλτάτης ἐμοὶ θεῶν,
15 ὡς εὐμαθές σου, κἂν ἄποπτος ᾖς ὅμως,
φώνημ᾽ ἀκούω καὶ ξυναρπάζω φρενὶ
χαλκοστόμου κώδωνος ὡς Τυρσηνικῆς.
καὶ νῦν ἐπέγνως εὖ μ᾽ ἐπ᾽ ἀνδρὶ δυσμενεῖ
βάσιν κυκλοῦντ᾽, Αἴαντι τῷ σακεσφόρῳ.
20κεῖνον γάρ, οὐδέν᾽ ἄλλον, ἰχνεύω πάλαι.
νυκτὸς γὰρ ἡμᾶς τῆσδε πρᾶγος ἄσκοπον
ἔχει περάνας, εἴπερ εἴργασται τάδε·
ἴσμεν γὰρ οὐδὲν τρανές, ἀλλ᾽ ἀλώμεθα·
κἀγὼ ᾽θελοντὴς τῷδ᾽ ὑπεζύγην πόνῳ.
25 ἐφθαρμένας γὰρ ἀρτίως εὑρίσκομεν
λείας ἁπάσας καὶ κατηναρισμένας
ἐκ χειρὸς αὐτοῖς ποιμνίων ἐπιστάταις.
τήνδ᾽ οὖν ἐκείνῳ πᾶς τις αἰτίαν νέμει.
καί μοί τις ὀπτὴρ αὐτὸν εἰσιδὼν μόνον
30 πηδῶντα πεδία σὺν νεορράντῳ ξίφει
φράζει τε κἀδήλωσεν· εὐθέως δ᾽ ἐγὼ
κατ᾽ ἴχνος ᾄσσω, καὶ τὰ μὲν σημαίνομαι,
τὰ δ᾽ ἐκπέπληγμαι, κοὐκ ἔχω μαθεῖν ὅτου.
καιρὸν δ᾽ ἐφήκεις· πάντα γὰρ τά τ᾽ οὖν πάρος
35 τά τ᾽ εἰσέπειτα σῇ κυβερνῶμαι χερί.

***
ΑΘΗΝΑ
Παντού και πάντα, του Λαέρτη γιε, το μάτι μου
σε παίρνει να βγαίνεις κυνηγός για να προλάβεις
την πλεκτάνη κάθε εχθρού. Όπως και τώρα
από ώρα σε κοιτώ στις ναυτικές σκηνές
του Αίαντα να γυροφέρνεις, πέρα
στην άλλη άκρη της παράταξης, ψάχνοντας ίχνη,
φρέσκα πατήματα μετρώντας, να καταλάβεις
είναι μέσα αυτός ή έξω.
Και νά που σαν λακωνικό λαγωνικό μυρίζοντας,
σε φέρνει ο δρόμος στο σωστό· πριν από λίγο
μπήκε μέσα εκείνος, στάζοντας το κεφάλι ιδρώτα,
10 αίμα τα φονικά του χέρια.
Δεν έχεις λόγο πια παραβιάζοντας την πύλη
μέσα να δεις το τί συνέβη· πες μου μονάχα
της σπουδής σου τον σκοπό, και θα το μάθεις
από μένα αυτό που ξέρω.
ΟΔΥΣΣΕΥΣ
Ω, η φωνή σου, Αθηνά, της φιλικότερης θεάς,
αναγνωρίζεται εύκολα, ακόμη κι αν τα μάτια
δεν σε βλέπουν· τον ήχο της ωστόσο ακούγοντας,
μέσα μου την αισθάνομαι, σαν από σάλπιγγα
τυρρηνική, χαλκόστομη.
Καλά και τώρα το κατάλαβες, τα πόδια μου
με σέρνουν σ᾽ εχθρό ασπιδοφόρο, τον Αίαντα
20 εννοώ. Εκείνον από ώρα ανιχνεύω, άλλον
κανένα· γιατί μέσα στη νύχτα αυτή
έχει τελέσει πράξη ανήκουστη σ᾽ εμάς,
αν πράγματι είναι δικό του αυτό το έργο.
Τίποτε βέβαιο ακόμη όμως, υπόνοιες μόνο
που θολώνουν το μυαλό. Γι᾽ αυτό κι εγώ
από μόνος μου δεσμεύτηκα να βρω μιαν άκρη.
Πριν από λίγο βρήκαμε τα κοπάδια,
όλης της λείας τη σοδειά, σφαγμένα από το ίδιο χέρι
μαζί μ᾽ εκείνους που τα φύλαγαν.
Σ᾽ εκείνον ρίχνει ο καθένας την ευθύνη.
Ένας σκοπός τον είδε, μόνος του να πηδά
30 στον κάμπο, με το σπαθί στο χέρι, ραντισμένο μ᾽ αίμα·
αυτός μου το εξήγησε μιλώντας, οπότε
εγώ αυτοστιγμεί στα χνάρια περιφέρομαι.
Κάποια πατήματα μου φαίνονται δικά του,
άλλα με κάνουν να σαστίζω, και δεν μπορώ
να καταλάβω τίνος είναι.
Στην ώρα έφτασες, λοιπόν· για καθετί, κι αυτό
που πέρασε κι εκείνο που θα ᾽ρθει, στο χέρι
το δικό σου αφήνομαι να μ᾽ οδηγήσει.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Προς τα νέα ελληνικά

12.6 Αρχαΐζουσα και ομιλούμενη γλώσσα


Η σχεδόν απόλυτη κυριαρχία της αρχαΐζουσας γλώσσας στα γραπτά κείμενα που διαθέτουμε από τη χιλιόχρονη ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μάς δυσκολεύει να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της ομιλούμενης, καθημερινής γλώσσας και των ποικιλιών της. 

Θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι το 1100 περίπου για να συναντήσουμε κείμενα γραμμένα στην καθημερινή, ομιλούμενη γλώσσα. Τέτοια είναι τα ποιήματα του Θεόδωρου Προδρόμου και του Μιχαήλ Γλυκά. 

Από το 1300 περίπου χρονολογείται μια μεγάλη αφήγηση σε ποιητική μορφή, γνωστή με το όνομα Χρονικόν του Μορέως.

Η Ελληνική Αρχαιότητα: ΙV. ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ 7. Η ρωμαϊκή ηγεμονία

7.1. Η ωμότητα των δούλων είναι ανταπόδοση αδικημάτων


Ο Άτταλος Γ' (139-133), γιος του Ευμένη, έγινε βασιλιάς του Περγάμου το 139, αλλά ασχολήθηκε περισσότερο με τα γράμματα παρά με τη διακυβέρνηση του βασιλείου - τον ενδιέφεραν η ιατρική και η βοτανική. Για αυτόν κυκλοφόρησε η φήμη ότι, φοβούμενος για την εξουσία του, ξεπέρασε τους άλλους βασιλείς σε σκληρότητα και ωμότητα. Ορισμένοι εκτίμησαν ότι οι υπήκοοί του και οι γειτονικοί λαοί ήταν έτοιμοι για εξέγερση (καινοτομίαν). Το σημαντικότερο γεγονός της βασιλείας του ήταν πάντως η διαθήκη του. Πεθαίνοντας το 133, κληροδότησε το Πέργαμο στη Ρώμη. Η απόφασή του αυτή μπορεί να ήταν εκκεντρικότητα ενός μονάρχη που έμεινε χωρίς διάδοχο και δεν αισθανόταν ευτυχής με το περιβάλλον του, αλλά μπορεί να ήταν απλώς πολιτικός ρεαλισμός. Έτσι κι αλλιώς όλες οι σημαντικές αποφάσεις στο βασίλειό του λαμβάνονταν ή επικυρώνονταν από τη ρωμαϊκή Σύγκλητο. Υπήρχε άλλωστε προηγούμενο, εφόσον και το κυρηναϊκό βασίλειο είχε κληροδοτηθεί στους Ρωμαίους από τον ηγεμόνα τους, που έμελλε να κερδίσει την Αίγυπτο ως Πτολεμαίος Η' Ευεργέτης Β'. Είναι πάντως πιθανό ότι ο Άτταλος προσπαθούσε να εξασφαλίσει την κοινωνική ευταξία σε μια ιδιαιτέρως ταραγμένη εποχή.

Καθώς η Ρώμη έσπευδε να αποδεχθεί την κληρονομιά, ο Αριστόνικος (που ισχυριζόταν ότι καταγόταν και αυτός από τον Ευμένη) εξεγέρθηκε. Υποσχέθηκε ελευθερία στις ελληνικές πόλεις της περιοχής και, συναθροίζοντας απόρους και δούλους, προσπάθησε να ιδρύσει μια πολιτεία απελευθερωμένη τόσο από τους Ρωμαίους όσο και από κοινωνικούς δυνάστες. Την ονόμασε Ηλιόπολη και τους κατοίκους της Ηλιοπολίτες, πρεσβεύοντας ισότητα και ελευθερία. Στην πρώτη επέμβαση της Ρώμης αντιστάθηκε με επιτυχία, αλλά το 129 ηττήθηκε και κατέληξε αιχμάλωτος στην αυτοκρατορική πρωτεύουσα.

Για την εξέγερση δεν είναι γνωστές πολλές λεπτομέρειες - ούτε προκύπτει με σαφήνεια το πρόγραμμα του ηγέτη της. Όσα συνέβησαν πάντως δεν ήταν ένα μοναχικό σύμπτωμα. Η δουλεία είχε προσλάβει πρωτόγνωρες διαστάσεις και απρόβλεπτες τροπές. Οι κάτοικοι της Ελλάδας και των βασιλείων υποδουλώνονταν συχνά κατά χιλιάδες και μυριάδες, χωρίς προοπτικές απελευθέρωσης με λύτρα, όπως γινόταν συχνά σε παλαιότερες εποχές. Οι περισσότεροι κατέληγαν στην Ιταλία για να εργαστούν σε σκληρές συνθήκες. Στις αποσπασματικές πηγές της περιόδου γίνεται λόγος για μαζικές αυτοκτονίες, αλλά και για ακόμη μαζικότερες εξεγέρσεις. Ανάμεσα στο 140 και το 70, για πρώτη και μοναδική φορά στην αρχαιότητα (αν εξαιρέσουμε την περίπτωση των ειλώτων), η αντίσταση πολλών δούλων στις σκληρές συνθήκες διαβίωσης και εκμετάλλευσης προσέλαβε τον χαρακτήρα ανοιχτού πολέμου.

Από τις πληρέστερες αναφορές είναι όσες συγκέντρωσε (και όσες από αυτές σώζονται) ο Διόδωρος για τη γενέτειρά του Σικελία. Οι δούλοι, όπως εξηγεί, στιγματίζονταν και περιφέρονταν σχεδόν γυμνοί. Εργάζονταν συχνά αλυσοδεμένοι με ελάχιστη τροφή. Για να επιβιώσουν κατέφευγαν σε ληστείες και αρπαγές. Την οργάνωση και τον συντονισμό τους ανέλαβε ένας Σύρος, που χαρακτηριζόταν μάγος και τερατουργός. Μια από τις βασικές διαπιστώσεις του αυτόκλητου ηγέτη ήταν ότι οι θεοί δεν είχαν εγκαταλείψει τελείως τους εξαθλιωμένους δούλους. Μια Σύρια θεά συνομιλούσε μαζί του και του επέτρεπε να προβλέπει τα μελλούμενα, συνήθως μέσα από όνειρα. Φαντάστηκε έτσι ένα βασίλειο σε όλες του τις λεπτομέρειες. Οι δούλοι θα έπαιρναν τη θέση των δεσποτών και οι δεσπότες τη θέση των δούλων - μόνο που τη συμπεριφορά των νέων αρχόντων θα χαρακτήριζε η μετριοπάθεια. Αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς και φόρεσε διάδημα.

Ο στρατός που συγκέντρωσε μεγάλωσε με ταχύτατους ρυθμούς. Σύμφωνα με τον Διόδωρο, έφτασε τις 200.000, χωρίς να έχει επεκταθεί η εξέγερση σε όλη τη Σικελία. (Πιο μετρημένα ο Λίβιος κάνει λόγο για 70.000. Αλλά ποιος μπορούσε να μετρήσει με ακρίβεια σε εκείνες τις συνθήκες;) Όπως αποδείχθηκε, μέσα στην ορμή τους οι δούλοι δεν φέρθηκαν με μετριοπάθεια, αλλά εκτρέπονταν σε πράξεις ακραίες και μοχθηρές, όσο τουλάχιστον διαρκούσε ο ξεσηκωμός. Ο Διόδωρος διέθετε στοιχεία που τον βεβαίωναν ότι η ωμότητα δεν οφειλόταν στη φύση των δούλων αλλά στο μέγεθος της αδικίας που είχαν υποστεί. Η είδηση για τις ήττες των Ρωμαίων στρατηγών διαδόθηκε γρήγορα. Μέσα στην ίδια τη Ρώμη ξεσηκώθηκαν 150 δούλοι. Στην Αττική κινήθηκαν περισσότεροι από 1.000, και άγνωστος αριθμός στη Δήλο, που ήταν το μεγάλο κέντρο δουλεμπορίου. Παρόμοιες ταραχές σημειώθηκαν και σε άλλους τόπους. Παντού χρειάστηκαν μεγάλες δυνάμεις για να τεθεί σε έλεγχο η κατάσταση.

Μία γενεά αργότερα ξέσπασαν νέοι μεγάλοι πόλεμοι δούλων στη Σικελία. Οι αρχηγοί τους είχαν επίσης ιδιαίτερη σχέση με τους θεούς: ένας θεωρούνταν έμπειρος στις ιεροσκοπίες, ο άλλος στην αστρομαντική. Φόρεσαν διαδήματα και έθεσαν την κοινωνική και πολιτική τάξη σε μεγάλη δοκιμασία. Εκτός από δούλους, στον στρατό τους συνέρρεαν και ελεύθεροι άποροι. Την επόμενη πάλι γενεά πραγματοποιήθηκε στην Ιταλία η μεγαλύτερη εξέγερση δούλων με αρχηγό τον μονομάχο Σπάρτακο. Συγκροτώντας έναν αυτοσχέδιο στρατό 120.000 ανδρών, έφτασε το 72 να απειλήσει την ίδια τη Ρώμη. Είχε λάβει και αυτός θεϊκούς οιωνούς, αλλά βασιζόταν κυρίως στην προσωπική του ανδρεία και το στρατηγικό του ταλέντο. Αρχική του επιδίωξη ήταν να οδηγήσει τους ξεσηκωμένους δούλους πίσω στις πατρίδες τους, τη Γαλατία και τη Θράκη. Αλλά οι μεγάλες του επιτυχίες κράτησαν τους περισσότερους άνδρες κοντά του και έτσι οι αναμετρήσεις παρατάθηκαν. Οι Ρωμαίοι χρειάστηκε να κινητοποιήσουν τεράστιες δυνάμεις, να απολέσουν πλήθος άνδρες και να ταπεινωθούν πολλές φορές, έως ότου καταφέρουν να καταστείλουν την εξέγερση, κινητοποιώντας 10 λεγεώνες. Κατά μήκος μιας οδού έξω από τη Ρώμη σταυρώθηκαν 6.000 εξεγερμένοι.

Οι πόλεμοι των δούλων δεν ήταν η μοναδική απειλή για την κοινωνική τάξη. Σε ολόκληρη την Ελλάδα εκδηλώνονταν διαμαρτυρίες για τη συγκέντρωση της γης στα χέρια λίγων και για τα χρέη που συσσωρεύονταν για τους πολλούς. Τα παλαιά πολιτικά συστήματα, οι δημοκρατίες, ακόμη και οι ολιγαρχίες, που εξασφάλιζαν σε διάφορους βαθμούς τις τάξεις των πολιτών, είχαν καταρρεύσει. Με την επικράτηση της Ρώμης δεν υπήρχε ανάγκη ισχυρού και πολυάριθμου σώματος πολιτών, ικανού να στρατεύεται και να μάχεται για το καλό της πόλεως ή του ἔθνους. Η ίδια η έννοια του πολίτη έχανε το νόημα και την αξία της. Εγγυητής της τάξης ήταν πλέον ο ρωμαϊκός στρατός και προς αυτόν στρέφονταν όσοι ήθελαν να εξασφαλίσουν τον πλούτο και την κοινωνική τους θέση.

Οι διαθήκες συνεχίζονταν. Ο Απίων, γιος του Πτολεμαίου Η', παρέδωσε το 96 τις βασιλικές του κτήσεις στους Ρωμαίους. Είκοσι δύο χρόνια αργότερα ολόκληρη η Κυρηναϊκή με τις πόλεις της οργανώθηκε ως ρωμαϊκή επαρχία. Το 74 ο Νικομήδης κληροδότησε στη Ρώμη τη Βιθυνία.

Οι Αθηναίοι, έπειτα από πολλά χρόνια συμμαχίας με τους Ρωμαίους, δηλαδή απόλυτης υποταγής στη βούληση και τα συμφέροντά τους, πραγματοποίησαν το 88 μια εντυπωσιακή στροφή. Αποφάσισαν να ταχθούν με το μέρος του Μιθριδάτη ΣΤ' Ευπάτορος (121-63), που βρισκόταν ήδη σε ανοιχτή σύγκρουση με τη Ρώμη.

Ο Μιθριδάτης ήταν γόνος μιας δυναστικής οικογένειας που βασίλευε στον Πόντο για δυο περίπου αιώνες. Η καταγωγή του ήταν περσική (σύμφωνα με τον ιστορικό Αππιανό, ήταν δέκατος έκτος απόγονος του Δαρείου) αλλά, όπως οι πρόγονοί του, είχε ελληνική παιδεία. Με τους Έλληνες συνομιλούσε ως Έλληνας και με τους Ασιάτες ως Ασιάτης. Σύμφωνα με μια παράδοση, γνώριζε και τις 22 γλώσσες των εθνών στα οποία βασίλευε. Με τις ικανότητές του επέκτεινε πολύ τα όρια του βασιλείου και της επιρροής του. Κάποια στιγμή έφτασε να διεκδικεί περιοχές που βρίσκονταν στη σφαίρα επιρροής των Ρωμαίων. Του έδιναν θάρρος οι εμφύλιες διαμάχες στην Ιταλία. Ορισμένοι μάλιστα τον προσκαλούσαν να οδηγήσει τις δυνάμεις του εναντίον της ίδιας της Ρώμης, καθώς οι Ιταλοί σύμμαχοι είχαν ξεσηκωθεί διεκδικώντας δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη. Επιπλέον, ανέμενε ενίσχυση από πολλές ελληνικές πόλεις. Έχοντας πια κυριαρχήσει στη Μικρά Ασία, δεχόταν συνεχώς πρεσβευτές που επικαλούνταν την προστασία του, αποκαλώντας τον «θεό και σωτήρα». Η εντολή του να εξοντωθούν ταυτοχρόνως όλοι οι Ρωμαίοι που κατοικούσαν στην περιοχή του -λέγεται ότι σφαγιάστηκαν 80.000 άνδρες και γυναικόπαιδα- όχι μόνο δεν αποθάρρυνε τους περισσότερους Έλληνες, αλλά τους γέμιζε προσδοκίες. Ένας βασιλιάς περσικής καταγωγής γινόταν η τελευταία μεγάλη ελπίδα πολλών Ελλήνων για να ανακτήσουν την ελευθερία τους από τους Ρωμαίους.

Με τη φιλορωμαϊκή τους πολιτική οι Αθηναίοι είχαν εξασφαλίσει την ειρήνη για πολλά χρόνια. Διαπίστωναν ωστόσο ότι η ειρήνη είχε μεγάλο κόστος. Οι παρεμβάσεις των Ρωμαίων στις εσωτερικές τους υποθέσεις ήταν διαρκείς, προκαλώντας σοβαρές δυσλειτουργίες στο πολίτευμά τους. Επιπλέον, τα οικονομικά της πόλης αλλά και πολλών ιδιωτών ήταν σε άθλια κατάσταση. Όπως το διατύπωσε ένας ρήτορας της εποχής, τα ιερά παρέμεναν κλειστά, τα γυμνάσια άδεια, το θέατρο χωρίς κοινό, τα δικαστήρια και οι φιλοσοφικές σχολές χωρίς φωνή, ενώ η Πνύκα δεν εξουσιαζόταν πλέον από τον δήμο. Δύο ήταν τα αιτήματα που κυριαρχούσαν στη σκέψη πολλών: να απαλλαγούν από τα βαριά τους χρέη (τα περισσότερα προφανώς προς τους Ρωμαίους) και να αποκαταστήσουν τη δημοκρατία τους. Η ραγδαία πορεία του Μιθριδάτη τούς έδινε την εντύπωση ότι η ηγεμονία των Ρωμαίων μπορούσε να καταλυθεί. Ο Αθηνίων, ένας περιπατητικός φιλόσοφος, στάλθηκε στον Πόντο ως πρεσβευτής και επιστρέφοντας εκλέχθηκε στρατηγός. Η παλαιά συνήθεια που ήθελε τους φιλοσόφους ικανούς όχι μόνο στη θεωρία αλλά και σε πρακτικά θέματα ίσχυε ακόμη. Ο ενθουσιασμός με τον οποίο τον υποδέχθηκαν οι Αθηναίοι έδειχνε καθαρά σε ποιο βαθμό είχε φτάσει το μίσος τους εναντίον των Ρωμαίων. Ακόμη και οι διονυσιακοὶ τεχνῖται, οι άνθρωποι του θεάτρου, ξεσηκώνονταν με προθυμία. Ο Μιθριδάτης ήταν, άλλωστε, γνωστός και ως Νέος Διόνυσος.

Ένας ισχυρός στρατός του Μιθριδάτη κινήθηκε προς την Ελλάδα, υποτάσσοντας πολλά νησιά του Αιγαίου. Περνώντας από τη Δήλο, έσφαξε το πλήθος των Ρωμαίων που βρίσκονταν στο νησί και έστειλε τον θησαυρό του ναού στην Αθήνα. Με τη βοήθεια των Αθηναίων, μεγάλος μέρος της Ελλάδας πέρασε στον έλεγχο του βασιλιά. Για μια στιγμή η ιστορία της Αθηναϊκής Συμμαχίας έδειχνε να επαναλαμβάνεται.

Μέσα σε συνθήκες εμφύλιου πολέμου τα ρωμαϊκά συμφέροντα στην Ανατολή ανέλαβε να τα υπερασπιστεί ο Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας. Στο πρόσφατο παρελθόν είχε καταλάβει με τον στρατό του την ίδια τη Ρώμη για να θέσει υπό τον έλεγχό του την πολιτική κατάσταση. Χωρίς επαρκή χρηματοδότηση, ξεκίνησε τον πόλεμο στην Ελλάδα βασιζόμενος στους θησαυρούς της Ολυμπίας και των Δελφών. Οι Αθηναίοι βρέθηκαν στο επίκεντρο μιας σφοδρής αναμέτρησης. Το άστυ και ο Πειραιάς πολιορκήθηκαν χωριστά, αφού τα Μακρά Τείχη είχαν από καιρό καταρρεύσει. Για την κατασκευή πολιορκητικών μηχανών αποψιλώθηκαν από τους Ρωμαίους τα ιερά άλση, η Ακαδημία, όπου είχε διδάξει ο Πλάτων, και το Λύκειο, όπου είχε διδάξει ο Αριστοτέλης. Η ήττα της Αθήνας ήρθε το 86 μετά τον λιμό που προκάλεσε η πολιορκία ενός περίπου χρόνου. Ακολούθησε ανελέητη σφαγή και μια καταστροφή που όμοιά της δεν είχε γνωρίσει η πόλη από την εποχή του Ξέρξη. Πάρα πολλά δημόσια κτίρια πυρπολήθηκαν και οι θησαυροί της Ακρόπολης λεηλατήθηκαν. Ο αριθμός των νεκρών δεν έγινε γνωστός και ίσως να μην υπολογίστηκε ποτέ. Ο Σύλλας έγινε ο μοναδικός στρατηγός, όπως ειπώθηκε, που κατέκτησε με στρατό τόσο τη Ρώμη όσο και την Αθήνα. Τις λεπτομέρειες διέσωσε ο Πλούταρχος, ο οποίος είχε τη δυνατότητα να συμβουλευτεί υπομνήματα του ίδιου του Σύλλα, αλλά και να ακούσει προφορικές παραδόσεις που οι γεροντότεροι αφηγούνταν ακόμη στην εποχή του.

Όταν πια ήταν πολύ αργά για τους Αθηναίους, έφτασε και άλλος στρατός του Μιθριδάτη με 100.000 πεζούς, 10.000 ιππείς και 90 δρεπανηφόρα άρματα. Στον στρατό πολεμούσαν και 15.000 δούλοι, που είχαν απελευθερωθεί με απόφαση του βασιλιά. Αλλά οι ρωμαϊκές λεγεώνες έδειξαν για μία ακόμη φορά την υπεροχή τους απέναντι σε φάλαγγες που παρέμεναν εξοπλισμένες με σάρισες. Στη Χαιρώνεια και τον Ορχομενό, όπου δόθηκαν οι καθοριστικές μάχες, ο στρατός του Μιθριδάτη υπέστη συντριπτική ήττα και υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τους Έλληνες στο έλεος των Ρωμαίων. Όπως αφηγείται ο Πλούταρχος, διακόσια χρόνια αργότερα μπορούσε ακόμη να δει κανείς πολλά τόξα, κράνη, κομμάτια από σιδερένιους θώρακες και μαχαίρια βυθισμένα στα έλη.

Ο Σύλλας έκρινε χρήσιμο, πριν επιστρέψει θριαμβευτής στη Ρώμη, να μυηθεί στα Ελευσίνια μυστήρια που υπόσχονταν μετά θάνατον ευτυχία. Από το πλήθος των λαφύρων, διάλεξε επίσης για τον εαυτό του τη βιβλιοθήκη του Αριστοτέλη και του Θεόφραστου, που βρισκόταν σε χέρια ιδιωτών και δεν ήταν ευρύτερα γνωστή ούτε καν στους μαθητές της σχολής. (Στη Ρώμη, πάντως, η αξία της βιβλιοθήκης εκτιμήθηκε και, μετά την ταξινόμησή της, έγινε ευρύτερα προσιτή - όπως ισχυριζόταν μια μεταγενέστερη παράδοση.) Ο Σύλλας αποχώρησε χωρίς να ολοκληρώσει την αναμέτρηση της Ρώμης με τον Μιθριδάτη. Οι συνεχιζόμενοι εμφύλιοι πόλεμοι τον υποχρέωσαν να συνάψει μια ευνοϊκή ειρήνη για να ασχοληθεί με επείγουσες υποθέσεις της αυτοκρατορικής πρωτεύουσας.

Η κατάκτηση του Πόντου έγινε το 70 και ολοκληρώθηκε λίγα χρόνια αργότερα από τον Γναίο Πομπήιο, έναν από τους μεγαλύτερους Ρωμαίους στρατηγούς. Ο Πομπήιος είχε ήδη θριαμβεύσει στην Αφρική και την Ισπανία, είχε συμβάλει στην καταστολή της εξέγερσης του Σπάρτακου και εκείνη την εποχή εκκαθάριζε αποφασιστικά τη Μεσόγειο από τους πειρατές που τη λυμαίνονταν. Αυτό ήταν ένα μεγάλο κατόρθωμα που ωφέλησε Ρωμαίους και Έλληνες. Όπως σημειώνει ο Πλούταρχος, οι πειρατές δεν λεηλατούσαν μόνο νησιά και παραθαλάσσιες πόλεις, αλλά συλούσαν επίσης πλήθος ιερά που παρέμεναν έως τότε απάτητα. Ανάμεσά τους το Κλάριο στην Ιωνία, το Διδυμαίο στη Μίλητο, το Σαμοθράκιο στο ομώνυμο νησί, το Ασκληπιείο στην Επίδαυρο, του Ποσειδώνα στον Ισθμό και το Ταίναρο, του Απόλλωνα στο Άκτιο και τη Λευκάδα, και της Ήρας στη Σάμο και το Άργος. Με τις πράξεις τους αυτές ήθελαν να δείξουν την περιφρόνησή τους προς τον πολιτισμό των Ρωμαίων (και των Ελλήνων υπηκόων τους). Άλλωστε, πολλοί από αυτούς λάτρευαν τον ιρανικό θεό Μίθρα, καθιστώντας τον ίσως γνωστό για πρώτη φορά στον ελληνικό κόσμο.

Ο Πομπήιος οδήγησε τον Μιθριδάτη στην αυτοκτονία και κατέστησε τη Βιθυνία και τον Πόντο ρωμαϊκές επαρχίες. Μετά τη νίκη του προσπάθησε να συμφιλιωθεί με τους Αθηναίους: επισκέφθηκε την Αθήνα, συνομίλησε με φιλοσόφους και έδωσε χρήματα για την επισκευή της πόλης. Λίγα χρόνια αργότερα, το 64, κατέλυσε το αδύναμο πια βασίλειο των Σελευκιδών και επέκτεινε τη ρωμαϊκή εξουσία έως τη Μεσοποταμία. Εκμεταλλευόμενος τις εσωτερικές αντιθέσεις του μικρού ιουδαϊκού βασιλείου, εισέβαλε στην Ιερουσαλήμ και εισήλθε στον Ναό. Η Ιουδαία έγινε και αυτή μέρος της ρωμαϊκής επικράτειας. Έχοντας σύνορο τον Ευφράτη ποταμό, η αυτοκρατορία γειτόνευε πλέον με το βασίλειο των Πάρθων.

Αβάσταχτο, το κενό της ψευδαίσθησης

Μπορούμε να ζήσουμε με ασφάλεια, ηρεμία, σκοπό, ισορροπία, σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, φαίνεται να χάνεται και να τρέφεται ακόμα με ψευδαισθήσεις;

Οι απαντήσεις είναι πάντα απλές, φτάνει να τολμούμε τις ερωτήσεις. Φτάνει να αναζητούμε πραγματικά. Γιατί οι περισσότεροι κάνουμε τις ερωτήσεις μόνο νοητικά, μόνο θεωρητικά, συμπληρώνοντας αυτόματα τις γνώριμες απαντήσεις που έχουμε συνηθίσει να δίνουμε. Ένα πρόγραμμα που επαναλαμβάνεται μέσα μας, κάθε κλάσμα του δευτερολέπτου, εντελώς χωρίς τη δική μας συνειδητή βούληση.

Οι άνθρωποι φοβούνται το κενό, όπως φοβούνται και το θάνατο και τη ζωή. Δεν αντέχουν να μην ξέρουν, να μην παρασύρονται από αυτά που οι αισθήσεις τους παρουσιάζουν. Αγνοούν πως οι αισθήσεις υπηρετούν το πρόγραμμα, πως δεν τους ανήκει πια τίποτα. Τίποτα δεν είναι πραγματικά δικό τους.

Είναι αδύνατον να αντιληφθεί οποιοσδήποτε το παιχνίδι που παίζεται κάτω από τη μύτη του, από τον ίδιο του το νου, αυτόματα, αυτόβουλα. Αναγκαστικά όμως, πρέπει να υποθέσει πως γνωρίζει τα παιχνίδια που παίζονται στην κοινωνία, από άλλους, από «το σύστημα» γιατί διαφορετικά μένει ακάλυπτος, παραμένει ανασφαλής…ή έτσι πιστεύει.

Οπότε, συμπληρώνει τα εσωτερικά κενά με θεωρίες συνομωσιολογίας που δεν καταλαβαίνει και πολύ, όμως υιοθετεί. Ξεκινά και διεξάγει άπειρους πολέμους, επαναστάσεις, αλλαγές, όλα βασισμένα στις «καλύτερες προθέσεις» για έναν «καλύτερο κόσμο», που θεωρεί πως επιχειρεί.

Ακόμα κι αν σταματήσει για λίγο για να αναρωτηθεί, γιατί δεν δουλεύουν οι αλλαγές, γιατί δεν έχουν αποτέλεσμα οι επαναστάσεις, γιατί δεν επικρατεί το «καλό», το «ωφέλιμο», το «σωστό», συμπληρώνει άμεσα, ακαριαία το εσωτερικό κενό, με γνώριμα, αποδεκτά συμπεράσματα:

Οι άλλοι δεν θέλουν/δεν προσπαθούν αρκετά.

Το σύστημα δεν το επιτρέπει.

Οι δυνατοί/οι ελίτ/οι κακοί μας πολεμούν.

Θέλει πολύ χρόνο να επικρατήσει κάτι καλό.

Εγώ θα είμαι ο μάρτυρας που φυτεύει το σπόρο.

Κάποια μέρα θα γίνει.

Χρειάζονται περισσότεροι για να γίνει η ανατροπή.

Και μετά επιστρέφει στη γωνίτσα του, θεωρώντας αλαζονικά πως αυτός διαφέρει από «τους υπόλοιπους» που δεν έχουν πάρει μυρωδιά τι πραγματικά συμβαίνει. Διαφορετικά, δημιουργεί μια ομάδα, στην οποία κλείνεται, εκφράζεται, ανήκει, για να αισθάνεται ασφάλεια με τους ομοίους του. Οποιαδήποτε ερώτηση, αμφισβήτηση, διαφωνία έρθει «απ’ έξω» είτε την αγνοεί, δείχνοντας «ανωτερότητα», ενώ ουσιαστικά δεν μπορεί να την απαντήσει, είτε απαντάει με λόγια άλλων και παραπομπές, που θεωρεί δικά του.

Όμως, η φθορά και το γκρέμισμα συνεχίζονται, άσχετα αν κάποιοι (πολλοί) θέλουν να ζουν τα δικά τους παραμύθια. Αθέατο, αδυσώπητο, κατακλυσμιαίο, όμως σε τέτοια «αργή κίνηση» λόγω της πυκνότητας της ενέργειας, που δεν γίνεται αντιληπτό.

Οι υπεκφυγές εξακολουθούν να είναι όσες και οι άνθρωποι. Πού να τις εντοπίσεις; Ειδικά αν θέλεις να τις αγνοείς.

Σε κάθε κατακλυσμιαίο γκρέμισμα, ακμάζουν ταυτόχρονα, άπειρες θεωρίες αναστύλωσης, διατήρησης του «ορθού», προσπάθειες δημιουργίας, που παγιδεύουν τους φοβικούς και παρασύρουν τους ευκολόπιστους. Είναι πάγια λειτουργία ανά τους αιώνες που έχουμε μάθει και εύκολα βασιζόμαστε σε αυτήν για να μας «λυτρώσει» από την άγνοιά μας. Έτσι καταφέρουν, εικονικά, να ξεχωρίζουν οι «καλοί» από τους «κακούς» σπρώχνοντας επικίνδυνα τις πολικότητες σε σύγκρουση.

Τίποτα από όλα αυτά δεν φαίνεται. Δεν μπορεί κάποιος να σου τα φανερώσει. Πρέπει να μπορείς να τα δεις μόνος σου, εσύ με τον Εαυτό σου. Είναι βιωματική διαδικασία, που ο νους, η προσωπικότητα, η κοινωνία, το «σύστημα» δεν θα σε αφήσει να κάνεις. Πρέπει να το παλέψεις… όχι όπως έμαθες να παλεύεις. Γιατί, το σύστημα είσαι εσύ, εγώ, ο διπλανός σου. Κανείς, και τίποτ' άλλο!

Πρέπει να το θέλεις πάνω από όλα, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο και πρέπει να είσαι κάθε στιγμή αφοσιωμένος σε αυτό, να ξεμάθεις για να μάθεις, να απαλλαγείς από τα έτοιμα προγράμματα που διατηρείς, να εγκαταλείψεις τη γνώση που πιστεύεις πως έχεις. Κάθε φορά!

Διαφορετικά, ο δρόμος είναι ήδη στρωμένος. Θα ξυπνάς κάθε πρωί, νομίζοντας πως έχεις τη μέρα σου (και τη ζωή σου) στρωμένη μπροστά σου, κυνηγώντας τις άπειρες ψευδαισθήσεις σου και θα πέφτεις για ύπνο το βράδυ με άπειρα ερωτήματα που θα βιάζεσαι να απαντάς με τις υπάρχουσες ελκυστικές θεωρίες:

Πρόσεχε τη διατροφή σου

Να κάνεις το καλό όπου μπορείς

Κάνε οικονομία

Γυμνάσου

Επέλεξε εναλλακτικούς τρόπους ζωής

Καλλιέργησε την τροφή σου

Άλλαξε τη δουλειά σου

Φτιάξε κοινότητα με τους ομοίους σου.

Βρες τον/την ιδανικό σύντροφο.

Απομάκρυνε όσους δεν σε εμπνέουν, κλπ κλπ

Όμως, παρόλα αυτά, θα συνεχίζεις να πονάς, να ψάχνεις, να θυμώνεις (αν και το κρύβεις γιατί έχεις διαβάσει για το νόμο της έλξης)), να αισθάνεσαι ενοχή (την οποία θα προσπαθείς να ξεφορτωθείς, χωρίς να το εντοπίζεις όμως), να συναντάς τοίχους και αδιέξοδα, να αρρωσταίνεις, να συρρικνώνεσαι, να απομονώνεσαι… Και φυσικά να υποστηρίζεις ακόμα πιο σθεναρά τις απόψεις σου.

Γιατί φοβάσαι, τρέμεις, αυτόν τον κόσμο που φαίνεται να χάνεται και εσύ έχεις ταχθεί να αναστυλώσεις, να διατηρήσεις... ή να υπερβείς! Πώς όμως να παραιτηθείς απ' όλα όσα έμαθες, πιστεύεις και υποστηρίζεις; Πώς να υπάρξεις χωρίς την πανίσχυρη προσωπικότητα που φαίνεται να είναι το Παν και ονοματίζει τα πάντα, καταχωρώντας τα σε κουτάκια, που ούτε καν γνωρίζεις πως υπάρχουν ή πού;

Γιατί, η πραγματική δύναμη δεν επιβάλλεται, η αληθινή γνώση δεν πείθει, η εσωτερική ηρεμία δεν χρειάζεται οπαδούς, η ζωή δεν είναι παζάρια!

Είναι όλα αυτά «καταστροφολογία»; Και ναι και όχι. Ο εκπαιδευμένος σου νους σίγουρα θα τα απορρίψει, θα πάει παρακάτω, σε κάτι πιο «ελπιδοφόρο» που έχεις ακόμα ανάγκη να πιστεύεις και να διατηρείς. Αλλά έτσι πρέπει να γίνει… γιατί η ελευθερία θέλει «αρετή και τόλμη» και δεν μπορεί να είναι για όλους. Σίγουρα δεν προσφέρεται η Γνώση «δωρεάν», με κρυφά ανταλλάγματα ή με δάνεια, όπως εκπαιδευτήκαμε να λαμβάνουμε τα πάντα στον "πολιτισμένο" κόσμο μας.

Τι προσφέρει ο Άλλος Δρόμος;

Το γκρέμισμα. Το τέλος των ψευδαισθήσεων.

Την αληθινή Γνώση που δεν υπάρχει σε πακεταρισμένα κουτάκια με όμορφες κορδέλες.

Την αμφισβήτηση του εικονικού κόσμου σου.

Το τσούξιμο των ματιών σου.

Το ξεβόλεμα.

Την ειλικρίνεια με το πραγματικό της νόημα.

Τη δημιουργική, αυθεντική σκέψη.

Τη μοναχικότητα.

Το άγνωστο.

Κάπου εδώ αποφασίζεις.... προσπερνάς ή ξαναδιαβάζεις. Έπειτα, αποφασίζεις ξανά. Τίποτα δεν είναι δεδομένο, τίποτα ξεκάθαρο. Όμως εσύ θα δράσεις, σύμφωνα πάντα με τη Βούλησή Σου. Και αυτό είναι δίκαιο! Γιατί, έχεις παραπλανηθεί: η Γνώση αποκαλύπτεται ΜΕΤΑ το γκρέμισμα, η Αλήθεια φανερώνεται μετά το τέλος των ψευδαισθήσεων. Δεν παίρνεις τίποτα μαζί σου. Ξαναγεννιέσαι εκ νέου. Αναγκαστικά! Ή συνεχίζεις όλα όσα ήδη γνωρίζεις....εκεί υπάρχουν πολλοί να σου κάνουν παρέα...

Η ανοσία του βλάκα

Κανένα πλάσμα δεν είναι επαρκέστερα εξοπλισμένο και προσαρμοσμένο στο περιβάλλον του από τον βλάκα – τον καθαρόαιμο βλάκα, τον ανόθευτο.

Θεωρώ ότι η βλακεία είναι μια πολύ έξυπνη κατασκευή. Μη με παρεξηγήσετε. Ούτε παραδοξολογώ, ούτε αστειεύομαι, ούτε ειρωνεύομαι. Εάν ήμουν οπαδός του Δημιουργισμού (αλλά δεν είμαι) θα σας έλεγα ότι η βλακεία είναι το υπέρτατο εφεύρημα του Πανάγαθου, εκεί όπου πραγματικά έβαλε τη σφραγίδα της ασύλληπτης μεγαλοφυΐας Του. Ακόμη όμως κι έτσι, ως ένας άθλιος άθεος με δαρβινικές εμμονές, δεν μπορώ παρά να παραδεχτώ ότι, και στο πλαίσιο των δικών μου γκρινιάρικων προδιαγραφών, η βλακεία τα βγάζει πέρα μια χαρά. Κανένα πλάσμα δεν είναι επαρκέστερα εξοπλισμένο και προσαρμοσμένο στο περιβάλλον του από τον βλάκα – τον καθαρόαιμο βλάκα, τον ανόθευτο – προκειμένου να επιβιώσει όσο το δυνατόν περισσότερο. Θέλετε και το καλύτερο; Και στην περίπτωση που δεν κατορθώσει να επιβιώσει επί μακρόν (ορισμένες βλακείες, όπως πικρά γνωρίζουμε, έχουν βαρύ τίμημα), ούτε που θα πάρει χαμπάρι τι ακριβώς στερήθηκε. Δεν θα πονέσει, δεν θα παιδευτεί. Διόλου τυχαία έχει συνδυαστεί από αρχαιοτάτων χρόνων η βλακεία με τη μακαριότητα. Εάν υφίστανται ελάχιστοι και κακοτράχαλοι δρόμοι για την επιδίωξη της ευτυχίας, ο δρόμος της βλακείας είναι αναντίρρητα ο πιο φαρδύς και άνετος.

Έχουμε να κάνουμε με ένα λειτουργικό σύστημα απολύτως στεγανό και απολύτως προστατευμένο, την πλέον αυτοεκπληρούμενη από τις αυτοεκπληρούμενες προφητείες. Στο κάτω-κάτω, τι ζητάμε από τον βλάκα; Όχι και πολλά πράγματα. Το πρώτο που του ζητάμε (τον θεμέλιο λίθο, ουσιαστικά, όλων των υπολοίπων απαιτήσεών μας) είναι να πιστεύει. Η πίστη μετακινεί βουνά – έτσι δεν λέμε; Δεν είμαι σίγουρος ότι μετακινεί βουνά, δεν το έχω τσεκάρει -και μάλλον τείνω προς την αντίθετη άποψη: μόνη της η πίστη, δίχως τη συνδρομή κανενός άλλου παράγοντα (μια πίστη, ας πούμε, σε αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες εργαστηρίου), όχι βουνά δεν μετακινεί, αλλά ούτε ένα πιρούνι λίγων γραμμαρίων, πέντε μόλις εκατοστά από τα ακροδάχτυλά μας.

Ωστόσο, θα συμφωνήσω ότι η πίστη – όπως κι ένα οποιοδήποτε φάρμακο placebo – είναι σε θέση να ενεργοποιήσει έμμεσα τεράστιες φυσικές δυνάμεις και να προκαλέσει αξιοζήλευτα αποτελέσματα, συνήθως ολέθρια, αλλά όχι πάντα: μερικές φορές η πίστη με ωθεί σε αγαθοεργίες που δεν θα τις έπραττα ποτέ εάν δεν πίστευα σε κάτι. Γιατί δεν θα τις έπραττα; Γιατί είμαι βλάκας. Με την καλή έννοια.

Στο placebo μπορούμε να ρίξουμε ζάχαρη, αλάτι, λεμόνι, λαδόξιδο κ.λπ., αλλά το πιο σημαντικό είναι να μην ξεχνάμε πως, ό,τι και να ρίξουμε, θα είναι αποτελεσματικό στον βαθμό που ο ασθενής πιστέψει πως είναι αποτελεσματικό και η πίστη του, με τη σειρά της, ενεργοποιήσει έμμεσα… – να μην τα ξαναλέμε. Κατ’ αναλογίαν, το περιεχόμενο της πίστης μας δεν ενέχει την παραμικρή ποιοτική διαφορά: είτε στην άμωμο σύλληψη πιστεύουμε, είτε στον ιερό βράχο, είτε στη φλεγόμενη βάτο, δεν περνάμε από τις εξετάσεις του ορθολογισμού, σας το προσυπογράφω.

Αυτό όλοι οι πιστοί το αναγνωρίζουν ενστικτωδώς: μολονότι δεν σέβονται απεριόριστα παρά τον δικό τους ανορθολογισμό, εκδηλώνουν κάποιου είδους ανοχή για τον ανορθολογισμό των άλλων, αλλά καμία για τα αποβράσματα που δεν ομνύουν σε κανέναν ανορθολογισμό.

Οι οπαδοί των άλλων δογμάτων ή/και των άλλων θρησκειών είναι απολωλότα πρόβατα, αυριανά πελατάκια, επιδεκτικά προσηλυτισμού· μόνον οι άθρησκοι υποφέρουν από ανήκεστο βλάβη. Ιδού η ανοσία της βλακείας λοιπόν με τρεις απλές κινήσεις. Α): πιστεύεις σε κάτι, όσο εξωφρενικό ή παράλογο. Β): κάθε αμφισβήτηση προς την πίστη σου είναι αμφισβήτηση προς την ταυτότητά σου. Γ): αποδείξεις ζητούν μονάχα οι άπιστοι. Voilà! Δεν θα πεθάνεις ποτέ. Ασε που και να πεθάνεις, ούτε που θα το καταλάβεις. Ακαταμάχητος.

Η Αγάπη και το Σεξ

Η σεξουαλική ή οργασμική απόκριση είναι μία από τις πιο ισχυρές δυνάμεις στον πλανήτη

Κάνει να δουλεύουν τα πάντα, να συνεχίζουν τα πάντα, να ζουν τα πάντα. Είναι μια Δύναμη μεγάλης Χαράς και μεγάλου Πόνου, για τον πλανήτη και για τους κατοίκους του. Είναι η πηγή του θανάτου, του πόνου, της δυστυχίας και των βασάνων. Είναι η πηγή της γέννησης, της χαράς, της δημιουργίας και της ευτυχίας. Έχει ρυθμιστεί, καναλιζαριστεί, συζητηθεί, αποκρυφτεί, διαμελιστεί, διαχωριστεί, λατρευτεί, από την αρχαιότατη εποχή που οι άνθρωποι ανακάλυψαν για πρώτη φορά τις ηδονές της, τις δυνάμεις της και τους τρόμους της, μέχρι σήμερα. Το Σεξ πάντα συσχετιζόταν με τον θάνατο, τη βία, την αναγέννηση, το καλό και το κακό. Αυτοκρατορίες ολόκληρες έχουν χτιστεί πάνω του, και αυτοκρατορίες ολόκληρες έχουν καταστραφεί εξαιτίας του.

Περιουσίες έχουν κερδηθεί και έχουν χαθεί εξαιτίας του. Ζωές, συλλογικά και προσωπικά, έχουν χτιστεί πάνω σε αυτό ή γκρεμιστεί από αυτό. Γάμοι έχουν φτιαχτεί από αυτό και έχουν χαλάσει από αυτό. Οι δυνάμεις του ενώνουν και αποχωρίζουν. Συνδέουν και ξεσχίζουν.

Δεν περνάει ούτε μία ώρα που να μην το θυμόμαστε και ταυτόχρονα να μη μας λέει κάτι να μην παρασυρθούμε από αυτό. Η έλξη μεταξύ των δύο φύλων έχει δημιουργήσει γιγάντιες βιομηχανίες, και χωρίς αυτήν δεν θα υπήρχε τίποτα. Όλες οι θρησκείες, μυστικά, είναι βασισμένες σε αυτό, στο σεξ, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ο Φρόιντ βάσισε τη θεωρία του σε αυτό. Η ψυχολογία είναι βασισμένη σε αυτό. Οι Φυσικοί συζητούν την έλξη και την απώθηση των φορτισμένων σωματιδίων.

Τί είναι αυτή η δύναμη που οι άντρες και οι γυναίκες επιθυμούν, λατρεύουν και φοβούνται; Γιατί είναι τόσο σημαντική; Πώς μπορεί μία στιγμή ευχαρίστησης, μόνο μία στιγμή ευχαρίστησης, να έχει προκαλέσει τόση πολλή θλίψη και τόσο μεγάλες έγνοιες; Και, έχει κάνει τις γυναίκες και τους άντρες ταυτόχρονα αντιπάλους και φίλους.

Το σεξ περιγράφεται με τόσα πολλά λόγια, αλλά παρ’ όλα αυτά κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει τον οργασμό σε κανέναν. Γιατί το σεξ πρέπει να είναι τόσο ευχάριστο; Αν δεν ήταν, άραγε, μήπως οι άνθρωποι και τα άλλα ζώα δεν θα αναπαρήγαγαν το είδος τους; Άραγε, το ανθρώπινο είδος θα πέθαινε αν τα ταμπού που έχουν επιβληθεί στο σεξ δεν υπήρχαν; Είναι τα ταμπού αυτά που μας κάνουν να ενδιαφερόμαστε τόσο πολύ γι’ αυτό και να ενθουσιαζόμαστε τόσο με αυτό; Είναι η παράβαση των ταμπού που μας οδηγεί στα άκρα που φτάνουμε; Είναι η πρόκληση της χρήσης των ρούχων; Τι είναι αυτό, που μπορεί ταυτόχρονα να μας προσφέρει τόσο μεγάλη ευχαρίστηση και τόσο μεγάλο πόνο και δυστυχία (πολέμους, υπερπληθυσμό, πείνα, έγκλημα, και την πιθανή καταστροφή του πλανήτη Γη);

Πρέπει το σεξ να είναι καταναγκαστικό, για να γινόμαστε τόσο παράλογοι ώστε να φέρνουμε ακόμη έναν άνθρωπο στον κόσμο για να υποφέρει και να πεθάνει; Η τεκνοποίηση –για την οποία υπάρχει το σεξ– είναι η πιο εγωιστική πράξη στον κόσμο. Φέρνουμε άλλους ανθρώπους στον κόσμο για να πάρουν τη θέση μας. Δημιουργούμε μια φαντασματική προσωπική αθανασία. Τι θα γινόταν αν ήμασταν αθάνατοι; Θα θέλαμε παιδιά; Θα υπήρχε σεξ; Τί θα γινόταν αν το σεξ δεν ήταν καθόλου ευχάριστο; Θα ήταν ακόμη και τότε τόσο δημοφιλές; Και πόσα παιδιά θα υπήρχαν τότε;

Είναι άραγε το σεξουαλικό ένστικτο και η έκφρασή του ένα μεγάλο αστείο εις βάρος του λογικού/συνειδητού άνθρώπου; Στο κάτω-κάτω, ο οποιοσδήποτε μπορεί να το κάνει. Οποιοσδήποτε μπορεί να κάνει παιδιά. Οποιοσδήποτε μπορεί και θα γίνει θεός σ’ αυτά τα παιδιά. Είναι άραγε τα Εγώ μας τόσο αδύναμα ώστε χρειαζόμαστε παιδιά να μας κοιτούν από χαμηλά, ή αναπαραγόμαστε επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς; Είναι γι’ αυτόν τον λόγο που το σεξ είναι τόσο μεγάλο μυστήριο για τον πολιτισμένο άνθρωπο; Γιατί είναι τόσο ιδιωτικό;

Μας δημιουργεί τέτοια έπαρση ώστε να σκεφτόμαστε ότι η σεξουαλικότητά μας είναι τόσο διαφορετική από αυτήν των ζώων (και είναι), ή είναι το ότι και μόνο η ιδέα του μας υπενθυμίζει ότι η θέληση και η συνείδησή μας δεν είναι παρά πιόνια αυτής της Ζωώδους Δύναμης; Πρέπει πάντα το σεξ να είναι, σαν τον Κινγκ Κονγκ, μια τραχιά Ζωώδης Δύναμη, που παθαίνει αμόκ μέσα στον «πολιτισμένο» μας κόσμο;

Δεν γνωρίζουμε τις απαντήσεις σε όλες αυτές τις ερωτήσεις και σε πολλές άλλες ερωτήσεις. Δεν ξέρουμε καν αν είναι «αληθινές» ερωτήσεις, που τους αρμόζει να τις σκεφτούμε με ευφυΐα. Αλλά αυτό που εγώ ξέρω είναι το ότι, αν το Σεξ είναι η πιο ισχυρή δύναμη στον πλανήτη (ή είναι μία από τις τρεις μεγαλύτερες δυνάμεις), τότε, μέχρι να μεταμορφωθεί, οι άνθρωποι του κόσμου και ο πλανήτης δεν θα μεταμορφωθούν και τώρα ζουν σε μεγάλο κίνδυνο.

Πολλές μέθοδοι έχουν αναπτυχθεί για να ελέγξουν, να μεταμορφώσουν και να ρυθμίσουν τη σεξουαλική δύναμη. Η κάθε μία από αυτές έχει αποτύχει, δημιουργώντας περισσότερη δυστυχία στην εφαρμογή της. Κανένας ζωντανός άνθρωπος δεν γνωρίζει τι είναι το «φυσιολογικό» σεξ για τους ανθρώπους. Έχουμε υπάρξει πολύ «πολιτισμένοι» (τοπικοί και εξημερωμένοι). Νομίζουμε ότι οι δικές μας σεξουαλικές προτιμήσεις και συνήθειες είναι πεφωτισμένες, όταν, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν είναι παρά το αποτέλεσμα των γονιδίων μας και του ότι έχουμε γεννηθεί σε έναν συγκεκριμένο πολιτισμό και χρόνο.

Έχουμε την υπεροψία να πιστεύουμε ότι η αποχή και η αδυναμία, (η εγκράτεια και η ακολασία), τα δύο αντίθετα, είναι οι μόνοι δύο πόλοι που υπάρχουν στην κλίμακα της σεξουαλικής διάκρισης. Έχουμε δύο συγκρουόμενες ηθικές. Από τη μία έχουμε την ηθική της Διονυσιακής ακολασίας. Από την άλλη έχουμε την ηθική της Χριστιανικής αποχής. «Ο Χριστός ενάντια στον Διόνυσο». Αυτό ήταν και το μότο του Νίτσε. Ακόμη κι αυτός, που πολέμησε όλους τους δυϊσμούς, δεν πολέμησε αυτόν: διάλεξε τον Διόνυσο.

Επίσης, υπάρχει γάμος αλά μονοθεϊστικού στυλ. Υπάρχει γάμος αλά πολυθεϊστικού στυλ. Υπάρχει γάμος και κρυφές εξωσυζυγικές σχέσεις. Υπάρχει γάμος και ανταλλαγή συντρόφων. Υπάρχει το να συζείς. Υπάρχει πνευματικό σεξ χωρίς οργασμό, όπως στην ινδουιστική Τάντρα. Υπάρχουν πολλές Τάντρα, πολλών ειδών. Στην πραγματικότητα, η Τάντρα, όπως χρησιμοποιούμε τον όρο, δεν έχει με τίποτε να κάνει με αυτό που οι περισσότεροι άνθρωποι αποκαλούν σεξ. Η Τάντρα είναι Μετα-Σεξ.

Υπάρχουν «διαστροφές» του ενός ή του άλλου είδους. Υπάρχουν φετίχ: δερμάτινα, αλυσίδες, τραβεστισμός, εκκρίσεις, κλπ. Υπάρχουν σεξουαλικά συμβάντα μεταξύ αντρών και γυναικών. Υπάρχουν σεξουαλικά συμβάντα μεταξύ γυναικών και συμβάντα μεταξύ αντρών. Επίσης, υπάρχουν τεχνικές που περιλαμβάνουν διάφορα στόμια του σώματος και διάφορα μέλη του σώματος. Η λίστα δεν έχει τέλος. Υπάρχει κάθε συνδυασμός που θα μπορούσε να υπάρξει στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου μέχρι και του σεξ με τον εαυτό σου. Κι όμως, όλα αυτά, δεν οδήγησαν στη μεταμόρφωση, είτε προσωπικά είτε συλλογικά. Δεν άλλαξε ο άνθρωπος ούτε ο πλανήτης από όλα αυτά. Απλά με όλα αυτά έχουμε διαφορετικές μορφές του ίδιου πράγματος.

Πώς θα επιτευχθεί μια μεταμόρφωση και μια εξέλιξη; Τα πάντα κάτω από τον ήλιο έχουν δοκιμαστεί. Χωρίς αποτέλεσμα. Πρέπει να γεννηθεί μια νέα Σεξουαλική Οικολογία. Αυτό που λέω με δυο λόγια είναι: εφόσον το σεξ είναι η ισχυρότερη δύναμη στον πλανήτη, και τα πάντα λειτουργούν από αυτό και για αυτό, εξαιτίας του ο πλανήτης και οι άνθρωποι είναι αυτό που είναι, και δεν πρόκειται να μεταμορφωθούν, εκτός κι αν μεταμορφωθεί αυτή η δύναμη που τα κυβερνάει όλα.

Η Αγάπη και το Σεξ: Το αληθινό ταμπού

Όταν μία κουλτούρα απορροφιέται και εστιάζεται στο να αναχαιτίσει και να ελέγξει τις ενστικτώδεις δυνάμεις της ζωής, που φυσικά συμπεριλαμβάνουν και τη σεξουαλικότητα, είναι κατανοητό γιατί οι κοινωνικές δομές αυτής της κουλτούρας αποτυχαίνουν. Ο Μισέλ Φουκώ υποστηρίζει ότι η σεξουαλικότητα, όπως την ξέρουμε, αναπτύσσεται από την ανάγκη του Κοινωνικού Συστήματος της Δύναμης να κοντρολάρει το σεξ για τους δικούς του οικονομικούς και πολιτικούς σκοπούς, και έτσι είναι φυσικό να καταλήγουμε σε μια πολύ θλιμμένη κατάσταση στον κόσμο. Αυτή η θλιμμένη κατάσταση είναι γνωστή ως «διαχωρισμός», χωρισμός.

Ο μεγάλος διαχωρισμός που βιώνουμε, είναι ο χωρισμός της αγάπης και του σεξ.

Με απλά λόγια, στον δυτικό πολιτισμό η αγάπη είναι διαχωρισμένη από το σεξ.

Μας έχουν πει ότι το σεξ και η αγάπη πρέπει να είναι ένα, όμως όχι σαν εμπειρία, αλλά σαν μία κατάσταση νόμου. Όπως με όλους τους νόμους, υποκρινόμαστε ότι υπακούμε στον νόμο, όχι αληθινά αλλά γιατί «πρέπει». Με αυτήν την έννοια, μένουμε με το σεξ σαν αναπαραγωγή ή σαν εγωιστική ηδονή και σαν αναγκασμό χωρίς αγάπη. Ο Γάμος έχει σχεδιαστεί σαν μία μονάδα αναπαραγωγής και κοινωνικής σταθερότητας, για τους σκοπούς της δημιουργίας και της κατανάλωσης. Η αληθινή έκφραση της αγάπης και του σεξ είναι δευτερεύουσα, αφημένη στο πεδίο της ρομαντικής φαντασίας, μια ελπίδα ή ένα όνειρο. Αγάπη και σεξ μαζί, είναι ένα ονειρικό ιδεώδες, όχι αληθινό σε αυτόν τον κόσμο, αυτό θεωρούμε, εκτός αν –όπως πιστεύουμε– υπάρχει κάποιο εφήμερο ξεγέλασμα.

Διαχωρίζοντας την αγάπη από το σεξ, η κοινωνία και η κουλτούρα αντιμετωπίζουν την αιμομιξία (incest), δημιουργώντας το ταμπού της αιμομιξίας. Ο άνθρωπος γνωρίζει την αγάπη, από την αγάπη που νιώθει για τους γονείς του, τον πατέρα του και τη μητέρα του, και την αγάπη που νιώθει για τα αδέλφια του. Ο άνθρωπος γνωρίζει το σεξ, κάνοντας το με έναν ξένο. Όταν οι άνθρωποι παντρεύονται ή έχουν μια χρόνια σχέση, αυτό που κατά βάθος κάνουν είναι ότι αντικαθιστούν τον γονέα τους με κάποιον άλλον, σε μια σχέση αγάπης όπως την ξέρουν. Οι γυναίκες αντικαθιστούν τον πατέρα τους με τον άντρα τους και οι άντρες αντικαθιστούν τη μητέρα τους με τη γυναίκα τους. Επαναλαμβάνουν την αγάπη όπως την έχουν μάθει. Αγαπούμε τον άντρα μας, αγαπούμε τη γυναίκα μας. Με τον ίδιο τρόπο που αγαπούμε τον πατέρα μας, που αγαπούμε τη μητέρα μας.

Τα ζευγάρια κάνουν σεξ, ερωτεύονται, κάνουν περισσότερο σεξ, και στο τέλος καταλήγουν να αγαπούν ο ένας τον άλλον. Και, τότε, δεν μπορούν να κάνουν πλέον καλό σεξ, ή δεν κάνουν συχνό σεξ, ή και δεν μπορούν να κάνουν σεξ, διότι υπάρχει η αίσθηση της αιμομιξίας, διότι η αγάπη αυτή είναι η αγάπη για τον πατέρα ή τη μητέρα, και εμφανίζεται έτσι ένα ασυνείδητο και λανθάνων ταμπού. Οπότε, τι έχουμε; Έχουμε την αγάπη μέσα στο γάμο, και την αναζήτηση του σεξ έξω από τον γάμο!

Η αγάπη για την νέα οικογένεια, γίνεται η αγάπη για την παλιά μας οικογένεια, αυτήν την αγάπη της οικογένειας ξέρουμε, και διαχωρίζουμε σταδιακά την αγάπη από το σεξ, όπως τα είχαμε διαχωρισμένα στην παλιά μας πρωτότυπη οικογένεια, και φυσικά, όπως και τότε, αναζητούμε το σεξ έξω από την οικογένεια. Η αγάπη και το σεξ είναι διαχωρισμένα, εξαιτίας του ταμπού της αιμομιξίας. Αγαπάμε κάποιον και θέλουμε να είμαστε μαζί, αλλά επιθυμούμε το σεξ με έναν άλλον.

Ταυτόχρονα, που και που, διαπράττουμε μια «αιμομιξία», που για να μην τη νιώσουμε συνειδητά, οδηγούμαστε στο να νιώσουμε ότι τη βαριόμαστε, ότι δεν είναι αρκετή, ότι χρειάζεται ενίσχυση, ότι δεν είναι πια αυτό που ποθούμε τόσο πολύ. Γι’ αυτό η αγάπη είναι διαχωρισμένη από το σεξ. Γιατί η αγάπη μαζί με το σεξ, έχουμε συνηθίσει ασυνείδητα στο ότι είναι μια αιμομιξία. Γι’ αυτό και πιστεύουμε ότι η αγάπη για έναν άνθρωπο μπορεί να είναι αιώνια, αλλά το καλό σεξ με έναν άνθρωπο όχι.

Ταυτόχρονα, όλο και περισσότερο στις σύγχρονες κοινωνίες μας, οι παντρεμένοι χωρίζουν (κάνοντας δυστυχισμένα τα παιδιά τους), επειδή έχουν για τον σύντροφό τους τις προσδοκίες που είχαν από τον γονιό τους, με τις οποίες συχνά απογοητεύονται. Η γυναίκα (κυρίως αυτή) έχει από τον άντρα της τις προσδοκίες που είχε από τον πατέρα της, τον θέλει να λειτουργεί όπως ο πατέρας της, να γίνει συνειδητός σωσίας του. Ο άντρας έχει για τη γυναίκα του τις προσδοκίες που είχε από τη μητέρα του, τη θέλει να είναι η μητέρα του, να παίξει τον ρόλο της μητέρας του, και ζηλεύει τα παιδιά του που την αποσπούν από τον ρόλο της δικής του μητέρας στον ρόλο της μητέρας των παιδιών του. Συνήθως οι προσδοκίες αυτές, που είναι καθαρά παρανοϊκές, φυσικά δεν ικανοποιούνται, και γι’ αυτό πολλά ζευγάρια χωρίζουν. Τα παιδιά δεν έχουν σημασία, κανείς δεν νοιάζεται για τις συνέπειες σε αυτά, διότι από αυτούς ασυνείδητα νοείται ότι είναι τα αδέλφια τους, που μπορούν –όπως τα αληθινά αδέλφια τους– να ζήσουν και χωρίς την οικογένεια, ή με μία χαλαρή σχέση με την οικογένεια.

Η αχαλίνωτη ή ψυχαναγκαστική σεξουαλικότητα, καταδεικνύει την αποτυχία της κουλτούρας μας στο να ελέγξει τον φόβο της αιμομιξίας. Αντί η κοινωνία να αντιμετωπίσει ανοιχτά την αιμομιξία αυτήν καθ’ αυτήν, αντιμετωπίζει την ίδια τη σεξουαλικότητα, οδηγώντας μας να πιστέψουμε ότι οι «φριχτές συνέπειες» της αιμομιξίας, είναι αλληλένδετες με το ίδιο το σεξ. Πώς ακριβώς η κουλτούρα μας διαφοροποιεί το σεξ από την αιμομιξία; Στην πραγματικότητα δεν απευθύνεται ανοιχτά σε αυτό το ζήτημα με έναν συνειδητό τρόπο, αλλά επιτρέπει στο υποσυνείδητο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Έτσι, το σεξ και η αγάπη διαχωρίζονται στην πρακτική, αν και είναι συχνά ζωντανά στη φαντασία.

Διδαχτήκαμε, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, ότι η βαθιά αγάπη που νιώσαμε σαν παιδιά για τους γονείς μας «δεν πρέπει» να συσχετίζεται με το σεξ, και το σεξ που νιώσαμε σαν ενήλικες «δεν πρέπει» να συσχετίζεται με την αγάπη. Τότε, η κουλτούρα μας και ο πολιτισμός μας, συμπεραίνει ότι με τον Γάμο ή τη δέσμευση της σχέσης, η ενότητα αυτών των δύο ενστίκτων θα συμβεί αυτόματα. Θεωρεί ότι, ξαφνικά, με τον γάμο ή τη δέσμευση της σχέσης, η αγάπη και το σεξ θα ενωθούν. Φυσικά, όπως είναι αναμενόμενο, τελικά συμβαίνει το αντίθετο. Όλοι αναζητούν την αγάπη της αρχικής οικογένειας που έχουν χάσει, και τελικά το σεξ που έχουν χάσει από τον σύντροφό τους. Έτσι: Η αγάπη δεν υπάρχει, και το σεξ είναι ένα ζωώδες ένστικτο. Υπάρχει μόνο για την αναπαραγωγή ή για την εγωιστική ηδονή.

Ο «διαχωρισμός» πρέπει να αναιρεθεί συνειδητά. Η αγάπη πρέπει να ενωθεί με το σεξ, συνειδητά. Πρέπει να αποφύγουμε όλο αυτό το υποσυνείδητο σύνδρομο, με το να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχει και ότι καταστρέφει την αγάπη μας και τη σεξουαλικότητά μας. Ότι μάς έχει επιβληθεί αυτό το σύνδρομο. Ότι η σεξουαλικότητα έχει ενοχοποιηθεί εξαιτίας του. Ότι το σεξ δεν είναι στ’ αλήθεια συνδεδεμένο άρρηκτα με την αιμομιξία, ότι όλο αυτό είναι ένα υποσυνείδητο ταμπού, και ότι η αγάπη δεν είναι στ’ αλήθεια συνδεδεμένη με τη γονική αγάπη.

Το σεξ δεν είναι απλά ένα ζωώδες ένστικτο αν ενωθεί με την απενοχοποιημένη αγάπη. Η αγάπη δεν είναι απλά μια ρομαντική φαντασία αν ενωθεί με το απενοχοποιημένο σεξ. Απαιτείται η επιθυμία, η θέληση, το σεξ και η αγάπη να είναι ένα ως εμπειρία. Να είναι η ίδια εμπειρία. Είναι η ίδια εμπειρία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τις τεχνικές της Δυτικής Τάντρα και της νέας σεξουαλικής αλχημείας. «Love is the Law. Love Under Will»

Η Αγάπη η Ουσία ο Θάνατος και το Σεξ: Το άλλο αληθινό ταμπού

Το αληθινό οργασμικό σεξ είναι πολύ παρόμοιο με τον θάνατο.

Ο μόνος λόγος για τον οποίο πρέπει να φοβόμαστε τον θάνατο, είναι το ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν ζήσει ποτέ. Η ευχαρίστηση στον θάνατο, δηλαδή το να αφήνεσαι ολοκληρωτικά, είναι συγγενική με τη σεξουαλική πρακτική. Παρ’ όλα αυτά, η οργασμική ευτυχία μπορεί να βιωθεί μόνο αν η αγάπη και το σεξ γίνουν ένα. Όπως ακριβώς στον πολιτισμό μας έχει διαχωριστεί η αγάπη από το σεξ, με τον ίδιο τρόπο έχει διαχωριστεί ο θάνατος από τη ζωή. Ο ολοκληρωμένος και απόλυτος οργασμός αγκαλιάζει και θεραπεύει τους χωρισμούς μεταξύ ζωής και θανάτου, αγάπης και σεξ. Όταν η θεραπεία επιτευχθεί, η ανάγκη για θρησκεία και η εξάρτηση από τη θρησκεία επίσης εξαφανίζεται. Η ανάγκη για πολιτική και η εξάρτηση από την πολιτική επίσης εξαφανίζεται. Κι έτσι, οι ιερείς και οι πολιτικοί έχουν πολεμήσει σκληρά ενάντια στην οργασμικότητα.

Ο πλήρης Οργασμός είναι ένας Θάνατος.

Ο πλήρης Οργασμός είναι μία Γέννηση.

Ο πλήρης Οργασμός είναι Ζωή.

Η εκπαίδευση για τον πλήρη οργασμό, με σεξουαλικές τεχνικές, είναι η επιστροφή στη συνείδηση της αρχέγονης ορμής, στο Άλφα, στο Άιν Σοφ, στον δημιουργό της μορφής. Η μορφή γίνεται μια θανατηφόρα παραίσθηση όταν «υποκρίνεται» σαν να είναι η Ουσία. Η μορφή είναι απλά ο παιχνιδότοπος των σιωπηλών αρχών. Η Ουσία δεν μπορεί να γνωριστεί. Δεν είναι τμήμα του χωροχρονικού συνεχούς.

Όταν η Μορφή «νομίζει» για τον εαυτό της ότι είναι η ουσία, τότε είναι η ώρα της να διαλυθεί. Ο πλήρης οργασμός οδηγεί κάποιον πίσω στις «αρχές» –στην αρχέγονη ορμή της ενότητας που επιθυμεί να γνωρίσει τον εαυτό της μέσα από τις πιθανότητες και τις δυνατότητές της. Όταν μία μορφή είναι πρόθυμη να αφεθεί (to let go), όταν έχει τη θέληση να αφεθεί, να πεθάνει, τότε ο θάνατος δεν είναι επώδυνος. Ο πόνος είναι το αποτέλεσμα μιας πάλης, η πεποίθηση ότι η μορφή είναι η ουσία. Η μορφή δεν είναι η ουσία. Το φαινόμενο δεν είναι η ουσία. Το σύμπτωμα δεν είναι η ουσία. Η ουσία είναι η ουσία.

Μπορούμε να φτάσουμε στο σημείο ενός πλήρους, ολοκληρωτικού, χαοτικού οργασμού, να φτάσουμε στη δημιουργική δύναμη της ίδιας της ζωής. Ο θάνατος, με την έννοια της οπτικής του δυτικού πολιτισμού, είναι μια ψευδαίσθηση. Αυτή η ψευδαίσθηση πηγάζει από την πεποίθηση ότι η μορφή είναι η ουσία. Φυσικά, αυτό είναι μια απαραίτητη επινόηση με την οποία το Πνεύμα απολαμβάνει και διασκεδάζει τον εαυτό του. Όμως, η μορφοποιητική διαδικασία και η αποσυνθετική διαδικασία, είναι απλά αυτό: διαδικασίες. Δεν είναι πράγματα. Είναι διαδικασίες. Ο θάνατος, όπως τον καταλαβαίνουμε, μπορεί να συμβεί μόνο στα πράγματα, όχι στις διαδικασίες. Ο ύστατος οργασμός απομακρύνει την Πραγματικότητα από τη ζωή, και σε ρίχνει πίσω στην Αρχέγονη Διαδικασία, στη Μη-Πραγματικότητα.

Κάθε μορφή είναι απαραίτητη ως τμήμα της διαδικασίας της εμπειρίας. Ο κίνδυνος υπάρχει μόνο στην απώλεια της συνείδησης ότι η μορφή είναι απλά μορφή –δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο η Ουσία γνωρίζει και βιώνει τις Άπειρες Δυνατότητες. Στα πνευματικά όπως και στα υλικά ζητήματα, οι άνθρωποι έχουν τη φριχτή τάση να πιστεύουν στ’ αλήθεια ότι η μορφή είναι η ουσία. Δεν είναι δύσκολο να το δει κανείς γύρω του αυτό. Εκκλησίες, κυβερνήσεις, οικογένειες, δουλειές, οι λέξεις είναι όλες μορφές που έχουν παρεξηγηθεί ότι είναι η Ουσία. Αν δεν κατανοηθεί αυτή η διαδικασία, ο ίδιος ο άνθρωπος θα γίνει όλο και περισσότερο το πράγμα που θα επεξεργαστεί και θα μηχανοποιηθεί στην υπηρεσία της Μορφής. Αυτή είναι η αληθινή Πτώση, το να πιστεύεις ότι οι λέξεις είναι η γνώση, κι ότι η γνώση είναι η ουσία.

Η μορφή δεν είναι η ουσία. Η λέξη δεν είναι η ουσία. Οι γνώσεις για την ουσία δεν είναι η ουσία. (Και, τι είναι η συνουσία;) Κοιτάξτε ένα αυγό. Βλέπετε το τσόφλι του, αγγίζετε το τσόφλι του, γεύεστε το τσόφλι του. Είναι περίβλημα. Κι όμως, δεν είναι αληθινό αυτό που βλέπετε, δεν φαίνεται τίποτε από την αλήθεια του. Η ουσία είναι μέσα στο αυγό, δεν είναι αυτό που φαίνεται. Αυτό που κρύβεται μέσα στη μορφή, δεν έχει καμία σχέση με τη μορφή. Αν ήσασταν μέσα στο αυγό, και θέλατε να έρθετε σε επαφή με τη ζωή, θα έπρεπε να σπάσετε το τσόφλι, να διαλύσετε τη μορφή, για να έρθετε εσείς η ουσία σε εμπειρία της ουσίας. Η γέννησή σας θα ήταν ο θάνατος της μορφής του αυγού, η διάλυση της μορφής από την ουσία. Και η πρώτη σας επαφή με την ουσία. Αν είμαστε μέσα στο αυγό, το αυγό πρέπει να είναι αρκετά χοντρό για να μας προστατεύει όσο είμαστε μέσα του, αλλά και αρκετά λεπτό για να μπορούμε να το σπάσουμε και να βγούμε έξω όταν έρθει η ώρα. Είναι ένα μυστικό αυτό.

Ο οργασμός, όπως και ο θάνατος, όπως και η γέννηση, είναι το σπάσιμο του αυγού.

Το αληθινό οργασμικό σεξ είναι πολύ παρόμοιο με τον θάνατο.

Όπως ακριβώς στον πολιτισμό μας έχει διαχωριστεί η αγάπη από το σεξ, με τον ίδιο τρόπο έχει διαχωριστεί ο θάνατος από τη ζωή. Και με τον ίδιο τρόπο έχει ταυτιστεί η μορφή με την ουσία. Έχουμε μάθει να φοβόμαστε τον θάνατο, επειδή δεν είμαστε σε συνεχή επαφή με την ουσία, αλλά σε συνεχή επαφή με τη μορφή, που είναι καταδικασμένη να χαθεί για να αναδυθεί η ουσία. Έτσι, οτιδήποτε διαισθανόμαστε ότι έχει να κάνει με την ουσία, το έχουμε ταυτίσει υποσυνείδητα με τον θάνατο.

Στην πραγματικότητα, στην κουλτούρα και στον πολιτισμό μας, κατά βάθος θεωρούμε ότι ο θάνατος είναι ταυτισμένος με την απώλεια της προσωπικότητας, δηλαδή με την απώλεια της ταυτότητας, δηλαδή με το χάσιμο του Εγώ. Έτσι έχουμε ταυτίσει το Εγώ με τη ζωή. Το Εγώ μπορεί να υπάρξει μόνο με τον διαχωρισμό του από όλα τα άλλα πράγματα, για να έχει ταυτότητα, εντοπισμό, ύπαρξη, ατομικότητα, προσωπικότητα. Έτσι, ασυνείδητα πιστεύουμε ότι ο διαχωρισμός είναι η ζωή και ότι η ενότητα είναι ο θάνατος. Ενώ ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Έχουμε πάρει τη μορφή για την ουσία. Είναι λάθος. Η ενότητα είναι η ζωή, και ο διαχωρισμός είναι ο θάνατος. (Στα ελληνικά, Κόλαση, σημαίνει αποκοπή, διαχωρισμός).

Επειδή η συνουσία οδηγεί στον οργασμό, στην ευχαρίστηση της απόλυτης παράδοσης στην ουσία, έχουμε ασυνείδητα οδηγηθεί να πιστεύουμε ότι η συνουσία είναι ο θάνατος. Και ότι πρέπει να παλέψουμε με τον θάνατο για να τον νικήσουμε. Ότι πρέπει να παλέψουμε κατά τη συνουσία. Γι’ αυτό δεν αφηνόμαστε κατά τη συνουσία. Οι άντρες αρέσκονται να νιώθουν ότι εμβολίζουν, οι γυναίκες να νιώθουν ότι απορροφούν. Και αυτό κάνουν. Και τα δύο έχουν να κάνουν με την επιβολή, με την κατάκτηση, με τη βία, με την αφομοίωση του αντιπάλου στον εαυτό μας. Και αυτό γίνεται με σκοπό την εγωιστική ηδονή, την επιβεβαίωση της μορφής, την ενδυνάμωση του Εγώ. Ο άντρας κατακτά τη γυναίκα εισχωρώντας μέσα στον εαυτό της, η γυναίκα κατακτά τον άντρα απορροφώντας τον μέσα στον εαυτό της. Είναι ένας αγώνας, μια εξαφάνιση του άλλου και μια ενίσχυση του εαυτού. Είναι πολύ αναμενόμενο να μην έχει να κάνει με την αγάπη. Και η αγάπη να μην έχει να κάνει με το σεξ. Να είναι δύο διαφορετικά πράγματα.

Επειδή έχουμε ταυτίσει τον θάνατο με την απώλεια της προσωπικότητας, δηλαδή με την απώλεια της ταυτότητας, με το χάσιμο του Εγώ, και έχουμε ταυτίσει το Εγώ με τη ζωή, και την απώλεια του Εγώ με τον θάνατο, την παραμικρή απώλεια του Εγώ την αντιμετωπίζουμε ως εμπειρία θανάτου. Φόβου και τρόμου, κάτι αποτρόπαιο, κάτι από το οποίο πρέπει να προστατευτούμε.

Το χάσιμο του εαυτού που συμβαίνει με τον απόλυτο οργασμό, που προκύπτει από την απόλυτη παράδοση, το έχουμε ταυτίσει με τον θάνατο, και είναι όντως εμπειρία παρόμοια με τον θάνατο, είναι ανάδυση της ουσίας, σπάσιμο του αυγού, διάλυση της μορφής, απώλεια της ταυτότητας, αναίρεση του διαχωρισμού, απόλυτη ενότητα, θάνατος.

Γι’ αυτό και ο οργασμός είναι ταμπού. Είναι το ταμπού του θανάτου. Και το απενοχοποιημένο σεξ, με αχαλίνωτη αγάπη, που οδηγεί στον απόλυτο οργασμό, είναι ταμπού, απαγορεύεται. Πρέπει πάντα να κρατάμε πίσω κάτι (to hold back), πρέπει να μην «παρασυρόμαστε ολοσχερώς», να έχουμε ανασφάλεια, να φοβόμαστε την «έκθεση», την απόλυτη αδυναμία που προκύπτει από την απόλυτη παράδοση, από τον απόλυτο οργασμό, από το απόλυτο σεξ, από την απόλυτη αγάπη. Τόσο άρρωστοι είμαστε σαν άνθρωποι, τόσο άρρωστος είναι ο πολιτισμός μας και η κουλτούρα μας. Φοβόμαστε να μην πεθάνουμε, ενώ είμαστε ήδη πεθαμένοι, δεν ζούμε. Κι όταν νιώσουμε κάτι από την αληθινή ζωή, προτιμούμε αμέσως να συνεχίσουμε να είμαστε πεθαμένοι, για να μην πεθάνουμε!

Η Σεξουαλικότητα στον Δυτικό Πολιτισμό

Ιστορικά, στη δυτική μας κουλτούρα, η σεξουαλικότητα ήταν πάντα ψυχαναγκαστική. Η παράδοσή μας, είτε διδάσκει την αποχή και την εγκράτεια, είτε την ακολασία και την παρόρμηση, και μερικές φορές και τα δύο ταυτόχρονα (τη σύζυγο για τα παιδιά, την πόρνη για την ευχαρίστηση). Αυτά είναι τα δύο μονοπάτια της συνηθισμένης σεξουαλικότητας, τα οποία, φυσικά, οι περισσότεροι θιασώτες τους πιστεύουν ότι είναι ασυνήθιστα και εκπληκτικά. Μάλιστα, οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι η μορφή της σεξουαλικής τους συμπεριφοράς είναι μοναδική και ολοκληρωμένη, και από τη συνηθισμένη οπτική αυτό είναι αλήθεια.

Στα πρώτα στάδια της εγκαθίδρυσης του θεσμού του Γάμου, η σεξουαλικότητα υιοθετήθηκε για να χρησιμοποιηθεί σαν ένα «δεσμευτικό» μέσο, ένα μέσο δεσμού. Έλπιζαν ότι με το να επιβάλλουν αρχικά σεξουαλική εγκράτεια πριν από τον γάμο, κι έπειτα τελικά να προσφέρεται «άφεση της αμαρτίας» και σεξουαλική ικανοποίηση μέσα στον Γάμο, θα δημιουργούταν η αποτύπωση ενός δεσμού με ηδονικό πρότυπο, που θα συγκολλούσε το ζευγάρι, για να εξασφαλιστεί ότι το μωρό θα ήταν ασφαλές και προστατευμένο από το ζευγάρι και θα επιβίωνε με τον τρόπο που το θρησκευτικό-πολιτιστικό παράδειγμα βλέπει ως τον μόνο δυνατό τρόπο να διατηρήσει τον εαυτό του και το είδος του. (Για κάθε κουλτούρα, η έννοια του ανθρωπίνου είδους και του εαυτού της, είναι το ένα και το αυτό).

Η απαγόρευση του σεξ πριν από τον Γάμο, δεν στοχεύει σε καμία ηθική κατάκτηση, αλλά στην ενίσχυση του Γάμου, και στην ενίσχυση της επιβίωσης του είδους μέσω της ασφάλειας των τέκνων.
Όπως η Ιστορία έχει δείξει, η παρθενία έχει εξυπηρετήσει στο να δημιουργηθεί μία δυναμική μετα-συνουσιακή δέσμευση, όταν επιτέλους η συνουσία επιτευχθεί, και στο να δημιουργηθεί ένας οικονομικός μηχανισμός για εκείνα τα πατριαρχικά καθεστώτα στα οποία η ιδιοκτησία θεωρούνταν ως η υψηλότερη έκφραση του κύρους, της υπόληψης και της δύναμης.

Οι περισσότερες πρώιμες φάσεις του Δυτικού Πολιτισμού (ως το 1960) έδειχναν μικρό ενδιαφέρον για τη φύση και την καλλιέργεια της γυναικείας σεξουαλικότητας. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις αρχαίες μυστηριακές θηλυκές λατρείες, όπου η γυναικεία σεξουαλική ευχαρίστηση ήταν κυρίαρχη, και όπου πολύ συχνά οι άντρες «χρησιμοποιούνταν» ως σεξουαλικά αντικείμενα, όπως ακριβώς και οι γυναίκες έχουν χρησιμοποιηθεί πιο πρόσφατα.

Αυτό που έκαναν οι γυναίκες στους άντρες σε παλαιότερες εποχές, έκαναν οι άντρες στις γυναίκες σε νεότερες εποχές. Οι αρσενικές θρησκείες, όπως επίσης και οι μυστικές τους αδελφότητες, επέμειναν στο να τιμωρούν το θηλυκό για τη γνώση και τη δύναμη που αυτό κατέχει σχετικά με την ανώτερη χρήση των ψυχο-σεξουαλικών δυνάμεων. Η γυναίκα ήταν πάντα πιο κοντά σε αυτήν την αλήθεια, από ό,τι το πατριαρχικό αρσενικό αντίστοιχό της. Οι άντρες όχι μόνο φοβόντουσαν πάντοτε τη φυσική γνώση της, αλλά και τις σεξουαλικές ικανότητές της. Έτσι, δημιούργησαν την εικόνα (που ίσως να είναι και αλήθεια) ότι οι γυναίκες αρχικά «δεν έδειχναν κανένα ενδιαφέρον για το σεξ».

Με όρους σεξουαλικής ικανότητας, το αρσενικό είναι σημαντικά πιο αδύναμο. Η υπερβολική ευαισθησία του απέναντι στη σεξουαλική κριτική, οδήγησε σε μεγάλο βαθμό στην «περιφρόνηση» (μεταμφιεσμένο φόβο) που νιώθει απέναντι στο «αδύναμο φύλο». Ο φόβος του άντρα για τη σεξουαλική κριτική ή τη σεξουαλική αποτυχία και ο συνεχής φόβος του για τη γυναικεία απιστία, και η ανάγκη της γυναίκας για συνεχή κολακεία της σεξουαλικότητάς της και η συνεχής σύγκρισή της με τις άλλες γυναίκες και η ζηλοφθονία της, οδήγησαν σε μια εξαιρετική ανασφάλεια των δύο φύλων απέναντι στο σεξ. Και αυτή η ανασφάλεια, συνδυάστηκε με τον φόβο για την αγάπη, την παράδοση, την έκθεση, τον απόλυτο οργασμό, την ενότητα, τον «θάνατο».

Και αυτά οδήγησαν σε μία σεξουαλική αγωνία, σε μια σεξουαλική αδυναμία, σε ένα σύστημα σεξουαλικών περιορισμών, και τελικά σε μία μεταμφίεση όλων αυτών –για να μη νοηθούν ως αδυναμία και έλλειμμα– σε σεξουαλική ζωώδη δυναμικότητα, σεξουαλική εκδικητικότητα, επίπλαστη σεξουαλική ελευθεριότητα, σεξουαλικό κατακερματισμό της ουσίας προς χάριν της μορφής, των φαινομένων, ένα ατέρμονο παιχνίδι εντυπώσεων και επιβεβαιώσεων.

Μέσα από αυτήν την άρρωστη κατάσταση, οι ρόλοι διαστράφηκαν και αντιστράφηκαν για μια ακόμη φορά, οι άντρες καταδείχθηκαν ως «ευαίσθητοι», «παιδιάστικοι», «ανώριμοι», «ανέμπιστοι», «κορόιδα», με αγωνία για τον ρόλο της πατρότητας, οι γυναίκες ως «αυστηρές», «δυναμικές», «λάγνες» ή «ασεξουαλικές», «αφιλότιμες», «ανεξάρτητες», μη αποδεχόμενες εύκολα τον ρόλο της μητρότητας. Αυτό οδήγησε σε ένα σεξ των δύο φύλων αφοσιωμένο να αποδείξει το αντίθετο από όλα αυτά στο άλλο φύλλο. Που όμως ερχόταν άμεσα τελικά σε αντίθεση με τη στάση που κρατούσε ο καθένας απέναντι στον άλλον μετά από το σεξ, επιστρέφοντας σε αυτά τα πρότυπα. Μια αντίφαση, ένα ξεμπρόστιασμα, μια έκθεση.

Και για να αποφευχθεί όλο αυτό, άρχισε η συνεχής αναζήτηση και αλλαγή σεξουαλικών παρτενέρ, με μόνο σκοπό την υπεκφυγή, τη συγκάλυψη του προβλήματος, και την επιφανειακή επιβεβαίωση των διαστρεμμένων αρχετύπων. (Ή άλλη εκδοχή έγινε η αυτοϊκανοποίηση). Το σεξ έγινε ένα πρόβλημα που προσπαθούσε να συγκαλύψει το πρόβλημα. Έγινε ένα μέσο. Και ως μέσο έγινε μέτριο. Άρχισε να εξυπηρετεί πάντα έναν άλλο σκοπό. Όχι την ουσία.

Τίποτε σημαντικό δεν μπορούσε να γίνει πια με το σεξ, στον δυτικό πολιτισμό. Έφτασε στο σημείο να χρησιμοποιείται εμπορικά για να διεγείρει τα απωθημένα, και τη στρεβλή ικανοποίηση τους με το εμπορικό αντικείμενο. Κι έπειτα οι περισσότεροι ακολούθησαν τη διέγερση που επέβαλλε η εμπορική χρήση και επιβολή. Όπως και αν το δει κανείς, έγινε ένα μέσο εκμετάλλευσης. Τα αληθινά μυστικά του σεξ και η ουσία του, χάθηκαν για τον δυτικό πολιτισμό.

Μικρή εισαγωγή σε μια Δυτική Τάντρα

Το σεξ είναι η μεγαλύτερη δύναμη στον πλανήτη, είναι η δύναμη που κάνει τα πάντα να δουλεύουν, είναι η δύναμη που κάνει τα πάντα να συνεχίζουν, είναι η δύναμη της ζωής. Το σεξ είναι ενέργεια. Είναι η ενέργεια του κόσμου, και η ενέργεια των ανθρώπων. Γιατί είναι τόσο σημαντικό το σεξ; Διότι είναι το μέσο της επαφής μας με την αρχέγονη ουσία, με την υπέρβαση της πραγματικότητας, το μέσο της επαφής μας με την ενότητα, πέρα από τους διαχωρισμούς, πέρα από τον εαυτό, η ολοκληρωμένη ευχαρίστηση της ύπαρξης ενωμένη με την ουσία της ζωής.

Το σεξ πρέπει να μεταμορφωθεί, να αλλάξει, να εξελιχθεί, για να μπορέσει ο άνθρωπος να μεταμορφωθεί, να αλλάξει, να εξελιχθεί, για να μπορέσει ο πλανήτης να μεταμορφωθεί, να αλλάξει, να εξελιχθεί.

Είμαστε σε αυτή την κατάσταση που βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή στον κόσμο, επειδή αδυνατούμε να επιτελέσουμε αυτή τη μεταμόρφωση. Όλες οι προσεγγίσεις της σεξουαλικότητας μέχρι σήμερα, απέτυχαν να το κάνουν. Πρέπει να επιχειρηθεί πρακτικά μια νέα προσέγγιση της σεξουαλικότητας, και να δημιουργηθεί μια νέα σεξουαλική οικολογία. Το σεξ είναι ο χειρισμός της ενεργειακής διαμόρφωσης του όντος. Το σεξ πρέπει να ενωθεί με την αγάπη. Πρέπει να πάψει ο διαχωρισμός αγάπης και σεξ. Πρέπει να αποδεσμευτούν όλα αυτά από τη γονική κατάσταση. Το σεξ να μην είναι απλά μέσο αναπαραγωγής τέκνων, που πειρατικά το εφαρμόζουμε για ηδονή, κι η αγάπη να μην είναι απλά η μεταμφιεσμένη αγάπη προς τους γονιούς μας, που πειρατικά την εκδηλώνουμε στον ερωτικό μας σύντροφο.

Το σεξ και η αγάπη πρέπει να απενοχοποιηθούν. Το σεξ πρέπει να αποδεσμευτεί από τη μορφή και να γίνει το μέσο με το οποίο κάποιος μπορεί να αντικρίσει την ουσία πίσω από τη μορφή. Είναι ο ενεργειακός μηχανισμός της υπέρβασης της πραγματικότητας, που συνδεδεμένος με την αγάπη γίνεται όραση της ύψιστης αποκάλυψης. Του νοήματος της ζωής των όντων, που έρχονται σε επαφή με την ενέργεια της πηγής τους. Ο οργασμός είναι η παράδοση στην ενότητα, το ύψιστο μοίρασμα, η χαοτική κατάδυση στο άφατο και στο ανεκδήλωτο, που φανερώνεται και εκδηλώνεται στο ζενίθ της συνουσίας, που δεν είναι πάλη ή τρικ επιβεβαίωσης, αλλά χάσιμο του Εγώ, ενεργειακό πείραμα, δοκιμασία των ορίων, επέκταση των ορίων, διάλυση της μορφής, υπέρβαση, ολοκλήρωση μέσα από την απόλυτη αφαίρεση.

Πρέπει να υπερνικηθεί ο εγωιστικός φόβος του θανάτου, που είναι μια ψευδαίσθηση, και να κατανοηθεί ότι αυτός ο φόβος είναι σεξουαλικό πρόβλημα, ενεργειακό πρόβλημα. Οποιοδήποτε σεξουαλικό πρόβλημα, είναι ενεργειακό πρόβλημα, είναι ένα βραχυκύκλωμα. Προκαλεί βραχυκύκλωμα σε όλον τον μηχανισμό. Ο άνθρωπος είναι μηχανισμός, υλικός και ενεργειακός και πνευματικός μηχανισμός. Αυτά είναι αλληλένδετα επίπεδα που αλληλοεπηρεάζονται. Οποιαδήποτε παρεμβολή σε οποιοδήποτε σημείο οποιουδήποτε επιπέδου, είναι παρεμβολή σε όλον τον μηχανισμό.

Πρέπει να εντοπίσουμε τις επιβεβλημένες παρεμβολές, να τις ακυρώσουμε, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τις ακούσιες παρεμβολές, να τις μεταλλάξουμε, πρέπει να προσπαθήσουμε για εκούσιες θεληματικές παρεμβολές, να μεταμορφώσουμε τον μηχανισμό, να τον εξελίξουμε. Η ενέργεια και το εργαλείο παρεμβολών, μεταξύ άλλων, είναι η σεξουαλικότητα, η σεξουαλική ενέργεια, το σεξ. Οι σεξουαλικές τεχνικές, που οδηγούν στην κατανόηση και στην εφαρμογή όλων των παραπάνω «πρέπει», και στην αρμονική ολοκλήρωσή τους, είναι η νέα δυτική Τάντρα που προτείνω, που είναι ένα μεγάλο ζήτημα πειθαρχικής εκπαίδευσης και μία ατραπός προς την αφύπνιση, τη φώτιση και την απελευθέρωση. Μπορούμε να μεταμορφωθούμε, από προγραμματισμένα ρομπότ που είμαστε, σε προγραμματιστές του εαυτού μας. Πρέπει να αγαπήσουμε αληθινά. Και πρέπει να απολέσουμε τον παλιό εαυτό μας και να μείνει μόνο η αγάπη.

Φοβόμαστε την απώλεια κι όμως μπορούμε να τη διαχειριστούμε

«Όλες οι αλλαγές εμπεριέχουν την απώλεια, όπως και όλες οι απώλειες απαιτούν την αλλαγή», σύμφωνα με τον Robert Neimeyer (2006). Είμαι σίγουρη ότι αν βάλουμε κάτω τις εμπειρίες μας θα βρούμε ότι αυτή η φράση είναι πιο αληθινή από όσο φανταζόμασταν. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων στη διάρκεια της ζωής μας ερχόμαστε αντιμέτωποι με την απώλεια σε διάφορες περιστάσεις.

Απώλεια: μια έννοια που πολλοί φοβόμαστε και που έχει κατά κάποιο τρόπο θεωρηθεί ως κάτι που δεν έχει θέση στη ζωή μας. Εμφανίζεται με διάφορες μορφές, όπως η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου λόγω θανάτου, η απώλεια μιας σχέσης, η απώλεια μιας φιλίας. Στην απώλεια ένα είναι σίγουρο, το ότι δεν μπορείς να πεις ότι το ένα είδος υπερτερεί του άλλου ή πρέπει να θεωρείται πιο βαρύ από κάποιο άλλο. Βέβαια η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου είναι μια από τις πιο επίπονες διαδικασίες, μια διαδικασία με υψηλό συναισθηματικό φορτίο που τις περισσότερες φορές δεν μπορούμε ή δεν ξέρουμε πώς να διαχειριστούμε.

Η απώλεια έχει πάντα και έναν πιστό συνοδό που δεν είναι άλλος από το πένθος. Άλλη μια λέξη που ανήκει στο σύνολο των διαδικασιών που αρνούμαστε να είμαστε ανοιχτοί.

Τι είναι όμως η απώλεια και τι το πένθος; Το πρώτο αναφέρεται στην απουσία ενός προσώπου από τη ζωή μας, είτε λόγω θανάτου είτε λόγω (απο)χωρισμού, και το δεύτερο αναφέρεται στη διαδικασία που επέρχεται της συνειδητοποίησης της απώλειας. Είναι η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε μόλις εκδηλωθεί η απώλεια. Κάποιες φορές το πένθος διακατέχεται από έντονα συναισθήματα όπως θυμός, στεναχώρια, θλίψη και κάποιες άλλες φορές από συναισθήματα ηρεμίας και ανακούφισης. Να θυμηθούμε βέβαια ότι το πένθος είναι ένας μηχανισμός που περιμένουμε να μπει σε λειτουργία μετά την απώλεια. Είναι ένας μηχανισμός που δεν έχει συγκεκριμένα χρονικά περιθώρια και η διάρκειά του είναι καθαρά υποκειμενική. Αυτό που δεν αλλάζει σε καμιά από τις δύο περιπτώσεις είναι ο πόνος που θα βιώσουμε. Αλλά είναι ένας πόνος ευκταίος, ένας πόνος που θα μας μεγαλώσει και θα μας κάνει πιο δυνατούς, που θα μας «ανοίξει» τα μάτια σχετικά με τα δικά μας συναισθήματα και με τους άλλους. Ένας πόνος που θα μας δώσει μαθήματα ζωής και εφόδια για τα επόμενα κεφάλαια. Η Willa Cather, Αμερικανίδα αρθρογράφος και συγγραφέας, είχε πει άλλωστε ότι «οι άνθρωποι ζούνε έναν τέτοιο μεγάλο πόνο μόνο μια φορά. Ο πόνος έρχεται ξανά αλλά βρίσκει πιο σκληρή την επιφάνεια». Ένας πόνος που θα αρχίσει κάποια στιγμή να αποκλιμακώνεται και θα μπορέσουμε να τον διαχειριστούμε και να τον ελέγξουμε πιο εύκολα μέχρι που θα μάθουμε να ζούμε με αυτόν, θα προχωρήσουμε και θα αποτελέσει «πηγή έμπνευσης» για το μέλλον.

Σκοπός δεν είναι να «χρυσώσουμε» το χάπι αλλά να δούμε ότι όλα θα πάνε καλύτερα. Είναι φυσιολογικό να βιώνουμε αληθινά την απώλεια. Να μη μας φοβίζει ούτε αυτή, ούτε το πένθος. Ακόμα και τα πιο δύσκολα συναισθήματα αξίζει να τα βιώνουμε, είναι κι αυτά μέρος του εαυτού μας. Συναισθήματα, όπως ο θυμός και η οργή, η στεναχώρια και η θλίψη, έχουν χώρο και λειτουργικότητα στη ζωή μας. Όσο πρέπει να αγκαλιάζουμε αυτά τα συναισθήματα πρέπει να αγκαλιάσουμε και τα συναισθήματα ανακούφισης και ηρεμίας που μπορεί να βιώνουμε κατά την απώλεια. Δεν είναι παράδοξα και συνήθως εκδηλώνονται σε περιπτώσεις που η απώλεια είτε ήταν αναμενόμενη είτε η διαδικασία αποχαιρετισμού ήταν πιο ομαλή.

Πολλοί που έχουν γράψει για το πένθος και τον πόνο, μεταξύ άλλων λένε ότι μέσα από τη διαδικασία αυτή μπορείς να καταλάβεις ειλικρινά τι συμβαίνει στην κοινωνική σου πραγματικότητα, σαν να είναι λοιπόν ο πόνος της απώλειας ένα μικρό wakeup call που χρειαζόμαστε για να έρθουμε σε μεγαλύτερη επαφή με εμάς και του γύρω μας.

Όποια κι αν έχει υπάρξει η αντίδρασή σας στην απώλεια αξίζει να θυμάστε ότι το μόνο που έχει σημασία είναι να αφουγκράζεστε και να ακούτε τον εαυτό σας και τις ανάγκες του στη διαδικασία διαχείρισης της απώλειας.

ΕΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙ: Σκέψεις Πάνω Στην Αθανασία Και Την Γνώση

Η Ιουδαϊκή μυθολογία, και κατ’ επέκταση η μυθολογία και των χριστιανών που την υιοθετούν στο σύνολό της, θεωρώντας την μάλιστα, ανάμεσα σε ένα σωρό άλλα, και "θεόπνευστη", σε ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον σημείο της, εκεί που αναφέρεται στο παραμύθι περί των λεγομένων "πρωτόπλαστων της Εδέμ", ομολογεί σαφώς, δια στόματος του εθνικού της "Θεού" (1) Ιαχωβά, ότι η θεϊκή φύση δομείται από Αθανασία και Γνώση (Γένεσις 3,22). Όσοι εξ ημών τυγχάνουμε Εθνικοί, που πάει να πεί ότι τα Ελληνικά πάτρια επιμένουμε να τιμούμε και να νομίζουμε, παρά την για το αντίθετο λύσσα εκείνων που οργάνωσαν θεσμικά τον νηπιοβαπτισμό μας, τον ακούσιο και άρα βίαιο νηπιοβαπτισμό μας, μπορούμε να συμφωνήσουμε με αυτήν την απρόσμενα ειλικρινή ομολογία. Οι δικοί μας Θεοί άλλωστε, ως τμήματα ιερά του ανάρχου κι ατελευτήτου Κόσμου, είναι αληθώς οντοποιημένες πυκνώσεις Αθανασίας και Γνώσεως.

Και μια και είθισται τα τελευταία 2000 χρόνια η έννοια της Φιλότητος, την οποία οι χριστιανοί προσεπάθησαν ατυχέστατα να υποκαταστήσουν με την μερική (2) λέξη "Αγάπη" να χρησιμοποιείται εντέχνως για την ηθική και ιδεολογική κατωχύρωση του ανείπωτου αφανισμού των αυθεντικών εθνικών Παραδόσεων ολόκληρου του πλανήτη, θεωρούμε πρέπον να επισημάνουμε επίσης ότι στον κόσμο μας, δηλαδή στον κόσμο των θνητών, η αληθής Φιλότης ΔΕΝ μπορεί να υπάρξει πέρα από την Γνώση, πόσο μάλλον ενάντια σε αυτήν. Φιλότης δίχως Γνώση είναι υποκρισία και ρηχή αυτοεπιβεβαίωση, είναι προσκόλληση σε φθαρτά σχήματα, είναι παραπέτασμα καπνού, είναι ιδεολόγημα κούφιο, συναίσθημα δουλικό και αυταπάτη. Και όλοι μας λίγο πολύ, πλήν εθελοτυφλούντων, χατζηανθρώπων και γενιτσάρων, γνωρίζουμε πού έχει οδηγηθεί η ανθρωπότητα από αυτή την εδώ και αιώνες αφελέστατη εμμονή σε αυτήν ακριβώς την υποτιθέμενη Φιλότητα ("Αγάπη") που έρχεται, πέρα από κάθε συμπαντικό Νόμο, τόσο βαθειά να μισήσει και να περιφρονήσει την Γνώση.

Τι εννοούμε όμως εδώ όταν ερχόμαστε να κάνουμε λόγο για Γνώση; Δεν εννούμε φυσικά μόνο το γνωστό "σκέπτεσθαι", ούτε μόνο τα άπειρα βέβηλα "γιγνώσκειν" που σταματούν στα σύνορα της καθαρά αισθητήριας εμπειρίας. Αντιθέτως, εννοούμε την συμπαντική Θεία Γνώση, η οποία δονεί ρυθμικά την Απόλυτη Πραγματικότητα που αποτελεί τον Σύμπαντα Κόσμο. Σπουδαίο, αν και πρωτόγονο, τμήμα αυτής της ρυθμικής συμπαντικής δονήσεως, υπήρξε ο πατέρας του Προμηθέως Τιτάνας Ιαπετός. Υιός του Ουρανού και της Γής, με το όνομά του να ετυμολογείται από το "ιέναι" και "πέτεσθαι", από το "ιάπτειν" κατ’άλλους ή, τέλος, από την ιακή (φωνή), αποτελεί μία μυστηριώδη πνευματική αρχή που από τα σπέρματά της ανεδύθησαν οι Προμηθεύς, Επιμηθεύς και Μενοίτιος, τρείς θείες οντότητες που είχαν να κάνουν με τον Λόγο. Ο Προμηθεύς στοιχειώνει το έλλογο τμήμα του και κατα προέκταση κατ’αλλους την Πρόνοια, ο Επιμηθεύς το ημαρτημένον και κατά προέκταση κατ’άλλους την Οψίνοια και, τέλος, ο Μενοίτιος το άλογο τμήμα του Λόγου που αργότερα ο Ζεύς, ως Θείος Νούς, εξώρισε οριστικά από αυτόν τον Κόσμο στον Τάρταρο (3) .

Ως Έλληνες, από τα τρία αυτά ιαπετικά αδέλφια μάς ενδιαφέρει ιδιαίτατα ο Προμηθεύς. Αφού αυτός υπήρξε ο δημιουργός των χωματοπλάστων προγόνων μας αλλά και επίσης δικός του υιός υπήρξε ο Δευκαλίων, ο γενάρχης των Ελλήνων και δημιουργός κατά διαταγή του Διός των σπαρτών ανθρώπων, γνωστός μεν στους Εθνικούς Έλληνες, παντελώς άγνωστος δε για τους λοιπούς Χατζηέλληνες που προτιμούν για πρόγονό τους τον... Αβραάμ γιατί έτσι τους εδίδαξε ο περιτετμημένος διδάσκαλός τους.

Ο Προμηθεύς είναι μία επιτήδεια και δολομήτις θεότητα, με έναν πολύ περίεργο ρόλο στις κοσμογονικές διεργασίες που διεμόρφωσαν τον Κόσμο έτσι όπως εμείς τον γνωρίζουμε. Είναι μία θεότητα που κατά περίεργο τρόπο μεροληπτεί σε απίθανο βαθμό υπέρ της ανθρωπότητος πέρα και έναντια από κάθε "πρέπον" συμπαντικό και από κάθε επιλογή των Θεών και των δυνάμεων που τους καθοδηγούνε.

Ο επωνομαζόμενος "αιολομήτις" και "πολύμητις" και "δολοφρονέων" και "ποικιλόβουλος" Προμηθεύς, Τιτάνας που ωστόσο στο παρελθόν συστρατεύθηκε με τους Ολυμπίους στον αγώνα των τελευταίων για την επιβολή της Συμπαντικής Τάξεως, ταράσσει ολόκληρο το πλέγμα αυτής ακριβώς της Τάξεως, όταν, κάποτε, αποφασίζει να κατεβάσει στον κόσμο των θνητών τα μυστικά των Θεών: σε πρώτη φάση, όταν κατορθώνει να ενσωματώσει την πυρόεσσα κοσμική ψυχή μέσα σε θνητά κορμιά χωματοπλάστων, από αυτόν τον ίδιο, όντων, και σε δεύτερη φάση, όταν κλέβει από τον Δία, κατεβάζει στη γή και δωρίζει στους θνητούς το αιώνιο και αμίαντο Συμπαντικό Πύρ.

Ο Προμηθεύς, τολμά να διευρύνει προς τα κάτω την θεϊκή υπερσυνείδηση των Ολυμπίων, ελπίζοντας απελπισμένα ν’ανεβάσει έτσι στα επίπεδά της τα χωματόπλαστα δημιουργήματά του. Υπό αυτή την έννοια, ο "ποικιλόβουλος" αυτός Τιτάνας αναδεικνύεται στους αιώνες ο πρώτος και μοναδικός θεράπων και τιμητής της αληθούς Αυταπαρνήσεως, αφού αυτή του η χαριστική πράξη τον χρεώνει με τη βαρύτατη Ύβρι της υπερβάσεως και παραβιάσεως συμπαντικών κι αμεταβλήτων, αιωνίων Νόμων, οι οποίοι απαιτούν σαφείς και απαραβίαστες γραμμές/φράκτες ανάμεσα στα πάμπολλα επίπεδα του εμψύχου Παντός που απαρτίζουν οι διάφορες πνευματικές οντότητες αυτού του διατεταγμένου Απείρου που λέμε Κόσμο, από τις τελευταίες των πλέον πρωτογόνων έως τις άριστες των τελειοτάτων. Και βαρύτατη επιπίπτει πάνω στον ανθρωπολάτρη Τιτάνα η αλύγιστη δικαιοσύνη του Παγκοσμίου Νόμου, η αδυσώπητη Ανάγκη, που εξουσιάζει ακόμη και αυτούς τους ίδιους τους παντοδύναμους Θεούς.

Ο γράφων, δεν θα σταθεί εδώ στη γνωστή μυθολογική εκδοχή του Αισχύλου αναφορικά με τον Προμηθέα. Όχι γιατί τα ίσως πιό σημαντικά έργα εκείνης της τραγωδιακής τριλογίας, τα "Προμηθεύς Λυόμενος" και "Προμηθεύς Πυροφόρος", εχάθησαν οριστικά στις μεταγενέστερές τους πυρές των γνωστών τοίς πάσι σκοταδιστών διωκτών της Ελληνικής Σοφίας με αποτέλεσμα να αγνοούμε τη συνολική και τελική Λέξη του φωτισμένου αυτού τραγωδού (4) , αλλά, περισσότερο, για τον λόγο του ότι αν αυτή παρεξηγήθηκε στην εποχή της από το τόσο πεπαιδευμένο ελληνικό κοινό, σε βαθμό μάλιστα που ο τραγωδός να γλυτώσει την καταδίκη για ιεροσυλία μόνο μετά από αποφασιστική παρέμβαση του Ιεροφάντου της Ελευσίνος, δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι δύναται αυτή να διδάξει σήμερα το παραμικρό, σε ομάδες κοινού στερούμενες Κλασικής Παιδείας, ή παντελώς ξεκομμένες από την πατρογονική κοσμοαντίληψη και έθος. Αντιθέτως, κατά κανόνα, το μήνυμα του φωτισμένου τραγωδού προσλαμβάνεται σήμερα εντελώς αντεστραμμένο από τους, απέχοντες των πατρογονικών νομιζομένων, σύγχρονους θεατές του "Προμηθέως Δεσμωτου".

Στην καλύτερη των περιπτώσεων, αυτοί καταλαβαίνουν ότι τάχα το συγκεκριμένο έργο αποτελεί μία προ 2.500 ετών θεατρική αναφορά στην προαιώνια κοινωνικοπολιτική σύγκρουση Εξουσίας και Αντιεξουσίας, όπως μερικά το κατάλαβαν (και το έξεφρασαν άλλωστε στη συνέχεια, πριν από δύο περίπου δεκαετίες, με πολύ ωραίο μάλιστα σκηνικό τρόπο) τα μέλη της περίφημης αμερικανικής θεατρικής ομάδος The Living Theater (5). Στη χειρότερη όμως των περιπτώσεων, που δυστυχώς είναι και η πλέον συνήθης, το παντελώς αποκομμένο από την πάτρια κοσμοαντίληψη κοινό, κινδυνεύει να υποπέσει σε απαράδεκτες επαγωγές και λίαν επιεικώς γελοία συμπεράσματα, όπως λ.χ. ότι ο αισχύλειος Προμηθεύς προμαντεύει τελικά (στους στίχους 915-929 και αλλού...) την... έλευση των ορδών των φορούντων τα φαιά ιμάτια υπανθρώπων που ισοπέδωσαν την Ολυμπία, τους Δελφούς, το Δίον, τη Δωδώνη και μετέτρεψαν, κατά διαταγή των ανθελλήνων αυτοκρατόρων της Nova Roma, τα ελληνικά Ιερά σε σωρούς ερειπίων, αποκαΐδια, κυβευτήρια, πορνοστάσια ή -στην καλύτερη των περιπτώσεων- σε χώρους υπόδουλους σε ξένη λατρεία. Μία πολύ συνηθισμένη, αν και σε απερίγραπτο βαθμό θλιβερή, βέβηλη ερμηνεία αλλοτρίων ανθρώπων νομιζόντων αλλότρια πράγματα.

Αυτά, τα ολίγα και θλιβερά, για να μην ξεφύγουμε και πολύ από το θέμα, παρασυρθέντες σε αναλύσεις σχετικά με την ανθρώπινη αμορφωσιά, στενομυαλιά και μισαλλοδοξία, που οδηγούν σε καθυβρίσεις ιερών και οσίων, ιδιαίτατα μάλιστα ειδεχθείς όταν αυτές οι καθυβρίσεις στρέφονται κατά των ιερών και οσίων των ιδίων μας των προγόνων, τους οποίους εμείς, αποδεικνυόμενοι νάνοι του πνεύματος, αδυνατούμε να κατανοήσουμε (πόσο μάλλον να συνεχίσουμε επάξια το πνευματικό τους έργο..).

Ο γράφων, θα ήθελε, με την αξιοπρέπεια και τη σοβαρότητα που αρμόζουν σε ελληνότροπους και αρχαιογνώστες ανθρώπους, να επιστρέψει στην παλαιά καλή ησιόδεια αφήγηση που φέρνει, μέσα από έναν εμφανή ωστόσο αναχρονισμό, τον ημίθεο Ηρακλή, εδώ βέβαια ως θεότητα ηλιακή για αυτό και η μεγάλη χρονολογική ασυνέπεια, να ελευθερώνει από τον βράχο του Καυκάσου ("ουκ αέκητι Ζηνός Ολυμπίου" δηλαδή "και όχι δίχως το θέλημα του Διός Ολυμπίου", Θεογονία 529) τον αλυσσοδεμένο Τιτάνα. Αυτόν τον θαυμαστό, πολύπαθο μάρτυρα υπέρ της ανθρωπίνης υπάρξεως, ο οποίος, στη συνέχεια, φέρων σιδερένιο δακτυλίδι στο χέρι (προς ανάμνηση της φοβερής Ύβρεως που τόσο ανιδιοτελώς ωστόσο διέπραξε για χάρη του γένους των ανθρώπων) και στεφάνι λυγαριάς στο κεφάλι (σύμβολο επιεικείας, συγνώμης και συμφιλιώσεως), επανήλθε στον Όλυμπο, έδωσε το χέρι στον θεάνακτα Δία και έγινε ομόφωνα δεκτός ως αιώνιος (και βέβαια πάντοτε ανθρωπολάτρης) σύμβουλος των Ελλήνων Θεών. Σε ανάμνηση αυτής της ανόδου του μάρτυρος Θεού (Θεού πλέον), οι θεοδίδακτοι πρόγονοί μας θα εορτάζουν επί αιώνες στην πόλη των Αθηνών τα "Προμήθεια", με αγώνες λαμπαδηφορίας εφήβων στεφανωμένων και αυτών με κλαδιά λυγαριάς.

Αυτό το κείμενο ξεκίνησε, και όχι άστοχα θέλω να ελπίζω, με μία απρόσμενη ομολογία των Ιουδαίων μυθογράφων σχετικά με τη φύση των Θεών. Θα ήθελα να το κλείσω λοιπόν, χρησιμοποιώντας την ίδια γραπτή πηγή. Και συγκεκριμένα το εδάφιο 3,16 της "Γενέσεως" όπου έχουμε μία ακόμη σαρωτική ομολογία που εμάς, ως Έλληνες, μας αφορά: ο υιός του Αδάμ Κάϊν, φεύγει μακριά από την επικράτεια του Θεού Ιαχωβά, μακριά από τον ιδιοκτησίας του μικρό ζωολογικό κήπο της Εδέμ, και εγκαθίσταται στην ήδη κατοικημένη από ΑΛΛΑ έθνη χώρα Νώντ. Που πάει να πεί ότι οι ίδιοι οι Ιουδαίοι μυθογράφοι ομολογούν ότι οι λεγόμενοι Εθνικοί, οι επιφανέστατοι των οποίων υπήρξαμε, ως γνωστόν, εμείς οι Έλληνες, ΔΕΝ είχαν πλασθεί σύμφωνα με την Ιουδαϊκή ανθρωπογονία. Και αλλοίμονό μας αν είχαμε. Διότι τότε, αντί για το πρώτο κι επιφανέστατο όλων των εθνών, το γένος των Ελλήνων δεν θα ήταν τίποτα περισσότερο από μία μεταγενέστερη (ήτοι μετα-Βαβελική) φυλετική και πολιτισμική απόσχιση των δημιουργιών του Θεού της Ερήμου Ιαχωβά.

Στους γνωστούς και μη εξαιρετέους κυρίους που με λύσσα προσπαθούν εδώ και δύο χιλιετίες τόσο αισχρά να μας υποβιβάσουν ως γένος, εμείς οι Έλληνες δηλώνουμε με κάθε παρρησία ότι ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΣΠΟΡΑ. Όπως επί αιώνες τιμήσαμε, έτσι και επιμένουμε να τιμούμε ακόμη και τώρα που μας σκιάζει η φοβέρα, νύν και αεί και ισόποσα, όλες τις πτυχές της ενδόξου υποστάσεώς μας: τόσο τις προερχόμενες από προμηθεϊκή σπορά όσο και τις προερχόμενες από το στοίχειωμα των Μακάρων Ολυμπίων. Με προγόνους καταγόμενους όχι από τον ποιμένα Αβραάμ, αλλά από το σπέρμα του Δευκαλίωνος, του Έλληνος και του Αμφικτύωνος, γαιοτραφείς και διοτραφείς συνάμα, στέκουμε και αποδεικνυόμαστε αείποτε φωτόμυστοι, φωτοδότες και αδιαπραγμάτευτα φωτολάτρες.

Το πραγματικό και ΕΡΕΒΟΚΤΟΝΟ ΦΩΣ, το φυσικό, το απτό, το ανίκητο, σύντομα θα επιστρέψει.
---------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Όταν ομιλούμε για τον "Θεό" των Μονοθεϊστών, καλό είναι, για την τάξη, να θέτουμε τον όρο πάντοτε εντός εισαγωγικών. Επειδή το γνωστό Τετραγράμματον, δηλαδή το πραγματικό όνομα του εθνικού "Θεού" των Ιουδαίων, επεδόθη ατυχώς με τον όρο "Θεός" από τους ελληνιστές μεταφραστές των Ιουδαϊκών βιβλίων, δεν σημαίνει ότι εμείς οφείλουμε στον αιώνα τον άπαντα να αναπαράγουμε αυτό το λάθος. Η λέξη "Θεός" δεν είναι ουσιαστικό, όπως με εγκληματικό τρόπο χρησιμοποιείται σήμερα, αλλά ΕΠΙΘΕΤΟ. Εάν, έστω και στον ελάχιστο βαθμό, μας ενδιαφέρει να μην μπουρδολογούμε και να αναφερόμαστε πάντα στο αυθεντικό και το σαφές, οφείλουμε να επιστρέψουμε τις λέξεις στην αρχική τους φύση και χρήση τις οποίες καθώρισαν εκείνοι που τις κατασκεύασαν. Οι Έλληνες, που πρώτοι εξέφεραν την λέξη αυτή ("Θεός"), και άρα η έννοια που εκείνοι προσέδιδαν είναι η ορθή, την χρησιμοποιούν ως ΕΠΙΘΕΤΟ. Υπάρχει λοιπόν Θεός Ζεύς, Θεός Απόλλων, Θεός Άρης, Θεός Διόνυσος, Θεά Ήρα, Θεά Αφροδίτη, Θεά Αθηνά κ.ο.κ. ποτέ όμως σκέτος Θεός, ως ουσιαστικό. Στις κάποιες φορές που συναντάμε τον όρο δίχως να ακολουθείται από όνομα, αυτό γίνεται επειδή είναι πασιφανές για της λέξεως ανιχνεύεται στο ρήμα θέω ή το ρήμα τίθημι (τάξιν).

2. Η λέξη "Φιλότης", ποιόν από τους Θεούς μιλάμε εκείνη την στιγμή. ¨Οταν λ.χ. στις "Βάκχες" γίνεται λόγος για τον Θεό, τότε εννοείται ο Θεός Διόνυσος. Στο "Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσης" του Ερρίκου Στεφάνου (Αθήναι, 1852) πολύ ορθώς η ετυμολογία από το ρήμα φιλέω/φιλώ, αιολιστί φίλημι, χρησιμοποιήθηκε από τους πραγματικούς Έλληνες για να εκφράσει την ασύλληπτη και άπειρη συμπαντική δύναμη που σε όλες τις σφαίρες, τόσο σε εκείνες των Αθανάτων όσο και σε εκείνες των θνητών, λειτουργεί συνθετικά και διατηρητικά, και πολύ όμορφα την χρησιμοποίησε στην κοσμοσχεδίασή του ο Ακραγαντίνος φιλόσογος και θεουργός Εμπεδοκλής. Αυτή η υπέροχη, αλλά ιδιαίτερα μισητή για τους χριστιανούς λέξη, αντικαταστάθηκε από τους θεωρητικούς των τελευταίων με τον όρο "Αγάπη", ο οποίος όμως είναι υπερβολικά στενός και μάλιστα εμπεριέχει και το αρνητικό, λόγω της υπερβολής, "άγαν" (πιθανή ετυμολογία της λέξεως η "άγαν" και "πάομαι", άρα η λέξη στέκει περισσότερο κοντά στην πολύ αρνητική εκδοχή της, δηλαδή στην προσκόλληση).

3. Για την εθνική Ελληνική Παράδοση, η οποία ορίζει τον Κόσμο ως "άπειρον διατεταγμένον και κεκοσμημένον" (εξ ού και η ίδια η λέξη "Κόσμος", δηλαδή στολίδι), ο Τάρταρος είναι το τμήμα εκείνο του Παντός που παραμένει ακόμη σε αταξία, είναι συνεπώς για την Λογική των Θεών ένας χώρος εξορίας, ένα επέκεινα που δεν θέλουμε ούτε καν να το γνωρίζουμε. Εκεί εξορίσθησαν από τους Θεούς οι ηττημένοι Τιτάνες. Οι υπόλοιποι, μη διασαλευτικοί Τιτάνες, λ.χ. Ήλιος, Προμηθεύς κ.λ.π. παρέμειναν δίπλα στους Θεούς σε αρμονική συναρχία. Σε αυτούς τους τελευταίους είναι αφιερωμένος ο "προς τους Τιτάνες" Ύμνος των Ορφικών.

4. Από τα 82 έργα που έγραψε ο Αισχύλος έχουν φθάσει έως τις "σωτήριες" ημέρες μας μόνον 7. Τα υπόλοιπα κατεπόθησαν από τις φλόγες της... Αγάπης.

5. Το έργο παίχθηκε το 1979 και μπροστά στο ελληνικό κοινό, σε δύο παραστάσεις στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς.

Η ηδονή της θυματοποίησης είναι η μέγιστη ηδονή της γκρίνιας

Υπάρχει μια κοφτή και καθαρή σαν όμορφος κρύσταλλος κουβέντα του Αριστοτέλη που συμβουλεύει: «Πίσω από κάθε πόνο σου στέκει ένα λάθος σου».

Και από την άλλη συμπληρωματικά να λέει: «Να ζητάτε από τον φίλο αφού εσείς έχετε εξαντλήσει το ανθρωπίνως δυνατό για την υπόθεσή σας. Με λεβεντιά να πηγαίνετε, όχι σαν κλαψιάρηδες ζήτουλες».

Η θεωρία πως η ζωή είναι μια ατέλειωτη, βασανιστική και ανερμήνευτη περιπέτεια δεν είναι πάντα μια τίμια θεωρία.

Έχω προσέξει πως γύρω μου οι πιο γκρινιάρηδες είναι συνήθως εκείνοι που έχουν τα περισσότερα αγαθά, τις μεγαλύτερες ευκολίες. Επίσης είναι οι πιο τεμπέληδες.

«Τεμπελιάζω», κατά τη γνώμη μου, σημαίνει κυρίως «αρνούμαι να δω και να αναλάβω την ευθύνη μου». Τον πραγματικό ρόλο μου στο «δράμα» που «κάθε τόσο με καταδιώκει».

Τα παντρεμένα ζευγάρια, μέσα στα άλλα βολικά ψευδοτεχνάσματα που προσφέρει ο γάμος, εύκολα αποδίδουν ο ένας στον άλλον όσα δυσάρεστα συμβαίνουν στη ζωή τους. Όταν χωρίσεις κι απομείνεις μόνος, τότε ανακαλύπτεις το νέο κενό. Το κενό έδρανο του φταίχτη! Ξαφνικά δεν υπάρχει εκεί κοντά ο σύζυγος να του πετάξεις το ανάθεμα και να ανακουφίσεις, ρίχνοντας πάνω του σαν κάδο σκουπιδιών, τον μπελά της συνείδησής σου. Στέκεσαι ολομόναχη πια στο άδειο σπίτι, κρατώντας το πρόβλημα σαν αναμμένο κάρβουνο στην παλάμη σου. Υπάρχει δηλαδή η τρομαχτική πιθανότητα να αναγκαστείς να δεις ότι φταις εσύ!

Οι άνθρωποι που έχουν χωνέψει την παραπάνω κουβέντα του Αριστοτέλη: «Πίσω από κάθε πόνο σου στέκει ένα λάθος σου», που την έχουν κάνει βίωμα και τρόπο σκέψης, στάση και έξοδο, είναι τελικά οι πιο αισιόδοξοι άνθρωποι. Γιατί αισθάνονται πως κρατούν στα χέρια τους τη ζωή τους. Τα συμβάντα που έρχονται δεν κρύβουν την απειλή του απρόβλεπτου, οι ταλαιπωρίες τους δεν είναι διαστροφές μιας τυφλής μοίρας.

Γι’ αυτούς υπάρχει νομοτέλεια και, το πιο χαρούμενο, υπάρχει δικαιοσύνη. Τι ανακούφιση να ζω σε έναν κόσμο δίκαιο και συνετό, ακόμα κι όταν λειτουργεί αυστηρά εναντίον μου αυτός ο δίκαιος αόρατος κριτής!

Όταν πάψεις να παραπονιέσαι για ότι δεν έχεις, έκθαμβος θα ανακαλύψεις πόσα πολλά έχεις. Προσέξτε γύρω σας πως εκείνοι που προκόβουν που εργάζονται, που δημιουργούν, που ονειρεύονται είναι τελικά οι πιο αισιόδοξοι.

Μέσα στην οικογένεια – αυτό το καζάνι ανακύκλωσης και βρασμού των υπεκφυγών μας – άνετα, σχεδόν αυτόματα, εκτοξεύονται οι κατηγορίες πως είναι ο άλλος σύζυγος ο υπαίτιος για κάθε αναποδιά, πως τα ελαττώματα του παιδιού είναι κληρονομημένα από τα ελαττώματα του άλλου, έτσι όπως τα προτερήματά του προέρχονται όλα «από εμένα».

Αρκετοί από πολύ νωρίς, αρκετοί με τα χρόνια και με τα δύσκολα του βίου, καταφεύγουν να θυματοποιούν τον εαυτό τους. Να μοιρολογούν για μια ζωή άδικη που κερδίζεται μονάχα από τους αναίσθητους, από τους δόλιους, τους απατεώνες και τους αδίστακτους. Για ότι δηλαδή δεν μπορούν και δεν καταδέχονται να γίνουν ποτέ οι ίδιοι.

Και η ηδονή της θυματοποίησης είναι η μέγιστη ηδονή της γκρίνιας.

Ο εγωισμός έχει δυο δρόμους να ακολουθήσει, προκειμένου να ξεδιψάσει τις αξεδίψαστες ανάγκες του. Πρώτο: Με το να είμαι αξιοθαύμαστος. Και δεύτερο, στην περίπτωση που δεν κατορθώνω το πρώτο: Με το να είμαι αξιολύπητος.

Η θυματοποίησή μου, η έκθεση και η περιφορά του πόνου μου, της ατυχίας μου, της συμφοράς μου, ελκύει την προσοχή, τη φροντίδα και τον ποθητότατο θαυμασμό των άλλων. Όσο πιο άτυχος και βασανισμένος καταντώ, τόσο και πιο ηρωικός στα μάτια των τρίτων.

Είναι μια ύπουλη εναλλακτική για να γίνω τελικά το κέντρο του μικρόκοσμού μου. Του μίζερου μικρόκοσμου όπου έχω συρρικνώσει το άπειρο σύμπαν σαν βραστή πατάτα μες στη χούφτα μου και το ελέγχω κατά βούληση. Ο ναρκισσισμός άλλωστε δεν ηδονίζεται μόνο με την έπαρση, ηδονίζεται εξίσου και με τις ταπεινολογίες.

Η μυητική κάθοδος του Οδυσσέα στον Άδη.

Μετά από ένα χρόνο παραμονής στο νησί της Κίρκης ο Οδυσσέας μετά από παρέμβαση του Ερμή κατόπιν εντολής του Διός, ξεκινάει το ταξίδι του για τον Άδη προκειμένου να συναντήσει το Μάντη Τειρεσία ώστε να μάθει λεπτομέρειες για τη συνέχεια του ταξιδιού του.

Φαίνεται πως η απόφαση του Ομήρου να συμπεριλάβει την κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη δεν είναι τυχαία. Είναι μία αρχετυπική μυητική διαδικασία, την οποία συναντούμε σε όλα τα μυητικά τελετουργικά, ανά τον κόσμο. Η κατάβαση του λογοτεχνικά και σημειολογικά έχει ως στόχο την εξύψωση του Ομηρικού ήρωα, στο επίπεδο του μεγέθους του Ηρακλή και του Θησέα, ηρώων που ανταπεξήλθαν στην φοβερή αυτή δοκιμασία. Άλλωστε, «η Νέκυια», γράφει ο Reinhardt:

«είναι η μοναδική από όλες τις περιπέτειες που έχει διαμορφωθεί ως ένα είδος άθλου. Η κατάβαση στον Άδη ταυτίζεται με την επίτευξη του αδύνατου».

Ο μάντης Τειρεσίας πλησιάζει τον Οδυσσέα στον αφού πρώτα αυτός, ακολουθώντας την εντολή της Κίρκης, εμπόδισε τη σκιά της μητέρας του να προσεγγίσει. Η αιμοποσία είναι προϋπόθεση για τη χρησμοδοσία, για την επαυξημένη εκείνη ενόραση που απαιτεί η ακριβής διερμήνευση του μέλλοντος*.

Ο Τειρεσίας δεν περιττολογεί: παραλείπει τις λεπτομέρειες του ταξιδιού, τις οποίες θα συμπληρώσει λίγο αργότερα η Κίρκη, και επιμένει στις εσωτερικές, στις ηθικές προϋποθέσεις του νόστου: ο Οδυσσέας θα επιζήσει, αν αποδείξει ότι είναι πολύμητις, πολύτροπος, αλλά και αν πείσει εμπράκτως ότι διακρίνεται από ευσέβεια και μετάνοια ώστε, παρά την εξάντληση, παρά τη γλύκα του νόστου, να μην παραλείψει την τελευταία του υποχρέωση και να εξευμενίσει την οργή του Ποσειδώνα, πράγμα που δημιουργεί υποχρεώσεις απέναντί του εκ μέρους των θεών.

Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι ο νόστος δεν χαρίζεται στον Οδυσσέα. Είναι άθλος, αγώνισμα του σώματος, του μυαλού και της ψυχής, αλλά και πράξη αποκατάστασης της δικαιοσύνης. Ο Οδυσσέας θα επιζήσει αν αποδείξει ότι είναι αυτός που η Αθηνά (και ο ποιητής) μας είπαν ότι είναι.

Εκεί συναντά τον νεκρό μάντη Τειρεσία, αλλά και το είδωλο της πεθαμένης μητέρας του της Αντίκλειας. Αυτή είναι μία στιγμή που σημαδεύει τον Οδυσσέα. Η Αντίκλεια του αποκαλύπτει πως πέθανε από τον καημό της αφού τα χρόνια περνούσαν και δεν έβλεπε το παιδί της να επιστρέφει στο σπίτι. Τόση ήταν η λαχτάρα του Οδυσσέα για τη μάνα του που προσπάθησε να την αγκαλιάσει τρεις φορές αλλά και τις τρεις φορές αγκάλιασε μία σκιά, ένα καπνό.

”Και τρεις φορές μες απ᾿ τα χέρια μου σαν όνειρο, σαν ίσκιος μου πέταξε᾿ κι εγώ, ως έθέριευε φαρμάκι η πίκρα εντός μου, την έκραξα και με ανεμάρπαστα της συντυχαίνω λόγια:

- Γιατί δε στέκεις τώρα, μάνα μου, που θέλω να σε πιάσω,και μες στον Άδη που βρεθήκαμε να σφιχταγκαλιαστούμε, να βρούμε στο πικρό το σύθρηνο χαρά και παρηγοριά;

- Η Περσεφόνη μήπως σ᾿ έπλασε κι είσαι αγερένιος ίσκιος, κι εδώ σε στέλνει, ακόμα πιότερο να κλαίω και να χτυπιέμαι;

- Αλί, παιδί μου, ο πιο τρισάμοιρος μες στους ανθρώπους όλους, η Περσεφόνη δε σε γέλασε, του γιου του Κρόνου η κόρη, μονάχα τούτη η μοίρα εγράφτηκε του ανθρώπου που πεθαίνει:

Τα νεύρα δεν κρατούν τις σάρκες του κι ουδέ τα κόκαλα του' μον᾿ όταν η ζωή τα κόκαλα πια παρατήσει τ᾿ άσπρα, όλα απ᾿ την άγρια ορμή δαμάζουνται της λαμπαδούσας φλόγας, και μοναχά η ψυχή σαν όνειρο πετώντας φτερουγίζει”.

Ομήρου Οδύσσεια λ', 207-214

Στο σημείο αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα η Ομηρική άποψη περί της τύχης της ψυχής, μετά θάνατο. Εν ζωή, η ψυχή που εμπεριέχεται στο σώμα είναι η απαραίτητη προϋπόθεση της σωματικής, συναισθηματικής και πνευματικής δραστηριότητας.

Με τον θάνατο, η ψυχή δραπετεύει από το σώμα, που απομένει νεκρή ύλη. Η ψυχή χάρη στην οποία το σώμα διατηρούνταν ζωντανό, επιβιώνει στον Άδη ως είδωλο, με την εξωτερική μορφή του ανθρώπινου σώματος, το οποίο την κάνει και αναγνωρίσιμη( λ 220-22).

Οι ψυχές μένουν ανενεργές, όταν όμως πιούν αίμα ( λ 147-7), το οποίο παραπέμπει στην πηγή της ανθρώπινης ζωής, μπορούν και αυτές να αναγνωρίσουν, να θυμηθούν τον Επάνω Κόσμο και να μιλήσουν. H εικόνα του συνωστισμού των νεκρών γύρω από το αίμα υποβάλλει έντονα τη φρίκη του Άδη αλλά και τη λαχτάρα για ζωή, για την οποία τόσο γλαφυρά μας μιλάει η ψυχή του Αχιλλέα ( λ 488).

Η εντύπωση όμως της ισότητας απέναντι στο θάνατο και της ίσης μεταχείρισης των ψυχών στον Άδη χαλάει άμα τη εμφανίσει του Μίνωα, κριτή του Κάτω Κόσμου για τους αρχαίους Έλληνες, ο οποίος και αποφασίζει για την τιμωρία αυτών που δεν σεβάστηκαν τους θεούς όσο ζούσαν .
-------------------
*Παραπομπή:

Και σαν αράξεις το καράβι σου στο βαθιορεματάρη τον Ωκεανό, στόν Άδη κίνησε να πας το μουχλιασμένο. Χύνουνται εκεί ο Πυριφλεγέθοντας κι ο Κωκυτός, που βγαίνει από τη Στύγα, στον Αχέροντα᾿ τα δυο ποτάμια σμίγουν , λίγο πιο πάνω τα βροντόλαλα᾿ στη μέση κι ένας βράχος.

Κει πέρα φτάνοντας, αντρόκαρδε, καθώς σου ορίζω τώρα, λάκκο ως μια πήχη πάρε κι άνοιξε του μάκρους και του φάρδους, και πρόσφερε χοές στα χείλη του στους πεθαμένους όλους' πρώτα μελόγαλα και δεύτερα κρασί γλυκό να χύσεις, νερό στο τέλος, και πασπάλισε κριθάλευρο από πάνω.

Και κάνε στων νεκρών παράκληση τ᾿ ανέψυχα κεφάλια, και τάξε, στην Ιθάκη φτάνοντας την πιο τρανή σου στέρφα γελάδα να τους σφάξεις, καιγοντας μαζί περίσσια δώρα. Του Τειρεσία να τάξεις ξέχωρα κριγιό, γι᾿ αυτόν μονάχα, μαύρο, κατάμαυρο, το πιο όμορφο στα ζωντανά σου μέσα.

Κι ως στων νεκρών των πολυδόξαστων δεηθείς τα πλήθη πρώτα, μια προβατίνα σφάξε ολόμαυρη κι έναν κριγιό, στα σκότη γυρνώντας τα᾿ μα εσύ τα μάτια σου πέρα μεριά να στρέψεις, στου ποταμού μαθές τα ρέματα· σε λίγο θ᾿ αντικρίσεις πλήθος ψυχές νεκρών που εχάθηκαν να φτάνουν μαζεμένες.

Πρόσταξε τότε τους συντρόφους σου να γδάρουν τα σφαγάρια, που θα κοιτώνται απ᾿ τον ανέσπλαχνο χαλκό θανατωμένα, και να τα κάψουν, και παράκληση στους δυο θεούς να υψώσουν, στην Περσεφόνη την ανήμερη και στον τρανό τον Άδη.

Και συ καθούμενος ανάσυρε το κοφτερό απ᾿ τη μέση σπαθί, και των νεκρών τ᾿ ανέψυχα κεφάλια μην αφήνεις᾿ κοντά στο γαίμα, πριν απόκριση σου δώσει ο Τειρεσίας. Σε μια στιγμή το μάντη να 'ρχεται, ρηγάρχη, θ᾿ αντικρίσεις, που θα σου πει ποιος θα 'ναι ο δρόμος σου, της στράτας σου το μάκρος…

Καθίζουμε στον άμμο το άρμενο, κι ως βγάλαμε από μέσα τα πρόβατα, το δρόμο πήραμε στον Ωκεανό από δίπλα, ως που στο μέρος πια βρεθήκαμε που 'χε αρμηνέψει η Κίρκη. Κει πέρα κράτησαν ο Ευρύλοχος κι ο Περιμήδης μπρος μου τα δυο σφαχτά᾿ κι εγώ ανασέρνοντας το κοφτερό σπαθί μου λάκκο ως μια πήχη πήρα κι άνοιξα του μάκρους και του φάρδους.

Και πρόσφερα χοές στα χείλη του στους πεθαμένους όλους' πρώτα μελόγαλα τους έχυσα, κρασί γλυκό κατόπι, νερό στο τέλος, και πασπάλιζα κριθάλευρο από πάνω' και δεόμουν στων νεκρών τ᾿ ανέψυχα κεφάλια, τάζοντας τους, την πιο τρανή μου στέρφα γελάδα να τους σφάξω, καίγοντας μαζί περίσσια δώρα.

Κι ένα κριάρι τάζω ξέχωρα στον Τειρεσία να σφάξω, μαύρο, κατάμαυρο, το πιο όμορφο στα ζωντανά μου μέσα. Τα παρακάλια πια σαν τέλεψα και τα ταξίματα μου, στα πλήθη των νεκρών, τα πρόβατα στο λάκκο σφάζω απάνω, κι ως έτρεχε το μαύρο γαίμα τους, από τα σκότη κάτω βγήκαν ψυχές νεκρών αρίφνητες και μαζωχτηκαν γύρα: Άγουροι, νιόπαντρες και γέροντες χιλιοβασανισμένοι, κόρες γλυκές, όλο παράπονο που σβησαν στον ανθό τους.

Να προσέχεις το βλέμμα

Της θύμιζε κατά τις συνεδρίες τους εκείνο το ωραίο του Νίτσε: «Μ’ αρέσει εκείνος που η ψυχή του είναι πιο βαθιά απ’ την πληγή του».

Να δουλέψουμε με τις πληγές μας αλλά να μην τις γλείφουμε∙ κινδυνεύουμε να διαστρέψουμε τις ηδονές μας. Η ψυχή είναι πανίσχυρη. Μην κολλάς!

Μην κολλάς ούτε στην ψυχανάλυση, προορίζεται μονάχα για τις πληγές, για την ψυχή σου θα προχωρήσεις πιο πέρα, στην πνευματική περιπέτεια.

Για να σου δώσω να καταλάβεις, είναι σαν να πηγαίνεις σε έναν ορθοπεδικό γιατί έσπασες το πόδι σου. Ο ορθοπεδικός θα σου γιατρέψει το κάταγμα, δε θα σου μάθει όμως ούτε να βαδίζεις, ούτε ποιο δρόμο θα περπατήσεις, ούτε πολύ περισσότερο τον προορισμό.

Η ευθύνη σου είναι αμεταβίβαστη. Αν κάτσεις εκεί να σου χαϊδεύουν, να σου κάνουν μασάζ στο σπασμένο πόδι σου, θα ατροφήσεις, θα μείνεις ακίνητη.

Ο δρόμος είναι αποκλειστικά δικός σου. Πολύ δύσκολο αυτό αλλά τίποτα σαγηνευτικότερο.

Ετοιμάσου να με εγκαταλείψεις πριν παραλύσεις στο ντιβάνι μου. Να μην εμπιστεύεσαι με την πρώτη τα συναισθήματά σου, ούτε αγαπώ, ούτε δεν αγαπώ να λες εύκολα.

Τα ένστικτα ξέρουν θαυμάσια να προσποιούνται πως είναι συναισθήματα ή να εκλογικεύουν την παρουσία τους με δήθεν πνευματικές ιδέες.

Μην νομίζεις καν ότι συμπονάς τον άλλον όσο νομίζεις. Πάρα πολλές φορές συμπονούμε από ταύτιση, όχι από ανθρωπιά. Παίρνουμε το δράμα του άλλου μέσα μας, φανταζόμαστε πως είμαστε εμείς που μας συμβαίνει και μ’ αυτή τη μετάθεση υποφέρουμε επειδή υποφέρουμε για μας. Συχνά δηλαδή η λύση για κάποιον είναι αυτολύπη.

Θέλω να πω δεν είναι ο άλλος το θέμα της στενοχώριας μας, αιτία είναι η ιδέα μας ότι ίσως συμβεί αυτό σε μας και προληπτικά το ζούμε.

Πάλι ο εγωκεντρισμός κάνει παιχνίδι, πολύ δύσκολα συμπάσχουμε με τα παθήματα του όντως άλλου, πάρα πολύ δύσκολα τον καταλαβαίνουμε.

Πώς να σου το πω; Δε γίνομαι εγώ εσύ, κάνω εσένα εγώ…

Εκείνο που έλεγαν οι αρχαίοι, πως «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος», στην πραγματικότητα των συναισθημάτων, εγώ σου λέω πως μέτρον πάντων: Εγώ.

Ο πλησίον είναι τρομερά απόμακρη γη. Για να μη σου πω ανύπαρκτη…

Η ουτοπία του άλλου! Μακάρι, και πιθανόν να υπερβάλλω.

Άλλο μετουσιώνω ένα πάθος μου, άλλο το εκλογικεύω. Η μετουσίωση είναι αγώνας και κάποτε υπέρβαση, η εκλογίκευση είναι πρόφαση εν αμαρτίαις.

Μην κρίνεις από τις πράξεις αυτές καθαυτές, δεν εξηγούν πάντα την ουσία τους.

Να γυρεύεις την κρυμμένη πρόθεση, εκεί υπάρχει η εντιμότητα, η καθαρότητα ή όχι της καρδιάς.

Ένας υπέρμετρα εγωιστής μπορεί να διαλέξει για επίδειξη το ρόλο αγίου. Να ζει με σκληρή άσκηση, να κινείται με εντυπωσιακή ευσέβεια, να μοιράζει περιουσίες στην ελεημοσύνη.

Όμως σκοπός του δεν είναι η συμπόνοια, είναι η προβολή, η επίδειξη, ένας αυτοθαυμασμός∙ ένας θρίαμβος στον δικό του κύκλο.

Να προσέχεις. Να προσέχεις το βλέμμα περισσότερο απ’ τα λόγια.