Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἱππόλυτος (1283-1341)

ΑΡΤΕΜΙΣ
σὲ τὸν εὐπατρίδην Αἰγέως κέλομαι
παῖδ᾽ ἐπακοῦσαι·
1285 Λητοῦς δὲ κόρη σ᾽ Ἄρτεμις αὐδῶ.
Θησεῦ, τί τάλας τοῖσδε συνήδηι,
παῖδ᾽ οὐχ ὁσίως σὸν ἀποκτείνας
ψεύδεσι μύθοις ἀλόχου πεισθεὶς
ἀφανῆ; φανερὰν δ᾽ ἔσχεθες ἄτην.
1290 πῶς οὐχ ὑπὸ γῆς τάρταρα κρύπτεις
δέμας αἰσχυνθείς,
ἢ πτηνὸν ἄω μεταβὰς βίοτον
πήματος ἔξω πόδα τοῦδ᾽ ἀνέχεις;
ὡς ἔν γ᾽ ἀγαθοῖς ἀνδράσιν οὔ σοι
1295 κτητὸν βιότου μέρος ἐστίν.
ἄκουε, Θησεῦ, σῶν κακῶν κατάστασιν.
καίτοι προκόψω γ᾽ οὐδέν, ἀλγυνῶ δέ σε·
ἀλλ᾽ ἐς τόδ᾽ ἦλθον, παιδὸς ἐκδεῖξαι φρένα
τοῦ σοῦ δικαίαν, ὡς ὑπ᾽ εὐκλείας θάνηι,
1300 καὶ σῆς γυναικὸς οἶστρον ἢ τρόπον τινὰ
γενναιότητα. τῆς γὰρ ἐχθίστης θεῶν
ἡμῖν ὅσαισι παρθένειος ἡδονὴ
δηχθεῖσα κέντροις παιδὸς ἠράσθη σέθεν·
γνώμηι δὲ νικᾶν τὴν Κύπριν πειρωμένη
1305 τροφοῦ διώλετ᾽ οὐχ ἑκοῦσα μηχαναῖς,
ἣ σῶι δι᾽ ὅρκων παιδὶ σημαίνει νόσον.
ὁ δ᾽, ὥσπερ οὖν δίκαιον, οὐκ ἐφέσπετο
λόγοισιν, οὐδ᾽ αὖ πρὸς σέθεν κακούμενος
ὅρκων ἀφεῖλε πίστιν, εὐσεβὴς γεγώς·
1310 ἡ δ᾽ εἰς ἔλεγχον μὴ πέσηι φοβουμένη
ψευδεῖς γραφὰς ἔγραψε καὶ διώλεσεν
δόλοισι σὸν παῖδ᾽, ἀλλ᾽ ὅμως ἔπεισέ σε.
ΘΗ. οἴμοι.
ΑΡ. δάκνει σε, Θησεῦ, μῦθος; ἀλλ᾽ ἔχ᾽ ἥσυχος,
τοὐνθένδ᾽ ἀκούσας ὡς ἂν οἰμώξηις πλέον.
1315 ἆρ᾽ οἶσθα πατρὸς τρεῖς ἀρὰς ἔχων σαφεῖς;
ὧν τὴν μίαν παρεῖλες, ὦ κάκιστε σύ,
ἐς παῖδα τὸν σόν, ἐξὸν εἰς ἐχθρῶν τινα.
πατὴρ μὲν οὖν σοι πόντιος φρονῶν καλῶς
ἔδωχ᾽ ὅσονπερ χρῆν, ἐπείπερ ἤινεσεν·
1320 σὺ δ᾽ ἔν τ᾽ ἐκείνωι κἀν ἐμοὶ φαίνηι κακός,
ὃς οὔτε πίστιν οὔτε μάντεων ὄπα
ἔμεινας, οὐκ ἤλεγξας, οὐ χρόνωι μακρῶι
σκέψιν παρέσχες, ἀλλὰ θᾶσσον ἤ σ᾽ ἐχρῆν
ἀρὰς ἐφῆκας παιδὶ καὶ κατέκτανες.
1325 ΘΗ. δέσποιν᾽, ὀλοίμην. ΑΡ. δείν᾽ ἔπραξας, ἀλλ᾽ ὅμως
ἔτ᾽ ἔστι καί σοι τῶνδε συγγνώμης τυχεῖν·
Κύπρις γὰρ ἤθελ᾽ ὥστε γίγνεσθαι τάδε,
πληροῦσα θυμόν. θεοῖσι δ᾽ ὦδ᾽ ἔχει νόμος·
οὐδεὶς ἀπαντᾶν βούλεται προθυμίαι
1330 τῆι τοῦ θέλοντος, ἀλλ᾽ ἀφιστάμεσθ᾽ ἀεί.
ἐπεί, σάφ᾽ ἴσθι, Ζῆνα μὴ φοβουμένη
οὐκ ἄν ποτ᾽ ἦλθον ἐς τόδ᾽ αἰσχύνης ἐγὼ
ὥστ᾽ ἄνδρα πάντων φίλτατον βροτῶν ἐμοὶ
θανεῖν ἐᾶσαι. τὴν δὲ σὴν ἁμαρτίαν
1335 τὸ μὴ εἰδέναι μὲν πρῶτον ἐκλύει κάκης·
ἔπειτα δ᾽ ἡ θανοῦσ᾽ ἀνήλωσεν γυνὴ
λόγων ἐλέγχους, ὥστε σὴν πεῖσαι φρένα.
μάλιστα μέν νυν σοὶ τάδ᾽ ἔρρωγεν κακά,
λύπη δὲ κἀμοί· τοὺς γὰρ εὐσεβεῖς θεοὶ
1340 θνήισκοντας οὐ χαίρουσι· τούς γε μὴν κακοὺς
αὐτοῖς τέκνοισι καὶ δόμοις ἐξόλλυμεν.

***
ΑΡΤΕΜΗ
Τ᾽ αρχοντόπουλο, εσένα, του Αιγέα
τον υγιό, σε προστάζω ν᾽ ακούσεις!
Της Λητώς θυγατέρα, η Αρτέμιδα,
σου μιλάω! Πώς Θησέα, καταδύστυχε,
μ᾽ αυτά που ᾽κανες χαίρεσαι; Πώς
έτσι ανόσια το τέκνο σου σκότωσες;
Τις ψευτιές της γυναίκας σου πίστεψες
για ένα κρίμ᾽ αφανέρωτο; Τώρα
αμαρτία φοβερή σε βαραίνει!
1290 Πώς δε χώνεσαι μέσα στα τάρταρα
την ντροπή σου να κρύψεις και πώς
δεν αλλάζεις μορφή και πετούμενο
στ᾽ αψηλά τ᾽ ουρανού να ξεφύγεις
απ᾽ τ᾽ αβάσταγο μόλεμα. Αλιά σου,
με τους δίκιους ανθρώπους να ζήσεις
δεν μπορείς από τώρα κι ομπρός!

Άκου, Θησέα, ποιά των παθών σου η αλήθεια.
Θα σε πονέσω, δίχως να σε σώσω.
Έτρεξα εδώ, του γιου σου ν᾽ αποδείξω
την αγνότητα (κι έτσι ο θάνατός του
να μην τον ατιμάσει) και την τρέλα
1300 της Φαίδρας ή, ας το πούμε, το φιλότιμο.
Ξαφνικά τηνε κέντρισε η θεά
που την παραμισούμε όσοι αγαπάμε
την παρθενιά, κι αγάπησε το γιο σου.
Προσπαθούσεν η δόλια να νικήσει
το πάθος με τη φρόνηση, μα η νένα
χωρίς να τη ρωτήσει, πήε στο γιο σου
μεσίτρα της αγάπης, αφού πρώτα
τον όρκισε να το ᾽χει μυστικό.
Κι αυτός, τίμια ψυχή, δεν τονε πάτησε
τον όρκο του κι όταν εσύ τον έβριζες,
γιατί ᾽τανε πιστός και θεοφοβούμενος.
1310 Κι αυτή απ᾽ το φόβο μην ξεσκεπαστεί
γράφοντάς σου το ψεύτικό της γράμμα
σ᾽ απάτησε και χάλασες το γιο σου
πιασμένος στην παγίδα της. ΘΗΣ. Αλίμονο!
ΑΡΤ. Σε πληγώνουν τα λόγια μου, Θησέα;
Αλλά βάστα κι ό,τι από δω και πέρα
θ᾽ ακούσεις, πιο πολύ θα σε πληγώσει.
Το ξεχνάς, πως στα χέρια σου κρατούσες
απ᾽ το γονιό σου τρία αληθινά
ταξίματα; Και το ᾽να εσύ, πανάθλιε,
το αμόλυσες ενάντια στο παιδί σου
κι όχι ενάντια σε ξένον; Κι ο πατέρας σου,
ο θαλασσόθεος, βάσταξε το λόγο του
και σου ᾽κανε το θέλημα. Μα ελόγου σου
1320 και σ᾽ αυτόν και σε μένα εφάνης φταίχτης,
γιατί δεν επερίμενες απόδειξη
και μάντηδων απόκριση· δεν ξέτασες
το ζήτημα, δεν έβανες καιρό
ν᾽ αποφασίσεις, αλλά στο άψε-σβήσε
το γιο σου εκαταράστης και τον σκότωσες.
ΘΗΣ. Αχ! να πεθάνω θέλω, Δέσποινά μου!
ΑΡΤ. Αμάρτησες βαριά κι ωστόσο ακόμα
μπορείς να βρεις συχώρεσην. Η Κύπρη
τα ᾽θελεν όλα τούτα που γενήκαν,
για να χορτάσει το θυμό της. Νόμος
είναι σ᾽ εμάς τους αθανάτους, όταν
ένας θελήσει κάτι, οι άλλοι ν᾽ απέχουν
1330 και να μην αντιπράττουν σ᾽ ό,τι κάνει.
Μάθε το, αν δε φοβόμουνα το Δία,
τέτοια ντροπή ποτές δε θα την πάθαινα:
ν᾽ αφήσω να πεθάνει ο πιο ακριβός μου
άντρας απ᾽ όλους. Κι όσο για το κρίμα σου,
αλαφρώνεται, πρώτα τι δεν ήξερες
την αλήθεια· κατόπι κι η γυναίκα σου
πεθαίνοντας αμίλητη δε σου ᾽δωκε
στοιχεία να κρίνεις κι έτσι την επίστεψες.
Αν απάνω σου πιο πολύ ξεσπάσαν
οι συφορές, κι εμένα με λυπήσαν.
Δε χαίρονται οι θεοί, όντας πεθαίνουν
1340 ανθρώποι ευλαβικοί. Μα τους κακούς
τους τιμωρούν και σπίτι και παιδιά.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η τέχνη του 4ου αιώνα π.Χ.: Η όψιμη κλασική περίοδος

7.6.4. Ο ναός της Αλέας Αθηνάς στην Τεγέα

Λίγο μετά τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. ξαναχτίστηκε στην Τεγέα της Αρκαδίας, επάνω στα θεμέλια ενός ναού της πρώιμης αρχαϊκής εποχής (τέλη του 7ου αιώνα π.Χ.) που είχε καταστραφεί από πυρκαγιά το 395 π.Χ., ένας καινούργιος ναός για την τοπική θεά Αλέα ή Αλέα Αθηνά.
 
Ο περιηγητής Παυσανίας μάς πληροφορεί ότι οι Τεγεάτες ανέθεσαν την κατασκευή του ναού στον Σκόπα από την Πάρο, ο οποίος είχε συνεργαστεί ως γλύπτης στην κατασκευή του περίφημου Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού. Ο νέος ναός της Αλέας Αθηνάς είναι ο μόνος στην Πελοπόννησο που έχει χτιστεί εξ ολοκλήρου από μάρμαρο, το οποίο προέρχεται από τη γειτονική περιοχή των Δολιανών.
 
Η χρησιμοποίηση εν μέρει της θεμελίωσης του παλαιότερου ναού δικαιολογεί τη μακρόστενη κάτοψη με έξι κίονες στις στενές πλευρές και δεκατέσσερις στις μακρές· οι διαστάσεις του ναού είναι 19,16 m x 47,52 m. Αντίθετα, οι ραδινές αναλογίες των κιόνων, τα σχετικά μικρά δωρικά κιονόκρανα και ο ελαφρύς θριγκός συμβαδίζουν με την αισθητική του 4ου αιώνα π.Χ. Πιο πρωτότυπη είναι η διαμόρφωση του εσωτερικού του ναού.
 
Ο σηκός έχει στις μακρές πλευρές του δύο σειρές κορινθιακών ημικιόνων, που είναι συμφυείς με τους τοίχους, ενώ στις τέσσερις γωνίες δημιουργούνται πεσσόμορφες προεξοχές. Η διαμόρφωση του σηκού με ημικίονες κατά μήκος των μακρών τοίχων θυμίζει εκείνη του σηκού του ναού του Επικουρίου Απόλλωνα στις Βάσσες της Φιγαλίας, μόνο που εδώ οι ημικίονες έχουν διακοσμητική λειτουργία, καθώς δεν δημιουργούν κόγχες. Αλλά η αξιοσύνη του Σκόπα φαίνεται κυρίως στην πλούσια διακόσμηση της ανωδομής στο εσωτερικό του σηκού, με θαυμάσια ανάγλυφα κοσμήματα, που τον κάνουν έναν από τους κομψότερους εσωτερικούς χώρους της ελληνικής αρχιτεκτονικής.

Η θρησκεία στον Ελλαδικό Χώρο

Όλοι αυτοί οι λαοί που κατοίκησαν στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο (Ηπειρωτική Ελλάδα, Νησιά, Κρήτη, Μικρά Ασία, Κάτω Ιταλία…), πέρα από το ότι έχουν (στο πολύ μακρινό παρελθόν) κοινή φυλετική καταγωγή, έχουν οπωσδήποτε κληρονομήσει αντιλήψεις, θρησκευτικές ιδέες και συνήθειες, από τον κοινό παλαιολιθικό και νεολιθικό πολιτισμό της Νότιας Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής.

«Μια συνολική αντίληψη του κόσμου», ο «Θεός Δημιουργός», η «Μητέρα Φύση», ο θεός του ουρανού και των καιρικών φαινομένων, ο θεός της φύσης και της γονιμότητας, κι ένα πλήθος από θρησκευτικές συμπεριφορές, είναι κοινές σε όλους αυτούς τους λαούς, Κρήτες, Κυκλαδίτες, Μικρασιάτες, Προέλληνες, Έλληνες, όλοι λάτρευαν τις ίδιες θεότητες, κι είχαν κοινές θρησκευτικές αντιλήψεις από την νεολιθική ήδη εποχή. Έτσι είναι χωρίς νόημα το ερώτημα αν οι θεοί των Ελλήνων έχουν προελληνική, εξωελληνική, ή ελληνική, καταγωγή.

Οι Έλληνες (Μυκηναίοι και λοιποί Έλληνες) πολύ πριν έρθουν στον Ελλαδικό Χώρο είχαν κοινές θρησκευτικές αντιλήψεις, πεποιθήσεις και λατρεία με άλλους λαούς του μεσογειακού κόσμου. Γνωρίζουν κι αυτοί τον «Θεό του ουρανού και των καιρικών φαινομένων», όπως κι οι Κρήτες (τον Κρητικό Δία), κι οι κάτοικοι της Εγγύς Ανατολής. Γνωρίζουν ακόμα τον Γονιμοποιό Θεό που λατρεύουν και με την μορφή του ταύρου όπως κι οι Κρήτες (τον Κρητικό Ζαγρέα – Ταύρο). Γνωρίζουν επίσης την Μητέρα Φύση (που θα εξελιχθεί από την κοσμική Γαία, στην παγκόσμια μορφή της Ρέας, και μετέπειτα της Δήμητρας), όπως κι οι Κρήτες (τη Μεγάλη Θεά της Φύσης).

Λίγο πολύ οι θρησκευτικές αντιλήψεις και η αντίληψη περί του Θεού εξελίχθηκαν ομοιόμορφα σε όλους αυτούς τους λαούς.

Όπως σε όλους τους λαούς και στους Έλληνες η εξέλιξη της έννοιας του Θεού πέρασε από διάφορα στάδια. Ο «θεός που βρίσκεται ψηλά» πήρε την μορφή του «θεού του ουρανού και των καιρικών φαινομένων», εξελίχθηκε σε «πατέρα θεών κι ανθρώπων», και τελικά αναδείχθηκε στον Μοναδικό Άχρονο Θεό της Κλασσικής Ελλάδας (του Ορφισμού και των φιλοσόφων). Βεβαίως είναι η αντίληψη για τον Θεό που διαφοροποιείται, όχι ο Θεός.

Η πορεία της ανθρώπινης θρησκευτικότητας και των θεϊκών μορφών

Μπορούμε να δούμε την εξέλιξη της αντίληψης του Θεού στην παρακάτω παράθεση:

1) Μία πολύ συγκεχυμένη αντίληψη Ενός Θεού πίσω από την Φύση, ή μια αντίληψη για την Ίδια την Φύση πίσω από τα εξωτερικά φαινόμενα - Αυτή είναι η έννοια του Πρωταρχικού Μονοθεϊσμού που κάποιοι θέλουν να είναι η «πρώτη θρησκεία του ανθρώπου».

2) Η αντίληψη ενός Θεού που εκφράζεται, διαχέεται, μέσα στα διάφορα εξαιρετικά φαινόμενα – Θειοδυναμισμός.

3) Η αντίληψη ενός Θεού που εκφράζεται μέσα από μια Ιδιαίτερη Όψη (πολλές όψεις στις διάφορες κοινότητες) – Πολυθεϊσμός.

4) Η αντίληψη ενός Θεού Μοναδικού (Ουράνιου, Παντοδύναμου, Δημιουργού, κλπ.) – Μονοθεϊσμός.

5) Η αντίληψη ενός Θεού Υπερβατικού με τον Οποίο πρέπει να «ενωθούμε» - Σύγχρονες θρησκείες.

6) Η αντίληψη Μιας Μοναδικής Πραγματικότητας (Συνείδησης) – Αντίληψη που αρχίζει να επικρατεί τα τελευταία 100 χρόνια.

Ξαναγυρνώντας πίσω στην ιστορία βλέπουμε πολλές θεϊκές μορφές να «διατηρούνται» μέσα στον χρόνο και σε διαφορετικές θρησκευτικές αντιλήψεις, μετουσιώνονται σε «χαρακτήρα», διευρύνονται σε περιεχόμενο, ή αποβάλουν κάθε χαρακτηριστικό και ιδιότητα…

Ο Ζευς των Ελλήνων «διατηρήθηκε» σε διάφορες φάσεις του αιγαιοπελαγίτικου πολιτισμού αφού εμπλουτίστηκε και διευρύνθηκε η «έννοιά» του… Είναι όχι ο Θεός, ή οι θρησκευτικές αντιλήψεις για τον Θεό, που άλλαξαν, αλλά η εσωτερική προσέγγιση του Θεού…

Ο Ζευς αναδύεται σαν θεϊκή μορφή εδώ και χιλιετηρίδες, μετουσιώνεται σε κυρίαρχη μορφή του πολυθεϊσμού, γίνεται ο Ένας Θεός του μονοθεϊσμού (πριν 3.000 χρόνια τουλάχιστον) κι αναδύεται σε Μία Μοναδική Υπερβατική Πραγματικότητα, Άρρητη, Πηγή του Παντός, στις αρχές της πρώτης χιλιετηρίδας π.Χ…

Όταν λοιπόν μιλάμε για τις θεϊκές μορφές θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας την εξελικτική πορεία των θεϊκών μορφών, και να διευκρινίζουμε για ποια φάση της εξέλιξής τους μιλάμε…

Η αλήθεια δεν διδάσκεται, διδάσκει

Υπάρχουν τριών ειδών αλήθειες.

Αυτές που θέλουμε να ακούσουμε.
Που θα κάναμε τα πάντα για να έρθουν στο φως του ήλιου.
Που μας βασανίζουν, γιατί η φωνή μέσα μας τις μαρτυρά και απλά περιμένουμε κάποιον να μας τις επιβεβαιώσει.
Που περιμένουμε να έρθουν σε μας, για να γαληνέψει η ψυχή μας.
Αλήθειες που λυτρώνουν, που ισορροπούν, που δρουν ως καταλύτης.
Αυτές που δεν αντέχουμε να ακούσουμε.

Που τις ξέρουμε, τις γνωρίζουμε καλά, έχουμε συστηθεί μαζί τους, αλλά κυκλοφορούν σαν σκιές ανάμεσά μας.
Που δεν θα τις παραδεχτούμε ποτέ.
Που στοιχειώνουν τις μέρες μας, που δεν μας αφήνουν να κοιμηθούμε τις νύχτες.

Αλήθειες που πονάνε σαν γυαλί που κόβει, αλήθειες που κοστίζουν ακριβά.
Αυτές πού δεν μπορούμε να πούμε.
Που αν αποκαλυφθούν θα πληγώσουν, θα ανατρέψουν, θα ανοίξουν πληγές.
Που ξέρουμε από την αρχή ότι ένα ψέμα μπορεί να τις καμουφλάρει, όχι όμως να τις καλύψει.

Αλήθειες που λάμπουν σαν χρυσός και που καμία δικαιολογία δεν είναι ποτέ αρκετή.
Η αλήθεια είναι μία και μοναδική και είναι πάντα αντικειμενική.
Όσο και αν δεν μας αρέσει αυτό ή δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε.

Γι’ αυτό και αξίζει τόσο.
Γι' αυτό κοστίζει πάντα.
Η αλήθεια έρχεται πάντα στο φως, έχει το ταλέντο να αποκαλύπτεται εκεί που δεν το περιμένεις .
Η αλήθεια είναι ο μόνος δρόμος να αγαπήσεις τον εαυτό σου, τους ανθρώπους, την ίδια την ζωή.
Η αλήθεια δεν διδάσκεται, διδάσκει.
Όσο περισσότερη αλήθεια αντέχεις, τόσο πιο αληθινά ζεις.

Νίτσε: Κανένας νικητής δεν πιστεύει στην τύχη

Τι είναι καλό; –Οτιδήποτε αυξάνει το συναίσθημα της δύναμης, η θέληση στη δύναμη, η ίδια δύναμη, στο άτομο.
 
Τι είναι κακό; –Οτιδήποτε που προέρχετε από την αδυναμία.
 
Τι είναι ευτυχία; –Το συναίσθημα ότι η δύναμη αυξάνεται–και όταν ένα εμπόδιο υπερνικιέται.
 
Όχι ικανοποίηση, αλλά περισσότερη δύναμη όχι ειρήνη σε οποιαδήποτε τιμή, αλλά πόλεμος όχι αρετή, αλλά αποδοτικότητα (αρετή υπό την έννοια αναγέννησης, virtu, αρετή χωρίς ηθικό οξύ).

Οι αδύναμοι και οι αποτυχημένοι θα χαθούν: πρώτη αρχή της αγάπης μας. Και κάποιος πρέπει να τους βοηθήσει σε αυτό.

Τι είναι επιβλαβέστερη από οποιαδήποτε κακία; –Πρακτική συμπόνοια για τον αποτυχημένο και τον αδύναμο–Χριστιανισμός...

-Είμαστε σαν βιτρίνες μαγαζιών στις οποίες συνεχώς τακτοποιούμε, κρύβουμε ή φανερώνουμε τις υποτιθέμενες ιδιότητες που αποδίδουν άλλοι σε εμάς, για να εξαπατάμε τον εαυτό μας.

-Φιλολογία είναι η τέχνη να διαβάζεις καλά, να μπορείς να ξεχωρίζεις τα γεγονότα, χωρίς να τα παραποιείς με ερμηνείες, χωρίς να χάνεις την προσοχή, την υπομονή και τη λεπτότητα στην προσπάθεια σου να τα κατανοήσεις... Ο τρόπος με τον οποίο ένας θεολόγος ερμηνεύει, στο Βερολίνο ή στη Ρώμη, έναν «στίχο της Αγίας Γραφής» ή ένα γεγονός -λόγου χάρη μια νίκη των στρατευμένων της πατρίδας κάτω από το φως των «Ψαλμών» του Δαβίδ- είναι πάντα τόσο θρασύς που κάνει έξω φρενών τον φιλόλογο.

-Παλιότερα, όταν κάποιος προσπαθούσε να σκέφτεται —και ήταν αυτό κά­τι το πολύ σπάνιο— το καταλάβαινες αμέσως. Έβλεπες πώς προσπαθούσε, ήθελε να γίνει πιο σοφός και προετοιμαζόταν για μια ιδέα. Σταματούσε στη μέση του δρόμου, έπαιρνε ένα σοβαρό ύφος, σαν να προσευχόταν, έμενε ασάλευτος για ολόκληρες ώρες, στο ένα του πό­δι ή και στα δύο, σαν να «του έρχονταν ή Ιδέα». Ε, τό­τε το πράγμα «άξιζε τον κόπο αυτόν».

-Σήμερα σκεφτόμαστε αρκετά γρήγορα, στην πο­ρεία, την ώρα πού περπατάμε, μέσα σε κάθε λογής υπο­θέσεις, ακόμα και όταν σκεφτόμαστε τα σοβαρότερα πράγματα. Δεν έχουμε ανάγκη από πολλή προετοιμα­σία, ούτε και από πολλή σιωπή. Όλα πραγματοποιούν­ται σαν να είχαμε στο κεφάλι μας μια μηχανή πού να γυρίζει ασταμάτητα και πού συνεχίζει να δουλεύει, ακόμα και στις ασχημότερες συνθήκες.

-Κανένας νικητής δεν πιστεύει στην τύχη.

-Ο παρασιτισμός, η μοναδική πρακτική της Εκκλησίας, που ρουφάει, με το ιδανικό της αναιμικότητας, της «αγιότητας», όλο το αίμα, όλη την αγάπη, όλη την ελπίδα για ζωή· το επέκεινα, ως θέληση για άρνηση κάθε πραγματικότητας· ο σταυρός, ως αναγνωριστικό σημάδι για την πιο υποχθόνια συνωμοσία που υπήρξε ποτέ εναντίον της υγείας, της ομορφιάς, οτιδήποτε καλοφτιαγμένου, εναντίον του θάρρους, του πνεύματος, της καλοσύνης της ψυχής, εναντίον της ίδιας της ζωής...

-Ο χριστιανισμός πήρε το μέρος όλων των αδύναμων, των παρακατιανών, των αποτυχημένων, έκανε ιδανικό τον λόγο των πνευματικά ισχυρότερων, διδάσκοντας ότι οι ανώτερες αξίες του πνεύματος είναι κάτι αμαρτωλό – κάτι παραπλανητικό... Πειρασμοί.

-Ο Χριστιανισμός ονομάζεται θρησκεία της ευσπλαχνίας. Η ευσπλαχνία έρχεται σε αντίθεση προς τα τονωτικά συναισθήματα που αυξάνουν τη ζωτικότητα μας· προκαλεί κατάπτωση. Χάνουμε δύναμη όταν νιώθουμε ευσπλαχνία. Με την ευσπλαχνία αυξάνεται και πολλαπλασιάζεται η απώλεια δύναμης που δημιουργείται στη ζωή απ’ τον πόνο. Η ευσπλαχνία κάνει μεταδοτικό τον πόνο.

-Όπως ξέρουμε, ο Αριστοτέλης έβλεπε στην ευσπλαχνία μια αρρωστημένη κι επικίνδυνη κατάσταση, την οποία καλά θα κάναμε να αντιμετωπίζουμε κάθε τόσο μ’ ένα καθαρτικό: Η τραγωδία ήταν γι’ αυτόν ένα τέτοιο καθαρτικό. Για να προστατέψουμε το ένστικτο της ζωής, θα πρέπει πράγματι να βρούμε ένα μέσο που θα τρυπήσει και θα κάνει κομμάτια αυτήν την αρρωστημένη και επικίνδυνη συσσώρευση ευσπλαχνίας...

-Μια αρετή πρέπει να είναι δική μας επινόηση, πρωταρχική μας άμυνα και ανάγκη· με οποιαδήποτε άλλη έννοια, δεν είναι παρά ένας κίνδυνος. Ό,τι δεν είναι απαραίτητος όρος για τη ζωή μας, τη βλάπτει· μια αρετή που εμπνέεται αποκλειστικά από ένα αίσθημα σεβασμού για την έννοια της «αρετής», είναι επιβλαβής...

-Ο Θεός: η θεοποίηση του μηδενός, η θέληση του μηδενός που εκφράζεται με άγια λόγια!...

-Η μοίρα του Χριστιανισμού έχει σχέση με την ακόλουθη αναγκαιότητα: Η πίστη έπρεπε να γίνει αρρωστημένη, παρακατιανή και χυδαία, επειδή οι ανάγκες τις οποίες όφειλε να ικανοποιήσει ήταν αρρωστημένες, παρακατιανές και χυδαίες.

-Ο Χριστιανισμός οφείλει τους θριάμβους του στο άθλιο λιβάνισμα της προσωπικής κενοδοξίας. Μ’ αυτό προσέλκυσε όλους τους αποτυχημένους, όλους τους πρόθυμους για εξέγερση, όλους τους απόκληρους, τα αποβράσματα και τα σκουπίδια της ανθρωπότητας.

-Έχει κατανοηθεί πραγματικά η περίφημη ιστορία που βρίσκεται στην αρχή της Βίβλου -η ιστορία του διαβολεμένου φόβου του Θεού για την γνώση δεν κατανοήθηκε... Ο άνθρωπος είχε γίνει το μεγαλύτερο λάθος του· ο Θεός είχε δημιουργήσει έναν ανταγωνιστή· η γνώση σε κάνει ίσον με τον Θεό· όταν την αγκαλιάσει ο άνθρωπος παίρνουν τέλος οι ιερείς και οι Θεοί. Ηθικό δίδαγμα: Η γνώση είναι το απαγορευμένο καθ’ εαυτό· μόνο αυτή είναι απαγορευμένη.

-Η ανάγκη για πίστη, για κάποιο είδος ανεπιφύλακτου «Ναι» ή «Όχι», είναι μια ανάγκη που γεννιέται από την αδυναμία. Ο άνθρωπος της πίστης, ο «πιστός» κάθε είδους, είναι αναγκαστικά ένας εξαρτώμενος άνθρωπος· ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να βάλει τον εαυτό ως σκοπό, ένας άνθρωπος που δεν μπορεί καθόλου να βάλει κάποιον σκοπό από μόνος του.

-Έδωσα ένα όνομα στον πόνο μου και τον φωνάζω «σκύλο». Είναι το ίδιο πιστός, το ίδιο φορτικός και αδιάντροπος, το ίδιο διασκεδαστικός και έξυπνος όσο κάθε άλλος σκύλος – και μπορώ να τον μαλώνω και να ξεσπώ πάνω του, όταν έχω τις κακές μου, όπως κάνουν άλλοι με τους σκύλους, τους υπηρέτες και τις γυναίκες τους.

-Ο άνθρωπος της γνώσης δεν πρέπει να αγαπά μόνο τους εχθρούς του, αλλά και να μπορεί να μισεί τους φίλους του.

- Η συναναστροφή με τους ανθρώπους χαλάει το χαρακτήρα, ιδιαίτερα όταν δεν έχει κανείς τέτοιον.

-Ανταμείβει κανείς άσχημα το δάσκαλο, όταν μένει πάντα μαθητής.
-Κανένας δεν ψεύδεται τόσο όσο ο αγανακτισμένος άνθρωπος.
 
F. W. Nietzsche

Στοιχειωμένο 'Ονειρο & Οι Ιερές Τοποθεσίες

Πως ερμηνεύονται οι τοποθεσίες στις οποίες εμφανίζονται περιπτώσεις Στοιχειώματος και πως αντιλαμβάνεται η κοινότητα την αύρα που τα μέρη αυτά απορρέουν; Συνδέονται οι υπερβατικές λειτουργίες του υποσυνείδητου Νου αλλά και της Συνειδητότητας με την ύπαρξη Πνευμάτων; Ίσως η απάντηση να βρίσκεται μέσα σε κάποιο Στοιχειωμένο Όνειρο, στην έρευνα της Ανθρώπινης Υπερσυνειδητικής δραστηριότητας, στην εξάσκηση των Φωτεινών ονείρων αλλά και των Σαμανικών πρακτικών που χρησιμοποιούνται ευρέως ακόμα και στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον.

Οι Εξελίξεις για το ζήτημα της έρευνας της Συνειδητότητας και την «Γήινων Μυστηρίων» οδήγησε στο «Project Interface”, την τελευταία φάση του “Dragon Project” που εδραιώθηκε την δεκαετία του 1970 και ερευνούσε τις επίγειες ενέργειες σε αρχαία μνημεία και τοποθεσίες. Αυτή η νέα φάση επικεντρώθηκε σε εθελοντές που κοιμήθηκαν και ονειρεύτηκαν σε επιλεγμένες αρχαίες τοποθεσίες για να διαπιστωθεί αν θα εμφανιστούν κάποια διαπροσωπικά και συγκεκριμένα σε σχέση με τον χώρο μοτίβα τα οποία ίσως θα μπορούσαν να αποκαλύψουν περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τις πληροφορίες.

Εδώ εμφανίζεται ένα ενδιαφέρον σημείο: Προσδιορίζοντας και μόνο ορισμένες περιοχές ώς «ιερές τοποθεσίες» αυτό που συμβαίνει στο υποσυνείδητο του ανθρώπου είναι το γεγονός πως καταγράφει τις υπόλοιπες περιοχές ως μη ιερές, αφαιρώντας το πνευματικό από την Γη που διαθέτουμε στην κατοχή μας αλλά και την ζωή εν γένει. Το τι είναι αυτό που κάνει μερικές περιοχές «ιερότερες» από άλλες δεν είναι η κύρια ανησυχία σε αυτό το σημείο. Υπάρχει μία ισχυρή πιθανότητα όμως ή έρευνα του Paul Devereux να υποδεικνύει σοβαρούς συσχετισμούς μεταξύ πέτρινων κύκλων και γεωλογικών ρηγμάτων σε σχέση με αυτή την ιερότητα και την ύπαρξη στοιχειωμάτων στην τοποθεσία. Ο Δρ Michael Persinger έχει κάνει εξαιρετική δουλειά επίσης συνδέοντας τον Γεωμαγνητισμό, τις εναλλακτικές μορφές Συνειδητότητας και τα «Ανώμαλα Φαινόμενα», και ίσως δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε την επιρροή των ανθρωπίνως κατασκευασμένων ηλεκτρομαγνητικών πεδίων στο Ανθρώπινο μυαλό.

Το Στοιχειωμένο Όνειρο

Αν η αναζήτηση του Project Interface αποκαλύπτει τα μυστικά των ιερών τοποθεσιών, θα μπορούσε αυτή η έρευνα να ισχύσει και στην έρευνα των Στοιχειωμένων σπιτιών; Ένας από τους πλέον υποανάπτυκτους τομείς της Παραψυχολογικής Έρευνας είναι η αλληλεπίδραση της Ανθρώπινης Συνειδητότητας στα Στοιχειωμένα Σπίτια ή στοιχειωμένες τοποθεσίες. Γράφοντας επί του θέματος το 1920 ο Jung κατέγραψε μία σχετική παρατήρηση: «Μία από τις σημαντικότερες πηγές της Πρωτογενούς πίστης στα πνεύματα είναι τα όνειρα» (Jung 1982).

Η παραπάνω ερώτηση απορρέει από μία περίπτωση Στοιχειώματος στην οποία μία απο τους μάρτυρες είχε φωτεινά όνειρα, όνειρα που μονάχα έβλεπε στο σπίτι και ποτέ όταν έλειπε. Σε αυτό το όνειρο η ονειρευτής «ξυπνά» από ένα χτύπημα στην εξώπορτα. Ανοίγει την πόρτα και αντικρύζει τον προσφάτως πεθαμένο αδελφό της ο οποίος είχε σκοτωθεί σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Της λέει πως κάποιος τον πήρε μετά το δυστύχημα, τον τοποθέτησε στην κορυφή ενός ψηλού δέντρου όπου και τον επούλωσε, και της αναφέρει πως ήρθε να της δώσει ένα μήνυμα. Μία παράξενη πτυχή σε αυτό το ήδη παράξενο όνειρο είναι το γεγονός πως ο νεκρός αδελφός δεν έχει πλέον Σκελετική Δομή. Το όνειρο τελειώνει όταν ανοίγει τα μάτια του αποκαλύπτοντας το σκοτάδι που βρίσκονται μέσα τους, κάτι που κάνει την ονειρευτή να ξυπνήσει μέσα στα ουρλιαχτά.

Αν κοιτάξουμε πίσω από τις προφανείς προσωπικές και συναισθηματικές πτυχές του εν λόγω ονείρου θα διαπιστώσουμε ίσως κάποιες λεπτομέρειες με ισχυρά Σαμανικά Στοιχεία. Το ανέβασμα στην κορυφή του Δέντρου, η επούλωση, οι υπερφυσικές ιδιότητες (απώλεια Σκελετικής Δομής), και το μήνυμα προς τους ζωντανούς είναι όλα στοιχεία που βρίσκονται ενεργά στις Σαμανικές πρακτικές. Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα όνειρο, και αυτές οι προφανείς λεπτομέρειες παραβλέπονται από τους Ψυχικούς Ερευνητές, παραβλέποντας στοιχεία που ίσως ανοίξουν το κουτί της Πανδώρας με τις απαντήσεις στα ζητήματα του Στοιχειώματος.

Ο Carl Jung είχε παρόμοιες σκέψεις σχετικά με το ζήτημα : « Οι πρωτόγονοι μιλούν για πνεύματα, οι Ευρωπαίοι μιλούν για όνειρα.. Είμαι πεπεισμένος πως αν ένας Ευρωπαίος χρειαζόταν να βιώσει τις ίδιες ασκήσεις και τελετουργικά που πραγματοποιεί ο Σαμάνος θεραπευτής για να εμφανίσει τα πνεύματα, θα είχε τις ίδιες ακριβώς εμπειρίες. Θα τις ερμήνευε διαφορετικά βέβαια, και θα τις απαξίωνε εντελώς.» (Jung 1982).

Ίσως σε περιπτώσεις στοιχειωμένων σπιτιών να διαπιστώσουμε την εμφάνιση μίας εγκαταλελειμμένης Σαμανικής εμπειρίας. Εξάλλου αν τοποθετήσουμε αυτές τις εμπειρίες μέσα στο Δυτικό πλαίσιο πεποιθήσεων θα ανακαλύψουμε πως οι θεάσεις πνευμάτων και η μαγική χρήση των ονείρων ήταν τομείς ενός Σαμάνου!

Η επούλωση του Στοιχειωμένου

Τα Στοιχειωμένα Σπίτια προφανώς έχουν πολλά να μας διηγηθούν. Ο H.H Price, «Καθηγητής λογικής» στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και πρώην Πρόεδρος της Κοινότητας Ψυχικών ερευνών είχε διαπιστώσει πως όταν ερευνούμε τα πνεύματα και τις περιπτώσεις στοιχειωμάτων ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα διπλό πρόβλημα: « Το ζήτημα δεν είναι ούτε Νοητικό, ούτε φυσικό, μα κάτι ανάμεσα σε μάς κ τον κόσμο μας».

Οι περιπτώσεις Στοιχειώματος που αποδεικνύονται φάρσα είναι λιγοστές. Η πλειοψηφία των περιπτώσεων καταγράφονται από αυθεντικούς και ειλικρινείς ανθρώπους που παλεύουν να συμβιβαστούν με αυτό που βιώνουν. Κατατρομαγμένοι από αυτές τις εμπειρίες στέκονται μπερδεμένοι και ντρέπονται να αναφέρουν το ζήτημα στον οποιονδήποτε. Και φαίνεται πως είναι στο χέρι των Ψυχικών Ερευνητών, των Ψυχολόγων αλλά και των Λαογράφων να βοηθήσουν τους ανθρώπους που βρίσκονται σε μία τέτοια κατάσταση, οδηγώντας τους στην λύτρωση. Είναι δελεαστική η σύνδεση με αυτό που ο Jung αποκάλεσε «Υπερβατική Λειτουργία» σε περιπτώσεις στοιχειωμάτων, σε μία απόπειρα να συνδέσουμε τον Συνειδητό και Ασυνείδητο Νου με το «Πνεύμα του Τόπου» μέσα από Μυθοποιητικές προβολές αυτοίασης. Έστω και αν δεν το αντιλαμβανόμαστε, ο Μύθος παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην αποκάλυψη του αινίγματος των Στοιχειωμένων σπιτιών: «Οι μύθοι αναπαράγουν τις πραγματικές διεργασίες του Υπερφυσικού, και επειδή έχουν ακριβώς αυτή την λειτουργικότητα όταν επαναλαμβάνονται απελευθερώνουν την διεργασία αυτής της παραφυσικής δραστηριότητας… Ο Μύθος διατηρεί κατά ένα τρόπο το Ιερό που ανυψώνει τα μυστικά που βρίσκονται μέσα στον Υποσυνείδητο Νου αλλά και την περιοχή στην οποία προβάλλουμε τις βαθύτερες σκέψεις και πράξεις μας»

ARTHUR SCHOPENHAUER: Φρικτό κάποιος να μην σκέφτεται παρά μόνο την εντύπωση που θα αφήσει σε ένα πλήθος από χασομέρηδες

Για να περιγράψω πιο γλαφυρά την παράλογη και υπερβολική έγνοια για τη γνώμη των άλλων θα παραθέσω ένα κείμενο από το τεύχος της 31ης Μαρτίου του 1846 της εφημερίδας Times, όπου παρουσιάζεται μια λεπτομερής αναφορά της εκτέλεσης του Thomas Wix, ενός μαθητευόμενου τεχνίτη, που για λόγους εκδίκησης είχε δολοφονήσει τον δάσκαλό του. Στην περίπτωση αυτή έχουμε πολύ ασυνήθιστες συνθήκες και μια ιδιόμορφη προσωπικότητα, που ωστόσο εξυπηρετούν σε μεγάλο βαθμό τον σκοπό μας- οι δύο αυτοί παράγοντες συνδυάζονται για να δώσουν μια ζωντανή εικόνα της ανοησίας αυτής, που είναι βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη φύση και μας επιτρέπει να δούμε πιο ξεκάθαρα μέχρι πού μπορεί να φτάσει. «Το πρωί της εκτέλεσης» λέει η αναφορά «τον επισκέφτηκε ο ιερωμένος, όμως ο Wix, παρόλο που ήταν ήρεμος, δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον για τη διακονία του και η μόνη έγνοια του ήταν να συμπεριφερθεί “θαρραλέα” μπροστά στους θεατές που θα παρακολουθούσαν το επονείδιστο τέλος του… Στη διαδρομή ο Wix προχώρησε με προθυμία προς την κρεμάλα και, καθώς έμπαινε στο προαύλιο της εκκλησίας, είπε αρκετά δυνατά ώστε να ακουστεί στον περίγυρό του: “Άρα λοιπόν, όπως είπε και ο Dr. Dodd, σύντομα θα ξέρω το μέγα μυστικό”. Φτάνοντας στο ικρίωμα, ο δύσμοιρος ανέβηκε την απότομη σκάλα δίχως την παραμικρή βοήθεια και, όταν στάθηκε στο κέντρο, υποκλίθηκε δύο φορές στους θεατές, μια κίνηση που έκανε το άθλιο πλήθος που βρισκόταν από κάτω να αρχίσει να ζητωκραυγάζει».

Αυτό είναι ένα λαμπρό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο κάποιος, μπροστά στον πιο φριχτό επικείμενο θάνατο και την αιωνιότητα, δεν σκέφτεται παρά μόνο την εντύπωση που θα αφήσει σε ένα πλήθος από χασομέρηδες και τη γνώμη που θα σχηματίσουν για εκείνον.

Τέτοιες ακραίες περιπτώσεις περιγράφουν με τον πιο γλαφυρό τρόπο αυτό που θέλω να πω, διότι μας προσφέρουν μια μεγεθυσμένη αντανάκλαση της ίδιας μας της φύσης. Οι αγωνίες που έχουμε όλοι μας, οι ανησυχίες, οι στενοχώριες, οι σκοτούρες, τα βάσανα και οι επίπονες προσπάθειες οφείλονται, ίσως στο μεγαλύτερο μέρος των περιπτώσεων, στην έγνοια μας για τη γνώμη των άλλων και από αυτή την άποψη, είμαστε τόσο ανόητοι όσο αυτός ο άθλιος εγκληματίας που αναφέραμε. Από εκεί πολύ συχνά πηγάζουν και ο φθόνος και το μίσος.

Είναι φανερό πλέον ότι τίποτε δεν θα υπηρετούσε περισσότερο την ευτυχία μας -η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της βασίζεται στην ηρεμία και την ικανοποίηση- από το να μετριάσουμε στα μέτρα του λογικού αυτή την παρόρμηση της ανθρώπινης φύσης – κάτι που ίσως την περιόριζε στο ένα πεντηκοστό από αυτό που είναι τώρα. Με μια τέτοια κίνηση, θα απαλλασσόμασταν από αυτό το αγκάθι που συνεχώς κεντρίζει το δέρμα μας και μας πονά. Ωστόσο, κάτι τέτοιο είναι πολύ δύσκολο επίτευγμα, διότι η εν λόγω παρόρμηση αποτελεί φυσική και εγγενή ανθρώπινη διαστροφή. Ο Τάκιτος λέει: «Η δίψα για δόξα είναι το τελευταίο πράγμα που ο σοφός αποτινάζει από πάνω του». Ο μόνος τρόπος για να δώσει κανείς ένα τέλος σε αυτή την ανοησία είναι να δει καθαρά πως πρόκειται για ανοησία- και αυτό μπορεί να γίνει εάν αναγνωρίσουμε πως οι περισσότερες απόψεις που έχουν οι άνθρωποι στο κεφάλι τους συνήθως είναι εσφαλμένες, παράλογες, αναληθείς και βλακώδεις, άρα καθαυτές είναι ανάξιες της προσοχής μας. Επιπλέον, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως στις περισσότερες περιστάσεις και υποθέσεις του βίου μας, η γνώμη των άλλων έχει ελάχιστη πραγματική και θετική επιρροή πάνω μας και γενικά είναι τόσο δυσμενής, που κάποιος θα πέθαινε από στενοχώρια εάν άκουγε όλα όσα λέγονταν για κείνον, ή τον τόνο με τον οποίον μιλούν γι’ αυτόν.

Τέλος, μαζί με όλα τα υπόλοιπα, πρέπει να καταλάβουμε καλά πως η υπόληψη καθαυτή δεν έχει πραγματικά άμεση αλλά έμμεση αξία. Εάν οι άνθρωποι γενικότερα μεταστρέφονταν από αυτή την παγκόσμια παραφροσύνη, το αποτέλεσμα θα ήταν ένα τεράστιο κέρδος για την ηρεμία και την ευφρόσυνη μας – κέρδος τόσο μεγάλο που δύσκολα μπορούμε να το συλλάβουμε στις μέρες μας. Ο κόσμος θα φανέρωνε ένα πιο σταθερό και σίγουρο πρόσωπο στους άλλους, και γενικότερα θα συμπεριφερόταν λιγότερο αμήχανα και συνεσταλμένα. Μπορούμε να παρατηρήσουμε πως ο απομονωμένος τρόπος ζωής έχει υπερβολικά ωφέλιμη επίδραση στην ψυχική μας ηρεμία, και τούτο συμβαίνει κυρίως επειδή έτσι αποφεύγουμε να ζούμε υπό το συνεχές βλέμμα των άλλων και να υπολογίζουμε διαρκώς τη γνώμη του καθενός· κοντολογίς, μας δίνει τη δυνατότητα να επιστρέφουμε στον εαυτό μας. Παράλληλα, μπορούμε με αυτόν τον τρόπο να αποφύγουμε και πολλές κακοτοπιές, στις οποίες μας οδηγούν οι κατά καιρούς σκιαμαχίες μας ή -για να είμαι πιο σαφής- η ενδοτικότητά μας σε αυτή την επιζήμια παραφροσύνη. Συνεπώς, θα έπρεπε να φροντίζουμε περισσότερο τα πραγματικά αγαθά μας και να τα απολαμβάνουμε με λιγότερους περισπασμούς. Όμως, χαλεπά τα καλά, αυτό που αξίζει είναι και δύσκολο.

ARTHUR SCHOPENHAUER, Η ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Οι ανόητοι έχουν μεγάλη σιγουριά και αυτοπεποίθηση, έχουν κάνει όμως μεγάλη ζημιά στον κόσμο.

Στην πραγματικότητα, δεν χρειαζόμαστε τόση σιγουριά και τόση αυτοπεποίθηση όση νομίζουμε ότι χρειαζόμαστε. Η σιγουριά και η αυτοπεποίθηση μπορούν είτε να είναι σπουδαία ποιότητα είτε να είναι εμπόδιο για κάποιον. Για παράδειγμα, οι ανόητοι άνθρωποι έχουν πάντοτε περισσότερη σιγουριά και αυτοπεποίθηση από ότι οι άνθρωποι που είναι ευφυείς. Η βλακεία είναι πάντοτε σίγουρη κι έχει αυτοπεποίθηση. Οι ανόητοι είναι πιο πεισματάρηδες και επειδή είναι τυφλοί, επειδή δεν μπορούν να δουν, ορμάνε οπουδήποτε.

Ο άνθρωπος που είναι ευφυής είναι αναπόφευκτο να έχει κάποιο δισταγμό. Η ευφυΐα είναι διστακτική. Αυτό δείχνει απλώς ότι υπάρχουν εκατομμύρια ευκαιρίες, εκατομμύρια εναλλακτικές και πρέπει κανείς να επιλέξει. Κάθε επιλογή οδηγεί σε ένα διαφορετικό δρόμο, οπότε είναι αναπόφευκτο να υπάρχει έλλειψη σιγουριάς και αυτοπεποίθησης. Όσο περισσότερο ευφυής είσαι, τόσο περισσότερο θα το νιώθεις αυτό. Η αυτοπεποίθηση λοιπόν δεν είναι πάντοτε καλή. Το ενενήντα εννέα τοις εκατό της αυτοπεποίθησης είναι βλακεία. Μόνο το ένα τοις εκατό είναι καλό – και εκείνο το ένα τοις εκατό δεν είναι ποτέ απόλυτο.

Πάντοτε στέκεσαι σε σταυροδρόμια και δεν ξέρεις ποιος δρόμος είναι πραγματικά ο σωστός. Πώς μπορείς να έχεις αυτοπεποίθηση; Γιατί περιμένεις να έχεις αυτοπεποίθηση;

Όλοι οι δρόμοι μοιάζουν σχεδόν ίδιοι, ένας όμως πρέπει να επιλεγεί. Είναι σαν να ποντάρεις στη ρουλέτα. Έτσι όμως είναι η ζωή. Και είναι καλό που είναι έτσι. Αν το κάθε τι ήταν ξεκάθαρο, προσχεδιασμένο και σου δινόταν οδηγίες – στρίψε δεξιά, στρίψε αριστερά, κάνε αυτό κι εκείνο – τότε θα υπήρχε σιγουριά, αλλά τι νόημα θα είχε; Τίποτα δεν θα ήταν συναρπαστικό. Τότε δεν θα υπήρχε κανένα φως στη ζωή. Θα ήταν μια νεκρή ρουτίνα.

Η ζωή είναι πάντοτε συναρπαστική, επειδή κάθε βήμα σε φέρνει σε ένα άλλο σταυροδρόμι, όπου υπάρχουν και πάλι τόσο πολλοί δρόμοι και πάλι πρέπει να επιλέξεις. Αρχίζεις να τρέμεις. Θα επιλέξεις το σωστό ή όχι; Πώς μπορείς να είσαι σίγουρος και να έχεις αυτοπεποίθηση; Το μόνο που μπορείς να κάνεις, είναι να σκεφτείς όλες τις εναλλακτικές και όποια αισθάνεσαι πως είναι λίγο καλύτερη από τις άλλες…

Μην ψάχνεις το απόλυτα σωστό και το απόλυτα λάθος. Στη ζωή δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο, υπάρχουν μόνο ποσοστά. Το ένα είναι λίγο καλύτερο από το άλλο – αυτό είναι όλο. Η ζωή δεν χωρίζεται σε δύο πόλους, στο καλό και στο κακό. Υπάρχουν χίλιες δυο καταστάσεις ανάμεσα στο καλό και το κακό. Κοίτα λοιπόν γύρω σου αντικειμενικά, σιωπηλά, χωρίς ανησυχία, δες κάθε πιθανότητα και κινήσου προς αυτό που νιώθεις πως είναι λίγο καλύτερο από τα άλλα. Από τη στιγμή που αποφασίζεις να κινηθείς, ξέχνα τις άλλες εναλλακτικές, επειδή τώρα δεν έχουν καμία σημασία. Ύστερα κινήσου με σιγουριά και αυτοπεποίθηση. Αυτή είναι η πραγματικά ευφυής αυτοπεποίθηση.

Δεν καταστρέφει τελείως το δισταγμό. Χρησιμοποιεί το δισταγμό. Δεν καταστρέφει τις εναλλακτικές. Οι εναλλακτικές βρίσκονται εκεί. Σκέφτεται συνειδητά και συλλογίζεται όλες τις εναλλακτικές, όσο πιο σιωπηλά είναι ανθρωπίνως εφικτό. Η ευφυΐα δεν απαιτεί ποτέ κάτι απάνθρωπο.

Υπάρχουν πολλά μονοπάτια. Πολλοί άνθρωποι κινούνται προς τα δεξιά και θεωρούν ότι αυτό είναι το καλύτερο. Εσύ εξακολουθείς να νιώθεις ότι το καλύτερο είναι να κινηθείς προς τα αριστερά, οπότε είναι φυσικό να υπάρχει δισταγμός, επειδή ξέρεις ότι πολλοί ευφυείς άνθρωποι κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Πώς μπορείς να έχεις σιγουριά και αυτοπεποίθηση; Δεν είσαι μόνος σου εδώ. Πολλοί ευφυείς άνθρωποι πηγαίνουν προς τα εκεί κι εσύ εξακολουθείς να νιώθεις ότι κάτι άλλο είναι το σωστό για σένα.

Στάσου πάνω στο σταυροδρόμι, σκέψου, διαλογίσου, από τη στιγμή όμως που αποφασίσεις, τότε ξέχνα όλες τις εναλλακτικές και προχώρα. Από τη στιγμή που αποφασίζεις να προχωρήσεις, χρειάζεται όλη σου η ενέργεια. Μη διχάζεσαι και μην αφήνεις το μισό νου σου να σκέφτεται τις άλλες εναλλακτικές. Μ’ αυτόν τον τρόπο πρέπει να χρησιμοποιεί κανείς το δισταγμό.

Και δεν υπάρχει καμία σιγουριά ότι αυτό που κάνεις, είναι οπωσδήποτε το σωστό. Δεν λέω αυτό. Δεν υπάρχει κανένας τρόπος να είσαι σίγουρος. Μπορεί να κάνεις λάθος, δεν υπάρχει όμως κανένας τρόπος να το μάθεις, αν δεν περπατήσεις όλο το δρόμο ως το τέλος, ως το τέρμα.

Η δική μου κατανόηση είναι ότι πρέπει κανείς να σκέφτεται σωστά. Η ίδια η σκέψη σε κάνει να ωριμάζεις. Προχωράς σε ένα δρόμο. Το αν είναι ο σωστός ή ο λάθος, δεν έχει καμία σημασία. Το ίδιο το γεγονός ότι προχωράς, σε ωριμάζει. Για μένα, ζήτημα δεν είναι προς το που πηγαίνεις. Για μένα, το πιο σημαντικό είναι ότι δεν είσαι κολλημένος, ότι προχωράς.

Ακόμη κι αν αυτός ο δρόμος φτάσει σε αδιέξοδο και δεν οδηγεί πουθενά και πρέπει να γυρίσεις πίσω, δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανησυχείς. Είναι καλό που τον περπάτησες. Περπατώντας τον, έχεις γίνει πολύ πιο έμπειρος. Γνώρισες τον λάθος δρόμο. Τώρα είσαι περισσότερο εξοικειωμένος με το λάθος από ό,τι ήσουν προηγουμένως. Τώρα ξέρεις τι είναι το ψεύτικο κι αυτό θα σε βοηθήσει να βρεις την αλήθεια.

Το να γνωρίσεις το ψεύτικο είναι σπουδαία εμπειρία, επειδή αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να έρθει κανείς σιγά-σιγά να γνωρίσει τι είναι η αλήθεια. Για να γνωρίσεις την αλήθεια, χρειάζεται να έχεις γνωρίσει προηγουμένως το ψέμα. Και χρειάζεται να περπατήσει κανείς σε πολλούς λάθος δρόμους, μέχρι να έρθει στον σωστό. Για μένα λοιπόν, ακόμη κι αν πηγαίνεις προς την κόλαση, είναι ευλογία, επειδή δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος να γνωρίσεις την κόλαση. Κι αν δεν γνωρίσεις την κόλαση, δεν θα είσαι ποτέ σε θέση να γνωρίσεις τι είναι ο παράδεισος. Μπες μέσα στο σκοτάδι, επειδή αυτός είναι ο τρόπος να γνωρίσεις το φως. Το μόνο πράγμα που έχει σημασία είναι το να μην κολλήσεις κήπου. Μη στέκεσαι απλώς πάνω στο σταυροδρόμι διστάζοντας, χωρίς να πηγαίνεις πουθενά. Μην κάνεις συνήθειά σου το δισταγμό, χρησιμοποίησέ τον.

Σκέψου όλες τις εναλλακτικές. Εγώ δεν σου λέω ούτε να μη σκέφτεσαι ούτε να μη διστάζεις. Μην προχωράς σαν ανόητος, σαν τυφλός, με κλειστά μάτια — οπότε δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, αφού δεν γνωρίζεις ότι υπάρχουν κι άλλοι δρόμοι. Γι’ αυτό οι ανόητοι έχουν μεγάλη σιγουριά και αυτοπεποίθηση, έχουν κάνει όμως μεγάλη ζημιά στον κόσμο. Ο κόσμος θα ήταν καλύτερος αν υπήρχαν λιγότεροι άνθρωποι με σιγουριά και αυτοπεποίθηση.

Κάθε σύμπαν έχει τον δικό του χρόνο του οποίου το τέλος ουσιαστικά αντιπροσωπεύει μια νέα αρχή

Η θεωρία των υπερχορδών, καθώς διαβλέπαμε, ήδη από τότε, ότι αυτή η νέα επαναστατική θεωρία περιείχε πρώτα το μποζόνιο Higgs και μετά τα υπερσυμμετρικά σωματίδια.

Η βασική παραδοχή της θεωρίας των υπερχορδών (Super-strings) είναι ότι όλα τα σωματίδια δεν είναι σημειακά αλλά έχουν μονοδιάστατη υπόσταση. Είναι μικροσκοπικές χορδές, μεγέθους 1 string = Θ (10-30 cm), μεγέθους δηλαδή περίπου είκοσι τάξεις μικρότερες από τη διάσταση του ατομικού πυρήνα (10-13 cm). Το λιλιπούτειο μέγεθος των υπερχορδών οφείλεται στη στενή σχέση που υπάρχει μεταξύ των υπερχορδών και της παγκόσμιας (βαρυτικής) σταθεράς του Νεύτωνα G8: 1string = θ(vGN) = θ (10-30 cm). Το πρόθεμα υπερ (Super) αναφέρεται στην υπερσυμμετρία (Supersymmetry), που είναι sine qua non για την αυτοσυνέπεια των υπερχορδών.

Η πρώτη επανάσταση. λοιπόν, με τη θεωρία των υπερχορδών έγινε το 1984 (και χρησιμοποιήσαμε γι’ αυτό τη λεγόμενη θεωρία των διαταραχών), όμως, όπως συμβαίνει σχεδόν σε κάθε είδους επανάσταση, μετά τα πρώτα βήματα χρειάστηκε αναπροσαρμογή. Καταλάβαμε πως η θεωρία των υπερχορδών περιείχε αναγκαστικά μέσα της κάτι το μη διαταρακτικό. ‘Ετσι το 1994 έγινε η δεύτερη επανάσταση, με τις μη διαταρακτικές μεθόδους, όταν ανακαλύψαμε ότι οι «λύσεις» της αρχικής εξίσωσης του Πολυσύμπαντος είχαν έντεκα διαστάσεις και συνδέονταν μεταξύ τους με ορισμένες «συμμετρίες», που ονομάζονται dualities (δυϊκότητες).

Σύμφωνα με τη θεωρία των υπερχορδών, υπάρχουν έντεκα διαστάσεις. Πρέπει να πούμε ωστόσο ότι η ενδέκατη διάσταση ενώνεται με τη δέκατη με προκαθορισμένο τρόπο, ο οποίος μας είναι γνωστός και προκύπτει από τα μαθηματικά της θεωρίας. Απομένουν έτσι δέκα τελικές διαστάσεις. Στο δικό μας Σύμπαν αντιλαμβανόμαστε μόνο τις τέσσερις —τρεις διαστάσεις χώρου και μία χρονική—, επειδή οι υπόλοιπες έξι χωρικές έχουν «διπλωθεί», όπως λέμε, σε εξαιρετικά μικροσκοπικούς χώρους. Τους χώρους αυτούς τους ονομάζουμε Calabi-Yau, από τον Ιταλό Εugenίο Calabi Και τον Κινέζο Shίng Τυηg Yaυ, τους δυο μαθηματικούς που τους ανακάλυψαν μεταξύ των δεκαετιών ’50-’70, χωρίς ωστόσο να γνωρίζουν τη μελλοντική αξία τους.

Ο λόγος που στο δικό μας σύμπαν υπάρχουν έξι “διπλωμένες” διαστάσεις, και όχι επτά ή μία, ή κάποιος άλλος αριθμός, είναι καθαρά τυχαίος. Ωστόσο, ο τρόπος που έγινε το «δίπλωμά» τους δεν είναι τυχαίος. Με βάση αυτές τις δέκα τελικές διαστάσεις, ο συνολικός αριθμός των συνδυασμών «ανοιχτών-διπλωμένων» που μπορεί να προκύψουν είναι 10506. Με άλλα λόγια, υπάρχουν 10506 πιθανά διαφορετικά είδη συμπάντων. Ο λόγος που χρησιμοποιούμε τη λέξη «πιθανά» είναι γιατί πάντα υπάρχει η έστω και απειροελάχιστη πιθανότητα κάποιος από αυτούς τους συνδυασμούς να μην έχει «προκύψει», άρα να μην έχει δημιουργηθεί το αντίστοιχο σύμπαν. Τα σύμπαντα που θα μπορούσαν να υπάρξουν αλλά δεν δημιουργήθηκαν ποτέ, η Θεωρητική φυσική τα θεωρεί «αποτυχημένα». Από την άλλη, όσα υπάρχουν είναι «επιτυχημένα», και ο όποιος συνδυασμός ανοιχτών-διπλωμένων διαστάσεων υφίσταται, είναι αυτός ο οποίος δίνει τους φυσικούς νόμους που ισχύουν σε αυτό. Είναι πολύ εύκολο να συνειδητοποιήσουμε ξεκάθαρα ότι οι μικροσκοπικοί, διπλωμένοι, εξαδιάστατοι «χωρίσκοι», που προβλέπουν οι υπερχορδές, καθορίζουν τους φυσικούς νόμους του τετρα-διάστατου σύμπαντός μας. Αυτό συμβαίνει ως εξής: Τα διάφορα σωματίδια/πεδία που εμφανίζονται στο Σύμπαν μας δεν κινούνται μόνο στις τρεις μεγάλες διαστάσεις, αλλά και στις έξι μικροσκοπικές/φραγμένες διαστάσεις. Επειδή οι μικροσκοπικές/διπλωμένες διαστάσεις έχουν καθορισμένο σχήμα, μόνο σωματίδια/πεδία με συγκεκριμένες ιδιότητες και αλληλεπιδράσεις μπορούν να «κυκλοφορούν», άρα οι φυσικοί νόμοι και οι φυσικές σταθερές αυτού του σύμπαντος εξαρτώνται άμεσα και ευθέως από τον τρόπο διπλώματος των έξτρα διαστάσεων. Διαφορετικό «δίπλωμα» των έξτρα διαστάσεων συνεπάγεται διαφορετικούς φυσικούς νόμους· αυτός είναι ο τρόπος που η φύση εφοδιάζει το καθένα από τα 10506 είδη συμπάντων με τους δικούς του φυσικούς νόμους. Εδώ νομίζω ότι ταιριάζει σε παράφραση η σκέψη με την οποία ο Δαρβίνος κλείνει την Καταγωγή των ειδών: «There is grandeur in this view οf the universe[s]» (Υπάρχει ένα μεγαλείο σ’ αυτή τη θεώρηση του σύμπαντος)…

Στο Πολυσύμπαν, η «αποτυχία» και η «επιτυχία» δεν έχουν σχέση με την ανθρώπινη τάση να χαρακτηρίζουμε κάτι «καλό» ή «κακό». Στο Πολυσύμπαν δεν υφίσταται τέτοιου είδους ηθικός διαχωρισμός.

Δεν γνωρίζουμε ακόμα πόσα σύμπαντα υπάρχουν φαίνεται πάντως εύλογο να υποθέσουμε ότι υπάρχουν όσα προβλέπει η θεωρητική φυσική.

Η στιγμή της δικαίωσης, η στιγμή που πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ήμασταν στον σωστό δρόμο, ήρθε έναν χρόνο μετά τη δημοσίευση του paper «Νο-scale Supergravity», στις αρχές Νοεμβρίου του 1984. Ο Witten απέδειξε ότι πράγματι από τις υπερχορδές παίρνεις τη Νο-scαle Supergravity.

 Ήταν φανερό ότι η κοινότητα της φυσικής είχε μπει στον δρόμο για την Τελική Γνώση.

Είναι νομοτελειακό: στο τέλος θα κατανοήσουμε τα πάντα γύρω από τη Δημιουργία. Για την επιστήμη δεν έχει σημασία με ποιον τρόπο προοδεύουν τα πράγματα, ούτε ποια άτομα συμμετέχουν. Η μοναδική απαίτηση είναι να υπάρχει πρόοδος προς την Τελική Γνώση. Στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο η δουλειά προχώρησε με αυτό τον τρόπο. Απώτατος στόχος και βαθιά λαχτάρα κάθε θεωρητικού Φυσικού είναι να βρει τη Βασική Εξίσωση της Δημιουργίας του Πολυσύμπαντος. Πρόκειται για μια μαθηματική διατύπωση της οποίας κάθε διαφορετική λύση αντιστοιχεί σε ξεχωριστό σύμπαν, όπως αυτό στο οποίο κατοικούμε εμείς. Αυτή η Βασική Εξίσωση είναι η πηγή των Πάντων η αιτία που υπάρχουμε όλοι μας και όλα τα 10506 «παράλληλα» σύμπαντα.

Μερικά από τα παράλληλα σύμπαντα Θα είναι ποικιλότροπα, όπως το δικό μας. Άλλα ενδέχεται να μην εμπεριέχουν τίποτα. Όσον αφορά τον χρόνο δημιουργίας τους, μερικά Θα «προέκυψαν» νωρίτερα. ενώ άλλα αργότερα από το δικό μας. Μερικά ίσως βρίσκονται εδώ, δίπλα μας, αλλά δεν μπορούμε να τα αντιληφθούμε, και πιθανότατα ούτε αυτά εμάς. Ορισμένες οντότητες σε μερικά από αυτά τα «παράλληλα σύμπαντα» θα έχουν την ίδια γνώση με μας, ότι δηλαδή υπάρχουν 10506 σύμπαντα, και ίσως κάνουν τις ίδιες συζητήσεις με τις δικές μας. Κάθε επιμέρους σύμπαν του γενικού Πολυσύμπαντος θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τη βελόνα από το κλαδί ενός χριστουγεννιάτικου δέντρου, του οποίου όλες μαζί οι βελόνες είναι στραμμένες προς τη μία και μοναδική κορυφή του. Να μια πολύ ακριβής παρομοίωση για τη unified (ενοποιημένη) θεωρία.

Έχουν γίνει σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση της εύρεσης της Βασικής Εξίσωσης. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε τον δρόμο που θα χρειαστεί να ακολουθήσουμε προκειμένου να φτάσουμε σε αυτήν. Το καθοριστικό χαρακτηριστικό της είναι ότι πρέπει να διαθέτει «αυτοσυνέπεια».
Αυτή η απαραίτητη «αυτοσυνέπεια» μας ώθησε να διατυπώσουμε ως τελική θεωρία της Δημιουργίας των Πάντων τη θεωρία των υπερχορδών. Καθώς αναζητούσαμε έναν τρόπο ενοποίησης, της θεωρίας της σχετικότητας με τη φυσική των στοιχειωδών σωματιδίων, μοιραία οδηγηθήκαμε στη θεωρία των υπερχορδών και σε όσα τη συνοδεύουν.

Αυτό που περιμένουμε τώρα πλέον είναι η πειραματική επιβεβαίωση. ‘Όλα όσα ήταν οι κεντρικές μας επιστημονικές αναζητήσεις τις προηγούμενες δεκαετίες είναι πλέον δεδομένα στο επίπεδο της θεωρίας, και το μόνο που απομένει είναι η πειραματική επαλήθευση. Τελευταία, με τους John Ellis, Μarcos Garcia και Keith Olίνe, ετοιμάζουμε μία εργασία (paper) με τον τίτλο: «From String το the LHC, via Νο-scale Inflation» (Από τις υπερχορδές στο LHC, μέσω no-scale πληθωρισμού). Δείχνουμε πως είναι δυνατό μέσα στο πλαίσιο της Νο-scale Supergravity, για την οποία μίλησα παραπάνω, να χρησιμοποιήσουμε κοσμολογικές παρατηρήσεις από το διαστημικό τηλεσκόπιο PLANCK, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα από το LHC, για να ελέγξουμε ευθέως μερικές όψεις της Θεωρίας υπερχορδών. Όταν συμβεί αυτό, θα έχουμε φτάσει στην ανακάλυψη της κορυφαίας των ανθρώπινων αναζητήσεων επί αιώνες.

Αμέσως μετά, θα αρχίσει η συζήτηση για το «τι θα γινόταν αν η Βασική Εξίσωση της Δημιουργίας ήταν άλλη από εκείνη που βρήκαμε». Επίσης, πολλοί περιμένουν μια οριστική εκτίμηση για το χρονικό σημείο εξέλιξης στο οποίο βρίσκεται σήμερα το Σύμπαν μας.

Το τελευταίο ερώτημα μάλλον δεν έχει και πολύ νόημα, αφού η έννοια του απόλυτου χρόνου δεν υφίσταται. Κάθε σύμπαν έχει τον δικό του χρόνο, ενώ το τέλος του δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι ουσιαστικά αντιπροσωπεύει μια νέα αρχή…

Τα βακτήρια που μπορούν να επιβιώσουν στο διάστημα και να αντέξουν το ταξίδι στον Άρη

Ένας τύπος βακτηρίων που είναι ιδιαίτερα ανθεκτικός στην ακτινοβολία και άλλους περιβαλλοντικούς κινδύνους επέζησε έξω από τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό για τρία χρόνια, σύμφωνα με νέα μελέτη.

Το πείραμα, με επικεφαλής μια ομάδα Ιαπώνων ερευνητών, περιελάμβανε τα βακτήρια Deinococcus radiodurans, επίσης γνωστά ως «Ο Κόναν των Βακτηρίων» λόγω της ακραίας ανθεκτικότητάς του.

Οι ειδικοί λένε ότι η μελέτη θα μπορούσε να βοηθήσει να κατανοήσουν οι ειδικοί το αν μπορεί να υπάρχει ζωή σε άλλους πλανήτες. «Εάν τα βακτήρια μπορούν να επιβιώσουν στο διάστημα, (μπορεί) να μεταφερθούν από τον ένα πλανήτη στον άλλο», λέει ο Akihiko Yamagishi, από το Πανεπιστήμιο Επιστημών Ζωής του Τόκιο στην Ιαπωνία.  
 
«Δεν ξέρουμε πού προέκυψε η ζωή. Εάν η ζωή εμφανίστηκε στη Γη, μπορεί να έχει μεταφερθεί στον Άρη. Ή και αντίθετα, εάν η ζωή εμφανίστηκε στον Άρη, μπορεί να έχει μεταφερθεί στη Γη, που σημαίνει ότι είμαστε απόγονοι της ζωής του Άρη», λέει ο Yamagishi.

Εάν αυτό το ταξίδι είναι δυνατό, τότε αυξάνεται η πιθανότητα εύρεσης ζωής σε πλανήτες έξω από το ηλιακό μας σύστημα, προσθέτει.  

Τα βακτήρια Deinococcus radiodurans είναι από τη φύση τους πολύ ανθεκτικά στην ακτινοβολία, λόγω της εξαιρετικής ικανότητάς τους να επιδιορθώνουν το DNA τους όταν υποστεί βλάβη, λέει ο Yamagishi.

Αυτός και οι συνάδελφοί του ήθελαν να διερευνήσουν εάν αυτό θα τους επέτρεπε να επιβιώσουν στο σκληρό περιβάλλον του διαστήματος, όπου τα επίπεδα ακτινοβολίας, ιδιαίτερα στην περιοχή της υπεριώδους ακτινοβολίας, είναι εξαιρετικά υψηλά.

Ο Yamagishi και η ομάδα του έστειλαν συστάδες κυττάρων Deinococcal διαφόρων διαστάσεων σε πάχος στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό, όπου τοποθετήθηκαν σε πλάκες αλουμινίου και προσαρτήθηκαν στο εξωτερικό του διαστημικού σκάφους για τρία χρόνια. Τα δείγματα λαμβάνονται κάθε χρόνο και στέλνονται πίσω στη Γη για ανάλυση.

Μέσα στις συστάδες που είχαν πάχος τουλάχιστον μισό χιλιοστό, οι ερευνητές βρήκαν επιζώντα βακτήρια, ακόμη και στα δείγματα που έμειναν έξω από το διαστημικό σταθμό για τρία χρόνια.
 
«Το υπεριώδες φως στο διάστημα είναι τόσο δυνατό και όλοι περίμεναν ότι θα σκοτώσει τα βακτήρια. Εκπλαγήκαμε όταν είδαμε τα επιζώντα βακτήρια μέσα στο κυτταρικό σφαιρίδιο για έως και τρία χρόνια», λέει ο Yamagishi.

Αν και τα βακτήρια στο εξωτερικό στρώμα των συσσωματωμάτων καταστράφηκαν από την υπεριώδη ακτινοβολία, αυτά τα νεκρά κύτταρα φαίνεται να έχουν προστατεύσει τα βακτήρια στα εσωτερικά στρώματα, τα οποία επέζησαν.

Αυτά τα επιζώντα βακτήρια μπόρεσαν στη συνέχεια να επιδιορθώσουν το DNA τους από βλάβες.  

Ο Jean-Pierre de Vera στο Γερμανικό Αεροδιαστημικό Κέντρο (DLR) ανέφερε ότι τα αποτελέσματα προσθέτουν αυξανόμενες ενδείξεις για πανσπερμία.

Την ιδέα δηλαδή ότι η ζωή υπάρχει σε όλο το Σύμπαν, διανέμεται από διαστημική σκόνη, μετεωροειδή, αστεροειδείς, κομήτες, πλανητοειδή και επίσης από διαστημόπλοια που φέρουν ακούσια μόλυνση από μικροοργανισμόύς.

Πρόσθεσε δε, ότι θα είναι σημαντικό να διερευνηθεί εάν και πώς τα βακτήρια μπορούν να προστατευθούν από άλλους τύπους ακτινοβολίας στο διάστημα, όπως η κοσμική ακτινοβολία. 

Αντιφών: Νόμιζα, Σωκράτη, ότι οι φιλόσοφοι θα ’πρεπε να είναι πιο ευτυχισμένοι απ’ ότι οι άλλοι άνθρωποι

Θα αδικούσαμε τον Σωκράτη, αν παραλείπαμε τη συζήτηση του με τον σοφιστή Αντιφώντα. Θέλοντας κάποτε ο Αντιφών να του πάρει τούς μαθητές, πλησίασε τον Σωκράτη και του είπε, μπροστά τους, τα έξης:

«Νόμιζα, Σωκράτη, ότι οι φιλόσοφοι θα ’πρεπε να είναι πιο ευτυχισμένοι απ’ ότι οι άλλοι άνθρωποι. Εσύ όμως μου δίνεις την εντύπωση πώς από τη φιλοσοφία έχεις αποκομίσει το αντίθετο. Ζεις μ έναν τρόπο, τον όποιο δεν θα ανεχόταν ούτε κι ένας δούλος πού τον συντηρεί ο αφέντης του: Τρως και πίνεις τα πιο δεύτερα πράγματα, το ρούχο σου δεν είναι-μόνο δεύτερο άλλα και το φοράς χειμώνα καλοκαίρι· κι είσαι πάντα ξυπόλητος και δίχως πανωφόρι. Κι ακόμη, δεν παίρνεις χρήματα, τα όποια δίνουν χαρά σ’ όποιον τα αποκτά και κάνουν όσους τα έχουν να ζουν πιο ελεύθερα και πιο ευχάριστα. Σε όλα τα άλλα επαγγέλματα οι δάσκαλοι φτιάχνουν τούς μαθητές αντίγραφο δικό τους· αν κάνεις κι εσύ με τούς δικούς σου μαθητές το ίδιο, να ξέρεις πώς θα είσαι δάσκαλος τής κακομοιριάς».

Σ’ αυτά ο Σωκράτης απάντησε:

«Μου φαίνεται, Αντιφώντα, πώς έχεις την εντύπωση ότι ζω τόσο άθλια ώστε δεν αμφιβάλλω ότι θα προτιμούσες και να πεθάνεις ακόμη παρά να ζεις όπως εγώ. Ας δούμε, λοιπόν, τι βρίσκεις δυσάρεστο στη ζωή μου. Μήπως το ότι, ενώ όσοι παίρνουν χρήματα είναι υποχρεωμένοι να κάνουν αυτό για το όποιο πληρώνονται, εγώ, με το να μην παίρνω, δεν έχω καμιά υποχρέωση να συζητώ με κάποιον πού δεν τον θέλω; Η μήπως ελεεινολογείς τον τρόπο πού ζω, επειδή η τροφή μου είναι λιγότερο υγιεινή από τη δική σου και λιγότερο δυναμωτική; Δίνεις την εντύπωση, Αντιφώντα, ότι νομίζεις πώς ευτυχία είναι η καλοπέραση και η χλιδή. Αντίθετα, εγώ πίστευα ότι το να μη χρειάζεται κάποιος τίποτα είναι γνώρισμα θεϊκό, και το να χρειάζεται όσο το δυνατό πιο λίγα πράγματα είναι ένδειξη πώς βρίσκεται πολύ κοντά στο θείο, και ότι το θείο είναι το πιο μεγάλο καλό, και πώς ότι είναι πολύ κοντά στο θείο είναι πολύ κοντά στο μεγαλύτερο καλό».

Κάποτε άλλοτε πάλι, σε μια συζήτηση με τον Σωκράτη, ο Αντιφώντας είπε:


«Εγώ, Σωκράτη, σε θεωρώ δίκαιον άνθρωπο, σοφό όμως όχι, σε καμιά περίπτωση. Και νομίζω πώς αυτό το ξέρεις κι ο ίδιος, αφού δεν ζητάς λεφτά για τη διδασκαλία σου. Κι όμως, το ρούχο σου, το σπίτι σου ή οποιοδήποτε άλλο από τα πράγματά σου, επειδή πιστεύεις ότι έχουν κάποια χρηματική άξια, δεν θα τα ’δίνες σε κανέναν χάρισμα, άλλα ούτε κι αν σου έδινε λιγότερα από την άξια τους. Είναι, λοιπόν, φανερό, πώς αν πίστευες και για τη διδασκαλία σου ότι έχει κάποια άξια, θα ζητούσες και γι’ αυτήν χρήματα, όχι λιγότερα από την άξια της. Μπορεί, λοιπόν, να είσαι δίκαιος, ως προς το ότι δεν εξαπατάς ζητώντας κάτι το όποιο δεν σου ανήκει, όχι όμως και σοφός, αφού ή σοφία σου δεν έχει καμιάν άξια».

Σχετικά με αυτό ο Σωκράτης απάντησε:

«Στον κύκλο μας, Αντιφώντα, επικρατεί ή γνώμη ότι την ομορφιά και τη σοφία μπορεί κανείς να την εκμεταλλεύεται εξίσου προς το καλό ή προς το κακό. Όποιον λ.χ. πουλάει την ομορφιά του στον πρώτο τυχόντα για λεφτά, τον αποκαλούν “πόρνο”’ απεναντίας, όποιον σχετίζεται φιλικά μ’ έναν εραστή, για τον όποιο ξέρει ότι είναι καλός και αγαθός, τον θεωρούμε μυαλωμένο. Το ίδιο και με τη σοφία: Όσους την πουλάνε για λεφτά στον πρώτο τυχόντα τούς αποκαλούν σοφιστές, όπως τούς άλλους τούς αποκαλούν πόρνους, ενώ για εκείνον πού σαν δει κάποιον προικισμένο από τη φύση, τον κάνει φίλο του και τού διδάσκει ότι αγαθό κατέχει, πιστεύουμε ότι πράττει αυτό πού ταιριάζει σε έναν καλό και αγαθό πολίτη. Εγώ, λοιπόν, Αντιφώντα, όπως οι άλλοι αισθάνονται χαρά για ένα καλό άλογο, ένα σκύλο, ένα πετεινάρι, νιώθω την ιδία κι ακόμη πιο μεγάλη χαρά για τούς καλούς φίλους. Κι αν συμβαίνει να κατέχω κάποιο αγαθό, τούς το μεταδίδω, και τούς φέρνω σε επαφή και με άλλους ανθρώπους, από τούς, οποίους πιστεύουν ότι έχουν να ωφεληθούν στην αρετή. Κι. ακόμη, ξετυλίγω με τούς φίλους και διαβάζω προσεκτικά μαζί τους τούς θησαυρούς τής σοφίας των παλαιών, θησαυρούς πού τούς έχουν γράψει σε βιβλία και μας τούς έχουν παραδώσει, κι ότι καλό βρίσκουμε, το διαλέγουμε. Και θεωρούμε μεγάλο το κέρδος, αν ο ένας κερδίζει τη φιλία τού άλλου».

Εγώ πού τα άκουγα αυτά είχα την εντύπωση ότι ο Σωκράτης ήταν άξιος να τον μακαρίζεις κι ότι οδηγούσε όσους τον άκουγαν στο καλό και στο αγαθό. Κι όταν πάλι κάποτε τον ρώτησε ο Αντιφών πώς συμβαίνει να νομίζει ότι φτιάχνει πολιτικούς, ενώ ο ίδιος, παρ’ όλη τη γνώση του, δεν καταπιάνεται με την πολιτική, ο Σωκράτης τού απάντησε:

«Με ποιόν τρόπο, Αντιφώντα, θα καταπιανόμουν πιο έντονα με την πολιτική; Αν καταγινόμουν μόνος μου με αυτήν ή αν θα φρόντιζα ώστε όσο το δυνατό περισσότεροι να είναι ικανοί να ασχολούνται με αυτήν;».

Ξενοφών, Απομνημονεύματα

Αριστοτέλης: Τι χρειαζόμαστε για να είμαστε ευτυχισμένοι;

Ιδού το ερώτημα που θέτει ο Αριστοτέλης: Ποιο είναι το πλήρες σύνολο των αγαθών που όλοι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη;

Απαντώντας, ο Αριστοτέλης ξεκινά από τα βασικά. Διατυπώνει μια αυτονόητη θέση: Αν και οι ανθρώπινες επιθυμίες διαφέρουν, όλοι έχουμε τις ίδιες ανάγκες σε φαγητό, νερό, ρουχισμό, στέγη και καλή υγεία. Αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε και τη φράση του Τζέφερσον «όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι». Επειδή όλοι οι άνθρωποι εξ ίσου ανήκουν στο ίδιο είδος, όλοι έχουν τις ίδιες βασικές ανάγκες. Για παράδειγμα, τόσο ο Αριστοτέλης όσο και ο Τζέφερσον πιστεύουν πως όλοι έχουμε ανάγκη τους άλλους ανθρώπους· τους έχουμε ανάγκη για αγάπη, για οικογένεια, για φιλία και για μια αίσθηση κοινότητας.

Ο Αριστοτέλης λέει πως δεν είναι μόνο το ότι οι φυσιολογικοί άνθρωποι έχουν ανάγκη τη συντροφιά άλλων ανθρώπων, αλλά και το ότι τη χρειάζονται τακτικά, όχι περιστασιακά, όπως το να έχεις φαγητό για μία ημέρα δεν αρκεί. Στο πασίγνωστο απόσπασμά του από τα Ηθικά, γράφει ο Αριστοτέλης, «Μία γάρ χελιδών έαρ ού ποιεί, ουδέ μία ήμερα: οϋτω δε ουδέ μακάριον καί εύδαίμονα μία ημέρα ούδ’ ολίγος χρόνος».

Συνεπώς, για να λέμε ότι ορισμένοι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι, πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι έχουν αρκετή τροφή, ρουχισμό και στέγη σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, όπως και συντρόφους ήδη από τη νεανική τους ηλικία ως το τέλος των ημερών τους. Μπορούμε να αποκαλέσουμε ευτυχισμένους τους ανθρώπους που δεν διαθέτουν τουλάχιστον αυτές τις λίγες ανάγκες για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους;

Ο Αριστοτέλης γνωρίζει άτομα που είναι «αυτάρκη», μοναχικούς λύκους που δεν φαίνεται να θέλουν ή να χρειάζονται άλλους ανθρώπους. Μας λέει πάντως ότι τέτοια άτομα πρέπει να είναι «ή θηρία ή θεοί», επειδή η συμπεριφορά τους αντιτίθεται στη φυσική τάση του είδους μας. Γι’ αυτόν, οι ανάγκες των κοινωνικά απροσάρμοστων που συμπεριφέρονται με μη ανθρώπινους τρόπους δεν συνιστούν έγκυρους δείκτες του τι χρειάζονται οι άνθρωποι για να ευτυχήσουν. Οι εξαιρέσεις δεν ακυρώνουν τον αυταπόδεικτο κανόνα πως η πλειοψηφία των μελών του ανθρώπινου είδους μοιράζεται μια κοινή ομάδα αναγκών.

Γενικά, όσα υποστηρίζει ο Αριστοτέλης αποτελούν κοινή λογική, αλλά, ταυτοχρόνως, μπορεί να είναι και παράλογα. Μας παρακινεί να διαφωνήσουμε μαζί του: για μια στιγμή, Αριστοτέλη. Αν το μέτρο της ευτυχίας είναι ο τέλειος βίος, πώς γίνεται και αμέσως αποδίδουμε την ευτυχία στα παιδιά;

Λέμε πως τα παιδιά είναι ευτυχισμένα, εξηγεί ο Αριστοτέλης, «διά την ελπίδα μακαρίζονται» και όχι εξ αιτίας των επιτευγμάτων τους, διότι «ένδέχεται τον μάλιστ’ εύθυνοϋντα μεγάλαις συμφοραΐς περιπεσεϊν έπί γήρως». Προβλέπει τις περισσότερες αντιρρήσεις μας.

Πρώτον, παραδέχεται το προφανές: Ένας τέλειος βίος απαιτεί και ένα στοιχείο καλοτυχίας· οι ευτυχέστεροι νέοι έχουν άφθονο χρόνο μπροστά τους για να συναντήσουν πηγές δυστυχίας και πόνου. Ούτε όσοι είναι ευτυχισμένοι στα πενήντα τους είναι ασφαλείς: ο Αριστοτέλης περιγράφει αρχαίους Έλληνες που έμοιαζαν ευτυχισμένοι, αλλά, καθώς μεγάλωναν, δέχτηκαν απανωτά χτυπήματα της μοίρας. Έχασαν τα χρήματά τους, πέθαναν οι φίλοι τους, και όταν αρρώστησαν ή έγιναν ανήμποροι τα παιδιά τους τους εγκατέλειψαν.

Ο Αριστοτέλης ρωτά: Θα μπορούσε να πει κανείς ότι πρώην τυχεροί άνθρωποι διήγαγαν ευτυχισμένο βίο; Όχι. Μόνο αν τα άτομα αυτά είχαν: (α) βασικά υλικά αγαθά, (β) καλούς φίλους, και (γ) καλή τύχη κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους μπορούμε να αρχίσουμε να λέμε ότι είναι ευτυχισμένα.

Παρά ταύτα, ο Αριστοτέλης ισχυρίζεται ότι τέτοιου είδους τυχεροί άνθρωποι είναι ευδαίμονες μόνο κατά τον τρόπο βάσει του οποίου θα μπορούσε να ειπωθεί πως ένα ελάφι διάγει ευτυχή βίο αν έζησε μέχρι τα βαθιά του γεράματα, είχε καλή υγεία, ήταν μέλος ενός ειρηνικού κοπαδιού, ζούσε σε δάσος κατάφυτο και απαλλαγμένο από άγρια θηρία, είχε ζευγαρώσει πολλές φορές και ποτέ δεν του έλειψαν η τροφή και το νερό. Ομολογεί πως αυτού του είδους η βασική ευχαρίστηση είναι κοινή σε ανθρώπους και στα υπόλοιπα ζώα.

Η μακραίωνη πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού σχετίζεται με τη συλλογική επιθυμία του είδους μας να μην έχει μόνο ψωμί στο τραπέζι, δορές στις πλάτες, καταφύγιο τον χειμώνα και σεξ. Οι άνθρωποι σίγουρα δεν θα είναι ευχαριστημένοι με μια ζωή στην οποία θα ικανοποιούνται μόνο οι ζωώδεις ανάγκες τους. Θέλουν και κάτι ακόμη. Ο Πλάτων λέει ότι θέλουν πιο πολλά αγαθά. Είναι, όμως, η επιθυμία μας για υλικά αγαθά αυτό που μας κάνει να ξεχωρίζουμε από τα ζώα, και αν όχι, γιατί παλεύουν οι άνθρωποι σε τούτη τη ζωή;

Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι κάθε πράγμα είναι φτιαγμένο για έναν μόνο σκοπό, και όπως έχουμε δει, αυτός ο σκοπός για τους ανθρώπους είναι η άσκηση της ικανότητάς μας για υψηλή λογική. Λέει πως αυτό για το οποίο πασχίζουμε είναι η καλλιέργεια της ικανότητας αυτής. Η ευδαιμονία, λοιπόν, κατά τον Αριστοτέλη, πηγάζει από την προσπάθειά μας να γίνουμε όσο το δυνατόν καλύτεροι άνθρωποι.

Nietzsche: από τον σκλάβο στον υπεράνθρωπο

Φρίντριχ Νίτσε: 1844-1900

Ο υπεράνθρωπος: μέτρο όλων των πραγμάτων

§1

Σκλάβος και υπεράνθρωπος νοούνται ως δυο άκρως αντίθετοι τύποι του ανθρώπου, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί και συνεχίζουν να διαμορφώνονται ιστορικά και κοινωνικά-πολιτικά-πολιτισμικά. Πρόκειται για μια αντίθεση, μπροστά στην οποία η αντίθεση των κοινωνικών τάξεων μοιάζει σαν όαση. Σύμφωνα με τον Νίτσε, σκλάβος ορίζεται εκείνος ο τύπος ανθρώπου, που ενεργεί και σκέφτεται ως μέλος ή μέρος μια ομάδας, μιας αγέλης, όπως λέει ο φιλόσοφος· ως τέτοιο μέρος παραδίδει την ατομικότητά του, το αυτεξούσιό του σε μια ξένη, εξωτερική αρχή ή πηγή, η οποία άγει και φέρει μια τέτοια ατομικότητα με βάση τις δικές της εντολές, ήτοι τη δική της αρχή. Έτσι ο σκλάβος δεν είναι απλώς ο καταπιεσμένος οικονομικά κ.λπ., δηλαδή ο προλετάριος, αλλά και εκείνος ο ανίκανος ‒και γι’ αυτό αδύναμος‒ άνθρωπος που δομείται σε εξουσία και εξουσιάζει φαινομενικά τον οικονομικά, ας πούμε, αδύναμο, αλλά στην πράξη επιχειρεί, δια της εξουσίας, να αποδυναμώσει τον δυνατό/δυνατούς άνθρωπο/ανθρώπους, τον ανώτερο άνθρωπο. Από εδώ λοιπόν προκύπτει η αναγκαιότητα του υπεράνθρωπου.

§2

Ο υπεράνθρωπος δεν νοείται ως κάποιο υπερκόσμιο ον, ως ένας άλλος θεός έξωθεν ερχόμενος ή επιβαλλόμενος, αλλά ως μια συνεχής αυτο-υπέρβαση του ίδιου του ανθρώπου: το ιδανικό της ανθρώπινης ανάπτυξης, που έχει ρεαλιστική βάση στη ζωή, νοούμενη ως το ένστικτο του ανθρώπου για ανάπτυξη σε επίπεδο φυσιολογίας, πολιτισμού, πνεύματος· με δυο λόγια, για ανάπτυξη σώματος και ψυχής-πνεύματος συγχρόνως. Ως λέξη και εν μέρει ως νοητικό γύμνασμα, ο υπεράνθρωπος ηχεί σαν κάτι το γνωστό, το οικείο, και συγχρόνως ως κάτι το εξωτικό. Στην πραγματικότητα μια ολική ή μερική άγνοια, μια διαδεδομένη σύγχυση γύρω από τον νιτσεϊκό υπεράνθρωπο πλανιέται πάνω από τα κεφάλια μας. Όσο μέσα στην ιστορία των ιδεών διατηρείται αυτή η σύγχυση, ιδέες, όπως η ιδέα του υπεράνθρωπου, εύκολα παραποιούνται ή χρησιμοποιούνται παραποιημένα. Αξίζει εδώ να θυμηθούμε ότι οι θεωρητικοί του ναζισμού χρησιμοποίησαν αυτή την ιδέα του Νίτσε για δικούς τους φυλετικούς σκοπούς. Όταν μια φιλοσοφική ιδέα ή σύλληψη κλείνει μέσα της πλούτο, συνήθως γίνεται εύκολο θήραμα στις ορέξεις επίδοξων επιγόνων: στο όνομα της «αυθεντίας» που διεκδικεί η περίπτωση κάθε ανίκανου, κάθε αδύναμου τύπου, συμβαίνουν ομοβροντίες στρεβλώσεων και διαστρεβλώσεων σημαντικών φιλοσόφων.

§3

Αυτή είναι η μοίρα του Μεγάλου και του Σπουδαίου. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την πολιτική φιλοσοφία του Χέγκελ, όπως και με την πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνα, του Χάιντεγκερ κ.α. Τι επιδιώκει με τη θεωρία του υπεράνθρωπου ο Νίτσε; Επιδιώκει να απελευθερώσει τον άνθρωπο από τα δεσμά του υπερβατικού κόσμου. Μετά τον θάνατο του θεού, ο υπεράνθρωπος ευαγγελίζεται έναν άνθρωπο επί της γης που να έχει τη δύναμη να επιβάλει τη βούλησή του σε όλα τα πράγματα του κόσμου και να παραγάγει νέα νοήματα, να καθιδρύσει την κατάφαση της ζωής. Με τα ίδια τα λόγια του υπεράνθρωπου, δηλαδή του Νίτσε, «ο άνθρωπος πρέπει να ξεπεραστεί». Αλλά ποιος άνθρωπος; Γενικώς, ο σκλάβος. Πιο συγκεκριμένα, εκείνος που έχει χάσει τον ορίζοντά του, που δεν έχει επίγνωση ότι είναι ο δολοφόνος του θεού, και μάλιστα του δικού του θεού που φέρει ή οφείλει να φέρει μέσα του· δηλαδή του θεϊκής δυναμικής εαυτού. Αυτός ο άνθρωπος έχει εγκαταλείψει κάθε σκέψη, κάθε ερώτημα για την ύπαρξη και ως εκ τούτου συμφιλιώνεται με την καταπίεση της ζωής, με τη σύνθλιψή του: επενδύει τη «δημιουργική του ικανότητα» στο να χαλκεύει τα πιο ύπουλα δεσμά για τον εαυτό του και τους άλλους. Ποια είναι αυτά τα δεσμά; Η ηθική που δημιουργούν όλοι οι κουρασμένοι του κόσμου τούτου, οι εξαθλιωμένοι, οι υποταγμένοι, οι σύγχρονοι σκλάβοι.

§4

Αυτοί εδώ έχουν χάσει την ατομικότητά τους, δεν την αναγνωρίζουν ως την πηγή όλων των αξιών και έτσι αρκούνται στο να υποτάσσονται με ευαρέσκεια στη δύναμη αυτού που περνάει για ισχυρός, αλλά οντολογικά είναι αδύναμος/ανίκανος, και να είναι ευχαριστημένοι με οτιδήποτε τους συμβαίνει στη γη. Τι τους συμβαίνει; Να έχουν χάσει την αίσθηση του ευγενούς ανθρώπου και ως αντιστάθμισμα να αναζητούν ζωώδεις βεβαιότητες στην καθημερινή τους ζωή, αλλά και στην ύπαρξή τους ολόκληρη. Στο πλαίσιο αυτών των βεβαιοτήτων αποφεύγουν το κακό, όχι επειδή είναι κακό, αλλά επειδή φοβούνται να αποκηρύξουν την ηθική του σκλάβου και να ριψοκινδυνεύσουν την αποτίναξη αυτού που παράγει το κακό. Ποιος παράγει το κακό; «Το πνεύμα του βάρους», το πνεύμα όλων των θεωρημάτων και ιδεολογικών κατασκευών, που είχαν και έχουν ως έργο τους από τη μια πλευρά να παραπλανούν, να καταπιέζουν, να συνθλίβουν την ανθρώπινη ύπαρξη και από την άλλη να την παρηγορούν, προσφέροντας αφειδώς οίκτο και συμπόνια, εργατικότητα και πειθαρχία, συναίνεση και υποταγή. Με το να εισάγονται στη ζωή όλα τούτα τα χαρακτηριστικά, ρίχνουν τον άνθρωπο στα κάτεργα μιας βαθιάς άγνοιας και παράλληλα στον ωκεανό μιας αχαλίνωτης υπεροψίας. Το αποτέλεσμα είναι, ο ίδιος ο άνθρωπος να επιζητεί την εξουσία του δυνάστη του και δουλικά να μετατρέπει τον εαυτό του σε όχλο που αναπαράγει αυτή την εξουσία για λογαριασμό του δυνάστη του.

§5

Η ζωή του σκλάβου, όπως εκτέθηκε σε αδρές γραμμές πιο πάνω, είναι η καταστροφή της γης. Αντίθετα, η παρουσία του υπεράνθρωπου κυοφορεί το νόημα της γης. Τούτο σημαίνει πως ο υπεράνθρωπος δέχεται τον θάνατο του θεού και μαζί όλων εκείνων των ιερόσυλων πλασμάτων, που ομιλούν για επουράνιες προσδοκίες –μεταφορικά και κυριολεκτικά–, και στην πράξη περιφρονούν τη ζωή και όλους εκείνους τους εξαθλιωμένους, στο όνομα των οποίων διακηρύσσουν όλες αυτές τις «αξίες». Ο Υπεράνθρωπος αναδύεται από την ανάγκη να διερευνήσει το γίγνεσθαι του κόσμου και να μάθει τους ανθρώπους να γίνονται υπερ-άνθρωποι, να περιφρονούν την ευτυχία, με την τρέχουσα γλώσσα της καταναλωτικής ή μαζικής «ευτυχίας», η οποία δεν είναι τίποτε άλλο από «δυστυχισμένη καλοπέραση». Εάν λοιπόν η κατάσταση του ανθρώπου είναι μια άβυσσος, συγχρόνως αποτελεί, για τον υπεράνθρωπο, και ένα πέρασμα. Προς ποια κατεύθυνση; Προς τον ισχυρό ανεμοστρόβιλο του ανθρώπου , που διαρκώς βρίσκει την αλήθεια του στο να προχωρεί πέρα και πάνω από τον αυτο-εξουθενωμένο του εαυτό.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (380d-381e)

[380d] Τί δὲ δὴ ὁ δεύτερος ὅδε; ἆρα γόητα τὸν θεὸν οἴει εἶναι καὶ οἷον ἐξ ἐπιβουλῆς φαντάζεσθαι ἄλλοτε ἐν ἄλλαις ἰδέαις τοτὲ μὲν αὐτὸν γιγνόμενον, [καὶ] ἀλλάττοντα τὸ αὑτοῦ εἶδος εἰς πολλὰς μορφάς, τοτὲ δὲ ἡμᾶς ἀπατῶντα καὶ ποιοῦντα περὶ αὑτοῦ τοιαῦτα δοκεῖν, ἢ ἁπλοῦν τε εἶναι καὶ πάντων ἥκιστα τῆς ἑαυτοῦ ἰδέας ἐκβαίνειν;
Οὐκ ἔχω, ἔφη, νῦν γε οὕτως εἰπεῖν.
Τί δὲ τόδε; οὐκ ἀνάγκη, εἴπερ τι ἐξίσταιτο τῆς αὑτοῦ [380e] ἰδέας, ἢ αὐτὸ ὑφ᾽ ἑαυτοῦ μεθίστασθαι ἢ ὑπ᾽ ἄλλου;
Ἀνάγκη.
Οὐκοῦν ὑπὸ μὲν ἄλλου τὰ ἄριστα ἔχοντα ἥκιστα ἀλλοιοῦταί τε καὶ κινεῖται; οἷον σῶμα ὑπὸ σιτίων τε καὶ ποτῶν καὶ πόνων, καὶ πᾶν φυτὸν ὑπὸ εἱλήσεών τε καὶ ἀνέμων καὶ τῶν τοιούτων παθημάτων, οὐ τὸ ὑγιέστατον καὶ ἰσχυρότατον [381a] ἥκιστα ἀλλοιοῦται;
Πῶς δ᾽ οὔ;
Ψυχὴν δὲ οὐ τὴν ἀνδρειοτάτην καὶ φρονιμωτάτην ἥκιστ᾽ ἄν τι ἔξωθεν πάθος ταράξειέν τε καὶ ἀλλοιώσειεν;
Ναί.
Καὶ μήν που καὶ τά γε σύνθετα πάντα σκεύη τε καὶ οἰκοδομήματα καὶ ἀμφιέσματα κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον τὰ εὖ εἰργασμένα καὶ εὖ ἔχοντα ὑπὸ χρόνου τε καὶ τῶν ἄλλων παθημάτων ἥκιστα ἀλλοιοῦται.
Ἔστι δὴ ταῦτα.
[381b] Πᾶν δὴ τὸ καλῶς ἔχον ἢ φύσει ἢ τέχνῃ ἢ ἀμφοτέροις ἐλαχίστην μεταβολὴν ὑπ᾽ ἄλλου ἐνδέχεται.
Ἔοικεν.
Ἀλλὰ μὴν ὁ θεός γε καὶ τὰ τοῦ θεοῦ πάντῃ ἄριστα ἔχει.
Πῶς δ᾽ οὔ;
Ταύτῃ μὲν δὴ ἥκιστα ἂν πολλὰς μορφὰς ἴσχοι ὁ θεός.
Ἥκιστα δῆτα.
Ἀλλ᾽ ἆρα αὐτὸς αὑτὸν μεταβάλλοι ἂν καὶ ἀλλοιοῖ;
Δῆλον, ἔφη, ὅτι, εἴπερ ἀλλοιοῦται.
Πότερον οὖν ἐπὶ τὸ βέλτιόν τε καὶ κάλλιον μεταβάλλει ἑαυτὸν ἢ ἐπὶ τὸ χεῖρον καὶ τὸ αἴσχιον ἑαυτοῦ;
[381c] Ἀνάγκη, ἔφη, ἐπὶ τὸ χεῖρον, εἴπερ ἀλλοιοῦται· οὐ γάρ που ἐνδεᾶ γε φήσομεν τὸν θεὸν κάλλους ἢ ἀρετῆς εἶναι.
Ὀρθότατα, ἦν δ᾽ ἐγώ, λέγεις. καὶ οὕτως ἔχοντος δοκεῖ ἄν τίς σοι, ὦ Ἀδείμαντε, ἑκὼν αὑτὸν χείρω ποιεῖν ὁπῃοῦν ἢ θεῶν ἢ ἀνθρώπων;
Ἀδύνατον, ἔφη.
Ἀδύνατον ἄρα, ἔφην, καὶ θεῷ ἐθέλειν αὑτὸν ἀλλοιοῦν, ἀλλ᾽ ὡς ἔοικε, κάλλιστος καὶ ἄριστος ὢν εἰς τὸ δυνατὸν ἕκαστος αὐτῶν μένει ἀεὶ ἁπλῶς ἐν τῇ αὑτοῦ μορφῇ.
Ἅπασα, ἔφη, ἀνάγκη ἔμοιγε δοκεῖ.
[381d] Μηδεὶς ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ ἄριστε, λεγέτω ἡμῖν τῶν ποιητῶν, ὡς—
θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσι,
παντοῖοι τελέθοντες, ἐπιστρωφῶσι πόληας·
μηδὲ Πρωτέως καὶ Θέτιδος καταψευδέσθω μηδείς, μηδ᾽ ἐν τραγῳδίαις μηδ᾽ ἐν τοῖς ἄλλοις ποιήμασιν εἰσαγέτω Ἥραν ἠλλοιωμένην, ὡς ἱέρειαν ἀγείρουσαν—
Ἰνάχου Ἀργείου ποταμοῦ παισὶν βιοδώροις·
[381e] καὶ ἄλλα τοιαῦτα πολλὰ μὴ ἡμῖν ψευδέσθων. μηδ᾽ αὖ ὑπὸ τούτων ἀναπειθόμεναι αἱ μητέρες τὰ παιδία ἐκδειματούντων, λέγουσαι τοὺς μύθους κακῶς, ὡς ἄρα θεοί τινες περιέρχονται νύκτωρ πολλοῖς ξένοις καὶ παντοδαποῖς ἰνδαλλόμενοι, ἵνα μὴ ἅμα μὲν εἰς θεοὺς βλασφημῶσιν, ἅμα δὲ τοὺς παῖδας ἀπεργάζωνται δειλοτέρους.
Μὴ γάρ, ἔφη.
Ἀλλ᾽ ἆρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, αὐτοὶ μὲν οἱ θεοί εἰσιν οἷοι μὴ μεταβάλλειν, ἡμῖν δὲ ποιοῦσιν δοκεῖν σφᾶς παντοδαποὺς φαίνεσθαι, ἐξαπατῶντες καὶ γοητεύοντες;
Ἴσως, ἔφη.

***
[380d] Τώρα τί λες γι᾽ αυτόν τον δεύτερο; πιστεύεις τάχα πως ο θεός είναι κανένας μάγος, ώστε, όπως του καταβαίνει στη φαντασία, να παρουσιάζεται σε πολλές και διάφορες μορφές και άλλοτε να γίνεται άλλο και να μεταβάλλει το είδος του σε διάφορα σχήματα, άλλοτε πάλι ν᾽ απατά τις αισθήσεις μας και να μας φαίνεται τέτοιος ή τέτοιος, ή ότι είναι ο πιο μονός απ᾽ όλα τα όντα κι ολιγότερο από καθετί άλλο αλλάζει τη μορφή του;
Δεν μπορώ να σου απαντήσω έτσι αμέσως τώρα.
Τουλάχιστον σ᾽ αυτό; δεν είναι ανάγκη, όταν ένα πράγμα βγαίνει από την αρχική του [380e] μορφή, να προέρχεται αυτή η μεταβολή ή από τον ίδιο τον εαυτό του ή από κανέναν άλλο;
Και βέβαια.
Τα άριστα όμως πράγματα δεν αλλοιώνονται και δεν επηρεάζουνται ολιγότερο από τις εξωτερικές αφορμές; Λόγου χάριν· τα σώματα τα πιο γερά και δυνατά [381a] δεν αλλοιώνουνται ολιγότερο από τις τροφές και τα πιοτά και τους κόπους, καθώς επίσης και τα φυτά από τα ηλιοκάματα και τους ανέμους και από άλλες τέτοιες επιδράσεις;
Πώς όχι;
Και η ψυχή επίσης δε θα ταραχθεί και δε θ᾽ αλλοιωθεί τόσο ολιγότερο από μια εξωτερική επίδραση όσο περισσότερο γενναία και φρόνιμη είναι;
Ναι.
Αλλά βέβαια και τα κατασκευάσματα ακόμη του ανθρώπου, σκεύη και οικοδομήματα, κατά τον ίδιο λόγο, όσα είναι καλά κατασκευασμένα και από καλά υλικά, πολύ ολιγότερο αλλοιώνουνται από την πολυκαιρία και από άλλες εξωτερικές φθορές.
Έτσι είναι.
[381b] Ώστε και γενικώς, κάθε πράγμα τέλειο είτε από τη φύση, είτε από τέχνη, είτε κι απ᾽ τα δυο μαζί, επιδέχεται τη μικρότερη μεταβολή απ᾽ έξω από ένα άλλο.
Έτσι φαίνεται.
Ο θεός όμως, και όλα που αναφέρουνται στο θεό, είναι κατά πάντα τέλειος.
Πώς όχι;
Ώστε απ᾽ αυτή την έποψη δεν είναι καθόλου δυνατό να παίρνει ο θεός πολλές μορφές.
Καθόλου πραγματικώς.
Αλλά μήπως τάχα θα ήταν δυνατό να μεταβάλλει και να αλλοιώνει ο ίδιος τον εαυτό του;
Είναι φανερό πως έτσι μόνο θα μπορούσε ν᾽ αλλοιωθεί, αν αλλοιώνεται.
Και μεταβάλλει τάχα τον εαυτό του στο καλύτερο και ωραιότερο, ή στο χειρότερο και ασχημότερο;
[381c] Ανάγκη στο χειρότερο, αφού αλλοιώνεται· γιατί δεν μπορούμε να πούμε πως του λείπει του θεού καμιά ομορφιά ή τελειότης.
Πολύ σωστά το λες· και αφού έτσι πραγματικώς είναι, φαντάζεσαι ποτέ, Αδείμαντε, πως θα ήταν δυνατό κανείς, ή θεός ή άνθρωπος, να θελήσει μόνος του να κάμει χειρότερο τον εαυτό του σε ό,τι να ᾽ναι;
Αδύνατο.
Αδύνατο λοιπόν να θελήσει ο θεός να αλλοιώσει τον εαυτό του, αλλά καθένας απ᾽ αυτούς έτσι που είναι, καθώς φαίνεται, όσο γίνεται τελειότατος και ωραιότατος, έτσι μένει πάντα μονός και αμετάβλητος στη δική του τη μορφή.
Ανάγκη πάσα, πιστεύω κι εγώ.
[381d] Κανείς λοιπόν ποιητής να μην τολμήσει να μας λέγει, πως
ξένη οι θεοί παίρνουν μορφή, σαν τάχα ξωμερίτες
κι αλλιώτικοι, λογής κοπής, γυρνούν τις πολιτείες.
μήτε να μας ψευτολογά για τις μεταμορφώσεις του Πρωτέως και της Θέτιδος, μηδέ να μας παρουσιάζει στις τραγωδίες και σ᾽ άλλα ποιήματα την Ήρα μεταλλαγμένη σε ιέρεια να μαζεύει ελέη
για τα μακάρια τα παιδιά του ποταμού τού Ινάχου·
[381e] και άλλα πολλά τέτοια ψευδολογήματα να μας αραδιάζουν. Κι ας προσέξουν ακόμα κι οι μητέρες να μη γίνουνται θύματα της ευπιστίας των και να κάθουνται να τρομάζουν με τέτοια κακά παραμύθια τα παιδιά των, πως τάχα οι θεοί παίρνουν διάφορες ξένες μορφές και τριγυρνούν τις νύχτες, για να μη λένε τέτοιες βλαστημίες για τους θεούς και κάνουν συγχρόνως και τα παιδιά των δειλότερα.
Ναι, ν᾽ απαγορευθούν.
Μα, δεν μπορεί τάχα, οι ίδιοι οι θεοί να μην είναι δυνατό πραγματικώς να μεταβάλλουνται, εμάς όμως να μας εξαπατούν και να μαγεύουν τις αισθήσεις μας, ώστε να φανταζόμαστε πως παρουσιάζουνται εμπρός μας με διάφορες μορφές;
Ίσως κι αυτό.