Δευτέρα 2 Μαΐου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (23.108-23.160)

Ὣς φάτο, τοῖσι δὲ πᾶσιν ὑφ᾽ ἵμερον ὦρσε γόοιο·
μυρομένοισι δὲ τοῖσι φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠὼς
110 ἀμφὶ νέκυν ἐλεεινόν. ἀτὰρ κρείων Ἀγαμέμνων
οὐρῆάς τ᾽ ὄτρυνε καὶ ἀνέρας ἀξέμεν ὕλην
πάντοθεν ἐκ κλισιῶν· ἐπὶ δ᾽ ἀνὴρ ἐσθλὸς ὀρώρει,
Μηριόνης, θεράπων ἀγαπήνορος Ἰδομενῆος.
οἱ δ᾽ ἴσαν ὑλοτόμους πελέκεας ἐν χερσὶν ἔχοντες
115 σειράς τ᾽ εὐπλέκτους· πρὸ δ᾽ ἄρ᾽ οὐρῆες κίον αὐτῶν.
πολλὰ δ᾽ ἄναντα κάταντα πάραντά τε δόχμιά τ᾽ ἦλθον·
ἀλλ᾽ ὅτε δὴ κνημοὺς προσέβαν πολυπίδακος Ἴδης,
αὐτίκ᾽ ἄρα δρῦς ὑψικόμους ταναήκεϊ χαλκῷ
τάμνον ἐπειγόμενοι· ταὶ δὲ μεγάλα κτυπέουσαι
120 πῖπτον· τὰς μὲν ἔπειτα διαπλήσσοντες Ἀχαιοὶ
ἔκδεον ἡμιόνων· ταὶ δὲ χθόνα ποσσὶ δατεῦντο
ἐλδόμεναι πεδίοιο διὰ ῥωπήϊα πυκνά.
πάντες δ᾽ ὑλοτόμοι φιτροὺς φέρον· ὧς γὰρ ἀνώγει
Μηριόνης, θεράπων ἀγαπήνορος Ἰδομενῆος.
125 κὰδ δ᾽ ἄρ᾽ ἐπ᾽ ἀκτῆς βάλλον ἐπισχερώ, ἔνθ᾽ ἄρ᾽ Ἀχιλλεὺς
φράσσατο Πατρόκλῳ μέγα ἠρίον ἠδὲ οἷ αὐτῷ.
Αὐτὰρ ἐπεὶ πάντῃ παρακάββαλον ἄσπετον ὕλην,
ἥατ᾽ ἄρ᾽ αὖθι μένοντες ἀολλέες. αὐτὰρ Ἀχιλλεὺς
αὐτίκα Μυρμιδόνεσσι φιλοπτολέμοισι κέλευσε
130 χαλκὸν ζώννυσθαι, ζεῦξαι δ᾽ ὑπ᾽ ὄχεσφιν ἕκαστον
ἵππους· οἱ δ᾽ ὄρνυντο καὶ ἐν τεύχεσσιν ἔδυνον,
ἂν δ᾽ ἔβαν ἐν δίφροισι παραιβάται ἡνίοχοί τε,
πρόσθε μὲν ἱππῆες, μετὰ δὲ νέφος εἵπετο πεζῶν,
μυρίοι· ἐν δὲ μέσοισι φέρον Πάτροκλον ἑταῖροι.
135 θριξὶ δὲ πάντα νέκυν καταείνυσαν, ἃς ἐπέβαλλον
κειρόμενοι· ὄπιθεν δὲ κάρη ἔχε δῖος Ἀχιλλεὺς
ἀχνύμενος· ἕταρον γὰρ ἀμύμονα πέμπ᾽ Ἄϊδόσδε.
Οἱ δ᾽ ὅτε χῶρον ἵκανον ὅθι σφισι πέφραδ᾽ Ἀχιλλεύς,
κάτθεσαν, αἶψα δέ οἱ μενοεικέα νήεον ὕλην.
140 ἔνθ᾽ αὖτ᾽ ἄλλ᾽ ἐνόησε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς·
στὰς ἀπάνευθε πυρῆς ξανθὴν ἀπεκείρατο χαίτην,
τήν ῥα Σπερχειῷ ποταμῷ τρέφε τηλεθόωσαν·
ὀχθήσας δ᾽ ἄρα εἶπεν ἰδὼν ἐπὶ οἴνοπα πόντον·
«Σπερχεί᾽, ἄλλως σοί γε πατὴρ ἠρήσατο Πηλεύς,
145 κεῖσέ με νοστήσαντα φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν
σοί τε κόμην κερέειν ῥέξειν θ᾽ ἱερὴν ἑκατόμβην,
πεντήκοντα δ᾽ ἔνορχα παρ᾽ αὐτόθι μῆλ᾽ ἱερεύσειν
ἐς πηγάς, ὅθι τοι τέμενος βωμός τε θυήεις.
ὣς ἠρᾶθ᾽ ὁ γέρων, σὺ δέ οἱ νόον οὐκ ἐτέλεσσας.
150 νῦν δ᾽ ἐπεὶ οὐ νέομαί γε φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν,
Πατρόκλῳ ἥρωϊ κόμην ὀπάσαιμι φέρεσθαι.»
Ὣς εἰπὼν ἐν χερσὶ κόμην ἑτάροιο φίλοιο
θῆκεν, τοῖσι δὲ πᾶσιν ὑφ᾽ ἵμερον ὦρσε γόοιο.
καί νύ κ᾽ ὀδυρομένοισιν ἔδυ φάος ἠελίοιο,
155 εἰ μὴ Ἀχιλλεὺς αἶψ᾽ Ἀγαμέμνονι εἶπε παραστάς·
«Ἀτρεΐδη, σοὶ γάρ τε μάλιστά γε λαὸς Ἀχαιῶν
πείσονται μύθοισι, γόοιο μὲν ἔστι καὶ ἆσαι,
νῦν δ᾽ ἀπὸ πυρκαϊῆς σκέδασον καὶ δεῖπνον ἄνωχθι
ὅπλεσθαι· τάδε δ᾽ ἀμφὶ πονησόμεθ᾽ οἷσι μάλιστα
160 κήδεός ἐστι νέκυς· παρὰ δ᾽ οἵ τ᾽ ἀγοὶ ἄμμι μενόντων.»

***
Είπε και εις όλους κίνησε τον πόθον των δακρύων·
κι η αυγή τους ήβρε ολόγυρα στο λείψανο να κλαίουν.
110 Και τότε απ᾽ όλες τες σκηνές, ως όρισεν ο Ατρείδης,
άνδρες με τα μουλάρια τους κινούσαν για τον λόγγον
να φέρουν ξύλα, κι έφορος ο εξαίσιος Μηριόνης
του πολεμάρχου ακόλουθος, μεγάλου Ιδομενέως·
και αξίνες και καλόπλεκτα σχοινιά βαστούσαν όλοι
115 με τα μουλάρια τους εμπρός, και ανεβοκατεβήκαν
ράχες πολλές, λοξά, στριφτά μέσ᾽ στ᾽ άγρια μονοπάτια.
Και ότ᾽ έφθασαν στα σύλλακκα της δροσισμένης Ίδης
γοργά τα υψηλά δρυά μ᾽ ακονητές αξίνες
έκοφταν και, όπως έπεφταν τα δένδρ᾽, αχούσε ο τόπος.
120 Και, αφού τα εσχίζαν, έδεναν τα ξύλα στα μουλάρια·
και από τον λόγγον πρόθυμα να φθάσουν στην πεδιάδα
εκείνα ετετραπόδιζαν· και ακόμ᾽ οι ξυλοκόποι
φέρνουν γογγύλι᾽ επάνω τους, ως είπε ο Μηριόνης,
του Ιδομενέως οπαδός· κατόπιν στ᾽ ακρογιάλι
125 τα έβαζαν αραδιαστά στο μέρος, που ο Πηλείδης
μνήμα να στήσει εσκέφθηκεν αυτού και του Πατρόκλου·
και αφού με ξύλ᾽ αμέτρητα τον τόπον εσκεπάσαν
καθήμενοι επερίμεναν· ωστόσον ο Πηλείδης
τους Μυρμιδόνας πρόσταξε να ζώσουν τα άρματά τους,
130 και κάτω από τες άμαξες να ζέψουν να πουλάρια·
και αρματωμένοι ανέβηκαν στ᾽ αμάξια οι κυβερνήτες
και οι μαχηταί στο πλάγι τους, και οπίσω ακολουθούσαν
σαν μαύρο σύγνεφο οι πεζοί· εβάσταζαν στην μέσην
τον Πάτροκλον οι σύντροφοι και όλον με τα κομμένα
135 μαλλιά τους τον εσκέπασαν, και οπίσω τού βαστούσε
την κεφαλήν ο ισόθεος Πηλείδης, πικραμένος
που σύντροφον εξαίσιον στον Άδη προβοδούσε.
Και όταν στο μέρος έφθασαν που έδειξε ο Πηλείδης
τον βάλαν κάτω και άφθονα του εστοίβασαν τα ξύλα.
140 Τότ᾽ άλλο εσκέφθη ο Αχιλλεύς· απ᾽ την πυράν εστράφη,
την ξανθήν κόμην έκοψε που την καλλιεργούσε
του ποταμού του Σπερχειού καλήν να την προσφέρει.
Κι είπε με πόνον της καρδιάς κοιτώντας τα πελάγη:
«Άλλα σου ευχήθη, ω Σπερχειέ, το στόμα του πατρός μου
145 όταν εκεί θα εγύριζα στην γην την πατρικήν μου,
να δώσει εσέ την κόμην μου και αγίαν εκατόμβην,
και αυτού στο κτήμα, στες πηγές, πόχεις βωμόν ευώδη
πεντήκοντ᾽ αμουνούχιστα κριάρια να μου σφάξει.
Αλλά συ δεν εκτέλεσες αυτά που ευχήθη ο γέρος·
150 τώρ᾽ αφού δεν θα ξαναϊδώ την ποθητήν πατρίδα
ας πάρει ο ήρως Πάτροκλος την κόμην μου στον Άδη».
Είπε, την κόμην έβαλε στου αγαπημένου φίλου
τα χέρια και όλους έκαμε τα δάκρυα ν᾽ αρχινήσουν.
Και ο ήλιος θα βασίλευε και ακόμη αυτοί θα κλαίαν,
155 εάν στον Αγαμέμνονα δεν έλεγε ο Πηλείδης:
«Ατρείδη, επειδή πρόθυμα των Αχαιών τα πλήθη
στους λόγους όλα πείθονται, και ο θρήνος κόρον φέρνει
απ᾽ την πυράν να σκορπισθούν και δείπνον να ετοιμάσουν
ειπέ τους· κι έπειτ᾽ όλοι εμείς, που τον νεκρόν πονούμε,
160 όλα θα συγυρίσομε και οι πολεμάρχοι ας μείνουν».

ΛΙΒΑΝΙΟΣ: ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΝΑΩΝ

Σε μια εποχή που η ανθρωπότητα διάβαινε το κατώφλι του Μεσαίωνα, ο Λιβάνιος υπερασπίστηκε τον Ελληνικό πολιτισμό και, παραμένοντας πεισματικά εθνικός, επέλεξε την οδό της αντιπαράθεσης με τον μισαλλόδοξο σκοταδισμό των πιστών του χριστιανικού δόγματος.

Στην Ελλάδα, το όνομα και το έργο του παραμένουν εδώ και αιώνες στην αφάνεια και η «επίσημη» φιλολογία τον αγνοεί σκανδαλωδώς…

Ως Έλληνας διανοούμενος, ο Λιβάνιος δεν διακατεχόταν από κανενός είδους αποστολικό ζήλο [Ο θρησκευτικός αποστολικός ζήλος δεν υπήρξε ποτέ γνώρισμα του Ελληνισμού -αντιθέτως, είναι το κύριο γνώρισμα του Ιουδαϊσμού και των αιρέσεών του. Ο Ελληνισμός ως τρόπος κοσμοθεώρησης και στάση ζωής, δεν προπαγανδίζεται ώστε να γίνει αντικείμενο μαζικής πίστης.] και έτρεφε την ψευδαίσθηση ότι αρκούσε να γίνει κανείς κοινωνός της Ελληνικής παιδείας ώστε να αναγνωρίσει την ανωτερότητά της διά βίου.

Από την πλευρά τους, οι χριστιανοί έβλεπαν στο πρόσωπο του Λιβάνιου τον ιδεώδη δάσκαλο, εκείνον που θα τους παρείχε τα εφόδια ώστε να ξεφύγουν από την πνευματική μιζέρια και να ανοιχτούν στην κοινωνία ως ισοδύναμοι των εθνικών. Έτσι, από τα χέρια του Λιβάνιου πέρασε ο αξιολογώτερος χριστιανός όλων των εποχών, ο Μέγας Βασίλειος, καθώς και το μετέπειτα «βαρύ πυροβολικό» του Xριστιανισμού, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος (βρομόστομος)

Ο τελευταίος δεν δίστασε αργότερα να επιτεθεί στον Λιβάνιο, λούζοντάς τον με βρισιές που μόνο από ένα «χρυσό στόμα» δεν θα περίμενε κανείς να βγουν: «Ω μιαρέ… Ω ληρόσοφε… Άθλιε και ταλαίπωρε».

Ο Χρυσόστομος βρίζει τον παλιό του δάσκαλο επειδή ο δεύτερος θρήνησε για τον εμπρησμό του ναού του Απόλλωνα στη Δάφνη. Στον λόγο του «Εις τον Άγιον Βαβύλαν», οργίζεται με τον Λιβάνιο που τόλμησε να πει ότι την φωτιά την έβαλε ανθρώπινο χέρι, και υποστηρίζει (ο Χρυσόστομος) ότι τον ναό τον έκαψε ο ίδιος ο θεός των χριστιανών. Και συμπεραίνει: «Πράγματι, οι Έλληνες είναι πάντα παιδιά· δεν υπάρχει ώριμος Έλληνας» -κι αυτό επειδή δεν πίστευαν, όπως εκείνος, ότι δράστης του εμπρησμού ήταν ο Θεός…


Αντιθέτως, με τον Μέγα Βασίλειο ο Λιβάνιος διατηρούσε ειλικρινή φιλία… Ύστερα από μια περίοδο διακοπής της αλληλογραφίας που διατηρούσαν, ο Βασίλειος γράφει: «Αν σκεφτώ ότι παρ’ όλο που ζεις μες στα γράμματα παραλείπεις να μου γράψεις, δεν έχω παρά να το πάρω απόφαση ότι με έχεις ξεχάσει. Αν σωπαίνεις εσύ που τό ‘χεις τόσο εύκολο να μιλάς και να γράφεις, είναι φανερό ότι αυτό οφείλεται είτε στην υπεροψία είτε στη λήθη. Εγώ όμως σ’ αυτή σου τη σιωπή απαντώ με την προσαγόρευσή μου: Χαίρε, λοιπόν, αξιότιμε, κι αν θες γράψε μου κι αν δεν σ’ αρέσει μη μου γράφεις». Η αλληλογραφία, συνεχίστηκε, άγνωστο όμως μέχρι πότε.

Το +386, τα πάντα έχουν πια κριθεί προ πολλού… Μία από τις συγκλονιστικότερες στιγμές της Ελληνικής ιστορίας: Ο πολιτισμός που επί μία χιλιετία λάμπρυνε την ανθρωπότητα, εκπροσωπείται τώρα από έναν μοναχικό γέροντα που βλέποντας τα πάντα γύρω του να γκρεμίζονται, βρήκε το θάρρος να ορθώσει το ανάστημά του και να απευθυνθεί στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο, ηθικό αυτουργό των καταστροφών.

Ο Λιβάνιος ήταν ένας από τους λίγους εθνικούς διανοούμενους που βγήκαν ζωντανοί από τις σφαγές της δεκαετίας του 370.

Χάρις στο κύρος του και την ανοχή που απολάμβανε επί τρεις δεκαετίες (μιας και ως φιλόλογος, ήταν πολύτιμος δάσκαλος για τους νεαρούς χριστιανούς), ο Λιβάνιος κατά κάποιον τρόπο, είχε το ένα πόδι χωμένο στην πόρτα εμποδίζοντας την εξουσία να του την κλείσει κατάμουτρα. Εξαντλεί λοιπόν όλα τα περιθώρια ανοχής, που όπως διαπιστώνει κανείς είναι πολύ στενά: Δεν του μένει παρά να καταφύγει σε δικονομικά επιχειρήματα αλλά και να επισημάνει στον θρησκόληπτο Θεοδόσιο ότι είναι προς το οικονομικό του συμφέρον να αφήσει απείραχτους τους Ελληνικούς ναούς, ότι τα αγάλματα χάρη στην αισθητική τους αξία δεν θα ‘πρεπε να καταστραφούν, ότι ένας ναός μπορεί να στεγάσει μία δημόσια υπηρεσία, ότι οι εθνικοί είναι δουλευτάδες και παράγουν πλούτο, ενώ οι χριστιανοί είναι κηφήνες και κοινωνικά παράσιτα.

Όμως «εις μάτην», όπως έγραψε ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος: «Εις μάτην ο περιώνυμος σοφιστής Λιβάνιος επ’ ελπίδι του να συγκινήση την ψυχήν του Θεοδοσίου, περιέγραψε τα παθήματα του Αρχαίου θρησκεύματος… Η φωνή αύτου δεν εισηκούσθη και το έργον της καταστροφής εξηκολούθησε» και εξακολουθεί μέχρι και σήμερα...!

Tίποτα δε λύνεται με τη σιωπή

Έχω δει πολλούς θυμωμένους ανθρώπους να μην δέρνουν, να μην απειλούν, να μην βρίζουν, να μην κατηγορούν.

Κάνουν όμως μούτρα, βυθίζονται στη μιζέρια τους, βλέπουν τηλεόραση με τις ώρες, βγαίνουν για περίπατο και δε μιλούν σε κανέναν.

Οι μεγάλοι περίπατοι δεν τους βοηθούν σε τίποτα. Τους κάνουν μελαγχολικούς και κατηφείς.

Αν κάποιος τους ρωτήσει τι συμβαίνει, αυτοί συνήθως λένε «Τίποτα» ή «Άμα δεν καταλαβαίνεις από μόνος σου, τι να σου πω» ή «Θέλω να μείνω για λίγο μόνος μου.»

Αυτοί δεν κάνουν διάλειμμα.

Διάλειμμα σημαίνει να ηρεμήσεις, για να μπορέσεις να μιλήσεις μετά.

Αυτό είναι διαφορετικό.

Είναι άμεση χρήση θυμού.

Σκοπός είναι να πληγώσεις κάποιον, να τον τιμωρήσεις και το όπλο είναι η σιωπή.

Η σιωπή λέει στους άλλους ότι δεν αξίζει ούτε καν να τους μιλήσεις.

Τα περισσότερα είδη θυμού είναι θυμός που βράζει.

Αυτός εδώ δεν είναι έτσι.

Αυτός ο θυμός είναι παγωμένος.

Μπορεί πολύ εύκολα να μετατραπεί σε αποστροφή και μίσος.

Το βασικότερο πρόβλημα στην περίπτωση αυτή είναι ότι τίποτα δε λύνεται με τη σιωπή.

Να λες στους άλλους τι σε ενοχλεί.

Να είσαι ευθύς, συγκεκριμένος και ευγενικός.

Τέλος η αδιαφορία, κομμένα και τα κηρύγματα.

Απλά πες την αλήθεια. «Αγάπη μου, είμαι θυμωμένος επειδή είπες ότι θα γυρίσεις σπίτι στις δέκα και τώρα είναι μεσάνυχτα.»

Αυτό ήταν όλο. Δε χρειάζεται να παραμένεις σιωπηλός και ταυτόχρονα θυμωμένος με τις ώρες.

Να είσαι συγκεκριμένος.

Μην είσαι αόριστος.

Να είσαι ευγενικός.

Ευγενικός σημαίνει να έχεις καλούς τρόπους με τους άλλους.

Οι ευγενικοί άνθρωποι είναι διακριτικοί και προσέχουν τους τρόπους τους, δηλαδή είναι το αντίθετο από τους αγενείς και τους χοντροκομμένους.

Μπορείς να είσαι ευγενικός ακόμα κι όταν είσαι θυμωμένος…

Δεν προσελκύεις πάντα αυτό που είσαι, αλλά ανθρώπους που έχουν ανάγκη να συναντήσουν αυτό που είσαι

Τίποτα δεν είναι τυχαίο, κανένα γεγονός και καμία συνάντηση. Έτσι σήμερα έγινε μια τέτοια συνάντηση η οποία έφερε το δώρο που έρχεται να συμπληρώσει και να δώσει άλλο ένα πρίσμα στη συζήτηση για τους καθρέφτες.

Κάποτε έγραψε ο William Feather σε σχέση με το απόφθεγμα «έλκεις ό,τι είσαι»: «Τι κι αν είσαι καλός άνθρωπος και προσελκύεις κακούς; Τι κι αν είσαι ειλικρινής και προσελκύεις ψεύτες; Τι κι αν είσαι πιστός και προσελκύεις άπιστους; Τι κι αν είσαι συνειδητός προς το Θείο και προσελκύεις ανθρώπους που η καρδιά τους έχει πια σκληρύνει, έχει αδειάσει από πίστη και έχει γεμίσει με αμφιβολία για τα πάντα; Όχι, δεν προσελκύεις πάντα αυτό που είσαι, αλλά προσελκύεις ανθρώπους που είναι σε απεγνωσμένη ανάγκη να συναντήσουν αυτό που είσαι…»

Την επόμενη φορά λοιπόν που θα αναρωτηθείς γιατί έχεις τον «μαγνήτη», ή σκέφτεσαι ότι τραβάς προς εσένα ανθρώπους που νομίζεις ότι αντανακλούν κομμάτια που έχεις κι εσύ μέσα σου, άρα έχεις μερίδιο ευθύνης, σκέψου και αυτό:

Ίσως τελικά και να σε πλησιάζουν υποσυνείδητα γιατί έχεις μέσα σου και ακτινοβολείς στοιχεία, φως, ποιότητες και χαρακτήρα που χρειάζονται, πράγματα που τα έχουν χάσει, ή ξεχάσει κάπου στη διαδρομή. Ίσως τα πήραν κι από εκείνους κάποτε σε μια πολύ μικρή ή μεγαλύτερη ηλικία, πριν μάθουν να τα προστατεύουν.

Αυτό προφανώς και δεν σημαίνει πως θα γίνεις μάρτυρας ή χαλί για να σε πατήσουν. Όμως προσδίδει μία άλλη οπτική σ’ αυτές τις συναντήσεις. Το χρέος σου, εφόσον λοιπόν το αγκαλιάσεις είναι διπλό:

– Να μοιραστείς αυτά τα στοιχεία, κι αν υπάρχει πρόσφορο έδαφος να ανθίσει και να καρποφορήσει,

– αλλά όπως και να ‘χει, να θυμάσαι ποιος είσαι και να παραμείνεις στο κέντρο σου. Να μη δίνεις και αφαιρείς ή στερείς κομμάτια από εσένα, αλλά να τα μοιράζεσαι.

Το να μοιραζόμαστε κάποια πράγματα δεν σημαίνει ότι τα χάνουμε. Αρκεί να μη τα ξεριζώνουμε από μέσα μας όπως ένα φυτό από τη ρίζα. Αν έχει καρποφορήσει, μπορούμε να κάνουμε το κομμάτι μας, και να μοιραστούμε τους σπόρους, με διάκριση προς ένα γόνιμο έδαφος όχι βράχια, κρατώντας πάντα και για εμάς για την επόμενη σπορά, συγκομιδή, και μοίρασμα.

Πρέπει να γίνεις μικρό παιδί όχι πισωγυρνώντας, αλλά μεγαλώνοντας

Άκουσε αυτά τα λόγια και προσπάθησε να τα καταλάβεις. Θα σε βοηθήσουν πολύ στο μονοπάτι που τραβάς.

Ο άντρας, όταν μεθύσει, διαφεντεύεται από μικρό παιδί. Τρεκλίζει, μη ξέροντας που πάει, γιατί υγρή έχει την ψυχή.

Φαντάσου την εικόνα. Είναι πολύ συμβολική. Όταν μεθύσεις, πισωγυρνάς, στρέφεσαι προς τα πίσω, γίνεσαι ξανά μικρό παιδί. Το πισωγύρισμα όμως δεν είναι μεγάλωμα.

Πρέπει να γίνεις μικρό παιδί όχι πισωγυρνώντας, αλλά μεγαλώνοντας, μεγαλώνοντας προς τα μπρος, προς τα πάνω. Πρέπει να γίνεις παιδί, όχι προς τα πίσω, αλλά προς τα μπρος. Γυρνώντας πίσω, δεν κερδίζεις. Πέφτοντας πίσω, χάνεις. Όλο το μέσα σου σακατεύεται. Εξωτερικά μοιάζεις με ενήλικο και μέσα σου είσαι σα μικρό παιδί. Κι όχι παιδί, αλλά παιδαριώδης. Όχι αθώος, αλλά παμπόνηρος. Και βρίσκεται τόσο βαθιά η πονηριά σου, που δεν ξεγελάς τους άλλους, παρά κοροϊδεύεις τον εαυτό σου, τη συνειδητότητά σου, το ίδιο σου το μέλλον. Κοροϊδεύεις τις ίδιες τις δυνατότητες σου. Πισωγυρνάς.

Μέσα σου, κουβαλάς όλα τα στάδια που έχεις περάσει. Κάποτε ήσουν στη μήτρα κι ένα μέρος σου εκεί μένει ακόμα, γιατί δεν μπορείς να απαλλαγείς. Μεγαλώνεις απλώς και το παρελθόν γίνεται θεμέλιο της ύπαρξής σου.

Μέσα σου ζουν τα πάντα. Κι όχι μόνο από τη ζωή αυτή, μα κι από άλλες ζωές ζώων, από ζωές φυτών. Όλα υπάρχουν τίποτα δεν χάνεται. Κουβαλάς όλο σου το παρελθόν. Είσαι το παρελθόν σου. Όλο σου το παρελθόν υπάρχει και μπορείς να γυρίσεις προς τα πίσω. Κάθε στιγμή είναι δυνατό. Κι όταν είσαι μεθυσμένος, πισωγυρνάς. Όχι μόνο παιδί γίνεσαι, μα ακόμα και φυτό μπορείς να γίνεις.

Κοίτα το μεθυσμένο που κείτεται μες στις βρομιές του δρόμου. Δεν μοιάζει διόλου ανθρώπινος. ‘Έχει γυρίσει πίσω, φυτοζωεί. Δεν μπορείς ούτε καν ζωντανό να τον πεις. Μπορείς να τον πεις άνθρωπο; Τι ανθρώπινο έχει τούτη τη στιγμή πάνω του; Σε τι διαφέρει από ένα δέντρο; Η μόνη διαφορά τους προς στιγμήν είναι ότι το δέντρο βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση, μιας και τουλάχιστον δεν είναι μεθυσμένο. Κι αυτός ο άνθρωπος έχει πισωγυρίσει. Έχει γίνει σαν το δέντρο.

Μπορείς να μαστουρώσεις τόσο, που όπως λένε στη Δύση,να πετρώσεις απ’ το ναρκωτικό. Έφτασες στα έσχατα. Δεν είσαι καν φυτό. Είσαι σαν πέτρα, έχει χαθεί κάθε δυνατότητα μεταβολής. ‘Εφτασες στο χαμηλότερο σκαλί της σκάλας στον πάτο. Γύρισες πίσω εκατομμύρια χρόνια, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Και τότε μένεις αβοήθητος- ένας ηλίθιος. Συμπεριφέρεσαι σαν ηλίθιος, δεν ξέρεις τι σου γίνεται.

Ουσιαστικά δεν υπάρχεις. Απουσιάζεις.

Η παρουσία σου έχει χαθεί. Μέσα σου τώρα δεν υπάρχει κέντρο. Αυτή είναι η κατάσταση της υγρότητας: απουσία κέντρου ‘Εγινες σαν το νερό, δίχως κέντρο. Και το νερό ρέει παντού, δίχως κατεύθυνση, χωρίς εσωτερική ενότητα. Αν πεθάνεις αυτή τη στιγμή, ούτε καν θα καταλάβεις πώς πέθανες. Ό,τι κι αν συμβεί αυτή τη στιγμή, εσύ δεν θα το ξέρεις. Δεν υπάρχεις. Πρόκειται για χάσιμο της συνειδητότητας. ‘Εχεις καταπέσει τελείως, έφτασες στο βυθό.

Αυτό είναι εύκολο. Η ψυχή το χαίρεται, γιατί χαίρεται τα εύκολα. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια. Δεν είσαι υποχρεωμένος ν’ ακολουθήσεις κάποιο δρόμο. Εσύ δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτα. Καμιά ανάγκη ανησυχίας ούτε σκέψης, απλώς αφήνεσαι να πέφτεις. Δεν αποτελείς πια μέρος μιας αναπτυσσόμενης ύπαρξης, δεν είσαι μέρος τής ασταμάτητα εξελισσόμενης θεότητας. Έχεις χάσει τα πάντα.

Αυτή είναι η χειρότερη δυνατή κατάσταση. Και δεν φτάνεις σ’ αυτή μόνο μέσα από τα ναρκωτικά, αλλά και μέσα από πολλά άλλα. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το θυμάσαι. Μπορεί να μην πίνεις ποτά ούτε ναρκωτικά, αλλά υπάρχουν πολλά υποκατάστατα. Κάθε φυγή μπορεί να είναι ναρκωτικό.

Μπορεί να ψέλνεις την ίδια επωδό συνέχεια, δίχως επίγνωση του τι κάνεις, απλώς να ψέλνεις. Αν ψέλνεις συνεχώς, χωρίς επίγνωση του τι κάνεις, αυτό μπορεί να λειτουργήσει σαν αλκοόλ, σε φέρνει σε κατάσταση ασυνειδησίας. Θα νιώσεις μεγάλη απόλαυση, αλλά όχι μακαριότητα. Πέφτεις προς τα πίσω.

Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι. Το αλκοόλ του πολιτικού είναι η εξουσία, το κύρος. Όταν κανείς κερδίζει εξουσία, χάνει τις αισθήσεις του. Η εξουσία διαφθείρει απόλυτα, γιατί είναι ναρκωτικό. Όταν κατέχεις εξουσία, χάνεις τη συνειδητότητά σου, μεθάς. Κι αρχίζεις να κάνεις που ούτε τα ‘χες φανταστεί. Ούτε κι εσύ ο ίδιος θα πίστευες πως μπορείς να κάνεις τέτοια πράγματα.

Η εξουσία είναι ναρκωτικό, το μεγαλύτερο που γνώρισε ο κόσμος. Και το ωραίο είναι πως οι πολιτικοί που εχθρεύονται τα ναρκωτικά είναι οι μεγαλύτεροι ναρκομανείς. Κι εσείς επίσης μπορείτε να φτιάξετε το δικό σας ιδιωτικό ναρκωτικό.

Πλούτη! Κοίτα τι συμβαίνει όταν κανείς κερδίσει πλούτη. Δεν υπάρχει πια, απουσιάζει εντελώς! Κινείται, δουλεύει σκληρά, αλλά δεν ξέρει τι κάνει. Έχει τελείως χάσει τη συνειδητότητά του. Υπάρχουν επίσης τα ιδιωτικά ναρκωτικά. Μπορείς να γίνεις ζωγράφος, να γίνεις ποιητής και να ‘ναι αυτό για σένα φυγή.

Με οτιδήποτε ξεχνάς τον εαυτό σου, με οτιδήποτε ταυτίζεσαι, ό,τι κι αν είναι αυτό που κάνεις χάνεται η προσωπική σου μαρτυρία. Γίνεται ναρκωτικά. Κι αυτά ο Ηράκλειτος το αποκαλεί υγρότητα. Οι ψυχές ρέπουν προς την υγρή κατάσταση.

Καμιά προσπάθεια δεν χρειάζεται, καμιά αντιμετώπιση με την πραγματικότητα. Κρύβεσαι, δραπετεύεις, κλείνεις τα μάτια σαν τη στρουθοκάμηλο, δεν μπορείς να δεις τίποτα και είσαι ευτυχής. Αυτό το λες εσύ ευτυχία. Τέτοια ευτυχία όμως δεν διαρκεί. Είναι στιγμιαία.

Όταν ερωτεύεσαι, νιώθεις πολύ ευτυχισμένος. Κι αυτό είναι ναρκωτικό, ένα ναρκωτικό που δημιουργούν οι ορμόνες του σώματός σου, ένα βιολογικό ναρκωτικό. Η φύση το χρησιμοποιεί, γιατί δεν μπορεί να βασιστεί σ’ εσένα. Σκέψου, αν δεν υπήρχε ο έρωτας, ο κόσμος θα σταματούσε να υπάρχει, γιατί το σεξ από μόνο του δεν είναι τίποτα.

Αν μπορείς να αγαπήσεις συνειδητά -κι όχι σαν θύμα των τεχνασμάτων της φύσης- με μια αγάπη συνειδητή, τότε δεν ολισθαίνεις προς τα πάνω, αλλά ανυψώνεσαι. Τότε η αγάπη γίνεται δύναμη που σε ολοκληρώνει. Δεν σε διαλύει. Γίνεται επίγνωση. Τότε μέσα στη σχέση γίνεσαι όλο και πιο συνειδητός. Νοιάζεσαι για τον άλλον, μα δεν τον χρησιμοποιείς. Νοιάζεσαι και μοιράζεσαι, μα δεν κατέχεις. Ελευθερώνεις τον άλλον και με την απελευθέρωσή του ελευθερώνεσαι κι εσύ. Γίνεστε δυο συνταξιδιώτες σ’ ένα ανώτερο ταξίδι.

Ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας (υστερική προσωπικότητα)

Τι είναι η ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας

Η ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας (Histrionic Personality Disorder, HPD) είναι ένας τύπος δυσλειτουργικής προσωπικότητας, που χαρακτηρίζεται από ένα μοτίβο δραματικής και υπερβολικής επίδειξης συναισθημάτων. Αναφέρεται και ως υστερική διαταραχή προσωπικότητας, δραματική προσωπικότητα ή υστερική προσωπικότητα. Δε θα πρέπει να ταυτίζεται με την υστερία, μια διαταραχή που εκδηλώνεται με νευρολογικά συμπτώματα.

Η ιστριονική διαταραχή ανήκει στην Β Ομάδα (Cluster B) των διαταραχών προσωπικότητας. Οι διαταραχές που κατηγοριοποιούνται σε αυτή την ομάδα χαρακτηρίζονται από δραματική, έντονα συναισθηματική ή ασταθή συμπεριφορά, παρορμητικότητα και όλες σχετίζονται με δυσκολίες στη διατήρηση διαπροσωπικών σχέσεων. Εκτός από την ιστριονική, σε αυτή την ομάδα ανήκουν και η οριακή, η αντικοινωνική και η ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας.

Τα άτομα με ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας συχνά βλέπουν τον εαυτό τους ως ευαίσθητο και, προς τους άλλους, σε μία πρώτη γνωριμία, φαίνονται ζεστά και συναισθηματικά. Σύντομα, όμως, αυτό αλλάζει, καθώς μπορεί να γίνουν απαιτητικά και να φανούν επιπόλαια και ανειλικρινή. Διακατέχονται από εγωκεντρικότητα που τους εμποδίζει να συνάψουν και να διατηρήσουν σημαντικές συναισθηματικές σχέσεις. Ενώ μπορεί να φαίνονται ότι είναι άτομα δίχως ενσυναίσθηση, στην πραγματικότητα πρόκειται για άτομα με μειωμένη αυτεπίγνωση.

Χαρακτηριστικά στοιχεία ιστριονικής προσωπικότητα
Σύμφωνα με το DSM-5, για τη διάγνωση της ιστριονικής διαταραχής θα πρέπει να πληρούνται τουλάχιστον 5 από τα παρακάτω κριτήρια:
  • Το άτομο νιώθει άβολα όταν δεν αποτελεί το επίκεντρο της προσοχής
  • Οι κοινωνικές συναναστροφές, συχνά, χαρακτηρίζονται από απρόσφορη, σαγηνευτική ή προκλητική συμπεριφορά
  • Εκδηλώσεις ευμετάβλητης και ρηχής έκφρασης συναισθημάτων
  • Χρήση της εξωτερικής εμφάνισης για την προσέλκυση της προσοχής των άλλων
  • Περίπλοκος και υπερβολικά εντυπωσιακός τρόπος ομιλίας με έλλειψη λεπτομερειών ή επιχειρηματολογίας
  • Αυτοδραματοποίηση, θεατρινισμός και υπερβολική έκφραση συναισθημάτων
  • Υποβολιμότητα, επηρεάζεται εύκολα από τους άλλους (και μόδες της εποχής) και γενικά από τις καταστάσεις
  • Θεωρεί τις διαπροσωπικές του σχέσεις πιο στενές απ’ ότι είναι στην πραγματικότητα
  • Σε πολλές περιπτώσεις, τα άτομα με ιστριονική διαταραχή παρουσιάζουν αξιόλογες κοινωνικές δεξιότητες∙ Ωστόσο, τείνουν να χρησιμοποιούν αυτές τις δεξιότητες για να χειραγωγούν τους άλλους, με σκοπό να λάβουν φροντίδα και προσοχή.
Επιπλέον, πολλές φορές, φαίνονται να είναι σαγηνευτικά ή προκλητικά, όχι μόνο προς κάποιο πρόσωπο που τα ενδιαφέρει, αλλά και προς άλλους, σε ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών ή επαγγελματικών πλαισίων, με τρόπο που ενδέχεται να μην αρμόζει στις περιστάσεις. Η σεξουαλικοποίηση είναι ένας τρόπος λειτουργίας αμυντικός ως προς το άγχος απόρριψης.

Άλλοι μηχανισμοί άμυνας στην υστερική προσωπικότητα είναι η απώθηση και η παλινδρόμηση. Όταν είναι ανασφαλείς, φοβούνται την απόρριψη ή αντιμετωπίζουν μια πρόκληση που διεγείρει ασυνείδητο φόβο, μπορεί να παλινδρομήσουν σε παιδικόμορφη συμπεριφορά, στην προσπάθειά τους να αποκρούσουν δυνητικούς (ή φαντασιακούς) κακοποιητές.

Οι υστερικοί χαρακτήρες αισθάνονται αμήχανα ή δυσάρεστα όταν δεν αποτελούν το επίκεντρο της προσοχής και μπορεί να προσφύγουν σε δραματικές ή ανάρμοστες εκδηλώσεις, με σκοπό να προκαλέσουν την προσοχή των άλλων, για παράδειγμα, μπορεί να διηγηθούν φανταστικές ιστορίες ή να κάνουν σκηνή (APA, 2013).

Αν και τα άτομα με υστερική προσωπικότητα μπορεί να θεωρηθούν ελεγκτικά και χειριστικά, η υποκειμενική τους κατάσταση είναι ακριβώς το αντίθετο. Οι χειρισμοί που πραγματοποιούνται από άτομα με υστερική δομή είναι, σε έντονη αντίθεση με τους ελιγμούς των ψυχοπαθών ατόμων, δευτερεύοντες στην προσπάθειά τους για ασφάλεια και αποδοχή. Η χειραγώγηση των άλλων είναι η έκφραση προσπαθειών να επιτύχουν μια νησίδα ασφάλειας σε έναν τρομακτικό κόσμο, να σταθεροποιήσουν την αυτοεκτίμηση τους, να εκφράσουν ασυνείδητη εχθρότητα ή κάποιο συνδυασμό αυτών των κινήτρων.

Ο υστερικός χαρακτήρας μπορεί, ακόμη, να:
  • Έχει έντονη ανάγκη για διέγερση, καθώς βαριέται γρήγορα και ψάχνει συχνά για κάτι καινούριο (π.χ. στον επαγγελματικό ή τον διαπροσωπικό τομέα).
  • Τα πηγαίνει καλά σε επαγγέλματα που απαιτούν φαντασία και δημιουργικότητα, αλλά πιθανώς να δυσκολεύεται σε καθήκοντα που προϋποθέτουν τη χρήση λογικής και αναλυτικής σκέψης.
  • Δυσκολεύεται σε καταστάσεις που απαιτούν καθυστέρηση της ικανοποίησης (delayed gratification)∙ συχνά συμπεριφέρεται με στόχο την άμεση ικανοποίηση.
  • Εμπιστεύεται με υπερβολική άνεση, ειδικά άτομα σε θέση ισχύος, διότι πιστεύει ότι ενδεχομένως μπορούν να του λύσουν τα προβλήματά του «μαγικά».
  • Επενδύει υπερβολικό χρόνο, ενέργεια και χρήματα στην περιποίηση και τον ρουχισμό του, καθώς χρησιμοποιεί την εξωτερική του εμφάνιση ως ένα μέσο εντυπωσιασμού των άλλων.
  • Πρόσφατη έρευνα υποδεικνύει ότι τα άτομα αυτά είναι πιο ευάλωτα προς την εξαρτητική χρήση των social media (Akça et al., 2019).
Επιδημιολογία

Περίπου 9% του γενικού πληθυσμού έχει τουλάχιστον μία διαταραχή προσωπικότητας, ενώ είναι πιθανό για κάποια άτομα να έχουν περισσότερες από μία διαταραχές. Ο επιπολασμός της υστερικης διαταραχής, στο γενικό πληθυσμό, κυμαίνεται περίπου στο 2 με 3%.

Οι γυναίκες φαίνεται να έχουν τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με ιστριονική διαταραχή από τους άντρες. Ωστόσο, έρευνες υποδηλώνουν ότι οι γυναίκες, ενδεχομένως, υπερδιαγιγνώσκονται με την διαταραχή αυτή συγκριτικά με τους άνδρες, επειδή η ευθύτητα ως προς τη σεξουαλικότητα είναι λιγότερο κοινωνικά αποδεκτή για τις γυναίκες. Επιπρόσθετα, είναι λιγότερο πιθανό για τους άνδρες να αναφέρουν σχετικά συμπτώματα και έτσι μπορεί να υποδιαγνωστούν.

Η ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας τείνει να είναι εγω-συντονική, δηλαδή τα άτομα με αυτή τη διαταραχή, συνήθως, θεωρούν τη συμπεριφορά τους φυσιολογική και δυσκολεύονται να εντοπίσουν τυχόν προβλήματα που δημιουργούνται εξαιτίας των συμπτωμάτων τους. Η έλλειψη διορατικότητάς τους, λοιπόν, μπορεί να συμβάλλει στην υποδιάγνωση της διαταραχής μέχρι τα μοτίβα συμπεριφοράς τους να έχουν επηρεάσει σημαντικά τις σχέσεις, τη διαπροσωπική ευεξία και τον επαγγελματικό τους τομέα, μετέπειτα στη ζωή τους.

Ορισμένες φορές, η ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας φαίνεται να παρουσιάζει κοινά στοιχεία και με άλλες διαταραχές της προσωπικότητας (ναρκισσιστική, οριακή και εξαρτητική). Για τον λόγο αυτό, είναι σημαντικό να διεξαχθεί διαφορική διάγνωση από κάποιον επαγγελματία υγείας.

Αιτίες

Αν και δεν είναι γνωστό τι ακριβώς προκαλεί την εμφάνιση της ιστριονικής διαταραχής, φαίνεται να προέρχεται από σειρά διαφορετικών παραγόντων. Θεωρείται πως ο συνδυασμός γενετικών και περιβαλλοντικών (ή μαθημένων) επιρροών είναι η κύρια αιτία της διαταραχής.

Σύμφωνα με υποθέσεις, η ιστριονική διαταραχή μπορεί να αναπτυχθεί ως αποτέλεσμα παρελθοντικού τραύματος στην παιδική ηλικία. Τα παιδιά ενδεχομένως να αντέξουν μία τραυματική εμπειρία αντιμετωπίζοντας το περιβάλλον τους με τρόπους που τελικά οδηγούν στη διαταραχή. Δηλαδή, οι διαταραχές προσωπικότητας στην παιδική ηλικία, γενικότερα, μπορεί να προέρχονται από την προσαρμογή για την αντιμετώπιση μιας τραυματικής κατάστασης ή τραυματικού περιβάλλοντος.

Παράγοντες που συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης διαταραχών προσωπικότητας περιλαμβάνουν:
  • Γονεϊκό στυλ ανατροφής (έλλειψη ορίων, υπερβολική επιείκεια, αντιφατικότητα, κ.λπ.)
  • Πρότυπα δραματικών ή ασταθών συμπεριφορών από τους γονείς
  • Οικογενειακό ιστορικό ψυχιατρικών διαταραχών, χρήσης ουσιών ή διαταραχών προσωπικότητας
  • Παιδικό τραύμα

H Σελήνη και το Ταξίδι των Ψυχών

«Ολόκληρη γύρω γύρω λάμπει με φωτιά,
Πιο γαλανό από πέτρα κυανή
Φαίνεται μιας κόρης το μάτι και το υγρό της μέτωπο
Κοιτάζοντάς τη μοιάζει με πρόσωπο.
»
—ποίημα του ποιητή Αγησιάνακτα για το πρόσωπο της Σελήνης όπως αναφέρεται στο
Περὶ τοῦ ἐμφαινομένου προσώπου τῷ κύκλῳ τῆς Σελήνης, 920e

Ο ρόλος της Σελήνης στην γένεση-δημιουργία.

Ίσως το τρίτο μέρος του έργου είναι και αυτό που παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, τουλάχιστον εδώ. Στο σημείο αυτό, αρχικά ο Σύλλας ξεκινάει την αφήγηση μίας ιστορίας που έμαθε από κάποιον ξένο που έμενε στο νησί του Κρόνου, που βρίσκεται δυτικά της Βρετανίας. Πέρα από αυτά τα νησιά, συνεχίζει η ιστορία βρίσκεται μία μεγάλη ήπειρος όπου τα ποτάμια της χύνονται στον Ατλαντικό ωκεανό και από την οποία στέλνονται στο νησί του Κρόνου απεσταλμένοι κάθε τριάντα χρόνια (όταν ο Κρόνος περάσει στον αστερισμό του Ταύρου).

Το τμήμα αυτό μαζί και με άλλες λεπτομέρειες που αναφέρονται θυμίζει έντονα το μύθο της Ατλαντίδας που καταγράφεται στον Τιμαίο του Πλάτωνα, και είναι και αυτό που έχει απασχολήσει περισσότερο τους ερευνητές. Οι ομοιότητες είναι αρκετές, αλλά, θα επικεντρωθούμε στο δεύτερο κομμάτι της ιστορίας του Σύλλα. Ο ξένος, λοιπόν, που γνώρισε ο Σύλλας στην Καρχηδόνα είχε ανακαλύψει κάτι ιερές περγαμηνές που είχαν ξεχαστεί για πολύ καιρό μέσα στην Γη και συμβούλεψε τον Σύλλα:

«Ότι από τους ορατούς Θεούς πρέπει να τιμούν οι άνθρωποι ξεχωριστά την Σελήνη, πράγμα που παρότρυνε και εμένα να κάνω, επειδή είναι κυρία της ζωής, βρίσκεται κοντά.» Περί του Προσώπου της Σελήνης, (942c)

Στην συνέχεια, περιληπτικά θα λέγαμε ότι ο Πλούταρχος αναδιατυπώνει μία αρκετά δημοφιλή θέση για την αρχαιότητα ότι δηλαδή η Σελήνη είναι ο απαραίτητος ενδιάμεσος σταθμός για την ανύψωση της ψυχής στις ανώτερες σφαίρες. Ας δούμε περιληπτικά τι αναφέρει η ιστορία του Σύλλα για την λειτουργία αυτή της Σελήνης και μετά θα προχωρήσουμε σε μία ανάλυσή του για το πώς φυλακίζεται η ψυχή και την θέση της μέσα στην δημιουργία, ή όπως τα αρχαία κείμενα την αναφέρουν σαν γένεση.

Σελήνη και το Ταξίδι των Ψυχών

Συγκεκριμένα γίνεται λόγος για το ίδιο το πρόσωπο της Σελήνης που τρομοκρατεί τις ψυχές, αν και ο ίδιος ο Πλούταρχος παρουσιάζει πιο ρεαλιστικά το γεγονός λέγοντας ότι απλά αυτό που βλέπουν οι ψυχές όταν αφήνουν το σώμα πίσω στην Γη δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα βάθος/κοίλωμα, το μεγαλύτερο μάλιστα από αυτά που αποκαλούν και μυχό της Εκάτης.

Ίσως να πρόκειται, όπως αναφέρει και ο Ίων Μάγγος στο άρθρο του «Ποιοι μας κλέβουν την ψυχή από την Σελήνη» για την λεγόμενη περιοχή της σελήνης που ονομάζεται Mare Orientale, από όπου ξεκινά μία μωβ διπλή εσωτερικά ακτίνα που ρουφά την ψυχή κάποιου όταν αυτός πεθάνει. Στο μέρος αυτό, αναφέρει ο Πλούταρχος τιμωρούνται και παίρνουν εκδίκηση οι ψυχές για όσα υποστούν ή πράξουν. Άραγε να έχει να κάνει σχέση με την λεγόμενη περιοχή ανακύκλωσης-σταθμού υποδοχής, Sinus Midii όπου υπάρχει και το περίφημο κτίσμα-κατασκευή SHARD; Ας δούμε πώς περιγράφει ο Πλούταρχος αυτό το σημείο:

«Τις φοβίζει [ψυχές] όμως και το αποκαλούμενο πρόσωπο, όταν φθάνουν κοντά, που είναι βλοσυρό και τρομακτικό να το βλέπεις. Ωστόσο στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε, αλλά, όπως ακριβώς η δική μας η γη διαθέτει κόλπους βαθείς και μεγάλους … έτσι και τούτα είναι τα βάθη της σελήνης και τα κοιλώματα. Από αυτά το μεγαλύτερο αποκαλούν μυχό της Εκάτης, όπου τιμωρούνται και παίρνουν εκδίκηση οι ψυχές για όσα τυχόν υποστούν ή πράξουν. Και δύο μεγάλες από αυτές ονομάζονται πύλες και από μέσα τους περνούν οι ψυχές, η μια προς την μεριά της σελήνης που βλέπει προς στον ουρανό, την άλλη προς την μεριά που βλέπει προς την γη.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 944c)

Ας δούμε, όμως, από την αρχή πώς περιγράφει ο Πλούταρχος το ταξίδι αυτό των ψυχών. Στην ιστορία αυτή ο αναγνώστης θα διαπιστώσει πάρα πολλές ομοιότητες με τις ιδέες του Πλάτωνα και συγκεκριμένα με τον τρόπο που παρουσιάζεται η ψυχή στο έργο του Τιμαίος.

Και για τους δύο συγγραφείς ο άνθρωπος αποτελείται από τρία μέρη: τον νου (πνεύμα), την ψυχή και το σώμα όπου προέρχονται ή δίνονται στον άνθρωπο αντίστοιχα από τον Ήλιο, την Σελήνη και την Γη. Δεν θα πρέπει να θεωρείται ο νους σαν το μέρος της ψυχής, όπως θεωρείται η ψυχή σαν μέρος του σώματος. Στον Τιμαίο η ψυχή έχει ένα θνητό και ένα αθάνατο κομμάτι: στο μεν πρώτο κατοικεί το θυμοειδές και το επιθυμητικόν και στο αθάνατο κατοικεί το λογιστικόν. Για τον Πλούταρχο ο νους (πνεύμα) είναι ανώτερος και πιο θεϊκός από την ψυχή για όσο βρίσκεται η ψυχή στο σώμα. Η ανάμειξη της ψυχής και του σώματος δημιουργεί αίσθηση, ενώ η σύνοδος του νου και της ψυχής τον λόγο. Όλα αυτά τα αναφέρουμε γιατί κεντρικό θέμα της ιστορίας του Πλούταρχου σχετικά με το ταξίδι των ψυχών στην Σελήνη έχει να κάνει με τον Διπλό Θάνατο.

«Όσο για τον θάνατο που πεθαίνουμε, ο ένας [πρώτος θάνατος] κάνει τον άνθρωπο αντί για τρία [νους-ψυχή-σώμα] να αποτελείται από δύο στοιχεία· ο άλλος [θάνατος] αντί για δύο να αποτελείται από ένα. Ο πρώτος γίνεται στη γην της Δήμητρας [επίγειος θάνατος]… μέσα σε αυτή γίνεται το μυστήριο και τους νεκρούς Δημήτρειους ονόμαζαν παλιά οι Αθηναίοι. Ο άλλος θάνατος γίνεται στην Σελήνη της Φερσεφόνης [Περσεφόνης]. Σύνοικος της μίας είναι ο χθόνιος Ερμής, της άλλης ο ουράνιος. Λύνει όμως η Γη γρήγορα και με βία την ψυχή από το σώμα, ενώ η Φερσεφόνη μαλακά και επί μεγάλο χρονικό διάστημα λύνει τον νου από την ψυχή, για αυτό το λόγο έχει αποκληθεί και μονογενής, γιατί μένει μόνο του το καλύτερο μέρος του ανθρώπου, καθώς διαχωρίζεται από αυτήν.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 943a-c)

Στο κομμάτι, λοιπόν αυτό είναι ξεκάθαρο ότι ο Πλούταρχος αναφέρεται στον διπλό θάνατο του ανθρώπου και στο πόσο διαφορετικά αυτοί συμβαίνουν. Στην συνέχεια περιγράφονται με αρκετές λεπτομέρειες τι συμβαίνει στις ψυχές μέχρι να έρθει ο δεύτερος θάνατός τους. Είναι αρκετά αξιοσημείωτο ότι για τον Πλούταρχο δεν έχουν όλες οι ψυχές αυτό που ονομάζει νου-πνεύμα, ή όπως θα λέγαμε Θεϊκό σπινθήρα. Το πιθανότερο είναι να αναφέρεται σε αυτό που ονομάζουμε έμψυχα και άψυχα όντα, έμψυχοι και άψυχοι άνθρωποι. Αυτό που ακολουθεί είναι μία καταπληκτική περιγραφή της «ενεργειακής απογύμνωσης της ψυχής κατά επίπεδα.»

«Καθένας από αυτούς τους διαχωρισμούς (νου-ψυχής) επιτυγχάνεται κατά φύση με τον τρόπο αυτό: κάθε ψυχή, τόσο χωρίς όσο και με νου, όταν βγει από το σώμα, είναι ορισμένο από την ειμαρμένη να πλανηθεί στην περιοχή μεταξύ Γης και Σελήνης για ορισμένο διάστημα -όχι ίσο· αλλά οι άδικες και οι ακόλαστες ψυχές πληρώνουν για τα αδικήματά τους, ενώ οι άλλες όσο για να εξαγνιστούν, και, σαν να ήταν χαλασμένος ατμός, να εκπνεύσουν τα μιάσματα που προέρχονται από το σώμα, στο πιο γαλήνιο μέρος του αέρα που το αποκαλούν «τα λιβάδια του Άδη,» πρέπει να μείνουν για ορισμένο χρονικό διάστημα.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 943c)

Σε αυτό θα λέγαμε το μεσοδιάστημα, οι ψυχές πριν φθάσουν στην Σελήνη έχουν την ψευδαίσθηση της κίνησης και ζουν σε μία εικονική πραγματικότητα νιώθοντας ανάμεικτα συναισθήματα. Ο Πλούταρχος χρησιμοποιεί την εικόνα της θάλασσας και των κυμάτων για να αποδώσει το νόημα αυτό:

«Εκεί σαν να επαναφέρονται στην πατρίδα από την ξενιτιά της εξορίας γεύονται χαρά παρόμοια με εκείνη που νιώθουν όσοι μυούνται στα μυστήρια, συνδυασμένη με ελπίδα γλυκιά αλλά ανακατεμένη σε μεγάλο βαθμό με ταραχή και έξαψη.» Πράγματι, πολλές είναι εκείνες τις οποίες σπρώχνει εκείνη και απομακρύνει με το κύμα, μολονότι έχουν ήδη πιαστεί από την Σελήνη, ορισμένες πάλι από τις εκεί βλέπουν να αναποδογυρίζουν και να καταποντίζονται, λες, πάλι σε βυθό.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 943d)

Μετά από αυτό μεσοδιάστημα αγκιστρώνονται οι ψυχές στην Σελήνη τις οποίες ο Πλούταρχος παρομοιάζει με ακτίνες, που όμως έχουν Φλόγα στην ψυχή που αλαφραίνει και πηγαίνει προς τα πάνω.

Εκτός από το πρόσωπο της Σελήνη που τρομοκρατεί τις ψυχές, ένα άλλο στοιχείο που έχει την ίδια επίδραση είναι η σκιά της και συγκεκριμένα η σκιά της Γης που πέφτει πάνω της σε εκλείψεις. Σε αυτή την περίπτωση αναφέρει ο Πλούταρχος οι ψυχές των αγαθών την παροτρύνουν να κινηθεί πιο γρήγορα ώστε να βγει έξω από την σκιά γιατί όταν βρίσκονται κάτω από αυτήν δεν ακούν την μουσική του ουρανού, ή αλλιώς την Θεία Αρμονία κατά τον Πλάτωνα.

Στην αντίθετη περίπτωση, οι ψυχές των αδίκων περνούν μέσα από την σκιά με οδυρμούς και αλαλαγμούς και αυτός είναι ο λόγος όπου και οι περισσότεροι άνθρωποι συνηθίζουν να κάνουν θόρυβο χτυπώντας μέταλλα κατά την διάρκεια των εκλείψεων για να κάνουν πάταγο εναντίον των φαύλων ψυχών. Είναι γνωστό ότι το χτύπημα των μετάλλων στην αρχαιότητα θεωρούνταν πως έχει την δύναμη να αποτρέπει το κακό και γι’ αυτό τον λόγο γινόταν κατά την διάρκεια των εκλείψεων ώστε να διώξει τα κακά πνεύματα που τις προκαλούσαν.

Κάποιες από αυτές τις ψυχές εκεί, που ο Πλούταρχος αποκαλεί δαίμονες κατεβαίνουν στην Γη για να φροντίσουν τα μαντεία και να παρευρίσκονται και να να λαμβάνουν μέρος στις ανώτατες οργιαστικές τελετές, αλλά και να βοηθούν και να προστατεύουν όσους αδικούνται, να σώζουν ανθρώπους στους πολέμους και στην θάλασσα. Όσοι όμως από αυτούς σφάλλουν, φυλακίζονται και πάλι σε ανθρώπινα σώματα, δηλ. ενσαρκώνονται και πάλι πριν έρθει ο δεύτερος θάνατος όπως στις άλλες ψυχές.

Και από το σημείο αυτό ο Πλούταρχος μέσα σε μία παράγραφο περιγράφει ακριβώς τι είναι αυτός ο δεύτερος θάνατος, μία αλλαγή όπως λέει σε άλλο τόπο προς το άριστο. Αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από τον διαχωρισμό του νου από την ψυχή, που για άλλες ψυχές έρχεται νωρίς και για άλλες πιο αργά. Είναι η στιγμή εκείνη που η ψυχή όντας το περίβλημα του νου, του πνεύματος, του θεϊκού σπινθήρα τον ξετυλίγει για να γυρίσει αυτός πίσω στην πηγή του, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, τον ήλιο.

«Την πετυχαίνουν [την αλλαγή] τώρα άλλοι νωρίτερα άλλοι αργότερα, όταν ο νους διαχωριστεί από την ψυχή. Διαχωρίζεται μέσω του έρωτα για την εικόνα στον ήλιο, με την οποία λάμπει και φαίνεται επιθυμητό, το ωραίο, το θεϊκό και το μακάριο, το οποίο κάθε φύση, η καθεμιά με το δικό της τρόπο λαχταρά … Η ουσία όμως της ψυχής (τῆς ψυχῆς φύσις) μένει πάνω στην σελήνη, διατηρώντας κάποια ίχνη και όνειρα ζωής, για να το πούμε έτσι, και γι’ αυτήν να θεωρείς ότι σωστά έχει λεχθεί το «ψυχή σαν όνειρο φτερούγισε και πέταξε.» Στην πραγματικότητα δεν το παθαίνει αμέσως, ούτε αφού αποχωριστεί από το σώμα, αλλά αργότερα, όταν μείνει έρημη και μόνη, αφού χωριστεί από τον νου.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 944f)

Με λίγα λόγια αυτός ο δεύτερος θάνατος είναι η επιστροφή του παγιδευμένου θεϊκού σπινθήρα στην αρχική του πηγή· είναι το μεγάλο στοίχημα που πρέπει να κερδίσουν όλοι όσοι τον διαθέτουν για να μην κάνουν πάλι το σφάλμα της ενσάρκωσης, να μην υποστούν άλλη μία γένεση, άλλη μία δημιουργία.

Και η Σελήνη παίζει έναν καίριο ρόλο σε αυτό το διαχωρισμό της ψυχής από το νου, ώστε ο δεύτερος να ξεφύγει από την φυλακή της δημιουργίας και να επιστρέψει πίσω στην Θεία Φλόγα, όπως οι ψυχές που διαθέτουν σωφροσύνη και πόθησαν ζωή φιλοσοφημένη και χωρίς σκοτούρες, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος.

Όπως στη Γη γίνεται ο διαχωρισμός του σώματος από τα δύο άλλα μέρη, έτσι γίνεται και στη Σελήνη που αποτελεί το σύνορο για τη φυλακή των ψυχών. Ο αγώνας για την απελευθέρωση είναι αρκετά δύσκολος αφού:

«Από τις ψυχές που αγαπούσαν τις τιμές, την δράση, από τις ψυχές που ερωτεύονταν τα σώματα και λειτουργούσαν με το θυμικό ορισμένες ζουν σε ύπνο βλέποντας για όνειρα ό,τι θυμούνται από την ζωή. Αν όμως το άστατο και το επιρρεπές στα πάθη στοιχείο τις ξεσηκώνει και τις τραβάει από την σελήνη προς άλλη γένεση, δεν τις αφήνει η σελήνη … αλλά τις καλεί πίσω και τις κρατάει με μάγια να γείρουν προς την γη.» (Περί του Προσώπου της Σελήνης, 945b)

Στο τέλος του διαλόγου αναφέρεται εν συντομία και η αντίστροφη διαδικασία, αυτή της γένεσης: ο ήλιος θερίζει την ζωτική δύναμη, του Νου. Κατόπιν η Σελήνη τον σπέρνει και δημιουργεί νέες ψυχές και στο τέλος η Γη τις ντύνει με σώματα. Η μεγάλη διαφορά μεταξύ των τριών αυτών ουράνιων σωμάτων είναι ότι τόσο ο Ήλιος όσο και η Γη δίνουν κάτι, ενώ μόνο η Σελήνη δίνει και παίρνει μαζί και συνθέτει και διαιρεί ανάλογα με τις διαφορετικές της δυνάμεις.

Σε όλη αυτή την διαδικασία της γένεσης, οι τρεις Μοίρες σύμφωνα με τους αρχαίους παίζουν μεγάλο ρόλο: η Άτροπος εγκατεστημένη στον Ήλιο δίνει αρχή στην γένεση, η Κλωθώ που κινείται γύρω από την Σελήνη συνδέει και αναμειγνύει, ενώ τελευταία γύρω από την γη συμμετέχει στο έργο η Λάχεσις. Κλείνοντας ο Πλούταρχος αναφέρει πως το άψυχο είναι από μόνο του αδύναμο και επηρεάζεται από άλλα πράγματα. Ο νους-πνεύμα αντίθετα είναι ανεπηρέαστος και αυτοκράτωρ.

Stephen Hawking: Η ανθρώπινη φυλή θα πρέπει να εγκαταλείψει τη Γη, αν θέλει να επιβιώσει

Ο διάσημος αστροφυσικός δίνει απαντήσεις για την ανυπαρξία του Θεού, τους εξωγήινους και τις «μαύρες τρύπες». Μια πολύ σημαντική συνέντευξη παραχώρησε ο αστροφυσικός Στίβεν Χόκινγκ στην εφημερίδα El Pais, με αφορμή την παρουσία του στο τεχνολογικό φεστιβάλ Starmus, στην Τενερίφη.

Ο Βρετανός επιστήμονας ρωτήθηκε μεταξύ άλλων για το τι θα συμβεί αν οι εξωγήινοι μας επισκεφθούν, με αφορμή δήλωση του πριν από λίγο καιρό ότι είναι καλύτερα να τους αποφύγουμε, γιατί θα μας εξαφανίσουν. «Αν οι εξωγήινοι μας επισκεφθούν, το αποτέλεσμα θα είναι κοντά σε αυτό που συνέβη όταν ο Κολόμβος έφτασε στην Αμερική: Οι ιθαγενείς Αμερικάνοι δεν τα κατάφεραν. Αυτοί οι προηγμένοι εξωγήινοι θα μπορούσαν να γίνουν νομάδες, και να προσπαθήσουν να κατακτήσουν και να αποικίσουν όλους τους πλανήτες που θα μπορούσαν να φθάσουν. Για το μαθηματικό μυαλό μου η εξωγήινη ζωή είναι κάτι εντελώς ορθολογικό», απαντά.

Όταν ερωτάται για τη θέση του ότι ο άνθρωπος θα μπορούσε να επιβιώσει από μια «μαύρη τρύπα» ο διάσημος αστροφυσικός απάντησε: «Το να πέφτεις μέσα σε μια μαύρη τρύπα είναι σα να βιάζεσαι να περάσεις τους καταρράκτες του Νιαγάρα σε ένα κανό: αν κάνεις κουπί αρκετά γρήγορα, μπορείς να ξεφύγεις. Οι μαύρες τρύπες είναι η απόλυτη μηχανή ανακύκλωσης: αυτό που βγαίνει είναι το ίδιο που μπήκε αλλά επεξεργασμένο».

Επιμένει επίσης ότι οι υπολογιστές θα υπερβούν την ανθρώπινη νοημοσύνη μέσω της τεχνητής κάποια στιγμή μέσα στα επόμενα εκατό χρόνια. «Όταν συμβεί αυτό, θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι στόχοι των υπολογιστών ταιριάζουν με τους δικούς μας», λέει.

Ο Χόκινγκ δεν βλέπει όμως το ανθρώπινο είδος να μακροημερεύει στη Γη, καθώς δηλώνει στην ισπανική εφημερίδα ότι η επιβίωση του ανθρώπου θα εξαρτηθεί από την ικανότητά του να βρει «νέα σπίτια» αλλού στο σύμπαν, δεδομένου ότι ο κίνδυνος της καταστροφής στη Γη αυξάνεται. «Για αυτό θα ήθελα να κεντρίσω το ενδιαφέρον του κοινού για τις διαστημικές πτήσεις», σημειώνει.

Όταν ο δημοσιογράφος τον ρωτά αν πιστεύει στο Θεό ο Βρετανός επιστήμονας απαντά διπλωματικά: «Μπορώ να χρησιμοποιήσω τη λέξη «Θεός» με ένα απρόσωπο τρόπο, όπως έκανε και ο Αϊνστάιν, να αναφερθώ στους νόμους της φύσης, όμως τελικά ο Θεός δεν υπάρχει», λέει, και όταν ο δημοσιογράφος του θυμίζει ότι κάποτε είπε πως χρειαζόμαστε το Θεό για να εξηγήσουμε το Σύμπαν, ο Χόκινγκ τονίζει: «Οι νόμοι της επιστήμης είναι αρκετοί για να εξηγήσουν την προέλευση του σύμπαντος. Δεν είναι απαραίτητο να επικαλεστούμε τον Θεό, ίσα-ίσα η επιστήμη έχει αποδείξει την ανυπαρξία του».

Τέλος όταν ερωτάται αν υπάρχει κάτι που θα ήθελε να κάνει στη ζωή του και δεν το έχει κάνει ο διάσημος αστροφυσικός απαντά: «Να ταξιδέψω στο διάστημα».

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

11. Μπαρόκ (τέλη 16ου - μέσα 18ου αιώνα) και αρχαία τέχνη


Από τις τελευταίες δεκαετίες του 16ου έως τον 18ο αιώνα (1580-1760) επικρατεί σε όλη την Ευρώπη η τέχνη του μπαρόκ (barocco "ακατέργαστο μαργαριτάρι"), με μια τελευταία φάση του στη Γαλλία (1720-1760) που λέγεται ροκοκό (<rocaille "υλικό με κοχύλια που επενδύει σπηλιές σε κήπους της εποχής"). Μια περίοδος γεμάτη συνεχείς συγκρούσεις και ανακατατάξεις σε διάφορα επίπεδα, η οποία ανοίγει με την Ιερά Εξέταση και τελειώνει μέσα σε ένα πνεύμα λογικής και προόδου που θα οδηγήσει στον Διαφωτισμό του 18ου αιώνα. Οι ανακαλύψεις θα αλλάξουν τον κόσμο των μορφωμένων. Πεθαίνει ο Σέξπηρ (1616), ο Γαλιλαίος (1642) και γεννιέται ο Μολιέρος (1622) και ο Νεύτωνας (1643). Σε αυτό τον ταραγμένο και αντιφατικό κόσμο των μεγάλων αντιθέσεων αναπτύσσεται η τέχνη του μπαρόκ, μια τέχνη υπερβολής, εκζήτησης, με έντονη θεατρικότητα, πληθωρική σε όλους τους τομείς. Εντελώς απλουστευτικά, θα μπορούσε να ορίσει κανείς τη συμμετρία ως το κύριο χαρακτηριστικό για την αρχαία ελληνική τέχνη, την ανάταση (καθετότητα) για τη γοτθική τέχνη, τη σφαιρικότητα, την ενοποίηση της εικόνας για την Αναγέννηση, τον συνδυασμό του κύκλου και του τετραγώνου για τον μανιερισμό (συστηματοποίηση της αναγέννησης) και τη διαγώνιο σε συνδυασμό με καμπυλόγραμμα μοτίβα για το μπαρόκ.

Το κυνήγι αρχαιοτήτων και τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου μετατοπίζουν το ενδιαφέρον και τα ταξίδια των Ευρωπαίων την εποχή αυτή προς την Ελλάδα. Μεγάλες αρπαγές αρχαίων γίνονται στην Κόρινθο, στην Ολυμπία, στους Δελφούς, στην Αθήνα. Η Ελλάδα είναι σαν μια αποθήκη έργων τέχνης. Όταν λεηλατηθεί η επιφάνεια, θα αρχίσουν τις ανασκαφές. Το 1687 στην πολιορκία της Αθήνας από τον Μοροζίνι ανατινάζεται η στέγη του Παρθενώνα. Η ανεπανόρθωτη καταστροφή του μνημείου προκαλεί ιδιαίτερη συγκίνηση σε ολόκληρη την Ευρώπη και ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την Ελλάδα.

Πολλοί μελετητές συνδέουν το μπαρόκ, ιδιαίτερα στην αρχιτεκτονική, με την προσπάθεια της εκκλησίας να κερδίσει έδαφος, ενώ ο κλασικισμός (η επιμονή σε κλασικά πρότυπα) εκφράζει περισσότερο την κοσμική εξουσία. Η αλλαγή της αντίληψης φαίνεται ήδη στην πρόσοψη της εκκλησίας του Ιησού (Jesù) στη Ρώμη, που σχεδίασε ο Τζιάκομο Ντέλα Πόρτα (1541;-1604) γύρω στο 1575, που θα χρησιμοποιηθεί σαν πρότυπο σε πολλές κατοπινές προσόψεις εκκλησιών. Διπλασιάζονται οι κίονες με κορινθιακά κιονόκρανα, το αέτωμα περιβάλλεται από τόξο, κυριαρχούν έλικες και καμπυλόγραμμα μοτίβα, που συνδυάζονται με κλασικά στοιχεία σε μια σύνθεση η οποία θα γίνεται στο εξής όλο και πιο πολύπλοκη. Στη ζωγραφική επικρατούν οι «ζωγράφοι της σάρκας», όπως αποκάλεσε ο Ζολά τον Ρούμπενς και αργότερα τους Βατό, Ντελακρουά και Κουρμπέ, ζωγράφοι που ενδιαφέρονται περισσότερο για τη ζωγραφική απόδοση καθαυτή, για το χρώμα, την απόδοση του γυμνού, και λιγότερο για τη σημασία του θέματος.

Ωστόσο, τα αρχαία θέματα θα εξακολουθήσουν να έχουν σημαντική θέση στη θεματογραφία της εποχής, με έναν διαφορετικό τρόπο προσέγγισης. Η κλασική τέχνη στο μπαρόκ έχει άλλη χρήση: προσφέρει ενδιαφέροντα θέματα, μύθους, αλληγορίες, αφορμές και προσχήματα για εξεζητημένες, συχνά ερωτικές σκηνές, χωρίς να λείπουν οι αναφορές σε συγκεκριμένα αρχαία έργα ή τα ερείπια σε ονειρικά τοπία. Οι καλλιτέχνες με αφετηρία γραπτές πηγές ή πρωτότυπα έργα συχνά ερμηνεύουν ή μεταπλάθουν τους μύθους σε νέες δικές τους δημιουργίες, όπως π.χ. ο Πουσέν, που συγχωνεύει τη γέννηση του Βάκχου με τον θάνατο του Νάρκισσου και της Ηχούς.

Χαρακτηριστικό είδος που δημιουργείται στη μουσική στα τέλη του 16ου αιώνα και χρησιμοποιεί πολύ τους αρχαίους μύθους είναι η όπερα. Η Δάφνη του Τζάκοπο Πέρι το 1598 και ο Ορφέας του Κλαούντιο Μοντεβέρντι το 1607 ανοίγουν μια σειρά έργων με αρχαία θέματα που σχετίζονται με το γούστο της εποχής. Η αρχαία τραγωδία μπορεί να απουσιάζει από την όπερα και το επίσημο θέατρο της εποχής, εμφανίζεται όμως σε σχολικές παραστάσεις, ιδιαίτερα στην εκπαίδευση των Ιησουιτών, και αποτελεί τον 17ο αιώνα πηγή έμπνευσης για τις δημιουργίες των Γάλλων κλασικών, όπως των Ρακίνα, Κορνέιγ κ.ά., που θα δώσουν με τη σειρά τους πρότυπα σε όπερες του Λουλύ και του Ραμό. Τα ντεκόρ της εποχής, απόλυτα εναρμονισμένα με τη θεατρικότητα και την ψευδαίσθηση της τέχνης του μπαρόκ, κόβουν την ανάσα όταν ενώνονται με τις βιρτουοζίστικες φωνές των καστράτο, των εκπληκτικών τραγουδιστών της όπερας με την ψιλή φωνή, που ντυμένοι με εντυπωσιακά κοστούμια ζωντανεύουν την αρχαία μυθολογία, κάνοντάς τη στα μάτια και στα αφτιά των θεατών αξέχαστη. Αυτή τη θεατρικότητα και επιβλητική μεγαλοπρέπεια τη συναντούμε σε μεγάλες τοιχογραφίες του μπαρόκ που μεταμορφώνουν την αίθουσα ενός πύργου ή ενός μοναστηριού σε πλαίσιο για θεαματικές γιορτές. Μια τέτοια θεαματική γιορτή απεικονίζει η τοιχογραφία Το Συμπόσιο της Κλεοπάτρας στο Palazzo Labia της Βενετίας) γύρω στο 1750, του Βενετσιάνου Τζιοβάνι Μπατίστα Τιέπολο (1696-1770), που ήταν ένας από τους διασημότερους καλλιτέχνες του 18ου αιώνα. Οι μορφές, ντυμένες με πλούσια εντυπωσιακά ενδύματα της εποχής, ταιριάζουν απόλυτα στο πνεύμα του ροκοκό. Στα αρχιτεκτονικά μέρη όμως γίνεται ήδη φανερή η επίδραση από τις πομπηιανές τοιχογραφίες (βλ. παρακάτω).

Ως τα τέλη του 18ου αιώνα υπάρχει ένα κοινό υπόβαθρο στην τέχνη: Οι ιδεαλιστές συμφωνούν ότι ο καλλιτέχνης οφείλει να μελετά τη φύση και να σπουδάζει το γυμνό, ενώ οι νατουραλιστές αναγνωρίζουν ότι τα έργα της κλασικής Αρχαιότητας ήταν αξεπέραστα σε ομορφιά.

Ο όρος μπαρόκ χρησιμοποιείται τον 18ο αιώνα ήδη από τον Βίνκελμαν (1764) για να δηλώσει απαξιωτικά την παρακμή της τέχνης και την απομάκρυνση από τη φύση και την κλασική Αρχαιότητα. Ο κλασικός κόσμος μπορεί να χάνει έδαφος ως απόλυτο πρότυπο στην καλλιτεχνική δημιουργία, μεταλλάσσεται όμως πολύ δημιουργικά και ακολουθεί την ποικιλία έκφρασης δημιουργών σε διάφορες χώρες.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1171a21–1172a15(ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1168a28–1172a15: Απορίες σχετικά με τη φιλία) 

Έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη των φίλων στην ευτυχία ή στη δυστυχία; – Επίλογος: Πεμπτουσία της φιλίας είναι η συνεχής επικοινωνία μεταξύ των φίλων

Πότερον δ’ ἐν εὐτυχίαις μᾶλλον φίλων δεῖ ἢ ἐν δυ-
στυχίαις; ἐν ἀμφοῖν γὰρ ἐπιζητοῦνται· οἵ τε γὰρ ἀτυχοῦντες
δέονται ἐπικουρίας, οἵ τ’ εὐτυχοῦντες συμβίων καὶ οὓς εὖ
ποιήσουσιν· βούλονται γὰρ εὖ δρᾶν. ἀναγκαιότερον μὲν δὴ
(25) ἐν ταῖς ἀτυχίαις, διὸ τῶν χρησίμων ἐνταῦθα δεῖ, κάλλιον
δ’ ἐν ταῖς εὐτυχίαις, διὸ καὶ τοὺς ἐπιεικεῖς ζητοῦσιν· τούτους
γὰρ αἱρετώτερον εὐεργετεῖν καὶ μετὰ τούτων διάγειν. ἔστι
γὰρ καὶ ἡ παρουσία αὐτὴ τῶν φίλων ἡδεῖα καὶ ἐν ταῖς εὐτυ-
χίαις καὶ ἐν ταῖς δυστυχίαις. κουφίζονται γὰρ οἱ λυπούμενοι
(30) συναλγούντων τῶν φίλων. διὸ κἂν ἀπορήσειέν τις πότερον
ὥσπερ βάρους μεταλαμβάνουσιν, ἢ τοῦτο μὲν οὔ, ἡ παρουσία
δ’ αὐτῶν ἡδεῖα οὖσα καὶ ἡ ἔννοια τοῦ συναλγεῖν ἐλάττω τὴν
λύπην ποιεῖ. εἰ μὲν οὖν διὰ ταῦτα ἢ δι’ ἄλλο τι κουφίζονται,
ἀφείσθω· συμβαίνειν δ’ οὖν φαίνεται τὸ λεχθέν. ἔοικε δ’
(35) ἡ παρουσία μικτή τις αὐτῶν εἶναι. αὐτὸ μὲν γὰρ τὸ ὁρᾶν
[1171b] τοὺς φίλους ἡδύ, ἄλλως τε καὶ ἀτυχοῦντι, καὶ γίνεταί τις
ἐπικουρία πρὸς τὸ μὴ λυπεῖσθαι (παραμυθητικὸν γὰρ ὁ φίλος
καὶ τῇ ὄψει καὶ τῷ λόγῳ, ἐὰν ᾖ ἐπιδέξιος· οἶδε γὰρ τὸ ἦθος
καὶ ἐφ’ οἷς ἥδεται καὶ λυπεῖται)· τὸ δὲ λυπούμενον αἰσθά-
(5) νεσθαι ἐπὶ ταῖς αὑτοῦ ἀτυχίαις λυπηρόν· πᾶς γὰρ φεύγει
λύπης αἴτιος εἶναι τοῖς φίλοις. διόπερ οἱ μὲν ἀνδρώδεις τὴν
φύσιν εὐλαβοῦνται συλλυπεῖν τοὺς φίλους αὑτοῖς, κἂν μὴ
ὑπερτείνῃ τῇ ἀλυπίᾳ, τὴν ἐκείνοις γινομένην λύπην οὐχ ὑπο-
μένει, ὅλως τε συνθρήνους οὐ προσίεται διὰ τὸ μηδ’ αὐτὸς
(10) εἶναι θρηνητικός· γύναια δὲ καὶ οἱ τοιοῦτοι ἄνδρες τοῖς συ-
στένουσι χαίρουσι, καὶ φιλοῦσιν ὡς φίλους καὶ συναλγοῦντας.
μιμεῖσθαι δ’ ἐν ἅπασι δεῖ δῆλον ὅτι τὸν βελτίω. ἡ δ’ ἐν
ταῖς εὐτυχίαις τῶν φίλων παρουσία τήν τε διαγωγὴν ἡδεῖαν
ἔχει καὶ τὴν ἔννοιαν ὅτι ἥδονται ἐπὶ τοῖς αὑτοῦ ἀγαθοῖς.
(15) διὸ δόξειεν ἂν δεῖν εἰς μὲν τὰς εὐτυχίας καλεῖν τοὺς φίλους
προθύμως (εὐεργετικὸν γὰρ εἶναι καλόν), εἰς δὲ τὰς ἀτυ-
χίας ὀκνοῦντα· μεταδιδόναι γὰρ ὡς ἥκιστα δεῖ τῶν κακῶν,
ὅθεν τὸ «ἅλις ἐγὼ δυστυχῶν». μάλιστα δὲ παρακλητέον
ὅταν μέλλωσιν ὀλίγα ὀχληθέντες μεγάλ’ αὐτὸν ὠφελήσειν.
(20) ἰέναι δ’ ἀνάπαλιν ἴσως ἁρμόζει πρὸς μὲν τοὺς ἀτυχοῦντας
ἄκλητον καὶ προθύμως (φίλου γὰρ εὖ ποιεῖν, καὶ μάλιστα
τοὺς ἐν χρείᾳ καὶ [τὸ] μὴ ἀξιώσαντας· ἀμφοῖν γὰρ κάλλιον
καὶ ἥδιον), εἰς δὲ τὰς εὐτυχίας συνεργοῦντα μὲν προθύμως
(καὶ γὰρ εἰς ταῦτα χρεία φίλων), πρὸς εὐπάθειαν δὲ σχο-
(25) λαίως· οὐ γὰρ καλὸν τὸ προθυμεῖσθαι ὠφελεῖσθαι. δόξαν
δ’ ἀηδίας ἐν τῷ διωθεῖσθαι ἴσως εὐλαβητέον· ἐνίοτε γὰρ
συμβαίνει. ἡ παρουσία δὴ τῶν φίλων ἐν ἅπασιν αἱρετὴ
φαίνεται.

Ἆρ’ οὖν, ὥσπερ τοῖς ἐρῶσι τὸ ὁρᾶν ἀγαπητότατόν ἐστι
(30) καὶ μᾶλλον αἱροῦνται ταύτην τὴν αἴσθησιν ἢ τὰς λοιπὰς
ὡς κατὰ ταύτην μάλιστα τοῦ ἔρωτος ὄντος καὶ γινομένου,
οὕτω καὶ τοῖς φίλοις αἱρετώτατόν ἐστι τὸ συζῆν; κοινωνία
γὰρ ἡ φιλία, καὶ ὡς πρὸς ἑαυτὸν ἔχει, οὕτω καὶ πρὸς τὸν
φίλον· περὶ αὑτὸν δ’ ἡ αἴσθησις ὅτι ἔστιν αἱρετή, καὶ περὶ
(35) τὸν φίλον δή· ἡ δ’ ἐνέργεια γίνεται αὐτῆς ἐν τῷ συζῆν,
[1172a] ὥστ’ εἰκότως τούτου ἐφίενται. καὶ ὅ ποτ’ ἐστὶν ἑκάστοις τὸ
εἶναι ἢ οὗ χάριν αἱροῦνται τὸ ζῆν, ἐν τούτῳ μετὰ τῶν φί-
λων βούλονται διάγειν· διόπερ οἳ μὲν συμπίνουσιν, οἳ δὲ
συγκυβεύουσιν, ἄλλοι δὲ συγγυμνάζονται καὶ συγκυνηγοῦσιν
(5) ἢ συμφιλοσοφοῦσιν, ἕκαστοι ἐν τούτῳ συνημερεύοντες ὅ τι
περ μάλιστ’ ἀγαπῶσι τῶν ἐν τῷ βίῳ· συζῆν γὰρ βουλόμε-
νοι μετὰ τῶν φίλων, ταῦτα ποιοῦσι καὶ τούτων κοινωνοῦσιν
οἷς οἴονται συζῆν. γίνεται οὖν ἡ μὲν τῶν φαύλων φιλία
μοχθηρά (κοινωνοῦσι γὰρ φαύλων ἀβέβαιοι ὄντες, καὶ μο-
(10) χθηροὶ δὲ γίνονται ὁμοιούμενοι ἀλλήλοις), ἡ δὲ τῶν ἐπιεικῶν
ἐπιεικής, συναυξανομένη ταῖς ὁμιλίαις· δοκοῦσι δὲ καὶ βελ-
τίους γίνεσθαι ἐνεργοῦντες καὶ διορθοῦντες ἀλλήλους· ἀπομάτ-
τονται γὰρ παρ’ ἀλλήλων οἷς ἀρέσκονται, ὅθεν «ἐσθλῶν
μὲν γὰρ ἄπ’ ἐσθλά». περὶ μὲν οὖν φιλίας ἐπὶ τοσοῦτον
(15) εἰρήσθω· ἑπόμενον δ’ ἂν εἴη διελθεῖν περὶ ἡδονῆς.

***
Χρειάζεται κανείς περισσότερον φίλους εις την ευτυχίαν ή εις την δυστυχίαν του; Τους ζητεί και εις τας δύο περιπτώσεις, διότι οι μεν δυστυχούντες έχουν ανάγκην βοηθείας, οι δε ευτυχούντες συντρόφων, μετά των οποίων να συζούν και τους οποίους να ευεργετούν, διότι η επιθυμία των έγκειται εις το να παρέχουν τας ευεργεσίας των. (25) Είναι λοιπόν αναγκαιότερον να έχη τις φίλους εις την δυστυχίαν του, δεδομένου ότι χρειάζεται χρησίμους φίλους, αλλ' υπό ηθικήν έποψιν ωραιότερον είναι να αισθάνεται την ανάγκην φίλων εις την ευτυχίαν του, διότι εν τη περιπτώσει ταύτη θα επιζητή χρηστούς ανθρώπους, δεδομένου ότι είναι προτιμότερον να παρέχη εις αυτούς τας ευεργεσίας του και να συναναστρέφεται μετ' αυτών. Είναι δε η παρουσία αυτή των φίλων γλυκεία και εις την ευτυχίαν και εις την δυστυχίαν, διότι οι υπό της οδύνης κατατρυχόμενοι ανακουφίζονται, (30) όταν συμπάσχουν μετ' αυτών οι φίλοι των. Διό και θα ηδύνατο ν' αμφιβάλλη κανείς, αν οι φίλοι σηκώνουν και αυτοί κατά τινα τρόπον το βάρος ή, τουναντίον, εάν ελαττώνη τον πόνον η ευχάριστος παρουσία των και η πεποίθησις περί της συμμετοχής των εις αυτόν.

Αλλά το ζήτημα, αν ανακουφίζωνται δι' αυτά ή διά κάτι άλλο, ας το αφήσωμεν κατά μέρος∙ αρκεί το ότι ανακουφίζονται πραγματικώς. Φαίνεται δε ότι η επίδρασις, (35) η οφειλομένη εις την παρουσίαν είναι μεικτής φύσεως. Διότι το να βλέπη κανείς [1171b] τους φίλους είναι διά τον δυστυχούντα πολύ ευχάριστον, [Ο μεταφραστής δε μεταφράζει ένα τμήμα του αρχαίου κειμένου] δεδομένου ότι είναι παρήγορος ο φίλος και ως προς την όψιν και ως προς τους λόγους του, εάν είναι επιδέξιος. Διότι γνωρίζει τον χαρακτήρα μας καθώς και ό,τι μας προξενεί χαράν ή λύπην. Αλλ' αφ' ετέρου πάσχομεν, (5) όταν βλέπωμεν τον φίλον μας να λυπήται διά τα δυστυχήματά μας, διότι κάθε φίλος θέλει ν' απφοεύγη να προξενή λύπην εις τον φίλον του. Διά τούτο και οι εκ φύσως ανδροπρεπείς δεν θέλουν να δίδουν εις τους φίλους των αφορμήν να συμπάσχουν μαζί των. Εάν δε δεν αντιλαμβάνωνται, ότι μόνον διά μιας μικράς λύπης του φίλου των ανακουφίζουν μίαν μεγάλην ιδικήν των λύπην, δεν ανέχονται όπως ο φίλος πάσχη εξ αιτίας των. Εν γένει προσπαθούν ν' αποφεύγουν ανθρώπους έχοντας την διάθεσιν να κλαυθμηρίζουν από κοινού, διότι και αυτοί οι ίδιοι δεν είναι επιρρεπείς (10) προς θρήνον. Μόνον γύναια και άνδρες θηλυπρεπείς αισθάνονται χαράν να συστενάζουν, και αγαπούν αυτά τα πρόσωπα ως φίλους και κοινωνούς των θλίψεών των. Αλλ' οφείλει να μιμήται κανείς τον καλύτερον. Τουναντίον εις την ευτυχίαν η παρουσία των φίλων δεν είναι μόνον γλυκεία, αλλά γεννά και την ιδέαν, ότι οι φίλοι χαίρουν διά τα ιδικά μας αγαθά. (15) Διά τούτο φαίνεται ότι πρέπει να καλούμεν προθύμως τους φίλους μας, όταν ευτυχούμεν (διότι είναι ωραίον το να ευεργετή κανείς), εις δε τα ατυχήματά μας να πράττωμεν τούτο με δισταγμόν (διότι πρέπει ν' αποφεύγωμεν όσον το δυνατόν περισσότερον, όπως ούτοι λαμβάνουν μέρος εις τας θλίψεις μας). Εντεύθεν το ρητόν:

«Αρκετό να είμαι μόνος εγώ δυστυχής».

Τέλος πρέπει να καλούμεν προ πάντων τους φίλους μας, όταν ούτοι μέλλουν να μας παράσχουν μίαν μεγάλην υπηρεσίαν, χωρίς να ενοχληθούν πολύ. (20) Τουναντίον είναι ίσως πρέπον να πηγαίνωμεν προς τους φίλους μας απρόσκλητοι και πρόθυμοι, όταν ούτοι δυστυχούν (διότι είναι καθήκον της φιλίας να εξυπηρετούμεν ιδίως εκείνους, οι οποίοι ευρίσκονται εις την ανάγκην, και ακόμη όταν ούτοι δεν το ζητούν. Η τοιαύτη δε προθυμία είναι αξιοπρεπεστέρα και ευχαριστοτέρα εκατέρωθεν). Όταν δε οι φίλοι μας ευτυχούν, οφείλομεν να σπεύδωμεν προς αυτούς, εφ' όσον είμεθα ικανοί να τους εξυπηρετήσωμεν (διότι δι' αυτό χρειαζόμεθα τους φίλους). Προκειμένου όμως να ευεργετούμεθα, πρέπει να πηγαίνωμεν προς αυτούς απροθύμως και βραδέως (25) (διότι δεν είναι ωραίον το να σπεύδη κανείς ν' αποκομίζη οφέλη παρ' άλλων). Εννοείται, ότι δεν πρέπει κανείς να φαίνεται αγενής αποκρούων τας υπηρεσίας που του προσφέρουν οι φίλοι του. Διότι και τούτο συμβαίνει ενίοτε. Κατά ταύτα η παρουσία των φίλων είναι εις κάθε περίστασιν ευκταία.

Δεν είναι μήπως διά την φιλίαν η συμβίωσις, όπως διά τους ερωτευμένους η θέα του λατρευομένου προσώπου, (30) και όπως οι ερασταί προτιμούν την αίσθησιν ταύτην από κάθε άλλην, εφ' όσον δι' αυτής υφίσταται και εξ αυτής γεννάται το ερωτικόν συναίσθημα; Διότι η φιλία είναι είδος κονότητος. Επίσης, όπως διατίθεταί τις προς τον εαυτόν του, ούτω και προς τους φίλους του. Όθεν όπως η αίσθησις της υπάρξεως είναι προσφιλής δι' ημάς τους ιδίους, ούτω και εν σχέσει προς τους συνανθρώπους μας. (35) Αλλ' η δράσις, χάρις εις την οποίαν αντιλαμβανόμεθα την ύπαρξίν των, λαμβάνει χώραν κατά την συμβίωσιν, [1172a] ούτως ώστε η προσπάθεια των φίλων μας απευθύνεται προς αυτήν. Τέλος, ό,τι ο καθείς θεωρεί ως πραγματικόν Είναι και ως τελικόν της υπάρξεώς του σκοπόν, θέλει να το πραγματοποιή εν επικοινωνία μετά των φίλων του. Άλλοι συμπίνουν, άλλοι παίζουν μαζί κύβους, μαζί γυμνάζονται, άλλοι κυνηγούν με τους φίλους των (5) και άλλοι φιλοσοφούν μαζί των. Εν συντόμω παν ό,τι αγαπώμεν εις την ζωήν, θέλομεν να το πραγματοποιούμεν ομού μετά των φίλων μας, διότι ο καθείς θέλει να ζη μαζί των, διά τούτο κάμνει και συμμερίζεται μετ' αυτών παν ό,τι εννοεί με τας λέξεις ζωή και συμβίωσις. Διά τούτο η μεταξύ των φαύλων φιλία γίνεται πηγή του κακού (διότι εφόσον οι φαύλοι είναι επιπόλαιοι, ο είς συμμετέχει εις την κακίαν του άλλου, (10) και κατά τον τρόπον τούτον γίνονται όλοι κακοί, εφ' όσον εξομοιούνται προς αλλήλους). Τουναντίον η μεταξύ των χρηστών ανθρώπων φιλία γίνεται πηγή αγαθού. Καθημερινώς αυξάνεται το ηθικόν περιεχόμενόν της, η δε πρόοδος συντελείται τόσω διά της από κοινού ασκήσεως της αρετής όσω και διά της αμοιβαίας νουθεσίας. Ο είς ενστερνίζεται παρά του άλλου τας εις αυτόν ευαρέστους ιδιότητας, εντεύθεν δε το ρητόν:

(15) «Το αγαθόν θα μάθης από τους αγαθούς».