Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἑκάβη (299-333)

ΟΔ. Ἑκάβη, διδάσκου, μηδὲ τῷ θυμουμένῳ
300 τὸν εὖ λέγοντα δυσμενῆ ποιοῦ φρενί.
ἐγὼ τὸ μὲν σὸν σῶμ᾽ ὑφ᾽ οὗπερ εὐτύχουν
σῴζειν ἕτοιμός εἰμι κοὐκ ἄλλως λέγω·
ἃ δ᾽ εἶπον εἰς ἅπαντας οὐκ ἀρνήσομαι,
Τροίας ἁλούσης ἀνδρὶ τῷ πρώτῳ στρατοῦ
305 σὴν παῖδα δοῦναι σφάγιον ἐξαιτουμένῳ.
ἐν τῷδε γὰρ κάμνουσιν αἱ πολλαὶ πόλεις,
ὅταν τις ἐσθλὸς καὶ πρόθυμος ὢν ἀνὴρ
μηδὲν φέρηται τῶν κακιόνων πλέον.
ἡμῖν δ᾽ Ἀχιλλεὺς ἄξιος τιμῆς, γύναι,
310 θανὼν ὑπὲρ γῆς Ἑλλάδος κάλλιστ᾽ ἀνήρ.
οὔκουν τόδ᾽ αἰσχρόν, εἰ βλέποντι μὲν φίλῳ
χρώμεσθ᾽, ἐπεὶ δ᾽ ὄλωλε μὴ χρώμεσθ᾽ ἔτι;
εἶεν· τί δῆτ᾽ ἐρεῖ τις, ἤν τις αὖ φανῇ
στρατοῦ τ᾽ ἄθροισις πολεμίων τ᾽ ἀγωνία;
315 πότερα μαχούμεθ᾽ ἢ φιλοψυχήσομεν,
τὸν κατθανόνθ᾽ ὁρῶντες οὐ τιμώμενον;
καὶ μὴν ἔμοιγε ζῶντι μέν, καθ᾽ ἡμέραν
κεἰ σμίκρ᾽ ἔχοιμι, πάντ᾽ ἂν ἀρκούντως ἔχοι·
τύμβον δὲ βουλοίμην ἂν ἀξιούμενον
320 τὸν ἐμὸν ὁρᾶσθαι· διὰ μακροῦ γὰρ ἡ χάρις.
εἰ δ᾽ οἰκτρὰ πάσχειν φῄς, τάδ᾽ ἀντάκουέ μου·
εἰσὶν παρ᾽ ἡμῖν οὐδὲν ἧσσον ἄθλιαι
γραῖαι γυναῖκες ἠδὲ πρεσβῦται σέθεν,
νύμφαι τ᾽ ἀρίστων νυμφίων τητώμεναι,
325 ὧν ἥδε κεύθει σώματ᾽ Ἰδαία κόνις.
τόλμα τάδ᾽. ἡμεῖς δ᾽, εἰ κακῶς νομίζομεν
τιμᾶν τὸν ἐσθλόν, ἀμαθίαν ὀφλήσομεν·
οἱ βάρβαροι δὲ μήτε τοὺς φίλους φίλους
ἡγεῖσθε, μήτε τοὺς καλῶς τεθνηκότας
330 θαυμάζεθ᾽, ὡς ἂν ἡ μὲν Ἑλλὰς εὐτυχῇ,
ὑμεῖς δ᾽ ἔχηθ᾽ ὅμοια τοῖς βουλεύμασιν.
ΧΟ. αἰαῖ· τὸ δοῦλον ὡς κακὸν πέφυκ᾽ ἀεὶ
τολμᾷ θ᾽ ἃ μὴ χρή, τῇ βίᾳ νικώμενον.

***
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Εκάβη, λογικέψου· μη σε παρασέρνει
ο θυμός και θαρρείς εχθρό σου εκείνον
300 που γνωστικά σου μιλάει. Εσένα,
προσωπικά, που μ᾽ ευεργέτησες,
θα σε γλιτώσω ευχαρίστως· και δεν λέω κουβέντες.
Όμως εκείνα που είπα μπροστά σ᾽ όλους,
δεν τ᾽ αρνιέμαι: τώρα που πάρθηκε η Τροία,
να δώσουμε την κόρη σου θυσία
στον πρώτο του στρατού μας, μια και το γυρεύει.
Να ξέρεις κάτι: οι πιο πολλές πολιτείες υποφέρουν
από μια τέτοια αιτία: όταν υπάρχουν, δηλαδή,
γενναίοι και πρόθυμοι άντρες,
που ωστόσο δεν απολαβαίνουν πιότερα
από τους παρακατιανούς. Ο Αχιλλέας, κυρά μου,
για μας, αξίζει όποια τιμή, αφού βρήκε
310 τον ενδοξότερο θάνατο για την Ελλάδα.
Δεν θα ᾽τανε, λοιπόν, ντροπή να τον νιώθουμε φίλο
όταν έχει τα μάτια του ανοιχτά,
κι όταν τα κλείσει να τον καταφρονούμε;
Έστω πως γίνεται κι αυτό. Μα τί θα πούμε,
αν έρθει πάλι σύναξη στρατού και πόλεμος;
Θα αγωνιστούμε, ή τη ζωή μας θα φυλάξουμε
βλέποντας πως ο σκοτωμένος δεν τιμήθηκε;
Εγώ τουλάχιστον, κι αν είναι λιγοστά
αυτά που απολαβαίνω στη ζωή μου,
θα ᾽λεγα πως μου φτάνουνε· μα ο τάφος μου
θα ᾽θελα να φαντάζει τιμημένος·
320 είναι μια χάρη που τραβάει σε μάκρος.
Κι αν πιστεύεις πως φοβερά είναι τα πάθη σου,
άκουσε τί θα σου πω:
Υπάρχουνε σ᾽ εμάς γριές και γέροι
που πιο πολύ από σένα δυστυχούνε
και νιες που εστερηθήκαν τ᾽ άξια ταίρια τους,
θαμμένα κάτω από τα χώματα της Ίδης.
Υπομόνευε. Κι αν η δική μας συνήθεια,
τους γενναίους να τιμούμε, είναι κακή,
πέστε μας άξεστους· μα εσείς οι βάρβαροι,
ούτε τους φίλους λογαριάζετε για φίλους
ούτε θαυμάζετε όσους πέσανε με δόξα.
330 Γι᾽ αυτό η Ελλάδα θα ευτυχεί, κι όσο για σας,
έτσι που σκέφτεστε, προκοπή δεν θα δείτε.
ΧΟΡΟΣ
Ω, τί κακό να ᾽ναι κανένας σκλάβος
και να τραβάει όσα δεν πρέπει, στενεμένος
απ᾽ την ανάγκη.

Μακεδονία εν μύθοις φθεγγομένη: Μύθοι τοπικοί - Όλυνθος

Το προελληνικό όνομα της Ολύνθου σημαίνει αγριοσυκιά. Ο επώνυμος ήρωας της μακεδονικής πόλης –με ίχνη κατοίκησης από τη νεότερη νεολιθική εποχή (5300 π.Χ.-4500 π.Χ.)– ήταν γιος του βασιλιά Στρυμόνα και της νύφης Βόλβης και αδελφός του Ρήσου και του Βράγγα. Ο τελευταίος έθαψε τον αδελφό του στο μέρος όπου ο Όλυνθος σκοτώθηκε από λιοντάρι στη διάρκεια κυνηγιού*.

Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτήν την παράδοση, ο ήρωας ανήκει στην τοπική ιστορία. Άλλη όμως παράδοση τον θέλει γιο του Ηρακλή, προγόνου του ιδρυτή του μακεδονικού βασιλικού οίκου. Ο Ηρόδοτος, ωστόσο, γράφει ότι η πόλη κτίστηκε από τους Βοττιαίους του Αξιού, οι οποίοι μετά την εκδίωξή τους από τους Μακεδόνες, μετοίκησαν στη Χαλκιδική.
---------------------------
*Το θέμα του κυνηγιού είναι ιδιαίτερα συχνό στην αρχαϊκή τέχνη σε μυθολογικές παραστάσεις ή σε σκηνές καθημερινής ζωής λόγω του ηρωικού χαρακτήρα που είχε το κυνήγι στην αρχαία κοινωνία. Αλλά και μεταγενέστερα το κυνήγι προκαλούσε το καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Πρβ. παραστάσεις από Θάσο και Πέλλα.

Ο δρόμος προς την ελευθερία

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ επιλογεσΤο εγώ είναι μια συχνότητα σκέψης, η συχνότητα του φόβου, της έλλειψης, του ελέγχου, της ασφάλειας, της άνεσης, με την οποία συντονιζόμαστε. Το εγώ δεν είναι αυτό που είμαστε. Είναι η συχνότητα της πρωταρχικής προγραμματισμένης ιστορίας που αποδεχόμαστε σαν ταυτότητά μας.

Και είναι αυτή η ιστορία που πρέπει να πεθάνει για να αναδυθεί ο αληθινός εαυτός μας, που η φύση του είναι η ελευθερία. Χρειάζεται κάτι να πεθάνει πρώτα, για να αναγεννηθεί. Η καταστροφή ακολουθείται πάντα από δημιουργία.

Ένας από τους βαθύτερους προγραμματισμούς του εγώ, ένα από τα βασικότερα μοτίβα του, είναι η «λαχτάρα-αποστροφή/απέχθεια». Το εγωικό μυαλό βρίσκεται σε συνεχή αναζήτηση ενός ασφαλούς και άνετου χώρου. Αναζητά διαρκώς την ικανοποίηση των επιθυμιών του, το να νιώθει καλά.

Πόσο χρόνο σπαταλάμε προσπαθώντας να εξασφαλίσουμε ή να δημιουργήσουμε ένα μέλλον που είναι σίγουρο και ασφαλές και που θα μας κρατήσει μακριά από αυτά που αποστρεφόμαστε; Και πόση ενέργεια καταναλώνουμε προσπαθώντας να έχουμε αυτά που λαχταράμε;

Αγωνιζόμαστε ενάντια στην τρέχουσα κατάσταση όταν δεν είναι όπως τη θέλουμε, και βρίσκουμε στρατηγικές για να βγούμε από αυτήν ή την αποφεύγουμε, αντί να την αγκαλιάσουμε και να είμαστε παρόντες σε αυτό που συμβαίνει. Μήπως όμως υπάρχει κάτι σ’ αυτήν για να δούμε και να μάθουμε, αντί να δραπετεύουμε σ’ ένα νοητικό χώρο όπου νιώθουμε καλύτερα έστω και λίγο;

Αντιλαμβανόμαστε πράγματα και καταστάσεις ως «φοβιστικά» όταν πυροδοτούνται οι προγραμματισμοί μας, όταν βρισκόμαστε σε σύγκρουση με αυτό που είναι. Το μοτίβο «λαχτάρα-αποστροφή» είναι το πεδίο μάχης του μυαλού μας, που αναζητά ασταμάτητα τρόπους για να έχει το ένα και ν’ αποφύγει το άλλο. Προγραμματιζόμαστε σε αυτό το δίπολο από τη γέννησή μας.

Και μας μαθαίνουν να λαχταράμε συνεχώς κάτι διαφορετικό από αυτό που έχουμε. Και αυτό συνήθως εκφράζεται μέσω της σύγκρισής μας με τους άλλους, της αίσθησης ότι δεν έχουμε ποτέ αρκετά ή δεν είμαστε αρκετοί, και της επιθυμίας μας τα πράγματα και οι καταστάσεις να είναι διαφορετικά από αυτό που είναι. Νιώθουμε καλά όταν έχουμε αυτό που επιθυμούμε και νιώθουμε χάλια όταν δεν το έχουμε ή όταν αντιμετωπίζουμε προκλήσεις και δύσκολες καταστάσεις.

Τέτοιες καταστάσεις όμως αποκαλύπτουν το ποιοι είμαστε πραγματικά. Η συνεχής αντίστασή μας σε αυτό που είναι, επιτρέπει στο θυμό και στη βία να γεννηθούν μέσα μας και να στραφούν ενάντια στον εαυτό μας πρώτα και μετά ενάντια στον κόσμο.

Το προγραμματισμένο εγώ νιώθει να απειλείται από τα πάντα, γι’ αυτό θέλει να ελέγχει τα πάντα, στην προσπάθειά του να νιώθει ασφάλεια, σιγουριά και άνεση. Και μ’ αυτόν τον τρόπο ξεπουλάμε την ελευθερία μας χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Ανταλλάσσουμε την ελευθερία μας με μια ψεύτικη αίσθηση ασφάλειας και σιγουριάς.

Για να μπορέσουμε να σπάσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο, χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε τι συμβαίνει, ν’ αναγνωρίσουμε την αλήθεια, να αποκτήσουμε επίγνωση του μοτίβου λαχτάρας και αποστροφής, και να σταματήσουμε αυτή τη διαδικασία. Αντί να τρέχουμε προς την εκπλήρωση αυτών που λαχταράμε και να αποφεύγουμε αυτά που αποστρεφόμαστε, επιτρέπουμε σε αυτό που συμβαίνει, οτιδήποτε κι αν είναι, να ξεδιπλωθεί και στα συναισθήματά μας να εμφανιστούν.

Αναλαμβάνουμε την ευθύνη των καταστάσεων, των σκέψεων, των αισθημάτων και των αντιδράσεών μας. Αναλαμβάνοντας την ευθύνη, παύουμε να κατηγορούμε, να νιώθουμε θύματα και να προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε ή να ξεφύγουμε από αυτό που συμβαίνει.

Χρειάζεται κουράγιο για να παρατηρούμε αποστασιοποιημένοι αυτό που συμβαίνει, χωρίς να αντιδρούμε και χωρίς να προσπαθούμε να το αλλάξουμε. Χρειάζεται κουράγιο η ελευθερία, από τις συνθήκες, από τον προγραμματισμένο νου, από το εγώ, από το φόβο, από τις κρίσεις, από την κατηγόρια, από τον πόνο.

Αυτός όμως είναι ο δρόμος προς την ελευθερία. Προχωράμε με θάρρος στο άγνωστο. Βγαίνουμε από τη ζώνη άνεσής μας. Εμπιστευόμαστε την εσωτερική μας γνώση ακόμη κι όταν δεν καταλαβαίνουμε.

Υπερβαίνουμε την ιστορία του μυαλού μας. Αποστασιοποιούμαστε από την ευχαρίστηση και τη δυσαρέσκεια. Ακολουθούμε την αλήθεια μας, ανεξάρτητα από τις συνθήκες. Υπερβαίνοντας το προγραμματισμένο εγώ, απελευθερωνόμαστε από τον φαύλο κύκλο και συνδεόμαστε με την αλήθεια του ποιοι είμαστε, η οποία ξεπερνά και την πιο γόνιμη φαντασία.

Γιατί είναι σημαντικό τα παιδιά να μαθαίνουν την κριτική σκέψη – Ο ρόλος των γονιών

Πρόσφατες συζητήσεις για το ρόλο των social media στο πεδίο της παραπληροφόρησης και της προπαγάνδας λειτουργούν ως μια υπενθύμιση για τη σημασία της κριτικής σκέψης. Πώς μπορούμε να «φιλτράρουμε» τα όσα διαβάζουμε, τι από όλα αυτά είναι αλήθεια και με ποιο τρόπο μπορούμε να κρίνουμε τις προθέσεις των άλλων;

Τα fake news βρίσκουν τόπο, επειδή το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Οι πρόσφατες γενιές δεν έχουν διδαχθεί την κριτική σκέψη επαρκώς, ίσως και καθόλου. Η κριτική σκέψη είναι αυτή η δεξιότητα που μας βοηθά να αντιμετωπίζουμε τέτοιες προκλήσεις. Πώς μπορούν οι γονείς να «διορθώσουν» την έλλειψη κριτικής σκέψης στις επόμενες γενιές;

Η διαμόρφωση της κριτικής σκέψης ξεκινά από νωρίς

Όπως έχουν τονίσει οι ερευνητές εδώ και λίγο καιρό, η κριτική σκέψη δεν μπορεί να διαχωριστεί από την γνωστική ανάπτυξη γενικότερα. Οπότε, αν και πολλοί άνθρωποι ακόμα πιστεύουν ότι είναι κάτι που πρέπει να μαθαίνουμε στο πανεπιστήμιο ή στο λύκειο, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αφιερώνουν χρόνο για την ανάπτυξή της σε πολύ νεότερη ηλικία.

Φυσικά, δεν είναι απαραίτητο ή ακόμα και δυνατό να διδάσκουμε σε 4χρονα λογική υψηλού επιπέδου. Αλλά υπάρχουν πολλά πράγματα που οι γονείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να ανοίξουν το νου των παιδιών στον κόσμο γύρω τους.

Το πιο σημαντικό σε αυτή τη νεαρή ηλικία είναι αυτό που ονομάζουν οι ερευνητές μεταγνώση: Είναι μόνο μέσω της μεταγνώσης που τα παιδιά θα μάθουν να σκέφτονται πιο στρατηγικά, να αναγνωρίζουν λάθη στα μοτίβα σκέψης τους και να αντιλαμβάνονται τους περιορισμούς και τις οπτικές των άλλων. Ποιοι άλλοι τρόποι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προαγωγή τέτοιων συνηθειών στο νου των παιδιών;

– Ενθαρρύνετε την περιέργειά τους, κάνοντάς τους πολλές ερωτήσεις για το γιατί και τι σκέφτονται. Οι γονείς δεν πρέπει να αποθαρρύνουν τα παιδιά από το να κάνουν εκείνα ερωτήσεις επίσης.

– Ενθαρρύνετε την ενεργητική ανάγνωση, συζητώντας και σκεπτόμενοι πάνω σε θέματα βιβλίων. Αναλύστε τους διαφορετικούς χαρακτήρες, τις σκέψεις και τις στάσεις τους.

– Κοινωνικοποιήστε τα όσο το δυνατόν περισσότερο με διαφορά από διαφορετικά πλαίσια – είτε πολιτισμικά, γεωγραφικά είτε κοινωνικοοικονομικά. Αυτές οι εμπειρίες είναι πολύτιμες.

– Φέρτε τα παιδιά σε ενήλικες συζητήσεις, μέσα στα σωστά όρια φυσικά και μην αποθαρρύνετε τη συνεισφορά τους.

Μπορεί να έχω μεγάλη καρδιά, αλλά δεν είμαι κορόιδο

Έχω μεγάλη καρδιά – πείτε το ελάττωμα, πείτε το υπερβολικό- το λέω ευλογία. Αυτή η καρδιά που χτυπάει άγρια στο στήθος μου, με έχει σώσει. Με έχει μάθει πώς να συγχωρώ, πώς να κάνω χώρο στους ανθρώπους, πώς να στηρίζομαι σε άλλους όταν έχω φτάσει στα χαμηλότερα σημεία μου. Αυτή η καρδιά επιμένει. Με έχει μάθει να επιβιώνω. Μου έχει δείξει πόσο όμορφη μπορεί να είναι η ζωή όταν εμπιστεύομαι τους άλλους, όταν τους δίνω όλα όσα έχω, όταν λέω ναι στη ζωή και στην αγάπη και στα αισθήματα που κυλάνε στις φλέβες μου.

Έχω μεγάλη καρδιά. Και είμαι περήφανος για αυτό.

Με αυτή την καρδιά την έχω πατήσει με τους ανθρώπους, με αυτή την καρδιά έμαθα τις δυνάμεις μου, έγινα ευάλωτος και ανοιχτός και άλλαξα από τις σχέσεις. Και ακόμα και αν έχω πληγωθεί, δεν μετανιώνω για τίποτα.

Επειδή δόθηκα στην αγάπη και ήταν υπέροχα, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος.

Έχω μεγάλη καρδιά. Μερικές φορές είναι ανόητη και την πατάει με ανθρώπους που δεν είναι οι σωστοί για μένα. Μερικές φορές είναι πεισματάρα και αρνείται να φύγει από σχέσεις, ακόμα και εκείνες που με ρίχνουν. Μερικές φορές είναι αφελής, νομίζοντας πως η αγάπη μπορεί να σώσει τους ανθρώπους από την στενοχώρια ή να διορθώσει προβλήματα.

Έχω μεγάλη καρδιά αλλά δεν είμαι κορόιδο.

Ξέρω πώς να αγαπάω χωρίς προσδοκίες, πώς να δίνω χωρίς να απαιτώ κάτι σε αντάλλαγμα, πώς να βάζω πρώτα τους άλλους. Αλλά όταν στέκομαι εκεί με ανοιχτή την αγκαλιά και ευάλωτος και δεν παίρνω τίποτα πίσω, ξέρω πώς να πω αντίο.

Μπορώ να αγαπήσω χωρίς όρους. Μπορώ να είμαι ανιδιοτελής και ειλικρινής και ανοιχτός με τις σκέψεις στο μυαλό μου. Μπορώ να παλέψω για τους ανθρώπους, για σχέσεις, για την αγάπη. Αλλά όταν βλέπω ότι το άλλο άτομο δεν παλεύει πλέον, δεν με υπερασπίζεται πλέον και δεν στέκεται πλέον στο πλευρό μου, ξέρω πώς να φύγω.

Βλέπετε, το να έχω μεγάλη καρδιά δεν σημαίνει ότι επιτρέπω να με εκμεταλλεύονται. Δε σημαίνει ότι είμαι αδύναμος ή ανίσχυρος στα άτομα που έχω γύρω μου.

Το να έχω μεγάλη καρδιά σημαίνει ότι ξέρω πώς να αγαπάω. Αλλά σας παρακαλώ, μην με παρεξηγείτε. Ξέρω επίσης και πώς να φεύγω.

Ξέρω πώς να απομακρύνομαι από σχέσεις που δεν είναι κατάλληλες για μένα, από ανθρώπους που με χρησιμοποιούν μόνο για να κερδίσουν αυτό που θέλουν. Ξέρω πώς να αποστασιοποιούμαι από τον πόνο, πώς να προχωράω, πώς να ξεπερνάω την απώλεια και την θλίψη και να ξεκινάω από την αρχή, ανανεωμένος και αναζωογονημένος και έτοιμος να αγαπήσω το σωστό άτομο με ό,τι έχω.

Ξέρω την αξία μου. Ξέρω πότε δεν πάει άλλο. Ξέρω πότε έχω ξεφύγει και πότε πρέπει να σταματήσω να κυνηγάω τα λάθος πράγματα και να ξεκινάω να διεκδικώ την αγάπη που αξίζω.

Μπορεί να έχω μεγάλη καρδιά, αλλά ξέρω τη δύναμή μου.

Δεν είμαι κάποιος που θα δώσει τυφλά την αγάπη του, που θα χάσει τον εαυτό στο ταξίδι της αναζήτησης της αγάπης. Δε φοβάμαι να αγαπήσω, να αφεθώ, να αφήσω τους ανθρώπους να μπουν στη ζωή μου. Αλλά δεν είμαι ανόητος. Δε θα γίνω εκείνος που θα σταθεί περιμένοντας τον άλλο για να του ανταποδώσει την αγάπη, περιμένοντάς τον να αλλάξει, προσπαθώντας να τον πείσει για την αξία της καθώς εκείνος παίζει με τα συναισθήματά της.

Ξέρω την αξία μου. Και αξίζω την αληθινή αγάπη.

Και επειδή έχω μεγάλη καρδιά δε σημαίνει ότι θα συνεχίσει να χτυπάει πάντα για ανθρώπους που δεν αξίζουν. Ασφαλώς, θα αγαπήσει, όμως θα είναι και εκείνη δυνατή. Θα φύγει. Θα γνωρίζει την αξία της. Και θα φύγει μακριά και θα ψάξει για αυτό που αξίζει κάπου αλλού.

Μπορεί να έχω μεγάλη καρδιά, αλλά δεν είμαι χαζός. Ξέρω ποια είμαι και την αγάπη που αξίζω. Και δε θα συμβιβαστώ με κάτι λιγότερο.

Έκχαρτ Τόλε: Η Δύναμη του Τώρα

Δεν υπάρχει χθες, δεν υπάρχει αύριο, μόνο ένα συνεχόμενο τώρα.

Όπως αναφέρει, το παρελθόν είναι μια ανάμνηση. Το μέλλον μια αναμονή. Και τα δύο βρίσκονται στην ανυπαρξία, εκτός αν τους δίνεις ζωή, κατ’ επιλογή ή από φόβο, και τα ζωντανεύεις στο τώρα σου.

Όποιος ζει στο παρελθόν, δεν έχει μέλλον. Κι όποιος ζει στο μέλλον, δεν έχει τώρα. Και κατ’ επέκταση, το μέλλον που βιώνει στη φαντασία του δεν θα μπορέσει να το ζήσει ποτέ, σε κάποιο αυριανό του τώρα. Το παρελθόν είναι για να έχεις εμπειρίες και σοφία. Το μέλλον για να προδιαγράφεις αν θέλεις μια επιθυμητή πορεία. Στο πρόσθιο κολύμπι πάνω στη θάλασσα του χρόνου της ζωής, κοιτάς πίσω που και που για να θυμάσαι από έρχεσαι, βουτάς το κεφάλι μέσα καθώς γίνεσαι ένα με την δύναμη της κάθε στιγμής του κάθε τώρα, και τη στιγμή που παίρνεις ανάσα, ρίχνεις μια γρήγορη ματιά στο μπροστά και γύρω σου για να παραμείνεις ευθυγραμμισμένος. Και πάλι, βουτιά στο νερό και βίωμα στην εμπειρία του ταξιδιού.

Ό,τι κι αν έγινε, ό,τι κι αν συνέβη, ακόμα κι αυτό, θα περάσει. Όπως πέρασαν και όλα τα προηγούμενα. Σκέψου μόνο ότι σε λίγους μήνες ή ένα δυο χρόνια, θα έχεις πάρει τόση απόσταση από το γεγονός, όπου τότε θα φαντάζει τόσο μακρινό, που ίσα ίσα θα θυμάσαι αμυδρά το πως ένιωθες τώρα. Αυτή είναι η γενική γραμμή. Προφανώς κάποια συμβάντα όπως μια απώλεια ζωής ή μόνιμη αλλαγή υγείας, αποτελούν εξαιρέσεις. Ο κανόνας όμως είναι αυτός.

“Το στρες δημιουργείται όταν είσαι «εδώ», αλλά θα ήθελες να είσαι «εκεί»”. Στο κάθε παρόν, είναι σχεδόν αδύνατο να νιώσεις στρες, άγχος ή παρόμοια συναισθήματα, αν έχεις αποδοχή. Καλώς η κακώς, αυτό έχεις. Και για να το έχεις, για κάποιο λόγο συμβαίνει αυτό, ή από κάποια επιλογή σου το έχεις δίπλα σου. Αυτό σημαίνει, πως στο όποιο αύριο, αν δε σε εξυπηρετεί, παίρνοντας τις ευθύνες και συνέπειες των όποιον επιλογών, μπορείς να το αλλάξεις. Έτσι, δεν υπάρχει λόγος να έχεις οτιδήποτε άλλο εκτός από αποδοχή, μιας και η αποδοχή και η ευγνωμοσύνη είναι οι μόνες πραγματικά ωφέλιμες καταστάσεις για σένα βάση των χημικών αντιδράσεων της στολής που φοράς (σώμα).

Ένα από τα σημαντικότερα μηνύματα που μεταδίδει ο Τόλε είναι πως η ζωή πραγματικά σου δίνει εκείνα τα βιώματα, που είναι τα πιο χρήσιμα, είτε το αντιλαμβάνεσαι εκείνη την ώρα είτε όχι, για την εξέλιξη της συνείδησής σου. Το παράδοξο με την αποταύτιση, όταν δηλαδή δεν σε αγγίζει αυτό που συμβαίνει, είναι ότι δε μπορείς να πάρεις το βίωμα. Άρα και το μάθημα. Το παράδοξο με την ταύτιση, είναι ότι μπορεί να ταυτιστείς τόσο πολύ, που να εστιάσεις μόνο σε ένα μελανό σημείο στον πίνακα της ζωής σου, που να ξεχάσεις το σύνολό του. Την ομορφιά του. Γιατί πας τόσο κοντά στο μελανό σημείο, που πολύ σωστά από εκείνη την απόσταση, τα βλέπεις όλα μαύρα.

Αντίστροφα, μπορείς να εστιάσεις τόσο πολύ σε ένα όμορφο σημείο, να ταυτιστείς ολικά, και να μην βλέπεις κάποια άλλα μελανά ή δυσαρμονικά σημεία τα οποία πρέπει να δουλέψεις.

Το κλειδί λοιπόν είναι να μπορείς να πηγαίνεις κοντά στον πίνακά σου, να μεγενθύνεις όποιο σημείο θέλεις, να το μυρίζεις, να το αγγίζεις, να το βιώνεις, αλλά και να πηγαίνεις και μερικά βήματα πίσω ώστε να βλέπεις όλη την εικόνα. Να εκτιμάς και να μελετάς δηλαδή το δέντρο, αλλά να μη χάνεις το δάσος, και αντίστροφα.

Ένα επίσης σημείο που πρέπει να σταθούμε είναι η σημαντικότητα του να είμαστε αυθεντικοί. “Αυθεντικοί”. Αυτό σημαίνει αρχικά αυτογνωσία. Δεν είσαι η δουλειά σου, δεν είσαι το χόμπυ σου, δεν είσαι το τί έχεις. Είσαι κάτι “άλλο”, και μέρος αυτού είναι οι αρετές και αξίες σου. Όταν το αναγνωρίσεις και το ξανασυναντήσεις καθαρά, τότε αυτό θα πρέπει να αντανακλά σε όλη σου την ύπαρξη και καθημερινότητα. Η όποια δυσαρμονία προέρχεται από εκεί. Τη διαφορά της αλήθειας σου σε σχέση με το πως έχεις οργανώσει την ζωή σου. Όπως έχει ειπωθεί, ένα ψάρι δεν έχει δουλειά σε ένα δέντρο. Ένα πουλί δεν έχει δουλειά στον βυθό της θάλασσας. Αν δεν γνωρίζεις ποιος είσαι, πως θα επιλέξεις το περιβάλλον σου, εργασιακό και μη, αλλά και τους ανθρώπους που θέλεις να συναναστρέφεσαι;

Λέει λοιπόν πως:

Οι αυθεντικές ανθρώπινες σχέσεις καθίστανται αδύνατες όταν χάνετε τον εαυτό σας υποκρινόμενοι ένα ρόλο”.

Άρα, στο καθημερινό καρναβάλι που ζούμε πλανητικά, έχεις τρεις επιλογές:

– Να ταυτίζεσαι με ρόλους και μάσκες για να ταιριάζεις εκεί που είσαι
– Να πετάξεις ρόλους και μάσκες και να είσαι αυθεντικός με όποιο θετικό και αρνητικό φαινομενικά αποτέλεσμα
– Ή να επιλέξεις πότε θα παίζεις τον κάθε ρόλο, πότε θα φοράς την κάθε μάσκα, επιλεκτικά, χωρίς ταύτιση, αλλά και πότε θα είσαι ο αυθεντικός εαυτός σου.

Το παράδοξο της ελεύθερης βούλησης είναι πως είσαι απόλυτα ελεύθερος να επιλέξεις ό,τι θέλεις, αλλά είσαι και απόλυτα δέσμιος των όποιον συνεπειών της κάθε επιλογής.

Ένα τελευταίο μήνυμα που θα σου μοιραστώ από αυτό, είναι πως εκεί που κατοικεί η Αληθινή Αγάπη, δεν μπορεί, και άρα δεν υπάρχει το Εγώ. Κάθε σου δράση, κάθε σου σκέψη, κάθε σου θέλω ή παρόρμηση, αναρωτήσου: Από που προέρχεται, ή από τι αντανακλά; Κάνε αυτό το τεστ κάθε φορά, και θα εκπλαγείς με την ακαριαία επίγνωση που θα σου δίδεται κάθε στιγμή.

Σήμερα είμαστε αύριο δεν είμαστε. Δεν χρειάζεται να χάσεις ανθρώπους ή την υγεία σου για να το καταλάβεις βαθιά. Το μόνο που έχεις, είναι το τώρα. Γνώρισε εσένα, κατάλαβε την δύναμη της επιλογής σου, αποδέξου την ευθύνη της, και άσε την αυθεντικότητά σου να ακτιβολήσει παντού. Τόσο μέσα, όσο και γύρω σου.

Η αρρώστια… του φόβου

Ο φόβος της αρρώστιας, μια κατάσταση σε κάποιο βαθμό φυσιολογική για τους περισσότερους ανθρώπους, μπορεί ξεπερνώντας κάποια όρια να μετατραπεί σε αρρώστια καθαυτή, γεγονός που παρατηρούμε γύρω μας ιδίως αυτή την εποχή.

Ο φόβος από μόνος του είναι γνωστό ότι αποδυναμώνει τον άνθρωπο πολλαπλά. Η επίδρασή του στον ψυχισμό, στην δύναμη, την αισιοδοξία και το κουράγιο μας είναι βέβαια προφανής. Αυτό που είναι ίσως λιγότερο προφανές αν και όχι άγνωστο σαν εμπειρία σε πολλούς, είναι ο τρόπος με τον οποίο ο φόβος επιδρά στο σώμα και στην κατάσταση της υγείας μας γενικά και στην κατάσταση του ανοσοποιητικού μας συστήματος ειδικότερα, όταν πρόκειται για την άμυνα του οργανισμού μας απέναντι στα συνηθισμένα προβλήματα.

Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον και πραγματικά τόσο επίκαιρο αυτό που έγραφε ο E. Bach ήδη στα 1931 σχετικά με το φόβο και την επίδρασή του στην υγεία και την αρρώστια:

“Στην εποχή μας ο φόβος της αρρώστιας έχει αναπτυχθεί τόσο που έχει γίνει μια μεγάλη δύναμη καταστροφής, επειδή ανοίγει την πόρτα σε εκείνα τα πράγματα που τρέμουμε και διευκολύνει το να μας συμβούν.
Ο φόβος στους τωρινούς καιρούς παίζει μεγάλο ρόλο στην ενδυνάμωση της αρρώστιας και η σύγχρονη επιστήμη έχει μεγαλώσει την κυριαρχία του τρόμου μέσα από τη διάδοση στο ευρύ κοινό των ανακαλύψεών της, που αποτελούν όμως καθαυτές μισές αλήθειες.
Οι γνώσεις σχετικά με τα βακτήρια και τους διάφορους ιούς που συνδέονται με την ασθένεια έχουν προκαλέσει τρομακτική ταραχή στο νου αμέτρητων ανθρώπων και ο τρόμος αυτός που δημιουργείται μέσα τους, τους καθιστά πιο ευάλωτους στο να νοσήσουν. Παρόλο όμως που κατώτερες μορφές ζωής, όπως τα βακτήρια, μπορούν να παίζουν ένα ρόλο ή να συνδέονται με τη σωματική ασθένεια, δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση όλη την αλήθεια σχετικά με το πρόβλημα, όπως μπορεί να αποδειχθεί επιστημονικά αλλά και μέσα από τα γεγονότα της καθημερινής εμπειρίας. Υπάρχει ένας παράγοντας τον οποίο η επιστήμη αδυνατεί να εξηγήσει με φυσικούς όρους και αυτός είναι το γιατί ορισμένοι άνθρωποι προσβάλλονται από την ασθένεια ενώ άλλοι όχι, παρόλο που όλοι υπόκεινται στις ίδιες πιθανότητες νόσησης. Ο υλισμός ξεχνά ότι υπάρχει ένας παράγοντας πάνω από το υλικό επίπεδο, ο οποίος καθορίζει το γιατί η ζωή προστατεύει ή αντίθετα αφήνει ευάλωτο κάποιον άνθρωπο απέναντι στην αρρώστια οποιασδήποτε μορφής.
Ο φόβος με την καταθλιπτογόνο του δράση στο νου μας, δημιουργώντας δυσαρμονία στα φυσικά και μαγνητικά μας σώματα, στρώνει το δρόμο στο να προσβληθούμε από βακτήρια, και αν τα βακτήρια και άλλες σχετικές φυσικές μορφές ήταν η μοναδική αιτία για αρρώστια, τότε πραγματικά θα υπήρχε πολύ λίγη ενθάρρυνση προκειμένου να μη φοβάται κανείς. Αλλά όταν συνειδητοποιούμε ότι ακόμη και στις χειρότερες επιδημίες μόνο ένα ποσοστό από αυτούς που εκτίθενται στη μόλυνση προσβάλλονται από την επιδημία, και καθώς έχουμε δει ήδη, η πραγματική αιτία της αρρώστιας βρίσκεται στην προσωπικότητά μας και είναι μέσα στα όρια του ελέγχου μας, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι μπορούμε να προχωράμε χωρίς τρόμο και άφοβοι, γνωρίζοντας ότι το γιατρικό βρίσκεται μέσα μας. Μπορούμε να βγάλουμε από το νου μας όλους τους φόβους των φυσικών αιτίων σαν αποκλειστικών λόγων για αρρώστια, γνωρίζοντας ότι ένα τέτοιο άγχος μας κάνει ευπρόσβλητους στην αρρώστια και ότι αν κατευθυνόμαστε προς το να φέρνουμε αρμονία στην προσωπικότητά μας δεν χρειάζεται να ανησυχούμε για την αρρώστια περισσότερο από όσο τρέμουμε στην ιδέα του να μας χτυπήσει ένας κεραυνός ή ένα κομμάτι από μετεωρίτη.” -Edward Bach: Heal Thyself

Εκτός από τον τομέα της υγείας όμως, η αρρώστια του φόβου επεκτείνεται και διηθεί τη ζωή μας σχετικά με ένα πλήθος ζητημάτων και καταστάσεων. Είναι σημαντικό να είμαστε αισιόδοξα ρεαλιστές και αγωνιστικοί απέναντι στα προβλήματά μας. Η απόφαση του να προσπαθήσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτό που μας φοβίζει, ήδη από μόνη της αρχίζει να μειώνει το φόβο και να τον αντικαθιστά με δύναμη και γενναιότητα.

Βγαίνουμε έτσι από την κατάσταση της παθητικής αναμονής των όσων φοβόμαστε και μπαίνουμε στο ρόλο του υποκειμένου που δρα. Η ενέργειά μας, που με το φόβο εμφάνιζε τάσεις συρρίκνωσης, ανοίγοντας την πόρτα σε βλαπτικούς παράγοντες να ‘καταλάβουν τον χώρο’ μέσα μας, αρχίζει τώρα να δυναμώνει, να γεμίζει το σώμα μας και να ξεχειλίζει προς τα έξω. Συνειδητοποιούμε τη ζωή που υπάρχει μέσα μας και αυτό μας ενισχύει και μας γεμίζει κουράγιο.

Καμιά υπόθεση των ανθρώπων δεν αξίζει το ακραίο άγχος

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που συναντάμε σήμερα είναι ότι δεν ξέρουμε να κατεβάζουμε το επίπεδο του στρες και της υπερδραστηριότητας που βιώνουμε. Και, αν καταφέρουμε να έχουμε στη διάθεσή μας μια στιγμή παύσης για μας τους ίδιους, δεν ξέρουμε τι να την κάνουμε, γιατί δεν είμαστε συνηθισμένοι να έχουμε μια στιγμή χαλάρωσης.

Οι μελέτες αποδεικνύουν ότι το υπερβολικό στρες επηρεάζει βαθιά το σώμα, μια και τροφοδοτεί σοβαρές ασθένειες και μειώνει το προσδόκιμο της ζωής.

Γι’ αυτό έφτασε η στιγμή να σταματήσουμε για λίγο, ώστε να ξεκουράσουμε όχι μόνο το σώμα αλλά και το μυαλό.

Πρέπει να μάθουμε ν’ αφήνουμε για λίγο τα προβλήματα και το άγχος, έστω και για μια στιγμή καθημερινά, και να έχουμε έτσι χρόνο για μας τους ίδιους και για τα πρόσωπα που μας ενδιαφέρουν αληθινά.

Και πώς θα το πετύχω; Πώς θα αποσυνδεθώ όταν έχω τόσα πράγματα να κάνω; Και τόσο δύσκολα που είναι όλα;

Ναι, είναι εύκολο να πέσεις στην παγίδα του άγχους.

Κοίτα μακροπρόθεσμα. Κι έπειτα κοίτα πίσω. Συνειδητοποίησε ότι, όσο κι αν μπορείς να προβλέψεις το μέλλον, στο τέλος πάντα συμβαίνουν πράγματα ανέλπιστα, που δεν είσαι σε θέση να ελέγξεις.

Και, παρ’ όλα αυτά, καταφέρνεις να τα ξεπερνάς.

Γι’ αυτό μην ανησυχείς τόσο πολύ για το μέλλον και ζήσε το παρόν, για το οποίο έχεις τη δυνατότητα να αποφασίζεις.

Απόλαυσε τον κόσμο. Παρατήρησε τα μικρά πράγματα, όπως η ηλιαχτίδα που μπαίνει από το παράθυρο, η ριπή του ανέμου που σου ανακατεύει τα μαλλιά αλλά σε κάνει να νιώθεις λίγο πιο ζωντανός.

Συνειδητοποίησε ότι είμαστε μικρές υπάρξεις σ’ έναν πολύ μεγάλο κόσμο.

Και θα δεις πως τα προβλήματά σου, συγκρινόμενα με το αχανές του σύμπαντος, φαίνονται πιο ασήμαντα.

Όπως έγραψε ο ποιητής Ραλφ Ουάλντο Έμερσον στην κοπέλα που αγωνιούσε για την φοίτησή της στο πανεπιστήμιο:

«Τελείωνε την κάθε μέρα δίχως να την τριβελίζεις άλλο.

Για να ζεις σοφά, το να θυμάσαι είναι ελάττωμα. Κάποιες αστοχίες και παραλογισμοί σίγουρα θα έχουν τρυπώσει στη μέρα σου.

Αλλά ξέχνα τα όσο πιο γρήγορα μπορείς, γιατί αύριο είναι μια καινούργια μέρα.

Ξεκίνα την καλά και γαλήνια, με το πνεύμα ανεβασμένο τόσο που να μην το επηρεάζουν οι παλιές σου ανοησίες».

Ηράκλειτος:Τα πέρατα της ψυχής σου δεν θα βρεις προχωρώντας, όσο μακριά και αν σε φέρει ο δρόμος σου

Ζητήθηκε από ανθρώπους γύρω στα σαράντα να αξιολογήσουν κρίσεις και απόψεις που είχαν εκφράσει είκοσι χρόνια πριν: όλοι αντιμετώπισαν με μια ειρωνική αποστασιοποίηση τις σκέψεις εκείνες, ως νεανικά πάθη που δεν αντιπροσώπευαν πιστά αυτό που οι ίδιοι πίστευαν για τον εαυτό τους. Είκοσι χρόνια αργότερα οι ίδιοι άνθρωποι κλήθηκαν να αξιολογήσουν σκέψεις και ιδέες που είχαν στα σαράντα τους. Και πάλι η ομόφωνη αντίδραση ήταν η ειρωνική αποστασιοποίηση.

«Κι άλλος ήμουν απ’ αυτόν που τώρα μαζί του μιλάτε», είχε γράψει ήδη ο Πετράρχης, χωρίς να έχει ανάγκη από πειράματα.

Υπάρχει άραγε μέσα σε αυτό το συνεχές γίγνεσθαι σκέψεων και συναισθημάτων κάτι που μπορούμε να ορίσουμε ως «εγώ»; Δεν υπάρχει πιο βαθιά ριζωμένη προκατάληψη από τη «μεταφυσική του εγώ», από την πεποίθηση ότι εμείς, και μόνο εμείς, εξαιρούμαστε από την αλλαγή, λες και δεν μας επηρεάζει τίποτε απ’ όσα μας περιβάλλουν.

Πρέπει τότε να συμπεράνουμε ότι δεν υπάρχει σταθερή ταυτότητα, ότι δεν υπάρχει κανένα εγώ, επειδή όλα μεταβάλλονται αδιάκοπα;

Για άλλη μια φορά ο Ηράκλειτος προτείνει μια πιο πειστική λύση για να βάλει τάξη στην πολυπλοκότητά μας. Ίσως η ταυτότητα να μην είναι άλλη από την αλλαγή. «Αυτοί που μπαίνουν στα ίδια ποτάμια δέχονται συνέχεια άλλα κι άλλα νερά». Το αρχαίο ελληνικό απόσπασμα θα μπορούσε όμως να διαβαστεί και σαν να αναφερόταν στους ανθρώπους: «Διαφορετικά είναι τα νερά που ρέουν γύρω από τους ίδιους ανθρώπους που μπαίνουν στα ποτάμια». Ο ισχυρισμός ότι κάθε φορά που ο ίδιος άνθρωπος μπαίνει στο ποτάμι τα νερά που τον βρέχουν είναι διαφορετικά μπορεί να φανεί τετριμμένος. Το πράγμα όμως αλλάζει αν ποτάμι και άνθρωπος ταυτίζονται (όπως μας καλεί να κάνουμε η συντακτική δομή της πρότασης): όπως η ταυτότητα του ποταμιού εξασφαλίζεται από τη ροή του νερού, έτσι και η ταυτότητα ενός ανθρώπου εξασφαλίζεται από τη ροή των εμπειριών του.

Είμαστε οι εμπειρίες μας. Αυτό που είμαστε είναι αυτό που γινόμαστε, δεν μπορούμε να αποκοπούμε από αυτό που μας περιβάλλει και από το πώς αντιδρούμε σε ό,τι μας συμβαίνει, άσχετα αν είναι καλό ή κακό. Πώς θα καταλάβουμε τι είναι η χαρά αν δεν γνωρίσουμε τον πόνο;

Αυτό είναι το μάθημα του Ηράκλειτου, ο οποίος έστρεψε το βλέμμα του από τις χαώδεις εκτάσεις του σύμπαντος στο βάθος του εσωτερικού μας κόσμου («Τα πέρατα της ψυχής σου δεν θα βρεις προχωρώντας, όσο μακριά και αν σε φέρει ο δρόμος σου» – τόσο βαθύ λόγο περιέχει).

Είμαστε κι εμείς μέρος του συνόλου που μεταβάλλεται αιώνια ακολουθώντας έναν δικό του ρυθμό: πρέπει να μάθουμε να συγχρονιζόμαστε με αυτόν τον ρυθμό, βρίσκοντας την ισορροπία μας. Επειδή αυτό που γινόμαστε, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε πρόσωπα και καταστάσεις, θα καθορίσει τη ζωή που θα κάνουμε.

Η μεγαλύτερη έκρηξη που έχει εντοπιστεί σε ολόκληρο το σύμπαν

Τη μεγαλύτερη έκρηξη που έχει εντοπίσει η ανθρωπότητα σε ολόκληρο το σύμπαν, επιβεβαίωσαν πως εντόπισαν αστρονόμοι, σύμφωνα με εργασία.

Τη μεγαλύτερη έκρηξη, που έχει εντοπιστεί από ανθρώπους, στο σύμπαν εντόπισαν αστρονόμοι σύμφωνα με εργασία, με το τεράστιο αυτό γεγονός να έχει γίνει στο σύμπλεγμα γαλαξιών του Οφιούχου, που απέχει από τη Γη περίπου 390 εκατομμύρια έτη φωτός.

Οι ερευνητές υποθέτουν πως η πηγή αυτής της έκρηξης, ήταν μια τεράστια μαύρη τρύπα στο κέντρο ενός από τους γαλαξίες, που αποτελούσαν το σύμπλεγμα του Οφιούχου. Τα συμπλέγματα των γαλαξιών, συγκαταλέγονται στις μεγαλύτερες δομές στο γνωστό σύμπαν και ενώνονται μεταξύ τους από τα βαρυτικά πεδία, ενώ περιλαμβάνουν χιλιάδες γαλαξιών, σκοτεινής ύλης και καυτά αέρια.

«Κατά κάποιο τρόπο, αυτή η έκρηξη είναι παρόμοια με την έκρηξη του ηφαιστείου της Αγίας Ελένης το 1980, που εκτόξευσε την κορυφή του βουνού» δήλωσε η Σιμόνα Τζιασιντούτσι, επικεφαλής συντάκτρια της εργασίας, στο Εργαστήριο Ναυτικών Ερευνών της Ουάσινγκτον. «Μία σημαντική διαφορά είναι, πως μπορούμε να χωρέσουμε 15 γαλαξίες σαν το δικό μας, στην σειρά και θα χωρέσει στον κρατήρα που δημιούργησε αυτή η έκρηξη στα καυτά αέρια του συμπλέγματος».

Το 2016, το παρατηρητήριο της NASA Chandra X-ray Observatory, είχε αποκαλύψει κάποια στοιχεία για μια πολύ δυνατή έκρηξη στον Οφιούχο. Η Τζιασιντούτσι και οι συνάδελφοι της παρατήρησαν τα υπολείμματα του φαινομένου, χρησιμοποιώντας στοιχεία και από άλλα επιστημονικά κέντρα, στην Αυστραλία και στην Ινδία.

Η εργασία, η οποία εκδόθηκε την Πέμπτη στο επιστημονικό περιοδικό The Astrophysical Journal, επιβεβαίωσε πως η συγκεκριμένη έκρηξη πραγματοποιήθηκε.

«Τα ραδιοσήματα ταιριάζουν με τις ακτινογραφίες, όπως ένα χέρι σε ένα γάντι» δήλωσε ο Μαξίμ Μάρκετβιτς, που συνυπογράφει την εργασία. «Αυτό είναι το τελευταίο καρφί που μας επιβεβαιώνει πως μια έκρηξη τεραστίων διαστάσεων έγινε εκεί» δήλωσε.

Η επιστημονική ομάδα εξήγησε πως η ενέργεια που εκλύθηκε από την έκρηξη στον Οφιούχο, ήταν εκατοντάδες χιλιάδες φορές μεγαλύτερη, από τις εκρήξεις που συνήθως γίνονται σε συμπλέγματα γαλαξιών και περίπου πέντε φορές μεγαλύτερη από τον προηγούμενο κάτοχο του ρεκόρ, MS 0735.6+7421.

G. Lukacs: Η οντολογική ανατροπή της κοσμοεικόνας

Αποτέλεσμα εικόνας για LukacsΓκέοργκ Λούκατς: 1885-1971

Το ανθρώπινο Είναι. είναι η κοινωνία του ανθρώπου

§1

Ο Γκέοργκ Λούκατς ανήκει στους πιο σημαντικούς φιλοσόφους του 20ου αι. και μάλιστα σε εκείνους τους λίγους, που επιχειρούν να αναπτύξουν μια οντολογική προβληματική με κατεύθυνση το κοινωνικό Είναι. Όπως ακριβώς ο Χάιντεγκερ υποστήριζε ότι δεν μπορεί να υπάρχει οντολογία χωρίς Είναι, γιατί τότε θα ήταν μεταφυσική και όχι οντολογία, έτσι και ο Λούκατς θεωρεί πως η οντολογία μπορεί να καθιδρύεται ως οντολογία του κοινωνικού Είναι, ειδάλλως δεν διαφέρει από την παλιά θεολογική μεταφυσική. Είναι αλήθεια πως στην πολυκύμαντη διανοητική του ζωή παρέμεινε, κατά κύριο λόγο, ένας αναζητητής μιας ιστορικά συγκεκριμένης αλήθειας. Έτσι συνδέθηκε με μια εμβριθή και δια βίου μελέτη της εγελιανής φιλοσοφίας παράλληλα με την εργώδη προσπάθειά του για τη δημιουργική ανανέωση της μαρξικής σκέψηςˑ γι’ αυτό και άσκησε μια αδιαμφισβήτητη επίδραση στις διάφορες σφαίρες της σύγχρονης πνευματικής ζωής. Σίγουρα δεν μπορεί να παραβλέπεται πως σε ορισμένες περιόδους του στοχαστικού του βίου βρέθηκε αντιμέτωπος με ποικίλες στρεψόδικες λογικές ή δραματικές ακαμψίες του μαρξιστικού προτάγματοςˑ ειδικά στις αποπνικτικές περιόδους των σταλινο-χρουστοσοφο-μπρεζνιεφικών καθεστώτων, φαινομενικά «σοσιαλιστικών», κατ’ ουσία φεουδαρχικών, που ορισμένα όμοια χαρακτηριστικά τους εμφανίζει και η τρέχουσα εν Ελλάδι κυβερνώσα εθνικοσοσιαλοδημοκρατική ολιγαρχία. Ήταν εκείνες οι περίοδοι, που αναγκάστηκε και ο ίδιος ο Λούκατς να προχειρολογήσει ιδεολογικά σε ορισμένα κείμενά του, τα οποία σήμερα δεν θα μπορούσαν να λαμβάνονται ως αντιπροσωπευτικά της σκέψης του.

§2

Ι. Το βιβλίο του για την οντολογία του Χέγκελ ανήκει στην πιο ώριμη φάση της σκέψης του: είναι τότε που ανέλαβε να γράψει το μεγάλο συνθετικό του έργο: Περί της Οντολογίας του Κοινωνικού Είναι. Πρόκειται για την τελευταία φάση της συγγραφικής του δραστηριότητας, η οποία είναι απαλλαγμένη ορισμένως από βολονταριστικές αναλύσεις, από άγονες πολεμικές, από φαντασιακές οντογενέσεις. Επομένως έχει ιδιαίτερη σημασία για τον αναγνώστη η οικείωσή του με μια αντικειμενική οντο-λογική ανάγνωση του Χέγκελ. Εάν λάβουμε υπόψη πως η ζοφερή νύχτα στα κοινωνικο-πολιτικά πράγματα της σημερινής Ελλάδας συνοδεύεται και από ένα χωρίς προηγούμενο πνευματικό χάος, με ευθύνη όχι μόνο των εν εξουσία πολιτικών απατεώνων, αλλά και εκείνων των αμόρφωτων «διανοουμένων» που τους υπηρετούν σαν πιστά σκυλιά, τότε το συγκεκριμένο κείμενο του Λούκατς καθίσταται κατ’ εξοχήν αντιπροσωπευτικό, σε ιδέες και τρόπο σκέψης, μιας ανατρεπτικά διαλεκτικής αντιπαράθεσης με το ως άνω πνευματικό χάος και τη γενικευμένη αποβλάκωση της απερίγραπτα αποβλακωμένης «αριστεράς», η οποία όσο πιο αποβλακωμένη αποδεικνύεται, τόσο πιο απατεωνική εκδηλώνεται.

ΙΙ. Η συνολική ανάλυση της εγελιανής σκέψης δεν επιδιώκεται από τον ούγγρο φιλόσοφο ως μια ιδανική επαναδιατύπωση της διαλεκτικής του Χέγκελ, γιατί ιδανική δεν μπορεί να υπάρχει ποτέ και από κανέναν, αλλά ως μια επαρκής κατανόηση της έννοιας της ολότητας στην καθορισμένη ιστορικο-κοινωνική πραγματικότητα. Η έννοια αυτή αποτελεί θεμελιώδη, συνεκτική κατηγορία, αυτή τούτη τη νοητή γραμμή της εγελιανής φιλοσοφίας. Το αληθές είναι το όλο, μας λέει ο Χέγκελ. Αλλά ποιο όλο; Όχι, προφανώς, οι ποσοτικές αθροίσεις, τα ανώνυμα πλήθη ή ακόμη οι φλύαρες ολοποιήσεις, εν είδει δολερών συλλογικοτήτων ή αμοραλιστικών πολιτικών πρακτικών, των βολεμένων καθεστωτικών, αλλά η διαμορφωμένη ιστορικο-λογική ολότητα, υπό τη μορφή του κοινωνικού συμβάντος. Έτσι δεν ενδιαφέρει απλώς να καθιστούμε αντικείμενο γνώσης το κοινωνικό μας Είναι ως ανθρώπινων υπάρξεων, αλλά και να καθίστατι συνειδητά ενεργό το ιστορικο-λογικό υποκείμενο, που ιδιάζει στο Εγώ της ανθρώπινης ύπαρξης. Τούτο προϋποθέτει μια επεξεργασμένη διαλεκτική συνάφεια ανάμεσα στο Λόγο, τη σκέψη, και την ενεργό πραγματικότητα. Για μια τέτοια ακριβώς επεξεργασία μοχθεί ο Λούκατς: παρακολουθεί ερμηνευτικά τη θεωρητική ανάπτυξη του Λόγου στην εσωτερική-αναλογική του σχέση με την εξέλιξη σε πεδίο πρακτικών αξιών ή προτεραιοτήτων και με μια προσεγμένη διεργασία «εκλογίκευσης» της φύσης. Έτσι κατορθώνει να αναδείξει την κίνηση, τη διεργασία/διαδικασία αλληλεπίδρασης Λόγου και πράξης, το γίγνεσθαι, σε κεντρική κατηγορία της εγελανής γνωσι-οντο-λογικής του σύλληψης. Με τα δικά του λόγια:

«Ο Χέγκελ είναι ο πρώτος μεγάλος διανοητής, από τον Ηράκλειτο και μετά, στον οποίο το γίγνεσθαι αποκτά ένα αντικειμενικά μεγαλύτερο οντολογικό βάρος από το Είναιˑ το φιλοσοφικό του ανάστημα συνίσταται, σε τελική ανάλυση, στο γεγονός ότι αυτή η υπέρβαση της προτεραιότητας του Είναι απέναντι στο γίγνεσθαι δεν έχει απλό και άμεσο χαρακτήρα, αλλά καθιδρύει μια καθολική-συμπαντική μέθοδο».

Κατ' αυτό το πνεύμα συλλαμβάνει το Είναι όχι ως κάτι το στατικό, το στερεοποιημένο επέκεινα, που αντιμετωπίζει με φιλευσπλαχνία την «τεθλιμμένη» ύπαρξη και την πλημμυρίζει αντίστοιχα με αφειδώλευτες υποσχέσεις, αλλά ως το αείζωον Πυρ, που προορίζεται να αναζωογονεί, να ανασυγκροτεί την κατακερματισμένη ύπαρξη του πάσχοντος άνθρώπου και ταυτόχρονα να κατακαίει τα σωθικά κάθε εξουσιομανούς πολιτικο-κοινωνικού πιθήκου, που με τη μάσκα του: «προοδευτικού», «δημοκράτη», «σοσιαλιστή», «φιλελεύθερου» κ.λπ. απεργάζεται εκάστοτε τη συντριβή της αυθυπαρξίας του εν λόγω Πάσχοντος.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ρητορική (1385b-1386b)

[VIII] Καὶ περὶ μὲν τοῦ χαρίζεσθαι καὶ ἀχαριστεῖν εἴρηται· ποῖα δ᾽ ἐλεεινὰ καὶ τίνας ἐλεοῦσι, καὶ πῶς αὐτοὶ ἔχοντες, λέγωμεν. ἔστω δὴ ἔλεος λύπη τις ἐπὶ φαινομένῳ κακῷ φθαρτικῷ ἢ λυπηρῷ τοῦ ἀναξίου τυγχάνειν, ὃ κἂν αὐτὸς προσδοκήσειεν ἂν παθεῖν ἢ τῶν αὑτοῦ τινα, καὶ τοῦτο ὅταν πλησίον φαίνηται· δῆλον γὰρ ὅτι ἀνάγκη τὸν μέλλοντα ἐλεήσειν ὑπάρχειν τοιοῦτον οἷον οἴεσθαι παθεῖν ἄν τι κακὸν ἢ αὐτὸν ἢ τῶν αὑτοῦ τινα, καὶ τοιοῦτο κακὸν οἷον εἴρηται ἐν τῷ ὅρῳ ἢ ὅμοιον ἢ παραπλήσιον· διὸ οὔτε οἱ παντελῶς ἀπολωλότες ἐλεοῦσιν (οὐδὲν γὰρ ἂν ἔτι παθεῖν οἴονται· πεπόνθασι γάρ), οὔτε οἱ ὑπερευδαιμονεῖν οἰόμενοι, ἀλλ᾽ ὑβρίζουσιν· εἰ γὰρ ἅπαντα οἴονται ὑπάρχειν τἀγαθά, δῆλον ὅτι καὶ τὸ μὴ ἐνδέχεσθαι παθεῖν μηδὲν κακόν· καὶ γὰρ τοῦτο τῶν ἀγαθῶν. εἰσὶ δὲ τοιοῦτοι οἷοι νομίζειν παθεῖν ἄν, οἵ τε πεπονθότες ἤδη καὶ διαπεφευγότες, καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ διὰ τὸ φρονεῖν καὶ δι᾽ ἐμπειρίαν, καὶ οἱ ἀσθενεῖς, καὶ οἱ δειλότεροι μᾶλλον, καὶ οἱ πεπαιδευμένοι· εὐλόγιστοι γάρ. καὶ οἷς ὑπάρχουσι γονεῖς ἢ τέκνα ἢ γυναῖκες· αὐτοῦ τε γὰρ ταῦτα, καὶ οἷα παθεῖν τὰ εἰρημένα. καὶ οἱ μήτε ἐν ἀνδρείας πάθει ὄντες, οἷον ἐν ὀργῇ ἢ θάρρει (ἀλόγιστα γὰρ τοῦ ἐσομένου ταῦτα), μήτε ἐν ὑβριστικῇ διαθέσει (καὶ γὰρ οὗτοι ἀλόγιστοι τοῦ πείσεσθαί τι), ἀλλ᾽ οἱ μεταξὺ τούτων, μήτ᾽ αὖ φοβούμενοι σφόδρα· οὐ γὰρ ἐλεοῦσιν οἱ ἐκπεπληγμένοι, διὰ τὸ εἶναι πρὸς τῷ οἰκείῳ πάθει. κἂν οἴωνταί τινας εἶναι τῶν ἐπιεικῶν· ὁ γὰρ μηδένα οἰόμενος

[1386a] πάντας οἰήσεται ἀξίους εἶναι κακοῦ. καὶ ὅλως δὴ ὅταν ἔχῃ οὕτως ὥστ᾽ ἀναμνησθῆναι τοιαῦτα συμβεβηκότα ἢ αὑτῷ ἢ τῶν αὑτοῦ, ἢ ἐλπίσαι γενέσθαι αὑτῷ ἢ τῶν αὑτοῦ.

Ὡς μὲν οὖν ἔχοντες ἐλεοῦσιν εἴρηται, ἃ δ᾽ ἐλεοῦσιν ἐκ τοῦ ὁρισμοῦ δῆλον· ὅσα τε γὰρ τῶν λυπηρῶν καὶ ὀδυνηρῶν φθαρτικά, πάντα ἐλεεινά, καὶ ὅσα ἀναιρετικά, καὶ ὅσων ἡ τύχη αἰτία κακῶν μέγεθος ἐχόντων. ἔστι δὲ ὀδυνηρὰ μὲν καὶ φθαρτικὰ θάνατοι καὶ αἰκίαι σωμάτων καὶ κακώσεις καὶ γῆρας καὶ νόσοι καὶ τροφῆς ἔνδεια, ὧν δ᾽ ἡ τύχη αἰτία κακῶν ἀφιλία, ὀλιγοφιλία (διὸ καὶ τὸ διασπᾶσθαι ἀπὸ φίλων καὶ συνήθων ἐλεεινόν), αἶσχος, ἀσθένεια, ἀναπηρία, καὶ τὸ ὅθεν προσῆκεν ἀγαθόν τι ὑπάρξαι κακόν τι συμβῆναι, καὶ τὸ πολλάκις τοιοῦτον, καὶ τὸ πεπονθότος γενέσθαι τι ἀγαθόν, οἷον Διοπείθει τὰ παρὰ βασιλέως τεθνεῶτι κατεπέμφθη, καὶ τὸ ἢ μηδὲν γεγενῆσθαι ἀγαθὸν ἢ γενομένων μὴ εἶναι ἀπόλαυσιν.

Ἐφ᾽ οἷς μὲν οὖν ἐλεοῦσι, ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτά ἐστιν· ἐλεοῦσι δὲ τούς τε γνωρίμους, ἂν μὴ σφόδρα ἐγγὺς ὦσιν οἰκειότητι (περὶ δὲ τούτους ὥσπερ περὶ αὑτοὺς μέλλοντας ἔχουσιν· διὸ καὶ ὁ Ἀμάσιος ἐπὶ μὲν τῷ υἱεῖ ἀγομένῳ ἐπὶ τὸ ἀποθανεῖν οὐκ ἐδάκρυσεν, ὡς φασίν, ἐπὶ δὲ τῷ φίλῳ προσαιτοῦντι· τοῦτο μὲν γὰρ ἐλεεινόν, ἐκεῖνο δὲ δεινόν· τὸ γὰρ δεινὸν ἕτερον τοῦ ἐλεεινοῦ καὶ ἐκκρουστικὸν τοῦ ἐλέου καὶ πολλάκις τῷ ἐναντίῳ χρήσιμον· ‹οὐ γὰρ› ἔτι ἐλεοῦσιν ἐγγὺς αὐτοῖς τοῦ δεινοῦ ὄντος), καὶ τοὺς ὁμοίους ἐλεοῦσιν κατὰ ἡλικίαν, κατὰ ἤθη, κατὰ ἕξεις, κατὰ ἀξιώματα, κατὰ γένη· ἐν πᾶσι γὰρ τούτοις μᾶλλον φαίνεται καὶ αὐτῷ ἂν ὑπάρξαι· ὅλως γὰρ καὶ ἐνταῦθα δεῖ λαβεῖν ὅτι ὅσα ἐφ᾽ αὑτῶν φοβοῦνται, ταῦτα ἐπ᾽ ἄλλων γιγνόμενα ἐλεοῦσιν. ἐπεὶ δ᾽ ἐγγὺς φαινόμενα τὰ πάθη ἐλεεινά ἐστιν, τὰ δὲ μυριοστὸν ἔτος γενόμενα ἢ ἐσόμενα οὔτε ἐλπίζοντες οὔτε μεμνημένοι ἢ ὅλως οὐκ ἐλεοῦσιν ἢ οὐχ ὁμοίως, ἀνάγκη τοὺς συναπεργαζομένους σχήμασι καὶ φωναῖς καὶ ἐσθῆσι καὶ ὅλως ὑποκρίσει ἐλεεινοτέρους εἶναι (ἐγγὺς γὰρ ποιοῦσι φαίνεσθαι τὸ κακόν, πρὸ ὀμμάτων ποιοῦντες ἢ ὡς μέλλοντα ἢ ὡς γεγονότα· καὶ τὰ γεγονότα ἄρτι ἢ μέλλοντα

[1386b] διὰ ταχέων ἐλεεινότερα). διὰ τοῦτο καὶ τὰ σημεῖα, οἷον ἐσθῆτάς τε τῶν πεπονθότων καὶ ὅσα τοιαῦτα, καὶ τὰς πράξεις καὶ λόγους καὶ ὅσα ἄλλα τῶν ἐν τῷ πάθει ὄντων, οἷον ἤδη τελευτώντων. καὶ μάλιστα τὸ σπουδαίους εἶναι ἐν τοῖς τοιούτοις καιροῖς ὄντας ἐλεεινόν· ἅπαντα γὰρ ταῦτα διὰ τὸ ἐγγὺς φαίνεσθαι μᾶλλον ποιεῖ τὸν ἔλεον, καὶ ὡς ἀναξίου ὄντος καὶ ἐν ὀφθαλμοῖς φαινομένου τοῦ πάθους.

***
[8] Είπαμε ό, τι είχαμε να πούμε για την καλοσυνάτη και φιλική διάθεση: για την παρουσία της και για την έλλειψή της. Ας μιλήσουμε τώρα για το τί λογής πράγματα προκαλούν τον οίκτο, σε ποιούς δείχνουν οι άνθρωποι οίκτο και σε ποιά γενικότερη κατάσταση βρίσκονται τότε οι ίδιοι. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι ο οίκτος είναι η λύπη για κάποιο φανερό κακό οδυνηρά καταστρεπτικό για ένα πρόσωπο που δεν αξίζει να το υποστεί, ένα κακό που ο καθένας θα μπορούσε να περιμένει ότι θα προσβάλει τον ίδιο ή κάποιον δικό του άνθρωπο, και μάλιστα όταν το κακό αυτό μοιάζει κοντινό. Είναι, πράγματι, φανερό ότι ο άνθρωπος που πρόκειται να νιώσει οίκτο πρέπει αναγκαστικά να βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση ώστε να πιστεύει ότι είναι δυνατό να πάθει κάποιο κακό —ο ίδιος ή κάποιος δικός του—, κακό σαν αυτό που είπαμε στον ορισμό μας, όμοιο ή παραπλήσιο. Αυτός είναι ο λόγος που δεν αισθάνονται οίκτο ούτε οι ολότελα καταστραμμένοι άνθρωποι (γιατί πιστεύουν ότι δεν μένει πια τίποτε άλλο για να πάθουν, αφού τα έχουν πάθει όλα) ούτε αυτοί που πιστεύουν ότι έφτασαν στην ύψιστη ευτυχία· οι άνθρωποι αυτοί δείχνουν, ίσα ίσα, μια αυθάδη και αλαζονική αυτοπεποίθηση· γιατί αν πιστεύουν ότι έχουν όλα τα αγαθά, είναι φανερό ότι πιστεύουν επίσης πως δεν είναι δυνατό να πάθουν οποιοδήποτε κακό — δεν είναι και αυτό ένα από τα αγαθά; Οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να πάθουν κάποιο κακό είναι α) αυτοί που έπαθαν ήδη κάποιο κακό και γλίτωσαν, β) οι ηλικιωμένοι άνθρωποι (επειδή διαθέτουν φρόνηση και πείρα), γ) οι άρρωστοι, δ) οι περισσότερο από το συνηθισμένο δειλοί, ε) οι μορφωμένοι άνθρωποι (γιατί αυτοί ξέρουν να μετρούν σωστότερα τα πράγματα). Επίσης αυτοί που έχουν γονείς ή παιδιά ή γυναίκες· γιατί αυτά είναι πρόσωπα που τους ανήκουν και μπορούν και αυτά να πάθουν τα κακά που μνημονεύσαμε. Επίσης αυτοί που δεν βρίσκονται σε καταστάσεις σαν αυτές που γεννάει το πάθος της ανδρείας, π.χ. σε κατάσταση οργής ή θάρρους (επειδή οι καταστάσεις αυτές δεν μετρούν καθόλου το μέλλον), αλλά ούτε και σε κατάσταση σαν αυτήν που γεννάει η αυθάδης και αλαζονική αυτοπεποίθηση (γιατί και αυτοί οι άνθρωποι δεν λογαριάζουν καθόλου ότι μπορεί να πάθουν κάτι), αλλά αυτοί που βρίσκονται ανάμεσα στις δύο αυτές καταστάσεις· όπως επίσης αυτοί που δεν κατέχονται από υπερβολικό φόβο: οι τρομοκρατημένοι άνθρωποι δεν αισθάνονται οίκτο, γιατί δεν τους απασχολεί τίποτε άλλο πέρα από το δικό τους πάθος. Οι άνθρωποι αισθάνονται επίσης οίκτο αν πιστεύουν ότι υπάρχουν και κάποια άτομα που ανήκουν στην κατηγορία των καλών ανθρώπων· γιατί ένας που θεωρεί ότι δεν υπάρχει καλός άνθρωπος

[1386a] θα θεωρήσει στο τέλος ότι όλοι οι άνθρωποι είναι άξιοι των συμφορών τους. Γενικά ένας άνθρωπος αισθάνεται οίκτο, όταν βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση ώστε να θυμάται ότι τέτοιου και τέτοιου είδους πράγματα συνέβησαν στον ίδιο ή σε κάποιον δικό του άνθρωπο, ή να περιμένει ότι θα συμβούν στον ίδιο ή σε κάποιον δικό του άνθρωπο.

Είπαμε λοιπόν σε ποιά γενικότερη κατάσταση βρίσκονται οι άνθρωποι που αισθάνονται οίκτο. Απέναντι, τώρα, σε ποιά πράγματα οι άνθρωποι αισθάνονται οίκτο, αυτό είναι κάτι που γίνεται φανερό από τον ορισμό μας: Όσα από τα δυσάρεστα και οδυνηρά πράγματα φέρνουν καταστροφή, όλα τούς προκαλούν οίκτο· επίσης όσα οδηγούν σε αφανισμό, καθώς και όλα τα —σημαντικού μεγέθους— κακά που έχουν αιτία τους την τύχη. Οδυνηρά και καταστρεπτικά κακά είναι οι θάνατοι, οι σωματικές κακοποιήσεις και βλάβες, τα γηρατειά, οι αρρώστιες και η έλλειψη τροφής. Κακά που έχουν αιτία τους την τύχη είναι η έλλειψη ή ο μικρός αριθμός φίλων (γι᾽ αυτό και η βίαιη απόσπαση από τους φίλους και τους δικούς ανθρώπους είναι θλιβερό πράγμα και προκαλεί τον οίκτο), η ασχήμια, η σωματική αδυναμία, η αναπηρία, όπως και το να βγει κάτι κακό από εκεί από όπου το σωστό θα ήταν να βγει κάτι καλό· επίσης αν αυτό συμβαίνει συχνά. Επίσης αν το καλό έρχεται όταν κανείς έχει πια πάθει το κακό, όπως τότε που τα δώρα του βασιλιά της Περσίας στάλθηκαν στον Διοπείθη, όταν αυτός είχε πια πεθάνει. Προκαλεί επίσης τον οίκτο το να μην έχει συμβεί σε κάποιον κανένα καλό ή, όταν του συνέβησαν καλά πράγματα, το να μην είχε τη δυνατότητα να τα απολαύσει.

Αυτά λοιπόν —και τα όμοιά τους— είναι τα πράγματα που προκαλούν τον οίκτο των ανθρώπων. Τα πρόσωπα για τα οποία οι άνθρωποι αισθάνονται οίκτο είναι α) οι γνωστοί τους, φτάνει να μη συνδέονται με αυτούς με πολύ στενούς δεσμούς (για τους ανθρώπους αυτούς αισθάνονται ό,τι ακριβώς θα αισθάνονταν, αν επρόκειτο να πάθουν οι ίδιοι κάτι κακό)· γι᾽ αυτό και ο γιος του Άμαση δεν δάκρυσε, όπως λένε, όταν ο γιος του οδηγούνταν στον θάνατο, δάκρυσε όμως για τον φίλο του που έφτασε στο σημείο να ζητιανεύει: το δεύτερο προκαλεί οίκτο, ενώ το πρώτο τρόμο· το τρομερό πράγμα διαφέρει από το αξιολύπητο· έχει μάλιστα τη δύναμη να αποδιώχνει τον οίκτο, και πολλές φορές οδηγεί στο αντίθετο· παύουν, πράγματι, οι άνθρωποι να αισθάνονται οίκτο, όταν το τρομερό πράγμα βρίσκεται κοντά τους· β) οι όμοιοί τους ως προς την ηλικία, ως προς τον χαρακτήρα, ως προς τις ιδιότητες, ως προς την κοινωνική θέση, ως προς την καταγωγή: σε όλες αυτές τις περιπτώσεις φαίνεται πιο πιθανό τα κακά που έπεσαν πάνω σ᾽ αυτούς να πέσουν και στον ίδιο· γιατί πρέπει, γενικά, και εδώ να δεχτούμε ότι για όσα κακά φοβούνται οι άνθρωποι ότι μπορεί να πέσουν πάνω τους αισθάνονται οίκτο, όταν αυτά πέφτουν πάνω σε άλλους. Με δεδομένο, τώρα, α) ότι τον οίκτο τον προκαλούν οι συμφορές που φαίνονται κοντινές, και β) ότι οι άνθρωποι ή δεν αισθάνονται καθόλου οίκτο ή τον αισθάνονται, αλλά σε μικρότερο βαθμό, για συμφορές που ούτε ότι θα συμβούν ύστερα από δέκα χιλιάδες χρόνια μπορούν να προβλέψουν ούτε και να θυμούνται ότι έγιναν πριν από άλλες τόσες χιλιάδες χρόνια, οδηγούμαστε στο υποχρεωτικό συμπέρασμα ότι αυτοί που την εντύπωση που δημιουργούν τα λόγια τους την υποβοηθούν με χειρονομίες, με ιδιαίτερους τόνους φωνής, με το ντύσιμό τους και, γενικά, με την ηθοποιία τους, προκαλούν σε μεγαλύτερο βαθμό τον οίκτο (αφού κάνουν το κακό να φαίνεται κοντινό, καθώς το φέρνουν μπροστά στα μάτια του ακροατή ή σαν κάτι που όπου να ᾽ναι θα συμβεί ή σαν κάτι που μόλις συνέβη — τα πράγματα προκαλούν σε μεγαλύτερο βαθμό τον

[1386b] οίκτο αν συνέβησαν μόλις πριν από λίγο ή πρόκειται να συμβούν σε λίγο). Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να δεχτούμε υποχρεωτικά ότι προκαλούν μεγαλύτερο οίκτο και τα σημάδια, π.χ. τα ρούχα —μαζί και όλα τα παρόμοια πράγματα— αυτών που υπέστησαν πολλά, όπως επίσης και οι πράξεις και τα λόγια —μαζί και όλα τα άλλα— που σχετίζονται με αυτούς που υποφέρουν από κάποιο κακό, με αυτούς π.χ. που βρίσκονται πια στη στιγμή του θανάτου τους. Κυρίως όμως προκαλεί οίκτο όταν αυτοί που βρίσκονται σε τόσο κρίσιμες στιγμές συμπεριφέρονται ως σωστοί και αξιοπρεπείς άνθρωποι: Όλα αυτά, καθώς παρουσιάζονται τόσο κοντινά, προκαλούν σε μεγαλύτερο βαθμό τον οίκτο μας, α) γιατί το άτομο που πάσχει δεν αξίζει μια τέτοια τύχη, β) γιατί τα βάσανά του παρουσιάζονται μπροστά στα ίδια μας τα μάτια.