Παρασκευή 22 Απριλίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (22.1-22.76)

Ραψωδία Χ' - Ἕκτορος ἀναίρεσις


Ὣς οἱ μὲν κατὰ ἄστυ πεφυζότες ἠΰτε νεβροὶ
ἱδρῶ ἀπεψύχοντο πίον τ᾽ ἀκέοντό τε δίψαν,
κεκλιμένοι καλῇσιν ἐπάλξεσιν· αὐτὰρ Ἀχαιοὶ
τείχεος ἆσσον ἴσαν, σάκε᾽ ὤμοισι κλίναντες.
5 Ἕκτορα δ᾽ αὐτοῦ μεῖναι ὀλοιὴ μοῖρα πέδησεν
Ἰλίου προπάροιθε πυλάων τε Σκαιάων.
αὐτὰρ Πηλεΐωνα προσηύδα Φοῖβος Ἀπόλλων·
«τίπτε με, Πηλέος υἱέ, ποσὶν ταχέεσσι διώκεις,
αὐτὸς θνητὸς ἐὼν θεὸν ἄμβροτον; οὐδέ νύ πώ με
10 ἔγνως ὡς θεός εἰμι, σὺ δ᾽ ἀσπερχὲς μενεαίνεις.
ἦ νύ τοι οὔ τι μέλει Τρώων πόνος, οὓς ἐφόβησας,
οἳ δή τοι εἰς ἄστυ ἄλεν, σὺ δὲ δεῦρο λιάσθης.
οὐ μέν με κτενέεις, ἐπεὶ οὔ τοι μόρσιμός εἰμι.»
Τὸν δὲ μέγ᾽ ὀχθήσας προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς·
15 «ἔβλαψάς μ᾽, ἑκάεργε, θεῶν ὀλοώτατε πάντων,
ἐνθάδε νῦν τρέψας ἀπὸ τείχεος· ἦ κ᾽ ἔτι πολλοὶ
γαῖαν ὀδὰξ εἷλον πρὶν Ἴλιον εἰσαφικέσθαι.
νῦν δ᾽ ἐμὲ μὲν μέγα κῦδος ἀφείλεο, τοὺς δὲ σάωσας
ῥηϊδίως, ἐπεὶ οὔ τι τίσιν γ᾽ ἔδεισας ὀπίσσω.
20 ἦ σ᾽ ἂν τεισαίμην, εἴ μοι δύναμίς γε παρείη.»
Ὣς εἰπὼν προτὶ ἄστυ μέγα φρονέων ἐβεβήκει,
σευάμενος ὥς θ᾽ ἵππος ἀεθλοφόρος σὺν ὄχεσφιν,
ὅς ῥά τε ῥεῖα θέῃσι τιταινόμενος πεδίοιο·
ὣς Ἀχιλεὺς λαιψηρὰ πόδας καὶ γούνατ᾽ ἐνώμα.
25 Τὸν δ᾽ ὁ γέρων Πρίαμος πρῶτος ἴδεν ὀφθαλμοῖσι,
παμφαίνονθ᾽ ὥς τ᾽ ἀστέρ᾽ ἐπεσσύμενον πεδίοιο,
ὅς ῥά τ᾽ ὀπώρης εἶσιν, ἀρίζηλοι δέ οἱ αὐγαὶ
φαίνονται πολλοῖσι μετ᾽ ἀστράσι νυκτὸς ἀμολγῷ,
ὅν τε κύν᾽ Ὠρίωνος ἐπίκλησιν καλέουσι.
30 λαμπρότατος μὲν ὅ γ᾽ ἐστί, κακὸν δέ τε σῆμα τέτυκται,
καί τε φέρει πολλὸν πυρετὸν δειλοῖσι βροτοῖσιν·
ὣς τοῦ χαλκὸς ἔλαμπε περὶ στήθεσσι θέοντος.
ᾤμωξεν δ᾽ ὁ γέρων, κεφαλὴν δ᾽ ὅ γε κόψατο χερσὶν
ὑψόσ᾽ ἀνασχόμενος, μέγα δ᾽ οἰμώξας ἐγεγώνει
35 λισσόμενος φίλον υἱόν· ὁ δὲ προπάροιθε πυλάων
ἑστήκει, ἄμοτον μεμαὼς Ἀχιλῆϊ μάχεσθαι·
τὸν δ᾽ ὁ γέρων ἐλεεινὰ προσηύδα χεῖρας ὀρεγνύς·
«Ἕκτορ, μή μοι μίμνε, φίλον τέκος, ἀνέρα τοῦτον
οἶος ἄνευθ᾽ ἄλλων, ἵνα μὴ τάχα πότμον ἐπίσπῃς
40 Πηλεΐωνι δαμείς, ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτερός ἐστι,
σχέτλιος· αἴθε θεοῖσι φίλος τοσσόνδε γένοιτο
ὅσσον ἐμοί· τάχα κέν ἑ κύνες καὶ γῦπες ἔδοιεν
κείμενον· ἦ κέ μοι αἰνὸν ἀπὸ πραπίδων ἄχος ἔλθοι·
ὅς μ᾽ υἱῶν πολλῶν τε καὶ ἐσθλῶν εὖνιν ἔθηκε,
45 κτείνων καὶ περνὰς νήσων ἔπι τηλεδαπάων.
καὶ γὰρ νῦν δύο παῖδε, Λυκάονα καὶ Πολύδωρον,
οὐ δύναμαι ἰδέειν Τρώων εἰς ἄστυ ἀλέντων,
τούς μοι Λαοθόη τέκετο, κρείουσα γυναικῶν.
ἀλλ᾽ εἰ μὲν ζώουσι μετὰ στρατῷ, ἦ τ᾽ ἂν ἔπειτα
50 χαλκοῦ τε χρυσοῦ τ᾽ ἀπολυσόμεθ᾽· ἔστι γὰρ ἔνδον·
πολλὰ γὰρ ὤπασε παιδὶ γέρων ὀνομάκλυτος Ἄλτης.
εἰ δ᾽ ἤδη τεθνᾶσι καὶ εἰν Ἀΐδαο δόμοισιν,
ἄλγος ἐμῷ θυμῷ καὶ μητέρι, τοὶ τεκόμεσθα·
λαοῖσιν δ᾽ ἄλλοισι μινυνθαδιώτερον ἄλγος
55 ἔσσεται, ἢν μὴ καὶ σὺ θάνῃς Ἀχιλῆϊ δαμασθείς.
ἀλλ᾽ εἰσέρχεο τεῖχος, ἐμὸν τέκος, ὄφρα σαώσῃς
Τρῶας καὶ Τρῳάς, μηδὲ μέγα κῦδος ὀρέξῃς
Πηλεΐδῃ, αὐτὸς δὲ φίλης αἰῶνος ἀμερθῇς.
πρὸς δ᾽ ἐμὲ τὸν δύστηνον ἔτι φρονέοντ᾽ ἐλέησον,
60 δύσμορον, ὅν ῥα πατὴρ Κρονίδης ἐπὶ γήραος οὐδῷ
αἴσῃ ἐν ἀργαλέῃ φθίσει, κακὰ πόλλ᾽ ἐπιδόντα,
υἷάς τ᾽ ὀλλυμένους ἑλκηθείσας τε θύγατρας,
καὶ θαλάμους κεραϊζομένους, καὶ νήπια τέκνα
βαλλόμενα προτὶ γαίῃ ἐν αἰνῇ δηϊοτῆτι,
65 ἑλκομένας τε νυοὺς ὀλοῇς ὑπὸ χερσὶν Ἀχαιῶν.
αὐτὸν δ᾽ ἂν πύματόν με κύνες πρώτῃσι θύρῃσιν
ὠμησταὶ ἐρύουσιν, ἐπεί κέ τις ὀξέϊ χαλκῷ
τύψας ἠὲ βαλὼν ῥεθέων ἐκ θυμὸν ἕληται,
οὓς τρέφον ἐν μεγάροισι τραπεζῆας θυραωρούς,
70 οἵ κ᾽ ἐμὸν αἷμα πιόντες ἀλύσσοντες περὶ θυμῷ
κείσοντ᾽ ἐν προθύροισι. νέῳ δέ τε πάντ᾽ ἐπέοικεν
ἄρηϊ κταμένῳ, δεδαϊγμένῳ ὀξέϊ χαλκῷ,
κεῖσθαι· πάντα δὲ καλὰ θανόντι περ, ὅττι φανήῃ·
ἀλλ᾽ ὅτε δὴ πολιόν τε κάρη πολιόν τε γένειον
75 αἰδῶ τ᾽ αἰσχύνωσι κύνες κταμένοιο γέροντος,
τοῦτο δὴ οἴκτιστον πέλεται δειλοῖσι βροτοῖσιν.»

***
Και μες στην πόλιν τρέμοντας ωσάν ελαφομόσχια
δροσολογιούνταν, έπιναν, την δίψαν τους εσβήναν,
στα ωραία τείχη πλαγιαστοί· κι οι Αχαιοί στο τείχος
πλησίαζαν στους ώμους των κρεμώντας τες ασπίδες.
5 Και η μοίρα εκράτησε η κακή τον Έκτορα να μείνει
έμπροσθεν των Σκαιών Πυλών και της ιερής Ιλίου.
Και ο Φοίβος τότε ομίλησεν αυτού στον Αχιλλέα:
«Πηλείδη, τι με κυνηγάς με τα γοργά σου πόδια
με τον αθάνατον θεόν εσύ θνητός και ακόμη
10 πού ᾽μαι θεός δεν ένιωσες, και ακράτητα μανίζεις·
των Τρώων, όπου σκόρπισες, ο αγώνας δεν σε μέλει,
και αφού συ ξέμεινες εδώ, στην πόλιν εκλεισθήκαν·
με δεν φονεύεις ότι εμέ ο θάνατος δεν πιάνει».
«Μ᾽ ανάκοψες», του απάντησε με βάρος ο Πηλείδης,
15 «Φοίβε, κακοβουλότερε των αθανάτων όλων,
που από το τείχος μ᾽ έγυρες εδώ, και αλλιώς πριν φθάσουν
στην Ίλιον θα εδάγκαναν άλλοι πολλοί το χώμα.
Δόξαν λαμπρήν μού αφαίρεσες κι ελύτρωσες εκείνους
ήσυχος, ότι εκδίκησιν να φοβηθείς δεν είχες,
20 κι εγώ θα σ᾽ εκδικούμην αν αρκούσε η δύναμίς μου».
Είπε, με φρόνημα υψηλόν κινήθη προς την πόλιν,
ως ίππος τρέχει αγωνιστής που μ᾽ όλο τ᾽ όχημά του
τετραποδίζει τανυστά στην ανοικτήν πεδιάδα·
τόσο τα πόδια γρήγορα κινούσε και ο Πηλείδης.
25 Πρώτος ο γέρος Πρίαμος τον είδε στην πεδιάδα,
ολόλαμπρος να χύνεται σαν τ᾽ άστρο που προβάλλει
το φως του καλοκαιρινά και στα πολλά τ᾽ αστέρια
ανάμεσα φεγγοβολεί στο νυκτικό σκοτάδι,
που σκύλον του Ωρίωνος τον ονομάζουν κι είναι
30 λαμπρότατ᾽ άστρο αλλά κακό στον ουρανόν σημείον
και τους βαριόμοιρους θνητούς με θέρμες κατακαίει.
Τόσο κι εκείνου, ως έτρεχεν, αστράφταν τ᾽ άρματά του.
Ύψωσε ο γέρος κλαίοντας τα χέρια και κτυπώντας
την κεφαλήν του εξόρκιζε το αγαπητό παιδί του
35 με κραυγήν πόνου· αλλ᾽ έστεκε στα τείχη εμπρός εκείνος,
κι ελαχταρούσε αντίμαχον να έχει τον Πηλείδην.
Και ο γέρος του ᾽λεγε κλαυτά προβάλλοντας τα χέρια:
«Ω Έκτωρ, μη μου καρτερείς, παιδί μου, αυτόν τον άνδρα
μόνος και αβοήθητος, μη εβρείς τον θάνατόν σου,
40 ότι ο κατάρατος πολύ στην ρώμην σε υπερβαίνει·
αχ! οι θεοί να του ᾽θελαν όσο κακό του θέλω·
γύπες και σκύλοι γρήγορα νεκρόν θα τον ετρώγαν
και ο πόνος θα ᾽παυε ο σκληρός μέσα στα σωθικά μου·
που από πολλά με ορφάνευσεν αυτός παιδιά γενναία
45 ή σκοτωμένα ή στα νησιά τα πέρα πουλημένα.
Και τώρα σ᾽ όλον τον λαόν που εκλείσθηκε στην πόλιν
δεν φαίνεται ο Πολύδωρος, δεν φαίνεται ο Λυκάων,
παιδιά μου από την δέσποιναν μεγάλην Λαοθόην.
Και αν ζουν ακόμη στον στρατόν, θα λυτρωθούν κατόπι·
50 χρυσάφ᾽ υπάρχει και χαλκός ότι πολλά ᾽χε δώσει
εις το παιδί του ο γέροντας ο ξακουσμένος Άλτης.
Και αν ήδη απέθαναν αυτοί και κατοικούν στον Άδη
πονάμ᾽ εμείς που τους γεννήσαμεν, εγώ με την μητέρα,
αλλά ο πόνος των λαών δεν θα κρατήσει τόσο,
55 αν του Αχιλλέως η ανδρειά και σε δεν θανατώσει.
Στο τείχος, έμπα, τέκνον μου, για να μας σώσεις όλους,
μη θέλεις δόξαν υψηλήν να δώσεις του Πηλείδη
και ο ίδιος να στερηθείς την ποθητήν ζωήν σου.
Κι έπειτα εμέ τον δύστυχον, πόχω τον νουν μου ακόμη,
60 λυπήσου, που κακόμοιρο στα γερατειά μου τέλος
θα δώσει ο Δίας, αφού ιδώ κάθε κακόν εμπρός μου,
τ᾽ αγόρια μου να σφάζονται, τες κόρες μου να σέρνουν,
να μας πατούνται οι θάλαμοι και στον φρικτόν αγώνα
να σκαν τα βρέφη καταγής, και να τραβούν τα χέρια
65 των Αχαιών τα βδελυρά τες άμοιρες νυφάδες.
Κι εμέ τον ίδιον ύστερον στα πρόθυρά μου οι σκύλοι
οι ωμοφάγοι θα τραβούν, αφού μ᾽ ακόντ᾽ ή λόγχην
κάποιος από τα μέλη μου πετάξει την ψυχήν μου.
Του τραπεζιού μου θρέμματα οι θυρωροί μου σκύλοι
70 από το αίμα μου αφού πιουν θα πέφτουν ζαλισμένοι
στα πρόθυρά μου· αλίμονον! του νέου στέκουν όλα,
όταν στην μάχην έπεσε με το κορμί κομμένο
και πεθαμένος, όλα του και αν φαίνονται είναι ωραία.
Αλλά σφαγμένου γέροντος να του ασχημίζουν σκύλοι
75 τες σάρκες, τ᾽ άσπρα του μαλλιά, και τα λευκά του γένια
άλλο στους άμοιρους θνητούς φρικτότερο δεν είναι».

Οι απολογητές και η χρήση του Ευσεβίου Καισαρείας – Η υποτιθεμένη έκλειψη ηλίου κατά την σταύρωση του Ιησού

Τα συγ­γράμματα των εθνικών ιστορικών και συγ­γ­ρα­­φέ­ων Φλέ­γοντος, Θαλ­λού, και Πορφυ­ρί­ου, 2ος αιών – αρχές 4ου αιώνος, το σύγγ­ραμμα του χριστιανού Ιουλίου Αφρικανού, 3ος αιών, και το σύγ­­γραμ­μα του Γαλιλαί­ου ιστορικού Ιούστου της Τιβε­ριάδος 1ος αιών, κ. ά., έχουν απολε­σθεί. Τί έχει απομείνει για να διασωθούν αυτά;!


Σήμερα όμως διάφοροι αυ­τοβα­πτι­­σθέν­τες απολογητές, που συνήθως τελούν εν ανωνυμία, μας πα­ραθέτουν «αποσπά­σμα­τα» του Φλέγοντος και του Θαλλού, τα οποία ισχυρίζονται ότι φέ­ρουν μαρτυρί­ες για τον σει­σμό και την έκ­λειψη ηλίου που δήθεν έγιναν κατά τη σταύρωση του υποτι­θε­μέ­νου Ιη­σού. Κατ’ αυ­τόν τον τρόπον οι απολογητές νομί­ζουν ότι μας παρέχουν «ιστο­ρι­κές» πλέον «απο­δεί­ξεις» περί της ιστορικής υπάρξεως του θρυ­λου­μέ­­νου Ιησού που έγινε μετά ο μυθο­λο­γικός Χρι­στός.

Ση­μει­ώστε ότι την έκλειψη ηλίου (ή το σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη) την ανα­φέ­ρουν ο Ματ­θαίος (27: 45), ο Μάρκος (15: 33) και ο Λου­κάς (23: 44). Ο Ιωάννης την αγνοεί. Το σχί­σι­μο του καταπετάσματος του ναού στα δύο, από πάνω ως κάτω, το ανα­φέρουν ο Ματ­θαί­ος 27: 51, ο Μάρκος (15: 38) και ο Λουκάς (23: 45). Ο Ιωάννης το αγνοεί. Αλλά τα υπό­λοιπα μυθο­λο­γι­κά συμβάντα, περί σεισμού, ανεώξεως πολλών μνημείων, ανα­στάσεως πολλών νεκρών στην Ιερου­σα­λήμ, κλπ., τα αναφέρει μόνο ο Ματθαίος (27: 51-53), ενώ οι άλλοι τρεις κα­νο­νικοί ευ­αγγε­λι­στές τα αγνοούν.

Όλα αυτά τα δήθεν ανεξάρτητα ιστορικά «αποσπάσματα» είναι μια πλά­νη που διε­νερ­γείται είτε από σκοπιμότητα, είτε από άγνοια, εί­τε από τυφλή ή σκόπιμη πί­στη στα γρα­πτά του Ευσεβίου Καισα­ρεί­ας. Αυτά τα αποσ­πά­σμα­τα, όπως τα χρησιμο­ποι­ούν οι διάφοροι νεοχριστιανοί απολογητές, μας τα παρου­σι­ά­ζει ο Ευ­σέβιος μέ­σα στην «Εκκ­λησια­στι­κή Ισ­το­ρία» του και σε άλλα έργα του. Τα αποσπούν από εκεί και δεν γε­μί­ζουν ούτε δυο σελίδες. Είναι ελάχιστα και ξεκομμένα. Έτσι δεν απο­τε­λούν κριτήρια της επιστήμης της Ιστορίας γι’ αυτό και για τους εξής λόγους.

Ο Ευσέβιος έχει πλέ­ον απο­δειχθεί, επι­στη­μο­νι­κώς και πολ­λα­πλώς, ότι ήταν μέγας πλαστο­γράφος και ψευ­δο­λό­γος και ου­δέ­ποτε φρόντισε να δια­σώσει την αλή­θεια και τις πηγές που ο ίδιος χρη­σι­μο­ποίησε. Τις πη­γές τις κατάστρεψε. Π.χ., το σύγγραμμα του Εβραιο­χρισ­τι­α­νού ισ­το­ρι­κού του 2ου αιώνος Κ. Ε. Ηγησίππου και το σύγ­γραμμα του Χριστιανού ισ­το­ρι­κού του 3ου αιώ­νος Κ. Ε. Ιου­λί­ου Αφρικανού, από τα οποία ο Ευσέβιος αντιγ­ρά­φει κα­τά το πρώτο ήμισυ του 4ου αιώ­νος, έχουν ολοκληρωτικά χα­θεί. Απορεί κανείς για ποι­ους λόγους ο Ευ­σέβιος δεν φρόντι­σε να διασώσει τέτοια ντο­κου­μέντα. Λόγω της θέσεως και της δυ­νά­με­ώς του μια ρητή διαταγή του για να επα­νεκ­δο­θούν και να δια­φυλαχ­θούν τα συγ­γράμματα αυτά αρκούσε. Ούτε τα γρα­πτά του Υποα­πο­στολικού Πατέρα Παπία, (60−140 ή κατ’ άλλους 70−155 Κ. Ε.), επισκό­που Ιε­ρα­πόλεως Φρυ­γί­ας, διέσωσε. Λέγεται ότι ο Πα­πίας έγραψε πέντε βιβλία, σχετικά με τις προ­φητείες για τον Κύριο, τα λόγια του Κυρίου, κλπ., τα οποία έχουν απο­λεσθεί. Μόνο λίγα κομ­ματάκια αναφέ­ρονται από τον Ευσέβιο και άλλους Πα­τέρες. Ο Ευσέβιος, ούτε λίγο ούτε πολύ, λέ­γει ότι ο Παπί­ας έγρα­ψε βλα­κείες. Συγ­κε­κρι­μένα στην Εκκλησιαστική Ιστο­ρία του (3: 39), ο Ευσέ­βι­ος γράφει: «Ο Πα­πίας ήταν άν­­θρω­πος πολύ μικρού νου (σφόδρα γάρ τοι σμικρός ών τόν νούν), αν τον κρί­νο­με από τα ίδια τα λόγια του.». Αυ­τό και αν εί­ναι ύπο­πτο!… Ήλθε ο Ευσέβιος τον 4ο αι­ώνα για να δι­ορ­θώσει και να κρί­νει τους πατέρες και τις πηγές του 2ου αι­ώ­να…

Κα­τά το πρό­τυ­πο του Απο­στόλου Παύλου, (Πρός Ρω­μαί­oυς γ΄: 7, «Ε­άν διά τoυ ψεύ­δoυς μoυ η αλή­θεια τoυ Θε­oύ κα­τε­­δεί­χθη με­γά­λη πρoς δό­ξαν τoυ, για­τί ακό­μη κα­τα­κρί­νo­μαι ως αμαρ­τω­λός;», αυτό είναι το μόνο αληθές που μας είπε ο Παύλος), ο Ευσέ­βιος χρησιμοποίησε κά­θε δόλιο μέσο για να υπο­στη­ρί­ξει και να προ­παγαν­δί­σει το δήθεν αληθές της νέας Χριστιανι­κής θρη­σκείας, όπως αυτή διε­μορ­φώ­θη κατά το πρώτο ήμισυ του 4ου αιώνα. Ουσια­στι­κά η νέα μορ­φή της Χριστιανικής θρη­­σκείας ήταν δη­μι­ούργημα του Ευσεβίου με τη συ­νερ­γα­σία μιας ομάδας συγ­χρόνων του Χρι­στιανών μελε­τητών, αλ­λά και εθνικών όπως ο Σώπα­τρος, κατόπιν αυστη­ρής απαί­τησης και εντολής του αυτο­κράτορα Με­γά­λου Κων­σταν­τίνου, ο οποίος πριν ολίγο καιρό εί­χε γίνει μονοκράτορας. Ο Ευσέβιος όμως απεδείχθη πολύ βια­στικός και απ­ρόσεκτος πλαστο­γράφος. Έτσι οι πλα­στογρα­φί­ες του ανα­κα­λύφτηκαν σχε­τικά εύ­κολα από πολ­λούς αμε­ρό­ληπτους ερευνητές επιστή­μο­νες, αρκετοί των οποίων προέρ­χον­ταν από διάφορες Χριστιανικές διομολογή­σεις. Ένας τέτοιος ήταν και ο Charles B. Waite, ο οποίος έγραψε το βιβλίο History of the Christian Re­ligion to the Year 200 (μελετήστε τις σε­λί­δες 332-337.).

Έτσι λοιπόν βλέπομε ότι τα απο­σπάσματα που παραθέ­τει ο Ευσέβιος περί σεισμού, εκ­λείψεως ηλίου, κλπ. αναφέ­ρον­ταν σε άλλο σεισμό (που έγινε στη Βιθυ­νία της Μι­κ­ράς Ασίας, πολύ μακριά από την Ιερουσαλήμ) και σε άλλη έκλειψη ηλίου. Απλώς ο Ευσέ­βιος τα προ­σάρμοσε όσο αυ­τός νόμισε αρκετά για να ται­ριάσουν με τους μύθους του Ματθαίου. Πλην όμως προ­δό­θηκε από τα εξής:

1) Το ίδιο το πρόχειρο και βιαστικό γράψιμό του, διότι δεν προσάρμοσε φιλο­λο­γι­κώς την δική του γλώσσα με την γλώσσα των αρχικών συγγραφέων.

2) Από τις αναφορές των ιδίων αποσπασμάτων από Χριστιανούς συγγραφείς πριν τον Ευσέβιο, π. χ. τον Ωριγένη κά., που είναι εντελώς διαφορετικές.

3) Από το γεγονός ότι οι αρχικοί ιστορικοί, που μόλις αναφέραμε, ήταν και πα­ρέμειναν «παγαν­ι­στές εθνικοί». Οπότε αν ανάφεραν μέσα στα ιστορικά τους συγγράμματα αυ­τά τα συμ­βάντα ως αληθινά και πραγματικά, όπως θέλουν να μας τα παρου­σι­άσουν ο Ματ­θαίος και ο Ευσέ­βιος, τότε είναι πέραν πάσης φαντασίας το γεγο­νός ότι αυ­τοί πα­ρέμειναν παγα­νι­στές αντί να ασπαστούν την νέα «αληθινή» θρησκεία του Χριστιανισμού. Έχει γού­στο, ο Φλέγων και ο Θαλλός να έγρα­φαν ιδιοχείρως ως αληθή γεγονότα την έκ­λει­ψη ηλίου, τον σεισμό και την ανάσταση των νεκρών της Μεγάλης Παρα­σκευ­ής όπως μας τα παρουσιάζει ο Ματθαίος και να μη γίνουν Χριστιανοί απορ­ρί­πτον­τες αμέ­σως τον παγανισμό! [1]
[1 Αυτά είναι ανάλογα με εκείνη την πλαστογραφημένη μαρ­τυρία του Ιωσή­που (Ιουδαϊκή Αρχαιότητα 18: 3: 3 ή 18: 63-64), όπου ο μεν Ιησούς Χριστός ομο­λο­γείται (από τον Ιώ­σηπο υποτίθεται) ως σοφός Ιουδαίος Μεσ­σί­ας και τριήμε­ρος αναστηθείς εκ νεκρών, ο δε Ιώσηπος όχι μόνον δεν προσχώ­ρη­σε στον Χριστιανισμό απορρίπτον­τας τον Ιουδαϊσμό, αλλά παρέμεινε ορθό­δο­ξος Φα­ρισαί­ος μέχρι τον θά­νατό του! (Αν αμφιβάλλετε, διαβάστε το βιβλίο της αυτο­βιο­γραφίας του). Αυ­τή η μαρ­τυρία, το Testimonium Flavianum, αποτελεί άλ­λη μία πλαστο­γραφία του Ευσεβίου.]

Όσο για τους αναστηθέντας νεκρούς και τα άλλα φαινόμενα της Μεγάλης Πα­ρα­σ­κευής αναφέρονται μό­νο από τον Ματθαίον. Ο Ιωάννης που συνεχώς καυχιέται ότι λέγει την αλήθεια και ήταν αυτόπτης μάρτυς στα γεγονότα του Πάθους δεν αναφέρει τίποτα απ’ αυτά. Δεν είδε και δεν άκουσε τίποτα. Τί λέτε: περίεργο! Ο Μέγας Αυ­το­κ­ράτωρ Ιουλιανός στο Κατά Γαλιλαίων έργο του δικαίως απορεί πως κανένας άλλος εκτός του Ματ­θαίου δεν αναφέρει ούτε πληροφορήθηκε τίποτα. Ού­τε Ρωμαίος συγκ­λη­τικός, στρατιωτικός, κυβερνήτης, ούτε κανένας Ιουδαίος άρχων, ραβίνος, κλπ, ούτε κα­νένας άλλης εθνικότητος. Όλη η υφήλιος αγνόησε αυτά τα τρομακτικά «γεγο­νότα»! Οπότε τί λέτε; Ψεύδεται ο Ματθαίος; Ναί ή ού;

4) Ο Θαλλός και ο Φλέγων έζησαν κατά τον 2ο και 3ο αιώνα. Οπότε τίθεται το εξής ερώτημα: Οι περιγραφές των φυσικών φαινομένων που υπήρχαν στα συγγράμμα­τά τους αφο­ρούσαν φυσικά φαινόμενα τα οποία είτε συνέβησαν κατά την διάρκεια της ζω­ής των και που οι ίδιοι παρατήρησαν ή άκουσαν περί αυτών, είτε αφο­ρού­σαν φυσικά φαινόμενα που υποτί­θε­ται ότι συνέβηκαν πριν 150 χρό­νια τουλά­χι­στον; Αν υποθέσομε ότι ισχύει η δεύτερη εκδοχή, τότε ως επι­στή­μο­νες και ιστο­ρικοί θα έπρεπε να παραθέσουν τις πηγές τους και κά­ποιες ημερομηνίες. Όμως ο αντιγραφέας Ευσέ­βιος δεν μας ανακοινώνει κα­μιά τέτοια πληροφορία, όπως και θα όφει­λε να πράξει αν ήταν σωστός ιστορικός, και η οποία θα ισχυροποιούσε έτι περισ­σότερο τους ισχυρισμούς του. Όπως όμως αποδείχθηκε από τα συγγράμμα­τα του Ωριγένη και άλλων προηγου­μέ­νων Χριστιανών συγγραφέων, οι οποίοι αναφέρονται στον Θαλλό και τον Φλέγοντα ισχύει η πρώ­τη εκδοχή και ο Ευσέ­βι­ος[2] αποδεικνύεται άλλη μια φορά δόλιος πλαστογρά­φος.
[2 Οι ατιμίες του Ευσεβίου έχουν καταδειχθεί πολλαπλώς στην παγκόσμια έρευνα και βιβλιογραφία. Ήδη εδώ με τα στοιχεία μας δεικνύομε μερικές. Δεν δικαιούται ο Ευσέβιος την εμπιστοσύνη που αποδίδεται σ’ έναν ιστορικό. Ο ίδιος ομολογεί ότι δεν τον ενδιέφερε η αλήθεια αλλά το συμφέρον της Νέας Χριστιανικής πίστεως! Στην σύ­νοδο της Νικαίας το +325 έπαιξε το ρόλο του πολιτικάντη και περίμενε να δει προς τα που θα έγερνε τελικά η πλειοψηφία με την οποία στο τέλος συνυπέγραψε. Επίσης όλα τα στοιχεία συγ­κλί­νουν στο ότι αυτός επλαστογράφησε το γνωστό και πολύ συ­ζητηθέν Testimonium Flavianum στον Ιώσηπο (βλέπε μέρος 9.). Ο Δρ Χριστιανός θε­ολόγος Κωνσταντίνος Σια­μάκης, δεν κατεδέχθει να συμπεριλάβει αυτές τις ψευ­το-μαρτυρίες του Φλέγοντος και Θαλλού στο λεπτομερές σύγγραμμά του: Εξωχρισ­τι­ανι­κές Μαρ­τυ­ρί­ες γιά τό Χριστό καί τούς Χριστιανούς, Εκδόσεις «Άθως», Αθήναι, 2000. Ευρίσκονται όμως, μαζί με διάφορες άλλες, στο σύγγραμμα του Charles B. Waite, History of the Christian Religion to the Year Two Hundred (200), Fifth Revised Edition, C. V. Waite & Co., Chicago 1900 – 1992, ο οποίος τις τιτλοφορεί Παραχα­ράξεις του Ευσεβίου και μας μεταφέ­ρει όλα τα αποδεικτικά στοιχεία.]

5) Από την επιστημονική απόδειξη ότι είναι αδύνατο να γίνει έκλειψη ηλίου κατά εποχή πανσελήνου και ως γνωστόν το Εβραϊκό Πάσχα (Πεσάχ) εορτά­ζε­ται πάντα τέτοια εποχή. Έπειτα, μια ολική έκλειψη ηλίου διαρκεί μερικά μόνο λεπτά (10 – 30) και σε μικρό τόπο και όχι τρεις ώρες σε όλη τη γη όπως επιθυ­μούν οι τρεις πρώτοι ευαγγελι­στές.

Ένας ακόμα λόγος που αποδεικνύει ότι η έκλειψη ηλίου[3] (το σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη) των τριών συνοπτικών δεν έγινε ποτέ μας τον παρέχει το Κατά Ιωάννην Ευ­αγ­γέ­λιο. Για να δούμε γιατί:

1. Στον μεν Ματθαίον 27: 45 δια­βάζομε: «Από δέ έκτης ώρας σκό­τος εγένετο επί πάσαν την γήν έως ώρας ενάτης.». Δη­λαδή σύμφωνα με τις σημερινές ώρες το σκο­τά­δι άπλωσε πάνω σε όλη τη γη από τις δώ­­δεκα το μεσημέρι, ώρα έκτη, κατά την μέ­τ­ρηση των ωρών της ημέ­ρας την εποχή του υποτιθεμένου Ιησού, η οποία άρχιζε στις έξη το πρωί. Κράτησε μέχρι τις τρεις το από­γευμα (ώρα ενάτη), δηλαδή τρεις ολόκ­ληρες ώρες.

2. Στον Μάρ­­κον 15: 33 δια­βάζομε: «Γενομένης δέ ώρας έκτης σκότος εγέ­νετο εφ’ όλην τήν γήν έως ώρας ενάτης·».

3. Στον δε Λουκάν 23: 44 διαβάζομε: «Ήν δέ ωσεί ώρα έκτη καί σκότος εγέ­νετο εφ’ όλην τήν γήν έως ώρας ενάτης, τού ηλίου εκλεί­πον­τος,».

4. Τώρα πάρετε την Καινή Διαθήκη και διαβάστε: Ιωάννης 19: 13-16. Ιδιαι­τέ­ρως στον στίχο 14 διαβά­ζομε: «ήν δέ παρασκευή τού πάσχα, ώρα δέ ωσεί έκτη· και (ο Πιλάτος) λέγει τοίς Ιουδαίοις· ίδε ο βασι­λεύς υμών.». Στον δε στί­χο 16 πα­ρα­κά­τω δια­βάζομε «τότε ούν (ο Πιλάτος) πα­ρέ­δω­κεν αυτόν αυτοίς (στους Ιου­δαίους) ίνα σταυ­ρω­θή.».
[3 Ας λάβομε επίσης υπ’ όψη μας ότι το θέμα του σεισμού ή των μεταθανατίων εμ­φα­νί­σεων λύεται ως εξής: Όλος ο Ελληνικός Κόσμος εγνώριζε ότι ο Ρωμύλος απεθε­ώ­θη ανα­ληφθείς εις τους ουρανούς εν μέσω σφοδρής καταιγίδας, σάλου, σεισμού, και σκότους τόσου ώστε να μην ηδύνατο κανείς να δει τα γύρω του, και ότι κατόπιν επα­νεμφανίσθη καθ’ οδόν σε φίλο του Συγκλητικόν εις τον οποίον ανακοίνωσε τα συμ­βάν­τα της απο­θε­ώσεώς του και όρισε την ίδρυση ναού και τα σχετικά της λα­τρείας του. Όλη αυτή την ιστορία αντέ­γρα­ψαν προχείρως οι Χριστιανοί διά να την απο­δώ­σουν στον ιδικόν τους θεό. Κατόπιν βλέπομε τον εκατό­ν­ταρχον να λέγει: «Αληθώς υιός Θεού είναι αυτός» (Ματθαίος 27: 54). Τί σημαίνει αυτή η φράση; Απλούστατα, οι Χριστιανοί έβλεπαν στα νομίσματα της εποχής την προτομή του Αυγούστου με την φράση DIVI F(ILIUS) (= Υιός Θε­ού = Υιός του αποθεωθέντος Ιουλίου Καίσαρος) και έλεγαν: «Ο ιδικός μας Θεός είναι DIVI FILIUS!».]

Για να εξετάσομε λοιπόν προ­σε­κτι­κά τί καινούργια μας ξεφουρνίζει ο Ιωάννης:

Πρώτον: Δεν ήταν ακόμα ημέρα του Πάσχα αλλά παρασκευή του Πάσχα. Οι τρεις συνοπτικοί μας βεβαιούν ότι το τελευταίο δείπνο, η δίκη, η σταύρωση και η ταφή έγιναν την ημέ­ρα του Πά­σχα που εκείνο το έτος έπεφτε να είναι ημέ­ρα Παρασκευή (δηλαδή η προπαρασκευαστική ημέρα για το Σάββατο που επόταν). Ο Ιωάννης όμως μας λέγει ότι η δίκη, η σταύρωση και η ταφή συνέ­βησαν μεν ημέρα Παρασκευή, αλλά αυτή ήταν η προπαρασκευασ­τι­κή ημέ­ρα του Πάσχα του έτους εκείνου που κατά τον Ιωάννη έπεφτε Σάββα­το. (Άλλη μια κραυγαλέα αντίφαση των θεοπνεύστων γραφών και ευαγγελισ­τών.).

Δεύτερον: Στις δώδεκα το με­σημέρι της Παρασκευής ο Πιλάτος ακόμα ασ­κούσε δικαστι­κά κα­θή­κοντα και λογομαχούσε με τους Ιου­δαίους. Τώρα πως να δίκαζε άραγε ο Πιλάτος και πως να λογομαχούσε με τον Ιου­δα­ϊ­κό όχλο μέ­σα στο σκοτάδι, αφού στους τρεις συν­οπτι­κούς το σκοτάδι είχε αρχίσει ήδη στις δώδεκα το με­σημέρι, ας μας το απαντήσουν οι απολογητές…

Τρίτον: Στον Μάρκον 15: 25 ο Ιησούς ήταν ήδη σταυρωμέ­νος τουλάχιστον για τρεις ώρες, από τις εννέα το πρωί έως και μετά το μεσημέρι δηλαδή. Στον Ιωάννη όμως βλέπομε τον Πιλάτο, (μέ­σα στα σκοτεινά;), να παραδίδει τον Ιη­σού στους Ιουδαίους για να σταυ­ρωθεί (χωρίς να μας λέ­γει εδώ ποιοι θα εκτε­λούσαν την σταύρωση). Η σταύ­ρωση δηλαδή πρέ­πει να έγινε το νω­ρί­τε­ρο γύ­ρω στις μία η ώρα το απόγευμα και μέ­σα στο σκοτάδι, αν ήταν δυνατόν! Πώς; Ας μας απαντήσουν οι φωστήρες της Χριστιανικής μά­στι­γας. Μετά, και ο Μάρκος ήταν θεόπνευστος ως ευαγ­γε­λι­σ­τής. Μάλιστα δε, αυτά που έγραψε τα έμαθε από τον μέ­γα μα­θητή Πέτρο που ήταν στον όμιλο των δώ­δεκα. Πώς λοιπόν γεφυρώνονται οι θεό­πνευστες τρο­μα­κτι­κές αντιφάσεις μεταξύ Μάρκου καθώς και των άλλων δύο συνοπτικών και Ιωάννου; Κύρι­οι απολογητές τί πει­στικά επιχειρήματα έχετε για να μας απαντήσετε;

Τέταρτον: Ο Ιωάννης ανήκε στην ομάδα των δώδεκα πρωτοστατούντων μα­θη­τών, ακολου­θού­σε τον Ιησού παντού και πάντοτε, ήταν ο φίλτατος μαθητής του Ιη­σού. Εκτός από αυ­τόπτης μάρτυς όπως ομολογεί ο ίδιος, ως ευαγγε­λι­σ­τής ήταν απαραι­τήτως «θεόπνευστος» και ο ίδιος μας τονίζει ότι (21: 24) «η μαρτυρία του είναι αληθής», πράγμα που οι άλλοι δεν το αναφέρουν. Παρα­κολούθησε την δί­κη και την σταύ­ρωση. Ακόμα ο εσταυ­ρω­μένος διδάσκαλός του μίλησε και στη μάνα του και στον Ιωάννη που ήταν δίπλα της (19: 26 -27). Πάντως το σκοτάδι που πλά­κω­σε από τις δώδεκα το μεσημέρι πάνω σ’ όλη τη γη και σίγουρα θα ήταν σο­βα­ρό εμ­πό­διο για να διε­κ­περαιωθούν σωστά και ωραία όλα όσα συνέβησαν δεν το αναφέρει πουθενά. Άρα δεν έγινε!

Η πρώτη των ανωτέρω παρατηρήσεων χρήζει περισσοτέρας επεξηγήσεως και αναφο­ρών από τα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια. Το ότι το Πάσχα των τριών συνο­πτικών έπεφτε ημέρα Παρασκευή ομολογείται στον Ματθαίο 27: 62, Μάρκο 15: 42 και Λου­κά 23: 54. Τα επεισόδια του πασχαλινού τελευταίου ή μυστικού δείπνου, της συλλή­ψεως του Ιησού, της βιαστικής δίκης, της σταύρωσης και της τα­φής, κλπ., αναφέρον­ται στα κεφάλαια Ματθαίος 26, 27, Μάρκος 14, 15 και Λουκά 22, 23. Στον Ιωάννη όμως, όπως αναφέραμε, η Παρασκευή αυτή ήταν η παραμονή του Πάσχα το οποίο έπεφτε ημέρα Σάβ­βατο, πράγμα που επαναβεβαιώνει ο Ιωάννης και παρακάτω στους στίχους 19: 31 και 42. Ακό­μα στον Ιω­άννη ο Ιησούς δεν είχε πασχαλινό δείπνο (Σε­δέρ). Συγκεκριμέ­να μας λέγει: Ιωάννης 13: 1-2 «Προ δε της εορτής του πάσχα ειδώς ο Ιησούς ότι ελή­λυθεν αυτού η ώρα ίνα μεταβή εκ του κόσμου τούτου προς τον πατέρα, αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέ­λος ηγάπησεν αυτούς. και δείπνου γενομένου, του δια­βόλου ήδη βεβληκότος εις την καρδίαν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτου ίνα αυτόν παρα­δώ,». Εδώ λοιπόν ο Ιωάννης μας ομιλεί αόριστα για κάποιο δείπνο που έγι­νε προ της εορ­τής του Πάσ­χα και όχι για το πασχαλινό δείπνο το βράδυ της ημέ­ρας του Πάσχα όπως μας λένε οι άλλοι τρεις. (Μέσα στις Άγιες Γραφές οι θεόπ­νευστες αντιφά­σεις είναι πιο πανταχού παρούσες από το Άγιο Πνεύμα!). Ο αγαπητός και επιστήθιος μαθητής Ιω­άννης καίτοι πα­ρών δεν αναφέρει το μέγα, τρομερό, φρικ­τό και θεμελιώδες Μυστή­ριο της Θείας Ευχαρι­στίας, όπως το αναφέρουν οι άλλοι τρεις­, αλλά το νίψιμο των ποδών των μα­θητών από τον Ιησού κατά το δείπνο (13: 4-14) που δεν το αναφέρουν οι άλλοι. (Άλ­λη μια κραυγαλέα αντίφαση. Τί συμβαί­νει τε­λικά με τους θεοπνεύστους ευαγγελισ­τές; Ποιός γράφει αληθώς και όπως έγιναν τα «γεγονότα»;).

Ο «τελευταίος» ευαγγελιστής που έγραψε το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον κατα­πιάνεται από την αρχή του Ευαγγελίου του με ψευτοθεολογίες και αμνούς. (1: 29 «… ίδε ο αμ­νός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου.» και 1: 36). Έτσι φτιάχνοντας και άλ­λες θεολογίες έφτιαξε έναν μυθο­λογικό Ιησού ο οποίος δεν έφαγε τον πασχαλινόν αμ­νόν (κατά τον μυστικόν δείπνον, όπως μας λένε οι άλλοι τρεις), αλλά με το να σταυ­ρωθεί κατά την παραμονή του Πάσχα έγινε ο ίδιος πασχαλινός αμνός για τους άλλους το βράδυ της ημέρας του Πάσχα. Αυτή είναι μια θεολογική ψευτοδικαιολόγηση για τις μεγάλες αντιφάσεις που δημιουργεί ο Ιωάννης, αλλά αυτό αποδεικνύει ότι οι ευαγ­γελιστές δεν μας παρέδω­σαν γεγονότα και ιστορία αλλά δικές του επινοήσεις με ψευ­τοθεολογίες και μυθεύματα για να δημιουργήσουν μια ψευτο­θ­ρησκεία. (Όσο για θεο­π­νευ­στία, έχομε βαρεθεί να την αναφέρομε!).

Όπως και να έχουν τα πράγματα, όλα τα συμβάντα που μας αφηγούνται και οι τέσ­σε­ρις ευαγγελιστές από την ετοιμασία του τελευταίου δείπνου μέχρι τον ενταφιασμό που έκαναν ο Ιωσήφ με τον Νικόδημο έγιναν μέσα 24 ώρες περίπου. Επειδή αυτά εί­ναι πολλά και δεν είχαν ολιγόλεπτη διάρκεια πρέπει να γινότανε με κινηματογραφική ταχύτητα. Ανα­φέρομε επιγραμ­ματικά μόνο και εσεις διαβάσετε τις λεπτομέρειες και εκτιμήσετε την χρονική διάρκεια του καθενός: Προετοιμασία, δείπνο και ευχαριστία ή νίψιμο ποδών, προδοσία Ιούδα, πορεία προς Γεσθη­μανή και στάθμευση εκεί, σύλ­λη­ψη και μεταφο­ρά στο συνέδριο, ανακρίσεις από Άν­να, Καϊάφα, Πιλάτο, Ηρώδη και ξανά Πιλάτο, παράδοση στον όχλο και στρατιώτες, βάδην προς Γολγοθά ή Κρανίου Τόπον, σταύ­ρω­ση μέχρι εκπνοής, δια­πίστωση θανάτου και αίτηση του σώμα­τος, απο­καθήλωση, επά­λειψη με σμύρνα και αλόη, η σινδόνη και τα οθόνια, ενταφι­ασμός, κλπ., έγιναν μέσα σε 24 ώρες. Διαβάσετε όλα αυ­τά και τις υπόλοιπες λεπτομέρειες μέσα στα τέσ­σε­ρα Ευαγγέλια και εκτιμήσετε μια λογική χρονική διάρκεια που χρειάσ­τηκε το καθέ­να να δείτε τι γί­νε­ται. (Μερικές χρο­νικές διάρκειες δίνονται μέσα στα Ευαγγέ­λια ή υπολογίζονται απ’ αυτά που γράφουν. Π. χ., ο Ιησούς μέχρι που εξέπνευ­σε έμει­νε πά­νω στον σταυρό 6 ώρες, κλπ.). Ώστε λοιπόν, οι ιθύνοντες Ιουδαίοι κατα­σπατάλησαν με απόλυτη βιασύνη κάθε λεπτό της εορτής του Πάσ­χα (ή της παραμο­νής του) με αυ­τά τα συμβάντα και τίποτα άλλο, αντί να βάλουν τον Ιησού στη φυλα­κή και μετά από μια-δυο μέρες με την ησυχία τους και όσο χρόνο ήθελαν, να κανόνι­ζαν τι θα τον έκα­ναν. Περίεργα πράγματα.

Εσείς που δια­βάζετε ετούτες δω τις λέξεις τί λέτε; Τί αμερόληπτα συμπεράσματα βγάζετε μόνοι σας; Αν όλα τα παραπάνω «γεγο­νότα» συν­έβησαν όπως γράφουν οι τέσσερις θεόπνευστοι ευαγγελιστές τότε ποιος έχει δίκιο; Αν πράγματι έγιναν μέ­σα στο σκο­τά­δι «του καταμεσήμερου της ημέρας της Ιουδαίας κατά τον λαμ­πρό μήνα Νισάν (Μάρτιος-Απρίλιος)», τότε γιατί άραγε αυτός ο θε­όπνευστος ευ­αγγελιστής και φιλαλήθης Ιωάννης[4] δεν το ανέφερε τουλά­χι­στο μέσα σε δυο στί­χους; Ή μή­πως αυτό το φαινόμενο του φάνηκε τόσο φυ­σιολογικό και τόσο σύνηθες ώστε να το αγνο­ήσει; Πολύ αταίριαστες οι τέσσερις ευαγγελικές αφηγήσεις, αλλά ταιριά­ζουν μόνο μέσα στα μυαλά των απολογητών και αυτών που δεν τις γνωρίζουν!
[4 Το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον έχει τόσο πολλές και τεράστιες διαφορές με τα άλ­λα τρία Ευαγγέλια ώστε να αποτελεί ακόμα ένα στοιχείο για την μη ύπαρξη του Ιη­σού Χριστού των Ευαγγελίων. Αυτός είναι καθαρά ένας μύθος, δηλαδή ψέμα, και τί­ποτα παραπάνω. Ότι αναφέρομε εδώ είναι ένα πολύ μικρό μέρος των όλων διαφορών. Ση­μειώνομε ακόμα μία. Τα τρία πρώτα Ευαγγέλια αφηγούνται μια δράση του Ιησού που κράτησε το πολύ ένα έτος, ενώ ο Ιωάννης παρουσιάζει μια δράση που κράτησε του­λάχιστον τρία έτη κ.λπ.]

Κύριοι ψευτοαπολογητές και θεολόγοι καλείστε και προκαλείστε να απαντήσετε σα­φώς και άνευ πε­ρι­τροπών σε αυτά τα ερωτήματα και όχι να κρατάτε το αδαές πλήθος των πι­στών μέσα στο σκοτάδι και στην έκλειψη παντός φωτός ακόμα και λαμπερού φωτός του καυτού ήλιου του μεσημεριού! Αν πάλι θέλετε να μιλήσετε για σεισμούς και εκλείψεις, τότε γιατί ποιείτε την νύσσα επί του γεγονότος ότι ο διάσημος Ρωμαίος φυ­σι­οδίφης επιστήμων Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (+23 – 79 Κ. Ε.) ο οποίος κατέγραψε τα δι­ά­φορα ανα­πάν­τεχα και ασυνήθη φυσικά φαινόμενα των εποχών του (σεισ­μούς, εκλεί­ψεις ηλίου και σελήνης, κλπ.). Χρονικώς έζησε πολύ κοντά σ’ αυτά τα πα­ρα­μύ­θια, και είχε ταξιδέψει επί τούτων ανά την αυτοκρατορία και όμως δεν αναφέρει απο­λύτως τίποτα για τα δι­ά­φορα θαύματα και φαινόμενα που αναφέρονται στα Ευαγγέλια γύρω από τον Ιησού Χριστό. Εσείς όμως τα σερβίρετε στους ανυποψίαστους αδαείς; Συγχαρητήρια!

Καλείστε επίσης να απαντήσετε για τις χιλιάδες αν­τιφά­σεις, λάθη, πα­ραλογισμούς, θηριωδίες και ανοησίες που περιέχει η θεόπνευστη Εβραιοχρι­στι­α­νική Βίβλος και η αντιφατική παράλογη και καταστροφική θεολογίας σας. (Όλα μαζί είναι τουλάχιστον 7000 καταγεγραμμένα σε καταλόγους.). Απορρίπτετε όλα τα επιστημονικά συμπερά­σματα και όλες τις επιστημονικές μεθόδους μόνο και μόνο για να δικαιολογήσετε την Βίβλο και όχι την αλήθεια. Φαίνεται λοιπόν ότι ο Πάνσοφος Θεός της Βί­βλου και της Παρα­δόσεώς σας υπέφερε από ακατάσχετη σύγχυση και τώρα έβαλες εσάς να δείτε πως θα τα μπαλώσετε! Καλή επιτυχία!

ΔΕΣ:

Γιατί είναι παραπλανητική η εναρμόνιση των ευαγγελικών διηγήσεων

Δείγματα βιβλικής «θεοπνευστίας» – «Ιερές» αντιφάσεις και ασυναρτησίες

Η «ανάσταση» τού Ιησού και το μυστικό τής Μεγάλης Παρασκευής

Το μυστικό της «Μεγάλης Παρασκευής»


Μετά την περίεργη «σταύρωση» τού Ιησού, το ψυχόδραμα της «ανάστασης» μπορούσε να παιχθεί μόνο την παραμονή της μεγάλης γιορτής του Πάσχα, καθώς, με την έγκριση τής ρωμαϊκής εξουσίας, το απόγευμα της Παρασκευής του Πάσχα, οι νεκροί εσταυρωμένοι, έπρεπε να αποκαθηλώνονται και όσοι δεν είχαν πεθάνει να θανατώνονται με ανασκολοπισμό, ώστε να μη δύσει ο ήλιος πάνω τους, διότι με την δύση του ηλίου, άρχιζε η επόμενη μέρα, δηλαδή το Σάββατο της μεγάλης ιουδαϊκής εορτής του Πάσχα. Οποιαδήποτε άλλη μέρα του έτους, ο Ιησούς θα κατέληγε να παραμείνει ζωντανός ή νεκρός για μέρες πάνω στον σταυρό, χωρίς κανένα δικαίωμα αποκαθήλωσης.

Κάποιος Αρτεμίδωρος (2ος αιώνας μ.Χ.) έγραφε σχετικά για την φοβερή κατάληξη των νεκρών σωμάτων επί του σταυρού: «Γυμνοί δε σταυρούνται και τας σάρκας αυτών απολλύουσιν οι σταυρωθέντες» (Artemidorus Onir.: 2.53.6).

Θλιβερό συμπέρασμα: Ήρθε λοιπόν ο Θεός στη γη, σταυρώθηκε και αναστήθηκε την μοναδική ημέρα του έτους, που αυτό ήταν και ανθρωπίνως εφικτό! Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποίησε όλα τα ενδεδειγμένα ανθρώπινα μέσα της εποχής εκείνης και μάλιστα…μέχρι το τέλος, με όλες τους τις δυνάμεις, τον βοήθησαν ακόμα και οι δεδηλωμένοι εχθροί του: Οι διασημότεροι δάσκαλοι της υποκρισίας, οι Φαρισαίοι!

Ανάνηψη και όχι ανάσταση το μυστικό του τάφου

 Στην κατεύθυνση της εξασφάλισης του σεβασμού των φρουρών προς τον νεκρό Ιησού, δεν πρέπει να αποκλείσουμε και το σοβαρό ενδεχόμενο της δωροδοκίας των φρουρών. Ο Ιησούς δεν ήταν απλά το κεντρικό πρόσωπο ενός εξαιρετικά προσεγμένου σεναρίου, αλλά ο κεντρικός ήρωας μιας απόπειρας επιτυχούς «ανάστασης» (ανάνηψης) που ήταν εξαιρετικά πολύτιμη, για πολλούς οικονομικά και πολιτικά ισχυρούς ανθρώπους της εποχής του. Θα ήταν μάλλον αδιανόητο στο καλοπροσεγμένο αυτό σενάριό τους, να μην προβλέψουν, αντιπερισπασμούς και ανταλλάγματα στους φρουρούς, για να πετύχουν τον απαιτούμενο σχετικό σεβασμό στον (φαινομενικά) νεκρό Ιησού.

Γύρω απ’ την επιβίωση του Ιησού, είχε στηθεί μια ολόκληρη επιχείρηση θεοποίησης με προμελετημένη την κάθε λεπτομέρειά της. Θα ήταν μάλλον απίθανο να μην προβλεφθεί και ο σχετικός δελεασμός των φρουρών, για παν ενδεχόμενο. Μάλιστα το περιστατικό που παρουσιάζει τους φρουρούς να «διαμερίζουν τα ιμάτιά του και να βάζουν κλήρο» (Λουκάς 23: 34), πρέπει να επινοήθηκε ειδικά, για να δείξει την τυπική μανία λαφυραγώγησης και τον οικονομικό ξεπεσμό των Ρωμαίων στρατιωτών, παρά την οποιαδήποτε αξία του ρουχισμού του Ιησού.

Στην ίδια κατεύθυνση της ευπρόσδεκτης από τους Ρωμαίους δωροδοκίας, είναι και η επόμενη υποσημείωση: «Όταν δε έγινε εσπέρα, ήλθε άνθρωπος πλούσιος από Αριμαθαίας, βουλευτής (Β.Β.: μέλος του συνεδρίου) με το όνομα Ιωσήφ και ζήτησε το σώμα του Ιησού… Ο δε Πιλάτος εθαύμασε ότι ήδη απέθανε και προσκαλέσας τον εκατόνταρχο ηρώτησε αυτόν και μαθών παρά του εκατόνταρχου εχάρισε το σώμα εις τον Ιωσήφ» (Ματθαίος 27: 57, Μάρκος 15: 43-44, Λουκάς 23: 50).

Φυσικά οι λέξεις πλούσιος και βουλευτής (τόσο ο Μάρκος όσο και ο Λουκάς τον αποκαλούν «βουλευτή», το αξίωμα όμως αυτό υπήρχε μόνο μεταξύ των Ρωμαίων και ήταν παντελώς άγνωστο στους Ιουδαίους!) δεν είναι εκεί τυχαία. Το σώμα του Ιησού δεν πήγε να το ζητήσει οποιοσδήποτε, αλλά κάποιος κρυπτο-Ιουδαίος που ήταν «βουλευτής των Ρωμαίων»! Αν υπάρχει λάθος στην αναφορά της ιδιότητας του, τότε υπαινίσσεται πράγματι κάποιον αξιωματούχο του ιουδαϊκού Σάνχεδριν. Και φυσικά ο πλούσιος Ιωσήφ απ’ την Αριμαθία, δεν πήγε με άδεια χέρια στον Πιλάτο ζητώντας να του «χαρίσει» τον προσφιλή του νεκρό!

«Και αφού πήρε το σώμα του Ιησού ο (αξιωματούχος) Ιωσήφ το τύλιξε σε ένα καθαρό σεντόνι και το έβαλε στο δικό του καινούργιο (νεόσκαφτο, αχρησιμοποίητο) μνήμα, που ήταν λαξευμένο στον βράχο» (Ματθαίος 27: 59-60).

Επαναλαμβάνω, πως τίποτε απ’ αυτά δεν θα ήταν δυνατόν να συμβεί οποιαδήποτε άλλη μέρα του έτους. Η σταύρωση ήταν ο πιο ατιμωτικός θάνατος. Ο εσταυρωμένος όχι μόνο δεν μπορούσε να κηδευτεί με πομπή και φίλους να τον συνοδεύουν στον τάφο (όπως φαίνεται να συμβαίνει στην κηδεία της πόλεως Ναΐν), αλλά ακόμα και η απλή τυπική κήδευσή του ήταν απαγορευμένη! Το ότι ο Ιησούς παρεδόθη απ’ τους Ρωμαίους για αποκαθήλωση και σιωπηλό ενταφιασμό, όπως είπαμε αποτελούσε ετήσια εξαίρεση, για το ένα και μοναδικό εκείνο απόγευμα της Παρασκευής του Πάσχα.

Η δήλωση του Φίλωνα, «είδα μάλιστα κάποιους (Παρασκευή του Πάσχα) να αξιώνουν την ταφή των σταυρωμένων συγγενών τους και να τους αποδίδονται», αναφέρεται στην κατ’ εξαίρεση ταφή κάποιων εσταυρωμένων, στην ίδια αυτή εορταστική επέτειο και υπογραμμίζει κατηγορηματικά, ότι ο εσταυρωμένος Ιησούς, αποκαθηλώθηκε και βρέθηκε σε τάφο, μόνο επειδή οι νομικές ρυθμίσεις των Ρωμαίων για την ειδική αυτή ημέρα του εξασφάλιζαν, το αδιανόητο για εσταυρωμένο προνόμιο της αποκαθήλωσης και της αθόρυβης ταφής.

Αν ήταν οποιαδήποτε άλλη ημέρα του έτους και όχι παραμονή της μεγάλης γιορτής, οι ευεργετικές αυτές διατάξεις των Ρωμαίων δεν θα ίσχυαν και ο υποτιθέμενος νεκρός Ιησούς, θα κατέληγε στον σκουπιδότοπο της πόλεως, ή στον ειδικό βουρκόλακκο αποσύνθεσης εσταυρωμένων, όπου κάθε απόπειρα ανάνηψής του, θα ήταν απλά αδιανόητη.

Και οι συμπτώσεις συνεχίζονται...

Κατά την αφελή ερμηνεία των πραγμάτων, συμπτωματικά βρέθηκε εκεί κάποιος Ιωσήφ, που όχι μόνο ήταν πλούσιος, πολιτικός και…Φαρισαίος, αλλά ενώ κατάγεται απ’ την μακρινή Αριμαθία (στην Αίγυπτο, πλησίον της Θήβας), διαθέτει τον απολύτως κατάλληλο τάφο…στην Ιερουσαλήμ!

Σαφώς λοιπόν ο συγκεκριμένος τάφος, δεν ήταν κανενός Ιωσήφ. Ούτε βρέθηκε εκεί συμπτωματικά, θολωτός, κενός και διαθέσιμος. Ο συγκεκριμένος τάφος, δεν ήταν τυχαία εκεί, πλάι στον τόπο της σταύρωσης. Βρισκόταν ακριβώς εκεί που έπρεπε, ευρύχωρος, καθαρός, αμόλυντος και αχρησιμοποίητος, μόνο επειδή έτσι το θέλησαν κάποιοι και επιμελώς τον προετοίμασαν.

Ήταν κυριολεκτικά ένας ιδανικός χώρος υποδοχής, και ανάνηψης του καθέρωντος Ιησού. «Μνημείο νέον εις το οποίο ουδείς είχε τεθεί» (Ιωάννης 19: 38). Πέτρινος, θολωτός, κυριολεκτικά βασιλικών προδιαγραφών και διαστάσεων, για να μπορούν μέσα σ’ αυτόν, να δουλέψουν με σχετική άνεση, οι άνθρωποι που θα επιχειρούσαν την αποθεωτική ανάνηψη του Ιησού.

Πρέπει να είχε ήδη νυχτώσει. Όλα έγιναν σιωπηλά και γρήγορα. Χωρίς θρήνους και πομπές, μέσα σε απόλυτη σιωπή και μυστικότητα. Ο τολμηρός πλούσιος βουλευτής, τοποθέτησε το σώμα του Ιησού στον ιδανικό αυτόν χώρο. Μητέρα, αδέλφια, μαθητές και γυναίκες, παρακολουθούσαν από μακριά. Δίπλα του μόνο ο κατάλληλος άνθρωπος, ο Ιωσήφ από την Αριμαθία.

Ήταν λοιπόν καιρός να εμφανιστεί και ο ειδικός επί των ανανήψεων! Πράγματι ξοπίσω του εμφανίζεται, ο Φαρισαίος αρχιερέας Νικόδημος βαστώντας τα κατάλληλα σύνεργα: «Ήλθαν δε και ο Νικόδημος ο ελθών προς αυτόν δια νυκτός το πρώτον (κατ’ αρχάς) φέρων μίγμα σμύρνας και αλόης έως λίτρα εκατό. Έλαβε δε το σώμα του Ιησού και…» (Ιωάννης 19: 39-40). Ο Ιωάννης, αναφέρει τον Νικόδημο, ως «άρχων των Ιουδαίων» και «δάσκαλο του Ισραήλ» (Ιωάννης 3: 1. και 3: 10). Αν αυτός, ο άρχων των Ιουδαίων, δεν ήταν ειδικός, τότε ποιός!

Τα εκατό λίτρα αρωματικών ελαίων είναι ακατανόητη υπερβολή για ένα νεκρό σώμα, αφού πρέπει να ζύγιζαν περισσότερο από πενήντα κιλά! Έπρεπε λοιπόν το υπερβολικό αυτό βάρος να το μοιραστεί με κάποιο βοηθό του! Η υπερβολή αυτή μάλλον δηλώνει, ότι αμέσως κατέφθασαν τα κατάλληλα υλικά, που προφανώς δεν πρέπει να ήταν καθόλου λίγα!

Το ενδεχόμενο ανάνηψης και μάλιστα μετά από σκληρή σταυρική ταλαιπωρία, αναφέρει σε μια μνημειώδη αναφορά του ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος: «Είδα πολλούς αιχμαλώτους να έχουν σταυρωθεί και αναγνώρισα μεταξύ αυτών τρεις γνωστούς μου, τότε με πόνο ψυχής πήγα στον Τίτο και με δάκρυα στα μάτια του ανέφερα αυτό που είδα. Εκείνος έδωσε αμέσως διαταγή και καθαιρεθέντας αυτούς θεραπείας επιμελεστάτης έτυχαν. Οι μεν δύο ετελεύτησαν θεραπευόμενοι, ο δε τρίτος έζησεν» (Ιώσηπος βίος 420-421).

Το παραπάνω απόσπασμα είναι γραμμένο ελάχιστα χρόνια μετά την επιτυχή ανάνηψη του Ιησού από την δίωρη σταύρωσή του. Η έκφραση «θεραπείας επιμελεστάτης έτυχαν», δείχνει κατηγορηματικά ότι συγκεκριμένες περιποιήσεις ανάνηψης ήταν ήδη υπαρκτές. Μάλιστα αν και οι σταυρωμένοι που ο Ιώσηπος αναφέρει, μετά από κάποιες μέρες επί του σταυρού, ήταν ήδη στα όρια της ανθρώπινης αντοχής, παρ’ όλα αυτά ένας εξ αυτών ανένηψε και σώθηκε!

Τι περιλαμβάνουν αυτής της εποχής οι περιποιήσεις δεν γνωρίζουμε, μπορούμε μόνο να φανταστούμε πως οι εντριβές, τα τραντάγματα και εισπνοές ερεθιστικών αρωμάτων και άλλων πταρνιστικών υλικών, θα έδιναν μια ευκαιρία ανάνηψης απ’ τις ληθαργικές αυτές καταστάσεις.

Ένας γιατρός του 7ου μ.Χ. αιώνα έγραφε: «Μανδραγόρου (κατα)ποθέντος ευθέως κάρος ακολουθεί και έκλυσις… ώστε κατά μηδέν διαφέρει το πάθος του καλούμενου λήθαργου». Για το πώς συνεφέρουν τους ληθαργικούς, μεταξύ άλλων έγραφε: «Διατηρούμε την κεφαλή έμβροχη με ρόδινο όξος, με κινήσεις διεγείρουμε (τραντάζουμε) την κεφαλή και το σώμα και δίνουμε να οσφρανθεί πιπέρι… αν επιμένει (ο λήθαργος) τότε του δίνουμε και (τα υπόλοιπα) πταρμικά και χρησιμοποιούμε και τα άλλα (Τα «άλλα», που δεν αναφέρει είναι: «Βλεβοτομία, κλύσμα, ξύρισμα κεφαλής, ελαφρό κάψιμο, τράνταγμα, εντριβές των άκρων και βίαιο τράβηγμα των τριχών...») γνωστά βοηθήματα» (Paulus Med. Aegineta «Περί μανδραγόρου» 5: 45 και «Θεραπεία ληθάργου» 3: 9).

Φυσικά οι βασικές συμβουλές του, ήταν δανεισμένες απ’ τον μεγάλο Γαληνό που ήταν ελάχιστα μεταγενέστερος του Ιησού και ο οποίος στις ληθαργικές καταστάσεις μεταξύ άλλων συνιστούσε: «Πταρμικοίς χρησόμεθα» («Γαληνού θεραπευτική», Βιβλίο Ν. 10.931.9) Δηλαδή: χρησιμοποιούμε πταρνιστικά!

Παρασκευή βράδυ, ξημερώματα της μεγάλης γιορτής του Σαββάτου…κάπου έξω από την πόλη, μέσα σ’ έναν ευρύχωρο, δροσερό, θολωτό τάφο, ακούσθηκαν απανωτά φτερνίσματα! Ήταν…ο Θεός μας, που ξυπνούσε από την πετυχημένη νεκροφάνεια του, τυλιγμένος μέσα σ’ ένα φωτοστέφανο…από δυνατά πιπέρια!

Πέρα όμως από τους αβάσταχτους, ανείπωτους και τουλάχιστον κατά δεκαεπτά αιώνες καθυστερημένους αυτο-οικτιρμούς μας, τα πταρμικά της ανάστασης, τα ανέφερα διότι ξυπνούν μέσα μας τις μνήμες των προγενέστερων δοκιμαστικών άθλων ανάστασης, εκείνων των άλλων πονηρούληδων προφητών, του Ηλία και Ελισαίου, που κι εκείνοι έγραψαν με τα πιπέρια και τους μανδραγόρες τους, λαμπρή ιστορία αναστάσεων πάνω στην υπνοβατούσα αφέλειά μας! Υπενθυμίζω την εικόνα σ’ εκείνους τους δοκιμαστικούς ακόμα χρόνους της ανάστασης: «Και πάλι ανέβηκε (ο Ελισαίος) και ξάπλωσε πάνω του (στο «νεκρό» παιδί) και συνέκαμψε(;) και (Μασ.:) και το παιδί επταρνίσθη επτά φορές και άνοιξε (αναστημένος) τα μάτια του». ([Ο΄] Δ΄ Βασιλειών 4.34-35 και (Μασ.) Β΄ Βασιλειών 4: 34-35).

«Ω ασύλληπτο και αξεπέραστο θαύμα»…αναφωνήσαμε τότε! Το παιδί πταρνίστηκε… Συγγνώμη αναστήθηκε! Αλήθεια, μήπως τώρα μπορούμε επιτέλους να καταλάβουμε, γιατί οι αναστημένοι πταρνίζονται; Μα είναι ολοφάνερο… Τώρα πια το γνωρίζουμε… Διότι τα καλά πταρνιστικά, ακόμα και «νεκρούς»…«ανασταίνουν»...

Παντελώς αφρούρητος ο «τάφος» της ανάνηψης

 Όλα έγιναν την νύχτα της Παρασκευής. Πριν ο ήλιος δύσει ο Ιησούς ήταν «νεκρός». Μετά την δύση του ηλίου ανέλαβε ο Νικόδημος. Ο Ιησούς ήταν ήδη τοποθετημένος σε πεντακάθαρο και ευρύχωρο πέτρινο τάφο. Το κείμενο είναι ξεκάθαρο… Ούτε Ρωμαίοι φρουροί αναφέρονται πουθενά, ούτε καν εχθρικοί Φαρισαίοι! Ολόκληρο το βράδυ της Παρασκευής, απ’ την στιγμή της αποκαθήλωσης (απόγευμα Παρασκευής) μέχρι το επόμενο πρωί του Σαββάτου…κανείς δεν επιτηρούσε την ταφή εκείνου, που κατά την διάρκεια της δημόσιας σταδιοδρομίας του, δεν έπαψε να διαφημίζει την επικείμενη ανάστασή του!

Τόσο ο Νικόδημος ο αρχιερέας, όσο και ο Ιωσήφ ο βουλευτής (αυτοί τουλάχιστον κατονομάζονται) ήταν δίπλα του για να τον “τυλίξουν”, όχι στα σάβανα όπως δικαιολογημένα λέει το κείμενο, αλλά στα αρωματικά έλαια, τις εντριβές και τα πταρνιστικά, ώστε να του προσφέρουν όλη εκείνη την σειρά της επιμελέστατης θεραπείας, που τόσο είχε ανάγκη! Οι δύο ανανήπτες, εντελώς ελεύθεροι από κάθε περιφρούρηση, είχαν μια ολόκληρη νύχτα μπροστά τους, για να πετύχουν την “ανάσταση” (561) του καθέρωντα Ιησού, καθώς και την αναγκαία μεταφορά του σε άλλον τόπο!

Όταν ξημέρωσε Σάββατο…το φαρισαϊκό θέατρο της ανάστασης, άγγιξε το κοροϊδευτικότερο αποκορύφωμά του... Στις επίσημες σημειώσεις των σεναριογράφων της θεοποίησης, την Καινή Διαθήκη, διαβάζουμε την εξής καταπληκτική και εξωφρενικά θρασύτατη ομολογία: «Την άλλη μέρα που ήταν Σάββατο, πήγαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι όλοι μαζί και είπαν στον Πιλάτο: Κύριε θυμηθήκαμε (τώρα το θυμήθηκαν!) πως εκείνος ο λαοπλάνος όταν ζούσε είχε πει "σε τρεις μέρες θα αναστηθώ". Γι’ αυτό δώσε διαταγή να φρουρηθεί καλά ο τάφος έως την τρίτη μέρα, μην τυχόν έρθουν οι μαθητές του τη νύχτα και τον κλέψουν κι έπειτα πουν στον λαό πως αναστήθηκε απ’ τους νεκρούς και τότε η πλάνη αυτή θα είναι χειρότερη απ’ την προηγούμενη. Ο δε Πιλάτος τους είπε…πηγαίνετε και ασφαλίστε (τον τάφο) όπως νομίζετε. Τότε (το πρωί του Σαββάτου!) πήγαν στον τάφο τον σφράγισαν με πέτρα και άφησαν εκεί την φρουρά» (Ματθαίος 27: 62-66).

Ξαφνικά, οι ίδιοι οι Φαρισαίοι, που έδωσαν μάχη να τον σταυρώσουν την μοναδική κατάλληλη μέρα του έτους… που πέτυχαν να τον αποκαθηλώσουν ακριβώς στην σωστή στιγμή και με τον αρχιφαρισαίο Νικόδημο, του παρείχαν κάθε δυνατή ολονύχτια βοήθεια…ξέχασαν ότι η καταλληλότερη νύχτα για να συμβούν όσα κατήγγειλαν στον Πιλάτο, ήταν το ίδιο αυτό βράδυ της Παρασκευής προς το Σάββατο και όχι οποιαδήποτε επόμενη νύχτα ή μέρα!

Έτσι, αφού μεσολάβησε μια ολόκληρη αφρούρητη νύχτα (η κρίσιμη νύχτα της Παρασκευής προς το Σάββατο), οι χαρισματικοί αυτοί υποκριτές, οι Φαρισαίοι, γνωρίζοντας άριστα ότι ο Ιησούς έχει ήδη φυγαδευτεί, ξεκίνησαν το πρωί του Σαββάτου, να ζητήσουν απ’ τον Πιλάτο να τοποθετήσει Ρωμαίους φρουρούς, σ’ έναν…ήδη αδειανό τάφο!

Προβληματιστείτε ελεύθερα! Όλοι όσοι γεννηθήκαμε χριστιανοί, στα θρησκευτικά σχολικά μαθήματα και στα αναρίθμητα κατηχητικά που περάσαμε, μάθαμε ότι οι φρουροί τοποθετήθηκαν έξω απ’ τον τάφο αμέσως μετά την αποκαθήλωσή του, ώστε να αποκλειστεί κάθε απόπειρα κλοπής του σώματος του Ιησού! Τα ίδια όμως τα κείμενα, απλά διαψεύδουν όλους τους (ψεύτες) κατηχητές της ζωής μας, αφήνοντας εντελώς ελεύθερη ολόκληρη την πρώτη κρίσιμη νύχτα! Έτσι απλά, το περίφημο «θαύμα», υποβιβάζεται μόνο του στο επίπεδο της απλής ανθρώπινης σκευωρίας! Το εξωφρενικό είναι, πως όλα αυτά ήταν ανέκαθεν εκεί πολύ καθαρά γραμμένα, απλά εμείς, όπως όλα δείχνουν, ήμασταν μονίμως αλλού νυχτωμένοι!

Έτσι αναστήθηκε και θεοποιήθηκε ένας απλός Ιουδαίος... Και σ’ αυτό το «θαύμα» συμβαίνει ακριβώς ότι και στα υπόλοιπα θαύματα της Παλαιάς Διαθήκης... Οι ανθρώπινες επινοήσεις, που φανερά περιβάλλουν την αφήγηση του «θαύματος», επαρκούν εντελώς, για το τελικό δήθεν θεϊκό αποτέλεσμα! Αυτό που μέχρι σήμερα «κανένας» ερευνητής δεν μπόρεσε σοβαρά να υποθέσει είναι ότι στα μεγάλα θαύματα της βίβλου, συνεργάστηκε ικανός αριθμός ανθρώπων, με κρυφό διευθυντήριο, τους ευφυέστερους μυημένους του ικανότερου ιερατείου (μάγων) όλων των εποχών!

Η μαζική ανάσταση νεκρών

 Όλοι εμείς, τα μονίμως απονήρευτα κουτάβια, πίνοντας απ’ τον θεολογικό μανδραγόρα αυτής της θρησκείας, υπήρξαμε σε τέτοιο αξιοθρήνητο βαθμό «υπνωτισμένοι» (κατ’ ουσίαν μαγεμένοι), που ανεχθήκαμε αδιαμαρτύρητα, κυριολεκτικώς τα πάντα…αφού δεχθήκαμε ως θεόπνευστες, ακόμα και τις πλέον τερατώδεις και ανατριχιαστικές εικόνες, με νεκροζώντανα ζόμπι να παρελαύνουν μέσα στην Ιερουσαλήμ, γιορτάζοντας την ανάσταση του Ναζωραίου!

Ναι, ακριβώς αυτό λέει ο Ματθαίος ότι συνέβη, την ώρα που ο Ιησούς παρέδωσε το πνεύμα: «Ο δε Ιησούς κράξας αφήκε το πνεύμα. Και το καταπέτασμα του Ναού εσχίσθη…και η γη εσείσθη και οι πέτρες εσχίσθησαν». Μέχρις εδώ καμία αντίρρηση, σε όσα μυθολογικά (τα ίδια λέγονταν για τον θάνατο του Κύρου, Αλέξανδρου, Καίσαρα και...άλλους) θέλει ο Ματθαίος να συμβαίνουν στον θάνατο του Ιησού, όμως η συνέχεια γελοιοποιεί βάναυσα κάθε έννοια θεολογικής παραμυθολογίας: «Και τα μνημεία άνοιξαν και πολλά σώματα των νεκρών αγίων ηγέρθησαν και εξελθόντες εκ των μνημείων μετά την έγερση αυτού (του Ιησού) εισήλθαν εις την άγια πόλη και ενεφανίσθησαν σε πολλούς» (Ματθαίος 27: 50-54).

Το συγκεκριμένο εδάφιο είναι εντελώς παρανοϊκό! Όχι μόνο σηκώνονται μαζικά νεκροί από τους τάφους…αλλά ενώ ξύπνησαν απ’ τον σεισμό (την ώρα του θανάτου του Ιησού) αποφασίζουν να μπουν στην πόλη, μόνο μετά την ανάσταση του Ιησού ώρες αργότερα!

Δηλαδή, μόλις ο Ιησούς παρέδωσε το πνεύμα, όχι μόνο έγινε μέγας σεισμός, αλλ’ απ’ αυτόν «ξύπνησαν» (αναστήθηκαν) πολλοί αρχαίοι άγιοι…όπως ο Αβραάμ, ο Ιωσήφ, ο Μωυσής, ο Ηλίας, ο Δανιήλ, και δεκάδες άλλοι προπάτορες και προφήτες της βιβλικής ιστορίας! Περίμεναν κάπου κρυμμένοι ώρες ολόκληρες, πρώτα να αναστηθεί ο Ιησούς, η υποτιθέμενη «απαρχή των κεκοιμημένων» (Α΄ Κορινθίους 15: 20) και μόνο μετά την ανάστασή του, αποφάσισαν να βγουν απ’ την κρυψώνα τους και όλοι μαζί έκαναν μια χαρούμενη πασχαλινή παρέλαση μέσα στην πόλη!

Ναι αγαπητοί μου, η ιστορική έρευνα απέδειξε ότι το κοσμοϊστορικότερο γεγονός που έγινε στον πλανήτη μας όπως πιστεύουν οι χριστιανοί, δεν έπεσε στην προσοχή κανενός άλλου Εθνικού ή Εβραίου, εκτός από αυτούς που εμφανίστηκαν αρκετά αργότερα ως πιστοί του (μια νέα δηλαδή εβραϊκή αίρεση) και δεν καταγράφεται παρά μόνο σε εκκλησιαστικά κείμενα, όπως και η ταυτόχρονη ανάσταση χιλιάδων νεκρών που αναφέρει ο Ματθαίος (27, 52-3) και κυκλοφορούσαν στην πόλη.

Ναι, κάπου εδώ χάνεται πλέον οριστικά κάθε αίσθηση μέτρου...

Κι όμως αυτά ακριβώς λέει ο ευαγγελιστής Ματθαίος… Οι άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης, σέρνοντας πίσω τους τα λειωμένα σάβανά τους, παρέλασαν καμαρωτοί μέσα στην πόλη! Παρ’ όλα αυτά δεν ξεσηκώθηκε ξοπίσω τους ολόκληρη η κατάμεστη από κόσμο εορτάζουσα πόλη, αλλά με κάποιον τρόπο, πέρασαν ανάμεσά τους απαρατήρητοι και ενεφανίσθησαν σε πολλούς (δηλαδή μόνο σε ημέτερους)…γι’ αυτό δεν έγινε κοσμοσυρροή τέτοια, που θα μπορούσε να αφήσει πίσω της μια απ’ τις εντονότερες καταγραφές στα ιστορικά αρχεία των Ρωμαίων!

Όπως καταλαβαίνετε, εμείς δεν παρατραβάμε τίποτε! Αυτή είναι η κανονική εικόνα που δίνουν τα κείμενα… τα κείμενα των θρασύτατα ψευδόμενων μάγων της Βίβλου… που αιώνες τώρα δικαιολογημένα γελούν περιπαικτικά με την ανίατα αρρωστημένη ευπιστία μας!

Προκύπτουν βέβαια κάποιες διασκεδαστικές απορίες. Τελικά γιατί αναστήθηκαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι…και τι απέγιναν όλοι αυτοί οι αναστημένοι άγιοι; Πως τους υποδέχθηκαν οι «πολλοί» που είχαν την τύχη να τους συναντήσουν; Πως τους περιποιήθηκαν; Τους έπλυναν, τους έντυσαν και τους τάισαν; Άραγε μπορούσαν να κοιμηθούν μετά από τόσο ύπνο αιώνων;

Πως τους φάνηκε ο κόσμος τόσους αιώνες μετά; Μήπως τους ρώτησαν, πως πέρασαν όλο αυτόν τον καιρό στον άλλο κόσμο; Τι είπαν για τον Άδη απ’ τον οποίο επέστρεψαν; Για τους Έλληνες και τους Ρωμαίους που πρωτοαντίκρισαν; Μήπως κάποιοι απ’ αυτούς έγραψαν και τα απομνημονεύματα τους; Και μετά; Πόσο καιρό μετά ξαναπέθαναν; Μιας και ήταν ήδη άγιοι, δηλαδή μεγάλα ονόματα της ιουδαϊκής ιστορίας…γιατί δεν ηγήθηκαν του Χριστιανισμού; Ή μήπως…τελικά πράγματι ηγήθηκαν του Χριστιανισμού και αυτό ήταν και το μυστικό νόημα της ανεξήγητης και πραγματικά αλληγορικής αυτής εικόνας;!

Μήπως δηλαδή, με το τέλος της πετυχημένης «ανάστασης» του Ιησού κάποιοι νεκροί άγιοι (προφήτες) δικαιώθηκαν (αναστήθηκαν) απολύτως…κι αυτό είναι όλο που υπονοείται στη γελοία μεν, αλλά ταιριαστή αυτή αλληγορία, περί «ανάστασης» αρχαίων Εβραίων αγίων;

Μήπως, μόλις ολοκλήρωσε με επιτυχία την επικίνδυνη αποστολή του ο Ιησούς, στην μνήμη όλων ξύπνησε ο Αβραάμ, αυτός που πρώτος δίδαξε την εικονική θυσία του γιου του; Μήπως με την ολοκλήρωση του άθλου της «ανάστασης», κάποιοι είδαν να δικαιώνεται μια ολόκληρη στρατιά μεγάλων προφητών, που με την ζωή και τα έργα τους απέδειξαν ότι το κυνήγι του ακατόρθωτου, είναι ο φυσικός χώρος των προφητικών τεχνών;

Μήπως η πετυχημένη αποστολή του Ιησού, «ανέστησε» (δικαίωσε) πράγματι αλληγορικά και ηθικά τους σημαντικότερους αγίους του Ισραήλ και επιτέλους τους ανεγνώρισαν (τους «είδαν») πολλοί στην Ιερουσαλήμ, ενώ πρώτα (όπως οι Σαδδουκαίοι) τους αμφισβητούσαν, προσχωρώντας σταδιακά στον ελληνιστικό τρόπο ζωής; Μήπως εδώ, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, η βιβλική αλληγορία έχει πράγματι το ξεχωριστό νόημά της;

Επιτέλους! Μήπως κάπου εδώ πρέπει να τελειώσει και η δική μας υπομονή, στα παραμύθια της ψεύτικης αυτής θρησκείας;...

Περί του Ιωσήφ τού από Αριμαθαίας

Πλησιάζοντας το χριστιανικό Πάσχα, θα ασχοληθούμε με μια μικρή λεπτομέρεια που έχει σχέση με τις μέρες αυτές. Στο βιβλικό κείμενο μετά την σταύρωση του Ιησού εμφανίζεται και στα τέσσερα Ευαγγέλια, ένα πρόσωπο με μικρή δράση, αλλά σημαντική όπως φαίνεται για την ολοκλήρωση του σεναρίου. Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας.


Ας δούμε τα σχετικά κείμενα ξεκινώντας από τον αρχαιότερο του Μάρκου:

42 Καὶ ἤδη ὀψίας γενομένης, ἐπεὶ ἦν παρασκευή, ὅ ἐστι προσάββατον, 43 ἐλθὼν Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἁριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. 44 ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· 45 καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ Ἰωσήφ. 46 καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου.” (Κατά Μάρκον, 15: 42).

Εὐσχήμων = ευπρεπής, αξιοπρεπής.
Βουλευτής = Μέλος του Μεγάλου Σανχεντρίν.

Μόνο που ο ευπρεπής αυτός βουλευτής δεν έφερε αντίρρηση στην καταδίκη του Ιησού σε θάνατο, αφού λίγο πριν ο ίδιος Ευαγγελιστής γράφει:

64 ἠκούσατε πάντως τῆς βλασφημίας· τί ὑμῖν φαίνεται; οἱ δὲ πάντες κατέκριναν αὐτὸν εἶναι ἔνοχον θανάτου.” (Κατά Μάρκον, 14: 64). Να σημειωθεί, ότι ο Μάρκος τονίζει νωρίτερα ότι το συνέδριο είχε απαρτία: “53 Καὶ ἀπήγαγον τὸν Ἰησοῦν πρὸς τὸν ἀρχιερέα· καὶ συνέρχονται αὐτῷ πάντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ οἱ γραμματεῖς”.

Σημειώστε ότι, δεν αναφέρει τίνος ήταν ο τάφος που ήταν σκαμμένος στον βράχο και τι σχέση είχε μαζί του.

Ας πάμε τώρα στον Ματθαίο:

57 Ὀψίας δὲ γενομένης ἦλθεν ἄνθρωπος πλούσιος ἀπὸ Ἁριμαθαίας, τοὔνομα Ἰωσήφ, ὃς καὶ αὐτὸς ἐμαθητεύθη τῷ Ἰησοῦ· 58 οὗτος προσελθὼν τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. τότε ὁ Πιλᾶτος ἐκέλευσεν ἀποδοθῆναι. 59 καὶ λαβὼν τὸ σῶμα ὁ Ἰωσὴφ ἐνετύλιξεν αὐτὸ ἐν σινδόνι καθαρᾷ, 60 καὶ ἔθηκεν αὐτὸ ἐν τῷ καινῷ αὐτοῦ μνημείῳ ὃ ἐλατόμησεν ἐν τῇ πέτρᾳ, καὶ προσκυλίσας λίθον μέγαν τῇ θύρᾳ τοῦ μνημείου ἀπῆλθεν.” (Κατά Ματθαίον, 27: 57).

Εδώ δεν αναφέρεται ως βουλευτής, αλλά ως πλούσιος και ως μαθητής του Ιησού, άσχετα αν δεν έχει αναφερθεί μέχρι στιγμής πουθενά στα Ευαγγέλια. Επίσης ως πλούσιος είχε τον δικό του τάφο σκαλισμένο και εκεί θα έβαζε τον Ιησού. Συμφωνεί όμως και αυτός με τον Μάρκο, ότι όλοι οι αρχιερείς συμφώνησαν για την θανάτωση του Ιησού:

Πρωΐας δὲ γενομένης συμβούλιον ἔλαβον πάντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ κατὰ τοῦ Ἰησοῦ ὥστε θανατῶσαι αὐτόν” (Κατά Ματθαίον, 27: 1).

Πάμε τώρα στον Λουκά:

50 Καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι Ἰωσὴφ, βουλευτὴς ὑπάρχων καὶ ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ δίκαιος 51 - οὗτος οὐ ἦν συγκατατεθειμένος τῇ βουλῇ καὶ τῇ πράξει αὐτῶν - ἀπὸ Ἁριμαθαίας πόλεως τῶν Ἰουδαίων, ὃς προσεδέχετο καὶ αὐτὸς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, 52 οὗτος προσελθὼν τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, 53 καὶ καθελὼν αὐτὸ ἐνετύλιξε σινδόνι καὶ ἔθηκεν αὐτὸ ἐν μνήματι λαξευτῷ, οὗ οὐκ ἦν οὐδεὶς οὐδέπω κείμενος· 54 καὶ ἡμέρα ἦν παρασκευὴ, σάββατον ἐπέφωσκε” (Κατά Λουκάν, 23: 50).

Εδώ, έχουμε μια αντίφαση σε σχέση με τους προηγούμενους: Ο Ιωσήφ αναφέρεται ως βουλευτής και αγαθός κι όχι πλούσιος. Για τον λόγο αυτό και ο τάφος δεν αναφέρεται ως δικός του, αλλά το σημαντικό είναι ότι ως βουλευτής είχε αντιδράσει στο συμβούλιο σε αντίθεση με τους προηγούμενους. Αν πάμε τώρα λίγο πίσω, θα δούμε ότι όντως δεν δίνει λεπτομέρειες για την απόφαση, όπως οι δύο προηγούμενοι που συμφωνούν ότι η απόφαση ήταν ομόφωνη:

Καὶ ἀναστὰν ἅπαν τὸ πλῆθος αὐτῶν ἤγαγον αὐτὸν ἐπὶ τὸν Πιλᾶτο” (Κατά Λουκάν, 23: 1). Ρίχνοντας, μάλιστα, την απόφαση στο... πλήθος και όχι στο συμβούλιο.

Τέλος, ο Ιωάννης:

38 Μετὰ δὲ ταῦτα ἠρώτησεν τὸν Πιλᾶτον Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἁριμαθαίας, ὢν μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ, κεκρυμμένος δὲ διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἵνα ἄρῃ τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ· καὶ ἐπέτρεψεν ὁ Πιλᾶτος. ἦλθεν οὖν καὶ ἦρε τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. 39 ἦλθε δὲ καὶ Νικόδημος ὁ ἐλθὼν πρὸς τὸν Ἰησοῦν νυκτὸς τὸ πρῶτον, φέρων μῖγμα σμύρνης καὶ ἀλόης ὡς λίτρας ἑκατόν. 40 ἔλαβον οὖν τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἔδησαν αὐτὸ ἐν ὀθονίοις μετὰ τῶν ἀρωμάτων, καθὼς ἔθος ἐστὶ τοῖς Ἰουδαίοις ἐνταφιάζειν. 41 ἦν δὲ ἐν τῷ τόπῳ ὅπου ἐσταυρώθη κῆπος, καὶ ἐν τῷ κήπῳ μνημεῖον καινὸν, ἐν ᾧ οὐδέπω οὐδεὶς ἐτέθη· 42 ἐκεῖ οὖν διὰ τὴν παρασκευὴν τῶν Ἰουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τὸ μνημεῖον, ἔθηκαν τὸν Ἰησοῦν.“ (Κατά Ιωάννην, 19: 38).

Δεν τον αναφέρει, επίσης, ως βουλευτή αλλά μαθητή και μάλιστα κρυφό γιατί φοβόταν τους Ιουδαίους, κάτι καινούργιο σε σχέση ακόμα και με τον Λουκά που τον αναφέρει απλώς ως μαθητή. Το μνημείο δεν αναφέρεται τίνος ήταν ιδιοκτησία, το μόνο που λέει ότι ήταν εκεί κενό και αχρησιμοποίητο. Επίσης, δεν μας δίνει πληροφορίες για το πως πάρθηκε η απόφαση του Συνεδρίου:

28 Ἄγουσιν οὖν τὸν Ἰησοῦν ἀπὸ τοῦ Καϊάφα εἰς τὸ πραιτώριον” (Κατά Iωάννην, 18: 28). Αφήνοντάς και αυτός να εννοηθεί το πλήθος.

Συμπερασματικά:

Ως προς τον τίτλο του λοιπόν έχουμε:

Βουλευτής, δηλαδή μέλος του μεγάλου Σανχεντρίν στους δύο από τους τέσσερις, πλούσιος στον ένα και μάλιστα ιδιοκτήτης του τάφου και τίποτα στον τελευταίο.

Ως προς την σχέση του με τον Ιησού έχουμε:

Το σχετικά αόριστο “προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ” στους δύο, μαθητής στον τρίτο, κρυφός μαθητής στον τέταρτο για τον φόβο των Ιουδαίων.

Άλλη μια αντίφαση σε σχέση με τα ιουδαϊκά έθιμα είναι το ότι ο ίδιος ο Εβραίος αυτός ιερέας (για τον Μάρκο και Ματθαίο φυσικά) προσήλθε στον Πιλάτο, δηλαδή στο Πραιτόριο, που ήταν ένα τελείως ακάθαρτο μέρος για τους Εβραίους, πόσο μάλλον για τους ιερείς. Ας δούμε ένα σχετικό κείμενο από τον Ιωάννη:

28 Ἄγουσιν οὖν τὸν Ἰησοῦν ἀπὸ τοῦ Καϊάφα εἰς τὸ πραιτώριον· ἦν δὲ πρωΐ· καὶ αὐτοὶ οὐκ εἰσῆλθον εἰς τὸ πραιτώριον, ἵνα μὴ μιανθῶσιν, ἀλλ' ἵνα φάγωσι τὸ πάσχα.” (Κατά Ιωάννην, 18:28).

Είναι προφανές ότι οι αντιφάσεις αυτές κάτι δείχνουν, και δείχνουν ότι ο χαρακτήρας αυτός του σεναρίου είναι επινοημένος όπως και όλο το σενάριο. Ο σκοπός είναι να τοποθετηθεί ο Ιησούς σε ένα λαξευτό τάφο που ήταν φτιαγμένος για έναν πλούσιο και αξιοπρεπή αξιωματούχο, για να κάνει εντύπωση ο τρόπος που θα κλείσει και θα ανοίξει αυτός. Χωρίς αυτόν δεν μπορεί να υπάρξει άδειος τάφος που θα δείξει την υποτιθέμενη Ανάσταση.

Αρχικά να δούμε τι θα ήταν το λογικό. Το λογικό στις σταυρώσεις είναι ότι η θανάτωση είναι αργή και επώδυνη και δεν γίνεται ταφή του τιμωρημένου, αφού ο σκοπός της σταύρωσης ήταν να ατιμαστεί ο εγκληματίας και να μείνει ορατός στους πάντες για συνετισμό για πάρα πολλές μέρες. Η σύμπτωση όμως της απρόσμενης γρήγορης κατάληξης και της ημέρας του Πάσχα, της μοναδικής που θα μπορούσε να κατέβει από τον σταυρό, βοηθάει το σενάριο να ολοκληρωθεί προς την αναμενόμενη Ανάσταση, οπότε έχουμε την αποκαθήλωση και την ταφή. Μόνο που και σε αυτή την περίπτωση το λογικό θα ήταν, να ενδιαφερόντουσαν και να ασχολούντο με την ταφή του, κάποιοι από το κοντινό περιβάλλον, δηλαδή οι αγαπημένοι μαθητές του ή η οικογένεια του Ιησού, αλλά ευσχήμως όλοι αυτοί δείχνουν εξαφανισμένοι.

Το πρόβλημα ήταν ότι αν συνέβαινε κάτι από αυτά τα δύο, δηλαδή τα φυσιολογικά, δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί ένας λαξευτός μεγάλος τάφος, που θα μας έδειχνε όταν βρεθεί άδειος ξεκάθαρα την Ανάσταση. Έτσι εμφανίζεται ένας νέος χαρακτήρας για τον ρόλο αυτό, είναι πλούσιος που έχει μεγάλο λαξεμένο δικό του τάφο που θα κλείσει με μια βαριά πέτρα, κάνοντας αδύνατο να μετακινηθεί με άλλο τρόπο, εκτός αν είναι θαυμαστός.

Εξυπηρετεί όμως ο Ιωσήφ ως Εβραίος ιερέας, μέλος του Σανχεντρίν, αλλά και πλούσιος φυσικά, και άλλον έναν σκοπό: κάποια δήθεν προφητεία στην οποία αυτοί οι "πονηροί" που τον σκότωσαν δηλαδή οι "πλούσιοι" Εβραίοι, αυτοί και θα τον θάψουν.

οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται....
ἐν τῇ ταπεινώσει ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη· τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται; ὅτι αἴρεται ἀπὸ τῆς γῆς ἡ ζωὴ αὐτοῦ, ἀπὸ τῶν ἀνομιῶν τοῦ λαοῦ μου ἤχθη εἰς θάνατον. 9 καὶ δώσω τοὺς πονηροὺς ἀντὶ τῆς ταφῆς αὐτοῦ καὶ τοὺς πλουσίους ἀντὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ·” (Ισαΐας 53: 4).

Κάτι που επιβεβαιώνουν και οι Πράξεις, οι οποίες αγνοούν παντελώς τον εμβόλιμο στα Ευαγγέλια κύριο από την Αριμαθαία που ήταν για κάποιους και μαθητής:

27 οἱ γὰρ κατοικοῦντες ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ οἱ ἄρχοντες αὐτῶν ..... ᾐτήσαντο Πιλᾶτον ἀναιρεθῆναι αὐτόν. 29 ὡς δὲ ἐτέλεσαν πάντα τὰ περὶ αὐτοῦ γεγραμμένα, καθελόντες ἀπὸ τοῦ ξύλου ἔθηκαν εἰς μνημεῖον” (Πράξεις, 13: 27).

Περιττό να πούμε ότι έτσι ξαφνικά όπως εμφανίστηκε, δεν ξανακούστηκε ποτέ, εκτός φυσικά από τα... απόκρυφα.

Άλλο ένα στοιχείο εξίσου σημαντικό που προστίθεται στην εξήγηση αυτή, είναι η παντελώς άγνωστη πόλη Αριμαθαία από την οποία υποτίθεται κατάγεται αυτός ο υποτιθέμενα σπουδαίος Εβραίος. Δεν αναφέρεται ούτε στην Παλαιά Διαθήκη ούτε στα ιστορικά κείμενα της εποχής και της περιοχής.

Σήμερα μερικές από τις προτεινόμενες θέσεις που αναφέρονται ως Αριμαθαία είναι οι εξής:

Ramla. Αυτή αν και κτίστηκε το 710 από τον χαλίφη Sulayman ibn Abd al-Malik, την θεώρησαν σαν Αριμαθαία οι Σταυροφόροι.
Nabi_Samwil
Ramathaim-Zophim. Αυτή αναφέρεται σαν Αριμαθαία από τον Petrus Comestor (1100-1179) στην Historia Scholastica.
Rantis
Al-Ram
Al-Bireh
Ramallah

O ιστορικός Richard Carrier στο Historicity of Jesus, υποστηρίζει ότι η λέξη “Αριμαθαία” επινοήθηκε στα Eλληνικά, από το Αρι-, πρόθεμα που δηλώνει το άριστο, μαθ, από την μάθηση και την κατάληξη -αία που σημαίνει τοποθεσία, σαν την “πόλη της άριστης μαθητείας”.

Έχουμε λοιπόν πάλι, ακόμα και σε μια μικρή λεπτομέρεια, κάτι πολύ συνηθισμένο στην χριστιανική βίβλο, δηλαδή αντιφάσεις, προσπάθεια εκπλήρωσης προφητειών και επινοημένη γεωγραφία, στην προσπάθεια συμπλήρωσης του μεσσιανικού μύθου που κατάφερε να πείσει πολύ κόσμο και να επιβληθεί σε μεγάλο μέρος του πλανήτη μας σαν απόλυτη αλήθεια.

Να σου λένε ψέματα ενώ ξέρεις την αλήθεια

Το ψέμα δηλώνει ανακρίβεια. Τα ψέματα φανερώνουν εξαπάτηση. Τι μορφή θα μπορούσαν να είχαν όμως; Υπάρχουν υποκατηγορίες για να τα διαχωρίζουμε σε μικρά ή μεγάλα; Μήπως να τους δώσουμε χρωματικές αποχρώσεις, να τα κάνουμε μαύρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε;

Ό,τι κι αν κάνεις για να καμουφλάρεις ένα ψέμα, στην περίπτωση που τ’ ακούσεις έρχεσαι σε δίλημμα: Το συγχωρείς ή όχι;

Τίποτα χειρότερο απ’ το ψέμα και βασικά τίποτα χειρότερο απ’ το να σου λένε ψέματα ενώ γνωρίζεις ήδη την αλήθεια. Όσο ιδανικά και χαριτωμένα κι αν σου τα παρουσιάσουν, αν πέσει στην αντίληψή σου ότι αυτά που ακούς δεν ισχύουν, πίστεψέ με, έχουν την ίδια ισχύ και προκαλούν το ίδιο αποτέλεσμα.

Για αρχή, σ’ εκνευρίζουν κι έπειτα χτυπούν στο ευαίσθητο κομμάτι της εμπιστοσύνης. Είναι λες και κόβουν τη φλέβα της σιγουριάς ακαριαία, πληγώνεσαι συναισθηματικά γιατί βλέπεις πως ο άνθρωπος αυτός δεν αντιπροσωπεύει εκείνο που φανταζόσουν, ενώ στο τέλος σε κάνουν ν’ αναρωτιέσαι τρόπους προστασίας, έτσι ώστε να μην την ξαναπατήσεις την επόμενη φορά.

Όταν ένα ψέμα σκάει, κάνει θόρυβο και σου έρχεται ουρανοκατέβατο. Κι ενώ τυχαίνει να γνωρίζεις την αλήθεια που κρύβεται πίσω απ’ αυτό, ο συνομιλητής σου συνεχίζει να ψεύδεται κι εκεί είναι που η απογοήτευσή σου εκτοξεύεται στα ύψη. Βλέποντάς τον να παίζει τον ρόλο του τόσο άψογα, λες από μέσα σου πως είναι έτοιμος να παίξει απευθείας ως ηθοποιός σε καμιά φτηνή κι αστεία σαπουνόπερα.

Κάποιοι, βέβαια, απολαμβάνουν το ψέμα σαν το αγαπημένο τους γλυκό που τελικά εθίζονται σε αυτό κι ούτε θέλουν να το στερηθούν. Αν κάνουν την αρχή λέγοντας ένα ψέμα θα συνεχίσουν να ρίχνουν και τα υπόλοιπα βροχή. Είναι που το ένα ποτέ δε μοιάζει αρκετό κι αν με αυτή τους τη συμπεριφορά γίνονται παθολογικοί ψεύτες είναι επειδή στην ουσία το ψέμα τους έχει γίνει συνήθεια και τρόπος ζωής. Έμαθαν να λένε ψέματα ακόμα και για τα πιο ασήμαντα πράγματα. Για εκείνους μπορεί να είναι παιχνίδι, για εμάς που τα ανεχόμαστε μοιάζει με χτύπημα κάτω απ΄ τη μέση.

Μια σχέση –ό,τι είδους κι αν είναι– για να λειτουργήσει χρειάζεται ειλικρίνεια κι αλήθεια. Κι αν την ώρα που πρέπει να ειπωθεί η αλήθεια δεν αποκαλύπτεται, ό,τι προσπάθεια και να γίνει αργότερα δεν έχει σημασία. Η αλήθεια έχει χάσει πια την πραγματική της ουσία κι η εμπιστοσύνη έχει πια κλονιστεί. Ακόμα και τα «λευκά ψέματα» –τα μικρά ψέματα δηλαδή που χρησιμοποιούνται δήθεν για να μην πληγώσουν τον άλλον μόνο και μόνο για ν’ αποτρέψουν μια σύγκρουση– ανήκουν στην ίδια κατηγορία με τα υπόλοιπα. Το ψέμα είναι ψέμα ανεξάρτητα με την αφορμή που το προκάλεσε.

Όταν εμπιστεύεσαι έναν άνθρωπο και τελικά σου λέει ψέματα δεν μπορεί να έχει μετά την απαίτηση να τον εμπιστευτείς ξανά σαν να μην έγινε τίποτα. Μπορεί να θέλει να σε κρατήσει στη ζωή του, αλλά δεν μπορείς να δεχτείς καμία υποκρισία και καμία αναξιόπιστη συμπεριφορά τόσο απλά.

Οι άνθρωποι όταν τους φερθείς ανέντιμα μπορεί να σε συγχωρέσουν, όμως δε σημαίνει πως θα ξεχάσουν το περιστατικό. Όταν η εμπιστοσύνη κλονίζεται ο άνθρωπος που πλήγωσες εννοείται πως δε νιώθει πλέον ασφαλής μαζί σου. Χρειάζεται χρόνος να γιατρευτούν οι ανοιχτές πληγές και μεγάλη υπομονή.

Θα πρέπει να αποδεχθείς πως όταν λες ένα ψέμα θα πρέπει να είσαι έτοιμος ν’ αντιμετωπίσεις και τις επιπτώσεις του. Αλλιώς ξανασκέψου το, ειδικά αν θες να έχεις ειλικρινείς κι αληθινές σχέσεις με τους ανθρώπους γύρω σου.

Να θυμάσαι πως αυτό που χρειάζονται οι σχέσεις περισσότερο απ΄ όλα, είναι να υπάρχει μια αμοιβαία ειλικρίνεια κι από τις δύο πλευρές και με αυτή τη βάση είναι καλό να πορεύονται. Εξάλλου αν μια σχέση δεν έχει στα θεμέλιά της την αλήθεια δε θα υπάρχει εξέλιξη.

Αν δεν έχεις ειλικρίνεια εξαρχής, δε θα την έχεις ούτε μετά. Χτίσε, λοιπόν, γερές βάσεις και μην ξεχνάς, πως οι άνθρωποι έχουν ένστικτο, δεν είναι σε καμία περίπτωση αφελείς. Μη θεωρείς δεδομένο πως δε θα καταλάβουν πως τους κοροϊδεύεις. Με τα ψέμματα το μόνο που καταφέρνεις είναι να τους απομακρύνεις από εσένα μία για πάντα.

Ας δώσουμε λίγη σημασία, λοιπόν, σε όσα λέμε και λίγη προσοχή σε όσα πιστεύουμε από αυτά που ακούμε.

ARTHUR SCHOPENHAUER: Τα πράγματα δεν μας ελκύουν παρά μόνο όταν δεν μας αγγίζουν

Έτσι, όσο τελούμε υπό το κράτος των επιθυμιών, υπό την κυριαρχία της θέλησης, όσο αφηνόμαστε στις ελπίδες που μας καταπιέζουν, στους φόβους που μας κατατρύχουν, δεν υπάρχει για μας ούτε ανάπαυση ούτε μόνιμη ευτυχία. Είτε ριχνόμαστε με πάθος στην πραγματοποίηση κάποιας επιδίωξης, είτε φεύγουμε να σωθούμε από κάποιον επικείμενο κίνδυνο, αν δηλαδή αισθανόμαστε μεγάλη ταραχή από την αδημονία στην πρώτη περίπτωση ή από το καρδιοχτύπι στη δεύτερη, κατά βάθος είναι το ίδιο: οι έγνοιες που μας προξενούν οι απαιτήσεις της θέλησης σε όλες της τις μορφές, δεν παύουν να διαταράσσουν και να βασανίζουν την ύπαρξή μας. Έτσι, ο άνθρωπος, δούλος της θέλησης [του βουλητικού του στοιχείου], περιστρέφεται συνεχώς στον τροχό του Ιξίωνα, χύνει νερό στο πιθάρι των Δαναΐδων, είναι ο Τάνταλος που τυραννιέται από την αιώνια δίψα.

Όταν όμως μια ξένη, ανεξάρτητη από μας περίσταση -ή η εσωτερική μας αρμονία- μας ανασηκώνει και μας βγάζει για μια στιγμή έξω από τον ατέλειωτο χείμαρρο της επιθυμίας, το πνεύμα απαλλάσσεται από την καταπίεση της θέλησης, η προσοχή μας εκτρέπεται από καθετί που την προσελκύει, και τα πράγματα μάς παρουσιάζονται απαλλαγμένα από τη γοητεία της ελπίδας, από κάθε προσωπικό συμφέρον, μας παρουσιάζονται δηλαδή ως αντικείμενα ανιδιοτελούς σκέψης και όχι ως αντικείμενα που εποφθαλμιούμε- είναι τότε ακριβώς που η ανάπαυλα αυτή, η οποία μάταια αναζητήθηκε στους ανοιχτούς δρόμους της επιθυμίας, με αποτέλεσμα να μας διαφεύγει συνεχώς, παρουσιάζεται κατά κάποιον τρόπο από μόνη της και μας δίνει το αίσθημα της γαλήνης σε όλη του την πληρότητα. Είναι αυτή ακριβώς η, απαλλαγμένη από πόνους, κατάσταση που εξυμνούσε ο Επίκουρος ως το πιο μεγάλο απ’ όλα τα αγαθά, ως την ευδαιμονία των θεών διότι σ’ αυτή την περίπτωση είμαστε προς στιγμήν απαλλαγμένοι από τη βαριά καταπίεση της θέλησης, γιορτάζουμε το Σάββατο της αργίας μετά τα καταναγκαστικά έργα που μας επιβάλλει η θέληση, ο τροχός του Ιξίωνα σταματάει… Τι σημασία έχει τότε αν βλέπει κανείς τη δύση του ηλίου από το παράθυρο ενός παλατιού ή μέσα από τα κάγκελα μιας φυλακής!

Εσωτερική αρμονία, επικράτηση της καθαρής σκέψης απέναντι στη θέληση – αυτό μπορεί να προκύψει σε κάθε τόπο. Μάρτυρες αυτοί οι θαυμάσιοι Ολλανδοί ζωγράφοι, οι οποίοι μπόρεσαν να δουν με τόσο αντικειμενικό τρόπο τα μικρά πράγματα και οι οποίοι μας άφησαν, στις σκηνές εσωτερικού χώρου, μια διαχρονική απόδειξη του ελεύθερου και γαλήνιου πνεύματός τους. Ο θεατής δεν μπορεί να παρατηρήσει τα έργα αυτά χωρίς να συγκινηθεί, χωρίς ν’ αναλογιστεί την ήσυχη, ειρηνική, γεμάτη γαλήνη πνευματική κατάσταση του καλλιτέχνη, μια κατάσταση απαραίτητη για να μπορέσει κανείς να συγκεντρώσει την προσοχή του σε αντικείμενα ασήμαντα, αδιάφορα, και να τα αναπαραστήσει με τόση φροντίδα· και η εντύπωση είναι ακόμη πιο ισχυρή όταν, κάνοντας μιαν ενδοσκόπηση, μένουμε κατάπληκτοι από την αντίθεση μεταξύ αυτών των τόσο ήρεμων ζωγραφικών έργων και των πάντοτε σκοτεινών δικών μας αισθημάτων, που διαρκώς αναστατώνονται από ανησυχίες και επιθυμίες.

Αρκεί να εστιάσει κανείς την προσοχή του σε έναν οποιονδήποτε άνθρωπο, σε μια οποιαδήποτε σκηνή της καθημερινής ζωής και να τα αναπαραστήσει με το μολύβι ή το πινέλο: τότε, όλα θα φανούν ευθύς αμέσως εξαιρετικά ενδιαφέροντα, χαριτωμένα και επιθυμητά. Αν ωστόσο συμβεί να βρεθούμε αντιμέτωποι με την εν λόγω σκηνή ή να μετέχουμε οι ίδιοι στη σκηνή, ε, τότε! Μόνο ο διάβολος θα μπορούσε, όπως λέει κανείς συχνά, ν’ αντέξει μια τέτοια κατάσταση.

Είναι η σκέψη του Γκαίτε:

Όλα εκείνα που μας θλίβουν στη ζωή,
όταν αναπαριστώνται από τη ζωγραφική μας θέλγουν…


Όταν ήμουν νέος, υπήρξε μία περίοδος όπου προσπαθούσα διαρκώς να φαντάζομαι όλες τις πράξεις μου σαν να ήταν ενός άλλου – πιθανότατα για να τις απολαμβάνω καλύτερα.

Τα πράγματα δεν μας ελκύουν παρά μόνο όταν δεν μας αγγίζουν. Η ζωή δεν είναι ποτέ ωραία, υπάρχουν μόνο οι απεικονίσεις της ζωής που είναι ωραίες, όταν ο καθρέφτης της ποίησης τις φωτίζει και τις αντικατοπτρίζει, ιδίως στα νεανικά χρόνια της ζωής μας, όταν δεν ξέρουμε ακόμα τι σημαίνει να ζεις.

ARTHUR SCHOPENHAUER, ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Τοιαύτα πεπολιτευμένων

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΤΑ ΑΘΗΝΑΙΩΝ: Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Για να ευτυχήσετε, Αθηναίοι. Δεν έχετε ανάγκη από ξένα παραδείγματα, αλλά από παραδείγματα της δικής μας ιστορίας.

Από εκείνους που δεν σας κολάκευαν και δεν σας αγαπούσαν όπως οι σημερινοί πολιτικοί, κατασκευάστηκαν τόσο ωραία και πλούσια μνημεία, που έμειναν αξεπέραστα. Όσο για την ιδιωτική τους ζωή, ήσαν τόσο μετρημένοι και εναρμονισμένοι με τα ήθη της πόλης, ώστε η οικία τους δεν διέφερε από την οικία του γείτονά τους. Διότι εκείνοι δεν πολιτεύονταν για να πλουτίσουν, αλλά για ν’ αυξήσουν τον κοινό πλούτο. Αυτό θεωρούσαν καθήκον τους. Και έτσι, επειδή ήσαν ειλικρινείς προς τους άλλους Έλληνες, ευσεβείς προς τους θεούς και είχαν ως αρχή την ισότητα μεταξύ των πολιτών, απέκτησαν όπως ήταν φυσικό μεγάλη ευδαιμονία.

Στρέψτε το βλέμμα προς τους σημερινούς πολιτικούς: άλλοι από φτωχοί έγιναν πάμπλουτοι, άλλοι από άσημοι χόρτασαν τιμές, ορισμένοι έφτιαξαν σπίτια δίπλα στα οποία τα δημόσια οικοδομήματα είναι πιο σεμνά, κι όσο ο πλούτος της πόλης ελαττωνόταν, τόσο ο δικός τους αύξανε.

Άνθρωποι μιαροί και κόλακες και χαμερπείς· ακρωτηρίασαν ο καθένας την πατρίδα του και, πίνοντας στην ελευθερία, την προσέφεραν δώρο στον εχθρό. Μέτρο της ευδαιμονίας τους είναι η κοιλιά τους και οι πιο ποταπές απολαύσεις. Έτσι, κατέλυσαν την ελευθερία και την ανεξαρτησία, που για τους παλαιότερους Έλληνες ήταν προϋπόθεση και κανόνας αγαθών.

Η κατάσταση ξέφυγε από τον έλεγχό μας όχι γιατί δεν την εκτιμήσαμε σωστά, αλλά γιατί αρνηθήκαμε να κάνουμε το καθήκον μας.

Βλέπετε σε ποια κατάντια μας οδήγησε το γεγονός ότι ορισμένοι ρητορεύουν μόνο και μόνο για να σας ευχαριστήσουν.

Από την άλλη, ποιος εξαπατά την πόλη;

Δεν την εξαπατά όποιος δεν λέγει όσα σκέπτεται;

Υπάρχει μεγαλύτερο αδίκημα για τον πολιτικό άνδρα απ’ το άλλα να λέει κι άλλα να σκέπτεται;

Ή μήπως νομίζετε ότι οι πολιτικοί που αγαπούν το λαό διακρίνονται από τα λόγια τους και όχι από τις πράξεις και τις πολιτικές τους;

Τα λόγια, όταν δεν συνοδεύονται από πράξεις είναι μάταια και κούφια.

Πολλές φορές, σε πολλές περιπτώσεις, Αθηναίοι, δεν συνειδητοποιήσατε ποιο ήταν το δίκαιο και παρασυρθήκατε από τις κραυγές, τη βιαιότητα και την αναισχυντία των ρητόρων.

Προσέξτε μην το πάθετε και τώρα.

Όποιος λοιπόν επιθυμεί, Αθηναίοι, κάτι καλό να κάνει για την πόλη μας, χρειάζεται να γιατρέψει τ’ αφτιά σας πρώτα· για τι ’ναι διεφθαρμένα· έχετε συνηθίσει ν’ ακούτε όλο ψέματα κι οτιδήποτε άλλο, παρά τα σωστά.

Όσοι αποβλέπουν σ’ εκλογή και σε κάποιο αξίωμα καταντάν δούλοι της εύνοιας που επιδιώκουν προκειμένου να εκλεγούν… παρέχοντάς σας ελπίδες και τίποτε περισσότερο.

Όπως φαίνεται πολύ σκοτάδι υπάρχει ανάμεσα σε σας και την αλήθεια.

Δεν ανέχεσθε να σας λένε για όλα την αλήθεια. Και απορώ, πράγματι, πώς μ’ αφήσατε σήμερα να μιλήσω.

Η πειθώ του Περικλή

Στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα η Αθήνα βρισκόταν στη μεγαλύτερη ακμή της. Ήταν το πνευματικό κέντρο της Ελλάδας. «Ελλάδος Σχολείον» την έλεγαν και ήταν το μέρος όπου δίδασκαν, συζητούσαν, έγραφαν και ανέπτυσσαν τις θεωρίες τους μερικοί από τους μεγαλύτερους διανοητές, όχι μόνο της αρχαιότητας αλλά και όλων των εποχών, όπως ο Ιπποκράτης, ο πατέρας της ιατρικής, ο Αναξαγόρας, οι σοφιστές Πρωταγόρας, Πρόδικος, Γοργίας και Ιππίας, και οι μαθητές τους Αλκιδάμας, Αντιφών, Λυκόφρων, Όλοι αυτοί ήταν φίλοι και οπαδοί του Περικλή, στον κύκλο του οποίου ανήκαν μαζί με τον μέγιστο των τραγικών, τον Ευριπίδη και τον πατέρα της ιστορίας τον Ηρόδοτο. 

Ο Περικλής γεννήθηκε το 495 π.Χ. ή σύμφωνα με κάποιους άλλους το 490 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο Ξάνθιππος, ένας πλούσιος Αθηναίος, καταγόμενος από το ιερατικό γένος των Βουζύγων. Ο Ξάνθιππος ήταν ένας από τους γενναίους στρατηγούς της Αθήνας και υπό την αρχηγία του οι Αθηναίοι νίκησαν τους Πέρσες στη Μυκάλη το 479 π.Χ. Γιαγιά του Περικλή ήταν η Αγαρίστη, κόρη του Κλεισθένη, γνωστού ως θεμελιωτή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Σύμφωνα με ένα θρύλο, η μητέρα του λίγο πριν γεννήσει είδε στον ύπνο της πως γέννησε ένα λιοντάρι. Το όνειρο αυτό την τάραξε, αλλά μια δούλη της το ερμήνευσε, πως θα γεννούσε έναν σπουδαίο άνθρωπο.

Χάρη στην αριστοκρατική καταγωγή του πήρε πολύ καλή μόρφωση. Δασκάλους του είχε τον Ζήνωνα τον Ελεάτη και τον Αναξαγόρα τον Κλαζομένιο, στη μουσική δε τον Δάμωνα. Ο Αναξαγόρας, ιδιαίτερα, τον βοήθησε να απαλλαγεί από τις δεισιδαιμονίες, του έμαθε να ερμηνεύει τα φυσικά φαινόμενα με ορθολογισμό και να είναι αντικειμενικός με τις αντιξοότητες της ζωής.

Χαρακτηριστικό για το ήθος του χαρακτήρα του Περικλή, είναι το ακόλουθο επεισόδιο. Μια μέρα που βρισκόταν στην αγορά, κάποιος άρχισε να τον βρίζει με πολύ άσχημο τρόπο. Εκείνος δεν του απάντησε, αλλά ο τύπος τον ακολουθούσε και συνέχισε να τον βρίζει. Επιστρέφοντας ο Περικλής στο σπίτι, βράδυ πια, με τον υβριστή του να τον ακολουθεί κατά πόδας, είπε σ’ έναν υπηρέτη του να συνοδεύσει τον άνθρωπο αυτό μέχρι το σπίτι του, φωτίζοντάς του το δρόμο, γιατί καθώς ήταν πια σκοτάδι δε θα έβλεπε πού πηγαίνει.

Όταν ήταν πια στρατηγός και αναγνωρισμένος ηγέτης της πόλης, επρόκειτο να αποπλεύσει ο στόλος σε κάποια εκστρατεία. Συνέβη όμως τότε να γίνει ολική έκλειψη σελήνης. Το φαινόμενο αυτό εθεωρείτο πολύ κακός οιωνός και οι ναύτες αρνήθηκαν να ξεκινήσουν. Ο Περικλής τότε, που ο Αναξαγόρας του είχε εξηγήσει το φαινόμενο των εκλείψεων, μάζεψε τα πληρώματα στο θέατρο, άναψε ένα λύχνο και κατόπιν έκρυψε το φως του με τον μανδύα του, ρωτώντας τους ναύτες: «Σας τρομάζει αυτό που έγινε;»

Εκείνοι φυσικά απάντησαν αρνητικά και τότε ο Περικλής τους εξήγησε πως κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την έκλειψη της σελήνης. Οι ναύτες λευτερωμένοι από το φόβο δέχτηκαν να ξεκινήσουν.
Αυτό όμως που έκανε τον Περικλή ιδιαίτερα δημοφιλή στους Αθηναίους ήταν η ρητορική του ικανότητα. Ήταν θαυμάσιος ρήτορας, μιλούσε πάντα με ηρεμία, αλλά με γοητευτική ευγλωττία και μεγάλη πειστικότητα, έτσι που συνάρπαζε τους ακροατές του, που κυριολεκτικά κρέμονταν από τα λόγια του. Μπορούσε να αναπτύσσει τα πιο περίπλοκα θέματα και να αναφέρεται σε δύσκολες φιλοσοφικές θεωρίες με εξαιρετικά απλό και καταληπτό ύφος, Οι Αθηναίοι, για τη ρητορική του δεινότητα τον έλεγαν Ολύμπιο.

Αληθινό μνημείο της τέχνης του λόγου του και ταυτόχρονα ύμνος προς τους δημοκρατικούς θεσμούς, είναι ο περίφημος Επιτάφιος, όπως τον διέσωσε ο Θουκυδίδης στην ιστορία του, Πρόκειται για τον λόγο που έβγαλε ένα χρόνο μετά την κήρυξη του Πελοποννησιακού Πολέμου, όταν έφτασαν στην Αθήνα για ενταφιασμό οι σοροί των πρώτων νεκρών.

Αναφορικά με τη δύναμη της πειθούς του, λέγεται πως κάποτε ένας βασιλιάς της Σπάρτης ρώτησε τον Θουκυδίδη, πολιτικό του αντίπαλο τότε, αν είχε ποτέ παλέψει μαζί του. Εκείνος του απάντησε πως ουδέποτε το σκέφτηκε, γιατί ήταν βέβαιος ότι θα νικούσε ο Περικλής.

«Μα τόσο δυνατός είναι ο Περικλής;» αναρωτήθηκε ο Σπαρτιάτης.
«Δεν είναι δυνατός στο σώμα, αλλά στα λόγια και την πειθώ. Κι αν ακόμα τον νικούσα, θα έπειθε τους θεατές της πάλης μας πως αυτός νίκησε!»

Παρά την αριστοκρατική καταγωγή του, όταν ασχολήθηκε με τα κοινά στάθηκε στο πλευρό των φτωχών. Υποστήριξε τον ηγέτη των δημοκρατικών Εφιάλτη και όταν αυτός δολοφονήθηκε από τους ολιγαρχικούς, ανέλαβε ο Περικλής την ηγεσία της δημοκρατικής παράταξης, συνεχίζοντας τις ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις του. Ασχολήθηκε κατ’ αρχήν με την εσωτερική πολιτική και πρότεινε μέτρα που ενίσχυσαν το δημοκρατικό πολίτευμα. Αφαίρεσε ένα μέρος της εξουσίας του Αρείου Πάγου, που θεωρούνταν όργανο των ολιγαρχικών και μετέφερε τις δικαιοδοσίες του στην Εκκλησία του Δήμου και στο «λαϊκό» δικαστήριο της Ηλιαίας.

Ο Άνθρωπος στην Ύπαρξη και στον Χρόνο

Μέσα μας, όταν Ανυψωνόμαστε Προς το άπειρο - Όλον, την Πηγή των Πάντων, το Όριο Κάθε Εξέλιξης, μπορούμε να Βρούμε την Αληθινή Γνώση, Όλη την Γνώση.

Μπορεί η Αλήθεια να είναι Αιώνια και να Έχει Ήδη Διατυπωθεί… όμως προσεγγίζοντάς την ξανά και ξανά βοηθάμε στην διασαφήνισή της και στην κατανόησή της.

Ο Αληθινός Λόγος είναι σαν τον ορίζοντα, όσο βαδίζεις προς το μέρος του, τόσο απομακρύνεται. Έτσι και με το λόγο, όσο προσεγγίζεις ένα θέμα τόσο ανοίγονται πλατύτερα πεδία διερεύνησης.

Δεν πρέπει να συγχέουμε τη Φυσική Πραγματικότητα, που Προσεγγίζεται όχι διανοητικά αλλά Μόνο Βιωματικά σαν Ενότητα των Πάντων, με τις ερμηνείες και τις λέξεις.

Παρόλα αυτά ο Λόγος μας δεν είναι μάταιος – κι ας ανήκει, σαν κάθε λόγο, στον κόσμο των ειδώλων – αντίθετα, είναι παρήγορος κι ελπιδοφόρος, ακόμα και γι’ αυτούς που δεν καταλαβαίνουν… γιατί Δείχνει Προς Την Αλήθεια.

Είναι τελικά θέμα λόγου, να εξηγήσεις, να συνεννοηθείς. Μερικές φορές όταν παίρνουμε τις ερμηνείες για την Πραγματικότητα και τις λέξεις για τα ίδια τα πράγματα, μπερδευόμαστε… τότε οι λέξεις γίνονται εμπόδιο.

Η Αληθινή Επικοινωνία είναι πέρα από λέξεις, όταν υπάρχει ανθρώπινο ενδιαφέρον, Αγάπη… Όταν μπορέσουμε να νοιώσουμε πέρα από τις λέξεις τον Αληθινό Άνθρωπο που Μιλάει και Καταθέτει την Κατανόησή του…

Πραγματικότητα είναι σε γενικές γραμμές τα Φυσικά Περιστατικά, κι Εδώ Περιλαμβάνονται Όλα, Όλα: Ποιος είπε ότι Συνείδηση, πνεύμα, νους, ψυχή, ύλη (με ολόκληρο το σύμπαν),είναι πράγματα ξεχωριστά; Αυτό το λέει η ανθρώπινη σκέψη, η «ερμηνεία» που κάνει της Πραγματικότητας, που είναι μια «κατασκευή». Άλλο πράγμα η Πραγματικότητα, άλλο η «ερμηνεία».

Τι είναι ο άνθρωπος; Η Ίδια η Πραγματικότητα, γιατί δεν υπάρχει διαχωρισμός κανένας. Από τη Φύση του ο άνθρωπος είναι Όλα… αλλά στην «συμπεριφορά» του γίνεται κάτι άλλο, ό,τι θέλει, ανόητος, τυφλός, ζώο…

Αν ο άνθρωπος αφήσει την Αληθινή Φύση να τον Καθοδηγήσει, θα τον καθοδηγήσει σωστά, απλά δεν το κάνει.

Ποιος είπε ότι πριν 500.000 χρόνια όταν ανέτειλε η «αυτοσυνείδηση» αυτό το ζώο δεν είχε οράματα, αισθήματα, Αγάπη;. Ήταν Όλα, ακόμα και Αγάπη, αλλά πιο πολύ (οι πιο πολλοί) ήταν μόνο το ζώο.

Η Πραγματικότητα Είναι Αυτό που Είναι κι Είναι, Εδώ, Τώρα, δεν είναι αλλού… Ρέει Συνεχώς, αλλά Κάθε Στιγμή Εκπληρώνει το Σκοπό της. Αυτά περί εξέλιξης, χρόνου, σκοπού της δημιουργίας, πορείας, ολοκλήρωσης του ανθρώπου, είναι όλα «όνειρα» στα πλαίσια της «ερμηνείας» της Πραγματικότητας… δεν ανήκουν στην Πραγματικότητα.

Ο άνθρωπος απλά πρέπει να Συνειδητοποιήσει ότι είναι η Πραγματικότητα, Όλη η Πραγματικότητα, Να Είναι Ένα με Όλα, να Ρέει Μαζί με τη Ζωή, Κάθε Στιγμή, στην Αιωνιότητα… είτε σαν ενσαρκωμένη οντότητα, είτε με όποια άλλη μορφή του δίνει η Ζωή… γιατί Ζωή δεν είναι μόνο η βιολογική ζωή, η Ζωή είναι Ύπαρξη, Κίνηση που Αυτοεκπληρώνεται Κάθε Στιγμή, στην Αιωνιότητα…

Έτσι ούτε η Πραγματικότητα, ούτε ο Άνθρωπος (στη Φύση του) είναι πρόβλημα: Πρόβλημα είναι η «συμπεριφορά» του ανθρώπου, η «ανωριμότητά» του, η «βαρβαρότητά»… Όλα αυτά πηγάζουν από το απλό γεγονός ότι ο άνθρωπος δεν Ζει στην Πραγματικότητα, την Πραγματικότητα, αλλά ζει στο μυαλό του, αυτά που σκέφτεται και κάνει, που δεν τον οδηγούν πουθενά, γιατί εξορισμού ζει «μέσα στο όνειρο».

Η ζωή είναι «συμβάντα», «διαδικασίες», δεν είναι θεωρίες και σχολιασμός της σκέψης…

Υπάρχει μια Ενιαία Πραγματικότητα, δεν υπάρχει διαχωρισμός…

Η Ζωή Είναι Μία, δεν υπάρχει διαχωρισμός σε «Ζωή» και «Άσκηση» (Ενεργός προσοχή, Διαλογισμός, - δεν εξετάζω ποιο περιεχόμενο θα δώσουμε).

Το να Ζούμε και το να ζούμε συνειδητά (ασκούμενοι, προσευχόμενοι, οτιδήποτε άλλο) δεν είναι το ίδιο; Είναι διαφορετικά πράγματα; Δηλαδή μπορεί κάποιος να πει, γενικώς ζω, αλλά κάθε μέρα, κάποια συγκεκριμένη ώρα, απομονώνομαι, προσεύχομαι, διαλογίζομαι, κάνω κάτι; Μπορούν ζωή και άσκηση να διαχωριστούν; Κι αν ναι τι γίνεται; Είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι, σε διαφορετικές καταστάσεις;

Πως αντιλαμβανόμαστε τον Άνθρωπο;

Αναφερόμαστε σε Ουσία, ύπαρξη, πνεύμα, λόγο, νου, ψυχή, βιολογικό σώμα… Πως ακριβώς ιεραρχούνται αυτές οι δυνάμεις-λειτουργίες μέσα στον άνθρωπο; Σε τι εξελίσσεται ο άνθρωπος; Πως Βιώνει την Πραγματικότητα, την Αληθινή Ουσία, ή πως επικοινωνεί με Αυτό που οι άνθρωποι ονομάζουν Ζωντανό Όλον;… Μπορεί να εξελιχθεί ο άνθρωπος, να γίνει σαν Αυτό;… κι όλα αυτά, τα όντα, ο άνθρωπος, δεν Στηρίζονται και δεν Αναφέρονται στο Άγνωστο Όλο; (δεν έχει σημασία το Όνομα).

Πιστεύουμε ότι προορισμός του ανθρώπου – σαν είδος – είναι ο εξωτερικός κόσμος;

Η Συνείδηση που φυλακίστηκε μέσα στο βιολογικό σώμα, τι ακριβώς είναι; Άυλη ουσία, ενέργεια, παρουσία; Ή απλά προϊόν βιοχημικών διαδικασιών του εγκεφάλου; Επιβιώνει του θανάτου; Και μετά;

Δεν υπάρχει επικοινωνία ζωντανή με την Ανώτερη Πραγματικότητα; Μόνο μέσω κάποιων θεϊκών απεσταλμένων (μεσολαβητών) υπάρχει κάποιου είδους «επαφή»;

Ο Αληθινός Άνθρωπος (Αυτός που θα προκύψει με την Εξέλιξη, ίσως σε χιλιετηρίδες, δεν ξέρω) δεν μπορεί να περιοριστεί στο υλικό σύμπαν, όσο απέραντο κι αν φαίνεται σήμερα (γιατί δεν έχουμε γνώση και τεχνολογία – όχι ανθρώπινη τεχνολογία, κάτι διαφορετικό).

Το σύμπαν είναι πολύ μικρό για να χωρέσει τα «όνειρά» μας.

Η Εξέλιξη του Ανθρώπου και το εξελικτικό βήμα προς την «θέωση – φώτιση» συμβαίνει μέσα στον φυσικό χώρο;

Η Συνείδηση θα συνδέεται πάντα με κάποιο σώμα; φυσικό σώμα;

Η Συνείδηση δεν είναι (σαν παρουσία, δραστηριότητα, ενέργεια) κάτι διαφορετικό από το σώμα που μπορεί να απελευθερωθεί και να συνεχίσει την εξέλιξή της σε άυλους κόσμους;

Ανεξάρτητα από την εξέλιξη της ανθρωπότητας και το εξελικτικό στάδιο που βρίσκεται τώρα, υπάρχει για κάθε οντότητα μια ατομική πορεία, μια προσωπική εξέλιξη, που μπορεί και να μην συμβαδίζει με την εποχή του. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι πολύ πιο μπροστά από την εποχή τους ή δικαιώνονται μετά από αιώνες…

Κάποιος που σήμερα ψάχνει να βρει την αλήθεια δεν θα πρέπει να ακολουθήσει ένα προσωπικό δρόμο, να ανοίξει μόνος του το μονοπάτι;

Και με ποιο τρόπο εξελίσσεται η συνείδηση; Και πως απελευθερώνεται;

Αν κάποιος δεν στηριχτεί σε ό,τι ο ίδιος Βιώνει, στην Εμπειρία της Ζωής που Αποκομίζει, στην Κατανόηση που κατακτά, από πού μπορεί να δεχθεί βοήθεια;

Τελικά η Αλήθεια, η Γνώση, η Ελευθερία, δεν είναι πέρα από όλη την ηλιθιότητα που συσσώρευσε ο άνθρωπος;

Η Φώτιση, η Απελευθέρωση δεν είναι έξω από τον χρόνο των ανθρώπων; Γιατί πρέπει ο Θεός να ασχολείται με το υλικό σύμπαν κι ένα ασήμαντο πλανήτη, τη γη; Γιατί οι άνθρωποι να μην επιστρέψουν στους άυλους κόσμους από όπου ίσως προήλθαν;… Επειδή η «Συνείδηση» έχει Θεϊκή Καταγωγή και δεν είναι η γη η αληθινή κατοικία της.

Τελικά το Μήνυμα της Ανώτερης Δύναμης είναι να αποκατασταθεί η τάξη εδώ, στη γη; Ή όσοι είναι άξιοι να επιστρέψουν στον Οίκο του Πατέρα τους;

Δεν ξέρω… Απλά αναρωτιέμαι.

Ο κόσμος δεν έχει γιατρειά.

Πρέπει να μιλάμε τη Γλώσσα της Αλήθειας.

Η Αλήθεια δεν έχει σκληρή γλώσσα. Η Αλήθεια είναι Αλήθεια, τίποτα περισσότερο.

Κι ασφαλώς όλοι οι άνθρωποι που βλέπουν την Αλήθεια από Κάπου αλλού Φωτίζονται κι Εμπνέονται.

Τελικά τι μπορεί να γίνει πρακτικά; Με συγκεκριμένες δράσεις. Με διαπιστώσεις, ανεφάρμοστες προτάσσεις, με ευχές, με ελπίδα ότι θα έρθει βοήθεια από αλλού, δεν προχωράει η ζωή… δεν προχωράει.

Δεν λέω πως πρέπει να «μεταναστεύσουμε» είτε σε άλλο «τόπο», είτε στην «φαντασία». Λέω πως πρέπει να είμαστε εδώ. Να κάνουμε τι;

Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι βολεμένοι σε αυτή την κατάσταση της άγνοιας (με τον ένα ή τον άλλο τρόπο), στηρίζουν ή αποδέχονται αυτή την κατάσταση. Δεν είναι ότι δεν βλέπουν, δεν ακούνε ή ότι αδιαφορούν. Αποδέχονται. Καταλαβαίνουμε πόσο εφιαλτικό είναι αυτό; Θα τους σώσει κάποιος με το ζόρι; Δεν θέλουν.

Και ξανακάνουμε κύκλο και ξαναρχόμαστε στην ίδια ερώτηση. Θα προχωρήσουμε με ποιους; Με τους σύγχρονους ανθρώπους; Ζούμε στον πλανήτη των Homo simian. Κι οι Σοφοί Χάθηκαν στη σκόνη του χρόνου.

Η Αλήθεια Είναι Πάντα Εδώ, Τώρα. Δεν είναι αλλού, ούτε στο μέλλον.

Albert Camus: Η ελευθερία δεν είναι ανταμοιβή, ούτε παράσημο που το γιορτάζουν με σαμπάνια

Το μεγάλο εμπόδιο για να ξεφύγουμε από την κρίση δεν είναι τάχα το γεγονός ότι πρώτοι εμείς καταδικάζουμε τον εαυτό μας;

Πρέπει λοιπόν να επεκτείνουμε την καταδίκη σε όλους, αδιακρίτως, ώστε να την κάνουμε κάπως πιο ήπια.

Καμιά δικαιολογία, ποτέ, και για κανέναν, αυτή είναι η αρχή μου, η αφετηρία μου.

Αρνούμαι την καλή πρόθεση, το έντιμο λάθος, το στραβοπάτημα, τα ελαφρυντικά.

Εγώ δεν συγχωρώ, δεν δίνω άφεση αμαρτιών.

Κάνω απλώς την πρόσθεση και ύστερα λέω: «Μας κάνουν τόσα. Είστε διεστραμμένος, σάτυρος, μυθομανής, παιδεραστής, καλλιτέχνης, κ.λπ.»

Έτσι. Νέτα σκέτα.

Στη φιλοσοφία, όπως και στην πολιτική, είμαι συνεπώς υπέρ της θεωρίας που αρνείται την αθωότητα για τον άνθρωπο και υπέρ της κάθε πρακτικής που τον αντιμετωπίζει ως ένοχο.

Βλέπετε στο πρόσωπό μου, φίλτατε, έναν φωτισμένο υπέρμαχο της δουλείας.

Δίχως αυτήν, για να λέμε την αλήθεια, δεν υπάρχει οριστική λύση.

Αυτό το κατάλαβα πολύ γρήγορα.

Άλλοτε, είχα μόνον την ελευθερία στο στόμα.

Στο πρόγευμα την άπλωνα πάνω στο ψωμί μου, τη μασούλαγα όλη μέρα, έφερνα στον κόσμο μια ολόδροση ανάσα ελευθερίας.

Βομβάρδιζα με τούτη την κυρίαρχη λέξη όποιον διαφωνούσε μαζί μου, την είχα βάλει στην υπηρεσία των πόθων και της δύναμής μου.

Την ψιθύριζα στο κρεβάτι, στο αυτί των αποκοιμισμένων φιλενάδων μου, και τούτη η λέξη με βοηθούσε να τις αφήνω στα κρύα του λουτρού.

Την τρύπωνα συχνά...

Μα τι κάνω, εξάπτομαι και χάνω το μέτρο.

Τέλος πάντων, μου έτυχε να κάνω και πιο αφιλοκερδή χρήση της ελευθερίας, και μάλιστα, δείτε κι εσείς ο ίδιος την αφέλειά μου, να την υπερασπιστώ κιόλας δυο τρεις φορές, δίχως να φτάσω ασφαλώς, ίσαμε το σημείο να πεθάνω γι’ αυτήν, διακινδυνεύοντας όμως για χάρη της.

Πρέπει να μου συγχωρήσετε αυτές τις απερισκεψίες, δεν ήξερα τι έκανα.

Δεν ήξερα πως η ελευθερία δεν είναι ανταμοιβή, ούτε παράσημο που το γιορτάζουν με σαμπάνια.

Ούτε και δώρο, άλλωστε, κουτί με λιχουδιές που σε κάνουν να γλείφεσαι.

Ω, όχι, κάθε άλλο, είναι αγγαρεία, ένας μαραθώνιος πολύ μοναχικός, πολύ εξαντλητικός.

Χωρίς σαμπάνια, χωρίς φίλους να σηκώνουν το ποτήρι τους και να σε κοιτάζουν με τρυφερότητα.

Μόνος σε μια θλιβερή αίθουσα, μόνος στο εδώλιο μπροστά στους δικαστές και μόνος για ν’ αποφασίσεις μπροστά στον εαυτό σου ή μπροστά στην κρίση των άλλων.

Μετά από κάθε ελευθερία υπάρχει μια δικαστική απόφαση.

Να γιατί η ελευθερία είναι πολύ βαριά να τη σηκώσεις, ιδιαίτερα όταν υποφέρεις από πυρετό ή όταν έχεις στεναχώριες ή όταν δεν αγαπάς κανέναν.

Albert Camus, Η Πτώση