Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - Ὄρνιθες (27-53)

Αποτέλεσμα εικόνας για ὌρνιθεςΕΥ. οὐ δεινὸν οὖν δῆτ᾽ ἐστὶν ἡμᾶς δεομένους
ἐς κόρακας ἐλθεῖν καὶ παρεσκευασμένους
ἔπειτα μὴ ᾽ξευρεῖν δύνασθαι τὴν ὁδόν;
30 ἡμεῖς γάρ, ὦνδρες οἱ παρόντες ἐν λόγῳ,
νόσον νοσοῦμεν τὴν ἐναντίαν Σάκᾳ·
ὁ μὲν γὰρ ὢν οὐκ ἀστὸς εἰσβιάζεται,
ἡμεῖς δὲ φυλῇ καὶ γένει τιμώμενοι,
ἀστοὶ μετ᾽ ἀστῶν, οὐ σοβοῦντος οὐδενὸς
35 ἀνεπτόμεθ᾽ ἐκ τῆς πατρίδος ἀμφοῖν τοῖν ποδοῖν,
αὐτὴν μὲν οὐ μισοῦντ᾽ ἐκείνην τὴν πόλιν
τὸ μὴ οὐ μεγάλην εἶναι φύσει κεὐδαίμονα
καὶ πᾶσι κοινὴν ἐναποτεῖσαι χρήματα.
οἱ μὲν γὰρ οὖν τέττιγες ἕνα μῆν᾽ ἢ δύο
40 ἐπὶ τῶν κραδῶν ᾄδουσ᾽, Ἀθηναῖοι δ᾽ ἀεὶ
ἐπὶ τῶν δικῶν ᾄδουσι πάντα τὸν βίον.
διὰ ταῦτα τόνδε τὸν βάδον βαδίζομεν,
κανοῦν δ᾽ ἔχοντε καὶ χύτραν καὶ μυρρίνας
πλανώμεθα ζητοῦντε τόπον ἀπράγμονα,
45 ὅποι καθιδρυθέντε διαγενοίμεθ᾽ ἄν.
ὁ δὲ στόλος νῷν ἐστι παρὰ τὸν Τηρέα,
τὸν ἔποπα, παρ᾽ ἐκείνου πυθέσθαι δεομένω,
εἴ που τοιαύτην εἶδε πόλιν ᾗ ᾽πέπτετο.
ΠΙ. οὗτος. ΕΥ. τί ἐστιν; ΠΙ. ἡ κορώνη μοι πάλαι
50 ἄνω τι φράζει. ΕΥ. χὠ κολοιὸς οὑτοσὶ
ἄνω κέχηνεν ὡσπερεὶ δεικνύς τί μοι,
κοὐκ ἔσθ᾽ ὅπως οὐκ ἔστιν ἐνταῦθ᾽ ὄρνεα.
εἰσόμεθα δ᾽ αὐτίκ᾽, ἢν ποήσωμεν ψόφον.

***
ΕΥΕ. Φοβερό, να γυρεύουμε να πάμε
στον κόρακα, πανέτοιμοι, και δρόμο
να μη μπορούμε κατά κει να βρούμε.
30 Το αντίθετο απ᾽ το Σάκα εμείς το Σκύθη,
θεατές, έχουμε πάθει· αυτός ζητάει
πολίτη να τον γράψουν με το ζόρι,
κι εμείς, που γεννηθήκαμε Αθηναίοι,
δημότες γνήσιοι, δίχως να μας διώχνουν,
φύσημα απ᾽ την πατρίδα έχουμε πάρει·
δεν τη μισούμε· είναι μεγάλη πόλη
κι ευτυχισμένη· αν πρόστιμο σου βάλουν,
έχει ανοιχτά ταμεία για να πληρώσεις.
Τα τζιτζίκια, στα ξώκλαδα, λαλούνε
40 ένα δυο μήνες· οι Αθηναίοι λαλούνε
όλη τους τη ζωή στα δικαστήρια.
Και πήραμε γι᾽ αυτό των ομματιών μας·
μυρτιές κρατώντας, κάνιστρο και χύτρα,
όπως αυτοί που πόλεις παν να ιδρύσουν,
γυρίζουμε, τόπο ήσυχο ζητώντας,
να ζήσουμε, αφού στήσουμε κονάκι.
Πηγαίνουμε να βρούμε τον Τηρέα
τον τσαλαπετεινό· απ᾽ αυτόν ποθούμε
να μάθουμε αν τον φέραν τα φτερά του
σε τέτοιον τόπο, αν είδε τέτοια πόλη.
ΠΙΣ. Για άκου. ΕΥΕ. Τί τρέχει; ΠΙΣ. Μου ᾽γνεψε η κουρούνα
50 να δω ψηλά. ΕΥΕ. Κι η καλιακούδα ανοίγει
το στόμα της, σαν κάτι να μου δείχνει·
θα ᾽ναι πουλιά εδώ πέρα, δίχως άλλο.
Με λίγο κρότο, θα το δούμε αμέσως.

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας: ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ - ΑΣΚΑΛΑΒΟΣ

ΑΣΚΑΛΑΒΟΣ
(ερπετό, σαύρα)
 
Ο Ασκάλαβος* ήταν ο μικρός γιος της Μίσμης, μιας γυναίκας της Αττικής. Αυτή έδωσε στη διψασμένη Δήμητρα που διέτρεχε όλη τη γη αναζητώντας την κόρη της Περσεφόνη να πιει νερό με φλισκούνι και κριθάλευρο. Η θεά ήπιε τόσο λαίμαργα που το παιδί γέλασε και είπε να προσφέρουν στη λαίμαργη γυναίκα ένα βαθύ καζάνι ή πιθάρι για να πιει. Οργισμένη η θεά πέταξε πάνω του το υγρό που είχε απομείνει και το μικρό παιδί μεταμορφώθηκε σε σαύρα πιτσιλωτή που ζει πλάι στα κανάλια, μισητή από θεούς και ανθρώπους. Αυτός που σκότωνε σαύρες, αποκτούσε την ευμένεια της Δήμητρας.
---------------------
*ἀσκαλαβώτης = κατάστικτος σαύρα (Liddel - Scott)

Τα Δύο Είδη Μοναξιάς

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ KantΥπάρχουν δύο είδη μοναξιάς: η καθημερινή και η υπαρξιακή.

Η πρώτη είναι διαπροσωπική,
είναι ο πόνος του να είσαι απομονωμένος από τους άλλους ανθρώπους.

Αυτή η μοναξιά -η οποία συχνά συνδέεται μ’ έναν φόβο για τη στενή επαφή ή με αισθήματα απόρριψης και ντροπής ή με την πεποίθηση ότι είμαστε ανίκανοι ν’ αγαπηθούμε- είναι σε όλους μας γνώριμη.

Για την ακρίβεια το μεγαλύτερο μέρος, είναι να επιχειρεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να μάθουν να διαμορφώνουν πιο στενές, πιο υποστηρικτικές και σταθερές σχέσεις με τους άλλους.

Η μοναξιά αυξάνει σε πολύ μεγάλο βαθμό την αγωνία του θανάτου.

Ο πολιτισμός μας ορθώνει δυστυχώς πολύ συχνά ένα παραπέτασμα σιωπής και απομόνωσης γύρω απ’ τον άνθρωπο που πεθαίνει.

Μπροστά στον μελλοθάνατο οι φίλοι και τα μέλη της οικογένειας γίνονται συχνά πιο απόμακρα, γιατί δεν ξέρουν τι να πουν.

Φοβούνται μην τον ταράξουν. Αποφεύγουν επίσης να τον πλησιάσουν πολύ, από φόβο μην έρθουν αντιμέτωποι με τον δικό τους θάνατο. Ακόμα και οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων το έβαζαν στα πόδια.

Αυτή η καθημερινή απομόνωση λειτουργεί αμφίδρομα: δεν είναι μόνο όσοι είναι καλά που τείνουν ν’ αποφεύγουν τον μελλοθάνατο, πολλές φορές κι οι ίδιοι οι μελλοθάνατοι συνεργάζονται στην απομόνωσή τους.

Ασπάζονται τη σιωπή, για να μην τυχόν παρασύρουν τους ανθρώπους που αγαπούν μέσα στον μακάβριο, μελαγχολικό τους κόσμο.

Ένας άνθρωπος που δεν είναι σωματικά άρρωστος, αλλά βρίσκεται εν μέσω άγχους θανάτου, μπορεί να νιώθει περίπου το ίδιο. Μια τέτοια απομόνωση βέβαια επιδεινώνει τον τρόμο.

Όπως έγραψε ο Ουίλλιαμ Τζέημς, τρομαγμένοι, όταν πλησίαζε η στιγμή του θανάτου ενός ανθρώπου.

Η δεύτερη μορφή μοναξιάς,
η υπαρξιακή απομόνωση, είναι πιο βαθιά και πηγάζει από το αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στο άτομο και στους άλλους ανθρώπους.

Το χάσμα αυτό είναι συνέπεια όχι μόνο του γεγονότος ότι ο κάθε άνθρωπος βρίσκεται πεταμένος μόνος του μέσα στην ύπαρξη κι είναι υποχρεωμένος να βγει απ’ αυτήν μόνος, αλλά προκύπτει κι από το γεγονός πως ο καθένας από εμάς κατοικεί έναν κόσμο, τον οποίο γνωρίζει πλήρως μόνο ο εαυτός μας. πριν από έναν αιώνα: «Δεν θα μπορούσε να έχει επινοηθεί πιο μοχθηρή τιμωρία, αν κάτι τέτοιο ήταν πραγματικά εφικτό, από το να ρίξεις έναν άνθρωπο ελεύθερο μέσα στην κοινωνία, ο οποίος να μείνει στο περιθώριο, να μην τον λάβει υπόψη του ποτέ κανένα από τα μέλη της».

Τον δέκατο όγδοο αιώνα ο Ιμμάνουελ Καντ διέλυσε την επικρατούσα υπόθεση που ήταν βασισμένη στην κοινή λογική, ότι όλοι μπαίνουμε και κατοικούμε σ’ έναν τελειωμένο, καλά κατασκευασμένο, κοινό κόσμο.

Σήμερα γνωρίζουμε ότι χάρη στον νευρολογικό μας εξοπλισμό, ο κάθε άνθρωπος παίζει ουσιαστικό ρόλο στη δημιουργία της δικής του πραγματικότητας.

Μ’ άλλα λόγια, διαθέτουμε έναν αριθμό εγγενών νοητικών κατηγοριών (για παράδειγμα, ποσότητα, ποιότητα, αίτιο και αποτέλεσμα), οι οποίες αρχίζουν να λειτουργούν, όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με εισερχόμενα δεδομένα των αισθήσεων, και που μας δίνουν τη δυνατότητα να συνθέτουμε αυτόματα και ασυνείδητα τον κόσμο με μοναδικό τρόπο (αυτό που ονομάζουμε ψυχή).

Έτσι η υπαρξιακή απομόνωση αναφέρεται στην απώλεια όχι μόνο της βιολογικής μας ζωής αλλά και του ίδιου μας του πλούσιου και θαυμαστά λεπτομερούς κόσμου, ο οποίος δεν υπάρχει με τον ίδιο τρόπο στον νου κανενός άλλου ανθρώπου.

Οι δικές μου πολύ ζωηρές μνήμες, είναι όλες αυτές προσωπικές μου οι αναμνήσεις, πιο πολυάριθμες κι από τ’ αστέρια του ουρανού, και είναι διαθέσιμες μόνο σ’ εμένα.

Κι η καθεμιά τους δεν είναι παρά μια φασματική εικόνα που με τον θάνατό μου θα σβηστεί για πάντα.

Ο καθένας από μας βιώνει τη διαπροσωπική απομόνωση (το καθημερινό αίσθημα μοναξιάς) με ποικίλους τρόπους σε όλες τις φάσεις του κύκλου της ζωής.

Αλλά η υπαρξιακή απομόνωση είναι λιγότερο συνηθισμένη στα πρώτα στάδια της ζωής.

Οι άνθρωπο τη βιώνουν πολύ έντονα, όταν είναι μεγαλύτεροι σε ηλικία και πιο κοντά στον θάνατο.

Σε τέτοιες στιγμές αποκτούμε επίγνωση του γεγονότος ότι ο κόσμος μας θα εξαφανιστεί, κι ακόμα ότι κανείς δεν μπορεί να μας συντροφέψει πλήρως στο ζοφερό ταξίδι μας στον θάνατο.

Όπως μας υπενθυμίζει το παλιό σπιρίτσουαλ: «Μόνος σου πρέπει να την περπατήσεις αυτή τη μοναχική κοιλάδα».

Η ιστορία και η μυθολογία βρίθουν από απόπειρες των ανθρώπων να απαλύνουν την απομόνωση του θανάτου.

Σκεφτείτε τις ομαδικές αυτοκτονίες, ή διάφορους μονάρχες σε πολλούς πολιτισμούς, που διέταζαν να ταφούν μαζί τους ζωντανοί οι σκλάβοι τους, ή την ινδική πρακτική του sati, η οποία απαιτεί να καίγεται η χήρα στη νεκρική πυρά του συζύγου της.

Σκεφτείτε την επανασύνδεση στον παράδεισο και την ανάσταση των νεκρών.

Σκεφτείτε την απόλυτη βεβαιότητα του Σωκράτη ότι θα περνούσε όλη την αιωνιότητα συζητώντας με άλλους μεγαλόπνοους στοχαστές.

Σκεφτείτε την κουλτούρα των Κινέζων χωρικών. Κραυγές και ψίθυροι: η δύναμη της ενσυναίσθησης -για ν’ αναφέρουμε ένα πρόσφατο ιδιότυπο παράδειγμα από τα ξερά φαράγγια του οροπεδίου Loess- όπου οι γονείς που οι γιοι τους πεθαίνουν ανύπαντροι αγοράζουν μια νεκρή γυναίκα (από ανθρώπους που ανασκάπτουν τους τάφους ή που εντοπίζουν κάποιο καινούριο πτώμα) και θάβουν τους δύο μαζί σαν ζευγάρι.

Πώς η ανησυχία επηρεάζει τον εγκέφαλό μας

Ο τρόπος που η ανησυχία επηρεάζει τον εγκέφαλό μας μπορεί να περιγραφεί με μία λέξη: τοξικός, ακόμα κι αν είναι ένα φυσικό συναίσθημα στη θέαση ή αντίληψη μιας απειλής. Ωστόσο, πολλές από τις ανησυχίες μας είναι αβάσιμες και ακόμα και παρανοϊκές. Επιπλέον, μας προκαλούν υψηλά επίπεδα κόπωσης και μας κάνουν να χάνουμε ενέργεια, θάρρος και ακόμα και τα κίνητρά μας.

Κάτι που γνωρίζουμε καλά από ψυχολογικής απόψεως είναι ότι οι επιδράσεις της υπερβολικής ανησυχίας μπορούν να είναι ακόμα πιο επικίνδυνες από τους λόγους για τους οποίους ανησυχούμε. Το φαινόμενο επηρεάζει συγκεκριμένα σημεία του εγκεφάλου μας. Μπορεί να μας φαίνεται ένα πολύ «ελαφρύ» ζήτημα, αλλά δεν είναι.

Γιατί όταν παραμένουμε σε συνθήκες κατά τις οποίες το στρες εντείνεται και διαστρεβλώνει και την μικρότερη λεπτομέρεια, τότε τα πάντα μπορεί να βγουν εκτός ελέγχου. Παίρνουμε κακές αποφάσεις και η εσωτερική μας σύγκρουση μπορεί να μας κάνει να κάνουμε παράλογες πράξεις.

Πώς η ανησυχία επηρεάζει τον εγκέφαλό μας

Νευροεπιστήμονες όπως ο Joseph LeDoux από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης μας λέει ότι η επίδρασή της είναι αρκετά σοβαρή. Κυρίως επειδή, οι άνθρωποι δεν γνωρίζουμε πώς να ανησυχούμε με υγιή τρόπο. Έχουμε την περίεργη τάση να πανικοβαλλόμαστε και να υπερβάλουμε.

Ωστόσο, επισημαίνει κι έναν άλλο παράγοντας που ίσως μας απαλλάσσει από μέρος της ευθύνης. Ο εγκέφαλός μας είναι προγραμματισμένος να ανησυχεί πρώτα και ύστερα να σκέφτεται. Με άλλα λόγια, το συναισθηματικό μας σύστημα, και συγκεκριμένα η αμυγδαλή, είναι το πρώτο σημείο που εντοπίζει μια απειλή και γι’ αυτό ενεργοποιείται η ανησυχία.

Απελευθερώνονται νευροδιαβιβαστές όπως η ντοπαμίνη και παράγουν άγχος και νευρικότητα. Μετά, το μεταιχμιακό σύστημα ενεργοποιεί τον εγκεφαλικό φλοιό ώστε ο τελευταίος να δώσει σήμα σε ανώτερες διανοητικές δομές. Ποιος είναι ο σκοπός; Ο εγκέφαλος μας προειδοποιεί ότι πρέπει να πάρουμε τον έλεγχο. Να χρησιμοποιήσουμε την λογική μας που ρυθμίζει το φόβο, την αίσθηση συναγερμού.

Ο Dr. LeDoux μας υπενθυμίζει ότι οι άνθρωποι έχουμε περισσότερη δύναμη από τη λογική, όσον αφορά στα συναισθήματα. Ποιες είναι όμως οι ειδικότερες επιδράσεις της ανησυχίας;

Οι υπερβολικές ανησυχίες προκαλούν ψυχικό πόνο

Τι εννοούμε με τον όρο «ψυχικός πόνος»; Είναι διαφορετικός από τον σωματικό; Ναι, αλλά είναι το ίδιο περιοριστικός. Ψυχικός πόνος είναι βασικά η αίσθηση εξουθένωσης, δυσφορίας, αρνητικότητας και αποθάρρυνσης ανάμεσα σε άλλα.

Ένας αγχωμένος εγκέφαλος κυριαρχείται από την αμυγδαλή. Μας κάνει να βλέπουμε κινδύνους εκεί που δεν υπάρχουν. Είμαστε καχύποπτοι για τα πάντα και φοβόμαστε. Η υπερδιέγερση του εγκεφάλου μειώνει την ενέργειά μας. Και ξαφνικά αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε τα πάντα ως χαοτικά και ανισόρροπα.

Όταν η ανησυχία επηρεάζει τον εγκέφαλο, οι γνωστικές μας διεργασίες αποδυναμώνονται

Τι εννοούμε «γνωστικές διεργασίες»; Εννοούμε ότι η ανησυχία μειώνει την μνημονική μας ικανότητα, μας δυσκολεύει να συγκεντρωθούμε, δυσκολευόμαστε να πάρουμε αποφάσεις, αλλά και να καταλάβουμε μηνύματα κλπ.

Πώς να μειώσουμε την ανησυχία μας

Δεν μπορούμε να σταματήσουμε τελείως να ανησυχούμε. Μπορούμε όμως να μάθουμε να διαχειριζόμαστε καλύτερα την ανησυχία μας.

– Αναλύστε τις παράλογες σκέψεις σας. Είτε το πιστεύετε, είτε όχι, το 80% των ανησυχιών μας είναι δυσανάλογα και παράλογα.

– Μιλήστε για τα συναισθήματά σας. Δώστε τους ένα όνομα, ξετυλίξτε τα και φέρτε τα στο φως. Μπορεί να ανησυχείτε πολύ για τη δουλειά σας, αλλά στην πραγματικότητα να μην είστε ικανοποιημένοι με αυτή.

– Μην παίρνετε αποφάσεις με βάση τη διάθεσή σας. Περιμένετε πρώτα να ηρεμήσετε και ύστερα κάντε την λογική επεξεργασία των δεδομένων σας.

Σκεπτικοί και Σκεπτικισμός

Ο Σκεπτικισμός αποτελεί κριτική στάση απέναντι στη δυνατότητα κατάκτησης βέβαιης γνώσης του κόσμου. Οι Σκεπτικοί υποστηρίζουν ότι οι αισθήσεις και η νόηση παριστάνουν τα πράγματα όχι όπως είναι πραγματικά, αλλά όπως φαίνονται. Η γνώση δεν είναι βέβαιη και το ίδιο ισχύει και στην περιοχή της ηθικής, όπου το «καλό» και το «κακό» είναι «θέσει» και όχι «φύσει».

Ο Σκεπτικισμός συνδέεται με τη διδασκαλία του Πύρρωνα (360-270 πΧ) από την ‘Ηλιδα, που ήταν σύγχρονος του Αριστοτέλη. Για να επιτευχθεί η ευτυχία, σύμφωνα με αυτόν, δεν πρέπει να έχουμε πεποιθήσεις, γνώμες, κλίσεις, αλλά να τηρούμε την «εποχή», δηλαδή να μην εκφέρουμε κρίση. Στον 3ο και τον 2ο αιώνα πΧ ο Σκεπτικισμός υιοθετείται και μεταφέρεται στην πλατωνική Ακαδημία από τον Αρκεσίλαο (316-242 πΧ) και τον Καρνεάδη (214-129 πΧ).

Αναζωπύρωση στον Σκεπτικισμό δίνει στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους ο Αινησίδημος (1ος αι πΧ) ο οποίος προβάλλει το πρότυπο του σοφού, που ζει ευτυχισμένος, κατανοώντας πως ούτε από τις αισθήσεις ούτε από τον νου μπορούμε να έχουμε βέβαιη γνώση. Ο Σέξτος ο Εμπειρικός στο έργο του Πυρρώνειαι Υποτυπώσεις διασώζει τα επιχειρήματα των προηγούμενων Σκεπτικών, κυρίως τη διδασκαλία του Πύρρωνα.

Οι σκεπτικοί φιλόσοφοι αμφισβητούν τη δυνατότητα βέβαιης γνώσης και ορθής πράξης. Συνιστούν την εποχή, δηλ. την αναστολή της κρίσης, ως στάση ζωής, που είναι ανάλογη την απραξία των Επικουρείων και την απάθεια των Στωικών. Ο Σκεπτικισμός υπήρξε μια γόνιμη φιλοσοφική κίνηση που πρότεινε την αμφιβολία ως θεραπευτική αγωγή των ανθρώπων, όταν βρίσκονται σε αμηχανία μπροστά στα δύσκολα προβλήματα της ζωής. Πολέμησε τον δογματισμό, δηλ την τάση των ανθρώπων, να δέχονται χωρίς συζήτηση ιδέες και θεωρίες, και προώθησε την κριτική σκέψη.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: O Λακωνικός λόγος δεν έχει περιττά περιβλήματα

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ KantΠΕΡΙ ΑΔΟΛΕΣΧΙΑΣ
(αδολεσχία είναι η ακατάσχετη ομιλία (αργολογία, κενολογία), Η ΦΛΥΑΡΙΑ)

Να χρησιμοποιήσουμε τη λογική μας ως προς τα αποτελέσματα της αντίθετης συμπεριφοράς, ακούγοντας πάντα, ενθυμούμενοι και έχοντας έτοιμα να χρησιμοποιήσουμε τα εγκώμια που αποδίδονται στην εχεμύθεια και τον σεμνό, ιερό και μυστηριακό χαρακτήρα της σιωπής, και χωρίς να ξεχνάμε επίσης ότι εκείνοι που λένε λίγα και καλοδουλεμένα λόγια και που μπορούν σε λίγες λέξεις να συμπυκνώσουν πολλά νοήματα θαυμάζονται και αγαπιούνται περισσότερο και θεωρούνται σοφότεροι από αυτούς τους αχαλίνωτους και παραφερόμενους φλύαρους.

Ο Πλάτων μάλιστα επαινεί τους τέτοιου είδους ανθρώπους, λέγοντας πως μοιάζουν με τους επιδέξιους ακοντιστές, γιατί αυτά που λένε είναι πλήρη, μεστά και συμπυκνωμένα.

Ο Λυκούργος, επίσης, αναγκάζοντας τους συμπολίτες του από τα πρώτα παιδικά τους χρόνια ν’ αποκτήσουν αυτή τη δεινότητα μέσω της σιωπής, τους έκανε περιεκτικούς και λιτούς στην ομιλία.

Όπως, δηλαδή, οι Κελτίβηρες ατσαλώνουν το σίδερο θάβοντάς το στη γη και μετά καθαρίζοντας τη μεγάλη συσσώρευση του χώματος, έτσι και ο Λακωνικός λόγος δεν έχει περιττά περιβλήματα, αλλά, δουλεμένος με την αφαίρεση όλων των περισσευούμενων, ατσαλώνεται μέχρι που γίνεται απόλυτα αποτελεσματικός· αυτή τους η ικανότητα για αποφθέγματα και η ταχύτητα προς εύστροφες απαντήσεις είναι καρπός της πολλής σιωπής. Πρέπει μάλιστα να προβάλλουμε στους φλύαρους τα τέτοιου είδους υποδείγματα, ώστε να μπορέσουν να δουν πόση χάρη και δύναμη έχουν· φερ’ ειπείν:

 “Οι Λακεδαιμόνιοι στον Φίλιππο· ο Διονύσιος στην Κόρινθο”. Όπως επίσης όταν ο Φίλιππος τους έγραψε: “Αν εισβάλω στην Λακωνική, θα σας διώξω”, εκείνοι του απάντησαν: “Αν”.

Όταν ο βασιλιάς Δημήτριος αγανάκτησε και φώναξε: “Έναν πρεσβευτή έστειλαν σε μένα οι Σπαρτιάτες!” ο πρεσβευτής απάντησε ατάραχος: “Έναν σε έναν”.

Από τους παλαιούς, επίσης, θαυμάζονται οι ολιγόλογοι, και στο ιερό του Πυθίου Απόλλωνος οι Αμφικτύονες έγραψαν όχι την “Ιλιάδα” και την “Οδύσσεια” ούτε τους παιάνες του Πίνδαρου αλλά το “Γνώθι σαυτόν”, το “Μηδέν άγαν” και το “Εγγύα πάρα δ’ άτα”, θαυμάζοντας την πυκνότητα και τη λιτότητα της έκφρασης που περιέχει μέσα στη βραχυλογία ένα καλά σφυρηλατημένο νόημα.

Μήπως δεν αγαπάει και ο θεός ο ίδιος την περιεκτικότητα και τη συντομία στους χρησμούς του και δεν ονομάζεται Λοξίας επειδή αποφεύγει περισσότερο την πολυλογία απ’ ό,τι την ασάφεια;

Δεν θαυμάζονται και επαινούνται εξαιρετικά όσοι εκφράζονται συμβολικά, χωρίς να μιλήσουν;

Έτσι ο Ηράκλειτος, όταν οι συμπολίτες του τού ζήτησαν να εκφέρει γνώμη για την ομόνοια, ανέβηκε στο βήμα, πήρε ένα κύπελλο με κρύο νερό, πασπάλισε μέσα κρίθινο αλεύρι, το ανακάτεψε με φλισκούνι, το ήπιε κι έφυγε, δείχνοντάς τους έτσι πως το ν’ αρκούνται σ’ αυτό που τους βρίσκεται και το να μη χρειάζονται πολυτέλειες διατηρεί τις πόλεις σε ομόνοια και ειρήνη.

Ο Σκίλουρος, ο βασιλιάς των Σκυθών, άφησε πίσω του ογδόντα γιους· όταν πέθαινε πρόσταξε να του φέρουν δέσμη δοράτων και ζήτησε από τους γιους του να τα πάρουν και να τα σπάσουν έτσι όπως ήταν δεμένα όλα μαζί.

Όταν εκείνοι παραιτήθηκαν από την προσπάθεια, πήρε ο ίδιος ένα ένα τα δόρατα και τα έσπασε εύκολα στα δύο, δείχνοντάς τους έτσι ότι η ενότητα και η ομόνοιά τους ήταν ισχυρό και ανίκητο πράγμα, ενώ η διάσπασή τους ασθενές και ασταθές.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: ΗΘΙΚΑ

Ο σχεδιασμός ενός ριζικά διαφορετικού τηλεσκοπίου προσφέρει βαθύτερη διείσδυση στο διάστημα

Ένας ριζικά διαφορετικός τύπος διαστημικού τηλεσκοπίου ακτίνων-Χ σχεδιάστηκε στο KTH (Σουηδικά: Kungliga Tekniska högskolan) [Royal Institute of Technology στη Στοκχόλμη], χρησιμοποιώντας εξελιγμένες οπτικές τεχνικές που αρχικά είχαν στην έρευνα για ιατρική παρακολούθηση. Το τηλεσκόπιο, το οποίο εστιάζει ακτίνες-Χ με ένα μοναδικά οργανωμένο σύνολο πρισματικών φακών, αποκαλύφθηκε με άρθρο που δημοσιεύθηκε στο Nature Astronomy. Οι ερευνητές από το Βασιλικό Ινστιτούτο Τεχνολογίας KTH, αναφέρουν πώς έχουν καταργήσει τα κάτοπτρα που αντανακλούν το φώς υπέρ ενός δικτύου μικροκατασκευασμένων πλαστικών πρισμάτων.

Διατομή ενός τυπικού διαστημικού τηλεσκοπίου τύπου Wolter με κάτοπτρα (επάνω) σε αντιπαράθεση με το σχέδιο που χρησιμοποιεί σύνολο μικροκατασκευασμένων πρισμάτων για να κάμψουν το φως προς το εστιακό σημείο.

Ο Mats Danielsson, ερευνητής στην ιατρική τεχνολογία ακτίνων-Χ και ο αστροφυσικός Mark Pearce, αναφέρουν πώς ο σχεδιασμός μειώνει το εστιακό μήκος και το βάρος του τηλεσκοπίου, επιτρέποντας ευρείες περιοχές συλλογής με υψηλή χωρική ανάλυση, έτσι που οι παρατηρήσεις του διαστήματος να μπορούν εμβαθύνουν περισσότερο στο χώρο και να εξετάζουν αντικείμενα που τώρα είναι πολύ αδύναμα για να ανιχνευτούν.

Η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη τεχνική για την εστίαση ακτίνων-Χ σε διαστημικά τηλεσκόπια είναι μέσω της χρήσης μιας συστοιχίας καμπύλων κατόπτρων που βαθμιαία κάμπτουν το φως προς το σημείο εστίασης. Επειδή αυτό το φως είναι δύσκολο να εστιάσει, το εστιακό μήκος ενός τέτοιου τηλεσκοπίου τυπικά είναι μακρύ. Το Παρατηρητήριο Ακτίνων-Χ Chandra της NASA, για παράδειγμα, έχει εστιακή απόσταση 10 m. Με το πιο μικρό εστιακό μήκος του τηλεσκοπίου του KTH, μικρότερο από 50 cm, ο Danielsson λέει ότι το σύστημα θα παρέχει μεγαλύτερη οπτική ισχύ, καμπυλώνοντας τις ακτίνες περισσότερο απότομα προς την εστία.

«Αυτό επιτρέπει να κατασκευαστεί ένα τηλεσκόπιο που μπορεί να συλλέξει περισσότερο από 1000 φορές φως από αυτό που μπορούν τα σημερινά διαστημικά τηλεσκόπια ακτίνων-Χ να διαχειριστούν», αναφέρει ο Danielsson. «Ένα άλλο πλεονέκτημα είναι ότι θα έχει καλή χωρική ανάλυση, το οποίο σημαίνει ότι μπορεί να παρατηρηθούν περισσότερες λεπτομέρειες στην εικόνα που λαμβάνεται. Αυτό θεωρείται σημαντικό για να γίνονται σωστές φυσικές ερμηνείες».

Τα τηλεσκόπια ακτίνων-Χ φέρονται σε διαστημικά σκάφη καθώς οι ακτίνες-Χ απορροφώνται ταχύτατα από την ατμόσφαιρα της Γης και δεν μπορούν να παρατηρηθούν από το έδαφος. Έτσι μέγεθος ωφέλιμου φορτίου και βάρος ενδιαφέρουν. Ένα τέτοιο τηλεσκόπιο, η αποστολή PoGO+ η οποία λειτούργησε σε υψόμετρο 40 km κρεμασμένη από ένα τεράστιο μπαλόνι γεμάτο ήλιο, επέτρεψε στον Pearce και τους συναδέλφους του να πραγματοποιήσουν νέες παρατηρήσεις ακτίνων-Χ προερχόμενες από την γειτονιά ενός πάλσαρ και μιας μαύρης τρύπας – μια μελέτη που ελπίζει να στηρίξει χρησιμοποιώντας το σχεδιασμό του νέου τηλεσκοπίου. Όπως ανέφερε: «Ευελπιστούμε να αναπτύξουμε νέα ελαφρά οπτικά με τον Mats καθώς αυτό θα μας επιτρέψει τελικά να κατασκευάσουμε μια μεγάλη περιοχή και ελαφρών τηλεσκοπίων που θα παράγουν πιο ακριβείς μετρήσεις από αυτές που σήμερα είναι δυνατές».

Η βελτιωμένη ικανότητα του συστήματος να συλλέγει φως θα αποκαλύψει αντικείμενα πολύ αδύναμα για να παρατηρηθούν. «Θα δούμε εξαιρετικά απομακρυσμένα αντικείμενα του πρώιμου σύμπαντος που δεν έχουν ποτέ πριν παρατηρηθεί με ακτίνες-Χ», λέει ο Danielsson. «Αυτό ανοίγει ένα ολόκληρο νέο παράθυρο για να απαντηθούν βασικές ερωτήσεις σχετικές με το σύμπαν».

Ένα πρώτο πρωτότυπο της τηλεσκοπικής τεχνικής έχει ήδη σχεδιαστεί στο KTH και ελεγχθεί στο Ινστιτούτο. Το επόμενο βήμα είναι βελτιστοποιηθεί ο σχεδιασμός των φακών και των συσχετιζόμενων αισθητήρων, μηχανισμών και ηλεκτρονικών. «Τώρα είναι η ώρα να γίνει ένα βήμα από την πρώτη απόδειξη της αρχής σε μια πλήρως ανεπτυγμένη μονάδα για ένα τηλεσκόπιο για να σταλεί στο διάστημα», λέει ο Danielsson.

Tα λάθη των έξυπνων ανθρώπων - Πώς δυσκολεύουν και περιπλέκουν τη ζωή τους

O Albert Einstein είχε πει ότι «Δεν είναι ότι είμαι και τόσο έξυπνος. Είναι που μένω με τα προβλήματα περισσότερο», ο Αrthur Schopenhauer ότι «Η υψηλή νοημοσύνη κάνει έναν άνθρωπο αντικοινωνικό» και ο Γάλλος χειρουργός και βιολόγος, Alexis Carrel, ότι «Η ευφυΐα είναι σχεδόν άχρηστη για εκείνον που δεν έχει παρά μόνο αυτή»: στα λόγια τριών ανθρώπων της διανόησης, υπάρχει κάτι κοινό.

Η καλά κρυμμένη αλήθεια των αρνητικών συναισθημάτων στη ζωή των ανθρώπων με ανεπτυγμένη ευφυΐα. Των ανθρώπων που σκέπτονται πολύ. Πάρα πολύ.

Σίγουρα, στις οθόνες της ζωής παίζονται τρελά σενάρια, που μπορεί να ξεπερνούν κάποιες φορές την φαντασία. Στις οθόνες του μυαλού, όμως, μπορεί να παιχτούν σκηνές που απέχουν πολύ από την πραγματικότητα: σκέψεις που την περιπλέκουν και την κάνουν να φαίνεται κάτι πολύ δύσκολο.

Θα έλεγε κανείς ότι ένας πολύ έξυπνος άνθρωπος έχει περισσότερες δυνατότητες να ζήσει την ζωή που επιθυμεί και να επιτύχει, σε σύγκριση με ένα άτομο που μπορεί να μην στέκεται και πολύ στις καταστάσεις, να μην κάνει δεύτερες σκέψεις και σενάρια.

Οι έξυπνοι άνθρωποι έχουν κάποιες συνήθειες που δυσχεραίνουν την καθημερινότητά τους. Συνήθειες που δημιουργούν μια σχεδόν μόνιμη κατάσταση στρες.

Το να ξέρεις πολλά, είναι καλό. Το να νομίζεις ότι τα ξέρεις όλα, όχι τόσο.

Ποιες είναι οι «κακές» συνήθειες των έξυπνων ατόμων;

1) Πιστεύουν ότι «δεν θα αποτύχουν» (ποτέ) - Οταν αυτό συμβαίνει… το παίρνουν βαρέως:

Η ευφυΐα μπορεί γίνει ένα εργαλείο εξέλιξης και προόδου στη ζωή. Πολύ εύκολα, όμως, ένα ευφυές άτομο μπορεί να περάσει στην αντίπερα όχθη. Να πιστεύει ότι «ο έξυπνος δεν (αποτυγ)χάνει ποτέ». Να απογοητεύεται πολύ εύκολα όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν όπως τα θέλει.

2) Δεν θέλουν να ζητούν βοήθεια -Πιστεύουν ότι μπορούν να καταφέρουν τα πάντα μόνοι τους: Τα άτομα που πιστεύουν ότι είναι πολύ έξυπνα, πιστεύουν ότι δεν υπάρχει κάτι που δεν μπορούν να καταφέρουν και δεν έχουν ανάγκη κανέναν. Το να ζητάς βοήθεια κάποιου, δεν δείχνει «αμάθεια» ή ανικανότητα, δείχνει αυθεντικότητα, ευελιξία και προθυμία για γνώση.

3) Έχουν την τάση να διορθώνουν τους άλλους - Να παρεμβαίνουν για να εκφράσουν αυτό που πιστεύουν ότι είναι «σωστό»: Κάτι που μπορεί να αποβεί ιδιαιτέρως ενοχλητικό για τους άλλους. Η ευφυΐα είναι προνόμιο, η επίδειξη της ευφυΐας, μια συνήθεια που αποδυναμώνει την αξία της.

4) Θέλουν να έχουν τα πάντα υπό τον έλεγχό τους: Οι πολύ εύστροφοι άνθρωποι πιστεύουν ότι μπορούν να έχουν τον απόλυτο έλεγχο σε ό,τι συμβαίνει στη ζωή τους (και αρκετές φορές και στη ζωή των άλλων).Θέλουν να είναι εκείνοι που κατευθύνουν τις καταστάσεις. Όταν τα πράγματα ανατρέπονται, αποσυντονίζονται γιατί είναι «αλλεργικοί» στην αποτυχία.

5) Η υπερβολική κριτική δυσκολεύει την σύναψη στενών σχέσεων με άλλα άτομα: Οι έξυπνοι άνθρωποι τείνουν να υπεραναλύουν τις συμπεριφορές των άλλων και να βρίσκουν λάθη σε αυτές. Πιστεύουν ότι ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζουν την ζωή είναι ο σωστός -και δεν υπάρχει άλλος…σωστότερος. Δυσκολεύονται να εμπιστευτούν τους γύρω τους.

6) Θέλουν να δείχνουν ότι τα ξέρουν όλα (και αρκετές φορές το πιστεύουν…): Η εκπαίδευση δεν σταματά ποτέ. Η γνώση είναι κάτι ανεξάντλητο. Οποιος πιστεύει ότι ξέρει πολλά και δεν χρειάζεται να μάθει άλλα, σταματά να εξελίσσεται. Είναι σύνηθες φαινόμενο, οι έξυπνοι άνθρωποι να φοβούνται να κάνουν λάθος, να φοβούνται να δείξουν ότι δεν γνωρίζουν κάτι.

7) Υπεναλυτική σκέψη - Οταν το συναίσθημα πάει στην άκρη: Οι ευφυείς άνθρωποι σκέπτονται πολύ. Πάρα πολύ. Κολλάνε στις λεπτομέρειες και (υπερ)αναλύουν τις καταστάσεις. Η χαρά της στιγμής συνήθως χάνεται μέσα στην ανησυχία και το στρες. Δυσκολεύονται να παίρνουν αποφάσεις γιατί σκέπτονται υπερβολικά τις συνέπειές τους.

Kant: το κριτικό πνεύμα και η αξία του

Κριτικός και διαλεκτικός Λόγος

     Ι. Ο Καντ, αν και τόσο μακρινός από την εποχή μας, εξακολουθεί πάντα με τον κριτικό του Λόγο να είναι επίκαιρος και να αντιμάχεται κάθε κατεστημένο, πολιτιστικό, επιστημονικό, φιλοσοφικό, πολιτικό. Στην εποχή του και για την εποχή του έγραφε, στον Πρόλογο της πρώτης έκδοσης (1781) του πιο σημαντικού του έργου: Κριτική του καθαρού Λόγου: 

«Η εποχή μας είναι η καθαυτό εποχή της κριτικής, στην οποία πρέπει να υποβληθούν τα πάντα».

Κάτι παρόμοιο, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, έχει ανάγκη και η δική μας εποχή: αυστηρή κριτική σε αξίες, σε θεσμούς, σε θέσεις, ιδεολογίες κ.λπ. συν το γεγονός ότι πρέπει η κριτική να είναι ανελλιπής και ο έλεγχος των πάντων αδυσώπητος. Πλην όμως σήμερα δεν υπάρχει ένας Καντ ή ένας Χέγκελ για μια γόνιμη κριτική παρά μια αίσχιστη πληθώρα μετριοτήτων ‒με φωτεινές πάντα εξαιρέσεις‒ σε όλους σχεδόν τους επιστημονικούς τομείς αλλά και στην περιοχή της κατεστημένης «φιλοσοφίας». Η «κριτική» αυτών των μετριοτήτων είναι αρνητική, με το νόημα ότι κριτικάρει τις πραγματικές αξίες, όσες υπάρχουν ακόμη, για να εγκαταστήσει στη θέση τους κάθε είδους σαθρότητα και κιβδηλία.
 
     ΙΙ. Ο Χέγκελ, μέσα από τον διαλεκτικό του Λόγο, επιχειρεί να δώσει εκ νέου ζωή και νόημα στο «Ich denke» του νεωτερικού ορθολογισμού. Η διαλεκτική για τον κορυφαίο διαλεκτικό φιλόσοφο δεν αποτελεί απλώς εσωτερική υπόθεση της δικής του ερμηνευτικής πράξης αλλά ουσιωδώς την κινητήρια δύναμη του σύμπαντος κόσμου και την ενδοσυνάφεια Είναι και νοείν. Υπ’ αυτή την έννοια, η διαλεκτική είναι μια Λογική της αναφορικής σχέσης και ως τέτοια επιτρέπει στον Χέγκελ να αναγιγνώσκει μεταστοχαστικά το ιστορικό Όλο του φιλοσοφικού στοχασμού και δη τον καντιανό στοχασμό των καιρών του. Έτσι απελευθερώνει όλη την εκρηκτική δύναμη που περικλείει το Εγώ νοώ (=ich denke) του Καντ και την εντάσσει σε μια εξελικτική διαδικασία του ίδιου του φιλοσοφικού μεταστοχασμού.

§2

Καντ: Εγώ νοώ

«Το: Εγώ νοώ, θα πρέπει να είναι σε θέση να συνοδεύει όλες μου τις παραστάσεις· γιατί διαφορετικά θα μπορούσε να σχηματιστεί μέσα μου μια παράσταση ενός κάτι, που δεν θα μπορούσε διόλου να το συλλάβει η νόηση, πράγμα που σημαίνει για την ακρίβεια ή ότι η παράσταση θα ήταν αδύνατη ή τουλάχιστο για μένα τίποτα. Εκείνη η παράσταση, που δύναται να είναι δεδομένη πριν από κάθε νόηση, ονομάζεται εποπτεία. Επομένως, το κάθε πολλαπλό της εποπτείας έχει μια αναγκαία αναφορική σχέση προς το: Εγώ νοώ, στο ίδιο υποκείμενο, στο οποίο απαντά το εν λόγω πολλαπλό. Αυτή όμως η παράσταση είναι ένα ενέργημα της αυτενέργειας, δηλ. δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ανήκουσα στην αισθητικότητα. Την ονομάζω καθαρή κατάληψη, για να τη διακρίνω από την εμπειρική ή και από την αρχέγονη κατάληψη, γιατί αυτή είναι εκείνη η αυτοσυνείδηση, η οποία, καθώς παράγει την παράσταση Εγώ νοώ, που πρέπει να είναι σε θέση να συνοδεύει κάθε άλλη και η οποία σε κάθε συνείδηση είναι μια και η αυτή, δεν μπορεί να συνοδεύεται από καμιά περαιτέρω παράσταση. Ονομάζω επίσης την ενότητα της ίδιας υπερβατολογική ενότητα της αυτοσυνείδησης, για να δηλώσω τη δυνατότητα της a priori γνώσης που πηγάζει απ’ αυτή».[1]

§3

Ερμηνεία ‒ κατανόηση

     Ο Καντ μας διανοίγει προς μια υπερβατολογική σκέψη, δίνοντας πρωτίστως ιδιαίτερη βαρύτητα στο ούτως ειπείν ορθολογιστικής απόχρωσης «Εγώ νοώ». Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για έναν ιδιότυπο ορθολογισμό, ο οποίος δεν απεμπολεί τον εξωτερικό κόσμο της εμπειρίας, όπως αποφαίνεται ρητά πιο πάνω:

«Εκείνη η παράσταση, που δύναται να είναι δεδομένη πριν από κάθε νόηση, ονομάζεται εποπτεία».

Το συγκεκριμένο τούτο «Εγώ νοώ» προχωρεί πέρα από την καρτεσιανή βεβαιότητα και τίθεται ως ένα νοείν που προορίζεται να διαθέτει τη δυνατότητα να συνοδεύει όλες τις παραστάσεις μου. Η απαίτηση για μια τέτοια δυνατότητα εκπορεύεται από την ανάγκη για την υπερβατολογική ενότητα της κατάληψης. Αυτή η ενότητα πρέπει να ορίζεται ως συνθετική ενότητα της κατάληψης και οι όροι, οι προϋποθέσεις γι’ αυτή την ενότητα συνδέονται με τη δυνατότητα του υπερβατολογικού υποκειμένου [= του υπεβατολογικού «Εγώ νοώ»] όχι απλώς να έχει παραστάσεις, αλλά επί πλέον να τις αποδίδει στον εαυτό του και ως εκ τούτου να αποκτά γνώση, ήτοι τη γνώση ότι έχει αυτές τις παραστάσεις. Το να γνωρίζει ότι έχει αυτές της παραστάσεις προϋποθέτει ότι τις έχει σχηματίσει μέσα του, αλλά δεν τις έχει σχηματίσει ερήμην της πολλαπλότητας των πραγμάτων, δηλαδή δυνάμει μόνο αυτού του ίδιου και υπό μια ανυπόθετη αμφισβήτηση του εμπειρικού κόσμου. Απεναντίας, σ’ αυτό το ίδιο, στο ένα δηλ. και το αυτό υποκείμενο, απαντά το «πολλαπλό της εποπτείας», όπως παρατηρεί στο ως άνω κείμενο ο Καντ. Συνακόλουθα αποκτά συνείδηση της ταυτότητάς του ως «Εγώ νοώ», πράγμα που σημαίνει πως οι παραστάσεις που το υποκείμενο σχηματίζει μέσα του, ανεξάρτητα αν είναι ορθές ή μη, νομιμοποιούνται ως μια διεργασία του νοούντος υποκειμένου που εκφέρει κρίση σχετικά με την απόδοση των παραστάσεων στον εαυτό του.

     Το νοούν υποκείμενο του Καντ δεν είναι άσχετο, για τον Χέγκελ, με τη δική του δια-Λογική γλώσσα για την εννοιολογική σύλληψη των φαινομένων ή των πραγμάτων και την εσωτερική αντιστοιχία με τη ρεαλιστική τους έκφραση. Στο επίπεδο της εγελιανής Λογικής, έναν τέτοιο χαρακτήρα του υποκειμένου ενσαρκώνει η έννοια, δυνάμει της οποίας η διαλεκτική εκφράζει τη δυνατότητα του ανθρώπου να λέγει τις έννοιες και να δια-λέγεται με αυτές. Επειδή όμως συμβαίνει οι έννοιες να αποτυπώνουν ή να απηχούν, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, αντικειμενικές πραγματικότητες, το διαλέγεσθαι με έννοιες αναδύεται στην αισθητή προφάνεια του σκεπτόμενου ανθρώπου ως ένας διάλογος ανάμεσα στην εξωτερικότητα και την εσωτερικότητα, στην εαυτότητα και την ετερότητα, στο φαίνεσθαι και το Είναι· εν τέλει ανάμεσα στην ίδια τη φιλοσοφία, ήτοι τη φιλοσοφική Λογική ως διαλεκτική μέθοδο σκέψης και στην αυτo-επαλήθευσή της ως τέτοιας μεθόδου. Από αυτή την άποψη, φιλοσοφία και πραγματικότητα εκφράζουν μια ενιαία κίνηση, που περιέχει αντιφάσεις και αποκλίσεις, διαφοροποιήσεις και ταυτότητες, διαμορφώσεις και παραμορφώσεις. Αλλά μια τέτοια διαλεκτική κίνηση, στο βαθμό που ανάγει την αλήθεια της μέσα στην ολότητα,

«αναδύεται στην ύπαρξη ως η έννοια που έχει αυτογνωσία, που έχει για αντικείμενο τον εαυτό της»[2],

πράγμα που σημαίνει πως αυτο-εξελίσσεται σε «απόλυτη δύναμη του Λόγου»[3], η οποία στην εγελιανή επιστήμη της Λογικής και πιο συγκεκριμένα στην υποκειμενική Λογική, δηλ. στη Λογική της έννοιας [=στη διδασκαλία περί της έννοιας], απηχεί το ελεύθερο, το αυθύπαρκτο, αυτεξούσιο και αυτοπροσδιοριζόμενο υποκειμενικό στοιχείο· ό,τι ακριβώς συνθέτει το αυτενεργό υποκείμενο, ή με καντιανούς όρους την πράξη της αυτενέργειας που αντιστοιχεί στην παράσταση του «Εγώ νοώ».
-------------------------
[1] Kritik der reinen Vernunft B131-132.
[2] Γκ. Χέγκελ, Επιστήμη της Λογικής: η Διδασκαλία περί της Έννοιας
[3] Ό.π., σ.625.

Αρχαία Ελληνική Γραμματεία: ΗΣΙΟΔΟΣ - Θεογονία (337-403)

Τηθὺς δ᾽ Ὠκεανῷ ποταμοὺς τέκε δινήεντας,
Νεῖλόν τ᾽ Ἀλφειόν τε καὶ Ἠριδανὸν βαθυδίνην,
Στρυμόνα Μαίανδρόν τε καὶ Ἴστρον καλλιρέεθρον
340 Φᾶσίν τε Ῥῆσόν τ᾽ Ἀχελῷόν τ᾽ ἀργυροδίνην
Νέσσόν τε Ῥοδίον θ᾽ Ἁλιάκμονά θ᾽ Ἑπτάπορόν τε
Γρήνικόν τε καὶ Αἴσηπον θεῖόν τε Σιμοῦντα
Πηνειόν τε καὶ Ἕρμον ἐυρρείτην τε Κάικον
Σαγγάριόν τε μέγαν Λάδωνά τε Παρθένιόν τε
345 Εὔηνόν τε καὶ Ἀλδῆσκον θεῖόν τε Σκάμανδρον·
τίκτε δὲ Κουράων ἱερὸν γένος, αἳ κατὰ γαῖαν
ἄνδρας κουρίζουσι σὺν Ἀπόλλωνι ἄνακτι
καὶ ποταμοῖς, ταύτην δὲ Διὸς πάρα μοῖραν ἔχουσι,
Πειθώ τ᾽ Ἀδμήτη τε Ἰάνθη τ᾽ Ἠλέκτρη τε
350 Δωρίς τε Πρυμνώ τε καὶ Οὐρανίη θεοειδὴς
Ἱππώ τε Κλυμένη τε Ῥόδειά τε Καλλιρόη τε
Ζευξώ τε Κλυτίη τε Ἰδυῖά τε Πασιθόη τε
Πληξαύρη τε Γαλαξαύρη τ᾽ ἐρατή τε Διώνη
Μηλόβοσίς τε Θόη τε καὶ εὐειδὴς Πολυδώρη
355 Κερκηίς τε φυὴν ἐρατὴ Πλουτώ τε βοῶπις
Περσηίς τ᾽ Ἰάνειρά τ᾽ Ἀκάστη τε Ξάνθη τε
Πετραίη τ᾽ ἐρόεσσα Μενεσθώ τ᾽ Εὐρώπη τε
Μῆτίς τ᾽ Εὐρυνόμη τε Τελεστώ τε κροκόπεπλος
Χρυσηίς τ᾽ Ἀσίη τε καὶ ἱμερόεσσα Καλυψὼ
360 Εὐδώρη τε Τύχη τε καὶ Ἀμφιρὼ Ὠκυρόη τε
καὶ Στύξ, ἣ δή σφεων προφερεστάτη ἐστὶν ἁπασέων.
αὗται ἄρ᾽ Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος ἐξεγένοντο
πρεσβύταται κοῦραι· πολλαί γε μέν εἰσι καὶ ἄλλαι·
τρὶς γὰρ χίλιαί εἰσι τανίσφυροι Ὠκεανῖναι,
365 αἵ ῥα πολυσπερέες γαῖαν καὶ βένθεα λίμνης
πάντῃ ὁμῶς ἐφέπουσι, θεάων ἀγλαὰ τέκνα.
τόσσοι δ᾽ αὖθ᾽ ἕτεροι ποταμοὶ καναχηδὰ ῥέοντες,
υἱέες Ὠκεανοῦ, τοὺς γείνατο πότνια Τηθύς·
τῶν ὄνομ᾽ ἀργαλέον πάντων βροτὸν ἄνδρα ἐνισπεῖν,
370 οἱ δὲ ἕκαστοι ἴσασιν, ὅσοι περιναιετάουσι.
Θεία δ᾽ Ἠέλιόν τε μέγαν λαμπράν τε Σελήνην
Ἠῶ θ᾽, ἣ πάντεσσιν ἐπιχθονίοισι φαείνει
ἀθανάτοις τε θεοῖσι τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι,
γείναθ᾽ ὑποδμηθεῖσ᾽ Ὑπερίονος ἐν φιλότητι.
375Κρείῳ δ᾽ Εὐρυβίη τέκεν ἐν φιλότητι μιγεῖσα
Ἀστραῖόν τε μέγαν Πάλλαντά τε δῖα θεάων
Πέρσην θ᾽, ὃς καὶ πᾶσι μετέπρεπεν ἰδμοσύνῃσιν.
Ἀστραίῳ δ᾽ Ἠὼς ἀνέμους τέκε καρτεροθύμους,
ἀργεστὴν Ζέφυρον Βορέην τ᾽ αἰψηροκέλευθον
380 καὶ Νότον, ἐν φιλότητι θεὰ θεῷ εὐνηθεῖσα.
τοὺς δὲ μέτ᾽ ἀστέρα τίκτεν Ἑωσφόρον Ἠριγένεια
ἄστρά τε λαμπετόωντα, τά τ᾽ οὐρανὸς ἐστεφάνωται.
Στὺξ δ᾽ ἔτεκ᾽ Ὠκεανοῦ θυγάτηρ Πάλλαντι μιγεῖσα
Ζῆλον καὶ Νίκην καλλίσφυρον ἐν μεγάροισι
385 καὶ Κράτος ἠδὲ Βίην ἀριδείκετα γείνατο τέκνα.
τῶν οὐκ ἔστ᾽ ἀπάνευθε Διὸς δόμος, οὐδέ τις ἕδρη,
οὐδ᾽ ὁδός, ὅππῃ μὴ κείνοις θεὸς ἡγεμονεύει,
ἀλλ᾽ αἰεὶ πὰρ Ζηνὶ βαρυκτύπῳ ἑδριόωνται.
ὣς γὰρ ἐβούλευσε Στὺξ ἄφθιτος Ὠκεανίνη
390 ἤματι τῷ, ὅτε πάντας Ὀλύμπιος ἀστεροπητὴς
ἀθανάτους ἐκάλεσσε θεοὺς ἐς μακρὸν Ὄλυμπον,
εἶπε δ᾽, ὃς ἂν μετὰ εἷο θεῶν Τιτῆσι μάχοιτο,
μή τιν᾽ ἀπορραίσειν γεράων, τιμὴν δὲ ἕκαστον
ἑξέμεν ἣν τὸ πάρος γε μετ᾽ ἀθανάτοισι θεοῖσι.
395 τὸν δ᾽ ἔφαθ᾽, ὅστις ἄτιμος ὑπὸ Κρόνου ἠδ᾽ ἀγέραστος,
τιμῆς καὶ γεράων ἐπιβησέμεν, ἣ θέμις ἐστίν.
ἦλθε δ᾽ ἄρα πρώτη Στὺξ ἄφθιτος Οὔλυμπόνδε
σὺν σφοῖσιν παίδεσσι φίλου διὰ μήδεα πατρός·
τὴν δὲ Ζεὺς τίμησε, περισσὰ δὲ δῶρα ἔδωκεν.
400 αὐτὴν μὲν γὰρ ἔθηκε θεῶν μέγαν ἔμμεναι ὅρκον,
παῖδας δ᾽ ἤματα πάντα ἑοῦ μεταναιέτας εἶναι.
ὣς δ᾽ αὔτως πάντεσσι διαμπερές, ὥς περ ὑπέστη,
ἐξετέλεσσ᾽· αὐτὸς δὲ μέγα κρατεῖ ἠδὲ ἀνάσσει.

***
Και η Τηθύς γέννησε στον Ωκεανό τους στροβιλώδεις ποταμούς,
το Νείλο, τον Αλφειό και τον Ηριδανό το βαθυδίνη,
το Στρυμόνα, το Μαίανδρο και τον Ίστρο με τα ωραία ρείθρα,
340 το Φάση, το Ρήσο και τον Αχελώο τον αργυροδίνη,
το Νέσσο, το Ροδίο, τον Αλιάκμονα και τον Επτάπορο,
το Γρανικό, τον Αίσηπο, το θεϊκό Σιμόεντα,
τον Πηνειό, τον Έρμο και τον Κάικο με το ωραίο ρεύμα,
το μέγα Σαγγάριο, το Λάδωνα και τον Παρθένιο,
τον Εύηνο, τον Αλδήσκο και το θείο Σκάμανδρο.
Γέννησε και των Νυμφών το ιερό γένος, που πάνω στη γη
ωριμάζουνε τους άντρες μαζί με τον Απόλλωνα το βασιλιά
και με τους ποταμούς. Αυτόν τον κλήρο από το Δία έχουν,
η Πειθώ, η Αδμήτη, η Ιάνθη, η Ηλέκτρα,
350 η Δωρίδα, η Πρυμνώ, η Ουρανία η θεόμορφη,
η Ιππώ, η Κλυμένη, η Ρόδεια, η Καλλιρόη,
η Ζευξώ, η Κλυτίη, η Ιδυία, η Πασιθόη,
η Πληξαύρη, η Γαλαξαύρη και η εράσμια Διώνη,
η Μηλόβοση, η Θοή, η εύμορφη Πολυδώρη,
η Κερκηίς εράσμια στο παράστημα, η βοϊδομάτα η Πλουτώ,
η Περσηίς, η Ιάνειρα, η Ακάστη, η Ξάνθη,
η θελκτική Πετραίη, η Μενεσθώ, η Ευρώπη,
η Μήτις, η Ευρυνόμη, η Τελεστώ η κροκόπεπλη,
η Χρυσηίς, η Ασία, η ποθητή η Καλυψώ,
360 η Ευδώρη, η Τύχη, η Αμφιρώ, η Ωκυρόη
και η Στύγα που η πλέον έξοχη απ᾽ όλες είναι.
Αυτές του Ωκεανού και της Τηθύος γεννήθηκαν
οι πιο παλιές οι κόρες. Γιατί πολλές ακόμη υπάρχουν άλλες:
τρεις φορές χίλιες είναι οι Ωκεανίδες με τα λυγερά τα πόδια,
που διάσπαρτες παντού τη γη και τα βάθη της θάλασσας
εξίσου διατρέχουν, κορίτσια θεϊκά λαμπρά.
Μα κι άλλοι τόσοι υπάρχουν ποταμοί που ρέουν βουερά,
γιοι του Ωκεανού, που η σεβαστή Τηθύς τούς γέννησε.
Όλων τα ονόματα δύσκολο είναι άνθρωπος θνητός να πει,
370 μα τα γνωρίζουν χώρια εκείνοι που ολόγυρά τους κατοικούν.
Κι η Θεία τον Ήλιο το μεγάλο γέννησε και τη λαμπρή Σελήνη
και την Ηώ που δίνει φως σε όλους όσους κατοικούν πάνω στη γη
και στους αθάνατους θεούς που τον πλατύ τον ουρανό κατέχουν.
Τους γέννησε αφού υποτάχθηκε στον έρωτα του Υπερίονα.
Και η Ευρυβίη γέννησε σμίγοντας με τον Κρείο ερωτικά
τον Αστραίο και το μεγάλο Πάλλαντα, των θεαινών η θεά,
και τον Πέρση που ξεχώριζε στη γνώση απ᾽ όλους.
Και στον Αστραίο γέννησε η Ηώ τους γενναιόψυχους ανέμους,
το Ζέφυρο που φέρνει ξαστεριά και το γοργόδρομο Βοριά
380 και το Νοτιά, αφού η θεά με το θεό ερωτικά κοιμήθηκε.
Μετά απ᾽ αυτούς η Ηριγένεια γέννησε τ᾽ άστρο τον Αυγερινό
και τα λαμπρά αστέρια που ᾽χει στεφάνι ο ουρανός.
Και η Στύγα, του Ωκεανού η κόρη, έσμιξε με τον Πάλλαντα
και γέννησε μες στο σπίτι της το Ζήλο και τη Νίκη που ωραίους αστραγάλους έχει,
το Κράτος και τη Βία, παιδιά περίφημα.
Σπίτι γι᾽ αυτούς μακριά απ᾽ το Δία δεν υπάρχει, ούτε κάθισμα,
ούτε και δρόμος που ο θεός να μην τους οδηγεί,
μα κάθονται πάντα πλάι στο Δία το βαρύβροντο.
Αφού έτσι αποφάσισε η Στύγα, η άφθαρτη η Ωκεανίδα,
390 τη μέρα εκείνη που ο Ολύμπιος αστραπορίχτης
όλους τους αθανάτους κάλεσε θεούς στον υψηλό τον Όλυμπο.
Κι είπε πως όποιος από τους θεούς μαζί του τους Τιτάνες θα πολέμαγε,
αυτός δε θα ᾽χανε τα προνόμιά του, πως ο καθένας θα ᾽χει τις τιμές
που ᾽χε και πριν μες στους αθάνατους θεούς.
Εκείνον πάλι που χωρίς τιμή, χωρίς προνόμια, απ᾽ τον Κρόνο ήταν,
είπε πως θα του έδινε μερίδιο στις τιμές και τα προνόμια καθώς του αρμόζει.
Και πρώτη η Στύγα η άφθαρτη ανέβηκε στον Όλυμπο
μαζί με τα παιδιά της, με του πατέρα της τη συμβουλή.
Κι αυτήν ο Δίας την τίμησε και δώρα περισσά τής έδωσε.
400 Γιατί την ίδια όρισε να είναι των θεών ο μέγας όρκος
και τα παιδιά της για όλους τους καιρούς συγκάτοικοί του να ᾽ναι.
Κι ο Δίας όπως τα υποσχέθηκε, έτσι και σ᾽ όλους ακριβώς τα εκπλήρωσε
πέρα ώς πέρα. Κι ο ίδιος μέγας είναι κυρίαρχος και βασιλιάς.