Η Διάταξη των Μυστηρίων στο Έτος. Ηλιοστάσια και Ισημερίες.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η Δελφική Κοινότητα ήταν μια Ιερή Κοινότητα, όπως ήταν κάποιοι Ορφικοί Θίασοι, Πυθαγόρειοι Σύλλογοι, Κοινότητες που ήταν συγκεντρωμένες γύρω από κάποια Ιερά, όπως της Ελευσίνας κι άλλα Ιερά στην Ευρύτερη Περιοχή της Ελλάδας. Ακόμα κι η Ακαδημία του Πλάτωνα είχε οργανωθεί με αυτά τα Πρότυπα σαν Μυστική Κοινότητα και δεν ήταν απλά μια εξωτερική Ακαδημία, ένα απλό σχολείο όπου οι άνθρωποι υποτίθεται ότι φιλοσοφούσαν ή ασχολούνταν με εξωτερικές γνώσεις. Τι γνωρίζουμε πραγματικά από όλα όσα συνέβαιναν τότε στην Ελλάδα; Πολλές από τις Εργασίες της Δελφικής Κοινότητας ήταν Μυστικές, γίνονταν αθόρυβα κι ο πολύς κόσμος δεν μάθαινε τίποτα. Το ότι δεν υπάρχουν πληροφορίες σημαίνει ότι δεν συνέβαιναν; Η μόνη έγκυρη πληροφόρηση είναι αυτή που έρχεται από την Εσωτερική Παράδοση που φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Βεβαίως θα μπορούσε να πει κάποιος πως (και πολλά από αυτά που λέμε) δεν συνέβαιναν γιατί τότε θα γνώριζαν από τότε τι πραγματικά εξελισσόταν. Αυτό είναι σωστό. Από την άλλη μεριά όμως είναι γνωστό ότι υπήρχε αυστηρή μυστικότητα στα Μυστήρια. Ακόμα και αν δεν πιστεύει κάποιος ότι υπάρχει εσωτερική πληροφόρηση που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, αρκεί να χρησιμοποιήσει απλά την λογική, να βάλει σε σωστή θέση τα γεγονότα και να ερμηνεύσει σωστά τις «ενδείξεις».
Οι Όσιοι των Δελφών θεωρούσαν το Έτος Ιερό Χρόνο αφιερωμένο στην πνευματική συνειδητοποίηση. Το Χειμερινό Ηλιοστάσιο, η πιο Ιερή Εποχή του Έτους, ήταν το Τέλος της Παλιάς Εποχής κι η Αναγέννηση της Δημιουργίας μέσα στην Σιωπή της «Ανάπαυσης». Η Εαρινή Ισημερία σηματοδοτούσε την Φυσική Ανάπτυξη που θα έπρεπε να προσανατολιστεί ορθά προς την δημιουργία. Το Θέρος (το Καλοκαίρι) ήταν το Απόγειο της Δημιουργίας, η Εποχή της Συλλογής των Καρπών της Δημιουργίας και το Θερινό Ηλιοστάσιο σήμαινε την ολοκλήρωση της εξωτερικής δραστηριότητας και την Μεταστροφή όλων των δημιουργικών δυνάμεων προς τα Έσω (ήταν η Αρχή της Περισυλλογής). Η Φθινοπωρινή Ισημερία ήταν η Εποχή της Μεγάλης Αποκάλυψης του Μυστηρίου της Ύπαρξης και της Εισόδου στον Έσω Κόσμο, στα Ηλύσια Πεδία, μέσα στην ωρίμανση του Χρόνου. Η Εποχή της Μεσολάβησης από την Φθινοπωρινή Ισημερία μέχρι το Χειμερινό Ηλιοστάσιο ήταν μια Εποχή Εσωτερικής Εργασίας που Αποκάλυπτε την Ουράνια Φύση της Ύπαρξής μας και Προετοίμαζε για την Χειμερινή Επιστροφή στην Απεραντοσύνη της Αντιληπτικής Απροσδιοριστίας που Αποτελεί το Βάθρο των Πάντων, το Ακατάληπτο Μυστήριο της Ύπαρξης.
Έτσι, στην πραγματικότητα, για τους Μυημένους, ολόκληρη η Δημιουργία, στην Εξέλιξή της (και την Εισέλιξή της) είναι μια Μυσταγωγία. Το ίδιο είναι και η ζωή του ανθρώπου, μια Συνεχής Πορεία προς την Αυτογνωσία και την Αναγνώριση της Εσώτερης Φύσης σαν της Απόλυτης Ύπαρξης. Η Μυσταγωγία του Ιερού Έτους βοηθούσε όσους ανθρώπους κατανοούσαν να πορευθούν στον Ορθό Δρόμο της Επιστροφής στους Ουράνιους Κόσμους και στο Απόλυτο. Η Συμμετοχή στα Μυστήρια, η Μύηση, η Μυσταγωγία, η Περισυλλογή και το Μυστικό Βίωμα δεν είχαν άλλο προορισμό από την Ολοκλήρωση της Ύπαρξης και της ζωής, την Αποθέωση του Ανθρώπου.
Τα Φανερά Μικρά Μυστήρια της Άνοιξης
Τα Μυστήρια της Εαρινής Ισημερίας ήταν τα Μυστήρια της Προετοιμασίας και η Βάση της Αληθινής Αυτογνωσίας, όπου ο άνθρωπος συνειδητοποιούσε τον εαυτό του σαν Ψυχή που «συνδέεται» με ένα σώμα. Στην Μύηση αποκαλυπτόταν στον μυούμενο, έμπρακτα (και το βίωνε) ότι το σώμα δεν είναι παρά ένας εξωτερικός φορέας εκδήλωσης στον κόσμο της εξωτερικής εμπειρίας και των φαινομένων. Η ουσία της Μύησης ήταν η Εμπειρία αυτού του πραγματικού οντολογικού διαχωρισμού.
Τέτοια Μυστήρια ήταν τα Μυστήρια της Περσεφόνης, που γίνονταν κάθε Άνοιξη στους πρόποδες του Λόφου Αρδηττού που ανήκε στον Δήμο «Άγραι», («Αγροί», «Εξοχή») περιοχή που εκτεινόταν ανατολικά του Ιλισού, δίπλα στο ποτάμι που κυλούσε τότε ήρεμα προς την θάλασσα, σε μια πευκόφυτη ειδυλλιακή τοποθεσία που περιγράφει θαυμάσια ο Πλάτωνας στην εισαγωγή του «Φαίδρου», (σήμερα η περιοχή είναι κατεστραμμένη από τον «πολιτισμό» των ανθρώπων). Τέτοια Μυστήρια ασφαλώς γινόντουσαν και στους Δελφούς και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Απλά τα «Μικρά Εν Άγραις Μυστήρια» ήταν τα πιο γνωστά.
Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η ουσία των Μυστηρίων λίγη σχέση είχε με τις εξωτερικές τελετές και τελετουργίες, τις θυσίες και τους συμβολικούς καθαρμούς. Τα Μυστήρια ήταν (κι είναι) Εσωτερική Διαδικασία Κάθαρσης, Διεύρυνσης της Συνείδησης, Επίγνωσης κι Απελευθέρωσης από τα εξωτερικά δεσμά, κι όχι απλές γιορτές και τελετές. Βέβαια, πολλοί άνθρωποι έβλεπαν μόνο αυτό, την «επιφάνεια».
Οι Μυστικές Τελετές του Θέρους
Οι Ιερές Τελετές του Θερινού Ηλιοστασίου γίνονταν με άκρα μυστικότητα στους Δελφούς και σε άλλες περιοχές όπου ζούσαν μυημένοι και σχετίζονταν με την πρακτική της Απόσυρσης και της Προετοιμασίας για την τελική Αποδέσμευση της Ψυχής από το σώμα. Με άλλα λόγια αυτή η Εποχή ήταν αφιερωμένη στην Εσωτερική Άσκηση μέχρι την Τελική Αποκάλυψη της Αληθινής Φύσης της Ψυχής, της Φωτεινής Ουσίας, που γίνονταν στην Μύηση των Μεγάλων Μυστηρίων με την Αυτοψία, ή την Όραση του Εσωτερικού Φωτός.
Η Διαδικασία της Απόσυρσης είναι μια εγγενής φυσική δυνατότητα της Ψυχής κι είναι θέμα «Βούλησης». Αν όμως δεν εντάσσεται (σαν Πρακτική) σε μια Ολοκληρωμένη Θεολογική Αντίληψη και Μεταφυσική Θεωρία κι αν δεν γίνεται με την Ιερή Καθοδήγηση των Ιεροφαντών μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένους ατραπούς. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Μύστες των Δελφών (αλλά και των άλλων Ιερών Τόπων) επεδίωκαν την «εξάρτηση» από Αυτούς των μυουμένων αλλά έδειχνε απλά το βαθύ ανθρωπιστικό (και ανιδιοτελές) ενδιαφέρον αυτών που Βίωναν την Μεταφυσική Πραγματικότητα προς αυτούς που δεν είχαν ακόμα απαλλαγεί από τα δεσμά της αυταπάτης ενός ξεχωριστού εαυτού μέσα σε ένα εξωτερικό «αντικειμενικό» κόσμο.
Στην πραγματικότητα, στην Εσωτερική Εργασία, στην Απόσυρση και στην Βίωση των Εσωτερικών Καταστάσεων της Ψυχής, κάποιος είναι μόνος του, μέχρι να αναδυθεί στο Φως της Ολότητας, στην Αντικειμενική Φωτεινή Ουσία, που είναι η Πραγματικότητα, πίσω από τις αυταπάτες και τα φαινόμενα. Όταν κάποιος έβγαινε στο Φως της Παγκόσμιας Συνείδησης οι Μύστες τον καλωσόριζαν σαν Μύστη. Άλλωστε Εδώ δεν υπάρχουν διακρίσεις, «άτομα» και «πρόσωπα». Εδώ η Επίγνωση είναι Ανοιχτή, Παγκόσμια και Κοινή. Αυτή η Εμπειρία γίνεται (από ένα περιορισμένο ον) σαν Συμμετοχή και «Διάλυση» μέσα σε μια Υπερσυνείδηση.
Τα Απόκρυφα Μυστήρια του Φθινοπώρου
Για τα Μεγάλα Μυστήρια της Φθινοπωρινής Ισημερίας έχουν ειπωθεί πολλά, και καλά και κακά και αληθή και αναληθή. Έχουμε αναλύσει ήδη, πολλές φορές, στα Άρθρα μας, ότι η αληθινή ουσία των Μεγάλων Μυστηρίων του Φθινοπώρου είναι η Εμπειρία της Αυτοψίας (η Δεύτερη Βαθμίδα της Μύησης) που καθίσταται δυνατή μόνο όταν η Ψυχή αποδεσμευθεί πραγματικά και πρακτικά, βιωματικά, από το σώμα.
Στην πραγματικότητα η Μύηση στα Μυστήρια του Φθινοπώρου δεν θα ήταν δυνατή αν δεν γινόταν ορθά η Εργασία του Θέρους. Είναι λάθος να νομίζει κάποιος ότι στην Μύηση θα του Αποκαλυπτόταν έτσι άμεσα και χωρίς προετοιμασία το Εσωτερικό Φως. Αυτό γίνεται με την αληθινή προσωπική βουλητική δράση και μόνο όταν κάποιος είναι ήδη προετοιμασμένος κατάλληλα μπορεί να δεχθεί την Μύηση. Αλλιώς αυτό που συλλαμβάνει είναι κάποια καθοδήγηση, κάποιες τελετουργικές πράξεις, ενώ η ουσία (η βιωματική εμπειρία της Αληθινής Εσωτερικής Φύσης) του διαφεύγει τελείως. Σε αυτές της περιπτώσεις αυτός που «απέτυχε» συμπληρώνει με την φαντασία του τα στοιχεία της πραγματικότητας που δεν βίωσε κι είτε προσπαθεί να καπηλευθεί την Εσωτερική Εμπειρία, είτε την συκοφαντεί ή την δυσφημεί. Τέτοια περιστατικά έχουν γίνει (όπως αυτό του «Αλκιβιάδη»).
Τα πιο γνωστά Φθινοπωρινά Μυστήρια, πέρα από τις Εσωτερικές Εργασίες στους Δελφούς, που στήριζαν απόλυτα τις Ιερουργίες της Ελευσίνας, σαν Αδελφό Τόπο, γίνονταν και σε άλλα μέρη της Ευρύτερης Ελλάδας που κάποια εποχή εκτείνονταν μέχρι την Κάτω Ιταλία και την Σικελία στην Δύση και μέχρι την Μικρά Ασία, σε μεγάλο βάθος, στην Ανατολή.
Όλα ήταν υπό την Ιερή Εποπτεία και Καθοδηγούνταν από το Ανώτερο Μυητικό Κέντρο των Δελφών. Αυτό δεν είναι ένας αυθαίρετος ισχυρισμός. Πέρα από τις όποιες πληροφορίες έχουμε (μέσω της Εσωτερικής Οδού) υπάρχουν και σαφείς και ξεκάθαρες ενδείξεις για αυτό. Όλα αυτά τα Ιερά Έργα, τα Φθινοπωρινά Μυστήρια, τα Ελευσίνια Μυστήρια και τα Μυστήρια στους άλλους Ιερούς Τόπους στην πραγματικότητα ήταν Προετοιμασία για την Τελετουργική Υποδοχή των Μεγάλων Μυστηρίων των Ανώτερων Βαθμίδων και της Υπέρτατης Μύησης του Χειμερινού Ηλιοστασίου που γίνονταν Μόνο στους Δελφούς. Από το Φθινόπωρο και μετά όλοι οι Αληθινά Μυημένοι ήταν στραμμένοι προς τους Δελφούς αναμένοντας το Ιερό Γεγονός της Ολοκλήρωσης της Δημιουργίας, της Τελικής Απελευθέρωσης της Ψυχής και του Ιερού Νέου Έτους (Γεγονότα που ταυτίζονταν Μυστικά, Συμβολικά, Τελετουργικά και Βιωματικά σε μια Ιερή Στιγμή που ο Χρόνος «Διαλύονταν» μέσα στο Άχρονο).
Βεβαίως δεν μπορούσαν όλοι να προσέλθουν στους Δελφούς για να συμμετάσχουν στις Ιερές Τελετουργίες και Γιορτές του Νέου Έτους και των Θεούγεννων (του Διόνυσου Λικνίτη) και τελούσαν τις Ιερές Γιορτές του Νέου Έτους στους Τόπους τους, αλλά τα αληθινά ιερά γεγονότα συνέβαιναν στους Δελφούς.
Η Υπέρτατη Μύηση του Χειμερινού Ηλιοστασίου
Η πιο βαθιά, θεολογική, μεταφυσική, ανθρωπολογική αντίληψη, της Ορφικής Εσωτερικής Παράδοσης (που διατηρήθηκε στους Ορφικούς Θιάσους, στους Πυθαγόρειους Συλλόγους, στους Δελφικούς Οσίους Ιεροφάντες, στους Μύστες της Ελευσίνας και σε όλα τα Μυητικά Κέντρα της Αρχαιότητας, κι ακόμα στους Μυημένους Φιλοσόφους, μέσα στους αιώνες) είναι η βιωματική αντίληψη μιας Ενιαίας Πραγματικότητας (Χωρίς «Διακρίσεις»), που οι Αρχαίοι Μύστες ονόμαζαν «Φύση», «Μεγάλη Ψυχή». Αυτή η Πραγματικότητα, η Φύση, η Ψυχή, από Μέσα της, Μέσα της, Εκδηλώνει Ό,τι Υπάρχει, κάθε Φαινόμενο. Αυτή η «Εκδήλωση», η «Δημιουργία» δεν είναι μια «Αλλοίωση» της Φύσης, μια «Μεταβολή» της Ουσίας, αλλά μόνο «Δραστηριότητες», «Δυνάμεις», «Πεδία Δράσης», «Μορφές». Με άλλα λόγια όλο αυτό που Συμβαίνει είναι «Αντιληπτικής», Νοητικής» Υφής κι όχι κάποια χειροπιαστή ουσία που αλλοιώνεται, αλλάζει και παράγει νέες καταστάσεις και μορφές (ανεξάρτητες ως ένα σημείο). Αυτό είναι σημαντικό να το κατανοήσουμε γιατί από εδώ πηγάζει μια δεύτερη πολύ σημαντική αντίληψη των Ορφικών, η Αντίληψη του «Βάθρου» που Παραμένει σαν Ενιαία Πραγματικότητα και Στηρίζει όλες τις Φαινομενικές Αλλαγές, τις Περιέχει και τις Αφομοιώνει Αποκαθιστώντας την Ενότητα. Έτσι κάθε «Εκδήλωση», κάθε «Δημιουργία», κάθε «Εξελικτικό Ξεδίπλωμα Φαινομένων» είναι αναγκαστικά «Κυκλικό» γιατί όλα Επανέρχονται στην Αρχέγονη Ενότητα. Με άλλα λόγια η Ενιαία Πραγματικότητα, η Ενότητα του «Βάθρου», είναι η Μόνη Ύστατη Πραγματικότητα, πέρα από όλες τις Μεταβολές και τα Φαινόμενα (που «καταλήγουν» όλα στην Ενότητα).
Έτσι, το Μόνο Αληθινό είναι η Ενιαία Πραγματικότητα, η Φύση, η Ψυχή. Κι ενώ Αυτή η Φύση, Πηγαία κι Αυθόρμητα, Γεννά, Παράγει, Στηρίζει, Περιέχει και Καθοδηγεί τα πάντα στην εξέλιξή τους, γίνεται φανερό ότι Αυτή η Φύση, στην Αληθινή της Κατάσταση Παραμένει η Μόνη Πραγματικότητα κι όλα τα άλλα δεν είναι παρά περαστικά φαινόμενα. Όλα αυτά που «Δημιουργούνται», Πεδία, Κόσμοι, Μορφές, υπάρξεις, ζωή, εμπειρία, όλα είναι παροδικά. Και η Μόνη Αλήθεια είναι η Πραγματική Φύση στο Βάθος των Φαινομένων.
Από εδώ λοιπόν πηγάζει η βασική ορφική αντίληψη ότι η Κατάσταση της Ενότητας είναι η Αληθινή Φυσιολογική Κατάσταση κι ότι η «Διάσπαση» της Ενότητας είναι μια εκτροπή και μια «αμαρτία». Κατανοώντας όμως την φυσική αναγκαιότητα αυτής της διαδικασίας θεωρούν την «Διάσπαση» της Ενότητας όχι σαν «φόνο» αλλά σαν «Ιερή Τελετουργική Πράξη». Έτσι μέσα στον Θεολογικό Μύθο του Διασπαραγμού του Ζαγρέα από τους Τιτάνες, οι Τιτάνες δεν διαπράττουν μια «εχθρική» πράξη αλλά προωθούν μια φυσική εξελικτική ανάγκη. Για αυτό και στην Τελετουργική Αναπαράσταση του Διασπαραγμού οι ιερείς εκτελούν ένα ιερό καθήκον. Με άλλα λόγια η Διάσπαση της Ενότητας, φωτισμένη με την κατανόηση της πραγματικότητας, από «αμαρτία» γίνεται συνειδητή επιλογή που οδηγεί την δημιουργία στα άκρα της. Είναι ακριβώς μια επιλογή κι όχι ένα αθέλητο λάθος, μια πραγματική μοιραία «αμαρτία».
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι οι Ορφικοί θεωρούν την Κατάσταση της Οντολογικής Ενότητας (που μπορούμε να βιώσουμε στο Βάθος της ύπαρξής μας) σαν την Πραγματική Κατάσταση που μπορεί ο άνθρωπος, μέσα στην Κατανόησή του, να Αναζητήσει και να Βιώσει δείχνοντας «ανοχή» στην άλλη (αντίθετη) επιλογή που ακολουθούν οι περισσότεροι άνθρωποι. Αυτό δείχνει την Ευγένεια της Ορφικής Αντίληψης και την έλλειψη φανατισμού από τους Ορφικούς. Αυτή η θεολογική, φιλοσοφική, ανθρωπολογική, κατανόηση, της Τελικής Πραγματικότητας και του Αληθινού Προορισμού του ανθρώπου οδηγεί την Δράση και την Συμπεριφορά σε ένα ιερό τρόπο ζωής, σε αυτό που οι αρχαίοι ονόμαζαν «Ορφικό Βίο».
Εφόσον οι Ορφικοί Αναζητούσαν (να Βιώσουν) την Οντολογική Ενότητα κι εφόσον αναγνώριζαν (αισθάνονταν, ένοιωθαν) ότι (άσχετα αν το βίωναν ή όχι) όλα Είναι Ένα στο Βάθος (της οντολογικής αναζήτησης) κατανοούσαν βαθιά ότι αυτή η Ενότητα δεν μπορεί να «διαχωρίζει», να «μάχεται», να «βλάπτει» οτιδήποτε. Έτσι ακολουθούσαν μια ζωή μη-βίας κι απέφευγαν την συνειδητή βλάβη οποιουδήποτε πλάσματος. Αυτός είναι ο λόγος που αρνούνταν τις αιματηρές θυσίες των ζώων (κι είχαν προσφορές μόνο καρπών, λουλουδιών, αρωμάτων, κλπ.) και απέφευγαν την κατανάλωση κρέατος, αυγών, κλπ. Αλλά η βαθιά κατανόηση της Ενότητας δεν περιόριζε τον Ορφικό Βίο σε κάποιους κανόνες εξωτερικής συμπεριφοράς και «αποχής», ούτε σε απλές τυπικές καθαρτήριες τελετουργίες, τους «καθαρμούς». Η Αναζήτηση της Οντολογικής Ενότητας, στο Βάθος μας, οδηγούσε σε μια πιο θρησκευτική, φιλοσοφική κι οντολογική (βιωματική) στάση ζωής. Εδώ βασίζεται η «Φιλοσοφία» της Απόσυρσης, της Περισυλλογής, της Απελευθέρωσης («Λύσις»). Οι Ορφικοί ήθελαν έμπρακτα να Επιστρέψουν στην Αρχέγονη Οντολογική Ενότητα. Αυτός είναι ο λόγος της «ύπαρξης» (της «Καθιέρωσης») των Ιερών Μυστηρίων, δηλαδή της Μυητικής Διαδικασίας που θα μπορούσε να οδηγήσει τον άνθρωπο πίσω στην Αρχέγονη Ενότητα του Όντος.
Γινόταν κατανοητό, στους Κύκλους των Ορφικών, ότι εφόσον η Μόνη Πραγματικότητα είναι Ενιαία, ότι Μόνο Φύση υπάρχει, ότι Αυτή η Φύση είναι η Ψυχή που Εμψυχώνει τα πάντα, και βρίσκεται στο Βάθος (σαν «Βάθρο» της Ύπαρξης) πέρα από όλες τις παροδικές αντιληπτικές καταστάσεις που βιώνουν τα όντα, ο Δρόμος της επιστροφής στην Αρχέγονη Οντολογική Ενότητα είναι Μέσα στον άνθρωπο, Μέσα μας, κι όχι στην εξωτερική αναζήτηση (με εξωτερικά μέσα) κάποιας αντικειμενικής πραγματικότητας, κάποιου αντικειμενικού θεού, γιατί ό,τι συλλαμβάνει η αντίληψη, η σκέψη, οι αισθήσεις, η εμπειρία, είναι «περιεχόμενο» και μικρότερο της ανθρώπινης αντίληψης. Η αναζήτηση ενός τέτοιου θεού είναι ειδωλολατρία κι ο «θεός» αυτής της σύλληψης είναι ένα «είδωλο» (της αντίληψης) κι όχι κάτι πραγματικό. Με άλλα λόγια οι Ορφικοί ήταν τελείως Εσωτερικοί (στην Αντίληψή τους), αναζητούσαν Έσω (στο Εσωτερικό Βίωμα) την Πραγματικότητα, την Αλήθεια και δεν ήταν ειδωλολάτρες όπως οι πιο πολλοί άνθρωποι γύρω τους. Βάζοντας τα Θεμέλια της Εσωτερικής Παράδοσης διατήρησαν και μετέδωσαν το Φως (το Εσωτερικό Βίωμα, το Βίωμα του Εσωτερικού Φωτός, της Φωτεινής Ουσίας μας) μέσα στους αιώνες, μέχρι σήμερα. Σε αυτή την Εσωτερική Παράδοση χρωστάμε πολλές από τις «πληροφορίες» που έχουμε για την Αρχαιότητα.
Για να καταλάβουμε τι ακριβώς συνέβαινε στην Αρχαιότητα πρέπει να πάμε πέρα από την εξωτερική επιφανειακή εικόνα της Αρχαίας Ελλάδας που μεταδίδουν αιώνες τώρα οι «χριστιανοί» στην επίσημη αντίληψη, στην εκπαίδευση και στα σχολεία. Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά από ό,τι τα παρουσιάζουν. Υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι Μυημένοι που ξεκινώντας από τον Όλυμπο (την Πατρίδα του Ορφέα) εγκαθίδρυσαν Ένα Ιερό Κέντρο στους Δελφούς και μέσω των Μυστικών Ιερών Σχέσεων, που η Ιερή Αμφικτυονία ήταν μόνο η εξωτερική δραστηριότητα (η εξωτερική εικόνα), είχαν δημιουργήσει ένα Ιερό Δίκτυο, με Ανώτερο Μυητικό Κέντρο τους Δελφούς, Εξωτερικό Λατρευτικό Κέντρο την Ελευσίνα, και Ιερά σε όλη την Ευρύτερη Ελλάδα. Όλα αυτά λειτουργούσαν Φυσικά χάρις στην Ύπαρξη Μυημένων κι όχι μέσα από ανθρώπινη εποπτεία, διοικητικό έλεγχο ή εξωτερικές δραστηριότητες. Η Εσωτερική Ζωή Λειτουργούσε στο Βάθος καθοδηγώντας με φωτισμένη δράση και τις εξωτερικές δραστηριότητες. Οι πιο πολλοί άνθρωποι, ακόμα και στην αρχαιότητα, έβλεπαν μόνο την επιφάνεια, τα ασήμαντα εξωτερικά γεγονότα. Με την κατάρρευση του Αρχαίου Κόσμου και την επικράτηση της «χριστιανικής» βαρβαρότητας, η Εσωτερική Παράδοση περιορίστηκε σε Μυστικούς Κύκλους Μυημένων, που μετέφεραν το Αρχαίο Φως μέχρι τις μέρες μας.
Σκοπός όλης αυτής της Μυητικής Δράσης και Δραστηριότητας ήταν ακριβώς να Εκπληρωθεί ο Εγγενής (Φυσικός) Προορισμός του Ανθρώπου, η Επιστροφή πίσω στην Αρχέγονη Οντολογική Ενότητα. Η Υιοθέτηση της Ορφικής Διδασκαλίας, της Ορφικής Αντίληψης της Ζωής απαιτούσε τον «Ορφικό Βίο», την ορφική συμπεριφορά και ζωή. Αυτό Οδηγούσε στα Μυητικά Κέντρα, στα Μυστήρια, στην Μύηση. Κι η Μύηση, η Μυητική Διαδικασία είχε οργανωθεί από τους Ορφικούς Οσίους των Δελφών και τους Άλλους Ιεροφάντες με τέτοιο τρόπο που ο άνθρωπος να οδηγείται μέσω των Βαθμίδων της Μύησης στην Τελική Απελευθέρωση, στην Ύστατη Κατανόηση που Αναγνωρίζει στο Βάθος της Ύπαρξης την Αρχή, την Πραγματικότητα, την Αρχέγονη Φύση, την Ψυχή του Απείρου.
Όταν κάποιος Υιοθετεί (ακόμα και σήμερα) την Ορφική Αντίληψη για την Ύπαρξη, τον Κόσμο, την Ζωή, αρχίζει να αντιλαμβάνεται την Πραγματικότητα σαν Μια Ενότητα Εντός της Οποίας Συμβαίνουν όλα κι αρχίζει να Διερευνά την Σχέση του Όλου με την ατομικότητα που βιώνει, την Σχέση της Πραγματικής Ουσίας με το σώμα και τον εξωτερικό κόσμο. Με άλλα λόγια Συνδέει την Ύπαρξή του με το Βάθος της Ύπαρξης (ακόμα κι αν δεν το βιώνει καθαρά και στην έκτασή του) και Βλέπει όλα όσα συμβαίνουν Μέσα σε Αυτό το Πλαίσιο. Παύει να βλέπει τον εαυτό του σαν μια αποκομμένη ατομικότητα μέσα σε ένα αντικειμενικό εξωτερικό κόσμο. Αυτή είναι μια πλήρης αντιστροφή της Αντίληψης και της Φιλοσοφίας της Ζωής στα πλαίσια της οποίας αντιλαμβάνεται και δρα πλέον. Αυτή η κοσμοαντίληψη δεν περιορίστηκε στους Ορφικούς και Μυστικούς Κύκλους. Διαπνέει όλους τους αιώνες της Αρχαιότητας (μέχρι τους μεταχριστιανικούς αιώνες), εμπνέει τον Φιλοσοφικό Στοχασμό, στηρίζει την Κοινωνική Αντίληψη της Δημοκρατίας (που θεμελίωσε στην πραγματικότητα, σαν καθοδηγητής, ό «τύραννος» Πεισίστρατος) και αποτυπώνεται στον λόγο του Στωικού Κλεάνθη, τον 3ο π.Χ. αιώνα, «Εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν», που «κακώς» (πολύ «κακώς») αποδίδεται στον Απόστολο Παύλο (αν και ο ίδιος ομολόγησε στην ομιλία του στον Άρειο Πάγο, κάποιους αιώνες μετά, ότι δανείστηκε την φράση).
Η πραγματική όμως πνευματική εργασία, πέρα από μια γενική κι αφηρημένη κοσμοαντίληψη, άρχιζε με την Μύηση της Άνοιξης, που άσχετα από τον αντικειμενικό τόπο που θα γίνονταν (στους Δελφούς του Παρνασσού, στο Ιερό της Περσεφόνης στις ειδυλλιακές όχθες του Αττικού Ιλισού, ή σε κάποιο από τα πολλά διάσπαρτα Ιερά, σε όλη την Ελλάδα), ο πραγματικός σκοπός και το «περιεχόμενο» της Μύησης ήταν να αντιληφθεί έμπρακτα ο μύστης, να βιώσει, ότι «Αυτός» (η Αληθινή Ουσία) είναι κάτι ξεχωριστό από την «εμπειρία» του, από τις δυνάμεις, που χρησιμοποιούσε, την σκέψη, τις αισθήσεις, το σώμα, τις πράξεις στον εξωτερικό κόσμο (που έκανε μέσω του σώματος), τον εξωτερικό κόσμο. Αυτή η συνειδητοποίηση (που σήμαινε στην πραγματικότητα την «ενεργοποίηση», την «αφύπνιση» του Βαθύτερου Κέντρου της Ψυχής μέσα στο σώμα, ή την «μετατόπιση» σε αυτό το Κέντρο, την απόσυρση από τα περιφερειακά μέρη όπου λειτουργεί ο συνηθισμένος άνθρωπος) γινόταν όχι με θεωρητική διδασκαλία αλλά με συγκεκριμένες στάσεις και δράσεις κι ανάληψη του ελέγχου των εξωτερικών λειτουργιών (της σκέψης, της αίσθησης, της αίσθησης του σώματος, της σωματικής δράσης). Μόνο όταν ο μύστης βίωνε πραγματικά αυτή την «διάκριση» του αληθινού εαυτού από τις λειτουργίες και το σώμα αποκτούσε νόημα και περιεχόμενο η Μύηση. Επειδή όμως ήταν μια περίοδος μαθητείας, δοκιμασίας, πνευματικής προσπάθειας, κι υπήρχαν πάντα αστοχίες για αυτό τον λόγο είχαν καθιερωθεί οι ιεροί «καθαρμοί» που δεν ήταν συνδεμένοι μόνο με το νερό (υδάτινοι καθαρμοί, βάπτισμα, κλπ.) αλλά και με άλλες δραστηριότητες. Όπως και να έχει αυτή η Πρώτη Μύηση ήταν η Βάση κι από αυτό αντλεί την σημασία της.
Ο αντικειμενικός στόχος της Θερινής Προετοιμασίας ήταν να Εδραιωθεί ο μύστης στο Πραγματικό Κέντρο του Εαυτού και να ελέγξει απόλυτα όλες τις περιφερειακές εξωτερικές λειτουργίες, δράσεις κι εμπειρίες. Αυτό γινόταν με την Εποπτεία των Μυστών στα Διάφορα Ιερά Κέντρα, στους Δελφούς, στην Ελευσίνα, (στο Πλουτώνιο), κι αλλού. Η πραγματική εμπειρία του μύστη «ελεγχόταν» με την έμπρακτη απόσυρσή του από όλα τα εξωτερικά, πράγμα που αποδείκνυε τον πλήρη έλεγχο των εξωτερικών λειτουργιών. Αυτό Προετοίμαζε την μύστη για την Μεγάλη Μύηση του Φθινοπώρου. Αυτό που διαφοροποιούσε την Περίοδο Προετοιμασίας από την Μεγάλη Μύηση του Φθινοπώρου ήταν ότι η δράση είχε σαν περιεχόμενο τον «έλεγχο» των εξωτερικών λειτουργιών, ενώ η Φθινοπωρινή Μύηση σηματοδοτούσε το οριστικό πέρασμα από τον εξωτερικό κόσμο στο Εσωτερικό Διάστημα, μια πλήρη αλλαγή της Συνείδησης και του τρόπου που αντιλαμβανόμαστε.
Οι Μυήσεις στην διάρκεια του Ιερού Έτους δεν συνδέονται αποκλειστικά με ένα μόνο κέντρο αλλά ήταν αντικείμενο ιερών εργασιών σε όλα τα Ιερά Κέντρα. Έτσι, κακώς συνδέεται η Φθινοπωρινή Μύηση μόνο με την Ελευσίνα, με τα Μεγάλα Μυστήρια. Αυτό δεν προβλημάτιζε τους Αρχαίους Μύστες, τους Οσίους των Δελφών ή τους άλλους Ιεροφάντες. Εξάλλου οι Δελφικοί Μύστες είχαν διατηρήσει την πιο ιερή αποκλειστικότητα, αυτή των Χειμωνιάτικων Ιερουργιών του Νέου Έτους και των Γιορτών του Χειμώνα στον Παρνασσό. Η Μυητική Εμπειρία των Μεγάλων Μυστηρίων, η «Αυτοψία», η Όραση της Αληθινής Ουσίας μας, είναι ένα Οριστικό Πέρασμα σε μια Άλλη Πραγματικότητα (έτσι το ερμηνεύει η «εμπειρία» μας, η εμπειρία μιας συνείδησης που μετουσιώνεται αντιληπτικά). Είναι ταυτόχρονα «Έξοδος» από τον κόσμο των Φαινομένων, είναι «Είσοδος» στην Εσωτερική Πραγματικότητα, αλλά κυρίως είναι μια Πλήρης Μεταστροφή της Συνείδησης, της Αντιληπτικής Διαδικασίας και της Εμπειρίας της Ύπαρξης. Πρακτικά (για την εμπειρία του μύστη) σημαίνει μια πλήρη απόσυρση από τα «εξωτερικά», μια ολοκληρωτική απομόνωση από λειτουργίες και «πληροφορίες» από τον εξωτερικό κόσμο. Καθώς η Συνείδηση Αποσύρεται στον Εαυτό της η Αντίληψη έχει εμπειρία μόνο από τον Εσωτερικό Χώρο, νοιώθουμε να «βρισκόμαστε» αλλού, σε ένα άλλο κόσμο. Το Σύθαμπο Καθαρίζει σε Φως, Χωρίς Όρια. Αυτή η Εμπειρία της Αληθινής φωτεινής Ουσίας μας οδηγεί σταδιακά στην Απελευθέρωσή μας από τα δεσμά, στην Επέκταση στην Απεραντοσύνη της Φύσης μας, στην Άχρονη Πραγματικότητά της. Όταν ο μύστης που έχει αυτή την Εσωτερική Εμπειρία «επανέρχεται» στον περιορισμένο εαυτό, στο σώμα και στην αίσθηση του εξωτερικού κόσμου, αντιλαμβάνεται (λόγω της Μεταμόρφωσης της Συνείδησης από την Εσωτερική Εμπειρία) τελείως διαφορετικά. Αντιλαμβανόμαστε ότι (επειδή έχουμε συνδεθεί με το Άπειρο Βάθος μας) όλα είναι Μέσα μας κι όχι ότι είμαστε «εμείς» μέσα σε ένα εξωτερικό κόσμο. Έχει συμβεί μια Πλήρης Αντιστροφή στην Αντιληπτικότητά μας. Έτσι Κατανοούμε Πλήρως, τώρα, την Ορφική Κοσμοθεωρία της Ενιαίας Πραγματικότητας, της Μιας Φύσης που τα Εμπεριέχει όλα (αντιληπτικές καταστάσεις, κόσμους, ζωή, εμπειρίες, όλα). Έχουμε Βιώσει την Ταύτιση με αυτή την Πραγματικότητα, με την Αληθινή Φύση, με την Μεγάλη Ψυχή.
Από εδώ και πέρα η Αντίληψή μας και η Πνευματική Πορεία μας ακολουθούν ένα άλλο δρόμο. Καθώς έχουμε Εδραιωθεί στο Πραγματικό Κέντρο του Εαυτού, στο «Σημείο» που Εμείς σαν Ψυχή (Άχρονη, Άπειρη, Ελεύθερη Πραγματικότητα, Παρουσία) «συνδεόμαστε» με το σώμα κι έχουμε πλέον Εμπειρία και της Εσωτερικής Πραγματικότητας και του «εξωτερικού» κόσμου, βρισκόμαστε στην πραγματικότητα σε μια Πύλη που χωρίζει το έσω από το έξω, μπορούμε να κατευθυνθούμε κι Εδώ (στο Έσω) και εδώ (στο έξω). Γίνεται λοιπόν απόλυτα κατανοητό ότι βρισκόμαστε σε μια Προσωρινή Στάση, μια Κατάσταση Ισορροπίας ανάμεσα στο Άχρονο και τον Παροδικό Κόσμο των Φαινομένων. Λόγω της Κατάστασής μας (και της Προηγούμενης Εμπειρίας μας) κατανοούμε ότι η ζωή μας στον εξωτερικό κόσμο δεν έχει άλλη σημασία κι άλλο προορισμό από το να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι προσωρινή κι ότι ο Τελικός Προορισμός μας είναι οι Ανώτεροι Εσωτερικοί Ουράνιοι Κόσμοι. Ακριβώς εδώ αποκτά τον πολύτιμο χαρακτήρα του το Ιερό Χρονικό Διάστημα ανάμεσα στην Φθινοπωρινή Ισημερία και το Χειμερινό Ηλιοστάσιο. Μέσα από τις Ανώτερες Μυήσεις, Αποσυρόμαστε Οριστικά από τον Εξωτερικό Κόσμο και Εισερχόμαστε στην Ανώτερη Πραγματικότητα όπου Αποκτάμε Εμπειρία της Ενιαίας Πραγματικότητας όπου δεν υπάρχει πλέον «διάκριση» ανάμεσα στο Έσω και το Έξω. Είναι Όλα Εδώ, Μέσα στην Ανώτερη Επίγνωση, Τώρα. Πρακτικά, (για την εμπειρία του μύστη), αυτό σημαίνει μια Εμβάθυνση της Εσωτερικής Εμπειρίας, μια Βαθύτερη Ενεργοποίηση του Ψυχικού Κέντρου του Εαυτού, μια Βαθύτερη Αφύπνιση της Επίγνωσης της Πραγματικότητας, που Οδηγεί στην Μετάβαση στα Βαθύτερα Στρώματα της Ύπαρξης, μια Αλλαγή στην Αντίληψη του Χώρου που Αναγνωρίζεται όχι σαν Εξωτερικός Χώρος, αλλά σαν Εγγενής Αντίληψη της Ίδιας της Συνείδησης. Έτσι Ενοποιούνται Υποκείμενο Αντικείμενο στην Μοναδική Ουσία της Συνείδησης. Αυτή η Μετάβαση από την Παγκόσμια συνείδηση στον Χώρο, στην Ενοποίηση Υποκειμένου-Αντικειμένου και στην Ανάδειξη της Μόνης Ουσίας, αναγνωρίζεται από τον μύστη σαν Διάφορες Μυητικές Βαθμίδες, σαν Ανώτερες Καταστάσεις της Ψυχής, που στον Θεολογικό Συμβολισμό Εκπροσωπούνται από τον Εξωτερικό Απόλλωνα του Θέρους τον Διόνυσο (της Άνοιξης) - Βάκχο (του Φθινοπώρου) και τον Μυστικό Απόλλωνα του Χειμώνα (τον Φάνη των Ιερατικών Ύμνων). Στην Ελευσίνα ήταν γνωστή στους μύστες και στους λάτρες μόνο η ανώτερη Μύηση της Εποπτείας (της Εμπειρίας της Παγκόσμιας Συνείδησης στον Χώρο). Ασφαλώς ήταν γνωστές στους Ιεροφάντες και οι Ανώτερες Καταστάσεις (και Μυήσεις), αλλά δεν γινόταν λόγος για αυτά. Αυτοί που Ασχολούνταν πραγματικά με τις Μυήσεις του Ιερού Χρόνου πριν το Ιερό Χειμερινό Ηλιοστάσιο ήταν στους Δελφούς, όπου Γνώριζαν ότι χωρίς αυτή την Ιερή Προετοιμασία δεν ήταν δυνατή η Εμπειρία της Υπέρτατης Μύησης.
Οι Καταστάσεις που Βιώνουμε στις Ανώτερες Μυήσεις είναι Καταστάσεις Αντικειμενικές που Συμβαίνουν Ταυτόχρονα και στην Ψυχή (στην Συνείδηση) και στο Κέντρο του Εαυτού στο σώμα. Κι αυτό είναι που τις διαφοροποιεί από το αν τις βιώναμε χωρίς σώμα (όπως όταν αποχωριζόμαστε με τον θάνατο). Σε Αυτές τις Καταστάσεις Είμαστε (σαν Ψυχή, σαν Συνείδηση, σαν Παρουσία) συνδεδεμένοι με το σώμα. Όσο «Προχωράμε» Βαθύτερα (στην Ύπαρξή μας), ή Ψηλότερα (από άποψη «πνευματικής εξέλιξης»), ή Ανώτερα (σαν «επίγνωση»), τόσο η «σύνδεση» εκλεπτύνεται (η «εξασθενεί»), δίνοντάς μας την δυνατότητα και την ευκαιρία να Βιώσουμε (σαν Ψυχή) Μεγαλύτερη Ελευθερία, (πράγμα που διαφοροποιεί την ποιότητα της Εμπειρίας, τον «χαρακτήρα» της, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της).
Όπως δίδασκαν οι Όσιοι στους Δελφούς η Υπέρτατη Κατάσταση όπου ο Μύστης Βιώνει την Αληθινή Θεϊκή Ουσία της Ψυχής είναι όχι μια κατάσταση αλλά η Απόλυτη Εμπειρία της Ζωής που Πηγάζει Αυθόρμητα από την Ίδια την Πραγματικότητα ( Φύση, Ψυχή, Ουσία) και Στηρίζεται στην ίδια την εκδήλωσή της, χωρίς προσδιορισμούς, ιδιότητες, τελείως ακατάληπτη από οποιαδήποτε προσπάθεια αντίληψης. Είναι μια «Κατάσταση» που ελάχιστοι άνθρωποι βιώνουν και μόνο σε στιγμές Βαθιάς Έκστασης κι όχι σε μια διαρκή βάση. Η Εμπειρία Αυτή Προετοιμάζονταν και Συνέβαινε στις πιο Ιερές Στιγμές του Νέου Έτους, σε μια Ιερή Τελετουργία Απόλυτης Μυστικότητας και Σιγής.
Για να Προετοιμαστούν οι Μύστες για την Υπέρτατη Κατάσταση έπρεπε να μπουν σε μια «Κατάσταση Απόλυτης Νύχτας» όπου η «σύνδεση» με το σώμα έφτανε στο «ελάχιστο». Αυτό το βίωναν (όσοι το βίωναν) καθώς ο ηλιακός χρόνος πλησίαζε προς το τέλος του, στο Χειμερινό Ηλιοστάσιο. Οι Πραγματικές Τελετές του Νέου Έτους γίνονταν Μυστικά από τους Μύστες ενώ οι Εξωτερικές Τελετές αποτύπωναν συμβολικά τα Ιερά Γεγονότα. Κι ασφαλώς υπήρχαν κι εξωτερικές γιορτές που ελάχιστη σχέση είχαν με όσα συνέβαιναν εσωτερικά.
Βέβαια για τον αμύητο, ακόμα κι αν έχει ασχοληθεί με αυτά τα θέματα και τις πνευματικές πρακτικές, όλα αυτά που λέμε μπορεί να φαίνονται μη αληθινά ή υπερβολικά. Στην πραγματικότητα, για να καταλάβουμε, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας όχι μόνο την Ορφική Διδασκαλία αλλά και τις συνθήκες ζωής που επικρατούσαν πριν τόσους αιώνες στην Ελλάδα και ιδιαίτερα σε Ιερούς Χώρους όπως οι Δελφοί, η Ελευσίνα κι Άλλα Ιερά. Όλα αυτά, οι Μυήσεις, οι Καταστάσεις Περισυλλογής οι Μυστικές Εμπειρίες ήταν κάτι γνωστό, τουλάχιστον σαν «πληροφορία» στον Αρχαίο Κόσμο και ιδιαίτερα στους Ιερούς Χώρους όπου προσέρχονταν οι Αρχαίοι Λάτρες. Εξάλλου όλα αυτά είναι γνωστά και σε άλλες Παραδόσεις, σε διάφορες εποχές της Ιστορίας. Έτσι το τι θεωρούμε αληθινό, ψεύτικο, υπερβολικό ή συνηθισμένο, εξαρτάται από το από «που» το «βλέπουμε».